Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 14

ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

[DPSYC505-22] Προσωπικότητα: Θεωρητικές Προσεγγίσεις και η Εξελικτική


Διαδρομή

Τίτλος εργασίας:

Ανάλυση της προσωπικότητας της Maria Montessori με την θεωρία του συμπεριφορισμού

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΑΝΝΑ

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΦΟΙΤΗΤΗ: ΜΑΚΡΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

student ID: 1204519025

ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2020-2021


Περιεχόμενα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ.........................................................................................................................................3

1. Εισαγωγή.......................................................................................................................................4

2.1 Βιογραφικά στοιχεία...................................................................................................................5

2.2 Η Θεωρία του Συμπεριφορισμού................................................................................................9

2.3 Η πορεία της Maria Montessori με βάση την θεωρία του συμπεριφορισμού..........................10

3. Συμπεράσματα............................................................................................................................13

4. Βιβλιογραφία...............................................................................................................................14

2
AΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ MARIA MONTESSORI
ΜΕ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΥ

Μακρή Μαγδαληνή

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η παρούσα εργασία αποτελεί βιβλιογραφική μελέτη της προσωπικότητας της Maria Montessori
με βάση την θεωρία του συμπεριφορισμού. Σκοπός της είναι η ανάλυση των γεγονότων στη
ζωή της Montessori και πως αυτά συντέλεσαν στην δημιουργία της προσωπικότητας της, όπως
πρεσβεύει η θεωρία του συμπεριφορισμού. Αυτό που προκύπτει είναι πως το περιβάλλον, μέσα
στο οποίο μεγαλώνει κάποιος και οι επιρροές που δέχεται, επηρεάζουν την μετέπειτα εξέλιξη
του.

Λέξεις-κλειδιά: συμπεριφορισμός, Maria Montessori, προσωπικότητα

3
1. Εισαγωγή

Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την πορεία της Maria Montessori και πως
αναπτύχθηκε η προσωπικότητα της, με βάση την θεωρία του συμπεριφορισμού. Η
προσωπικότητα είναι μια πολυδιάστατη έννοια, στην δημιουργία της οποίας συντελούν
πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες. Η θεωρία του συμπεριφορισμού υποστηρίζει πως για
την ανάλυση της οι μόνοι παράγοντες που χρειάζεται να μελετηθούν είναι οι βιολογικοί και
το περιβάλλον.
Στην αρχή της εργασίας, παρουσιάζονται τα βιογραφικά στοιχεία της Montessori και
αναφέρονται τα σημαντικότερα γεγονότα και οι σημαντικότεροι σταθμοί της ζωής της.
Ακολούθως, παρουσιάζεται η θεωρία του συμπεριφορισμού και αναλύεται η βασική της
θεώρηση μέσω των ιδεών των βασικών υπερασπιστών της. Τέλος, πραγματοποιείται
ανάλυση κάποιων γεγονότων της ζωής της Montessori και πως αυτά, με βάση τις ιδές που
πρεσβεύει ο συμπεριφορισμός επηρέασαν την συμπεριφορά της και τις πράξεις της.

4
2.1 Βιογραφικά στοιχεία

H Maria Tecla Artemesia Montessori γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου του 1870 στο Chiar-
avalle της Ιταλίας, κοντά στην Ancona. Πατέρας της ήταν ο Allesandro Montessori, ο οποίος
εργάζονταν ως υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών και είχε την διεύθυνση ενός
κρατικού καπνεργοστασίου και μητέρα της η Renilde Stoppani (Baligadoo, 2014).
Όταν η Maria Montessori ήταν 5 ετών, το 1875, ο πατέρας της μεταφέρθηκε στην Ρώμη.
Εκεί έλαβε την κλασσική, συμβατική εκπαίδευση εκείνης της εποχής. Η ίδια ωστόσο, είχε
διαφορετικές απόψεις και αποφάσισε να ακολουθήσει έναν διαφορετικό και παράξενο για τα
δεδομένα της εποχής δρόμο. Σε ηλικία 13 ετών, το 1883, ξεκίνησε να φοιτά στο Regio
Scuola Tecnico Michelangelo Buonarroti, το οποίο ήταν ένα κρατικό τεχνικό σχολείο μόνο
για αγόρια (Gutek & Gutek, 2020).
Το 1866, σε ηλικία 16 ετών, αποφοίτησε από το Scuola Tecnico και συνέχισε τις σπουδές
της πάνω στην μηχανική στο Regio Istituto Tecnico Leonardo da Vinci. Αποφοιτώντας, το
1890, σε ηλικία 20 ετών αποφάσισε ότι δεν την ενδιέφερε να ασχοληθεί με την μηχανική και
έλαβε άλλη μια πρωτότυπη και ριζοσπαστική για τα δεδομένα της εποχής απόφαση, να
σπουδάσει ιατρική. Ήταν η πρώτη γυναίκα στην Ιταλία μέχρι τότε, που επιχείρησε κάτι
τέτοιο (Kramer, 2017). Η Montessori δυσκολεύτηκε να γίνει δεκτή στην Ιατρική σχολή του
Πανεπιστημίου της Ρώμης, ωστόσο λόγω της επιμονής της και των πολλών προσπαθειών
της, ξαναέκανε αίτηση και τελικά έγινε δεκτή το φθινόπωρο του 1890 (Gutek & Gutek,
2020).
Κατά την διάρκεια των σπουδών της στην Ιατρική Σχολή η Montessori πραγματοποίησε
παρατηρήσεις στην κλινική παιδιών. Παράλληλα, παρατηρούσε και πραγματοποιούσε
γνωματεύσεις και θεραπείες στην κλινική γυναικών San Salvator al Laterano και στην
κλινική αντρών Ospedale Santo Spirito (Gutek & Gutek, 2020). To 1896, η Montessori
αποφοίτησε από την Ιατρική σχολή και αμέσως της προσφέρθηκε θέση για εργασία στο
νοσοκομείο Saint Giovanni, το οποίο συνδέονταν με την σχολή, ενώ παράλληλα ξεκίνησε να
ασκεί το επάγγελμα της ιατρικής και ιδιωτικά. Τον Σεπτέμβριο του 1896, μόλις ένα μήνα
αφότου είχε αποφοιτήσει από την Ιατρική Σχολή η Montessori κλήθηκε να μιλήσει ως μια
από τις εκπροσώπους της Ιταλίας στο παγκόσμιο συνέδριο γυναικών που θα
πραγματοποιούνταν στο Βερολίνο. Εκεί, η Montessori μίλησε ως εκπρόσωπος μιας μεγάλης
ομάδας γυναικών που ενδιαφέρονταν για τα γυναικεία συμφέροντα και αναφέρθηκε στις
δράσεις διάφορων φεμινιστικών ενώσεων. Παράλληλα, αναφέρθηκε στα προβλήματα των

5
γυναικών και στις προσπάθειες για την μείωση του αναλφαβητισμού των φτωχότερων
κοινωνικά στρωμάτων (Kramer, 2017).
Ένα χρόνο αργότερα, το 1897, το ενδιαφέρον της πάνω στην ψυχολογία και την
παιδιατρική την οδήγησαν να εργαστεί στην ψυχιατρική κλινική του πανεπιστημίου της
Ρώμης. Συγκεκριμένα, εργάζονταν ως βοηθός του Dr. Clodomiro Bonfigli, ο οποίος
ασχολούνταν με παιδιά που είχαν νοητικές αναπηρίες (Gutek & Gutek, 2020). Μέρος της
δουλειάς της ήταν να επισκέπτεται τα ψυχιατρεία της Ρώμης και να αναζητά παιδιά που
μπορούσαν να φιλοξενηθούν στην κλινική. Τότε ξεκίνησε και το ενδιαφέρον της για τα
παιδιά με νοητικά προβλήματα, τα οποία κατατασσόταν μαζί με τους τρελούς (Zierdt, 2007).
Παρά την πολυάσχολη καθημερινότητα της Montessori είχε συνεχώς την σκέψη της σ’ αυτά
τα παιδιά, πολλά από τα οποία συνήθιζε να εξετάζει μόνη της στο ιατρείο της. Παρατηρούσε
τις αντιδράσεις τους σε διάφορους τρόπους παρέμβασης που χρησιμοποιούσε και πολλές
φορές έβλεπε πως αντιδρούσαν θετικά στα ερεθίσματα που τους παρείχε. Γρήγορα άρχισε να
ψάχνει και να διαβάζει ό,τι μπορούσε να βρει για τα παιδία με νοητικά ελλείματα (Kramer,
2017). Η ίδια πίστευε πως η κατάλληλη προσέγγιση για την θεραπεία αυτών των παιδιών
ήταν η παιδαγωγική και όχι η ιατρική. Ψάχνοντας τρόπους για να τα βοηθήσει ανακάλυψε
τον έργο των πρωτοπόρων Γάλλων γιατρών Itard και Séguin, καθώς και του ανθρωπολόγου
Giuseppe Sergi, ο οποίος πίστευε στην ‘αναδόμηση ενός καινούριου πολιτισμού βασισμένου
στην εκπαίδευση’ (O’donnell, 2014). Την ίδια χρονιά η Montessori παρουσίασε τις ιδέες της
για την εκπαίδευση των παιδιών που μέχρι τότε χαρακτηρίζονταν ως ‘καθυστερημένα’ στο
Παιδαγωγικό Συνέδριο του Τορίνο (Gutek & Gutek, 2020).
H Montessori είχε γίνει ήδη γίνει γνωστή ως ειδικός στην ενασχόληση με παιδιά με
νοητικές δυσκολίες και το 1900 δημιουργήθηκε ένα νέο παιδαγωγικό ινστιτούτο, το Scuola
Magistrale Ortofrenica, το οποίo ειδικεύονταν στην εκπαίδευση των παιδιών με νοητικά
προβλήματα. Υπεύθυνοι για την λειτουργία του ήταν η Montessori και ο Dr. Giuseppe
Ferruccio Montesano (Gutek & Gutek, 2020). Περίπου εκείνη την περίοδο οι δυο τους
ανέπτυξαν ρομαντική σχέση και η Montessori γέννησε τον γιό τους, Mario. Ημερομηνία
γέννησης του Mario φημολογείται η 31η Μαρτίου 1898 (Kramer, 2017). Οι δυο τους δεν
παντρεύτηκαν ποτέ, το παιδί τους κρατήθηκε μυστικό και δόθηκε αλλού για να μεγαλώσει.
Αναγνωρίστηκε από τον πατέρα του, Giuseppe, αλλά όχι από την Montessori (David, 2016).
Το 1901 η ίδια αποχώρησε από τον ινστιτούτο με την δικαιολογία πως ήθελε να επιμορφωθεί
πάνω στην εκπαίδευση των ‘κανονικών’ παιδιών (Kramer, 2017). Ξεκίνησε λοιπόν, να
σπουδάζει ψυχολογία και ανθρωπολογία στο πανεπιστήμιο της Ρώμης. Λίγο αργότερα, από
το 1904 έως το 1908 δίδασκε η ίδια στο πανεπιστήμιο της Ρώμης, πάνω στον τομέα της

6
ανθρωπολογίας και της βιολογίας στην εκπαίδευση. Εκεί άρχισε να διδάσκει τις ιδέες που
αργότερα θα εξελίσσονταν στην Μοντεσοριανή μέθοδο (Gutek & Gutek, 2020).
Το 1906 ο Eduardo Tamalo, υπεύθυνος της οργάνωσης για την δημιουργία καλών κτιρίων
στην Ρώμη πρότεινε στην Montessori να ανοίξει ένα σχολείο για παιδιά σ’ ένα από τα κτίρια
του. Στόχος του ήταν η απασχόληση των παιδιών ηλικίας από 2 μέχρι 7, τα οποία βρίσκονταν
χωρίς επιτήρηση όσο οι γονείς τους δούλευαν στα εργοστάσια και προκαλούσαν ζημιές στην
περιοχή. Τα παιδιά αυτά βρίσκονταν σε κατώτερα κοινωνικά στρώματα και πολλά ζούσαν σε
άσχημες κοινωνικές συνθήκες. Η Montessori είδε την συγκεκριμένη πρόταση ως την
κατάλληλη ευκαιρία για να μελετήσει από κοντά παιδιά χωρίς νοητικά ελλείματα. Η μέθοδος
της ήταν η στενή παρατήρηση της εξέλιξης κάθε παιδιού, χωρίς να την ενδιαφέρει η ηλικία
του (O’donnell, 2014). Στις 6 Ιανουαρίου 1907, η Montessori άνοιξε το πρώτο της σχολείο
που ονομάζονταν Casa dei Bambini (Gutek & Gutek, 2020). Την ίδια περίοδο ήταν ενεργή
και ασχολούνταν με διάφορα πολιτικά γεγονότα της χώρας. Αυτά αφορούσαν ομιλίες τόσο
για το δικαίωμα των γυναικών να ψηφίζουν, όσο και για μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση,
μεταξύ των οποίων ήταν και η κατάργηση των θρησκευτικών (Foschi, 2008).
Η εκπαιδευτική μέθοδος που ακολουθούσε η Montessori βασίζονταν κυρίως στην
εκμάθηση πρακτικών εφαρμογών και υπήρχε η αρχή πως τα παιδιά διάλεγαν από μόνα τους
τις δουλειές και τις δραστηριότητες που θα πραγματοποιούσαν. Στόχος ήταν, να γίνουν
ανεξάρτητα και να μπορούν να λειτουργούν χωρίς την βοήθεια των γονιών σε διάφορες
απαιτήσεις της καθημερινότητας τους. Η επιτυχία του Casa de Bambini, οδήγησε στην
δημιουργία ενός δεύτερου σχολείου στις 7 Απριλίου 1907. Καθώς η φήμη της Montessori
εξαπλώνονταν πολλοί γονείς ήθελαν να στείλουν τα παιδιά τους σε μοντεσοριανά σχολεία,
κάτι που οδήγησε και στην δημιουργία και άλλων στην Ρώμη. Ένα χρόνο αργότερα το 1908
δημιουργήθηκε μοντεσοριανό σχολείο και στο Μιλάνο. Από το 1910 και μετά η μέθοδος
εκπαίδευσης της Montessori είχε αρχίσει να εξαπλώνεται, ωστόσο η ίδια λόγω διαφωνίας της
με τον Tamalo σταμάτησε να ασχολείται με το πρώτο της σχολείο (Gutek & Gutek, 2020).
Η φήμη της Montessori είχε αρχίσει να εξαπλώνεται και το 1909 το εκπαιδευτικό σύστημα
που προωθούσε χρησιμοποιούνταν σε όλα τα σχολεία και τα άσυλα της Ιταλικής Ελβετίας
(O’donnell, 2014). Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς πραγματοποίησε την πρώτο της
εκπαιδευτικό πρόγραμμα, μπροστά σε εκατό περίπου μαθητές. Οι σημειώσεις αυτού του
εκπαιδευτικού προγράμματος συντέλεσαν στην δημιουργία και την έκδοση του βιβλίου της
το 1910, The Montessori Method, καθώς και την μετάφραση του σε είκοσι άλλες γλώσσες
δύο χρόνια αργότερα, το 1912. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια από το 1911 έως το 1913 η μέθοδος
της Montessori αρχίζει να διαδίδεται και να χρησιμοποιείται και στην Αμερική και με την

7
βοήθεια των οπαδών της ιδρύονται κι εκεί μοντεσοριανά σχολεία. Το πρώτο δημιουργήθηκε
στην Tarrytown της Ν. Υόρκης. Μέσα σ’ αυτό το διάστημα επισκέπτεται και η ίδια για
πρώτη φορά την Αμερική (Kramer, 2017).
Στις 20 Δεκεμβρίου 1912, η μητέρα της Montessori, Renilde πέθανε σε ηλικία 72 ετών.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο της μητέρας της η Montessori έφερε τον γιό της,
Mario να ζήσει μαζί της στην Ρώμη. Παράλληλα, η ίδια εγκατέλειψε όλες τις υπόλοιπες
ασχολίες της και ξεκίνησε να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, δίνοντας διαλέξεις και διαδίδοντας
την μέθοδο εκπαίδευσης της. Το 1914, επιστρέφοντας από την Αμερική εξέδωσε το δεύτερο
βιβλίο της με τίτλο Dr Montessori’s own handbook, το οποίο περιλάμβανε τις διδακτικές
μεθόδους και την χρήση τους (Kramer, 2017). Ένα χρόνο αργότερα, το 1915, προσκλήθηκε
στην Αμερική από τον Graham Bell και τον Thomas Edison, ώστε να μιλήσει στην έκθεση
του San Francisco. Εκεί, οργάνωσε μια τάξη με 21 παιδιά, την εξέλιξη των οποίων
παρακολουθούσαν για τέσσερις μήνες από έναν γυάλινο τοίχο. Το μόνο χρυσό μετάλλιο για
την εκπαίδευση δόθηκε στην Montessori (Zierdt, 2007).
To μοντεσοριανό σύστημα εκπαίδευσης συνεχίζει να αναπτύσσεται και καινούρια σχολεία
που βασίζονται πάνω στις αρχές του, συνεχίζουν να δημιουργούνται στην Ευρώπη (Kramer,
2017). Το 1924, η Ιταλία βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Mussolini. Αρχικά, η Montes-
sori πραγματοποίησε συμφωνία μαζί του. Οι ιδέες τις ωστόσο και ο τρόπος διαπαιδαγώγησης
που ακολουθούσε ήταν αντίθετα με το τότε καθεστώς, με αποτέλεσμα τα μοντεσοριανά
σχολεία να κλείσουν το 1934 στην Ιταλία του Mussolini και στην ναζιστική Γερμανία. Λόγω
των διαφωνιών της με το καθεστώς της χώρας αναγκάστηκε να φύγει από την Ιταλία και για
τα επόμενα χρόνια συνέχισε να ταξιδεύει στην Σουηδία, την Ισπανία, την Αγγλία και την
Ολλανδία για να μεταδώσει τις ιδέες της. To 1939, ταξίδεψε στην Ινδία, όπου λόγω του
Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, φυλακίστηκε από Βρετανική κυβέρνηση. Κατά την
παραμονή της στην Ινδία ή Montessori έλαβε πολλά ερεθίσματα και όπως έχει αναφέρει και
η ίδια ήταν μια από τις όμορφες και πιο εποικοδομητικές περιόδους της ζωής της. Εκεί
ανέπτυξε και την θεωρία της για το ‘Absorbent Mind’, που αποτέλεσε τις απαρχές τις
παιδικής ψυχολογίας (Cascella, 2015). Για το έργο της και την πορεία της η Montessori
προκρίθηκε δύο φορές για Νόμπελ Ειρήνης (Zierdt, 2007).
Με το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψε στην Ευρώπη και συνέχισε
να διαδίδει τις θεωρίες της. Τελευταίος της προορισμός ήταν η Ολλανδική πόλη Noordwijk,
όπου διέμεινε τα τελευταία χρόνια της ζωή της και τελικά πέθανε στις 6 Μαΐου 1952
(Cascella, 2015).

8
2.2 Η Θεωρία του Συμπεριφορισμού

Η βασική ιδέα του συμπεριφορισμού βρίσκεται στην θεώρηση πως μια επιστήμη που
μελετά την συμπεριφορά είναι κάτι υπαρκτό. Όσοι έχουν ασχοληθεί με τον συμπεριφορισμό
μπορεί να έχουν μεταξύ τους διαφορετικές απόψεις, σχετικά με το τι είναι επιστήμη και τι
είναι συμπεριφορά, αλλά υπάρχει συμφωνία στο γεγονός ότι η συμπεριφορά μπορεί να
εξεταστεί επιστημονικά. Ο συμπεριφορισμός προσέφερε μια εναλλακτική οπτική για τις
πράξεις και τον λόγο για τον οποίο συμβαίνουν, συγκριτικά με τις μέχρι τότε υπάρχουσες
θεωρίες που ήταν μη αποδεδειγμένες (Baum, 2005). Ιστορικά, έχουν υπάρξει αρκετοί
εκπρόσωποι του συμπεριφορισμού, ο καθένας από τους οποίους ακολούθησε τον δικό του
τρόπο σκέψης, που σε αρκετά σημεία διαφωνούσε με αυτόν των προκατόχων του. Ο
συμπεριφορισμός συνεπώς, δεν αποτελεί μια μεμονωμένη θεωρία, αντιθέτως υπάρχουν
διάφορα ήδη συμπεριφορισμών (O’donohue & Kitchener, 1999).
Από τους πρωτεργάτες του συμπεριφορισμού ήταν ο John B. Watson, ο οποίος έδρασε
κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Ο Watson διαφωνούσε έντονα με τις μέχρι τότε
υπάρχουσες θεωρίες, υποστηρίζοντας ότι καμία δεν μπορούσε να αποδειχθεί επιστημονικά.
Με βάση την οπτική του, η ψυχολογία που βασίζονταν στον νου δεν υπήρχε. Αντιπρότεινε
πως η ψυχολογία έπρεπε να ασπαστεί την συμπεριφορά ως αντικείμενο της και τα πειράματα
και την παρατήρηση ως μέθοδο της. Για τον σκοπό αυτό δανείστηκε τις μετρήσεις και τις
τεχνικές ανάλυσης που χρησιμοποιούσαν στην ‘ψυχολογία των ζώων’ και τις εφάρμοσε στις
διάφορες εκφάνσεις της συμπεριφοράς (Moore, 2011). Το 1913 το άρθρο του Watson με
τίτλο “Psychology as the behaviorist views it” θεωρήθηκε το μανιφέστο του
συμπεριφορισμού. Η ψυχολογία άρα, με βάση τον Watson έπρεπε να μελετά μόνο τις
αντικειμενικά παρατηρήσιμες συμπεριφορές (Baum, 2005). Το βασικό σημείο ανάλυσης του
Watson ήταν η συνήθεια, η οποία ορίζεται ως η συνεχής και επίμονη πράξη που εκδηλώνεται
σε μια συγκεκριμένη κατάσταση μέσω της επανάληψης. Η θεωρία του Watson
χαρακτηρίζεται ως κλασσικό συμπεριφορισμός και αποτελεί τις απαρχές του
συμπεριφορικού κινήματος (Moore, 2011).
Πολλοί συμπεριφοριστές ωστόσο, ακόμη και σύγχρονοι του Watson είχαν ενστάσεις όσον
αφορά την θεωρία του. Ένας από τους πιο γνωστούς, μεταγενέστερους του Watson
συμπεριφοριστές υπήρξε ο B. F. Skinner (Baum, 2005). Η προσέγγιση του Skinner είναι
γνωστή ως ‘Behavior Analysis’ και το ρεύμα συμπεριφορισμού στο οποίο ανήκει ονομάζεται
θεμελιώδης συμπεριφορισμός (Moore, 2011). Η θεωρία του Skinner βασίστηκε αρκετά πάνω
σ’ αυτή του Thorndike. Σύμφωνα με την αρχή που ανακάλυψε ο Thorndike μέσω των

9
πειραμάτων του, κάποια συμπεριφορά που ακολουθείται από θετική ενίσχυση είναι πιθανόν
να επαναληφθεί, ενώ κάποια που κάποια που ακολουθείται από αρνητική ενίσχυση όχι
(O’donohue & Kitchener, 1999). Ο Skinner θεωρείται ο ιδρυτής της συντελεστικής
συμπεριφοράς και με την σειρά του πραγματοποιώντας κι αυτός πειράματα πάνω σε ζώα
εισήγαγε τον όρο ‘Νόμος του Αποτελέσματος’. Με βάση λοιπόν, την συντελεστική θεωρία
της συμπεριφοράς, κάθε συμπεριφορά που προκύπτει αυθόρμητα, μπορεί να επαναληφθεί ή
να κατασταλεί, ανάλογα με αυτό που θα ακολουθήσει μετά. Συγκεκριμένα, εισήγαγε τρεις
συντελεστικούς παράγοντες: ουδέτερη αντίδραση, που δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την
συμπεριφορά, ενίσχυση, που αυξάνει την πιθανότητα η συμπεριφορά να επαναληφθεί και
τιμωρία που μειώνει την πιθανότητα η συμπεριφορά να επαναληφθεί (Moore, 2011).
Η ιδέα πως μπορεί να υπάρξει μια επιστήμη της συμπεριφοράς, συνεπάγεται και το
γεγονός πως και η συμπεριφορά, όπως κάθε άλλο αντικείμενο επιστημονικής μελέτης,
μπορεί να εξηγηθεί με την κατάλληλη γνώση, να προβλεφθεί και με τα κατάλληλα μέσα να
διαμορφωθεί. Η βασική ιδέα λοιπόν, του συμπεριφορισμού είναι πως η συμπεριφορά μπορεί
να καθοριστεί αποκλειστικά και μόνο από την κληρονομικότητα και το περιβάλλον (Baum,
2005).

2.3 Η πορεία της Maria Montessori με βάση την θεωρία του Συμπεριφορισμού

Η Montessori γεννήθηκε το 1970 σε μια οικογένεια που άνηκε στην μεσαία κοινωνικά
τάξη. Η περίοδος γέννησης της συμπίπτει με την εμφάνιση σημαντικών πολιτικών αλλαγών.
Η Ιταλία έγινε ένα χρόνο μετά την γέννηση της ενιαίο κράτος με πρωτεύουσα την Ρώμη
(Giardiello & Signert, 2019). Η Montessori συνεπώς, βρέθηκε στο μεταίχμιο της αλλαγής. Ο
Allesandro Montessori πολέμησε ως στρατιωτικός σε νεαρή ηλικία και διακατέχονταν από
συντηρητικές απόψεις και στρατιωτικές συνήθειες. H μητέρα της, Renilde Stoppani, ήταν
αρκετά μορφωμένη για γυναίκα εκείνης της εποχής. Προέρχονταν από επιφανή οικογένεια
και λάτρευε να διαβάζει και να γράφει σε μια περίοδο που μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν
γνώριζε ούτε να γράφει το όνομα του. Διακατέχονταν από έντονο πατριωτικό πνεύμα και
υποστήριζε την ένωση και απελευθέρωση της Ιταλίας, απόψεις που συμμερίζονταν και ο
σύζυγος της. Ενώ ωστόσο, η μητέρα της δέχθηκε με χαρά και ενθουσιασμό την αλλαγή και
την αναδιαμόρφωση του κράτους της Ιταλίας, ο πατέρας της δυσκολεύονταν να αφήσει πίσω
του τις παλιές ιδέες (Kramer, 2017). Μεγάλη επιρροή στην πορεία της Montessori υπήρξε
σίγουρα η μητέρα της, οι νεοφιλελεύθερες ιδέες της οποίας επηρέασαν την Montessori.

10
Και οι δύο γονείς της Maria Montessori πίστευαν στην αυστηρή διαπαιδαγώγηση και της
πρόσφεραν αυστηρή εκπαίδευση και καλή κοινωνική μόρφωση (Raimondo-Paolino, 2019).
Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν η Montessori ήταν μικρή η μητέρα της την υποχρέωνε να
πλέκει πράγματα που θα έδινε στους φτωχούς (Kramer, 2017). Η πράξη αυτή, καθώς και
άλλες παρόμοιες πράξεις αγαθοεργίας που πραγματοποιούσε κατά την παιδική της ηλικία
πολύ πιθανόν να συντέλεσαν μεταγενέστερα στην ανάπτυξη της κοινωνικής της συνείδησης
και την επιθυμία της να ασχοληθεί με την ιατρική. Μια άλλη ανάμνηση από την παιδική
ηλικία της Montessori παρουσιάζει την ίδια ως την ειρηνοποιό ανάμεσα στους γονείς της,
όταν δημιουργούνταν διαμάχες (Kramer, 2017). Από μικρή ηλικία επομένως, μεγαλώνοντας
σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στις παλιές και
νέες, πιο φιλελεύθερες ιδέες, η Montessori αποτελούσε την ‘φωνή της λογικής’.
Από μικρή η Montessori χαρακτηρίζονταν από αυτοπεποίθηση, σιγουριά για τις απόψεις
της και αισιοδοξία, ενώ παράλληλα την ενθουσίαζε η ιδέα της αλλαγής (Giardiello & Signert,
2019). Υπεύθυνη ως ένα πολύ μεγάλο βαθμό για την ανάπτυξη αυτών των χαρακτηριστικών,
ήταν σίγουρα η μητέρα της, η οποία ήταν μια δυναμική και αρκετά, για τα δεδομένα της
εποχής μορφωμένη γυναίκα. Διέφερε δηλαδή, και η ίδια από τις υπόλοιπες γυναίκες της
εποχής της, όποτε έθεσε το πρότυπο για την Montessori να χαράξει κι αυτή τον δικό της
δρόμο, ανεξάρτητο από τα στερεότυπα της εποχής. Λίγο αργότερα, η απόφαση της Montes-
sori να φοιτήσει σε τεχνικό σχολείο, πολύ πιθανόν να επηρεάστηκε και από τον θείο της από
την πλευρά της μητέρας της, Antonio Stoppani, ο οποίος ασχολούνταν με τις φυσικές
επιστήμες (Baligadoo, 2014). Ταυτόχρονα, η επιθυμία της ίδιας για μάθηση και η έφεση η
της στα μαθηματικά, ενισχύονταν από τις γονείς της. Η μητέρα της, η οποία αγαπούσε το
διάβασμα, σίγουρα παρότρυνε και την Montessori να κάνει το ίδιο, ενώ ταυτόχρονα και ο
πατέρας της ενίσχυε την μελετηρή της φύση, παροτρύνοντας την ωστόσο, να ακολουθήσει
μια καριέρα ως παιδαγωγός, ένα από τα λίγα αποδεκτά επαγγέλματα για την εποχή
(Raimondo-Paolino, 2019).
Αναλύοντας δηλαδή, την νεαρή ηλικία της Montessori από την σκοπιά του
συμπεριφορισμού παρατηρούμε ότι στο οικογενειακό της περιβάλλον ενισχύονταν η μάθηση
και οι γονείς της την παρότρυναν να ακολουθήσει τα ταλέντα της και τις κλίσεις της. Από
μικρή ηλικία συνεπώς, η Montessori συνειδητοποίησε πως η μάθηση και η μελέτη
ενισχύονταν και ήταν επιθυμητές, οπότε συνέχισε καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής της να
επιδιώκει την μάθηση και την εξειδίκευση πάνω στους τομείς που την ενδιέφεραν.
Παράλληλα, οι γονείς της, της έμαθαν από μικρή την σημασία της προσφοράς. Γι’ αυτό και
θέλησε αργότερα να μοιραστεί τις γνώσεις που κατέκτησε, με σκοπό την δημιουργία ενός

11
καλύτερου εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο θα λειτουργούσε ως προς όφελος των
παιδιών.
Εκτός από την παιδαγωγική βέβαια, εξίσου σημαντική ήταν και κοινωνικοπολιτική δράση
της Montessori. Η ίδια υπήρξε για πολλά χρόνια υπέρμαχος για τα δικαιώματα των γυναικών
(Baligadoo, 2014). Σ’ αυτό πολύ πιθανόν να την οδήγησαν οι δυσκολίες που συνάντησε στην
προσπάθεια της να σπουδάσει εξαιτίας του φύλλου, ιδιαίτερα κατά την παραμονή της στην
ιατρική σχολή. Συγκεκριμένα, κατά την διάρκεια της φοίτησης της στην Ιατρική σχολή
αντιμετώπισε πολλές φυλετικές διακρίσεις. Της επιτρέπονταν να εισέρθει στην τάξη μόνο
εφόσον είχαν καθίσει πρώτα όλοι οι άντρες συμφοιτητές της, ενώ στα μαθήματα ανατομίας,
καθώς θεωρούνταν σκανδαλιστικό να παραβρίσκεται και μια γυναικά, της δίνονταν μόνο η
δυνατότητα να μελετήσει μόνη της, τα απογεύματα που η αίθουσα ήταν άδεια. Ταυτόχρονα
την εποχή εκείνη ήταν απαγορευτικό για τις γυναίκες να κυκλοφορούν μόνες τους, οπότε
έπρεπε υποχρεωτικά κάποιος να την συνοδεύει πάντα από και προς την σχολή της (Gutek &
Gutek, 2020). Όλες αυτές οι δυσκολίες και άλλες παρόμοιες που αντιμετώπισε την οδήγησαν
στην ανάγκη να αλλάξει αυτή την κατάσταση.

12
3. Συμπεράσματα

H Maria Montessori είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορικά προσωπικότητες.
Αδιαμφισβήτητα υπήρξε μια γυναικά ‘πολύ μπροστά για την εποχή της’. Οι ιδέες της και η
μελέτη της πάνω στον τομέα της εκπαίδευσης ήταν ριζοσπαστικές για τα δεδομένα της
εποχής της, ενώ αξιοσημείωτο είναι πως χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα και συνεχίζουν να
θεωρούνται πρωτοπόρες. Η ίδια υπήρξε μια προσωπικότητα που κινήθηκε κόντρα στα
στερεότυπα της εποχής της και προσπάθησε να αναδιαμορφώσει την κοινωνία προς το
καλύτερο. Πέραν του παιδαγωγικού, εξίσου σημαντικό ήταν και το κοινωνικοπολιτικό της
έργο. Υπήρξε καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής της υπέρμαχος του φεμινιστικού κινήματος
και αγωνίστηκε τόσο για τα δικαιώματα των γυναικών, όσο και για το δικαίωμα όλων στην
εκπαίδευση.
Η εποχή στην οποία έδρασε χαρακτηρίζεται από την διαδοχή πολλών γεγονότων.
Συγκεκριμένα, μεγάλωσε στην Ιταλία την περίοδο της ενοποίησης της σε ένα ενιαίο κράτος,
ενώ αργότερα, καθώς οι ιδέες της άρχισαν να διαδίδονται παγκοσμίως και το κίνημα της
έγινε γνωστό, ξεκίνησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος που άλλαξε τα δεδομένα.
Η θεωρία του συμπεριφορισμού, η οποία αναγνωρίζει μόνο τους κληρονομικούς και
περιβαλλοντικούς παράγοντες ως επιρροές στην συμπεριφορά κάποιου μας βοηθά να
αναγνωρίσουμε κάποιες από τις επιρροές, που από την παιδική της κιόλας ηλικία συνέβαλαν
στην ανάπτυξη της προσωπικότητας. Ειδικότερα, το πλαίσιο στήριξης και ενίσχυσης που
έλαβε από το οικογενειακό της περιβάλλον για μόρφωση και εκπαίδευση, σίγουρα
συντέλεσαν στην συνεχή επιδίωξη της ίδιας για μάθηση και στην συνέχεια διάδοση της
γνώσης της. Παράλληλα, η ευαισθητοποίηση που είχε ήδη αναπτυχθεί από την παιδική της
ηλικία και το αίσθημα κοινωνικού καθήκοντος που είχε φροντίσει η οικογένεια της να της
μεταδώσει, πιθανότατα επηρέασαν την απόφαση να ασχοληθεί με την εκπαίδευση των
παιδιών με νοητικά ελλείματα αρχικά, αλλά και όλων των παιδιών γενικότερα αργότερα.
Ακόμη, και το εκπαιδευτικό μοντέλο που ανέπτυξε θέτει το παιδί στο κέντρο και αποσκοπεί
στην ανάπτυξη αυτόνομων παιδιών.
Καταληκτικά, η Montessori μεγάλωσε επηρεασμένη από τις ιδέες του φιλελευθερισμού,
τις οποίες η ίδια εξέλιξε. Η ίδια προσπάθησε να αλλάξει όσα δεν της άρεσαν στην κοινωνία
που ζούσε, ακολουθώντας τις ραγδαίες αλλαγές εκείνης της περιόδου.

13
4. Βιβλιογραφία

Baligadoo, P. D. (2014). Peace Profile: Maria Montessori—Peace Through Education. Peace


Review, 26(3), 427–433. https://doi.org/10.1080/10402659.2014.938003
Baum, W. M. (2005). Understanding behaviorism: science, behavior, and culture (2nd ed.).
Blackwell. (Original work published 1994)
Cascella, M. (2015). Maria Montessori (1870-1952): Women’s emancipation, pedagogy and
extra verbal communication. Revista Médica de Chile, 143(5), 658–662.
https://doi.org/10.4067/s0034-98872015000500014
David, T. (2016). The Routledge international handbook of philosophies and theories of early
childhood education and care (1st ed., pp. 26–38). Routledge, Taylor & Francis Group.
Foschi, R. (2008). Science and culture around the Montessori’s first “Children’s Houses” in
Rome (1907-1915). Journal of the History of the Behavioral Sciences, 44(3), 238–257.
https://doi.org/10.1002/jhbs.20313
Giardiello, P., & Signert, K. (2019). Empowering Early Childhood Educators (N. McLeod &
P. Giardiello, pp. 95–112). Routledge. https://doi.org/10.4324/9781315143729
Gutek, G. L., & Gutek, P. A. (2020). America’s Early Montessorians (1st ed., pp. 3–69).
Springer International Publishing. https://doi.org/10.1007/978-3-030-54835-3
Kramer, R. (2017). Maria Montessori: A biography. Diversion Books.
Moore, J. (2011). Behaviorism. The Psychological Record, 61(3), 449–463.
https://doi.org/10.1007/bf03395771
O’donnell, M. (2014). Maria Montessori. Bloomsbury.
O’donohue, W. T., & Kitchener, R. F. (1999). Handbook of behaviorism. Academic Press.
Raimondo-Paolino, A. (2019). Invisible Instruction: Exploring the Life and Work of Maria
Montessori and the Montessori Method (pp. 3–7) [Thesis]. https://docs.rwu.edu/sed_thesis/2/
Zierdt, G. L. (2007). Women in History - Maria Montessori. Journal of Women in Educa-
tional Leadership, 5(3), 159–161. https://digitalcommons.unl.edu/jwel/56/

14

You might also like