Professional Documents
Culture Documents
Συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών Άρχ.Σάββα Αγιορείτου. 11ο Μέρος
Συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών Άρχ.Σάββα Αγιορείτου. 11ο Μέρος
Άρχ.Σάββα Αγιορείτου
11ο Μέρος
Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες απομαγνητοφωνημένες
ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω ηλεκτρονική διεύθηνση,στην
επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).
1
Για περισσότερες ψυχοφελείς ομιλίες για πλήθος θέματων,καθώς και για μελέτη πλήθους
κειμένων Λόγων και Διδαχών Αγίων Πατέρων,επισκεφτείτε τις παρακάτω
ιστοσελίδες.Καθημερινή Ενημέρωση & Αναρτήσεις.
(Επίσημες Ιστοσελίδες)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Παλαιότερες Αναρτήσεις]
hristospanagia3.blogspot.gr
www.hristospanagia.gr
agiapsychanalysi.blogspot.gr
Η παρούσα συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,αποτελεί ένα πάρα πολύ μικρό μέρος,απο
το σύνολο ομιλιών του π.Σάββα.Ακούστε τις ομιλίες της παρούσας συλλογής καθώς και τις
συνεχειές τους (ανα θεματική κατηγορία) καθώς και πλήθος άλλων ομιλιών πάνω σε ποικίλα
πνευματικά θέματα,στις παρακάτω ιστοσελίδες με καθημερινή & εβδομαδιαία ενημέρωση:
(Συλλογή ομιλιών - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/videos
(Playlists Ομιλιών ανα θεματική Κατηγορία - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/playlists
(Θεματικές Ενότητες Blog – Ετικέτες ανα κατηγορία)
http://hristospanagia3.blogspot.gr/p/blog-page_25.html
Γιά ενημέρωση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τις καθημερινές λίστες θεμάτων που
αναρτούνται καθημερινά στην ιστοσελίδα - στείλτε τό e-mail σας στό:kyrios.ihsous@gmail.com
2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
11ο Μέρος
(Α Μέρος)
(Ψυχοφελείς ομιλίες πάνω σε ποικίλα πνευματικά θέματα)
(Β Μέρος)
(Ιστορικά,Θεολογικά & Αντιαιρετικά Θέματα)
3
Ὑποταγμένοι στό κοσμικό πνεῦμα;
Τό θέμα μας, ὅπως γνωρίζετε, εἶναι μία πρόταση ἐρωτηματική «Ὑποταγμένοι στό
κοσμικό πνεῦμα;». Εἶναι ἔτσι μία προσπάθεια νά ἀναρωτηθοῦμε καί νά δοῦμε ἄν
εἴμαστε ἤ ὄχι. Θά ἀρχίσω μ’ ἕνα περιστατικό, ἐπειδή τά περιστατικά λένε πολλά καί
εἶναι καί εὐχάριστα. Εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἐπιστολή μιᾶς γυναῖκας, ἡ ὁποία
τώρα ζεῖ ἐν μετανοία. «Πρίν χρόνια ὁ Θεός θέλησε νά χάσω καί τούς δυό μου γονεῖς
ἀπό καρκίνο. Ἔζησα λοιπόν πολύ τό ἀντικαρκινικό νοσοκομεῖο Ἅγιος Σάββας στήν
Ἀθήνα. Ἐκεῖ ὁ θάνατος μπαινοβγαίνει στούς θαλάμους καί θερίζει τόν κόσμο. Εἶδα
πολλά τότε. Θυμᾶμαι πρίν ἑπτά χρόνια, ὅταν νοσηλευόταν ἐκεῖ ἡ μητέρα μου, κατά
τό πρῶτο διάστημα βρισκόταν σ’ ἕνα δωμάτιο μέ τέσσερα κρεβάτια στήν παλαιά
πτέρυγα. Δίπλα τῆς ἔφεραν μία γυναίκα 45 ἐτῶν περίπου, ἡ ὁποία ἦταν κίτρινη σάν
τό κερί καί σκελετωμένη, πραγματικό πτῶμα.
Ἔπασχε ἀπό καρκίνο στό ἥπαρ καί ἴσως καί ἀλλοῦ καί φαινόταν ὅτι ἦταν στά
τελευταῖα της. Κοιμόταν σχεδόν συνέχεια καί λίγο εἶχε τίς αἰσθήσεις της. Μιά ἡμέρα,
πού ἦρθε ἡ κόρη της νά τή δεῖ, μοῦ ἔκανε τεράστια ἐντύπωση, ὅτι ἔβγαλε ἀπό τήν
τσάντα της βερνίκι νυχιῶν καί ἄρχισε νά τῆς βάφει τά νύχια…». Ἐνῶ ἦταν
ἑτοιμοθάνατη! «Δέν θά τήν ξεχάσω αὐτή τήν σκηνή. Παρόλο πού τότε ἤμουν χαμένη
μέσα στήν ἁμαρτία καί τά προβλήματα. Λυπήθηκα πολύ γιά αὐτή τή δύστυχη
γυναῖκα πού κανείς δέ νοιαζόταν γιά τήν ψυχή της καί τῆς φέρονταν σάν νά ἦταν νά
ζήσει χίλια χρόνια. Ἔφεραν θυμᾶμαι – σημειῶστε – καί τούρτα γενεθλίων… καί
λίγες μέρες μετά πέθανε!
Ἄν ὅλοι καί ὅλες ἐμεῖς βλέπαμε πῶς καταντάει ὁ ἄνθρωπος», γράφει αὐτή ἡ γυναίκα,
«ἀπό τήν ἀσθένεια, νέοι ἄνθρωποι νά γερνοῦν σέ λίγες μέρες καί νά
παραμορφώνονται ἀπό τόν καρκίνο, θά εὐχαριστούσαμε θερμά τόν Θεό πού μᾶς ἔχει
πλάσει ἔτσι ὑγιεῖς καί ὄμορφους μέ τήν ὀμορφιά τοῦ κατ’ εἰκόνα κάλλους, ὅπως κι
ἄν εἶναι αὐτό δοσμένο στόν κάθε ἄνθρωπο. Κάποια ἡμέρα ἦρθε στόν νοῦ μου ἡ ἑξῆς
εἰκόνα: νά ἔχω βαμμένα νύχια καί νά ἔρθει τό ἐπίγειο τέλος μου καί αὐτοί πού θά μέ
ἑτοιμάζουν γιά τήν ταφή μου, νά λένε «τήν κακομοίρα, κοίτα, μέ τά νύχια της
ἀσχολιόταν»! Ἀπό τότε δέν διανοήθηκα νά τά ξαναβάψω».
Τό κοσμικό φρόνημα, θά λέγαμε, σέ ὅλο του τό μεγαλεῖο, μέχρι τήν τελευταῖα ὥρα
τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Ἀλλά καί μετά… Δέν ξέρω ἄν τό γνωρίζετε, ὑπάρχει περιποιήση
τοῦ προσώπου λειψάνου καί μακιγιάζ! γιά νά ἔχεις ὡραῖο λείψανο… Ὑπάρχει καί
προσπάθεια γιά ὑστεροφημία μέ χίλιους δυό τρόπους.. νά ἀφήσεις καλή φήμη
δηλαδή, καλό ὄνομα στούς ἀνθρώπους. Ὅλα αὐτά γιατί; Μήπως εἴμαστε
ὑποταγμένοι στό κοσμικό πνεῦμα; Τί ἄραγε εἶναι ὁ κόσμος; Ποιά εἶναι τά στοιχεῖα
πού στοιχειοθετοῦν, ἤ πού συνθέτουν, τόν κόσμο;
4
Λέει ἡ Ἁγία Γραφή «μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον». Ξεκάθαρα. Ἐντολή. «Μηδέ τά ἐν τῷ
κόσμῳ». Οὔτε τόν κόσμο, οὔτε αὐτά πού ἀνήκουν στόν κόσμο. «Ἐάν τις ἀγαπᾷ τόν
κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ πατρός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ίω. 2,15). Αὐτό θέλει μία
ἑρμηνεία τώρα, γιατί παρερμηνεύεται.Ἐάν,λέει, κάποιος ἀγαπάει τόν κόσμο, ἡ ἀγάπη
τοῦ Πατρός δέν εἶναι σ’ αὐτόν.Καί μερικοί νομίζουν ὅτι λέει, ὅτι ὁ Θεός ὡς Πατέρας
δηλαδή, δέν ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο,ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάει τόν κόσμο. Ὁ Θεός
εἶναι ἀγάπη. Δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό Του. Μερικοί ἄλλοι νομίζουν ὅτι
ἐννοεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει μέσα του τήν ἀγάπη στόν Θεό-Πατέρα. Ἀλλά ἡ πιό
σωστή ἑρμηνεία εἶναι νά ποῦμε ὅτι αὐτή ἡ γενική «ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός» δέν εἶναι
οὔτε ὑποκειμενική, οὔτε ἀντικειμενική, εἶναι γενική τῆς ἰδιότητας.
Δηλαδή τί θέλει νά πεῖ ἡ φράση «ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός δέν εἶναι σ’ αὐτόν πού
ἀγαπάει τόν κόσμο»; Ἐννοεῖ (ὅτι ἡ ἀγάπη πού ἔχει αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἡ
ἀγάπη ἡ ὁποία ἐπιδοκιμάζει ὁ Θεός-Πατέρας καί θέλει νά ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο,
στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι ‘ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός’) ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία
ἐπιδοκιμάζει ὁ Θεός-Πατέρας καί θέλει νά ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο, ἐν αὐτῷ, στήν
καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτή ἡ ἀγάπη πού ἔχει αὐτός ὁ ἄνθρωπος λοιπόν δέν εἶναι
αὐτή ἡ ἀγάπη πού θέλει ὁ Θεός-Πατέρας. Δέν εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός. Γι’ αὐτό
λέει, ἄν κάποιος ἀγαπάει τόν κόσμο, ἔχει μιά ἀγάπη ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἀγάπη πού
ἀρέσει στόν Θεό. Ἔχει μιά ἐνέργεια ἀγάπης.
Λέει κάτι πολύ ὡραῖο ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «πρίν δεχτεῖς ἐνέργεια ἀγάπης στήν
καρδιά σου, θά πρέπει νά περάσεις ἀπό τόν ἁγνιστικό φόβο», ἀπό τόν φόβο πού
ἐξαγνίζει τήν καρδιά. Μιά ἀγάπη πού δέν ἔχει περάσει πρῶτα ἀπό τήν κάθαρση τῆς
ψυχῆς, ἕνας ἄνθρωπος πού ἀγαπάει χωρίς νά ἔχει περάσει ἀπό τήν κάθαρση, δέν ἔχει
καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του, ἡ ἀγάπη του δέν θά εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός, ἡ ἀγάπη
πού ἀρέσει στόν Θεό. Θά εἶναι μιά ἀγάπη ἄρρωστη, ἐμπαθής, ἀνθρώπινη, ἀγάπη πού
ἐπιδιώκει τήν ἀνταπόδοση, ἀγάπη ἰδιοτελής.
Ὁ Ἀπόστολος πάλι πού μᾶς τά (γράφει) λέει αὐτά, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος,
θέλει νά μᾶς πεῖ τό ἑξῆς: «ἐάν κάποιος ἀγαπάει ἤ ἐπιθυμεῖ τόν κόσμο, ἀπό αὐτό
ἀποδεικνύεται ὅτι δέν ὑπάρχει μέσα του, στήν καρδιά του, ἐκείνη ἡ ἀγάπη τήν ὁποία
ἐγκρίνει ὁ Θεός. Γιατί «κάθε ἀγάπη ἤ ἐπιθυμία ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἀγάπη ἤ ἡ ἐπιθυμία
τῆς σαρκός», ὅπως θά πεῖ στή συνέχεια, «ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί
ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστί» (Α΄ Ίω.
2,16). Ὅποιος ἀγαπάει ἤ ἐπιθυμεῖ τά τοῦ κόσμου, δέν ἔχει ἐντός του τό εἶδος τῆς
ἀγάπης πού θέλει ὁ Θεός. Αὐτός πού ἀγαπάει τόν κόσμο, ἔχει κι αὐτός ἀγάπη ἀλλά
κατά τό θέλημα τοῦ κόσμου, κοσμική ἀγάπη.
Τά τρία μέρη αὐτά τῆς φράσης, πού ἔχει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης καί λέει τί εἶναι τά
στοιχεῖα τοῦ κόσμου, λέει «πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ
ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου». Αὐτά εἶναι τά τρία στοιχεῖα πού
συνθέτουν τήν ἔννοια «κόσμος». Κόσμος ἐμεῖς ξέρουμε εἶναι τό στολίδι, εἶναι κάτι
5
ὡραῖο. Ἀλλά κόσμος γιά τήν Ἁγία Γραφή εἶναι ἀκριβῶς αὐτά τά τρία πράγματα:
ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου.
Ὅταν λέει ἀλαζονεία τοῦ βίου πάλι κι αὐτό ἔχει μέσα τήν ἔννοια τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι
ἡ ἀλαζονική ἐπιθυμία.
Ἑπομένως, γιά νά συνοψίσουμε, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης θέλει νά πεῖ ὅτι τά στοιχεῖα τοῦ
κόσμου εἶναι τά ἑξῆς: ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός, πού δέν εἶναι ἄλλο παρά ἡ φιληδονία,
ἡ γαστριμαργία, ἡ λαγνεία. Τό δεύτερο στοιχεῖο εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν, ὁ
ἄπληστος ὀφθαλμός, εἶναι ἡ πλεονεξία δηλαδή, τό ἀχόρταγο μάτι, εἶναι ἡ φιλαργυρία
καί τό τρίτο στοιχεῖο (εἶναι) ἡ ἀλαζονική ἐπιθυμία (δηλαδή) πού εἶναι ἡ φιλοδοξία, ἡ
ἐπιθυμία γιά τήν ἐπίδειξη, γιά τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, γιά τήν ὑπερηφάνεια, ἡ
ἐπιδίωξη τῆς μάταιης δόξας.
Εἴπαμε λοιπόν ποιά εἶναι τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου, πρέπει νά ποῦμε ἀκόμα καί τό
ἄλλο χωρίο πού μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὅτι «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται»
(Α΄ Ίω. 5,19). Ὄλος ὁ κόσμος δηλαδή ἀνήκει στόν πονηρό. Μέ ποιά ἔννοια; Ὄχι ὅτι
ὁ πονηρός εἶναι κοσμοκράτορας, ὅπως μᾶς τό ἑρμηνεύει καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ἀλλά
ἐμεῖς δυστυχῶς δίνουμε δικαιώματα στόν διάβολο, τοῦ παραχωροῦμε τήν ἐλευθερία
μας καί ἔτσι ὁ διάβολος φαίνεται νά κυβερνάει τόν κόσμο καί κατά κάποιο τρόπο νά
ἐξουσιάζει, γιατί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τοῦ παραχωροῦμε δικαιώματα ἁμαρτάνοντας.
Χρησιμοποιοῦμε τόν κόσμο, ὄχι ὡς ἄνθρωποι πού μετανοοῦμε, καθαριζόμαστε,
φωτιζόμαστε καί θεωνόμαστε, ἀλλά σάν ὄντα πού ὑποτασσόμαστε σ’ αὐτόν. Καί
ἀντί νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό γιά τά δῶρα Του καί νά Τοῦ τά ἀντιπροσφέρουμε στή
Θεία Λειτουργία, τά καρπωνόμαστε ἐγωιστικά, φίλαυτα καί τά χρησιμοποιοῦμε κατά
τίς ὑποδείξεις τοῦ πονηροῦ, γιά νά ἱκανοποιήσουμε αὐτές τίς τρεῖς μεγάλες ἄρρωστες
ἀγάπες: φιληδονία, φιλαργυρία, φιλοδοξία, τά 3φ τοῦ κόσμου.
Μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή «δέν γνωρίζετε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου εἶναι ἔχθρα τοῦ Θεοῦ
καί ὅποιος βουληθεῖ -θελήσει δηλαδή- νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου καθίσταται ἐχθρός
τοῦ Θεοῦ; Ἤ νομίζετε ὅτι χωρίς λόγο ἡ Γραφή λέει μέ πάρα πολύ μεγάλο πόθο, μᾶς
ἐπιθυμεῖ ζηλότυπα τό Ἅγιο Πνεῦμα τό Ὁποῖο κατοίκησε μέσα μας;» (Ἰακ. 4,4-5). Ὁ
Θεός μας εἶναι Θεός ζηλωτής. Καί αὐτή ἡ λέξη ζηλωτής, δηλαδή ζηλότυπος, εἶναι
6
μία λέξη πού χρησιμοποιοῦν καί στά ζευγάρια. Μιλᾶμε γιά ζηλοτυπία ἀνάμεσα στά
δύο μέλη τοῦ ζευγαριοῦ (στούς συζύγους). Καί ὁ Θεός λέει εἶναι ζηλωτής, δηλαδή
μᾶς ἀγαπάει καί μᾶς θέλει ἐξ ὁλοκλήρου δικούς Του. Καί ὅταν κανείς φεύγει ἀπό τόν
Θεό, οὐσιαστικά κάνει μία ἀπιστία, μία μοιχεία. Εἶναι μία μοιχεία ἀπέναντι στόν
Νυμφίο τῶν ψυχῶν μας, τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
Καί σχολιάζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος «Ἄς δεχθοῦμε τήν συμβουλή τοῦ δασκάλου τῆς
οἰκουμένης καί ἄς σκεφθοῦμε ποιοί θέλει νά εἶναι οἱ χριστιανοί» ὁ ἀπόστολος, πού
εἶναι τό στόμα τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή ὁ Χριστός ποιοί θέλει νά εἶναι οἱ χριστιανοί;
Πῶς θέλει νά εἶναι; «Θέλει νά εἶναι ξένοι πρός τήν παροῦσα ζωή. Ὄχι γιά νά
κατοικήσουν κάπου ἔξω καί μακριά ἀπ’ αὐτό τόν κόσμο, ἀλλά ἐνῶ θά ζοῦν μέσα σ’
αὐτόν τόν κόσμο καί θά τόν συναναστρέφονται, δέν θά ζοῦν ὅπως ζεῖ ὁ κόσμος. Γι’
αὐτό καί θά λάμπουν σάν τά ἀστέρια καί θά δείχνουν στούς ἀπίστους μέ τά ἔργα τους
ὅτι μετατόπισαν τόν ἑαυτό τους σέ ἄλλη πολιτεία», σέ ἄλλον τρόπο ζωῆς «καί ὅτι
δέν ἔχουν τίποτε τό κοινό πρός τή γῆ καί τά ἐγκόσμια πράγματα». Δυστυχῶς, πολλοί
«χριστιανοί» προσπαθοῦν νά συμβιβάσουν τόν κόσμο μέ τόν Χριστό, πράγμα πού
δέν γίνεται. Ἔλεγε καί ὀ Ἅγιος Πορφύριος: αὐτό εἶναι τό πιό δύσκολο πράγμα.
Ἤθελε νά πεῖ ἀκατόρθωτο, δέν γίνεται. Γιατί, ἄν θέλεις νά εἶσαι φίλος τοῦ κόσμου,
τό λέει ξεκάθαρα ἡ Ἁγία Γραφή, γίνεσαι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ.
Δέν θά θυσιάσουμε, λοιπόν, οἱ χριστιανοί, γιά μιά ταπεινή εὐαρέσκεια ἐκείνων πού
παρανομοῦν, καμιά ἀπ’ τίς ἀρχές καί πεποιθήσεις μας. Γράφει πάλι ὁ ἱερός
Χρυσόστομος «ὁ ὄχλος εἶναι δυστυχῶς κύριός μας καί φοβερός τύραννος». Τό τί
κάνουν οἱ πολλοί. Ὁ ὄχλος… καταδυναστεύει τήν ἐλευθερία μας, ἄν τό προσέξετε!
Ντρεπόμαστε τούς πολλούς καί λέμε τί θά πεῖ ὀ κόσμος. Μᾶς τρώει αὐτό τό πράγμα.
«Ὁ πολύς ὄχλος, ὁ ἄτακτος καί τιποτένιος δέν ἔχει ἀνάγκη νά δώσει διαταγές, ἀλλά
ἀρκεῖ μόνο νά μᾶς δείξει τίς προτιμήσεις του κι ἀμέσως ὑπακοῦμε σέ ὅλα». Βλέπε
7
μόδα! Εἶναι ἡ μόδα νά ντυνόμαστε ἔτσι, ντύνονται ὅλοι (τό ἴδιο) ἔτσι, σάν καρμπόν.
Γιατί; Μιλᾶμε ὅλοι σχεδόν μέ τόν ἴδιο τρόπο. Σήμερα ὅλοι σχεδόν βρίζουν. Ἄν ἕνα
παιδί δέν βρίζει, θά τοῦ ποῦν στό σχολεῖο: γιατί διαφέρεις ἀπό μᾶς; Ὅλοι
καταπατοῦν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ πού λέει ὅτι δέν πρέπει οἱ γυναῖκες νά φοροῦν
ἀνδρικά ροῦχα καί οἱ ἄνδρες γυναικεῖα. Ἄν κάποια κοπέλα φοράει τά ροῦχα τά
κανονικά, τήν κοροϊδεύουν στό σχολεῖο. Εἶναι ὁ ὄχλος. Ἡ δύναμη τοῦ ὄχλου. Κι ἐδῶ
ἔγκειται ἡ δική μας συνέπεια. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος: σήμερα δέν καλούμαστε
νά δώσουμε τή ζωή μας, νά μαρτυρήσουμε, ἀλλά καλούμαστε νά δώσουμε μαρτυρία
μέ τή ζωή μας. Νά μαρτυρήσουμε γιά τόν Χριστό ζῶντας σύμφωνα μέ τίς ἐντολές
τοῦ Χριστοῦ.
«Καί πῶς, λένε, μπορεῖ νά ἀποφύγει κανείς αὐτούς τούς δυνάστες;», λέει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος. Τόν κόσμο δηλαδή, τόν ὄχλο. Πῶς θά ἀποφύγουμε τό τί κάνουν οἱ
πολλοί; Αὐτήν τήν καταδυνάστευση; «Ἄν ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος φρόνημα ἀνώτερο
ἀπ’ αὐτούς». Αὐτοί πιστεύουν αὐτό. Ἐσύ νά ἔχεις φρόνημα ἀνώτερο. Ποιό εἶναι τό
ἀνώτερο φρόνημα; «Τά ἄνω φρονοῦμε» (πρβλ. Κολ. 3,2), αὐτά πού φρονεῖ ὁ Θεός,
αὐτά πού διδάσκει ὁ Θεός. Ὄχι αὐτά πού διδάσκει ὁ κόσμος. «Ἄν ἐξετάσει
προσεκτικά τή φύση τῶν πραγμάτων». Τί ἀξία ἔχει νά σοῦ πεῖ μπράβο ὁ κόσμος;
Καμιά ἀξία. Καί ἐκεῖ πού θά σοῦ ποῦν «μπράβο καί τί καλός/καλή πού εἶσαι», αὐτοί
οἱ ἴδιοι μόλις στρίψεις στή γωνία θά σέ χλευάσουν. Αὐτή εἶναι ἡ ματαιότητα τῆς
δόξας τοῦ κόσμου. «Ἄν, πρίν ἀπ’ ὅλα, ἀσκήσει τόν ἑαυτό του ὅτι προκειμένου γιά
θέματα πού εἶναι πραγματικά αἰσχρά, νά μή φοβᾶται τούς ἀνθρώπους, ἀλλά τό
ἀκοίμητο μάτι τοῦ Θεοῦ. Καί προκειμένου γιά ἀγαθά θέματα νά ἐπιδιώκει καί πάλι
τά στεφάνια πού δίνει Ἐκεῖνος». Γιατί, ὁ κόσμος δέν στεφανώνει τό ἀγαθό, μόνο τό
κακό στεφανώνει.
Ὁ Χριστός καλύπτει τά πάντα. Ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος καί μᾶς θέλει ὁλόκληρους
καί ἐμεῖς πρέπει νά Τόν πάρουμε σέ ὁλόκληρη τήν ζωή μας. Δέν ὑπάρχουν στιγμές
χωρίς Χριστό, οὔτε πράγματα πού κάνουμε χωρίς Χριστό. Πάντα εἶναι ὁ Χριστός
μαζί μας καί πάντα εἴμαστε μαζί μέ τόν Χριστό. Αὐτό πού προσπαθοῦν σήμερα οἱ
ἄνθρωποι νά ζήσουν κάποιες στιγμές μέ τόν Χριστό καί κάποιες ἄλλες κάπως πιό
χαλαρά εἶναι μιά σχιζοφρένεια. Παντοῦ εἶσαι μέ τόν Χριστό καί παντοῦ ὁ Χριστός
εἶναι μαζί σου.
8
Ὅταν θά πάω στήν Ἐκκλησία, θά ντυθῶ κάπως… ὅταν θά πάω κάπου ἀλλοῦ, κάπου
ἔξω μπορῶ νά ντυθῶ πιό ἀπρόσεκτα θά λέγαμε, πιό προκλητικά. Ὄχι. Γιατί; Παντοῦ
δέν εἶναι ὁ Χριστός; Ἡ Θεία Λειτουργία δέν σταματάει μέ τό Δι’ εὐχῶν. Ἡ Θεία
Λειτουργία συνεχίζει ὅλη τήν ἡμέρα καί σ’ ὅλη μας τή ζωή.
Ὅποιος ὑποτάσσεται στόν κόσμο, οὐσιαστικά ἀρνεῖται τήν πίστη του καί γίνεται
ἀνάξιος ἐμπιστοσύνης καί ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Δέν πρέπει νά ὑποτασσόμαστε στόν κόσμο, στούς πολλούς, ἀλλά στόν Ἕναν, στήν
Ἀλήθεια, στόν Χριστό. Αὐτό τό πράγμα τό ἔλεγαν καί οἱ πρό Χριστοῦ Ἕλληνες. Ὁ
Πλάτων ὁ φιλόσοφος, τόν 5ο αἰῶνα π.Χ. ἐπισημαίνει αὐτόν τόν κίνδυνο στήν ἠθική
ζωή τοῦ νά μή θέλουμε νά ξεχωρίσουμε καί νά συμβιβαζόμαστε μέ τό τί κάνουν οἱ
πολλοί. Ὑπάρχει ἕνας διάλογος πού λέγεται «Κρίτων» καί σ’ αὐτόν τόν διάλογο ὁ
Πλάτωνας προσωποποιεῖ αὐτή τήν μικρόψυχη ἔννοια – : μή τυχόν ἔρθουμε σέ
9
ἀντίθεση μέ τήν γνώμη τῶν πολλῶν, μήν φανοῦμε (διαφορετικοί). Προσωποποιεῖ
αὐτή (τήν ἔννοια) τήν ἔγνοια, τήν ἀγωνία πού ἔχουν πολλοί ἄνθρωποι, πολλοί
χριστιανοί, στή μορφή τοῦ μαθητή τοῦ Σωκράτη, Κρίτωνα. Καί τί τοῦ ἀπαντάει ὁ
Σωκράτης τοῦ Κρίτωνα; «Οὐ πάνυ ἡμῖν οὕτω φροντιστέον τί ἐροῦσιν οἱ πολλοί
ἡμᾶς». Δέν πρέπει νά μᾶς νοιάζει καί νά φροντίζουμε γιά τό τί θά ποῦνε οἱ πολλοί γιά
μᾶς. Προσέξτε, 400 χρόνια πρό Χριστοῦ… «Ἀλλ᾽ ὅτι ὁ ἐπαΐων περί τῶν δικαίων καί
ἀδίκων, ὁ εἷς καί αὐτή ἡ ἀλήθεια». Ἀλλά νά μᾶς νοιάζει τί θά πεῖ ὁ ἐπαΐων, ὁ εἰδικός,
ὁ γνώστης, γιά τά δίκαια, γιά τό σωστό. Καί γιά τά ἄδικα ὁ ἕνας καί αὐτή ἡ ἀλήθεια.
Ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι ἡ Ἀλήθεια εἶναι πρόσωπο, εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό οὐσιαστικά εἶναι
προφητεία. Προφητεύει ὅτι ἡ Ἀλήθεια θά ἔρθει καί αὐτή πρέπει νά ὑπακοῦμε.
Ἀκόμα ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος, ὁ Ἡράκλειτος, ἔλεγε «εἶς ἐμοί μύριοι», γιά μένα ὁ
ἕνας εἶναι μύριοι, εἶναι 10.000. Πότε; «Ὅταν ἄριστος ἦι», ὅταν εἶναι ἄριστος, ὅταν
εἶναι σωστός. Ἡ πλειοψηφία εἶναι μέ τόν σωστό, δέν εἶναι μέ τούς πολλούς. Οἱ
πολλοί πολλές φορές σφάλλουν, γιά νά μήν ποῦμε σχεδόν πάντα. Ὅταν κανείς θέλει
νά βρεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κατά κανόνα, κατά 99.99%, γιά νά μήν ποῦμε 100%, θά
πρέπει νά ἀντιστρέψει τό θέλημα τοῦ κόσμου. Αὐτά πού θέλει ὁ πολύς ὁ κόσμος
εἶναι κατά κανόνα τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού διδάσκει ὁ Θεός.
Σήμερα, στήν ἐποχή μας, ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία πού εἶχε πεῖ ἕνας μεγάλος
Ἅγιος, ἀγράμματος, ἀσκητής, ὁ Μέγας Ἀντώνιος καί τή διαβάζουμε στό Γεροντικό.
«Εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος: Ἔρχεται καιρός ἵνα οἱ ἄνθρωποι μανῶσι», ποὺ οἱ ἄνθρωποι
θά τρελλαθοῦν, «καί ἐπάν ἴδωσι τινά μή μαινόμενον», καί ἄν δοῦν κανέναν
γνωστικό, πού δέν εἶναι τρελός, «ἐπαναστατήσονται αὐτῷ», θά ξεσηκωθοῦν, θά
ἐπαναστατήσουν ἐναντίον του, «λέγοντες, ὅτι σύ μαίνη», λέγοντες του ὅτι
ἐσύ τρελάθηκες! Τί πᾶς στήν Ἐκκλησία; Τρελάθηκες! Ἐξομολογεῖσαι, πᾶς σέ
Γέροντα; Τρελός-τρελή εἶσαι; Πόσες φορές δέν τό ἀκοῦμε. «Διά τό μή εἶναι ὅμοιον
αὐτοῖς», ἐπειδή δέν θά εἶναι αὐτός ὁ ἄνθρωπος ὅμοιος μ᾽ αὐτούς!
Προσέξτε ὁ Χριστός εἴπαμε εἶναι ἀπόλυτος. Καί ὁ κόσμος εἶναι ἀπόλυτος, σέ θέλει
δικό του 100%. Βλέπετε νέοι ἄνθρωποι, πού μετανοοῦν, ἐνῶ πρῶτα ἔκαναν
κοσμικότατη ζωή, δέν τούς μιλοῦσε κανένας, γονεῖς, συγγενεῖς.. Μόλις μετανοήσουν
κι ἀρχίσουν νά πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία, στίς ἀγρυπνίες… «Παιδάκι μου θά
ἀρρωστήσεις… θά κρυώσεις… γιατί νά πηγαίνεις συνέχεια στό Μοναστήρι;… στήν
Ἐκκλησία;… τρελάθηκες; Γιατί τώρα τούς ἔπιασε ὁ πόνος; Ὄχι, εἶναι τό κοσμικό
πνεῦμα, πού σέ θέλει δικό του καί σέ θέλει ἀπόλυτα δικό του. Ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι νά
ἀκούσουμε πολλές φορές μέ φιλόσοφη ἀπάθεια, τό «ἐσύ τρελάθηκες».
Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος «πιό ἐπικίνδυνος κι ἀπό τόν διάβολο εἶναι τό κοσμικό
πνεῦμα». Προσέξτε εἶναι φοβερή φράση.. Δέν εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός μας ὁ
διάβολος. «Ὅταν εἶπε ὁ Χριστός γιά τόν διάβολο ‘ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου’, δέν
ἐννοοῦσε ὅτι εἶναι κοσμοκράτορας ἀλλά ὅτι κυριαρχεῖ στή ματαιότητα, στήν ψευτιά.
Ἀλλοίμονο, θά ἄφηνε ὁ Θεός τόν διάβολο κοσμοκράτορα! Ὅσοι ὅμως ἔχουν
10
δοσμένη τήν καρδιά τους στά μάταια, στά κοσμικά, αὐτοί ζοῦν ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ
κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου». Τοῦ τή δίνουμε τήν ἐξουσία ἑκούσια,
αὐτοπροαίρετα, ἐλεύθερα πᾶνε καί βάζουν μετάνοια στόν διάβολο.
«Ὁ διάβολος, δηλαδή, κυβερνάει τήν ματαιότητα καί τούς ἀνθρώπους πού εἶναι
κυριευμένοι ἀπό τήν ματαιότητα, ἀπό τόν “κόσμο”. “Κόσμος” τί θά πεῖ; Δέν θά πεῖ
κόσμημα, μάταιο στολίδι; Ὅποιος λοιπόν εἶναι κυριευμένος ἀπό τήν ματαιότητα
εἶναι ὑπό τήν κατοχή τοῦ διαβόλου. Ἡ αἰχμαλωτισμένη καρδιά ἀπό τόν μάταιο
κόσμο διατηρεῖ καί τήν ψυχή ἀτροφική καί τόν νοῦ σκοτισμένο. Τότε, ἐνῶ φαίνεται
κανείς ὅτι εἶναι ἄνθρωπος, στήν οὐσία εἶναι πνευματικό ἔκτρωμα».
«Μοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας ἀκόμη καί ἀπό τόν
διάβολο εἶναι τό κοσμικό πνεῦμα, γιατί μᾶς παρασύρει γλυκά καί μᾶς πικραίνει
τελικά αἰώνια. Ἐνῶ, ἄν βλέπαμε τόν ἴδιο τόν διάβολο, θά μᾶς ἔπιανε τρόμος, θά
ἀναγκαζόμασταν νά καταφύγουμε στόν Θεό καί θά ἐξασφαλίζαμε τότε τόν
Παράδεισο. Στήν ἐποχή μας, πολύς “κόσμος” -κοσμικό πνεύμα- μπῆκε στόν κόσμο
καί αὐτός ὁ “κόσμος” θά τόν καταστρέψει».
11
εἴδηση. Θά δεῖτε ὅμως σέ λίγα χρόνια πού οἱ ὁμοφυλόφιλοι θά μᾶς κλέβουν τά
παιδιά τί θά γίνει. Ὅπως γίνεται τώρα στίς «προηγμένες» χῶρες, πού χιλιάδες παιδιά
μέ νομιμοφανή τρόπο τά ἁρπάζουν ἀπό τίς οἰκογένειές τους, τά δίνουν στούς
ὁμοφυλόφιλους καί τούς δίνουν καί ἐπιδόματα. Ἀλλά δέν μᾶς νοιάζει ὁ νόμος τοῦ
Θεοῦ. Μᾶς νοιάζει τό χρῆμα, τό δεύτερο στοιχεῖο πού εἴπαμε, ἡ πλεονεξία, ἡ
φιλαργυρία καί τά ἄλλα, ἡ φιληδονία καί ἡ φιλοδοξία, τά ὁποῖα στηρίζονται μέ τό
χρῆμα.
«Ἔτσι καί τό κοσμικό φρόνημα μᾶς ξεγελάει μέ μικρές παραχωρήσεις καί σιγά-σιγά
μᾶς κυριεύει. Τό κακό λίγο-λίγο προχωράει. Ἄν ἐρχόταν ἀπότομα, δέν θά
ξεγελιόμασταν. Βλέπεις, ἄν θέλεις νά ζεματίσεις ἕναν βάτραχο, πρέπει νά τοῦ ρίξεις
λίγο-λίγο τό ζεματιστό νερό. Ἄν τό ρίξεις ἀπότομα ὅλο μαζί, πετιέται καί φεύγει,
γλυτώνει. Ἐνῶ, ἄν τοῦ ρίξεις λίγο καυτό νερό, στήν ἀρχή θά τό τινάξει λίγο ἀπό τήν
πλάτη του καί μετά θά τό δεχθεῖ. Ἄν τοῦ ρίξεις ἀκόμη λίγο, πάλι θά τό τινάξει λίγο,
καί σιγά-σιγά θά ζεματιστεῖ, χωρίς νά τό καταλάβει». Αὐτό παθαίνουμε κι ἐμεῖς…
Ζεματιζόμαστε χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε. Πρίν 50 χρόνια μιά γυναίκα πού
ντυνόταν προκλητικά καί βαφόταν κατηγοριοποιούταν στίς πόρνες, τήν θεωροῦσαν
πόρνη. Σήμερα πού σχεδόν ὅλες τό κάνουν, ἄν κάποια δέν τό κάνει εἶναι
δακτυλοδεικτούμενη. Τῆς λένε «κάτι σοῦ συμβαίνει.. μήπως θέλεις γιατρό;».
«“Βρε, βάτραχε, ἀφοῦ σοῦ ἔριξε λίγο καυτό νερό, σήκω καί φύγε!” Δέν φεύγει.
Φουσκώνει-φουσκώνει καί μετά ζεματιέται. Ἔτσι κάνει καί ὁ διάβολος, μᾶς
ζεματίζει λίγο-λίγο, καί τελικά, χωρίς νά τό καταλάβουμε, βρισκόμαστε
ζεματισμένοι!». Μήπως συμβαίνει αὐτό καί μέ μᾶς; Ἀφήνουμε λίγο-λίγο καί
κάνουμε παραχωρήσεις στό κοσμικό πνεῦμα; Μήπως ἔχουμε τεμπελιά, φιλαυτία,
ἀγάπη γιά τή σωματική καλοπέραση, φιληδονία, τουτέστιν τό πρῶτο στοιχεῖο τοῦ
‘κόσμου’, τήν ἀγάπη τῆς σαρκός, τήν ἐπιθυμία τῆς σαρκός;
«Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα δέν γεύτηκαν τήν χαρά τῆς θυσίας καί δέν
ἀγαποῦν τόν κόπο. Μπῆκε ἡ τεμπελιά, τό βόλεμα, ἡ πολλή ἄνεση. Ἔλειψε τό
φιλότιμο, ἡ θυσία». Προσέξτε αὐτό εἶναι κοσμικό πνεῦμα. «Θεωροῦν κατόρθωμα
ὅ,τι καταφέρουν χωρίς κόπο νά πετύχουν κάτι, ὅταν βολεύονται». Αὐτός θεωρεῖται
ἔξυπνος σήμερα. «Δέν χαίρονται ὅταν δέν βολεύονται. Ἐνῶ, ἄν ἀντιμετώπιζαν τά
πράγματα πνευματικά, θά ἔπρεπε τότε νά χαίρονται, γιατί τούς δίνεται εὐκαιρία γιά
ἀγῶνα».
12
«Ὅλοι τώρα, μικροί-μεγάλοι, κοιτάζουν τήν εὐκολία. Οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι
κοιτάζουν πῶς νά ἁγιάσουν μέ λιγότερο κόπο. Οἱ κοσμικοί πῶς νά βγάλουν
περισσότερα χρήματα, χωρίς νά δουλεύουν. Οἱ νέοι πῶς νά περνοῦν τίς ἐξετάσεις,
χωρίς νά διαβάζουν. Πῶς νά πάρουν πτυχίο, χωρίς να φεύγουν ἀπό τήν καφετέρια.
Καί ἄν εἶναι δυνατόν, νά τηλεφωνοῦν ἀπό τήν καφετέρια, γιά νά τούς δώσουν τά
ἀποτελέσματα! Ναί, ἐκεῖ φθάνουν! Ἔρχονται πολλά παιδιά στό καλύβι καί μοῦ λένε:
«Ὁ Θεός μπορεῖ νά μέ βοηθήσει». Διάβασε, τοῦ λέω, καί κάνε καί προσευχή.
«Γιατί», μοῦ λέει, δέν μπορεῖ ὁ Θεός νά μέ βοηθήσει;». Δηλαδή, τήν τεμπελιά του νά
εὐλογήσει ὁ Θεός; Δέν γίνεται αὐτό. Ἄν τό παιδί διαβάζει, ἀλλά δέν τά πιάνει, τότε
θά τόν βοηθήσει ὁ Θεός. Εἶναι μερικά παιδιά πού δέν θυμοῦνται ἤ δέν
καταλαβαίνουν, ἀλλά καταβάλλουν προσπάθεια. Αὐτά θά τά βοηθήσει ὁ Θεός νά
γίνουν τετραπέρατα». Ἔχουμε περιπτώσεις ἁγίων πού δέν ἔπαιρναν τά γράμματα,
προσευχήθηκαν στόν Θεό, στήν Παναγία καί ἄνοιξε ἡ διάνοιά τους καί ἔγιναν
ἄριστοι.
«Οἱ περισσότεροι νέοι ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα καί ἔχουν πάθει
ζημιά. Ἔμαθαν νά τούς ἐνδιαφέρει μόνο ὁ ἑαυτός τους. Δέν σκέφτονται καθόλου τόν
πλησίον ἀλλά μόνον τόν ἑαυτό τους. Καί ὅσο τούς βοηθᾶς, τόσο πιό πολύ χουζούρι
κάνουν. Βλέπω κάτι νερόβραστα παιδιά σήμερα. Νά κρίνουν τό ἕνα, νά βαριοῦνται
τό ἄλλο, ἐνῶ ἡ καρδιά οὔτε κουράζεται οὔτε γερνάει ποτέ. Νά γίνουν καλόγεροι,
βαριοῦνται. Νά παντρευτούν, φοβοῦνται…».
«Οἱ νέοι σήμερα μοιάζουν μέ καινούργιες μηχανές πού τά λάδια τους εἶναι
παγωμένα. Πρέπει νά ζεσταθοῦν τά λάδια, γιά νά πάρουν μπρός οἱ μηχανές. Ἀλλιῶς
δέν γίνεται. Ἔρχονται στό καλύβι ταλαίπωρα παιδιά – δέν εἶναι ἕνα καί δύο – καί μέ
ρωτοῦν: «Τί νά κάνω, Πάτερ; Πῶς νά περάσω τήν ὥρα μου; Μέ πιάνει πλήξη». «Νά
βρεῖς μιά δουλειά, βρέ παιδί». «Ἔχω, λεφτά», μοῦ λέει. «Τί νά τήν κάνω τήν
δουλειά»; Μά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδέ ἐσθιέτω».
Πρέπει νά δουλέψεις γιά νά φᾶς κι ἄς ἔχεις χρήματα. Ἡ δουλειά βοηθάει τόν
ἄνθρωπο νά ξεπαγώσουν τά λάδια τῆς μηχανῆς του. Εἶναι δημιουργία. Δίνει χαρά καί
παίρνει τό ἄγχος, τήν πλήξη». Σήμερα ἔχουμε γεμίσει ἀπό κατάθλιψη. Ἔλεγε καί ὁ
Ἅγιος Πορφύριος μία ἀπό τίς θεραπεῖες τῆς κατάθλιψης εἶναι ἡ ἐργασία. Καί βέβαια
ἡ τέλεια θεραπεία εἶναι ἡ πνευματική ἐργασία, νά ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό.
«Ἔτσι, βρέ παλληκάρι», λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος. «Νά βρεῖς μιά δουλειά πού νά σοῦ
ἀρέσει ἔστω καί λίγο, καί νά ξεκινήσεις. Γιά δοκίμασε νά δεις!».
13
νά καταλάβουμε- ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ σκανδάλου. Σκανδαλίζει αὐτός πού δίνει
κακό παράδειγμα, πού σπρώχνει τόν ἄλλον στήν ἁμαρτία. Δέν σκανδαλίζει αὐτός
πού τηρεῖ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
– Γέροντα, μερικές φορές λέτε ὅτι ὁ τάδε ἄνθρωπος βλέπει μέ εὐρωπαϊκό φακό καί
ὄχι μέ ἀνατολίτικο πνεῦμα. Τί ἐννοεῖτε;
«Ὅταν λέω ὅτι ἕνας ἔπιασε τό ἀνατολίτικο πνεῦμα καί ἄφησε τό εὐρωπαϊκό πνεῦμα,
θέλω νά πῶ ὅτι ἄφησε τήν λογική, τόν ὀρθολογισμό, καί ἔπιασε τήν ἁπλότητα καί
τήν εὐλάβεια, γιατί αὐτό εἶναι τό ὀρθόδοξο πνεῦμα στό ὁποῖο ἀναπαύεται ὁ Χριστός,
ἁπλότης καί εὐλάβεια…». Ὁ ἀντίποδας τοῦ κοσμικοῦ πνεύματος.
«Ἐνῶ οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι κοιτάζουν τό σπίτι μέσα νά εἶναι καθαρό. Δέν τούς
ἐνδιαφέρει τί θά πεῖ ὁ κόσμος, γιατί ὁ Χριστός κατοικεῖ στό σπίτι, στήν καρδιά, δέν
κατοικεῖ στήν αὐλή. Μερικές φορές ὅμως καί πνευματικοί ἄνθρωποι κινοῦνται
ἐπιφανειακά, κοσμικά, καί γιά νά εἴμαστε πιό συγκεκριμένοι, φαρισαϊκά». ῾Τό
ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καθαρίζετεʾ εἶπε ὁ Κύριος στούς Φαρισαίους ῾τό ἔσωθεν γέμει
ἀκαθαρσίαςʾ (Ματθ. 23,25). «Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν σκέφτονται πῶς θά πᾶνε στόν
Παράδεισο, κοντά στόν Θεό, ἀλλά πῶς θά φανοῦν ἐδῶ καλοί. Στεροῦνται ὅλες τίς
πνευματικές χαρές, ἐνῶ μποροῦσαν νά ζήσουν ἀπό ‘δῶ τόν Παράδεισο. Ἔτσι μένουν
γήινοι ἄνθρωποι. Προσπαθοῦν νά ζήσουν μία πνευματική ζωή μέ κοσμικό τρόπο.
Μέσα τους ὅμως εἶναι ἄδειοι, δέν ὑπάρχει Θεός. Δυστυχῶς, τό κοσμικό πνεῦμα ἔχει
14
ἐπιδράσει πολύ καί στούς πνευματικούς ἀνθρώπους. Ἂν πνευματικοί ἄνθρωποι
ἐνεργοῦν καί σκέφτονται κοσμικά, τί νά κάνουν οἱ κοσμικοί;».
«Εἶπα σέ μερικούς νά βοηθήσουν ναρκομανή παιδιά καί μοῦ εἶπαν: “Ἄν κάνουμε ἕνα
ἵδρυμα γιά ναρκομανεῖς, δέν θά μᾶς δίνουν καμμιά περιουσία. Γι’ αὐτό θά κάνουμε
Γηροκομεῖο”». Βλέπετε; Ἀμέσως τό κοσμικό πνεῦμα, πῶς θά μαζέψουμε χρήματα.
«Δέν λέω ὅτι τό Γηροκομεῖο δέν χρειάζεται. Ἀλλοίμονο! Ἀλλά, ἄν ξεκινοῦμε ἔτσι,
αὐτά δέν θά εἶναι εὐαγή ἀλλά… “ναυαγή” ἱδρύματα! Δέν καταλαβαίνουν ὅτι ἡ
κοσμική ἐπιτυχία εἶναι ἀποτυχία πνευματική».
Μήπως μᾶς νοιάζει ἡ ὀμορφιά ἡ ἐξωτερική; «Τά πρωτεῖα πρέπει νά δοθοῦν στήν
ὀμορφιά τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχή πού συγκινεῖται ἀπό τίς ὀμορφιές τοῦ ὑλικοῦ κόσμου
φανερώνει ὅτι ζεῖ μέσα της ὁ μάταιος κόσμος, γι’ αὐτό ἕλκεται ἀπό τήν πλάση καί
ὄχι ἀπό τόν Πλάστη, ἀπό τόν πηλό καί ὄχι ἀπό τόν Θεό. Δέν ἔχει σημασία ἄν ὁ πηλός
αὐτός εἶναι καθαρός καί δέν ἔχει λάσπη ἁμαρτίας. Ἡ καρδιά, ὅταν ἕλκεται ἀπό
κοσμικές ὀμορφιές, οἱ ὁποῖες δέν εἶναι ἁμαρτωλές, ἀλλά δέν παύουν νά εἶναι
μάταιες, νιώθει κοσμική χαρά τῆς ὥρας, ἡ ὁποία δέν ἔχει θεϊκή παρηγοριά,
φτερούγισμα ἐσωτερικό μέ ἀγαλλίαση πνευματική. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἀγαπάει
τήν πνευματική ὠραιότητα, τότε γεμίζει καί ὀμορφαίνει ἡ ψυχή του».
Λέει κάποιος «εἶμαι φυσιολάτρης». Θά πεῖς «κακό εἶναι;». Μόνο πού λέει τή λέξη
φυσιολάτρης κακό εἶναι. Ἔχει κολλήσει στήν ὀμορφιά τοῦ κόσμου καί τήν λατρεύει.
Οὐσιαστικά ἔχει βάλει στή θέση τοῦ Θεοῦ τήν φύση. Θά πεῖς δέν τήν ἔχω βάλει στή
θέση τοῦ Θεοῦ ἀλλά μ’ ἀρέσει. Μήν κολλᾶς. Ξεκόλλα ἀπό ὅλα αὐτά. Ἄς εἶναι καί
ἀναμάρτητα. Στρέψε ὅλη σου τήν προσπάθεια στόν Θεό. Δέν ἔχουμε καί πολλές
δυνάμεις νά τίς σπαταλᾶμε ἐδῶ κι ἐκεῖ. Ἔλεγε πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος «πιό πολύ αὐτό
τό παθαίνουν οἱ γυναῖκες». Κολλᾶμε σέ μάταια πράγματα καί μοιράζουμε τήν καρδιά
μας σέ πολλά ἀνούσια πράγματα. Θέλουν, λέει, ἕνα ποτήρι, ἀλλά νά μήν εἶναι σκέτο
τό ποτήρι, νά ἔχει κι ἕνα λουλουδάκι ζωγραφισμένο, νά ἔχει ἀπό κάτω κι ἕνα
σεμεδάκι κι ἐκεῖ νά βάλουμε τό ποτήρι. Καί μετά κολλάει ἡ καρδιά σου σ’ αὐτά.
«Ἄν γνώριζε ὁ ἄνθρωπος τήν ἐσωτερική ἀσχήμια του, δέν θά ἐπεδίωκε ἐξωτερικές
ὀμορφιές. Μέσα ἡ ψυχή ἔχει τόσους λεκέδες, τόσες μουτζοῦρες καί θά κοιτάξουμε
λ.χ. τά ροῦχα μας; Πλένουμε τά ροῦχα μας, τά σιδερώνουμε κιόλας καί εἴμαστε
καθαροί καί μέσα εἴμαστε… μήν τά ρωτᾶς! Γι’ αὐτό, ἄν λάβει ὑπ’ ὄψιν του κανείς τί
πνευματική ἀκαθαρσία ἔχει μέσα του, δέν θά καθήσει τόσο σχολαστικά νά βγάλει
καί τόν παραμικρό λεκέ ἀπό τά ροῦχα του», δέν λέμε νά εἶσαι ἀτημέλητος,
βρωμιάρης καί νά προκαλεῖς καί τούς ἄλλους, ἀλλά δέν θά καθίσει κανείς «νά βγάλει
σχολαστικά καί τόν παραμικρό λεκέ. Αὐτό πού χρειάζεται, εἶναι νά στρέψει ὅλη τήν
φροντίδα του στήν πνευματική καθαρότητα, στήν ἐσωτερική ὀμορφιά καί ὄχι στήν
ἐξωτερική. Τά πρωτεῖα νά δοθοῦν στήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς, στήν πνευματική
ὀμορφιά καί ὄχι στίς μάταιες ὀμορφιές, γιατί καί ὁ Κύριος μᾶς εἶπε: «Ὅσο ἀξίζει μιά
ψυχή, δέν ἀξίζει ὁ κόσμος ὅλος»».
15
Μήπως ἔχεις κοσμικές ἐπιθυμίες, ἀγάπη γιά τά χρήματα, γιά τόν πλοῦτο, γιά τήν
πολυτέλεια, γιά τήν ἄνεση;
«Ὅσοι δέν φρενάρουν τήν καρδιά τους», λέει πάλι ὁ Ἅγιος Παΐσιος, «ἀπό τίς ὑλικές
ἐπιθυμίες, τίς μή ἀπαραίτητες, -οὔτε κἄν λόγος γίνεται γιά σαρκικές ἐπιθυμίες- καί
δέν συμμαζέψουν τόν νοῦ τους μέσα στήν καρδιά, γιά νά τά δώσουν ὅλα μαζί μέ τήν
ψυχή στόν Θεό, διπλή δυστυχία τούς περιμένει. Ἡ ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς δέν εἶναι
καθ’ ἑαυτή κακή. Ἀλλά, ὅταν μοῦ παίρνουν ἕνα κομμάτι τῆς καρδιᾶς μου πράγματα,
ἔστω καί μή ἁμαρτωλά, μοῦ ἐλαττώνουν τήν ἀγάπη μου πρός τόν Χριστό. Αὐτή ἡ
ἐπιθυμία πάλι εἶναι κακή, γιατί ὁ ἐχθρός μοῦ κόβει τήν ἀγάπη μου ἀπό τόν Χριστό.
Ὅταν ἐπιθυμῶ ἕνα πράγμα χρήσιμο, ἕνα βιβλίο λ.χ., καί μοῦ παίρνει ἕνα κομμάτι τῆς
καρδιᾶς, τότε αὐτό εἶναι κακό. Γιατί νά μοῦ πάρει ἕνα κομμάτι τῆς καρδιᾶς ἕνα
βιβλίο; Τό βιβλίο θά ἐπιθυμῶ ἤ τόν Χριστό θά λαχταρῶ; Κάθε ἐπιθυμία, ὅσο καλή
καί νά φαίνεται, δέν εἶναι καλύτερη ἀπό τό νά ἐπιθυμεῖ κανείς τόν Χριστό ἤ τήν
Παναγία. Ὅταν δώσω τήν καρδιά μου στόν Θεό, εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά μή μοῦ
δώσει ὅλο τόν Ἑαυτό Του;». Καί μετά ὅλες οἱ ἄλλες ἐπιθυμίες καί ἀπολαύσεις
ὠχριοῦν μπροστά σ’ αὐτό πού δίνει ὁ Θεός.
«Ὁ Θεός ζητάει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. «Δός μοι, υἱέ, σήν καρδίαν». Ἅμα Τοῦ
δώσει ὁ ἄνθρωπος τήν καρδιά του, μετά ὁ Θεός τοῦ δίνει καί ὅ,τι ἀγαπᾶ ἡ καρδιά
του, ἀρκεῖ νά μήν τόν βλάψει. Μόνο στόν Χριστό ὅταν δίνεται ἡ καρδιά δέν
χαραμίζεται καί μόνο στόν Χριστό βρίσκεις πλούσια ἀνταπόκριση θεϊκῆς ἀγάπης σ’
αὐτήν τήν ζωή καί στήν ἄλλη, τήν αἰώνια, τήν θεία ἀγαλλίαση». Πόσοι ἄνθρωποι
ἐπενδύουν σέ ἀνθρώπους; Στήν σύζυγο, στόν σύζυγο ἀντιστοίχως, στά παιδιά, στούς
συγγενεῖς.. καί ὅταν βλέπουν ὅτι δέν ὑπάρχει αὐτό πού ζητᾶνε ἐκεῖ, λένε
καταθλιμμένοι «εἶμαι μόνος, δέν ἔχω κανέναν». Γιατί; Γιατί ἔκανες λάθος ἐπένδυση.
Στόν Θεό ἔπρεπε νά στρέψεις τήν καρδιά σου καί Αὐτόν νά ἀγαπήσεις, ὅπως λέει ἡ
πρώτη ἐντολή.
16
Δέν ἔχεις καρδιά, ἔχεις μόνον κρέας, πού μέσα κάτι χτυπάει τικ-τακ, μηχανικά, σάν
τό ρολόι, ἴσα γιά νά περπατᾶς! Γιατί πάει λίγη καρδιά στό ἕνα, λίγη καρδιά στό ἄλλο
καί γιά τόν Χριστό δέν μένει τίποτε».
Νά ποῦμε καί τόν ἐπίλογο «Τό σπουδαιότερο σήμερα εἶναι νά μήν προσαρμοσθῆ
κανείς μέ αὐτό τό κοσμικό πνεῦμα. Εἶναι μία μαρτυρία. Ὅσο μποροῦμε, νά μήν
παρασυρθοῦμε ἀπό αὐτό τό ρεῦμα καί μᾶς πάρη σβάρνα αὐτό τό κανάλι. Τά ἔξυπνα
ψάρια δέν πιάνονται στό ἀγκίστρι. Βλέπουν τό δόλωμα, καταλαβαίνουν ὅτι εἶναι
δόλωμα καί φεύγουν ἀπό ’κεῖ καί γλυτώνουν. Ἐνῶ τά ἄλλα βλέπουν τό δόλωμα,
τρέχουν ἐκεῖ νά φᾶνε καί, τάκ, πιάνονται! Ἔτσι, δηλαδή, καί ὁ κόσμος, ἔχει τό
δόλωμα καί πιάνει τούς ἀνθρώπους. Ἕλκονται οἱ ἄνθρωποι ἀπό τό κοσμικό πνεῦμα
καί πιάνονται μετά ἀπό αὐτό. Τό κοσμικό φρόνημα εἶναι ἀρρώστια. Ὅπως μιά
ἀρρώστια τήν ἀποφεύγει κανείς, ἔτσι καί τό κοσμικό φρόνημα πρέπει νά τό
ἀποφεύγη, ὅπου καί ἄν εἶναι. Νά ἀποξενωθῆ ἀπό τό πνεῦμα τῆς κοσμικῆς ἐξελίξεως,
γιά νά ἐξελίσσεται πνευματικά, νά ὑγιαίνη πνευματικά καί νά χαίρεται ἀγγελικά».
17
Ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία εἶναι ζωή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
Σκέφτηκα μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά ποῦμε σήμερα μερικά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς
μας μέσα στήν Ἐκκλησία. Γιά νά ἐντοπίσουμε αὐτά τά χαρακτηριστικά,θά
ἐξετάσουμε τήν ζωή τῶν ἁγίων μας γιατί εἴπαμε οἱ Ἅγιοι εἶναι ἡ παρουσία τοῦ
ζωντανοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας καί οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ ἀληθινοί ἄνθρωποι, οἱ
φυσιολογικοί ἄνθρωποι. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι πραγματοποίησαν –
πραγμάτωσαν τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουν.
Ὁ σκοπός γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουμε ἔχει τεθεῖ ἀπό τόν Θεό. Εἶναι τό «καθ’
ὁμοίωσιν», νά ὁμοιάσουμε στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα»
καί «καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ. Τό «κατ’ εἰκόνα» εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού ἔχουμε
πάρει. Τό «καθ’ ὁμοίωσιν» εἶναι αὐτό πού πρέπει νά γίνουμε, νά ὁμοιάσουμε στόν
Θεό σέ ὅσο γίνεται τελειότερο βαθμό, πού σημαίνει νά ἔχουμε μία κοινωνία καί μία
ἕνωση μέ τόν Θεό. Ὁπότε ἕνα βασικό χαρακτηριστικό τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ, πού
πραγματώνει τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχει, τό «καθ’ ὁμοίωσιν», εἶναι νά ἔχει
αὐτή τήν συνεχή κοινωνία μέ τόν Θεό.
Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Καί ὄχι μόνο, μέ τό νά εἶναι ὁ νοῦς συνεχῶς στόν Θεό,
μέ τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἁγίων Πατέρων καί γενικά ὅλη μας ἡ ὕπαρξη:
ὁ νοῦς, ἡ σκέψη, ἡ καρδιά, τά συναισθήματα, οἱ ἐπιθυμίες, ἀκόμα καί οἱ σωματικές
μας δυνάμεις, τά πάντα νά δίνονται στήν προσπάθεια νά ἑνωθεῖ καί νά κοινωνήσει ὁ
ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Νά τά προσφέρουμε δηλαδή ὅλα στόν Θεό. Εἶναι οὐσιαστικά
ἡ πρώτη ἐντολή. Ρώτησαν τόν Χριστό μας: «Ποία εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἐντολή μέσα
στόν νόμον; Καί ὁ Χριστός ἀπάντησε: νά ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης
τῆς καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης
τῆς ἰσχύος σου» (Μαρκ. 12,28-30). Ὅλη ἡ προσπάθεια αὐτή φανερώνει ὅτι ὁ
ἄνθρωπος θέλει νά μοιάσει στόν Θεό. Τότε πραγματώνει τόν σκοπό του, ὅταν
προσπαθεῖ συνεχῶς νά κατευθύνει ὅλη του τήν ὕπαρξη στόν Θεό.
Θά δοῦμε μέσα ἀπό τήν ζωή τοῦ σύγχρονου Ἁγίου Πορφυρίου κάποια στοιχεῖα πού
φανερώνουν ἀκριβῶς ὅτι ἡ ζωή μας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι μιά ζωή μέ
ἀδιάλειπτη κοινωνία μέ τόν Θεό διαμέσου τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, τῆς
πνευματικῆς μελέτης καί προπάντων βεβαίως μέ τήν μετοχή μας στή Θεία Κοινωνία
καί στήν ἱερά Ἐξομολόγηση, στά μυστήρια δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ἀρκετό
νά κάνουμε νοερά προσευχή, ἄν δέν πηγαίνουμε στήν Θεία Λειτουργία καί δέν
κοινωνοῦμε – μέ τήν εὐλογία φυσικά τοῦ Πνευματικοῦ. Ὑπάρχει καί μία πολύ
μοντέρνα διδασκαλία, ἰδιαίτερα διαδεδομένη στήν Ἀμερική, ὅτι ὅλοι πρέπει νά
κοινωνοῦν ἀνεξάρτητα ἄν νηστεύουν, ἄν ἐγκρατεύονται, ἄν ἐξομολογοῦνται κ.λ.π.
18
Αὐτό βεβαίως δέν εἶναι Πατερική διδασκαλία, εἶναι ‘Μεταπατερική’ καί θά ἔλεγα
καλύτερα ἀντί-Πατερική, γιατί ὁ Χριστός μας μᾶς εἶπε: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως
καί ἀγάπης προσέλθετε». Δηλαδή πρέπει νά συντρέχουν κάποιες προϋποθέσεις. Ὁ
φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει μέσα τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τήν ἀκολούθηση τῶν Ἁγίων
Πατέρων, τήν νηστεία, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἔστω τήν προσπάθεια γιά τήν
ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν μετάνοια. Δέν μπορεῖ κανείς νά κοινωνάει ἀπροϋπόθετα
καί νά ὠφελεῖται.
Σ’ ἕνα πνευματικό μου παιδί, πρίν ἐξομολογηθεῖ σέ μένα -ὄχι ὅτι ἐγώ εἶμαι καλός- ὁ
ἄλλος Πνευματικός, ἐπειδή τήν ἄφηνε νά κοινωνάει χωρίς τήν ἀπαραίτητη
προετοιμασία, μοῦ εἶπε ὅτι εἶχε αἰσθανθεῖ νά καίγεται ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Ἡ
Θεία Κοινωνία δέν καίει! Ὁ Χριστός δέν καίει! Ἀλλά, ὅταν κανείς δέν πάει μέ τήν
δέουσα καί προσήκουσα προετοιμασία, δέν εἶναι πρός ὠφέλεια. Αὐτό λέει καί ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορίνθιους, ὅτι «πολλοί ἀπό σᾶς ἀρρωσταίνετε καί
μερικοί πεθαίνετε, γιατί κοινωνᾶτε ἀνάξια» (Α΄Κορ. 11,29-30).
Ὁ Χριστός μας εἶπε ὅτι σέ ὅλη μας τήν ζωή θά εἴμαστε μαθητές, λέει: «μή κληθῆτε
καθηγηταί· ἕνας εἶναι ὁ καθηγητής» (Ματθ. 23,10), ὁ Χριστός, ὁ Θεός. Ἐμεῖς ὅλοι
εἴμαστε μαθητές. Κάποιοι λέγονται καθηγητές ἤ καί Πατέρες «Πάτερ τάδε,
Παναγιώτατε…», ἀλλά ἕνας εἶναι ὁ Καθηγητής καί ἕνας εἶναι ὁ Πατέρας καί ἕνας
εἶναι ὁ ἀληθινά Ἅγιος, ὁ Θεός. Δέν πρέπει νά τό ξεχνᾶμε αὐτό.
19
Ὁπότε, ἀρχικά πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό Πανεπιστήμιο, γιά νά μάθουμε νά
ἀγαπᾶμε τόν Θεό, νά ἔχουμε, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, ἐγρήγορση καί νά
ἀποκτήσουμε «τήν εὐλυγισία τοῦ νοῦ». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται ἀδιάλειπτα,
προσπαθεῖ νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό, νά γνωρίσει τόν Θεό – μέσα ἀπό τήν προσευχή
οὐσιαστικά ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός καί δέν ἀνακαλύπτεται – τότε ὁ νοῦς του γίνεται
εὐλύγιστος, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος. «Ἡ εὐλυγισία τοῦ νοῦ ἔρχεται ἀπ’ τήν
ἐγρήγορση». Δέν μπορεῖς νά κάνεις ἀδιάλειπτη προσευχή, σωστή προσευχή ἄν δέν
ἔχεις ἐγρήγορση, νήψη. Αὐτά εἶναι συνδεδεμένα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά
κοινωνήσει μέ τόν Θεό, τόσο εἶναι καί σέ πνευματική ἐγρήγορση, δέν τόν πιάνει ὁ
διάβολος στόν ὕπνο…
Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας στούς Ἀποστόλους εἶχε πεῖ: «γρηγορεῖτε καί
προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν» (Ματθ. 26,41). Καί σέ ἄλλη
περίπτωση λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος
ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τινα καταπίῃ» (Α΄Πετρ. 5,8). Χρειάζεται λοιπόν
αὐτή ἡ ἐγρήγορση, ἡ ὁποία εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ὅταν
ὁ ἄνθρωπος ἔχει αὐτά τά δύο, τότε ἔχει καί ἀγάπη στόν Θεό. Προχωράει στήν ἀγάπη.
Γι’ αὐτό ἔλεγε πάλι ὁ Γέροντας: «Ἐγρήγορση εἶναι ὁ ἔρως γιά τόν Θεό». Βλέπετε
πῶς τά ταυτίζει; Ἔτσι εἶναι πράγματι. Ὅσο κανείς προσπαθεῖ νά προσεύχεται καί
ἑπομένως νά ἔχει ἐγρήγορση καί εὐλυγισία στόν νοῦ του, τόσο προχωράει καί στήν
ἀγάπη στόν Θεό, δηλαδή στήν τήρηση τῆς πρώτης ἐντολῆς.
Ἕνα μέρος τῆς πρώτης ἐντολῆς λέει «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς
διανοίας σου» (Μαρκ. 12,30), τό ὁποῖο σημαίνει ὅλη σου ἡ σκέψη, ὅλη σου ἡ
διάνοια νά εἶναι στόν Θεό, δηλαδή νά προσεύχεσαι συνεχῶς. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὅταν
ἐπιμένει στήν εὐχή, δέν σκορπίζεται ὁ νοῦς του στίς μέριμνες ἐδῶ κι ἐκεῖ καί δέν
σπαταλάει τόν χρόνο του σέ ἀργολογία καί μάταια πράγματα. Εἶναι στόν δρόμο γιά
νά ἀγαπήσει τόν Θεό, νά ἐκπληρώσει τήν πρώτη ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό.
Ἐχθροί σ’ αὐτή τή διαδικασία εἶναι ἡ κατάκριση, ἡ πολυλογία καί ἡ πολυφαγία.
Δηλαδή, ἡ ἔλλειψη ἐγκράτειας στό στόμα καί στό φαγητό ἐμποδίζουν τήν προσευχή,
γιατί βέβαια εἶναι ἀντίθετα στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Ὅταν, γιά παράδειγμα,
κατακρίνει κανείς σημαίνει πώς δέν ἀγαπάει τόν πλησίον του κι ἅμα δέν ἀγαπᾶς τόν
πλησίον, δέν ἀγαπᾶς οὔτε τόν Θεό.
Ἔστω καί μέ ἕναν ἄνθρωπο νά εἶσαι χωρισμένος καί νά μήν θέλεις νά τόν δεῖς καί νά
τοῦ μιλήσεις, ἔχεις δηλαδή μῖσος, εἶσαι χωρισμένος καί ἀπό τόν Θεό. Εἶναι φοβερή
κατάσταση αὐτή κι ὅμως παρατηρεῖται καί σέ ἀνθρώπους ὑποτίθεται τῆς Ἐκκλησίας,
οἱ ὁποῖοι μπορεῖ καί νά μήν μιλιοῦνται μεταξύ τους. Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶπε ξεκάθαρα
ὅτι πρέπει νά συγχωροῦμε τά παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν μας καί ὅσους μᾶς
ἀδίκησαν, ἄν θέλουμε νά πάρουμε ἄφεση καί γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες, πού εἶναι
πολύ περισσότερες.
20
Αὐτά εἶναι πολύ βασικά πράγματα, τά ὁποῖα δέν θά ἔπρεπε νά τά λέμε, γιατί εἶναι
αὐτονόητα. Κι ὅμως γιά πολλούς χριστιανούς δέν εἶναι αὐτονόητα. Ἐπίσης, πόσο
ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἐλπίζουμε στόν Θεό; Ἤ πόσο ἐλπίζουμε στούς ἀνθρώπους καί
ἔχουμε κάνει θεό τήν οἰκονομία; Ἡ ἀγάπη μας δέν εἶναι στόν Θεό. Ἡ ἀγάπη μας
εἶναι στόν ἑαυτό μας καί ἡ ἐλπίδα μας εἶναι νά βροῦμε στηρίγματα γιά τόν ἑαυτό
μας. Ὄχι πῶς θά εὐαρεστήσουμε καί πῶς θά μοιάσουμε στόν Θεό, ἀλλά πῶς θά
φτιάξουμε τήν ζωή μας ὅπως νομίζουμε μέ τά ὑποστηρίγματα πού θέλουμε.
Στίς μέρες μας βλέπετε ἔχουν τρελαθεῖ οἱ ἄνθρωποι, γιατί δέν πάει καλά ἡ οἰκονομία
ἡ ἐθνική καί ἡ παγκόσμια ἤ γιατί δέν ἔχουμε σωστούς πολιτικούς ἡγέτες. Ἐπειδή
λοιπόν στηρίξαμε σ’ αὐτά τήν ἐλπίδα μας, τά «ἀγαπήσαμε», γιατί κακῶς ἀγαπήσαμε
τόν ἑαυτό μας, τώρα φτάσαμε σέ ἀδιέξοδο. Διότι ἡ ἁμαρτία ἔχει κόστος. Ἡ ἁμαρτία
ἔχει ἕνα παιδί. Τό παιδί τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ θάνατος, ἡ ταλαιπωρία. «Τά ὀψώνια τῆς
ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6,23). Ὅταν λοιπόν δέν τηροῦμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατί
δέν τόν γνωρίζουμε ἤ δέν θέλουμε νά τόν γνωρίσουμε, δέν ἐνδιαφερόμαστε, μετά
βέβαια ἔρχεται τό τίμημα, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό, ἀλλά ἀπό τήν ἴδια τήν
ἁμαρτία καί τόν διάβολο στόν ὁποῖον ὑποταχθήκαμε. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη
ἀκόμα εἶναι γραμμένο ὅτι εἶναι: «καταραμένος ὅποιος ἐλπίζει σέ ἄνθρωπο ἤ στόν
ἑαυτό του» (Ἱερ. 17,5).
Διαγράφουμε τήν πίστη, διαγράφουμε καί τήν πατρίδα καί λέμε ἀφοῦ θά μᾶς διορίσει
τό παιδί, ὅ,τι καί νά κάνει θά τόν ψηφίσουμε… καί μετά αὐτοί προωθοῦν τούς
νόμους γιά τίς ἐκτρώσεις, μέ τούς ὁμοφυλόφιλους κ.λ.π. ἀλλά δέν μᾶς ἐνδιαφέρει
αὐτό, ἀρκεῖ νά πέσει ὁ μισθός καί ἡ σύνταξη. Τώρα ὅμως πού κινδυνεύουν οἱ
συντάξεις… ἀνησυχήσαμε! Τόσα χρόνια πού χτυποῦν τόν Χριστό καί τήν πίστη μας
δέν ἀνησυχοῦμε, δέν μιλάει κανένας. Βέβαια κι αὐτό εἶναι ἀγάπη καί φιλανθρωπία
τοῦ Θεοῦ πού δέν μᾶς ἐγκαταλείπει καί μέσα ἀπό αὐτή τήν στέρηση προσπαθεῖ νά
μᾶς δείξει τό λάθος μας καί πῶς θά τό ἀποφύγουμε. Ἑπομένως, πρέπει νά μποῦμε σ’
αὐτό τό Πανεπιστήμιο μέ τήν συνεχή προσπάθεια, γιά νά μάθουμε τόν νόμο τοῦ
Θεοῦ καί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Ἄς ποῦμε κάτι ἀκόμα ἐπίκαιρο. Πόσοι δέν δανειστήκαμε ὅλα αὐτά τά χρόνια τῆς
πλαστῆς εὐμάρειας; Ἐνῶ λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Εἶσαι πλούσιος; Μήν δανείζεσαι.
Εἶσαι φτωχός; Μήν δανείζεσαι». Ἄρα, κανένας νά μήν δανείζεται! Νά ἀρκούμαστε
σ’ αὐτά πού ἔχουμε. Ἐμεῖς συχεχῶς καί ὡς πρόσωπα καί ὡς ἔθνος βάζουμε χρέη.
Μετά φυσικά θά ἔρθουν οἱ συνέπειες.
Ὅταν λοιπόν ὁ νοῦς γρηγορεῖ, νήφει, προσεύχεται, τότε ἀγαπάει τόν Θεό. Ἕνας
σύγχρονος Ρῶσος στάρετς ἔλεγε: ἡ ἀγάπη στόν Θεό ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτη
προσευχή. Γιατί εἶναι βεβαιωμένο: ὅ,τι ὁ νοῦς μας σκέφτεται, μέ ὅ,τι ἀσχολεῖται,
αὐτό καί ἀγαπάει τελικά. Ἄν ὁ νοῦς μας εἶναι συνέχεια στόν καλλωπισμό, πῶς θά
21
εἴμαστε ὄμορφοι, φυσικά θά κάνουμε εἴδωλο τόν ἑαυτό μας. Ὅπως λέει καί ὁ Ἅγιος
Ἀνδρέας Κρήτης: «Αὐτείδωλον ἐγενόμην».
Ἔχει ἕνα ὡραῖο περιστατικό στόν βίο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, πού εἶχε πάει
σέ ἕνα χωριό γιά νά μιλήσει καί μέ τό διορατικό του ὄμμα εἶδε τρεῖς κοπέλες πού
ἦταν ἕτοιμες νά πᾶνε νά τόν ἀκούσουν, ἀφοῦ εἶχαν ὅμως περάσει καί μιά-δυό ὧρες
μπροστά στόν καθρέφτη, γιατί θά τίς ἔβλεπε καί ὁ κόσμος στήν πλατεία! Ἔδωσε
ἐντολή τότε ὁ Ἅγιος καί λέει: νά πεῖτε σ’ αὐτά τά ‘εἴδωλα’ νά μήν ἔρθουν». Δέν τίς
ὀνόμασε γυναῖκες, ἀλλά εἴδωλα. Εἶχαν κάνει τούς ἑαυτούς τους εἴδωλα καί
στολιζόντουσαν γιά νά πᾶνε νά τίς δοῦν καί ὄχι γιά νά ἀκούσουν τόν Ἅγιο.
Αὐτή ἡ ἐπιτίμηση τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἀπό ἀγάπη εἶναι, γιατί, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν
μετανοήσει, τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι ἡ ταλαιπωρία καί ὁ θάνατος ὁ πνευματικός.
Αὐτός εἶναι ὁ βασικός θάνατος, τό νά χωριστεῖ δηλαδή κανείς ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν
Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἐφόσον λοιπόν ὅ,τι σκεφτόμαστε, αὐτό καί ἀγαπᾶμε, ἄν
σκεφτόμαστε τόν Χριστό, σιγά-σιγά θά Τόν ἀγαπήσουμε.
Ἡ φύση καί ὅσα βλέπουμε γύρω μας εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι τυχαῖα, οὔτε
ὑπόκεινται σέ νόμους φυσικούς. Δέν ὑπάρχουν φυσικοί νόμοι κι ἄς λέει ἡ φυσική
ἐπιστήμη. Ὑπάρχουν οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ πού φροντίζουν τά πάντα. Τόσα
χρόνια τώρα λένε οἱ οἰκολόγοι καί οἱ ἐπιστήμονες ὅτι θά καταστραφοῦμε μέ τήν
μόλυνση πού ἔχουμε κάνει, τά πυρηνικά ἀπόβλητα καί χίλια δυό ἄλλα… Θά ἔπρεπε
νά ἔχουμε καταστραφεῖ πρό πολλοῦ στή γῆ. Κι ὅμως δέν ἔχουμε καταστραφεῖ!
Ξέρετε γιατί; Γιατί παρεμβαίνει ἡ πρόνοια καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἐμποδίζει τό
κακό καί τοῦ βάζει ὅρια. Θά ὑπάρχουμε ὅσο θέλει ὁ Θεός. Αὐτό βέβαια δέν μᾶς
δικαιώνει νά μπαίνουμε στήν φύση ὡς ληστές καί νά τήν καταστρέφουμε.
Ὅταν λοιπόν ὁ ἄνθρωπος παρατηρεῖ ὅλα αὐτά μέ τό μάτι τῆς πίστεως, ἔχει, λένε οἱ
Πατέρες, τήν φυσική θεωρία. Δηλαδή βλέποντας τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ μέσα στήν
κτίση, μπορεῖ μέσα ἀπ’ αὐτό νά ἀγαπήσει τόν Θεό. Γιατί, τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο. Γιά
σκεφτεῖτε π.χ. νά εἴχαμε συνεχῶς καλοκαίρι. Ἐδῶ μέ λίγη παραπάνω ζέστη καί
ἀρχίζουν ὅλοι νά γκρινιάζουν «σκάσαμε, τί καιρός εἶναι αὐτός…», τό χειμώνα
«κρύο, ξεπαγιάσαμε..». Δέν εἴμαστε ποτέ εὐχαριστημένοι. Ἐνῶ, ὅλη αὐτή ἡ
ἐναλλαγή ἕναν πιστό ἄνθρωπο τόν κάνει νά δοξάζει τόν Θεό καί νά θαυμάζει τήν
σοφία Του. Ἐπίσης, ὅλη αὐτή ἡ ποικιλία μέσα στόν χρόνο εἶναι θαυμαστή, καμιά
22
μέρα δέν εἶναι ἴδια μέ ἄλλη! Ὁ οὐρανός φαίνεται νά μήν ἀλλάζει κι ὅμως, ἄν τόν
παρατηρήσετε, συνέχεια ἀλλάζει. Καί ὄχι μόνο στήν φύση καί στόν ἑαυτό μας πόσα
θαυμαστά συμβαίνουν! Ὁ καθένας, ἄν θυμηθεῖ λίγο τήν ζωή του, θά ἔχει καί ἀπό ἕνα
θαῦμα. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά τά θυμόμαστε γιατί ἔτσι
ὁδηγούμαστε στό νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό, ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος.
Καθώς ἐπίσης, ἔλεγε, ὅταν φέρνουμε στόν νοῦ μας «χωρία ἀπ’ τήν Ἁγία Γραφή κι
ἀπό ἄλλα πνευματικά βιβλία». Ὅλοι αὐτοί οἰ τρόποι μᾶς βοηθοῦν νά ἀγαπήσουμε
τόν Θεό ἔτσι, ὥστε νά τηρήσουμε τήν πρώτη ἐντολή, πού εἶναι ἡ βασικότερη ἀπ’
ὅλες καί νά φθάσουμε στό καθ’ ὁμοίωσιν. Γιατί ἄν δέν ἀγαπήσουμε τόν Θεό, δέν
μποροῦμε νά μοιάσουμε στόν Θεό.
Ἑπομένως, ἕνα πρῶτο χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς μας μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ
ἀδιάλειπτη προσπάθεια γιά κοινωνία μέ τόν Θεό. Μέσα ἀπό τήν προσευχή, ξαναλέω,
μέσα ἀπό τήν μελέτη τῆς Γραφῆς καί τῶν Πατέρων, μέσα ἀπό τίς προσευχές τίς
Λειτουργικές, τόν Ἑσπερινό, τόν Ὄρθρο, τήν Θεία Λειτουργία, μέσα ἀπό τίς
ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ πού φανερώνονται στή ζωή μας προσωπικά ἀλλά καί καθολικά
ὡς παγκόσμια, θά λέγαμε, κοινότητα.
Ἕνα ἀκόμα χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία εἶναι ζωή στήν Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ. Μερικοί χριστιανοί νομίζουν ὅτι ἠ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μετά θάνατον
καί θά ἔρθει… Ὄχι, ὁ Χριστός μας εἶπε: «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν»
(Λουκ. 17,21), εἶναι μέσα σας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁπότε, ὅταν
ζοῦμε στήν Ἐκκλησία σωστά καί ὄχι τυπικά καί ἐξωτερικά, ζοῦμε ἀπό τώρα τήν
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν Παράδεισο.
Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ὁ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη,
μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22-23).
Ὅλα αὐτά τά ὡραῖα δέν εἶναι ὁ Παράδεισος; Καί ὅλα αὐτά τά ὡραῖα, λέει, εἶναι
καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι αὐτός ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος πότε δίνεται στόν
ἄνθρωπο μετά θάνατον ἤ τώρα; Φυσικά τώρα! Τώρα δίνεται μία προκαταβολή καί
μετά θάνατον, μετά τήν Δευτέρα Παρουσία, θά δοθεῖ, θά λέγαμε, ὅλο τό ποσό, ὅλη ἡ
23
δωρεά. Ἀπό τώρα, ὅμως, πρέπει νά ἔχουμε τήν προκαταβολή. Ἄν δέν ἔχεις τήν
προκαταβολή καί ἀντί νά ἔχεις ἀγάπη, εἰρήνη… ἔχεις μῖσος, ἄγχος, ταραχή… πρέπει
νά ψαχτεῖς.. Μήπως κάτι δέν πάει καλά. Μήπως δέν ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα
μέσα σου καί γι’ αὐτό ἔχεις θλίψη καί κατάθλιψη καί ἀκαταστασία, ἔχεις
ἀντιπάθειες, ὀργή καί μνησικακία. Αὐτά δέν εἶναι καλά σημάδια. Σημαίνει ὅτι δέν
μπῆκες ἀκόμα στήν Βασιλεία. Δέν ζεῖς τήν Βασιλεία, δέν προγεύεσαι τήν Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ. Κάτι δέν κάνεις καλά…. κάπου ἔχεις μπλοκάρει. Θά πρέπει νά πᾶς σέ
Πνευματικό φωτισμένο νά σέ ξεμπλοκάρει, νά σοῦ ὑποδείξει τό λάθος, νά τοῦ κάνεις
ὑπακοή, ὥστε νά φανερωθεῖ τό ἐν ἡμῖν Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὅλοι οἱ βαφτισμένοι ἔχουμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά δυστυχῶς οἱ πιό
πολλοί τό ἔχουμε ἀπενεργοποιημένο. Ὅπως τώρα μέ τά ἠλεκτρονικά μέσα καί τά
κινητά, παίρνεις τήν σύνδεση, ἀλλά πρέπει νά κάνεις καί τήν ἐνεργοποίηση. Μπορεῖ
νά ἀγόρασες τό τελευταῖο μοντέλο πού κυκλοφορεῖ, νά πῆρες καί τήν κάρτα, ἀλλά ἄν
δέν κάνεις τήν ἐνεργοποίηση δέν λειτουργεῖ, εἶναι σάν νά μήν ἔχεις καθόλου κινητό.
Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί στά πνευματικά μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τήν ἔχουμε. Μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός τήν δυνατότητα, τήν ὀντολογική δυνατότητα,
τήν πραγματική δηλαδή, νά γίνουμε υἱοί τοῦ Θεοῦ, τέκνα φωτόμορφα τῆς Βασιλείας.
Ἀλλά εἶναι δυνατότητα, θά πρέπει ὁ καθένας προσωπικά νά τήν ἐνεργοποιήσει.
Μήν ἀκοῦτε αὐτούς πού λένε: «ἀφοῦ εἶστε βαφτισμένοι, κοινωνᾶτε ὅλοι». Ὄχι! Θά
πρέπει νά ἔχεις ἐνεργό τό Βάπτισμα μέσα σου καί τήν Χάρη ἐσύ προσωπικά μέ τήν
σωστή ζωή, μέ τήν ἀληθινή μετάνοια καί τότε βεβαίως ἔχεις φανερό καί τόν καρπό
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἴπαμε ὅτι συνίσταται στήν ἀγάπη, στήν χαρά, στήν
εἰρήνη, σ’ ὅλα αὐτά πού ἀναζητᾶμε καί ὄντως εἶναι ὁ Παράδεισος. Δέν εἶναι
Παράδεισος οἱ σαρκικές ἡδονές καί νά τρῶμε πιλάφια, ὅπως λένε οἱ Μουσουλμάνοι.
Ὁ Παράδεισος εἶναι ἡ εἰρήνη καί ἡ γαλήνη πού ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπιδιώκουν.
Γι’ αὐτό λένε: «θέλω νά πάω κάπου νά ἡσυχάσω καί νά ἠρεμήσει τό μυαλό μου».
Αὐτό δέν πρόκειται νά γίνει μέ τόν νά πάει κανείς σέ ἕνα ἐξωτικό νησί, ἀλλά μέ τό
νά βρεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί νά ἐνεργοποιήσει τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό,
τό ὁποῖο γίνεται μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία. Δέν μποροῦμε νά τό κάνουμε μόνοι μας,
μόνο διά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ζωῆς ἐπιτυγχάνεται.
Στήν Ἐκκλησία λοιπόν καί μάλιστα στήν Θεία Λειτουργία ἀπό τώρα ζοῦμε τό
μυστήριο τοῦ ὀγδόου αἰῶνα, δηλαδή τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ὅταν ἀρχίζει
ἡ Θεία Λειτουργία λέμε: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος». Ἀμέσως δηλαδή γίνεται λόγος γιά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί τί
θά πεῖ ‘εὐλογημένη’; Δοξασμένη. Δοξάζουμε δηλαδή τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
24
Βασιλεία, μπαίνουμε στόν τρόπο νά ζοῦμε τόν Παράδεισο. Πόσοι, ὅμως, ζοῦνε τόν
Παράδεισο μέσα στήν Θεία Λειτουργία; Ὁ καθένας τό ξέρει… Ἀνάλογα μέ τίς
προϋποθέσεις πού ἔχει, μέ τήν ἀσκητική καί τήν μυστηριακή δηλαδή ζωή πού κάνει.
Γιατί, ὅπως εἴπαμε, δέν εἶναι κάτι μαγικό. Μερικοί νομίζουν ὅτι ἔτσι μαγικά ἤ τυχαῖα
θά σωθοῦμε, θά κάνουμε ἕνα ‘κλίκ’ καί θά πᾶμε στόν Παράδεισο. Ὄχι, χρειάζεται
ἐργασία. Ὅπως ὅταν θέλεις νά χτίσεις ἕνα σπίτι, θά κουραστεῖς, θά ἱδρώσεις, θά
κοπιάσεις, θά τρέξεις…
Τό ἴδιο πρέπει νά κάνεις, γιά νά χτίσεις καί τό σπίτι σου στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ,
θέλει κόπο. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι ἔκαναν τόσους κόπους. Δέν ἦταν σαδιστές καί
βασάνιζαν τό σῶμα τους, ἀλλά γιά νά χαλιναγωγήσουν τά πάθη τους καί τόν ἑαυτό
τους. Εἶναι ἀναγκαῖος ὁ σωματικός κόπος, γιατί ἔτσι ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος.
Χρειάζεται ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, οἱ μετάνοιες, οἱ γονυκλισίες. Ὅλα αὐτά εἶναι τά
μέσα. Δέν εἶναι τό τέλος. Τό τέλος εἶναι νά βροῦμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἔχουμε
κοινωνία μέ τόν Θεό καί νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Γιατί, ἄν μείνει κανείς σ’ αὐτά,
στήν ἄσκηση μόνο, θά γίνει πάλι ἕνας μεγάλος ἐγωιστής.
Γιατί θά λέει «ἐγώ δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους πού δέν νηστεύουν, δέν κάνουν
μετάνοιες κλπ». Δηλαδή θά δουλεύει στόν ἑαυτό του. Ὅλα αὐτά εἶναι μέσα γιά νά
χαλιναγωγήσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά δουλέψουμε στόν Θεό. Μαζί, ὅμως, μέ αὐτά
εἶναι ἀπαραίτητη καί ἡ μυστηριακή ζωή, ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση. Αὐτά τά
δύο, θά λέγαμε, εἶναι οἱ πυλῶνες πού μᾶς πᾶνε στόν Παράδεισο, ἡ ἀσκητική καί ἡ
μυστηριακή ζωή. Δέν μπορεῖς δηλαδή χωρίς ἄσκηση, χωρίς ἐγκράτεια, χωρίς
ὑπακοή, χωρίς χαλιναγώγηση τῆς σάρκας νά ζήσεις τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι
ἀδύνατο.
Σήμερα πολλοί κηρύττουν ἕναν τέτοιο χριστιανισμό ‘εὔκολο’. Μπορεῖ νά εἶναι καί
παπᾶδες καί Δεσποτάδες… πού λένε «παιδί μου, βαφτισμένος εἶσαι, ὅπως καί νά ζεῖς
θά σωθεῖς, δέν ἔχεις πρόβλημα». Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι, γιατί μαζί μέ τήν μυστηριακή
ζωή, χρειάζεται καί ἡ ἀσκητική ζωή. Δέν ξεχωρίζουν αὐτά τά δύο. Πρίν πᾶμε στήν
ἀνάσταση, πρέπει νά περάσουμε ἀπ’ τήν σταύρωση. Νά σταυρωθοῦμε ὡς πρός τά
πάθη μας, νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τά πάθη μας. Ἀφοῦ σταυρωθοῦμε καί
νεκρωθοῦμε, θά μποῦμε καί στόν τάφο τῆς ταπείνωσης καί ἀπό ἐκεῖ θά μᾶς
ἀναστήσει ὁ Χριστός. Δέν μπορεῖς νά πᾶς κατευθείαν στήν ἀνάσταση.
25
ἁμαρτίες. Ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, καί ν’ ἁμαρτάνουμε καί νά μᾶς εὐλογεῖ ὁ
Θεός τήν ἁμαρτία. Δέν γίνεται αὐτό. Δέν ἔχει σχέση ὁ Χριστός μέ τήν ἁμαρτία. Δέν
μπορεῖ νά ἔχει σχέση ἡ βρωμιά μέ τήν καθαρότητα, τό μαῦρο μέ τό ἄσπρο, τό
σκοτάδι μέ τό φῶς. Ἤ θά εἶσαι στό σκοτάδι ἤ θά εἶσαι στό φῶς.
Ζοῦμε λοιπόν στήν Θεία Λειτουργία τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τόν Παράδεισο ἀπό
τώρα. Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρός τόν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό καί μέ
τήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος». Βλέπετε, πόσο ξεκάθαρα τά λέει ὁ
Γέροντας; Θέλεις νά ζήσεις τόν Παράδεισο; Μέσα στήν Ἐκκλησία θά τόν βρεῖς,
κάνοντας ταπεινά ὑπακοή σ’ αὐτά πού λέει. Προσέξτε γιατί ὑπάρχει μιά σύγχυση:
Ἀκούγοντας μερικοί τήν λέξη Ἐκκλησία, λένε «ὁ Δεσπότης, ὁ παπάς». Δέν εἶναι
οὔτε ὁ Δεσπότης, οὔτε ὁ παπάς Ἐκκλησία. Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτός εἶναι ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως μᾶς τόν λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφ.
1,23/Α΄Κορ. 12,27). Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει κεφαλή τόν Χριστό καί μέλη του
εἶναι: οἱ Ἄγγελοι, ὅλοι οἱ Ἅγιοι μέ πρώτη τήν Παναγία μας καί ὅλοι οἱ χριστιανοί
πού κοιμήθηκαν ἤ ζοῦν ἀκόμα, ἐν μετανοία, ἔχουν δηλαδή ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτή εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί διά τοῦ Θεοῦ, διά τῶν Ἁγίων Πατέρων, μᾶς ἔχει ἀφήσει
Κανόνες, δηλαδή κείμενα ἱερά, γραμμένα μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού
μᾶς δείχνουν πῶς θά ζήσουμε κι ἐμεῖς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Φυσικά δέν μποροῦμε
νά τά πετάξουμε καί νά ποῦμε σήμερα δέν ἰσχύουν οἱ Κανόνες ἤ -ὅπως λένε
δυστυχῶς- ὅτι οἱ Πατέρες δέν εἶχαν ἀγάπη καί ἦταν πολύ αὐστηροί… Ἐπειδή ἔχει
ἀλλάξει τό ἐξωτερικό πολιτισμικό περιβάλλον δέν σημαίνει ὅτι ἔχει ἀλλάξει καί τόν
ἄνθρωπο. Οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἴδιοι ὅπως καί πρίν 2000 χρόνια.
«Ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρός τόν Θεό, ἡ λαχτάρα, ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό καί μέ τήν
Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἐπί γῆς Παράδεισος», λέει λοιπόν ὁ Ἅγιος. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι
ὁ Παράδεισος.
Ὁ κύριος σκοπός τῆς ζωῆς μας δέν εἶναι οὔτε νά γίνουμε γιατροί, οὔτε ἐπιστήμονες,
ὅπως δυστυχῶς τό ἐμφυσοῦν αὐτό οἱ γονεῖς στά παιδιά, γιατί δῆθεν ἔτσι θά
26
προκόψουν στήν ζωή τους καί θά κάνουν χρήματα κ.λ.π. Αὐτά τά ἰδανικά δίνουμε
στά παιδιά μας. Δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας
εἶναι, ὅπως εἴπαμε, τό καθ’ ὁμοίωσιν, ἡ θέωση δηλαδή. Ἀλλά ποιός ἀπό τούς γονεῖς
τό λέει στό παιδί του; Ὅταν, ὅμως, φτάσει τό παιδί νά τόν βρίζει καί νά τόν χτυπάει,
αὐτός θά διαμαρτύρεται… Ἀλλά τό παιδί θά ἔχει δίκαιο! Γιατί δέν πῆρε τό ἕνα «οὗ
ἐστι χρεία» (Λουκ. 10,42) ἀπό τόν πατέρα του καί τήν μητέρα του. Τό ἕνα πού ἔχει
πραγματικά ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ Χριστός. Πρέπει νά δείξουμε στό παιδί μας
τόν προορισμό του, τί πρέπει νά γίνει καί πῶς θά ἀγαπήσει τόν Θεό.
Μέ τήν λατρεία.
Κακῶς λέμε σέ ἀνθρώπους: «σέ λατρεύω». Ἡ λατρεία ἁρμόζει μόνο στόν Θεό.
Λατρεύουμε τόν Θεό μέ τήν θεία λατρεία καί τήν κορυφαία λατρεία, τήν Θεία
Λειτουργία.
Ἄρα, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ὡς σκοπό νά μοιάσει καί νά ἀγαπήσει τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ
πρώτη ἐντολή. Νά μοιάσει στόν Θεό πού εἶναι ἀγάπη, ἄρα νά γίνει κι αὐτός ἀγάπη.
Νά ἀγαπήσει στόν μέγιστο βαθμό τόν Θεό, δηλαδή νά Τόν λατρέψει. Πῶς εἴπαμε
Τόν λατρεύουμε; Μέ τήν ἐκκλησιαστική ζωή, μέ τήν Θεία Λειτουργία. Ἄρα, θά
λέγαμε, ἡ ὕψιστη πράξη πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ εἶναι ἡ Θεία
Λειτουργία. Ὅ,τι ἀνώτερο μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι νά προσφέρουμε τήν Θεία
Λειτουργία. Ἀλλά ὁ ἱερέας πού κάνει τήν Λειτουργία δέν εἶναι μόνος του. Ὅλοι μαζί
συλλειτουργοῦμε, δέν πειράζει δηλαδή πού εἶστε λαϊκοί. Ἄλλωστε καί ἡ λέξη
λειτουργία σημαίνει ἔργο τοῦ λαοῦ. Δέν εἶναι σωστό νά λέμε «ἄντε πότε θά
τελειώσει ὁ παπάς, πότε θά βγάλει τήν Θεία Κοινωνία;». Αὐτά εἶναι πράγματα ἀσεβῆ
ἀπό ἀνθρώπους ἄσχετους, πού πᾶνε τελευταία στιγμή στό παρά πέντε, νά μήν πῶ στό
καί πέντε, καί ρωτᾶνε «μπορῶ νά κοινωνήσω;»…
Ὅλοι μαζί λοιπόν καί μέ τόν ἱερέα δοξάζουμε τόν Θεό, ἀγαποῦμε τόν Θεό,
λατρεύουμε τόν Θεό καί αὐτή εἶναι ἡ ὕψιστη πράξη πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος
στή γῆ, γιατί ἀκριβῶς αὐτή ἡ πράξη τόν κάνει περισσότερο ἀπ’ ὅλα νά μοιάσει στόν
Θεό πού εἶναι ἀγάπη. Γι’ αὐτό μέσα στή Λειτουργία κατεξοχήν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά τή ζοῦμε. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἔλεγε: θέλω οἱ
καλόγριές μου νά βαστᾶνε μαντήλι, νά κλαῖνε δηλαδή μέσα στήν Ἐκκλησία. Γιατί τό
κλάμα εἶναι μία ἔνδειξη τοῦ βιώματος τῆς καρδιᾶς. Ἕνας Ἅγιος λέει: – Ἦρθες σέ
κατάνυξη; Ἔκλαψες; Ὁ Χριστός ἄγγιξε τά μάτια σου καί ἔκλαψες. Ὄχι ὅταν
κλαῖμε ,γιατί μᾶς μάλωσε ὁ ἄντρας μας… Αὐτό εἶναι ἐγωιστικό κλάμα.
Ἀφῆστε το αὐτό… Ἄν ἔκλαψες, γιατί αἰσθάνθηκες μέσα σου τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ,
αὐτό εἶναι καλό. Νά δοξάζεις τόν Θεό, μήν τό πάρεις πάνω σου. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι
πλασμένος γιά αὐτό. Εἶναι λειτουργικό ὄν, ὅπως λέμε στήν Θεολογία, γιά νά
λειτουργεῖ στόν Θεό. Γι’ αὐτό, ἄν μπορεῖτε κάθε μέρα νά πηγαίνετε στήν Θεία
27
Λειτουργία, τό συνιστῶ πάνω ἀπ’ ὅλα καί νά ἔχετε καί τίς προϋποθέσεις, νά πάρετε
εὐλογία ἀπό τόν Πνευματικό σας, νά κοινωνᾶτε κιόλας. Νά ξαναγυρίσουμε στή ζωή
τῶν πρώτων χριστιανῶν. Αὐτό ζοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Ἐμεῖς πᾶμε μιά
Κυριακή καί μάλιστα μετά τό Πιστεύω ἤ μετά τόν καθαγιασμό…
Μοῦ ἔλεγαν οἱ μοναχές σ’ ἕνα μοναστήρι ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔρχονται λίγο πρίν
τελειώσει ἡ λειτουργία, γιά νά πιοῦν καφέ καί λένε κιόλας ὅτι λειτουργήθηκαν! Αὐτό
εἶναι φοβερή κατάπτωση. Γι’ αὐτό πᾶμε στό μοναστήρι;
Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν ἔχει αὐτή τήν γενική ἱερωσύνη καί καλεῖται νά ζεῖ λειτουργικά,
εὐχαριστιακά, δοξολογητικά, ὡς ἐπίγειος ἄγγελος. Αὐτό εἶναι πολύ ἐπίκαιρο, γιατί
στίς μέρες μας ἔχουμε πολύ γκρίνια. Καί πολλοί τά βάζουν καί μέ τόν Θεό ἤ μέ
πολιτικούς κ.λ.π. καί τί κατάσταση εἶναι αὐτή… καί ἀγωνία… καί ἄγχος.
28
Του πού τό παραδέχεται ὡς γνήσιο παιδί Του. Τούς Εὐρωπαίους, θά πεῖ κανείς, πού
εἶναι καί ἐκτός Ἐκκλησίας δέν τούς μαστιγώνει… Ἔ, αὐτούς νά τούς κλαῖς! Αὐτοί
θά τραβήξουν πολύ χειρότερα. Ἐμᾶς πού μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Θεός τώρα εἶναι
εὐλογία καί πρέπει νά Τόν εὐχαριστήσουμε καί γιά τήν δοκιμασία καί γιά τήν κρίση
καί γιά ὅσα ἔρθουν ἀκόμα. Καί αὐτό δέν ἕνα ‘τρίκ’ γιά νά περάσουμε καλά καί νά
μήν μᾶς πιάσει κατάθλιψη, εἶναι ἀλήθεια. Ὅταν κανείς τό κάνει μέ ἐπίγνωση ὅτι ἔτσι
εἶναι, ὄχι μόνο ὑπερβαίνει τήν κρίση ἀλλά περνάει θά ἔλεγα καί ‘ἀβρόχοις ποσί’ τήν
κρίση.
Νά δοξάζετε γιά ὅλα τόν Θεό. Μήν γκρινιάζετε. Νά εὐχαριστοῦμε τόν Θεό καί νά
ζητᾶμε μετάνοια νά διορθωθοῦμε, γιατί λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας ἦρθαν ὅλα αὐτά.
Ὅταν τό πεῖ αὐτό ὁ ἄνθρωπος ἑλκύει τήν Χάρη καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δέν θά ἀφήσει
νά βουλιάξει. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν, οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον
οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Δέν θά μᾶς λείψει τίποτα ἀπό τά ἀναγκαῖα, τό
βεβαιώνει ὁ Θεός. Καί αὐτό θά πιστοποιηθεῖ στήν πράξη, θά τό δεῖτε. Ἑπομένως, ἡ
εὐχαριστιακή ὑποδοχή τῶν θλίψεων καί ὅλων γενικά τῶν γεγονότων εἶναι αὐτό πού
μᾶς καταξιώνει ὡς πρόσωπα, ὡς λειτουργικά ὄντα καί ὡς ἀνθρώπους.
Γιατί δέν ἀφηνόμαστε στόν Θεό. Δέν προσφερόμαστε στόν Θεό ἤ προσφερόμαστε
κατά ἕνα μέρος. Κρατᾶμε καί λίγο γιά μᾶς καί λίγο γιά τό παιδί μας… Μά τό παιδί
σου καί ἐσύ δέν ἀνήκετε στόν Θεό; Ἀκούγονται διάφορα συνθήματα: «Ἀνήκουμε
στήν Δύση»,»Ἀνήκουμε στήν Εὐρώπη», «Τό παιδί μου μοῦ ἀνήκει», «Τό σῶμα μου
μοῦ ἀνήκει».. Πῶς τά λέμε αὐτά; Δέν ἔχουμε ἀκούσει ποτέ ὅτι ὁ Χριστός μᾶς ἔχει
ἀγοράσει μέ τό αἷμα Του, μέ τήν θυσία Του; Ἄλλοι λένε ὅτι «Ἀνήκουμε στήν καθ’
ἡμᾶς Ἀνατολή», εἶναι πιό Ρωμιοί ἄς ποῦμε αὐτοί. Οὔτε στή Δύση, οὔτε στήν καθ’
ἡμᾶς Ἀνατολή ἀνήκουμε. Στόν Χριστό ἀνήκουμε, μᾶς ἔχει ἀγοράσει ὁ Χριστός μέ τό
αἷμα Του. Ἄν λέμε τέτοια πράγματα, δέν εἴμαστε χριστιανοί. Εἶναι βλάσφημα αὐτά,
γιατί στηρίζουμε τήν ἐλπίδα μας στήν Δύση, στούς Ἀμερικάνους, στούς Εὐρωπαίους,
ἤ στήν Ἀνατολή, στούς Ρώσους ἤ στά μπράτσα μας, πού μᾶς κάνει πάλι
29
καταραμένους. Ὅπως εἴπαμε: «Ἐπικατάρατος ὅς τήν ἐλπίδα ἔχει ἐπ᾿ ἄνθρωπον καί
στηρίζει σάρκα βραχίονος αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5). Ὅταν ὅμως δέν τά τηροῦμε αὐτά,
βέβαια θά ἔρθει ἡ κρίση καί πολλές κρίσεις…
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἔτσι εὐχαριστιακά, λατρευτικά, τότε βιώνει τόν Παράδεισο.
Λατρεία σημαίνει ἀγάπη στόν μέγιστο βαθμό. Ὅποιος μετέχει οὐσιαστικά στήν
λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός ἀγαπάει τόν Χριστό στόν μέγιστο βαθμό.
Αὐτός τότε ζεῖ τόν Χριστό, ζεῖ δηλαδή μέσα στόν Παράδεισο. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος
Πορφύριος: «Ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, γίνεται ἕνα μαζί Του, μέ τήν Ἐκκλησία Του».
Βλέπετε; Ἀγράμματος ἄνθρωπος, οὔτε τήν πρώτη δημοτικοῦ δέν εἶχε τελειώσει κι
ὅμως μιλάει ἐντελῶς θεολογικά γιατί ἀκριβῶς ἔχει ἐνεργοποιήσει τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν διδάσκει νά τά πεῖ αὐτά. Γίνεται ἕνα, λέει, μέ τόν Χριστό, ἀλλά
καί μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ξέρετε τί σπουδαῖο πράγμα εἶναι αὐτό; Δηλαδή
νιώθει ἕνα μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο νά εἶσαι χωρισμένος ἔστω καί μέ ἕναν ἄνθρωπο. Σημαίνει
ὅτι ἔχεις βγεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Λέει κάποιος: «ἔχω σκάσει μέ τόν τάδε, δέν τόν
ἀντέχω…». Ἔ, ἔχεις βγεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία… καί μόνο πού εἶσαι σ’ αὐτή τήν
ἔξαλλη κατάσταση.. δέν χρειάζεται ἄλλη πιστοποίηση. Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν
κατοικεῖ μέσα σου ἐκείνη τήν ὥρα, τό πνεῦμα τοῦ πονηροῦ κατοικεῖ. Τό πνεῦμα τοῦ
Θεοῦ εἶναι εἰρηνικό, εἶναι ταπεινό, εἶναι ἥσυχο καί ἀγαπητικό.
«Ὅποιος ζεῖ τόν Χριστό, γίνεται ἕνα μαζί Του, μέ τήν Ἐκκλησία Του. Ζεῖ μιά τρέλα!
Ἡ ζωή αὐτή εἶναι χαρά, εἶναι φῶς, εἶναι ἀγαλλίαση, εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ
ζωή τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Μπορεῖ νά σοῦ ποῦν ὅτι τρελάθηκες!
Ὄντως τρελαθήκαμε… γιά τόν Χριστό ὅμως. Γνωρίζετε τό ἀνέκδοτο πού εἶχε συμβεῖ
πάλι μέ τόν Ἅγιο Πορφύριο. Ἦταν στόν κῆπο μέ πνευματικά του παιδιά καί ἔσκαβαν
λέγοντας συγχρόνως καί τήν εὐχή καί περνοῦσαν ἀπ’ ἔξω κάποια παιδιά καί τόν
ρώτησαν: – Πάτερ τί κάνετε ἐσεῖς ἐδῶ πέρα; – Τί νά σᾶς πῶ; τούς λέει. Ἐμεῖς
εἴμαστε μιά ὁμάδα τρελῶν… μᾶς ἔχει τρελάνει ὁ Θεός! Νά, λέει, σκάβουμε ἐδῶ,
κάνουμε… μετά πᾶμε στήν Ἐκκλησία Τοῦ λέμε, Τοῦ λέμε…καί αὐτοί γελοῦσαν.
Μετά ἀπό τρία χρόνια ἡ κοπέλα ξαναγύρισε καί ἐξομολογήθηκε.
Πράγματι ὁ χριστιανός ζεῖ μιά τρέλα! Γιά τόν κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι τρελός. Μή
μᾶς παραξενεύει , ἄν μᾶς ποῦν ὅτι τά ‘ἔχουμε χαμένα’. Ὄντως γιά τούς κοσμικούς τά
ἔχουμε χαμένα, γιατί ἡ λογική τοῦ κόσμου εἶναι στόν ἀντίποδα τῆς λογικῆς τοῦ
Θεοῦ. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἀνάποδο. Ὁ κόσμος σοῦ λέει νά βασιστεῖς στήν οἰκονομία,
στά δάνεια, στά ἐπιτόκια, στούς ἀνθρώπους βουλευτές-βολευτές κ.λ.π., ὁ Χριστός
σοῦ λέει «νά βασιστεῖς σέ Μένα», πού δέν Μέ βλέπεις, πού εἶμαι σταυρωμένος, πού
εἶμαι καταφρονημένος, χωρίς καμία κοσμική δύναμη, στό περιθώριο τοῦ
περιθωρίου… καί βέβαια γιά τόν κόσμο αὐτό εἶναι τρέλα. Αὐτός ὅμως ὁ «τρελός»
εἶναι πού ζεῖ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀπό αὐτή τήν ζωή. Καί τό βεβαιώνει τό μέσα
30
του, τό βεβαιώνει ὅλη του ἡ ὕπαρξη, γιατί ξεχειλίζει ἀπό χαρά, εἰρήνη καί
εὐφροσύνη.
Ἑπομένως, ἕνα δεύτερο χαρακτηριστικό τῆς ζωῆς στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ βίωση τῆς
Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά λέμε γιά νά προβληματιστοῦμε. Ἐμεῖς λέμε ὅτι
εἴμαστε τῆς Ἐκκλησίας. Τήν βιώνουμε τήν Βασιλεία; Τήν βιώνουμε τήν Χάρη, τήν
χαρά, τήν εἰρήνη, ὅλα αὐτά πού λέει ὁ Θεός ὅτι εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος; Λαχταράει ἡ καρδιά μας νά πᾶμε στήν Θεία Λειτουργία, νά
κοινωνήσουμε, νά προσευχηθοῦμε, νά μελετήσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἡ ζωή ἐντός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πρόγευση τῆς ἀθανασίας, κατάργηση τοῦ θανάτου,
τοῦ διαβόλου καί τῆς Κολάσεως. Ὁ Γέροντας ἔλεγε: «Εἶμαι αἰώνιος!». Στήν Ἁγία
Μας Ἐκκλησία μετέχουμε τῶν Ἁγίων Μυστηρίων καί κοινωνοῦμε «εἰς ἄφεσιν
ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Πορευόμαστε ἔτσι χαρούμενα, δοξολογητικά καί
θριαμβευτικά πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού ἔρχεται καί ἤδη ἦλθε… Γι’ αὐτό λέμε
στήν εὐχή τῆς Ἀναφορᾶς (ἡ κεντρική εὐχή στήν Θεία Λειτουργία), ὅπου
εὐχαριστοῦμε τόν Θεό – γι’ αὐτό λέγεται καί Θεία Εὐχαριστία – γιά ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει
κάνει, γιά τήν σωτηρία καί ἀνάμεσα στά ἄλλα Τόν εὐχαριστοῦμε καί γιά τήν
Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία λέει «μᾶς ἐχάρισες» ἤδη δηλαδή, ὄχι θά μᾶς τήν
χαρίσεις. «Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν ἐστί» καί ἐμεῖς ἐντός Της. Ἡ Ἐκκλησία
καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ταυτίζονται.
Ἡ πίστη, ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ ζωή στήν Ἐκκλησία, κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν
αἰσθάνεται τόν σωματικό πόνο. Δηλαδή, ὅταν ζεῖ κανείς σωστά μέσα στήν
Ἐκκλησία, δέν κουράζεται εὔκολα καί ἀκόμα ὑπερβαίνει τόν πόνο. Αὐτό συνέβαινε
στά μαρτύρια πού τούς ἔξυναν, τούς ἔβαζαν ἀλάτι, ξύδι… φοβερά μαρτύρια καί ἦταν
σάν νά ὑπέφερε ἕνα ξένο σῶμα. Καλά, θά πεῖ κανείς, δέν εἶχαν αἰσθητικά νεῦρα, δέν
εἶχαν αἴσθηση τοῦ πόνου; Καί βέβαια εἶχαν! Ἁπλούστατα ὁ νοῦς τους ἦταν τόσο
καρφωμένος στόν Θεό, τόσο ἀπορροφημένος ἀπό τόν Θεῖο ἔρωτα, πού ἦταν σάν νά
εἶχαν φύγει τελείως ἀπό τό σῶμα. Δέν εἶχαν φύγει ὅμως.
Αὐτό συνέβη καί στόν Ἅγιο Πορφύριο, ὅταν κάποτε εἶχε πάει σέ ἕναν χειροῦργο,
γιατί εἶχε ἕναν καρκίνο στό δέρμα πού χρειαζόταν καυτηριασμό. Σύμφωνα μέ τό
ἰατρικό πρωτόκολλο θά ἔπρεπε νά τοῦ κάνει πρῶτα τοπική ἀναισθησία. Ὁ Γέροντας
ζήτησε τότε νά μήν τοῦ κάνει ἀναισθησία. Ἔ, ἄρχισε ὁ γιατρός τόν καυτηριασμό,
γέμισε καπνό ὅλο τό δωμάτιο, γιατί ξέρετε ὅταν καίγεται ἡ σάρκα πῶς μυρίζει, ἀλλά
ὁ Γέροντας δέν ἔδειχνε οὔτε μία σύσπαση πόνου. Ὁ γιατρός τά ἔχασε, λέει «Τί εἶναι
αὐτός;» καί τοῦ μπῆκε ὁ λογισμός – βλάσφημος λογισμός καί στενοχωρέθηκε ὁ
Γέροντας – ὅτι εἶναι γκουρού, δηλαδή μάγος, αὐτοί πού ἐπικαλοῦνται τά πονηρά
πνεύματα.
Αὐτή εἶναι ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τόσο ἄσχετος ἦταν ὁ γιατρός,
πού τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ τήν ἀπέδωσε στόν διάβολο. Ὅπως ἀκριβῶς καί στά
31
ἀρχαῖα μαρτύρια. Ὅταν βασάνιζαν τούς μάρτυρες, αὐτοί θαυματουργοῦσαν καί οἱ
εἰδωλολάτρες τούς ἀποκαλοῦσαν ‘μάγους’ καί ὅτι μέ τήν δύναμη τοῦ σατανᾶ ἔκαναν
θαύματα. Τό ἴδιο εἶπαν καί στόν Χριστό μας ὅτι: «βγάζει τά δαιμόνια μέ τήν δύναμη
τοῦ ἀρχηγοῦ τους Βεελζεβούλ» (Ματθ. 12,24). Καί πολύ σωστά καί λογικά
ἀπαντοῦσε ὁ Χριστός: «ὁ δαίμονας βγάζει δαίμονα;» Ὄχι βέβαια! Παρόλα αὐτά
βλέπετε ὅτι ὁ ἄθεος πάει κόντρα καί στήν λογική. Ἐνῶ ἐπικαλεῖται τήν λογική καί
λέει: «δέν ὑπάρχουν λογικές ἀποδείξεις γιά τόν Θεό καί ἐμεῖς εἴμαστε
ἐπιστήμονες…». Ὅμως τελικά καταπατάει τήν λογική. Οὐσιαστικά εἶναι μιά
σχιζοφρένεια ἡ ἀθεΐα.
Λοιπόν ξαναγυρίζουμε στόν Ἅγιο Πορφύριο. Τοῦ ἀφαίρεσε τόν ὄγκο χωρίς νά κάνει
καμία σύσπαση καί τήν ἐξήγηση τήν ἔδωσε ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος: εἶχα καρφώσει τόν νοῦ
μου στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἤμουν κάτω ἀπό τόν Σταυρό Του, ζοῦσα τό μαρτύριο
στόν Γολγοθά καί εἶχα ἀπορροφηθεῖ ἀπό αὐτό. Τό ἴδιο καί οἱ μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι
εἶχαν ἀπορροφηθεῖ ἀπό τόν Θεῖο ἔρωτα καί αἰσθανόντουσαν μέν τόν πόνο, ἀλλά τόν
ὑπερέβαιναν.
Αὐτή εἶναι ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία. Δύο χαρακτηριστικά εἴπαμε, ἀλλά εἶναι
πολλά. Μποροῦμε ὅμως ἀπό αὐτά νά βοηθηθοῦμε καί νά προβληματιστοῦμε καί
ἴσως νά βοηθήσουμε καί κανέναν ἄλλον ἐνόψει τῆς κρίσεως.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Λέμε, πάτερ, πότε νά βρεθοῦμε στήν Θεία Λειτουργία… ἔχουμε ἴσως
κατάνυξη.. δόξα τῶ Θεῶ… ἀλλά στό δευτερόλεπτο φεύγει ὁ νοῦς μας καί πρέπει
συνέχεια νά τόν μαζεύουμε. Γιά νά ζήσουμε τήν Θεία Λειτουργία πρέπει ὁ νοῦς μας
νά εἶναι μόνο ἐκεῖ καί ὄχι νά τόν μαζεύουμε συνέχεια;
Ἀπ. : Χρειάζεται νά τόν μαζεύουμε, γιατί ἔχει μάθει στή γύρα… ἐδῶ κι ἐκεῖ. Πρέπει
νά τόν μαζεύουμε καί μακάρι νά φτάνουμε σ’ αὐτήν τήν κατάσταση, τήν κατάνυξη,
καί τό σημαντικό εἶναι νά προσέξουμε νά φυλάξουμε τήν κατάνυξη. Γιά νά φτάσει
κανείς ἐκεῖ, ἴσως εἶναι εὔκολο. Νά τήν φυλάξει εἶναι τό δύσκολο. Νά προσέξουμε νά
μήν μᾶς πιάσει ὑπερηφάνεια. Δέν τό κάνουμε ἐμεῖς. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού τό
κάνει. Ἄν τό ἀποδώσεις στόν ἑαυτό σου καί σκεφτεῖς ὅτι εἶσαι σέ μέτρα… τό χάνεις
ἀμέσως. Χρειάζεται μετάνοια, συντριβή καί λέγοντας τήν εὐχή τό βάρος νά πέφτει,
ὅπως ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος, στό ‘ἐλέησόν με’, ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη δηλαδή τοῦ
ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Ἀπ. : Ὄχι, ἀφοῦ εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ αὐτό. «Ἅγιοι γίνεσθε» (Λευϊτ. 20,7,26· Α΄
Πέτρ. 1,16). Ὄχι , ὅμως, μέ τήν ἐπιθυμία νά μᾶς γράψουν στά βιβλία, νά μᾶς κάνουν
εἰκόνες, μιά ἀνθρώπινη δηλαδή καταξίωση, ἀλλά γιά νά ἀρέσουμε στόν Θεό. Τό πιό
32
καλό, ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος, εἶναι νά ζητᾶμε μετάνοια. Ἡ μετάνοια ἔχει πολλά
σκαλοπάτια. Κι ὅσο κανείς προχωράει στή μετάνοια, στήν ταπείνωση, τόσο
προχωράει στήν ἁγιότητα. Ἐμεῖς, βέβαια, δέν θά πρέπει νά θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας
ἄξιο γιά ἁγιότητα, ἀλλά γιά μετάνοια. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος: εὔχεσθε νά μοῦ δίνει
ὁ Θεός καλή μετάνοια. Κι ἐμεῖς εὐτό νά παρακαλᾶμε, νά μᾶς δίνει ὁ Θεός καλή
μετάνοια. Καί τό φάρμακο γιά τήν κρίση νά ξέρετε αὐτό εἶναι: Ἡ μετάνοια.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. : Τό ἴδιο. Καί οἱ ἅγιοι αὐτό ἔκαναν. Ἡ ζωή τῶν ἁγίων εἶναι ἡ ἀγγελική ζωή. Καί
νά μήν σκεφτεῖ κανείς ὅτι πρέπει νά γίνουμε ὅλοι μοναχοί καί ἀσκητές, γιά νά
γίνουμε ἅγιοι. Ὄχι. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι γιά ὅλους. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ζοῦσαν ὅλοι
ἀσκητικά καί μυστηριακά, ἄν καί ἦταν ἀπό κάθε οἰκογενειακή κατάσταση, ἔγγαμοι
καί ἄγαμοι. Ἐφόσον ἐκεῖνοι μποροῦσαν, μποροῦμε κι ἐμεῖς. Ζοῦσαν καί κοινοβιακά,
δηλαδή μέ κοινοκτημοσύνη. Μακάρι νά γυρίσουμε καί σ’ αὐτό, ἀλλά αὐτό θέλει
πνευματική ὡριμότητα.
Τώρα πού ἦρθε ἡ κρίση καί θά ἔρθει -ἄν ἔρθει- ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἡ πείνα, θά
μείνεις ἐσύ μέ τό ἀλεύρι σου καί ὁ ἄλλος θά πεινάει; Ὄχι, θά δώσεις καί στόν ἄλλον.
Ὁ π. Ἀθανάσιος Χαμακιώτης, Ἅγιος ἄνθρωπος, στήν Ἀθήνα στήν Μονή
Φανερωμένης στή Νερατζιώτισσα, στή Δροσιά, τόν καιρό τῆς Κατοχῆς, εἶχε πάει σ’
ἕνα σπίτι, τούς ἔκανε εὐχέλαιο καί τοῦ ἔδωσαν – φαίνεται θά εἶχαν – μισό καρβέλι
ψωμί. Μέ τέτοια πείνα τότε, ἦταν σπουδαῖο πράγμα μισό καρβέλι ψωμί. Καί τί ἔκανε
ὁ Ἅγιος Γέροντας; Θυμήθηκε ὅτι εἶχε ἕνα πνευματικοπαίδι, μιά κοπέλα, πέντε
χιλιόμετρα μακριά πού δέν εἶχε νά φάει καί τῆς πῆγε τό ψωμί καί αὐτός ἔμεινε
νηστικός. Ἐκεῖ ἔμαθε ὅτι ἄλλη μία πέθαινε ἀπό τήν πείνα στήν Πεύκη, ἄλλα πέντε-
δέκα χιλιόμετρα μακριά, ὁπότε ἄφησε σ’ αὐτη τό μισό ψωμί καί πῆγε καί στήν ἄλλη
τό ὑπόλοιπο. Καί τόν ρωτάει ἐκείνη: – Παππούλη ἐσύ ἔφαγες; – Ὄχι, λέει, δέν
ἔφαγα. – Φάε κι ἐσύ, τοῦ λέει, γιατί δέν κατεβαίνει κάτω…. Καταλάβατε τί θά πεῖ
ἀγάπη! Αὐτή εἶναι ἡ ἀγάπη Χριστοῦ.
Αὐτό εἶναι τό DNA μας, αὐτή εἶναι ἡ Ρωμιοσύνη, αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινός
Ἑλληνισμός, ὄχι μέ τήν ἔννοια τῆς ἀρχαιολατρείας πού ἔχουμε σήμερα, πού τήν
προβάλλουμε συνέχεια. Εἶχαν κι αὐτοί κάποια καλά, ἀλλά ἔχουμε καί κάτι ἀνώτερο
33
ἀπό τούς ἀρχαίους Ἕλληνες. Δέν εἴμαστε ἀπόγονοι μόνο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων,
εἴμαστε καί ἀπόγονοι τῶν Ἁγίων. Πολλοί βάζουν πρῶτα τόν Ἑλληνισμό καί ἔπειτα
τήν Ὀρθοδοξία. Ὄχι, πρῶτα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Κι ἄν σώθηκε ὁ Ἑλληνισμός ἀπό
τήν Ὀρθοδοξία σώθηκε καί τούς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους οἱ ὀρθόδοξοι
μοναχοί τούς διέσωσαν. Οἱ μοναχοί τά ἀντέγραφαν, γιατί οἱ Φράγκοι τά
κατέστρεφαν. Μέχρι καί Ἀριστοφάνη εἶχαν ἀντιγράψει, γιατί ἤξεραν ὅτι ἔχει μιά
ἀξία καί ὁ Ἀριστοφάνης.
Ἀλλά ὁ ἀληθινός μας πλοῦτος δέν εἶναι ὁ Ἑλληνισμός, εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Καί στό
διαδίκτυο ἔχω προσέξει πόσο ἀσχολοῦνται οἱ ἄνθρωποι μέ τόν Ἑλληνισμό…
Ἐντάξει, ἀλλά πρῶτα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες γίναμε ὀρθόδοξοι,
τότε μεγαλουργήσαμε πραγματικά. Τότε φτιάξαμε τό λεγόμενο «Βυζάντιο» – τό
σωστό ὄνομα εἶναι Ρωμανία. Καί πάλι ἔτσι θά μεγαλουργήσουμε, ὄχι μέ τούς
ἀρχαίους Ἕλληνες. Τούς ἀρχαίους Ἕλληνες ξέρετε ποιοί μᾶς τούς ἔφεραν; Ἡ
Δύση…. μέ τόν λεγόμενο Διαφωτισμό, πού οὐσιαστικά εἶναι διασκοτισμός καί
νέκρωση, πού σήμερα προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο νά μᾶς ἐξαφανίσει.
Ἐρ. : …………….
Ἀπ. : Οἱ Ἅγιοι ξέρετε τί λένε; Γιατί μᾶς ἔρχεται ἡ πείνα; Γιατί σπαταλᾶμε καί
πετᾶμε. Δέν ἐπιτρέπεται νά πετᾶμε καί νά σπαταλᾶμε. Τόσοι φτωχοί ὑπάρχουν, τόσοι
ἄνθρωποι πού στεροῦνται καί τό ἐλάχιστο, ψάχνουν μέσα στά σκουπίδια… Καί ἐσύ
πετᾶς; Ὁ π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ἔλεγε: σπίτι πού κάνει προσευχή στό τραπέζι
πρίν καί μετά τό φαγητό καί πού δέν σπαταλάει, δέν θά τοῦ λείψει τίποτα ἀπό τά
βασικά. Ἐμεῖς οὔτε προσευχή στό τραπέζι κάνουμε καί λεγόμαστε καί χριστιανοί…
ἕναν σταυρό κάνουμε καί μόνο ἄν δέν εἴμαστε σέ δημόσιο χῶρο.
34
Ἡ ἀποδοχή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ
καί ἡ ἀληθινή ταπείνωση - (Ἁγίου Πορφυρίου)
Λέγαμε τήν προηγούμενη φορά, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ
καί γιά τήν τέλεια ἐμπιστοσύνη πρός τό θέλημα Αὐτοῦ, πού μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό
τό ἄγχος καί τή στενοχώρια. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Σιλουανός, ὅτι ἡ ψυχή πού
στεναχωριέται εἶναι σημάδι ὅτι δέν ἔχει παραδοθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ
ὁλοκληρωτικά. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πάλι μᾶς λέει «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ
στενοχωρούμενοι» (Β΄Κορ. 4,8).Ὑπάρχει μία διαφορά. Θλίψη εἶναι αὐτό πού μᾶς
συμβαίνει ἀπ’ ἔξω, οἱ διάφοροι πειρασμοί, οἱ διάφορες δυσκολίες. Ἀντίθετα,
στενοχώρια εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπό μέσα μας, τό δημιουργοῦμε ἐμεῖς, δηλαδή
τό ὁποῖο μποροῦμε καί νά μήν τό δημιουργήσουμε. Αὐτή ἡ δὐναμη τῆς ψυχῆς
πού λέγεται «λύπη» εἶναι ἕνα πάθος ἀδιάβλητο, ὅπως εἶναι ἡ πείνα, ἡ δίψα, ἡ
διάθεση πού ἔχουμε γιά ὕπνο κλπ. Εἶναι κάτι πού μᾶς δόθηκε μετά τήν πτώση.
Ἡ κακή διαχείριση τῆς λύπης, ὅπως καί τῆς πείνας, τῆς δίψας, τῆς διάθεσης γιά
ἀνάπαυση, εἶναι ἁμαρτία. Ὅταν δηλαδή φᾶμε ὑπερβολικά ἤ φᾶμε ὄχι μέ σκοπό
νά ζήσουμε, ἀλλά μέ σκοπό νά ἀπολαύσουμε, νά τρυφήσουμε, νά γεμίσουμε μέ
σαρκική ἡδονή, τότε διαπράττουμε ἁμαρτία.Ἀντίστοιχα καί ἡ λύπη, ὅταν
χρησιμοποιηθεῖ γιά λάθος λόγο, γίνεται ἁμαρτωλή λύπη.
Ὁ λάθος λόγος εἶναι, ὅταν ἡ λύπη χρησιμοποιεῖται γιά τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ
κόσμου. Ὅταν χάσουμε κάτι, ὅταν στερηθοῦμε ἤ ὅταν δέν ἔχουμε κάτι ἀπό τά
ὑλικά πράγματα καί λυπόμαστε ἤ ὅταν λυπόμαστε γιά κάτι πού ἀφορᾶ στό σῶμα
μας, τότε αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Ἀντίθετα, ἡ λύπη γιά τίς ἁμαρτίες μας εἶναι ἡ καλή
χρήση τῆς λύπης, εἶναι ἀρετή. Ὁ Θεός γι’ αὐτό μᾶς ἔδωσε τήν λύπη, πού εἶναι
δύναμη τῆς ψυχῆς, γιά νά τήν χρησιμοποιοῦμε γιά μετάνοια. Ὁπότε ἡ λύπη μέ
στόχο τήν μετάνοια εἶναι ἀρετή, ἐνῶ γιά τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἶναι
ἁμαρτία.
Ἡ τέλεια λοιπόν ἐμπιστοσύνη στά χέρια τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτό πού μᾶς γλιτώνει
ἀπό τήν στενοχώρια, ἀπό τήν κακή λύπη. Τότε μόνο ἔχουμε κακή λύπη, ὅταν δέν
ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν δέν ἔχουμε
ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, εἶναι δεῖγμα ὑπερηφάνειας.
35
Οἱ ἄνθρωποι πού ἔχουν τέτοια ἐρωτήματα, εἶναι ἄνθρωποι πού φανερώνουν ὅτι,
ἐκείνη τουλάχιστον τήν ὥρα πού τό λένε αὐτό, ἔχουν πέσει στήν ὑπερηφάνεια κι
ἔχουν χάσει τήν ἁγία ταπείνωση. Ἀλλοίμονο ἄν ὁ ἄνθρωπος τό ζεῖ αὐτό συνεχῶς,
ἔχει δηλαδή συνεχῶς ἐγωισμό καί δέν μετανοεῖ. Ἄν ποῦμε κάποια στιγμή αὐτήν
τήν ἔκφραση, πρέπει νά ζητήσουμε ἀμέσως συγχώρεση ἀπό τόν Θεό, γιατί ὁ
Θεός εἶναι ἀγαθός καί δέν δίνει ποτέ κακά πράγματα. Ὅταν λοιπόν ἐμεῖς λέμε
κάτι τέτοιο, τότε Τοῦ προσάπτουμε κατηγορίες. Εἶναι σάν νά Τοῦ λέμε ὅτι δέν
μᾶς ἀγαπάει κι ὅτι μᾶς δίνει κακά πράγματα ἤ ὅτι δέν μᾶς δίνει τίποτα
ἀδιαφορῶντας, ἐνῶ ἐμεῖς ἔχουμε σημαντικές ἀνάγκες πού ἀπαιτοῦν ἄμεση
ἐκπλήρωση.
«Ἡ τέλεια ἐμπιστοσύνη στά χέρια τοῦ Θεοῦ, αὐτή εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση». Γι’
αὐτό βλέπετε ὅτι ὀ ταπεινός εἶναι πάντοτε εἰρηνικός. Ἐκεῖνος πού χάνει τήν
εἰρήνη του εἶναι ὁ ὑπερήφανος. Λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος «Κι ἄν κολλήσει ὁ
οὐρανός στή γῆ, ὁ ταπεινόφρων οὐ θροεῖται». Θρόισμα εἶναι αὐτός ὁ
ἀνεπαίσθητος ἦχος πού κάνει ὁ ἀέρας, ὅταν περνάει μέσα ἀπό τά φύλλα τῶν
δέντρων. Δηλαδή, ὁ ταπεινός ἄνθρωπος δέν ἔχει οὔτε κἄν μία ἐλάχιστη ταραχή.
Στίς μέρες μας ἡ πατρίδα μας πιέζεται, συνθλίβεται ἀπό τέτοιες ἐξωτερικές κακές
φῆμες καί ἀκόμα καί τά ΜΜΕ προσπαθοῦν νά μᾶς τρομοκρατήσουν.
Ὁ ταπεινός ὅμως ἄνθρωπος δέν ταράζεται μέ τίποτα ἀπό ὄλα αὐτά, γιατί ἔχει τήν
ἐμπιστοσύνη του στόν Θεό, ὄχι στούς ἀνθρώπους. Ὁ ὑπερήφανος, πού ἔχει
ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του, ταράζεται. Γι’ αὐτό ἡ ἁγία Γραφή λέει ὅτι εἶναι
καταραμένος ὁ ἄνθρωπος πού στηρίζεται στήν δύναμή του καί στά μπράτσα του
(Ἱερ. 17,5). Δυστυχῶς ἠ παιδεία μας, ἐπειδή εἶναι φερμένη ἀπό τήν ἄθεη Δύση,
μᾶς ἐκπαιδεύει ἀκριβῶς σ’ αὐτό, στό νά στηριζόμαστε στόν ἑαυτό μας καί στίς
δυνάμεις μας. Γι’ αὐτό ἔχουμε γεμίσει ὅλοι μέ ἄγχος. Ἄν ὅμως ἀκούγαμε τήν
παράδοσή μας, τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας πού μᾶς λέει «ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ
κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6,34), «μή ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδέ δειλιάτω»
(Ἰω. 14,27), «καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί» (Ματθ. 10,30),
«χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15,5), ἄν τά εἴχαμε ὅλα αὐτά τά
λόγια μπροστά στά μάτια μας συνέχεια, ποτέ δέν θά εἴχαμε ἄγχος.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος λέει «Ἡ τέλεια ὑπακοή στόν Θεό χωρίς ἀντίρρηση, χωρίς
ἀντίδραση, ἔστω κι ἄν ὁρισμένα πράγματα φαίνονται δύσκολα καί παράλογα..».
Πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι κάνουμε σχέδια, κάνουμε προγράμματα,
δημιουργοῦμε μέσα μας ἐπιθυμίες, ἔχουμε θελήματα. Μᾶς εἶπε ὁ Θεός νά τά
κάνουμε ὅλα αὐτά; Ὄχι, καθόλου. Μᾶς εἶπε ἀντίθετα, νά μάθουμε νά μήν
θέλουμε τίποτα. Νά θέλουμε μόνο αὐτό πού θέλει Ἐκεῖνος. Νά ἀφήνουμε
Ἐκεῖνον νά φτιάχνει τό σχέδιο καί τό πρόγραμμα τῆς ζωῆς μας.
36
«Τό ἄφημα στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού λέμε στήν Θεία Λειτουργία τά λέγει
ὅλα: «πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»». Αὐτή ἡ φράση, θά
μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι εἶναι ἠ πιό ἀντιαγχωτική φράση στόν κόσμο καί τή
λέμε συνέχεια στήν Θεία Λειτουργία. Ὅλη μας τή ζωή καί τίς ζωές ὅλων τῶν
ἄλλων νά τίς ἀφήσουμε στόν Χριστό μας. Τό ἴδιο εἶναι καί ἡ εὐχή πού λέγεται
μυστικά ἀπό τόν ἱερέα στή Θεία Λειτουργία «Σοί παρακατιθέμεθα τήν ζωήν
ἡμῶν ἅπασαν καί τήν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε, καί παρακαλοῦμέν σε καί
δεόμεθα καί ἱκετεύομεν». Τήν λέμε αὐτήν τήν εύχή μυστικά οἱ ἱερεῖς πρίν ποῦμε
τό «Πάτερ ἡμῶν». Σ’ Ἐσένα Κύριε, παραθέτουμε ὅλη μας τή ζωή καί τήν ἐλπίδα
καί Σέ παρακαλοῦμε καί Σέ ἱκετεύουμε. Ὅλη μας ἡ ἐλπίδα εἶναι ὁ Χριστός. Πῶς
μπορεῖς μετά νά ἀπελπιστεῖς, ἀφοῦ ἔχεις ἕναν τέτοιο προστάτη, ἕναν τέτοιο
Πατέρα;
«Σ’ Ἐσένα, Κύριε, τά ἀφήνουμε ὅλα. Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Αὐτή
εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση. Αὐτή μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο. Τόν καθιστᾶ
θεάνθρωπο». Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δέν εἶναι πάντοτε εἰρηνικός, δέν εἶναι ἕνας
ἐλεύθερος ἄνθρωπος, ἕνας πραγματικά ἀνεξάρτητος ἄνθρωπος; Δέν μπορεῖς νά
τοῦ κάνεις τίποτα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, γιατί εἶναι ἀφημένος στόν Θεό. Ὅσο κι
ἄν τόν ἀπειλήσεις, δέν θά τόν τρομάξεις. Πήγαινε ὁ διάβολος στόν Ἅγιο
Ἀντώνιο, φοβερός καί τρομερός, σάν γίγαντας καί τοῦ ἔλεγε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος
«Τί θέλεις; Θέλεις νά μέ πειράξεις; Ἔχεις πάρει ἐξουσία ἀπό τόν Θεό νά μέ
πειράξεις; Ἄν ναί, τότε ἐδῶ εἶμαι, πείραξέ με. Ἄν ὅμως δέν ἔχεις ἐξουσία νά μέ
πειράξεις, τότε ἐξαφανίσου ἀπό δῶ». Δέν φοβόταν τόν διάβολο, γιατί εἶχε ἀφεθεῖ
ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Σκεφτόταν ὅτι, ἄν ὁ Θεός ἐπέτρεψε στόν διάβολο νά
τόν πειράξει, τότε θά τό ἀποδεχόταν, γιατί ἀφοῦ ἦταν ἀπό τόν Θεό, θά ἦταν γιά
τό καλό του. Ἔτσι ἐξαφανιζόταν ὀ διάβολος. Ἔτσι νά σκεφτόμαστε κι ἐμεῖς καί
νά μήν φοβόμαστε οὔτε νά δειλιάζουμε. Ἄν ὁ Θεός ἐπιτρέπει στόν διάβολο νά
μᾶς πειράξει, νά τό δεχόμαστε καί νά νιώθουμε ὅτι γίνεται γιά τό καλό μας, ἀφοῦ
παραχωρεῖται ἀπό τόν Θεό.
37
«Ὁ ταπεινός ἔχει συνείδηση τῆς ἐσωτερικῆς του καταστάσεως καί, ὅσο κι ἄν εἶναι
ἄσχημη, δέν χάνει τήν προσωπικότητά του». Τί σημαίνει δέν χάνει τήν
προσωπικότητά του; Σημαίνει ὅτι δέν χάνει τήν ἕνωσή του μέ τόν Θεό. Βλέπει
ὅτι ὅλα εἶναι χάλια πάνω του, ὅτι εἶναι ὁ πρῶτος τῶν ἁμαρτωλῶν. Ἐντούτοις δέν
χάνει τό πρόσωπό του, δέν γίνεται μάζα, δέν γίνεται ἄτομο, δέν παύει νά κοινωνεῖ
μέ τόν Θεό, ὄχι σάν ἕνας μεγάλος Ἅγιος, ἀλλά σάν ἕνας ταπεινός, τιποτένιος
ἁμαρτωλός πού ζητάει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί τίποτα ἄλλο. Δέν ἔχει τήν
συναίσθηση ὅτι εἶναι δίκαιος καί τέλειος, γιατί ὅποιος τό ἔχει αὐτό, τότε χάνει
τήν κοινωνία μέ τόν Θεό καί δέν προσεύχεται. Ὁ ταπεινός ἔχει συναίσθηση τῆς
ἀθλιότητας καί τῆς ἁμαρτωλότητάς του καί γι’ αὐτό ἐπικαλεῖται συνέχεια τόν
Θεό. Λέμε πολλές φορές: – Γιατί δέν μπορῶ νά συγκεντρωθῶ στήν προσευχή; –
Γιατί δέν μπορῶ ἀδιατάραχτα νά μιλήσω στόν Θεό καί διασπᾶται ὁ νοῦς μου»;
Γιατί πολύ ἁπλά δέν ζοῦμε τήν μετάνοια. Δέν ζοῦμε τό γεγονός ὅτι εἴμαστε πάρα
πολύ ἁμαρτωλοί καί ἔχουμε πολύ μεγάλη ἀνάγκη τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Οἱ
ἄνθρωποι ἔχουμε τήν ἰδέα ὅτι δέν εἴμαστε καί τόσο κακοί.. εἴμαστε καί λίγο
καλοί… Πρέπει νά άποβάλλουμε αὐτήν τήν σκέψη.
Ὁ ταπεινός λοιπόν δέν χάνει τό πρόσωπό του. «Γνωρίζει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός καί
θλίβεται γι’ αὐτό, ἀλλά δέν ἀπελπίζεται, δέν ἐξουθενώνει τόν ἑαυτό του».
Ἀντίθετα ὁ ὑπερήφανος πολύ εὔκολα ἀπελπίζεται. Ὅταν βλέπετε ἄνθρωπο
ἀπελπισμένο καί ἀπογοητευμένο ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα, τότε τό πιό πιθανόν
εἶναι ὅτι τό ἔχει πάθει ἀπό ἐγωισμό. Ἔλεγε ἀκόμα ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὅπως καί
ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες ὅτι καί ἡ κατάθλιψη, ἡ παραίτηση δηλαδή ἀπό τήν ζωή καί ἡ
πλήρης ἀπελπισία, εἶναι ἀπό τόν μεγάλο ἐγωισμό.
«Ὁ ἔχων τήν ἁγία ταπείνωση δέν μιλάει καθόλου, δηλαδή δέν ἀντιδρᾶ», ὅταν ὁ
ἄλλος λ.χ. τόν παρατηρεῖ, τόν ἐπιτιμᾶ ἤ τοῦ κάνει μία ἀδικία. «Δέχεται νά τόν
παρατηροῦν, νά τόν ἐλέγχουν οἱ ἄλλοι, χωρίς νά ἐξοργίζεται καί νά
δικαιολογεῖται», γιατί ἔχει προηγουμένως ὁ ἴδιος καταδικάσει τόν ἑαυτό του.
Αὐτά πού τοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι θεωρεῖ ὅτι εἶναι μικρότερα ἀπό ὅσα ἀξίζει νά τοῦ
κάνουν. Ἔτσι, ὄχι μόνο δέν ἐξοργίζεται, ἀλλά εὐχαριστεῖ ὅσους τόν ἐπιτιμοῦν,
γιατί νιώθει ὅτι τόν βοηθοῦν νά βιώσει περισσότερο τήν ταπείνωση καί τήν
μετάνοια.
38
Ὁ ταπεινός λοιπόν «Δέν χάνει τήν ἰσορροπία του. Τό ἀντίθετο συμβαίνει μέ τόν
ἐγωιστή, τόν ἔχοντα αἰσθήματα κατωτερότητος. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι πολύ
ἄρρωστος. Στήν ἀρχή μοιάζει μέ τόν ταπεινό. Λίγο ὅμως ἄν τόν πειράξει κανείς,
ἀμέσως χάνει τήν εἰρήνη του, ἐκνευρίζεται, ταράζεται». Αὐτό εἶναι τό κριτήριο
καί ἡ λυδία λίθος γιά νά καταλάβετε ἕναν ἄνθρωπο. Πολλές φορές μέ ρωτοῦν καί
νέοι ἄνθρωποι πῶς μποροῦν νά καταλάβουν, ἄν ὁ ἄλλος εἶναι καλός ἄνθρωπος.
Μπορεῖς νά καταλάβεις ἄν ὁ ἄλλος εἶναι καλός ἄνθρωπος, παρατηρῶντας πῶς
συμπεριφέρεται ,ὅταν τόν ἀδικοῦν. Ἄν δέχεται τήν ἀδικία ἤ ὄχι. Ἄν δέχεται τήν
ἀδικία καί δέν ἀντιδρᾶ, εἶναι ταπεινός, ἄρα εἶναι καλός. Ἄν δέν δέχεται τήν
ἀδικία καί ἀντιδρᾶ, τότε εἶναι ὑπερήφανος. Ἄρα δέν εἶναι καλός ἄνθρωπος, γιατί
ἡ πιό μεγάλη ἁμαρτία εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.
«Ὁ ταπεινός πιστεύει ὅτι ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπ’ τόν Χριστό κι ὅτι ὁ Χριστός τοῦ
δίνει τήν χάρη Του κι ἔτσι προχωρεῖ». Δέν θεωρεῖ ὅτι ἡ πρόοδός του ὀφείλεται
στίς δικές του ἱκανότητες, δυνάμεις ἤ προσπάθειες. Ἀλλά ἄν κάνει κάτι καλό, τό
προσάπτει στή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχει τόν ἑαυτό του κάτω ἀπό ὅλους καί ἀποδίδει
στόν Θεό ὅλα τά καλά καί ὅλα τά κακά στόν ἑαυτό του.
«Ὅποιος ἔχει τήν ἁγία ταπείνωση, ζεῖ ἀπό τώρα στήν ἐπίγεια ἄκτιστη Ἐκκλησία».
Τήν λέει «ἄκτιστη» τήν Ἐκκλησία, γιατί ὁ Θεός εἶναι Ἄκτιστος καί ἡ Ἐκκλησία
ὡς σῶμα Του εἶναι καί αὐτή ἄκτιστη.
«Ἔχει πάντα τή χαρά τοῦ Χριστοῦ καί στά δυσάρεστα». Εἶναι αὐτό πού λέγαμε
ὅτι θλίβεται ἀλλά δέν στεναχωριέται, δέν χάνει τή χαρά του. Γιατί, ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός μᾶς τό εἶπε μέσα ἀπό τό στόμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «πάντοτε
χαίρετε» (Α΄Θεσ. 5,16). «Τό βλέπουμε αὐτό στή ζωή τῶν ἁγίων. Ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος τί ἦταν; Ἄνθρωπος σάν κι ἐμᾶς» καί τό παραδεχόταν ὅτι «βλέπω ἕτερον
νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου» (Ρωμ. 7,23)
καί «ὅ μισῶ τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. 7,15). Αὐτό δηλαδή πού μισῶ, αὐτό κάνω,
γιατί στά μέλη μου ὑπάρχει ἄλλος νόμος ἀπό αὐτόν πού ὑπάρχει στόν νοῦ μου
καί ἐνῶ θέλω τό καλό, κάνω τό κακό. Ἔτσι ἦταν ὁ Ἀπόστολος, ὅπως εἴμαστε
ὅλοι μας, ὅσο εἴμαστε μακρυά ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὅμως πῆγε στόν Θεό,
βαπτίστηκε καί μετανόησε, τότε «ἔγινε ὄργανο τοῦ Θεοῦ. Σκεῦος ἐκλογῆς. Τά
λόγια του τό μαρτυροῦν: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός», πλέον
δηλαδή δέν ζῶ ἐγώ, ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός. Ἔτσι γίνεται καί μέ τόν χριστιανό,
δέν ζεῖ αὐτός, ἀλλά ὁ Χριστός μέσα του καί αὐτός γίνεται φορέας τοῦ Χριστοῦ.
Νά λοιπόν γιατί λέμε ὅτι εἴμαστε δοῦλοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό λέμε, ἀλλά τό
ζοῦμε; Ἄν τό ζούσαμε δέν θά εἴχαμε δικό μας θέλημα καί δική μας ἐπιθυμία,
ἀλλά θά ἤμασταν θεοκίνητοι καί πνευματοκίνητοι. «Ἐμοί γάρ τό ζῆν Χριστός καί
τό ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλ. 1,21). Ὁ θάνατος γιά τόν Ἀπόστολο καί γιά τόν κάθε
Χριστιανό εἶναι κέρδος, γιατί θά πάει στόν Ἠγαπημένο, ἀφοῦ τό πᾶν εἶναι ὁ
Χριστός.
39
«Ὁ ἀπόστολος Παῦλος φλεγόταν ἀπ’ τήν ἀγάπη γιά τόν Χριστό. Ἠ ταπείνωση τόν
ἀνέβασε ἐκεῖ. Νά καίγεσαι γιά τόν Θεό· αὐτό εἶναι τό πᾶν». Ὑπάρχουν τέτοιοι
ἄνθρωποι πού καίγονται ἀπό τήν ἀγάπη γιά τόν Θεό, τόν Θεῖο Ἔρωτα καί
βλέποντάς τους θεωρεῖς πώς εἶναι σέ ἄλλον κόσμο καί ὄντως εἶναι. Ὁ χριστιανός
δέν εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Μπορεῖ νά κυκλοφορεῖ ἀνάμεσά μας ἀλλά τό
πολίτευμά του εἶναι στόν οὐρανό.
«Ἄν ἔχετε ἀγάπη στόν πλησίον καί στόν Θεό, θά δώσει ὁ Θεός τήν ταπείνωση, θά
δώσει τόν Ἁγιασμό». Ὅλα αὐτά συνδέονται, γιά νά μήν πῶ ταυτίζονται. Ὅσο
ἀγαπᾶς τόν Θεό καί τόν πλησίον, τόσο ταπεινώνεσαι. Ὅταν ἀγαπᾶμε κάποιον,
τόν τιμᾶμε, τόν βάζουμε μπροστά ἀπό μᾶς. Ἄν ὁ ἄνδρας ἀγαπάει τή γυναίκα του,
θά τή βάλει πρώτη. Καί αὐτό εἶναι τό σωστό. «Ἄν δέν ἔχετε ἀγάπη στόν Θεό καί
στόν πλησίον, ἄν τεμπελιάζετε, θά σᾶς βασανίσει ὁ σατανᾶς, θά σᾶς ἐκδικηθεῖ ὁ
παλαιός ἄνθρωπος, θά σᾶς φταῖνε ὅλοι καί ὅλα, θά γκρινιάζετε λέγοντας: «Γιατί
τ’ ἄφησες αὐτό ἐδῶ, γιατί ἐκεῖ;». Καί θά νομίζετε, ὅτι δῆθεν φταῖνε οἱ δουλειές, ὁ
κόπος. Θά λέτε: «Τί θά γίνει μ’ αὐτή τήν κατάσταση πού ἔφθασα, πῶς φέρομαι
ἔτσι;», χωρίς νά καταλαβαίνετε ἀπό ποῦ προέρχεται αὐτή ἡ κατάσταση. Ἐνῶ
αὐτό εἶναι ἡ ἐκδίκηση τῶν ἐνστίκτων», λέει ὁ Γέροντας.
40
«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς ἐμπιστοσύνη -στήν
πρόνοια τοῦ Θεοῦ-, ἀλλά μέ ἄγχος, ἀγωνία, κατάθλιψη, ἀπελπισία, ἀποκτάει
ἀσθένειες σωματικές καί ψυχικές. Ἡ ψυχασθένεια, ἡ νευρασθένεια, ὁ διχασμός
εἶναι δαιμονικές καταστάσεις». Στούς Πατέρες δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ ὁρολογία, γι’
αὐτό δέν ἔχουν μιλήσει γιά αὐτά. Ἀλλά οἱ σύγχρονοι Πατέρες ὅλοι λένε ὅτι
οὐσιαστικά δέν ὑπάρχουν ψυχολογικά, ἀλλά πνευματικά προβλήματα. Μάλιστα
ἡ ἁγία Ματρῶνα, αὐτή ἡ τυφλή Ρωσίδα ἁγία, ἔλεγε ξεκάθαρα πώς δέν ὑπάρχουν
ψυχικές, ἀλλά πνευματικές ἀρρώστιες καί ἄνθρωποι παθιασμένοι ἀπό τούς
δαίμονες ἔχουν αὐτές τίς λεγόμενες ψυχικές ἀρρώστιες.Τούς σύγχρονους
ψυχολόγους καί ψυχιάτρους ὁ ἅγιος Πορφύριος, τούς ἀγαποῦσε πολύ, ὅπως καί
ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Κι ἐγώ τούς ἀγαπῶ, μήν περνάει ἀπό τό μυαλό
σας ὅτι δέν τούς ἀγαπᾶμε. Ὅλους τούς ἀνθρώπους τούς ἀγαπᾶμε, ἀλλά δέν
ἀγαπᾶμε αὐτά πού λένε καί αὐτά πού ὀνομάζουν ἐπιστήμη καί θεραπεία. Φυσικά
δέν ἀπορρίπτουμε ὅλα ὅσα λένε, γιατί χρειάζεται μερικές φορές ὁ ἄνθρωπος νά
πάρει κάποια φάρμακα, ὥστε νά συγκροτήσει τό νευρικό του σύστημα, γιατί
πολλές ἀπό αὐτές τίς πνευματικές ἀσθένειες ἔχουν ἀντίκτυπο στό νευρικό
σύστημα, τό ὁποῖο διαλύεται καί χρειάζεται κάποτε κάποια βοήθεια γιά νά
λειτουργήσει.
Ὅμως, ἡ ριζική θεραπεία δέν θά γίνει μόνο μέ αὐτήν τήν ἀγωγή. Αὐτή εἶναι ἴσως
ἡ ἀρχή γιά νά μήν πηδήξει ὁ ἄνθρωπος ἀπό κανένα μπαλκόνι. Ἀπό κεῖ καί μετά
θά πρέπει νά πάει νά βρεῖ τήν θεραπεία του μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τόν
Πνευματικό καί τήν εἰλικρινή μετάνοια. Τότε μόνο θεραπεύεται ἡ ἀρρώστια.
Διαφορετικά, ἡ ζωή μέ τά φάρμακα θά τοῦ διασφαλίσει μία καταστολή. Ὅλα
αὐτά λοιπόν, ἡ νευρασθένεια, ἡ ψυχασθένεια, ὁ διχασμός, εἶναι δαιμονικές
καταστάσεις, ἀλλά λέει ὁ Γέροντας Πορφύριος, πώς οἱ ἄθεοι ψυχολόγοι, ἐπειδή
δέν τούς συμφέρει νά μιλήσουν γιά τόν δαίμονα, γιατί θά φανοῦν γραφικοί καί
κολλημένοι, ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξη τῶν δαιμόνων πίσω ἀπό αὐτές τίς ἀρρώστιες.
41
«Δαιμόνιο εἶναι ἐπίσης καί ἡ ταπεινολογία. Τό λένε καί αἴσθημα κατωτερότητος».
Τό νά λέει ,δηλαδή, κανείς γιά τόν ἑαυτό του ταπεινά λόγια, ἀλλά στό βάθος νά
μήν τά πιστεύει. «Ἡ ἀληθινή ταπείνωση δέν μιλάει, δέν λέει ταπεινολογίες,
δηλαδή «εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀνάξιος, ἐλάχιστος πάντων…». Φοβᾶται ὁ ταπεινός
μήπως μέ τίς ταπεινολογίες πέσει στήν κενοδοξία. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν
πλησιάζει ἐδῶ». Γιατί αὐτή ἡ ταπεινολογία εἶναι μία κρυμμένη ὑπερηφάνεια καί
μία προβολή τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὥστε νά κερδίσουμε μάταιη δόξα παριστάνοντας
τόν ταπεινό. «Ἀντίθετα ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ βρίσκεται ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή
ταπείνωση, ἡ Θεία ταπείνωση, ἡ τελεία ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ἡ ἐξάρτηση ἀπό
Ἐκεῖνον», ὅταν εἶσαι κυριολεκτικά κρεμασμένος ἀπό τόν Θεό. Ὁ Θεός αὐτό
ἀκριβῶς θέλει, ὄχι γιά Ἐκεῖνον, ἀλλά γιά ἐμᾶς, γιατί αὐτό μόνο μᾶς ταιριάζει καί
μᾶς ὠφελεῖ. Ὅσο ἐμεῖς θέλουμε νά εἴμαστε ἀνεξάρτητοι, τόσο ὑποφέρουμε καί
βασανιζόμαστε. Ὁ Θεός πολλές φορές ἀπό τήν μεγάλη Του ἀγάπη μᾶς
ἀπομακρύνει ὅλα τά ἀνθρώπινα στηρίγματα, γιά νά κάνουμε τήν κίνηση νά
ἐξαρτηθοῦμε ἀπό Αὐτόν. Ἔτσι σοῦ παίρνει τήν δουλειά, τό παιδί, τήν ὑγεία, τό
σπίτι… καί ἐκεῖ πού θά πᾶς νά πεῖς: – Γιατί μοῦ πᾶνε ὅλα ἀνάποδα, καλύτερα νά
σκεφτεῖς – Ἐγώ φταίω, γιατί στηρίχτηκα στίς δυνάμεις μου καί προσπάθησα νά
ἐξασφαλιστῶ μέ ἀνθρώπινο τρόπο. Μέ τήν ἐξάρτηση λοιπόν ἀπό Ἐκεῖνον
ἔρχεται ἡ ἀληθινή ταπείνωση καί ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ.
«Αὐτό ἔχει μεγάλη ἀξία νά ὁδηγεῖσαι ἀπ’ τόν Θεό, νά μήν ἔχεις κανένα θέλημα.
Ὁ σκλάβος δέν ἔχει κανένα θέλημα», κάνει ὅ,τι καί ὅταν θέλει ὁ κύριός του.
Ἔτσι συμβαίνει καί στόν πιστό, γίνεσαι δοῦλος, ἀλλά στόν Θεό ἐλευθερώνεσαι.
Ἡ ὑπακοή εἶναι δρόμος γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Οἱ ἄνθρωποι οἱ καημένοι, οἱ
νέοι ἴσως περισσότερο παραπλανῶνται ἀπό αὐτό τό σύνθημα, λένε «έγώ δέν
θέλω τίποτα, θέλω νά εἶμαι ἐλεύθερος» καί ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό
πιστεύοντας ὅτι ἔτσι θά εἶναι ἐλεύθεροι καί καταλήγουν νά σκλαβώνονται
χειρότερα στά ναρκωτικά, στήν ἀνηθικότητα καί στόν διάβολο.
42
«Συμβαίνει, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ ὑποτακτικοῦ πού ἔχει τέλεια ἐμπιστοσύνη
στόν Γέροντά του κι ὁ Θεός τοῦ δίνει τήν Χάρη. Θυμηθεῖτε τόν προφήτη
Ἐλισσαῖο. Πῆρε τή μηλωτή καί χτύπησε τά νερά τοῦ ποταμοῦ καί δέν τά χώρισε
στά δύο, ὅπως τό ἔκανε ὁ προφήτης Ἠλίας, γιατί ὅ,τι ἔκανε, τό ἔκανε μέ ἐγωισμό
καί ὄχι μέ ταπείνωση. Μετά πού ταπεινώθηκε καί εἶδε ὅτι μόνος του δέν κάνει
τίποτα, ἐζήτησε μέ ταπείνωση τήν βοήθεια τοῦ Γέροντά του, τοῦ προφήτη Ἠλία,
καί πῆρε τήν Χάρη. Τά νερά ἐσχίστηκαν στά δύο καί ἔγινε δρόμος γιά νά
περάσει».
Βλέπετε καί οἱ ἅγιοι δέν εἰσακούονται ἀπό τόν Θεό, ὅταν ἐνεργοῦν μέ
ὑπερηφάνεια. Καί οἱ ἅγιοι κάνουν λάθη, μέ τη διαφορά ὅμως ὅτι μετανοοῦν. Ὁ
προφήτης Ἐλισσαῖος λοιπόν, πῆγε στήν ἀρχή μέ τήν δύναμή του, ἀλλά ὅταν
ἐπικαλέστηκε τήν εὐχή τοῦ πνευματικοῦ του, τοῦ προφήτη Ἠλία, τά κατάφερε.
Γι’ αύτό κι ἐμεῖς συνέχεια στήν Ἐκκλησία λέμε «Δι’ εὐχῶν τῶν ἁγίων
Πατέρων Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς». Ὁ Θεός δέν θέλει νά
πηγαίνουμε μόνοι μας, στηριζόμενοι στίς δυνάμεις μας, ἀλλά δι’ εὐχῶν τῶν
Πατέρων μας. Αὐτή ἡ προσευχή εἶναι παντοδύναμη. Διαβάστε στόν Εὐεργετινό
γιά ἕναν ἅγιο ὑποτακτικό, πού τόση εὐλάβεια εἶχε στόν Γέροντά του, ὥστε εἶχε
πάντοτε μαζί του γιά εὐλογία τό παπούτσι του! Μή σᾶς φαίνεται παράξενο.. Καί
κάποια φορά, περπατοῦσε στόν δρόμο καί εἶχε μία τραγική συνάντηση θά
λέγαμε. Μία μητέρα, ἡ ὁποία ἔχασε τό παιδί της, τοῦ ἔλεγε νά τῆς τό ἀναστήσει,
ὡς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι καί δέν τόν ἄφηνε νά φύγει. Ἐκεῖνος τότε
ἔβγαλε τό παπούτσι τοῦ Γέροντά του, τό ἀκούμπησε πάνω στό παιδί καί εἶπε
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δι’ εὐχῶν τοῦ Γέροντός μου ἀνάστησε τό παιδί» καί τό
παιδί ἀναστήθηκε! Καταλάβατε τί δύναμη ἔχει αὐτή ἡ προσευχή; Γιατί εἶναι
ταπείνωση καί ὅπου ὑπάρχει ταπείνωση ὑπάρχει καί ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι καί
ὁ προφήτης Ἐλισσαῖος, εἶπε δι’ εὐχῶν τοῦ Γέροντός μου καί ἄνοιξαν τά νερά τοῦ
Ίορδάνη καί πέρασε.
«Χρειάζεται βέβαια καί λίγη προσπάθεια, ἀλλά ἡ ἄκρα ταπείνωση δέν ἀποκτιέται
μέ τίς προσπάθειες καί τόν ἀγῶνα μόνο. Εἶναι ἀποτέλεσμα χάριτος». Ἡ ἀρχική
ταπείνωση, ἡ ταπεινοφροσύνη, εἶναι δική μας προσπάθεια. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἡ
τέλεια ταπείνωση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Γιά νά φτάσεις, ὅμως, στήν τέλεια
ταπείνωση, θά πρέπει νά περάσεις πρῶτα ἀπό τήν ἀρχική. Θά πρέπει νά δείξεις
στόν Θεό ὅτι θέλεις πράγματι τήν τέλεια ταπείνωση, κάνοντας τέλεια ὑπακοή στό
θέλημά Του. Ὅταν ὅμως εἶσαι μεμψίμοιρος καί τά βάζεις μέ τόν Θεό, τότε
δείχνεις ὅτι δέν θέλεις νά εἶσαι ταπεινός καί ἔτσι δέν φτάνεις ποτέ στήν τέλεια
ταπείνωση.
43
«Τό λέω ἐκ πείρας: ὅ,τι ἔχω τό ἔχω ἀπ’ τήν Χάρη». Βλέπετε οἱ ἅγιοι δέν μιλᾶνε
στοχαστικά. Δέν κάνουν μία θεολογία τοῦ γραφείου, ὅπως κάνουμε ἐμεῖς σήμερα
καί γράφουμε παίρνοντας καί κάποια βιβλιογραφία. Οἱ ἅγιοι ζοῦσαν καί
ἔγραφαν. Ἔτσι καί ὁ Γέροντας Πορφύριος τό ἔχει ζήσει καί τό λέει ὅτι ἡ τέλεια
ταπείνωση εἶναι δωρεά τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ σέ κάνει ταπεινό
πραγματικά. Ὁ ἄνθρωπος κάνει ἐνδεχομένως κάποιες προσπάθειες ἀλλά εἶναι
ὅλα ἀτελή. «»Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ
οἰκοδομοῦντες». Ὅλα τά δίνει ὁ Χριστός».
Ποιό εἶναι ὅμως τό δικό μας μερίδιο; «Νά εἴμαστε σέ ὅλα ταπεινοί· στή σκέψη,
στά λόγια, στή συμπεριφορά» καί στήν ἐξωτερική συμπεριφορά. Ἔχει σημασία
αὐτό. Νά μήν προβάλλεις τόν ἑαυτό σου, νά μήν θέλεις νά ἐπιβάλλεσαι, νά μήν
θέλεις νά ἀκούγεσαι. «Ποτέ νά μήν παρουσιαστοῦμε στόν Θεό καί νά ποῦμε:
«Ἔχω ἀρετές», ὅπως ἔλεγε ὁ Φαρισαῖος. «Ὁ Θεός δέν θέλει τήν ἀρετή μας». Ὁ
Θεός θέλει ἐμᾶς τούς ἴδιους. Θέλει νά εἴμαστε καθαροί ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί
ἀπό κάθε ἄλλο μολυσμό.
44
«Ἅμα θέλεις νά φιλοσοφήσεις, ὅλα θά τά ρίχνεις στόν κακό ἑαυτό σου καί θά
ταπεινώνεσαι πάντοτε». Ποτέ δέν θά ρίχνεις τό φταίξιμο στόν Θεό, ποτέ στόν
πλησίον. Ποτέ δέν φταίει ὁ Θεός ἤ ὁ πλησίον, ἀλλά ἐμεῖς γιατί παραβαίνουμε τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁπότε μετά ἔρχονται οἱ συνέπειες. Ὅπως ἕνας κακός ὁδηγός
πού ρίχνει τό αὐτοκίνητο στά χωράφια. Δέν φταίει τό αὐτοκίνητο, οὔτε ὁ δρόμος,
ἀλλά ἡ δική του ἀπροσεξία. Δέν πρέπει νά τά βάλει οὔτε μέ τό κράτος πού δέν
φτιάχνει καλούς δρόμους, οὔτε μέ τό αὐτοκίνητο. Μέ τόν ἑαυτό του πρέπει νά τά
βάλει. Ἔτσι πρέπει νά κάνουμε σέ ὅλες τίς περιπτώσεις καί νά ταπεινωνόμαστε
πάντοτε.
«Εἶναι ταπείνωση νά πιστεύεις ὅτι ὅλοι εἶναι καλοί». Μεγάλη ταπείνωση. Συνήθως
ὅλοι κατακρίνουν ὅλους. Τό βλέπετε καθημερινά… Ἄν ἀνοίξετε τήν τηλεόραση
ἀκοῦτε μόνιμα κατακρίσεις. Ὁ ἀληθινά ταπεινός ἄνθρωπος δέν κατακρίνει κανέναν
καί πιστεύει ὅτι ὅλοι εἶναι καλοί καί ἅγιοι. Θυμηθεῖτε τόν τσαγκάρη, ὁ ὁποῖος δίδαξε
τόν Μέγα Αντώνιο, ὅταν ὁ ἅγιος εἶχε τόν λογισμό ὅτι προχώρησε στήν ἀρετή καί
εἶπε στόν Θεό «ἄραγε ὑπάρχει ἄλλος σάν κι ἐμένα;». Βλέπετε ἀκόμα κι ἕνας ἅγιος
κάνει τέτοιους λογισμούς, γιατί ὅσο εἴμαστε σ’ αὐτή τή ζωή εἴμαστε τρεπτοί καί
μπορεῖ νά πέσουμε, ἔστω καί γιά λίγο, σέ μεγάλες πλάνες. Ἔτσι καί ὁ ἅγιος ἔκανε
αὐτόν τόν ὑπερήφανο λογισμό, ἐνῶ ὁ λογισμός πού πρέπει νά ἔχει ὁ χριστιανός
πάντοτε εἶναι ὅτι: εἶμαι ὁ πιό ἁμαρτωλός ἄνθρωπος ἀπ’ ὅλους. Καί ὁ Θεός, γιά νά
τόν παιδαγωγήσει, τοῦ λέει «Θέλεις νά βρεῖς ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι ὄχι σάν κι
ἐσένα ἀλλά ἀνώτερος ἀπό σένα; Ἄφησε λοιπόν τήν ἔρημο καί πήγαινε στήν
Ἀλεξάνδρεια, μέσα στό κοσμικό κέντρο. Πήγαινε στόν τάδε τσαγκάρη καί θά
διαπιστώσεις πώς εἶναι καλύτερος ἀπό ἐσένα». Ὁ Μέγας Ἀντώνιος πῆγε, τόν βρῆκε
καί τόν ρώτησε τί κάνει καί ποιά εἶναι ἡ πνευματική του ἐργασία. Ἐκεῖνος ἀρνιόταν
ὅτι κάνει κάτι σημαντικό καί τοῦ ἔλεγε ὅτι ἁπλά φτιάχνει παπούτσια. Ὁ Ἅγιος
ἐπέμενε καί τοῦ εἶπε ὅτι ἔχει πληροφορία ἀπό τόν Θεό γιά τήν πνευματική του
ἐργασία. Τότε ὁ τσαγκάρης εἶπε «Δέν ἔχω κάποια πνευματική ἐργασία, ἁπλῶς ἔχω
ἕναν λογισμό. Ὁ λογισμός μου εἶναι: κάθε πρωί πού ξυπνάω, σκέφτομαι ὅτι ὅλοι ἐδῶ
στήν Ἀλεξάνδρεια σώζονται καί μόνο ἐγώ χάνομαι». Αὐτόν τόν λογισμό εἶχε. Ἦταν
ταπεινός ἄνθρωπος καί αὐτό τόν εἶχε βάλει πάνω ἀπό τόν Ἅγιο Ἀντώνιο. Ὁ Θεός τοῦ
ἔδειξε δηλαδή τήν μεγάλη ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης. Αὐτό εἶναι μία ἀπάντηση σέ
ὅσους λένε πώς ὅσοι βρίσκονται μέσα στόν κόσμο δέν μποροῦν νά ἁγιάσουν. Αὐτός
ἦταν ἕνας τσαγκάρης, μέσα στόν κόσμο, μέ οἰκογένεια κι ὅμως ἦταν πάνω ἀπό τόν
Μέγα Ἀντώνιο!
«Κι ἄν ἀκούεις γιά κάποιον κάτι ἀρνητικό, νά μήν τό πιστεύεις». Σήμερα ἀκοῦμε
συνέχεια σκάνδαλα ἀπό τίς τηλεοράσεις, τίς ἐφημερίδες, τά περιοδικά, γιατί βέβαια
κερδίζουν χρήματα ἀπό αὐτά. Τά περισσότερα ἀπό αὐτά εἶναι κατασκευασμένα
ψέματα κι ὅμως ὁ κόσμος ἀρέσκεται σ’ αὐτά, γιατί ἔχει ὑπερηφάνεια, ἐγωισμό καί
τοῦ ἀρέσει νά μαθαίνει γιά τήν κακία τῶν ἄλλων, γιατί στερεώνεται ἡ δική του
πεποίθηση ὅτι «ἐμεῖς εἴμαστε καλοί, δέν εἴμαστε σάν κι αὐτούς πού κάνουν
σκάνδαλα». Ἔτσι τονώνεται ὁ ἐγωισμός μας. Νά γιατί μᾶς ἀρέσει νά μαθαίνουμε τά
45
σκάνδαλα. Ἄν ἤμασταν ταπεινοί δέν θά μᾶς ἄρεσε καί δέν θά ἀνοίγαμε αὐτό τό κουτί
τοῦ διαβόλου.
«Ὅλους νά τούς ἀγαπάεις καί νά μήν σκέπτεσαι γιά κανέναν κακό καί γιά ὅλους νά
προσεύχεσαι. Δέν θέλεις ἄλλη φιλοσοφία. Ἡ καρδιά τοῦ κενόδοξου δέν μπορεῖ νά
ταπεινωθεῖ». Ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει τήν μάταιη δόξα τοῦ κόσμου, πού θέλει νά
φαίνεται καλός, θέλει νά τόν ἀγαπᾶνε καί νά τόν ἀποδέχονται, δέν μπορεῖ νά
ταπεινωθεῖ, ἄν δέν ἀποβάλλει αὐτήν τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσει στούς ἄλλους.
«Ὅταν τόν ἐλέγχουν ἤ νουθετοῦν», τόν κενόδοξο, «ἀντιλέγει ἔντονα». Καί λέει: –
Ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά μέ ἐλέγξεις; Ξέρεις ποιός εἶμαι ἐγώ; «Ἐνῶ, ὅταν τόν
ἐπαινοῦν καί τόν κολακεύουν, φέρεται ἄπρεπα». Καί τήν χαρά του, δηλαδή, τήν
ἐκδηλώνει ἄπρεπα. Κανονικά δέν πρέπει νά χαίρεται, ὅταν τόν κολακεύουν, γιατί
οὐσιαστικά τοῦ λένε ἕνα ψέμα καί χαίρεται μέ τό ψέμα.
«Ὁ κενόδοξος τήν ψυχή του τήν ἀποξενώνει ἀπό τήν αἰώνια ζωή. Τελικά ὁ ἐγωισμός
εἶναι σκέτη κουταμάρα! Ἡ κενοδοξία μᾶς κάνει κούφιους. Ὅταν κάνουμε κάτι γιά νά
ἐπιδειχθοῦμε, καταντοῦμε ἄδειοι ψυχικά». Εἴμαστε ἄδειοι, γιατί φεύγει ἡ χάρις τοῦ
Θεοῦ. Ξέρετε οἱ ἄνθρωποι δέν διακρινόμαστε σέ καλούς καί κακούς, ἀλλά σέ
ἄδειους καί γεμάτους. Σέ ἄδειους ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί σέ γεμάτους μέ τήν
χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄδειος εἶναι ἄδειος, γιατί ἔχει ὑπερηφάνεια ἤ κενοδοξία, πού εἶναι
τά κορυφαῖα πάθη. Γι’ αὐτό λέει ὁ Γέροντας Πορφύριος ὅτι εἶναι μία κουταμάρα
αὐτό, γιατί μέ ἕναν ὑπερήφανο λογισμό, νιώθεις αὐτό τό ἄδειασμα ἀπό τήν χάρη τοῦ
Θεοῦ, ἄν εἶσαι ζωντανός βέβαια. Ἄν εἶσαι νεκρός δέν καταλαβαίνεις τίποτα… Καί
μέ ἕναν ταπεινό λογισμό, νιώθεις αὐτό τό γέμισμα.
46
πλακώνει ἠ ἀρρώστια μου ἀπό κεῖ καί τίποτα δέν μπορῶ νά κάνω». Βλέπετε πόσο
καί ὁ ἴδιος ταπεινώνεται τώρα. «Ὅμως ἀγωνίζομαι. Θέλω νά γίνω πιο καλός, θέλω
νά λατρεύω τόν Θεό μέ ἀγάπη, μέ λαχτάρα καί κάνω ὄνειρα καί κάνω προσπάθεια,
ἀλλά δέν γίνεται τίποτα. Ὅμως αὐτό μοῦ δίνει χαρά καί μιά ἱκανοποίηση ὅτι
ἐπιτέλους προσπαθῶ ν’ ἀγαπήσω τόν Χριστό. Δέν τό ἔχω κατορθώσει, ἀλλά το
ἐπιθυμῶ».
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Μία μητέρα καυχιόταν καί ἔλεγε, ὅτι ἡ γέννηση ἑνός παιδιοῦ εἶναι δημιουργία,
εἶναι χαρά, ἄρα εἶναι ἕνα πολύ σπουδαῖο γεγονός. Τῆς εἶπα ὅτι στήν Ἐκκλησία στούς
ἁγίους γιορτάζουμε τήν κοίμηση καί ἁπλῶς ἀναφέρουμε τήν ἡμέρα γεννήσεώς τους.
Ἑπομένως, πρέπει νά γιορτάζουμε τά γενέθλια τοῦ παιδιοῦ, ἐνῶ ἡ παράδοσή μας λέει
ὅτι δέν γιορτάζουμε τά γενέθλια; Γιατί χρησιμοποιοῦμε καί εὐαγγελικά
ἀναγνώσματα μερικές φορές καί παραποιοῦμε τήν ἀλήθεια…
Ἀπ. : Ἡ παράδοση πού λέει ὅτι πρέπει νά γιορτάζουμε τά γενέθλια εἶναι κάκιστη καί
προέρχεται ἀπό τήν Δύση, δηλαδή ἀπό τούς ἄθεους.. Ἡ παράδοσή μας εἶναι νά
γιορτάζουμε τόν Ἅγιό μας. Πολλά παιδιά δέν ξέρουν κἄν πότε γιορτάζει ὁ Ἅγιός
τους, ἀλλά ξέρουν πολύ καλά πότε γεννήθηκαν. Αὐτό εἶναι καρπός τοῦ ἐγωισμοῦ καί
τῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ἔχει θρέψει γενιές καί γενιές, ἰδίως τίς τελευταῖες γενιές.
Αὐτή ἡ ἄθεη ἀγωγή πού ἔχει ἔρθει ἀπό τήν Δύση λέει ὅτι πρέπει νά τονώσεις στό
παιδί τήν αὐτοπεποίθησή του, νά τό μάθεις νά στηρίζεται στόν ἑαυτό του, νά παλεύει
στή ζωή του, γιατί ἄν δέν μάθει νά παλεύει, νά εἶναι ἀνταγωνιστικός καί νά ἔχει
έφόδια, τίποτα δέν θά πετύχει στή ζωή του. Ἡ ἀγωγή αὐτή δέν κάνει καμία ἀναφορά
στόν Θεό, στήν ἐμπιστοσύνη στήν Θεία Πρόνοια. Πρόκειται γιά μία τέλεια
αὐτονόμηση ἀπό τόν Θεό. Αὐτό εἶναι ὁ μεγάλος ἐγωισμός τῶν γονέων, οἱ ὁποῖοι
ἔχουν κάνει κέντρο τόν ἑαυτό τους καί τό παιδί τους. Αὐτό εἶναι πλήρης ἀποτυχία.
Γι’ αὐτό σήμερα ἔχουμε τόσους πολλούς κατεστραμμένους ἀνθρώπους, γιατί χωρίς
τόν Θεό δέν μπορεῖς νά κάνεις τίποτα. Εἶναι σαφέστατος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ἄρα, ὅποιοι λένε ὅτι πρέπει νά γιορτάζουμε τά γενέθλια καί ὄχι τόν Ἅγιό μας, εἶναι
ἀκριβῶς ἡ ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ πνεύματος, ὅτι «ἐγώ εἶμαι τό κέντρο. Δέν εἶναι τό
κέντρο ὁ Θεός οὔτε οἱ θεοφόροι ἅγιοι. Δέν μᾶς προστατεύουν οἱ ἅγιοι, ἀλλά ἐμεῖς
προστατεύουμε τόν ἑαυτό μας, ἄντε καί λίγο οἱ γονεῖς μας…». Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ
μεγάλη καταστροφή. Δέν πρέπει νά ἀφήσουμε αὐτό τό πνεῦμα νά μπεῖ μέσα μας. Μά
θά πεῖτε «ὅλοι γύρω μας τό κάνουν». Ἄς τό κάνουν. Μά «δέν θά πᾶμε στά γενέθλια
τοῦ γείτονα, τοῦ συγγενή;» Ὄχι δέν θά πᾶμε, σάν ἀντίδραση σ’ αὐτό τό πνεῦμα.
Κάποιος πρέπει νά τό σταματήσει αὐτό τό κακό. Ἄν δέν τό κάνουμε ἐμεῖς οἱ
47
χριστιανοί, ποιός θά τό κάνει; Μά θά πεῖτε «θά ἀπομονωθοῦμε, θά γίνουμε
ἀντικοινωνικοί…». Ἄν ἐννοεῖτε ἔτσι τήν ἀντικοινωνικότητα, ναί θά γίνετε
ἀντικοινωνικοί. Ἀληθινά ἀντικοινωνικός ὅμως εἶναι αὐτός πού δέν κοινωνεῖ τήν Θεία
Κοινωνία, δέν κοινωνεῖ μέ τόν Θεό.
Ὁ τυφλός τῆς παραβολῆς ἔγινε ἀντικοινωνικός. Τόν ἀπέρριψαν καί οἱ γονεῖς του.
Δέν τόν ὑπερασπίστηκαν, γιατί φοβήθηκαν μήν γίνουν ἀποσυνάγωγοι. Ὁ ἴδιος ὅμως
δέν φοβήθηκε καί τόν πέταξαν ἔξω ἀπό τήν συναγωγή, τόν ἔκαναν ἀποσυνάγωγο,
τόν ἀφόρισαν οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι, οἱ θρησκευόμενοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Δέν τοῦ ἐπέτρεπαν νά πηγαίνει στήν συναγωγή, ἄρα θεωρητικά ἦταν ξεκομμένος ἀπό
τόν Θεό. Ἦταν ὅντως ξεκομμένος ἀπό τόν Θεό; Κάθε ἄλλο! Αὐτό φάνηκε ἀμέσως.
Μόλις τόν ἀφόρισαν, πῆγε ὁ Χριστός καί τόν βρῆκε καί τοῦ λέει «Ἐσύ πιστεύεις
στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ»; Ὁ ἄνθρωπος ἀπάντησε «Ποιός εἶναι Κύριε, πές μου νά
πιστέψω». Ὅταν ὁ Χριστός τοῦ φανέρωσε ὅτι ἦταν αὐτός ὀ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἔπεσε καί
Τόν προσκύνησε. Ἄν θέλουμε λοιπόν νά εἴμαστε μέ τόν Χριστό, πολλές φορές – γιά
νά μήν πῶ πάντα – θά εἴμαστε μόνοι μας. Καί δέν πρέπει νά φοβόμαστε νά εἴμαστε
μόνοι μας. Νά ξέρετε δέν θά εἴμαστε μόνοι μας. Ὑπάρχουν πάρα πολλοί πού δέν
ἔχουν προσκυνήσει τόν Βάαλ… Ἄν θέλουμε ὅμως νά εἴμαστε μέ τούς πολλούς, τότε
δέν θά εἴμαστε μέ τόν Χριστό, γιατί οἱ πολλοί, δηλαδή ὁ κόσμος, εἶναι ἐχθρός τοῦ
Θεοῦ καί μακρυά ἀπό τόν Θεό. Δέν πρέπει νά συμβιβαζόμαστε καθόλου μέ τό
κοσμικό πνεῦμα.
Ἐρ. : Ἄν κάποιος ἀπό τό συγγενικό μας περιβάλλον ἔχει ὅλα τά συμπτώματα τῆς
καταθλίψεως καί καταλήγει σέ ἀντικαταθλιπτικά χάπια, οἱ οἰκεῖοι του πῶς πρέπει νά
συμπεριφέρονται, τί στάση νά κρατοῦν; Συμπόνοιας, ἀγάπης… σκληρότητας;
Ἀπ. : Καταρχήν πρέπει νά προστατέψουν τόν ἑαυτό τους, νά μήν πάθουν κι αὐτοί
κατάθλιψη. Ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος ὅτι αὐτά τά μικρόβια εἶναι μεταδοτικά,
σάν τά μυγάκια πηγαίνουν ἀπό τόν ἕναν στόν ἄλλο. Δέν εἶναι ἀστεῖο αὐτό, εἶναι
ἀλήθεια. Γιατί; Γιατί ἔλεγε ὅτι ἡ κατάθλιψη εἶναι δαιμονική ἐνέργεια, δαιμονικό
πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔρχεται στόν ἄνθρωπο, λόγω τῆς ὑπερηφάνειας καί τόν κυριεύει.
Αὐτό τό πνεῦμα πηδάει ἀπό τόν ἕναν στόν ἄλλον. Ἄρα πρέπει νά προστατεύονται
ἀπό αὐτό τό πνεῦμα. Πρέπει νά ἔχουν πνευματική ζωή, νά ἐξομολογοῦνται στόν
Πνευματικό, νά κοινωνᾶνε τακτικά, νά προσεύχονται πολύ. Ἔτσι θά τούς φωτίσει ὁ
Θεός… καί πάντοτε βέβαια μέ ἀγάπη, μέ καλοσύνη… Μετά κι αὐτοί θά βοηθήσουν
μέ ἀγάπη τόν ἄνθρωπο πού ὑποφέρει νά βρεῖ κι αὐτός τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Γιατί
μόνο ἔτσι θά μπορέσει νά θεραπευτεῖ ριζικά, ἀλλιῶς θά βρίσκεται σέ μία καταστολή.
Ἄς κάνουν λοιπόν τήν πνευματική ζωή σωστά καί μετά ὁ Θεός κάθε στιγμή θά τούς
φωτίζει. Πάντοτε ὅμως μέσα στήν ἀγάπη καί στήν προσευχή. Χρειάζεται πολλή
διάκριση. Ποτέ μέ σκληρότητα. Ὁ χριστιανός δέν εἶναι ποτέ σκληρός. Ὅπως καί ὁ
Χριστός μας δέν ἦταν σκληρός. Ἦταν μόνο φαινομενικά σκληρός μέ τήν βλασφημία
κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅπως τότε πού οἱ ἄνθρωποι πῆγαν μέσα στόν ναό
πουλώντας καί κάνοντας οὐσιαστικά μέ αὐτόν τόν τρόπο εἰδωλολατρία μέσα στόν
48
ναό. Τότε μόνο ὁ Χριστός πῆρε τό μαστίγιο καί τούς ἔβγαλε ἔξω. Ἦταν σκληρός καί
μέ τήν ὑποκρισία, μέ τούς γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους. Τούς εἶπε «Οὐαί! Εἶστε
τάφοι κεκονιαμένοι. Ἀπό ἔξω εἶστε μάρμαρο καί ἀπό μέσα εἶστε σκουλήκια, βρωμιά
καί δυσωδία» (Ματθ. 14,27). Μ’ αὐτούς ἦταν σκληρός. Αὐτοί βλασφημοῦσαν τό
Ἅγιο Πνεῦμα, γιατί δέν μετανοοῦσαν.
Καί πάλι λέει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅτι μέ ἕναν τέτοιο ἀμετανόητο ἄνθρωπο δέν θά
πρέπει νά κάνεις παρέα, ἀκόμα κι ἄν εἶναι πολύ δικός σου. Γι’ αὐτό πρέπει νά
παίρνουν καθοδήγηση ἀπό Πνευματικό. Δέν μποροῦμε νά δώσουμε μιά γενική
συνταγή, ἀλλά προσωπική. Λέει ὁ Χριστός «ἄν σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου, βγάλτο.
Ἄν σέ σκανδαλίζει τό χέρι σου, κόψτο» (Ματθ. 5,29-30). Ἔτσι, ἄν ἔχεις κοντά σου
ἕναν ἀμετανόητο ἄνθρωπο, πού μπορεῖ νά σέ πάει στήν κόλαση, δέν εἶναι ἀγάπη νά
εἶσαι δίπλα του καί νά τοῦ κάνεις τά χατίρια. Αὐτό θά σέ ὁδηγήσει καί σένα στήν
κόλαση. Οὔτε εἶναι σκληρότητα νά τοῦ πεῖς, ὅτι δέν μπορεῖς νά συνεχίσεις μαζί του.
Θά συνεχίσεις νά τόν ἀγαπᾶς στήν καρδιά σου, ἀλλά δέν πρέπει νά εἶσαι κοντά του,
στήν ζωή του γιά συμπαράσταση. Αὐτό δέν τόν βοηθάει, ἀντίθετα κατά κάποιον
τρόπο τοῦ δίνει τήν πεποίθηση ὅτι βαδίζει σωστά. Αὐτό δέν θεραπεύει. Καί ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος τότε πού ἁμάρτησε ἐκεῖνος ὁ Κορίνθιος, τούς εἶπε νά τόν
βγάλουν ἀπό τήν ἀδελφότητα, γιά νά τόν βοηθήσουν νά μετανοήσει. Μόνο ἔτσι
βοηθιοῦνται οἱ ἀμετανόητοι ἄνθρωποι.
Ἐρ.:Εἴπαμε ὅτι δέν πρέπει νά ἔχουμε δικό μας θέλημα. Κάποιος πού, ἄς ποῦμε, θέλει
νά παντρευτεῖ ἤ νά πάει στό μοναστήρι δέν ἔχει ἴδιο θέλημα;
Ἀπ.:Ἔχει ἴδιο θέλημα, ἀλλά ἀκόμα καί αὐτό τό θέλημα τό ἀφήνει στόν Θεό καί λέει
«Θεέ μου, ἄν καί Ἐσύ τό θέλεις, βοήθησέ με». Τότε ὁ Θεός, εἰδικά σ’ αὐτό τό θέμα
πού μέ ρωτᾶτε, θέλει ὅ,τι θέλουμε κι ἐμεῖς. Γιατί πολλοί νέοι ἄνθρωποι μπερδεύονται
καί σκέφτονται «τί θέλει ἀπό μένα ὁ Θεός»; Ἐσύ τί θέλεις; Πρῶτα αὐτό νά
ξεκαθαρίσεις. Ἐσύ θέλεις νά πᾶς στό μοναστήρι ἤ νά παντρευτεῖς; Ὅ,τι θέλεις ἀπό
αὐτά τά δύο τό εὐλογεῖ ὁ Θεός, γιατί καί τά δύο αὐτά εἶναι εὐλογημένα. Μήν χάνεις
καιρό μέ τέτοια διλήμματα. Πάντα ἀφήνουμε τό θέλημά μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός, ἄν κάτι δέν εἶναι πρός ὠφέλειά μας, θά τό σταματήσει, θά μᾶς βάλει
ἐμπόδια καί μέ τή βοήθεια καί τοῦ Πνευματικοῦ, ξεκαθαρίζει τό τοπίο.
Ἐρ.:Ἤθελα νά σᾶς ρωτήσω πάτερ, ἐπειδή ζοῦμε στά ἔσχατα.. γιά την κάρτα τοῦ
πολίτη…
49
Ἀπ.:Δέν εἶναι ἁπλά καλύτερο, ἀλλά ἐπιβάλλεται νά κάνουμε ἐνέργειες, κατά
συνείδηση, μέ τόν Πνευματικό του ὁ καθένας. Ἕνας τρόπος θά ἦταν νά στείλουμε
διαμαρτυρίες, πρῶτα πρῶτα στήν ἐκκλησιαστική μας ἀρχή. Νά μᾶς δώσει ἀπάντηση
ὁ Σεβασμιώτατος, ἄν πρέπει νά τήν πάρουμε ἤ ὄχι. Ἄν τό κάνουμε ὅλοι αὐτό, θά
μιλήσουν, γιατί βλέπετε ὅτι δέν μιλᾶμε. Τό εὐχάριστο ὅμως εἶναι ὅτι τό Ἅγιον Ὄρος
μίλησε καί εἶπε ξεκάθαρα «ΟΧΙ», σύμφωνα μέ τόν Γέροντα Παΐσιο.
Ἐρ.: …………..
Ἀπ.:Ἔ, τί νά σᾶς πῶ… Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἔλεγε, πάρτε κανένα χωραφάκι νά ἔχετε.
Ἀλλά ἡ ἐλπίδα μας εἶναι ὁ Χριστός, δέν εἶναι τά χωράφια…
Ἐρ.:Στήν προηγούμενη ὁμιλία σας εἴπατε ὅτι ὅλα προέρχονται ἀπό τόν Θεό. Ἐμεῖς
ξέρουμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀπείραστος καί δέν πειράζει κανέναν. Πῶς γίνεται νά
ἔχουμε πειρασμούς;
Ἀπ.:Ἔχουμε πειρασμούς, ἐκ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας, ὅπως λέει καί ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ
Ἀδελφόθεος, «ἔκαστος ὑπό τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας πειράζεται» (Ἰακ. 1,14).
Δημιουργοῦμε ἐπιθυμίες καί θελήματα, ὁπότε εἶναι λογικό νά πέσουμε σέ
πειρασμούς. Δέν εἶναι ὅτι ὁ Θεός μᾶς στέλνει κακά, μόνοι μας τά φτιάχνουμε.
Δημιουργοῦμε ἐμεῖς τίς ἐπιθυμίες καί ὅταν αὐτές δέν πραγματοποιοῦνται,
θυμώνουμε καί στεναχωριόμαστε. Ἄν μάθουμε ἀπό τήν ἀρχή νά μήν θέλουμε τίποτα,
δέν θά στενοχωριόμαστε γιά τίποτα. Θά λέμε «Θεέ μου, ὅ,τι μοῦ δώσεις… νά εἶναι
δοξασμένο τό ὄνομά Σου». Θά χαιρόμαστε μέ ὅλα καί ὅλα θά γίνονται ὅπως τά
θέλουμε.
Ἀπ.:Ὄχι βέβαια, γιατί αὐτό δέν τό λέει ὁ Θεός. Ὑπάρχουν δύο θελήματα. Τό κατ’
εὐδοκία θέλημα, δηλαδή αὐτό πού ὁ Θεός θέλει ξεκάθαρα καί τό ἐκφράζει μέ τίς
ἐντολές. Ὑπάρχει καί τό κατά παραχώρηση θέλημα, ὅπου ὁ Θεός παραχωρεῖ κάποια
πράγματα, γιατί μᾶς ἔχει φτιάξει ἐλεύθερους. Παραχωρεῖ νά ἁμαρτάνουμε. Θέλει ὁ
Θεός νά ἁμαρτάνουμε; Ὄχι βέβαια. Ἀλλά καί πάλι τό παραχωρεῖ. Εἶναι τό δεύτερο
θέλημα τό παραχωρητικό. Μά βγαίνει κάτι καλό ἀπό τήν ἁμαρτία; Ἔλεγε ὁ Γέροντας
Παΐσιος ὅτι βγαίνει καλό καί ἀπό τήν ἁμαρτία. Καί ἐμεῖς τό λέμε, γιατί ὅταν ὁ
ἄνθρωπος ἔχει πολλή κοπριά καί τήν βάλει στό δέντρο τῆς μετάνοιας, τό δέντρο τῆς
μετάνοιας θά φουντώσει. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι πού πιάνουν πάτο, μετά
ἐκτοξεύονται καί μετανοοῦν. Πολλοί, λόγω τοῦ μεγάλου ἐγωισμοῦ, πρέπει νά
πιάσουν πάτο γιά νά μετανοήσουν, δέν μετανοοῦν νωρίτερα.
50
Έμπλέκεται δηλαδή καί ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία σέ ὅλα τά γεγονότα. Γι’ αὐτό μήν τά
φορτώνουμε ὅλα στόν Θεό. Ἀλλά καί αὐτή ἀκόμα ἡ ἐλευθερία λειτουργεῖ γιά τό
καλό μας.
Ἀπ. : Σᾶς εἶπα δέν ὑπάρχουν καλοί καί κακοί. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἄδειοι καί
γεμάτοι. Γεμάτοι μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἤ χωρίς τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : Ποιά ἡ διαφορά τοῦ πειρασμοῦ ἀπό τήν δοκιμασία; Ὁ διάβολος τί ρόλο παίζει;
Τό ὅτι δέν χωνεύουμε κάποιον ἤ ζηλεύουμε ἀπό τόν Θεό εἶναι;
Ἀπ. : Εἶναι παραχώρηση τοῦ Θεοῦ στήν ἐλευθερία μας. Δέν εἶναι δηλαδή τό κατ’
εὐδοκία, ἀλλά τό κατά παραχώρηση θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Σέ ὅλα αὐτά πού ρωτᾶτε ἐμπλέκεται ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Καί ἄν ὁ ἄνθρωπος
θέλει νά εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, θά ἐπιδιώκει πάντοτε νά κάνει τό κατ’ εὐδοκίαν
θέλημα καί ὄχι τό κατά παραχώρηση. Τό κατ’ εὐδοκίαν θέλημα εἶναι νά τηρεῖ τίς
ἐντολές. Ὀπότε τό ζητούμενο σέ μᾶς εἶναι νά μάθουμε τίς ἐντολές. Γι’ αὐτό κάνουμε
τά κηρύγματα καί τίς ὁμιλίες. Πρέπει δηλαδή νά μάθουμε, τί θέλει ὁ Θεός, τό κατ’
εὐδοκία θέλημα, καί νά μήν πέφτουμε στό ἄλλο, στό παραχωρητικό θέλημα, νά
ἁμαρτάνουμε δηλαδή, γιατί μετά θά μαθαίνουμε ἀπό αὐτά πού θά παθαίνουμε. Ἔτσι
ὄμως, κατά κάποιον τρόπο, σχεδόν ἀναγκαστικά θά ὁδηγούμαστε στή μετάνοια, γιατί
ἄν δέν μετανοήσεις καί σκληρυνθεῖς στήν κακία καί στήν πτώση, αὐτό εἶναι ἡ
ἀπώλεια, εἶναι δαιμονικό πράγμα. Τά λέμε αὐτά ἐδῶ, γιά νά τά μαθαίνουμε, ἀλλά
κυρίως νά ἐφαρμόσουμε ὅσα μαθαίνουμε. Ἄν ὅμως δέν βάλουμε στήν πράξη, ὅσα
ἀκοῦμε, τότε δέν μαθαίνουμε τίποτα τελικά. Ἡ ἀληθινή μάθηση εἶναι ἡ πράξη καί
ὄχι τό νά ἀκούσουμε ἁπλῶς. Πολλά ἀκοῦμε, ἀλλά τί ἐφαρμόζουμε;
Ἀπ. : Εἶναι πολύ σημαντικό τό νά βάζουμε κάθε μέρα καλές συνήθειες. Ὁ νόμος τῆς
συνήθειας εἴτε πρός τό καλό, εἴτε προς τό κακό, λειτουργεῖ πάντοτε. Ὅταν
ἁμαρτάνουμε, προάγεται ἡ κακή συνήθεια καί ὅταν κάνουμε μία καλή πράξη,
προάγεται ἡ καλή συνήθεια. Ὅταν λοιπόν κάθε στιγμή προσπαθοῦμε νά ἀξιοποιοῦμε
τό κάθε δευτερόλεπτο γιά τό καλό, σιγά-σιγά ἀποκτοῦμε τήν καλή συνήθεια καί
γίνεται τελικά μία δεύτερη φύση τό καλό μέσα μας.
Ἐρ. : Λέει κάτι ὁ προφήτης Ἡσαΐας, πού ἀκοῦμε γιά ἔσχατες μέρες κλπ, ὅτι οἱ
δοῦλοι Μου πού Μέ ἐμπιστεύονται, θά ἔχουν νά φᾶνε… Αὐτοί, λέει, πού δέν Μέ
θέλουν, θά ὑποστοῦν τά δεινά. Δηλαδή, ἤ θέλουμε τόν Θεό κι ἄς ἔρχονται δύσκολες
μέρες καί θά μᾶς ταΐσει καί θά μᾶς σώσει, ἤ δέν Τόν θέλουμε καί ὅ,τι κάνουμε τό
κάνουμε γιά τόν ἑαυτό μας.
51
Ἀπ. : Μάλιστα. «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν, οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον
οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Ἄς εἴμαστε γενεά ἐκζητούντων τόν Κύριον
καί δέν θά φοβηθοῦμε.
52
Αὐτομεμψία (Εὐεργετινός)
Ὑπόθεσις ΜΕ΄ ἀπό τό βιβλίο τοῦ Εὐεργετινοῦ: «Ὅτι χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ
ταπεινόφρονος εἶναι τό νά μέμφεται τόν ἑαυτό του, νά τόν ἐξουθενώνει καί νά
θεωρεῖ ὅτι δέν ἀξίζουν τίποτε ὅσα καί ὁποιαδήποτε καλά κι ἄν κάνει. Ποιές εἶναι οἱ
ἰδιότητες τῆς ταπεινοφροσύνης καί ποιοί οἱ καρποί της». Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος τῆς
ὑποθέσεως. Ὁ Εὐεργετινός εἶναι ἕνα πάρα πολύ πνευματικό βιβλίο, τό ὁποῖο ἔχει
θέματα λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀπό τό Γεροντικό, ἀπό τόν Ἅγιο Ἐφραίμ, ἀπό τόν
Ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο, ἀπό τούς ἀσκητικούς Πατέρες καί ὄχι μόνο, γιατί ὅλοι οἱ
Πατέρες εἶναι ἀσκητικοί καί ὅλοι εἶναι κοινωνικοί. Εἶναι ψευδής αὐτή ἡ διάκριση
πού γίνεται ἀπό κάποιους στούς Πατέρες.
Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἦταν ἀσκηταί καί ὅλοι ἦταν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι θεράπευαν τόν λαό.
Εἶχαν καί ποιμαντικό ἔργο, δηλαδή κοινωνική προσφορά, ἀκόμα κι ἄν ζοῦσαν στό
πιό ἀπρόσιτο μέρος τῆς γῆς, γιατί ζοῦσαν τόν Χριστό καί εἴτε μέ τά λόγια τους, εἴτε
μέ τά γραπτά τους, εἴτε μέ τήν προσευχή τους, ἐπηρέαζαν ὅλο τόν κόσμο. Καί
ἐπηρεάζουν καί τώρα καί θά ἐπηρεάζουν μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας, πάντοτε,
ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ὅλη τήν Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό καί ἡ δόξα τους αὐξάνεται
ὅσο περνοῦν τά χρόνια καί ὠφελοῦνται οἱ ἄνθρωποι μελετώντας τά κείμενα πού
ἔχουν ἀφήσει, τά λόγια τους καί τά ἔργα τους.
Τό ἔργο αὐτό ἔχει ἐκδοθεῖ σέ τέσσερις τόμους. Εἴμαστε στόν πρῶτο τόμο. Ὁ τόμος
αὐτός ἔχει ἀρκετές ὑποθέσεις καί εἴμαστε στήν 45η ὑπόθεση, ἡ ὁποία λέει αὐτό, ὅτι
χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ πιστοῦ – πού εἶναι πραγματικά πιστός, ὁπότε θά εἶναι
καί ταπεινόφρων – εἶναι τό νά μέμφεται τόν ἑαυτό του, νά κατηγορεῖ δηλαδή τόν
ἑαυτό του καί ὄχι τούς ἄλλους, νά τόν ἐξουθενώνει, νά τόν θεωρεῖ ὅτι εἶναι τό οὐδέν,
τό τίποτε καί νά θεωρεῖ ὅτι δέν ἀξίζουν τίποτε ὅσα καί ὁποιαδήποτε καλά κι ἄν
κάνει. Τίποτε δέν ἀξίζει καί δέν εἶναι πραγματικά καλό ἀπό αὐτά πού κάνει ὁ
ἄνθρωπος, γιατί ὅλα εἶναι κτιστά καί ἀνθρώπινα.
Ὁ πραγματικά καλός καί πραγματικά ἀγαθός εἶναι μόνο ὁ Θεός. Γι’ αὐτό καί ὁ
Κύριος σέ ἐκεῖνον τόν νεανίσκο, πού Τοῦ εἶπε «διδάσκαλε ἀγαθέ», λέει, «Τί μέ λές
ἀγαθό, ἀφοῦ δέν μέ πιστεύεις ὅτι εἶμαι ὁ Θεός; Μόνο ἕνας εἶναι ἀγαθός ὁ Θεός»
(Λουκ. 18,18-19). Ἀληθινά καλός εἶναι ὁ Θεός, γιατί ἔχει τό κάλλος τό ἄκτιστο. Καί
53
ἀληθινά καλός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος μετέχει σ’ αὐτό τό κάλλος, στήν
ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ, στήν ἄκτιστη θεία δόξα. Ἀληθινα καλός, δηλαδή, εἶναι ὁ Ἅγιος, ὁ
θεωμένος, αὐτός πού θεωρεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ ἐν ἀκτίστω φωτί καί συνεπῶς τά
ἔργα του δέν εἶναι δικά του. Εἶναι τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα ἐνεργεῖ ὁ Θεός δι’
αὐτοῦ. Ἑπομένως, ἕνας ἀληθινά ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι καί ταπεινόφρων,
θεωρεῖ ὅτι τά δικά του ἔργα εἶναι ἕνα τίποτε. Αὐτό λέει στόν τίτλο, δέν ἀξίζουν
τίποτε. Στή συνέχεια λέει ποιές εἶναι οἱ ἰδιότητες τῆς ταπεινοφροσύνης καί ποιοί
εἶναι οἱ καρποί της. Αὐτά λοιπόν θά μᾶς ἀναπτύξει μέσα ἀπό τούς λόγους τῶν Ἁγίων
αὐτή ἡ ὑπόθεση.
Πρῶτα ἔχει κάποια κεφάλαια ἀπό τό Γεροντικό. Τό Γεροντικό, ὅπως ξέρουμε, εἶναι
τό βιβλίο τό ὁποῖο ἔχει καταγραμμένες τίς θέσεις, τίς διδασκαλίες, Ἁγίων ἀσκητῶν
τῆς ἐρήμου καί κατεξοχήν τῶν ἀσκητῶν τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου. Οἱ Ἅγιοι τοῦ
4ου καί 5ουαἰῶνος, οἱ μεγάλοι αὐτοί ἀσκηταί, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἄφησαν ὡραιότατα
λόγια, πρακτικότατα, γιά τήν πνευματική ζωή. Καί μήν νομίσει κανείς ὅτι αὐτά τά
λόγια εἶναι μόνο γιά ἀσκητές ἤ μόνο γιά ἐρημίτες. Εἶναι γιά ὅλους μας, γιατί αὐτό
πού διδάσκουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ὅτι ἀσκητής πρέπει νά εἶναι κάθε
χριστιανός. Καί οἱ ἐνορίες, ὅπως ἔλεγε καί ὁ σύγχρονος Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς,
πρέπει νά λειτουργήσουν ὡς σύγχρονα ἀσκητικά κέντρα, ἄν θέλουν νά ἐκπληρώσουν
τόν προορισμό τους. Ἀλλά βέβαια, συμπληρώνει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος, χρειάζεται νά
ὑπάρχουν καί ἀσκητές ποιμένες, ἀσκητές ἱερεῖς. Γά νά μπορέσει νά λειτουργήσει ὡς
ἀσκητικό κέντρο ἡ ἐνορία, ὁ ποιμένας θά εἶναι ἐκεῖνος πού θά ἐμπνεύσει καί τά
λογικά πρόβατα, τούς πιστούς, στήν ἀσκητική ζωή.
Ὅταν λέμε ἀσκητική ζωή δέν ἐννοοῦμε μόνο νηστεία καί ἀγρυπνία, ἀλλά τήν ὅλη
-θά λέγαμε- φιλοσοφία καί θεώρηση, ὅλον αὐτό τόν τρόπο λειτουργίας καί σκέψης
πού ἔχουμε μέσα στό Γεροντικό καί μέσα στά ἀσκητικά κείμενα, τά ὁποῖα εἶναι
θεραπευτικά, θεραπευτικότατα. Ἕνας πού ζεῖ δηλαδή ἔχοντας κατά νοῦ καί
ἐφαρμόζοντας αὐτά τά ρητά τῶν Ἁγίων ἀσκητῶν, ζεῖ πραγματικά εὐτυχισμένος, νά
τό ποῦμε ἁπλά. Ἄν καί ἡ λέξη εὐτυχία δέν ἀποδίδει. Πιό σωστά θά λέγαμε
μακαριότητα, θά λέγαμε μετοχή στήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πού λέγεται χαρά.
Αὐτά ὅλα εἶναι πού ἐξασφαλίζουν στόν χριστιανό τήν ἀληθινή μακαριότητα καί
χαρά, τήν «πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλ. 4,7), τήν χαρά τοῦ Χριστοῦ. «Ὄχι καθώς
ὁ κόσμος δίδωσιν» (Ἰω. 14,27), εἶπε ὁ Κύριος, ἀλλά «τήν χαρά αὐτή πού δίνω Ἐγώ,
τήν μακαριότητα, τήν ὁποία δέν μπορεῖ νά ἀφαιρέσει κανένας». Βλέπετε πόσο
εὔκολα οἱ ἄνθρωποι χάνουν τήν χαρά τους καί πέφτουν σέ λύπη, σέ κατάθλιψη, σέ
ἀπελπισία, σέ ἀπόγνωση, σέ στενοχώρια καί φτάνουν νά τά θεωροῦν καί
φυσιολογικά. Ὁ Ἀπόστολος λέει «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι» (Β´ Κορ.
4,8). Ἄν εἴχαμε αὐτή τή χαρά τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία δέν ἀφαιρεῖται ἀπό κανέναν, δέν
θά στενοχωριόμαστε ποτέ.
Αὐτά λοιπόν τά κείμενα μᾶς μαθαίνουν, σέ τελική ἀνάλυση, νά ζοῦμε τή χαρά τοῦ
Χριστοῦ, ἡ ὁποία δέν ἀφαιρεῖται ποτέ καί ἀπό κανέναν, ὅσες θλίψεις καί δοκιμασίες
54
κι ἄν μᾶς βροῦν. Σήμερα γιορτάζουμε τόν Ἅγιο Ἰώβ, πού μᾶς διδάσκει ἀκριβῶς πώς
ὅ,τι καί ἄν συμβεῖ στή ζωή μας, δέν ἐπιτρέπεται νά χάνουμε τή χαρά μας, τήν εἰρήνη
μας, τήν ἐμπιστοσύνη μας, στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμα κι ἄν ὅλοι πέφτουν πάνω
μας, ὅπως πέσανε καί οἱ λεγόμενοι φίλοι του καί παραλίγο νά τόν ρίξουν στήν
ἀπελπισία μέ αὐτά πού ἔλεγαν, ὅμως καί τότε δέν πρέπει νά ἀπελπιζόμαστε, ἀλλά νά
συνεχίζουμε νά ὑπομένουμε, νά μένουμε δηλαδή κάτω ἀπό τήν σκέπη καί τήν πίστη
στόν Χριστό.
Λέει, λοιπόν, στό Γεροντικό: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος· Εἶδον πάσας τάς παγίδας
τοῦ διαβόλου ἡπλωμένας ἐπί τῆς γῆς· καί στενάξας εἶπον· Τίς ἄρα παρέρχεται
ταύτας; Καί ἤκουσα φωνῆς λεγούσης μοι· Ἡ ταπεινοφροσύνη». Ἀββᾶς θά πεῖ
Γέροντας. Τό ἀντίστοιχο γιά τίς Γερόντισσες εἶναι ἀμμᾶς. Εἶπε ὁ Ἅγιος, ὁ ἀββᾶς
Ἀντώνιος: Εἶδα ὅλες τίς παγίδες τοῦ διαβόλου ἁπλωμένες πάνω στή γῆ. Καί στέναξα
καί εἶπα: Ποιός ἄραγε μπορεῖ νά περάσει μέσα ἀπό αὐτές; (Ἐννοεῖται χωρίς νά
βλαβεῖ;) Καί ἄκουσα φωνή νά μοῦ λέει: Ἡ ταπεινοφροσύνη. Ἔχεις ταπεινοφροσύνη;
Περνᾶς ἀπό ὅλα τά δόκανα τοῦ διαβόλου καί δέν σέ πιάνει τίποτε.
«Ὁ αὐτός εἶπε τῷ ἀββᾷ Ποιμένι». Ὁ ἴδιος δηλαδή, ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος, εἶπε στόν ἀββᾶ
Ποιμένα. Διακριτικότατος ἀββᾶς ὁ ἀββᾶς Ποιμένας. «Αὕτη ἐστίν ἡ μεγάλη ἐργασία
τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα τό σφάλμα ἑαυτοῦ ἐπάνω ἑαυτοῦ βάλῃ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καί
προσδοκήσῃ πειρασμόν ἕως ἐσχάτης ἀναπνοῆς». Αὐτή εἶναι ἡ πνευματική ἐργασία
πού πρέπει νά κάνει κάθε πιστός. Ποιά; Τό νά βάζει τό σφάλμα του ἐπάνω του. Νά
παίρνει τήν εὐθύνη τῶν πράξεών του νά τό ποῦμε ἁπλά μέ σύγχρονη γλῶσσα. Καί νά
τό βάλει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Νά μήν κατηγορεῖ κανέναν ἀπό τούς ἀνθρώπους, ὅτι
φταίει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος. «Ἐγώ φταίω» καί νά τό παραδέχεται αὐτό μπροστά στόν
Θεό. «Καί νά προσδοκήσει πειρασμό ἕως ἐσχάτης ἀναπνοῆς». Νά περιμένει
πειρασμό μέχρι τέλους. Ὄχι νά λέει: Θεέ μου, πότε θά τελειώσει; Ἀλλά νά λέει: Θεέ
μου, ἄν θέλεις κι ἄλλο νά μοῦ δώσεις, ἄς μοῦ δώσεις κι ἄλλο. Ὄχι, λοιπόν, φτάνει
δέν ἀντέχω… ἀλλά, ναί Κύριε, ἄν θέλεις νά ὑποφέρω, ὅπως ὐποφέρω, νά συνεχίσω
νά ὑποφέρω καί ἄν θέλεις καί περισσότερο νά ὑποφέρω, νά ὑποφέρω καί
περισσότερο, προσδοκῶ πειρασμό μέχρις ἐσχάτης ἀναπνοῆς.
Στήν ἀρχή ὁ διάβολος, κατά παραχώρηση Θεοῦ πάντα, γιατί ὁ διάβολος ποτέ δέν δρᾶ
αὐτονομημένα, πάντα παίρνει ἄδεια… πῆρε τοῦ Ἰώβ τήν περιουσία. Μετά τοῦ πῆρε
τά παιδιά του. Μετά τοῦ πῆρε τήν ὑγεία. Μετά ἔβαλε καί τήν γυναίκα νά τόν
πειράξει, νά βλασφημήσει. Ἔβαλε καί τούς φίλους νά τόν ρίξουν σέ ἀπόγνωση.
Τίποτε δέν κατάφερε. Προσδοκοῦσε ὁ Ἰώβ, θά λέγαμε, καί ἦταν ἕτοιμος γιά κάθε
πειρασμό καί κάθε φορά ἔλεγε «ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· ὡς τῷ Κυρίῳ
ἔδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο· εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἰώβ,
1,21). Ὅπως φάνηκε καλό στόν Κύριο, οὕτω καί ἔγινε.
Αὐτός εἶναι ὁ πραγματικά ταπεινός ἄνθρωπος καί ὁ πραγματικά πιστός καί ἐργάτης
τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀληθινά ταπεινός, ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Πορφύριος, εἶναι αὐτός
55
πού εὐχαριστεῖ γιά ὅλα καί δέχεται καθετί, εἴτε φαινομενικά κακό, εἴτε φαινομενικά
καλό, μέ εὐχαριστία, μέ δοξολογία. Γι’ αὐτό σέ κάθε Θεία Λειτουργία λέμε αὐτά πού
εἶπε καί ὁ Ἰώβ. Ἐν μέσω τῶν θλίψεων πού περνοῦσε ὁ Ἰώβ ἔλεγε εἴη τό ὄνομα
Κυρίου εὐλογημένο. Καί ἐμεῖς αὐτό λέμε. Μᾶς βάζει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία νά τό
λέμε σέ κάθε Θεία Λειτουργία.
Ὅσο ψηλά κι ἄν ἔχεις φτάσει, πάντα νά ταπεινώνεσαι καί νά λές ἀκόμα δέν ἔβαλα
ἀρχή μετανοίας. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος θά κάνει ποτέ τόν δάσκαλο στούς ἄλλους;
Ὄχι. Θά τό παίξει Γέροντας; Ὅπως, δυστυχῶς, τό παθαίνουμε κι ἐμεῖς μερικές
φορές. Τό παίζουμε Γέροντες καί Γερόντισσες. Κι ἔρχεται κάποιος νέος ἐδῶ στήν
ὁμήγυρη τήν δική μας καί νιώθει στενάχωρα, γιατί οἱ παλιότεροι τό παίζουν
Γέροντες καί τοῦ κάνουν ὑποδείξεις, ὄχι αὐτό, ὄχι τό ἄλλο… Μέ ποιό δικαίωμα; Ἄν
τό κάνει αὐτό, θά τό κάνει ὁ Γέροντας μέ πολύ διάκριση. Ἐσύ δέν μπορεῖς νά τό
παίζεις Γέροντας, ὅσα χρόνια κι ἄν ἐξομολογεῖσαι καί ὑποτίθεται ἔχεις προχωρήσει
πνευματικά. Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος, πού εἶχε τόσο πολύ προχωρήσει, ἔλεγε, Θεέ μου δέν
ἔβαλα ἀκόμα ἀρχή, ἀρχή μετανοίας. Καί πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ νά τόν
συμβουλευτοῦν καί δέν τούς ἔλεγε τίποτα. Ὄχι γιατί τούς καταφρονοῦσε, ἀλλά γιατί
πίστευε ὅτι δέν εἶχε νά πεῖ κάτι σπουδαῖο, ἀφοῦ ἔλεγε ἐγώ δέν ἔχω βάλει ἀρχή
μετανοίας μπροστά στόν Θεό.
«Ἀδελφός παρέβαλε τῷ Ἀββᾷ Ἀμμωνᾷ καί εἶπεν αὐτῷ, Ἀββᾷ εἰπέ μοι λόγον». Πῆγε
κάποιος στόν Γέροντα Ἀμμωνᾷ, στόν Ἀββᾷ Ἀμμωνᾷ καί τοῦ λέει: πές μου Γέροντα
ἕναν λόγο. «Καί μείνας παρ’ αὐτῷ ἡμέρας ἑπτά, οὐκ ἤκουσέ τι παρά τοῦ Γέροντος».
Καί ἔμεινε κοντά του ἑφτά μέρες καί δέν ἄκουσε τίποτα ἀπό αὐτόν, δέν τοῦ εἶπε
τίποτα ὁ Γέροντας. «Ἔπειτα, ὡς ἀνεχώρει»… Εἶδε καί ἀπόειδε, θά λέγαμε, ὁ
56
ἄνθρωπος, λέει θά φύγω, ἀφοῦ δέν μοῦ λέει ὁ Γέροντας. Ὅπως ἔφευγε, «προπέμπων
αὐτόν εἶπεν», ὅπως τόν ξεπροβόδιζε, τοῦ λέει, «ἐμοῦ τέως αἱ ἁμαρτίαι γεγόνασι
τεῖχος σκοτεινόν ἀνά μέσον ἐμοῦ καί τοῦ Θεοῦ». Παιδάκι μου, λέει, οἱ ἁμαρτίες μου
ἔχουν γίνει ἕνα τεῖχος σκοτεινό πού παρεμβάλλεται μεταξύ ἐμοῦ καί τοῦ Θεοῦ. Αὑτό
τοῦ εἶπε. Δηλαδή, τί τοῦ εἶπε; Ὅτι εἶμαι ἕνα μάτσο χάλια… Κατηγόρησε τόν ἑαυτό
του. Νά ἡ αὐτομεμψία. Νά τό χαρακτηριστικό τοῦ ταπεινόφρονος. Δέν ἔχει μάτια νά
κατακρίνει καί στόμα καί γλώσσα νά πεῖ ἐναντίον κανενός. Ἀλλά σέ ὅλα εἶναι
ἕτοιμος νά καταδικάσει τόν ἐαυτό του.
Δέν ἔκαναν ἐπίδειξη τῶν χαρισμάτων τους. Αὐτό τό βλέπουμε καί στούς σύγχρονους
ἁγίους καί στόν ἅγιο Πορφύριο. Ἄν τούς ποῦμε λοιπόν λέει, ἄμεσα καί κατά
πρόσωπο, δέν θά δεχτοῦν.«Εἶναι προτιμότερο νά κάνουμε τό ἑξῆς, ὅταν θά ἔρθουν
στήν ἀγορά, γιά νά πουλήσουν τά ἐργόχειρά τους, νά προσποιηθεῖτε ὅτι δῆθεν θέλετε
ν’ ἀγοράσετε ἐργόχειρα καί νά τούς φωνάξετε στό σπίτι σας γιά νά τούς δώσετε τά
χρήματα. Ὅταν δέ ἔλθουν νά ἀπαιτήσετε νά κάνουν προσευχή γιά τήν θεραπεία τῆς
κόρης. Ὁπότε, ἐλπίζω ὅτι θά θεραπευθεῖ ἡ θυγατέρα σου». Ἔκαναν μιά ὁλόκληρη ἄς
ποῦμε σκηνοθεσία, ἕνα ὁλόκληρο στρατήγημα, γιά νά παρακάμψουν κατά κάποιο
τρόπο τήν ταπεινοφροσύνη τῶν ἁγίων.
«Πράγματι λοιπόν ἐξῆλθαν στήν ἀγορά καί βρῆκαν τόν μαθητή ἑνός Γέροντος, ὁ
ὁποῖος καθόταν γιά νά πουλήσει τά ἐργόχειρά του. Τόν πῆραν ἀμέσως οἱ ἄνθρωποι
τοῦ ἄρχοντος μαζί μέ τά ζεμπίλια του καί τόν ὁδήγησαν στό σπίτι του (στό σπίτι τοῦ
ἄρχοντα), γιά νά παραλάβει τά χρήματα τῆς ἀξίας τῶν ἐργοχείρων. Μόλις, ὅμως,
ἔμπαινε στό σπίτι, τόν συνάντησε (τόν μαθητή τοῦ Γέροντος) ἡ δαιμονιζομένη καί
τόν ἐράπισε». Τοῦ ἔδωσε ἕνα σκαμπίλι. «Ὁ μοναχός τότε γύρισε καί τήν ἄλλη
σιαγόνα ἐφαρμόζοντας τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου πού λέει «ἐάν κάποιος σέ χτυπήσει
στό ἕνα μάγουλο νά γυρίσεις πρός αὐτόν καί τό ἄλλο». Ἄμεση ἀνταπόκριση καί
τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἕνας πού σκέπτεται κοσμικά, θά πεῖ «Μέ ποιό
δικαίωμα μέ χτυπᾶς;».
«Ἡ συμπεριφορά αὐτή ἐτάραξε τόν δαίμονα, ὁ ὁποῖος εἶπε μέ ἀπαίσιες κραυγές (μέ
τό στόμα τῆς δαιμονισμένης): Ὦ βία! Ἡ ἐντολή τοῦ Ἰησοῦ μέ ἐκδιώκει». Ὅπως λένε
57
στόν ἅγιο Γεράσιμο οἱ δαιμονισμένοι πού πηγαίνουν στήν Κεφαλονιά «μέ καῖς, μέ
καῖς». Φωνάζει ὁ διάβολος «καίγομαι ἀπό τόν ἅγιο». Ἔτσι εἶπε κι αὐτός, ἡ ἐντολή
τοῦ Ἰησοῦ μέ ἐκδιώκει, ἐπειδή ἐσύ τηρεῖς τήν ἐντολή τοῦ Ἰησοῦ πού εἶπε νά γυρνᾶς
καί τό ἄλλο μάγουλο. Δηλαδή νά εἶσαι ἕτοιμος -αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ἐντολῆς
αὐτῆς- νά δεχτεῖς περισσότερη ἐξουθένωση καί ἀτίμωση. Σέ χτυπάει κάποιος; Σέ
ἀδικεῖ; Σέ βρίζει; Σέ ἐξουθενώνει; Μήν ἀγανακτεῖς. Μήν τά βάζεις μ’ αὐτόν. Μήν
τόν μισεῖς. Μήν τόν ἀντιπαθήσεις. Νά εἶσαι ἕτοιμος νά δεχτεῖς καί χειρότερα καί
περισσότερα ἀπό αὐτόν τόν ἴδιο καί ἀπό ἄλλον.
Αὐτό λοιπόν εἶναι πού καίει τόν διάβολο, ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς,
δυστυχῶς, ἐπειδή λειτουργοῦμε κοσμικά, σκεφτόμαστε πῶς θά ἀντιμετωπίσουμε τόν
ἄλλον. «Πῶς θά τόν ἀντιμετωπίσω, πάτερ, τόν τάδε;». Πόσες φορές μέ ρωτᾶνε; «Τήν
τάδε πού μέ ἀδικεῖ…». Τί νά ἀντιμετωπίσεις; Νά τί λέει ἐδῶ ὁ Χριστός «γύρνα καί
τό ἄλλο μάγουλο». Νά ἡ ἀντιμετώπιση. Καί τότε θά φύγει ὁ διάβολος καί θά σκάσει!
Τί νά ὑπερασπιστεῖς τόν ἑαυτό σου; Ἄν θέλεις πραγματικά νά σώσεις τόν ἐαυτό σου,
εἶναι νά ἀφεθεῖς σέ ἀκόμα μεγαλύτερο πειρασμό. Μή ζητᾶς νά φύγει ὁ πειρασμός.
Νά λές, Θέε μου, ἄν θέλεις καί περισσότερα νά πάθω, νά πάθω.. Αὐτό καίει τόν
διάβολο.
Αὐτό ἔκαψε κι αὐτόν τόν δαίμονα πού ἦταν κρυμμένος σ’ αὐτή τήν ταλαίπωρη κόρη.
«Καί ἀμέσως ἔφυγε (ὁ διάβολος) ἀπό τήν γυναίκα, ἡ ὁποία ἀπό τή στιγμή ἐκείνη
κατέστη ὑγιής καί σωφρονίστηκε». Βλέπετε; Ἡ ταπείνωση διώχνει τόν διάβολο. «Τό
περιστατικό αὐτό τό γνωστοποίησαν στούς Γέροντες, οἱ ὁποῖοι δόξασαν τόν Θεό καί
εἶπαν: τίποτε ἄλλο δέν ἐκμηδενίζει τόσο τήν ὑπερηφάνεια τοῦ διαβόλου, ὅσο ἡ
ταπείνωσις τήν ὁποία ἐμπνέει ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ». Ὅλες οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ,
ἄν λίγο τίς ψάξουμε στό βάθος τους, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο σέ ταπείνωση καί αὐτό
εἶναι πού καίει τόν διάβολο καί αὐτό εἶναι πού θεραπεύει τόν ἄνθρωπο. Πόσο
βασανιζόμαστε οἱ ἄνθρωποι ἀπό λογισμούς… Καί δέν κοιμοῦνται οἱ ἄνθρωποι
μερόνυχτα ὁλόκληρα, γιατί ἔχουν λογισμούς γιά κάποιον ἄλλον πού τούς ἀδικεῖ
κ.λ.π. Τί πιό ἁπλό νά πεῖς; Καλά παθαίνω γιά τίς ἁμαρτίες μου. Χειρότερα πρέπει νά
πάθω. Καί νά εἶσαι ἕτοιμος νά δεχτεῖς καί χειρότερα. Καί νά λές «εἴη τό ὄνομα
Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας». Καί θά κοιμᾶσαι σάν πουλάκι καί θά σκάει ὁ
διάβολος καί θά φεύγει ἀπό ἐκεῖνον πού σέ ραπίζει. Κι ἐκεῖνος θά θεραπεύεται καί
ἐσύ δέν θά ταράζεσαι.
«Ὁ Ἀϐϐᾶς Καρίων εἶπε: ἐκοπίασα περισσότερο ἀπό τόν υἱό μου Ζαχαρία κι ὅμως δέν
ἔφτασα στά μέτρα τῆς ἀρετῆς του λόγω τῆς ταπεινώσεως καί τῆς σιωπῆς του».
58
Ἑπομένως δέν εἶναι τά χρόνια πού ἔχει κανείς στήν πνευματική ζωή ἤ τά χρόνια πού
ἔχει στό μοναστήρι ἐνδεχομένως ἄν εἶναι μοναχός ἤ στό ἀσκητήριο, ἀλλά εἶναι ἡ
ταπείνωση πού δείχνει καί ἡ σιωπή πού δείχνει, ἡ ὁποία εἶναι μιά ἐφαρμοσμένη
ταπείνωση.
Πολλές φορές ἔρχονται ἄνθρωποι νά διακονήσουν στό μοναστήρι καί τούς λέμε ὅτι
ἐδῶ τό μοναστήρι ἔχει ἕναν κανόνα καί οἱ ἀδελφές ἔχουν ἕναν κανόνα, κανόνα
σιωπῆς. Αὐτό εἶναι ταπείνωση. Κι ἕνας πού μπαίνει σ’ αὐτόν τόν κανόνα εἶναι πού
ὠφελεῖται πνευματικά. Ἔρχεται κανείς στό μοναστήρι νά διακονήσει. Ἄν θέλει
πραγματικά νά διακονήσει, θά μπεῖ στόν τρόπο ζωῆς τοῦ μοναστηριοῦ. Δέν θά φέρει
τόν δικό του τρόπο ζωῆς στό μοναστήρι. Ἄν θέλει νά ὠφεληθεῖ καί νά μή γίνει
σκάνδαλο καί γιά τίς ἀδελφές καί γιά ὁποιονδήποτε ἄλλο ἔρχεται στό μοναστήρι.
Γιατί πολλές φορές ἔρχεται κανείς στό μοναστήρι -καί ἐδῶ μπορεῖ νά ἔρχονται- καί
νά μεταφέρει λόγια καί ἀπόψεις καί κουτσομπολιά καί ἀντί πνευματική ὠφέλεια νά
γίνεται πνευματική ζημία. Νά ἐρχόμαστε ἐδῶ καί νά μαθαίνουμε τά νέα τοῦ
Μοναστηριοῦ ἤ τί κάνει ὁ Γέροντας, τί κάνει ἡ Γερόντισσα κ.λ.π. Δέν ἐρχόμαστε γιά
αὐτόν τόν λόγο. Ἐρχόμαστε γιά νά μάθουμε νά σιωπᾶμε μπροστά στόν Θεό, νά
ταπεινωνόμαστε, νά κάνουμε ὑπακοή καί νά προχωρᾶμε στήν ταπεινοφροσύνη.
«Κάποτε αὐτός ὁ ἴδιος, ὁ Ἀϐϐᾶς Ζαχαρίας (γιά τόν ὁποῖο ἔλεγε ὁ Ἀϐϐᾶς Καρίων ὁ
πατέρας του, ὅτι τόν εἶχε ξεπεράσει), καθόταν στήν σκήτη καί εἶδε μιά ὀπτασία.
Ἀμέσως σηκώθηκε καί τήν ἀνέφερε στόν Γέροντά του, τόν Ἀϐϐᾶ Καρίωνα. Τοῦ λέει,
Γέροντα εἶδα αὐτό κι αὐτό. «Ὁ Γέροντας ἐπειδή ἀσχολεῖτο μέ τήν πρακτική
ἐξάσκηση τῶν ἀρετῶν, δέν εἶχε γνώση αὐτοῦ τοῦ φαινομένου». Δέν ἤξερε πολλά γιά
πνευματικές θεωρίες, γιά ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις. Ἤξερε τά πρακατικά, νά
κάνει νηστεία, νά κάνει ὑπακοή, νά κάνει τίς μετάνοιές του. Ὁπότε, ὅταν ἄκουσε ἀπό
τόν μαθητή του γιά ὀπτασίες, γιά θεωρίες, τόν ἔδειρε! Τί εἶναι αὐτά πού λές… Πάρε
κι ἕνα μπερτάκι… Τάχα τό ὅραμα προέρχεται ἀπό τούς δαίμονες. «Ἐπειδή, ὅμως, ὁ
ἀββᾶς Ζαχαρίας ἐξακολουθοῦσε νά βλέπει τήν ὀπτασία, ἔφυγε τή νύχτα ἀπ’ τό κελλί
του καί πῆγε πρός συνάντηση τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος».
Πῆγε στόν καθηγητή Πανεπιστημίου! Ὁ ἀββᾶς Ποιμένας ἦταν κορυφή. «Ἀφοῦ τόν
βρῆκε, τοῦ ἐξομολογήθηκε τήν ὑπόθεση τῆς ὀπτασίας καί ὅτι αἰσθάνεται ἐξαιτίας
αὐτῆς τῆς καταστάσεως τά σπλάχνα του νά καίγονται». Καιγότανε ὁλόκληρος ἀπό τό
θεῖο πῦρ. «Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν ἀντιλήφθηκε ὅτι τό φαινόμενο προέρχεται ἀπό τόν Θεό
καί τοῦ λέει: – Πήγαινε νά συναντήσεις τόν τάδε Γέροντα». Βλέπετε ταπείνωση; Ὁ
ἕνας Γέροντας τόν στέλνει στόν ἄλλον «καί κράτησε καλά στόν νοῦ σου αὐτά πού θά
σοῦ πεῖ. Πράγματι, πῆγε ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας σ’ ἐκεῖνον τόν Γέροντα, ὁ ὁποῖος πρίν
ἀκόμα ἀνοίξει τό στόμα του ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας νά τοῦ πεῖ ὁτιδήποτε, τοῦ εἶπε ἐκεῖνος
λεπτομερῶς τήν κατάστασή του, τί νιώθει κ.λ.π. Καί τοῦ λέει ἐν συμπεράσματι: –
Αὐτό πού εἶδες εἶναι θεϊκή ὀπτασία, ἀλλά πήγαινε νά ὑποταχθεῖς στόν πνευματικό
σου πατέρα». Δέν εἶναι δικό σου, δέν εἶναι κάτι γιά νά ὑπερηφανευτεῖς. Σοῦ τό
ἔδωσε ὁ Θεός, γιά τόν λόγο πού Ἐκεῖνος ξέρει. Ἐσύ, ὅμως, κάνε τήν ὑπακοή σου.
59
Γύρνα πίσω καί ταπεινώσου στόν πρακτικό Γέροντά σου, πού δέν καταλαβαίνει πολύ
ἀπό αὐτά, ἀλλά ἐσύ ὠφελεῖσαι κοντά του, γιατί σέ βοηθάει στήν ταπεινοφροσύνη.
«Αὐτόν τόν ἴδιο, ἀββᾶ Ζαχαρία, παρακάλεσε κάποτε ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς: – Πές μου
Γέροντα, τοῦ λέει, τί πρέπει νά κάνω; Μόλις ἄκουσε ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας αὐτό, ἔπεσε
στά πόδια του καί τοῦ λέει: – Ἐσύ ρωτᾶς πάτερ μου ἐμένα;». Δέν θεωροῦσε τόν
ἑαυτό του ἄξιο νά συμβουλεύσει τόν ἀββᾶ Μωϋσῆ. Καί τότε ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς τοῦ
εἶπε ἐκ δευτέρου: – Πίστεψέ με τέκνο μου Ζαχαρία πώς εἶδα τό Ἅγιο Πνεῦμα νά
κατεβαίνει πάνω σου καί γι’ αὐτό ἀναγκάζομαι νά σέ ρωτήσω». Δέν εἶναι ὅτι ἐσύ
καθεαυτόν ἀξίζεις ἀλλά εἶδα τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά ἔρχεται σέ σένα.
Γι’ αὐτό, παρόλο πού εἶσαι παιδί μου, σέ ρωτάω. «Καί τότε ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας πῆρε
ἀπ’ τό κεφάλι του τό κουκούλι του, τό ἔριξε κάτω καί τό καταπάτησε μέ τά πόδια του
λέγοντας: – Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν συντριβεῖ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο, δέν μπορεῖ νά γίνει
μοναχός», δέν μπορεῖ νά γίνει πιστός. Γιατί, ὁ μοναχός δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά
ἕνας πιστός χριστιανός. Ἄν δέν ταπεινωθεῖς καί δέν ποδοπατηθεῖς καί τοῦ τό δίδαξε
καί μέ ἐποπτικό τρόπο, ὅπως καταπατᾶς τό καπέλο σου, τό κουκούλι σου, δέν
μπορεῖς νά γίνεις πραγματικά χριστιανός.
Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν συντριβεῖ κατ’ αὐτόν τόν τρόπο, δέν μπορεῖ νά γίνει μοναχός,
δέν μπορεῖ νά γίνει πιστός. Γι’ αὐτό καί ὁ Δαβίδ τί παρακαλεῖ; Χίλια χρόνια πρό
Χριστοῦ ἔχει εἰπωθεῖ καί ἀκόμα δέν τό ἔχουμε καταλάβει. Τό εἶχε καταλάβει ὁ Δαβίδ
μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού ἐνεργοῦσε καί τότε, «καρδίαν συντετριμμένην καί
τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει» (Ψαλμ. 50,19). Αὐτό πρέπει νά ζητᾶμε:
συντριμμένη καί ταπεινωμένη καρδιά, ἡ ὁποία ἔρχεται σέ ἕναν ἄνθρωπο πού
χαίρεται νά συντρίβεται, χαίρεται νά καταπατεῖται, χαίρεται νά ἐξουθενώνεται.
«Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν διηγήθηκε ὅτι, ὅταν ἐπρόκειτο νά ἀποθάνει ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας, τόν
ρώτησε ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς (τόν ἀββᾶ Ζαχαρία πού πέθαινε): – Τί βλέπεις ἀββᾶ τώρα;
Ἐκεῖνος τότε ἀπάντησε: – Πάτερ, δέν εἶναι προτιμοτέρα ἡ σιωπή;». Τί μέ ρωτᾶς; δέν
60
εἶναι καλύτερα νά σιωπᾶμε; «- Ναί, τέκνο μου, σιώπα, ἀπάντησε ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς.
Κατά τή στιγμή δέ τοῦ θανάτου του ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος πού ἐκάθετο κοντά, ὕψωσε τό
βλέμμα του στόν οὐρανό καί εἶπε: – Νά εὐφραίνεσαι τέκνο μου Ζαχαρία, γιατί ἔχουν
ἀνοίξει πρός χάρην σου οἱ πύλες τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν». Ὁ Θεός εὐδοκεῖ
στούς ταπεινόφρονες. Δέν θά μποροῦσε νά κοκορευτεῖ ὁ ἀββᾶς Ζαχαρίας; Νά πεῖ: –
Κοίταξε, ἐγώ βλέπω τώρα τούς ἀγγέλους, τούς ἁγίους, βλέπω τήν Ἁγία Τριάδα…
Τίποτα. Δέν εἶναι καλύτερα πάτερ νά σιωπᾶμε; Πῶς οἱ ἅγιοι μισοῦσαν τήν μάταιη
δόξα τοῦ κόσμου.
«Ὁ ἀββᾶς Εὐάγριος εἶπε ὅτι διά τόν ἄνθρωπο ἡ ἀρχή τῆς σωτηρίας του βρίσκεται εἰς
τήν αὐτομεμψία». Μπαίνεις στόν δρόμο γιά τήν σωτηρία, ὅταν ἀρχίζεις νά
κατακρίνεις τόν ἑαυτό σου, νά κατηγορεῖς τόν ἑαυτό σου, νά αὐτομέμφεσαι. Γιατί,
ὅταν ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος νά κατακρίνει τόν ἑαυτό του, μπαίνει στήν πορεία γιά νά
γίνει ταπεινός, ὁπότε μπαίνει στήν πορεία γιά νά πάρει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅσο ὁ
ἄνθρωπος δέν ἀσχολεῖται μέ τόν ἑαυτό του, δέν καταδικάζει τόν ἑαυτό του,
ἀσχολεῖται καί καταδικάζει τούς ἄλλους. «Κοίταξέ την αὐτήν πῶς κάνει, κοίταξέ τον
αὐτόν εἶναι καί θεολόγος πῶς κάνει..» καί ἀσχολεῖται συνέχεια καί κατακρίνει τούς
ἄλλους. Αὐτός δέν ἔχει μπεῖ ἀκόμα στήν ὁδό τῆς σωτηρίας, δέν ἔχει μπεῖ ἀκόμα στήν
πορεία νά πάρει τήν χάρη. Ἡ χάρη δίνεται στούς ταπεινόφρονες, δηλαδή στούς
αὐτομεμφόμενους, σ’ αὐτούς πού κατηγοροῦν τόν ἑαυτό τους.
«Αὐτό τόν ἴδιο τόν ἀββᾶ Θεόδωρο, ρώτησε κάποιος ἀδελφός: – Θέλω νά ἐκτελέσω
τίς ἐντολές». Τί πρέπει νά κάνω; Πῶς νά τηρήσω τίς ἐντολές; «Ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος
τοῦ ἀπάντησε: κάποτε καί ὁ ἀββᾶς Θωμᾶς εἶπε ‘θέλω νά ἐκπληρώσω τόν λογισμό
μου, ὅπως θέλει ὁ Θεός’». Βλέπετε; Δέν ἀπαντάει μέ δικά του λόγια. Τοῦ λέει τί
ἔγινε, τί εἶπε, τί συνέβη σ’ ἕναν ἄλλον Γέροντα. Ἔτσι εἶναι οἱ ἅγιοι. Πολύ-πολύ
πρακτικοί, πολύ-πολύ ταπεινοί, δέν λένε δικά τους. Πατᾶνε, εἶναι ἑπόμενοι, στούς
ἁγίους Πατέρες. Ἀληθινά ταπεινός εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος δέν λέει δικά του λόγια,
δικές του σκέψεις, γιατί δέν ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του. Πάντα λέει αὐτά πού λένε οἱ
ἅγιοι Πατέρες.
Γι’ αὐτό καί μία Σύνοδος εἶναι Ὀρθόδοξη, ὅταν εἶναι ἑπόμενη στίς προηγούμενες
Συνόδους. Εἶναι ἕνα κριτήριο αὐτό. Αὐτή ἡ ψευδοσύνοδος τώρα πού ἔγινε στήν
61
Κρήτη, γιά νά γίνουμε καί λίγο ἐπίκαιροι, ἐπειδή δέν ἐπικύρωσε τίς προηγούμενες
Συνόδους – οὔτε κἄν διάβασαν τά Πρακτικά τῶν προηγούμενων Συνόδων -, γι’ αὐτό
καί μόνο δέν εἶναι Σύνοδος. Καί μόνο αὐτό εἶναι ἀρκετό. Δέν εἶναι ἑπόμενη, δέν
ἀκολουθεῖ δηλαδή τούς ἁγίους Πατέρες τῶν προηγουμένων Συνόδων. Γιατί, ὅλες οἱ
Σύνοδοι οἱ Ὀρθόδοξες ἐπικύρωναν τίς προηγούμενες. Ἡ 7η δηλαδή ἐπικύρωνε τήν
6η καί ὅλες τίς προηγούμενες.
Ἡ 6η τήν 5η καί ὅλες τίς προηγούμενες. Ἡ 5η τήν 4η καί ὅλες τίς προηγούμενες….
Καί γιά αὐτό καί εἶναι ὄντως ὀρθόδοξες. Ἔτσι κι ἕνας ἅγιος, ἕνας Πατέρας, ἕνας
ὁποιοσδήποτε ἱερέας. Πολλές φορές ἀκοῦτε κάτι καί μοῦ τό λέτε «ὁ πάτερ τάδε εἶπε
αὐτό.. ὁ δεσπότης εἶπε αὐτό… ὁ Πατριάρχης εἶπε αὐτό….». Καί ἐπειδή; Ρώτησε τόν
πατέρα αὐτόν, τόν δεσπότη, τόν Πατριάρχη: αὐτά πού λές πάτερ, ποιός ἅγιος τά λέει;
Ποῦ εἶναι γραμμένα; Τά ἔχουμε πουθενά στήν Παράδοσή μας; Ἄν εἶναι ὄντως
ὀρθόδοξος, θά σᾶς πεῖ, ναί ὑπάρχει ἐκεῖ. Ἄν, ὅμως, εἶναι δικά του, δέν θά ἔχει νά σᾶς
πεῖ τίποτα. Κι ἀπό κεῖ καταλαβαίνει κανείς, ἄν ἕνας πατέρας εἶναι ὀρθόδοξος καί
αὐτά πού λέει εἶναι ὀρθόδοξα. Σᾶς δίνω τώρα ἕνα κλειδί, γιά νά ἔχετε μία στοιχειώδη
διάκριση καί νά μήν μπερδεύεστε. Γιατί, σήμερα κυκλοφοροῦν πολλοί
ψευδοπροφῆτες καί ψευδοδιδάσκαλοι καί μέσα στόν κλῆρο δυστυχῶς. Καί πρέπει νά
ἔχουμε κριτήρια. Τά κριτήρια εἶναι οἱ ἅγιοι Πατέρες, τό τί λέει ἡ Ἐκκλησία δηλαδή
διαχρονικά μέσα στά 2000 χρόνια πού ὑπάρχει ἐδῶ στή γῆ.
Ὁ ταπεινός λοιπόν ἀββᾶς δέν λέει τίποτα δικό του. Ἀρχίζει καί λέει γιά ἕναν ἄλλο
ἀββᾶ, τόν ἀββᾶ Θωμᾶ. «Κάποτε λοιπόν ὁ ἀββᾶς Θωμᾶς εἶπε: θέλω νά ἐκπληρώσω
τόν λογισμό μου, ὅπως θέλει ὁ Θεός». Ἴδιο πρόβλημα εἶχε κι ἐκεῖνος, μ΄ αὐτό πού
ρωτάει τώρα ἐδῶ ὁ ἀδελφός τόν ἀββᾶ Θεόδωρο. Ἀμέσως λοιπόν μετέβη στόν
φοῦρνο καί ἔψησε ψωμιά. Ὅταν δέ τοῦ ζήτησαν οἱ φτωχοί ψωμί, τά ἔδωσε ὅλα.
Ὅταν δέ ἄλλοι φτωχοί τοῦ ζήτησαν ψωμί, τούς ἔδωσε τά κοφίνια». Δέν εἶχε πλέον
ψωμιά, τά εἶχε δώσει. Εἶχε μόνο κοφίνια. Τούς τά ’δωσε καί τά κοφίνια πού βάζουν
μέσα τά ψωμιά «καί τό φόρεμα πού φοροῦσε καί εἰσῆλθε στό κελλί του μόνο μέ τό
μαφόριο». Ἕνα ἔνδυμα πλατύ πού φοροῦσαν καί τό ἔριχναν στούς ὤμους τους σάν
κάπα. «Καί μετά ἀπ’ αὐτή τήν ἐλεημοσύνη», πού δέν τοῦ ἔμεινε τίποτα δηλαδή,
«κατηγοροῦσε πάλι τόν ἑαυτό του. Δέν ξεπλήρωσα ὅπως ἔπρεπε τήν ἐντολή τοῦ
Θεοῦ». Ἐνῶ, τά εἶχε δώσει ὅλα. Μ’ αὐτό τό πρακτικό παράδειγμα τοῦ ἔδωσε νά
καταλάβει τοῦ ἐρωτῶντος μοναχοῦ ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τί σημαίνει νά ἐκτελέσω τίς
ἐντολές.
62
«Ἕνας μοναχός εἶπε στόν ἀββᾶ Θεόδωρο: εἰπέ μου μιά λέξη παρηγοριᾶς, γιατί
χάνομαι. Καί τότε μέ κόπο τοῦ ἀπάντησε ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος: ἐγώ χάνομαι καί τί
μπορῶ νά πῶ σέ σένα;». Ἐγώ ὁ ἴδιος ἔχω ἀνάγκη ἀπό σωτηρία. Δέν ἔχω τί νά πῶ σέ
σένα, ἀφοῦ ἐγώ ὁ ἴδιος εἶμαι μέσα στό πέλαγος καί κινδυνεύω.
«Κάποτε ὁ μακάριος Θεόφιλος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἦρθε στό ὄρος τῆς Νιτρίας. Τόν
ἐπισκέφτηκε δέ καί ὁ πνευματικός πατήρ τῶν ἀσκητῶν τῆς περιοχῆς τῆς Νιτρίας.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος λέγει τότε πρός αὐτόν: πάτερ, τί περισσότερο βρῆκες σ’ αὐτό τόν
δρόμο τῆς ἄσκησης;». Γιατί πῆγες στήν ἄσκηση; Δέν εἶναι ἀρκετό νά εἶσαι
χριστιανός, ὅπως εἶμαι κι ἐγώ, μέσα στήν πόλη, στόν κόσμο; Τί περισσότερο βρῆκες
στήν ἔρημο; «Τό νά θεωροῦμε πάντοτε τόν ἑαυτό μας αἴτιο σέ ὅλα καί νά
αὐτοκατηγορούμεθα». Αὐτό εἶναι, λέει, τό περισσότερο πού βρῆκα στήν ἔρημο.
«Πράγματι, εἶπε καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος ἀπ’ αὐτόν». Ἄν
θέλεις νά βρεῖς τόν Θεό, ὁ δρόμος εἶναι νά κατηγορεῖς σέ ὅλα τόν ἑαυτό σου.
Γι’ αὐτό κι ἕνας ἄλλος ἀββᾶς ἔλεγε, ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἄφησαν τόν εὔκολο
δρόμο, τό νά κατηγοροῦν τόν ἑαυτό τους καί διάλεξαν τόν δύσκολο δρόμο. Ποιόν;
Τό νά δικαιώνουν τόν ἑαυτό τους, νά δικαιολογοῦν τόν ἑαυτό τους. Αὐτός εἶναι ὁ
δύσκολος δρόμος. Θέλεις νά περάσεις εὔκολα τή ζωή σου; Νά κατηγορεῖς σέ ὅλα τόν
ἑαυτό σου. Ἄν προσπαθεῖς νά δικαιώνεσαι μπροστά στούς ἀνθρώπους, διάλεξες τόν
δύσκολο δρόμο καί δέν θά τά καταφέρεις. Οὔτε σ’ αὐτή τή ζωή θά καταφέρεις νά
διακαιωθεῖς οὔτε στήν ἄλλη.
63
διώξει τά δαιμόνια) τά ἐξέταζε καί τά ρωτοῦσε: – Μέ ποιά δύναμη ἐξέρχεσθε ἀπ’ τόν
ἄνθρωπο;». Τί εἶναι αὐτό πού σᾶς διώχνει; «Μέ νηστεία; Ὄχι, ἀπαντοῦσαν, ἐμεῖς
οὔτε τρῶμε, οὔτε πίνουμε. Μέ ἀγρυπνία; ρωτοῦσε πάλι ὁ Γέροντας;
Ὄχι, ἀπαντοῦσαν, ἐμεῖς καθόλου δέν κοιμόμαστε. Ἄρα δέν φοβόμαστε οὔτε αὐτούς
πού νηστεύουν, οὔτε αὐτούς πού ἀγρυπνοῦν. Ἐμεῖς κάνουμε περισσότερα ἀπ’
αὐτούς. Μήπως φεύγετε διά τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ πάσχοντος ἐκ τοῦ κόσμου;».
Τρέμετε τούς ἀναχωρητές, δηλαδή, πού ἀφήνουν τόν κόσμο καί πᾶνε στήν ἔρημο;
Ὄχι, ἀπαντοῦσαν, ἐμεῖς ζοῦμε στίς ἐρήμους». Ὁ ἀναχωρητής πάει στό Ἅγιον Ὄρος
20-25 χρόνια.. ἐμεῖς πάντα εἴμαστε στήν ἔρημο! Δέν ξεπερνάει δηλαδή ἡ ἀνθρώπινη
ἄσκηση τήν «ἄσκηση» τῶν δαιμόνων. «Ἐπειδή δέ ὁ Γέροντας ἐπέμενε καί ἔλεγε μέ
ποιόν τρόπο λοιπόν ἐξέρχεσθε;». Τί εἶναι αὐτό πού σᾶς διώχνει; «Τό δαιμόνιο
ὁμολόγησε: τίποτα δέν μᾶς νικᾶ παρά μόνο ἡ ταπεινοφροσύνη». Αὐτό εἶναι πού δέν
μπορεῖ ὁ διάβολος, δέν ἀντέχει, τήν ἀληθινή ταπεινοφροσύνη.
Μέ ρωτᾶνε πολλοί, πολλές γυναῖκες: – Πῶς θά βοηθήσω πάτερ τόν σύζυγό μου, τά
παιδιά μου πού ἔχουν πάρει τόν κακό δρόμο; Γιά νά βοηθήσεις τά παιδιά σου καί τόν
σύζυγό σου, πρέπει νά διώξεις τούς δαίμονες πού τά ἔχουν κυριέψει. Πῶς φεύγει ὁ
δαίμονας; Μέ τήν γνήσια ταπεινοφροσύνη. Πόσο ταπεινή εἶσαι ἐσύ ἀπέναντι στόν
σύζυγό σου; Πόσο δέχεσαι τίς προσβολές πού σοῦ κάνει, τά λόγια πού σοῦ λέει; Ἄν
εἶσαι ταπεινή, θά διώξεις τόν δαίμονα πού τόν ἔχει κυριέψει καί θά κερδίσεις τόν
σύζυγο καί τά παιδιά σου. Ἄν εἶσαι ὑπερήφανη, ὅμως, καί προσπαθεῖς μέ ἄλλους
τρόπους τάχατες νά τούς σώσεις καί νά τούς βοηθήσεις, τίποτα δέν θά κάνεις.
«Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός εἶπε ὅτι ἡ ταπεινοφροσύνη καί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ
εὑρίσκονται πάνω ἀπό ὅλες τίς ἀρετές. Εἶπε πάλι ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός (κι
αὐτό εἶναι πολύ ὡραῖο). Ποιός ἐπώλησε τόν Ἰωσήφ;». Τόν πάγκαλο Ἰωσήφ, πού
ξέρετε ὅτι τά ἀδέλφια του τόν πούλησαν στούς Αἰγυπτίους. Ἤθελαν νά τόν
σκοτώσουν, ἀλλά παρενέβη ὁ μεγαλύτερος καί λέει, ἀντί νά τόν σκοτώσουμε δέν τόν
πουλᾶμε; Ἔτσι σώθηκε ἡ ζωή τοῦ Ἰωσήφ. «Καί ἀπαντᾶνε αὐτοί: οἱ ἀδελφοί του τόν
πούλησαν. Ὄχι, ἀπαντάει ὁ Γέροντας, ἡ ταπείνωσή του τόν πούλησε».
Γιατί μποροῦσε, ὅταν ἐπωλεῖτο, νά πεῖ στούς ἀδελφούς του «εἶμαι ἀδελφός σας» καί
νά ἀντιμιλήσει σ’ αὐτούς. Νά πεῖ καί στούς ἐμπόρους «εἶμαι ἀδελφός τους, δέν εἶμαι
δοῦλος τους, μή δέχεστε αὐτό πού κάνουν». Καί νά μήν γίνει ἡ ἀγοραπωλησία. Δέν
εἶπε τίποτα. Σιώπησε. Σκέπασε τούς ἀδελφούς του, τούς κάλυψε μπροστά στούς
ἐμπόρους, μπροστά στό καραβάνι τῶν Αἰγυπτίων πού περνοῦσε ἐκείνη τήν ὥρα.
«Δέν εἶπε τίποτε καί διά τῆς ταπεινώσεώς του ἐπώλησε τόν ἑαυτό του». Θά πεῖς: –
Μά δέν εἶναι ἀνοησία αὐτό; Δέν εἶναι χαζομάρα; Ὄχι, ἤξερε τί ἔκανε ὁ ἅγιος Ἰωσήφ.
Ἔλεγε, ἐγώ ἀφήνομαι στόν Θεό, δέν θέλω νά στενοχωρήσω καί νά θίξω σέ τίποτα
τούς ἀδελφούς μου, νά τούς ξεμπροστιάσω. Τούς κάλυψε καί προτίμησε νά ἀφεθεῖ
σέ μιά ἄγνωστη περιπέτεια, ὅπου τόν πάει ὁ Θεός, παρά νά γίνει ἀφορμή νά ἐκτεθοῦν
οἱ ἀδελφοί του. «Πλήν, ὅμως, καί ἡ ταπείνωσή του τόν κατέστησε ἄρχοντα στήν
64
Αἴγυπτο». Βλέπετε, ὁ ταπεινός εἶναι ὁ κερδισμένος, αὐτός παίρνει τήν δόξα τοῦ
Θεοῦ. Τελικά ὁ νικητής εἶναι ὁ ταπεινός.
Οὔτε ταράζεται, οὔτε προσπαθεῖ νά δικαιώσει τόν ἑαυτό του, «Γιατί μέ ἀδικεῖτε; Τί
σᾶς ἔκανα;» τίποτε… μάταια πράγματα… «μέ κατηγορεῖτε ἄδικα»… Ἐντάξει,
συγχωρέστε με, φταίω ναί. Μόνο αὐτό ἔχω κάνει; Πολύ περισσότερα ἀπό αὐτά πού
λέτε. Καί δέν λέει ψέματα, γιατί ὄντως ἔχουμε φταίξει σέ πάρα πολλά καί παραχωρεῖ
ὁ Θεός ἀλλοῦ νά φταῖμε καί ἀλλοῦ νά πληρώνουμε.
«Ἕνας ἀπό τούς Πατέρες εἶπε γιά τόν ἀββᾶ Ἰωάννη ὅτι μέ τήν ταπείνωσή του
κατόρθωσε νά κρεμάσει ὁλόκληρη τήν Σκήτη ἀπό τό μικρό του δάκτυλο». Δηλαδή
τόση χάρη πῆρε ἀπό τόν Θεό πού ἐπηρέαζε ὁλόκληρη τήν Σκήτη. Γιατί, ὁ
χαριτωμένος, ὁ ταπεινός ἄνθρωπος, ἑλκύει τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί δέν βοηθάει μόνο
τόν ἑαυτό του καί δέν ἐπηρεάζει μόνο τήν δική του πνευματική κατάσταση πρός τό
καλό, ἀλλά καί ὁλόκληρη ὁμάδα ἀνθρώπων. Ὅσο πιό ταπεινός, τόσο πιό
65
χαριτωμένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιό πολύ βοηθάει καί τούς ἄλλους. Οἱ πιό
μεγάλοι ἅγιοι εἶναι οἱ πιό ταπεινοί.
Εἶναι πάντως πολύ σημαντικό αὐτό… θυμᾶμαι καί ἕναν σύγχρονο Γέροντα στό Ἅγιο
Ὄρος πού τόν ρώτησα: – Πῶς μποροῦμε νά γίνουμε ταπεινοί; Καί μοῦ εἶπε ἀκριβῶς
αὐτό: Ὅταν κατηγοροῦμε τόν ἑαυτό μας. Ἄς τό κρατήσουμε… νά τό ἔχετε κι ἐσεῖς
κατά νοῦ. Νά διαλέγουμε τό ἐλαφρό φορτίο. Δυστυχῶς μαθαίνουμε ἀπό μικροί νά
σηκώνουμε τό βαρύ φορτίο. Ποιό εἶναι τό βαρύ φορτίο; Νά δικαιώνουμε τόν ἑαυτό
μας. Νά ψάχνουμε δικαιολογίες… πῶς θά τό ποῦμε, γιά νά πείσουμε τόν ἄλλον ὅτι
ἔχουμε δίκαιο. Πῶς νά μαγειρέψουμε τά γεγονότα πολλές φορές -ἴσως ποῦμε καί
ψέματα- γιά νά φανοῦμε ὅτι εἴμαστε ἐντάξει.
Ἐνῶ, βλέπετε οἱ ἅγιοι καθόλου δέν ἔπασχαν, καί ἄδικα νά κατηγοροῦνταν, ἔλεγαν
συγχωρέστε με. «Καί ἐάν κολληθεῖ ὁ οὐρανός στή γῆ, ὁ ταπεινόφρων οὐ θροεῖται.
Καί ἐάν ἀδικηθεῖ ἀπό τούς ἀνθρώπους, οὐ μεριμνᾶ πεῖσαι τούς ἀνθρώπους ὅτι
ἠδικήθη, ἀλλά ποιεῖ μετάνοια», αὐτό ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ὁ ταπεινόφρων
δέν θροεῖται, δέν ταράζεται οὔτε κατ’ ἐλάχιστον. Τό θρόισμα εἶναι αὐτό πού κάνουν
τά φύλλα, ὅταν περνάει ἕνα λεπτό ἀεράκι ἀνάμεσά τους. Οὔτε αὐτό παθαίνει ὁ
ταπεινόφρων, ὅταν ἀδικεῖται. Ἀλλά τί κάνει; Βάζει μετάνοια. Δέν μεριμνᾶ, δέν
μπαίνει στήν ἀγωνία νά πείσει τους ἄλλους, μέ ἀδικεῖτε, γιατί τό κάνετε κ.λ.π. Βάζει
μετάνοια καί συνεχίζει εἰρηνικά τόν δρόμο του.
Σήμερα, ποῦ νά βρεῖς ἄνθρωπο εἰρηνικό; Ὅλοι εἶναι ταραγμένοι. Ὅλοι εἶναι μέσα
στό ἄγχος, μέσα στή σύγχυση, μέσα στό μπέρδεμα, μέσα στήν ἀγωνία καί παίρνουν
χάπια γιά νά ἠρεμήσουν καί ὑπνωτικά γιά νά κοιμηθοῦν. Νά παίρνεις αὐτά… τούς
ἁγίους, νά δεῖς πῶς θά ἠρεμήσεις! Νά ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Νά ἡ ἀξία τῆς
Ὀρθοδοξίας. Αὐτό εἶναι Ὀρθοδοξία. Ὀρθοδοξία εἶναι θεραπευτική τῆς ψυχῆς καί τοῦ
σώματος, τῆς ὅλης ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Εἶναι ἡ θεραπευτική πού ἔφερε ὁ Χριστός.
Γι’ αὐτό ὅλοι οἱ αἱρετικοί πολεμᾶνε τούς ἀσκητές, πολεμᾶνε τούς μοναχούς,
πολεμᾶνε τά μοναστήρια. Εἶναι στοχευμένο αὐτό.
Ξέρουν πολύ καλά τί κάνουν, γιατί στά μοναστήρια, στούς ἀσκητές, διασώζεται ἡ
θεραπευτική τοῦ Χριστοῦ καί οἱ αἱρετικοί καί ὅλοι οἱ ἀντίχριστοι δέν θέλουν
θεραπευμένους ἀνθρώπους. Θέλουν ἀνθρώπους ἀθεράπευτους, ἄρρωστους, οἱ ὁποῖοι
ἄρρωστοι ἄνθρωποι εἶναι καί χειραγωγήσιμοι, εἶναι εὔχρηστοι σ’ αὐτούς, τούς
κάνουν ὅ,τι θέλουν. Ἐνῶ ἕναν θεραπευμένο ἄνθρωπο δέν μπορεῖς νά τόν κάνεις ὅ,τι
θέλεις, γιατί αὐτός δέν κάνει ὑπακοή σέ κανέναν, κάνει ὑπακοή μόνο στόν Χριστό.
Εἶναι ἕνας ἀληθινός ἀντάρτης γιά αὐτούς. Δέν τούς θέλουν τέτοιους ἀνθρώπους. Γι’
αὐτό καί ἡ νέα τάξη πραγμάτων θά πολεμήσει ἀβυσσαλέα τά μοναστήρια καί τόν
66
μοναχισμό, τόν ὀρθόδοξο μοναχισμό. Δέν θέλουν θεραπευμένους ἀνθρώπους,
θέλουν ἀνθρώπους εἵλωτες, ἀνθρώπους ὑποταγμένους, ἀνθρώπους χειραγωγήσιμους.
Γι’ αὐτό προωθοῦν καί τήν ὁμοφυλοφιλία καί ὅλες αὐτές τίς διαστροφές.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : …………..
Ἐρ. : Δύσκολο…
Ἀπ. : Ὄχι, εἶναι εὔκολο. Σᾶς εἶπα τό εὔκολο φορτίο εἶναι αὐτό. Μᾶς ἔχει μάθει ὁ
κόσμος, τό κοσμικό πνεῦμα, ὅτι εἶναι δύσκολο. Καί διαλέγουμε τό δύσκολο φορτίο.
Ὅταν θυμώνεις εἶναι τό δύσκολο. Ὅταν θυμώνεις, νιώθεις καλά; Συνταράζεσαι
ὁλόκληρος καί τό σῶμα σου τρέμει. Χαλιέσαι ὁλόκληρος. Ὅλος ὁ ὀργανισμός
δυσλειτουργεῖ. Ἡ καρδιά κοντεύει νά σπάσει, τό αἷμα ἀνεβαίνει στό κεφάλι, μπορεῖ
νά πάθεις καί κανένα ἐγκεφαλικό… Ἔτσι δέν εἶναι; Ἀπό τούς θυμούς παθαίνουν οἱ
ἄνθρωποι τά ἐγκεφαλικά καί τά καρδιακά. Κι ὅμως ἐπιμένουν… τό δίκαιο μου! Σιγά
βρέ παιδί μου σέ πνίγει τό δίκαιο σου… Σέ πνίγει ἡ κακία σου, ἡ ὑπερηφάνειά σου!
Αὐτό σέ πνίγει!
Ἐρ. : …………..
Ἀπ. : Θά τό ἔχουμε στόν νοῦ μας. Ἔχουμε τόσα παραδείγματα. Πολλές φορές ἔχω
πεῖ τό παράδειγμα μέ τόν Ἅγιο Ἐφραίμ πού τόν ἔβαλαν ἄδικα στή φυλακή καί
παραπονιόταν «Θεέ μου, γιατί;» καί τοῦ εἶπε «Ξέρω ὅτι ἄδικα σέ ἔβαλαν φυλακή,
ἀλλά θυμᾶσαι τότε πού ἔφυγε τό ζῶο σου καί πῆγε στούς ξένους κήπους καί τά ἔκανε
ὅλα ἄνω-κάτω; Γιά ἐκεῖνο πληρώνεις αὐτό». Ἄσχετα πράγματα… Κι ὅμως ἔτσι
λειτουργεῖ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί ξέρετε λειτουργεῖ μέ μεγάλη-μεγάλη ἀκρίβεια!
Μέ μεγάλη ἀκρίβεια! Εἶναι μιά πνευματική γνώση αὐτό καί πρέπει νά τό
γνωρίζουμε. Τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
Γι’ αὐτό, πρωτίστως, πρέπει νά ἐρχόμαστε στίς συνάξεις νά μαθαίνουμε τόν λόγο τοῦ
Θεοῦ. Πολλές φορές τό ἔχω πεῖ. Δέν πρέπει νά λείπουμε ἀπό τίς συνάξεις, εἶναι
λόγος Θεοῦ, εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ: Νά μήν ἐγκαταλείπετε οἱ χριστιανοί τήν σύναξη
τῆς Ἐκκλησίας. Κι ὅταν λέμε σύναξη τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἐννοοῦμε μόνο τήν Θεία
Λειτουργία, ἐννοοῦμε καί τό κήρυγμα. Γιατί, ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς δέν γίνεται μόνο
67
στήν Θεία Λειτουργία ἤ μόνο στήν ἐξομολόγηση ἤ μόνο στά μυστήρια, γίνεται καί
στήν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Νά τώρα αὐτά πού εἴπαμε εἶναι θεραπεία.
Λειτουργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα τώρα μέσα στίς ψυχές μας καί σέ μένα πού τά λέω καί
σέ σᾶς πού τά ἀκοῦτε. Σέ ὅποιον εἶναι δεκτικός βέβαια. Μπορεῖ ὁ ἄλλος νά κάθεται
καί νά ἔχει γυρίσει διακόπτη… νά κοιμᾶται…. Λέω γιά αὐτούς πού τά δέχονται.
Λειτουργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θεραπεύεσαι αὐτή τήν ὥρα. Σέ πρώτη φάση
γνωρίζεις, ἔστω ἐγκεφαλικά, τήν ἀλήθεια. Ἔχει σημασία νά γνωρίζεις τήν ἀλήθεια,
νά γνωρίζεις τί λέει ὁ Θεός. Ἔστω ἐγκεφαλικά…
Μετά ἀπό αὐτή τήν ἐγκεφαλική γνώση θά μπεῖς καί στήν διαδικασία νά τό τηρήσεις.
Ἄν δέν τό γνωρίζεις, τί θά τηρήσεις; Ἀφοῦ δέν ξέρεις κἄν τήν θεραπευτική ὁδηγία.
Μέ τό πού πῆγες στόν γιατρό θεραπεύτηκες; Ὄχι, πρῶτα θά ἀκούσεις τήν διάγνωση
καί μετά θά ἀκούσεις καί τήν θεραπεία, ποιά εἶναι τά φάρμακα. Ἄν δέν ἀκούσεις κἄν
τά φάρμακα, πῶς θά θεραπευτεῖς; Μόνο πού πῆγες, δέν φτάνει. Καί μέ τό πού τά
ἄκουσες, θεραπεύτηκες; Ὄχι, πρέπει καί νά τά πάρεις. Νά πᾶς στό φαρμακεῖο, νά τά
πάρεις, νά τά καταπιεῖς… νά μπεῖς σέ ὅλη αὐτή τήν διαδικασία.
Ἔτσι εἶναι καί ὅλη αὐτή ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς. Ἀλλά ξεκινᾶμε μ’ αὐτό, τουλάχιστον
νά γνωρίζουμε. Σήμερα, δυστυχῶς, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἄγνοια τοῦ τί λέει ὁ Θεός.
Ἀγνοοῦμε στοιχειώδη βασικά πράγματα, γι’ αὐτό καί ὑποφέρουμε. Τίς ἐντολές τοῦ
Θεοῦ δηλαδή πού εἶναι θεραπευτικές. Ὅλες οἱ ἐντολές εἶναι θεραπευτικές. Ξέρετε
ἀπό πόσες δυστυχίες θά γλιτώναμε, ἄν τηρούσαμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Ἀπό πόσα
βάσανα…; Ἀπό ὅλα τά βάσανα! Γιατί, ὅλα αὐτά πού περνᾶμε, σέ τελική ἀνάλυση,
εἶναι ἀποτελέσματα τῶν ἁμαρτιῶν μας. Σπάνιο εἶναι αὐτό πού συνέβη στόν Ἰώβ, νά
ἀφήσει ὁ Θεός νά πάθουμε κάτι, γιά νά φανεῖ ἡ ἀρετή μας. Ποιά ἀρετή μας; Ἐδῶ
ἔχουμε σχεδόν παντελή ἄγνοια τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό βασανιζόμαστε καί
ὑποφέρουμε. Ἄν τηρούσαμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θά γλιτώναμε ἀπό πολλές-πολλές
θλίψεις. Οἱ θλίψεις εἶναι ἀποτελέσματα ἁμαρτιῶν.
Καί ἀποτυγχάνουν, γιατί δέν πᾶνε μέ σωστά κριτήρια. Δέν ξέρουν κἄν πῶς θά γίνει
αὐτή ἡ σωστή οἰκογένεια καί χωρίζουν καί οἱ ἄλλοι λένε «ξαναφτιάξε τήν ζωή
σου..». Ἄντε πάλι! Δεύτερη φορά. Τί λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; «λέλυσαι ἀπό γυναικός;
μή ζήτει γυναῖκα» (Α΄Κορ. 7,27). Χώρισες μιά φορά; Μή ζητᾶς ἄλλη γυναίκα.
Μπελά στό κεφάλι σου θά ἔχεις δηλαδή, νά τό ποῦμε ἁπλά. Τό ἴδιο λέει καί γιά τήν
68
γυναίκα. Χώρισες ἀπό τόν ἄνδρα; Μήν ψάχνεις ἄλλον ἄνδρα. Ὄχι, λέει ὁ ἄλλος ὁ
κοσμικός, νά ξαναφτιάξεις τήν ζωή σου… Ξέρετε τί ταλαιπωρία ἔχει αὐτό; Καί τό
λέει καί ἀλλιῶς ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Τό λέει τό Εὐαγγέλιο, μήν σκανδαλιστεῖτε. «Ἐάν
ἀπολελυμένην γαμήσει, μοιχᾶται» (Ματθ. 5,32). Τί θά πεῖ αὐτό; Αὐτός πού παίρνει
μιά χωρισμένη, κάνει μοιχεία. Τό ξέρετε ὅτι ὑπάρχει τέτοια ἐντολή τοῦ Θεοῦ;
Ἐλάχιστοι ἄνθρωποι τό ξέρουν αὐτό καί παντρεύονται χωρισμένους καί χωρισμένες.
Καί μετά ἔχεις τίς συνέπειες, βασανίζεσαι… Καταλάβατε;
Καί σοῦ λέει ὁ ἄλλος: ὄχι, νά φτιάξεις τήν ζωή σου. Φτιάξε την… καί ἔχεις μιά ζωή
μαύρη. Γιατί, δέν τηροῦμε βασικά πράγματα. Γιατί δέν τά τηροῦμε; Γιατί, δέν τά
ξέρουμε κἄν. Δέν πᾶς ποτέ νά ἀκούσεις ἕνα κήρυγμα, δέν μπαίνεις στόν κόπο νά
διαβάσεις λίγο τί λέει ὁ κατασκευαστής σου. Γιατί ὁ Θεός εἶναι ὁ κατασκευαστής
σου. Ἐνῶ, γιά τό αὐτοκίνητο θά πάρεις τό manual καί θά τό κάνεις φτερό, νά μάθεις
καί τήν παραμικρή λεπτομέρεια νά μήν χαλάσεις τό αὐτοκίνητό σου, τό εἴδωλό
σου… Γιά ἐκεῖνο γιατί ἐνδιαφέρεσαι νά μάθεις τά πάντα καί γιά τήν ψυχή σου καί
γιά τό σῶμα σου δέν ἐνδιαφέρεσαι νά μάθεις πῶς θά λειτουργήσεις τό σῶμα σου καί
τήν ψυχή σου;
Δέν εἶναι πολύ λογικά αὐτά πού λέμε; Νά λοιπόν ἡ ἀνάγκη νά μήν ἀφήνουμε τίς
συνάξεις, νά μήν ἀφήνουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά μήν ἀφήνουμε τήν ψυχή μας καί
τό σῶμα μας, τήν ὕπαρξή μας, σ’ αὐτή τήν ἄγνοια, σ’ αὐτή τήν ἀγνωσία τοῦ πῶς θά
λειτουργήσουμε αὐτά τά δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Ἐρ. : …………..
Ἀπ. : Νομίζω, ὅτι ἔχει δύο σκέλη ἡ ἐρώτηση. Στό πρῶτο ἡ ἀπάντηση εἶναι αὐτό πού
σᾶς λέω τώρα. Ὄντως, γιά ἕναν πού δέν πιστεύει στόν Θεό, ἡ χριστιανική ζωή εἶναι
μία βλακεία! Ναί, μιά μωρία! Μιά ἠλιθιότητα… Θά πεῖς «ὁ Χριστός λέει ν’ ἀγαπᾶμε
τούς ἐχθρούς μας». Θά σοῦ πεῖ «Τί βλάκας εἶσαι; Τούς ἐχθρούς σου θά ἀγαπᾶς;».
Ἔτσι λέει ὁ Χριστός. Θά εὐεργετῶ αὐτούς πού μέ ὑπονομεύουν. Θά σοῦ πεῖ «Δέν
πᾶς καλά!». Ἔτσι δέν εἶναι; Γιά τόν κοσμικό εἶσαι τρελός. «Τόν ἐχθρό σου θά
ἀγαπᾶς;». Ναί, αὐτό λέει ὁ Χριστός. Ὁπότε, μή μᾶς κάνει ἐντύπωση, ἄν γιά τούς
ἀνθρώπους τοῦ κόσμου εἴμαστε τρελοί. Τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τό
κήρυγμα; «Ἕλλησι δέ μωρία» (Α΄Κορ. 1,23). Γιά τούς Ἕλληνες, δηλαδή τούς
εἰδωλολάτρες, τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι μωρία, εἶναι ἠλιθιότητα. Ἔτσι εἶναι.
Καί ἐμεῖς πού ἀκολουθοῦμε αὐτό τό κήρυγμα εἴμαστε ἠλίθιοι γιά τούς ἀνθρώπους
τοῦ κόσμου. Δέν πρέπει νά μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅ,τι κι ἄν ἀκοῦμε.
Τό δεύτερο σκέλος πού εἴπατε, πῶς ξεχωρίζουμε τό κόμπλεξ κατωτερότητας ἀπό τήν
ἀληθινή ταπεινοφροσύνη. Εἶναι πολύ ἁπλό, τό κόμπλεξ κατωτερότητας εἶναι
ὑπερηφάνεια. Κρυμμένη ὑπερηφάνεια εἶναι. Αὐτός πού ἔχει κόμπλεξ κατωτερότητας,
ἔχει κατάθλιψη. Αὐτό εἶναι τό κόμπλεξ κατωτερότητας. Ἔχει τήν ἰδέα ὅτι εἶναι
καλός, ἀλλά δέν τό ἀναγνωρίζουν οἱ ἄλλοι. Δέν ἀναγνωρίζουν τήν καλοσύνη του,
69
τήν ἐξυπνάδα του, τή σπουδαιότητά του καί παθαίνει κατάθλιψη. Ὁ πραγματικά
ταπεινόφρων δέν φρονεῖ ὅτι εἶναι καλός ἤ ὅτι ἀξίζει ἤ ὅτι δέν ἀναγνωρίζουν οἱ ἄλλοι
τήν μεγάλη του ἀξία, ἀλλά φρονεῖ ἀκριβῶς ὅτι δέν ἀξίζει τίποτα καί αὐτός ποτέ δέν
ἔχει κόμπλεξ. Ὅ,τι κι ἄν ἀκούσει, λέει καί λίγα μοῦ λένε, χειρότερα ἔπρεπε νά μοῦ
ποῦνε, γιατί δέν ἀξίζω τίποτα, εἶμαι χειρότερος ἀπ’ τό χῶμα. Τό χῶμα δέν τό βάζει
κανείς στό κεφάλι του, τό πατάει. Ὁπότε καλά κάνουν καί μένα καί μέ πατᾶνε. Ἔτσι
λειτουργεῖ ὁ ταπεινόφρων. Ὁ ἄλλος πού ἔχει κόμπλεξ μέ τό παραμικρό πού θά
ἀκούσει παθαίνει κατάθλιψη. «Δέν μ’ ἀγαπάει κανένας, δέν νοιάζεται κανένας..»,
ὅλο τέτοια ἀκοῦς ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους τούς καταθλιπτικούς. Ἐσύ νοιάστηκες
ποτέ γιά κανέναν; Νά τόν ρωτήσουμε… Ποτέ δέν σκέφτηκε τούς ἄλλους. Εἶναι ὁ
ἐγωιστής. Αὐτός παθαίνει κόμπλεξ κατωτερότητας.
Καί βλέπουμε στόν ἀντίποδα τήν ἀληθινή θεραπευτική τοῦ Χριστοῦ πού σοῦ λέει:
Θέλεις νά γίνεις καλά; Ταπεινώσου. Ἡ βάση τῆς θεραπείας εἶναι ὁ πρῶτος
μακαρισμός «Μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πνεύματι» (Ματθ. 5,3). Ὁ Ἅγιος Πορφύριος
λέει καί κάτι ἀκόμα: ὁ ταπεινόφρων δέν εἶναι ταπεινολόγος. Πολλοί λένε
ταπεινωτικά λόγια γιά τόν ἑαυτό τους «ἐγώ εἶμαι χειρότερος ἀπό ὅλους κλπ». Αὐτός
εἶναι κρυμμένος ἐγωιστής. Ὁ ταπεινόφρων ποτέ δέν λέει τέτοια λόγια, ἀλλά ζεῖ στήν
πράξη τήν ταπείνωση καί δέχεται τίς ταπεινώσεις πού τοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι.
Ὑπάρχει ἕνα πολύ ὡραῖο, νά τό θυμάστε: ταπεινόφρων δέν εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος δέν
ἀφήνει τούς ἄλλους νά τόν ἀνεβάζουν, εἶναι αὐτός πού ἀφήνει τούς ἄλλους νά τόν
κατεβάζουν. Αὐτός εἶναι ἀληθινά ταπεινόφρων, πού δέν ἀντιδρᾶ, ὅταν οἱ ἄλλοι τόν
ταπεινώνουν, τόν ἐξουθενώνουν, τόν ἀδικοῦν. Ὅταν λένε καλά λόγια καί ἐσύ λές δέν
εἶναι ἔτσι κ.λ.π. αὐτό μπορεῖ νά εἶναι καί κρυμμένος ἐγωισμός. Ἐκεῖ καλύτερα νά
σιωπήσεις καί νά πεῖς μέσα σου «Θεέ μου, ὄχι σέ μένα, σέ Σένα δῶσε δόξα» (Ψαλμ.
113,9). Μήν τό παίζεις δηλαδή ταπεινός. Μή λές ταπεινωτικά γιά τόν ἑαυτό σου,
ἀλλά μέσα σου νά ταπεινώνεις τόν ἑαυτό σου, νά αὐτομέμφεσαι πάντοτε καί νά
χαίρεσαι ὅταν οἱ ἄλλοι σέ ταπεινώνουν.
70
Τρόποι μετανοίας
Συνεχίζουμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ σήμερα γιά νά ποῦμε γιά τούς τρόπους τῆς
μετανοίας. Πῶς δηλαδή κανείς μετανοεῖ;
Ἡ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου πού νεκρώθηκε -καί ἡ νέκρωση τοῦ ἀνθρώπου γίνεται
ἀπό τήν ἁμαρτία- ἐπιτυγχάνεται μ’ αὐτό τό μυστήριο τῆς μετάνοιας καί
ἐξομολόγησης. Ἐκεῖ γίνεται ἡ ἀνακαίνιση καί ἡ ἀναγέννηση. Βεβαίως πρέπει νά
ὑπάρχει ἡ ἀπόφαση γιά διόρθωση, νά ὑπάρχει ἡ συντριβή, ἀλλά ἡ ὁλοκλήρωση τῆς
θεραπείας γίνεται μέ τό μυστήριο. Καί πολλές φορές, γιά νά μήν πῶ πάντοτε, βλέπω
αὐτή τήν ἀλλαγή τοῦ ἀνθρώπου μέ τό πού θά ὁλοκληρωθεῖ τό μυστήριο. Ἐνῶ οἱ
ἄνθρωποι μπαίνουν κατηφεῖς, καταθλιμμένοι, πολύ βαρεῖς, βγαίνουν ἀνάλαφροι,
χαρούμενοι καί γελαστοί, ὅσο βαριές ἁμαρτίες κι ἄν ἔχουν κάνει. Ἀρκεῖ βέβαια νά
εἶναι εἰλικρινεῖς στήν μετάνοια τους καί ἀποφασισμένοι νά ἀλλάξουν ζωή. Τότε
νιώθουν καί οἱ ἴδιοι τήν καινούρια ζωή πού βγαίνει ἀπό μέσα τους.
Στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀποτυπώνονται ὅλοι οἱ λογισμοί καί οἱ πράξεις τῆς
ἐπίγειας ζωῆς του, εἴτε καλοί, εἴτε κακοί. Ἀποτυπώνονται τά πάντα. «Καί ἕνα ποτήρι
κρύο νερό», λέει ὁ Κύριος, «νά δώσεις, δέν θά χάσεις τόν μισθό σου»(Ματθ. 10,42).
Ὁποιαδήποτε πράξη, ὁτιδήποτε κάνουμε ἤ σκεφτόμαστε, ἀφήνει ἕνα ἀποτύπωμα. Ἄν
οἱ πράξεις μας καί οἱ σκέψεις μας, οἱ λογισμοί μας, εἶναι καλοί, εἶναι θεάρεστοι, τότε
ἡ ψυχή λαμπρύνεται, εἶναι φωτεινή καί αὐτοί οἱ λογισμοί καί οἱ πράξεις εἶναι
κοσμήματα. Ἐάν ὅμως εἶναι κακοί, εἶναι ρύποι, ἀμαυρώνουν τό θεῖο κάλλος τῆς
εἰκόνας τοῦ Θεοῦ καί ἡ ψυχή μοιάζει μέ μουτζουρωμένη εἰκόνα. Ἡ κηλίδα τοῦ
πονηροῦ λογισμοῦ ἐξαλείφεται μόνο μέ τό μυστήριο τῆς μετάνοιας καί
ἐξομολόγησης.
Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀπευθυνόμενος στούς ἀνθρώπους, τούς
λαϊκούς, στούς ὁποῖους μιλοῦσε στίς περιοδεῖες πού ἔκανε, ἄν εἶναι δυνατόν καί
κάθε μέρα νά ἐξομολογεῖστε. Γιατί ποιός δέν κάνει κακούς λογισμούς καί δέν πέφτει
μέ τούς λογισμούς; Ὁπότε χρειάζεται συνεχῶς μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Ἄν δέν
μπορεῖς, λέει, κάθε μέρα, τουλάχιστον μιά φορά τήν ἑβδομάδα. Ἄν δέν μπορεῖς μιά
φορά τήν ἑβδομάδα, τό ἐλαχιστότατο μιά φορά τόν μήνα καί τό τελείως ἀκραῖο
τέσσερις φορές τόν χρόνο, στίς τέσσερις μεγάλες νηστεῖες: Χριστουγέννων, Πάσχα,
τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τῆς Παναγίας.
71
Ἀνάσταση σέ μιά ἀπό τίς ἐμφανίσεις Του, τούς ἐνεφύσησε στό πρόσωπο καί τούς
εἶπε λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο καί ἀμέσως μετά τούς ἔδωσε αὐτή τήν ἐξουσία νά
ἀφήνουν, νά συγχωροῦν, τίς ἁμαρτίες καί λέει ὅτι τότε τίς ἀφήνει καί ὁ Ἴδιος. Ἐνῶ,
ἄν τίς ἔχουν κρατήσει, λέει, τότε μένουν κρατημένες καί ἀπό Αὐτόν. Πότε τίς ἔχουν
κρατήσει τίς ἁμαρτίες; Ὅταν δέν πηγαίνεις νά τίς πεῖς, δέν πηγαίνεις γιά
ἐξομολόγηση, ὁπότε δέν παίρνεις συγχώρηση, ἄρα εἶναι κρατημένες.
Ὅπως αὐτή ἡ Ρωσίδα κομμουνίστρια, πού ἦταν ἄθεη καί ἔφυγε ἀμετανόητη. Ἔβριζε
τούς παπᾶδες ὅτι εἶναι χαραμοφάηδες…. τσάμπα τρῶνε τό ψωμί τους… δέν τούς
θέλουμε τούς παπᾶδες… Κάποια στιγμή τέλειωσε κι αὐτῆς ἡ ζωή καί εἶδε ὅτι ὅλα
αὐτά πού ἀπέρριπτε καί ἔβριζε, ὑπάρχουν. Ὁ Θεός ὑπάρχει, ἡ Παναγία ὑπάρχει, οἱ
Ἄγγελοι ὑπάρχουν καί οἱ δαίμονες ὑπάρχουν. Ἄρχισε τότε νά παρακαλάει τόν
Χριστό νά τήν συγχωρέσει. Ἀλλά ὁ Xριστός λέει «Αὐτό δέν γίνεται τώρα… δέν
μπορῶ.. ἀφοῦ εἶσαι ἀμετανόητη. Ὅσα χρόνια ζοῦσες, ἔβριζες καί Ἐμένα καί τήν
Παναγία καί τούς Ἁγίους μου καί τούς παπᾶδες μου..».
Ὁπότε αὐτή τά ἔχασε καί πῆγε στήν Παναγία καί ἔλεγε «Παναγία μου, σέ παρακαλῶ,
ἐσύ κάνε κάτι». Λέει ἡ Παναγία «Χριστέ μου ἐσύ εἶσαι Πάνσοφος καί μπορεῖς νά
βρεῖς μία λύση καί γιά αὐτή τήν γυναῖκα, ἀφοῦ θέλει νά συγχωρεθεῖ». Αὐτά πού σᾶς
λέω εἶναι καταγραμμένα, ἔχει βγεῖ βιβλίο πού περιγράφει αὐτό τό θαῦμα πού ἔγινε
στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα. Τότε ὁ Χριστός εἶπε στήν Παναγία «γιά χάρη σου,
ὑπάρχει μία μόνο λύση, νά ξαναπάει αὐτή ἡ γυναίκα πίσω στή γῆ, νά ἐξομολογηθεῖ
καί ἔτσι θά συγχωρεθεῖ». Καί πράγματι, ἐνῶ εἶχε φύγει ἀπ’ τό σῶμα ἡ ψυχή,
ξαναμπῆκε στό σῶμα, τό ὁποῖο ἐν τῷ μεταξύ τό εἶχαν βάλει σέ ἕνα ψυγεῖο καί
πηγαίνοντας οἱ νοσοκόμοι νά βάλουν κι ἕνα ἄλλο πτῶμα στό ψυγεῖο, βγῆκε αὐτή
ζωντανή! Τό πρῶτο πού ζήτησε φυσικά ἦταν ἕναν παπά νά ἐξομολογηθεῖ. Τό εἶχε
πάρει τό μάθημά της. Ἕναν «χαραμοφάη»…
Τυχερή ἦταν!
Ἐμεῖς εἴμαστε τυχεροί πού ἔχουμε ἐδῶ τήν εὐκαιρία καί πρέπει νά τήν
ἀξιοποιήσουμε. Γιά μᾶς ἔγινε αὐτό.
Μετά, τέλος πάντων, κοιμήθηκε καί σώθηκε ἡ γυναίκα. Τώρα… νά μήν βασιστοῦμε
σ’ αὐτό, ἔτσι; Ἐμεῖς νά μετανοήσουμε πρίν πεθάνουμε. Ἀλλά εἶναι μιά πολύ
διδακτική ἱστορία γιά ὅλους αὐτούς πού λένε ὅτι δέν ὑπάρχει μετά θάνατον ζωή. Τό
γεγονός αὐτό ἔγινε θέμα παγκόσμιο. Ἦρθαν γιατροί ἀπό ὅλο τόν κόσμο, τήν
ἐξέτασαν, τούς εἶπε αὐτή τήν ἐμπειρία, πῶς εἶδε τόν Χριστό, τήν Παναγία…
Μερικοί ἐξυπνάκηδες λένε «Ἦρθε κανένας ἀπό τήν ἄλλη ζωή;». Νά πού ἦρθε! Καί
ὅλα αὐτά ἔγιναν τώρα, στόν 20ο αἰῶνα, δέν ἔγιναν παλιά. Γιατί λένε «ἔ, παλιά, πρίν
ἀπό χίλια πεντακόσια χρόνια… σήμερα ἦρθε κανένας ἀπ’ τήν ἄλλη ζωή;». Ἦρθε
72
αὐτή ἡ γυναίκα… καί ὄχι μόνο… κι ἄλλοι ἔχουν ἔρθει. Ἀλλά πάλι δέν μετανοοῦμε.
Γιατί δέν μετανοοῦμε; Γιατί δέν θέλουμε νά μετανοήσουμε.
Ὁ Κύριος, λοιπόν, ἔχει ἐκχωρήσει τό δικαίωμα τῆς συγχώρησης τῶν ἁμαρτιῶν στούς
ἱερεῖς. Προσέξτε το αὐτό. Ὁ Ἴδιος δηλαδή δέν συγχωράει. Λέει «Ἐγώ ἔχω δώσει
αὐτό τό δικαίωμα στούς ἱερεῖς. Αὐτούς πού ἐσύ, κυρία μου, ἔβριζες χαραμοφάηδες,
αὐτοί εἶναι οἱ ἐντεταλμένοι νά σέ συγχωρέσουν». Βλέπετε ποιούς βρίζουμε; Βρίζουν
τούς παπᾶδες καί τούς δεσποτάδες… καί τά ἀνεχόμαστε… δέν τήν πετᾶμε τήν
τηλεόραση, καθόμαστε καί ἀκοῦμε αὐτά πού λένε τά ὑβριστικά καί τά ψέματα τίς
περισσότερες φορές. Εἶναι σάν νά βρίζουν τόν Ἴδιο τόν Χριστό, γιατί οἱ παπᾶδες
κάνουν αὐτό πού δέν κάνει ὁ Χριστός τώρα.
Ὁ Χριστός δέν τό κάνει αὐτό τώρα. Λέει «Ἐγώ ἔχω δώσει αὐτό τό δικαίωμα στούς
παπᾶδες, ἀπό κεῖ θά πᾶς νά πάρεις συγχώρηση, ὄχι ἀπό Μένα». Σκεφτεῖτε τί ταπεινός
εἶναι ὁ Χριστός! Δίνει τήν ἐξουσία σέ ἕναν ἄνθρωπο! Καί ἐμεῖς λέμε «θά πάω στίς
εἰκόνες… θά πάω κατευθείαν στόν Χριστό». Ἐνῶ ὁ Χριστός λέει «Ὄχι, θά πᾶς σ’
αὐτόν τόν ἄνθρωπο, Ἐγώ ἔτσι ἔχω ὁρίσει τά πράγματα νά γίνονται».
Ὁ Χριστός μας μᾶς εἶπε ὅτι μέ αὐτό τόν τρόπο ἐξαλείφονται οἱ ἁμαρτίες. Καί πάλι
μᾶς εἶπε «οὐδέν συγκεκαλυμμένον ἐστίν ὅ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται» (Λουκ. 12,2), δέν
ὑπάρχει τίποτα πού εἶναι τώρα καλυμμένο, τό ὁποῖο δέν θά ἀποκαλυφθεῖ «καί
κρυπτόν ὅ οὐ γνωσθήσεται» καί τίποτα πού εἶναι τώρα κρυφό πού δέν θά γίνει
γνωστό. Μπορεῖ τούς ἀνθρώπους νά τούς ξεγελάσεις. Μπορεῖ τό δικαστήριο νά τό
ξεγελάσεις, νά πεῖς ψέματα, νά ψευδορκήσεις κ.λ.π. Τόν Θεό δέν μπορεῖς νά Τόν
ξεγελάσεις. Αὐτό πού ἔκρυψες τώρα, θά φανερωθεῖ δημόσια κάποτε. Κι ἄν δέν
φανερωθεῖ σ’ αὐτή τή ζωή, σίγουρα θά φανερωθεῖ στή Δευτέρα Παρουσία τοῦ
Χριστοῦ ἐνώπιον ὅλων καί τότε εἶναι πού θά γίνει τό δημόσιο ρεζίλεμα.
Ἐάν ἐμεῖς δέν ὁμολογήσουμε τίς ἁμαρτίες μας, γιά νά τίς ἐξαλείψουμε μέ τό
μυστήριο τῆς μετάνοιας, θά τίς καταστήσουμε φανερές μπροστά στό φρικτό βῆμα
τοῦ Χριστοῦ, μπροστά σ’ ὅλους τούς Ἀγγέλους καί σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων
τῶν αἰώνων. Μᾶς συμφέρει; Γιά μερικές καί μερικούς πού ντρέπονται…
«Ντρέπομαι», λέει «αὐτό δέν μπορῶ νά τό πῶ». Μετά πού θά τό ἀκούσουν ὅλοι;
Ὅλοι οἱ αἰῶνες; Δέν θά ντραπεῖς; Ἐκεῖ νά δεῖς ντροπή! Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅλων τῶν
αἰώνων… καί ὄχι μόνο οἱ ἄνθρωποι καί οἱ Ἄγγελοι. Ὅλοι οἱ Ἄγγελοι!
«Ἐάν ὁμολογῶμεν τάς ἁμαρτίας ἡμῶν, πιστός ἐστι καί δίκαιος, ἵνα ἀφῇ ἡμῖν τάς
ἁμαρτίας καί καθαρίσῃ ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀδικίας» (Α΄Ἰω. 1,9). Βλέπετε; Ἐάν
ὁμολογοῦμε τίς ἁμαρτίες μας, εἶναι πιστός καί δίκαιος γιά νά ἀφήσει τίς ἁμαρτίες
μας καί νά μᾶς καθαρίσει ἀπό κάθε ἀδικία. Τό ἔχει ὑποσχεθεῖ. Καί ὁ Θεός ποτέ δέν
ἀναιρεῖ τίς ὑποσχέσεις Του. Εἶναι πιστός καί δίκαιος.
73
Γιά νά ἔχει ἡ μετάνοιά μας τά ἀγαθά ἀποτελέσματα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν καί
τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεώς μας -ἀφενός σοῦ ἀφήνονται οἱ ἁμαρτίες, ὅταν
μετανοεῖς καί ἀφετέρου ἀναγεννιέσαι, ξαναζωντανεύεις δηλαδή- θά πρέπει νά ἔχει
ὁρισμένες προϋποθέσεις. Ἤδη εἴπαμε ὅτι πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει συναίσθηση καί
συντριβή, πού εἶναι τά θεμέλια τῆς μετάνοιας. Συναίσθηση ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, ὅτι
εἶναι ἔνοχος, ὅτι αὐτός φταίει καί συντριβή μετά τῆς καρδιᾶς του καί τῆς ψυχῆς του
γιά τό σφάλμα του. Δέν ἀρκεῖ ὅμως αὐτό.
Μετά τήν κατά Θεόν λύπη καί τό λουτρό τῶν δακρύων εἶναι ἀπαραίτητο νά
ἀκολουθήσει ἡ στερεή πίστη καί ἡ βέβαιη ἐλπίδα γιά τό θεῖο ἔλεος. Συντρίφτηκες
ἀλλά δέν πρέπει νά μείνεις σ’ αὐτό, γιατί μετά θά πέσεις στήν ἀπελπισία. Θά πρέπει
νά ἔχεις καί τήν στερεή πίστη καί τήν βέβαιη ἐλπίδα ὅτι ὁ Θεός θά σέ συγχωρέσει
ἐφόσον μετανόησες. Καί γιά νά τό καταφέρεις αὐτό, νά ἔχεις τήν πίστη καί τήν
ἐλπίδα, θά πρέπει νά ἐντρυφᾶς στό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Νά σκέφτεσαι, νά ἀσχολεῖσαι μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πῶς φανερώθηκε ἡ ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ στόν κόσμο. Πῶς ὁ Θεός ἔστειλε τόν Υἱό Του τόν μονογενή καί σταυρώθηκε
καί Τόν παρέδωσε γιά τή σωτηρία μας. Ὅλα αὐτά θά μᾶς ἐνισχύσουν στό νά μή
χάσουμε τήν ἐλπίδα. Γιατί ἡ μεγαλύτερη ἐπιτυχία τοῦ διαβόλου εἶναι νά μᾶς
ἀπελπίσει. Ἀπό τή στιγμή πού βλέπεις τίς ἁμαρτίες σου, νά σέ ὠθήσει στήν
ἀπελπισία, ὅτι πιά δέν ὑπάρχει γιά σένα σωτηρία, γιά νά μήν μετανοήσεις. Ὅπως
ἔγινε μέ τόν Ἰούδα.
Ὁ σκληρός ἀγῶνας κατά τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν καί τῶν δαιμονικῶν ὑποδείξεων δέν
εἶναι πάντοτε ὁ πλέον ἐνδεδειγμένος τρόπος γιά τήν ὑπερνίκηση τοῦ κακοῦ. Τό νά
πολεμᾶς κατά μέτωπο τούς λογισμούς δηλαδή δέν εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος. Ὁ
καλύτερος καί εὐκολότερος τρόπος εἶναι νά ἀνεβαίνεις πνευματικά στίς θεῖες
κορυφές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, στή θεωρία τοῦ θείου μεγαλείου, στή μελέτη τῆς
προαιώνιας βουλῆς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου προορισμοῦ μας πρό καταβολῆς κόσμου
γιά τό πλήρωμα τῆς τελειότητος. Νά σκέφτεσαι ὅτι ὁ Θεός σ’ ἀγαπάει καί νά
προσπαθεῖς ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό. Ὁπότε ἀγαπώντας τόν Θεό ἀπορροφᾶσαι ἀπό
αὐτή τήν θεωρία καί φεύγει ὁ νοῦς σου ἀπό τά χαμερπή, ἀπό τούς κακούς λογισμούς.
Νικᾶς τά πάθη καί τούς λογισμούς περιφρονώντας τους. Γιατί ἐσύ ἀσχολεῖσαι μέ τόν
Θεό.
Καί τόν διάβολο μέ τήν περιφρόνηση τόν νικᾶμε. Αὐτή εἶναι ἡ καλύτερη
ἀντιμετώπιση. Ὄχι μέ τόν ἀντίλογο. Οὔτε μέ τόν διάλογο πολύ περισσότερο… Δέν
ἐπιτρέπεται νά κάνουμε διάλογο, ἀλλά οὔτε ἀντίλογο. Δέν τοῦ λές τίποτα. Δέν τοῦ
μιλᾶς καθόλου. Δέν ἀσχολεῖσαι καθόλου. Κοιτᾶς πρός τόν Χριστό καί ἀνεβαίνεις
πρός τόν Χριστό ἀγαπώντας Τον. Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά νικήσεις
τούς κακούς λογισμούς καί τά πάθη.
74
Μοιάζουν τά πάθη μέ ζιζάνια, τά ὁποῖα φυτρώνουν στόν κῆπο. Μέσα στόν κῆπο
ὑπάρχει κι ἕνα δέντρο καλό, τό δέντρο τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό. Ἄν ἐσύ, ἀντί νά
ἀσχοληθεῖς νά βγάζεις τά ζιζάνια, προσπαθήσεις νά μεγαλώσεις αὐτό τό δέντρο, τό
φροντίσεις πολύ καί μεγαλώσει πολύ, αὐτό τό δέντρο θά κάνει πολλά κλαδιά καί θά
κάνει ἕναν μεγάλο ἴσκιο. Ὁπότε αὐτόματα κάτω ἀπ’ τόν ἴσκιο δέν θά βγαίνουν
ζιζάνια. Γιατί καί τά ζιζάνια θέλουν ἥλιο. Μᾶς συμφέρει μ’ αὐτό τόν τρόπο νά νικᾶμε
τά πάθη αὐξάνοντας τήν ἀγάπη μας πρός τόν Θεό, μέ τόν θεῖο ἔρωτα.
Μέ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό νικᾶς πολύ εὐκολότερα τά πάθη, παρά ὅταν ἀσχολεῖσαι
κατά μέτωπο μ’ αὐτά καί τά πολεμᾶς ἤ μέ τούς κακούς λογισμούς καί λές «φύγε, δέν
σέ θέλω, κ.λ.π.». Ὄχι ἔτσι. Γυρνᾶς τόν νοῦ σου στήν προσευχή, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησέ με. Ὁπότε ὁ διάβολος βλέπει ὅτι ἐκεῖ πού πάει νά σοῦ κάνει κακό, σοῦ κάνει
καλό, γιατί σέ σπρώχνει νά προσευχηθεῖς καί ἐπειδή δέν τόν συμφέρει, σ’ ἀφήνει γιά
ἕνα διάστημα.
Πηγαίνεις σέ ἄλλα ἔθνη, στήν Αἴγυπτο ἄς ποῦμε, καί τούς λυπᾶσαι τούς καημένους
τούς ἀνθρώπους, ἀβάπτιστους, μέ μία ζωή χωρίς ἐλπίδα. Μέσα στά δαιμόνια, μέσα
στή μαγεία… ἀξιολύπητοι ἄνθρωποι. Καί λές: τί μεγάλη δωρεά ἔκανε σέ μᾶς ὁ Θεός!
Μᾶς ἐξέλεξε. Γιατί τό ἀξίζαμε; Ὄχι, βέβαια. Ἀλλά ἔτσι τό ἔκανε ὁ Θεός, νά εἴμαστε
μέσα στήν Ἐκκλησία, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ
Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί μόνο αὐτό νά σκεφτοῦμε, θά ἀγαπήσουμε
τόν Χριστό. Πόσα δισεκατομμύρια εἶναι μέσα στό σκοτάδι; Ἀπό τά 7
δισεκατομμύρια πού ἔχει ἡ ἀνθρωπότητα, πόσοι εἶναι οἱ ὀρθόδοξοι; Εἶναι 400
ἑκατομμύρια… Δύσκολα.. Περίπου… Δηλαδή τά 6,400 ἑκατομμύρια εἶναι μέσα στό
σκοτάδι. Φαντάζεστε τί δωρεά μᾶς ἔχει κάνει ὁ Θεός!
Μᾶς ἐξέλεξε πρό καταβολῆς κόσμου νά εἴμαστε ἅγιοι καί ἄμωμοι μπροστά Του, «ἐν
ἀγάπῃ προορίσας ἡμᾶς εἰς υἱοθεσίαν διά Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 1,5). Μᾶς κάλεσε σέ
υἱοθεσία καί γίναμε υἱοί Του καί ἀδελφοί τοῦ Χριστοῦ. «Εἰς ἔπαινον δόξης τῆς
χάριτος αὐτοῦ» (Ἐφ. 1,6).
Ἡ μελέτη τῆς ἐκπτώσεώς μας ἀπό τήν ἀγαπητική βουλή τοῦ Θεοῦ γιά τή συμμετοχή
μας στή θεία ζωή καί τήν κατά χάρη θέωσή μας εἶναι δυνατό νά γίνει τό
ἀποτελεσματικότερο κέντρισμα γιά μετάνοια καί ἐπίτευξη τοῦ θείου προορισμοῦ
μας. Ἅμα σκεφτόμαστε τί κόστος ἔχει ἡ ἁμαρτία καί τί μᾶς κόστισε ἡ ἁμαρτία τοῦ
Ἀδάμ καί πῶς ξεπέσαμε ἀπ’ αὐτή τή δωρεά τοῦ Θεοῦ καί τί μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ
75
Θεός ἄν μετανοήσουμε -ὅλα αὐτά ἄν τά σκεφτόμαστε- θά εἶναι σάν ἕνα κεντρί πού
θά μᾶς σπρώχνει στή μετάνοια. Ἡ πίστις λοιπόν, ἡ ἐλπίδα στό θεῖο ἔλεος
συνδυασμένα μέ τήν μελέτη τῆς προαιώνιας ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς εἶναι οἱ
βασικότερες προϋποθέσεις τῆς μετάνοιας. Πίστη, πρέπει νά πιστεύεις στό μυστήριο,
στά λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἀλλιῶς βέβαια δέν μετανοεῖς, ἄν δέν πιστεύεις. Ἀλλά πρέπει
καί νά ἐλπίζεις στή σωτηρία πού θά ἔρθει μέσα ἀπό τόν Χριστό καί τήν μετάνοια καί
νά μελετᾶς καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού ἔκανε τά πάντα γιά τή σωτηρία σου. Αὐτές
εἶναι οἱ βασικότερες προϋποθέσεις τῆς μετάνοιας.
Ἄλλο γνώρισμα καί τρόπος τῆς εἰλικρινοῦς μετάνοιας εἶναι ἡ διόρθωση τοῦ βίου.
Εἴπαμε γιά τήν πίστη, εἴπαμε γιά τήν ἐλπίδα, εἴπαμε γιά τήν μελέτη τῆς ἀγάπης τοῦ
Θεοῦ καί ἕνα ἄλλο γνώρισμα εἶναι ἡ διόρθωση τοῦ βίου, ἡ σταθερή ἀπόφαση τῆς
ἀποστροφῆς τῆς ἁμαρτίας. θά πρέπει σταθερά νά ἀποφασίσουμε νά μήν
ξαναμαρτήσουμε, ὅ,τι κι ἄν μᾶς κοστίσει. «Καλύτερα νά πεθάνω παρά νά
ξαναμαρτήσω».
Ὁ μετανοῶν ἀποστρέφεται τίς ρυπαρές πληγές πού τοῦ κατάφερε ἡ ἁμαρτία καί οἱ
ὁποῖες πρόσβαλλαν τήν θεία ἀγάπη. Γι’ αὐτό, παίρνει πλέον σταθερή τήν ἀπόφαση
νά μήν προσβάλλει τόν Ἅγιο Θεό, ἀλλά νά πορεύεται κατά τό θέλημά Του καί νά
τηρεῖ τίς θεῖες ἐντολές Του. Ἐάν δέ, παρ’ ἐλπίδα, ἀπό ἀδυναμία, ἁμαρτήσει πάλι,
πρέπει μέ μεγαλύτερο σθένος νά ἐπιρρίπτει τόν ἑαυτό του στό θεῖο ἔλεος καί νά
μετανοεῖ πάλι.
Μετάνοια δέ τί σημαίνει; Μετά καί νοῦς, ἀλλαγή νοός, ἀλλαγή βίου, αὐτό σημαίνει
μετάνοια. Ὄχι ἁπλῶς λεκτικά νά πῶ κάποια πράγματα στήν ἐξομολόγηση. Στήν
ἐξομολόγηση ὁμολογῶ αὐτά πού ἔκανα, ἀλλά πρέπει νά ὑπάρχει καί διόρθωση τοῦ
βίου. Νά σταματήσουμε τήν ἁμαρτία. Πολλοί ἐξομολογοῦνται ἀλλά λίγοι μετανοοῦν.
Λίγοι παίρνουν ἀπόφαση καί ἀλλάζουν ζωή. Μήπως δέν μποροῦν; Μποροῦν. Μέ τή
χάρη τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε τά πάντα. Τό λέει: «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί
με Χριστῷ» (Φιλ. 4,13). Μήπως δέν πᾶς νά πάρεις τή χάρη γι’ αὐτό δέν μπορεῖς;
Πάλι ἁμαρτία κάνεις.
Βέβαια, ἄν δέν ἐκκλησιάζεσαι, δέν κάνεις ὑπακοή στόν Πνευματικό, ἅμα δέν
προσέχεις τόν ἀρραβώνα καί κάνεις συνέχεια ἀρραβῶνες μέ τόν διάβολο, φυσικά
μετά θά ξαναπέσεις στά ἴδια πού ἐξομολογήθηκες. Πολλοί ἔρχονται νά
ἐξομολογηθοῦν καί ἁμαρτάνουν καί ἔξω ἀπό τό ἐξομολογητήριο. «Κοίταξέ την αὐτή
πόση ὥρα κάνει μέσα;». Εἶναι μετάνοια αὐτό; Καθόλου μετάνοια δέν εἶναι. Ἀκόμα
καί τήν ὥρα πού περιμένεις νά ἐξομολογηθεῖς κατακρίνεις.
Μετά τί θά πεῖς μέσα στόν παπά, ὅτι κατακρίνεις; Καί νά τό πεῖς, τί ἔγινε; Μέ τό πού
θά βγεῖς, ἀμέσως θά ἁμαρτήσεις. Ἤ ἔρχεται κάποιος βιαστικός, ἔχει κάποιον λόγο,
καί ζητάει τό ἔλεος νά περάσει καί κανένας δέν τόν ἀφήνει. Κανένας! Ἔ, ποῦ εἶναι ἡ
ἀγάπη μας; Ποῦ εἶναι ἠ εὐσπλαχνία μας; Θά πεῖς «μπορεῖ νά λέει ψέματα». Ἔ, ἅμα
76
κι ἐκεῖ ἔχεις τέτοιους κακούς λογισμούς, τί νά ποῦμε μετά… Δέν πρέπει νά βάζουμε
τέτοιους λογισμούς. Ὁ ἄνθρωπος νά ἐξομολογηθεῖ ἦρθε, γιατί νά πεῖ ψέματα;
Κάποιον λόγο ἔχει. Ἐπιτέλους, καί ψέματα νά λέει, ἐσύ δέν θά χάσεις τόν μισθό σου,
ἄν τοῦ δώσεις τήν σειρά σου. Οὔτε θά πάθεις τίποτα νά πᾶς δέκα λεπτά ἀργότερα,
γιά νά ἐξυπηρετηθεῖ κι αὐτός ὁ καημένος.
Θυμηθεῖτε τόν Ζακχαῖο. Ὁ Ζακχαῖος εἶναι πρότυπο μετανοίας. Γιατί δέν εἶπε ἁπλῶς
«Θεέ μου, συγχώρα με», ἀλλά ἔκανε ἔμπρακτη ἀποκατάσταση τῆς ἀδικίας πού εἶχε
κάνει στούς ἀνθρώπους. «Ἀπό ὅσα ἔχω, δίνω τά μισά στούς φτωχούς καί ἄν κάποιον
ἀδίκησα τοῦ τό δίνω πίσω τετραπλάσιο» (Λουκ. 19,8), λέει. Δέν ἀρκεῖ νά πάρεις
συγχώρηση ἀπό τόν Θεό. Ἄν ἔχεις τήν δυνατότητα νά ἀποκαταστήσεις τήν ἀδικία
πού ἔκανες, πρέπει νά τήν ἀποκαταστήσεις. Αὐτό εἶναι μετάνοια. Εἶπες ψέματα; Νά
πεῖς τήν ἀλήθεια, νά ἀποκαταστήσεις τήν συκοφαντία, νά διορθωθεῖς, νά
ἀποκαταστήσεις τήν ἀδικία πού ἔκανες. Ἔκλεψες; Πρέπει νά τά δώσεις πίσω τά
κλεμμένα.
Ὁ μετανοῶν ἐγκαταλείπει τίς κακές συνήθειες καί πράξεις καί πορεύεται κατά τό
θεῖο θέλημα. Τέρμα οἱ κακές συνήθειες. Γι’ αὐτό πρέπει νά προσέχουμε νά μήν
ξαναμαρτάνουμε. Ἐντάξει, τό ἔκανες, ἔπεσες μιά φορά.. μερικοί λένε ἀφοῦ ἔπεσα
μιά φορά, ἄς πέσω ἀκόμα μερικές φορές καί μετά πάω νά ἐξομολογηθῶ. Τεράστιο
λάθος αὐτό. Σατανική σκέψη. Ξέρετε γιατί; Γιατί κάθε φορά πού κάνεις τήν ἴδια
ἁμαρτία ἐνισχύεται ἡ συνήθεια, δυναμώνει ἡ κακή συνήθεια καί μετά πολύ δύσκολα
κόβεις τήν ἁμαρτία. Ἄλλο εἶναι νά πέσεις μιά φορά καί ἄλλο νά πέσεις τριάντα
φορές. Ὅπως ἄλλο εἶναι νά σπάσεις τό χέρι σου μιά φορά καί νά πᾶς νά τό κολλήσεις
καί ἄλλο νά τό σπάσεις τριάντα φορές. Πάλι θά πᾶς στόν ὀρθοπαιδικό.. κάτι θά
γίνει… ἀλλά δέν θά εἶναι ὅπως ὅταν τό εἶχες σπάσει μόνο μιά φορά.
«Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15), λέει ὁ Δαβίδ, 1000
χρόνια πρό Χριστοῦ. Αὐτό θά πεῖ μετάνοια. Ἐκκλίνεις ἀπό τό κακό, δηλαδή ἀρνεῖσαι
τό κακό, φεύγεις ἀπ’ τό κακό καί κάνεις τό ἀγαθό. Ὄχι ἁπλῶς ἀποφεύγεις τό κακό.
Πρέπει νά κάνεις καί τό ἀντίθετο, τό καλό. Ἐνῶ μέχρι τώρα, ἄς ποῦμε,
κακολογοῦσες, τώρα πρέπει ὄχι μόνο νά μήν κακολογεῖς, ἀλλά νά γίνεις ἄνθρωπος
τῆς ἀγάπης, νά ἐνδιαφέρεσαι γιά τούς ἄλλους, νά τούς στηρίζεις, νά τούς βοηθᾶς νά
μετανοήσουν κ.λ.π. Μέχρι τώρα ἔκλεβες; Τώρα πρέπει, ὄχι μόνο νά μήν κλέβεις,
ἀλλά νά δίνεις καί ἐλεημοσύνες. Νά γίνεις μεταδοτικός, νά κάνεις τό ἀντίθετο καλό.
Μέχρι τώρα ἔβριζες; Ἀπό δῶ καί πέρα θά λές ὅλο καλά λόγια, εὐχές καί προσευχές
καί θά εὐλογεῖς τούς πάντες. Αὐτό σημαίνει μετάνοια.
Καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἐγγυητής τῶν ἁμαρτωλῶν, λέει ὅτι «ἡ ἀρχή
τῆς μετάνοιας εἶναι ἡ ἀποχή ἀπό τήν ἁμαρτία». Μετάνοια σημαίνει νά σταματήσεις
τήν ἁμαρτία. Ἔρχονται δυστυχῶς ἀρκετοί καί μοῦ λένε «πάτερ νήστεψα, πότε νά
κοινωνήσω;» καί μπορεῖ νά ἔχει παράνομη σχέση, νά συζεῖ… Αὐτό, λέω, δέν ξέρεις
ὅτι εἶναι ἁμαρτία; Τό ξέρω λέει. «Νά σταματήσω 40 μέρες καί νά κοινωνήσω».
77
Δηλαδή μετά νά συνεχίσει τήν παράνομη σχέση! Εἶναι μετάνοια αὐτό; Δέν εἶναι
μετάνοια. Κοροϊδία εἶναι, γιατί δέν σταματᾶς τό κακό. Κάνεις μία παύση, νά
ξεκουραστεῖς κιόλας λίγο, καί μετά πάλι τά ἴδια. Μά θά πεῖτε «ὑπάρχουν
πνευματικοί πού λένε: ναί κάντο ἔτσι». Πολύ ἁπλά δέν εἶναι πνευματικοί. Γιατί λένε
ἀντίθετα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σοῦ λέει «ἔκκλινον ἀπό
κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν». Δέν σοῦ λέει «κάνε μιά παύση στό κακό καί μετά
ξανακάντο, δέν πειράζει, ὁ Θεός εἶναι πολυεύσπλαχνος». Δέν λέει ἔτσι.
Ὑπάρχουν κριτήρια γιά νά βρεῖς τόν σωστό Πνευματικό, μᾶς τά ἔχουν πεῖ οἱ
Πατέρες. Ἕνα κριτήριο εἶναι ἡ ζωή του, ἄν κάνει ἀσκητική ζωή. Ἡ ἀσκητική ζωή
δέν εἶναι γιά τούς ἀσκητές μόνο, εἶναι γιά ὅλους τούς χριστιανούς. Καί ἐσεῖς θά
ἔπρεπε νά κάνετε ἀσκητική ζωή καί οἱ παπᾶδες ὅλοι ἔπρεπε νά κάνουν ἀσκητική ζωή
καί οἱ δεσποτάδες. Γιατί αὐτή τή ζωή ἔκανε ὁ Χριστός. Ἔκανε ἀσκητική ζωή, 40
μέρες δέν ἔφαγε τίποτα. Ποιός τό ἔχει κάνει ἀπό μᾶς; Θά πεῖς «ἦταν Θεός». Ναί,
ἀλλά ὡς ἄνθρωπος τό ἔκανε, δέν τό ἔκανε ὡς Θεός. Εἶχε κι Αὐτός σῶμα, τό ὁποῖο
εἶχε ἀνάγκη νά τραφεῖ, νά κοιμηθεῖ κ.λ.π. Λοιπόν, θά δεῖς πρῶτον, ἄν ἔχει ἀσκητική
ζωή.
Δέν πᾶμε σάν τά πρόβατα ὅπου νά ’ναι, ἔχουμε κριτήρια. Ὅταν βλέπουμε ὅτι δέν
θεραπευόμαστε, φεύγουμε. Ὅλα αὐτά συνδυασμένα θά σοῦ δώσουν τόν σωστό
Πνευματικό. Καί ἀπό τή στιγμή πού θά τόν βρεῖς, μετά δέν θά πολυεξετάζεις, λέει ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, νά βρεῖς καί τίς παραμικρές λεπτομέρειες. Ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι ἔχουμε μικρές ἀδυναμίες. Ἀλλά δέν εἶναι λόγος αὐτός νά φύγεις, δέν
ἐπιτρέπεται. Ἀπό τή στιγμή πού κατάλαβες ὅτι αὐτός εἶναι ὁ γιατρός σου, θά πρέπει
νά μείνεις ἐκεῖ, νά κάνεις ὑπακοή, γιά νά ὁλοκληρωθεῖ ἡ θεραπεία. Ἄν φύγεις, δέν
πρόκειται νά θεραπευτεῖς. Καί ἐπιτέλους δέν πρέπει νά κρίνεις ἔτσι τόν Πνευματικό
78
σου, δηλαδή μέ μιά διάθεση νά ἔχεις, μία ὑπέρμετρη καχυποψία καί τά πάντα νά τά
κοσκινίζεις μέ σκοπό κάπου νά τόν πιάσεις… Δέν εἶναι ἔτσι. Χονδρά πράγματα
πρέπει νά προσέχεις, φαίνονται αὐτά. Ἦταν κάποιος καί ἔλεγε «πάρε τσιγάρο,
ὑπακοή». Ἔ, αὐτός δέν εἶναι Γέροντας, πού λέει πάρε τσιγάρο καί κάνε ὑπακοή.
Ἀφοῦ γίνει ἡ ἀποταγή τοῦ κακοῦ, φύγει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν κακή συνήθεια, τίς
κακές πράξεις, ἀκολουθεῖ ἡ ἀποκατάσταση τῶν ἀδικημένων καί τῶν ἀδικημάτων
γενικῶς. Εἴπαμε γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν ἀδικημένων μέ τό παράδειγμα τοῦ
Ζακχαίου. Ἀλλά πρέπει νά γίνει ἀποκατάσταση καί δυνατή ἐπανόρθωση ὅλων τῶν
ἀδικημάτων γενικῶς. Τί λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος; «Μετανοεῖτε καί
ποιήσατε καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας» (Λουκ. 3,8).
Πρέπει νά ἔχεις καί τούς καρπούς τούς ἄξιους τῆς μετάνοιας. Γιά παράδειγμα,
πόρνευες, ἔκανες σαρκικά ἁμαρτήματα; Τώρα πρέπει νά ἔχεις καρπούς πού νά
φανερώνουν τή μετάνοιά σου. Ὄχι μόνο δέν θά κάνεις αὐτή τήν πράξη, ἀλλά οὔτε
καί μέ τά μάτια δέν θά πορνεύεις, οὔτε καί μέ τή σκέψη, οὔτε ἔξω δέν θά περνᾶς ἀπό
τά ὕποπτα μέρη πού κάποτε σέ ἔριχναν στήν ἁμαρία, οὔτε θά ξαναδεῖς τό πρόσωπο
μέ τό ὁποῖο ἔπεσες. Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο νά συνεχίζεις νά βλέπεις τά πρόσωπα μέ
τά ὁποῖα ἔπεσες σέ σαρκικά ἁμαρτήματα.
Λένε «φίλοι εἴμαστε τώρα». Δέν ὑπάρχουν τέτοιες φιλίες… Φιλία μέ τό ἄλλο φύλο
δέν ὑπάρχει, πολύ εὔκολα ἐκτρέπεται καί γίνεται ἁμαρτία, γιατί εἴμαστε ἀδύναμοι
ἄνθρωποι. Ἐδῶ οἱ ἅγιοι καί δέν τό ἔκαναν, πού ἦταν ἀπαθεῖς καί προσέχαν πάρα
πολύ. Πόσο μᾶλλον νά εἶσαι ἐμπαθής! Πολλές οἰκογένειες διαλύονται σήμερα, γιατί
παντρεύεται ἡ κοπέλα καί θέλει νά ἔχει καί τούς φίλους της καί λέει στόν ἄντρα της
«ἐγώ τώρα θά βγῶ μέ τούς φίλους μου». Γίνεται γάμος ἔτσι; Ἤ ὁ ἄντρας νά θέλει νά
βγαίνει μέ τίς φίλες του. Ἄντε μετά νά στερεώσει ὁ γάμος…
Ἐάν ἡ ἁμαρτία ἔγινε πρός τόν ἴδιο τόν Κύριο χρήζει πολλῶν δακρύων καί καρδιακῆς
ὀδύνης καί προσευχῶν διαπύρων καί αὐτοτιμωρίας καί πράξεων τῶν ἀντιθέτων
ἀρετῶν. Βλέπετε; Ἄν ἁμάρτησες στόν ἴδιο τόν Κύριο, θά πρέπει νά κλάψεις πολύ, νά
πονέσει ἡ καρδιά σου, νά κάνεις πύρινες προσευχές καί πράξεις ἀντίθετες τῶν
ἁμαρτιῶν πού ἔκανες. Βλασφήμησες ἄς ποῦμε τόν Χριστό; Πρέπει νά κλάψεις πάρα
πολύ.
Ἑάν ἡ ἁμαρτία ἔπληξε τόν συνάνθρωπο, χρειάζεται πάλι τήν δυνατή ἀποκατάσταση.
Ἐάν ἡ ἁμαρτία εἶναι ὑλική, θά πρέπει νά ἀποδοθεῖ τό ἴσο, ἄν ὄχι τό τετραπλάσιο,
ὅπως μέ τόν Ζακχαῖο. Ἐάν ἡ ἁμαρτία ἀφορᾶ στήν τιμή καί τό πρόσωπο τοῦ
συνανθρώπου, θά πρέπει νά ἀνακαλεστοῦν τά συκοφαντικά ἤ λοιδορικά λόγια καί νά
ἀποκατασταθεῖ πλήρως ἡ ὑπόληψη τοῦ ἀδικημένου.
Γιά νά λάβει ὁ ἁμαρτωλός τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, πρέπει πρῶτος αὐτός νά
συγχωρεῖ τούς ἐχθρούς του καί τούς ἀδικοῦντας αὐτόν. Προϋπόθεση αὐτή: νά
79
συγχωρέσεις τούς ἐχθρούς σου. Ὄχι νά κοιτᾶς νά βρεῖς τό δίκιο σου. Νά τό
προσέξουμε αὐτό. Ἐχθρός μπορεῖ νά εἶναι καί ὁ ἀδελφός σου καί ὁ ἄντρας σου,
κάποιος πολύ κοντινός σου δηλαδή. Καί μ’ αὐτόν δέν θά κοιτᾶς νά βρεῖς τό δίκιο
σου. Θά πρέπει νά τόν συγχωρᾶς ὅπως εἶναι, γιά νά μπορέσεις νά συγχωρηθεῖς ἀπό
τόν Θεό γιά τίς δικές σου ἁμαρτίες. Πόσοι ἄνθρωποι ἔρχονται στήν ἐξομολόγηση
καταθλιμμένοι, ὁλοφυρόμενοι, γιατί ἀδικήθηκαν.
Καί τούς λέω: αὐτό εἶναι ὅ,τι καλύτερο γιά σένα… καί μέ κοιτᾶνε! Λέω: αὐτό εἶναι
πολύ μεγάλη εὐλογία πού ἔχεις… καί μέ κοιτᾶνε πάλι… δέν καταλαβαίνουν! Λέω:
αὐτό εἶναι τό πρῶτο λαχεῖο πού σοῦ ’τυχε. Λένε: Γιατί; Γιατί, λέω, ἄν αὐτόν τόν
ἄνθρωπο πού σέ ἀδίκησε τόν συγχωρέσεις, παίρνεις τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου
ἀπό τόν Θεό. Αὐτό δέν θέλεις; Γι’ αὐτό δέν ἦρθες ἐδῶ σέ μένα τώρα; Ὁ Χριστός εἶπε
«ἄν ἀφήσετε τά παραπτώματα στούς ἀνθρώπους, θά σᾶς τά ἀφήσει καί ὁ πατήρ σας
ὁ οὐράνιος. Ἄν δέν τά ἀφήσετε οὔτε καί ὁ πατήρ σας ὁ οὐράνιος θά ἀφήσει τά δικά
σας» (Ματθ. 6,14-15). Τελεία καί παύλα.
Ἄν δέν συγχωρέσεις τόν ἀδελφό σου, δέν πρόκειται νά πάρεις συγχώρηση. Μά, θά
πεῖς «ἐγώ ἐξομολογήθηκα». Δέν ἔχει σημασία, θά στά ζητήσει πίσω, ὅπως στήν
παραβολή τοῦ χρεώστη τῶν μυρίων ταλάντων. Πῆγε αὐτός ἐξομολογήθηκε καί λέει
«Θεέ μου, θά στά φέρω» καί τοῦ λέει ὁ Θεός «στά χαρίζω… φύγε». Μόλις ὅμως
διαπίστωσε ὅτι δέν χάρισε τά ἑκατό δηνάρια στόν σύνδουλο, τοῦ λέει «ἔλα ἐδῶ, δέν
σοῦ χαρίζω τίποτα, φέρτα ὅλα». Καί φυσικά δέν εἶχε νά τά φέρει… Γι’ αὐτό δέν μᾶς
συμφέρει καθόλου. Ἡ πιό μεγάλη εὐεργεσία πού μπορεῖ νά συμβεῖ στή ζωή μας εἶναι
νά ἀδικηθοῦμε. Ἡ πιό μεγάλη εὐεργεσία! Γιά νά μπορέσουμε νά συγχωρεθοῦμε ἀπό
τόν Θεό. Νά ἀνησυχεῖτε, ὅταν δέν ἀδικεῖστε, ὄχι ὅταν ἀδικεῖστε… Γιατί αὐτό
σημαίνει ὅτι δέν ἔχουμε προϋποθέσεις νά συγχωρεθοῦμε.
80
στούς ἀνθρώπους οὔτε ὁ Πατέρας σας θά ἀφήσει τά δικά σας». Ὅσο κι ἄν
μετανοήσει ὁ χριστιανός καί ὅσους καρπούς μετάνοιας νά ἐπιδείξει, δέν λαμβάνει
τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ἄν δέν συγχωρέσει τόν ἐχθρό του. Πρέπει νά τό βάλουμε
πολύ καλά στό μυαλό μας αὐτό. Αὐτός ὁ τρόπος τῆς μετάνοιας εἶναι ὁ πλέον
ἀπαραίτητος γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία. Εἶναι ἀπαραίτητο, εἶναι ὅρος, εἶναι
προϋπόθεση νά συγχωρέσεις τούς ἐχθρούς σου γιά νά πάρεις συγχώρηση.
Ἡ ἀγάπη τῶν ἐχθρῶν φέρει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ
πιστός λαμβάνει ὅλη τήν ἀφθονία τῶν θείων χαρισμάτων καί ἐξασφαλίζει τήν ἄφεση
τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἄν ἀγαπήσεις τόν ἐχθρό σου καί ἐνδιαφερθεῖς γιά τόν ἐχθρό σου
διά μιᾶς ἀνεβαίνεις ὅλη τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν.
Κι ἐνῶ ἔκανε αὐτή τήν προσευχή καί εἶχε αὐτές τίς σκέψεις καί τίς ἀγωνίες, πῶς θά
σωθεῖ ἡ ψυχή τῆς γυναῖκας του, ἄνοιξε ὁ οὐρανοξύστης… ἄρχισαν νά ἀνοίγουν ἕνα-
ἕνα τά πατώματα καί ἕνα πολύ λαμπρό φῶς κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί τόν
ἔλουσε. Ἦταν τό ἄκτιστο φῶς τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή ἦταν ἐμπειρία θέωσης αὐτό τό
πράγμα, ἐμπειρία μεταμορφώσεως. Τό ἴδιο φῶς πού εἶχε καί ὁ Χριστός στή
Μεταμόρφωση, ἐνῶ ἦταν ἕνας ἄνθρωπος, ὅπως εἴπαμε, ὄχι πολύ θρῆσκος, ἀλλά
ἀκριβῶς ἐπειδή ἀγάπησε τόν ἐχθρό του -τήν γυναῖκα του δηλαδή, γιατί τόν ἔκλεβε,
τόν ἀπατοῦσε κ.λ.π.- ἀξιώθηκε αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας. Θέλεις νά πᾶς κατευθείαν στόν
οὐρανό; Νά ἀγαπήσεις τόν ἐχθρό σου. Ὄχι ἁπλῶς νά τόν συγχωρέσεις. Αὐτή ἡ
81
ἀγάπη σοῦ φέρνει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί φυσικά ἐξασφαλίζεις τήν ἄφεση τῶν
ἁμαρτιῶν σου.
Αὐτά λοιπόν γιά τούς τρόπους τῆς μετανοίας. Ἀνακεφαλαιώνοντας θά λέγαμε ὅτι
πρέπει νά ὑπάρχει ἀπαραίτητα συναίσθηση καί συντριβή, μετά νά ὑπάρχει πίστη στό
μυστήριο, ἐλπίδα στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί νά σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ. Μετάνοια σημαίνει νά σταματάει κανείς τό κακό καί νά κάνει τό καλό καί
προπάντων νά ἀποκαθιστᾶ τήν ἀδικία, ἄν εἶναι ὑλική μέ τό ἴσο ὑλικό καί ἄν εἶναι
πνευματική, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως. Καί πάνω ἀπό ὅλα νά συγχωράει τούς
ἐχθρούς του, γιατί ἄν δέν τό κάνει αὐτό δέν θά βρεῖ συγχώρεση.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Σχετικά μέ τούς ἐχθρούς. Δέν νομίζω πιά ὅτι ἔχουμε ἐχθρούς πού νά τούς
μισοῦμε θανάσιμα… Τί ἐννοοῦμε;
Ἀπ. : Ἀλλοίμονο ἄν τούς μισοῦμε κιόλας! Ἐδῶ λέμε νά τούς ἀγαπᾶμε… Σᾶς εἶπα
ἐχθρός μπορεῖ νά γίνει καί ὁ ἄνδρας σου σέ μιά στιγμή καί νά σέ βρίσει. Μπορεῖ νά
σέ καταραστεῖ… Ἐσύ τί θά κάνεις ἐκείνη τή στιγμή; Θά τόν μισήσεις; Θά τόν
ἀντιπαθήσεις; Γίνεται ἐχθρός σου ἐκείνη τή στιγμή. Ἤ μπορεῖ νά εἶναι ὁ γείτονάς
σου… Ὁποιοσδήποτε πού σοῦ κινεῖ τήν ἀντιπάθεια. Δικαιολογεῖται νά ἀντιπαθοῦμε
ἔστω καί ἕναν ἄνθρωπο στή γῆ; Δέν δικαιολογεῖται. Ἄν ἀντιπαθεῖς ἔστω κι ἕναν
ἄνθρωπο στή γῆ ἔχεις χωριστεῖ ἀπό τόν Χριστό. Δέν μποροῦμε νά ἀντιπαθοῦμε
κανέναν. Λέει «αὐτός μοῦ κάθεται στό στομάχι». Ἐσύ φταῖς γιατί δέν ἔχεις καλό
στομάχι! Θά πρέπει νά τούς χωνεύεις καί νά τούς ἀγαπᾶς ὅλους.
Ἀπ. : Κι ὅμως τούς ψηφίζουμε μετά πάλι. Μέ τόν ἑαυτό μας ἔπρεπε νά τά βάζουμε,
γιατί ἐμεῖς τούς βάλαμε ἐκεῖ πάνω. Τώρα θερίζουμε αὐτά πού σπείραμε. Καί θά δεῖτε
πού θά τούς ξαναψηφίσουμε, γιατί δέν βάζουμε μυαλό.
Ἀπ. : Μακάρι νά κάνουμε αὐτό… Ἐγώ ἀκούω ὅτι ἄλλα πράγματα κάνουμε. Μέ τήν
σκέψη ὅτι ἄν ψηφίσω μικρό κόμμα δέν θά βγεῖ, ψηφίζω τούς μεγάλους, οἱ ὁποῖοι
εἶναι έπίσης ἄθεοι… φαινομενικά κάπως λιγότερο ἄθεοι καί τίποτα δέν διορθώνεται.
82
Μᾶς κοροϊδεύουν δηλαδή. Καί οὐσιαστικά αὐτό πού ἀρχίζει τό ἕνα κόμμα, τό
συνεχίζει τό ἄλλο. Τό θέμα γιά τίς ταυτότητες ξέρετε ποιός τό ξεκίνησε; Τό
προηγούμενο κόμμα, ἀπό τό 2006 ἔχει ξεκινήσει. Κι ἔχουν τό ἴδιο πρόγραμμα καί οἱ
μέν καί οἱ δέ. Ἁπλῶς μᾶς παίζουν μπαλάκι, λίγο ὁ ἕνας… λίγο ὁ ἄλλος… γιά νά
νομίζουμε ὅτι εἴμαστε καί ἐλεύθεροι!
Ἐρ. : Ἡ πραγματική μετάνοια εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἡ κατά
Θεόν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον ἐργάζεται» (Β΄Κορ. 7,10). Ἄν
μετανοιώσεις πραγματικά, ἡ μετάνοιά σου εἶναι ἀμεταμέλητη. Δέν ξαναγυρίζεις…
Ἀπ. : Αὐτό εἶναι, γιατί εἶναι μέγας ἐχθρός ὁ κόσμος! Μέγας ἐχθρός! Γι’ αὐτό, εἴπαμε,
θά πρέπει νά κάνουμε πιό μεγάλο ἀγῶνα. Ἄν οἱ καλόγεροι κάνουν τέσσερις ὧρες
προσευχή κάθε μέρα ἐπισήμως στήν Ἐκκλησία, ἐσεῖς θά πρέπει νά κάνετε
παραπάνω. Βάλτε καί τούς κανόνες καί τίς μελέτες… γι’ αὐτό λένε: βαριά ἡ
καλογερική! Ἀλλά ἀσήκωτος ὁ γάμος. Ἔτσι λέει ἡ παροιμία. Συνήθως λένε μισή τήν
παροιμία, γιά νά ἀποτρέπουν τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν καλογερική. Ἀλλά ἡ
καλογερική εἶναι ὁ πιό εὔκολος δρόμος γιά τή σωτηρία. Ὁ γάμος εἶναι πολύ πιό
δύσκολος δρόμος γιά τή σωτηρία κι ὅμως τόν περνᾶνε γιά πιό εὔκολο, γιατί τάχατες
δέν ἔχεις τίς ἴδιες ὑποχρεώσεις. Στό γάμο ὅμως ἔχεις περισσότερες ὑποχρεώσεις,
περισσότερα πράγματα νά κάνεις, γιά νά ἀντισταθεῖς σέ ὅλες αὐτές τίς πειρασμικές
καταστάσεις τοῦ κόσμου.
83
Δοκιμασίες καί Πνευματικός Ἀγώνας
(Γεροντικό - Κεφάλαιο 45)
Ὅταν κανείς μελετᾶ τά οὐράνια, ἔχει τόν νοῦ του εἰς τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἰς τόν
Παράδεισο, τότε ὑπερβαίνει τίς δοκιμασίες. Ὅταν ψάλλει ὕμνους στόν Θεό,
παρηγορεῖται ἀπό τούς πόνους καί τούς κόπους. «Μιμήσου τόν κουρασμένο
ὁδοιπόρο, πού μέ τό τραγούδι πού σιγολένε τά χείλη του διασκεδάζει τόν κόπο τῆς
ὁδοιπορίας», ἔλεγε ὁ ἀββᾶς αὐτός, ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος. Γιατί, οἱ πειρασμοί, οἱ
δοκιμασίες, εἶναι ἀναγκαῖες καί ὅποιος τίς ἀποφεύγει, ἀπομακρύνεται ἀπό τήν
οὐράνια ζωή. Καί ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι «διά πολλῶν θλίψεων θά μποῦμε στή
βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Πράξ. 14,22). Δέν μᾶς ὑποσχέθηκε ἄνεση σ’ αὐτή τή ζωή,
ἀλλά σταυρό. «Ὅποιος θέλει νά Μέ ἀκολουθήσει, νά σηκώσει τόν σταυρό του, νά
ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί νά Μέ ἀκολουθήσει» (Ματθ. 16,24).
«Παραχώρησε κάποτε ὁ Θεός νά δοκιμαστεῖ σκληρά ἕνας ἀδελφός στή Σκήτη, γιά νά
ὠφεληθοῦν οἱ ἄλλοι ἀπό τήν ὑπομονή του. Χωρίς δική του ὑπαιτιότητα, τόν
περιφρόνησαν ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀδελφοί». Κατά παραχώρηση Θεοῦ. «Τόν ἀπἐφευγαν.
Δέν ἤθελαν οὔτε νά τόν χαιρετήσουν. Ἄν ζητοῦσε καμιά φορά ψωμί ἤ τίποτε ἄλλο
ἀπολύτως ἀναγκαῖο, δέν βρισκόταν κανείς νά τοῦ δώσει». Μία πλήρης
ἐγκατάλειψη. «Τήν Κυριακή δέν τόν φώναζαν ποτέ νά φάει μαζί μέ τούς ἄλλους
ἀδελφούς στήν ἀγάπη». Τό τραπέζι, πού εἶναι γνωστό ὡς «ἀγάπες», τό κάνανε οἱ
πρῶτοι χριστιανοί. Ἐκεῖ στήν Σκήτη τό κρατοῦσαν αὐτό. Σκήτη εἶναι μιά περιοχή
τῆς Αἰγύπτου μεταξύ Καΐρου καί Ἀλεξανδρείας. Ὑπάρχει καί σήμερα ὁ τόπος καί
ἔχει Μοναστήρια Κόπτικα. Καταλαβαίνουμε ἀπό αὐτό, ὅτι ὁ μοναχισμός δέν εἶναι
τίποτα ἄλλο, παρά ἡ συνέχεια τῶν πρώτων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τίς ἀγάπες,
εἶχαν δηλαδή τό κοινό τραπέζι μαζί μέ τήν Θεία Λειτουργία. Μέ τήν Θεία
Εὐχαριστία ἦταν συνυφασμένο αὐτό.
Ἀλλά ἐκεῖ, κατά παραχώρηση Θεοῦ, δέν τόν καλοῦσαν. «Μιά φορά γύρισε
κατάκοπος στό κελλί του ἀπό τό θέρος καί δέν βρῆκε οὔτε ἔνα ξερομόμματο νά
ξεγελάσει τήν πείνα του. Οὔτε λίγο νερό νά δροσίσει τά φλογισμένα χείλη του». Καί
ἐκεῖ, βεβαίως, χρειάζεται πάρα πολύ τό νερό, γιατί κάνει πολύ ζέστη. «Κανένας ἀπό
τούς γείτονές του δέν τόν λυπήθηκε νά τόν ἀνακουφίσει. Μ’ ὅλα αὐτά ὅμως δέν
μικροψύχησε, οὔτε ἀγανάκτησε ἐναντίον τῶν ἄλλων, οὔτε τούς κατηγόρησε γιά
84
μισαδελφία. Ὑπέφερε μέ γενναιότητα τή δοκιμασία του λέγοντας στόν ἑαυτό του
πώς γιά τίς ἁμαρτίες του ἦταν ἄξιος γιά χειρότερα».
Αὐτός εἶναι ἕνας πολύ ὡραῖος καί ἀποτελεσματικός λογισμός γιά ὅλους μας. Γι’ αὐτό
λέμε πάντα τά παραδείγματα τῶν ἁγίων καί τῶν ἀσκητῶν, ὅλων τῶν ἁγίων. Δέν
ὑπάρχει διάκριση τῶν ἀσκητῶν καί τῶν κοινωνικῶν ἁγίων. Αὐτό δέν εἶναι ὀρθόδοξο,
ἄν τό λένε κάποιοι. Ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι ἀσκηταί καί ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι κοινωνικοί,
δηλαδή ἐργάστηκαν ποιμαντικά γιά χάρη ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ἀκόμα καί οἱ πιό
ἀπομονωμένοι ἐρημίτες μέ τή ζωή τους ὠφέλησαν ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Βλέπετε,
λοιπόν, ἕνας πολύ καλός λογισμός πού διώχνει ἀμέσως τήν ἀντίδραση καί τήν
ἀντιπάθεια πού πάει νά δημιουργηθεῖ, ὅταν κάποιος μᾶς ἀδικεῖ, κάποιος μᾶς
περιφρονεῖ.
Ποιός εἶναι ὁ λογισμός; Ὅτι μοῦ ἀξίζουν καί χειρότερα ἀπό αὐτά πού πάσχω ἀπό
τούς ἄλλους, γιατί εἶμαι ἁμαρτωλός καί ἔχω κάνει πολύ-πολύ χειρότερα ἐγώ στόν
Θεό καί χρωστάω πολύ περισσότερα ἀπό αὐτά πού μοῦ χρωστοῦν οἱ ἄλλοι. Καί ὁ
Κύριος εἶπε «ἐάν ἀφήσουμε στούς ἄλλους αὐτά πού μᾶς χρωστοῦν, θά ἀφήσει καί ὁ
οὐράνιος Πατέρας τά δικά μας» (Ματθ. 6,14). «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα, ὡς καί
ἡμεῖς ἀφίεμεν». Ἄν κανείς θέλει νά εἰρηνεύει, δηλαδή, ὅταν ἀδικεῖται, θά πρέπει νά
λέει αὐτό τό πρᾶγμα, ὅτι ἀξίζω αὐτό πού παθαίνω. Γιά τίς ἁμαρτίες μου εἶναι καί
ἀξίζω καί πιό πολλά.
«Βλέποντας ὁ Θεός τήν ὑπομονή του, τόν ἀπάλλαξε εὐθύς ἀπ’ αὐτόν τόν
πειρασμό». Ὅταν κανείς, δηλαδή, κάνει αὐτό τόν λογισμό, πολύ γρήγορα αἵρεται ὁ
πειρασμός. Θά τό δοῦμε καί πιό κάτω καί σέ μιά ἄλλη περίπτωση. Πολύ γρήγορα,
ἀμέσως ὁ Θεός παίρνει τόν πειρασμό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινώνεται. Ἐνῶ,
ἀντίθετα, ὅταν ἀντιδρᾶ, δυσανασχετεῖ, γογγύζει, τά βάζει μέ τούς ἄλλους, τά βάζει μέ
τόν Θεό, τότε ὁ πειρασμός παραμένει, δέν φεύγει. Καί χειροτερεύει κιόλας…
«Τό ἴδιο βράδυ χτύπησε τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του ἕνας ξένος, περαστικός ἀπο τήν
σκήτη, καί τοῦ ἄφησε ἕνα φορτίο ἀπό ψωμιά και ἄλλα φαγώσιμα πού εἶχε στήν
καμήλα του». Τελείωσε ἡ πείνα! «Προτοῦ προφτάσει ὁ ἀδελφός νά τόν
εὐχαριστήσει, ἐκεῖνος ἐξαφανίστηκε. Ὁ Μοναχός τότε ἄρχισε νά κλαίει καί νά λέει
στήν προσευχή του: – Κύριέ μου, δέν ἤμουν ἄξιος νά θλίβομαι λίγο γιά τήν ἀγάπη
σου, γι’ αὐτό μοῦ πῆρες τή δοκιμασία;». Βλέπετε; Ἦταν πολύ ἐνάρετος! Δέν εἶπε
«Νά, ὀρίστε, βλέπετε; Ἀξίζω». Δέν εἶμαι ἄξιος Κύριε νά ὑποφέρω λίγο γιά Σένα;
Χαιρόταν πού ὑπέφερε γιά χάρη τοῦ Κυρίου, γιατί εἶχε καθαρή συνείδηση καί ἤξερε
ὅτι δέν εἶχε φταίξει κάτι στούς ἀδελφούς πού τόν περιφρονοῦσαν. Ἦταν καθαρά
πειρασμικό αὐτό. Μιά δοκιμασία ἀπό τόν Θεό γιά νά φανερωθεῖ ἡ ἀρετή του καί νά
ὠφεληθοῦν οἱ ἄλλοι ἀπό τήν ὑπομονή του.
«Πράγματι τοῦ τήν πῆρε, γιατί ἀπό τήν ἄλλη μέρα κιόλας ἔπαψαν νά τοῦ φέρονται μέ
σκληρότητα οἱ ἀδελφοί». Τό ζητούμενο, λοιπόν, εἶναι κανείς πάντοτε νά
85
ταπεινώνεται καί νά μέμφεται τόν ἑαυτό του σέ κάθε περίσταση. Νά λέει ἐγώ φταίω,
οἱ ἁμαρτίες μου τά προκαλοῦν ὅλα αὐτά καί ὄχι ἡ κακία τῶν ἄλλων, τοῦ κόσμου…
ἀκόμα καί τῶν δαιμόνων. Νά μήν τό λέει αὐτό. Νά λέει ἐγώ φταίω καί ἐγώ ἑλκύω
αὐτόν ὅλο τόν πόνο καί αὐτή ὅλη τήν ταλαιπωρία. Γιατί, «τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας
θάνατος» (Ρωμ. 6,23).
Ἄλλο περιστατικό. «Ἕνας Γέροντας ἐρημίτης ξεκίνησε γιά τό πιό κοντινό χωριό νά
πουλήσει τά πανέρια του». Ἔπλεκαν ἀπό βλαστούς φοινίκων τή λεγόμενη σειρά,
ἔραβαν μετά αὐτές τίς σειρές, ἔφτιαχναν πανέρια καί τά πουλοῦσαν γιά νά πάρουν
κάποια χρήματα, κάποια τρόφιμα. «Στόν δρόμο πού πήγαινε τόν βρῆκε ὁ διάβολος
καί ἀπό τήν πολύ κακία πού εἶχε ἅρπαξε τά πανέρια ἀπό τά χέρια του καί ἔγινε
ἄφαντος». Θά πεῖτε: – Γίνονται τέτοια πράγματα; Ἀφοῦ ὁ διάβολος δέν ἔχει σῶμα,
πῶς τοῦ τά ἅρπαξε; Κατά παραχώρηση Θεοῦ γίνονται κι αὐτά!
Τούς ἀφήνει ὁ Θεός νά ζοῦνε πολλά χρόνια, νά τούς πηγαίνουν ὅλα καλά, κοσμικά
καλά, νά ἔχουν χρήματα, ἐπιτυχίες, τά παιδιά τους καί ὅλα αὐτά. Καί κάποιοι
σκανδαλίζονται καί λένε: Γιατί; Ἐμεῖς πᾶμε καί στήν Ἐκκλησία κι ὅμως ἔχουμε
ἀναποδιές, ἔχουμε δυσκολίες. Μά, ἀκριβῶς, γιατί ὁ Θεός σέ σᾶς βλέπει ὅτι μέ τούς
πειρασμούς πού σᾶς δίνει θά γίνετε καλύτεροι. Μ’ ἐκείνους βλέπει ὅτι, ἄν ἀφήσει τόν
διάβολο νά τούς πειράξει, θά γίνουν χειρότεροι, ἀκόμα χειρότεροι ἀπ’ ὅτι εἶναι.
Ὁπότε τούς ἀφήνει ἐκεῖ, στήν κόλαση αὐτή, νά μήν πᾶνε σέ πιό βαθειά κόλαση. Ὅλα
αὐτά τά κακά βεβαίως εἶναι φυλαγμένα γιά τήν ἄλλη ζωή, εἴτε ἐδῶ θά ξεχρεώσεις
εἴτε ἐκεῖ. Καλύτερα νά ξεχρεώσεις ἐδῶ παρά ἐκεῖ. Ὅταν κανείς ὑπομένει ἐδῶ
δοκιμασίες καί πειρασμούς, ξεχρεώνει καί καθαρίζεται.
Ἐρ. : ………………….
Ἀπ. : Βέβαια, ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό. Ὅλα εἶναι κατά παραχώρηση ἤ κατά εὐδοκία.
Τίποτα δέν γίνεται χωρίς νά εἶναι γνωστό στόν Θεό. Ὁ Θεός εἶναι ὁ Παντοκράτωρ,
Αὐτός πού κρατεῖ τά πάντα. Εἶναι Αὐτός πού συνέχει, πού συγκροτεῖ τά πάντα, πού
συνέχει καί συγκροτεῖ τά σύμπαντα στήν «παλάμη» Του, ἐντός εἰσαγωγικῶν, γιατί ὁ
Θεός δέν ἔχει χέρια… Κρατάει τά πάντα, ἐλέγχει τά πάντα καί μέσα στήν
παντογνωσία Του καί στήν παν-φιλανθρωπία Του, θά λέγαμε, παραχωρεῖ νά συμβεῖ
86
καί αὐτό, νά πέσει χαλάζι, νά γίνει τσουνάμι, νά γίνει μιά ἡφαιστειακή ἔκρηξη νά
καταποντιστεῖ μιά ὁλόκληρη πόλη… Τά ἀφήνει ὁ Θεός αὐτά, πάλι γιά τό καλό μας.
Πίσω ἀπό ὅλα αὐτά, πρέπει νά ξέρουμε, εἶναι καί ἡ δική μας ἁμαρτωλότητα, εἶναι
καί οἱ συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, τά ὁποῖα ὅμως πάντα εἶναι ἐλεγχόμενα ἀπό τόν Θεό.
Γι’ αὐτό, βλέπετε, ὑπάρχει ἕνα ὅριο σ’ ὅλα αὐτά. Δέν εἶναι ἀνεξέλεγκτα. Τό
τσουνάμι θά πάει 200μ. ἀπό τήν ἀκτή, δέν θά πάει 250μ. Τόσο ἔχει κανονίσει ὁ Θεός
νά πάει, μέχρι ἐκεῖ. Λέει, ἄς ποῦμε, στήν Ἀποκάλυψη ὅτι «ἔπεσε ταλαντιαία χάλαζα»
(Ἀποκ. 16,21). Ταλαντιαῖο θά πεῖ χαλάζι πού ὁ κάθε κόκκος του ζύγιζε κιλά. Ἕνα
τάλαντο νομίζω ἦταν 42 κιλά. Ἔχει πέσει ποτέ τέτοιο χαλάζι στή γῆ; Ποτέ! Λέει
στήν Ἀποκάλυψη θά γίνει αὐτό. Δηλαδή, θά πέφτουν κομμάτια ὁλόκληρα πάγου…
θά τρομάξουν οἱ ἄνθρωποι τότε. Ὁ Θεός τά ἀφήνει μέχρι ἕνα σημεῖο ὅλα αὐτά τά
φυσικά, ἄς τό ποῦμε, σημεῖα, τίς φυσικές καταστροφές, πάλι γιά τό καλό μας, γιά νά
μᾶς παιδαγωγήσει.
Ὅταν, λοιπόν, τοῦ πῆρε τά κοφίνια, εἶπε αὐτή τήν προσευχή ὁ Γέροντας, «Σέ
εὐχαριστῶ Θεέ μου». Δέν τά ἔβαλε μέ τόν διάβολο, νά καταραστεῖ τόν διάβολο.
Εὐχαρίστησε τόν Θεό, γιατί ἤξερε ὅτι καί ὁ διάβολος κατά παραχώρηση Θεοῦ τό
κάνει αὐτό πού κάνει. Κάνουν μερικοί μάγια. Πιάνουν τά μάγια; Μπορεῖ νά πιάσουν.
Πῶς γίνεται αὐτό; Ἔτσι θέλει ὁ διάβολος καί πιάνουν τά μάγια; Ὄχι, ὁ Θεός τό
ἀφήνει, τό παραχωρεῖ. Καί πάσχει ὁ ἄνθρωπος… Ἔρχονται πόσες φορές,
τρομοκρατημένοι ἄνθρωποι, μοῦ κάνουν μάγια, μοῦ ἔχουν κάνει μάγια… καί εἶναι
συνέχεια σέ μιά ὑπερένταση. Γιατί νά εἶσαι ἔτσι; Γιά νά πιάσουν, σημαίνει ὅτι ὁ
Θεός τό παραχώρησε. Εἶναι γιά τό καλό σου. Ἐσύ ζῆσε χριστιανική ζωή καί ἄσε τόν
διάβολο. Μήν κυνηγᾶς τόν διάβολο, πές εὐχαριστῶ Θεέ μου. Πές εὐχαριστῶ, ὅπως
εἶπε ἐδῶ: εὐχαριστῶ πού μοῦ πῆρε ὁ διάβολος τά πανέρια. Καί νά δεῖς πῶς θά φύγει
ὁ διάβολος! Θά σκάσει!
Εἶναι θέμα πίστεως. Ὅ,τι γίνεται, τό ξαναλέω, νά τό βάλουμε καλά στόν νοῦ μας,
εἶναι κατά παραχώρηση ἤ κατά εὐδοκία. Δύο περιπτώσεις ὑπάρχουν. Κατά εὐδοκία
εἶναι ὅταν κάτι εἶναι σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τό ἀγαθό καί εὐάρεστο καί
τέλειο. Ὀ Θεός θέλει ὅλοι νά σωθοῦμε. Ὅ,τι κάνουμε στήν κατεύθυνση νά σωθοῦμε,
μιά ἀρετή, μιά ἐλεημοσύνη… αὐτό γίνεται κατ’ εὐδοκία Θεοῦ. Ὅταν ὅμως γίνεται
κάτι, στό ὁποῖο φταῖμε κι ἐμεῖς, κοντά στήν ἁμαρτία τό ἀφήνει ὁ Θεός, τό παραχωρεῖ
νά γίνει, ἕνα ἀτύχημα, μία ἀρρώστια, πού μᾶς φαίνεται ἐμᾶς κακό, ἀλλά μᾶς
συνεφέρει ἀπό τήν κατάσταση τῆς ἁμαρτωλότητας πού ζοῦμε.
Ὁπότε, «ὅταν εἶπε αὐτή τήν προσευχή, ὁ διάβολος μή ὑποφέροντας τήν ἀταραξία τοῦ
ἐρημίτη, τοῦ πέταξε κατάμουτρα τά πανέρια φωνάζοντας: πάρ’ τα πίσω παλιόγερε!
Ὁ ἐρημίτης τά μάζεψε πάλι καί συνέχισε τόν δρόμο του γιά τό χωριό».Δηλαδή,
καταντροπιάστηκε ὁ διάβολος μέ τήν πίστη καί τήν ταπείνωση τοῦ Γέροντα.
Καίγεται ὁ διάβολος…
87
«Μιά μέρα πού καθόταν ἔξω ἀπό τήν καλύβα του ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς μέ ἑπτά ἀπό τούς
μαθητές του καί συζητοῦσαν γιά πνευματικά ζητήματα, τούς εἶπε ξαφνικά ὁ
Γέροντας: Σήμερα θά μᾶς ἐπιτεθοῦν Βεδουΐνοι». Προφανῶς εἶχε πάρει ἀποκάλυψη
ἀπό τόν Θεό. «Σᾶς συμβουλεύω λοιπόν νά σηκωθεῖτε νά φύγετε γιά νά
σωθεῖτε».Αὐτό εἶναι νόμιμο πού τούς εἶπε ὁ Γέροντας, γιατί λέει ὁ Κύριος, ὅταν σᾶς
διώκουν ἀπό μία πόλη, φεύγετε σέ ἄλλη. Μπορεῖτε νά φύγετε. Νά μή μείνετε ἐκεῖ καί
μπεῖτε σέ μεγάλη δοκιμασία καί πειρασμό νά ἀρνηθεῖτε τήν πίστη σας. Ὅταν, ὅμως,
ἔρχεσαι ἐνώπιος ἐνωπίῳ μέ τόν ἀντίχριστο, μέ τόν ἀντίθεο, πού σοῦ λέει: Πιστεύεις
στόν Θεό; Δέν θά πεῖς δέν πιστεύω. Πιστεύω. Ἀλλά ἐφόσον δέν εἶσαι μπροστά του
καί δέν σέ ρωτᾶνε, ἄν εἶσαι χριστιανός ἤ ὄχι, μπορεῖς νά φύγεις, νά κρυφτεῖς. Καί ὁ
Χριστός μας κρυβόταν καί οἱ Ἅγιοι κρυβόντουσαν.
Ἐρ. : ……………
Ἀπ. : Ἀνάλογα… Δέν εἶναι ἄρνηση νομίζω. Πῶς θά τό δείξεις εἶναι τό θέμα. Δέν
μπορεῖς νά κάνεις τά μουσουλμανικά, ἄς ποῦμε, γιά νά γλιτώσεις. Λέει ὁ Κύριος
«ὅποιος μέ ὁμολογήσει ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, θά τόν ὁμολογήσω καί ἐγώ καί
ὅποιος μέ ἀρνηθεῖ, θά τόν ἀρνηθῶ καί ἐγώ» (Ματθ. 10,32-33). Αὐτό τό φαινόμενο τό
πρωί εἶμαι στό τζαμί καί τό ἀπόγευμα στόν ναό, δέν εἶναι εὐάρεστο στόν Θεό. Θά
κάνεις αὐτά μέχρι ἐκεῖ πού δέν δίνεις δικαίωμα στόν ἄλλον νά σκανδαλιστεῖ καί νά
βλασφημηθεῖ ὁ Χριστός. Εἶπε νά φεύγετε, δέν εἶπε νά μεταμφιέζεστε… Ὄχι νά
ὑποκρίνεστε… νά φεύγετε εἶπε. Αὐτό εἶπε, νά φεύγετε ἀπό τήν μία πόλη σέ ἄλλη.
Μιά μέρα λοιπόν καθόταν ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς καί τούς ἀποκάλυψε ὅτι θά ἔρθουν
Βεδουΐνοι. Ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς εἶναι ὁ περίφημος αὐτός, ὁ πρώην ληστής πού
μετανόησε καί βαπτίστηκε καί ἔγινε καί ἱερέας. Τούς λέει, μπορεῖτε νά φύγετε.«Ἐσύ
ἀββᾶ τί θά κἀνεις;», τόν ρώτησαν ἐκεῖνοι. Ὁ Γέροντας φάνηκε μιά στιγμή
συνεπαρμένος ἀπό βαθειά συγκίνηση. Ἐγώ, τούς εἶπε, ὕστερα ἀπό μικρή σιωπή,
χρόνια τώρα περιμένω αὐτή τήν εὐλογημένη ὥρα πού θά ἐξιλεώσω τίς περασμένες
μου ἁμαρτίες. Πῶς ἀλλιῶς θά πραγματοποιηθεῖ ὁ λόγος τοῦ Δεσπότου μου «πάντες
οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται».
Εἶναι λόγος τοῦ Κυρίου αὐτός. Αὐτός πού παίρνει μαχαίρι, μέ μαχαίρι θά χαθεῖ. Καί
αὐτός ὁ λόγος ὄντως πραγματοποιεῖται μέ φοβερή ἀκρίβεια. Ὑπάρχουν περιστατικά
μέ ἀνθρώπους πού φόνευσαν καί μετά παραχώρησε ὁ Θεός νά φονευθοῦν, σάν νά
τούς κυνηγοῦσε τό μαχαίρι. Ἕνας γέροντας πάλι ἔλεγε, πολλοί ἄνθρωποι πού
φονεύονται σέ αὐτοκινητιστικά κ.λ.π. εἶναι ἄνθρωποι πού ἔχουν κάνει ἐκτρώσεις,
ἔχουν πάρει μαχαίρι δηλαδή, ἔχουν σκοτώσει, ὁπότε παραχωρεῖ ὁ Θεός νά
σκοτωθοῦν. Καί ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς πρίν μετανοήσει, πρίν βαπτιστεῖ, προφανῶς εἶχε
κάνει καί φόνους, ἀφοῦ ἦταν ληστής, ἦταν ἀρχηγός ληστῶν. Γι’ αὐτό λέει τώρα θέλω
νά ἐξιλεωθῶ. Βέβαια, ὁ Θεός δέν τοῦ τό ζητοῦσε αὐτό, γιατί τά εἶχε κάνει πρίν
βαπτιστεῖ καί πρίν μετανοήσει, ἀλλά ἐκεῖνος ἑκούσια μένει γιά νά φονευτεῖ, νά δώσει
τή ζωή του στόν Κύριο.
88
«Οὔτε καί ἐμεῖς φεύγουμε τότε, τοῦ δήλωσαν μ’ ἕνα στόμα ἐκεῖνοι, θά μείνουμε ἐδῶ
νά πεθάνουμε μαζί σου. Ἐγώ δέν φέρνω καμία εὐθύνη, γι’ αὐτό ἀκριβῶς σᾶς τό
προεῖπα, τούς ἀποκρίθηκε ὀ ὅσιος. Ἄς κάνει ὁ καθένας ὅ,τι νομίζει». Γιατί, θά
ἐρχόντουσαν φυσικά σέ πολύ μεγάλη δοκιμασία. Ἤ νά ὁμολογήσουν τόν Χριστό καί
νά σφαγιαστοῦν ἤ νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό καί νά σωθοῦν. Αὐτό θά τούς ζητοῦσαν
οἱ βάρβαροι. «Νά, ἔφτασαν κιόλας οἱ βάρβαροι. Τή στιγμή ἐκείνη περικυκλώσανε
τήν καλύβα Ἄραβες λησταί καί ἔσφαξαν τόν Ἅγιο Γέροντα καί ἕξι ἀπό τούς μαθητάς
του. Ὁ ἕνας πρόλαβε καί κρύφτηκε. Ἔτσι γλίτωσε τήν σφαγή καί εἶδε ἑπτά στεφάνια
νά στεφανώνουν τούς ὁσιομάρτυρες». Βλέπετε; Ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου ἀπό τούς
ἁγίους καί πῶς οἱ ἅγιοι εἶχαν αὐτή τήν σοφία καί τή διάκριση ἀπέναντι στούς
πειρασμούς. Ἤξεραν καί αὐτό πού λέει ὁ Θεός, ἀλλά πολλές φορές ὑπερβαίνουν καί
τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ἔκαναν καί παραπάνω. Δέν τούς τό ζητοῦσε αὐτό ὁ Θεός.
Γι’ αὐτό ὁ Θεός πληροφόρησε τόν Μωϋσῆ, ἄν θέλουν νά φύγουν, νά φύγουν. Ἀλλά
δέ φύγανε… Αὐτό εἶναι ὑπέρ, εἶναι ἕνα δῶρο πού ἔκαναν αὐτοί στόν Θεό. Θά
μποροῦσε νά πέσουν ξαφνικά οἱ βάρβαροι καί νά μήν μποροῦσαν νά φύγουν, νά τούς
ἔσφαζαν ὅλους. Ὄχι, ὁ Θεός τούς εἰδοποιεῖ. Φαίνεται ἀπό ’δῶ ἡ μεγάλη τους ἀρετή,
πού μένουν ἑκούσια νά σφαγοῦν.
Βλέπετε τώρα τήν στάση αὐτή τῶν ἁγίων καί πόσο ἀντίθετη εἶναι μέ τήν κοσμική
στάση… Ἕνας κοσμικός θά ἔλεγε: Θά ἔρθουν οἱ βάρβαροι; Νά φτιάξουμε
ὀχυρωματικά ἔργα, νά πάρουμε τουφέκια, νά πάρουμε τά ὅπλα τῆς ἐποχῆς τέλος
πάντων, νά κάνουμε ἄμυνα, νά ἀντιμετωπίσουμε τήν κατάσταση! Τίποτα ἀπό αὐτά…
Σάν πρόβατα ἐπί σφαγῇ. Ἅμα θέλει ὁ Θεός νά μᾶς σφάξουν, θά μᾶς σφάξουν. Ὁ
Χριστός δέν πῆρε ποτέ ὅπλα, ποτέ δέν ἀμύνθηκε, ποτέ δέν χτύπησε ἄνθρωπο. Κι,
ὅταν ὁ Ἅγιος Πέτρος ἔβγαλε τό μαχαίρι καί ἔκοψε τό αὐτί τοῦ δούλου, τοῦ εἶπε
«βάλε τό μαχαίρι σου στή θήκη, ὅποιος πῆρε μαχαίρι, μέ μαχαίρι θά χαθεῖ» (Ματθ.
26,52).Αὐτα γιά τό μικρό αὐτό κεφάλαιο περί δοκιμασιῶν.
«Κάποιος φιλόπονος μοναχός, πού ἀγωνιζόταν μέ ὅλες του τίς δυνάμεις γιά τήν
ἀρετή, κάποτε ἀτόνισε κι ἔπεσε σέ ἀμέλεια. Γρήγορα, ὅμως, συνῆλθε κι ἔλεγε στόν
ἑαυτό του: – Ταλαίπωρε ἄνθρωπε, μέχρι πότε θά καταφρονεῖς τή σωτηρία σου; Δέν
φοβᾶσαι τόν θάνατο καί τήν κρίση;». Γιατί, πολλές φορές ξεκινάει κανείς καλά μέ
ζῆλο τά πνευματικά, ἐξομολογεῖται, προσεύχεται, χαίρεται, διαβάζει βίους ἁγίων
κ.λ.π. θεολογικά βιβλία, ἐκκλησιάζεται, ἀλλά, ἄν δέν προσέξει καί ἀμελήσει, φτάνει
κάποια στιγμή σέ μιά πολύ χαμηλή πνευματική στάθμη. Αὐτή εἶναι καί ὅλη ἡ
προσπάθεια τοῦ διαβόλου, αὐτόν πού εἶναι ἐπιμελής στά πνευματικά νά τόν ρίξει σέ
ἀμέλεια. Τόν ἀμελή νά τόν ρίξει στήν ἁμαρτία καί τόν ἁμαρτωλό νά τόν ρίξει στήν
ἀπόγνωση, στήν ἀπελπισία, ὥστε νά σταματήσει νά ἀγωνίζεται καί νά αὐτοκτονήσει
πνευματικά, νά γυρίσει νά γίνει πάλι κοσμικός ὅπως πρίν.
89
Αὐτός τό κατάλαβε καί εἶπε στόν ἑαυτό του: Δέν φοβᾶσαι τόν θάνατο καί τήν κρίση;
Μέχρι πότε θά καταφρονεῖς τή σωτηρία σου; Δέν λυπᾶσαι τήν ψυχή σου; «Μέ τίς
σκέψεις αὐτές γινόταν προθυμότερος στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Μιά μέρα, ἐνῶ
προσηύχετο, μαζεύτηκαν γύρω του τά πονηρά πνεύματα καί πάσχιζαν νά τόν
ἀποσπάσουν ἀπό τήν προσευχή. – Μέχρι πότε θά μέ βασανίζετε; εἶπε μ’ ἀγανάκτηση
ὁ ἀδελφός. Δέν σᾶς ἔφτασε τόσος χρόνος, πού μέ εἴχατε ρίξει σέ ἀμέλεια;». Καί τί
τοῦ ἀπαντᾶνε οἱ δαίμονες; «-Ὅταν ἤσουν ἀμελής, δέν μᾶς ἔδινες καμιά ἐνόχληση,
ἀποκρίθηκαν μέ κακία οἱ δαίμονες καί σέ παραμελούσαμε κι ἐμεῖς. Τώρα, πού μᾶς
ἐναντιώνεσαι, σέ πολεμοῦμε». Ἀφοῦ τόν εἶχαν δικό τους, γιατί νά τόν πολεμήσουν;
Δέν ἔχαναν τόν χρόνο τους μ’ αὐτόν.
Ὅταν ἄρχισε νά εἶναι μέ τόν Χριστό, τότε τόν πολεμοῦσαν. Γι’ αὐτό καί μᾶς μή μᾶς
κάνει ἐντύπωση… Λένε μερικοί: τώρα πάτερ, πού ἦρθα στήν Ἐκκλησία, ἔχω πιό
πολλά προβλήματα, πιό πολλές δυσκολίες. Ἔτσι εἶναι, γιατί ὁ διάβολος λυσσάει καί
θέλει νά σέ γυρίσει πίσω, νά σέ ἀνακόψει ἀπό τήν πορεία σου. Ὅταν ἦσουν στήν
κοσμική ζωή, δέν τόν ἐνοχλοῦσες, σέ εἶχε ἐξασφαλισμένο γιά τήν κόλαση. Πήγαινε
σέ ἄλλους πού ἀγωνιζόντουσαν καί δέν ἔχανε τόν χρόνο του μαζί σου. «Σάν ἄκουσε
αὐτά ὁ ἀδελφός, βίαζε πιό πολύ τόν ἑαυτό του στόν πνευματικό ἀγῶνα καί μέ τή
Χάρη τοῦ Θεοῦ πρόκοψε στήν ἀρετή».
Ἄλλο περιστατικό. «Ἕνας ἀδελφός πού περνοῦσε ἄσκοπα τόν καιρό του
παραμελώντας τή σωτηρία του, κατέβαινε κάποτε στήν πόλη νά πουλήσει τά καλάθια
του. Βραδιάστηκε, ὅμως, στόν δρόμο καί γιά νά μήν κινδυνεύσει στή σκοτεινή
νύχτα, βρῆκε πρόχειρο κατάλυμα σ’ ἕνα παλιό τάφο. Ξάπλωσε νά ξεκουραστεῖ..». Οἱ
τάφοι μπορεῖ νά ἦταν καί μικρά σπιτάκια. Ἄν πᾶτε καί σήμερα στήν Αἴγυπτο καί
δεῖτε τούς τάφους εἶναι σάν μικρά σπιτάκια. Μπῆκε λοιπόν σ’ ἕνα ἀπό αὐτά καί
προσπάθησε νά ξεκουραστεῖ. «Ἐνῶ ἔκλειναν πιά τά μάτια του ἀπό τή νύστα, εἶδε
ἀπέναντί του δύο δαίμονες νά τόν περιεργάζονται.
Γιά δές ἐκεῖ, τόλμησε ὁ καλόγηρος νά ξαπλώσει στό μνημεῖο, εἶπε ὁ ἕνας, ἄς τόν
πειράξουμε, γιά νά ἀναγκαστεῖ νά φύγει ἀπ’ τήν κατοικία μας». Ἦταν τό σπίτι τῶν
δαιμόνων ἐκεῖ. «Μή χάνουμε μ’ αὐτόν τόν καιρό μας, ἀποκρίθηκε μέ περιφρόνηση ὁ
ἄλλος, εἶναι ἀπ’ τούς δικούς μας. Τρώει, πίνει, φλυαρεῖ, παραμελεῖ τά καθήκοντά του
καί κάνει σχεδόν ὅλα μας τά χατίρια. Ἄς πᾶμε νά πειράξουμε ἐκείνους πού μᾶς
πολεμοῦν νύχτα – μέρα μέ τήν προσευχή τους καί τήν ἄσκηση». Τά λέγανε οἱ
δαίμονες μεταξύ τους αὐτά. «Βλέποντας ὁ ἀδελφός πώς καί οἱ δαίμονες ἀκόμα τόν
περιφρονοῦσαν, ἔβαλε ἀρχή καί ἔγινε καλός μοναχός». Γιατί ἔγινε ὅλο αὐτό τώρα; Ὁ
Θεός τό παραχώρησε. Νά φανερωθοῦν οἱ δαίμονες, νά δεῖ ὁ μοναχός ὁ ἀμελής πώς
τόν περιφρονοῦν ἀκόμα καί οἱ δαίμονες καί νά μετανοήσει. Βλέπετε πῶς μᾶς
διδάσκει ὁ Θεός! Ἀκόμα καί μέσα ἀπό τήν κακία τῶν δαιμόνων.
«Ἄν πῆρες πραγματική ἀποφαση νά ζήσεις στό ἑξῆς σύμφωνα μέ τόν θεῖο νόμο, θά
βρεῖς βοηθό αὐτόν τόν Νομοθέτη, λέει ἕνας ἅγιος πατήρ». Ὁ ἴδιος ὁ Θεός δηλαδή θά
90
σέ βοηθήσει, ἄν ἀποφασίσεις νά τηρήσεις τίς ἐντολές Του. «Ἄν πάλι μέ τή θέλησή
σου παραβαίνεις τίς θεῖες ἐντολές, θά ἔχεις συνεργάτη τόν διάβολο», τό μαῦρο
ἀφεντικό πού ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Ἀλλά θά σοῦ κάνει καί τή ζωή
μαύρη… «Δεῖξε λοιπόν τήν καλή σου πρόθεση, γιά νά λάβεις δύναμη ἀπό τόν
Θεό». Μέ ποιόν θέλεις νά εἶσαι… αὐτός καί θά εἶναι μαζί σου. Ἄν κάνεις αὐτά πού
θέλει ὁ Θεός, ὁ Θεός θά εἶναι μαζί σου. Ἄν κάνεις τά ἀντίθετα, θά ἔχεις τόν διάβολο,
ἀλλά ὁ διάβολος δέν εἶναι καλή παρέα. Μόνο κακό θά σοῦ κάνει.
«Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός προσευχόταν χρόνια στόν Θεό νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό
τά πάθη, πού φώλιαζαν μέσα του κι ἀπ’ ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Ὅταν ἐπί
τέλους πῆρε αὐτό τό χάρισμα, ἔγινε ἀμέριμνος». Ἡσύχασε. Δέν εἶχε δηλαδή
ἐνεργοῦντα τά πάθη μέσα του. «Στό βάθος, ὅμως, τῆς ψυχῆς του ὑπῆρχε κάποια
ἀνησυχία. Πῆγε λοιπόν νά συμβουλευτεῖ τόν Γέροντά του, τόν ἀββᾶ Ποιμένα. –
Βλέπω τόν ἑαυτό μου σέ μεγάλη ἀνάπαυση, ἀββᾶ. Δέν ἔχω πιά κανένα πόλεμο».Δέν
μέ πειράζει τίποτε. Δέν ἔχω πειρασμούς. «-Πήγαινε εὐθύς καί παρακάλεσε τόν Θεό
νά σοῦ ξαναστείλει τούς πειρασμούς, πού εἶχες πρῶτα, τοῦ εἶπε αὐστηρά ὁ Ὅσιος.
Δέν ἔμαθες ἀκόμη, πώς μέ τόν πνευματικό ἀγῶνα προκόβει ἡ ψυχή στήν
ἀρετή;». Μέσω τῶν πειρασμῶν δηλαδή προχωροῦμε. «Ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ἔκανε,
ὅπως τόν συμβούλεψε ὁ Πνευματικός του. Δέν προσευχήθηκε πιά ν’ ἀπαλλαγεῖ ἀπό
κάθε πόλεμο, ἀλλά ἔλεγε στόν Θεό μέ πολλή ταπείνωση: – Kύριε, δός μου δύναμη,
τή στιγμή τοῦ πειρασμοῦ νά μήν ἁμαρτήσω».
Δηλαδή εἶχε φτάσει σέ μιά κατάσταση πού νά μήν ἔχει πειραμούς, νά μήν ἔχει
λογισμούς. Καί τοῦ λέει ὁ Γέροντάς του, ὁ ἀββᾶς Ποιμένας -διακριτικότατος- δέν
εἶναι καλό αὐτό. Νά πεῖς στόν Θεό νά γυρίσουν πίσω οἱ πειρασμοί, γιά νά προκόψεις
πιό πολύ στήν πνευματική ζωή. Γιατί μᾶς ὠφελοῦν πάρα πολύ οἱ προσβολές πού μᾶς
κάνει ὁ διάβολος, μᾶς ξυπνᾶνε πνευματικά καί μᾶς δίνει καί στεφάνια ὁ Θεός ὅταν
ὑπερβαίνουμε, νικοῦμε τίς προσβολές.
«Ἕνας νέος ὑποτακτικός ρώτησε κάποτε τόν ὅσιο Ποιμένα: – Τί νά κάνω ἀββᾶ πού
οἱ δαίμονες δέν παύουν νά μέ πολεμοῦν ἄγρια; Ἐσένα παιδί μου πολεμοῦν οἱ
δαίμονες; εἶπε μέ ἔκπληξη ὁ ὅσιος. Νά εἶσαι βέβαιος ὅτι αὐτοί δέν πολεμοῦν τόν
ἄνθρωπο ὅσο κάνει τά θελήματά του. Ἀλλά αὐτά γίνονται δαίμονες καί τόν πολεμοῦν
καθημερινῶς». Μήν τά φορτώνουμε ὅλα στόν διάβολο… Δέν μᾶς πολεμᾶνε πάντα οἱ
δαίμονες. Μᾶς πολεμᾶνε τά ἴδια μας τά πάθη, οἱ ἴδιες μας οἱ ἐπιθυμίες. Γι’ αὐτό λέει
ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος «ἕκαστος ἐκ τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας πειράζεται» (Ἰακ. 1,14). Ἔλεγε ὁ
Ἅγιος Παΐσιος: μή συκοφαντοῦμε καί τόν διάβολο συνέχεια…
Δέν φταίει γιά ὅλα ὁ διάβολος. Λέει ἐδῶ ὁ ἀββᾶς Ποιμένας «Ξέρεις μέ ποιούς
πολέμησαν οἱ δαίμονες; Μέ τόν θεόπτη Μωϋσῆ καί τούς ὁμοίους του Ἁγίους». Εἶσαι
σ’ αὐτά τά μέτρα; Μή λές ὅτι μέ πειράζουν οἱ δαίμονες. Πειράζεσαι ἀπό τίς ἴδιες σου
τίς ἐπιθυμίες, ἀπό τά πάθη σου πειράζεσαι. Καθάρισε τά πάθη σου, νέκρωσε τόν
παλαιό ἄνθρωπο, νέκρωσε τίς ἐπιθυμίες σου καί μετά θά ἀρχίσουν νά σέ πολεμᾶνε οἱ
91
δαίμονες. «Ὅσο προκόβουν οἱ ἀγωνισταί, ἔλεγε ἡ Ὁσία Συγκλητική, τόσο
πολλαπλασιάζονται οἱ ἀντίπαλοί τους».
«Τί νά κάνω, Ἀββᾶ, πού μέ πειράζουν τά πάθη καί οἱ δαίμονες; ρώτησε τόν Ὅσιο
Σισώη ἕνας νέος μοναχός. – Μή λές πώς πειράζεσαι ἀπό τούς δαίμονες, τέκνον».Τά
ἴδια! Βλέπετε ταυτότητα τῶν Πατέρων; Δέν σέ πειράζουν οἱ δαίμονες. «Οἱ πιό
πολλοί πειραζόμεθα ἀπό τίς κακές μας ἐπιθυμίες». Ἔβαλε καί τόν ἑαυτό του μέσα ὁ
ὅσιος γιά νά διδάξει τόν νέο μοναχό.
«Ἀρχάριος ἀκόμη στή μοναχική ζωή ὁ Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοψ, πολεμήθηκε ἀπό σαρκική
ἐπιθυμία. Πῆγε τότε, ταραγμένος, νά ἐξομολογηθεῖ στόν ἀββᾶ Ἰσίδωρο. Ὁ Γέροντας
τόν ἄκουσε μέ συμπάθεια κι, ἀφοῦ τοῦ ἔδωσε τίς συμβουλές πού ἔπρεπε, τοῦ εἶπε νά
γυρίσει πίσω στό κελλί του. Ἐπειδή, ὅμως, ἐκεῖνος δίσταζε ἀκόμη, μήπως
ἐπιστρέφοντας τοῦ ἀνάψει πάλι ἡ φλόγα τῆς κακῆς ἐπιθυμίας, ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος τόν
πῆρε ἀπό τό χέρι καί τόν ἀνέβασε σ’ ἕνα μικρό δωμάτιο, πού εἶχε πάνω ἀπό τό κελλί
του. – Kύτταξε ἐδῶ, τοῦ εἶπε, δείχνοντάς του πρός τήν δύση.
Εἶδε τότε ὁ Μωϋσῆς ἕνα ὁλόκληρο στράτευμα ἀπό πονηρά πνεύματα μέ τεντωμένα
τόξα, ἕτοιμα γιά πόλεμο καί τρόμαξε. – Κύτταξε τώρα πρός τήν ἀνατολή, εἶπε πάλι ὁ
Γέροντας. Μυριάδες Ἀγγέλων σέ στρατιωτική παράταξη ἦσαν ἕτοιμοι ν’
ἀντιμετωπίσουν τόν ἐχθρό». Κάθε στιγμή γίνεται αὐτός ὁ πόλεμος. Ἐμεῖς δέν τόν
βλέπουμε. Οἱ δυνάμεις τοῦ φωτός καί οἱ δυνάμεις τοῦ σκότους. Ἄν τά βλέπαμε αὐτά,
θά φρίτταμε… τί γίνεται κάθε στιγμή γύρω ἀπό κάθε ψυχή… πῶς παλεύουν οἱ
δαίμονες μέ τούς Ἀγγέλους. «Ὅλοι αὐτοί τοῦ εἶπε ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος, εἶναι σταλμένοι
ἀπό τόν Θεό νά βοηθήσουν τόν ἀγωνιστή», οἱ Ἄγγελοι. «Βλέπεις πῶς οἱ
ὑπερασπισταί μας εἶναι πολύ περισσότεροι καί ἀσυγκρίτως ἰσχυρότεροι ἀπό τούς
ἐχθρούς μας; Ὁ Μωϋσῆς εὐχαρίστησε μέ τήν καρδιά του τόν Θεό γι’ αὐτή τήν
ἀποκάλυψη καί παίρνοντας θάρρος, γύρισε στό κελλί του νά συνεχίσει τόν ἀγῶνα
του».
Ἔχει καί ἕνα πολύ ὡραῖο κεφάλαιο ὁ Ἅγιος Νικόδημος στόν Ἀόρατο Πόλεμο πού
λέει περίπου τά ἴδια πράγματα. Κάθε πρωί, λέει, πού ξυπνάει ὁ ἀγωνιστής πρέπει νά
σκέφτεται αὐτό τό πράγμα: ὅτι ἔχει ἀπ’ τή μιά ὅλους τούς Ἀγγέλους παραταγμένους,
ἕτοιμους νά συμπολεμήσουν μαζί του καί ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά ἔχει τούς δαίμονες
πού εἶναι ἕτοιμοι νά τοῦ ἐπιτεθοῦν καί θά πρέπει νά προσέχει πάρα πολύ σ’ ὅλη τή
διάρκεια τῆς ἡμέρας. Νά συναγωνίζεται καί νά ἐπικαλεῖται τή βοήθεια τῶν ἁγίων
Ἁγγέλων, γιά νά κατατροπωθοῦν οἱ δαίμονες. Αὐτή ἡ πάλη τῶν δυνάμεων τοῦ φωτός
μέ τίς δυνάμεις τοῦ σκότους εἶναι συνεχής καί μέσα στόν κόσμο.
92
μάγισσες νά βγαίνουν στήν τηλεόραση, νά διδάσκουν τούς ἀνθρώπους πῶς νά
κάνουν ξόρκια, βιβλία μαγικά νά κυκλοφοροῦν ἐλεύθερα καί παιδικά τέτοια βιβλία,
νά διδάσκουν τά παιδιά πῶς νά γίνουν μάγοι! Οὐσιαστικά αὐτά τά βιβλία τοῦ Χάρι
Πότερ (Harry Potter) αὐτό εἶναι, μαθαίνουν τά παιδιά πῶς νά γίνουν μάγοι, τά μυοῦν
στή μαγεία, δηλαδή στήν λατρεία τοῦ σατανᾶ. Ἡ μαγεία δέν εἶναι τίποτα ἄλλο, αὐτό
εἶναι. Ὁ μάγος εἶναι ἡ καθέδρα τοῦ διαβόλου, ἐκεῖ πού θρονιάζεται ὁ διάβολος. Καί
γίνεται αὐτή ἡ πάλη. Τό βλέπει κανείς ὁλοφάνερα, ἄν ἔχει λίγο πνευματικά μάτια
καθαρά. Ἕνας βέβαια πού δέν βλέπει καθόλου, σοῦ λέει τίποτα δέν γίνεται, πολύ
καλός εἶναι ὁ κόσμος… ὅλα πᾶνε πολύ καλά…
«Ὁ κόσμος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰω. 5,19), λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ὅλο τό κοσμικό
σύστημα εἶναι θεμελιωμένο πάνω στόν διάβολο. Θά πρέπει νά τό ξέρουμε αὐτό οἱ
χριστιανοί καί νά μήν ἐλπίζουμε ποτέ σέ ἕναν διάλογο μέ τόν κόσμο. Προσέξτε, δέν
μποροῦμε νά κάνουμε διάλογο μέ τόν κόσμο. Σέ μιά συμφωνία πολύ χειρότερα…
Μήν ἐλπίζουμε ποτέ ὅτι θά συμφωνήσουμε μέ τόν κόσμο, ἡ Ἐκκλησία μέ τόν κόσμο.
Διάλογος δέν χωράει μέ τόν κόσμο. Καί, ὅταν λέω ‘κόσμος’ δέν ἐννοῶ τούς
ἀνθρώπους, μή μέ παρεξηγήσετε, ἐννοῶ τό κοσμικό πνεῦμα, πού εἶναι τά πάθη:
φιληδονία, φιλαργυρία, φιλοδοξία, πού κυβερνοῦν τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου.
Μήν ἐλπίζουμε ποτέ ὅτι θά συμβιβαστοῦμε καί θά τά βροῦμε μέ τόν κόσμο, δέν
ὑπάρχει περίπτωση. Εἶναι ἐχθρός ὁ Χριστός καί ὁ κόσμος, οἱ χριστιανοί καί οἱ
κοσμικοί, καί πάντοτε θά εἴμαστε σέ ἀντιπαλότητα. Πάντα θά ἔχουμε ἀπέναντί μας
κάποιους οἱ ὁποῖοι θά μᾶς λοιδοροῦν, θά μᾶς βρίζουν, θά μᾶς καταδιώκουν, μέχρι νά
μᾶς κατασπαράξουν κιόλας, ὅπως ὅλους τούς Ἁγίους μας. Οἱ πιό πολλοί ἔφτασαν,
στήν κυριολεξία, μέχρι καί νά κατασπαραχτοῦν. Ἀπό ποιούς; Ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Καί τούς περνοῦσαν σάν ἀρνιά μέσα στίς σοῦβλες, τούς κατακρεουργοῦσαν.
Ἀλλά, εἴπαμε, εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ πάλη τῶν δυνάμεων τοῦ φωτός, τῶν Ἀγγέλων,
τοῦ Θεοῦ, μέ τίς δυνάμεις τοῦ σκότους, ἡ ὁποία πάλη αὐτή θά κορυφωθεῖ στά ἔσχατα
χρόνια, τοῦ Ἀντιχρίστου. Καί θά φανεῖ πρός στιγμήν ὅτι κυριαρχεῖ ὁ Ἀντίχριστος. Θά
κυριαρχήσει γιά τρεισήμισι χρόνια… πολύ λίγο. Μετά βέβαια θά ἐπέμβει ὁ Θεός καί
θά πάει ἐκεῖ πού εἶναι νά πάει ὁ διάβολος «στή λίμνη τοῦ πυρός τήν καιομένη»
(Ἀποκ. 21,8). Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά δειλιάζουμε ποτέ, γιατί εἴμαστε μέ τούς νικητές.
Εἶναι βέβαιο ὅτι θά νικήσουμε.
«Ἕνας ἅγιος ἐρημίτης εἶδε κάποτε τά πονηρά πνεύματα, σάν σμῆνος ἀπό μελίσσι, νά
περικυκλώνουν τόν ἄνθρωπο, γιά νά τόν παρασύρουν στό κακό. Κοντά του ὅμως
στεκόταν ὁ φύλαξ Ἄγγελος τῆς ψυχῆς του καί μέ γυμνό σπαθί ἔδιωχνε τά
δαιμόνια». Παραχώρησε ὁ Θεός νά δεῖ τί γινόταν γύρω του. Σάν μελίσσι οἱ δαίμονες
τοῦ ἐπιτίθονταν, ἀλλά ὁ Ἄγγελος τούς ἔδιωχνε.
«Ξεκίνησε μιά μέρα ὁ ἀββᾶς Μακάριος νά πάει, ὅσο μποροῦσε πιό βαθειά στήν
ἔρημο, γιά προσευχή καί πνευματική μελέτη. Στόν δρόμο συνάντησε ἕνα παράξενο
93
πλάσμα, ἀναιδέστατο στήν ὄψη, φορτωμένο μέ σωρό μικρά καί μεγάλα δοχεῖα πού
τό καθένα εἶχε κι ἀπό ἕνα φτερό». Ὅπως ἦταν τά μελανοδοχεῖα παλιά πού εἶχαν ἕνα
φτερό καί τό βουτοῦσαν στό μελάνι καί γράφανε. Κάπως ἔτσι ἦταν καί ἐδῶ μ’ αὐτό
τό ὄν… «Παραξενεύτηκε ὁ Γέροντας ἀπό τήν ἀκατανόητη ἐκείνη μορφή καί στάθηκε
νά τήν περιεργασθεῖ». Λέει: τί πράγμα εἶναι αὐτό; «Ὁ ἄλλος φανερά ἐνοχλημένος,
τοῦ φώναξε μέ θυμό: – Tί κάθεσαι καί μέ κυττάζεις ἔτσι, μοναχέ;
Ἔχεις καμιά δουλειά στόν τόπο τοῦτο, πού δέν τόλμησε ἄνθρωπος ὡς τώρα νά
πατήσει τό πόδι του;». Βλέπετε; Ὑπάρχουν τόποι τῶν δαιμόνων; Ὄχι, βέβαια. Ἀλλά
ἐπειδή ἐκεῖ ὑπάρχουν προηγούμενα, ἐπειδή εἴτε ἔχουν γίνει ἁμαρτίες, εἴτε λατρεῖες
σέ δαίμονες, θυσίες, μπορεῖ νά ἔχουν γίνει καί φόνοι κ.λ.π., οἱ δαίμονες ἐκεῖ
ἀποκτοῦν κάποια δικαιώματα. Λένε ἐδῶ εἶναι τόπος μας καί κατεξοχήν στήν ἔρημο.
Τοῦ λέει, λοιπόν, τί ἦρθες ἐδῶ; Νά μᾶς διώξεις καί ἀπό δῶ; Ἐδῶ εἶναι δικός μας
τόπος. «- Γυρεύω τόν Θεό παντοῦ, ἀποκρίθηκε μέ θάρρος ὁ Ὅσιος. Ἀλλά ἐσύ ποιός
εἶσαι; Ἀπόκοσμο μοῦ φαίνεται τό παρουσιαστικό σου καί τό φορτίο σου ἀκατανόητο.
Ἐκεῖνος τότε, χωρίς νά θέλει, βιάστηκε νά ὁμολογήσει τήν ἀλήθεια, σπρωγμένος ἀπό
ἀκατανίκητη δύναμη», τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος ἀναγκάζεται μερικές φορές ἀπό τόν
Θεό νά πεῖ τήν ἀλήθεια. «-Ἐγώ πού βλέπεις, εἶμαι διάβολος καί τοῦτα ἐδῶ τά
σύνεργά μου. Μ’ αὐτά δελεάζω τούς ἀνθρώπους καί μέ ἀκολουθοῦν, κάνοντας ὅλα
μου τά θελήματα».
«Ἐκεῖνον πού θέλει ν’ ἀγρυπνίσει, παίρνω ἀπό τό δοχεῖο, πού κρέμεται στά βλέφαρά
μου, τοῦ βάζω λίγο στά μάτια καί τοῦ φέρνω τόση νύστα, πού τρέχει εὐθύς στό
στρῶμα. Τά δοχεῖα, πού βρίσκονται στ’ αὐτιά μου, ἔχουν συνταγή κατάλληλη γιά
παρακοή. Μ’ αὐτή κυνηγῶ τούς ὑποτακτικούς». Καί δέν τούς ἀφήνει νά κάνουν
ὑπακοή, ἀλλά προφανῶς καί τούς συζύγους, πού δέν ἀφήνει νά κάνουν ὑπακοή ὁ
ἕνας στόν ἄλλον, ὅπως λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ ὑπακοή δέν εἶναι μόνο γιά
94
τούς ὑποτακτικούς ἤ γιά τούς μοναχούς, γιά ὅλους εἶναι. Λοιπόν… κάνεις παρακοή;
Νά ξέρεις ὅτι εἶσαι θύμα τοῦ διαβόλου, πού παίρνει ἀπό αὐτό τό δοχεῖο καί ἀλείφει
τά αὐτιά σου.
«Ἀπό τό περιεχόμενο τοῦ δοχείου, πού κρέμεται στή μύτη μου, δίνω στούς νέους, γιά
νά τούς παρασύρω σέ σαρκική ἐπιθυμία» καί τούς σέρνει ἀπό τή μύτη... «Ἀπό τό
δοχεῖο, πού βρίσκεται στό στόμα μου, δίνω στούς ἐγκρατεῖς, γιά νά τούς προκαλέσω
λαιμαργία», νά τούς δημιουργήσω διάθεση γιά νόστιμα φαγητά. «Σέ ἄλλους πάλι, γιά
νά τούς παρασύρω στήν καταλαλιά καί στήν αἰσχρολογία», οἱ ἁμαρτίες πού γίνονται
μέ τό στόμα καί τήν γλώσσα. «Τό δοχεῖο, πού φέρνω στό λαιμό μου, προξενεῖ
ὑπερηφάνεια καί ὑψηλοφροσύνη» καί περπατάει ὁ ἄλλος σάν λοστός... εἶναι ἀπό τό
δοχεῖο πού ἔχει ἀπό τόν λαιμό του ὁ διάβολος!
«Τό ἄλλο, πού βλέπεις στήν κοιλιά μου, ἔχει μέσα ἀναισθησία κι ἀκολασία». Κάνει
τόν ἄλλον ἀναίσθητο, ἀκόλαστο, βρωμερό, δέν καταλαβαίνει τίποτα, κυλιέται σάν τό
γουρούνι στίς σαρκικές ἐπιθυμίες. Ἀκόμα καί τόν γάμο του τόν κάνει πεδίο
σαρκικότητας… τίποτα… μόνο σάρκα… Ἐνῶ ὁ Θεός ἔδωσε τόν γάμο, γιά νά γίνει
πεδίο ἀπελευθέρωσης ἀπό τήν σάρκα, νά ἐξαγνιστοῦν οἱ σύζυγοι μέσα ἀπό τήν
σωφροσύνη πού θά ἀσκήσουν μέσα στόν γάμο καί τήν ἐγκράτεια, ὅπως λέει ἡ
Ἐκκλησία, καί νά φτάσουν κάποια στιγμή νά ζήσουν σάν ἀδέλφια μέσα στόν γάμο.
Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου, νά ὑπερβαθεῖ ἡ σαρκικότητα καί νά φτάσουν στήν
παρθενία, ἀφοῦ δέν μπόρεσαν νά κάνουν τήν παρθενία ἀπό τήν ἀρχή.
Παραχωρεῖ ὁ Θεός στήν ἀδυναμία καί λέει νά ἔχεις ἕναν ἄνδρα, – ὄχι καί δεύτερο
καί τρίτο καί δέκατο, ὅπως κάνουν σήμερα – μέ σκοπό νά ὑπερβεῖς τήν σαρκικότητά
σου καί νά φτάσεις κι ἐσύ, ὅπως ἔζησε ὁ Χριστός, νά εἶσαι ἐλεύθερος ἀπό αὐτή τήν
προσκόλληση στή σάρκα. Ἀλλά, ὅταν ψάχνεις νά τά βρεῖς μέ τόν κόσμο, πῶς θά
ἐλευθερωθεῖς ἀπό αὐτό; Ὁ κόσμος θά σοῦ πεῖ: Τί εἶσαι; Τί εἶναι αὐτά πού λές;
Καλόγερος εἶσαι; Γι’ αὐτό πολλές φορές δέν ἐλευθερωνόμαστε ἀπό τά πάθη μας.
Γιατί τρέφουμε μέσα μας αὐτή τήν ἰδέα, ὅτι μπορεῖς νά ζήσεις καί μέ τά κοσμικά καί
χριστιανικά, νά συμβιβάσεις τά πράγματα. Δέν συμβιβάζονται. Εἶναι σάν ἕναν
ἄνθρωπο πού θέλει νά περπατήσει ἔχοντας τό ἕνα πόδι σέ μία βάρκα καί τό ἄλλο
πόδι σέ ἄλλη βάρκα. Δέν μπορεῖ νά προχωρήσει, θά διαλυθεῖ.
«Τό ἄλλο, πού βλέπεις στήν κοιλιά μου, ἔχει μέσα ἀναισθησία κι ἀκολασία καί τά
ὑπόλοιπα φθόνο, φόνο, κλοπή κι ὅλα τ’ ἄλλα κακά. Μ’ αὐτά βγάζω τούς ἀνθρώπους
ἀπό τόν ἴσιο δρόμο καί τούς ὁδηγῶ ,ὅπου θέλω ἐγώ, μέχρις ὅτου τούς παρασύρω
στήν ἀπώλεια». Προσέξτε τώρα! δέν εἶναι ὅτι ὁ διάβολος ἀναγκάζει τόν ἄνθρωπο νά
τά κάνει αὐτά. Ὁ διάβολος κάνει προτάσεις καί ὁ ἄνθρωπος, ἄν ἀνταποκριθεῖ στίς
προτάσεις τοῦ διαβόλου καί συγκατατεθεῖ, τότε ἁμαρτάνει, ἀφοῦ τελεῖ τήν ἁμαρτία.
Δέν ἀναγκάζει ὁ διάβολος κανέναν. Μόνο προτείνει. Ὅπως καί ὁ Θεός δέν ἀναγκάζει
κανέναν, μόνο προτείνει καί καλεῖ στή σωτηρία. Ἔτσι καί ὁ διάβολος. Ὁ ἄνθρωπος
εἶναι αὐτεξούσιος καί ἀπέναντι στόν Θεό καί ἀπέναντι στόν διάβολο. Γι’ αὐτό ἄς μή
95
λέει κανείς, δέν φταίω ἐγώ, ὁ διάβολος, ἐσύ φταῖς… Ὁ διάβολος ἔκανε τήν πρόταση.
Ἐσύ τήν δέχτηκες ὅμως. Ἐσύ φταῖς. Γι’ αὐτό καί δίνουμε λόγο στόν Θεό. Ἀλλιῶς,
γιατί νά δώσουμε λόγο; Ἄν ὁ διάβολος μᾶς ἀνάγκαζε νά εἴμαστε ἀκόλαστοι λόγου
χάρη, νά ἔχουμε φθόνο… Τί φταῖμε ἐμεῖς, θά ποῦμε, Θεέ μου; Δέν φταῖμε… ὁ
διάβολος. Ὄχι, ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά μᾶς κάνει τίποτε, ἄν μόνοι μας δέν
δεχτοῦμε τίς προτάσεις του καί τίς κάνουμε πράξεις.
«Ἐσένα, ὅμως, δέν κατόρθωσα οὔτε μιά φορά νά σέ πλησιάσω, γιατί ἀδιάκοπα μέ
πολεμᾶς». Ἦταν σέ πνευματική ἐγρήγορση ὁ ἀββᾶς Μακάριος. Τοῦ ἔβαζε πάλι
πειρασμούς.. ὅλα αὐτά τά μπουκαλάκια τά εἶχε χρησιμοποιήσει καί στόν ἀββᾶ
Μακάριο. Σέ ὅλους τά χρησιμοποιεῖ… καί ὅ,τι πιάσει. Μπορεῖ νά μήν πιάσουν ὅλα,
μπορεῖ νά τόν πιάσει ἕνα. Ἕναν τόν πιάνει μέ τήν ἀκολασία, ἄλλον τόν πιάνει μέ τή
μέθη, ἄλλον τόν πιάνει μέ τήν κακία, μέ τόν φθόνο, μέ τήν ζήλια, τήν ζηλοτυπία…
ὅ,τι πιάσει. Μετά τοῦ δίνει συνέχεια ἀπό αὐτό πού ἔπιασε. Αὐτή εἶναι ἡ μαεστρία τοῦ
διαβόλου. Δέν προσπαθεῖ νά σέ ρίξει σέ ὅλα τά πάθη. Σ’ ἕνα σέ ἔριξε, εἶναι ἀρκετό.
Γιατί ξέρει ὅτι ὅλα ἄν τά τηρήσει ὁ ἄνθρωπος καί ἕνα δέν τηρήσει, εἶναι σάν νά μήν
τήρησε τίποτα (πρβλ. Ἰακ. 2,10) ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε τοῦ ἀρκεῖ νά σέ
ρίξει καί σέ μία ἁμαρτία.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Ὅσο μπορεῖς νά ἀγωνιστεῖς νά ξυπνήσεις. Νά μείνεις ὄρθια, νά κάνεις
προσευχή, ὅ,τι μπορεῖς. Ὅ,τι μέτρο σοῦ εἶναι πρόσφορο, χρησιμοποίησέ το γιά νά μή
νυστάξεις. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ἄς ποῦμε, ἔλεγε στήν ἀγρυπνία καθόταν ὄρθιος καί
δέν ἄφηνω, λέει, ν’ ἀκουμπάει ἡ πλάτη μου στό στασίδι, γιατί ὤπ! σέ παίρνει ὁ ὕπνος
ἀμέσως. Καί μετά πάει ἡ ἀγρυπνία, πᾶνε ὅλα… Στεκόταν στό στασίδι, ἀλλά δέν
ἀκουμποῦσε τήν πλάτη του. Φρόντιζε νά βρεῖ τί ἦταν αὐτό πού τόν κρατοῦσε ξύπνιο.
Καί οἱ ἅγιοι, βλέπετε, ἀγῶνα εἴχανε. Μή νομίζετε ὅτι ἁγίασαν χωρίς κόπο.
Ἀντιστάθηκαν στόν πονηρό.
96
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Ὄχι…. Γιατί δέν εἶναι ἕνας, εἶναι πολλοί. Ἕνας εἶναι ὁ ἑωσφόρος, ὁ ἀρχηγός,
πού ἔπεσε, ἀλλά ἔπεσαν μαζί του κι ἄλλοι δαίμονες. Καί τό τάγμα τό δικό του ἔπεσε,
ὅλο τό τάγμα τοῦ ἑωσφόρου, τό δέκατο τάγμα, τό ὁποῖο, ὅπως μᾶς λένε οἱ ἅγιοι, θά
ἀντικατασταθεῖ ἀπό τούς μοναχούς, ἀλλά πέσανε καί ἀπό ἄλλα τάγματα ἄγγελοι
μεμονωμένοι… εἶναι πολλοί, δέν εἶναι ἕνας. Καί τότε βγῆκε ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ
καί εἶπε: Στῶμεν καλῶς, προσέξτε! Γιατί, ἔβλεπε πού ἄρχισαν καί ἔπεφταν οἱ
ἄγγελοι.
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Ναί, ἀλλά γιατί τό χαλάει; Πάλι κατά παραχώρηση Θεοῦ, γιατί προφανῶς ἐμεῖς
πού τό λέμε, δέν τό λέμε ὅπως πρέπει. Τό λέμε ἀπρόσεκτα, τό λέμε ἴσως μέ λίγο
κενοδοξία στό βάθος, μέ λίγο διάθεση νά προβληθοῦμε, μέ λίγη ὑπερηφάνεια… Ἐνῶ
ὁ Θεός εἶπε τό καλό νά τό κάνεις κρυφά.
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Βέβαια καί ἐκεῖ μπορεῖ νά τό λές, γιά νά ἀρέσεις στόν Πνευματικό… νά τοῦ
κάνεις καλή ἐντύπωση… Βέβαια! Πάντα ὅ,τι κάνουμε νά τό κάνουμε μέ αἰτία τόν
Χριστό μέ σκοπό τόν Χριστό καί ὅλη ἡ διαδικασία μέχρι νά τό κάνουμε νά εἶναι μέ
τόν Χριστό. Γιατί λέει ὁ Κύριος «Ἐγώ εἶμαι τό Α καί τό Ω» (Ἀποκ. 1,8), ἡ ἀρχή καί
τό τέλος. Γιατί ξεκινᾶς νά κάνεις κάτι; Γιά νά ἀρέσεις στόν Πνευματικό; Γιά νά
ἀρέσεις στούς ἄλλους; Γιά νά ἀρέσεις ἴσως στόν ἑαυτό σου; Νά πεῖς ‘μπράβο’ καί
στόν ἑαυτό σου; Τά κατάφερα; Ὅλα λάθος! Πρέπει νά ἀρέσεις στόν Χριστό. Ἐπειδή
τό θέλει ὁ Χριστός. Αὐτός νά εἶναι ὁ σκοπός. Αὐτός νά εἶναι ἡ ἀφορμή καί Αὐτός νά
εἶναι ὁ σκοπός.
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Ὑπουλότατο… καί ὅταν τό κάνεις σωστά, ἔρχεται στό τέλος καί σοῦ λέει
«μπράβο, τί καλά πού τό ’κανες!» καί σοῦ τά παίρνει ὅλα, ὅλους τούς κόπους. Τό
ἔχω πεῖ κι ἄλλη φορά τό παράδειγμα. Μιά δωρεά στήν Ἐκκλησία καλό πρᾶγμα δέν
εἶναι; Καλό εἶναι, ναί. Νά βάλουμε κι ἕνα ἐτικετάκι κάτω ἀπό τόν πολυέλαιο νά λέει
τό ὄνομά μας; Καλό δέν εἶναι κι αὐτό; Δέν εἶναι καλό! Τά χάλασες ὅλα. Καλύτερα
νά μήν τό κάνεις. Μοῦ ἔλεγαν γιά κάποιον ὅτι εἶχε κάνει πολλές δωρεές καί κάποτε
πῶς ἔγινε καί ἔπεσε τό ἐτικετάκι πού ἔλεγε τό ὄνομά του κάτω καί δέν φαινόταν καί
εἶχε γίνει ἔξω φρενῶν…. Πού δείχνει δηλαδή γιά ποιόν τό ἔκανε! Καί ὁ Χριστός θά
σοῦ πεῖ: Ἀφοῦ τό ἔκανες γιά τούς ἀνθρώπους, σοῦ εἴπανε καί μπράβο, σέ γράψανε
καί στίς ἐφημερίδες, σέ πῆραν καί τά κανάλια.. Ἀπό Μένα τί ζητᾶς; Τά πῆρες αὐτά
πού ἤθελες.
97
τό ἀκούσει ὁ διάβολος’. Δηλαδή νά μήν τό ἀκούσει καί ὁ κακός ἑαυτός σου ἀκόμα
καί ξεσηκωθοῦν τά πάθη σου.
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Τό λέει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος «ἄν τηρήσει κάποιος ὅλον τόν νόμο, πταίσῃ δέ ἐν ἑνί
-φταίξει σέ ἕνα πρᾶγμα- γέγονε πάντων ἔνοχος» (Ἰακ. 2,10), εἶναι σάν νά μήν τήρησε
τίποτα. Ἐφόσον, βέβαια, μετανοήσει, διορθώνεται τό πρᾶγμα. Γιατί κανένας δέν
εἶναι ἀναμάρτητος. Καί οἱ ἅγιοι δέν ἦταν ἀναμάρτητοι, ἔκαναν λάθη. Ἀκόμα καί ὁ
Ἅγιος πού γιορτάζουμε σήμερα -καί ἐγώ δέν τό εἶχα προσέξει- κάποια στιγμή ἔφτασε
στό σημεῖο νά παραιτηθεῖ ἀπό τήν Ἀρχιερωσύνη του. Δέν αὐτοκαθαιρέθηκε, ἀλλά
πείστηκε σ’ ἕναν δαιμονιώδη ἀνακριτή πού τοῦ εἶπε, ἐσύ γιατρός, μεγάλος,
σπουδαῖος, τώρα… ἐντάξει δέν λέω καί ἡ ἱερωσύνη καλό πράγμα εἶναι, ἀλλά νά
χάσεις τήν ἐπιστήμη σου, τόσα μπορεῖς νά προσφέρεις στούς ἀνθρώπους κ.λ.π.
Πές, πές, πές.. δυό ἑβδομάδες περίπου τοῦ ἔκανε αὐτή τήν πλύση ἐγκεφάλου καί τόν
κατάφερε νά γράψει ἕνα χαρτί πού ἔλεγε ὅτι παραιτοῦμαι ἀπό τήν ἱερωσύνη. Ὄχι ὅτι
ἀρνήθηκε τήν ἱερωσύνη του τελικά, ἀλλά δέν τήν ἐξασκοῦσε γιά ἕνα διάστημα. Καί
ἔπεσε σέ πολύ ἄσχημη κατάσταση. Τά λέει ὁ ἴδιος, καί λέει ἔκανα αὐτή τήν πολύ
μεγάλη ἁμαρτία. Ἀλλά μετά μετανόησε καί… ἔγινε αὐτός πού ἔγινε. Δηλαδή μπορεῖ
νά φταίξεις. Τό θέμα ποιό εἶναι; Νά τό παραδεχτεῖς! Νά πεῖς, ἔφταιξα, ἔκανα λάθος.
Νά μήν πεῖς τί εἶναι αὐτό, δέν γίνεται αὐτό… Θά συνεχίσω νά τό κάνω, γιά μένα δέν
εἶναι ἁμαρτία αὐτό. Ὅπως ἔρχονται κάποιοι θρασύτατοι καί μοῦ τά λένε καί
κατάμουτρα… Δέν εἶναι ἁμαρτία αὐτό, ἐφόσον ἀγαπιόμαστε, γιατί νά μήν συζοῦμε;
Ἄντε νά βρεῖς ἄκρη μετά…
Ἐρ. : ……………..
Ἀπ. : Δέν χάνεται τίποτα… Ὄχι, ἐφόσον μετανοοῦμε, ὅλα διορθώνονται. Ἡ μετάνοια
διορθώνει τά πάντα. Καί ἀπό πιό μεγάλος, μέγιστος, τρισμέγιστος ἁμαρτωλός γίνεσαι
τρισμέγιστος ἅγιος!
98
Λάθη στήν ἐξομολόγηση καί ποιά ἡ σωστή προετοιμασία
«Μετανοεῖτε» εἶπε ὁ Κύριος.
Μετανοεῖτε συνεχῶς ἐξακολουθητικά... ἀλλάζετε, διορθώνεσθε, προοδεύετε στήν
ὁμοίωση μ΄ Ἐμένα, πορεύεσθε πρός τή Βασιλεία Μου...
«Μετανοεῖτε»...
Ὄχι μετανοῆστε μία φορά μόνο, ὄχι μία ὥρα, ὄχι μία ἡμέρα, ὄχι ἕνα μ ῆνα, ὄχι ἕνα
χρόνο, ἀλλά συνεχῶς.
«Μετανοεῖτε»
Ὄχι μόνο ἐξομολογηθεῖτε, ὄχι μόνο διηγηθεῖτε τά λάθη σας, ὄχι μόνο ἀπαριθμεῖστε
ψυχρά τίς πτώσεις σας, ὄχι μόνο καταθέστε τήν ἁμαρτωλότητά σας,
ἀλλά πονέστε, κλάψτε, ἀλλάξτε νοῦ, μεταβληθεῖτε, μεταποιηθεῖτε, ἀποφασε ῖστε
καλλίτερα νά πεθάνετε παρά νά ξανααμαρτήσετε...
«Πολλοί ἐξομολογοῦνται ἀλλά λίγοι μετανοοῦν» ἔλεγε κάποιος.
Ἐξομολογούμαστε ἐνδεχομένως τακτικά, συχνά...
Πόσο ὅμως μετανοοῦμε;
Ποσό «ὁλόκληρωμένη» εἶναι ἡ μετάνοιά μας;
Πόσο ἀνάλογη στό μέγεθος τῆς ἁμαρτωλότητάς μας;
Πόσο «ἐπίπονη» εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς καρδιᾶς μας γιά τόν Κύριο;
Πόσο συντριμμένη καί τεταπεινωμένη καρδιά διαθέτουμε;
Πόσο ἀλλάζουμε μετά ἀπό κάθε ἐξομολόγηση;
Πόσο διορθωνόμαστε;
«Ἀρκετοί πιστοί ἀνταποκρίνονται θετικά στήν πρόσκληση τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ γιά
μετάνοια, ἐξομολογοῦνται εἰλικρινά καί μέ αἰσθήματα πραγματικῆς ἀγάπης πρός τόν
Κύριο ἐναποθέτουν ὅλα τά ἁμαρτήματά τους ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ. Παρουσιάζονται
σ’ αὐτόν ὡς μιά «ἐπιστολή... γινωσκομένη καί ἀναγινωσκομένη» (Β΄ Κορ. 3, 2). ῎Εχουν
τήν ὀρθή πεποίθηση καί βαθιά πίστη πώς ὅσα ποῦν θά συγχωρηθοῦν, θά σβησθοῦν, θά
ἐξαφανισθοῦν, ὡσάν νά μήν συνέβησαν ποτέ στή ζωή τους .....
Γι’ αὐτό μέσα στό Ἐξομολογητήριο ὁμολογοῦν μέ ταπείνωση καί συντριβή τήν ἐνοχή τους
καί ἐξομολογοῦνται πλήρως καί τελείως ὅλα τά σφάλματά τους. Τοιουτοτρόπως
λαμβάνουν τήν ἄφεση ὅλων τῶν μετά τό Ἅγιο Βάπτισμα ἁμαρτιῶν τους καί ἐπανέρχονται
στήν κατάσταση τῆς Χάριτος πλησίον τοῦ Θεοῦ εἰρηνικοί καί ἀναπαυμένοι.
Ἡ δύναμη τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐξομολογήσεως χαρίζει στόν καθένα πού εὐσυνείδητα
ἐξομολογεῖται, τήν ἐσωτερική πληροφορία ὅτι εἶναι φίλος τοῦ Θεοῦ καί ἀγαπητός
ἀδελφός τῶν Ἁγίων. Ἀποκτᾶ δέ τήν παρρησία πρός τόν Θεό, τό βασικό γνώρισμα τῶν
Ἁγίων.
99
Πατέρων, μιμούμενοι τοιουτοτρόπως τούς ἀκάρπους Ἑβραίους, οἱ ὁποῖοι περιορίζονταν
νά λένε ὅτι εἶναι τέκνα Ἀβραάμ. Φεύγουν ἀπό τό Ἐξομολογητήριο περισσότερο
λυπημένοι, δύσθημοι καί στενοχωρημένοι παρά ἀναπαυμένοι. Δέν φταίει ὅμως γι’ αὐτό
τό Μυστήριο, ἀλλά οἱ ἴδιοι οἱ ὁποῖοι προσέρχονται τυπικά καί κατ' ἔθιμο μόνο στίς
μεγάλες ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς τήν ἀπαραίτητη προετοιμασία καί ἔμπρακτη
ἐκδήλωση μετανοίας»[1].
Πολλοί ἄνθρωποι ὄχι μόνον δέν ἐξομολογοῦνται ἀλλά καί μισοῦν τούς Πνευματικούς
Πατέρες.. «Οι άνθρωποι» γράφει ὁ π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ «ηγάπησαν το σκότος, εν τω
οποίω ενοικεί ο θάνατος, και απορρίπτουν το Φως Όπερ είναι ζωή, και πρόσκαιρος και
αιώνιος. … Δια τον λόγον ότι οι πνευματικοί φέρουν το φως της ζωής, πολλοί άνθρωποι
μισούν τους λειτουργούς του Χριστού, καθώς και πρότερον εμίσησαν και Αυτόν τον
Κύριον: «… Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν …» }222}»[2]
῞Οταν ὁ πονηρός δέν κατορθώσει νά ἀποτρέψει τούς ἀνθρώπους μέ τίς συνεχεῖς ἀναβολές τίς
ὁποῖες τούς ὑποβάλλει γιά νά μήν πλησιάσουν τόν Πνευματικό, τότε προσπαθεῖ νά ἐκμηδενίσει
τήν πνευματική ὠφέλεια τοῦ Μυστηρίου ὑποβάλλοντας στόν προσερχόμενο στό
Ἐξομολογητήριο νά μήν ἐξομολογηθεῖ θεαρέστως τίς ἁμαρτίες του.
Κατά τή διάρκεια τοῦ Μυστηρίου, διακρίνονται γιά τόν ἐγωϊσμό τους, ὁ ὁποῖος ἐκδηλώνεται
μέ αἴσθημα ὑπεροχῆς. Δέν διστάζουν νά ὑποκρίνονται καί νά παρουσιάζονται ὡς δῆθεν
εὐσεβεῖς. Προβάλλουν ἀνύπαρκτες ἀρετές τους καί καταγγέλλουν ἤ κατηγοροῦν τούς
συνανθρώπους τους. Μιλοῦν μέ γενικότητες καί ἀοριστολογίες καί καταφεύγουν σέ ἄσχετες
ἱστορίες, οἱ ὁποῖες τείνουν νά συγχύσουν καί νά παραπλανήσουν τόν Πνευματικό καί νά
ξεθωριάσουν τήν ἱερότητα τοῦ Μυστηρίου.
Ὅταν ἀποφασίσουν νά μιλήσουν γιά τόν ἑαυτό τους, ἐκφράζουν παράπονα γιά νά
αὐτοδικαιωθοῦν ἤ νά δικαιολογηθοῦν. Ὅταν ἐπιτέλους μιλήσουν γιά τίς δικές τους ἁμαρτίες,
περιορίζονται στά μικρά καί ἀσήμαντα καί ἀποκρύπτουν μέ ἐπιμέλεια τά μεγάλα καί σοβαρά,
δῆθεν γιά νά μήν ἐκτεθοῦν στόν Πνευματικό καί χάσει τήν καλή ἰδέα πού ἔχει γι' αὐτούς.
Ἀρέσκονται νά ὑπεισέρχονται σέ περιττές λεπτομέρειες, ὄχι γιατί θέλουν νά διαφωτίσουν καί
νά διασαφηνίσουν, ἀλλά γιά νά συσκοτίσουν ἀποκρύπτοντας τήν ἀλήθεια ἀπό τόν
Πνευματικό. Αὐτό γίνεται ἀντιληπτό γιατί ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας ἀποφεύγεται οἱ δέ
ἐξομολογούμενοι λόγῳ τῆς ἀνειλικρίνειάς τους, φεύγουν ἀσυγχώρητοι καί λυπημένοι.
Ἄλλοι, πάλι, γιά νά ἐντυπωσιάσουν, κατά τήν ἐσφαλμένη γνώμη τους, τόν Πνευματικό, ὅτι
100
τάχα ἔχουν φθάσει σέ μεγάλα ὕψη ἀρετῆς, μιλοῦν γιά ὁράματα καί ὀπτασίες. Στήν ὑπόδειξη
τοῦ Πνευματικοῦ νά μήν δίνουν σημασία καί νά μήν ἐπιζητοῦν αὐτά, διαμαρτύρονται καί
ἐξανίστανται παρακούοντας τίς συμβουλές του, ἤ κατακρίνοντάς τον ἐσωτερικά ὅτι δέν ἔχει ὁ
ἴδιος παρόμοιες δῆθεν πνευματικές ἐμπειρίες, γινόμενοι ἔτσι παίγνιο τῶν πονηρῶν
πνευμάτων»[3].
«Όταν η κατάστασις των πραγμάτων δεν είναι σαφής» γράφει ὁ π. Σωφρόνιος «εις τον
πνευματικόν δύναται ούτος να καταφύγη εις την «ψυχολογικήν μέθοδον»: Προτείνει εις
τον εξομολογούμενον να μη εμπιστεύηται εις ιδιότυπα φαινόμενα παντός είδους. Εάν η
όρασις είναι αληθώς εκ του Θεού, τότε εν τη ψυχή του εξομολογουμένου θα επικρατή
ταπείνωσις και ησύχως θα δεχθή την συμβουλήν να ευρίσκηται ούτος πάντοτε εν νήψει.
Εις την αντίθετον περίπτωσιν είναι δυνατόν να αντιδράση αρνητικώς ο εξομολογούμενος
επιμένων να αποδείξη ότι η όρασις δεν ήτο δυνατόν να προέρχηται άλλοθεν ει μη εκ του
Θεού. Τότε έχομεν λόγον να αμφιβάλλωμεν περί αυτού. Βεβαίως η τοιαύτη μέθοδος }
223} δεν είναι ει μη καταπραϋντικόν τι, και δεν πρέπει να προσφεύγωμεν εις αυτήν
ευκόλως. Η πείρα κατέδειξεν ότι, όταν πειράζη τις τον αδελφόν αυτού ωθεί αυτόν εις
θυμόν και πικρίαν»[5]. Ἐπίσης εὔστοχα ἐπισημαίνει: «Η υπερηφανία συνιστά τον πυρήνα της
πνευματικής πτώσεως. Δια της υπερηφανίας οι άνθρωποι αποβαίνουν όμοιοι προς τους
δαίμονας. Ίδιον εις τον Θεόν είναι η ταπεινή αγάπη, … }210}»[6]. Ἴδιον τοῦ ὑπερήφανου εἶναι
τό ἴδιον θέλημα.
101
νά τά παραδεχθοῦν. Μάλιστα δέ αἰσθάνονται καί προσβεβλημένοι, ὄχι γιατί τούς ἔθιξε, ἀλλά
γιατί εἶναι γεμάτοι ἀπό ἐγωϊσμό. Γιά νά γίνουν πιό πειστικοί, ἰδιαιτέρως ἄν εἶναι γυναῖκες πού
ἐξομολογοῦνται, ἔχουν πρόχειρα τά δάκρυα στά μάτια μόνο, ὄχι δέ καί στήν ψυχή. Γιατί οὔτε
ταπεινωμένοι εἶναι οὔτε συντετριμμένοι, ἀλλά αὐθάδεις καί προπετεῖς. Γι’ αὐτό τά δάκρυά
τους δέν εἶναι δάκρυα μετανοίας, ἀλλά ἐπιφανειακά, ψεύτικα καί ὑποκριτικά, τά ὁποῖα
ὑποδηλώνουν πληγωμένο ἐγωϊσμό καί ὄχι συντετριμμένη καρδιά»[7].
Εκείνο όπερ βλέπει και φρονεί ο πνευματικός τούτο ουδόλως αποδέχεται ο ψυχικός
άνθρωπος και απορρίπτει διότι ζη εις άλλο επίπεδον. Και εγώ ο ίδιος, συναντώμενος μετ’
ανθρώπων οίτινες κατευθύνονται υπό των προσωπικών αυτών παρορμήσεων και
απορρίπτουν τον λόγον, τον διδόμενον υπό του ιερέως κατόπιν προσευχής, αρνούμαι να
εκζητήσω παρά του Θεού, όπως αποκαλύψη εις τους προσερχομένους το άγιον και
παντέλειον Αυτού θέλημα. Δια της οδού ταύτης δεν θέτω αυτούς εις κατάστασιν πάλης
μετά του Θεού, αλλά λέγω εις αυτούς την προσωπικήν μου μόνον γνώμην, ήτις
στηρίζεται επί των Έργων των αγίων Πατέρων ή της Αγίας Γραφής, και αφήνω αυτούς
ελευθέρους από της Θεομαχίας, και τρόπον τινά εις το δικαίωμα να αποκλίνουν
αναμαρτήτως από της συμβουλής μου, ως εξ ανθρώπου μόνον προερχομένης. Βεβαίως
τούτο μακράν απέχει του ζητουμένου αφ’ ημών εν τοις μυστηρίοις της Εκκλησίας»[8].
Ἡ διάκριση τοῦ Πνευματικοῦ πρέπει νά εἶναι πολύ μεγάλη ὥστε νά ὁδηγήσει στήν
Πνευματική θεραπεία τόν ἐξομολογούμενο. «Καλείται (ο πνευματικός)» γράφει ὁ π.
Σωφρόνιος «προς υψίστην δημιουργίαν, εις ασύγκριτον τιμήν: να δημιουργήση θεούς δια
την αιωνιότητα εν τω Ακτίστω Φωτί». Αὐτή ἡ δημιουργία ἀπαιτεῖ ὄχι μόνο τήν διάκριση
τοῦ Πνευματικοῦ ἀλλά καί τήν συνεργασία τοῦ μετανοοῦντος-ἐξομολογουμένου.
Οἱ ταπεινοί ἄνθρωποι, σέ ἀντίθεση μέ τούς ἐγωιστές, εἶναι αὐτοί πού ἀναπαύουν τόν Θεό
ἀλλά καί τόν Πνευματικό. Αὐτοί καί ὁδηγοῦνται στή θεραπεία. « Συνήρπαζεν εμέ» γράφει
πάλι ὁ π. Σωφρόνιος « η θέα των εκλεκτών του Θεού, των κεκρυμμένων υπό την
ταπεινήν αυτών εμφάνισιν. Ενίοτε οι ίδιοι φυλασσόμενοι υπό του Θεού, δεν κατενόουν
οπόσον πλουσία ευλογία επανεπαύετο εν αυτοίς. Εις αυτούς κατ’ εξοχήν εδόθη να
διαισθανθούν την ανεπάρκειαν αυτών κατά καιρούς δε εις τοιούτον βαθμόν, ώστε
τρόπον τινα να μη τολμούν και να σκεφθούν ότι ο Θεός επαναπαύεται εν αυτοίς και ούτοι
εν Αυτώ. Τινές εξ αυτών ωδηγήθησαν εις την θεωρίαν του Ακτίστου Φωτός, αλλά δεν
εγνώριζον περί αυτού του γεγονότος, εν μέρει διότι ήσαν ολίγον μόνον οικείοι προς τα
102
Έργα των αγίων Πατέρων, οίτινες περιγράφουν το είδος της χάριτος ταύτης. Η άγνοια
εφρούρει αυτούς εξ ενδεχομένης κενοδοξίας»[9].
Κι ἐνῶ οἱ ταπεινοί ἁγιάζονται δυστυχῶς ὑπάρχουν καί κάποιοι τόσο ὑπερφίαλοι καί
ὑποκριτές πού νομίζουν ὅτι μποροῦν νά ἐμπαίξουν τόν Θεό, τόν Πνευματικό καί τό
μυστήριο. Ἐξομολογοῦνται ἁπλῶς γιά νά τακτοποιήσουν κάπως τή συνείδησή τους ἤ καί
γιά «νά φανοῦν στούς ἀνθρώπους» ὅτι εἶναι «ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας».
«Η ψυχολογία των μοναχών» γράφει ὁ π. Σωφρόνιος πού πρίν μεταβεῖ στήν Εὐρώπη
ἦταν Πνευματικός σέ πέντε Ἁγιορείτικα μοναστήρια «η υπομονή και η αντοχή αυτών
υπερέβαινον τοσούτον πάντας και πάντα (όσα εν Ευρώπη συνήντησα), ώστε δεν
εύρισκον ούτε λόγους, ούτε εξωτερικούς τρόπους επικοινωνίας. Εκείνο όπερ οι μοναχοί
αποδέχονται μετ’ ευγνωμοσύνης, εν Ευρώπη συνέτριβε τους ανθρώπους.
Πολλοί απεστρέφοντο εμέ ως ασυνήθως σκληρόν, και δη σκληρόν μέχρι διαστροφής του
Ευαγγελικού πνεύματος της αγάπης. Και εγώ κατενόουν τας κρίσεις ταύτας
αντιλαμβανόμενος ότι τα «μέτρα» των μοναχών και τα μέτρα των ανθρώπων του δυτικού
πολιτισμού διέφερον βαθέως. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πλέον αφύσικος, ουχί μόνον
δια τος ανθρώπους των καιρών του «Μεγάλου Ιεροεξεταστού», αλλά και δια τους
συγχρόνους ημών θα ήτο ο Χριστός.
Τις δύναται να ακούση του Χριστού ή έτι μάλλον να ακολουθήση Αυτόν; Εκείνο όπερ
εδίδετο εις τους μοναχούς μετά παρέλευσιν δεκαετιών πένθους, οι σύγχρονοι άνθρωποι
θέλουν να λάβουν εις σύντομον χρονικόν διάστημα, και μάλιστα κατά την διάρκειαν
ολίγων ωρών ευχαρίστου «θεολογικής» συζητήσεως. Οι λόγοι του Χριστού – έκαστος
λόγος Αυτού – ήλθον εις τον κόσμον τούτον Άνωθεν. Ανήκουν εις την σφαίραν άλλων
διαστάσεων και δεν αφομοιούνται άλλως, ει μη δια της οδού της επί μακρόν προσευχής
μετά πολλών δακρύων. Άνευ της προϋποθέσεως ταύτης θα παραμένουν εσαεί
103
ακατανόητοι εις τον άνθρωπον, τον οσονδήποτε «πεπαιδευμένον» έστω και θεολογικώς
(ΟΥΧΙ ΙΟΥΔΑΪΚΩΣ)»[11].
Τό ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ γίνεται πολύ δύσκολο ὅταν συκοφαντεῖται ἤ διαβάλλεται ἀπό
τά ὑποτιθέμενα πνευματικά του παιδιά:
«Οὐδόλως εἶναι ἁπλοῦν εἰς τὸν μοναχὸν» παρατηρεῖ ὁ π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ «νὰ
βαστάση τὸν κόπον τῆς πνευματικῆς πατρότητος. Καὶ τοῦτο διότι εἶναι μὲν εὐεργετικὴ εἰς
αὐτὸν προσωπικῶς ἡ περὶ αὐτοῦ λίαν ἀρνητικὴ γνώμη τῶν ἀνθρώπων … ὅμως … πᾶς
ἀρνητικὸς λόγος περὶ αὐτοῦ ἐμπνέει δυσπιστίαν εἰς τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν
ἀνάγκην καθοδηγήσεως, παρηγορίας καὶ στηριγμοῦ. Ἡ λύπη αὐτοῦ γίνεται διπλῆ:
Λυπεῖται δι’ ἑαυτόν, διότι ζῆ ἀναξίως πρὸς τὴν κλῆσιν αὐτοῦ, λυπεῖται καὶ διὰ τὴν
ζημίαν, τὴν ὁποίαν ὑφίσταται ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ὅλη ἡ ἀνθρωπότης, ὅταν καταστρέφηται
τὸ κύρος τῶν ἱερουργῶν. Ἡ ἀνυπακοὴ εἰς τὸν λόγον τῶν πνευματικῶν πατέρων εἶναι
ἰσοδύναμος πρὸς τὴν ἀπόρριψιν τοῦ λόγου τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ: «Ὁ ἀκούων ὑμῶν
Ἐμοῦ ἀκούει καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς Ἐμὲ ἀθετεῖ»[12].
«Εἷς ἐπίσκοπος ὅστις μετὰ θέρμης παρέδωκεν ἑαυτὸν εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῶν πασχόντων
… ἔγραψεν εἰς ἐμέ: «Ἤρχισα νὰ φοβοῦμαι τὴν ἀγάπην». Βραδύτερον κατενόησα τοὺς
λόγους αὐτοῦ ὡς ἑξῆς: Ἐκεῖνοι, οἵτινες ὠφελήθησαν ὑπ’ αὐτοῦ, προσεκολλῶντο εἰς
αὐτόν, καὶ κατ’ ἀρχὰς ἐβοήθουν αὐτὸν ἐν τῇ ἁγίᾳ αὐτοῦ διακονία· ἐν συνέχειᾳ ὅμως
κερδήσαντες τὴν ἐμπιστοσύνην αὐτοῦ καὶ γενόμενοι ἀπαραίτητοι δι’ αὐτόν,
ἐπεβουλεύοντο τὴν ἐλευθερίαν αὐτοῦ παρεμβάλλοντες πανταχοῦ δυσκολίας, ὅτε οὗτος
παρέδιδεν ἑαυτὸν εἰς τοὺς ἐσχάτως προσερχομένους. Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρόν, ὅτε
παρέλαβον τὴν ἐπιστολήν, δὲν κατενόουν εἰσέτι τὸ φοβερὸν νόημα τῶν λόγων αὐτοῦ.
Διηνοίχθη εἰς ἐμὲ τοῦτο κατὰ τοὺς χρόνους τῆς διακονίας μου ἐν Εὐρώπη» [14].
Ἴσως ἡ πιό δύσκολη περίπτωση γιά τόν Πνευματικό εἶναι ὅταν ὁ τάχα ὑποτακτικός-
πνευματικό παιδί ἔχει «κλειδωθεῖ» στίς ἀντιλήψεις του καί βλέπει διαμετρικά ἀντίθετα τά
πράγματα ἀπ’ ὅτι εἶναι στήν πραγματικότητα. Τότε παρεξηγεῖ κάθε ἐνέργεια τοῦ
Πνευματικοῦ του καί τό κατακρίνει γιά ὅλα.
104
πνευματικοῦ καὶ νοεροῦ δαλτωνισμοῦ (πάθησις ὀφθαλμῶν μὴ ἐπιτρέπουσα τὴν διάκρισιν
τῶν χρωμάτων). Συχνάκις βλέπουν τὰ πράγματα εἰς διαμετρικῶς ἀντίθετον φωτισμόν,
ὁμοίως πρὸς τὸ ἀρνητικὸν φωτογραφίας … Νὰ γνωρίση τις τότε τὴν πραγματικὴν
ἀλήθειαν τῆς ζωῆς ἀποβαίνει πλέον ἀδύνατον. Ἐν τοιαύτῃ καταστάσει δὲν ἀπομένει
χῶρος δι’ οὐδένα λόγον. Οὗτοι διάκεινται ἐχθρικῶς πρὸς τὰς κινήσεις τῆς ἁγίας ἀγάπης.
Ἡ ὑπομονητικὴ ταπείνωσις ἐκλαμβάνεται ὡς ὑποκρισία. … διά τοῦ ὅλου κλίματος ὅπερ
δημιουργοῦν διὰ τῆς στάσεως αὐτῶν, δυσχεραίνουν τὴν παρουσίαν τοῦ ἱερέως καὶ ἐν
ταυτῷ κατακρίνουν αὐτὸν ὅτι ἀποφεύγει τὴν ἐπικοινωνίαν μετ’ αὐτῶν ὑπὸ παρομοίας
συνθήκας, καὶ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι τέλος»[15].
Ἡ σωστή προετοιμασία
Ὁ μετανοημένος λοιπόν πιστός ἔχει ἐξετάσει τόν ἑαυτό του α) ὡς πρός τή σχέση του μέ
τόν ἴδιο τόν Θεό: ἄν Τόν ἀγαπᾶ, ἄν συνεπῶς Τόν σκέπτεται, ἄν προσεύχεται, ἄν
ἐκκλησιάζεται, ἄν προσπαθεῖ γενικῶς νά τηρεῖ τό ἅγιο θέλημά Του. β) ὡς πρός τήν
σχέση του μέ τό συνάνθρωπο: ἄν καί αὐτόν τόν ἀγαπᾶ καί τόν σέβεται, ἄν δέν τόν
κατακρίνει, ἄν δέν τόν ὑβρίζει, ἄν δέν σκέπτεται πονηρά γι᾽ αὐτόν κλπ. γ) ὡς πρός τόν
ἑαυτό του: ἄν σέβεται καί τό σῶμα του καί τήν ψυχή του ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἄν δέν τόν
καταστρέφει καί τόν φθείρει μέ ποτά, τσιγάρα κ.ἄ., ἄν ἔχει τήν πίστη στή ζωή του πού
ζητᾶ ὁ Θεός. Μέ ἄλλα λόγια τό βασικό κριτήριο μέ τό ὁποῖο ἐλέγχει τή ζωή του εἶναι ἡ
ἀγάπη, ἀπό τήν τήρηση τῆς ὁποίας ἐξαρτᾶται ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό ἤ ὄχι .
Γι᾽ αὐτά ὅλα μετανοεῖ καί παρακαλεῖ τόν Θεό νά τόν συγχωρήσει καί νά τόν βοηθήσει νά
μήν τά ἐπαναλάβει. ῎Αν τυχόν ἀργότερα γιά λόγους ἀδυναμίας ἁμαρτήσει καί πάλι, καί
πάλι θά ἀκολουθήσει τήν ἴδια διαδικασία. Ὁ Θεός δέν ῾βαριέται᾽ νά μ ᾶς συγχωρεῖ, γιατί
μᾶς ἀγαπάει. Εἶναι ὁ Πατέρας μας»[16].
Ἐνδεικτικά παραθέτουμε ἕνα μικρό βοήθημα γιά νά βοηθηθοῦμε στήν αὐτοεξέταση μας.
105
Μικρό βοήθημα γιά τήν αὐτοεξέταση πρίν ἀπό τήν έξομολόγηση
ΒΟΗΘΗΜΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ἤ 50 ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΕΙΣ
1.Μήπως δέν ἀγαπᾶς τόν Θεό καί τόν κάθε συνάνθρωπό σου μέ ἀνιδιοτέλεια καί
θυσία τοῦ ἑαυτοῦ σου ἡ ὁποία ἄν χρειαστεῖ μπορεῖ νά φθάσει μέχρι νά δώσεις καί
τή ζωή σου; (Γιά τό Θεό καί τό συνάνθρωπό σου)
2.Μήπως δέν εἶναι δυνατή ἡ πίστη σου στό Χριστό ἤ ἔπεσες σέ αἵρεση ἤ
συμμετεῖχες σέ προσευχές ἤ τελετές ἑτεροδόξων ἤ ἀλλοδόξων;
5.Μήπως δέν ἐκκλησιάζεσαι τακτικά καί δέν συμμετέχεις ὅσο πρέπει στά
Μυστήρια τῆς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θ. Κοινωνίας; (Ἐκκλησιασμός κάθε
Κυριακή, Θεία Κοινωνία καί ἐξομολόγηση συχνά -σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ
Πνευματικοῦ σου).
6.Μήπως δέν μελετᾶς τήν Ἁγία Γραφή, πνευματικά βιβλία ἤ δέν κάνεις τόν
κανόνα πού ἔχεις ἀπό τόν Πνευματικό σου; (Τίς ὁρισμένες γονυκλισίες,
κομβοσχοίνια, νηστεία, προσευχή καί πνευματική μελέτη).
11.Μήπως δέν δείχνεις ἀγάπη στούς γύρω σου καί δέν ἐνδιαφέρεσαι γιά τή
σωτηρία τους; (Ὥστε νά μποῦν στήν Ἐκκλησία σωστά, νά ἐξομολογοῦνται, νά
γνωρίσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ κ.λ.π.)
12.Μήπως ἔχεις ἄσχημες παρέες καί ὄχι καλούς φίλους; (Ἀνθρώπους πού εἶναι
ἀνήθικοι, ὑβριστές, πλεονέκτες, ἄθεοι καί καταφρονητές τῶν ἱερῶν κανόνων
κ.λ.π.)
106
14.Μήπως ἔχει πέσει στήν ἁμαρτία τῆς κλοπῆς, τῆς κατάχρησης χρημάτων, τῆς
καταστροφῆς ξένης περιουσίας, τῆς σπατάλης τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς δίνει ὁ Θεός;
15.Μήπως κυριεύει τήν ψυχή σου τό μῖσος καί δέν συγχωρεῖς; (Ἔστω καί μέ ἕναν
ἄνθρωπο ἄν ἔχουμε μῖσος καί δέν προσπαθοῦμε νά συγχωρηθοῦμε, χωριζόμαστε
ἀπό τόν Θεό καί δέν συγχωρούμεθα ἀπό Αὐτόν ἀκόμη καί ἄν ἐξομολογούμαστε).
25.Μήπως ἔχεις τή συνήθεια νά λές ἀπρεπεῖς λέξεις; (Οὔτε «βλάκα» δέν πρέπει
νά λέμε σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο).
107
33.Μήπως εἶσαι ἀχάριστος, δέν λές εὐχαριστῶ, δέν δοξάζεις τόν Θεό γιά ὅλα;
(Ἀκόμη καί γιά τίς θλίψεις, τίς ἀρρώστειες καί τίς διάφορες δοκιμασίες).
36.Μήπως σέ ἐπηρεάζουν στη ζωή σου ἡ μόδα καί ἡ γνώμη τοῦ κόσμου;
(Προσπαθεῖς νά ἀρέσεις, θέλεις νά σέ ἀγαποῦν καί νά ἀσχολοῦνται μαζί σου
κ.λ.π.)
39.Μήπως δέν ἔχεις συνέπεια στίς ὑποχρεώσεις σου, δέν τηρεῖς τίς ὑποσχέσεις
σου, ἐξοργίζεις τούς ἄλλους μέ τά λόγια σου ἤ τήν συμπεριφορά σου κ.λ.π.;
44.Μήπως εἶσαι ἀπαθής στίς ἀνάγκες καί στά προβλήματα τῆς οἰκογενείας σου,
τῆς ἐνορίας σου, τῆς κοινωνίας πού ζεῖς, τῆς πατρίδας σου καί τοῦ κόσμου
ὁλόκληρου;
45.Μήπως λές ἄσχημα ἀνέκδοτα καί ἱστορίες ἤ κάνεις ἐπαγγέλματα πού βοηθοῦν
στήν ἀνηθικότητα καί τήν διαφθορά τῶν ἀνθρώπων;
46.Μήπως δέν διαθέτεις ὅπως πρέπει τόν ἐλεύθερο χρόνο σου, μήπως παίζεις
τυχερά παιγνίδια; (χαρτιά, τζόγος, κ.λ.π.)
47.Μήπως δέν προσπαθεῖς γιά νά γνωρίσουν καί οἱ ἄλλοι τή χριστιανική ζωή; (α)
μέ τό καλό σου παράδειγμα καί β)μέ τά λόγια σου)
108
Μερικά ἀκόμη σημεῖα πού πρέπει νά προσέξουμε.
«Ὅσο κρατᾶς ἕνα χαλασμένο πράγμα», ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος «τόσο χαλάει. Γιατί ν ὰ ἀφήσει
νὰ περάσουν ἕνας-δύο μῆνες γιὰ νὰ πάει στὸν πνευματικὸ νὰ τὸ ἐξομολογηθεῖ; Νὰ πάει
τὸ συντομότερο. Ἂν ἔχει μία πληγὴ ἀνοιχτή, θὰ ἀφήσει νὰ περάσει ἕνας μήνας, γιὰ νὰ τὴ
θεραπεύσει; Οὔτε νὰ περιμένει νὰ πάει, ὅταν θὰ ἔχει πολὺ χρόνο ὁ πνευματικός, γιὰ νὰ
ἔχει πιὸ πολλὴ ἄνεση. Αὐτὸ τὸ ἕνα σφάλμα, τὰκ-τὰκ νὰ τὸ λέει ἀμέσως καὶ μετά, ὅταν ὁ
πνευματικὸς θὰ ἔχει χρόνο, νὰ πηγαίνει γιὰ πιὸ πολύ, γιὰ μία συζήτηση κ.λπ.»[17].
2)Ἐπίσης στήν ἐξομολόγηση θά πρέπει νά λέμε τά δικά μας σφάλματα καί μόνο αὐτά
χωρίς νά καθυστεροῦμε.
Δέν εἶναι σωστό λοιπόν νά μακρηγορεῖ κανείς στήν ἐξομολόγηση. Ὁμολογοῦμε σύντομα
τίς ἁμαρτίες μας, μέ μετάνοια καί συναίσθηση, καί δεχόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη τίς ὅποιες
συμβουλές τοῦ ἐξομολόγου. ᾽Ιδιαιτέρως, δέν χρειάζεται ἀνάλυση στίς σαρκικές
λεγόμενες ἁμαρτίες. Τίς ὁμολογοῦμε μέ λιτό καί ἐπιγραμματικό τρόπο.
Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι ἐπιτρεπτό νά καθυστερεῖ κανείς στό ἐξομολογητήριο. ῎Αν ὑπάρχει
κάποιο ἰδιαίτερο πρόβλημα πρός συζήτηση, θά πρέπει νά ἀντιμετωπιστεῖ κάποια ἄλλη
ὥρα πέραν τῆς ἐξομολογήσεως, καί ὁπωσδήποτε ὄχι πρό τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῶν
Χριστουγέννων καί τοῦ Πάσχα. Τό πρόγραμμα τοῦ ἱερέα τότε εἶναι ἀρκετά
βαρυμένο»[18].
Ἔλεγε καί ὁ πατήρ Παΐσιος σχετικά μ’ αὐτό: «Δὲν χρειάζεται ὥρα πολλὴ γιὰ νὰ δώσω
εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μου. Ὅταν ἡ συνείδηση δουλεύει σωστά, δίνει ὁ ἄνθρωπος μὲ δύο
λόγια εἰκόνα τῆς καταστάσεώς του. Ὅταν ὅμως ὑπάρχει μέσα τοῦ σύγχυση, μπορεῖ νὰ
λέει πολλὰ καὶ νὰ μὴ δίνει εἰκόνα. Νά, βλέπω, μερικοί μου γράφουν ὁλόκληρα τετράδια,
εἴκοσι-τριάντα σελίδες ἀναφορᾶς μὲ μικρὰ γράμματα, καὶ μερικὲς σελίδες
ὑστερόγραφο... Ὅλα αὐτὰ ποὺ γράφουν, μποροῦσαν νὰ τὰ βάλουν σὲ μία σελίδα» [19].
109
3)Προσοχή μεγάλη ἐπίσης καί σέ κάτι ἄλλο πολύ σημαντικό: στό συναίσθημα τ ῆς
αὐταρέσκειας καί στήν ἰδέα ὅτι εἴμαστε καλοί ἤ ὅτι πᾶμε καλά.
4)Ὅταν νομίζουμε ὅτι δέν ἔχουμε νά ποῦμε τίποτε ὑπάρχει τό ἐνδεχόμενο νά μήν
παρακολουθοῦμε σωστά τόν ἑαυτό μας.
Ἀκριβῶς αὐτό (τήν μή σωστή παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας) θεωροῦσε ὁ π. Παΐσιος
ὡς αἰτία τοῦ νά νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι δέν χρειάζεται νά ἐξομολογηθεῖ. Καί συνέχιζε: « Ἡ
ἐξομολόγηση εἶναι μυστήριο. Νὰ πηγαίνεις καὶ ἁπλὰ νὰ λὲς τὶς ἁμαρτίες σου. Γιατί, τί
νομίζεις; Πεῖσμα δὲν ἔχεις; Ἐγωισμὸ δὲν ἔχεις; Δὲν πληγώνεις τὴν ἀδελφή; Δὲν
κατακρίνεις; Μήπως ἐγὼ τί πηγαίνω καὶ λέω; Θύμωσα, κατέκρινα... καὶ μοῦ διαβάζει ὁ
πνευματικὸς τὴ συγχωρητικὴ εὐχή»[21].
Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά μήν ὑποχωρεῖ καί στίς λεγόμενες «μικρές» ἁμαρτίες.
«Καὶ οἱ μικρὲς ἁμαρτίες» δίδασκε ὁ Γέρων Παΐσιος «ἔχουν καὶ αὐτὲς βάρος. Ὅταν
πήγαινα στὸν πάπα-Τύχωνα νὰ ἐξομολογηθῶ, δὲν εἶχα τίποτε σοβαρὸ νὰ πῶ καὶ μοῦ
ἔλεγε: Ἀμμούδα, παιδάκι μου, ἀμμούδα! Οἱ μικρὲς ἁμαρτίες μαζεύονται καὶ κάνουν ἕναν
σωρὸ ἀμμούδα, ποὺ εἶναι ὅμως βαρύτερη ἀπὸ μία μεγάλη πέτρα. Ὁ ἄλλος ποὺ ἔχει κάνει
ἕνα ἁμάρτημα μεγάλο, τὸ σκέφτεται συνέχεια, μετανοεῖ καὶ ταπεινώνεται. Ἐσὺ ἔχεις
πολλὰ μικρά. Ἐὰν ὅμως ἐξέτασεις τὶς συνθῆκες μὲ τὶς ὁποῖες ἐσὺ μεγάλωσες καὶ τὶς
συνθῆκες μὲ τὶς ὁποῖες μεγάλωσε ὁ ἄλλος, θὰ δεῖς ὅτι εἶσαι χειρότερη ἀπὸ ἐκεῖνον» [22].
Τά «μικρά γιά αὐτούς πού ἔχουν γνώση τῆς Πνευματικῆς ζωῆς δέν εἶναι μικρά.
Ἕνα ἄλλο σημεῖο προσοχῆς εἶναι ὅτι θά πρέπει ἡ ἐξομολόγηση νά μήν εἶναι γενικόλογη
τοῦ τύπου: «Πάτερ ἔχω κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες» ἤ γεμάτη ἀοριστολογίες.
«Νὰ προσπαθεῖς» συμβούλευε ὁ Γέρων Παΐσιος πνευματικό του παιδί, «νὰ εἶσαι
συγκεκριμένη στὴν ἐξομολόγησή σου. Δὲν φθάνει νὰ πεῖ κανεὶς λ.χ. ζηλεύω, θυμώνω
κ.λπ., ἀλλὰ πρέπει νὰ πεῖ τὶς συγκεκριμένες πτώσεις του, γιὰ νὰ βοηθηθεῖ. Καὶ ὅταν
πρόκειται γιὰ κάτι βαρύ, ὅπως ἡ πονηριά, πρέπει νὰ πεῖ καὶ πῶς σκέφθηκε καὶ πῶς
ἐνήργησε ἀλλιῶς κοροϊδεύει τὸν Χριστό. Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια στὸν
πνευματικό, δὲν τοῦ ἀποκαλύπτει τὸ σφάλμα του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τὸν βοηθήσει,
παθαίνει ζημιά, ὅπως καὶ ὁ ἄρρωστος κάνει μεγάλο κακὸ στὴν ὑγεία του, ὅταν κρύβει
τὴν πάθησή του ἀπὸ τὸν γιατρό. Ἐνῶ, ὅταν ἐκθέτει τὸν ἑαυτὸ του ὅπως ἀκριβῶς εἶναι,
110
τότε ὁ πνευματικὸς μπορεῖ νὰ τὸν γνωρίσει καλύτερα καὶ νὰ τὸν βοηθήσει πιὸ
θετικά»[23].
111
του, γιατί ἔχει λεπτὴ συνείδηση, καὶ δέχεται καὶ μεγάλο κανόνα ἀπὸ τὸν πνευματικό,
αὐτὸς νιώθει ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού, ἂν κλέψουν λ.χ. μία
ρώγα, νιώθουν σὰν νὰ πῆραν πολλὰ καλάθια σταφύλια καὶ σκέφτονται συνέχεια τ ὸ
σφάλμα τους. Δὲν κοιμοῦνται ὅλη τὴν νύχτα, μέχρι νὰ τὸ ἐξομολογηθοῦν. Καὶ ἄλλοι, ἐνῶ
ἔχουν κλέψει ὁλόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογοῦν τὸν ἑαυτό τους καὶ λένε πὼς
πῆραν ἕνα τσαμπί. Αὐτοὶ ὅμως ποὺ ὄχι μόνο δὲν δικαιολογοῦν τὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ
μεγαλοποιοῦν τὸ παραμικρὸ σφάλμα τους καὶ στενοχωριοῦνται καὶ ὑποφέρουν πολὺ γιὰ
μία μικρή τους ἀταξία, ξέρετε τί θεία παρηγοριὰ νιώθουν; Ἐδῶ βλέπεις τὴν θεία
δικαιοσύνη, πὼς ὁ Καλὸς Θεὸς ἀνταμείβει.
Ἔχω παρατηρήσει ὅτι ὅσοι ἐκθέτουν τὰ σφάλματά τους ταπεινὰ στὸν πνευματικὸ καὶ
ἐξευτελίζονται, λάμπουν, γιατί δέχονται τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀπόστρατος μ ὲ πόση
συντριβή μοῦ διηγήθηκε ὅ,τι εἶχε κάνει ἀπὸ ὀκτὼ χρονῶν παιδάκι. Ἕνα τόπι εἶχε πάρει
ἀπὸ ἕνα παιδάκι γιὰ μία μόνο νύχτα – τὴν ἄλλη μέρα τοῦ τὸ ἔδωσε – καὶ ἔκλαιγε, γιατί τὸ
στενοχώρησε. Ὅταν ἀποστρατεύθηκε, ἔψαξε καὶ βρῆκε ὅσους εἶχε λυπήσει, ὅταν
ὑπηρετοῦσε – ἄσχετα ἂν ἐκτελοῦσε καθῆκον τῆς ὑπηρεσίας του-, καὶ τοὺς ζήτησε
συγγνώμη! Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση! Ὅλα τὰ ἔπαιρνε ἐπάνω του. Μένει τώρα σὲ ἕνα χωριὸ
καὶ τὰ χρήματά του τὰ δίνει ἐλεημοσύνη.Ὑπηρετεῖ καὶ τὴν ἡλικιωμένη μάνα του, ἐνενήντα
πέντε χρόνων, κατάκοιτη μὲ ἡμιπληγία καί, ἐπειδὴ βλέπει τὸ σῶμα της, ὅταν τὴν
φροντίζη, τὸν πειράζει ὁ λογισμός. «Ἂν ὁ Χὰμ ποὺ εἶδε τὴν γύμνωση τοῦ πατέρα τοῦ
τιμωρήθηκε, λέει, τότε ἐγώ…». Συνέχεια ἔκλαιγε. Τὸ πρόσωπο του ἦταν ἀλλοιωμένο.
Πόσο διδάχθηκα ἀπὸ τὴν συντριβή του!»[27].
10)Ὄχι ἀποχή ἀπό τήν ἐξομολόγηση μέ τήν δικαιολογία ὅτι « ἀφοῦ θά ξαναπέσω τί
νά πάω;»
Ὅπως κανείς δέν λέει:« Ἀφοῦ θά ξαναπεινάσω γιατί νά φάω;» ἤ «ἀφοῦ θά ξαναλερωθ ῶ
γιατί νά πλυθῶ;», ἔτσι κανείς δέν πρέπει νά ἀναβάλλει τήν ἐξομολόγηση μέ τήν σκέψη:
«Ἀφοῦ θά ξαναπέσω γιατί νά πάω νά ἐξομολογηθῶ;».
Κάποτε ρώτησαν τόν π. Παΐσιο: «Γέροντα, μερικοὶ ἀπὸ φιλότιμο δὲν πᾶνε νὰ
ἐξομολογηθοῦν. «Ἀφοῦ μπορεῖ νὰ ξανακάνω τὸ ἴδιο σφάλμα, λένε, γιὰ ποιὸ λόγο νὰ πάω
νὰ τὸ ἐξομολογηθῶ; γιὰ νὰ κοροϊδεύω τὸν παπά;». Ἐκεῖνος τότε ἀπάντησε:
- Αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό! Εἶναι σὰν νὰ λέει ἕνας στρατιώτης, ὅταν τραυματίζεται: « Ἀφο ῦ ὁ
πόλεμος δὲν τελείωσε καὶ μπορεῖ πάλι νὰ τραυματισθῶ, γιατί νὰ δέσω τὸ τραῦμα μου;».
Ἀλλά, ἂν δὲν τὸ δέσει, θὰ πάθει αἱμορραγία καὶ θὰ πεθάνει. Μπορεῖ ἀπὸ φιλότιμο νὰ μὴν
πηγαίνουν νὰ ἐξομολογηθοῦν, τελικὰ ὅμως ἀχρηστεύονται. Ὁ διάβολος, βλέπεις,
ἐκμεταλλεύεται καὶ τὰ χαρίσματα (π.χ. τὸ φιλότιμο). Ἂν δὲν καθαρίζουμε μὲ τὴν
ἐξομολόγηση τὴν ψυχή μας, ὅταν πέφτουμε καὶ λερωνόμαστε, σκεπτόμενοι ὅτι πάλι θὰ
πέσουμε καὶ θὰ λερωθοῦμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στὶς παλιὲς λάσπες καὶ εἶναι
δύσκολο μετὰ νὰ καθαρίσουν»[28].
112
θεραπεύεται διότι εἶναι ἀνειλικρινής ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.Ὁ διάβολος παίρνει ἀπό τόν
ἄνθρωπο τήν ντροπή ὅταν τόν σπρώχνει στήν ἁμαρτία (γιά νά τήν κάνει ἄνετα καί
εὔκολα) καί τοῦ τήν ξαναδίνει ὅταν πρόκειται νά τήν ἐξομολογηθεῖ (γιά νά μήν τήν
ἐξομολογηθεῖ καί θεραπευθεῖ).
Κι ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Θὰ σοῦ τὸ ἐξηγήσω. Καταλαμβάνεται ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ μία
ἐπιθυμία πονηρὴ καὶ δυνατὴ- καὶ τὴν ἀκολουθεῖ, ὅπως ἕνας αἰχμάλωτος- δὲν ντρέπεται-
δὲν κοκκινίζει. Πράττει τὴν ἁμαρτία- ἴχνος ντροπῆς πουθενὰ- δὲν κοκκινίζει καθόλου.
Ὅμως, γιὰ νὰ μετανοήσει, ντρέπεται.
Μά, ἄνθρωπέ μου,ὅταν ἔπραττες τὴν ἁμαρτία δὲν ντρεπόσουν καὶ τώρα πού ἦρθες νὰ
μετανοήσεις, τώρα ντρέπεσαι; Νιώθει ντροπὴ ὁ ἄνθρωπος. Ναί, τὸ καταλαβαίνω. Μά,
γιὰ πές μου, γιατί τότε πού ἔπραττε τὴν ἁμαρτία δὲν ντρεπόταν; Πράττει τὴν ἁμαρτία κα ὶ
δὲν ντρέπεται, καὶ ντρέπεται νὰ πεῖ τὰ λόγια της μετάνοιας; Δὲν εἶναι παρὰ ἔργο τ ῆς
κακίας τοῦ διαβόλου αὐτό.
Αὐτὸς εἶναι ποὺ τὴ στιγμὴ τῆς ἁμαρτίας ἐμποδίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ αἰσθανθεῖ ντροπή, καὶ
τὸν ἀφήνει ἔτσι ἐκτεθειμένο ἀπέναντι στὴν ἁμαρτία- γιατί γνωρίζει ὅτι, ἂν νιώσει ὁ
ἄνθρωπος ντροπή, θὰ φύγει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Τὴ στιγμὴ πάλι τῆς μετάνοιας
κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ αἰσθάνεται ντροπὴ- γιατί γνωρίζει ὅτι αὐτὸς ποὺ αἰσθάνεται
ντροπή, δὲν φθάνει στὴ μετάνοια. Διπλὸ εἶναι τὸ κακὸ ποὺ κάνει:Ἕλκει στὴν ἁμαρτία,
ἀπὸ τὴ μιά, καὶ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴ μετάνοια, ἀπ' τὴν ἄλλη.
Γιατί νὰ ντρέπεσαι λοιπόν; Δὲν ἔνιωθες ντροπὴ τότε ποὺ ἔπραττες τὴν ἁμαρτία καὶ
νιώθεις τώρα ποὺ ἔρχεσαι νὰ βάλεις φάρμακο ἐπάνω στὴν πληγή. Τώρα πού
ἀπαλλάσσεσαι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τώρα ντρέπεσαι; Ὄφειλες τότε νὰ αἰσθάνεσαι ντροπὴ-
ἔπρεπε τότε νὰ ντρεπόσουν- τότε, ὅταν ἔπραττες τὴν ἁμαρτία. Ἁμαρτωλὸς γινόσουν καὶ
δὲν ἔνιωθες ντροπή, γίνεσαι δίκαιος καὶ ντρέπεσαι;
«Λέγε τὶς ἁμαρτίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ γίνεις δίκαιος». Ὢ μέγεθος φιλανθρωπίας τοῦ
Κυρίου! Δὲν εἶπε «Λέγε τὶς ἀνομίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ μὴν τιμωρηθεῖς», ἀλλὰ «Λέγε
τὶς ἀνομίες σου σὺ πρῶτος, γιὰ νὰ γίνεις δίκαιος».
Δὲν ἔφθανε πού δὲν τὸν τιμωρεῖς, τὸν κάνεις δίκαιο κι ἀπὸ πάνω; Ναί, καὶ πολὺ δίκαιο
μάλιστα. Πρόσεξε ἀκριβῶς αὐτὰ τὰ λόγια! Λέει: Τὸν κάνω δίκαιο αὐτὸν ποὺ θὰ
μετανοήσει.
Θέλεις νὰ μάθεις καὶ σὲ ποιὰ περίπτωση τὸ ἔκανε αὐτό; Τότε μὲ τὸν ληστή. Μὲ τὸ νὰ πεῖ ὁ
ληστὴς στὸ σύντροφό του ἁπλῶς καὶ μόνο ἐκεῖνα τὰ γνωστά μας λόγια!
«Μὰ οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Κι ἐμεῖς δίκαια βέβαια- ἔχουμε μία τιμωρία ὅπως μ ᾶς
ἀξίζει, γιὰ ὅλα ὅσα κάναμε»- τὴν ἴδια ἐκείνη τὴ στιγμὴ τοῦ λέει ὁ Σωτήρας: «Σήμερα
113
κιόλας μαζί μου θὰ εἶσαι στὸν παράδεισο». Δὲν τοῦ εἶπε: «σὲ ἀπαλλάσσω ἀπὸ τὴν
κόλαση κι ἀπὸ τὴν τιμωρία», ἀλλὰ τὸν βάζει στὸν παράδεισο, ἀφοῦ τὸν κάνει
δίκαιο»[29].
Ἄν, ἔχοντας ἀνάγκη τό γιατρό γιά τήν ἀνημπόρια σου, κρύβεις τήν ἀσθένειά σου, τότε
δέν σώζεσαι ἀπό τήν ἀθεράπευτη σήψη.
Δέν πρέπει νά ντρέπεσαι νά ἀποκαλύπτεις στόν πνευματικό σου πατέρα τίς ἁμαρτίες σου,
ὅσο μεγάλες κι ἄν εἶναι»[30].
Δέν εἶναι ἀρκετό νά ἀπαριθμήσει κανείς τίς ἁμαρτίες του μπροστά στόν Πνευματικό γιά
νά ἐπιτύχει καί τήν διόρθωσή του. Θά πρέπει νά ζεῖ τήν μετάνοια, τήν συντριβή καί νά
τήν ἐκφράζει, τό κατά δύναμιν μέ μυστικούς στεναγμούς καί κρυφά δάκρυα στό
«ταμιεῖον του», στήν προσευχή του. Χωρίς ἐξομολόγηση πράγματι δέν μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ
ἄνθρωπος. Θά πρέπει ὅμως ἡ ἐξομολόγηση νά συνοδεύεται ἀπό ἀληθινή μετάνοια,
δηλαδή παύση τῶν κακῶν καί πράξη τῶν καλῶν.
«Ὅποιος δέν προστρέξει στό σωτήριο (μυστήριο) τῆς μετάνοιας» διδάσκει ὁ Στάρετς
Σάββας « θά ἀκούσει αὐτή τή φοβερή ἀπόφαση τοῦ Κυρίου: «Ἐάν μή μετανοῆτε, πάντες
ὡσαύτως ἀπολεῖσθε» ( Λουκ.13,3) Ἀλλά καί ὅσοι προστρέχουν στό μυστήριο τῆς
μετάνοιας δέν καθαρίζονται ὅλοι, ἐπειδή ὅλοι δέν προσέχουν ἐκείνους τούς ὅρους πού
εἶναι ἀπαραίτητοι γιά τήν ἀληθινή μετάνοια.
Ἀρχή τῆς μετάνοιας εἶναι ἡ συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἡ συντριβή γι’ αὐτές.
«Ὅταν ἀποστραφεῖς στενάξης, τότε σωθήσῃ» (Ἠσ. 30,15)
Μερικοί ἀπό ἄγνοια ἤ ἀπό ἀπροσεξία στό ἔργο τῆς μετάνοιας, ἑναποθέτουν τό μυστήριο
τῆς μετάνοιας σέ μιά μόνο ἐξομολόγηση.Νομίζουν ὅτι μέ τήν προφορική ἐξομολόγηση
τῶν ἁμαρτιῶν στόν πνευματικό πατέρα τελείως καθαρίζονται ἀπ’ αὐτές.Ἀλλά ε ἶναι
μάταιη ἡ ἐλπίδα τους.Δέν περιμένει τέτοια εἴδους μετάνοια ἀπό μᾶς ὁ Κύριος. Θέλει ἐμεῖς
νά αἰσθανθοῦμε ὅλο τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας, νά πονέσουμε γι’ αὐτές, νά τίς
πλύνουμε μέ καρδιακά δάκρυα συντριβῆς καί νά δώσουμε στήν καρδιά μας σταθερή
ὑπόσχεση ὅτι θά διορθώσουμε τή ζωή μας.Τότε μόνο ἡ μετάνοιά μας εἶναι πραγματικά
εὐάρεστη στό Θεό.
114
βαθειά λύπη πρέπει νά ποῦμε ὅτι μεγάλο μέρος τῶν σημερινῶν χριστιανῶν δέν
προσφέρει τήν πρέπουσα μετάνοια καί ἐξ αἰτίας αὐτοῦ δέ διορθώνεται ἡ ζωή τους, ἡ
ἁμαρτία τούς κυριεύει, τά πάθη τους δέν τιθασεύονται κι αὐτοί, ἀφοῦ δέν καθαρίζονται
ἀπό τίς ἐσωτερικές πληγές δέν ἀφήνουν τίς κακές τους συνήθειες καί δέ φέρουν
καρπούς ἀξίους τῆς μετανοίας»[31].
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ εἴτε νά ἀπελπίσει τόν ἄνθρωπο γιά τή σωτηρία του εἴτε νά τόν
ρίξει στήν ἀμέλεια μέ τήν σκέψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος καί θά τόν συγχωρήσει·
ὁπότε δέν χρειάζεται μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Ὁ χριστιανός θά πρέπει νά πολεμ ᾶ
ἐναντίον καί τῶν δύο. «Ὑπάρχουν δύο εἴδη ἀσθένειας» εὔστοχα σημειώνει ὁ Στάρετς
Σάββας,« τά ὁποῖα χρησιμεύουν σέ κάποιους σάν αἰτία τῆς ἀμετανοησίας, τῆς μή
ἐγκαταλείψεως τῶν ἁμαρτιῶν τους.Ἡ πρώτη ἀρρώστια εἶναι ἡ πλήρης ἀπελπισία γιά την
σωτηρία τους καί ἡ δεύτερη ἡ ὑπερβολική ἐλπίδα στή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
Μέχρι νά πέσουμε, οἱ δαίμονες μᾶς παρουσιάζουν τό Θεό ὡς φιλάνθρωπο, ἀλλά μετά τήν
πτώση μας ὡς ἀδυσώπητο.Μή πεστεύεις τόν ψεύτη διάβολο, μή χάνεις τήν ἐλπίδα σου
στή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἔχοντας στό νοῦ σου τόν προφητικό λόγο: «Μή ἐπίχαιρέ μοι,
ἡ ἐχθρά μου, ὄτι πέπτωκα΄ καίι ἀναστήσομαι, διότι ἐάν καθίσω ἐν τῷ σκότει, Κύριος
φωτιεῖ μοι»(Μιχ. 7,8).
Καμμιά ἁμαρτία δέν εἶναι ἀσυγχώρητη πλήν τῆς ἀμετανόητης. Ὁ Ἰούδας ὁ προδότης θά
συγχωρεῖτο, ἄν μετανοοῦσε.Τίποτε δέν συγκρίνεται μέ τή γενναιοδωρία τοῦ Θεοῦ, τίποτε
δέν τήν ξεπερνᾶ.Γι’ αὐτό, ὄποιος ἀπελπίζεται, εἶναι αὐτόχειρας.
Ὅποιος εἰλικρινά προσέρχεται στό Θεό, ἐκεῖνον δέν τόν ἀφήνει νά πέσει τελείως, ἀλλά
βλέποντας τήν ἀδυναμία του, συνεργεῖ καί τόν βοηθεῖ φανερά ἤ μυστικά, δίνοντάς του
ἄνωθεν χεῖρα βοηθείας.Ὅμως δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε στό κακό, στήν ἐπιείκεια
γιά τίς ἁμαρτίες μας, τήν ἀπέραντη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἁμαρτωλό.Ὁ Θεός
ὅσο εἶναι φιλάνθρωπος, τόσο εἶναι καί δικαιοκριτής.Γι’ αὐτό σέ ὅλους καί στόν καθένα
χωριστά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἀληθινή μετάνοια.Τούς μή μετανοοῦντας ὁ Θεός δέν τούς
συγχωρεῖ»[32].
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ πάντα νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στήν ἀπόγνωση καί τήν
ἀπελπισία. Γι’ αὐτό καί διογκώνει τά σφάλματα μας- πού μπορεῖ νά εἶναι καί πάρα πολύ
μικρά- μέ σκοπό νά μᾶς γεμίσει μέ μελαγχολία.
Ρώτησαν κάποτε τό Γέροντα Παΐσιο: « Γέροντα, ποῦ ὀφείλεται ἡ μελαγχολία πού ἔρχεται
πολλὲς φορὲς στὴν ψυχή;». Καί ἀπάντησε:
115
«Ἡ μελαγχολία καὶ τὸ πλάκωμα τῆς ψυχῆς ὀφείλονται συνήθως σὲ τύψεις ἀπὸ
εὐαισθησία,καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ μπόρεση νὰ βοηθηθῆ
ἀπὸ τὸν πνευματικό. Γιατί, ἂν εἶναι εὐαίσθητος, μπορεῖ τὸ σφάλμα πού ἔκανε νὰ εἶναι
πολὺ μικρό, ἄλλα ὁ ἐχθρὸς διάβολος νὰ τὸ μεγαλοποιῆ νὰ τοῦ τὸ δείχνη μὲ μικροσκόπιο,
γιὰ νὰ τόν ρίξη στὴν ἀπελπισία καὶ νὰ τόν ἀχρηστέψη.Μπορεῖ νὰ τοῦ πῆ λ.χ. ὅτι
τάχα στενοχώρησε πολύ τούς ἄλλους, ὅτι τοὺς δυσκόλεψε κ.λπ.,καὶ νὰ τὸν κάνη νὰ
στενοχωριέται πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἀντέχει.Ἀφοῦ ἐνδιαφέρεται ὁ διάβολος,γιατί δὲν
πηγαίνει νὰ πειράξη τὴν συνείδηση ἑνὸς ἀναίσθητου ἄνθρωπου;Ἀλλά τὸν ἀναίσθητο τὸν
κάνει νὰ θεωρῆ μηδαμινὸ ἕνα μεγάλο σφάλμα του, γιὰ νὰ μὴν ἔρθη σὲ συναίσθηση.
Πρέπει ὁ ἀνθρωπος νὰ γνωρίση τόν ἑαυτὸ του ὅπως εἶναι,καὶ ὄχι ὅπως τὸν
παρουσιάζει ὁ ἐχθρός διάβολος,διότι αὐτός ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ κακό μας.Ποτὲ νὰ μὴν
ἀπελπίζεται,ἀρκεῖ νὰ μετανοῆ,γιατί καὶ οἱ ἁμαρτίες του εἶναι λιγώτερες ἀπό τοῦ διαβόλου
καὶ ἐλαφρυντικὰ ἔχει,ἐπειδὴ πλάσθηκε ἀπό χῶμα καὶ ἀπό ἀπροσεξία γλίστρησε καὶ
λασπώθηκε.Γιὰ νὰ γίνη σωστὸς ἀγώνας,πρέπει νὰ γυρίζουμε τὴν ρόδα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖ
πού τὴν γυρίζει ὁ διάβολος.Ἂν μᾶς λέη ὅτι εἴμαστε κάτι,νὰ καλλιεργοῦμε τὴν
αὐτομεμψία.Ἂν μᾶς λέη ὄτι δέν εἴμαστε τίποτε,νὰ λέμε:Ὁ Θεός θὰ μὲ ἐλέηση.Ἔτσι ἁπλ ᾶ
ἄν κινῆται ὁ ἄνθρωπος,μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα στόν Θεό,μπαίνει στήν ζωὴ του ἡ
μετάνοια,ἡ ταπείνωση,καὶ ἀνεβαίνει σὲ πνευματικὰ ὕψη» [33].
Ἕνα λεπτό σημεῖο πού πρέπει νά προσέξει αὐτός πού ἐξομολογεῖται καί ἀγωνίζεται
πνευματικά εἶναι τό θέμα τῆς αὐτομεμψίας. Δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει κακομοιριά
ἀλλά λεβεντιά. Ὑπάρχει φόβος νά ὁδηγηθεῖ ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός στήν ἀπελπισία καί
τήν ἀπραξία ἄν ἀσκεῖ τήν αὐτομεμψία, χωρίς συγχρόνως νά καλλιεργεῖ καί τήν τέλεια
ἐλπίδα του στόν Θεό.
Τέλεια ἀπελπισία ἀπό τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί τέλεια ἐλπίδα στόν Θεό θά πρέπει νά
ἔχουμε συνεχῶς.
Σημεῖο πνευματικῆς ὠριμότητος εἶναι νὰ πιστέψω ὅτι δέν κάνω τίποτε,νὰ ἀπογοητευθῶ
μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου,ἀπὸ τὸ ἐγώ μου,νὰ νιώθω πώς μὲ ὅ,τι κάνω
προσθέτω συνέχεια μηδενικὰ καὶ νὰ συνεχίζω τόν ἀγώνα μου ἐλπίζοντας στὸν Θεό.
Τότε ὁ Καλὸς Θεός,ὅταν δῆ τὰ μηδενικά τῆς ἀγαθῆς μου προαιρέσεως,θὰ μὲ λυπηθῆ,θὰ
πρόσθεση στὴν ἀρχή τὴν μονάδα καὶ θὰ πάρουν ἀξία τὰ μηδενικά μου καὶ θὰ πλουτίσω
πνευματικά.Μέσα στήν ταπεινὴ κατασταση τῆς ἀπογοητεύσεως ἀπό τόν ἑαυτό μου
κρύβεται ἡ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση»[34].
116
16)Προσοχή στήν ὑπερευαισθησία.
Μία ἀκόμη παγίδα τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ὑπερευαισθησίας στόν ἄνθρωπο.
Ὁταν συμβαίνει αὐτό ὁ ἄνθρωπος κάποια πράγματα, τά λεπτολογεῖ, τά «ψειρίζει» καί
γεμίζει ἐνοχές, πού μπορεῖ νά εἶναι καί τελείως ἀνυπόστατες. Εἶναι τά λεγόμενα
«μορμολύκια», τά «σκιάχτρα», πού φτιάχνει ὁ ὑπερευαίσθητος ἄνθρωπος μέ τήν
συνεργασία τοῦ διαβόλου καί τρομάζει ἐκεῖ ὅπου δέν ὑπάρχει φόβος.
Ἐπίλογος
«Ἄς παρακαλοῦμε λοιπόν θερμά τόν Κύριο ὥστε «τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν
ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ ἐκτελέσαι» [36].
Ἄς ζητοῦμε «μετάνοιαν ὁλόκληρον καί καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν Του» γιά νά
ἀξιωθοῦμε τῆς μερίδος τῶν Ἁγίων πού εἰσῆλθαν διά τῆς Μετανοίας στή Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ (Link)
117
Τά πάθη καί ἡ ἀντιμετώπισή τους
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, θά μιλήσουμε γιά τά πάθη καί τόν τρόπο ἀντιμετώπισής τους.
Ὑπάρχει μία ἱστορία, μ’ ἕναν ἅγιο γέροντα, πού ἦταν στήν Αἴγυπτο καί δέχθηκε
ἐπισκέψεις ἀπό κάποιους ἄλλους μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἦρθαν ἀπό τήν περιοχή τῶν
Ἱεροσολύμων. Στήν ἀρχή, αὐτοί οἱ ἐπισκέπτες εἶδαν τά καλογέρια τοῦ γέροντα, δηλ.
τούς ὑποτακτικούς του καί ἔκαναν μία μικρή συζήτηση μαζί τους. Ἄρχισαν λοιπόν
νά τά ρωτᾶνε τά καλογέρια: « Ὁ γέροντάς σας εἶναι χαρισματοῦχος; Ξέρει νά μᾶς πεῖ
γιά τούς ἀγγέλους, γιά τίς πνευματικές καταστάσεις, γιά τά οὐράνια πράγματα καί
φαινόμενα καί πῶς μποροῦμε νά τά ζήσουμε ὅλα αὐτά;»
Τά καλογέρια τοῦ γέροντα τό ἄκουσαν αὐτό καί πῆγαν καί τό εἶπαν στό γέροντά
τους: «Γέροντα ἦρθαν κάποιοι μοναχοί καί μᾶς εἶπαν αὐτά τά πράγματα, ἄν ξέρεις νά
τούς πεῖς γιά τά οὐράνια». Ἐκεῖνος ἦταν ἄνθρωπος πολύ ταπεινός καί πρακτικός,
δηλ., τόν ἐνδιέφερε ἡ πράξη καί ὄχι ἡ θεωρία, ἡ οὐσία θά λέγαμε, ὄχι ἁπλῶς νά
κάνουμε συλλογισμούς καί ὡραῖες σκέψεις ἤ νά μιλᾶμε γιά πράγματα πού εἶναι πολύ
ὑψηλά καί πολύ ὑψηλότερα ἀπό τήν κατάστασή μας καί τούς λέει:
«Παιδιά μου πέστε τους ὅτι ὁ γέροντας δέν ξέρει ἀπ’ αὐτά τά πράγματα, οὔτε γιά
ἀγγέλους ξέρει νά τούς πεῖ, οὔτε γιά οὐράνια πράγματα, οὔτε γιά καταστάσεις
τέτοιες, γιά τή θέωση καί ὅλα αὐτά. Ἄν θέλουνε νά τούς ποῦμε κάτι χαμηλό, κάτι γιά
τίς ἀρρώστιες πού ἔχουμε, τίς ψυχικές, γιά τά πάθη… ε, γιά αὐτά… κάτι ξέρει ὁ
γέροντας. Ἅμα τούς ἐνδιαφέρουν αὐτά καί πῶς μποροῦμε νά τά πολεμήσουμε… ε,
τέτοια ξέρει νά τούς πεῖ. Ἅμα τούς ἐνδιαφέρει αὐτό, ἄς ἔρθουνε».
Πῆγαν, λοιπόν, τά καλογέρια καί εἴπανε στούς ἐπισκέπτες: «Αὐτό κι αὐτό. Ἔτσι μᾶς
εἶπε ὁ γέροντας». Τότε αὐτοί, ἐπειδή ἦταν ἄνθρωποι συνετοί καί καλοί, κατάλαβαν
τό λάθος τους καί λένε: «Πέστε στό γέροντα νά μᾶς συγχωρήσει καί θέλουμε νά μᾶς
πεῖ γι’ αὐτά. Πῶς θά πετύχουμε δηλαδή, νά θεραπευτοῦμε, νά γίνει καλά ἡ ψυχή μας,
νά καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη». Καί πράγματι, ὁ γέροντας μετά, τούς πῆρε, τούς
δέχτηκε καί τούς μίλησε καί ὠφελήθηκαν πάρα πολύ.
Ἔτσι, λοιπόν, κι ἐμεῖς ἐδῶ πού μαζευτήκαμε, μαζευτήκαμε γιά νά ποῦμε, πῶς θά
γίνουμε καλά ἀπό τίς ψυχικές μας ἀρρώστιες, πού τίς λέμε πάθη. Στήν Ἐκκλησία,
ὅταν λέμε πάθος, ἐννοοῦμε τήν ἀρρώστια τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ὅμως εἶναι καί στό
σῶμα, δήλ. ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα ὅλο. Δέν μπορεῖς νά πεῖς ὅτι μόνο ἡ ψυχή εἶναι
ἄρρωστη, εἶναι καί τό σῶμα ἄρρωστο. Γι’ αὐτό, βλέπετε, σήμερα, στήν ἐποχή μας,
πού ἔχουμε ἄγχος. Ὁ κόσμος ἔχει ἄγχος. Αὐτό δέν εἶναι μόνο στήν ψυχή, βγαίνει καί
στό σῶμα, παθαίνει καί τό σῶμα καί λένε οἱ γιατροί γιά ψυχοσωματικά νοσήματα,
ὅπως εἶναι τό ἕλκος. Παθαίνεις ἕλκος στό στομάχι˙ γιατί παθαίνεις ἕλκος; Γιατί ἔχεις
ἄγχος. Κυρίως ἀπό κεῖ βγαίνει, μπορεῖ νά ’ναι καί ἄλλοι λόγοι βέβαια, ἀλλά κυρίως
118
εἶναι ἀπό κεῖ. Δηλ. εἶναι κάτι πού ξεκινάει μέν ἀπό τήν ψυχή, ἀλλά μετά ἀρρωσταίνει
καί τό σῶμα. Ἑπομένως, τό σωστό εἶναι νά λέμε, ὅτι εἶναι ἀρρώστιες καί τῆς ψυχῆς,
ἀλλά καί τοῦ σώματος. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι, ξαναλέω, ἕνα ἀδιαίρετο ὅλο, δέν
εἶναι δύο κουτάκια ξεχωριστά, σῶμα-ψυχή, ἀλλά εἶναι ἕνα σύνολο καί λένε οἱ ἅγιοι
ὅτι «ἡ ψυχή ἀγκαλιάζει ὅλο τό σῶμα, ὅπως ἡ φωτιά ἀγκαλιάζει τό πυρωμένο
σίδερο». Ἔχετε δεῖ ἕνα σίδερο πού τό βάζουμε στή φωτιά καί κοκκινίζει. Ἔτσι, λέει,
εἶναι καί ἡ ψυχή, πού ἀγκαλιάζει τό σῶμα καί συνέχει καί ζωοποιεῖ ὅλο τό σῶμα καί
ὅταν χωριστεῖ ἀπό τό σῶμα –αὐτό εἶναι ὁ θάνατος– τότε καί τό σῶμα νεκρώνεται,
ξεπαγιάζει.
Θά ποῦμε, λοιπόν, λίγα λόγια εἰσαγωγικά γι’ αὐτές τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς καί τοῦ
σώματος, πού τίς λέμε πάθη καί σιγά-σιγά θά προχωρήσουμε, ἄν θέλει ὁ Θεός, νά
ποῦμε καί πῶς θεραπεύονται. Τί προξενοῦν στήν ψυχή μας, τί ἐπιπτώσεις ἔχουν, ἀπό
ποῦ ξεκινᾶνε καί ποιά εἶναι ἡ αἰτία, γιατί νά εἴμαστε ἄρρωστοι δηλαδή. Ὅτι εἴμαστε
ἄρρωστοι ἐγώ σᾶς τό εἶπα σά δεδομένο, ἐσεῖς μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε ὅτι δέν εἴμαστε
ἄρρωστοι, ἀλλά ἄν εἴμαστε εἰλικρινεῖς μέ τόν ἑαυτό μας, θά δοῦμε ὅτι ὅλοι εἴμαστε
ἄρρωστοι, λίγο ἤ πολύ. Εἴμαστε ὑποταγμένοι σ’ αὐτά τά πράγματα πού δέ μᾶς
ἀρέσουν, πού τά λέμε πάθη, ὅπως εἶναι ὁ θυμός, ὅπως εἶναι ἡ μνησικακία, ὅπως εἶναι
ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅλα αὐτά εἶναι τά πάθη πού κυριαρχοῦνε μέσα μας σέ μικρό ἤ
μεγάλο βαθμό.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο, ἕνα θεραπευτήριο, πού θεραπεύει τόν ἄνθρωπο
ἀπ’ ὅλα τά πάθη καί ἀπό τά ψυχικά καί ἀπό τά σωματικά.
Ὁ λόγος θά εἶναι «περί πατέρων», δήλ. τί λένε οἱ πατέρες, πῶς οἱ πατέρες μᾶς
δίδαξαν. Οἱ πατέρες, βέβαια, δέ μιλοῦσαν ἀπό τό μυαλό τους, ἀπό τό νοῦ τους, ὅπως
μιλᾶνε οἱ σύγχρονοι ἐπιστήμονες, ἀλλά μιλούσανε μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου
119
Πνεύματος, δηλαδή μᾶς παρέδωσαν αὐτά πού τούς εἶπε ὁ Θεός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ἦταν ἄνθρωποι Θεοφόροι, εἶχαν μέσα τούς τό Θεό, ἔφεραν τό Θεό καί ὁ Θεός τούς
μιλοῦσε καί ἑρμήνευαν τήν Ἁγία Γραφή μέ αὐτό τό πνεῦμα πού εἶχαν, τό Ἅγιο
Πνεῦμα, γι’ αὐτό καί τήν ἑρμήνευαν ἀλάνθαστα.
Καί μεῖς ,τώρα, γιά νά καταλάβουμε τήν Ἁγία Γραφή, πρέπει νά πᾶμε σ’ αὐτούς, πού
τήν ἑρμήνευσαν αὐθεντικά καί αὐτοί εἶναι οἱ ἅγιοι πατέρες. Οἱ ἅγιοι ἦταν σάν τούς
γιατρούς στά νοσοκομεῖα. Ἦταν καί εἶναι οἱ ἀρχίατροι. Αὐτοί πού μᾶς δίνουνε τά
φάρμακα, γιατί γιά νά θεραπευτεῖς, πρέπει νά ὑπάρχει τό νοσοκομεῖο, τό περιβάλλον
δηλαδή πού θά θεραπευτεῖς, πρέπει νά ὑπάρχει ὁ γιατρός καί πρέπει νά ὑπάρχουν καί
τά φάρμακα.
Ὅλα αὐτά ὑπάρχουνε καί εἶναι ἡ Ἐκκλησία, εἶναι οἱ ἅγιοι πατέρες καί εἶναι καί τά
φάρμακα, πού θά τά ποῦμε στή συνέχεια. Γιατί τό κάθε νόσημα ἔχει καί τά δικά του
φάρμακα. Τό κάθε πάθος δηλαδή ἔχει καί ἰδιαίτερη ἀντιμετώπιση, δέν γίνεται ὅλα τά
πάθη νά θεραπευτοῦνε μέ τό ἴδιο φάρμακο.
Ἡ διδασκαλία τῶν πατέρων γιά τά πάθη καί τή θεραπεία τούς εἶναι καρπός μίας
βαθιᾶς πνευματικῆς ἐμπειρίας καί ἀποκτήθηκε ἔπειτα ἀπό σκληρούς ἀγῶνες καί
δοκιμασίες πολλῶν ἐτῶν. Οἱ ἅγιοι μιλᾶνε μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφ’
ἑνός καί ἀφ’ ἑτέρου μέ βάση τή ζωή τους, τήν ἐμπειρία τους, γιατί αὐτά πού μᾶς
λένε, τά ἔζησαν, τά πέρασαν καί θεραπεύτηκαν καί τήν ἔνιωσαν αὐτή τή θεραπεία,
τήν ἔζησαν καί τή βίωναν συνέχεια. Καί μᾶς δείχνανε μετά καί μᾶς δείχνουνε καί
σήμερα τό δρόμο πῶς καί σύ θά περάσεις ἀπ’ αὐτό τό πάθος καί θά βγεῖς στό φῶς,
στήν ὑγεία. Γιατί ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς εἶναι αὐτό πού λέμε ἀπάθεια, δηλαδή νά μήν
ἔχεις πάθη. Αὐτή εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς. Ὄχι ἀπάθεια, μέ τήν κοσμική ἔννοια, πού
λέμε: «Ά, αὐτός εἶναι ἀπαθής», δήλ. «εἶναι ἀναίσθητος», ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν
ἔχεις πάθη, αὐτές τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος.
Ὁ ἀββάς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, πού ἦταν ἕνας ἀπ’ αὐτούς τούς πατέρες τούς
θεραπευμένους, πού εἶχαν θεραπεύσει πρῶτα τόν ἑαυτό τους καί μετά μᾶς ἔγραψαν
πῶς θεραπεύτηκαν, γιά νά θεραπευτοῦμε κι ἐμεῖς, λέει: «Ἀξιωθῆς μεγάλων
ἀντιλήψεων ἐκκομισάμενοι αὐτοῦ πείρα ἐκ τῶν μακρῶν χρόνων». Μέ ἀξίωσε ὁ
Θεός, λέει, μεγάλης βοηθείας. Δέ λέει, «μόνος μου τό κατάφερα», ἐνῶ ὁ σύγχρονος,
πλανεμένος ἄνθρωπος, σού λέει: «μόνος σου, ἡ δύναμη τῆς θετικῆς σκέψης, νά
κάνεις θετικές σκέψεις, μόνος σου θά τά βρεῖς ὅλα, τά ἔχεις ὅλα μέσα σου, τό
ἐσωτερικό φῶς κλπ», τά ξέρετε αὐτά, τόσες πλάνες κυκλοφοροῦν.
120
Εἶναι ἡ αὐτονόμηση ἀπό τό Θεό, ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ μόνος του ν’
ἁγιάσει, μόνος του νά πάει ἐκεῖ πού πρέπει νά πάει. Εἶναι αὐτό πού εἶπε καί τό φίδι
στήν Εὕα: «Τί νά παιδεύεσαι τώρα, νά κάνεις ὑπακοή στό Θεό… δέ χρειάζεται. Νά,
θά φᾶς αὐτό τό φροῦτο καί θά γίνεις Θεός. Μήν ἀκοῦς τό Θεό». Συκοφάντησε καί τό
Θεό δηλαδή. Τῆς ἔλεγε: «Ὁ Θεός ἀπό πονηρία σᾶς εἶπε νά μή φᾶτε ἀπ’ αὐτό. Ἅμα
φᾶτε θά γίνετε Θεοί». Βλέπετε; Καί αὐτή τά δέχτηκε ὅλα αὐτά. Ἐνῶ οἱ πατέρες λένε,
ὅτι «ὁ Θεός μᾶς βοήθησε» καί ἀπέκτησαν πείρα ἀπό τούς μακρούς χρόνους πού
ἔκαναν στήν ἄσκηση, στήν προσπάθεια τήν πνευματική.
«Καί τούτων ἁπάντων ἐν πείρα γέγονα». Καί ὅλα αὐτά, λέει, πού σᾶς λέω, πού σᾶς
περιγράφω ἐδῶ, τά ἔχω ζήσει, ἔχω γίνει «ἐν πείρα», «γέγονα ἐν πείρα», ἔχω ἐμπειρία
δηλαδή αὐτῶν πού σᾶς λέω, δέν εἶναι κάτι θεωρητικό, πού τό ἔβγαλα, σάν ἕνα
σύστημα φιλοσοφικό, ἀπό τό μυαλό μου. Οἱ πατέρες δέν γράφουν ἕνα ἐγχειρίδιο
ἠθικῆς νά μᾶς δώσουν κάποιες συμβουλές «κᾶνε αὐτό, κᾶνε ἐκεῖνο, κᾶνε τ’ ἄλλο»,
ἀλλά δείχνουνε τό δρόμο, γιά νά ὁδηγηθεῖ ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν κάθαρση, ἀπό τά πάθη
στήν ἀπάθεια –αὐτό πού εἴπαμε ὅτι εἶναι ἡ ὑγεία τῆς ψυχής– καί στή θέωση.
Πάρτε, γιά παράδειγμα, τό θυμό. Ὅταν κανείς θυμώνει εὔκολα, αὐτό εἶναι μία
φοβερή δουλεία. Εἶσαι δοῦλος αὐτοῦ του πάθους κι ἐνῶ θέλεις νά ἐλευθερωθεῖς,
δυσκολεύεσαι, δέν μπορεῖς. Λές «δέ θά θυμώσω σήμερα» κι ἔρχεται ἡ ὥρα καί λές
121
«πάλι, ἀμάν πάλι, πάλι, πάλι…», δέν μπορεῖς νά ἐλευθερωθεῖς. Ε, ὁ Θεός μπορεῖ νά
σ’ ἐλευθερώσει. Μᾶς ἔχει δώσει αὐτή τή δυνατότητα ἀπό τή στιγμή πού
βαφτιστήκαμε, μᾶς ἔχει ἐλευθερώσει. Ἀλλά τί γίνεται;Ἡ ἐλευθερία αὐτή εἶναι
«δυνάμει», δέν ἔχει ἐνεργοποιηθεῖ, μέχρι τή στιγμή πού ἐμεῖς θά τό θελήσουμε.
Ὅταν ἐμεῖς ποῦμε «ναί» στό Θεό, τότε ἐνεργοποιοῦμε αὐτό τό δῶρο.
Νά τό ποῦμε πιό ἁπλά. Σάν ὁ Θεός τήν ὥρα πού βαφτιστήκαμε νά ἔκανε μία
κατάθεση στήν τράπεζα. Τήν ἔχεις τήν κατάθεση, τά λεφτά τά ἔχεις, ἀλλά πρέπει νά
κάνεις μία κίνηση. Ποιά; Νά πᾶς νά τά πάρεις γιά νά τά ἔχεις καί πραγματικά
δηλαδή. Ἔτσι εἶναι καί ἡ ἐλευθερία. Ὁ Θεός μᾶς ἐλευθερώνει στό βάπτισμα, ἀλλά
περιμένει νά τοῦ ποῦμε τό «ναί».
Καί πῶς λέμε τό «ναί»; Ἐδῶ εἶναι τό σπουδαῖο τώρα. Ὅταν κανείς ἀρχίζει νά τηρεῖ
τίς ἐντολές. Αὐτό θά πεῖ λέω «ναί» στό Θεό. Ὄχι θεωρητικά πιστεύω στό Θεό. Αὐτό
καί ὁ διάβολος τό κάνει. Πιστεύει στό Θεό, πολύ καλά μάλιστα καί ξέρει τό Θεό
γιατί κάποτε τόν ὑπηρέτησε ὡς ἀρχάγγελος. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τό ζητούμενο, τό
ζητούμενο εἶναι νά ἀγαπήσεις τό Θεό καί ποιός εἶναι αὐτός ποῦ ἀγαπάει τό Θεό; Μᾶς
τό εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πολύ συγκεκριμένα. Ἐκεῖνος εἶναι πού μέ ἀγαπάει «ὁ ἔχων
τάς ἐντολᾶς μου καί τηρῶν αὐτᾶς».
Βλέπετε; Εἶναι κάτι πολύ συγκεκριμένο. Δέν εἶναι θεωρητικό «ἀγαπάω τό Θεό κλπ.».
Ἄν ἀγαπᾶς τό Θεό θά τηρεῖς αὐτά πού λέει. Ἐμεῖς ὄχι μόνο δέν τά τηροῦμε, ἀλλά
οὔτε καν τά ξέρουμε. Ἄν ψάξουμε λίγο μέσα μας θά δεῖτε ὅτι δέν ξέρουμε τίς
ἐντολές ποιές εἶναι, τί θέλει ὁ Θεός ἀπό μας. Καί θεωροῦμε ὅτι δέν τρέχει καί τίποτα.
Εἶναι ἔνοχη αὐτή ἡ ἄγνοιά μας. Καί πῶς τό ξέρουμε ὅτι εἶναι ἔνοχη; Τό λέει ὁ Θεός:
«Ὁ μή γνούς καί μή ποιήσας», αὐτός πού δέν ἤξερε καί δέν ἔπραξε, δέν ἐφάρμοσε τίς
ἐντολές, «δαρήσεται ὀλίγας», θά φάει λίγο ξύλο, ἀλλά καί τό λίγο ξύλο πάλι κόλαση
εἶναι. «Ὁ γνούς καί μή ποιήσας», αὐτός πού ἤξερε δήλ. καί δέν ἔπραξε, «δαρήσεται
πολλᾶς», θά φάει πολύ ξύλο. Αὐτός θά πάει πιό κάτω στήν κόλαση, ἀλλά καί οἱ δύο
κόλαση ἔχουν. Βλέπετε; Γιατί λένε μερικοί: «καλύτερα νά μή μάθω τά λόγια του
Θεοῦ, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅποτε εἶμαι ἐντάξει». Δέν εἶσαι ἐντάξει. Πάλι κόλαση
ἔχεις. Ἁπλῶς εἶσαι σέ μικρότερο βαθμό κόλασης, ἀλλά τί νά τό κάνεις; Μικρότερο-
μεγαλύτερο, εἶσαι χωρισμένος ἀπό τό Θεό.
122
ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί νά σκοτώνεις τούς κακούς λογισμούς μέ τό θυμό. Ὁ
θυμός εἶναι ἀναιρετικός τῶν πονηρῶν λογισμῶν. Γι’ αὐτό σου ἔχει δώσει τό θυμό ὁ
Θεός. Ὄχι, γιά νά τόν στρέφεις ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ σου, τῆς ἀδελφῆς σου κλπ.
Τότε βέβαια, δέν κάνεις καλή χρήση. Ἔτσι;
Καί τώρα ποιά εἶναι ἡ θεραπεία; Δέν εἶναι νά κόψεις τό θυμό τελείως, νά νεκρωθεῖς
ὡς πρός τό θυμό, νά γίνεις ἕνα πράγμα, ἄψυχο, ξεψυχο, ψοφίμι, ἀλλά τί; Αὐτό τό
θυμό, αὐτή τή δύναμη, νά τή στρέψεις πρός τό Θεό καί νά ἀγαπήσεις τό Θεό καί τό
συνάνθρωπο καί νά τή στρέψεις καί ἐναντίον τοῦ πονηροῦ καί νά τόν βγάλεις ἀπό
μέσα σου, νά τόν διώξεις, μέ θυμό νά τόν διώξεις. Πῶς ἀλλιῶς θά τόν διώξεις; Θά
τοῦ πεῖς, εὐγενικά, «σέ παρακαλῶ, φύγε»;. Δέν φεύγει ἔτσι. Καλούμαστε, λοιπόν,
αὐτά τά πάθη, νά τά μεταστρέψουμε σέ ἀγαπητική διάθεση γιά τό Θεό, ὥστε νά
μποροῦμε νά κάνουμε δική μας τή σωτηρία, ἡ ὁποία ἔχει ἔρθει διά τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅλοι ἐμεῖς πού εἴμαστε βαφτισμένοι, εἴμαστε σωσμένοι, δήλ. μᾶς ἔχει σώσει ὁ Θεός,
γιατί ἔχει δώσει τό αἷμα του γιά μας. Ἀλλά πρέπει νά τήν κάνουμε δική μας τή
σωτηρία. Εἶναι αὐτό πού εἴπαμε, ὁ Θεός ἔχει κάνει τήν κατάθεση στήν τράπεζα, τά
ἔχει βάλει τά χρήματά του, πρέπει, ὅμως, νά πᾶμε νά τά πάρουμε, προσωπικά. Νά
ποῦμε «ΝΑΙ» στό Θεό, νά μποῦμε δήλ. σέ αὐτή τή διαδικασία τῆς ὑπακοῆς, νά
τηροῦμε τίς ἐντολές.
Σού λέει ὁ ἄλλος: «Θέλω νά μήν καπνίσω, ἀλλά δέν μπορῶ». Ἔχει γίνει ἀδυναμία
μέσα του, ἔχει δημιουργηθεῖ μία σταθερή κατάσταση, μία ἄρρωστη ὅμως κατάσταση.
Ἡ πλεονεξία, ἡ μέθη, ἡ ἀκολασία, ὅλα αὐτά εἶναι ἁμαρτίες πού ἔγιναν πολλές φορές,
ὅποτε μετά ριζώσανε μέσα μας καί ἔγιναν πάθη. Ἐνῶ ἕνα ἁμάρτημα εἶναι μία
μεμονωμένη πτώση, μία συγκεκριμένη παράβαση τοῦ ἠθικοῦ νόμου, τό πάθος εἶναι ἡ
ριζωμένη κατάσταση τῆς κακίας. Εἶναι ἡ κατάληψη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ἀπό τήν
ἠθική ἀσθένεια. Ἡ ἁμαρτία ἔχει γίνει κυρίαρχος στήν ψυχή. Δέν τήν προσβάλλει
πλέον ἀπέξω, τήν ἔχει ὑποδουλώσει σέ πράγματα καί καταστάσεις, εἶναι ἀνίκανη ν’
ἀντιδράσει.
Σού λέει ὁ ἄλλος: «Ἀπό μέσα μου βγαίνει τό κακό, ἀπό μέσα μου, δέν μπορῶ ν’
ἀντισταθῶ». Εἶναι, ἀκριβῶς, τώρα, πλέον, πού δέν ἔρχεται ἡ ἁμαρτία ἀπ’ ἔξω νά σέ
προσβάλλει, ἀλλά ἐπειδή τήν ἔχεις κάνει πολλές φορές, σού βγαίνει ἀπό μέσα.
«Αὐθόρμητα», σού λέει ὁ ἄλλος, «μοῦ ἔρχεται». Φθάνουμε στό σημεῖο –κοιτάξτε νά
123
δεῖτε τή διαστροφή μας– νά σού λέει: «Νά ἐκφραστεῖς ἐλεύθερα»˙ κι ἐννοοῦν νά
βγάλεις ὅλη αὐτή τή σαπίλα, ὅλη αὐτή τή βρωμιά, νά ἀνοίξεις τό βόθρο, αὐτό ἐννοεῖ.
Τό λένε καί στά παιδιά, στούς νέους. Καί ἀρχίζουνε ἔπειτα καί σού λένε: «Ἐγώ ἔτσι
ἐκφράζομαι». Καί βρίζουνε, βλαστημᾶνε. «Ε, αὐτό μου λέει ἡ καρδιά μου». Ναί,
ἀλλά ἄν ἡ καρδιά σου εἶναι σπήλαιο ληστῶν; Ε, φυσικά, αὐτά θά ἔχει, ἀλλά σκέψου
καί τόν ἄλλο. Τί φταίει ὁ ἄλλος; Σοῦ λέει: «Ἐλεύθερος εἶμαι, μπορῶ νά κάνω ὅ,τι
θέλω».
Τό πάθος εἶναι διαστροφή τῶν ψυχικῶν δυνάμεων. Αὐτό πού λέγαμε προηγουμένως
γιά τό θυμό, ἰσχύει καί γιά ὅλα τά πάθη. Δηλ. ὁ ἄνθρωπος παίρνει τίς δυνάμεις τίς
ψυχῆς, πού εἶναι δῶρο Θεοῦ καί τίς διαστρέφει.
Θυμηθεῖτε τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου, πού λέει ὅτι ὁ πατέρας ἔδωσε στό παιδί τήν
πατρική περιουσία˙ τό μερίδιο πού ἀνῆκε στό γιό τό νεότερο. Καί ὁ γιός τί ἔκανε; Τή
σπατάλησε. Αὐτή ἡ περιουσία εἶναι αὐτές οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς πού μᾶς ἔχει δώσει
ὁ Θεός. Εἶναι ἡ λογική μας, εἶναι τό θυμικό, ὁ θυμός καί εἶναι καί τό ἐπιθυμητικό, οἱ
διάφορες ἐπιθυμίες πού ἔχουμε. Μᾶς τά ’χει βάλει αὐτά ὁ Θεός μέσα μας καί ἐμεῖς
ἀντί νά τά χρησιμοποιήσουμε σωστά, νά τά ἀξιοποιήσουμε, τά διαστρέψαμε καί τά
χρησιμοποιοῦμε σέ λάθος κατεύθυνση.
Τή λογική μας δηλ. ἀντί νά τήν πᾶμε στό Θεό, ἀντί νά βλέπουμε τά μεγαλεία του
Θεοῦ καί νά «ἀναγόμαστε» στόν Πλάστη, στόν Κτίστη, ἀντί νά προσευχόμαστε –γι’
αὐτό κυρίως μᾶς δόθηκε ὁ νους– ἐμεῖς τό χρησιμοποιοῦμε τό νοῦ μας γιά νά κάνουμε
ὅλα αὐτά τά ἔργα τά ὑλιστικά, νά ὑποδουλωνόμαστε στά πράγματα καί νά
φτιάχνουμε ἕνα σωρό κατασκευάσματα, ἀνούσια ἤ καί ἁμαρτωλά πολλές φορές. Τό
θυμικό, πάλι, τό θυμό, ἀντί νά τό στρέψουμε ἐναντίον τοῦ κακοῦ, τό στρέφουμε
ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας. Πάλι κάνουμε διαστροφή, σπαταλᾶμε δηλαδή τόν
πλοῦτο τοῦ πατέρα μας. Καί τό ἐπιθυμητικό, ἀντί νά ἐπιθυμήσουμε τό Θεό, ν’
ἀγαπήσουμε τό Θεό, μέ αὐτή τή δύναμη τῆς ψυχῆς, ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τά πράγματα,
τίς ἡδονές. Πάλι κάνουμε διαστροφή.
Εἶναι μία παρά φύση κατάσταση καί κίνηση τῆς ψυχῆς. Ἡ φυσική κίνηση τῆς ψυχῆς
εἴπαμε ποιά εἶναι. Τό λογιστικό νά πάει στό Θεό κλπ. Ὅλα νά πᾶνε στό Θεό. Ἐμεῖς,
ἀντί νά τά πᾶμε στό Θεό, κάνουμε παρά φύση κίνηση καί τά πᾶμε στά κτίσματα, τά
πᾶμε στίς ἡδονές τίς σαρκικές κλπ. Καί ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος
«τό πάθος ἐν τή φύσει, οὐ πέφυκε», δήλ. τό πάθος δέν ὑπάρχει στή φύση τοῦ
ἀνθρώπου. «Οὐ γάρ ἐστι κτίστης παθῶν ὁ Θεός», διότι δέν εἶναι ὁ Θεός δημιουργός
τῶν παθῶν, δέν τά ’φτιαξε ὁ Θεός τά πάθη. Εἶναι δηλ. κάτι ἔξω ἀπό τή φύση μας, γι’
αὐτό καί μποροῦμε νά τό θεραπεύσουμε. Δέν εἶναι δηλ. κάτι πού μᾶς τό ’δωσε ὁ
Θεός. Ὁ ἄλλος, λέει, εἶναι ἀπό φυσικοῦ του θυμώδης. Δέν εἶναι ἀπό φυσικοῦ του,
ἁπλῶς εἶχε ἴσως κάποιες κλίσεις, δέν πρόσεξε, τό ἄφησε καί τοῦ φαίνεται σᾶν φυσικό
τώρα.
124
Ὁ Θεός δέν ἔδωσε πάθη στόν ἄνθρωπο˙ ἡ ψυχή εἶναι ἀπαθής ὅπως τήν ἔφτιαξε ὁ
Θεός. Ἐμεῖς, μετά, βάζουμε πολλές ἁμαρτίες καί πάθη, τά ὁποῖα τά κληρονομᾶμε καί
ἀπό τούς γονεῖς μας καί τά ξαναδίνουμε στά παιδιά μας, κλπ καί διαιωνίζεται αὐτό τό
κακό. Εὐτυχῶς, βέβαια, ὑπάρχει τό βάπτισμα, ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία μας καί ὑπάρχουν
καί οἱ ἅγιοί μας, οἱ ὁποῖοι σπάζουνε, κατά κάποιο τρόπο, αὐτό τό φαῦλο κύκλο καί
ἔχουμε αὐτούς τούς θεραπευμένους τούς ἁγίους μας, οἱ ὁποῖοι εἶναι τά πρότυπα γιά
μας.
Ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία. Δέ μᾶς τήν ἔδωσε ὁ Θεός, γιατί δέν ὑπάρχει, ὑπάρχει μόνο ὁ
Θεός, δήλ. μόνο τό καλό ὑπάρχει. Δέν ὑπάρχει τό κακό, ἀλλά τό κακό τί εἶναι; Ὅταν
γυρνᾶμε τήν πλάτη στό καλό, τότε αὐτό εἶναι τό κακό. Ὅταν γυρνᾶς τήν πλάτη στό
Θεό, αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ὅταν δέν κοινωνεῖς μέ τό Θεό, αὐτό εἶναι κόλαση. Αὐτή
εἶναι ἡ κόλαση, ἡ ἀκοινωνησία μέ τό Θεό. Καί ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής καί ἡ ψυχή
τοῦ ἀνθρώπου «φυσικῶς ἀπαθής ἐστίν». Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε κατ’ εἰκόνα του καί
ὅπως ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής κι ἐμᾶς ἔτσι μᾶς ἔπλασε, ἀπαθεῖς, χωρίς πάθη. Καί ὁ Ἀδάμ
καί ἡ Εὕα ἦταν ἀπαθεῖς, μέχρι τή στιγμή, βέβαια, πού ἔκαναν τήν ἁμαρτία.
«Μετά τό θάνατο», θά μᾶς πεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «καί ὁ τῶν παθῶν ἐπεισῆλθε
ὄχλος τή ψυχή». Δήλ. τά πάθη δέν εἶναι φυσική κατάσταση τῆς ψυχῆς, ἐμφανίζονται
στόν ἄνθρωπο ἐκ τῶν ὑστέρων, μετά τήν ἁμαρτία. Αὐτός εἶναι ὁ θάνατος. Δέν ἐννοεῖ
τό σωματικό θάνατο, ἀλλά τό θάνατο τῆς ψυχῆς.
Ἐμεῖς, ὅταν λέμε θάνατο, ἐννοοῦμε νά χωριστεῖ ἡ ψυχή ἀπ’ τό σῶμα, ἀλλά οἱ
πατέρες λένε ὅτι κυρίως θάνατος εἶναι νά χωριστεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό Θεό. Νά
χωριστεῖ δήλ. ἡ ψυχή ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ κυρίως θάνατος καί αὐτό
συμβαίνει, ἐνῶ εἴμαστε «ἐν ζωή». Δηλ. μπορεῖ νά ζεῖς καί νά εἶσαι νεκρός
πνευματικά, ὅταν χωριστεῖς ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν δέν ἔχεις κοινωνία μέ τό
Θεό.
Ἡ ψυχή εἶναι ὑγιής ὅταν δέν ἔχει πάθη. Τότε ὑπάρχει ὑγεία στήν ψυχή. Ὑγεία στήν
ψυχή εἶναι ἡ ἀρετή. Ἡ ὑγεία προϋπάρχει τῆς ἀσθένειας. Εἴπαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος
πλάστηκε ὑγιής, ἑπομένως ἡ νόσος ἔρχεται ἀργότερα, δεύτερη στήν τάξη. Εἶναι
ἀδύνατο νά ὑπάρχει μία φύσις, πού νά εἶναι συγχρόνως ὑγιής καί ἀσθενής, ἀγαθή καί
125
πονηρά. Ἀναγκαστικά ἡ μία προηγεῖται τῆς ἄλλης. Τό καταλαβαίνετε αὐτό. Δέν
μποροῦμε νά ἔχουμε καί φῶς καί σκοτάδι. Δέ γίνεται. Ἤ φῶς θά ἔχεις ἤ σκοτάδι.
Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει πραγματικά, ἔρχεται τό φῶς καί φωτίζεται.
Δέν μπορεῖς νά ’χεις καί λίγο φῶς καί λίγο σκοτάδι, νά εἶσαι κι ἔτσι κι ἀλλιῶς, μισός-
μισός. Αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός μας: «Δέν μπορεῖ νά δουλεύετε καί στό Χριστό καί
στό μαμωνά», δέ γίνεται. Ἄς λές ὅτι εἶσαι χριστιανός. Δέν μπορεῖς νά λατρεύεις τό
χρῆμα καί νά λές ὅτι εἶσαι καί χριστιανός. Μπορεῖ νά τό λές, ἀλλά δέν εἶσαι, γιατί δέ
γίνεται ἀπ’ τήν ἴδια πηγή, λέει πάλι ὁ Χριστός, νά βγεῖ καί πικρό καί γλυκό νερό, δέ
γίνεται. Ἤ πικρό θά εἶναι ἤ γλυκό.
Ὅμως, σήμερα, ἔχουμε φτάσει σέ αὐτό τό σημεῖο καί οἱ λεγόμενοι Χριστιανοί. Ε, καί
σού λέει τί; Γιατί νά μήν ἔχουμε καί κάτι κοσμικό. Ἐντάξει, θά πᾶμε καί στήν
Ἐκκλησία μας, θά κάνουμε καί τούς σταυρούς μας, θ’ ἀνάψουμε καί τίς λαμπάδες
μας, ἐντάξει, καλοί εἴμαστε, δέν μᾶς πιάνει καί ἡ ἀστυνομία νά μᾶς κλείσει μέσα, δέν
κάναμε φόνους καί ληστεῖες, καλοί εἴμαστε. Τώρα τά περισσότερα, ἄστα, αὐτά εἶναι
γιά τούς καλογέρους καί τούς παπάδες. Καί ἔχουν καί τή συνείδησή τους
τακτοποιημένη. Εἶναι ὁ Φαρισαῖος αὐτός, εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος θέλει νά
περπατάει σχιζοφρενικά σέ δύο δρόμους. Δέ γίνεται νά περπατᾶς σέ δύο ἀντίθετους
δρόμους, θά σκιστεῖς στή μέση. Εἶναι αὐτό, πού λέει ὁ Χριστός πάλι, στήν
Ἀποκάλυψη: «Νά εἶσαι ἤ ψυχρός ἤ θερμός. Ἄν εἶσαι χλιαρός θά σέ ἐμμέσω», θά σέ
κάνω ἐμετό. Δέν θέλει νά μᾶς δεῖ ὁ Θεός, ἅμα εἴμαστε ἔτσι.
Ὁ Μέγας Βασίλειος θά μᾶς πεῖ ὅτι, ὅταν ἡ ψυχή βρίσκεται στή φυσική της
κατάσταση, ζεῖ στόν οὐράνιο κόσμο. Ὅταν ὅμως βρεθεῖ μακριά ἀπό τήν κατάσταση
αὐτή, τότε βρίσκεται κάτω. Στήν πρώτη περίπτωση εἶναι ἀπαθής, στή δεύτερη
βρίσκεται μέσα στά πάθη. Βλέπετε; Ἄν εἶσαι, λέει, ὑγιής ἡ ψυχή σου ζεῖ στόν
οὐράνιο κόσμο, βρίσκεται στόν οὐρανό ἀπό τώρα, ὄχι στήν ἄλλη ζωή. Ἡ σωτηρία
δέν εἶναι κάτι –ἴσως μᾶς ἔχει περάσει αὐτή ἡ ἰδέα ἀπό τό σχολεῖο, δέν ξέρω ἀπό πού–
πού στήν ἄλλη ζωή θά τ’ ἀπολαύσουμε. Ὄχι, ἀπό δῶ ἀρχίζει ἡ χαρά, ὁ οὐρανός, ὁ
παράδεισος, ἡ εὐτυχία, ὅλα αὐτά πού ψάχνουμε, ἡ μακαριότητα, ἀπό δῶ ἀρχίζουνε
καί ἀπό δῶ τά γεύεσαι.
126
παιδί σ’ ἕνα ὑποβρύχιο καί τοῦ λέει: «Πρόσεξε τώρα, πέφτει πάνω στό βράχο» καί
τούς γλίτωσε, ἐνῶ ἦταν στόν Ὡρωπό. Βλέπετε, δήλ., τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργοῦσε σ’
αὐτόν τόν ἄνθρωπο καί πράγματι ζοῦσε στά οὐράνια, ζοῦσε παντοῦ. Γιατί ἔτσι εἶναι
ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὅταν εἶσαι μέ τά πάθη, ὅταν εἶσαι ἄρρωστος βρίσκεσαι
κάτω, εἶσαι χῶμα. Στήν πρώτη περίπτωση, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀπαθής, στή
δεύτερη βρίσκεται μέσα στά πάθη.
Ὅλα αὐτά εἶναι ἀντίθετα μέ τή σημερινή ἄποψη πού ἐπικρατεῖ στόν κόσμο. Σήμερα,
φυσικός θεωρεῖται ὁ ἄνθρωπος πού ἱκανοποιεῖ τίς ὅποιες ἐπιθυμίες του καί ἀφύσικος,
ἐκεῖνος, πού ἀγωνίζεται νά κόψει τά πάθη του. Ἔτσι δέν εἶναι; Σού λέει ὁ ἄλλος: «Ε,
γιατί τώρα, ἀφοῦ σου βγαίνει αὐθόρμητα, γιατί νά ζοριστεῖς, νά πᾶς κόντρα στή
φύση σου; Ὄχι, νά ἱκανοποιήσεις τά πάθη σου, τό λένε οἱ γιατροί, εἶναι ὀργανική
ἀνάγκη, δέ γίνεται». Ὅπως τό φαΐ, ἔτσι εἶναι καί τ’ ἄλλα, τά πάθη. Εἴδατε; Ἀκόμη
περισσότερο ἄρρωστοι οἱ ἄνθρωποι. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Θά ἔρθει
καιρός πού τό ἄσπρο θά τό λένε μαῦρο καί τό μαῦρο ἄσπρο». Καί ἦρθε αὐτός ὁ
καιρός. Ἡ κακία καί τά πάθη δήλ. θά εἶναι στό ἀποκορύφωμά τους.
Ἄς ξαναγυρίσουμε ὅμως στό θέμα μας. Πῶς διακρίνονται τά πάθη. Μία διαίρεση τῶν
παθῶν. Ἄς δοῦμε τί εἶναι καί πότε ἐμφανίστηκαν τά πάθη καί ἄς δοῦμε καί τό
χωρισμό τους. Ὑπάρχουν ἀρετές σωματικές καί ψυχικές. Κατ’ ἀναλογία ὑπάρχουνε
καί πάθη πού ἀναφέρονται στό σῶμα, τά σωματικά καί πάθη πού ἀναφέρονται στήν
ψυχή, τά ψυχικά.
Σωματικά πάθη εἶναι ἡ δίψα, ἡ πείνα, ὁ ὕπνος, εἶναι αὐτά τά λεγόμενα ἀδιάβλητα
πάθη. Ἀδιάβλητα, δήλ., δέν ἔχεις ἐνοχή γι’ αὐτά. Δέν ἔχεις ἐνοχή ἐπειδή πεινᾶς,
ἐπειδή διψᾶς˙ δέν εἶναι κάτι ἁμαρτωλό αὐτό. Εἶναι ἀδιάβλητο πάθος, εἶναι κάτι πού
μᾶς ἦρθε μετά τήν πτώση, σάν συνέπεια. Εἶναι «οἱ δερμάτινοι χιτῶνες», πού
φορέσαμε μετά τήν πτώση. Ἦταν ἡ συνέπεια τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά γι’ αὐτό δέ φταῖμε,
ὅτι πεινᾶμε, ὅτι διψᾶμε.
Ὀνομάζονται ὅμως καί ψεκτά αὐτά τά πάθη, δήλ. ἔχουν ἕνα ψόγο, ἔχουν μία
κατηγόρια μέσα τους, διότι καί ἡ τροφή εἶναι φθαρτή καί ὁ ὕπνος δουλεύει γιά τό
φθαρτό, τό πρόσκαιρο καί θνητό σῶμα καί ἡ θνητή γέννηση τῶν παιδιῶν χαρίζει
στόν ἄνθρωπο μαζί μέ τήν ὕπαρξη καί τή θνητή σάρκα. Δηλ., δουλεύεις, θά λέγαμε,
στήν προσωρινότητα, μέ αὐτά τά πάθη. Τρῶς, θά πεινάσεις πάλι, θά ξαναφᾶς, θά
διψάσεις πάλι. Τό ἴδιο, κοιμᾶσαι, πάλι θά ξανανυστάξεις… εἶναι μία προσωρινότητα.
Δέ δουλεύεις γιά τό αἰώνιο καί μέ αὐτή τήν ἔννοια τά λέμε ψεκτά˙ ἔχουν, ἄς ποῦμε,
μέσα τούς μία κατηγόρια. Γι’ αὐτό καί οἱ ἅγιοι προσπαθοῦσαν κι αὐτά νά τά
ἱκανοποιοῦν ὅσο γίνεται λιγότερο. Νά τρῶνε ὅσο γίνεται λιγότερο, νά κοιμοῦνται
ὅσο γίνεται λιγότερο γιά νά ἔχουνε πνευματικές δυνάμεις, γιά νά πλησιάζουνε τό
Θεό.
127
Ὅμως καί αὐτά τά πάθη πού τά λέμε ἀδιάβλητα, μποροῦν νά γίνουνε διαβλητά, δηλ.,
νά γίνουνε ἔνοχα, πότε; Ὅταν κανείς δέν προσέξει καί τά ἱκανοποιήσει παραπάνω
ἀπό ὅτι πρέπει. Πεινᾶς, ἄς ποῦμε, καί τρῶς. Ἅμα φᾶς παραπάνω ἀπ’ ὅτι πρέπει,
πέσεις στή γαστριμαργία, πέσεις στή λαιμαργία, ἱκανοποιεῖς μέν τό πάθος τῆς πείνας,
ἀλλά τό ἱκανοποιεῖς παραπάνω ἀπ’ ὅσο πρέπει, ὅποτε πέφτεις σέ ἁμαρτία καί τό
πάθος αὐτό ἀπό ἀδιάβλητο γίνεται διαβλητό.
Σωματικά εἶναι ἐπίσης τά πάθη πού προέρχονται ἀπό τίς σωματικές αἰσθήσεις˙ τά
πάθη, δήλ., ποῦ ἔχουν τίς ἀφορμές τους στό σῶμα, ὅπως εἶναι ἡ γαστριμαργία.
Ψυχικά πάθη εἶναι αὐτά πού προέρχονται ἐξαιτίας τῆς ψυχῆς, ἐξαιτίας, ἄν θέλετε, τῆς
φαντασίας. Ἕνα πάθος ψυχικό εἶναι αὐτό πού λένε οἱ πατέρες «οἴησις». Ἡ οἴηση
εἶναι ἡ ἰδέα ὅτι εἴμαστε κάτι, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ κρυμμένη ὅμως. Κάτι πού ἔχουμε
μέσα μας, σάν μία πικρή ρίζα, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος, τό ὁποῖο, ἄν δέν τό
βγάλει ὁ ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά προχωρήσει καθόλου στήν πνευματική ζωή. Ἄν
δέν βγάλει αὐτή τήν κρυμμένη ἰδεούλα ὅτι εἶναι κάτι –πού εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια στό
βάθος– δέν μπορεῖ νά προχωρήσει στά πνευματικά, καθόλου. Αὐτό ξεκινάει ἀπό τή
φαντασία, εἶναι ἕνα ψυχικό πάθος.
Καί ὑπάρχουν καί ἄλλα πάθη, τά ὁποῖα εἶναι μικτά, δηλ. συνεργάζονται καί οἱ
αἰσθήσεις καί ἡ φαντασία καί τέτοια πάθη εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ ὑπερηφάνεια, ὅπου οἱ
ἀφορμές ἔρχονται καί ἀπό ἔξω, ἀπό τίς αἰσθήσεις καί ἀπό τή φαντασία, ἀπό μέσα.
Μᾶς φουσκώνει ὁ πονηρός ὅτι εἴμαστε κάτι σπουδαῖο καί μᾶς τρέφει τήν
ὑπερηφάνεια, ἀλλά καί ἀπό ἔξω, ἀκοῦμε ἐπαίνους˙ τά αἰσθητήρια τῆς ἀκοῆς, τῶν
ὀφθαλμῶν τροφοδοτοῦνε πάλι αὐτό τό πάθος. Αὐτά εἶναι τά μικτά πάθη ἤ ἀλλιῶς
σύνθετα πάθη.
Ἀκόμη μία ἄλλη διάκριση πού ἔχουμε στά πάθη εἶναι αὐτά πού λέμε ἰσχυρά καί αὐτά
πού λέμε ἀσθενῆ. Ἰσχυρά πάθη εἶναι αὐτά τά ὁποία «ἰσχυρῶς κατά τῆς ψυχῆς
ἐπανίστανται», ἐπαναστατοῦν, δήλ., μέ πολύ δύναμη ἐναντίον τῆς ψυχῆς, ἐνῶ
ἀσθενῆ εἶναι ὅσα κινοῦνται «κλεψιμαίω τρόπω», λένε οἱ πατέρες, δήλ., σάν κλέφτες
ἔρχονται καί μᾶς κλέβουνε, ἀσθενικά πάθη.
Τέλος, ἀνάλογα μέ τόν τρόπο πού πολεμοῦν τόν ἄνθρωπο, ὑπάρχουνε πάθη πού τόν
προσβάλουνε φανερά καί ἄλλα πού προξενοῦν μόνο στενοχώρια καί θλίψη, ὅπως ἡ
ἀκηδία, ἡ λύπη, ἡ ἀμέλεια. Εἶναι αὐτά, ἀφανῆ, θά λέγαμε, πάθη. Μπορεῖ νά τό
κρατήσει ὁ ἄνθρωπος μέσα του, νά ἔχει μέν μία θλίψη, ἀλλά νά μή τό δείχνει. Εἶναι
ἕνα κρυφό πάθος, ἕνα ἀφανές πάθος, ἀλλά ἅμα θυμώσει τόν καταλαβαίνουν ὅλοι,
γιατί ἀλλοιώνεται ὅλος καί τό πρόσωπό του κοκκινίζει καί δαιμονοποιεῖται ὁ
ἄνθρωπος.
128
ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ[1]
Ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἔχει καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του εἶναι ψυχοπαθής, κατά τούς
ἅγιους Πατέρες.
Ἀληθινά ψυχο-παθής ἄνθρωπος εἶναι κάθε ἄνθρωπος πού εἶναι δέσμιος τῶν παθῶν
του. Ὁπωσδήποτε καί ὁ καταθλιπτικός –μέ τήν πατερική ἔννοια– εἶναι ψυχοπαθής. Ἡ
ψυχο-πάθεια ἔγκειται στό ὅτι ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι καθαρή, ἀλλά εἶναι
μολυσμένη ἀπό λογισμούς καί δέσμια τῶν παθῶν.
Ὅποιος ἔχει λογισμούς, καλοὺς ἡ κακοὺς μέσα στὴν καρδιά του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος
ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ψυχοπαθής. Ἂς εἶναι οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἠθικοί –ἀκόμη
καὶ ἠθικώτατοι, ἀνήθικοι ἤ ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Δηλαδὴ, κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας, ὅποιος δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει
φθάσει σὲ κατάστασι φωτισμοῦ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ψυχοπαθής.
Ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ψυχιατρικῆς. Ὁ ψυχοπαθὴς γιὰ τὸν ψυχίατρο εἶναι κάτι
ἄλλο. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πάσχει ἀπὸ ψύχωση, εἶναι ὁ σχιζοφρενής»[3].
Μετά τήν πτώση ὅλα ἄλλαξαν, «Ἡ ψυχὴ ἀπομυζᾶ τὸ σῶμα καὶ δημιουργοῦνται ἡ
φιλαυτία καὶ τὰ ψυχικὰ πάθη. Τὸ σῶμα ἀπομυζᾶ τὴν κτίση καὶ δημιουργοῦνται τὰ
σωματικὰ πάθη καὶ ἀκολουθεῖ τὸ οἰκολογικὸ πρόβλημα. Ἡ ἔκφραση αὐτὴ τῶν
παθῶν δημιουργεῖ καὶ τὰ κοινωνικὰ προβλήματα» [5].
Ὑπάρχει ἑπομένως ἀνάγκη θεραπείας. Θά πρέπει «τὸ σῶμα νὰ ὑποταχθῆ στὴν ψυχὴ
καὶ ἡ ψυχὴ νὰ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ»[6].
129
α) τήν ἀποκατάσταση τῆς νοερᾶς προσευχῆς ἐντός τῆς καρδίας του
β) τήν ἀποβολή τῆς φιλαυτίας καί τήν ἀντικατάστασή της μέ τήν ἀνιδιοτελή –τήν ἐν
Ἁγίῳ Πνεύματι– ἀγάπη πρός τόν Θεόν καί πρός τόν πλησίον.
Ὁ ἐγωισμός, πού συνδέεται κατ’ ἐξοχήν ὅπως ἐλέχθη μέ τήν ὑπερηφάνεια, συνδέεται
φυσικά καί μέ τήν φιλαυτία. «Ἀπό τήν φιλαυτία γεννιοῦνται ὅλα τά πάθη»[7].
Προϊόν τῆς φιλαυτίας εἶναι καί ὁ ἐγωισμός.
Τό κλείσιμο στό ἐγώ, ἡ πρός ἑαυτόν καί μόνον στροφή τῆς ἀγαπητικῆς δυνάμεως τοῦ
ἀνθρώπου, εἶναι λειτουργία αὐτοφυλάκισης, αὐτοκαταστροφῆς, αὐτοδιάλυσης τοῦ
ἀνθρώπινου προσώπου.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι κοινωνικό ὄν. Εἶναι πλασμένος γιά νά ἀγαπήσει τόν Θεό καί τόν
πλησίον. Γιά νά τό πετύχει θά πρέπει νά πάψει νά εἶναι φίλαυτος. Γιά νά ἀγαπήσει μέ
τήν κατά Θεόν ἀγάπη τόν πλησίον, δηλαδή γιά νά ἀγαπήσει:
α) ἀνιδιοτελῶς,
γ) μέ δική του θυσία, πού μπορεῖ νά φθάσει ὡς τόν θάνατο, πρέπει νά πολεμήσει τήν
φιλαυτία.
Θά πρέπει νά ἀγωνίζεται συνεχῶς νά «βγαίνει», νά ἐξέρχεται ἀπό τήν πρός τόν ἑαυτό
του ἄρρωστη ἀγάπη καί νά κινεῖται ἀγαπητικά πρός τόν Θεό καί πρός τόν πλησίον.
Ἡ «ἐξοδος» αὐτή βεβαίως, δέν εἶναι σκόρπισμα τοῦ νοῦ πρός τά ἔξω, πρός τά
κτίσματα. Εἶναι εὕρεση τοῦ ἀληθινοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς μας καί
κατόπιν εὕρεση τοῦ Θεοῦ, ἄρνηση τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ, τοῦ ἐγωιστικοῦ θελήματος,
καί γενικά τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἄρνηση «τοῦ παλαιοῦ, τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ
μας», κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω
ἑαυτόν...»[9].
130
Γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τήν φιλαυτία, θά πρέπει νά γίνει ἡ κάθαρση τῆς
καρδίας ἀπό τά πάθη διά τῆς μετανοίας.
Ἡ κάθαρση αὐτήν εἶναι ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο συνεργάζεται μέ τήν
ἀνθρώπινη βούληση.
Ἡ συγκέντρωση τοῦ νοῦ στήν καρδιά καί ἡ ἀδιάλειπτη ἐκζήτηση τοῦ Θείου ἐλέους
εἶναι ἀπαραίτητες γιά τήν ἐνεργοποίηση τῆς καθαρτικῆς ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, ἡ ὁποία ὑπάρχει στό κέντρο τῆς καρδίας τοῦ βαπτισμένου πιστοῦ.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες, πρέπει νά βρίσκεται ἐντός
τοῦ ἀνθρώπου, στήν καρδία του. Δέν θά πρέπει νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω διά
τῶν αἰσθήσεων, ἀλλά νά ἔρχεται «εἰς ἑαυτόν» καί νά παραμένει ἐντός τῆς καρδίας
προσευχόμενος.
Ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, πού διασκορπίζεται διά τῶν αἰσθητηρίων στό περιβάλλον, θά
πρέπει νά ἐπανέλθει στήν οὐσία τοῦ νοῦ, πού βρίσκεται ἐντός τῆς καρδίας τοῦ
ἀνθρώπου[10].
Τότε, ὅταν ὁλοκληρωθεῖ αὐτήν ἡ ἐπιστροφή, ὁ νοῦς διά τοῦ ἑαυτοῦ του «ἐπί τήν
ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνει» (ὁ νοῦς ἀνεβαίνει καί ὁρᾶ τόν Θεό), σύμφωνα μέ τόν
Μ.Βασίλειο[11]. Τότε ἡ νοερά ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου λειτουργεῖ σωστά. Τότε ὁ
νοῦς (δηλ. ἡ ψυχή, κατά τούς ἁγίους Πατέρες) λειτουργεῖ κατά φύσιν. Ἡ νοερά
προσευχή ἀποτελεῖ τήν ἀπόδειξη τῆς θεραπευμένης ψυχῆς. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δέν
προσεύχεται εἶναι ψυχικά ἄρρωστος ἤ καί νεκρός.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὡς σκοπό νά ἀποκαταστήσει τήν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό,
τήν ἀδιάλειπτη νοερά κοινωνία μαζί Του (οὐσιαστικά, τήν νοερά προσευχή στίς
ψυχές τῶν μελῶν Της).
Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης μᾶς διδάσκει: «Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι
ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε θεράπευε τὸν
χῶρο τῆς ψυχῆς. Εἶχε διαπιστώσει –ἀπὸ τὴν Ἑβραϊκὴ παράδοση καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν
Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους– ὅτι στὸν χῶρο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς λειτουργεῖ κάτι
131
ποὺ οἱ Πατέρες ὠνόμασαν «νοῦν». Πήρανε δηλαδὴ τὸν παραδοσιακὸ «νοῦν», ποὺ
σημαίνει διάνοια καὶ λόγος, καὶ κάνανε μία διαφοροποίησι. Ὠνόμασαν νοῦν αὐτὴν
τὴν νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία λειτουργεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ὑγιοῦς ψυχικὰ ἀνθρώπου.
Δὲν γνωρίζομε πότε ἔγινε αὐτὴ ἡ διαφοροποίησις, διότι συμβαίνει ἐπίσης μερικοὶ
Πατέρες νὰ ὀνομάζουν μὲ τὴν ἴδια λέξι, νοῦν, καὶ τὴν λογική ἀλλὰ καὶ τὴν νοερὰ
ἐνέργεια ὅταν αὐτὴ κατεβαίνη καὶ λειτουργῆ στὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς.
Ὁπότε, ἐξ αὐτῆς τῆς ἀπόψεως, ἡ νοερὰ ἐνέργεια εἶναι μία καὶ μόνη ἐνέργεια τῆς
ψυχῆς, ἡ ὁποία στὸν μὲν ἐγκέφαλο λειτουργεῖ ὡς λογική, ἡ ἴδια ὅμως λειτουργεῖ
συγχρόνως καὶ στὴν καρδιὰ ὡς νοῦς. Δηλαδὴ τὸ ἴδιο ὄργανο, ὁ νοῦς, προσεύχεται
ἀδιάλειπτα στὴν καρδιά (σὲ ὅσους ἐννοεῖται ἔχουν ἀδιάλειπτη καρδιακὴ προσευχή)
καὶ συγχρόνως σκέπτεται, π.χ. μαθηματικὰ προβλήματα καὶ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, στὸν
ἐγκέφαλο»[13].
Στὰ συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ
νοῦ στὴν καρδιά, τὴν ἐπιστροφὴ τῆς ἐνεργείας στὴν οὐσία. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος
ὅτι «ὁ νοῦς πού δὲν διασκορπίζεται πρὸς τὰ ἔξω καὶ δὲν διαχέεται μέσῳ τῶν
αἰσθητηρίων στὸν κόσμο ἐπιστρέφει στὸν ἑαυτό του καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του
ἀναβαίνει στὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Στὴν συνέχεια, περιλαμπόμενος καὶ ἐλλαμπόμενος
ἀπὸ τὸ κάλλος τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν Θεία Χάρη, ἀπό τό Φῶς τοῦ Θεοῦ τό Ἄκτιστον,
δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ γήινα καὶ ξεχνᾶ ἀκόμη καὶ αὐτὴν τὴν φύση· δηλ. δέν
φροντίζει μέ ἀγωνία οὔτε γιά τήν τροφή του οὔτε γιά τό τί θά φορέσει» [14] ὁ
ἄνθρωπος αὐτός.
Ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν διάχυσή του στὴν καρδιά, δηλαδὴ ἡ ἐπιστροφὴ τῆς
ἐνεργείας τοῦ νοῦ στὴν οὐσία του, εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ, ἡ ἀποκατάστασή του
στό κατά φύσιν.
132
α) ἡ κάθαρση καί ἡ ἀποκατάσταση τῆς νοερᾶς ἐνέργειας-λειτουργίας μέσα μας
καθώς καί
Γιά τήν θεραπεία τοῦ Χριστιανοῦ, γιά τήν ἐπίτευξη τῆς Κάθαρσης καί τοῦ Φωτισμοῦ,
χρειάζεται ἡ συνεργασία τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ προετοιμασία γιά νά λάβει ὁ ἄνθρωπος τήν Θεία Χάρη γίνεται μέ τήν ἀσκητική
ζωή, ἡ ὁποία προετοιμάζει τήν ψυχή ὥστε νά δεχθεῖ τήν ἄκτιστη θεοποιό ἐνέργεια
(Θεία Χάρη).
Ἐκεῖνο πού κατ’ ἐξοχήν συντελεῖ στήν Κάθαρση τῆς Καρδιᾶς εἶναι ἡ ὑπακοή στόν
Πνευματικό ὁδηγό καί ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ Θείου Ὀνόματος, ἡ ὁποία βεβαίως
συνοδεύεται ἀπό τήν ἐν μέτρῳ νηστεία καί ἀγρυπνία. Παράλληλα, ὁ Χριστιανός
133
ἀγωνίζεται νά κόβει τίς αἰτίες τῶν παθῶν καί νά κάνει ἀνθρωπίνως ὅ,τι μπορεῖ γιά νά
τά χαλιναγωγήσει.
«Ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἐμφάνιση τῆς Ἐκκλησίας, ὡς
Χριστιανοὶ διακρίνονταν "οἱ ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα" τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ νέα πιὰ
"ἐκλογὴ" τοῦ Θεοῦ ταυτιζόταν μὲ τὸν ἀγώνα "τοῦ βαστᾶσαι τὸ ὄνομά" Του. Ὅπως ὁ
Κύριος εἶπε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ "ζήσωμεν εἰς τὸν αἰῶνα", ἂν δὲν "φάγωμεν τὴν
σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ πίωμεν Αὐτοῦ τὸ αἷμα", ἔτσι καὶ οἱ μάρτυρες τῆς
Ἀναστάσεώς Του, πολὺ νωρὶς βεβαίωσαν ὅτι "οὐδὲν ὄνομα ἐστὶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν τὸ
δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς".
Ἡ ἐπίκληση, λοιπόν, τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ μετοχὴ στὸ
Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του, ἔγιναν οἱ δύο κεντρικοὶ πόλοι ζωῆς γύρω ἀπὸ τοὺς ὁποίους
πραγματοποιεῖται ἡ σωτηρία τοῦ νέου λαοῦ, πού ἐξαγοράσθηκε μὲ "τὸ πάθημα τοῦ
θανάτου" Του»[15].
Ποιά εἶναι τά ἁμαρτήματά τῶν τριῶν μερῶν τῆς ψυχῆς καί πῶς θεραπεύονται.
134
κακοπάθεια, ἡ ἀκτημοσύνη, τὸ σκόρπισμα τῶν χρημάτων στοὺς φτωχούς, ἡ ἐπιθυμία
τῶν μελλόντων ἐκείνων ἀγαθῶν, ὁ πόθος τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς
θείας υἱοθεσίας»[16].
Εἴπαμε ὅτι οἱ κακοί λογισμοί εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἁμαρτίας καί τῆς δημιουργίας τῶν
παθῶν. Θά πρέπει λοιπόν νά καταπολεμηθοῦν οἱ ὀκτώ βασικοί λογισμοί τῆς κακίας
γιά νά καταπολεμηθοῦν τά ἀντίστοιχα πάθη καί οἱ ἁμαρτίες στίς ὁποῖες αὐτά
ὁδηγοῦν.
Μὲ τὸν θεῖο πόθο καὶ τὴν ἐπιθυμία τῶν μελλόντων ἀγαθῶν καταργεῖται ἡ πορνεία.
Μὲ τὴν ὑπομονή,τὴν καρτερία καὶ τὴν εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεὸ καταργεῖται
ἡ ἀκηδία.
Μὲ τὴν κρυφὴ ἐργασία τῶν ἀρετῶν καὶ τὴν συνεχή προσευχὴ μὲ συντριβὴ καρδιᾶς,
καταργεῖται ἡ κενοδοξία.
Μὲ τὸ νὰ μὴν κρίνει κανεὶς τὸν ἄλλο ἢ νὰ τὸν ἐξευτελίζει, ὅπως ἔκανε ὁ ἀλαζόνας
Φαρισαῖος, ἀλλὰ νὰ νομίζει τὸν ἑαυτὸ του τελευταῖο ἀπὸ ὅλους, καταργεῖται
ἡὑπερηφάνεια»[17].
Ἐπιλογικά
Ὅλα τά ἀνωτέρω ἦταν μία συνοπτική ἀναφορά στό τί εἶναι τά πάθη, πῶς
δημιουργοῦνται, ποιά εἶναι τά ἀποτελέσματά τους καί πῶς θεραπεύονται. Ἄς
εὐχηθοῦμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐχές τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί
Πάντων τῶν Ἁγίων νά ἀναδεικνυόμαστε νικητές στήν μάχη ἐναντίον τῶν παθῶν μας,
γιά νά ἀξιωθοῦμε τοῦ Θείου Φωτισμοῦ καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν!
135
Γιατί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Ἀλήθεια
(Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ)
«Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες» (Ἰω 20,29). Εἶναι μία διδαχή τοῦ Ἁγίου
Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, ἑνός Ρώσου Ἁγίου, Πατρός τῆς Ἐκκλησίας μας,
νηπτικοῦ καί καθηγητοῦ τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Ἔχει γράψει κι ἕνα ὡραιότατο
βιβλίο «Υἱέ μου δός μοι σήν καρδίαν», τό ὁποῖο ὁμιλεῖ γιά τήν νοερά προσευχή. Ἡ
διδαχή πού θά μελετήσουμε σήμερα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι διδαχή τῆς
Κυριακῆς τοῦ Ἀντίπασχα γιά τόν χριστιανισμό. Δηλαδή γιά τήν σημερινή Κυριακή,
πού εἶναι ὀχτώ ἡμέρες μετά τό Πάσχα καί εἶναι πάλι Πάσχα. Εἶναι καί ἡ ἀρχή ὅλων
τῶν Κυριακῶν ὅλου τοῦ ἐνιαυτοῦ, ὅπου κάθε φορά γιορτάζουμε τήν Ἀνάσταση.
«Ὁ Κύριος εἶχε μπεῖ στό σπίτι χωρίς ν΄ ἀνοίξει τίς πόρτες». Εἶχε βγεῖ καί ἀπό τόν
τάφο χωρίς νά μετακινηθεῖ ὁ λίθος. Ὁ λίθος δέν μετακινήθηκε, γιά νά διευκολυνθεῖ ὁ
Κύριος νά ἀναστηθεῖ… ἀλοίμονο! Ὁ Κύριος ἀναστήθηκε, ἐνῶ ὁ τάφος εἶναι
σφραγισμένος, «ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος». Μετακινήθηκε ὁ λίθος γιά τίς
Μυροφόρες καί γιά τούς Ἀποστόλους, γιά νά δοῦνε ὅτι πλέον τό μνῆμα ἦταν κενό.
Ὁ Θωμᾶς λοιπόν, ὅταν τοῦ ἔλεγαν οἱ Ἀπόστολοι ὅτι εἴδαμε τόν Κύριο κ.λ.π.,
ἀποκρίθηκε, λέει ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, μέ ἀμηχανία. «Ἄν δέν δῶ στά χέρια Του τά
σημάδια ἀπ’ τά καρφιά κι ἄν δέν βάλω τό δάχτυλό μου στά σημάδια ἀπ’ τά καρφιά κι
ἄν δέν βάλω τό χέρι μου στήν λογχισμένη πλευρά Του, δέν θά πιστέψω». Κοιτάξτε
μιά ὡραία ἑρμηνεία πού δίνει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος. «Μέ τά λόγια αὐτά, λέει, δέν
ἐκφράστηκε ἀπιστία, πού εἶναι ἐναντίωση στόν Θεό». Ἄλλωστε κι αὐτός ἦταν
136
Ἀπόστολος, εἶχε Χάρη ἀπό τόν Θεό καί εἶχε ἀκούσει γιά τρία χρόνια τήν διδασκαλία
τοῦ Κυρίου, εἶχε ἀκούσει γιά τήν Ἀνάσταση, πού ἐπρόκειτο νά συμβεῖ. Ἀλλά, λέει
ἐδῶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, ὅτι «μέ τά λόγια αὐτά ἐκφράζει μιά ἄφατη χαρά». Μιά χαρά,
ὅπως λέμε κι ἐμεῖς σήμερα, «δέν μπορῶ νά τό πιστέψω!»… Ὅταν μᾶς ἔρχεται μιά
πολύ μεγάλη χαρά, λέμε «ἀπίστευτο!». Ἔτσι καί ὁ Ἅγιος Θωμᾶς.
Δέν εἶναι ἐναντίωση στόν Θεό. «Μέ τά λόγια αὐτά ἐκφράστηκε ἡ ἀπορία μιᾶς ψυχῆς
μπροστά στό μεγαλεῖο ἑνός γεγονότος πού ὑπερβαίνει τήν ἀνθρώπινη νόηση». Ἦταν
κάτι πρωτάκουστο.. ἀνήκουστο.. πρωτοφανές.. ἕνας νεκρός νά νικήσει τόν θάνατο
καί νά ἀναστηθεῖ μόνος του. Γνώριζαν περιπτώσεις ἀναστάσεως, ἀλλά ὄχι οἱ ἴδιοι νά
ἀναστήσουν τόν ἑαυτό τους. Ἀναστήθηκαν κάποιοι ἀπό τόν προφήτη Ἠλία, τόν
προφήτη Ἐλισσαῖο, ἀπό τόν Κύριο εἴχαμε τέτοιες νεκραναστάσεις. Ἀλλά δέν ὑπῆρχε
κανείς ἄνθρωπος ἕως τότε πού νά ἀναστήσει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του.
Ἐκφράζει, λοιπόν, ὁ Ἅγιος τήν ἀπορία του καί τήν μεγάλη του χαρά βέβαια μπροστά
σ’ αὐτό τό γεγονός πού ἄλλαξε καί τήν κατάσταση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Γιατί
μέχρι τότε ὁ Ἅδης καί ὁ διάβολος ἦταν ἀνίκητος. Ὅλοι, καί οἱ δίκαιοι, πήγαιναν στόν
Ἅδη.
«Ὁ πανάγαθος Κύριος δέν ἄργησε νά δώσει στόν μαθητή Του τήν ἐπιβεβαίωση πού
τόσο ποθοῦσε». Ὅτι ναί, εἶναι ἀλήθεια αὐτό τό πρωτάκουστο γεγονός τό τόσο
χαρούμενο. Δέν μποροῦσε νά ὑπάρξει κάτι πιό χαρούμενο ἀπό τό νά νικηθεῖ ὁ
θάνατος, ἀφοῦ ὁ θάνατος εἶναι τό ἔσχατο κακό, ὁ ἔσχατος ἐχθρός, ἡ φοβερότερη
συνέπεια τῆς ἁμαρτίας πού ταλαιπωροῦσε ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα.
«Μία ἑβδομάδα μετά τήν πρώτη ἐμφάνισή Του στούς Ἀποστόλους, ἐμφανίστηκε
πάλι σ’ αὐτούς ἐκεῖ πού ἦταν συγκεντρωμένοι. Μαζί τους βρισκόταν τώρα κι ὁ
Θωμᾶς». Ξαφνικά, λοιπόν, μολονότι οἱ πόρτες ἦταν κι αὐτή τή φορά κλειδωμένες,
εἶδαν τόν Κύριο νά παρουσιάζεται καί νά στέκεται ἀνάμεσά τους. «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς»
(Ἰω. 20,26), τούς εἶπε. Ἔπειτα γυρίζει στόν Θωμᾶ καί τοῦ λέει: «Φέρε τό δάχτυλό
σου ἐδῶ καί δές τά χέρια Μου. Φέρε καί τό χέρι σου καί βάλ’ το στήν πλευρά Μου.
Μήν ἀμφιβάλλεις· πίστεψε!» (Ἰω. 20,27). Ἔτσι ὁ Κύριος ἔδειξε ὅτι, ὡς «πανταχού
παρών», βρισκόταν ἐκεῖ, ἀνάμεσα στούς μαθητές Του, καί τότε πού ὁ Θωμᾶς,
θεωρῶντας Τον ἀπόντα, εἶχε ἀμφισβητήσει τήν Ἀνάστασή Του». Δέν μποροῦσε νά
πιστέψει τό τόσο μεγάλο καί χαρμόσυνο γεγονός. Τοῦ λέει λοιπόν ὁ Χριστός τά ἴδια
λόγια πού εἶχε πεῖ ὁ Θωμᾶς πρίν ὀχτώ ἡμέρες ἀποδεικνύοντας ἔτσι ὅτι τόν ἄκουγε
τότε πού τά ἔλεγε, ἦταν κι Ἐκεῖνος παρών ἀοράτως.
«Ὁ Θωμᾶς ἤθελε νά βεβαιωθεῖ γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά τώρα,
παίρνοντας μιάν ἀσύγκριτα ἀνώτερη διαβεβαίωση, τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός ἄκουσε
τά λόγια του πρίν ὀχτώ μέρες καί τά ἐπαναλαμβάνει, δέν χρειάζεται ἄλλη
ἐπιβεβαίωση τῆς Ἀναστάσεως. «Εἶσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου!» (Ἰω. 20,28),
ἀναφωνεῖ. Σάν νά ἔλεγε: “Αφοῦ βεβαιώθηκα γιά τή θεότητά Σου, δέν ζητῶ νά
137
διαπιστώσω τήν Ἀνάστασή Σου. Σ’ Ἐσένα, τόν παντοδύναμο Θεό, εἶναι ὅλα δυνατά,
ἀκόμα κι ἐκεῖνα πού ὑπερβαίνουν τήν ἀνθρώπινη ἀντίληψη”». Ἀνθρωπίνως δέν
μπορεῖ νά γίνει αὐτό, κάποιος νά μᾶς ἀκούει, ἐνῶ δέν τόν βλέπουμε καί νά
ἐπαναλαμβάνει τά ἴδια τά λόγια μας. Μόνο ὁ Θεός τό κάνει.
«Δέν ξέχασε ὁ Κύριος κι ἐμᾶς, ὅσους βρισκόμαστε ἐδῶ, στόν Ἱερό ναό Του,
ἀναπολῶντας τό γεγονός, ἀπό τό ὁποῖο μᾶς χωρίζουν δεκαοκτώ αἰῶνες». Δεκαοκτώ
αἰῶνες λέει ὁ Ἅγιος, ἐμεῖς θά ποῦμε εἴκοσι αἰῶνες, γιατί εἴμαστε στόν εἰκοστό πρῶτο
αἰῶνα. «Μακάριοι κι ἐμεῖς, πού δέν Τόν εἴδαμε, ἀλλά πιστεύουμε σ’ Αὐτόν.
Μακάριοι ὅσοι ἀπό μᾶς πιστεύουν σ’ Αὐτόν. Ἡ οὐσία βρίσκεται στήν πίστη. Αὐτή
φέρνει τόν ἄνθρωπο κοντά στόν Θεό καί τόν κάνει παιδί τοῦ Θεοῦ». Γιατί καί τότε
πολλοί ἔβλεπαν τόν Χριστό ἀλλά δέν Τόν πίστευαν. Ἄρα ἔβλεπαν καί δέν ἔβλεπαν.
Καί σήμερα πολλοί δέν βλέπουν τόν Χριστό. Ἀλλά κάποιοι πιστεύουν καί βλέπουν,
ἐνῶ δέν βλέπουν μέ τά σωματικά μάτια.
«Αὐτή θά παρουσιάσει τόν ἄνθρωπο στόν Θεό». Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος προλέγει
«Ὅταν θά ξαναρθῶ ἄραγε, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία, θά βρῶ τήν πίστη στήν γῆ;»
(Λουκ. 18,8). Γιατί βλέπει κανείς στήν πορεία τῆς ἀνθρωπότητος ὅτι ὅσο περνοῦν τά
χρόνια καί πλησιάζουμε στήν Δευτέρα Παρουσία, τόσο λιγοστεύουν οἱ πιστοί
ἄνθρωποι. Καί σήμερα στήν ἀνθρωπότητα πόσοι πιστεύουν στόν Χριστό;
Οἱ Ὀρθόδοξοι φυσικά εἶναι αὐτοί πού πιστεύουν. Ἀλλά κι ἀπό τούς ὀρθοδόξους
πόσοι; Ἐλάχιστοι πραγματικά πιστεύουν, δηλαδή ἐμπιστεύονται τήν ζωή τους στόν
Χριστό.«Αὐτή, τήν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς τοῦ πρόσκαιρου τούτου κόσμου καί
κατά τήν ἀπαρχή τῆς αἰώνιας ἡμέρας, θά βάλει τόν ἄνθρωπο στά δεξιά τοῦ θρόνου
τοῦ Θεοῦ, γιά ν’ ἀτενίζει αἰώνια τόν Θεό, γιά νά εὐφραίνεται αἰώνια μέ τόν Θεό, γιά
νά βασιλεύει αἰώνια μαζί μέ τόν Θεό». «Ὁ νικῶν, δώσω αὐτῷ καθίσαι μετ ̓ ἐμοῦ ἐν
τῷ θρόνῳ μου» (Ἀποκ. 3,21), λέει στήν Ἀποκάλυψη. Ποῦ εἶναι ὁ θρόνος τοῦ
Χριστοῦ; Στά δεξιά τοῦ Πατρός. Ἐκεῖ θά καθίσει καί ὁ πιστός.
138
«»Μακάριοι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν χωρίς νά μ’ ἔχουν δεῖ». Μ’ αὐτά τά λόγια ὁ
Κύριος συνένωσε τούς πιστούς ὅλης τῆς γῆς καί ὅλων τῶν ἐποχῶν μέ τούς
Ἀποστόλους. Τό ἴδιο εἶχε κάνει, ὅταν προσευχήθηκε στόν Πατέρα Του, λίγο πρίν
ὁδηγηθεῖ στά παθήματα καί τόν θάνατο γιά τή σωτηρία μας». Εἶναι ἡ γνωστή
ἀρχιερατική προσευχή λίγο πρίν συλληφθεῖ καί σταυρωθεῖ. Τί εἶπε τότε; «Δέν
προσεύχομαι μόνο γι’ αὐτούς (δηλαδή τούς Ἀποστόλους)», εἶχε πεῖ τότε, «ἀλλά καί
γιά ἐκείνους πού μέ τό κήρυγμα αὐτῶν θά πιστεύουν σ’ Ἐμένα» (Ἰω. 17,20).
Γιά ὅλους ἐμᾶς δηλαδή προσευχήθηκε τότε ὁ Κύριος. «Ἔτσι κι ἐδῶ, λοιπόν, κάνει
μετόχους τοῦ μακαρισμοῦ τῶν Ἀποστόλων ὅλους τούς πιστούς, ὅλα τά μέλη τῆς
Ἐκκλησίας». Εἶναι μακάριοι οἱ Ἀπόστολοι, γιατί εἶδαν τόν Χριστό καί Τόν πίστεψαν,
ἀλλά ἐπίσης μακάριοι καί ὅλοι αὐτοί πού θά πιστέψουν χωρίς νά δοῦν διά τοῦ
κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων. «Εἶχε πεῖ στούς μαθητές Του σέ μιάν ἄλλη περίσταση,
«Μακάρια εἶναι τά μάτια σας γιατί βλέπουν καί τ’ αὐτιά σας γιατί ἀκοῦνε! Σᾶς
βεβαιώνω ὅτι πολλοί προφῆτες καί δίκαιοι -τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης- ἐπιθύμησαν νά
δοῦν καί ν’ ἀκούσουν αὐτά πού βλέπετε καί ἀκοῦτε ἐσεῖς, ἀλλά δέν τά εἶδαν καί δέν
τά ἄκουσαν» (Ματθ. 13,16-17)». Δηλαδή σωματικά δέν εἶδαν καί δέν ἄκουσαν τόν
Χριστό, ὅπως οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ἀλλά καί αὐτοί πού δέν εἶδαν καί δέν ἄκουσαν,
ὅσοι πίστεψαν διά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, εἶναι μακάριοι.
«Οἱ μακάριοι αὐτόπτες καί ὑπηρέτες τοῦ Λόγου μᾶς παρέδωσαν μέ ἀκρίβεια ὅ,τι
εἶδαν καί ἄκουσαν ὅταν, ὄπως λέει ἕνας ἀπ’ αὐτούς, «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο, ὁ
Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος, καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, κι ἔστησε τή σκηνή Του ἀνάμεσά
μας, καί εἴδαμε τή θεϊκή Του δόξα, τή δόξα πού ὁ μονογενής (Υἱός) ἔχει ἀπό τόν
Πατέρα, καί ἦρθε γεμάτος θεία χάρη καί ἀλήθεια γιά μᾶς» (Ἰω. 1,14). Ἡ σαφής
ἀφήγηση τῶν Ἀποστόλων μᾶς κάνει νοερούς θεατές τῶν γεγονότων, τῶν ὁποίων
ἐκεῖνοι ὑπῆρξαν αὐτόπτες».
«Μυστικά μᾶς ἀποκαλύπτει τόν Κύριο ἡ ζωή ἡ σύμφωνη μέ τίς ἐντολές Του». Θέλεις
νά δεῖς τόν Χριστό; Ζῆσε ἐφαρμόζοντας τίς ἐντολές Του, ὁπότε καθαρίζεις τόν νοῦ
σου καί βλέπεις τόν Θεό. «Ὅταν οἱ “μαθητές” τοῦ Κυρίου, δηλαδή οἱ ἰδέες πού ἔχει
προσλάβει ὁ νοῦς ἀπό τό Εὐαγγέλιο, συγκεντρωθοῦν στό “ὑπερῶο”, δηλαδή στήν
καρδιά καί κλειδώσουν τίς πόρτες της γιά νά μήν εἰσχωρήσουν ἐκεῖ οἱ “Ἰουδαῖοι”,
δηλαδή οἱ λογισμοί πού ἐναντιώνονται στόν Κύριο καί τήν πανάγια διδασκαλία Του,
τότε Ἐκεῖνος ἐμφανίζεται πνευματικά ἐκεῖ, στόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο». Μέ ἄλλα
139
λόγια, ὅταν κυριαρχήσει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ὀνομάζεται ἐδῶ ἀπό
τόν Ἅγιο ὑπερῶο, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τό κήρυγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἱ
“μαθητές” τοῦ Κυρίου, ὅπως τούς ὀνομάζει ἐδῶ, συγκεντρωθοῦν καί πληρώσουν τήν
καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί δέν ὑπάρχει τίποτα ἄλλο ξένο, τίποτε ἰουδαϊκό, τίποτε
βλάσφημο, τίποτε ἀντίχριστο στήν καρδιά, καμιά ἐπιθυμία, κανένας λογισμός, καμιά
σκέψη πού δέν θέλει ὁ Κύριος, τότε σ’ αὐτή τήν καρδιά πού ἔχει γεμίσει μέ τόν λόγο
τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου, ἔρχεται ὁ Χριστός, ὅπως ἦρθε καί στό
ὑπερῶο ἀνάμεσα στούς μαθητές πού ἦταν κλειδωμένοι.
Δέν ὑπῆρχε ἄλλος ἰουδαῖος, ἀντίχριστος, ἦταν μόνο οἱ δικοί Του. Ἐκεῖ ἐμφανίζεται ὁ
Κύριος. Κάνει ἐντύπωση ὅτι μετά τήν Ἀνάσταση ὁ Κύριος δέν ἐμφανίζεται δημόσια,
σέ ὅλους, ἐμφανίζεται μόνο στούς δικούς Του, στούς μαθητές Του. Ἦρθε ὁ Χριστός
μας, γιά νά μᾶς φτιάξει καί νά μᾶς δώσει τήν Ἐκκλησία Του ἐδῶ στήν γῆ καί νά μᾶς
κάνει μιά καινούρια γενιά, ἕνα καινούριο σῶμα, τό δικό Του σῶμα, στό ὁποῖο πλέον
δέν χωράει τίποτε τό ἀκάθαρτο, τίποτε τό βέβηλο, τίποτε τό ἀντίθεο.
Γι’ αὐτό βλέπετε ἡ πρώτη Ἐκκλησία ἦταν σάν ἕνα «γκέτο», μέ τήν καλή ἔννοια
ὅμως, δηλαδή δέν ἐπιτρεπόταν νά μπεῖ κάποιος μέσα, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε ὀρθή πίστη,
δέν εἶχε κἄν ὁμολογήσει τήν πίστη του στόν Χριστό ἤ εἶχε πέσει σέ μία κακοδοξία.
Γι’ αὐτό στή Θεία Λειτουργία ὅλοι οἱ χριστιανοί παρατηροῦσαν καί κοιτοῦσαν ὁ
ἕνας τόν ἄλλον. Κυρίως μετά ἀπό τό σημεῖο «Τάς θύρας, τάς θύρας· ἐν σοφίᾳ
πρόσχωμεν». Ἐν σοφίᾳ θά πεῖ μέ προσοχή. Νά προσέξουμε τίς πόρτες, μή τυχόν καί
μπεῖ κάποιος ἄγνωστος, πού δέν εἶναι πιστός, εἶναι ἀντίθεος, εἶναι βέβηλος.
Σήμερα, δυστυχῶς, συμβαίνει αὐτό καί δέν ξέρει κανείς, ποιός μπαίνει, ποιός βγαίνει,
ἄν εἶναι φίλος, ἄν εἶναι ἐχθρός καί ἔχουμε ὅλο αὐτό τό φαινόμενο τῆς ἐκκοσμίκευσης
στήν Ἐκκλησία μας. Ἔχουμε τόσο πολύ μπερδευτεῖ, πού προσπαθοῦν κάποιοι
χριστιανοί νά συμβιβάσουν τόν κόσμο καί δυσκολεύονται, γιατί στήν πράξη αὐτό δέν
γίνεται, ἐκτός ἐάν χάσεις τόν χριστιανισμό… Τότε βέβαια θά εἶσαι ἕνας κοσμικός
ἄνθρωπος καί ὄχι ἕνας χριστιανός. Δέν πρέπει νά νιώθουμε ἐνοχή γιά αὐτή τήν
«ἀπομόνωση». Ὁ Χριστός μᾶς τό ζητάει. Καί σ’ ἐκεῖνον τόν ὑποψήφιο μαθητή Του,
πού Τοῦ λέει «ἄφησέ με νά πάω νά θάψω τόν πατέρα μου», τοῦ εἶπε «ἄφησε τούς
νεκρούς νά θάψουν τούς νεκρούς τους» (Ματθ. 8,22). Μήν ἀναμιγνύεσαι μέ νεκρούς
-ἐννοοῦσε πνευματικά νεκρούς- πού θάβουν τούς βιολογικά νεκρούς. Ἐσύ θέλεις νά
140
ἔρθεις μαζί Μου. Λοιπόν, πρέπει νά ξεχωριστεῖς ἀπό τόν κόσμο. Γι’ αὐτό ὁ
χριστιανός, ἄν θέλει νά παραμείνει χριστιανός, δέν μπορεῖ νά συνυπάρχει μέ τά
στοιχεῖα τοῦ κόσμου, νά ἔχει καί φρονήματα κοσμικά καί νά υἱοθετεῖ τήν ζωή τοῦ
κόσμου. Βεβαίως θά κατοικεῖ στίς πόλεις, ὅπως οἱ ἄλλοι, ἀλλά δέν θά υἱοθετεῖ τήν
συμπεριφορά καί τόν τρόπο ζωῆς τῶν ἄλλων, ἔστω καί λίγο, γιατί αὐτό τό λίγο τόν
κάνει νά χάνει τόν Χριστό. Ὁ Χριστός εἶναι ἀπόλυτος, θέλει 100% νά εἴμαστε δικοί
Του, ὄχι γιά Ἐκεῖνον, ἀλλά γιά μᾶς.
Ὅταν λοιπόν δέν ὑπάρχει κανένας ἰουδαῖος, τίποτα τό ἀντίθεο, τίποτα τό βέβηλο,
μέσα στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μέσα στήν καρδιά, τότε ἔρχεται ὁ Κύριος. Ὅταν
δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, γίνει αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας, νά ἔρθει ἡ Βασιλεία Του
καί νά βασιλέψει μέσα μας, νά γίνει αὐτός βασιλιάς καί κυρίαρχος στήν καρδιά μας.
Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος «ζητεῖτε πρῶτα τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 6,33) καί
ὅλα τά ἄλλα θά ἔρθουν μετά. Δέν χρειάζεται νά ἀγωνιᾶτε τί θά φᾶτε, τί θά πιεῖτε, πῶς
θά ζήσετε, ἄν θά σᾶς βάλουν φυλακή, ἄν θά σᾶς δώσουν τόν μισθό σας ἤ ὄχι κ.λ.π.
ἀλλά νά ζητᾶτε Ἐμένα καί τήν Βασιλεία Μου, δηλαδή τό νά κυριαρχήσω Ἐγώ στή
ζωή σας. Τότε δέν θά σᾶς λείψει τίποτε καί ἀπό αὐτά τά ἀναγκαῖα πού χρειάζεστε.
Ἄν αἰσθανόμαστε ἔλλειψη τῶν δωρεῶν Του, ὑπαίτιοι γι’ αὐτό εἴμαστε ἐμεῖς, μόνο
ἐμεῖς». Αἰσθάνονται πολλοί ἐγκαταλελειμμένοι ἀπό τόν Θεό. Δέν φταίει ὁ Θεός. Ὁ
Θεός δέν ἐγκαταλείπει ποτέ κανέναν, «οὐ μή σέ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σέ ἐγκαταλείπω»
(Ἑβρ. 13,5). Ἐκεῖνοι πού αἰσθάνονται ἔτσι, ἔχουν ἐγκαταλείψει τόν Θεό, γιατί δέν
βάζουν ἀρκετή προαίρεση νά τηρήσουν αὐτά πού λέει ὁ Θεός, ὁπότε νά γίνουν
μέτοχοι καί τῆς ἄπειρης χάρης πού δίνει ὁ Θεός. «Δέν τίς αἰσθανόμαστε, ἐπειδή
ἔχουμε ἀδύναμη πίστη, ἤ μᾶλλον -θά τό πῶ ἀπροκάλυπτα- ἐπειδή δέν ἔχουμε πίστη».
Δέν ἐμπιστευόμαστε στόν Χριστό. Ἐμπιστευόμαστε στήν λογική μας, στό κράτος,
στούς πολιτικούς, στούς ἄλλους ἀνθρώπους, στά μπράτσα μας, στήν ἐξυπνάδα μας,
ἀλλά αὐτά ὅλα εἶναι στηρίγματα τά ὁποῖα εἶναι κούφια, εἶναι ἕωλα, εἶναι ἀνύπαρκτα
οὐσιαστικά.
«Γιατί δέν ἔχουμε πίστη; Ἐπειδή δέν καταβάλαμε, δέν θελήσαμε νά καταβάλουμε
κανέναν κόπο γιά νά διδαχθοῦμε τόν Χριστιανισμό, ὥστε ν’ ἀποκτήσουμε τήν πίστη
ἀπό τήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος καί τήν πίστη ἀπό τήν ἐκτέλεση τῶν ἔργων τῆς
141
ἀρετῆς». Μᾶς δίνει τώρα τούς δύο παράγοντες, οἱ ὁποῖοι δίνουν στόν χριστιανό τήν
δυνατότητα νά πιστέψει. Ὁ ἕνας παράγων εἶναι τό κήρυγμα καί ὁ δεύτερος εἶναι τά
ἔργα. Ἄν θέλεις νά πιστέψεις, πρέπει πρῶτον ν’ ἀκοῦς κήρυγμα. Πολύ σημαντικό!
Πολλές φορές λέω στά πνευματικά μου παιδιά κυρίως, ἀλλά καί σέ ὅλους, νά ἀκοῦτε
κηρύγματα, νά ἔρχεστε στίς συνάξεις. Ἡ Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς, ἀλλά καί
κάθε Θεία Λειτουργία, πρέπει νά ἔχει κήρυγμα, γιατί εἶναι ἀναπόσπαστο κομμάτι τῆς
λειτουργίας ἡ ἑρμηνεία τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Πῶς θά πιστέψει
κανείς, λέει ὁ Ἀπόστολος, ὁ λαός ἄν δέν ὑπάρχει κήρυκας, δέν ὑπάρχει κήρυγμα;
Ἀλλά νά πού προσφέρεται τό κήρυγμα καί ὁ λαός δέν ἔρχεται. Ὁπότε τό πρῶτο εἶναι
αὐτό, νά μετέχουμε στίς συνάξεις, ν’ ἀκοῦμε λόγο Θεοῦ καί ἀφοῦ γνωρίσουμε τόν
λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τό κήρυγμα, ἔχουμε τό πρῶτο μέσο γιά νά πιστέψουμε, γιά
νά ἐνισχύσουμε τήν ἀσθενική μας πίστη. Τό δεύτερο εἶναι τά ἔργα. Ὅταν κανείς, ὄχι
ἁπλῶς ἀκούει, ἀλλά πράττει αὐτά πού μαθαίνει στό κήρυγμα.
«Ἡ πίστη ἀπό τήν ἀκρόαση τοῦ κηρύγματος παρέχει τή θεωρητική γνώση τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ἐνῶ ἡ πίστη ἀπό τά ἔργα παρέχει τήν πρακτική γνώση τοῦ
Χριστιανισμοῦ». Δέν εἶναι ἀρκετό νά ξέρεις θεωρητικά τί ζητάει ὁ Θεός ἀπό σένα,
ἀλλά πρέπει νά μπεῖς στή διαδικασία νά τά ἐφαρμόσεις, ὁπότε μετά στήν πράξη
βεβαιώνεσαι γιά τήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε «Ἐγώ εἶμαι
ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6). Δέν εἶπε ὅτι εἶμαι μιά ἀλήθεια καί ὑπάρχουν κι ἄλλες
ἀλήθειες κάπου ἀλλοῦ, οὔτε ὅτι εἶμαι μέρος τῆς ἀλήθειας. Εἶναι ἡ ὑποστατική
ἀλήθεια. Βεβαιώνεσαι, ἑπομένως, ὅταν ἀκοῦς κήρυγμα καί ἐφαρμόζεις αὐτά πού
ἀκοῦς, ὅτι ἡ ἀλήθεια δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο, ἀλλά εἶναι ἕνα ὑποκείμενο. Εἶναι
ὑπόσταση, εἶναι ζωντανός. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὁπότε ἀποκτᾶς μιά ζωντανή
πίστη καί κάνεις μιά ζωντανή σχέση, μιά προσωπική σχέση, μέ τήν ὑποστατική
Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός.
142
«Τόν Χριστιανισμό μποροῦμε νά τόν παρομοιάσουμε μ’ ἕνα θαυμάσιο καί μεγάλο
λιμάνι, στό ὁποῖο μποροῦν ἐλεύθερα νά πιάσουν πλοῖα ὅλων τῶν τύπων καί ὅλων
τῶν μεγεθῶν. Σ’ αὐτό τό λιμάνι βρίσκουν καταφύγιο καί μιά ταπεινή ψαρόβαρκα κι
ἕνα τεράστιο φορτηγό πλοῖο γεμάτο ἐμπορεύματα κι ἕνα γιγάντιο θωρηκτό
ὁπλισμένο μέ πολυάριθμα μέσα καταστροφῆς καί μιά πολυτελής βασιλική
θαλαμηγός προορισμένη γιά ταξίδια ἀναψυχῆς. Ὁ Χριστιανισμός δέχεται τόν
ἄνθρωπο σέ ὁποιαδήποτε ἡλικία καί σέ ὁποιαδήποτε κατάσταση, μέ ὁποιαδήποτε
μόρφωση καί μέ ὁποιεσδήποτε ἱκανότητες· τόν δέχεται καί τόν σώζει.
«Ἄν ὁμολογήσεις μέ τό στόμα σου πώς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Κύριος καί πιστέψεις μέ τήν
καρδιά σου…, θά βρεῖς τή σωτηρία»». Νά πιστέψεις, ὄχι θεωρητικά, ἀλλά νά
ἐμπιστευτεῖς τόν Θεό. «»Πραγματικά, ὅποιος πιστεύει μέ τήν καρδιά του, ὁδηγεῖται
στή δικαίωση, καί ὅποιος ὁμολογεῖ μέ τό στόμα, ὁδηγεῖται στή σωτηρία». (Ρωμ.
10,9-10)». Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν
ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγώ ἐν αὐτῶ ἔμπροσθέν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»
(Ματθ. 10,32). Αὐτό τό «ἐν ἐμοί» εἶναι πολύ σημαντικό. Σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος
εἶναι πλέον μέσα στόν Χριστό καί μόνο ἔτσι μπορεῖ νά ὁμολογήσει Χριστό, νά
ὁμολογήσει ὅτι εἶναι πιστός. Τότε καί μέσα του ἀκούει τήν μαρτυρία τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος πού λέει ὅτι ‘εἶσαι δικός Μου’.
«Ὅποιος δεχθεῖ τόν Χριστιανισμό καί ἐνταχθεῖ στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία -γιατί
μόνο σ’ αὐτήν διαφυλάσσεται ὁ ἀληθινός Χριστιανισμός-, θά σωθεῖ». Βλέπετε ἀπό
τόν 18οαἰῶνα ὁ Ἅγιος τό κάνει ξεκάθαρο: Μόνο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία
διασώζεται ὁ ἀληθινός χριστιανισμός. Ὅλα τά ἄλλα δέν εἶναι ὁ ἀληθινός
χριστιανισμός, εἶναι ἁπλά αἱρέσεις.
«Σέ κάθε ἐξαγορά ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία εἶναι τό τίμημά της. Τό τίμημα, μέ τό
ὁποῖο ὅλοι οἱ ἄνθρωποι λυτρώνονται ἀπό τήν ἁμαρτία, εἶναι ὁ Χριστός». Δέν εἶναι
ἕνα ποσό, ἄς ποῦμε, χρηματικό. Μᾶς ἐξαγόρασε ὁ Χριστός μέ ὅ,τι πιό πολύτιμο
ὑπάρχει, μέ τόν ἴδιο Του τόν ἑαυτό, μέ τό ἴδιο Του τό αἷμα. «Αὐτό τό τίμημα
καταβάλλεται χωρίς διακρίσεις καί χωρίς μεροληψίες γιά ὅλους ὅσοι θέλουν νά
λυτρωθοῦν, γιά ὅλους ὅσοι πιστεύουν στήν ἀξία τῆς λυτρώσεως καί τήν ὁμολογοῦν.
Ἡ ὁμολογία τῆς ἀξίας τῆς λυτρώσεως εἶναι συγχρόνως ἀπόρριψη κάθε δικῆς μας
ἀξίας. Τό τίμημα τῆς λυτρώσεως καταβάλλεται μέ τήν προϋπόθεση τῆς
αὐταπαρνήσεως».
Τί μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ; Ποιά ἀξία ἔχουμε ἐμεῖς ἀπό μόνοι
μας; Μπροστά στήν ἀξία πού ἔχει καταβάλλει ὁ Χριστός γιά μᾶς, τό τίμιο αἷμα Του,
ἡ δική μας ἀξία εἶναι τίποτα. Ἑπομένως, δέν κοστίζει καί τίποτα ἐπιτέλους νά
ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας! Ἀφοῦ ὁ Χριστός ἔχει πληρώσει μέ τόν ἴδιο Του τόν
ἑαυτό γιά μᾶς. Δέν ἀξίζει λοιπόν ἐμεῖς νά ἀπορρίψουμε καθετί δικό μας γιά χάρη
Αὐτοῦ;
143
«Ἕνας ἁπλοϊκός ἄνθρωπος, πού δέν ἔχει καμιά κοσμική παιδεία, σώζεται διά τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ὅπως ἕνας μορφωμένος καί σοφός. Ὁ Χριστιανισμός, ὡς δωρεά τοῦ
ὑπερτέλειου Θεοῦ, τούς ἱκανοποιεῖ ὅλους πλήρως. Ὁ ἁπλοϊκός καί ἀπαίδευτος
ἄνθρωπος πού θά πιστέψει μέ εἰλικρίνεια, ἀναπληρώνει μέ τόν τρόπο αὐτόν τήν
ἀπαιδευσία του, ἐνῶ ὁ σοφός πού θά ἔρθει στόν Χριστιανισμό χωρίς ἔπαρση καί
νομικιστικό πνεῦμα», σάν κι αὐτό πού ὑπάρχει στή Δύση, «θά βρεῖ σ’ αὐτόν
ἀπύθμενο βάθος καί ἄφθαρτο ὕψος σοφίας».
«Μέ τόν φωτισμό πού παρέχει ὁ Χριστιανισμός, ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖ τή θέση τοῦ
Θεοῦ γιά τήν κοσμική σοφία: «ἡ σοφία τοῦ κόσμου μωρία παρά τῷ θεῷ ἐστιν, ὅ,τι ὁ
κόσμος αὐτός θεωρεῖ σοφία, εἶναι μωρία στά μάτια τοῦ Θεοῦ… Ξέρει ὁ Κύριος πώς
οἱ σκέψεις τῶν σοφῶν τίποτα δέν ἀξίζουν» (Ἃ’ Κορ. 3, 19-20)». Ἀνοησίες εἶναι γιά
τόν Θεό οἱ φιλοσοφίες τοῦ κόσμου. «Αὐτές οι σκέψεις, πού ἀναφέρονται μόνο στά
πρόσκαιρα καί μάταια, ὁδηγοῦν στήν κενοδοξία καί τήν ὑπερηφάνεια, στήν
αὐταπάτη καί τήν πλάνη, στήν ἀπορρόφηση ἀπό τίς ἐγκόσμιες μέριμνες, στήν
ἁμαρτωλή ζωή, στή λήθη καί τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τῆς αἰωνιότητας». Ποῦ μᾶς
ὁδήγησε ἡ φιλοσοφία; Ἡ ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία καί ἡ σύγχρονη εὐρωπαϊκή
φιλοσοφία; Στό ἀδιέξοδο. Δέν ὑπάρχει διέξοδος.
«Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν ἔχει καταυγαστεῖ ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ,
ἀποτολμᾶ ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τήν ἐξέταση πνευματικῶν θεμάτων, τότε πλανιέται σάν σέ
ἀπέραντη καί σκοτεινή ἔρημο. Ἔτσι, ἀποκομίζει, ἀντί γιά ἀληθινές γνώσεις, τίς
ὁποῖες δέν ἔχει καμιά δυνατότητα ν’ ἀποκτήσει, ἰδεολογήματα καί
φαντασιοκοπήματα. Αὐτά τά ντύνει μ’ ἕναν πολύπλοκο καί δυσνόητο λόγο, μέ τόν
ὁποῖο ξεγελᾶ καί τόν ἑαυτό του καί τούς ἄλλους, ἀναγνωρίζοντας σοφία ἐκεῖ ὅπου,
οὔτε λίγο οὔτε πολύ, πρέπει ν’ ἀναγνωρίσει κανείς παράνοια». Προσέξτε αὐτό τό
φαινόμενο σήμερα ἔχει μπεῖ καί μέσα σέ κάποιους ἀνθρώπους που ἐμφανίζονται ὡς
ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας καί σέ κάποιους θεολόγους καί σέ κάποιους κληρικούς
ἱερωμένους. Ἀκοῦς κάτι κηρύγματα, θολολογήματα οὐσιαστικά, πού δέν μπορεῖς νά
144
βγάλεις συμπέρασμα, φιλοσοφήματα… καί ἔχει καταντήσει ἡ Θεολογία, ὅπως ἔλεγε
ὁ μακαριστός π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος, μιά συζήτηση, ἕνας στοχασμός, μιά
φιλοσοφία. Ἀλλά αὐτό βέβαια εἶναι ἡ μωρία τοῦ κόσμου τούτου καί ὄχι ἡ σοφία τοῦ
Θεοῦ. Τό κήρυγμα τοῦ Θεοῦ, τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἁπλό, ἁπλούστατο. Τό
καταλαβαίνουν οἱ πάντες καί εἶναι φωτεινό, ὁλοφώτεινο, ὅπως εἶναι ἡ μία καί
μοναδική ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός.
«Τό ἴδιο περίεργη εἶναι καί ἡ σημερινή ἀπιστία πολλῶν ἀνθρώπων στόν
Χριστιανισμό, πού λάμπει μέ τίς ἀκτῖνες τῆς ὁλοκάθαρης ἀλήθειάς του. Ἀλλά ἡ
Γραφή αἰτιολογεῖ τήν ἀπιστία τους». Λέει ὁ προφήτης Ἡσαΐας: γιατί δέν πιστεύουν;
Καί στά χρόνια τοῦ προφήτου δέν πίστευαν καί στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ δέν
πίστευαν καί σήμερα δέν πιστεύουν. «Γιατί ἔγινε ἀναίσθητη ἡ καρδιά αὐτοῦ τοῦ
λαοῦ» (Ἡσ. 6,10), ἔγινε σκληρή ἀπό τή σαρκική ζωή, ἔγινε τυφλή καί κουφή, ἔγινε
νεκρή γιά καθετί τό πνευματικό, τό αἰώνιο, τό θεῖο». Καί σήμερα δέν τό ἀκοῦμε;
Λέμε μιά κουβέντα γιά τόν Χριστό, γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἐκκλησία… «τί εἶναι αὐτά
τά πράγματα; Ποῦ ζεῖς; Ξύπνα!..». Δέν θέλουν ν’ ἀκούσουν τίποτα γιά πνεῦμα, γιά
Θεό, ἔχει σκληρύνει ἡ καρδιά ἀπό τίς πολλές ἁμαρτίες. Οἱ ἁμαρτίες καί τά πάθη εἶναι
πού τυφλώνουν τήν καρδιά, τυφλώνουν τόν νοῦ καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀναίσθητος
πνευματικά.
145
κακότητα προσπαθοῦσε νά τούς κερδίσει, καί ἐπισφραγίζοντας τήν πίστη τους μέ τό
αἷμα τοῦ μαρτυρίου». Τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες ἔχουμε 11.000.000 γνωστούς
μάρτυρες. Ὅλοι αὐτοί ἦταν ἀνόητοι; Ἦταν ἀνεγκέφαλοι; Ἦταν πλανεμένοι; Ὄχι.
Αὐτό τό γεγονός ἀποδεικνύει τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Τόσα ἑκατομμύρια ἄνθρωποι… εἶναι πολύ περισσότεροι ἀπό 11 ἑκ., ἀλλά μιλᾶμε γιά
τούς γνωστούς, πού ἄφησαν τά ὁρατά γιά χάρη τῶν ἀοράτων.
«Ἀκόμα καί μιά ἐπιφανειακή ματιά στήν ἐμφάνιση, τή στερέωση καί τήν ἐξάπλωση
τοῦ Χριστιανισμοῦ μᾶς προκαλεῖ ἔκπληξη, ἀλλά καί μᾶς πείθει ὅτι αὐτός δέν
προέρχεται ἀπό ἀνθρώπους· προέρχεται ἀπό τόν Θεό». Ἀνθρωπίνως ἦταν ἀδύνατο
νά ἐξαπλωθεῖ ὁ Χριστιανισμός, ἡ Ὀρθοδοξία, στή γῆ ἀπό δώδεκα ἀγράμματους,
φτωχούς, ταλαιπωρημένους, φοβισμένους ψαράδες… τί θά μποροῦσε νά ἑδραιωθεῖ;
Τίποτα. Ἐδῶ βλέπετε ὑπάρχουν σύλλογοι, ὀργανώσεις, κράτη ὁλόκληρα,
συνασπισμοί, πού προσπαθοῦν νά ἑδραιωθοῦν καί δέν τά καταφέρνουν. Πῶς δώδεκα
ἄνθρωποι θά μποροῦσαν νά ἐπικρατήσουν καί νά γίνει αὐτό τό κήρυγμα κυρίαρχο σ’
ὅλη τήν τότε οἰκουμένη. Αὐτό ἔγινε σίγουρα μέ τήν βοήθεια καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ,
δέν εἶναι ἀνθρώπινο κατόρθωμα.
«Χάνοντας τόν βασιλικό θρόνο καί τήν ἡγεμονική ἀξία, εἶχε μετοικήσει ἀπό τά
μεγαλόπρεπα ἀνάκτορα σέ φτωχικές καλύβες καί εἶχε ἐξομοιωθεῖ μέ τούς ἁπλούς
ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, πού κέρδιζαν τό ψωμί τους μέ τόν κόπο τῶν χεριῶν τους. Μήν
ἔχοντας πάρει τίποτε ἀπό τήν ἀνθρώπινη δόξα καί δύναμη, ὁ Θεάνθρωπος δέν πῆρε
τίποτε καί ἀπό τήν ἀνθρώπινη σοφία». Τίποτε τό ἀνθρώπινο, τό μεγαλειῶδες. «Δέν
εἶχε σπουδάσει. Ὅταν ἄρχισε νά κηρύσσει, σέ ἡλικία τριάντα χρονῶν, διάλεξε
δώδεκα μαθητές ἀπό τήν τάξη στήν ὁποία ἀνῆκε καί ὁ Ἴδιος», φτωχούς,
ἀγράμματους. «Οἱ μαθητές, μέ τά κριτήρια τῆς πεσμένης φύσεως, ἦταν ἐπίσης
«ἀγράμματοι καί ἁπλοϊκοί» (Πράξ. 4,13). Τέτοια, λοιπόν, ἦταν τά πρόσωπα πού θά
γίνονταν οἱ θεμελιωτές τοῦ Χριστιανισμοῦ».
146
«Τί παραγγέλλει καί τί προαναγγέλλει αὐτός ὁ ἄσημος Διδάσκαλος σ’ αὐτούς τούς
ἄσημους μαθητές Του; Τούς παραγγέλνει νά Τόν ἀναγνωρίσουν ὡς τόν
ἐνανθρωπήσαντα Θεό, νά τό κηρύξουν αὐτό σ’ ὅλον τόν κόσμο καί νά ὁδηγήσουν
ὅλη τήν ἀνθρωπότητα στήν ὑπηρεσία καί τήν προσκύνησή Του, καταλύοντας τίς
ἄλλες θρησκεῖες», τήν εἰδωλολατρία πού ἦταν κραταιά. «Τούς παραγγέλλει ν’
ἀπαρνηθοῦν τίς ἐπίγειες ἀπολαύσεις, ν’ ἀπαρνηθοῦν τόν ἴδιο τους τόν ἑαυτό γιά τήν
πίστη σ’ Αὐτόν καί τήν ἕνωση μ’ Αὐτόν.
«Ἀνεξήγητη, λοιπόν, ἀπό τήν ἀνθρώπινη λογική εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἵδρυση τοῦ
Χριστιανισμοῦ. Ἐξίσου ἀνεξήγητα, ὅμως, εἶναι καί τά γεγονότα πού ἀκολούθησαν
τήν ἵδρυσή του τόσο στά Ἱεροσόλυμα ὅσο, στή συνέχεια, καί σ’ ὁλόκληρη τήν
οἰκουμένη».
147
Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος», ὁ μετέπειτα ἅγιος Λογγίνος, «πού Τόν φρουροῦσε, Τόν
ὁμολόγησε Υἱό τοῦ Θεοῦ». Εἶναι τό παράδοξο. Ὁ Χριστός μας δέν νικάει μέ
ἀνθρώπινη δύναμη καί δόξα, ἀλλά μέ τήν ἄκρα Του ταπείνωση, μέ τήν θυσία Του.
Τό ἴδιο καί ὁ χριστιανός. Δέν ἐπιβάλλεται ἡ Ὀρθοδοξία μέ τά ὅπλα ἤ μέ τά χρήματα
ἤ μέ τίς κοσμικές ἐξουσίες ἀλλά μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν ἀλήθεια τοῦ κηρύγματος
καί μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
«Δέκα μέρες μετά τήν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου στόν οὐρανό, ἦρθε τό Ἅγιο Πνεῦμα
στούς Ἀποστόλους καί τούς φώτισε, δίνοντάς τους σοφία καί ἱκανότητες θαυμαστές.
Ἐκεῖνοι πού δέν μιλοῦσαν σωστά οὔτε στή δική τους γλώσσα, ὄντας ἀγράμματοι,
ἄρχισαν τώρα νά μιλοῦν ἄπταιστα σέ διάφορες γλῶσσες, ἄρχισαν νά ἑρμηνεύουν
ὀρθά τίς Γραφές πού ποτέ δέν τίς εἶχαν διαβάσει, ἄρχισαν νά ἐπιτελοῦν ἐξαίσια
θαύματα. Τά μέλη τοῦ Μεγάλου Συνεδρίου, πού τό ἀποτελοῦσαν ἱερεῖς, γραμματεῖς,
πρεσβύτεροι καί ἄλλοι ἐπιφανεῖς Ἰουδαῖοι, ἄνθρωποι μορφωμένοι καί σεβαστοί,
ἐπειδή θορυβήθηκαν ἀπ’ ὅλα αὐτά, κάλεσαν τούς ἁπλοϊκούς, ὅπως τούς θεωροῦσαν,
Ἀποστόλους καί τούς ἀνέκριναν, γιά νά πάρουν ἀπαντήσεις ἀποστομωτικές καί ν’
ἀκούσουν κήρυγμα πρωτάκουστο».
«Μέσα σέ εἴκοσι χρόνια ὁ Χριστιανισμός εἶχε ἀγκαλιάσει ὅλον τόν γνωστό τότε
κόσμο. Μέσα σέ πενήντα χρόνια οἱ χριστιανοί εἶχαν αὐξηθεῖ τόσο, πού, στόν καιρό
τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.), βρέθηκε στήν Ἀνατολή ἕνα στρατιωτικό
σῶμα τοῦ ὁποίου καί οἱ ἕντεκα χιλιάδες ἄνδρες ἦταν χριστιανοί». Πότε πρόλαβαν
μέσα σέ τόσα λίγα χρόνια; «Ὁ αὐτοκράτορας πρόσταξε πρῶτα νά ἐξοριστοῦν στήν
Ἀρμενία». Ὅλοι μαζί ἕντεκα χιλιάδες, «καί μετά νά θανατωθοῦν». Πόση ἦταν ἡ
μανία τοῦ διαβόλου καί τῶν ὀργάνων του! «Δέκα χιλιάδες σταυρώθηκαν σ’ ἕναν
ἐρημικό τόπο, κοντά στό βουνό Ἀραράτ. Οἱ ὑπόλοιποι χίλιοι ἐκτελέστηκαν μέ
148
διάφορους ἄλλους τρόπους. Ὁ Ρωμύλος, χριστιανός ἀξιωματοῦχος τοῦ παλατιοῦ, πού
διαμαρτυρήθηκε γιά τήν ἀπάνθρωπη ἀλλά καί ἄκριτη αὐτή ἐξολόθρευση ὁλόκληρου
στρατεύματος, ἀφοῦ, μέ ἐντολή τοῦ Τραϊανοῦ, ξυλοκοπήθηκε ἄγρια,
ἀποκεφαλίστηκε».
«Τρεῖς αἰῶνες κράτησε ὁ αἱματηρός ἀγώνας ἀνάμεσα στούς λύκους καί τά πρόβατα.
Οἱ λύκοι χρησιμοποιοῦσαν τό σπαθί, τή φωτιά, τά θηρία -τούς ἔριχναν στά θηρία
τούς χριστιανούς γιά νά ἔχουν καί θέαμα-, τίς σκοτεινές φυλακές, ὅλα τά μέσα
βασανιστηρίων καί φόνων. Τά πρόβατα ἀγωνίζονταν μέ τή δύναμη τῆς πίστεως, τή
δύναμη τοῦ Πνεύματος, τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὑπομένοντας ὡς τό τέλος τίς πιό
φρικτές κακοποιήσεις καί πεθαίνοντας γενναῖα γιά τόν Κύριο. Μέ νίκη τους ἔληξε
αὐτός ὁ παράδοξος πόλεμος τῶν τριῶν αἰώνων». Ἦρθε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί
ἔγινε πλέον εἰρήνη, ἰσονομία καί μετά ἀπό τόν Μέγα Θεοδόσιο ὁ Χριστιανισμός, ἡ
Ὀρθοδοξία, ἔγινε ἡ ἐπίσημη θρησκεία τοῦ κράτους.
«Στήν ἀρχή τοῦ τέταρτου αἰῶνα ἡ χριστιανική πίστη εἶχε κυριαρχήσει στόν κόσμο.
Μπροστά στή διδαχή τῶν ἀγράμματων ψαράδων ὑποκλίθηκαν τόσο οἱ ἰσχυροί ὅσο
καί οἱ σοφοί τῆς γῆς, ὅπως καί ὅλοι οἱ λαοί της. Ὁ σταυρός, ὄργανο ὡς τότε
ἀτιμωτικῆς τιμωρίας καί φρικτοῦ θανάτου, ἔγινε σημεῖο μέγιστης τιμῆς: Στολίζει τά
κεφάλια καί τά στήθη βασιλέων καί ἀρχιερέων, ὑψώνεται στούς ναούς τοῦ ἀληθινοῦ
Θεοῦ, ἀποτελεῖ τό σημάδι κάθε ἀληθινοῦ χριστιανοῦ, τό σημάδι τῆς πίστεως, τῆς
ἐλπίδας, τῆς ἀγάπης του. Ποιός δέν βλέπει τό θεῖο θέλημα, τή θεία δύναμη καί τή
θεία ἐνέργεια, πού ὑπερβαίνουν τήν ἀνθρώπινη λογική καί τίς ἀνθρώπινες
δυνατότητες, πίσω ἀπό τήν ἐμφάνιση καί τήν ἐξάπλωση τοῦ Χριστιανισμοῦ;». Ὅλα
ἀνθρωπίνως ἦταν ἀντίθετα καί ἀντίξοα κι ὅμως ὁ Χριστιανισμός ἐπικράτησε, γιατί
εἶχε τόν Θεό μαζί του καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. «Πραγματοποιήθηκε κάτι τό
ὑπερφυσικό, πραγματοποιήθηκε ἕνα ἔργο θεϊκό».
149
ἀπέκτησε ζωντανή πίστη στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, πίστη πού ἐκδηλώνεται
μπροστά Του μέ τήν ξεκάθαρη καί ἀποφασιστική ὁμολογία: «Ἐσύ κατέχεις τά λόγια
πού ὁδηγοῦν στήν αἰώνια ζωή. Κι ἐμεῖς ἔχουμε πιστέψει κι ἔχουμε καταλάβει πώς
Ἐσύ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ» (Ἰω. 6, 68-69)» αὐτό πού εἶπαν οἱ
Ἀπόστολοι στόν Κύριο.
«»Φέρε τό δάχτυλό σου ἐδῶ», λέει ὁ Σωτήρας στόν μαθητή μέ τήν ἀσταθή πίστη,
στόν μαθητή πού στεκόταν ἄφωνος ἀπό τήν ἀμηχανία μπροστά στό μεγαλεῖο τῶν
ἔργων τοῦ Θεοῦ. «Φέρε τό δάχτυλό σου ἐδῶ… Φέρε καί τό χέρι σου… Μήν
ἀμφιβάλλεις – πίστεψε!» (Ἰω. 20,27). «Ψηλαφῆστε με καί δεῖτε» (Λουκ. 24,39).
Ψηλαφῆστε με, ἐφαρμόζοντας τίς ἐντολές μου». Βλέπετε ὁ Κύριος δέν μᾶς στερεῖ
καί αὐτή τήν δυνατότητα. Δέν μᾶς καλεῖ σέ μία -θά λέγαμε- a priori ἀποδοχή, μιά
ἄκριτη ἀποδοχή. Μᾶς λέει: ἐλᾶτε, ψηλαφίστε Με, ἐξετάστε Με, ἐφαρμόστε ἔστω
πειραματικά αὐτά πού σᾶς λέω γιά νά δεῖτε, ἄν ὄντως ἰσχύουν.
Καί ἄν δέν ἰσχύουν, τότε νά τά ἀπορρίψετε. Τί πιό λογικό ἀπό αὐτό; Σήμερα πολλοί
πού ἐμφανίζονται ἄθεοι, δέν μπαίνουν κἄν στήν διαδικασία νά πειραματιστοῦν λίγο:
μήπως αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, ἡ Ὀρθοδοξία, 2000 χρόνια, εἶναι ἀλήθεια;
Τουλάχιστον ἄς τό ἐξετάσουμε. Ἀλλά εἶναι τόσο τυφλωμένη ἡ καρδιά καί ἡ ψυχή
τους πού δέν θέλουν ἔστω λίγο νά ἐρευνήσουν. Ἄν λίγο ἐφαρμόζανε αὐτά πού λέει ὁ
Χριστός, θά ἔβλεπαν ὅτι ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ψηλαφῆστε Με καί δεῖτε, λέει ὁ
Κύριος. Πῶς ψηλαφοῦμε τόν Κύριο; Ἐφαρμόζοντας αὐτά πού λέει.
150
Αὐτό τό κείμενο βλέπετε εἶναι ὡραιότατο, ἀπό ἕναν Ἅγιο πού δέν εἶναι
ἑλληνόφωνος, εἶναι Ρῶσος, ἀλλά ἔχει κατανοήσει τήν Ὀρθοδοξία καί τόσο ὡραῖα
μᾶς διδάσκει. Γιατί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο δέν περιορίζεται ἀπό τήν γλώσσα, οὔτε ἀπό
τίς γνώσεις τίς ἀνθρώπινες, ἀλλά φωτίζει τόν κάθε καλοπροαίρετο ἄνθρωπο, ὅποια
γλῶσσα κι ἄν μιλάει καί ὅποια προέλευση ἐθνική κι ἄν ἔχει. Τόν ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν
τήν ἀλήθειαν» (Ἰω. 16,13). Δέν ὑπάρχει ἄλλη ἀλήθεια βέβαια παρά ὁ Χριστός.
Βλέπετε ὁ Ἅγιος μᾶς δίνει ἕνα πολύ σπουδαῖο ἐπιχείρημα γιά τήν ἀλήθεια, ὅτι ἡ
Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀλήθεια. Τό γεγονός πῶς ἐξαπλώθηκε καί πῶς ἑδραιώθηκε μέ
αὐτά τά τελείως ἄς ποῦμε φτωχά μέσα, πού ἦταν ὅλα, θά λέγαμε, ἀντίθετα μέ τίς
ἀνθρώπινες προοπτικές καί τούς ἀνθρώπινους σχεδιασμούς. Κι ὅμως αὐτά τά μέσα
τά πενιχρά, τά τιποτένια, ἀποδείχθηκαν πολύ ἀποτελεσματικά, ὄχι αὐτά βέβαια
καθεαυτά, ἀλλά ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ πού ἦταν μέσα σ’ αὐτήν τήν ἄκρα ταπείνωση τῶν
Ἀποστόλων, γιά νά ἑδραιωθεῖ ἡ πίστη μας καί ὁ χριστιανισμός μας. Θά πεῖτε:
σήμερα πού βλέπουμε τό ἀντίθετο; Πρέπει νά μᾶς πιάσει ἡ ἀπιστία; Ὄχι, βέβαια.
Ἐμεῖς θά μείνουμε ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι. Ἔχει ἑρμηνεία, ὅπως ἀκούσαμε, τό
γεγονός τῆς ἀπιστίας. Ἡ ἑρμηνεία εἶναι ἡ πληθώρα τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν τά
ὁποῖα ἔχουν κυριαρχήσει στόν ἄνθρωπο καί ἔχουν τυφλώσει τόν ἄνθρωπο.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : ………………………
Ἀπ.:Τήν Μεγάλη Παρασκευή στήν προφητεία μόλις γυρνᾶμε ἀπό τήν περιφορά τοῦ
Ἐπιταφίου διαβάζεται ἡ προφητεία τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ πού μᾶς ἀναπαριστᾶ τί θά
γίνει στή Δευτέρα Παρουσία πού θά ἀναστηθοῦν τά σώματά μας.
Σήμερα ἔχουμε ψηφίσει πολλούς ἀντίχριστους νόμους, ὅπως τήν κατάργηση τῆς
ἀργίας τῆς Κυριακῆς, πού ἔχει κατοχυρωθεῖ ἀπό τον Μέγα Κωνσταντῖνο ἐδῶ καί
1700 χρόνια. Αὐτό εἶναι ἀνοσιούργημα γιά μᾶς, πού ὑποτίθεται εἴμαστε ὀρθόδοξοι
καί βγάλαμε τέτοιους ἀνθρώπους, πού κατήργησαν οὐσιαστικά αὐτό πού εἶναι νόμος
τοῦ Θεοῦ: ὄτι τίς ἕξι ἡμέρες θά ἐργάζεσαι. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἰσχύει.
Προσέξτε κάτι, ἡ Παλαιά Διαθήκη ἰσχύει καί σήμερα. Δέν ἔχει καταργηθεῖ ἡ Παλαιά
Διαθήκη. Ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος στήν Παλαιά Διαθήκη ἰσχύει καί εἶναι μάλιστα καί
συμπληρωμένο. Ἔχει καί κάτι παραπάνω ἡ Καινή Διαθήκη. Ἡ Παλαιά Διαθήκη λέει
«οὐ φονεύσεις» (Ἐξοδ. 20,15), ἡ Καινή Διαθήκη λέει «οὐ ὀργισθεῖς» (Ματθ. 5,22),
μήν ὀργισθεῖς κἄν. Ἡ Παλαιά Διαθήκη λέει «οὐ μοιχεύσεις», ἡ Καινή λέει «οὔτε νά
δεῖς πονηρά» κ.λ.π. Ἔτσι καί ὁ νόμος αὐτός, ὅτι εἶναι ἀργία ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου,
ἰσχύει καί σήμερα. Ὅπως καί αὐτό πού εἴπατε, γιά τήν καύση τῶν νεκρῶν, πού κι
αὐτό νομίζω τό ψηφίσαμε. Ἔτσι δέν εἶναι; Τό ἀναγνωρίσαμε κι αὐτό.
151
ἀποχριστιανίζεται. Προχθές διάβαζα γιά κάποιον καθηγητή πού μοίραζε στό σχολεῖο
του -τό αὐτονόητο- ἕνα φυλλάδιο γιά τήν ὁμοφυλοφιλία καί κάποιοι, γνωστοί καί μή
ἐξαιρεταῖοι, τοῦ ἔχουν κάνει μήνυση καί τόν πᾶνε στά δικαστήρια τόν ἄνθρωπο!
Ἐπειδή εἶπε ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι διαστροφή! Εἶπε τήν ἀλήθεια δηλαδή στούς
μαθητές του… Καταλάβατε; Καί αὐτός τώρα θά ἀντιμετωπίσει ποινική δίωξη,
φυλάκιση καί πρόστιμο πόσες χιλιάδες εὐρώ.
Ὅλα αὐτά ὡς χριστιανούς, θά λέγαμε, καλό μᾶς κάνουν. Ὅπως ἔκαναν στούς
πρώτους χριστιανούς τά μαρτύρια, στόν Ἅγιο Γεώργιο… Προσθέτουν δόξα. Ἀλλά
ὁπωσδήποτε δέν εἶναι κάτι εὐνοϊκό γιά τήν πίστη γενικότερα καί γι’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι
εἶναι ἀσθενεῖς στήν πίστη. Ἕνας ἄνθρωπος ἀσθενής στήν πίστη, θά χάσει τελείως
τήν πίστη του, θά λουφάξει, θά γίνει κρυπτοχριστιανός -ἄν γίνει κι αὐτό- ἤ
ἐνδεχομένως θά εἶναι ἕνας ὑποκριτής, ὅπως κάποιοι πού πηγαίνουν τό πρωί στό
τζαμί καί τό βράδυ κάνουν λειτουργία στό σπίτι τους, πράγματα τά ὁποῖα δέν μᾶς
εἶπε ὁ Χριστός νά κάνουμε, νά τό παίζεις ἐξωτερικά εἰδωλολάτρης καί μέσα σου νά
εἶσαι χριστιανός.
Ὁ Κύριος εἶπε νά εἴμαστε ὁμολογητές ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι στά ὑπόγεια,
μπροστά στούς ἀνθρώπους. Ἀλλά σήμερα, βλέπετε, ἔχει λιγοστέψει πολύ ἡ πίστη, γι’
αὐτό κι ἕνας διωγμός ὁ ὁποῖος ἔρχεται, κι ἐσεῖς τό αἰσθάνεστε, δέν ξέρω πόσους θ’
ἀφήσει νά εἶναι πραγματικά χριστιανοί. Σήμερα κατ’ ὄνομα εἶναι κάποιοι, δηλώνουν
κάποιοι, ἀλλά οὐσιαστικά πόσοι θά μείνουν τελικά;
Σήμερα φοβᾶμαι ὅτι εἶναι πολλοί περισσότεροι ἱερεῖς καί ἀρχιερεῖς πού δέν
πιστεύουν! Ἑπομένως, μήν παρασύρεστε καί λέτε: ὁ τάδε ἱερέας ἤ ὁ τάδε ἀρχιερέας
εἶπε αὐτό. Σπανίζουν οἱ χριστιανοί, κληρικοί καί λαϊκοί. Καί θά πρέπει καθένας νά
κάνει κατήχηση μόνος του στόν ἑαυτό του συστηματικά καί στά παιδιά του, ἄν ἔχει,
ἤ στά ἐγγόνια του, ἄν θέλει κάτι νά σωθεῖ. Αὐτό πού εἶπε ὁ Κύριος ἰσχύει: «Ἄραγε,
ὅταν ξανάρθω, θά βρῶ τήν πίστη;» (Λουκ. 18,8).
Σήμερα ἐλάχιστοι ἄνθρωποι πιστεύουν καί γι’ αὐτό περνᾶνε ὅλοι αὐτοί οἱ
ἀντίχριστοι νόμοι. Εἶναι πλέον νομοτέλεια. Βλέπετε ν΄ ἀντιδράει κανείς; Κανένας
δέν ἀντιδράει. Ἐλάχιστες φωνές… Καταργήθηκε ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς. Δέν
152
σεβόμαστε τό σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μπορεῖς νά κάψεις
ἕναν ναό; Ἄν δέν πιστεύει σέ τίποτα ὁ ἄλλος, δέν τό ἔχει σέ τίποτα νά κάψει κι ἕναν
ναό, μιά ἐκκλησία. Ἔτσι εὔκολα καίει καί τό σῶμα του, πού εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος (Α´Κορ. 6,19), τό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Τό ξέρει; Οὔτε κἄν τό ξέρει ὅτι
τό σῶμα εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί δέν ἐπιτρέπεται, ὄχι νά τό καῖς, οὔτε νά
τό ἀλλοιώνεις, οὔτε νά τό ζωγραφίζεις, οὔτε νά τό βάφεις, οὔτε νά τοῦ κάνεις
τατουάζ, τίποτα. Δέν ἐπιτρέπεται. Ὅπως δέν μπορεῖς νά κάνεις κάτι τέτοιο μέσα σ’
ἕναν ναό, σέ μιά ἐκκλησία. Ἀλλά ὅλοι αὐτοί οἱ ἀντίχριστοι νόμοι περνᾶνε ἀκριβῶς
διότι ἔχουμε χάσει τήν πίστη μας.
Ἀπ.:Ναί… ἀλλά νά ξέρετε ὅτι θά ’ρθεῖ ὀ διωγμός. Διάβαζα ὅτι στήν Ἀμερική, νομίζω
κάποιοι ζαχαροπλάστες, ἀρνήθηκαν νά φτιάξουν τούρτα γιά ἕνα ζευγάρι
ὁμοφυλοφίλων καί τούς πῆγαν φυλακή τούς ἀνθρώπους. Καταλάβατε πῶς λειτουργεῖ
ἡ ἀθεΐα; Αὐτό δέν ἦρθε ἀκόμα στήν Ἑλλάδα. Θά ἔρθει.. Δέν εἴμαστε ἀκόμα στό
στάδιο αὐτό. Αὐτό νομίζω εἶναι τό πέμπτο στάδιο. Τό πρῶτο στάδιο εἶναι, τό ὁποῖο
μᾶς τό ἔχουν ἤδη περάσει, νά τούς ἀνεχόμαστε. Συνύπαρξη… Μετά, σιγά-σιγά, θά
μᾶς πᾶνε στήν νομική κατοχύρωση, ἤδη τό κάνουν καί μετά περνᾶνε στήν ἐπίθεση.
Ἀκόμα δέν τολμοῦν ἔτσι φανερά… Κάποια σποραδικά κρούσματα ἴσως ἔχουμε. Καί
κάποιους Μητροπολίτες τούς καταγγέλουν στά Δικαστήρια… Ἀλλά ἀκόμα φανερά
δέν τό προχωρᾶνε, γιατί ὑπάρχει τό λεῖμμα τοῦ λαοῦ.
Ἀλλά γιά σκεφτεῖτε στήν ἑπόμενη γενιά μετά ἀπό τριάντα χρόνια, ποιός θά ἀντιδράει
σ’ αὐτά; Πού ἤδη τά παιδιά στό δημοτικό σχολεῖο αὐτό τό θέμα συζητᾶνε τώρα, τό
ξέρετε; Πᾶνε πλέον οἱ ἑτερόφυλες σχέσεις. Τώρα μιλᾶνε γιά ὁμοφυλοφιλία τά μικρά
παιδάκια καί τά ὑπονοούμενα εἶναι ὁμοφυλοφιλικά στά παιδιά στά δημοτικά
σχολεῖα. Αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι ἔρχεται μιά γενιά ὁμοφυλοφίλων, ἡ ὁποία φυσικά
μετά θά στραφεῖ ἐναντίον τοῦ χριστιανισμοῦ.
Ἤδη ἔχουν σχεδιάσει νά ἀφαιρέσουν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἀπό ὅλα τά
λειτουργικά βιβλία ὅλες τίς ἀναφορές ἐναντίον τῆς ὁμοφυλοφιλίας καἰ ὑπάρχουν
πάρα πολλές. Μάλιστα σ’ αὐτό θά πρωτοστατήσει -θά τό δεῖτε αὐτό- τό Βατικανό,
πού εἶναι ἀντίχριστοι. Θά ποῦνε δηλαδή, ὅτι αὐτά τά χωρία πού μιλᾶνε κατά τῆς
ὁμοφυλοφιλίας τά βάλανε οἱ χριστιανοί, δέν εἶναι ἀληθινά. Θά ἀρχίσουν νά
ἀποκαθαίρουν -κατά τήν γνώμη τους- τήν Ἁγία Γραφή. Θά δεῖτε σέ λίγα χρόνια θά
γίνει αὐτό τό πράγμα. Εἶναι ὅλα αὐτά σχεδιασμένα. Ἔρχεται μιά δικατατορία
ὁμοφυλοφίλων. Νά μέ θυμηθεῖτε… Ἡ νέα τάξη πραγμάτων αὐτό εἶναι στήν οὐσία,
μιά δικτατορία διεστραμμένων ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι στήν ἀρχή θά τό περάσουν
νομικά καί μετά καί μέ τήν βία.
153
Γι’ αὐτό ἡ καλύτερη ἀντίσταση εἶναι ὁ ἁγιασμός μας καί ὁ ἁγιασμός τῶν παιδιῶν
μας. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε τίποτα. Ἴσα-ἴσα θά εἶναι καί τιμή μας, ἄν μᾶς
ἀξιώσει ὁ Θεός νά μαρτυρήσουμε καί νά ὑποστοῦμε, ἔστω καί κάτι λίγο, γιά τόν
Χριστό. Ἀλλά γενικότερα βέβαια ὅλο αὐτό δέν εἶναι εὐχάριστο. Μία χώρα, πού
ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ὀρθόδοξη, χριστιανική, νά φτάνει νά ξεπέφτει τόσο πολύ καί νά
σβήνει μιά Ἐκκλησία. Πόσες τοπικές Ἐκκλησίες ἔχουν ἤδη σβήσει, στήν Μικρά
Ἀσία κ.λ.π. εἶναι μόνο ὑψηλοί τίτλοι, Ἐκκλησία τῆς Περγάμου, Ἐκκλησία τῆς
Σμύρνης.. Δέν ὑπάρχουν πλέον αὐτές οἱ Ἐκκλησίες. Ὑπάρχουν Ἐπίσκοποι χωρίς
ποίμνιο.
Ἐρ. : ………………………
Ἀπ. : Βλέπετε σήμερα ταπείνωση στόν κόσμο; Καθόλου ταπείνωση. Ὑπερηφάνεια..
Καί τά νέα παιδιά, τά μικρά παιδιά, οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς τά ἐκπαιδεύουν στήν
ὑπερηφάνεια. Μοῦ ἔλεγε μιά μητέρα: ἄκουγα τούς ψυχολόγους καί ἔλεγα στήν κόρη
μου ἀπό μικρή νά λέει συνέχεια ἐγώ, ἐγώ.. γιά νά ἔχει κραταιό ἐγώ, νά ἀποκτήσει
μεγάλη αὐτοπεποίθηση. Καταλάβατε; Ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού λέει ὁ
Χριστός. Αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ κόσμου σήμερα, τό ὁποῖο πλέον περνάει ὡς
ἐπιστημονική ἀλήθεια. Προσέξτε! Ἡ ἐπιστήμη τελικά, ἡ ψυχολογία καί ἡ
παιδαγωγική, παίζει τόν ρόλο τοῦ ἀντιχρίστου. Ἡ ἄθεη ἐπιστήμη… Γι’ αὐτό καί οἱ
σύγχρονοι ἅγιοι, ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὁ Ἅγιος Πορφύριος κ.λ.π. δέν ἤθελαν νά ἀκοῦνε
γιά ψυχολογία καί γιά ψυχολόγους. Ὄχι ὅτι μισοῦσαν τούς ἀνθρώπους, τούς
ἀγαποῦσαν, ἀλλά αὐτές τίς ἄθεες διδασκαλίες. Εἶναι ἀκριβῶς ἕνα ἀντι-εὐαγγέλιο.
Ἐρ.: ............Ὁ πάπας πολλές φορές ἔχει ταχθεῖ ὐπέρ τῶν ὁμοφυλοφίλων ἀλλά ἀκόμα
καί οἱ δικοί μας πολιτικοί…
Ἀπ.: Θά σᾶς πῶ κάτι… μή σᾶς σοκάρει… δέν εἶναι οἱ πολιτικοί, εἶναι καί
ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες πού τάσσονται! Δυστυχῶς… Πρόσφατα, στό Σαμπεζύ, λίγο
πρίν γίνει αὐτή ἡ ψευδο-Σύνοδος τῆς Κρήτης, ἑφτά ὧρες ἀγωνιζόντουσαν κάποιοι
ἀπό τούς ἱεράρχες τούς ὀρθόδοξους νά περάσουν αὐτό τό θέμα καί νά ἐκφραστεῖ ἡ
Σύνοδος εὐνοϊκά γιά τούς ὁμοφυλόφιλους. Εὐτυχῶς ἀντέδρασαν οἱ Σλάβοι. Οἱ
Ἑλληνόφωνοι, ἐμεῖς, εἴμαστε ὑπέρ! Καταλάβατε; Πού ἔχουμε φτάσει! Ὑπάρχει
μεγάλη διάβρωση… Γι’ αὐτό σᾶς μιλάω. Προσέχετε καί σέ ποιούς πνευματικούς
πᾶτε καί σέ ποιούς παπᾶδες πᾶτε καί σέ ποιούς ἱεράρχες κολλᾶτε κ.λ.π.
Ἐρ. : ………………………
Ἀπ.: Γι΄ αὐτό καί ἐσεῖς οἱ γυναῖκες νά μήν φορᾶτε παντελόνια. Τό unisex ἐκεῖ
παραπέμπει. Ἡ ὁμοιομορφία στήν ἐνδυμασία παραπέμπει στήν ἰδιαιτερότητα τῶν
φύλων καί παρακαλῶ καί τούς γονεῖς: μή φορᾶνε στά κοριτσάκια τους παντελόνια.
Ἔχει τεράστια σημασία αὐτό τό πράγμα. Οὔτε μέσα στό σπίτι. Παραπέμπουμε τά
παιδιά στήν ὁμοφυλοφιλία. Εἶναι νόμος, ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα, πού
ἀπαγορεύει οἱ ἄνδρες νά φορᾶνε γυναικεῖα καί οἱ γυναῖκες ἀνδρικά, γιατί μετά
ἐπέρχεται αὐτή ἡ ἰδιαιτερότητα τῶν φύλων πού λέτε, τό ὁποῖο ἤδη τό περνᾶνε ὡς
θεματική ἑβδομάδα στά παιδιά στό σχολεῖο. Ἤδη τό διδάσκουν. Λένε στά παιδιά:
154
μπορεῖς νά ἐπιλέγεις τό φύλο σου. Δηλαδή: – Μήπως νιώθεις πώς εἶσαι κορίτσι; Ἐνῶ
εἶναι ἀγοράκι! Καί τά μπερδεύουν τά παιδιά. Δέν εἶναι γιά γέλια… γιά κλάματα
εἶναι. Στό ἑξάχρονο τώρα, νά τοῦ λένε, μήπως εἶσαι κορίτσι;! Ὅταν φτιάχνεις ἔτσι τά
παιδιά… μᾶλλον ὅταν τά διαλύεις, γιατί τά χτυπᾶς πλέον στή βιολογική τους
ὑπόσταση, ὅταν ἀμφισβητεῖς τό φύλο τοῦ παιδιοῦ, τοῦ χτυπᾶς τήν οὐσία τῆς ὕπαρξής
του, τήν βιολογική ρίζα. Μετά τό διαλύεις. Ἔχεις μιά διαλυμένη προσωπικότητα.
Δέν ξέρει κι αὐτό τί εἶναι…
Κι αὐτό ξέρετε τί εἶναι; Εἶναι βούτυρο στό ψωμί τῆς νέας τάξης πραγμάτων.
Τέτοιους ἀνθρώπους θέλουν. Διαλυμένες προσωπικότητες πού δέν θά ἔχουν σθένος
νά ἀντισταθοῦν σέ τίποτε. Θά εἶναι ἁπλά εἵλωτες, δοῦλοι, σήκω-σήκω, κάτσε-κάτσε.
Τέτοιους θέλουν… Γι’ αὐτό προωθοῦν τήν ὁμοφυλοφιλία. Ξέρετε πόσα «think tank»,
δεξαμενές σκέψης, συνιστοῦν στήν Ἀμερική στούς ἑκάστοτε Προέδρους νά
προωθήσουν αὐτό τό θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας παγκοσμίως;
Καί δίνουν τεράστια ποσά γιά αὐτό. Γιατί; Γιατί, τούς λένε, θά ἔχετε τεράστια
στρατηγικά ὀφέλη. Μέ τήν διάδοση τῆς ὁμοφυλοφιλίας παγκοσμίως θά ἔχετε νά
παλέψετε πλέον μέ ἀνθρώπους διαλυμένους, ὁπότε πολύ εὔκολα θά κυριαρχήσετε,
θά πραγματοποιήσετε τό Pax Americana. Ὅπως παλιά οἰ Ρωμαῖοι ἤθελαν νά
κυριαρχήσουν παγκοσμίως, ἔτσι τώρα θέλουν οἱ Ἀμερικάνοι. Ἀλλά, ἄμα ἔχεις νά
ἀντιμετωπίσεις ἰσχυρούς ἀνθρώπους, ἰσχυρές προσωπικότητες, δέν εἶναι καί εὔκολο.
Ἄν ἔχεις ὅμως διαλυμένους ἀνθρώπους παγκοσμίως… Γι’ αὐτό δουλεύει
συστηματικά καί ὁ κινηματογράφος καί ἡ τηλεόραση καί τό Hollywood. Τώρα, τά
παιδικά λεγόμενα -μήν ἀφήνετε τά παιδιά σας νά βλέπουν παιδικά- πού φτιάχνονται
στό Hollywood, προωθοῦν στά παιδιά αὐτές τίς ἰδέες τίς ὀμοφυλοφιλικές. Καί ἤδη
ἔρχεται μιά τέτοια γενιά διαλυμένων ἀνθρώπων.
Ἐρ.:Πάτερ, εὐλογεῖτε. Τήν Σύνοδο πού ἔγινε στήν Κρήτη κάλυψε τό κρατικό κανάλι
καί εἶχαν πάει σέ κάποιον ἱερωμένο πού ἔλεγε ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα σ’ αὐτή τή Σύνοδο πού
θά περάσουμε τό διαφορετικό…
Ἀπ.:Βέβαια.Ἔτσι εἶναι. Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ οἱ ἀριστεροί νά καλύπτουν
ἐκκλησιαστικά γεγονότα! Δέν σᾶς προβληματίζει αὐτό; Τό κρατικό κανάλι εἶναι οἱ
ἀριστεροί, οἱ ἄθεοι. Αὐτοί πού λένε ὅτι εἶναι ἄθεοι. Τούς πῆρε ὁ πόνος γιά τήν
155
Ἐκκλησία;… Λίγο νά εἴμαστε ξύπνιοι…. Ὄχι. Καί ἡ Σύνοδος ἦταν δική τους. Ἡ
Σύνοδος ἦταν Σύνοδος τῆς CIA, πρωτοστάτησαν οἱ μυστικές ὑπηρεσίες τῆς
Ἀμερικῆς. Ἦταν μιά Σύνοδος πού προωθοῦσε τά σχέδια τῆς νέας τάξης πραγμάτων,
ὅπως καί ἡ Κυβέρνησή μας. Καί οἱ ἑκάστοτε τελευταῖες Κυβερνήσεις. Γι’ αὐτό τήν
πρόβαλαν τήν Σύνοδο.
Ἐρ.: …………………
Ἀπ.:Δέν ἀντιδρᾶμε. Καί ὄχι μόνο δέν ἀντιδρᾶμε, δυστυχῶς, ξέρετε τί γίνεται; Καί ἡ
ἐπίσημη Ἐκκλησία καί τά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο δέν ἀντιδροῦν, ἀλλά
καταστέλλουν αὐτούς πού ἀντιδροῦν. Νά μήν πῶ συγκεκριμένα πρόσωπα καί
ὀνόματα… ὅσοι ξέρουν, ξέρουν… Οἱ Μητροπολίτες οἱ ἴδιοι δέν προωθοῦν τήν
ἀντίδραση. Τήν καταστέλλουν τήν ἀντίδραση. Γνώριζα Μητροπολίτη, πού γινόταν
διαμαρτυρία καί ἔδωσε ἐντολή στούς κληρικούς του νά μήν πάει κανένας στήν
διαμαρτυρία κατά τῶν ὁμοφυλοφίλων! Καταλάβατε; Ἀπό κεῖ καί μετά ποιός νά
ἀντιδράσει;… Γι’ αὐτό «ὁ σώζων ἑαυτόν σωθήτω». Τουλάχιστον νά ἀγωνιστοῦμε νά
μή χαθοῦμε ἐμεῖς καί ὅσους ἄλλους μποροῦμε νά ἐνημερώνουμε καί νά σώζουμε,
ἐάν θέλουν καί αὐτοί βέβαια νά σωθοῦν.
Ἀπ.:Ἔ, ναί… γιατί τά παιδιά αὐτά ἔχουν πάρει τά πνευματικά μικρόβια αὐτά ἀπό
τούς γονεῖς τους. Αὐτές οἱ διαστροφές ἔχουν ἐπικρατήσει στά ζευγάρια – συγγνώμη
πού τό λέω ἔτσι ὠμά – καί θεωροῦνται φυσιολογικά. Ἔχει καταντήσει ὁ γάμος
σήμερα ἕνας νόμιμος σοδομισμός. Αὐτές ὅλες οἱ διαστροφές ἔχουν κυριαρχήσει καί
λέει ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὅτι αὐτές οἱ ἐπιθυμίες τῶν γονέων περνᾶνε στά ἔμβρυα,
περνᾶνε στά παιδιά καί τό παιδάκι μετά ἔχει ὠς κληρονομιά αὐτή τήν τάση ἀπό τούς
γονεῖς. Δέν κληρονομεῖται μόνο τό βιολογικό DNA ἀλλά καί τό πνευματικό DNA.
Ὅ,τι εἶναι δηλαδή ὁ γονιός, ἡ προσωπικότητα τοῦ γονιοῦ, ὅ,τι ἐπιθυμίες ἔχει καί
ἄνομες καί διεστραμμένες, αὐτά περνοῦν στό παιδάκι. Αὐτοί, ὄχι γονεῖς, ἐγκληματίες
156
εἶναι… πού φτιάχνουν τέτοια παιδιά. Χίλιες φορές νά μήν ἔκαναν παιδιά καί νά μήν
ἔκαναν οἰκογένεια. Δέν εἶναι οἰκογένεια αὐτό τό πράγμα. Κι ἔχουμε δυστυχῶς καί
πνευματικούς χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος
Θεολόγος, πού λένε ὅτι: ‘ἐγώ δέν ἀσχολοῦμαι μέ τήν κρεβατοκάμαρα, κάνετε ὅ,τι
θέλετε ἀφοῦ εἶστε παντρεμένοι’. Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ… Πῶς μπορεῖς νά λές τέτοια
πράγματα καί νά δίνεις δαιμονική κατεύθυνση στούς ἀνθρώπους; Ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος καί ἀσχολεῖται καί βάζει ὅρια καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί οἱ ἱεροί
Κανόνες. Ὑπάρχουν Κανόνες πού λένε ὅτι γιά τό σοδομιτικό ἁμάρτημα χρειάζονται
ἑπτά χρόνια ἀποχή ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Τό ξέρετε αὐτό; Ἑπτά χρόνια… ἀπό τή
στιγμή πού σταματᾶς νά ἁμαρτάνεις. Καί γιά ὅλα τά σαρκικά ἁμαρτήματα.
Ἑπομένως, ἐμεῖς βλέπουμε τώρα τούς καρπούς τῶν ἁμαρτιῶν μας. Γιατί κάθε
ἁμαρτία ἔχει μέσα της κρυμμένο τόν θάνατο. Τά λέω αὐτά, ἄν καί «αἰσχρόν ἐστι καί
λέγειν» (Ἐφ. 5,12), ἀλλά σήμερα ἔχουν τόσο πολύ διαδοθεῖ καί τόσο πολύ πλέον
συζητοῦνται καθημερινά δημοσίως, πού πρέπει νά τά ποῦμε, γιά νά ξυπνήσουμε
ἐπιτέλους. Ὅσοι θέλουν νά ξυπνήσουν τουλάχιστον καί νά ἀφήσουν αὐτή τήν ἄνομη
ζωή… καί νά δημιουργηθεῖ μιά ὑγιής γενιά.
157
Οἰκουμενισμός καί νέα ἐποχή
Με τη χάρη του Θεού, σκέφτηκα σήμερα να πούμε ένα θέμα το οποίο είναι πάρα
πολύ σημαντικό για την Ορθόδοξη πίστη, γιατί σχετίζεται με μία αίρεση η οποία
διαδίδεται πάρα πολύ γρήγορα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και η οποία είναι πολύ
επιεικής ο όρος να την πούμε αίρεση, το πιο σωστό είναι να την πούμε παναίρεση.
Αυτή η παναίρεση λέγεται οικουμενισμός. Το μαντέψατε και μόνο από την έκφραση,
γιατί κάποιοι το έχετε ακούσει. Έτσι την ονόμαζε ο σύγχρονος Άγιος Ιουστίνος ο
Πόποβιτς, ο οποίος αναγνωρίστηκε πριν λίγο καιρό, δεν ξέρω αν ακριβώς
συμπληρώθηκε χρόνος από την αναγνώριση της αγιότητάς του από την Σερβική
Εκκλησία, παρόλο που και αυτή η Εκκλησία μαστίζεται από τον οικουμενισμό όπως
και γενικά η Εκκλησία η Ορθόδοξη.
Δυστυχώς και αυτή η αίρεση, η παναίρεση, εντάσσεται στο ευρύτερο μωσαϊκό της
νέας εποχής. … Η νέα εποχή έχει δύο βασικούς στόχους. Βασίζεται στην αστρολογία
που λέει ότι κάθε δύο χιλιάδες χρόνια έρχεται ένας καινούριος ‘Μεσσίας’. Τελείωσε
η εποχή του Χριστού και τώρα θα έρθει ο νέος ‘Μεσσίας’ που ξέρουμε εμείς ότι θα
είναι ο αντίχριστος.Και έχει δύο βασικούς στόχους αυτή η νέα εποχή. Ο πρώτος είναι
να φέρει μία νέα τάξη πραγμάτων σε πολιτικο-οικονομικό επίπεδο, αυτό που λέμε
παγκοσμιοποίηση οικονομική και πολιτική. Οπότε να έχουμε μία παγκόσμια
κυβέρνηση, έναν παγκόσμιο κυβερνήτη και μία παγκόσμια οικονομία. Ο δεύτερος
στόχος είναι να έχουμε μία νέα τάξη πραγμάτων σε θρησκευτικό επίπεδο, μια νέα
θρησκεία που την ονομάζουνε παν-θρησκεία, στην οποία θα συγχωνευτούνε ή θα
ενταχθούνε όλες οι υπάρχουσες θρησκείες, παραθρησκείες, αιρέσεις, σέκτες.
Ό,τι θέλει ο καθένας να πιστεύει θα πιστεύει και μπορεί να το πιστεύει. Όλοι όμως
θα έχουνε μία κοινή αντίληψη ότι ένας είναι ο Θεός και δεν πρέπει ο ένας να
καταργεί τον άλλον ή να λέει ότι ο άλλος δεν είναι σωστός. Και φυσικά μέσα σε
όλους αυτούς είναι και ο Χριστιανισμός και η Ορθοδοξία, στην οποία δεν θα
επιτρέπεται να λέει ότι ο Χριστός είναι η αλήθεια αλλά ότι απλώς είναι άλλη μία
αλήθεια κοντά στις άλλες αλήθειες του Βούδα, του Μωάμεθ, του Ζαρατούστρα, του
Κομφούκιου και είναι και αυτός ένας δρόμος, αλλά όχι Ο δρόμος.
Ο Χριστός όμως μας είπε ότι εγώ είμαι ο δρόμος. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να
πάτε στον Θεό. Όλοι οι άλλοι δρόμοι που φανερώνονται, προσφέρονται ως δρόμοι
για τον Θεό, δεν πάνε στον Θεό τον αληθινό, αλλά πάνε στον εχθρό του Θεού, στον
Εωσφόρο.
158
Η ευρύτερη προσπάθεια να ενωθούν όλες οι θρησκείες λέγεται προσπάθεια για την
πανθρησκεία.
Από τη δεκαετία του 1970 το οικουμενιστικό όραμα δεν περιορίστηκε μόνο στην
ένωση των χριστιανικών ομολογιών, Ορθόδοξοι, Παπικοί, Προτεστάντες,
Αντιχαλκηδόνιοι (είναι αυτοί που τους λέμε και αλλιώς Μονοφυσίτες), αλλά η
στόχευση απλώνεται και στις θρησκείες του κόσμου ξεκινώντας σε πρώτη φάση από
τις λεγόμενες Μονοθεϊστικές θρησκείες, -Χριστιανισμός, Ιουδαϊσμός, Ισλάμ- οι
οποίες προσφέρονται, έτσι νομίζουν αυτοί, σε μία πρώτη ένωση. Και μετά να
επεκταθεί και τις υπόλοιπες, τον Ινδουισμό, τον Βουδισμό και λοιπά.
Αλλά έχει γίνει στα χαρτιά και προσπαθούνε να το περάσουνε με τον λεγόμενο λαϊκό
οικουμενισμό, δηλαδή τώρα πλέον η προσπάθειά τους είναι να πείσουν τον λαό ότι
δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, είμαστε το ίδιο. Γι’ αυτό και βλέπουμε τους μεγάλους
μας, κάποιους δηλαδή από τους Ορθόδοξους, να συμπροσεύχονται με τους
Παπικούς, με τους Προτεστάντες, με τις Προτεστάντισσες, τις παππαδίνες, γιατί
αυτοί έχουν και παππαδίνες οι οποίες είναι και ομοφυλόφιλες πολλές από αυτές.
Συγνώμη που σας τα λέω αλλά πρέπει να τα πούμε να τα ξέρετε.
Και είναι προς ντροπή μας και μόνο που πηγαίνουμε να συμπροσευχηθούμε με
αυτούς, τη στιγμή που οι Ιεροί Κανόνες, ο 10ος Αποστολικός Κανόνας, δηλαδή πριν
από τις Οικουμενικές Συνόδους απ’ την εποχή των Αποστόλων, ορίζει ότι καθένας
που συμπροσεύχεται με αιρετικούς ακόμα και στο σπίτι του, όχι να πάει στον Ναό,
αφορίζεται αν είναι λαϊκός και αν είναι κληρικός καθαιρείται. Έτσι ορίζει ο Κανόνας
των Αποστόλων, επομένως δεν μπορείς να πας και να συμπροσεύχεσαι με τους
Καθολικούς ή με τους Προτεστάντες. Είναι και μία απορία δική σας όταν πάτε στο
159
εξωτερικό και λέτε, δεν βρίσκω Ορθόδοξο Ναό, να πάω σε έναν Καθολικό; Όχι να
μην πας. Δεν επιτρέπεται. Είναι προδοσία του Χριστού, γιατί αυτοί έχουνε αλλοιώσει
το δόγμα, έχουνε αλλοιώσει την πίστη, δεν έχουνε δηλαδή σωστή πίστη και ομολογία
για τον Χριστό. Έχουν προδώσει τον Χριστό, την αλήθεια του Χριστού και δεν
αναπαύεται το Άγιο Πνεύμα εκεί πέρα. Δηλαδή θα πάρεις άλλο πράγμα, όχι πάντως
το Άγιο Πνεύμα.
Δυστυχώς αυτή η προσπάθεια έχει πετύχει πάρα πολύ και «ορθόδοξοι». εντός
εισαγωγικών, θεολόγοι στις θεολογικές σχολές ασπάζονται αυτήν την άποψη. Ποια
είναι η άποψη; Ότι και οι Παπικοί είναι Εκκλησία, και το λένε δυστυχώς, και ο
‘Πάπας’ είναι επίσκοπος και έχει και ιερωσύνη και αυτοί έχουν ιερωσύνη. Έχει γίνει
μεγάλη ζημιά στους Ορθοδόξους από αυτούς τους λεγόμενους διαλόγους και όχι
μόνο δεν έχουμε καλά αποτελέσματα απ’ τους διαλόγους αλλά το αντίθετο έχουμε
πολύ κακά αποτελέσματα, διότι έχει αλλοιωθεί το Ορθόδοξο φρόνημα, έχει
αλλοιωθεί δηλαδή η Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία. Οι άνθρωποι που πάνε εκεί πέρα αν
έχουνε λίγη Ορθοδοξία την χάνουνε και αυτή και έρχονται εδώ και μας λένε απόψεις
Παπικές. Υπογράφουνε και κείμενα τα οποία τα συντάσσουνε οι Παπικοί όπως
θέλουνε αυτοί, τα οποία ουσιαστικά είναι μία προδοσία της Ορθοδοξίας.
Έτσι λοιπόν περάσαμε από τον διαχριστιανικό συγκρητισμό που σας είπα είναι η
προσπάθεια να ενωθούν οι Χριστιανοί μεταξύ τους, δηλαδή η Ορθοδοξία και οι
άλλες Χριστιανικές ομάδες ας τις πούμε έτσι, ουσιαστικά είναι αιρέσεις, και
περάσαμε στη δεύτερη μορφή του σχεδίου της νέας εποχής που είναι
ο διαθρησκειακός συγκρητισμός, να τα βρούμε και με τους Μουσουλμάνους και με
τους Ιουδαίους ότι έχουμε τάχατες και μ’ αυτούς τον ίδιο Θεό.
Η νέα τάξη πραγμάτων θέλει έναν κόσμο που να μην έχει ιδιαιτερότητες.Οι
κοινωνικές ομάδες δηλαδή, και οι κοινωνικές ιδιαίτερες παραδόσεις του κάθε τόπου,
του κάθε λαού, πρέπει να εξαλειφθούν. Να γίνει ο κόσμος ένας χυλός, ένα αμάλγαμα.
Πως βάζεις στο μίξερ ας πούμε διάφορα πράγματα και τα κάνεις χυλό ομοιογενή
κατά κάποιον τρόπο. Έτσι θέλουν να κάνουν όλον τον κόσμο, γι’ αυτό προωθείται
και η λαθρομετανάστευση, για να γίνει ανακάτεμα των πληθυσμών και των
θρησκειών, να χαθούνε οι τοπικές παραδόσεις.
Γι’ αυτό προωθείται το αμερικάνικο στυλ ζωής. Τα φαστ φουντ και όλες αυτές οι
μόδες, οι χοροί, οι μουσικές. Διότι πρέπει να ξέρετε ότι τις ιδέες της η νέα εποχή τις
160
διαδίδει μέσω της μουσικής βασικά.Μέσω των ΜΜΕ και προπάντων μέσω της
μουσικής. Όλα αυτά τα κινήματα της μουσικής, τα μέταλ, ροκ και λοιπά, είναι
κινήματα της νέας εποχής. Είναι κατευθυνόμενα και δεν είναι καθόλου αυθόρμητα.
Και ο στόχος βέβαια σε τελική ανάλυση είναι ο Θεός, γιατί το κίνημα της νέας
εποχής σας είπα ξεκίνησε από την αστρολογία και από μία ονόματι Αλίκη Μπέιλυ η
οποία ήτανε μέντιουμ.
Και ένας άλλος τρόπος που διαδίδεται, και πρέπει να το ξέρετε όσοι είστε γονείς και
παππούδες, είναι τα παιδικά παιχνίδια τα οποία είναι πλέον αποκρυφιστικά. Δεν είναι
καθόλου αθώα. Αποκρυφιστικά σημαίνει προβολή του σατανά, των τεράτων, των
βαμπίρ, ανθρώπων που πίνουν αίμα, φαντασμάτων, όλα αυτά, νεράιδες, μάγισσες,
μάγοι, όλο αποκρυφιστικά στοιχεία, δηλαδή μαγικά στοιχεία λατρεία του σατανά.
Προωθείται μέσα από τα παιδικά παιχνίδια. Γι’ αυτό πάρα πολύ μεγάλη προσοχή τι
παίρνετε στα παιδιά. ‘Όλα αυτά είναι στοχευμένα και κατευθυνόμενα για να
αγαπήσουν τα παιδιά ουσιαστικά τον Εωσφόρο που είναι ο αρχηγός του κινήματος
της νέας εποχής.
Θέλουνε λοιπόν να κάνουνε ένα παγκόσμιο αμάλγαμα και ένας τρόπος είναι, έτσι
αυτοί νομίζουν, να ενώσουν τις θρησκείες, να ανακατέψουν τις θρησκείες.
Το βασικό δόγμα της Θεοσοφίας είναι ότι καμιά θρησκεία δεν είναι πάνω από την
αλήθεια. Δηλαδή, όλες οι θρησκείες έχουνε ψήγματα της αλήθειας, έχουνε
κομματάκια. Και οι Ορθόδοξοι έχουνε ένα κομματάκι, εμάς μάλιστα μας λένε ότι
161
έχουμε μεγάλο κομμάτι, μας κολακεύουνε. Ένα άλλο κομμάτι έχουνε οι Καθολικοί.
Οι λεγόμενοι Καθολικοί, εμείς είμαστε οι Καθολικοί. Παπικοί είναι πιο σωστό να
τους λέμε. Ένα άλλο κομμάτι έχουν οι Προτεστάντες. Άλλο κομμάτι έχουνε οι
Ινδουιστές, άλλο οι Βουδιστές και λοιπά. Καμιά θρησκεία δεν έχει ολόκληρη την
αλήθεια. Έτσι λένε αυτοί. Οπότε όλες θα πρέπει να συνεισφέρουν το μερίδιό τους
ώστε η κάθε μια να εμπλουτίσει τις άλλες και να εμπλουτισθεί από αυτές. Άρα κι
εμείς δηλαδή έχουμε ανάγκη εμπλουτισμού, δεν είναι αρκετά αυτά που μας είπε ο
Χριστός. Έχουμε ανάγκη και από τον Βούδα και από τον Μωάμεθ και από όλους
αυτούς.
Η αποκλειστική αλήθεια. Δεν υπάρχει άλλη αλήθεια πουθενά αλλού. Όχι, σου λέει,
υπάρχουν και άλλες αλήθειες. .. Βλέπετε, είναι αντι-χριστιανική διδασκαλία.
Και έχουνε επηρεαστεί και από τον γνωστικισμό. Ο γνωστικισμός αυτό λέει,
ότι υπάρχει μία γνώση απόκρυφη. Και στο διαδίκτυο νομίζω υπάρχει μία ταινία,
λέγεται The Secret (Το Μυστικό). Μια μυστική γνώση υπάρχει την οποία δεν την
ξέρουμε. Δεν υπάρχει, αυτό είναι διαβολικό τέχνασμα. Είναι αυτό που είπε και στην
Εύα το φίδι, ότι θα ανοίξουν τα μάτια σου και θα δεις. Γιατί; Ήταν τυφλή η Εύα; Δεν
ήξερε αυτά που έπρεπε να ξέρει; Τα ήξερε μια χαρά. Αλλά τί είδε; Είδε το κακό, είδε
την αμαρτία. Χρειάζεται να μάθεις την αμαρτία; Όχι δεν χρειάζεται.
Αυτή λοιπόν η διατύπωση, «όλοι οι δρόμοι οδηγούν στον Θεό», «πίστευε ό,τι θέλεις
μόνο μην είσαι μονόδρομος», αυτή είναι μια διαφορετική διατύπωση του
προαναφερθέντος θεοσοφικού νεοεποχίτικου δόγματος, που σου λέει να υπάρχει
δογματικός πλουραλισμός. Υπογραμμίζουμε την πρώτη λέξη, τη λέξη ‘δογματικός’.
Αυτό σημαίνει ότι σημαντικό δεν είναι ο πλουραλισμός, δηλαδή η συνύπαρξη
διαφορετικών δογμάτων και πίστεων, όσο το ότι ο πλουραλισμός ανάγεται σε δόγμα.
Καταλάβατε; Δηλαδή, οπωσδήποτε πρέπει να υπάρχει πλουραλισμός, δεν μπορεί να
υπάρχει αποκλειστικότητα. Όποιος αμφισβητήσει αυτό το δόγμα χαρακτηρίζεται ως
‘φανατικός’ και εξοβελίζεται. Καταλάβατε;
162
πορεία τους, όσοι τους είδατε, με το σύμβολο της νέας εποχής, το ουράνιο τόξο. Οι
ομοφυλόφιλοι έχουν αυτό το σύμβολο. Για να καταλάβετε ότι δεν είναι τυχαίες αυτές
οι gay pride που οργανώνονται και στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη και θα πάνε
τώρα και στην Σκιάθο και θα μολύνουν όλη την Πατρίδα μας. Εμείς φταίμε, εμείς
τους αφήνουμε. Είναι και αυτοί από τη νέα εποχή κατευθυνόμενοι και είναι σα να
μας λένε ότι να εμείς είμαστε και είμαστε τέτοιοι. Όποιος αμφισβητήσει αυτό το
δόγμα είναι ‘φανατικός’ και εξοβελίζεται.
Απ’ τους εκπροσώπους της νέας εποχής εκφράζεται η θέση ότι δεν πρέπει κανείς να
εκφέρει αξιολογικές κρίσεις για την ορθότητα, την ανωτερότητα ή την κατωτερότητα
των διαφόρων θρησκειών. Δεν μπορείς να πεις δηλαδή ότι ο μουσουλμανισμός είναι
λάθος. Δεν επιτρέπεται να τους αξιολογήσεις, να τους κρίνεις. Δεν επιτρέπεται να
πεις ότι είναι απαράδεκτο να σκοτώνουν τις γυναίκες επειδή πέθαναν οι άντρες τους
ας πούμε, οι Ινδοί. Αυτό γίνεται στον Ινδουισμό.
Όχι σου λέει, Ινδουισμός, είναι πολύ καλή θρησκεία. Δεν επιτρέπεται να πεις κακά
λόγια, μετά είσαι .. πρέπει να σε πάμε στο δικαστήριο. Από τους εκπροσώπους της
νέας εποχής λοιπόν αυτό το δόγμα εκφράζεται. Δεν μπορείς να κατακρίνεις τους
άλλους, εφόσον όλες οι θρησκείες είναι νόμιμες εξίσου και απλώς διαφορετικές για
λόγους ιστορικούς και πολιτισμικούς. Θρησκευτικές παραδόσεις. Αλλά όλοι σου
λέει, υπηρετούν τον ίδιο Θεό και πάνε τους ανθρώπους προς τον Θεό.
Έτσι το καλό και το κακό για τους κήρυκες της νέας εποχής είναι απλώς δύο όψεις
του ίδιου νομίσματος. Πρόκειται για τη θεωρία του ying και του yang στις
Ανατολικές θρησκείες. Ο δογματικός πλουραλισμός συνδέεται επίσης με μια άλλη
θεμελιώδη παραδοχή πολλών ομάδων της νέας εποχής που είναι ο υποκειμενισμός.
Προσέξτε, και αυτό θα το έχετε ακούσει, ‘έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε‘. Αφού έτσι το
νομίζετε, έτσι θα ΄ναι. Έτσι το βλέπεις εσύ, άποψή σου. Εγώ έχω μια άλλη άποψη, ο
163
άλλος έχει μια άλλη άποψη.Δεν υπάρχει δηλαδή αλήθεια αντικειμενική,
υποκειμενικά είναι όλα.Υποκειμενική και η ηθική, οπότε τα καταργούμε όλα.
Καταλάβατε; No limits, καθόλου όρια. Δεν υπάρχουν όρια, έτσι το βλέπεις εσύ ότι
αυτό είναι ηθικό, εγώ το βλέπω για ανήθικο αυτό. ..
Και ο καθένας φτιάχνει μία δική του ηθική. Και τελικά πού καταλήγουμε; Προσέξτε.
Καταλήγουμε στο δόγμα του νέο-σατανισμού. Τι λέει αυτό το δόγμα;ΚΑΝΕ Ο,ΤΙ
ΘΕΛΕΙΣ. Αυτός είναι όλος ο νόμος. Καταλάβατε; Δεν υπάρχει πλέον φραγμός για
τίποτα. Κάνε ό,τι θέλεις. Αυτός είναι ο νόμος. Αυτό λέει ο νέο-σατανισμός με τη
διατύπωση του Άλιστερ Κρόουλι -θα τον έχετε ακούσει- ο οποίος ονόμαζε τον εαυτό
του, the great beast, το μέγα θηρίο. Ωραίο όνομα! Την εποχή αυτή υπάρχει και βιβλίο
που τον προβάλλει και τον ωραιοποιεί, και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
ΑΡΧΕΤΥΠΟ του περιοδικού ΑΒΑΤΟΝ. Τους κάνουμε και διαφήμιση.
«Αν κάποιος από το ακροατήριο ελπίζει ότι αυτή η ενότης θα έρθει με τον θρίαμβο
μιας οποιασδήποτε θρησκείας και τον αφανισμό των άλλων, σ’ αυτόν δεν έχω παρά
να πω: Αδελφέ μου, οι ελπίδες σου θα διαψευστούν. Μήπως επιθυμώ οι Χριστιανοί
να γίνουν Ινδουιστές; Προς Θεού. Μήπως επιθυμώ οι Ινδουιστές ή οι Βουδιστές να
γίνουν Χριστιανοί; Προς Θεού. Οι Χριστιανοί δεν πρέπει να γίνουν Ινδουιστές, ούτε
Βουδιστές. Ούτε και αυτοί να γίνουν Χριστιανοί. Αλλά τι; Κάθε θρησκεία θα πρέπει
να αφομοιώσει το πνεύμα των άλλων θρησκειών, διατηρώντας ωστόσο τις
ιδιαιτερότητές της προκειμένου να αναπτυχθεί σύμφωνα με τους δικούς της νόμους».
Πόσο ‘όμορφα’ ακούγεται αλλά πόσο κατεδαφιστικό είναι για την Ορθοδοξία.
Έτσι δεν επιτρέπεται να κάνεις ιεραποστολή.Δεν επιτρέπεται να μαρτυρήσεις, να
ομολογήσεις Χριστό, αφού όλοι πρέπει να είναι αυτό που είναι, να μην αλλάξει
κανένας και όλοι είναι μια χαρά, όλοι πάνε στον Θεό.
Γιατί οι Απόστολοι τότε να πάνε να κηρύξουν στα έθνη τον Χριστό; Γιατί ο Χριστός
να στείλει τους Αποστόλους στα έθνη;Δεν χρειάζεται.Βλέπετε πως ανατρέπουν τον
Χριστό;Ενώ ο Χριστός αυτήν την εντολή μας έδωσε,πορευθέντες μαθητεύσατε
πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ
῾Αγίου Πνεύματος. Αν όλα τα έθνη ήταν εν τάξει και είχαν την αλήθεια, ποιός ο
λόγος να τους κηρύξουμε; Ποιος ο λόγος να μας σταυρώσουνε και να μας σφάξουνε,
όπως έσφαξαν τους πλείστους των Ιεραποστόλων;
164
«Στο τέλος, οι μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες δεν θα εξαφανιστούν, κανείς δεν θα
έχει το επάνω χέρι. Οι Ιουδαίοι θα παραμείνουν Ιουδαίοι, οι Μουσουλμάνοι θα
παραμείνουν Μουσουλμάνοι και οι ανήκοντες στα μεγάλα Ανατολικά θρησκεύματα
θα παραμείνουν Ινδουιστές, Βουδιστές και Ταοϊστές. Η Αφρική θα εκφράζει τη δική
της αντίληψη περί του κόσμου, η Κίνα θα διατηρήσει την πνευματική κληρονομιά.
Όπως πριν, οι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να ταξιδεύουν απ’ την Ανατολή προς τη
Δύση, απ’ το Βορά προς το Νότο και να διαμένουν στη Βασιλεία του Θεού (βλέπετε;
όλοι είναι στη Βασιλεία του Θεού) χωρίς συνεπώς να έχουν γίνει πρωτίστως
Χριστιανοί όπως εμείς.»
Δεν χρειάζεται να γίνουν Χριστιανοί. Αφήστε τους όπως είναι να πεθάνουν μέσα
στην πλάνη. Καταλάβατε; Αυτή είναι η μεγάλη χαρά του διαβόλου, να μην
ακούγεται το όνομα του Χριστού. Αυτό είναι το τεράστιο λάθος στο οποίο έχουν
υποκύψει πολλοί, δυστυχώς και Ορθόδοξοι, και μιλάνε αυτοί που έχουν υποκύψει
στη νέα εποχή για ανοχή, για ειρηνική συνύπαρξη των θρησκειών. Γιατί να τους
κάνεις λέει τους Μουσουλμάνους Ορθόδοξους; Όχι δεν χρειάζεται, ας τους εκεί που
είναι, καλά είναι, στον ίδιο Θεό είναι. Μα δεν είναι στον ίδιο Θεό. Αλλοίμονο αν
πούμε ότι ο Μουσουλμάνος έχει τον ίδιο Θεό με τον Ορθόδοξο. Δεν ξέρουμε τι λέμε.
Γιατί ο Μουσουλμάνος αρνείται τον Χριστό, τον βρίζει τον Χριστό. .. Το Κοράνιο
βρίζει πάρα πολύ και τον Χριστό και την Παναγία. Και δυστυχώς, κάποιοι
Ορθόδοξοι το ονομάζουν και ιερό και το δίνουν και δώρο προς αίσχος και
καταισχύνη μας.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα της δράσης της εποχής και αυτών των διαλόγων. Αυτό το
κείμενο που σας διάβασα τώρα δεν ανήκει στον Βιβεκανάντα αλλά περιείχετο
στον επίσημο οδηγό που κυκλοφόρησε πριν από τη γενική συνέλευση του
Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών στο Βανκούβερ του Καναδά το 1983. Στο
οποίο πηγαίνουμε κι εμείς δυστυχώς και συμμετέχουμε ως μέλη αυτού. Δείχνει αυτό
το κείμενο που το βγάλαν υποτιθέμενοι Χριστιανοί, πώς και πόσο ο σπόρος που ο
Ινδός γκουρού είχε ρίξει πριν από 50 χρόνια βρήκε πρόσφορο έδαφος, βλάστησε και
αποδίδει καρπούς μεταξύ αυτών που αυτοπροσδιορίζονται ως Χριστιανοί. Τώρα
πόσο μπορείς να είσαι Χριστιανός και να κάνεις ομοφυλόφιλους ιερείς και ιέρειες το
καταλαβαίνει ο καθένας μόνος του πόσο Χριστιανοί είναι αυτοί. Γιατί κυρίως από
αυτούς συγκροτείται το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, τους Προτεστάντες
και τους Αγγλικανούς.
Θα πρέπει να πούμε ότι δηλώσεις σαν και αυτή του Ινδού γκουρού που αναφέραμε
στην αρχή, δεν εκφράζουν το πραγματικό πιστεύω των κηρύκων του συγκρητισμού.
Ποιο είναι το πραγματικό πιστεύω; Το πραγματικό πιστεύω, να σας το πω εξαρχής,
είναι η εξαφάνιση της Ορθοδοξίας. Γιατί το δόγμα τους, το πιστεύω τους το βασικό,
είναι ότι πρέπει να γίνει μια κάθαρση, ένας εξαγνισμός της γης και αυτός ο
εξαγνισμός θα γίνει με την εξολόθρευση καθενός που αντιτίθεται στη νέα εποχή. Οι
Ορθόδοξοι δηλαδή που θα αντιταχθούν θα πρέπει να σφαχτούν. Αυτό είναι το δόγμα
165
τους αλλά δεν το λένε εξαρχής. Στην αρχή σου λένε, ενότητα εν τη ποικιλία. Θα το
έχετε ακούσει, και στους διαλόγους αυτό λένε. Να έχουμε ενότητα και να κρατάει ο
καθένας τα πιστεύω του.
Αυτό όμως είναι ένα δόλωμα για την παγίδευση των ανύποπτων Χριστιανών στις
Ανατολικές θρησκείες και στη νέα εποχή. Οι «διδάσκαλοι», εντός εισαγωγικών, της
εποχής, βλέπουν με συγκατάβαση ανάμεικτη με περιφρόνηση τους Χριστιανούς.
Γιατί πιστεύουν ότι οι Χριστιανοί βρίσκονται σε κατώτερο εξελικτικό επίπεδο,
εκείνο της εποχής των ιχθύων που τελειώνει, ενώ οι ίδιοι βρίσκονται σε ανώτερο
εξελικτικό επίπεδο, αυτό της εποχής του υδροχόου της πολυδιαφημιζόμενης νέας
εποχής που αρχίζει.
Οι παρακάτω λόγοι ανήκουν πάλι στον Ινδό γκουρού τον Βιβεκανάντα, δηλοποιούν
την ανειλικρίνεια αυτού και των συναδέλφων του. Προσέξτε τι είπε ο Βιβεκανάντα
όταν γύρισε από τις ΗΠΑ, από την πρώτη αυτή πανθρησκειακή σύναξη που κάνανε,
σε έναν πύρινο λόγο του στους φοιτητές στο Μαντράς στην Ινδία, όπου του έγινε και
αποθεωτική υποδοχή. Τους λέει,
«Αυτό είναι το μεγάλο ιδανικό που βρίσκεται μπροστά μας και ο καθένας πρέπει γι’
αυτό να οπλιστεί. Η άλωση του κόσμου από την Ινδία. Τίποτα το λιγότερο από αυτό
και όλοι εμείς πρέπει να οπλιστούμε και να τεντώσουμε γι’ αυτόν τον σκοπό κάθε
νεύρο. Σήκω Ινδία και κυρίευσε τον κόσμο με την πνευματικότητά σου.» ..
Καταλαβαίνετε τώρα γιατί έχουμε γεμίσει με γιόγκα και πιλάτες και πολεμικές
τέχνες .. και διαλογισμούς και εσωτερισμούς και ένα σωρό τέτοιες σχολές
Ανατολικών θρησκειών; Από εκεί ξεκίνησε.
Ας δούμε τώρα πως το ίδιο αυτό νεοεποχίτικο δόγμα του δογματικού πλουραλισμού
εκφράζεται σε δηλώσεις βασικών εκπροσώπων του οικουμενισμού, δυστυχώς
Ορθοδόξων. Ένας απ’ αυτούς είναι ο Σεβασμιώτατος πρώην Ελβετίας κύριος
Δαμασκηνός. Ας τον ακούσουμε.
Όλες οι θρησκείες λέει, θεωρούνται «ηθελημέναι οδοί από τον Θεό για τη δόξα του
Θεού και την σωτηρία των πιστών τους.»
Αν δεν είναι βλασφημία αυτό το πράγμα, τι είναι; Όλες οι θρησκείες δηλαδή είναι
από τον Θεό και είναι δρόμοι που έφερε ο Θεός για τη δόξα του Θεού και τη
σωτηρία μας. Καταλαβαίνετε; Καταλύουμε δηλαδή αυτό που είπε ο Χριστός ότι εγώ
είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή και λέμε ότι όλοι είναι οδός, όλοι είναι αλήθεια,
όλοι είναι ζωή. ..
«Κατά βάθος», ο ίδιος πάλι .. «μία εκκλησία ή ένα τέμενος, αποβλέπουν στην ίδια
πνευματική καταξίωση του ανθρώπου.»
166
Είτε πας σε μία εκκλησία ή σε ένα τέμενος, θα καταξιωθείς πνευματικά. Αυτό θέλει
να μας πει. Καταλάβατε; Δηλαδή θα σωθείς, [είναι] το ίδιο πράγμα.
«Θα πρέπει να συντελέσουμε όλοι μας στην προώθηση των πνευματικών αρχών του
οικουμενισμού, της αδελφοσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπορέσει να γίνει
μόνο εάν είμαστε ενωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού, Δημιουργού ορατών τε
πάντων και αοράτων. [Πως είναι δυνατόν;] Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι,
Προτεστάνται και Εβραίοι. Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδιστές και Κομφουκιανοί,
ήλθε ο καιρός όχι απλώς για προσέγγιση, αλλά για μια συμμαχία και συλλογική
προσπάθεια προς τον σκοπό καθοδηγήσεως του κόσμου μακράν των
ψευδοπροφητών, του εξτρεμισμού και της μισαλλοδοξίας.»
«Για μένα το θέμα της γνώσεως, αν το Ισλάμ είναι ή δεν είναι μια εμπνευσμένη
θρησκεία δεν τίθεται. Είναι βεβαίως εμπνευσμένη.»
Τώρα από ποιό πνεύμα είναι εμπνευσμένη, αυτό δεν μας λέει. Γιατί δεν είναι μόνο το
Άγιο Πνεύμα, υπάρχουν και πονηρά πνεύματα.
[Συνεχίζει] «Είναι βεβαίως εμπνευσμένη. Ο Μωάμεθ είναι άνθρωπος του Θεού (αυτό
πια κι αν δεν είναι), ο οποίος έκαμε τους Άραβες της ερήμου να πιστέψουν στον ένα
Θεό, ικανούς να προσεύχονται, να νηστεύουν, να αγαπούν τους γείτονές τους
(μπορεί και να σε σφάξουν) και να εργάζονται για το καλό, και αυτό είναι καλό
πράγμα.»
Επίσης, «Το Ισλάμ στο Κοράνιό του μιλάει για Χριστό, για Παναγία (τους βρίζει
όμως, δεν το λέει αυτό) κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και
τόλμη. Να πούμε την αλήθεια. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το
κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του που είναι μαθητές του ενός
Θεού.»
167
Δεν μας λέει όμως ποιος είναι αυτός ο ένας Θεός, ο οποίος βεβαίως δεν είναι ο
Τριαδικός Θεός.
Ο γνωστός για τις ιδέες του καθηγητής Σάββας Αγουρίδης, μετά τη συμμετοχή του
στην δεύτερη συνδιάσκεψη της Συνελεύσεως των Θρησκειών του Κόσμου στο Σαν
Φρανσίσκο το 1990, η οποία αποτελεί μια από τις πολλές οργανώσεις του Κορεάτου
ψευδομεσσία Σαν Μιουνγκ Μουν, δήλωσε:
«Αυτό που εδώ στην Ελλάδα έχουμε πραγματική ανάγκη είναι η αντικειμενική
γνώση του Ισλάμ και του Ιουδαϊσμού. Πρόκειται για γειτόνους μας και πρέπει να
καταλάβουμε καλά πως έχουμε υποχρέωση να μάθουμε την θρησκευτική παράδοση
των γειτόνων μας και να τους ΑΠΟΔΕΧΤΟΥΜΕ(αυτό είναι το σημαντικό) ΣΑΝ
ΙΣΟΥΣ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΥΣ».
Είναι όμοιοι με εμάς λοιπόν και οι Εβραίοι και οι Μουσουλμάνοι, και ο Ιουδαϊσμός
και το Ισλάμ πρέπει να γίνουν αποδεκτοί από τους Ορθοδόξους ως ίσοι και όμοιοι με
την Ορθοδοξία. Και ο Βουδισμός όπως προφανώς και άλλες θρησκείες, αποτελούν
θρησκευτικά φαινόμενα όπως η Ορθοδοξία. Οι οπαδοί αυτής της άποψης πιστεύουν
ότι υπάρχει ένας κοινός Θεός ο οποίος εκφράζεται στις διάφορες θρησκείες με
διαφορετικά ονόματα και ότι θα πρέπει να σεβόμαστε τον Θεό του πλησίον μας. Να
σεβόμαστε και τα δαιμόνια δηλαδή.
Σύμφωνα με τον πάπα ο οποίος βέβαια είναι ο αρχηγός του οικουμενισμού και της
πανθρησκείας, θεωρείται ο νούμερο δύο παγκόσμιος ηγέτης, όλες οι θρησκείες
σχηματίζονται με ομόκεντρους κύκλους. Κυρίως όμως η Β’ Βατικανή Σύνοδος
διακήρυξε ότι οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες καθώς τις ονομάζει,
πιστεύουν στον ίδιο Θεό. Το άνοιγμα αυτό του Βατικανού στις θρησκείες του
κόσμου ακολουθούν αμέσως και με πλήρη σύμπνοια και στενή συνεργασία, οι
Προτεστάντες δια του Παγκόσμιου Συμβούλιου των Εκκλησιών αλλά και οι εξ
Ορθοδόξων οικουμενιστές.
168
τη Β’ Βατικανή Σύνοδο, διμερείς και πολυμερείς διάλογοι και συναντήσεις, με
ορόσημο την πρώτη συνάντηση της Ασίζης όπου εκπρόσωποι όλων των θρησκειών
ΥΠΟ τον πάπα – όλοι αναγνώριζαν τον πάπα, υπάρχουν βίντεο που μπορείτε να τα
δείτε, πώς όλοι περνάνε από μπροστά και κάνουν υπόκλιση στον πάπα ο οποίος
θεωρείται θρησκευτικός πλανητάρχης νούμερο δύο- συγκεντρώθηκαν και
συμπροσευχήθηκαν για την παγκόσμια ειρήνη.
Το λεγόμενο πνεύμα της Ασίζης, ένα ιδιαίτερο πνεύμα όχι όμως το Άγιο Πνεύμα,
που εγκαινιάσθηκε εκεί πέρα θα συνεχιστεί με όλο και μεγαλύτερα συγκρητιστικά
ανοίγματα προς τις θρησκείες του κόσμου μέχρι και σήμερα. Χαρακτηριστικές αυτού
του πνεύματος -που φυσικά δεν είναι το Άγιο Πνεύμα- είναι διακηρύξεις του
Παγκόσμιου Συμβουλίου των Εκκλησιών όπου τα μέλη του οικουμενιστικού αυτού
συμβουλίου διατυπώνουν την ανάγκη όπως λέγουν, ΝΑ ΚΙΝΗΘΟΥΝ ΠΕΡΑ ΑΠΟ
ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΕΞΑΡΤΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ
ΧΡΙΣΤΟ. Να πάμε και πιο πέρα δηλαδή, να βρούμε και άλλους σωτήρες.
Δηλώνουν επίσης ότι το ίδιο πνεύμα του Θεού ομιλεί σε διαφορετικές παραδόσεις με
διαφορετικά ονόματα. Ως Σεχινά στην Ιουδαϊκή παράδοση, ως Άγιο Πνεύμα στους
Χριστιανούς, ως Άτμαν στους Ινδουιστές και Σιχίτες, ως Ρουάχ στους
Μουσουλμάνους και λοιπά. Όλοι λοιπόν έχουν το ίδιο Άγιο Πνεύμα με διαφορετικά
ονόματα.
Η τακτική που ακολουθούν έναντι των ασκούντων κριτική. Όποιος τους πάει
αντίθετα σε πρώτη φάση σπιλώνεται. Του κολλούν τη ρετσινιά του φανατικού ή
προσπαθούν να τον γελοιοποιήσουν. Τον παρουσιάζουν σαν γραφικό και τον
αποκλείουνε. Εάν συνεχίσει να τους ενοχλεί τότε επιστρατεύουν και άλλα μέσα όπως
είναι οι απειλές. Είναι χαρακτηριστικό το ότι το Αμερικανικό Κογκρέσο απαγόρευσε
το 2002 κάθε χαρακτηρισμό των άλλων ιδεολογιών και κυρίως θρησκευτικών
ομάδων ως αιρετικών. Απαγόρευσε. Δηλαδή δεν μπορείς να πεις ότι ο παπισμός είναι
αίρεση, θα σε κυνηγήσει ο νόμος.
169
μινιμαλισμός. Τι σημαίνει αυτό; Η ελαχιστοποίηση της σημασίας που έχουν τα
δόγματα. Και σου λένε, μην μιλάς για δόγματα. Άσε τα δόγματα. Να μιλάμε γι’ αυτά
που μας ενώνουν, όχι γι’ αυτά που μας χωρίζουν. Δηλαδή, η ένωση των θρησκειών,
σε πρώτη φάση των Χριστιανών και σε δεύτερη όλων των θρησκειών, επιδιώκεται να
γίνει επί τη βάσει ενός μίνιμουμ, ενός ελάχιστου δηλαδή κοινών παραδοχών.
Δεν πειράζει που οι παπικοί έχουν βάλει το Φιλιόκβε, εν τάξει, εσείς μην το λέτε με
το Φιλιόκβε το Πιστεύω, εμείς ας το λέμε το Φιλιόκβε. Εσείς ας λέτε ότι η χάρη είναι
άκτιστη, εμείς θα λέμε ότι η χάρη είναι κτιστή, δεν πειράζει. Εεε, μόνο ένα πράγμα
θέλουμε .. Ξέρετε αυτό το θέλουνε, όλα τ’ άλλα μας τα χαρίζουνε, ένα πράγμα όμως
θέλουνε να τους το αναγνωρίσουμε. Το πρωτείο του πάπα. Ότι ο πάπας είναι πρώτος.
Αυτό δεν μας το χαρίζουνε. Αυτό λέει πρέπει να το παραδεχτείτε, ότι είναι πρώτος ο
πάπας. Βλέπετε πως πίσω απ’ όλη αυτήν την ιστορία κρύβεται το πάθος της
υπερηφάνειας; Το κατ’ εξοχήν πάθος που έχει ο Εωσφόρος και όσοι τον
ακολουθούνε.
Όταν όμως μειώσεις και εξαφανίσεις τα δόγματα τότε βέβαια χάνεται το Ευαγγέλιο.
Αρνείσαι το Ευαγγέλιο και αρνείσαι την ουσία της Ορθοδοξίας. Οι Πατέρες μας
είπαν ότι δύο πράγματα είναι τα σπουδαιότερα για να σωθούμε. Το ένα είναι η πίστη
και το άλλο είναι η ζωή και από αυτά τα δύο το σπουδαιότερο είναι η πίστη. Γι’ αυτό
και είπε ο Κύριος, όταν θα ‘ρθω στη γη πάλι άραγε θα βρω την πίστη;
Την Ορθόδοξη πίστη, την ορθή πίστη. Γι’ αυτό και πάλι μας είπε ο Κύριος, να
γίνεσθαι φρόνιμοι όπως οι όφεις και ακέραιοι όπως οι περιστερές. Πού έγκειται η
φρονιμάδα του όφεως; Στο ότι φυλάει το κεφάλι του, το βάζει κάτω από μία πέτρα
όταν έχει κίνδυνο. Το κεφάλι μας είπανε οι Πατέρες είναι η πίστη. Αυτό πρέπει να το
φυλάξουμε πάνω απ’ όλα, την ορθή πίστη, το Πιστεύω δηλαδή. Όποιος βλέπεις να
μην δίνει σημασία στο Πιστεύω, στα δόγματα, στην αλήθεια για τον Χριστό, αυτός
είναι εχθρός και πρέπει να φυλαχθείς από αυτόν. Και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός
αυτό έλεγε, ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Εννοούσε την ορθή πίστη για τον
Χριστό, γιατί αν δεν έχεις ορθή πίστη για τον Χριστό δεν έχεις τον Χριστό.
Ας δούμε τώρα λίγο και το πρακτικό μέρος. Είπαμε το θεωρητικό μέρος για τον
δογματικό πλουραλισμό και τον δογματικό μινιμαλισμό.
170
Αν θελήσουμε να ψάξουμε βαθύτερα θα δούμε ότι το πρότυπο της ένωσης που
προϋποθέτουν και προωθούν οι διαθρησκειακές συναντήσεις είναι ανθρωποκεντρικό.
Έχει κέντρο τον άνθρωποι δηλαδή και όχι τον Θεό, ενώ ένωση χωρίς τον Θεό δεν
μπορεί να γίνει. Η προοπτική τους είναι πλήρως εκκοσμιοκρατική. Στόχος τους, που
όχι μόνο αποκρύπτεται αλλά με κάθε ευκαιρία διακηρύσσεται, είναι να δώσουν όλες
οι θρησκείες, όλοι οι θρησκευόμενοι άνθρωποι, κοινή μαρτυρία. Να δώσουν όλοι
δηλαδή την ίδια μαρτυρία για το καλό του κόσμου. Να συστρατευθούν για να
αντιμετωπίσουν όπως λένε τον αθεϊσμό, τον υλισμό, τον πόλεμο, την τρομοκρατία,
την μόλυνση του περιβάλλοντος και ούτω καθεξής.
Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που πιστεύουν στον σατανά ή στον θεϊκό εαυτό τους.
Αυτό μάλιστα είναι το δεύτερο κατεξοχήν μήνυμα της νέας εποχής, να πιστέψεις
στον εαυτό σου, να αγαπήσεις τον εαυτό σου, όχι τον Χριστό, τον εαυτό σου. Και
βλέπετε αυτό το μήνυμα πόσο έντεχνα έχει περάσει και μες στην ψυχολογία. Και
λένε οι ψυχολόγοι, δεν αγαπάς τον εαυτόν σου, πρέπει πρώτα να αγαπήσεις τον
εαυτό σου για να αγαπήσεις τους άλλους. Μα ο Χριστός δεν είπε τέτοια πράγματα, ο
Χριστός είπε να μισήσεις τον εαυτό σου. Αν θέλεις λέει να γίνεις μαθητής μου πρέπει
να μισήσεις τον πατέρα σου, τη μητέρα σου, ακόμα και τον εαυτό σου και τότε
μπορείς να γίνεις μαθητής μου. Βλέπετε είναι ακριβώς η αντιστροφή του
Ευαγγελικού κηρύγματος.
171
Σε μία εκδήλωση που έγινε τον Νοέμβριο του 2000 στο Κατμαντού, πρωτεύουσα του
Νεπάλ, στο πλαίσιο του 39ου Διεθνούς Συνεδρίου του WWF (Παγκόσμιο Ταμείο για
την Φύση) … και σε συνεργασία με την ARC (Alliance of Religions and
Conservation) όπου εκπρόσωποι 11 θρησκειών, ανοίγουν εισαγωγικά, «προσέφεραν
ιερά δώρα στην Γη». Το ‘Γη’ με κεφαλαίο το γράμμα. Ποια είναι αυτή η ‘Γη’ που
παίρνει «ιερά δώρα»; Στην εκδήλωση παρέστη και συμμετείχε ο Οικουμενικός
Πατριάρχης κύριος Βαρθολομαίος, ο οποίος ήταν και ο κεντρικός εισηγητής του
συνεδρίου και προσέφερε ως «ιερό δώρο στη Γη» μία μοναστηριακή έκταση στην
περιοχή της Δωδεκανήσου. Καταλάβετε;
Όσον αφορά ειδικότερα στις διαχριστιανικές συναντήσεις και τους διαλόγους, πρέπει
να πει κανείς ότι οδήγησαν στην ουνίτικη αναγνώριση του παπισμού ως «εκκλησία»
με την πλήρη έννοια της λέξεως. Και αυτή είναι μία πολύ μεγάλη ζημιά, που τους
ονομάζουμε «εκκλησία». Δεν επιτρέπεται. Και λένε ‘η παπική εκκλησία’, ‘η
ρωμαιοκαθολική εκκλησία’. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΝΑ
ΤΟ ΛΕΣ ΑΥΤΟ.
Η Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός είναι Μία και το λέμε στο Πιστεύω, πιστεύω εις
Μίαν Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν. Ε ποιά είναι αυτή η Μία; Εδώ
ακούμε ‘η παπική’, ‘η ρωμαιοκαθολική’, ‘η προτεσταντική’ .. Οι προτεστάντες είναι
172
κάπου 23 χιλιάδες «εκκλησίες». Ε πόσες «εκκλησίες» έχει ιδρύσει ο Χριστός;
Δηλαδή, πόσα σώματα έχει ο Χριστός; Γιατί η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού.
Και μάλιστα την ονομάζουνε και «αδελφή εκκλησία», ότι είναι δύο αδελφές λοιπόν
οι οποίες οι καημένες έχουν χωρίσει και πρέπει να ξαναενωθούνε, η Ορθόδοξη με
την Παπική. Ή είναι δύο πνευμόνια, έχουμε και αυτή τη θεωρία των δύο πνευμόνων.
Ο Χριστός έχει δύο πνευμόνια, λέει, το ένα είναι η Ορθοδοξία και το άλλο είναι ο
Παπισμός και ο καημένος για να αναπνεύσει πρέπει να τα έχει και τα δυο δεν μπορεί
με το ένα να αναπνέει. Αυτά ακούγονται αστεία κι όμως τα υποστηρίζουνε οι
οικουμενιστές.
Έχει προχωρήσει πολύ αυτή η αρρώστια, θα πούμε κι άλλη φορά δεν τα είπαμε όλα,
δεν μπορούμε να τα πούμε όλα σε μία συνάντηση, αλλά πρέπει να τα γνωρίζουμε
αδελφοί μου γιατί ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι οι αιρέσεις και η παναίρεση αυτή
του οικουμενισμού. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη σωτηρία μας, γιατί αν χάσεις την
ορθή πίστη έχασες την σωτηρία. … Αυτό δεν σημαίνει, να κάνω μία διευκρίνιση, ότι
μισούμε αυτούς τους ανθρώπους.
Όχι, τους αγαπούμε όλους, και τους οικουμενιστές και τους ομοφυλόφιλους και τους
πάντες, αλλά δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτά που λένε και με αυτά που
κάνουνε, τα οποία είναι αντίθετα με αυτά που λέει ο Χριστός. Αυτή είναι η αλήθεια.
Τους αγαπούμε και προσευχόμαστε να μετανοήσουν και πολύ πιθανόν να
μετανοήσουν οι άνθρωποι και να σωθούνε, αυτό θέλουμε κι εμείς.
173
"Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος" Κρήτης
(Σύντομη Ἀποτίμηση - Ὁμιλία τοῦ π.Σάββα στίς 31-07-2016)
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ θά ἤθελα νά ἐπιχειρήσουμε μιά σύντομη ἀποτίμηση αὐτῆς τῆς
λεγομένης «Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου». Ἐπειδή ἔχουμε ἀναφερθεῖ κι ἄλλη φορά
σ’ αὐτή, ἄς θεωρηθεῖ αὐτό σήμερα ὡς ὁλοκλήρωση τῆς προσπάθειας νά ἐκφέρουμε
μία κρίση ὡς ἐλάχιστα μέλη τῆς Ἁγίας Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ βάση μία ἐπιστολή
πού κοινοποιεῖ πρός ὅλους τούς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὁ
ἐλλογιμότατος καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης. Τήν ἀπευθύνει πρός τήν Ἱερά
Σύνοδο καί πρός ὅλους τούς Ἱεράρχες, γιατί ὅπως ἴσως θά γνωρίζετε, θά συνέλθει ἡ
Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί θά συζητήσει, ὅπως ἀναμένεται, καί
τό θέμα αὐτό τῆς «Ἁγίας καί Μεγάλης» λεγομένης «Συνόδου», ἡ ὁποία συνῆλθε ἀπό
τίς 19 ἕως τίς 26 Ἰουλίου στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης.
Οὔτε Μεγάλη εἶναι, γιατί ὅπως εἶναι γνωστό, δέν συμμετεῖχαν 4 ἀπό τίς 14
Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Ἀλλά καί ἀπό αὐτές πού συμμετεῖχαν, δέν ἦταν πλήρης ἡ
συμμετοχή, ἀλλα ἦταν κατ’ ἐπιλογήν ὁρισμένοι Ἀρχιερεῖς, τό μέγιστο 24 ἀπό κάθε
Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία. Ἀκόμα πιό σημαντικό εἶναι ὅτι καί ἀπό τούς παρόντες δέν
ψήφιζαν παρά μόνο οἱ Προκαθήμενοι, δηλαδή δέκα ἀπό τό σύνολο τῶν
συμμετεχόντων Ἀρχιερέων. Πράγμα πρωτάκουστο, πράγμα πρωτοφανές στήν
ἐκκλησιαστική ἱστορία γιά ἐκκλησιαστική Ὀρθόδοξη Σύνοδο. Πάντοτε στίς
Συνόδους ψήφιζαν ὅλοι οἱ παρόντες Ἀρχιερεῖς. Εἰσάγεται μία διάκριση δηλαδή
στούς Ἐπισκόπους καί παραπέμπει ὁπωσδήποτε στόν Παπισμό, ὅπου ὑπάρχει ὁ
ὑπερεπίσκοπος, ὁ Πάπας καί οἱ κατώτεροι Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι ὑπακούουν τυφλά
στόν Πάπα καί ὅποιος δέν ὑπακούει χάνει τήν θέση του.
Δέν εἶναι οὔτε κἄν μιά τοπική Σύνοδος. Ὅπως λέει ὁ κ. καθηγητής, θά μποροῦσε νά
ὀνομαστεῖ «Προσυνοδική Διάσκεψη» Ἀρχιερέων ἤ «Συνέδριο» δέκα συγκεκριμένων
Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, μέ κάποιους Ἀρχιερεῖς κατ’ ἐπιλογήν ἀπό κάθε τοπική
Ἐκκλησία. Δέν εἶναι οὔτε τοπική Σύνοδος γιατί δέν τήρησε αὐτόν τόν ὅρο, τόν
κανόνα τῆς ἰσοτιμίας τῶν Ἐπισκόπων, ἡ ὁποία ἰσοτιμία φανερώνεται μέ τήν μία
ψῆφο, πού ἔχει ὁ καθένας ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς.
174
Ἑπομένως οἱ ἀποφάσεις δέν εἶναι δεσμευτικές. Πρέπει νά τό ποῦμε αὐτό, γιατί
κάποιοι νομίζουν ὅτι εἶναι ἀποφάσεις τῆς Ἐκκλησίας καί ἔχουν Οἰκουμενικό
χαρακτήρα καί ἰσχύ καί κάποιοι Οἰκουμενιστές ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς ἴσως τό
διαφημίζουν, τό λένε καί τό κηρύττουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας πῆρε αὐτές τίς
ἀποφάσεις. Εἶναι λάθος. Δέν δεσμεύουν κανέναν αὐτές οἱ ἀποφάσεις αὐτοῦ τοῦ
«Συνεδρίου» τῆς Κρήτης, διότι, ὅπως εἴπαμε, δέν πληροῦσε τούς ὅρους τῆς
Κανονικότητας καί τῆς Συνοδικότητας γιά νά εἶναι Σύνοδος.
Ἐπιπλέον γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν πληροῖ τούς ὅρους καί γιά τόν λόγο ὅτι
ὁ Προκαθήμενος τῆς Ἐκκλησίας μας προέτεινε τελικά μία ἄλλη πρόταση παρά αὐτή
πού εἶχε ἐξουσιοδοτηθεῖ. Ἄλλα εἶχε ἐξουσιοδοτήσει τούς ἀντιπροσώπους Ἀρχιερεῖς ἡ
Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας καί ἄλλα αὐτοί ψήφισαν καί ὑπέγραψαν. Πιό
συγκεκριμένα εἶχαν ἐξουσιοδοτηθεῖ ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἑλλάδος νά προτείνουν
στό ἐπίμαχο ἕκτο κείμενο, πού εἶναι καί τό κείμενο πού εἰσάγει οὐσιαστικά τόν
Οἰκουμενισμό θεσμικά στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν ἀντικατάσταση τῆς λέξης
«ἐκκλησίες» μέ τή λέξη «ὁμολογίες». Αυτό δέν ἔγινε δεκτό, ὁπότε τροποποίησαν τήν
πρότασή τους μέ κάτι ἄλλο, γιά τό ὁποῖο ὅμως δέν εἶχαν ἐξουσιοδοτηθεῖ.
Βέβαια ἡ ἀναγνώριση τοῦ ὀνόματος εἶναι κάτι πολύ σημαντικό. Σκεφτεῖτε πόσος
ἀγώνας ἔγινε γιά νά μήν ἀναγνωριστεῖ τό ὄνομα «Μακεδονία» στούς Σκοπιανούς.
Ὅταν ἀναγνωρίζεις τό ὄνομα «Ἐκκλησία», αὐτό στή συνέχεια ἔχει τεράστιες
συνέπειες. Ἐάν εἶναι Ἐκκλησία οἱ αἱρετικοί, συνυπάρχουμε δηλαδή μέσα στήν
Ἐκκλησία καί οἱ αἱρετικοί καί οἱ Ὀρθόδοξοι, τότε ἀναμειγνύονται αὐτά πού δέν
μποροῦν νά ἀναμειχθοῦν, τό φῶς μέ τό σκοτάδι, ἡ ἀλήθεια μέ τό ψέμα. Αὐτός εἶναι ὁ
Οἰκουμενισμός καί ἀπό πίσω βέβαια εἶναι ὁ πονηρός. Ἑπομένως, ὡς πρός τό τυπικό
καί Κανονικό μέρος δέν εἶναι Σύνοδος, οὔτε ἔχει δεσμευτικές ἀποφάσεις.
Τό «Πιστεύω» (τά δώδεκα ἄρθρα) εἶναι ἀναλλοίωτο καί δέν ἐπιδέχεται καμία
προσθήκη ἤ ἀφαίρεση. Ἄρα μέ ἀπόφαση τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς -καί ὅλων τῶν
175
ὑπολοίπων ἐφόσον ἐνέκριναν τίς ἀποφάσεις της- οἱ Παπικοί ἀφοῦ ἔκαναν προσθήκη
στό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι αἱρετικοί. Ἐμφανίζονται μερικοί πού λένε γιατί τούς
ἀποκαλοῦμε αἱρετικούς ἀφοῦ δέν ἔχουν ἐπίσημα καταδικαστεῖ ἀπό Σύνοδο; Κι ὅμως
ἔχουν καταδικαστεῖ! Καί μάλιστα πρίν κἄν τό κάνουν, ἔχουν καταδικαστεῖ μέ τήν
ἀπόφαση αὐτή τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλά καί ἐπίσημα, ἀφοῦ τό ἔκαναν,
καταδικάστηκαν στήν Η΄ Οἰκουμενική ἐπί Μεγάλου Φωτίου, ἡ ὁποία ἔγινε τό 879-
880 καί παρόλο πού προτάθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας στή «Σύνοδο» αὐτή
τή λεγομένη «Ἁγία καί Μεγάλη» νά ἀναγνωριστεῖ καί ἐπίσημα ὡς Η΄ Οἰκουμενική
δέν ἔγινε, γιατί φυσικά θά δυσαρεστοῦσε τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι ἦταν καί
παρόντες ὡς παρατηρητές.
Αὐτό λοιπόν πού ἔκαναν τόσα χρόνια στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»,
τώρα προσπάθησαν νά τό κάνουν καί θεσμικά. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δηλαδή
ἐπίσημα νά ἀναγνωρίσει καί τούς αἱρετικούς ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουμε τώρα
τήν φοβερή αὐτή σχιζοφρένεια νά λέμε ὅτι οἱ αἱρετικοί συμβάλλουν στήν ἑνότητα
τῆς Ἐκκλησίας! Ἐνῶ ἡ αἵρεση εἶναι κατεξοχήν ἐκεῖνο πού νοθεύει τήν ἀλήθεια γιά
τόν Χριστό καί οὐσιαστικά προσπαθεῖ νά διασπάσει τήν Ἐκκλησία. Ὑποστηρίζουν
δηλαδή ὅτι οἱ αἱρετικοί καί οἱ αἱρέσεις βοηθᾶνε στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ
ὁποία θά ἐπιτευχθεῖ, ὅταν καί ἐπίσημα τούς ἀναγνωρίσουμε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἄρειος, ὁ Νεστόριος, δηλαδή, ὅλοι αὐτοί πού πολέμησαν τήν ἀλήθεια γιά τόν
Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, τώρα θά ποῦμε ὅτι ὅλοι αὐτοί καί οἱ ὁπαδοί τους εἶναι
μέλη τῆς Ἐκκλησίας! Τόν Ἄρειο δέν τολμοῦν ἀκόμα νά τόν βάλουν μέσα, ἀλλά
176
μπαίνουν ὁ Διόσκορος, ὁ Σεβῆρος, ὅλοι αὐτοί οἱ Μονοφυσίτες, οἱ Νεστοριανοί..
Αὐτοί πού ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, θεωροῦνται ἀπό τούς
Οἰκουμενιστές «ἐκκλησίες», οἱ ὁποῖες, ἄν καί ἔχουν ἄλλα δόγματα, διαφορετικά ἀπό
τά δικά μας, δέν πειράζει…. Αὐτό εἶναι μία μεγάλη σχιζοφρένεια!
Ἄλλη παραξενιά τῆς «Συνόδου» εἶναι ὅτι ὅλοι αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι ναί μέν δέν
ψήφιζαν, ἀλλά ὑπέγραφαν. Μάλιστα ἕνας Ἀρχιεπίσκοπος εἶπε ὅτι: «Θά ἔπρεπε ὅλοι
νά ὑπογράψουν καί κανένας νά μήν ἀντιταχθεῖ, διότι ἤδη εἴχαμε προαποφασίσει ὅτι
θά ὑπογράψουμε». Τότε, γιατί πῆγαν ἐκεῖ; Ἁπλῶς ὡς διακοσμητικά στοιχεῖα γιά νά
ὑποταχθοῦν καί στήν πράξη στίς ἀποφάσεις τῶν Προκαθημένων. Ἕνας
«Παπισμός» ἐν τῇ πράξει δηλαδή μέσα στήν Ἐκκλησία.
Φανατικός εἶναι αὐτός πού προσπαθεῖ νά ἐπιβάλλει τίς ἀπόψεις του μέ ἄνομα μέσα
καί μέ βία. Αὐτός εἶναι ὁ φανατικός καί ὄχι αὐτός πού συντάσσεται μέ τήν ἀλήθεια
καί μέ τούς Ἅγιους Πατέρες.
177
Πανθρησκείας. Σιγά-σιγά ἐδῶ καί ἐκεῖ ξεφυτρώνουν τέτοιες «ἐκκλησίες».Στόν Οἰ-
κουμενισμό ὅλοι χωροῦν. Στό τέλος θά χωρέσει καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος.Γιατί ἡ ἑνότη-
τα στόν Οἰκουμενισμό δέν ἐμποδίζεται ἀπό τήν ποικιλία τῶν διαφορετικῶν πίστεων,
πρᾶγμα πού εἶναι ἐκκλησιολογικά ἀπαράδεκτο ἀπό Ὀρθόδοξη ἄποψη. Συνεχῶς
πιπιλίζουν αὐτό τό ρητό τοῦ Κυρίου «ἵνα ὦσιν ἕν» (Ἰω. 17,22), ἀλλά χωρίς τίς
ἀναγκαῖες προϋποθέσεις. Γιατί, γιά νά γίνουμε ἕνα, θά πρέπει νά εἴμαστε καί στήν
ἀλήθεια, νά εἴμαστε στό φῶς. Δέν μπορεῖ νά γίνει ἕνα τό φῶς μέ τό σκοτάδι, ἡ
ἀλήθεια καί τό ψέμα.
Ὑπάρχει σωτηρία μόνο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἤ ὑπάρχει καί ἀλλοῦ; Βλέπετε
πού σπέρνεται ἡ σύγχυση; Ὁ Οἰκουμενισμός κενώνει πονηρά τήν ἀκεραιότητα τῆς
σώζουσας Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας. Σάν νά μᾶς λέει ὅτι δέν εἶναι ἡ δική σας ἡ μόνη
ἀλήθεια, ὑπάρχουν κι ἄλλες ἀλήθειες καί γιά νά συμπληρωθεῖ ἡ ἀλήθεια ἡ δική σας
πρέπει νά πάρετε καί τίς ἄλλες ἀλήθειες. Λένε οἱ Οἰκουμενιστές ὅτι αὐτή ἡ ποικιλία
τῶν πίστεων εἶναι ἡ ποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄκουσον
ἄκουσον! Βλασφημία!
178
Ἀλλά, μέ ὅσα ἀντιφατικά, ὡς πρός τήν Ἐκκλησιολογία, γράφονται στό Στ΄ Κείμενο,
δίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι χριστιανοί ἐμπαίζονται. Δέν ἐμπαίζουμε μόνο
τούς Ὀρθοδόξους μ’ αὐτό τό κείμενο, ἀλλά καί τούς ἑτερόδοξους, γιατί ἀφοῦ στήν
ἀρχή κατονομάζονται ὡς «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες», δηλαδή αἱρετικοί, στή συνέχεια ὀ-
νομάζονται Ἐκκλησίες. Οἱ ἑτερόδοξοι εἶναι βέβαια αἱρετικοί διότι δέν μπορεῖ νά
ὑπάρχει ἄλλη δόξα γιά τόν Θεό, ἡ ὁποία νά εἶναι διαφορετική ἀπό τήν μία καί
ἀληθινή δόξα καί νά εἶναι καί αὐτή σωστή. Θά εἶναι αἵρεση.
Ὅπως ὁμολόγησε στή «Σύνοδο» ὁ Πατριάρχης τῆς Πολωνίας, στά χρόνια τοῦ
Κομμουνισμοῦ οἱ μόνοι πού ἀντιτάχθηκαν στήν ἀθεΐα τῶν Κομμουνιστῶν ἦταν αὐτοί
οἱ ‘φανατικοί’ καί κανένας ἀπό αὐτούς πού συμμετεῖχαν στά Οἰκουμενιστικά
Συνέδρια.
Εὐτυχῶς, ἀρκετοί Ἀρχιερεῖς δέν ὑπέγραψαν αὐτό τό Κείμενο γιά δογματικούς λό-
γους. Ἕνας ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὁ Ἐπίσκοπος Ἱερόθεος Βλάχος, πέντε
ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ἕνας ἀπό τή Σερβία ἤ μᾶλλον κι ἄλλοι ἀπό τή
Σερβία, πού σκόπιμα δέν τούς ἀποκαλύπτουν, γιά νά φαίνεται ὅτι ὑπῆρχε ὁμοφωνία.
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ θεσμική κατοχύρωση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ πού ἐπιχειρήθηκε
καί ἄλλα πράγματα ἔτσι λανθασμένα εἰσήχθησαν σ’ αὐτή τήν «Σύνοδο».
Στό κείμενο γιά τό «Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου καί τά κωλύματα αὐτοῦ»
ἀναγνωρίστηκε ἔμμεσα ἡ δυνατότητα νά συνάπτεται γάμος μεταξύ ἑτεροδόξων,
ἀντίθετα μέ τούς ἱερούς Κανόνες. Πρέπει νά παρατηρήσουμε τά ἑξῆς: ἑνῶ ὁ 72ος
Κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου θέτει τίς ἐκκλησιολογικές καί
δογματικές προϋποθέσεις γιά τήν ὕπαρξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου
-θά πρέπει καί οἱ δύο νά εἶναι Ὀρθόδοξοι γιά νά γίνει γάμος- ἡ ἀπόφαση τῆς
«Διασκέψεως» τῶν Ἀρχιερέων στό Κολυμπάρι τῆς Κρήτης δίνει τήν δυνατότητα στίς
Τοπικές Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες νά ἀποκλίνουν ἀπό τήν περί τῶν μυστηρίων
δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
179
ἀπόφασή της, ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενική, πού ὁρίζει ὅτι δέν ἐπιτρέπεται γάμος μεταξύ
ἑτεροδόξων, στό Κολυμπάρι εἶπαν ὅτι μπορεῖ μία Σύνοδος Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἡ
δική μας Ἱερά Σύνοδος ἄς ποῦμε, νά πεῖ ὅτι ἐπιτρέπεται. Ἐκκλησιολογικά ὅμως αὐτό
δέν εἶναι σωστό. Δέν μπορεῖ μιά κατώτερη Σύνοδος νά ἀναιρέσει τίς ἀποφάσεις μιᾶς
Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Δέν εἰσηγεῖται, δηλαδή, ὁ 72ος Κανόνας οἰκονομία, ἀλλά ἐφιστᾶ τήν προσοχή γιά
τήν σοβαρότατη παρανομία. Ἡ παρέκκλιση ἀπό τόν συγκεκριμένο Κανόνα συνιστᾶ
σοβαρότατη Κανονική παρανομία καί «παραοικονομία», πού ἔχει, ἐπίσης,
σοβαρότατες ἐκκλησιολογικές συνέπειες, ἀφοῦ ἀναμειγνύει τά ἄμικτα, σέ «ἄμικτη
μίξη», «συμπλέκει» ἐκκλησιολογικῶς τό «πρόβατο» μέ τόν «λύκο» καί τήν «μερίδα»
τοῦ Χριστοῦ μέ τόν «κλῆρο» τῶν ἁμαρτωλῶν. Τέτοια, ὅμως, μίξη εἶναι
ἐκκλησιολογικῶς ἀδιανόητη καί θεολογικῶς καί πνευματικῶς ἀπαράδεκτη.
Ἕνα ἄλλο κείμενο πού ψηφίστηκε στή «Σύνοδο» αὐτή τῆς Κρήτης εἶναι μέ τόν
τίτλο: «Ἡ Ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον»,
ὅπουδίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι ἐπιχειρεῖται ὁ ἐγκιβωτισμός Ὀρθοδόξων καί
ἑτεροδόξων, ἐνίοτε καί ἑτεροθρήσκων. Ὅλοι μαζί χωρᾶμε στήν Ἐκκλησία,
Ρωμαιοκαθολικοί, Προτεστάντες, Μονοφυσίτες -καί γιατί ὄχι;- καί Μουσουλμάνοι,
Ἑβραῖοι καί οἱ ἄλλες θρησκεῖες… Δηλαδή, ὄχι ἁπλῶς νά τούς συναντοῦμε, ἀλλά νά
δεχτοῦμε ὅτι καί αὐτοί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία.
Αὐτό εἶναι ἐμφανές, ὅταν τά σχετιζόμενα μέ τήν εἰρήνη, ἡ ὁποία βιώνεται στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λέγονται ἀπροϋπόθετα καί
γιά τούς ἐκτός αὐτῆς. Δηλαδή ὅτι καί οἱ ἄλλοι ἔχουν εἰρήνη καί συμβάλλουν στήν
εἰρήνη -ἐννοεῖται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά δέν μπορεῖς νά μετέχεις στό Ἅγιο
Πνεῦμα, ἄν δέν ἔχεις Ὀρθόδοξη πίστη. Ἑπομένως δέν μπορεῖς νά ἔχεις καί εἰρήνη
καί νά συμβάλλεις στήν εἰρήνη χωρίς ὀρθή πίστη γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτό, ὅμως, κενώνει στήν πράξη τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τήν ἴδια τήν
Ἐκκλησία, ἐνόσῳ ἀφήνει νά ἐννοηθεῖ, ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἄκτιστη
ἐνέργειά Του, μπορεῖ νά κατορθώνεται καί νά οἰκειώνεται καί ἐκτός αὐτῆς ἀπό
180
ἑτεροδόξους, ἑτεροθρήσκους καί ἀνθρώπους ἁπλῶς «καλῆς θελήσεως», ἐνδεχομένως
τότε καί ἀπό ἀθέους. ’Γιατί ὄχι καί αὐτοί μποροῦν νά μετέχουν στήν ἄκτιστη
ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ κι αὐτοί ἔχουν «καλή θέληση»’. Αὐτό ὅμως
εἶναι τελείως ἄτοπο καί ἀδύνατο σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Δέν μπορεῖ
κανείς νά μετέχει τῆς χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί συνεπῶς νά ἔχει καί τόν καρπό
τῆς χάρης (ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..) ἄν δέν ἔχει ὀρθόδοξη πίστη. Αὐτό, ὄχι μόνο
μαρτυρία δέν συνιστᾶ, ἀλλά προκαλεῖ καί σύγχυση ἀνάμεσα στούς πιστούς γιά τήν
ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς δεδωρημένης σ΄ αὐτήν «ἄνωθεν εἰρήνης».
Ἐπίσης ἕνα ἄλλο θέμα πού τέθηκε ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Διασπορά. Ἡ Ὀρθόδοξη
Διασπορά εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι πού ὑπάρχουν ἀνά τόν κόσμο. Ἔχει δημιουργηθεῖ
ὅμως τό πρόβλημα ὅτι σέ μία πόλη ὑπάρχουν πολλοί Ἐπίσκοποι. Ὑπάρχει
Ἐπίσκοπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Ἐπίσκοπος τῆς Ρωσίας, τῆς Σερβίας,
τῆς Ρουμανίας καί ὅλοι αὐτοί ἔχουν τήν ἴδια περιοχή. Αὐτό ἐκκλησιολογικά
ἀπαγορεύεται. Σέ μία ἐδαφική περιοχή πρέπει νά ὑπάρχει ἕνας Ἐπίσκοπος.
Αὐτό εἶναι τό φαινόμενο τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ, τό ὁποῖο εἶναι αἵρεση καί ἔχει
καταδικαστεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. Δέν ἐπιτρέπεται ἡ Ἐκκλησία νά ὑπηρετεῖ τόν
ἐγκόσμιο ἄρχοντα, τόν Βασιλέα, τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας ἤ τόν Πρωθυπουργό
τῆς χώρας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Δέν ἐπιτρέπεται νά
συμπλέκεται μέ τίς ἐπίγειες βασιλεῖες καί νά ὑπηρετεῖ τά συμφέροντα τῶν ἐπίγειων
βασιλέων, αὐτό δηλαδή πού συμβαίνει μέσω αὐτῶν τῶν Ἐπισκόπων πού ὑπάρχουν
στίς διάφορες περιοχές τοῦ κόσμου. Γιά παράδειγμα στό Παρίσι ὑπάρχουν ὀκτώ
Ἐπίσκοποι.
181
Ἐπίσης,μετά τή «Σύνοδο» τῆς Κρήτης ἐκδόθηκε ἡ «Ἐγκύκλιος τῆς Ἁγίας καί
Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (Κρήτη, 2016), ἡ ὁποία παρουσιάζει
θεολογικές ἀντιφάσεις. Γι’ αὐτό καί θά ἀναφερθοῦμε ἐπιγραμματικά σ’ αὐτές.
Συγκεκριμένα, στήν δεύτερη παράγραφο σημειώνεται τό ἑξῆς: «Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη
Σύνοδος τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ
αὐθεντικήν μαρτυρίαν τῆς πίστεως εἰς τόν θεάνθρωπον Χριστόν…».
Ἐδῶ, γεννᾶται εὔλογα τό λογικό καί θεολογικό ἐρώτημα: Πῶς «ἡ Ἁγία καί Μεγάλη
Σύνοδος τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ
αὐθεντικήν μαρτυρίαν τῆς πίστεως εἰς τόν θεάνθρωπον Χριστόν», ὅταν αὐτή
ἀναγνωρίζει τούς Νεστοριανούς, τούς Μονοφυσίτες, τούς Ἀντιχαλκηδονίους καί
τούς Μονοθελῆτες ὡς Ἐκκλησίες, ἐνόσῳ αὐτοί ἔχουν καταδικασμένη ἀπό
Οἰκουμενικές Συνόδους Χριστολογία;
Δηλαδή δέν πιστεύουν σωστά γιά τόν Χριστό. Πῶς λένε ὅτι πιστεύουν σωστά στόν
Χριστό, ἀφοῦ ἀναγνωρίζουν κι αὐτούς πού δέν πιστεύουν σωστά στόν Χριστό ὡς
«ἐκκλησίες»; Αὐτό εἶναι ἀντίφαση. Εἶναι ὅμως σκόπιμη αὐτή ἡ ἀντίφαση, γιά νά
παραπλανοῦν τόν λαό. Λένε ὅτι εἶναι σύμφωνοι μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί
στήν πράξη ἀναιροῦν αὐτό πού λένε, γιατί ἀναγνωρίζουν τούς καταδικασμένους
αἱρετικούς ὡς «ἐκκλησίες». Οἱ Μονοφυσίτες λ.χ. λένε ὅτι «Ὁ Χριστός ἔχει μόνο μία
φύση. Εἶχε δύο, ἀλλά τή μία τήν ἔχασε», ὅτι ἔχασε δηλαδή τήν ἀνθρώπινη φύση, ἡ
ὁποία ἀπορροφήθηκε ἀπό τή θεία. Κι αὐτούς ἐμεῖς τούς ἀναγνωρίζουμε ὅτι εἶναι
σωστοί, ὅτι εἶναι Ἐκκλησία. Κι ἀπό τήν ἄλλη λέμε ὅτι πιστεύουμε σωστά στόν
Χριστό. Πῶς πιστεύεις σωστά στόν Χριστό, ὅταν ἀναγνωρίζεις τούς αἱρετικούς ὅτι
εἶναι κι αὐτοί στήν ἀλήθεια;
Μνημονεύονται λοιπόν στήν ἐγκύκλιο αὐτές οἱ Σύνοδοι. Ἀκόμη καί οἱ Σύνοδοι, πού
ἀποκηρύσσουν τίς Προτεσταντικές δοξασίες. Πῶς συμβιβάζονται, ὅμως, ὅλα αὐτά μέ
τήν ἀναγνώριση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καί τῶν Προτεσταντῶν ὡς Ἐκκλησιῶν;Ἀπό
τή μιά μνημονεύουν καί λένε ὅτι ἔχουν καθολικό κύρος οἱ Σύνοδοι πού καταδίκασαν
τούς Καθολικούς καί τούς Προτεστάντες καί ἀπό τήν ἄλλη τούς ἀναγνωρίζουν. Ἄρα
ἀντιφάσκουν στά ἴδια τους τά λεγόμενα.
182
Στήν παράγραφο 20 σημειώνονται τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: «Οἱ διαχριστιανικοί
διάλογοι -πού γίνονται στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν- ἐλειτούργησαν ὡς
εὐκαιρία διά τήν Ὀρθοδοξίαν -λέει ἡ ἐγκύκλιος-, διά νά ἀναδείξῃ τό σέβας πρός τήν
διδασκαλίαν τῶν Πατέρων καί διά νά δώσῃ ἀξιόπιστον μαρτυρίαν τῆς γνησίας
παραδόσεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὑπό τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας διεξαγώμενοι διάλογοι οὐδέποτε ἐσήμαναν, οὔτε σημαίνουν
καί δέν πρόκειται νά σημάνουν ποτέ οἱονδήποτε συμβιβασμόν εἰς ζητήματα
πίστεως. Αὐτά εἶναι λόγια γιά παραπλάνηση, πού δέν ἐπιβεβαιώνονται ἀπό τίς
πράξεις. Ἁπλῶς νά ἀκούει ὁ λαός καί νά θαυμάζει.
«Οἱ διάλογοι αὐτοί εἶναι μαρτυρία περί τῆς Ὀρθοδοξίας…» λέει ἡ ἐγκύκλιος.
Ὅλα αὐτά ὅμως εἶναι κενά περιεχομένου, γιατί στήν πράξη ὅσα ἔχουν ὑπογραφεῖ
μέχρι τώρα στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἀναιροῦν αὐτό πού λένε ὅτι
‘’εἴμαστε ἑπόμενοι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί προβάλλουμε τό σέβας τῆς Ὀρθοδοξίας
καί δέν προδίδουμε καθόλου τήν Ὀρθοδοξία’’. Ἐνῶ τά Κείμενα πού ἔχουν
ὑπογράψει τοῦ Balamand, τοῦ PortoAlegre, τῆς Ραβέννας, τοῦ Pussan, περιέχουν
πλῆθος αἱρέσεων καί ἀναγνωρίζουν τούς αἱρετικούς ὡς «ἐκκλησίες».
183
ἀντιπροσωπεύουν συντριπτικά περισσότερους πιστούς, ἀπ’ ὅσους
ἀντιπροσωπεύτηκαν ἀπό τούς δέκα Προκαθημένους, πού συμμετεῖχαν σ’ αὐτήν;
Καί πῶς γίνεται μέ τόση ἄνεση ἡ ἀναφορά στή Θεία Εὐχαριστία, ὡς θεμέλιο τῆς
ἑνότητας, τή στιγμή πού ὑφίσταται ἡ διακοπή τῆς διαμυστηριακῆς κοινωνίας
ἀνάμεσα στά δύο πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα τῶν Ἱεροσολύμων καί τῆς Ἀντιοχείας;
Στό μήνυμα λοιπόν πού ἔστειλε πρός ὅλον τόν κόσμο καί πρός ἐμᾶς, στήν τρίτη
παράγραφο γίνεται λόγος γιά τούς Θεολογικούς Διαλόγους μέ τούς ἑτεροδόξους καί
σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Οἱ διάλογοι, πού διεξάγει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν
σημαίνει ποτέ συμβιβασμό σέ ζητήματα Πίστεως». Ἐδῶ, ὑπενθυμίζουμε ἐνδεικτικά
καί πάλι τά Κείμενα τοῦ Balamand, τοῦ Porto Alegre, τῆς Ραβέννας, τοῦ Pussan, τά
ὁποῖα ἔχουν σοβαρές ἐκκλησιολογικές αἱρέσεις.
184
ἐξουσίας, θέλει ὅλοι νά ὑποταχθοῦν σ’ αὐτόν. Τό λένε καί φανερά ‘’Κρατῆστε τά
δόγματά σας, ἀρκεῖ νά ἀναγνωρίσετε τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα’’. Αὐτό στό «Παγκόσμιο
Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἤδη τό κάναμε καί μᾶς λένε ὅτι στούς διαλόγους δέν
προδίδουν τήν πίστη. Ὅμως ὑπέγραψαν τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα στή Ραβέννα, τό ὁποῖο
εἶναι μεγίστη αἵρεση, ὅπως καί τό «ἀλάθητο», τό «φιλιόκβε», ἡ «κτιστή χάρη», ἡ
«Μαριολατρεία», ἡ «ἄσπιλη σύλληψη» τῆς Θεοτόκου… πλῆθος αἱρέσεων πού ἔχουν
οἱ Ρωμαιοκαθολικοί κι ὅμως οἱ Οἰκουμενιστές τούς ἀποκαλοῦν «ἐκκλησία», ὅτι
ἔχουν δηλαδή τήν ἀλήθεια καί ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί σώζονται.
Αὐτό τό ἔχουμε ὡς παράδειγμα στήν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία στήν περίπτωση τοῦ
Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Δέν ἦταν Ἐπίσκοπος ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ
Ὁμολογητής, οὔτε κἄν ἱερέας. Ἦταν ἕνας ἁπλός μοναχός καί ὅμως πάνω σ’ αὐτόν
στηρίχτηκε ὅλη ἡ ἀλήθεια καί ἡ Ἐκκλησία ἐπειδή αὐτός ἔμεινε ἐδραῖος καί
ἀμετακίνητος στήν ἀλήθεια καί δέν ὑπέκυψε στίς πιέσεις τῶν Πατριαρχεῖων, πού
εἶχαν τότε ἀκολουθήσει τόν Μονοθελητισμό, μιά φοβερή αἵρεση, πού ἀλλοιώνει τήν
ἀλήθεια γιά τόν Χριστό μας. Λέει ὅτι ὁ Χριστός εἶχε μόνο μία θέληση, ἐνῶ τό σωστό
εἶναι ὅτι ὁ Χριστός μας εἶχε δύο φύσεις, θεία καί ἀνθρώπινη καί εἶχε καί δύο
θελήσεις, θεία καί ἀνθρώπινη. Ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὡς ἁπλός μοναχός εἶπε ὅτι ‘’αὐτή
εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἐγώ δέν συντάσσομαι μέ κανέναν ἀπό τούς Πατριάρχες’’.
Ἑπομένως καί τώρα τό θέμα δέν εἶναι μέ μᾶς. Ἐμεῖς εἴμαστε μέ τήν Ἐκκλησία, αὐτοί
πού εἰσάγουν τόν Οἰκουμενισμό δέν εἶναι μέ τήν Ἐκκλησία, ἄν ἐπιμείνουν σ’ αὐτό
καί δέν πάρουν πίσω αὐτά πού λένε καί ὑπογράφουν. Γιατί, ὅταν ὑπογράφεις ὅτι ὁ
αἱρετικός εἶναι «ἐκκλησία», κινδυνεύεις… γιά νά μήν ποῦμε ὅτι ἤδη εἶσαι ἐκτός
185
Ἐκκλησίας, ἄσχετα ἄν δέν σοῦ ἔχει ἔρθει ἐπίσημα τό χαρτί τοῦ ἀφορισμοῦ ἤ τῆς
καθαίρεσης.
Ἄς μείνουμε σ’ αὐτά σχετικά μέ τήν σύντομη αὐτή ἀποτίμηση τῆς «Συνόδου». Μᾶς
πονάει πραγματικά τό θέμα αὐτό γιατί κάποιοι ἀδελφοί μας Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς,
καί ὄχι κάποιοι αἱρετικοί, ὑπέγραψαν αὐτά τά Κείμενα. Κάναμε κι ἐμεῖς αὐτή τήν
ἀποτίμηση γιά νά προσευχηθοῦμε γι’ αὐτούς, νά μετανοήσουν, νά ἀποβάλλουν τίς
αἱρετικές αὐτές θέσεις καί δοξασίες καί νά μήν παραπλανοῦν τόν λαό.
Ὅταν ὁ Ἀχαάβ πῆγε στόν Προφήτη Ἠλία τοῦ λέει «Γιατί διαστρέφεις τόν λαό;» καί
μέ πολύ θάρρος ὁ Προφήτης ἀπάντησε: «Ἐσύ εἶσαι πού διαστρέφεις τόν λαό»
(Γ΄Βασ. 18, 17-18). Γιατί καί τότε στά χρόνια τοῦ Ἀχαάβ καί τοῦ Προφήτη Ἠλία,
800 π.Χ., εἶχε μπεῖ ὁ συγκρητισμός καί ὁ Ἀχαάβ εἶχε ἀναμείξει τήν ἀλήθεια, τήν
πίστη στόν ἀληθινό Θεό μέ τήν εἰδωλολατρεία καί προσπαθοῦσε νά τό ἐπιβάλλει
στόν λαό, ἐπηρεασμένος ἀπό τήν γυναῖκα του, τήν Ἰεζάβελ πού ἦταν
εἰδωλολάτρισσα.
Γι’ αὐτό, δυστυχῶς, ἐπειδή οἱ ἄρχοντες, οἱ κεφαλές τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν
ὑποταχθεῖ σ’ αὐτό τό σύστημα τῆς παγκοσμιοποίησης, προωθοῦν καί τόν
Οἰκουμενισμό καί ὑπογράφουν ὅλα αὐτά τά Κείμενα προσπαθώντας νά περάσουν
στόν λαό τήν ἰδέα ὅτι αὐτοί ξέρουν, εἶναι οἱ φύλακες τῆς πίστης, δέν προδίδουν τήν
ὀρθοδοξία καί νά τούς ἐμπιστευτοῦμε. Ἐνῶ οὐσιαστικά ἀπό πίσω προχωράει τό
186
σχέδιο τῶν πολιτικῶν, τῶν τραπεζιτῶν, τῶν παγκοσμιοποιητῶν, ὅσο ἐμεῖς δέν
ἀντιδροῦμε καί δέν ξεκαθαρίζουμε τά πράγματα πρῶτα μέσα μας καί στή συνέχεια
καί γύρω μας. Ταπεινά ἄς προσευχόμαστε γιά ὅλους αὐτούς, γιατί δέν θέλουμε
κανένας νά πάει στήν κόλαση.
Ὁπωσδήποτε ἡ σωτηρία εἶναι μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί πουθενά ἀλλοῦ.
Ἐκτός Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία. Κι, ἄν κάποιος δέν πιστεύει ὀρθόδοξα,
βγαίνει ἐκτός Ἐκκλησίας, ἄρα καί ἐκτός σωτηρίας, πού δέν εὐχόμαστε γιά κανέναν.
Ἀντίθετα θέλουμε ὅλοι νά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὅπως καί οἱ ἑτερόδοξοι
θέλουμε νά ἀκούσουν κι αὐτοί τήν φωνή τῆς ἀλήθειας καί νά γίνουν ὀρθόδοξοι καί
ὄχι νά τούς λέμε ‘’μείνετε ὅπως εἶστε, καλά εἶστε’’.
Ὁ Θεός νά μᾶς φυλάει καί νά ἔχουμε τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς
καί τοῦ ἁγίου Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος κι αὐτός ἦταν ἀντιοικουμενιστής καί τό
διεκήρυττε -ὑπάρχει μιά ὁμιλία μέ τήν φωνή του στό διαδίκτυο-, ὅτι ἡ ἀλήθεια, ὁπότε
καί ἡ σωτηρία, εἶναι μόνο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πουθενά ἀλλοῦ. Δυστυχῶς
κάποιοι κύκλοι καί ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος καί κάποιος συγκεκριμένα προσπαθεῖ νά τόν
ἐμφανίσει σάν Οἰκουμενιστή. Ἔχει κυκλοφορήσει καί ἕνα βιβλίο πού προβάλλει τόν
Καποδίστρια καί μέσα περιέχει καί μιά εἰκόνα τῆς Παναγίας πού στό ἕνα χέρι
κρατάει τήν Ἁγία Σοφία καί στό ἄλλο τόν Ἅγιο Πέτρο τῆς Ρώμης. Ἐμφανίζει δηλαδή
τήν Παναγία ‘Οἰκουμενίστρια’! Πού ἔχουμε φτάσει! Καί αὐτή τήν εἰκόνα τήν ἔχει
ἕνας ἱερομόναχος στό κελλί του στό Ἅγιο Ὄρος, μαθητής ὑποτίθεται τοῦ Ἁγίου
Πορφυρίου καί ὑποστηρίζει ὅτι ὅλα αὐτά ξεκινοῦν ἀπό τόν Ἅγιο Πορφύριο.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἦταν ὀρθοδοξότατος. Ἀλλά βλέπουμε πῶς οἱ ἐχθροί τῆς πίστεως
χρησιμοποιοῦν τά πάντα, ἀκόμα καί τούς Ἁγίους καί τίς εἰκόνες γιά νά προωθήσουν
τό ψέμα καί τόν Οἰκουμενισμό. Καί ὁ μέγας αἱρετικός, ὁ Ἄρειος εἶχε χρησιμοποιήσει
τή μουσική γιά νά προβάλλει τά ψέματά του, τροπάρια δηλαδή, τά ὁποῖα διέδιδαν τίς
αἱρέσεις του. Δέν πρέπει νά μᾶς κάνουν ἐντύπωση αὐτά καί νά μήν εἴμαστε
εὐκολόπιστοι, γιατί πολλοί ἐμφανίζονται εὐσεβοφανεῖς καί σούπερ-ὀρθόδοξοι καί
κρύβεται ἀπό πίσω ἡ αἵρεση καί ὁ Οἰκουμενισμός καί ἐξαπατοῦν τούς ἀφελεῖς.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: ………………………
Ἀπ.: Ὁ συγκρητισμός γίνεται στήν πράξη καί δέν εἶναι ἄσχετο τό γεγονός ὅτι
ἀποφάσισαν μαζί μέ τή θεσμική κατοχύρωστη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί τήν θεσμική
κατοχύρωση οὐσιαστικά τῶν μικτῶν γάμων. Ὁ μικτός γάμος τί εἶναι; Εἶναι ὁ
Οἰκουμενισμός στήν πράξη, στήν ζωή. Ὀρθόδοξος καί αἱρετικός νά εἶναι μαζί μέσα
στή μικρή ἐκκλησία, πού εἶναι ἡ οἰκογένεια. Εἶναι δυνατόν; Λένε ‘’νά μήν ἔχουμε
ἀγάπη’’; Αὐτή ὅμως ἡ ἀγάπη δέν ἔχει μέσα της Ὀρθοδοξία, δέν ἔχει ἀλήθεια, δέν
ἔχει Χριστό. Τό κάνει λοιπόν αὐτό ὁ λαός, τό κάνουν καί οἱ ἱερεῖς, τό κάνει ἡ βάση,
ὁπότε μετά εὔκολα δεχόμαστε τήν ἀλλοίωση καί στήν πίστη. ‘’Γιατί ὄχι; Ἀφοῦ τό
187
κάνουν ὅλοι, ἑνώνουν ἕναν αἱρετικό μέ ἕναν ὀρθόδοξο, ἄς τό δεχθοῦμε καί ὡς
Ἐκκλησία, αἱρετικοί καί ὀρθόδοξοι ἕνα πράγμα’’.
Εἶναι κανόνας αὐτός: Ὅταν ἀλλοτριώνεται ἡ ζωή μας, παύει νά εἶναι ὀρθόδοξη, μετά
εἶναι θέμα χρόνου νά ἀλλοτριωθεῖ καί ἡ πίστη, νά χάσουμε καί τήν ὀρθή πίστη. Γιατί
αὐτά τά δύο πράγματα εἶναι οὐσιαστικά οἱ δύο ὄψεις τοῦ ἴδιου νομίσματος κι ἄν
παραχαραχτεῖ ἡ μία ὄψις, ὅλο τό νόμισμα εἶναι ἄκυρο καί σέ λίγο καιρό θά
παραχαραχτεῖ καί ἡ ἄλλη ὄψη του. Ἤδη τό νόμισμα εἶναι νόθο.
Δυστυχῶς αὐτό εἰπώθηκε καί στή «Σύνοδο» καί μάλιστα ἀπό Πατριάρχη. Ὁ ὁποῖος
σηκώθηκε πάνω καί λέει «Τί λέει τώρα; Θεολογίες θά συζητᾶμε;». Ἄκουσον
ἄκουσον… Ὁ Πατριάρχης νά πεῖ αὐτό τό πράγμα! «Ἐδῶ», λέει, «ὁ λαός πεινάει. Μ’
αὐτό πρέπει νά ἀσχοληθοῦμε». Ἄν ὁ Ἀρχιερέας δέν θεολογεῖ, ποιός θά θεολογήσει;
Ἄν δέν εἶναι ὀρθόδοξος θεολόγος ὁ Ἀρχιερέας, τότε ποιός θά εἶναι; Καί θά πρέπει νά
ἀσχολεῖται ἡ Ἐκκλησία μέ τήν πείνα τῶν λαῶν καί νά ἀφήσει τήν θεολογία; Ἡ πείνα
τῶν λαῶν εἶναι γιά τούς διακόνους. Δέν λέμε νά μήν ἀσχοληθεῖς καί μ’ αὐτό, ἀλλά
αὐτό εἶναι δεύτερο.. τρίτο.. Τό πρῶτο εἶναι ἡ ὀρθή πίστη, ἡ ὀρθή διδασκαλία.
Θυμηθεῖτε τούς ἁγίους Ἀποστόλους.
Τί εἶπαν; «δέν εἶναι ὀρθόν καί ἀρεστόν στόν Θεόν, νά ἀφήσουμε ἐμεῖς τό κήρυγμα
τοῦ θείου λόγου καί νά ὑπηρετοῦμε στίς τράπεζες» (Πραξ. 6,2). «Ἐμεῖς πρέπει νά
μιλᾶμε στόν λαό γιά τήν ὀρθή πίστη, νά κηρύττουμε τήν ἀλήθεια. Βγᾶλτε διακόνους
νά ἀσχολοῦνται μέ τά τραπέζια» (Πραξ. 6,3-4). Ἔτσι βγῆκαν οἱ ἑπτά διάκονοι. Οἱ
διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων εἶναι οἱ Ἀρχιερεῖς καί σήμερα φτάσαμε στή μεγάλη
κατάντεια νά λένε οἱ Ἀρχιερεῖς: «Τί μ’ αὐτά θά ἀσχολούμαστε; Μέ τήν πείνα τοῦ
λαοῦ θά ἀσχοληθοῦμε». Αὐτό εἶναι μεγάλη ἔκπτωση, θά λέγαμε. Μεγάλη κατάντια.
Ἔχουμε χάσει δηλαδή τήν ἔννοια τοῦ ρόλου πού ἔχουμε. Ἔχουμε χάσει τήν
αὐτοσυνειδησία, ἔχουμε χάσει τήν οὐσία τῶν πραγμάτων, τί σημαίνει Ἀρχιερέας, τί
σημαίνει ἱερέας, τί σημαίνει διάκονος, τί σημαίνει Ἐκκλησία, ποιός εἶναι ὁ ρόλος τῆς
Ἐκκλησίας… Σήμερα κατεξοχήν ἡ Ἐκκλησία πῶς προβάλλεται ἀπό τούς πολιτικούς;
Ὡς ἕνας φιλανθρωπικός ὀργανισμός καί μάλιστα λένε ‘’τόσα ἑκατομμύρια ἔδωσε ἡ
ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γιά τούς φτωχούς, γιά τούς μετανάστες, γιά συσσίτια’’. Ναί,
ἀλλά δέν ξέρεις ἐσύ πού τό δίνεις αὐτό ὡς εἴδηση κ. πάτερ, κ. ἀρχιερέα, ὅτι
ἀντίκειται στόν νόμο τοῦ Θεοῦ, πού λέει «μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά
188
σου» (Ματθ. 6,3)»; Ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νά γίνεται κρυφά καί νά μή
δημοσιοποιεῖται;
Βλέπετε ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μέσω τῶν θεσμικῶν ἐκπροσώπων της παραβαίνει τόν
νόμο τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτό βέβαια ὑπηρετεῖ τήν πολιτεία. Ἡ πολιτεία αὐτό θέλει, νά
ἔχει ἕναν ὑπηρέτη, πού νά κατευνάζει τόν λαό, νά μήν κάνει ἐξεγέρσεις, νά φροντίζει
γι’ αὐτά τά κοινωνικά προβλήματα κ.λ.π. Μά αὐτός εἶναι ὁ κύριος ρόλος τῆς
Ἐκκλησίας; Δέν εἶναι αὐτός. Ὁ κύριος ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά θεραπεύσει τίς
ψυχές, νά σώσει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων στήν αἰωνιότητα κι αὐτό θά γίνει μέ τό
κήρυγμα, μέ τήν ὀρθή διδασκαλία, μέ τήν ὀρθή πίστη καί τήν ὀρθή ζωή.
Διαπιστώνουμε δηλαδή ὅτι ἔχει ἀλλοιωθεῖ ἡ ζωή μας, ἔχει ἀλλοτριωθεῖ ἡ ζωή μας
ἀπό τόν Χριστό, ἔχουμε βάλει μέσα καί δαιμονικά στοιχεῖα καί ψέματα μαζί μέ τήν
ἀλήθεια καί οὐσιαστικά ἔχουμε γίνει ψεύτικοι χριστιανοί. Γι’ αὐτό εὔκολα
δεχόμαστε καί τά ψέματα στήν πίστη καί τούς αἱρετικούς. Ὁπότε οἱ πραγματικοί
ὀρθόδοξοι κατηγορούμαστε ὅτι εἴμαστε φανατικοί, ὅτι δέν ἔχουμε ἀγάπη… Ἔτσι
διαστρέφει ὁ διάβολος τά πράγματα. Αὐτό πού εἶναι φῶς, τό λέει σκοτάδι. Τήν
σταθερότητα δηλαδή στήν πίστη, τήν λέει φανατισμό, φονταμενταλισμό καί τήν
ἔκπτωση στήν πίστη τήν παρουσιάζει ὡς προοδευτικότητα, τή λέει ἀνοιχτότητα,
διεύρυνση πνεύματος. Γιατί εἶναι προοδευτικός;
Γιατί δέχεται καί τούς αἱρετικούς. Δέχεται καί τό ψέμα καί τό σκοτάδι μέσα στήν
ἀλήθεια καί στό φῶς. Τό ἴδιο καί στήν πολιτική, ποιούς θεωροῦν προοδευτικούς;
Αὐτούς πού ἀναγνωρίζουν ὅλους τούς διεστραμμένους, τούς ὁμοφυλόφιλους κ.λ.π.
Καί ἡ Εὐρώπη θεωρεῖται προοδευτική γιατί σιγά-σιγά ἀναγνωρίζει ὅλες τίς
διαστροφές, πού εἶναι αἰσχρό καί νά τίς ὀνομάσεις. Κι ὅμως αὐτή εἶναι ἡ τέχνη τοῦ
διαβόλου νά κάνει νά θεωροῦνται αὐτά ὡς ἡ κορυφή τῆς προόδου, νά ὀνομάζει
δηλαδή τό φῶς σκοτάδι, τό γλυκό πικρό καί τό πικρό γλυκό.
– Ἐρ.: …………………..
Ἀπ.: Καλύτερα νά σιωπήσουμε γιατί ἦταν παρόν ὁ αἱρετικός καί δέν ἔπρεπε νά γίνει
συμπροσευχή. Ἦταν πολύ σωστό αὐτό πού ἔκανε. Θά προσέξατε τελευταῖα πού
δείχνουν στίς τηλεοράσεις -ἤ μπορεῖ νά τό συναντήσατε κιόλας- ὅτι στίς Ἐκκλησίες
μας μπαίνουν αἱρετικοί. Στίς ἐπίσημες γιορτές καλοῦν νά παρίστανται καί αἱρετικοί.
‘’Δέν εἶναι συμπροσευχή’’. Πῶς δέν εἶναι συμπροσευχή; Δέν ἔρχεται κι αὐτός μέσα
στήν Ἐκκλησία τήν ὥρα τῆς Ἀκολουθίας ἤ τῆς Θείας Λειτουργίας;
Τό ξέρετε ὅτι καί αὐτό ἀπαγορεύεται ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες; Ἴσως νά μήν φοράει
τά ἄμφιά του ὁ καρδινάλιος ἐκείνη τήν ὥρα, ἀλλά καί μόνο πού παρευρίσκεται εἶναι
παράνομο καί καταδικαστέο ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες. Δέν ἐπιτρέπεται κἄν ἡ ἁπλή
παρουσία αἱρετικοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία κατά τή διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας ἤ τῆς
προσευχῆς, ἐκτός ἐάν, λέει ὁ Κανόνας, ὑπόσχεται αὐτός ὁ αἱρετικός ὅτι θέλει νά
189
βαφτιστεῖ καί νά γίνει ὀρθόδοξος. Τότε τόν βάζεις μέχρι ἑνός σημείου γιά νά δεῖ πῶς
εἶναι ἡ λατρεία. Μετά ἀπό τό «Τάς θύρας, τάς θύρας», πρέπει νά βγεῖ ἔξω ἀπ’ τήν
Ἐκκλησία. Ἔτσι λειτουργεῖ σωστά ἡ Ἐκκλησία.
Ὅταν τά λές αὐτά στούς ἱερεῖς καί στού Ἀρχιερεῖς λένε ὅτι αὐτό ἐπικρατεῖ σήμερα.
Τό θέμα ὅμως δέν εἶναι τί ἐπικρατεῖ, ἀλλά ὅτι δέν πρέπει νά νομιμοποιήσουμε ὅλα τά
ἄτοπα πού κάνουν. Θά πρέπει νά διορθώσουμε τήν παρανομία. Δηλαδή στήν ἰατρική,
ἀνάλογα θά λέγαμε, ὅτι ἐπειδή ἔχει ἐξαπλωθεῖ πάρα πολύ μιά ἐπιδημία, νά βγάζει
ἀνακοίνωση ὁ ἰατρικός σύλλογος καί νά λέει ‘’δέν πειράζει, ἄς ὑπάρχει αὐτή ἡ
ἐπιδημία, εἶναι κι αὐτή κατάσταση ὑγείας’’ γιά νά μήν νοιώθουν ἄσχημα οἱ
ἄρρωστοι. Ἔχει λογική αὐτό; Ἐπειδή κάτι παράνομο ἔχει ἐπικρατήσει, θά τό
κάνουμε νόμιμο, ἀντί νά τό διορθώσουμε καί νά τό ἐξαλείψουμε; Σέ καμιά
περίπτωση δέν πρέπει νά λειτουργοῦμε ἔτσι.
– Ἐρ.: ………………………
–Ἀπ.: Μέσα ἀπό μυθιστορήματα, μέσα ἀπό τέτοιες -θά λέγαμε- γλυκανάλατες
παραστάσεις καί συγγραφές νομιμοποιεῖται καί περνάει στόν λαό τό μήνυμα ὅτι δέν
πειράζει. Τί πειράζει ἕνας μουσουλμάνος νά παντρευτεῖ μία ὀρθόδοξη; Καί οἱ
ἄσχετοι δημοσιογραφίσκοι καί οἱ ἄσχετοι ἀπό τόν λαό λένε ‘’ Τί πειράζει ἄνθρωποι
δέν εἶναι καί ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος;’’. Ἄνθρωποι εἶναι, ἀλλά τό μυστήριο τοῦ γάμου δέν
μπορεῖ νά γίνει ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία. Δέν ὑπάρχει γάμος ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Γιά νά εἶσαι ὅμως μέσα στήν Ἐκκλησία, πρέπει νά εἶσαι βαφτισμένος ὀρθόδοξος καί
γιά νά μπορέσεις νά γίνεις ἕνα πνεῦμα μέ τόν ἄλλον, πού εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου,
θά πρέπει νά εἶναι καί οἱ δύο ὀρθόδοξοι.
Ἀπ.: Ἁπλῶς τούς παραχωρεῖται τό κτίριο. Εἶναι μία ‘οἰκονομία’. Εἶναι κάτι
συζητήσιμο. Καταδικαστέο εἶναι νά γίνεται ταυτόχρονα συμπροσευχή. Παρόντες
δηλαδή οἱ Ὀρθόδοξοι καί συγχρόνως Παπικοί καί Προτεστάντες καί νά
συμπροσεύχονται.
– Ἐρ.: ………………….
Ἀπ.: Ἄν τούς ἤξερε ὅτι θέλουν νά κατηχηθοῦν, ἐντάξει. Σᾶς εἶπα, ὁ Κανόνας
ἀπαγορεύει νά παρίστανται, ἐκτός ἀπό τήν περίπτωση πού ὑπόσχονται ὅτι θέλουν νά
βαφτιστοῦν ὀρθόδοξοι.
–Ἀπ.: Αὐτό σημαίνει ὅτι εἶχαν καλή διάθεση. Μπορεῖ ὅμως καμιά φορά νά τό κάνουν
καί ἀπό πονηρία. Ξέρετε τό Filioque, καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ὅταν ἔρχονται στήν Ἑλλάδα
190
μερικές φορές δέν τό λένε. Δηλαδή λένε τό ‘Πιστεύω’ ὀρθόδοξα, χωρίς τήν
προσθήκη, ἀλλά στήν πράξη δέν τό βγάζουν. Γίνονται καί τέτοιες πονηρίες. Ἡ
μεγίστη βέβαια πονηρία πού ἔχουν εἶναι ἡ Οὐνία, ὅπου ὅλα φαίνονται ὀρθόδοξα καί
τό μόνο διαφορετικό εἶναι ὅτι μνημονεύουν τόν Πάπα κι, ἄν κανείς δέν εἶναι
ὑποψιασμένος, νομίζει ὅτι εἶναι ὀρθόδοξοι.
Ἔχουμε Οὐνίτες καί στά Γιαννιτσά. Καί στήν Ἰταλία πού εἴχαμε πάει ἕνα
προσκύνημα, μᾶς εἶπαν αὐτή ἡ Ἐκκλησία εἶναι δική σας, νά! ὅλα εἶναι ὀρθόδοξα.
Καί ἦταν Οὐνίτες. Πάρα πολλοί Ἕλληνες πού μένουν ἐκεῖ, ἐξαπατοῦνται καί κάνουν
τόν γάμο τους σέ οὐνίτικη ἐκκλησία, τά ἄμφια ὀρθόδοξα, ἡ ψαλμωδία ὀρθόδοξη, ὅλα
ὀρθόδοξα. Ἀλλά εἶναι Οὐνίτες, δηλαδή Παπικοί καμουφλαρισμένοι, μασκαράδες!
191
Εἶναι καιρός νά δώσουμε Μαρτυρία
(Απόσπασμα απο Ομιλία)
Σήμερα, έλεγε ο Άγιος Παΐσιος, δεν είναι καιρός «μαρτυρίου», δηλαδή δεν μας
ζητάει ο Θεός να γίνουμε μάρτυρες, να δώσουμε την ζωή μας, αλλα είναι καιρός να
δώσουμε ΜΑΡΤΥΡΙΑ για τον Χριστό με την ζωή μας, με την στάση μας, με την
σταθερότητα μας, με τα λόγια μας, και με τα έργα μας.
Έχω γυναίκες, και εδώ μου φαίνεται, που τις πολεμάνε οι ίδιοι οι ιερείς τους.. Πάνε
στις ενορίες ντυμένες σεμνά, και τίς βάζει μπροστά ο παπάς και τις λένε γιατί
ντύνεσαι έτσι! Δεν ντύνεσαι όπως όλες! Γιατί δεν είσαι «ρινόκερος»*…
Οπότε, έχει και την Θεία θέληση, και την ανθρώπινη.Και την Θεία ενέργεια, και την
ανθρώπινη.Για αυτό και βλέπουμε ότι πεινούσε, διψούσε…ήταν άνθρωπος.
Κουραζόταν, τα είχε όλα τα ανθρώπινα… Εκτός την αμαρτία.
Λοιπόν, και είχαν βγεί κάποιοι αιρετικοί, και έλεγαν όχι, ο Χριστός μια θέληση έχει
μόνο, μόνο Θεός. Ακύρωναν την ανθρώπινη φύση ουσιαστικά!
Και λέει, «εγώ είμαι με την εκκλησία! Εσείς δεν είστε με την εκκλησία!»
«Εσείς έχετε βγεί απ’ έξω..!»
192
Έτσι λοιπόν κι εμείς θα λέμε σε όλους τους «ρινόκερους»* ότι εγώ είμαι ο
φυσιολογικός, και αυτό δεν είναι υπερηφάνεια! Προσέξτε!
***************************************************************
Υποσημειώσεις:
* «ρινόκερους»
(Διαβάστε εδώ)
http://hristospanagia3.blogspot.gr/2016/02/blog-post_772.html
***************************************************************
Αιρέσεις 1
(33 Ομιλίες)
Αιρέσεις 2
(Αποσπάσματα Ομιλιών)
Πατερική Θεολογία
(28 Ομιλίες πάνω σε Ιστορικά,Θεολογικά,Αντιαιρετικά & Ψυχοθεραπευτικά Θέματα)
Εκκοσμίκευση
***************************************************************
193
***************************************************************
Κατεβάστε τις συνέχειες της σειράς,όπως και μελλοντικά pdf με νέες
απομαγνητοφωνημένες ομιλίες που θα αναρτούνται ανα διαστήματα,στην ανωτέρω
ηλεκτρονική διεύθηνση,στην επίσημη ιστοσελίδα,στην στήλη του blog (πάνω-δεξιά).
(hristospanagia3.blogspot.gr)
***************************************************************
***************************************************************
***************************************************************
http://hristospanagiapsavvas.blogspot.gr/
***************************************************************
194