Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 20

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία: Νέες

θεωρήσεις και προοπτικές»

Τίτλος εργασίας:

ΔΟΓΜΑ ΤΡΟΥΜΑΝ-ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ AMAG (American


Mission for Aid to Greece)

Εργασία του μεταπτυχιακού φοιτητή: Παναγιώτη Βαρούτσου


Στο μάθημα: Ο ανταγωνισμός Ανατολής και Δύσης και η ψυχροπολεμική
περίοδος (1945-1989)
Διδάσκων: Κος Χρήστου
Αριθμός μητρώου: 1012201703005

ΚΑΛΑΜΑΤΑ 2019
Περιεχόμενα

ΠΡΟΛΟΓΟΣ..................................................................................3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ.....................................................................................3
Α΄ Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ AMAG (American Mission for Aid to
Greece).......................................................................................5
Β΄ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ...................................6
Γ΄ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ............................................................................8
1. Δημόσια Οικονομικά..........................................................8
2. Ισοζύγιο πληρωμών..........................................................10
3. Εισοδηματική Πολιτική.....................................................11
4. Πιστωτική Πολιτική..........................................................12
Δ΄ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ............................14
Ε΄ ΥΠΟΔΟΜΕΣ...........................................................................15
ΣΤ΄ Η ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ..................17
ΕΠΙΛΟΓΟΣ..................................................................................20
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Η έναρξη του Εμφυλίου μετέτρεψε την Ελλάδα στο πρώτο πεδίο ένοπλης
αντιπαράθεσης του Ψυχρού Πολέμου. Πιθανή κατάρρευση του κυβερνητικού
στρατοπέδου, σύμφωνα με τις δυτικές δυνάμεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως
«ντόμινο», αφού η Τουρκία, γεωγραφικά απομονωμένη, θα περιερχόταν και αυτή στη
σοβιετική σφαίρα επιρροής, ενώ θα ενισχύονταν τα ισχυρότατα κομμουνιστικά
κόμματα της Ιταλίας και της Γαλλίας, με απρόβλεπτα αποτελέσματα για τη Δυτική
Ευρώπη.
Μία τέτοια εξέλιξη θα προσέφερε στους Σοβιετικούς πρόσβαση στη Μεσόγειο και
θα τους έφερνε πιο κοντά στα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής. Όταν οι Βρετανοί, σε
δυσχερή οικονομική κατάσταση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενημέρωσαν
αιφνιδιαστικά στα τέλη Φεβρουαρίου του 1947 ότι αδυνατούσαν να συνεχίσουν τη
βοήθεια προς την Ελλάδα και την Τουρκία από την 31η Μαρτίου, εξανάγκασαν την
αμερικανική κυβέρνηση να παρέμβει. Έπειτα από έντονες διαβουλεύσεις, ο Χάρυ
Τρούμαν παρουσιάστηκε στο Κογκρέσο στις 12 Μαρτίου 1947, ζητώντας να
παράσχουν οι ΗΠΑ τη σχετική βοήθεια προς τις δύο χώρες. Η ομιλία του
Αμερικανού προέδρου έκτοτε περιγράφηκε ως εξαγγελία του «Δόγματος Τρούμαν».
Με το Δόγμα Τρούμαν, δόθηκε σημαντική οικονομική και στρατιωτική αρωγή στην
ελληνική κυβέρνηση, που την βοήθησε να νικήσει στον Εμφύλιο. Παράλληλα, το
Δόγμα Τρούμαν αποτέλεσε το πρώτο βήμα για την εφαρμογή από τις ΗΠΑ, και κατά
τα επόμενα χρόνια, μιας πολιτικής «ανάσχεσης» της ΕΣΣΔ στην Ανατολική
Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το Αμερικανικό Κογκρέσο υπερψήφισε το Δόγμα Τρούμαν στις 22 Μαΐου 1947 ενώ


σε διακρατικό επίπεδο, η συμφωνία παροχής οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα
υπεγράφη στις 20 Ιουνίου 1947. Η κατανομή της βοηθείας ορίστηκε σε 149
εκατομμύρια δολάρια για στρατιωτικές δαπάνες, 146,5 εκατομμύρια δολάρια για
οικονομική ενίσχυση και έργα ανασυγκρότησης και 4,5 εκατομμύρια δολάρια για
έξοδα διαχείρισης.
Ωστόσο, πριν παρέλθει το έτος, εξαιτίας των αναγκών του Ελληνικού Στρατού για
την αντιμετώπιση των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου, διατέθηκαν και
δαπανήθηκαν 14 εκατομμύρια δολάρια από το τμήμα της οικονομικής
ανασυγκρότησης για τις στρατιωτικές ανάγκες, αναβιβάζοντας έτσι το ποσό των
στρατιωτικών δαπανών σε 160 εκατομμύρια δολάρια. Η παροχή οικονομικής
βοήθειας συνοδεύτηκε με την αποστολή Αμερικανικού διαχειριστικού κλιμακίου για
να συνεργασθεί και να συμβουλέψει αρμόδια τμήματα της ελληνικής δημόσιας
διοίκησης.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα οικονομίας William Clayton, σε σημείωμα
του προς τους προϊσταμένους του στο Υπουργείο Εξωτερικών επεσήμανε, πέντε
μέρες μετά το ψήφισμα για οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα και την Τουρκία,
ότι την επίβλεψη μελλοντικού προγράμματος βοήθειας θα πρέπει να έχουν
αποκλειστικά οι ΗΠΑ για να αποφευχθούν τα προβλήματα και η δυσλειτουργίες που
εκδηλώθηκαν με την UNRRA (United Nations Relief and Rehabilitation
Administration) (Oργανισμός Περίθαλψης και Αποκατάστασης των Ηνωμένων
Εθνών. Η άποψη του Clayton βασιζόταν στο πόρισμα της υπηρεσίας προϋπολογισμού
που επεσήμαινε χαρακτηριστικά ότι η οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ στην Ελλάδα
για την περίοδο μεταξύ 1ης Ιουλίου 1940 και 31ης Δεκεμβρίου 1946 ανερχόταν σε
350.3 εκατομμύρια δολάρια, χωρίς όμως να συνυπολογίζονται τα 245.4 εκατομμύρια
δολάρια που είχαν προσφέρει οι ΗΠΑ στην Ελλάδα στο πλαίσιο της UNRRA.
Δεδομένου ότι η παροχή οικονομικής βοήθειας δεν επέφερε τα επιθυμητά για την
Ελλάδα αποτελέσματα, ενώ παράλληλα προσλάμβανε ανησυχητικές διαστάσεις ο
κομουνιστικός κίνδυνος, η κυβέρνηση Τρούμαν όρισε ειδική αποστολή που θα
λειτουργούσε επικουρικά για την αποτελεσματική χρήση των κονδυλίων. Η απόφαση
δημιουργίας Αμερικανικής Αποστολής Βοηθείας στην Ελλάδα (AMAG) υπό την
διεύθυνση του Dwight Griswold, αποκάλυπτε το ενεργό ενδιαφέρον της κυβερνήσεως
Τρούμαν για τη χώρα, ανοίγοντας παράλληλα ένα δίαυλο επικοινωνίας παρόμοιο με
αυτόν που στο παρελθόν λειτουργούσε μέσω της Βρετανικής διοίκησης στην Αθήνα.
Η διακομματική απόφαση του Κογκρέσου να υποστηρίξει την Ελλάδα έναντι του
κομμουνιστικού κινδύνου και να συμβάλει παράλληλα στην μεταπολεμική
ανοικοδόμηση της χώρας μπορεί να χαρακτηριστεί τόσο ως το προανάκρουσμα του
Σχεδίου Μάρσαλ όσο και των προγραμμάτων βοήθειας που εφαρμόστηκαν
επικουρικά για την υποστήριξη και άλλων κρατών που δέχονταν πιέσεις από τη
Σοβιετική Ένωση.
Εννέα μέρες μετά την έγκριση της οικονομικής βοήθειας του Δόγματος Τρούμαν το
Κογκρέσο ψήφισε επιπρόσθετη βοήθεια έκτακτης περιθάλψεως ύψους 350
εκατομμυρίων δολαρίων για χώρες που δεν μπορούσαν να καλύψουν τις βασικές
ανάγκες σε τροφή, φάρμακα, ρουχισμό και καύσιμα. εκατομμύρια δολάρια. Η παροχή
οικονομικής βοήθειας συνοδεύτηκε με την αποστολή του Αμερικανικού
διαχειριστικού κλιμακίου (AMAG) για να συνεργασθεί και να συμβουλέψει αρμόδια
τμήματα της ελληνικής δημόσιας διοίκησης.

Α΄ Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ AMAG (American Mission for Aid to


Greece)

Η πρώτη Αμερικανική ανάμειξη με δικαιοδοσία στα ελληνικά εσωτερικά ζητήματα


σημειώθηκε με τον ερχομό στην Ελλάδα της American Mission for Aid to Greece
(AMAG) (Αμερικανική Αποστολή Βοήθειας προς την Ελλάδα), η οποία προβλεπόταν
από τους όρους της Συμφωνίας της 20ης Ιουνίου 1947 μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας ως
υλοποίηση του Δόγματος Truman (12 Μαρτίου 1947).
Το τελευταίο έθεσε τις βάσεις για την εφαρμογή του ελληνοτουρκικού
προγράμματος βοήθειας, για την υλοποίηση του οποίου μετέβη η αποστολή της
AMAG στην Ελλάδα για ένα έτος, από τον Ιούλιο του 1947 έως και τον Ιούνιο του
1948, προκειμένου να στηρίξει τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να
εκπληρώσει τους στόχους της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας. Αρχηγός της AMAG
ήταν ο Dwight Grinswold, ο οποίος διετέλεσε προηγουμένως κυβερνήτης της
πολιτείας της Νεμπράσκα και ήταν ένας καταξιωμένος ρεπουμπλικάνος πολιτικός με
ισχυρή επιρροή.
Η δομή της AMAG διακρινόταν στο στρατιωτικό και πολιτικό σκέλος, κάτι που
προέκυπτε και από τις διττές αρμοδιότητες της αποστολής. Ενώ στον στρατιωτικό
τομέα η αμερικανική παρουσία ήταν συμβουλευτική, στον οικονομικό τομέα οι
συμφωνίες των δύο κυβερνήσεων προέβλεπαν ειδικό καθεστώς λειτουργίας της
AMAG με εκτεταμένες αρμοδιότητες στη διαχείριση των οικονομικών υποθέσεων
της χώρας.
Έτσι συγκροτήθηκαν τμήματα τα οποία κάλυπταν το σύνολο των βασικών τομέων
παρέμβασης στην οικονομία: τα δημόσια οικονομικά, τη γεωργία, τη βιομηχανία, το
εμπόριο, την εργασία, τη δημόσια υγεία και την ανασυγκρότηση. Ουσιαστικά
επρόκειτο για τη δομή μιας «παράλληλης κυβέρνησης», καθώς εμφανίζεται πλήρης
αντιστοίχιση με τα κύρια πολιτικά υπουργεία της κυβέρνησης.
Σε κάθε υπουργείο τοποθετήθηκε ένας η περισσότεροι υπάλληλοι της AMAG, ως
ειδικοί σύμβουλοι, στο πλαίσιο ειδικών συμφωνιών για τον προϋπολογισμό, τα
δημόσια έργα, τη διαχείριση των προμηθειών ή άλλων τομέων. Αυτό υποδήλωνε την
αμεσότητα του ελέγχου που επιδίωξε να εγκαθιδρύσει η Αμερικανική αποστολή.

Β΄ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Ένας από τους βασικότερους οργανισμούς που ιδρύθηκαν στο πλαίσιο της
αναδιοργάνωσης της κατεστραμμένης οικονομίας ήταν η Διοίκηση Εξωτερικού
Εμπορίου, μια υπηρεσία δηλαδή η οποία θα έθετε υπό τον έλεγχο της το εξωτερικό
εμπόριο της χώρας και πρωτίστως τις εισαγωγές.
Για το συνολικό συντονισμό της οικονομικής πολιτικής δημιουργήθηκε η Επιτροπή
Οικονομικής Πολιτικής η οποία φιλοδοξούσε να καλύψει το κενό της προηγούμενης
έλλειψης αποτελεσματικού ελέγχου στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης 1.
Θέματα που αφορούσαν επιμέρους πλευρές του προγράμματος βοήθειας, όπως για
παράδειγμα το πρόγραμμα βιομηχανικών δανείων ή το πρόγραμμα ενέργειας, θα
αποτελούσαν αντικείμενο Ειδικών Επιτροπών που θα συστήνονταν κατά περίπτωση.
Δύο ακόμα σημαντικοί οργανισμοί τους οποίους οι Αμερικανοί επεδίωξαν να
ελέγξουν ήταν το Ίδρυμα Κοινωνικής Ασφάλισης και ο Οργανισμός Λιμένος
Πειραιώς.
Μέσω των παραπάνω οργανισμών, ο έλεγχος της AMAG στους κρίσιμους τομείς
άσκησης πολιτικής ήταν σχεδόν απόλυτος. Η AMAG έθεσε υπό άμεσο έλεγχο το
εξωτερικό εμπόριο της χώρας και την έκδοση χρήματος, ενώ παράλληλα
θεσμοθέτησε ένα κοινό όργανο κορυφής με την ελληνική κυβέρνηση για τις κρίσιμες
αποφάσεις και τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής. Παράλληλα μέσω των
τμημάτων της και των οριζόντιων σχέσεων που αυτά ανέπτυξαν σε επίπεδο
υπουργείων επέβαλε την άμεση παρακολούθηση των ενεργειών σε κάθε τομέα της
δημόσιας διοίκησης.
Η εξουσία του αρχηγού της AMAG στο πλαίσιο της αρχής «διαχείρισης πεδίου»
ήταν απεριόριστη. Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε ξεκαθαρίσει επίσης τις
1
Γιώργος Σταθάκης, Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ- Η ιστορία της αμερικανικής βοήθειας
στην Ελλάδα, Αθήνα 2004, σ. 165
αρμοδιότητες μεταξύ του επικεφαλής της AMAG και του Αμερικανού πρέσβη. Στις
σχέσεις με την πρεσβεία οι οδηγίες έκαναν σαφές ότι τα εξωτερικά και εσωτερικά
θέματα της Ελλάδας είναι της άμεσης αρμοδιότητας της πρεσβείας. Συνεπώς οι
οδηγίες καθιστούσαν σαφές ότι τα πολιτικά ζητήματα ήταν της αποκλειστικής
ευθύνης της πρεσβείας και συμβούλευαν τα μέλη της οικονομικής αποστολής να
απέχουν από οποιαδήποτε διατύπωση γνώμης για την ελληνική πολιτική ζωή σε
δημόσιες εκδηλώσεις η επίσημες συναντήσεις.
Ο Griswold είχε τον απόλυτο έλεγχο όλων των πόρων και ήταν υπεύθυνος για την
κατανομή τους. Ταυτόχρονα είχε τη δικαιοδοσία να αναστείλει μέρος ή όλη τη
βοήθεια, εάν η χρήση της δεν υπηρετούσε τις επιδιώξεις της αποστολής. Ο
Αμερικανός πρέσβης MacVeagh ήταν κυρίως υπεύθυνος για αλλαγές στο ελληνικό
υπουργικό συμβούλιο και τη στρατιωτική ηγεσία, για τη διενέργεια εκλογών, για
ζητήματα εξωτερικών σχέσεων της Ελλάδας, για θέματα της εσωτερικής πολιτικής
σκηνής και άλλα σχετικά πολιτικά θέματα.
Στην πράξη αποδείχθηκε αδύνατη η υλοποίηση ενός αυστηρού οικονομικού
προγράμματος χωρίς τις απαραίτητες επεμβάσεις στον τομέα της εσωτερικής
πολιτικής της χώρας. Ο Griswold λοιπόν, δεν περιορίστηκε μόνο στα θέματα
οικονομίας και διοικητικού τομέα, αλλά παρενέβαινε και στα θέματα αρμοδιότητας
του πρέσβη με αποτέλεσμα τη δημιουργία τριβής μεταξύ των δύο ανδρών.
Ειδική αναφορά γινόταν στον έλεγχο των πιστώσεων προκειμένου να αποτραπεί η
κερδοσκοπική χρήση τους. Στο θέμα του προϋπολογισμού οι οδηγίες έθεταν στόχο:
«Σε ελάχιστο χρόνο θα έπρεπε να επιβληθούν αποτελεσματικοί έλεγχοι σε όλες τις
κυβερνητικές δαπάνες με στόχο να επιτευχθεί και να διατηρηθεί η δημοσιονομική
ισορροπία σε επίπεδα δαπανών, όχι υπερβολικών σε σχέση με το εθνικό εισόδημα».
Οι οδηγίες έκλειναν με δυο θέματα: ο ρόλος του ΟΗΕ και άλλων διεθνών
οργανισμών και οι αρμοδιότητες της οικονομικής αποστολής σε σχέση με τη
πρεσβεία. Στο πρώτο θέμα υπήρχε απόλυτη ενθάρρυνση να αναληφθούν όσες
δραστηριότητες ήταν δυνατό από διεθνής οργανισμούς και ειδικότερα τον ΟΗΕ.
Μάλιστα, υπήρχε σαφής υπόδειξη ότι η αποστολή θα έπρεπε να «δρα στη βάση της
κατανόησης ότι τις οικονομικές δραστηριότητες τελικά θα τις αναλάμβανε μια
αποστολή του ΟΗΕ». Συνεπώς, διαφαινόταν ότι οι οικονομικές επιδιώξεις του
Δόγματος Truman ήταν προσωρινές και δεν υπήρχε καμία πρόθεση από την
αμερικανική κυβέρνηση να εμπλακεί στις μακροχρόνιες διαδικασίες ανάπτυξης της
χώρας.
Γ΄ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

1. Δημόσια Οικονομικά
Η σταθεροποίηση της οικονομίας υπήρξε η κεντρική επιδίωξη της οικονομικής
πολιτικής της AMAG. Όλες οι κρίσιμες αποφάσεις για τον προϋπολογισμό, την
εισοδηματική πολιτική, τη νομισματική πολιτική και την πολιτική εξωτερικού
εμπορίου ελήφθησαν από την AMAG και επιβλήθηκαν στην ελληνική κυβέρνηση.
Στο πεδίο αυτό, το πιο σημαντικό πρόβλημα που αντιμετώπισε η Αμερικανική
αποστολή ήταν η ισοσκέλιση του εθνικού προϋπολογισμού, καθώς οι αυξανόμενες
ανάγκες του Εθνικού Στρατού, η φροντίδα των εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων
εξαιτίας του εμφυλίου και ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός αποτελούσαν μεγάλα
εμπόδια προκειμένου να επιτευχθεί η εξισορρόπηση του.
Το Σεπτέμβριο του 1947 η ελληνική κυβέρνηση παρέδωσε στην AMAG τις
εκτιμήσεις της για τον προϋπολογισμό διάρκειας 15 μηνών, από την 1 η Απριλίου του
47΄ μέχρι τις 30 Ιουνίου του 48΄. Το σχέδιο του προϋπολογισμού της ελληνικής
κυβέρνησης προέβλεπε έλλειμα της τάξης του 45%, ωστόσο, το αναθεωρημένο
σχέδιο της AMAG, το οποίο και κατατέθηκε εν τέλει στη Βουλή ως προϋπολογισμός
της ελληνικής κυβέρνησης περιέκοψε το έλλειμα στο 7%.
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η τεράστια προσαρμογή των μεγεθών και εφόσον
τα υπουργεία αρνήθηκαν σε πρώτη φάση να προβούν σε απολύσεις δημοσίων
υπαλλήλων, ο αριθμός των οποίων ήταν υπέρογκος για ελληνικά δεδομένα 2, το βάρος
μετατέθηκε στην φορολογία.
Στην Ελλάδα δεν επικρατούσε ένα προοδευτικό φορολογικό σύστημα, αφού η
συμβολή των πλουσίων στον προϋπολογισμό ήταν πολύ μικρή. Η αποστολή της
AMAG είχε κυριολεκτικά «τρομοκρατηθεί» από την έκταση με την οποία η ελληνική
κυβέρνηση επέτρεπε στους εμπόρους, βιομηχάνους και μαυραγορίτες να ξεφεύγουν
από την πληρωμή ενός μικρού αναλογικού μεριδίου στο φορολογικό βάρος, ενώ την
ίδια ακριβώς στιγμή τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα συνθλίβονταν με την
εφαρμογή ενός συστήματος έμμεσων φόρων στις πωλήσεις αγαθών της αναγκαίας σε

2
Λώρενς Γουίτνερ, Η Αμερικανική επέμβαση στην Ελλάδα 1943-1949, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 230
καθημερινή βάση κατανάλωσης3. Η προσπάθεια, λοιπόν, επικεντρώθηκε στην
ενίσχυση της «άμεσης» φορολογίας (π.χ φόρος εισοδήματος) προκειμένου να υπάρξει
μια μετάβαση από την καταναλωτική στην εισοδηματική φορολογία, η οποία θα
εξασφάλιζε μια δικαιότερη ανακατανομή των βαρών μεταξύ των πλουσίων και των
φτωχών τάξεων.
Προς αυτή τη κατεύθυνση η κυβέρνηση ψήφισε στο Κοινοβούλιο έναν
επιχειρηματικό φορολογικό νόμο με ισχύ την 1η Απριλίου 1948, ο οποίος επέβαλε τη
σύνταξη σχετικών υποδειγμάτων για την υποχρεωτική καταγραφή όλων των
εμπορικών πράξεων και καθόρισε ανάλογα πρόστιμα για τους παραβάτες. Επίσης,
εισήγαγε το νόμο περί τήρησης λογιστικών βιβλίων από τις επιχειρήσεις και αύξησε
σημαντικά τα πρόστιμα για φοροδιαφυγή. Ωστόσο, οι σχετικές προσπάθειες δεν
καρποφόρησαν λόγω της ελλιπούς ικανότητας των ελεγκτικών μηχανισμών του
κράτους. Επιπρόσθετα, αναζητήθηκαν νέοι άμεσοι φόροι από δυο προνομιακές
κατηγορίες Ελλήνων, τους εφοπλιστές και τους Έλληνες του εξωτερικού και
προσπάθειες αυτές όμως απέτυχαν.
Συνεπώς, η AMAG επικέντρωσε τις προσπάθειες της για ενίσχυση των
φορολογικών εσόδων στην αύξηση των δασμών και την έκτακτη φορολογία.
Έκτακτοι φόροι επιβλήθηκαν στους εισαγωγείς, τους εξαγωγείς, τους εμπόρους
καπνού, τις εταιρείες που είχαν δανειοδοτηθεί και ευνοήθηκαν από την υποτίμηση
της δραχμής, τους ιδιοκτήτες πολυτελών κατοικιών και κτηρίων και στο σύνολο των
εταιριών. Οι δασμοί επίσης αυξήθηκαν κατά 150%, η τιμή του δολαρίου και το
εισαγωγικό κόστος κατά 100%, η τιμή του ψωμιού κατά 80%, ο φόρος μεταβιβάσεων
κατά 6%, και οι τιμές των τσιγάρων κατά 25%. Εύλογα, τα μέτρα αυτά είχαν
σημαντικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό και κατ΄επέκταση στο βιοτικό επίπεδο του
ελληνικού λαού. Μια σειρά από άλλες επιμέρους κατηγορίες εκτάκτων εσόδων
οδήγησε τελικά τα έκτακτα έσοδα να αντιπροσωπεύουν το 40% των φορολογικών
εσόδων του προϋπολογισμού.
Επιπρόσθετη σημαντική πηγή εσόδων ήταν η εκποίηση των προμηθειών της UNRA
που είχαν μείνει αδιάθετες. Αυτό πρόσθεσε άλλο 15% στα φορολογικά έσοδα. Μια
ακόμη βασική πηγή πόρων για την ανασυγκρότηση ήταν οι γερμανικές αποζημιώσεις
οι οποίες τελικά ήταν σχεδόν μηδαμινές. Η Ελλάδα διεκδικούσε 100 από τα 1500
γερμανικά εργοστάσια που θα μεταφέρονταν εκτός Γερμανίας. Τελικά τίποτα από

3
Απόστολος Β. Βετσόπουλος, Η Ελλάδα και το σχέδιο Μάρσαλ- Η μεταπολεμική ανασυγκρότηση της
ελληνικής οικονομίας, Αθήνα 2007, σ. 129
αυτά δεν προχώρησε λόγω της αλλαγής της πολιτικής των ΗΠΑ απέναντι στη
βιομηχανική ανάπτυξη της Γερμανίας4. Το σχέδιο Marshall είχε στο επίκεντρο του
την ταχεία ανασυγκρότηση της Γερμανίας, ενώ τελικά οι γερμανικές αποζημιώσεις
θα περιορίζονταν τα επόμενα χρόνια σε προσφορά μηχανολογικού εξοπλισμού.

2. Ισοζύγιο πληρωμών
Ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο για την υποστήριξη του προϋπολογισμού ήταν το
Ισοζύγιο Πληρωμών. Ο αρχικός σχεδιασμός των εισαγωγών από την AMAG
αποδείχθηκε εντελώς παραπλανητικός καθώς ο διεθνής πληθωρισμός στο 10% δεν
είχε προβλεφθεί στον αρχικό σχεδιασμό. Ένας ακόμα ανασχετικός παράγοντας ήταν
πως η παραγωγή σιταριού στην Ελλάδα ήταν αισθητά κάτω από τις προβλέψεις,
αυξάνοντας τις απαιτήσεις των εισαγωγών. Δημιουργήθηκε λοιπόν, ένα τεράστιο
κενό στο ισοζύγιο πληρωμών, το οποίο απαιτούσε να δεσμευτούν νέοι
συναλλαγματικοί πόροι. Υπό αυτές τις συνθήκες η AMAG έδωσε απόλυτη
προτεραιότητα στην εισαγωγή βασικών καταναλωτικών αγαθών.
Επιχειρώντας να στενέψει το εξαιρετικά δυσμενές ισοζύγιο πληρωμών της χώρας,
με αμερικανική παρακίνηση, η Ελληνική κυβέρνηση καθιέρωσε μια Διεύθυνση
Εξωτερικού Εμπορίου τον Οκτώβριο του 1947. Η Διεύθυνση εξέτασε προσεκτικά
όλες τις αιτήσεις για άδειες εισαγωγών και εργάστηκε για να αναζωογονήσει τις
Ελληνικές εξαγωγές. Έως το 1949 όμως, οι Ελληνικές εξαγωγές είχαν φθάσει μόνο το
40% της προπολεμικής τους αξίας. Επιπλέον, αν και οι εξαγωγές ανέβαιναν σταθερά,
το ίδιο ανέβαιναν και οι εισαγωγές, και το εμπορικό παθητικό ουσιαστικά
διευρύνθηκε.
Εξετάζοντας τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, παρατηρούμε
πως η κατά βάση αγροτική οικονομία της χώρας δεν ήταν σε θέση να αποκαταστήσει
τις προπολεμικές αγορές για να διοχετεύσει τις εξαγωγές των αγροτικών της
προϊόντων. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια οι ευρωπαϊκές χώρες που εισήγαγαν στο
παρελθόν ελληνικά προϊόντα, δεν έδειξαν προθυμία να τα αγοράσουν, επειδή τα
τελευταία δεν ήταν είδη πρώτης ανάγκης, αλλά ευγενή αγροτικά προϊόντα, όπως ο
καπνός, η κορινθιακή σταφίδα, η σουλτανίνα και το ελαιόλαδο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η δυσκολία εξαγωγών ελληνικών καπνών στη Γερμανία
προκάλεσε σοβαρά οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα στη χώρα

4
Γιώργος Σταθάκης, Το Δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ- Η ιστορία της αμερικανικής βοήθειας
στην Ελλάδα, Αθήνα 2004, σ. 187
επειδή η αξία των προπολεμικών εξαγωγών καπνού σε αυτή τη χώρα ξεπερνούσε το
50% της αξίας όλων των προϊόντων των ελληνικών εξαγωγών. Αν και η AMAG
εργάστηκε για να διατηρήσει τη θέση του ελληνικού καπνού στη γερμανική αγορά, η
μάχη τελικά κερδήθηκε από τις μεγάλες καπνοβιομηχανίες των ΗΠΑ.
Επιπρόσθετα, για πολιτικούς λόγους, το εμπόριο με την γειτονική Ανατολική
Ευρώπη κατέρρευσε και η Ελλάδα έγινε ένας κορυφαίος πελάτης των Ηνωμένων
Πολιτειών. Από το 1946 το State Department (Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ) είχε
πιέσει για την καθιέρωση μιας αμοιβαίας συνθήκης με την ελληνική κυβέρνηση για
την ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δυο κρατών 5. Έτσι, παρά τις
προσπάθειες της AMAG να περιορίσει τις εισαγωγές, η Ελλάδα ήταν σε μεγάλο
βαθμό εξαρτημένη από αμερικανικά προϊόντα, τα οποία αποτελούσαν περίπου το
30% του εισαγωγικού της εμπορίου ήδη στις αρχές του 1950.

3. Εισοδηματική Πολιτική
‘Όπως προαναφέραμε, μέρος της προσπάθειας να περισταλούν οι δημόσιες δαπάνες
αφορούσε και την περικοπή του τεράστιου αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Η
AMAG προσέβλεπε σε μια σημαντική βελτίωση της δημόσιας διοίκησης και προς
αυτή τη κατεύθυνση ήταν επίσης έτοιμη παράλληλα με τις απολύσεις να προχωρήσει
και στην αύξηση των μισθών. Αντιμέτωπη με το περίπλοκο σύστημα αμοιβών του
δημοσίου τομέα, που περιλάμβανε πληθώρα ειδικοτήτων, ειδικών επιδομάτων και
υπερωριών, προχώρησε στην ενοποίηση των κατηγοριών, την περικοπή των
υπερωριών και των ειδικών επιδομάτων και τη γενικευμένη αύξηση των μισθών.
Η περικοπή του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων τελικά μόνον εν μέρει
υλοποιήθηκε. Είναι σίγουρο ότι δεν έφθασε τις προβλεπόμενες 15.000. Ακόμα, η
κατάργηση του περίπλοκου συστήματος επιδομάτων, υπερωριών, παραστάσεων και
ειδικών μισθολογικών ρυθμίσεων απαιτούσε πολύ μεγαλύτερες τομές στη δημόσια
διοίκηση που προφανώς αναβλήθηκαν για αργότερα.
Εν μέσω αυτών των αλλαγών στο δημόσιο τομέα, η AMAG προχώρησε ταυτόχρονα
σε σημαντικές αυξήσεις των μισθών και των ημερομισθίων. Η «Συμφωνία του
Νοεμβρίου» του 1947 αφορούσε τις ρυθμίσεις των αμοιβών στον ιδιωτικό τομέα και
προέβλεπε να αυξηθούν οι μισθοί 190 φορές από το προπολεμικό επίπεδο για τους
ανειδίκευτους εργάτες και 150 για τους ειδικευμένους. Οι αυξήσεις των ονομαστικών
μισθών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα ήταν της τάξης του 35-40%.
5
Λώρενς Γουίτνερ, ό. π., σ. 239
Η AMAG εκτιμούσε πως με τις αυξήσεις αυτές θα κέρδιζε πολύτιμο χρόνο για να
προωθήσει το σύνολο των μεταρρυθμίσεων της. Εξάλλου, καθώς ενεπλάκη στη
διαδικασία αλλαγών στο δημόσιο τομέα, η αύξηση των μισθών αποτελούσε εκ των
πραγμάτων τον αναγκαίο συμβιβασμό, προκειμένου η κυβέρνηση και τα συνδικάτα
να αποδεχτούν μέρος των περικοπών στην απασχόληση και τον περιορισμό των
επιδομάτων που επεδίωκε η AMAG. Σε κάθε περίπτωση, από οικονομική σκοπιά το
μέτρο αυτό δεν μπορούσε να έχει κανένα αποτέλεσμα στις δεδομένες συνθήκες. Δεν
υπήρχαν συναλλαγματικοί πόροι για επιπρόσθετες εισαγωγές και η εγχώρια
παραγωγή δρούσε ακόμα σε συνθήκες κερδοσκοπίας. Όπως ήταν αναμενόμενο οι
πληθωριστικές πιέσεις εντάθηκαν και εξανέμισαν τις ονομαστικές αυξήσεις των
μισθών.

4. Πιστωτική Πολιτική
Πριν εφαρμοστεί το πρόγραμμα της AMAG, η διάθεση και ο έλεγχος των
τραπεζικών πιστώσεων ήταν τόσο περίπλοκα πράγματα, όσο ήταν το υπόλοιπο
ελληνικό νομισματικό σύστημα. Το μεταπολεμικό τραπεζικό εμπορικό σύστημα ήταν
ένα μικρό κλάσμα της προπολεμικής κλίμακας, αφού αντιστοιχούσε σε λιγότερο από
το 10% των προπολεμικών καταθέσεων. Ειδικότερα, επειδή οι Έλληνες επένδυαν το
περισσότερο μέρος των καταθέσεων τους σε χρυσές λίρες, οι ιδιωτικές
αποταμιευτικές καταθέσεις σε δραχμές παρέμεναν σχεδόν σε μηδαμινά επίπεδα. Είναι
αξιοσημείωτο ότι περίπου η μισή αξία των συνολικών καταθέσεων στις ιδιωτικές
τράπεζες αποτελούνταν από τις υποχρεωτικές καταθέσεις των συνταξιοδοτικών
ταμείων και των άλλων δημόσιων οργανισμών.6
Προς στήριξη των τραπεζικών αποθεματικών και γενικότερα του τραπεζικού
συστήματος ψηφίστηκε ο νόμος 588 του 1947 με βασικό σκοπό τον περιορισμό και
τον έλεγχο των τραπεζικών πιστώσεων από τις εμπορικές τράπεζες. Ο νόμος αυτός,
υποχρέωσε την Εθνική Τράπεζα να καταβάλλει το 15% των συνολικών καταθέσεων
της στη Κεντρική Τράπεζα, αφού η πρώτη κατείχε το 69% του συνολικού τραπεζικού
κεφαλαίου, ενώ οι άλλες εμπορικές τράπεζες ήταν υποχρεωμένες να καταθέσουν το
5% των συνολικών καταθέσεων τους στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Η υιοθέτηση του νόμου αυτού ήταν απαραίτητη επειδή η συνεχής και αυξανόμενη
τάση αποθησαύρισης χρυσών λιρών στερούσε την οικονομία από κεφάλαια,
αναγκάζοντας την Τράπεζα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει τη ζήτηση με την έκδοση
6
Απόστολος Β. Βετσόπουλος, ό. π., σ. 133
πληθωριστικών τραπεζογραμματίων. Αφού η εμπιστοσύνη του λαού στο εθνικό
νόμισμα ήταν κλονισμένη εξαιτίας του καλπάζοντος πληθωρισμού, η πλειονότητα
των ανθρώπων διατηρούσε το ενεργό κεφάλαιο του σε χρυσές λίρες, παρά σε
δραχμικές τραπεζικές καταθέσεις που ήταν ελάχιστες.
Ακόμα, η έλλειψη των αναγκαίων τραπεζικών κεφαλαίων, υποχρέωσε τις ιδιωτικές
εμπορικές τράπεζες να αναζητήσουν κεφάλαια στις προκαταβολές που χορηγούσε η
Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς η τελευταία δάνειζε ήδη χρήματα κατευθείαν στους
επιχειρηματίες στηριζόμενη στα αποθετικά της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία με τη
σειρά της ήταν βασισμένη στην αμερικανική βοήθεια.
Από τον Φεβρουάριο του 1948, η πολιτική πώλησης χρυσών λιρών από την
Τράπεζα της Ελλάδος αντισταθμιζόταν από την πολιτική της Νομισματικής
Επιτροπής στον τομέα των πιστώσεων. Έτσι λοιπόν, επιβλήθηκε αυστηρός έλεγχος
στη διάθεση των πιστώσεων επειδή οι δανειζόμενοι, προεξοφλώντας υποτίμηση του
νομίσματος και αναβάλλοντας έτσι την αποπληρωμή των χρεών τους, βρήκαν πιο
επικερδές να επενδύουν τις εισπράξεις τους από τα δάνεια σε χρυσές λίρες και τελικά
να οφείλουν πληθωριστικές δραχμές.
Συνεπώς, ο περιορισμός των πιστώσεων αποτελούσε ένα από τα πιο σοβαρά μέτρα,
αλλά και από τα ελάχιστα όπλα της κυβέρνησης για τη συγκράτηση του πληθωρισμού
και τη σταθεροποίηση της οικονομίας. Το οικονομικό τμήμα της AMAG σε
συνεργασία με τη Νομισματική Επιτροπή βρέθηκε, ωστόσο, σε δύσκολη θέση στην
προσπάθεια προσδιορισμού των πιστώσεων που έπρεπε να εγκριθούν για να
καταστήσουν δυνατό ένα υψηλό επιθυμητό επίπεδο ανάπτυξης του εμπορίου και της
βιομηχανίας, και εκείνων που έπρεπε να απορρίψουν για να χαλιναγωγήσουν τον
πληθωρισμό.
Αν και υποβλήθηκαν πολλές αιτήσεις για χορήγηση δανείων με δοκιμαστικά σχέδια
για την αύξηση της παραγωγής σε συγκεκριμένα προϊόντα, το πρόβλημα στη
χορήγηση ήταν η διασφάλιση ότι τα κεφάλαια αυτά θα χρησιμοποιούνταν για τους
σκοπούς που σχεδιάστηκαν και όχι για αποθησαύριση χρυσών λιρών. Ο ενδελεχής
έλεγχος και τα αυστηρά κριτήρια χορήγησης περιόρισαν την έκταση του
προγράμματος σε μικρού μεγέθους και μικρής διάρκειας τραπεζικά δάνεια.
Δ΄ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Ο περιορισμός και οι αυστηροί έλεγχοι επι των πιστώσεων αποτελούσαν έναν από
τους βασικούς παράγοντες για την προεξόφληση της κρίσης που αντιμετώπιζε το
εμπόριο και η βιομηχανία. Παρά την περιοριστική πιστωτική πολιτική, η Τράπεζα της
Ελλάδος ανέλαβε την ευθύνη χρηματοδότησης της αγροτικής αποκατάστασης και
ορισμένων βιομηχανιών στρατηγικής σημασίας, όπως ήταν οι υφαντουργίες και
εκείνες των οικοδομικών υλικών.
Ιδιαιτέρως δόθηκε έμφαση στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής διαμέσου της
Αγροτικής Τράπεζας, καθώς από τις συνολικές πιστώσεις που παρείχε η Τράπεζα της
Ελλάδος έως τον Ιούλιο του 1948, περίπου 77% είχε διατεθεί στη γεωργία. Αν και η
πιστωτική πολιτική που επικεντρώθηκε στη γεωργία ήταν αρκετά γενναιόδωρη και
προκάλεσε σοβαρές πληθωριστικές διακυμάνσεις στην περίοδο του φθινοπώρου και
του χειμώνα του 1947 προς το 1948, η πολιτική αυτή εναρμονιζόταν με τον αγροτικό
χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας..
Αντίθετα, η βιομηχανία αποτελούσε δεύτερη προτεραιότητα στις προσπάθειες για
την οικονομική ανόρθωση της χώρας. Καθώς εκείνη την εποχή οι μονάδες ελαφριάς
βιομηχανίας αποτελούσαν τη βιομηχανική βάση της χώρας και οι οικονομικές
συνθήκες ήταν ατελέσφορες για την εγκαθίδρυση μονάδων βαριάς βιομηχανίας, οι
προσπάθειες για μεγαλύτερη ανάπτυξη έπρεπε να επικεντρωθούν στην επέκταση και
τον εκσυγχρονισμό των ήδη λειτουργούντων ελαφριάς βιομηχανίας.
Η κύρια ελληνική βιομηχανική δραστηριότητα στηριζόταν στις υφαντουργίες, οι
οποίες στα 1938 υπολογιζόταν ότι κατείχαν το 27% της συνολικής αξίας της
ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής. Η Ελλάδα παρήγαγε ακόμα μερικά σημαντικά
ορυκτά όπως ήταν ο μαγνησίτης, ο σιδηροπυρίτης, ο βωξίτης και το μετάλλευμα
χρωμίου, τα οποία εξάγονταν σε ακατέργαστη μορφή. Στα 1938, αν και η εγχώρια
βιομηχανία εφοδίαζε την εσωτερική αγορά με το 80% της αξίας των καταναλωτικών
βιοτεχνικών προϊόντων, το επίπεδο της κατανάλωσης των Ελλήνων παρέμενε
ανάμεσα στα χαμηλότερα της Ευρώπης.
Αφού το βιομηχανικό τμήμα της AMAG έβλεπε ότι οι Έλληνες βιομήχανοι δεν
έδειχναν προθυμία να επεκτείνουν τις δραστηριότητες των εργοστασίων τους με
αποτέλεσμα να μην αυξάνεται η βιομηχανική παραγωγή, αποφάσισε να
χρηματοδοτήσει την τελευταία, εγκρίνοντας την χορήγηση ελκυστικότερων
πιστώσεων. Η διστακτική στάση των βιομηχάνων για επενδύσεις είτε με ιδία
κεφάλαια είτε με δανεισμό από τις εμπορικές τράπεζες ήταν εν μέρει δικαιολογημένη,
όχι μόνο για λόγους ασφάλειας, αλλά και λόγω των υψηλών επιτοκίων των
εμπορικών τραπεζών, που έφταναν στο επίπεδο του 30% η του 35% για τη σύναψη
ενός βιομηχανικού δανείου. Η αρνητική αυτή κατάσταση στη χορήγηση δανείων
αποτελούσε εμπόδιο για την αγορά ενός νέου και μοντέρνου εργοστασιακού
εξοπλισμού.
Παράλληλα, επειδή η Ελλάδα ήταν αγροτική χώρα και δεν διέθετε βιομηχανική
παράδοση, αφού η ελληνική εκβιομηχάνιση άρχισε στη δεκαετία του 1920, οι
Αμερικάνοι σύμβουλοι αναγκάστηκαν να θέσουν στο περιθώριο οποιοδήποτε σχέδιο
για την ανάπτυξη της βιομηχανίας, επειδή είχαν να αντιμετωπίσουν πιο ουσιώδες και
άμεσα για την ελληνική οικονομία προβλήματα όπως τον ισοσκελισμό του
προϋπολογισμού, το έλλειμα ισοζυγίου πληρωμών την σταθεροποίηση του
νομίσματος και τη μάχη κατά του πληθωρισμού. Τόσο η σχέση ανάμεσα στη βαριά
και την ελαφριά βιομηχανία όσο και το ζήτημα της εκβιομηχάνισης επανήλθαν στο
προσκήνιο με μεγαλύτερη ένταση λίγο αργότερα, στην περίοδο εφαρμογής του
Σχεδίου Μάρσαλ.
Παρά την πρωτοφανή πρόοδο που συντελέστηκε, η αγροτική και βιομηχανική
παραγωγή στην Ελλάδα παρέμεινε σε αρκετά χαμηλότερα σε σχέση με τα
προπολεμικά επίπεδα

Ε΄ ΥΠΟΔΟΜΕΣ

Από όλα τα Αμερικανικά οικονομικά προγράμματα, ως πιο πετυχημένα θα


μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα έργα αναδόμησης και βελτίωσης των υποδομών.
Υπήρχαν έργα τα οποία η κυβέρνηση είχε ξεκινήσει ήδη την άφιξη της AMAG,
ωστόσο το Νοέμβριο του 47΄ όλα ανεστάλησαν καθώς κρίθηκε πως τα οικονομικά
του ελληνικού κράτους δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξουν την υλοποίηση ενός
εκτεταμένου προγράμματος ανασυγκρότησης.
Τα έργα υπό την εποπτεία της κυβέρνησης δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικά καθώς
μόλις ξεπερνούσαν τα 100 δισεκατομμύρια δραχμές και η κυβέρνηση υπολόγιζε ότι
θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν κατά τη διάρκεια του έτους αν το ποσό αυξάνονταν
στα 146 δισεκατομμύρια. Η AMAG όμως με την εμμονή της στον ισοσκελισμένο
προϋπολογισμό προτίμησε τη μεταφορά τους στο δικό της πρόγραμμα
ανασυγκρότησης. Έτσι τα έργα θα υπόκειντο σε μια διαδικασία εκ νέου αξιολόγησης,
προκειμένου να αποφασισθεί σε ποια από αυτά θα συνεχιζόταν η χρηματοδότηση
ώστε να ολοκληρωθούν.
Η χρηματοδότηση θα προερχόταν από το Ταμείο Αντικαταβολών το οποίο
αποτελούσε το αποθεματικό σε δραχμές που δημιουργούσαν οι εισαγωγές αγαθών. 7 Ο
κανόνας που διαμορφώθηκε άτυπα από την AMAG και ίσχυε και στην περίοδο του
σχεδίου Μάρσαλ ήταν ότι για κάθε ένα δολάριο εισαγωγών που προορίζονταν για
έργα ανασυγκρότησης θα χρειαζόταν άλλο ένα δολάριο σε δραχμές για να καλυφθούν
οι τοπικές δαπάνες.
Εντούτοις, το μέγεθος των πόρων που απαιτούνταν για την αποκατάσταση των
ζημιών στις υποδομές που είχε υποστεί η χώρα κατά τη διάρκεια της Κατοχής,
υπολειπόταν κατά πολύ από τους πόρους που διατέθηκαν. Το κόστος των έργων είχε
αποτιμηθεί τον Ιανουάριο του 47’ και στηριζόταν πρωτίστως σε προηγούμενες
εκτιμήσεις της UNRA. Συνολικά απαιτούσε περίπου 175 εκατομμύρια δολάρια. Το
ποσό αυτό δεν είχε καμία σχέση με τα τεράστια ποσά που είχαν αποτιμηθεί από τον
Οργανισμό Ανασυγκρότησης η άλλες ελληνικές πηγές για την αποκατάσταση των
ζημιών. Εδώ πλέον τα μεγέθη αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένα έργα. Ειδικότερα
αντιπροσώπευαν το 1/3 αυτών που απαιτούσε η αποκατάσταση των βασικών
υποδομών.
Ο φορέας στον οποία ανάθεσε η AMAG την υλοποίηση του προγράμματος ήταν οι
U.S Army Corps of Engineers. Αυτοί ανέλαβαν την επίβλεψη όλων των βασικών
έργων ανασυγκρότησης. Στα έργα επίσης συμμετείχαν και κάποιες αμερικανικές
κατασκευαστικές ιδιωτικές εταιρείες ως υπεργολάβοι. Τα έργα αυτά περιλάμβαναν
μόνο τα πιο σημαντικά, όπως ήταν το λιμάνι του Πειραιά, ο Ισθμός της Κορίνθου, η
αποκατάσταση του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου Αθήνας και Θεσσαλονίκης
και η ανακατασκευή των γεφυρών.
Ειδικότερα, το πρόγραμμα οδοποιΐας προωθήθηκε ζωηρά, εν μέρει για
στρατιωτικούς λόγους. Για να καταπολεμηθεί ο βαρέως οπλισμένος και
μηχανοκίνητος κυβερνητικός στρατός, οι δυνάμεις του Δημοκρατικού στρατού
ειδικεύονταν στο να ανατινάζουν και να καταστρέφουν δρόμους και γέφυρες.
Αντιστρόφως, βασική επιδίωξη της AMAG και του Γενικού Επιτελείου ήταν να
7
Γιώργος Σταθάκης, ό. π., σ. 206
ανοίξουν την απομονωμένη ύπαιθρο σε τροχοκίνητη κυκλοφορία. Έτσι λοιπόν
επετεύχθη αξιοσημείωτη πρόοδος στον συγκεκριμένο τομέα, παρέχοντας στην
Ελλάδα το πρώτο της σύγχρονο δίκτυο μετακινήσεως.
Επιπρόσθετα, η αποστολή των ΗΠΑ ασχολήθηκε με εγγειοβελτιωτικά έργα
( αποξήρανση 100.000 στρεμμάτων), έργα άντλησης νερού και επέκτασης των
δενδροκαλλιεργειών, έχτισε σχολεία, μουσεία και ίδρυσε κέντρα υγείας.
Δημιούργησε επίσης μονάδες επισκευής αγροτικών μηχανημάτων, προμήθευσε με
εξοπλισμό ψύξης αλιευτικά και αγορές των μεγάλων αστικών κέντρων. Παρά την
πρωτοφανή πρόοδο που συντελέστηκε, σε μια τόσο περιορισμένη εκδοχή του
προγράμματος ανασυγκρότησης, θα ήταν μάλλον ανώφελο να αναζητήσει κανείς
πρωτοβουλίες που θα αφορούσαν το σκέλος της ανάπτυξης της οικονομίας, τη
δημιουργία δηλαδή υποδομών και επενδύσεων πέρα από τις προπολεμικές.

ΣΤ΄ Η ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ

Σύμφωνα με τις επίσημες οδηγίες που δόθηκαν από τον υπουργό Εξωτερικών των
ΗΠΑ κατά την αναχώρηση του προς τον Griswold, ο στρατιωτικός και οικονομικός
άξονας ήταν ισοδύναμης σημασίας. Επακόλουθο αυτής της αρχής ήταν πως το ύψος
της οικονομικής βοήθειας θα κατανέμονταν ισόποσα ανάμεσα στο στρατιωτικό και το
πολιτικό σκέλος.
Μετά την ανακοίνωση της Βρετανίας στα μέσα του 47΄ ότι σχεδιάζει να αποσύρει τα
εναπομείναντα στρατεύματα της από την Ελλάδα, ξεκίνησε μια συζήτηση μεταξύ των
Αμερικανών αξιωματούχων για την αποστολή μάχιμων μονάδων του αμερικανικού
στρατού. Η μια άποψη εντός του Υπουργείου Εξωτερικών, την οποία υποστήριζε ο
Henderson, διευθυντής του γραφείου Υποθέσεων της Εγγύς Ανατολής και της
Αφρικής του State Department, έλεγε ότι η αποστολή Αμερικανών στρατιωτών θα
στείλει ένα ηχηρό μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα αναφορικά με τη δέσμευση των
ΗΠΑ για την καταπολέμηση του κομμουνισμού. Αντίθετη άποψη διατύπωσε ο
Kennan, o οποίος φοβόταν τις επιπλοκές που θα είχε μια τέτοια κίνηση.
Από τη στιγμή που θα αποστέλλονταν δυνάμεις στην Ελλάδα θα ήταν πολύ δύσκολο
να αποσυρθούν χωρίς να έχουν ολοκληρώσει την αποστολή τους και χωρίς
προηγουμένως να έχει γίνει εκτίμηση της γενικότερης κατάστασης στη Μέση
Ανατολή και τη Μεσόγειο. Την ίδια άποψη ενστερνίζονταν και οι Αρχηγοί των
Γενικών Επιτελείων, οι οποίοι δεν ήθελαν την εμπλοκή αμερικανικών στρατευμάτων
στην Ελλάδα, τα οποία θα τα στερούντο από άλλες πιο σημαντικές περιοχές του
κόσμου στον αγώνα κατά της Μόσχας. Τελικά η αποστολή μάχιμων αμερικανικών
δυνάμεων στην Ελλάδα ποτέ δεν εγκρίθηκε.8
Η εναλλακτική λύση που προτιμήθηκε ήταν η ενίσχυση του ελληνικού στρατού
μέσω οικονομικών μέτρων για τη στήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ο
Griswold υποστήριξε ότι η πολιτική και οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα ήταν
πιθανό να χειροτερέψει σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνονταν μια άμεση νίκη του
Εθνικού Στρατού9.
Τα επίμαχα θέματα στις διαβουλεύσεις της αμερικανικής αποστολής με τη νέα
κυβέρνηση ήταν η αύξηση του στρατού, οι αλλαγές στην ηγεσία του, η αναζήτηση
νέων πόρων οικονομικής βοήθειας και η βελτίωση της τεχνικής υποστήριξης του
στρατού από τους Αμερικανούς συμβούλους.
Η Ελληνική Κυβέρνηση επεδίωξε από την αρχή τη δημιουργία Εθνοφρουράς 50.000
ατόμων, η οποία θα αντικαθιστούσε τις υπάρχουσες παραστρατιωτικές οργανώσεις
(ΜΑΗ, ΜΑΔ), που χρηματοδοτούνταν από τον δημόσιο προϋπολογισμό. Με την
ενέργεια αυτή θα αποδεσμεύονταν δυνάμεις του τακτικού στρατού από τη φύλαξη
των χωριών και θα αυξανόταν η μάχιμη δύναμή του. Στους επόμενους δύο μήνες ο
πρωθυπουργός Σοφούλης επέμεινε έντονα στο θέμα αυτό, και σύμμαχος του στην
κίνηση αυτή προσέτρεξε και ο Τσαλδάρης.
Η αμερικανική πλευρά έθεσε εξαρχής το ζήτημα των πόρων, της χρηματοδότησης
δηλαδή της Εθνοφρουράς. Απέκλεισε το ενδεχόμενο τόσο να αυξηθεί η βοήθεια, όσο
και να προσφύγει στην έκδοση χρήματος. Το θέμα παρέμεινε σε εκκρεμότητα για
τους επόμενους μήνες. Ο Σοφούλης πρότεινε να χρησιμοποιηθούν οι πόροι από το
«Ταμείο Παπανδρέου», το οποίο ήταν ιδιωτικές συνεισφορές κυρίως Ελλήνων του
εξωτερικού, που προορίζονταν για να ενισχύσουν τις οικογένειες των στρατιωτών. Ο
Griswold έχοντας επισημάνει τους πολιτικούς κινδύνους αυτής της πρότασης,
επέμεινε να βρεθούν αξιόπιστες πηγές για τη χρηματοδότηση μιας μικρότερης όμως
εθνοφρουράς.
Ο Σοφούλης έκανε σαφές ότι επεδίωκε αφενός την αντικατάσταση των
παραστρατιωτικών οργανώσεων, αφετέρου ήταν πρόθυμος να μειώσει μέρος της
χωροφυλακής προκειμένου να βρεθούν οι αναγκαίοι πόροι. Η αμερικανική πλευρά

8
Howard Jones, A new kind of war, Νέα Υόρκη 1987, σ. 137
9
Βασίλης Κόντης, Η Αγγλοαμερικανική πολιτική και το Ελληνικό πρόβλημα: 1945-1949, Αθήνα, σ. 242
τελικά πρότεινε τρία σενάρια: α) την αύξηση του στρατού κατά 10.000· β) την
ίδρυση εθνοφρουράς 10.000 ατόμων· και γ) την ίδρυση μεγαλύτερης εθνοφρουράς ως
εφεδρεία Σε κάθε περίπτωση η χωροφυλακή θα έπρεπε να μειωθεί κατά 9.000,
προκειμένου να απελευθερωθούν οι αναγκαίοι πόροι. Οι Βρετανοί και Αμερικανοί
στρατιωτικοί σύμβουλοι συμφωνούσαν με τη σειρά τους ότι έπρεπε να βρεθεί κάποια
λύση αφού δεσμεύονταν δυσανάλογα μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις στη φύλαξη
κωμοπόλεων και χωριών. Μάλιστα θεωρούσαν ως υπαίτιους τους πολιτικούς, καθώς
αυτοί μεριμνούσαν να είναι επαρκείς οι προστατευτικές δυνάμεις στις εκλογικές τους
περιφέρειες.
Με σαφή πρόθεση να αυξηθούν οι διαθέσιμες στρατιωτικές δυνάμεις σε μάχιμες
θέσεις, πρότειναν είτε να εξοπλιστούν οι αγρότες, είτε να ενισχυθούν οι Μονάδες
Άμεσης Δράσης, που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο του στρατού. Παράλληλα έθεσαν το
πρόβλημα ότι έλειπε το αναγκαίο προσωπικό ώστε να καταρτιστούν επιχειρηματικά
σχέδια από τους ξένους συμβούλους.
Ακόμα ένα ζήτημα που γέννησε προστριβές, ήταν αυτό της τοποθέτησης
Αρχιστράτηγου στις ένοπλες δυνάμεις. Οι προθέσεις του Τσαλδάρη για αλλαγές στην
ηγεσία του στρατού θεωρήθηκαν από το Σοφούλη ως απόπειρα πολιτικού ελέγχου
του στρατού και οι σχέσεις του Σοφούλη με την AMAG πέρασαν μια περίοδο
σοβαρής δοκιμασίας, καθώς θεωρήθηκε ότι η AMAG έπαιρνε τη θέση του
Τσαλδάρη. Κάποια στιγμή μάλιστα χρειάστηκε να δοθούν σαφείς διαβεβαιώσεις για
την υποστήριξή της AMAG προς τον Σοφούλη. Έτσι, οι αλλαγές στην ηγεσία
περιορίστηκαν μόνο σε μια αμοιβαία μετακίνηση ανάμεσα στον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ
στρατηγό Βεντήρη και τον αρχηγό της Πρώτης Στρατιάς στρατηγό Χατζή.
Η λύση που τελικά βρέθηκε για να αυξηθεί η δύναμη του στρατού ή των
παραστρατιωτικών σωμάτων ήταν η ακόλουθη: Αναβλήθηκε η αύξηση του στρατού
που είχε εγκριθεί τον Σεπτέμβριο και τα 9 εκατομμύρια δολάρια δόθηκαν για να
συσταθούν Τάγματα Εθνικής Άμυνας, δυναμικότητας περίπου 20.000 ανδρών.
Επρόκειτο για μια δύναμη 40 ταγμάτων, 28 από τα οποία θα ξεκινούσαν άμεσα, ενώ
τα υπόλοιπα προγραμματίστηκαν για τις αρχές του επόμενου χρόνου.
Εξοικονομήθηκαν πόροι με τη σημαντική μείωση της δύναμης της χωροφυλακής
(από 32.000 σε 22.000 άνδρες) ενέργεια που θεωρήθηκε αναποτελεσματική στη
συγκεκριμένη συγκυρία. Ωστόσο, και αυτή η λύση αποδείχθηκε προσωρινή. Η
κυβέρνηση απαιτούσε μια πιο θαρραλέα κίνηση που θα προκαλούσε πολιτικό
θόρυβο. Αυτό έγινε τον Ιανουάριο του '48 με την ανακοίνωση της αύξησης του
στρατού και της αμυντικής βοήθειας των ΗΠΑ.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Αν και η υλική και οργανωτική βοήθεια της αποστολής της AMAG στην Ελλάδα
δεν έλυσε τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της κατεστραμμένης από τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο και τον μετέπειτα Εμφύλιο χώρας, εντούτοις, η προσπάθεια ήταν
τεράστια προκειμένου οι βασικοί δείκτες της οικονομίας να επιστρέψουν στα
προπολεμικά επίπεδα. Η Αμερικανική αποστολή επιδίωξε να περιορίσει την
κερδοσκοπική δραστηριότητα του κεφαλαίου, ελέγχοντας τις εισαγωγές και
εγκαταλείποντας την πολιτική του χρυσού. Αύξησε, στο μέτρο του δυνατού, τη
φορολογική επιβάρυνση των οικονομικά ισχυρών κοινωνικά ομάδων και ισοσκέλισε
τον προϋπολογισμό.
Στο πλαίσιο αυτό δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε τους διττούς στόχους της
αποστολής και τις συμπαρομαρτούσες εξελίξεις που αυτοί δημιούργησαν. Ο
μαινόμενος εμφύλιος και το στρατιωτικό σκέλος της βοήθειας αποτέλεσαν τροχοπέδη
για την ανάπτυξη και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, καθώς δέσμευσαν
σημαντικούς πόρους του προγράμματος. Ο παράγοντας αυτός καθιστά δύσκολο να
αποτιμήσουμε το βαθμό επιτυχίας των παραπάνω εγχειρημάτων, αδιαμφισβήτητο,
ωστόσο, γεγονός αποτελεί η φυσική ανοικοδόμηση που συντελέστηκε με αποτέλεσμα
την αποκατάσταση των βασικών υποδομών της χώρας.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να αποφανθούμε πως το έργο που συντελέστηκε
από την Αποστολή της AMAG έθεσε τα θεμέλια για την εφαρμογή του Σχεδίου
Μάρσαλ, καθώς δημιουργήθηκαν οι απαραίτητες οικονομικές και πολιτικές
συνθήκες, για να μπορέσει η χώρα να συμβαδίσει έως ένα βαθμό με την κοινή
προσπάθεια των άλλων ευρωπαϊκών κρατών που συμμετείχαν στο σχέδιο Μάρσαλ
για την οικονομική ανόρθωση και ανοικοδόμηση της Ευρώπης.

You might also like