Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 59

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΟΛΕΝΤΣΗΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ

ΑΘΗΝΑ

2022-2023
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Βασικά στοιχεία και εξοπλισμός για ένα σύστημα PA

Τα αρχικά των λέξεων Public Address (P.A.) σημαίνουν δημόσια διεύθυνση


(απεύθυνση) και βασικό στοιχείο του παραπάνω όρου είναι η λέξη “δημόσια”. Ο
σκοπός χρήσης των συστημάτων PA είναι να ενισχύσουν τον ήχο ενός μουσικού
συγκροτήματος, ενός ομιλητή, ενός παρουσιαστή ή οποιασδήποτε άλλης πηγής ήχου
ώστε το κοινό να μπορεί να ακούσει καθαρά το περιεχόμενο τους. Μερικά βασικά
στοιχεία που συνιστούν ένα ολοκληρωμένο σύστημα PA είναι τα εξής:

 Ηχεία: Τα ηχεία αποτελούνται από στοιχεία (μεγάφωνα-woofer, κόρνες-


horns) που μετατρέπουν τα ηλεκτρικά σήματα σε ηχητική-ακουστική ενέργεια
(διακυμάνσεις της πίεσης του αέρα). Συνήθως τα PA συστήματα
συνοδεύονται από ειδικά μεγάφωνα που έχουν ως στόχο να αναπαράγουν τις
πολύ χαμηλές συχνότητες και ονομάζονται subwoofer. Οι χαμηλές
συχνότητες (μπάσα) απαιτούν περισσότερη ενέργεια για την αναπαραγωγή
τους, καθώς επίσης και διαφορετική κατασκευή της καμπίνας του ηχείου τους.

2
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Τα μεγάφωνα περιέχονται στις καμπίνες των ηχείων, οι οποίες είναι συνήθως


ξύλινες ή πλαστικές και διαθέτουν ειδικές λαβές για την ασφαλή μεταφορά
και τοποθέτηση τους.

 Ενισχυτής ισχύος: Ο ενισχυτής ισχύος λαμβάνει ηλεκτρικά σήματα και


ενισχύει την ένταση τους ώστε να μπορούν να οδηγήσουν τα μεγάφωνα. Η
ισχύς του ενισχυτή μετριέται στην μονάδα των Watt (προφέρεται “βατ”) και
ως γενικός κανόνας ισχύει ότι όσο περισσότερα watt είναι ο ενισχυτής, τόσο
μεγαλύτερα επίπεδα έντασης θα έχουμε στο PA σύστημα. Βασική
προϋπόθεση είναι τα ηχεία να μπορούν να διαχειριστούν (και να αντέξουν) τη
διαθέσιμη ισχύ. Υπάρχουν συστήματα όπου ο ενισχυτής (ή οι ενισχυτές)
περιλαμβάνονται στην καμπίνα του ηχείου και ονομάζονται αυτοενισχυόμενα
ηχεία. Σε αυτά τα συστήματα ο ενισχυτής, τα μεγάφωνα και όλα τα υπόλοιπα
στοιχεία έχουν βελτιστοποιηθεί ώστε να λειτουργούν περισσότερο αποδοτικά
αλλά με το μειονέκτημα του περιορισμού σε αυτά τα συγκεκριμένα
χαρακτηριστικά. Επιπλέον, αυτού του είδους τα συστήματα μεταφέρονται και
συνδέονται με ευκολότερο και γρηγορότερο τρόπο.

3
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Κονσόλα ήχου: Η κονσόλα ήχου συνδυάζει πολλαπλές πηγές σήματος,


συνήθως από μικρόφωνα και μουσικά όργανα, σε μια συγκεκριμένη έξοδο
ώστε να οδηγηθούν στους τελικούς ενισχυτές. Επίσης, διαθέτει επιμέρους
τμήματα για επεξεργασία των σημάτων ή δυνατότητες πολύπλοκης και
αναλυτικής δρομολόγησης.

4
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Καλώδια: Τα καλώδια μεταφέρουν το ηλεκτρικό σήμα που δημιουργούν ή


λαμβάνουν τα μικρόφωνα, τα ηλεκτρικά μουσικά όργανα, τα ηχητικά εφέ, οι
ενισχυτές, τα ηχεία και γενικότερα τα στοιχεία του συστήματος PA. Συνήθως
αποτελούνται από ένα, δύο, τρείς ή και περισσότερους κλώνους γύρω από ένα
εύκαμπτο μανδύα.

 Μικρόφωνα: Τα μικρόφωνα πραγματοποιούν την αντίθετη διαδικασία από τα


μεγάφωνα. Λαμβάνουν ηχητικά κύματα (όπως τη φωνή του τραγουδιστή ή
ενός μουσικού οργάνου) και τα μετατρέπουν σε ηλεκτρικά σήματα
μεταβαλλόμενου ρεύματος ώστε να οδηγηθούν στην κονσόλα ήχου. Η
ποιότητα των μικροφώνων σχετίζεται άμεσα με την συνολική ποιότητα του
τελικού ήχου. Επιπλέον, υπάρχουν ασύρματα μικρόφωνα τα οποία μεταδίδουν
το σήμα μέσω ραδιοσυχνοτήτων. Σε αυτή τη περίπτωση το ασύρματο
μικρόφωνο εκπέμπει το σήμα μέσω ραδιοσυχνοτήτων στον δέκτη, ο οποίος με
τη σειρά του το οδηγεί στην κονσόλα ήχου. Τα ασύρματα μικρόφωνα είναι
χρήσιμα όταν υπάρχει κίνηση των καλλιτεχνών στην σκηνή.

5
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Βάσεις μικροφώνων: Οι βάσεις μικροφώνων είναι απαραίτητες για την


ασφαλή τοποθέτηση τους όταν δεν τα κρατάει ο τραγουδιστής ή ο ομιλητής.
Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες βάσεων: οι ίσιες και οι τύπου boom. Οι
πρώτες δεν έχουν δυνατότητες ρύθμισης εκτός από το ύψος ενώ οι άλλες
ρυθμίζονται έτσι ώστε το μικρόφωνο να εκτείνεται σε μήκος.

 Επεξεργαστές σήματος: Αυτές οι συσκευές επεμβαίνουν και μεταβάλλουν το


αρχικό σήμα από τα μικρόφωνα ή τα μουσικά όργανα ως προς τα συχνοτικά ή
άλλα χαρακτηριστικά τους.

6
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Ακουστική χώρων και κοινό: Η ακουστική των κλειστών ή ανοιχτών χώρων


επιδρά και αλλοιώνει τον ήχο που εκπέμπεται από τα ηχεία ή τον ήχο που
λαμβάνουν τα μικρόφωνα. Επίσης, ο αριθμός των ατόμων σε ένα χώρο
αλλάζει την ακουστική συμπεριφορά του.

7
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Επιλογή και χρήση κατάλληλων μικροφώνων

Τόσο στο στούντιο όσο και σε μια συναυλία, το μικρόφωνο αποτελεί τον
πρώτο κρίκο στην αλυσίδα των ηχητικών σημάτων. Σε αυτό το κεφάλαιο θα δούμε
ποιοι τύποι μικροφώνων είναι κατάλληλοι και λειτουργούν καλύτερα σε ζωντανά
θεάματα και συναυλίες. Τέλος, θα περιγραφούν οι τρόποι ώστε να λάβουμε τον
καλύτερο και ποιοτικότερο ήχο από αυτά.

Τύποι μικροφώνων

Ανεξάρτητα από την επιλογή του μικροφώνου, 2 σημαντικοί παράγοντες είναι


η ανθεκτικότητα και η κατευθυντικότητα τους (η ικανότητα να λαμβάνουν μια
συγκεκριμένη ηχητική πηγή χωρίς να λαμβάνουν άλλες). Υπάρχουν δύο δημοφιλείς
τύποι μικροφώνων για το PA.

Τα δυναμικά (dynamic) μικρόφωνα συνήθως είναι αρκετά ανθεκτικά και


μπορούν να διαχειριστούν υψηλά επίπεδα στάθμης ηχητικής πίεσης καθιστώντας τα
κύρια επιλογή για χρήση συναυλιών. Επίσης δεν επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από
τον χειρισμό των τραγουδιστών ή των ομιλητών (δεν ακούγεται το “πιάσιμο” με το
χέρι) με αποτέλεσμα να είναι αρκετά δημοφιλή σε τέτοιες χρήσεις. Το μειονέκτημα
είναι ότι ο ήχος τους δεν είναι τόσο λεπτομερής όσο μικρόφωνα άλλων τεχνολογιών
αλλά σε μια συναυλία τέτοιες διαφορές θεωρούνται σχεδόν αμελητέες.

8
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Τα πυκνωτικά (condenser) χρησιμοποιούνται συχνά στις ηχογραφήσεις λόγω


της ποιοτικής συχνοτικής απόκρισης και της ικανότητας τους να ανταποκρίνονται
καλά στις απότομες μεταβολές της έντασης (transients), όπως τα κρουστά όργανα.
Είναι πολύ πιο ευαίσθητα από τα δυναμικά και απαιτείται παροχή ηλεκτρικής
ενέργειας για να λειτουργήσουν-συνήθως από την επιλογή του phantom power στην
κονσόλα, από εσωτερική μπαταρία (συνήθως με τάση 9 volt) ή από ειδικό δικό τους
τροφοδοτικό.

Ωστόσο όμως, τα πυκνωτικά μικρόφωνα που είναι σχεδιασμένα για live


χρήση είναι αρκετά ανθεκτικά και με την κατάλληλη προσοχή μπορούν να αντέξουν
στις καταπονήσεις μιας περιοδείας. Καθώς είναι ευαίσθητα στο κράτημα με το χέρι,
συνήθως τοποθετούνται σε βάση.

Υπάρχουν δύο τύποι πυκνωτικών μικροφώνων. Τα μικρόφωνα μικρού


διαφράγματος συνήθως είναι αρκετά ευαίσθητα και ανταποκρίνονται πολύ καλά στα

9
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

transients. Τα μικρόφωνα μεγάλου διαφράγματος έχουν την τάση να δίνουν “ζεστό”


ήχο και έτσι χρησιμοποιούνται συχνά σε ηχογραφήσεις φωνών σε studio.

Ένας τρίτος τύπος τεχνολογίας μικροφώνων είναι τα ribbon, τα οποία σπάνια


χρησιμοποιούνται σε συναυλίες κυρίως επειδή είναι αρκετά εύθραυστα.

10
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Τοποθέτηση και χρήση μικροφώνων

Όλα τα μικρόφωνα θα πρέπει να τοποθετούνται με κατάλληλο τρόπο ώστε να


λαμβάνουν το ήχο άριστα. Παρακάτω θα παρουσιαστούν κάποιες βασικές
πληροφορίες για τη χρήση τους.

Κατευθυντικότητα μικροφώνων

Η κατευθυντικότητα των μικροφώνων είναι πολύ κρίσιμη για τη χρήση τους


στις συναυλίες καθώς απαιτείται να λαμβάνονται συγκεκριμένοι ήχοι, απορρίπτοντας
εκείνους που δεν χρειάζονται (π.χ. δεν θέλουμε το μικρόφωνο του τραγουδιστή να
λαμβάνει τον ήχο από τα όργανα που βρίσκονται στη σκηνή). Διαφορετικά
μικρόφωνα έχουν και διαφορετικά πολικά διαγράμματα, τα οποία βρίσκουν εφαρμογή
σε συγκεκριμένες χρήσεις.

Τα καρδιοειδή (cardioids) μικρόφωνα λαμβάνουν τους ήχους που έρχονται


κυρίως από εμπρός, έτσι μπορούν να “στοχεύσουν” το στόμα ενός τραγουδιστή ή ένα
μουσικό όργανο. Πολύ δημοφιλή καρδιοειδή μικρόφωνα είναι τα Shure SM 58 ή SM
57 (δυναμικά για φωνές και όργανα), το AKG c451 (πυκνωτικό μικρού
διαφράγματος) και το Audio Technica AT4040 (πυκνωτικό μεγάλου διαφράγματος).

11
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Τα υπερκαρδιοειδή (hypercardioids η supercardioids) μικρόφωνα έχουν


στενότερο ηχητικό πεδίο (λαμβάνουν τον ήχο κυρίως από εμπρός, με λίγο πιο στενό
πολικό διάγραμμα από τα απλά καρδιοειδή, και αρκετά λιγότερο όπισθεν του
μικροφώνου). Αποτελούν καλή επιλογή για τραγουδιστές σε σκηνές με υψηλά
επίπεδα έντασης. Μερικά γνωστά υπερκαρδιοειδή μικρόφωνα είναι το Shure 58 Beta
(δυναμικό για φωνές), το Neumann KM 185 (πυκνωτικό μικρού διαφράγματος) και το
DPA d:VOTE 4099 (πυκνωτικό μικρού διαφράγματος με βραχίονα στήριξης για
εύκολη τοποθέτηση σε μουσικά όργανα).

Τα παντοκαετευθυντικά (omnidirectional) λαμβάνουν ήχο από όλες τις


κατευθύνσεις. Μπορεί να φανούν χρήσιμα σε περιπτώσεις όπου χρειάζεται να
μιλήσουν αρκετοί άνθρωποι και δεν υπάρχουν αρκετά μικρόφωνα (με προϋπόθεση
ότι δεν υπάρχουν υψηλές ηχητικές εντάσεις από τα ηχεία και ότι οι ομιλητές είναι
καθισμένοι σε κυκλική διάταξη). Χρησιμοποιούνται αρκετά συχνά σε περιπτώσεις
ηχητικών μετρήσεων της ακουστικής συμπεριφοράς ηχείων ή χώρων. Μερικά γνωστά
omni μικρόφωνα είναι το DBX RTA-M και το AUDIX TM 1 Plus.

Τα figure 8 (σχήμα του 8) μικρόφωνα δεν χρησιμοποιούνται πολύ συχνά σε


συναυλίες και το βασικό τους χαρακτηριστικό είναι ότι διαθέτουν δύο λοβούς στο
σχήμα του 8. Αυτό το χαρακτηριστικό τους επιτρέπει να απορρίπτουν τους ήχους που
φτάνουν στην συμβολή των λοβών. Κάποια γνωστά figure of 8 μικρόφωνα είναι το
AKG c411 (μικρόφωνο σε σχήμα αυτοκόλλητης κάψας για τοποθέτηση σε μουσικά
όργανα) και το Beyerdynamic M 130 (μικρόφωνο τύπου ribbon).

Ζητήματα τοποθέτησης μικροφώνων

Το εφέ (φαινόμενο) εγγύτητας (proximity effect) γίνεται κατανοητό κυρίως με


τα δυναμικά μικρόφωνα καρδιοειδούς πολικού διαγράμματος. Όσο πιο κοντά
πλησιάζει στο μικρόφωνο η ηχητική πηγή, τόσο περισσότερο αυξάνεται η απόκριση
των χαμηλών συχνοτήτων. Αρκετοί τραγουδιστές με καλή τεχνική τοποθέτησης
μικροφώνου χρησιμοποιούν αυτό το φαινόμενο προς όφελος τους. Σε μαλακές,
συναισθηματικές και άλλου παρόμοιου τύπου ερμηνείες πλησιάζουν το μικρόφωνο
στο στόμα τους ώστε να τονίζουν τα μπάσα τους, δίνοντας τους ζεστότερο ήχο.
Επίσης στις ακουστικές κιθάρες που χρησιμοποιείται μικρόφωνο μπορεί να
αξιοποιηθεί αυτό το φαινόμενο ώστε να ακουστεί περισσότερο “βαρύς” ο ήχος της.

12
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Σε κάθε περίπτωση, είτε θα πρέπει να αξιοποιηθεί προς όφελος μας, είτε θα πρέπει να
ελαττωθεί.

Ο νόμος του αντίστροφου τετραγώνου (inverse square law) δηλώνει ότι το


επίπεδο του ήχου μειώνεται έντονα όσο πιο μακριά βρίσκεται το μικρόφωνο από τη
πηγή. Αυτό μπορεί να αποτελεί πρόβλημα σε περιπτώσεις τραγουδιστών που δεν
διαθέτουν καλή τεχνική χειρισμού του μικροφώνου τους με αποτέλεσμα είτε να
πλησιάζουν πολύ, είτε να απομακρύνονται αρκετά από αυτό χωρίς να αλλάζουν την
ένταση τους για αντιστάθμισμα.

13
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Η γωνία που βρίσκεται το μικρόφωνο σε σχέση με την ηχητική πηγή επίσης


επηρεάζει τον ήχο του. Γενικά, στοχεύοντας την κάψα του μικροφώνου προς την
ηχητική πηγή έχει ως αποτέλεσμα τον πλουσιότερο και καθαρότερο ήχο (προσοχή με
κάποια μικρόφωνα όπου η “είσοδος” των ηχητικών κυμάτων βρίσκεται στο επάνω

14
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

σημείο ή στο πλάι του μικροφώνου. Ελέγχουμε το έγγραφο οδηγιών χρήσης του
μικροφώνου όταν υπάρχει αμφιβολία). Όταν βρίσκεται το μικρόφωνο “υπό γωνία”,
παράγεται περισσότερο “μουντός” ήχος και λιγότερο άμεσος.

Η κατανόηση των παραπάνω τριών ζητημάτων μας βοηθάει να αποφασίσουμε


την τελική θέση του μικροφώνου σε συγκεκριμένες ηχητικές πηγές. Χάριν
παραδείγματος, οι χαμηλής έντασης ηχητικές πηγές απαιτούν να βρίσκεται το
μικρόφωνο αρκετά κοντά αλλά ίσως να χρειαστεί να ελαττώσουμε τις χαμηλές
συχνοτικές περιοχές για να αντισταθμιστεί το φαινόμενο εγγύτητας. Σε ισχυρότερης
έντασης ήχους όπως κάποια πνευστά όργανα, το μικρόφωνο μπορεί να απομακρυνθεί
λίγο χωρίς να υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις αν ο μουσικός μετακινείται ελαφρά.
Όταν τοποθετούμε μικρόφωνο σε ενισχυτή ηλεκτρικής κιθάρας υπάρχει μεγαλύτερη
ευελιξία και πληθώρα επιλογών στην τοποθέτηση του. Το σύνηθες είναι να στοχεύει
προς το κέντρο του μεγαφώνου της καμπίνας αλλά διαφορετικές θέσεις μπορούν να
αποδώσουν διαφορετικές χροιές.

15
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Βελτιστοποίηση του ήχου

Μετά την επιλογή των μικροφώνων ακολουθούν μερικοί τρόποι ώστε να


βελτιστοποιηθεί ο ήχος.

Διακόπτες μικροφώνων

Μερικά μικρόφωνα διαθέτουν διακόπτες όπως:

 On/off (ανοιχτό – κλειστό) ή αλλιώς mute switch (διακόπτης σίγασης).


Αυτός ο διακόπτης μπορεί να φανεί χρήσιμος όταν, για παράδειγμα,
μετακινείται μεταξύ διαφόρων ομιλητών.

 Low-cut filter (φίλτρο αποκοπής χαμηλών συχνοτήτων ή υψιπερατό


φίλτρο). Η λειτουργία αυτή ελαττώνει τις χαμηλές συχνότητες. Αν ένας
τραγουδιστής ή ομιλητής εκφέρει έντονα τα σύμφωνα “μπ” και “π” τότε
ακούγεται σαν να “σκάει” (popping) ο ήχος. Σε αυτή τη περίπτωση αλλά και
στη περίπτωση που το proximity αποτελεί πρόβλημα, ενεργοποιούμε το low-
cut filter.

 Pad switch (διακόπτης εξασθένισης). Ο διακόπτης αυτός ελαττώνει την


ευαισθησία του μικροφώνου. Για παράδειγμα, ένας ενισχυτής κιθάρας μπορεί
να παίζει σε πολύ υψηλή ένταση ούτως ώστε να υπεροδηγείται η είσοδος της
κονσόλας στο συγκεκριμένο κανάλι. Η ενεργοποίηση του pad θα ελαττώσει
την παραμόρφωση.

Ελαττώνοντας τους μικροφωνισμούς

Ο μικροφωνισμός (ή ανάδραση) συμβαίνει όταν ο ήχος από το ηχείο


εισέρχεται στο μικρόφωνο με αποτέλεσμα να ενισχύεται ξανά. Η αντιμετώπιση των
μικροφωνισμών περιλαμβάνει διάφορα στοιχεία σε κάθε PA σύστημα: Τοποθέτηση
ηχείων, ρύθμιση της κονσόλας και μικρόφωνα. Η χρήση κατευθυντικών μικροφώνων
που να στοχεύουν αντίθετα από τα ηχεία και η αποφυγή του proximity είναι δύο
τρόποι να μειωθεί η πιθανότητα του μικροφωνισμού.

16
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Αντιμετωπίζοντας “λεπτούς” ήχους

Όταν χρησιμοποιούνται δύο μικρόφωνα σε όργανα όπως το πιάνο, υπάρχει η


πιθανότητα πρόκλησης προβλημάτων φάσεως (phase) αν το κάθε μικρόφωνο λάβει
διαφορετική χρονική στιγμή του ηχητικού κύματος. Αυτό μπορεί να έχει ως
αποτέλεσμα ένα “λεπτό” και αφύσικο ήχο. Αν η κονσόλα ήχου έχει διακόπτη φάσης
(phase switch) σε κάθε κανάλι, μπορούμε να δοκιμάσουμε να τον ενεργοποιήσουμε
σε ένα από τα δύο μικρόφωνα. Αν δεν λυθεί το πρόβλημα, παρακάτω θα
παρουσιαστούν και άλλοι τρόποι αντιμετώπισης του.

Ελαττώνοντας θορύβους από αέρα και αναπνοές

Η ορμή του αέρα από ήχους που προέρχονται από τα σύμφωνα “μπ” και “π” μπορεί
να δημιουργήσει έντονα σκασίματα. Επίσης ο θόρυβος του αέρα μπορεί να
δημιουργήσει παρόμοια προβλήματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να
χρησιμοποιήσουμε ειδικά καλύμματα από αφρώδες μονωτικό υλικό που τοποθετείται
στην κάψα του μικροφώνου και ελαττώνει τέτοιους ήχους. Επίσης μπορεί να
χρησιμοποιηθεί το ειδικό nylon πλέγμα ανάμεσα στον τραγουδιστή και το
μικρόφωνο.

Επεκτείνοντας τη διάρκεια ζωής του μικροφώνου

Τα κακομεταχειρισμένα μικρόφωνα μπορεί να συνεχίζουν να λειτουργούν


αλλά έχουν χάσει την ποιότητα ήχου τους. Πάντα θα πρέπει να αποθηκεύονται στις
προστατευτικές τους θήκες.

Καλώδια και βύσματα

Τα καλώδια συνδέουν τα διάφορα στοιχεία του PA συστήματος δίνοντας


δίοδο στα ηλεκτρικά σήματα να οδηγηθούν από το ένα σημείο στο άλλο. Στο επόμενο
κεφάλαιο θα αναλυθούν η επιλογή των καλωδίων και οι τρόποι ώστε να αποδώσουν
το μέγιστα.

17
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Ισορροπημένες/Μη ισορροπημένες συνδέσεις (Balanced/Unbalanced)

Τα καλώδια για μη ισορροπημένα ηλεκτρικά σήματα έχουν δύο αγωγούς


εσωτερικά, ενώ τα ισορροπημένα έχουν τρείς (δεν θα πρέπει να υπάρξει σύγχυση με
τα κοινά στέρεο καλώδια, τα οποία επίσης έχουν τρείς αγωγούς. Οι ισορροπημένες
γραμμές μεταφέρουν ένα μονοφωνικό σήμα). Τα ισορροπημένα σήματα μπορούν να
βοηθήσουν στην απόρριψη των παρεμβολών από πηγές όπως εκείνες των
κυκλωμάτων λαμπτήρων φθορισμού, τα ηλεκτρικά βουητά των 50 ή 60 Hz και από
ραδιοσυχνότητες διερχόμενων πομπών (πχ ταξί ή άλλες ασύρματες επικοινωνίες). Η
βασική προϋπόθεση είναι οι συνδέσεις να γίνουν σωστά και στα κατάλληλα
κυκλώματα τα οποία είναι κατασκευασμένα να υποστηρίζουν ισορροπημένα σήματα.
Η συγκεκριμένη σύνδεση είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε σήματα αρκετά χαμηλής τάσης
καθώς η παρεμβολή μπορεί να είναι εξίσου ισχυρή όσο και το σήμα που διέρχεται
τους αγωγούς του καλωδίου.

Τα μη ισορροπημένα σήματα χρησιμοποιούνται αρκετά συχνά μέσω των


καλωδίων για ηλεκτρικές, ηλεκτροακουστικές, ηλεκτροκλασικές κιθάρες καθώς και
στα οικιακά hi-fi συστήματα. Αυτά τα σήματα δεν απορρίπτουν τις πιθανές
παρεμβολές αλλά γενικότερα είναι οικονομικά και λειτουργούν σωστά με ισχυρά
επίπεδα σήματος.

18
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Στα παραπάνω δύο διαφορετικά είδη σήματος χρησιμοποιούνται διαφορετικά


βύσματα. Στην εικόνα φαίνεται ένα βύσμα Jack (καρφί) 1/4' στο οποίο ξεχωρίζουν
δύο τμήματα, ένα για κάθε αγωγό του καλωδίου. Αυτό το βύσμα ονομάζεται TS (Tip-
Sleeve) διότι έχει μια άκρη και ένα κύριο στέλεχος.

Στην εικόνα φαίνεται ένα βύσμα για ισορροπημένες συνδέσεις 1/4’’. Αυτά
ονομάζονται TRS (Tip-Ring-Sleeve) διότι έχουν τρία ξεχωριστά τμήματα. Την άκρη,
το κυρίως σώμα (όπως στα κοινά βύσματα για μη ισορροπημένα σήματα) και το
δαχτυλίδι, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στα άλλα δύο.

19
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Η εικόνα δείχνει ένα XLR βύσμα το οποίο συνήθως χρησιμοποιείται για


ισορροπημένες συνδέσεις. Οι τρείς ακροδέκτες (pins) συνδέουν τους τρείς αγωγούς
του καλωδίου.

Στις περιπτώσεις των βυσμάτων τύπου Female Jack δεν μπορούμε να είμαστε
σίγουροι αν είναι TS ή TRS καθώς δεν φαίνεται εξωτερικά. Συνήθως οι
κατασκευαστές ηχητικών συσκευών αναγράφουν το είδος του σήματος που
διαχειρίζεται το βύσμα εισόδου ή εξόδου του κυκλώματος. Τα Female XLR είναι
ισορροπημένα διότι φαίνονται ξεκάθαρα οι τρείς οπές για τους τρείς ακροδέκτες.

20
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Ένας σχετικά νέος τύπος υποδοχής είναι το Combination (Combo) βύσμα το


οποίο ονομάζεται έτσι διότι συνδυάζει τόσο τη χρήση XLR βυσμάτων όσο και Jack
1/4'’. Σε αυτή την υποδοχή μπορεί να μπει ή το ένα ή το άλλο βύσμα αλλά όχι
ταυτόχρονα. Στις συνδέσεις μέσω jack, το combo jack μπορεί να λειτουργήσει είτε ως
ισορροπημένο είτε ως μη ισορροπημένο.

21
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Ένας άλλος τύπος μη ισορροπημένου τύπου βύσματος είναι το phono το


οποίο είναι κοινό στις οικιακές συσκευές ήχου. Παρόλα αυτά όμως, κάποιες
κονσόλες ήχου περιλαμβάνουν RCA βύσματα για τις περιπτώσεις που χρειάζεται να
συνδεθεί κάποιο cd player ή άλλη παρόμοια συσκευή. (Αυτά τα βύσματα
χρησιμοποιούνται επίσης για τα ψηφιακά σήματα τύπου S/PDIF).

Παρακάτω θα παρουσιαστούν μερικές κοινές συσκευές και τα είδη των


βυσμάτων και σημάτων που χρησιμοποιούνται.

Μικρόφωνα: Σχεδόν όλα τα μικρόφωνα που χρησιμοποιούνται σε εφαρμογές για PA


διαθέτουν XLR βύσματα για ισορροπημένες συνδέσεις.

Synthesizer και άλλα ηλεκτρικά μουσικά όργανα: Πολλές τέτοιες συσκευές


παρέχουν ισορροπημένες εξόδους στις οποίες μπορούν να συνδεθούν τόσο jack TS
όσο και jack TRS βύσματα. Εκτός και αν το καλώδιο είναι πολύ μεγάλου μήκους ή
αν υπάρχουν ηχητικές παρεμβολές, οι μη ισορροπημένη σύνδεση δεν θα
δημιουργήσει σημαντικό πρόβλημα.

Προενισχυτές για πικάπ, φορητά cd players κλπ: Συνήθως χρησιμοποιούνται RCA


phono βύσματα για αυτές τις οικιακές συσκευές. Καθώς είναι σχετικά μικρά τα μήκη
των καλωδίων στην συνδεσμολογία τους , οι μη ισορροπημένες συνδέσεις δεν θα
δημιουργήσουν πρόβλημα.

Φορητά mp3 players: Αυτές οι συσκευές συνήθως χρησιμοποιούν stereo mini-jack


1/8”. Οι περισσότερες επαγγελματικές συσκευές ήχου δεν διαθέτουν τέτοιου είδους

22
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

βύσματα έτσι θα χρειαστεί βύσμα προσαρμογής που να μετατρέπει το stereo mini-


jack σε δύο jack TS 1/4” ή σε δύο RCA phono βύσματα.

Ηλεκτρική κιθάρα και μπάσο: Σχεδόν όλα τα όργανα χρησιμοποιούν μη


ισορροπημένες συνδέσεις στην έξοδο τους.

Είσοδοι κονσόλας: Οι είσοδοι mic μιας κονσόλας δέχονται ισορροπημένες συνδέσεις


με XLR βύσματα. Οι είσοδοι line συνήθως είναι ισορροπημένες αλλά σε κάποιες
περιπτώσεις ενδέχεται να μην είναι και συχνά έχουν βύσματα jack 1/4”. Σε σπάνιες
περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει βύσμα XLR για ισορροπημένες line συνδέσεις
εισόδου.

Αυτοενισχυόμενα ηχεία: Σχεδόν όλα τα αυτοενισχυόμενα ηχεία έχουν XLR, jack ή


RCA βύσματα εισόδου ώστε να μπορούν να συνδεθούν με οποιαδήποτε έξοδο
διαθέτει η κονσόλα.

23
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Σύνθετη αντίσταση (εμπέδηση)

Στα σύγχρονα συστήματα η εμπέδηση (όπου απλοποιημένα είναι η αντίσταση


που συναντούν τα ηχητικά ηλεκτρικά σήματα στις εισόδους και εξόδους μεταξύ των
συνδέσεων τους, μετρούμενη στην μονάδα των Ohm (Ω)) δεν μας δημιουργεί κάποιο
λόγο ανησυχίας ή ιδιαίτερου χειρισμού-αρκεί να ακολουθηθούν μερικοί κανόνες.

Τα κρυσταλλικά µικρόφωνα έχουν σύνθετες αντιστάσεις αρκετών


εκατοντάδων χιλιάδων Ω, ενώ τα µαγνητικά και τα δυναµικά µικρόφωνα έχουν
σύνθετες αντιστάσεις που κυµαίνονται από 20 ως 600 Ω. Η σύνθετη αντίσταση ενός
µικροφώνου µετρείται µε µια πηγή ακουστικής συχνότητας, π. χ. 1000 Hz, και µε τη
µέτρηση της τάσεως και εντάσεως µεταξύ των ακροδεκτών του. Η σύνθετη
αντίσταση των µαγνητικών και δυναµικών µικροφώνων µεταβάλλεται ανάλογα µε τη
συχνότητα της πηγής, µε τον ίδιο τρόπο που µεταβάλλεται η σύνθετη αντίσταση ενός
πηνίου ή αυτεπαγωγής. Με άλλα λόγια η σύνθετη αντίσταση αυξάνει ανάλογα µε την
αύξηση της συχνότητας.

Η σύνθετη αντίσταση του µικροφώνου έχει µεγάλη σηµασία, γιατί


προσδιορίζει το κύκλωµα µε το οποίο µπορεί να συνεργαστεί το µικρόφωνο. Για
πολύ µεγάλη µεταφορά ενέργειας µεταξύ µικροφώνου και κυκλώµατος πρέπει η
εσωτερική αντίσταση του µικροφώνου να είναι ίση µε την αντίσταση του φορτίου.
Αν το φορτίο παρουσιάζει µεγάλη σύνθετη αντίσταση, πρέπει να επιλεγεί µικρόφωνο
µε µεγάλη σύνθετη αντίσταση και το αντίθετο. Η αντίσταση αυτή είναι συνδυασµός
ωµικής, χωρητικής και αυτεπαγωγικής συµπεριφοράς.

Τα µικρόφωνα µικρής αντίστασης είναι αναίσθητα στα ηλεκτροστατικά πεδία.


Από την άλλη η χρήση των µικροφώνων µεγάλης αντίστασης πραγµατοποιείται σε
συνδυασµό µε θωρακισµένο καλώδιο για την αποφυγή δηµιουργίας ηλεκτροστατικού
θορύβου. Το µήκος όµως θα πρέπει να είναι περιορισµένο για να µην υπάρξουν
προβλήµατα αποκοπής των υψηλών συχνοτήτων εξαιτίας της χωρητικότητας που
συνεπάγεται η ύπαρξη του θωρακισµένου καλωδίου.

Μικρόφωνα: Σχεδόν όλα τα μικρόφωνα που χρησιμοποιούνται στα συστήματα έχουν


χαμηλής σύνθετης αντίστασης έξοδο και παράγουν χαμηλής στάθμης σήμα. Έτσι, η
σύνδεση των μικροφώνων χαμηλής εμπέδησης στις εισόδους χαμηλής εμπέδησης που

24
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

διαθέτουν οι κονσόλες δεν θα μας δημιουργήσει κάποιο πρόβλημα καθώς αυτές οι


είσοδοι είναι σχεδιασμένες να δέχονται χαμηλής στάθμης και χαμηλής εμπέδησης
σήματα.

Synthesizers, προενισχυτές πικάπ, φορητές συσκευές αναπαραγωγής μουσικής


κλπ: Αυτές οι συσκευές συνήθως έχουν χαμηλή σύνθετη αντίσταση και παράγουν
σχετικά υψηλής τάσης σήματα (line στάθμη). Η αντιστοίχηση των σύνθετων
αντιστάσεων δεν είναι πρόβλημα αν συνδεθούν οι έξοδοι στις εισόδους της κονσόλας
που μπορούν να διαχειριστούν line στάθμες σήματος.

Ηλεκτρική κιθάρα και μπάσο: Αυτά τα όργανα αποτελούν ειδικές περιπτώσεις διότι
η εμπέδηση εξόδου τους είναι πολύ υψηλή και τα σήματα τους είναι επίσης πολύ
υψηλά για mic εισόδους και πολύ χαμηλά για line εισόδους. Κάποια μηχανήματα
διαθέτουν εισόδους για σήματα από ηλεκτρική κιθάρα αλλά αν χρειαστεί να συνδεθεί
τέτοιο όργανο απευθείας στην κονσόλα τότε θα χρειαστεί ένας προενισχυτής ή DI
Box ώστε να ταιριάξει την αντίσταση ή/και να δυναμώσει το σήμα. Ωστόσο, επειδή η
κιθάρα συνήθως περνάει από διάφορα εφέ ή/και πετάλια για διαμόρφωση του ήχου
της, το τελικό σήμα στην έξοδο από το τελευταίο πετάλι ή εφέ θα παράγει αρκετή
τάση ώστε να συνδεθεί στην line είσοδο της κονσόλας.

Αυτοενισχυόμενα ηχεία: Αρκετά σύγχρονα αυτοενισχυόμενα ηχεία διαχειρίζονται


καλά τα σήματα από τη κονσόλα ως προς το σκέλος της συνολικής εμπέδησης. Με τα
μη αυτοενισχυόμενα ηχεία, δηλαδή εκείνα που τροφοδοτούνται από ενισχυτή, θα
πρέπει να τηρούνται κάποιοι κανόνες. Θα πρέπει να είναι ταιριαστή η αντίσταση
εξόδου του ενισχυτή με την αντίσταση του ηχείου. Για παράδειγμα, αν ένας
ενισχυτής έχει έξοδο των 4 Ohm και των 8 Ohm και το ηχεία είναι στα 8 Ohm, τότε
αυτό θα πρέπει να συνδεθεί στη έξοδο των 8 Ohm.

Καλώδια

Παρακάτω θα παρουσιαστούν μερικές συμβουλές για τη συντήρηση και τον


χειρισμό των καλωδίων.

 Θα πρέπει να χρησιμοποιείται το είδος των καλωδίων που χρειάζεται κατά


περίπτωση για την σύνδεση του επιμέρους εξοπλισμού. Δεν χρειάζεται να

25
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

υπάρχουν καλώδια μεγάλου μήκους μόνο και μόνο επειδή μπορούν να


συνδεθούν και σε μικρές αποστάσεις. Είναι χρήσιμο να υπάρχει ποικιλία
κοντών και μακριών καλωδίων και έπειτα να επιλέγουμε το κατάλληλο κάθε
φορά.
 Είναι χρήσιμο να υπάρχουν κάποια επιπλέον καλώδια για εφεδρική πιθανή
χρήση. Συνήθως είναι σταθερά και λειτουργούν σωστά αλλά μπορεί να
υπάρξει βλάβη στα καλώδια ( η οποία συνήθως θα εμφανιστεί σε ακατάλληλη
στιγμή).
 Όταν συνδέονται μικρόφωνα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ισορροπημένα
σήματα (και καλώδια).
 Για σχετικά μικρά μήκη καλωδίων-κάτω από 5 μέτρα-οι μη ισορροπημένες
γραμμές λειτουργούν ικανοποιητικά ως προς την σύνδεση μουσικών οργάνων
όπως πλήκτρα και ενισχυτές ηλεκτρικής κιθάρας ή μπάσου. Ωστόσο όμως
είναι προτιμότερη η χρήση ισορροπημένων σημάτων και καλωδίων όταν τα
υποστηρίζει ο λοιπός εξοπλισμός.
 Θα πρέπει να βγαίνει το καλώδιο από ένα μηχάνημα τραβώντας το βύσμα και
όχι το πλαστικό περίβλημα του καλωδίου.
 Θα πρέπει να αποφεύγονται οι απότομες γωνίες στα καλώδια, η μόνιμη
καταπόνηση σε βάρος από εξοπλισμό ή καρέκλες, η κοντινή απόσταση από
καλώδια που διέρχεται ηλεκτρικό ρεύμα 220 volt και οι πηγές θερμότητας.
 Στις περιπτώσεις που μη ειδικευμένα άτομα βρίσκονται κοντά σε καλώδια,
τότε αυτά θα πρέπει να είναι κολλημένα στο δάπεδο με κάποιου είδους ταινία
ή προστατευτικό κάλυμμα.
 Είναι χρήσιμο να βρίσκονται τακτοποιημένα μεταξύ τους τα καλώδια, είτε με
ειδικά δεματικά καλωδίων είτε με καλή τοποθέτηση στον χώρο. Ωστόσο δεν
θα πρέπει να είναι σχεδόν κολλητά καλώδια που μεταφέρουν ισχυρό σήμα
από έξοδο ενισχυτών με καλώδια που μεταφέρουν σήματα χαμηλής τάσεων
όπως εκείνα των μικροφώνων διότι μπορεί να εμφανιστεί το
ηλεκτρομαγνητικό φαινόμενο της συνακρόασης (crosstalk).
 Υπάρχει περίπτωση μετά από μακροχρόνια χρήση των βυσμάτων των
καλωδίων να εμφανιστεί το φαινόμενο της οξείδωσης στις επαφές τους με
αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η καλή σύνδεση των συσκευών. Σε τέτοιες
περιπτώσεις μπορούμε να ψεκάσουμε με ειδικά καθαριστικά σπρέι επαφών

26
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

ώστε να καθαριστούν τα βύσματα από την οξείδωση και να βελτιωθεί η


επαφή.
 Είναι ασφαλές να βρίσκονται συνδεδεμένα όλα τα καλώδια πριν ανοίξουν οι
ενισχυτές του συστήματος. Αν πρέπει να συνδεθεί καλώδιο αφού έχει ανοίξει
το σύστημα, τότε θα πρέπει να φροντίζουμε ώστε να κλείνει το κανάλι της
κονσόλας.
 Είναι χρήσιμο να υπάρχουν αντάπτορες-προσαρμογείς όπως XLR σε Jack
1/4" ή άλλου τύπου. Μπορεί να φανούν χρήσιμοι.

D.I. (Direct Injection) box

Εκτός από τη δυνατότητα να ηχογραφήσουμε ένα όργανο μέσω μικροφώνου,


υπάρχει και η δυνατότητα της απευθείας ηχογράφησης του. Αυτό συμβαίνει με τα
ηλεκτρικά όργανα που μας δίνουν σήματα unbalanced (line ή instrument) και για
αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιείται μια συσκευή που λέγεται Direct Injection box
ή απλώς D.I.

27
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Το D.I. συνδέει ένα όργανο απευθείας με την κονσόλα επιτυγχάνοντας τα


εξής:

1) Μειώνει την έξοδο του οργάνου από στάθμη line (line level) σε στάθμη mic
(mic level), επιτρέποντας την απευθείας σύνδεση με την κονσόλα

2) Μετατρέπει την unbalanced γραμμή του οργάνου σε balanced

28
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

3) Απομονώνει την γραμμή του σήματος, αποτρέποντας έτσι την πιθανότητα


να προστεθούν θόρυβοι ρεύματος (θόρυβοι γείωσης, hum)

Επίσης, το D.I. μας δίνει την δυνατότητα μιας παράλληλης εξόδου του
σήματος, η οποία μπορεί να κατευθυνθεί προς έναν ενισχυτή οργάνου. Αυτό είναι
πάρα πολύ χρήσιμο διότι συχνά, ένας ηχολήπτης θέλει να συνδυάσει τον ήχο του
ενισχυτή με τον απευθείας ήχο της κιθάρας για να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Μην ξεχνάμε πως ειδικά στην ηλεκτρική κιθάρα, ο ήχος του ενισχυτή είναι πάρα
πολύ σημαντικός, άρα και ζητούμενος σε μια ηχογράφηση. Έτσι, το D.I. του
επιτρέπει να κάνει απευθείας σύνδεση με την κονσόλα αλλά και να στείλει τον ήχο σε
έναν ενισχυτή και εκεί με ένα μικρόφωνο να πάρει τον ήχο του μεγαφώνου.

Ισοστάθμιση / Equalization

Μια βασική τεχνική επεξεργασίας σήματος είναι η ισοστάθμιση. Η μέθοδος


αυτή είναι πολύ σημαντική και λαμβάνει χώρα σε όλα τα στάδια μιας μουσικής
παραγωγής, ανά πάσα στιγμή. Με την ισοστάθμιση προσπαθούμε να ελέγξουμε την
δυναμική διαφόρων συχνοτικών περιοχών του ακουστικού φάσματος. Δηλαδή, με
αυτή τη διαδικασία μπορούμε να επέμβουμε στο αρμονικό και συχνοτικό
περιεχόμενο ενός ήχου και να το διαμορφώσουμε διαφορετικά, αλλάζοντας έτσι το
ηχόχρωμα (χροιά) του. Οι λόγοι που μπορούν να μας οδηγήσουν να
χρησιμοποιήσουμε τις τεχνικές ισοστάθμισης ποικίλουν:

α) να αποκαταστήσουμε τον πραγματικό ήχο ενός οργάνου σε μια


ηχογράφηση

β) να διορθώσουμε προβλήματα που δημιουργούνται από τον χαρακτήρα της


συχνοτικής απόκρισης ενός μικροφώνου

γ) για να συνδυάσουμε καλύτερα τους ήχους από διαφορετικά μικρόφωνα σε


μια μίξη

δ) για καλλιτεχνικούς λόγους (διαφοροποίηση του ήχου μας από τις υπόλοιπες
μουσικές παραγωγές που κυκλοφορούν, κλπ)

29
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Οι συχνότητες στις οποίες επεμβαίνουμε αναλόγως τον τύπο EQ, μπορεί να


είναι προκαθορισμένες σε χαμηλές, μεσαίες και υψηλές ή να είναι μεταβλητές όπως
συμβαίνει στα διάφορα λογισμικά.

Κατά τη διαδικασία της ισοστάθμισης αλλάζουμε την συχνοτική απόκριση


ενός ενισχυτή, ούτως ώστε στις σχετικές εντάσεις κάποιων συχνοτήτων να δίνεται
περισσότερη ή λιγότερη έμφαση. Για να γίνει όλο αυτό χρησιμοποιούμε τα λεγόμενα
φίλτρα. Έτσι με τα φίλτρα των ισοσταθμιστών (equalizers, EQ) δίνουμε μια επιπλέον
ή λιγότερη ενίσχυση σε db σε κάποια συχνότητα (επηρεάζοντας βέβαια και τις
συχνότητες που βρίσκονται γύρω από αυτή). Για παράδειγμα, μπορούμε να δώσουμε
μια επιπλέον ενίσχυση 3db στα 2kHz, κλπ.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω όμως, δεν επηρεάζεται μόνο η κεντρική


συχνότητα που ορίζουμε, αλλά και οι συχνότητες που βρίσκονται πάνω και κάτω από
αυτήν. Το πόσες συχνότητες γύρω από την κεντρική θα επηρεαστούν εξαρτάται από
ένα ποιοτικό παράγοντα που συμβολίζεται με το γράμμα Q, από τον τύπο του
φίλτρου και από το πόσο ενισχύεται ή εξασθενεί η κεντρική συχνότητα.

Γραφικός Ισοσταθμιστής

Ο γραφικός ισοσταθμιστής είναι ένας τύπος eq που αποτελείται από sliders


(ρυθμιστικά). Κάθε ρυθμιστικό επηρεάζει μια συγκεκριμένη κεντρική συχνότητα και
ανεβάζοντας ή κατεβάζοντας το, ενισχύουμε ή αποδυναμώνουμε την συχνοτική
περιοχή αυτή. Κάθε γραφικός ισοσταθμιστής είναι διαχωρισμένος σε ίσα μουσικά
διαστήματα. Χάριν παραδείγματος, ένας ισοσταθμιστής με 7 ρυθμιστές θα έχει σαν
κεντρικές συχνότητες τις 20, 40, 80, 160, 315, 630, 1200 Hz. Ένας επαγγελματικός

30
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

γραφικός ισοσταθμιστής για live εφαρμογή, περιέχει από 25 έως 31 ρυθμιστές ανά
κανάλι ικανά για γρήγορη διαβάθμιση του ήχου.

Παραμετρικός Ισοσταθμιστής

Αυτός ο τύπος ισοσταθμιστή αποτελείται από ποτενσιόμετρα τα οποία


ενισχύουν ή αποδυναμώνουν μια συχνοτική περιοχή. Αυτοί οι ισοσταθμιστές είναι
που συναντάμε συνήθως στις κονσόλες. Στους παραμετρικούς ισοσταθμιστές
μπορούμε να μεταλάβουμε την κεντρική συχνότητα, την ένταση της και το εύρος της.
Ο έλεγχος του εύρους ονομάζεται bandwidth control και συμβολίζεται με το γράμμα
Q (από την λέξη Quality).

31
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Με την επιλογή Q μπορούμε να επιλέξουμε στην ισοστάθμιση αν κάποια


συχνότητα θα επηρεάσει της διπλανές συχνότητες ή αν θα επηρεάσει μόνο την
προεπιλεγμένη συχνότητα. Ο τελευταίος τύπος μας βοηθάει να κάνουμε χειρουργικού
τύπου αλλαγές στις συχνότητες.

LOW PASS TYPE FILTER (HI CUT)

Αυτού του είδους τα φίλτρα είναι χρήσιμα γιατί μας επιτρέπουν να ορίσουμε
από ποιο σημείο και μετά θα κοπούν ορισμένες συχνότητες. Αν θέλουμε να
κρατήσουμε μόνο τις χαμηλές συχνότητες από κάποιον ήχο, τότε χρησιμοποιούμε ένα
φίλτρο Low Pass.

32
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

HIGH PASS TYPE FILTER (LOW CUT)

Η δράση του high pass είναι η ακριβώς αντίθετη από αυτή του low pass.
Επιλέγουμε μία συχνότητα και ο ισοσταθμιστής κόβει όσες συχνότητες που υπάρχουν
κάτω από την επιλεγμένη. Χρήση του φίλτρου αυτού βρίσκουμε σε όργανα στα οποία
θέλουμε να κρατήσουμε τις υψηλές συχνότητες και να διώξουμε τις χαμηλές.

Μπορεί να είναι μια ηχογράφηση από πιατίνια κρουστών ή κάποια πνευστά.


Αρκετά συχνά χρησιμοποιούμε το high cut στις φωνές, για να απομακρύνουμε
συχνότητες που υπάρχουν κάτω από τα 150 hz.

33
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

BAND PASS

Τα φίλτρα Band Pass είναι από τα πιο δραστικά όσον αφορά την επίδραση
τους επάνω στον ήχο. Τα φίλτρα Band Pass είναι χρήσιμα στο να περάσουμε
συχνότητες μεταξύ δυο ορίων. Είναι ένα φίλτρο που του ορίζουμε δυο συχνότητες
και σε αυτές μόνο θα περνάει ο ήχος. Σε ψηφιακούς ισοσταθμιστές μπορούμε να
δημιουργήσουμε band pass φίλτρο με την χρήση ενός High Pass και Low Pass.

SHELVING TYPE FILTER

Στους παραμετρικούς ισοσταθμιστές, εκτός από τα φίλτρα HP και LP (High


Pass και Low Pass), συναντούμε και τα Shelving Filters. Σε High Shelving Band,
δίνουμε στον ισοσταθμιστή μια τιμή σε hertz, όπως 1 kHz και μέσω της επιλογής gain
μπορούμε να αυξήσουμε ή να ελαττώσουμε την δράση του φίλτρου. Σε High
Shelving Filter, έχοντας δώσει μια τιμή, ο ισοσταθμιστής αυξομειώνει ομοιόμορφα
τις συχνότητες που βρίσκονται στα 1000 Hz και πάνω.

34
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

PEAKING (PEAK or BELL) TYPE FILTER

Σε αυτού του είδους το φίλτρο, έχουμε να κάνουμε με την χρήση του Q που
αναφερθήκαμε στο προηγούμενο άρθρο. Έχοντας επιλέξει μια συχνότητα, μπορούμε
να αυξομειώσουμε την έντασή της, με ελεγχόμενη την δυνατότητα επίδρασης
κοντινών συχνοτήτων ή όχι (εδώ είναι που αποκτάει νόημα το Q).

35
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Δυναμικός Επεξεργαστής

Οι δυναμικοί επεξεργαστές δρουν μέσω ενός Insert (σημείο παρεμβολής) σε


ολόκληρο το σήμα και ελέγχουν παραμέτρους, όπως η δυναμική του (κομπρέσορας).
Προσδιορίζουν την δυναμική του συμπεριφορά, με αποτέλεσμα το υλικό μας να
ακούγεται πιο μεστό και δυνατό. Απαραίτητοι είναι επίσης στις συναυλίες, όπου
εξασφαλίζουν ένα ισχυρό σήμα, χωρίς η στάθμη του να ξεπεράσει κάποιο όριο
(προστασία από παραμόρφωση και Clipping).

Σε έναν compressor συναντάμε συνήθως τους παρακάτω ελεγκτές:

1) Input Gain: Όπως και στην κονσόλα, ο ελεγκτής αυτός καθορίζει το πόσο σήμα
θα περάσει την είσοδο της συσκευής (Δεν υπάρχει σε όλους τους κομπρέσορες).

2) Threshold: Ίσως η πιο βασική ρύθμιση σε έναν Compressor. Με αυτή ορίζουμε το


σημείο που θα ξεκινά να επεμβαίνει ο Compressor, δηλαδή, με το Threshold ορίζουμε
από ποιά τιμή db θα ξεκινά να συμπιέζει το σήμα ο Compressor. Για παράδειγμα, εάν
ορίσουμε την τιμή του Threshold στα -15db, τότε όποια σήμα θα ξεπερνάει αυτή την
τιμή θα συμπιέζεται, δηλαδή, θα ελαττώνεται. Τα σήματα που βρίσκονται κάτω από
το Threshold παραμένουν ανεπηρέαστα. Εάν τοποθετήσουμε το Threshold στα -40db
τότε σχεδόν ολόκληρη η δυναμική του σήματος θα ελαττωθεί. Έτσι, μπορούμε να
πούμε ότι αυξάνοντας (ή μειώνοντας, όπως το βλέπει κανείς...) το Threshold,
μειώνουμε τη συνολική δυναμική του σήματος που θα φτάσει στην έξοδο του
Compressor. Υπάρχουν συσκευές που χρησιμοποιούν το Input Gain για τον έλεγχο
του Threshold. Σε αυτή την περίπτωση, όταν αυξάνουμε το Gain αυξάνεται
ταυτόχρονα και το Threshold και αντιστρόφως.

3) Ratio: Με αυτόν τον ελεγκτή ορίζουμε την αναλογία, βάσει της οποίας γίνεται η
συμπίεση. Με άλλα λόγια, καθορίζουμε τον ρυθμό με τον οποίο ελαττώνεται το
σήμα, πέραν του σημείου του Threshold. Οι ρυθμίσεις του ratio έχουν αναλογίες του
στυλ 1:1, 2:1, 4:1, 5:1,...,10:1, 20:1, 40:1,…,infinite). Οι τιμές αυτές δηλώνουν το
πόσα db χρειάζεται να αυξηθεί το σήμα εισόδου ούτως ώστε να αυξηθεί κατά ένα db
το σήμα στην έξοδο. Για παράδειγμα, εάν ορίσουμε το ratio στην αναλογία 2:1, τότε
για κάθε 2db που θα ξεπερνάνε το σημείο threshold, 1db θα δίνεται στην έξοδο του

36
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Compressor. Εάν η αναλογία γίνει 4:1, τότε τα 4db πάνω από το Threshold μας
δίνουν 1db στην έξοδο, κ.ο.κ.

4) Attack: Με την ρύθμιση αυτή (σε milliseconds, ms) ορίζουμε το πόσο αργά ή
γρήγορα ο Compressor θα ελαττώνει το σήμα που ξεπερνά το όριο του threshold. Οι
τιμές που θα δώσουμε σε αυτή τη ρύθμιση εξαρτώνται από το είδος της πηγής του
σήματος (τί όργανο είναι, τη συμπεριφορά των δυναμικών του, κλπ) και είναι πολύ
σημαντικές αφού το αποτέλεσμα τους είναι συνήθως αρκετά εμφανές. Γι’ αυτό το
λόγο είναι φρόνιμο να πειραματιστούμε μέχρι να φτάσουμε στην πιο γρήγορη τιμή
που μπορούμε να δώσουμε, χωρίς να αλλοιώνουμε την χροιά του ήχου.

5) Release: Σε αντίθεση με το attack, με τη ρύθμιση release ορίζουμε το πόσο


γρήγορα ο Compressor θα επαναφέρει τη δυναμική του σήματος στην κανονική του
τιμή, εφόσον αυτή έχει πέσει κάτω του threshold. Και αυτή η ρύθμιση μετριέται σε
milliseconds και αξίζει να πειραματιστεί κανείς αρκετά μέχρι να βρει την κατάλληλη
τιμή. Με μικρή τιμή (γρήγορη επαναφορά) θα οδηγούσε τον Compressor να αλλάζει
δυναμικές πολύ γρήγορα, δημιουργώντας έναν «παλινδρομικό» ήχο, ενώ μεγάλη τιμή
(αργή επαναφορά) θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόβλημα στις εναλλαγές από
δυνατά σε απαλά μουσικά περάσματα.

6) Output/Make up Gain: Αφού όπως είπαμε, ο Compressor θα ελαττώσει τη


δυναμική του σήματος, μπορούμε να ενισχύσουμε το συνολικό σήμα μας με την
ρύθμιση Output/Make up Gain και να το φέρουμε στα επίπεδα που θα ταιριάζουν
περισσότερο στη μίξη μας (ή στο μέσο προορισμού).

7) Meter Displays: Μας δείχνουν τη στάθμη εξόδου του σήματος από τον
Compressor ή το ποσοστό της μείωσης-συμπίεσης του σήματος σε db. Τις
περισσότερες φορές θα δούμε μια κλίμακα από μετρητές LED όπου δείχνουν
ταυτόχρονα την στάθμη εξόδου και το ποσό της ελάττωσης.

37
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο σκοπός της συμπίεσης είναι να


μειώσουμε το συνολικό εύρος των δυναμικών ενός σήματος και να ενισχύσουμε
αργότερα το «κομπρεσαρισμένο» πλέον σήμα, μειώνοντας έτσι το δυναμικό εύρος
που θα γίνεται αντιληπτό. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας πως η υπερβολική
συμπίεση μπορεί να αλλοιώσει το σήμα και να αφαιρέσει τη ζωντάνια που
προσδίδουν οι εναλλαγές των δυναμικών. Στις μέρες μας συναντάμε Compressors και
σε hardware και σε software μορφή.

Ηχεία – Μεγάφωνα

Τα μεγάφωνα – ηχεία είναι ο τελευταίος αλλά πολύ σημαντικός κρίκος στη


διαδικασία της αναπαραγωγής του ήχου. Είναι μονάδες μετατροπής ενέργειας από
ηλεκτρική σε ακουστική. Για τη μετατροπή αυτή ακολουθείται η αντίστροφη
διαδικασία από αυτή που επιτελεί ένα μικρόφωνο. Ενώ στο μικρόφωνο δίνουμε
ακουστική ενέργεια η οποία έπειτα μετατρέπεται σε ηλεκτρική, στα μεγάφωνα
παρατηρείται το αντίστροφο. Τα βασικά μέρη από τα οποία αποτελείται ένα
μεγάφωνο είναι το πηνίο φωνής, το σασί ανάρτησης, ο κώνος, ο μαγνήτης και η
περιφερειακή ανάρτηση.

Τα ηλεκτροδυναμικά μεγάφωνα είναι τα πιο διαδεδομένα. Παρουσιάζουν


παρόμοια κατασκευή µε αυτή των δυναμικών μικροφώνων και συγκεκριμένα
διαθέτουν: ισχυρό μαγνήτη, κώνο, πηνίο και σύστημα ανάρτησης. Τα μεγάφωνα αυτά
λειτουργούν µε τον εξής τρόπο: ο κώνος κινείται παλινδρομικά μέχρι να περιέλθει σε

38
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

σημείο αδράνειας. Το ηλεκτρικό ρεύμα που φτάνει στο μεγάφωνο, μεταβάλλει το


ηλεκτρομαγνητικό πεδίο του και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την κίνηση του πηνίου, το
οποίο στη συνέχεια κινεί τον κώνο. Κάθε παλινδρομική κίνηση του κώνου δημιουργεί
πυκνώματα κι αραιώματα στον περιβάλλοντα αέρα, δημιουργώντας έτσι τα ηχητικά
κύματα.

Τα ηλεκτροστατικά μεγάφωνα λειτουργούν παρόμοια µε τα πυκνωτικά


μικρόφωνα και παρουσιάζουν παρόμοια κατασκευή. Δηλαδή διαθέτουν δύο

39
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

μεταλλικά αγώγιμα φύλλα, σε πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους και ένα επιπλέον
μεταλλικό αγώγιμο φύλλο το οποίο μπαίνει ανάμεσα στα άλλα δύο και παίζει το ρόλο
του διαφράγματος. Τέλος οι εναλλαγές του ρεύματος στους οπλισμούς, δημιουργούν
την κίνηση του διαφράγματος και δημιουργούνται τα πυκνώματα και τα αραιώματα
που οδηγούν στην παραγωγή του ήχου. Ο ήχος τους παράγεται από µία λεπτή
µεµβράνη – διάφραγµα κατάλληλα επεξεργασµένη ώστε να είναι ηλεκτρικά
αγώγιµη. Η µεµβράνη κινείται µέσα σ’ ένα ηλεκτροστατικό πεδίο, µεταξύ δύο
όµοιων, σταθερών µεταλλικών πλακών, δηµιουργώντας πυκνώµατα και αραιώµατα.
Δεν τα συναντάμε σε ηχεία συναυλιών σχεδόν ποτέ.

Στον χώρο των συναυλιών χρησιμοποιούμε τα ηλεκτροδυναμικά μεγάφωνα κυρίως.

40
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Για την καλύτερη απόδοση του συχνοτικού φάσµατος, κατασκευάζουµε


µεγάφωνα κατάλληλα για κάθε συχνοτική περιοχή. Τα µεγάφωνα αυτά είναι: τα
subwoofers, τα woofers, τα midrange, τα tweeters και οι κόρνες.

SUBWOOFERS

Το subwoofer είναι ηχείο που σχεδιάστηκε για να αναπαραγάγει πολύ


χαµηλές συχνότητες (συνήθως αυτές µεταξύ 20 και 125 Hz). Αυτά τα ηχεία είναι
συνήθως µεγάλα στο µέγεθος (από 8” μέχρι και 21” σε διάµετρο) και απαιτούν
μεγαλύτερη ισχύ (ενέργεια) για να λειτουργήσουν σε σχέση µε αντίστοιχα μικρότερα
ηχεία. Ένα subwoofer χρησιµοποιείται για να αποδίδει τον ηχητικό όγκο, το χτύπο
που παρουσιάζεται κυρίως στις ταινίες και τη µουσική. Άλλες κοινές χρήσεις του
subwoofer είναι η τοποθέτηση σε αυτοκίνητο ή σε σύστηµα οικιακού
κινηµατογράφου (home theater). Τα subwoofers συμπληρώνουν τον ήχο μεσαίων και
υψηλών συχνοτήτων που παράγεται από τα υπόλοιπα ηχεία.

Η ποιότητα ενός subwoofer εξαρτάται κυρίως από την κατασκευή του και από
τα εξαρτήµατα που χρησιµοποιούνται για την κατασκευή του. Τα subwoofer µπορεί
να αποτελούνται από διάφορα υλικά στα οποία περιλαµβάνονται το ανακυκλωµένο
χαρτί, kevlar, ο άνθρακας και το αλουµίνιο. Κάθε υλικό έχει διαφορετική επίδραση
και παρουσιάζει διαφορετικό ηχητικό αποτέλεσµα. Οι διαφορές αυτές είναι πολύ
µικρές. Σηµαντικό ρόλο στην απόδοση των subwoofers παίζουν και οι διαφορετικού
µεγέθους καµπίνες στις οποίες είναι τοποθετηµένα. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί
τύποι και διαφορετικά µεγέθη καµπίνων που η καθεµία επιτυγχάνει διαφορετικό
ηχητικό αποτέλεσµα και επίπεδο έντασης. Τέλος η τοποθέτηση στον χώρο επιδρά
στην σωστή διασπορά των χαμηλών συχνοτήτων.

41
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

WOOFERS

Τα woofers είναι µεγάφωνα που σχεδιάστηκαν για να αναπαραγάγουν τις


κυρίως χαµηλές και χαμηλομεσαίες συχνότητες. Η διάµετρός τους ποικίλει από 4 –
15 ίντσες, και πιο πολύ χρησιµοποιείται το µεγάφωνο µε διαστάσεις 12 – 15 ίντσες.
Κατά την απόδοση του χαµηλού ηχητικού φάσµατος, οι κώνοι από τους οποίους
αποτελούνται τα woofers, µετακινούνται µέσα – έξω µε τη µεγαλύτερη δυνατή
έκταση. Για τη λειτουργία αυτή χρησιµοποιούνται ανθεκτικά υλικά όπως
πολυπροπυλένιο, άνθρακας και πολυµερή αντικολλητικά ώστε να διατηρούν το
σχήµα τους κάτω από πίεση και διαρκή υγρασία. Είναι σημαντικό να είναι ελαφριά
και αποδοτικά. Οι κώνοι λειτουργούν ως έµβολα που συµπιέζουν και εκκενώνουν

42
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

µεγάλες µάζες αέρα. Για να επιτύχουν αυτή τη λειτουργία χρειάζονται µεγάλα ποσά
ενέργειας, στην παραγωγή των οποίων συµβάλλει ο ενισχυτής στον οποίο είναι
συνδεδεμένα.

MIDRANGE SPEAKERS

Οι µεσαίες συχνότητες του ηχητικού φάσµατος είναι µεγάλης σηµασίας,


καθώς σε αυτές βρίσκεται η βασική πληροφορία της µουσικής. Τα φωνητικά και τα
όργανα θα πρέπει να ακούγονται φυσικά και λεπτοµερή, όχι πολύ έντονα ή
αποµακρυσµένα, όχι πολύ ζωηρά ή βαρετά.

Ένα midrange ηχείο είναι συνήθως πολύ µικρότερο από ένα woofer, αλλά έχει
επιφάνεια µεγαλύτερη από ένα τυπικό tweeter. Αναπαράγει τις µεσαίες συχνότητες,
περίπου δηλαδή µεταξύ 300 – 5000 Ηz. Αυτή η συχνοτική εµβέλεια µπορεί να
ποικίλει από τον κάθε κατασκευαστή, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να επιλέξει πιο
ελαστικά σηµεία για τα κυκλώµατα διαχωρισµού συχνοτήτων. Η δοµή του µαγνήτη
είναι διαφορετική στα Midrange ηχεία, καθώς χρειάζονται πολύ λιγότερη ενέργεια
για να λειτουργήσουν. Στα ηχεία 3 δρόµων αντικαθιστούµε τα ξεχωριστά woofer και
tweeter από ένα σχέδιο 2 δρόµων και προσθέτουµε ένα ειδικό midrange ηχείο.
Παρακάτω βλέπουμε ένα ηχείο με woofer, mid και tweeter.

43
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

TWEETERS

Οι υψηλές συχνότητες αναπαράγονται από τα tweeters, ένα µικρό μεγάφωνο


το οποίο αναπαράγει τις υψηλές συχνότητες. Προσδίδουν στον ήχο µια πιο
παραστατική αίσθηση του ήχου και της µουσικής. Τα tweeters συνήθως δεν απαιτούν
µεγάλα ποσά ενέργειας για να παράγουν δυνατό ήχο. Οι κυµατοµορφές των υψηλών
συχνοτήτων είναι αρκετά µικρές και µόνο λίγα watt χρειάζονται για την παραγωγή
τους.

44
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Στον χώρο των συναυλιών, τα tweeters τα αποκαλούμε συχνά «κόρνες» οι


οποίες εκπέμπουν µε τον καλύτερο τρόπο τις πάρα πολύ υψηλές συχνότητες από
όλους τους άλλους τύπους των tweeter. Κυρίως αναφερόμαστε στο σχήμα του οδηγού
με την λέξη «κόρνα» αλλά προφανώς μέσα βρίσκεται ένα tweeter. Θα πρέπει να
γνωρίζουμε ότι όσο πιο ψηλά φτάνουμε σε συχνοτικό περιεχόμενο, τόσο περισσότερο
κατευθυντικές γίνονται οι συχνότητες.

Βασικά χαρακτηριστικά μεγαφώνων – ηχείων

Μεγάφωνα δύο ή τριών δρόµων (Οµοαξονικά ή οµοκεντρικά): Είναι


κατασκευές µεγαφώνων που ενσωµατώνουν σε ένα µεγάφωνο Woofer και Tweeter,
οπότε πρόκειται για µεγάφωνο δύο δρόµων, και κατασκευές που συνδυάζουν
Woofer, midrange και tweeter, οπότε πρόκειται για µεγάφωνο τριών δρόµων,
τοποθετηµένα στον ίδιο άξονα. Τέτοιες κατασκευές βρίσκουν εφαρµογές σε
περιπτώσεις όπου οι συµπαγείς διαστάσεις είναι απαραίτητες, όπως σε συστήµατα
ήχου αυτοκινήτων.

Ηχεία δύο, τριών, ή και περισσοτέρων δρόµων: Προκειµένου να επιτευχθεί


οµοιόµορφη συχνοτική απόκριση σε όλο το εύρος των αναπαραγόµενων συχνοτήτων
ενός ηχείου οι περισσότεροι κατασκευαστές υλοποιούν κατασκευές όπου
χρησιµοποιούνται δύο ή και περισσότερα µεγάφωνα, διαφορετικού τύπου τα οποία
αναλαµβάνουν να αποδώσουν συγκεκριµένες συχνοτικές περιοχές.

Κατηγορίες µεγαφώνων σε σχέση µε τις συχνοτικές περιοχές: Λόγω του


διαχωρισµού του ηχητικού σήµατος σε περιοχές και της απόδοσης κάθε περιοχής από
άλλο µεγάφωνο οι εταιρίες κατασκευής µεγαφώνων κατασκευάζουν µεγάφωνα µε
κριτήριο τον διαχωρισµό αυτό. Έτσι για πολλά χρόνια υπήρχαν τρεις κατηγορίες
µεγαφώνων µε βάση την συχνοτική τους απόκριση.

 Μεγάφωνα για χαµηλές περιοχές (Woofers)


 Μεγάφωνα για µεσαίες περιοχές (Mid-rangers)
 Μεγάφωνα για υψηλές περιοχές (Tweeters, Horns)

Τα τελευταία χρόνια επικρατεί µια τάση διαχωρισµού σε περισσότερες περιοχές


έχοντας έξι συνολικά περιοχές.

45
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Μεγάφωνα για τις πολύ χαµηλές περιοχές (Sub-woofers)


 Μεγάφωνα για τις χαµηλές περιοχές (Woofers)
 Μεγάφωνα για τις χαµηλοµεσαίες περιοχές (Low Mid-rangers)
 Μεγάφωνα για τις υψηλοµεσαίες περιοχές (High Mid-rangers)
 Μεγάφωνα για τις υψηλές περιοχές (Tweeters, horns)
 Μεγάφωνα για τις πολύ υψηλές περιοχές (Super Tweeters, Super Horns)

Ο πιο κοινός διαχωρισμός είναι σε 4 περιοχές.

Crossovers

Για τον διαχωρισµό αυτό απαιτείται ειδικό ηλεκτρονικό κύκλωµα το οποίο


ονοµάζεται Crossover. Το κύκλωµα µπορεί να είναι ενεργό, ή παθητικό. Το ενεργό
Crossover τοποθετείται πριν από τους τελικούς ενισχυτές που οδηγούν τα µεγάφωνα
και αυτό κάνει απαραίτητη την χρήση ξεχωριστών ενισχυτών για κάθε µεγάφωνο. Τα
παθητικά Crossovers τοποθετούνται µέσα στο ηχείο τις περισσότερες φορές και
διαχωρίζουν το σήµα αφού αυτό έχει ενισχυθεί.

Η διαφορά αυτή έχει µεγάλη σηµασία στην κατασκευή, µιας και τα παθητικά
πρέπει να αντέχουν και να διαχειρίζονται µεγάλα ρεύµατα. Τα παθητικά είναι η πιο
οικονοµική λύση µιας και χρησιµοποιούνται λίγα εξαρτήµατα και εκµεταλλεύονται
πολλές φορές την ίδια την αντίσταση του µεγαφώνου.

Τα Crossovers είναι ουσιαστικά µία κατασκευή από χαµηλοπερατά,


υψηπερατά και ζωνοπερατά φίλτρα. Η ποιότητα ενός Crossover εξαρτάται από το
πόσο απότοµα κόβουν αυτά τα φίλτρα στην συχνότητα αποκοπής τους. Όσο πιο
απότοµα γίνεται, τόσο πιο πολλά είναι τα dB ανά οκτάβα και µεγαλύτερη η κλίση
των φίλτρων.

Από ηχητική άποψη, σταθμίζοντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα


των δύο τύπων, υπερτερούν φανερά τα ενεργά ενώ από οικονομική άποψη τα
παθητικά φίλτρα είναι σαφώς φθηνότερα. Στα ηλεκτρονικά, ένα κύκλωμα καλείται
«ενεργό» αν εκτός από τα παθητικά στοιχεία αντιστάσεις, πυκνωτές, πηνία περιέχει
και ένα ενισχυτικό στοιχείο. Ένα ηχείο που αποτελείται από το κουτί και τα
μεγάφωνα, είναι πάντα «παθητικό» κύκλωμα.

46
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Η κατανομή των συχνοτήτων στα μεγάφωνα χαμηλών-μεσαίων υψηλών


(woofer, mid-range, tweeter), γίνεται με παθητικά κυκλώματα πυκνωτών και πηνίων.
Το ενεργό σύστημα λειτουργεί διαφορετικά. Μια φανερή διαφορά είναι ότι τα φίλτρα
κατανομής συχνοτήτων συνδέονται αμέσως μετά τον προενισχυτή. Το αποτέλεσμα
είναι ότι κάθε φίλτρο περιοχής πρέπει ν' ακολουθείται από έναν ξεχωριστό ενισχυτή
ισχύος, οπότε χρειάζονται τρεις τελικοί ενισχυτές σε κάθε κανάλι (για 3-way system).
Έτσι το ενεργό σύστημα είναι ακριβότερο από το αντίστοιχο παθητικό.

Στο ερώτημα ποιό είναι οριστικά καλύτερο, το ενεργό ή το παθητικό ηχείο,


δεν υπάρχει απόλυτη απάντηση. Το ενεργό σύστημα έχει περισσότερα υπέρ παρά
κατά, αλλά αυτό δεν το κάνει υποχρεωτικά την καλύτερη επιλογή για τον καθένα. Το
ενεργό σύστημα είναι πιο περίπλοκο, ογκωδέστερο και ακριβότερο από το ισοδύναμο
παθητικό, αλλά αυτά είναι και τα μόνα του μειονεκτήματα. Υπάρχουν μερικά
παθητικά ηχεία με όντως άψογο ήχο, ακριβώς όπως υπάρχουν και ενεργά ηχεία με
μετριότατες επιδόσεις. Γενικά όμως το ενεργό σύστημα είναι προτιμότερο.

47
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Τα πλεονεκτήματα του είναι αρκετά. Είναι πολύ εύκολη η προσαρμογή


διαφορετικών μεγαφώνων, αφού το πλάτος του επιβαλλόμενου σ' αυτά σήματος
ρυθμίζεται εύκολα και με ακρίβεια στην είσοδο κάθε ξεχωριστού τελικού ενισχυτή.
Στα παθητικά συστήματα, η προσαρμογή συνεπάγεται την παρεμβολή ρυθμιστικών
αντιστάσεων στα φίλτρα. Για τα μεγάφωνα μεσαίων και υψηλών συχνοτήτων δεν
υπάρχει πρόβλημα, αλλά η παρεμβολή αντίστασης σε σειρά με το μεγάφωνο
χαμηλών (woofer) επηρεάζει δυσμενώς τον συντελεστή απόσβεσης μεταβάλλοντας
τον συντελεστή ποιότητας του μεγαφώνου. Μια εναλλακτική λύση θα ήταν η χρήση
μετασχηματιστών με ρυθμιζόμενο δευτερεύον. Οι μετασχηματιστές όμως είναι
αντιοικονομικοί, αναγκαστικά ογκώδεις και δεν μπορούν ν' αξιοποιήσουν
ικανοποιητικά ένα καλό μεγάφωνο χαμηλών σ' ένα παθητικό ηχείο τριών δρόμων.

Επίσης τα μεγάφωνα συνδέονται απ' ευθείας στις εξόδους των τελικών


ενισχυτών, χωρίς τα μεγάλα πηνία που υπάρχουν στα παθητικά δικτυώματα. Έτσι, ο
συντελεστής απόσβεσης είναι οπωσδήποτε καλύτερος. Τούτο συνεπάγεται την
πιστότερη αναπαραγωγή, που είναι ιδιαίτερα αντιληπτή στις χαμηλές συχνότητες.
Ίσως αυτό να είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα των ενεργών ηχείων.

Η μεταβολή της χαρακτηριστικής αντίστασης των μεγαφώνων με την


συχνότητα, δεν επηρεάζει το ενεργό δικτύωμα κατανομής συχνοτήτων, όπως
συμβαίνει στα παθητικά δικτυώματα. Άρα το ενεργό δικτύωμα κατανομής λειτουργεί
ακριβώς εκεί που υπολογίστηκε, χωρίς την ανάγκη άλλων διορθωτικών δικτυωμάτων
προσαρμογής. Χωρίς τα διάφορα πηνία και πυκνωτές στην έξοδο του τελικού
ενισχυτή, το φορτίο του πλησιάζει περισσότερο προς την ωμική συμπεριφορά, με
επακόλουθο την καλύτερη αναπαραγωγή του ήχου.

Οι τελικοί ενισχυτές του ενεργού δικτυώματος είναι συνήθως πολύ κοντά στα
μεγάφωνα (τυπικά μέσα στο ηχείο), οπότε, ιδιαίτερα αν η ισχύς εξόδου είναι μεγάλη,
δεν χρειάζονται ακριβά καλώδια σύνδεσης των μεγαφώνων με τους αντίστοιχους
τελικούς ενισχυτές.

48
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Ωµική Αντίσταση

Κάθε ηλεκτροδυναµικό µεγάφωνο έχει ωµική αντίσταση, την ωµική


αντίσταση του σύρµατος του πηνίου φωνής και γενικότερα όλων των στοιχείων του.
Η αντίσταση αυτή κυµαίνεται από 2 έως 32 Ωµ. Όσο µεγαλύτερη η ισχύς του
µεγαφώνου τόσο µικρότερη κατά κανόνα και η ωµική του αντίσταση και το
αντίστροφο. Η ωµική αντίσταση έχει µεγάλη σηµασία ως προς τα Watt που θα
αποδώσει ένα µεγάφωνο όταν συνδεθεί µε ένα ενισχυτή. Οι ενισχυτές έχουν ένα
κατώτατο όριο ωµικής αντίστασης που µπορούµε να συνδέσουµε στην έξοδο τους, το
οποίο αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν µπορεί να καταστρέψει τον ενισχυτή.

Ισχύς – Watt ηχείου

Τα ηχεία έχουν µια µέγιστη ισχύ που µπορούν να αποδώσουν και να


διαχειριστούν. Αυτή συνήθως µετριέται σε Watt όπως και η ισχύς των ενισχυτών
προκειµένου να ελεγχθεί η συµβατότητά τους. Σε περίπτωση που ο ενισχυτής
αποδώσει περισσότερα Watt απ’ αυτά που µπορεί να αντέξει το ηχείο, το ηχείο θα
καταστραφεί. Όσο µεγαλύτερα τα Watt ενός ηχείου ή λιγότερα τα Ωµ, τόσο
µεγαλύτερο είναι το µέγεθος του µεγαφώνου (συνεπώς και του ηχείου) και το
αντίστροφο. Η απόδοση ενός ηχείου µετριέται σε dB.

Συχνοτική απόκριση

Είναι το µέγεθος που εκφράζει το εύρος συχνοτήτων που µπορεί να


αναπαράγει ένα ηχείο. Από την χαµηλότερη συχνότητα που µπορεί να αποδώσει ένα
Woofer µέχρι την υψηλότερη που µπορεί να αποδώσει ένα Tweeter. Πολλές φορές
επιτυγχάνεται η απόδοση ολόκληρου του ηχητικού φάσµατος, από 20Hz έως 20KHz.

Κατευθυντικότητα ή διασπορά

Τα ηχεία χαρακτηρίζονται από την κατευθυντικότητα τους. Πληροφορίες για


την κατευθυντικότητα τους µας δίνονται από τους κατασκευαστές τους µε πολικά
διαγράµµατα στον οριζόντιο και τον κάθετο άξονα τους. Η ιδιότητα αυτή ονοµάζεται
διασπορά και µετριέται σε µοίρες και ανάλογα µε την χρήση επιλέγουµε το
κατάλληλο ηχείο.

49
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

ΣΥΝ∆ΕΣΜΟΛΟΓΙΑ ΜΕΓΑΦΩΝΩΝ

Γενικά οι περιοχές στις οποίες ανταποκρίνονται τα µεγάφωνα έχουν χωριστεί


σε τρεις ακουστικές ζώνες.

 Χαµηλή ακουστική ζώνη


 Μεσαία ακουστική ζώνη
 Υψηλή ακουστική ζώνη

Επίσης εκτός από την απόκριση σε κάποια περιοχή συχνοτήτων τα µεγάφωνα


χαρακτηρίζουν η ισχύς αλλά και η σύνθετη αντίσταση. Και στις δύο αυτές
περιπτώσεις δηµιουργούµε συστοιχίες συνδεσµολογίες µεταξύ των µεγαφώνων
(παράλληλα – σειρά) για να αντιµετωπίσουµε παρόµοιες ανάγκες. Για να αυξήσουµε
τη συνολική ισχύ των µεγαφώνων µας συνδέουµε παράλληλα τόσα µεγάφωνα όσα
χρειάζονται έτσι ώστε αθροιστικά η ισχύς του ενισχυτή να είναι η µισή της
συνδεσµολογίας που παρέχουν τα µεγάφωνα. Στην περίπτωση που η αντίσταση
εξόδου του ενισχυτή είναι µεγαλύτερη της αντίστασης που παρουσιάζει το µεγάφωνο
τότε σε σειρά συνδέουµε µεγάφωνα έτσι ώστε να γίνουν ίσες οι δύο τιµές των
αντιστάσεων και να έχουµε προσαρµογή.

50
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Ενισχυτές

Ο τελικός ενισχυτής ή ενισχυτής ισχύος κατασκευάζεται από τρανζίστορ και


ολοκληρωµένα. Προορίζεται για να ενισχύσει το σήµα εξόδου του προενισχυτή, σε
στάθµη τέτοια ώστε να λειτουργήσει άριστα το µεγάφωνο.

Ο ενισχυτής ισχύος είναι η συσκευή που αναλαμβάνει να μας πολλαπλασιάσει


την ισχύ του σήματός μας και με το σήμα αυτό να τροφοδοτήσουμε έπειτα τα ηχεία
μας. Το κύριο χαρακτηριστικό του ενισχυτή είναι η ισχύς του, δηλαδή πόσα watt
μπορεί να βγάλει στην έξοδό του σε μια δεδομένη πάντα αντίσταση λειτουργίας (π.χ.
8 Ω, 4 Ω, 2 Ω). Η ισχύς έχει να κάνει πάντα με την αντίσταση που «βλέπει» ο
ενισχυτής και καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα ηχεία που συνδέουμε.

Επίσης, ένα ακόμα βασικό χαρακτηριστικό ενός ενισχυτή είναι η απόδοση


του. Είναι το πραγματικό ποσοστό ισχύος (%) που αποδίδει ο ενισχυτής στην έξοδο
του, σε σχέση με την ισχύ που καταναλώνει για να λειτουργήσει. Απώλειες θα
υπάρξουν πάντα, συνήθως υπό μορφή θερμότητας εξαιτίας των υψηλών
θερμοκρασιών που θα αναπτυχθούν στο στάδιο της εξόδου. Η απόδοση επίσης του
ενισχυτή θα εξαρτηθεί από την χρονική διάρκεια λειτουργίας του, αλλά και από το
πλάτος του σήματος εισόδου.

Οι ενισχυτές ισχύος εισάγουν δυο ειδών παραμορφώσεις αλλοιώνοντας και


υποβαθμίζοντας το σήμα εισόδου κατά την διαδικασία ενίσχυσης. Η πρώτη
ονομάζεται αρμονική παραμόρφωση (harmonic distortion), με την εισαγόμενη
παραμόρφωση να είναι συχνότητες που σχετίζονται και καθορίζονται αρμονικά από
το σήμα εισόδου. Η δεύτερη ονομάζεται παραμόρφωση ενδοδιαμόρφωσης
(intermodulation distortion) όπου η εισερχόμενη παραμόρφωση δεν σχετίζεται άμεσα
με το σήμα εισόδου στον ενισχυτή.

Υπάρχουν πολλές τάξεις λειτουργίας (classes) των ενισχυτών όσον αφορά το


τρόπο που πραγματοποιείται η ενίσχυση στο στάδιο της εξόδου. Οι σημαντικότερες
τάξεις είναι: Α, Β, AB, και D.

Τα χαρακτηριστικά τα οποία µας βοηθούν στη µελέτη ενός ενισχυτή


ακουστικών συχνοτήτων είναι:

51
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

 Η απολαβή
 Η ωφέλιµη ισχύς εξόδου
 Ο βαθµός απόδοσης
 Η καµπύλη απόκρισης
 Οι παραµορφώσεις

Απολαβή: Σαν απολαβή ορίζουµε το πηλίκιο της τάσης εξόδου του ενισχυτή προς την
εφαρµοζόµενη τάση εισόδου. Αυτό ισχύει για τους ενισχυτές τάσης. Για τους
ενισχυτές ισχύος σαν απολαβή ορίζουµε το λόγο των ισχύων δηλαδή της ισχύος
εξόδου του ενισχυτή προς την ισχύ εισόδου. Η απολαβή γενικά εκφράζεται σε decibel
και συµβολίζεται µε το γράµµα G.

Η µορφή της απολαβής εκφράζεται λογαριθµικά επειδή ο ήχος προκαλεί


ακουστικό αποτέλεσµα στο αυτί το οποίο είναι ανάλογο του λογαρίθµου της ισχύος
που το διεγείρει. Αν οι ενισχυτές συνδέονται σε σειρά η ολική ενίσχυση είναι το
γινόµενο των επί µέρους ενισχύσεων και η ολική απολαβή είναι το άθροισµα των επί
µέρους απολαβών.

Ωφέλιµη ισχύς εξόδου: Ονοµάζουµε ωφέλιµη ισχύ εξόδου την ισχύ η οποία
«φαίνεται» πάνω στο φορτίο του ενισχυτή:

Βαθµός απόδοσης: Ορίζουµε σαν βαθµό απόδοσης (n) για έναν ενισχυτή το λόγο της
ωφέλιµης ισχύος εξόδου προς τη D.C. ισχύ που του παρέχει η πηγή.

Καµπύλη απόκρισης: Συνήθως επιθυµούµε η κυµατοµορφή εξόδου να είναι ίδια µε


την κυµατοµορφή στην είσοδο του ενισχυτή ώστε η παραµόρφωση του σήµατος να
είναι αµελητέα. Όµως το σήµα εισόδου του ενισχυτή µας συνήθως αποτελείται από
πολλές συχνότητες κατανεµηµένες σε µία ευρεία ζώνη συχνοτήτων. Για να έχουµε
µια κυµατοµορφή χωρίς παραµόρφωση πρέπει να ενισχύσουµε οµοιόµορφα όλες τις
συχνότητες.

Εάν απεικονίσουµε τη λειτουργία ενός ενισχυτή σαν ενίσχυση, σε συνάρτηση


µε τη συχνότητα κάτω από ιδανικές συνθήκες, ένας ενισχυτής θα πρέπει να έχει µια
καµπύλη που εµφανίζεται σαν µια οριζόντια ευθεία γραµµή σε όλη την επιθυµητή
περιοχή συχνοτήτων. Η συµπεριφορά αυτή του ενισχυτή ως προς τη συχνότητα σε

52
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

σχέση βέβαια πάντα µε την απολαβή του σε όλη την ακουστική µπάντα συχνοτήτων
ονοµάζεται απόκριση.

Παραµορφώσεις: Όπως αναφέραµε ήδη για να µην έχουµε αλλοίωση της µορφής της
κυµατοµορφής της εισόδου στην έξοδο θα πρέπει να ενισχύσουµε οµοιόµορφα όλες
τις συχνότητες . Εάν δε γίνει αυτό τότε έχουµε παραµόρφωση. Οι πλέον σηµαντικές
παραµορφώσεις είναι:

Αρµονική παραµόρφωση ή η λεγόµενη µη γραµµική παραµόρφωση.

Παραµόρφωση συχνότητας.

Τάξεις λειτουργίας ενισχυτών ισχύος.

Οι βασικές κατηγορίες στις οποίες µπορούµε να χωρίσουµε τους ενισχυτές


ισχύος είναι:

Τάξη λειτουργίας Α: Λειτουργεί ένας ενισχυτής στην τάξη αυτή όταν το σήµα που
λαµβάνεται στην έξοδο είναι της ίδιας χρονικής διάρκειας µε το
εφαρµοζόµενο σήµα στην είσοδο. έχει πολύ καλή ποιότητα και πιστότητα στον
ενισχυόμενο ήχο. Έχει χαμηλή απόδοση, περίπου 20% και απώλειες με την μορφή
θερμότητας, κάτι που την κάνει απαγορευτική στην χρησιμοποίηση για ενισχυτές
μεγάλης ισχύος για ένα live.

Πρακτικά, class A ενισχυτές θα συναντήσουμε μέχρι 200 Watt για οικιακές υψηλής
πιστότητας (hi-fidelity) εφαρμογές.

Τάξη λειτουργίας Β: Λειτουργεί ένας ενισχυτής στη τάξη αυτή όταν το σήµα που
παίρνουµε στην έξοδο είναι µισής χρονικής διάρκειας του εφαρµοζόµενου σήµατος
στην είσοδο. Η απόδοση της φτάνει στο 50% με 60%, ενώ στα θετικά της είναι η
χαμηλή κατανάλωση ρεύματος. Χρησιμοποιείται όταν δεν μας ενδιαφέρει η ποιότητα
του σήματος όπως στους ΑΜ ραδιοφωνικούς πομπούς, σειρήνες οχημάτων, κλπ. Οι
ενισχυτές με class B μπορούν να φτάσουν τις αρκετές εκατοντάδες Watt.

Τάξη λειτουργίας ΑΒ: Λειτουργεί ένας ενισχυτής όταν το σήµα που παίρνουµε στην
έξοδο είναι ολόκληρη η µία ηµιπερίοδος και µέρος της άλλης του εφαρµοζόµενου

53
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

σήµατος στην είσοδο. Ήταν οι πρώτοι ενισχυτές με καλή ποιότητα και πιστότητα
(παρουσιάζουν μικρή παραμόρφωση ενδοδιαμόρφωσης) και υψηλή απόδοση
λειτουργίας 40%-50%. Ήταν και οι πρώτοι που χρησιμοποιήθηκαν σε συναυλίες. Το
μεγάλο μειονέκτημα τους είναι το βάρος τους, κάτι που στα πλαίσια ενός live είναι
προβληματικό. Για παράδειγμα, ο Crown Macro-Tech 2402 αποδίδει 520 watt στα
8Ω ανά κανάλι και ζυγίζει περίπου 23.5 kg. Σε κάποια μεγάλα lives μπορεί να
χρειαστούν μέχρι και 100 ενισχυτές. Αν αναλογιστεί κανείς ότι όλοι αυτοί για να
μεταφερθούν με ασφάλεια πρέπει να τοποθετηθούν σε rack cases, αντιλαμβάνεται
εύκολα πόσο αυξάνεται το βάρος και κατά συνέπεια το κόστος μεταφοράς και
εγκατάστασης.

Τάξη λειτουργίας D: Είναι οι λεγόμενοι ψηφιακοί ενισχυτές (digital Amps). Αν και


είχαν σχεδιαστεί από την δεκαετία του 50, μόνο στα τέλη της δεκαετίας του 90
εισήχθησαν στην αγορά για μαζική παραγωγή. Μετατρέπουν το σήμα σε ψηφιακό
χρησιμοποιώντας την Pulse Width Modulation. Προσφέρουν την απόδοση των Class
AB ενισχυτών σε πολύ μικρότερο μέγεθος (βάρος και όγκο) καθιστώντας ιδανικούς
για συναυλίες. Η απόδοση τους φτάνει στο 90% με 95% και η ισχύς τους μερικές
χιλιάδες watt. Έχουν όμως αυξημένη αρμονική παραμόρφωση. Η εταιρία Crown
χρησιμοποιεί μια παραλλαγή της Class D σχεδίασης την οποία ονομάζει Class I. Η
σειρά Ι-Tech χρησιμοποιεί αυτήν την σχεδίαση. Ο Crown ITech 5000 HD αποδίδει
1250 watt στα 8Ω ανά κανάλι και ζυγίζει μόλις 12.7 kg.

Αντίσταση

Η εμπέδηση - όπως λέγεται πιο σωστά η αντίσταση που βλέπει ο ενισχυτής -


οφείλεται στα ηχεία καθώς δεν παρουσιάζουν καθαρά ωμική, αλλά σύνθετη
αντίσταση (ωμική και εμπέδηση) επειδή οι οδηγοί των μεγαφώνων (woofer,
midrange, tweeter) διαθέτουν πηνία φωνής (voice coils), επομένως η αντίστασή τους
έχει και επαγωγικά χαρακτηριστικά.

Η τιμή της εμπέδησης δεν είναι σταθερή, αλλά εξαρτάται και μεταβάλλεται
από τη συχνότητα του σήματος εισόδου. Και φυσικά κάθε αλλαγή της τιμής της
αντίστασης επηρεάζει την ισχύ της εξόδου του ενισχυτή στη δεδομένη πάντα
αντίσταση.

54
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Οι κατασκευαστές για πρακτικούς λόγους δίνουν μια «μέση» τιμή ωμικής


αντίστασης (την ονομαστική αντίσταση που αναφέρεται στο ηχείο). Αυτό βέβαια σε
καμία περίπτωση δε σημαίνει πως δύο διαφορετικά ηχεία με την ίδια τιμή
ονομαστικής αντίστασης αντιπροσωπεύουν την ιδία δυσκολία από πλευράς οδήγησης
για έναν ενισχυτή.

Έτσι π.χ. το ηχείο Α, με ονομαστική τιμή αντίστασης 8 Ohm, του οποίου


όμως το μέτρο της σύνθετης αντίστασης (ωμική και εμπέδηση) «ανεβοκατεβαίνει»
ανάλογα με τη συχνότητα ανάμεσα πχ. στα 18 και 3 Ohm, αποτελεί πολύ πιο
δύσκολο φορτίο από το ηχείο Β, με ονομαστική τιμή αντίστασης επίσης 8 Ohm, του
οποίου όμως το μέτρο της σύνθετης αντίστασης «ανεβοκατεβαίνει» ανάλογα με τη
συχνότητα ανάμεσα π.χ. στα 12 και 5 Ohm.

Αυτό που πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας είναι ότι όσο αυξάνεται η
συχνότητα του σήματος τόσο θα μεγαλώνει η εμπέδηση του ηχείου και τόσο θα
μειώνεται η ισχύς του ενισχυτή.

Ισχύς

Υπάρχει ένας πρακτικός κανόνας για να υπολογίζουμε πόσα άτομα μπορούν


να καλύψουν ηχητικά τα watts των ενισχυτών που θα χρησιμοποιήσουμε.
Αθροίζουμε το συνολικό αριθμό των watts των ενισχυτών και τα διαιρούμε με το 4.
Για παράδειγμα, για ένα Rock Live σε ένα μικρό κλειστό χώρο χρησιμοποιήσαμε
τους εξής ενισχυτές: 1000 w για τα Lows (χαμηλές συχνότητες), 600 w για τα Mids
(μεσαίες συχνότητες) και 350 w για τα Highs (υψηλές συχνότητες). Η συνολική ισχύ
είναι 1950 W και διαιρώντας τα με το 4 μου δίνουν 487. Άρα περίπου 500 άτομα

55
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

μπορούμε να καλύψουμε με ικανοποιητική ηχητική στάθμη (dBspl) με τους


συγκεκριμένους ενισχυτές.

Βέβαια αυτό είναι αρκετά «μπακαλίστικο», καθώς η εμπειρία δείχνει ότι


βασικότερος παράγοντας υπολογισμού της απαιτούμενης ηχητικής στάθμης για τη
σωστή ηχητική κάλυψη μιας συναυλίας παίζει ο χώρος (κλειστός ή ανοιχτός), το
μουσικό είδος, η απόσταση των ηχείων από το κοινό, η τοποθέτηση των ηχείων, κλπ.
Πάντως είναι ένας καλός πρώτος τρόπος υπολογισμού της απαιτούμενης ισχύς ειδικά
για μικρά live. Επίσης, μια πιο σωστή διαδικασία είναι να θεωρήσουμε ότι για λίγο
κόσμο χρειαζόμαστε περισσότερα watts per head από ότι σε μια συναυλία με
περισσότερο κόσμο.

Κονσόλα ήχου

Η αρχή λειτουργίας μιας κονσόλας ελέγχου του ήχου είναι να συλλέγει στην
είσοδο της μια σειρά σημάτων και προσδιορίζει (για το καθένα ξεχωριστά) τη στάθμη
και την πανοραμική τους θέση στη στερεοφωνική της έξοδο. Είναι ουσιαστικά ένας
μίκτης που παρέχει στον ηχολήπτη πλήθος δυνατοτήτων επεξεργασίας και
δρομολόγησης (routing) των σημάτων αυτών. Ελέγχει και ρυθμίζει την ένταση, την
ανάμιξη και την τοποθέτηση στο πεδίο της «στερεοφωνικής εικόνας» όλων των
σημάτων που εισέρχονται στις εισόδους της μέσω μικροφώνων, μουσικών οργάνων ή
συστημάτων αναπαραγωγής ήχου. Δίνεται επίσης η δυνατότητα στον ηχολήπτη να

56
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

στέλνει τα παραπάνω σήματα σε ανάλογα συστήματα αποθήκευσης ή/και


αναπαραγωγής.

Υπάρχουν πολλών ειδών κονσόλες και συνεχώς αναπτύσσονται τεχνολογικά.


Μια κονσόλα αποτελείται από τα 3 βασικά μέρη. Το «Τμήμα Εισόδου» (INPUT
SECTION), το «Τμήμα Εξόδου» (OUTPUT SECTION) και το «Τμήμα Μόνιτορ»
(MONITOR SECTION). Το «Τμήμα Εισόδου» περιλαμβάνει την «επεξεργασία
σήματος εισόδου» και τον «έλεγχο στάθμης σήματος εισόδου» (INPUT SIGNAL
LEVEL CONTROL) όπου το κάθε σήμα εισόδου δρομολογείται στην επιθυμητή
έξοδο. Το «Τμήμα Εξόδου» περιλαμβάνει τον «διάδρομο εξόδου» (OUTPUT BUS)
και τον «έλεγχο στάθμης εξόδου» (OUTPUT BUS LEVEL CONTROL) όπου τα
σύνθετα σήματα συνδυάζονται και δρομολογούνται σε διαφορετική ομάδα εξόδων.

Το «Τμήμα Μόνιτορ» περιλαμβάνει την «παρακολούθηση ηχείων»


(LOUDSPEAKER MONITORING), όπου ο ηχολήπτης είναι σε θέση να ακούει
διάφορα σήματα εκτός ηχογραφημένου συνόλου και με τη στάθμη που το καθένα έχει
ηχογραφηθεί, τη «σόλο λειτουργία» (SOLO FUNCTION), όπου ο ηχολήπτης και
χωρίς να επηρεάσει την διαδικασία της ηχογράφησης μπορεί να ακούσει κάποια
έξοδο ενός καναλιού για να πετύχει κάποιο αποτέλεσμα.

57
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

Κονσόλα monitor (monitor mixer)

Οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι το σημαντικότερο μέρος μίας


ηχητικής κάλυψης ενός γεγονότος είναι ο ήχος που απευθύνεται στο κοινό – και
σχεδόν έτσι είναι. Ωστόσο, εάν οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να ακούσουν πράγματα
που χρειάζονται, δεν θα μπορούν προφανώς να αποδώσουν σε ένα ικανοποιητικό
επίπεδο. Το κοινό θέλει να ακούει ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα, αλλά ο κάθε
καλλιτέχνης είναι πιο πιθανό να πιστέψει ότι ήταν καλή η συναυλία του εφόσον έχει
ικανοποιητική ακρόαση του κάθε μέρους που παίζει κατά τη διάρκεια της συναυλίας.

Το κύριο θέμα της μίξης του monitor είναι ιδανικά μία προσωπική μίξη για
κάθε καλλιτέχνη που μετέχει στη συναυλία, με ίσως περισσότερα γεμίσματα και
υποστήριξη, εφόσον για παράδειγμα θέλει να ακούει περισσότερο κάποιο άλλο
μουσικό όργανο ή όχι. Ένα διαχωρισμένο κομμάτι του μίκτη χρησιμοποιείται για τη
δημιουργία ξεχωριστών μίξεων επιστροφής, ή σε ιδανικές συνθήκες, ένας ξεχωριστός
ολόκληρος μίκτης και ένας τεχνικός ήχου ελέγχει την επιστροφή του ήχου.

Monitor (speakers)

Τα ηχεία/ακουστικά επιστροφής (foldback speakers) παρέχουν στους


καλλιτέχνες μία μίξη ήχου έτσι ώστε να ακούν, κατά τη διάρκεια της συναυλίας, τι
παίζουν αυτοί και το υπόλοιπο συγκρότημα.

Εφόσον τα ηχεία επιστροφής δουλεύουν σε συγκεκριμένο πλαίσιο και σε


κλειστό χώρο (πάνω στη σκηνή στραμμένα προς τους μουσικούς/ καλλιτέχνες), δε

58
Σημειώσεις Κολέντσης Πασχάλης

χρειάζεται ιδιαίτερη ισχύς, όμως, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για πιθανό φαινόμενο
ανατροφοδότησης.

Μία πρόσφατη καινοτομία και ανάπτυξη στον ήχο που ακούν οι καλλιτέχνες
αποτελεί η εφαρμογή των συσκευών «in-ear», ή αλλιώς ακουστικά τα οποία
παρέχουν την ίδια ακριβώς μίξη με τα ηχεία επιστροφής, αλλά βρίσκονται
τοποθετημένα στα αυτιά του κάθε καλλιτέχνη. Περιορίζουν δραστικά την
ανατροφοδότηση, άρα και την αυξημένη επιστροφή του ήχου, και ταυτόχρονα
εξοικονομούν πολύ χώρο πάνω στη σκηνή.

59

You might also like