Professional Documents
Culture Documents
1γ. Κειμενικοί δείκτες - Θαν. Νάκας
1γ. Κειμενικοί δείκτες - Θαν. Νάκας
3.
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΑ Ή ΣΥΝΔΕΤΙΚΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΙΚΟΙ (Ή ΆΛΛΟΙ) ΔΕΙΚΤΕΣ
–από μια διδακτική σκοπιά
99
Θανάσης Ν ά κ α ς
1
Εννοώ από τους εκπαιδευτικούς, μια και, κατά τα άλλα, χαρακτηρίζονται
«τρέχουσες» από τον Γ. Μπαμπινιώτη (ΕΙ - ΛΔ, σ. 6).
2
«Τρόπους» ή «μέσα» με τα οποία επιτυγχάνεται η συνοχή και η
συνεκτικότητα υποδεικνύουν και αλλού τα βιβλία του Λυκείου (βλ. ΕΕΓ΄ -
ΒΚθ, σ.182 −όσα, όμως, λέγονται εδώ, έστω κι αν προορίζονται για τον
καθηγητή, δεν συμπίπτουν απολύτως ή, μάλλον, παρουσιάζουν αρκετές
διαφορές απ’ όσα λέγονται, τουλάχιστον για τη συνοχή, στο προηγούμενο
ΕΕΑ΄, σ. 322). −«Τ ρ ό π ο ι σ υ ν ο χ ή ς : η λειτουργία [?!] της συνοχής
υλοποιείται με τους εξής βασικούς τρόπους [ ]» διαβάζουμε και στο ΕΙ -
ΛΔ, σ. 130.
3
Βλ., passim, Brown & Yule 1983 –Levinson 1983 –Hoey 1983 και 1991
–Dick 1986.
100
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
322 −με το οποίο πβ. ΕΕΑ΄ -ΒΚθ, σ. 186-7, και ΕΕΒ΄, σ. 223).
Τα συνενώνω εδώ ως εξής (δεδομένου ότι και πάλι οι δύο κατά-
λογοι όχι μόνο δεν συμπίπτουν, αλλά παρουσιάζουν και αρκε-
τές διαφορές):
101
Θανάσης Ν ά κ α ς
4
Δες π.χ. ΕΕΒ΄, σ. 223: «[ ] τις λέξεις / φράσεις που συμβάλλουν στην ορ-
γάνωση (διάρθρωση → συνοχή) του λόγου» και «έτσι λέμε τις λέξεις που
ενώνουν / διαρθρώνουν μικρότερα ή μεγαλύτερα τμήματα του λόγου: φρά-
σεις, προτάσεις, περιόδους, παραγράφους κτλ.».
5
Σχετικά με τους όρους ‘αλληλουχία’, ‘(φυσική) μετάβαση’ και ‘συνοχή’ σ’
ένα κείμενο, ‘φράσεις - γέφυρες’ κ.τ.ό. δες Νάκα 42001, σσ. 36 - 50, και,
ειδικότερα, σσ. 46-7 [=κεφ. 3: “Το δοκίμιο (απόπειρα οριοθέτησης)”, το
οποίο, ως γνωστόν, συμπεριλαμβάνεται ολόκληρο (ΕΕΓ΄ -ΒΚθ, σσ. 87 -
96) και αξιοποιείται πολλαπλώς στο σχολικό βιβλίο της Γ΄ Λυκείου].
102
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
6
Για ένα φραστικό παράλληλο (μάλλον λόγω κοινής πηγής) πβ. το εξής: «[ ]
units and relations are indicated by a number of devices. These act as the
text’s signposts that signal the relations between parts and the transition
from one part to the other. R e m i n i s c e n t o f r o a d s i g n s o n t h e
m o t o r w a y [εγώ υπογραμμίζω], they enable the addressees to anticipate
what is coming next in the text and to understand how that ties in with
what came before. In this way, t h e y p r o v i d e p o i n t s o f r e f e -
rence so that the addressees can find their way easier
through the maze of discourse.»
7
Πβ. και ΕΕΓ΄ -ΒΚθ, σ.182: «Η συνοχή είναι συνένωση / συγκόλληση /
σύνδεση των νοημάτων στο συντακτικό επίπεδο (δεικτικά, συμφωνία
χρόνων, αρθρώσεις με συνδέσμους). [ ] Η συνεκτικότητα είναι σύνδεση /
συσχέτιση / φυσική σχέση ανάμεσα στις προτάσεις ή στα μέρη ενός κει-
μένου από την άποψη του περιεχομένου. [ ] » −ΕΙ - ΛΔ, σσ. 136-7: «[ ] ένα
κείμενο με ιδέες που έχουν συνεκτικότητα αλλά δεν έχουν συνοχή, συχνά
θα εκτιμηθεί ως λιγότερο ικανοποιητικό από ένα κείμενο που συνδέει τα
συστατικά του περιεχομένου του με τον ιστό της συνοχής κι έτσι διαθέτει
και συνοχή και συνεκτικότητα. [ ] γίνεται προφανές ότι τα στοιχεία της
συνοχής δεν επαρκούν για να εξασφαλίσουν τη συνεκτικότητα σ’ ένα
κείμενο, δηλ. λογική σύνδεση του περιεχομένου των προτάσεων, επειδή,
παρά την ύπαρξη των στοιχείων της συνοχής, οι προτάσεις ως σύνολο
μπορεί να μη δίνουν νόημα. Από την άλλη πλευρά, επειδή συνήθως τα
συστατικά των εννοιών τείνουν να επανεμφανίζονται και να επικαλύ-
πτονται σ’ ένα κείμενο, χαρακτηριστικά της συνοχής, όπως οι επαναλήψεις
και η λεξική συνοχή, αποτελούν κατεξοχήν δείκτες της συνεκτικότητας,
παρ’ όλο που δεν είναι ούτε επαρκή ούτε και αναγκαία κριτήρια για τη
συνεκτικότητα.»
103
Θανάσης Ν ά κ α ς
8
Σύμφωνα με μιαν ιταλική γραμματική που έχω υπόψη μου (βλ. Dardano &
Trifone, σ. 538), υποδιαιρούνται σε ‘συνδετικά’ (connettivi, εφόσον σημα-
τοδοτούν τις λογικοσημασιολογικές σχέσεις μεταξύ των κειμενικών ενο-
τήτων) και σε ‘οριοθετικά’ (demarcativi, που αποτελούν τα σημεία μετά-
βασης από τη μία κειμενική ενότητα στην επόμενη): κοινή λειτουργία και
των δύο ν’ αποκαλύπτουν στον αποδέκτη του κειμένου την εσωτερική του
διάρθρωση.
9
Τον όρο ‘δείκτες οργάνωσης του λόγου’ υιοθετεί ο Αρχάκης 1996. (Η
προτίμηση, και από εμένα προσωπικά, του όρου ‘κεμενικός δείκτης’ γίνε-
ται με κριτήριο το ότι είναι πιο οικονομικός –δεδομένου, άλλωστε, ότι,
στις περισσότερες των περιπτώσεων που τον χρησιμοποιούμε, πρόκειται
για λόγο πραγματωμένο και περισσότερο ή λιγότερο οργανωμένο με τη
μορφή γραπτού ή προφορικού κειμένου).
10
Ενίοτε αποτελούν δείκτες της διεπίδρασης μεταξύ των συμμετεχόντων
(π.χ. σε μια συνομιλία), και στη σχετική βιβλιογραφία αναφέρονται τότε
ως ‘διεπιδραστικά σήματα’ (interactive signals) −βλ. πρόχειρα Stenström
1994. Οι Georgakopoulou & Goutsos 1996, σ. 413, μιλούν σ’ αυτή την
περίπτωση για ‘διαπροσωπική λειτουργία’ των δεικτών αυτών, με βάση τη
διαπροσωπική (interpersonal) επικοινωνιακή λειτουργία της γλώσσας,
όπως την ορίζει ο Halliday (βλ. πρόχειρα Νάκα 1995, σσ. 242-5).
104
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
105
Θανάσης Ν ά κ α ς
106
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
13
Για ό,τι αφορά την Αγγλική, βλ. στους Quirk & Greenbaum & Leech &
Svartvik (§ 8.72) σχετικά με το «Group (a): Many of these denote
temporal sequence and are also used for time position» από την ευρύτερη
υποκατηγορία των επιρρηματικών που δηλώνουν ‘χρονική σχέση’ (time-
relationship).
14
Η λεγόμενη ‘προοδευτική’ (progressive –πβ. όπου και στην προηγούμενη
σημ. §§ 19.17 και 19.55 b) πορεία ή μέθοδος δομικής συσχέτισης
εξαρτάται αλλά και ενισχύεται σε μεγάλο βαθμό απ’ αυτού του είδους τις
εκφράσεις, που και ορισμένη κατεύθυνση δηλώνουν και οριοθετούν τα
διαδοχικά στάδια. Εφαρμογή αυτής της μεθόδου έχουμε, μεταξύ άλλων, σε
συνταγολόγια (π.χ. συνταγές μαγειρικής κ.τ.ό.)
107
Θανάσης Ν ά κ α ς
15
‘Συνδέτες’ θα ήταν ένας εξίσου κατάλληλος (αν όχι καταλληλότερος)
όρος. Ο Σετάτος 1993 τον χρησιμοποιεί με ευρύτατη σημασία (πβ. την
αρχαία σημασία του όρου ‘σύνδεσμος’, όπου, ως την εποχή τουλάχιστον
των Στωικών, συμπεριλαμβανόταν και η ‘πρόθεση’ –βλ. πρόχειρα Νάκα
1987, σ. 381).
16
Δες, για ό,τι αφορά την Αγγλική, Quirk & Greenbaum & Leech & Svart-
vik (§ 8.134), οι οποίοι χρησιμοποιούν τον όρο ‘conjuncts’. Αναφορικά με
τη Λατινική, ο Pinkster (σ. 154) υιοθετεί για τους ‘προσυνδέσμους’ (στη
δική μας ορολογία) τον όρο ‘connector(s)’, διευκρινίζοντας ότι συμπερι-
λαμβάνει σ’ αυτούς «όλα τα παρατακτικώς συνδέοντα εκτός από τους
κυρίως λεγόμενους ‘παρατακτικούς συνδέσμους’». Με αυτή την έννοια, οι
‘connectors’ είναι «όλες εκείνες οι λέξεις που συνάπτουν ποικίλες σημασι-
ολογικές σχέσεις μεταξύ παρατασσόμενων προτάσεων, δεν είναι οι κυρίως
λεγόμενοι παρατακτικοί σύνδεσμοι και μπορεί ν’ αποδειχθεί ότι δεν είναι
ούτε επιρρήματα». –Πβ. Georgakopoulou & Goutsos 1996, σ. 412, όπου
γίνεται λόγος για ‘τοπική οργάνωση του λόγου’ (local discourse organisa-
108
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
109
Θανάσης Ν ά κ α ς
<4i> και <5i> από το έπειτα των <4ii-iii> και <5ii> –ή το πρώτα
του <5i> από το πρώτα (- πρώτα) του <5ii>, το ύστερα του
<5i> από το ύστερα του <5ii>, το στο τέλος του <5i> από το
τέλος του <5ii>, κ.ο.κ.17
17
Δίπλα στο επειδή του <3i>, έναν υποτακτικό σύνδεσμο, όπως είδαμε, το
επειδή του <3ii> μοιάζει να συνδέει παρατακτικά, με την ίδια έννοια που
συνδέει και το έπειτα του <4ii-iii> (πβ. και σημ. 11).
18
Ας πούμε: Α..., A.α..., Α.β..., Α.γ..., Α.γ.1..., Α.γ.2..., Α.γ.2.i..., Α.γ.2.ii...,
κ.ο.κ.
110
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
19
Σύμφωνα με τον οποίο το επίρρημα προσδιορίζει ρήμα ή επίθετο ή άλλο
επίρρημα ή (σπανιότερα, μαζί με άρθρο) ουσιαστικό −βλ. εκτενή κριτικό
σχολιασμό στον Νάκα 1987.
20
Δες Νάκα 1987, κεφ. Γ.3.6.
111
Θανάσης Ν ά κ α ς
∗∗∗
Και μη θεωρήσετε21 ότι αυτού του είδους τα σχολιαστικά προ-
τασιακά επιρρήματα δεν μπορούν να τα αντιληφθούν οι μικροί
μαθητές της Ε΄ και της ΣΤ΄ Δημοτικού. Θυμίζω ότι, για να βο-
ηθηθούν να παραγάγουν λόγο (προφορικό, στην αρχή, και έ-
πειτα γραπτό), τα σχολικά βιβλία των δύο αυτών τάξεων περι-
λαμβάνουν ορισμένες (σωστές στη σύλληψή τους, κατά τη γνώ-
μη μου) ασκήσεις.
Καταρχήν, οι διδακτικοί στόχοι που επιδιώκονται με α-
σκήσεις που περιέχουν επιρρήματα, είναι, σε γενικές γραμμές,
οι εξής (βλ. Ε΄-ΒΔ, σσ. 125, 126, 134 −ΣΤ΄-ΒΔ, σσ. 67, 68):
112
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
22
Παραλείπουμε εδώ επιρρήματα που κατατάσσονται επίσης σε ομάδες
συνωνύμων ή συγγενικών μεταξύ τους (π.χ. χρονικά, ποσοτικά κτλ.), μερι-
κά από τα οποία θα τα δούμε να συνδυάζονται με τα προτασιακά και σε
άλλες ασκήσεις.
113
Θανάσης Ν ά κ α ς
23
Υπάρχει κι ένα ανέκδοτο που λέει ποιες προτάσεις σχημάτισαν με το
προφανώς οι μαθητές στην τάξη του Μπόμπου.
24
Οι προτάσεις του τύπου: ίσως (ή: πιθανώς), ο Πέτρος έκλεψε το βιβλίο
κατατάσσονται από τη Λογική στις ‘προβληματικές’. Κατά τον Παπανού-
τσο (σσ. 109 -10): «Οι προβληματικές δεν μπορούν να καταταχθούν στις
λογικές προτάσεις, αφού όποιος εκφράζεται με αυτές δεν αποφαίνεται
οριστικά, αλλά μένει μετέωρος στην κρίση του. Το ίσως (ενδέχεται, δεν
αποκλείεται κτλ.) σημαίνει και “ναι ” και “όχι”. Είναι λοιπόν σα να δια-
τυπώνει μιαν αμφίσημη πρόταση, καταφατική και συνάμα αποφατική.
Ίσως κατοικείται ο Άρης = “Είναι δυνατόν να κατοικείται όσο είναι και
αδύνατον να κατοικείται” ή “Δεν αποκλείεται να κατοικείται αλλά και να
μην κατοικείται”. Αυτή όμως η σύζευξη του “ναι” και του “όχι”, και αν
ακόμη δεν αποτελεί αντίφαση, αφού προβάλλεται όχι ως λύση αλλά ως
αμφιταλάντευση μεταξύ δύο αντίθετων λύσεων, αναιρεί τη λογική υπόστα-
ση των προτάσεων τούτων. Θα τις έλεγε κανείς απλώς απορίες. Το πολύ,
προσχέδια ή προετοιμασία της οριστικής απόφανσης.»
114
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
115
Θανάσης Ν ά κ α ς
25
Βλ. Νάκα 1987, σσ. 119-21.
116
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
117
Θανάσης Ν ά κ α ς
26
Δες ό.π., κεφφ. Δ.1 και 5.
27
[Τριανταφυλλίδης κ.ά.], § 991.
118
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
28
Για επιμέρους ‘επιχειρηματολογικές χρήσεις’ του ακριβώς και του κυρίως
δες στον Σετάτο 1994β, σσ. 131- 3, όπου γίνεται λόγος και για την εστίαση
που εκφράζει το ειδικά.
29
“… με / κατά τέτοιο τρόπο που / ώστε αιφνιδίασε” είναι η συνήθης
τροπικο-αποτελεσματική ερμηνεία (δες όπου και στη σημ. 25, σσ. 105-7).
Το ΛΝΕΓ ερμηνεύει το αίφνης ως “κατά τρόπο ξαφνικό και απροσδόκητο”
και δίνει ως συνώνυμά του τα αιφνιδίως, ξαφνικά, απροόπτως, απροσδό-
κητα και ως αντίθετα τα προγραμματισμένα, βαθμηδόν, σταδιακά, λίγο-
λίγο, σιγά- σιγά. Στο τέλος των επιθετικών λημμάτων αιφνίδιος και ξαφνι-
κός, όπως και στο τέλος του ρηματικού λήμματος αιφνιδιάζω, καταγράφει
αντίστοιχα τα επιρρήματα αιφνίδια / αιφνιδίως, ξαφνικά και αιφνιδιαστικά
/ αιφνιδιαστικώς, χωρίς να τα ερμηνεύει. Το ΛΚΝ ερμηνεύει το αίφνης ως
«1. ξαφνικά, απροσδόκητα [ ] 2. για επιλογή χωρίς ενδιαφέρον: ας έλθει
κάποιος στον πίνακα· ο Γιάννης, αίφνης» και το ξαφνικά ως «χωρίς να το
περιμένουμε, αναπάντεχα, αιφνίδια (πρβ. ξάφνου)». Στο τέλος των επιθε-
τικών λημμάτων αιφνιδιαστικός και αιφνίδιος καταγράφονται αντίστοιχα
τα επιρρήματα αιφνιδιαστικά και αιφνίδια / αιφνιδίως, αλλά, ενώ δίνεται
από ένα χρηστικό παράδειγμα, δεν υπάρχει ερμήνευμα. Επομένως, και στις
δύο περιπτώσεις η τροπικο-αποτελεσματική ερμηνεία ειδικά του αιφνιδια-
στικά παραβλέπεται, ενώ η προτασιακή του αιφνιδίως και του ξαφνικά
119
Θανάσης Ν ά κ α ς
120
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
<17> ...Πού να στα λέω… ο Γιάννης έφυγε απ’ το σπίτι, μας εγκα-
τέλειψε… έμεινα μόνη με τα παιδιά.... τσακωμοί, φασαρίες,
κακό… βρισίδι τώρα απ’ το τηλέφωνο… μ’ απειλεί και με το
δικηγόρο· κ ο ν τ ο λ ο γ ί ς , χωρίζουμε.
121
Θανάσης Ν ά κ α ς
ΟΡΜΕΤΕΠΙΚΟΙΝ / ΜΕΤΑΓΛ),
ενώ ένας μικρός αριθμός μπορούν να
είναι μόνο το ένα ή μόνο το άλλο. Αποφασιστικό ρόλο, γι’ αυτή
ή εκείνη τη λειτουργία, παίζουν και τα υπερτεμαχιακά φωνο-
λογικά χαρακτηριστικά (τουτέστιν, ο επιτονισμός ή η προσω-
δία) της συγκεκριμένης έκφρασης / του επιρρηματικού (κτλ.),
όπως και η θέση στην οποία βρίσκεται. Μ’ άλλα λόγια, η σημα-
σιοσυντακτική λειτουργία, ο επιτονισμός και η θέση του επιρ-
ρηματικού (κτλ.) αλληλοκαθορίζονται.
Σ’ ένα κείμενο τώρα (που το παρουσιάζω προφορικά ή
γραπτά), εάν ακολουθήσω την εξής διάταξη ή διάρθρωση–:
33
Για το συμπερασματικά βλ. τα σχόλιά μας σχετικά με τα <22i-ii> εδώ πιο
κάτω.
34
Η Χριστοφίδου, σ. 134, διακρίνει «Α. Διαπροτασιακούς κειμενικούς δεί-
κτες» και «Β. Ενδοπροτασιακούς κειμενικούς δείκτες». Ως β΄ υποκατη-
γορία της Α΄ ομάδας αναγνωρίζει τους «μετακειμενικούς δείκτες» με
παραδείγματα τα πρώτ’ απ’ όλα (2), τελειώνοντας (1), τέλος (2), ανακε-
φαλαιώνοντας (1) –οι αριθμοί μέσα στις παρενθέσεις δηλώνουν το σύνολο
των εμφανίσεων του καθενός μέσα στο σώμα κειμένων που έλαβε υπόψιν
της. Στη σ. 142 επεξηγεί: «Έτσι [sc. μετακειμενικούς δείκτες] ονομάζουμε
τους δείκτες που δηλώνουν τη σχέση της πρότασης, που εισάγουν, με το
υπόλοιπο κείμενο, όχι τόσο σαν περιεχόμενο, αλλά σαν διάρθρωση. Αυτοί
οι δείκτες ενημερώνουν δηλαδή τον ακροατή για το σημείο στο οποίο
βρίσκεται ένας συγκεκριμένος λόγος ή απόσπασμά του σε σχέση με την
έκτασή του.» Όσο και αν με βρίσκει σύμφωνο η επεξήγηση εδώ, γενικά
έχω δυσκολία να δεχθώ την προτεινόμενη ορολογία, από τη στιγμή που το
βέβαια, το οπωσδήποτε, το βασικά κ.ά.ό. ως «δείκτες στάσης ομιλητή»
θεωρούνται «ενδοπροτασιακοί κειμενικοί δείκτες», αλλά το πράγματι, το
μάλιστα κ.ά.ό. θεωρούνται «διαπροτασιακοί κ. δ.» –δηλαδή, ερωτώ, ακόμη
και στην περίπτωση λ.χ. τού ο Κώστας θα έρθει πράγματι αύριο ή του
υπέβαλε, αυτοπροσώπως μάλιστα, αίτηση χάριτος στον ανώτατο άρχοντα
και άλλων παρόμοιων περιπτώσεων;
122
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
<18> (i)
[σ. 659] προτασιακά επιρρήματα. Μαζί με τα συνήθη επιρρήματα
(ή επιρρηματικά), που προσδιορίζουν την πληροφορία που δηλώνει
το ρήμα [ ] υπάρχουν και τα λεγόμενα προτασιακά επιρρήματα
(sentence adverbs) ή προτασιακά επιρρηματικά (sentence adver-
bials) ή προτασιακά προσαρτήματα (sentence adjuncts)35. Αυτά
χρησιμοποιούνται στη θέση ενός σχολίου που θα μπορούσε να εκ-
φραστεί με ολόκληρη πρόταση (εξού και «προτασιακά επιρρήματα»)
και δηλώνουν τη στάση του ομιλητή απέναντι στα λεγόμενα, επι-
σύροντας συγχρόνως την προσοχή του ακροατή / αναγνώστη [ ]
Τέτοια σχολιαστικά επιρρήματα που λειτουργούν ως προτασιακά
επιρρήματα είναι, μεταξύ άλλων, τα εξής: ευτυχώς, δυστυχώς, ευ-
χαρίστως, αληθινά, ομολογουμένως, συμπτωματικά, μυστηριωδώς, τυ-
πικά, φυσικά, βεβαίως, παραδόξως, περιέργως, απροσδόκητα, χαρα-
35
Ο όρος ‘προσάρτημα’ εισάγεται στη βιβλιογραφία για τα επιρρηματικά
της Νέας Ελληνικής από τον Νάκα 1987 (passim) με την έννοια του
υποχρεωτικού επιρρηματικού συμπληρώματος, όχι όμως σε επίπεδο πρό-
τασης, αλλά μόνο σε επίπεδο ρηματικής φράσης. Στη σχετική αγγλόφωνη
βιβλιογραφία, με τον όρο ‘adjunct(s)’ δηλώνονται οι ποικίλοι προσδιο-
ρισμοί σε επίπεδο ρηματικής φράσης, σε αντιδιαστολή προς τους ‘dis-
junct(s)’, τους προσδιορισμούς δηλαδή σε επίπεδο πρότασης.
123
Θανάσης Ν ά κ α ς
<18> (ii)
[σ.1718] συνδετικά στοιχεία. Μερικές λέξεις, χωρίς να έχουν οι
ίδιες ιδιαίτερη σημασιολογική βαρύτητα, χρησιμεύουν ως δείκτες
μετάβασης από μια πληροφορία (εκφρασμένη με πρόταση) σε μιαν
άλλη πληροφορία (πρόταση), με την οποία συνδέεται εν είδει α-
ντιθέσεως. Η β΄ πληροφορία δηλ. αποτελεί μια μορφή αντίθεσης
προς την α΄ ή γενικότερης τροποποίησης του νοήματός της ή προ-
έκτασής της με την αναφορά μιας διαφορετικής άποψης. Οι λέξεις
αυτές, επομένως, λειτουργούν συνδετικά και αντιθετικά μαζί. Τέ-
τοιες λέξεις είναι οι: εξάλλου, άλλωστε, οπωσδήποτε, πάντως,
ωστόσο, όπως, ουχ ήττον, από την άλλη μεριά, εν πάση
περιπτώσει, ασχέτως αυτού, εντούτοις, αλλ’ όμως, παρά ταύτα,
αλλά μάλλον, έστω κι έτσι, κι έτσι που είναι κ.ά. Παραδείγματα: Η
αναγγελία των εκλογών δεν ξάφνιασε κανέναν στην πραγματικότητα ·
άλλωστε, όλοι ήξεραν πως θα γίνουν. – [ ]
36
Όπου αναγνωρίζονται όχι μία αλλά ποικίλες σημασιολογικές ομάδες για
το σύνολο των προτασιακών συνδετικών στοιχείων. Δες πρόχειρα Halliday
& Hasan, σσ. 238 και 244 –πβ. Νάκα 1987, σ. 113 [=Γλωσσοφιλολογικά
Γ΄, σ. 246]. –Σχετικά με το «χωρίς να έχουν οι ίδιες ιδιαίτερη σημασιο-
λογική βαρύτητα» του πίνακα <18ii> πβ. και Georgakopoulou & Goutsos
1996, σ. 412, «[ ] they can be classified as “semantically rich” connectives
124
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
σχολικό βιβλίο του Λυκείου (δες τον πίνακα <1iii>). Στον πρώ-
το πίνακα του ΛΝΕΓ εδώ πιο πάνω (<18i>) συμπεριλαμβάνονται
εκφράσεις (ενδεικτικά, υπογραμμίσαμε τις περισσότερες απ’
αυτές) που, με βάση το κοινό γλωσσικό αίσθημα, δεν έχουν
προσδιοριστική λειτουργία (προτασιακοί προσδιορισμοί, σχολι-
αστικά / προτασιακά επιρρηματικά) αλλά, μάλλον, συνδετική
λειτουργία (παρατακτικοί προτασιακοί σύνδεσμοι, ‘συνδέτες’ ή
‘προσύνδεσμοι’, όπως τους χαρακτηρίσαμε στα προηγούμενα).
Εξάλλου, προσεκτική σύγκριση αποδεικνύει ότι ορισμένα από
αυτά (π.χ. εν πάση περιπτώσει, εντούτοις) επαναλαμβάνονται
στο δεύτερο πίνακα (<18ii>) των ‘συνδετικών στοιχείων’.
Εντελώς ενδεικτικά και πάλι, θα σταθούμε στην επιμέ-
ρους πραγμάτευση μερικών από τις εκφράσεις αυτές στα δύο
λεξικά, το ΛΝΕΓ (<19i>) και το ΛΚΝ (<19ii>):
(<19i>)
επομένως επίρρ. [αρχ.] όπως προκύπτει βάσει της λογικής, όπως
είναι λογικό βάσει προηγούμενων στοιχείων: έχουν ληφθεί όλα τα
απαραίτητα μέτρα ασφαλείας· επομένως, δεν συντρέχει λόγος ανη-
συχίας. ║ παρά τις πιέσεις του Τύπου οι αρμόδιοι σιωπούν· ~,
κάποιο πρόβλημα υπάρχει ΣΥΝ. κατά συνέπεια, συνεπώς, άρα, κατ’
ακολουθίαν, ώστε, συμπερασματικά, λοιπόν, ως εκ τούτου.
[[ΣΧΟΛΙΟ στη λ. προηγουμένως : γιατί πρέπει να προτιμάται η κατάληξη
σε -ως]]
συνεπώς επίρρ.· όπως προκύπτει συμπερασματικά: δεν γνωρίζω το
αντικείμενο· ~, δεν μπορώ να σας βοηθήσω ΣΥΝ. κατά συνέπεια,
επομένως.
(<19ii>)
επομένως [epoménos ] σύνδ. συμπερ. : εισάγει λογικό συμπέρασμα
που προκύπτει από τα προηγούμενα· άρα, κατά συνέπεια: Συνεχί-
ζεται η απεργία στα τρένα· ~ το ταξίδι αναβάλλεται. [λόγ. <αρχ.
ἑπομένως‘σύμφωνα με’]
συνεπής -ής -ές [ ] 1. [ ] 2. [ ] συνεπώς ΕΠΙΡΡ. α. (λόγ.) με
συνέπεια. β. επομένως, κατά συνέπεια: Το έργο αφορά όλους και ~
όλοι πρέπει να βοηθήσουν. [λόγ. συν(έπεια) -επής κατά το σχ.:
ευπρέπεια - ευπρεπής μτφρδ. γαλλ.conséquant· λόγ. συνεπ(ής) -ώς]
125
Θανάσης Ν ά κ α ς
(<20i>)
αντίθετα επίρρ. 1. με τον αντίθετο τρόπο: πράττει ~ απ’ ό,τι του
λένε. 2. για την έκφραση αντιδιαστολής, αντιπαράθεσης: εκείνος με
κορόιδεψε, ~ εγώ υπήρξα απολύτως ειλικρινής απέναντί του. 3. για
την έκφραση αντίθεσης, άρνησης, για να δηλωθεί ότι ισχύει το
αντίθετο από αυτό που μόλις ελέχθη: –Μήπως τους κακομεταχειρί-
στηκες; –~, τους φέρθηκα με τον καλύτερι τρόπο! ΣΥΝ. κάθε άλλο.
Επίσης (λόγ.) αντιθέτως.
μολαταύτα επίρρ. (λόγ.) παρ’ όλα όσα έχουν προαναφερθεί, ωστό-
σο, εντούτοις: δεν ήθελε να έρθει μαζί μας· ~ αυτή κατάφερε να τον
πείσει.
(<20ii>)
αντίθετος -η –ο [ ] 1. [ ] 2. [ ] 3. [ ] αντίθετα* & αντιθέτως*
ΕΠΙΡΡ. [λόγ. <ελνστ. ἀντίθετος αρχ. τὸ ἀντίθετον ‘αντίθεση (ρη-
τορ.)’]
αντίθετα [andíθeta] & αντιθέτως [andiθétos] σύνδ. αντιθ. : σε πα-
ρατακτική σύνδεση, εισάγει ύστερα από τελεία ή άνω τελεία
πρόταση με νόημα αντίθετο προς το νόημα της προηγούμενης
αρνητικής [!] πρότασης· απεναντίας: Δε συμφωνώ· αντιθέτως έχω
σοβαρές αντιρρήσεις. ║ συχνά με το μάλιστα για εντονότερη αντί-
θεση: Δεν τους παρεξήγησε· ~ μάλιστα τους δικαιολόγησε. ║ με το
αλλά / όμως: Όχι μόνο δεν τους τιμώρησε, αλλά ~ τους επαίνεσε
κιόλας. ║ Είσαι ευχαριστημένος; –~ ανησυχώ φοβερά, το αντίθετο
θα έλεγα, ανησυχώ φοβερά. [ ]
μολαταύτα [mólatáfta] σύνδ. αντιθ. : σε παρατακτική σύνδεση·
ύστερα από τελεία ή άνω τελεία και κυρίως στην αρχή της πρό-
τασης εκφράζει εναντίωση προς τα προηγούμενα· παρ’ όλα αυτά,
εντούτοις: Κατάλαβε ότι ήταν ψέμα· ~ έκανε ότι τον πίστεψε. Ήξερε
ότι δεν είχε ικανότητες. ~ του ανέθετε δύσκολες υποθέσεις. ║ συχνά
προηγείται δευτερεύουσα εναντιωματική πρόταση για να δηλωθεί
εντονότερα και εξαρχής η ισχυρή αντίθεση ανάμεσα στα δύο
συνδεόμενα μέλη: Αν και ήξερε το χαρακτήρα τους, ~ τη λύπησε η
συμπεριφορά τους. [λόγ. επίδρ. στις φρ. μ’ όλον ετούτο, μ’ όλα
αυτά]
126
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
(<21i>)
οπωσδήποτε επίρρ. 1. με οποιονδήποτε τρόπο, με κάθε μέσο:
πρέπει να βρούμε χρήματα ~ ΣΥΝ. δίχως άλλο 2. ούτως ή άλλως, σε
κάθε περίπτωση: δεν είναι άψογος, αλλά ~ είναι καλύτερος από
τους άλλους ΣΥΝ. όπως και να έχει το πράγμα 3. για να εκφραστεί
έντονη κατάφαση: –Θα συνεργαστείτε μαζί μου; – ~· δεν θα
μπορούσα να συνεργασρτώ με κανέναν άλλον! ΣΥΝ. βέβαια,
φυσικά, σίγουρα.
[[ ΣΧΟΛΙΟ στη σ. 659 το κατατάσσει στα ‘προτασιακά επιρρήματα’
μαζί με τα συνώνυμά του]]
περίεργος, -η, -ο [ ] 1. [ ] 2. [ ] 6. [ ] –περίεργα / περιέργως (βλ. λ.)
επίρρ.
περιέργως επίρρ. (λόγ.) κατά παράδοξο τρόπο, που δεν εξηγείται
εύκολα: ~, δεν έχει βγει ακόμη καμία ανακοίνωση ║ αν και ήρθε
στην Αθήνα, ~ δεν επικοινώνησε με κανέναν· ΦΡ όλως περιέργως
κατά εντελώς ανεξήγητο, παράδοξο τρόπο: ~, δεν αντέδρασε στις
προκλήσεις του συνομολητή του. [[ΣΧΟΛΙΟ στη σ. 659 το κατατάσσει
στα ‘προτασιακά επιρρήματα’ μαζί με το παραδόξως]]
φυσικά επίρρ. 1. ακολουθώντας φυσικές διεργασίες, με μη τεχνητό
τρόπο: [ ] ΑΝΤ. τεχνητά 2. με τρόπο που φαίνεται πηγαίος,
απροσποίητος [ ] ΑΝΤ. ψεύτικα. • 3(*). (ως επιβεβαιωτικό μόριο)
ασφαλώς, οπωσδήποτε, σαφώς: ~ και θα του το πω· μείνετε ήσυχος
║ –Εσύ θα πας διακοπές; – ~! Είναι δυνατόν να μην πάω;
[[ΣΧΟΛΙΟ σ. 659 το κατατάσσει στα ‘προτασιακά επιρρήματα’ μαζί με
το βεβαίως – (*) Πρόλογος, σ. 31: «σημασίες του λήμματος οι οποίες
έχουν απομακρυνθεί τόσο πολύ από τις άλλες, ώστε να δίνουν την
εντύπωση άλλης “λέξης” [ ] δηλώνονται με τη χρησιμοποίηση μιας
ευδιάκριτης τελείας (• “βούλλας”) πριν από τη συγκεκριμένη σημασία»]]
(<21ii>)
οπωσδήποτε [opozδípote] επίρρ. : σε κάθε περίπτωση: Θα περάσω
~ από το σπίτι σας για να σας δω. ║ με χρονικό επίρρημα, δηλώνει
με ακόμη μεγαλύτερη βεβαιότητα το χρόνο τέλεσης μιας πράξης:
Θα φύγουμε ~ αύριο. ║ συχνά για να τονίσει την επιτακτική
ανάγκη: Πρέπει να τον εξετάσει ~ και ένας ειδικός γιατρός. [λόγ.
37
Βλ. και Χριστοφίδου, σ. 139: «ΑΝΤΙΘΕΤΑ. Θέση: Κυρίως στην αρχή, σπα-
νιότερα δεύτερο. Χρήση - σημασία. Αυτός ο διαφανής (transparent) δείκτης
δηλώνει την εισαγωγή ενός αντίθετου επιχειρήματος, αντίθετης κατάστα-
σης κ.λπ.»
127
Θανάσης Ν ά κ α ς
38
Ειδικότερα για το μάλιστα δες εδώ πιο κάτω.
128
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
(<22i>)
συμπερασματικός -ή -ό [simberasmati-kόs] Ε1: που περιέχει, που
εκφράζει ένα συμπέρασμα: Συμπερασματικές κρίσεις. ║ (γραμμ.)
Συμπερασματικοί σύνδεσμοι, με τους οποίους εκφράζεται το συ-
μπέρασμα ενός συλλογισμού, π.χ, ώστε, άρα, επομένως κτλ.
Συμπερασματικές προτάσεις, που εισάγονται με συμπερασματικούς
συνδέσμους· αποτελεσματικές. συμπερασματικά ΕΠΙΡΡ: Ύστερα
από την εξέταση που κάναμε, μπορούμε ~ να αναφέρουμε τα εξής...
[λόγ. < ελνστ. συμπερασματικός]
(<22ii>)
συμπερασματικός, -ή, -ό [μτγν.] αυτός που σχετίζεται με το
συμπέρασμα· διαπίστωση / κρίση· ΦΡ. ΓΛΩΣΣ. (α) συμπερασματικός
σύνδεσμος (ο) ο σύνδεσμος ώστε, ο οποίος εισάγει συμπερασματικές
προτάσεις (β) συμπερασματική πρόταση η πρόταση που περιέχει το
συμπέρασμα (το αποτέλεσμα, την κατάληξη). – συμπερασματικ-ά / -
ώς [ αρχ.] επίρρ.
39
Δες Νάκα 1987, σσ. 326-7.
40
Π = Το Πανηγύρι, Β = Η Βέρα, Τ = Το Τάβλι, ΔΚ = Με Δύναμη από την
Κηφισιά, ΔΠ = Δάφνες και Πικροδάφνες.
129
Θανάσης Ν ά κ α ς
130
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
131
Θανάσης Ν ά κ α ς
(iii)γ. –ΦΩΝΤΑΣ: Δηλαδή... Όταν εσύ δεν έχεις στον ήλιο μοί-
ρα, δεν έχεις να φας και γυρνάς στους δρόμους και λες το
ψωμί ψωμάκι, και βρίσκεται ένας άνθρωπος και σου λέει:
«Εγώ θα σε ταΐζω», και, πρόσεξε, «...και θα σε ντύνω». Εσύ
τι θα έκανες; –ΚΟΛΙΑΣ : Θα πήγαινα κοντά του. –ΦΩΝΤΑΣ:
Μπράβο! (Ρουφάει τσιγάρο.) Βεβαίως αυτός ο άνθρωπος θα
θέλει και ένα αντάλλαγμα. Την εργασία σου. –ΚΟΛΙΑΣ:
Μάλιστα. –ΦΩΝΤΑΣ: Λοιπόν, σκέψου τα αυτά και πες μου.
[Τ: 1997, σ. 181]
132
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
133
Θανάσης Ν ά κ α ς
<24i>
μάλιστα [málista] : I. επίρρ. 1. [ ] 2 α. χρησιμοποιείται ως
καταφατική, ευγενική, μονολεκτική απάντηση· ναι: Θέλεις να
δανειστείς το βιβλίο; –~, ναι θέλω. Είστε έτοιμοι; –~. Έγγαμος; –~.
β. χρησιμοποιείται ως απάντηση στο άκουσμα του ονόματός μας ή
στο κάλεσμα του τηλεφώνου: Ο Γιώργος Δημητρίου; –~, ο ίδιος. ~,
ποιος στο τηλέφωνο / ποιον θέλετε;, ναι εμπρός. γ. με επιφω-
νηματική χρήση σε διάλογο, εκφράζει τη δυσκολία ή τη δυσαρέ-
σκεια του ομιλητή προς την κατάσταση που μόλις του έχει εκτεθεί:
Έτσι έχουν τα πράγματα. –-~· και τώρα τι κάνουμε;
II. ως αντιθετικός σύνδεσμος σε παρατακτική σύνδεση, συνήθ.
στην αρχή ή κοντά στην αρχή μιας πρότασης. 1. εκφράζει αντίθεση
προς τα προηγούμενα· απεναντίας, αντίθετα: Αυτό ούτε που το
134
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
<24ii>
μάλιστα μόρ. 1. (ως βεβαιωτικό) για την εμφατική δήλωση κατα-
φάσεως ή συμφωνίας, κυρ. σε πρόσωπο ιεραρχικώς ανώτερο: (στον
στρατό) ~, κύριε διοικητά! ΣΥΝ. βεβαίως, οπωσδήποτε 2. για να
δηλώσουμε ότι ακούσαμε, ότι καταλάβαμε τι είπε ο συνομιλητής
μας: –Θα περάσουμε να σας πάρουμε με τ’ αμάξι. –~. Τι ώρα θα
περάσετε; 3. [ ] 4. (γενικότ.) για τη δήλωση επιδοκιμασίας για κάτι
που κρίνεται ως πραγματικά καλό, σε αντίθεση με τα προη-
γούμενα: έτσι, ~! (αυτός ο τρόπος μου αρέσει) ║ Μαζί σου, ~!
Ευχαρίστως συνεργάζομαι· ΦΡ. τώρα μάλιστα (i) για τη δήλωση
επιδοκιμασίας, ικανοποίησης (κυρ. μετά από απογοήτευση): ~,
αυτό ήθελα ν’ ακούσω! (ii) για να δηλωθεί αμηχανία, ότι δεν ξέρου-
με πλέον τι να κάνουμε: Μας τέλειωσε και η βενζίνη! ~! • ΦΡ. (αρ-
χαιοπρ.) τα μάλιστα πάρα πολύ, σε πολύ μεγάλο βαθμό.
[ΕΤΥΜ. αρχ., υπερθ. βαθμός του επιρρ. μάλα «πολύ, αρκετά» < *
m1, συνεσταλμ. βαθμ. του Ι.Ε. *mel- «πολύς, μεγάλος», πβ. λατ.
melior «καλύτερος» (> γαλλ. meilleur), multus «άφθονος, πολύς»
41
Βλ. και σημ. 30.
135
Θανάσης Ν ά κ α ς
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
42
Δες Νάκα 1987, κεφ. Β.4: “Σημασιολογικές (κτλ.) σχέσεις επιρρήματος
και άλλων κατηγοριών” (σσ. 109- 33) και σημμ. Β.1- 65 (σσ. 371- 82). Ο
Τζάρτζανος (Β΄, σσ. 50 και 249), σε ό,τι αφορά το τότε και το τώρα, ξεχώ-
ριζε το ‘χρονικό επίρρημα’ από τον ‘συμπερασματικό σύνδεσμο’ (“εν
τοιαύτη περιπτώσει, αφού έτσι είναι τα πράγματα, λοιπόν”). Πβ. Σετάτο
1994β, σσ. 131- 6. Βλ. στους Georgakopoulou & Goutsos 1996 σχετικά με
τα αλλά, όμως, λοιπόν, τελοσπάντων και έτσι ως γλωσσικούς δείκτες. Δες
και στο Goutsos & King & Χατζηδάκη 1995 υποδείξεις σε ό,τι αφορά τη
«χρήση των corpus στη λεξικογραφία».
[43** Βλ. και το συλλογικό τόμο Η Καλλιέργεια της Γραπτής Γλωσσικής
Έκφρασης στο Σχολείο: Αρχές, Προβλήματα, Προοπτικές και Διδακτικές
Προσεγγίσεις (3η Επιστημονική Ημερίδα Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αλεξαν-
δρούπολη 30 Μαρτίου 1999), επιμ. Τ. Σαραφίδου, Αλεξανδρούπολη, 2001,
σσ. 123-174].
136
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
***
—. 1996. Η Νέα Ελληνική ως Ξένη Γλώσσα (Προβλήματα Διδασκα-
λίας), Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν.
—. 1996. Μέθοδοι Διδασκαλίας της Νέας Ελληνικής ως Ξένης Γλώσ-
σας (Ι: Πρακτικά Ημερίδας 9 Δεκεμβρίου 1995), Θεσσαλονίκη,
Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Αραμπατζίδου, Σταυρούλα. 1998. “Πλευρές της αιτιότητας (όπως
αποκαλύπτονται από τους αιτιολογικούς συνδέσμους της Νέας
Ελληνικής)”, στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα (Πρακτικά
της 18ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλο-
σοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
2-4 Μαΐου 1997), Θεσσαλονίκη, σσ. 56-67.
Αρχάκης, Αργύρης. 1996. Δείκτες Οργάνωσης του Λόγου. Το ‘δηλαδή’
και η Σχέση του με Συναφείς Εκφράσεις (διδακτορική διατριβή),
ΑΠΘ / Φιλοσοφ. Σχολή / Τομέας Γλωσσολογίας, 336 σσ.
Βελούδης, Γιάννης. 1997. “Από την καθολικότητα- συνολικότητα
στην αντίθεση-εναντίωση”, στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσ-
σα (Πρακτικά της 17ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσο-
λογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης22-24 Απριλίου 1996), Θεσσαλονίκη, σσ. 417-23.
Βουγιούκας, Αριστείδης. 1994. Το Γλωσσικό Μάθημα στην Πρώτη
Βαθμίδα της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης, Θεσσαλονίκη, Αριστο-
τέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης / Ινστιτούτο Νεοελληνικών
Σπουδών / Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 429 σσ.
Κατσιμαλή, Γεωργία & Καβουκόπουλος Φώτης Α. (επιμ.), Ζητήματα
Νεοελληνικής Γλώσσας (Διδακτική Προσέγγιση), Πανεπιστήμιο
Κρήτης / Τμήμα Φιλολογίας / Τομέας Γλωσσολογίας, 157 σσ.
Κουτούπη- Κητή, Ελίζα. 1997. “Συμπληρωματικές παρατηρήσεις σε
αιτιολογικούς συνδέσμους της Νεοελληνικής” στο Μελέτες για
την Ελληνική Γλώσσα (Πρακτικά της 17ης Ετήσιας Συνάντησης
του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτε-
λείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 22-24 Απριλίου 1996), Θεσ-
σαλονίκη, σσ. 424-36.
Ματσαγγούρας, Ηλίας. 1995. Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία (Για το
Καθημερινό Μάθημα και τις Συνθετικές Εργασίες), Γρηγόρης,
207 σσ.
Νάκας, Θανάσης. 1987. Τα Επιρρηματικά της Νέας Ελληνικής (Προ-
βλήματα Υποκατηγοριοποίησης), Πανεπιστήμιο Αθηνών / Βιβλιο-
θήκη Σοφίας Ν. Σαριπόλου, αρ. 50, 446 σσ.
Νάκας, Θανάσης. 1995. “Οι επικοινωνιακές λειτουργίες της γλώσ-
σας”, Λεξικογραφικόν Δελτίον (της Ακαδημίας Αθηνών), τόμ.
ΙΘ΄ (1994-5), σσ. 215 – 45.
Νάκας, Θανάσης. 1999. “Είκοσι χρόνια από τη γλωσσοεκπαιδευτική
μεταρρύθμιση και τρία χρόνια πριν από την αλλαγή του αιώνα.
Με ποιο λεξικό και ποια γραμματική;” στο Συνέδριο για την
Ελληνική Γλώσσα (Αθήνα 29 Νοεμβρίου - 1 Δεκεμβρίου 1996) /
1976 - 1996: Είκοσι Χρόνια από την Καθιέρωση της Νεοελλη-
νικής (Δημοτικής) Γλώσσας, Αθήνα, Τομέας Γλωσσολογίας Πα-
νεπιστημίου Αθηνών / Η εν Αθήναις Γλωσσική Εταιρεία, σσ.
137
Θανάσης Ν ά κ α ς
153 - 165 [=Γλωσσοφιλολογικά Α΄, κεφ. xvi, σσ. 295- 310 και
382- 6]
Νάκας, Θανάσης. 42001 [1985]. Γλωσσοφιλολογικά, Α΄ (Μελετήματα
για τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία) (Αθήνα [Πατάκης]), 399 σσ.
Νάκας, Θανάσης. 72002 [1988]. Γλωσσοφιλολογικά, Β΄ (Μελετήματα
για τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία) (Αθήνα [Πατάκης]), 350 σσ.
Νάκας, Θανάσης. 42003 [1996]. Γλωσσοφιλολογικά, Γ΄ (Μελετήματα
για τη Γλώσσα και τη Λογοτεχνία) (Αθήνα [Πατάκης]), 318 σσ.
Οικονόμου, Μ. & Σταύρου, Θρ. & Τριανταφυλλίδης, Μ. 1955. Η
Γλώσσα μου (Κείμενα, Γραμματική, Ασκήσεις - Για την 5η και 6η
Δημοτικού και τις Πρώτες Τάξεις της Μέσης Παιδείας), Αθήνα,
279 σσ.
Παπανούτσος, Ευάγγελος Λογική, Δωδώνη, 215 σσ.
Σαραφίδου, Τριανταφυλλιά. 1998. “Οι λεξικογραφικές πολυτυπίες
της Νεοελληνικής γλώσσας και η λειτουργική τους εκμετάλ-
λευση στη διδακτική πράξη”, Γλώσσα, 47 (Χειμώνας 1999 [διά-
βαζε: 1998]), σσ.32 -56].
Σετάτος, Μιχάλης. 1992. “Η λειτουργική εκμετάλλευση της ποικιλίας
στην Κοινή Νεοελληνική”, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσα-
λονίκης / Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής (Πε-
ρίοδος Β΄) / Τεύχος Τμήματος Φιλολογίας (Τόμος Δεύτερος),
Θεσσαλονίκη, σσ. 337-82.
Σετάτος, Μ. 1994. “Οι συνδέτες στο σύστημα της Κοινής Νεοελλη-
νικής (ΚΝΕ)”, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης / Επι-
στημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής (Περίοδος Β΄) /
Τεύχος Τμήματος Φιλολογίας (Τόμος Τέταρτος), Θεσσαλονίκη,
σσ. 485-523.
Σετάτος, Μιχάλης. 1994 β. “Επιχειρηματολογικές χρήσεις πραγματο-
λογικών μορίων στην Κοινή Νεοελληνική” στις Γλωσσολογικές
Μελέτες, Θεσσαλονίκη, Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφι-
κής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης /
Περίοδος Β' / Τεύχος Τμήματος Φιλολογίας / Παράρτημα αρ. 4,
σσ. 128- 66.
[Τριανταφυλλίδης, Μανόλης κ.ά.] 1941 Νεοελληνική Γραμματική (της
Δημοτικής), ΟΕΣΒ. [ανατύπ. 1978, 1993 κ.ε.: ΑΠΘ / Ινστιτούτο
Νεοελληνικών Σπουδών / Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]
Τζάρτζανος, Αχιλλέας. 1946-1953. Νεοελληνική Σύνταξις (της Κοινής
Δημοτικής), τόμ. Α΄: 1946, τόμ. Β΄: 1953, ΟΕΣΒ, 351+330 σσ.
Τριανταφυλλίδης, Μανόλης. 21958. Λεξιλογικές Ασκήσεις (για τη Με-
ση Παιδεία - Βιβλίο του Μαθητή), Αθήνα, 78 σσ.
Τσολακίδου, Κατερίνα. 1985. “Εμπειρική διερεύνηση των προσλεκτι-
κών ενδεικτών και της συνεπίδρασής τους” στις Μελέτες για την
Ελληνική Γλώσσα, Πρακτικά της 6ης Ετήσιας Συνάντησης του
Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφ. Σχ. του ΑΠΘ (22-24 Απριλί-
ου), Θεσσαλονίκη, σσ. 279 -95.
Χριστοφίδου, Αναστασία. “Κειμενικοί δείκτες (θέση - χρήση - σημα-
σία)”, στο: Κατσιμαλή, Γ. & Καβουκόπουλος Φ. (επιμ.), Ζητή-
ματα Νεοελληνικής Γλώσσας (Διδακτική Προσέγγιση), Πανεπι-
στήμιο Κρήτης / Τμήμα Φιλολογίας / Τομέας Γλωσσολογίας,
σσ. 133 - 49.
Ψάλτου- Jocey, Αγγελική. 1996. “Μέθοδοι διδασκαλίας σύγχρονων
γλωσσών και εφαρμογή τους σε εγχειρίδια της Νέας Ελληνικής
ως ξένης γλώσσας”. Στο: Μέθοδοι Διδασκαλίας της Νέας Ελλη-
138
ΓΛΩΣΣΟΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ, Δ΄
***
Beaugrande, Robert-Alain & Dressler, Wolfgang Ulrich. 1983 [α΄
έκδ. 1981]. Introduction to Text Linguistics, Longman, 270 σσ.
Brown, Gillian & Yule, George. 1983. Discourse Analysis, Cam-
bridge University Press, 288 σσ.
Carter, Ronald. 1997. Investigating English Discourse (Language,
Literacy and Literature), Routledge, 248 σσ.
Carter, Ronald & Goddart, Angela & Reah, Danuta & Sanger, Keith
& Bowring, Maggie. 1998 [α΄ έκδ. 1997]. Working with Texts (A
Core Book for Language Analysis), Routledge, 334 σσ.
Carter, Ronald & McRae, John (επιμ.) 1996. Language, Literature &
the Learner (Creative Classroom Practice), C. N. Candlin, 227
σσ.
Coady, James & Huckin, Thomas (επιμ.) 1998 [α΄ έκδ. 1997]. Second
Language Vocabulary Acquisition, Cambridge University Press /
Cambridge Applied Linguistics, 299 σσ.
Collie, Joanne & Slater, Stephen. 1999 [α΄ έκδ. 1987]. Literature in
the Language Classroom (A Resource Book of Ideas and
Activities), Cambridge University Press / Cambridge Handbooks
for Language Teachers, 266 σσ.
Dardano, Maurizio & Trifone, Pietro. 1999 [α΄ έκδ. 1995]. Gramma-
tica Italiana (con Nozioni di Linguistica), Zanichelli, 789 σσ.
Dijk, Teun A. Van. 1986 [α΄ έκδ. 1977]. Text and Context (Explora-
tions in the Semantics and Pragmatics of Discourse), Longman.
261 σσ.
Georgakopoulou, Alexandra & Goutsos, Dionysis. 1996. “Connecti-
ves as discourse markers in Modern Greek”, στο Μελέτες για την
Ελληνική Γλώσσα (Πρακτικά της 16ης Ετήσιας Συνάντησης του
Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 4-6 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη,
σσ. 411-22.
Georgakopoulou, Alexandra & Goutsos, Dionysis. 1997. Discourse
Analysis (An Introduction), Edinburgh University Press, 208 σσ.
Goutsos, Dionysis & King, Philip & Χατζηδάκη, Ράνια. 1995. “Η
χρήση των corpus στη λεξικογραφία και περιγραφή της Νέας
Ελληνικής”, στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα (Πρακτικά
της 15ης Ετήσιας Συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας της Φιλο-
σοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
11-14 Μαΐου 1994), Θεσσαλονίκη, σσ. 843-54.
Gross, Maurice. 1986. Grammaire Transformationnelle du Français.
(3 - Syntaxe de l’Adverbe), ASSTRIL, 670 σσ.
Halliday, M.A.K. & Hasan, R. 1976. Cohesion in English, Longman.
Hoey, Michael. 1983. On the Surface of Discourse. George Allen &
Unwin, 219 σσ.
Hoey, Michael. 1991. Patterns of Lexis in Text, Oxford University
Press. 276 σσ.
Hoye, Leo. 1997. Adverbs and Modality in English, Longman, 322
σσ.
Imhoof, Maurice & Hudson, Heran. 1978 [α΄ έκδ. 1975]. From
Paragraph to Essay (Developing Composition Writing), Long-
man, 96 σσ.
139
Θανάσης Ν ά κ α ς
140