Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 6

III.

ΟΙ γυναίκες, ό γάμος, ή οικογένεια

Στήν ’Αθήνα οί γυναίκες τών πολιτών δέν είχαν περισσότερα


πολιτικά καί δικαστικά δικαιώματα άπό τούς δούλους. Είχαν χά­
σει τό σπουδαίο ρόλο πού έπαιζαν στή μινωϊκή κοινωνία1 καί
πού έν μέρει είχαν, φαίνεται, διατηρήσει καί κατά τήν ομηρική
έποχή2. Ωστόσο ή παντρεμένη ’Αθηναία, άν καί περιορισμένη
μέσα στό σπίτι της, κυβερνά τουλάχιστον αύτό έδώ μέ άπόλυτη
εξουσία, δταν δέν τήν έμποδίζη σ’ αύτό ό κύριος καί αφέντης της.
Γιά τούς δούλους της εΐναι ή δ έ σ π ο ι ν α , ή κυρία τους.
Ά λλω σ τε ό άντρας της εΐναι άρκετά άπασχολημένος έξω άπό τό
σπίτι —στήν έξοχή μέ τις δουλειές τών χωραφιών καί τό κυνήγι—
στήν πόλη μέ τό έπάγγελμά του καί τις πολιτικές καί δικαστικές
ύποθέσεις της πόλης. Κι έτσι εΐναι άναγκασμένος νά άφήνη τή
γυναίκα του νά διευθύνη αύτή τό σπίτι του τό^ πιό πολύ καιρό,
σύμφωνα μέ τή θέλησή της.
Πόσο ή Αθηναία γυναίκα έξαρτάται καί εΐναι ύποταγμένη
στόν άντρα φαίνεται πρώτα - πρώτα άπό τή ζωη τών κοριτσιών
καί τόν τρόπο πού παντρεύονται. Φυσικά τά κορίτσια δέν μπορούν
νά κυκλοφορουν έλεύθερα καί νά συναναστρέφωνται νέους. Εΐναι
περιορισμένα στό χώρο του σπιτιού πού εΐναι προορισμένος γιά
τις γυναίκες, τόν γ υ ν α ι κ ω ν ί τ η . Άφου οί παντρεμένες γυ­
ναίκες δύσκολα περνούν τό κατώφλι τής έξωτερικής πόρτας του
σπιτιού τους, δύσκολα εμφανίζονταν τά κορίτσια άκομη καί στην
έσωτερική αύλή του, άφου έπρεπε νά ζοΰν μακριά άπό τά βλέμ­
ματα τών άντρών, άκόμη καί της ίδιας τους της οικογένειας.
Δέν ύπάρχει στήν ’Αθήνα του πέμπτου αιώνα, έκπαιδευτικός
οργανισμός ανάλογος μ* εκείνον πού ύπηρχε στή Λέσβο στις άρχες
του έκτου αιώνα γιά κορίτσια άριστοκρατικών οίκονενενών καί που
76 Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩ ΤΙΚ Ο Σ ΒΙΟ Σ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

τόν διεύθυνε ή ποιήτρια Σαπφώ* δέν υπάρχει επίσης, τίποτα ανά­


λογο μέ τίς σωματικές ασκήσεις τών κοριτσιών τής Σπάρτης, πού
φορούσαν κοντούς χιτώνες καί έδειχναν τά μηριά τους (φ α ι ν ο-
μ η ρ ι δ ε c3 ). 0 Εύριπίδης λέει γι* αύτές :

«Παρατάνε εκείνες τά σπίτια τους και μέ ξέσκεπα τά μηριά


τους και μέ τά πέπλα άνεμίζοντας γυμνάζονται στά στάδια και στις
παλαϊστρες μαζί μέ τ 9 αγόρια»*.
Μόνο σ’ αύτό τό σημείο ή αύστηρή Σπάρτη ήταν πιό άνε-
κτική άπό τήν ’Αθήνα κι άκριβώς γι* αύτό τό λόγο ό Εύριπίδης,
σκανταλίζεται μέ τά λακωνικά έθιμα, επειδή δηλαδή ήταν σ’ αύτό
τό θέμα άντίθετα άπό τά άθηναϊκά.
Κάθε τι πού μαθαίνει μιά νέα ’Αθηναία —ούσιαστικά οί δου­
λειές του νοικοκυριου: κουζίνα, πλέξιμο καί υφαντική καί ίσως
και στοιχειώδη άνάγνωση, άριθμητική καί μουσική— τά μάθαινε
κοντά στή μητέρα της ή άπό καμμιά γιαγιά ή τίς δούλες του σπι­
τιού. 'Η μόνη κανονική εύκαιρία γιά νά βγουν τά κορίτσια άπό
τό σπίτι ήταν μερικές θρησκευτικές γιορτές, πού παρευρίσκονταν
στή θυσία καί λάβαιναν μέρος στήν πομπή, καθώς βλέπουμε στή
ζωφόρο τών Π α ν α θ η ν α ί ω ν στόν Παρθενώνα* οπωσδήποτε
θά έπρεπε μερικές κοπέλλες νά μάθαιναν νά τραγουδοΰν καί νά
χορεύουν γιά νά λαβαίνουν μέρος στούς θρησκευτικούς χορούς* οί
χοροί δμως τών κοριτσιών καί τών άγοριών ήταν πάντα χωριστοί
κατά πολύ αύστηρό τρόπο.
Στόν Οικονομικό του Ξενοφώντος ό Ίσχόμαχος λέει γιά τή
νέα γυναίκα του:

Τί μπορούσε νά ξέρη καλά, Σωκράτη, δταν τήν παντρεύτηκα;


Δέν ήταν άκόμη καλά - καλά δέκα πέντε χρόνων δταν ήλθε στό
σπίτι μου * μέχρι τότε ζοϋσε κάτω άπό μ ιά αύστηρή επίβλεψη.
"Επρεπε νά βλέπη δσο γινόταν λιγότερο, νά άκούη δσο γινόταν
λιγότερο, και νά κάνη δσο γινόταν λιγότερες ερωτήσεις»^.
Αύτό ήταν στήν πραγματικότητα τό ιδανικό τής καλής μόρ­
φωσης γιά τά κορίτσια, τό ιδανικό τής σ ω φ ρ ο σ ύ ν η ς .
Καί ό ίδιος ό Ίσχόμαχος μιλώντας αύτή τή φορά στήν ίδια
τή γυναίκα του, τής λέει:
01 ΓΥ Ν Α ΙΚ ΕΣ, 0 ΓΑ Μ ΟΣ, Η ΟΙΚΟ ΓΕΝ ΕΙΑ 77

Κατάλαβες τώρα γιατί σέ παντρεύτηκα και γιατί οί γονείς σου


σ ’ έδωσαν σέ μένα; Π ώς θά μπορούσα νά βρίσκω χωρίς δυσκολία
ένα άλλο πρόσωπο νά μοιράζωμαι μ αζί της τό κρεββάτι μου τό
βλέπεις καθαρά, είμαι σίγουρος. Σκεπτόμενος δμως εγώ γιά τόν
εαυτό μου κι οί γονείς σου γιά σένα ποιόν θά μπορούσαμε νά κά­
μουμε σύντροφο τοϋ σπιτιού και τών παιδιών, κι εγώ άλεξα εσένα
καί οί γονείς σου ά π 9 δσους θά μπορούσαν νά διαλέξουν, διάλεξαν
εμένα .
Πράγματι ό κ ύ ρ ι ο ς της κοπέλλας (ό πατέρας της, ή δταν
δέν είχε, ένας άδελφός της άπό τόν ΐδιο πατέρα ή ένας άπό τούς
παππούδες της, ή τέλος ό νόμιμος χη^έμάνας της) της διάλεγε τόν
άντρα πού θά παντρευόταν κι αύτός άποφάσιζε γιά λογαριασμό
της. Σ έ πολλές περιπτώσεις —δέν υπάρχει άμφιβολία— θά ζητούσε
καί τή δική της γνώμη, μά καμμιά πηγή δέ μάς τό μαρτυρεί, κι*
οπωσδήποτε ή συγκατάθεσή της δέν ήταν καθόλου υποχρεωτική.
Ό 4Ηρόδοτος, είναι άλήθεια, μάς άναφέρει τήν παράξενη ενέρ­
γεια ένός ’Αθηναίου του έκτου αιώνα :
«Στις τρεις κόρες του φέρθηκε κατά τόν έξης τρόπο: δταν
έγιναν τής παντρειάς, τούς έδωσε μ ιά προίκα τρανταχτή και άφησε
κάθε μιά τους νά διάλεξη α π ’ δλους τούς ’Αθηναίους δποιον ήθελε
γι άντρα της καί τήν πάντρεψε μ 9 αύτόν, πού διέλεξε»^.
Ό Ηρόδοτος πού ζουσε ό ίδιος τόν πέμπτο αιώνα, άναφέρει
τή συμπεριφορά αύτου του οικογενειάρχη, γιά νά τόν έπαινέση
καί μπορούμε νά κάμουμε την ύπόθεση πώς τήν επιδοκίμαζε, συγ­
χρόνως δμως τήν παρουσιάζει σά μιά σπάνια εξαίρεση. Ό κανόνας
είναι αύτό πού συνιστά μέ στίχους του ένας μεταγενέστερος συγ­
γραφέας :
Π άρτε γι* αντρα σας αύτόν πού θέλουν οί γονείς σαςΊ.
Κάθε ’Αθηναίος πολίτης ούσιαστικά παντρεύεται γιά νά άπο-
κτήση παιδιά* ελπίζει πώς τά παιδιά του δχι μόνο θά τόν φροντί­
σουν στά γεράματά του, άλλά —καί αύτό εΐναι τό κυριότερο— θά
τόν θάψουν σύμφωνα μέ τά έθιμα καί θά συνεχίσουν μετά τό θά­
νατό του τήν οικογενειακή λατρεία. Ή βασική αιτία του γάμου
εΐναι θρησκευτική καί άπ’ αύτή τήν άποψη τά συμπεράσματα του
ΗΗ8Ι■ ■ ■■ ■ ■ ■■ ■ ■ ■■ I

78 Ο ΔΗΜ ΟΣΙΟΣ Κ Α Ι ΙΔ ΙΩ Τ ΙΚ Ο Σ ΒΙΟ Σ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

F u ste l de Coulanges, στό βιβλίο του « L a Cite A n tique»*, εξακο­


λουθούν νά ισχύουν άπόλυτα: παντρεύονται πρώτα άπ* δλα γιά νά
αποκτήσουν άρσενικά παιδιά, τουλάχιστο ενα πού θά συνέχιση τήν
οικογένεια καί θά έξασφαλίση γιά τόν πατέρα του τή λατρεία πού
αύτός ό ΐδιος προσέφερε στούς προγόνους του —λατρεία πού τή
θεωρούσαν άπαραίτητη γιά τήν εύτυχία τών πεθαμένων στόν άλλο
κόσμο.
Στή. Σπάρτη ρίύτούς πού έμεναν άνύπαντροι τούς τιμωρούσε
ό νόμος. Στην” ’Αθήνα δέν είχαν νομική ύποχρέωση νά παντρευ­
τούν, άλλά ή πίεση της κοινής γνώμης ήταν ισχυρή, γιατί τόν
άντρα πού δέ παντρευόταν τόν περιφρονοΰσαν καί τόν κατηγορούσαν.
‘Ωστόσο αύτοί πού ό πρωτότοκος άδελφός τους ήταν παντρεμένος
και είχε αρσενικά παιδιά μπορούσαν πιό εύκολα άπό άλλους νά μήν
παντρευτουν.
Φαίνεται λοιπόν καθαρά πώς στήν πραγματικότητα οί περισ­
σότεροι ’Αθηναίοι παντρεύονταν άπό θρησκευτική καί κοινωνική
συμβατικότητα —δχι γιατί τούς άρεσε. 'Ό πως λέει καί 6 ποιητής
Μένανδρος, πού έζησε στό τέλος του τετάρτου αιώνα π .Χ ., ό γά­
μος ήταν γι* αύτούς «ένα αναγκαίο κακό»8. 'Οπωσδήποτε, δέ βλέ­
πουμε δτι ύπηρξε ποτέ θέμα. έρωτα άνάμεσα σέ άρραβωνιασμένους
πριν άπό τή νέα κωμωδία^Π ώς δμως ένας ’Αθηναίος μπορούσε
νά παντρευτή μιά κοπέλλα πού στίς περισσότερες περιπτώσεις δέν
εϊχε ποτέ του δει; Γνωρίζουμε δτι οί 'Έλληνες του πέμπτου καί του
τετάρτου αιώνα χρησιμοποιούσαν τή λέξη έ ρ ω ς κυρίως γιά νά
δηλώσουν τό συναίσθημα τό γεμάτο πάθο<:, πού ένωνε τόν έ ρ ω-
μ έ ν ο καί τόν ε ρ α σ τ ή , δηλαδή αύτό πού άκριβώς λέμε
«ελληνικός έρως», καί γιά τό οποίο θά μιλήσουμε στό επόμενο κε­
φάλαιο κάνοντας λόγο γιά τήν εκπαίδευση.
Αύτό βέβαια δέ σημαίνει, δπως εύκολα τό καταλαβαίνει ό
καθένας, δτι δέ μπορούσε νά γεννηθή άγάπη άνάμεσα στό άντρό-
γυνο μετά τό γάμο. Ό Ξενοφών στό Σ υ μ π ό σ ι ό ν του βάζει
τό Σωκράτη νά λέη: «6 Νικήρατος, δπως μου λέει, αισθάνεται πρα-
γματικόν έρωτα γιά τή γυναίκα του, δπως κι’ αύτή γι* αύτόν9». Ό

* Τ6 μετέφρασε το 1898 ό Τιμολέων Φιλήμων (1833 - 1898) μέ τ&ν


τίτλο «Τό άρχαΐον Ά σ τ υ » .
0 1 ΓΓΝ Α ΙΚ Ε Σ , Ο ΓΑΜΟΣ, Η ΟΙΚΟ ΓΕΝ ΕΙΑ 79

ποιητής Ευριπίδης, πού περνούσε ωστόσο γιά μισογύνης έφερε


στή σκηνή τήν άπόλυτη άφοσίωση τής Ά λκηστης πού θυσιάζει τή
ζωή της γιά τόν άντρα της άπό έρωτα. Καί ό ίδιος ό {ΙλάτωΥ αύ­
τός ό θεωρητικός τής παιδεραστίας^ γράφει: « Έ ξ άλΧ^Οκαί τήν
ζωήν των νά θυσιάζουν δέχονται οι ερωτευμένοι καί μόνοι, δχι
πλέον μόνον άνδρες, άλλ’ άκόμη καί αί γυναίκες» καί άναφέρει σάν
παράδειγμα τήν ’Ά λκηστη: «κατώρθωσε κάτι τόσον εύγενικόν,
ώστ* ένώ άπό τό πλήθος τών άνθρώπων, οί όποιοι έπετέλεσαν πο­
λυάριθμα λαμπρά κατορθώματα, εις μερικούς μόνον, έλαχίστους,
έχάρισαν ώε τιμήν οί θεοί τό ν* άπελευθερώσουν τήν ψυχήν των
άπό τόν Άδην, δμως εκείνης τήν ψυχήν τήν άπελύτρωσαν, θαμ-
βωθέντες άπό τήν πραξιν της»10’ τό έργο του Άριστ<ί¥έλη πού εί­
χε παντρευτή τήν άνηψιά του φίλου το υ Έ ρ μ ία κά^περνουσε πολύ
καλά μαζί της είναι γεμάτο άπό χωρία δπου ό γάμος φαίνεται βχι
μόνο σά μιά ύπόθεση ή μιά ένωση πού σά μόνο της προορισμό έχει
νά συνέχιση τό σόι*, μά σάν ένωση στοργής καί άμοιβαίας άφοσίω-
σης, πού είναι ικανή νά ίκανοποιήση δλες τίς ήθικές άνάγκες τής
ύπαρξην. ‘Ωστόσο, μόνο ό στωϊκισμός σέ άρκετά νεώτερα χρόνια
πιθανότατα κάτω άπό τήν έπίδραση τών ρωμαϊκών έθίμων, θά άπο-
καταστήση τελείως στήν Ελλάδα τή συζυγική άγάπη. 'Η φιλοσο­
φική παράδοση, πού εύνοοΰσε τήν άγάπη άνάμεσα σέ άντρες, ήταν
τόσο δυνατή πού άκόμη καί στήν άρχή του δευτέρου μ .Χ . αιώνα,
ό Πλούταρχος πριν νά κάμη τήν άπολογία του γάμου, θεωρεί υπο­
χρέωσή του νά άποδείξη δτι τά κορίτσια μπορούν, δπως άκριβώς
καί τ ’ αγόρια, νά προκαλέσουν έρωτα!11
'Η αίμομειξία δέν άπαγορευόταν στήν Αθήνα άπό νόμο του
κράτους, μά τίς σεξουαλικές σχέσεις άνάμεσα σέ «άνιόντα» καί
«κατιόντα» τίς θεωρούσαν βδελυρές καί πίστευαν δτι προκαλοΰν
τήν τιμωρία τών θεών, καθώς βλέπουμε στόν Οίδίποδα Τύραννο
του Σοφοκλή. Ή ίδια θρησκευτική καί κοινωνική άπογόρευση ίσχυε
καί γιά τίς σχέσεις μεταξύ άδελφου καί άδελφής πού γεννήθηκαν
άπό τήν ίδια μητέρα, άλλά ένας άδελφός μπορούσε νά παντρευτή
τήν άδελφή του, πού είχε γεννηθή άπό τόν ίδιο πατέρα. *Έτσι, μιά
κόρη του Θεμιστοκλή, ή Μνησιπτολέμη, πού γεννήθηκε άπό δεύ­
τερο γάμο τού μεγάλου πολιτικού, παντρεύτηκε τόν άδελφό της
Άρχέπτολη, πού είχε γεννηθή άπό άλλη μητέρα12. Κι’ ένας ρή­
80 Ο ΔΗΜ ΟΣΙΟΣ ΚΑ Ι ΙΔ ΙΩ Τ ΙΚ Ο Σ ΒΙΟ Σ ΤΩΝ Α ΡΧΑ ΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

τορας λέει γιά τόν παππού του δτι είχε παντρευτη την αδελφή τουΤ
πού είχε γεννηθή άπό άλλη μητέρα.13 Ή άρχή της ενδογαμίας, δη­
λαδή του γάμου άνάμεσα σέ μέλη της ίδιας κοινωνικής ομάδας
κάνει ώστε ό γάμος άνάμεσα σέ συγγενείς δχι μόνο νά επιτρέπεται,
άλλά άκόμη καί νά συνιστάται άπό τή συνήθεια. 'Ένας ’Αθηναίος
δηλώνει σ’ ενο: λόγο του δτι προτίμησε νά παντρέψη τή θυγατέρα
του μέ τόν άνηψιό του παρά μέ έναν ξένο, γιά νά διατηρήση καί
μάλιστα νά δυναμώση τούς οικογενειακούς δεσμούς. Δέν είναι
σπάνιο νά παντρεύωνται πρώτα ξαδέρφια ή θειος νά παντρεύεται
τήν άνηψιά του* έτσι ό άδελφός του γινόταν πεθερο£ του. Ή ε π ί ­
κ λ η ρ ο ς , δηλαδή ή κοπέλλα πού κληρονομεί τόν πατέρα της,
επειδή δέν ύπάρχει άντρας κληρονόμος, πρέπει νά παντρευτη τόν
π·.ό κοντινό συγγενή του πατέρα της, πού δέχεται νά τήν κάμη
γυναίκα του* έδώ φαίνεται ολοκάθαρα ή άρχέγονη επιθυμία νά συ­
νεχιστή ή φυλή καί ή οικογενειακή λατρεία.
Ό 'Ησίοδος συμβούλευε νά παντρεύεται ό άντρας γύρω στά
τριάντα του μιά κοπέλλα δεκάξι χρονών14. Κανένας ρητός κανόνας
δέν υπάρχει στήν ’Αθήνα σχετικός μέ τήν ήλικία του γάμου, πού
θά θελήσουν νά τήν ορίσουν οί φιλόσοφοι του τετάρτου αιώνα π .Χ .,
άλλά φαίνεται πώς συχνά άκολουθήθηκε ή συμβουλή του 'Ησιό­
δου. Οί κοπέλλες μπορούσαν νά παντρευτουν άπό τήν έποχή πού
έμπαιναν στήν έφηβική ήλικία, δηλαδή γύρω στά δώδεκα ή στά δε­
κατρία τους χρόνια, άλλά φαίνεται δτι κανονικά περίμεναν μέχρι
τά δέκα τέσσαρα ή δέκα πέντε τους* ή γυναίκα του Ίσχομάχου δέν
ήταν άκόμη δέκα πέντε χρονών, δταν παντρεύτηκε15* πάντως φαί­
νεται βέβαιο δτι δέν πάντρευαν τά κορίτσια πριν φθάσουν στήν
ήλικία της ήβης, δπως γινόταν στή Ρώμη16. Οί νέοι, καθώς φαίνεται
ποτέ δέν παντρεύονταν πριν ένηλικιωθοΰν πριν δηλαδή κλείσουν
τά δεκαοχτώ τους χρόνια καί συχνά άφηναν άρκετά μετά τά δύο
χρόνια της έ φ η β ε ί α ς τους, δηλαδή της στρατιωτικής τους
θητεία*:, πού τήν έκαναν άπό τά δεκαοχτώ μέχρ«. τά είκοσι χρόνια
τους. Ή διαφορά ήλικίας άνάμεσα στό άντρόγυνο ήταν πολλές φο­
ρές πολύ μεγάλη17.

Ό νόμιμος γάμος ένός πολίτη καί της κόρης ένός πολίτη χα-

You might also like