Professional Documents
Culture Documents
Δραστηριότητα 1 κ 2, Εβδ. 9η
Δραστηριότητα 1 κ 2, Εβδ. 9η
Δραστηριότητα 1 κ 2, Εβδ. 9η
Διαδραστική Δραστηριότητα 1η
Απάντηση
Η διάγνωση της δυσλεξίας είναι μια δύσκολη και σύνθετη διαδικασία, λόγω της
πολυπλοκότητας της και των διαφορετικών ελλειμμάτων. Για να γίνει μια άρτια διάγνωση θα
πρέπει να αναλυθεί σφαιρικά το κλινικό προφίλ αλλά και οι δυνατότητες και αδυναμίες του.
Επίσης θα πρέπει να προσδιοριστούν πιθανά ελλείμματα στην ανάγνωση, στην
ορθογραφημένη γραφή και μαθηματικά αλλά και να εξεταστεί και η νευροψυχολογική
ωριμότητα του μαθητή μέσω της αξιολόγησης της ανάπτυξης πλευρίωσης, του συντονισμού,
της επιδεξιότητας και του βαθμού υπερκινητικοτητας (Στασινός,2020).
Πιο συγκεκριμένα πρέπει να ελεγχθεί το επίπεδο της νόησης του μαθητή μέσω των
σταθμισμένων τεστ νοημοσύνης. Έπειτα, να γίνει εκτίμηση της αναγνωστικής ικανότητας και
της ευχέρειας στην ορθογραφημένη γραφή μέσω κατάλληλων σταθμισμένων κλιμάκων.
Μέσα από όλες τις παραπάνω διαδικασίες θα εξαχθεί ο βαθμός αναντιστοιχίας ανάμεσα στην
χρονολογική και γλωσσική ηλικία, μέσα από τις κλίμακες αξιολόγησης και θα διαφανούν τα
γραφικά και αναγνωστικά ελλείμματα, η ικανότητα σειροθέτησης, προβλήματα
απομνημόνευσης και ακολουθίας των λέξεων, κωδικοποίησης των συμβόλων και την
κατανόηση των πράξεων στην αριθμητική. Στη συνέχεια κατασκευάζουμε το προφίλ του
μαθητή με βάση το οποίο θα δημιουργηθεί και το κατάλληλο εξατομικευμένο πρόγραμμα
παρέμβασης (Στασινός, 2020).
Βιβλιογραφία
Στασινός, Δ. (2020). Ψυχοπαθολογία του Λόγου και της Γλώσσας. Δυσλεξία, Πολυγλωσσία,
Λογοθεραπεία & Συμπερίληψη. Εκδόσεις Gutenberg.
2.
Αρχικά το κάθε μέλος της διεπιστημονικής ομάδας αξιολογεί το δυναμικό του παιδιού,
δηλαδή τον προφορικό λόγο (ομιλία και ακουστικές ικανότητες), τον γραπτό λόγο
(ανάγνωση και γραφή), την κίνηση, το νοητικό επίπεδο καθώς και τις γνωστικές του
ικανότητες προκειμένου να κρίνει αν χρίζει θεραπευτικής παρέμβασης. Συγκεκριμένα
στην δυσλεξία, θα χορηγηθούν στα παιδιά ειδικές δοκιμασίες όπου αξιολογείται η
ικανότητα αφήγησης, περιγραφής, γραπτής έκφρασης και αντίληψης γενικότερων
εννοιών. Για να είναι επομένως έγκυρη και αξιόπιστη η διάγνωση της δυσλεξίας, η
γνωμάτευση θα πρέπει να περιλαμβάνει την κλινική συνέντευξη με τους γονείς, τη
χορήγηση μιας κλίμακας νοημοσύνης, την καταγραφή των μαθησιακών ικανοτήτων
ενός παιδιού και τη χρήση ψυχολογικής δοκιμασίας η οποία θα ελέγχει τις γνωστικές
διεργασίες που συσχετίζονται με τη δυσλεξία. Τέλος, χρησιμοποιούνται ορισμένα τεστ
με τα οποία ελέγχονται όλα τα μέρη του σώματος που συνήθως προτιμά το παιδί για
χρήση στην καθημερινή του πρακτική. Αυτά είναι τα τεστ πλευρίωσης, που
χρησιμοποιεί ο εξεταστής για να διαμορφώσει μία εικόνα για τις προτιμήσεις του
παιδιού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
3.
Η ανίχνευση της δυσλεξίας γίνεται αντιληπτή στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όταν
διαπιστώνεται η χαμηλή επίδοση του παιδιού στις ακαδημαϊκές του υποχρεώσεις ή
όταν παρουσιάζονται προβλήματα συμπεριφοράς. Η διάγνωση της δυσλεξίας είναι μία
αρκετά σύνθετη διαδικασία με μεγάλο βαθμό δυσκολίας καθώς η δυσλεξία
χαρακτηρίζεται από μεγάλη ετερογένεια και ανομοιομορφία. Η ελλιπής ενημέρωση
των γονιών και των εκπαιδευτικών επί του θέματος θεωρείται ανασταλτικός
παράγοντας καθώς τα συμπτώματα δεν γίνονται αντιληπτά και τα προληπτικά μέτρα
είναι ανύπαρκτα. Η πρώιμη διάγνωση συμβάλει στην πρώιμη θεραπευτική παρέμβαση,
η οποία με τη σειράς της οδηγεί σε βελτιωμένες εκπαιδευτικές επιδόσεις του μαθητή
και σε ικανοποιητική διαχείριση των προβλημάτων συμπεριφοράς καθώς και των
ψυχολογικών προβλημάτων.
Υπεύθυνη για την διάγνωση της δυσλεξίας είναι η διαγνωστική ομάδα, η οποία
απαρτίζεται από ειδικά εκπαιδευμένους θεραπευτές και πιο συγκεκριμένα από σχολικό
ψυχολόγο, ειδικό παιδαγωγό, λογοθεραπευτή και παιδίατρο. Τομείς εξέτασης του
παιδιού με δυσλεξία είναι η αισθητηριακή λειτουργία (όραση και ακοή), η νευρολογική
λειτουργία (νευροφυσιολογικά προβλήματα, έλλειμμα συντονισμού των κινήσεων,
χρήση των λεπτών κινήσεων, πλευρίωση κ.τ.λ.), πιθανά προβλήματα συμπεριφοράς
(επιθετικότητα, ξεσπάσματα θυμού, κατάθλιψη, άγχος, φόβος, υπερκινητικότητα
κ.τ.λ. ), και η ψυχολογική εξέταση με την οποία προσδιορίζεται αν πράγματι υπάρχει
πρόβλημα σοβαρής αναγνωστικής δυσκολίας του παιδιού, λαμβάνοντας υπόψη τη
χρονολογική ηλικία και το εκτιμώμενο επίπεδο του νοητικού του δυναμικού.
Στασινός Δ., (2003): «Μαθησιακές Δυσκολίες του παιδιού και του εφήβου – Η εμπειρία
της Σύγχρονης Ευρώπης»
4.
Η διαδικασία διάγνωσης της δυσλεξίας είναι περίπλοκη και αρκετά δύσκολη, καθώς απαιτεί
τη συλλογή πολλών διαφορετικών πληροφοριών για το παιδί και τα μαθησιακά του
αποτελέσματα.Η διαγνωστική αξιολόγηση της δυσλεξίας βασίζεται στην εκτίμηση των
συμπτωμάτων, της νοητικής εικόνας του παιδιού και στο αποκλεισμό άλλων διαταραχών. Πιο
συγκεκριμένα χρειάζεται: γενικό ιστορικό του παιδιού (προγεννητικό ιστορικό, τοκετός,
οικογενειακό ιστορικό-κληρονομικότητα, σωματική και συναισθηματική ανάπτυξη του
παιδιού κλπ),εκτίμηση του παιδοψυχίατρου για την ύπαρξη άλλων διαταραχών ή
συναισθηματικών προβλημάτων, παιδιατρική εκτίμηση της σωματικής υγείας του παιδιού,
αξιολόγηση της ανάπτυξης του λόγου από λογοθεραπευτή, εκτίμηση της νοητικής ικανότητας
με τεστ νοημοσύνης, αξιολόγηση των γνωστικών δεξιοτήτων: μνήμη γλωσσικών
πληροφοριών, φωνολογικής ενημερότητα, αντίληψη του χρόνου, προσανατολισμός στον
χώρο, ανάπτυξη της ικανότητας διαδοχής και αλληλουχίας και αξιολόγηση της μαθησιακής
επίδοσης του παιδιού (στην ανάγνωση, την ορθογραφία, την έκφραση, στα μαθηματικά). Το
Αθηνά Τεστ θεωρείται ένα αξιόπιστο τεστ ανίχνευσης μαθησιακών δυσκολιών όπως η
δυσλεξία. Οι ενότητες που περιλαμβάνει εξετάζουν την νοητική ικανότητα ( γλωσσικές
αναλογίες, αντιγραφή σχημάτων, λεξιλόγιο), την μνήμη ( μνήμη αριθμών , μνήμη εικόνων,
μνήμη σχημάτων) , την αυτοματοποίηση ( ολοκλήρωση προτάσεων, ολοκλήρωση λέξεων) ,
και την γραφοφωνολογική ενημερότητα (διάκριση γραφημάτων, διάκριση φθόγγων, σύνθεση
φθόγγων), τον οπτικό –κινητικό συντονισμό, την πλευρίωση καθώς και την μνήμη κοινών
ακολουθιών. Οι πληροφορίες που θα πάρουμε από το τεστ σε συνδυασμό με τις πληροφορίες
που θα πάρουμε από τις αξιολοτην πλευρίωσηγήσεις της διεπιστημονικής ομάδας μπορούν να
μας οδηγήσουν στην διάγνωση ή όχι της δυσλεξίας.
Δραστηριότητα 2η
Απάντηση