Professional Documents
Culture Documents
57698069Καλο
57698069Καλο
net/publication/338422371
CITATIONS READS
0 275
3 authors:
Anagnostopoulou Rodokleia
24 PUBLICATIONS 1 CITATION
SEE PROFILE
Some of the authors of this publication are also working on these related projects:
A participatory approach to the kindergartens' outdoor spaces as sites of learning and play View project
All content following this page was uploaded by Strati Panagiota on 07 January 2020.
ISBN 978-9963-2229-3-3
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Προλογικό Σημείωμα 1
Προσκεκλημένες Ομιλίες
Πανούσης, Γ. Η κόκκινη κλωστή της βίας και του εγκλήματος: Οικογένεια- 12
σχολείο-γειτονιά
Θεματικές
ΘΕΜΑΤΙΚΗ I
ΘΕΜΑΤΙΚΗ II
Ζούμπος Β. & Φουρνάρη Β. Μεταρρύθμιση στο Πανεπιστήμιο και διάχυσή της 220
Σακκούλης, Δ., Ασημάκη, Α., & Κουστουράκης, Γ. Η εγκατάλειψη των σπουδών 256
στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: Μια συνθετική προσέγγιση των αιτιολογικών
παραγόντων
Σαμσάρη, Δ. & Σιάνου, Ε. Πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και κοινωνικές 271
ανισότητες: Μια έρευνα για τις προσδοκίες από τις σπουδές και την επιλογή
σπουδών
Τζαφέα, Ο. Ενσωμάτωση των φοιτητών στην ακαδημαϊκή ζωή και κοινωνικές 283
ανισότητες
Φωτόπουλος, Ν., Γούγα, Γ., & Καμαριανός, Ι. Η Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης 317
στην εποχή της Μετα-Αλήθειας: Συμβολή στη συζήτηση για το ρόλο της
Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης
ΘΕΜΑΤΙΚΗ IV
Ρόντος, Κ., Κατσάρης, Η., Ναγόπουλος, Ν., & Πανάγος, Ν. Κοινωνικές 388
ανισότητες και σχολική επίδοση των μαθητών της πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης: Ποσοτική διερεύνηση στο νησί της Λέσβου
Μπούνα Α. Η διαμόρφωση των έμφυλων διακρίσεων κατά την παιδική ηλικία: 447
Ο ρόλος της οικογένειας και του σχολείου
Σόγιας Κ., Θάνος Θ., & Μπούνα Α. Ο Νόμος 4491/2017 για τη νομική 457
αναγνώριση ταυτότητας φύλου: Oι απόψεις των φοιτητών/τριών
Στελλάκη, Α. Φύλο και εκπαίδευση στην Ελλάδα: Η στάση των εκπαιδευτικών 467
και η μελέτη των διδακτικών εγχειριδίων ως προς τις έμφυλες διακρίσεις
ΘΕΜΑΤΙΚΗ VI
Βαΐτση Μ. Η συνεργατική καινοτομία ενός Γενικού και ενός Ειδικού Σχολείου: 479
Μελέτη περίπτωσης
Παπασπύρου, Γ., Μήτση, Π., Σαρρής, Μ., & Σακελλαρίου, Μ. Ο ρόλος του 500
εκπαιδευτικού στην ενδυνάμωση του αισθήματος της "ευθύνης" στους
μαθητές του Δημοτικού Σχολείου και η προαγωγή της ενεργούς πολιτότητας
μέσα από τη διδακτική πλαισίωση: Ερευνητική προσέγγιση
Σάββα, Μ. & Συμεού, Λ. Στάσεις και απόψεις εκπροσώπων των εμπλεκόμενων 513
φορέων στην εκπαίδευση για τη γονεϊκή εμπλοκή στην πρωτοβάθμια
εκπαίδευση στην Κύπρο
Σελεχοπούλου Β.-Ε., Ασημάκη Ά., & Κουστουράκης Γ. Ανίχνευση της δράσης 542
και των δυσκολιών εντός του σχολικού πεδίου των φοιτητών – μελλοντικών
δασκάλων - κατά τη διάρκεια των πρακτικών τους ασκήσεων
Τσακίρη, Δ. & Βοϊδήλα Φ. Οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για τη θέση και το 583
νόημα της αξιοκρατίας στο πλαίσιο του εξεταστικού και βαθμολογικού
συστήματος της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης
ΘΕΜΑΤΙΚΗ VII
Κουτσιούρη Σ. & Τσατσαρώνη Ά. Ισότητα, ταυτότητα και ο ρόλος του σχολικού 625
πλαισίου στη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας σε υποβαθμισμένες
αστικές περιοχές
Τζαφέα, Ο., Κύργιος, Ν., & Θάνος, Θ. Πολιτισμικό κεφάλαιο και χρήση του 732
διαδικτύου από τους φοιτητές για τις σπουδές στο πανεπιστήμιο
ΘΕΜΑΤΙΚΗ IX
Γκινάλα Ε., Γιαβρίμης Π., & Χονδρομπίλας Γ. Συνεκπαίδευση και νοητική 746
αναπηρία
Κακαργιά, Δ., Γιαβρίμης Π., & Γκινάλα Ε. Αναπηρία και κοινωνικός και 760
εκπαιδευτικός αποκλεισμός: Η περίπτωση των μαθητών με προβλήματα
όρασης
Χονδρομπίλας Γ., Γιαβρίμης Π., & Κακαργιά Δ. Απόψεις εκπαιδευτικών για την 793
εκπαιδευτική πολιτική για την αναπηρία στην Ελλάδα
ΘΕΜΑΤΙΚΗ X
ΘΕΜΑΤΙΚΗ XI
Ζιωντάκη Ζ. Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου στην επένδυση για την 878
εκπαίδευση: Ιδεολογικές προεκτάσεις και εφαρμογές στην εποχή της
οικονομικής κρίσης
Χάλαρη, Μ. Η κοινωνική και οικονομική κρίση στην Ελλάδα και η όξυνση των 940
κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων: Εμπειρίες, νοηματοδοτήσεις και
προβολές στον λόγο μαθητών Γυμνασίου
Προλογικό σημείωμα
Το θέμα του Συνεδρίου ήταν η «Δημόσια και Ιδιωτική Εκπαίδευση»˙ ένα θέμα το
οποίο, ιδιαίτερα στην ελληνική βιβλιογραφία, δεν είχε ερευνηθεί συστηματικά και σε
βάθος. Η διάκριση δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, έχει συνδεθεί με ζητήματα
όπως της αναπαραγωγής των ιεραρχημένων κοινωνικών δομών λόγω της οικονομικής
της διάστασης, το ιδεολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συντηρείται ο διάλογος για την
εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό, και το ρόλο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων όπως
αυτή εκλαμβάνεται από την κοινωνία εν γένει. Η διάκριση δημόσιας και ιδιωτικής
εκπαίδευσης εμπεριέχει, επιπλέον, μια σειρά από επιμέρους διακρίσεις, οι οποίες
συνθέτουν ένα «ενιαίο» όλο/σύνολο σε ένα ευρωπαϊκό και παγκοσμιοποιημένο
συγκείμενο, οι οποίες μέσα από συνεχείς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίζεις και επανα-
ορισμούς της εκπαιδευτικής ατζέντας, έχει «θολώσει» τα παραδοσιακά σύνορα
μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης. Παραδοσιακές διακρίσεις που αφορούν
στην οργάνωση και τη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, το αναλυτικό
πρόγραμμα και τη διδακτική μεθοδολογία, τις εκπαιδευτικές πρακτικές, το ρόλο της
οικογένειας και των γονέων, τη χρήση νέων τεχνολογιών, και το εργασιακό καθεστώς
δύναται σήμερα να συζητηθούν και μελετηθούν υπό το πρίσμα ευρύτερων και
πολυπλοκότερων ατζέντων και μίας «ενδογενούς» ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης,
όπως για παράδειγμα της διακυβέρνησης της εκπαίδευσης, των πολιτικών επιλογής
σχολείου/τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, της διαφοροποίησης και ανάδειξης
διαφορετικών τύπων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των παροχέων εκπαιδευτικών
υπηρεσιών, της αξιολόγηση της εκπαίδευσης, κ.ά.
1
ενότητα περιέχονται τα κείμενα των προσκεκλημένων ομιλητών/τριών. Οι εισηγήσεις
σε κάθε Θεματική Ενότητα παρατίθενται βάσει της αλφαβητικής σειράς του
επωνύμου των εισηγητών/τριών.
Η πρώτη Θεματική Ενότητα περιλαμβάνει έντεκα κείμενα για τη δημόσια και ιδιωτική
εκπαίδευση. Η Ελευθερία Αττά-Ιωαννίδου στο κείμενό της με τίτλο «Δημόσια και
ιδιωτικά Πανεπιστήμια στην Κύπρο: συγκρίνοντας τις υποκειμενικότητες του
ακαδημαϊκού προσωπικού μέσα στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού», αναφέρεται
στα δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου μέσα από τον τρόπο με τον οποίο
οι ακαδημαϊκοί αναπτύσσουν τις ταυτότητές τους στο σημερινό νεοφιλελεύθερο
πλαίσιο. Οι Θεόδωρος Ελευθεράκης και Βασίλειος Οικονομίδης μελετούν τις απόψεις
των νηπιαγωγών για τα δημόσια και ιδιωτικά νηπιαγωγεία στο κείμενο με τίτλο
«Δημόσιο και ιδιωτικό νηπιαγωγείο: η οπτική των νηπιαγωγών της Κρήτης». Η
Ευαγγελία Καλεράντε στο άρθρο της «Εποικισμός των εκπαιδευτικών πρακτικών με
τους λόγους της αγοράς: υβριδικές μορφές μετα-λυκειακής εκπαίδευσης ως υπο-
διαπραγμάτευση εκπαιδευτική πρόταση» αναλύει το εκπαιδευτικό περιβάλλον της
μετα-λυκειακής εκπαίδευσης, όπως διαμορφώνεται με εξελισσόμενες διεργασίες
υπερβαίνοντας την κλασική διαβαθμισμένη εκπαίδευση. Επιδιώκεται η ανάλυση
2
λόγου και σχημάτων που εννοιολογούν τα υβριδικά συμπλέγματα μετα-λυκειακής
εκπαίδευσης. Η Βασιλική Καντζάρα εξετάζει τη σχέση ιδιωτικοποίησης με τις
μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν στην ελληνική δημόσια εκπαίδευση, τα τελευταία
χρόνια, σε συνθήκες κρίσης, στο άρθρο με τίτλο «Εκπαιδευτικές αλλαγές και
ιδιωτικοποίηση σε συνθήκες κρίσης στην Ελλάδα». Η Αθανασία Κωνσταντίνου στο
άρθρο με τίτλο «Δυνατότητες για ερευνητική σταδιοδρομία στην Κύπρο: οι εμπειρίες
των νέων ερευνητών από τα δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια» διερευνά τις
απόψεις και τις αντιλήψεις των νέων ερευνητών για την κατανόηση και αξιολόγηση
του υφιστάμενου συστήματος έρευνας στην Κύπρο. Το κείμενο με τίτλο «Οι
κοινωνικές διαστάσεις της δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο κατά την
πρώιμη Αγγλοκρατία, σύμφωνα με τις αναφορές των Γάλλων προξένων» του Κύριλλου
Νικολάου αφορά τις κοινωνικές διαστάσεις της εκπαίδευσης στην Κύπρο κατά την
πρώιμη Αγγλοκρατία. Η Αντιγόνη-Άλμπα Παπακωνσταντίνου επιχειρεί να καταγράψει
και να ερμηνεύσει τα αίτια της επιλογής των γονέων ενός ιδιωτικού σχολείου για τη
φοίτηση των παιδιών τους στο άρθρο με τίτλο «Ιδιωτική Εκπαίδευση: λύση ανάγκης ή
συνειδητή γονική επιλογή;». Οι Ευστράτιος Παπάνης, Σοφία Πακλατζόγλου, Ελένη
Πρασσά, κ.ά. στο κείμενό τους με τίτλο «Συμπράξεις του Πανεπιστημίου Αιγαίου με
ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς φορείς στα πλαίσια των προγραμμάτων επαγγελματικής
ενδυνάμωσης και συμβουλευτικής: η εμπειρία τριών ετών παράλληλων δράσεων»
εξετάζουν τις συμφωνίες μεταφοράς επιστημονικής και διοικητικής συνεργασίας με
ιδιωτικούς φορείς σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο που έχει συνάψει το
Πανεπιστήμιο Αιγαίου στο πλαίσια των προγραμμάτων Επαγγελματικής Ενδυνάμωσης
και Συμβουλευτικής. Οι Μαρία Σακελλαρίου, Ροδόκλεια Αναγνωστοπούλου και
Παναγιώτα Στράτη στο άρθρο τους «Διεθνείς πρακτικές ομαλής μετάβασης στην
ελληνική δημόσια και ιδιωτική προσχολική εκπαίδευση: μια ερευνητική προσέγγιση»,
εξετάζουν τις απόψεις νηπιαγωγών ιδιωτικών και δημοσίων νηπιαγωγείων αναφορικά
με α) την προσωπική επικοινωνία των προσχολικών κέντρων μάθησης με την
οικογένεια πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς, β) την πραγματοποίηση επισκέψεων
και γ) την παροχή εποπτικού υλικού για τη μετάβαση. Στο άρθρο «Στάσεις Ελλήνων
εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης σχετικά με τη
διαφοροποιημένη διδασκαλία και μάθηση: μια ερευνητική προσέγγιση» της Μαρίας
Σακελλαρίου και Ξένιας Μήτση γίνεται διερεύνηση των στάσεων των εκπαιδευτικών
πρωτοβάθμιας δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης για την επιμόρφωσή τους σχετικά
με τη Διαφοροποιημένη Διδασκαλία και Μάθηση. Η Ελένη Τσικνάκου στο κείμενο με
τίτλο «Οι διαστάσεις του "καλού" εκπαιδευτικού στη δημόσια και ιδιωτική
Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση» παρουσιάζει τις διαστάσεις του «καλού» εκπαιδευτικού
της Δημόσιας και Ιδιωτικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, καθώς και τις
συγκλίσεις και αποκλίσεις που παρατηρούνται κατά την κατασκευή της
επαγγελματικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών δημοσίων και ιδιωτικών σχολείων.
Στη δεύτερη Θεματική Ενότητα περιλαμβάνονται οχτώ κείμενα που αφορούν στην
κοινωνιολογία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι Διονύσης Γουβιάς και Φραντζή
Κατερίνα στο άρθρο με τίτλο «Η «Ακαδημαϊκή Κοινότητα» ως "πεδίο" ανάλυσης και
άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής: ανάλυση λόγου ηλεκτρονικής ομάδας συζήτησης
μελών Δ.Ε.Π. ενός ελληνικού πανεπιστημίου» μελετούν τους διάλογους που
αναπτύχτηκαν σε ακαδημαϊκή Ηλεκτρονική Ομάδα Συζητήσεων ενός Ελληνικού
Πανεπιστημίου, για δύο συνεχόμενα ακαδημαϊκά έτη (2012-13 & 2013-14), πάνω σε
3
ζητήματα σχετικά με τις θεσμικές αλλαγές. Οι Βασίλειος Ζούμπος και Βιργινία
Φουρνάρη στο κείμενό τους «Μεταρρύθμιση στο Πανεπιστήμιο και διάχυσή της»
εξετάζουν τις δύσκολες ισορροπίες και τις υψηλές απαιτήσεις και προσδοκίες που
καλείται μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση για την ανώτατη εκπαίδευση να
«αντιμετωπίσει». Ο Ευάγγελος Πρόντζας εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι γενιές των
κοινωνικών επιστημών συνδέονται με τον τρόπο σκέψης, ενέργειας και συγκρότησης
τεχνικών για την κατανόηση και εμβάθυνση στον «τύπο» του κράτους που βιώνει η
σύγχρονη οργάνωση, στο κείμενό του με τίτλο «Νέα γενιά κοινωνικών επιστημών,
ακαδημαϊκή οργάνωση και διοίκηση». Οι Ευάγγελος Πρόντζας και Ευσταθία Ντρούβα
στο άρθρο τους με τίτλο «Περιουσιολόγιο πανεπιστημίου στη νέα γενιά κοινωνικών
επιστημών» μελετούν τη διάκριση στην εκτίμηση των προσόδων ενός πανεπιστημίου
κάτω από την έννοια «περιουσιακά στοιχεία», η οποία συνιστά οικονομικο-
ακαδημαϊκό ζήτημα που σταθμίζει «γνώσεις», «αξίες» και «εμπειρίες» ως
«εισπραχθέντες», «εισπρακτέους» και «καθυστερούμενους» πόρους. Οι Δημήτρης
Σακκούλης, Άννα Ασημάκη και Γεράσιμος Κουστουράκης στο άρθρο τους με τίτλο «Η
εγκατάλειψη των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: μια συνθετική προσέγγιση
των αιτιολογικών παραγόντων» αναδεικνύουν την ευρύτητα και την αλληλεξάρτηση
των παραγόντων που συμβάλλουν στη δημιουργία του φαινομένου της εγκατάλειψης
φοίτησης και επισημαίνουν την ελληνική ιδιαιτερότητα όσον αφορά τη διερεύνηση
και τον προσδιορισμό της έκτασης του φαινομένου της φοιτητικής διαρροής. Οι
Δάφνη Σαμσάρη και Ελένη Σιάνου στο άρθρο με τίτλο «Πρόσβαση στην ανώτατη
εκπαίδευση και κοινωνικές ανισότητες: μια έρευνα για τις προσδοκίες από τις
σπουδές και την επιλογή σπουδών» μελετούν τις επιλογές των σπουδών των
φοιτητών σε σχέση με την κοινωνική τους προέλευση. Στο άρθρο της Όλγας Τζαφέα
με τίτλο «Ενσωμάτωση των φοιτητών στην ακαδημαϊκή ζωή και κοινωνικές
ανισότητες» εξετάζεται η επίδραση του κοινωνικοοικονομικού υποβάθρου των
φοιτητών στις αντιλήψεις τους για την ενσωμάτωση στην ακαδημαϊκή και κοινωνική
ζωή του πανεπιστημίου. Οι Βιργινία Φουρνάρη και Βασίλειος Ζούμπος στο κείμενο με
τίτλο «Υβριδική έρευνα, κινητικότητα πόρων και προκλήσεις για το πανεπιστήμιο»
εξετάζουν τη δυναμική των μεταρρυθμίσεων στην οποία βρίσκεται η ευρωπαϊκή
τριτοβάθμια εκπαίδευση, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά.
Η τρίτη Θεματική Ενότητα αφορά στη θεωρία και τη μεθοδολογία στην κοινωνιολογία
της εκπαίδευσης και περιέχει δύο άρθρα. Ο Μάνος Σαββάκης στο άρθρο του
«Βιογραφική προσέγγιση και εκπαιδευτικοί μικρόκοσμοι: προοπτικές συγκλίσεων και
συνεργειών» αναλύει τη βιογραφική προσέγγιση ως μεθοδολογικό εργαλείο
κατανόησης της κοινωνικής πραγματικότητας, ειδικότερα στις περιπτώσεις
εκπαιδευτικών μικρόκοσμων. Οι Νίκος Φωτόπουλος, Γεωργία Γούγα και Γιάννης
Καμαριανός στο άρθρο τους με τίτλο «Η Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης στην εποχή
της Μετα-Αλήθειας: συμβολή στη συζήτηση για το ρόλο της Κοινωνιολογίας της
Εκπαίδευσης» αποσκοπεί στη συμβολή της συζήτησης για την κριτική διάσταση της
Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στις προκλήσεις των σύγχρονων κοινωνιών
διακινδύνευσης.
4
Η τέταρτη Θεματική Ενότητα αφορά στην ετερότητα στην κοινωνία και το σχολείο και
περιλαμβάνει οχτώ άρθρα. Η Παναγιώτα Γκόφα στο άρθρο με τίτλο «Έλληνες Ρομά
στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: διερευνώντας τους παράγοντες που "έκαναν τη
διαφορά"», εξετάζει τους παράγοντες που, σύμφωνα με τις ίδιες/τους Ρομά,
συντέλεσαν στην εκπαιδευτική τους πρόοδο. Στο κείμενο του Διονύση Λάβδα με τίτλο
«Η διαχείριση κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση παιδιών με μεταναστευτικό
υπόβαθρο: μια μελέτη περίπτωσης σε διαπολιτισμικό σχολείο της Αθήνας» γίνεται
διερεύνηση του ζητήματος της διαχείρισης των κοινωνικών ανισοτήτων παιδιών με
μεταναστευτικό υπόβαθρο στο πλαίσιο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, όπως αυτή
έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες στην Ελλάδα. Στο άρθρο του Δημήτρη
Ναγόπουλου με τίτλο «Διαπολιτισμικό γνωστικό κεφάλαιο και μαθησιακές ικανότητες:
η διαπολιτισμικότητα στους σύγχρονους εκπαιδευτικούς θεσμούς - όρια και
δυνατότητες» επιχειρείται η ανάδειξη μιας τυπολογίας που θα συμπεριλαμβάνει τα
κριτήρια που περιβάλουν την διαπολιτισμική ικανότητα και ο σχολιασμός των
αποτελεσμάτων από την εφαρμογή προγραμμάτων με διαπολιτισμικό χαρακτήρα σε
σχολεία από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Στο κείμενο των Αλεξάνδρα Πετρίδου και
Γιασεμίνη Καραγιώργη με τίτλο «Διαγνωστική αξιολόγηση επιπέδου ελληνομάθειας
μαθητών με μεταναστευτική βιογραφία στα δημόσια σχολεία Δημοτικής Εκπαίδευση
στην Κύπρο» παρουσιάζονται και συζητούνται τα ευρήματα της πιλοτικής εφαρμογής
του Προγράμματος Ελληνομάθειας. Ο Γιάννης Πεχτελίδης και ο Στέλιος Πανταζίδης στο
άρθρο τους με τίτλο «Εκπαίδευση και Ετεροπολιτική: ένα “σχολείο των κοινών”»
μελετούν την καθημερινή ζωή ενός σχολείου των κοινών (commons), το Μικρό
Δέντρο, όπου κατασκευάζεται μια εναλλακτική παιδαγωγική και κοινωνική
πραγματικότητα απέναντι στην ιεραρχική και συγκεντρωτική γραφειοκρατική δομή
του κράτους και τη λογική του κέρδους της αγοράς. Οι Κωνσταντίνος Ρόντος, Ηρακλής
Κάτσαρης, Νικόλαος Ναγόπουλος και Νικόλαος Πανάγος στο άρθρο τους «Κοινωνικές
ανισότητες και σχολική επίδοση των μαθητών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης:
ποσοτική διερεύνηση στο νησί της Λέσβου» εξετάζουν τη σχολική επίδοση μαθητών
της Λέσβου που φοιτούν στην έκτη τάξη του δημοτικού σε σχέση με ατομικά και
κοινωνικά χαρακτηριστικά τους. Οι Ελένη Σαμσάρη και Γεώργιος Νικολάου στο άρθρο
τους με τίτλο «Το εργασιακό άγχος των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε Δομές
Υποδοχής και Εκπαίδευσης των Προσφύγων (ΔΥΕΠ) στην Ελλάδα» μελετούν το
εργασιακό άγχος που βιώνουν οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι εργάζονται σε ΔΥΕΠ. Ο
Σιμάκης Συμεού στο άρθρο με τίτλο «Η κοινωνική και μαθησιακή επίδοση σε
διαδικασία συνανάγνωσης» εξετάζει ζητήματα που αφορούν στη σχολική επίδοση και
την κοινωνική συμπεριφορά των μαθητών σε σχέση με κοινωνικές παραμέτρους.
Στην πέμπτη Θεματική Ενότητα για το φύλο και την εκπαίδευση περιέχονται πέντε
άρθρα. Οι Ηλιάννα Γωγάκη και Θεοδώρα Τερεζοπούλου στο άρθρο τους με τίτλο
«Φύλο και επιμόρφωση» παρουσιάζουν τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες
επιλέγουν να συμμετάσχουν σε επιμορφωτικά προγράμματα με τη μέθοδο της εξ’
αποστάσεως εκπαίδευσης. Η Ιωάννα Λιανού στο κείμενό της με τίτλο «Κοινωνικές
προβολές και αναπαραγωγή κοινωνικών και έμφυλων ρόλων σε ένα πειραϊκό ιδιωτικό
σχολείο θηλέων» παρουσιάζει την αλληλεπίδραση μεταξύ πειραϊκής κοινωνίας και
ελληνογαλλικής σχολής Jeanne d’ Arc από το 1860 έως το 1940. Στο άρθρο με τίτλο «Η
διαμόρφωση των έμφυλων διακρίσεων κατά την παιδική ηλικία: ο ρόλος της
οικογένειας και του σχολείου» της Ανδρομάχης Μπούνα εξετάζεται ο τρόπος με τον
5
οποίο η οικογένεια και το σχολείο συμβάλλουν στη διαμόρφωση της έμφυλης
ταυτότητας του παιδιού και αναπαράγουν τις έμφυλες διακρίσεις. Οι Κωνσταντίνος
Σόγιας, Θεόδωρος Θάνος και Ανδρομάχη Μπούνα στο άρθρο με τίτλο «Ο Νόμος
4491/2017 για τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου: οι απόψεις των
φοιτητών/τριών» εξετάζουν τις απόψεις των φοιτητών/τριών σχετικά με το νόμο
4491/2017 για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου. Η Αλεξάνδρα Στελλάκη
στο άρθρο της με τίτλο «Φύλο και εκπαίδευση στην Ελλάδα: η στάση των
εκπαιδευτικών και η μελέτη των διδακτικών εγχειριδίων ως προς τις έμφυλες
διακρίσεις» εξετάζει το ρόλο των εκπαιδευτικών και των σχολικών εγχειριδίων στις
έμφυλες διακρίσεις.
6
επηρέασαν τις εκπαιδευτικούς ενός νηπιαγωγείου ώστε να οργανωθούν σε κοινότητα
μάθησης και το ρόλο που έπαιξε η συνέργεια στις πεποιθήσεις σχετικά με τη διδακτική
τους επάρκεια. Οι Αντώνης Ταμπούρας, Θεοπίστη Παντελή και Σταυρούλα Φιλίππου
στο κείμενό τους «Νέο Σύστημα Διορισμού Εκπαιδευτικών στην Κύπρο: μια
διερεύνηση διαφορετικών "φωνών" στην κατασκευή επαγγελματισμού
εκπαιδευτικών» εστιάζουν χρονικά στο τελευταίο έτος πριν την πρώτη διεξαγωγή
εξετάσεων με σκοπό τη χαρτογράφηση των κοινωνικών δραστών που εκφράστηκαν
στη δημόσια σφαίρα κατά την περίοδο αυτή και την ανάλυση των επιχειρημάτων που
επιστράτευσαν, ώστε να διερευνηθούν οι αναδυόμενες εννοιολογήσεις
επαγγελματισμού εκπαιδευτικών κατά τις σχετικές τοποθετήσεις. Οι Δέσποινα
Τσακίρη και Φωτεινή Βοϊδήλα στο άρθρο «Οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για τη
θέση και το νόημα της αξιοκρατίας στο πλαίσιο του εξεταστικού και βαθμολογικού
συστήματος της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης» παρουσιάζουν τα ευρήματα μιας
ποιοτικής έρευνας που φωτίζει τον τρόπο με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί της
Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης νοηματοδοτούν τη λογική της αξιοκρατίας στο πλαίσιο
του βαθμολογικού και εξεταστικού συστήματος των μαθητών. Ο Γεώργος Φλουρής
στο άρθρο «Η αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας: οι απόψεις των εκπαιδευτικών
πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης» μελετά τις απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας. Συγκεκριμένα,
εξετάζονται οι απόψεις των εκπαιδευτικών ως προς την εκπαιδευτική πολιτική, την
εκπαίδευσή τους και τους τρόπους που χρησιμοποιούν στο σχολείο για την
αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας.
7
και Μαίρη Κουτσελίνη στο άρθρο τους με τίτλο «Το αναλυτικό πρόγραμμα της
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης/Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη και η
εφαρμογή του στο κυπριακό σχολείο» εξετάζουν το αναλυτικό πρόγραμμα της
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης/Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη λαμβάνοντας
υπόψη τις αναπαραστάσεις του. Οι Νεκτάριος Παρτασίδης και Νάσια Κλεάνθους με
το άρθρο τους «Αναμόρφωση της σχολικής μονάδας για εμπέδωση κοινοτικού
πνεύματος στην κυπριακή κοινωνία» στοχεύουν στην εισήγηση κατευθυντήριων
γραμμών σχετικά με την προσπάθεια (επανα)χάραξης κοινωνικής πολιτικής στο
σύστημα εκπαίδευσης της κυπριακής κοινωνίας. Οι Μαρία Σιακαλλή, Άννα Ζαπίτη και
Σύλια Λουκαῒδου στο άρθρο με τίτλο «Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα BODI - Πολιτισμική
ετερότητα, σώμα, φύλο και υγεία στην προσχολική εκπαίδευση: παράγωγα, επίδραση
και ενδεικτικά πρακτικά παραδείγματα» αναδεικνύουν θέματα σώματος, φύλου και
υγείας στο νηπιαγωγείο σε πλαίσιο πολιτισμικής ετερότητας. Οι Δημήτριος Σκιαδάς
και Σοφία Μπουτσιούκη στο άρθρο με τίτλο «Μαθαίνοντας (σ)την Πράξη: Μία
Ερευνητική Προσέγγιση της Μαθητείας στο ΕΠΑ.Λ» αναλύουν το θεσμικό πλαίσιο, με
βάση το οποίο καθορίζονται τα οργανωτικά χαρακτηριστικά και ο τρόπος εφαρμογής
της μαθητείας και παρουσιάζουν τα ευρήματα έρευνας για τις στάσεις και τις
αντιλήψεις αναφορικά με τη μαθητεία, αποφοίτων Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.),
που συμμετείχαν σε σχετικό πρόγραμμα.
Στην όγδοη Θεματική Ενότητα για την κοινωνιολογία των ΤΠΕ στην εκπαίδευση,
περιλαμβάνονται δύο άρθρα. Οι Μαρίνα Σταμάτη και Παναγιώτης Γιαβρίμης στο
άρθρο με τίτλο «Ψηφιακό χάσμα και διδασκαλία στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση:
Απόψεις εκπαιδευτικών της νήσου Λέσβου» εξετάζουν τις διαφοροποιήσεις στη
χρήση των ΤΠΕ από τους μαθητές μέσα από το λόγο των εκπαιδευτικών
πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της Λέσβου. Οι Όλγα Τζαφέα, Νίκος Κύργιος και
Θεόδωρος Θάνος στο άρθρο με τίτλο «Πολιτισμικό κεφάλαιο και χρήση του
διαδικτύου από τους φοιτητές για τις σπουδές στο πανεπιστήμιο» εξετάζουν το
ψηφιακό χάσμα ως προς τη συχνότητα χρήσης του διαδικτύου από τους φοιτητές για
την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών και τη μάθηση στο πανεπιστήμιο.
Στην ένατη Θεματική Ενότητα που αφορά στις κοινωνιολογικές διαστάσεις της ειδικής
αγωγής και της ενιαίας εκπαίδευσης περιλαμβάνονται πέντε άρθρα. Οι Ελισάβετ
Γκινάλα, Παναγιώτης Γιαβρίμης και Γεώργιος Χονδρομπίλας στο άρθρο με τίτλο
«Συνεκπαίδευση και νοητική αναπηρία» εξετάζουν τις στάσεις των εκπαιδευτικών για
τη συνεκπαίδευση των μαθητών με νοητική αναπηρία στην τυπική εκπαίδευση. Οι
Δέσποινα Κακαργιά, Παναγιώτης Γιαβρίμης και Ελισάβετ Γκινάλα στο άρθρο τους
«Αναπηρία και κοινωνικός και εκπαιδευτικός αποκλεισμός: η περίπτωση των μαθητών
με προβλήματα όρασης» μελετούν τις απόψεις των δασκάλων τυπικής και ειδικής
αγωγής σχετικά με τη συνεκπαίδευση των μαθητών με προβλήματα όρασης στο
τυπικό σχολείο και το συνδεόμενο με αυτήν κοινωνικό και εκπαιδευτικό αποκλεισμό.
Οι Παρασκευή Σταθά και Θεόδωρος Θάνος στο άρθρο με τίτλο «Συμπεριληπτική
εκπαίδευση μαθητών με και χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες: οι απόψεις των
εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης» εξετάζουν τις απόψεις των
εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συνεκπαίδευση των μαθητών με
και χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σε τάξεις των τυπικών σχολείων. Οι Δημήτρης
Στεφανίδης και Λέλα Γώγου στο άρθρο τους «Οι απόψεις των εκπαιδευτικών των
8
Δημοτικών Σχολείων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης της Θράκης για τη Συστέγαση
και τη Συνεκπαίδευση» μελετούν τις απόψεις των εκπαιδευτικών στο σύνολο των
δημοτικών σχολείων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στην περιοχή της Θράκης, μέσω
ημιδομημένων συνεντεύξεων αναφορικά με τη συστέγαση ή και τη συνεκπαίδευση
όλων των μαθητών. Στο άρθρο των: Γεωργίου Χονδρομπίλα, Παναγιώτη Γιαβρίμη και
Δέσποινας Κακαργιά με τίτλο «Απόψεις εκπαιδευτικών για την εκπαιδευτική πολιτική
για την αναπηρία στην Ελλάδα» γίνεται προσπάθεια ανάδειξης των νοηματοδοτήσεων
των εκπαιδευτικών για τους μαθητές με αναπηρία.
9
εισαγωγή του ἐπιχειρεῖν στη σημερινή εκπαίδευση» παρουσιάζει την
επιχειρηματικότητα στην εκπαίδευση και ποιες επιρροές αυτή μπορεί να έχει στο
εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας συνολικά. Οι Ευθύμιος Τόλιος και Θεόδωρος Θάνος
στο άρθρο με τίτλο «Κρίση και brain drain» εξετάζουν τη μετανάστευση των
πτυχιούχων σε χώρες της Ευρώπης σε σχέση με την κοινωνική τους προέλευση, τα
κριτήρια επιλογής της χώρας, τους παράγοντες μετανάστευσης και την
καθημερινότητα στη χώρα υποδοχής. Η Βασιλική Τσάγκα στο κείμενο με τίτλο «Brain
drain και κοινωνική αναπαραγωγή: μια έρευνα σε πτυχιούχους ιατρικών σχολών που
μετανάστευσαν από την Ελλάδα στη Βρετανία» μελετά το ζήτημα του brain drain
αξιοποιώντας τη διεθνή βιβλιογραφία και τα δεδομένα από μια πρόσφατη ποιοτική
έρευνα σε Έλληνες πτυχιούχους ιατρικών σχολών, οι οποίοι μετανάστευσαν στη
Μεγάλη Βρετανία κατά την τελευταία οχταετία, από την εκδήλωση δηλαδή της
οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, προκειμένου να αναζητήσουν εργασία. Η Μαρία
Χάλαρη στο άρθρο με τίτλο «Η κοινωνική και οικονομική κρίση στην Ελλάδα και η
όξυνση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων: εμπειρίες, νοηματοδοτήσεις
και προβολές στον λόγο μαθητών Γυμνασίου» αναφέρεται στις εμπειρίες και στις
νοηματοδοτήσεις μαθητών Γυμνασίου ως προς τις επιπτώσεις της κρίσης, καθώς και
τις σκέψεις και προβολές τους ως προς το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η
εκπαίδευση στην αντιμετώπιση αυτών των επιπτώσεων.
Στις περίπου 900 και πλέον σελίδες των Πρακτικών που ακολουθούν, οι
αναγνώστες/τριες έχουν τη δυνατότητα να μελετήσουν σε βάθος τις εισηγήσεις στις
επιμέρους Θεματικές Ενότητες. Η Επιτροπή που επιμελήθηκε τις εργασίες τις
επεξεργάστηκε κατά κύριο λόγο μορφολογικά (όσο ήταν αυτό εφικτό με βάση και τον
όγκο των κειμένων που κατατέθηκαν) και σε καμιά περίπτωση δεν έκρινε το
περιεχόμενο των εισηγήσεων, το οποίο και εκφράζει μόνο τις απόψεις των
συγγραφέων-εισηγητών/τριών.
Καλή ανάγνωση.
Η Εκδοτική Επιτροπή
10
Προσκεκλημένες Ομιλίες
------------------------------------------------------------------------------------------------
11
Τσακνή, Γ. (2010). Η Συμβολή των συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στη
διαδικασία προώθησης των επενδύσεων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Αθήνα: Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης.
------------------------------------------------------------------------------------------------
Διεθνείς πρακτικές ομαλής μετάβασης στην ελληνική δημόσια και
ιδιωτική προσχολική εκπαίδευση:
Μια ερευνητική προσέγγιση
Σακελλαρίου Μαρία
Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών
marisak@uoi.gr
Αναγνωστοπούλου Ροδόκλεια
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών
rodoklia@yahoo.gr
Στράτη Παναγιώτα
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών
panagiotastrati@yahoo.gr
Περίληψη
Η εφαρμογή αναπτυξιακών κατάλληλων πρακτικών με στόχο τη διευκόλυνση της
μετάβασης του παιδιού από τον Παιδικό Σταθμό στο Νηπιαγωγείο είναι καθοριστικής
σημασίας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση πιθανών δυσκολιών που θα
προκύψουν στην περίοδο προσαρμογής του παιδιού στο νέο περιβάλλον (Cappelloni,
2011∙ UNESCO, 2012). Οι πρακτικές ενισχύουν την προετοιμασία του παιδιού στις
επερχόμενες αλλαγές, καλλιεργώντας τις κοινωνικές του ικανότητες και τις
ακαδημαϊκές του δεξιότητες (Ντολιοπούλου, 2011∙ Σακελλαρίου, 2002∙ Σακελλαρίου,
2012∙ Early, κ.ά., 2001∙ Lo-Casale Crouch, κ.ά., 2008) δίνοντας έμφαση στην
κοινωνικοποίησή του ως μια ουσιαστική διαδικασία εκπαιδευτικής και προσωπικής
εξέλιξης του κάθε παιδιού (Σακελλαρίου, κ.ά., 2014). Σκοπός της παρούσας μελέτης
είναι, να διερευνηθούν και να αξιολογηθούν διεθνείς πρακτικές που είναι σημαντικές
να εφαρμόζονται πριν την φοίτηση του παιδιού στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Στην
έρευνά μας συμμετείχαν Ν:174 Νηπιαγωγοί από Δημόσια και Ιδιωτικά Σχολεία της
ευρύτερης Περιφέρειας της Ηπείρου που απάντησαν σε ερωτήματα σχετικά: α) με την
προσωπική επικοινωνία των προσχολικών κέντρων μάθησης με την οικογένεια πριν
την έναρξη της σχολικής χρονιάς, β) την πραγματοποίηση επισκέψεων και γ) την
παροχή εποπτικού υλικού για τη μετάβαση. Η λειτουργία και αποτελεσματικότητα των
εκπαιδευτικών συστημάτων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων διαφόρων χωρών είναι
απαραίτητο να εντοπίζουν και να ενσωματώνουν εκείνα τα στοιχεία και
162
χαρακτηριστικά που θα οδηγήσουν σε νέες τάσεις, προσεγγίσεις, γνώσεις, δεξιότητες,
αλλαγές, εκπαιδευτικές λύσεις και που οδηγούν στη βελτίωση της εκπαίδευσης.
Sakellariou Maria
Professor, Department of Early Childhood Education, University of Ioannina, Greece
marisak@uoi.gr
Anagnostopoulou Rodokleia
Department of Early Childhood Education, University of Ioannina, Greece
rodoklia@yahoo.gr
Strati Panagiota
Department of Early Childhood Education, University of Ioannina, Greece
panagiotastrati@yahoo.gr
Summary
The application of developmental best practices to facilitate the transition of the child
from the nursery school to the kindergarten School is crucial to effectively address
possible difficulties that will arise during the child's adaptation to the new environment
(Cappelloni, 2011∙ UNESCO, 2012). The practices enhance the child's preparation for
the upcoming changes, cultivating his/her social skills and academic skills (Doliopoulou,
2011∙ Sakellariou, 2002∙ Sakellariou, 2012∙ Early et al, 2001∙ Lo-Casale Crouch et al.,
2008) emphasizing his socialization as an essential process of educational and personal
development of each child (Sakellariou, et al, 2014). The aim of the present study is to
investigate and evaluate international practices that are important to apply before the
child attends compulsory education. In our survey participated: 174 Kindergarten from
Public and Private Schools of the wider Region of Epirus who answered questions
related to: a) personal communication of preschool learning centers with the family
before the beginning of the school year; b) making visits and (c) the provision of
surveillance material for the transition. The functioning and effectiveness of the
educational systems of public and private bodies in different countries is necessary to
identify and integrate those elements and characteristics that will lead to new trends,
approaches, knowledge, skills, changes, educational solutions and leading to improved
education.
163
Εισαγωγή
Μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει από ερευνητές και εκπαιδευτικούς για καλές πρακτικές
και στρατηγικές στήριξης των παιδιών κατά τη μετάβασή τους στα περιβάλλοντα
μάθησης. Ο βρεφονηπιακός σταθμός και το νηπιαγωγείο μπορούν να ενισχύσουν τη
σχολική ετοιμότητα των μικρών παιδιών, επιχειρώντας σύνδεση μεταξύ τους και
υιοθετώντας εκπαιδευτικές πολιτικές που διασφαλίζουν την ομαλή μετάβαση. Η
επιτυχής έκβαση της μετάβασης των παιδιών από το οικογενειακό περιβάλλον στον
βρεφονηπιακό σταθμό και το νηπιαγωγείο αναγνωρίζεται ως εξαιρετικά σημαντική
για την προσαρμογή και τη μάθηση στις επόμενες βαθμίδες εκπαίδευσης, ενώ
δημιουργεί τις προϋποθέσεις για θετική στάση απέναντι στα σχολικά περιβάλλοντα
(Σακελλαρίου, κ.ά., 2014).
Η εμπιστοσύνη και οι θετικές σχέσεις μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στη διαδικασία
μπορεί να βοηθήσει τις οικογένειες να μειώσουν το άγχος της μετάβασης
(Rosenkoetter, κ.ά., 2009). Η προσαρμογή στις απαιτήσεις του προσχολικού
περιβάλλοντος, η γνωστική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού είναι συνισταμένη
προηγούμενων θετικών προσχολικών εμπειριών (Boethel, 2004∙ Reynolds, 2004),
προσδοκιών (Daniels, 2014), ατομικών χαρακτηριστικών του παιδιού, συνθηκών που
επικρατούν σε αυτό και του τρόπου που το οικογενειακό περιβάλλον υποστηρίζει το
παιδί στη μετάβασή του στο σχολικό περιβάλλον (Σωτηρίου & Ζαφειροπούλου, 2003).
164
Τα υψηλής ποιότητας προσχολικά προγράμματα επιδρούν θετικά στη μάθηση, στην
αλλαγή συμπεριφορών (McDermott, κ.ά., 2016), στην ανάπτυξη μαθηματικών και
γλωσσικών ικανοτήτων, (Fantuzzo, κ.ά., 2011) στην ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών
και αναδεικνύουν τόσο τη διασφάλιση της παρεχόμενης ποιότητας της αγωγής και
φροντίδας από τα προσχολικά κέντρα (Hutchins, κ.ά., 2009∙ Sylva, κ.ά., 2004∙ Wise,
κ.ά., 2005). Διασφαλίζουν μια επιτυχημένη μετάβαση (Elliott, 2006) που θα τους
επιτρέψει να προσαρμόζονται σε διαρκώς μεταβαλλόμενα και αλληλοεξαρτώμενα
περιβάλλοντα (Σακελλαρίου, κ.ά., 2015).
165
• Προσωπική ή τηλεφωνική επικοινωνία του εκπαιδευτικού με το παιδί και την
οικογένειά του (Patton & Wang, 2012∙ Petrakos & Lehrer, 2011∙ Rous, κ.ά., 2010∙
Schulting, κ.ά., 2005∙ Wildenger & McIntyre, 2011)
• Γνωριμία του παιδιού και της οικογένειας με τον εκπαιδευτικό στο χώρο του
νηπιαγωγείου (Patton & Wang, 2012∙ Rous, κ.ά., 2010)
• Πραγματοποίηση επισκέψεων στο σπίτι του παιδιού, μετά από σχετική
ενημέρωση των γονέων (Gill, κ.ά., 2006∙ Petrakos & Lehrer, 2011∙ Rimm-Kaufman
& Pianta, 1999∙ Rous, κ.ά., 2010∙ Wildenger & McIntyre, 2011)
• Συνεργασία με τους γονείς και συζήτηση για τους προβληματισμούς τους
αναφορικά με τη διαδικασία της μετάβασης (Boham-Baker & Little, 2004)
• Αποστολή επιστολής καλωσορίσματος (Early, κ.ά., 2001∙ La Paro, κ.ά., 2003∙
Wildenger & McIntyre, 2011)
• Αποστολή επιστολής στο παιδί: Ο εκπαιδευτικός στέλνει γράμμα στο παιδί με το
οποίο συστήνεται, μιλάει για τον εαυτό του, τα ενδιαφέροντα και για την
οικογένειά του (Rous, κ.ά., 2010)
• Φυλλάδια με πληροφορίες για τους γονείς (Barblett, κ.ά., 2011∙ Winters &
Friedman, 2006)
• Παροχή εποπτικού υλικού αναφορικά με τη μετάβαση του παιδιού από το
οικογενειακό περιβάλλον ή τον παιδικό σταθμό στο νηπιαγωγείο (Rous, κ.ά.,
2010).
Δείγμα
Στην παρούσα έρευνα συμμετείχαν 174 Νηπιαγωγοί από τα σχολεία της πόλης των
Ιωαννίνων, από τους οποίους οι 156 εργάζονται σε δημόσια νηπιαγωγεία και οι 18 σε
ιδιωτικά. Η συμμετοχή των εκπαιδευτικών ήταν προαιρετική και ανώνυμη. Η επιλογή
του δείγματος ήταν τυχαία, έτσι, ώστε να θεωρείται αντιπροσωπευτικό του προς
εξέταση πληθυσμού (Cohen & Manion, 1994).
Ερευνητικό εργαλείο
166
Όσον αφορά τα χρόνια της διδακτικής εμπειρίας των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών
το 46,8% των νηπιαγωγών που εργάζονται στο δημόσιο τομέα έχει πάνω από 21 έτη
υπηρεσίας, το 41,7% έχει από 11 έως 20 έτη, το 9,6% από 6 έως 10 έτη και μέχρι 5 έτη
το 1,9%. Δεν υπάρχει νηπιαγωγός που να εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα και να έχει
προϋπηρεσία πάνω από 21 έτη. Το 27,8% έχει από 11 έως 20 έτη, το 61,1% από 6 έως
10 έτη και το 11,1% έχει διδακτική εμπειρία μέχρι 5 έτη.
Γράφημα 1
Κατανομή του δείγματος νηπιαγωγών ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης
Αξίζει να σημειωθεί ότι, το 17,3% των εκπαιδευτικών του δημόσιου τομέα φαίνεται
να την χαρακτηρίζει ως «σημαντική» και «πολύ σημαντική», ενώ κανείς εκπαιδευτικός
του ιδιωτικού τομέα δεν την αξιολογεί θετικά. Από τη μέτρηση με τη μέθοδο chi
square διαπιστώθηκε πως υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των δύο
ομάδων των εκπαιδευτικών (x2=12.020, df=4 και p= 0.017).
167
Γράφημα 2
Κατανομή του δείγματος των νηπιαγωγών του Δημοσίου τομέα ως προς τα χρόνια
διδακτικής εμπειρίας
Γράφημα 3
Κατανομή του δείγματος των νηπιαγωγών του Ιδιωτικού τομέα ως προς τα χρόνια
διδακτικής εμπειρίας
Ανιχνεύοντας τις απόψεις των νηπιαγωγών για την αποστολή καλωσορίσματος στις
οικογένειες των παιδιών της τάξης τους διαπιστώνουμε πως το 46,2% των
εκπαιδευτικών της δημόσιας εκπαίδευσης χαρακτηρίζει ως «ούτε σημαντική, ούτε
ασήμαντη» αυτή την πρακτική μετάβασης, ενώ το 83,3% των εκπαιδευτικών της
ιδιωτικής εκπαίδευσης την ίδια πρακτική μετάβασης την αξιολογεί ως «σημαντική»
και «πολύ σημαντική». Μέσα από τη μέτρηση με τη μέθοδο chi square διαπιστώθηκε
πως υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση για τις δύο ομάδες (x2=17,986, df=4 και
p= 0.001).
Συνεχίζοντας με την πρακτική της τηλεφωνικής επικοινωνίας με τους γονείς της τάξης
πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς, διαπιστώνουμε πως το 51,9% των
εκπαιδευτικών του δημοσίου είναι ουδέτερο, δηλαδή την χαρακτηρίζει ως «ούτε
σημαντική, ούτε ασήμαντη», ενώ το 66,7% των νηπιαγωγών του ιδιωτικού τομέα την
αξιολογεί θετικά και την χαρακτηρίζει ως «σημαντική». Μέσα από τη μέτρηση με τη
μέθοδο chi square διαπιστώθηκε πως υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση για τις
δύο ομάδες των νηπιαγωγών (x2=28,827, df=4 και p= 0.000).
168
Παρατηρούμε ότι η πλειονότητα των νηπιαγωγών τόσο της δημόσιας εκπαίδευσης,
όσο και της ιδιωτικής χαρακτηρίζει την παροχή εποπτικού υλικού ως «ούτε σημαντική,
ούτε ασήμαντη». Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως το 33,3% των εκπαιδευτικών που
εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα θεωρούν την παραπάνω πρακτική «πολύ σημαντική»
και το 21,2% των εκπαιδευτικών που εργάζονται σε δημόσια νηπιαγωγεία την
χαρακτηρίζουν ως «λίγο σημαντική». Από τη μέτρηση με τη μέθοδο chi square
διαπιστώθηκε πως υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση για την κατηγορία λίγο
σημαντικό και πολύ σημαντικό (x2=18,944, df=4 και p= 0.001).
Όσον αφορά την πρακτική οι νηπιαγωγοί να έχουν προσωπική επαφή με τους γονείς
πριν την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, διαπιστώθηκε πως όλοι οι νηπιαγωγοί της
ιδιωτικής εκπαίδευσης (100%) τοποθετούνται θετικά, καθώς και οι πλειοψηφία
(73,1%) των νηπιαγωγών της δημόσιας εκπαίδευσης. Αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχει
ένα ποσοστό (19,2%) εκπαιδευτικών της δημόσιας εκπαίδευσης που
αμφιταλαντεύεται και ένα ποσοστό 3,8% που εμφανίζεται να είναι αρνητικό. Υπάρχει
στατιστικά σημαντική συσχέτιση (x2=10,193, df=4 και p= 0.037). Τα παραπάνω
αποτελέσματα επιβεβαιώνονται από τη μέτρηση με τη μέθοδο chi square.
Όσον αφορά την πραγματοποίηση επισκέψεων στο σπίτι των παιδιών πριν την
φοίτηση τους στο νηπιαγωγείο διαπιστώθηκε πως τόσο στο δημόσιο όσο και στον
ιδιωτικό τομέα η αξιολόγηση «καθόλου σημαντικό» και «λίγο σημαντικό» προέρχεται
από όλες τις ομάδες διδακτικής εμπειρίας. Στο δημόσιο τομέα το ποσοστό που
αμφιταλαντεύεται (30,0%) είναι κυρίως από την ομάδα των εκπαιδευτικών που έχουν
11 έως 20 έτη υπηρεσίας. Στον ιδιωτικό τομέα το ποσοστό που είναι ουδέτερο είναι
169
πολύ χαμηλό και προέρχεται από όλες τις ομάδες. Παρατηρήθηκε πως στο δημόσιο
και ιδιωτικό τομέα το ποσοστό που είναι ουδέτερο με την πρακτική «Ενδιαφέρεστε
για τους προβληματισμούς της οικογένειας για την ομαλή μετάβαση των παιδιών
τους» προέρχεται και στους δύο φορείς κυρίως από τους εκπαιδευτικούς με 11 έως
20 έτη διδακτικής υπηρεσίας.
Οι νηπιαγωγοί που υπηρετούν στο δημόσιο τομέα και έχουν πάνω από 21 έτη
υπηρεσίας είναι ουδέτεροι (46,2%) ως προς την αποστολή επιστολής
καλωσορίσματος στις οικογένειες των παιδιών της τάξης τους. Αντίθετα, οι
νηπιαγωγοί με λιγότερα έτη υπηρεσίας την αξιολογούν θετικά ως «σημαντική» και
«πολύ σημαντική». Στον ιδιωτικό τομέα η αξιολόγηση των νηπιαγωγών δεν φαίνεται
να επηρεάζεται σε κάποιο επίπεδο από τα χρόνια υπηρεσίας. Η τηλεφωνική
επικοινωνία με τους γονείς των παιδιών της τάξης πριν την έναρξη της σχολικής
χρονιάς αξιολογείται στο δημόσιο τομέα από το μεγαλύτερο ποσοστό των
εκπαιδευτικών ως ούτε σημαντική, ούτε ασήμαντη (51,9%) και το ποσοστό αυτό
προέρχεται από τους νηπιαγωγούς με 11 έτη υπηρεσίας και άνω. Αντίθετα, στον
ιδιωτικό τομέα το μεγαλύτερο ποσοστό που τη θεωρεί σημαντική (45,0%) είναι
εκπαιδευτικοί που εργάζονται από 6 έως 10 έτη.
Όσον αφορά την παροχή στις οικογένειες των παιδιών εποπτικού υλικού (παραμύθια,
link’s, videos) σχετικά με την ομαλή μετάβαση στο νηπιαγωγείο πριν την πρώτη μέρα
στο σχολείο οι νηπιαγωγοί που υπηρετούν στο δημόσιο τομέα και έχουν πάνω από 21
έτη υπηρεσίας την χαρακτηρίζουν ως «καθόλου σημαντική» και «λίγο σημαντική». Οι
νηπιαγωγοί με λιγότερα έτη υπηρεσίας αμφιταλαντεύονται (ούτε σημαντική, ούτε
ασήμαντη). Στον ιδιωτικό τομέα η αξιολόγηση των νηπιαγωγών δεν φαίνεται να
επηρεάζεται σε κάποιο επίπεδο από τα χρόνια υπηρεσίας. Αναφορικά με την πρακτική
«Μοιράζετε φυλλάδια που ενημερώνουν την οικογένεια πριν την έναρξη της νέας
σχολικής χρονιάς» στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα δεν παρατηρήθηκε στατιστικά
σημαντική συσχέτιση ως προς τα χρόνια διδακτικής εμπειρίας.
Συμπερασματική συζήτηση
Τα αποτελέσματα της μελέτης μας έδειξαν ότι oι εκπαιδευτικοί των δημόσιων και
ιδιωτικών σχολείων αξιολογούν ως σημαντικές πρακτικές ομαλής μετάβασης, τη
γνωριμία με το παιδί και την οικογένεια, το ενδιαφέρον για τους προβληματισμούς
της οικογένειας και την ενημέρωση με σχετικά ενημερωτικά φυλλάδια. Ωστόσο, δεν
αξιολογούν ως σημαντική την πρακτική των επισκέψεων στο σπίτι των παιδιών πριν
τη φοίτησή τους στο νηπιαγωγείο, αν και πρόκειται για την πιο δημοφιλή πρακτική
στη διεθνή βιβλιογραφία. Για τους εκπαιδευτικούς των ιδιωτικών νηπιαγωγείων είναι
επίσης σημαντικές οι πρακτικές που αφορούν την επιστολή καλωσορίσματος και τις
τηλεφωνικές επικοινωνίες, ενώ οι νηπιαγωγοί των δημόσιων νηπιαγωγείων
παρουσιάζονται ουδέτεροι. Για την παροχή εποπτικού υλικού, όλοι οι εκπαιδευτικοί
δεν τοποθετούνται ούτε θετικά ούτε αρνητικά.
Υπάρχουν διακυμάνσεις μεταξύ της ιδιωτικής και δημόσιας εκπαίδευσης ως προς την
αξιολόγηση των πρακτικών μετάβασης (πολύ σημαντική έως ουδέτερη). Οι
εκπαιδευτικοί στην δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση έχουν διαφορετική στοχοθεσία
ως προς τον προγραμματισμό της διαδικασίας της μετάβασης του παιδιού από το
οικογενειακό περιβάλλον στον παιδικό σταθμό και μετέπειτα στο νηπιαγωγείο. Οι
170
νηπιαγωγοί που εργάζονται σε δημόσια σχολεία με πολλά έτη διδακτικής υπηρεσίας
(πάνω από 20 έτη) δεν αξιολογούν ως σημαντική τη γνωριμία με την οικογένεια του
παιδιού πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς πιθανόν λόγω έλλειψης επιμόρφωσης
σε θέματα μετάβασης, ενώ στον ιδιωτικό τομέα κανείς εκπαιδευτικός δεν
τοποθετείται αρνητικά. Η ιδιωτική εκπαίδευση δίνει έμφαση στη διαδικασία ομαλής
μετάβασης μέσω εφαρμογής προγραμμάτων με τη συμμετοχή της οικογένειας και τα
δημόσια σχολεία με την εφαρμογή περιορισμένων σε αριθμό πιλοτικών
προγραμμάτων.
Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε πως όσα περισσότερα είναι τα χρόνια διδακτικής
εμπειρίας τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό των νηπιαγωγών που είναι ουδέτερο,
ενδεχομένως γιατί εμπιστεύονται τη διδακτική τους εμπειρία περισσότερο από τα
οργανωμένα προγράμματα ομαλής μετάβασης. Η παροχή εποπτικού υλικού
(παραμύθια, link’s, videos) σχετικά με την ομαλή μετάβαση στο νηπιαγωγείο πριν την
πρώτη μέρα στο σχολείο αξιολογείται ούτε αρνητικά ούτε θετικά από την πλειονότητα
των εκπαιδευτικών. Αντίθετα για τη διανομή φυλλαδίων τοποθετούνται θετικά, γιατί
είναι μια γνώριμη διαδικασία.
Η είσοδος του παιδιού στο νηπιαγωγείο δεν αποτελεί μία απλή μετακίνηση, ούτε είναι
ένα στιγμιαίο γεγονός και αποδεικνύεται από τις θετικές απόψεις των εκπαιδευτικών
για τις πρακτικές μετάβασης. Σηματοδοτεί μια μακρά και εξελισσόμενη διαδικασία,
που αρχίζει πριν τη φοίτησή του στο νηπιαγωγείο και επεκτείνεται χρονικά για μεγάλο
διάστημα μετά από αυτήν, εφόσον η διαδικασία μάθησης γνώσεων, στάσεων,
δεξιοτήτων διαγράφει μια συνεχή πορεία από τα μαθησιακά περιβάλλοντα φροντίδας
και αγωγής, προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης, (βρεφονηπιακός – παιδικός
σταθμός), στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο, στο γυμνάσιο, στο λύκειο, στα
πανεπιστημιακά ιδρύματα, στη ζωή.
171
Ματσαγγούρας, 2005) έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην ενήλικη ζωή των
παιδιών.
Η εφαρμογή κατάλληλων πρακτικών για την ομαλή μετάβαση πριν και κατά την είσοδο
του παιδιού στο νηπιαγωγείο, συσχετίζεται με την θετική εξέλιξη των προ-
ακαδημαϊκών και γνωστικών του ικανοτήτων (ανάγνωση, μαθηματικά και γνώσεις για
το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον),πολύ δε περισσότερο των παιδιών που
προέρχονται από χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά στρώματα (Schulting, κ.ά., 2005).
Επιπλέον, ενισχύεται η συνεργασία οικογένειας-σχολείου και η συμμετοχή των
οικογενειών στη διαδικασία της ομαλής μετάβασης. Οι Αναπτυξιακά Κατάλληλες
Πρακτικές, θεωρούνται ο κυριότερος εκπρόσωπος των «βέλτιστων πρακτικών»
(Bredekamp & Copple, 1997∙ Dunn & Kontos, 1997∙ Hedge & Cassidy, 2009∙ Liu, 2007∙
McMullen & Alat, 2002∙ McMullen, κ.ά., 2005∙ Sakellariou & Rentzou, 2012∙ Suk Lee,
κ.ά., 2006) και έχουν έρθει ως απάντηση στην επιτακτική ανάγκη για μια ποιοτική
προσχολική αγωγή και εκπαίδευση (Σακελλαρίου, κ.ά., 2015), για τη διατήρηση και
αξιοποίηση των κοινωνικών, συναισθηματικών και βασικών ικανοτήτων των παιδιών.
Σημαντική βέβαια είναι η προετοιμασία του παιδιού από τον παιδικό σταθμό για την
επερχόμενη αλλαγή που είναι η μετάβασή του στο νηπιαγωγείο. Οι βρεφονηπιαγωγοί
βοηθούν τόσο το παιδί να κατανοήσει τις νέες αλλαγές με τη συζήτηση για το
νηπιαγωγείο, το αναλυτικό πρόγραμμα, τις ρουτίνες και τη δημιουργία του ατομικού
φακέλου που θα το συνοδεύσει στο νηπιαγωγείο, όσο και τις οικογένειές τους μέσω
της ενθάρρυνσης να ξεπεράσουν το άγχος και τις ανησυχίες τους για το νέο μαθησιακό
πλαίσιο. Οι εκπαιδευτικοί και οι αρμόδιοι για την χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής, θα
πρέπει να κατανοήσουν τις συνέπειες των αλλαγών που βιώνουν τα παιδιά και οι
οικογένειές τους κατά τη διάρκεια της μετάβασης και να προσφέρουν ένα προσχολικό
περιβάλλον μάθησης πλούσιο σε ερεθίσματα, φιλικό προς την οικογένεια και το παιδί,
ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει με αυτοπεποίθηση τις νέες εμπειρίες, τις νέες
προκλήσεις, τις νέες αλλαγές, καθώς μετακινείται από το ένα πλαίσιο στο άλλο.
Βιβλιογραφία
Πανταζής, Σ. (2005). Προβλήματα στη μετάβαση του παιδιού από το νηπιαγωγείο στο
σχολείο. Στο Σ. Πανταζής & Μ. Σακελλαρίου (Επιμ.), Προσχολική Παιδαγωγική
Προβληματισμοί – Προτάσεις (σσ. 165-194). Αθήνα: Ατραπός.
172
Σακελλαρίου, M. (2002). Κοινωνικές ικανότητες των παιδιών της προσχολικής ηλικίας,
Επιστήμη και Παιδαγωγία, 1.
Σωτηρίου, Α. & Ζαφειροπούλου, Μ. (2003). Αλλαγές στην έννοια του εαυτού των
παιδιών κατά τη μετάβαση τους από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό σχολείο.
Ψυχολογία, 10(1), 96-118.
Barblett, L., Barratt-Pugh, C.H., Kilgallon, P.A. & Maloney, C. (2011). Transition from
long day care to kindergarten: Continuity or not? Australasian Journal of Early
Childhood, 36(2), 42-49.
Berlin, L.J., Dunning, R.D. & Dodge, K.A. (2011). Enhancing the Transition to
Kindergarten: A randomized trial to test the efficacy of the “Stars” Summer
Kindergarten Orientation Program. Early Child Research, 26(2), 247–254.
173
Bredekamp, S. & Copple, S. (1997). Developmentally appropriate practice in early
childhood programs (Αναθ. έκδ.). Washington, DC: National Association for the
Education of Young Children.
Brooker, L. (2016). Ομαλή μετάβαση στην προσχολική ηλικία. (Μ. Σακελλαρίου, Eπιμ.,
Γ. Σκαρβέλη, Μτφρ.). Αθήνα: Πεδίο.
Daniels, D.H. (2014). Children’s affective orientations in preschool and their initial
adjustment to kindergarten. Psychology in the Schools, 51(3), 256-272.
DeCaro, J.A. & Worthman, C.M. (2011). Changing family routines at kindergarten entry
predict biomarkers of parental stress. International Journal of Behavioral
Development, 35(5), 441–448.
Dockett, S. & Perry, B. (2013). Trends and tensions: Australian and international
research and starting school. International Journal of Early Years Education, 21(2), 163-
177.
Early, D.M., Pianta, R.C., Taylor, L.C. & Cox, M.J. (2001). Transition Practices: Findings
from a national survey of kindergarten teachers. Early Childhood Education Journal,
28(3), 199-206.
Elliott, A. (2006). Early childhood education: Pathways to quality and equity for all
children. Melbourne: Australian Council for Educational Research.
Fantuzzo, J.W., Gadsden, V.L. & McDermott, P.A. (2011). An integrated curriculum to
improve mathematics, language, and literacy for Head Start children. American
Educational Research Journal, 48, 763–793.
Gill, S., Winters, D. & Friedman, D.S. (2006). Educators’ views of pre-kindergarten and
kindergarten readiness and transition practices. Contemporary Issues in Early
Childhood, 7(3), 213-227.
174
Journal of Research in Childhood Education, 23(3), 367-381.
Hutchins, T., Saggers, S., & Frances, K. (2009). Australian indigenous perspectives on
quality assurance in children’s services. Australian Journal of Early Childhood, 34(1),
10-19.
Kagan, S.L., Karnati, R., Friedlander, J. & Tarrant, K. (2010). A compendium of transition
initiatives in the early years. A resource guide to alignment and continuity efforts in the
United States and other countries. National Center for Children and Families.
Kagan, S.L., & Neuman. M.J. (1998). Lessons from three decades of transition research.
The Elementary School Journal, 98 (4), 365-379.
Kagan, S.L. & Tarrant, K. (2010). Transitions for young children: Creating connections
across early childhood systems. Baltimore, MD: Paul H. Brookes.
La Paro, K.M., Kraft-Sayre, M. & Pianta, R.C. (2003) Preschool to kindergarten transition
activities: Involvement and satisfaction of families and teachers. Journal of Research in
Childhood Education, 17(2), 147-158.
Liu, H.C. (2007). Developmentally appropriate beliefs and practices of public and
private kindergarten teachers in the United States and Taiwan. PhD Dissertation Thesis,
Texas, TX: University of Texas.
Lo-Casale Crouch, J., Mashburn, A.J., Downer, J.T. & Pianta, R.C. (2008). Pre-
kindergarten teachers’ use of transition practices and children’s adjustment to
kindergarten. Early Childhood Research Quarterly, 23, 124-139.
McDermott, P.A., Rikoonb, S.H., & Fantuzzo, J.W. (2016). Transition and protective
agency of early childhood learning behaviors as portents of later school attendance
and adjustment. Journal of School Psychology, 54, 59-75.
McGettigan, I. & Gray, C. (2012). Perspectives on school readiness in rural Ireland: The
experiences of parents and children. International Journal of Early Years Education,
20(1), 15–29.
McMullen, M.B. & Alat, K. (2002). Education matters in the nurturing of the beliefs of
preschool caregivers and teachers. Early Childhood Research & Practice, 4(2).
McMullen, M.B., Elicker, J., Wang, J., Erdiller, Z., Lee, S.M., Lin, C.H. & Sun, P.Y. (2005).
Comparing beliefs about appropriate practice among early childhood education and
care professionals from the U.S., China, Taiwan, Korea and Turkey. Early Childhood
Research Quarterly, 20, 451-464.
175
Patton, CH. & Wang, J. (2012). Ready for Success: Creating collaborative and thoughtful
transitions into kindergarten. Harvard Family Research Project.
Petrakos, H.H. & Lehrer, J.S. (2011). Parents’ and teachers’ perceptions of transition
practices in kindergarten. Exceptionality Education International, 21(2), 62–73.
Rosenkoetter, S., Schroeder, C., Rous, B., Hains, A., Shaw, J. & McCormick, K. (2009). A
review of research in early childhood transition: Child and family studies. (Technical
Report #5). Retrieved from University of Kentucky, Human Development Institute,
National Early Childhood Transition Center.
Rosier, K. & McDonald, M. (2011). Promoting positive education and care transitions
for children. CAFCA Resource sheet communities and families clearinghouse Australia.
Australian Institute of Family Studies, 1-13.
Rous, B., Hallam, R., McCormick, K. & Cox, M. (2010). Practices that support the
transition to public preschool programs: Results from a national survey. Early
Childhood Research Quarterly, 25, 17–32.
Schulting, A.B., Malone, P.S. & Dodge, K.A. (2005) The effect of school-based
kindergarten transition policies and practices on child academic outcomes.
Developmental Psychology, 41(6), 860-871.
Suk Lee, Y., Baik, J. & Charlesworth, R. (2006). Differential effects of kindergarten
teachers’ beliefs about developmentally appropriate practice on their use of
scaffolding following inservice training. Teaching and Teacher Education, 22, 935-945.
Sylva, K., Melhuish, E., Sammons, P., Siraj-Blatchford, I. & Taggart, B. (2004). The
effective provision of preschool education (EPPE) project: Final report. London, UK:
Institute of Education, University of London.
Vogler, P., Crivello, G. & Woodhead, M. (2008). Early childhood transitions research: A
review of concepts, theory, and practice. (Working Papers in Early Childhood
Development 48). The Hague, Netherlands: Bernard van Leer Foundation.
176
Wildenger, L.K. & McIntyre, L.L. (2011). Family Concerns and Involvement During
Kindergarten Transition. Journal of Child Family Studies, 20(4) 387-396.
Wildenger, L.K., McIntyre, L.L., Fiese, B.H. & Eckert, T.L. (2008). Children’s daily routines
during kindergarten transition. Early Childhood Education Journal, 36, 69-74.
Wise, S., da Silva, L., Webster, E. & Sanson, A. (2005). The efficacy of early childhood
interventions. Melbourne: Australian Institute of Family Studies.
------------------------------------------------------------------------------------------------
Στάσεις Ελλήνων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας δημόσιας και ιδιωτικής
εκπαίδευσης σχετικά με τη διαφοροποιημένη διδασκαλία και μάθηση:
Μια ερευνητική προσέγγιση
Σακελλαρίου Μαρία
Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
marisak@uoi.gr
Μήτση Ξένια
Υποψήφια Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
pollymitsi@yahoo.gr
Περίληψη
Η αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου συνδέεται άρρηκτα και ενισχύεται
με την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών προκειμένου να ανταποκρίνονται
στις ανάγκες όλων των μαθητών. Σκοπός της παρούσας εισήγησης είναι η διερεύνηση
των στάσεων των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης
για την επιμόρφωσή τους σχετικά με τη Διαφοροποιημένη Διδασκαλία και Μάθηση.
Ως ερευνητικό εργαλείο, χρησιμοποιήθηκε το δομημένο ερωτηματολόγιο και δείγμα
της έρευνας αποτέλεσαν 200 εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας δημόσιας και ιδιωτικής
εκπαίδευσης της περιφέρειας Ηπείρου και Αττικής. Τα συμπεράσματα της έρευνας
κατέδειξαν διαφορές στις στάσεις των εκπαιδευτικών, οι οποίες σχετίζονται τόσο με
την επιμόρφωσή τους στη Διαφοροποιημένη Διδασκαλία, όσο και με την πρακτική
εφαρμογή της. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας, αν και περιορισμένα, αποτελούν
έναυσμα για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος σχετικά με την παροχή ευκαιριών
και υποστηρικτικών δ ομ ών στους εκπαιδευτικούς προκειμένου να υποστηρίζουν την
ανάπτυξη τους σε ατομικό, επιστημονικό και επαγγελματικό επίπεδο, παράγοντες
που συμβάλλουν στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού
συστήματος.
177