Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 2

Δυο είναι τα κυρία συστήματά με τα οποία το δίκαιο ρυθμίζει τις περιουσιακές σχέσεις μεταξύ

συζύγων στο πλαίσιο του γάμου:


A. Το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας, σύμφωνα με το οποίο ο γάμος δεν επιφέρει καμία
μεταβολή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των αντικειμένων , των οποίων πριν τον γάμο ήταν κύριος ο
κάθε σύζυγος. Ότι αποκτάται μετά τον γάμο αποκτάται στο όνομα του και χωρίς να μπορεί ο άλλος να
εγείρει οποία αξίωση εκτός από τις αξιώσεις διατροφής. Άρα η σύναψη του γάμου δεν επηρεάζει την
περιουσιακή αυτοτέλεια του κάθε συζύγου.
B. Το σύστημα της απόλυτης κοινοκτημοσύνη: οτιδήποτε απέκτησαν οι σύζυγοι από την προσωπική
τους εργασία , από κληρονομιά ή από άλλη πηγή πριν από τον γάμο εισφέρεται σε ένα κοινό ταμείο
και η διαχείριση γίνεται από κοινό από τους συζύγους. Κάθε έννοια περιουσιακής αυτοτέλειας
καταλύεται και επέρχεται πλήρη ταύτιση των περιούσιων.
Ο ΑΚ εισάγει ως νόμιμο σύστημα το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας με αξίωση συμμετοχής
στα αποκτήματα αλλά παρέχει την δυνατότητα στους συζύγους να συμφωνήσουν το σύστημα της
κοινοκτημοσύνης.
I. Το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας: Σύμφωνα με την ΑΚ 1397 ο γάμος δεν μεταβάλλει την
περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων. Η ατομική περιουσία παραμένει στην αποκλειστική
κυριότητα του χωρίς ο γάμος να επιφέρει καμία μεταβολή. Ο κάθε σύζυγος διατηρεί την εξουσία
διάθεσης ενώ είναι ατομικά υπεύθυνος απέναντι στους δανειστές του. Μπορούν βέβαια να
αποκτήσουν κοινά περιουσιακά στα οποία εφαρμόζεται οι διατάξεις για την κοινωνία δικαιώματος και
την συγκυριότητα. Άρα η διαχείριση, η διοίκηση και η κάρπωση της ατομικής περιουσίας ανήκουν
στον κάθε σύζυγό, με την επιφύλαξη όμως ότι εκπληρώνει την εκ του νόμου υποχρέωση για
συμβολή στις οικογενειακές ανάγκες. Είναι ακόμη δυνατή η ανάθεση σε ένα σύζυγο της διαχείρισης
της περιουσίας μετά από σχετική συμφωνία η οποία συνήθως αποτελεί εντολή χωρίς να υπάρχει
υποχρέωση του διαχειριστή συζύγου για λογοδοσία και απόδοση των εισοδημάτων. Ο διαχειριστής
σύζυγος έχει την υποχρέωση να διαχειρίζεται την περιουσία του άλλου συζύγου κατα τους κανόνες
εκμετάλλευσης με το μέτρο επιμέλειας με το οποίο διαχειρίζεται την προσωπική του ιδιοκτησία. Η
ΑΚ 1398 καθιερώνει μαχητά τεκμήρια κυριότητας για τα κινητά πράγματα που βρίσκονται στην
νομή ή την κατοχή ενός ή και των δυο συζύγων. Τα μαχητά τεκμήρια είναι εκείνα που εκείνος που τα
επικαλείται πρέπει να αποδείξει. Υπέρ των δανειστών τα κινητά που ανήκουν σε ένα ή και τους δυο
συζύγους τεκμαίρεται ότι ανήκουν στον σύζυγο που είναι ο οφειλέτης τους, εκτός από αυτά που
χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για άσκηση επαγγέλματος. Υπέρ των συζύγων τα κινητά που
βρίσκονται στην νομή ή την κατοχή και των δυο συζύγων τεκμαίρεται ότι στις μεταξύ τους σχέσεις
ανήκουν και στους δυο κατά ίσα μέρη. Από αυτόν τον κανόνα εξαιρεί η ΑΚ 1398 τα κινητά
προορισμένα για προσωπική χρήση του ενός συζύγου που ανήκουν σε αυτόν.
Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα: με τον θεσμό αυτό παρέχεται στον κάθε σύζυγό η νόμιμη
δυνατότητα να απαιτεί από τον άλλο σύζυγό μετά την λύση ή την ακύρωση του γάμου καθώς και την
συμπλήρωση τριετούς διάστασης, οτιδήποτε προσαυξήθηκε στην περιουσία του άλλου με την
συμβολή του. Οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αξίωσης είναι:
I. Η περάτωση του γάμου
II. Η επαύξηση περιουσίας: η επαύξηση πρέπει να διαπιστώνεται στην περιουσία του συζύγου κατα του
οποίου στρέφεται η αξίωση και να επήλθε όσο διαρκούσε ο γάμος. Αντίθετα δεν γεννιέται στην
περίπτωση μείωσης της περιουσίας.
III. Συμβολή συζύγου , η οποία μπορεί να έχει πραγματοποιηθεί με οποιονδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα,
υλικά ή ηθικά, σε βάθος χρόνου ή σε σύντομο χρονικό διάστημα.
IV. Ανυπαρξία κοινοκτημοσύνης
V. Υπαιτιότητα: η άσκηση της αξίωσης για συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου συζύγου δεν
εξαρτάται από την ύπαρξη υπαιτιότητας, δηλαδή η υπαίτια παραβίαση οικογενειακών
υποχρεώσεων δεν εμποδίζει τον υπαίτιο σύζυγο να απαιτήσει την συμβολή.
- Για τον υπολογισμό της επαύξησης χρησιμοποιείται η καθαρή περιουσία κατα την τέλεση του
γάμου(αρχική περιουσία) και η καθαρή περιουσία κατα την στιγμή γέννησης της αξίωσης(τελική
περιουσία). Η διαφορά τους συνιστά την επαύξηση.
- Για την σύγκριση μεταξύ αρχικής και τελικής περιουσίας, η χρηματική αποτίμηση θα γίνει με
αναγωγή σε τιμές του χρόνου παροχής έννομης προστασίας, δηλαδή του χρόνου έγερσης της
σχετικής αγωγής που συχνά θα συμπίπτει με το χρόνο γέννησης της αξίωσης( πχ με τον χρόνο κατα
τον οποίο κατέστη αμετάκλητη η απόφαση για την λύση του γάμου)
- Αν ο γάμος λύθηκε με διαζύγιο κρίσιμο χρονικό σημείο για τον υπολογισμό της τελικής περιουσίας
είναι ο χρόνος που κατέστη αμετάκλητη η απόφαση που λύνει τον γάμο.
- Στην αύξηση της περιουσίας δεν υπολογίζεται ό,τι απέκτησε από δωρεά, κληρονομιά, ή κληροδοσία
η με διάθεση των αποκτημάτων από αυτές τις αιτίες. Ως δωρεά πρέπει να νοηθεί κάθε απόκτηση
οφέλους από χαριστική αιτία όπως και η γονική παροχή.
- Όταν έχει αυξηθεί η περιουσία και των δυο συζύγων με εκατερωθεν συμβολές, συγκρίνονται οι
επαυξήσεις των περιουσιών για να διαπιστωθεί ποια είναι μεγαλύτερη και ο σύζυγος με την μικρότερη
επαύξηση έχει αξίωση συμμετοχής στην διαφορά που προκύπτει από την σύγκριση τους ενώ δεν
προβλέπεται το αντίθετο στην περίπτωση της μείωσης.
- Ο δικαιούχος οφείλει να αποδείξει την επαύξηση αλλά και το είδος και την έκταση της δικής του
συμβολής. Ο νόμος καθιερώνει το γενικό τεκμήριο στο ένα τρίτο εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή
μικρότερη συμβολή.
- Δεν αποτελεί συμβολή όταν η κρίσιμη προσφορά συνιστά απλώς εκπλήρωση της νόμιμης
υποχρέωσης για συνεισφορά στις οικογενειακές ανάγκες.
- Καθώς η αξίωση συμμετοχής είναι αυστηρά προσωποπαγής αν ο δικαιούχος σύζυγος απεβίωσε οι
κληρονόμοι του δεν έχουν αξίωση συμμετοχής ενώ ο θάνατος το υπόχρεου συζύγου δεν αποφέρει
απόσβεση της αξίωσης και ο σύζυγος μπορεί αν στρέφει κατα των κληρονόμων. Η αξίωση
παραγράφεται με την παρέλευση δυο ετών από την λύση ή την ακύρωση του γάμου.
- Επομένως η αξίωση είναι ενοχική, προσωποπαγής, χρηματική αλλά δεν αποκλείεται και αυτούσια
απόδοση ανάλογου μέρος των αποκτημάτων και αναγκαστικού δικαίου. Η αξίωση συμμετοχής στα
αποκτήματα ρυθμίζεται από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου. Επομένως οι σύζυγοι δεν μπορούν να
αποκλείσουν είτε πριν τον γάμο είτε μετά την εφαρμογή της διάταξης ή να αποκλείσουν ορισμένα
περιουσιακά στοιχεία από την ρύθμιση ή να καθορίσουν διαφορετικό ύψος της αξίωσης. Εάν δεν λυθεί ο
γάμος με συναινετικό διαζύγιο, η όποια συμφωνία είναι άκυρη. Αντίθετα μετά την γέννηση της αξίωσης
είναι ισχυρή η παραίτηση από το δικαίωμα και η συμβατική της αξίωσης με συμβιβασμό, δικαστικό ή
εξώδικο.
ΙΙ. Το σύστημα της κοινοκτημοσύνης: είναι ένα συμβατικό σύστημα ρύθμισης των περιουσιακών
στοιχείων των συζύγων, το οποίο δεν αποκλείεται να συνυπάρχει με το νόμιμο σύστημα της
περιουσιακής αυτοτέλειας. Είναι ένα σύστημα κοινωνίας κατα ίσα μέρη των περιουσιακών στοιχείων,
χωρίς όμως το δικαίωμα διάθεσης του μεριδίου του καθενός. Με την τυχόν διάθεση να είναι άκυρη.
Συνάπτεται με σύμβαση είτε πριν το γάμο, η οποία τότε τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της τέλεσης
του γάμου είτε κατά τη διάρκεια του γάμου και τότε ισχύει αναδρομικά από την τέλεση του γάμου. Η
σύμβαση είναι αιτιώδης, υποσχετική δικαιοπραξία καθώς με αυτή αναλαμβάνεται η υποχρέωση του
κάθε συζύγου να μεταβιβάσει στον άλλον το 50% κάθε περιουσιακού στοιχείου που θα υπαχθεί στην
κοινή περιουσία. Καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και καταχωρίζεται με την ληξιαρχική
πράξη του γάμου στο ενιαίο ειδικό δημόσιο βιβλίο που τηρείται στο Πρωτοδικείο. Οι λεπτομέρειες του
συστήματος καθορίζονται από το σχετικό συμβόλαιο , οι όροι όμως της σύμβασης όμως θα πρέπει να έχουν
ως βάση την αρχή της ισότητας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ συζύγων.Θα πρέπει ακόμη να
προβλέπει τη σύσταση κοινωνίας δικαιώματος με συμμετοχή 50% εξ αδιαιρέτου με την σχετική
διάταξη να είναι κανόνας αναγκαστικού δικαίου. Γίνεται να είναι καθολική ή μερική. Αν επιλέξουν το
σύστημα της καθολικής τότε όλη η υπάρχουσα κατα τον χρόνο σύναψης της σύμβασης περιουσία
υπάγεται στην κοινή περιουσία.
Η κοινοκτημοσύνη λήγει είτε αυτοδικαίως με την λύση ή την ακύρωση του γάμου είτε συμβατικά με
συμφωνία των συζύγων η οποία περιβάλλεται τον συμβολαιογραφικό τύπο είτε δικαστικά ύστερα από
αγωγή. Με την πρόωρη λήξη της οι σύζυγοι επανέρχονται στο νόμιμο σύστημα της περιουσιακής
αυτοτέλειας.

You might also like