ΛΑΤΙΝΙΚΑ-ΜΑΘΗΜΑ 16

You might also like

Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 3

ΜΑΘΗΜΑ 16 – LECTIO SEXTA DECIMA ā ē ō ū ī

A. ΚΕΙΜΕΝΟ: Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΚΑΙΣΑΡΑ ΣΤΗ ΓΑΛΑΤΙΑ

Nostri, postquam pila in hostes misērunt, Οι δικοί μας, αφού έριξαν τα ακόντια στους
gladiis rem gerunt. εχθρούς, μάχονται με ξίφη.
Repente post tergum equitātus cernĭtur; Ξαφνικά στα νώτα τους διακρίνεται το ιππικό·
cohortes appropinquant; hostes terga vertunt ac oι κοόρτεις πλησιάζουν· oι εχθροί στρέφουν τα
fugiunt; νώτα και τρέπονται σε φυγή·
eis equĭtes occurrunt. οι ιππείς τους επιτίθενται.
Fit magna caedes. Γίνεται μεγάλη σφαγή.
Sedulius, dux et princeps Lemovīcum, occiditur; Ο Σεδούλιος, στρατηγός και ηγεμόνας των
Λεμοβίκων, σκοτώνεται·
dux Arvernōrum vivus in fugā comprehendĭtur; ο στρατηγός των Αρβέρνων συλλαμβάνεται
ζωντανός κατά τη φυγή.
signa militaria LXXIIII (septuaginta quattuor) ad εβδομήντα τέσσερα στρατιωτικά λάβαρα
Caesarem referuntur; παραδίνονται στον Καίσαρα·
magnus numĕrus hostium capĭtur atque μεγάλος αριθμός εχθρών συλλαμβάνεται και
interficĭtur; σκοτώνεται·
reliqui ex fugā in civitates discēdunt. οι υπόλοιποι μετά τη φυγή διασκορπίζονται
στις πολιτείες τους (επικράτειές τους).
Postĕro die ad Caesarem legāti mittuntur. Την επόμενη μέρα στέλνονται απεσταλμένοι
στον Καίσαρα.
Caesar iubet arma tradi ac princĭpes prodūci. Ο Καίσαρας διατάζει να παραδοθούν τα όπλα
και να οδηγηθούν μπροστά του οι αρχηγοί.
Ipse pro castris consēdit; Ο ίδιος παίρνει θέση μπροστά στο στρατό-
eo duces producuntur. πεδο· εκεί οδηγούνται οι αρχηγοί.
Vercingetorix dedĭtur, arma proiciuntur. Ο Βερκιγγετόριγας παραδίνεται, τα όπλα
κατατίθενται.

Β. ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
nostri: ονομ. πληθ. αρσ. της κτητ. αντωνυμ. α προσ. noster, nostra, nostrum (= δικός μας) (για
πολλούς κτήτορες)
postquam: (χρον. σύνδ.) (= αφού)
pila: αιτιατ. πληθ. του ουσ. pilum -ί ουδ. 2 (= ακόντιο)
in: (πρόθ.+ αιτιατ.) (= σε)
hostes: αιτιατ. πληθ. του ουσ. hostis -is (αρσ. και θηλ.) 3 (= εχθρός) (εδώ: αρσ.)
misērunt: γ’ πληθ. οριστ. παρακειμ. ενεργ. φων. του ρήμ. mitto, misi, missum, mittere 3 (= ρίχνω)
gladiis: αφαιρ. πληθ. του ουσ. gladius -ii (-i) αρσ. 2 (= ξίφος)
rem: αιτιατ. ενικ. του ουσ. res, rei θηλ. 5 (= πράγμα)
gerunt: γ' πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. gero, gessi, gestum, gerĕre 3 (= διεξάγω,
κάνω) / rem gero (= μάχομαι)
repente: (επίρρ. τροπικό) (= ξαφνικά)
post: (πρόθ.+ αιτιατ.) (= πίσω από, μετά)
tergum: αιτιατ. ενικ. του ουσ. tergum -i ουδ. 2 (= πλάτη, νώτα) / post tergum (= στα νώτα)
equitātus: ονομ. ενικ. του ουσ. equitatus -us αρσ. 4 (= ιππικό)
cernitur: γ’ ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. cerno, crevi, cretum, cernĕre 3 (=
διακρίνω) / cernor, (cretus sum) - conspectus sum, cerni 3 (= κρίνομαι, διακρίνομαι)
cohortes: ονομ. πληθ. του ουσ. cohors -ortis θηλ. 3 (= κοόρτη)
appropinquant: γ' πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. appropinquo, -avi, -atum, -are 1 (=
πλησιάζω) (ad + propinquo)
hostes: ονομ. πληθ. του ουσ. hostis -is (αρσ.και θηλ.) 3 (= εχθρός) (εδώ: αρσ.)
terga: αιτιατ. πληθ. του ουσ. tergum -ί ουδ. 2 (= πλάτη, νώτα)
νertunt: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. verto, verti, versum, vertĕre 3 (= στρέφω) /
νerto terga (= στρέφω τα νώτα, το βάζω στα πόδια)
ac: (συμπλεκτ. σύνδ.) (= και)
fugiunt: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. fugio, fugi, fugitum, fugĕre 3* (= φεύγω)
eis: δοτ. πληθ. αρσ. της οριστ. (επαναληπτ.) αντωνυμ. is, ea, id (= αυτός-ή -ό)
equĭtes: ονομ. πληθ. του ουσ. eques -ĭtis αρσ. 3 (= ιππέας)
occurrunt: γ' πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. occurro, occurri (occucurri), occursum,
occurrĕre 3 (+ δοτ.) (= επιτίθεμαι) (ob + curro)
fit: γ’ ενικ. οριστ. ενεστ. του ρήμ. fio, factus sum, fieri 3 (= γίνομαι).
(χρησιμοποιείται ως παθητικό του facio)
magna: ονομ. ενικ. θηλ. του επιθ. magnus -a -um επίθ. 2 (= μεγάλος)
caedes: ονομ. ενικ. του ουσ. caedes -is θηλ. 3 (= σφαγή)
Sedulius: ονομ. ενικ. του ουσ. Sedulius -ii (-i) αρσ. 2 (= Σεδούλιος)
dux: ονομ. ενικ. του ουσ. dux, ducis αρσ. 3 (= αρχηγός, στρατηγός)
et: (συμπλεκτ. σύνδ.) (= και)
princeps: ονομ. ενικ. του ουσ. princeps -ĭpis αρσ. 3 (= ηγεμόνας)
Lemoνicum: γεν. πληθ. του ουσ. Lemovices -um αρσ. 3 (= Λεμόβικες, Γαλατικό έθνος)
(μόνο στον πληθυντικό) PLURALIA TANTUM
occiditur: γ’ ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. occido, -cidi, -cisum, -cidĕre 3 (=
σκοτώνω) / occidor, occisus sum, occidi 3 (ob + caedo = κόβω)
dux: ονομ. ενικ. του ουσ. dux, ducis αρσ. 3 (= στρατηγός, αρχηγός)
Arvernorum: γεν. πληθ. του ουσ. Arverni -orum αρσ. 2 (= Αρβέρνοι, έθνος της Γαλατίας)
(μόνο στον πληθυντικό) PLURALIA TANTUM
νiνus: ονομ. ενικ. αρσ. του επιθ. vivus -a -um επίθ. 2 (= ζωντανός)
in: (πρόθ.+ αφαιρ.) (= σε)
fuga: αφαιρ. ενικ. του ουσ. fuga -ae θηλ. 1 (= φυγή)
comprehenditur: γ' ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. comprehendo, -prehendi,
-prehensum, -prehendĕre 3 (= συλλαμβάνω)
/ comprehendor, comprehensus sum, comprehendi 3 (cum + prehendo)
signa: ονομ. πληθ. του ουσ. signum -i ουδ. 2 (= σημαία)
militaria: ονομ. πληθ. ουδ. του επιθ. militaris -is -e επίθ. 3 (= στρατιωτικός)
LXXIII (septuaginta quattuor): απόλυτο αριθμητικό, άκλιτo (= εβδομήντα τέσσερα)
ad: (πρόθ.+ αιτιατ.) (= σε)
Caesarem: αιτιατ. ενικ. του ουσ. Caesar -aris αρσ. 3 (= Καίσαρας)
referuntur: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. refero, -tuli (ή rettuli), -latum, -ferre
(= παραδίδω) Ι referor, relatus sum, referri (re + fero)
magnus: ονομ. ενικ. αρσ. του επιθ. magnus -a -um επίθ. 2 (= μεγάλος)
numerus: ονομ. ενικ. του ουσ. numerus -i αρσ. 2 (= αριθμός)
hostium: γεν. πληθ. του ουσ. hostis -is (αρσ. και θηλ.) 3 (= εχθρός) (εδώ: αρσ.)
capitur: γ' ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. capio, cepi, captum, capĕre 3*
Ι capior, captus sum, capi 3* (= συλλαμβάνομαι, πιάνομαι)
atque: (συμπλεκτ. σύνδ.) (= και)
interficitur: γ’ ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. interficio, -feci, -fectum -ficĕre 3*
/ interficior; interfectus sum, interfici 3* (= σκοτώνομαι) (inter + facio)
reliqui: ονομ. πληθ. αρσ. του επιθ. reliquus -a -um επίθ. 2 (= υπόλοιπος)
ex: (πρόθ.+ αφαιρ.) (= από) (ex, e + αφαιρ.)
fuga: αφαιρ. ενικ. του ουσ. fuga -ae θηλ. 1 (= φυγή)
ciνitates: αιτιατ. πληθ. του ουσ. civitas -tatis θηλ. 3 (= πολιτεία)
discedunt: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. discedo, -cessi, -cessum, -cedĕre 3 (=
αποχωρώ, σκορπίζομαι) (dis + cedo)
postĕro: αφαιρ. ενικ. αρσ. του επιθ. posterus -a -um επίθ. 2 (= επόμενος)
die: αφαιρ. ενικ. του ουσ. dies -ei αρσ. 5 (= μέρα)
Caesarem: αιτιατ. ενικ. του ουσ. Caesar -aris αρσ. 3 (= Καίσαρας)
legati: ονομ. πληθ. του ουσ. legatus -ί αρσ. 2 (= απεσταλμένος, πρεσβευτής)
mittuntur: γ' πληθ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. mitto, misi, missum, mittĕre 3
/ mittor, missus sum, mitti 3 (= στέλνομαι)
Caesar: ονομ. ενικ. του ουσ. Caesar -aris αρσ. 3 (= Καίσαρας)
iubet: γ’ ενικ. οριστ. ενεστ. ενεργ. φων. του ρήμ. iubeo, iussi, iussum, iubēre 2 (= διατάζω)
( + τελ. απρμφτ.)
arma: αιτιατ. πληθ. του ουσ. arma -orum ουδ. 2 (= όπλα)
(μόνο στον πληθυντικό) PLURALIA TANTUM
tradi: απρμφτ. παθητ. ενεστ. του ρήμ. trado, -didi, -ditum, -dĕre 3
/ trador, traditus sum, tradi 3 (= παραδίνομαι) (trans + do) .
principes: αιτιατ. πληθ. του ουσ. princeps -ipis αρσ. 3 (= ηγεμόνας)
prodūci: απρμφτ. παθητ. ενεστ. του ρήμ. produco, -duxi, -ductum, -ducĕre 3
/ producor, productus sum, produci 3 ( = οδηγούμαι μπροστά) (pro + duco)
ipse: ονομ. ενικ. αρσ. της οριστ. αντωνυμ. ipse, ipsa, ipsum (= ο ίδιος)
pro: (πρόθ.+ αφαιρ.) (= μπροστά)
castris: αφαιρ. πληθ. του ουσ. castra -orum ουδ. 2 (= στρατόπεδο)
(μόνο στον πληθυντικό) PLURALIA TANTUM
consēdit: γ’ ενικ. οριστ. παρακειμ. ενεργ. φων. του ρήμ. consido, -sedi, -sessum, -sidĕre 3 (=
κάθομαι, παίρνω θέση) (cum + sido = καθίζω)
eo: (τοπικό επίρρ.) (= εκεί)
duces: ονομ. πληθ. του ουσ. dux, ducis αρσ. 3 (= αρχηγός, στρατηγός)
producuntur: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. produco, -duxi, -ductum, -ducĕre 3
/ producor, productus sum, produci 3 (= οδηγούμαι) (pro+duco)
Vercingetorix: ονομ. ενικ. του ουσ. Vercingetorix -igis αρσ. 3 (= Βερκιγγετόριγας)
deditur: γ' ενικ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. dedo, dedidi, deditum, dedĕre 3
/ dedor, deditus sum, dedi 3 (= παραδίνομαι) (de + do)
arma: ονομ. πληθ. του ουδ. arma -orum ουδ. 2 (= όπλα)
(μόνο στον πληθυντικό) PLURALIA TANTUM
proiciuntur: γ’ πληθ. οριστ. ενεστ. παθητ. φων. του ρήμ. proicio, -ieci, -iectum, -icere 3*
/ proicior, proiectus sum, proici 3* (= κατατίθεμαι, ρίχνομαι, πετιέμαι) (ρro + iacio)
Γ. ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΩΝ
Magnus, -a, -um maior, -ior, -ius maximus, -a, -um
Vivus, -a, -um ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ
Militaris, -is, -e ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ
Reliquus, -a, -um ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ
Posterus, -a, -um posterior, -ior, -ius postremus, -a, -um
postumus, -a, -um
Δ. ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ
Repente ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ
Eo ΧΩΡΙΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ

You might also like