Professional Documents
Culture Documents
δραστηριοτητα Τραυλισμός
δραστηριοτητα Τραυλισμός
οποίες αναφέρονται στην μη τυπική ανάπτυξη της καθομιλουμένης εκ μέρους του ατόμου και
μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη συντονισμού μεταξύ των μυών που εμπλέκονται στην παραγωγή
του λόγου. Συγκεκριμένα , τα άτομα με διάγνωση τραυλισμού κατά το DSM-IV αντιμετωπίζουν
προκλήσεις στην επίτευξη της ρέουσας ομιλίας και στην διατήρηση ενός σταθερού ρυθμού ομιλίας.
Ο τραυλισμός χαρακτηρίζεται από επαναλήψεις και εμβολές φθόγγων, συλλαβών και λέξεων ,
μπλοκάρισμα ή δισταγμό κατά την ομιλία, μη ολοκληρωμένες φράσεις , σπασμούς των μυών στον
λάρυγγα και την θωρακική κοιλότητα κατά την διάρκεια της ομιλίας, αφύσικος τόνος και ένταση ,
δυσρυθμίες και πολλά άλλα κατά περίπτωση. Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε
περίπτωση ατόμου που εμφανίζει τραυλισμό είναι ξεχωριστή και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως
τέτοια καθώς υπάρχουν μεταξύ άλλων διαφορές από άτομο σε άτομο όσον αφορά την αιτιολογία,
τον βαθμό σοβαρότητας και την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Όσον αφορά τα αίτια του
τραυλισμού δεν υπάρχει μια καθολική και σταθερή άποψη , καθώς πολλοί είναι οι παράγοντες που
μπορεί να εμπλέκονται σε κάθε περίπτωση. Επιπλέον, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα άτομα που
βιώνουν τραυλισμό μπορεί να αντιμετωπίσουν κυμαινόμενες περιόδους ως προς την εκδήλωση του
λόγου τους. Βέβαια , το φαινόμενο του τραυλισμού και η βίωση των συμπτωμάτων του φαίνεται να
ενσταλάζει μια αίσθηση φόβου , οδηγώντας στην αντίληψη της συναισθηματικής αστάθειας και
στην εκδήλωση άγχους. Ο παραπάνω ισχυρισμός επιβεβαιώνεται καθώς αυτά τα άτομα
επιδεικνύουν συχνά υποαπόδοση στα ακαδημαϊκά επιτεύγματα λόγω της έλλειψης
αυτοπεποίθησης για τις ικανότητες τους.
Με βάση το βιωματικό απόσπασμα που μελετάμε αυτή την εβδομάδα γίνεται κατανοητό ότι ο
τραυλισμός συνοδεύεται σε μεγάλο βαθμό από αρνητικά συναισθήματα όπως το άγχος του ατόμου
σχετικά με το πως σκέφτονται οι άλλοι γι’ αυτό. Σύμφωνα με τους Κάκουρο και Μανιαδάκη (2006)
στο πλαίσιο των αγχωδών διαταραχών, η εκδήλωση των συμπτωμάτων δεν αποδίδεται
αποκλειστικά στα περιβαλλοντικά ερεθίσματα καθαυτά, αλλά μάλλον στην αντίληψη του ατόμου
για αυτά τα ερεθίσματα. Επομένως, όταν τα άτομα που ερμηνεύουν ορισμένα ερεθίσματα ως
απειλητικά και αντιλαμβάνονται την έλλειψη ελέγχου πάνω τους είναι επιρρεπή να εκδηλώσουν
συμπτώματα που σχετίζονται με αγχώδεις διαταραχές. Έτσι , και στην περίπτωση του τραυλισμού το
υποκείμενο πρόβλημα έγκειται στην μη λειτουργική αντίληψη του ατόμου για την δική του
ικανότητα να ελέγχει την ευχέρεια της παραγωγής του λόγου του , εμποδίζοντας κατά συνέπεια
την ικανότητα του να ομιλεί αποτελεσματικά. Αυτή η αντίληψη, που προκύπτει από την πεποίθηση
του ατόμου για την έλλειψη ικανότητας ελέγχου της ομιλίας του , οδηγεί στην εκδήλωση
συμπτωμάτων τραυλισμού ( σ.161-162). Έτσι , λοιπόν , αυτό το συναίσθημα μπορεί να μπλοκάρει
ακόμα περισσότερο τα άτομα με αποτέλεσμα να μην τολμούν καν να μιλήσουν φοβούμενοι τις
συνέπειες και τις αντιδράσεις των άλλων. Η πράξη του να στοχάζεται το άτομο με τραυλισμό την
ομιλία του μπορεί να προκαλέσει αισθήματα ανασφάλειας και αμφιβολίας για τον εαυτό του,
ιδιαίτερα σε καταστάσεις όπου είναι το κέντρο της προσοχής. Κατά συνέπεια, αυτό μπορεί να
οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα άγχους κατά την ομιλία ή ακόμα και όταν το άτομο σκέφτεται
σχετικά με την ομιλία. Επιπλέον, τα άτομα με τραυλισμό συνήθως βιώνουν αρνητικά συναισθήματα
και χαμηλή αυτοεκτίμηση, τα οποία μπορούν να αποδοθούν στον επιπολασμό δυσμενών
εμπειριών, όπως τραυματικά περιστατικά στο σχολείο ή επανάληψη της ίδιας τάξης. Τα άτομα ,
λοιπόν , πρέπει να συμφιλιωθούν με τον εαυτό τους και να μην προσηλώνονται στην επίτευξη
ιδανικών προτύπων ομιλίας ή να μιμούνται τους άλλους.
Κάκουρος Ε., Κ. Μανιαδάκη (2006). Τραυλισμός. Η φύση και η αντιμετώπισή του στα παιδιά και
στους εφήβους. Τυπωθήτω.
Στασινός, Δ. (2020). Η Ειδική Συμπεριληπτική Εκπαίδευση 2027. Η Ελκυστική Εκδίπλωσή της στο
Νέο-ψηφιακό Σχολείο με Ψηφιακούς Πρωταθλητές. Εκδόσεις Παπαζήση (γ’ αναθεωρημένη έκδοση).
Σχολιο = Καλησπέρα Μάρθα. Μου άρεσε το κείμενο σου καθώς αναδεικνύεις την πολύπλευρη φύση
του τραυλισμού. Ως εκ τούτου , ο τραυλισμός δεν αποτελεί μόνο ένα εμπόδιο παραγωγής λόγου ,
αλλά και ένα ψυχολογικό εμπόδιο , όπου η συναισθηματική κατάσταση του επηρεαζόμενου ατόμου
έχει σημαντικό αντίκτυπο στην έκταση του τραυλισμού του. Τα άτομα που βιώνουν τραυλισμό είναι
επιρρεπή στο να αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως ανίκανο να μιλήσουν αποτελεσματικά , με
αποτέλεσμα να βιώνουν άγχος και να αυξάνονται τα συμπτώματα του τραυλισμού τους. Ως
συνέπεια αυτών των δυσλειτουργικών πεποιθήσεων, τα άτομα αναπτύσσουν συχνά συμπεριφορές
αποφυγής που εμποδίζουν την ικανότητά τους να λειτουργούν αποτελεσματικά και μειώνουν το
επίπεδο βελτίωσης τους. Έτσι , για την αντιμετώπιση και τη μείωση των συμπτωμάτων του
τραυλισμού, είναι επιτακτική ανάγκη για τους επαγγελματίες όχι μόνο να εστιάζουν στις τεχνικές
ομιλίας αλλά και να εξετάζουν την ψυχολογική κατάσταση των ατόμων με τραυλισμό και να
αναζητούν τρόπους βελτίωσης.
Ωστόσο, σύμφωνα με ένα σύγχρονο πολυπαραγοντκό μοντέλο το οποίο κερδίζει διαρκώς έδαφος οι
διαταραχές άγχους είναι αποτέλεσμα διαταραγμένης αντίληψης του ατόμου για την αυτό-
αποτελεσματκότητά του (Κάκουρος & Μανιαδάκη, 2012). Η ανθρώπινη συμπεριφορά δεν
επηρεάζεται μόνο από τα ερεθίσματα τα οποία δέχεται το άτομο από το
περιβάλλον αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο ερμηνεύει τα ερεθίσματα αυτά
Επιπλέον, οι αντιδράσεις του ατόμου είναι ανάλογες τόσο με την ερμηνεία των ερεθισμάτων
όσο και με την αξιολόγηση του ίδιου για την ικανότητά του να αντιμετωπίσει μία κατάσταση
την οποία εκτιμά ως επικίνδυνη ή ως απειλητική. Όταν το άτομο θεωρεί ότι δεν είναι ικανό να
αντιμετωπίσει μία απαιτητική κατάσταση, βιώνει άγχος. Όμως πως διαμορφώνεται αυτή η
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό βασίζεται στην έννοια της επιγένεσης. Συνήθως υπάρχει ένα
πρωταρχικό πρόβλημα το οποίο έχει οργανική αιτιολογία. Στη βάση του προβλήματος αυτού
και τους χειρισμούς του περιβάλλοντος του παιδιού στα προβλήματα που απορρέουν από το
πρωταρχικό πρόβλημα. Σύμφωνα με τον Bandura η εμπιστοσύνη των παιδιών στις ικανότητές τους
επηρεάζεται
συνήθως αρνητικά, όταν οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος είναι τέτοιες που τα οδηγούν σε
καταστάσεις στις οποίες είναι πιθανό ότι θα αποτύχουν. Η εμπιστοσύνη οικοδομείται όταν οι
απαιτήσεις των γονέων είναι σύμφωνες με τις πραγματικές ικανότητες του παιδιού και έτσι το
παιδί οδηγείται στην επιτυχία. Με άλλα λόγια οι απαιτήσεις των γονέων προσδιορίζουν για τα
γονείς τους να είναι υπερήφανοι για αυτά. Στο βαθμό που τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι έχουν
τους. Αν οι γονείς έχουν υπερβολικές προσδοκίες, η αρνητική εικόνα την οποία ενδεχομένως
να διαμορφώσει ένα παιδί για τις ικανότητές του ενδυναμώνεται και ανάλογα με την
προσωπικότητά του το παιδί είναι πολύ πιθανό να μεγιστοποιεί στο μυαλό του τα βιώματα
αποτυχίας. Στην εδραίωση αυτής της αντίληψης συμβάλλουν συχνά και οι γονείς αντιδρώντας
τους να αποδίδουν τόσο ικανοποιητικά, ώστε να ελέγχουν τελικά οι ίδιοι σε μεγάλο βαθμό τα
γεγονότα που επηρεάζουν τη ζωή τους. Αυτού του είδους οι πεποιθήσεις καθορίζουν τα
αποτελέσματα των προσπαθειών τους, δηλαδή για το κατά πόσο οι προσπάθειές τους θα
και όχι ως απειλές προς αποφυγή. Σε περίπτωση αποτυχίας δεν εγκαταλείπουν την προσπάθεια
και ανακτούν γρήγορα την εμπιστοσύνη τις ικανότητές τους. Αντιμετωπίζουν τις απειλητικές
αμφιβάλλουν για τις ικανότητές τους αποφεύγουν τις καταστάσεις που οι ίδιοι εκλαμβάνουν
ως δύσκολες γιατί τις θεωρούν απειλητικές. Σε δύσκολες περιστάσεις μέμφονται τις ελλιπείς
τους δεξιότητες, αγωνιούν για τα εμπόδια που θα συναντήσουν και προβλέπουν αποτυχία αντί
αποτυχίας μειώνεται ακόμα περισσότερο η εμπιστοσύνη στις δυνατότητές τους και είναι
καταστάσεις. Η διέγερση του άγχους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο οι
άνθρωποι πιστεύουν ότι οι καταστάσεις στις οποίες ζουν βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους ή
εξαρτώνται από παράγοντες εκτός του ελέγχου τους. Φαίνεται λοιπόν ότι η διέγερση του
άγχους δεν εξαρτάται από τις καταστάσεις αυτές καθ’ αυτές αλλά από τον τρόπο που οι
άνθρωποι τις αντιλαμβάνονται και τις ερμηνεύουν σε σχέση με τον εαυτό τους. Οι άνθρωποι
που πιστεύουν ότι δεν μπορούν να ασκήσουν έλεγχο στις δύσκολες καταστάσεις βιώνουν
περιβάλλοντος ως όλο και περισσότερο απειλητικά και επικίνδυνα για τους ίδιους.
Μεγιστοποιούν τη σοβαρότητα των πιθανών απειλών και ανησυχούν ακόμη και για πράγματα
Κάκουρος Ε., Κ. Μανιαδάκη (2006). Τραυλισμός. Η φύση και η αντιμετώπισή του στα παιδιά και
στους εφήβους. Τυπωθήτω.