Professional Documents
Culture Documents
ΝΑΣΤΟΥ 2017
ΝΑΣΤΟΥ 2017
Υιλοςοφικό χολό
Σμόμα Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ
Σομϋασ Αρχαιολογύασ και Ιςτορύασ τησ Σϋχνησ
Ανδρομϊχη Νϊςτου
Διδακτορικό διατριβό
ΣΟΜΟ 1Ο
Αθόνα 2017
1
ΤΜΒΟΤΛΕΤΣΙΚΗ ΕΠΙΣΡΟΠΗ
Πλϊτων Πετρύδησ, Αναπληρωτόσ Καθηγητόσ
οφύα Καλοπύςη-Βϋρτη, Ομϐτιμη Καθηγότρια
Φριςτύνα Σςιγωνϊκη, Επύκουρη Καθηγότρια
2
ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ
ΣΟΜΟ 1Ο
Πρϐλογοσ 10
ΜΕΡΟ Ι ΘΕΜΑΣΙΚΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΗ ΕΙΑΓΩΓΗ
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 1Ο Ειςαγωγό ςτο θϋμα
1.1 Ειςαγωγό 12
1.2 Επιλογό και οριοθϋτηςη του θϋματοσ: Φρϐνοσ και Φώροσ 12
1.3 Ιςτορύα τησ ϋρευνασ 20
1.4 τϐχοι 22
1.5 Θεωρητικϐσ προςανατολιςμϐσ 22
1.6 Μεθοδολογικϐ πλαύςιο 25
1.7 Θεωρητικϊ προβλόματα και πρακτικϋσ δυςκολύεσ 27
1.8 Διϊρθρωςη και δομό τησ εργαςύασ 29
3
3.4 Υυςικϋσ και Ανθρωπογενεύσ καταςτροφϋσ
3.4.1 Υυςικϊ φαινϐμενα 80
3.4.2 Κρύςεισ ανθρωπογενεύσ 86
3.5 Η ςλαβικό παρουςύα ςτη Φαλκιδικό 90
4
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 5Ο Ιςτορικό και αρχαιολογικό μαρτυρύα : Η περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ
5.1. Ιςτορικό διερεϑνηςη 163
5.2. Αρχαιολογικό διερεϑνηςη 170
5.2.1. Οχϑρωςη 171
5.2.2. Λιμϊνι 175
5.2.3. Πολεοδομικϊ Κατϊλοιπα 177
5.2.4. Οικοδομικϊ Κατϊλοιπα:
5.2.4.1. Δημϐςια κτύρια 178
5.2.4.2. Θρηςκευτικϊ κτύρια 180
5.2.4.3. Ιδιωτικϊ κτύρια 181
5.2.5. Νεκροταφεύα 182
5.3. Πολεοδομικό Οργϊνωςη 183
υμπερϊςματα 188
5
6.2.4.5. Βιοτεχνικϋσ εγκαταςτϊςεισ – Εργαςτόρια – Αποθόκεσ και τϊβλοι 225
6.2.5. Νεκροταφεύα 226
6.3. Πολεοδομικό οργϊνωςη 228
υμπερϊςματα 235
6
7.3.5. Μικροαντικεύμενα καθημερινόσ χρόςησ 337
υμπερϊςματα 338
7
9.4. Τςτεροβυζαντινό Περύοδοσ 374
9.4.1. Βρϑα 374
9.4.2. Καςςϊνδρεια 374
9.4.3. Ιεριςςϐσ 375
9.4.4. Ύπαιθροσ 376
υμπερϊςματα 376
8
11.1.2. Η φυςιογνωμύα του οικιςμοϑ διαχρονικϊ 435
11.1.3. Πολεοδομύα-Αρχιτεκτονικό- Φωροταξικό Οργϊνωςη 442
11.1.4. Παρατηρόςεισ 445
ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ
11.2.1. Κριτόρια επιλογόσ τησ θϋςησ κατούκηςησ και προϒποθϋςεισ αςτικοπούηςησ 452
11.2.2. Η φυςιογνωμύα του οικιςμοϑ διαχρονικϊ 453
11.2.3. Πολεοδομύα-Αρχιτεκτονικό- Φωροταξικό Οργϊνωςη 459
11.2.4. Παρατηρόςεισ 460
ΙΕΡΙΟ
11.3.1. Κριτόρια επιλογόσ τησ θϋςησ κατούκηςησ και προϒποθϋςεισ αςτικοπούηςησ 472
11.3.2. Η φυςιογνωμύα του οικιςμοϑ διαχρονικϊ 473
11.3.3. Πολεοδομύα-Αρχιτεκτονικό- Φωροταξικό Οργϊνωςη 479
11.3.4. Παρατηρόςεισ 481
Σομοσ 2οσ
Φϊρτεσ (9) 608
χϋδια (36) 626
Εικϐνεσ (190) 649
Κατϊλογοσ προϋλευςησ χαρτών, ςχεδύων, εικϐνων 700
9
Πρόλογος
Διατυπώνεται ςυχνϊ η ϊποψη ϐτι η ςυγγραφό μιασ διατριβόσ εύναι μια ατομικό διανοητικό
ϊςκηςη. Παρϊ ταϑτα, η πνευματικό επαγωγό μϋςα απϐ το πλόθοσ των κειμϋνων ϊλλων ερευνητών
δεν εύναι παρϊ μια ιδιϐτυπη ςπουδό ςτην κοινωνικϐτητα, ενώ η φιλϐπονη πορεύα ευοδώνεται με την
αρωγό ςυγκεκριμϋνων ανθρώπων. ε αυτοϑσ αςφαλώσ αξύζουν πολλϊ περιςςϐτερα απϐ την ϋκφραςη
ειλικρινοϑσ ευγνωμοςϑνησ, που εκτύθεται ςε αυτϋσ τισ προοιμιακϋσ ςημειώςεισ.
Καταρχϊσ, ο εκ των ων ουκ ϊνευ, επιβλϋπων τησ διατριβόσ αναπληρωτόσ καθηγητόσ Πλϊτων
Πετρύδησ, με καθοδόγηςε με υποδειγματικό μεθοδικϐτητα, αποςαφηνύζοντασ επιμϋρουσ ζητόματα με
διαλλακτικϐτητα και νηφαλιϐτητα και διαφωτύζοντϊσ με με την ευρυμϊθεια και τη διειςδυτικό του
ςκϋψη. Σα ϊλλα δϑο μϋλη τησ τριμελοϑσ ςυμβουλευτικόσ επιτροπόσ, η ομϐτιμη καθηγότρια οφύα
Καλοπύςςη-Βϋρτη και η αναπληρώτρια καθηγότρια Φριςτύνα Σςιγωνϊκη διϊβαςαν την εργαςύα και
βελτύωςαν επιμϋρουσ τμόματα με καλοπροαύρετεσ και ιδιαιτϋρωσ εϑςτοχεσ παρατηρόςεισ.
Η ομϐτιμη καθηγότρια Κλαύρη Παλυβοϑ, η οπούα όδη απϐ τισ μεταπτυχιακϋσ μου ςπουδϋσ και,
ιδιαύτερα, ςτο ξεκύνημα αυτοϑ του εγχειρόματοσ με βοόθηςε με τρϐπο ϊμεςο και ανεπιτόδευτο ςε
ζητόματα πρακτικϊ.
Ο τϋωσ Προώςτϊμενοσ τησ Εφορεύασ Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ Ιωϊννησ Σαβλϊκησ
ςυναύνεςε εξαρχόσ ςτη μελϋτη τησ εγκατούκηςησ τησ Φαλκιδικόσ και υπόρξε εξαιρετικϐσ ςυνομιλητόσ
ςτα πρώτα ςτϊδια τησ εργαςύασ πρϐθυμοσ να μοιραςτεύ την γνώςη του, την οξυδερκό ςκϋψη και την
εμπειρύα του και να διευκολϑνει ςε πρακτικϐ επύπεδο την προςϋγγιςη μνημεύων και τϐπων.
Οι υπεϑθυνοι αναςκαφεύσ των βαςικϐτερων θϋςεων τησ Φαλκιδικόσ, Σύτη Σςανανϊ, Λόδα Σϐςκα
και Ιωακεύμ Παπϊγγελοσ επϋδειξαν ςυναινετικϐτητα και προθυμύα να λϑςουν ϐποιο ζότημα ανϋκυπτε
ςε ςχϋςη με το αναςκαφικϐ υλικϐ. Ιδιαύτερα δε ο Ιωακεύμ Παπϊγγελοσ μοιρϊςτηκε μαζύ μου τη γνώςη
του απϐ την πολϑχρονη και εμβριθό εναςχϐληςό του με την τοπογραφύα τησ Φαλκιδικόσ.
Ο νυν Προώςτϊμενοσ τησ Εφορεύασ Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ Ιωϊννησ Κανονύδησ
μου παραχώρηςε ϊδεια μελϋτησ και αναδημοςύευςησ αρχειακοϑ υλικοϑ και παρεύχε τη διαρκό ςτόριξό
του ςτα τελικϊ ςτϊδια τησ εργαςύασ.
Ο ςυνϊδελφοσ αρχαιολϐγοσ Βαγγϋλησ Μαλαδϊκησ ϋδειξε εξαρχόσ μεγϊλο ενδιαφϋρον για την
πορεύα τησ εργαςύασ και μου επϋτρεψε να ςυμβουλευτώ την υποδειγματικό διατριβό του με θϋμα τη
διακύνηςη του χρόματοσ ςτη Φαλκιδικό απϐ τον 10ο μϋχρι τον 14ο αιώνα.
Η τοπογρϊφοσ και φύλη Μαρύα Δαγλϊρογλου με ςυνϐδευε ςταθερϊ ςτισ επιτϐπιεσ ϋρευνεσ και με
ενύςχυε με τον ενθουςιαςμϐ τησ, ενώ επιμελόθηκε με προςόλωςη τα ςχϋδια και τουσ χϊρτεσ που
ςυμπληρώνουν εποπτικϊ τη διατριβό. Για τη ςτόριξη και, κυρύωσ, για την υπομονό τησ την ευχαριςτώ
θερμϊ.
Σϋλοσ, η παροϑςα διατριβό αφιερώνεται ωσ ελϊχιςτη ϋνδειξη ευγνωμοςϑνησ ςτην οικογϋνειϊ
μου, ςτουσ γονεύσ μου και ςτον αδελφϐ μου που με ενθϊρρυναν και με ςτόριζαν διαρκώσ πρακτικϊ και
ηθικϊ και ςτον ςϑζυγϐ μου, τον καλϑτερο ςυνοδοιπϐρο που θα μποροϑςα ποτϋ να φανταςτώ.
10
ΜΕΡΟ Ι
ΘΕΜΑΣΙΚΗ ΚΑΙ ΦΨΡΟΦΡΟΝΙΚΗ
ΕΙΑΓΨΓΗ
11
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 1Ο ΔΗΑΓΧΓΖ ΣΟ ΘΔΜΑ
1.1. Ειςαγωγό
Πολλϋσ οικιςτικϋσ θϋςεισ τησ αρχαιϐτητασ καταλόφθηκαν απϐ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ δεύχνοντασ
μια διαχρονικό προτύμηςη των ανθρώπων ςτισ περιοχϋσ αυτϋσ. Οι παρϊγοντεσ πύςω απϐ την διαρκό
παρουςύα ςτουσ ύδιουσ τϐπουσ μασ δύνουν ςημαντικϊ ιςτορικϊ, οικονομικϊ και κοινωνικϊ ςτοιχεύα.
Ψςτϐςο, το να κατανοόςει κανεύσ τον πρωταρχικϐ λϐγο πύςω απϐ την επιλογό μιασ ςυγκεκριμϋνησ
θϋςησ και τισ μεταβολϋσ που η θϋςη αυτό υπϋςτη ςτην εξελικτικό τησ πορεύα μπορεύ να αποδειχτεύ
πολϑ δϑςκολο εξαιτύασ του μεγϊλου εϑρουσ και τησ πολυπαραγοντικόσ φϑςησ των πιθανών αιτύων.
Πρϐςφατα οι αρχαιολϐγοι ϊρχιςαν να αναπτϑςςουν πιο ςϑνθετεσ εκτιμόςεισ για τη διερεϑνηςη
των διαφορετικών ϐψεων τησ ανθρώπινησ ζωόσ, ϐχι μϐνο ςε ςχϋςη με τον υλικϐ κϐςμο αλλϊ και ςε
επύπεδο ιδεολογύασ, ςυμβολιςμών και κοινωνικών ςυμπεριφορών υιοθετώντασ μεθοδολογύεσ που
ϋχουν ιςχϑ ςε ϊλλουσ επιςτημονικοϑσ χώρουσ. Σϋτοιεσ εργαςύεσ χρηςιμοποιοϑν ςυχνϊ ανθρωπολογικϋσ
αναλογύεσ ςαν ερμηνευτικϐ βοόθημα ό μια ευρεύα γκϊμα δημοφιλών απϐψεων τησ κοινωνικόσ θεωρύασ,
ϐπωσ η φαινομενολογύα, ενώ ςημαντικϊ μεθοδολογικϊ εργαλεύα προςφϋρουν οι τομεύσ τησ ιςτορικόσ
τοπογραφύασ, τησ αρχαιολογύασ και τησ ιςτορύασ.1
Εύναι μεγϊλη πρϐκληςη να προςπαθόςει κανεύσ να περιγρϊψει τουσ κοινωνικοϑσ
μεταςχηματιςμοϑσ, τισ χρονικϋσ και χωρικϋσ πυκνϐτητεσ, τισ κλύμακεσ των μεγεθών και τισ
κανονικϐτητεσ ενϐσ τϐπου. Μια τϋτοια ςυλλογιςτικό κατϋςτη η αφετηρύα για μια απϐπειρα μελϋτησ τησ
βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ με ϋμφαςη ςτη διερεϑνηςη τησ εξϋλιξησ του τρϐπου που κατοικόθηκε, μϋςα απϐ
το παρϊδειγμα τριών οικιςμών και τησ υπαύθρου που τουσ περιβϊλλει απϐ τον 4 ο μϋχρι και τισ αρχϋσ
του 14ου αιώνα.
1 Papaconstantinou, D., “The Archaeological context as a unifying process. An introduction”, D. Papaconstantinou (επιμ.), Deconstructing context:
a critical approach to archaeological practice, Oxbow Books, Oxford (2006), 1-21
12
Η χερςϐνηςοσ τησ Φαλκιδικόσ υπόρξε μια βυζαντινό επαρχύα, που θεωρεύται ακϐμα ϊγνωςτη
αρχαιολογικϊ. Μια, κατϊ το δυνατϐν, ςυνολικό θεώρηςη τησ οικιςτικόσ τησ εξϋλιξησ θα μποροϑςε να
προςφϋρει ϋνα πλαύςιο αναφορϊσ ςτο οπούο να εγγραφοϑν αργϐτερα επιμϋρουσ ερμηνευτικϋσ
προςεγγύςεισ κι αυτϐ, διϐτι τα οικιςτικϊ μοντϋλα, κατϊ κανϐνα, αναπτϑςςονται αργϊ ανϊ τουσ αιώνεσ.
Νϋοι οικιςμού προκϑπτουν καθώσ οι ϊνθρωποι αντιδροϑν ςε μεταβαλλϐμενεσ ςυνθόκεσ, κϊποιοι
οικιςμού μεταφϋρονται ϊλλοι ςυρρικνώνονται ό και εξαφανύζονται. Αυτϋσ οι εξελύξεισ, το τοπύο και το
μοντϋλο του οικιςμοϑ πολϑ ςπϊνια αντιπροςωπεϑουν ϋνα μϐνο ιςτορικϐ ςυμβϊν.2
Θεωρόθηκε, επομϋνωσ, ουςιαςτικόσ ςημαςύασ να μην περιοριςτεύ η ϋρευνα ςε μια μϐνο χρονικό
περύοδο καθώσ μια τϋτοια κατϊτμηςη θα μποροϑςε να λειτουργόςει υπονομευτικϊ για το μϋλλον τησ
ϋρευνασ ςτην περιοχό, καθώσ υπϊρχει ο κύνδυνοσ να υποβαθμύςει δυναμικϋσ που αναπτϑςςονται ςε
ιςτορικϊ περιβϊλλοντα και οι οπούεσ δεν υπϐκεινται ςε ςαφό χρονολογικϊ πλαύςια αλλϊ κατανϋμονται
ςε ϋναν μϊλλον πολυεπύπεδο χρϐνο.
Αςφαλώσ, η εςωτερικό οργϊνωςη του υλικοϑ ςε περιϐδουσ κρύθηκε απαραύτητη για πρακτικοϑσ
λϐγουσ. O Bergson, ϊλλωςτε, ϋχει τονύςει πωσ «ο χρϐνοσ γύνεται αντιληπτϐσ ωσ διϊρκεια αλλϊ
αναπαρύςταται ωσ αλληλουχύα».3Φρηςιμοποιόθηκαν οι ςυμβατικού χαρακτηριςμού που ϋχουν
επικρατόςει ςτην αρχαιολογικό ϋρευνα. Η ύδια ορολογύα χρηςιμοποιεύται και ςτισ περιπτώςεισ που
γύνεται αναφορϊ ςε κινητϊ ευρόματα: πρωτοβυζαντινϊ (4οσ-7οσ αιώνασ), μεςοβυζαντινϊ (7οσ-12οσ) και
υςτεροβυζαντινϊ (13οσ-14οσ).
Η απϐδοςη του υλικοϑ παρατακτικϊ μϋςω τησ γραμμικόσ παρουςύαςησ των μακρϐςυρτων
μεταβολών των μεςαιωνικών χρϐνων υπαγορεϑεται, εκτϐσ των ϊλλων, απϐ την καθιερωμϋνη
μεθοδολογικϊ πρακτικό ςτην ϋρευνα, μια μελϋτη οικιςτικόσ εξϋλιξησ να ςυνδϋεται κυρύωσ με τισ
ςταθερϋσ του χρϐνου και του τϐπου, διϐτι ϋτςι γύνονται αντιληπτϋσ οι φϊςεισ ανϊπτυξησ και
υπανϊπτυξησ των κοινωνιών.
Αιςθητό εύναι μια τομό ςε επύπεδο διαθϋςιμων πηγών –αρχαιολογικών και κειμενικών-, που
φαύνεται ϐτι προϋκυψε ςτη Φαλκιδικό απϐ τον 7ο αιώνα μϋχρι και το τρύτο τϋταρτο του 9ου αιώνα,
φαινϐμενο που εντοπύζεται ςτην πλειονϐτητα των βυζαντινών περιοχών που ϋχουν ερευνηθεύ. Θα
αποφϑγουμε τον ϐρο «κοτεινού Αιώνεσ», που εύναι φορτιςμϋνοσ με –λανθϊνουςεσ ϋςτω- αρνητικϋσ
ςυνεκδοχϋσ για την διαθϋςιμη πληροφορύα, καθώσ πρϋπει να δοθεύ ϋμφαςη τϐςο ςτην απουςύα ϐςο και
ςτην παρουςύα μαρτυριών και δεδομϋνων. Η απουςύα ςτοιχεύων δεν εύναι ϋνα τυχαύο γεγονϐσ αλλϊ
υποδεικνϑει την ανϊγκη εντοπιςμοϑ και ερμηνεύασ των μοντϋλων διατόρηςησ ό μη μιασ ϋνδειξησ ό
μαρτυρύασ.
Ψσ εκ τοϑτου, θα θεωρόςουμε την περύοδο αυτό ωσ την «πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο» ό
περύοδο των αλλαγών, ενώ «ϐψιμη μεςοβυζαντινό περύοδο» θα θεωρόςουμε την εποχό απϐ τον 10ο
μϋχρι τον 12ο αιώνα, οπϐτε εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ ο ϐροσ «κϊςτρο» για οριςμϋνουσ οικιςμοϑσ τησ
2 Forbes, H., Meaning and Identity in a Greek Landscape. An archaeological Ethnography, Cambridge University Press, New York (2007), 177-179
3 Bergson, H., Time and Free Will. An essay on the Immediate Data of Consciousness, Macmillan, London (1910)
13
Φαλκιδικόσ, υποδεικνϑοντασ μεταβολϋσ ςτη δομό, τη μορφό και τη διαςπορϊ τησ οικιςτικόσ
οργϊνωςησ, που παραμϋνει ϋκτοτε ςταθερό μϋχρι την υςτεροβυζαντινό περύοδο, οπϐτε ςημειώνονται
εκ νϋου μεταβολϋσ.
Φώροσ
Η επιλογό τριών οικιςμών και του οικιςτικοϑ δικτϑου τησ υπαύθρου που τουσ περιβϊλλει, εύναι
πιθανϐν να θεωρηθεύ αυθαύρετη και για τον λϐγο αυτϐ θα επιχειρόςουμε να την αιτιολογόςουμε.
Μια αρχικό ςκϋψη να εξεταςτεύ το ςϑνολο τησ χερςονόςου τησ Φαλκιδικόσ (πλην του Ωθω για
ευνϐητουσ λϐγουσ), θα απϋδιδε ϋναν τερϊςτιο αριθμϐ αρχαιολογικών θϋςεων και μια μη διαχειρύςιμη
ποςϐτητα πληροφοριών, υποδεικνϑοντασ τη διαύρεςη αυτοϑ του εξαιρετικϊ μεγϊλου ϐγκου του υλικοϑ
και τη μελϋτη ενϐσ τμόματϐσ του ωσ αναγκαύο μονϐδρομο.
Εξαρχόσ, τϋθηκε το ζότημα τησ διατϑπωςησ ϋγκυρων κριτηρύων με βϊςη τα οπούα θα γινϐταν η
επιλογό των προσ ϋρευνα οικιςμών και ςε ϋνα δεϑτερο επύπεδο τησ ϋκταςησ τησ υπαύθρου τουσ.
Αποφαςύςτηκε να ληφθεύ υπϐψη η γεωμορφολογύα τησ χερςονόςου, η ιςτορικό ςυνϋχεια ςε
επύπεδο διατόρηςησ βαςικών θεςμικών και κοινωνικών ιδιοτότων που καθιςτοϑν κϊποιον οικιςμϐ
«κϋντρο» (με την ϋννοια τησ ιςτορικόσ προοπτικόσ) μιασ γεωγραφικόσ ενϐτητασ και η ςχϋςη τησ κϊθε
περιοχόσ με το δύκτυο επικοινωνύασ, που ενώνει τϐπουσ και ευνοεύ ςυγκεκριμϋνεσ δραςτηριϐτητεσ για
τα ιςτορικϊ υποκεύμενα. Ϊτςι, προϋκυψαν οι εξόσ ενϐτητεσ:
Α. Η δυτικό Φαλκιδικό με τη δυνατϐτητα καλλιεργειών, το πυκνϐ εςωτερικϐ χερςαύο δύκτυο και
την ϋξοδο προσ τον Θερμαώκϐ Κϐλπο,
Β. Η κεντρικό Φαλκιδικό με κυρύαρχο ςτοιχεύο τουσ ορεινοϑσ ϐγκουσ, που παρουςιϊζουν
απροςπϋλαςτα ςημεύα.
Γ. Η ανατολικό Φαλκιδικό με τα πυκνϊ δϊςη και τουσ μεταλλευτικοϑσ πυρόνεσ προσ τα βϐρεια και
τη δυνατϐτητα για μετακινόςεισ και διακύνηςη προώϐντων απϐ τον ιγγιτικϐ και απϐ τον τρυμονικϐ
Κϐλπο.
Δ. Η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ με το διαφορετικϐ ανϊγλυφο ςτο βϐρειο και το νϐτιο τμόμα
τησ Φερςονόςου και την ακτογραφικό ευχϋρεια τϐςο απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ ϐςο και απϐ αυτό
του Σορωναύου κϐλπου.
Ε. Η χερςϐνηςοσ τησ ιθωνύασ με την βραχώδη και ϊγονη φυςιογνωμύα και την ϋξοδο ςτο Αιγαύο.
Σ. Η χερςϐνηςοσ του Ωθω, ϐπου όδη απϐ τον 8ο αιώνα οργανώνεται η μοναςτικό κοινϐτητα.
τισ παραπϊνω περιοχϋσ οργανώθηκε ϋνα πυκνϐ δύκτυο οικιςμών όδη απϐ την προώςτορικό
περύοδο, που εξελύχθηκε με την εμφϊνιςη ςημαντικών αςτικών κϋντρων, τα οπούα διαδραμϊτιςαν
ουςιαςτικϐ ρϐλο ςτισ ιςτορικϋσ και πολιτιςμικϋσ εξελύξεισ κατϊ την κλαςικό και ρωμαώκό αρχαιϐτητα.
Δεν χρηςιμοποιόθηκαν ϐμωσ ϐλεσ οι παραπϊνω θϋςεισ κατϊ τη βυζαντινό περύοδο, γεγονϐσ που δεν
πρϋπει να εύναι τυχαύο αλλϊ δεύχνει να υπϊρχει μια αλληλεπύδραςη ανϊμεςα ςτον χώρο και ςτον
ανθρώπινο παρϊγοντα.
14
ημαντικό εξϋλιξη θεωρεύται η εμφϊνιςη του ϐρου «κϊςτρον» κατϊ την μεςοβυζαντινό περύοδο, ωσ
προςδιοριςτικϐ οριςμϋνων οικιςμών, γεγονϐσ που αποτελεύ ϋνδειξη μεταβολών ςτην οικιςτικό τουσ
οργϊνωςη ό φυςικών αλλαγών ςτη θϋςη τουσ. Πρϐκειται για τα κϊςτρα: τησ Βρϑασ, τησ Καςςϊνδρειασ,
τησ Ερμόλειασ, τησ Σορώνησ, του Ποκρεντοϑ, τησ Ιεριςςοϑ, του Αρδαμερύου, και τησ Ρεντύνασ. Σα δϑο
τελευταύα ϋπρεπε να αποκλειςτοϑν απϐ την ϋρευνα γιατύ δεν εμπύπτουν ςτη ςημερινό διοικητικό
περιφϋρεια τησ Φαλκιδικόσ, ϐπωσ αυτό ορύζεται ςτο κεφϊλαιο 2. Σα κϊςτρα τησ Ερμόλειασ και του
Ποκρεντοϑ δεν ϋχουν ερευνηθεύ αναςκαφικϊ ενώ ςτην περύπτωςη του κϊςτρου τησ Σορώνησ,
απουςιϊζουν τα θεςμικϊ και κοινωνικϊ κριτόρια που θα επϋτρεπαν τον χαρακτηριςμϐ του ωσ
«κεντρικοϑ οικιςμοϑ». Απϐ τα υπϐλοιπα κϊςτρα, αυτϊ τησ Βρϑασ, τησ Καςςϊνδρειασ και τησ Ιεριςςοϑ
οργανώθηκαν ςε θϋςεισ τησ αρχαιϐτητασ, αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ των πρώιμων βυζαντινών χρϐνων
ωσ πϐλεισ και ταυτϐχρονα ϋχουν υπϊρξει επύ μακρϐν φορολογικϊ, διοικητικϊ κϋντρα και ϋδρεσ
εκκληςιαςτικών και ςτρατιωτικών αρχϐντων, ενώ προςϋφεραν δυνατϐτητεσ επικοινωνύασ τϐςο με τισ
δϑο μεγϊλεσ πϐλεισ τησ αυτοκρατορύασ, τη Θεςςαλονύκη και την Κωνςταντινοϑπολη ϐςο και με τουσ
υδϊτινουσ δρϐμουσ του εμπορύου. Εξϊλλου, το γεωγραφικϐ τουσ ςτύγμα καλϑπτει τρεισ ςημαντικϋσ
περιοχϋσ τησ χερςονόςου: τη δυτικό, την ανατολικό και τη χερςϐνηςο Καςςανδρεύασ αφόνοντασ εκτϐσ
τησ ϋρευνασ, προσ το παρϐν, την ορεινό και δυςπρϐςιτη κεντρικό Φαλκιδικό, ϐπου απϐ τισ πηγϋσ
διαφαύνεται μικρϐσ βαθμϐσ πυκνϐτητασ οικιςτικών θϋςεων, τη ιθωνύα, που ϋχει ϐμωσ μελετηθεύ απϐ
τον Ιωακ. Παπϊγγελο ςτη διδακτορικό διατριβό του4 και τον Ωθω.
Επομϋνωσ, οι τρεισ οικιςμού παρουςιϊζουν υλικϐ ιδανικϐ ποςοτικϊ, ποικύλο ωσ προσ τα ποιοτικϊ
του χαρακτηριςτικϊ και αρκετϊ αντιπροςωπευτικϐ τησ ϐλησ περιοχόσ. Επύ πλϋον, ςυνιςτοϑν
«περιοχϋσ» δεκτικϋσ ςε μελϋτη ςαν ανεξϊρτητεσ μονϊδεσ με την ϋννοια ϐτι αποτελοϑν αυτϐνομεσ
διοικητικϋσ και οικονομικϋσ ενϐτητεσ και διαθϋτουν μια πολιτιςμικό ςυνϊφεια.
τϐχοσ εύναι, μϋςα απϐ τη μελϋτη των μεταμορφώςεων των τριών οικιςτικών κϋντρων τησ
βυζαντινόσ επαρχύασ και τησ τοπικόσ κοινωνύασ και οικονομύασ, ϐπωσ αυτϋσ διαμορφώθηκαν με βϊςη
ςυγκεκριμϋνουσ παρϊγοντεσ και αποτυπώνονται ςτα υλικϊ κατϊλοιπα, να ςυμπληρωθεύ ϋνα κενϐ ςτισ
μελϋτεσ, που αφοροϑν, ςτην πλειονϐτητϊ τουσ, ςημαντικϋσ περιπτώςεισ αυτοκρατορικών πϐλεων.
ε ϋνα δεϑτερο επύπεδο, μελετϊται η οργϊνωςη –οικιςτικό και παραγωγικό- τησ υπαύθρου που
περιβϊλλει τα τρύα κϋντρα και γύνεται μια απϐπειρα προςδιοριςμοϑ τησ ςχϋςησ τησ με αυτϊ ςτον
βαθμϐ που εύναι εφικτϐ, καθώσ ςτην παροϑςα εργαςύα η μεςαιωνικό πϐλη και ϑπαιθροσ
αντιμετωπύζονται ςαν μια αδιαύρετη ενϐτητα.
4 Παπϊγγελοσ Ι., Η ιθωνύα κατϊ τουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ: Ιςτορύα, μνημεύα, τοπογραφύα, τϐμοι Α’ και Β’, αδημ. διδ. διατρ., Θεςςαλονύκη (2000)Β
15
Ορολογύα: Κεντρικού Οικιςμού
Απϐ τη ςτιγμό που δεν ϋχει ςυνομολογηθεύ ακϐμα ςτην ϋρευνα μια δϋςμη κριτηρύων βϊςει τησ
οπούασ θα μποροϑςαμε να καταλόξουμε ςε ϋναν οριςμϐ και ςε μια τυπολογύα, που θα επϋτρεπε τη
λεπτό διϊκριςη ανϊμεςα ςτισ διαφορετικϋσ οικιςτικϋσ διαβαθμύςεισ, ςτην παροϑςα εργαςύα, θα
αναφερϐμαςτε ςτουσ τρεισ οικιςμοϑσ με τουσ ϐρουσ: «οικιςμϐσ», «θϋςη» ό «οικιςτικϐ κϋντρο»
αποφεϑγοντασ ςτην αφόγηςη τη χρόςη ϐρων που θα μποροϑςαν να δημιουργόςουν παρανοόςεισ λϐγω
τησ πολυςημύασ τουσ ςτισ βυζαντινϋσ πηγϋσ.5
Σο γεγονϐσ ϐτι οι οικιςμού τησ μελϋτησ πληροϑν κϊποια διαχρονικϊ, κοινωνιολογικοϑ και ιςτορικοϑ
χαρακτόρα, κριτόρια ϐπωσ η παρουςύα κρατικών και εκκληςιαςτικών αρχών, η μϐνιμη διαμονό
εκπροςώπων του ανώτερου κοινωνικοϑ ςτρώματοσ, η ςυχνό αναφορϊ ςτισ πηγϋσ με ϐρουσ που
προςιδιϊζουν ςε ϐ,τι χαρακτηρύζουμε ωσ «πϐλη», ϐπωσ κϊςτρον και πολύχνη και η μεγαλϑτερη
πληθυςμιακό τουσ πυκνϐτητα ςε ςχϋςη με τουσ γειτονικοϑσ οικιςμοϑσ, τουσ αναδεικνϑει ςε κϋντρα
μιασ ευρϑτερησ περιοχόσ, λιγϐτερο ό περιςςϐτερο εκτεταμϋνησ6 και ωσ τϋτοια θα αντιμετωπύζονται και
θα αναφϋρονται. Βϋβαια, λϐγω του ϐτι οι μεταβολϋσ ςτην κοινωνύα διαχρονικϊ εύναι μεγϊλεσ και ακϐμα
και οι διϊφορεσ μορφϋσ ιςχϑοσ μπορεύ να εμφανύζονται με διαφορετικϋσ ϐψεισ και να ακολουθοϑν
διαφορετικοϑσ κανϐνεσ,7 ο ϐροσ «οικιςτικϊ κϋντρα» δεν εμφανύζεται αποκλειςτικϊ με θεςμικοϑσ και
οικονομικοϑσ ϐρουσ.
Φρόςη τησ οικιςτικόσ ορολογύασ των πηγών θα γύνεται μϐνο ςτισ περιπτώςεισ που αυτό
επαληθεϑεται απϐ την αρχαιολογικό μαρτυρύα.
την πορεύα τησ ϋρευνασ θα επιχειρόςουμε, μεταξϑ ϊλλων, να διαςαφηνύςουμε αν και κατϊ πϐςο οι
μεταβολϋσ ςτην οικιςτικό ορολογύα αντανακλοϑν την μεταβολό τησ υπϐςταςόσ των οικιςμών αν,
δηλαδό, η ςημαςιολογύα των ϐρων τησ οικιςτικόσ ιεραρχύασ αντιπροςωπεϑονταν ϐχι μϐνο
γλωςςολογικϊ αλλϊ και χωρικϊ.
Ύπαιθροσ
Εκτϐσ απϐ τη μελϋτη τησ οικιςτικόσ εξϋλιξησ των τριών οικιςμών θεωρόθηκε πρωταρχικόσ
ςημαςύασ να μελετηθεύ και η ϑπαιθροσ που τουσ περιβϊλλει ϋχοντασ πλόρη επύγνωςη των
προβλημϊτων που θα προϋκυπταν ςε επύπεδο ορολογύασ, ςημαςιολογύασ και μεθοδολογύασ.
Ο ϐροσ ϑπαιθροσ παρουςιϊζει μια πολυςημύα, που προκϑπτει απϐ τισ διαφορετικϋσ κϊθε φορϊ
οπτικϋσ τησ ϋρευνασ καθιςτώντασ δϑςκολο και ταυτϐχρονα αμφιςβητόςιμο και επιςφαλό ϋναν
5 Σα προβλόματα που προκϑπτουν ςτισ βυζαντινϋσ πηγϋσ ςχετικϊ με την ορολογύα και τη ςημαςιολογύα του ϐρου «πϐλισ» και των
διαβαθμύςεών του αλλϊ και με τα προςδιοριςτικϊ χαρακτηριςτικϊ που αποδύδονται ςε μια «πϐλη» απϐ τα διαφορετικϊ ερευνητικϊ ρεϑματα
θύγονται ςε επϐμενο κεφϊλαιο.
6 Μουςτϊκασ, Κ., «Μεθοδολογικϊ ζητόματα ςτην προςϋγγιςη των πληθυςμιακών μεγεθών τησ υςτεροβυζαντινόσ πϐλησ», Σ. Κιουςοποϑλου,
(επιμ.), Οι βυζαντινϋσ πϐλεισ (8οσ-15οσ αιώνασ). Προοπτικϋσ τησ ϋρευνασ και νϋεσ ερμηνευτικϋσ προςεγγύςεισ, Ρϋθυμνο (2012), 225-251, 227-228
7 De Jong, M.- Theuws, Fr., “Topographies of Power: Some Conclusions”, M. De Jong, - Fr. Theuws - C. Van Rhijn (ed.), Topographies of Power in the
Early Middle Ages (2001), 533-545, 534
16
απϐλυτο οριςμϐ του. την παροϑςα εργαςύα ϋχει διττϐ χαρακτόρα: αφενϐσ, θα εννοοϑμε το ςϑμπλεγμα
των δομημϋνων χώρων, που διαμορφώνουν διακριτοϑσ οικιςτικοϑσ πυρόνεσ και των παραγωγικών
δραςτηριοτότων, που αναπτϑςςονται εντϐσ των ορύων αυτών των χώρων και που ςχετύζονται με τα
τρύα κϋντρα (Βρϑα, Ιεριςςϐσ, Καςςϊνδρεια) ςε επύπεδο κοινωνικϐ, εμπορικϐ, διοικητικϐ ό
δημοςιονομικϐ. ε ϋνα δεϑτερο επύπεδο, ωσ «ϑπαιθροσ» ςε ςχϋςη με τον οικιςμϐ, θα νοεύται η περιοχό
επιρροόσ του και εκτϐσ του κτιςμϋνου χώρου, η οπούα καλϑπτει, κατϊ κανϐνα, ςυμπληρωματικϊ και
εξωτερικϋσ λειτουργύεσ τησ θϋςησ ςτην οπούα ανόκει και την οριοθετεύ απϋναντι ςτουσ γειτονικοϑσ
οικιςμοϑσ. Ϊτςι, οικιςμϐσ και περιβϊλλον διαμορφώνουν μια αδιϊςπαςτη ενϐτητα.
Εύναι πολϑ δϑςκολο να καθοριςτοϑν τα ϐρια τησ υπαύθρου. Μπορεύ να εύναι φυςικϊ, διοικητικϊ,
θρηςκευτικϊ ό φορολογικϊ ανϊλογα με την οπτικό του εκϊςτοτε ερευνητό. την περύπτωςό μασ θα
χρηςιμοποιόςουμε ςυμβατικϊ τα διοικητικϊ ςϑνορα των περιοχών, ϐπωσ αυτϊ καθορύςτηκαν ςε
κατεπανύκια με τη διοικητικό αναδιοργϊνωςη των επαρχιών που επιςυνϋβη τον 13ο αιώνα.
Η επιλογό αυτό ϋγινε, καταρχόν, λϐγω τησ παραδοχόσ ϐτι, για πρώτη φορϊ, μποροϑμε να
αρχύςουμε να αναφερϐμαςτε ςε αυτό την ιςτορικό περύοδο ςε τοπικϐτητεσ ςε ςχϋςη με το παρελθϐν. 8
ε ϋνα πιο πρακτικϐ επύπεδο, τα ςϑνορα των κατεπανικύων ακολουθοϑν εν πολλούσ τα φυςικϊ ϐρια
των περιοχών, γεγονϐσ που εξυπηρετεύ την μελϋτη μασ καθώσ εύναι δεδομϋνη η ςημαςύα τησ
γεωμορφολογύασ μιασ περιοχόσ ςτην οργϊνωςη και την εξϋλιξη του οικιςτικοϑ δικτϑου τησ. Επύ πλϋον,
τα κατεπανύκια όταν ταυτϐχρονα ςτρατιωτικϋσ και φορολογικϋσ μονϊδεσ, επομϋνωσ, καλϑπτουν
αρκετϊ επύπεδα ςε ςχϋςη με τισ χρόςεισ του χώρου και με τισ δρϊςεισ των υποκειμϋνων. Εξϊλλου, η
δημιουργύα διοικητικών μονϊδων διαχρονικϊ δεν μπορεύ να ςχεδιαςτεύ εκ του μηδενϐσ αλλϊ οϑτε και
να αλλϊξει ϊρδην απϐ την προγενϋςτερη. Με αυτό τη λογικό, η διαύρεςη του χώρου ςε κατεπανύκια δεν
αφύςταται απϐ προηγοϑμενεσ διοικητικϋσ διαιρϋςεισ και εξαςφαλύζει μια ςυνϋχεια.
Σο ςχόμα που προκϑπτει ωσ ςυμπϋραςμα απϐ τη μελϋτη του Maksimović, ϐτι δηλαδό η ϑςτερη
αυτό βυζαντινό διοικητικό μονϊδα, αποτελοϑνταν απϐ μύα «πϐλη» και την ενδοχώρα τησ, ανεξϊρτητα
απϐ το πϐςο ακριβεύσ όταν οι ϐροι τησ περιγραφόσ (θϋμα, κατεπανύκιον, επαρχύα, περιοχό, τοποδεςύα ό
χώρα), φαύνεται να βρύςκει εφαρμογό ςτην περύπτωςη τησ Φαλκιδικόσ και εξυπηρετεύ τουσ ςκοποϑσ
τησ μελϋτησ.9
Επιςημαύνουμε ϐτι, ο τύτλοσ «πϐλη και ϑπαιθροσ» τησ διατριβόσ χρηςιμοποιεύται ςυμβατικϊ και ςε
καμιϊ περύπτωςη δεν ευνοεύ το μαρξιςτικϐ δύπολο που περιγρϊφει την ανταγωνιςτικό ςχϋςη δϑο
διαφορετικών κϐςμων. Αντιθϋτωσ, ςτρϋφεται ενϊντια ςτα αδιϋξοδα τησ διπολικόσ προςϋγγιςησ τησ
ιςτορικόσ οικονομύασ, που βαςύζονται ςτην μαρξιςτικό υπϐθεςη ϐτι το θεμϋλιο τησ κοινωνικόσ και
οικονομικόσ προϐδου –ο καταμεριςμϐσ τησ εργαςύασ- αντικειμενοποιόθηκε με τον διαχωριςμϐ
ανϊμεςα ςε πϐλη και ϑπαιθρο και, κατϊ ςυνϋπεια, θεωρώντασ την πϐλη ωσ τον βαςικϐ παρϊγοντα
8 Μαλαδϊκησ, Β., Νομιςματικό κυκλοφορύα και χρηματικό οικονομύα ςτη Μεςαιωνικό Φαλκιδικό (10οσ-14οσ αιώνασ), αδημ. διδ. διατρ.,
Θεςςαλονύκη (2013), 243
9 Maksimović, L., The Byzantine Provincial administration under the Palaiologoi, Amsterdam: Hakkert (1988), 72
17
κοινωνικόσ αλλαγόσ. Αντιθϋτωσ, η πϐλη εδώ αντιμετωπύζεται, ϐπωσ το θϋτει ο Philip Abrams «ωσ
expanandum και ϐχι ωσ explanas», ωσ μϋροσ του κοινωνικοϑ και οικονομικοϑ περιβϊλλοντοσ παρϊ ςαν
μια διακριτό ϑπαρξη.10 Επομϋνωσ, το ενδιαφϋρον ςτρϋφεται ςτισ κοινωνικοοικονομικϋσ ςχϋςεισ τησ
υπαύθρου που μαζύ με τισ πϐλεισ διαμορφώνουν ϋνα οργανικϐ κοινωνικϐ ςϑςτημα, ϋνα ςμικρυμϋνο και
εντατικοποιημϋνο αντύγραφο τησ περιβϊλλουςασ θεςμικόσ και κοινωνικοοικονομικόσ κατϊςταςησ. 11
10 Abrams, Ph., “Towns and Economic Growth: Some Theories and Problems,” P. Abrams, E. A. Wrigley, (ed.) Towns in Societies: Essays in Economic
History and Historical Sociology , Cambridge (1978), 9-33
11 Murdzhef, P., The Medieval Town in Bulgaria, Thirteenth to Fourteenth Century, University of Florida (2008), 17-18
12 Lefort, J., “En Macédoine Orientale au Xe Siècle – Habitat rural, communes et domaines”, Société rurale et histoire du paysage à Byzance (2006Β),
63-80, 71-72
18
επϋκταςη των ύδιων φορολογικών ςυνθηκών ςε ϐλα τα ακύνητα, που ςυχνϊ περιλϊμβαναν
φορολογικϋσ απαλλαγϋσ.13
Η δημιουργύα προαςτεύων, κατϊ τον 11ο αιώνα, ςτα εδϊφη των παλαιών χωριών δημιουργοϑςε
προβλόματα, καθώσ τα προϊςτεια διαχωρύζονταν απϐ τα χωριϊ ςε δημοςιονομικϐ επύπεδο, γεγονϐσ
που προκαλοϑςε επιπλοκϋσ ςτο νομικϐ καθεςτώσ φορολϐγηςησ τησ ακύνητησ περιουςύασ. Σο χωριϐ δεν
εύχε καμιϊ αρμοδιϐτητα πϊνω ςτο προϊςτειο, που βριςκϐταν εντϐσ των ορύων του, με αποτϋλεςμα να
κατακερματύζονται τα εδϊφη και οι κϊτοικοι να μετατρϋπονται ςε παρούκουσ.14
Ζευγηλατεύον: Καλλιεργόςιμη ϋκταςη γησ ςτην οπούα υπϊρχει οικιςτικό εγκατϊςταςη. Οι ιδιοκτότεσ
όταν εύτε φυςικϊ πρϐςωπα εύτε επρϐκειτο για δημϐςιεσ υπηρεςύεσ και θεςμοϑσ.
Επύςκεψισ: Αναφϋρεται ςε μεγϊλη ϋκταςη γησ, η οπούα ςυνύςταται ςε ϋνα ςϑνολο ιδιοκτηςιών που
αποτελοϑν ενιαύα φορολογικό μονϊδα. Ανόκει ςτον αυτοκρϊτορα ό ςε μϋλη τησ οικογϋνειϊσ του.15
Πρϐνοια: Ο θεςμϐσ εφαρμϐςτηκε απϐ τον 11ο αιώνα και αφοροϑςε την παραχώρηςη, (αργϐτερα
ιςϐβια) αγροκτημϊτων και φορολογικών εςϐδων καθώσ και εκχώρηςη εςϐδων και γαιών ςτουσ
ευγενεύσ με αντϊλλαγμα την παροχό ςτρατιωτικών υπηρεςιών. τισ παραχωρόςεισ με τη μορφό
πρϐνοιασ ςταθερϐ χαρακτηριςτικϐ όταν η παρακρϊτηςη απϐ το δημϐςιο των κυριαρχικών του
δικαιωμϊτων επύ των «προνοιών», που όταν κατϊ ςυνϋπεια ανϊκλητεσ απϐ το κρϊτοσ και μη
εκποιόςιμεσ ό μεταβιβϊςιμεσ απϐ τον προνοιϊριο ενώ ο χρϐνοσ κατοχόσ όταν περιοριςμϋνοσ. Οι
κϊτοχοι πρϐνοιασ με τον καιρϐ αντιπροςώπευαν ϋνα ευρϑ κοινωνικϐ φϊςμα απϐ μϋλη τησ
αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ μϋχρι μϋλη των χαμηλϐτερων κοινωνικϊ βαθμύδων.16
Μετϐχι: Σα αθωνικϊ μοναςτόρια ϊρχιςαν ςχετικϊ νωρύσ να οργανώνουν την οικονομικό τουσ
υποδομό, ϋχοντασ υπϐ τη κυριαρχύα τουσ μϋςα ςτον 10ο και 11ο αιώνα τισ περιςςϐτερεσ μονϋσ ςτη
Φαλκιδικό και κϊποιεσ ςτη Θεςςαλονύκη. Αποτϋλεςμα αυτόσ τησ ςυνεχώσ αυξανϐμενησ κτηματικόσ
περιουςύασ όταν η δημιουργύα μεγϊλων φρουριακών ςυγκροτημϊτων τα οπούα δϋςποζαν ςτισ
ςτρατηγικϋσ θϋςεισ των μετοχύων και καλοϑνταν «καθϋδρεσ». την καθϋδρα διϋμεναν μοναχού ωσ
απεςταλμϋνοι των αντύςτοιχων μονών παρϋχοντασ την καλλιϋργεια των γαιών ςε ολϐκληρα χωριϊ
εξαςφαλύζοντασ τη ςύτιςη των αδελφών τουσ ςτο φτωχϐ ςε εϑφορη γη Όροσ. Σα μοναςτόρια
διατόρηςαν την περιουςύα τουσ αυτό απϐ τον 11ο μϋχρι και τον 20ο αιώνα.
13 Lemerle, Ρ., The Agrarian History of Byzantium from the Origins to the Twelfth Century, Galway (1979), 77· Kaplan, M., Les hommes et la terre à
Byzance du VIe au XIe siècle : propriété et exploitation du sol, Byzantina Sorbonensia 10, Paris (1992), 112-114, 220-222, 306-308, 335-341, 344-
352· Lefort, J., “The Rural Economy, Seventh-Twelfth Centuries”, The Economic History of Byzanium: From the Seventh through the Fifteenth
Century, ed. Angeliki E. Laiou, Washington (2002), 231-310, 236-237
14 Angold, M., Church and Society in Byzantium under the Comneni 1081-1261, Cambridge (1995), 325
15Οικονομύδησ, Ν., «Η διανομό των βαςιλικών επιςκϋψεων τησ Κρότησ (1170-1171) και η δημοςιονομικό πολιτικό του Μανουόλ Α’ Κομνηνοϑ»,
Πεπραγμϋνα του Γ’ Διεθνοϑσ Κρητολογικοϑ υνεδρύου , Αθόνα (1967), τ. 3, 195-201
16 Μανιϊτη-Κοκκύνη, Σρ., Ο βυζαντινϐσ θεςμϐσ τησ πρϐνοιασ. υμβολό ςτη μελϋτη του χαρακτόρα του, αδημ. διδ. διατριβό, Α.Π.Θ., Θεςςαλονύκη
(1990)
19
Πολλϊ απϐ τα μοναςτηριακϊ μετϐχια, με το πϋραςμα των αιώνων, μεταμορφώθηκαν ςτουσ
ςημερινοϑσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ, οι οπούοι ςώζουν ςτο πυρόνα τουσ ακϐμα μϋχρι τισ μϋρεσ μασ τισ
βαριϋσ αμυντικϋσ μοναςτηριακϋσ καταςκευϋσ με κυρύαρχο ςτοιχεύο όδη απϐ τον 10ο και 11ο αιώνα τον
χαρακτηριςτικϐ πϑργο.
Οι κϊτοικοι των χωριών που καλλιεργοϑςαν τα κτόματα ωσ κολλύγοι ϋμεναν ςε γειτονικϋσ
περιοχϋσ και ωσ αντϊλλαγμα τησ εργαςύασ τουσ λϊμβαναν ϋνα ποςοςτϐ επύ του καρποϑ και κϊποια
χρόματα ανϊλογα με τισ μϋρεσ απαςχϐληςησ. Μεγϊλο μϋροσ αυτών των αγιορεύτικων κτημϊτων ςτη
Φαλκιδικό δϐθηκαν μετϊ τη μικραςιϊτικη καταςτροφό ςε πρϐςφυγεσ που κατϋφθαςαν ςτη χώρα ενώ
τα κτύρια των μετοχικών ςυγκροτημϊτων τουσ παραχωρόθηκαν για να καλϑψουν τισ πρώτεσ ανϊγκεσ
ςτϋγαςησ ςχολεύων και ϊλλων ιδρυμϊτων.17
17 Μουτςϐπουλοσ, Ν. Κ., Θϋματα Αρχιτεκτονικόσ Μορφολογύασ, Οικιςμού –Αρχοντικϊ – Μετϐχια, Θεςςαλονύκη (1977), 59-60
18 Lefort, J., Villages de Macédoine. La Chalcidique occidentale, Paris (1982)
19 Παπϊγγελοσ 2000Β
̇
20 Παζαρϊσ, Θ. –Σςανανϊ, Αικ., «Αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτη Βεριϊ Ν. υλλϊτων (1990)», ΑΕΜΘ 4 (1990), 353-370̇̇ ̇ Παζαρϊσ, Θ. –Σςανανϊ, Αικ.,
«Αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτη Βεριϊ Ν. υλλϊτων (1991)», ΑΕΜΘ 5 (1991), 289-301 Π
̇ αζαρϊσ, Θ. –Σςανανϊ, Αικ., «Αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτη Βεριϊ
Ν. υλλϊτων (1992)», ΑΕΜΘ 6 (1992), 511-528 ̇ Παζαρϊσ, Θ., «Αναςκαφό ςτο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Βρϑασ (Βεριϊ Ν. υλλϊτων) κατϊ το
1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382 ̇ Παζαρϊσ, Θ., «Απϐ την κλαςικό Βρϋα ςτο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Βρϑασ», ΑΕΜΘ 10 (1996), 313-332
21 Σςανανϊ, Aικ. – Δοϑκασ, Kλ. «Βυζαντινϊ νομύςματα απϐ τη Βρϑα τησ Φαλκιδικόσ», ςτο Κερμϊτια Υιλύασ. Σιμητικϐσ τϐμοσ για τον Ιωϊννη
Σουρϊτςογλου, τ. Α’, Αθόνα (2009), 517-539
20
πρώτα ςτοιχεύα που προϋκυψαν για τη μεςαιωνικό Ιεριςςϐ μετϊ απϐ ςϑντομεσ ςωςτικϋσ αναςκαφικϋσ
ϋρευνεσ ςε ςυνεργαςύα με τον Π. Ευγενικϐ.22 Ση διαδικαςύα κυκλοφορύασ του χρόματοσ ςτη Φαλκιδικό
απϐ τον 10ο ωσ τον 14ο αιώνα εξετϊζει με υποδειγματικϐ τρϐπο η διδακτορικό διατριβό του Β.
Μαλαδϊκη, αξιοποιώντασ αρχαιολογικϊ δεδομϋνα, νομιςματικϊ ευρόματα και ιςτορικϊ τεκμόρια. 23
Σϋλοσ, μικρϋσ ειδικϋσ μελϋτεσ ςυνϋταξαν οι Karlin-Hayter για την εξϋλιξη των τϊςεων τησ δημογραφύασ
ςτην υςτεροβυζαντινό εποχό24 και ο P. Soustal για τη χαρτογρϊφηςη και τα μεςαιωνικϊ τοπωνϑμια τησ
χερςονόςου.25 Ο κατϊλογοσ οικιςμών και θϋςεων του Π. Θεοδωρύδη, «Πύνακασ τοπογραφύασ»,26που
δημοςιεϑθηκε με τη μορφό εκτενοϑσ ϊρθρου και εκεύνοσ του J. Koder για τα αθωνικϊ μετϐχια ςτην
Καςςϊνδρα και τη ιθωνύα27, παρϊ τισ ελλεύψεισ που παρουςιϊζουν, επειδό δημοςιεϑτηκαν πριν την
ϋκδοςη του κϑριου ϐγκου των αθωνικών εγγρϊφων, εύναι ςε πολλϊ ςημεύα χρόςιμα ϋργα. Η διατριβό
του Η. Κολοβοϑ αναφϋρεται ςτη Φαλκιδικό τησ οθωμανικόσ περιϐδου και, ςυγκεκριμϋνα ςτον 15 ο και
16ο αιώνα, μπορεύ ϐμωσ να φωτύςει οριςμϋνα ζητόματα ςε ςχϋςη με την επιβύωςη και την εξϋλιξη των
οικιςμών.28
Βαςικό πηγό για τισ παραπϊνω μελϋτεσ υπόρξε η δημοςύευςη των βυζαντινών εγγρϊφων του
Αγύου Όρουσ ςτη ςειρϊ Archives de l’ Athos, που ρύχνουν φωσ ςτισ αςτικϋσ και αγροτικϋσ κοινωνύεσ τησ
Μακεδονύασ και των νηςιών του Βορεύου Αιγαύου ςε επύπεδο ιςτορικόσ τοπωνυμύασ και τοπογραφύασ,
μικρογεωγραφύασ, προςωπογραφύασ και θεςμών. την παροϑςα διατριβό ςυμπληρώνουμε τα
δεδομϋνα με νϋα ςτοιχεύα που προϋκυψαν ςτο μεταξϑ απϐ αναςκαφϋσ και απϐ τισ νϋεσ δημοςιεϑςεισ
αθωνικών εγγρϊφων, καθώσ και με πρϐςφατεσ βιβλιογραφικϋσ αναφορϋσ.
Σα αποτελϋςματα των αναςκαφικών ερευνών ςτην περιοχό δημοςιεϑονται απϐ την Εφορεύα
Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ (πρώην 10η Εφορεύα Βυζαντινών Αρχαιοτότων). Οι εργαςύεσ
αυτϋσ ϐμωσ παραμϋνουν ςε επύπεδο ςωςτικών αναςκαφών και ςε μεμονωμϋνεσ θϋςεισ μικρόσ
κλύμακασ, με εξαύρεςη τη ςυςτηματικό αναςκαφό τησ αρχαύασ Σορώνησ απϐ την Αυςτραλιανό
Αρχαιολογικό χολό. Παρϊ τον ελλειπτικϐ χαρακτόρα τουσ, τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα εύναι αυτϊ που
22 Σςανανϊ, Αικ.– Ευγενικϐσ, Π., «τα ύχνη τησ βυζαντινόσ Ιεριςςοϑ», ΑΕΜΘ 2013 (υπϐ δημοςύευςη) ̇ Ευγενικϐσ, Π. –Σςανανϊ, Αικ., «Νϋα
ςτοιχεύα απϐ τη βυζαντινό Ιεριςςϐ. Η αναςκαφικό ϋρευνα του 2013, ΑΕΜΘ 2014 (υπϐ δημοςύευςη) ̇ Σςανανϊ, Αικ., – Μπιτζικϐπουλοσ, Δ., -
Ευγενικϐσ, Π. «ωςτικϋσ αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτη Φαλκιδικό κατϊ το 2010», ΑΕΜΘ 24 (2014), 411-421
23 Μαλαδϊκησ, Β., Νομιςματικό κυκλοφορύα και χρηματικό οικονομύα ςτη Μεςαιωνικό Φαλκιδικό (10οσ-14οσ αιώνασ), αδημ. διδ. διατρ.,
Θεςςαλονύκη (2013)
24 Karlin-Hayter, P., “Les Catalans et les villages de la Chalcidique”, Byzantion 52 (1982), 243-263.
25 Soustal, P., “Place Names as a Source for Migration and Settlement: Continuity and Change in Byzantine Chalkidiki”, Wiener Schriften zur
Geographie und Kartographie, Band 18, Wien (2009), 177-183 ̇ “Die Küsten der Chalkidike in der Kartographie und den Portolanen des
Mittelalters und der frühen Neuzeit”, K. Belke, E. Kislinger, A. Külzer, M. Stassinopoulou (ed.), Byzantina Mediterranea, Festschrift für Johannes
Koder zum 65. Geburtstag, Böhlau Verlag, Wien-Köln-Weimar (2007), 605-616.
26 Θεοδωρύδησ, Π., «Πύνακασ τοπογραφύασ τοῦ ἁγιορειτικοῦ παραγωγικοῦ χώρου», Κληρονομύα 13β (1981), 331-430
27 Koder, J., “Die Metochia der Athos-Klöster auf Sithonia und Kassanda”, JÖBG 16 (1967), 211-224.
28 Κολοβϐσ, Η., Φωρικού και μοναχού ςτην Οθωμανικό Φαλκιδικό, 15οσ-16οσ αιώνεσ: Όψεισ τησ οικονομικόσ και κοινωνικόσ ζωόσ ςτην ϑπαιθρο και η
Μονό Ξηροποτϊμου, τ. Α΄- Γ΄, αδημ. διδ. διατριβό, Α.Π.Θ., Θεςςαλονύκη (2000).
21
θα μασ βοηθόςουν να φωτύςουμε –αμυδρϊ ϋςτω- το διϊςτημα απϐ τον 5ο μϋχρι και τον 9ο αιώνα, για το
οπούο οι πηγϋσ ςιωποϑν.
Η ιςτορύα τησ χερςονόςου δεν ϋχει μελετηθεύ διεξοδικϊ, με εξαύρεςη την προςπϊθεια του
Παπϊγγελου που, ελλεύψει ουςιαςτικών πηγών, αντιμετωπύζει τη Φαλκιδικό ςχεδϐν αποκλειςτικϊ ωσ
δορυφϐρο τησ γειτονικόσ Θεςςαλονύκησ.
1.4. τόχοι
τϐχοσ εύναι η μελϋτη των πολεοδομικών μεταβολών των τριών οικιςτικών κϋντρων και τησ
περιβϊλλουςασ υπαύθρου, ϐπωσ αυτϋσ διαμορφώθηκαν απϐ ςυγκεκριμϋνουσ παρϊγοντεσ και
αποτυπώνονται ςτα υλικϊ κατϊλοιπα. Με ϊλλα λϐγια, η απϐδοςη μιασ ςυμπαγοϑσ αφηγηματικόσ
περιγραφόσ του χωρικοϑ κϐςμου, που θα τοποθετεύ την ανθρώπινη δρϊςη ςτο επύκεντρο των
εξελύξεων.
ε ϋνα ευρϑτερο πλαύςιο, θα γύνει προςπϊθεια να δειχθεύ ϐτι η ςυζότηςη για τα οικιςτικϊ κϋντρα
τησ Φαλκιδικόσ ανόκει ςτην ευρϑτερη ςυζότηςη για την εξϋλιξη τησ αςτικοπούηςησ και τη μορφό των
πϐλεων τησ Μεςογεύου και τησ Βαλκανικόσ, καθώσ ςτη χερςϐνηςο εντοπύζονται κϊποιεσ κοινϋσ τϊςεισ
ανϊπτυξησ και κοινωνικών μεταβολών, που εύναι εμφανεύσ και ςε ϊλλεσ περιπτώςεισ, που ϋχουν
μελετηθεύ.
το πλαύςιο αυτϐ και ακολουθώντασ το πνεϑμα του θεωρητικοϑ προβληματιςμοϑ, που
περιγρϊφεται παρακϊτω, η διατριβό θα κινηθεύ ςτουσ εξόσ ϊξονεσ:
- Αναγνώριςη και περιγραφό των υλικών καταλούπων κατϊ την περύοδο που μασ ενδιαφϋρει
(δημοςιευμϋνα και λύγα αδημοςύευτα).
- Αναγνώριςη τησ διαλεκτικόσ ανϊμεςα ςτισ ανθρώπινεσ ομϊδεσ και τουσ τρϐπουσ δρϊςησ τουσ ςτο
φυςικϐ περιβϊλλον – μεταμορφωτικϋσ ςυνϋπειεσ αυτόσ τησ δρϊςησ.
- Διερεϑνηςη τησ πυκνϐτητασ των οικιςτικών θϋςεων και η ςημαςύα τησ γεωγραφικόσ τουσ θϋςησ ςτον
ιςτορικϐ χώρο.
- Ερμηνεύα του υλικοϑ με βϊςη τη ςϑγκριςη των διαφορετικών κατηγοριών μεταξϑ τουσ (αρχαιολογικϐ-
ιςτορικϐ-γεωγραφικϐ).
- Διαςαφόνιςη ςτοιχεύων ςχετικϊ με την οικονομύα, την δημογραφύα, τον πολιτικϐ και ςτρατιωτικϐ ρϐλο
τησ περιοχόσ, που θα ςυμβϊλουν ςτην ερμηνεύα του υλικοϑ.
22
επιςτημονικϐ τησ λϐγο πϊνω ςε μεθοδολογικϋσ θεωρύεσ των θετικών επιςτημών. 29 Η επιταγό για την
ανϊπτυξη νϋων θεωρητικών προοπτικών ϋφερε την αρχαιολογύα ςε πολϑ μεγαλϑτερη επαφό με
ευρϑτερα ζητόματα τησ κοινωνικόσ θεωρύασ.
Παρϊ τα θετικϊ ςημεύα τησ, η «Νϋα αρχαιολογύα» κατϋληξε ςε υπερβολϋσ και προκαταλόψεισ που
οδόγηςαν την αρχαιολογικό επιςτόμη ςε αδιϋξοδο και ςτην ανϊγκη αναθεώρηςησ, που τισ αμϋςωσ
επϐμενεσ δεκαετύεσ πόρε τη μορφό αποκόρυξησ του διαδικαςτικοϑ προτϑπου και κατϋληξε ςε
ςυγκροϑςεισ και αντεγκλόςεισ τϐςο ςτο ςτενϐ πλαύςιο τησ επιςτόμησ ϐςο και ανϊμεςα ςτην
αρχαιολογύα και ςε ϊλλα επιςτημονικϊ πεδύα.30
Η ανϊγκη αναπροςανατολιςμοϑ εύχε ςαν ςυνϋπεια την ανϊπτυξη απϐ πλευρϊσ των αρχαιολϐγων
πιο ςϑνθετων εκτιμόςεων του αρχαύου χώρου υιοθετώντασ μεθοδολογύεσ που ϋχουν ιςχϑ ςε μια ςειρϊ
διανοητικών και ερευνητικών παραδϐςεων ςτον χώρο των ανθρωπιςτικών επιςτημών, ϐπωσ ο
μαρξιςμϐσ και η κριτικό θεωρύα, ο μεταδομιςμϐσ, η ερμηνευτικό, ο φεμινιςμϐσ, η φαινομενολογύα και η
μετα-αποικιακό ςκϋψη.31
Παρϊ το ευρϑ φϊςμα διαφορετικών θεωρητικών προςεγγύςεων του παρελθϐντοσ, που βρύςκεται
ςτη διϊθεςη των αρχαιολϐγων, δεν μπορεύ ακϐμα να αντιμετωπιςτεύ η απϐςταςη του παρελθϐντοσ απϐ
το παρϐν και η δυςκολύα που αυτό δημιουργεύ ςτην ερμηνεύα. Αυτϐ το κενϐ εύναι διαχειρύςιμο μονϊχα
αν αναπτυχθοϑν αντιληπτικϊ εργαλεύα και θεωρητικϋσ δομϋσ που θα ςυμβϊλλουν ςτο να
επανεγγραφεύ το παρελθϐν ςτο παρϐν, για να γύνει κατανοητό η διϊδραςό τουσ. Απϐ τη ςτιγμό που
γύνεται πλϋον αντιληπτϐ ϐτι, το παρελθϐν ςυνιςτϊ μια πολυφωνικό πραγματικϐτητα, επιβϊλλεται η
πολλαπλό ανϊγνωςη του υλικοϑ πολιτιςμοϑ και η ςϑνθεςη προοπτικών ευρϋωσ φϊςματοσ ςτη
διϊρκεια τησ μεταφορϊσ-μετϊφραςησ του νοόματοσ ςτη ςϑγχρονη γλώςςα και εποχό.32
Σο εξελικτικϐ ςυνεχϋσ τησ αρχαιολογικόσ επιςτόμησ καθιςτϊ δϑςκολο να αναγνωριςτεύ μια ενιαύα
ςχολό ςκϋψησ ςτουσ κϐλπουσ τησ ςημερινόσ αρχαιολογύασ, εντοϑτοισ, πολϑ ςυχνϊ διαφορετικϋσ
προςεγγύςεισ ςυγκλύνουν προσ μύα ενιαύα ματιϊ, με επύκεντρο την οικουμενικό περιπϋτεια του
ανθρώπου. το πλαύςιο αυτϐ, η νϋα κοινωνικό και ερμηνευτικό αρχαιολογύα θϋτει διϊφορουσ ςτϐχουσ.
Βαςικϐ τησ μϋλημα εύναι να ςυζητόςει με κριτικό διϊθεςη και ςυνθετικϐ πνεϑμα, τα διϊφορα
θεωρητικϊ ρεϑματα, ιδιαύτερα τον τρϐπο που αυτϊ αλληλοςυμπληρώνονται ό ςυγχωνεϑονται,
διαθϋτοντασ οριςμϋνεσ κοινϋσ αρχϋσ. 33
29 Renfrew, C.- Bahn, P., Αρχαιολογύα: Θεωρύεσ, Μεθοδολογύα και Πρακτικϋσ Εφαρμογϋσ. μτφρ. Καραλό-Γιαννακοποϑλου, Ι. επιμ. Καλλϋγια, Αντ.,
Αθόνα (2001), 38-40 ̇ Bintliff J. (ed.), The Annales School and Archaeology, Leicester University Press, Leicester (1991)
30 Παπαναςταςοποϑλου Β., «Αρχαιολογύα και 21οσ αιώνα. Θεωρύα τησ Αρχαιολογικόσ Επιςτόμησ», 2012 ςτον ςϑνδεςμο
http://www.archaiologia.gr/blog/publishing, 2
31 Bolender D.J. (ed.) Eventful Archaeologies New Approaches to Social Transformation in the Archaeological Record, SUNY Series, The Institute for
European and Mediterranean Archaeology Distinguished Monograph Series. (2010)
32 McGlade, J., «The times of history: archaeology, narrative and non-linear causality», T. Murray (ed.), Time and Archaeology, Routledge, London
and New York (1999), 139-163 ̇Shanks, M.- Tilley C., Social Theory and Archaeology, Polity Press, Cambridge (1987), 7
33 Παπαναςταςοποϑλου Β., «Αρχαιολογύα και 21οσ αιώνα. Θεωρύα τησ Αρχαιολογικόσ Επιςτόμησ», 2012 ςτον ςϑνδεςμο
http://www.archaiologia.gr/blog/publishing, 3
23
Η νϋα θεωρητικό ρητορικό δεν προςπαθεύ απλϊ να «περιγρϊψει» τισ αλλαγϋσ ςτην ιςτορύα
(παραδοςιακό αρχαιολογύα), οϑτε μϐνο να τισ «εξηγόςει» (περύοδοσ θετικιςμοϑ – διαδικαςτικό εποχό)
και να τισ «ερμηνεϑςει» (μετα-διαδικαςτικό εποχό). τϐχοσ, τησ εύναι ςόμερα πια να τισ «αφηγηθεύ»,
γεγονϐσ που δηλώνει αναμφιςβότητα την εμπλοκό διαφορετικών μορφών και προεκτϊςεων του
χώρου και του χρϐνου ςτην ϋρευνα.34
Η επιλογό ενϐσ κατϊλληλου θεωρητικοϑ ςχόματοσ για την παροϑςα εργαςύα ςτηρύχθηκε ςτην
θεμελιώδη παραδοχό ϐτι η ερμηνεύα του υλικοϑ πολιτιςμοϑ παραμϋνει κεντρικϐ ζότημα ςτην
αρχαιολογύα και η ιδεολογικό δυναμικό του διαμορφώνεται μϋςα ςε μια μεγϊλη ποικιλύα απϐ
ςυμφραζϐμενα, πολιτιςμικϊ, κοινωνικϊ, ιςτορικϊ, οικονομικϊ και πολιτικϊ. Για την κατανϐηςη και την
παρουςύαςη αυτόσ τησ πολϑπλοκησ ιςτορικόσ πραγματικϐτητασ, προκρύθηκε ωσ αποτελεςματικϐτεροσ
ο ςυνδυαςμϐσ διαφορετικών προςεγγύςεων πϊνω ςε ςυγκεκριμϋνα ζητόματα, ςτη δοκιμό νϋων ιδεών
και ιδεολογικών πλαιςύων με την ταυτϐχρονη εμπλοκό αρχαιολογικών και κειμενικών πηγών.
τϐχοσ τησ παροϑςασ εργαςύασ εύναι να ενθαρρϑνει μια ςυνθετικό ανϊγνωςη, εξετϊζοντασ θεωρύα
και μεθοδολογύα ςε ςχϋςη με εξειδικευμϋνα ζητόματα.35 Οι αντιφϊςεισ που μπορεύ να αντανακλώνται
ςτη διαφοροποιημϋνη μεθοδολογικό προςϋγγιςη, μϋςω τησ πρϐκριςησ ςτοιχεύων διαφορετικών
θεωριών κατϊ περύπτωςη, επιβϊλλονται απϐ τα πρϊγματα και ςτην ουςύα αύρονται αν αναλογιςτοϑμε
τισ διαφορϋσ ανϊμεςα ςτισ μεμονωμϋνεσ περιπτώςεισ και καταςτϊςεισ που ερευνώνται.36 Και αυτό η
ευϋλικτη προςϋγγιςη ϐμωσ χρηςιμοποιεύται με προςοχό και ϐχι ςαν κανϐνασ, για να αποφευχθεύ η
παραγωγό κατακερματιςμϋνων ιςτοριών που αποκομμϋνεσ απϐ ϋνα ευρϑτερο πλαύςιο θα μασ
κατευθϑνουν ςε λανθαςμϋνεσ θεωρύεσ και ερμηνεύεσ.
Τπϐ αυτϐ το πρύςμα, ςτην παροϑςα διατριβό λαμβϊνονται υπϐψη οριςμϋνεσ αρχϋσ τησ μετα-
διαδικαςτικόσ αρχαιολογύασ, ϐπωσ η ϋμφαςη ςτουσ δεςμοϑσ ανϊμεςα ςτην ιςτορύα και την αρχαιολογύα
και ςτον ρϐλο του κϊθε ατϐμου ςτη διαμϐρφωςη τησ ιςτορικόσ πραγματικϐτητασ.37Η ςημαςύα των
οικολογικών και γεωλογικών μεταβλητών του ςυςτόματοσ του χώρου, που επιςημαύνεται απϐ τη
διαδικαςτικό αρχαιολογύα κατϋχει ςημαντικό θϋςη, ϐχι ϐμωσ με την ϋννοια του γεωγραφικοϑ ό
περιβαλλοντικοϑ ντετερμινιςμοϑ αλλϊ με την ϋννοια των αναπϐδραςτων υπαγορεϑςεων του εδαφικοϑ
24
αναγλϑφου. Σο κϑριο θεωρητικϐ πλαύςιο ϐμωσ τησ εργαςύασ προϋρχεται απϐ την γνωςιακό αρχαιολογύα,
η οπούα αναγνωρύζει τη διαπύςτωςη των μεταδιαδικαςτικών αρχαιολϐγων, ϐτι τα αντικεύμενα δεν
αποτελοϑςαν παρϊγωγα ϊβουλων ϐντων που προςαρμϐζονταν απλϊ ςτο εξωτερικϐ τουσ περιβϊλλον,
αλλϊ όταν προώϐντα ςυγκεκριμϋνων επιλογών, νοητικών ςυλλόψεων, ςκϋψεων, ςχεδύων και
διαδικαςιών νοηματοδϐτηςησ που πραγματοποιοϑνταν απϐ νοόμονα ενεργϊ υποκεύμενα μϋςα ςε
ςυγκεκριμϋνεσ ςυνϊφειεσ. Επύ πλϋον, και ςε αντύθεςη με τουσ εκπροςώπουσ τησ μετα-διαδικαςτικόσ
αρχαιολογύασ, υπεραςπύζεται τη δυνατϐτητα επιςτημονικόσ μελϋτησ των αρχαιολογικών ευρημϊτων
διατηρώντασ τον επιςτημονικϐ χαρακτόρα και προςθϋτοντασ ϋνα κοινωνικϐ επύπεδο ανϊλυςησ.38
Εν κατακλεύδι, ςτην παροϑςα διδακτορικό διατριβό η μελϋτη οικιςτικόσ διαμϐρφωςησ και εξϋλιξησ
προςεγγύζεται μϋςω τησ αρχαιολογικόσ μαρτυρύασ ςτη Φαλκιδικό και μϋςω αυτόσ, επιχειρεύ να
παραγϊγει υποθϋςεισ εργαςύασ για πολιτιςμικοϑσ, κοινωνικοϑσ, οικονομικοϑσ ό ϊλλουσ
μεταςχηματιςμοϑσ ςτην ιςτορύα του ανθρώπου, επεκτεύνοντασ το διακϑβευμα ςτην ιςτορικό
καταγραφό.
Όπωσ, ορθϊ το ϋθεςε ο Hodder: «δεν υπϊρχει μια τελικό θϋςη θεώρηςησ των πραγμϊτων, απϐ τη
ςτιγμό που δεν μπορεύ ποτϋ να υπϊρξει ϋνασ τρϐποσ αξιολϐγηςησ για το αν ϋχουμε μια «ςωςτό» ερμηνεύα
(…). Όμωσ ϐλο και καλϑτερεσ μϋθοδοι και νϋεσ οπτικϋσ μποροϑν να κατακτηθοϑν ςε μια ςυνεχό διαδικαςύα
ερμηνεύασ».39
38 Segal, E. M., “Archaeology and Cognitive Science”, Renfrew, C. - Zubrow, E. B. W., The Ancient Mind: Elements of Cognitive Archaeology.
Cambridge (1994) ̇ Sperber, D., Rethinking Symbolism (μτφρ. Al. E. Morton), Cambridge Studies in Social Anthropology, Cambridge (1975),
Ξυγαλατϊσ, Δ., «Ειςαγωγό ςτη Γνωςιακό Μελϋτη τησ Θρηςκεύασ», Whitehouse, H., Σϑποι Θρηςκευτικϐτητασ (μετ. Δημότρησ Ξυγαλατϊσ),
Θεςςαλονύκη (2006), 9-92.
39 Hodder, I., Reading the Past: Current Approaches to Interpretation in Archaeology, Cambridge University Press, Cambridge (1986), 155
40 Forbes 2007, 13
25
υγκεκριμϋνα, με την ιςτορικό γεωγραφύα επιχειρόςαμε να δώςουμε τη διαλεκτικό ςχϋςη
ανϊμεςα ςτισ δυνατϐτητεσ που προςφϋρει το φυςικϐ περιβϊλλον και ςτισ κοινωνικϋσ δεξιϐτητεσ που
αναπτϑςςουν οι ϊνθρωποι μϋςα ςε αυτϐ μϋςα απϐ την παραδοχό ϐτι το περιβϊλλον αναςχηματύζεται
διαρκώσ απϐ την ανθρώπινη δραςτηριϐτητα. Τπϐ αυτό την ϋννοια, η δημιουργύα του χώρου, ωσ
ανθρώπινη δραςτηριϐτητα δεν εύναι οϑτε γεωγραφικϊ καθοριςμϋνη οϑτε γεωγραφικϊ αυθαύρετη.41 Με
την αρχαιολογύα, απϐ την ϊλλη μεριϊ, μελετόςαμε τον «πολιτιςμϐ» μια ϋννοια που ςυμπεριλαμβϊνει
τϐςο τον υλικϐ κϐςμο ϐςο και μοτύβα ανθρώπινησ ςυμπεριφορϊσ, ενώ η ιςτορύα πρϐςφερε το
απαραύτητο πλαύςιο και τη μαρτυρύα των γραπτών πηγών για ερμηνεύεσ και διαςταυρώςεισ.
Μεθοδολογικϊ, προηγόθηκε η ςυλλογό του υλικοϑ με ςκοπϐ την διερεϑνηςη τησ υπϊρχουςασ
πληροφορύασ. Όςον αφορϊ το αρχαιολογικϐ υλικϐ τησ περιοχόσ ςυλλϋχθηκαν ςτοιχεύα για την
θρηςκευτικό και κοςμικό αρχιτεκτονικό, για την κεραμικό, τη γλυπτικό, τη μεταλλοτεχνύα, τη
ςφραγιδογραφύα, τη νομιςματικό και την επιγραφικό. ε ςχϋςη με την ιςτορύα, ςυλλϋχθηκαν ςτοιχεύα
απϐ βυζαντινϋσ πηγϋσ που αναφϋρονται ςτην περιοχό αλλϊ και απϐ προγενϋςτερεσ και μεταγενϋςτερεσ
πηγϋσ ϐταν κρύθηκε ϐτι θα διαφώτιζαν τοπογραφικϊ προβλόματα. Σϋλοσ, ϐςον αφορϊ την γεωγραφικό
και γεωλογικό ιςτορύα, ςυγκεντρώθηκαν δημοςιευμϋνα ςτοιχεύα για την γεωλογικό ιςτορύα τησ
περιοχόσ και την γεωγραφύα του τοπύου για να γύνουν κατανοητϋσ οι ποιϐτητεσ και τα ϐρια των
περιοχών εντϐσ τησ εξεταζϐμενησ κϊθε φορϊ ζώνησ, καθώσ και γεωλογικϊ φαινϐμενα που μπορεύ να
επϋδραςαν ςτη μεςαιωνικό κατούκηςη.
Σο υλικϐ αυτϐ περιγρϊφηκε, ταξινομόθηκε ςε πύνακεσ και αναλϑθηκε αφοϑ προηγόθηκε μελϋτη
των διαφϐρων τομϋων που ϊπτονται τησ αρχαιολογικόσ πληροφορύασ. Σα ευρόματα εξετϊςτηκαν ςε
ςυνϊρτηςη με τα λοιπϊ αρχαιολογικϊ τεκμόρια κϊθε τϐπου αλλϊ και ςε αναφορϊ με το ευρϑτερο
αρχαιολογικϐ και ιςτορικϐ περιβϊλλον. Ακολοϑθηςε η ερμηνεύα των αρχαιολογικών δεδομϋνων με την
θεωρητικό υποςτόριξη μιασ εναλλακτικόσ τοπογραφικόσ προςϋγγιςησ που αναπτϑχθηκε για τον
ιςτορικϐ χώρο (δηλαδό, για τον χώρο ωσ «βιωμϋνο», κοινωνικϐ χώρο) και βαςύςτηκε ςτη μελϋτη των
χώρων δρϊςησ (οι ανθρώπινεσ δραςτηριϐτητεσ ςτο ςυνολικϐ υλικϐ ςκηνικϐ) αντύ για την μελϋτη απλώσ
των καταλούπων δύνοντασ μεγαλϑτερη ϋμφαςη ςτα κεύμενα αλλϊ, ταυτϐχρονα, ςυνδυϊζοντασ ϐλα τα
εύδη των δεδομϋνων.42 Η ερμηνεύα αυτόσ τησ ςϑνθεςησ τησ επεξεργαςμϋνησ πληροφορύασ οδόγηςε
περαιτϋρω ςτην εξαγωγό των γενικϐτερων ςυμπεραςμϊτων.
τη φϊςη αυτό, η διαπραγμϊτευςη του θϋματοσ τησ διατριβόσ αξιοπούηςε τισ ιςτορικϋσ πηγϋσ που
αφοροϑν την περιοχό. Εν προκειμϋνω για τη Φαλκιδικό, μιλϊμε κυρύωσ για την πληροφϐρηςη που
λαμβϊνουμε απϐ τα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ και δευτερευϐντωσ απϐ αγιολογικϊ ό ιςτοριογραφικϊ
κεύμενα. Σα αθωνικϊ ϋγγραφα περιγρϊφουν τισ οικονομικϋσ ςχϋςεισ των ανθρώπων, δύνουν ενδεύξεισ
41 Thonemann, P., The Maeander Valley. A Historical Geography from Antiquity to Byzantium, Cambridge University Press (2011), 340 ̇ Baker, A. R.
H. Geography and History: Bridging the Divide, Cambridge (2003) ̇ Williams, M., ‘The relations of environmental history and historical
geography’, Journal of Historical Geography 20/1 (1994), 3–21.
42 Lavan L., “Late antique urban topography: From Architecture to Human Space”, Lavan, L.- Bowden, W. (ed.), Theory and Practice in Late Antique
Archaeology, Late Antique Archaeology, vol. 1, Leiden (2003), 171-195, 182
26
για τη διεϑρυνςη ό τη ςυρρύκνωςη κοινωνιών μϋςω τησ απογραφόσ ςυγκεκριμϋνων κοινωνικών
ομϊδων, χαρτογραφοϑν τα τοπύα και την εγκατούκηςη ςτην ϑπαιθρο τησ Φαλκιδικόσ μϋςω των
περιοριςμών και των απογραφών και καταγρϊφουν τισ δρϊςεισ των ιςτορικών υποκειμϋνων ςτον
χώρο και ςτον χρϐνο. Με ϊλλα λϐγια προςφϋρουν ϐψεισ και καταγραφϋσ των τοπικών κοινωνιών ςε
επύπεδο μικροώςτορύασ και φωτύζουν με αυτϐν τον τρϐπο τη «μεγϊλη ιςτορύα».
Εύναι αυτονϐητο, πωσ οι ςυντϊκτεσ των πηγών αυτών εύχαν ςυγκεκριμϋνεσ ςτοχεϑςεισ και αυτϐ
πρϋπει να το ϋχουμε υπϐψη μασ αν θϋλουμε να τισ αξιοποιόςουμε με τον καλϑτερο τρϐπο. Οι εντϊςεισ
ανϊμεςα ςτισ γραπτϋσ και τισ υλικϋσ πηγϋσ διατρϋχουν τη διατριβό, καθώσ, τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα
ςυχνϊ υποδεικνϑουν μια διαφορετικό εικϐνα ςε ςχϋςη με τισ φιλολογικϋσ αναφορϋσ.
το τελικϐ ςτϊδιο, ϋγινε μια προςπϊθεια ςϑνθεςησ των διαθϋςιμων πληροφοριών για την περιοχό.
27
Όςον αφορϊ την ϑπαιθρο, δεν ϋχουν γύνει ςυςτηματικϋσ ϋρευνεσ αλλϊ μϐνο απλϋσ ςωςτικϋσ
αναςκαφϋσ και επιτϐπιεσ επιφανειακϋσ ϋρευνεσ που δεν αποδεικνϑουν τύποτα αλλϊ, ςυχνϊ, οϑτε
υποδεικνϑουν, για να παραφρϊςουμε τη Μ. Βϋικου.43 Σα περιςςϐτερα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα
προϋρχονται απϐ δϑο μϐνο οικιςμοϑσ που ϋχουν αναςκαφεύ και αυτού ςε επύπεδο ςωςτικϐ. Πρϐκειται
για τον πρωτοβυζαντινϐ οικιςμϐ τησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ και τον υςτεροβυζαντινϐ οικιςμϐ τησ
Καρκϊρασ (ςημερινϊ όμαντρα), αμφϐτεροι ςτην περιοχό τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Σα αγιορεύτικα
ϋγγραφα που περιγρϊφουν εν μϋρει και εμμϋςωσ τουσ αγροτικοϑσ οικιςμοϑσ και τισ ζώνεσ παραγωγόσ,
καλϑπτουν μϐνο τουσ τϋςςερισ τελευταύουσ αιώνεσ τησ ϋρευνασ.
Με τισ φιλολογικϋσ–ιςτορικϋσ πηγϋσ που διατύθενται ςυνδϋονται δϑο αρκετϊ ςϑνθετα
προβλόματα. Σο πρώτο ϋχει να κϊνει με τη δυςκολύα ό, ςυχνϐτερα, αδυναμύα ταϑτιςησ των
αρχαιολογικών θϋςεων με τα πολλαπλϊ τοπωνϑμια που εμφανύζονται γι’ αυτϋσ ςτισ πηγϋσ, ςτη
βιβλιογραφύα και ςτισ επύ τϐπου μαρτυρύεσ. Οι τελευταύεσ μασ φϋρνουν ςτο δεϑτερο ζότημα, αυτϐ τησ
ϑπαρξησ τοπικών ερμηνειών, που διχϊζει τουσ μελετητϋσ, ειδικϊ ςτισ περιπτώςεισ προςϋγγιςησ τησ
αρχαιολογύασ μϋςω των ανθρωπολογικών πρακτικών. την περύπτωςη τησ Φαλκιδικόσ, οριςμϋνεσ
τϋτοιεσ ερμηνεύεσ διαφαύνονται μϋςα απϐ τισ πηγϋσ και κυρύωσ απϐ τα αθωνικϊ αρχεύα αλλϊ και απϐ τισ
μαρτυρύεσ των ςϑγχρονων κατούκων. Κϊποιοι ερευνητϋσ απορρύπτουν τελεύωσ αυτοϑ του εύδουσ τισ
ερμηνεύεσ ενώ ϊλλοι τισ ενςωματώνουν και, κατϐπιν, επανερμηνεϑουν τα πρϊγματα. Θεωροϑμε ϐτι
εύναι επικύνδυνο να απορριφθοϑν οι παραδϐςεισ, προφορικϋσ ό γραπτϋσ, πριν να ελεγχθοϑν για
υποφώςκουςεσ αντικειμενικϋσ πραγματικϐτητεσ (λ.χ. μεταφορϊ χωριών λϐγω φϐβου επιθϋςεων). 44
τα παραπϊνω ϋρχεται να προςτεθεύ η απουςύα ενδελεχοϑσ και εμπεριςτατωμϋνησ μελϋτησ και
δημοςύευςησ του εντοπιςμϋνου ό αποκαλυφθϋντοσ αρχαιολογικοϑ υλικοϑ και, κυρύωσ, ακριβοϑσ
χρονολϐγηςόσ του και ςϑνδεςόσ του με τα λοιπϊ αρχαιολογικϊ ςυμφραζϐμενα.
Μια περαιτϋρω δυςκολύα όταν η επιβεβλημϋνη εξϋταςη του κϊθε οικιςτικοϑ κϋντρου ξεχωριςτϊ
αφοϑ διαφϋρουν οι περύοδοι χρονικόσ εκκύνηςησ και εξϋλιξησ τουσ, ενώ δεν λεύπουν και φυςικϋσ
δυςκολύεσ, ϐπωσ οι επικαλυπτϐμενεσ οικιςτικϋσ φϊςεισ τησ Ιεριςςοϑ, η ανεξακρύβωτη θϋςη τησ
μεςαιωνικόσ Καςςϊνδρειασ, η ϋλλειψη ιςτορικόσ παρουςύασ τησ πρώιμησ μεςαιωνικόσ Βρϑασ με
αποτϋλεςμα να δυςκολεϑει η ςϑγκριςη μεταξϑ των οικιςμών. Τπϊρχουν ϐμωσ ϊλλεσ περιοχϋσ μελϋτησ
πιο γϐνιμεσ για μια τϋτοια προςπϊθεια, ϐπωσ λ.χ. οι κοινωνικϋσ οπτικϋσ ςτον αςτικϐ ςχεδιαςμϐ, οι
πολιτικϋσ και θρηςκευτικϋσ εμπλοκϋσ, η παρουςύα και ο ρϐλοσ των τοπικών ελύτ, η λειτουργύα τησ
επονομαζϐμενησ «ηθελημϋνησ αςτικοπούηςησ και μνημειακϐτητασ» και τϋλοσ ο ρυθμϐσ εξϋλιξησ.
Σα αντικρουϐμενα ςτοιχεύα των αρχαιολογικών δεδομϋνων αλλϊ και η αναντιςτοιχύα με τισ
ιςτορικϋσ πηγϋσ, ϐπωσ αναφϋρθηκε, εύναι ςυχνό ςτην παροϑςα μελϋτη. Κϋντρα, που δεύχνουν ςυνεχό
43 Βϋικου, Μ., «Οι Μεςοβυζαντινού οικιςμού τησ Βϐρειασ Ακτόσ του Αμβρακικοϑ Κϐλπου: Δεδομϋνα και Προβλόματα», Η Βυζαντινό Άρτα και η
περιοχό τησ. Πρακτικϊ Β΄Διεθνοϑσ Αρχαιολογικοϑ και Ιςτορικοϑ υνεδρύου. Άρτα 12-14 Απριλύου 2002, (επιμ. Ευςτρ. υγκϋλλου), Αθόνα (2007),
213-228, 213
44 Forbes 2007, 181
28
αρχαιολογικό παρουςύα δεν ϋχουν ταυτιςτεύ με τισ πηγϋσ. Αντύθετα, απουςιϊζουν τα εντυπωςιακϊ
ευρόματα ςτισ περιοχϋσ θϋςεων που μαρτυροϑνται ωσ κϋντρα διαχρονικϊ.
Σϋλοσ, μια εγγενόσ δυςκολύα ϋχει να κϊνει με την ιδιαιτερϐτητα του θϋματοσ δεδομϋνησ τησ
ανεπϊρκειασ ςε πληροφορύα για τα οικιςτικϊ κϋντρα και το ςυνολικϐ οικιςτικϐ δύκτυο ςτην βυζαντινό
περύοδο. Παρϐτι, τώρα πια ϋχει γύνει μια εκτύμηςη και μποροϑν να τεθοϑν ςυγκεκριμϋνα ερωτόματα και
να ςυναχθοϑν κϊποια ςυμπερϊςματα ςχετικϊ με τουσ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ, το ςχετικϐ υλικϐ
παραμϋνει λύγο και ανεπαρκϋσ να διαφωτύςει ζητόματα οργϊνωςησ και μορφόσ για τα οπούα
διατυπώνονται μϐνο υποθϋςεισ.
Για να ξεπεραςτοϑν τα παραπϊνω προβλόματα, η εργαςύα επικεντρώθηκε ςτην επεξεργαςύα των
υπαρχϐντων αρχαιολογικών καταλούπων οικιςτικών εγκαταςτϊςεων με ςκοπϐ την αναςϑνθεςη ςτο
δυνατϐ βαθμϐ ϋςτω και μερικόσ εικϐνασ τησ οργϊνωςησ τησ κατούκηςησ τησ περιοχόσ ςε ςχϋςη και με
την ιςτορικό πληροφορύα και την τοπωνυμύα. Η εικϐνα αυτό θεωρόθηκε μϋςα ςτο πλαύςιο αναφορϊσ
τησ, δηλαδό ςε ςυνϊφεια με την ιςτορικό μαρτυρύα τησ εποχόσ για οικιςτικϋσ θϋςεισ, ςε ςχϋςη με
αντιλόψεισ για τον χώρο και ςε ςυςχετιςμϐ με τρϐπουσ κατούκηςόσ του ςτην ευρϑτερη περιοχό τησ
Μεςογεύου.
Η χρόςη μοντϋλων γενικών για να κατανοόςουμε το ειδικϐ εύναι μια απαραύτητη ςυχνϊ ςυνθόκη.
Ιςχϑει ϐμωσ και το αντύθετο. Η αναλυτικό περιγραφό και κριτικό ανϊλυςη μικρών περιοχών με ςτϐχο
την αποκϊλυψη και την χαρτογρϊφηςη των διακριτών αμοιβαύων επιρροών των ανθρώπινων
κοινωνιών τουσ και των ιδιαύτερων περιβαλλϐντων τουσ εύναι ο μϐνοσ δυνατϐσ τρϐποσ να
ενςωματώςει κανεύσ μια χωρικό διϊςταςη ςε ουςιαςτικϊ ομοιογενό μοντϋλα του ιςτορικοϑ ολϐκληρησ
τησ Μεςογεύου. 45
29
μελϋτεσ, ϐπωσ η παροϑςα, που απϐ την φϑςη τουσ ιχνηλατοϑν την εξελιςςϐμενη γνώςη για μια περιοχό
υπϐ ϋρευνα.
Τπϐ αυτϋσ τισ ςυνθόκεσ και για να αντιμετωπιςτοϑν τα μεθοδολογικϊ προβλόματα που
προαναφϋρθηκαν, η δομό τησ εργαςύασ διαμορφώθηκε ωσ εξόσ:
το ειςαγωγικϐ κεφϊλαιο ορύζονται οι παρϊμετροι του θϋματοσ και τύθενται οι βαςικού ςτϐχοι τησ
ϋρευνασ ενώ παρϊλληλα, περιγρϊφεται το θεωρητικϐ πλαύςιο βϊςει του οπούου κινόθηκε η ϋρευνα και
αιτιολογεύται η επιλογό και η χρόςη ςυγκεκριμϋνου ερμηνευτικοϑ εξοπλιςμοϑ.
Ακολουθεύ η περιγραφό του τοπύου, τησ γεωμορφολογύασ, του κλύματοσ και των φυςικών πηγών
διαχρονικϊ, αξιοποιώντασ τισ φιλολογικϋσ πηγϋσ και τισ περιηγητικϋσ μαρτυρύεσ (κεφ. 2) και, κατϐπιν,
τησ διοικητικόσ και θρηςκευτικόσ οργϊνωςησ τησ Φαλκιδικόσ (κεφ. 3). Εν ςυνεχεύα, παρουςιϊζεται το
δύκτυο επικοινωνύασ τησ χερςονόςου, χερςαύο και υδϊτινο. Σο κεφϊλαιο κλεύνει με μια αναφορϊ ςτισ
φυςικϋσ και ανθρωπογενεύσ καταςτροφϋσ που εύναι γνωςτϋσ για την περύοδο αναφορϊσ και θεωρεύται
ϐτι επηρϋαςαν ςε κϊποιο βαθμϐ το ανϊπτυγμα τησ εγκατούκηςησ ςτην περιοχό.
τα επϐμενα τρύα κεφϊλαια (κεφ. 4-6) περιγρϊφονται αρχαιολογικϊ οι τρεισ κεντρικού οικιςμού
μετϊ απϐ μια ςϑντομη αναδρομό ςτην ιςτορύα τουσ, ϐπωσ ςτοιχειοθετεύται απϐ τισ πηγϋσ. ε αυτό τη
φϊςη, γύνεται μια προςπϊθεια εκτύμηςησ τησ οργϊνωςησ του οικιςμοϑ ςε επύπεδο πολεοδομύασ και
αρχιτεκτονικόσ, ςε ςυνδυαςμϐ με τισ μαρτυρύεσ των πηγών, επιβεβαιώνοντασ κϊποια ςτοιχεύα και
διαψεϑδοντασ ϊλλα. Επιχειρεύται η ανϊγνωςη και η ερμηνεύα των χώρων και των αρχιτεκτονικών
καταλούπων με ϐρουσ αρχαιολογικοϑσ αλλϊ και ςε ςχϋςη με την κοινωνικό τουσ λειτουργύα και
μελετϊται το κατϊ πϐςο αντανακλώνται ςε αυτϊ ευρϑτερεσ αλλαγϋσ, που ϋλαβαν χώρα ςτην
κοινωνικοοικονομικό ζωό τησ κοινϐτητασ.
Η αφόγηςη, κατϐπιν, περνϊει ςτον κϐςμο που περιβϊλλει τουσ προαναφερθϋντεσ οικιςμοϑσ, ςτην
ϑπαιθρϐ τουσ. Γύνεται καταγραφό των οικιςτικών θϋςεων που μασ εύναι γνωςτϋσ απϐ την
αρχαιολογικό ϋρευνα, απϐ τισ κειμενικϋσ πηγϋσ ό απϐ ϋναν ςυνδυαςμϐ των δϑο και περιγρϊφονται με
την ύδια λογικό που ακολουθόθηκε ςτην περύπτωςη των πϐλεων ώςτε να διατηρηθεύ η ςυνοχό ςε
επύπεδο αντιμετώπιςησ και δομόσ των αποτελεςμϊτων τησ μελϋτησ. Ακολοϑθωσ, περιγρϊφεται ο
παραγωγικϐσ χώροσ βϊςει τησ απϐδοςησ χρόςεων γησ και καταγρϊφονται τα αρχιτεκτονικϊ ςϑνολα
που εγγρϊφονται ςτουσ χώρουσ αυτοϑσ και τουσ ςυνδιαμορφώνουν ςε ςυνϊρτηςη με τουσ οικιςτικοϑσ
πυρόνεσ.
Ιδιαύτερη μνεύα γύνεται ςτα μοναςτικϊ καθιδρϑματα του Ωθω και την ενςωμϊτωςό τουσ ςτισ
τοπογραφύεσ τησ μεςοβυζαντινόσ και τησ υςτεροβυζαντινόσ περιϐδου καθώσ η Φαλκιδικό απϐ τον 9ο
αιώνα, ύςωσ και νωρύτερα, αποτελεύ χώρο δραςτηριϐτητασ για τουσ μοναχοϑσ. Οι αγιορεύτεσ
εξετϊζονται ςτην παροϑςα εργαςύα ωσ οικονομικϋσ και κοινωνικϋσ ομϊδεσ αλλϊ και ςτην πολιτικό τουσ
Urbanism in the Seventh and Eighth Centuries”, G. P. Brogiolo, B. Ward-Perkins, The Idea and Ideal of the Town Between Late Antiquity and the
Early Middle Ages, The Transformation of the Roman World 4, Leiden-Boston-Koln (1999), 21-57, 37-38
30
διϊςταςη δηλαδό ςτισ δραςτηριϐτητϋσ τουσ που επηρεϊζουν την καθημερινϐτητα των απλών
ανθρώπων. Οι ςυνϋπειεσ τησ ςυνϑπαρξησ με τουσ αγιορεύτεσ ςκιαγραφοϑνται μϋςα απϐ την
περιπτωςιολογικό αναφορϊ των μακραύωνων ςυνοριακών αντιδικιών των αγιορειτών με τουσ
κατούκουσ των οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ αναδεικνϑοντασ μια πολϑμορφη ςτρατηγικό πολιτικό που
τϋμνει ςχεδϐν το ςϑνολο των οικονομικών δραςτηριοτότων ςτον αγροτικϐ κυρύωσ αλλϊ και ςτον
αςτικϐ χώρο και μασ δύνει τη δυνατϐτητα να προςεγγύςουμε τα μεγϋθη και τισ πραγματικϐτητεσ τησ
οικονομικόσ και κοινωνικόσ ζωόσ, τουλϊχιςτον ςτην ϑπαιθρο.
Εύναι αξιοςημεύωτο, ϐτι οι αγιορεύτεσ ςυνϋβαλαν ςτην διαμϐρφωςη του οικιςτικοϑ δικτϑου τησ
Φαλκιδικόσ μϋςω δϑο τελεύωσ διαφορετικών ςτρατηγικών. Αφενϐσ, δεν μετακινόθηκαν επύ τησ ουςύασ
εκτϐσ των οικιςμών προσ ερημικϊ τοπύα αλλϊ μεταμϐρφωςαν τμόματα τησ κοινϐτητασ ςε χώρουσ
διαφορετικοϑσ απϐ τον κϐςμο, τϐςο μϋςω τησ αρχιτεκτονικόσ (μετοχιακϊ ςυγκροτόματα) ϐςο και
μϋςω του τρϐπου ζωόσ τουσ και παρϋμειναν ενεργού εντϐσ των οικιςμών και, αφετϋρου,
μεταμϐρφωςαν την αφιλϐξενη και ερημικό χερςϐνηςο του Ωθω ςε μια «ουρϊνια πολιτεύα».
το ϋβδομο κεφϊλαιο, ο υλικϐσ κϐςμοσ ταξινομόθηκε βϊςει τυπολογύασ και εντϊχτηκε ςτισ
υπϊρχουςεσ ςτην αρχαιολογικό ϋρευνα κατηγορύεσ. Δημιουργόθηκαν διαφορετικού πύνακεσ με βϊςη τισ
παραπϊνω ταξινομόςεισ καθώσ και μια ςυνολικό βϊςη ολϐκληρου του υλικοϑ. Ακολοϑθωσ,
επιχειρόθηκε η ερμηνεύα των ευρημϊτων και μια ςυνθετικό αποτύμηςη τησ επεξεργαςμϋνησ
πληροφορύασ.
Σα δϑο επϐμενα κεφϊλαια (8ο και 9ο) πραγματεϑονται ϋνα μεγϊλο θϋμα: την χρηματικό οικονομύα,
ωσ υποςϑνολο τησ αρχαιολογικόσ μαρτυρύασ και τισ παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ μϋςα απϐ τη χωρικό
διϊςταςη των παραγωγικών ςχϋςεων. Η μελϋτη τησ Φαλκιδικόσ επιβεβαιώνει τον υποκειμενικϐ
χαρακτόρα τησ ανθρώπινησ εκμετϊλλευςησ των φυςικών πϐρων, δεδομϋνου ϐτι οι διαφορετικϋσ
ποικιλύεσ καλλιϋργειασ ό η εκτεταμϋνη κτηνοτροφύα ςε διαφορετικϋσ ιςτορικϋσ περιϐδουσ όταν
αποτϋλεςμα κοινωνικών δυναμικών. Επιχειρόθηκε επύςησ να δοθεύ μια εξόγηςη για τισ διακριτϋσ
παραγωγικϋσ ςτρατηγικϋσ των ανθρώπινων κοινοτότων ςτην βυζαντινό Φαλκιδικό που φαύνεται να
υπακοϑν ςταθερϊ ςε μια τοπικό ιδιαύτερη χωρικό λογικό: ϋνα κατακερματιςμϋνο τοπύο απϐ μη
ςυνεχιζϐμενα κτόματα, μια επύμονη αμοιβαύα αλληλοεξϊρτηςη πεδιϊδασ και βουνοϑ και
επαναλαμβανϐμενεσ ςτρατηγικϋσ παραγωγικόσ διανομόσ.47
Παρϊλληλα με τισ παραπϊνω ερμηνευτικϋσ γραμμϋσ, ςτο 10ο κεφϊλαιο με τύτλο
«Ανθρωπογεωγραφύα: Κοινωνικό Οργϊνωςη και Δρϊςη» ϋγινε προςπϊθεια (με εμπειρικϐ τρϐπο) να
δοθεύ μια θϋςη ςτην υποκειμενικό ανθρώπινη εμπειρύα τησ ζωόσ ςτουσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ κατϊ
τουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ. Μϋςα απϐ τα κεύμενα διαφορετικών αθωνικών μονών διαφαύνεται η
δραςτηριϐτητα του κουβουκλόςιου τϋφανου ςτην Ιεριςςϐ, μια τϊξη μεγϋθουσ τησ περιουςύασ τησ
τοπικόσ ελύτ, η ςτρατηγικό ύδρυςησ μοναςτικών καθιδρυμϊτων απϐ την ανώτερη τϊξη μϋςω του
31
παραδεύγματοσ του πρωτοςπαθϊριου Δημητρύου Πτελεώτη, η καθημερινϐτητα που ζοϑςαν οι
οικογϋνειεσ παρούκων ςε ϋναν οικιςμϐ, οι χαοτικϋσ πραγματικϐτητεσ των αγροτικών ςχϋςεων ςτα
κτόματα των μονών. Η εμπειρικό ακεραιϐτητα, εν προκειμϋνω, ςημαύνει μεταξϑ ϊλλων, την
αναγνώριςη και την παραδοχό ϐτι οι ϊντρεσ και οι γυναύκεσ τησ Φαλκιδικόσ όταν αληθινού ϊνθρωποι,
πϐτε αμόχανοι και πϐτε δυναμικού ςυντελεςτϋσ μιασ μακραύωνησ και πολϑμορφησ πραγματικϐτητασ.
Εκ των πραγμϊτων, το τελικϐ αποτϋλεςμα τησ διατριβόσ εύναι πολυεπύπεδο και, κατϊ ςυνϋπεια,
δεν θα μποροϑςε να αποδοθεύ απολϑτωσ ςυςτηματοποιημϋνο. Εντοϑτοισ, ϋγινε προςπϊθεια να
διατηρεύ τη ςυνοχό του.
Σα ςυμπερϊςματα που καταλαμβϊνουν τισ δϑο τελευταύεσ ενϐτητεσ (11ο και 12ο κεφϊλαιο) και
λαμβϊνουν υπϐψη τα διαφορετικϊ ερμηνευτικϊ μοντϋλα που ϋχουν διατυπωθεύ κατϊ καιροϑσ για να
ερμηνευτοϑν η μεταβολό, οι οικονομικϋσ ό οι κοινωνικϋσ πρακτικϋσ, δεν ϋχουν την μορφό αξιώματοσ.
Μϊλλον πρϐκειται για μια ςυνολικό αποτύμηςη των μϋχρι τώρα δεδομϋνων, που παρουςιϊζεται με τη
μορφό προβληματιςμών και ερωτόςεων παρϊ προςφϋρει απαντόςεισ. τϐχοσ εύναι να αφυπνιςτεύ το
ενδιαφϋρον για μια περιοχό τησ βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ που θα δώςει απαντόςεισ για την
καθημερινϐτητα των βυζαντινών και τη ςχϋςη τουσ με το κτιςμϋνο και ϊκτιςτο περιβϊλλον τουσ ςε ϋνα
διευρυμϋνο χρονολογικϐ πλαύςιο και ςε μια επαρχύα που φαύνεται ϐτι ςυμβαδύζει με τισ υπϐλοιπεσ
περιοχϋσ τησ αυτοκρατορύασ ςε ομϐλογεσ καταςτϊςεισ.
32
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 2Ο
ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ: ΓΕΨΓΡΑΥΙΚΟΙ ΤΝΣΕΛΕΣΕ
Η αρχικό επιλογό μιασ θϋςησ για κατούκηςη και, ςτη ςυνϋχεια, η διαρκόσ επανεπιλογό τησ ύδιασ
θϋςησ μϋςα ςτο χρϐνο ό η εγκατϊλειψό τησ απϐ τισ μεταγενϋςτερεσ γενιϋσ ορύζεται και εξαρτϊται ςε
μεγϊλο βαθμϐ απϐ το φυςικϐ περιβϊλλον. Η γεωλογύα, η βλϊςτηςη, το κλύμα, οι φυςικϋσ πηγϋσ
προςφϋρουν δυνατϐτητεσ (ϊμυνα, δύκτυο επικοινωνύασ, εκμετϊλλευςη φυςικών πϐρων) και
επιβϊλλουν ϐρια. Σο πώσ οι ϊνθρωποι ανταποκρύνονται ςε αυτϋσ τισ δυνατϐτητεσ εξαρτϊται απϐ ϋνα
ευρϑ φϊςμα κοινωνικών παραγϐντων.
Σο κεφϊλαιο αυτϐ εύναι αφιερωμϋνο ςτην ιςτορικό γεωγραφύα τησ Φαλκιδικόσ. Θα επιχειρόςουμε
να παρουςιϊςουμε εν ςυντομύα τισ παραμϋτρουσ που ςχετύζονται με τον γεωγραφικϐ προςδιοριςμϐ,
την ιδιϐτυπη μορφολογύα εδϊφουσ, τισ κλιματικϋσ ςυνθόκεσ, τουσ τομεύσ φυςικοϑ περιβϊλλοντοσ και
τισ κϑριεσ πλουτοπαραγωγικϋσ πηγϋσ τησ χερςονόςου, ώςτε, εν ςυνεχεύα, να καταδειχτεύ ϐτι, αφενϐσ, οι
οικονομικϋσ ςχϋςεισ, οι κοινωνικϋσ δομϋσ, οι πολιτιςμικϋσ ταυτϐτητεσ που ανϋπτυξαν οι ανθρώπινεσ
κοινϐτητεσ διαχρονικϊ επηρεϊζονταν απϐ το γεγονϐσ ϐτι βρύςκονταν ςε ϋνα ςυγκεκριμϋνο φυςικϐ
περιβϊλλον, αφετϋρου, οι τρϐποι με τουσ οπούουσ τα ϊτομα επϋλεξαν να εκτιμόςουν και να
εκμεταλλευτοϑν τισ δυνατϐτητεσ του περιβϊλλοντϐσ τουσ εύχαν ςαν ςυνϋπεια τον διαρκό
αναςχηματιςμϐ του μϋςα απϐ την δρϊςη τουσ.
Η αναςϑςταςη τησ μορφόσ του εδϊφουσ δεν εύναι εϑκολη καθώσ ϋχει υποςτεύ αλλοιώςεισ φυςικϋσ
και ανθρωπογενεύσ απϐ την αρχαιϐτητα μϋχρι ςόμερα, ενώ οι κλιματικϋσ αλλαγϋσ και, κυρύωσ, η
τουριςτικό ανϊπτυξη των τελευταύων δεκαετιών επηρϋαςαν αναμφύβολα την οικολογύα και τουσ
φυςικοϑσ πϐρουσ. Για την κριτικό αντιμετώπιςη των ερωτημϊτων εργαςύασ ςυγκεντρώθηκαν οι
αναφορϋσ των γραμματειακών πηγών, οι οπούεσ, αν και φειδωλϋσ ωσ προσ τισ πληροφορύεσ που
παραδύδουν, ςκιαγραφοϑν την παρουςύα τησ Φαλκιδικόσ ςτη γεωγραφικό και ιςτορικό ςυνεύδηςη τησ
αρχαιϐτητασ και των βυζαντινών χρϐνων.
Απϐ την ϊλλη μεριϊ, οι περιοριςμϋνεσ αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ και, κατϊ ςυνϋπεια, το αποςπαςματικϐ
υλικϐ και η απουςύα ϋρευνασ των υπολειμμϊτων παραγωγόσ δυςκολεϑουν περαιτϋρω την
αποκατϊςταςη του τοπύου ςτο οπούο οργανώθηκαν τα οικιςτικϊ κϋντρα τησ Φερςονόςου. Για τον λϐγο
αυτϐ αξιοποιοϑνται μαρτυρύεσ περιηγητών και φυςιοδιφών απϐ τον 16ο αιώνα και εξόσ.
33
Η χερςϐνηςοσ ϋχει πλϊτοσ περύπου 10 γεωγραφικϊ μύλια και μόκοσ 10-12. Η ςυνολικό τησ ϋκταςη
εύναι 2.918 τετραγωνικϊ χιλιϐμετρα. Η χρόςη του ονϐματοσ Φαλκιδικό ανϊγεται ςτην αρχαιϐτητα και
διατηρεύται χωρύσ μεταβολϋσ μϋχρι ςόμερα.
Λϐγω τησ γεωγραφικόσ τησ θϋςησ μεταξϑ των δϑο ςημαντικϐτερων πϐλεων τησ Αυτοκρατορύασ, με
πρϐςβαςη ςτο Αιγαύο και με αςφαλεύσ ακτϋσ για περύπλου και ελλιμενιςμϐ, η Φαλκιδικό εντϊςςεται
ςτισ περιοχϋσ ενδιαφϋροντοσ για τη Βυζαντινό Αυτοκρατορύα48 αλλϊ και για επύδοξουσ ειςβολεύσ απϐ
τον Βορρϊ που ςτϐχευαν ςε μια πρϐςβαςη ςτη Μεςϐγειο.
48 Koder, J., Σο Βυζϊντιο ωσ Φώροσ. Ειςαγωγό ςτην Ιςτορικό Γεωγραφύα τησ Ανατολικόσ Μεςογεύου ςτη Βυζαντινό Εποχό, Θεςςαλονύκη (2005), 22
49 Αβραμϋα, Α. Π., Η Βυζαντινό Θεςςαλύα μϋχρι του 1204. υμβολό εισ την ιςτορικόν γεωγραφύα, διδ. διατρ., Αθόνα (1971), 55
50 Περιγραφϋσ ςϑντομεσ και εκτενϋςτερεσ πϐλεων, αναφορϋσ ςε μϑθουσ και παραδοξολογύεσ τησ Φαλκιδικόσ εντοπύζονται ςε πολλοϑσ αρχαύουσ
ςυγγραφεύσ. Ενδεικτικϊ: Αύλιοσ Αριςτεύδησ, Ανδοκύδησ, Αριςτοτϋλησ, Αιςχϑλοσ, Δημοςθϋνησ, Διογϋνησ Λαϋρτιοσ, Διϐδωροσ ικελϐσ, Ηςϑχιοσ,
Ιςοκρϊτησ, Λιβϊνιοσ, Τπερεύδησ κ.α.
51 Pseudo-Skylax, Periplus in Geographi Graeci Minores (GGM) I, ed. C Muller, Paris (1855-61), 66
52 Ηροδϐτου, Ιςτοριών Βύβλοι Θ’, Η’, 22-23, 115-116, 122-123, ed. A. D. Godley, London (1920/24)
53 Thucydidis historiae, 2 vol., ed. H. S. Jones and J. E. Powell, Clarendon Press, Oxford (1942), Ι 57.4, 58.1, 60.1, 61.3-4, 64.2-3, ΙΙ. 2, Ι, 13.3, 31.2,
58.1-3, 67.Ι-4, κ.α.
34
δύνεται ϋμφαςη ςτισ περιγραφϋσ τεχνικών ϋργων (Ιςθμϐσ Παλλόνησ, Ιςθμϐσ Ξϋρξη) και ςτην απϐδοςη
ιςτορικών και μυθολογικών ςτοιχεύων.54
Η Φαλκιδικό απϋκτηςε ιδιαύτερο ενδιαφϋρον κατϊ τη ρωμαώκό περύοδο. Σο ενδιαφϋρον των
Ρωμαύων εκδηλώθηκε με την ύδρυςη δϑο ςημαντικών ρωμαώκών αποικιών ςτην Καςςϊνδρεια και ςτην
Ωκανθο και αποτυπώνεται και ςτισ αναφορϋσ των κειμϋνων τησ λατινικόσ γραμματεύασ. Ο Σύτοσ Λύβιοσ
περιγρϊφοντασ την εκςτρατεύα των Ρωμαύων για την κατϊκτηςη εδαφών ςτην περιοχό αναφϋρει
πϐλεισ και οριςμϋνα χαρακτηριςτικϊ που εξυπηρετοϑν τη διόγηςη του55και ο γεωγρϊφοσ Πομπώνιοσ
Μϋλασ (1οσ αι. μ.Φ.), δύνει τη θϋςη των μεγαλϑτερων οικιςμών.56τη γεωγραφύα του Κλαυδύου
Πτολεμαύου, βαςικϐ ϋργο τησ γεωγραφικόσ γραμματεύασ, που επηρϋαςε και αποτϋλεςε τη βϊςη για
μεταγενϋςτερεσ μελϋτεσ, ςυμπεριλαμβϊνεται και η Φερςϐνηςοσ τησ Φαλκιδικόσ. Παραδύδονται
λεπτομερεύσ ςυντεταγμϋνεσ ςε μούρεσ γεωγραφικοϑ μόκουσ και πλϊτουσ των πϐλεων και των κϑριων
ςτοιχεύων μορφολογύασ του εδϊφουσ τησ χερςονόςου.57
Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται ςτα Εθνικϊ του τεφϊνου Βυζαντύου58 (6οσ αι. μ.Φ.)
με αναφορϋσ των πϐλεων τησ Φαλκιδικόσ, ςτον υνϋκδημο του Ιεροκλό59, που ςυντϊςςει κατϊλογο των
πϐλεων του 6ου αιώνα, αλλϊ και ςτα ϋργα του Προκοπύου Καιςαρεύασ60, που περιγρϊφει τισ επιθϋςεισ
εναντύον περιοχών τησ αυτοκρατορύασ και κατονομϊζει τα ϋργα αποκατϊςταςησ του Ιουςτινιανοϑ ςτισ
πληγεύςεσ περιοχϋσ.
Απϐ τα τϋλη του 9ου αιώνα και εξόσ, τα αγιορεύτικα ϋγγραφα προςφϋρουν πολϑτιμεσ πηγϋσ για την
τοπογραφύα τησ περιοχόσ, για τισ διαβαθμύςεισ τησ οικιςτικόσ ανϊπτυξησ αλλϊ και ςτοιχεύα για την
παραγωγό, που με τη ςειρϊ τουσ μασ βοηθοϑν να βγϊλουμε ςυμπερϊςματα για το κλύμα και τη
διαμϐρφωςη του εδϊφουσ ςε ςυγκεκριμϋνεσ χρονικϋσ ςτιγμϋσ.
Απϐ τον 16ο αιώνα και εξόσ, αξιοποιοϑνται μαρτυρύεσ των περιηγητών και των φυςιοδιφών, που
δύνουν πληροφορύεσ για τη Φερςϐνηςο πριν απϐ το τϋλοσ του 19ου αιώνα, πριν δηλαδό απϐ τισ ϋντονεσ
ανθρωπογενεύσ επεμβϊςεισ που ϊλλαξαν τη μορφό του τοπύου, καθώσ και νεϐτερων μελετητών (19οσ-
20οσ αιώνασ), που πραγματοπούηςαν επιτϐπιεσ ϋρευνεσ ςτην περιοχό.
ε αυτό την κατεϑθυνςη, αξιϐλογη εύναι η περιγραφό τησ Φαλκιδικόσ απϐ τον Pierre Belòn,
φυςιοδύφη του 16ου αιώνα, που επιςκϋφτηκε τη Φαλκιδικό το 1554 και περιγρϊφει εκτενώσ τη
54 Meineke A. (ed.), Strabonis geographica, τομ. Ζ’, Leipzig 1877 (ανατ. 1939)
55 Σύτου Λιβύου Βιβλύον 31 και 32, μεταφρ. Δημ. Παπαγεωργύου, ἐν Ἀθόναισ (1897)
56 Mela, Pomponius, Pomponii Melae Geographiae libri tres, Viennae Pannoniae (1512), 14. c.
57 Πτολεμαύου Κλαυδύου, Γεωγραφικό Τφόγηςισ Γ’, ϋκδ. C. Muller, Παρύςιοι (1883), 12, 9: Ενδεικτικϊ, η περιγραφό τησ Φερςονόςου του Ωθω:
«Πϊνορμοσ λιμόν και πϐλισ να δ μα δ το μϋςον του ϐρουσ να σ μα Νυμφαύον ϊκρον να σ μ δ και εν τω ιγγιτικώ κϐλπω τρατονύκη ν γ ιβ μ ιβ
Ωκανθοσ ν γο μ γ ιβ».
58 τϋφανοσ Βυζϊντιοσ, Εθνικϊ, εκδ. A. Meineke, ανατ. Graz (1958), 329-331
59 Ιεροκλϋουσ υνϋκδημοσ, Hieroclis Synecdemus et Notitiae Graecae Episcopatuum accedunt Nili Doxapatrii Notitia, Patriarchatuum et locorum
nomina immutata, Berolini, Friderici Nicolai (G. Parthey), 1866, 638.ζ.-640
60Προκοπύου Καιςαρεύασ, Περύ των του δεςπϐτου Ιουςτινιανοϑ κτιςμϊτων, εκδ. Haury I., Procopii Caesariensis, De aedificiis, Procopii Caesariensis
Opera Omnia, Leipzig (1913-1936), Vol. III. 25-26
35
Φερςϐνηςο του Αγύου Όρουσ (γεωμορφολογύα, χλωρύδα, πανύδα, μοναςτόρια, μοναςτικό ζωό κλπ) αλλϊ
και την διαδρομό απϐ τον Ωθω προσ τη Θεςςαλονύκη, δύνοντασ ϋμφαςη ςτην περιοχό των
ιδηροκαυςύων και των εξορϑξεων που λϊμβαναν χώρα εκεύ.61
Ο Μελϋτιοσ ςτη Γεωγραφύα του (17οσ αιώνασ), αναφϋρει πϐλεισ τησ Φερςονόςου, περιγρϊφει τα
ϐρη, τισ λύμνεσ και τα ςημαντικϐτερα ποτϊμια, δύνει αποςτϊςεισ και ιςτορικϊ ςτοιχεύα (μυθολογικϊ,
παλαιϐτερεσ ονομαςύεσ, ιςτορικϊ γεγονϐτα κ.α.)62
Ο 18οσ αιώνασ αντιπροςωπεϑεται ςτα απομνημονεϑματα του Γϊλλου προξϋνου ςτη Θεςςαλονύκη
Μ. Ε. Μ. Cousinéry, που πραγματοποιεύ οδοιπορικϐ ςτη Φαλκιδικό και το Ωγιον Όροσ και δύνει
περιγραφό των χωριών, τησ οικονομύασ και τησ ζωόσ τησ εποχόσ του και ςτοιχεύα για τη φυςικό
γεωγραφύα τησ Φαλκιδικόσ.63
Κατϊ τον 19ο αιώνα πληθαύνουν οι περιγραφϋσ των περιηγητών με ϋμφαςη πϊντα ςτη Φερςϐνηςο
του Ωθω που αποτελοϑςε πϐλο ϋλξησ για προςκυνητϋσ, φυςιοδύφεσ και ιςτορικοϑσ.64 Σαυτϐχρονα, το
ενδιαφϋρον για τη Φαλκιδικό αναζωπυρώνεται απϐ διϊφορεσ ςτρατιωτικϋσ αποςτολϋσ. Ο Ωγγλοσ
υνταγματϊρχησ J. W. Leake το 1835 περιηγόθηκε τη Φαλκιδικό καταγρϊφοντασ οδοϑσ, λιμϊνια, φυςικϐ
περιβϊλλον και ταυτύζοντασ αρχαιϐτητεσ τισ οπούεσ αποτϑπωςε ςε ςυνημμϋνο χϊρτη για λογαριαςμϐ
τησ βρετανικόσ κυβϋρνηςησ.65 Μια αντύςτοιχη ϋρευνα κατϋθεςε και ο A. Struck ςε ςυνεργαςύα με
Γερμανοϑσ και Αυςτριακοϑσ ερευνητϋσ66, ο χινϊσ που καταθϋτει αξιϐλογεσ τοπογραφικϋσ
παρατηρόςεισ αλλϊ και χαρτογραφικϋσ αποτυπώςεισ67 και ο Avezou, που περιηγόθηκε ςτη Φερςϐνηςο
το 1914 και αποτϑπωςε, εκτϐσ των ϊλλων, επιγραφϋσ και αρχαιολογικϊ ευρόματα.68Αξιϐλογη εύναι η
μονογραφύα του M. Zahrnt για τισ πϐλεισ τησ Φαλκιδικόσ μϋςα απϐ την μελϋτη τησ ςϑςταςησ και τησ
εξϋλιξησ του Κοινοϑ των Φαλκιδϋων κατϊ τον 5ο και 4ο αι. π.Φ. Η ςημαςύα τησ ϋγκειται ςτο γεγονϐσ ϐτι
προςεγγύζει τη Φαλκιδικό ωσ ενιαύο γεωγραφικϐ ςϑνολο.69 Ο. Μ. Δόμιτςασ περιγρϊφει τη Φαλκιδικό
χωρύζοντασ την ςε ενϐτητεσ βϊςει τησ διοικητικόσ διαύρεςησ των κλαςικών χρϐνων και περιγρϊφει τισ
πϐλεισ και την ιςτορύα τουσ.70
Σην εικϐνα ςυμπληρώνουν τα λόμματα των λεξικών και οι διϊφορεσ αρχαιολογικϋσ μελϋτεσ που
αναφϋρονται ςτη ςυντριπτικό τουσ πλειοψηφύα ςτην ιςτορικό γεωγραφύα των προχριςτιανικών
61 Belòn, P., Les Observations de Plusieurs Singularitèz et Choses Memorables, Trovées en Grece, Asie, Iudée, Egypte, Arabie & Autres Pays Estranges,
Redigées en Trois Liures, Paris (1588), 75-99
62 Μελετύου, Γεωγραφύα Παλαιϊ και Νϋα, Σϐμοσ Β’, Βενετύα (1807), 456-473
63 Cousinéry, M. E. M., Voyage dans La Macedoine, Tome Premier, Paris (1831), 116-120 ̇ Κϐτςιανου, τ. Αθ., Ένα ταξύδι ςτη Φαλκιδικό ςτα 1793.
Εντυπώςεισ και κρύςεισ του Γϊλλου Προξϋνου ςτη Θεςςαλονύκη E. Cousinéry, Αθόνα (1951)
64 Ενδεικτικϊ: Griesebach 1839, Uspenskij 1845, Viquesnel 1838, Nicolaidy 1859, Φρυςανθύδησ 1869, Κnkov 1891, Avezou 1914
65 Leake, W. M., Travels in Norhtern Greece, Vol. III, London (1835), 114-171
66 Struck, A., Makedonische Fahrten- I. Chalkidike, Wien-Leipzig (1907)
67 χινϊσ, Ν. Θ., Οδοιπορικαύ ημειώςεισ Μακεδονύασ και Ηπεύρου, Νϋασ Οροθετικόσ Γραμμόσ και Θεςςαλύασ, Αθόνα (1886)
68 Séve, M. – Feissel, D., “La Chalcidique vue par Charles Avezou (avril-mai 1914). Notes de voyages et inscriptions”, BCH 103/1, (1979), 229-326
69 Zahrnt, M., “Olynth und die Chalkidier. Untersuchungen zur Staatenbildung auf der Chalkidischen Halbinsel im 5. und 4. Jahrhundert v. Chr.",
Vestigia. Beiträge zur alten Geschichte, Band 14, Verlag C. H. Beck, München (1971)
70 Δόμιτςασ, Μ. Γ., Η Μακεδονύα εν λύθοισ φθεγγομϋνοισ και μνημεύοισ ςωζομϋνοισ, Σϐμοσ Β’, Αθόνα (1874)
36
χρϐνων. Σην πιο εμπεριςτατωμϋνη περιγραφό τησ φυςικόσ γεωγραφύασ, του κλύματοσ και τησ
παραγωγόσ τησ Φαλκιδικόσ παραδύδει ο J. Lefort ςε ςυνεργαςύα με ϊλλουσ ςτην ϋκδοςη για τουσ
οικιςμοϑσ τησ Μακεδονύασ.71
2.3. Γεωμορφολογύα
Ο νομϐσ Φαλκιδικόσ ϋχει ϋκταςη 2.918 χλμ2, απϐ τα οπούα τα 729 εύναι πεδινϊ (25¿), τα 1.464
ημιορεινϊ (50¿) και τα 725 ορεινϊ (25¿). Η βλϊςτηςη καλϑπτει τα 1.450 χλμ2, ποςοςτϐ 50¿ τησ
ςυνολικόσ ϋκταςόσ του. Η χερςϐνηςοσ παρουςιϊζει ποικύλο ανϊγλυφο. Η βορειοανατολικό Φαλκιδικό
εύναι ορεινό (Φολομώντασ 1165 μ., τρατωνικϐ 918 μ., Ωθωσ 2033 μ.) ενώ η υπϐλοιπη ορεινό ϋωσ
λοφώδησ με βαθιϋσ χαραδρώςεισ και απϐτομεσ κλύςεισ πρανών.
Ακτογραφύα (χϊρτησ 2)
Φαρακτηριςτικό εύναι η ακτογραμμό τησ Φαλκιδικόσ, με τισ τρεισ μικρϋσ χερςονόςουσ, ςτα δυτικϊ η
Καςςϊνδρα, ςτη μϋςη η ιθωνύα και ςτα ανατολικϊ η Φερςϐνηςοσ του Αγύου Όρουσ με τα αντύςτοιχα
ακρωτόρια: το Καναςτραύο (ςημερινϐ Παλιοϑρι), το Δρϋπανο (αρχαύα Δϋρρισ ό Ωμπελοσ) και το
ακρωτόριο Ωκραθωσ (αρχαύο Νυμφαύο ό Ωκραθωσ).72Μεταξϑ των δϑο πρώτων χερςονόςων
δημιουργεύται ο Σορωναύοσ Κϐλποσ ό κϐλποσ τησ Καςςϊνδρασ και μεταξϑ ιθωνύασ και Ωθω ο
ιγγιτικϐσ κϐλποσ. τον μυχϐ του τελευταύου υπϊρχουν και μερικϊ νηςϊκια, ϐπωσ η Αμμουλιανό, η
Διϊποροσ και ϊλλα μικρϐτερα. την ανατολικό πλευρϊ του κορμοϑ τησ Φερςονόςου, μεταξϑ των
ακρωτηρύων Αρϊπησ και Ελεϑθεροσ δημιουργεύται ο κλειςτϐσ κϐλποσ τησ Ιεριςςοϑ (ό Ακϊνθιοσ). τα
παρϊλια των τριών προβολών ανούγονται μικρϐτεροι κϐλποι κατϊλληλοι για τον ελλιμενιςμϐ των
πλούων. Εξαιτύασ του ςχεδϐν κυκλικοϑ τησ περιγρϊμματοσ η Φαλκιδικό ϋχει περύ τα 570 χλμ ακτών, που
ςυνιςτοϑν τη μεγαλϑτερη ακτογραμμό τησ βϐρειασ Ελλϊδασ. Οι πολυϊριθμεσ βραχώδεισ χερςϐνηςοι και
οι αμμώδεισ ακτϋσ προςφϋρουν ιδανικϊ αγκυροβϐλια, μεταξϑ των οπούων ξεχωρύζει το φυςικϐ λιμϊνι
Πϐρτο Κουφϐ ςτη ιθωνύα, με την ςτενό του εύςοδο.73
71 Lefort, J., Paysages de Macédoine, leurs caractères, leur évolution à travers les documents et les récits des voyageurs, Travaux et Memoires du
Centre de Recherche d’ Histoire et Civilization de Byzance, Collége de France, Monographies 3, Paris (1986)
72 Ηροδϐτου Ιςτορύεσ...7.123.4 …τάμνων ἀπ΄ Ἀμπέλου ἄκρησ ἐπὶ Καναςτραῖον ἄκρην. Ηρωδιανϐσ. Καθολικό προςωδύα. 3,1.160.18 τϋφανοσ
Βυζϊντιοσ. Εθνικϊ. 87.4 ἔςτι καὶ ἄκρα Σορωναύων Ἄμπελοσ λεγομένη. O Σύτοσ Λύβιοσ αναφϋρει δϑο ακρωτόρια ςτην Παλλόνη: το μεγαλϑτερο
που λϋγεται Ποςεύδιον και το Καναςτραύο (XLIV. 11). ϑμφωνα με τον Ηρϐδοτο αυτϐ όταν και το ακρϐτατο ςημεύο τησ Φερςονόςου (VII. 123).
Σο αναφϋρει και ο τϋφανοσ Βυζϊντιοσ (Κϊναςτρον) κ.α.
73 τρϊβων Γεωγραφικϊ. 7a.1.32.2 …ἀρχαίασ κατεςκαμμένησ ίγγου τοὔνομα. μεθ΄ ἣν Ἄκανθοσ ἐπὶ τῷ ἰςθμῷ τοῦ Ἄθω κειμένη πόλισ͵ Ἀνδρίων
κτίςμα͵ ἀφ΄ ἧσ ςυχνοὶ καὶ τὸν κόλπον Ἀκάνθιον καλοῦςι.
Ὅτι ἀντικρὺ Κανάςτρου͵ ἄκρου τῆσ Παλλήνησ͵ ἡ Δϋρρισ ἐςτὶν ἄκρα πληςίον Κωφοῦ λιμένοσ͵ καὶ ὁ Σορωναῖοσ κόλποσ ὑπὸ τούτων ἀφορίζεται.
καὶ πρὸσ ἀνατολὰσ αὖθισ κεῖται τὸ ἄκρον τοῦ Ἄθωνοσ͵ ὃ ἀφορίζει τὸν ιγγιτικὸν κόλπον͵ ὡσ εἶναι ἐφεξῆσ κόλπουσ τοῦ Αἰγαίου πελάγουσ πρὸσ
βορρᾶν͵ ἀλλήλων ἀπέχοντασ οὕτωσ͵ Μαλιακὸν Παγαςιτικὸν Θερμαῖον Σορωναῖον ιγγιτικὸν τρυμονικόν. τὰ δὲ ἄκρα Ποςείδιον μὲν τὸ μεταξὺ
Μαλιακοῦ καὶ Παγαςιτικοῦ͵ τὸ δὲ ἐφεξῆσ πρὸσ βορρᾶν ηπιάσ͵ εἶτατὸ ἐν Παλλήνῃ Κάναςτρον͵ εἶτα Δϋρρισ͵ εἶτα Νυμφαῖον ἐν τῷ Ἄθωνι πρὸσ τῷ
ιγγιτικῷ͵ τὸ δὲ πρὸσ τῷ τρυμονικῷ Ἀκράθωσ ἄκρον͵ ὧν μεταξὺ ὁ Ἄθων͵ οὗ πρὸσ ἀνατολὰσ ἡ Λῆμνοσ· πρὸσ δὲ βορρᾶν ἀφορίζει τὸν
τρυμονικὸν κόλπον ἡ Νεάπολισ. Epit. Ὅτι Ἄκανθοσ πόλισ ἐν τῷ ιγγιτικῷ κόλπῳ ἐςτὶ παράλιοσ πληςίον τῆσ τοῦ Ξέρξου διώρυχοσ·
37
Η ακτογραμμό τησ Καςςϊνδρασ, μετϊ την καταςκευό του Ιςθμοϑ μετατοπύςτηκε περύπου 3 χλμ
προσ τα δυτικϊ, οπϐτε ϋχουν χαθεύ τα ύχνη οποιαςδόποτε πιθανόσ λιμενικόσ ό ϊλλησ εγκατϊςταςησ. ε
αυτό τη ζώνη δεν βρϋθηκαν ευρόματα. Προφανώσ, όδη απϐ την αρχαιϐτητα, η περιοχό να βριςκϐταν
κϊτω απϐ το επύπεδο τησ επιφϊνειασ τησ θϊλαςςασ, επομϋνωσ, ο ιςθμϐσ απϐ την ηπειρωτικό Φαλκιδικό
προσ την Παλλόνη όταν ςτενϐτεροσ απϐ ϐτι ςόμερα.
Ψσ προσ το ανϊγλυφϐ τουσ, οι ακτϋσ τησ Καςςϊνδρειασ ορθώνονται απϐκρημνα με εμφανό την
ϋντονη παρϊκτια θαλϊςςια διϊβρωςη. Ενδιαμϋςωσ απλώνονται χαμηλϋσ αμμώδεισ παραλύεσ με ωραύα
τοπύα τουριςτικόσ αξύασ. Οι ακτϋσ ςτισ χερςονόςουσ τησ ιθωνύασ και τησ ΒΑ Φαλκιδικόσ εύναι απϐτομεσ
αποτελοϑμενεσ απϐ κρυςταλλοςχιςτώδη πετρώματα και γρανύτεσ.74
Η ϊνοδοσ τησ θαλϊςςιασ ςτϊθμησ ςτην ανατολικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ θεωρεύται ϐτι ϋχει φτϊςει
τουλϊχιςτον τα 2 μϋτρα απϐ την εποχό τησ ύδρυςησ τησ Ουρανουπϐλεωσ.75
Ορεογραφύα
Η βορειοανατολικό και κεντρικό Φαλκιδικό εύναι ορεινό. Σο δυτικϐ τμόμα του νομοϑ εύναι λοφώδεσ
με όπιο ανϊγλυφο, το οπούο παρουςιϊζει ομαλϋσ κυματοειδεύσ επιφϊνειεσ, που χωρύζονται μεταξϑ τουσ
απϐ ξηρορϋματα και χειμϊρρουσ. Σο ανϊγλυφϐ του βϐρειου και του κεντρικοϑ τμόματϐσ τησ
διαμορφώνεται απϐ μια ορεινό ό ημιορεινό ζώνη. το βϐρειο τμόμα του νομοϑ απολόγει ο Φορτιϊτησ
(αρχαύοσ Κιςςϐσ) με υψϐμετρο 1.201 μ., που ςτην περιοχό τησ Βϊβδου καταλόγει ςτο Καλαβρϐ ϐροσ.
Παραφυϊδεσ του εκτεύνονται μϋχρι τον Θερμαώκϐ Κϐλπο και ειςχωροϑν ςτη χερςϐνηςο τησ
Καςςϊνδρασ. το κϋντρο περύπου τησ Φερςονόςου, η ςημαντικϐτερη ϋξαρςη εύναι το ϐροσ Φολομώντασ
ό Τψύζωνοσ (1.165 μ.), το κϑριο βουνϐ τησ Φαλκιδικόσ με αρκετϋσ δευτερεϑουςεσ κορυφϋσ (ταυροϑ
Σοϑμπα 938 μ., Πτοϑνι 909 μ., Λιαρύγκοβα 821 μ. κ.α.). Ο Φολομώντασ καταλαμβϊνει ςημαντικϐ ϐγκο
τησ χερςονόςου και ςτα ανατολικϊ απολόγει ςτα ϐρη τρατονικϐν (832 μ.) και Κϊκαβοσ (633 μ.).
Μεταξϑ Φολομώντα και τρατονικοϑ υψώνεται το Καςτϋλι (913 μ.).
τισ χερςονόςουσ τησ Καςςϊνδρασ και τησ ιθωνύασ τα βουνϊ εύναι χαμηλϊ. Η Καςςϊνδρα εύναι
ομαλό και λοφώδησ, με όρεμα τοπύα και μϋγιςτο υψϐμετρο ςτα 307 μ. το κϋντρο τησ ιθωνύασ
κυριαρχεύ ο ορεινϐσ ϐγκοσ του άταμου ό Δραγουδϊλλη (817 μ.). Αντύθετα, η χερςϐνηςοσ του Αγύου
Όρουσ παρουςιϊζει ϋντονο ανϊγλυφο. το βϐρειο τμόμα τησ Φερςονόςου του Αγύου Όρουσ υψώνεται ο
Μϋγασ Ζυγϐσ (510 μ.), ενώ ςτην υπϐλοιπη κυριαρχεύ ο Ωθωσ (2.030 μ.).76
οϑδασ Λεξικϐν 1298. 7 τὸν δὲ ἐπ΄ αὐταῖσ μῦθον Ἡγήςανδροσ ἐν τοῖσ περὶ ὑπομνημάτων λέγει οὕτωσ· Ἀλκυονέωσ τοῦ γίγαντοσ θυγατέρεσ ἦςαν͵
Υωςθονία͵ Ἄνθη͵ Μεθώνη͵ Ἀλκίππα͵ Παλήνη͵ Δριμὼ͵ Ἀςτερίη. αὗται μετὰ τὴν τοῦ πατρὸσ τελευτὴν ἀπὸ Καναςτραύου͵ ὅ ἐςτιν ἄκρον τῆσ
Πελλήνησ͵ ἔρριψαν αὑτὰσ εἰσ τὴν θάλαςςαν.
74 Βερϊνησ, Ν., Γεωλογικό δομό και ορυκτϋσ πρώτεσ ϑλεσ ςτο νομϐ Φαλκιδικόσ, Ι.Γ.Μ.Ε., Θεςςαλονύκη (1994), 46
75 Παπϊγγελοσ, Ι. Α., «Ὁυρανουπϐλεωσ τοπογραφικϊ», ςτο Αρχαύα Μακεδονύα 5, Ανακοινώςεισ κατϊ το Πϋμπτο Διεθνϋσ υμπϐςιο, Θεςςαλονύκη
10-15 Οκτωβρύου 1989, 2, άδρυμα Μελετών Φερςονόςου του Αύμου 240, Θεςςαλονύκη (1993), 1173, ςημ. 84.
76 Ο Ωθωσ κατονομϊζεται ςτισ πηγϋσ ωσ «ϐροσ υψηλϐν» (Θουκυδύδησ, Δ, 109 , 76) ̇τρϊβων Γεωγραφικϊ. 7a.1.33.8 …· ἔςτι δ΄ ὁ ‘Ωθων ὄροσ
μαςτοειδὲσ ὀξύτατον ὑψηλότατον· οὗ οἱ τὴν κορυφὴν οἰκοῦντεσ ὁρῶςι τὸν ἥλιον ἀνατέλλοντα πρὸ ὡρῶν τριῶν τῆσ ἐν τῇ παραλίᾳ ἀνατολῆσ ̇
38
Τδρογραφύα – Λεκανοπϋδια (χϊρτησ 3)
Η Φαλκιδικό δεν διαθϋτει αξιϐλογα υδϊτινα ρεϑματα. Απϐ τον Φολομώντα ξεκινοϑν δϑο μεγϊλοι
χεύμαρροι, η Βατϐνια και η Κοϑντουρα που εκβϊλλουν ςτον κϐλπο τησ Καςςϊνδρασ και αποτελοϑν
ουςιαςτικϊ το ϐριο ανϊμεςα ςτουσ ορεινοϑσ ϐγκουσ του Φορτιϊτη και του Φολομώντα.
Κϑριοι κλϊδοι του υδρογραφικοϑ δικτϑου εύναι ο Ανθεμοϑντασ, ο Ολϑνθιοσ, ο Φαβρύασ77 και ο
Αςπρϐλακκασ-Κοκκινϐλακασ. Σο υδρογραφικϐ δύκτυο παρουςιϊζει δενδρικό μορφό, χωρύσ να
αποκλεύονται και οι ορθογώνιεσ μορφϋσ λϐγω τεκτονικόσ επύδραςησ.78
Ο Ανθεμοϑντασ διαςχύζει την ομώνυμη πεδινό χώρα, ο Φαβρύασ αποτελεύ ϐριο μεταξϑ τησ
Κρουςύδασ και τησ Βοττικόσ, ο Αμνύτησ διϋρχεται ανατολικϊ τησ Ολϑνθου, ο Χυχρϐσ εκβϊλλει ςτον
κϐλπο του Αγύου Όρουσ, οι ποταμού Δερβϋνι, Κοτζϊ, Φολομώντασ και Μϐδινοσ εκβϊλλουν ςτη Βϐλβη.79
τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ, ςτην ενδοχώρα τησ περιοχόσ του Πολϑχρονου υπϊρχει μικρό
λύμνη (400 τ.μ.) με ενδιαφϋρουςα χλωρύδα και πανύδα, η Μαυρϐμπαρα. Δϑο μικρϋσ λιμνοθϊλαςςεσ
ςχηματύζονται ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ, η μια ςτην περιοχό Γερϊνι, ςτισ ακτϋσ του Θερμαώκοϑ
και η ϊλλη ςτην περιοχό Γλαρϐκαβοσ, ςτισ ακτϋσ του Σορωναύου. Κατϊ την αρχαιϐτητα, μια ανϊλογη,
πιθανϐτατα υφϊλμυρη, λύμνη η Βολυκό80 ςχηματιζϐταν ςτισ εκβολϋσ των ποταμών Αμμύτη και
Ολυνθιακοϑ, ςτην περιοχό Μολυβϐπυργοσ, ςτισ βϐρειεσ ακτϋσ του Σορωναύου.81
Πεδιϊδεσ
Μελετύου, Γεωγραφύα, 457. 2. «Ο Ωθωσ το διαςημϐτατον ϐροσ τησ Μακεδονύασ, και υψηλϐτατον, το οπούον φτϊνει ςτο Αιγύον Πϋλαγοσ, (…)Η
ςκιϊ του Ωθωνα κατϊ τον Πλύνιον φτϊνει μϋχρι τησ Λόμνου, αφιςταμϋνησ εκεύθεν προσ ανατολϊσ 87 μύλια.
77 Δειπνοςοφιςτϋσ. 8.11.4 …ἄλλοτ΄ ἀν΄ ἤπειρον πολυβώλακα. γίγνετο δ΄ αἰεὶ θηρί΄ ὅς΄ ἤπειροσ αἰνὰ τρέφει͵ ὄφρα φύγοι νιν. οἶδα δὲ καὶ τὰ περὶ
τὴν ἀπόπυριν καλουμένην περὶ τὴν Βόλβην λίμνην͵ περὶ ἧσ Ἡγήςανδροσ ἐν τοῖσ ὑπομνήμαςι φηςὶν οὕτωσ Ἀπολλωνίαν τὴν Φαλκιδικὴν δύο
ποταμοὶ περιρρέουςιν Ἀμμίτησ καὶ ‘Ολυνθιακϐσ· ἐμβάλλουςι δ΄ ἀμφότεροι εἰσ τὴν Βόλβην λίμνην. ἐπὶ δὲ τοῦ Ὀλυνθιακοῦ μνημεῖόν ἐςτιν
‘Ολϑνθου τοῦ Ἡρακλέουσ καὶ Βόλβησ υἱοῦ.
Αντιγϐνου Ιςτοριών Παραδϐξων υναγωγό. 78.1.1 Σὸν δὲ ἐν τῇ Φαλκιδικῇ ποταμὸν τὸν ἐπὶ Θρᾴκησ͵ τὸν καλούμενον Χυχρόν͵ ἂν πίωνται τὰ
πρόβατα͵ ἔχειν τὰ γεννώμενα μέλαναποιεῖν.
Μελετύου, ϐ.π., 458-459. 3. «Ποταμϐσ ςτην περιοχό τησ Φαλκιδικόσ εύναι ο Φϊβρισ, κοινώσ λεγϐμενοσ Φαβριϊσ»
Cramer, J. A. A Geographical And Historical Description Of Ancient Greece, Vol.. 1, Oxford at the Clarendon Press (1828), 242 Ξεκινώντασ απϐ τα
δυτικϊ, 10 μύλια μετϊ τη Θεςςαλονύκη, ςημειώνουμε την ϑπαρξη ενϐσ ποταμοϑ που ο Πτολεμαύοσ το ονομϊζει Φαβρύα. άςωσ πρϐκειται για το
ύδιο ποτϊμι που ο Προκϐπιοσ ονομϊζει Ρόχιο.
χινϊσ 1886, 53-54. Σην Φαλκιδικό διαρρϋουν ο εκ του Φορτιϊτου ϐρουσ πηγϊζων ποταμϐσ Ανθεμοϑσ που διαρρϋει την πεδιϊδα τησ
Καλαμαριϊσ και χϑνεται μεςημβρινοανατολικώσ τησ Θεςςαλονύκησ. Ο απϐ του αυτοϑ ϐρουσ πηγϊζων ποταμϐσ Φαβρύασ που διαρρϋει τισ
πεδιϊδεσ Καρδύασ και Πορταριϊσ και χϑνεται ςτον Θερμαώκϐ κϐλπο. Οι εκ των μεςημβρινών υπωρειών του ύδιου ϐρουσ πηγϊζοντεσ ποταμού
Ολύνθιοσ (Πολϑερο) και Αμνύασ ό Αμνύτησ, ωσ και ο Ορμυλύασ που διϋρχεται την μεταξϑ ολωμοϑ και Φορτιϊτου κοιλϊδα και εκβϊλλει ςτον
κϐλπο τησ Καςςϊνδρασ και τϋλοσ, εκ του Τψιζώνου (ολωμοϑ) πηγϊζων Χυχρϐσ ό Πλατϊνησ και εκβϊλλει ςτον κϐλπο του Αγύου Όρουσ.
78 υρύδησ, Γ., Λιθοςτρωματογραφικό, βιοςτρωματικό και παλαιογεωγραφικό μελϋτη των Νεογενών – Σεταρτογενών ιζηματογενών ςχηματιςμών
τησ Φερςονόςου Φαλκιδικόσ, Α.Π.Θ., Διδ. Διατριβό, Θεςςαλονύκη (1990), 243
79 Ζαγκλόσ, Δ., Φαλκιδικό: Ιςτορύα – Γεωγραφύα απϐ των αρχαιοτϊτων χρϐνων μϋχρι του 1912, (1956), 12-14
80 Leake 1835, 155: Κοντϊ ςτον ιςθμϐ υπόρχε ο βϊλτοσ που ονομαζϐταν Βολυκό –εύναι η λύμνη τησ Ολϑνθου (ϐπου πνύγηκαν οι αιχμϊλωτοι) και
εκεύ εξϋβαλαν ο Αμνύτησ και ο Ολυνθιακϐσ. Αθηναύοσ ςοφιςτόσ. Δειπνοςοφιςτϋσ. 3.2.14 …καὶ περὶ Σορώνην τῆσ Φαλκιδικῆσ ἐν λίμνῃ τινὶ μετρίᾳ
τῷ μεγέθει͵ καὶ αὕτη πέττεται καὶ τελεοκαρπεῖ.
81 Ακριβοποϑλου, ., Παλαιοχριςτιανικό Φαλκιδικό, Μνημειακό τοπογραφύα, μεταπτυχιακό εργαςύα, Θεςςαλονύκη (1999), 17
39
τη χερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ οι πεδινϋσ εκτϊςεισ εύναι λύγεσ και μικρόσ ϋκταςησ.
υγκεντρώνονται ςτα βϐρεια, γϑρω απϐ τισ λύμνεσ Κορώνεια και Βϐλβη (πεδιϊδα του Λαγκαδϊ), ςτα
δυτικϊ, κατϊ μόκοσ τησ ακτογραμμόσ και εκατϋρωθεν του ιςθμοϑ τησ Φερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ.
την περιοχό τησ Ολϑνθου αναφϋρεται ςε πολλϋσ αρχαύεσ πηγϋσ, μια πεδινό ϋκταςη με το ϐνομα
«Κανθαρώλεθροσ», που ονομϊςτηκε ϋτςι λϐγω του ϐτι ςτην περιοχό δεν μπορεύ να επιβιώςει το
ςυγκεκριμϋνο ϋντομο82. Μικρόσ ϋκταςησ αλλϊ γϐνιμεσ πεδιϊδεσ υπϊρχουν ςόμερα και ςτα νϐτια και
νοτιοδυτικϊ του Πολυγϑρου.
την ανατολικό Φαλκιδικό, πεδινϋσ εκτϊςεισ αναπτϑςςονται ςτισ παρϊκτιεσ απολόξεισ των
ρεμϊτων αλλϊ και ςτα εςωτερικϊ τμόματα των λεκανών απορροόσ του ρϋματοσ Πετρϋνια (πεδινό
περιοχό Γοματύου), του ρϋματοσ Φαβρύα (πεδινό περιοχό Μεγϊλησ Παναγιϊσ) καθώσ και των ρεμϊτων
Ξινονϋρι και Πλατανϐρεμα ςτην περιοχό Αγύου Ιωϊννη (Πλανϊ).
2.4. Κλύμα
Σο κλύμα ςτη Φαλκιδικό παρουςιϊζει διακυμϊνςεισ απϐ παραθαλϊςςιο μεςογειακϐ ςτισ χαμηλϋσ
περιοχϋσ, ςε χερςαύο μεςογειακϐ ςτισ υψηλϐτερεσ και ςε υγρϐ ηπειρωτικϐ ςτισ υψηλϋσ περιοχϋσ. Αυτϐ
ενδεχομϋνωσ οφεύλεται ςτο γεγονϐσ ϐτι, η επύδραςη του μεςογειακοϑ κλύματοσ ποικύλλει ωσ προσ το
βϊθοσ και εξαρτϊται ϋντονα απϐ τη μορφολογύα του εδϊφουσ. ε γενικϋσ γραμμϋσ, τα παρϊκτια βουνϊ
λειτουργοϑν ωσ κλιματικϊ εμπϐδια, ενώ οι κοιλϊδεσ των ποταμών μετατοπύζουν την επιρροό του
μεςογειακοϑ κλύματοσ βαθϑτερα ςτο εςωτερικϐ δημιουργώντασ κλιματικϋσ αναμύξεισ.83Σο μεςογειακϐ
κλύμα των παραθαλϊςςιων περιοχών, χαρακτηρύζεται απϐ όπιουσ χειμώνεσ και δροςερϊ καλοκαύρια. Σο
μικροκλύμα των πεδινών περιοχών ςυμβϊλλει ςτην απουςύα παγετών ό υπερβολικϊ υψηλών
θερμοκραςιών.
Οι πιο θερμού μόνεσ εύναι ο Ιοϑλιοσ και ο Αϑγουςτοσ με μϋςη μϋγιςτη ημερόςια θερμοκραςύα γϑρω
ςτουσ 26 C. Οι ψυχρϐτεροι μόνεσ εύναι ο Υεβρουϊριοσ και ο Μϊρτιοσ χωρύσ ϐμωσ να δημιουργοϑν
προβλόματα εφϐςον η μϋςη ελϊχιςτη θερμοκραςύα εύναι πϊνω απϐ τουσ 0 C. Σο μεγαλϑτερο ποςοςτϐ
βροχόσ καταγρϊφεται την περύοδο Οκτωβρύου-Απριλύου. Οι ϊνεμοι που πνϋουν ςτην περιοχό εύναι κατϊ
κϑριο λϐγο Βϐρειοι- Βορειοανατολικού και νοτύων διευθϑνςεων κυρύωσ κατϊ την καλοκαιρινό
περύοδο.84Αυτϐ το κλύμα ευνοεύ την καλλιϋργεια ελιϊσ και την παραγωγό κραςιοϑ. τισ ευνοημϋνεσ
περιοχϋσ αυτϋσ οι κλιματικϋσ ςυνθόκεσ επιτρϋπουν την ετόςια παραγωγό οπωροκηπευτικών και
δημητριακών. Αςφαλώσ, οι ςυνθόκεσ κατϊ περιοχό εμπλουτύζουν με διακυμϊνςεισ και διαφοροποιόςεισ
τη γενικό αυτό εικϐνα δημιουργώντασ μικροκλύματα.
82Αριςτοτϋλησ, Mir 842a.5 …Εν δε τη Φαλκιδικό τησ επύ Θρϊκησ πληςύον Ολϑνθου φαςύν εύναι Κανθαλώλεθρον ονομαζϐμενον τϐπον, μικρώ
μεύζονα το μϋγεθοσ ϊλω, εισ ον των μεν ϊλλων ζώων ϐταν τι αφύκηται, πϊλιν απϋρχεται, των δε κανθϊρων των ελθϐντων ουδεύσ αλλϊ κϑκλω
περιιϐντεσ το χωρύον λιμώ τελευτώςιν.
83 Koder 2005, 54
84 πηγό: www.halkidiki.gov.gr
40
ε γενικϋσ γραμμϋσ, φαύνεται ϐτι οι δυτικϋσ περιοχϋσ τησ χερςονόςου εύναι πιο ευνοημϋνεσ απϐ τισ
αντύςτοιχεσ ανατολικϋσ, ϐχι μϐνο επειδό επωφελοϑνται απϐ τισ ατμοςφαιρικϋσ διακυμϊνςεισ ςτα
δυτικϊ κατϊ τη διϊρκεια τησ περιϐδου των βροχοπτώςεων αλλϊ και επειδό κατϊ την περύοδο του
ξηροϑ κλύματοσ απολαμβϊνουν υψηλϊ επύπεδα ςχετικόσ υγραςύασ που ελαχιςτοποιοϑν τα
αποτελϋςματα τησ ξηραςύασ και τισ προςτατεϑουν απϐ τα ΝΑ ρεϑματα. Η εϑφορη πεδιϊδα των
Βαςιλικών αλλϊ και οι μαρτυρύεσ των αρχαύων πηγών, των μεςαιωνικών εγγρϊφων του Αγύου Όρουσ
και των περιηγητών για τισ πλοϑςιεσ καλλιϋργειεσ και την ποικιλύα τησ βλϊςτηςησ ςτην πεδιϊδα τησ
Καλαμαριϊσ85και ςτον Καλϐκαμπο ςτην περιοχό τησ Βεριϊσ, ςε ςϑγκριςη με τισ ςαφώσ πιο
περιοριςμϋνεσ καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ επιβεβαιώνουν τον παραπϊνω
ιςχυριςμϐ.86 Εξϊλλου ο Struck, αναφϋρει ϐτι ςτην περιοχό τησ Γαλϊτιςτασ το κλύμα όταν ιδιαύτερα
ευεργετικϐ. Για τον λϐγο αυτϐ πόγαιναν εκεύ αςθενεύσ απϐ τη Θεςςαλονύκη και τη Φαλκιδικό.87
υμπερϊςματα αναφορικϊ με το κλύμα τησ αρχαιϐτητασ μποροϑν να προκϑψουν κατϊ προςϋγγιςη
απϐ τα κλιματικϊ δεδομϋνα του πρϐςφατου παρελθϐντοσ ςτην ευρϑτερη περιοχό τησ Φερςονόςου, τα
οπούα δεν παρουςύαζαν μεταβολϋσ τουλϊχιςτον μϋχρι τα μϋςα του 20ου αιώνα.88 Σο γεγονϐσ βϋβαια ϐτι
υπϊρχουν αντιςτοιχύεσ ανϊμεςα ςτο κλύμα του μεςαύωνα και τησ ςημερινόσ εποχόσ ϐπωσ ςυνϊγεται
απϐ πηγϋσ, δεν ςημαύνει ϐτι οι κλιματικϋσ αυτϋσ ςυνθόκεσ παρϋμειναν αμετϊβλητεσ καθ’ ϐλη τη
διϊρκεια τησ ιςτορύασ.89Όπωσ και ςόμερα, υπόρχαν βραχυπρϐθεςμεσ και μακροπρϐθεςμεσ κλιματικϋσ
μεταβολϋσ που επηρϋαζαν ςημαντικϊ και, ενύοτε, διαμϐρφωναν την ανθρώπινη δραςτηριϐτητα ςε
ςχϋςη με την καλλιϋργεια τησ γησ.
Ϊρευνεσ ϋχουν δεύξει ϐτι, οι χειμερινϋσ θερμοκραςύεσ μεταξϑ περύπου του 1200 π.Φ. και του 500 μ.Φ.
υπόρξαν αρκετϊ υψηλϐτερεσ ςε ςχϋςη με παλαιϐτερεσ ό με τισ ςημερινϋσ ςυνθόκεσ. Σα αποτελϋςματα
των παλυνολογικών ερευνών και τησ παλαιοβοτανικόσ ϋχουν δεύξει ϐτι απϐ τον 5ο αιώνα και μϋχρι τα
μϋςα περύπου του 6ου αιώνα, παρατηρόθηκε μια ψϑχρανςη του κλύματοσ ςτη Μεςϐγειο και, ειδικϐτερα,
ςτην περιοχό του Αιγαύου και μια μεύωςη ςτα ποςοςτϊ τησ υγραςύασ.90 Η μεταβολό αυτό εύχε ςαν
αποτϋλεςμα την αϑξηςη τησ φυςικόσ βλϊςτηςησ και ιδιαύτερα των δαςών φυλλοβϐλων, που με τη
ςειρϊ τησ εύχε αντύκτυπο ςτην οργϊνωςη των οικιςμών και την οικονομύα τουσ.
85 τουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ Καλαμαριϊ ονομαζϐταν η περιοχό που εκτεύνεται ΝΑ τησ Θεςςαλονύκησ μϋχρι τον ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρασ και απϐ
τη δυτικό παραλύα τησ Φαλκιδικόσ ςτον Θερμαώκϐ Κϐλπο μϋχρι το ρϋμα Βατϐνια που εκβϊλλει ςτον Σορωναύο κϐλπο κοντϊ ςτο ςημερινϐ χωριϐ
του Αγύου Μϊμαντοσ.
86 Geyer, B., «Physical Factors in the Evolution of the Landscape and Land Use», The Economic History of Byzanium: From the Seventh through the
Fifteenth Century, ed. Angeliki E. Laiou, Dumbarton Oaks Studies, (2002), 34-35
87 Struck 1907, 9
88 Zahrnt 1971, 139 και αμςϊρησ, Δ., Ιςτορικό Γεωγραφύα τησ Ρωμαώκόσ Επαρχύασ τησ Μακεδονύασ, Μακεδονικό Βιβλιοθόκη 70, Θεςςαλονύκη
(1989), 11
89 Koder, J., Tabula Imperii Byzantini, Aigaion Pelagos (Die Nördliche Ägäis), Band 10, Wien (1998), 69
90 Πρϐκειται για τισ ςυνϋπειεσ του «φαινομϋνου του 536» που αναφϋρουν πολλϋσ πηγϋσ. Μια πυκνό, ξηρό ομύχλη φαύνεται ϐτι κϊλυψε την
Ευρώπη, ωσ αποτϋλεςμα κϊποιασ αναςτϊτωςησ ςτο ηλιακϐ ςϑςτημα. Σο φαινϐμενο προκϊλεςε αςτϊθεια των καιρικών φαινομϋνων και
μεύωςη ςτισ δενδροκαλλιϋργειεσ. Για περιςςϐτερα ςτοιχεύα: Gunn, J. D., The Years Without Summer: Tracing A.D. 536 and its Aftermath, Oxford
(2000)
41
Απϐ τα τϋλη του 6ου ωσ τον 9ο-10ο αιώνα ςημειώθηκε ςταθεροπούηςη τησ εξϋλιξησ του φυςικοϑ
τοπύου και τησ βλϊςτηςησ, οπϐτε οι καλλιεργημϋνεσ περιοχϋσ ςυρρικνώθηκαν προσ ϐφελοσ τησ
εξϊπλωςησ των δαςών, των θαμνϐτοπων και των λϐγγων, δηλαδό των περιοχών που δεν γύνονταν
αντικεύμενο γεωργικόσ εκμετϊλλευςησ απϐ τον ϊνθρωπϐ αλλϊ χρηςιμοποιοϑνταν ωσ τϐποι βοςκόσ.91
42
διϊφορουσ κλϊδουσ βιοτεχνύασ (κεραμικό, υαλουργύα, μεταλλουργύα κλπ). Ξυλεύα ανώτερησ ποιϐτητασ
χρηςιμοποιοϑνταν ςε οικονομικϊ ςημαντικϋσ ποςϐτητεσ ςτη ναυπηγικό, ςτην καταςκευό ςπιτιών,
θυρών και παραθϑρων, ικριωμϊτων, οχυρωματικών ϋργων αλλϊ και ςτα επαγγϋλματα που ςχετύζονταν
με ξυλουργικϋσ εργαςύεσ. Σα παραπϊνω ςόμαιναν τη μη αναςτρϋψιμη μεύωςη του δαςικοϑ
αποθϋματοσ.93
Χλωρίδα
Οι περιηγητϋσ και οι φυςιοδύφεσ που ταξύδευςαν ςτη Φαλκιδικό απϐ τον 16ο και, κυρύωσ, κατϊ τον
19ο αιώνα και εξόσ καταγρϊφουν την βλϊςτηςη τησ Φερςονόςου. Ιδιαύτερα ςημαντικό πηγό εύναι τα
αθωνικϊ ϋγγραφα, που μϋςω τησ τησ ορολογύασ που καταγρϊφουν, αποτυπώνουν ϋμμεςα αλλϊ
αποτελεςματικϊ τη φυτογεωγραφικό φυςιογνωμύα τησ περιοχόσ.
Όλεσ οι πηγϋσ και οι μαρτυρύεσ ςυμφωνοϑν ςτο ϐτι η δυτικό Φαλκιδικό με τισ κοιλϊδεσ τησ
Καλαμαριϊσ και των Βαςιλικών όταν το πιο εϑφορο τμόμα τησ Φερςονόςου επειδό εύναι ςχετικϊ
επύπεδο και το αμμώδεσ ϋδαφϐσ του προςφϋρει ιδανικϋσ ςυνθόκεσ για καλλιϋργειεσ.94
Η περιοχό βορεύωσ του ιςθμοϑ τησ Καςςϊνδρασ εύναι επύςησ ιδιαύτερα εϑφορη με καλλιϋργειεσ
ςιτηρών, αμπελώνεσ, οπωρώνεσ, ελιϋσ και μουριϋσ. την περιοχό υπόρχαν μϋχρι και τα μϋςα του 20ου
αιώνα πολλού ανεμϐμυλοι και νερϐμυλοι, για την ϊλεςη των ςιτηρών. Σα πιο αντιπροςωπευτικϊ δϋντρα
όταν τα πλατϊνια και οι λεϑκεσ.
Η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ ωσ προσ τη βλϊςτηςη παρουςιϊζει διττϐ χαρακτόρα, με την
περιοχό τησ Κρυπηγόσ και τησ Καλϊνδρασ να αποτελοϑν το φυςικϐ ϐριο μεταξϑ του εϑφορου βϐρειου
τμόματοσ που ϋχει τισ ύδιεσ καλλιϋργειεσ με τη δυτικό Φαλκιδικό και του νϐτιου τμόματοσ που
καλϑπτεται απϐ δϊςη, ϐπου κυριαρχοϑν τα πεϑκα, οι μουριϋσ, οι ελιϋσ και οι αγριοςυκιϋσ. Απϐ τον 19ο
αιώνα, ωςτϐςο, μαρτυρεύται μια ςυνεχόσ υποβϊθμιςη των δαςών, που ςυνεχύζεται μϋχρι ςόμερα.95
Οι παρϊκτιεσ περιοχϋσ τησ Ορμϑλιασ, τησ υκιϊσ και των λϐφων βορεύωσ του ιςθμοϑ τησ ιθωνύασ
περιβϊλλονται κυρύωσ απϐ δϊςη και οι καλλιϋργειεσ, αν και εύναι παρϐμοιεσ ωσ προσ τον χαρακτόρα με
αυτϋσ τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ, εύναι ςαφώσ πιο περιοριςμϋνεσ ωσ προσ την ϋκταςό τουσ. το κομμϊτι
αυτϐ κυριαρχοϑν οι αμπελώνεσ και οι ελαιώνεσ. ε απϐλυτη αντύθεςη με το εϑφορο δυτικϐ τμόμα
ϋρχεται η μη παραγωγικό ιθωνύα και ο Ωθωσ. Σο ϋντονο ανϊγλυφο δημιουργεύ μικρϊ χωρϊφια που
ϋχουν ςκληρϐ και πετρώδεσ ϋδαφοσ. Αυτϊ τα βουνϊ καλϑπτονται απϐ πυκνϊ δϊςη φυλλοβϐλων και
93 Koder 2005, 84
94 Leake 1835, 163: Σα Φϊςικα καταλαμβϊνουν ϐλα τα «όμερα βουνϊ» ό τα καλλιεργόςιμα υψύπεδα και γενικϊ την περιοχό που κατεβαύνει
νοτύωσ των βουνών αυτών προσ τον Σορωναύο και τον Θερμαώκϐ κϐλπο. Σο βϐρειο μϋροσ του Θερμαώκοϑ ονομϊζεται Καλαμεριϊ και εύναι απϐ
τισ πιο εϑφορεσ περιοχϋσ τησ Μακεδονύασ.
95 Ο Ami Boue το πρώτο μιςϐ του 19ου αιώνα κϊνει λϐγο για την αποψύλωςη τησ Καςςϊνδρασ και ο χινϊσ ςτα τϋλη του ύδιου αιώνα αναφϋρει
ϋνα κατεςτραμμϋνο δϊςοσ ςτα βϐρεια λϐγω τησ παραγωγόσ κϊρβουνου. Ο Avezou λύγο αργϐτερα αναφϋρει ϐτι το μεγαλϑτερο μϋροσ του
δϊςουσ τησ Βϊλτασ ϋχει καταςτραφεύ. ημειώνεται ϐτι η ύδια εξϋλιξη ςυνϋβη ϐπωσ μαρτυρεύ ο Avezou και ςτη δυτικό Φαλκιδικό ςτα βϐρεια του
Μεςημεριοϑ.
43
παρϊγουν υλικϊ δϐμηςησ και καϑςησ, ενώ ςυχνϊ το ξϑλο μετατρϋπεται επιτϐπου ςε κϊρβουνο κατϐπιν
επεξεργαςύασ. ε αυτϋσ τισ περιοχϋσ υπϊρχει και ςόμερα μια ςπϊνια πανύδα. Βαςικϐσ οικονομικϐσ
παρϊγοντασ εύναι το κυνόγι αλεποϑσ, αγριϐχοιρων και ϊλλων ςπϊνιων ειδών.
2.6. Γεωλογύα
Για μια ολοκληρωμϋνη εικϐνα του φυςικοϑ χώρου τησ Φαλκιδικόσ, εκτϐσ απϐ τη γεωμορφολογύα
πρϋπει να εξετϊςουμε και κϊποια γεωλογικϊ φαινϐμενα που ϊλλαξαν την εικϐνα τησ περιοχόσ.
ϑμφωνα με τον Bernard Geyer το ανϊγλυφο τησ Μεςογεύου διαθϋτει τρύα βαςικϊ
χαρακτηριςτικϊ: δυναμικό, πολυπλοκϐτητα και αςτϊθεια. Διαμορφώθηκε ςτο μεγαλϑτερο τμόμα του
κατϊ την περύοδο τησ Αλπικόσ Ορογϋνεςησ, που προϋκυψε απϐ τη ςϑγκρουςη των ηπειρωτικών
πλακών και προκϊλεςε μια ςϑνθετη τριτογενό και τεταρτογενό τεκτογϋνεςη που δημιοϑργηςε τισ
οροςειρϋσ που διαμορφώνουν το ςημερινϐ ανϊγλυφο. Η τεκτογϋνεςη αυτό εύναι ακϐμα ςε εξϋλιξη
προκαλώντασ ςε οριςμϋνεσ περιοχϋσ ϋντονη ςειςμικό δραςτηριϐτητα96.
Η Φαλκιδικό καλϑπτεται απϐ µεταµορφωµϋνα πετρώματα τησ ερβο-Μακεδονικόσ Μϊζασ τησ
Περιροδοπικόσ ζώνησ και τησ Ζώνησ Παιονύασ. Σα πετρώματα τησ ερβο-Μακεδονικόσ Μϊζασ
καλϑπτουν τον ανατολικϐ χώρο του νοµοϑ. Η Περιροδοπικό, βρύςκεται δυτικϊ τησ ερβο-Μακεδονικόσ
Μϊζασ, ϋχει διεϑθυνςη ΒΔ-ΝΑ και πλϊτοσ περύ τα 20 χλµ. Η επαφό τησ µε την ερβο-Μακεδονικό εύναι
τεκτονικό και παρουςιϊζει ςτρωµατογραφικϐ κενϐ. Η Ζώνη Παιονύασ βρύςκεται δυτικϊ τησ
Περιροδοπικόσ και περιλαμβϊνει μεγϊλη ποικιλύα µη µεταµορφωµϋνων Αλπικών ιζηµϊτων. Εκτϐσ απϐ
τα µεταµορφωµϋνα πετρώματα ςυναντώνται και Παλαιογενό, Νεογενό και Σεταρογενό ιζόµατα, τα
οπούα εύναι ςυµπαγό, ηµιχαλαρϊ και χαλαρϊ αντύςτοιχα.97
την περιοχό µελϋτησ εµφανύζονται πλόθοσ νεοτεκτονικών ρηγµϊτων τα οπούα ϋχουν ιδιαύτερα
ςηµαντικό µορφολογικό ϋκφραςη και διαδραµατύζουν ςηµαντικϐ ρϐλο ςτη διαµϐρφωςη του
αναγλϑφου. Σα παραπϊνω ρόγματα θεωροϑνται τυπικϊ ενεργϊ ρόγµατα. Για το λϐγο αυτϐ, η
ερβομακεδονικό μϊζα αποτελεύ μια απϐ τισ πιο ςειςμικϊ ενεργϋσ ζώνεσ του βορειοελλαδικοϑ χώρου με
μεγϊλη ςυγκϋντρωςη εςτιών μεγϊλων ςειςμών. υγκεντρώςεισ δευτερευουςών αλλϊ ιςχυρών
ςειςμικών εςτιών εντοπύζονται ςτουσ κϐλπουσ Ιεριςςοϑ, Θερμαώκοϑ και Καςςϊνδρασ.98
Αυτό η ςειςμικό δραςτηριϐτητα ευθϑνεται για τη διαρκό μετατϐπιςη τησ Βαλκανικόσ ηπειρωτικόσ
μϊζασ νοτιϐτερα, ενώ οι πλϊκεσ μετατοπύζονται προσ την γεωτεκτονικό τϊφρο του βορεύου Αιγαύου
που ςτα νϐτια ςυνορεϑει με τισ τρεισ χερςονόςουσ. Οι διαδικαςύεσ αυτϋσ ενιςχϑονται με την πϊροδο
των χρϐνων ϐμωσ τϋτοια φαινϐμενα πρϋπει ςυνϋβαιναν απϐ την αρχαιϐτητα (ο Ηρϐδοτοσ αναφϋρει
κϊτι αντύςτοιχο).
96 Geyer 2002, 32
97 Βερϊνησ 1994, 9-25
98 Μανϊκου, Μ., υμβολό ςτον προςδιοριςμϐ τριςδιϊςτατου εδαφικοϑ προςομοιώματοσ για τη μελϋτη τησ ςειςμικόσ απϐκριςησ: Εφαρμογό ςτην
ιζηματογενό Μυγδϐνια Λεκϊνη, αδημ. διδ. Διατριβό, Θεςςαλονύκη (2007), 25-26
44
Σα γεωλογικϊ αυτϊ φαινϐμενα ςχετύζονται με το γεγονϐσ ϐτι το δυτικϐ τμόμα τησ Φαλκιδικόσ
ανυψώνεται ςε ςχϋςη με τη θϊλαςςα ενώ το ανατολικϐ ςταδιακϊ βυθύζεται. Αυτϋσ οι εξελύξεισ οδηγοϑν
ςτη ςταδιακό μετατροπό του Θερμαώκοϑ ςε ξηρϊ, διαδικαςύα που ενιςχϑεται απϐ τισ αποθϋςεισ των
ρευμϊτων του Αλιϊκμονα και του Αξιοϑ και μεταβϊλλουν τη μορφό τησ ακτογραμμόσ ςτα δυτικϊ τησ
Φερςονόςου όδη απϐ την αρχαιϐτητα.
Τοπωνύμια
Εκ των ανωτϋρω, γύνεται αντιληπτϐ ϐτι οι πληροφορύεσ των πηγών για τη Φαλκιδικό μϋχρι και τη
μεςοβυζαντινό περύοδο εύναι λύγεσ και ϐχι πϊντοτε ςαφεύσ. Εν τοϑτοισ, διαπιςτώνεται ϐτι πολλϊ
τοπωνϑμια παρουςιϊζουν μια ϋντονη ςυνϋχεια και παρϋχουν πληροφορύεσ ςχετικϊ με τισ ιςτορικϋσ και
ανθρωπογενεύσ γεωγραφικϋσ εξελύξεισ (αλλαγϋσ ςτο περιβϊλλον, κλύμα, καθεςτώσ υδϊτων, νϋουσ
εποικιςμοϑσ, κατακτόςεισ και ερημώςεισ οικιςμών, ανϊκτηςη εγκαταλελειμμϋνων τϐπων, αλλαγϋσ
ςτον οικιςτικϐ χαρακτόρα, κ.α.). Εντοπύζονται κυρύωσ ςτην μικροτοπωνυμύα και μποροϑν να
χωριςτοϑν αδρϊ ςτισ κϊτωθι κατηγορύεσ: 99
45
Σσμπεράζμαηα
Ϊγινε μια προςπϊθεια να παρουςιαςτεύ περιληπτικϊ η διϊρθρωςη του φυςικοϑ τοπύου και η
επιφανειακό μορφολογύα τησ Φαλκιδικόσ ςτο βαθμϐ που κρύνεται απαραύτητο προκειμϋνου να
φωτιςτεύ η ςημαςύα τουσ ςτην εξϋλιξη τησ οικιςτικόσ διϊρθρωςησ και τησ οικονομύασ τησ Φερςονόςου.
Καθύςταται ςαφϋσ ϐτι η ανϊπλαςη ό ϋςτω η αποτϑπωςη του περιβϊλλοντοσ και τησ γεωγραφύασ τησ
βυζαντινόσ περιϐδου δεν εύναι εϑκολη. Οι παρϊγοντεσ που δυςχεραύνουν τισ προςπϊθειεσ εύναι:
Α. το ανϊγλυφο με τισ ιδιαιτερϐτητεσ κϊθε περιοχόσ, καθώσ βρύςκεται ςε διαρκό μετϊπλαςη και η
μορφό του μπορεύ να αναπλϊθεται αργϊ ό να αλλοιώνεται μϐνιμα.
Β. οι ςειςμού που ϋπληξαν και ςυνεχύζουν να απειλοϑν την περιοχό ενδιαφϋροντοσ, καθώσ η
μορφογϋνεςη τησ βαλκανικόσ χερςονόςου βρύςκεται ςε εξϋλιξη.
Γ. το κλύμα φαύνεται ϐτι ϋπαιξε δευτερεϑοντα ρϐλο αλλϊ δεν πρϋπει να αγνοηθεύ αφοϑ οι
κλιματολογικού παρϊγοντεσ εξιςορρϐπηςαν ό επϋτειναν τα αποτελϋςματα τησ ανθρώπινησ επϋμβαςησ.
Δ. οι ειςβολεύσ που εύχαν ϊλλεσ πρακτικϋσ ϊςκηςησ τησ γεωργύασ με αποτϋλεςμα ϊλλοτε την
υπερεκμετϊλλευςη και την μη αναςτρϋψιμη αλλούωςη του τοπύου και ϊλλοτε την εγκατϊλειψη
περιοχών και τη μετατροπό τουσ ςε δϊςοσ ό θαμνϐτοπο.100
Αν και επικρατεύ η γενικό αντύληψη ϐτι οι ςυνθόκεσ τησ βυζαντινόσ περιϐδου δεν διϋφεραν πολϑ
απϐ τισ ςημερινϋσ, ωςτϐςο, ϋχουμε ακϐμα κϊποια κενϊ και χρειϊζεται αποςαφόνιςη των
βραχυπρϐθεςμων μοντϋλων κλύματοσ αλλϊ και των παραλλαγών των τοπικών μικροκλιμϊτων. Παρϐλα
αυτϊ, μια ςχετικό προςϋγγιςη του κλύματοσ τησ Βυζαντινόσ περιϐδου εύναι εφικτό.
Η μνεύα πλουτοπαραγωγικών πηγών υφιςταμϋνων απϐ τησ εποχόσ εκεύνησ αλλϊ και το
αμετϊβλητο των μορφών τησ παραγωγόσ, εξηγοϑν τη ςυντηρητικό προςόλωςη των κατούκων ςτο
φυςικϐ περιβϊλλον.
46
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 3ο ΙΣΟΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΤΝΗΗ ΣΟΤ ΣΟΠΟΤ
3.1 Διοικητικό οργϊνωςη τησ Φαλκιδικόσ
Η Φερςϐνηςοσ τησ Φαλκιδικόσ, αποτελεύ μια ιδιϊζουςα περύπτωςη μεταξϑ των επαρχιών του
βυζαντινοϑ Κρϊτουσ. Παρϐλο που γειτνιϊζει με μια απϐ τισ ςπουδαιϐτερεσ πϐλεισ τησ Αυτοκρατορύασ,
τη Θεςςαλονύκη, δεν εκπροςωπεύται επαρκώσ ςτισ πηγϋσ των μεςαιωνικών χρϐνων, ενώ η παρουςύα
τησ ςτη ςϑγχρονη βιβλιογραφύα εύναι λυμφατικό. Ψςτϐςο, η γεωγραφικό εγγϑτητα και η υπαγωγό τησ
χερςονόςου (διοικητικό, ςτρατιωτικό, θρηςκευτικό) ςτη Θεςςαλονύκη μασ επιτρϋπει, να
ςκιαγραφόςουμε αδρϊ την οργϊνωςό τησ.
Κατϊ τη διϊρκεια τησ ρωμαώκόσ ειςβολόσ ςτη Μακεδονύα, η Φαλκιδικό μετεβλόθη ςε πεδύο
διεξαγωγόσ των πολεμικών ςυγκροϑςεων. υγκεκριμϋνα, το 199 π.Φ., ϐταν οι Ρωμαύοι ςτρϊφηκαν
εναντύον του Υιλύππου Ε’, ο ρωμαώκϐσ ςτϐλοσ κατϋλαβε τη Μϋνδη και την Ωκανθο ενώ η Καςςϊνδρεια
πολιορκόθηκε ςτενϊ χωρύσ να υποκϑψει. τα χρϐνια του βαςιλιϊ Περςϋα οι Ρωμαύοι κατϐρθωςαν να
κυριεϑςουν την Καςςϊνδρεια παρϊ τη ςθεναρό αντύςταςη τησ Μακεδονικόσ φρουρϊσ. Η Φαλκιδικό
μαζύ με την υπϐλοιπη Μακεδονύα προςαρτόθηκαν ςτο Imperium Romanum μετϊ την όττα του βαςιλιϊ
Περςϋα ςτην Πϑδνα το 168 π.Φ. Ϊναν χρϐνο αργϐτερα, με τη ςυνθόκη τησ Αμφιπϐλεωσ, η Μακεδονύα
χωρύςτηκε ςε τϋςςερισ διοικητικϋσ και φορολογικϋσ ενϐτητεσ τισ «μερύδεσ» (partes). Η Φαλκιδικό
υπόχθη ςτη δεϑτερη μερύδα (Macedonia Secunda), τα ςϑνορα τησ οπούασ εκτεύνονταν ανατολικϊ μϋχρι
τον τρυμϐνα και δυτικϊ ϋωσ τον Αξιϐ. Πρωτεϑουςα και λιμϊνι τησ όταν η Θεςςαλονύκη.101 Για περύπου
ϋναν αιώνα δεν ϋχουμε καμιϊ πληροφορύα για τη Φαλκιδικό και προςπαθοϑμε να βγϊλουμε
ςυμπερϊςματα για τη διοικητικό τησ οργϊνωςη απϐ τισ πληροφορύεσ που διαθϋτουμε για τη
Θεςςαλονύκη και για την τϑχη τησ Μακεδονύασ γενικϐτερα.
Σο 148 π.Φ. η Μακεδονύα μετατρϊπηκε ςε “provincia”. Διοικοϑνταν πλϋον απϐ Ρωμαύο ϊρχοντα που
εύχε τον τύτλο του ανθϑπατου ό αντιςτρϊτηγου και εύχε την ϋδρα του ςτη Θεςςαλονύκη. Οι παλαιϐτερεσ
τϋςςερισ μερύδεσ διατηρόθηκαν πλϋον μϐνο ωσ φορολογικϋσ περιφϋρειεσ, δεδομϋνου ϐτι η Μακεδονύα
διοικητικϊ ανϋκτηςε την ενϐτητϊ τησ. Ψσ ςυνοριακό επαρχύα του ρωμαώκοϑ κρϊτουσ, η Μακεδονύα όταν
υποχρεωμϋνη να δϋχεται επύ των εδαφών τησ ρωμαώκϊ ςτρατεϑματα, τα οπούα ενύοτε ενύςχυε με τη
ςτρατολϐγηςη ντϐπιων Μακεδϐνων αλλϊ και με την παροχό υλικών, ϐπωσ ςυνϋβη κατϊ τουσ
ρωμαώκοϑσ εμφυλύουσ πολϋμουσ (49–30 π.Φ.), οπϐτε η Μακεδονύα απετϋλεςε την ϋδρα των ρωμαώκών
λεγεώνων, ενώ ο Πομπηΐοσ εγκατϋςτηςε το ςτρατηγεύο του και την ϋδρα τησ ρωμαώκόσ διοικόςεωσ ςτη
Θεςςαλονύκη. Μετϊ τη ςϑγκρουςη των δυνϊμεων του Βροϑτου και του Καςςύου με αυτϋσ τησ
Σριανδρύασ Λεπύδου-Οκταβύου-Αντωνύου ςτη μϊχη των Υιλύππων, η Μακεδονύα περιόλθε ςτην εξουςύα
του νικητό Μϊρκου Αντωνύου.102
101 Θεοχαρύδου, Γ. Ι., Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ (285-1354), Δημοςιεϑματα τησ Εταιρεύασ Μακεδονικών πουδών,
Θεςςαλονύκη (1980), 18-19
102 Ό.π., 22-27
47
Οι Ρωμαύοι όδη απϐ το 44 π.Φ. εύχαν αρχύςει να ιδρϑουν ρωμαώκϋσ αποικύεσ ςτα εδϊφη τησ
επαρχύασ τησ Μακεδονύασ. ε αυτϋσ εγκατϋςτηςαν παλαύμαχουσ ςτρατιώτεσ, Ρωμαύουσ πολύτεσ και
πολύτεσ ελληνικόσ καταγωγόσ προερχϐμενουσ απϐ την ιταλικό χερςϐνηςο. Σην περύοδο αυτό,
αναπτϑςςεται εκ νϋου το ενδιαφϋρον των Ρωμαύων για τη Φαλκιδικό ςε επύπεδο πολιτικϐ, ςτρατιωτικϐ
και οικονομικϐ. Σο ενδιαφϋρον αυτϐ εκδηλώνεται με την ύδρυςη απϐ τον Βροϑτο το 44/3 π.Φ ςτην
Καςςϊνδρεια μύασ απϐ τισ πρώτεσ και ςημαντικϐτερεσ ρωμαώκϋσ αποικύεσ, η οπούα αποτελοϑνταν απϐ
ςτρατιώτεσ και βετερϊνουσ των δημοκρατικών. Η αποικύα τησ Καςςϊνδρειασ ϋχει τον χαρακτόρα τησ
«colonia», μιμεύται δηλαδό τη διοικητικό διϊρθρωςη τησ Ρώμησ ϋχοντασ ςυνϋλευςη του λαοϑ (populus),
κοινοτικϐ ςυμβοϑλιο (decuriones) και ϊρχοντεσ Ρωμαύουσ (magistratus). Ακολουθεύ δεϑτεροσ
ρωμαώκϐσ αποικιςμϐσ ςτην Καςςϊνδρεια απϐ τον Αϑγουςτο, μετϊ τη νύκη του ςτο Ωκτιο. Ο χαρακτόρασ
τησ πρώτησ αποικύασ όταν καθαρϊ ςτρατιωτικϐσ, ενώ τησ δεϑτερησ, που όταν και πολυπληθϋςτερη,
πολιτικοςτρατιωτικϐσ και οικονομικϐσ-αγροτικϐσ.103 Η colonia Iulia Augusta Cassandrensis εύχε ςτον
ϋλεγχο τησ εκτεταμϋνο territorium, που εκτεινϐταν ςε ϐλη τη χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ.104
την Ωκανθο, εξϊλλου, ιδρϑεται επύςησ εϑρωςτη ρωμαώκό αποικύα εμπορικοϑ χαρακτόρα, αφοϑ οι
Ρωμαύοι προςελκϑονταν απϐ τισ δυνατϐτητεσ εμπορικόσ εκμετϊλλευςησ τησ ξυλεύασ (οικοδομόςιμησ
και ναυπηγικόσ) που υπόρχε διαθϋςιμη ςτα δϊςη τησ περιοχόσ αλλϊ και απϐ το δουλεμπϐριο,
δεδομϋνου ϐτι μϋροσ του πληθυςμοϑ τησ Ακϊνθου αποτελοϑςαν Θρϊκεσ. Μια δεϑτερη παροικύα που
ϋχει επιβεβαιωμϋνη παρουςύα ςτην Ωκανθο και ιδρϑεται την ύδια εποχό εύναι αυτό των Μικραςιατών
εμπϐρων, οι οπούοι εκτϐσ απϐ το εμπϐριο αςχολοϑνταν και με ϊλλα προςοδοφϐρα βιοτεχνικϊ
επαγγϋλματα.105την ανϊπτυξη τησ παροικύασ ςυνϋβαλε περαιτϋρω η αςφϊλεια των υδϊτινων
διαδρομών που προςϋφερε το λιμϊνι τησ Ακϊνθου για πλούα που ςυνϋδεαν τη δϑςη με την ανατολό, ςε
μια εποχό που οι χερςαύεσ οδού πλόττονταν απϐ βαρβαρικϋσ επιδρομϋσ και οι Υύλιπποι, ϐπωσ και το
λιμϊνι τησ Νεϊπολησ δεν βρύςκονταν ακϐμα υπϐ ρωμαώκϐ ϋλεγχο. Ψσ εκ τοϑτου, η Ωκανθοσ λϐγω τησ
γεωγραφικόσ τησ θϋςησ και τησ οικονομικόσ τησ ςημαςύασ, που προκϑπτει απϐ την ευρεύα
τοπογραφικό κατανομό του φυςικοϑ τησ πλοϑτου, διϋθετε μια εκτεταμϋνη και πλοϑςια επικρϊτεια.
Όταν η Νεϊπολη ανϋλαβε ςημαντικϐ ρϐλο ωσ λιμϊνι, η παροικύα τησ Ακϊνθου υποβαθμύςτηκε και
ενδεχομϋνωσ απορροφόθηκε απϐ την Καςςϊνδρεια.
Εκτϐσ ϐμωσ απϐ την Καςςϊνδρεια και την Ωκανθο, επιγραφϋσ απϐ τον Ανθεμοϑντα και τη
Μυγδονύα (Καλύνδοια) μαρτυροϑν την παρουςύα Ρωμαύων Negotiatores και ςε ϊλλεσ περιοχϋσ τησ
Φαλκιδικόσ κατϊ τον 2ο π.Φ. αιώνα, δηλαδό, πριν απϐ την ύδρυςη τησ ρωμαώκόσ αποικύασ ςτην
103 Κανατςοϑλη, Δ., «Η Μακεδονικό πϐλισ απϐ τησ εμφανύςεώσ τησ μϋχρι των χρϐνων του Μεγϊλου Κωνςταντύνου. Ρωμαώκαύ αποικύαι εν
Μακεδονύα-πολιτικού και θρηςκευτικού θεςμού αυτών», Μακεδονικϊ, τομ. 6, Θεςςαλονύκη (1965), 2, 15
104 αμςϊρη, Δ. Κ., «Οι Ρωμαύοι και η Φαλκιδικό», Πρακτικϊ του Πρώτου Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ.
Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 114
105 αμςϊρησ ϐ.π., 115-123
48
Καςςϊνδρεια. Η εγκατϊςταςη και ςε αυτϋσ τισ περιπτώςεισ ςχετύζεται με την εκμετϊλλευςη
πλουτοπαραγωγικών πηγών.106
Σην περύοδο αυτό, τα ςϑνορα τησ Μακεδονύασ προςαυξόθηκαν ϋτι λϐγω των επιτυχών
αποκροϑςεων των βαρβαρικών λαών του βορρϊ των οπούων τα εδϊφη προςαρτόθηκαν ςτη
Μακεδονύα δημιουργώντασ νϋεσ επαρχύεσ (Δαλματύα, Μοιςύα, Θρϊκη) και εξαςφαλύζοντασ ωσ εκ τοϑτου
τα ςϑνορϊ τησ, αφοϑ πλϋον περιβαλλϐταν απϐ νϋουσ γεύτονεσ. Ϊτςι, η Μακεδονύα με τη Θεςςαλύα, την
Ϋπειρο και το νϐτιο τμόμα του Ιλλυρικοϑ ςχημϊτιςε μια τερϊςτια επαρχύα ρωμαώκό και δη ςυγκλητικό.
Σα διοικητικϊ τησ ϐρια εκτεύνονταν απϐ την Αδριατικό ςτα δυτικϊ μϋχρι του Νϋςτου προσ τα
ανατολικϊ και απϐ τισ νοτύωσ των κοπύων οροςειρϋσ προσ τον βορρϊ μϋχρι τον Μαλιακϐ κϐλπο και τισ
εκβολϋσ του περχειοϑ ςτον νϐτο. Ψσ εςωτερικό ειρηνικό (ςυγκλητικό) επαρχύα η Μακεδονύα δεν εύχε
πια ρωμαώκϊ ςτρατεϑματα ςτα εδϊφη τησ.107
Οι γνώςεισ μασ για τη Φαλκιδικό του 1ου αι. μ.Φ. εύναι πολϑ λύγεσ. Η εικϐνα που ϋχουμε για μια
ακμϊζουςα Φαλκιδικό κατϊ τουσ αυτοκρατορικοϑσ χρϐνουσ ϋρχεται ςε αντύθεςη με τισ περιγραφϋσ του
τρϊβωνα, που φαύνεται ϐτι ςυμπεριϋλαβε ςτα Γεωγραφικϊ του εκτενό περιγραφό τησ Φερςονόςου,
ϐμωσ το ςχετικϐ κεύμενο ϋχει χαθεύ και ςτη διϊθεςό μασ ϋχουμε μϐνο δϑο ςϑντομεσ και ατελεύσ
επιτομϋσ. Απϐ τισ πϐλεισ και τουσ ςυνοικιςμοϑσ που υπόρχαν αναφϋρει μϐνο ϋνδεκα (ςτην Παλλόνη:
Καςςϊνδρεια, Ωφυτη, Μϋνδη, κιώνη, ϊνη, ςτον Ωθω: Δύον, Κλεωνϋσ, Θϑςςοσ, Ολϐφυξοσ, Ακρϐθωοι,
Ωκανθοσ).108Η κατϊςταςη αυτό ϐμωσ δεν ανταποκρύνεται ςτην πραγματικϐτητα καθώσ οι
αρχαιολογικϋσ αλλϊ και φιλολογικϋσ μαρτυρύεσ που ϋχουμε δεύχνουν ϐτι η Φαλκιδικό όταν
πυκνοκατοικημϋνη κατϊ τη Ρωμαιοκρατύα.
Για τουσ χρϐνουσ του Αδριανοϑ (117-138 μ.Φ.) και του Αντωνύνου Ευςεβοϑσ (138-161 μ.Φ.)
αντλοϑμε πληροφορύεσ για την ϋκταςη τησ Μακεδονύασ απϐ τον γεωγρϊφο Κλαϑδιο Πτολεμαύο, ο
οπούοσ δύνει τα ϐρια τησ επαρχύασ τησ Μακεδονύασ ανατολικϊ μϋχρι τον ποταμϐ Νϋςτο, δυτικϊ μϋχρι την
Αδριατικό, βϐρεια μϋχρι τισ επαρχύεσ τησ Δαλματύασ και Ωνω Μοιςύασ, νοτιοανατολικϊ μϋχρι το
Μαλιακϐ κϐλπο και νοτιοδυτικϊ μϋχρι τισ οροςειρϋσ τησ Πύνδου109.
Σο 253 και το 263, οι Γϐτθοι πολιϐρκηςαν τη Θεςςαλονύκη. Σο γεγονϐσ αυτϐ δεν ϊφηςε αλώβητη
τη Φαλκιδικό. Η μεγϊλη ϐμωσ καταςτροφό φαύνεται ϐτι ϋγινε το 268/9, ϐταν πραγματοποιόθηκε νϋα
καταδρομό των Γϐτθων, ςε ςυνεργαςύα με αρμϊτεσ, Γϋτεσ, Γϋπιδεσ και Πευκύνουσ. Οι βϊρβαροι όλθαν
με πλοιϊρια απϐ τον Βϐςπορο, περιϋπλευςαν τον Ωθω, αποβιβϊςτηκαν κϊπου ςτον ιγγιτικϐ Κϐλπο
και πολιϐρκηςαν την Καςςϊνδρεια και τη Θεςςαλονύκη. Η προςωπικό ςτρατιωτικό επϋμβαςη του
106 Loukopoulou, L., “The fortunes of the roman conventus of Chalcidice,” presented at the Proceedings of the International Colloquium organized
by the Finnish Institute and the Centre for Greek and Roman Antiquity, Athens 7-9 September 1993 (1996), 143-147
107 Κωνςταντακοποϑλου, Α., Ιςτορικό γεωγραφύα τησ Μακεδονύασ (4οσ-6οσ αι.), διδ. διατρ., Γιϊννενα (1984), 18
108 τρϊβων 1939, 329-331
109 Κλαϑδιοσ Πτολεμαύοσ, 519 κ.ε.
49
αυτοκρϊτορα Κλαυδύου υποχρϋωςε τουσ βαρβϊρουσ να λϑςουν τισ πολιορκύεσ και η οικονομικό
ανϐρθωςη τησ Φερςονόςου φαύνεται ϐτι δεν ϊργηςε.110
Ο Διοκλητιανϐσ προϋβη το 297 μ.Φ. ςε μεταρρυθμύςεισ, με ςκοπϐ να περιορύςει τουσ κινδϑνουσ που
θα μποροϑςαν να προκϑψουν λϐγω τησ ςυγκϋντρωςησ των εξουςιών ςτουσ διοικητϋσ των τερϊςτιων
επαρχιών των αυτοκρατορικών χρϐνων. Η Μακεδονύα, μαζύ με την ΑχαϏα, τισ δϑο Ηπεύρουσ και την
Κρότη, υπόχθη ςτη Διούκηςη τησ Μοιςύασ και διαιρϋθηκε ςε τρεισ νϋεσ μικρϐτερησ ϋκταςησ περιφϋρειεσ:
τησ Νϋασ Ηπεύρου, τησ Θεςςαλύασ, και τησ ομώνυμησ Μακεδονύασ, η οπούα αποκτώντασ μια ςχετικό
αυτοδιούκηςη ωσ επαρχύα, επανόλθε ςτα αρχικϊ τησ ςϑνορα (απϐ την Πύνδο ωσ τον Νϋςτο και απϐ την
περιοχό των κοπύων μϋχρι τον Όλυμπο και τον Πηνειϐ).111Η Φαλκιδικό ακολοϑθηςε τισ διοικητικϋσ
εξελύξεισ ωσ τμόμα τησ περιφϋρειασ τησ Μακεδονύασ. Η κατϊςταςη αυτό ανταποκρύνεται ςτην απϐ του
χειρογρϊφου τησ Βερϐνασ –Laterculus Veroniensis- αποδιδϐμενη εικϐνα τησ Αυτοκρατορύασ, που
ςυμπεριλαμβϊνει τη Μακεδονύα ςτισ διοικόςεισ τησ Μοιςύασ.112
Σισ μεταρρυθμύςεισ του Διοκλητιανοϑ υιοθϋτηςε και ςυνϋχιςε ο Μ. Κωνςταντύνοσ, που
δημιοϑργηςε τον θεςμϐ των επαρχοτότων, τρεισ τον αριθμϐ, επύ τουσ χρϐνουσ τησ βαςιλεύασ του και
τϋςςερισ επύ των διαδϐχων του. Η Μακεδονύα περιόλθε ςτην επαρχϐτητα Ιταλύασ – Ιλλυρικοϑ –
Αφρικόσ, που αποτελοϑνταν απϐ τισ διοικόςεισ των Παννονιών και των Μοιςιών.
τα μϋςα περύπου του 4ου αι., ϐταν η Μοιςύα χωρύςτηκε ςτισ δϑο διοικόςεισ τησ Δακύασ και τησ
Μακεδονύασ, αμφϐτερεσ υπϐ τον praefectus praetorio per Illirycum, η Μακεδονύα ϋγινε μύα απϐ τισ εφτϊ
επαρχύεσ τησ ομώνυμησ διούκηςησ, ϐπωσ καταγρϊφεται ςτο Breviarium του Festus (369/70).113Η
διοικητικό αυτό μεταρρϑθμιςη αποκρυςταλλώνεται μιςϐ αιώνα περύπου αργϐτερα ςτη Notitia
Dignitatum. το εν λϐγω κεύμενο η Διούκηςη Μακεδονύασ περιλαμβϊνει 6 επαρχύεσ: Θεςςαλύα, δϑο
Ηπεύρουσ, Μακεδονύα, ΑχαϏα και Κρότη (Thessalia, Epiri Duae, Macedonia, Achaia, Creta).114
Οι πληροφορύεσ περύ εκτϊςεωσ τησ Μακεδονύασ κατϊ τουσ χρϐνουσ αυτοϑσ, προϋρχονται κυρύωσ
απϐ γεωγραφικϊ ϋργα και οδοιπορικϊ και δεν επαρκοϑν για τη λεπτομερό χϊραξη των ορύων τησ. τα
κεύμενα των μϋςων του 4ου αιώνα Totius Orbis Descriptio και Expositio Totius Mundi et Gentium, τα
οπούα αποδύδουν την οικονομικό και γεωγραφικό εικϐνα του τϐτε ρωμαώκοϑ κϐςμου, αναφϋρεται η
50
Μακεδονύα μετϊ τη Θρϊκη και την Κωνςταντινοϑπολη και πριν απϐ τη Θεςςαλύα.115Η αναφορϊ αυτό
ανταποκρύνεται ςτην τϐτε κρατοϑςα διοικητικό κατϊςταςη.
Ωλλη ςειρϊ κειμϋνων, ϐπωσ η Dimensuratio Provinciarum και η Divisio Orbis Terrarum
διαγρϊφουν ςε γενικϋσ γραμμϋσ τα ςϑνορα των επαρχιών.116 Σο Itinerarium Antonini, η Tabula
Peutingeriana, η Κοςμογραφύα του Ανωνϑμου τησ Ραβϋννασ117, που ςυντϊχτηκε τον 7ο αιώνα και ϋχει
ωσ βϊςη παλαιϐτερεσ πηγϋσ καθώσ και τα Γεωγραφικϊ του Guido ςημειώνουν απλώσ τισ πϐλεισ και
τουσ ςταθμοϑσ δια των οπούων διϋρχεται το οδικϐ δύκτυο. Για την περύπτωςη τησ Φαλκιδικόσ,
αναφϋρεται μϐνο το Μελιςςουργύν, που ο Hammond ϋχει ταυτύςει με τη Γερακαροϑ, αν και η ταϑτιςη
αυτό αμφιςβητεύται.
Κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο, μετϊ τισ διοικητικϋσ μεταρρυθμύςεισ των αρχών του 4ου αι., τα
ϐρια τησ επαρχύασ Μακεδονύασ φαύνεται ϐτι όταν ςτα ανατολικϊ ο Νϋςτοσ, ςτα δυτικϊ η περιοχό
Brucida ςτη θϋςη Bukovo, ςτα βϐρεια η περιοχό των Βαργϊλων (τον 5ο και τον 6ο αιώνα επεκτϊθηκε
βορειϐτερα των Βαργϊλων), ςτα νοτιοδυτικϊ τα ϐρη Βϋρνο και Ωςκιο (ινιϊτςικο) και ςτα νϐτια η θϋςη
Πϋτρα και το Δύον.118
Μετϊ τη ςυμφωνύα τιλύχωνοσ και Αρκαδύου (395/396) οι Διοικόςεισ Δακύασ και Μακεδονύασ
ςυναποτϋλεςαν μια νϋα, τϋταρτη επαρχϐτητα του Κρϊτουσ, την επαρχϐτητα του Ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ.
Η Μακεδονύα περιελϊμβανε επτϊ επαρχύεσ, μεταξϑ των οπούων και η ομώνυμη επαρχύα τησ
Μακεδονύασ. Η Διούκηςη αυτό τησ Μακεδονύασ, διαχωρύζεται ςε δϑο επιμϋρουσ επαρχύεσ δϑο φορϋσ απϐ
το τϋλοσ του 4ου αιώνα και μϋχρι την εμφϊνιςη του θεςμοϑ των θεμϊτων των 7ο αιώνα.119
Η πρώτη διαύρεςη οδηγεύ ςτη δημιουργύα δϑο επαρχιών: τησ Macedonia Prima και Macedonia
Salutaris, που παϑει να υφύςταται τη 2η δεκαετύα του 5ου αιώνα, καθώσ η Notitia Dignitatum την
αναφϋρει ωσ όδη κατηργημϋνη περιφϋρεια με διαμοιραςμϋνα τα εδϊφη τησ. Η Macedonia Secunda
ιδρϑεται ςτα τϋλη του 5ου αιώνα, αφοϑ η πρώτη αναφορϊ ςε αυτό γύνεται το 482 με αφορμό την
ειςβολό των Γϐτθων και ενδεχομϋνωσ ιδρϑεται για ςτρατιωτικοϑσ λϐγουσ.120
115 «a Tracia ergo obviantem invenies Macedoniam quae habundans omnia, negotium vero eicit ferrum et plumam, aliquotiens enim et lardum et
caseum Dardanicum. Et habet civitatem splendidam Thessalonicam quae est et ipsa una emnentium», Woodman, J. E., The Expositio totius Mundi et
Gentium : Its Geography and its language, The Ohio University (1964), 16, ςτ. 350
116 Riese, A., Geographi Latini Minores, Heilbronn (1878), τ. 12, 11, 17
117 Cuntz, O. - Schertz, G., Itineraria Romana I, Itineraria Antonini Augusti et Burdigalense (1929), Reproduction Teubner, Stuttgard (1990),
49.324,327,328 ̇ Itineraria Romana-Romische Reisewege an der Hand der Tabula Peutingeriana (ed. K. Miller), Stuttgard (1916), ςτ.
571,574,575,576, “IV, 9,194: In qua Macedonia plurimas fuisse civitates legimus, ex quibus aliquantas designer volumus, id est iuxta mare
magnumponitur civitas quae dicitur: Neapolis, item, Philippi, Amphipolis, Apollonia, Melisurgi, Thesalonici, Pella, Beroea, Acerdos/ Bata, Anamon,
Imera, Diume, Sabatum, Stenas, Thuris, Olimpius, Praesidium, Licinium, Ponservili, Candavia, Duriana. Item ad aliam partem in ipsa Macedonia sunt
civitates quae dicuntur: Trillon, item, Greron, Arason etc» ̇ Schnetz, Itineraria Romana II, IV,9,10, 51-52 , Ravennatis Anonymi Cosmographia et
Guidonis Geographica (ed. M. Pinder- G. Parthey), Berolini, in aedibus Friderici Nicolai (1860), 219
118 Κωνςταντακοποϑλου 1984, 19 κ.ε.
119 Θεοχαρύδησ 1980, 90
120 Θεοχαρύδησ ϐ.π., 93-94
51
Η κατϊςταςη αυτό επιβεβαιώνεται και απϐ τισ πηγϋσ. Ο Παϑλοσ Ορϐςιοσ, το 417 απαριθμεύ τισ
επαρχύεσ και μνημονεϑει τα ςϑνορα121 ενώ ο Ευνϊπιοσ αναφϋρει ϐτι η Μακεδονύα βρύςκεται μετϊ τη
Θρϊκη122.
Ο υνϋκδημοσ του Ιεροκλό, βαςικϐ ϋργο τησ πολιτικόσ γεωγραφύασ του 527/28 περύπου, ςε
ςυνδυαςμϐ με τα ϋργα του Προκοπύου, των επιγραφών και των ϊλλων αρχαιολογικών τεκμηρύων,
αποτελεύ την κυριϐτερη πηγό για τον 6ο αιώνα. τον κατϊλογο των πϐλεων που παραθϋτει, η επαρχύα
του Ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ περιλαμβϊνει 13 επαρχύεσ, μεταξϑ των οπούων αναφϋρεται η Μακεδονύα
Πρώτη με πρωτεϑουςα τη Θεςςαλονύκη. Η επαρχύα αποτελεύται απϐ 32 πϐλεισ, ανϊμεςϊ τουσ και δϑο
πϐλεισ τησ Φαλκιδικόσ: η Ανταγνύα Γεμύνδου (ύςωσ πρϐκειται για την πϐλη Αντιγϐνεια) και η Ωκανθοσ. Η
Καςςϊνδρεια αναφϋρεται ωσ πϐλη β’ μεγϋθουσ, δηλαδό, ωσ κώμη.
Ο Προκϐπιοσ κϊνει λϐγο για την καταςτροφό τησ πϐλησ τησ Καςςϊνδρειασ απϐ τουσ Οϑννουσ το
540123και αναφϋρει την ανακαταςκευό του διατειχύςματοσ τησ Ποτύδαιασ και την ανακαταςκευό
(«ανανϋωςη») τησ οχϑρωςησ ςτον Βολβϐ απϐ τον Ιουςτινιανϐ124.
Απϐ τα μϋςα του 7ου αιώνα, οι Αβαροςλαβικϋσ επιδρομϋσ εύχαν ςαν αποτϋλεςμα να παραλϑςει το
διοικητικϐ ςϑςτημα τησ επαρχϐτητασ του ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ και γι’ αυτϐ απϐ την εποχό αυτό δεν
αναφϋρεται πλϋον επαρχϐτητα αλλϊ μονϊχα ϋπαρχοσ τησ πϐλεωσ τησ Θεςςαλονύκησ και τησ αμϋςου
περιοχόσ τησ (η Φαλκιδικό εντϊςςεται ςτην ϊμεςη αυτό επικρϊτεια), ςτην οπούα περιορύςτηκε η
βυζαντινό κυριαρχύα και η εξουςύα του επϊρχου Ιλλυρικοϑ, ο οπούοσ υποβαθμύςτηκε ςε ϋπαρχο
πϐλεωσ.125Όςον αφορϊ τη Φερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ, φαύνεται ϐτι την καταςτροφό τησ Φερςονόςου
απϐ τουσ Οϑννουσ ακολοϑθηςαν οι ςλαβικϋσ επιδρομϋσ, που ςε ςυνδυαςμϐ με τουσ ςειςμοϑσ του 7 ου
αιώνα επιδεύνωςαν την κατϊςταςη των κατούκων.
τα τϋλη του 8ου ό ςτισ αρχϋσ του 9ου αιώνα (796-828), δημιουργεύται το Θϋμα τησ Θεςςαλονύκησ
που ςυμπεριλαμβϊνει ςτισ εκτϊςεισ του και τη Φαλκιδικό. Σα ϐρια του θϋματοσ δεν εύναι γνωςτϊ με
ακρύβεια. Βϊςει των μαρτυριών των πηγών ϐμωσ, μποροϑμε να ςυναγϊγουμε ϐτι το ανατολικϐ ϐριο του
θϋματοσ όταν ο τρυμϐνασ, το δυτικϐ η οροςειρϊ τησ Πύνδου (αμφϐτερα αποτελοϑν και φυςικϊ ϐρια με
τα αντύςτοιχα θϋματα του τρυμϐνα και τησ Ηπεύρου), προσ τον βορρϊ τα ςϑνορα ϋφταναν μϋχρι τον
Δοϑναβη (αν και υπόρχαν μεταβολϋσ ανϊλογα με τισ προελϊςεισ ό τισ υποχωρόςεισ των βαρβαρικών
φϑλων) και ςτο νϐτο φυςικϐ ςϑνορο αποτελοϑςε η θϊλαςςα (Αιγαύο Πϋλαγοσ). Διατηροϑνται δηλαδό
121 Orosii Pauli, Historiam adversum paganos libri VII, A’, 2, 57, εκδ. C. Zangemeister, Λειψύα (1889), 10
122 Ευνϊπιοσ, απ. 42, FHG, τομ. Δ’, 32
123 Προκοπύου Καιςαρεύασ, Τπϋρ των πολϋμων, ed. Haury I., Procopii Caesariensis, De bellis, Procopii Caesariensis Opera Omnia, vol. I-III, Leipzig
(1913-1936), ΙΙ. 4.5: «πϐλιν δε τόν Καςςϊνδρειαν κατεςτρϋψαντο βύᾳ (ἣν οἱ παλαιού Ποτύδαιαν ἐκϊλουν, ὅςα γε ἡμᾶσ εἰδϋναι)οὐ
τειχομαχόςαντεσ πρϐτερον», Προκοπύου Καιςαρεύασ, Περύ των του δεςπϐτου Ιουςτινιανοϑ κτιςμϊτων, Haury I., Procopii Caesariensis, De
aedificiis, Procopii Caesariensis Opera Omnia, vol. III, 2, Leipzig 1(913-1936), 3. 22: «πϐλιν ἐνταῦθα ἐδεύμαντο, ἣν πϊλαι μϋν Ποτύδαιαν, τανῦν δε
Καςανδρύαν ὀνομϊζουςιν».
124 Προκ., Περύ κτιςμ. IV. 3. 25-26
125 Θεοχαρύδησ 1980, 220
52
τα ςϑνορα τησ παλιϊσ επαρχϐτητοσ ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ, την «Διούκηςη» τησ οπούασ αντικατϋςτηςε
το θϋμα τησ Θεςςαλονύκησ.126
Σο θϋμα, διοικητικό και ςτρατιωτικό μονϊδα υποδιαιροϑνταν ςε τοϑρμεσ, δροϑγγουσ και βϊνδα. Η
θεματικό αυτό διαύρεςη θα διαρκϋςει μϋχρι τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα. Απϐ τον 12 αιώνα το θϋμα τησ
Θεςςαλονύκησ ςυνενώνεται με το θϋμα του τρυμϐνοσ και την τοϑρμα του Βολεροϑ και μετονομϊζεται
ςε θϋμα «Βολεροϑ - τρυμϐνοσ και Θεςςαλονύκησ». Απϐ τα τϋλη του 10ου–αρχϋσ 11ου αιώνα εμφανύζεται
ο τύτλοσ του Κριτό-Πραύτορα, ωσ επικεφαλόσ τησ πολιτικόσ διούκηςησ, ενώ εμφανύζεται και ο «ϊρχων»
τησ πϐλησ που περιλϊμβανε ςτη δικαιοδοςύα του την πϐλη και την ϑπαιθρϐ τησ. Απϐ τον 12ο αιώνα τη
θϋςη του ϊρχοντα παύρνει ο προκαθόμενοσ.127 Η νϋα θεματικό διαύρεςη θα διατηρηθεύ μϋχρι το 1204. Σο
θϋμα πλϋον χϊνει τον ςτρατιωτικϐ-διοικητικϐ χαρακτόρα του απϐ τεχνικόσ απϐψεωσ και αποτελεύ
πλϋον δημοςιονομικό μονϊδα.
Σϐςο απϐ πολιτικό ϐςο και απϐ εκκληςιαςτικό ϊποψη η Φαλκιδικό υπαγϐταν ςτη Θεςςαλονύκη.
Σην επύ τϐπου εξουςύα αςκοϑςαν αξιωματοϑχοι, για τουσ οπούουσ ϋχουμε λιγοςτϋσ ϋμμεςεσ
πληροφορύεσ απϐ τισ πηγϋσ, κυρύωσ απϐ τα αθωνικϊ ϋγγραφα και απϐ τα περιοριςμϋνα ωσ προσ τον
αριθμϐ τουσ ςιγιλογραφικϊ ευρόματα (μολυβδϐβουλλα, ςφραγύδια κλπ).
Διοικητικό ϋδρα τησ χερςονόςου τησ Παλλόνησ, τουλϊχιςτον μϋχρι και τον 10ο αιώνα, φαύνεται ϐτι
όταν το πολύχνιον τησ Καςςϊνδρειασ για το οπούο γύνεται ςαφόσ αναφορϊ ςε ϋγγραφο τησ Μονόσ
Ιβόρων του 996,128 ςτο οπούο αναφϋρονται αρκετού τοπικού ϊρχοντεσ, επικεφαλόσ μικρών διοικητικών
μονϊδων, ενώ επικεφαλόσ τησ Φερςονόςου τησ Καςςϊνδρειασ όταν ο «ϊρχων» Καλωνϊσ. τη δυτικό
Φαλκιδικό υπόρχε η τοϑρμα Αινεύασ αλλϊ και δροϑγγοι εντϐσ του Θϋματοσ τησ Θεςςαλονύκησ,
Ϊνασ ακϐμα ςημαντικϐσ οικιςμϐσ ςτο βορειοανατολικϐ τμόμα τησ Φερςονόςου πρϋπει να όταν και
η Ιεριςςϐσ, η οπούα εμφανύζεται απϐ τον 10ο αιώνα δυναμωμϋνη πληθυςμιακϊ και φαύνεται να
λειτουργεύ ςαν κοινϐτητα οργανωμϋνη, που διαχειρύζεται την κοινοτικό γη, εύναι υπεϑθυνη για την
πληρωμό των φϐρων, απαιτεύ τα δύκαιϊ τησ και ςυγκροϑεται με την ιςχυρό αθωνικό πολιτεύα για να
πετϑχει τη διευθϋτηςό τουσ επικυρώνοντασ την με ςυμφωνύεσ και ϋγγραφα. Πολλϊ απϐ τα ϋγγραφα
αυτϊ υπογρϊφηκαν απϐ διοικητικοϑσ και ςτρατιωτικοϑσ αξιωματοϑχουσ.
Για τη δυτικό Φαλκιδικό, ϐπου δεςπϐζει το Κϊςτρο τησ Βρϑασ, η κατϊςταςη εύναι ςυγκεχυμϋνη
καθώσ διαθϋτουμε πολϑ λιγϐτερεσ και αςαφεύσ πληροφορύεσ. Δεν ϋχουν εντοπιςτεύ μϋχρι τώρα ςτοιχεύα
για την ϑπαρξη διοικητικών αξιωματοϑχων ςτο μεςαιωνικϐ κϊςτρο.
Υαύνεται, ωςτϐςο, ϐτι ςτα οικιςτικϊ κϋντρα τησ χερςονόςου υπόρχε μια τϊξη τιτλοϑχων και
αξιωματοϑχων οι οπούοι κατοικοϑςαν ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ ό ςτην ενδοχώρα τουσ ςε καθϋδρεσ,
κατεύχαν γη εντϐσ των οικιςμών και ςτα περύχωρα τουσ και διευθετοϑςαν παντοειδεύσ υποθϋςεισ.
53
Εκτϐσ απϐ αυτοϑσ, εμφανύζονται τα ονϐματα πολλών ανώτερων αξιωματοϑχων που δεν διϋμεναν ςτη
Φαλκιδικό αλλϊ ϋρχονταν περιςταςιακϊ, κατϐπιν κρατικόσ εντολόσ, για να επιλϑςουν ad hoc ζητόματα
που προϋκυπταν με τη ςυμμετοχό των τοπικών αξιωματοϑχων του κλόρου και αντιπροςώπων των
αγιορεύτικων μονών.
Σο 1185 οι Νορμανδού λεηλϊτηςαν εδϊφη τησ Φαλκιδικόσ κατευθυνϐμενοι δια θαλϊςςησ προσ τη
Θεςςαλονύκη. Σα αναςκαφικϊ δεδομϋνα επιβεβαιώνουν την εικϐνα.129Ακολοϑθηςε η κατϊλυςη τησ
Αυτοκρατορύασ απϐ τουσ Υρϊγκουσ, το 1204, και η ύδρυςη του φραγκικοϑ βαςιλεύου τησ
Θεςςαλονύκησ. Η Φαλκιδικό εντϊχτηκε ςε αυτϐ και οι επιςκοπϋσ τησ, υπαγμϋνεσ πϊντα ςτον
μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ, φαύνεται ϐτι ςτελεχώθηκαν με καθολικοϑσ αξιωματοϑχουσ. Η φραγκικό
εξουςύα ςτη Φαλκιδικό ςυνδϋεται με το ερειπωμϋνο ςόμερα Υραγκϐκαςτρο, ςτα ϐρια του Αγύου Όρουσ,
ϐπου τον 10ο αιώνα εύχε ιδρυθεύ η Μονό Ζυγοϑ. Γϑρω ςτο 1206, φαύνεται ϐτι εγκαταςτϊθηκε ςτο
κϊςτρο του Ζυγοϑ ϋνασ Υρϊγκοσ ϊρχοντασ με τουσ ςτρατιώτεσ του, ο οπούοσ εξορμοϑςε απϐ εκεύ και
λεηλατοϑςε το Ωγιον Όροσ, ώςπου το 1211 με παρϋμβαςη του Πϊπα τησ Ρώμησ εκδιώχθηκε απϐ την
περιοχό.130
τα τϋλη του 1224 καταλϑθηκε το φραγκικϐ βαςύλειο τησ Θεςςαλονύκησ και ςτην πϐλη
εγκαταςτϊθηκε ο ηγεμϐνασ τησ Ηπεύρου Θεϐδωροσ Δοϑκασ, που αναγορεϑτηκε και ςτϋφτηκε
αυτοκρϊτωρ. Η Φαλκιδικό εντϊχτηκε ςτα ϐρια τησ νϋασ αυτοκρατορύασ και ακολοϑθηςε την μούρα τησ,
ϐταν αυτό ενςωματώθηκε ςτην Αυτοκρατορύα τησ Νύκαιασ, το 1246131.
Με τη διοικητικό αναδιϊρθρωςη του κρϊτουσ, την εποχό των Παλαιολϐγων, η Φαλκιδικό
χωρύςτηκε ςε ϋξι «κατεπανύκια» ανταποκρινϐμενα ςτον φυςικϐ γεωγραφικϐ διαμελιςμϐ τησ
Φερςονόςου (χϊρτησ 4). Σο Κατεπανύκιον τησ Καλαμαρύασ περιελϊμβανε την πεδινό δυτικό Φαλκιδικό
και τα υψώματα που εκτεύνονται ςτα ανατολικϊ. Σο Κατεπανύκιον τησ Καςςανδρεύασ εκτεινϐταν ςτην
ομώνυμη Φερςϐνηςο και το Κατεπανύκιον τησ Ερμηλεύασ βριςκϐταν νοτιοανατολικϊ τησ Καλαμαρύασ
και εύχε κϋντρο του την Ερμόλεια. Σο Κατεπανύκιο του Ωκρουσ εκτεινϐταν ςτη ιθωνύα και, ενύοτε τα
ϐριϊ του εμπλϋκονται με αυτϊ τησ Ιεριςςοϑ. Σο Κατεπανύκιο Ιεριςςοϑ ό Αραβενικεύασ εκτεινϐταν ςτη
βορειοανατολικό Φαλκιδικό και, τϋλοσ, το Κατεπανύκιον τησ Ρεντύνασ, με κϋντρο το ομώνυμο Κϊςτρο,
θα πρϋπει να εκτεινϐταν βϐρεια και νϐτια των ομωνϑμων τενών. Σα ακριβό γεωγραφικϊ ϐρια των
Κατεπανικύων δεν εύναι γνωςτϊ και δεν εύναι βϋβαιο αν ο διαχωριςμϐσ αυτϐσ υφύςταται αμετϊβλητοσ
ςε ϐλη τη διϊρκεια του 14ου αιώνα.132
Σο 1307 και για δϑο χρϐνια η Φαλκιδικό υπϋμεινε τισ επιδρομϋσ τησ Καταλανικόσ Εταιρεύασ, που
εγκαταςτϊθηκε ςτην Καςςϊνδρεια και λυμαύνονταν την ϑπαιθρο και τουσ οικιςμοϑσ τησ Φερςονόςου.
τα παραπϊνω όρθαν να προςτεθοϑν και οι επιδρομϋσ του τϋφανου Δουςϊν, ο οπούοσ
129 Σαβλϊκησ, Ι. -Σςανανϊ, Αικ., «Αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτη Βεριϊ Νϋων υλλϊτων Φαλκιδικόσ», ΑΕΜΘ 19 (2005), 272
130 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Η αγιορεύτικη Μονό του Ζυγοϑ», ΔΕΚΑΣΗ τ.1 (2003-2004), ΤΠΠΟ-10Η Ε.Β.Α, Θεςςαλονύκη (2004), 13
131 Παπϊγγελοσ 2000Β, 123-125
132 Θεοχαρύδου, Γ. Ι., Κατεπανύκια τησ Μακεδονύασ. υμβολό εισ την διοικητικόν ιςτορύαν και γεωγραφύαν τησ Μακεδονύασ κατϊ τουσ μετϊ την
Υραγκοκρατύαν χρϐνουσ, Θεςςαλονύκη, Μακεδονικϊ, Παρϊρτημα 1 (1954), 4
54
εκμεταλλευϐμενοσ την αδυναμύα τησ Αυτοκρατορύασ και την απαςχϐληςό τησ ςτισ εμφϑλιεσ διαμϊχεσ,
ϊρχιςε τισ επιδρομϋσ και την επϋκταςη του κρϊτουσ του, καταλαμβϊνοντασ τα εδϊφη τησ. Σο 1345
κατϋλαβε και τη Φαλκιδικό. Σο 1350 η περιοχό απελευθερώθηκε αλλϊ το 1355/6 ξαναϋπεςε ςτην
κυριαρχύα των ϋρβων ωσ το 1371. Η παροδικό αυτό κατοχό ςτούχιςε ακριβϊ ςτη Φαλκιδικό, γιατύ ςτα
εδϊφη τησ φαύνεται ϐτι διεξόχθηςαν οι ςημαντικϐτερεσ ελληνοςερβικϋσ επιχειρόςεισ.133
Σο 1383 αρχύζει η πολιορκύα τησ Θεςςαλονύκησ απϐ τουσ Σοϑρκουσ και η Φαλκιδικό υπϊγεται για
πρώτη φορϊ ςτην τουρκικό εξουςύα. Σο 1387, η Θεςςαλονύκη παραδϐθηκε ςτουσ Σοϑρκουσ μετϊ απϐ
πολιορκύα τεςςϊρων ετών. Η όττα του Βαγιαζύτ Α’ ςτην Ωγκυρα εύχε ςαν αποτϋλεςμα την
απελευθϋρωςη τησ Θεςςαλονύκησ και τησ γϑρω περιοχόσ το 1403. Η πϐλη και η ελεϑθερη περιοχό που
την περιϋβαλε, αποτϋλεςαν ϋνα αυτοδιούκητο τμόμα τησ Αυτοκρατορύασ, που εύχε επικεφαλόσ τον
δεςπϐτη Θεςςαλονύκησ και τϋωσ αυτοκρϊτορα Ιωϊννη Ζ’ Παλαιολϐγο. Ο τελευταύοσ γνωρύζοντασ τη
ςημαςύα που εύχε η Καςςϊνδρεια για την επιβύωςη τησ Θεςςαλονύκησ, οχϑρωςε τη χερςϐνηςο με
ιςχυρϐ διατεύχιςμα ςτον ιςθμϐ και με οχυρωματικό τϊφρο.
Σα χρϐνια που ακολοϑθηςαν η Θεςςαλονύκη πολιορκόθηκε δϑο φορϋσ απϐ τα τουρκικϊ
ςτρατεϑματα, το 1412 και το 1416. Καθεμύα απϐ αυτϋσ τισ πολιορκύεσ θα πρϋπει να ςυνοδευϐταν και
απϐ καταδρομϋσ ςτην Φαλκιδικό για τισ οπούεσ ϐμωσ δεν υπϊρχουν ςαφεύσ ιςτορικϋσ μαρτυρύεσ. Σο
1415 ανϋλαβε δεςπϐτησ τησ Θεςςαλονύκησ ο Ανδρϐνικοσ Παλαιολϐγοσ, γιοσ του Μανουόλ Β’, ο οπούοσ
ςυνϋχιςε την προςπϊθεια ενύςχυςησ τησ Καςςϊνδρασ, ενώ το 1417 αναφϋρεται ωσ κεφαλό τησ νόςου
Καςςανδρεύασ ο τϋφανοσ Ραδηνϐσ.
Σον Ιοϑνιο του 1422 οι Σοϑρκοι πολιϐρκηςαν και πϊλι τη Θεςςαλονύκη και λεηλϊτηςαν την
Καλαμαριϊ. Σο ϋτοσ αυτϐ θα πρϋπει να θεωρηθεύ ϐτι ϊρχιςε η τουρκοκρατύα για τη Φαλκιδικό (εκτϐσ
απϐ την Καςςϊνδρα και το Ωγιον Όροσ).134
Διαπιςτώνουμε ϐτι, πϋρα απϐ τα αυςτηρϊ ςτρατιωτικϊ και δημοςιονομικϊ ζητόματα, η κεντρικό
εξουςύα δεν επιδεύκνυε ιδιαύτερο ενδιαφϋρον για τη διαχεύριςη των επαρχιακών κοινοτότων, ϐπου
παρατηρεύται μια αξιοςημεύωτη αυτονομύα ςτην οργϊνωςη τησ καθημερινϐτητϊσ τουσ, ςτην οργανικό
ανϊπτυξη του ιςτοϑ των μεςαιωνικών οικιςμών ό ςτον τρϐπο οργϊνωςησ του χώρου και ςτη ρϑθμιςη
τησ αςτικόσ ζωόσ εν γϋνει, αρμοδιϐτητεσ που, καθώσ φαύνεται, εύχαν εκχωρηθεύ ςτισ τοπικϋσ αρχϋσ που
εύχαν διοριςτεύ επύ τϐπου και που ςυνδιαλϋγονταν με τισ τοπικϋσ ελύτ.
Ψσ προσ τα διοικητικϊ ςϑνορα τησ χερςονόςου, η μϐνη μεταβολό ςημειώνεται περύ το 943, με τον
διαχωριςμϐσ τησ αθωνικόσ γησ και τη μετατροπό τησ χερςονόςου του Ωθω ςε ξεχωριςτό διοικητικό και
εκκληςιαςτικό περιφϋρεια. Κατϊ τα ϊλλα, η Φαλκιδικό αποτελεύ τμόμα τησ Μακεδονύασ ςτην οπούα
αποτυπώνονται διαχρονικϊ οι διοικητικϋσ μεταβολϋσ τισ οπούεσ η Φερςϐνηςοσ ακολουθεύ.
133 Οικονομύδησ, Ν., «Οι δϑο ςερβικϋσ κατακτόςεισ τησ Φαλκιδικόσ», Δύπτυχα, τ. 2 (1980-1981), 294-299
134 Παπϊγγελοσ 2000Β, 134
55
3.2 Εκκληςιαςτικό οργϊνωςη τησ Φαλκιδικόσ
Η εκκληςιαςτικό ιςτορύα τησ Μακεδονύασ αρχύζει ςυμβατικϊ ςτα μϋςα του 1ου αι. μ.Φ. με τισ
περιοδεύεσ του Αποςτϐλου Παϑλου και την ύδρυςη των πρώτων εκκληςιών ςτην περιοχό (Υύλιπποι,
Βϋροια, Θεςςαλονύκη) και φτϊνει μϋχρι τα μϋςα του 15ου αιώνα με την ϊλωςη τησ Θεςςαλονύκησ, τησ
διοικητικόσ και εκκληςιαςτικόσ πρωτεϑουςασ τησ επαρχύασ απϐ τουσ Σοϑρκουσ. Η ιςτορύα αυτό μπορεύ
να διαιρεθεύ ςυμβατικϊ ςε δϑο υποπεριϐδουσ. Σο καθοριςτικϐ ϋτοσ που αποτελεύ και το ςημεύο τομόσ
για την εξϋλιξη τησ εκκληςιαςτικόσ οργϊνωςησ τησ περιοχόσ εύναι το 731/2, οπϐτε ο Λϋων Γ’ ο άςαυροσ
(717-741), απϋςπαςε με διϊταγμα το ανατολικϐ Ιλλυρικϐ απϐ την εποπτεύα του επιςκϐπου Ρώμησ και
το υπόγαγε εκκληςιαςτικϊ ςτη δικαιοδοςύα του πατριϊρχη Κωνςταντινουπϐλεωσ. Πολιτικϊ το
Ανατολικϐ Ιλλυρικϐ ανόκε ςτο Ανατολικϐ Ρωμαώκϐ Κρϊτοσ απϐ την εποχό του Θεοδοςύου του
Μεγϊλου.135
Ο Απϐςτολοσ Παϑλοσ, μετϊ απϐ την ύδρυςη τησ εκκληςύασ των Υιλύππων, ϋφταςε ςτη
Θεςςαλονύκη, κόρυξε ςτην ιουδαώκό υναγωγό τησ πϐλησ και ύδρυςε την εκεύ εκκληςύα. Πρϋπει να
θεωρόςουμε ςχεδϐν βϋβαιο ϐτι, χριςτιανικϋσ κοινϐτητεσ υπόρχαν και ςε ϊλλεσ πϐλεισ τησ Μακεδονύασ,
ϐχι ϐμωσ με τη μορφό οργανωμϋνησ εκκληςύασ. Γενικϊ, μϋχρι και τον 3ο αιώνα, η διϊδοςη του
χριςτιανιςμοϑ ςτη Μακεδονύα όταν βραδεύα ύςωσ και λϐγω των επιδρομών των βαρβαρικών φϑλων.
Οι γνώςεισ μασ για τη διϊδοςη του χριςτιανιςμοϑ κατϊ την αποςτολικό εποχό ςτη Φαλκιδικό εύναι
ατελεύσ. Ο Παϑλοσ πϋραςε απϐ τα ϐρια τησ Φερςονόςου, πορευϐμενοσ δια τησ Εγνατύασ Οδοϑ, απϐ την
Αμφύπολη προσ τη Θεςςαλονύκη, και, πιθανϐτατα, διανυκτϋρευςε ςτην Απολλωνύα τησ Μυγδονύασ.136
Δεν υπϊρχει ϐμωσ καμύα ιςτορικό αναφορϊ για ανϊπτυξη τησ δραςτηριϐτητασ του ςτη Φαλκιδικό, αν
και την εποχό αυτό υπόρχαν τουλϊχιςτον δϑο αξιϐλογεσ πϐλεισ ςτην περιοχό: η Ωκανθοσ και η
Καςςϊνδρεια. Η προφορικό παρϊδοςη, ωςτϐςο, αναφϋρεται με επιμονό ςτη δρϊςη του Αποςτϐλου για
τη διϊδοςη του ευαγγελικοϑ λϐγου ςτη Φερςϐνηςο. υγκεκριμϋνα, αναφϋρεται ϐτι ο Παϑλοσ πϋραςε
απϐ την Ιεριςςϐ -κατϊ ϊλλουσ απϐ την αθωνικό Απολλωνύα- απϐ ϐπου εκδιώχθηκε απϐ τουσ αςεβεύσ
κατούκουσ τησ και αναζότηςε καταφϑγιο ςτη χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ ςτο ςημεύο ϐπου ςόμερα
βρύςκεται ο πϑργοσ και το αγύαςμα τησ αγιορεύτικησ μονόσ του Αγύου Παϑλου ςτη Νϋα Υώκαια.137 Η
ύδια προφορικό παρϊδοςη αναφϋρει ϐτι ο απϐςτολοσ επιςκϋφτηκε ςτη Φερςϐνηςο τησ ιθωνύασ τισ
πϐλεισ Νικότη και Σορώνη.138Ο τϊμοσ θεωρεύ ϐτι ύδρυςε ςτην Καςςϊνδρεια αποςτολικό ϋδρα
αντύςτοιχη με αυτό τησ Θεςςαλονύκησ και των Υιλύππων, ςτηριζϐμενοσ ςτο γεγονϐσ ϐτι η Καςςϊνδρεια
όταν μια ακμϊζουςα πϐλη κατϊ τη ρωμαώκό περύοδο.139
56
Ο Ευςϋβιοσ ςτην Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα του αναφϋρει, ϐτι ο Αντωνύνοσ ο Ευςεβόσ (138-161)
διεμόνυςε ςτουσ κατούκουσ των πϐλεων Θεςςαλονύκησ, Αθηνών και Λαρύςησ «περύ τοῦ μηδϋν
νεωτερύζειν κατϊ χριςτιανῶν», γεγονϐσ που αποδεικνϑει την βαθμιαύα εξϋλιξη και εδραύωςη του
χριςτιανιςμοϑ ςτισ πϐλεισ αυτϋσ.140 Δεδομϋνου ϐτι, ο αριθμϐσ των χριςτιανών τησ Θεςςαλονύκησ εύναι
τϋτοιοσ, ώςτε να ληφθοϑν μϋτρα απϐ τον αυτοκρϊτορα γι’ αυτοϑσ, μποροϑμε να εικϊςουμε ϋςτω, την
επύδραςη και την διϊδοςη, αν και ςε μικρϐτερο βαθμϐ, τησ νϋασ θρηςκεύασ ςτην ϐμορη Φερςϐνηςο τησ
Φαλκιδικόσ, που ωσ γνωςτϐ βριςκϐταν πϊντα υπϐ την επύδραςη τησ διοικητικόσ τησ πρωτεϑουςασ.
Οι λεπτομϋρειεσ τησ διαμϐρφωςησ και τησ εξϋλιξησ των πρώτων χριςτιανικών κοινοτότων ςτη
Φαλκιδικό παραμϋνουν ϊγνωςτεσ. Οι πρώτεσ επύςημεσ χριςτιανικϋσ εκδηλώςεισ ςτη Φερςϐνηςο θα
πρϋπει να ϊρχιςαν μετϊ την ϋκδοςη του διατϊγματοσ τησ ανεξιθρηςκύασ το 311 και των Μεδιολϊνων το
313.
Οι ωσ τώρα πληροφορύεσ για μϊρτυρεσ του χριςτιανιςμοϑ ςτην περιοχό εύναι ελϊχιςτεσ. Ο
μυρνϊκησ αναφϋρει, ϐτι τον 4ο αιώνα ςτην Ωκανθο μαρτϑρηςαν οι άςαυροσ ο Διϊκονοσ, Ιννοκϋντιοσ,
Ερμύων, Πελεγρύνοσ και δϑο «προώςτϊμενοι» τησ πϐλεωσ, οι Ροϑφοσ και Ρουφύνοσ141. ε ϊλλεσ πηγϋσ
ϐμωσ αναφϋρεται ϐτι το μαρτϑριο ϋλαβε χώρα ςε πρωιμϐτερη περύοδο (τϋλη 3ου αιώνα) ςτην πϐλη
Απολλωνύα142, χωρύσ ωςτϐςο να διευκρινύζεται η ακριβόσ γεωγραφικό τησ θϋςη. Θα μποροϑςε
επομϋνωσ να εύναι η Απολλωνύα Ιλλυρικό, η ομώνυμη πϐλη τησ Μυγδονύασ ό η αθωνικό Απολλωνύα, που
ςε πολλϊ κεύμενα ςυγχϋεται με την Ωκανθο.143
υμπεραςματικϊ, μποροϑμε να ποϑμε ϐτι, κατϊ τουσ πρώτουσ αιώνεσ καμύα ςημαύνουςα
προςωπικϐτητα του χριςτιανικοϑ κϐςμου δεν ςυνδϋεται με τη Φαλκιδικό, ενώ ο χριςτιανιςμϐσ ςτα
πρώτα του βόματα ςτη Φερςϐνηςο ςυνυπόρχε με τισ παλιϋσ θρηςκεύεσ. Η κατϊςταςη ϊλλαξε ϐμωσ ςτα
μϋςα του 4ου αιώνα και, πολϑ περιςςϐτερο μετϊ την ϋκδοςη του διατϊγματοσ του Θεοδοςύου τα 391. 144
τα χρϐνια αυτϊ τοποθετοϑν οι αναςκαφεύσ του ιεροϑ του Ωμμωνοσ Διϐσ ςτην Καςςϊνδρα την
καταςτροφό του και την ανϋγερςη μιασ βαςιλικόσ, ςε μεταγενϋςτερη φϊςη, πϊνω ςτα λεύψανϊ του.145
Η ϑπαρξη εξϊλλου ευρημϊτων τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου ςτο Ιερϐ του Απϐλλωνα Καναςτραύου
ςτην ύδια χερςϐνηςο, δηλώνει πωσ τον χώρο του ιεροϑ κατϋλαβε κϊποια χριςτιανικό θρηςκεύα ςτα
140 Ευςεβύου, Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα, Δ’, 26, 10, εκδ. G. Bardy (κεύμενον, γαλλικό μετϊφραςισ, ςχϐλια, «Sources Chrétiennes»), τομ. Α’, Παρύςιοι
(1952), 210 και Νικηφϐροσ Κϊλλιςτοσ, Migne, PG, τομ. 145, ςτ. 1000
141 μυρνϊκησ 1903 (ανατ. 1988), 16
142 Delehaye, H., Synaxarium Ecclesiae Constantinopolitanae, Bruxellis (1902), 119: «(…)»ᾀπαναςτϊντεσ δε τῆσ πατρύδοσ ἧλθον ἐν τῇ
Ἀπολλωνιατών πϐλει», Μηναῖον Ἰουνύου, εκδ. «ΥΨ», Αθῆναι (1987), 114β: «(…)ᾀπαναςτϊντεσ δε τῆσ πατρύδοσ καύ ἐν τινι ςπηλαύῳ τῆσ
Ἀπολλωνύασ γενϐμενοι..» ̇Οςύου Νικοδόμου Αγιορεύτου, υναξαριςτόσ των δώδεκα μηνών, τ. 5, 238-239, Εκδϐςεισ «Ορθϐδοξοσ Κυψϋλη»,
Θεςςαλονύκη (1988): «τϊ χρϐνια τοῦ Ρωμαύου Βαςιλϋωσ Νουμεριανοῦ (283-284) ἀνεχώρηςαν ἀπϐ τόν πατρύδα τουσ τόν Ἀθόνα καύ ἦλθαν εἰσ
Ἀπολλωνύα τόν Ἰλλυρικό, ἡ ὁπούα ἦταν μύα ἀρχαύα ἀποικύα τῶν Κερκυραύων ςτϊ παρϊλια τῆσ ςημερινῆσ Β. Ἠπεύρου»
143 Για την ταϑτιςη τησ Απολλωνύασ με την Ωκανθο βλ. Αποςτολύδησ, Γ., «Ωκανθοσ-Εριςςϐσ-Ιεριςςϐσ», Φρονικϊ Φαλκιδικόσ, τ. 23-24, (1973), 46-
49 ̇ Πατρινϋλησ, Φ. Γ., «Ιεριςςοϑ, Αγύου Όρουσ και Αρδαμερύου Μητρϐπολισ», ΘΗΕ 6, 788 ̇ Diller, A., “Byzantine lists of old and new geographical
names”, Byzantinische Zeitschrift, T. 63, (1970), 27-42, ϐπου και η ςχετικό βιβλιογραφύα.
144 Παπϊγγελοσ 2000Β, 24
145 Λεβεντοποϑλου-Γιοϑρη, Ε.,«Σο ιερϐν του Ωμμωνοσ Διϐσ παρϊ την Ωφυτιν», ΑΑΑ, τ. IV/3, (1971), 355-366
57
τϋλη του 4ου αιώνα, για να απαλεύψει τη μνόμη του ειδωλολατρικοϑ ιεροϑ.146Η πολυτελόσ βαςιλικό του
ωφρονύου ςτη Νικότη θα πρϋπει να κτύςθηκε, ςϑμφωνα με τον αναςκαφϋα, για να αντικαταςταθεύ η
ςυλλατρεύα των Διοςκοϑρων και τησ Μϊντασ, γνωςτό απϐ επιγραφό του 3ου αι. π.Φ., η οπούα φαύνεται
να ςυνεχύςτηκε μϋχρι την επικρϊτηςη του Φριςτιανιςμοϑ.147
Οι παραπϊνω πληροφορύεσ ϋχουν αποςπαςματικϐ χαρακτόρα και δεν προςφϋρουν κανϋνα
ςτοιχεύο που θα φώτιζε την εκκληςιαςτικό οργϊνωςη τησ Φερςονόςου, oι απαρχϋσ τησ οπούασ
κινοϑνται και πϊλι ςτη ςφαύρα των θρϑλων και των παραδϐςεων.
τα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ αναφϋρεται ϐτι μετϊ την καταςτροφό τησ Μονόσ Καςταμονύτου απϐ
τον Ιουλιανϐ τον Παραβϊτη, ο «επύςκοποσ Ιεριςςοϑ» Μακϊριοσ επανϋκτιςε τον ναϐ του Αγύου
τεφϊνου, ςτο ϐνομα του οπούου τιμϊται η Μονό. Ο Μακϊριοσ ςϑμφωνα με την παρϊδοςη που
καταγρϊφηκε το 1698, πϋθανε κατϊ τουσ χρϐνουσ τησ βαςιλεύασ του Αρκαδύου (395-408).148 Η
παραπϊνω πληροφορύα ςυνδϋεται με την αθωνικό παρϊδοςη που αποδύδει ςτον Μεγϊλο Κωνςταντύνο
την ύδρυςη των πρώτων μοναςτηριών ςτη Φερςϐνηςο του Ωθω τον 4ο αιώνα, τα οπούα η ύδια παρϊδοςη
αναφϋρει ϐτι κατϋςτρεψε ο Ιουλιανϐσ149.
Η πληροφορύα για ϑπαρξη επιςκοπόσ ςτην Ωκανθο πρϋπει να εξεταςθεύ με επιφϑλαξη καθώσ δεν
υπϊρχουν μϋχρι ςτιγμόσ ϊλλεσ φιλολογικϋσ μαρτυρύεσ για την ϑπαρξη επιςκοπόσ ςτην περιοχό κατϊ
την πρωτοβυζαντινό περύοδο. Η Ωκανθοσ αναφϋρεται ανϊμεςα ςτισ πϐλεισ που υπϊγονταν ςτη
Μακεδονύα Α’ ςτον κατϊλογο του υνϋκδημου του Ιεροκλό τον 6ο αιώνα150. Η μαρτυρύα αυτό για την
ϑπαρξη πϐλησ ςε ςυνδυαςμϐ με τισ πρϐςφατεσ αναςκαφικϋσ εργαςύεσ ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ, που
ϋχουν φϋρει ςτο φωσ μια πολυτελό βαςιλικό που χρονολογεύται ςτα τϋλη του 4 ου-αρχϋσ 5ου αιώνα,
καθώσ και τμόμα του νεκροταφεύου τησ πρωτοβυζαντινόσ και μεςοβυζαντινόσ περιϐδου151 και
μαρτυροϑν μια εϑρωςτη οικονομικϊ και πληθυςμιακϊ κοινωνύα, θα μποροϑςε να δικαιολογεύ την
ϑπαρξη επιςκοπόσ. Βϋβαια, όδη απϐ την πρωτοβυζαντινό περύοδο δεν όταν απαραύτητο ϐτι κϊθε
αςτικϐ ό διοικητικϐ κϋντρο αποτελοϑςε οπωςδόποτε και επιςκοπικό ϋδρα152. Απϐ τισ 37 πϐλεισ τησ
Μακεδονύασ –πρώτησ και δευτϋρασ- που μνημονεϑει ο υνϋκδημοσ μϐνο οι 15 τυχαύνει να απαντοϑν ωσ
επιςκοπικϋσ ϋδρεσ κατϊ τουσ 4ο-6ο αι.153
146 Μϊγειρασ, Π,. Αρχαύεσ λατρεύεσ και ιερϊ ςτην Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ, Θεςςαλονύκη (2007), 40
147 Νικονϊνοσ, Ν., «Παλαιοχριςτιανικό βαςιλικό Νικότησ Φαλκιδικόσ», Δεϑτερο υμπϐςιο Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ Αρχαιολογύασ και
Σϋχνησ, Αθόνα (1982), 76-77 (περύληψη ανακούνωςησ)
148 μυρνϊκησ 1903 (ανατ. 1988), 683
149 Παπαχρυςϊνθου, Δ., Ο Αθωνικϐσ μοναχιςμϐσ: Αρχϋσ και οργϊνωςη, ΜΙΕΣ, Αθόνα (1992), 32 κ.ε. για αναλυτικϐτερη παρουςύαςη του
ζητόματοσ του πρώιμου μοναχιςμοϑ ςτη Φερςϐνηςο του Ωθω.
150 Hieroclis Synecdemus 1866, 640. 5, 8
151 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ. - Δοϑκασ, Κλ., «Η παλαιοχριςτιανικό βαςιλικό τησ Ιεριςςοϑ», Προκαταρκτικό προφορικό ανακούνωςη: ΑΕΜΘ, ΚΑ’
Επιςτημονικό υνϊντηςη, Θεςςαλονύκη (2008)
152 Φατζηαντωνύου, Ελ., Η Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ απϐ τα μϋςα του 8ου αι. ϋωσ το 1430. Ιεραρχικό τϊξη-Εκκληςιαςτικό περιφϋρεια-Διοικητικό
οργϊνωςη, Κϋντρο Βυζαντινών Ερευνών, Θεςςαλονύκη (2007), 115
153 Κωνςταντακοποϑλου 1984, 151-152
58
Κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο και μϋχρι το πρώτο μιςϐ του 8ου αιώνα, η επαρχύα Μακεδονύασ
υπϊγεται ςτο ανατολικϐ Ιλλυρικϐ υπϐ την δικαιοδοςύα του πϊπα τησ Ρώμησ και ειδικϐτερα ςτην
Διούκηςη Μακεδονύασ υπϐ τον Μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ, που κατεύχε τον τύτλο του βικϊριου.
Οι κυριϐτερεσ πηγϋσ, απϐ τισ οπούεσ αντλοϑμε τα ονϐματα των επιςκϐπων ό των επιςκοπών βϊςει
των οπούων διαγρϊφεται η εκκληςιαςτικό γεωγραφύα τησ Φαλκιδικόσ κατϊ την πρώτη περύοδο και
μϋχρι την υπαγωγό του ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ ςτη δικαιοδοςύα του Πατριϊρχη Κωνςταντινουπϐλεωσ,
εύναι κυρύωσ οι υπογραφϋσ των επιςκϐπων ςτισ υνϐδουσ και οι λιγοςτϋσ μαρτυρύεσ, που προϋρχονται
απϐ αρχαιολογικϊ ευρόματα (ςφραγύδεσ, επιγραφϋσ). Η ακριβόσ χρονολογύα ύδρυςησ και υπαγωγόσ
των επιςκοπών Φαλκιδικόσ ςτον μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ εύναι ϊγνωςτη.
Η αρχαιϐτερη γνωςτό επιβεβαιωμϋνη αναφορϊ επιςκοπόσ για την Φερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ,
εύναι αυτό του επιςκϐπου Καςςανδρεύασ Ερμογϋνη, που ςυμμετεύχε ςτην «ληςτρικό» ϑνοδο τησ
Εφϋςου το 449154, ενώ η πρώτη επιβεβαιωμϋνη αναςκαφικϊ αναφορϊ επιςκϐπου προϋρχεται απϐ την
αναςκαφό πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ ςτον Ωγιο Γεώργιο Νικότησ. το δϊπεδο του κεντρικοϑ κλύτουσ
τησ βαςιλικόσ βρϋθηκαν πϋντε αναθηματικϋσ επιγραφϋσ, μεταξϑ των οπούων και αυτό του «επιςκϐπου
ωφρονύου». Ο αναςκαφϋασ χρονολογεύ τη βαςιλικό ςτον 5ο αιώνα,155 επομϋνωσ, ο ωφρϐνιοσ
φαύνεται να εύναι ο πρώτοσ γνωςτϐσ επύςκοποσ τησ περιοχόσ, αν και αγνοοϑμε την επιςκοπό που
διηϑθυνε. Θα πρϋπει να θεωρόςουμε ςχεδϐν βϋβαιο ϐτι επρϐκειτο για την Καςςϊνδρεια και πιθανώσ ο
οικιςμϐσ τησ Νικότησ με την πολυτελό βαςιλικό να ϋπαιζε τον ρϐλο του εκκληςιαςτικοϑ ό του
διοικητικοϑ κϋντρου τησ Φερςονόςου του Λϐγγου.156
Οι μϋχρι τώρα ςποραδικϋσ αναςκαφϋσ και επιφανειακϋσ ϋρευνεσ ϋχουν φϋρει ςτο φωσ τα
κατϊλοιπα περύπου 80 βαςιλικών η ανϋγερςη των οπούων τοποθετεύται μεταξϑ 4ου και 5ου αιώνα,
γεγονϐσ που μαρτυρεύ ϐτι ο Φριςτιανιςμϐσ εύχε εδραιωθεύ ςε ϐλη τη Φερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ κατϊ το
διϊςτημα αυτϐ. Ο αριθμϐσ αυτϐσ αντανακλϊ το μϋγεθοσ του χριςτιανικοϑ πληθυςμοϑ και την ιςχυρό
θϋςη τησ νϋασ θρηςκεύασ και των εκπροςώπων τησ. Λαμβϊνοντασ υπϐψη ϐτι ςτο χώρο τησ Μακεδονύασ
ςε 75 θϋςεισ ϋχουν εντοπιςτεύ αναςκαφικϊ περιςςϐτερεσ απϐ 130 βαςιλικϋσ που ανϊγουν την ύδρυςό
τουσ ςτη διϊρκεια τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου καθώσ και ϐτι οι περιςςϐτερεσ απϐ αυτϋσ
εντοπύςτηκαν ςτα μεγϊλα εκκληςιαςτικϊ κϋντρα (Θεςςαλονύκη, Βϋροια, Υύλιπποι)157 ςυμπεραύνουμε
ϐτι η Φαλκιδικό διϋθετε κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο αςτικϊ κϋντρα που διϋθεταν το μϋγεθοσ, την
οικονομικό ιςχϑ και τη δϑναμη για ενεργό ςυμμετοχό ςτην εδραύωςη και τη μετϊδοςη τησ νϋασ
θρηςκεύασ.
59
Οι βαςιλικϋσ ϐμωσ δεν εντοπύζονται μϐνο ςε οικιςμοϑσ αλλϊ και ςε ερημικϋσ τοποθεςύεσ, γεγονϐσ
που οδηγεύ αρκετοϑσ ερευνητϋσ ςτην υπϐθεςη ϐτι ςυνδϋονται με κϊποιου εύδουσ πρώιμησ μοναςτικόσ
δραςτηριϐτητασ.158
Παρϊ τισ δϑο προαναφερθεύςεσ αναφορϋσ των επιςκϐπων Καςςανδρεύασ, που μασ επιτρϋπουν να
εικϊςουμε την ϑπαρξη ομώνυμησ επιςκοπόσ απϐ τον 5ο αιώνα, παραμϋνουν ϊγνωςτεσ οι ςυνθόκεσ
ύδρυςησ των επιςκοπών τησ Φαλκιδικόσ. Ωγνωςτα επύςησ εύναι και τα ακριβό ϐρια τησ δικαιοδοςύασ
τουσ μϋχρι και τον 8ο αιώνα περύπου. Σο μϐνο βϋβαιο εύναι η υπαγωγό τουσ ςτη μητρϐπολη
Θεςςαλονύκησ.
Απϐ την περύοδο που το Ιλλυρικϐ και, κατϊ ςυνϋπεια και η Φαλκιδικό, αποςπϊςτηκε απϐ τη
δικαιοδοςύα τησ Ρώμησ και υπόχθη εκκληςιαςτικϊ ςτο Πατριαρχεύο Κωνςταντινουπϐλεωσ (732-733),
τισ πληροφορύεσ για την εκκληςιαςτικό οργϊνωςη τισ αντλοϑμε κατϊ κϑριο λϐγω απϐ τα Σακτικϊ
(Notitiae Episcopatuum), απϐ τισ υπογραφϋσ των επιςκϐπων Φαλκιδικόσ ςτισ υνϐδουσ και απϐ τα
αγιορεύτικα ϋγγραφα.
Εκτϐσ απϐ την επιςκοπό Καςςανδρεύασ, η Φαλκιδικό μοιραζϐταν εκκληςιαςτικϊ ςτισ επιςκοπϋσ
Ιεριςςοϑ (αργϐτερα και Αγύου Όρουσ) και Αρδαμερύου. Οι πηγϋσ δύνουν επιβεβαιωμϋνεσ μαρτυρύεσ για
τισ επιςκοπϋσ αυτϋσ μϐλισ απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ. Θεωρεύται ϐμωσ μϊλλον απύθανο να μην υπόρχαν
ϊλλεσ επιςκοπϋσ πλην αυτόσ τησ Καςςανδρεύασ κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο ςτη Φαλκιδικό,
δεδομϋνου ϐτι για την περύοδο αυτό τα αναςκαφικϊ ευρόματα δεύχνουν ευμϊρεια ςτην περιοχό, οπϐτε
θα μποροϑςε να δικαιολογηθεύ, αν ϐχι και να απαιτηθεύ μια ιςχυρϐτερη εκκληςιαςτικό παρουςύα ςτη
Φερςϐνηςο. Απϐ τον 10ο αιώνα πϊντωσ οι επιςκοπϋσ τησ Φαλκιδικόσ αναφϋρονται ςυνεχώσ ςτα
εκκληςιαςτικϊ τακτικϊ αλλϊ και ςε ϋγγραφα των μονών του Αγύου Όρουσ και φαύνεται να ϋχουν μια
δυναμικό παρουςύα ϐχι μϐνο ςτα εκκληςιαςτικϊ πρϊγματα αλλϊ και ςε ζητόματα πολιτικϊ, δικαςτικϊ
και οικονομικϊ.159
Οι μεταβολϋσ ςτο πολιτικϐ και ςτρατιωτικϐ καθεςτώσ, κυρύωσ λϐγω τησ βουλγαρικόσ επϋκταςησ
επύ Ιωαννύτζη και τησ λατινοκρατύασ ςτισ αρχϋσ του 13ου αιώνα, εύχαν ςαν αποτϋλεςμα τον εκτοπιςμϐ
των Βυζαντινών αρχιερϋων απϐ τισ επιςκοπικϋσ τουσ ϋδρεσ και την προώθηςη Βουλγϊρων ό ομϐδοξων
επιςκϐπων αντύςτοιχα. Ειδικϐτερα, μετϊ την ϊλωςη τησ Κωνςταντινοϑπολησ απϐ τουσ ςταυροφϐρουσ
τησ Δ’ ταυροφορύασ το 1204, ςτη Θεςςαλονύκη δημιουργόθηκε το λομβαρδικϐ κρϊτοσ τησ
Θεςςαλονύκησ υπϐ τον μαρκόςιο του Montferrat Βονιφϊτιο, τον αρχηγϐ τησ Δ’ ταυροφορύασ. Η
ανατροπό του καθεςτώτοσ επϋφερε αλλαγϋσ και ςτην εκκληςιαςτικό διούκηςη.
Σο 1212 ο πϊπασ αναγνώριςε τον Guarinus ωσ αρχιεπύςκοπο Θεςςαλονύκησ και επικϑρωςε τα
προνϐμια που εύχε ο αρχιεπύςκοποσ Θεςςαλονύκησ πριν απϐ την ϋνταξη των εκκληςιών του Ιλλυρικοϑ
60
ςτο πατριαρχεύο Κωνςταντινουπϐλεωσ. Η δικαιοδοςύα του τυπικϊ εξακολουθοϑςε να περιορύζεται ςτισ
11 επιςκοπϋσ τησ Μακεδονύασ που εύχε και πριν απϐ την κατϊλυςη του βυζαντινοϑ κρϊτουσ160 και οι
τρεισ επιςκοπϋσ τησ Φαλκιδικόσ βρύςκονται μεταξϑ αυτών.
Σο 1423 ολοκληρώνεται η κατϊληψη τησ Φαλκιδικόσ απϐ τουσ Οθωμανοϑσ με εξαύρεςη την
Καςςϊνδρεια που παραμϋνει βυζαντινό μϋχρι το 1430. Η Notitia 21 που ςυντϊχτηκε ςτισ αρχϋσ τησ
Σουρκοκρατύασ, δύνει ςτη μητρϐπολη τησ Θεςςαλονύκησ εννϋα επιςκοπικϋσ ϋδρεσ μεταξϑ των οπούων
διατηρεύ τισ επιςκοπϋσ Καςςανδρεύασ, Ἑρκουλύου ἤτοι Ἀρδαμϋρεωσ, τοῦ Ἱεριςςοῦ και Ἁγύου Ὄρουσ.
Διατηρεύ δηλαδό ςχεδϐν ϐλεσ τισ υποκεύμενεσ επιςκοπϋσ που εύχε και κατϊ τη βυζαντινό περύοδο. Απϐ
τουσ επιςκοπικοϑσ καταλϐγουσ φαύνεται ϐτι δεν υπόρχαν ςημαντικϊ προβλόματα την περύοδο αυτό,
καθώσ δεν παρουςιϊζονται κενϊ ςτη διαδοχό.
τη ςυνϋχεια θα παρουςιαςτοϑν ςυνοπτικϊ οι επιςκοπϋσ τησ Φαλκιδικόσ.
Επιςκοπό Καςςανδρεύασ
Η επιςκοπό τησ Καςςανδρεύασ μνημονεϑεται, ϐπωσ αναφϋρθηκε όδη, απϐ τα μϋςα του 5ου
αιώνα.161 ε οριςμϋνα επιςκοπικϊ τακτικϊ απαντϊ ωσ Καςςανδρεύασ τῆσ Ποτύδαιασ ό Καςςανδρεύασ και
Ποτύδαιασ.162 Πρϐκειται ϐμωσ μϊλλον για αρχαώςμϐ των ςυντακτών ό των αντιγραφϋων, εφϐςον ςε
ςφραγύδεσ, ϋγγραφα των μονών του Αγύου Όρουσ, επιςτολϋσ και αφηγηματικϋσ πηγϋσ η επιςκοπό δεν
απαντϊ ωσ Ποτύδαιασ.163 Σο γεγονϐσ ϐμωσ ϐτι η διπλό ονομαςύα απαντϊ μϐνο ςτα τακτικϊ και ϐχι ςε
επύςημη ςφραγύδα ό ϋγγραφο, εύναι δηλωτικϐ του ϐτι με αυτϐν τον τρϐπο οι ιερϊρχεσ επιθυμοϑςαν να
αναδεύξουν την αρχαιϐτητα τησ εκκληςιαςτικόσ τουσ ϋδρασ ό και ςκϐπιμα να καλλιεργόςουν μια τϋτοια
επύπλαςτη εντϑπωςη, με ςτϐχο να προςδώςουν κϑροσ ςτην επιςκοπό. Ωλλωςτε το κριτόριο τησ
αρχαιϐτητασ όταν απϐ τουσ παρϊγοντεσ που καθϐριζαν την τϊξη τησ προκαθεδρύασ των επιςκοπών.164
Οι πηγϋσ ςιγοϑν για την επιςκοπό Καςςανδρεύασ για περύπου τρεισ αιώνεσ (6οσ-9οσ), γεγονϐσ που
οδηγεύ αρκετοϑσ μελετητϋσ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι η επιςκοπό καταργόθηκε για το διϊςτημα αυτϐ. Η
Κωνςταντακοποϑλου υποςτηρύζει ϐτι η επιςκοπό Καςςανδρεύασ εντϊςςεται ςτην κατηγορύα των
επιςκοπών τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου που εξαφανύζονται εντελώσ ό επανεμφανύζονται αρκετϊ
αργϐτερα, επιχεύρημα που δικαιολογεύται εν μϋρει καθώσ η Καςςϊνδρεια καταςτρϊφηκε απϐ τισ
ουννικϋσ επιδρομϋσ του 6ου αιώνα.165 Ϊχει διατυπωθεύ η ϊποψη, πωσ η διατόρηςη του ονϐματοσ τησ
61
Καςςϊνδρειασ -ωσ τοπωνυμύου και ωσ επιςκοπόσ- χωρύσ παραφθορϋσ ό λϐγιεσ επεμβϊςεισ, μϋχρι και
τον 9ο αιώνα, οπϐτε επανεμφανύζεται ςτισ πηγϋσ, αποτελεύ ϋνδειξη για ςυνϋχιςη τησ ζωόσ τϐςο τησ
πϐλησ ϐςο και τησ εκκληςιαςτικόσ ϋδρασ κατϊ τουσ τρεισ αυτοϑσ αιώνεσ, αν και με κϊποια
πληθυςμιακό και οικονομικό ςυρρύκνωςη.166
Ακϐμα ϐμωσ και αν η επιςκοπό καταργόθηκε, επανεμφανύζεται ςτη notitia 7 ςτα τϋλη του 9ου
αιώνα υπϐ την μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ. Πιθανώσ, ο επύςκοποσ Καςςανδρεύασ Ιγνϊτιοσ να ϋλαβε μϋροσ
ςτην ϑνοδο του Υωτύου (879-880)167. Η μαρτυρύα δεν εύναι ςύγουρη γιατύ η υπογραφό του ςτα
πρακτικϊ τησ υνϐδου εύναι δυςδιϊκριτη (ΙΓΝΑΣΙΟ ΚΑ[…]), οπϐτε τα αρχικϊ ΚΑ θα μποροϑςαν να
αναφϋρονται ςε κϊποια ϊλλη επιςκοπό.168
Απϐ το β’ μιςϐ του 11ου αι. κ.ε. ο επύςκοποσ Καςςανδρεύασ εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ ωσ
«Καςςανδρεύασ και Βρυῶν»169. τα τϋλη του 11ου αι. η Βρϑα απαντϊ ωσ ενορύα, δηλαδό φορολογικό
περιφϋρεια, ϋνα εύδοσ οικονομικόσ υποδιαύρεςησ του κατεπανικύου τησ Καλαμαριϊσ, το νϐτιο τμόμα του
οπούου θα πρϋπει να ανόκε ςτη δικαιοδοςύα τησ επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ.
Ϊχουν δοθεύ διϊφορεσ ερμηνεύεσ για την εμφϊνιςη τησ διπλόσ ονομαςύασ τησ επιςκοπόσ. Μύα απϐ
αυτϋσ τισ ερμηνεύεσ θεωρεύ την διπλό ονομαςύα ωσ ϋνδειξη μεταφορϊσ τησ ϋδρασ.170υχνϊ τα δϑο
ονϐματα ςτον τύτλο του επιςκϐπου δηλώνουν τη μεταφορϊ τησ επιςκοπόσ ςε μια νϋα πϐλη εξαιτύασ του
ϐτι παρόκμαςε η παλιϊ ϋδρα για λϐγουσ δημογραφικόσ πτώςησ, οικονομικοϑ μαραςμοϑ, φυςικών
καταςτροφών, επιδρομών ό απώλειασ τησ ςτρατηγικόσ τησ ςημαςύασ. Η αλλαγό αυτό θα μποροϑςε
επομϋνωσ να οφεύλεται ςτην ερόμωςη τησ Καςςϊνδρειασ και ςτην ανϊπτυξη του γειτονικοϑ κϊςτρου
των Βρεών, που την επιςκύαςε. Η παραπϊνω ϊποψη, αν και δεν ςτερεύται επιχειρημϊτων, πρϋπει να
αντιμετωπιςτεύ με επιφϑλαξη καθώσ δεν μπορεύ να αποδειχτεύ. Η Καςςϊνδρεια απαντϊ ςε πηγϋσ του
10ου αιώνα ωσ «πολύχνιον» και ςτισ αρχϋσ του 11ου αιώνα ωσ «κϊςτρον Καςςανδρεύασ».171 Η πϐλη
εξακολουθεύ να εύναι το διοικητικϐ και εκκληςιαςτικϐ κϋντρο τησ περιοχόσ, αφοϑ και η επιςκοπικό
ϋδρα εύναι ενεργό. Η Βρϑα απϐ την ϊλλη μεριϊ, παρϊ την οικονομικό και δημογραφικό τησ ανϊπτυξη
απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ, δεν εμφανύζεται ποτϋ ςτισ πηγϋσ ωσ ϋδρα πολιτικόσ ό εκκληςιαςτικόσ
εξουςύασ.
Μια ϊλλη ερμηνεύα για τη διπλό ονομαςύα εύναι ϐτι, η δημογραφικό ανϊπτυξη μιασ πϐλησ, που
ςυνεπϊγεται αϑξηςη του ποιμνύου και πιθανώσ οικονομικό ανϊπτυξη, μπορεύ να όταν τϐςη ώςτε να
προςτεθεύ το ϐνομα εκεύνησ τησ πϐλησ ςτον τύτλο του επιςκϐπου. Ϊτςι, ο λϐγοσ που ο Καςςανδρεύασ
απαντϊ απϐ το β’ μιςϐ του 11ου αι. ωσ τον 14ο και ωσ «θεοφιλϋςτατοσ ἐπύςκοποσ Καςςανδρεύασ καύ
Βρυῶν» εύναι η ευημερύα τησ γειτονικόσ Βρϑασ. υνεπώσ, η ονομαςύα μπορεύ να μην όταν μϐνο
166 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ. «Αρχαύα τοπωνϑμια ςτη Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ», Καςςϊνδρα, τ. 4, (2005), 13
167 Κονιδϊρη, Γ., Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα τησ Ελλϊδοσ, τ. Β’, Αθόναι (1970), 54
168 Γριτςϐπουλου, Σ. Αθ. ςτο λόμμα «Καςςανδρεύασ Μητρϐπολισ,», ΘΗΕ 7, 391
169 Actes d’ Esphigménou, ed. Diplomatique par J. Lefort, Paris 1973, ϋγγρ. (1078) κ.ε. μϋχρι τον 14ο αιώνα.
170 Παζαρϊσ–Σςανανϊ 1990, 355 ̇ Παπϊγγελοσ 1987, 203-204 ̇Θεοδωρύδησ 1981, 355
171 Παπϊγγελοσ 1987, 202-203
62
δηλωτικό τησ ϋδρασ τησ επιςκοπόσ αλλϊ και τησ περιφϋρειασ ςτην οπούα απλωνϐταν η δικαιοδοςύα
τησ.172 Βϋβαια, γϑρω ςτα τϋλη του 13ου αι, το κϊςτρο των Βρεών ϋχει εγκαταλειφθεύ. Ψςτϐςο, η
ςυντηρητικό εκκληςιαςτικό ορολογύα διατηρεύ ςτον τύτλο του επιςκϐπου την προςθόκη ωσ τισ αρχϋσ
του 14ου αιώνα.173
63
επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ, ςε αρχαώςμϐ ό ςε απϐπειρα προβολόσ τησ αρχαιϐτητασ τησ ϋδρασ απϐ
πλευρϊσ των επιςκϐπων με ςτϐχο να προςδώςουν κϑροσ ςτην επιςκοπό181.
Απϐ το 1345 ο τϋφανοσ Δουςϊν κατϋλαβε ςχεδϐν ϐλη τη Μακεδονύα, εκτϐσ απϐ τη Θεςςαλονύκη
και τη Δυτικό Φαλκιδικό. ϑμφωνα με τι πηγϋσ, προώθηςε ϋρβουσ ιερϊρχεσ ςτισ περιοχϋσ που
βρϋθηκαν υπϐ την κυριαρχύα του, τουλϊχιςτον ςτισ μητροπολιτικϋσ ϋδρεσ. Η Φαλκιδικό ανακτόθηκε για
ςϑντομο χρονικϐ διϊςτημα απϐ τουσ Βυζαντινοϑσ (1350 – 1355/6) και οριςτικϊ το 1371.
Οι αλλαγϋσ ςτο πολιτικϐ και ςτρατιωτικϐ καθεςτώσ τησ περιοχόσ οδόγηςαν ςε ςημαντικϋσ
μεταβολϋσ ςτην εκκληςιαςτικό διοικητικό οργϊνωςη για την εξυπηρϋτηςη πολιτικών ςτϐχων. Μεταξϑ
των ετών 1342 και 1345 ο επύςκοποσ Ιεριςςοϑ Ιϊκωβοσ (1334-1365) προόχθη ςε μητροπολύτη, μϊλλον
με ςτϐχο να αντιςταθμιςτεύ η ςερβικό επιρροό ςτον Ωθω. Ο ύδιοσ ο Δουςϊν δεςμεϑτηκε το 1345 με
χρυςϐβουλλο λϐγο ϐτι δεν θα τοποθετοϑςε ϋρβο ωσ κεφαλό ςτην Ιεριςςϐ αλλϊ θα ϊφηνε την πϐλη
ςτην εξουςύα του αρχιερϋα και του Αγύου Όρουσ182.
Η προαγωγό του Ιακώβου ςε μητροπολύτη όταν προςωπικό. Επρϐκειτο δηλαδό για μια
προςωποπαγό μητρϐπολη. Ϊτςι, ο διϊδοχοσ του Ιακώβου φϋρει πϊλι τον τύτλο του επιςκϐπου. Η
αμηχανύα τησ πατριαρχικόσ γραμματεύασ απϋναντι ςε αυτό την αλλαγό φαύνεται ςτο γεγονϐσ ϐτι ςε
χρυςϐβουλλο λϐγο του Ιωϊννη τ’ Καντακουζηνοϑ και ςε πατριαρχικό πρϊξη του 1351, η Ιεριςςϐσ ωσ
εκκληςιαςτικό ϋδρα εξακολουθεύ να χαρακτηρύζεται επιςκοπικό. ε απϐφαςη του πατριαρχικοϑ
δικαςτηρύου του 1350, ο Ιϊκωβοσ αναφϋρεται δϑο φορϋσ ωσ «‘ιερώτατοσ ἀρχιερεῦσ Ἱεριςςοῦ» και ϐχι
ρητϊ ωσ μητροπολύτησ183.
Οι πολιτικϋσ εξελύξεισ οδόγηςαν προςωρινϊ ςτην αϑξηςη τησ δικαιοδοςύασ τησ επιςκοπόσ Ιεριςςοϑ
και ϋμμεςα τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ. Με απϐφαςη του Απριλύου 1368 ο πατριϊρχησ Υιλϐθεοσ
Κϐκκινοσ, ϐριςε ϐτι ϋπρεπε να γύνονται ςεβαςτϊ απϐ τουσ Αθωνύτεσ ϐλα τα αρχιερατικϊ δύκαια του
επιςκϐπου Ιεριςςοϑ, καταργώντασ θεωρητικϊ το αυτοδϋςποτον τησ αθωνικόσ κοινϐτητασ. Οι Αθωνύτεσ
ςυνϋχιζαν βϋβαια με κϊθε ευκαιρύα να αμφιςβητοϑν την εξουςύα του επιςκϐπου Ιεριςςοϑ. Σελικϊ,
ϋπειτα απϐ αύτημϊ τουσ ο πατριϊρχησ Αντώνιοσ το 1392 ακϑρωςε την πατριαρχικό απϐφαςη του
Υιλοθϋου με το αιτιολογικϐ ϐτι η αϑξηςη των προνομύων του επιςκϐπου Ιεριςςοϑ ϋγινε κατ’
οικονομύαν λϐγω των ταραγμϋνων πολιτικών και εκκληςιαςτικών ςυνθηκών.184
Επιςκοπό Αρδαμερύου
Η Επιςκοπό Αρδαμερύου κϊνει την εμφϊνιςη τησ τον 10ο αιώνα με το ϐνομα Ερκοϑλων και ϋδρα τα
Ϊρκουλα, το ςημερινϐ Αρδαμϋρι. Σο Αρδαμϋριον αναφϋρεται ςτον βύο του Αγύου Κωνςταντύνου. Η
Επιςκοπό αναφϋρεται ςτο Σακτικϐ του Λϋοντοσ του οφοϑ ωσ μύα απϐ τισ επιςκοπϋσ που υπϊγονταν
64
ςτη Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ και μϊλιςτα κατεύχε ςτην εκκληςιαςτικό ιεραρχύα «ἀνωτϋραν τϊξιν»
απϐ την Επιςκοπό τησ Ιεριςςοϑ.
Πρώτοσ Επύςκοποσ αναφϋρεται ο Ερκοϑλων Ιωϊννησ το 943, ϐταν παρεμβαύνει για να επιλϑςει την
διαμϊχη μεταξϑ των Αγιορειτών και Ιεριςςιωτών.185 Ϋδη απϐ τον 10ο αιώνα, εμφανύζεται και με την
ονομαςύα Αρδαμερύου.186
185 Actes du Prôtaton, èdition diplomatique par D. Papachryssanthou, Archives de l’ Athos VII, Paris (1975), ϋγγρ. 6 (943), 199 και Πατρινϋλησ, Φ.
Γ., ςτο λόμμα «Ἱεριςςοϑ, Αγύου Όρουσ και Αρδαμερύου», ΘΗΕ 6, 790,
186 Γλαβύνασ, Α., «Αρχιερεύσ τησ Επιςκοπόσ Αρδαμερύου», Μακεδονικϊ 20 (1980), 10
187 Για το θϋμα του προτϑπου τησ Notitia 3 βλ. Κουντοϑρα-Γαλϊκη, Ελ., «Η «εικονοκλαςτικό» Notitia 3 και το λατινικϐ πρϐτυπϐ τησ», Βυζαντινϊ
ϑμμεικτα 10 (1996), 35-73
65
Εύναι προφανϋσ ϐτι ϐλεσ οι επιςκοπϋσ τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ ϋδρευαν ςε μικρϐτερα ό
μεγαλϑτερα αςτικϊ κϋντρα, αφοϑ ςϑμφωνα με τον κανϐνα 57 τησ Λαοδικεύασ και τον 6 τησ αρδικόσ
μια επιςκοπό υφύςταται μϐνο ϐταν η πϐλη ϋχει ικανϐ αριθμϐ κατούκων. Ψςτϐςο, δεν αποτελοϑςαν ϐλα
τα αςτικϊ κϋντρα επιςκοπικϋσ ϋδρεσ, ϐπωσ ϋχει επιςημανθεύ. Οριςμϋνεσ ϋδρεσ επιςκοπών αποτελοϑςαν
πρωτεϑουςα ενϐσ θϋματοσ ό υποδιαύρεςησ θϋματοσ. Εν τοϑτοισ, η ανϊδειξη μιασ εκκληςιαςτικόσ
περιφϋρειασ ςε επιςκοπό δεν όταν απαραύτητα ςϑγχρονη με τη διοικητικό προαγωγό τησ περιοχόσ ό
ςυνϋπεια αυτόσ.188
την παλαιολϐγεια περύοδο οριςμϋνεσ επιςκοπικϋσ ϋδρεσ ϐπωσ η Ιεριςςϐσ, η Καςςϊνδρεια, η
Ρεντύνα, αποτελοϑςαν ϋδρα καπετανικύου ενώ αργϐτερα μαρτυροϑνται ωσ ϋδρα κεφαλόσ.189 Ψςτϐςο,
τα κατεπανύκια Καλαμαρύασ και Ερμόλειασ, που αργϐτερα απαντοϑν ωσ ϋδρεσ κεφαλών δεν
αποτελοϑςαν ξεχωριςτό επιςκοπικό περιφϋρεια. υνεπώσ, οι εκκληςιαςτικϋσ περιφϋρειεσ δεν
ταυτύζονταν με τισ διοικητικϋσ αλλϊ όταν πιο εκτεταμϋνεσ.
Προφανώσ, η περιφϋρεια τησ επιςκοπόσ Αρδαμερύου περιλϊμβανε τισ περιοχϋσ των κατεπανικύων
Ερμόλειασ και Λογγοϑ (ιθωνύασ). Η περιφϋρεια του κατεπανικύου Καλαμαρύασ εύτε ενταςςϐταν ςτη
δικαιοδοςύα τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ εύτε μοιραζϐταν ανϊμεςα ςε αυτόν και την επιςκοπό
Καςςανδρεύασ. Σο δεϑτερο φαύνεται πιο πιθανϐ, δεδομϋνου ϐτι η επιςκοπό Καςςανδρεύασ απϐ το β’
μιςϐ του 11ου αι. αποκαλεύται Καςςανδρεύασ και Βρυών.190
υμπερϊςματα
Οι πηγϋσ ςιγοϑν ςχετικϊ με την οργϊνωςη των επιςκοπών τησ Φαλκιδικόσ κατϊ την
πρωτοβυζαντινό περύοδο με εξαύρεςη την επιςκοπό Καςςανδρεύασ. Απϐ τα παραπϊνω φαύνεται ϐμωσ
ϐτι, κατϊ τη διϊρκεια τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου και κυρύωσ μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα, η Φαλκιδικό
απϋκτηςε οικονομικό ευρωςτύα και πολιτικό δϑναμη γεγονϐσ που οδόγηςε και ςτην ραγδαύα εξϊπλωςη
τησ νϋασ θρηςκεύασ ϐπωσ αποτυπώνεται ςτα κατϊλοιπα των δεκϊδων βαςιλικών που ϋχουν εντοπιςτεύ
ςτη Φερςϐνηςο. Σα αρχαιολογικϊ κατϊλοιπα ϋρχονται να ςυμπληρώςουν το κενϐ των φιλολογικών
πηγών καθώσ, οι περιςςϐτερεσ απϐ τισ βαςιλικϋσ αυτϋσ εύναι ευμεγϋθεισ και ϋχουν πολυτελό
καταςκευό, επιβεβαιώνοντασ ϐτι η Φαλκιδικό πρϋπει να όταν απϐ τα μεγαλϑτερα εκκληςιαςτικϊ
κϋντρα τησ Μακεδονύασ, διαθϋτοντασ απϐ τουσ πρώιμουσ χρϐνουσ ιςχυρϋσ επιςκοπϋσ που υπϊγονταν
ςτον Μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ.
Οι επιςκοπϋσ τησ Φαλκιδικόσ ϋχουν ςυνεχό και δυναμικό παρουςύα και κατϊ το δεϑτερο όμιςυ τησ
βυζαντινόσ χιλιετύασ ακϐμα και μετϊ τον 10ο αιώνα οπϐτε η ιςχυρό αθωνικό πολιτεύα απειλεύ τα
κεκτημϋνα τουσ, εκκληςιαςτικϊ αλλϊ και οικονομικϊ. τα εκκληςιαςτικϊ τακτικϊ οι επιςκοπϋσ τησ
66
Φερςονόςου εμφανύζονται με ςυνϋπεια, οπϐτε δεν φαύνεται να υπόρξε διακοπό ςτην πορεύα κϊποιασ
απϐ αυτϋσ. Σην εικϐνα ςυμπληρώνουν τα ϋγγραφα των μονών του Αγύου Όρουσ.
191 Hatzopoulos. M. B., «The Via Egnatia between Thessalonike and Apollonia», Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών, Αφιϋρωμα ςτον N. G. L.
Hammond, Παρϊρτημα Μακεδονικών α. 7, Θεςςαλονύκη (1997), 199-213
192 Cramer 1928, 239
67
Οι ρωμαώκού πύνακεσ, επομϋνωσ, δεν βοηθοϑν ιδιαύτερα καθώσ οι ενδιϊμεςοι ςταθμού μεταξϑ
Θεςςαλονύκησ και Απολλωνύασ, το Μελιςςουργύν ςτο Itinerarium Antonini και ςτην Tabula
Peutingeriana και η Duodea και η Heracleustibus ςτο Bordeaux Itinerary και ςτο Itinerarium
Hierousalimitanium, εύναι αταϑτιςτοι.
Ο Hammond τοποθετεύ την Duodea ςτην περιοχό του Αγύου Βαςιλεύου και το Μελιςςουργύν ςτην
Γερακαροϑ ενώ την Heracleustibus ςτον τύβο, ϐμωσ πιο πιθανό εύναι η ταϑτιςη του Tafel που ταυτύζει
την τελευταύα με το Αρδαμϋρι. Οι ταυτύςεισ αυτϋσ εύναι οι πιο πιθανϋσ, αν και ϐχι απϐλυτα αςφαλεύσ,
αφοϑ παρουςιϊζουν διαφορϋσ ςτην χιλιομετρικό απϐςταςη των ςταθμών τϐςο τη ςημερινό ϐςο και
των αρχαύων πηγών μεταξϑ τουσ.193
Βλϋπουμε, επομϋνωσ, ϐτι κανϋνασ ςημαντικϐσ οικιςμϐσ τησ Φαλκιδικόσ δεν βριςκϐταν επύ τησ
Εγνατύασ Οδοϑ. Σα μεγϊλα αςτικϊ κϋντρα τησ ρωμαώκόσ περιϐδου, η Καςςϊνδρεια και η Ωκανθοσ, που
αποτελοϑςαν ςημαντικϋσ ρωμαώκϋσ αποικύεσ όταν αρκετϊ απομακρυςμϋνεσ απϐ τη βαςικό αυτό οδικό
αρτηρύα ςε αντιδιαςτολό με τισ υπϐλοιπεσ πϐλεισ ςτισ οπούεσ εύχαν εγκαταςταθεύ οι Ρωμαύοι ϋμποροι,
οι οπούεσ βρύςκονταν κατϊ μόκοσ τησ περύφημησ Εγνατύασ οδοϑ ό ςπουδαύων παρακλαδιών τησ. Οι δϑο
μϊλιςτα απϐ αυτϋσ, η Θεςςαλονύκη και η Αμφύπολη, διϋθεταν και αξιϐλογα λιμϊνια, που διευκϐλυναν τισ
θαλϊςςιεσ μεταφορϋσ και αποτελοϑςαν ςυγκοινωνιακοϑσ κϐμβουσ χερςαύων και θαλϊςςιων δρϐμων.
Η λογικϐτερη ερμηνεύα για την απϐςταςη απϐ την Εγνατια οδϐ βαςύζεται ςτον ρϐλο των πϐλεων
τησ Φαλκιδικόσ κατϊ τη ρωμαώκό περύοδο, που όταν διαφορετικϐσ απϐ των υπολούπων κϋντρων τησ
Μακεδονύασ και όταν τϐςο ςυνϊρτηςη των πλουτοπαραγωγικών πηγών τουσ ϐςο και τησ ϑπαρξησ
αξιϐλογων λιμανιών ςε καθεμιϊ απϐ αυτϋσ, που προςϋφεραν ϊμεςη και λιγϐτερο δαπανηρό ϋξοδο των
εμπορευμϊτων και των ςτρατευμϊτων προσ το Αιγαύο.
Απϐ τον 4ο μϋχρι και τον 7ο αιώνα, το Ιλλυρικϐ δοκιμϊςτηκε απϐ τισ επιδρομϋσ των Γϐτθων, των
Οϑννων και των λϊβων. Κατϊ το διϊςτημα των εχθροπραξιών, η επικοινωνύα μεταξϑ Ανατολόσ και
Δϑςησ δεν μποροϑςε να διαςφαλιςτεύ απϐ την Εγνατύα Οδϐ αφοϑ, λϐγω των εχθρικών επιδρομών,
πολλϊ τμόματα του οδικοϑ δικτϑου αχρηςτεϑτηκαν ό υπϋςτηςαν ςημαντικϋσ φθορϋσ. Σϋτοιεσ φθορϋσ
όταν δϑςκολο να επιςκευαςτοϑν για οικονομικοϑσ κυρύωσ λϐγουσ.194 Η γρόγορη και ςε κρατικϐ
επύπεδο πληροφϐρηςη εξακολουθοϑςε να γύνεται μϋςω τησ Εγνατύασ, αλλϊ ο απλϐσ περιηγητόσ ό
προςκυνητόσ που διϋθετε χρϐνο προτιμοϑςε να ακολουθόςει την θαλϊςςια οδϐ αποφεϑγοντασ την
ταλαιπωρύα του χερςαύου δρϐμου και, κυρύωσ, τον φϐβο των ληςτών.195
Η κατϊςταςη επιδεινώθηκε ςτη διϊρκεια του 7ου αιώνα. Οι επιδρομϋσ των Αβϊρων και των
λϊβων περιϐριςαν ςημαντικϊ τισ δυνατϐτητεσ χρόςησ των οδικών αρτηριών τησ Φερςονόςου του
Αύμου κατϊ το β’ μιςϐ του 6ου αιώνα. τον γεωγραφικϐ χώρο τησ Μακεδονύασ και τησ Θρϊκησ και
68
ειδικϐτερα κατϊ μόκοσ τησ Εγνατύασ Οδοϑ εγκαταςτϊθηκαν διϊφορα ςλαβικϊ φϑλα. Σο ςημαντικϐτερο
αποτϋλεςμα του ςλαβικοϑ εποικιςμοϑ απϐ ϊποψη επικοινωνιών όταν η ολοκληρωτικό απομϐνωςη τησ
Θεςςαλονύκησ απϐ πλευρϊσ τησ ξηρϊσ. Ϊκτοτε, η πϐλη επικοινωνοϑςε με την πρωτεϑουςα και τισ ϊλλεσ
βυζαντινϋσ κτόςεισ απϐ τη θϊλαςςα.
τα τϋλη του 7ου και ςτισ αρχϋσ του 8ου αιώνα, η αυτοκρατορύα ανϋπτυξε εμπορικϋσ ςχϋςεισ με τουσ
Βουλγϊρουσ, που επικυρώθηκαν με την υπογραφό ςυνθόκησ ειρόνησ το 716. Η πολιτικό αυτό απώθηςε
το βουλγαρικϐ και ςλαβικϐ ςτοιχεύο επεκτεύνοντασ το εν χρόςει οδικϐ δύκτυο τησ Θρϊκησ προσ τα
βϐρεια και δυτικϊ. υνεπώσ, οι αρχαύοι δρϐμοι τησ χερςονόςου δεν αχρηςτεϑτηκαν τελεύωσ μϋςα ςτο
χϊοσ του 7ου αι. και ϋτςι μπϐρεςαν να επαναχρηςιμοποιηθοϑν, ϋςτω και εν μϋρει, κατϊ τον 8ο αιώνα. Η
πλόρησ αποκατϊςταςη των επικοινωνιών ςτα Βαλκϊνια πραγματοποιόθηκε περύ τα μϋςα του 9 ου αι.
και ςυνϋπεςε με τον εκχριςτιανιςμϐ των Βουλγϊρων και των Μοραβών (863/4).
Οι δρϐμοι που αναφϋρονται τον 9ο και 10ο αιώνα δεν εύναι δρϐμοι επικοινωνύασ, αλλϊ ςτρατηγικϋσ
δύοδοι με πολϑ περιοριςμϋνη χρόςη, ενώ η ςυντόρηςη και η καταςκευό τουσ περιορύζεται ςε αυτοϑσ
που θα χρηςύμευαν ςε ςτρατιωτικϋσ επιχειρόςεισ.196 Σην εποχό αυτό, το ταξύδι απϐ την
Κωνςταντινοϑπολη προσ τη Θεςςαλονύκη απαιτοϑςε δώδεκα ημϋρεσ. Για μεγϊλα χρονικϊ διαςτόματα,
τμόματα τησ Εγνατύασ ϋπεφταν ςε αχρηςτύα λϐγω ειςβολών, οπϐτε προτιμοϑνταν και πϊλι οι
θαλϊςςιεσ μετακινόςεισ.197
Κατϊ την ύδια περύοδο, οι ςημαντικϐτεροι δρϐμοι τησ Κεντρικόσ Μακεδονύασ, με εξαύρεςη την
Εγνατύα οδϐ, όταν ο δρϐμοσ του Βαρδαρύου, ο δρϐμοσ του τρυμϐνα και ο δρϐμοσ Θεςςαλονύκησ-Ωθω.
Οι δρϐμοι αυτού περιγρϊφουν και ορύζουν κατϊ προςϋγγιςη τα ςϑνορα τησ Φαλκιδικόσ. Σα κϊςτρα που
αναφϋρονται απϐ αυτό την περύοδο ςτην Φερςϐνηςο, αποτελοϑν ορϐςημα μεγϊλων οδών, βρύςκονται
δηλαδό ςε διαπεριφερειακοϑσ κϐμβουσ τουσ οπούουσ και προςτατεϑουν.198
Η Θεςςαλονύκη αποτελοϑςε το εμπορικϐ κϋντρο τησ Μακεδονύασ και μϋςω αυτόσ γινϐταν ο
ανεφοδιαςμϐσ των υπϐλοιπων περιοχών του οικονομικοϑ τησ χώρου. την πϐλη ειςϊγονταν προώϐντα
απϐ τη Δϑςη, τη υρύα και την Αύγυπτο που ϋφταναν με πλούα, προώϐντα απϐ την κυρύωσ Ελλϊδα που
ϋφταναν εύτε δια ξηρϊσ εύτε δια θαλϊςςησ και προώϐντα απϐ τον Εϑξεινο Πϐντο και τη Βουλγαρύα μϋςω
Κωνςταντινοϑπολησ απϐ την ξηρϊ. Με τα δυτικϊ Βαλκϊνια δεν φαύνεται να υπόρχαν ιδιαύτερεσ
εμπορικϋσ ςχϋςεισ. Η περιγραφό των δρϐμων των ταυροφϐρων, που ςτα τϋλη του 11 ου και τον 12ο
αιώνα ακολοϑθηςαν την Εγνατύα και τη Βαςιλικό Οδϐ ωσ την Κωνςταντινοϑπολη δύνει μια εικϐνα του
κεντρικοϑ δικτϑου επικοινωνύασ.
τισ πρώτεσ δεκαετύεσ του 14ου αιώνα ο προφανόσ δρϐμοσ για να πϊει κανεύσ απϐ τη Θεςςαλονύκη
ςτην Κωνςταντινοϑπολη παραμϋνει η Εγνατύα. Απϐ το β’ μιςϐ του 14ου αιώνα ϐμωσ προτιμώνται και
πϊλι οι θαλϊςςιοι δρϐμοι αφοϑ η επικοινωνύα απϐ ξηρϊσ γύνεται δυςχερόσ και διακοπτϐμενη λϐγω του
196 Λουγγόσ, Σ. Κ., «Παραδεύγματα ϋργων οδοποιύασ ςτο Βυζϊντιο», Δύπτυχα, τϐμοσ σ’, Αθόνα (1994-95), 37-48, 44, 46
197 Avramea 2002, 76
198 Lefort, J., «Habitats fortifies en Macédoine orientale au Moyen Age», Société rurale et histoire du paysage à Byzance (2006), 155-160
69
εμφυλύου πολϋμου των Ανδρϐνικων αλλϊ και των τουρκικών κατακτόςεων. Σην περύοδο αυτό
διακϐπτονται ό περιορύζονται και οι εμπορικϋσ ςχϋςεισ τησ Θεςςαλονύκησ με την δυτικϊ του τρυμϐνα
περιοχό και την Κωνςταντινοϑπολη και ο οικονομικϐσ τησ χώροσ περιορύζεται ςτη Φαλκιδικό και
ιδιαύτερα ςτο δυτικϐ τμόμα τησ και ςτην Καςςϊνδρεια, που εφοδιϊζουν την πϐλη με αγαθϊ. Επομϋνωσ,
ο δρϐμοσ Θεςςαλονύκησ – Καςςϊνδρειασ βρύςκεται πϊντα ςε χρόςη. Σο γεγονϐσ αυτϐ διαφαύνεται ςτα
αιτόματα που παρουςύαςαν οι Θεςςαλονικεύσ πρϋςβεισ ςτη Βενετύα το 1425. Ϊνα απϐ τα αιτόματϊ
αυτϊ, όταν να περιτειχιςθεύ η Καςςϊνδρεια για να εξαςφαλιςτεύ η απρϐςκοπτη τροφοδοςύα τησ
Θεςςαλονύκησ με ζώα, ξυλεύα παντϐσ εύδουσ, ςιτϊρι, κραςύ, μϋλι, ρητύνη και ϊλλα προώϐντα.199
199 Λαώου. Αγγ., « Η Θεςςαλονύκη, η ενδοχώρα τησ και ο οικονομικϐσ τησ χώροσ ςτην εποχό των Παλαιολϐγων», Βυζαντινό Μακεδονύα 324 – 1430
μ.Φ., Διεθνϋσ υμπϐςιο, (Θεςςαλονύκη 29-31 Οκτωβρύου 1992), Μακεδονικό Βιβλιοθόκη αρ. 82, Θεςςαλονύκη (1995), 183-194, 184, 190
200 αμςϊρησ, Δ., «Σο οδικϐ δύκτυο τησ ανατολικόσ Μακεδονύασ απϐ τα αρχαώκϊ χρϐνια μϋχρι τη ρωμαώκό κατϊκτηςη», Μακεδονικϊ 14,
Θεςςαλονύκη (1974), 123-138, 132-133
70
ερεύπια εκκληςιών και μϑλων.201 Απϐ την Καςςϊνδρεια, λοιπϐν, ο παραλιακϐσ δρϐμοσ οδηγοϑςε μϋςω
Βρϑασ ςτην κοιλϊδα τησ Καλαμαρύασ και απϐ εκεύ ςτην Καςςανδρεωτικό πϑλη. Ο δρϐμοσ Θεςςαλονύκησ
- Ωθω εξυπηρετοϑςε την Ιεριςςϐ και την Σορώνη, ενώ ο Πολϑγυροσ και η Αρναύα χρηςιμοποιοϑςαν την
ημιονικό οδϐ μϋχρι την κοιλϊδα των Βαςιλικών και απϐ εκεύ ειςϋρχονταν ςτην Θεςςαλονύκη.
Η επικοινωνύα τησ Φαλκιδικόσ με την ανατολικό Μακεδονύα γινϐταν μϋςω τησ Εγνατύασ Οδοϑ, ϐπου
οδηγοϑςαν κϊποιοι δρϐμοι του εςωτερικοϑ αλλϊ και απϐ τουσ δϑο βαςικοϑσ δρϐμουσ που διϋςχιζαν τη
Φερςϐνηςο και όταν διαχρονικϊ ςε χρόςη: τον παραλιακϐ δρϐμο Θεςςαλονύκησ - Καςςϊνδρειασ –
υκιϊσ – Ερμόλειασ – Ιεριςςοϑ ό την βορειϐτερη αρτηρύα που διϋρχονταν απϐ την κοιλϊδα των
Βαςιλικών, τη Γαλϊτιςτα, περνοϑςε απϐ τη ςημερινό Αρναύα και απϐ εκεύ διϋςχιζε τα ιδηροκαϑςια και
κατϋληγε επύςησ ςτην Ιεριςςϐ. Απϐ την Ιεριςςϐ οι επαφϋσ γύνονταν εύτε με πλούα απϐ τον Ακϊνθιο
λιμϋνα προσ το λιμϊνι τησ Αμφύπολησ ό δια του τρυμϐνα, ςυνϋχιζαν οδικϊ.
Σο Μαρμϊρι ςτα ϐρια τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ, ςτην περιοχό του τρυμονικοϑ Κϐλπου,
όταν ϋνα βαςικϐ ςημεύο για την επικοινωνύα Κωνςταντινουπϐλεωσ –Θεςςαλονύκησ, με αποτϋλεςμα ο
τρυμϐνασ να αναφϋρεται ςυχνϊ ςτισ πηγϋσ με το λαώκϐ ϐνομα του Μαρμαρύου. Σο 1083 αναφϋρεται η
ϑπαρξη γϋφυρασ εκεύ. Σον 16ο και τον 19ο αιώνα αναφϋρονται επύςησ γϋφυρεσ που εξυπηρετοϑςαν τη
διϊβαςη απϐ εκεύνο το ςημεύο. Κατϊ τον 14ο αιώνα αναφϋρεται απλώσ η λειτουργύα «πϐρου» ςτο
Μαρμϊριον αλλϊ οι πηγϋσ δεν διευκρινύζουν αν πρϐκειται για γϋφυρα ό για πορθμεύο ό επρϐκειτο για
ϋναν τϐπο ϐπου οι κυκλοφοριακϋσ ανϊγκεσ, ςε ςυνδυαςμϐ με τη γεωμορφολογύα και την παρϊδοςη,
επϋβαλαν τη διϊβαςη του ποταμοϑ. Η απαύτηςη ϐμωσ καταβολόσ δικαιώματοσ διελεϑςεωσ, το
ονομαζϐμενο ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα «ποριατικϐ», θα πρϋπει να ςημαύνει ϐτι υπόρχαν κϊποιεσ
οργανωμϋνεσ διευκολϑνςεισ διαβϊςεωσ.202
201 Lefort, J., “ De Bolbos a’ la plaine du diable” Société rurale et histoire du paysage à Byzance (2006Α), 81-104, 81
202 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Ο πϐροσ του Μαρμαρύου», Πϐλισ και Φώρα ςτην Αρχαύα Μακεδονύα και Θρϊκη. Πρακτικϊ Αρχαιολογικοϑ υνεδρύου Μνόμη
Δ. Λαζαρύδη, (Καβϊλα 9-11 ΜαϏου 1986), Ελληνογαλλικϋσ Ϊρευνεσ Ι/Recherches Franco-Helleniques 1, Θεςςαλονύκη (1990), 333-351, 349
71
τον 7ο αιώνα και εξόσ δια τησ θαλϊςςιασ οδοϑ ακολουθώντασ ςυγκεκριμϋνη πορεύα.203 Ξεκινώντασ τα
πλούα απϐ τη Θεςςαλονύκη παρϋπλεαν τισ ακτϋσ τισ δυτικόσ Φαλκιδικόσ, περνοϑςαν απϐ το ακρωτόρι
Ϊμβολο του Θερμαώκοϑ και ϋφταναν ςτο νοτιϐτερο ςημεύο τησ Φερςονόςου Παλλόνησ, ςτο Ακρωτόριο
Κϊναςτρο. Απϐ εκεύ ςτον Κωφϐ λιμϋνα τησ ιθωνύασ και ςτη Φερςϐνηςο του Ωθω. Κατϐπιν, ςτη Λόμνο
για ανεφοδιαςμϐ και ςτα τενϊ του Ελληςπϐντου, αν όταν ευνοώκού οι ϊνεμοι, για να καταλόξουν ςτην
Πρωτεϑουςα και να ακολουθόςουν το αντύςτροφο δρομολϐγιο τησ επιςτροφόσ. Σην ύδια πορεύα
ακολουθοϑςαν, ϐπωσ εύναι λογικϐ και τα πλούα που εύχαν ωσ αφετηρύα τουσ κϊποιο λιμϊνι τησ
Φαλκιδικόσ.
Μύα μϋρα θαλϊςςιου ταξιδιοϑ ιςοδυναμοϑςε με πορεύα μιασ εβδομϊδασ. Ο Θεϐδωροσ ο τουδύτησ
αναφϋρει ϐτι η απϐςταςη απϐ τη Λόμνο ϋωσ το ακρωτόριο Καναςτραύο ςτην Παλλόνη εύναι 240 χλμ και
καλϑπτεται ςε 12 ώρεσ ταξιδιοϑ με πλούο. Απϐ το λιμϊνι τησ Λαϑρασ ςτον Ωθω μϋχρι την
Κωνςταντινοϑπολη χρειϊζονταν τρεισ μϋρεσ τον 14ο αιώνα.
203 Delatte, A., Les portulans grecs, Παρύςι (1947), 2262-207I: Απϐ τη αλονύκη πϋρ ϐςτρια... εναι το Νϋπολο, και πηγαύνοντασ εισ τον κϊβο τό;
Κςςϊνδρασ ευρύςκεισ το Υανϊρι και τον "Αγιον Γεώργιον και ϊπεκεώ ευρύςκεισ τον κϊβο τησ Καςϊνδρασ. και γυρύζοντασ τϐν κϊβο τησ
Καςϊνδρασ εναι ϐ κϐρφοσ τοϒ 'Αγύου Μϊμα και εύναι ώσ το κατϊκωλο μύλλια εύκοςι και εισ την μποϑκα εναι ϋνα νηςύ και εισ τϐν κϊβο τοϒ
γρϋγου εναι τϐ πϐρτο του Κουφοϑ... και γυρύζοντασ τϐν κϊβο τοϒ Κωφοϒ εναι ϐ κϐρφοσ τόσ Αύμιλιανόσ- ϋχει και ϋνα νηςϐπουλο εισ την μποϑκα,
απϐ τόν Αύμιλιανό, γρϋγο λεβϊντη, ευρύςκεισ τϐ "Αγιον "Οροσ- εναι μύλλια πενόντα. Ό.π„ 2985-29912 (περιγρϊφεται αναλυτικϊ το ύδιο
δρομολϐγιο αντύςτροφα με τισ αποςτϊςεισ των επύ μϋρουσ ςταθμών). Ό.π., 3005-3010: Σϐ Κϊνιςτρον μϋ τϐν Γϐφον (=Κουφϐν) βλϋπονται εισ
τόν κϊρταν τον λεβϊντη εισ τϐν γρϋγον, μύλια ιη ' • και εναι καλϐσ λιμιϐνασ. και αν ελθησ ϊπα τϐν κϊβον τοϒ Κανύςτρου εισ τϐν Γϐφον, ςου
δεύχνει ενα βοννύ ςτρογγυλϐν και αφόσ το εύσ τόν ζερβόν ςου μερϋαν... και ϊμε μϋςα ςύγουροσ.
204 Avramea 2002, 72
72
δώδεκα ώρεσ, ενώ ςτα τϋλη του 7ου αιώνα η βυζαντινό ναυτικό μούρα των Καραβηςιϊνων ϋφθαςε ςτη
Θεςςαλονύκη ςε παραπϊνω απϐ μύα ημϋρα.
χετικϊ με τισ αποςτϊςεισ ςημεύων τησ χερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ απϐ τη γειτονικό κιϊθο ο
Delatte αναφϋρει: Ό Άγιοσ Γεώργιοσ (= κιϊθοσ) με τον κϊβον του Κανύςτρου... μύλια ρ'. Σο κιϊθοσ μϋ τϐν
κϊβον τον Πεςιδύον... μύλια π'. Εδώ βϋβαια υπϊρχει ςϑγχυςη και ύςωσ αμοιβαύα αντικατϊςταςη των δυο
αριθμών, γιατύ εύναι αδϑνατο η Καςςϊνδρα (κϊβοσ του Πεςιδύου) να απϋχει απϐ τη κιϊθο λιγϐτερο
απϐ ϐςο το Κϊναςτρον.205
73
Ωθω. Η απϐςταςη ανϊμεςα τουσ πϐλεισ όταν περύπου 30 χλμ, δηλαδό μιασ ημϋρασ δρϐμοσ
ιππεϑοντασ.208
Εκτϐσ απϐ τα φυςικϊ καταφϑγια και την προςταςύα ςυγκεκριμϋνων περιοχών παραγωγόσ, η
πλειονϐτητα των υπϐλοιπων οχυρώςεων εντοπύζεται ςε οικιςμοϑσ ςε υψώματα, για την προςταςύα
τϐςο των κατούκων ϐςο και των δρϐμων που οδηγοϑςαν ςτισ μονϊδεσ παραγωγόσ των νοικοκυριών.209
Αν λϊβουμε υπϐψη τη γενικό αρχό ϐτι οι οδού κυκλοφορύασ καθορύζονται απϐ την κατεϑθυνςη των
ορϋων και των ποτϊμιων ρευμϊτων, μποροϑμε με ςχετικό αςφϊλεια να αποκαταςτόςουμε το οδικϐ
δύκτυο τησ χερςονόςου, απϐ τισ περιγραφϋσ των περιηγητών των τελευταύων τριών αιώνων, αφοϑ το
ανϊγλυφϐ τησ Φαλκιδικόσ παρϋμενε μϋχρι τα μϋςα του 20ου αιώνα ςχεδϐν αναλλούωτο. Ο δρϐμοσ που
ςυνϋδεε τη Θεςςαλονύκη με την Ιεριςςϐ και, κατ’ επϋκταςη με το Ωγιον Όροσ κατϊ τον 19ο αιώνα,210
ταυτύζεται ςχεδϐν με αυτϐν του 10ου αιώνα και θα πρϋπει να όταν αμαξιτϐσ, τουλϊχιςτον ςτο
μεγαλϑτερο μϋροσ του, ομούωσ και ο δημϐςιοσ δρϐμοσ που ξεκινοϑςε απϐ την Πορταριϊ και τον Ωγιο
Μϊμα και απϐ τον ϐρμο Πτςακοϑδια οδηγοϑςε ςτη υκιϊ καλϑπτοντασ το βϐρειο ϐριο των
χερςονόςων Καςςϊνδρειασ και ιθωνύασ.211
Δϑο βαςικϋσ αρτηρύεσ κινοϑνταν η μια κατϊ μόκοσ των ακτών τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ απϐ τη
Θεςςαλονύκη μϋχρι τον Ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρειασ και η ϊλλη κατϊ μόκοσ των ανατολικών ακτών απϐ
την Ιεριςςϐ μϋχρι τον ταυρϐ, διαςχύζοντασ το τρατώνι, το Μαρμϊρι και τη νόςο Κϊπρο και
ταυτύζονται η πρώτη με την πορεύα τησ αμαξόλατησ οδοϑ τησ αρχαιϐτητασ και η δεϑτερη με την
προϋκταςη τησ οδοϑ Αμφιπϐλεωσ – Βιςαλτύασ.212 Οι υπϐλοιποι οικιςμού ςυνδϋονταν μεταξϑ τουσ αλλϊ
και με τα μικρϊ λιμϊνια ςτουσ ϐρμουσ τησ χερςονόςου με ημιονικοϑσ δρϐμουσ, οι οπούοι εύναι ο κανϐνασ
για ημιορεινϊ ό ορεινϊ εδϊφη, ϐπωσ η βϐρεια και βορειοανατολικό ενδοχώρα τησ Φαλκιδικόσ.
Παρϊλληλα, εκτϐσ απϐ τουσ δρϐμουσ, που εξυπηρετοϑςαν διοικητικοϑσ, εμπορικοϑσ και
αμυντικοϑσ ςκοποϑσ, λατρευτικού λϐγοι αναμϋνεται να οδόγηςαν απϐ νωρύσ ςτη διϊνοιξη μικρϐτερων
οδών προσ τα ιερϊ.
τα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ γύνονται πολϑ ςυχνϊ αναφορϋσ ςτην ϑπαρξη δρϐμων. Οι δρϐμοι
αυτού χρηςιμοποιοϑνται ςε περιοριςμοϑσ, ςτην περιγραφό δηλαδό τησ ϋκταςησ και των ορύων των
μοναςτικών περιουςιών ςτη Φαλκιδικό. Πρϐκειται για μικρϋσ οδοϑσ, τοπικοϑ χαρακτόρα, που ςυνδϋουν
γειτονικοϑσ οικιςμοϑσ ό οδηγοϑν ςε δϊςη, καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ ό βοςκοτϐπια. Οι μεγαλϑτερεσ
οδικϋσ αρτηρύεσ αναφϋρονται μϐνο αν περνοϑν κοντϊ απϐ τισ μοναςτικϋσ περιουςύεσ ό τισ διαςχύζουν.
74
Οι πηγϋσ αυτϋσ δεύχνουν ϋνα εντυπωςιακϊ πυκνϐ δύκτυο τοπικών οδών, μερικού εκ των οπούων
όταν πλακωτού. Ο J. Lefort ϋχει αποτυπώςει με αρκετϊ μεγϊλη ακρύβεια το οδικϐ δύκτυο τησ δυτικόσ
Φαλκιδικόσ των μϋςων χρϐνων. Οι δρϐμοι αναφϋρονται με διαφορετικϊ ονϐματα, αποκαλυπτικϊ για τη
μορφό και τη χρόςη τουσ. Ϊτςι, αναφϋρονται η αμαξηγό οδϐσ, το αγελοδρϐμιον, η ξυλοφορικό οδϐσ, το
μονοπϊτιον, ο πλακωτϐσ, η δημοςιϊ ό δημοςιακό οδϐσ, η βαςιλικό οδϐσ ό η μεγϊλη οδϐσ.
Με τον ϐρο «βαςιλικό οδϐσ» φαύνεται ϐτι απϐ κϊποια ςτιγμό και μετϊ εννοοϑςαν κϊθε δρϐμο για
την οργϊνωςη και τη ςυντόρηςη του οπούου την ευθϑνη ϋφερε ο Αυτοκρϊτορασ.213
Οι τρεισ χερςϐνηςοι τησ Φαλκιδικόσ εύχαν τουλϊχιςτον απϐ μύα βαςιλικό οδϐ. Οι οδού αυτϋσ, θα
εύχαν αςφαλώσ προεκτϊςεισ που θα οδηγοϑςαν ςτο διοικητικϐ κϋντρο τουσ, τη Θεςςαλονύκη. Δϑο απϐ
αυτοϑσ τουσ δρϐμουσ διϋτρεχαν τη δυτικό Φαλκιδικό και μϊλιςτα ςε κοντινό απϐςταςη μεταξϑ τουσ:
Βρϑα – Θεςςαλονύκη, Καςςϊνδρεια – Θεςςαλονύκη μϋςω τησ γησ του Πατρικωνϊ. Εύναι ωςτϐςο
ςημαντικϐ το ϐτι μϋχρι και την Τςτεροβυζαντινό περύοδο, υπόρχαν ςτην περιοχό δρϐμοι των οπούων τη
διαχεύριςη εύχε η κεντρικό εξουςύα, ϋςτω και κατ’ ϐνομα.
213 Belke, K., «Roads and travel in Macedonia and Thrace in the middle and late Byzantine period», Travel in the Byzantine World, (ed. R.
Macrides), (2002), 76-90, 86-87
214 Hatzopoulos 1997, 199-213, 204
75
αυτοϑ όταν ο δρϐμοσ: Φορτιϊτησ – Αρδαμϋρι – αρακύνα – Ντοκοϑζ Ντερϋ που περιγρϊφεται απϐ τον
Zachariä και τον Struck και απεικονύζεται απϐ τον Leake ωσ ο δρϐμοσ του Δρομολογύου του Bordeaux.
Η διαδρομό του Lorenzo Bernardo απϐ τη Θεςςαλονύκη ςτον Λαγκαδϊ και απϐ εκεύ ςτην
Παζαροϑδα περνώντασ μεταξϑ των δϑο λιμνών εύναι μοναδικό, αν εξαιρϋςουμε την ςυγκεχυμϋνη
περιγραφό του Εβλιγιϊ Σςελεμπό. Σο ςημαντικϐ εύναι ϐτι ςτισ μϋρεσ του δεν όταν ημιονικό οδϐσ αλλϊ
αμαξιτό, γεγονϐσ που δεύχνει τη φροντύδα του οθωμανικοϑ κρϊτουσ να ενιςχϑςει την Παζαροϑδα και
τισ δυνατϐτητεσ προσ τουσ περιηγητϋσ.215
υμπεραςματικϊ, οι περιηγητϋσ απϐ τον 17ο μϋχρι και τον 20ο αιώνα ακολουθοϑςαν δϑο βαςικϋσ
οδοϑσ: Η πρώτη με κατεϑθυνςη προσ νϐτο216 κινοϑνταν παρϊληλα με τισ ακτϋσ τησ Φαλκιδικόσ. Οι
περιηγητϋσ περνοϑςαν ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ απϐ τον Ιςθμϐ και κατϋβαιναν μϋχρι τη Βϊλτα,
μετϊ ϋφταναν παραλιακϊ ςτο Παλιοϑρι και ανϋβαιναν πϊλι προσ τον ιςθμϐ. τη ιθωνύα λϐγω του
δϑςβατου τησ περιοχόσ δεν όταν εφικτό παρϐμοια διαδρομό. Τπόρχε μϐνο ϋνα μονοπϊτι που ξεκινοϑςε
απϐ τη Νικότη και οδηγοϑςε ςτη υκιϊ.
Η δεϑτερη εύχε ςαν τϋρμα τον Ωθω. Αφετηρύα όταν τα Βαςιλικϊ και η πορεύα ςυνϋχιζε ωσ εξόσ:
Γαλϊτιςτα-Λιαριγκϐβη (Αρναύα)-ό Ρεςετνύκια (Ωγιοσ Πρϐδρομοσ)-λϐφοσ Φολομώντα-προσ τα Β.
Νετςεβλϋρ (περιοχό Αγύου Προδρϐμου) ό μετϊ τη Λιαριγκϐβη, τρατονύκη-Κοκκινϐλακοσ-Ιεριςςϐσ ό
Ρεβενύκεια και Γομϊτι. Μια παρϊκαμψη ξεκινοϑςε απϐ τα Ρεςετνύκεια, παρϋκαμπτε τον Φολομώντα ςτο
ϑψοσ του Πολυγϑρου και ενωνϐταν με την προηγοϑμενη πορεύα.217
76
Σα θαλαςςινϊ ταξύδια προςανατολύζονταν ςϑμφωνα με τισ προϒποθϋςεισ τησ ναυςιπλοϏασ τησ
Ύςτερησ Αρχαιϐτητασ και του Μεςαύωνα κατϊ το δυνατϐ προσ τισ ηπειρωτικϋσ ακτϋσ και τα νηςιϊ,
υπομϋνοντασ ακϐμα και παρακϊμψεισ220 Σϐςο τα εμπορικϊ ϐςο και τα επιβατικϊ πλούα εύχαν
ςυγκεκριμϋνεσ διαδρομϋσ, που μποροϑν να ςκιαγραφηθοϑν κατϊ προςϋγγιςη. Οι πορεύεσ αυτϋσ
διαμορφώνονταν και υπαγορεϑονταν απϐ τη φορϊ των ανϋμων και απϐ το κλύμα γενικϐτερα, απϐ τα
θαλϊςςια ρεϑματα αλλϊ και απϐ γεωγραφικοϑσ και πολιτικοϑσ παρϊγοντεσ, οι οπούοι καθϐριζαν και τα
εμπορικϊ κϋντρα. Τπόρχε ϋνα ςϑνθετο δύκτυο επικοινωνύασ μεταξϑ των νηςιών και των λιμανιών του
Αιγαύου, ωςτϐςο, κϊποιεσ πορεύεσ παρϋμειναν ςταθερϋσ με το πϋραςμα του χρϐνου.221
Εκτϐσ απϐ τουσ δρϐμουσ με κατεϑθυνςη Β-Ν που ϋνωναν την Κωνςταντινοϑπολη με την Αςύα και
την Αφρικό υπόρχαν και αυτού με κατεϑθυνςη απϐ τα ανατολικϊ προσ τα δυτικϊ, που ςυνϋδεαν την
Πρωτεϑουςα με τη Θεςςαλονύκη.
ημαντικϊ λιμϊνια λϐγω τησ ποιϐτητασ τησ θϋςησ τουσ (τοπογραφικό, πολιτικό ό οικονομικό) ςτισ
ακτϋσ τησ Θρϊκησ και τησ Μακεδονύασ όταν τα εξόσ: (…)Αμφύπολη, Ιεριςςϐσ, Βατοπϋδι, Κουφϐσ,
Κϊναςτρον, Παλλόνη, Ϊμβολοσ, Θεςςαλονύκη.222
Η θαλαςςοπορύα ςτο Αιγαύο παραδύδεται ςτα βυζαντινϊ κεύμενα ωσ ιδιαύτερα επικύνδυνη λϐγω τησ
αςτϊθειασ των καιρικών ςυνθηκών και τησ ϋλλειψησ χαρτογρϊφηςησ του γεωγραφικοϑ χώρου. Η
Φαλκιδικό, με πϋντε λιμϊνια εύχε ιδιαύτερα ςημαντικό παρουςύα ςτουσ πορτολϊνουσ τησ Ύςτερησ
Αρχαιϐτητασ και των Μϋςων Φρϐνων αφοϑ περιμετρικϊ εύναι διϊςπαρτη απϐ ϐρμουσ και ακτϋσ και
παρϋχει τη δυνατϐτητα ενϐσ πρϐςκαιρου αλλϊ αςφαλοϑσ καταφυγύου.223
Οι ναυτικού προςϋγγιζαν ό απϋφευγαν οριςμϋνα νηςιϊ –ανεξϊρτητα απϐ το μϋγεθοσ και την
οικονομικό ό πολιτικό ςημαςύα τουσ-, με κριτόριο την αςφϊλεια των λιμανιών απϐ οριςμϋνουσ
ανϋμουσ, την ποιϐτητα αυτών και την εκεύ ϑπαρξη αρκετοϑ πϐςιμου νεροϑ. υνεπώσ, το δύκτυο τησ
περιφερειακόσ και τησ διεθνοϑσ εμπορικόσ ναυτιλύασ, ςτην οπούα ςτηριζϐταν και η μεταφορϊ
προςώπων, δεν εύχε ϊμεςη ςχϋςη με την οικονομικό και πολιτικό ςημαςύα ό τη δημογραφικό
κατϊςταςη κϊθε λιμανιοϑ.224
Ϊνα χαρακτηριςτικϐ προςκυνηματικϐ ταξύδι, αλλϊ χωρύσ χρονικϊ δεδομϋνα, περιγρϊφεται ςτον
Βύο του Αγύου ϊββα, ιδρυτό τησ ςερβικόσ Εκκληςύασ. Αυτϐσ ταξύδεψε το 1230 απϐ τον Ωθω, ςτη
Λόμνο, τη Λϋςβο, τη Φύο, την Ϊφεςο, την Πϊτμο και κατϋληξε ςτουσ Αγύουσ Σϐπουσ. Παρϐμοια εύναι η
διόγηςη του Cristϐbal de VIllalϐn που το 1555 ϋκανε τη διαδρομό Ωθωσ – Θϊςοσ – Λόμνοσ – Φύοσ.
77
Διαςώζονται αρκετϋσ μαρτυρύεσ και για τισ ναυτικϋσ διαδρομϋσ Ανατολόσ –Δϑςησ, ϋτςι ώςτε να
μποροϑμε να τισ ακολουθόςουμε αλλϊ και να βγϊλουμε ςυμπερϊςματα για την ταχϑτητα των ταξιδιών.
Μύα απϐ αυτϋσ εύναι η περιγραφό του ταξιδιοϑ τησ εξορύασ του Θεϐδωρου τουδύτη τον Υεβρουϊριο και
Μϊρτιο του 797 απϐ τη Μονό ακκοϑδιων προσ τη Θεςςαλονύκη. Οι ταξιδιώτεσ επϋλεξαν τον θαλϊςςιο
δρϐμο, επειδό πύςτευαν ϐτι η οδοιπορύα επύ τησ Εγνατύασ οδοϑ όταν πολϑ δϑςκολη εξαιτύασ του
χειμώνα και των παρεπομϋνων του (ϊνεμοι και φουςκωμϋνα ποτϊμια), κυρύωσ, ϐμωσ, επικύνδυνη
εξαιτύασ τησ δρϊςησ των Αχαιμενιδών (Σοϑρκων).225 Η διαδρομό που ακολοϑθηςαν όταν: Πϊριον –
Όρκοσ- Λϊμψακοσ –Ωβυδοσ – ςε ςϑντομο διϊςτημα 9 ωρών για περύπου 120 χλμ ςτη Λόμνο – ςε 12
ώρεσ για 150 μύλια ςτο Κϊναςτρο. Η υψηλό ταχϑτητα οφεύλεται ενδεχομϋνωσ ςτουσ ΒΑ ανϋμουσ που
ϋπνεαν.
Σην περύοδο των Παλαιολϐγων, ο Θωμϊσ Μϊγιςτροσ για μια απϐςταςη περύπου 800 χλμ απϐ τη
Θεςςαλονύκη ϋωσ την Κωνςταντινοϑπολη χρειϊςτηκε 20 μϋρεσ ενώ για την επιςτροφό το χειμώνα του
1311 περύπου 45 μϋρεσ, το οπούο αντιςτοιχεύ κατϊ μϋςο ϐρο ςε 18-40 χλμ/μϋρα. την επιςτροφό του
αναφϋρει τα ακϐλουθα τοπωνϑμια: την Φερςϐνηςο Παλλόνη (Καςςϊνδρα) μαζύ με τα χωριϊ τησ,
Κουφϐσ (λιμϊνι ςτη ιθωνύα), ϋνα ανώνυμο νηςύ (μϊλλον η Κυρϊ Παναγιϊ), Λόμνοσ, άμβροσ,
αμοθρϊκη, Σϋνεδοσ, Καλλιοϑπολη. την επιςτροφό αναφϋρει τα ύδια τοπωνϑμια και καταλόγει ςτο
ακρωτόρι «΄Εκβολοσ» εννοώντασ μϊλλον Ϊμβολοσ, απϐ ϐπου «ιππεϑοντασ φτϊνει κανεύσ ςε μια μϋρα
ςτη Θεςςαλονύκη». τα μϋςα του 16ου αιώνα ο Belòn ϋκανε το ταξύδι Κωνςταντινοϑπολη – Λόμνοσ ςε
τϋςςερισ μϋρεσ.
78
τον 9ο και 10ο αιώνα η Εγνατύα ϋμεινε ανοιχτό μϋχρι τον 15ο αιώνα ςυνδϋοντασ τη Θεςςαλονύκη με την
Κωνςταντινοϑπολη.227
Η γοτθικό καταδρομό των μϋςων του 3ου αιώνα που ϋπληξε τη Φαλκιδικό, πραγματοποιόθηκε δια
τησ θαλϊςςιασ οδοϑ, με κατεϑθυνςη απϐ τον Βϐςπορο, ςτον Ωθω και, κατϐπιν, ςτον ιγγιτικϐ Κϐλπο
και ςτην Καςςϊνδρεια.228
Κατϊ την επιδρομό των ουννικών φϑλων που ςημειώθηκε επύ Ιουςτινιανοϑ Α’ το 540, οι
επιδρομεύσ ειςόλθαν δια του Δουνϊβωσ ςτο Ιλλυρικϐ και προςπϋραςαν την Θεςςαλονύκη, φτϊνοντασ
ςτην Ποτύδαια τησ Καςςϊνδρειασ, την οπούα κατϋλαβαν και λεηλϊτηςαν.
Σον χειμώνα του 558/9 ςτύφη Κοτριγοϑρων διϋβηςαν τον Δοϑναβη και πλημμϑριςαν τη Θρϊκη.
Απϐ εκεύ μια ομϊδα λεηλϊτηςε τη Μακεδονύα και κατευθϑνθηκε προσ την Κεντρικό Ελλϊδα.229
Εύναι ςχεδϐν βϋβαιο ϐτι κατϊ τισ πολιορκύεσ τησ Θεςςαλονύκησ απϐ Αβϊρουσ και λϊβουσ επύ
Μαυρικύου (582-602) και Υωκϊ (602-610), λεηλατόθηκαν τα περύχωρα ςε ςημεύο που να ξεςπϊςει
λιμϐσ αφοϑ τα πλούα ανεφοδιαςμοϑ δεν τολμοϑςαν να πληςιϊςουν ςτα λιμϊνια.230
Σα ςλαβικϊ φϑλα κατϊ την τρύτη πολιορκύα τησ Θεςςαλονύκησ (610-619) κατόλθαν με μονϐξυλα,
ϊρα μϋςω ποταμών και μϊλλον διαπλϋοντασ τον Αξιϐ, που ϐπωσ και ο τρυμϐνασ, όταν πλωτϐσ κατϊ
ϋνα μεγϊλο μϋροσ.
Σο 1185 οι Νορμανδού κατευθυνϐμενοι δια θαλϊςςησ προσ τη Θεςςαλονύκη ςυνδϋονται με τα
ςτρώματα καταςτροφόσ ςτουσ παρϊλιουσ οικιςμοϑσ τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Σϋλοσ, το 1334 Σοϑρκοι
πειρατϋσ λεηλϊτηςαν τα παρϊλια Φαλκιδικό μϋχρι το Ωγιον Όροσ.
υμπεραςματικϊ, το μεγαλϑτερο μϋροσ του ςϑγχρονου οδικοϑ δικτϑου τησ Φαλκιδικόσ ακολουθεύ
τα ύχνη αρχαύων οδικών αρτηριών ςτισ οπούεσ βαςύςτηκαν διαδοχικϊ οι χαρϊξεισ αρχαύων, ρωμαώκών
και βυζαντινών δρϐμων. Σο γεγονϐσ αυτϐ επιβεβαιώνουν και τα ερεύπια φρουρύων και μεςαιωνικών
πϑργων, που προορύζονταν για τη φϑλαξη κατϊ τϐπουσ ορεινών διαβϊςεων, η θϋςη των οπούων, ςε
ςυνδυαςμϐ με τα διϊφορα ύχνη λιθϐςτρωτων δρϐμων, αποκαθιςτϊ κατϊ προςϋγγιςη την κατεϑθυνςη
του αρχαύου οδικοϑ δικτϑου.
79
3.4 Υυςικϋσ και Ανθρωπογενεύσ καταςτροφϋσ
Μεταξϑ των παραγϐντων που πρϋπει να ςυνεκτιμηθοϑν ςε ςχϋςη με την πορεύα τησ οικιςτικόσ
οργϊνωςησ των πϐλεων, εύναι τα φυςικϊ αύτια (λιμού, επιδημύεσ, κλιματολογικϋσ μεταβολϋσ, ςειςμού
κ.α.) και οι ανθρωπογενεύσ παρϊγοντεσ (ειςβολϋσ, πειρατεύα, εποικιςμούκ.ο.κ.), που προκαλοϑν κρύςεισ
και βύαιεσ μεταβολϋσ ςτη μορφό ενϐσ οικιςμοϑ και, ενύοτε, καθορύζουν την επιβύωςη ό την εξαφϊνιςό
του.
231 ινϊκοσ, Αν. Κ, . Άνθρωποσ και περιβϊλλον ςτην πρωτοβυζαντινό εποχό (4οσ-6οσ αι.), Θεςςαλονύκη (2003), 147
232 Stathakopoulos, D. Ch., Famine and Pestilence in the Late Roman and Early Byzantine Empire. A systematic survey of subsistence crises and
epidemics, Birmingham Byzantine and Ottoman Monographs, vol. 9 (2004), 177
233 Ό.π. 26-27 και πιν. 2.2.
80
τουσ Αβαροςλϊβουσ που ςυμπύπτει χρονικϊ με την εμφϊνιςη των επιδημιών. Ο ανώνυμοσ ςυγγραφϋασ
των Θαυμϊτων του Αγύου Δημητρύου αναφϋρει ϐτι μεταξϑ των ετών 608 και 611, κατϊ τη βαςιλεύα του
Υωκϊ, ενϋςκηψε λιμϐσ ςτη Θεςςαλονύκη, που τερματύςτηκε με θαυματουργϐ τρϐπο απϐ τον Ωγιο
Δημότριο.234 Ο λιμϐσ αυτϐσ πρϋπει να προϋκυψε ςτην πραγματικϐτητα λϐγω των προςπαθειών του
Υωκϊ να ειςϊγει ςτο λιμϊνι τησ Κωνςταντινοϑπολησ τερϊςτια ποςϐτητα ςιτηρών με αποτϋλεςμα να
προκληθεύ ϋλλειψη ςτα υπϐλοιπα λιμϊνια.235
Κατϊ τη διϊρκεια των λιμών, οι κϊτοικοι πουλοϑςαν τη γη τουσ για ϋνα κομμϊτι ψωμύ ςτουσ
ιςχυροϑσ. Υαύνεται ϐτι ο μεγϊλοσ λιμϐσ του 928, που ακολοϑθηςε την επιδημύα πανώλησ, επηρϋαςε το
ςϑνολο τησ Αυτοκρατορύασ. Οι ιςχυρού απϋκτηςαν τερϊςτιεσ εκτϊςεισ γησ με πρϊξεισ αμφιςβητοϑμενησ
νομιμϐτητασ, με αποτϋλεςμα ο αυτοκρϊτορασ να καταλόξει να κηρϑξει ϊκυρη οποιαδόποτε μεταβύβαςη
γησ ϋγινε κατϊ τη διϊρκεια του λιμοϑ. Η Φαλκιδικό υπόρξε μύα απϐ τισ περιοχϋσ που επλόγηςαν. το
πλαύςιο αυτϐ εντϊςςεται η προςπϊθεια ςφετεριςμοϑ απϐ τη μονό Κολοβοϑ των μεταξϑ τησ μονόσ και
του Ωθω εκτϊςεων.236 τισ αρχϋσ του 12ου αιώνα, οι ύδιεσ αιτύεσ εύχαν ωσ αποτϋλεςμα να πουληθοϑν
μεγϊλεσ εκτϊςεισ γησ απϐ τουσ μικροώδιοκτότεσ του Κϊςτρου τησ Βρϑασ που οδόγηςαν ςτην οριςτικό
εγκατϊλειψη του Κϊςτρου αλλϊ και των χωριών που βρύςκονταν κοντϊ ςτον Ωθω, ςτα μετϐχια των
μοναςτηριών του.237
Ενδεικτικϐ τησ τραγικόσ κατϊςταςησ που δημιοϑργηςε ϋνασ ακϐμα λιμϐσ ςτισ αρχϋσ του 14ου
αιώνα ςτη Φαλκιδικό, εύναι το περιεχϐμενο ςειρϊσ εγγρϊφων τησ μονόσ Βατοπεδύου που
χρονολογοϑνται μεταξϑ των ετών 1308 και 1312. Οι 23 πρϊξεισ δεύχνουν ϐτι ςε 5 χρϐνια, το Βατοπϋδι
απϋκτηςε ςτην Ιεριςςϐ και, ςυγκεκριμϋνα ςτην Ελαδιϊβα, 27 χωρϊφια. Η πολιτικό επϋκταςησ τησ
μονόσ διευκολϑνθηκε απϐ μια δυςχερό ςυγκυρύα που ϋπληξε τουσ Ιεριςςιώτεσ το 1308. Ϊνασ λιμϐσ
ανϊγκαςε οικογϋνειεσ να καταφϑγουν για τροφό ςτη μονό. Ο λιμϐσ τησ ϊνοιξησ του 1308 ύςωσ όταν
ςυνϋπεια τησ κακόσ ςοδειϊσ του 1307.
Αςφαλώσ, υπόρχαν και ϊλλα φυςικϊ φαινϐμενα που εύχαν ωσ ςυνϋπεια την εμφϊνιςη λιμών ό
ελλεύψεων βαςικών ειδών επιβύωςησ (λ.χ. ξηραςύα λϐγω ϋλλειψησ βροχοπτώςεων, πλημμϑρεσ,
τρωκτικϊ, ακρύδεσ κλπ). Σα φαινϐμενα αυτϊ όταν περιοριςμϋνησ διϊρκειασ και λϐγω ςυχνϐτητασ δεν
τονύζονται ςτισ πηγϋσ:
234 Lemerle, P., Les plus anciens recueils des Miracles de Saint Demetrius et la pénétration des Slaves dans les Balkans, Paris (1979), 101-103, 106-
108
235 Stathakopoulos ϐ.π., 29-30
236 Λϊμπρου, π. (επιμ.), «Σα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ», Νϋοσ Ελληνομνόμων, τϐμοσ 9 (1912), 141: (…) Ο Κολοβϐσ Ιωϊννησ ϋκτιςε μονόν εισ τα
ιδηροκαϑςια. Και επειδό τϐτε διϊ τασ καταδρομϊσ των Αγαρηνών τα παραθαλϊςςια μϋρη εκουρςεϑοντο, και το μϋροσ του Όρουσ το πϋραν τησ
μονόσ του Ζυγοϑ ευρύςκετο ακατούκητον, ο Κολοβϐσ Ιωϊννησ διϊ να πλατϑνη τα ϐρια τησ μονόσ του, ελθών προσ τον αυτοκρϊτορα Βαςύλειον,
εζότηςε τα πεδινϊ μϋρη του Άθω εισ νομόν των ζώων, ουχύ δε και ϐλον το Όροσ, ωσ ουκ ορθώσ και Θεοδώρητοσ υπενϐηςε, και του εδϐθη
ςιγιλλιώδεσ χρυςϐβουλλον,( …)
237 Lefort 2006Β, 63-80
81
Κλιματικϋσ Διαταραχϋσ
Σον 5ο αι. (401) παρατηρόθηκε μια μεγϊλη πτώςη τησ θερμοκραςύασ κατϊ τη διϊρκεια του χειμώνα
που επηρϋαςε πολλϋσ περιοχϋσ τησ Αυτοκρατορύασ. Οι πηγϋσ αναφϋρουν ϐτι ο Βϐςποροσ εύχε παγώςει
με αποτϋλεςμα να μην γύνονται οι δια θαλϊςςησ εμπορικϋσ ςυναλλαγϋσ. Οι επιπτώςεισ τησ
βαρυχειμωνιϊσ όταν αιςθητϋσ και ςτην ξηρϊ. Σο 424 μ.Φ. ϋνασ ακϐμα βαρϑσ και παρατεταμμϋνοσ
χειμώνασ δημιοϑργηςε προβλόματα ςτην Κωνςταντινοϑπολη και ςε ϐλο το ανατολικϐ Ιλλυρικϐ.238
Ϊνα ςϑννεφο μεγϊλων διαςτϊςεων απϐ ςκϐνη και ςωματύδια, που παρουςιϊςτηκε ςτην
ατμϐςφαιρα ςτα μϋςα του 6ου αιώνα, εύχε τερϊςτιεσ κλιματολογικϋσ ςυνϋπειεσ. Προκϊλεςε κλιματικό
αςτϊθεια με εναλλαςςϐμενεσ περιϐδουσ ξηροϑ κρϑου και υγραςύασ που χαρακτηριζϐταν απϐ πολλϋσ
θϑελλεσ. Εκδηλώθηκε ςε ϐλο το βυζαντινϐ κρϊτοσ το 535 ό ςτισ αρχϋσ του 536 και κρϊτηςε μϋχρι το
537.
Σο φαινϐμενο, κατϊ πϊςα πιθανϐτητα, προκλόθηκε απϐ μια τερϊςτια ηφαιςτειακό ϋκρηξη, η οπούα
παρόγαγε τερϊςτιεσ ποςϐτητεσ ςτϊχτησ και αερύων, που δημιοϑργηςαν το ςϑννεφο τησ ςκϐνησ, που
δεν επϋτρεπε ςτισ ακτύνεσ του ηλύου να φτϊςουν ςτη γη. Για αυτϐ, ο καιρϐσ όταν κρϑοσ και ξηρϐσ και οι
ςοδειϋσ το καλοκαύρι όταν φτωχϋσ. Η κλιματικό αςτϊθεια αλλούωςε το κλύμα του Βυζαντύου για τα
επϐμενα 15 χρϐνια. Οι ςυνϋπειεσ όταν, ϐπωσ αναφϋρουν οι ςυγγραφεύσ τησ εποχόσ (π.χ. Προκϐπιοσ) οι
επιδρομϋσ γειτονικών λαών, πϐλεμοι, λιμού αλλϊ και ο λοιμϐσ του 541.239
Σα μετεωρολογικϊ φαινϐμενα ό ϊλλεσ καταςτροφϋσ ικανϋσ να προκαλϋςουν λιμϐ εύχαν ςυνόθωσ
τοπικϐ χαρακτόρα ϐπωσ περιοριςμϋνεσ και ςε τοπικϐ επύπεδο όταν και οι ςυνϋπειεσ. Ο παγωμϋνοσ
χειμώνασ του 927/928, που αναφϋρεται ςτα χρονικϊ και ςε μια Νεαρϊ του Ρωμανοϑ Α’ το 934 και εύχε
ςυνϋπειεσ ςτην οικονομύα, προκϊλεςε λιμϐ, που ςυνοδεϑτηκε απϐ επιδημύα. Οι υπϐλοιποι λιμού του 11ου
αιώνα προκλόθηκαν απϐ εκτεταμϋνη ξηραςύα ό χαλαζϐπτωςη και ςυνοδεϑτηκαν πϊντα απϐ επιδημύεσ
και μετακινόςεισ του πληθυςμοϑ.240
Επιδημύεσ
Για τισ περιςςϐτερεσ μεταδοτικϋσ αςθϋνειεσ οι πληροφορύεσ των πηγών εύτε προδύδουν ϊγνοια
εύτε εύναι παραπλανητικϋσ, αφοϑ, ωσ επύ το πλεύςτον, αντανακλοϑν την ϊποψη ϐτι η εμφϊνιςη των
επιδημιών όταν αποτϋλεςμα δραματικών φυςικών φαινομϋνων (κλιματικών ανωμαλιών, ςειςμών,
πτώςη κομητών) ό Θεύασ Δύκησ. Οι επιδημύεσ, ωςτϐςο, όταν αποτϋλεςμα ςυνδυαςμοϑ ποικύλων
παραγϐντων.
τα Βαλκϊνια ϋχουν επιβεβαιωθεύ εύκοςι περιπτώςεισ επιδημιών: τρεισ τον 4ο αιώνα, τρεισ τον 5ο,
εννϋα τον 6ο, δϑο τον 7ο και τρεισ τον 8ο αιώνα.241
82
Μεταξϑ των επιδημιών, οι μολϑνςεισ του γαςτρεντερικοϑ πρϋπει να όταν οι πιο ςυχνϋσ, δεδομϋνησ
τησ κακόσ υγιεινόσ, τησ ϋλλειψησ περύθαλψησ και τησ κατϊςταςησ τησ δημϐςιασ υγεύασ. Αυτοϑ του
εύδουσ οι επιδημύεσ εμφανύζονταν ςε περιπτώςεισ πολιορκύασ, οπϐτε ο υπερπληθυςμϐσ υπονϐμευε τη
δημϐςια υγεύα και μεύωνε τισ αντιςτϊςεισ ςτην κατανϊλωςη μολυςμϋνων τροφών.242
Εύναι ςχεδϐν βϋβαιο ϐτι οι κϊτοικοι τησ Φαλκιδικόσ μαςτύζονταν απϐ την ελονοςύα, που
αποτελοϑςε πληγό για ϐλη τη λεκϊνη τησ Μεςογεύου και, κυρύωσ για την Ελλϊδα και την Ιταλύα μϋχρι
και τα μϋςα του 20ου αιώνα. Οι ςυνθόκεσ που ευνοοϑν την εμφϊνιςη ελονοςύασ εύναι η υγραςύα, τα ϋλη,
ο υγρϐσ, βαρϑσ και μολυςμϋνοσ αϋρασ.
τη Φαλκιδικό καταγρϊφονται ακϐμα και ςόμερα 47 ϋλη. Ο αριθμϐσ τουσ θα όταν κατϊ πολϑ
μεγαλϑτεροσ κατϊ την βυζαντινό περύοδο που δεν υπόρχε η δυνατϐτητα για εγγειοβελτιωτικϊ ϋργα.
τισ αρχϋσ του 20ου αιώνα (1913) ο νομύατροσ Θεςςαλονύκησ Γ. Παπανικολϊου ςυνϋταξε μια ϋκθεςη για
την υγειονομικό κατϊςταςη τησ Φαλκιδικόσ, που περιγραφϐταν με μελανϊ χρώματα. Η ϋκθεςη θα
ενταςςϐταν ςτισ προτϊςεισ των υπηρεςιακών παραγϐντων για την αποξόρανςη των ελών
προκειμϋνου να καταπολεμηθεύ η ελονοςύα που μϊςτιζε τον πληθυςμϐ (λ.χ. για την Καψϐχωρα (ςημ.
Πευκοχώρι) ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ αναφϋρεται ϐτι οι κϊτοικοι πλόττονταν ςε τϋτοιο βαθμϐ
απϐ την ελονοςύα ώςτε ο πληθυςμϐσ του χωριοϑ κινδϑνευε να εξαφανιςθεύ).243
Η επιδημύα ϐμωσ με τη μεγαλϑτερη διϊδοςη που ϋπληξε το ςϑνολο τησ αυτοκρατορύασ όταν η
πανώλη που αναφϋρεται για πρώτη φορϊ το 541. Η πανδημύα, που χαρακτηρύζεται ωσ βακτηριδιακό
μεταδοτικό αςθϋνεια και εμφανύζεται μεταξϑ πληθυςμών ϊγριων τρωκτικών ςε ενδημικϋσ εςτύεσ,
ξϋςπαςε το 541 και διαδϐθηκε απϐ τισ εμπορικϋσ αρτηρύεσ και τισ ςτρατιωτικϋσ οδοϑσ ςε τερϊςτιεσ
αποςτϊςεισ.244
Ο ςυγγραφϋασ των Θαυμϊτων μιλϊει για την επιδημύα που χτϑπηςε τη Θεςςαλονύκη το 586 και
εξϐντωςε μεγϊλο μϋροσ του πληθυςμοϑ. Δεν γνωρύζουμε αν πρϐκειται για την πανδημύα ό για κϊποια
ϊλλη μεταδοτικό αςθϋνεια. τη Θεςςαλονύκη η επιδημύα ςύγουρα ξϋςπαςε το καλοκαύρι του 597. τα
Θαϑματα αναφϋρεται ϐτι τησ πολιορκύασ των Αβαροςλϊβων εύχε προηγηθεύ μια επιδημύα πανώλησ, και
ακολοϑθωσ μια βραχϑβια ϋλλειψη τροφύμων. Σα γεγονϐτα τοποθετοϑνται επύ βαςιλεύασ του Μαυρικύου
(582-602) και του Επιςκϐπου Ευςεβύου, κατϊ προςϋγγιςη απϐ το 597 μϋχρι το 603. Η επιδημύα
φαύνεται ϐτι εύχε λόξει 50 μϋρεσ πριν απϐ την επύθεςη των λϊβων και η πϐλη όταν εξαςθενημϋνη.245
Η πιο ςυνηθιςμϋνη αντύδραςη του πληθυςμοϑ ςτην επιδημύα όταν η φυγό απϐ τα αςτικϊ κϋντρα
προσ την ϑπαιθρο τϐςο με ιδιωτικό πρωτοβουλύα ϐςο και απϐ επιταγό των Αρχών. Η ϋξαρςη των
83
προκαταλόψεων, που εκφρϊζεται με τον εντοπιςμϐ ιερών αγγεύων και φυλαχτών ςτισ αναςκαφϋσ
οικιςμών τησ περιϐδου όταν μύα απϐ τισ ςημαντικϐτερεσ κοινωνικϋσ ςυνϋπειεσ.246
Εκτϐσ των προφανών ςυνεπειών βαςικϐτερη των οπούων όταν ο θϊνατοσ, υπόρχαν και
δευτερεϑουςεσ αλλϊ εξύςου ςημαντικϋσ. Η κακό ό η ελλιπόσ διατροφό προκαλοϑν υπογονιμϐτητα ϊρα
περαιτϋρω δημογραφικό μεύωςη. Αυτό με τη ςειρϊ τησ ςυνεπϊγεται ϋλλειψη ανθρώπινων πϐρων και
αναςτολό τησ αγροτικόσ παραγωγόσ, που εντεύνεται εύτε λϐγω θανϊτου εύτε λϐγω φυγόσ των
καλλιεργητών.247
Ο λοιμϐσ του 541 και οι αβαροςλαβικϋσ ειςβολϋσ μεύωςαν τον πληθυςμϐ και ϊλλαξαν τον αςτικϐ
χαρακτόρα των πϐλεων. Η Φερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρασ εμφανύζεται κατϊ τον 10ο αιώνα
αραιοκατοικημϋνη, ενώ τα αγιορεύτικα ϋγγραφα κϊνουν λϐγο για μια ϋρημη Ιεριςςϐ καθώσ και για τα
περύχωρϊ τησ ςτην ανατολικό Φαλκιδικό κατϊ το τϋλοσ του 9ου αιώνα.
Η εξϊλειψη του λοιμοϑ ςτο τϋλοσ του 8ου αιώνα βοόθηςε ςτο να αναςτραφεύ η κατϊςταςη.
Ακολοϑθωσ, η αυξανϐμενη αςφϊλεια, η καθολικό παρουςύα του ςτρατοϑ, η αποκατϊςταςη ενϐσ
δικτϑου οχυρών και τα μικρϊ χωριϊ ςτη Βαλκανικό ευνϐηςαν μια αϑξηςη του πληθυςμοϑ που φτϊνει
μϋχρι τον 14ο αιώνα. Η αϑξηςη αυτό όταν ςύγουρα πιο αργό ςε οριςμϋνεσ περιοχϋσ λϐγω τησ
αναςφϊλειασ, που ςυνϋχιζαν να δημιουργοϑν διϊφοροι παρϊγοντεσ, ϐπωσ για παρϊδειγμα η πειρατεύα
ςτα παρϊλια.248
Αυξημϋνα ποςοςτϊ ερημώςεων ςτην περιοχό τησ Φαλκιδικόσ ςημειώθηκαν ξανϊ κατϊ τον 14ο
αιώνα λϐγω του «Μεγϊλου Λοιμοϑ» του 1347. Εύναι χαρακτηριςτικϐ ϐτι κατϊ τον 14 ο αιώνα μϐνο τα
2/3 των χωριών τησ περιϐδου απϐ τον 8ο-9ο αιώνα επιβιώνουν ενώ μϐνο το 1/5 των νϋων χωριών
εξακολουθεύ να υπϊρχει.249
τη δυτικό Φαλκιδικό, 24 χωριϊ και μικρϐτερεσ οικιςτικϋσ μονϊδεσ εύχαν εγκαταλειφθεύ ςτο τϋλοσ
του 14ου αιώνα. Απϐ αυτϊ περιςςϐτερα απϐ τα μιςϊ, ερημώθηκαν μεταξϑ του 1321 και του 1409.250
Ο Νικηφϐροσ Γρηγορϊσ αναφϋρει ϐτι η επιδημύα ϋπληξε εξύςου τισ πϐλεισ και την ϑπαιθρο ενώ ο
Καντακουζηνϐσ ςημειώνει ϐτι πϋθανε ϋνα πολϑ μεγϊλο μϋροσ του πληθυςμοϑ και αναφϋρει μεταξϑ των
περιοχών που επλόγηςαν τη Μακεδονύα. τον βύο του Οςύου Νόφωνα αναφϋρεται ϐτι πριν το 1352
χτυπόθηκε και ο Ωθωσ και πϋθαναν ϐλοι οι μοναχού τησ Λαϑρασ. Η επιδημύα ξαναχτϑπηςε αργϐτερα το
1366 και το 1371 τη Θεςςαλονύκη και τον Ωθω το 1378. Ο λοιμϐσ φαύνεται να ευθϑνεται για την
ερόμωςη τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ, τησ χερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ, τησ περιοχόσ των λιμνών και
τησ κοιλϊδασ του τρυμϐνα. Εύναι πιθανϐ, οι ερημώςεισ του β’ μιςοϑ του 14 ου αιώνα να εύναι πολϑ
περιςςϐτερεσ απϐ αυτϋσ που αναφϋρονται. Αν ςυγκρύνουμε τουσ οικιςμοϑσ των αρχών του 14 ου αιώνα
84
ςτη δυτικό Φαλκιδικό με τα οθωμανικϊ κατϊςτιχα του 15ου αιώνα για την ύδια περιοχό θα δοϑμε ϐτι
πολλού οικιςμού ϋχουν εξαφανιςτεύ. Τπολογύζεται ϐτι η δημογραφικό μεύωςη ςτην περιοχό ανϋρχεται
ςτο 57 ¿ λϐγω τησ πανδημύασ.251
ειςμού
τουσ ςειςμοϑσ αναφϋρονται πολλϋσ φορϋσ οι πηγϋσ, ϐμωσ δεν περιλαμβϊνονται λεπτομϋρειεσ.
πανιϐτερα καταγρϊφονται οι ςυνϋπειεσ.
Για τουσ ςειςμοϑσ του 4ου και 5ου αιώνα, οι πληροφορύεσ των πηγών εύναι φειδωλϋσ, ειδικϊ για το
δυτικϐ τμόμα του κρϊτουσ. Αυτϐ επιδϋχεται δϑο ερμηνεύεσ: εύτε το ανατολικϐ τμόμα τησ αυτοκρατορύασ
όταν πιο ςειςμογενϋσ ςε ςχϋςη με το δυτικϐ εύτε οι ςυγγραφεύσ των πηγών, λϐγω του ϐτι ςτην
πλειονϐτητϊ τουσ φιλοξενοϑνταν ςτο ανατολικϐ τμόμα, περιϋγραφαν τα φαινϐμενα των οπούων
γύνονταν μϊρτυρεσ
Η Φαλκιδικό κατατϊςςεται ανϊμεςα ςτισ ςειςμογενεύσ περιοχϋσ τησ χώρασ. Σο πολυςχιδϋσ των
ακτών τησ με τισ τρεισ επιμϋρουσ χερςονόςουσ επιβεβαιώνει τισ ςοβαρϋσ γεωλογικϋσ διεργαςύεσ, που
διαμϐρφωςαν την ϐλη περιοχό. Ϊνα ρόγμα του φλοιοϑ τησ γησ, που ξεκινϊει απϐ την Προποντύδα και,
περνώντασ νοτύωσ τησ Φαλκιδικόσ, κατευθϑνεται καμπτϐμενο προσ τισ Βϐρειεσ πορϊδεσ, ϋχει
προκαλϋςει κατϊ καιροϑσ ιςχυροϑσ ςειςμοϑσ ςτη Φερςϐνηςο του Ωθω και τισ ϊλλεσ χερςονόςουσ τησ
Φαλκιδικόσ. ειςμογϐνεσ εςτύεσ ϋχουν διαπιςτωθεύ και γϑρω απϐ τη Θεςςαλονύκη με κυριϐτερη αυτό
τησ λύμνησ Βϐλβησ252.
Ο αρχαιϐτεροσ ιςτορικϊ βεβαιωμϋνοσ ςειςμϐσ ςτην περιοχό εύναι εκεύνοσ που ϋγινε την ϊνοιξη του
479 π.Φ. ςτη θαλϊςςια περιοχό, ςτα νϐτια του Θερμαώκοϑ και εύχε ςυνϋπειεσ ςτην πϐλη τησ Ποτύδαιασ
και ςε ϐλη τη Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ. Ϊνασ ςειςμϐσ που ϋγινε το 52 μ.Φ. και καταγρϊφεται ςτισ
Πρϊξεισ των Αποςτϐλων κατϋςτρεψε τουσ Υιλύππουσ. Σο μϋγεθοσ του ςειςμοϑ αλλϊ και η ϋνταςό του,
επιτρϋπουν να εικϊςουμε πιθανϋσ καταςτροφϋσ και ςτην περιοχό τησ Φαλκιδικόσ, τουλϊχιςτον τησ
βορειοανατολικόσ253. Για την περιοχό τησ Ακϊνθου διαςώζονται μαρτυρύεσ για ςειςμϐ την εποχό αυτό
αλλϊ δεν πρϋπει να όταν ιδιαύτερα καταςτροφικϐσ, καθώσ δεν υπϊρχουν ενδεύξεισ για τη διακοπό τησ
ανϊπτυξησ τησ Ακϊνθου που όκμαςε κατϊ τη Ρωμαώκό περύοδο.
ειςμού «καταςτρεπτικώτατοι» ϋγιναν ςτα 365 μ.Φ., οπϐταν η χώρα «απϐ Κρότησ μϋχρι και τησ
Μακεδονύασ» ϋπαθε μεγϊλεσ καταςτροφϋσ. Επύ Ιουςτινιανοϑ Α’ αναφϋρεται ϐτι ςυνϋβηςαν απανωτού
ςειςμού και καταςτρϊφηκαν πολλϋσ πϐλεισ και χωριϊ. Γνωρύζουμε δϑο επιβεβαιωμϋνα περιςτατικϊ
κατϊ τα ϋτη 522 και 552, που ϋπληξαν ιδιαύτερα την ανατολικό Φαλκιδικό και προκϊλεςαν ζημιϋσ ςτην
Ωκανθο.254
85
Οι Υύλιπποι καταςτρϊφηκαν εκ νϋου απϐ ςειςμϐ το 597. Ο ςειςμϐσ όταν ιςχυρϐτατοσ και
επηρϋαςε τη Φαλκιδικό και λιγϐτερο, λϐγω απϐςταςησ, τη Θεςςαλονύκη, που εκτϐσ των ϊλλων εύχε να
αντιμετωπύςει την επιδημύα πανώλησ, που ενϋςκηψε ςτην πϐλη την ύδια χρονιϊ. Οι Υύλιπποι και η
Θϊςοσ καταςτρϊφηκαν απϐ ςειςμϐ γϑρω ςτα 615-620. Ο ςειςμϐσ ςυνδϋεται πιθανώσ με τουσ ςειςμοϑσ
τησ Θεςςαλονύκησ γϑρω ςτο 620 μ.Φ. Σϐτε καταςτρϊφηκε μϋροσ των τειχών τησ πϐλησ, η Ρωμαώκό
Αγορϊ και μϋροσ του Γαλεριανοϑ υγκροτόματοσ. Μϊλιςτα, οι λϊβοι νομύζοντασ ϐτι με το ςειςμϐ
καταςτρϊφηκαν τα τεύχη τησ Θεςςαλονύκησ και διαλϑθηκε η φρουρϊ τησ, επιτϋθηκαν για να την
καταλϊβουν χωρύσ ϐμωσ επιτυχύα. Ο 7οσ αιώνασ ςημαδεϑεται απϐ δϑο ακϐμα ιςχυρϊ χτυπόματα του
Εγκϋλαδου το 667 και το 700 ςτη Θεςςαλονύκη, τϐςο ιςχυρϊ που οι κϊτοικοι εγκατϋλειψαν τα ςπύτια
τουσ και διανυκτϋρευαν ςτο ϑπαιθρο για μεγϊλο διϊςτημα.255 Πρϋπει να θεωρηθεύ βϋβαιο ϐτι τα ιςχυρϊ
αυτϊ ςειςμικϊ φαινϐμενα επηρϋαςαν και τη Φαλκιδικό, που βριςκϐταν ςε ϊμεςη γειτνύαςη τϐςο με
τουσ Υιλύππουσ ϐςο και με τη Θεςςαλονύκη.
Απϐ τον 7ο αιώνα μϋχρι και τον 14ο δεν αναφϋρονται ςτισ γραπτϋσ πηγϋσ ϊλλοι ςειςμού. Απϐ τον
14ο αιώνα μϋχρι και ςόμερα ϐμωσ, η περιοχό τησ Κεντρικόσ Μακεδονύασ επλόγει απϐ ςειςμοϑσ που
εμφανύζονται με μϋςη ςυχνϐτητα τα τριϊντα χρϐνια και εύχαν επύκεντρο, τισ περιςςϐτερεσ φορϋσ την
περιοχό του Αγύου Όρουσ, την Καςςϊνδρα και τη Θεςςαλονύκη. Σο 1932 ςυνϋβη καταςτρεπτικϐτατοσ
ςειςμϐσ ςτην Ιεριςςϐ που ιςοπϋδωςε την πϐλη και ϊφηςε εκατοντϊδεσ θϑματα. Παρατηρόθηκε
θαλϊςςιο κϑμα, που κατϋκλειςε τα παρϊλια του κϐλπου τησ Ιεριςςοϑ φθϊνοντασ ςε μϋγιςτο βϊθοσ 30
μϋτρων μϋςα ςτην ξηρϊ.
86
Απϐ το 146 π.Φ. μϋχρι το 67 μ.Φ. κυριαρχεύ η πειρατεύα ςτο Αιγαύο μϋχρι την εξϐντωςη των
κουρςϊρων απϐ τον ΠομπηϏο και, λύγο αργϐτερα, οι εμφϑλιοι πϐλεμοι των Ρωμαύων γύνονται και πϊλι
ςτα εδϊφη τησ Φερςονόςου.
Κατϊ τον 3ο μϋχρι και τα μϋςα του 4ου αιώνα γοτθικϊ φϑλα επιχειροϑςαν ληςτρικϋσ επιδρομϋσ ςτη
Μακεδονύα.257Μνημονεϑονται και παλαιϐτερα επιδρομϋσ Γϐτθων αλλϊ ςοβαρό και επικύνδυνη ϋκταςη
ϋλαβαν οι επιδρομϋσ απϐ την εποχό του Μαξιμύνου του Θρακϐσ (235-238). Ϊκτοτε, ςχεδϐν καθ’ ϋτοσ, οι
επαρχύεσ τησ Βαλκανικόσ υφύςταντο τισ φοβερϋσ δηώςεισ των Γϐτθων.258Κατϊ τισ επιδρομϋσ του 267-
269, οι Γϐτθοι κατϋςτρεψαν κυριολεκτικϊ τισ επαρχύεσ τησ κυρύωσ Ελλϊδασ μϋχρι την Πελοπϐννηςο, τα
νηςιϊ του Αιγαύου μϋχρι την Κρότη και την Κϑπρο και τισ δυτικϋσ και νϐτιεσ επαρχύεσ τησ Μικρϊσ
Αςύασ.259Καθώσ η Φερςϐνηςοσ τησ Φαλκιδικόσ βριςκϐταν ςε απϐςταςη απϐ ςημαντικϋσ ςτρατιωτικϋσ
αρτηρύεσ ό αμφιςβητοϑμενα ςϑνορα, δεν ϋτυχε ιδιαύτερησ ςτρατιωτικόσ προςταςύασ για αιώνεσ.
ϑμφωνα με τισ πηγϋσ, οι επιδρομϋσ προκϊλεςαν αναταραχϋσ ςτην ϑπαιθρο τησ Μακεδονύασ αλλϊ ϐχι
και ςτισ πϐλεισ, που φαύνεται ϐτι όταν ςε θϋςη να αποκροϑςουν τουσ Γϐτθουσ. Αυτϐ, ενδεχομϋνωσ
οφεύλεται ςτο γεγονϐσ ϐτι οι Γϐτθοι δεν διϋθεταν την εκπαύδευςη αλλϊ και τον εξοπλιςμϐ για να
επιτεθοϑν ςε οχυρωμϋνεσ πϐλεισ.260
Μετϊ τα μϋςα του 4ου αιώνα, οι Γϐτθοι και οι λοιπού βϊρβαροι, πϋραςαν τα αφροϑρητα πλϋον
ςϑνορα του κρϊτουσ και λεηλατοϑςαν τη Θρϊκη, τη Μακεδονύα και τη Θεςςαλύα.261 Ο Θεοδϐςιοσ απϐ
τον Ιοϑνιο του 379 μϋχρι τον Νοϋμβριο του 380, πϋτυχε να τουσ αποδυναμώςει με μικρϋσ επιθϋςεισ, ενώ
ο Γρατιανϐσ ςϑναψε τρεισ ςυνθόκεσ ειρόνησ με τουσ Γϐτθουσ αποφαςιςτικόσ ςημαςύασ κατϊ τα ϋτη
380-382.262
Οι γοτθικϋσ επιθϋςεισ κορυφώθηκαν το 396 με την ειςβολό ςτην Ελλϊδα των γϐτθων του
Αλαρύχου, που μεταξϑ των ϊλλων εύχε ςημαντικϋσ οικονομικϋσ ςυνϋπειεσ. Ο αυτοκρϊτορασ
προςπϊθηςε να τον αντιμετωπύςει με ϋμμεςο τρϐπο διορύζοντϊσ τον το 396 ωσ magister militum per
Illyricum, που ςόμαινε ϐτι με αυτοκρατορικό εντολό μποροϑςε να παραμεύνει ςτισ επαρχύεσ που εύχε
μϐλισ λεηλατόςει για πϋντε περύπου χρϐνια (396-401).263
̇̇
257 Ζωςύμου, Ιςτορύα Νϋα, Δ’, Corpus Scriptorum Historiae Byzantine, τ. 50, Ι, 29 (253), 43 ̇ (269)̇̇Theophanes Chronographia, (ed) C. De Boor, vols
1-2, Leipzig (1883-5), rp Hildesheim (1963), 64.5 Ζ
̇ ώςιμοσ IV.31 (380)
258 Φρυςοϑ, Ευ. Κ, Σο Βυζϊντιον και οι Γϐτθοι. υμβολό εισ την εξωτερικόν πολιτικόν του Βυζαντύου κατϊ τον Δ’ αιώνα, Θεςςαλονύκη (1972),
Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών-άδρυμα Μελετών Φερςονόςου του Αύμου 130, 41-42
259 Ό.π., 43
260 Jones, A. H. M., The Late Roman Empire, 284-602. A social, economic and administrative survey, vol. I, Oxford (1964), 154
261 Ζωςύμοσ, 50. 48: «Αὐτϐσ δε εἰσ τόν Θεςςαλονύκην ἐπανελθών οὐ τόν τυχοῦςαν εὗρεν ἐν τοῑσ Μακεδϐνων πρϊγμαςι ταραχόν. ὃςοι γϊρ τῶν
βαρβϊρων ἐν τοῑσ ἓλεςι καύ ταῑσ περύ τϊσ λύμνασ ὕλαισ ἑαυτοϑσ ἀποκρϑψαντεσ ἐκ τῆσ προτϋρασ τῶν Ρωμαύων ἐφϐδου περιεςώθηςαν, τῆσ περύ τϐν
ἐμφϑλιον πϐλεμον ἀςχολύασ Θεοδοςύου τοῦ βαςιλϋωσ λαβϐμενοι τϊ Μακεδϐνων καύ Θεςςαλῶν ἐληϏζοντο, μηδενϐσ αὐτοῑσ ἐναντιωθϋντοσ».
262 Φρυςϐσ 1972, 136-138
263 Θεοχαρύδησ 1980, 130-132
87
Σο 473 οι Οςτρογϐτθοι του Θεοδεμϑρ επιτϋθηκαν ςτη Μακεδονύα. Απϐ το 478 και εξόσ, ο γιοσ του ο
Θεοδϐρυχοσ ο Μϋγασ, λεηλϊτηςε τη Θρϊκη, τη Μακεδονύα μϋχρι τη Θεςςαλονύκη και τη Θεςςαλύα μϋχρι
που το 483, ο αυτοκρϊτορασ Ζόνων ςυμφώνηςε με τουσ ϐρουσ του.
Οι βαρβαρικϋσ επιδρομϋσ του 4ου και του 5ου αιώνα με κϑριο ςκοπϐ την λεηλαςύα, εύχαν ςαν
αποτϋλεςμα να προκληθεύ γενικευμϋνη κρύςη ςτη Φαλκιδικό. Ψςτϐςο, δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα για
μονιμϐτερεσ ςυνϋπειεσ, ό για μεταβολϋσ ςτουσ διοικητικοϑσ και κοινωνικοϑσ θεςμοϑσ τησ περιοχόσ.
ϑμφωνα με την μαρτυρύα του Προκοπύου, απϐ την αρχό τησ βαςιλεύασ του Ιουςτινιανοϑ Α’
«Οϑννοι, κλαβηνού και Ωντεσ» ϋκαναν επιδρομϋσ ςτη Βαλκανικό Φερςϐνηςο ςε ετόςια βϊςη περύπου
απϐ το 518. Ο Μαρκελλύνοσ αναφϋρει μια καταςτροφικό επιδρομό Γϐτθων (ενδεχομϋνωσ μαζύ με
λϊβουσ) ςτο μεγαλϑτερο μϋροσ του Ιλλυρικοϑ, τησ Μακεδονύασ ςυμπεριλαμβανομϋνησ, ϋνα χρϐνο πριν
απϐ την ανϊρρηςη του Ιουςτινιανοϑ ςτον θρϐνο (516/517).
Σην ουννικό κϊθοδο ύςωσ διευκϐλυνε ο ςειςμϐσ που ϋγινε ςτην Ελλϊδα το 522 και ϋκαμψε τα
ςυςτόματα ϊμυνασ. την Φαλκιδικό οι Οϑννοι επιτϋθηκαν το 540 και κατϋςτρεψαν την Καςςϊνδρεια.264
Σον 6ο και τον 7ο αιώνα πραγματοποιοϑνται επιδρομϋσ λϊβων, Αβϊρων, Οϑννων, Ωντων,
Κατριγοϑρων, αμογετών, Εροϑλων κλπ. ϑμφωνα με την ϊποψη των Ουςπϋνςκυ και Βλϊχου, η
ερόμωςη τησ Ακϊνθου, καθώσ και των υπϐλοιπων γειτονικών παραλιακών ςυνοικιςμών, εύναι ϋργο
των αρακηνών πειρατών. αν χρϐνοσ καταςτροφόσ αναφϋρεται το 830 γιατύ τϐτε λεηλατόθηκαν τα
παρϊλια του Νοτύου Αιγαύου και του Βϐρειου ϋωσ τη Θρϊκη.265
Σα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ μαρτυροϑν τισ επιθϋςεισ και τισ ειςβολϋσ που υπϋςτη η Φαλκιδικό απϐ
τον 3ο αιώνα και εξόσ. Αν και λϐγω του χαρακτόρα τουσ πρϋπει να εξετϊζονται με επιφϑλαξη, δύνουν
χρόςιμεσ πληροφορύεσ, που ςε ςυνδυαςμϐ με τα πρϐςφατα αναςκαφικϊ δεδομϋνα επιβεβαιώνουν το
μϋγεθοσ των προβλημϊτων που προκϊλεςαν οι ειςβολϋσ.266
Απϐ τον 9ο αιώνα ο βυζαντινϐσ ςτρατϐσ ενύςχυςε την αςφϊλεια των περιοχών τησ Μακεδονύασ,
τϐςο των αςτικών κϋντρων ϐςο και των οικιςμών τησ υπαύθρου, επιδιορθώνοντασ τισ οχυρώςεισ,
88
χτύζοντασ νϋεσ και διαφυλϊςςοντασ την αςφϊλεια του οδικοϑ δικτϑου που ςυνϋδεε τισ πϐλεισ τησ
Μακεδονύασ.
Ψςτϐςο, ο πϐλεμοσ εναντύον των Βουλγϊρων, τον οπούο ακολοϑθηςαν καταςτροφικϋσ επιδρομϋσ,
οι επιθϋςεισ του αραβικοϑ ςτϐλου –με πιο καταςτροφικό αυτό εναντύον τησ Θεςςαλονύκησ το 904-
κυριϊρχηςαν το πρώτο μιςϐ του 10ου αιώνα ενώ ακολοϑθηςαν οι επιδρομϋσ των αρακηνών, οι
ςυνϋπειεσ των οπούων απηχοϑν ςτισ πηγϋσ: οι χωρικού εγκατϋλειψαν τα κατεςτραμμϋνα χωριϊ τουσ και
κατϋφυγαν ςε οχυρϋσ θϋςεισ ό ϋγιναν αιχμϊλωτοι.267
Σα αθωνικϊ ϋγγραφα μαρτυροϑν περύ τησ ταραχόσ των καιρών. ϑμφωνα με ϋγγραφο τησ μονόσ
Ιβόρων, η μονό Λεοντύασ, που ιδρϑθηκε απϐ μϋλη τησ αριςτοκρατύασ (τον μοναχϐ Νικϐλαο, αδερφϐ του
Πατρικύου Καλωνϊ και την ανιψιϊ του Αγϊπη, γονεύσ του Κωνςταντύνου Ζ᾿ και με μια περιουςύα του
βριςκϐταν γϑρω απϐ τη Θεςςαλονύκη, τη δυτικό Φαλκιδικό και την Καςςϊνδρα), ϋχαςε την αυτονομύα
τησ απϐ την μονό του Κολοβοϑ το 975. Αιτύα όταν η οικονομικό τησ κϊμψη «λϐγω των ειςβολών».268
ε πρϊξη του Πατριϊρχη Νικολϊου ΙΙ Φρυςοβεργό, ςυνενώνεται με επύδοςη η Λαϑρα του
Αθαναςύου με την μονό του Γομϊτου ό αλλιώσ του Ορφανοϑ, υπϐ την Εριςςϐ. Η μονό όταν αφιερωμϋνη
ςτη Θεοτϐκο και βριςκϐταν ςτο Κϊςτρο τησ Εριςςοϑ ςτα ςϑνορα του Αγύου Όρουσ. Τπϋςτη βαριϋσ
καταςτροφϋσ, ειδικϊ λϐγω των βουλγαρικών επιδρομών που εγκαταςτϊθηκαν ςε κοντινό απϐςταςη
μετϊ απϐ επύθεςη του τςϊρου αμουόλ εναντύον τησ Ιεριςςοϑ το 987/989 αλλϊ και λϐγω τησ
αδιαφορύασ των ηγουμϋνων.269
Απϐ τον 12ο μϋχρι το πρώτο μιςϐ του 13ου αιώνα, η αναςφϊλεια λϐγω των πειρατών και των
μιςθοφϐρων, η αςτϊθεια τησ πολιτικόσ κατϊςταςησ λϐγω των εμφυλύων πολϋμων και των ςερβικών
και οθωμανικών απειλών και η γιγϊντωςη τησ γαιοκτητικόσ αριςτοκρατύασ δημιοϑργηςαν νϋεσ
προϒποθϋςεισ για ανακατανομό των οχυρώςεων ςτον χώρο. Η ςτρατιωτικό ςημαςύα των πϐλεων
μειώθηκε αλλϊ διατηρόθηκαν επύ τϐπου μικρϋσ φρουρϋσ.
Κατϊ τον 13ο αιώνα, η Καςςϊνδρα υπϋφερε απϐ τουσ ταυροφϐρουσ, οι οπούοι κατϊ την διανομό
των εδαφών που πραγματοπούηςαν απϋδωςαν τη Θεςςαλονύκη ςτον Βονιφϊτιο τον Μομφερατικϐ, το
βαςύλειο του οπούου ϋφτανε μϋχρι τον Νϋςτο. τον επιςκοπικϐ θρϐνο Θεςςαλονύκησ αναβιβϊζεται ο
Γϊλλοσ επύςκοποσ Νευλλϐν και, μετϊ τον θϊνατϐ του, ο επύςκοποσ Βερρούασ Γουαρύνοσ το 1212. Σϐτε
ϊρχιςε η λεηλαςύα των εκκληςιών και Μονών τησ Φαλκιδικόσ και του Αγύου Όρουσ. Σο 1223 με την
κατϊλυςη του Βαςιλεύου τησ Θεςςαλονύκησ απϐ τον Δεςπϐτη τησ Ηπεύρου Θεοδώρου Αγγϋλου
Κομνηνοϑ, εξϋλιπαν τα δεινϊ τησ Φαλκιδικόσ.
Σο φθινϐπωρο του 1307, Ιςπανού τυχοδιώκτεσ, περύ τισ 5.000 πεζού και ιππεύσ, ςτουσ οπούουσ
προςτϋθηκαν και περύπου 3.000 Σοϑρκοι, γνωςτού με το ϐνομα Καταλανικό Εταιρεύα, «κϋρδουσ ἔνεκα
89
ληςτρικοῦ» αφοϑ «πϊςαν ἔρημον καύ ἀτριβό»270 κατϋςτηςαν την παρϊλια και μεςϐγειο χώρα τησ
Θρϊκησ, ειςϋβαλαν ςτη Μακεδονύα. Αφοϑ και εκεύ διϋπραξαν πολλϋσ λεηλαςύεσ «ςτρατοπεδεϑουςι περύ
την Καςςϊνδρειαν»271 την οπούα κατϋςτηςαν ορμητόριο λεηλαςιών των γϑρω περιοχών φτϊνοντασ
μϋχρι και το Ωγιον Όροσ.
Οι επιδρομϋσ και ο λοιμϐσ δημιοϑργηςαν αιςθόματα αναςφϊλειασ ςτουσ κατούκουσ
(χαρακτηριςτικϋσ φρϊςεισ που επαναλαμβϊνονται ςτα ϋγγραφα: δια τϐν φϐβον καύ δια τόν βύαν τοῦ
καιροῦ), πολλού απϐ τουσ οπούουσ κατϋφυγαν με γυναύκεσ και παιδιϊ ςτην αςφϊλεια των οχυρωμϋνων
μονών του Αγύου Όρουσ.272
Ο πϐλεμοσ των Ανδρϐνικων (1321-8) και οι Σοϑρκοι πειρατϋσ δυςχϋραναν ακϐμη περιςςϐτερο την
κατϊςταςη. Σο 1344 μια ομϊδα διοικητικών παραγϐντων του Αγύου Όρουσ, καθώσ ϋπλεε ςτισ βϐρειεσ
ακτϋσ του Ωθω, ϋπεςε ςτα χϋρια των Σοϑρκων πειρατών που τουσ μετϋφεραν ςτο λιμϊνι του Λϐγγου.
Εκεύ τουσ κρϊτηςαν 50 μϋρεσ μϋχρι να πϊρουν τα λϑτρα απϐ τουσ Αγιορεύτεσ.
τα παραπϊνω όρθαν να προςτεθοϑν οι επιδρομϋσ του τϋφανου Δουςϊν, ο οπούοσ το 1345
κατϋλαβε τη Φαλκιδικό ωσ το 1371273 και, κατϐπιν, οι λεηλαςύεσ και η οριςτικό κατϊληψη τησ
Φερςονόςου απϐ τουσ Σοϑρκουσ.
Οι περιπϋτειεσ του 14ου αιώνα εύχαν επιπτώςεισ ςτην οικιςτικό οργϊνωςη τησ Φαλκιδικόσ.274Σα
τεύχη των περιςςϐτερων πϐλεων καταςτρϋφονται ενώ η Βρϑα εγκαταλεύπεται εντελώσ ςτισ αρχϋσ του
14ου αιώνα. Σαυτϐχρονα, ενιςχϑονται οι οχυρώςεισ ςτην ϑπαιθρο. Πϑργοι υψώνονται τον 14ο αιώνα με
ϊδεια του αυτοκρϊτορα, που εύναι ςτην πλειοψηφύα τουσ ιδιωτικού για να προςτατεϑουν μεγϊλεσ
ιδιοκτηςύεσ.275
270 Νικηφϐροσ Γρηγορϊσ, Ρωμαώκό Ιςτορύα, Λϐγοσ Η’, Migne, J. P., Patrologia Graeca Cursus Completus, τ. 148, Paris (1880), ςτ. 412
271 Ό.π.: Σο 1307 οι Καταλανού ειςβϊλλουν «εἰσ τϊσ τῆσ Μακεδονύασ κῶμασ, κακεύ τα πλεύςτα καταςτρεψϊμενοι καύ πολλῆσ ἑαυτοϑσ τῆσ ἐκ τῶν
λαφϑρων ἐμπλόςαντεσ ὡφελεύασ, ςτρατοπεδεϑουςιν περύ τόν Καςςανδρεύαν. Πϐλισ δε αὓτη πϊλαι μεν οὖςα περιφανόσ, νῦν δε καύ τῶν οἰκητϐρων
ἔρημοσ».
272 Vatopédi I, εγγρ. 43 (1308-1312)
273 Οικονομύδησ 1980-1981, 294-299
274 Εύναι ενδεικτικϐ τησ κατϊςταςησ, ϐτι μϋςα ςτον 14ο αιώνα εξαφανύςτηκαν οκτώ χωριϊ τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ.
275 Lefort 2006Σ, 159
90
κοιλϊδεσ των ποταμών ό ςε περιοχϋσ κοντϊ ςε ϋλη, υψώματα, πλαγιϋσ βουνών και φυςικϊ
προςτατευμϋνεσ θϋςεισ, απϐ ϐπου όταν ςε θϋςη να αντιμετωπύςουν τον εχθρϐ.276
Η κϊθοδοσ των λϊβων προσ τα νϐτια ςυνδϋεται ϊμεςα με τισ αναςτατώςεισ και τισ μετακινόςεισ
που ακολοϑθηςαν τη διϊςπαςη του Ουννικοϑ κρϊτουσ μετϊ τον θϊνατο του Αττύλα (453). Η ϋλλειψη
οργϊνωςησ και ανεπτυγμϋνου πολιτικοϑ βύου δεν επϋτρεψε ςτουσ λϊβουσ να δημιουργόςουν ενιαύα
πολιτικϊ ςυγκροτόματα. Γι’ αυτϐ απϐ τα πρώτα χρϐνια του ιςτορικοϑ τουσ βύου εντϊχθηκαν ςτη
ςφαύρα επιρροόσ ϊλλων λαών οργανωμϋνων, ϐπωσ των Κοτριγοϑρων, τουσ οπούουσ αρχικϊ
ακολοϑθηςαν ςτισ επιδρομϋσ τουσ εναντύον του Βυζαντύου. Οι επιδρομϋσ αυτϋσ ϋγιναν ςυςτηματικϋσ
και επικύνδυνεσ απϐ το 558, οπϐτε οι λϊβοι εντϊχθηκαν ςτη ςφαύρα επιρροόσ των Αβϊρων, φϑλου
ουννικόσ καταγωγόσ, που εμφανύζονται ςτο προςκόνιο το 558 αρχικϊ ωσ ςϑμμαχοι του Βυζαντύου. 277
Ο Ιωϊννησ τησ Εφϋςου γρϊφει ϐτι την τρύτη χρονιϊ μετϊ τον θϊνατο του Ιουςτινιανοϑ και τη
διαδοχό του απϐ τον Σιβϋριο, οι λϊβοι επιτϋθηκαν ςτην Ελλϊδα και τισ επαρχύεσ τησ Θεςςαλονύκησ και
τησ Θρϊκησ, κατϋλαβαν πολλϋσ πϐλεισ και κϊςτρα, λεηλϊτηςαν την ϑπαιθρο και την κυρύευςαν με
ςχετικό ευκολύα. Οι λϊβοι πρϋπει να ϋφταςαν ςτην Ελλϊδα ςτα τϋλη του 578 ό το 579.278
Οι αβαροςλαβικϋσ επιθϋςεισ ςτα Βαλκϊνια εντϊθηκαν επύ Μαυρικύου (582-602). Παρϊ το γεγονϐσ
ϐτι δροϑςαν μαζύ, οι Ωβαροι και οι λϊβοι εύχαν τελεύωσ διαφορετικοϑσ ςτϐχουσ. Οι Ωβαροι
ενδιαφϋρονταν για λεηλαςύεσ, ενώ οι λϊβοι αναζητοϑςαν νϋα εδϊφη για μϐνιμη εγκατϊςταςη.
Μετϊ το 582 και, κυρύωσ, μετϊ το 602 και ϋωσ το 640, τοποθετεύται η ομαδικό και μϐνιμη
εγκατϊςταςη των λϊβων ςτην Φερςϐνηςο του Αύμου. ε αυτϐ το διϊςτημα χρονολογεύται και η
εγκατϊςταςη τουσ ςτον ελληνικϐ χώρο.279
ημαντικϋσ πληροφορύεσ για την αβαροςλαβικό επύθεςη τον επτϋμβριο του 586 παύρνουμε απϐ
την διόγηςη του Ιωϊννη Α’ Αρχιεπιςκϐπου Θεςςαλονύκησ. Παρϊ τισ επιφυλϊξεισ που προκαλεύ ο
αγιολογικϐσ χαρακτόρασ του κειμϋνου, μασ δύνει πληροφορύεσ για τισ ςτρατιωτικϋσ επιχειρόςεισ και τισ
εγκαταςτϊςεισ των λϊβων ςτον βϐρειο ελληνικϐ χώρο καθώσ και για την οργϊνωςό τουσ.
ϑμφωνα με την αφόγηςη, ο χαγϊνοσ των Αβϊρων Βαώανϐσ ϋςτρεψε εναντύον τησ Θεςςαλονύκησ
πολυϊριθμο ςτρατϐ. Ϋταν η πρώτη φορϊ που οι κϊτοικοι τησ πϐλησ εύδαν βαρβϊρουσ ϋξω απϐ τα τεύχη
τουσ. Μετϊ απϐ θαυματουργικό παρϋμβαςη του Αγύου Δημητρύου, οι Θεςςαλονικεύσ απϋκρουςαν την
επύθεςη και ο ςτρατϐσ του Βαώανοϑ, ϋλυςε ϊτακτα την πολιορκύα, γεγονϐσ που υποδηλώνει ϐτι οι
πολιορκητϋσ δεν όταν ςε θϋςη να κυριεϑςουν μια τϐςο μεγϊλη πϐλη. ημαντικό πληροφορύα εύναι το
ϐτι οι Αβαροςλϊβοι εμφανύζονταν για πρώτη φορϊ ςτην περιοχό, πρϊγμα το οπούο ςημαύνει ϐτι η
276 Νυςταζοποϑλου-Πελεκύδου, Μ., «λαβικϋσ εγκαταςτϊςεισ ςτη μεςαιωνικό Ελλϊδα», Βυζϊντιο και λϊβοι-Ελλϊδα και Βαλκϊνια (6οσ-20οσ αι.),
(2001), 61 -104, 65
277 Ό.π. 67-68
278 Metcalf, D. M., «The Slavonic Threat to Greece Circa 580: Some Evidence from Athens», Hesperia , Vol. 31, No. 2 (Apr. - Jun., 1962), 134-157,
135
279 Ό.π. 70
91
Μακεδονύα εύχε μεύνει ωσ τϐτε μακριϊ απϐ τισ αναςτατώςεισ που τϊραζαν την περιοχό των
Βαλκανύων.280
Ο κύνδυνοσ βϋβαια για τη Θεςςαλονύκη όταν μεγϊλοσ καθώσ η αμυντικό ικανϐτητα τησ εκεύνο το
διϊςτημα όταν περιοριςμϋνη, αφοϑ ο ϋπαρχοσ μαζύ με επύλεκτο τμόμα τησ ςτρατιωτικόσ δϑναμησ τησ
πϐλησ εύχαν φϑγει για την Κεντρικό Ελλϊδα για καθόκοντα του κρϊτουσ.
Μετϊ απϐ τα ταραγμϋνα χρϐνια του Σιβϋριου και του Μαυρικύου, μια περαιτϋρω κρύςη τϊραξε τη
βαςιλεύα του Ηρακλεύου, καθώσ πολλϋσ παρϊκτιεσ περιοχϋσ τησ χώρασ (Αθόνα, Φαλκύδα, Νϋα Αγχύαλοσ,
Θεςςαλονύκη και Θϊςοσ) απειλόθηκαν το 615-6 ό λύγο αργϐτερα. Αυτό η απειλό ςυνδϋεται με τισ
θαλϊςςιεσ επιδρομϋσ των λϊβων την περύοδο πολιορκύασ τησ Θεςςαλονύκησ, ϐπωσ καταγρϊφεται ςτα
Θαϑματα του Αγύου Δημητρύου.281
Οι λϊβοι κατϊ τισ επιδρομϋσ τουσ ςτην Κεντρικό Μακεδονύα ϊφηςαν διϊςπαρτεσ μικρϋσ νηςύδεσ
αλλϊ οι επιχειρόςεισ όταν ςϑντομεσ και οι διειςδϑςεισ περιοριςμϋνεσ και πρϐςκαιρεσ, οπϐτε δεν
προκϊλεςαν αναςτϊτωςη οϑτε ςτισ πϐλεισ οϑτε ςτην ϑπαιθρο και κυρύωσ δεν διϋκοψαν τισ εμπορικϋσ
επικοινωνύεσ τησ Θεςςαλονύκησ με τισ νοτιϐτερεσ περιοχϋσ και την Κωνςταντινοϑπολη.282
Η δημογραφικό κϊμψη του βαλκανικοϑ χώρου λϐγω των πολϋμων, των επιδρομών αλλϊ και των
επιδημιών που ϋπληξαν την περιοχό κατϊ τον 6ο αιώνα, διευκϐλυναν το δεϑτερο κϑμα επιδρομών αλλϊ
και την εγκατϊςταςη των λϊβων.
ϑμφωνα με τα «Θαϑματα», γϑρω ςτο 604 (ό το 610) 5.000 επύλεκτοι λϊβοι ενόργηςαν
αιφνιδιαςτικό νυχτερινό επύθεςη εναντύον τησ Θεςςαλονύκησ. Οι βϊρβαροι κατϊ την επύθεςό τουσ
ϋβγαζαν κραυγϋσ, που οι Θεςςαλονικεύσ εύχαν ςυνηθύςει. Επομϋνωσ, το 586 οι Θεςςαλονικεύσ για πρώτη
φορϊ ϋβλεπαν μπροςτϊ ςτα τεύχη τησ πϐλησ τουσ λϊβουσ, ενώ το 604 εύχαν πια ςυνηθύςει τισ
πολεμικϋσ κραυγϋσ τουσ. Αν ιςχϑει κϊτι τϋτοιο, ςημαύνει ϐτι οι λϊβοι εύχαν εγκαταςταθεύ ςτο μεταξϑ
ςε μια περιοχό ϐχι μακριϊ απϐ τη Θεςςαλονύκη, απϐ ϐπου ενεργοϑςαν επιθϋςεισ εναντύον αυτόσ και τησ
ενδοχώρασ τησ. Η ύδια πηγό αναφϋρει ϊλλεσ τρεισ επιθϋςεισ των λϊβων εναντύον τησ Θεςςαλονύκησ:
ςϑμφωνα με τη χρονολϐγηςη του Lemerle, το 614-615 επιτϋθηκαν απϐ τη θϊλαςςα, το 618
πολιϐρκηςαν την πϐλη, ςε ςυνεργαςύα με τουσ Αβϊρουσ και, πολϑ αργϐτερα, το 676-678 ο ρόγασ των
Ρηγχύνων Περβοϑνδοσ επιχεύρηςε εκτεταμϋνη επύθεςη με τον φιλϐδοξο ςκοπϐ να ςυνενώςει τισ
κλαβηνύεσ κατϊ του Βυζαντύου, επιχεύρηςη που τελικϊ απϋτυχε.283
Οι επιτιθϋμενοι ανόκαν ςε διϊφορα ςλαβικϊ φϑλα (Δρογουβύτεσ, αγουδϊτεσ, Βελεγκιζϋτεσ,
Βαώουνϋτεσ, Βερζερϋτεσ), που πολιορκοϑςαν την πϐλη υπϐ ϋναν αρχηγϐ. Οι προθϋςεισ τουσ όταν τϐςο
ξεκϊθαρεσ, που ϋφεραν και τισ γυναύκεσ και τα παιδιϊ τουσ να μεύνουν μπροςτϊ απϐ τα τεύχη, ώςτε
μϐλισ ϋπεφτε η πϐλη να εγκαταςταθοϑν αμϋςωσ. Η ομοψυχύα τουσ, οι γνώςεισ τουσ ςε θϋματα
92
πολεμικόσ τακτικόσ, ο αριθμϐσ τουσ και η αποφαςιςτικϐτητϊ τουσ για μϐνιμη εγκατϊςταςη, δεύχνουν
ϐτι ςτισ αρχϋσ του 7ου αιώνα αποτελοϑςαν μεγαλϑτερο κύνδυνο απϐ πριν.
Η αντύδραςη των βυζαντινών ςτισ ςλαβικϋσ επιθϋςεισ των αρχών του 7ου αιώνα όταν περιοριςμϋνη
λϐγω των εξωτερικών και εςωτερικών προβλημϊτων που αντιμετώπιζε η αυτοκρατορύα. Ομούωσ, ο
ελληνικϐσ πληθυςμϐσ ανϊρρωνε ακϐμη απϐ τισ καταςτροφϋσ των αρχών του 6ου αιώνα (βαρβαρικϋσ
επιδρομϋσ, ςειςμού, πανώλη).284
Μετϊ τα μϋςα του 7ου αιώνα ο Κώνςτασ Β’ (641-668) εκμεταλλευϐμενοσ την ειρόνευςη με τουσ
Ωραβεσ οργϊνωςε επιχειρόςεισ ςε διϊφορα ςημεύα τησ Ελλϊδασ. Η πρώτη, το 656/7 όταν εναντύον των
λϊβων που ζοϑςαν κατϊ μόκοσ τησ βϐρειασ ακτόσ του Αιγαύου και την ενδοχώρασ τησ (Θρϊκη,
Μακεδονύα, περύχωρα Θεςςαλονύκησ).
Η επϐμενη πολιορκύα τησ Θεςςαλονύκησ απϐ τρύα ςλαβικϊ φϑλα (τρυμονύτεσ, Ρυγχύνουσ,
αγουδϊτεσ) ϊρχιςε το 676 και τϋλειωςε το 678. Σισ ενϋργειεσ ςυντϐνιζαν οι ρόγεσ των Δρουγουβιτών
που ϋμεναν κοντϊ ςτη Θεςςαλονύκη.285
Σο 680/1 ο Κωνςταντύνοσ Δ’ εκςτρατεϑει εναντύον των Βουλγϊρων του Αςπαροϑχ ενώ ιδρϑεται
βουλγαρικϐ κρϊτοσ ςτην περιοχό Μοιςύασ και Μικρϊσ κυθύασ.286 Δϑο χρϐνια αργϐτερα (682/684)
εγκαθύςταται ςτη Θεςςαλονύκη ϋνασ λαϐσ εθνολογικϊ «ανϊμικτοσ» απϐ την Παννονύα. Οι Δρουγουβύτεσ
ωσ υπόκοοι πια του βυζαντινοϑ κρϊτουσ διατηροϑν ειρηνικϋσ ςχϋςεισ με τουσ Θεςςαλονικεύσ.287
Σο 688 οι κλαβηνού και οι Βοϑλγαροι του Δοϑναβη ηττοϑνται απϐ τον ςτρατϐ του Ιουςτινιανοϑ
Β’.288 Σο 756 αρχύζει η περύοδοσ των ςτρατιωτικών επιχειρόςεων του Κωνςταντύνου Ε’ εναντύον των
Βουλγϊρων που θα ςυνεχιςτοϑν μϋχρι το 775, ενώ το 758 θα ςτραφεύ εναντύον των λϊβων τησ
Μακεδονύασ.289
Σο 809/10 ο Νικηφϐροσ Α’ ςτα πλαύςια τησ εποικιςτικόσ πολιτικόσ του Βυζαντύου ϋδωςε εντολό
για μετακύνηςη πληθυςμοϑ απϐ τα μικραςιατικϊ θϋματα ςτισ κλαβηνύεσ.290
τον Βύο του Γρηγορύου του Δεκαπολύτη αναφϋρεται ϐτι το 836/7 εμφανύζεται μια
αυτοδιοικοϑμενη ςλαβικό επικρϊτεια ϋξω απϐ τη Θεςςαλονύκη.291 τα μϋρη αυτϊ ϐπου εύχε αποςυρθεύ
ο ϊγιοσ, φαύνεται ϐτι ξϋςπαςε αιματηρό εξϋγερςη των λϊβων, ενώ όταν απαραύτητη η κατοχό
βαςιλικόσ ςφραγύδασ και ειδικόσ ϊδειασ για την εύςοδο ςτην περιοχό.292Οι παραπϊνω πληροφορύεσ
284 Karagiorgou, O., Urbanism and economy in late antique Thessaly (3rd–7th century A.D.): the archaeological evidence, Vol. 1, Trinity (2001Β), 26-
27
285 Lemerle ϐ.π., 211, 14-16 και 214, 19
286 Ostrogorsky, G., Ιςτορύα του Βυζαντινοϑ Κρϊτουσ (1969), τ. Α’, 197
287 Lemerle ϐ.π., 228, 7 κ.ε. και 229, 11-12
288 Ostrogorsky, ϐ.π., 200-201
289 Θεοφϊνησ ο Ομολογητόσ, Φρονογραφύα Γ’, μτφρ. αρχιμ. Ανανύασ Κουςτϋνησ, εκδ. Αρμϐσ, Αθόνα (2007), 430, 21 O
̇ strogorsky 1969, τ. Β’, 34-35
290 Ό.π., 486, 10
291 Dvornik, F., La Vie de saint Grégoire le Décapolite et les Slaves macédoniens au IXe siècle. Travaux publiés par l'Institut d' études slaves no. 5.
Paris (1926), 61, 20-21
292 Ό.π., 61-62, 3-4
93
πρϋπει να ιδωθοϑν με επιφϑλαξη λϐγω του ϐτι προϋρχονται απϐ αγιολογικϐ κεύμενο με δεδομϋνεσ τισ
ανακρύβειεσ. το ύδιο κεύμενο αναφϋρεται ϐτι το χερςαύο ταξύδι απϐ Θεςςαλονύκη για
Κωνςταντινοϑπολη θεωροϑνταν επικύνδυνο λϐγω των «ἐκεύςε θηρευϐντων εχθρῶν» και ϐτι
προτιμοϑνταν οι θαλϊςςιεσ οδού.293
Σο 879 υπϊρχει μνεύα τησ επιςκοπόσ Δρουγουβιτεύασ που υπαγϐταν ςτην Μητρϐπολη
Θεςςαλονύκησ και ςημαύνει τον πλόρη εκχριςτιανιςμϐ των λϊβων τησ περιοχόσ.294
Όςον αφορϊ την εγκατϊςταςη των λϊβων ςτη Βϐρεια Ελλϊδα, η ςυγκριτικό μελϋτη ποικύλων
τεκμηρύων οδηγεύ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι καμύα αξιϐπιςτη πηγό δεν επιτρϋπει να χρονολογηθεύ πριν απϐ
τισ αρχϋσ του 7ου αιώνα.295
Ιδιαύτερα χρόςιμα ςτην ϋρευνα εύναι τα δεδομϋνα των ςλαβικών τοπωνυμύων. τον ελληνικϐ χώρο
ϋχουν καταγραφεύ ςυνολικϊ 2123 ςλαβικϊ τοπωνϑμια, εκ των οπούων ςτη Μακεδονύα εντοπύζονται τα
730. χετικϊ με την κατανομό τουσ ςτον χώρο, παρατηρεύται ϐτι ςυγκεντρώνονται ςε ορεινϋσ περιοχϋσ,
εύναι λιγϐτερα ςτισ πεδιϊδεσ και ελϊχιςτα ςτα παρϊλια. Αυτϐ ςυμφωνεύ με την γενικό εικϐνα των
λϊβων που όταν κυρύωσ γεωργού ό και κτηνοτρϐφοι και κατοικοϑςαν ςτισ πλαγιϋσ ό ςτισ υπώρειεσ
των βουνών.296
τον γεωγραφικϐ χώρο που εκτεύνεται απϐ την περιοχό δυτικϊ τησ Θεςςαλονύκησ ωσ την πεδιϊδα
του τρυμϐνα, το φαινϐμενο τησ ςλαβικόσ παρουςύασ εύναι ανιχνεϑςιμο μϋςα απϐ τισ πηγϋσ. Καθώσ
ϐμωσ οι πηγϋσ προϋρχονται απϐ την εκκληςιαςτικό γραμματεύα, ϐπου κυριαρχεύ το υπερβατικϐ
ςτοιχεύο και οι ιςτορικϋσ ανακρύβειεσ, δεν ςυνιςτοϑν αξιϐπιςτα κριτόρια. Ϊχουν ϐμωσ ενδιαφϋρον και
μποροϑν να δώςουν ςτοιχεύα ό ενδεύξεισ για προςεκτικϋσ ερμηνεύεσ.
Οι πρώτεσ μαρτυρύεσ για ςλαβικό παρουςύα ανατολικϊ τησ Θεςςαλονύκησ προϋρχονται απϐ τα
τϋλη του 7ου αιώνα (676-678), οπϐτε μνημονεϑονται δϑο Επύ πλϋον φϑλα: οι Ρυγχύνοι, που
μνημονεϑονται αποκλειςτικϊ ςτη ςυλλογό των «Θαυμϊτων του Αγύου Δημητρύου» και πιθανϐτατα
εγκαταςτϊθηκαν ςτη βορειοανατολικό Φαλκιδικό και οι τρυμονύτεσ ςτον τρυμϐνα. Δϑο αιώνεσ
αργϐτερα μαρτυροϑνται οι μολεϊνοι κοντϊ ςτο Νϋςτο.297
Απϐ τα 23 τοπωνϑμια που μαρτυροϑνται κατϊ τη Μεςοβυζαντινό Περύοδο ςτην ανατολικό
Φαλκιδικό (χερςϐνηςοσ ιθωνύασ και βορειοανατολικό Φαλκιδικό μϋχρι την Ουρανοϑπολη), τα 11 εύναι
ςλαβικόσ ετυμολογύασ298. Σην ύδια περύοδο μαρτυροϑνται ςτην περιοχό και μικροτοπωνϑμια ςλαβικόσ
προϋλευςησ. Απϐ τα ανθρωπωνϑμια, τα περιςςϐτερα προϋρχονται απϐ την περιοχό τησ Ιεριςςοϑ.
94
Σα παραπϊνω μαρτυροϑν τη μϐνιμη παρουςύα κϊποιων πληθυςμών ςλαβικόσ καταγωγόσ ςτην
ανατολικό Φαλκιδικό κατϊ τον 10ο και 11ο αιώνα. Πρϐκειται για πληθυςμοϑσ εκχριςτιανιςμϋνουσ και
γλωςςικϊ εξελληνιςμϋνουσ. Η διαπύςτωςη αυτό ανϊγει την εγκατϊςταςό τουσ ςτην περιοχό ςε μια
περύοδο ςαφώσ πρωιμϐτερη του 10ου αιώνα. Δεν υπϊρχουν ϐμωσ ςτοιχεύα για την ακριβϋςτερη
χρονολϐγηςη του γεγονϐτοσ.299
Σο πιθανϐτερο εύναι ϐτι οι ςλαβικϋσ εγκαταςτϊςεισ τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ ςυνδϋονται με τουσ
λϊβουσ που ϋφταςαν ςτον ελλαδικϐ χώρο τον 7ο αιώνα ό ϋςτω με τουσ κοντινοϑσ απογϐνουσ τουσ.
Υαύνεται δηλαδό ϐτι κϊποιοι απϐ εκεύνουσ τουσ λϊβουσ, εύτε εξαρχόσ (α’ μιςϐ 7 ου αιώνα), εύτε αφοϑ
αποςπϊςτηκαν απϐ τουσ υπϐλοιπουσ που ζοϑςαν πλϋον μϐνιμα ςτη Μακεδονύα (β’ μιςϐ 7ου αιώνα ό
και κατϊ τον 8οσ αιώνα), κατόλθαν ςτη Φαλκιδικό. Αν ιςχϑει το δεϑτερο, τϐτε οι πληθυςμού μϊλλον
προϋρχονταν απϐ τουσ λεγϐμενουσ τρυμονύτεσ λϊβουσ γεγονϐσ που δικαιολογεύται και απϐ τη
γεωγραφικό εγγϑτητα τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ με την περιοχό του κϊτω ρου του τρυμϐνα.300
ε μια διόγηςη γνωςτό ωσ «Ιςτορικϐσ λϐγοσ του Καςταμονύτου», διαβϊζουμε για την παρουςύα
«Βλαχορηχύνων και αγουδϊτεων» ςτον Ωθω, κατϊ την περύοδο των εικονομϊχων αυτοκρατϐρων (8οσ
αι.). Η ύδια διόγηςη αναφϋρει ϐτι την εποχό του Κωνςταντύνου Θ’ Μονομϊχου (1042-1055), ο Ωθωσ
διόλθε κρύςη εξαιτύασ των ςκανδϊλων που προκϊλεςαν βοςκού «Βλαχορυγχύνοι» με τισ οικογϋνειϋσ
τουσ παραβιϊζοντασ την περιοχό. Φρειϊςτηκε η επϋμβαςη του αυτοκρϊτορα και η επιβεβαύωςη των
δικαύων των μονών απϐ τον διοικητό Θεςςαλονύκησ για την επαναφορϊ τησ τϊξησ ςτην περιοχό. Η
διόγηςη βαςύζεται ςτην προφορικό παρϊδοςη και ςε πρωθϑςτερα. Η ςχετικό ϐμωσ μαρτυρύα για τουσ
«Ρηχύνουσ» και «Βλαχορηχύνουσ», αν αποτελεύ ανϊμνηςη κϊποιων ιςτορικών γεγονϐτων επιβεβαιώνει
την εκδοχό πιθανόσ εγκατϊςταςησ του φϑλου αυτοϑ ςτη βορειοανατολικό Φαλκιδικό και ϋρχεται ςε
ςυμφωνύα με τα «Θαϑματα του Αγύου Δημητρύου», που αναφϋρουν τουσ Ρυγχύνουσ, οι οπούοι εύχαν
εγκαταςταθεύ ςτη βορειοανατολικό Φαλκιδικό, μεταξϑ των φϑλων που πολιορκοϑν τη Θεςςαλονύκη το
676/8.
ε απϐςπαςμα του βύου του Βλϊςιου, τουδύτη μοναχοϑ, που γϑρω ςτα 896 εγκαταςτϊθηκε και
αςκότεψε ςτον Ωθω, αναφϋρεται ϋνα επειςϐδιο με πρωταγωνιςτϋσ ποιμϋνεσ που βοςκοϑςαν τα
κοπϊδια τουσ ςτο εςωτερικϐ του Ωθω. Ο Dvornik υποςτόριξε ϐτι το επειςϐδιο αυτϐ επιβεβαιώνει τη
μαρτυρύα τησ διόγηςησ του Καςταμονύτου ςχετικϊ με λϊβουσ και Βλϊχουσ ςτον Ωθω τον 8ο αιώνα.301
Η πρώτη αδιαμφιςβότητη μαρτυρύα μϐνιμησ εγκατϊςταςησ ςλαβικόσ ομϊδασ, ςτην περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ ανϊγεται ςτα μϋςα του 10ου αιώνα και ϋγινε υπϐ την καθοδόγηςη τησ βυζαντινόσ διούκηςησ.
υγκεκριμϋνα, ςε ϋγγραφο τησ μονόσ Ιβόρων που παραπϋμπει ςε παλαιϐτερο χρυςϐβουλλο του
Ρωμανοϑ Β’, του ϋτουσ 959/960, γύνεται μνεύα μιασ ομϊδασ «κλϊβων Βουλγϊρων», που βρύςκονται
εγκατεςτημϋνοι ςτην «τοποθεςύα τησ Εριςςοϑ» και τουσ καταλογύζεται η καταπϊτηςη «τοπύων» που
95
ανόκαν απϐ παλιϊ ςτη Μονό Κολοβοϑ. Για να αποζημιώςει τη μονό για τη μεύωςη τησ ϋγγειασ
περιουςύασ τησ απϐ τουσ επόλυδεσ ο αυτοκρϊτορασ τησ δώριςε 40 «ατελεύσ» παρούκουσ.302
Η εγκατϊςταςό τουσ ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ πρϋπει να τοποθετηθεύ χρονικϊ πριν το 959
(ϋκδοςη του χρυςϐβουλλου) και πιθανϐτατα μετϊ το 942/943, οπϐτε ςυντϊςςεται η γνωςτό αναφορϊ
του επϐπτη Θωμϊ ςτην οπούα δεν γύνεται μνεύα του γεγονϐτοσ. Σην περύοδο αυτό οι
βυζαντινοβουλγαρικϋσ ςχϋςεισ ϋχουν αποκαταςταθεύ.
Η ϊποψη του Dölger ϐτι η εγκατϊςταςη των Βουλγϊρων ςυντελϋςτηκε κατϊ την ταραγμϋνη
περύοδο του 913–924 αμφιςβητεύται, καθώσ τα εδϊφη τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ αποτελοϑςαν
μόλον τησ ϋριδοσ μεταξϑ των κατούκων τησ Ιεριςςοϑ, τησ Μονόσ Κολοβοϑ αλλϊ και των Αθωνιτών. Μια
ςειρϊ εγγρϊφων που επιχειροϑν να αμβλϑνουν τισ εντϊςεισ και να κατοχυρώςουν τισ περιουςύεσ εύναι
ενδεικτικϊ τησ του κλύματοσ που επικρατοϑςε.303 Πουθενϊ ϐμωσ δεν γύνεται αναφορϊ ςτην
εγκατϊςταςη μιασ ξϋνησ εθνολογικόσ ομϊδασ ςτην περιοχό και ςτη βύαιη απϐςπαςη τμόματοσ τησ
ϋγγειασ περιουςύασ τησ Μονόσ Κολοβοϑ. 304
Η πολιτικό του Βυζαντύου απϋναντι ςτουσ λϊβουσ δεν όταν η εξϐντωςό τουσ αλλϊ η ομαλό ϋνταξό
τουσ ςτο πολιτικϐ και οικονομικϐ ςϑςτημα τησ αυτοκρατορύασ και ςτη βαθμιαύα αφομούωςό τουσ.305
Ενδεικτικό προσ αυτό την κατεϑθυνςη εύναι η αγροτικό πολιτικό που εγκαινύαςε ο Ρωμανϐσ
Λεκαπηνϐσ και προϋβλεπε την προςταςύα τησ μεςαύασ τϊξησ ιδιοκτητών και την ενύςχυςη τησ
ανεξϊρτητησ φορολογικόσ κοινϐτητασ ϋναντι των μεγαλογαιοκτημϐνων. Η αυτοκρατορύα δηλαδό εύδε
τουσ επόλυδεσ ωσ νϋουσ καλλιεργητϋσ και κυρύωσ ωσ υπολογύςιμη φορολογοϑμενη παραγωγικό
δϑναμη.
Δεν γνωρύζουμε τον ακριβό αριθμϐ των νεοαφιχθϋντων. ύγουρα επρϐκειτο για μια περιοριςμϋνη
ομϊδα, που και αν ακϐμα ςυνιςτοϑςε μεμονωμϋνη εθνογλωςςικό νηςύδα, τριϊντα χρϐνια μετϊ φαύνεται
να ϋχει αφομοιωθεύ απϐ την τοπικό κοινωνύα. ε δϑο ϋγγραφα τησ Μονόσ Ιβόρων του 982, που
διαπραγματεϑονται υποθϋςεισ τησ κοινϐτητασ Ιεριςςοϑ, ςυναντϊμε ανϊμεςα ςτα μϋλη τησ κοινϐτητασ
και αρκετοϑσ φορεύσ ςλαβικών ονομϊτων. Πρϐκειται για τουσ απογϐνουσ των λϊβων Βουλγϊρων που
εύχα εγκαταςταθεύ ςτην περιοχό λύγο πριν το 959.
Απϐ ςποραδικϋσ μαρτυρύεσ ςε ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ, εύναι φανερϐ ϐτι οι απϐγονοι των
κλϊβων Βουλγϊρων τησ Ιεριςςοϑ εύχαν αποκτόςει κϊποια ϋγγεια περιουςύα, τϐςη ώςτε να
καταλογύζονται ςτουσ «οικοδεςπϐτεσ» τησ κοινϐτητασ, με πλόρεσ δηλαδό δικαύωμα ιδιοκτηςύασ και
μεταβύβαςησ ςτη γη που καλλιεργοϑςαν.
302 Actes d’ Iviron II (Du milieu du XIe Siècle à 1204), édition diplomatique par J. Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, V. Kravari, Hélène
Métrévéli, Paris (1990), ϋγγρ. 32 (1059 ό 1074), ςτ. 10-13
303 Iviron I, ϋγγρ. 1 (927): Απϐφαςη κριτό αμωνϊ, Protaton, ϋγγρ. 4 (942:) ςυμφωνύα ανϊμεςα ςε Ιεριςςιώτεσ και Αθωνύτεσ, ϋγγρ. 5 (942):
αναφορϊ επϐπτη Θωμϊ, ϋγγρ. 6 (943): καταςτατικϐ χϊραξησ ςυνϐρων Αγύου Όρουσ.
304 Πουτοϑρογλου 1993, 113-116
305 Νυςταζοποϑλου-Πελεκύδου 2001, 87
96
Όςον αφορϊ ςτην κοινωνικό τουσ θϋςη, εύχαν ςύγουρα τα δικαιώματα τησ ανεξαρτηςύασ, τησ
αυτοδιϊθεςησ και τησ ενεργοϑσ ςυμμετοχόσ ςτη διεκπεραύωςη κοινοτικών υποθϋςεων. Η εκμϊθηςη
τησ ελληνικόσ γλώςςασ και γραφόσ, ϐπωσ αποδεικνϑεται απϐ τα ςύγνα τουσ, ϐπωσ και η ανύχνευςη ενϐσ
ϊνω του μετρύου επιπϋδου εγγραματοςϑνησ οριςμϋνων οδηγοϑν ςτον εξελληνιςμϐ τουσ. Όλα τα
παραπϊνω ςυντελοϑν ςτην πλόρη ενςωμϊτωςη τησ ομϊδασ ςτην τοπικό κοινωνύα.306
Ο εκβυζαντινιςμϐσ των λϊβων τησ αυτοκρατορύασ ϊρχιςε πολϑ νωρύσ ςτο επύπεδο των αρχηγών
τουσ, ωςτϐςο, απαύτηςε περιςςϐτερο χρϐνο για τον λαϐ. Η καλλιϋργεια τησ γησ, η απϐκτηςη ϋγγειασ
ιδιοκτηςύασ, οι εμπορικϋσ ςχϋςεισ και γενικϊ η επικοινωνύα και η ςυμβύωςη ςε χωριϊ με μικτϐ
πληθυςμϐ, εύναι τα ςτϊδια προσ την αφομούωςη.307
τον ρϐλο τησ αφομούωςησ αποφαςιςτικϐσ όταν ο ρϐλοσ τησ Εκκληςύασ. την Σ’ ϑνοδο (680/1)
αναφϋρονται δυο επιςκοπϋσ Μακεδονύασ: οι Θεςςαλονύκησ και τϐβων και ςτην Πενθϋκτη Οικουμενικό
ϑνοδο (692) πϋντε: Θεςςαλονύκησ, Υιλύππων, Αμφύπολησ, Ϊδεςςασ και τϐβων. Οι ϋδρεσ αυτϋσ
βρύςκονταν ςε νευραλγικϊ ςημεύα και απϋβλεπαν ςτην ενύςχυςη τησ βυζαντινόσ παρουςύασ ϋναντι των
λϊβων ό ςτην υποςτόριξη τησ πολιτικόσ του Βυζαντύου απϋναντι ςτα ςλαβικϊ φϑλα. Σον 9ο και 10ο
αιώνα αναφϋρεται η επιςκοπό Δρουγουβιτύασ και η επιςκοπό μολϋνων υπϐ την μητρϐπολη
Θεςςαλονύκησ, που εύναι ενδεικτικϐ του ικανοποιητικοϑ εκχριςτιανιςμοϑ των λϊβων.308
Σην εποχό αυτό ςυνυπϊρχουν ελληνικού και ςλαβογενεύσ πληθυςμού ςτουσ ύδιουσ τϐπουσ,
ςυνεπώσ, κανϋνα τοπωνϑμιο ό ανθρωπωνϑμιο, ανεξϊρτητα απϐ την ετυμολογύα του, δεν μπορεύ να
αποτελϋςει αςφαλό ϋνδειξη για αμιγό πληθυςμϐ ςλαβικϐ ό ελληνικϐ. Η γεωγραφικό διϊταξη των
μαρτυροϑμενων ςλαβικών τοπωνυμύων αποτυπώνει μια διϊςπαρτη εικϐνα, με την ϑπαρξη ενϐσ μϐνο
θϑλακα πιο πυκνόσ ςλαβικόσ παρουςύασ ςτην περιοχό γϑρω απϐ την Ιεριςςϐ, που ςτα μϋςα του 10ου
αιώνα ενιςχϑθηκε με την εγκατϊςταςη των κλϊβων Βουλγϊρων. Πρϐκειται ϐμωσ για ςποραδικϋσ
εγκαταςτϊςεισ που δικαιολογοϑν και τον γρόγορο εξελληνιςμϐ τουσ.309
τη δυτικό Φαλκιδικό, που εύναι καλϊ τεκμηριωμϋνη, γνωρύζουμε ϐτι ςτην πλειοψηφύα τουσ τα
τοπωνϑμια εύναι ελληνικϊ, γεγονϐσ που δεικνϑει αναμφύβολα ϐτι η ςλαβικό κατϊκτηςη-εγκατϊςταςη
δεν όταν ποτϋ ιδιαύτερα ιςχυρό ςτην περιοχό.310
υμπεραςματικϊ, θεωροϑμε ϐτι αυτό την κρύςιμη για την αυτοκρατορύα εποχό, δεν μαρτυρεύται
τομό ςτον ιςτορικϐ βύο του ελληνικοϑ χώρου. Σον 7ο-10ο αιώνα, παρϊ την πληθυςμιακό μεύωςη των
αρχών του 7ου αιώνα, η Φαλκιδικό ανϋκτηςε τισ δυνϊμεισ τησ, διοικητικϋσ και θρηςκευτικϋσ, ϐπωσ
αποτυπώνεται ςτην αϑξηςη του πληθυςμοϑ αλλϊ και του αριθμοϑ των επιςκοπών τησ,
97
υποδηλώνοντασ τη ςυνϋχεια τησ χριςτιανικόσ λατρεύασ αν και οριςμϋνεσ περιοχϋσ τησ όταν κατϊ
διαςτόματα ιδιαύτερα εκτεθειμϋνεσ ςτη ςλαβικό παρουςύα.
98
ΜΕΡΟ ΙΙ Η ΚΑΣΟΙΚΗΗ ΣΟΤ ΦΨΡΟΤ
99
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 4Ο ΙΣΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΡΣΤΡΙΑ : Η ΠΕΡΙΠΣΨΗ ΣΗ ΒΡΤΑ
4.1. Ιςτορικό διερεύνηςη
Κατϊ μόκοσ τησ δυτικόσ ακτόσ τησ Φαλκιδικόσ, ςτην περιοχό των Ν. υλλϊτων, ανϊμεςα ςτισ
κοινϐτητεσ τησ Ν. Καλλικρϊτειασ και τησ ωζϐπολησ, υψώνεται η Σοϑμπα τησ Βεριϊσ (χϊρτησ 7). Οι
πρώτεσ ενδεύξεισ κατούκηςησ τησ περιοχόσ ανϊγονται ςτη νεολιθικό εποχό και ςυνεχύζονται αδιϊλειπτα
μϋχρι ςόμερα.311
Η θϋςη ϋχει κατϊ καιροϑσ ςυνδεθεύ με με την αρχαύα πϐλη Βρϋα, που αναφϋρει ο Θουκυδύδησ κατϊ
την εκςτρατεύα των Αθηναύων το 432 π.Φ. εναντύον τησ Ποτύδαιασ ςτον Πελοποννηςιακϐ Πϐλεμο.
ϑμφωνα με τον ιςτορικϐ, η πϐλη ιδρϑθηκε ςτισ ακτϋσ τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ το 438 π.Φ., ωσ αποικύα
των Αθηναύων, ςτο πλαύςιο των προςπαθειών ενύςχυςησ τησ παρουςύασ τουσ ςτη Φερςϐνηςο.312
Πρώτοσ ο . Πελεκανύδησ υπϋδειξε την περιοχό τησ Σοϑμπασ ωσ πιθανό θϋςη τησ Βϋροιασ. Σο
απϐςπαςμα του Θουκυδύδη που επικαλεύται, αναφϋρεται ςτην πορεύα των αθηναώκών δυνϊμεων που
αποςϑρθηκαν απϐ τη Μακεδονύα μετϊ απϐ την υπογραφό ςυνθόκησ με τον Περδύκκα. ϑμφωνα με το
χωρύο, οι Αθηναύοι αποςϑρθηκαν ςτην Πϑδνα, κατϐπιν, ςτη Βϋροια και απϐ εκεύ κατευθϑνθηκαν ςτη
τρϋψα και προσ την Ποτύδαια δια ξηρϊσ. Μετϊ απϐ τρεισ μϋρεσ, ϋφταςαν ςτην Γύγωνο. Ο George Grote
θεωρεύ ϐτι η Βϋροια βριςκϐταν εκτϐσ Μακεδονύασ και ϐτι τύποτα δεν αποδεικνϑει ϐτι όταν η πϐλη ϐπου
υπογρϊφηκε η ςυνθόκη με τον Περδύκκα. Η τελευταύα θεωρύα, ωςτϐςο, δεν εξηγεύ για ποιο λϐγο οι
Αθηναύοι, επιταχϑνοντασ την πορεύα τουσ για να φτϊςουν ςτην Ποτύδαια ϊφηςαν την ϋδρα τουσ ςτην
Πϑδνα για να κατευθυνθοϑν ςτο εςωτερικϐ και πϋραςαν απϐ τη Μακεδονικό Βϋροια κϊνοντασ τον
γϑρω τησ Μακεδονύασ, αντύ να επιβιβαςτοϑν ςε πλούα και να περϊςουν ςτην απϋναντι ακτό. άςωσ ο
Θουκυδύδησ θϋλει να τονύςει το γεγονϐσ ϐτι η τελευταύα πορεύα ϋγινε κατϊ γην ό ϐτι η προηγοϑμενη εύχε
γύνει απϐ την θϊλαςςα.313
Ο J. A. Alexander υποςτόριξε ϐτι μια πϐλη με το ϐνομα Βϋροια, ςτην ανατολικό ακτό του
Θερμαώκοϑ, θα ϋγινε λιμϊνι τησ Καςςϊνδρειασ και εκεύ το 429 π.Φ. μετεγκαταςτϊθηκαν ϊποικοι τησ
Βρϋασ, ςτη θϋςη τησ ςημερινόσ Βεριϊσ. Ο Ch. Edson, επιμϋνει ϐτι η Βϋροια του διφοροϑμενου χωρύου
του Θουκυδύδη δεν μπορεύ να εύναι η Βϋροια τησ Ημαθύασ, ενώ ο Ι. Βϊρτςοσ τοποθετεύ τη Βϋροια-Βρϋα
ςτη Βιςαλτύα.
Ο Θεϐπομποσ αναφϋρει τη Βρϋα ανϊμεςα ςτισ πϐλεισ του θεϊτρου των επιχειρόςεων του Υιλύππου
ςτη βϐρεια και βορειοδυτικό Φαλκιδικό, ενώ ο Πτολεμαύοσ γνωρύζει μια πϐλη με το ϐνομα Βρϑαι ςτα
βϐρεια τησ λύμνησ Βϐλβησ. Ο τρϊβων αναφϋρει ϐτι Βρϋα ςημαύνει «πϐλη» ςτα θρακικϊ και ο Αύλιοσ
Ηρωδιανϐσ αναφϋρει: «Βρέα πόλισ Θρᾴκησ͵ εἰσ ἣν ἀποικίαν ἐςτείλαντο Ἀθηναῖοι. γέα͵ ἐξ οὗ γῆ
ςυνηρέθη.314 Η ϊποψη ϐτι η Βρϋα βριςκϐταν ςτη δυτικό Φαλκιδικό μπορεύ να ενιςχυθεύ ακϐμη
100
περιςςϐτερο απϐ τισ ςχετικϋσ μνεύεσ των μεςαιωνικών καταλϐγων μετονομαςιών πϐλεων, ϐπου
ςυμπεριλαμβϊνεται η Ποτεύδαια ἡ νῦν Βϋροια καύ Ποτεύδαια ἡ νῦν Καςςϊνδρεια ἣγουν ἡ Βϋροια.315 Η
ταϑτιςη, ό καλϑτερα, η ςϑγχυςη τησ Βϋροιασ με την Ποτεύδαια και την Καςςϊνδρεια ςημαύνει ϐτι
διατηρεύται μια παρϊδοςη για την ϑπαρξη πϐλησ με το ϐνομα τησ Βϋροιασ ςε αυτό την περιοχό.316
Οι αντιφατικϋσ αυτϋσ πληροφορύεσ των φιλολογικών πηγών, καταλόγουν ςτο ερώτημα αν
υπόρχαν δϑο διαφορετικϋσ πϐλεισ με το ύδιο ϐνομα ό ϋνασ οικιςμϐσ αλλϊ και ποϑ πρϋπει να αναζητηθεύ
ο οικιςμϐσ αυτϐσ.
την ϋρευνα ϋχει πλϋον επικρατόςει η ϊποψη ϐτι τα δεδομϋνα των αρχαύων ςυγγραφϋων
υποδεικνϑουν δϑο διαφορετικοϑσ τϐπουσ. Ϊνασ τϐποσ μπορεύ με αςφϊλεια να ταυτιςτεύ με την θϋςη
που αναςκϊφηκε κοντϊ ςτη ςϑγχρονη Νιγρύτα. Εκεύ ανακϊλυψαν οι Βρετανού αρχαιολϐγοι κατϊ τη
διϊρκεια του Α’ Παγκοςμύου Πολϋμου μια αρχαύα θϋςη, που τοπογραφικϊ ταιριϊζει με την περιγραφό
του Θουκυδύδη. Ο δεϑτεροσ οικιςμϐσ, ςυνδϋεται βϊςει ετυμολογικόσ ςχϋςησ αλλϊ και βϊςει των
αρχαιολογικών ευρημϊτων με την Σοϑμπα τησ Βεριϊσ ςτη δυτικό Φαλκιδικό, ϐπου με βεβαιϐτητα
βριςκϐταν η μεςοβυζαντινό Βρϑα και ςόμερα διαςώζεται το μικροτοπωνϑμιο Βεριϊ. Απϐ την περιοχό
που ϋχει αναςκαφεύ ϋχουν ϋρθει ςτο φωσ μϐνο ϐςτρακα και λιγοςτϊ λεύψανα τησ ελληνιςτικόσ εποχόσ.
Ο αναςκαφϋασ, Θ. Παζαρϊσ, δεν αποκλεύει την καταςτροφό του αρχαύου οικιςμοϑ λϐγω τησ
ανοικοδϐμηςησ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ.317
Η Βρϋα ςτην αρχαιϐτητα αποτελοϑςε μύα απϐ τισ πϐλεισ τησ Κρουςςύδοσ, που εκτεινϐταν απϐ το
Αύνειο Ακρωτόριο (μεγϊλο Καραμπουρνοϑ) μϋχρι την πϐλη Αντιγϐνεια. το τμόμα αυτϐ τησ Φαλκιδικόσ
αναφϋρονται επτϊ πϐλεισ απϐ τον Ηρϐδοτο: η Αύνεια, η μύλα, η Κϊμψα, η Γύγωνοσ, οι Λύςαι, η
Κώμβρεια και η Λύπαξοσ. Η θϋςη τησ μύλασ και τησ Κϊμψασ δεν ϋχει ακϐμα εντοπιςτεύ ϐμωσ
γνωρύζουμε που βρύςκονταν η Αύνεια και η Γύγωνοσ.318 Ϊχει διατυπωθεύ η ϊποψη, αν και αςτόρικτη, ϐτι
ύςωσ η Βρϋα εύναι η Κώμβρεια του Ηροδϐτου.319
Απϐ τον 4ο π.Φ. αιώνα και μϋχρι τον 11ο μ.Φ., οπϐτε η πϐλη εμφανύζεται ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα,
οι πηγϋσ ςιωποϑν. Σα αρχαιολογικϊ ευρόματα, ωςτϐςο, δεύχνουν ςυνεχό κατούκηςη τησ Σοϑμπασ και
των υπωρειών τησ μϋχρι και την ερόμωςό τησ ςτα τϋλη του 13ου ό ςτισ αρχϋσ του 14ου αιώνα.
Για την ρωμαώκό περύοδο δεν υπϊρχουν αναφορϋσ, παρϐλο που τα αναςκαφικϊ ευρόματα
μαρτυροϑν μια ευημεροϑςα πϐλη, η οπούα αναπτϑχθηκε ςτα δυτικϊ τησ πϐλησ των κλαςικών χρϐνων.
Η ρωμαώκό Βρϋα δεύχνει ϐτι επρϐκειτο για οικιςμϐ με κεντρικϐ ςχεδιαςμϐ και οικονομικό ϊνεςη.320 Η
Pax Romana και ο νϋοσ τρϐποσ διούκηςησ ϋδωςε ώθηςη ςτην ιδιωτικό πρωτοβουλύα, ςε αντύθεςη με τον
ςυγκεντρωτιςμϐ που επεδεύκνυαν οι Μακεδϐνεσ βαςιλεύσ. Ϊτςι, αναπτϑςςονται ϐλο και περιςςϐτερο οι
101
βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ γεγονϐσ που αντανακλϊται ςτουσ κεραμικοϑσ κλιβϊνουσ και ςτουσ ληνοϑσ
που χρονολογοϑνται την εποχό αυτό.
Η οικονομικό και κοινωνικό ζωό τησ πϐλησ διαταρϊχτηκε ςτα μϋςα του 3ου αιώνα εξαιτύασ των
επιδρομών των γοτθικών φϑλων. Σα ςτρώματα καταςτροφόσ που εντοπύςτηκαν κατϊ την αναςκαφό
του δυτικοϑ τομϋα του αρχαιολογικοϑ χώρου και που ανϊγονται ςτην περύοδο αυτό, επιβεβαιώνουν τισ
εξελύξεισ.
Οι επϐμενοι δϑο αιώνεσ εύναι εποχό οικονομικόσ ϊνθηςησ για τη Βρϋα. Η ακμό τησ πϐλησ
αντανακλϊται ςτα ςημαντικϊ δημϐςια διοικητικϊ και θρηςκευτικϊ κτύρια αλλϊ και ςτα δϑο
νεκροταφεύα τησ πϐλησ που δύνουν μια -μικρό ϋςτω- εικϐνα για τον πληθυςμϐ του οικιςμοϑ την εποχό
αυτό.
Η δραματικό μεύωςη ςτην ποςϐτητα των αναςκαφικών ευρημϊτων του 6ου αιώνα οδόγηςε τουσ
αναςκαφεύσ ςτην υπϐθεςη ϐτι ο οικιςμϐσ υπϋςτη ουννικϋσ επιθϋςεισ, ϐπωσ ςυνϋβη τεκμηριωμϋνα ςτην
γειτονικό Καςςϊνδρεια.321
Η Βρϋα δεν ςυμπεριλαμβϊνεται ςτισ λύςτεσ των πϐλεων του υνϋκδημου του Ιεροκλό. το «Περύ
Κτιςμϊτων» του Προκοπύου αναφϋρεται η επιςκευό ενϐσ φρουρύου ςτον Βολβϐ. Δεν γνωρύζουμε αν
πρϐκειται για τον οικιςμϐ που αναφϋρεται κατ’ επανϊληψη ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα και ανόκε ςτην
ενορύα των Βρεών.322 Εξϊλλου, ϋχει χαθεύ το απϐςπαςμα του κειμϋνου του Προκοπύου που αναφερϐταν
ςτην περιοχό τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Η αφόγηςη, μετϊ την περιγραφό τησ Εϑβοιασ, αρχύζει απϐτομα
απϐ την χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ.
Εκκληςιαςτικϊ η Βρϋα πρϋπει να ανόκε ςτη δικαιοδοςύα τησ Επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ, που
αναφϋρεται όδη απϐ τον 5ο αιώνα. Για τουσ επϐμενουσ αιώνεσ, δεν υπϊρχουν αναφορϋσ ςτισ
φιλολογικϋσ πηγϋσ, ϐπωσ ϊλλωςτε ςυμβαύνει και για την υπϐλοιπη Φαλκιδικό. Παρϐλα αυτϊ, δεν
υπϊρχει κϊποια ϋνδειξη αςυνϋχειασ ςτην κατούκηςη τησ Βρϋασ.
Σον 6ο και τον 7ο αιώνα καταγρϊφονται οι επιδρομϋσ λϊβων, Αβϊρων, Οϑννων, Αντών,
Κοτριγοϑρων, αμογετών και Εροϑλων. Κϊποιοι απϐ αυτοϑσ παρϋμειναν ςτην περιοχό και
εγκαταςτϊθηκαν ςτα υπϊρχοντα χωριϊ ό δημιοϑργηςαν νϋουσ θϑλακεσ. τη δυτικό Φαλκιδικό, τα
τοπωνϑμια εύναι ελληνικϊ, γεγονϐσ που δεύχνει ϐτι η ςλαβικό εγκατϊςταςη δεν όταν ποτϋ ιδιαύτερα
ιςχυρό ςτην περιοχό.323
Οι πολεμικϋσ επιχειρόςεισ και οι καταςτροφικϋσ επιδρομϋσ απϐ τον 8ο μϋχρι και τισ αρχϋσ του 10ου
αιώνα εύχαν ςαν ςυνϋπεια οι χωρικού να εγκαταλεύψουν τα κατεςτραμμϋνα χωριϊ τουσ και να
καταφϑγουν ςε οχυρϋσ θϋςεισ.324την Βεριϊ, τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα δεύχνουν εκτεταμϋνη
καταςτροφό ςτισ αρχϋσ του 10ου αιώνα. Επύ πλϋον, ο μεγϊλοσ λιμϐσ του 928 ϋπληξε και τη δυτικό
102
Φαλκιδικό. Σα αθωνικϊ ϋγγραφα που περιγρϊφουν τισ αγοραπωληςύεσ γησ μεταξϑ των
μικροώδιοκτητών τησ Βρϑασ και των αγιορειτών κατϊ την περύοδο αυτό, εύναι αποκαλυπτικϊ τησ
αναςφϊλειασ που επικρατοϑςε ςε οικονομικϐ και πολιτικϐ επύπεδο.
Πολϑ ςϑντομα ϐμωσ η Βρϑα ανϋκαμψε. Σον 11ο αιώνα ϋνα πολϑ μεγϊλο μϋροσ τησ εϑφορησ
κοιλϊδασ τησ Καλαμαρύασ, όταν αγιορεύτικοσ παραγωγικϐσ χώροσ. Η Βρϑα, ωςτϐςο, παρϋμεινε
ανεξϊρτητοσ οικιςμϐσ. Η πρώτη μνεύα τησ βυζαντινόσ Βρϑασ γύνεται ςε ϋγγραφο του 1047, ϐπου
αναφϋρεται ωσ «Κϊςτρον». Σα «δύκαια» τησ φαύνεται ϐτι όταν εκτεταμϋνα ςε ςχϋςη με τουσ γϑρω
οικιςμοϑσ ςε μια περιοχό επιδεκτικό καλλιϋργειασ. Κατϊ μόκοσ τησ κούτησ του χειμϊρρου που
κατεβαύνει απϐ το βουνϐ Κατςύκα, διακρύνονται ακϐμα τα ερεύπια 20 υδρϐμυλων, πολλού απϐ τουσ
οπούουσ φαύνεται ϐτι λειτουργοϑςαν την περύοδο αυτό.325(ςχϋδιο 1) Απϐ τα αγιορεύτικα ϋγγραφα
γνωρύζουμε επακριβώσ τα ςϑνορα του μεςοβυζαντινοϑ οικιςμοϑ: ςτα βϐρεια, οριζϐταν απϐ τα χωριϊ
Γϋννα και Ρουςςαύου, ςτα ανατολικϊ απϐ τον Βολβϐ και ςτα δυτικϊ απϐ την περιοχό του Πετζοκούλα.
Σα δύκαια των χωριών Ωκλου και Λυγϋα όταν μϋροσ τησ ενορύασ των Βρυών, το ύδιο και η Ιςοϑνα, και το
νϐτιο μϋροσ τησ αυτοκρατορικόσ ιδιοκτηςύασ του Πατρικωνϊ.326Σο νϐτιο ϐριο του οικιςμοϑ όταν η
θϊλαςςα. (ςχϋδιο 2)
ε ϋγγραφο του 1078, που φυλϊςςεται ςτη μονό Εςφιγμϋνου, υπογρϊφει ο επύςκοποσ
Καςςανδρεύασ και Βρυών. Η προςθόκη των Βρυών ςτον τύτλο του Επιςκϐπου Καςςανδρεύασ ϋχει
ερμηνευτεύ απϐ τουσ μελετητϋσ ωσ ϋνδειξη μεταφορϊσ τησ ϋδρασ του επιςκϐπου απϐ την Καςςϊνδρεια
ςτο Κϊςτρο των Βρυών, το οπούο φαύνεται ϐτι απϋκτηςε μεγϊλη ςημαςύα και, ςϑμφωνα με τα
αγιορεύτικα ϋγγραφα όταν ϋνασ ακμαύοσ οικιςμϐσ απϐ τον 11ο ωσ τον 13ο αιώνα, με μεγϊλη κτηματικό
περιφϋρεια.327
Ανεξϊρτητα απϐ το αν ϋγινε μεταφορϊ τησ ϋδρασ τησ Επιςκοπόσ ςτη Βρϑα, ο οικιςμϐσ αναφϋρεται
ωσ ςημαντικϐ κϋντρο τησ εποχόσ, ϐπωσ φαύνεται, μεταξυ ϊλλων, ςε ϋγγραφο τησ Μονόσ Εςφιγμϋνου,
που χρονολογεύται το 1095 και αναφϋρει τη Βρϑα ωσ κϑρια πϐλη τησ οικονομικόσ απογραφόσ. Σην ύδια
χρονιϊ αναφϋρεται ϐτι ο τουρμϊρχησ Μοςχονϊσ Καρβϋοσ θεωροϑςε ϐτι ϐλη η περιοχό μϋχρι την
Πορταρϋα, όταν μϋροσ τησ ενδοχώρασ των Βρυών.328
Μϋςα ςτην κτηματικό περιφϋρεια των Βρυών, εκτϐσ απϐ τισ ιδιοκτηςύεσ των Βρυεννιτών,
αναφϋρονται όδη ςτισ αρχϋσ του 12ου αιώνα πολλϋσ μοναςτηριακϋσ ιδιοκτηςύεσ (αγρών και
κτιςμϊτων), υψηλϐβαθμων αυτοκρατορικών και εκκληςιαςτικών αξιωματοϑχων.
Απϐ τον 12ο αιώνα, τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα ςτη Βρϑα δεύχνουν ϐτι αρχύζει η παρακμό του
οικιςμοϑ που ύςωσ ςχετύζεται και με τισ λεηλαςύεσ των Νορμανδών ςτην ενδοχώρα τησ Φαλκιδικόσ.329
103
Η πϐλη εμφανύζεται πϊλι ςτα ϋγγραφα το 1259, οπϐτε η Λαϑρα ϋχει χωρϊφια «ὃςα καύ οἳα» ςτη
Βρϑα. Η ςημαςύα του κϊςτρου τονύζεται και απϐ το πυκνϐ οδικϐ δύκτυο που το ςυνϋδεε τϐςο με
κοντινοϑσ προοριςμοϑσ ϐςο και με την Καςςϊνδρεια και τη Θεςςαλονύκη.
Με τη διοικητικό αναδιϊρθρωςη του κρϊτουσ απϐ τουσ Παλαιολϐγουσ, η Βρϑα υπόχθη ςτο
Κατεπανύκιο Καλαμαρύασ, που περιελϊμβανε την πεδινό δυτικό Φαλκιδικό και τα υψώματα που
εκτεύνονται ςτα ανατολικϊ. Σο τρύγωνο που ςχηματύζουν οι κούτεσ των χειμϊρρων του Ανθεμοϑντοσ και
τησ Βατϐνιασ, καθώσ εκβϊλλουν ςτη θϊλαςςα, περιϋγραφε ςε γενικϋσ γραμμϋσ τα ϐρια του
Κατεπανικύου αυτοϑ.330
Σο 1302 το Κϊςτρο τησ Βρϑασ εμφανύζεται όδη ερημωμϋνο και χαρακτηρύζεται ωσ
«Παλαιϐκαςτρον». Πϐτε και γιατύ εγκαταλεύφτηκε το κϊςτρο δεν εύναι γνωςτϐ, αλλϊ πρϋπει να ςυνϋβη
ςτο δεϑτερο μιςϐ του 13ου αιώνα και πϊντωσ μετϊ το 1259 καθϐτι, ϐπωσ αναφϋρθηκε, το ϋτοσ αυτϐ
υπϊρχουν ακϐμα αναφορϋσ ςτα ϋγγραφα για τον οικιςμϐ. Σο 1321 το κϊςτρο φαύνεται τελεύωσ
ερειπωμϋνο, ενώ οι οδικϋσ αρτηρύεσ που ξεκινοϑςαν ό κατϋληγαν ςε αυτϐ ϋχουν καταςτραφεύ: «κρατεύ
τόν ἐκεύςε εὐριςκομϋνην παλαιϊν ὀδϐν τόν ποτε ἀπϐ κϊςτρου Βρυῶν ἐρχϐμενην». Η περιοχό των Βρυών
ϋχει περιϋλθει ςτα ϐρια του οικιςμοϑ Πετζοκοιλϊδοσ, ϐπου οι ιδιοκτηςύεσ εύναι διαιρεμϋνεσ κυρύωσ ςε
κοςμικϋσ και μοναςτικϋσ πρϐνοιεσ (ςχϋδιο 3) (Δραγουμϊνου-Ραδηνοϑ, Καψοφϐλη, Φρυςϊφη, Αλυϊττη)
ό ςε οικιςμοϑσ που πόραν το ϐνομϊ τουσ απϐ παλιοϑσ ιδιοκτότεσ προνοιών: Καρβϋοι, Ρωςαύου,
Πατρικωνϊ. Η Βρϑα, ωσ τοποθεςύα πλϋον, εξακολουθεύ να αναφϋρεται μϋχρι το 1369.331
Σον 14ο αιώνα τα εδϊφη τησ παλαιϊσ περιφϋρειασ Βρεών αναφϋρονται ωσ Διαβολϐκαμποσ, ύςωσ
λϐγω του απωθητικοϑ χαρακτόρα μιασ πεδιϊδασ, αμμώδουσ και ϊςχημα αποςτραγγιςμϋνησ, ϐπου τα
βαλτωμϋνα ρϋματα και οι ϊγριοι θϊμνοι καταλϊμβαναν μεγαλϑτερη ϋκταςη απϐ ϐτι η καλλιεργόςιμη
γη. Αργϐτερα, η περιοχό επανϋρχεται ςτισ πηγϋσ ωσ «Καλϐκαμποσ».332
104
ομαλό. Η ανατολικό πλευρϊ του κεντρικοϑ χώρου εύναι επύςησ απϐτομη ενώ ανϊλογη διαμϐρφωςη
παρουςιϊζει και η δυτικό πλευρϊ, παρϐλο που οι ςϑγχρονεσ επεμβϊςεισ ϋχουν μεταβϊλλει την
εντϑπωςη τησ υψομετρικόσ διαφορϊσ απϐ το ϋδαφοσ τησ γϑρω περιοχόσ, που κυμαύνεται μεταξϑ 10 και
15 μ. Πρϐκειται, επομϋνωσ, για φυςικϊ οχυρό θϋςη, παρϊγοντα ςημαντικοϑ για την επιλογό τησ ωσ
τϐπου ύδρυςησ πϐλησ. (εικ. 1)
Αντύθετα με τον κεντρικϐ, ο ανατολικϐσ και ο δυτικϐσ τομϋασ του αρχαιολογικοϑ χώρου εύναι
πεδινού και δεν διαθϋτουν καμιϊ φυςικό οχϑρωςη.334
Η θϋςη εύχε επιςημανθεύ απϐ τον Leake αλλϊ και απϐ τον Struck, ο οπούοσ παρατόρηςε
υπολεύμματα ελληνιςτικών κτιςμϊτων ςτην περιοχό, τα οπούα περιγρϊφει ωσ αςόμαντα καθώσ
θεώρηςε ϐτι δεν επαρκοϑςαν για την ταϑτιςη τησ περιοχόσ με κϊποια απϐ τισ πϐλεισ τησ
Κρουςςύδοσ.335
Ο αρχαιολογικϐσ χώροσ ϋχει υποςτεύ λιθορρυχύα κατϊ τα μεςαιωνικϊ αλλϊ και τα νεϐτερα χρϐνια,
αφοϑ τα γειτονικϊ μετϐχια αλλϊ και ο προςφυγικϐσ ςυνοικιςμϐσ τησ ωζϐπολησ χτύςτηκαν με υλικϊ
απϐ τισ αρχαιϐτητεσ τησ τοϑμπασ. Κατϊ τον Β’ Παγκϐςμιο Πϐλεμο εύχαν εγκαταςταθεύ απϐ τουσ
Βουλγϊρουσ πολυβολεύα πϊνω ςτην τοϑμπα και εύχαν δημιουργηθεύ εκτεταμϋνα ορϑγματα ςτην
παρυφό του λϐφου, ακριβώσ πϊνω ςτην πορεύα του οχυρωματικοϑ περιβϐλου.336
Πριν απϐ την ϋναρξη των αναςκαφών ςτην περιοχό υπόρχαν ορατϋσ αρχαιϐτητεσ μϐνο πϊνω ςτην
τοϑμπα: ϋνασ ορθογώνιοσ πϑργοσ, που δεςπϐζει ςτη νοτιοανατολικό γωνύα του λϐφου και δϑο μικρϊ
τμόματα του τεύχουσ, ϋνα ςτη νϐτια απϐκρημνη πλευρϊ προσ τη θϊλαςςα και ϋνα ςτη δυτικό. Μια
δεξαμενό φαινϐταν ςτο ψηλϐτερο ςημεύο τησ τοϑμπασ και ϋνα φρεϊτιο ςτα δυτικϊ του λϐφου, χαμηλϊ
προσ τη θϊλαςςα.337
Εκτϐσ απϐ τα παραπϊνω, υπόρχαν διϊςπαρτα ςτον αρχαιολογικϐ χώρο αρχιτεκτονικϊ μϋλη,
ϐςτρακα, κ.α. Παρϐλα αυτϊ, ο χώροσ μοιρϊςτηκε ςτουσ κατούκουσ των Νϋων υλλϊτων για
ανοικοδϐμηςη. Ϊτςι ξεκύνηςαν αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ απϐ την (πρώην) 10η Εφορεύα Βυζαντινών
Αρχαιοτότων, που περιορύςτηκαν ςτο επύπεδο των ολιγοόμερων ςωςτικών αναςκαφών κατϊ τα ϋτη
1978, 1979, 1981 και λύγο πιο εκτεταμϋνα την περύοδο 1993–1996 και 2005. Οι περιςςϐτερεσ μϋχρι
ςόμερα ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ ϋχουν γύνει ςτην πεδινό ϋκταςη ςτα δυτικϊ τησ τοϑμπασ και δύνουν μια
γενικό εικϐνα για το εκτϐσ των τειχών τμόμα του οικιςμοϑ.
334 Σαβλϊκησ, Γ., «Σο Κϊςτρο τησ Βρϑασ ςτη Δυτικό Φαλκιδικό. Προδρομικϋσ παρατηρόςεισ και αρχαιολογικϊ δεδομϋνα των αναςκαφών», ςτο
Πρακτικϊ του πρώτου Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη
(1987), 145-156, 145-146
335 Leake 1835, 452 Ṡ truck 1907, 35
336 Παζαρϊσ 1996, 313
337 Σαβλϊκησ 1987, 146-150 ̇ Feissel–Seve 1979, 250 ̇ Zahrnt 1971, 172
105
4.2.1. Οχύρωςη (εικ. 2-10)
τα νϐτια του δυτικοϑ νεκροταφεύου αποκαλϑφθηκε το 1996 τμόμα τεύχουσ κτιςμϋνου με αργοϑσ
λύθουσ και ιςχυρϐ κονύαμα, που αποδύδεται ςτην υςτερορωμαώκό οχϑρωςη του οικιςμοϑ. Πϊνω ςτην
τοϑμπα, ϐπου βριςκϐταν η ακρϐπολη, αποκαλϑφθηκε το τεύχοσ ςε ςυνολικϐ μόκοσ 150 μ. μαζύ με την
πϑλη και τα εκατϋρωθϋν τησ ςκϋλη, μόκουσ 32 μ. προσ βορρϊ και 22 μ. προσ νϐτο.
Σο τεύχοσ φαύνεται να ακολουθεύ τη φυςικό διαμϐρφωςη του λϐφου. Ϊχει πϊχοσ 2 μ. περύπου και
εύναι κτιςμϋνο με αργοϑσ λύθουσ και ιςχυρϐ αςβεςτοκονύαμα με παρεμβολό οριζϐντιων ςειρών απϐ
πλύνθουσ. Οι ϐψεισ του εύναι κατεςτραμμϋνεσ.338
Διακρύνονται τρεισ οικοδομικϋσ φϊςεισ. την πρώτη φϊςη που ανϊγεται ςτα ρωμαώκϊ χρϐνια,
κρύνοντασ απϐ την τοιχοδομύα, ανόκει το ςκϋλοσ του τεύχουσ που αρχύζει απϐ την πϑλη και
κατευθϑνεται προσ βορρϊ. ώζεται ςε χαμηλϐ ϑψοσ ςτο πρανϋσ (0,50 μ.), ενώ απϐ κει και πϋρα
διατηρεύται η υποθεμελύωςό του, η οπούα εύτε εδρϊζεται ςε ριζωμϋνουσ βρϊχουσ εύτε τουσ ϋχει
ςυμπεριλϊβει ςτην καταςκευό.
την δεϑτερη φϊςη ανόκει η πϑλη, η οπούα ϋχει τη μορφό μιασ πυργοειδοϑσ καταςκευόσ γενικών
εξωτερικών διαςτϊςεων 6,00*5,20 μ. και με πϊχοσ τούχων περύ το 1,10 μ. Η πϑλη εύναι ανοιχτό προσ το
εςωτερικϐ, ϐπου δημιουργοϑνται δϑο παραςτϊδεσ κτιςμϋνεσ αποκλειςτικϊ με πλύνθουσ. Απϐ την
εξωτερικό πλευρϊ προσ τα δυτικϊ, ϐπου θα όταν και το θϑρωμα, βρϋθηκε μϐνο η υποθεμελύωςη. Σο
δϊπεδο ςτο εςωτερικϐ τησ πϑλησ αποτελεύται απϐ ςυμπιλητϐ χώμα με μικρϊ χαλύκια και ςπαςμϋνα
κεραμύδια, πϊνω ςε ϋνα υπϐςτρωμα απϐ κολυμβητϋσ πϋτρεσ ςε κονύαμα. Για την πϑλη αυτό γύνεται
αναφορϊ ςε ιβηρύτικο ϋγγραφο του 1104.339
Απϐ την ύδια φϊςη, προϋρχεται και το ςυνεχϐμενο προσ το νϐτο ςκϋλοσ του τεύχουσ, το οπούο ςτην
αρχό ακολουθεύ ευθϑγραμμη πορεύα ςε μόκοσ 16,70 μ. και μετϊ κϊμπτεται προσ τα νοτιοδυτικϊ, ϐπου
και αποκαλϑφθηκε ςε μόκοσ 5,20 μ. Σο ςωζϐμενο ϑψοσ διαφϋρει κατϊ τμόματα ενώ ςτα νϐτια, ϋχει
καταςτραφεύ ςυθϋμελα.
ε απϐςταςη 5,70 μ. προσ τα νϐτια τησ πϑλησ διαμορφώνεται ανακουφιςτικϐ τϐξο. Κϊτω απϐ το
τϐξο και ςτη βϊςη του τεύχουσ δημιουργεύται μια ςτενό δύοδοσ που χρηςύμευε για τη διϋλευςη ενϐσ
αποχετευτικοϑ αγωγοϑ.340
Η φϊςη αυτό, που εύναι και η κυριϐτερη δεν μπορεύ να χρονολογηθεύ πριν απϐ τον 10ο αιώνα, βϊςει
του κεραμοπλαςτικοϑ διακϐςμου. Αυτϐ ςυνϊδει και με τισ νομιςματικϋσ ενδεύξεισ και με τη μαρτυρύα
των γραπτών πηγών, αφοϑ η ϑπαρξη του κϊςτρου μνημονεϑεται απϐ το 1047.
Κατϊ την τρύτη φϊςη, η πϑλη διευρϑνεται προσ τα δυτικϊ. Επιδιορθώνεται το κατεςτραμμϋνο ϊκρο
του νϐτιου τούχου και ςυμπληρώνεται με λεπτϋσ πλύνθουσ, κεραμύδια και αργοϑσ λύθουσ και
106
επεκτεύνεται προσ τα ϋξω, ςε μόκοσ 3,50 μ. το βϐρειο ςκϋλοσ τησ πϑλησ, απϐ την εξωτερικό παρειϊ,
προςτύθεται μια ογκώδησ τριγωνικό καταςκευό απϐ αργοϑσ λύθουσ και αςβεςτοκονύαμα, με
κατεϑθυνςη προσ τα βορειοδυτικϊ. Απϐ την πϑλη ςώθηκαν οι πλϊκεσ του κατωφλιοϑ, ςτισ οπούεσ
διακρύνονται οι ϐλμοι για την περιςτροφό των δϑο φϑλλων του θυρώματοσ καθώσ και δϑο ϋντονεσ
παρϊλληλεσ αυλακώςεισ, απϐ τουσ τροχοϑσ των αμαξιών με μεταξϑ τουσ απϐςταςη 1,25 μ. Ο ϊξονασ ςε
αυτό τη φϊςη, μετατοπύςτηκε ελαφρώσ προσ τα βορειοδυτικϊ για να γύνεται πιο εϑκολη η πρϐςβαςη
λϐγω τησ διαμϐρφωςησ του εδϊφουσ και τησ κλύςησ τησ πλαγιϊσ.
το κατώφλι τησ πϑλησ και ςτο δϊπεδο προσ τα ανατολικϊ αποκαλϑφθηκε ϋνα εκτεταμϋνο
ςτρώμα πυρϊσ που αποκαλϑπτει τον τρϐπο καταςτροφόσ τησ πϑλησ. Διϊςπαρτα κϊρβουνα βρϋθηκαν
και ςτο εςωτερικϐ παλαιϐτερησ ειςϐδου, που ύςωσ δηλώνουν κϊποια ξϑλινη οροφό ςε αυτό τη θϋςη.341
Εκτϐσ απϐ τισ κϑριεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ, υπϊρχουν και ςυμπληρώςεισ ςτο τεύχοσ, ςε μικρό ϋκταςη
ςτο βϐρειο και, πολϑ περιςςϐτερο, ςτο νϐτιο ςκϋλοσ του. ε μερικϊ ςημεύα, η νϋα τοιχοποιύα εξϋχει απϐ
τη νοητό ευθυγρϊμμιςη του αρχικοϑ τεύχουσ, γεγονϐσ που δηλώνει πρϐχειρη και εςπευςμϋνη
καταςκευό. το εςωτερικϐ μϋτωπο οι νϋεσ καταςκευϋσ ςυνύςτανται αποκλειςτικϊ ςε αργοϑσ λύθουσ
που ςυνδϋονται με πηλϐ, ενώ εξωτερικϊ βλϋπουμε ϋνα ελεϑθερο πλινθοπερύκλειςτο ςϑςτημα απϐ
αργοϑσ λύθουσ, οριζϐντιεσ πλύνθουσ και επϊλληλα πλινθύδια ανϊμεςα ςτουσ κατακϐρυφουσ αρμοϑσ, με
ςυνδετικϐ υλικϐ το χώμα. Κατϊ ςημεύα υπϊρχουν και αρμολογόματα απϐ αςβεςτοκονύαμα.342
Εκτϐσ απϐ τη δυτικό, κϑρια πϑλη, υπόρχε και δεϑτερη ςτο μϋςον περύπου τησ βϐρειασ
οχυρωματικόσ γραμμόσ, γεγονϐσ για το οπούο ςυνηγορεύ ϋνα μαρμϊρινο υπϋρθυρο που βρϋθηκε
ανϊμεςα ςτα κατακρημνύςματα του τεύχουσ και η γωνύα μιασ πυργοειδοϑσ καταςκευόσ.
Εκ πρώτησ ϐψεωσ, προκαλεύ εντϑπωςη το γεγονϐσ ϐτι η δυτικό πϑλη του κϊςτρου δεν
πλαιςιώνεται απϐ πϑργουσ για την προςταςύα τησ. Πρϋπει ϐμωσ να ληφθεύ υπϐψη ϐτι βριςκϐταν ςε
πολϑ χαμηλϐτερη ςτϊθμη απϐ τα εκατϋρωθεν ςκϋλη του τεύχουσ, οπϐτε όταν εϑκολοσ απϐ τισ επϊλξεισ
ο ϋλεγχοσ των ειςερχομϋνων. Εξϊλλου, το γεγονϐσ ϐτι το βϐρειο ςκϋλοσ του τεύχουσ πρϋπει να
βριςκϐταν κατϊ μόκοσ του δρϐμου που οδηγοϑςε προσ το κϊςτρο, ϋδινε το πλεονϋκτημα ςτουσ
αμυνϐμενουσ να βϊλλουν κατϊ των επιδρομϋων, πριν ακϐμα αυτού πληςιϊςουν την πϑλη. Δεν
αποκλεύεται να υπόρχαν πϑργοι και ςε κϊποια λογικό απϐςταςη εκατϋρωθεν τησ πϑλησ, δεδομϋνου ϐτι
η διαμϐρφωςη του εδϊφουσ δικαιολογεύ ϋναν πϑργο προσ τη θϊλαςςα, ςτα νοτιοδυτικϊ και ϋνα
δεϑτερο αντύςτοιχα προσ την ενδοχώρα, ςτα βορειοδυτικϊ, ςτα ςημεύα δηλαδό που ςυμβϊλλουν η
βϐρεια και νϐτια πλευρϊ του τεύχουσ με τη δυτικό.
Η ιςχυρό και επιμελημϋνη τοιχοδομύα των τειχών δεύχνει τη ςημαςύα του κϊςτρου και
υπαινύςςεται την εμπλοκό του κρϊτουσ ό μελών τησ ελύτ για την καταςκευό του. Οι ςυμπληρώςεισ και
οι προςθόκεσ εύναι δϑςκολο να προςδιοριςτοϑν χρονικϊ με βϊςη μϐνο την τοιχοδομύα. Οι ψηλϋσ
107
επιχώςεισ, η διαταραχό τησ ςτρωματογραφύασ λϐγο τησ διϊνοιξησ των χαρακωμϊτων και η λιθολϐγηςη
δυςχεραύνουν τον ακριβό διαχωριςμϐ και τη χρονολϐγηςη των επιμϋρουσ φϊςεων. Ενδεικτικϊ
αναφϋρουμε ϐτι, ςτο ύδιο ςτρώμα ςυνυπϊρχουν ϐςτρακα υςτερορωμαώκόσ και πρωτοβυζαντινόσ
περιϐδου, αρκετϊ μεςοβυζαντινϊ αλλϊ και μεταγενϋςτερα του 10ου και 11ου αιώνα, εφυαλωμϋνα με
παχιϊ χϊραξη, εμπλουτιςμϋνα με καφϋ και πρϊςινο χρώμα (inscised sgraffito) του τϋλουσ του 12ου και
των αρχών του 13ου αιώνα.
Απϐ τα νομύςματα που βρϋθηκαν, τα παλαιϐτερα εύναι ϋνα ελληνιςτικϐ, ϋνα δεκαεξανοϑμιο του
Ιουςτινιανοϑ, ανώνυμμοι φϐλλεισ 10ου και 11ου αιώνα, ενώ απϐ τα υπϐλοιπα μερικϊ ανόκουν ςτον 12ο
αιώνα. Ϊνασ ςημαντικϐσ αριθμϐσ εύναι λατινικϋσ και «βουλγαρικϋσ» απομιμόςεισ του 13ου αιώνα. Σα
τελευταύα μϊλιςτα βρϋθηκαν μϋςα ςτο ςτρώμα καταςτροφόσ του δυτικοϑ τεύχουσ και ςτο εςωτερικϐ
τησ πϑλησ ςε ϋνα ςτρώμα πυρϊσ.343
Η Βεριϊ βρύςκεται ςτην δυτικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ ςτην περιοχό, που όδη απϐ τον 10ο αιώνα
όταν γνωςτό με το ϐνομα Καλαμαρύα. Μϋχρι ςτιγμόσ δεν ϋχουν εντοπιςτεύ υπολεύμματα λιμενικών
εγκαταςτϊςεων αλλϊ δεδομϋνησ τησ θϋςησ και τησ ςημαςύασ που απϋκτηςε ςτο τϋλοσ του 10 ου αιώνα η
πϐλη, θεωρεύται απύθανο να μην διϋθετε κϊποιο λιμϊνι.
ε απογραφό των κτόςεων τησ μονόσ Ιβόρων αναφϋρεται το 1047 το τοπωνϑμιο «Λιμνόν», ωσ
χωρύον και αργϐτερα ωσ ςκϊλα. Εύναι πιθανϐ να λειτουργοϑςε ωσ επύνειο του Κϊςτρου των Βρυών.344
Μϋχρι ςτιγμόσ δεν ϋχει ταυτιςτεύ με κατϊλοιπα η θϋςη του, η αναφορϊ του ϐμωσ και μϊλιςτα την ύδια
χρονιϊ που εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ η Βρϑα ωσ Κϊςτρο, δεν μπορεύ παρϊ να μαρτυρϊ την ϑπαρξη
λιμενικόσ εγκατϊςταςησ ςε απϐςταςη ϐχι μακρινό απϐ την πϐλη.
Ο Θεοχαρύδησ, ςε μια προςπϊθεια ετυμολϐγηςησ του τοπωνυμύου Καλαμαρύα υποςτηρύζει ϐτι το
πρώτο ςυνθετικϐ προϋρχεται απϐ το ουςιαςτικϐ «ςκϊλα». Η λϋξη «ςκϊλα» με τη ςημαςύα τησ
αποβϊθρασ και του λιμϋνα βρύςκεται ςε χρόςη όδη απϐ τον 7ο αιώνα. κϊλεσ αναφϋρονται πολλϋσ και
ςτη Φαλκιδικό. Η ςκϊλα ςτην περιοχό που μασ ενδιαφϋρει, φαύνεται να απϋκτηςε κϊποια ςτιγμό
ςημαςύα για την περιοχό δύνοντασ, κατϊ πϊςα πιθανϐτητα, το πρώτο ςυνθετικϐ ςτο τοπωνϑμιο
«κϊλα-μερύασ», το οπούο αργϐτερα παρεφθϊρη ςε «Καλαμαρύα».
Ϊτςι, λοιπϐν, η κϊλα-μερύασ εύναι η αποβϊθρα τησ τοϑρμασ, η οπούα εύχε αποςτολό να φρουρεύ
την δυτικό παραλύα τησ Φαλκιδικόσ και του μετϋπειτα κατεπανικύου Καλαμερύασ. 345
Ο ιςχυριςμϐσ δεν μπορεύ να αποδειχτεύ αλλϊ εύναι ευλογοφανόσ. Αν πρϊγματι ιςχϑει, η θϋςη τησ
κϊλασ πρϋπει να αναζητηθεύ ςτα παρϊλια του μετϋπειτα κατεπανικύου Καλαμαρύασ. Αποκλειϐμενησ
108
τησ χερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ, που αποτελοϑςε ξεχωριςτϐ κατεπανύκιο και γνωρύζοντασ ϐτι οϑτε η
Καςςϊνδρεια ςτον ιςθμϐ τησ χερςονόςου οϑτε η Θεςςαλονύκη μποροϑν να εύναι η ζητοϑμενη θϋςη,
καθώσ βρύςκονται ςε θϋςη βαθειϊ για μια ταχεύα και προληπτικό εξϐρμηςη τησ μούρασ του ςτϐλου που
φρουροϑςε τον κϐλπο τησ Θεςςαλονύκησ, δεν απομϋνει παρϊ η παραλύα τησ Φαλκιδικόσ απϐ το
ακρωτόριο Αιναύο μϋχρι τον ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρασ.
Σο τμόμα αυτϐ ϐμωσ δεν παρουςιϊζει ςόμερα κανϋναν ϐρμο που θα μποροϑςε να χρηςιμεϑςει ωσ
λιμϊνι, ϋςτω και μικροϑ ςτϐλου. Σα πρϊγματα δεν όταν πϊντα ϋτςι. Τπϊρχει εκεύ μια θϋςη, με το ϐνομα
κϊλα και εύναι η ςκϊλα του ςημερινοϑ χωριοϑ Νϋα Καλλικρϊτεια. τη θϋςη αυτό βριςκϐταν η αρχαύα
πϐλη Αντιγϐνεια. Ο Σύτοσ Λύβιοσ αναφϋρει ϐτι εύχε λιμϊνι ικανϐ να περιλϊβει τον ρωμαώκϐ ςτϐλο, ο
οπούοσ πραγματοπούηςε απϐβαςη εκεύ προσ λεηλαςύα των περιχώρων. Σο λιμϊνι ϐμωσ αυτϐ δεν
ςώζεται ςόμερα.
Ο Πελεκύδησ τοποθετεύ την αρχαύα Βρϋα ςτη θϋςη τησ ςημερινόσ Βεριϊσ: «…την τοποθεςύα επϊνω
ςτη θϊλαςςα τησ Φαλκιδικόσ λύγο πριν απϐ το δϋκατο τϋταρτο χιλιϐμετρο βορειοδυτικϊ τησ Ποτεύδαιασ
την πολϑ καλϊ προφυλαγμϋνη κι απϐ τον βοριϊ και απϐ τουσ δυτικοϑσ ανϋμουσ και γι’ αυτϐ ακριβώσ
αγκυροβολιϐ», ενώ ο Kiepert τοποθετεύ ςτην ύδια θϋςη την αρχαύα Αντιγϐνεια. Ο Πελεκύδησ ερμηνεϑει
την ςϑγχυςη των ονομϊτων Ποτύδαιασ και Βερούασ με βϊςη το γεγονϐσ, ϐτι η Ποτύδαια, δεν εύχε
αςφαλό λιμϋνα ςτην δυτικό ακτό τησ και μεταχειριζϐταν για την ςυγκοινωνύα τησ με τα παρϊλια του
Θερμαώκοϑ την Βϋροια ωσ επύνειο.
Σο τμόμα τησ δυτικόσ παραλύασ τησ Φαλκιδικόσ απϐ τη Νϋα Καλλικρϊτεια μϋχρι τον νοτιϐτερο
ςυνοικιςμϐ Καρβουνϐ και μϋχρι την Ποτύδαια παρουςιϊζει ςόμερα ιςχυρό διϊβρωςη, ενώ οι ντϐπιοι
αλιεύσ βεβαιώνουν ϐτι διακρύνουν ςε κϊποια απϐςταςη απϐ τη ςημερινό ακτό τησ Βεριϊσ τα λεύψανα
λιμενικών εγκαταςτϊςεων. Μϋχρι ςτιγμόσ αρχαιολογικϊ ϋχει εντοπιςτεύ λιμενοβραχύονασ
πρωτοβυζαντινών χρϐνων ςτην περιοχό τησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ ενώ για την περιοχό τησ Βρϑασ, ο
Παπϊγγελοσ τεκμαύρει την ϑπαρξη ςκϊλασ.346
Κατϊ τον 10ο αιώνα, πρϋπει να ςωζϐταν αυτϐ το λιμϊνι. Ο Θεϐδωροσ τουδύτησ, ςτην πορεύα προσ
την εξορύα του ςτη Θεςςαλονύκη, ϋρχεται δια θαλϊςςησ απϐ την Λόμνο και προςορμύζεται αρχικϊ ςτο
Καναςτραύο Ακρωτόριο, ϋπειτα ςτον ιςθμϐ και τϋλοσ «εισ το ϋμβολον», ςτην παραλύα δηλαδό του
Μεγϊλου Καρα-Μπουρνοϑ ϋξω απϐ τον κϐλπο τησ Θεςςαλονύκησ. Απϐ εκεύ ειςϋρχεται «επιβϊσ ζώου»
ςτη Θεςςαλονύκη απϐ κϊποια απϐ τισ ανατολικϋσ τησ πϑλεσ. Η χρηςιμοπούηςη ζώου ςημαύνει ϐτι
αποβιβϊςτηκε αρκετϊ μακριϊ απϐ τη Θεςςαλονύκη. Ωρα, προςορμύςτηκε ςε λιμϊνι τησ δυτικόσ ακτόσ
τησ Φαλκιδικόσ, που βριςκϐταν κοντϊ ςτο Μεγϊλο Καρα-Μπουρνοϑ, αποδεικνϑοντασ την ϑπαρξη
λιμανιοϑ ςτην δυτικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ.347
346 Παπϊγγελοσ, Ι. Α., « Λιμϊνια και ςκϊλεσ ςτην Φαλκιδικό κατϊ τουσ Μϋςουσ χρϐνουσ », Medieval Ports in North Aegean and the Black Sea. Links
to the Maritime Routes of the East. International Symposium, Thessaloniki 4-6/12/2013, Thessaloniki (2013), 291-315, 292
347 Θεοχαρύδησ 1977, 280-289
109
4.2.3. Πολεοδομικϊ Κατϊλοιπα
110
καταδρομό, που κατϋςτρεψε την Καςςϊνδρεια. τον οικιςμϐ τησ Βρϋασ, οι εγκαταςτϊςεισ του δυτικοϑ
τομϋα τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου καταςτρϊφηκαν απϐ μεγϊλη πυρκαγιϊ ςτα μϋςα του 6ου αιώνα.
Βυζαντινό περύοδοσ
Σα βυζαντινϊ κτύςματα, εκτϐσ του κϊςτρου, εντοπύζονται κυρύωσ ςτισ παρυφϋσ τησ τοϑμπασ ό
τουλϊχιςτον πληςύον τησ και ακολουθοϑν τον ϊξονα Α-Δ, ςε αντύθεςη με τον προςανατολιςμϐ Β-Ν που
χρηςιμοποιοϑνταν κατϊ την αρχαιϐτητα. Ο οικιςμϐσ ςυρρικνώνεται και η κατούκηςη περιορύζεται
κυρύωσ ςτισ δυτικϋσ υπώρειεσ τησ τοϑμπασ, με πυκνό δϐμηςη ςε αλλεπϊλληλεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ. Σα
βυζαντινϊ κτύςματα κατϋςτρεψαν τα παλαιϐτερα, απϐ τα οπούα ςώθηκαν ελϊχιςτα ύχνη θεμελύωςησ.
Εδώ παρατηρεύται μια ϋντονη δραςτηριϐτητα απϐ τον 10ο ωσ το τϋλοσ του 12ου αιώνα, ϐπωσ δεύχνει η
αφθονύα τησ κεραμικόσ και τα νομύςματα. Οι τούχοι ϐλων των βυζαντινών φϊςεων ϋχουν μικρϐ πϊχοσ
(0.70 μ.) και εύναι κτιςμϋνοι με πηλϐ και αργοϑσ λύθουσ, με λύγα θραϑςματα πλύνθων ενδιϊμεςα. Σα
κτύςματα απϋχουν ελϊχιςτα μεταξϑ τουσ και αποτελοϑνται απϐ μικρϊ ςυνεχϐμενα δωμϊτια που
προορύζονταν για κατοικύεσ και βοηθητικοϑσ χώρουσ.
τα τϋλη του 12ου και ςτισ αρχϋσ του 13ου αιώνα, ϐπωσ δεύχνει η εφυαλωμϋνη κεραμικό ςτο
ςτρώμα καταςτροφόσ των κτιςμϊτων, ο κατοικημϋνοσ χώροσ ςτα δυτικϊ του κϊςτρου πρϋπει να
εγκαταλεύφθηκε, αφοϑ μϋςα ςτα ερειπωμϋνα κτύςματϊ του ϋγιναν εκτεταμϋνεσ ταφϋσ και μϊλιςτα ςε
αλλεπϊλληλα ςτρώματα. τη ςυνϋχεια η ζωό πρϋπει να περιορύςτηκε μϋςα ςτο κϊςτρο, ςτην
οχυρωμϋνη τοϑμπα.352Η κατούκηςη ςτο κϊςτρο ςυνεχύςτηκε για μιςϐ αιώνα περύπου. Κεραμικό του
13ου αιώνα εντοπύςτηκε κοντϊ ςτη δυτικό πϑλη. Βουλγαρικϋσ και λατινικϋσ απομιμόςεισ των ετών
1202-1261 εντϐσ του κϊςτρου εύναι τα τελευταύα νομύςματα τησ Βρϑασ πριν την εγκατϊλειψη του
οικιςμοϑ μετϊ τα μϋςα του 13ου αιώνα. 353
111
μεγαλϑτερα θραϑςματα μαρμϊρινων πλακών. τον δυτικϐ τούχο δημιουργοϑνται δϑο απορροϋσ
υδϊτων ςτη ςτϊθμη του ψηφιδωτοϑ δαπϋδου.
Ο βϐρειοσ χώροσ του κτιρύου ϋχει διαςτϊςεισ 2.30*3 μ. με τούχουσ απϐ αργολιθοδομό μεγαλϑτερου
πϊχουσ. Ο ανατολικϐσ και ο δυτικϐσ τούχοσ ενώνονται ςτη βϐρεια πλευρϊ με μια ςειρϊ τριών
πλινθϐκτιςτων τοξοτών ανοιγμϊτων. Σα δϑο τελευταύα ςφραγύςτηκαν ςε μεταγενϋςτερη φϊςη. Σο
δϊπεδο του χώρου εκατϋρωθεν τησ τοξοςτοιχύασ όταν ςτρωμϋνο με λεπτϐ ρϐδινο κονύαμα, ϋχοντασ ωσ
υποδομό ςπαςμϋνεσ και καμϋνεσ πλύνθουσ, κομμϊτια μαρμϊρου και θραϑςματα πόλινων αεραγωγών.
τα κατακρημνύςματα του χώρου βρϋθηκαν πόλινοι αεραγωγού κυκλικόσ και ορθογώνιασ διατομόσ.
Κϊποια ςτιγμό ο χώροσ των υποκαϑςτων ϊλλαξε χρόςη και τα παλιϊ υλικϊ απϐ την καθαύρεςη
των υποςτυλωμϊτων μπαζώθηκαν ςτο δϊπεδο, που επιςτρώθηκε με κονύαμα. Σϐτε πρϋπει να
φρϊχτηκαν και τα ϊλλα δϑο ανούγματα τησ τοξοςτοιχύασ, που αποςκοποϑςε μϊλλον ςτη ςτόριξη του
νϋου δαπϋδου.
Ο νϐτιοσ χώροσ με το ψηφιδωτϐ δϊπεδο όταν μϊλλον υπαύθριοσ ό ημιυπαύθριοσ. Μεταγενϋςτερα,
καταςκευϊςτηκε τοιχύο ςτη βϐρεια πλευρϊ που πϊτηςε πϊνω ςτο ψηφιδωτϐ. τον χώρο εντοπύςτηκε
παιδικό ταφό, που πρϋπει να ϋγινε μετϊ την εγκατϊλειψό του.
Σα κτύςματα αυτόσ τησ φϊςησ αποτελοϑν τμόμα ενϐσ λουτροϑ αλλϊ δεν εύναι δυνατό η ταϑτιςη
των χώρων λϐγω των μεταςκευών. Με βϊςη τα νομύςματα και την κεραμικό, το αρχικϐ ςυγκρϐτημα
του λουτροϑ πρϋπει να θεμελιώθηκε γϑρω ςτον 2ο αι. μ.Φ. Η χρόςη των χώρων -ϐχι πϊντα ωσ λουτρϐ-
διόρκεςε μϋχρι τον 4ο ό 5ο αιώνα, ςϑμφωνα με τα νομύςματα που βρϋθηκαν κϊτω απϐ το ςτρώμα
καταςτροφόσ αλλϊ και απϐ τα θϋματα και την τεχνικό του ψηφιδωτοϑ.
Πϊνω ςτα υπολεύμματα του λουτροϑ, ςχεδϐν αμϋςωσ μετϊ την εγκατϊλειψό του, ϐπωσ δεύχνει η
απουςύα ςτρώματοσ καταςτροφόσ και η κεραμικό που δεν αλλϊζει, κτύζεται ϋνα τερϊςτιο οικοδϐμημα,
που καταλαμβϊνει το οικϐπεδο Παςαλό, το ϐμορϐ του προσ τα δυτικϊ ενώ επεκτεύνεται και προσ τα
βϐρεια και ανατολικϊ. Δεν γνωρύζουμε τισ ςυνθόκεσ κατϊργηςησ του λουτροϑ και ύδρυςησ του κτιρύου.
Πρϐκειται για μεγϊλο διώροφο οικοδϐμημα, με ιςχυρό τοιχοποιύα και επιμελημϋνη καταςκευό. Ο νϐτιοσ
τούχοσ, που βλϋπει ςτη θϊλαςςα, παρουςιϊζεται αδιϊρθρωτοσ, χωρύσ ανούγματα και ϋχει πϊχοσ 1,10 μ.
Δεν βρϋθηκαν κινητϊ ευρόματα ό ϊλλα ςτοιχεύα που να διαςαφηνύζουν τον χαρακτόρα του κτιρύου. Σο
μϋγεθοσ και η επιμϋλεια τησ καταςκευόσ οδηγοϑν ςτην υπϐθεςη ϐτι πρϐκειται για δημϐςιο οικοδϐμημα
ό για εμπορικό ςτοϊ. Σο κτύριο καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ αλλϊ γρόγορα επαναχρηςιμοποιόθηκε.354
Η τελευταύα αυτό οικοδομικό φϊςη διόρκηςε ωσ τισ αρχϋσ του 10ου αιώνα, οπϐτε το κτύριο
καταςτρϊφηκε και εγκαταλεύφθηκε ϐπωσ δεύχνει ϋνασ θηςαυρϐσ απϐ 26 φϐλλεισ Λϋοντα τ’, κοπόσ
886-912, που βρϋθηκαν ςχεδϐν επιφανειακϊ ςτο ςτρώμα καταςτροφόσ.355
354 Ακριβοποϑλου 1999, 71 ̇ Παζαρϊσ–Σςανανϊ 1992, 511-516 ̇ Νικονϊνοσ, Ν., «Εφορεύα Βυζαντινών Αρχαιοτότων Πολυγϑρου. Αναςκαφικϋσ
εργαςύεσ. Σορώνη. Ν. ϑλλατα», ΑΔ 33 (1978), Φρονικϊ, 253-256
355 Παζαρϊσ–Σςανανϊ 1991, 289-301
112
Δοκιμαςτικϋσ τομϋσ ςτο αγροτεμϊχιο 943, αρκετϊ μϋτρα βορεύωσ των οικοπϋδων που αναφϋραμε,
αποκϊλυψαν τμόμα ενϐσ μνημειακοϑ οικοδομόματοσ. (εικ. 17) Πρϐκειται για ορθογώνιο κτύριο με
προςανατολιςμϐ Β-Ν και εξωτερικϋσ διαςτϊςεισ 51.5 Φ 25.5 μ. το εςωτερικϐ του υπϊρχουν τρεισ
ςειρϋσ πεςςών, πλευρϊσ 1.5 μ., κτιςμϋνων με αργοϑσ λύθουσ και αςβεςτοκονύαμα, με παρεμβολό ζώνησ
τριπλόσ ςειρϊσ πλύνθων. Δεν εντοπύςτηκαν ανούγματα.
Εντϐσ και εκτϐσ του κτιρύου, αποκαλϑφθηκαν κιβωτιϐςχημοι, καλυβύτεσ τϊφοι και ελεϑθερεσ
ταφϋσ, που χρονολογοϑνται ςτον 4ο αι. μ.Φ. το παρελθϐν εύχαν εντοπιςτεύ ςτην περιοχό παρϐμοιοι
τϊφοι. ε ϋναν απϐ αυτοϑσ βρϋθηκε νϐμιςμα Μαξιμιανοϑ των αρχών του 4ου αιώνα. Η παντελόσ
απουςύα οικοδομικοϑ υλικοϑ, που θα εύχε προϋλθει απϐ την κατϊρρευςη του κτιρύου καθώσ και
κινητών ευρημϊτων οδόγηςε τουσ αναςκαφεύσ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι το κτύριο δεν ολοκληρώθηκε ποτϋ
και εγκαταλεύφθηκε για ϊγνωςτουσ λϐγουσ ςε πρώιμη εποχό εφϐςον όδη απϐ τον 4 ο αι. η περιοχό
χρηςιμοποιεύται ωσ νεκροταφεύο.356
το γειτονικϐ οικ. 38 (Ι. Ποζύδη) και ςυγκεκριμϋνα ςτο πρανϋσ του δυτικοϑ τομϋα προσ τη
θϊλαςςα, αναςκϊφηκε διϊδρομοσ με διεϑθυνςη Β–Ν, ςτρωμϋνοσ με μαρμϊρινεσ πλϊκεσ ςε δεϑτερη
χρόςη, ο οπούοσ ςτην ανατολικό του πλευρϊ οριζϐταν με ϋνα πλατϑ «πεζοδρϐμιο» ςε ψηλϐτερη ςτϊθμη,
ςτρωμϋνο επύςησ με μαρμϊρινεσ πλϊκεσ. Σο ϊκρο του διαδρϐμου προσ την πλευρϊ τησ θϊλαςςασ ϋχει
καταςτραφεύ, ενώ το προσ βορρϊ τμόμα οδηγεύ ςτην εύςοδο ενϐσ δωματύου, μικρϐ τμόμα του οπούου
ερευνόθηκε γιατύ καλϑπτεται απϐ την επύχωςη του δρϐμου. Σο δϊπεδο του δωματύου εύναι ςτρωμϋνο
με μαρμϊρινεσ πλϊκεσ που ϋχουν υποχωρόςει, πιθανϐν γιατύ κϊτω απϐ το δϊπεδο ο χώροσ όταν κενϐσ.
Δεν ϋχει αποςαφηνιςτεύ ο προοριςμϐσ τησ καταςκευόσ αυτόσ. Ϊχει διατυπωθεύ με μεγϊλεσ πιθανϐτητεσ
ϐτι ο διϊδρομοσ οδηγοϑςε με τη μεςολϊβηςη κϊποιων δωματύων ςτο παρακεύμενο λουτρϐ.357
τα οικϐπεδα 2 και 15 εντοπύςτηκαν δεξαμενϋσ και φρεϊτια τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ, που όταν ςε
χρόςη μϋχρι τον 10ο αιώνα.358 (εικ. 18)
τον ανατολικϐ τομϋα του κεντρικοϑ αρχαιολογικοϑ χώρου (τοϑμπα) εντοπύςτηκε τούχοσ κτιρύου,
επιμελημϋνησ καταςκευόσ, με κατεϑθυνςη Α–Δ. Σο δϊπεδο του κτιρύου όταν διακοςμημϋνο με
μαρμαροθϋτημα, απϐ οκταγωνικϊ μαρμϊρινα πλακύδια. παρϊγματα τοιχογραφιών δεύχνουν ϐτι το
κτύριο όταν τοιχογραφημϋνο. Μεταξϑ των κινητών ευρημϊτων όταν ϋνα ιωνικϐ κιονϐκρανο με
ανϊγλυφο ςταυρϐ και μια ιωνικό βϊςη κύονα. Η διακϐςμηςη και τα ευρόματα υποδεικνϑουν ϐτι
πρϐκειται για ναϐ, πιθανϐτατα βαςιλικό. Με βϊςη τα αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ το μνημεύο τοποθετεύται
απϐ τον αναςκαφϋα ςτον 6ο αιώνα μ.Φ.,359 αν και ο δεϑτεροσ αναςκαφϋασ, Ι. Παπϊγγελοσ, θεωρεύ ϐτι
113
εύναι κτύςμα του 9ου αιώνα και μϊλιςτα ϐτι πρϐκειται για τον επιςκοπικϐ ναϐ τησ πϐλησ. Κατϊ την
ϊποψη του, η χρονολϐγηςη ςυνϊδει με τισ πληροφορύεσ των πηγών, ϐπου η Βρϑα εμφανύζεται ωσ
«Κϊςτρον» το 1047, ενώ το 1078 εμφανύζεται ωσ προςθόκη ςτον τύτλο του Επιςκϐπου Καςςανδρεύασ,
γεγονϐσ που θεωρόθηκε ϐτι εύναι ϋνδειξη ακμόσ τησ πϐλησ, ςε βαθμϐ που να υποςκελύςει τη γειτονικό
Καςςϊνδρεια. Για το οικοδϐμημα αυτϐ δεν δημοςιεϑονται ςτοιχεύα (κϊτοψη, φωτογραφύεσ
αρχιτεκτονικών μελών, διακϐςμηςησ κ.ο.κ.), κατϊ ςυνϋπεια, δεν μποροϑμε να αποδεχτοϑμε ό να
απορρύψουμε καμύα απϐ τισ δϑο θϋςεισ.
Σα παλαιϐτερα κτύςματα, που όρθαν ςτο φωσ ςτον δυτικϐ τομϋα, προϋρχονται απϐ το οικϐπεδο
αρ. 12 (Εμμ. Κωνςταντιλϊκη) ςτα ΒΑ του τομϋα. Πρϐκειται για ελϊχιςτα λεύψανα τοιχύων απϐ αργοϑσ
λύθουσ, που ςώζονται ςτο ϑψοσ τησ υποθεμελύωςησ και ςυγκροτοϑν μικροϑσ ςυνεχϐμενουσ χώρουσ. Η
εκτεταμϋνη καταςτροφό τουσ και η ϋλλειψη ςυμπληρωματικών ςτοιχεύων δεν επιτρϋπουν τον
προςδιοριςμϐ τησ χρόςησ των χώρων αυτών. ποραδικϊ ύχνη απροςδιϐριςτων κτιςμϊτων, που
ανϊγονται ςτα πρώιμα ρωμαώκϊ χρϐνια ϋχουν αποκαλυφθεύ τϐςο ςτο ύδιο οικϐπεδο, ϐςο και νοτιϐτερα
ςτο οικϐπεδο αρ. 25 (Εμμ. Παςαλό).360
το οικϐπεδο αρ. 7, (Φ. Υωτιϊδη), εντοπύςτηκαν υπολεύμματα κτιρύου που ανϊγονται ςτην ϑςτερη
αρχαιϐτητα. Σο κτύριο εύναι καταςκευαςμϋνο απϐ επιμελημϋνη αργολιθοδομό ενώ τα θυραύα ανούγματα
απϐ αμιγό πλινθοδομό. Διατηρεύται ςε καλϐ ϑψοσ, ςε κϊποια ςημεύα μϋχρι 2 μ. Διαπιςτώθηκαν
αλλεπϊλληλεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ. Πϊνω του θεμελιώθηκε ςε ϊγνωςτη χρονικό ςτιγμό νεϐτερο κτύριο
το οπούο δεν διατηρεύται ςε καλό κατϊςταςη.
το νοτιοδυτικϐ ϐριο τησ αρχαύασ πϐλησ μεταξϑ τησ θϊλαςςασ και τησ κούτησ του παλαιοϑ
χειμϊρρου αποκαλϑφθηκε ελϊχιςτα εκατοςτϊ κϊτω απϐ το ϋδαφοσ ϋνα εντυπωςιακϐ περύκεντρο
οικοδϐμημα με κϐγχεσ και εςωτερικϐ δακτϑλιο. (εικ. 19-22) Ϊχει εξωτερικό διϊμετρο 18.40 μ. και εύναι
προςανατολιςμϋνο ςτον ϊξονα Β-Ν ςϑμφωνα με τον κϊναβο τησ αρχαύασ πϐλησ. Ϊχει κεντρικό εύςοδο
απϐ τα βϐρεια μϋςω ενϐσ διαδρϐμου που οδηγεύ ςε μικρϐτερο κυκλικϐ, ομϐκεντρο χώρο. Εκεύ δϑο
δύοδοι ανατολικϊ και δυτικϊ οδηγοϑν ςε περιμετρικϐ κυκλικϐ διϊδρομο πλϊτουσ 4.20 μ. με διαδοχικοϑσ
χώρουσ που επικοινωνοϑν μεταξϑ τουσ. Σο κτύριο απολόγει νϐτια ςε τρεισ εξϋχουςεσ ημικυκλικϋσ
κϐγχεσ. Σο νοτιοδυτικϐ τμόμα του ϋχει καταςτραφεύ απϐ ςϑγχρονεσ επεμβϊςεισ και δεν εύναι δυνατό η
αποκατϊςταςη τησ μορφόσ του. Σο βορειοανατολικϐ τμόμα του, ϐπου υπϊρχει και δεϑτερη εύςοδοσ,
ςώζεται ςε ϑψοσ 1 μ. Οι τούχοι πϊχουσ 0.90 και 0.65 μ. ςτισ κϐγχεσ, εύναι κτιςμϋνοι απϐ ακανϐνιςτουσ
λύθουσ με ιςχυρϐ αςβεςτοκονύαμα και φϋρουν ύχνη ορθομαρμϊρωςησ. Ϊχει θυραύα ανούγματα με ςειρϋσ
πλύνθων και ιςοπαχϋσ προσ αυτϋσ κονύαμα. τα αρχικϊ του δϊπεδα ανόκουν τα υποςτρώματα των
νϐτιων χώρων απϐ μικροϑσ λύθουσ και θραϑςματα κεραμύδων.
114
Απϐ αυτό την αρχικό οικοδομικό φϊςη του κτιρύου δεν βρϋθηκε κανϋνα ςτοιχεύο μϋχρι τώρα
ςχετικϊ με την εγκατϊλειψό του. Σην ύδια εικϐνα ϋχουμε απϐ ϐλα τα κτύςματα αυτόσ τησ περιϐδου ςτη
Βεριϊ.
Σο κτύςμα υπϋςτη μετατροπϋσ κατϊ τον 5ο αιώνα: η ανατολικό δευτερεϑουςα εύςοδοσ
διευρϑνθηκε, ενώ ϋκλειςαν τα ανούγματα του εςωτερικοϑ κϑκλου. Παρϊλληλα, ςτον ανατολικϐ του
τομϋα, που απομονώθηκε, καταςκευϊςτηκε διπλϐσ ληνϐσ με δϑο κτιςτοϑσ πύθουσ ωσ υπολόνια και
απϋναντύ του ϋνασ ακϐμα ληνϐσ του οπούου το υπολόνιο ϋχει αφαιρεθεύ. (εικ. 140) ε μύα απϐ τισ κϐγχεσ
καταςκευϊςτηκαν δϑο φοϑρνοι.361
Σο οικοδϐμημα πρϋπει να ϋμεινε ςε χρόςη μϋχρι και τον 11ο αιώνα, ϐπωσ μαρτυροϑν τα νομύςματα
που περιςυλλϋχθηκαν.362Ϊχει υποςτηριχτεύ ϐτι, ςτην αρχικό του μορφό, όταν δημϐςιο κτύριο, με
λατρευτικϐ χαρακτόρα.363
τα οικϐπεδα αρ. 15 και 17 εντοπύςτηκαν τμόματα κτιρύων τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. το
οικ. αρ. 31 αναςκϊφηκαν δϑο ςυνεχϐμενοι χώροι ςτον ϊξονα Β-Ν, μόκουσ 11 μ. και πλϊτουσ 2,60 μ. και
5,70 μ. αντύςτοιχα. Σο κεντρικϐ μεγϊλο κτύςμα φαύνεται να προεκτεύνεται προσ τα βϐρεια. Ο επιμόκησ
χώροσ ςτο κϋντρο ϋχει απϐ ϋνα κατώφλι ςτισ ςτενϋσ πλευρϋσ του. Σα κτύςματα αυτϊ ανόκουν ςτην
τελευταύα φϊςη ζωόσ τησ πϐλησ, ςϑμφωνα με την κεραμικό που περιςυλλϋχθηκε. Η μεγϊλη ποςϐτητα
αβαφών μεγϊλων αγγεύων και η οργϊνωςη των χώρων δεύχνουν αποθηκευτικό χρόςη. Σα κτύςματα
εύναι λαςπϐχτιςτα, ϋχουν χωμϊτινα δϊπεδα και ςώζονται ςε μικρϐ ϑψοσ.364
τα οικϐπεδα αρ. 11 και 12 αποκαλϑφτηκαν λεύψανα κτιςμϊτων διαφϐρων εποχών. την
τελευταύα φϊςη τησ ζωόσ τησ πϐλησ, ςτον 13ο αιώνα, ςϑμφωνα με τα κεραμικϊ ευρόματα, ανόκουν οι
ςυνεχϐμενοι χώροι που αποκαλϑφτηκαν ςτη νϐτια πλευρϊ των οικοπϋδων, ςτον ϊξονα Α –Δ. την ύδια
εποχό ανόκει τμόμα κτιρύου ςτη δυτικό παρειϊ του οικοπϋδου, με κατώφλι ςτην ανατολικό πλευρϊ του
και χαλικϐςτρωτη αυλό μπροςτϊ, ϐπωσ και τμόματα χώρων ςτη βορειοανατολικό και βορειοδυτικό
γωνύα του οικοπϋδου. Σα κτύςματα αυτϊ ακολουθοϑν τη φυςικό κλύςη του εδϊφουσ απϐ ΒΑ προσ ΝΔ
και βαύνουν επύ προγενϋςτερων που αποκαλϑφθηκαν ςτη δυτικό πλευρϊ του οικοπϋδου: πρϐκειται για
δϑο μικρϊ ςυνεχϐμενα δωμϊτια ςτη νϐτια παρειϊ του οικοπϋδου, που ςυνδϋονται με δϑο ακϐμα
χώρουσ, ϋναν προσ τα βϐρεια και ϋναν προσ τα ανατολικϊ. Εντϐσ του τελευταύου αποκαλϑφθηκε ϋνα
καμύνι. Ϊνασ βϐθροσ τησ τελευταύασ φϊςησ κατϋςτρεψε τμόμα του χώρου αυτοϑ. Σα παλαιϐτερα αυτϊ
κτύςματα καλϑπτουν το χρονικϐ διϊςτημα απϐ τον 11ο ωσ το τϋλοσ του 12ου αιώνα, ϐπωσ προκϑπτει
απϐ την κεραμικό και τα νομύςματα.
115
Οι τούχοι ϐλων των βυζαντινών φϊςεων ϋχουν πϊχοσ 0,70 μ. και εύναι κτιςμϋνοι με λϊςπη και
αργοϑσ λύθουσ, με λύγα θραϑςματα κεραμιδιών ενδιϊμεςα. ώζονται ςε πολϑ μικρϐ ϑψοσ. τρώματα
κεραμιδιών που κϊλυπταν τισ ςτϋγεσ, κϊλυψαν τα χωμϊτινα δϊπεδϊ των οικιών μετϊ την κατϊρρευςη
τουσ. Η ϊφθονη εφυαλωμϋνη και αβαφόσ κεραμικό οικιακών ςκευών, που βρϋθηκε κϊτω απϐ τα
κεραμύδια (κατηγορύεσ spatter, slip painted και sgraffito ware, καθώσ και champlevé) και χρονολογεύται
κατϊ το μεγαλϑτερο ποςοςτϐ τησ ςτον 12ο και 13ο αιώνα, προςδιορύζει τη χρόςη των χώρων αυτών ωσ
κατοικιών. Σα νομύςματα εκτεύνονται χρονολογικϊ μϐνο ςτην περύοδο των Κομνηνών, χωρύσ να
περιλαμβϊνουν εκδϐςεισ των Αγγϋλων ό υςτερϐτερεσ απομιμόςεισ τουσ (λατινικϋσ ό πιςτϋσ).365Σρεισ
ελεϑθερεσ ταφϋσ αποκαλϑφθηκαν ςε κϊποια ςημεύα των τούχων μετϊ την καταςτροφό τουσ.
Η παλαιϐτερη μεςοβυζαντινό οικοδομικό φϊςη αφορϊ ςε λεύψανα κατοικιών ςτο βϐρειο τμόμα
των οικοπϋδων. Εύναι χώροι χτιςμϋνοι ςτον ϊξονα Α-Δ, με χωμϊτινα δϊπεδα και τούχουσ απϐ
αργολιθοδομό, λαςπϐχτιςτουσ ό με χρόςη ςαθροϑ αςβεςτοκονιϊματοσ και αυλϋσ με προςανατολιςμϐ
προσ τον νϐτο. Καταςτρϊφηκαν απϐ φωτιϊ ςτο α’ μιςϐ του 12ου αιώνα και ξαναχρηςιμοποιόθηκαν ςε
ςϑντομο χρονικϐ διϊςτημα με διαφορετικό διαύρεςη των χώρων και επϋκταςη του ςυγκροτόματοσ
προσ τον νϐτο. Η αναςκαφικό ϋρευνα ϋφερε ςτο φωσ κατοικύεσ και μικροϑσ βοηθητικοϑσ χώρουσ,
ςτεγαςμϋνουσ και υπαύθριουσ. το βορειοανατολικϐ τμόμα βρϋθηκε εςτύα μαζύ με πλόθοσ μαγειρικών
και επιτραπϋζιων ςκευών και αντικεύμενα καθημερινόσ χρόςησ, ενώ ςτο νϐτιο αποθηκευτικϊ αγγεύα
και εργαλεύα. Πύθοι διαφϐρων μεγεθών βρϋθηκαν κατϊ χώραν. Η ανωδομό των κτιςμϊτων όταν απϐ
φθαρτϊ υλικϊ και τα δϊπεδα χωμϊτινα ςτρωμϋνα με χαλύκι ςτουσ εξωτερικοϑσ χώρουσ. Σο ςυγκρϐτημα
κϊηκε ςτα τϋλη του 12ου αιώνα. το ςτρώμα καταςτροφόσ του βρϋθηκαν αιχμϋσ βελών και νομύςματα
του Μανουόλ Α’ Κομνηνοϑ (1143-1180).366
Ϊνα απϐ τα πρώτα οικϐπεδα που αναςκϊφηκαν το 1981 όταν το οικ. 32 (. Λαγοϑρη), που
αποκϊλυψε λουτρϐ μικρών διαςτϊςεων, χτιςμϋνο με αργολιθοδομό ςτην οπούα παρεμβϊλλονται
βόςαλα, για το οπούο ϐμωσ ελϊχιςτα ςτοιχεύα ϋχουν δημοςιευτεύ.367Αρχικϊ, υποςτηρύχθηκε ϐτι
επρϐκειτο για δημϐςιο λουτρϐ και μϊλιςτα για ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ, για το οπούο η
μονό πλόρωνε φϐρο ςτο κρϊτοσ.368 Οι μικρϋσ διαςτϊςεισ του ϐμωσ και η περιςυλλογό ενϐσ μϐνο
νομύςματοσ369 ευτελοϑσ αξύασ ςυνηγορεύ ςτην ιδιωτικό χρόςη του λουτροϑ.
Κατϊλοιπα ευτελών ιδιωτικών κατοικιών εντοπύςτηκαν ςτα ϐμορα οικϐπεδα αρ. 5 και 6,
ιδιοκτηςύασ Υωτιϊδη και Φατζηγρηγορύου. (εικ. 23) Σα ςπύτια ακολουθοϑν τον ϊξονα Α-Δ και
διαθϋτουν αυλό προσ τον νϐτο. Βϊςει τησ νομιςματικόσ μαρτυρύασ των χώρων, η χρόςη τουσ
116
τοποθετεύται απϐ το β’ μιςϐ του 10ου ϋωσ και τον 11ο αιώνα. Ϊνα ςτρώμα καταςτροφόσ που
εντοπύςτηκε κατϊ την αναςκαφικό ϋρευνα, μασ πληροφορεύ για την μερικό καταςτροφό των ςπιτιών
απϐ πυρκαγιϊ ςτα μϋςα του 12ου αιώνα. Υαύνεται ϐμωσ, ϐτι οι κϊτοικοι ανϋκαμψαν και επιδιϐρθωςαν
τισ οικύεσ τουσ για ϊλλο μιςϐ περύπου αιώνα, αφοϑ ςτα τϋλη του 12 ου αιώνα τα κτύςματα
εγκαταλεύπονται οριςτικϊ. Η οριςτικό καταςτροφό και εγκατϊλειψη του χώρου ϋχει αποδοθεύ ςτην
επϋλαςη των Νορμανδών.
το οικϐπεδο αρ. 9, ιδιοκτηςύασ Λαζαρύδη, εντοπύςτηκαν εκτϐσ απϐ βοηθητικϊ κτύςματα και οικύεσ.
Απϐ το τμόμα αυτϐ του οικιςμοϑ προϋρχεται ϋνα απϐ τα ςημαντικϐτερα ευρόματα τησ Βρϑασ: Ϊνα
μολυβδϐβουλο με ϋμμετρη επιγραφό, που ταυτύζει τον κϊτοχο: +Ε[υς]/ταθεύου/ςφρϊγι/ςμα[του;]/
[Πεδ]/ηαςεύ/μου. (εικ. 167) Ο εν λϐγω Ευςτϊθιοσ προϋρχεται απϐ μια γνωςτό απϐ τον 10ο αιώνα
οικογϋνεια που τον 14ο αιώνα εμφανύζονται ωσ κϊτοχοι γησ ςτισ ϋρρεσ. Ψςτϐςο, κανϋνα μϋλοσ αυτόσ
τησ οικογϋνειασ δεν αναφϋρεται ςτα δημοςιευμϋνα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ. υνεπώσ, το
μολυβδϐβουλο τησ Βεριϊσ ανόκει ςε κϊποιον κτηματύα ό κϊποιον ϊγνωςτο ελϊςςονα αξιωματοϑχο,
που ύςωσ ϋζηςε ό πϋραςε κϊποτε απϐ εδώ. Σα δϑο νομύςματα του Μανουόλ Α΄, το μολυβδϐβουλο του
Ευςτϊθιου Πεδιϊςιμου και η χαρακτηριςτικό εφυαλωμϋνη κεραμικό του οικοπϋδου που εύναι ϐςτρακα
απϐ κοϑπεσ και πινϊκια των κατηγοριών slip και spatter painted, painted ό/και incised sgraffito με
διαςπορϊ απϐ τα τϋλη του 11ου και ϐλον τον 12ο αιώνα, χρονολογοϑν την οικιςτικό χρόςη του κτιρύου
ωσ τα μϋςα ό τϋλη του 12ου αιώνα. Γϑρω ςτο τϋλοσ του 12ου αιώνα ο χώροσ εγκαταλεύφθηκε και
μετατρϊπηκε για μεγϊλο διϊςτημα ςε νεκροταφεύο, ϐπου εντοπύςτηκαν εικοςιπϋντε ταφϋσ, ελεϑθερεσ
και κεραμοςκεπεύσ (εικ. 24).370
ε δϑο ςημεύα του δυτικοϑ τομϋα, εντοπύςτηκαν κεραμικού κλύβανοι. Πρϐκειται για μϐνιμουσ
φοϑρνουσ, διώροφουσ, με υποκεύμενο χώρο καϑςησ και υπερκεύμενο χώρο ϐπτηςησ των προώϐντων. Η
ςχϊρα και ςτισ δϑο περιπτώςεισ βριςκϐταν περύπου ςτο ύδιο επύπεδο με το ϋδαφοσ και το κϊλυμμα,
ψηλϐτερα απϐ ϋνα μϐνιμο κτιςτϐ ςτηθαύο, πρϋπει να εύχε τη μορφό θϐλου.371
το οικϐπεδο αρ. 13 (Δ. Φρηςτύδη) εντοπύςτηκε τμόμα κτιρύου με τοιχοδομύα απϐ αργοϑσ λύθουσ,
ιςχυρϐ ςυνδετικϐ κονύαμα και θυραύα ανούγματα απϐ αμιγό πλινθοδομό. Σο κτύριο εκτεύνεται και εκτϐσ
των ορύων του οικοπϋδου. Οι τούχοι του διατηροϑνται ςε ϑψοσ μεγαλϑτερο του ενϐσ μϋτρου. Κϊτω απϐ
το δϊπεδϐ του εντοπύςτηκαν υπϐκαυςτα κεραμικοϑ κλιβϊνου, με τοξωτϐ ϊνοιγμα τροφοδοςύασ ςτη
μύα πλευρϊ και οπϋσ κατϊ διαςτόματα ςτην ϊνω επιφϊνεια, ϐπου διαμορφωνϐταν η ςχϊρα
370 Παζαρϊσ-Σςανανϊ 1992, 519, υποςημ. 17-18, Κazdhan, Α., “Pediasimoi”, ODB, v. 3, 1615.
371 Θεοχαρύδου, Κ., «υμβολό ςτη μελϋτη τησ παραγωγόσ οικοδομικών κεραμικών προώϐντων ςτα Βυζαντινϊ και Μεταβυζαντινϊ χρϐνια», ΔΦΑΕ
ΙΓ’, Αθόνα (1988), 97-111, 103
117
ϐπτηςησ.372Ο κλύβανοσ εύναι ελλειπτικοϑ ςχόματοσ και χρηςιμοποιοϑνταν μϊλλον για την παραγωγό
αγγεύων. Εύχε παρϊλληλεσ τοξοςτοιχύεσ ςε διεϑθυνςη κϊθετη προσ τον ϊξονα του πρεφοϑρνιου.
Απϐ την ϑςτερη αρχαιϐτητα προϋρχονται τα υπϐκαυςτα ενϐσ κεραμικοϑ κλιβϊνου, που βρϋθηκε
ςτα βαθϑτερα ςτρώματα του οικοπϋδου αρ. 5 (Φ. Υωτιϊδη).373 Ο κλύβανοσ όταν ορθογώνιοσ, γεγονϐσ
που ύςωσ ςημαύνει ϐτι όταν καταλληλϐτεροσ για την παραγωγό τοϑβλων και κεραμύδων. Διϋθετε ϋναν
κεντρικϐ διϊδρομο καϑςησ ςτον ϊξονα του πρεφουρνύου και κϊθετα τοιχϊρια που ςχηματύζουν
πλευρικοϑσ διαϑλουσ. Η εςχϊρα του κλιβϊνου διαμορφωνϐταν με επϊλληλα ςτρώματα πηλοϑ πϊνω ςε
κομμϊτια κερϊμων. (εικ. 136-137)
Και ςτισ δϑο περιπτώςεισ, το ςκϊμμα για τον θϊλαμο καϑςησ και το πρεφοϑρνιο, εύχε ανοιχτεύ ςτο
ϋδαφοσ και τα τοιχώματα εύχαν επενδυθεύ με επϊλληλα ςτρώματα πηλοϑ ανακατεμϋνα με ϊχυρα. Σα
εςωτερικϊ ςτηρύγματα όταν κτιςτϊ απϐ πλύνθουσ με ςυνδετικϐ υλικϐ κονύαμα και εύχαν δεχτεύ την ύδια
επύςτρωςη πηλοϑ με τα γϑρω τοιχώματα. Αυτϐ ύςχυε βεβαιωμϋνα για τον ορθογώνιο κλύβανο. τον
ελλειπτικϐ, αντιθϋτωσ, τα ενδιϊμεςα ςτηρύγματα τησ ςχϊρασ, δηλαδό οι παρϊλληλεσ τοξοςτοιχύεσ, όταν
καταςκευαςμϋνα απϐ πηλϐ. Όςο για τα τοξωτϊ ανούγματα, πρϋπει να προϋκυψαν με αφαύρεςη υλικοϑ
απϐ ςυμπαγό αρχικϊ πόλινα τοιχϊρια. την περύπτωςη αυτό, το πρώτο ϊναμμα του φοϑρνου
ςταθεροποιεύ την ύδια του την καταςκευό.374
το οικϐπεδο αρ. 2 (Εμμ. Ορφανουδϊκη) αναςκϊφτηκε κτύριο τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ. Η διϊταξη
των χώρων του, ο εντοπιςμϐσ δϑο κτιςτών ληνών με τα υπολόνιϊ τουσ και ο μεγϊλοσ αριθμϐσ
οςτρϊκων αποθηκευτικών αγγεύων, δεύχνει ϐτι εύχε εργαςτηριακϐ χαρακτόρα. Σο κτύριο φαύνεται πωσ
όταν ςε ςυνεχό χρόςη μϋχρι τον 10ο αιώνα, ςϑμφωνα με την κεραμικό. το ύδιο οικϐπεδο εντοπύςτηκαν
δεξαμενϋσ και φρεϊτια τησ ϐψιμησ αρχαιϐτητασ, που όταν ςε χρόςη μϋχρι τον 10ο αιώνα.
το οικϐπεδο αρ. 31 (Μ. τοϑκου), που βρύςκεται ςτη δυτικό πλευρϊ του χώρου, ςτισ παρυφϋσ τησ
τοϑμπασ, αναςκϊφηκε ςυγκρϐτημα κτιςμϊτων, ςτο οπούο διακρύνονται τϋςςερισ οικοδομικϋσ φϊςεισ.
Απϐ την α’ φϊςη ςώζονται ελϊχιςτα λεύψανα τοιχύων προσ τη νοτιοδυτικό γωνύα του οικοπϋδου
ϊγνωςτησ χρόςησ.
Η β’ φϊςη εύναι η πιο ςημαντικό. ε αυτό ανϊγεται ςυγκρϐτημα ληνών. το ςυγκρϐτημα δεςπϐζει
ϋνα επύμηκεσ κτύριο κατϊ τον ϊξονα Β-Ν, που επικοινωνοϑςε με ϋναν δεϑτερο μικρϐτερο χώρο προσ τη
βορειοανατολικό γωνύα του οικοπϋδου. Οι τούχοι ςώζονται ςε επύπεδο υποθεμελύωςησ και εύναι
χτιςμϋνοι με αργοϑσ λύθουσ και λϊςπη. Ο επιμόκησ χώροσ ςτϋγαζε δϑο ζεϑγη δεξαμενών που
εφϊπτονται ςτον δυτικϐ τούχο του. το κϊθε ζευγϊρι δεξαμενών, η μια εύναι υπϋργεια, με χαμηλοϑσ
τούχουσ και η ϊλλη υπϐγεια βϊθουσ 1,5 μ. Η κϊθε μια απϐ τισ υπϋργειεσ δεξαμενϋσ επικοινωνοϑςε με την
υποκεύμενό τησ με ϋναν κρουνϐ, που δεν εύναι παρϊ ϋνασ λαξευμϋνοσ μαρμϊρινοσ πεςςύςκοσ φρϊγματοσ
ιεροϑ, ςε δεϑτερη χρόςη. Σα τοιχώματα ϐλων των δεξαμενών εύναι επιχριςμϋνα με λεπτϐ υδραυλικϐ
118
κονύαμα, ενώ τα δϊπεδϊ τουσ όταν ςτρωμϋνα με πλακοειδεύσ πϋτρεσ, αρμολογημϋνεσ πϊλι με λεπτϐ
υδραυλικϐ κονύαμα. Ιδιαύτερα επιμελημϋνη εύναι η καταςκευό των υπϐγειων δεξαμενών με πολϑ καλόσ
ποιϐτητασ επύχριςμα, ενιςχυμϋνο ςτισ εςωτερικϋσ γωνύεσ. το μϋςον των τριών πλευρών των
δεξαμενών αυτών προεξϋχουν απϐ μια ό δϑο πϋτρεσ εν εύδει βαθμύδων, που χρηςύμευαν για την κϊθοδο.
το κϋντρο του πυθμϋνα των δεξαμενών δημιουργεύται ϋνα κούλωμα για τη ςυγκϋντρωςη ςτερεών
υπολειμμϊτων και για τη διευκϐλυνςη του καθαριςμοϑ. Η γειτνύαςη των εγκαταςτϊςεων με τη
θϊλαςςα ϋδινε τη δυνατϐτητα καθαριςμοϑ και απολυμϊνςεώσ τουσ με θαλαςςινϐ νερϐ, κατϊ τισ
υποδεύξεισ των Γεωπονικών. Σα διαφορετικϊ μεγϋθη των υποληνύων υποδεικνϑουν διαφορετικϋσ
ποικιλύεσ ςταφυλιών.
Ο ςτενϐμακροσ χώροσ των ληνών δεν ξϋρουμε πωσ ϋκλεινε προσ βορρϊ και νϐτο, η γενικϐτερη
διϊταξό του ϐμωσ και η θϋςη των δεξαμενών δεύχνει ϐτι θα εύχε τουλϊχιςτον δϑο ανούγματα για την
πρϐςβαςη ςτουσ ληνοϑσ. Οι ληνού επικοινωνοϑν και με ϋναν ακϐμα χώρο προσ τα ανατολικϊ που θα
οδηγοϑςε ςτην οινοθόκη ό τον πιθεώνα. τα δυτικϊ υπόρχε χαλικϐςτρωτη αυλό. Παρϐμοιεσ
εγκαταςτϊςεισ αποκαλϑφθηκαν ςτα οικϐπεδα αρ. 30 και 2 (Εμμ. Ορφανουδϊκη) ςτο δυτικϐ ϐριο του
οικιςμοϑ. το τελευταύο, εύχαν καταςτραφεύ οι απορροϋσ των ληνών.
Σο ςυγκρϐτημα των ληνών θα μποροϑςε να χρονολογηθεύ μετϊ τον 7ο αιώνα λαμβϊνοντασ υπϐψη
τουσ πεςςύςκουσ ιεροϑ, που τοποθετόθηκαν ςε δεϑτερη χρόςη ωσ κρουνού. Η λειτουργύα του πϊντωσ
δεν παρατϊθηκε πϋρα απϐ τα τϋλη του 10ου ό τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα, ϐπωσ αποδεικνϑεται απϐ
θηςαυρϐ νομιςμϊτων (5 ανώνυμοι φϐλλεισ 976-1030/35), που εντοπύςτηκαν ςε ςτρώμα
καταςτροφόσ. Κατϐπιν, ο χώροσ επαναχρηςιμοποιόθηκε. τον 11ο αιώνα, ϐπωσ προκϑπτει απϐ την
εφυαλωμϋνη κεραμικό, λειτοϑργηςε ϋνασ κεραμικϐσ κλύβανοσ, τα υπολεύμματα του οπούου
εντοπύςτηκαν ςτον χώρο τησ πρώην οινοθόκησ. Απορρύμματα του κλιβϊνου βρϋθηκαν ςτα
κατακρημνύςματα του ληνεώνα, πρϊγμα που δεύχνει ϐτι η λειτουργύα του κλιβϊνου ϊρχιςε αμϋςωσ
μετϊ την αχρόςτευςη των δεξαμενών.
Ακολοϑθηςε μια μικρό περύοδοσ, κατϊ την οπούα ο χώροσ εγκαταλεύφθηκε. Σα παλαιϐτερα
κτύςματα επιχώθηκαν και ϋγιναν μερικϋσ πρϐχειρεσ ταφϋσ, τρεισ μϋςα ςτισ εγκαταςτϊςεισ των ληνών
και μια εκτϐσ, προσ τα ανατολικϊ, πρϊγμα που ςημαύνει ϐτι για κϊποιο διϊςτημα τον 11 ο αιώνα, ο
κατοικημϋνοσ χώροσ ςε αυτϐν τον τομϋα εγκαταλεύπεται. Πϊντωσ απϐ τον 12ο αιώνα αναπτϑςςεται μια
νϋα δραςτηριϐτητα ςτη θϋςη των ληνών με την καταςκευό δϑο ςτενϐμακρων κτιρύων απϐ λεπτοϑσ
λαςπϐχτιςτουσ τούχουσ απϐ αργολιθοδομό με κατεϑθυνςη πϊλι απϐ Β προσ Ν, που χωρύζονται μεταξϑ
τουσ απϐ ϋναν ςτενϐ διϊδρομο, χαρακτηριςτικϐ τησ πυκνόσ δϐμηςησ του οικιςμοϑ.
Σο ϋνα κτύριο προσ τα δυτικϊ αποτελεύται απϐ δϑο μεγϊλουσ ενιαύουσ χώρουσ με ανούγματα ςτισ
ςτενϋσ πλευρϋσ. Σο ϊλλο, προσ τα ανατολικϊ, επιμερύζεται ςε τρύα δωμϊτια και πρϋπει να ςυςχετιςτεύ
χρονολογικϊ με το λουτρϐ, που αποκαλϑφθηκε ςτο ϐμορο οικϐπεδο προσ τα ανατολικϊ αν λϊβουμε
υπϐψη τη ςτϊθμη των κτιςμϊτων.
119
Η χρόςη των τελευταύων καταςκευών εύναι ϊγνωςτη αλλϊ μϊλλον χρηςιμοποιόθηκαν ωσ
αποθόκεσ και εργαςτόρια.375
Πιο κοντϊ ςτισ παρυφϋσ τησ Σοϑμπασ, ςτο οικϐπεδο αρ. 9 (Γ. Λαζαρύδη) εντοπύςτηκαν λεύψανα
κτιςμϊτων μεςοβυζαντινόσ περιϐδου με τούχουσ πϊχουσ 0,60 μ., που ςώζονται ςε χαμηλϐ ϑψοσ. Οι
τούχοι εύναι κτιςμϋνοι με λύθουσ και πηλϐ, ενώ θραϑςματα πλύνθων, ϋχουν τοποθετηθεύ ςτουσ αρμοϑσ.
Σα κτύςματα ϋχουν κατεϑθυνςη Α-Δ, ϐπωσ και τα ϊλλα του δυτικοϑ τομϋα. Διακρύνονται δϑο
ορθογώνιοι χώροι, απϐ τουσ οπούουσ ο νϐτιοσ ϋχει θυραύο ϊνοιγμα ςτη δυτικό πλευρϊ και ύςωσ και ςτη
νϐτια. ε αυτϐν διακρύνονται και ύχνη δαπϋδου απϐ πατημϋνο κοκκινϐχωμα. Η διϊταξη των χώρων και
το πρϐχειρο τησ καταςκευόσ δεύχνουν ϐτι πρϐκειται μϊλλον για αποθόκεσ, εργαςτόρια ό και ςτϊβλουσ.
Μετϊ την καταςτροφό των κτιςμϊτων, ο χώροσ χρηςιμοποιόθηκε για ταφϋσ, μύα εκ των οπούων
εύχε γύνει πϊνω ςτον ενδιϊμεςο τούχο των δϑο κτιςμϊτων. Για πρώτη φορϊ εντοπύζονται ταφϋσ ςε τϐςη
ϋκταςη μϋςα ςτα κτύςματα. Ψσ εκ τοϑτου, ο κατοικημϋνοσ χώροσ ςτη δυτικό πλευρϊ τησ Βεριϊσ εύχε
πλϋον εγκαταλειφθεύ και η ζωό εύχε περιοριςτεύ μϋςα ςτο οχυρωμϋνο κϊςτρο τησ Βρϑασ. Δεν ξϋρουμε
πϐτε ϋγινε αυτϐ. Η κεραμικό δεν μπορεύ να χρονολογηθεύ πϋρα απϐ το τϋλοσ του 12ου ό τισ αρχϋσ του
13ου αιώνα.376
την εςωτερικό πλευρϊ του τεύχουσ υπόρχαν προςκολλημϋνα κτύςματα. Οι τούχοι τουσ εύναι
πηλϐχτιςτοι με αργοϑσ λύθουσ και επϊλληλα πλινθύδια, κατϊ το ςϑςτημα τησ ςυμπλόρωςησ του νϐτιου
ςκϋλουσ τησ οχϑρωςησ. την ύδια περιοχό εντοπύςτηκε εκτεταμϋνο ςτρώμα πυρϊσ, λιωμϋνεσ
ςιδηρϐμαζεσ και ϋνα κυκλοτερϋσ ςκϊμμα με ςτϊχτεσ και οςτϊ μικρών ζώων που μϊλλον χρηςύμευε ωσ
αποθϋτησ. Επομϋνωσ, ύςωσ απϐ την εςωτερικό πλευρϊ του τεύχουσ να υπόρχαν εργαςτόρια
ςιδηρουργύασ ό ϊλλων παραγωγικών δραςτηριοτότων.377
4.2.5. Νεκροταφεύα
Εντοπύςτηκαν δϑο νεκροταφεύα ςτη Βρϑα. Σο ϋνα βρύςκεται ανατολικϊ τησ τοϑμπασ, ϋξω απϐ τον
περύβολο του μεςαιωνικοϑ κϊςτρου και καλϑπτει την ρωμαώκό και πρωτοβυζαντινό περύοδο και το
ϊλλο βρύςκεται περύπου 300 μ. βορειοδυτικϊ τησ τοϑμπασ με ταφϋσ των ύδιων εποχών, ϐπωσ και το
ανατολικϐ νεκροταφεύο, με μϐνη εξαύρεςη, ϋνα μικρϐ τμόμα του που ςυγκεντρώνει μεςοβυζαντινϋσ
ταφϋσ.
το ανατολικϐ νεκροταφεύο ερευνόθηκαν περιςςϐτεροι απϐ τριϊντα τϊφοι. υγκεκριμϋνα, ςτο
οικϐπεδο 197 (Μ. Καρδαμϊκη), αναςκϊφηκαν εννϋα κεραμοςκεπεύσ τϊφοι, ακτϋριςτοι ςτην
πλειονϐτητϊ τουσ. Ο προςανατολιςμϐσ όταν Α-Δ, με μικρό απϐκλιςη προσ το βορρϊ ςτουσ τϋςςερισ απϐ
αυτοϑσ. Ϊνασ μϐνο όταν κτεριςμϋνοσ. Η νεκρό ϋφερε περιδϋραιο με γυϊλινεσ χϊντρεσ. τον ύδιο τϊφο
120
βρϋθηκε νϐμιςμα Διοκλητιανοϑ, νομιςματοκοπεύου Αντιοχεύασ, κοπόσ 296-297. Οι ταφϋσ ςε αυτϐ το
τμόμα χρονολογοϑνται ςυνολικϊ ςτην υςτερορωμαώκό εποχό. 378(εικ. 122-123)
το ϐμορο οικϐπεδο 198, αναςκϊφηκαν 11 κεραμοςκεπεύσ τϊφοι υςτερορωμαώκών και πρώιμων
βυζαντινών χρϐνων. Ο προςανατολιςμϐσ τουσ όταν Α-Δ. Σο οςτεολογικϐ υλικϐ όταν κατεςτραμμϋνο. Σα
μϐνα κτερύςματα που βρϋθηκαν όταν δϑο ζεϑγη αςημϋνιων ενωτύων και λύγεσ χϊντρεσ.379
Σα οικϐπεδα 200 και 209 ςυγκϋντρωναν ςυςτϊδεσ τϊφων (καλυβύτεσ και απλού κεραμοςκεπεύσ),
που χρονολογοϑνται την εποχό του Ιουςτινιανοϑ απϐ 3 δεκανοϑμια που ςυνϐδευαν ταφϋσ ενώ
οριςμϋνοι εύναι αρχαιϐτεροι (ρωμαώκό περύοδοσ). τα οικϐπεδα αυτϊ οι περιςςϐτεροι τϊφοι που
εντοπύςτηκαν φϋρουν διακϐςμηςη εμπύεςτη (δαχτυλικϊ αποτυπώματα ςε ςχόμα Φ) και εύναι
ακτϋριςτοι.380
Όςον αφορϊ ςτο δυτικϐ νεκροταφεύο, που εντοπύςτηκε ςτα 300 μ. ΒΑ τησ τοϑμπασ, η πλειονϐτητα
των τϊφων εύναι κιβωτιϐςχημοι και κεραμοποςκεπεύσ, πιθανώσ τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου.381
τα οικϐπεδα 15, 17, 18 αναςκϊφτηκαν τϊφοι ρωμαώκών και πρωτοβυζαντινών χρϐνων χωρύσ
ϐμωσ να δημοςιεϑονται περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ.382 το οικϐπεδο 30 εντοπύςτηκε μια ορθογώνια
δεξαμενό, ενδεχομϋνωσ χριςτιανικϐσ τϊφοσ ςε β’ χρόςη. τη μια πλευρϊ υπϊρχει ανϊγλυφοσ ςταυρϐσ.
Σϋλοσ, ςτο οικϐπεδο Πανταζό αναςκϊφηκε κιβωτιϐςχημοσ τϊφοσ, που αποτελοϑνταν απϐ ορθογώνιεσ
λύθινεσ πλϊκεσ.383
Σα δϑο νεκροταφεύα που εντοπύςτηκαν, αν και δεν ϋχουν ερευνηθεύ και δημοςιευθεύ ςυςτηματικϊ
μασ δύνουν μια εικϐνα που ςυμφωνεύ και με τισ υπϐλοιπεσ αρχαιολογικϋσ ενδεύξεισ για τη Βρϑα.
Πρϐκειται για ϋναν οικιςμϐ με ςυνεχό κατούκηςη, που δεν παρουςιϊζει διακοπϋσ ςτον βύο του. Η
ςυνϋχεια απϐ την ρωμαώκό ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο πρϋπει να όταν ομαλό ϐπωσ φαύνεται ςτη
διϊταξη και την χωροθϋτηςη των τϊφων, που υπακοϑν ςτισ αρχϋσ τησ ςυνϋχειασ. Απϐ το τϋλοσ του 12 ου
αιώνα, η Βρϑα παρακμϊζει και εντοπύζονται ταφϋσ πλϋον και εντϐσ του δυτικοϑ τμόματοσ του οικιςμοϑ
και, αργϐτερα, και ςε περιοχϋσ εντϐσ του κϊςτρου. την περιοχό τησ δυτικόσ πϑλησ, εντοπύςτηκαν
πϊνω απϐ 25 ταφϋσ, ελεϑθερεσ και κεραμοςκεπεύσ χωρύσ ενδεύξεισ για χρονολϐγηςη. Οι ανακομιδϋσ και
οι ταφϋσ ςε αλλεπϊλληλα ςτρώματα δεύχνουν τη μακροχρϐνια χρόςη του χώρου ωσ νεκροταφεύου
αλλϊ και την υιοθϋτηςη νϋων ταφικών πρακτικών.
121
4.3. Πολεοδομικό οργϊνωςη και λειτουργύεσ
122
Σα ςπύτια τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου ςυγκεντρώνονται ςτο κϋντρο του τομϋα και προσ τα
δυτικϊ και πϊντα κοντϊ ςε δεξαμενϋσ και φρεϊτια ϑδατοσ, ενώ οι κατοικύεσ των μϋςων χώρων,
εντοπύζονται πυκνϊ δομημϋνεσ ςτο ανατολικϐ ϊκρο του τομϋα ςτισ δυτικϋσ παρειϋσ τησ τοϑμπασ.
Όςον αφορϊ τουσ εργαςτηριακοϑσ χώρουσ, αυτού καταλαμβϊνουν τα κτύρια τησ ϑςτερησ
αρχαιϐτητασ ςτο βϐρειο και δυτικϐ ϊκρο του τομϋα αλλϊ και ςτο ανατολικϐ, κοντϊ ςτην τοϑμπα.
Λουτρϐ ρωμαώκών χρϐνων ϋχει εντοπιςτεύ ςτο κϋντρο του οικιςμοϑ, ενώ μεταγενϋςτερο
βυζαντινών χρϐνων ςτο ΝΑ τμόμα του τομϋα ςε γειτνύαςη με τη θϊλαςςα.
την τοϑμπα, τα δημϐςια οικοδομόματα βρύςκονται ςτην ανατολικό πλευρϊ τησ αφοϑ η εύςοδοσ
γινϐταν απϐ τα δυτικϊ. το δυτικϐ αυτϐ τμόμα, ςυγκεντρώνονται απϐ τον 12ο αιώνα οι ιδιωτικϋσ
κατοικύεσ, τα εργαςτόρια και οι αποθόκεσ. Δεν γνωρύζουμε αν οι αξιωματοϑχοι διϋμεναν μϐνιμα ςτην
τοϑμπα ό μϐνο ςε περιϐδουσ κρύςιμεσ για ςτρατιωτικϊ, θρηςκευτικϊ ό ϊλλα ζητόματα.
Ο ανατολικϐσ τομϋασ όταν ο χώροσ απϐθεςησ των νεκρών απϐ την ρωμαώκό μϋχρι και την
πρωτοβυζαντινό περύοδο.
123
το οικ. 31 (ιδιοκτηςύασ τοϑκου), οι ληνού που καταςκευϊςτηκαν ςτα κατϊλοιπα κτιρύου τησ
«ϑςτερησ αρχαιϐτητασ», χρονολογοϑνται ςτον 7ο αιώνα απϐ κϊποια αρχιτεκτονικϊ μϋλη του 5ου-6ου
αιώνα που βρϋθηκαν εκεύ ςε δεϑτερη χρόςη.
Μετϊ τον 5ο αιώνα χρονολογοϑνται και οι ληνού που καταςκευϊςτηκαν, επύςησ, ςε κτύριο
ϊγνωςτησ χρόςησ, μεγϊλων διαςτϊςεων τησ «ϑςτερησ αρχαιϐτητασ» ςτο οικ. 2.
το οικ. 13 (ιδιοκτηςύασ Υωτιϊδη) ϋνα κτύριο, ύςωσ οικύα τησ «ϑςτερησ αρχαιϐτητασ» μετατρϊπηκε
ςε κεραμικϐ κλύβανο μετϊ τον 5ο ό 6ο αιώνα.
Οι περιςςϐτερεσ πρωτοβυζαντινϋσ εγκαταςτϊςεισ φαύνεται να εγκαταλεύπονται απϐ τα μϋςα του
6ου αιώνα. Σα ςτρώματα καταςτροφόσ, που ϋχουν εντοπιςτεύ ςε ϐλα τα οικϐπεδα τησ περιοχόσ,
δεύχνουν ϐτι προκλόθηκαν απϐ μεγϊλη πυρκαγιϊ.
Σην περύοδο αυτό ςημειώνεται και η δεϑτερη φϊςη μεταβολών ςτη χρόςη των παλαιϐτερων
κτιρύων του οικιςμοϑ.
Σο διώροφο οικοδϐμημα ςτο οικ. Παςαλό επαναχρηςιμοποιεύται ςτεγϊζοντασ κατοικύεσ μετϊ απϐ
επιμεριςμϐ των χώρων του.
το χώρο των ληνών του οικ. 2 λειτουργοϑν ςταθερϊ μϋχρι τον 10ο αιώνα εργαςτηριακού χώροι,
ενώ τη θϋςη των ληνών του οικ. 31 παύρνει ϋνασ κεραμικϐσ κλύβανοσ που λειτουργεύ ϐλο τον 11ο αιώνα
και που κατϊ τον 12ο μετατρϋπεται ςε χώρο αποθηκευτικϐ ό εργαςτηριακϐ και δϋχεται, κατϐπιν,
ταφϋσ.
το οικ. 9 ςτισ παρυφϋσ τησ τοϑμπασ λειτουργοϑςαν απϐ τον 9ο αιώνα αποθηκευτικού χώροι και
ςταβλικϋσ εγκαταςτϊςεισ. Κϊποια ςτιγμό τον 12ο αιώνα εγκαταλεύπονται και ο χώροσ χρηςιμοποιεύται
για ταφϋσ.
Αξύζει να ςημειωθεύ ϐτι ϐλεσ οι μεταβολϋσ, εντοπύζονται ςτον δυτικϐ τομϋα τησ πϐλησ. την τοϑμπα
δεν ϋχουμε αλλαγό ςτισ χρόςεισ των οικοδομημϊτων αλλϊ μϊλλον ςτη γενικό χρόςη του χώρου, που
απϐ οχυρϐ καταφϑγιο κατϊ την αρχαιϐτητα, γύνεται διοικητικό ϋδρα κατϊ την πρώιμη και
Μεςοβυζαντινό περύοδο, και απϐ τον 12ο αιώνα και εξόσ, αποτελεύ τον οικιςτικϐ πυρόνα τησ Βρϑασ.
Δεν εντοπύζονται ςε καμύα ςχεδϐν περύπτωςη κτιρύου με αλλαγό ςτη χρόςη, ενδεύξεισ
καταςτροφόσ. Οι χώροι δεύχνουν απλϊ να εγκαταλεύπονται και να ξαναχρηςιμοποιοϑνται
ακολουθώντασ ύςωσ ευρϑτερεσ κοινωνικϋσ και οικονομικϋσ εξελύξεισ. Βϊςει των μεταβολών ςτη
λειτουργύα των οικοδομημϊτων μποροϑμε να διακρύνουμε τισ κϊτωθι φϊςεισ ςτην εξϋλιξη τησ πϐλησ:
(1) Κλαςικού – Ύςτεροι ρωμαώκού χρϐνοι: Εποχό ακμόσ. Αδιϊγνωςτεσ χρόςεισ ςτα ελϊχιςτα
οικοδομικϊ κατϊλοιπα λϐγω μεταγενϋςτερων επεμβϊςεων. Εξακολουθοϑν να χτύζονται μνημειακϊ
οικοδομόματα μϋχρι τον 4ο αιώνα. ε αυτό τη φϊςη ανόκει το μεγϊλο λουτρϐ ςτο κϋντρο του δυτικοϑ
τομϋα και ύςωσ το κυκλικϐ κτύριο. Αναςτολό μνημειακόσ αρχιτεκτονικόσ ύςωσ λϐγω των Γοτθικών
επιδρομών.
124
(2) Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ (τ. 4ου-α. 7ου αι.): Απϐ τον 5ο αιώνα, τα δημϐςια κτύρια και οι
οικύεσ μεγϊλων διαςτϊςεων μετατρϋπονται ςε εργαςτόρια και χώρουσ βιοτεχνικών δραςτηριοτότων,
ωσ επύ το πλεύςτον, ληνών.
(3) 7οσ-10οσ αιώνασ: Η ζωό ςυνεχύζεται με πιο απλοϑσ ρυθμοϑσ ςτισ υποδομϋσ τησ προηγοϑμενησ
περιϐδου. Πιο ϋντονη η παρουςύα χώρων εργαςτηρύων, κυρύωσ κεραμικών κλιβϊνων.
(4)11οσ–α. 12ου αιώνασ: Η πϐλη εμφανύζεται ςαν «Κϊςτρο». Ο δυτικϐσ τομϋασ λειτουργεύ ςαν
παραγωγικϐσ χώροσ τησ πϐλησ με ελϊχιςτεσ κατοικύεσ. Η τοϑμπα κατοικεύται.
(5)12οσ αι. -1302: Ανϊςχεςη τησ οικιςτικόσ ςυνϋχειασ και ερόμωςη.
Ιδιωτικϋσ κατοικύεσ
Σα ύχνη των κατοικιών εντοπύζονται κατεξοχόν ςτον δυτικϐ τομϋα και ςτισ υπώρειεσ τησ τοϑμπασ
(οικ. 11, 12, 22). Οι κατοικύεσ τησ βυζαντινόσ περιϐδου όταν χτιςμϋνεσ με ευτελό υλικϊ ακολουθώντασ
την τϊςη τησ εποχόσ. Ψςτϐςο, δεν μποροϑμε να ϋχουμε εικϐνα για τισ οικύεσ τησ αρχαιϐτητασ και τησ
ρωμαώκόσ περιϐδου, αφοϑ οι φϊςεισ αυτϋσ ϋχουν καταςτραφεύ απϐ τισ επικεύμενεσ. Δεν ϋχουν
125
εντοπιςτεύ μϋχρι ςτιγμόσ ενδεύξεισ για την ϑπαρξη αςτικόσ αρχιτεκτονικόσ που θα υποδεύκνυε την
μϐνιμη εγκατϊςταςη κϊποιασ ελύτ εντϐσ του οικιςμοϑ.
Απϐ τον 11ο αιώνα, η τοϑμπα εξυπηρετεύ πια τουσ λϐγουσ για τουσ οπούουσ οχυρώθηκε και
φιλοξενεύ, μετϊ απϐ πολλοϑσ αιώνεσ, ιδιωτικϋσ εγκαταςτϊςεισ. την πλειονϐτητϊ τουσ εύναι απλϋσ
καταςκευϋσ απϐ ευτελό υλικϊ, που ςυνωςτύζονται ςτα δυτικϊ τησ τοϑμπασ, γϑρω απϐ την κεντρικό
πϑλη του κϊςτρου.
Σα κινητϊ ευρόματα που προϋρχονται απϐ τισ ιδιωτικϋσ οικύεσ του δυτικοϑ τομϋα δεύχνουν μια
ςχετικό ευμϊρεια. Ϊχει εντοπιςτεύ μεγϊλη ποςϐτητα εφυαλωμϋνησ κεραμικόσ εξαιρετικόσ ποιϐτητασ,
περύτεχνα κοςμόματα και πολυτελό γυϊλινα αγγεύα. Υαύνεται λοιπϐν ϐτι μϋχρι και τον 12 ο αιώνα ζοϑςε
ςτον οικιςμϐ μια μεςαύα τϊξη που μποροϑςε να αγορϊζει αγαθϊ πολυτελεύασ. Η απουςύα
αρχιτεκτονικών καταλούπων ενδεικτικών μιασ τϋτοιασ τϊξησ και η χρόςη ευτελών υλικών ό υλικών ςε
δεϑτερη χρόςη ςτην περύπτωςη των ιδιωτικών ούκων μπορεύ να μη ςυνεπϊγεται απαραύτητα φτώχεια
αλλϊ μια διαφορετικό θεώρηςη των πραγμϊτων απϐ τον 7ο αιώνα και εξόσ, που υπαγϐρευε την
εςκεμμϋνη απϐρριψη των «αςτικών» τρϐπων διαβύωςησ.
126
καθεςτώσ. Τπϊρχουν αναφορϋσ ςε κατούκουσ των ϐμορων χωριών που κατεύχαν χαμηλϐβαθμεσ θϋςεισ
ςτην ιεραρχύα του κλόρου εύναι ϐμωσ ελϊχιςτεσ εν ςυγκρύςει με τισ αντύςτοιχεσ αναφορϋσ που
διαθϋτουμε για τον ϊλλο κεντρικϐ οικιςμϐ τησ Φαλκιδικόσ, την Ιεριςςϐ.
Δεν εύναι ςύγουρο ϐτι οι χωρικού εύχαν πρϐςβαςη ςτισ εκκληςύεσ που βρύςκονταν ςτα μετϐχια.
Μϐλισ ςτα τϋλη του 12ου αιώνα ϋχουμε πληροφορύεσ ϐτι η μονό Ιβόρων νοιαζϐταν για τισ πνευματικϋσ
ανϊγκεσ των χωρικών που όταν εγκατεςτημϋνοι ςτα κτόματϊ τησ. Ο ηγοϑμενοσ Παϑλοσ (1170-1183/4)
απεκατϋςτηςε το μετϐχι ςτον Βολβϐ και ϋχτιςε μια εκκληςύα ςτο χωριϐ. Ϊχτιςε και διακϐςμηςε
εκκληςύεσ ςε δϑο ακϐμη κτόματα. Η φροντύδα με την οπούα χτύςτηκαν και κυρύωσ διακοςμόθηκαν οι
εκκληςύεσ αυτϋσ εύναι ενδεικτικό του ενδιαφϋροντοσ για την πνευματικό ευμϊρεια των κατούκων και
εγκαινύαςε μια πολιτικό επϋκταςησ του ποιμενικοϑ ϋργου του μοναςτηριοϑ χτύζοντασ εκκληςύεσ ςτα
χωριϊ.Σο μοναςτόρι όταν κατϊ πϊςα πιθανϐτητα υπεϑθυνο για την επϊνδρωςό τουσ με ιερεύσ.
127
ανερχϐμενη μεςαύα τϊξη.384Σην ϊποψη αυτό ενιςχϑει το γεγονϐσ ϐτι οι ληνού καταλαμβϊνουν απϐ τον
5ο και, κυρύωσ, απϐ τον 7ο αιώνα, τουσ χώρουσ μεγϊλων δημϐςιων οικοδομημϊτων.
Οι κλύβανοι και ϊλλεσ καταςκευϋσ αυτοϑ του τϑπου που βρύςκονται και αναγνωρύζονται εϑκολα
ςτισ αναςκαφϋσ, εκ των πραγμϊτων κερδύζουν την προςοχό τησ ϋρευνασ ςε ςχϋςη με την οικονομύα και
τισ εμπορικϋσ δραςτηριϐτητεσ ενϐσ οικιςμοϑ αλλϊ δεν όταν οι μϐνεσ. Πολλϋσ εμπορικϋσ δραςτηριϐτητεσ
που δεν απαιτοϑςαν καταςκευϋσ αλλϊ ςχετύζονταν με μικρϋσ πωλόςεισ και παροχό υπηρεςιών δεν
ϋχουν αφόςει διακριτϊ ύχνη, αφοϑ χρηςιμοποιοϑςαν πρϐχειρουσ πϊγκουσ για να επιδεύξουν το
εμπϐρευμϊ τουσ. Οι χώροι αυτού μποροϑςαν εϑκολα να χρηςιμοποιηθοϑν για διαφορετικοϑσ λϐγουσ,
οπϐτε εύναι δϑςκολο να εντοπιςτοϑν.385
Σο διώροφο κτύριο που οικοδομόθηκε ςτα ερεύπια κτιρύων τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ ςτο οικ. 25,
κοντϊ ςτο περύκεντρο κτύριο, που απϐ τον 5ο αιώνα λειτουργοϑςε ωσ ςυγκρϐτημα ληνών, φαύνεται ϐτι
εύχε εμπορικϐ χαρακτόρα. Ομούωσ, το επύςησ διώροφο κτύριο ςτην τοϑμπα ϋχει ερμηνευτεύ ωσ εμπορικό
ςτοϊ. Εύχαμε, επομϋνωσ, δϑο τουλϊχιςτον ςημεύα εμπορύου ςτην πϐλη. Σο ϋνα, εϑκολα προςβϊςιμο απϐ
εμπϐρουσ και κατούκουσ βριςκϐταν ςτην καρδιϊ του οικιςμοϑ και των παραγωγικών δραςτηριοτότων
διαςφαλύζοντασ την ϊμεςη διϊχυςη των προώϐντων ςτην αγορϊ. Σο δεϑτερο ςτην τοϑμπα, ύςωσ
απευθυνϐταν ςε πελϊτεσ ανώτερων κοινωνικών ομϊδων, ςτισ ελύτ που διϋμεναν ό κινοϑνταν ςτο
διοικητικϐ κϋντρο.
Δεν υπϊρχουν ενδεύξεισ για εξαγωγϋσ, αν και θα πρϋπει να θεωρηθεύ βϋβαιη η διακύνηςη οριςμϋνων
προώϐντων (κραςύ, λϊδι) προσ τη Θεςςαλονύκη. Η Βρϑα φαύνεται να εύναι μια αυτϊρκησ κοινϐτητα, με
εμπορικϋσ ςυναλλαγϋσ τοπικοϑ χαρακτόρα.
384 Leone, A., “Topographies of production in north African cities during the Vandal and Byzantine Periods”, Theory and Practice in Late Antique
Archaeology, Late Antique Archaeology, vol. 1, ed. L. Lavan- W. Bowden, Brill (2003), 257-287, 278
385 Lavan, L. - Swift, Ell. - Putzeys T. (ed. A. Gutteridge), Objects in context – Objects in use. Material Spatiality in Late Antiquity, Late Antique
Archaeology, vol. 5 (2008), 105-106
128
κοινωνικϊ, θεςμικϊ ό οικονομικϊ. Αυτό η ςυμβολικό τοπογραφύα εξακολουθοϑςε να ιςχϑει τον 12 ο
αιώνα ωσ απϐδειξη μακροζωύασ.386
Σα μεγϊλα δημϐςια κτόρια τησ Βρϑασ που χρονολογοϑνται ςτην ϑςτερη ρωμαώκό περύοδο,
μαρτυροϑν την ϑπαρξη μιασ τοπικόσ ελύτ, που ενδεχομϋνωσ θα εύχε την ευθϑνη διούκηςησ και
φροντύδασ τησ πϐλησ. Ο οικιςμϐσ ϐμωσ των βυζαντινών χρϐνων ϋχει μια τελεύωσ διαφορετικό
αρχιτεκτονικό φυςιογνωμύα, προςανατολιςμϋνη ςε ευτελϋςτερεσ επιλογϋσ, που δεν προδύδουν τη
λειτουργύα τουσ.
Σα ϋγγραφα των αθωνικών μονών μασ δύνουν πληροφορύεσ, οικονομικοϑ κυρύωσ χαρακτόρα, για
την περιοχό απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ. Οι πληροφορύεσ αυτϋσ εύναι ετεροβαρεύσ και μασ δύνουν μια
κατακερματιςμϋνη εικϐνα τησ Βρϑασ. Δεν ϋχουν εντοπιςτεύ ακϐμα ενδεύξεισ (με εξαύρεςη το
μολυβδϐβουλο του 12ου αιώνα του Ευςταθύου Πεδιϊςημου) που να ςυνδϋονται με τη μϐνιμη παρουςύα
διοικητικών, ςτρατιωτικών ό θρηςκευτικών αξιωματοϑχων ςτο μεςαιωνικϐ Κϊςτρο. Εύναι ςχεδϐν
βϋβαιο ϐτι την επύ τϐπου εξουςύα θα αςκοϑςαν τοπικού χαμηλϐβαθμοι αξιωματοϑχοι οι οπούοι κατϊ
πϊςα πιθανϐτητα θα κατοικοϑςαν ςτην πϐλη ό ςτην ενδοχώρα τησ ςε καθϋδρεσ. Σα αγιορεύτικα
ϋγγραφα μασ δύνουν πληροφορύεσ για την εκδύκαςη υποθϋςεων κτηματικών και κληρονομικών, ωσ επύ
το πλεύςτον, την οπούα αναλϊμβαναν οι εκϊςτοτε κριτϋσ του θϋματοσ και οι θρηςκευτικού
αξιωματοϑχοι τησ Θεςςαλονύκησ με τη ςυμμετοχό αντιπροςώπων των αγιορεύτικων μονών.
Απϐ τον 6ο αιώνα και μϋχρι τον 10ο, που η Βρϑα εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ ωσ «κϊςτρο»,
ςυντελοϑνται ςημαντικϋσ αλλαγϋσ ςτο καθεςτώσ τησ ιδιοκτηςύασ. Σα εδϊφη του κϊςτρου
διαμοιρϊζονται ανϊμεςα ςε μϋλη τησ αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ των Κομνηνών, δύνονται ωσ
«πρϐνοιεσ» ςε ςτρατιωτικοϑσ αξιωματοϑχουσ, αγορϊζονται απϐ πλοϑςιουσ αξιωματοϑχουσ τησ
Θεςςαλονύκησ και τησ Κωνςταντινοϑπολησ και απϐ την μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ ενώ τον 12ο αιώνα η
περιοχό τησ Βρϑασ ανόκει ςχεδϐν καθολικϊ ςε αθωνικϋσ μονϋσ.387
Απϐ τον 11ο αιώνα η Βρϑα αναφϋρεται ωσ δημοςιονομικϐ κϋντρο ςτη δυτικό Φαλκιδικό με
εκτεταμϋνη φορολογικό περιφϋρεια που ϋφτανε μϋχρι την Πορταρϋα ςτα ανατολικϊ και το τϐμιον ςτα
ΒΔ. Δεν φαύνεται να γνώριςε ξϋνη κατοχό παρϊ τισ καταςτροφϋσ που υπϋςτη απϐ διϊφορεσ επιδρομϋσ
κατϊ καιροϑσ.
Θρηςκευτικό εξουςύα
Η ανοικοδϐμηςη τησ πολυτελοϑσ βαςιλικόσ ςτην τοϑμπα δεύχνει ςημαντικό παρουςύα τοπικοϑ
πλοϑτου και το ενδιαφϋρον τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ. Οι «πρωτεϑοντεσ» εύναι πλϋον ιερεύσ ό
γαιοκτόμονεσ και οι βαςιλικϋσ αποτελοϑν ςϑμβολα τησ νϋασ εξουςύασ.
386 Theuws, F.–de Jong, M. B.–Van Rhijn, Car. (ed.), Topographies of Power in the Early Middle Ages, The Transformation of the Roman World, vol. 6
(2001), 534
387 Hendy, M., Studies in the Byzantine monetary economy c. 300-1450, Cambridge University Press (1985), 86-87
129
Μια κατηγορύα θρηςκευτικόσ παρουςύασ θα μποροϑςαν να θεωρηθοϑν τα μοναςτόρια τησ δυτικόσ
Φαλκιδικόσ, που ιδρϑονται απϐ τον 9ο αιώνα με πρωτοβουλύα αυτοκρατορικό, εκκληςιαςτικό ό
ιδιωτικό. την πλειονϐτητϊ τουσ όταν πατριαρχικϊ, δηλαδό χωρύσ καμύα εξϊρτηςη απϐ τη μητρϐπολη
Θεςςαλονύκησ ό απϐ την τοπικό επιςκοπό.
Σα μοναςτόρια αυτϊ κατορθώνουν και ςυγκεντρώνουν ςημαντικϐ πλοϑτο με τη μορφό
ιδιοκτηςύασ γησ με αγορϋσ, ανταλλαγϋσ ό απϐ δωρεϋσ πιςτών. Σα περιςςϐτερα κϊποια ςτιγμό γύνονται
μετϐχια των μονών του Αγύου Όρουσ εύτε με τον θεςμϐ τησ χαριςτικόσ δωρεϊσ εύτε κατ’ επύδοςη και η
περιουςύα τουσ μεταφϋρεται ςτισ αθωνικϋσ μονϋσ που την επαυξϊνουν ςε βϊροσ τησ τοπικόσ
κοινϐτητασ.
Απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ τα νϋα ςϑμβολα εξουςύασ τησ θρηςκευτικόσ ελύτ γύνονται τα μετϐχια
και οι ιδιοκτηςύεσ τουσ. Η θρηςκευτικό εξουςύα παρουςιϊζεται με κοςμικϐ ϋνδυμα, ϋχοντασ μια
οικονομικό και ϐχι πνευματικό διϊςταςη. Με τον ύδιο τρϐπο επιβϊλλει τη ςυμμετοχό τησ ςτην εξουςύα.
Σα μοναςτόρια και τα μετϐχια τουσ γύνονται τϐποι ϊγιοι, ιςχυρϊ ςημεύα ςτο χώρο, μϋςω των
οπούων εύναι δυνατό η χαρτογρϊφηςη τησ μακρϊσ διϊρκειασ του πυκνοϑ δικτϑου ςχϋςεων που
ςυνυφαύνεται απϐ τουσ προςκυνηματικοϑσ δρϐμουσ με κϋντρο τισ μονϋσ, παρϊλληλα προσ και, ςυχνϊ,
ςε ςυνϋργεια με τα εμπορικϊ δύκτυα με κϋντρα τα ςημεύα αξιοπούηςησ των πηγών ενϋργειασ, ιερϐτητασ
χώρου, κλπ.
Αριςτοκρατύα
Η Θεςςαλονύκη όταν πϊντα ϋνα ελκυςτικϐ κϋντρο για τη βυζαντινό αριςτοκρατύα. Φϊρη ςτα
αθωνικϊ αρχεύα, γνωρύζουμε ϐτι πολλϋσ απϐ τισ ιδιοκτηςύεσ γησ τησ αριςτοκρατύασ τησ Θεςςαλονύκησ
βρύςκονταν ςτη δυτικό Φαλκιδικό. τισ ιδιοκτηςύεσ αυτϋσ ςτηριζϐταν η δϑναμη τησ τϊξησ.
Η υψηλό αριςτοκρατύα, κατϊ κϑριο λϐγο προερχϐταν απϐ την Κωνςταντινοϑπολη και
εγκαθύςταντο ςτην πϐλη για να υπηρετόςουν ςτη διακυβϋρνηςη, ςτη διούκηςη.
Τπόρχε ϐμωσ και μια μεςαύα ό κατώτερη αριςτοκρατικό τϊξη ντϐπιων, που ϋπαιζαν ςημαντικϐ
ρϐλο ςτη διακυβϋρνηςη, οι ϊρχοντεσ. Αυτού μποροϑν να θεωρηθοϑν μϋλη τησ αριςτοκρατύασ, αφοϑ
φϋρουν κϊποιον επύςημο τύτλο ό αξύωμα και διαδραμϊτιζαν ςημαντικϐ ρϐλο ςτην αςτικό διούκηςη των
επαρχιακών πϐλεων ωσ αξιωματοϑχοι. Οι περιςςϐτεροι προϋρχονταν ςημαντικϋσ οικογϋνειεσ τησ πϐλησ
(Ωγγελοι, Δεβλιτζηνού, Καςςανδρηνού, Ραδηνού, Σαρχανειώτεσ, κ.α.) και εύχαν ιςχυρϊ ερεύςματα και
ςυμφϋροντα ςτην περιοχό. Κϊποιοι εύχαν αςτικϊ και κϊποιοι ςτρατιωτικϊ αξιώματα, γεγονϐσ που
επιβεβαιώνει τη μεςαύα κατϊταξό τουσ ςε ςχϋςη με την υψηλό αριςτοκρατύα.
Ο πλοϑτοσ τουσ προϋρχονταν κυρύωσ απϐ ειςοδόματα. Πολλού ϊρχοντεσ ό μϋλη των ευρϑτερων
οικογενειών τουσ όταν ςτην ουςύα γαιοκτόμονεσ και εύχαν ςτην κατοχό τουσ απϐ μεςαύου μϋχρι πολϑ
μεγϊλου μεγϋθουσ περιουςύεσ ςτην ϑπαιθρο και, κυρύωσ, ςτη Φαλκιδικό. Αρκετού εύχαν περιουςύα και
ςτην πϐλη (ςπύτια, μαγαζιϊ, εργαςτόρια ).
130
Οι τοπικού αυτού ϊρχοντεσ επιβεβαύωναν την εξουςύα τουσ μϋςω των μεγϊλων ιδιοκτηςιών τουσ
αλλϊ και μϋςω τησ ονοματοδοςύασ ολϐκληρων χωριών και περιοχών. τη δυτικό Φαλκιδικό τα
παραδεύγματα εύναι πολλϊ: η γη του Πατρικωνϊ, το προϊςτειο του Κυρτολϋοντοσ, το προϊςτειο του
Ραςϐπουλου κλπ.
Πολλού απϐ αυτοϑσ, ϐπωσ οι Δεβλητζινού, ϋχαςαν τα κτόματϊ τουσ ςτην ϑπαιθρο λϐγω επιδρομών
(ϋρβοι, Οθωμανού, Νορμανδού κλπ)388.
την Βρϑα, κατϊ τον 11ο αιώνα φαύνεται πωσ ςημειώθηκε δημογραφικό ανϊπτυξη που ενιςχϑθηκε
με τη ςυγκϋντρωςη αγροτικοϑ πληθυςμοϑ απϐ τισ παρακεύμενεσ περιοχϋσ. Σο κϊςτρο καθώσ και ο
ανοχϑρωτοσ χώροσ ςτα δυτικϊ του διόλθαν μια εποχό ευμϊρειασ που αντανακλϊται ςτισ οικιςτικϋσ
δομϋσ και ςτα κινητϊ ευρόματα. Η προςθόκη τησ Βρϑασ ςτον τύτλο τησ Επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ το
1078 αναβϊθμιςε περαιτϋρω τον οικιςμϐ. Η κατϊςταςη αυτό διατηρόθηκει και ςτο μεγαλϑτερο μϋροσ
του 12ου αιώνα. ε αυτό τη φϊςη, οριςμϋνοι γαιοκτόμονεσ, ϐπωσ ο τουρμϊρχησ Μοςχονϊσ Καρβϋοσ,
ςυγγενόσ των Γυμνών389 αλλϊ και ο Ευςτϊθιοσ που ανόκει ςτην οικογϋνεια των Πεδιϊςιμων390, ϋχουν
ϋδρα τη Βρϑα και μϊλλον ςυγκροτοϑν μια τοπικό ελύτ τησ γησ που δρα καθϐλο τον 12ο αιώνα.
υμπερϊςματα
Ο πολεοδομικϐσ ιςτϐσ τησ Βρϑασ δεν μεταβϊλλεται ριζικϊ ϐςον αφορϊ ςτην χωροταξικό του
λειτουργύα απϐ την αρχαιϐτητα ςτην βυζαντινό περύοδο, ςτον βαθμϐ τουλϊχιςτον που μποροϑμε να
διαμορφώςουμε μια εικϐνα λϐγω του περιοριςμϋνου ςε ϋκταςη χαρακτόρα των αναςκαφών.
Ο οικιςμϐσ απϐ την αρχαιϐτητα φαύνεται να οργανώνεται γϑρω απϐ ϋναν κεντρικϐ πυρόνα, την
τοϑμπα, που προςφϋρει αςφϊλεια, ϋλεγχο τησ γϑρω περιοχόσ και πρϐςβαςη ςε χερςαύουσ και
θαλϊςςιουσ δρϐμουσ, οι οπούοι, αφενϐσ, διευκολϑνουν την διακύνηςη αγαθών και, αφετϋρου,
αποτελοϑν οδοϑσ διαφυγόσ ςε περιϐδουσ κρύςησ.
Γϑρω απϐ τον πυρόνα αυτϐ οργανώνεται ο υπϐλοιποσ οικιςμϐσ, με μια πρώτη ζώνη η οπούα ςτα
δυτικϊ περιλαμβϊνει τισ παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ και τουσ χώρουσ κοινωνικών εξυπηρετόςεων
(λουτρϊ, βιοτεχνικϋσ εγκαταςτϊςεισ, εμπορικϐ κϋντρο) και, ςτα ανατολικϊ, το νεκροταφεύο. Η εϑφορη
πεδιϊδα τησ Καλαμαριϊσ αποτελεύ την ϑπαιθρο χώρα τησ Βρϑασ ςυμβϊλλοντασ καθοριςτικϊ ςτην
οικονομύα και την εξϋλιξη του οικιςμοϑ.
Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται και πϊνω ςτην τοϑμπα, ϐπου εντοπύζονται
εγκαταςτϊςεισ κοινόσ ωφϋλειασ και δημϐςια κτύρια διοικητικοϑ και θρηςκευτικοϑ χαρακτόρα.
388 Necipoğlu, N., “The Aristocracy in Late Byzantine Thessalonike: A Case Study of the City’s Archontes (Late 14th and Early 15th Centuries)”, DOP
57 (επιμ. A.-M. Talbot), Washington, D. C. (2003), 133-151, 133-147
389 Πρϐκειται για εξ αγχιςτεύασ ςυγγενό του πρωτοςπαθϊριου Θεϐδωρου Γυμνοϑ, μϋλουσ επιφανοϑσ οικογϋνειασ, γνωςτόσ όδη απϐ τον 10ο αι.
και αναφϋρεται ςτο ϋγγραφο ωσ: (ὁ) ἐν τῇ διοικόςει Θεςςαλονύκησ ἐνορύα τῶν Βρυῶν διακεύμενοσ, βλ. Actes d’Esphigménou, ϋγγρ. 5, ςτ. 8-9 και
ςχϐλια ςτη ς. 55.
390 Για τουσ Πεδιϊςημουσ βλ. κεφ. 7, υπος. 1042
131
Σα μεγϊλα κτύρια που όρθαν ςτο φωσ με τισ αναςκαφϋσ ςτην πεδινό ϋκταςη ςτο δυτικϐ μϋροσ,
φανερώνουν ϐτι η πϐλη γνώριςε ακμό ςτα ϑςτερα ρωμαώκϊ και πρωτοβυζαντινϊ χρϐνια. Ο
προςανατολιςμϐσ των κτιρύων μεταβϊλλεται απϐ τον 4ο-5ο αιώνα απϐ τον ϊξονα Β-Ν τησ αρχαιϐτητασ,
ςτον ϊξονα Α-Δ. Σο προσ δυςμϊσ ϐριο του οικιςμοϑ φαύνεται ϐτι οριζϐταν απϐ την κούτη του μεγϊλου
χειμϊρρου που κατεβαύνει απϐ τα υψώματα των Πετραλώνων και καταλόγει ςτη θϊλαςςα.
Ο χαρακτόρασ του δυτικοϑ τομϋα μεταβϊλλεται μετϊ τον 5ο αιώνα. Σα δημϐςια κτύρια τησ ϑςτερησ
αρχαιϐτητασ τροποποιοϑνται προκειμϋνου να φιλοξενόςουν παραγωγικϋσ και εμπορικϋσ
δραςτηριϐτητεσ. Η αλλαγό αυτό ύςωσ αντανακλϊ τισ ανακατατϊξεισ ςτην κοινωνικό διαςτρωμϊτωςη
και την ανερχϐμενη μεςαύα τϊξη παραγωγών, εμπϐρων και τεχνιτών.
Σα βυζαντινϊ κτύςματα απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ εκτϐσ του κϊςτρου εντοπύζονται ςτισ υπώρειεσ
τησ τοϑμπασ και ακολουθοϑν τον ύδιο προςανατολιςμϐ Α-Δ. Ο οικιςμϐσ ςυρρικνώνεται και η κατούκηςη
ςυνωςτύζεται ςτισ παρυφϋσ τησ τοϑμπασ.
Απϐ τα μϋςα του 12ου αιώνα, ο κατοικημϋνοσ χώροσ ςτα δυτικϊ του κϊςτρου πρϋπει να
εγκαταλεύφθηκε, αφοϑ τα ερειπωμϋνα κτύςματϊ χρηςιμοποιόθηκαν ωσ ταφικού χώροι.
Όςον αφορϊ ςτισ υποδομϋσ, παρατηροϑμε διατόρηςη και διαρκό χρόςη του δικτϑου ϑδρευςησ.
Φρηςιμοποιοϑνται ςταθερϊ οι ύδιεσ δεξαμενϋσ και τα ύδια φρεϊτια καθ’ ϐλη τη διϊρκεια ζωόσ τησ πϐλησ.
Επομϋνωσ, η ϐποια διακοπό ςτα ευρόματα αντανακλϊ νϋεσ ςυνθόκεσ ζωόσ και ϐχι βύαιη διακοπό τησ
ςυνϋχειασ που θα αντανακλώνταν ςτη μεταβολό του δικτϑου των βαςικών υποδομών.
Ο οικιςμϐσ παρϋμεινε μϋχρι τϋλουσ ανεξϊρτητοσ και οι κϊτοικού δεν μετατρϊπηκαν ςε παρούκουσ
των αθωνικών μονών ό ϊλλων ελύτ. Κατϊ ςυνϋπεια, δεν ϋχουμε ςτοιχεύα για τον πληθυςμϐ τησ Βρϑασ.
Σα νεκροταφεύα τησ πϐλησ, που θα μποροϑςαν να δώςουν μια τϊξη μεγϋθουσ, δεν ϋχουν αναςκαφεύ
ςυςτηματικϊ και οι ςωςτικοϑ χαρακτόρα αναςκαφϋσ δεν ϋχουν δημοςιευτεύ λεπτομερώσ.
Σο μϋγεθοσ τησ αςτικόσ περιοχόσ εντϐσ τησ οχϑρωςησ θα μποροϑςε να εύναι ενδεικτικϐ για το
ςχετικϐ μϋγεθοσ τησ πϐλησ (πληθυςμϐσ), την ευμϊρειϊ τησ και την ςτρατιωτικό τησ ικανϐτητα. Κι αυτϐ,
επειδό ϐταν τεύχη χτύςτηκαν, όταν ςχεδιαςμϋνα να προςτατεϑουν τον πολιτικϐ και διοικητικϐ πυρόνα,
τα δημϐςια κτύρια που όταν ςημαντικϊ για τισ θρηςκευτικϋσ, εκπαιδευτικϋσ, κοινωνικϋσ και εμπορικϋσ
δραςτηριϐτητεσ τησ πϐλησ. Επύ πλϋον, η περύμετρϐσ των τειχών, αντανακλϊ το μϋγεθοσ τησ
ςτρατιωτικόσ δϑναμησ που διϋθετε η πϐλη για την ϊμυνϊ τησ. Η περιοχό εντϐσ τησ οχϑρωςησ τησ Βρϑασ
υπολογύζεται ςτα 28 ςτρϋμματα που αντιςτοιχοϑν ςε μια μεςαύου μεγϋθουσ πϐλη των μϋςων χρϐνων.
132
4.4. Η Ύπαιθροσ τησ Βρύασ – Οικιςτικό Οργϊνωςη (ςχ. 5)
4.4.1. Οικιςτικό δύκτυο Πρωτοβυζαντινόσ Περιόδου (ςχ. 6)
Οι πϐλεισ τησ ρωμαώκόσ περιϐδου, που αναπτϑχθηκαν ςτη δυτικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ (Αύνεια,
Αντιγϐνεια, Βρϋα, Βολβϐσ), επιβιώνουν κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο, γεγονϐσ που υποδηλώνει
μια ςυνϋχεια ςτην κατούκηςη που διακϐπτεται, ςτισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ απϐτομα και, ςυχνϊ,
οριςτικϊ ςτα μϋςα του 6ου αιώνα ενώ ςε οριςμϋνεσ περιοχϋσ φτϊνει μϋχρι τα μϋςα του 7ου αιώνα.391
Η δυτικό Φαλκιδικό δεν ϋχει αναςκαφεύ ςυςτηματικϊ. Ϊχουν εντοπιςτεύ ελϊχιςτεσ αρχαιϐτητεσ
που χρονολογοϑνται ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο. Σα αποτελϋςματα αυτϊ δεν προϋρχονται απϐ
ςυςτηματικϋσ αναςκαφϋσ θϋςεων ό μελϋτη αρχαιολογικοϑ υλικοϑ αλλϊ απϐ επιφανειακϋσ ϋρευνεσ και
περιοριςμϋνεσ ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ ςτην καλϑτερη περύπτωςη, ςυνεπώσ, τα ϐποια ςυμπερϊςματα για
την εγκατούκηςη ςτην περιοχό κατϊ την περύοδο που μασ ενδιαφϋρει ϋχουν αποςπαςματικϐ
χαρακτόρα και εύναι βϋβαιο ϐτι θα αναθεωρηθοϑν ςτο μϋλλον.
Κρύνεται, ωςτϐςο, ςκϐπιμο να γύνει μια ςυνοπτικό αναφορϊ των θϋςεων και των αρχαιοτότων που
εντοπύςτηκαν. Αςφαλώσ, το επύπεδο τησ ϋρευνασ ςτην περιοχό και τα διαθϋςιμα ςτοιχεύα δεν παρϋχουν
αςφαλό εχϋγγυα για την ταϑτιςη των καταλούπων με οικιςμοϑσ που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ, οπϐτε
ςτην ακϐλουθη παρουςύαςη θα γύνει χρόςη τησ ςϑγχρονησ τοπωνυμύασ: 392
1. Νϋα Ηρϊκλεια: Κατϊ τη διϊνοιξη του παραθαλϊςςιου δρϐμου του οικιςμοϑ το 1967,
εντοπύςτηκαν κομμϊτια μιασ αργυρόσ λειψανοθόκησ, που εκτύθεται ςτο Μουςεύο Βυζαντινοϑ
Πολιτιςμοϑ Θεςςαλονύκησ. Η λειψανοθόκη χρονολογόθηκε ςτον 4ο αιώνα μ.Φ. και προσ το παρϐν δεν
ϋγινε δυνατό η ςϑνδεςό τησ με κϊποιο ναϐ.393 (εικ. 164)
τα ϐρια του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, κατϊ τη διϊρκεια ςωςτικών αναςκαφών το 2010, εντοπύςτηκαν
ταφϋσ που χρονολογοϑνται μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα και δεν ςυνδϋονται προσ το παρϐν με κϊποια
οικιςτικό εγκατϊςταςη.394
2. Νϋα Καλλικρϊτεια: (εικ. 25) το πλαύςιο ςωςτικών αναςκαφών που ϋλαβαν χώρα ςτον
ςϑγχρονο οικιςμϐ το 1977, αναφϋρεται η ϑπαρξη αποικύασ του 8ου π.Φ. αιώνα με διϊρκεια ζωόσ ϋωσ και
την πρωτοβυζαντινό περύοδο. 395
391 Lefort, J., “Les villages de Macédoine orientale au Moyen Âge (Xe- XIe Siècles), Lefort, J. –Morrisson, C. –Sodini, J. P. (ed.), Les villages dans
l’empire byzantin, (Réalités Byzantines 11), Paris (2005), 289-299, 289
392 Σα ςτοιχεύα προϋρχονται απϐ επιτϐπια ϋρευνα με βϊςη τισ λιγοςτϋσ αναφορϋσ ςε περιληπτικϋσ δημοςιεϑςεισ και προκαταρκτικϋσ
προφορικϋσ ανακοινώςεισ. τον κατϊλογο περιλαμβϊνονται οι αρχαιϐτητεσ που βρύςκονται κατανεμημϋνεσ ςε ϐλη τη δυτικό Φαλκιδικό
ςυμπεριλαμβϊνοντασ και τον Ανθεμοϑντα, καθώσ δεν υπϊρχουν φιλολογικϋσ πηγϋσ για την εποχό, οπϐτε τα λιγοςτϊ, ϋςτω, ευρόματα θα
μποροϑςαν να ρύξουν λύγο φωσ ςτην κατϊςταςη τησ εγκατούκηςησ.
393 Πϋτςασ, Υ., «Αρχαιϐτητεσ και μνημεύα κεντρικόσ Μακεδονύασ», ΑΔ 22 (1967), Β2, 377, του ιδύου «Φρονικϊ αρχαιολογικϊ 1966-1967»,
Μακεδονικϊ 9 (1969), 183, αρ. 115 Μ
̇ ιχαηλύδησ, Μ., «Αργυρϊ λειψανοθόκη του Μουςεύου Θεςςαλονύκησ», ΑΑΑ 2 (1969), Α’, 48-49
394 Σςανανϊ-Μπιτζικϐπουλοσ-Ευγενικϐσ 2014, 411-412
133
ε ςχϋςη με την πϐλη τησ Βρϑασ θα ϋπρεπε να δώςουμε μεγαλϑτερη προςοχό, λϐγω εγγϑτητασ,
ςτον οικιςμϐ, που εντοπύςτηκε ςτη Ν. Καλλικρϊτεια μϐλισ 6 χιλιϐμετρα βορειοδυτικϊ τησ τοϑμπασ ςε
ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ που πραγματοποιόθηκαν τα τελευταύα χρϐνια.
Οι πρώτεσ ενδεύξεισ πρωτοβυζαντινόσ εγκατϊςταςησ ανιχνεϑτηκαν ςτο νοτιοανατολικϐ τμόμα του
οικιςμοϑ κοντϊ ςτη θϊλαςςα. Αποκαλϑφθηκαν κϊποιο τούχοι απϐ αργολιθοδομό και αςβεςτοκονύαμα,
ςε ϑψοσ θεμελιώςεωσ, μια μικρό δεξαμενό και ϋνα πηγϊδι. Νεκροταφεύο τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ
εντοπύςτηκε ςτον ανατολικϐ λϐφο, μετϊ απϐ ςωςτικό αναςκαφικό ϋρευνα του οικοπϋδου 883α
ιδιοκτηςύασ Μαρύασ Πατρικύου. Σο κϑριο χαρακτηριςτικϐ τησ κεραμικόσ απϐ το εν λϐγω νεκροταφεύο
εύναι η πληθώρα και η ποικιλύα των ειςηγμϋνων παραδειγμϊτων. Η πλειονϐτητα των αγγεύων
κατατϊςςεται ςτην κατηγορύα τησ πολυτελοϑσ κεραμικόσ. Επύςησ, εντϐσ των τϊφων εντοπύζονται και
αγγεύα οικιακόσ χρόςησ π.χ. αμφορεύσ και χϑτρεσ με γραπτό διακϐςμηςη. Εκτϐσ των τϊφων
ανευρύςκονται αγγεύα μεταφορϊσ υγρών, ϐπωσ οινοχϐεσ, που θα μποροϑςαν να ερμηνευτοϑν ωσ
ςπονδικϊ αγγεύα προςφορών, χϑτρεσ που περιεύχαν καμμϋνα οργανικϊ ςτοιχεύα.
Η παρουςύα ειςηγμϋνησ κεραμικόσ του 3ου και 4ου αιώνα που προϋρχεται κυρύωσ απϐ εργαςτόρια
τησ Αθόνασ και τησ Ανατολικόσ Μεςογεύου επαναλαμβϊνει και αντιςτοιχεύ ςτην κυριαρχύα του
αθηναώκοϑ Κεραμεικοϑ και των ανατολικών εργαςτηρύων κεραμικόσ και κοροπλαςτικόσ του αρχαώκοϑ
νεκροταφεύου, πϊνω ςτο οπούο οργανώνεται και το νεκροταφεύο τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ.396
το νοτιοδυτικϐ τμόμα, πϊνω ςτον λϐφο που δεςπϐζει ςτο λιμϊνι εντοπύςτηκε ςυγκρϐτημα ληνών
και, ςε κοντινό απϐςταςη, η θεμελύωςη ενϐσ πϑργου. Η αναςκαφικό ϋρευνα δεν προχώρηςε ςτο τμόμα
αυτϐ ϊρα δεν ϋχουμε ςτοιχεύα για τη χρονολϐγηςό του ό τη ςχϋςη του με τον οικιςμϐ. ε ϋγγραφο τησ
Μ. Ξενοφώντοσ του 1338, ο πϑργοσ αναφϋρεται όδη ωσ «παλαιϐπυργοσ». την περύπτωςη που τα
κατϊλοιπα ανόκουν πρϊγματι ςτον πϑργο του εγγρϊφου τησ Ξενοφώντοσ, θα μποροϑςαμε να
διακινδυνεϑςουμε μια εκτύμηςη ϐτι ο χώροσ ςχετύζεται με τον βυζαντινϐ οικιςμϐ του τομύου, που
αναφϋρεται ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα ωσ ιδιοκτηςύα τησ μονόσ.397
τισ δυτικϋσ υπώρειεσ του λϐφου, αναςκϊφτηκε λουτρϐ δύπλα ςτη θϊλαςςα, απϐ το οπούο
διατηρεύται μικρϐ τμόμα του tepidarium, το caldarium με το praefurnium και ϋνασ τετρϊπλευροσ χώροσ
που ϐριζε την εύςοδο ςτο τελευταύο. Καταςκευαςτικϊ ςτοιχεύα, κεραμικό και ϋνα νϐμιςμα του 4ου
αιώνα οδηγοϑν ςε μια χρονολϐγηςη τησ αρχικόσ φϊςησ μεταξϑ 4ου και 6ου αι.
Πϊνω ςτον λϐφο πϊλι, ςτισ δυτικϋσ παρυφϋσ του οικιςμοϑ, αποκαλϑφθηκαν τα υπολεύμματα ενϐσ
κατεςτραμμϋνου καμινιοϑ και ενϐσ λαμπροϑ κτιρύου κοςμημϋνου με τοιχογραφύεσ και εντούχια
ψηφιδωτϊ. Δεν γνωρύζουμε τη λειτουργύα του κτιρύου. ύγουρα όταν δημϐςιο και υποδηλώνει την
ϑπαρξη εϑρωςτου οικιςμοϑ. Η κεραμικό καθώσ και νομύςματα, Ιουςτύνου Β’ και Θεοδοςύου Α’, που
134
βρϋθηκαν ςτο ύδιο βϊθοσ, ςτο κτύριο των ψηφιδωτών, επιβεβαιώνουν την ύδρυςη και λειτουργύα του
κτιρύου μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα.
Σο 2006 διενεργόθηκε ςωςτικό αναςκαφικό ϋρευνα ςτο οικ. 319 – Ο.Σ. 38, το οπούο βρύςκεται ςτο
δυτικϐ τμόμα του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, ςτον λϐφο που δεςπϐζει ςτο λιμϊνι. Αποκαλϑφθηκε βαςιλικό
που χρονολογεύται μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα.
Η ανεϑρεςη μαρμϊρινων αρχιτεκτονικών μελών (ψευδεπύκρανο εποχόσ εβόρων, τμόμα
κιονοκρϊνου, τμόμα βϊςησ κύονα κ.α.), πλακών ορθομαρμϊρωςησ και λύθινων ψηφύδων αποτελοϑν
ενδεύξεισ για πολυτελό διϊκοςμο. Βρϋθηκαν επύςησ ϋνα νϐμιςμα Βϊλη (364-375) και ϋνα οκταννοϑμιο
Ιουςτινιανοϑ.
Σα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα και τα κινητϊ ευρόματα υποδεικνϑουν ϐτι ϋχουμε να κϊνουμε με ϋναν
ακμϊζοντα οικιςμϐ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου, που απλωνϐταν απϐ τον ανατολικϐ μϋχρι τον
δυτικϐ παραθαλϊςςιο τομϋα του ςημερινοϑ οικιςμοϑ. Ο οικιςμϐσ φαύνεται πωσ ερημώθηκε ςτα τϋλη
του 6ου αιώνα χωρύσ να ϋχουν εντοπιςτεύ προσ το παρϐν ςημϊδια βύαιησ καταςτροφόσ.398
Η ϑπαρξη ενϐσ οικιςμοϑ με αςτικϊ χαρακτηριςτικϊ ςε απϐςταςη μϐλισ ϋξι χιλιομϋτρων απϐ τον
επύςησ ακμαύο οικιςμϐ τησ Βρϑασ και, ςε ςυνδυαςμϐ με την πληροφορύα του Προκοπύου για την
αποκατϊςταςη οχυροϑ ςτον Βολβϐ με αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα, μασ οδηγεύ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι η
δυτικό Φαλκιδικό όταν μια περιοχό ακμϊζουςα και πυκνοκατοικημϋνη κατϊ την πρωτοβυζαντινό
περύοδο, που εύχε προςελκϑςει το αυτοκρατορικϐ ενδιαφϋρον. Ο αριθμϐσ και η καταςκευαςτικό
πολυτϋλεια των δημϐςιων κτιρύων ενιςχϑει την εικϐνα. Υαύνεται πωσ υπόρχε μια ςυνϋχεια ςτην
εγκατούκηςη τησ περιοχόσ ςτα ερεύπια των αρχαύων οικιςμών ό ςε κϊποια απϐςταςη απϐ αυτϊ αλλϊ
ςύγουρα ςτισ ύδιεσ θϋςεισ αφοϑ η επιλογό αυτό ευνοοϑςε τισ καλλιϋργειεσ, το εμπϐριο –δια ξηρϊσ και
θαλϊςςησ- αλλϊ και τισ ποιμενικϋσ δραςτηριϐτητεσ λϐγω του λοφώδουσ αναγλϑφου τησ.
3. Νϋα ύλατα: Ο Παπϊγγελοσ κϊνει λϐγο για την ϑπαρξη βαςιλικόσ εντϐσ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ
χωρύσ ϐμωσ να διευκρινύζει τη θϋςη τησ.399
4. Όλυνθοσ -Μαριανϊ: ε απϐςταςη λύγων μϋτρων απϐ τον πϑργο τησ μονόσ Δοχειαρύου, ςώζονται
τα ερεύπια τρύκλιτησ πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ. Ο ναϐσ όταν κτιςμϋνοσ με αργολιθοδομό. Η αψύδα,
που διατηρεύται μϋχρι το ϑψοσ του τεταρτοςφαιρύου εύναι επύςησ κτιςμϋνη με αργολιθοδομό που
διακϐπτεται απϐ ζώνεσ πλύνθων, ενώ το τεταρτοςφαύριο εύναι κτιςμϋνο απϐ αμιγό πλινθοδομό. την
αψύδα υπϊρχουν τρύα παρϊθυρα. το κεντρικϐ κλύτοσ τησ βαςιλικόσ ανεγϋρθηκε ςε κϊποια φϊςη
μεταβυζαντινϐ εξωκκλόςι αφιερωμϋνο ςτον Ωγιο Νικϐλαο.400 (εικ. 116-117)
398 Σϐςκα, Λ.,–Φατζϊκησ, Γ., «Παλαιοχριςτιανικϋσ αρχαιϐτητεσ ςτη Ν. Καλλικρϊτεια Φαλκιδικόσ», ΑΕΜΘ 14 (2001), Θεςςαλονύκη (2002), 312-318
399 Παπϊγγελοσ 1998Δ, 81, εικ. 3 (ςημεύο 8 ςτον χϊρτη)
400 Νικονϊνοσ, Ν., «Βυζαντινϊ και Μεςαιωνικϊ Μνημεύα Αγύου Όρουσ και Φαλκιδικόσ», ΑΔ 29 (1973-74), Β2, 768-776, 771, πιν. 561 β-γ.
135
τον πϑργο τησ Δοχειαρύου διακρύνονται μαρμϊρινα αρχιτεκτονικϊ μϋλη, που ενδεχομϋνωσ
προϋρχονται απϐ τη βαςιλικό και χρηςιμοποιόθηκαν ωσ οικοδομικϐ υλικϐ.
6. Πολϑγυροσ: τισ θϋςεισ Μολυβϐπυργο και Αγύα Κυριακό ο Παπϊγγελοσ αναφϋρει την ϑπαρξη
βαςιλικόσ χωρύσ να δύνει περαιτϋρω πληροφορύεσ.402
7. Άγιοσ Πρϐδρομοσ: τη θϋςη Πηγό ο Παπϊγγελοσ αναφϋρει την ϑπαρξη βαςιλικόσ χωρύσ να δύνει
περαιτϋρω πληροφορύεσ.403
9. Βϊβδοσ: τον Ναϐ Κοιμόςεωσ τησ Θεοτϐκου τησ Βϊβδου ϋχει μεταφερθεύ μαρμϊρινοσ ϊμβωνασ
απϐ τη θϋςη Καλϋτρι, που βρύςκεται περύ τα 4 χιλιϐμετρα νοτιοανατολικϊ του οικιςμοϑ. Ο ϊμβωνασ,
βρύςκεται τοποθετημϋνοσ πύςω απϐ την Αγύα Σρϊπεζα του Ναοϑ και χρονολογεύται ςτον 5ο αιώνα. Ο
ϊμβωνασ εύναι μονολιθικϐσ με μορφό εξώςτη και κοςμεύται με φυτικϐ διϊκοςμο ςε χαμηλϐ ανϊγλυφο.
τη θϋςη Καλϋτρι εντοπύςτηκαν και ϊλλα μαρμϊρινα αρχιτεκτονικϊ μϋλη, που προϋρχονται απϐ
πρωτοβυζαντινϐ ναϐ, η θϋςη του οπούου δεν ϋχει εντοπιςτεύ. 405
10. Γαλϊτιςτα: τα δυτικϊ του οικιςμοϑ, ςτο εξωκκλόςι των Αγύων Αναργϑρων, ςϑντομη
αναςκαφικό ϋρευνα αποκϊλυψε οικοδομικϊ κατϊλοιπα και τμόμα υποκαϑςτων. Δεν δημοςιεϑονται
λεπτομϋρειεσ, ωςτϐςο, εικϊζουμε βϊςιμα ϐτι επρϐκειτο για λουτρικό εγκατϊςταςη.406
τη θϋςη Πανύκοβα, ςτα δυτικϊ των Αγύων Αναργϑρων, εντοπύςτηκε βαςιλικό των
πρωτοβυζαντινών χρϐνων και μαρμϊρινα αρχιτεκτονικϊ μϋλη.407Νοτύωσ τησ βαςιλικόσ, ςτη βϐρεια
ϐχθη του χειμϊρρου τησ Γαλϊτιςτασ, εντοπύςτηκε μεγϊλοσ κτιςτϐσ υδαταγωγϐσ, επιχριςμϋνοσ
εςωτερικϊ με λεπτϐκοκκο κουραςϊνι. Ο αγωγϐσ περνοϑςε απϐ μια υδατογϋφυρα τα ερεύπια τησ οπούασ
136
δεύχνουν ϐτι όταν κτιςμϋνη με εναλλαςςϐμενεσ ζώνεσ ημικατεργαςμϋνων λύθων και πλύνθων και ωσ
ςυνδετικϐ εύχε αςβεςτοκονύαμα.408
την περιοχό τησ Αγύασ Παραςκευόσ εντοπύςτηκαν εντοιχιςμϋνα ςε ποτύςτρα και διϊςπαρτα ςτον
χώρο ςε επιχωματώςεισ αρχιτεκτονικϊ μϋλη (θωρϊκια, βϊςη περρραντηρύου, τμόμα αμφύγλυφου
θωρακύου), που παραπϋμπουν ςτην ϑπαρξη πρωτοβυζαντινών βαςιλικών.409
Σϋλοσ, ςτο Πρινοχώρι, ο Παπϊγγελοσ αναφϋρει την ϑπαρξη μιασ ακϐμα βαςιλικόσ.410
11. Βαςιλικϊ: τισ θϋςεισ Πιςιώνα και ςτο Κοινοτικϐ νεκροταφεύο ο Παπϊγγελοσ αναφϋρει την
ϑπαρξη βαςιλικών.411
4.4.2. 1. Οικιςμού
Απϐ τον 9ο αιώνα, εμφανύζονται ςτισ πηγϋσ νϋα χωριϊ με ονϐματα ςλαβοβουλγαρικόσ προϋλευςησ
που μαρτυροϑν εγκατϊςταςη των φϑλων αυτών ςτη ΒΔ Φαλκιδικό, η οπούα προφανώσ, ςυντελϋςτηκε
κατϊ τουσ προηγοϑμενουσ αιώνεσ.
137
Φωρύον των Δραγοβοϑντων (897): Η ονομαςύα προϋρχεται απϐ τη ςλαβικό φυλό των Δρογουβιτών,
μϋλη τησ οπούασ φαύνεται πωσ εγκαταςτϊθηκαν ςτην περιοχό του Φορτιϊτη. Σο χωριϐ αναφϋρεται για
πρώτη φορϊ ςε πωλητόριο γησ του 897. ε αυτϐ, η χόρα Γεωργύα του Δημητρύου Σζαγϊςτη και οι γιού
με την κϐρη τησ πωλοϑν ςτον ηγοϑμενο Ευθϑμιο τον Νϋο, ιδρυτό τησ μονόσ του Αγύου Ανδρϋα
Περιςτερών, χωρϊφια ςε διϊφορεσ γειτονικϋσ θϋςεισ του χωριοϑ Περιςτερϊ. Σο επύθετο Σζαγϊςτησ
εύναι δρουγουβιτικϐ ανθρωπονϑμιο, υπϊρχει ςε ϐλεσ τισ ςλαβικϋσ γλώςςεσ και εύναι αρχαύο. Σο χωριϐ
πρϋπει να βριςκϐταν ςτα ϐρια τησ Γαλϊτιςτασ και του χωριοϑ Πιςςών. 414
Πιςςών (897): Αναφϋρεται ςτο ύδιο ϋγγραφο και διϋθετε αμπϋλια και μϑλουσ που αγϐραςε ο
Ευθϑμιοσ. Βριςκϐταν περύπου ϋνα χιλιϐμετρο ΒΔ των Βαςιλικών. Απϐ τον 10 ο αιώνα αναφϋρεται ωσ
προϊςτειο και περνϊ διαδοχικϊ ςτην ιδιοκτηςύα τησ Λαϑρασ, τριών αδερφών απϐ τη Θεςςαλονύκη και
ξανϊ ςτη Λαϑρα, η οπούα δημιοϑργηςε ςτην περιοχό μετϐχι και εγκατϋςτηςε παρούκουσ. 415
Περιςτεραύ (871): Η ςημερινό Περιςτερϊ. Σο 871 ο ϊγιοσ Ευθϑμιοσ ο Νϋοσ ϋκτιςε ςτα ερεύπια του
ναοϑ του Αγύου Ανδρϋα μια νϋα μονό, η οπούα το 884 επεκτϊθηκε για να φιλοξενόςει μοναχϋσ. Σα
επϐμενα χρϐνια, η Μονό Περιςτερών απϋκτηςε περιουςύα ςτην Καλαμαριϊ, η οπούα αργϐτερα πϋραςε
ςτη Λαϑρα, ϐπου υπόχθη η μονό ωσ μετϐχι. Ο οικιςμϐσ αναφϋρεται ωσ προϊςτειο τον 12ο αιώνα και
παραχωρεύται ςτο Ορφανοτροφεύο Θεςςαλονύκησ.416
Γαλϊτιςςα (897): Η ςημερινό Γαλϊτιςτα. τισ πηγϋσ γύνεται ςυνεχόσ αναφορϊ ςτουσ αμπελώνεσ και
τουσ υδρϐμυλοϑσ τησ.417
Καρκϊρα (9οσ αι.): Βριςκϐταν ςτη θϋςη του ςϑγχρονου χωριοϑ όμαντρα. ϑμφωνα με τον Βύο τησ
αγύασ Θεοδώρασ, κϊποιοσ μοναχϐσ Αντώνιοσ ύδρυςε ςτην Καρκϊρα μοναςτόρι και πϑργο. Σα εδϊφη τησ
διανεμόθηκαν αργϐτερα με το καθεςτώσ τησ πρϐνοιασ.418
Μυριϐφυτον (9οσ αι.): την περιοχό τησ ςημερινόσ Ολϑνθου. Αναφϋρονται κϊτοικοι του χωριοϑ το
864. Ϊναν αιώνα αργϐτερα το «προϊςτειο» ανόκει ςτον πρωτοςπαθϊριο Δημότριο Πτελεώτη, ο οπούοσ
το κληροδοτεύ ςτη μονό Φαβουνύων. Μϋροσ του οικιςμοϑ αναφϋρεται ωσ η «γη των Αρμενύων» και
περνϊει τον 10ο αιώνα ςτην ιδιοκτηςύα τησ Λαϑρασ. Υαύνεται ϐτι το χωριϐ χωρύζεται ςε τϋςςερα
προϊςτεια. Μϋχρι το 1047 αποτελεύ ιδιοκτηςύα εκκληςιαςτικό και μοναςτικό αλλϊ το 1104
138
παραχωρεύται ςτον Βοϑρτζη. Οι κληρονϐμοι του την παραχωροϑν ξανϊ τον 14ο αιώνα ςτισ αθωνικϋσ
μονϋσ.419
Μυςτϊκονεσ: Σο 887 γύνεται ϋμμεςη αναφορϊ ςτο ομώνυμο μοναςτόρι, καθώσ η Μονό Κολοβοϑ
ςφετερύζεται τα εδϊφη του με παρϊνομεσ πρϊξεισ που ακυρώνονται το 902. Η επϐμενη αναφορϊ
γύνεται ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα το 1300 και κϊνει λϐγο για το Φωρύον των Μυςτακώνων, κοντϊ ςτη
Ν. Σϋνεδο.420
Φωρύον των Βουρκϊνων: τα ϋγγραφα τησ Διονυςύου γύνεται αναφορϊ ςτον οικιςμϐ. Σο ϐνομα εύναι
ςλαβικόσ προϋλευςησ.421 Δεν ϋχουμε περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ.
Κρανϋα: Αναφϋρεται ςτον Βύο του Αγύου Ευθυμύου. Βριςκϐταν κοντϊ ςτη Θεςςαλονύκη την
Κρανϋα ζοϑςε ο μοναχϐσ-αςκητόσ Αντώνιοσ, που εύχε αςπαςθεύ τα δϐγματα του Βογομιλιςμοϑ.
Πρϐκειται για τον ύδιο μοναχϐ που ύδρυςε τη μονό και τον Πϑργο τησ Παναγύασ ςτην Καρκϊρα. Πρϋπει
να βρύςκονταν ςτουσ πρϐποδεσ του Φορτιϊτη αλλϊ ςόμερα δεν υπϊρχει ύχνοσ που να μαρτυρεύ την
ϑπαρξη των οικιςμών αυτών του 9ου αιώνα.
Η θϋςη των Κρανεών εύναι δϑςκολο να προςδιοριςτεύ. Ο Lefort μνημονεϑει τη θϋςη Κρανιϊσ
Πηγϊδια ςτην κοινϐτητα Βϊβδου, οι κϊτοικοι τησ οπούασ, κατϊ την βουλγαρικό επιδρομό του 996
κατϋφυγαν ςτην περιοχό των Φαβουνύων ςτον Πολϑγυρο. Θα μποροϑςε να βρύςκεται ςτα νϐτια τησ
Γαλϊτιςτασ ό ανατολικϊ του ϋδεσ, να εύναι δηλαδό το Κρϊνι τησ κοινϐτητασ Καπουτζόδων, που εύναι
πιθανώσ ο οικιςμϐσ του 10ου αιώνα. Ο Μ. Φατζηώωϊννου αναφϋρει ϐτι όταν προϊςτεια τησ
Θεςςαλονύκησ και ϐτι ο Ζεμϋνικοσ ϋχει ςλαβικϋσ ρύζεσ και ςημαύνει διϊβαςη.422
Εκτϐσ απϐ τουσ νϋουσ αυτοϑσ οικιςμοϑσ, που ςτην πλειονϐτητϊ τουσ βρύςκονται ςτο ΒΔ τμόμα τησ
ηπειρωτικόσ Φαλκιδικόσ, η γραπτό παρϊδοςη αναφϋρει την ϑπαρξη ενϐσ δικτϑου ανοχϑρωτων χωριών,
κατϊ τον 8ο και 9ο αιώνα, με κοινϐ χαρακτηριςτικϐ την τερϊςτια ϋκταςό τουσ. Απϐ αυτό την περύοδο
όδη, εύναι πιθανό η ϑπαρξη «αγριδύων» που όταν εξαρτημϋνα απϐ αυτϊ τα χωριϊ. Η ςυνϋχιςη τησ
κατούκηςησ τον 7ο αιώνα μαρτυρεύται απϐ τη διατόρηςη των τοπωνυμύων για τισ περιςςϐτερεσ απϐ τισ
θϋςεισ που βρύςκονται ςτα νϐτια τησ περιοχόσ, κοντϊ ςτη θϊλαςςα.
Η ςλαβικό εγκατϊςταςη (τϋλοσ 6ου–7οσ αιώνασ) δεν πρϋπει να ςυνοδεϑτηκε απϐ μακροπρϐθεςμη
εγκατϊλειψη οικιςμών τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου, ϐπωσ φαύνεται απϐ τα κατϊλοιπϊ τουσ. Η
εγκατϊςταςη ςλαβικών φϑλων, φαύνεται ϐτι όταν πιο ϋντονη ςτα ΒΔ τησ χερςονόςου και ςτο
ανατολικϐ τμόμα τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ, προσ τον Ωγιο Μϊμα και τον Πολϑγυρο, περιοχϋσ φϑςει
139
οχυρϋσ με ημιορεινό φυςιογνωμύα, που εϑλογα προςϋλκυςαν τουσ επύλυδεσ, οι οπούοι αςχολοϑνταν
κυρύωσ με την κτηνοτροφύα και, ςε μικρϐτερο βαθμϐ, με την γεωργύα. Οι κϊτοικοι πλόρωναν ςυλλογικϊ
φϐρουσ για τη γη που τουσ ανόκε και, ςε περύπτωςη κινδϑνου, ϋβριςκαν καταφϑγιο ςτο βουνϐ. τισ
απογραφϋσ των παρούκων που διαςώζονται ςτα αρχεύα των αθωνικών μονών των αρχών του 14 ου
αιώνα, μαρτυροϑνται ονϐματα με ςλαβικό ετυμολογύα αλλϊ και τα επύθετα «Βοϑλγαροσ –Βουλγϊρα»,
το οπούο δεύχνει ϐτι υπόρχαν εγκαταςτϊςεισ λϊβων και Βουλγϊρων ςτα υπϊρχοντα χωριϊ αλλϊ
μϊλλον πρϐκειται για μεμονωμϋνεσ περιπτώςεισ οικογενειών, που ςτην πορεύα ενςωματώθηκαν
πλόρωσ και αφομοιώθηκαν απϐ το ελληνικϐ ςτοιχεύο.423
4.4.2. 2. Μοναςτόρια
Ο 9οσ αιώνασ ςυνδϋεται ςτη Φαλκιδικό με την ύδρυςη πολλών μοναςτικών κϋντρων και απηχεύ τη
γενικϐτερη ϊνθηςη του μοναχιςμοϑ με το πϋρασ τησ Εικονομαχύασ. Σα μοναςτόρια τησ δυτικόσ
Φαλκιδικόσ όταν ςτην πλειοψηφύα τουσ πατριαρχικϊ. Οι μονϋσ αυτϋσ αποτϋλεςαν πυρόνεσ γϑρω απϐ
τουσ οπούουσ οργανώθηκαν οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ ςε μια περύοδο για την οπούα ϋχουμε ελϊχιςτεσ
πληροφορύεσ για την οικιςτικό οργϊνωςη τησ περιοχόσ και ϋπαιξαν τον ρϐλο καταφυγύου ςε περιϐδουσ
επιδρομών λϐγω τησ οχϑρωςόσ τουσ.
Μονό του Πϑργου ςτην Καρκϊρα: Φτύςτηκε τον 9ο αιώνα (892/3). Η μονό αναφϋρεται ςτον βύο τησ
Οςιομυροβλϑτιδοσ Θεοδώρασ τησ εν Θεςςαλονύκη. Αρχικϊ, κϊποιοσ μοναχϐσ Αντώνιοσ ϋκτιςε ϋναν
πϑργο ςτην Καρκϊρα και, κατϐπιν ανϋγειρε το μοναςτόρι. όμερα, ςώζονται τα ερεύπια του πϑργου. Η
μονό όταν αυτϐνομη και ιδιϐκτητη, δηλαδό, απαγορευϐταν ςε οποιαδόποτε ϊλλη θρηςκευτικό αρχό να
αναμιχθεύ ςτα εςωτερικϊ τησ.424
Μονό Αγύασ Αναςταςύασ τησ Υαρμακολϑτριασ ςτα Βαςιλικϊ: Φτύςτηκε τον 9ο αιώνα (880/6). Ψσ
ιδρυτόσ τησ μονόσ αναφϋρεται απϐ κϊποιουσ ερευνητϋσ ο Λϋων τ’ ο οφϐσ, ο οπούοσ πιθανώσ ύδρυςε
τη μονό το 886, ϐταν ο πατϋρασ του Βαςύλειοσ Α’ Μακεδών τον εξϐριςε ςτη Θεςςαλονύκη μεταξϑ των
ετών 880-886, ενώ ϊλλοι δϋχονται την βαςύλιςςα Θεοφανώ ωσ κτητϐρα τησ μονόσ. Η τελευταύα εύναι
και η επικρατϋςτερη ϊποψη. Η μονό διϋθετε τϋςςερα μετϐχια ςτη δυτικό Φαλκιδικό.425
Μονό Πολυγϑρου ό του Πτελεώτου: Φτύςτηκε το 959 απϐ τον πρωτοςπαθϊριο Δημότριο Πτελεώτη,
που προικοδϐτηςε τη μονό με το προϊςτειο του Μυριοφϑτου και με το προϊςτειο του Βολβοϑ. Σο 975-
980 η μονό ϋγινε μετϐχι τησ Κολοβοϑ και μϋςω αυτόσ μετϐχι τησ Ιβόρων. Η μονό αναφϋρεται ςε
423 το προϊςτειο Ξυλωρϑγιον αναφϋρονται οι Βαςύλειοσ ο Βοϑλγαροσ, Μανοϑηλ ο Βοϑλγαροσ, Βογδϊνοσ ο γαμβρϐσ Γεωργύου Βϐθρου ϋχει
Ευνοςτύαν, υιϐν Δραγϊνον κλπ ςτο Dölger, F., Sechs byzantinische Praktika des 14. Jahrhunderts für das Athoskloster Iberon, Mϒnchen (1949), Α 1-
16, ςτ. 382-384
424 Lefort 1982, 80 ̇ Καραμανύδου, Α., Σα Μοναςτόρια τησ Φαλκιδικόσ απϐ τον 9ο μϋχρι τον 19ο αιώνα, Θεςςαλονύκη (2007), 41-42
425 Καραμανύδου ϐ.π., 44
140
ιβηρότικο ϋγγραφο του 996, ςτην εκδύκαςη υπϐθεςησ μεταξϑ του τουρμϊρχη των Βουλγϊρων
Βαςιλεύου και τησ μονόσ, καθώσ κϊποιοσ μοναχϐσ παραχώρηςε παρανϐμωσ γη απϐ το μετϐχι ςτον
Βαςύλειο. Κατϊ τισ βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ του τϋλουσ του 10ου αιώνα οι κϊτοικοι τεςςϊρων γειτονικών
χωριών κατϋφυγαν ςτο μοναςτόρι γιατύ ο τϐποσ όταν οχυρϐσ.426
Όλα τα παραπϊνω μοναςτόρια προηγοϑνται τησ εμφϊνιςησ του οργανωμϋνου μοναχιςμοϑ ςτο
Ωγιον Όροσ. Απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ περνοϑν ςτισ αθωνικϋσ μονϋσ ωσ μετϐχια.
141
4.4.3.2. Πύργοι (ςχ. 9)
Οι πϑργοι που πρωτοεμφανύζονται τον 9ο αιώνα και πολλαπλαςιϊζονται ςτο δεϑτερο μιςϐ του
14ου, δημϐςιοι ό ιδιωτικού, λειτουργοϑςαν επύςησ ωσ μικρϊ οχυρϊ ςε αρκετϋσ περιπτώςεισ. Οι
μεγαλϑτεροι απϐ αυτοϑσ, ενιςχυμϋνοι με αντηρύδεσ και εξοπλιςμϋνοι με ϐπλα, βρύςκονταν ςε
ςημαντικϋσ οδοϑσ. Σα αθωνικϊ μοναςτόρια όδη απϐ τον 9ο αιώνα, προςτϊτευαν τισ ιδιοκτηςύεσ και τα
μετϐχια τουσ με πϑργουσ. Ομούωσ ϋπρατταν, ιςχυρού κοςμικού γαιοκτόμονεσ που οχϑρωναν τισ
αγροικύεσ που εύχαν υπϐ τον ϋλεγχϐ τουσ.
1. Ο Πϑργοσ τομύου: Λιγοςτϊ κατϊλοιπα τησ βϊςησ του διακρύνονται ςτον κϊμπο ΒΔ τησ Νϋασ
Καλλικρϊτειασ. Πρϐκειται για τον πϑργο που ϋκτιςε η μονό Ξενοφώντοσ, πριν το 1338, για την
προςταςύα του μεγϊλου μετοχύου τησ, του «τομύου». Σο 1345 ο πϑργοσ περιβαλλϐταν απϐ «ϋξω
τούχοσ» και αναφϋρεται ϐτι, πολλού κϊτοικοι τησ περιοχόσ κατϋφευγαν ςτο οχυρϐ ςε περύπτωςη
ανϊγκησ. Ο πϑργοσ ςωζϐταν μϋχρι και τη δεκαετύα του 1930.
2. Ο Πϑργοσ του Ζωγρϊφου: Αποτελεύ μϋροσ του μετοχιακοϑ ςυγκροτόματοσ τησ μονόσ
Ζωγρϊφου και βρύςκεται ςτο ομώνυμο χωριϐ. Σο μετϐχι πρϋπει να ταυτύζεται με τον «Επϊνω
Βολβϐ». Δεν γνωρύζουμε πϐτε οικοδομόθηκε (ύςωσ μετϊ το 1325), αλλϊ κατϊ τα τϋλη του 15ου αιώνα
επιςκευϊςθηκε ριζικϊ ό ανακαταςκευϊςθηκε.
3. Ο Πϑργοσ τησ Ολϑνθου: την περιοχό τησ αρχαύασ Ολϑνθου διακρύνονται τα λιγοςτϊ
κατϊλοιπα τησ βϊςησ του. Τπαγϐταν ςτο μετϐχι τησ μονόσ Καςταμονύτου το λεγϐμενο «Μυριϐφυτον».
4. Ο Πϑργοσ των Μαριανών: Περύπου 2.5 χιλιϐμετρα βϐρεια τησ Ολϑνθου βρύςκεται η περιοχό
Μαριανϊ, που αναφϋρεται ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα απϐ τον 10ο αιώνα. Σο 1373 η περιοχό περιόλθε ςτη
μονό Δοχειαρύου, η οπούα το 1375 εύχε όδη οικοδομόςει τον ςωζϐμενο πϑργο. Εύναι κτιςμϋνοσ με
οικοδομικϐ υλικϐ προερχϐμενο απϐ αρχαύα κτύρια και με προςεγμϋνη παρεμβολό πλύνθων. τη δυτικό
πλευρϊ του βρύςκεται το κεραμοπλαςτικϐ ςυντομογρϊφημα του ονϐματοσ τησ μονόσ. Η εύςοδϐσ του,
ϐπωσ ςε ϐλουσ τουσ πϑργουσ, εύναι υπερυψωμϋνη και η ϊνοδοσ προσ τουσ υπερκεύμενουσ ορϐφουσ
γινϐταν με καλοκτιςμϋνη κοχλιωτό κλύμακα, η οπούα διατηρεύται εν μϋρει.
5. Ο Πϑργοσ τησ Γαλϊτιςτασ: Δεςπϐζει μϋςα ςτον οικιςμϐ τησ Γαλϊτιςτασ. Θα πρϋπει να όταν
κτιςμϋνοσ όδη τον 12ο αιώνα, αλλϊ ο τελευταύοσ ϐροφοσ μεταςκευϊςθηκε το 14ο αιώνα.429
429 Παπϊγγελοσ, Ι. Α., «Περύ των πϑργων τησ Φαλκιδικόσ», Ελληνικϐ Πανϐραμα 18 (2000), 136-160
142
Ακολοϑθωσ, γύνεται μια ςυνοπτικό παρουςύαςη των οικιςμών που ανόκουν ςτην ενορύα των
Βρεών και αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ απϐ τον 11ο αιώνα μϋχρι και το 1302, οπϐτε τοποθετεύται και η
περύοδοσ ακμόσ και, κατϐπιν, ερόμωςησ του Κϊςτρου. Δεν γύνεται αναφορϊ ςτουσ οικιςμοϑσ που
εμφανύζονται απϐ το 1300 και εξόσ αφοϑ δεν ςυμπύπτουν χρονικϊ με τη λειτουργύα του κϊςτρου, αν
και κϊποιοι απϐ αυτοϑσ ενδϋχεται να προϋκυψαν απϐ τον κατακερματιςμϐ των εδαφών του.
Γϋννα (1259-1409): Σο 1259, αναφϋρεται για πρώτη φορϊ ςτισ πηγϋσ ωσ αγρύδιο-εξϊρτημα του
μετοχύου των Καρβϋων, που με τη ςειρϊ του ανόκει ςτα δύκαια τησ Λαϑρασ. Σο 1298 γύνεται απογραφό
παρούκων ςτην περιοχό και δϑο χρϐνια αργϐτερα περιγρϊφονται τα ςϑνορα του χωριοϑ που γειτνιϊζει
με τισ πρϐνοιεσ των Δραγουμϊνου και Ραδηνοϑ, τη μονό Φορταώτου και τα δύκαια τησ Λαϑρασ. τα ΝΔ
τησ ιδιοκτηςύασ τησ Λαϑρασ, η Γϋννα κατεύχε και τρεισ ακϐμα περιοχϋσ, που προϋκυψαν απϐ το
καθεςτώσ τησ πρϐνοιασ: μεταξϑ 1300-1321, την γη των Δραγουμϊνου και Ραδηνοϑ ςτα νϐτια, την γη
του Θεοδώρου Φρυςϊφη Βρανϊ (πρώην Μαγκαφϊ) και τη γη ςτα ανατολικϊ τησ τελευταύασ. τα 1409
αναφϋρεται ωσ «παλαιοχώρι».
Η Γϋννα βριςκϐταν περύπου δϑο χιλιϐμετρα βορειοανατολικϊ τησ Βρϑασ, ςε μια κοιλϊδα που την
διϋτρεχε ϋνα ρϋμα. τισ πηγϋσ αναφϋρεται ϐτι ςτον οικιςμϐ υπόρχε μια εκκληςύα αφιερωμϋνη ςτην
Παναγύα και πολλού νερϐμυλοι.430
Ρουςαύου (996-1354 ό 1369): Εικϊζουμε ϐτι βριςκϐταν ςτην περιοχό τησ Νϋασ Σρύγλιασ και ςε
απϐςταςη περύπου 1,5 χιλιομϋτρου απϐ τη Βρϑα. Σα ϐρια του οικιςμοϑ όταν: ςτα βϐρεια η γη του
ιγύλου, ςτα ανατολικϊ του Φλιαροποτϊμου και τησ Αγύασ Μαρύνασ, ςτα νοτιοανατολικϊ ο Κϊτω
Βολβϐσ, ςτα νϐτια η γη του Πατρικωνϊ, ςτα νοτιοδυτικϊ η Αγύα Σριϊδα και ςτα δυτικϊ το Οξυνϐν.
Σο 996 αναφϋρεται για πρώτη φορϊ ςτον περιοριςμϐ του Κϊτω Βολβοϑ, ενώ το 1047 αποτελεύ
αυτοκρατορικϐ προϊςτειο. Κϊποια ςτιγμό πριν απϐ το 1104, ο καύςαρασ Νικηφϐροσ Μελιςςηνϐσ
δώριςε ςτον αμουόλ Βοϑρτζη το προϊςτειον του Ρουςαύου και ϋτςι πληροφοροϑμαςτε ϐτι πλϋον
αποτελοϑςε τμόμα τησ ενορύασ των Βρυών, ενώ για κϊποιο διϊςτημα ςτο παρελθϐν υπαγϐταν ςτην
επύςκεψη του Ιβϊτζη. Αυτό η ιδιοκτηςύα πϋραςε ςτα παιδιϊ του αμουόλ, τον μϊγιςτρο Νικηφϐρο
Βοϑρτζη και την αδερφό του Ευδοκύα. Ϊγινε δηλαδό ιδιωτικϐ προϊςτειο τησ ενορύασ των Βρυών.
Σο 1117, επ’ ευκαιρύασ μιασ ανταλλαγόσ με τον Νικηφϐρο Βοϑρτζη, η μονό Δοχειαρύου απϋκτηςε
ϋνα μϋροσ, ακϐμα κατακερματιςμϋνο, τησ ιδιοκτηςύασ. Η ανταλλαγό του προαςτεύου Ρουςςαύου ϋγινε
ϋναντι επτϊ καταςτημϊτων-εργαςτηρύων με αυλό ςτην Θεςςαλονύκη καθώσ το προϊςτειο όταν μακριϊ
απϐ την Θεςςαλονύκη ϐπου κατοικοϑςε ο Βοϑρτζησ. Περιελϊμβανε αρώςιμη γη, βελανιδιϋσ (που
ανεβϊζουν την αξύα του), καθϋδρα, 8 ζευγόλατουσ παρούκουσ με τα οικόματϊ τουσ και φρϋατα. Ωρα
430 Lefort 1982, 66-67 και Actes de Lavra ΙI (De 1204 a 1328), édition diplomatique par P. Lemerle, A. Guillou, N. Svoronos, D. Papachryssanthou,
Paris (1977), εγγρ. 90 (1300)
143
επρϐκειτο για πλοϑςιο προϊςτειο, ςε ϊμεςη γειτονύα με την γη του Πατρικωνϊ, που το 1117 ανόκει
ςτην αυτοκρϊτειρα Ειρόνη.431 Η ϋκταςη του τον 12ο αιώνα υπολογύζεται ςτουσ 6.111 μοδύουσ.
Σον 14ο αιώνα (1301) η Δοχειαρύου παραχωρεύ ςτην Ιβόρων δικαιώματα ςε 360 μοδύουσ γησ ςτα
δυτικϊ του Διαβολϐκαμπου.
Μετϊ το 1321, τα εδϊφη απϐ τα οπούα παραιτόθηκε η Δοχειαρύου παραχωρόθηκαν ςτον Αδριανϐ.
Απϐ το 1328 αναφϋρεται μετϐχι τησ Δοχειαρύου ςτην περιοχό, ςτα δύκαια του οπούου περιλαμβϊνονται
και τα εδϊφη που εύχαν παραχωρηθεύ ςτον Αδριανϐ. Πριν το 1337, 1500 μϐδιοι απϐ τουσ οπούουσ
αποςϑρθηκε η Δοχειαρύου παραχωρόθηκαν ςτον βεςτιϊριο Μανουόλ. Μϋροσ τησ γησ Ρουςαύου (600
μϐδιουσ) κατεύχε κϊποιοσ προνοιϊριοσ Νεοκαςτρύτησ, ο οπούοσ εγκατϋςτηςε ςτα εδϊφη του
«βαρβαρηνοϑσ» ςτρατιώτεσ.432
Σο 1338 το κτόμα Ρουςαύου αποτελεύται απϐ δϑο κτόματα. Σο πρώτο ςυνορεϑει με τα
αυτοκρατορικϊ δύκαια του Πατρικωνϊ και τησ Δοχειαρύου, με ςυνολικό ϋκταςη 2050 μοδύουσ. Σο
δεϑτερο τμόμα ορύζεται απϐ τα δύκαια του Λινοβροχεύου (πλϋον τησ Λαϑρασ) ςτο Οξυνϐν και τησ
Δοχειαρύου ςτον Διαβολϐκαμπο. Σο 1341 γύνεται αναφορϊ ςτον πϑργο τησ Δοχειαρύου που ςώζεται
ςόμερα ςτα Μαριανϊ. Πριν το 1355 100 μϐδιοι τησ γησ του Ρουςαύου φορολογόθηκαν και
παραχωρόθηκαν ςτον Θεϐδωρο Μουζαλών, μεγϊλου αλλαγιϐνοσ τησ Θεςςαλονύκησ.
Η περιοχό αναφϋρεται ωσ Καλϐκαμποσ το 1409.433
Καρβαύοι (1078): Βριςκϐταν ςτη θϋςη του ςϑγχρονου οικιςμοϑ των Νϋων υλλϊτων. Εμφανύζεται
για πρώτη φορϊ ςτα ϋγγραφα το 1078, ϐταν τϋςςερισ κϊτοικοι ζητοϑν απϐ τον Πρωτοπαπϊ του
χωριοϑ να υπογρϊψει ϋναν περιοριςμϐ για την Πορταρϋα. Σο 1259 επανεμφανύζεται ςτισ πηγϋσ ωσ
μετϐχι τη Λαϑρασ με εγκατεςτημϋνουσ παρούκουσ.434Σα υπϐλοιπα εδϊφη ανόκουν, ςϑμφωνα με
απογραφό του 1300, ςτον Φρυςϊφη που τα απϋκτηςε με τον θεςμϐ τησ πρϐνοιασ, ομούωσ ςτουσ
Δραγουμϊνο και Ραδηνϐ, που όταν μϋλη γνωςτών ιςχυρών οικογενειών με ϋδρα τη Θεςςαλονύκη αλλϊ
και ςτη μονό Λινοβροχεύου, που επύςησ, εύχε περϊςει ςτην κατοχό τησ Λαϑρασ.
τισ πηγϋσ του 13ου αιώνα αναφϋρονται, εκτϐσ απϐ το μετϐχι τησ Λαϑρασ, η εκκληςύα του Αγύου
Δημητρύου, μια αρχαύα εκκληςύα, η εκκληςύα του Αγύου Ιουλύου και το ςπύτι του πρωτοπαπϊ
Κρυοπηγαδύτη.435
τϐμιον (1300-1538): Βρύςκεται ςε απϐςταςη ενϐσ χιλιομϋτρου ςτα βορειοδυτικϊ τησ Νϋασ
Καλλικρϊτειασ, εντϐσ των ορύων τησ γησ των Αβραμιτών. Ϋδη απϐ το 1089, η Ξενοφώντοσ εύχε θϋςει
ςτην κατοχό τησ το λεγϐμενο μετϐχι του Φαρτοφϑλακοσ. Σην εποχό των Κομνηνών κατϐρθωςε να
431 Actes de Docheiariou, édition diplomatique par N. Oikonomidès, Paris (1984), εγγρ. 4 (14-12-1117) και ςχϐλια
432 Docheiariou , εγγρ. 18 (1337)
433 Lefort 1982, 138-141
434 Ό.π, 66-67
435 Ό.π, 77-79
144
αυξόςει κατϊ πολϑ τισ ιδιοκτηςύεσ τησ ςτην περιοχό, ϐπου αναφϋρονται πολλϋσ αρδευϐμενεσ
καλλιϋργειεσ.
Απϐ αρχιτεκτονικϊ μνημεύα αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ ϋνασ αρχαύοσ πϑργοσ, ερεύπια κτιρύων τησ
αρχαιϐτητασ, ϋνα μετϐχι και ο πϑργοσ τησ Ξενοφώντοσ. Ο πϑργοσ ςωζϐταν μϋχρι το 1914. όμερα, εύναι
ορατϊ τα θεμϋλια του και τα ερεύπια μιασ εκκληςύασ.436
Βρομϐςυρτα ό Δρυμϐςυρτα (1047): Βρύςκονται ςτη θϋςη του ςημερινοϑ Αγύου Παντελεόμονα πϋντε
χιλιϐμετρα βορεύωσ τησ Πορταριϊσ. Σον 10ο αιώνα η μονό Αββακοϑμ διϋθετε εδϊφη ςτην περιοχό των
Βρομϐςυρτων. Σα εδϊφη αυτϊ πϋραςαν ςτην κατοχό τησ μονόσ Ιβόρων μαζύ με το μοναςτόρι το
979/80. Σο 1101 η Ιβόρων παραιτόθηκε των δικαιωμϊτων τησ ςτη γη των Βρομϐςυρτων, που πϋραςαν
ςτην κατοχό του πρωτοπροϋδρου Κωνςταντύνου Βοϑρτζη. Σον 12ο αιώνα, η περιοχό οριζϐταν απϐ τρύα
προϊςτεια: ςτα βϐρεια τησ Λαϑρασ, ςτα δυτικϊ του καύςαρα Νικηφϐρου Μελιςςηνοϑ, ςτα ανατολικϊ
του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ. Διαςώζεται η περιγραφό μιασ εκκληςύασ και αναφϋρονται κεραμικού
κλύβανοι και καμύνια.
Σον 13ο αιώνα, ςτα εδϊφη τησ Λαϑρασ ςτην περιοχό ϋχουν προςαρτηθεύ τρύα αγρύδια: του
Δελεϊνου, η Παναγύα και τα Κρϑα Πηγϊδια. Η μονό ϋχει ςτην κατοχό τησ ϋνα μετϐχι, πολλοϑσ μϑλουσ
και αμπελώνεσ.
Απϐ τον 14ο αιώνα, αποκτοϑν εδϊφη ςτην περιοχό πολλϊ μϋλη ιςχυρών οικογενειών αρχϐντων
απϐ τη Θεςςαλονύκη: Κουναλόσ, Σαρχανειώτεσ, Λαμπηνού, κ.α.437
Οξυνϐν: Η γη του Οξυνοϑ απαντϊ όδη τον 11ο αιώνα ωσ «χωρύον Κλαπατουρϊδεσ», ενώ απϐ το
1302 μϋχρι το 1420 αναφϋρεται ωσ χωρύον με το ϐνομα Οξυνϐν. Μϊλλον βριςκϐταν ςε απϐςταςη ενϐσ
χιλιομϋτρου νοτιοδυτικϊ τησ Νϋασ Σρύγλιασ ςε μια περιοχό παραθαλϊςςια και λοφώδη με ϐρια το
χωρύον ιγύλου ςτα βϐρεια, τη γη του Ρουςαύου ςτα ανατολικϊ, την Αγύα Σριϊδα ςτα νοτιοανατολικϊ
και ςτα δυτικϊ τον Πετζοκούλα και τη Γϋννα.
Αποτελοϑςε απϐ τον 14ο αιώνα, μοναςτηριακό ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Λινοβροχεύου, η οπούα με τη
ςειρϊ τησ ανόκε ςτον ιερομϐναχο Αθανϊςιο Μεταξϐπουλο. Μετϊ τον θϊνατϐ του, το 1302, η μονό
πϋραςε μαζύ με ϐλα τα υπϊρχοντα του ςτην Λαϑρα. Η ακύνητη περιουςύα ςτην περιοχό του
παλαιοκϊςτρου των Βρυών περιελϊμβανε: το Καμϊρι, τον Διαβολϐκαμπο και το αγρύδιο Οξυνϐν, τη
Γαβριανό και το Σουρκοχώρι. Γϑρω ςτο 1309 η Λαϑρα απϋκτηςε ϐλα τα εδϊφη.
Σο 1321 γύνεται αναφορϊ πολλών ςτϊςεων ςτα ανατολικϊ τησ ιδιοκτηςύασ, ϐπωσ αυτό του
πρωτϐγερου του χωρύου. Οι γειτονικού οικιςμού πϋραςαν τον 14ο αιώνα εν μϋρει ό καθ’ ολοκληρύαν ςτισ
αθωνικϋσ μονϋσ. Γνωρύζουμε για τισ ιδιοκτηςύεσ τησ Δοχειαρύου ςτο Ρουςαύου, τησ Λαϑρασ ςτη ιγύλου,
τησ Ιβόρων ςτην Αγύα Σριϊδα, τησ Δοχειαρύου ςτον Διαβολϐκαμπο. Σαυτϐχρονα, ντϐπιοι αριςτοκρϊτεσ
145
ό γαιοκτόμονεσ απϋκτηςαν εδϊφη. Η εκτιμώμενη ϋκταςη του Οξυνοϑ τον 14ο αιώνα όταν περύπου
7650 μϐδιοι. Η Λαϑρα κϊποια ςτιγμό πριν απϐ τα μϋςα του 14ου αιώνα απϋκτηςε ό ϋκτιςε πϑργο ςτην
περιοχό, που ονομϊςτηκε επύςησ Οξυνϐν. Σον 15ο αιώνα, αναφϋρεται ωσ «παλαιοχώρι» γεγονϐσ που
υποδηλώνει ερόμωςη αλλϊ εξακολουθεύ να αποτελεύ εξϊρτημα τησ Λαϑρασ
Σα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ εύναι η Κρόνη του Οξυνοϑ που
αποκαταςτϊθηκε ςτα οθωμανικϊ χρϐνια, κϊποιεσ ςτϊςεισ παρούκων και ο πϑργοσ τησ Λαϑρασ. όμερα,
δεν ϋχει εντοπιςτεύ τύποτα απϐ τα παραπϊνω. ώζεται μϐνο ςε ερεύπια το Μετϐχι του Αγύου Νικολϊου,
που πϋραςε ςτο Φιλανδϊρι μϋχρι το τϋλοσ του 19ου αιώνα.438
Γαώμϋρι: Σο χωριϐ εμφανύζεται για πρώτη φορϊ ςτισ πηγϋσ τον 11ο αιώνα (1094-1503/4). Σο 1047
και το 1104 το προϊςτειο του Κουρκοϑτη κϊλυπτε το δυτικϐ τμόμα του Γαώμϋρεωσ. Δεν γνωρύζουμε την
ακριβό του θϋςη. Απϐ τισ αναφορϋσ φαύνεται ϐτι όταν πεδινό περιοχό, με ϐρια την Αγύα Μαρύνα ςτα
βϐρεια, τη γη του Κραββατϊ ςτα βορειοανατολικϊ, την Πορταρϋα ςτα ανατολικϊ, την Κατακαλό ςτα
νοτιοανατολικϊ, τον Επϊνω Βολβϐ ςτα νϐτια και τον Κϊτω Βολβϐ ςτα νοτιοδυτικϊ. Σο οδικϐ δύκτυο
όταν ιδιαύτερα πυκνϐ ςυνδϋοντασ το Γαώμϋρι με την Βρϑα, τον Ακλινϐ, τον Κϊτω Βολβϐ, την Αντιγϐνεια
αλλϊ και τη Θεςςαλονύκη μϋςω γειτονικών οικιςμών, ϐπωσ η γη του Ρουςαύου. Παραμϋνει χωριϐ μϋχρι
τον 15ο αιώνα, που γύνεται τιμϊριο των Νικολϊου και Κώςτα.439
Φωρύον του Κουρκοϑτη: Βριςκϐταν ςτα ΝΔ τησ Νϋασ Σρύγλιασ. Σο ϐνομα του προϋρχεται προφανώσ
απϐ τον παλιϐ ιδιοκτότη του. Σο 1047 αναφϋρεται ωσ προϊςτειο ςτον περιοριςμϐ του Κϊτω Βολβοϑ,
ανϊμεςα ςτην αυτοκρατορικό ιδιοκτηςύα Ρουςαύου και τα δύκαια τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ ςτον
Επϊνω Βολβϐ, ενώ το 1104, ϋχουμε την αναφορϊ ςτον περιοριςμϐ του Κϊτω Βολβοϑ.440
Γη του Πατρικωνϊ: Παραθαλϊςια ϋκταςη ςε απϐςταςη 1,5 χιλιομϋτρου βορεύωσ των Νϋων
Πλαγύων. Σο 1094 ϋχουμε μια πρώτη αναφορϊ ςτον περιοριςμϐ του Βολβοϑ ςτον δρϐμο απϐ
Πατρικωνϊ για Βολβϐ και ςτο προϊςτειο των «Ξυλινϊδη και Δοξαπατρό», ϐπου βρύςκεται και η
καθϋδρα του Ξυλινϊ, που ορύζεται ςτα ανατολικϊ απϐ τα εδϊφη τησ Αγύασ Μαρύνασ, ςτα
νοτιοανατολικϊ απϐ τα εδϊφη του Κϊτω Βολβοϑ και ςτα νϐτια απϐ τα δύκαια του Ωκλου. Η
περιγραφϐμενη περιοχό ονομϊςτηκε γη του Πατρικωνϊ το 1117.
Σο 1104 ςτον περιοριςμϐ του Βολβοϑ, γύνεται αναφορϊ ςτο χωρύον του «Πατρικύου
Κωνςταντύνου», που ορύζεται ςτα βϐρεια απϐ τα εδϊφη τησ Ρουςαύου και ςτα νϐτια απϐ τα δύκαια των
κατούκων των Βρυών. Σο 1117 αναφϋρεται το προϊςτειο τησ αυτοκρϊτειρασ ςτου Πατρικωνϊ, κοντϊ
ςτη Ρουςαύου, ενώ το 1338 ϋχουμε αναφορϊ ςε αυτοκρατορικϐ ζευγηλατεύο..
146
Σο 1327 παραχωρόθηκε η ιδιοκτηςύα ςτον Γεώργιο Κατζϊρα, μϋγα αντνουμιαςτό, με κληρονομικϐ
τύτλο, και το δικαύωμα μεταβύβαςησ. Η γη βρύςκεται ςτην Καλαμαρύα πριν απϐ τον πϑργο του Οξυνοϑ
και του Δοχειαρύου και τησ γησ τησ Ιβόρων ςτον Κϊτω Βολβϐ.441Σο 1354 ό το 1369 αναφϋρεται ωσ
χωρύον με δύκαια που απογρϊφονται ςτον περιοριςμϐ Ρουςαύου.
Σο 1373 ο Ιωϊννησ Κατζϊρασ, γιοσ του Γιώργου, αξιώνει γη 2400 μοδύων ςτου Πατρικωνϊ, που
εύχαν παραχωρηθεύ αρχικϊ ςτη Δοχειαρύου και η μονό με τη ςειρϊ τησ παραχώρηςε ςτον πατϋρα του.
Δεν γνωρύζουμε το αποτϋλεςμα τησ προςπϊθειϊσ του.442
Λυγϋα (1112-1341): Πεδινό περιοχό ςτη Νϋα Σρύγλια. Σα δύκαιϊ τησ όταν μϋροσ τησ ενορύασ τησ
Βρϑασ κατϊ τον 12ο αιώνα και τον 14ο τησ μονόσ Δοχειαρύου.443
Ιςοϑνα (1042-1112): Βριςκϐταν ςτα νϐτια τησ Λυγϋασ και ςτα δυτικϊ του Ωκλου, δηλαδό ςτην
ιδιοκτηςύα που εύχε απϐ τον 14ο αιώνα η μονό Δοχειαρύου ςτον Διαβολϐκαμπο. Περύπου ϋνα χιλιϐμετρο
ςτα δυτικϊ βρύςκεται ο ςϑγχρονοσ οικιςμϐσ Νϋα Πλϊγια.
Ϋδη απϐ το 1042 η μονό Ιβόρων εύχε χωρϊφια ςτην τοποθεςύα. Σο 1108 η Ευδοκύα, χόρα του
ςπαθϊριου τϋφανου Ραςοπϐλη, ςτη Θεςςαλονύκη, αιτεύται το δικαύωμα πώληςησ των προικώων
γαιών τησ ώςτε να καταφϋρει να επιβιώςει η οικογϋνειϊ τησ που χειμϊζεται απϐ τον λιμϐ λϐγω τησ
κακοτυχύασ του ςυζϑγου τησ και των ςυνεχϐμενων κακών ςοδειών («πολυχρϐνιοσ αφορύα»).
Σο 1112 πουλϊει ςτη μονό Δοχειαρύου, για 28 νομύςματα, το προϊςτειο Ιςοϑνα, επύςησ γνωςτϐ ωσ
του Πλαςταρϊ, ϐπωσ όταν το ϐνομα του παπποϑ τησ και αυτϐ του Βουρύωνοσ, ϐπωσ του πατϋρα τησ, τα
οπούα ανόκαν ςτην ενορύα των Βρυών, Αυτό η ιδιοκτηςύα, μακριϊ απϐ τη Θεςςαλονύκη και χωρύσ
προςϐδουσ, αποτελοϑνταν απϐ ϋναν κόπο, ϋνα αμπϋλι ςε αγρανϊπαυςη και μια παλιϊ εκκληςύα του
Προδρϐμου. Η περιουςύα αποτελοϑνταν απϐ τα εξόσ τρύα τμόματα:
Α. ϋνα χωρϊφι: ορύζεται ςτα βϐρεια, απϐ τα δύκαια τησ Λυγϋασ ςτα ανατολικϊ, τα δύκαια του
ϊρχοντα και τη θϊλαςςα ςτα νϐτια και ςτα δυτικϊ απϐ μια κλαςματικό γη που αφαιρϋθηκε απϐ την
περιοχό και δϐθηκε ωσ αυτοκρατορικό επύςκεψη.
Β. μύα ϋκταςη, που ορύζεται ςτα βϐρεια, απϐ τον δρϐμο Λυγϋα- Ωκλου, ςτα ανατολικϊ απϐ
αμφιςβητοϑμενα δύκαια (του πατϋρα τησ Ευδοκύασ μϋχρι κϊποια ςτιγμό), ςτα νϐτια απϐ τον δρϐμο που
ϋρχεται απϐ Καςςϊνδρεια και, ςτα δυτικϊ, τα δύκαια τησ επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ και Βρυών.
Γ. ϋνασ κόποσ: ορύζεται ςτα βϐρεια απϐ τον δρϐμο που ϋρχεται απϐ την Καςςϊνδρεια, ςτα
ανατολικϊ απϐ τα δύκαια τησ Επιςκοπόσ, ςτα νϐτια απϐ τη θϊλαςςα και, ςτα δυτικϊ, απϐ ϋνα
αυτοκρατορικϐ χωρϊφι και το «χωρϊφι του καύςαρα».444
147
Άκλου (1094 – 1341): Σα ςημερινϊ Νϋα Πλϊγια. ε ϑψωμα τουλϊχιςτον 20 μϋτρων, ανϊμεςα ςε δϑο
ρϋματα, κοντϊ δηλαδό ςε υδϊτινουσ πϐρουσ και μϐλισ δϑο χιλιϐμετρα απϐ την ακτό. τα ανατολικϊ το
ϐριϐ του όταν ο Βολβϐσ. Η περιφϋρεια του Ωκλου τον 12ο αιώνα όταν τμόμα τησ ενορύασ των Βρεών.
Πριν απϐ το 1104, ϋνασ κϊτοικοσ του κϊςτρου των Βρυών δώρηςε ςτην Ιβόρων εδϊφη που
βρύςκονταν ανϊμεςα ςτο «χωρύον του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ που λϋγεται Άκλου» ςτα δυτικϊ και ςτα
εδϊφη τησ Ιβόρων ςτον Βολβϐ ςτα ανατολικϊ. Ο περιοριςμϐσ ανϋφερε ςτα βϐρεια τα δύκαια του
πατρύκιου Κωνςταντύνου, δηλ. του Πατρικωνϊ και ςτα δυτικϊ τα δύκαια του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ.
Η Ιβόρων, πριν το 1259 απϋκτηςε το νϐτιο τμόμα τησ ιδιοκτηςύασ του Ιςαϊκ, ϐπου
εγκαταςτϊθηκαν οι πϊροικοι τησ μονόσ. Σα δύκαια επικυρώνονται το 1283, χωρύσ αναφορϊ ςτουσ
παρούκουσ, απϐ το 1301-1341, οπϐτε γύνεται και αναφορϊ ςτα αμπελοτϐπια του Ωκλου. Υαύνεται ϐτι
εγκαταλεύφθηκε και τα εδϊφη του προςαρτόθηκαν ςτον Κϊτω Βολβϐ.445
Κϊτω Βολβϐσ: Αναφϋρεται απϐ τον Προκϐπιο ανϊμεςα ςτισ πϐλεισ τησ Μακεδονύασ των οπούων τα
τεύχη επιςκεϑαςε ο Ιουςτινιανϐσ. τισ αρχϋσ του 10ου αιώνα, ο Καμενιϊτησ τον αναφϋρει ωσ τοποθεςύα
μεταξϑ Θεςςαλονύκησ και Καςςϊνδρειασ. Λϐγω τησ ςυνϋχειασ του ονϐματοσ, μποροϑμε να υποθϋςουμε
ςυνϋχεια ςτην κατούκηςη. Ο διαχωριςμϐσ ςε Επϊνω και Κϊτω Βολβϐ απαντϊ απϐ το τϋλοσ του 13ου
αιώνα. Ϊνα ρϋμα αποτελεύ το φυςικϐ ϐριϐ τουσ.
Πριν απϐ το 959 ο πρωτοςπαθϊριοσ Δημότριοσ Πτελεώτησ ύδρυςε το μοναςτόρι των Φαβουνύων ό
Πολυγϑρου και το δώρηςε ςτο προϊςτειο του Βολβοϑ. Σο μοναςτόρι και τα δύκαιϊ του πϋραςαν ςτην
Ιβόρων το 979-80.
Σο 1047 ϋχουμε αναφορϊ ςτο προϊςτειο με αφορμό την απογραφό των δικαύων τησ Ιβόρων, τα
οπούα ορύζει απϐ τα ανατολικϊ. Σο 1079 επικυρώνονται εκ νϋου τα δύκαια τησ Ιβόρων ςτο προϊςτειο
του Βολβοϑ και γύνεται αναφορϊ ςτο Μετϐχι τησ Παναγιϊσ του Πϑργου.
Σο 1094 ϋνασ περιοριςμϐσ περιγρϊφει εκ νϋου τα ϐρια: ϋνα λιβϊδι ςτα νοτιοανατολικϊ, το
προϊςτειο των Ξυλινϊδη και Δοξαπατρό και η καθϋδρα του Ξυλινϊ ςτα βορειοδυτικϊ, βορειοανατολικϊ
η Αγύα Μαρύνα, το προϊςτειο του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ ςτα ανατολικϊ και ςτα δυτικϊ ο Ωκλου.
Πριν το 1101, η Ιβόρων εγκαταλεύπει τον Βολβϐ, τον παραχωρεύ ςτον Κωνςταντύνο Βοϑρτζη και
τον ανακτϊ με την ευκαιρύα μιασ ανταλλαγόσ μαζύ του το 1104. Σην εποχό αυτό απογρϊφονται και οι
πϊροικοι που εύναι εγκατεςτημϋνοι εκεύ.
Απϐ τον 13ο αιώνα και εξόσ επικυρώνονται τα δύκαια και απογρϊφονται οι πϊροικοι με διαδοχικϋσ
πρϊξεισ. Σελευταύα φορϊ, ο Βολβϐσ αναφϋρεται τον 15ο αιώνα με αφορμό την απογραφό που ϋγινε
ςτην ιδιοκτηςύα τησ Ιβόρων.446
445 Ό.π., 29
446 Ό.π., 39-45
148
Επϊνω Βολβϐσ: Σο δυτικϐ του τμόμα αποτελοϑςε προϊςτειο τησ μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ το
1047 και δϐθηκε ςτον ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ πριν το 1094. Κατϊ τον 14ο και 15ο αιώνα η επικρϊτεια
του Επϊνω Βολβοϑ όταν μοιραςμϋνη ςε τρεισ αθωνικϋσ ιδιοκτηςύεσ: Ξηροποτϊμου, Ρωςικοϑ και
Ζωγρϊφου. Οι δϑο τελευταύεσ ιςχϑουν και ςόμερα ενώ αυτό τησ Ξηροποτϊμου πϋραςε πριν το 1474
ςτην Καςταμονύτου.
Ο Επϊνω Βολβϐσ βριςκϐταν ςτην περιοχό του ςϑγχρονου οικιςμοϑ των Νϋων Υλογητών, ςτη
δυτικό πλευρϊ τησ κοιλϊδασ ςε ϋνα ϑψωμα 30 μϋτρων και λιγϐτερο απϐ ϋνα χιλιϐμετρο απϐ τη
θϊλαςςα. Σα ϐριϊ του όταν ςτα βϐρεια η γη του Ρουςαύου, η Αγύα Μαρύνα και το Γαώμϋρι, ςτα ανατολικϊ
η Κατακαλό, ςτα δυτικϊ η γη του Ωκλου που ανόκε ςτην ενορύα των Βρυών. Σην περιοχό διϋτρεχε
πυκνϐ οδικϐ δύκτυο.
Γενικϊ, ο Κϊτω Βολβϐσ όταν κληρονομικό περιοχό και ϋγινε μοναςτηριακό πριν το 959, ενώ ο
Επϊνω Βολβϐσ όταν εξαρχόσ εκκληςιαςτικό περιουςύα, μετϊ ιδιοκτηςύα του ςεβαςτοκρϊτορα πριν το
1094 και κατϊ τουσ 13ο-15ο αιώνεσ διαμοιρϊςτηκε ςτισ μονϋσ του Ωθω.
Σα οικοδομόματα που αναφϋρονται ςτον Κϊτω Βολβϐ και ςυναπαρτύζουν το Μετϐχι τησ Ιβόρων το
1079, όταν ςυγκεντρωμϋνα ςε μια αυλό. Αναφϋρεται μια εκκληςύα τησ Παρθϋνου χτιςμϋνη με πλιθιϊ
και ςε επαφό με ϋνα ςπύτι, ϋνα αρτοποιεύο, τϋςςερα ακϐμα κτύρια ςε ερεύπια και, ςτα νϐτια,
πενταϐροφοσ πϑργοσ. τα βϐρεια του μετοχύου, ςε ξεχωριςτό αυλό, αναφϋρονται τρύα ςπύτια, μια
εκκληςύα τησ Παρθϋνου και μια ςιταποθόκη.
Λιμνόν: Σο 1047 αναφϋρεται ωσ χωρύον ςε απογραφό για τα δύκαια τησ Ιβόρων. Ϋταν επύνειο του
Κϊςτρου των Βρυών.447
Αγύα Σριϊδα: Βριςκϐταν περύπου δϑο χιλιϐμετρα ανατολικϊ τησ ωζϐπολησ. Ϋταν παραθαλϊςςια
ϋκταςη με ϐρια ςτα βϐρεια και ςτα δυτικϊ το Οξυνϐν και τη γη του Ρουςαύου και ςτα ανατολικϊ την
ιδιοκτηςύα τησ Δοχειαρύου ςτον Διαβολϐκαμπο. Η γη τησ Αγύασ Σριϊδασ ανόκε ςτα παλαιϊ εδϊφη τησ
Βρϑασ. την ιδιοκτηςύα τησ Ιβόρων πϋραςε απϐ το 1104 ςύγουρα η εκκληςύα τησ Αγύασ Σριϊδασ με την
περιουςύα τησ, που περιελϊμβανε δϑο ςπύτια εκτϐσ του κϊςτρου των Βρεών, μετϊ τη δυτικό πϑλη και
1250 μοδύουσ γησ. Η εκκληςύα όταν θολωτό και τοιχογραφημϋνη. Σο χωριϐ αναφϋρεται ςε διϊφορουσ
περιοριςμοϑσ μϋχρι το 1357.448
Άγιοσ Μϊμασ: Ο οικιςμϐσ βρύςκεται ςτα νϐτια τησ Ολϑνθου, προσ τον Σορωναύο Κϐλπο. Οι
αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςτην προώςτορικό τοϑμπα που δεςπϐζει πληςύον του ςϑγχρονου οικιςμοϑ
149
αποκϊλυψαν ςτην κορυφογραμμό του λϐφου, τα κατϊλοιπα μιασ οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ με διϊρκεια
ζωόσ απϐ τον 12ο μϋχρι τον 14ο αιώνα.449
Σα κατϊλοιπα που όρθαν ςτο φωσ εύχαν ςαν αποτϋλεςμα τη διενϋργεια αναςκαφόσ ςτην κορυφό
τησ τοϑμπασ και με τη ςυνδρομό πλϋον τησ 10ησ Ε.Β.Α., αποκαλϑφθηκε ναϐσ τοιχογραφημϋνοσ, που
διαςώζει ενδεύξεισ τριών οικοδομικών φϊςεων ςε επύπεδο, ϋςτω, θεμελύωςησ. Γϑρω απϐ τον ναϐ
αποκαλϑφθηκαν ταφϋσ καθώσ και πολεοδομικϊ κατϊλοιπα: τμόμα λιθϐςτρωτου δρϐμου,
αποθηκευτικϋσ εγκαταςτϊςεισ και κατϊλοιπα ιδιωτικών οικιών, που, ςε ςυνδυαςμϐ με τη μαρτυρύα
των κινητών ευρημϊτων, επιβεβαιώνουν την αρχικό χρονολϐγηςη τησ εγκατϊςταςησ απϐ τον 12ο μϋχρι
τον 14ο αιώνα.450
Ο οικιςμϐσ του Αγύου Μϊμαντοσ αναφϋρεται αρχικϊ ωσ «χωρύον» ςε ϋγγραφα τησ μονόσ Ιβόρων
του 1047 και του 1090/94451 και ακολοϑθωσ ςτα ϋγγραφα τησ μονόσ Βατοπεδύου του 1283/4. Πρϋπει
να όταν ςημαντικϐ λιμϊνι κατϊ τον 13ο αιώνα, με δυνατϐτητα αλλαγόσ νομιςμϊτων και με επϊρκεια
αγροτικόσ παραγωγόσ, ϐπωσ προκϑπτει απϐ ϋγγραφο βενετικϐ του 1278, ϐπου αναφϋρεται ϐτι ςε μια
περύπτωςη ϋμποροι ϊραξαν ςτον Ωγιο Μϊμαντα για να αλλϊξουν βενετικϊ νομύςματα ςε βυζαντινϊ και
να αγορϊςουν ςιτϊρι και δϋχτηκαν ςτη ςτεριϊ την επύθεςη βενετοϑ κουρςϊρου που ςυνεργαζϐταν με
ντϐπιουσ κουρςϊρουσ. Οι ληςτϋσ φυλακύςτηκαν. Παρϐμοια τϑχη εύχαν ϊλλοι δϑο βενετού που ϊραξαν
για να προμηθευτοϑν ςιτϊρι.452
Σα κατϊλοιπα του τοιχογραφημϋνου ναοϑ, οι αποθηκευτικού χώροι που αποτελοϑν ϋνδειξη
οργανωμϋνησ παραγωγόσ και περύςςειασ αλλϊ και το αυξανϐμενο ενδιαφϋρον των αθωνικών μονών,
που καταλόγει ςτην προςϊρτηςη του χωριοϑ ςτη μονό Βατοπεδύου453 και, ςυγκεκριμϋνα, ςτο μετϐχι
του Αγύου Γεωργύου, δεύχνει ϐτι επρϐκειτο για ϋνα χωριϐ με υπολογύςιμη παρουςύα ςτην περιοχό τησ
Καλαμαρύασ.
Καρκϊρα: την περιοχό του ςϑγχρονου οικιςμοϑ των ημϊντρων, εντοπύςτηκαν κατϐπιν
ςωςτικών αναςκαφών για τη διϊνοιξη τησ επαρχιακόσ οδοϑ Πολυγϑρου – ημϊντρων, δϑο οικιςτικϋσ
εγκαταςτϊςεισ του 13ου και 14ου αιώνα. Η πρώτη θϋςη αναςκϊφηκε ςτα νϐτια των ημϊντρων και η
δεϑτερη ςτα τρύα χιλιϐμετρα ΝΑ του χωριοϑ ςτη θϋςη Καμποϑδι. Η πρώτη εγκατϊςταςη ϋχει αγροτικϐ
χαρακτόρα. Πϊνω ςε χαμηλϐ λϐφο που περιβαλλϐταν απϐ ρϋματα, χτύςτηκαν κλιμακωτϊ κατοικύεσ απϐ
ωμϊ πλιθιϊ και λϊςπη. Γϑρω απϐ κϊθε κατοικύα υπόρχαν υπϐςκαφοι αποθηκευτικού χώροι για την
449 Hänsel, B. - Aslanis, I., Das prähistorische Olynth. Ausgrabungen in der Toumba Agios Mamas, 1994-1996. Die Grabung und der Baubefund,
Rahden/Westf. (2010), 450
450 τρατό, Α., «Νομϐσ Φαλκιδικόσ. Όλυνθοσ. Σοϑμπα Αγύου Μϊμαντοσ», ΑΔ 51 (1996), Φρονικϊ Β΄2, Αθόνα (2001), 512, πύν. 142, τησ ύδιασ,
«Αναςκαφικό ϋρευνα ςτο μετϐχι του Αγύου Γεωργύου τησ μονόσ Βατοπεδύου», Hänsel - Aslanis, (2010), 457.
451 Iviron Ι, ϋγγρ. 29 (1047), ςτ. 83: (…)τὰ ςϑνορα τοῦ χωρύου τοῦ Ἁγύου Μϊμαντοσ(…),ϋγγρ. 45 (1090/4), ςτ. 80: (…) περικϐπτει τὸν δρϐμον τὸν
ἀπερχϐμενον ἀπὸ τὸν Ἅγιον Μϊμαν εἰσ τὰ Λεοντϊρια(…).
452 Tafel, G.L.Fr.- Tomas, G.M., Urkunden zur älteren Handels- und Staatsgeschichte der Republik Venedig, τ. 3, Amsterdam (1964), 216, 223-224.
453 Vatopédi, I, εγγρ. 30 (1301), ςτ. 25, κ.α.
150
αποθόκευςη τησ περύςςειασ τησ παραγωγόσ. Σα κινητϊ ευρόματα (αγροτικϊ και ξυλουργικϊ εργαλεύα,
εγχειρύδια απϐ ςύδηρο, αιχμϋσ βελών, κεραμικό) επιβεβαιώνουν τον χαρακτόρα του οικιςμοϑ. Η
κεραμικό προϋρχεται απϐ εργαςτόρια τησ Μακεδονύασ και τα εφυαλωμϋνα αγγεύα χρονολογοϑνται απϐ
τισ αρχϋσ του 12ου μϋχρι το τϋλοσ του 14ου αιώνα. Ψςτϐςο, υπϊρχουν ενδεύξεισ για ϑπαρξη τοπικόσ
παραγωγόσ που ϐμωσ δεν ϋχει επιβεβαιωθεύ ωσ τώρα αναςκαφικϊ.
Η εγκατϊςταςη τησ δεϑτερησ θϋςησ εύναι μικρϐτερησ ϋκταςησ αλλϊ ϋχει την ύδια αρχιτεκτονικό και
παραγωγικό φυςιογνωμύα. Οι οικύεσ, εύναι μονϐχωρεσ, με θεμελύωςη απϐ αργολιθοδομό και ανωδομό
απϐ ωμϊ πλιθιϊ, ενώ και εδώ εντοπύζονται οι υπϐςκαφοι αποθηκευτικού χώροι.454
Η Καρκϊρα αναφϋρεται όδη απϐ τον 9ο αιώνα ςτισ πηγϋσ, ενώ οι τελευταύεσ αναφορϋσ
προϋρχονται απϐ περιοριςμοϑσ τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ, ϐπου η Καρκϊρα αναφϋρεται ςτο ςϑνορο
του οικιςμοϑ Πετζοκούλασ ςτισ απογραφϋσ του 1300 και του 1321.455
Η χωρητικϐτητα και ο αριθμϐσ των αποθηκευτικών χώρων, η απουςύα αναφορϊσ του οικιςμοϑ ςε
ςχϋςη και εξϊρτηςη με κϊποια μονό αλλϊ και η μαρτυρύα τησ κεραμικόσ ςε ςυνδυαςμϐ με τισ ενδεύξεισ
τησ νομιςματικόσ κυκλοφορύασ, ςυνηγοροϑν ςτο ϐτι η Καρκϊρα όταν ϋνα απϐ τα λύγα ανεξϊρτητα
χωριϊ τησ Καλαμαριϊσ.
454 Σϐςκα, Λ.,- Σςανανϊ, Αικ., - Μπιτζικϐπουλοσ, Δ., «Καρκϊρα. Ϊνα ‘ελεϑθερο’ χωριϐ των βυζαντινών χρϐνων ςτη Φαλκιδικό», ΑΕΜΘ, ΚΑ΄
Επιςτημονικό υνϊντηςη, 13-15 Μαρτύου 2008, προκαταρκτικό προφορικό δημοςύευςη
455 Lavra, II, ϋγγρ. 90 (1300), ςτ. 261-269, ϋγγρ. 108 (1321), ςτ. 290-296
456 Αγύου Πολυκϊρπου, Αρακλό Κυρτολϋοντοσ, Ραςοποϑλου, Γεωργύασ Δοβρομϋρου (πρώην Ζαχαρύα)
151
4.4.3.5. Ιδιοκτηςύεσ και Μετόχια των Αθωνικών Μονών (ςχ. 12)
Απϐ τον 10ο αιώνα ϋχουμε επαρκό τεκμηρύωςη για την περιουςύα των μοναςτηριών του Αγύου
Όρουσ, εκτϐσ του Ωθω ςτην περιοχό τησ Φαλκιδικόσ. Ϋδη απϐ την περύοδο αυτό, το μεγαλϑτερο μϋροσ
τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ ϋχει μετατραπεύ ςε αγιορεύτικο παραγωγικϐ χώρο.
152
δωρεϊ ϊλλοι 16.000 μϐδιοι. Οι Περιςτεραύ και οι Σζεχλιανϋσ δϐθηκαν ςτο Ορφανοτροφεύο με
αντϊλλαγμα ϋναν μεγϊλο αριθμϐ παρούκων. Οι υπϐλοιπεσ κτόςεισ τησ Λαϑρασ υπολογύζονταν ςε 41.403
μοδύουσ και 8 λύτραι. Περύπου 12.428 μϐδιοι τησ δϐθηκαν βϊςει ενϐσ ιςοκώδικου του Ανδρϐνικου.
Με διαδοχικϊ αιτόματα για παραχωρόςεισ γαιών και ελαφρϑνςεισ, η Λαϑρα κατϐρθωςε να αυξόςει
ξανϊ την περιουςύα τησ φτϊνοντϊσ την ςτα επύπεδα του 1088-9.461
Σο 1259 ςε Φρυςϐβουλλο του Μιχαόλ Η’ Παλαιολϐγου, που υπογρϊφει ο επύςκοποσ Καςςανδρεύασ
και Βρυών Βαςύλειοσ, αναφϋρεται ϐτι ςτην ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ ςυγκαταλϋγεται και
το χωρύον του Πλαςταρϊ. Ομούωσ, τα Βρωμϐςυρτα, χωρϊφια ςτην Αγύα Μαρύα, ςτου Δελεϊνου, το
μετϐχι των Καρβϋων με τουσ προςκαθημϋνουσ, αγρύδια τησ Γϋννασ και του Νεοχωρύου και τα Κρϑα
Πηγϊδια. Σον 13ο αιώνα, η μονό κατεύχε ςχεδϐν ϐλη τη δυτικό Φαλκιδικό. 462
153
χιλιομϋτρων απϐ τα Νϋα Υλογητϊ. Μαρτυρεύται ςτισ πηγϋσ απϐ το 1079 και περιγρϊφεται λεπτομερώσ
ςε πρακτικϐ του 1104.466
Πριν το 1104, ϋνασ κϊτοικοσ του κϊςτρου τησ Βρϑασ δώριςε ςτην Ιβόρων εδϊφη που βρύςκονταν
ανϊμεςα ςτο χωριϐ του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ ςτα δυτικϊ και ςτην ιδιοκτηςύα που κατεύχε η μονό
όδη ςτον Βολβϐ, ςτα ανατολικϊ. Αμϋςωσ δυτικϊ τησ γησ που απϋκτηςε το 1104, κατϐρθωςε να
προςθϋςει πριν το 1259, το νϐτιο τμόμα τησ παλαιϊσ περιουςύασ του Ιςαϊκ. Σην ύδια χρονιϊ επικυρώνει
τα δύκαιϊ τησ ςτο «τοπύον Ωκλου», ϐπου εγκαθιςτϊ παρούκουσ. Νϋεσ επικυρώςεισ ϋρχονται το 1283,
χωρύσ ϐμωσ να γύνεται αναφορϊ ςτουσ παρούκουσ και, εκ νϋου, μεταξϑ των ετών 1301-1341, οπϐτε
αναφϋρονται ϐλα τα εδϊφη που απϋκτηςε η μονό απϐ το 1104 ωσ το 1259, ςυνολικϊ 750 μϐδιοι.467Η
ςυνολικό ϋκταςη με τον γειτονικϐ Βολβϐ ανϋρχονταν ςτουσ 6.450 μοδύουσ, ενώ δεν εύναι γνωςτϐσ ο
ακριβόσ αριθμϐσ των παρούκων.468 Σο μετϐχι, μεταξϑ ϊλλων, περιελϊμβανε μια τοιχογραφημϋνη
Εκκληςύα αφιερωμϋνη ςτην Παναγύα, εργαςτόριο κερϊμων και μερικϊ ακϐμα βοηθητικϊ κτύρια.
Απϐ το 1042 η μονό Ιβόρων εύχε χωρϊφια και ςτην τοποθεςύα Ιςοϑνα, που προόλθαν απϐ δωρεϊ
τησ μοναχόσ Μαρύασ, κϐρησ του τϋφανου θλαβϐτα.
Σο 1047, εύναι μια χρονιϊ ορϐςημο για την αϑξηςη τησ ακύνητησ περιουςύασ τησ Ιβόρων. Η μονό
εδραιώνει την παρουςύα τησ ςτη δυτικό Φαλκιδικό αποκτώντασ περιοχϋσ ςημαντικϋσ απϐ ϊποψη
οικονομικό, εμπορικό και διοικητικό, ϐπωσ ο Βολβϐσ και τα εδϊφη τησ Βρϑασ και, ταυτϐχρονα,
επιδιώκει πρϐςβαςη ςτισ θαλϊςςιεσ μεταφορϋσ με την απϐκτηςη τοπικών λιμϋνων.
Σην χρονιϊ αυτό αποκτϊ το προϊςτειο Αλωποχώριο, εξϊρτημα τησ Παναγύασ των Φαβουνύων
καθώσ και τα αγρύδια Ωγιοσ Γεώργιοσ και Ωγιοσ Λϊζαροσ, το μετϐχι του Αγύου Νικολϊου και τα
προϊςτεια Μυριϐφυτον και Πολϑγυροσ. Κατοχυρώνει τισ κτόςεισ αυτϋσ ξανϊ το 1079.
Σο 1047 πϊλι, αναφϋρεται το μετϐχι Φλιαροποτϊμου ωσ εξϊρτημα τησ μονόσ Λεοντύασ, για το οπούο
πληρώνει φϐρο ςτην Ιβόρων και την ύδια χρονιϊ εμφανύζεται το χωριϐ Κλαπατουρϊδεσ ςτην απογραφό
τησ περιουςύασ τησ μονόσ. Παρϊλληλα, η Ιβόρων αποκτϊ απϐ τη μονό Αββακοϑμ το προϊςτειο
Λεοντϊρια, ςτην περιοχό του Αγύου Μϊμα, το οπούο διϋθετε και λιμϊνι και το χωρύον Λιμνόν που πρϋπει
να λειτουργοϑςε ωσ επύνειο του Κϊςτρου των Βρυών.
Γενικϊ, τον 11ο αιώνα η Ιβόρων με διαδοχικϋσ πρϊξεισ κατοχυρώνει τουσ περιοριςμοϑσ των
εδαφών τησ ςτη δυτικό Φαλκιδικό. Η περιουςύα τησ όταν τερϊςτια. Μϐνο ςτη Μακεδονύα διαχειριζϐταν
246 οικογϋνειεσ παρούκων.
Απϐ τα 23 εδϊφη που κατεύχε το μοναςτόρι ςτη Μακεδονύα το 1079, ϋχαςε τα 11 πριν απϐ το 1104
και δεν τα ανϋκτηςε ποτϋ. Αυτό η μεύωςη τησ ακύνητησ περιουςύασ τησ Ιβόρων όταν αποτϋλεςμα
διαδοχικών απαλλοτριώςεων μϋχρι το 1089.469 Σο 1101 επτϊ ιδιοκτηςύεσ εύχαν αφαιρεθεύ απϐ την
154
Ιβόρων, οι ϋξι ςτη δυτικό Φαλκιδικό: ο Βολβϐσ, η Αγύα Βαρβϊρα, το Μυριϐφυτο, τα Λεοντϊρια, τα
Βρωμϐςυρτα και η Λεοντύα περύπου 20.000 μϐδιοι ςυνολικϊ.470Σα πρακτικϊ ϐμωσ του 1259 δεύχνουν
ϐτι ςτο μεςοδιϊςτημα η μονό ανϋκτηςε το μεγαλϑτερο μϋροσ τησ περιουςύασ τησ και ϋκτοτε
παρουςιϊζει μια ςταθερϐτητα ςτισ κτόςεισ τησ.
Λύγο πριν το 1316 η μονό Δοχειαρύου αναγνωρύζει ςτην Ιβόρων 360 μοδύουσ ςτην περιοχό του
Ρουςαύου.471
470 Ό.π., 30
471 Lefort 1982, 139
472 Docheiariou, εγγρ. 18 (1337)
473 Actes de Saint - Pantéléèmôn, édition diplomatique par P. Lemerle, G. Dagron, S. Ćirković, Paris (1982), 12
474 Lefort 1982, 31
475 Ό.π., 41-42
155
δύκαια τησ μονόσ ϋχουμε το 1324.476 Μεταξϑ 1324 και 1474 πϋραςε ςτην ιδιοκτηςύα τησ Καςταμονύτου,
το μετϐχι τησ οπούασ βριςκϐταν τρύα χιλιϐμετρα ΒΑ των Υλογητών. Σο 1346, ο τϋφανοσ Δουςϊν δύνει
ςτην μονό παρούκουσ που ονομϊζονται «Κατακαληνού» για να εγκαταςταθοϑν ςε κϊποιο χωριϐ που δεν
εύναι το δικϐ τουσ.477
476 Ό.π., 41
477 Lefort 1982, 81
478 Vatopédi I 2001, 32-33
156
μοδύων. Κϊποια ςτιγμό, κατϊ τον 14ο αιώνα προςτϋθηκε γη 200 μοδύων απϐ τον Θεϐδωρο Ωγγελο. Ϊνα
κομμϊτι γησ των 400 μοδύων εύναι το μϐνο που ξϋφυγε απϐ την Ξενοφώντοσ για αρκετϐ διϊςτημα.
Βριςκϐταν κοντϊ ςτο χωριϐ Αβραμύται και όταν εντϐσ των ορύων του, ϐμωσ όταν οι κϊτοικοι του
χωριοϑ που εκμεταλλεϑονταν τη γη ϐπου εύχαν φυτϋψει τουσ αμπελώνεσ τουσ.
Σο 1300 πολλϊ αρχεύα τησ μονόσ χϊθηκαν ό καταςτρϊφηκαν απϐ τουσ Λατύνουσ. Η απώλεια των
αρχεύων εύχε ςαν ςυνϋπεια την αδυναμύα τησ μονόσ να διεκδικόςει τα ςφετεριςθϋντα εδϊφη. Πϊντωσ
μετϊ το 1300 απεκατϋςτηςε μϋροσ των αρχεύων τησ και μπϐρεςε να υποβϊλει ςτον απογραφϋα
Απαλμηνϐ τουσ τύτλουσ ιδιοκτηςύασ για το τϐμιον.479
την περιοχό κατεύχε περύπου 2400 μοδύουσ μϋχρι το 1338. Εκεύ εγκαταςτϊθηκαν το 1300 ϋξι
οικογϋνειεσ, που δεν πλόρωναν φϐρουσ, 17 οικογϋνειεσ παρούκων που, μεταξϑ του 1318 και 1320
πλόρωναν 4.5 νομύςματα, και 19 ακϐμα οικογϋνειεσ το 1338, που πλόρωναν 7 νομύςματα. Επύ πλϋον
κατεύχε γη ςτουσ οικιςμοϑσ Πϊλιρο, Υουςκοϑλου και Μυριϐφυτον.480
479 πρϊξη δωρεϊσ του Φαρτοφϑλακα Βρυών υναδηνοϑ, χρυςϐβουλλου του Αλεξύου Α’, πρϊξη παρϊδοςησ του Ανδρϐνικου Δοϑκα και πρϊξη
δωρεϊσ του Θεϐδωρου Αγγϋλου.
480 Actes de Xénophon, ed. Diplomatique par D. Papachryssanthou, Paris (1986), 17
157
πρώην χωριών ςυνϋχιςαν να καλλιεργοϑνται απϐ γειτονικϊ χωριϊ ό ϋγιναν βοςκοτϐπια γιουροϑκων
εύτε περιόλθαν ςτα μοναςτόρια.
Η φτώχεια των χωρικών όταν τρομακτικό. Απϐ τα χωριϊ που όταν κατϊ ϋνα μϋροσ ό καθ΄
ολοκληρύαν περιουςύα του Ωθω, επϋζηςαν μϐνο ϐςα εύχαν ιςχυρϐ πληθυςμϐ. Η οικονομικό κρύςη του
14ου αιώνα ςυνδυϊζεται με δημογραφικό καθύζηςη. Η πανώλη ςυντϋλεςε αλλϊ η εγγενόσ κρύςη του
βυζαντινοϑ ςυςτόματοσ ϋδειχνε οϑτωσ ό ϊλλωσ ςυνεχό δημογραφικό αποψύλωςη.481
Οι ερημώςεισ αυτϋσ δεύχνουν αναςφϊλεια και δημογραφικό κϊμψη αλλϊ για τη δυτικό Φαλκιδικό
δεν παρατηρεύται ωσ ςυνϋπεια καμύα δομικό μεταβολό τησ ιςορροπύασ τησ εγκατούκηςησ μεταξϑ
πεδινοϑ και ορεινοϑ χώρου πριν απϐ την οθωμανικό κατϊκτηςη.482
υμπερϊςματα
Αν και η καταγραφό των οικιςτικών εγκαταςτϊςεων δεν μπορεύ να θεωρηθεύ ολοκληρωμϋνη,
ϋχουμε ςτην διϊθεςό μασ κϊποια ςτοιχεύα που βοηθοϑν ςτην αναςϑνθεςη τησ οικιςτικόσ φυςιογνωμύασ
τησ υπαύθρου τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Κατ’ αρχϊσ γύνεται ςαφϋσ ϐτι οι θϋςεισ των γνωςτών αρχαύων
πϐλεων κατοικοϑνται ακϐμα κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο. Η πυκνϐτητα των εγκαταςτϊςεων
εύναι μεγϊλη και φαύνεται ϐτι υπόρχαν οικιςμού με αςτικϋσ ό ημιαςτικϋσ λειτουργύεσ και πολλού
αγροτικού ςυνοικιςμού. Οι ςημαντικϐτεροι οικιςμού όταν τησ Βρϋασ, τησ Αντιγϐνειασ και τησ Νϋασ
Καλλικρϊτειασ.
Η οικονομύα τησ περιοχόσ πρϋπει να ςτηριζϐταν κυρύωσ ςτην γεωργοκτηνοτροφικό παραγωγό, την
αλιεύα και την παραγωγό ϊλατοσ. Αναμφιςβότητα θα υπόρχε διαμετακομιςτικϐ εμπϐριο δια θαλϊςςησ
αλλϊ δεν εύμαςτε ςε θϋςη να γνωρύζουμε την επιχειρηματικό ςυμμετοχό των πϐλεων τησ δυτικόσ
Φαλκιδικόσ.
Διαπιςτώθηκε η καταςκευό πολυτελών δημϐςιων κτιρύων –διοικητικών και θρηςκευτικών – που
θα πρϋπει να αποδοθεύ τϐςο ςτην κρατικό βοϑληςη ϐςο και ςτην ευμϊρεια τησ περιοχόσ. Μια τομό ςτον
οικιςτικϐ βύο τησ περιοχόσ ςημειώνεται απϐ τα μϋςα του 6ου αιώνα, που ϋχει διαπιςτωθεύ και για την
υπϐλοιπη χερςϐνηςο.
αφώσ καλϑτερη εύναι η εικϐνα που ϋχουμε για την ϑπαιθρο τησ Βρϑασ κατϊ τη μεςοβυζαντινό και
υςτεροβυζαντινό περύοδο, χϊρη ςτα αρχεύα των μονών του Αγύου Όρουσ.
Η πορεύα των οικιςμών τησ πεδιϊδασ τησ Καλαμαριϊσ που βρύςκονταν ςτην περιφϋρεια του
Κϊςτρου των Βρεών, παρουςιϊζει ςυγκεκριμϋνα ςτϊδια.
481 Αντωνιϊδη, Ε., «Ερημωμϋνα χωριϊ ςτην Ελλϊδα. Ϊνασ προςωρινϐσ απολογιςμϐσ», Η οικονομικό δομό των βαλκανικών χωρών (15οσ-19οσ
αιώνασ), επιμ. π. Αςδραχϊσ (1979), 195-259, 209-212
482 Κολοβϐσ 2000, 91
158
Απϐ τον 10ο μϋχρι και τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα, μαρτυροϑνται ςτισ πηγϋσ πϊνω απϐ 20 ανεξϊρτητα
χωριϊ. Η ϋκταςό τουσ όταν τερϊςτια, ςυνόθωσ πϊνω απϐ 10 χλμ2 και, ενύοτε, ϋφτανε τα 15 ό ακϐμα και
τα 20 χλμ2 . Δεν ϋχουμε πληροφορύεσ για την οικονομύα ό τον πληθυςμϐ των χωριών αυτών.
Οι πληροφορύεσ που ϋχουμε δεν εύναι ακϐμα οϑτε ακριβεύσ οϑτε πολλϋσ αλλϊ δεύχνουν μια ςαφό
δημογραφικό αϑξηςη μεταξϑ 9ου και 10ου αιώνα. Ψσ ϋνδειξη και αποτϋλεςμα ταυτϐχρονα αυτόσ τησ
πληθυςμιακόσ αϑξηςησ, που ςυνεχύζεται μϋχρι το α’ μιςϐ του 14ου αιώνα, μποροϑν να θεωρηθοϑν οι
νϋοι μικρού οικιςμού που ςχηματύςτηκαν ςτο νϐτιο μϋροσ τησ υπαύθρου τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Οι
οικιςμού αυτού διαφϋρουν απϐ τα χωριϊ ωσ προσ την ϋκταςό τουσ που εύναι μικρϐτερη (περύπου 2 χλμ2)
και ξεχωρύζουν απϐ το ϐνομϊ τουσ, που ςυχνϊ εύναι το ϐνομα του τιμώμενου αγύου κϊποιασ τοπικόσ
εκκληςύασ, του προηγοϑμενου ιδιοκτότη τησ περιοχόσ ό εύναι δηλωτικϊ τησ κϑριασ παραγωγικόσ
δραςτηριϐτητϊσ τουσ ό του τρϐπου που προϋκυψαν.483
Σα φορολογικϊ μϋτρα που λόφθηκαν ςτισ αρχϋσ του 10ου αιώνα οδόγηςαν ό, τουλϊχιςτον,
διευκϐλυναν τη δημιουργύα μεγϊλων ιδιοκτηςιών ςτα ϐρια των εδαφών των χωριών. Μϋχρι τον 10 ο
αιώνα ο ϐροσ «χωριϐ» ςόμαινε τον οικιςμϐ και οι ιδιοκτηςύεσ περιγρϊφονταν με τουσ ϐρουσ «αγρύδιο» ό
«προϊςτειο».
Απϐ τον 11ο αιώνα τα προϊςτεια ανόκαν ςε μϋλη τησ τοπικόσ ελύτ και φϋρουν τα ονϐματϊ τουσ,
ενώ μεγϊλεσ εκτϊςεισ ανόκουν πλϋον ςτην επιςκοπό Καςςανδρεύασ, ςτην οπούα υπαγϐταν η περιοχό ό
ςτη Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ. Οι οικιςτικϋσ αυτϋσ μονϊδεσ υποθϋτουμε ϐτι προϋκυψαν μεταξϑ του 6ου
και του 10ου αιώνα απϐ τον κατακερματιςμϐ των εδαφών των πολιςμϊτων τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ
που επόλθε απϐ το κϑμα των ευρϑτερων ςτρατιωτικών, πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών
μεταβολών και προκϊλεςε με τη ςειρϊ του νϋεσ εξελύξεισ.
Απϐ τα μϋςα περύπου του 11ου αιώνα ό λύγο πιο πριν, παρατηρεύται μια αϑξηςη των
αυτοκρατορικών ιδιοκτηςιών ςτην περιοχό. Πολλϊ χωριϊ περνοϑν τώρα ςτην ιδιοκτηςύα μελών τησ
αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ ό ςτα χϋρια ιςχυρών τοπικών αρχϐντων οι οπούοι τα αποκτοϑν εύτε
αγορϊζοντϊσ τα εκμεταλλευϐμενοι τη δυςχερό κατϊςταςη πολλών χωρικών, εύτε τουσ παραχωροϑνται
απϐ τον αυτοκρϊτορα για τισ υπηρεςύεσ τουσ ςτο κρϊτοσ. Σα μοναςτόρια του Αγύου Όρουσ αυξϊνουν
δραματικϊ την επιρροό τουσ ςτην περιοχό μϋςω τησ κατοχόσ εδαφών που, ςυχνϊ, περιλαμβϊνουν
ολϐκληρα χωριϊ ςτην Καλαμαρύα. Ο ϐροσ «χωριϐ» πλϋον μπορεύ να ταυτύζεται με μύα μϐνο ιδιοκτηςύα.
Σον 12ο αιώνα ςυνεχύζεται το ύδιο καθεςτώσ. Μερικού οικιςμού υπϊγονται ακϐμα, φορολογικϊ
τουλϊχιςτον, ςτην ενορύα των Βρυών, ενώ τμόματϊ τουσ βρύςκονται ςτην ιδιοκτηςύα ιδιωτών,
μοναςτηριών και του αυτοκρϊτορα.
Απϐ τον 13ο και μϋχρι τα μϋςα του 14ου αιώνα, το μεγαλϑτερο μϋροσ τησ ϊλλοτε ενορύασ των Βρυών
αποτελεύ μοναςτηριακό περιουςύα ιδρυμϊτων τησ Φαλκιδικόσ αλλϊ και, ςτη ςυντριπτικό τουσ
πλειονϐτητα, μονών του Αγύου Όρουσ και η περιφϋρεια του ϋρημου πλϋον Κϊςτρου αποτελεύ τον
159
παραγωγικϐ χώρο του Ωθω. το α’ μιςϐ του 14ου αιώνα ςημειώνεται το δεϑτερο μεγϊλο κϑμα
ερημώςεων.
Παρϐλα αυτϊ, φαύνεται ϐτι τα χωριϊ που διατηροϑνται μετϊ τον 14ο αιώνα –ϋςτω και με
ςημαντικό πληθυςμιακό υποβϊθμιςη- εύναι περιςςϐτερα απϐ αυτϊ που εγκαταλεύπονται οριςτικϊ.
Εύναι ςημαντικϐ επύςησ, το γεγονϐσ ϐτι το οικιςτικϐ δύκτυο παραμϋνει ςταθερϐ χωρύσ να γύνονται
μετακινόςεισ ό αλλαγϋσ τοποθεςύασ. Ακϐμα και μετϊ απϐ βύαιη εγκατϊλειψη λϐγω ειςβολών ενϐσ
χωριοϑ, αυτϐ επανεμφανύζεται ςτην ύδια θϋςη μετϊ απϐ μικρϐ χρονικϐ διϊςτημα και επανακατοικεύται
απϐ τον αρχικϐ του πληθυςμϐ, απϐ νϋο ό εντοπύζονται νϋοι κϊτοικοι μεταξϑ των παλιών. Σο καθεςτώσ
τησ ιδιοκτηςύασ ςυνόθωσ αλλϊζει. Σα περιςςϐτερα απϐ τα χωριϊ που αναφϋρονται τον 10 ο και τον 11ο
αιώνα, εξακολουθοϑν να υφύςτανται μετϊ τισ ερημώςεισ ςτο β’ μιςϐ του 14 ου αιώνα διατηρώντασ
μϊλιςτα το ϐνομϊ τουσ.484
Αξύζει να επιςημανθεύ ϐτι με ελϊχιςτεσ εξαιρϋςεισ, δεν εντοπύζονται αξιϐλογεσ αρχαιϐτητεσ των
μϋςων και ϑςτερων βυζαντινών χρϐνων ςτη δυτικό Φαλκιδικό. Αναμφιςβότητα, η καταςτροφό που
υπϋςτη η Φαλκιδικό κατϊ τη διϊρκεια τησ καταςτολόσ τησ Επανϊςταςησ του 1821 όταν ολοκληρωτικό
αφοϑ πυρπολόθηκαν χωριϊ και ϐλα τα μετοχιακϊ ςυγκροτόματα. Πρϋπει, ωςτϐςο, να θεωρηθεύ ωσ
πολϑ πιθανϐ ϐτι οι μνημειακϋσ θρηςκευτικϋσ και ϊλλεσ καταςκευϋσ ςτη δυτικό Φαλκιδικό θα όταν
παροϑςεσ.
Ψσ προσ την οικονομύα τουσ, τα χωριϊ τησ Φαλκιδικόσ φαύνεται ϐτι όταν αυτϊρκεισ οικονομικϋσ
μονϊδεσ.485Οι απογραφϋσ κατούκων οικιςμών που παραδύνονται ςτα αρχεύα των αγιορειτών αφοροϑν
κυρύωσ παρούκουσ που καλλιεργοϑςαν τη γη των μονών, ωςτϐςο μασ δύνουν μια εικϐνα για την περιοχό
των επαγγελμϊτων τησ «μεςαύασ» τϊξησ.
Ενδεικτικϊ, ςτον Κϊτω Βολβϐ ςε απογραφό των παρούκων τησ Λαϑρασ του 1301, αναφϋρονται
μεταξϑ ϊλλων πϊροικοι που ϋχουν ςτην κατοχό τουσ «ςανδϊλιον», δηλαδό ψαρϐβαρκα εκτϐσ απϐ τη γη
που καλλιεργοϑν. Αναφϋρονται ϋνασ κεραμϋασ, ιερϋασ, ρϊπτησ και ϋνασ αναγνώςτησ.486 Καλλιεργοϑςαν
ςιτηρϊ, εύχαν ςχεδϐν ϐλοι αμπελώνεσ, οπωρώνεσ και πολλού μελύςςια.
Σα μικροτοπωνϑμια που διαςώζονται τϐςο ςτα ϋγγραφα ϐςο και αυτϊ που διατηροϑνται ςόμερα
μασ δύνουν επύςησ πολλϊ ςτοιχεύα για τισ παραγωγικϋσ και εν γϋνει οικονομικϋσ δραςτηριϐτητεσ τησ
περιοχόσ. Σα τοπωνϑμια Αρχαύα Καμύνια, Αρχαύον Μϋγα Καμύνιον, Παλαιϐφουρνο, Λινοβροχεύο,
Λωρωτϐν ςυνδϋονται με την παραγωγό αςβϋςτη, κεραμικών, οικοδομικών υλικών αλλϊ και με την
επεξεργαςύα δϋρματοσ και λιναριοϑ. Οι αναφορϋσ ςε νερϐμυλουσ εύναι δεκϊδεσ ενώ ςυχνϊ απαντοϑν
και τοπωνϑμια που ςχετύζονται με την κτηνοτροφύα και τισ ποιμενικϋσ δραςτηριϐτητεσ:
Βουβαλολοϑςτρα, Βουβαλοπνύχτησ εύναι τα ονϐματα δϑο ρεμϊτων, το τοπωνϑμιο Βλαχομανδρειϊ
160
ςχετύζεται ςύγουρα με τουσ Βλϊχουσ που αςκοϑςαν την εποχιακό κτηνοτροφύα, ενώ ϋνασ δρϐμοσ που
αναφϋρεται ςε αρκετϊ ϋγγραφα εύναι το «αγελοδρϐμιον».
Εύναι πολϑ πιθανϐ να υπόρχαν αλυκϋσ ςτην περιοχό. Σα τοπωνϑμια Αλυκαύ, Αλμυρύςτρα,
Αλμυρϐλακκοσ, Αλμυριςτρϋασ αλλϊ και το ϐτι κατϊ την οθωμανικό περύοδο ςτην περιοχό αναφϋρονται
πολλϊ απϐ τα χωριϊ των «αλατϊδων», μασ οδηγοϑν ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι υπόρχε μια παλαιϊ παρϊδοςη
παραγωγόσ ϊλατοσ.
Όςον αφορϊ το οικιςτικϐ δύκτυο τησ υπαύθρου, διαπιςτώθηκε ϐτι οι οικιςμού που την
ςυναποτελοϑςαν εύχαν κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιςτικό ταυτϐτητα.487
Οι περιςςϐτεροι όταν παρϊκτιοι ό βρύςκονταν ςε πολϑ κοντινό απϐςταςη απϐ τη θϊλαςςα απϐ
την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ. Ανϊμεςα ςτουσ οικιςμοϑσ αλλϊ και μεταξϑ των οικιςμών και των ζωνών
παραγωγόσ και κτηνοτροφύασ εύχε αναπτυχθεύ ϋνα εξαιρετικϊ εκτεταμϋνο δύκτυο χερςαύασ
επικοινωνύασ. Εύναι ενδιαφϋρον ϐτι το δύκτυο αυτϐ, εκτϐσ απϐ τισ οδοϑσ ςϑνδεςησ των οικιςμών,
περιλϊμβανε και οδοϑσ μεταφορϊσ προώϐντων αλλϊ και μεταφορϊσ ζώων. Οι διαφορετικϋσ χρόςεισ
αποτυπώνονται ςτην ονοματοδοςύα των οδών αυτών. Οι μεγαλϑτεροι οικιςμού εύχαν ςϑνδεςη με τισ
βαςικϋσ οδικϋσ αρτηρύεσ που διϋτρεχαν την Καλαμαρύα ςυνδϋοντασ την, αφενϐσ με τη Θεςςαλονύκη και,
αφετϋρου, με την προςκυνηματικό οδϐ του Ωθω και με την Καςςϊνδρεια.
Η Βρϑα ωσ πρωτεϑουςα-κϊςτρο βριςκϐταν ςτο κϋντρο αυτοϑ του δικτϑου. Όλοι οι οικιςμού τησ
ενδοχώρασ ςυνδϋονταν με κϊποιον τρϐπο μαζύ τησ.
Αρκετού οικιςμού διϋθεταν κϊποιου εύδουσ οχϑρωςη ό ϋςτω κϊποιον οχυρωμϋνο χώρο –εντϐσ ό
εκτϐσ των ορύων τουσ-, καταςκευαςμϋνο με κρατικό ό ιδιωτικό πρωτοβουλύα, λϐγω τησ αναςφϊλειασ
και των διαδοχικών επιδρομών και επιθϋςεων ανϊ τουσ αιώνεσ. Σα μικροτοπωνϑμια εύναι και πϊλι
ενδεικτικϊ. Οι φϊςεισ των οχυρώςεων εύναι αςαφεύσ και ελϊχιςτα τεκμηριωμϋνεσ αλλϊ γνωρύζουμε ϐτι
κατϊ περιϐδουσ και ανϊλογα με τουσ εκϊςτοτε κινδϑνουσ, αναπτϑχθηκαν διαφορετικϋσ μορφϋσ
οχϑρωςησ (οχυρωμϋνοι οικιςμού, μετϐχια, μοναςτόρια, πϑργοι κλπ).
Η αρχιτεκτονικό κληρονομιϊ του αρχαύου παρελθϐντοσ δεν εύναι ορατό ςε μεγϊλο βαθμϐ ςτη
βυζαντινό δυτικό Φαλκιδικό. Οι λϐγοι πρϋπει να αναζητηθοϑν ςτην ανακϑκλωςη του οικοδομικοϑ
υλικοϑ αλλϊ και ςτη νϋα θεώρηςη των πραγμϊτων, που υπαγϐρευε ευτελεύσ καταςκευϋσ.
Ανϊμεςα ςτισ εγκαταςτϊςεισ κοινόσ ωφϋλειασ, τα λουτρϊ όταν τα πιο δημοφιλό. Εύναι ϐλα μικρών
διαςτϊςεων και ςυνδϋονται με το εμπορικϐ κϋντρο των οικιςμών. Κυρύωσ το νερϐ ςυγκεντρωνϐταν ςε
κινςτϋρνεσ ό πηγϊδια, τα οπούα ςώζονται ακϐμα ςε ερεύπια και ταυτύζονται βϊςει των πηγών.
τισ πηγϋσ αναφϋρονται πολϑ ςυχνϊ εκκληςύεσ εντϐσ των οικιςμών και μϊλιςτα κϊποιοι οικιςμού
φαύνεται πωσ εύχαν περιςςϐτερεσ απϐ μύα. Δεν γνωρύζουμε ποιοσ όταν υπεϑθυνοσ για την οικοδϐμηςη,
487 Brandes, W. - Haldon, J., “Towns, tax and transformation: state, cities and their hinterlands in the east roman world, c. 500-800”, Towns and
their territories between late antiquity and the early Middle Ages – G. P. Brogiolo, N. Gauthier, N. Christie (ed.), The Transformation of the Roman
world, vol. 9, Leiden, Brill (2000), 141 – 172, 142-143
161
τη λειτουργύα τουσ και τη ςτελϋχωςό τουσ με ιερεύσ. Μια ϊποψη εύναι ϐτι οι ιερεύσ προϋρχονταν απϐ τα
μϋλη των μοναςτικών κοινοτότων που κατεύχαν εδϊφη ςτα χωριϊ και ςυχνϊ διατηροϑςαν εκεύ μετϐχια.
Εύναι ϊγνωςτη η τϑχη των παγανιςτικών ιερών ςτην δυτικό Φαλκιδικό. υνεπώσ, δεν μπορεύ να
μελετηθεύ η αντιςτικτικό πορεύα ανϊμεςα ςτην ϊνοδο και την πτώςη των δϑο θρηςκειών.
Οι εκτεταμϋνεσ και καλϊ αρδευϐμενεσ πεδινϋσ εκτϊςεισ ςε ςυνδυαςμϐ με το ευνοώκϐ κλύμα
προςϋφεραν ςτην Καλαμαριϊ μεγϊλεσ δυνατϐτητεσ για αγροτικό παραγωγό και δικαιολογοϑν την
ονομαςύα «Καλϐκαμποσ», που αναφϋρεται ςτισ πηγϋσ. Η περιοχό ϋχει ςυνδεθεύ κατϊ κϑριο λϐγο με την
παραγωγό ςιτηρών, αλλϊ και ελαιϐλαδου και κραςιοϑ. Η αμπελουργύα, ειδικϊ φαύνεται ϐτι όταν
εκτεταμϋνη, ςε ϐλουσ τουσ οικιςμοϑσ αναφϋρονται αμπελώνεσ. Επύ πλϋον, υπόρχαν λαχανϐκηποι και
οπωρώνεσ, προώϐντα ζωικόσ προϋλευςησ, ϐπωσ το κρϋασ και τα γαλακτοκομικϊ, αλλϊ και ψϊρια και
μϋλι. Η εκτροφό βοοειδών όταν διαδεδομϋνη. Ωλλεσ φυςικϋσ πηγϋσ που εκμεταλλεϑονταν οι χωρικού
όταν οι αλυκϋσ, που υπόρχαν ςε χωριϊ και προϊςτεια προσ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ. Σα βιοτεχνικϊ
προώϐντα περιλϊμβαναν γυαλύ, κεραμικό και μεταλλικϊ αντικεύμενα αλλϊ και παραγωγό αςβϋςτη.
Η ςχϋςη τησ πϐλησ τησ Βρϑασ με την ενδοχώρα τησ όταν ςτενό και πολυεπύπεδη. Η ϑπαιθροσ
παρεύχε τα αγροτικϊ και κτηνοτροφικϊ προώϐντα που όταν απαραύτητα για την επιβύωςη των
κατούκων τησ πϐλησ και για την κϊλυψη των αναγκών τησ τοπικόσ ϊρχουςασ τϊξησ. Εντϐσ τησ πϐλεωσ
γινϐταν η επεξεργαςύα αυτών των προώϐντων (π.χ. εγκαταςτϊςεισ ληνών, κεραμικών κλιβϊνων). την
ϑπαιθρο φαύνεται ϐτι λϊμβαναν χώρα και βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ που λϐγω τησ φϑςησ τουσ δεν
όταν δυνατϐν να φιλοξενηθοϑν ςτην πϐλη, ϐπωσ η παραγωγό αςβϋςτη και η επεξεργαςύα των
δερμϊτων.
Ο κϊθε οικιςμϐσ ξεχωριςτϊ εύχε τον δικϐ του ρϐλο ςε αυτό τη ςχϋςη. Ο ρϐλοσ μπορεύ να όταν
παραγωγικϐσ ό κοινωνικϐσ, αφοϑ πολλού οικιςμού βρύςκονταν υπϐ αυτοκρατορικό πατρωνύα οπϐτε
αποτελοϑςαν πϐλουσ απορρϐφηςησ προώϐντων που παρϊγονταν ςτην πϐλη και την
ανατροφοδοτοϑςαν με τα δικϊ τουσ προώϐντα. Και, φυςικϊ, η ενδοχώρα απϋδιδε φϐρουσ ςτην Βρϑα.
Η ςημαςύα τησ ενδοχώρασ αντικατοπτρύζεται ςτην ϋκταςό τησ αλλϊ και αντικατοπτρύζει τη
ςημαςύα τησ πϐλησ και τισ διευρυμϋνεσ ανϊγκεσ τησ. Μαζύ η πϐλη με την ϑπαιθρϐ τησ φαύνεται πωσ
κϊλυπταν παντοειδεύσ ανϊγκεσ και ςυμπλόρωναν την εικϐνα μιασ ευημεροϑςασ περιοχόσ. Η
λειτουργικϐτητα και η αποδοτικϐτητα τησ ςχϋςησ φαύνεται ςτην μακρϊ διατόρηςό τησ. Ακϐμα και ϐταν
η πϐλη τησ Βρϑασ ερημώθηκε ςτισ αρχϋσ του 14ου αιώνα, διατηρόθηκαν οι ςυνθόκεσ εκεύνεσ που
προςϋδιδαν ςημαςύα ςτουσ οικιςμοϑσ τησ υπαύθρου τησ με αποτϋλεςμα αυτού να διατηροϑνται μϋχρι
και την οθωμανικό περύοδο αλλϊ ςε πολλϋσ περιπτώςεισ ακϐμα και μετϊ απϐ αυτό.
162
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 5Ο ΙΣΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΡΣΤΡΙΑ : Η ΠΕΡΙΠΣΨΗ ΣΗ ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ
5.1. Ιςτορικό διερεύνηςη (χϊρτησ 8)
Η Καςςϊνδρεια όταν, απϐ την ύδρυςό τησ όδη και για πολλοϑσ αιώνεσ, η ςημαντικϐτερη πϐλη τησ
Φαλκιδικόσ και μύα απϐ τισ ςημαντικϐτερεσ πϐλεισ τησ Μακεδονύασ. Ψσ προσ τη γεωγραφικό τησ θϋςη,
μποροϑμε να εύμαςτε βϋβαιοι για την αρχαύα πϐλη, ϐχι ϐμωσ και για τη μεςαιωνικό καθώσ βαρβαρικϋσ
επιδρομϋσ εύχαν ςαν ςυνϋπεια την εκ βϊθρων καταςτροφό τησ τουλϊχιςτον δϑο φορϋσ ςτη μακραύωνη
ιςτορύα τησ και την εκ νϋου οικοδϐμηςό τησ ςτα ερεύπια των προηγοϑμενων μορφωμϊτων ό ςε κϊποια
απϐςταςη απϐ αυτϊ.
Οϑτε ϐμωσ το ϐνομϊ τησ διατηρόθηκε ςταθερϐ καθ’ ϐλη τη διϊρκεια τησ ιςτορύασ τησ. Ϊτςι, την
αρχαώκό και κλαςικό Ποτ(ε)ύδαια διαδϋχεται η ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια, την οπούα ακολουθεύ η
ρωμαώκό Colonia Augustae Cassandrensis και η βυζαντινό Καςϊνδρια για να καταλόξουμε ςτισ
οθωμανικϋσ Πϐρτεσ και, τϋλοσ, ςτη ςϑγχρονη Νϋα Ποτύδαια, ενώ ςε Καςςϊνδρεια μετονομϊςτηκε το
1956 το χωριϐ Βϊλτα ςτο κϋντρο τησ χερςονόςου και δεν πρϋπει να ςυγχϋεται με την περιοχό του
ενδιαφϋροντϐσ μασ.
Η Φερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ και η ομώνυμη πϐλη, λϐγω τησ γειτνύαςησ τησ με τον Θερμαώκϐ
κϐλπο και τισ ακτϋσ τησ Πιερύασ, περιοχϋσ με ϋντονη διακύνηςη εμπορευμϊτων και ανθρώπων, όταν
επϐμενο να ϋχει μεγαλϑτερη ςτρατηγικό ςημαςύα απϐ τισ ϊλλεσ δϑο χερςονόςουσ τησ Φαλκιδικόσ, απϐ
τουσ προώςτορικοϑσ όδη χρϐνουσ. ε αυτϐ ςυνετϋλεςε και η φυςικό διαμϐρφωςη τησ με χαμηλϊ βουνϊ,
εϑφορεσ μικρϋσ πεδιϊδεσ και λιμϊνια φυςικϊ, βελτιωμϋνα με κατϊλληλεσ προβλότεσ.
Οι παλαιϐτερεσ ενδεύξεισ κατούκηςησ ανϊγονται ςτη νεϐτερη νεολιθικό περύοδο ενώ κατϊ πολϑ
περιςςϐτερεσ εύναι οι εγκαταςτϊςεισ τησ εποχόσ Φαλκοϑ. Μερικϋσ απϐ αυτϋσ επιβιώνουν ςτην Πρώιμη
Εποχό ιδόρου και ςτουσ ιςτορικοϑσ χρϐνουσ.488
Η αρχαώκό πϐλη πιςτεϑεται ϐτι ιδρϑθηκε απϐ Κορινθύουσ ςτο τϋλοσ του 7ου αι. π.Φ., ςτον ιςθμϐ τησ
Παλλόνησ, «ἐν τῷ μϋςῳ τϐν ἰςθμϐν ἐμφρϊττουςα»489 και απεύχε απϐ την Όλυνθο 60 ςτϊδια490. Οικιςτόσ
τησ, ςϑμφωνα με την παρϊδοςη, όταν ο Ευαγϐρασ, γιοσ του Περύανδρου.491 Η Ποτύδαια όταν μια
οικονομικϊ ακμϊζουςα εμπορικό πϐλη, που ϋκοβε δικϐ τησ νϐμιςμα και διατηροϑςε εμπορικϋσ ςχϋςεισ
με τη μητρϐπολό τησ την Κϐρινθο, με την Αθόνα και με περιοχϋσ ιωνικϋσ. Η οικονομικό ευμϊρεια τησ
αποικύασ διαπιςτώνεται και απϐ την πληροφορύα του Παυςανύα ϐτι ςτο ιερϐ των Δελφών υπόρχε
θηςαυρϐσ, ανϊθημα των Ποτιδαιατών.492
488 Βοκοτοποϑλου, Ι., «Σοπογραφικϊ Καςςϊνδρασ», Αφιϋρωμα ςτον N. G. L. Hammond, Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών, Παρϊρτημα
Μακεδονικών, αρ. 7, Θεςςαλονύκη (1997), 67-68
489 Peretti, A., Il periplo di Scilace, Pisa (1979), 66
490 Θουκ., Α, 56
̇ τρϊβων, Ζ’, αποςπ. 25 ̇ Πλύνιοσ, Υυςικό Ιςτορύα, IV, 10, 36 ̇Alexander J. A., Potidaea. Its History and Remains, University of
Georgia Press, Athens (1963), 1 ̇Ξενοφών, Ελληνικϊ, 5.2.15.7 … καὶ Ποτείδαιαν ἔχουςιν ἐπὶ τῷ ἰςθμῷ τῆσ Παλλήνησ οὖςαν...
491 Σην πληροφορύα παραδύδει ο Νικϐλαοσ Δαμαςκηνϐσ (Βιβλύο Ζ’): «Ότι Περιϊνδρῳ τῷ τυρϊννω Κορινθύων γηραιῷ ἣδη ὄντι πϊντεσ οἱ ὑιεύσ
ἐτελεϑτηςαν, ὧν Ἐυαγϐρασ μεν ἀποικύαν εἰσ Ποτύδαιαν ἐξαγῶν…». FHG, 393, fr.60.
492 αςϊνη, Φ., Οι αποικύεσ ςτην αρχαύα Φαλκιδικό. Η περύπτωςη τησ Καςςϊνδρασ, αδημ. μεταπτ., εργαςύα, Θεςςαλονύκη (2008), 37
163
Η πρώτη γραπτό μαρτυρύα για την Ποτύδαια ανόκει ςτον κϑλακα, ο οπούοσ κατονομϊζει τισ
ελληνικϋσ πϐλεισ που υπόρχαν ςτην χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ πριν απϐ τα Περςικϊ. Σην εποχό αυτό, η
αϑξηςη του αριθμοϑ και του μεγϋθουσ των περιςςϐτερων εγκαταςτϊςεων, φανερώνει μεγϊλη
οικονομικό ακμό για τη Φερςϐνηςο. Ο Ηρϐδοτοσ, απαριθμώντασ τισ πϐλεισ που ϋςτειλαν ενιςχϑςεισ
ςτον Ξϋρξη, ϐταν ο περςικϐσ ςτϐλοσ προςορμύςθηκε ςτο Καναςτραύο, αναφϋρει ανϊμεςα ςε αυτϋσ και
την Ποτύδαια.493
Η πϐλη πολιορκόθηκε ςτενϊ για τρεισ μόνεσ απϐ τον Αρτϊβαζο το 479 π.Φ. Η πολιορκύα, που
γινϐταν απϐ το βϐρειο τεύχοσ τησ πϐλησ, ϋληξε, ϐταν εξαιτύασ ενϐσ φυςικοϑ φαινομϋνου, αποςϑρθηκε η
θϊλαςςα και ϋπνιξε τουσ Πϋρςεσ με το κϑμα που ακολοϑθηςε.494
Μετϊ τη λόξη των περςικών πολϋμων η Ποτύδαια ϋγινε μϋλοσ τησ Αθηναώκόσ υμμαχύασ και
κατϋβαλε μεγϊλο φϐρο, γεγονϐσ που δηλώνει την ευμϊρειϊ τησ. Η αποςταςύα τησ απϐ τη υμμαχύα
(432 π.Φ), αποτϋλεςε μια απϐ τισ αφορμϋσ του Πελοποννηςιακοϑ πολϋμου, κατϊ τη διϊρκεια του
οπούου πολιορκόθηκε για μια ακϐμα φορϊ απϐ τουσ Αθηναύουσ. Η πολιορκύα διόρκεςε τρύα χρϐνια και η
πϐλη αναγκϊςτηκε να ςυνθηκολογόςει το τρύτο ϋτοσ (429 π.Φ.) λϐγω του λιμοϑ που εύχε ενςκόψει. 495
Ϊνασ εκ των ϐρων προϋβλεπε, για τουσ Ποτιδαιϊτεσ, να εγκαταλεύψουν την πϐλη τουσ.
Μετϊ την αποχώρηςη των κατούκων, οι Αθηναύοι εγκατϋςτηςαν ςτην πϐλη «επούκουσ» και
μούραςαν τη γη ςε κληροϑχουσ. Η εγκατϊςταςη των νϋων κατούκων μαρτυρεύται με δϑο επιγραφϋσ
αλλϊ και με ϋνα ςϑνολο επιτϑμβιων ςτηλών που εντοπύςτηκαν αναςκαφικϊ ςτην περιοχό.
Η Ποτύδαια αθηναώκό βϊςη πια, γύνεται το 423/2 π.Φ. ςτϐχοσ του Βραςύδα, ο οπούοσ προςπϊθηςε
να την κυριεϑςει αλλϊ δεν το κατϐρθωςε. Με την όττα των Αθηναύων ςτουσ Αιγϐσ Ποταμοϑσ (404 π.Φ.),
περιϋρχεται ςτον ϋλεγχο τησ πϊρτησ.
Μετϊ την αναςϑςταςη τησ Β’ Αθηναώκόσ υμμαχύασ οι Αθηναύοι κατϐρθωςαν να ανακαταλϊβουν
την πϐλη το 364 π.Φ. Μϊλιςτα ϑςτερα απϐ απαύτηςη των ύδιων των Ποτιδαιατών εγκαταςτϊθηκαν το
361 π.Φ. Αθηναύοι κληροϑχοι ςτην πϐλη.
Σα επϐμενα χρϐνια, ο Υιλύπποσ Β’, βαςιλιϊσ τησ Μακεδονύασ, ςτο πλαύςιο τησ επεκτατικόσ του
πολιτικόσ κυρύευςε το 356 π.Φ. την Ποτύδαια, παρϐλο που εύχε ανταλλϊξει μαζύ τησ ϐρκουσ
ςυμμαχύασ.496Ωφηςε ελεϑθερουσ τουσ Αθηναύουσ κληροϑχουσ, εξανδραπϐδιςε τουσ Ποτιδαιϊτεσ και
493 Ηροδϐτου Ιςτορύαι, Ζ’, 123.4 …τάμνων ἀπ΄ Ἀμπέλου ἄκρησ ἐπὶ Καναςτραῖον ἄκρην͵ τὸ δὴ πάςησ τῆσ Παλλήνησ ἀνέχει μάλιςτα͵ ἐνθεῦτεν νέασ
τε καὶ ςτρατιὴν παρελάμβανε ἐκ Ποτειδαίησ καὶ Ἀφύτιοσ καὶ Νέησ πόλιοσ καὶ Αἰγῆσ καὶ Θεράμβω καὶ κιώνησ καὶ Μένδησ καὶ άνησ· αὗται γάρ
εἰςι αἱ τὴν νῦν Παλλήνην
494 Ηροδϐτου Ιςτορύαι, Η’, 129.11 …Οἱ μὲν δὴ νέειν αὐτῶν οὐκ ἐπιςτάμενοι διεφθείροντο͵ τοὺσ δὲ ἐπιςταμένουσ οἱ Ποτειδαιῆται ἐπιπλώςαντεσ
πλοίοιςι ἀπώλεςαν. Αἴτιον δὲ λέγουςι οἱ Ποτειδαιῆται τῆσ τε ῥηχίησ (καὶ τῆσ πλημμυρίδοσ) καὶ τοῦ Περςικοῦ πάθεοσ γενέςθαι τόδε...
495 Θουκυδύδη, Ιςτορύα, 2.58.1.4 Φαλκιδέασ τοὺσ ἐπὶ Θρᾴκησ καὶ Ποτείδαιαν ἔτι πολιορκουμένην͵ ἀφικόμενοι δὲ μηχανάσ τε τῇ Ποτειδαίᾳ
προςέφερον καὶ παντὶ τρόπῳ ἐπειρῶντο ἑλεῖν. προυχώρει δὲ αὐτοῖσ οὔτε ἡ αἵρεςισ τῆσ πόλεωσ οὔτε τἆλλα τῆσ παραςκευῆσ ἀξίωσ·
ἐπιγενομένη γὰρ ἡ νόςοσ ἐνταῦθα δὴ πάνυ ἐπίεςε…
496 Δημοςθϋνη, Ολυνθιακϐσ, 7 10.3 …καίτοι Ἀθηναίων οἱ ἐν Ποτειδαίᾳ κατοικοῦντεσ͵ οὐκ ὄντοσ αὐτοῖσ πολέμου πρὸσ Υίλιππον͵ ἀλλὰ
ςυμμαχίασ͵ καὶ ὅρκων ὀμωμοςμένων͵ οὓσ Υίλιπποσ τοῖσ οἰκοῦςιν ἐν Ποτειδαίᾳ ὤμοςεν͵ ἀφῃρέθηςαν ὑπ΄ αὐτοῦ τὰ κτήματα. ταῦτα δὴ
βούλεται τἀδικήματα πανταχῶσ παρ΄ ὑμῖν βεβαιώςαςθαι…
164
παρϋδωςε την πϐλη ςτην Όλυνθο. Σο 348 π.Φ. με την καταςτροφό τησ Ολϑνθου η πϐλη προςαρτόθηκε
ςτο μακεδονικϐ βαςύλειο.497
Νϋα αναφορϊ ςτισ πηγϋσ ςυναντϊμε το 316 π.Φ., ϐταν ο Κϊςςανδροσ αποφαςύζει να κτύςει ςτη
θϋςη τησ Ποτύδαιασ την Καςςϊνδρεια.498Η ύδρυςη τησ Καςςϊνδρειασ ςηματοδοτεύ την ϋναρξη μιασ νϋασ
εποχόσ αφοϑ πλϋον η διούκηςη ςυγκεντρώνεται ςε μια πϐλη, ιδρυμϋνη απϐ τον βαςιλϋα των
Μακεδϐνων με τον αναγκαςτικϐ ςυνοικιςμϐ των πϐλεων τησ Παλλόνησ που ερημώνονται.499Η
Καςςϊνδρεια εξελύςςεται ςε ϋνα απϐ τα ςημαντικϊ κϋντρα τησ περιϐδου ϋχοντασ ωσ ενιαύα διοικητικό
και οικονομικό περιφϋρεια τησ ϐλη τη χερςϐνηςο.
Η διώρυγα που ύςωσ ανούχτηκε την εποχό αυτό, ευνϐηςε την οικονομύα και το εμπϐριο μειώνοντασ
τον χρϐνο πλεϑςησ απϐ την Ανατολικό Φαλκιδικό ςτισ παρϊκτιεσ πϐλεισ τησ Πιερύασ
νοτιϐτερα.500Απϐδειξη τησ ακμόσ τησ πϐλησ εύναι ϐτι, ςϑμφωνα με τον Σύτο Λύβιο, διϋθετε ναυπηγεύα
ςτα οπούα ο Δημότριοσ ο Πολιορκητόσ ανϋθεςε την καταςκευό εκατϐ πλούων.501
Η δϑναμη και η θϋςη τησ νϋασ πϐλησ την κατϋςτηςαν ςυχνϊ αντικεύμενο διεκδύκηςησ. Ϊτςι, το 280
π.Φ. η Αρςινϐη, ετεροθαλόσ αδελφό του Πτολεμαύου Κεραυνοϑ, κατϋλαβε την πϐλη. Πολϑ πιθανϐν κατϊ
την χρονικό εκεύνη περύοδο, η κϐρη του Ευρυδύκη, χϊριςε την ελευθερύα ςτην πϐλη που προςωρινϊ
μετονομϊςτηκε ςε Ευρυδύκεια αλλϊ η ονομαςύα δεν επικρϊτηςε. Σην εποχό αυτό αναφϋρεται ςτην
Καςςϊνδρεια ϋνα επώνυμο ιερατεύο. Η πϐλη πϋραςε ςτην κυριαρχύα του Πτολεμαύου τα δϑο επϐμενα
χρϐνια (280-279 π.Φ), ενώ το διϊςτημα 279-277 π.Φ. φαύνεται ϐτι δρα ςτην πϐλη ο τϑραννοσ
Απολλϐδωροσ.502 τα χρϐνια του Υιλύππου Ε’, οι Ρωμαύοι αποτυγχϊνουν να την κυριεϑςουν, κϊτι που το
κατορθώνουν αργϐτερα ςτα χρϐνια του βαςιλιϊ Περςϋα.503
Με την επικρϊτηςη των Ρωμαύων ςτη Μακεδονύα (168 π.Φ.) η Φαλκιδικό γύνεται τμόμα τησ
δεϑτερησ μερύδασ και η Καςςϊνδρεια, παρϐλο που ςυρρικνώνεται ςε ϋκταςη, αναφϋρεται ςτισ πηγϋσ ωσ
μια απϐ τισ ςημαντικϋσ πϐλεισ τησ περιοχόσ, αποτελώντασ ςημαντικϐ οικονομικϐ κϋντρο με δικϐ τησ
νομιςματοκοπεύο.504
Γϑρω ςτο 44/43 π.Φ. η Καςςϊνδρεια μετατρϋπεται ςε ρωμαώκό αποικύα και δϋχεται το πρώτο
κϑμα απούκων. Ϋταν η αρχαιϐτερη απϐ τισ αποικύεσ που ύδρυςαν οι Ρωμαύοι ςτο ϋδαφοσ τησ
165
Μακεδονύασ. Ιδρυτόσ τησ υπόρξε ο Q. Hortensius Hortalus, ο οπούοσ διατελοϑςε ανθϑπατοσ τησ
Μακεδονύασ απϐ το 44 π.Φ. ϋωσ το 42 π.Φ. Γϑρω ςτο 30 π.Φ. πραγματοποιεύται ο δεϑτεροσ αποικιςμϐσ
τησ πϐλησ απϐ τον Αϑγουςτο, ςτα πλαύςια τησ αποικιακόσ πολιτικόσ του και των μαζικών χορηγόςεων
τησ civitas Romana μετϊ τη νύκη του ςτο Ωκτιο και η πϐλη αναγρϊφεται πια ςτα νομύςματα ωσ
«col(onia) Iul(ia) Aug(usta) Cassandrens(is)».505
Η ρωμαώκό Καςςϊνδρεια εξελύςςεται ςτο αςτικϐ κϋντρο τησ περιϐδου, ςτην επικρϊτεια του οπούου
υπϊγεται ϐλη η χερςϐνηςοσ τησ Παλλόνησ. Μϊλιςτα, εύναι μύα απϐ τισ ρωμαώκϋσ αποικύεσ, ςτισ οπούεσ
χορηγεύται το Ius Italicum. Εύχε δηλαδό το δικαύωμα τησ αυτοδιούκηςησ, όταν απαλλαγμϋνη απϐ
φϐρουσ προςωπικοϑσ και ϋγγειουσ και ϐςον αφορϊ ςτην ιδιοκτηςύα γησ, ύςχυε ςε αυτόν το ύδιο
καθεςτώσ που ύςχυε ςτην Ρώμη. Αλλϊ και διοικητικϊ η πϐλη όταν οργανωμϋνη κατϊ το πρϐτυπο τησ
Ρώμησ. Επιγραφικϊ μαρτυρεύται η ϑπαρξη ενιαϑςιων αρχϐντων (duumviri iure dicundo, aediles,
quaestores) και βουλευτών (decuriones).506
Ο χαρακτόρασ του πρώτου αποικιςμοϑ όταν καθαρϊ ςτρατιωτικϐσ, ενώ ο δεϑτεροσ, που όταν και
πολυπληθϋςτεροσ εύχε χαρακτόρα πολιτικοςτρατιωτικϐ και οικονομικϐ ό καλϑτερα αγροτικϐ, γιατύ
απϋβλεπε ςτην οικονομικό αποκατϊςταςη βετερϊνων του ρωμαώκοϑ ςτρατοϑ με την παραχώρηςη
γαιών ςε αυτοϑσ. Οι κϊτοικοι τησ Καςςϊνδρειασ δεν όταν ϐλοι γνόςιοι Ρωμαύοι αλλϊ υπόρχαν ανϊμεςϊ
τουσ πολλού εκρωμαώςμϋνοι κϊτοικοι τησ Ιταλύασ.
Η colonia εύχε ςτον ϋλεγχϐ τησ εκτεταμϋνη επικρϊτεια. Προσ το νϐτο, περιλϊμβανε ϐλη την
χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ. Εύναι ςχεδϐν βϋβαιο ϐτι η επικρϊτειϊ τησ εκτεινϐταν και βϐρεια απϐ τον
ιςθμϐ ωσ τον Φολομώντα, ενώ τα δυτικϊ τησ ϐρια θα ϋφταναν περύπου ωσ το χωριϐ Νϋα ϑλλατα και
ανατολικϊ ωσ τη Νικότη, ϐπου βρϋθηκε το επιτϑμβιο ϊρχοντα τησ αποικύασ.507
Σον 3ο αιώνα η πϐλη πϋφτει ςε παρακμό μετϊ την καταςτροφό που προκϊλεςε η επύθεςη των
Γϐτθων που επιχειροϑςαν ληςτρικϋσ επιδρομϋσ ςτη Φαλκιδικό. Κριςιμϐτερεσ επιχειρόςεισ όταν των
ετών 267 και 269, κατϊ τη διϊρκεια των οπούων προκλόθηκαν δηώςεισ και καταςτροφϋσ ςε ϐλη
ςχεδϐν τη χερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ. Η πολιορκύα τησ Καςςϊνδρειασ λϑθηκε μετϊ απϐ την προςωπικό
ςτρατιωτικό επϋμβαςη του αυτοκρϊτορα Κλαυδύου.508
Η Καςςϊνδρεια ανϋκαμψε γρόγορα και όκμαςε μεταξϑ του 4ου και 6ου αιώνα γεγονϐσ που
αντανακλϊται και ςτην εκκληςιαςτικό οργϊνωςη τησ. Η επιςκοπό τησ Καςςανδρεύασ, εύναι η πρώτη
επιςκοπό τησ Φαλκιδικόσ που μνημονεϑεται με βεβαιϐτητα ςτα μϋςα του 5ου αιώνα με υπαγωγό ςτη
Μητρϐπολη τησ Θεςςαλονύκησ.509
ϑμφωνα με την μαρτυρύα του Προκοπύου, απϐ την αρχό τησ βαςιλεύασ του Ιουςτινιανοϑ Α’
«Οϑννοι, κλαβηνού και Ωντεσ» ϋκαναν επιδρομϋσ ςτη Βαλκανικό Φερςϐνηςο ςε ετόςια βϊςη περύπου
166
απϐ το 518. την Φαλκιδικό οι Οϑννοι επιτϋθηκαν το 540 και κατϋςτρεψαν την Καςςϊνδρεια
προκαλώντασ δημογραφικό μεύωςη και οικονομικό παρακμό.510Ο Προκϐπιοσ μασ πληροφορεύ ϐτι μετϊ
την ουννικό επιδρομό, ο Ιουςτινιανϐσ Α’ ςτο πλαύςιο του οικοδομικοϑ του προγρϊμματοσ επιδιϐρθωςε
το διατεύχιςμα ςτον Ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρειασ: «καύ τοῦτο Ἰουςτινιανῷ βαςιλεύ γϋγονε πρϐφαςισ ἀρετόν
τε καύ μεγαλοφροςϑνην ἐνδεύξαςθαι (…). Καύ Παλλόνησ ἀμϋλει πϐλιντε τόν προβεβλημϋνην τῆσ χώρασ
ἀπϊςησ καύ τϐ κατϊ τόν εἴςοδον διατεύχιςμα τοῖσ ἐπιβουλεϑειν ἐθϋλουςιν ἂμαχον τε καύ ἀκαταγώνιςτον
διεπρϊξετο διαφανώσ εἶναι».511
Η Καςςϊνδρεια αναφϋρεται ςτον κατϊλογο του υνϋκδημου του Ιεροκλό ωσ πϐλη β’ μεγϋθουσ.
Επιςημαύνεται ϐτι ςτουσ καταλϐγουσ μετονομαςύασ πϐλεων του υνεκδόμου, μεταξϑ ϊλλων
αναφϋρεται και η πϐλη Ποτεύδαια ἡ νῦν Βϋροια και Ποτεύδαια ἣγουν ἡ Βϋροια512. Παρϊ το γεγονϐσ,
επομϋνωσ ϐτι η Καςςϊνδρεια δεν αναφϋρεται μεταξϑ των μεγϊλων πϐλεων τησ Μακεδονύασ Πρώτησ,
αναφϋρεται ωςτϐςο ςαν πϐλη και μϊλιςτα ςε ςϑγχυςη με την Βϋροια, που πρϋπει με αςφϊλεια να
ταυτιςτεύ με τη Βρϋα ςτην περιοχό των ςημερινών Ν. υλλϊτων.
Μια ακϐμα αναφορϊ τησ πϐλεωσ τησ Καςςϊνδρειασ ϋχουμε απϐ τον τϋφανο Βυζϊντιο ςτα Εθνικϊ
του, ϐπου την αναφϋρει ωσ «πϐλη τησ Μακεδονύασ», ενώ επιςημαύνει ϐτι η πϐλη λϋγεται και
Ποτύδαια513.
Μϋχρι τον 9ο αιώνα δεν ϋχουμε ιςτορικϋσ ό αρχαιολογικϋσ μαρτυρύεσ για την πϐλη. Ϊχουμε μϐνο
ενδεύξεισ για τη ςυνϋχιςη τησ ζωόσ. Βαςικϐ τεκμόριο τησ ςυνϋχειασ αποτελεύ και η διατόρηςη του
τοπωνυμύου τησ, μϋςα απϐ την προφορικό παρϊδοςη και χωρύσ την λϐγια επϋμβαςη.514Οι πηγϋσ ςιγοϑν
και για την επιςκοπό Καςςανδρεύασ για περύπου τρεισ αιώνεσ (6οσ-9οσ), γεγονϐσ που οδηγεύ αρκετοϑσ
μελετητϋσ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι η επιςκοπό καταργόθηκε για το διϊςτημα αυτϐ, ωσ ςυνϋπεια των
Ουννικών επιδρομών του 6ου αιώνα.515
Η επιςκοπό επανεμφανύζεται ςτη Νotitia 7 ςτα τϋλη του 9ου αιώνα υπϐ την μητρϐπολη
Θεςςαλονύκησ. Πιθανώσ, ο επύςκοποσ Καςςανδρεύασ Ιγνϊτιοσ να ϋλαβε μϋροσ ςτην ϑνοδο του Υωτύου
(879-880).516
Σον Αϑγουςτο του 941 δύδεται η εντολό απϐ την Κωνςταντινοϑπολη για την πώληςη
κλαςματικών γαιών «τησ χερςονόςου Παλλόνησ τησ και Καςανδρύασ λεγομϋνησ». Απϐ ϐ,τι γνωρύζουμε
510 Προκϐπιοσ, Περύ Κτιςμϊτων, 4.3: «(…)ἐντϐσ καθειργμϋνην καλοϑςι Παλλόνην. Σόν μϋντοι εἴςοδον διατειχύςματι τϐ παλαιϐν καταλαβϐντεσ οἱ
ἐπιχώριοι, ταῦτη τε τόν ἐκατϋρωθι ςυζεϑξαντεσ θϊλαςςαν, πϐλιν ἐντϊυθα ἐδεύμαντο, ἣν πϊλαι μεν Ποτύδαιαν, ταν.υν δε Καςςανδρύαν
ὀνομϊζουςιν. Οὒτωσ δε τϊσ ἐνταϑθα οἰκοδομύασ ὁχρϐνοσ διϋφθειρε πϊςασ ὦςτε δό Ουνικϐν τι ϋθνοσου πολλώ πρϐτερον καταθϋοντεσ τϊ εκεύνη
χωρύα, ώςπερ τι διαχειρύζοντεσ οιϐν τι πϊρεργον, το τε ξϑμβαμα τοῦτο καύ τόν πϐλιν ἂφοβοι ἐξεύλον, καύπερ ἐξ ου γεγϐναςιν ἂνθρωποι οὒ
τειχομαχόςαντεσ πώποτε».
511 Προκϐπιοσ, Περύ Κτιςμϊτων, 4.3
512 Ιεροκλϋουσ υνϋκδημοσ 1893, App. II, 66, Append. III, 118
513 τϋφανοσ Βυζϊντιοσ, 365.10: «Καςϊνδρεια, πϐλη τησ Μακεδονύασ» και 533. 16-17: Αναφϋρει ϐτι η πϐλη λϋγεται και Ποτύδαια.
27 Παπϊγγελοσ 2005, 13
515 Κωνςταντακοποϑλου 1984, 155
516 Κονιδϊρη, Γ., Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα τησ Ελλϊδοσ, τ. Β’, Αθόναι (1970), 54
167
πρϐκειται για την παλαιϐτερη μνεύα επεκτϊςεωσ του ονϐματοσ ςε ϐλη τη χερςϐνηςο, που φαύνεται ϐτι
εύναι ςε μεγϊλο βαθμϐ ερημωμϋνη και χρηςιμοποιεύται ωσ τϐποσ καταφυγόσ των ποιμνύων ςε καιρϐ
εχθρικόσ καταδρομόσ.517
Η Καςςϊνδρεια απαντϊ ςε πηγϋσ του 10ου αιώνα ωσ «πολύχνιον» και ςτισ αρχϋσ του 11ου αιώνα ωσ
«κϊςτρον». ε ϋγγραφο τησ μονόσ Ιβόρων, αναφϋρεται ϐτι το 996 ςυγκλόθηκε πολυπρϐςωπο
δικαςτόριο για την εκδύκαςη υπϐθεςησ, ςτο οπούο, μεταξϑ ϊλλων, ςυμμετεύχαν ο επύςκοποσ
Καςςανδρεύασ Λϋων και ο ϊρχων Καςςανδρεύασ Καλωνϊσ. το ςχετικϐ ϋγγραφο, η χερςϐνηςοσ τησ
Παλλόνησ ονομϊζεται «νόςοσ τησ Καςςανδρεύασ». 518
Η ςϑγκληςη του δικαςτηρύου αυτοϑ και η ςυμμετοχό των αρχϐντων τησ Καςςϊνδρειασ, δεύχνει ϐτι
η πϐλη εξακολουθεύ να εύναι το διοικητικϐ και εκκληςιαςτικϐ κϋντρο τησ περιοχόσ, αφοϑ η επιςκοπικό
ϋδρα εύναι ενεργό, ενώ αναφϋρεται για πρώτη φορϊ ο «ϊρχων Καςςανδρεύασ», αξιωματοϑχοσ ο οπούοσ
ύςωσ να εύχε αρμοδιϐτητεσ ςε ϐλη τη χερςϐνηςο, που πιθανϐτατα αποτελοϑςε όδη μια μικρό αυτοτελό
διοικητικό διαύρεςη, η οπούα ϋγινε αργϐτερα «κατεπανύκιον». Η ϊποψη αυτό ενιςχϑεται και απϐ το
γεγονϐσ ϐτι λύγα χρϐνια αργϐτερα, το 1047, ϋχουμε αναφορϊ ςτα ϐρια του «κϊςτρου τησ Καςςανδρύασ»,
που εύναι και η τελευταύα αναφορϊ που ϋχουμε για το πολύχνιον. το εξόσ οι αναφορϋσ δεν εύναι ςαφϋσ
αν αναφϋρονται ςτην πϐλη ό ςτη Φερςϐνηςο.
Ϊχει υποςτηριχτεύ ϐτι το πολύχνιο εγκαταλεύφθηκε μετϊ το 1047,519εν τοϑτοισ, ςε ϋγγραφο του
1078 υπογρϊφει ο επύςκοποσ «Καςςανδρεύασ και Βρυών».
Σο 1307 οι Καταλανού ειςβϊλλουν ςτην Καςςϊνδρεια, την λεηλατοϑν και την χρηςιμοποιοϑν ωσ
ορμητόριϐ τουσ. Δεν ξϋρουμε αν η Καςςϊνδρεια όταν ϋρημη κατϊ την εγκατϊςταςη των Καταλανών ό
την εποχό που γρϊφει ο Γρηγορϊσ, ςτα μϋςα του 14ου αιώνα, οϑτε αν οι Καταλανού εγκαταςτϊθηκαν
εντϐσ του οχυρωμϋνου χώρου. Οι πηγϋσ αναφϋρουν ϐτι ζοϑςαν ςε πολυτελό ςπύτια που όταν γεμϊτα
απϐ τα λϊφυρα των λεηλαςιών. Αποχώρηςαν το 1309.
Με τη διοικητικό αναδιϊρθρωςη του κρϊτουσ την εποχό των Παλαιολϐγων, η χερςϐνηςοσ τησ
Καςςϊνδρειασ αποτϋλεςε το ομώνυμο Κατεπανύκιον.520
Ο λοιμϐσ των μϋςων του 14ου αιώνα φαύνεται να ευθϑνεται για την οριςτικό ερόμωςη τησ
χερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ.
Σο 1407 ο Ιωϊννησ Ζ’ Παλαιολϐγοσ, δεςπϐτησ τησ Θεςςαλονύκησ, εύχε επιςκευϊςει όδη το τεύχοσ και
την διώρυγα ςτον ιςθμϐ τησ χερςονόςου. Παρϊλληλα, επϋβαλε μια ειδικό ειςφορϊ ςε μοναςτηριακϊ
κτόματα, «ἔνεκεν τῆσ φυλϊξεωσ τοῦ καςτελύου καύ τῶν λοιπῶν πϑργων». το κϊςτρο επομϋνωσ πρϋπει
να εγκαταςτϊθηκε μϐνιμη φρουρϊ, λϐγω τησ οθωμανικόσ απειλόσ. Για πρώτη φορϊ εμφανύζεται και το
νϋο ϐνομα τησ θϋςησ. Ο Ιωϊννησ Παλαιολϐγοσ αφιϋρωςε ςτισ ευνοοϑμενϋσ του μονϋσ «καύ γόν απ’
168
αὑτῶν τῶν Πορτῶν τῆσ Καςανδρύασ ζευγαρύων δϋκα». Ακϐμα και ςόμερα οι ντϐπιοι ονομϊζουν την
Ποτύδαια «Πϐρτεσ». Επομϋνωσ, φαύνεται ϐτι γύνεται μια προςπϊθεια επανακατούκηςησ τησ χερςονόςου
με πρωτοβουλύα τησ κεντρικόσ εξουςύασ. Αυτϐ μπορεύ να ςημαύνει ϐτι η χερςϐνηςοσ όταν ϋρημοσ τϐποσ
ό ϐτι ϋγινε μια προςπϊθεια ενύςχυςησ του υπϊρχοντοσ πληθυςμοϑ, που ενδεχομϋνωσ να αποτελοϑνταν
απϐ τουσ βοςκοϑσ που χρηςιμοποιοϑςαν την περιοχό ωσ χειμαδιϐ αλλϊ και κϊποιουσ πειρατϋσ, που
εύχαν εγκαταςταθεύ μϐνιμα εκεύ.521Δεν ϋχουμε ςτοιχεύα για το αν τελικϊ εγκαταςτϊθηκαν ςτην περιοχό
οι νϋεσ οικογϋνειεσ. Σο «καςτϋλιον» που αναφϋρεται ςτο χρυςϐβουλλο, πρϋπει να όταν το μικρϐ κϊςτρο
που κτύςτηκε προσ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ, ωσ προϋκταςη του διατειχύςματοσ τησ Ποτύδαιασ.522
Ο Ανδρϐνικοσ Παλαιολϐγοσ μεταξϑ των ετών 1418 και 1420 επιδιορθώνει εκ νϋου το διατεύχιςμα
τησ Καςςϊνδρειασ.523Δεν γνωρύζουμε γιατύ ςε τϐςο ςϑντομο χρονικϐ διϊςτημα χρειϊςτηκε μια νϋα
αποκατϊςταςη του τεύχουσ.
Σο 1419 ο τϋφανοσ Δοϑκασ ο Ραδηνϐσ ωσ «κεφαλό τῆσ νόςου Καςανδρύασ», παρϋδωςε ςτην μονό
Αγύου Παντελεόμονοσ το μετϐχι που εκτεινϐταν ςτην περιοχό τησ ςημερινόσ Καλλιθϋασ. Δεν ξϋρουμε
ποια όταν η ϋδρα τησ «κεφαλόσ». άςωσ το νεοεπιςκευαςμϋνο φροϑριο ςτισ Πϐρτεσ. Απϐ την πρϊξη αυτό
φαύνεται ϐτι η περιοχό του ιςθμοϑ τησ Καςςϊνδρειασ εύχε μεγϊλη οικονομικό ςημαςύα τϐςο για τη
Θεςςαλονύκη ϐςο και για το Ωγιον Όροσ αλλϊ και μασ πληροφορεύ ϐτι τουλϊχιςτον το εςωτερικϐ τησ
χερςονόςου κατοικοϑνταν απϐ οικογϋνειεσ παρούκων που διϋθεταν ζευγϊρια ζώων. Η παραχώρηςη του
μετοχύου και του χωριοϑ του Αγύου Δημητρύου, που βρύςκονταν κϊπου ςτα νϐτια τησ Καςςϊνδρειασ
μπορεύ να ερμηνευτεύ ςτο πλαύςιο των μϋτρων που ελόφθηςαν ενϐψει τησ επικεύμενησ τουρκικόσ
επύθεςησ.524
Σο Υθινϐπωρο του 1423 οι Βενετού παρϋλαβαν την Θεςςαλονύκη απϐ τον δεςπϐτη Ανδρϐνικο
Παλαιολϐγο. υγχρϐνωσ ό λύγο αργϐτερα κατϋλαβαν και την Καςςϊνδρεια. Ενύςχυςαν τον ιςθμϐ και
του πϑργουσ τησ χερςονόςου και εγκατϋςτηςαν φρουρϊ που παρϋμεινε μϋχρι την τουρκικό κατϊληψη
το 1430.
Απϐ τον 15ο μϋχρι και τον 16ο αιώνα, η χερςϐνηςοσ όταν ερημωμϋνη, αφοϑ δεν αναφϋρονται
χωριϊ ενώ η χερςϐνηςοσ αναφϋρεται ςταθερϊ ωσ χειμαδιϐ. Λύγο πριν το 1590 ο ςουλτϊνοσ Μουρϊτ Γ’
παραχώρηςε ςτον λευκϐ αρχιευνοϑχο του παλατιοϑ Ğazanfer Ağa τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ ωσ
βακοϑφι. Η παραχώρηςη αυτό όταν η αφετηρύα για την τελευταύα προςπϊθεια αναςυνοικιςμοϑ τησ
Φερςονόςου.525Απϐ τισ πρώτεσ ενϋργειεσ του Ğazanfer όταν να καταςτόςει το βακοϑφι προςοδοφϐρο
αποδύδοντασ τισ εγκαταλελειμμϋνεσ εκτϊςεισ ςε αγιορεύτικεσ μονϋσ.526
169
Οι περιηγητϋσ του 18ου, 19ου και 20ου αιώνα, που επιςκϋφτηκαν την περιοχό του ιςθμοϑ
παρακινημϋνοι απϐ την ιςτορύα των πϐλεων, που οργανώθηκαν εκεύ, κϊνουν λϐγο για ϋνα μικρϐ χωριϐ,
με λιγοςτϊ ςπύτια.527
Σο 1924 η θϋςη εποικύςτηκε απϐ τουσ πρϐςφυγεσ και δημιουργόθηκε το χωριϐ τησ Νϋασ Ποτύδαιασ.
527 Cousinéry 1793: «οι πϐρτεσ τησ αρχαύασ πϐλεωσ Καςςανδρεύασ, που ςόμερα εύναι ϋνα πτωχϐ χωριϐ 30 ό 40 οικογενειών. Μερικϊ ςπιτϊκια
ςτηρύζονται ςτουσ αρχαύουσ πϑργουσ, που αποτελοϑςαν κατϊ την αρχαιϐτητα τισ οχυρώςεισ τησ πϐλεωσ», Leake 1835, 152:(…) ϋνασ δρϐμοσ
οδηγεύ ςτον Πύνακα, την θϋςη τησ Ποτύδαιασ, που αργϐτερα ονομϊςτηκε Καςςϊνδρεια. Ο ιςθμϐσ, πϊνω ςτον οπούο βριςκϐταν η πϐλη, λϋγεται
ςόμερα «η Πϐρτα τησ Καςςϊνδρασ», καθώσ εύναι η εύςοδοσ ςτη χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ, που επύςησ ονομϊζεται ςτο ςϑνολϐ τησ Καςςϊνδρα
(...)».O Struck (1907), αναφϋρει ϐτι η Καςςϊνδρεια εύναι ϋνα μικρϐ χωριϐ με 30 ςπύτια και η πλειοψηφύα των κατούκων εύναι Γιουροϑκοι. Κϊνει
λϐγο για την ιςτορύα τησ περιοχόσ και για την αρχαύα πϐλη τησ Ποτύδαιασ, η οπούα βριςκϐταν ςτο ςτενϐτερο ςημεύο του ιςθμοϑ. Περιγρϊφει
λεπτομερώσ το τεύχοσ και τα ερεύπια των πϑργων που το ενύςχυαν.
528 Δόμιτςασ 1988, 632: την περιοχό τησ ελληνιςτικόσ Καςςϊνδρειασ βρύςκεται το μετϐχι τησ μονόσ Δοχειαρύου. Οι μοναχού ϋβριςκαν ςυχνϊ
ενεπύγραφεσ ςτόλεσ και διϊςπαρτο αρχαύο οικοδομικϐ υλικϐ και το χρηςιμοποιοϑςαν εκ νϋου. Ό, τι διεςώθη απϐ τα ερεύπια τησ πϐλησ, το
χρηςιμοπούηςαν οι αγωνιςτϋσ το 1821 για την ενύςχυςη των οχυρώςεών τουσ ςτον ιςθμϐ. Ϊτςι, λιγοςτϊ ερεύπια, λεύψανα και γραπτϊ μνημεύα
ςώθηκαν απϐ την πϐλη
529 Alexander 1963, 7
530 Μακαρϐνασ, Φ., Μακεδονικϊ 2 (1941-52), 623 Π
̇ ϋτςασ, Υ., Μακεδονικϊ 7 (1966-7), 312
170
και 4ου αιώνα, που ςυνδϋονται με τουσ Αθηναύουσ κληροϑχουσ που εγκαταςτϊθηκαν ςτην περιοχό μετϊ
τα Ποτιδαιατικϊ (430/29 π.Φ.) καθώσ και ενεπύγραφεσ ςτόλεσ τησ ύδιασ εποχόσ.531
Μϐλισ τα τελευταύα τριϊντα χρϐνια ϋχουν γύνει περιοριςμϋνησ ϋκταςησ και διϊρκειασ ςωςτικϋσ
αναςκαφϋσ απϐ την (πρώην) ΙΣ’ Ε.Π.Κ.Α. και απϐ την (πρώην) 10η Εφορεύα Βυζαντινών Αρχαιοτότων
(ενοποιημϋνεσ ςτη νυν Εφορεύα Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ), οπϐτε μερικϋσ ςποραδικϋσ
δημοςιεϑςεισ αρχύζουν και φϋρνουν ςτο φωσ ςπαρϊγματα τησ μορφόσ τησ πϐλησ και των περιχώρων
τησ. (ςχ. 14) Η εικϐνα βϋβαια μακρϊν απϋχει απϐ το να χαρακτηριςτεύ ικανοποιητικό. Η ϋρευνα για την
ςπουδαύα αυτό πϐλη εύναι ακϐμα ςτα ςπϊργανα.
5.2.1. Οχύρωςη
Η περιοχό τησ Καςςϊνδρειασ απϐ νωρύσ προςϋλκυςε απούκουσ λϐγω τησ γεωγραφικόσ τησ θϋςησ
και τησ ευφορύασ των εδαφών τησ.532 Για τουσ ύδιουσ λϐγουσ αποτϋλεςε ςτϐχο κατακτητών καθ’ ϐλη τη
διϊρκεια τησ ιςτορύασ τησ. Ϋταν χτιςμϋνη πϊνω ςτον ιςθμϐ, που ϋνωνε την Παλλόνη με την υπϐλοιπη
ενδοχώρα. Για την οχϑρωςη τησ πϐλησ αντλοϑμε εμμϋςωσ πληροφορύεσ απϐ τα φιλολογικϊ κεύμενα,
ενώ ϋχουν εντοπιςτεύ αναςκαφικϊ τα τεύχη τησ κλαςικόσ περιϐδου. Σο βυζαντινϐ διατεύχιςμα δεςπϐζει
και ςόμερα, αν και ςε ερειπιώδη κατϊςταςη, ςτον ιςθμϐ.
Όλοι οι αρχαύοι ςυγγραφεύσ τοποθετοϑν τϐςο την αρχαύα Ποτύδαια ϐςο και τη διϊδοχϐ τησ
Καςςϊνδρεια ςτον λαιμϐ τησ Φερςονόςου.533Σο ϐτι και οι δϑο πϐλεισ διϋθεταν ιςχυρό οχϑρωςη που
ϋφτανε ωσ τη θϊλαςςα, προκϑπτει απϐ τισ μακροχρϐνιεσ και ατελϋςφορεσ πολιορκύεσ τησ μεν
Ποτύδαιασ απϐ τον Αρτϊβαζο το 479 π.Φ. και απϐ τουσ Αθηναύουσ το 432-430, τησ δε Καςςϊνδρειασ απϐ
τουσ Ρωμαύουσ το 169 π.Φ. Η ϑπαρξη νϐτιου τεύχουσ ςτην αρχαύα Ποτύδαια επιβεβαιώνεται απϐ τον
Θουκυδύδη, που αναφϋρει ϐτι η κατεδϊφιςό του όταν ϋνασ απϐ τουσ ϐρουσ που ϋθεςαν οι Αθηναύοι
ςτουσ αποςτόςαντεσ Ποτιδαιϊτεσ.534(ςχ. 15)
Η χερςϐνηςοσ χωριζϐταν απϐ την υπϐλοιπη Φαλκιδικό με μια διώρυγα απϐ τα αρχαύα ακϐμα
χρϐνια ςϑμφωνα με τον τρϊβωνα.535Η διώρυγα αυτό ανούχτηκε πιθανϐτατα ϐταν ιδρϑθηκε η
Καςςϊνδρεια. Με το πϋραςμα του χρϐνου, το κανϊλι αυτϐ γϋμιςε αφόνοντασ ελϊχιςτα ύχνη τησ
ϑπαρξόσ του. Όταν ο Ιωϊννησ Ζ’ Παλαιολϐγοσ ϋγινε δεςπϐτησ τησ Θεςςαλονύκησ απϐ το 1403 ανϋλαβε
την ενύςχυςη και βελτύωςη τησ ϊμυνασ του τεύχουσ το 1407. Με το πϋραςμα του χρϐνου το κανϊλι
ϋκλειςε πϊλι, αφόνοντασ ϐμωσ τα ύχνη του ςτην περιοχό που ονομϊςτηκε Φϊνδαξ. την επανϊςταςη
531 Ρωμιοποϑλου, Αικ., «Φαλκιδικό. Ποτεύδαια», Α.Δ. 29 (1973-74), Φρονικϊ Β2 και τησ ιδύασ «Επιτϑμβιοι ςτόλαι Αθηναύων εκ Ποτεύδαιασ», ΑΑΑ
7 ( 1974), 190 κ.ε.
532 « Finium is ager Cassandrensium erat longe fertilissimus omnis orae quam praetervecti fuerat», Σ. Livius, Historiarum libri, XLIV, 977
533 Θουκυδύδησ Ι, 56 ̇ τρϊβων Ζ’ 330, 27 ̇ Ξενοφών Ελληνικϊ 5,2,15 ̇ κϑλακοσ Περύπλουσ Μακεδονύασ, 66, ̇Πλύνιοσ 4,17 ̇Ηρϐδοτοσ, Θ’ 129 ̇ Σύτοσ
Λύβιοσ KLIV, XI 11-12, XI-XII
534 Παζαρϊσ, Θ., «Σο «Διατεύχιςμα» τησ Καςςϊνδρειασ», Πρακτικϊ του πρώτου Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ,
Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 157-192, 174
535 τρϊβων Ζ’, 330, 25
171
του 1821 οι Ϊλληνεσ ϊνοιξαν πϊλι την τϊφρο και οχυρώθηκαν εκεύ για να εμποδύςουν την εύςοδο των
Σοϑρκων ςτη χερςϐνηςο. Η διϊνοιξη τησ ςημερινόσ διώρυγασ ϋγινε την περύοδο 1935-7 απϐ την
εταιρεύα Monx-Ullen. Ϊχει μόκοσ 1200 μ., πλϊτοσ 40 μ. και βϊθοσ 6-7 μ.
Η αρχαύα διώρυγα ςτην ανατολικό ϊκρη δεν ϋβγαινε κατευθεύαν ςτον Σορωναύο κϐλπο ϐπωσ η
ςημερινό αλλϊ καμπτϐταν προσ τα βϐρεια και μετϊ προσ τα βορειοανατολικϊ ωσ τη θϊλαςςα. Σο τεύχοσ
ακολουθεύ την ύδια καμπϑλη ώςτε να προςτατεϑει το ςτϐμιο απϐ τουσ νϐτιουσ ανϋμουσ για να
αποφεϑγονται οι προςχώςεισ.536
172
μεγϊλη ϋκταςη αυτόσ τησ πϐλησ, που ορύζεται απϐ τη γραμμό των τειχών που προαναφϋραμε και απϐ
τισ ακτϋσ του Θερμαώκοϑ και του Σορωναύου κϐλπου ςτισ ϊλλεσ τησ δυο πλευρϋσ, ςυμφωνεύ με τα μϋτρα
και ϊλλων μεγϊλων ελληνιςτικών πϐλεων (π.χ. Αλεξϊνδρειασ, Αντιϐχειασ, Θεςςαλονύκησ, Λαοδύκειασ
κ.α.).538
Βυζαντινό περύοδοσ
τον ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρασ διατηροϑνται τα ερεύπια διατειχύςματοσ που εκτεύνεται απϐ τον
Θερμαώκϐ μϋχρι τον Σορωναύο κϐλπο. (ςχ. 17) Η οχυρωματικό αυτό γραμμό ϋχει μόκοσ 1200 μ. περύπου
και ενιςχϑεται με τετρϊγωνουσ πϑργουσ που απϋχουν μεταξϑ τουσ 50-60 μ. Ϊχουν εντοπιςτεύ 19
πϑργοι. Βϊςει ϐμωσ του ςκαριφόματοσ του Alexander πρϋπει να υπόρχαν ϊλλοι δϑο, ϋνασ ςτα
ανατολικϊ και ϋνασ ςτο μϋςον περύπου τησ διαδρομόσ, που καταςτρϊφηκαν κατϊ τη διϊνοιξη τησ
ςημερινόσ διώρυγασ. (ςχ. 18) το μϋςον του ιςθμοϑ ςώζονται τα ερεύπια μιασ τοξωτόσ πϑλησ, που
πιθανϐτατα όταν η κϑρια εύςοδοσ. (εικ. 27) την καταςκευό του τεύχουσ κατϊ βϊςη ϋχει
χρηςιμοποιηθεύ αρχαιϐτερο υλικϐ ενώ ςε ϐλη την τοιχοποιύα αναγνωρύζονται επϊλληλεσ οικοδομικϋσ
φϊςεισ.539 (εικ. 28-30)
Η αρχικό καταςκευό του διατειχύςματοσ πρϋπει να ςυνδεθεύ με τισ πρώτεσ επιδρομϋσ των Γϐτθων
κατϊ τον 3ο αιώνα, αν και δεν μπορεύ να χρονολογηθεύ με ακρύβεια. Οι επανειλημμϋνεσ επιδρομϋσ θα
δημιοϑργηςαν την ανϊγκη προςταςύασ τησ πϐλησ τησ Καςςϊνδρειασ αλλϊ και του εςωτερικοϑ τησ
χερςονόςου. Η υπϐθεςη αυτό ενιςχϑεται απϐ τον Προκϐπιο, ο οπούοσ αναφερϐμενοσ ςτο πρϐγραμμα
ανοικοδϐμηςησ του Ιουςτινιανοϑ Α’ ςτην περιοχό, υπαινύςςεται ϐτι ςτην εύςοδο τησ χερςονόςου
προϒπόρχε διατεύχιςμα. Σο τεύχοσ αυτϐ ο Ιουςτινιανϐσ, μετϊ την καταςτροφό τησ Καςςϊνδρειασ απϐ
τουσ Οϑννουσ το 540, φρϐντιςε να το επιςκευϊςει και να το ενιςχϑςει.540
Πολϑ αργϐτερα, ϐταν ο Ιωϊννησ Ζ’ Παλαιολϐγοσ ϋγινε δεςπϐτησ τησ Θεςςαλονύκησ το 1403,
ανϋλαβε την ενύςχυςη και βελτύωςη τησ ϊμυνασ του τεύχουσ. Λύγο αργϐτερα, οι Βενετού ϋκαναν επύςησ
προςθόκεσ και βελτιώςεισ ςτην οχϑρωςη.
Σο κϑριο τεύχοσ ςώζεται ςε χαμηλϐ ϑψοσ, υπϊρχουν ϐμωσ και τμόματα που φτϊνουν ό ξεπερνοϑν
τα 4 μ. Σο πϊχοσ του ποικύλλει. Καλϑτερα διατηρημϋνοι εύναι οι πϑργοι, μερικού απϐ τουσ οπούουσ
ςώζονται ςε αρκετϐ ϑψοσ και ϋχουν τουλϊχιςτον δϑο ορϐφουσ. Οι πϑργοι ςυνδϋονται οργανικϊ με το
τεύχοσ μϐνο ςτο κϊτω μϋροσ ςε ϑψοσ το πολϑ 2 μ. Χηλϐτερα το τεύχοσ όταν ανεξϊρτητο, ώςτε τυχϐν
πτώςη του ενϐσ να μην ςυμπαραςϑρει τον ϊλλο.
Ιδιαύτερα επιμελημϋνη εύναι η καταςκευό του τεύχουσ και των δϑο πϑργων ςτισ δϑο ϊκρεσ που
καταλόγουν ςτη θϊλαςςα. Ϊχει γύνει ϊφθονη χρόςη αρχαύου υλικοϑ και τα κατώτερα τμόματα εύναι
κλιμακωτϊ καταςκευαςμϋνα για μεγαλϑτερη ςταθερϐτητα.
538 ιςμανύδησ, Κ., «Αναςκαφϋσ ςτην Ποτύδαια», ΑΕΜΘ 3 (1989), Θεςςαλονύκη (1992), 357 – 365, 359-360
539 Παζαρϊσ 1987, 163
540 Procopii Caesariensis, Opera omnia, J Haury, τ. ΙΙΙ, 2, Lipsiae (1913), IV. 3, 20-26
173
ϑμφωνα με πληροφορύεσ των ντϐπιων, το τεύχοσ ςτην ανατολικό ϊκρη τησ διώρυγασ όταν
θεμελιωμϋνο πϊνω ςε ξϑλινουσ παςςϊλουσ, ϐπωσ ςυνηθύζεται ςε θαλϊςςια και χερςαύα τεύχη,
υποβρϑχια φρϊγματα, θϋατρα ό ναοϑσ, που εδρϊζονται ςε εδϊφη ςαθρϊ ό βαλτώδη.541
το μϋςον του ιςθμοϑ ςώζονται τα ερεύπια μιασ τοξωτόσ πϑλησ, η θϋςη τησ οπούασ μαρτυρεύ ϐτι
πιθανϐτατα όταν η κϑρια εύςοδοσ, αν και το πλϊτοσ τησ όταν μικρϐ. Εύχε πλϊτοσ 2,40 μ. και βϊθοσ 6,10
μ. και ϋκλεινε με δϑο θϑρεσ, ϐπωσ δεύχνουν τα υπολεύμματα των παραςτϊδων τουσ. Πϊνω απϐ την πϑλη
ςχηματιζϐταν ορθογώνιοσ πϑργοσ μικρϊ τμόματα του οπούου καθώσ και η κλύμακα ανϐδου ςτον
δεϑτερο ϐροφο, διατηροϑνται εν μϋρει.
Δεν ξϋρουμε αν αυτό η εύςοδοσ όταν η μοναδικό. Απϐ ϋνα μεγϊλο ρόγμα ανϊμεςα ςτουσ πϑργουσ
12 και 13, απϐ ϐπου δηλαδό περνοϑςε ο παλιϐσ δρϐμοσ που οδηγοϑςε απϐ τη Θεςςαλονύκη ςτο
εςωτερικϐ τησ Φερςονόςου, η θϋςη πόρε το ϐνομα Πϐρτεσ ό Πϐρτα. άςωσ λοιπϐν, ςτο ςημεύο αυτϐ να
υπόρχε και ϊλλη εύςοδοσ.542
Απϐ το 1047 η Καςςϊνδρεια αναφϋρεται ωσ «κϊςτρον» αλλϊ δεν γνωρύζουμε αν όταν το
διατεύχιςμα η βαςικό οχϑρωςη τησ περιοχόσ ςε αυτό τη φϊςη.
Η πρώτη τεκμηριωμϋνη επιςκευό του τεύχουσ χρονολογεύται αρκετοϑσ αιώνεσ αργϐτερα και
πραγματοποιόθηκε κατ’ εντολό του Ιωϊννη Ζ’ Παλαιολϐγου.
ε πρϐςταγμα του ύδιου, το 1407 και ςε ϋνα χρυςϐβουλλο του 1408 αναφϋρεται ωσ «καςτϋλλιον»
και «κϊςτρον» αντύςτοιχα. Για την φϑλαξό του εύναι υπεϑθυνοι οι μοναχού και ϐςοι διαμϋνουν ςτο
μετϐχι του Αγύου Παϑλου ςτη ςημερινό Ν. Υώκαια. Σον ύδιο χαρακτηριςμϐ του τεύχουσ ωσ κϊςτρον
βρύςκουμε ςε ϋγγραφη παρϊδοςη του 1421.543
Οι Βενετού, μετϊ απϐ αύτημα των κατούκων τησ Θεςςαλονύκησ, επιδιϐρθωςαν το τεύχοσ και
οχϑρωςαν την Καςςϊνδρα με ςτϐχο την απρϐςκοπτη τροφοδοςύα τησ Θεςςαλονύκησ, που τουσ
παραχωρόθηκε το 1423. Οι εργαςύεσ ϊρχιςαν το 1425 αλλϊ δεν εύχαν ολοκληρωθεύ το 1429 και οι
κτύςτεσ δεν εύχαν λϊβει τα μεροκϊματϊ τουσ. Η ανϊγκη για επιςκευό των τειχών απϐ τουσ Βενετοϑσ 20
χρϐνια μετϊ τον Ιωϊννη Ζ’ Παλαιολϐγο ςημαύνει ϐτι η δικό του επϋμβαςη δεν όταν τϐςο εκτεταμϋνη ό
ϐτι τα τεύχη εύχαν υποςτεύ φθορϋσ απϐ τουσ Σοϑρκουσ του Μουςταφϊ.544
την εξϋγερςη του 1821 η οχϑρωςη επιςκευϊςτηκε πρϐχειρα λϐγω των ςυνθηκών. Οι Ϊλληνεσ
χρηςιμοπούηςαν υπολεύμματα των τειχών τησ πϐλεωσ και αρχαύο υλικϐ για την καταςκευό των
οχυρωμϊτων του Ιςθμοϑ.
174
Ψσ τα τελευταύα χρϐνια τησ Σουρκοκρατύασ χρηςιμοποιοϑνταν ωσ φυλϊκια δϑο πϑργοι των τειχών,
ο ϋνασ ςτο μϋςον απϐ ϐπου περνοϑςε ο δρϐμοσ που οδηγοϑςε προσ το εςωτερικϐ τησ Καςςϊνδρασ και ο
ϊλλοσ, μϊλλον ο εξαγωνικϐσ ςτην ακτό του Σορωναύου.545
Η διϊκριςη των φϊςεων του διατειχύςματοσ εύναι δϑςκολη λϐγω τησ διαταραγμϋνησ
ςτρωματογραφύασ και τησ χρόςησ αρχαύου υλικοϑ ςε ϐλεσ τισ φϊςεισ. Η παλαιϐτερη ανϊγεται ςτην
ϑςτερη αρχαιϐτητα. ‘άςωσ ϋγινε μετϊ την πολιορκύα τησ Καςςϊνδρειασ απϐ τουσ Γϐτθουσ το 269 μ.Φ.
για να αςφαλιςτεύ η πϐλη και η χερςϐνηςοσ απϐ την ξηρϊ.
ε μεταγενϋςτερεσ επιςκευϋσ χρηςιμοποιόθηκε πϊλι αρχαιϐτερο οικοδομικϐ υλικϐ καθώσ και
πελεκημϋνοι και αργού λύθοι με ιςχυρϐ λευκϐ αςβεςτοκονύαμα και κομμϊτια πλύνθων, τοποθετημϋνα
επϊλληλα ανϊμεςα ςτουσ αρμοϑσ των λύθων. Επομϋνωσ, οι διακριτϋσ φϊςεισ εύναι τρεισ βϊςει
τοιχοδομύασ και κονιϊματοσ: τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ, τησ ιουςτινιϊνειασ περιϐδου και των αρχών του
15ου αιώνα. 546
Σο διατεύχιςμα δεν ςυμπύπτει με τα τεύχη που περιϋβαλαν την κλαςικό Ποτύδαια ό την ελληνιςτικό
Καςςϊνδρεια. Η θϋςη του διατειχύςματοσ ςε ςχϋςη με το βϐρειο ελληνιςτικϐ τεύχοσ δεύχνει ϐτι την
εποχό καταςκευόσ του πρώτου, η γραμμό ϊμυνασ και η πϐλη τησ Καςςϊνδρειασ κατϊ ςυνϋπεια, εύχαν
μετατοπιςτεύ προσ τον νϐτο. 547
5.2.2. Λιμϊνι
Η Ποτύδαια ωσ παραθαλϊςςια πϐλη φαύνεται ϐτι διϋθετε λιμϊνια που διευκϐλυναν τισ εμπορικϋσ
τησ ςχϋςεισ με τισ πϐλεισ τησ νοτύου Ελλϊδοσ. Καθώσ όταν χτιςμϋνη πϊνω ςτον Ιςθμϐ, εύναι πιθανϐν να
υπόρχαν δϑο λιμϊνια, ϋνα ςτην πλευρϊ του Θερμαώκοϑ κϐλπου, που δεν θα πρϋπει να ςυγχϋεται με το
λιμϊνι που εντοπύζεται ςτη δυτικό ακτό και το οπούο αποτελεύ τμόμα τησ βυζαντινόσ οχϑρωςησ τησ
πϐλησ και ϋνα ςτην πλευρϊ του Σορωναύου. Σην ϑπαρξη λιμανιοϑ επιβεβαιώνουν και οι αρχαύοι
ςυγγραφεύσ χωρύσ ϐμωσ να δύνουν πληροφορύεσ για τη θϋςη του. Με το λιμϊνι θα μποροϑςαν να
ςχετιςτοϑν αρχαιολογικϊ κατϊλοιπα που εντοπύςτηκαν κατϊ τη διϊνοιξη τησ διώρυγασ ςτο ανατολικϐ
ϊκρο τησ. Πρϐκειται για ϋνα τούχο απϐ μεγϊλουσ λύθουσ, ο οπούοσ διαςχύζει τη διώρυγα με κατεϑθυνςη
ΒΑ και ο οπούοσ χαρακτηρύςτηκε ωσ τμόμα αρχαύου μϐλου.548
Σο λιμϊνι τησ Καςςϊνδρειασ εξελύςςεται ςε ςημαντικϐ εμπορικϐ ςταυροδρϐμι, ενώ φαύνεται ϐτι
διϋθετε πολϑ καλϊ ναυπηγεύα. Φαρακτηριςτικϐ εύναι το γεγονϐσ ϐτι ςτα ναυπηγεύα τησ Καςςϊνδρειασ ο
Δημότριοσ Πολιορκητόσ καταςκεϑαςε 100 μακρϊ πλούα. Μια επιγραφό που βρϋθηκε ςτο μετϐχι τησ
μονόσ Δοχειαρύου ςτα νϐτια τησ Ποτύδαιασ εύναι ϋνα διϊταγμα απονομόσ του προνομύου τησ ατϋλειασ
απϐ τον βαςιλιϊ Κϊςςανδρο ςε πολύτη τησ Καςςϊνδρειασ και αφορϊ την διακύνηςη εμπορευμϊτων,
175
εκτϐσ απϐ εκεύνα που θα διϋθετε «επ’ εμπορύα». Η λϋξη εμπορύα ςημαύνει κατ’ εξοχόν το κατϊ θϊλαςςα
εμπϐριο. Υαύνεται ϐτι οι κρατικϋσ πρϐςοδοι απϐ τα τϋλη επύ των δια θαλϊςςησ διακινουμϋνων
εμπορευμϊτων όταν τϐςο ςημαντικϋσ, ώςτε για ευνϐητουσ λϐγουσ να εξαιροϑνται ρητϊ ςτισ τιμητικϋσ
φοροαπαλλαγϋσ που παραχωροϑςε ο βαςιλεϑσ ό η πϐλη τησ Καςςϊνδρειασ.549 Ο Κϊςςανδροσ ϋλαβε
ιδιαύτερα μϋτρα για την ενύςχυςη του κατϊ θϊλαςςα εμπορύου και την εξαςφϊλιςη μονοπωλύων για
την πϐλη, ϐπωσ π.χ. η εξαγωγό του κραςιοϑ τησ Μϋνδησ μϐνο απϐ το λιμϊνι τησ Καςςϊνδρειασ και μϋςα
ςε νϋου τϑπου αμφορεύσ που ϋφεραν την ςφραγύδα τησ νϋασ πϐλησ και ϐχι του τϐπου παραγωγόσ.
Η θϋςη του ελληνιςτικοϑ λιμανιοϑ δεν ϋχει εντοπιςτεύ, καθώσ φαύνεται ϐτι οι εργαςύεσ για τη
διϊνοιξη τησ διώρυγασ κϊλυψαν τα ϐποια αρχαιολογικϊ λεύψανα, αφοϑ η ακτογραμμό τησ Καςςϊνδρασ,
μετϊ την καταςκευό του Ιςθμοϑ μετατοπύςτηκε περύπου 3 χλμ προσ τα δυτικϊ.550ε αυτό τη ζώνη δεν
βρϋθηκαν ευρόματα. Προφανώσ, όδη απϐ την αρχαιϐτητα, η περιοχό να βριςκϐταν κϊτω απϐ το
επύπεδο τησ επιφϊνειασ τησ θϊλαςςασ, επομϋνωσ, ο ιςθμϐσ απϐ την ηπειρωτικό Φαλκιδικό προσ την
Παλλόνη όταν ςτενϐτεροσ απϐ ϐτι ςόμερα.
Εξϊλλου, διϊφορα γεωλογικϊ φαινϐμενα ςχετύζονται με το γεγονϐσ ϐτι το δυτικϐ τμόμα τησ
Φαλκιδικόσ ανυψώνεται ςε ςχϋςη με τη θϊλαςςα ενώ το ανατολικϐ ςταδιακϊ βυθύζεται. Αυτϋσ οι
εξελύξεισ οδηγοϑν ςτη ςταδιακό μετατροπό του Θερμαώκοϑ ςε ξηρϊ, διαδικαςύα που ενιςχϑεται απϐ τισ
αποθϋςεισ των ρευμϊτων του Αλιϊκμονα και του Αξιοϑ. υνεπώσ, η μορφό τησ ακτογραμμόσ ςτα
δυτικϊ τησ Φερςονόςου εύναι διαφορετικό ςόμερα απϐ την αρχαιϐτητα. Ομούωσ, η ακτογραμμό ςτα
ανατολικϊ, απϐ την πλευρϊ του Σορωναύου κϐλπου ϋχει μετατοπιςτεύ προσ τα δυτικϊ, καλϑπτοντασ την
ϐποια αρχαύα εγκατϊςταςη.
Ελλεύψει αρχαιολογικών καταλούπων, υποθϋτουμε ϐτι η Καςςϊνδρεια διϋθετε λιμϊνι και κατϊ την
πρωτοβυζαντινό περύοδο, αφοϑ μϋχρι και τον 6ο αιώνα όταν μια ιςχυρό πϐλη και γνωρύζουμε ϐτι ο
ιςθμϐσ, πϋραν τησ αμυντικόσ του λειτουργύασ, εύχε γύνει πορθμϐσ για τη διευκϐλυνςη των πλούων.
τουσ Πορτολϊνουσ του 10ου αιώνα και εξόσ αναφϋρονται ϊλλα λιμϊνια τησ χερςονόςου
(Καναςτραύο, Ποςεύδιον). Σην εποχό αυτό βϋβαια οι ναυτικού προςϋγγιζαν οριςμϋνα λιμϊνια, με
κριτόριο την αςφϊλεια και την ϑπαρξη αρκετοϑ πϐςιμου νεροϑ. Η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ
περιμετρικϊ εύναι διϊςπαρτη απϐ ϐρμουσ και ακτϋσ και παρϋχει τη δυνατϐτητα ενϐσ πρϐςκαιρου αλλϊ
αςφαλοϑσ καταφυγύου.551
ε πρϊξη του Νικηφϐρου Β’ Βοτανειϊτη του 1079, που κατοχυρώνει προνϐμια και φορολογικό
ατϋλεια ςτη Μονό Ιβόρων, αναφϋρεται το προϊςτειο «Λεοντϊριον μετϊ του λιμϋνοσ αυτοϑ».552 Η θϋςη
του προαςτεύου εύναι αμϋςωσ βϐρεια του ιςθμοϑ και μασ οδηγεύ ςτη ςκϋψη ϐτι ύςωσ χρηςιμοποιοϑνταν
ωσ επύνειο τησ Καςςϊνδρειασ κατϊ τη μεςοβυζαντινό περύοδο.
549 Βοκοτοποϑλου, Ι., «Ο Κϊςςανδροσ, η Καςςϊνδρεια και η Θεςςαλονύκη», Μνόμη Μανϐλη Ανδρϐνικου, Παρϊρτημα Μακεδονικών αρ. 6,
Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών, Θεςςαλονύκη (1997), 39-50, 47
550 αςϊνη 2008, 45, 50
551 Μπαζαύου-Barabas 1993, 437
552 Iviron II, ϋγγρ. 42, ςτ. 73
176
Ο Struck υποςτηρύζει πωσ η πϐλη τησ Καςςϊνδρειασ αναπτϑχθηκε ςε ϋναν λϐφο απϐ την πλευρϊ
του βϐρειου τεύχουσ, ϐπου υπόρχε και λιμϊνι.553
υμπεραύνουμε, επομϋνωσ, ϐτι τα λιμϊνια τησ Καςςϊνδρειασ, αν και δεν ϋχουν εντοπιςτεύ, υπόρχαν
και λειτουργοϑςαν καθ’ ϐλη τη διϊρκεια τησ ιςτορύασ τησ πϐλησ.
177
πλευρϊ του Σορωναύου Κϐλπου και ςε ϋνα ακϐμα ςτα νοτιοδυτικϊ του, αποκϊλυψε οικοδομικϊ λεύψανα
εςωτερικών και εξωτερικών χώρων. την πρώτη περύπτωςη, αποκαλϑφθηκε τμόμα μιασ δεϑτερησ
οικοδομικόσ νηςύδασ ελληνιςτικών χρϐνων. υγκεκριμϋνα ερευνόθηκαν δϑο ςυγκροτόματα με
προςανατολιςμϐ Β-Ν, μεταξϑ των οπούων διερχϐταν δρϐμοσ. Δρϐμοσ πλαιςύωνε το ανατολικϐ κτύριο
απϐ τα βϐρεια και απϐ τα νϐτια.
τα βϐρεια του ςυγκροτόματοσ βρϋθηκε ανοιχτϐσ αγωγϐσ, καταςκευαςμϋνοσ απϐ λαξευμϋνουσ
πωρϐλιθουσ, ο οπούοσ μετϊ απϐ διαδρομό 9 μ. προσ τα δυτικϊ, ςυνεχύζεται υπογεύωσ με πηλοςωλόνεσ.
τα νϐτια του ανατολικοϑ ςυγκροτόματοσ, που χρονολογεύται ςτον 2ο αι. π.Φ. περύπου, εντοπύζεται
κτύριο, ςτο δϊπεδο του οπούου, με κατωφερικό κλύςη προσ τα δυτικϊ, πϊτηςε αργϐτερα λύθινοσ αγωγϐσ
απομϊκρυνςησ υδϊτων. Κατϊ μόκοσ τησ βϐρειασ πλευρϊσ του ςυγκροτόματοσ υπϊρχει ϋνασ δρϐμοσ, με
κατεϑθυνςη Α – Δ, απϐ τον οπούο διϋρχεται με κλύςη προσ τα δυτικϊ, πόλινοσ αγωγϐσ ϑδρευςησ. Σα δϑο
ςυγκροτόματα εκτεύνονται ςτα βϐρεια μϋχρι τον αρχαύο δρϐμο. 557
Ϊχει, επομϋνωσ, εντοπιςτεύ ϋνα τμόμα του πολεοδομικοϑ ιςτοϑ τησ αρχαύασ πϐλησ, ο οπούοσ εύναι
οργανωμϋνοσ ςε πολεοδομικϋσ νηςύδεσ, που χωρύζονται με οριζϐντιουσ και κϊθετουσ δρϐμουσ. Η
παλαιϐτερη κεραμικό χρονολογεύται ςτον 4ο αι. π.Φ., ενώ απϐ ϊλλα ευρόματα αποδεικνϑεται ϐτι η
κατούκηςη ςτον χώρο διαρκεύ ςε ϐλη τη διϊρκεια των ελληνιςτικών χρϐνων. Υαύνεται ϐτι πρϐκειται για
την περιοχό ϐπου επεκτϊθηκε η αρχαύα Καςςϊνδρεια και ϐτι καταςκευϊςτηκαν τα οικοδομόματα
ςχεδϐν αμϋςωσ μετϊ την ύδρυςη τησ νϋασ πϐλησ ςε εφαρμογό του οικοδομικοϑ προγρϊμματοσ του
Καςςϊνδρου.
ε μικρό ςτρωματογραφικό αναςκαφό ςε οικϐπεδο ςτα νοτιοδυτικϊ του οικιςμοϑ, ςχετικϊ κοντϊ
ςτην παραλύα του Θερμαώκοϑ, αποκαλϑφθηκαν οικοδομικϋσ φϊςεισ ϋξι περιϐδων, που εκτεύνονται απϐ
τα αρχαώκϊ ωσ τα βυζαντινϊ χρϐνια και αποτελοϑν μύα πρώτη ϋνδειξη, αν και επιςφαλό, ϐτι η βυζαντινό
πϐλη ςυνϋχιςε τη ζωό τησ ςτα ερεύπια των προηγοϑμενων μορφωμϊτων.558
178
Σο δεϑτερο κτύριο, που αναςκϊφηκε ςτα βϐρεια του προηγοϑμενου, αποτελεύται απϐ ϋναν κϑριο
ορθογώνιο χώρο. τα ανατολικϊ του αποκαλϑφθηκε φρεϊτιο με μνημειακϐ προςτομιαύο. Απϐ το
εςωτερικϐ του προϋρχονται ελληνιςτικό κεραμικό, τμόματα κονιαμϊτων, κεραμύδεσ, τμόματα
ψηφιδωτοϑ δαπϋδου. Σο κτύριο χρονολογεύται ςτον 3ο με 2ο αι. π.Φ. Πρϐκειται για ςημαντικϐ κτύριο,
ύςωσ δημϐςιου χαρακτόρα, επιχριςμϋνο με κονιϊματα λευκοϑ, κϐκκινου, κύτρινου και μαϑρου
χρώματοσ και διακοςμημϋνο με ψηφιδωτϊ δϊπεδα.
Απϐ τα μϋςα περύπου του 3ου π.Φ. αιώνα, ειςϊγεται ςτην Καςςϊνδρεια η λατρεύα των ιδρυτών τησ
παλαιϊσ και νϋασ πϐλησ ωσ αρχηγετών. ε επιγραφό τησ Κω μαρτυρεύται η ϑπαρξη ςτην Καςςϊνδρεια
του αρχηγετύου, ενϐσ κτιρύου αφιερωμϋνου ςτην λατρεύα των αρχηγετών, που ςυγχρϐνωσ ύςωσ
χρηςύμευε ωσ πρυτανεύο για τισ ςυνϐδουσ των ςτρατηγών και νομοφυλϊκων και για την φιλοξενύα των
επύςημων ξϋνων τησ πϐλησ.559 Δεν αποκλεύεται το αρχηγϋτιον να βρύςκεται ςτη θϋςη του μετοχύου τησ
Μονόσ Δοχειαρύου.560Οι Duchesne–Bayet δύνουν ςαφό εικϐνα τησ ςημαςύασ του χώρου, το ύδιο και ο
Avezou που τον βρόκε το 1914 διϊςπαρτο απϐ αρχιτεκτονικϊ μϋλη, αγϊλματα, πόλινα ειδώλια και
επιγραφϋσ.561
Με τον δημϐςιο βύο τησ ελληνιςτικόσ Καςςϊνδρειασ θα πρϋπει να ςχετιςτεύ και το ναϐςχημο
κτύριο, που αναςκϊφηκε ςτο αγρ. 324 με προςανατολιςμϐ Α-Δ. Εύναι χτιςμϋνο κατϊ το ιςϐδομο
ςϑςτημα με λαξευμϋνουσ πώρινουσ γωνιϐλιθουσ. Απϐ τα ευρόματα ξεχωρύζουν πολλϊ μεταλλικϊ,
πόλινα ειδώλια και ϊφθονα νομύςματα μεταξϑ των οπούων και κϊποια ςπϊνιασ κοπόσ. Η επιμελημϋνη
καταςκευό και τα ευρόματα δεύχνουν ϐτι πιθανώσ πρϐκειται για ςημαντικϐ κτύριο.562
Η κατϊςταςη εύναι δϑςκολη ϐςον αφορϊ ςτην τοπογραφύα τησ ρωμαώκόσ πϐλησ, αφοϑ δεν
γνωρύζουμε την ακριβό θϋςη των τειχών και την ϋκταςό τησ. Απϐ επιγραφό πληροφοροϑμαςτε την
επιςκευό Γυμναςύου ςτην πϐλη γϑρω ςτα τϋλη του 1ου αι. μ.Φ., ύχνη του οπούου δεν ϋχουν εντοπιςτεύ.
Επύςησ, επιγραφικϊ μαρτυρεύται η ϑπαρξη τοπικόσ βουλόσ.
Οι αναςκαφϋσ ϋφεραν ςτο φωσ πολυτελϋσ ρωμαώκϐ κτύςμα, πιθανϐν δημϐςιου χαρακτόρα (θϋςη
«Μϊλτα»). Σο κτύριο αποτελεύται απϐ δϑο χώρουσ που επικοινωνοϑν μεταξϑ τουσ και εύναι
καταςκευαςμϋνοι με επιμϋλεια. Οι τούχοι εύναι επιχριςμϋνοι με κονύαμα, ενώ ςτα δωμϊτια διατηροϑνται
δϊπεδα μαρμαροθετημϋνα και διακοςμημϋνα με γεωμετρικϊ ςχϋδια. Η πολυτϋλεια τησ καταςκευόσ του
και τα ευρόματα ςυνηγοροϑν υπϋρ τησ δημϐςιασ λειτουργύασ του. Πιθανώσ καταςτρϊφηκε απϐ
πυρκαγιϊ ςϑμφωνα με τισ ενδεύξεισ.563
179
5.2.4.2. Θρηςκευτικϊ κτύρια
Απϐ τον Ηρϐδοτο μαθαύνουμε ϐτι ςτην Ποτύδαια λατρευϐταν ο θεϐσ Ποςειδώνασ, του οπούου ο
ναϐσ βριςκϐταν ϋξω απϐ το βϐρειο τεύχοσ. Σο ςεβϊςμιο αυτϐ ιερϐ τησ Ποτύδαιασ κατϋςτρεψε ο
Αρτϊβαζοσ κατϊ την πολιορκύα τησ πϐλησ το 479 π.Φ. Απϐ εκεύ πιθανϐτατα προϋρχονται μεγϊλα
πώρινα δωρικϊ κιονϐκρανα απϐ πωρϐλιθο, πώρινα δουλεμϋνα κομμϊτια, θραϑςμα κύονα, τμόμα
τριγλϑφου. Σμόματα κιϐνων φαύνονται εντοιχιςμϋνα ςτο μεταγενϋςτερο βυζαντινϐ τεύχοσ.
Ιδιαύτερησ ςημαςύασ για την τοπογραφύα τησ ρωμαώκόσ Καςςϊνδρειασ φαύνεται να εύχε ϋνα
μνημειακϐ ναϐςχημο κτύριο, που εντοπύςτηκε 2 χλμ νοτύωσ τησ διώρυγασ προσ τη μεριϊ του Θερμαώκοϑ
κϐλπου. Σο κτύςμα με προςανατολιςμϐ Β-Ν ξεπερνϊ ςε μόκοσ τα 16 μ. ενώ ςτο μεγαλϑτερο μϋροσ του
καλϑπτεται απϐ τη θϊλαςςα. Σο κτύριο ςυςχετύςτηκε με τον ρωμαώκϐ ναϐ του Ποςειδώνα, που εύχε
εντοπύςει ο . Πελεκύδησ ςτη δυτικό ακτό του ςϑγχρονου οικιςμοϑ.
Η ταϑτιςη του λατρευτικοϑ αυτοϑ κτιρύου με τον ναϐ του Ποςειδώνα παραμϋνει ακϐμα ανοιχτό
λϐγω των περιοριςμϋνων αναςκαφικών ςτοιχεύων. Σην εικϐνα τησ ρωμαώκόσ πϐλησ ςυμπληρώνει
τμόμα λιθϐκτιςτου ρωμαώκοϑ οικοδομόματοσ, που εντοπύςτηκε εντϐσ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ προσ τη
μεριϊ του Θερμαώκοϑ κϐλπου.
Οι αναςκαφϋσ των τελευταύων ετών ςε ϑψωμα ςτα ΝΑ τησ Νϋασ Ποτύδαιασ προσ τη μεριϊ του
Σορωναύου κϐλπου ϋφεραν ςτο φωσ ςυγκρϐτημα με λατρευτικϐ χαρακτόρα ςϑμφωνα με την
αναςκαφϋα. Σο ςυγκρϐτημα αποτελεύται απϐ δϑο κτύρια με προςανατολιςμϐ Β-Ν και ϋνα ςτεγαςμϋνο
κτύςμα ανϊμεςϊ τουσ. Σο πρωιμϐτερο κτύριο, που εκτεύνεται ςτα νϐτια του χώρου διατηρεύται
αποςπαςματικϊ. Για την καταςκευό του χρηςιμοποιόθηκε υλικϐ ςε δεϑτερη χρόςη. τα βϐρειϊ του
τοποθετεύται το δεϑτερο κτύριο, το οπούο αν και ϋχει τον ύδιο προςανατολιςμϐ, διαφϋρει ςτην
τοιχοποιύα. Απϐ αυτϐ το κτύριο ςώζονται δϑο χώροι και πιθανώσ μια αυλό ςτα δυτικϊ.
Ανϊμεςα ςτα δϑο κτύρια εντοπύςτηκε ϋνα ςτεγαςμϋνο κτύςμα με μια κυκλικό καταςκευό ςτο
εςωτερικϐ του, απϐ κεραμύδια τοποθετημϋνα κατακϐρυφα ςτο ϋδαφοσ. Η ακριβόσ λειτουργύα τησ δεν
ϋχει προςδιοριςτεύ ακϐμα, αφοϑ δεν ϋχει ερευνηθεύ το εςωτερικϐ τησ. Σο κτύςμα ερμηνεϑτηκε απϐ την
αναςκαφϋα ωσ χώροσ απϐθεςησ αναθημϊτων και τϋλεςησ λατρευτικών τελετουργιών, καθώσ ςε ϐλη
την ϋκταςό του βρϋθηκαν ϐςτρακα αττικών μελανϐμορφων και ερυθρϐμορφων αγγεύων, μικκϑλα
αγγεύα, κορινθιακϊ ειδώλια κϐρησ, χϊλκινο ϊγκιςτρο, αιχμό και κοχλιϊριο.
Σο ςυγκρϐτημα, που πιθανώσ επρϐκειτο για κϊποιο ιερϐ, φαύνεται ϐτι βριςκϐταν ϋξω απϐ το νϐτιο
τεύχοσ τησ αρχαύασ πϐλησ, ϐτι όταν ςε χρόςη ϐλο τον 5ο αι. π.Φ. και ϐτι εγκαταλεύφθηκε ό
καταςτρϊφηκε μϋςα ςτον 4ο αι. π.Φ.. Λαμβϊνοντασ υπϐψη τη θϋςη του ςυγκροτόματοσ και το εύδοσ των
ευρημϊτων του θα μποροϑςαμε να αναγνωρύςουμε με επιφϑλαξη ωσ λατρευϐμενη θεϐτητα τη θεϊ
Δόμητρα.
180
την αναςκαφό του 1990, κοντϊ ςτα κατϊλοιπα του ελληνιςτικοϑ ςυγκροτόματοσ, εντοπύςτηκαν
νομύςματα του 187 π.Φ. που προϋρχονταν απϐ Ιερϐ του Απϐλλωνα. 564
τισ γνώςεισ μασ για τα ιερϊ τησ Καςςϊνδρειασ ϋρχεται να προςτεθεύ και μια επιγραφό που
βρϋθηκε ςτο μετϐχι Δοχειαρύου, ςτα ΝΑ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ. Η επιγραφό θεωρεύται ςημαντικό,
καθώσ ανϊμεςα ςτα ϊλλα μασ πληροφορεύ ϐτι ςτην Καςςϊνδρεια υπόρχε ιερϋασ τησ λατρεύασ του
Λυςιμϊχου, ονϐματι Σιμόςιοσ.565 Σο ιερϐ προσ τιμόν του Λυςιμϊχου υπολογύζεται ϐτι ιδρϑθηκε 30
χρϐνια μετϊ την ύδρυςη τησ Καςςϊνδρειασ, κατϊ τα ϋτη 286-281, ϐταν η πϐλη περιόλθε ςτην εξουςύα
του Λυςιμϊχου.566
181
πρωτοβυζαντινό περύοδο ανόκει ϋνα δύκτυο καλοχτιςμϋνων τούχων, που ςυγκεντρώνονται ςτη ΝΑ
γωνύα του οικοπϋδου. Η εϑρεςη θραυςμϊτων πύθων και αμφορϋων επιτρϋπουν την υπϐθεςη ϐτι οι
χώροι που οι εν λϐγω τούχοι ϐριζαν εύχαν αποθηκευτικό χρόςη. ε μια επϐμενη οικοδομικό φϊςη ανόκει
ϋνασ χώροσ, που βρύςκεται βορειϐτερα και οριζϐταν απϐ τϋςςερισ λαςπϐχτιςτουσ τούχουσ. ε κοντινό
απϐςταςη βρϋθηκαν δϑο αγωγού με κατεϑθυνςη Α-Δ, οι οπούοι ϋπονται χρονολογικϊ. Κοντϊ ςε αυτοϑσ
εντοπύςτηκαν δϑο λακκοειδεύσ ταφϋσ. το υπϐλοιπο τμόμα του οικοπϋδου η εικϐνα εύναι περιςςϐτερο
αποςπαςματικό λϐγω τησ διατϊραξησ των ςτρωμϊτων.
Σα κατϊλοιπα των τούχων που όρθαν ςτο φωσ ανόκουν ςτο δύκτυο των τούχων τησ
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου τησ ΝΑ γωνύασ του οικοπϋδου. Η καταςκευό μιασ εςτύασ ελλειπτικοϑ
ςχόματοσ και ενϐσ τρύτου αγωγοϑ με κατεϑθυνςη ΝΔ-ΒΑ ςτο μϋςον του οικοπϋδου αποτελοϑν
μαρτυρύεσ δραςτηριοτότων, που δϑςκολα χρονολογοϑνται με ακρύβεια. Η εςτύα φαύνεται να ακολουθεύ
την πρωτοβυζαντινό φϊςη, ενώ η καταςκευό του αγωγοϑ φαύνεται ϐτι ςχετύζεται με τουσ ϊλλουσ δϑο
αγωγοϑσ ςτο ανατολικϐ τμόμα του οικοπϋδου.569
Η βυζαντινό παρουςύα αντιπροςωπεϑεται ςτην πϐλη μϋςα απϐ λιγοςτϊ κινητϊ ευρόματα.
υγκεκριμϋνα, οι επιφανειακϋσ επιχώςεισ, καθώσ και οι λϊκκοι που βρϋθηκαν διϊςπαρτοι ςε διϊφορα
ςημεύα του αναςκαφικοϑ χώρου, περιεύχαν εφυαλωμϋνη κεραμικό του 12ου αιώνα και ϋναν ανώνυμο
φϐλλι του 11ου αιώνα, που χρονολογοϑν την οψιμϐτερη χρόςη του χώρου ςτα βυζαντινϊ χρϐνια.
5.2.5. Νεκροταφεύα
Ϊξω απϐ το νϐτιο τεύχοσ θα πρϋπει να τοποθετηθεύ η περιοχό των νεκροταφεύων τησ Ποτύδαιασ,
καθώσ εκεύ εντοπύςτηκε μια ςυςτϊδα τϊφων του 5ου αι. π.Φ., που αποδύδονται ςτουσ Αθηναύουσ
επούκουσ. Απϐ τα μετϐχια τησ ιμωνϐπετρασ και τησ Δοχειαρύου, που βρύςκονται νϐτια τησ Νϋασ
Ποτύδαιασ, προϋρχεται ςχετικϐ υλικϐ, με χαρακτηριςτικό περύπτωςη μια επιτϑμβια ςτόλη του 6 ου αι.
π.Φ., που βρϋθηκε ςτο μετϐχι τησ ιμωνϐπετρασ.
Η περιοχό του ελληνιςτικοϑ νεκροταφεύου θα πρϋπει να τοποθετηθεύ ϋξω απϐ το νϐτιο τεύχοσ τησ
νεοώδρυϐμενησ πϐλησ. τη θϋςη «Μϑλοσ» όρθαν ςτο φωσ δϑο ελληνιςτικού κιβωτιϐςχημοι τϊφοι,
επιμελημϋνησ καταςκευόσ, ενώ ςτη θϋςη «Πετριώτικα» ερευνόθηκε ταφικϐσ τϑμβοσ με τϋςςερισ ταφϋσ.
Σο πιο ενδιαφϋρον εϑρημα του τϑμβου όταν η αποκϊλυψη ενϐσ μονοθϊλαμου μακεδονικοϑ τϊφου, που
ϋφερε δϑο νεκρικϋσ κλύνεσ με μοναδικόσ αξύασ ζωγραφικϋσ παραςτϊςεισ διονυςιακοϑ θϋματοσ.570
Η περιοχό ςτα βϐρεια του Ιςθμοϑ τησ Ποτύδαιασ και ανατολικϊ του επαρχιακοϑ δρϐμου προσ τη
Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ, αποτελεύ γνωςτό θϋςη νεκροταφεύου τησ αρχαύασ Καςςϊνδρειασ.
ωςτικϋσ αναςκαφϋσ ςτο διϊςτημα 1959-1975 αποκϊλυψαν ϋναν μακεδονικϐ και ϋναν θαλαμοειδό
569 Σο Έργο τησ 10ησ ΕΒΑ ςτη Φαλκιδικό κατϊ το 2006, ϋκδοςη 10ησ ΕΒΑ
570 Βοκοτοποϑλου, Ι., «Ποτύδαια», ΑΔ 39 (1984), Φρονικϊ Β2, 223-224, 226 ̇ ιςμανύδησ, Κ., «Νϋοσ μακεδονικϐσ τϊφοσ ςτην Ποτύδαια
Φαλκιδικόσ», Φρονικϊ τησ Φαλκιδικόσ. Πρακτικϊ του πρώτου πανελληνύου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ, 7-9
Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987, 73-81) ̇ ιςμανύδησ 1989, 358
182
τϊφο, καθώσ και τεφροδϐχεσ θόκεσ που χρονολογοϑνται ςτα τϋλη του 4 ου και ςτον 3ο αι. π.Φ. Ο
ςυςχετιςμϐσ του νεκροταφεύου με τον οικιςμϐ τησ Ποτύδαιασ–Καςςϊνδρειασ θεωρεύται βϋβαιοσ απϐ τη
θϋςη, το εύδοσ των τϊφων, την ποιϐτητα των κτεριςμϊτων και παρουςιϊζει αναλογύεσ με το
νεκροταφεύο ςτα νϐτια των τειχών τησ Καςςϊνδρειασ.
Σο 1989 ςτη θϋςη «άςμπα» ςτο αγροτεμϊχιο ιδιοκτηςύασ Πλατςϊ ερευνόθηκαν 10 τϊφοι. Η χρόςη
του νεκροταφεύου τοποθετεύται απϐ τα τϋλη του 4ου ωσ και τα μϋςα του 3ου αιώνα π.Φ. Ο οικογενειακϐσ
χαρακτόρασ του φαύνεται αρκετϊ πιθανϐσ, τουλϊχιςτον ϐςον αφορϊ τουσ μεγαλϑτερουσ τϊφουσ.
Αδϑνατοσ εύναι προσ το παρϐν, ο ςυςχετιςμϐσ αυτών των τϊφων με τουσ υπϐλοιπουσ τησ περιοχόσ και
ο ακριβόσ προςδιοριςμϐσ τησ θϋςησ τουσ μϋςα ςτα ευρϑτερα ϐρια του νεκροταφεύου ςτα βϐρεια τησ
αρχαύασ Καςςϊνδρειασ.571
Δυςκολύεσ υπϊρχουν ϐςον αφορϊ τη θϋςη του ρωμαώκοϑ νεκροταφεύου, καθώσ ταφϋσ
εντοπύςτηκαν ςε διϊφορα ςημεύα. υγκεκριμϋνα, τϊφοι βρϋθηκαν ςτη βϐρεια ϐχθη του ιςθμοϑ, μϋςα
ςτα ϐρια του ςϑγχρονου οικιςμοϑ και ςτα νϐτιϊ του.572
την ϐψιμη αρχαιϐτητα χρονολογοϑνται δϑο ακτϋριςτοι τϊφοι, μια ελεϑθερη ταφό και ϋνασ
κεραμοςκεπόσ τϊφοσ. Ο προςανατολιςμϐσ τουσ όταν Α-Δ, με το κεφϊλι των νεκρών ςτα δυτικϊ.573
Δεν ϋχει εντοπιςτεύ ακϐμα το νεκροταφεύο των βυζαντινών χρϐνων.
571 Μοςχονηςιώτου, ., «Νεκροταφεύο ςτον Ωγ. Μϊμαντα», ΑΕΜΘ 3 (1989), Θεςςαλονύκη (1992), 351--356
572 ιςμανύδησ 1992, 357-358
573 Κουςουλϊκου - Μιςαηλύδου – Δεςποτύδου 2006, 507-508
574 ιςμανύδησ 1992, 364
183
Όςον αφορϊ ςτην πολεοδομικό οργϊνωςη τησ ελληνιςτικόσ Καςςϊνδρειασ εντοπύζονται δϑο
περιοχϋσ εντϐσ των τειχών που θα μποροϑςαν να ςυγκεντρώςουν τον δημϐςιο βύο τησ πϐλησ. Η πρώτη
τοποθετεύται αμϋςωσ νϐτια του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, ενώ η δεϑτερη βρύςκεται ςτην περιοχό του
μετοχύου τησ Μονόσ Δοχειαρύου, απϐ ϐπου προϋρχεται πλοϑςιο αρχιτεκτονικϐ και επιγραφικϐ υλικϐ
δημϐςιου χαρακτόρα.
Με βϊςη τα ϋωσ τώρα αναςκαφικϊ δεδομϋνα φαύνεται ϐτι η ρωμαώκό πϐλη εύχε αναπτυχθεύ κυρύωσ
προσ τη μεριϊ του Θερμαώκοϑ κϐλπου. Ο εντοπιςμϐσ τμημϊτων του ρωμαώκοϑ νεκροταφεύου ςτα Ο.Σ. 48
και 56 και ςτο αγρ. 218 θα μποροϑςε να εύναι δηλωτικϐσ τησ θϋςησ των τειχών τησ πϐλησ ςε αυτόν την
περύοδο. Η μεταξϑ τουσ απϐςταςη φαύνεται να κυμαύνεται ςτα 800-900 μ. και εύναι πολϑ μικρϐτερη
απϐ αυτόν τησ ελληνιςτικόσ περιϐδου. Σα ςτοιχεύα αυτϊ δεύχνουν ϐτι η Καςςϊνδρεια ςυρρικνώθηκε ςε
ϋκταςη κατϊ τη ρωμαώκό εποχό. (ςχ. 21)
Οικοδομικϊ κατϊλοιπα βυζαντινών χρϐνων που εντοπύςτηκαν ςε μικρό ςτρωματογραφικό
αναςκαφό ςε οικϐπεδο ςτα νοτιοδυτικϊ του οικιςμοϑ, ςχετικϊ κοντϊ ςτην παραλύα του Θερμαώκοϑ και
τα οπούα δεν ϋχουν δημοςιευτεύ αναλυτικϊ δεν αποτελοϑν ςτοιχεύα αρκετϊ για να ςτοιχειοθετόςουμε
κϊποια υπϐθεςη ςχετικϊ με τη θϋςη και την οργϊνωςη του βυζαντινοϑ οικιςμοϑ. Εν τοϑτοισ, θα
διατυπωθοϑν υποθϋςεισ και οριςμϋνεσ προδρομικϋσ παρατηρόςεισ με βϊςη τα υπϊρχοντα δεδομϋνα,
αρχαιολογικϊ και ιςτορικϊ.
184
αιώνα, με πολυπληθϋςτερη ομϊδα αυτό του 4ου αιώνα (νομύςματα Ονωρύου, Αρκαδύου, Ουϊλη) και
ελϊχιςτη κεραμικό αντιπροςωπευτικό τησ εποχόσ. (εικ. 31-35) το διατεύχιςμα, εξϊλλου, διακρύνεται
μια φϊςη που ενδεχομϋνωσ προϋρχεται απϐ αυτό την περύοδο, επαληθεϑοντασ τον Προκϐπιο.
Η πϐλη αναφϋρεται ξανϊ ϋμμεςα ςτην εκκληςιαςτικό γραμματεύα με την δημιουργύα τησ ομώνυμησ
επιςκοπόσ των 5ο αιώνα, ενώ ϋναν αιώνα μετϊ, ο Προκϐπιοσ αςχολεύται με την Καςςϊνδρεια με
αφορμό την καταςτροφό τησ το 540 απϐ τουσ Οϑννουσ και την επιςκευό του διατειχύςματοσ απϐ τον
Ιουςτινιανϐ.
Η πϐλη, επομϋνωσ, τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου πρϋπει να οργανώθηκε ςτη θϋςη τησ ρωμαώκόσ
πϐλεωσ και μϊλιςτα απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ, ϐπωσ διαπιςτώνουμε απϐ τισ ςϑντομεσ ϋρευνεσ
ςτην περιοχό του διατειχύςματοσ (οι πϑργοι 4-7 βρύςκονται ςτην πλευρϊ αυτό) και απϐ την βυζαντινό
κεραμικό που εντοπύςτηκε ςε αναςκαφό του τμόματοσ τησ ελληνιςτικόσ πϐλησ, που φαύνεται ϐτι
οργανώθηκε ςτην θϋςη αυτό. Διατόρηςε το ελληνιςτικϐ ϐνομα τησ αλλϊ η ϋκταςό τησ περιορύςτηκε.
Δεν γνωρύζουμε αν εύχε ςυρρικνωθεύ τϐςο, ώςτε να χωρϊει εντϐσ των τειχών ό αν υπόρχαν και ςπύτια,
εργαςτόρια και αγροτικϋσ εκτϊςεισ εκτϐσ αυτών, πϊντωσ μποροϑμε να ποϑμε με βεβαιϐτητα ϐτι η
Καςςϊνδρεια δεν όταν πια μια civitas τον 6ο αιώνα.
Ανεξόγητη παραμϋνει η παντελόσ απουςύα καταλούπων χαρακτηριςτικών μιασ πϐλησ τησ
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου με ιςχυρό διοικητικό και θρηςκευτικό παρουςύα, που επιβεβαιώνεται απϐ
την προφανό ικανϐτητϊ τησ, μϋχρι τα μϋςα τουλϊχιςτον του 6ου αιώνα, να επιβιώνει φυςικών και
ανθρωπογενών καταςτροφών.
575 Μουτςϐπουλοσ, Κ. «Πρωτοβυζαντινό και Μεςοβυζαντινό Πϐλη», Αρχαιολογύα και Σϋχνεσ 64, (1997), 29 -58, 40
185
Παρϐμοια πρϋπει να όταν και η εξϋλιξη τησ Καςςϊνδρειασ. Ϊχει υποςτηριχτεύ ϐτι η απουςύα τησ
πϐλησ και τησ επιςκοπόσ απϐ τισ πηγϋσ μϋχρι τον 9ο αιώνα, πιθανώσ ςυνδϋεται με την ερόμωςη τησ
πϐλησ μετϊ την καταςτροφό τησ απϐ τουσ Οϑννουσ. Εύναι πολϑ πιθανϐ για το διϊςτημα αυτϐ να υπόρξε
μεταφορϊ του οικιςμοϑ ςε κϊποιο αςφαλϋςτερο ςημεύο εντϐσ ό εκτϐσ τησ χερςονόςου.
Σο μϐνο βϋβαιο εύναι ϐτι κατϊ την διϊρκεια αυτών των αιώνων ςυντελοϑνται οι αλλαγϋσ ωσ προσ
τη μορφό, τη λειτουργύα και την αντύληψη τησ ϋννοιασ του οικιςμοϑ, που θα οδηγόςουν ςε ϋναν νϋο
τϑπο, αυτϐν του «κϊςτρου», ο οπούοσ εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ τον 10ο αιώνα με αποκρυςταλλωμϋνα πια
τα χαρακτηριςτικϊ του.
186
αρτηρύεσ τησ εποχόσ: του δρϐμου Θεςςαλονύκη-Ωθωσ αλλϊ και τησ βαςιλικόσ οδοϑ που διϋτρεχε κϊθετα
την Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ.
Σο κϊςτρο δεν πρϋπει να θεωρεύται πιο πυκνοκατοικημϋνο απϐ τα χωριϊ. Σο ςτοιχεύο που το
διαφοροποιεύ, όταν ϐτι ςτο κϊςτρο διϋμεναν μϐνιμα εύτε προςωρινϊ οι τοπικού αξιωματοϑχοι.581
Οι πηγϋσ λοιπϐν, δεύχνουν τη λειτουργύα τησ Καςςϊνδρειασ ωσ κϋντρου διούκηςησ πολιτικόσ και
θρηςκευτικόσ μϋχρι το τϋλοσ του 11ου αιώνα, ϐμωσ η κατανομό και η ποιϐτητα των αρχαιολογικών
ευρημϊτων δεν εύναι αντύςτοιχη ενϐσ τϋτοιου κϋντρου. άςωσ η ϋλλειψη αυτό να ςχετύζεται με την
ευτελό ποιϐτητα τησ αρχιτεκτονικόσ μακριϊ απϐ μεγϊλεσ πϐλεισ, ακϐμα και για τα δημϐςια
οικοδομόματα.582Επύςησ, δεν προκϑπτουν μϋχρι τώρα ενδεύξεισ για τη λειτουργύα τησ ωσ εμπορικοϑ
κϋντρου, ϋςτω ενδιϊμεςου ςε ςχϋςη με τη γειτονικό Θεςςαλονύκη.
Μια ακϐμα αλλαγό που ςυμβαύνει αυτό την περύοδο εύναι το ϐτι το ϐνομα τησ ωσ τϐτε διοικητικόσ
και θρηςκευτικόσ πρωτεϑουςασ γύνεται ϐνομα ϐλησ τησ χερςονόςου.
υνοψύζοντασ, τα χαρακτηριςτικϊ που παρουςιϊζει η μεςοβυζαντινό Καςςϊνδρεια εύναι τα εξόσ:
1. τη θϋςη, ϐπου φαύνεται να αναπτϑςςεται η «πϐλη», ϋχει προϒπϊρξει αςτικό εγκατϊςταςη
κατϊ την αρχαιϐτητα, οπϐτε η οργϊνωςη του βυζαντινοϑ οικιςμοϑ ςτη ύδια θϋςη θα μποροϑςε να
ςχετιςτεύ με τη διαθεςιμϐτητα ϋτοιμου οικοδομικοϑ υλικοϑ.
2. Βρύςκεται ςε θϋςη αρκετϊ εκτεθειμϋνη απϐ ϊποψη ϊμυνασ, καθώσ η πϐλη τησ ελληνιςτικόσ
και ρωμαώκόσ περιϐδου εξυπηρετοϑςε διαφορετικοϑσ ςκοποϑσ. Περιβϊλλεται απϐ θϊλαςςα, απϐ τισ
τρεισ πλευρϋσ και βρύςκεται κοντϊ ςε υδϊτινεσ και χερςαύεσ αρτηρύεσ, που όταν ςε χρόςη την περύοδο
ζωόσ του οικιςμοϑ, ο οπούοσ μποροϑςε να επικοινωνεύ με γειτονικοϑσ οικιςμοϑσ με δϑο τουλϊχιςτον
διαφορετικοϑσ τρϐπουσ.
3. Η βυζαντινό «πϐλη» δεν ϋχει ανιχνευθεύ ϋωσ τώρα και δεν υπϊρχει κϊποια αξιοςημεύωτη
και ευδιϊκριτη διαςπορϊ ευρημϊτων ςτην περιοχό του ιςθμοϑ ςε ςχϋςη με τισ ϊλλεσ θϋςεισ. Επύςησ, δεν
διαςώζεται κανϋνα αξιϐλογο αρχιτεκτϐνημα ενδεικτικϐ τησ ςημαςύασ μιασ μεςαιωνικόσ πϐλησ.
Αντιθϋτωσ, ϋνασ αριθμϐσ ϊλλων καταλούπων εύναι διαςπαρμϋνα γϑρω απϐ το διατεύχιςμα αλλϊ και ςε
μεγϊλη απϐςταςη απϐ αυτϐ.
4. Η Επιςκοπό φϋρει το ϐνομα τησ πϐλησ.
Η Μ. Βϋικου ϋχει υποςτηρύξει ϐτι, παρϐμοια χαρακτηριςτικϊ όταν διαδεδομϋνα ςτην Ελλϊδα κατϊ
την εξεταζϐμενη περύοδο αλλϊ και ςτην Ιταλύα, ςτην Μικρϊ Αςύα και ςτα Βαλκϊνια. Πολλϊ απϐ αυτϊ τα
κϊςτρα, που παρουςιϊζουν κοινό γεωμορφολογύα, αναπτϑχθηκαν ςε θϋςεισ τησ Ύςτερησ Αρχαιϐτητασ
ό κοντϊ ςε αυτϋσ, εύτε αγνοώντασ εύτε χρηςιμοποιώντασ παλαιϐτερεσ εγκαταςτϊςεισ. Η επιλογό για
187
ςυνϋχεια τησ κατούκηςησ ςτον οικιςμϐ ςτηρύζεται ςτην εξαςφϊλιςη τριών βαςικών ςτοιχεύων: τησ
αυτϊρκειασ, τησ αςφϊλειασ και τησ επικοινωνύασ.583
Ο οικιςμϐσ των μϋςων χρϐνων ςτηρύζεται ςε διαφορετικοϑ τϑπου οργϊνωςη ςε ςχϋςη με τον
πρωτοβυζαντινϐ οικιςμϐ. Η διαφοροπούηςη αυτό ύςωσ ςυνδϋεται με το γεγονϐσ ϐτι ο διοικητικϐσ,
οικονομικϐσ και ςτρατιωτικϐσ ϋλεγχοσ των επαρχιών δεν αςκοϑνταν πλϋον μϋςω του δικτϑου των
πϐλεων. Σο κρατικϐ ενδιαφϋρον ϋχει πλϋον μεταφερθεύ απϐ τισ πϐλεισ ςτουσ οικιςμοϑσ τησ υπαύθρου,
που αποτελοϑν πια το επύκεντρο του δημοςιονομικοϑ ενδιαφϋροντοσ.584
υμπερϊςματα
Η μεγαλϑτερη δυςκολύα ςτη μελϋτη τησ πολεοδομικόσ οργϊνωςησ τησ Καςςϊνδρειασ εύναι η
παντελόσ απουςύα αρχιτεκτονικών καταλούπων. Η εξϋλιξό τησ οργϊνωςησ του οικιςμοϑ ςκιαγραφεύται
μονϊχα ςτισ πηγϋσ. Η παρουςύα Επιςκοπικόσ Ϊδρασ αλλϊ και η επιςκευό του διατειχύςματοσ με
583 Veikou, M., “Urban or Rural? Theoretical Remarks on the Settlement Patterns in Byzantine Epirus (7 th-11th centuries), Byzantinische
Zeitschrift 103/1 (2010), 171-193, 170, 183
584 Brandes-Haldon 2000, 170-171
188
αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα υποδεικνϑουν ϋναν ςημαντικϐ οικιςμϐ καθώσ βριςκϐταν κοντϊ ςε
ςημαντικϋσ χερςαύεσ και θαλϊςςιεσ αρτηρύεσ.
Η πϐλη τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου, ςυνόθωσ ορύζεται απϐ τρεισ παραμϋτρουσ: εμπορικϐ κϋντρο,
αμυντικϐσ ςχηματιςμϐσ αλλϊ και θρηςκευτικϐσ και ςτρατιωτικϐσ πυρόνασ. υχνϊ οι παρϊγοντεσ
απουςιϊζουν ό ςυμπύπτουν.585 την περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ, μποροϑμε να εντοπύςουμε με
ςχετικό βεβαιϐτητα την παρουςύα τοπικών αρχϐντων διοικητικών, ςτρατιωτικών, θρηςκευτικών και
τα χαρακτηριςτικϊ τησ αμυντικόσ οχϑρωςησ. Δεν γνωρύζουμε αν υπόρξε εμπορικϐ κϋντρο, αν και τα
αναςκαφικϊ δεδομϋνα δεν ςυνϊδουν με μια τϋτοια διατϑπωςη. Η θϋςη τησ ϐμωσ ςε καύριο ςημεύο που
επιτρϋπει και, ταυτϐχρονα, ελϋγχει την πρϐςβαςη ςε ςυγκεκριμϋνεσ οδικϋσ αρτηρύεσ ό ςταυροδρϐμια
μπορεύ επύςησ να εύναι μια ελκυςτικό επιλογό για εμπορικό δραςτηριϐτητα.
Σο ςύγουρο εύναι ϐτι η Καςςϊνδρεια εμφανύζει μια ςυνεχώσ φθύνουςα πορεύα απϐ τον 6ο αιώνα
μϋχρι και τον 13ο, που εμφανύζεται για τελευταύα φορϊ ςτισ πηγϋσ. Η υποβϊθμιςη ςυνύςταται τϐςο ςε
εδαφικό και δημογραφικό ςυρρύκνωςη ϐςο και ςε απώλεια των χαρακτηριςτικών που την
καθιςτοϑςαν ςημαντικϐ κϋντρο κατϊ την αρχαιϐτητα και τη ρωμαώκό περύοδο.
Σο αποτϋλεςμα αυτϐ προφανώσ οφεύλεται ςε ςυνδυαςμϐ παραγϐντων καθώσ οι εξελύξεισ απϐ τον
6ο αιώνα και εξόσ εύναι ραγδαύεσ και ςυχνϊ δραματικϋσ ςε κϊθε επύπεδο, με ςυνϋπειεσ προφανώσ πιο
εμφανεύσ και ϋντονεσ ςε μια επαρχιακό πϐλη με μικρϐ ςτρατηγικϐ ενδιαφϋρον για την εξουςύα.
Η ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια καθώσ και η ρωμαώκό αποικύα επιλϋχτηκαν και ενιςχϑθηκαν για
λϐγουσ κρατικόσ οικονομικόσ και διοικητικόσ πολιτικόσ. Όταν εξϋλιπαν οι λϐγοι αυτού, η πϐλη ϋχαςε την
πολιτικό τησ εξουςύα και μεταβλόθηκε ςε τοπικόσ ςημαςύασ κοινωνικϐ και διοικητικϐ κϋντρο, με
ςυνϋπεια να χϊςει την ελκυςτικϐτητϊ τησ και οι αςτικϋσ λειτουργύεσ να απομακρυνθοϑν.586
υμπεραςματικϊ, η εξϋλιξη του οικιςμοϑ όταν ςυνϊρτηςη των μεταςχηματιςμών τϐςο ςε τοπικϐ
ϐςο και ςε ευρϑτερο επύπεδο και βϊςει των ςυνθηκών, η Καςςϊνδρεια ανϋπτυξε μια ποικιλύα
λειτουργιών κατϊ τη μακραύωνη ζωό τησ προςφϋροντασ τισ δυνατϐτητεσ ενϐσ οχυροϑ, μιασ πϐλησ ό
ενϐσ καταφυγύου, ενϐσ διοικητικοϑ, θρηςκευτικοϑ ό ςτρατιωτικοϑ κϋντρου, ό ενϐσ ςυνδυαςμοϑ των
παραπϊνω.
189
ςυνηθιςμϋνη η εικϐνα τησ ςυρρύκνωςησ των αρχαύων πϐλεων κατϊ τον 5ο και 6ο αιώνα και τησ
αντιςτρϐφωσ ανϊλογησ αϑξηςησ των αγροτικών οικιςμών και ϊλλων τϑπων εγκαταςτϊςεων γϑρω απϐ
αυτοϑσ. Οι νϋεσ θϋςεισ εμφανύζονται ςτισ παρειϋσ των λϐφων αλλϊ και ςε παρϊλιεσ ζώνεσ που μϋχρι
τϐτε όταν ανεκμετϊλλευτεσ. (ςχ. 23)
Σην περύοδο αυτό, η ϑπαιθροσ τησ Καςςϊνδρειασ παρουςιϊζει οικονομικό και πολιτιςμικό ϊνθηςη.
τη χερςϐνηςο εμφανύζονται νϋοι οικιςμού παρϊλληλα με αυτοϑσ που επιβιώνουν απϐ την αρχαιϐτητα
και χρηματοδοτεύται η ανοικοδϐμηςη δεκϊδων ναών ςτον τϑπο τησ βαςιλικόσ.
Νϋα Υώκαια:
1. τον παραθαλϊςςιο λϐφο, ϐπου δεςπϐζει ο πϑργοσ τησ μονόσ Αγύου Παϑλου, (εικ. 36)
αναφϋρεται η ϑπαρξη λιγοςτών και δυςδιϊκριτων καταλούπων μικροςυνοικιςμοϑ των πρώτων
μεταχριςτιανικών χρϐνων.587 Η λαώκό παρϊδοςη διαςώζει μύα ιςτορύα για την περιοχό που αφορϊ τον
πρώτο μεταχριςτιανικϐ αιώνα: Ο απϐςτολοσ Παϑλοσ μετϋβη ςτην Ιεριςςϐ για να διδϊξει τον
χριςτιανιςμϐ αλλϊ οι κϊτοικοι δεν τον δϋχτηκαν και τον καταδύωξαν. Σϐτε εκεύνοσ παρακϊλεςε τον Θεϐ
να τον ςώςει και κατϊ θαυμαςτϐ τρϐπο ανούχθηκε μπροςτϊ του χϊςμα μϋςα ςτο οπούο κατϋλυςε και
γλύτωςε απϐ τουσ διώκτεσ του. Ϊπειτα κινοϑμενοσ μϋςα απϐ ςόραγγα βγόκε με αντύςτοιχο χϊςμα ςτην
Καςςϊνδρα. Σα δϑο χϊςματα απϐ τα οπούα αναβλϑζει αγύαςμα υπϊρχουν μϋχρι και ςόμερα,
190
διαμορφωμϋνα ωσ εξωκκλόςια και εύναι αφιερωμϋνα ςτον απϐςτολο Παϑλο. Σο αγύαςμα μϊλιςτα τησ
Καςςϊνδρασ βρύςκεται ςτη μικρό κοιλϊδα αμϋςωσ δυτικϊ του πϑργου. (εικ. 37-38) Εκεύ, ςτον μαλακϐ
αςβεςτολιθικϐ βρϊχο εύναι ςκαμμϋνο ϋνα μικρϐ ςπόλαιο διαμορφωμϋνο ωσ παρεκκλόςι. Απϐ αυτϐ το
ςημεύο, ξεκινϊει ϋνασ διϊδρομοσ μόκουσ περύπου 10 μ. που οδηγεύ ςτη μικρό και ανοικτό δεξαμενό του
αγιϊςματοσ, μύα μικρό και ςκοτεινό αύθουςα, που εύναι πολϑ πιθανϐ να ανόκε ςε ςκαπτϐ μακεδονικϐ
τϊφο και μϊλιςτα ςτον αρχικϐ λατρευτικϐ του χώρο, που όταν διακοςμημϋνοσ με τοιχογραφύεσ.
όμερα ςώζονται ελϊχιςτα λεύψανα των τοιχογραφιών αυτών ςτισ γωνύεσ τησ αύθουςασ καθώσ και η
μαρμϊρινη βϊςη ενϐσ περιρραντηρύου που μϊλλον ςυνδϋεται με την Αγύα Σρϊπεζα του εξωκκληςιοϑ.588
2. το Γερϊνι, ςτην περιοχό τησ ϊνησ, εντοπύςτηκαν και αναςκϊφηκαν τα κατϊλοιπα οικιςμοϑ,
που όταν οργανωμϋνοσ ςε μια ελώδη περιοχό δυτικϊ τησ Νϋασ Υώκαιασ, απϐ την πλευρϊ του
Θερμαώκοϑ Κϐλπου. (εικ. 39-41) Ο οικιςμϐσ εύχε διϊρκεια ζωόσ απϐ τη ρωμαώκό μϋχρι και την ϐψιμη
πρωτοβυζαντινό περύοδο και η ϋκταςό του υπολογύζεται ςτα 150 ςτρϋμματα.
Η αναςκαφικό ϋρευνα περιορύςτηκε ςε ϋνα ςυγκρϐτημα τριών κτιρύων και ςε τμόμα του
νεκροταφεύου του οικιςμοϑ.
Σο κτιριακϐ ςυγκρϐτημα, που υπολογύζεται πωσ κϊλυπτε μια επιφϊνεια 600 τ.μ., ςώζεται περύπου
ςτο ϋνα τρύτο τησ αρχικόσ ϋκταςησ. Ο αναςκαφϋασ πιςτεϑει ϐτι πρϐκειται για μια villa rustica, τησ
εποχόσ τησ ρωμαιοκρατύασ. Οι χώροι αναπτϑςςονταν γϑρω απϐ εςωτερικό αυλό. Σο διώροφο κτύριο
καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ ςτα μϋςα του 3ου αι. μ.Φ. αλλϊ ςϑντομα επιςκευϊςτηκε και
επαναχρηςιμοποιόθηκε. Ϋταν επιμελημϋνησ καταςκευόσ, με τρεχοϑμενο νερϐ που μεταφερϐταν με
πηλοςωλόνεσ, διϋθετε μεγϊλο λουτρϐ, χώρουσ αποθηκεϑςεωσ γεωργικών προώϐντων ςτο ιςϐγειο,
τούχουσ κοςμημϋνουσ με τοιχογραφύεσ και ορθομαρμαρώςεισ, μεγϊλεσ και ιςχυρϋσ ξϑλινεσ κοςμημϋνεσ
πϐρτεσ και μαρμαροςτρωμϋνα δϊπεδα. Μϋςα ςτον 4ο ό 5ο αιώνα φαύνεται ϐτι ϊλλαξε η χρόςη του,
καθώσ μετατρϊπηκε ςε βοηθητικϐ χώρο του παρακεύμενου νεκροταφεύου, ϐπωσ δεύχνει ο
εντυπωςιακϐσ αριθμϐσ των νομιςμϊτων που βρϋθηκαν ςκορπιςμϋνα ςτα δϊπεδα των δωματύων.
Πρϐκειται για χϊλκινα νομύςματα μικρόσ αξύασ, κυρύωσ των αρχών του 5ου αι. μ.Φ. που μϊλλον
ρύχνονταν απϐ τουσ επιςκϋπτεσ ωσ προςφορϊ ςτουσ νεκροϑσ.
Σο κτύριο φαύνεται να καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ κατϊ τον 6ο αιώνα. Μετϊ την καταςτροφό του
λιθολογόθηκε για την οικοδϐμηςη ϊλλων κτιρύων ςτη γϑρω περιοχό και τα μϊρμαρϊ του
θρυμματύςτηκαν προκειμϋνου να γύνουν αςβϋςτησ.
Ο πρωτοβυζαντινϐσ οικιςμϐσ εύχε αναπτυχθεύ ςτα νϐτια του κτιριακοϑ ςυμπλϋγματοσ, ςτην
παραθαλϊςςια ζώνη που χωρύζει το ϋλοσ απϐ τη θϊλαςςα,. το κϋντρο του, διακρύνονται τα ερεύπια
βαςιλικόσ που περιβαλλϐταν απϐ βοηθητικϊ κτύςματα.
Σο νεκροταφεύο εκτεύνεται ςτην παραθαλϊςςια ζώνη, αμϋςωσ δυτικϊ του ϋλουσ, κατϊ ϋνα μϋροσ
του πϊνω ςτα ερεύπια προώςτορικοϑ οικιςμοϑ. Οι τϊφοι, κιβωτιϐςχημοι και καμαροςκεπεύσ,
588 Ό.π. 25
191
χρονολογοϑνται μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα. Οι περιςςϐτεροι εύναι χτιςμϋνοι με οικοδομικϐ υλικϐ
προερχϐμενο απϐ αρχαύα κτύρια, τησ γειτονικόσ ϊνησ, η οπούα φαύνεται ϐτι όταν όδη ϋρημη κατϊ την
περύοδο αυτό.
Ο πληθυςμϐσ πρϋπει να απαςχολοϑνταν με τη ςυςτηματικό εκμετϊλλευςη τησ αλυκόσ που
λειτουργοϑςε εκεύ ϐπου ςόμερα βρύςκεται το ϋλοσ. Σα ύχνη τησ εύναι ευδιϊκριτα ςε πολλϊ ςημεύα. Οι
πρώτεσ γραπτϋσ ιςτορικϋσ μαρτυρύεσ για την αλυκό εύναι μϐλισ των αρχών του 15 ου αιώνα και η
λειτουργύα τουσ ςταματϊ τον 17ο. Σο ύδιο το τοπωνϑμιο «Γερϊνι» παραπϋμπει ςτη λειτουργύα τησ
καθώσ ορύζει το ςϑςτημα με το οπούο γινϐταν η μεταφορϊ του θαλαςςινοϑ νεροϑ ςτισ «λεκϊνεσ
εξατμύςεωσ», προκειμϋνου να παραχθεύ το ϊλασ.
Ο οικιςμϐσ πρϋπει να καταςτρϊφηκε μϋςα ςτον 6ο αιώνα. τισ αρχϋσ του 15ου αιώνα ιδρϑθηκε το
Μετϐχι τησ Μονόσ Διονυςύου. την οριοθϋτηςη του μετοχύου του 1415, αναφϋρονται ωσ ϐρια κτύςματοσ
προσ την πλευρϊ του ϋλουσ τα «δύκαια του Μυριανδρύου». Για το τοπωνϑμιο αυτϐ δεν ϋχουμε ϊλλη
αναφορϊ. άςωσ πρϐκειται για την υπϐμνηςη κϊποιου πολυϊνθρωπου οικιςμοϑ ό για την επιβύωςη του
ληςμονημϋνου ονϐματοσ του.589
3. την ύδια περιοχό, ςτον ϐρμο Ξενοφώντοσ και, ςυγκεκριμϋνα, ςτη θϋςη Μεγϊλη Κϑψα,
εντοπύςτηκε αγροικύα και υςτερορωμαώκϐσ οικιςμϐσ που επιβύωςε μϋχρι και τον 9ο αιώνα. (εικ. 42-45)
Σο 1972 ςε ςωςτικό αναςκαφό περιοριςμϋνησ ϋκταςησ εύχαν εντοπιςτεύ αρκετϊ μαρμϊρινα
αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ που ςυνδϋονται με τα κτύρια αυτϊ (αρϊβδωτοι κιονύςκοι, βϊςεισ και
κιονϐκρανα).590 Κατϊ την πρϐςφατη αναςκαφικό ϋρευνα που πραγματοποιόθηκε απϐ την πρώην 10η
Εφορεύα Βυζαντινών Αρχαιοτότων (νυν Εφορεύα Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ) ,
ερευνόθηκαν τρύα κτύρια επιμελημϋνησ καταςκευόσ, που κοςμοϑνταν με ψηφιδωτϊ και μια κυκλικό
καταςκευό με ϊγνωςτη χρόςη. το νϐτιο κτύριο αναςκϊφηκαν τρύα δωμϊτια και μια αψιδωτό αύθουςα
με επιδαπϋδιο ψηφιδωτϐ που ανϊγεται ςτουσ ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ. Η αύθουςα αυτό, κϊποια ϊγνωςτη
χρονικό ςτιγμό μεταςκευϊςτηκε και λειτοϑργηςε ωσ λουτρϐ. Σο βϐρειο κτύριο πρϋπει να λειτουργοϑςε
ωσ αποθηκευτικϐσ χώροσ, δεδομϋνου ϐτι εντοπύςτηκαν πολυϊριθμοι πύθοι.
την ύδια περιοχό εντοπύςτηκαν και αναςκϊφηκαν ςυςτηματικϊ κεραμικού και μεταλλευτικού
κλύβανοι.591ε παχϑ ςτρώμα καϑςησ βρϋθηκαν νομύςματα 6ου και 7ου αιώνα.592την αναςκαφό του
1972 εντοπύςτηκαν ταφϋσ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου.593Δεν αναφϋρεται ϐμωσ η θϋςη, ο αριθμϐσ των
ταφών και δεν δημοςιεϑεται ςχϋδιο του νεκροταφεύου.
589 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ. «Ο αρχαύοσ οικιςμϐσ ςτο Γερϊνι τησ ϊνησ, με βϊςη τα πρώτα αναςκαφικϊ δεδομϋνα», Καςςϊνδρα, τεϑχοσ 11 (1998), 25-
27
590 Αλεξανδρό, Ολ., Α.Δ. (1973-74), Φρονικϊ Β2, 676
591 Σςολϊκησ, τ. - Παπϊγγελοσ, Ι., προκαταρκτικό προφορικό ανακούνωςη ςτο ΑΕΜΘ (2008)
592 Δϑο Σιβερύου –Κωνςταντύνου (578-582), τρύα Μαυρικύου –Σιβερύου (582-602), τϋςςερα Υωκϊ (602-610) και δϑο Ηρακλεύου (610-641).
593 Αλεξανδρό ϐ.π., 676
192
Καςςϊνδρεια/Βϊλτα:.
1. την περιοχό τησ Αγύασ Παραςκευόσ εντοπύςτηκαν οι θεμελιώςεισ τριών βαςιλικών, η μύα
εκ των οπούων ανϊγεται ςτην ϑςτερη ρωμαώκό περύοδο καθώσ και ταφϋσ τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ και
αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα ςε ϊςχημη κατϊςταςη διατόρηςησ, που δεν επιτρϋπει τον προςδιοριςμϐ τησ
χρόςησ τουσ.
2. την περιοχό του Αγύου Νικολϊου, αναφϋρεται η ϑπαρξη βαςιλικόσ χωρύσ ϐμωσ να
δύνονται περιςςϐτερα ςτοιχεύα.594
Υοϑρκα:
1. τον Κοιμητηριακϐ ναϐ του Αγύου Αθαναςύου, εντοπύζονται, εντοιχιςμϋνα και ελεϑθερα,
αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ που χρονολογοϑνται ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο και πιθανώσ ςχετύζονται με
την ϑπαρξη βαςιλικόσ, που εντοπύςτηκε εν μϋρει ςτα θεμϋλια του ναοϑ. υγκεκριμϋνα, ϋνα κιονϐκρανο
βρύςκεται και ςόμερα εντοιχιςμϋνο ςτον νϐτιο τούχο του ναοϑ και φϋρει ςτον ϊβακα την επιγραφό:
«ΤΠΕΡ ΕΤΦΗ ΒΙΝΚΕΝΣΙΟΤ»,595 ενώ καταγρϊφονται ϋνασ πρωτοβυζαντινϐσ κύονασ, δϑο αμφικιονύςκοι,
ϋνασ πεςςύςκοσ πιθανώσ απϐ φρϊγμα πρεςβυτερύου κ.α. 596
2. την παραλύα τησ Υοϑρκασ και ςτη κϊλα του Αγύου Ιωϊννη αναφϋρεται η ϑπαρξη
βαςιλικών χωρύσ ϐμωσ να δύνονται περιςςϐτερα ςτοιχεύα.597
Νϋα κιώνη:
1. την περιοχό Άγιοσ Ιωϊννησ αναφϋρεται η ϑπαρξη βαςιλικόσ.599
2. Δοκιμαςτικϋσ τομϋσ ςτο μεταβυζαντινϐ εξωκκλόςιο τησ Παναγύασ Υανερωμϋνησ,
αποκϊλυψαν ϐτι ο ναϐσ κτύςτηκε ςτα ερεύπια πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ, το οικοδομικϐ υλικϐ τησ
οπούασ χρηςιμοποιόθηκε ςτην τοιχοποιύα του νϋου ναοϑ. Η κϐγχη μϊλιςτα ανόκει ςτην προγενϋςτερη
βαςιλικό.600(εικ. 46)
193
Αγύα Παραςκευό:
ε τϋςςερισ θϋςεισ τησ περιοχόσ τησ Αγύασ Παραςκευόσ (Άγιοσ Νικϐλαοσ, Αγύα Σριϊδα, Παλιοκκληςιϊ
και Άγιοσ Γεώργιοσ), καταγρϊφονται τα κατϊλοιπα ιςϊριθμων βαςιλικών χωρύσ να δύνονται
περιςςϐτερα ςτοιχεύα για την ακριβό τουσ θϋςη.601
Παλιοϑρι:
1. ε δϑο θϋςεισ τησ περιοχόσ (Φροϑςω και Κϊνιςτρο/Άγιοσ Νικϐλαοσ) καταγρϊφονται πιθανϋσ
θϋςεισ πρωτοβυζαντινών βαςιλικών.602
2. Για την τοποθεςύα Αρϊπησ (αρχαύα Θϋραμβοσ) υπϊρχει μια αςαφόσ αναφορϊ ςτην ϑπαρξη
οικιςτικών καταλούπων τησ εποχόσ που μασ ενδιαφϋρει.603
Πευκοχώρι:
το ακρωτόριο Γλαρϐκαβοσ, λύγα χιλιϐμετρα ανατολικϊ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ του Πευκοχωρύου,
εντοπύςτηκαν κατϊλοιπα οικιςμοϑ που χρονολογοϑνται απϐ τα ρωμαώκϊ μϋχρι και τα πρωτοβυζαντινϊ
χρϐνια καθώσ και ύχνη αλυκών. Η καταςτροφό του οικιςμοϑ πρϋπει να ϋγινε ςτα μϋςα του 6ου αι.604την
ύδια θϋςη, εντοπύςτηκε βαςιλικό του 5ου αιώνα, ςτα θεμϋλια του εξωκκληςύου τησ Ζωοδϐχου πηγόσ.605
Πολϑχρονο:
ε ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ που πραγματοποιόθηκαν ςτον ςϑγχρονο οικιςμϐ (οικ. Π. Αθαναςιϊδη),
αποκαλϑφθηκε οικοδϐμημα ϊγνωςτησ χρόςησ. (εικ. 49) Αναςκϊφηκαν ςυνολικϊ πϋντε χώροι που δεν
ϋδωςαν ςτοιχεύα για την ταυτϐτητα του κτιρύου. Η τοιχοποιύα του όταν καταςκευαςμϋνη απϐ αργοϑσ
λύθουσ με λϊςπη ωσ ςυνδετικϐ υλικϐ. Σο κτύριο ςε ϐλη του την ανεςκαμμϋνη ϋκταςη καλϑπτεται απϐ
ςτρώμα καταςτροφόσ. τισ επιχώςεισ εντοπύςτηκαν θραϑςματα μαρμαροθετόματοσ, λύθινα
αρχιτεκτονικϊ μϋλη και θραϑςματα ςχιςτολιθικόσ πλϊκασ με ανϊγλυφη διακϐςμηςη. Σα κινητϊ
194
ευρόματα (κεραμικό, μαρμϊρινα γλυπτϊ και ϋνα νϐμιςμα Μαρκιανοϑ [450-457]), που εντοπύςτηκαν
ςτουσ χώρουσ που θεωρεύται ϐτι ανόκουν ςτην αρχικό φϊςη καταςκευόσ του κτιρύου, οδηγοϑν ςτην
χρονολϐγηςό του ςτο β’ μιςϐ του 5ου αιώνα. Μετϊ την καταςτροφό του κτιρύου, ο χώροσ
χρηςιμοποιόθηκε για την απϐθεςη νεκρών. Οι ταφϋσ, ωςτϐςο, δεν δύνουν ςτοιχεύα χρονολϐγηςησ.608
την ύδια περιοχό του οικιςμοϑ αναφϋρονται τα κατϊλοιπα βαςιλικόσ τησ ύδιασ περιϐδου. 609
Καλλιθϋα:
τη θϋςη ωλόνασ, κοντϊ ςτισ εκβολϋσ του χειμϊρρου Ποτϐκι, αναςκϊφηκε τρύκλιτη βαςιλικό με
νϊρθηκα και εξϋχουςα αψύδα, που χρονολογεύται ςτον 5ο αιώνα. Σο κεντρικϐ κλύτοσ και ο νϊρθηκασ του
ναοϑ κοςμοϑνται με ψηφιδωτϊ. το κεντρικϐ κλύτοσ, ςε μεταγενϋςτερη περύοδο, κτύςτηκε πϑργοσ. 610
(εικ. 50-51)
την περιοχό τησ Καλλιθϋασ, ςτη θϋςη του Ιεροϑ του Ωμμωνα Δύα και μετϊ την καταςτροφό του,
ανεγϋρθηκε βαςιλικό, ϐπωσ διαπιςτώνεται απϐ τα αρχιτεκτονικϊ μϋλη που βρύςκονται εντοιχιςμϋνα
ςτο μεταβυζαντινϐ μετϐχι τησ μονόσ Παντελεόμονοσ, που κτύςθηκε ςτην ύδια θϋςη. τη θϋςη τησ
βαςιλικόσ πρϋπει να κτύςθηκε μεςοβυζαντινϐσ μονϐχωροσ ναϐσ. 611 (εικ. 52)
Άθυτοσ:
Εντϐσ του οικιςμοϑ και ςτον περιβϊλλοντα χώρο των ναών του Αγύου Νικολϊου και Αγύου Ιωϊννη,
αναφϋρεται η ϑπαρξη καταλούπων πρωτοβυζαντινόσ και βυζαντινόσ περιϐδου, καθώσ και ύχνη
βαςιλικών τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου.612
Σσμπεράζμαηα
Η καταγραφό των θϋςεων τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου δεν μπορεύ να θεωρηθεύ πλόρησ αφοϑ
δεν ϋχει γύνει ςυςτηματικό ϋρευνα. Εύναι ϐμωσ ενδεικτικό για την κατϊςταςη που επικρατοϑςε ςτη
χερςϐνηςο.
την περιοχό 12 ςϑγχρονων οικιςμών εντοπύςτηκαν δεκϊδεσ θϋςεισ με πρωτοβυζαντινϋσ
εγκαταςτϊςεισ (οικιςμού, νεκροταφεύα, βαςιλικϋσ, βιοτεχνικϋσ εγκαταςτϊςεισ). Ση μεγαλϑτερη
ςυγκϋντρωςη εμφανύζουν οι περιοχϋσ: Νϋα Υώκαια (κυρύωσ η ϊνη), επύςησ, η Βϊλτα, η Υοϑρκα, η Αγύα
Παραςκευό, το Παλιοϑρι και η Ωφυτοσ.
608 Παππϊ, Μ., «ΙΣ’ Εφορεύα Προώςτορικών και Κλαςικών Αρχαιοτότων», ΑΔ 45 (1990), Β2, 318, πιν. 143 β και τησ ύδιασ, «ΙΣ’ Εφορεύα
Προώςτορικών και Κλαςικών Αρχαιοτότων», ΑΔ 46 (1991), Β2, 282-284, ςχ. 6, πιν. 106δ-ε, 107α.
609 Παπϊγγελοσ ϐ.π., (ςημεύο 33 ςτον χϊρτη)
610 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Σρύκλιτη βαςιλικό ςτην Καλλιθϋα Φαλκιδικόσ», ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φ. 3-6-1995 ̇ του ιδύου «Σο χωρύον του ωλόνοσ ςτην
Καςςϊνδρα», Μακεδονικϊ 27 (1989-1990), 171-182 ̇ Αςημακοποϑλου-Ατζακϊ, Π., Σα ψηφιδωτϊ δϊπεδα τησ Θεςςαλονύκησ, Θεςςαλονύκη
(1998), 153 (ςημ. 478), 157 (ςημ. 510)
611 Λεβεντοποϑλου-Γιοϑρη, Ευγ., «Σο Ιερϐ του Ωμμωνοσ Διϐσ παρϊ την Ωφυτιν», ΑΑΑ IV (1971), Γ’, 356-367 ̇ Σςιγαρύδασ, Ευθ., «Φριςτιανικαύ
αρχαιϐτητεσ εισ τον χώρον του ιερου του Ωμμωνοσ Διϐσ εισ Καλλιθϋαν Φαλκιδικόσ», ΑΑΑ V (1971), 35-38 ̇ Παπϊγγελοσ 1998, 79
612Παπϊγγελοσ 1998Δ, 81, εικ. 3 (ςημεύα 38-39 ςτον χϊρτη)
195
Όλεσ οι εγκαταςτϊςεισ, με εξαύρεςη την Αγύα Παραςκευό αναπτϑςςονται ςε ανοχϑρωτεσ παρϊλιεσ
θϋςεισ περιμετρικϊ τησ χερςονόςου. Οι περιςςϐτερεσ ςυνεχύζουν ςε θϋςεισ με παλαιϐτερη κατούκηςη
ενώ πϋντε απϐ αυτϋσ παρουςιϊζουν ςυνεχό κατούκηςη απϐ την αρχαιϐτητα.
Αξιοςημεύωτα μεγϊλοσ εύναι ο αριθμϐσ των βαςιλικών που εντοπύζονται ςτην ϑπαιθρο τησ
Καςςϊνδρειασ και δεν φαύνεται εκ πρώτησ ϐψεωσ να ςχετύζονται με κϊποιον οικιςμϐ. Οι βαςιλικϋσ
αυτϋσ δεν πρϋπει να όταν απομονωμϋνεσ αλλϊ ύςωσ αρχικϊ ςυνδϋονταν με μορφϋσ κατούκηςησ που δεν
ϊφηςαν υλικϊ κατϊλοιπα. Οι ναού τησ υπαύθρου μϊλιςτα ϋχουν κϊποιεσ φορϋσ μνημειακϊ
χαρακτηριςτικϊ και ϋχουν διακοςμηθεύ απϐ επαγγελματύεσ τεχνύτεσ (π.χ. Βαςιλικό ωλόνοσ ςτην
Καλλιθϋα). Ο αριθμϐσ τουσ αλλϊ και η ποιϐτητα καταςκευόσ τουσ δεύχνουν την οικονομικό ευμϊρεια
τησ περιοχόσ αλλϊ και κϊποια κρατικό βοϑληςη ό ενύςχυςη απϐ τη Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ.
Γενικϊ, η πυκνϐτητα των οικιςτικών εγκαταςτϊςεων φαύνεται να εύναι αντύςτοιχη, αν ϐχι
μεγαλϑτερη, ςε ςϑγκριςη με την αρχαιϐτητα. Αντιθϋτωσ, δεν φαύνεται να υπϊρχουν μεγϊλα αςτικϊ
κϋντρα, ενώ ο πληθυςμϐσ εύναι διεςπαρμϋνοσ ςε αγροτικοϑσ μικροςυνοικιςμοϑσ ςε θϋςεισ που
παρουςύαζαν ενδιαφϋρον για τισ παραγωγικϋσ τουσ δραςτηριϐτητεσ.
Η ϑπαρξη των αγροικιών ςτην Μεγϊλη Κϑψα και ςτο Γερϊνι ύςωσ ςυνδϋονται με την οργϊνωςη
βιοτεχνικών δραςτηριοτότων, που επιβεβαιώνεται απϐ τον μεγϊλο αριθμϐ των κλιβϊνων
(μεταλλευτικών και κεραμικών) ςτην πρώτη περύπτωςη και των αλυκών ςτη δεϑτερη και ςτισ οπούεσ
θα μποροϑςε να αποδοθεύ η διαςπορϊ των εγκαταςτϊςεων ςε μικροςυνοικιςμοϑσ, ϐπου θα διϋμεναν οι
καλλιεργητϋσ με τισ οικογϋνειϋσ τουσ. Η δημιουργύα μικρών οικιςτικών ςυνϐλων κοντϊ ςτισ δϑο
ρωμαώκϋσ αγροικύεσ υποδηλώνει τϐςο τη ςυνϋχεια ςτισ ύδιεσ θϋςεισ ϐςο και την αλλαγό του τρϐπου
ζωόσ, που αποτυπώνεται ςτισ μεταςκευϋσ και την αλλαγό χρόςησ των ρωμαώκών κτιρύων.
Η οικονομύα τησ χερςονόςου θα πρϋπει να ςτηριζϐταν κυρύωσ ςτην γεωργοκτηνοτροφικό
παραγωγό και ςτα δαςικϊ προώϐντα. Σο διαμετακομιςτικϐ εμπϐριο με πλούα πρϋπει να θεωρηθεύ
ςύγουρο, ϐπωσ επύςησ βϋβαιη εύναι η εναςχϐληςη με την αλιεύα (ςε ϐλεσ τισ θϋςεισ ϋχουν βρεθεύ βαρύδια
και ϊλλα αλιευτικϊ εργαλεύα).
υνοψύζοντασ, αρκετού αρχαύοι και ρωμαώκού οικιςμού επιβιώνουν μϋχρι και τον 6ο αιώνα, οπϐτε
ϐλεσ ςτισ περιςςϐτερεσ απϐ τισ θϋςεισ αυτϋσ διαπιςτώνεται μια τομό ςτη ςυνϋχεια του βύου τουσ.
196
Η κατϊληψη και η λεηλαςύα τησ Θεςςαλονύκησ το 904 απϐ τουσ Ωραβεσ, εύχε ςυνϋπειεσ και ςτη
Φαλκιδικό. Παρϊλληλα, η χερςϐνηςοσ χειμαζϐταν απϐ τισ βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ όδη απϐ τα τϋλη του
9ου αιώνα και μϋχρι το 927. Η ςϑμπτωςη των βουλγαρικών και των αραβικών επιθϋςεων ςτϊθηκε
καθοριςτικό για την Καςςϊνδρεια, αφοϑ ευθϑνεται για την ϑπαρξη ςτη χερςϐνηςο πολλών
«κλαςματικών γαιών», δηλαδό καλλιεργόςιμων εκτϊςεων που εύχαν εγκαταλειφθεύ επύ τριϊντα ϋτη
απϐ τουσ κατϐχουσ τουσ και το κρϊτοσ τισ διαχειριζϐταν ωσ διαθϋςιμεσ.
Ο 10οσ αιώνασ όταν περύοδοσ αναδιοργϊνωςησ και ανϊκτηςησ τησ αςφϊλειασ για τη Φαλκιδικό.
Ϋδη απϐ τον 9ο αιώνα, ο ςτρατϐσ των θεμϊτων εγκατϋςτηςε ςτην περιοχό δύκτυο οχυρώςεων, η
επιςκοπό αναφϋρεται εκ νϋου και η διούκηςη ξαναβρόκε τα κεκτημϋνα τησ. Μια απϐ τισ βαςικϋσ αςτικϋσ
λειτουργύεσ, η διαμονό των ιςχυρών (επύςκοποσ, οι αξιωματοϑχοι τησ φρουρϊσ, οι ηγοϑμενοι των
αςτικών μοναςτηριών, οι πλοϑςιοι τιτλοϑχοι) ςτο Κϊςτρο τησ Καςςϊνδρειασ, που θα ϋδινε ώθηςη ςτο
εμπϐριο και τη βιοτεχνύα, αφοϑ πολλού αγρϐτεσ θα κατοικοϑςαν γϑρω απϐ την πϐλη δεν ϋχει ακϐμα
επιβεβαιωθεύ. Η ςχετικό αςφϊλεια πϊντωσ ϋδινε ώθηςη και ςτισ καλλιϋργειεσ. Απϐ τον 9ο-10ο αιώνα, οι
καλλιϋργειεσ επεκτϊθηκαν ςε περιοχϋσ οι οπούεσ προηγουμϋνωσ όταν δϊςη.614
Πληροφορύεσ για την αγροτικό κατούκηςη ςτην Καςςϊνδρεια ϋχουμε για πρώτη φορϊ απϐ τον 10 ο
αιώνα χϊρη ςτα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ. Η ερμηνεύα των εγγρϊφων εύναι δϑςκολη τϐςο λϐγο τησ
οικονομικόσ φϑςησ τουσ, που εςτιϊζει ςτη φορολογύα και δεν επιτρϋπει παρϊ μια κατακερματιςμϋνη
εικϐνα τησ αγροτικόσ κοινωνύασ ϐςο και λϐγο τησ πολυςημύασ ςτην ορολογύα τησ οικιςτικόσ
διαβϊθμιςησ.
Απϐ τον 9ο μϋχρι και τον 11ο αιώνα, φαύνεται ϐτι το δύκτυο των κοινοτότων τησ Καςςϊνδρειασ
αντικαταςτϊθηκε ςε μεγϊλο βαθμϐ απϐ ϋνα δύκτυο ιδιοκτηςιών. Αυτό η αντικατϊςταςη, που
υποδηλώνει ςημαντικϋσ αλλαγϋσ ςτο καθεςτώσ τησ ιδιοκτηςύασ και ςτην κατϊςταςη των χωρικών,
ςυνδϋεται και με την εμφϊνιςη νϋων οικιςτικών εγκαταςτϊςεων.615
Γενικϊ, απϐ τον 10ο μϋχρι και τον 14ο αιώνα διαμορφώνονται νϋοι τϑποι κατούκηςησ που
βαςύζονται κυρύωσ ςτην αγροτικό παραγωγό και την ιδιοκτηςύα τησ γησ, ενώ η οικιςτικό διϊρθρωςη
τησ χερςονόςου δεν περιελϊμβανε πϐλεισ. Δεν εύναι ςαφό τα ϐρια ανϊμεςα τουσ διαφορετικοϑσ τϑπουσ
οργϊνωςησ, αφοϑ ςχεδϐν, κϊθε οικιςτικό θϋςη αποτελεύ και μια ιδιϐτυπη κατηγορύα.
197
πυκνοκατοικημϋνα. Περιλϊμβαναν κατϊ μϋςο ϐρο εύκοςι με τριϊντα κατοικύεσ και ςπανύωσ πϊνω απϐ
εκατϐ.616
Εύναι πολϑ δϑςκολο να αποδειχτεύ, ϐτι τα τριϊντα περύπου τοπωνϑμια που αναφϋρονται τον 10ο
αιώνα και το πρώτο μιςϐ του 11ου ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ, αντιπροςωπεϑουν πραγματικϊ
χωριϊ. Κϊποια απϐ αυτϊ ςυνεχύζουν ςτισ δομϋσ των πρωτοβυζαντινών οικιςμών με την ύδια ονομαςύα,
ϋνα ό δϑο ϋχουν ςλαβικό προϋλευςη, ενώ αρκετϊ φϋρουν τα ονϐματα των πρώτων ιδιοκτητών των
εκτϊςεών τουσ.
τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα (ανϊμεςα ςτο 1047 και το 1056) υπόρχαν ςύγουρα τϋςςερα τοπωνϑμια
ςτην Καςςϊνδρεια, που αναφϋρονται ςε αυτϐνομα χωριϊ: το «χωρύον των Βουρκϊνων», νοτύωσ του
ιςθμοϑ απϐ την πλευρϊ του Σορωναύου, το «χωρύον των Καμϊρων» ςτα ΝΑ του προαςτεύου του Αγύου
Δημητρύου, η «κορδύχη», που μϊλιςτα αναφϋρεται και ωσ φροϑριο και το «Φορτοκϐπιον».
τισ αρχϋσ του 14ου αιώνα, αναφϋρονται πολλϊ τοπωνϑμια ωσ χωριϊ, οπϐτε ςυμπεραύνουμε ϐτι την
περύοδο εκεύνη εύτε ςημειώθηκε δημογραφικό αϑξηςη ό ςυντελϋςτηκε αλλαγό ςτουσ ϐρουσ που
περιγρϊφουν τουσ οικιςμοϑσ, καθώσ τα περιςςϐτερα απϐ αυτϊ τα χωριϊ τα προηγοϑμενα χρϐνια
αναφϋρονταν ωσ «τοποθεςύεσ», «τϐποι», «γη» κ.ο.κ.
Τπϊρχει και μια τρύτη κατηγορύα χωριών ςτη Φερςϐνηςο. Εύναι τα χωριϊ των παρούκων που
δημιουργόθηκαν ςτα εδϊφη μεγϊλων ιδιοκτηςιών, τα οπούα αποςπϊςθηκαν απϐ τα χωριϊ τησ
προηγοϑμενησ περιϐδου. Σα δημοςιονομικϊ μϋτρα που ελόφθηςαν ςτισ αρχϋσ του 10 ου αιώνα
διευκϐλυναν τη δημιουργύα ιδιοκτηςιών εκτϐσ των ορύων των χωριών. Σην εποχό αυτό χρονολογεύται
και ο νϐμοσ για τη μετατροπό γαιών ακαλλιϋργητων για τριϊντα χρϐνια ςε κλαςματικϋσ γαύεσ, οι οπούεσ
αποςπώνταν απϐ τα χωριϊ και μποροϑςαν να πουληθοϑν να μεταβιβαςτοϑν κλπ. Αυτϐ εύχε ςυνϋπειεσ
ςτην οργϊνωςη του χώρου ςτην ϑπαιθρο αφοϑ τα εδϊφη των χωριών ακρωτηριϊζονταν και ςτη θϋςη
τουσ δημιουργοϑνταν ϊλλεσ ιδιοκτηςύεσ, ϐπου οι ντϐπιοι διϋμεναν πλϋον ωσ μιςθωτϋσ ςτισ εκτϊςεισ
που εύχαν αποκτόςει.
Απϐ τισ πρωιμϐτερεσ μεγϊλεσ ιδιοκτηςύεσ που γνωρύζουμε, οι περιςςϐτερεσ δημιουργόθηκαν απϐ
απϐκτηςη κλαςματικών γαιών. Π.χ. η ιδιοκτηςύα τησ Λαϑρασ ςτη Λεϑκη και το κελοχώριον, ςτο νϐτιο
τμόμα τησ χερςονόςου, που αποκτόθηκαν το 941.617
Απϐ τον 13ο αιώνα ο ϐροσ «χωρύον» αναφϋρεται πια και ςε μικροϑσ οικιςμοϑσ, οπϐτε εύναι πολϑ
δϑςκολο να ερμηνεϑςουμε τουσ ϐρουσ ςε αντιςτοιχύα με μια εγκατϊςταςη, δεδομϋνου ϐτι και τα χωριϊ
ςτα τϋλη του 13ου και κατϊ τον 14ο αιώνα ςυρρικνώνονται. Οι μικρού αυτού οικιςμού εύχαν κϊποια κοινϊ
χαρακτηριςτικϊ: υνόθωσ φϋρουν το ϐνομα ενϐσ αγύου, που ςχετύζεται με την ύδρυςη κϊποιασ
εκκληςύασ ό το ϐνομα του αρχικοϑ ιδιοκτότη τησ θϋςησ ςτην οπούα αναπτϑςςονται, ϋχουν
περιοριςμϋνη ϋκταςη (περύπου 2 τ. χλμ), τον 10ο αιώνα κυριαρχεύ η επιλογό κατούκηςησ κοντϊ ςτη
θϊλαςςα με ςτϐχο την εκμετϊλλευςη των εϑφορων γαιών ενώ απϐ τον 13ο η εγκατϊςταςη ςτισ
198
παρυφϋσ λϐφων για την εκμετϊλλευςη δαςών. Σα τελευταύα χωριϊ προςτατεϑονταν απϐ κϊποιον
πϑργο.618 άςωσ αυτό να εύναι η περύπτωςη τησ κορδύχησ, που αναφϋρεται και ωσ φροϑριο ό του
«Καςτρύν» που δεν περιγρϊφεται ςτισ πηγϋσ αλλϊ το ϐνομϊ του ςυνδϋεται προφανώσ με την ϑπαρξη
κϊποιασ οχϑρωςησ.
Απϐ τον 14ο αιώνα πολλαπλαςιϊζεται ο αριθμϐσ των χωριών, ςτη Φερςϐνηςο. Δεν ξϋρουμε αν
πρϐκειται για νϋεσ εγκαταςτϊςεισ ό για μετονομαςύα οικιςμών των οπούων ο αριθμϐσ των κατούκων
αυξόθηκε. Αναφϋρονται τα εξόσ νϋα χωριϊ: Μυριϊνδριον619, Πραιτώριον620, Προςαλεντικϐσ ό
Οψύζοντοσ,621Αγύα Σριϊσ622 ενώ ςυνεχύζουν να υφύςτανται κϊποια απϐ αυτϊ που εμφανύςτηκαν τον 11 ο
αιώνα. Η Άφυτοσ απϐ το 1319 αναφϋρεται πια ωσ χωρύον623 ομούωσ και το προϊςτειο του Αγύου
Δημητρύου624 και η Πτελϋα (τοποθεςύα που ανόκε ςτη Μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ το 941).
Παρϐλο που ςτη χερςϐνηςο ϋχουν εντοπιςτεύ δεκϊδεσ θϋςεισ με εγκαταςτϊςεισ μεςαιωνικϋσ, ενώ
παρϊλληλα οι πηγϋσ μασ δύνουν πολλϊ τοπωνϑμια τησ περιϐδου, πολϑ λύγα εύναι αυτϊ που μποροϑν να
ταυτιςτοϑν με ςιγουριϊ. Ϊνα απϐ αυτϊ εύναι το «χωρύον του ωλόνοσ». υγκεκριμϋνα, ςτη θϋςη
ουλόνα και πϊνω ςε βραχώδη λϐφο, εντοπύςτηκαν ςτην ύδια περιοχό με τα ερεύπια αρχαύασ πϐλησ, τα
κατϊλοιπα μεςαιωνικόσ εγκατϊςταςησ. Η θϋςη περιελϊμβανε πϑργο, τα ερεύπια του οπούου ελϊχιςτα
ςώζονται. ε μικρό απϐςταςη απϐ τη θϊλαςςα, πϊνω ςε τεχνητϐ γόλοφο, εντοπύςτηκε εφυαλωμϋνη
κεραμικό μεςοβυζαντινόσ περιϐδου αλλϊ και οθωμανικϊ ϐςτρακα, ενώ διακρύνονται τα ύχνη
λιμενοβραχύονα. την ύδια περιοχό εντοπύςτηκε κτύςμα τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. Σο χωριϐ του
ωλόνα εύχε εκτεταμϋνη κτηματικό περιφϋρεια, που βριςκϐταν ςτα νϐτια ϐρια του μετοχύου τησ μονόσ
Αγύου Παντελεόμονοσ.625
Μύα ακϐμα περύπτωςη οικιςμοϑ, του οπούου η πορεύα διαγρϊφεται ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα, εύναι η
Ωφυτοσ. Σο 1318 η «Άφετοσ» φαύνεται ϐτι περνοϑςε μεγϊλη κρύςη, που ύςωσ οφειλϐταν ςτη δρϊςη τησ
Καταλανικόσ Εταιρεύασ λύγα χρϐνια πριν. το χωριϐ υπόρχαν πολλϊ «παλαιϊ οικόματα», που οι
ιδιοκτότεσ τουσ κατοικοϑςαν πλϋον ςε διϊςπαρτουσ μικροςυνοικιςμοϑσ ό ςε μεμονωμϋνεσ αγροικύεσ
γϑρω απϐ το χωριϐ. Σα ςπύτια τουσ περιβϊλλονταν απϐ ϋνα μεγϊλο αγρϐκτημα, που ςε κϊποιεσ
περιπτώςεισ όταν περιφραγμϋνο. ε ϋγγραφο τησ μονόσ Φιλανδαρύου ϋχουμε την περιγραφό δϋκα
«ςταςύων» τησ Αφϋτου, δηλαδό δϋκα αγροτικών ιδιοκτηςιών, η καθεμύα απϐ τισ οπούεσ περιλαμβϊνει
199
πολλϊ διαςπαρμϋνα αγροτεμϊχια. το ςϑνολϐ τουσ ςυγκϋντρωναν 818 μϐδιουσ χωραφιών και 37
αμπελώνων. 626
Πολλού οικιςμού τησ Καςςϊνδρειασ εγκαταλεύφθηκαν κατϊ τον 14ο αιώνα. Η χερςϐνηςοσ
λεηλατόθηκε κατ’ εξακολοϑθηςη απϐ τουσ Καταλανοϑσ την διετύα 1307-1309 αλλϊ και απϐ τουσ
Σοϑρκουσ πειρατϋσ κατϊ τη δεκαετύα 1340-1350. Ο λοιμϐσ του 1347, επιδεύνωςε πολϑ την κατϊςταςη
αφόνοντασ πύςω του ςτην χερςϐνηςο πολλϊ «Παλαιοχώρια» ό «Παλαύκαςτρα» (λ.χ. ο Ωγιοσ Δημότριοσ
και το χωρύον του Παςπαρϊ πριν το 1407 και το Μαρύςκιν πριν απϐ το 1408)
Ολϐκληρη η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρασ απϐ τα τϋλη του 16ου αιώνα, αποτελοϑςε βακοϑφι του
Ğazanfer Ağa. Σα χωριϊ που ανόκαν ςτο βακοϑφι καταγρϊφονταν ςτα τεφτϋρια του Ağa και μασ δύνουν
μια εικϐνα για το πϐςα απϐ αυτϊ επιβύωςαν μετϊ τον 14ο αιώνα. Αναφϋρονται τα εξόσ: Βϊλτα, Αγύα
Παραςκευό, Καλϊνδρα, Υοϑρκα, Παλιοϑρι, Καψϐχωρα, Ωθυτοσ, Παζαρϊκι, Πολϑχρονο, Φανιώτη, Νϋα
κιώνη, Καςςανδρινϐ και Πινακϊ.627
5.4.2.2. Προϊςτεια
την Καςςϊνδρεια αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ τουλϊχιςτον τρύα «προϊςτεια»: ο Άγιοσ Δημότριοσ, που
αποτελοϑςε κτόμα τησ Μονόσ Βατοπεδύου628, η Αγύα Άννα, κτόμα τησ Λαϑρασ629 και το προϊςτειο του
Κριμωτϊ630. Σο πρώτο πιθανολογεύται, βϊςει των περιοριςμών, ϐτι βριςκϐταν ςτο βϐρειο τμόμα τησ
Φερςονόςου ενώ τα δϑο τελευταύα ςτο νϐτιο.
200
οικογϋνειεσ και να τισ εγκαταςτόςει ςτο κτόμα για να το καλλιεργοϑν. Η πολιτικό του Ιωϊννη Ζ’
Παλαιολϐγου ςυνεχύςτηκε απϐ τον διϊδοχϐ του Ανδρϐνικο, τελευταύο βυζαντινϐ δεςπϐτη τησ
Θεςςαλονύκησ, ωσ μια ϑςτατη προςπϊθεια οχϑρωςησ τησ Καςςϊνδρασ προκειμϋνου να αντιςταθεύ
αποτελεςματικϊ ςτισ επιδρομϋσ των Οθωμανών.
5.4.2.4. Γαιοκτηςύεσ
Εκτϊςεισ γησ κατεύχαν οι αυτοκρϊτορεσ, κοςμικού μεγαλογαιοκτόμονεσ, η Επιςκοπό Καςςανδρεύασ
αλλϊ και διϊφορεσ μονϋσ.
ε χρυςϐβουλλο του Αλεξύου Α’ Κομνηνοϑ το 1084, παραχωροϑνται εκτϊςεισ γησ ςτη χερςϐνηςο
τησ Καςςϊνδρειασ ςτον αδελφϐ του Αδριανϐ. Ο τελευταύοσ θα ςυγκϋντρωνε και τα ϋςοδα απϐ τη
φορολογύα των χωρικών που ζοϑςαν και εργϊζονταν ςτισ εκτϊςεισ αυτϋσ. Οι εκτϊςεισ που δωρύθηκαν
χαρακτηρύζονται δημϐςιεσ αλλϊ εντϐσ αυτών υπόρχαν οριςμϋνεσ που ανόκαν και εποπτεϑονταν απϐ
μοναχοϑσ τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ. Οι τελευταύοι φοβοϑμενοι μόπωσ φορολογηθοϑν ζότηςαν να
διευθετηθεύ το ζότημα. Σο εν λϐγω χρυςϐβουλλο επιβεβαιώνει ςτουσ μοναχοϑσ τησ Λαϑρασ ϐτι οι
ιδιοκτηςύεσ τουσ ςτην Καςςϊνδρα δεν θα υποςτοϑν βλϊβη και δεν θα φορολογηθοϑν.631
Σα δύκαια τησ Επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ αναφϋρονται μϋχρι και τον 14ο αιώνα, γϑρω απϐ το
κϊςτρο και νοτύωσ αυτοϑ αλλϊ και ςτα βϐρεια του ιςθμοϑ.
Η μονό Ακαπνύου τησ Θεςςαλονύκησ εύχε «δύκαια» ςτην Καςςϊνδρεια, ςτα νϐτια τησ
ύβρησ.632Αναφϋρονται, επύςησ τα «δύκαια» τησ μονόσ Προδρϐμου Θεςςαλονύκησ633 αλλϊ και τησ μονόσ
Τπομιμνόςκοντοσ.634
Οι περιςςϐτερεσ μονϋσ του Αγύου Όρουσ εύχαν ςτην κατοχό τουσ εκτϊςεισ ςτη χερςϐνηςο. τα
ϋγγραφα αναφϋρονται τα «δύκαια» τησ Λαϑρασ,635 τησ Ξηροποτϊμου,636 τησ ταυρονικότα, κ.α.
Σϋλοσ, αναφϋρονται οι ιδιοκτηςύεσ ιδιωτών που δύνουν ςτουσ τϐπουσ το ϐνομϊ τουσ ό την ιδιϐτητϊ
τουσ. Ϊτςι, ϋχουμε τισ εκτϊςεισ του Μεγϊλου τρατοπεδϊρχου ςτη ύβρη637, τον τϐπο και τα χωρϊφια
του υμενϊκη κοντϊ ςτο κελοχώριον, την γη του Παςπαρϊ, κ.α.638
5.4.2.5. Μοναςτόρια
Η παρουςύα του Μοναχιςμοϑ ςτη Φαλκιδικό φαύνεται ϐτι αρχύζει με τουσ αςκητϋσ που
εγκαθύςτανται ςτη Φερςϐνηςο του Ωθω κατϊ τον 8ο αιώνα. Αυτού ϋκτιςαν κελλιϊ ςτισ ϐμορεσ περιοχϋσ
201
του με αποτϋλεςμα, προσ το τϋλοσ του 9ου αιώνα, να ϋχουμε ςτη Φαλκιδικό μια πρώτη εμφϊνιςη
λαυρών ό αναχωρητικών ομϊδων με πρωταγωνιςτϋσ τον Όςιο Ευθϑμιο τον Νϋο ςτα Βρϊςταμα το 886
και τον μαθητό του Ιωϊννη Κολοβϐ ςτα ιδηροκαϑςια το ύδιο ϋτοσ.
Κατϊ την περύοδο τησ Μακεδονικόσ Δυναςτεύασ ϋχουμε τη δημιουργύα οργανωμϋνων
μοναςτηριακών ςυγκροτημϊτων, που ενιςχϑεται την περύοδο των Κομνηνών και, ιδιαιτϋρωσ επύ
Αλεξύου Α’ Κομνηνοϑ. Σον 13ο και 14ο αιώνα, παρϊλληλα με την ακμό του αςτικοϑ μοναχιςμοϑ ςτη
Θεςςαλονύκη, ιδρϑονται και ςτη Φαλκιδικό οργανωμϋνα μοναςτηριακϊ ςυγκροτόματα.
Μονό τησ Θεοτϐκου του Αββακοϑμ: Η μονό υπόρχε όδη πριν απϐ το 975 και διϋθετε πολλϊ μετϐχια
ςε ϐλη τη Φαλκιδικό. Δεν γνωρύζουμε την ακριβό τοποθεςύα τησ. Η πρώτη μνεύα για τη μονό προϋρχεται
απϐ ϋνα ςιγύλλιο του πρωτοςπαθϊριου Θεοδώρου Κλϊδωνοσ το 975, ςτο οπούο η μονό Αββακοϑμ
αναφϋρεται ωσ μετϐχι τησ μονόσ Λεοντύου. τη χερςϐνηςο κατεύχε το «προϊςτειον τησ Αγύασ
Παραςκευόσ» (ύςωσ πρϐκειται για το ςημερινϐ χωριϐ) και χωρϊφια ςτην περιοχό του Κϊςτρου τησ
Καςςανδρεύασ.
Η δεϑτερη μνεύα γύνεται το 1047 επύ Κωνςταντύνου Θ’ Μονομϊχου (1042-1055) ςε ϋγγραφο του
πρωτοςπαθϊριου, κριτό και απογραφϋα Βολεροϑ, τρυμϐνοσ και Θεςςαλονύκησ Ανδρϐνικου και ςτο
οπούο φαύνεται ϐτι πλϋον η μονό ανόκει ςτη μονό Ιβόρων.639
Ιερϊ Μονό Βρϊτζεβασ: Η μονό ανόκε ςτη δικαιοδοςύα τησ Επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ, αν και δεν
ξϋρουμε που ακριβώσ βριςκϐταν. ε χρυςϐβουλλο λϐγο του αυτοκρϊτορα Μιχαόλ Ζ’ Δοϑκα (1071-
1078), που χρονολογεύται το 1074 και φυλϊςςεται ςτα αρχεύα τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ, επικυρώνονται τα
αιτόματα των μοναχών τησ Λαϑρασ να διατηρόςουν τα δικαιώματϊ τουσ, ενώ ταυτϐχρονα τουσ
απαλλϊςςει απϐ την καταβολό φϐρου ςτον διοικητό Βολεροϑ, τρυμϐνοσ και Θεςςαλονύκησ και ςτον
επύςκοπο Καςςανδρεύασ. Η μονό Βρϊτζεβασ θα πρϋπει να όταν εξϊρτημα τησ Λαϑρασ και ύςωσ γι’ αυτϐ
απαγορεϑτηκε ςτον επύςκοπο Καςςανδρεύασ να ϋχει δικαιώματα επύ τησ μονόσ αν και βριςκϐταν ςτην
περιοχό τησ δικαιοδοςύασ του.640
Ιερϊ Μονό Κεκαυμϋνων: Βριςκϐταν ςτη Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ. Δεν γνωρύζουμε πϐτε
ιδρϑθηκε. Πϊντωσ με ϋγγραφο του πρώτου Παϑλου το 1089 παραχωρεύται η μονό και η περιουςύα τησ
ωσ μετϐχι ςτη μονό Ξενοφώντοσ, ςτον μοναχϐ υμεών, ενώ με χρυςϐβουλο του Αλεξύου Α’ Κομνηνοϑ το
«προϊςτειο των Κεκαυμϋνων», που αποτελοϑςε μϋροσ τησ περιουςύασ τησ μονόσ, δωρύςτηκε ςτον
εβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ Κομνηνϐ.641
202
απϐ τουσ οπούουσ οι περιςςϐτεροι καταςτρϊφηκαν το 1821 και λιθολογόθηκαν απϐ το 1922 και εξόσ.
όμερα ςώζονται ακϋραιοι μϐνο δϑο, και ϊλλοι 25 ςε ερειπιώδη κατϊςταςη.
Όλοι οι ςωζϐμενοι πϑργοι ϋχουν ορθογώνια κϊτοψη, εύναι κτιςμϋνοι με αςβεςτοκονύαμα και
αργολιθοδομό, ςτην οπούα παρεμβϊλλονται αρχαύα αρχιτεκτονικϊ μϋλη και οπτϐπλινθοι. Κϊποιοι ϋχουν
κεραμοπλαςτικό διακϐςμηςη, ενώ μικρϐσ αριθμϐσ ενιςχϑεται με εξωτερικοϑσ ςυμφυεύσ πεςςοϑσ.
τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ ςώζονται ςόμερα τρεισ πϑργοι και εύναι ϐλοι ςυγκεντρωμϋνοι
ςτο βϐρειο τμόμα τησ:
Ο Πϑργοσ τησ ϊνησ: (εικ. 54-55) Δεν εύναι γνωςτϐσ ο κτότορασ του πϑργου που βρύςκεται ςτον
παραθαλϊςςιο λϐφο, ϐπου εντοπύζεται η αρχαύα πϐλη ϊνη. Η περιοχό μνημονεϑεται με το τοπωνϑμιο
«Πϑργοσ» όδη απϐ το 1346 και όταν «χειμαδεῖον» τησ μονόσ Εςφιγμϋνου.
Ο Πϑργοσ του ωλόνοσ: Βρύςκεται ςτην ομώνυμη παραλύα τησ Καλλιθϋασ και ςώζεται ςε ϑψοσ μϐλισ
2 μϋτρων. Θεμελιώθηκε πϊνω ςτουσ ςτυλοβϊτεσ που χώριζαν τα κλύτη ερειπωμϋνησ βαςιλικόσ τησ
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. Πρϐκειται για μικρϐ πϑργο, ο οπούοσ φαύνεται να εύναι κτύςμα του 13ου-
14ου αιώνα, για τον οπούο δεν υπϊρχει καμύα ιςτορικό μαρτυρύα.
Ο Πϑργοσ του Αγύου Παϑλου: Εύναι ο μοναδικϐσ πϑργοσ τησ Φαλκιδικόσ που ςώζεται μϋχρι και τισ
επϊλξεισ του. Αποτελεύ τμόμα του μεγϊλου μετοχιακοϑ ςυγκροτόματοσ τησ μονόσ Αγύου Παϑλου.
Βρύςκεται ςτα ΝΑ ϐρια του οικιςμοϑ τησ Νϋασ Υώκαιασ, ςτην κορυφό παραθαλϊςςιου λοφύςκου. Ο
πϑργοσ κτύςτηκε γϑρω ςτο 1407 και πυρπολόθηκε το 1821.642
υμπερϊςματα
υνοψύζοντασ, απϐ τον 10ο μϋχρι τον 14ο αιώνα διαςώζονται πϊνω απϐ 130 τοπωνϑμια ςτη
Καςςϊνδρεια. Σα περιςςϐτερα δεν εύναι δυνατϐ να ταυτιςτοϑν με ςυγκεκριμϋνεσ θϋςεισ.
Αντιπροςωπεϑουν ϐλουσ τουσ τϑπουσ κατούκηςησ που προκϑπτουν την περύοδο αυτό ενώ ςε πολλϋσ
περιπτώςεισ εύναι δυνατϐ να παρακολουθόςουμε τουσ μεταςχηματιςμοϑσ ενϐσ τϐπου μϋςα απϐ τουσ
διαφορετικοϑσ κϊθε φορϊ προςδιοριςμοϑσ του (π.χ. Ωφυτοσ).
Ϊνα ςημεύο ςτο οπούο πρϋπει να ςταθοϑμε εύναι ο πολλαπλαςιαςμϐσ των οικιςμών απϐ τον 10 ο
αιώνα που δεύχνει δημογραφικό ϊνοδο για την περιοχό. Πολλϊ χωριϊ εμφανύζονται ςτα τϋλη του 10ου
αιώνα, οπϐτε τα ςυναντοϑμε ςτισ πηγϋσ τα πρώτα χρϐνια του 11ου αλλϊ και κατϊ τον 14ο αιώνα,
ςηματοδοτώντασ τουλϊχιςτον δϑο τομϋσ ςτην δημογραφικό εξϋλιξη τησ χερςονόςου.
Υαύνεται ϐτι εξακολουθοϑν να προτιμώνται οι παραλιακϋσ θϋςεισ, ιδιαύτερα ςτην περιοχό τησ
Αφϑτου απϐ την πλευρϊ του Σορωναύου και τησ ύβρησ απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ κϐλπου. Ϊχει
διατυπωθεύ ϐτι η Καςςϊνδρεια εύχε ερημωθεύ κατϊ τον 10ο αιώνα, επιχεύρημα που ςτηρύζεται ςτην
ϑπαρξη πολλών κλαςματικών γαιών. την περύπτωςη των κλαςματικών γαιών ϐμωσ δεν τηροϑνταν
πϊντα οι προβλεπϐμενεσ διαδικαςύεσ ϐςον αφορϊ το χρονικϐ διϊςτημα των τριϊντα ετών, με
203
αποτϋλεςμα να αδικοϑνται ιδιώτεσ και να ζημιώνονται τα χωριϊ, οπϐτε χρειϊζεται μεγαλϑτερη
προςοχό και ϋρευνα προσ την κατεϑθυνςη αυτό.
Ο μεγϊλοσ αριθμϐσ των τοπωνυμύων και οι πολλϋσ αναφορϋσ ςε διαφορετικϋσ παραλλαγϋσ
οικιςτικόσ οργϊνωςησ, αποκαλϑπτει μια εϑρωςτη πληθυςμιακϊ περιοχό με διαφορετικοϑ τϑπου
οργϊνωςη ςε ςχϋςη με την πρωτοβυζαντινό περύοδο, λιγϐτερο πυρηνικό και πιο απλοώκό, ϐπωσ
μαρτυροϑν τα ευρόματα.
Απϐ τα τοπωνϑμια αντλοϑμε διϊφορεσ πληροφορύεσ ϐπωσ εύναι η γεωμορφολογύα τησ χερςονόςου
(Λαγκϊδα, βύγλα, λιθϐςωρα, πρύνοσ, τϑμβα), ύχνη ανθρώπινησ παρουςύασ (Ξηρϐν Πηγϊδιον,
λινοβρϐχειον), πιθανό παρουςύα αλλοφϑλων (ξενοτϊφια), κλπ.
Δεν εύναι εφικτϐ να προςδιορύςουμε τον πληθυςμϐ τησ χερςονόςου παρϊ μονϊχα ςε λύγεσ
περιπτώςεισ οικιςμών παρούκων, που ανόκουν ςε αγιορεύτικεσ μονϋσ (π.χ. η λαυριώτικη Πτελϋα).
Παρϐλα αυτϊ, τα εν λϐγω παραδεύγματα δύνουν ςτοιχεύα για την οργϊνωςη μιασ ςυνηθιςμϋνησ εςτύασ
των μϋςων χρϐνων ωσ προσ τη γη, τα οικϐςιτα ζώα, τον αριθμϐ των μελών μιασ οικογϋνειασ και την
φορολϐγηςό τησ περιουςύασ τησ.
Σο οικιςτικϐ δύκτυο που προϋκυψε ςτο τϋλοσ του 9ου αιώνα, αν και διαφορετικϐ απϐ αυτϐ τησ
προηγοϑμενησ περιϐδου, διατόρηςε κϊποια χαρακτηριςτικϊ, ϐπωσ η εγγϑτητα των οικιςμών ςτισ
μεγϊλεσ επικοινωνιακϋσ οδοϑσ (λ.χ. Βαςιλικό Οδϐσ) και η προτύμηςη ςτισ παρϊλιεσ θϋςεισ τησ
χερςονόςου. Οι ομοιϐτητεσ αυτϋσ γύνονται κατανοητϋσ αν τισ δοϑμε ωσ απϐρροια των προςπαθειών
των κατούκων μιασ περιοχόσ να καλϑψουν τισ τοπικϋσ αλλϊ και τισ διαπεριφερειακϋσ ανϊγκεσ, ςτα
επύπεδα τησ αυτϊρκειασ, τησ αςφϊλειασ και τησ επικοινωνύασ.
204
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 6Ο ΙΣΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΡΣΤΡΙΑ : Η ΠΕΡΙΠΣΨΗ ΣΗ ΙΕΡΙΟΤ
6.1. Ιςτορικό διερεύνηςη
Η Ιεριςςϐσ βρύςκεται ςτην ανατολικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ, ςτον Ακϊνθιο Κϐλπο και ςε πολϑ
κοντινό απϐςταςη απϐ το Ωγιον Όροσ, με το οπούο ςυνϋδεςε την τϑχη τησ απϐ τον 9 ο αιώνα και εξόσ.
(χϊρτησ 9) Η ςημερινό πϐλη βρύςκεται 600 περύπου μϋτρα προσ τα ανατολικϊ του λϐφου, ςτον οπούο
οργανώθηκαν η αρχαύα πϐλη τησ Ακϊνθου, το μεςαιωνικϐ Κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ αλλϊ και ο νεώτεροσ
οικιςμϐσ που καταςτρϊφηκε ολοςχερώσ απϐ τον ςειςμϐ του 1932. τον ύδιο λϐφο εντοπύςτηκαν
προώςτορικϋσ αρχαιϐτητεσ, επιβεβαιώνοντασ το αδιϊλειπτο τησ κατούκηςησ του χώρου.
Η αρχαύα Ωκανθοσ, που όταν η ςημαντικϐτερη πϐλη τησ ΒΑ Φαλκιδικόσ και ϋνα απϐ τα πιο
ςπουδαύα λιμϊνια του βορεύου Αιγαύου, απλωνϐταν ςτουσ χαμηλϐτερουσ λϐφουσ ενϐσ απϐ τα
παρακλϊδια του Φολομώντα, δύπλα ςτον ιςθμϐ τησ χερςονόςου Ακτόσ. Σο χρονολογικϐ ςτύγμα τησ
ύδρυςόσ τησ προςδιορύζεται απϐ τον Ευςϋβιο ςτα μϋςα του 7ου αι. π.Φ. (655/654) και αποτελεύ ϋναν απϐ
τουσ πρωιμϐτερουσ χρονολογικοϑσ ςταθμοϑσ ςτο πλαύςιο των πληροφοριών που αφοροϑν ςτον
αποικιςμϐ τησ Φαλκιδικόσ. Η Ωκανθοσ αναφϋρεται απϐ τον Θουκυδύδη ωσ αποικύα Ανδρύων και
Φαλκιδϋων και απϐ τον Πλοϑταρχο, ςτον οπούο οφεύλουμε και τη μοναδικό πληροφορύα ςχετικϊ με την
ανϊπτυξό τησ ςε θϋςη προώςτορικοϑ οικιςμοϑ, ϐπου προϒπόρχε “η πϐλη του Δρϊκοντοσ”.643
την αρχαώκό περύοδο η ιςτορύα τησ Ακϊνθου, ϐπωσ ϊλλωςτε και των υπϐλοιπων πϐλεων του
βορεύου Αιγαύου δεν εύναι γνωςτό. Αρχαιολογικϊ δεδομϋνα και ευρόματα μαρτυροϑν ϐτι αναπτϑχθηκε
γρόγορα ςε ςημαντικό πϐλη-κρϊτοσ και εύχε ϊμεςη επικοινωνύα με μεγϊλα κϋντρα του ελλαδικοϑ και
του ιωνικοϑ-μικραςιατικοϑ χώρου. Σην οικονομικό ευρωςτύα τησ την περύοδο αυτό, αντανακλϊ κυρύωσ
η μεγϊλη κυκλοφορύα των νομιςμϊτων τησ, που αρχύζει γϑρω ςτα 530 π.Φ.644 Για την ανϊπτυξη τησ
πϐλησ υπόρχαν οι απαραύτητεσ προϒποθϋςεισ τησ φυςικόσ γεωγραφικόσ τησ θϋςησ, που εξαςφϊλιζε
την εξϊπλωςη του διαμετακομιςτικοϑ εμπορύου ςε ϐλον τον βορειοελλαδικϐ θαλϊςςιο χώρο και την
ανϊπτυξη ςυναφών επαγγελμϊτων. Παρϊλληλα, η εκμετϊλλευςη του ορυκτοϑ πλοϑτου και τησ
ϊφθονησ ξυλεύασ, οικοδομόςιμησ και ναυπηγόςιμησ, ςε ςυνδυαςμϐ με τισ πλαγιϋσ και τισ κοιλϊδεσ γϑρω
απϐ τισ λοφοςειρϋσ τησ περιοχόσ, που χϊρη ςτο αςβεςτολιθικϐ υπϋδαφοσ, όταν κυρύωσ
ςιτοπαραγωγικϋσ, δημιοϑργηςαν μια εϑρωςτη οικονομύα. 645
το ιςτορικϐ προςκόνιο η Ωκανθοσ εμφανύςτηκε ςτα τϋλη του 6ου αι. π.Φ. υπϐ την κυριαρχύα των
Περςών. Ψσ ελεϑθερη πϐλη όταν μϋλοσ αρχικϊ τησ Αθηναώκόσ και ϋπειτα τησ παρτιατικόσ υμμαχύασ,
διατηρώντασ μϐνο μια τυπικό ανεξαρτηςύα. Σο 382 π.Φ., αντιτϊχθηκε ςτη δημιουργύα τησ Ολυνθιακόσ
υμπολιτεύασ και η αντύδραςό τησ εύχε ωσ αποτϋλεςμα την επϋμβαςη των παρτιατών. τα τϋλη του 4ου
αι. π.Φ. φαύνεται πιθανό μια διοικητικό ςυνϋνωςη τησ Ακϊνθου με την Ουρανοϑπολη. Αργϐτερα, η
643 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Ωκανθοσ-Εριςςϐσ-Ιεριςςϐσ», Αρχαιολογύα και Σϋχνεσ 63, (1997), 66-72, 66
644 Ό.π., 67
645 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Οι αναςκαφϋσ ςτην αρχαύα Ωκανθο», Πρακτικϊ του πρώτου Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και
Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 83-95
205
Ωκανθοσ κατακτόθηκε απϐ τον Υύλιππο, χωρύσ ϐμωσ να καταςτραφεύ και, γϑρω ςτα 200 π.Φ.,
πολιορκόθηκε και λεηλατόθηκε απϐ τουσ Ρωμαύουσ, οι οπούοι την χρηςιμοπούηςαν ωσ ςημαντικϐ λιμϊνι
εξαγωγόσ. Η εξϋχουςα ςημαςύα τησ πϐλησ για τουσ Ρωμαύουσ φαύνεται απϐ το γεγονϐσ ϐτι οι
ςυγγραφεύσ τουσ αναφϋρουν τον ιγγιτικϐ Κϐλπο ωσ «ακϊνθια θϊλαςςα». Παρϐλα αυτϊ, η πϐλη ϐχι
μϐνο διατηρόθηκε αλλϊ ωσ ρωμαώκό κοινϐτητα παρουςύαςε και νϋα ανϊπτυξη.646
Η ρωμαώκό κοινϐτητα τησ Ακϊνθου δημιουργόθηκε απϐ Ρωμαύουσ ιδιώτεσ-εμπϐρουσ, οι οπούοι
όταν οργανωμϋνοι ςε ςυλλογικϐ ςώμα το “conventus civium Romanorum”. Ανόκαν ςε οικογϋνειεσ
γνωςτών negotiatorum που εύχαν διειςδϑςει ςτην ελληνικό Ανατολό και αςκοϑςαν κυρύωσ τα
επαγγϋλματα του εμπϐρου, του τραπεζύτη και του ναυκλόρου.
Οι Ρωμαύοι προςελκϑονταν απϐ τισ δυνατϐτητεσ εμπορικόσ εκμετϊλλευςησ τησ ξυλεύασ που υπόρχε
διαθϋςιμη ςτα δϊςη τησ περιοχόσ αλλϊ και απϐ το δουλεμπϐριο, δεδομϋνου ϐτι μϋροσ του πληθυςμοϑ
τησ Ακϊνθου αποτελοϑςαν Θρϊκεσ. Μια δεϑτερη παροικύα που ϋχει επιβεβαιωμϋνη παρουςύα ςτην
Ωκανθο και ιδρϑεται την ύδια εποχό εύναι αυτό των Μικραςιατών εμπϐρων, οι οπούοι αςχολοϑνταν
εκτϐσ απϐ το εμπϐριο και με ϊλλα προςοδοφϐρα βιοτεχνικϊ επαγγϋλματα. Φρονολογικϊ η ύδρυςη τησ
κοινϐτητασ εκτιμϊται μεταξϑ του 85 π.Φ. και του 57 μ.Φ.
Η Ωκανθοσ λϐγω τησ οικονομικόσ τησ ςημαςύασ, που προκϑπτει απϐ την ευρεύα τοπογραφικό
κατανομό του φυςικοϑ τησ πλοϑτου, διϋθετε μια εκτεταμϋνη και πλοϑςια επικρϊτεια, που θα
περιλϊμβανε την περιοχό ϐπου εκτεύνεται ςόμερα η επαρχύα Αρναύασ, εκτϐσ απϐ το βϐρειο τμόμα τησ,
ενώ τα βϐρεια ϐριϊ τησ θα ϋφταναν ωσ το βουνϐ τρατονικϐ. Σα δυτικϊ τησ ϐρια θα ςχημϊτιζαν μια
νοητό γραμμό απϐ την κορυφό του Φολομώντα κοντϊ ςτην Αρναύα μϋχρι τισ ΒΔ ακτϋσ του ιγγιτικοϑ
κϐλπου, κοντϊ ςτη Βουρβουροϑ. το ςημεύο αυτϐ ςυνϐρευε με την επικρϊτεια τησ ρωμαώκόσ αποικύασ
τησ Καςςϊνδρειασ και με την επικρϊτεια τησ Σορώνησ, που θα περιλϊμβανε ϐλη τη ιθωνύα. Ανατολικϊ,
πιθανώσ περιλϊμβανε ϐλη τη χερςϐνηςο του Ωθω.
Αν εύναι ςωςτϐσ ο προςδιοριςμϐσ των ορύων θα πρϋπει απϐ την Ωκανθο να εξαρτώνταν διοικητικϊ
τα πολύςματα: τρατονύκη, Ουρανοϑπολη, Ωρναι, Ωςςα ό Ωςςηρα, Παλαιώριο, τώλοσ, Θϑςςοσ,
Κλεωναύ και Απολλωνύα, καθώσ και διϊφορα πολύςματα αγνώςτου ονϐματοσ, των οπούων οι θϋςεισ
ϋχουν εντοπιςτεύ κοντϊ ςτα ςημερινϊ χωριϊ Πλανϊ, Μεταγγύςτι, Πυργαδύκια και Ωγιο Νικϐλαο. 647
Ο τρϊβων τοποθετεύ την Ωκανθο ςτον ιγγιτικϐ κϐλπο, που τον αποκαλεύ Ακϊνθιο, αμϋςωσ μετϊ
τη δυτικό ϋξοδο του καναλιοϑ του Ξϋρξη, ενώ ο Πλύνιοσ την τοποθετεύ ςτην ϊλλη ϋξοδο του καναλιοϑ. Η
Ωκανθοσ αναφϋρεται τον επϐμενο αιώνα και απϐ τον Πτολεμαύο.648
Σο γεγονϐσ που ςόμανε το οριςτικϐ τϋλοσ τησ ρωμαώκόσ αποικύασ τησ Ακϊνθου, πρϋπει να όταν η
ϋκδοςη του διατϊγματοσ Καρακϊλλα το 212 μ.Φ.
646 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Αρχαύα Ωκανθοσ: Πϐλη και νεκροταφεύο», ΑΕΜΘ 1 (1987), 295-304, 295
647 αμςϊρησ 1987Α, 115-122
648 Papazoglou 1988, 434
206
Η προφορικό παρϊδοςη ϋχει διαςώςει κϊποιεσ πληροφορύεσ για την ϑπαρξη πϐλησ τον 1ο αιώνα,
που ςχετύζονται με την παρουςύα του αποςτϐλου Παϑλου ςτην περιοχό, την καταδύωξό του απϐ τουσ
Ιεριςςιώτεσ και τη διϊςωςό του με θεώκό παρϋμβαςη μϋςα απϐ ϋνα χϊςμα που τον οδόγηςε ςτην
Καςςϊνδρεια. Σο χϊςμα τησ ειςϐδου υπϊρχει και ςόμερα, γνωςτϐ ωσ «Αγύαςμα του αγύου Παϑλου»,
δύπλα ςτον δρϐμο ανατολικϊ τησ Ιεριςςοϑ, ϐπου και το μεγϊλο ξωκλόςι.649 Ο χώροσ αυτϐσ αποτελοϑςε
προςκϑνημα τον 11ο αιώνα και η παρϊδοςη καταδύωξησ όταν καταγραμμϋνη απϐ το 1550.650
Η Ωκανθοσ αναφϋρεται ανϊμεςα ςτισ πϐλεισ που υπϊγονταν ςτη Μακεδονύα Α’ ςτον κατϊλογο του
υνϋκδημου του Ιεροκλό τον 6ο αιώνα651. Η μαρτυρύα για την ϑπαρξη πϐλησ ςε ςυνδυαςμϐ με τισ
πρϐςφατεσ αναςκαφικϋσ εργαςύεσ ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ μαρτυροϑν μια εϑρωςτη οικονομικϊ και
πληθυςμιακϊ κοινωνύα.
Ψςτϐςο, ο πρωτοβυζαντινϐσ οικιςμϐσ επλόγει τουλϊχιςτον δϑο φορϋσ απϐ ςειςμοϑσ κατϊ τον 6ο
αιώνα.652Μερικϋσ δεκαετύεσ αργϐτερα, ο ιςχυρϐτατοσ ςειςμϐσ που κατϋςτρεψε τουσ Υιλύππουσ,
επηρϋαςε και την ανατολικό Φαλκιδικό.653
Η εξαφϊνιςη τησ Ακϊνθου απϐ τισ πηγϋσ τον 6ο αιώνα και η επανεμφϊνιςό τησ ωσ Εριςςοϑ και,
κατϐπιν, Ιεριςςοϑ ςτα τϋλη του 9ου αιώνα, ϋχει προκαλϋςει προβληματιςμοϑσ ωσ προσ την ετυμολογύα
των τοπωνυμύων και την ιςτορικό ςυνϋχεια ςτη διαδοχό των οικιςμών, ενώ η απουςύα αξιϐπιςτων
πηγών ϋδωςε αφορμό για ποικύλεσ ερμηνεύεσ.
Σην περύοδο αυτό, ςτα τϋλη του 8ου ό ςτισ αρχϋσ του 9ου αιώνα, αρχύζει η προςϋλευςη μοναχών
ςτην αθωνικό χερςϐνηςο. Σο δυςπρϐςιτο του εδϊφουσ και το αλύμενο των ακτών τησ χερςονόςου, ςε
ςυνδυαςμϐ με τισ καταςτροφϋσ απϐ τουσ βαρβϊρουσ, φαύνεται ϐτι εύχαν προκαλϋςει μεγϊλη
πληθυςμιακό και οικιςτικό αραύωςη ςτην περιοχό. Με την αναςτόλωςη των εικϐνων μπαύνει και ο
μοναχικϐσ Ωθωσ ςτην ιςτορύα τησ Φαλκιδικόσ, καθώσ αναφϋρεται ϐτι το 843 ςτην Κωνςταντινοϑπολη
ϋλαβαν μϋροσ ςτισ εορτϋσ μοναχού απϐ τον Ωθω.
Ο Βύοσ του Οςύου Ευθυμύου του Νϋου (866) μασ δύνει πληροφορύεσ για την ανατολικό Φαλκιδικό
του 9ου αιώνα, που πλόττεται απϐ τισ αραβικϋσ καταδρομϋσ. Απϐ την ύδια πηγό προϋρχονται
πληροφορύεσ για μια ακϐμη μεγϊλη μορφό του μοναχιςμοϑ, με ςημαύνοντα ρϐλο ςτα πρϊγματα τησ
Φαλκιδικόσ, τον Κωνςταντινουπολύτη μοναχϐ Ιωϊννη Κολοβϐ, ςυναςκητό του Ευθυμύου. Ο Κολοβϐσ
απϐ τα ιδηροκαϑςια μετακινόθηκε ςτην Ιεριςςϐ, ϐπου λύγο πριν το 883 ϋκτιςε το μοναςτόρι του,
αφιερωμϋνο ςτον Ιωϊννη τον Πρϐδρομο. Η ακριβόσ θϋςη τησ μονόσ δεν ϋχει ακϐμα προςδιοριςτεύ. Ϊχει
υποςτηριχτεύ ϐτι βριςκϐταν μϋςα ςτο Κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ ό ςε πολϑ κοντινό απϐςταςη απϐ αυτϐ.654
207
Με την ύδρυςη τησ μονόσ του Κολοβοϑ αρχύζει ϋνα νϋο κεφϊλαιο για την Φαλκιδικό. Σο 883
εκδύδεται το παλαιϐτερο γνωςτϐ δημϐςιο ϋγγραφο που αφορϊ τον αθωνικϐ μοναχιςμϐ, ϋνα ςιγύλιο του
Βαςιλεύου Α’. Με αυτϐ διαχωρύζεται η γη των Αθωνιτών απϐ την υπϐλοιπη Φαλκιδικό και απαγορεϑεται
να μπαύνουν ςτο Όροσ τα ζώα για βοςκό. Η μονό του Κολοβοϑ που χτύςτηκε αρτύωσ, δηλαδό πριν απϐ
λύγο καιρϐ, εντϊςςεται ςτισ προςτατευτικϋσ διατϊξεισ του ςιγιλύου, ϐπου γύνεται η πρώτη αναφορϊ
ςτην ἐνορύα τῆσ Ἐριςοῦ.655
Σο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ εμφανύζεται ςτα μϋςα περύπου του 9ου αιώνα. Η ακριβόσ
χρονολϐγηςη οργϊνωςησ του οικιςμοϑ ςτη νϋα του μορφό και λειτουργύα, αν και ϋχουν διατυπωθεύ
πολλϋσ ςχετικϋσ θεωρύεσ, παραμϋνει ϊγνωςτη.
Ο Ρώςοσ επύςκοποσ Ουςπϋνςκυ πιςτεϑει ϐτι η πϐλη καταςτρϊφηκε περύ το 830 απϐ πειρατϋσ και
ςτη ςυνϋχεια ςυνοικύςτηκε απϐ απούκουσ ό φυγϊδεσ τησ πϐλεωσ Ερεςςοϑ τησ Λϋςβου, οι οπούοι
ϋδωςαν το ϐνομα ςτη μεςαιωνικό πϐλη. Πρϊγματι, το 870 οι αραβικϋσ επιδρομϋσ ςτη Λϋςβο ανϊγκαςαν
ϋνα μϋροσ του πληθυςμοϑ τησ Ερεςςοϑ να εγκαταλεύψει το νηςύ και να καταφϑγει ςτον Ωθω. ϑμφωνα
με μια εκδοχό οι κϊτοικοι τησ Ερεςςοϑ που την εποχό εκεύνη αποτελοϑςε κϋντρο εκκληςιαςτικϐ, όταν
ϋδρα επιςκϐπου και οχυρωμϋνο κϊςτρο, κυνηγημϋνοι απϐ τουσ αρακηνοϑσ όρθαν και
εγκαταςτϊθηκαν ςτην τοποθεςύα τησ Αρχαύασ Ακϊνθου. Σην πρώτη εποικιςτικό ενϋργεια φαύνεται ϐτι
ακολοϑθηςαν και ϊλλεσ και ϋτςι ςτα τϋλη του 9ου αιώνα, η ύδρυςη του κϊςτρου τησ Εριςςοϑ – που
διαςώζει μϋςω του ονϐματοσ τισ μνόμεσ τησ αρχικόσ πατρύδασ- αποτελεύ γεγονϐσ.656 Σο ερώτημα αν οι
ϋποικοι ενύςχυςαν απλώσ τον εξαςθενημϋνο γηγενό πληθυςμϐ ό ύδρυςαν εκ θεμελύων μια νϋα
κοινϐτητα, εύναι δϑςκολο να απαντηθεύ.
Σο πιο ιςχυρϐ επιχεύρημα υπϋρ του εποικιςμοϑ εύναι η εμφϊνιςη του ονϐματοσ Εριςςϐσ τον 9ο
αιώνα, που αποτελεύ μοναδικό μαρτυρύα προελληνικοϑ ονϐματοσ (ςε -ςοσ) ςτη Φαλκιδικό και,
φαινομενικϊ, ςυνδϋεται με την Ερεςςϐ τησ Μυτιλόνησ.
χετικϊ με την μετονομαςύα τησ Ακϊνθου ςε Ιεριςςϐ ϋχει, επύςησ, διατυπωθεύ η ϊποψη ϐτι το
Εριςςϐσ προόλθε απϐ πιςτό μετϊφραςη του αρχαύου ελληνικοϑ «Ωκανθοσ» ςτα λατινικϊ [eres,
eresis=ϊκανθοσ, εχύνοσ>ericius, (Hericius)=ακανθϐχοιροσ]. Η λϋξη Ericius>Εριςςϐσ δόλωνε κατ’
επϋκταςη την οχυρωμϋνη τοποθεςύα. Η ϊποψη αυτό ςυμβϊλλει ςτην ενύςχυςη τησ θεωρύασ διαρκοϑσ
κατούκηςησ τησ περιοχόσ χωρύσ ϐμωσ να αντιτύθεται ςτην προηγοϑμενη εκδοχό.657
Ο Κωνςταντύνοσ Πορφυρογϋννητοσ, που, ωσ γνωςτϐν, βαςύζεται ςτη λύςτα των πϐλεων του
Ιεροκλό, αναφϋρει ςτισ αρχϋσ του 10ου αιώνα, την πϐλη ωσ «Ωκανθο». 658
Σον 9ο αιώνα ϋνα μεγϊλο μϋροσ τησ ενορύασ τησ Ιεριςςοϑ μετατρϊπηκε ςε κλαςματικό γη,
επιβεβαιώνοντασ την εκδοχό τησ, προςωρινόσ ϋςτω, ερόμωςησ και ϋγινε αντικεύμενο διεκδύκηςησ
208
ανϊμεςα ςτη μονό Κολοβοϑ, κϊποια μοναςτόρια όςςονοσ ςημαςύασ, τουσ αθωνύτεσ και τουσ χωρικοϑσ
που υπϊγονταν ςτην ενορύα τησ Ιεριςςοϑ.659το εξόσ, παρατηρεύται μϋςα απϐ τα ϋγγραφα μια
δημογραφικό και οικονομικό ανϊκαμψη τησ κοινϐτητασ, που φαύνεται απϐ την αυξημϋνη ζότηςη
καλλιεργόςιμησ γησ απϐ τουσ Ιεριςςιώτεσ, οι οπούοι περνοϑν απϐ τον 10ο αιώνα ςε μια δυναμικό
διεκδύκηςη των δικαύων τουσ.
Η ονομαςύα Ιεριςςϐσ εμφανύζεται για πρώτη φορϊ ςε ϋγγραφο το 927, κατϐπιν, το 982 και, ςτη
ςυνϋχεια, καθ’ ϐλο τον 11ο και 12ο αιώνα εναλλϊςςεται με την αρχικό ονομαςύα Εριςςϐσ, για να
επικρατόςει τελικϊ τον 13ο αιώνα. Διακρύνεται μια τϊςη αυθαύρετησ επιλογόσ του ϊρθρου (ο/η) και τησ
ορθογραφύασ (Ἐρις(ς)ϐσ, Ἐρυςςϐσ, Ἱερι(η)ςςϐσ, Ἠερι(η)ςϐσ). τα ϋγγραφα ο οικιςμϐσ αναφϋρεται με
χρονολογικό ςειρϊ ωσ ενορύα660, κϊςτρον661, παλαιϐκαςτρον662, χώρα663, χωρύον664, κατεπανύκιον,665
πολύχνη και πϐλισ666. Οι δε κϊτοικού τησ ωσ «οικότορεσ» ό «χωριϊτεσ».
Σα περιςςϐτερα ϋγγραφα αναφϋρουν τη μεςαιωνικό Ιεριςςϐ ωσ «κϊςτρον». Ο χαρακτηριςμϐσ
«χωρύον» που τησ αποδύδεται ςτα πρακτικϊ του 14ου αιώνα ςυνιςτϊ φοροτεχνικό ορολογύα, εφϐςον ο
ϐροσ χρηςιμοποιεύται για τη μικρϐτερη φορολογικό περιφϋρεια, τον πυρόνα τησ φορολογικόσ
διοικητικόσ διαύρεςησ τησ υπαύθρου.
Γϑρω ςτο 941 οι Ιεριςςιώτεσ αγϐραςαν τα κλαςματικϊ εδϊφη που ςυνϐρευαν με τουσ αθωνύτεσ
και ϋτςι δημιουργόθηκε θϋμα διαχωριςμοϑ των δϑο ιδιοκτηςιών. Μετϊ απϐ πολλϋσ αυτοψύεσ
ανώτατων πολιτικών, ςτρατιωτικών και εκκληςιαςτικών παραγϐντων, επόλθε ςυμφωνύα το 942 και
ςυντϊχθηκε η ςχετικό πρϊξη οριοθετόςεωσ, τον Αϑγουςτο του 943. Ϊνασ απϐ τουσ παρεπϐμενουσ
ϐρουσ τησ ςυμφωνύασ του 942 ο οπούοσ, αν και δεν περιλαμβϊνεται ςτην πρϊξη του 943, εν τοϑτοισ
φαύνεται ϐτι διατηρόθηκε ςε ιςχϑ, όταν «το μη κωλϑεςθαι τυχϐν τα κτόνη αυτών (=των Ιεριςςιωτών) εισ
καιρϐν εθνικόσ εφϐδου τη προφϊςει του διαχωριςμοϑ, του μη ειςϋρχεςθαι και περιςώζεςθαι εισ το
τοιοϑτον Όροσ».667
Ο ϐροσ αυτϐσ που τϋθηκε μετϊ απϐ επιμονό των Ιεριςςιωτών, εύναι μια απϐδειξη ϐτι το 942 οι
κϊτοικοι τησ Φαλκιδικόσ φοβοϑνταν επιδρομϋσ απϐ το βορρϊ, δηλαδό απϐ τουσ Βουλγϊρουσ,
περιςςϐτερο απϐ τισ ναυτικϋσ επιδρομϋσ των Αρϊβων, ςτισ οπούεσ η χερςϐνηςοσ του Ωθω όταν
209
περιςςϐτερο εκτεθειμϋνη απϐ ϐτι η ενδοχώρα. Η πρακτικό αυτό όταν παλιϊ και οι Ιεριςςιώτεσ
επεδύωκαν να εξαςφαλύςουν μια ςυνϋχεια.
Οι φϐβοι τουσ αποδεύχτηκαν δικαιολογημϋνοι. Σο 975 φαύνεται ϐτι η Φαλκιδικό υπϋςτη μια
επώδυνη καταδρομό Οϑγγρων.668 Σο 980 ο αμουόλ τησ Βουλγαρύασ προςϋβαλε τη Θεςςαλονύκη και
ςτα χρϐνια που ακολοϑθηςαν δημιοϑργηςε προβλόματα και ςτην ανατολικό Φαλκιδικό. Αυτϐ
ςυμπεραύνεται, μεταξϑ ϊλλων, απϐ την παρϊδοςη τησ μονόσ του Γομϊτου το 989 ςτον ϐςιο Αθανϊςιο
Αθωνύτη και ςτη Λαϑρα του, γιατύ το μοναςτόρι όταν «ταῖσ τῶν ἐκ γειτϐνων οἰκοϑντων Βουλγϊρων
ἐκδρομαῖσ κεκακωμϋνον».669
Η ταλαιπωρύα τησ Φαλκιδικόσ ςυνεχύςτηκε με τισ αραβικϋσ επιδρομϋσ. Ϊνα ϋγγραφο τησ Ιβόρων
του 1010, αναφϋρει ϐτι «ἐν τῷ θεοςώςτῳ κϊςτρῳ Ἱεριςςοῦ Καλύδα χῆρα» αναγκϊςθηκε να πουλόςει
ϋνα μεγϊλο χωρϊφι για να ειςπρϊξει 15 χρυςϊ νομύςματα προκειμϋνου να εξαγορϊςει τον γιο τησ «απϐ
τῆσ τῶν Ἀγαρηνῶν αἰχμαλωςύασ». 670
Σο 982 υπογρϊφει ςε ϋγγραφο για πρώτη φορϊ ο Θεϐδοτοσ «ταπεινϐσ ἐπύςκοποσ Ἱεριςςοϑ». Η
επιςκοπό πρϋπει να (επαν)ιδρϑθηκε (;) μεταξϑ των ετών 943 και 982 και υπαγϐταν ςτη Θεςςαλονύκη.
Αιτύα τησ ιδρϑςεωσ θα πρϋπει να όταν η αϑξηςη των μοναςτικών ιδρυμϊτων και του πληθυςμοϑ τησ
περιοχόσ. Εύναι προφανϋσ ϐτι ϋδρα του επιςκϐπου όταν η Ιεριςςϐσ, τϐςο εξαιτύασ τησ γεωγραφικόσ τησ
θϋςησ ϐςο και γιατύ φαύνεται να όταν ο μεγαλϑτεροσ και καλϑτερα οχυρωμϋνοσ οικιςμϐσ τησ
περιοχόσ.671
υμπεραςματικϊ, το παλιϐ πληθυςμιακϐ υπϐςτρωμα δεν εξαφανύςτηκε αλλϊ παρϋμεινε ςτην
περιοχό και φαύνεται ϐτι ενιςχϑθηκε απϐ εποικιςτικϊ ρεϑματα και απϐ επαναπατριςμϐ ϐςων εύχαν
καταφϑγει ςε αςφαλϋςτερα μϋρη, αφοϑ η κοινϐτητα λειτουργεύ κανονικϊ. Η παρϊδοςη τησ ςυνεχοϑσ
κατούκηςησ και η ιςτορικό μνόμη των παλιών οικητϐρων ςύγουρα διαδραμϊτιςε ρϐλο ςτισ εξελύξεισ.
Σουσ επϐμενουσ αιώνεσ, η κοινϐτητα διαγρϊφει φθύνουςα πορεύα.672
Με την κατϊλυςη τησ Αυτοκρατορύασ απϐ τουσ Υρϊγκουσ το 1204 και την ύδρυςη του φραγκικοϑ
βαςιλεύου τησ Θεςςαλονύκησ, η Φαλκιδικό εντϊχθηκε ςε αυτϐ και οι επιςκοπϋσ τησ, υπαγϐμενεσ πϊντα
ςτον μητροπολύτη Θεςςαλονύκησ, φαύνεται ϐτι ςτελεχώθηκαν με καθολικοϑσ αξιωματοϑχουσ. Η
φραγκικό παρουςύα ςτην ανατολικό Φαλκιδικό ςυνδϋεται με το, ερειπωμϋνο ςόμερα, «Υραγκϐκαςτρο»,
ςτα ϐρια του Αγύου Όρουσ. τη θϋςη αυτό ιδρϑθηκε τον 10ο αιώνα η μονό Ζυγοϑ, ϐπου εύχε
πρωτοεγκαταςταθεύ ο ϐςιοσ Αθανϊςιοσ. Η Ζυγοϑ το 1199 όταν όδη ϋρημη και παραχωρόθηκε με τα
μετϐχια τησ ςτην επανιδρυμϋνη τϐτε απϐ τουσ ϋρβουσ μονό Φιλανδαρύου, που επιςκεϑαςε τα κτύρια
και εγκατϋςτηςε εκεύ μοναχοϑσ.
210
Με την ϋναρξη τησ φραγκοκρατύασ εγκαταςτϊθηκε ςτη μονό Ζυγοϑ κϊποιοσ ιςχυρϐσ Υρϊγκοσ
(πιθανώσ ο επύςκοποσ εβαςτεύασ), ο οπούοσ ενύςχυςε την οχϑρωςη τησ μονόσ και επιδϐθηκε ςτην
καταλόςτευςη των αγιορεύτικων μονών. Οι Αγιορεύτεσ ζότηςαν την βοόθεια του πϊπα Ιννοκϋντιου Γ’, ο
οπούοσ με επιςτολό του το 1214 φρϐντιςε και ο τϐποσ απαλλϊχτηκε απϐ την μϊςτιγα.
τα τϋλη του 1224 καταλϑθηκε το φραγκικϐ βαςύλειο τησ Θεςςαλονύκησ και ςτην πϐλη
εγκαταςτϊθηκε ο ηγεμϐνασ τησ Ηπεύρου Θεϐδωροσ Δοϑκασ. Η Φαλκιδικό υπόχθη ςτη νϋα αυτοκρατορύα
και ακολοϑθηςε τη μούρα τησ ϐταν αυτό ενςωματώθηκε ςτην Αυτοκρατορύα τησ Νύκαιασ το 1246.673
Σην εποχό των Παλαιολϐγων δημιουργοϑνται οι νϋεσ διοικητικϋσ μονϊδεσ, τα Κατεπανύκια.674 Η
Ιεριςςϐσ υπόχθη ςτο Κατεπανύκιο Ωκρουσ ό Ιεριςςοϑ (ό Αραβενικεύασ). Περιελϊμβανε το ανατολικϐ
τμόμα τησ Φαλκιδικόσ μϋχρι τησ οριογραμμόσ του Αγύου Όρουσ, επύ του λαιμοϑ τησ χερςονόςου του
Ωθω.
Σοπωνϑμια του κατεπανικύου που βρύςκονται ςτα ΝΑ τησ Ιεριςςοϑ, προσ το Ωγιον Όροσ, φϋρονται
ωσ επύ το πλεύςτον να βρύςκονται ςτο «κατεπανύκιο Άκρουσ», ακϐμα και η ύδια η Ιεριςςϐσ. Σοπωνϑμια
ϐμωσ που βρύςκονται ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ, αναφϋρονται ωσ ευριςκϐμενα ςτο «κατεπανύκιον Ιεριςςοϑ».
Δεδομϋνου ϐτι τα κατεπανύκια αυτϊ όταν παλαιϐτερα βϊνδα, ϋχει διατυπωθεύ η εικαςύα ϐτι πρϐκειται
για ςυνϋνωςη δϑο βϊνδων (Ιεριςςοϑ και Ωκρουσ), εκ των οπούων το δεϑτερο εύναι το Ωγιον Όροσ. Ο
λϐγοσ, επομϋνωσ, ύςωσ όταν ϐτι μετϊ την καθιϋρωςη του Ωθω ωσ μοναςτηριακοϑ χώρου αλλϊ και την
οριοθεςύα του, το υπολειπϐμενο μϋροσ του βϊνδου προςετϋθη ςε αυτϐ τησ Ιεριςςοϑ και η
ςυντηρητικϐτητα τησ βυζαντινόσ γραφειοκρατύασ διατόρηςε την μνόμη των τεμαχύων.
Κϋντρο του κατεπανικύου, πιθανϐτατα όταν η Ιεριςςϐσ. Εκτεινϐταν απϐ την οροθετικό γραμμό του
Αγύου Όρουσ απϐ την Κομότιςςα και το Προςφϐριον, προσ τη Φαλκιδικό. Σο ϐριϐ του προσ το
κατεπανύκειο τησ Ερμόλειασ μϊλλον ξεκινοϑςε λύγο ανατολικώτερα τησ Αραβενύκειασ (ςημ. Μεγϊλη
Παναγιϊ) και ςυνϋχιζε νοτιοανατολικϊ προσ τον ιγγιτικϐ Κϐλπο. Σο δυτικϐτερο ϊκρο όταν τα
Περιγαρδύκεια. Σο βορειϐτερο τοπωνϑμιο του Ιεριςςοϑ όταν η Αραβενύκεια. Ϊτςι, το κατεπανύκιο
περιελϊμβανε ϐλη την περιοχό γϑρω απϐ τα αρχαύα τϊγειρα, τρατώνι, Ολυμπιϊδα, ταυρϐ και Αρναύα
μϋχρι την Ιεριςςϐ και τον λαιμϐ τησ χερςονόςου του Ωθω.675
Η ανατολικό Φαλκιδικό και το Ωγιον Όροσ δεν διϋφυγαν τησ επιδρομόσ των Καταλανών. Ενδεικτικϐ
τησ τραγικόσ κατϊςταςησ που δημιοϑργηςε η παρουςύα τουσ εύναι το περιεχϐμενο ςειρϊσ εγγρϊφων
του Βατοπεδύου του 1308 και 1309 ςτα οπούα αιτιολογεύται η πώληςη κτημϊτων ςτην περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ. Επύ πλϋον, οι επιδρομϋσ δημιοϑργηςαν αιςθόματα αναςφϊλειασ ςτουσ κατούκουσ
(χαρακτηριςτικϋσ φρϊςεισ που επαναλαμβϊνονται ςτα ϋγγραφα: διϊ τϐν φϐβον και διϊ τόν βύαν τοῦ
καιροῦ), πολλού απϐ τουσ οπούουσ κατϋφυγαν με γυναύκεσ και παιδιϊ ςτην αςφϊλεια των οχυρωμϋνων
μονών του Αγύου Όρουσ.
211
Ο πϐλεμοσ των Ανδρϐνικων (1321-8) και οι Σοϑρκοι πειρατϋσ δυςχϋραναν ακϐμη περιςςϐτερο την
κατϊςταςη. Σο 1344 μια ομϊδα διοικητικών παραγϐντων του Αγύου Όρουσ, καθώσ ϋπλεε ςτισ βϐρειεσ
ακτϋσ του Ωθω, ϋπεςε ςτα χϋρια των Σοϑρκων πειρατών που τουσ μετϋφεραν ςτο λιμϊνι του Λϐγγου.
Εκεύ τουσ κρϊτηςαν 50 μϋρεσ μϋχρι να πϊρουν τα λϑτρα απϐ τουσ Αγιορεύτεσ. τα παραπϊνω όρθαν να
προςτεθοϑν οι επιδρομϋσ του τϋφανου Δουςϊν, ο οπούοσ εκμεταλλευϐμενοσ την αδυναμύα τησ
Αυτοκρατορύασ και την απαςχϐληςό τησ ςτισ εμφϑλιεσ διαμϊχεσ, ϊρχιςε τισ επιδρομϋσ και την
επϋκταςη του κρϊτουσ του.676
Η μαρτυρύα που ϋχουμε για την προαγωγό –ϋςτω βραχϑβια- τησ Ιεριςςοϑ ςε μητρϐπολη την
περύοδο αυτό (1345-1365) ακϐμα και αν αποδύδεται ςε πολιτικϋσ ςκοπιμϐτητεσ, δεν μπορεύ παρϊ να
αντανακλϊ την δημογραφικό ευρωςτύα και το γϐητρο τησ πολύχνησ αυτόσ.
Οι περιπϋτειεσ του 14ου αιώνα και η πανώλη που ϋπληξε την περιοχό εύχαν επιπτώςεισ ςτην
οικιςτικό οργϊνωςη τησ ΒΑ Φαλκιδικόσ. Μϋςα ςτον 14ο αιώνα εξαφανύςτηκαν τα χωριϊ: Κουμύτςα,
Κοςλϊ, υμεών, Κοντογρύκου, Ροϑδαβα, Γραδιςκϊ, ελϊδα και Λιψϊςδα. Αυτϊ φαύνεται ϐτι
ενςωματώθηκαν ςτα εναπομεύναντα: Ιεριςςϐσ, Γομϊτι, Ρεβενύκια, ιδηροκαϑςια και Παλαιοχώρι, που
υπϊρχουν και ςόμερα και ςτην Λαδιϊβα που καταςτρϊφηκε το 1700.
Απϐ τον 14ο αιώνα μϋχρι και ςόμερα, η περιοχό τησ Κεντρικόσ Μακεδονύασ πλόττεται απϐ ςειςμοϑσ
που εμφανύζονται με μϋςη ςυχνϐτητα τα τριϊντα χρϐνια και εύχαν επύκεντρο, τισ περιςςϐτερεσ φορϋσ
την περιοχό του Αγύου Όρουσ. Σο 1932 ςυνϋβη καταςτρεπτικϐτατοσ ςειςμϐσ ςτην Ιεριςςϐ που
ιςοπϋδωςε την πϐλη και ϊφηςε εκατοντϊδεσ θϑματα. Παρατηρόθηκε θαλϊςςιο κϑμα, που κατϋκλειςε
τα παρϊλια του κϐλπου τησ Ιεριςςοϑ φθϊνοντασ ςε μϋγιςτο βϊθοσ 30 μϋτρων μϋςα ςτην ξηρϊ.677
212
6.2.1. Οχύρωςη
Αρχαιϐτητα (εικ. 58-61)
Σμόματα του αρχαύου τεύχουσ, παρϊ τισ ςϑγχρονεσ υπερκαλϑψεισ, μποροϑν να αναγνωριςθοϑν ςε
αρκετϊ ςημεύα τησ λοφογραμμόσ. τα τεύχη του περιβϐλου, του οπούου ϋχει εντοπιςτεύ κυρύωσ η
διαδρομό του ανατολικοϑ ςκϋλουσ, ϋχουν επιςημανθεύ δϑο οικοδομικϋσ φϊςεισ:
την αρχαιϐτερη ανόκει το ιςχυρϐ τμόμα τεύχουσ ό αναλόμματοσ, που υψώνεται ςτην ανατολικό
πλευρϊ του Κϊςτρου ςε μόκοσ 30 μ. και ϑψοσ τουλϊχιςτον 8 μ. Εύναι καταςκευαςμϋνο αποκλειςτικϊ
απϐ γρανύτη, προώϐν λατομεύου τησ περιοχόσ. Ϊχει κτιςτεύ με επιμελημϋνη, ακανϐνιςτη ορθογώνια
τοιχοδομύα και τα καταςκευαςτικϊ του γνωρύςματα εύναι οι μϐνεσ ενδεύξεισ για μια πρώιμη
χρονολϐγηςη μεταξϑ 6ου και 5ου αι. π.Φ.678
τη νεϐτερη οικοδομικό φϊςη του περιβϐλου, που μϊλλον ανϊγεται ςτα κλαςικϊ ό ςτα πρώιμα
ελληνιςτικϊ χρϐνια, χρηςιμοποιοϑνται κυρύωσ ορθογώνιεσ αςβεςτϐπλινθοι, απϐ το φυςικϐ πϋτρωμα
των ύδιων των λϐφων, οι οπούεσ τοποθετοϑνται ςτα μϋτωπα του τεύχουσ. Σο εςωτερικϐ τουσ ενιςχϑεται
με αργοϑσ λύθουσ. Οι γρανιτϐπλινθοι δεν απουςιϊζουν εντελώσ αλλϊ η χρόςη τουσ εύναι πολϑ
περιοριςμϋνη.
Σμόματα του τεύχουσ αυτόσ τησ φϊςησ καθώσ και ϋνασ, τουλϊχιςτον, ορθογώνιοσ πϑργοσ ό πϑλη
ϋχουν αποκαλυφθεύ ςτουσ δϑο ςυνεχϐμενουσ λϐφουσ, ςτα Ν και ΝΑ του Κϊςτρου, και κυρύωσ ςτον
μεγαλϑτερο και ψηλϐτερο νϐτιο λϐφο, τα Αλώνια. Δυςτυχώσ, ςώζονται αποςπαςματικϊ και ςε επύπεδο
θεμελύωςησ, οπϐτε οδηγοϑμαςτε ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι μϊλλον η ανωδομό τουσ όταν απϐ πλιθιϊ. Με
αυτό την τεχνικό ϋχει καταςκευαςτεύ ϋνα τμόμα περύπου 230 μ. ςτα ΝΑ, προσ τον Ωη Γιϊννη.
Λύγα μϋτρα προσ τα δυτικϊ, ςτο διϊςελο ανϊμεςα ςτουσ λϐφουσ Ωη Γιώργη και Αλώνια,
εντοπύςτηκε ϋνασ ϊλλοσ πϑργοσ τησ πϐλησ. όμερα, υπϊρχει ςτην περιοχό ϋνα μονοπϊτι
πλακοςτρωμϋνο που και απϐ τισ δϑο πλευρϋσ ορύζεται απϐ ιςχυρό θεμελύωςη περύπου 4 μ.679
τη χαμηλϐτερη ΒΔ πλαγιϊ του κϊςτρου, η θϋςη Λαδιϊβα εξακολουθεύ μϋχρι ςόμερα να αποτελεύ
τη φυςικό διϋξοδο τησ πϐλησ προσ τα δυτικϊ. την περιοχό αυτό αναζητεύται η βορειοδυτικό πϑλη, που
όταν πιθανώσ η κϑρια εύςοδοσ τησ πϐλησ.680
678Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Αρχαύα Ωκανθοσ: 1986-1996», ΑΕΜΘ 10, Θεςςαλονύκη (1996), 297-311, 299, 300 ̇ Winter 2006, 71
679Winter 2006, 71
680Σρακοςοποϑλου-αλακύδου 1996, 299, 300, 303
213
Ο Leake, ςτην επιςτροφό του απϐ το Ωγιον Όροσ, επιςκϋπτεται την Ιεριςςϐ. Αναφϋρει ϐτι ο λϐφοσ
τησ «Εριςςοϑ ςτϋφεται απϐ τα ερεύπια ενϐσ κϊςτρου των μϋςων χρϐνων». 681 Ο Struck που περιηγόθηκε
την περιοχό, μερικϋσ δεκαετύεσ αργϐτερα, το 1907, δηλαδό πριν απϐ τον καταςτροφικϐ ςειςμϐ του
1932, αναφϋρει ϐτι εύδε ερειπωμϋνη την οχϑρωςη του κϊςτρου, ςτην οπούα διϋκρινε εκτεταμϋνη χρόςη
του οικοδομικοϑ υλικοϑ των αρχαύων τειχών.
Η μεςαιωνικό οχϑρωςη πρϋπει να όταν καταςκευαςμϋνη πρϐχειρα με υλικϐ απϐ τα αρχαύα τεύχη.
Λϐγω τησ ϋλλειψησ ςυνϊφειασ με το αρχαύο υλικϐ, όταν ιδιαύτερα ευπαθόσ, με αποτϋλεςμα να
καταπϋςει και να καταςτραφεύ ολοςχερώσ απϐ τον μεγϊλο ςειςμϐ του 1932.
Βυζαντινϐ λιμϊνι
Κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο, η Ωκανθοσ όταν μια ακμϊζουςα πϐλη και το λιμϊνι τησ πρϋπει
να όταν λειτουργικϐ. Ο αρχαύοσ λιμενοβραχύονασ θα παρεύχε προςταςύα και κατϊ τη μεςοβυζαντινό
περύοδο, αφοϑ η ςτϊθμη τησ θϊλαςςασ όταν χαμηλϐτερη κατϊ τουλϊχιςτον ϋνα μϋτρο.684
Σο λιμϊνι τησ Ιεριςςοϑ όταν ςημαντικϐ λϐγω τησ ποιϐτητασ τησ θϋςησ του. Πϋρα απϐ το εμπϐριο με
τισ υπϐλοιπεσ πϐλεισ τησ Φαλκιδικόσ, με τη Θεςςαλονύκη, την Κωνςταντινοϑπολη και τα νηςιϊ του
Βορεύου Αιγαύου, εξυπηρετοϑςε τη μεταφορϊ προώϐντων και προςκυνητών απϐ και προσ το Ωγιον
Όροσ.
τα αθωνικϊ ϋγγραφα αναφϋρεται το λιμϊνι και διαφαύνεται ϐτι κϊποια ςτιγμό κατϊ τη διϊρκεια
του 13ου αιώνα, πϋραςε κατϊ το όμιςυ ςτην ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Ιβόρων, η οπούα ςε ϋγγραφο του
214
1301 πληρώνει “ςκαλιϊτικο”φϐρο για το λιμϊνι αυτϐ.685O φϐροσ επαναλαμβϊνεται ςε ϋγγραφα του
1318, 1320 και 1341 και η κατοχό κατϊ το όμιςυ τησ ςκϊλασ επιβεβαιώνεται με χρυςϐβουλλο του
τεφϊνου Δουςϊν το 1346. Απϐ το χρυςϐβουλλο του Ιωϊννου Καντακουζηνοϑ του 1351
πληροφοροϑμαςτε ϐτι η Ιβόρων κατϋχει την ςκϊλα «ἐπικούνωσ μετϊ τοῦ μϋρουσ τῆσ ἀγιωτϊτησ
ἐπιςκοπῆσ Ἰεριςςοῦ».
Μικρϐτερα λιμϊνια, «ςκϊλεσ», υπόρχαν κατϊ μόκοσ ϐλησ ςχεδϐν τησ ανατολικόσ ακτόσ. Οι
περιςςϐτερεσ αναφορϋσ γύνονται για τισ ςκϊλεσ ςτην περιοχό του Πρϐβλακα και ςτην Κομότιςςα,
καθώσ και βορειϐτερα, ςτην περιοχό του τρατωνύου.
Αξιοςημεύωτη εύναι η ςχεδϐν παντελόσ ϋλλειψη οχϑρωςησ απϐ την πλευρϊ τησ θϊλαςςασ. Σο
γεγονϐσ δεύχνει ϐτι οι κϊτοικοι τησ πϐλησ φοβοϑνταν τισ επιδομϋσ απϐ Βορρϊ, παρϐλο που η
Φερςϐνηςοσ υπϋφερε απϐ την πειρατεύα Αρϊβων και Σοϑρκων.
685 Actes d’Iviron ΙΙΙ (De 1204 a 1328), édition diplomatique par J. Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, V. Kravari, H. Métrévéli, Paris
(1994), ϋγγρ. 70 (1301), ςτ. 155
686 Winter 2006, 68
215
αποκαλϑφθηκαν κατεςτραμμϋνοι κϊτω απϐ τϊφουσ μεςαιωνικών χρϐνων δύπλα ςτην κϐγχη τησ
βαςιλικόσ.
Οι αναςκαφϋσ απϐ το 1994 και μετϊ απϋκτηςαν ςυςτηματικϐ χαρακτόρα και ϊρχιςε η
τοπογρϊφηςη του χώρου, με αποτϋλεςμα να μπορεύ να προςδιοριςτεύ η ϋκταςη τησ αρχαύασ πϐλησ ςε
560 ςτρϋμματα.687
Όςον αφορϊ ςτην οχϑρωςη, ϐπωσ προαναφϋρθηκε, οι ενδεύξεισ για την παλαιϐτερη φϊςη των
τειχών ςυγκεντρώνονται ςτο βϐρειο τμόμα τησ πϐλησ, ενώ για τη νεϐτερη ςτα νϐτια. Αυτϐ θα
μποροϑςε να ςυνδϋεται με μια επϋκταςη-ύςωσ και διπλαςιαςμϐ τησ πϐλησ-προσ τα νϐτια ςτα τϋλη του
5ου ό ςτισ αρχϋσ του 4ου αι. π.Φ.688
Η ανοικοδϐμηςη των μεςαιωνικών ςπιτιών πϊνω απϐ τα αρχαύα με τη χρόςη μϊλιςτα του
αρχαύου οικοδομικοϑ υλικοϑ, κατϋςτρεψε μεγϊλο τμόμα του κεντρικοϑ τμόματοσ του αρχαύου οικιςμοϑ
τησ Ακϊνθου.
Η πϐλη των κλαςικών χρϐνων δεύχνει να ϋχει προςανατολιςμϐ προσ τον βορρϊ Προφανώσ, το
λιμϊνι θα βριςκϐταν ςε ϊμεςη επαφό με την πϐλη, ενώ διαπιςτώθηκε ϐτι υπόρχαν πολλϊ εργαςτόρια
ςε εκεύνη την περιοχό απϐ την κλαςικό εποχό και μετϊ.
Δεν γνωρύζουμε μϋχρι που εκτεινϐταν το territorium τησ Ακϊνθου. Προσ τα βϐρεια, οι κϊτοικοι
ςύγουρα θα εκμεταλλεϑονταν τισ εϑφορεσ παρϊκτιεσ εκτϊςεισ μϋχρι το Μαρμϊρι. Η ςυνοριακό αυτό
γραμμό θα ϊλλαξε με την ύδρυςη τησ τρατονύκησ. Σα υψύπεδα που ακϐμα και ςόμερα καλϑπτονται απϐ
δϊςη ςτα ΒΔ θα χρηςιμοποιοϑνταν ωσ χειμαδιϊ. Επύςησ, υπόρχαν κοιτϊςματα μετϊλλων αλλϊ δεν
ξϋρουμε ςε ποιο βαθμϐ γινϐταν ςυςτηματικό εκμετϊλλευςη ςε αυτϋσ τισ εποχϋσ. Η περιοχό που
προςφερϐταν περιςςϐτερο για καλλιϋργειεσ βριςκϐταν κατϊ μόκοσ τησ ακτόσ, ςτα νϐτια και ςτα
δυτικϊ του οικιςμοϑ. Πρϐκειται για μια περιοχό που καλϑπτεται απϐ αμμϐλοφουσ μϋχρι τον ιγγιτικϐ
Κϐλπο και την γειτονικό ϊνη.
Σα παραπϊνω δεδομϋνα αλλϊ και το εκτϐσ των τειχών ιερϐ του Απϐλλωνα, που εντοπύςτηκε ςτο
νϐτιο ϐριο τησ ακϊνθινησ ενδοχώρασ προσ τα βϐρεια των Νϋων Ρϐδων, δεύχνουν ϐτι η Ωκανθοσ μϋχρι
την ελληνιςτικό περύοδο κατεύχε μια ενδοχώρα -οικονομύασ και γησ- πϊνω απϐ 40 τετραγωνικϊ
χιλιϐμετρα, δηλαδό ϐχι μϐνο μύα απϐ τισ πιο εκτεταμϋνεσ αλλϊ και μύα απϐ τισ πιο επικερδεύσ τησ
ανατολικόσ Φαλκιδικόσ.689
Βσδανηινή περίοδος
Για την πολεοδομικό οργϊνωςη του οικιςμοϑ των βυζαντινών χρϐνων ϋχουμε μϋχρι ςτιγμόσ
λιγοςτϊ αρχαιολογικϊ δεδομϋνα. Η κατϊςταςη, ωςτϐςο, δεύχνει να αλλϊζει προσ το καλϑτερο αφοϑ απϐ
το 2007 μϋχρι και ςόμερα, διενεργοϑνται αναςκαφϋσ ςωςτικοϑ χαρακτόρα ςτα νοτιοδυτικϊ των
216
λϐφων, ϐπου αναδϑεται ο μεςαιωνικϐσ οικιςμϐσ. Οι αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ, αν και περιοριςμϋνεσ ςε
ϋκταςη και χρϐνο, μποροϑν να ςυνδυαςτοϑν με τον εξαιρετικϐ πλοϑτο των αγιορεύτικων εγγρϊφων και
να μασ δώςουν πληροφορύεσ για τη ζωό ςτη βυζαντινό Ιεριςςϐ.
Απϐ τισ πηγϋσ λοιπϐν, γνωρύζουμε ϐτι η περιοχό του Κϊςτρου κατοικοϑνταν, αφοϑ ςυχνϊ
αναφϋρονται τα ςπύτια των «οἰκητϐρων τῆσ Ἐριςςοῦ». Ενδεχομϋνωσ, ο οχυρωμϋνοσ λϐφοσ να
χρηςύμευε και ωσ ϋδρα ςτρατιωτικόσ φρουρϊσ και διοικητικών και θρηςκευτικών αξιωματοϑχων, αν
και μϋχρι τώρα δεν ϋχουν εντοπιςτεύ αντύςτοιχεσ εγκαταςτϊςεισ. το κϊςτρο θα κατϋφευγαν και οι
απλού χωρικού ςε περύπτωςη κινδϑνου αναζητώντασ αςφϊλεια.
Οι αναςκαφϋσ που διενεργοϑνται τα τελευταύα χρϐνια απϐ την πρώην 10η Εφορεύα Βυζαντινών
Αρχαιοτότων (νυν Εφορεύα Αρχαιοτότων Φαλκιδικόσ και Αγύου Όρουσ) ςυγκεντρώνονται ςτα
οικϐπεδα που βρύςκονται εντϐσ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, ςτισ δυτικϋσ υπώρειεσ του λϐφου, κατϊ μόκοσ
τησ παραλύασ και φτϊνουν ςε μια απϐςταςη 600 μϋτρων νοτύωσ του κϊςτρου, ϐπου εντοπύςτηκε η
πρωτοβυζαντινό βαςιλικό. την ϋκταςη αυτό ϋχουν αποκαλυφθεύ οικοδομόματα με επικαλυπτϐμενεσ
και, γι’ αυτϐ, δϑςκολα ερμηνεϑςιμεσ ωσ προσ τη λειτουργύα τουσ φϊςεισ, που χρονολογοϑνται απϐ την
ϑςτερη αρχαιϐτητα και φτϊνουν μϋχρι τον 12ο αιώνα περύπου. Αρχαιολογικϊ αντιπροςωπεϑονται
καλϑτερα οι μεςοβυζαντινού χρϐνοι (10οσ-11οσ αιώνασ) τϐςο ςε επύπεδο αρχιτεκτονικόσ ϐςο και
ευρημϊτων, γεγονϐσ που ϋρχεται να ςυμφωνόςει με τισ πηγϋσ που κϊνουν λϐγο για μια ανϊκαμψη του
οικιςμοϑ απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ.
Για την ενδοχώρα τησ Ιεριςςοϑ δεν μποροϑμε να εύμαςτε βϋβαιοι αλλϊ όταν ςύγουρα εκτεταμϋνη
ενώ ςτα μεταγενϋςτερα χρϐνια ςυμπεριλϊμβανε και πϋντε πϑργουσ. Σο μϐνο αςφαλϋσ ϐριο για τον
βυζαντινϐ οικιςμϐ τησ Ιεριςςοϑ εύναι ςτα νϐτια η αθωνικό οριογραμμό που χαρϊχτηκε το 943.
217
Βυζαντινό Περύοδοσ
Σα οικϐπεδα που αναςκϊπτονται ςτισ υπώρειεσ του λϐφου ϋχουν φϋρει ςτο φωσ ςημαντικϊ
ευρόματα τησ βυζαντινόσ περιϐδου μεταξϑ των οπούων τρύα μολυβδϐβουλλα. Σα δϑο ανόκουν ςε
επιςκϐπουσ τησ Ιεριςςοϑ του 9ου και 10ου αιώνα και το ϊλλο ςτον κριτό αμωνϊ, που διευθετοϑςε
δικαςτικϋσ υποθϋςεισ κατϊ το α’ μιςϐ του 10ου αιώνα. Σα μολυβδϐβουλλα εντοπύςτηκαν ςτο οικ. 28
ιδιοκτηςύασ Θωμϊ, ϐπου αναςκϊπτεται ϋνα κτύριο, αναμφύβολα δημϐςιου χαρακτόρα. τη θεμελύωςό
του ϋχει χρηςιμοποιηθεύ υλικϐ απϐ την αρχαύα πϐλη. Οι μϋχρι τώρα διαςτϊςεισ του, η θϋςη του κοντϊ
ςτο κϊςτρο ςε ςυνδυαςμϐ με τισ εκατοντϊδεσ χρυςϋσ ψηφύδεσ που βρϋθηκαν και θα αποτελοϑςαν
μϋροσ τησ διακϐςμηςησ του αλλϊ και τισ ςφραγύδεσ-ςϑμβολα των ανώτερων αξιωματοϑχων τησ
μεςαιωνικόσ πϐλησ μασ οδηγεύ ςτην ςκϋψη ϐτι πρϐκειται για ςημαντικϐ διοικητικϐ (βουλευτόριο;) ό
θρηςκευτικϐ (επιςκοπεύο ό βαςιλικό;) κτύριο.
Βσδανηινή Περίοδος
Η πρωτοβυζαντινό βαςιλικό τησ Ιεριςςοϑ (4οσ–5οσ αι.), βρύςκεται ςτην περιοχό τησ παραλύασ του
οικιςμοϑ. (εικ. 65) Πρϐκειται για μια μεγϊλη τρύκλιτη βαςιλικό με αύθριο, που ϋχει υποςτεύ εκτεταμϋνη
λιθολϐγηςη. Σο μόκοσ τησ φθϊνει ςχεδϐν τα 50 μ. μαζύ με το αύθριο και την κϐγχη. Σο μεςαύο κλύτοσ ϋχει
πλϊτοσ 8μ. και τα πλϊγια 4 μ. Ο νϊρθηκασ ςυνδϋεται με τον κυρύωσ ναϐ με τρεισ ειςϐδουσ, μύα ςτο μϋςο
του κϊθε κλύτουσ. την δυτικό πλευρϊ του ναοϑ υπϊρχουν δϑο εύςοδοι, οι οπούεσ οδηγοϑν προσ το
αύθριο. Η βαςιλικό εύναι κτιςμϋνη κυρύωσ με αργολιθοδομό και εύναι επιχριςμϋνη με λευκϐ
αςβεςτοκονύαμα. Ο ναϐσ όταν τοιχογραφημϋνοσ.
218
Σο μϋγεθοσ και η προφανόσ πολυτϋλεια τησ βαςιλικόσ δεν μπορεύ παρϊ να ςημαύνουν, ϐτι η
ευημερύα τησ Ακϊνθου τησ ρωμαώκόσ περιϐδου ςυνεχύςτηκε μϋχρι τουλϊχιςτον και την εποχό του
Ιουςτύνου Β΄ (565-578), οπϐτε χρονολογεύται το τελευταύο νϐμιςμα τησ φϊςησ τησ πρωτοβυζαντινόσ
περιϐδου.
Δεν ϋχουμε ακϐμα ςτοιχεύα για τον χρϐνο και τον λϐγο καταςτροφόσ τησ βαςιλικόσ. Θα πρϋπει
ϐμωσ να θεωρηθεύ βϋβαιο, ϐτι ςτα τϋλη του 9ου αι. όταν όδη ερειπωμϋνη αλλϊ με προφανό την
ταυτϐτητϊ τησ, προςφϋροντασ ςτην μεςοβυζαντινό κοινϐτητα ϋναν καθαγιαςμϋνο χώρο για το
νεκροταφεύο του οικιςμοϑ.
Η θϋςη τησ βαςιλικόσ κοντϊ ςτην θϊλαςςα, ςτα βϐρεια ϐρια του πρωτοβυζαντινοϑ τομϋα, θα
μποροϑςε ύςωσ να ςυςχετιςθεύ με το νεκροταφεύο τησ ύδιασ περιϐδου, του οπούου κϊποιοι τϊφοι
αναςκϊφηκαν κατϊ την ϋρευνα του αρχαύου νεκροταφεύου.693
Βσδανηινή Περίοδος
Σα λεύψανα των βυζαντινών οικιών προϋρχονται ςτο ςϑνολϐ τουσ απϐ τον τομϋα ςτισ
βορειοδυτικϋσ υπώρειεσ του κϊςτρου, που απεύχε περύπου 500 μ. απϐ το λιμϊνι. Οι μεςαιωνικϋσ οικύεσ,
ωσ επύ το πλεύςτον, ϋχουν οικοδομηθεύ πϊνω ςε οικιςτικϊ κατϊλοιπα ελληνιςτικόσ και ρωμαώκόσ
εποχόσ. Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται απϐ ελϊχιςτα κατϊλοιπα, που ϋχουν
καταςτραφεύ απϐ τισ μεταγενϋςτερεσ φϊςεισ τησ μϋςησ και Τςτεροβυζαντινόσ περιϐδου.
το βϐρειο τμόμα του οικοπϋδου 11γ του Ο.Σ. 27 ιδιοκτηςύασ Ηλιϐπουλου, εντοπύςθηκε ϋνα κτιριακϐ
ςυγκρϐτημα με τον κατϊ μόκοσ ϊξονα ςτην κατεϑθυνςη Β-Ν. (εικ. 66-68) το κτύριο διακρύνονται
διαδοχικϋσ φϊςεισ κατούκηςησ, που ξεκινοϑν απϐ το 10ο και φτϊνουν ςτα τϋλη του 12ου αιώνα, ενώ
αποςπαςματικϊ εντοπύςθηκαν αρχιτεκτονικϊ λεύψανα πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. τον 10ο αιώνα το
ςυγκρϐτημα αποτελοϑνταν απϐ δϑο ανιςομεγϋθη δωμϊτια, ενώ υπϊρχουν ιςχυρϋσ ενδεύξεισ ϐτι το
κτύριο ςυνϋχιζε προσ τον βορρϊ. Για την καταςκευό του χρηςιμοποιόθηκαν αργού λύθοι, ημιλαξευμϋνεσ
πϋτρεσ και οικοδομικϐ υλικϐ απϐ την αρχαύα Ωκανθο. Σα δϑο δωμϊτια επικοινωνοϑςαν μεταξϑ τουσ με
θυραύο ϊνοιγμα, που ϋκλειςε κατϊ τον 11ο αιώνα, ενώ την ύδια εποχό κτύζεται προχεύρωσ επϋκταςη του
κτιρύου προσ τα ανατολικϊ. Η κϑρια εύςοδοσ του ςυγκροτόματοσ βριςκϐταν ςτα νϐτια, ϐπωσ μποροϑμε
219
να ςυμπερϊνουμε απϐ την επιμϋλεια τησ καταςκευόσ και απϐ τα δϑο γρανιτϋνια ςκαλοπϊτια, που
οδηγοϑςαν ςε ϋναν ημιυπϐγειο χώρο.
Η αυλό τησ οικύασ οριοθετοϑνταν απϐ πακτωμϋνεσ πλακαρϋσ πϋτρεσ που καλϑπτουν ϋκταςη 13
μϋτρων και ξεκινοϑν ςε απϐςταςη 1,5 μ. απϐ την οικύα. το κϋντρο τησ αυλόσ βρϋθηκε τμόμα βϊςησ
μεγϊλου πιθαριοϑ που οδόγηςε τουσ αναςκαφεύσ ςτην απϐδοςη αποθηκευτικόσ λειτουργύασ ςτον
χώρο.
Πϊνω ςτισ τοιχοποιύεσ του κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ και ακολουθώντασ ςχεδϐν την ύδια διϊταξη
διαμορφώθηκε η τελευταύα φϊςη κατούκηςησ του χώρου, ςτα τϋλη του 12ου αιώνα.
Απϐ το οικϐπεδο περιςυλλϋχθηκαν αρκετϊ κοςμόματα γυϊλινα και χϊλκινα που παρουςιϊζουν
ενδιαφϋρουςα και ευρεύα τυπολογύα. ε ςχϋςη με τισ δραςτηριϐτητεσ του καθημερινοϑ βύου
εντοπύςτηκαν εγχειρύδια, ςπαθομόλη, αγνϑθεσ, ςφονδϑλια, μύα χϊλκινη βελϐνα και εργαλεύα
ψαρϋματοσ, αγκύςτρια και μολϑβδινα βαρύδια. Σρύα ςιδερϋνια εργαλεύα οικοδϐμου, δϑο κροϑςεωσ και
ϋνασ εξολκϋασ όλων, που εντοπύςθηκαν in situ ςτο επύπεδο του δαπϋδου του μεγϊλου δωματύου μασ
δεύχνουν ενδεχομϋνωσ την αςχολύα κϊποιου απϐ τουσ ενούκουσ.
Σα περιςςϐτερα νομύςματα που εντοπύςτηκαν προϋρχονται απϐ τον 10ο αιώνα, ενώ η νομιςματικό
μαρτυρύα καλϑπτει και τουσ δϑο επϐμενουσ αιώνεσ.695Με την χρονολϐγηςη τησ χρόςησ του
ςυγκροτόματοσ ςυμφωνοϑν και τα κεραμικϊ ευρόματα, αβαφό και εφυαλωμϋνα.
Σα λεύψανα μιασ ϊλλησ μεςοβυζαντινόσ οικύασ εντοπύςτηκαν ςτο παρακεύμενο οικϐπεδο Ο.Σ. 27
οικ. 11α (ιδ. Σςαποϑτογλου), μεταξϑ μιασ πρωτοβυζαντινόσ φϊςησ του 5ου αι. και μιασ μεταβυζαντινόσ
του τϋλουσ του 15ου αιώνα.696 Η οικύα, με βϊςη την κεραμικό (17 εφυαλωμϋνα ϐςτρακα απϐ λευκϐ
πηλϐ) και κυρύωσ τα νομύςματα, χρονολογόθηκε ςτον 11ο αιώνα.697
Σο οικϐπεδο 12 του Ο.Σ. 28 ιδιοκτηςύασ Θωμϊ, απϋδωςε ϋνα πυκνϐ οικιςτικϐ ςϑνολο, με δωμϊτια
μικρών διαςτϊςεων. (εικ. 69-72) Οι τοιχοποιύεσ τησ τελευταύασ φϊςησ κατούκηςησ του χώρου
τοποθετοϑνται ςτον 12ο αιώνα, ενώ οι πρωιμϐτερεσ ανϊγονται ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο. Σην
εποχό αυτό, πιθανώσ, ο χώροσ εγκαταλεύφθηκε, καθώσ ανϊμεςα ςε εκτεταμϋνα ςτρώματα
καταςτροφόσ εντοπύςθηκαν διϊςπαρτεσ ακτϋριςτεσ ταφϋσ.
Κϊτω απϐ το ςτρώμα καταςτροφόσ εντοπύςθηκαν τοιχοποιύεσ απϐ μεγϊλων διαςτϊςεων
οικοδομόματα, που ανϊγονται ςτον 10ο και ςτον 11ο αιώνα. Υαύνεται ϐτι ςτον χώρο υπόρχαν
τουλϊχιςτον τρύα κτιριακϊ ςυγκροτόματα, που απεύχαν ελϊχιςτα μεταξϑ τουσ. Οι τοιχοποιύεσ φϋρουν
τη χαρακτηριςτικό δϐμηςη απϐ αργοϑσ και ημιλαξευμϋνουσ λύθουσ με την παρεμβολό βηςϊλων. Η
μακραύωνη χρόςη του κτιρύου επιβεβαιώνεται απϐ τισ πολλαπλϋσ αλλαγϋσ και μετατροπϋσ, που
παρατηροϑνται ςτισ φϊςεισ των τοιχοποιιών. Ακριβώσ κϊτω απϐ τη μεςοβυζαντινό φϊςη του
695 Ευγενικϐσ, Π. –Σςανανϊ, Αικ., «τα ύχνη τησ βυζαντινόσ Ιεριςςοϑ», ΑΕΜΘ 2013 (υπϐ δημοςύευςη)
696Σςανανϊ, Αικ. - Ντϐγκασ, Θ., «Νεϐτερεσ πληροφορύεσ για τη μεςαιωνικό Ιεριςςϐ», ΑΕΜΘ, ΚΓ΄ Επιςτημονικό υνϊντηςη, 11-13 Μαρτύου 2010
(υπϐ δημοςύευςη).
697 Μαλαδϊκησ 2013, 95
220
ςυγκροτόματοσ αποκαλϑφθηκαν οικοδομικϊ λεύψανα κτιριακών ςυνϐλων, που ανϊγονται χρονικϊ ςε
προγενϋςτερεσ περιϐδου (πιθανώσ ςτον 8ο ό 9ο αιώνα) και ερμηνεϑτηκαν απϐ τουσ αναςκαφεύσ ωσ
οικιακού χώροι.698
Απϐ τα πλοϑςια νομιςματικϊ ευρόματα, ιδιαύτερησ ςημαςύασ εύναι το χρυςϐ νϐμιςμα του
Θεοδοςύου Β’ (430-440). Σα μεςοβυζαντινϊ νομύςματα ανϊγονται χρονολογικϊ ςτον 10ο αιώνα και
εκτεύνονται ωσ το γ΄ τϋταρτο του 11ου αιώνα. Οι μεταγενϋςτερεσ φϊςεισ αντιπροςωπεϑονται
νομιςματικϊ απϐ μύα «πιςτό» και μύα λατινικό απομύμηςη που εκδϐθηκαν ςτο μεταύχμιο απϐ τον 12ο
προσ τον 13ο αιώνα και ςηματοδοτοϑν το τϋλοσ τησ οικιςτικόσ χρόςησ του χώρου. Αργϐτερα, ανϊμεςα
ςτα ερεύπια αυτών των οικοδομημϊτων και μϋςα ςε εκτεταμϋνα ςτρώματα καταςτροφόσ, θα
ανοιχτοϑν διϊςπαρτοι ακτϋριςτοι λακκοειδεύσ τϊφοι με κϊλυψη απϐ απλϋσ ςχιςτϐπλακεσ ό αργοϑσ
λύθουσ. Με αυτό τη χρόςη του χώρου ςυνδϋεται χρονολογικϊ το υςτερϐτερο νϐμιςμα τησ αναςκαφόσ,
ϋνα ςτϊμενο του Ιωϊννη Γ΄ Βατϊτζη τησ Θεςςαλονύκησ (ϋκδοςησ 1246-1254).699
Απϐ την αναςκαφό ςυγκεντρώθηκε ϋνα πλοϑςιο υλικϐ δύνοντασ μασ ικανοποιητικό εικϐνα για την
ακμό τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ. Ενδεικτικϊ αναφϋρουμε την εφυαλωμϋνη κεραμικό με εγχϊρακτη και
γραπτό διακϐςμηςη, καθώσ και αβαφό αγγεύα με ραβδωτό διακϐςμηςη, ϐςτρακα απϐ αγγεύα
μεταφορικοϑ και αποθηκευτικοϑ χαρακτόρα αλλϊ και ςημαντικϐ αριθμϐ οςτρϊκων με χτενωτό
διακϐςμηςη, ϐςτρακα ερυθροβαφοϑσ κεραμικόσ και θραϑςματα απϐ λυχνϊρια, που ςυνδϋονται με την
πρωιμϐτερη φϊςη κατούκηςησ.
Εντοπύςτηκαν υϊλινα θραϑςματα απϐ αγγεύα και κανδόλεσ, αρκετϊ υϊλινα θραϑςματα απϐ
βραχιϐλια, αντικεύμενα καθημερινοϑ βύου, ϐπωσ αγνϑθεσ, πόλινα ςφονδϑλια, βελϐνεσ και ϊγκιςτρα
αδραχτιών, μολϑβδινα βαρύδια ψαρϋματοσ, μεταλλικϊ μικροευρόματα, εγχειρύδια, ςτελϋχη, οςτεύνεσ
γραφύδεσ και περϐνεσ με εγχϊρακτη διακϐςμηςη, κοςμόματα, ϐπωσ δακτυλύδια, ενώτια και μεταλλικϊ
βραχιϐλια.
ημαντικϐ εϑρημα αποτελεύ το θραϑςμα μύασ κεφαλαιογρϊμματησ ενεπύγραφησ πλύνθου, που
βρύςκεται ςε αρχικϐ ςτϊδιο μελϋτησ. (εικ. 158) Διακρύνονται εγχϊρακτα τα ακϐλουθα ονϐματα:
ΕΠ(Ι)ΥΑΝΟC X ΙΗ, ΠΑΡΜΑΝΟC X ΙΗ, ΠΑΡΜΑΝΟC X Ιζ, ΣΡΤΥΟΝΟC X ΙΒ, CΣΕΥΑΝΟC X Ϛ, ΙΟΝΑΝΟC X Ϛ,
COTONOC X Є, ΚΤΛΙΟΤ X Є. Πρϐκειται για κατϊλογο ονομϊτων, που πιθανώσ ςχετύζεται με οικονομικοϑ
τϑπου ςυναλλαγό.700
το οικϐπεδο Ο.Σ.32- 3Β, ιδιοκτηςύασ μαραγδό, (εικ. 73-76) κϊτω απϐ οικοδομικό φϊςη του 11ου
αιώνα, αποκαλϑφθηκε, ςε επύπεδο θεμελύωςησ κτύριο, που χρονολογεύται τουλϊχιςτον ϋναν αιώνα
πύςω και φαύνεται ϐτι καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ ςτα τϋλη του 10ου αιώνα. Απϐ τον χώρο
περιςυλλϋχθηκε ϊφθονη κεραμικό οικιακόσ χρόςησ, χϊλκινεσ βελϐνεσ και τμόμα ζυγοϑ, χϊλκινα λεπτϊ
εργαλεύα, τμόμα γραφύδασ, κλεύςτρο βιβλύου, κοςμόματα απϐ χαλκϐ μεταξϑ των οπούων και μια
221
χϊλκινη πϐρπη με παρϊςταςη πηγϊςου και χϊλκινη κλειδαριϊ με τη μορφό ζώου.701Σα ευρόματα αυτϊ
προςιδιϊζουν περιςςϐτερο ςε μια οικύα αςτικοϑ τϑπου (ό και κατϊςτημα;)τησ οπούασ οι ϋνοικοι
ενδεχομϋνωσ να δραςτηριοποιοϑνταν ςτον χώρο τησ αργυροχρυςοχοϏασ, γεγονϐσ που θα
δικαιολογοϑςε τη ςυνϋχιςη παρϐμοιων δραςτηριοτότων και κατϊ τον 11ο αιώνα, ϐπωσ θα δοϑμε
παρακϊτω.
Ιδιαύτερησ ςημαςύασ εϑρημα, που ςυγκαταλϋγει τουσ ενούκουσ τησ οικύασ ςτην τοπικό ελύτ εύναι η
ανεϑρεςη ενϐσ μολυβδϐβουλου του βαςιλικοϑ πρωτοςπαθαρύου και κριτό Θεςςαλονύκησ αμωνϊ. (εικ.
169) Προϋρχεται απϐ κοινϐ βουλωτόριο με μολυβδϐβουλο που ςφραγύζει ϋγγραφο του 927 που
φυλϊςςεται ςόμερα ςτη μονό Ιβόρων του Αγύου Όρουσ. Με το ϋγγραφο αυτϐ διευθετεύται οικονομικό
διαφορϊ τησ μονόσ Κολοβοϑ, που τοποθετεύται ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ, και τησ κοινϐτητασ Ιεριςςοϑ
για ϋκταςη 2000 μοδύων ςτην περιοχό. Πιθανολογοϑμε ϐτι το δεϑτερο μολυβδϐβουλο ςφρϊγιζε το
αντύγραφο του εγγρϊφου που φυλοϑςε η κοινϐτητα τησ Ιεριςςοϑ για την υπϐθεςό τησ.702
Σον 11ο αιώνα, ςτη βϐρεια πλευρϊ του οικοπϋδου ανεγεύρεται κτιριακϐ ςυγκρϐτημα με τον κατϊ
μόκοσ ϊξονα προςανατολιςμϋνο ςτην κατεϑθυνςη Α-Δ. Σο κτύςμα, που εύναι καταςκευαςμϋνο απϐ
αργοϑσ λύθουσ με ενδιϊμεςεσ ςτρώςεισ απϐ θραϑςματα πλύνθων και ύχνη επιχρύςματοσ απϐ
αςβεςτοκονύαμα, διαιρεύται ςε τρεισ διαδοχικοϑσ χώρουσ, με ανούγματα προσ την πλευρϊ τησ
θϊλαςςασ. ϑμφωνα με τισ ενδεύξεισ, καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ ςτο β’ μιςϐ του 11ου αιώνα.703
τον νϐτιο τομϋα του οικοπϋδου αναςκϊφηκαν οικοδομικϊ λεύψανα κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ,
που τοποθετεύται επύςησ ςτον 11ο αι. Ανϊμεςα ςτα δϑο ςυγκροτόματα παρεμβϊλλεται δρϐμοσ τησ
ύδιασ περιϐδου, που όταν πιθανώσ ςε χρόςη όδη απϐ τον 10ο αι., καθώσ δεν εντοπύςθηκαν οικοδομικϊ
κατϊλοιπα ανϊμεςα ςτα κτιριακϊ ςυγκροτόματα αυτόσ τησ περιϐδου. τον ύδιο τομϋα εντοπύςθηκαν ςε
υπερκεύμενα ςτρώματα λεύψανα μεταβυζαντινόσ εποχόσ.
Ο οικιςτικϐσ θϑλακασ που αναςκϊφηκε ςτο οικϐπεδο ιδιοκτηςύασ μαραγδό, περιλαμβϊνει οικύεσ
με ςυςςωρευμϋνο πλοϑτο. Ενδεικτικό εύναι η κεραμικό εξαιρετικόσ ποιϐτητασ του β΄ μιςοϑ του 10ου
και του β΄ μιςοϑ του 11ου αι. που ςυγκεντρώθηκε και απϐ τισ δϑο φϊςεισ του κτύςματοσ. ε εποχϋσ που
η εφυαλωμϋνη κεραμικό δεν αποτελεύ ακϐμη αντικεύμενο μαζικόσ παραγωγόσ και εντοπύζεται μϐνο ςε
μικρϋσ ποςϐτητεσ ςε αναςκαφϋσ αςτικών οικιών, η παρουςύα πϊνω απϐ 600 οςτρϊκων, εκ των οπούων
τα περιςςϐτερα απϐ λευκϐ πηλϐ και αρκετϊ απϐ την κατηγορύα τησ πολϑχρωμησ κεραμικόσ ςε ϋνα
μϐνο τμόμα οικόματοσ, εύναι αξιοςημεύωτη.704Ανϊλογησ ςημαςύασ εύναι ο εντοπιςμϐσ ενϐσ μιλιαρηςύου
του Βαςιλεύου Β΄ (ϋκδοςησ 977-989) μεταξϑ των νομιςμϊτων που εντοπύςτηκαν. Σο μιλιαρόςιο εκεύνη
701 Ό.π.
702Σαβλϊκησ, Ι. - Μαλαδϊκησ, Β., «Ο κριτόσ Θεςςαλονύκησ αμωνϊσ, η μονό του Κολοβοϑ και το κϊςτρον τησ Ιεριςςοϑ: απεύθεια και ςκληρϐτησ
ςτον 10ο αι.», Η ΔΕΚΑΣΗ 2, (2005-2006), 89-93
703το ςτρώμα εντοπύςθηκαν ϋνασ ανώνυμοσ φϐλλισ τϑπου C (1042-1050), ϋνασ φϐλλισ Κων/νου Ζ΄ Δοϑκα (1059-1067) και ϋνασ Μιχαόλ Ζ΄
Δοϑκα (1071-1078), Ευγενικϐσ-Σςανανϊ 2013
704 Ευγενικϐσ-Σςανανϊ 2013
222
την εποχό αντιςτοιχοϑςε ςε 24 χϊλκινουσ φϐλλεισ, γεγονϐσ που ανεβϊζει κατϊ πολϑ το επύπεδο τησ
οικονομικόσ κατϊςταςησ των ενούκων.705
223
το οικϐπεδο 6, Ο.Σ. 26 ιδιοκτηςύασ Αώβατζύδη, εντοπύςτηκαν εργαςτηριακού και αποθηκευτικού
χώροι τριών οικοδομικών φϊςεων που χρονολογοϑνται ςτον 4ο π.Φ. αιώνα, χωρύσ ιδιαύτερεσ
χρονολογικϋσ αποκλύςεισ μεταξϑ τουσ. Εντοπύςτηκαν ςτρώματα οςτρϊκων αγγεύων, κυρύωσ αμφορϋων,
κεραμύδεσ, θαλαςςινϊ ϐςτρεα, εργαλεύα, αντικεύμενα καθημερινόσ χρόςησ αλλϊ και αρχιτεκτονικϊ
κατϊλοιπα απϐ ςχιςτϐλιθουσ, αςβεςτϐλιθουσ και διϊφορεσ μικρϋσ πϋτρεσ, με λϊςπη ωσ ςυνδετικϐ
υλικϐ. Ο εντυπωςιακϐσ αριθμϐσ θραυςμϊτων αμφορϋων, η παρουςύα εκκαμινευμϊτων, εργαλεύων και
αγνϑθων οδηγεύ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι πρϐκειται για επϊλληλεσ εργαςτηριακϋσ εγκαταςτϊςεισ τησ
κλαςικόσ εποχόσ με τον χώρο τον απορριμμϊτων τουσ, ϋνα μεγϊλο πρανϋσ, τεχνητϐ ό και φυςικϐ ύςωσ
ϐρυγμα, που δεν αποκλεύεται να όταν και η αρχαιϐτερη κούτη του παρακεύμενου χειμϊρρου. την
ϊποψη αυτό ςυνηγορεύ και η γειτνύαςη του χώρου με τον «κεραμικϐ» τησ κλαςικόσ Ακϊνθου, το
γνωςτϐ αγγειοπλαςτικϐ κϋντρο δύπλα ςτο νοτιοανατολικϐ ϊκρο τησ νεκρϐπολησ που απϋχει περύπου
100 μ.
Οι αναςκαφεύσ υποςτηρύζουν ϐτι η δραςτηριϐτητα των Ακανθύων τεχνιτών και καλλιτεχνών των
ςυγκεκριμϋνων εργαςτηριακών χώρων πρϋπει να όταν πολϑπτυχη.709
Βσδανηινή Περίοδος
το οικϐπεδο 3Β του Ο.Σ. 32, ιδιοκτηςύασ Ν. μαραγδό,710 αποκαλϑφθηκαν οικοδομικϊ λεύψανα, που
ανϊγονται ςτη μεςοβυζαντινό εποχό και ανόκουν ςε δϑο φϊςεισ.
Σα ευρόματα που εντοπύςτηκαν ςτη φϊςη του 10ου αιώνα (πλόθοσ ςιδηρϐμαζων, χϊλκινων
αντικειμϋνων και μεταλλικών απορριμϊτων, εκατοντϊδεσ χϊλκινα νομύςματα του 5ου αιώνα,
μικροεργαλεύα και λϊκκοι καϑςησ), παραπϋμπουν ςτην ϑπαρξη εργαςτηρύου, που, ενδεχομϋνωσ,
ςχετιζϐταν με τη μεταλλοτεχνύα, ενώ αυτϊ τησ μεταγενϋςτερησ φϊςησ του 11 ου αιώνα και, κυρύωσ τα
500 περύπου θραϑςματα γυϊλινων βραχιολιών, που δεν ςυνανόκουν, οδηγοϑν ςτη ςκϋψη ϐτι ςτο
βϐρειο αυτϐ τμόμα του οικοπϋδου λειτουργοϑςε κϊποιο εργαςτόριο ανϊτηξησ γυαλιοϑ.
το νϐτιο ςυγκρϐτημα εντοπύςθηκε μεγϊλοσ αριθμϐσ οςτρϊκων, που προϋρχονται απϐ
αποθηκευτικϊ και χρηςτικϊ αγγεύα, γεγονϐσ που καταδεικνϑει τον αποθηκευτικϐ χαρακτόρα του
χώρου.
το Ο.Σ. 27, 11γ ιδιοκτηςύασ Ηλιϐπουλου, βρϋθηκε καταςκευό με επϊλληλεσ ςτρώςεισ πλύνθων που
ταυτύςτηκε με κεραμικϐ κλύβανο. Η αποκϊλυψό τησ δεν ολοκληρώθηκε. Η εκτύμηςη περύ ϑπαρξησ
κλιβϊνου ενιςχϑεται απϐ το γεγονϐσ ϐτι εντοπύςθηκαν τμόματα απϐ ρϊβδουσ κεραμικοϑ φοϑρνου, που
ϋρχονται να προςτεθοϑν ςτον όδη εντυπωςιακϊ μεγϊλο αριθμϐ ρϊβδων ϐμορου οικοπϋδου711.
709 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Ωκανθοσ. Σο αναςκαφικϐ ϋργο τησ χρονιϊσ του 2004», ΑΕΜΘ 18 (2004), 157-166, 160-164
710Η αναςκαφό ξεκύνηςε ςε πρώτη φϊςη το 1997 με τη διενϋργεια δοκιμαςτικών τομών βλ. ΑΔ 52 (1997), Φρονικϊ Β΄2, 656 και ςυνεχύςθηκε το
2009.
711 Πρϐκειται για το οικ. 25 (Ο.Σ. 27), βλ. Παρακϊτω.
224
το νϐτιο τμόμα του οικοπϋδου, αποκαλϑφθηκε αποςπαςματικϊ η βϐρεια γωνύα ενϐσ κτιρύου, που
ανϊγεται ςτην ύδια περύοδο. Η θεμελύωςη τησ τοιχοποιύασ, ωςτϐςο, ςϑμφωνα με τα ευρόματα πρϋπει
να τοποθετηθεύ ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο. την ύδια εποχό και πιθανϐτατα ςτον 5ο αι. ανόκει το
τμόμα μιασ καταςκευόσ, ϐπου ςτο μϋςο τησ ςχηματύζει αυλϊκι, προφανώσ για απορροό υγρών. Η εν
λϐγω καταςκευό, που βρύςκεται ανατολικϊ του μεγϊλου κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ, φϋρει ιςχυρϐ
αςβεςτοκονύαμα. Ψςτϐςο, η αποςπαςματικό κατϊςταςη διατόρηςόσ τησ δεν μασ επιτρϋπει ςε αυτό τη
φϊςη ςε περαιτϋρω εκτιμόςεισ και ερμηνεύεσ.712
ωςτικό ϋρευνα ςτο οικϐπεδο 25 του Ο.Σ. 27 ιδιοκτηςύασ Παςχαλύδη (εικ. 77-81) ϋφερε ςτο φωσ
οικιςτικϊ κατϊλοιπα και κυρύωσ εργαςτηριακοϑσ χώρουσ, μεγϊλων διαςτϊςεων, που ανϊγονται ςτη
μεςοβυζαντινό περύοδο και απϋδωςαν ϋνα εντυπωςιακϊ μεγϊλο πλόθοσ (380) θραυςμϊτων υϊλινων
βραχιολιών, που καλϑπτουν ϋνα ευρϑ τυπολογικϐ φϊςμα και 65 τμόματα πόλινων ρϊβδων με ύχνη
εφυϊλωςησ απϐ κεραμικϐ κλύβανο. Σα ανωτϋρω ευρόματα υποδεικνϑουν την ϑπαρξη τοπικοϑ
εργαςτηρύου παραγωγόσ εφυαλωμϋνων αγγεύων και πιθανώσ βραχιολιών.713
υνοψύζοντασ, οι περιοριςμϋνησ κλύμακασ ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ αποκϊλυψαν τμόμα του ιςτοϑ τησ
μεςαιωνικόσ πϐλησ με ςτοιχεύα για λειτουργύα εργαςτηρύων. Η μεγαλϑτερη ποςϐτητα ρϊβδων
εντοπύςθηκε ςε ςτρώματα του ϑςτερου 11ου αι., μύα ςχετικϊ πρώιμη χρονολϐγηςη για κλιβϊνουσ
αυτοϑ του τϑπου, που τοποθετοϑνται χρονικϊ ςτη Β. Ελλϊδα ςτισ αρχϋσ του 13ου ϋωσ και τισ αρχϋσ του
14ου αιώνα. Η ϑπαρξη τριποδύςκων μαζύ με ρϊβδουσ ςε ϊλλη θϋςη καθώσ και εφυαλωμϋνη κεραμικό
τοποθετεύται ςτον ϑςτερο 12ο με αρχϋσ 13ου αιώνα. Απϐ το εργαςτόριο τησ Ιεριςςοϑ προϋρχεται
μεγϊλοσ αριθμϐσ θραυςμϊτων με γραπτό και εγχϊρακτη διακϐςμηςη, που βρϋθηκαν ςτα οικϐπεδα
αλλϊ και ςτη γειτονικό μονό Ζυγοϑ.
225
ανεγερθεύ ςε χώρο παλιϐτερου νεκροταφεύου, το οπούο μϊλιςτα εύναι το αρχαιϐτερο μϋχρι ςτιγμόσ
εντοπιςμϋνο νεκροταφεύο τησ Ακϊνθου.714
Βσδανηινή περίοδος
ωςτικό αναςκαφό ςτο οικϐπεδο Αώβαζύδη Ο.Σ. 26, ςε απϐςταςη 500 μ. απϐ την παραλύα τησ
Ιεριςςοϑ αποκϊλυψε κτύριο ϊγνωςτησ χρόςησ με δϑο οικοδομικϋσ φϊςεισ.
Σο επιφανειακϐ ςτρώμα όταν απϐ ςκληρϐ πατημϋνο χώμα με υλικϐ πλόρωςησ ϐςτρακα αγγεύων
και θραϑςματα κερϊμων. Σο υπϐςτρωμα όταν καταςκευαςμϋνο απϐ ςκληρϐ χώμα και αςβεςτϐλιθουσ.
Σο δϊπεδο αυτϐ δεν διατηρεύται. την επιφϊνεια του εντοπύςτηκε κεραμικό, νϐμιςμα καθώσ και
οπτϐπλινθοι που χρηςιμοποιόθηκαν ςτην ανωδομό των τούχων και ανϊγονται ςτην πρωτοβυζαντινό
περύοδο, ενώ η θεμελύωςό του κτιρύου εδρϊζεται ςε ελληνιςτικϊ κατϊλοιπα.
το εςωτερικϐ του κτιρύου αποκαλϑφθηκαν ϋξι χώροι. Ο κεντρικϐσ, με κατεϑθυνςη προσ Β
χρηςύμευε πιθανϐτατα ωσ αύθριο. Οι τούχοι εύναι καταςκευαςμϋνοι απϐ ςχιςτϐλιθουσ, αςβεςτϐλιθουσ
και γρανιτϐλιθουσ. Ο μϐνοσ χώροσ που ερευνόθηκε διεξοδικϊ όταν αυτϐσ που βρύςκεται ςτην
ανατολικό πλευρϊ του ςκϊμματοσ. την δυτικό γωνύα του διακρύνονται ύχνη καϑςησ, καμμϋνα ϐςτρακα
και πηλϐμαζεσ. Η κεραμικό και τα νομύςματα χρονολογοϑν το κτύςμα ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο.715
τα βαθϑτερα ςτρώματα του οικοπϋδου 12 του Ο.Σ. 28, κϊτω απϐ τισ μεςοβυζαντινϋσ φϊςεισ,
αποκαλϑφθηκαν λεύψανα ενϐσ κτιρύου πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου, που ςχηματύζει μεγϊλων
διαςτϊςεων δωμϊτια, ϋχοντασ τον κατϊ μόκοσ ϊξονα ςτην κατεϑθυνςη Α-Δ. Πρϐκειται για ϋνα
ςημαντικϐ οικοδϐμημα η κϊτοψη και η χρόςη του οπούου παραμϋνουν ϊγνωςτεσ.716
6.2.5.Νεκροταφεύα
Αρταιόηεηα
Περύ τα 600 μ. βορεύωσ του Κϊςτρου, εντοπύςτηκε χώροσ νεκροταφεύου, το οπούο μϊλιςτα εύναι το
αρχαιϐτερο μϋχρι ςτιγμόσ εντοπιςμϋνο νεκροταφεύο τησ Ακϊνθου. Εντοπύςτηκαν τϊφοι των ϑςτερων
φϊςεων τησ εποχόσ του ςιδόρου και τησ πρώιμησ αρχαώκόσ εποχόσ. Δεν διευκρινύςτηκε αν πρϐκειται
για το νεκροταφεύο τησ προαποικιακόσ πϐλησ ό για το πρώτο νεκροταφεύο τησ αποικύασ. την ύδια
περιοχό αναςκϊφηκε μνημεύο που ςχετύζεται με τισ χθϐνιεσ λατρεύεσ (Κυβϋλη;) και τουσ νεκροϑσ των
απούκων.717
Η αρχαύα νεκρϐπολη απϋχει ϋνα χιλιϐμετρο απϐ την πϐλη και καταλαμβϊνει ϋκταςη 60
ςτρεμμϊτων, ςτο παραθαλϊςςιο τμόμα τησ Ιεριςςοϑ. Ο χώροσ χρηςιμοποιόθηκε αδιϊκοπα απϐ τα
226
αρχαώκϊ μϋχρι τα μεταβυζαντινϊ χρϐνια. Επιτϊφιεσ ςτόλεσ, ϋχουν βρεθεύ κατϊ καιροϑσ ςτην επύχωςη
του νεκροταφεύου ό ςε κτιςτοϑσ τϊφουσ, ϐπου τμόματϊ τουσ ϋχουν εντοπιςτεύ ωσ οικοδομικϐ υλικϐ. Ο
περιοριςμϋνοσ αριθμϐσ τουσ ςε ςχϋςη με το πλόθοσ των ταφών δεύχνει ϐτι οι ςτόλεσ χρηςιμοποιοϑνταν
ςε μεμονωμϋνεσ περιπτώςεισ.
Ο αρχικϐσ πυρόνασ τησ νεκρϐπολησ με τϊφουσ τησ αρχαώκόσ κυρύωσ εποχόσ, βρύςκεται ςτα βϐρεια
τησ ςημερινόσ οδοϑ Αποςτϐλου Παϑλου και γϑρω του και προσ τον βορρϊ, αναπτϑχθηκε ςταδιακϊ το
νεκροταφεύο κατϊ τισ επϐμενεσ περιϐδουσ. Η ςυνϑπαρξη τϊφων διαφϐρων εποχών δεύχνει ϐτι το
νεκροταφεύο χρηςιμοποιόθηκε απϐ τον 7ο μϋχρι τουλϊχιςτον τον 4ο αι. π.Φ. αδιϊκοπα. Οι ςποραδικϋσ
ταφϋσ τησ ελληνιςτικόσ και τησ ρωμαώκόσ περιϐδου, οδηγοϑν ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι η περιοχό αυτό του
νεκροταφεύου λϐγω κορεςμοϑ δεν χρηςιμοποιόθηκε ςυςτηματικϊ για την ταφό των νεκρών κατϊ τισ
περιϐδουσ αυτϋσ παρϊ μϐνον ευκαιριακϊ. Εξϊλλου, η ανεϑρεςη ςποραδικών ελληνιςτικών και
ρωμαώκών τϊφων και ςτα υπϐλοιπα οικϐπεδα που αναςκϊφηκαν κατϊ καιροϑσ, αποτελεύ ςτοιχεύο που
μασ επιτρϋπει να υποθϋςουμε ϐτι ο κϑριοσ ϐγκοσ των νεκροταφεύων αυτών των δϑο περιϐδων
μετατοπύςτηκε ςε ϊλλο ςημεύο τησ παραλύασ, πιθανώσ προσ τα βορειοανατολικϊ.718
Ερευνόθηκαν διϊφοροι τϑποι τϊφων: λακκοειδεύσ, λϊρνακεσ, κεραμοςκεπεύσ, ορθογώνιοι
πλινθϐκτιςτοι, κιβωτιϐςχημοι, πύθοι (εγχυτριςμού), ςαρκοφϊγοι (πόλινεσ και μύα λύθινη). Οι παιδικϋσ
ταφϋσ κατϋχουν ϋνα ποςοςτϐ 47.2¿, ενδεικτικϐ του μεγϊλου βαθμοϑ παιδικόσ θνηςιμϐτητασ ςτην
αρχαιϐτητα.719
718 Καλτςϊσ, Ν., Άκανθοσ Ι. Η αναςκαφό ςτο νεκροταφεύο κατϊ το 1979, Αθόνα (1998), 289
719Σρακοςοποϑλου-αλακύδου 1987Α, 297-298
720Παπϊγγελοσ –Δοϑκασ 2011, 4-6 ̇Laskaris,
̇ 225 ̇̇ Παπϊγγελοσ, Ι. «Σο μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο τησ Ιεριςςοϑ» 8ο υμπϐςιο ΦΑΕ (1988), 78-79.
̇ ̇
Για το αρχαύο νεκροταφεύο: ΑΔ. 31 (1976), 244, 5, 32 (1977), 204, 377, 8 ̇ Α.Α.Α. 11 (1978), 5-28 ̇Α.Δ. 41 (1986), Β, 150, 42 (1987) Β2, 366
227
τϊφουσ εντοπύςτηκαν ϐςτρακα αρχαύων και βυζαντινών αγγεύων. Η διακϐςμηςη μοιϊζει με την
αντύςτοιχη αγγεύων που αναςκϊφηκαν ςτα Βαλκϊνια και χρονολογοϑνται απϐ τον 6 ο μϋχρι τον 8ο
αιώνα.
Ανατολικϊ του οικοπϋδου 12, Ο.Σ. 28, ςτισ υπώρειεσ του λϐφου του κϊςτρου αναπτϑςςεται ϋνα
οργανωμϋνο νεκροταφεύο μεςοβυζαντινόσ περιϐδου, με πυκνϊ διατεταγμϋνεσ ταφϋσ ςε επϊλληλα
ςτρώματα, η ςυνολικό ϋκταςη του οπούου παραμϋνει ϊγνωςτη. Αποκαλϑφθηκαν τϊφοι, οι
περιςςϐτεροι εκ των οπούων εύναι λακκοειδεύσ με καλυπτόριεσ πλϊκεσ και κιβωτιϐςχημοι, ενώ
εντοπύςθηκαν και ανακομιδϋσ. Η αναςκαφό βρύςκεται ςε εξϋλιξη και αναμϋνεται να δώςει ςημαντικϊ
ςτοιχεύα για το μϋγεθοσ του πληθυςμοϑ τησ μεςαιωνικόσ Ιεριςςοϑ.721
υνοψύζοντασ, οι αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ βρύςκονται ακϐμα ςε προδρομικϐ ςτϊδιο και εύναι πρώιμο
και επιςφαλϋσ το να επιχειρόςουμε να καταλόξουμε ςε ςυμπερϊςματα με τα υπϊρχοντα δεδομϋνα. Οι
ςωςτικοϑ χαρακτόρα αναςκαφϋσ, τϐςο οι ςϑγχρονεσ ϐςο και οι παλαιϐτερεσ, δημοςιεϑονται
περιληπτικϊ και ϋχουν αποςπαςματικϐ χαρακτόρα, με αποτϋλεςμα να μην μποροϑμε να ςχηματύςουμε
μια ολοκληρωμϋνη εικϐνα των φϊςεων που αναςκϊπτονται και του ςυςχετιςμοϑ τουσ με
προγενϋςτερεσ ό μεταγενϋςτερεσ. Σην κατϊςταςη, που δυςχεραύνει η επικϊλυψη των φϊςεων απϐ την
προώςτορικό περύοδο μϋχρι ςόμερα, ςυςκοτύζει περαιτϋρω η επικϊλυψη αρμοδιοτότων μεταξϑ των
εφορειών κλαςικών και βυζαντινών αρχαιοτότων που ϋχει επιπτώςεισ κυρύωσ ςτισ πρωτοβυζαντινϋσ
φϊςεισ αλλϊ και η αντύληψη παλαιϐτερων εποχών που θεωροϑςαν την περύοδο αυτό ϊνευ ςημαςύασ με
αποτϋλεςμα να μην δημοςιεϑονται ςτοιχεύα για τα ευρόματα τησ εποχόσ αυτόσ.
228
Φρονολογικϋσ φϊςεισ
Κϊςτρο: τον λϐφο, που δεςπϐζει ςτα ϐρια ςϑγχρονου οικιςμοϑ τησ Ιεριςςοϑ, ϋχουν εντοπιςτεύ
αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα του προώςτορικοϑ οικιςμοϑ, τον οπούον διαδϋχτηκε η αρχαύα Ωκανθοσ. τον
ύδιο χώρο, αναςκϊφτηκε η Ακρϐπολη τησ αρχαύασ Ακϊνθου. Αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα μνημειακόσ
αρχιτεκτονικόσ αλλϊ και η επιμελημϋνη οχϑρωςη, δεύχνουν ϐτι ςτο ϑψωμα αυτϐ χτυποϑςε η καρδιϊ τησ
ακμϊζουςασ πϐλησ των αρχαώκών, κλαςικών και ελληνιςτικών χρϐνων, που περιγρϊφουν οι πηγϋσ.
Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ δεν αντιπροςωπεϑεται ςτα ϋωσ τώρα ευρόματα αλλϊ δεν εύναι
απύθανο οι αξιωματοϑχοι των πρώιμων χρϐνων να ϋκαναν χρόςη των μνημειακών υποδομών των
προηγοϑμενων περιϐδων.
Απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ, γύνονται ςυνεχώσ αναφορϋσ ςτισ πηγϋσ ςτο «Κϊςτρο τησ Εριςςοϑ». Η
αρχαύα οχϑρωςη επιςκευϊζεται εκ νϋου και προςτατεϑει τισ Αρχϋσ και τουσ κατούκουσ που
καταφεϑγουν εκεύ αναζητώντασ αςφϊλεια. Ο χώροσ του Κϊςτρου δεύχνει να εύναι ςυνεχώσ ςε χρόςη
μϋχρι και τον 14ο αιώνα, οπϐτε οι αναφορϋσ ςε αυτϐ ελαττώνονται. Σο χωριϐ των νεϐτερων χρϐνων
χτύςτηκε επύςησ ςτον λϐφο και κατϋλαβε τη δυτικό παρειϊ του μϋχρι τον ςειςμϐ του 1932, που το
κατϋςτρεψε εκ βϊθρων και ανϊγκαςε τουσ κατούκουσ να ανοικοδομόςουν τον ςϑγχρονο οικιςμϐ ςτα
βορειοδυτικϊ του λϐφου.
Πρϐκειται, επομϋνωσ, για ϋναν χώρο ςε αδιϊπτωτη χρόςη απϐ τουσ προώςτορικοϑσ χρϐνουσ μϋχρι
και τον 20ο αιώνα. Σο γεγονϐσ αυτϐ καθιςτϊ δυςχερό –αν ϐχι αδϑνατη- τη διατόρηςη και, κατϐπιν, την
αναγνώριςη των διαφορετικών ιςτορικών φϊςεων, καθώσ οι ϊνθρωποι κϊθε εποχόσ
χρηςιμοποιοϑςαν, με τροποποιόςεισ, τα ύδια οικόματα και το ύδιο οικοδομικϐ υλικϐ. Ο ςειςμϐσ του
1932, που ερεύπωςε τον λϐφο κατϋςτρεψε μαζύ με τον οικιςμϐ και τα κατϊλοιπα του παρελθϐντοσ τησ
αρχαύασ και, κυρύωσ τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ, που όταν φτιαγμϋνη απϐ ευτελϋςτερα υλικϊ.
Σομϋασ οικοπϋδων ςτισ υπώρειεσ του λϐφου και το λιμϊνι: τα οικϐπεδα αυτϊ ϋχουν εντοπιςτεύ
αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα που χρονολογοϑνται απϐ την ρωμαώκό περύοδο και φτϊνουν μϋχρι τουσ
ϑςτερουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ ςε επικαλυπτϐμενεσ φϊςεισ. Ανϊμεςα ςτα διαταραγμϋνα ςτρώματα,
ϋχουν εντοπιςτεύ, ωςτϐςο, -αν και ςε περιοριςμϋνο αριθμϐ- νομύςματα και κεραμικό των κλαςικών και
πρώιμων ελληνιςτικών χρϐνων, που επιβεβαιώνουν την επϋκταςη τησ πϐλησ εκτϐσ των τειχών.
Παραλιακό δυτικό ζώνη: την περιοχό αυτό εκτεύνεται το μεγαλϑτερο μϋροσ του νεκροταφεύου τησ
αρχαύασ Ακϊνθου. Περιοριςμϋνεσ ταφϋσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου υπαινύςςονται την ςυνϋχιςη
τησ χρόςησ του και την εποχό αυτό, ενώ λύγο βορειϐτερα, η βαςιλικό αλλϊ και το μεςαιωνικϐ
νεκροταφεύο που καταλαμβϊνει τον ερειπιώνα τησ δεύχνουν την διαχρονικϊ εγνωςμϋνη ιερϐτητα τησ
ζώνησ αυτόσ.
229
Λειτουργικό οργϊνωςη πολεοδομικών τομϋων
Κϊςτρο και λϐφοι:
Αρχαιϐτητα
τον λϐφο τησ αρχαύασ Ακϊνθου, ϐπου ακϐμα και ςόμερα εύναι ορατϊ τμόματα τησ οχϑρωςησ,
βριςκϐταν η Ακρϐπολη του οικιςμοϑ, που εξυπηρετοϑςε διοικητικϋσ και θρηςκευτικϋσ λειτουργύεσ, ενώ
όταν και ο τϐποσ διαμονόσ των κατούκων απϐ την αρχαώκό μϋχρι και την κλαςικό περύοδο, οπϐτε η
ϋκταςη του οικιςμοϑ διπλαςιϊςτηκε και κατοικύεσ κτύςτηκαν και ςτισ πεδινϋσ εκτϊςεισ ςτα
βορειοδυτικϊ.
την Ωκανθο αναςκϊφηκε θεμελύωςη ναοϑ ςτον δεϑτερο ψηλϐτερο λϐφο τησ ςειρϊσ, ενώ ςτα
υπϐλοιπα υψώματα δϋςποζαν οι αμυντικϋσ εγκαταςτϊςεισ. Ανϊμεςα ςτην Ακρϐπολη και το ιερϐ,
εντοπύςτηκε μϋροσ τησ Αγορϊσ τησ Ακϊνθου. Όλα τα κτύρια ϋχουν κοινϐ προςανατολιςμϐ.722
Βυζαντινό Περύοδοσ
την κορυφό του λϐφου, ςτο νϐτιο ϐριο του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, διατηροϑνται μονϊχα τα ερεύπια
του βυζαντινοϑ ναοϑ που εύναι αφιερωμϋνοσ ςτη Θεοτϐκο. Απϐ τον ναϐ ςώζεται η κϐγχη μϋχρι ϋνα
ϑψοσ, ενώ το περύγραμμϊ του ςώζεται ςε επύπεδο υποθεμελύωςησ. Παρϊ την ϋνδεια των αναςκαφικών
αποτελεςμϊτων, ϋχουμε την τϑχη να διαβϊζουμε αναφορϋσ για την περιοχό του κϊςτρου ςτα
αγιορεύτικα ϋγγραφα. Γνωρύζουμε, λοιπϐν, ϐτι το κϊςτρο όταν ϋδρα διοικητικό, θρηςκευτικό και
ςτρατιωτικό κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ723 (ενδεχομϋνωσ, όδη απϐ την πρωτοβυζαντινό περύοδο, αλλϊ
δεν διαθϋτουμε ωσ τώρα ςχετικό μαρτυρύα).
τα ϋγγραφα του 9ου και 10ου αιώνα γύνεται ςυχνϊ αναφορϊ ςτουσ «οἰκότορεσ τοῦ κϊςτρου» και
μϊλιςτα παραδύδονται τα ονϐματα και η ιδιϐτητα πολλών απϐ αυτοϑσ.724 την πλειοψηφύα τουσ εύναι
πρεςβϑτεροι, αναγνώςτεσ, ϋνασ κουβουκλόςιοσ και διϊκονοι, ενώ πολλού αναφϋρονται ωσ
«οἰκοδεςπϐτεσ», δηλαδό ωσ ιδιοκτότεσ των ακινότων τουσ. Επομϋνωσ, ακϐμα και αν το κϊςτρο δεν
χρηςιμοποιοϑνταν ωσ διοικητικό και θρηςκευτικό ϋδρα, ςύγουρα εύχε επιλεγεύ ωσ τϐποσ κατοικύασ
επιφανών Ιεριςςιωτών αλλϊ και μιασ ανερχϐμενησ μεςαύασ τϊξησ, που κατϋχει ακύνητη περιουςύα, εύναι
εγγρϊμματη και εκπροςωπεύ την κοινϐτητα ςε διεκδικόςεισ και δικαςτικϋσ διαμϊχεσ.
Εντϐσ του κϊςτρου όδη απϐ τον 10ο αιώνα, οι αθωνύτεσ διατηροϑςαν «αὐλῆν καύ οἰκόματα πολλϊ τε
καύ κϊλλιςτα», ϐπου διϋμεναν ϐταν «παραβϊλωνται ἐν τῷ κϊςτρῳ», τα οπούα τουσ παραχωρόθηκαν με
αυτοκρατορικό δωρεϊ, καθϐτι η μονό Κολοβοϑ, που βριςκϐταν, επύςησ, εντϐσ του κϊςτρου αρνοϑνταν
να τουσ φιλοξενόςει απϐ το 975 και μετϊ. 725
230
Εκτϐσ απϐ ϋδρα αξιωματοϑχων, το κϊςτρο φαύνεται ϐτι φιλοξενοϑςε κατοικύεσ απλών χωρικών
και τουσ βοηθητικοϑσ χώρουσ (αποθόκεσ, βαγεναριϊ, μϑλουσ, ληνοϑσ και λουτρϊ) που τισ ςυνϐδευαν.
Ϊχουμε λεπτομερεύσ περιγραφϋσ για οριςμϋνεσ απϐ τισ οικύεσ αυτϋσ λϐγω του ϐτι απετϋλεςαν
αντικεύμενο αγοραπωληςύασ ανϊμεςα ςε κατούκουσ και τισ αθωνικϋσ μονϋσ. Εντϐσ του κϊςτρου
αναφϋρονται, επύςησ, πολυϊριθμεσ εκκληςύεσ.
Σον 11ο αιώνα αρχύζουν οι αθωνικϋσ μονϋσ να αποκτοϑν ϐλο και περιςςϐτερα ακύνητα εντϐσ του
κϊςτρου απϐ αγοραπωληςύεσ με επιφανεύσ και απλοϑσ κατούκουσ. Μϋςα απϐ τα ϋγγραφα διαφαύνεται
μϋροσ αυτών των ακινότων, που διαφοροποιοϑνται ανϊλογα με την κοινωνικό τϊξη του καθενϐσ.
την απογραφό του Ανδρϐνικου, που γύνεται το 1047, αναφϋρονται ανϊμεςα ςτην ακύνητη
περιουςύα τησ Ιβόρων: ςτο Κϊςτρο το μοναςτόρι ὁ ἃγιοσ Ἰωϊννησ ὁ Πρϐδρομοσ τοῦ Κολοβοῦ,726
«οἰκοςτϊςια κεύμενα ἒςωθεν τοῦ κϊςτρου Ἐριςοῦ ςυν χωραφύων και ἀμπελύων» 727 απϐ την περιουςύα
τησ Αββακοϑμ και «Κϊςτρον Ἑριςϐσ: για τόν μονό, ὑπϋρ οἰκοςταςύων, ἀμπελύων και χωραφύων
νομύςματα γ’(…) Μοναςτῆριον ὁ Ἂγιοσ Ἰωϊννησ ὁ Θεολϐγοσ το λεγϐμενον τοῦ κυροῦ Ἰωϊννου ἒςωθεν τοῦ
κϊςτρου Ἐριςϐσ.»728απϐ την πατριαρχικό μονό πηλαιώτου. Επομϋνωσ, απϐ τον 9ο όδη αιώνα, εντϐσ
του κϊςτρου υπόρχαν δϑο μεγϊλα μοναςτόρια και ϋνα «μετϐχιον ὁ τύμιοσ Πρϐδρομοσ το ἐν τῷ κϊςτρῳ
τῆσ Ἐριςςοῦ μετϊ και τοῦ λοετροῦ και τῶν ἐνοικικῶν αὑτοῦ καύ τῶν τϐπον και τῶν ἀμπελώνων». 729
Σον 12ο, 13ο και 14ο αιώνα εξακολουθοϑν να αναφϋρονται ϐλα τα προηγοϑμενα και προςτύθεται
ϋνα μετϐχι τησ Λαϑρασ «εν τω Ιεριςςώ», το οπούο διαχειρύζεται ο οικονϐμοσ του, Δωρϐθεοσ.730
Ο τομϋασ του κϊςτρου, αν και βριςκϐταν ςε ςυνεχό χρόςη μϋχρι και τον 20 ο αιώνα, δεν φαύνεται
να αλλϊζει χρόςη. Ϋταν πϊντα ο χώροσ διαμονόσ διοικητικών, θρηςκευτικών και ςτρατιωτικών
αξιωματοϑχων, ενώ φιλοξενοϑςε και κατοικύεσ των απλών χωρικών. ε περιϐδουσ επιδρομών, η
οχϑρωςη πρϐςφερε καταφϑγιο και ςτουσ κατούκουσ των προαςτεύων. Απϐ τον 12ο ϐμωσ αιώνα, ϋχουμε
αναφορϋσ για οικότορεσ, ολοϋνα και αςθενϋςτερουσ οικονομικϊ, ενώ ο λϐφοσ γύνεται ςτο μεγαλϑτερο
μϋροσ του περιουςύα των αθωνικών μονών. Διατηρεύ, ωςτϐςο, τον ςυμβολιςμϐ του ωσ κϋντρο ιςχϑοσ.
Σομϋασ λιμανιοϑ:
Ο τομϋασ που εκτεύνεται απϐ τισ ΒΔ υπώρειεσ του Κϊςτρου μϋχρι το λιμϊνι φαύνεται ϐτι απϐ τη
ρωμαώκό τουλϊχιςτον περύοδο μϋχρι και τον 12ο αιώνα, οπϐτε διακϐπτονται οι δραςτηριϐτητεσ, όταν
231
το βιοτεχνικϐ και εμπορικϐ κϋντρο του οικιςμοϑ. Η θϋςη πληροϑςε ϐλεσ τισ προϒποθϋςεισ τησ
αςφϊλειασ, αφοϑ βριςκϐταν κοντϊ ςτο Κϊςτρο αλλϊ και τησ διακύνηςησ πρώτων υλών και
εμπορευμϊτων με το λιμϊνι να απϋχει ελϊχιςτα μϐλισ μϋτρα.
Σα οικϐπεδα που βρύςκονται, κοντϊ ςτον λϐφο, ϐπου δϋςποζε το κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ, απϋδωςαν
πυκνϊ οικιςτικϊ ςϑνολα, με δωμϊτια μικρών διαςτϊςεων, που βριςκϐταν ςε ςυνεχό χρόςη απϐ τουσ
ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ μϋχρι και τον 12ο αιώνα, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ το πλόθοσ των κινητών ευρημϊτων.
Εκτϐσ απϐ τισ απλϋσ οικύεσ εντοπύςτηκαν και «ημιαςτικϋσ» οικύεσ που ξεχωρύζουν απϐ τισ προηγοϑμενεσ
κυρύωσ απϐ τον πλοϑτο και την ποιϐτητα τησ οικοςκευόσ και των αντικειμϋνων πολυτελεύασ και
λιγϐτερο απϐ το μϋγεθοσ και την ποιϐτητα τησ καταςκευόσ τουσ.
Οι χρόςεισ των κτιριακών ςυγκροτημϊτων των διαφορετικών περιϐδων δεν εύναι γνωςτϋσ, εν
τοϑτοισ, απϐ την αναςκαφό ςυγκεντρώθηκε μεγϊλοσ αριθμϐσ κινητών ευρημϊτων δύνοντασ μασ
ικανοποιητικό εικϐνα για την ακμό τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ. Πρϐκειται για αντικεύμενα οικιακόσ χρόςησ,
εργαλεύα αλιεύασ, κεραμικό καθημερινό και πολυτελεύασ, αγγεύα αποθηκευτικοϑ χαρακτόρα,
κοςμόματα και νομύςματα.
Απϐ τα αποςπαςματικϊ δεδομϋνα, που διαθϋτουμε ϋωσ τώρα, μποροϑμε να εκτιμόςουμε ϐτι
βριςκϐμαςτε ςτην πλευρϊ τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ, ςτην οπούα ςυγκεντρώνονταν οι κατοικύεσ τησ
μεςαύασ τϊξησ και οι βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ. Σα οικιςτικϊ ςϑνολα, που ϋχουν αναςκαφεύ δεύχνουν
ϐτι η μεςαύα τϊξη των τεχνιτών και των εμπϐρων διϋμενε κοντϊ ό ςτο ύδιο ούκημα, με τα εργαςτόρια ό
τα καταςτόματϊ τουσ.
Μϋχρι ςτιγμόσ μποροϑμε να ποϑμε με ςχετικό αςφϊλεια ϐτι κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ
λειτουργοϑςαν ςτην περιοχό αυτό εργαςτόρια κεραμικόσ, αργυροχρυςοχοϏασ και μεταλλευτικού
κλύβανοι ϐπου ϋλιωναν τα παλιϊ νομύςματα προκειμϋνου να χρηςιμοποιόςουν ξανϊ την πρώτη ϑλη.
Ανατολικϊ του οικ. 28, αναπτϑςςεται ϋνα οργανωμϋνο νεκροταφεύο μεςοβυζαντινόσ περιϐδου, με
πυκνϊ διατεταγμϋνεσ ταφϋσ ςε επϊλληλα ςτρώματα, η ςυνολικό ϋκταςη του οπούου παραμϋνει
ϊγνωςτη.
232
Πρϐκειται για την πιο απομακρυςμϋνη ζώνη ςε ςχϋςη με το Κϊςτρο. Σον 4ο ό 5ο αιώνα χτύζεται εκεύ
μια πολυτελόσ βαςιλικό. Η χρόςη τησ μετϊ την εγκατϊλειψό τησ ωσ νεκροταφεύο κατϊ τουσ μϋςουσ
χρϐνουσ, δεύχνει ϐτι υπόρχε μια μακρϊ παρϊδοςη που ςυνϋδεε την περιοχό με τα ϋθιμα ταφόσ. την
κϐγχη τησ βαςιλικόσ εντοπύςτηκαν κατεςτραμμϋνοι κλύβανοι τησ ελληνιςτικόσ περιϐδου, οπϐτε κατϊ
την περύοδο εκεύνη λειτουργοϑςαν και εργαςτηριακϋσ εγκαταςτϊςεισ πολϑ κοντϊ ςτον χώρο του
νεκροταφεύου, το οπούο φαύνεται ϐτι όταν μϋςα ςτην πϐλη.
233
παρϊςχει φιλοξενύα ςτουσ Αθωνύτεσ, οι τελευταύοι καταφεϑγουν ςτον αυτοκρϊτορα που τουσ
παραχωρεύ ςπύτια, αυλϋσ αλλϊ και εϑφορουσ αμπελώνεσ εντϐσ του κϊςτρου. 733
Σα παραπϊνω αφοροϑν ςτην θρηςκευτικό ελύτ. Εκτϐσ ϐμωσ απϐ αυτϊ, αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ
πολυϊριθμεσ εκκληςύεσ, ναού και μονϑδρια ςτο κϊςτρο και την ϊμεςη περιφϋρειϊ του.
Ιδιωτικϋσ κατοικύεσ
Σα ύχνη των κατοικιών εντοπύζονται κατεξοχόν, ςτισ υπώρειεσ του λϐφου του κϊςτρου. Οι
κατοικύεσ αυτϋσ, χρονολογοϑνται ςτην πρώτη τουσ φϊςη ςτην ελληνιςτικό και ρωμαώκό περύοδο και με
234
μεταςκευϋσ ςυνεχύζουν ςτην πρώιμη και Μεςοβυζαντινό εποχό. Οι θεμελιώςεισ ϋχουν κτιςτεύ με αρχαύο
οικοδομικϐ υλικϐ, που προϋρχεται απϐ το κϊςτρο. Οι οικύεσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου εύναι
χτιςμϋνεσ με αςβεςτϐλιθουσ, γρανιτϐλιθουσ και ςχιςτϐλιθουσ, ενώ οι τούχοι των μεςοβυζαντινών εύναι
λαςπϐκτιςτοι ό χρηςιμοποιοϑν αργοϑσ λύθουσ με ενδιϊμεςεσ ςτρώςεισ πλύνθων .
Οι κατοικύεσ των πιο εϑπορων Ιεριςςιωτών βρύςκονταν ςτο κϊςτρο αλλϊ δεν ςώζονται κατϊλοιπα.
Περιγρϊφονται, ωςτϐςο, ςτισ πηγϋσ. Οι περιςςϐτερεσ περιελϊμβαναν μια αυλό και κϊποιεσ που,
υποδόλωναν μεγαλϑτερη ϋκταςη, αναφϋρονταν ωσ οικοςτϊςια. Η καταςκευό των ςπιτιών όταν
ςτοιχειώδησ. Η ϊργιλοσ και ο πηλϐσ ϋπαιζαν βαςικϐ ρϐλο. ε ϋγγραφο που προϋρχεται απϐ την μονό
Ιβόρων και χρονολογεύται ςτα 1104735 ϋχουμε μια λεπτομερό περιγραφό κατοικιών κεραμοςκεπών
φτιαγμϋνων απϐ λιθϐπλινθουσ, ϋνδειξη ϐτι κατοικύεσ αυτοϑ του τϑπου, δηλαδό ελαφρώσ πιο
επιμελημϋνεσ ςπϊνιζαν. Οι περιςςϐτερεσ ιδιωτικϋσ κατοικύεσ περιελϊμβαναν μικρόσ ϋκταςησ αμπελώνα,
μερικϊ δϋντρα και ύςωσ κϊποια χωρϊφια. Απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ και ςε αυτϐν τον τομϋα οι
ιδιωτικϋσ οικύεσ φαύνεται ϐτι εύναι μικρϐτερεσ και φτωχϐτερεσ.
υμπερϊςματα
Ο πολεοδομικϐσ ιςτϐσ τησ Ιεριςςοϑ μεταβϊλλεται ςταδιακϊ απϐ την αρχαιϐτητα ςτην βυζαντινό
περύοδο, ςτον βαθμϐ τουλϊχιςτον που μποροϑμε να ϋχουμε εικϐνα λϐγω του περιοριςμϋνου χαρακτόρα
των ςωςτικών αναςκαφών.
Ο οικιςμϐσ κατϊ την αρχαιϐτητα φαύνεται να οργανώνεται γϑρω απϐ ϋναν κεντρικϐ πυρόνα, την
ακρϐπολη, που προςφϋρει αςφϊλεια, ϋλεγχο τησ γϑρω περιοχόσ και πρϐςβαςη ςε χερςαύουσ και
θαλϊςςιουσ δρϐμουσ, που, αφενϐσ, διευκολϑνουν την διακύνηςη αγαθών και, αφετϋρου, αποτελοϑν
οδοϑσ διαφυγόσ ςε περιϐδουσ κρύςησ. Η ϋκταςη τησ κλαςικόσ πϐλησ ϋχει υπολογιςτεύ ςτα 560
ςτρϋμματα.736
Η Ωκανθοσ όταν απϐ τισ ςπουδαιϐτερεσ πϐλεισ τησ Φαλκιδικόσ, τμόμα τησ οπούασ καλϑπτονταν
απϐ μνημειακϊ οικοδομόματα, κυρύωσ τησ πρώιμησ κλαςικόσ περιϐδου. ε αυτό τη φϊςη η εικϐνα τησ
πϐλησ δεύχνει να ϋχει προςανατολιςμϐ προσ τον βορρϊ, κατϊ μόκοσ μιασ οδοϑ με μνημειακϊ ταφικϊ
ςϑνολα. Προφανώσ, το λιμϊνι βριςκϐταν ςε ϊμεςη επαφό με την πϐλη και υπόρχαν πολλϊ εργαςτόρια
ςε εκεύνη την περιοχό απϐ την κλαςικό εποχό και μετϊ.737
Σα ςπύτια ϋχουν κατεϑθυνςη Β-Ν με μια απϐκλιςη 6 μοιρών απϐ τον ϊξονα αυτϐ. Ακριβώσ τον ύδιο
προςανατολιςμϐ παρατηροϑμε ϐτι ϋχουν τα κτύρια ςτην Καςςϊνδρεια. Η κοινό απϐκλιςη αλλϊ και η
κοινό κατεϑθυνςη δεν μπορεύ να εύναι τυχαύα. υμπεραύνουμε ϐτι η αρχαύα Ωκανθοσ εύχε χτιςτεύ βϊςει
του Ιπποδϊμειου ςυςτόματοσ.738
235
Γϑρω απϐ τον λϐφο τησ ακρϐπολησ οργανώνεται ακτινωτϊ ο υπϐλοιποσ οικιςμϐσ, με μια πρώτη
ζώνη η οπούα ςτα δυτικϊ περιλαμβϊνει τισ παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ και τουσ χώρουσ κοινωνικών
εξυπηρετόςεων, το νεκροταφεύο και, ςτα ανατολικϊ, τισ εϑφορεσ καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ τησ περιοχόσ
του Προαϑλακα και του ιγγιτικοϑ.
Σα μεγϊλα κτύρια που όρθαν ςτο φωσ με τισ αναςκαφϋσ ςτο Κϊςτρο και ςτην πεδινό ϋκταςη ςτο
δυτικϐ μϋροσ, φανερώνουν ϐτι η πϐλη γνώριςε ακμό μϋχρι τα ϑςτερα ρωμαώκϊ χρϐνια. Σα ϐρια του
οικιςμοϑ δεν εύναι ακϐμα γνωςτϊ αλλϊ ςτα ανατολικϊ δεν πρϋπει να ξεπερνοϑςαν τα ϐρια τησ κούτησ
του χειμϊρρου που περνϊει απϐ εκεύ καθώσ υπερχειλύζει κατϊ τουσ χειμερινοϑσ μόνεσ και, επομϋνωσ,
δεν θα μποροϑςε να ϋχει ςυμπεριληφθεύ ςτα ϐρια τησ πϐλησ. Σο δυτικϐ ϐριο τησ πϐλησ εύναι εντελώσ
κατεςτραμμϋνο λϐγω τησ δημιουργύασ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ.
Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται μϐνο ςτα βορειοδυτικϊ του κϊςτρου, ϐπου
εντοπύζονται οικιςτικϊ κατϊλοιπα και, ςε αρκετό απϐςταςη, η βαςιλικό. Ο προςανατολιςμϐσ
παραμϋνει ςτον ϊξονα Β–Ν για τα οικιςτικϊ ςυγκροτόματα που όρθαν ςτο φωσ, οπϐτε μϋχρι και τον 6ο
αιώνα, υποθϋτουμε ϐτι οι βαςικϋσ δομϋσ και η οργϊνωςη τησ πϐλησ δεν μεταβϊλλονται.
Σα βυζαντινϊ κτύςματα εκτϐσ του κϊςτρου εντοπύζονται ςτισ παρυφϋσ του λϐφου και προσ το
λιμϊνι και ακολουθοϑν τον ϊξονα Α-Δ, πρϊγμα που ςημαύνει ϐτι μετϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο
ςημειώνεται αλλαγό ςτον προςανατολιςμϐ. ε αντύθεςη, λοιπϐν με τισ ϊλλεσ δϑο πϐλεισ τησ
Φαλκιδικόσ, ςτισ οπούεσ η μνημειακό αρχιτεκτονικό διακϐπτεται οριςτικϊ μετϊ τα μϋςα του 6 ου αιώνα,
ςτην Ιεριςςϐ παρατηροϑμε μια αξιοςημεύωτη ανϊπτυξη τησ κοινϐτητασ τον 10ο αιώνα που
εκδηλώνεται με την ανϋγερςη πολυτελών κτιρύων μνημειακών διαςτϊςεων.
Η ϋκταςη ϐμωσ του οικιςμοϑ δεύχνει να ςυρρικνώνεται, γιατύ οι δραςτηριϐτητεσ φαύνεται να
περιορύζονται κυρύωσ ςτισ δυτικϋσ υπώρειεσ του κϊςτρου, με πυκνό δϐμηςη ςε αλλεπϊλληλεσ
οικοδομικϋσ φϊςεισ, ενώ ϋχουν εγκαταλειφθεύ όδη απϐ την προηγοϑμενη περύοδο οι δϑο νοτιϐτεροι
λϐφοι (Αλώνια και Αη Γιώργησ).
τα τϋλη του 12ου αιώνα, ο κατοικημϋνοσ χώροσ ςτα δυτικϊ του κϊςτρου πρϋπει να
εγκαταλεύφθηκε, αφοϑ μϋςα ςτα ερειπωμϋνα κτύςματϊ του ϋγιναν εκτεταμϋνεσ ταφϋσ και μϊλιςτα
εντοπύζεται εδώ ϋνα δεϑτερο οργανωμϋνο μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο, που μϊλλον αποτελεύ ςυνϋχεια
αυτοϑ που βρύςκεται ςτον ερειπιώνα τησ βαςιλικόσ, καθϐτι οι ταφϋσ χρονολογοϑνται απϐ τον 10 ο – 11ο
αιώνα και εξόσ. τη ςυνϋχεια η ζωό πρϋπει να περιορύςτηκε μϋςα ςτο οχυρωμϋνο κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ.
Δεν ϋχουμε ςτοιχεύα για τον πληθυςμϐ τησ πϐλησ τησ Ιεριςςοϑ παρϊ μϐνον αποςπαςματικϊ και
αφοροϑν τουσ παρούκουσ των αθωνικών μονών. Θα όταν, επομϋνωσ, παρακινδυνευμϋνο να
επιχειρόςουμε μια δημογραφικό εκτύμηςη για την πϐλη, ειδικϊ για την πρωτοβυζαντινό και τη
μεςοβυζαντινό περύοδο. Σα νεκροταφεύα, που θα μποροϑςαν να δώςουν μια εικϐνα, δεν ϋχουν
αναςκαφεύ ςυςτηματικϊ και οι ςωςτικοϑ χαρακτόρα αναςκαφϋσ δεν ϋχουν δημοςιευτεύ λεπτομερώσ.
236
Εν κατακλεύδι, ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ και ςτην χωροταξικό οργϊνωςη τησ Ιεριςςοϑ,
αποτυπώνεται η ιςτορικό εξϋλιξη τησ πϐλησ απϐ την ύδρυςη τησ αποικύασ ςτον οχυρϐ λϐφο, την
ςυνεχιζϐμενη ακμό τησ μϋχρι την ρωμαώκό περύοδο με την επϋκταςη τησ πϐλησ, τη μνημειακό
αρχιτεκτονικό και τον ϊρτιο πολεοδομικϐ ςχεδιαςμϐ, την πρϐςκαιρη ςυρρύκνωςό τησ λϐγω επιδρομών
(λϊβοι, Βοϑλγαροι, αρακηνού) και φυςικών αιτιών (πανώλη, λιμού) μϋχρι τον 9 ο αιώνα, την εκ νϋου
ϊνοδο και ιςχυροπούηςό τησ με την επιςκευό τησ οχϑρωςησ και την αναβύωςη του κϊςτρου και
μεγϊλησ ϋκταςησ γϑρω απϐ αυτϐ με δραςτηριϐτητεσ αςτικοϑ χαρακτόρα και, τϋλοσ, την ςταδιακό
παρακμό ςε αντύςτιξη με την ϊνοδο τησ αθωνικόσ κοινϐτητασ, που ολοκληρώθηκε με τον λιμϐ και τισ
αναταραχϋσ του 14ου αιώνα.
739 ιςμανύδησ, Κ., «Αρχαιολογικϋσ ϋρευνεσ ςτη θϋςη Μαυρϐλακκασ τησ Ολυμπιϊδασ κατϊ το 1999 και 2000», ΑΕΜΘ 14 (2000), 347-358, 354-
355
237
Αναμφιςβότητα, η Άκανθοσ όταν η ςημαντικϐτερη πϐλη τησ ανατολικόσ ακτόσ τησ Φαλκιδικόσ.
Μετϊ την Ωκανθο και τη Θϊςο και πριν την Μαρώνεια, ςτη δελφικό ςτόλη των θεοροδϐχων
αναφϋρεται η πϐλη Άςςαρα. Ο Ηρϐδοτοσ την τοποθετεύ κοντϊ ςτον Ιςθμϐ απϐ την πλευρϊ του
ιγγιτικοϑ κϐλπου. Δεν εύναι ςύγουρο ϐτι επεβύωςε ωσ αυτϐνομη πϐλη την ρωμαώκό περύοδο.
το νοτιϐτερο τμόμα τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ, ςτην εύςοδο τησ Ακτόσ, βριςκϐταν η
Ουρανοϑπολη. ϑμφωνα με μια παρϊδοςη που διαςώζεται μϋςω του τρϊβωνα, η πϐλη τησ ιδρϑθηκε
απϐ τον Αλϋξαρχο, αδερφϐ του Καςςϊνδρου και εύχε μια περύμετρο τριϊντα ςταδύων. Παρϐλο που ο
Πλύνιοσ την αναφϋρει ωσ μια ζώςα πϐλη, η ϑπαρξό τησ ωσ αυτϐνομησ πϐλησ θα πρϋπει να όταν
βραχϑβια και, ςύγουρα κϊποια ςτιγμό, προςαρτόθηκε ςτα εδϊφη τησ Ακϊνθου.740
τρατώνι: ε χώρο του νοτιοδυτικοϑ τομϋα ενϐσ κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ αγορϊσ των ρωμαώκών
χρϐνων, εντοπύςτηκαν κλύβανοι κεραμικοϑ εργαςτηρύου, η καταςκευό των οπούων ανϊγεται ςτισ αρχϋσ
του 4ου αιώνα και η περύοδοσ λειτουργύασ τουσ εκτεύνεται ςε ϐλη τη διϊρκεια τησ πρωτοβυζαντινόσ
περιϐδου.741 (εικ. 83-84) Δεν ϋχουν εντοπιςτεύ ϊλλα οικιςτικϊ κατϊλοιπα αλλϊ υποθϋτουμε ϐτι υπόρχε
οικιςμϐσ, του οπούου ο πληθυςμϐσ αςχολοϑνταν με βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ.
Η ςυνϊφεια του ονϐματοσ του τρατωνύου με την τρατονύκη, καθώσ και το διϊςπαρτο
αρχαιολογικϐ υλικϐ (κεραμικό, αρχιτεκτονικϊ μϋλη, πλύνθοι, αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου) ϋχει οδηγόςει ςτη ςκϋψη ϐτι ύςωσ το τρατώνι να εύναι το διϊδοχο
μϐρφωμα τησ αρχαύασ πϐλησ, κατϊ τη βυζαντινό περύοδο. Ο οικιςμϐσ επιβιώνει μϋχρι ςόμερα.
τρατονύκη: τη θϋςη Ζϋπκο, κοντϊ ςτο ςϑγχρονο χωριϐ τησ τρατονύκησ, πληςύον τησ ακτόσ,
εντοπύςτηκαν κατϊλοιπα τρύκλιτησ πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ με δϑο νϊρθηκεσ και αψύδα. (εικ. 115)
Οι διαςτϊςεισ του ναοϑ εύναι 27.70*19.50 μ. και η τοιχοποιύα εύναι καταςκευαςμϋνη απϐ αργολιθοδομό
και αςβεςτοκονύαμα. τισ γωνύεσ του ναοϑ ϋχουν τοποθετηθεύ γρανιτϋνιοι δϐμοι ςε δεϑτερη χρόςη. Δεν
238
προτεύνεται χρονολϐγηςη απϐ τουσ ερευνητϋσ.742 την περιοχό τησ αψύδασ ϋχει ανεγερθεύ ςε πολϑ
μεταγενϋςτερη φϊςη ναϏςκοσ αφιερωμϋνοσ ςτον Ωγιο Νικϐλαο.
Σαφϋσ εντοπύςτηκαν μερικϊ μϋτρα βορειοανατολικώσ τησ βαςιλικόσ, που υποςτηρύχτηκε ϐτι
ανόκουν ςε οργανωμϋνο νεκροταφεύο τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. 743
Νϋπωςι: τη θϋςη Νϋπωςι τησ κοινϐτητασ Παλαιοχωρύου εντοπύςτηκε τειχιςμϋνοσ οικιςμϐσ. (εικ.
85) Βρύςκεται ςε φυςικϊ οχυρϐ λϐφο, τον οπούο περιτρϋχει ο ποταμϐσ τησ Ορμϑλιασ. Ϊχει ϋκταςη 15
ςτρϋμματα. Η εγκατϊςταςη ςτον χώρο χρονολογεύται τουλϊχιςτον ςτον 2ο π.Φ. αιώνα. Σο
πρωτοβυζαντινϐ κϊςτρο πρϋπει να χτύςτηκε τον 5ο και να εγκαταλεύφθηκε τον 6ο αιώνα, μετϊ απϐ
ιςχυρϋσ καταςτροφϋσ. Εντϐσ των τειχών του οικιςμοϑ αναφϋρεται μύα βαςιλικό. 744
Παλαιοχώρι: Εντοπύςτηκαν γλυπτϊ βαςιλικόσ του 5ου αιώνα ςτη θϋςη Βαλτοϑδα, ςτα βϐρεια του
Παλαιοχωρύου. 745
Πυργαδύκια: Ο ενοριακϐσ ναϐσ του Αγύου Δημητρύου εύναι χτιςμϋνοσ πϊνω ςτα ερεύπια βαςιλικόσ
που χρονολογεύται ςτον 6ο αιώνα. την τοιχοποιύα διακρύνονται ύχνη αςβεςτοκονιϊματοσ και αδρϊ
δουλεμϋνοι μαρμϊρινοι δϐμοι ςε δεϑτερη χρόςη. τον περύβολο του ναοϑ, βρύςκονται ϋνα ιωνικϐ
κιονϐκρανο με ςυνφυϋσ επύθημα και ϋνα μαρμϊρινο επύκρανο αμφικιονύςκου. 746
̇
742 Σςιγαρύδασ 1976, 285-286, ςχ. 3, ΠΙΝ. 232 ̇Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Σοπογραφικϋσ παρατηρόςεισ ςτα αρχαύα τϊγειρα», Φρονικϊ τησ Φαλκιδικόσ
35 (1979), 135-158, 138, του ιδύου 1998Δ, 81, εικ. 3 (ςημεύο 63 ςτον χϊρτη)
743 Σςιγαρύδασ 1976, 286
744 Παπϊγγελοσ, Ι. Α. «Αναςκαφικό ϋρευνα ςτο καςτϋλλι ςτο Νϋπωςι του Παλαιοχωρύου Φαλκιδικόσ», ΑΕΜΘ 12 (1998) προκαταρκτικό
προφορικό ανακούνωςη
745 Πρϐκειται για ϋξι αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ: γωνιακϐσ πεςςύςκοσ φρϊγματοσ πρεςβυτερύου, τμόματα διϊτρητου φολιδωτοϑ θωρακύου, τμόμα
μονολιθικοϑ αρϊβδωτου κύονα, βϊςη ιωνικοϑ κύονα, τμόμα επιςτυλύου τϋμπλου, λύθινο αρχιτεκτονικϐ μϋλοσ ημιεξαγωνικόσ διατομόσ. Όλα
εύναι καταςκευαςμϋνα απϐ χονδρϐκοκκο λευκϐ μϊρμαρο και το τελευταύο απϐ γκρύζο λύθο. Ακριβοποϑλου 1999, 90-92
̇
746 Μουτςϐπουλοσ, Ν. Κ., Πυργαδύκια Φαλκιδικόσ. Μελϋτη Αναβιώςεωσ και Εξωραώςμοϑ, Θεςςαλονύκη 1975 (πολυγραφημϋνο),πιν. 5 ̇Παπϊγγελοσ
1989-1990, 197, του ιδύου 1998, 81 εικ. 3 (ςημεύο 58 ςτον χϊρτη)
747 Σαβλϊκησ, Ι. Εμμ., «Ϊρευνεσ ςτην περιοχό Βαρβϊρασ Φαλκιδικόσ», Πϋμπτο υμπϐςιο Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ Αρχαιολογύασ και Σϋχνησ,
Πρϐγραμμα και περιλόψεισ ειςηγόςεων και ανακοινώςεων, Αθόνα (1985), 89-90, 90
239
Βαρβϊρα: Εντοπύςτηκε εντϐσ του οικιςμοϑ κτιςτϐσ καμαροςκεπόσ τϊφοσ και αρκετϋσ λακκοειδεύσ
ταφϋσ, που χρονολογοϑνται ςτο α’ μιςϐ του 6ου αιώνα. Πρϐκειται μϊλλον για οργανωμϋνο νεκροταφεύο,
που ϐμωσ δεν ϋχει ερευνηθεύ ςυςτηματικϊ. τον ύδιο οικιςμϐ, ςτη θϋςη Γιϊζοσ, εντοπύςτηκε
ςυγκρϐτημα τριών βαςιλικών και ενϐσ βοηθητικοϑ κτύςματοσ με ληνϐ, ςε κοντινό απϐςταςη μεταξϑ
τουσ. (εικ. 139) τον χώρο βρϋθηκαν διϊςπαρτα αρχιτεκτονικϊ μϋλη, που χρονολογοϑνται ςτον 6ο
αιώνα. Οι αναςκαφεύσ θεωροϑν ϐτι ϋχουμε να κϊνουμε με ϋνα ςυγκρϐτημα λατρευτικοϑ χαρακτόρα του
5ου αιώνα που μϊλλον πρϋπει να ςχετύζεται με κϊποιον οικιςμϐ, λεύψανα του οπούου εντοπύζονται
ςποραδικϊ ςτην απϋναντι πλαγιϊ νοτιϐτερα του ερειπιώνα. Η μεγϊλη οικοδομικό ακμό ςτη θϋςη
ςημειώθηκε τον 5ο αιώνα οπϐτε και οικοδομόθηκαν, μϊλλον ταυτϐχρονα και οι τρεισ βαςιλικϋσ. ε
επϐμενη φϊςη, κατϊ τον 6ο αιώνα, μπορεύ να χρονολογηθεύ η καταςκευό του αγιαςμοϑ-
βαπτιςτηρύου(;) ςτη βαςιλικό Ι, ςτη δϐμηςη του οπούου απαντϊται χρόςη πλύνθων που το
διαφοροποιοϑν απϐ την υπϐλοιπη καταςκευό. (εικ. 86) την ύδια περύοδο ανϊγονται επιςκευϋσ ςε
επιμϋρουσ τμόματα τησ τοιχοποιύασ. Όςον αφορϊ ςτην κατούκηςη τησ θϋςησ, αυτό ςτοιχειοθετεύται
απϐ νομύςματα Μανουόλ Α’ Κομνηνοϑ (1142-1152) και κϊποια υςτεροβυζαντινϊ και μεταβυζαντινϊ
ϐςτρακα εφυαλωμϋνησ κεραμικόσ.748
τη θϋςη Καψοϑλι επιςημϊνθηκε νεκροταφεύο, πιθανϐν πρωτοβυζαντινών χρϐνων, ομούωσ και ςτη
θϋςη Ωνω Ρϋτςανη, ϐπου ϐμωσ οι ταφϋσ εκτεύνονται και ςτουσ μϋςουσ χρϐνουσ. τη θϋςη Ντρεβενύκοσ
εντοπύςτηκε καμαροςκεπόσ τϊφοσ, λεύψανα οικιςμοϑ και το οχυρωματικϐ κϊςτρο του λϐγου, ενώ ςτη
θϋςη Καλϑβεσ αναφϋρεται η ϑπαρξη βαςιλικόσ. 749
Γομϊτι: ε ςωςτικό αναςκαφό που πραγματοποιόθηκε με την ευκαιρύα τησ καταςκευόσ τησ
επαρχιακόσ οδοϑ Γοματύου-Ιεριςςοϑ, αποκαλϑφθηκε νεκροταφεύο ςτη θϋςη Καλογερικϊ, 1200 μ.
περύπου ΒΑ του Γοματύου προσ Ιεριςςϐ. Η αναςκαφό περιορύςτηκε ςε ϋνα τμόμα μϐνο του
νεκροταφεύου. Η αρχικό χρόςη του ανϊγεται ςτα μϋςα του 4ου αι. π.Φ. Η νομιςματικό μαρτυρύα
παραπϋμπει ςτην ϑςτερη ελληνιςτικό περύοδο και, ςυγκεκριμϋνα, ςτο πρώτο μιςϐ του 2 ου π.Φ. αιώνα.
Σο ςϑνολο των υπϐλοιπων νομιςμϊτων, που προϋκυψε απϐ την ϋρευνα των τϊφων του αναςκαμμϋνου
τομϋα, προςδιορύζει ςαφώσ την χρόςη του απϐ το δεϑτερο μιςϐ του 1ου αι. π.Φ. μϋχρι και τα μϋςα του
4ου αι. μ.Φ. Ϊχουμε, επομϋνωσ, ςυνεχό χρόςη του ταφικοϑ χώρου για ϋξι περύπου αιώνεσ.750
748 Σαβλϊκησ Ι. - Μπιτζικϐπουλοσ Δ. - Μαλαδϊκησ Β., «Αναςκαφό παλαιοχριςτιανικών βαςιλικών ςτη Βαρβϊρα Φαλκιδικόσ», ΑΕΜΘ 17 (2003),
391-402, 399-400
749 Σαβλϊκησ 1985, 90
750 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, Ε., «Γομϊτι Φαλκιδικόσ: μια νϋα αρχαιολογικό θϋςη», ΑΕΜΘ 14 (2000), 359-365, 360
240
6.4.2. Μεςοβυζαντινό Περύοδοσ (7οσ-12οσ αιώνασ) (ςχ. 30)
την ανατολικό Φαλκιδικό εντοπύζονται αυτό την περύοδο αρκετού οικιςμού τα ονϐματα των
οπούων ϋχουν ςλαβικό προϋλευςη και ςχετύζονται αφενϐσ με την εγκατϊςταςη ςλϊβων κατϊ τον 7 ο
αιώνα, μετϊ την δεϑτερη πολιορκύα τησ Θεςςαλονύκησ και, αφ’ ετϋρου, με την εγκατϊςταςη των
«κλϊβων Βουλγϊρων» που αναφϋρουν οι πηγϋσ. Για τη ςλαβικό παρουςύα ςτην περιοχό ϋγινε λϐγοσ ςε
προηγοϑμενη ενϐτητα (κεφ. 2.4.β.). Εδώ θα αρκεςτοϑμε ςτην αναφορϊ των οικιςμών με ονομαςύεσ
ςλαβικόσ ετυμολογύασ, καθώσ αποτελοϑν τμόμα του οικιςτικοϑ πλϋγματοσ τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ
των Μϋςων Φρϐνων.
Πρϐκειται για τισ εξόσ θϋςεισ: Φωρύον Φλομουτζών751, κϊςτρον Αραβενύκειασ (ύςωσ ταυτύζεται με το
κϊςτρο του Ποκρεντοϑ) ςτη θϋςη τησ ςημερινόσ Μεγϊλησ Παναγιϊσ,752 τα Κλουτζεςτϊ (995)753, η
Ραδοχοςτϊ (χωρύον το 1008, αναφϋρονται οικότορεσ), η Ζιτητζϊ, τα Περιγαρδύκεια, το προϊςτειο
Λιβιςδιϊβα, τα Ροϑδαβα,754 και τα προϊςτεια τουδενιτζϐσ και Λεςκοϑ.755
Ολυμπιϊδα/τϊγειρα: ε απϐςταςη 30 μ. περύπου βϐρεια απϐ τον λαιμϐ τησ μικρόσ χερςονόςου
Λιοτϐπι, ςώζεται μεςοβυζαντινϐ διατεύχιςμα μόκουσ 250 μ. περύπου και πϊχουσ 0.90 μ. (εικ. 87-89).
Εύναι χτιςμϋνο με αργολιθοδομό και λευκϐ αςβεςτοκονύαμα, φϋρει ϋναν πϑργο ςτη μϋςη του μόκουσ
του και κατϊ διαςτόματα 4-6 μ. ενιςχϑεται με αντηρύδεσ.756
την κορυφό τησ χερςονόςου υπϊρχει ϋνασ επύπεδοσ χώροσ ϋκταςησ ενϐσ ςτρϋμματοσ, που
περιβϊλλεται με τεύχοσ πϊχουσ 1,05μ. ϐμοιασ με το διατεύχιςμα καταςκευόσ. Η κϊτοψό του εύναι
τραπεζιϐςχημη και ενιςχϑεται εςωτερικϊ με αντηρύδεσ και εξωτερικϊ με τετρϊγωνουσ και κυκλικοϑσ
πϑργουσ.757άςωσ η ανϋγερςη ενϐσ «καςτελύου» που μνημονεϑεται ςτισ πηγϋσ πριν απϐ το 1104 και μετϊ
το 980, αναφϋρεται ςτο μικρϐ αυτϐ κϊςτρο. 758 Δεν ϋχουν ϐμωσ εντοπιςτεύ μϋχρι ςτιγμόσ ύχνη οικιςτικϊ.
Η θϋςη των αρχαύων ταγεύρων, μετϊ απϐ μια διακοπό αρκετών αιώνων, επαναχρηςιμοποιεύται ωσ
οχυρϐ ςύγουρα και, ενδεχομϋνωσ, ωσ οικιςμϐσ απϐ τη μεςοβυζαντινό περύοδο. Προφανώσ, η ανϊμνηςη
του οικιςμοϑ δεν ϋχει ξεχαςτεύ.
Κϊμενα: χωρύον κοντϊ ςτη Δεβελύκεια, μετϐχι τησ μονόσ Ξηροποτϊμου.759 Η πρώτη αναφορϊ ςτα
Κϊμενα γύνεται ςε ϋγγραφο του 908, το οπούο μασ πληροφορεύ ϐτι η μονό Κολοβοϑ κατεύχε εκεύ την
241
«καταμονόν» με τα αμπϋλια και τουσ κόπουσ. Αγνοοϑμε την ϋννοια του ϐρου «καταμονό», φαύνεται
ϐμωσ ϐτι επρϐκειτο για κϊποιο κτύριο διαμονόσ. ε ϋγγραφο του 942/3 αναφϋρεται το «κλϊςμα των
Καμϋνων». Κϊποια καταςτροφό λοιπϐν που ϋγινε ςτην περιοχό προ του 912, ϊφηςε τα κτόματα τησ
περιοχόσ αδϋςποτα. Σο 980 η μονό Κολοβοϑ και μαζύ η περιοχό των Καμϋνων ϋγιναν κτόμα τησ Ιβόρων.
Η πρώτη γνωςτό και ςαφόσ αναφορϊ ςε χωριϐ με το ϐνομα Κϊμενα εύναι μϐλισ του 1104, ϐταν
απογρϊφονται οι πϊροικοι τησ μονόσ Ιβόρων που κατοικοϑςαν ςτο «προϊςτειον τα Κϊμενα». Δεν
γνωρύζουμε τη θϋςη του χωριοϑ αλλϊ φαύνεται ϐτι βριςκϐταν χαμηλϊ, ςτισ μεςημβρινϋσ πλαγιϋσ των
υψωμϊτων μεταξϑ παλαιοϑ και νϋου Γοματύου.760 Σο 1071 αναφϋρονται οπωρώνεσ ςτο χωριϐ και,
ςυγκεκριμϋνα ςε τοποθεςύα με το ϐνομα Αντιγωνύα, που βρύςκεται ςτα ΝΔ τησ Ιεριςςοϑ.761 Σελευταύα
φορϊ αναφϋρονται τα Κϊμενα ωσ «χωρύον» ςε απογραφό των εκεύ κατοικοϑντων παρούκων το 1262.
Γομϊτου: Μονό και «χωρύον». τα πρώτα χρϐνια του Αθαναςύου ςτη Λαϑρα, του παραχωρεύται η
μονό Γομϊτου ό Ορφανοϑ, που πρϋπει να βριςκϐταν μϋςα ό κοντϊ ςτον οικιςμϐ Κϊμενα. Η Λαϑρα με
τον καιρϐ αυξϊνει εκεύ τα κτόματϊ τησ και προςαρτϊ με τον καιρϐ τα Δεβελύκεια και την περιοχό ϐπου
βρύςκεται ο ςϑγχρονοσ οικιςμϐσ Γομϊτι. Σαυτϐχρονα εκεύ υπϊρχουν και αναπτϑςςονται μετϐχια των
μονών Ξηροποτϊμου και Ιβόρων. την ουςύα η περιοχό του Γομϊτου με τον παλιϐ οικιςμϐ εύναι
μοιραςμϋνη ανϊμεςα ςτη Λαϑρα και την Ιβόρων και ϋτςι εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ τον 14 ο αιώνα. Ο
τϐποσ όταν πλοϑςιοσ και παραγωγικϐσ. τα 1300 εμφανύζονται 575 κϊτοικοι ωσ πϊροικοι των δϑο
μοναςτηριών που πλόρωναν φϐρο 130 νομύςματα.762
Σο χωρύον των ιδηροκαυςεύων: Μαρτυρεύται απϐ τον 9ο αιώνα ςτα βϐρεια τησ Ιεριςςοϑ.
Βριςκϐταν ςε μια περιοχό ϐπου, κατϊ την βυζαντινό περύοδο, γνωρύζουμε την ϑπαρξη και ϊλλων
χωριών των οπούων το ϐνομα προϋρχεται απϐ τισ μεταλλευτικϋσ δραςτηριϐτητεσ τησ περιοχόσ (λ.χ.
Μετϊλλιν, Ροϑδαβα). Βριςκϐταν περύπου ςτη θϋςη του ςϑγχρονου χωριοϑ των ταγεύρων.763
Νομεριςταύ: Ϋταν χωριϐ (;) πολϑ κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ, ςτο οπούο εγκαταςτϊθηκαν οι 20 πϊροικοι
που δϐθηκαν ςτη μονό Κολοβοϑ το 974 ωσ αποζημύωςη για τισ εκτϊςεισ που ϋχαςε απϐ τουσ
«κλϊβουσ Βουλγϊρουσ».764
τρατϐνιν: Η παλαιϐτερη γνωςτό μαρτυρύα για τον οικιςμϐ των μϋςων χρϐνων προϋρχεται απϐ
ϋγγραφο τησ Ιβόρων του 1047.765 Βλϋπουμε ϐτι ο οικιςμϐσ διατηρεύται ςτη θϋςη τησ αρχαύασ και
760 Παπϊγγελοσ, Ι. Α., «Ιςτορικοαρχαιολογικϊ του Γοματύου» (2004), Βιβλιοθόκη 10 ησ Ε.Β.Α., 1-22, 3
761 Lavra I, ϋγγρ. 35 (1071), ςτ. 34
762 Θεοδωρύδησ 1981, 362
763 Iviron Ι, ϋγγρ. 9 (995)
764 Lavra Ι, εγγρ. 6 (974), not. 108
765 Iviron Ι, εγγρ. 29 (1047)
242
πρωτοβυζαντινόσ πϐλησ και μϊλιςτα με το ύδιο ϐνομα. Ϊχει πϊψει ϐμωσ να εύναι ανεξϊρτητο χωριϐ και
ϋχει περϊςει ςτισ κτόςεισ τησ μονόσ Ιβόρων.
Προαϑλακασ (Πρεαϑλακασ, Πρϐβλακασ): (εικ. 90-91) Βρύςκεται ςτην περιοχό των Νϋων Ρϐδων,
πληςύον τησ διώρυγασ του Ξϋρξη. Σα γενικϊ γεωμορφολογικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ περιοχόσ δεν
αποκλεύουν την περύπτωςη πραγματοπούηςησ του ϋργου τησ διϊνοιξησ, αν και, απϐ τον 2 ο αιώνα π.Φ.
όδη τϋθηκε εν αμφιβϐλω η ολοκλόρωςό του. Σα ερωτόματα που προκϑπτουν εύναι αν η διώρυγα όταν
πλωτό ςε ϐλο το μόκοσ του ιςθμοϑ και αν όταν ϐντωσ διώρυγα ό διολκϐσ. 766
Η εϑφορη περιοχό μεταξϑ Ιεριςςοϑ και Αγύου Όρουσ υπόρξε ζωτικόσ ςημαςύασ για τα αθωνικϊ
μοναςτόρια. Μετϐχια ςυνολικϊ οκτώ μονών εύναι γνωςτϊ μϐνο ςτην περιοχό μεταξϑ τησ Ιεριςςοϑ και
του ιβηριτικοϑ μετοχύου Πυργοϑδια ςτα ανατολικϊ του προςφυγικοϑ χωριοϑ των Νϋων Ρϐδων. Η
περιοχό ϊρχιζε απϐ την Οζϐλιμνο και τϋλειωνε ςτην Κομότιςςα. την ύδια περιοχό εύχαν δύκαια οι
Ιεριςςιώτεσ, ενώ αναφϋρονται πολλϋσ εκκληςύεσ, εργαςτόρια, πατητόρια κ.α. Αρχικϊ αναφϋρεται ωσ
περιοχό, κατϐπιν ωσ αγρύδιο, ωσ προϊςτειο και γύνεται χωρύον τον 14ο αιώνα.
Κομότιςςα: Η παλαιϐτερη γνωςτό μαρτυρύα για τον οικιςμϐ προϋρχεται απϐ ϋγγραφο τησ Ιβόρων
του 1047.767 Εντοπύςτηκε 300 μϋτρα νοτύωσ των ερειπύων του βυζαντινοϑ ναοϑ του Αγύου Νικολϊου,
που βρύςκεται ςτο μϋςο του ςυνϐρου του Αγύου Όρουσ με το ςημερινϐ νομϐ Φαλκιδικόσ.
Κϊςτρο Νϋπωςι: άςωσ κατϊ τον 6ο αι. και μϊλλον απϐ ςειςμϐ ϋπαθε ςοβαρϋσ ζημιϋσ και πρϋπει να
εγκαταλεύφθηκε. Κατϊ τη δεκαετύα του 910, περύοδο ϋνταςησ των βυζαντινοβουλγαρικών πολϋμων,
πρϋπει να εύχε όδη επιςκευαςτεύ και να αποτελοϑςε ϋνα απϐ τα βαςικϊ ςτρατιωτικϊ ερεύςματα τησ
αυτοκρατορύασ ςτην κεντρικό Φαλκιδικό. Μια μαρμϊρινη επιγραφό που χρονολογεύται το 917/918,
αναφϋρεται ςτισ βυζαντινϋσ επιςκευϋσ του κϊςτρου και μνημονεϑει τον ανόλικο αυτοκρϊτορα του
Βυζαντύου, Κωνςταντύνο Ζ΄ Πορφυρογϋννητο, τη ςυμβαςύλιςςα μητϋρα του, Ζωό Καρβουνοψύνα,
καθώσ και τον πατρύκιο Μιχαόλ, ο οπούοσ εύτε υπόρξε ο διοικητόσ τησ περιοχόσ εύτε μερύμνηςε για την
δραςτικό επιδιϐρθωςη του κϊςτρου.
το εςωτερικϐ του κϊςτρου, ϋκταςησ 15 περύπου ςτρεμμϊτων, εύχε αναπτυχθεύ ϋνασ μεγϊλοσ και
πυκνϐσ οικιςμϐσ. Ο ναϐσ του οικιςμοϑ, μύα τρύκλιτη ξυλϐςτεγη βαςιλικό με μαρμϊρινο τϋμπλο, κτύςτηκε
ςτον 6ο αι., καταςτρϊφηκε πιθανϐτατα απϐ ςειςμϐ και ανακαταςκευϊςτηκε ςτον 10 αι. Μϋςα ςτον ναϐ
και ςτο ϊμεςο περιβϊλλον του εντοπύςτηκαν πολλϋσ μεςοβυζαντινϋσ ταφϋσ. 768
766 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ. –Καμποϑρογλου, Ε. Μ., «Ιςτορικϋσ και αρχαιογεωμορφολογικϋσ ϋρευνεσ για την διώρυγα του Ξἐρξου ςτην χερςϐνηςο
του Ωθω», ϑμμεικτα, 177-188, 177
767 Iviron I, ϋγγρ. 29 (1047)
768 Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Επιγραφό του ϋτουσ 917/18 απϐ το Καςτϋλλι Παλαιοχωρύου Φαλκιδικόσ», Πρακτικϊ υμποςύου Φριςτιανικόσ
Αρχαιολογικόσ Εταιρεύασ (ΔΦΑΕ), περύοδοσ Δ’, τϐμοσ Λ’, 2009, 94
243
Πυργαδύκεια: τη θϋςη αυτό υπϊρχει διατεύχιςμα που οχυρώνει τη χερςϐνηςο. Σο τεύχοσ ϋχει μόκοσ
1000 μ., πϊχοσ 1.50 μ. και εύναι χτιςμϋνο με αργολιθοδομό και αςβεςτοκονύαμα. Η καταςκευό του
ανϊγεται ςτη μεςοβυζαντινό περύοδο, πιθανϐτατα πριν απϐ το 1037, ϐταν η περιοχό αναφϋρεται ωσ
Περιγαρδύκεια.769
Άρμενον ό Αρμενύου: Φωρύον (;) ςτα δυτικϊ τησ Ιεριςςοϑ. Ϊτςι λεγϐταν και ϋνα μικρϐ τρύγωνο
χωρϊφι, κτόςη τησ Ζωγρϊφου ςτην ύδια περιοχό.
Αρςενύκεια: τα βϐρεια τησ Ιεριςςοϑ, νοτύωσ των δικαύων τησ Λαϑρασ. Μϋχρι τον 14ο αιώνα
εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ ωσ τοποθεςύα. Ϋταν παραθαλϊςςιοσ οικιςμϐσ. την περιοχό υπόρχαν κτόματα
τησ Ιβόρων και μερικού πϊροικοι τησ Λαϑρασ που κατεύχαν νερϐμυλουσ. Ϊναν νερϐμυλο κατεύχε και η
Ζωγρϊφου. Πρϐκειται, γενικϊ, για ϋναν τϐπο με διαςπαςμϋνεσ καθϋδρεσ.772
244
Δεβελύκεια: λαβικόσ ετυμολογύασ.773Αρχικϊ αναφϋρεται ωσ τοποθεςύα και, αργϐτερα, ωσ χωρύον. Η
μονό Ξηροποτϊμου κατεύχε απϐ δωρεϋσ μετϐχι και μϑλουσ ςτην περιοχό. 774
Κελλύων:775 Οικιςμϐσ (;). τα 1085 αναφϋρεται ωσ τϐποσ ςτα Ροϑδαβα. τα 1301 τον βρύςκουμε
ςτα ςϑνορα των δικαύων του Γομϊτου. Πρϋπει, επομϋνωσ, να βριςκϐταν ςτα δυτικϊ του παλαιοϑ
Γομϊτου, ύςωσ κοντϊ ςτη θϋςη του ςημερινοϑ Κελλύου.776
Κομότιςςα: Σο ςημερινϐ μετϐχι Κουμύτςασ ϋξω απϐ τον Ωθω.777 Σο χωριϐ ϊνθιςε μεταξϑ 12ου και
15ου αιώνα και ϋςβηςε τον 16ο. Ανόκε ςτο κατεπανύκιο Ωκρουσ που ταυτύζεται με την Ιεριςςϐ. Κατϊ μια
ϊποψη όταν ϋνα απϐ τα χωριϊ των οπούων οι κϊτοικοι δεν εύχαν δικιϊ τουσ γη. Γνωρύζουμε απϐ τισ
πηγϋσ ϐτι το χωριϐ διϋθετε αλιευτικϐ ςταςύδιο, μια ςκϊλα ορκύνων την οπούα διεκδικοϑςαν οι αθωνικϋσ
μονϋσ και τελικϊ παραχωρόθηκε ςτη μονό Κουτλουμουςύου ςτισ αρχϋσ του 15 ου αιώνα.778 Σην ύδια
εποχό, μϋροσ των κατούκων τησ Κομότιςςασ πιθανολογεύται ϐτι εγκαταςτϊθηκε ςτην περιοχό τησ
Ελαδιϊβασ, που τοποθετεύται μεταξϑ του μετοχύου Πυργοϑδια τησ μονόσ Ιβόρων και του οικιςμοϑ τησ
Κομότιςςασ.
Λϐγγοσ: Φωρύον ςτην Ιεριςςϐ. άςωσ ςτη Ρεβενύκεια ϐπου και το ςημερινϐ τοπωνϑμιο.780
Λοζύκι: Φωρύον κοντϊ ςτον ςημερινϐ Μελιςςουργϐ. ώζονται ερεύπια πϑργου. τισ πηγϋσ
αναφϋρονται ςτην περιοχό τα δύκαια του Ναταυλϊ, των παρτηνών και των μονών Ζωγρϊφου και
Φιλανδαρύου.781
773 ̇̇
Θεοχαρύδησ 1954, 77 Vasmer, 161, 233
774 Xéropotamou, εγγρ. 8 (1200), 10. (1275) ςτ. 15-16, γ. 1302, 17. (1314)
775 Εντϊςςουμε χρονολογικϊ τον οικιςμϐ των Κελλύων ςτην υςτεροβυζαντινό περύοδο παρϊ το γεγονϐσ ϐτι αναφϋρεται και ςτο τϋλοσ του 11 ου
αιώνα, καθώσ οι πρωιμϐτερεσ αναφορϋσ κϊνουν λϐγο για «τϐπο» και «γη», κατϊ ςυνϋπεια θεωροϑμε ϐτι επρϐκειτο για κϊποιου εύδουσ
εγκατϊςταςη που εξελύχθηκε ςταδιακϊ ςε οικιςμϐ την επϐμενη περύοδο.
776 Θεοδωρύδησ 1981, 383
777 Ό.π., 385
̇
778 Xéropotamou, εγγρ. 24 (1331) ̇ Actes de Kutlumus, novelle édition remaniée et augmentée par Paul Lemerle, Paris (1988), εγγρ. 43 (1405)
779 Θεοδωρύδησ 1981, 388 ̇̇ Xéropotamou (1320/1) ̇̇Zografou V (1142), (1309)
245
Μεταγγύτςι: Φωρύον υπϐ τη μονό Δοχειαρύου. Μϋροσ του μεγϊλου κτόματοσ που εκτεινϐταν
απϐ την Ερμόλεια ωσ τα πρϐθυρα τησ κοιλϊδασ του Γομϊτου.
Σα χωρύα των ιδηροκαυςύων: Πρϐκειται για μια ομϊδα εννϋα χωριών επώνυμη όδη ςτην αρχό
του 10ου αιώνα. Δεν εύναι ςύγουρο ϐτι οι κϊτοικού τουσ αςχολοϑνταν με μεταλλευτικϋσ δραςτηριϐτητεσ.
Σα πρακτικϊ μνημονεϑουν κυρύωσ αμπελουργοϑσ και κτηνοτρϐφουσ. «Φωρύα των ιδηροκαυςύων»
όταν τα: ελϊδα, Γραδύςτα, Μετϊλλιν, Κοντογρύκου, Παλαιοχώριον, Καςςαλοϑπων, Λιβϊδιον, υμεών και
Κϐςλα(;).782
Γρϊδιςτα: Φωρύον ςτα ιδηροκαϑςια. Ο μιςϐσ οικιςμϐσ ανόκε ςτη Λαϑρα τον 13ο αιώνα και
αργϐτερα ολϐκληροσ. Εύχε κτηνοτροφύα και αμπϋλια. τα 1321 ο πληθυςμϐσ εύχε ξεπερϊςει τουσ 305
κατούκουσ.783
υμεών: Φωρύον ανϊμεςα ςτη θϊλαςςα τησ Ιεριςςοϑ και τη Ρεβενύκεια, κτόςη τησ Ξηροποτϊμου.
Σο κατοικοϑςαν πϊνω απϐ 120 ϊνθρωποι ςτα 1315/20 με πολλϊ ιδιϐκτητα χωρϊφια.784
ελϊδα: Λαυριώτικοσ οικιςμϐσ ςτα ιδηροκαϑςια κοντϊ ό πϊνω ςτη ςημερινό τρατονύκη. Εύχε
686 κατούκουσ το 1321 και με 166 υπϋρπυρα τον χρϐνο όταν ο πλουςιώτεροσ γνωςτϐσ οικιςμϐσ τησ
Φαλκιδικόσ μετϊ την Ερμόλεια και ωσ προσ το μϋγεθοσ φαύνεται ϐτι ακολουθοϑςε την Ιεριςςϐ και την
Ερμόλεια. Εκεύ βριςκϐταν και η Ωςπρη Εκκληςύα.785
Μετϊλλιν: Φωρύον ςτα ιδηροκαϑςια ςτα νϐτια των ςημερινών ταγεύρων. Ανόκε ςτην Λαϑρα τον
14ο αιώνα. ώζεται πρακτικϐ των κατούκων του. 786
Λιβϊςιον: Τποθϋτουμε ϐτι όταν χωρύον αφοϑ εύχε και δύκαια. Σο διϋρρεε ποτϊμι.787
Κοντογρύκου (Κοντοεκδύκου): Φωρύον τησ Ξηροποτϊμου, ϐπου βρύςκονταν και τα «δημοςιακϊ
ςιδηροκαυςεύα» αναφερϐμενο ςτον ύδιο περύορο με το Κοςλϊ και το υμεών. Βριςκϐταν ςτα νϐτια του
χωριοϑ Μετϊλλιν τησ Λαϑρασ και ανϊμεςα ςτα χωριϊ Καςςαλοϑποι και ιδηροκαϑςια. τα 1300 το
κατοικοϑςαν 180 ϊνθρωποι μοιραςμϋνοι ςε 44 ςτϊςεισ788. Εύχε αρκετϊ αμπϋλια και μικρϊ ζώα.789 τα
ϋγγραφα τησ Ξηροποτϊμου αναφϋρεται το 1312 κϊποιοσ Γεώργιοσ Κοντϐγρικοσ, ο οπούοσ ποϑληςε ςτη
246
μονό 27 ςτρϋμματα χωρϊφια και αμπϋλια ςτην περιοχό τησ Χαλύδασ. άςωσ πρϐκειται για κτόματα τησ
ύδιασ οικογϋνειασ ςτην περιοχό που μασ ενδιαφϋρει, απϐ ϐπου και το ϐνομα.
Κοςλϊ: τα δύκαια τησ Ξηροποτϊμου αναφϋρονται ιδιοκτηςύεσ τησ μονόσ ςτο χωριϐ που
κατοχυρώνονται καθ’ ϐλο τον 13ο και 14ο αιώνα. Πρϐκειται για ϋνα μετϐχι με τα εξαρτόματϊ του, που
προόλθε απϐ δωρεϊ του Ιατρϐπουλου790 καθώσ και για μϑλουσ με τα εργαςτόριϊ τουσ. 791
Παλαιοχώριο: Φωριϐ ςτη Ρεβενύκεια κοντϊ ςτα ιδηροκαϑςια. Διατηρεύται ςόμερα. 792
Παρτζαλϊ: Φωρύον ςτα ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ, ϐπου και η εκκληςύα τησ Θεοτϐκου. Σον 14ο αιώνα όταν
αντικεύμενο διαμϊχησ ανϊμεςα ςτισ μονϋσ Φιλανδαρύου και Ξηροποτϊμου.793 άςωσ το ϐνομα ςχετύζεται
με τον Ιωϊννη Παρτζϊλη, του Θεοδώρου και ϊλλουσ ςυνεπύθετουσ παρούκουσ του Κοντογρύκου. 794
Φϊνταξ: Φωρύον με νερϐμυλουσ, που ϋγιναν αντικεύμενο διεκδύκηςησ και αντεγκλόςεων ανϊμεςα
ςτισ μονϋσ Ζωγρϊφου και Φιλανδαρύου.
Εκτϐσ απϐ τουσ οικιςμοϑσ, αναφϋρονται και οι περιπτώςεισ μερικών προαςτεύων (Ιατρϐπουλου
ςτα Κϊμενα799, Λιβυζϊςδα, τουδενιτζϐσ και Λϋςκα800) και αγριδύων (Κϐςλα ςτα ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ.
790 Δημότριοσ Ιατρϐπουλοσ: λογοθϋτησ των οικιακών και οικεύοσ του αυτοκρϊτορα. Εύναι γνωςτϐσ απϐ τον Dölger, ϋγγρ. 59 (1295) και
μαρτυρεύται με τον ύδιο τύτλο το 1273, 1282, 1295 και το 1295 ωσ πρωταςηκρητησ. άςωσ το πρϐςωπο του 1295 να εύναι γιοσ του γιατύ εύναι
δϑςκολο να εύναι ενεργϐσ τϐςα χρϐνια ςε Θεςςαλονύκη και Κωνςταντινοϑπολη, Xéropotamou, εγγρ. 10 (1275).
791 Xéropotamou, εγγρ. 10 (1275), γ. (1302), 20 (1320/1), 23 (1324), 25 (1346)
792 Θεοδωρύδησ 1981, 426
793 Ό.π. 408
794 Xéropotamou, ϋγγρ. 18 (1300), ςτ.90,
795 Θεοδωρύδησ 1981, 410
796 Ό.π., 414
797 Ό.π., 424
798 Ό.π., 398
247
Αναφϋρονται ςτα 1300 και 30 ελιϋσ των παρούκων του. Εύχε 13 ςτϊςεισ, πρϐβατα, αμπϋλια και 4
ζευγϊρια, που δεύχνουν πλοϑςιο τϐπο ςχετικϊ με το μϋγεθοσ του οικιςμοϑ.801)και γαιών που ϋχουν
παραχωρηθεύ με το καθεςτώσ τησ πρϐνοιασ (πρϐνοια Παλαιολϐγου ςτο Λοζύκι802).
Φϊρη ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα διαςώζονται πολλϊ μικροτοπωνϑμια, που δύνουν μια εικϐνα των
παραγωγικών δραςτηριοτότων των κοινοτότων του μεςαύωνα ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ
(Πατητόρια803, Γαλαιϊγρα804, Κεραμϊριον805, Φιλιαδοϑ806 Λοϑςτρα ςτον Προαϑλακα807), τησ
γεωμορφολογύασ, τησ χλωρύδασ και τησ πανύδασ (Οζϐλιμνοσ, Λυκοβοϑνιον808, Μηκϑλλα ελϊδα809,
υκϋαι810, υκαμιναύασ γη, ςτην περιοχό του Προςφορύου ςτο Παλαιϐκαςτρο τησ Ιεριςςοϑ811, υκό του
Ζωγρϊφου812), μνημειακών καταλούπων του παρελθϐντοσ (Ξηρϐκαςτρον: πιθανώσ το Παλαιϐκαςτρον,
αγρϐσ οι ϊγιοι Απϐςτολοι, το Ωρμενο,813 Καταδαιμϐνων, ςτο Παλαιϐκαςτρο, νϐτια τησ Ιεριςςοϑ, δύπλα
ςτο τειχϐκαςτρο814, Ιπποδρομύου: περιοχό κοντϊ ςτα δύκαια Εςφιγμϋνου, Ιβόρων, Ζωγρϊφου και
Ιεριςςιωτών815), επιφανών ιδιοκτητών, επαγγελμϊτων (το χωρϊφι του Φαλκϋωσ, η γη του Νικολιτζϊ και
του Κουριϊτζη816, η οικονομύα του Δεβλητζινοϑ817, του Λουκύτζησ τα χωρϊφια μϋςα ςτο παλαιϐκαςτρο
κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ, ϐπου και το «χϊλαςμα του Λουκύτζη» 818, Σορναρϋα, δύκαια του Φϊροντοσ (Φϊρωνοσ),
καμϊριον819) και οικιςτικόσ οργϊνωςησ (Αυλοτϐπια820).
Σα τοπωνϑμια που αναφϋρονται ςε ςχϋςη με την Ιεριςςϐ του 13ου και του 14ου αιώνα
επιβεβαιώνουν τα ϋωσ τώρα αναςκαφικϊ δεδομϋνα αλλϊ και τισ πηγϋσ που δεύχνουν μια ςαφό ςτροφό
τησ παραγωγόσ προσ την γεωργύα με την ταυτϐχρονη εγκατϊλειψη παλαιϐτερων βιοτεχνικών
δραςτηριοτότων. ε αντύθεςη με την δυτικό Φαλκιδικό, ϐπου τα αντύςτοιχα τοπωνϑμια ςτην ενδοχώρα
248
τησ Βρϑασ εύχαν να κϊνουν με δραςτηριϐτητεσ βιοτεχνικϋσ, εδώ ςχετύζονται με την παραγωγό μεταξιοϑ,
με την καλλιϋργεια τησ γησ, την παραγωγό κραςιοϑ και λαδιοϑ. Μονϊχα το τοπωνϑμιο «Κεραμαριϐ»
ςχετύζεται με την παραγωγό κεραμικών ειδών που κατεύχε ιδιαύτερη θϋςη ςτην κοινωνύα τησ Ιεριςςοϑ
όδη απϐ την αρχαιϐτητα και η «Λοϑςτρα» ςτον Προαϑλακα, που δεύχνει κτηνοτροφικό δραςτηριϐτητα.
Ιδιαύτερου ενδιαφϋροντοσ εύναι η περιοχό που αναφϋρεται ωσ Ιπποδρϐμιον και βρύςκεται ανϊμεςα
ςτα ερεύπια τησ Ουρανουπϐλεωσ και τησ αρχαύασ Ακϊνθου και ύςωσ εύναι η υπϐμνηςη κϊποιασ
εγκατϊςταςησ αυτοϑ του εύδουσ που ςχετύζεται με την μνημειακό αρχιτεκτονικό τησ περιοχόσ ςτην
αρχαιϐτητα. Ενδεχομϋνωσ, να όταν πϋραςμα αλϐγων αλλϊ μϊλλον πρϐκειται για πραγματικϐ
ιππϐδρομο λϐγω του μακρϐςτενου ςχόματϐσ του που βρύςκεται ςε ϊμεςη ςχϋςη με το Παλαιϐκαςτρο.
249
δυνατϐτητα να εμφανύζεται ςτον αυτοκρϊτορα και να εξαςφαλύζει για την μονό του περιουςύα και
προνϐμια. Απϐ τον ύδιο αυτοκρϊτορα εκδύδεται προσ ϐφελοσ τησ μονόσ Κολοβοϑ το 886 ό το 887 μια
δεϑτερη αυτοκρατορικό πρϊξη. Η πρϊξη αυτό ϋχει χαθεύ αλλϊ η μνεύα του περιεχομϋνου τησ
εντοπύζεται ςε μεταγενϋςτερο χρυςϐβουλλο του αυτοκρϊτορα Λϋοντα τ’ του οφοϑ (886-912), το
οπούο χαρακτηρύζεται «Δικαύωμα επικυρωτικϐν» και ϋχει χρονολογύα εκδϐςεωσ τον Υεβρουϊριο του
908 και με το οπούο κατοχυρώνει την επαυξημϋνη περιουςύα τησ που μεγαλώνει με την απορρϐφηςη
των μονών Αθαναςύου, Καρδιογνώςτου, Λουκϊ και Μουςτϊκωνοσ, που εύχαν παρακμϊςει.
Για πϊνω απϐ 20 χρϐνια, οι μοναχού τησ Κολοβοϑ, ςϑμφωνα με τουσ αθωνύτεσ, φϋρονταν ςτουσ
τελευταύουσ ςαν να όταν πϊροικού τουσ, υποςτηρύζοντασ ϐτι θα μποροϑςαν να εκδιώξουν ϐςουσ εύχαν
εγκαταςταθεύ ςτη γη. Η διαμϊχη ανϊμεςα ςτον Ωθω και την Κολοβοϑ κρϊτηςε περύπου για ϋναν αιώνα.
Παρϊ την αποτυχύα που αποτελεύ για την Κολοβοϑ η πρϊξη του 908 με την οπούα ο Λϋων τ’ ακυρώνει
τισ δωρεϋσ που ϋγιναν πριν απϐ αυτϐν, το μοναςτόρι παραμϋνει ιςχυρϐ, ςυνεχύζει να επωφελεύται απϐ
την αυτοκρατορικό πατρωνύα και βρόκε τρϐπο να επεκτεύνει την ιδιοκτηςύα του και να περιφρουρόςει
τα δύκαιϊ τησ. Η Κολοβοϑ δεν παραιτόθηκε ποτϋ απϐ τα δικαιώματϊ τησ ςτον Ωθω. Σον 10ο αιώνα, μετϊ
τισ μαζικϋσ πωλόςεισ κλαςματικών γαιών ςτην περιοχό, η μονό Κολοβοϑ προχώρηςε ςε περιοριςμϐ
των δικαύων τησ, και αυτών που βρύςκονταν ανϊμεςα ςτην Κολοβοϑ και τον Ζυγϐ που όταν το μόλον
τησ ϋριδοσ ανϊμεςα ςτουσ κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ και τουσ Αθωνύτεσ. Αυτό η γη, που ςυμπεριλϊμβανε
την Καθϋδρα των Γερϐντων, μοιρϊςτηκε το 942 και 943 ανϊμεςα ςτουσ κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ και
τουσ αθωνύτεσ. Σο υπϐλοιπο αυτόσ τησ κλαςματικόσ γησ παρϋμεινε απϐ κοινοϑ ςτα μοναςτόρια
Γομϊτου-Ορφανοϑ, Αγύου Ανδρϋα Περιςτερών, Αγύασ Φριςτύνασ, πηλαιώτου και τουσ κατούκουσ τησ
Ιεριςςοϑ, παρϐλο που το χωριϐ Καμϋνα που όταν ςτην κατοχό τησ Κολοβοϑ βριςκϐταν ακϐμα πιο
δυτικϊ.822
Επύ πλϋον, η Κολοβοϑ απϋκτηςε ιδιοκτηςύεσ ςτην περιοχό του τρυμϐνα και τη διαχεύριςη των
μονών Λεοντύα και Πολυγϑρου.
Μϋχρι το 980 η μονό όταν αυτοδϋςποτη. Μετϊ το 980 δύνεται απϐ τον αυτοκρϊτορα Βαςύλειο Β’ με
ϐλη την περιουςύα τησ ςτην Ιβόρων με αντϊλλαγμα τα μετϐχια που υπόρχαν ςτην Κωνςταντινοϑπολη
και την Σραπεζοϑντα. Σο γεγονϐσ αυτϐ ύςωσ ϋγινε για λϐγουσ καλϑτερησ διαχεύριςησ των μετοχύων ό
όταν ςυνδεδεμϋνο με τισ αμοιβϋσ που παραχώρηςε ο Βαςύλειοσ β’ ςτον Ιωϊννη Σορνύκιο λϐγω τησ
ςυμβολόσ ςτη νύκη του Βϊρδα Υωκϊ εναντύον του κληροϑ 978/979 κλπ. 823Η μονό που διαχειριζϐταν
ϐλη αυτό την περιουςύα όταν ςε παρακμό τη ςτιγμό που παραχωρόθηκε ςτον Σορνύκιο τησ μονόσ
Ιβόρων.824ε ϋγγραφο τησ Κουτλουμουςύου αναφϋρεται ϐτι το 1322 η Κολοβοϑ βριςκϐταν ςε
ερειπιώδη κατϊςταςη.825
250
Μονό Αθαναςύου – Μονό Καρδιογνώςτου – Μονό Λουκϊ – Μονό Μουςτϊκωνοσ
Δεν γνωρύζουμε την ακριβό γεωγραφικό τουσ θϋςη. Ωλλοι τισ τοποθετοϑν εντϐσ του Ωθω και ϊλλοι
μεταξϑ του χωριοϑ Πυργοϑδια και του Ιςθμοϑ τησ ανατολικό Φαλκιδικόσ. Η πρώτη μαρτυρύα για τισ
μονϋσ προϋρχεται απϐ το Φρυςϐβουλλο του Λϋοντοσ τ’ του 908 Τποθϋτουμε ϐτι οι μονϋσ ιδρϑθηκαν
πολϑ πριν το 908 και ύςωσ ςτο τϋλοσ του 9ου αιώνα ενώ ϐλεσ κϊποια ςτιγμό απορροφόθηκαν απϐ τη
μονό Κολοβοϑ. 826
251
Απορροφόθηκε απϐ τη μονό Ιβόρων ςε ϊγνωςτη χρονικό ςτιγμό. Απϐ το 943 μϋχρι το 1047 που
επανεμφανύζεται δεν ϋχουμε καμιϊ πληροφορύα. ε ϋγγραφο του 1047 η μονό παρουςιϊζεται
ακμϊζουςα και χαρακτηρύζεται πατριαρχικό ϋχοντασ ακύνητη περιουςύα.830
252
Απϐ τισ αναςκαφικϋσ εργαςύεσ προϋκυψε ϐτι το μοναςτόρι όταν χτιςμϋνο ςε θϋςη προϒπϊρχουςασ
οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ με διϊρκεια ζωόσ απϐ τον 4ο π.Φ. αιώνα μϋχρι και τον 6ο μ.Φ. Ιδιαύτερα κατϊ
την υςτερορωμαώκό και κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο, υπόρχε πυκνό ανθρώπινη παρουςύα ςτην
ευρϑτερη περιοχό. υγκεκριμϋνα, εντοπύςτηκαν κατϊλοιπα μιασ παρϊκτιασ οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ
καθώσ και μιασ αγροικύασ ςτα δυτικϊ του μοναςτηριοϑ. Ϊνασ μεγϊλοσ κλύβανοσ οικοδομικών υλικών
(διαμϋτρου 4.5. μ.) πρϋπει να ςχετύζεται με τον οικιςμϐ. Ο κλύβανοσ αναφϋρεται ωσ τοπϐςημο ςε
ϋγγραφο του 1297.
τα βϐρεια του οικιςμοϑ εντοπύςτηκε υςτερορωμαώκϐ νεκροταφεύο, ενώ μαρμϊρινα αρχιτεκτονικϊ
μϋλη τησ ύδιασ εποχόσ βρϋθηκαν εντοιχιςμϋνα ςε διϊφορα ςημεύα του κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ τησ
μονόσ Ζυγοϑ.
Δεν γνωρύζουμε την ακριβό ημερομηνύα ιδρϑςεώσ τησ μονόσ. Η τοποθεςύα «του Ζυγοϑ»
εμφανύζεται ςε ϋγγραφο του 942, με το οπούο ρυθμύζονται οι ςυνοριακϋσ διαφορϋσ του Αγύου Όρουσ και
τησ Ιεριςςοϑ. Τφύςτατο το 957 ςϑμφωνα με τον βύο του Αγύου Αθαναςύου του Αθωνύτου. Η πρώτη
ςαφόσ ϐμωσ μνεύα γύνεται το 996, ϐταν ςε ϋγγραφο τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ υπογρϊφει ο
ηγοϑμενοσ τησ Μονόσ Ζυγοϑ, Νύκων.
Η μονό όταν απϐ τα ςημαντικϐτερα αγιορεύτικα μοναςτόρια με υψηλό θϋςη ςτην ιεραρχύα των
μονών διαδραματύζοντασ ςημαντικϐ ρϐλο ςτη διευθϋτηςη των θεμϊτων του Ωθω, εφϐςον οι ηγοϑμενοι
και οι μοναχού τησ υπϋγραφαν ςε ςημαντικϊ ϋγγραφα που καθϐριζαν την εξϋλιξη των αθωνικών μονών
απϐ τον 10ο ϋωσ και τον 12ο αιώνα. Σο ςημαντικϐτερο ύςωσ ϋγγραφο που υπογρϊφει ο ηγοϑμενοσ
Ιωϊννησ όταν το τυπικϐ του Κωνςταντύνου Θ’ Μονομϊχου (1042-1055). Η τελευταύα υπογραφό
εμφανύζεται ςε ϋγγραφο του 1102 και για ϋναν αιώνα περύπου δεν βρύςκουμε αναφορϋσ των
δραςτηριοτότων τησ μονόσ. Υαύνεται πωσ η ευπρϐςβλητη θϋςη τησ μονόσ δύπλα ςτη θϊλαςςα
δημιοϑργηςε τισ ςυνθόκεσ εγκατϊλειψόσ τησ, πιθανώσ λϐγω τησ πειρατεύασ, που μϊςτιζε το Ωγιον Όροσ
για αιώνεσ.
Περύ το 1206 ϋνασ Υρϊγκοσ αξιωματοϑχοσ εγκαταςτϊθηκε ςτο κϊςτρο τησ Ζυγοϑ και το
χρηςιμοπούηςε ωσ ορμητόριο για τισ ληςτρικϋσ επιδρομϋσ του ςτο Ωγιον Όροσ μϋχρι και το 1211.
Απομακρϑνθηκε κατϐπιν επϋμβαςησ του Πϊπα Ιννοκϋντιου Γ’. Σο τοπωνϑμιο «Υραγκϐκαςτρο»,
προϋρχεται απϐ την περύοδο αυτό.
Σο 1299 η ερημωμϋνη Ζυγοϑ γύνεται μετϐχι τησ Φελανδαρύου μϋχρι τον 15ο αιώνα, που περνϊ ςτα
δύκαια τησ μονόσ Βατοπεδύου και απαλλοτριώνεται απϐ το Ελληνικϐ Κρϊτοσ το 1924. Παρϊλληλα
τϋθηκαν ςε ιςχϑ τα τελικϊ ϐρια του Αγύου Όρουσ, που εύχαν οριςτεύ όδη απϐ το 1551, αφόνοντασ εκτϐσ
τησ αθωνικόσ χερςονόςου τη μονό Ζυγοϑ. 834
253
Σα κτύρια τησ μονόσ αποτελοϑνται απϐ τον παλαιϐ πυρόνα, ο οπούοσ διπλαςιϊςθηκε με επϋκταςη
προσ ανατολϊσ. Σο Καθολικϐ που βρύςκεται ςτην επϋκταςη, ϊρχιςε να κτύζεται ςτισ αρχϋσ του 11ου
αιώνα.
Αρχικϊ κτύςτηκε ο τετρακιϐνιοσ ναϐσ, με τον ςτενϐ νϊρθηκα του. Αργϐτερα προςτϋθηκε το βϐρειο
παρεκκλόςι με τον κτητορικϐ τϊφο, ςτην ςυνϋχεια προςτϋθηκε ο εξωνϊρθηκασ και τϋλοσ το νϐτιο
μονϐχωρο τρουλλαύο παρεκκλόςι με τον κτητορικϐ τϊφο.
Η ολοκλόρωςό του πραγματοποιόθηκε με την καταςκευό τριών επιςόμων τϊφων ςε επαφό με τον
νϐτιο τούχο του Καθολικοϑ.
Οι τούχοι του ναοϑ ςώζονται ςε ϑψοσ απϐ 2 ϋωσ 4 μϋτρα. Οι τϋςςερισ κύονεσ, που ςυγκρατοϑςαν
τον τροϑλο, απουςιϊζουν ςε αντύθεςη το μαρμϊρινο διϊφραγμα του βορεύου δύλοβου ανούγματοσ του
κυρύωσ ναοϑ, που διατηρεύται ςτην θϋςη του, ςχεδϐν ακϋραιο.
τον νϊρθηκα ϋχουν διατηρηθεύ τμόματα απϐ την μεγϊλη παρϊςταςη του Ευαγγελιςμοϑ ενώ ςτο
νϐτιο παρεκκλόςι παρϊςταςη με ολϐςωμο ιερϊρχη, πιθανϐτατα του Αγύου Νικολϊου.
Σα δϊπεδα του Καθολικοϑ και του βορεύου παρεκκληςύου ςτολύζονται με μαρμαροθετόματα, που
χρονολογοϑνται μϊλλον ςτον 11ο αιώνα.
Απϐ τα αναςκαφικϊ ευρόματα, χαρακτηριςτικϊ εύναι τα τρύα μολυβδϐβουλα του 11ου αι.,
κλεύςτρα βιβλύων, ϋνα αργυρϐ επύχρυςο μετϊλλιο με χαρακτό παρϊςταςη τησ αγύασ Παραςκευόσ, μύα
μικρϐτατη ςφραγύδα- εγκϐλπιο με παρϊςταςη Αρχαγγϋλου, υϊλινεσ ψηφύδεσ απϐ εντούχιο ψηφιδωτϐ,
χϊλκινεσ βελϐνεσ και δακτυλόθρεσ, μαχαύρια, νομύςματα 11ου και 12ου αι., εφυαλωμϋνη κεραμικό και
υϊλινα αγγεύα τησ ύδιασ εποχόσ. 835
254
Ιερϊ Μονό τησ Θεοτϐκου (Ιεριςςϐσ)
ε ϋγγραφο τησ Λαϑρασ του 11ου αιώνα ϐπου γύνεται λϐγοσ για τη μονό, υπογρϊφουν πϋντε
εκκληςιαςτικού τησ Μητροπϐλεωσ Ιεριςςοϑ. ε ϋγγραφο τησ Λαϑρασ του 1017 ο κουβουκλόςιοσ
τϋφανοσ κϊνει δωρεϊ ςτην κϐρη του μοναχό Μαρύα την μονό τησ Θεοτϐκου, που βριςκϐταν κοντϊ
ςτην βαςιλικό οδϐ. Βϊςει του περιεχομϋνου του εγγρϊφου ςυνϊγεται ϐτι η μονό όταν ιδιωτικό και όταν
απϐ τα πλουςιϐτερα μοναςτόρια τησ εποχόσ εκεύνησ, αφοϑ εύχε ςτην κατοχό τησ κελλιϊ και αμπελώνεσ.
Η μονό φαύνεται ϐτι απορροφόθηκε απϐ την Λαϑρα. 837
255
Μονό Τπεραγύασ Θεοτϐκου του Καλαφϊτου ό Καλαφϊτη (περιοχό Κομότιςςασ)
Βριςκϐταν ϋξω απϐ τα ϐρια του Αγύου Όρουσ, ςτην περιοχό τησ Κομότιςςασ. Σην τοποθεςύα και τον
περιοριςμϐ τησ μονόσ τα γνωρύζουμε απϐ το δωρητόριο ϋγγραφο του 1101/1102 του ηγουμϋνου του
Καλαφϊτου προσ τον καθηγοϑμενο τησ Λαϑρασ Αθανϊςιο.
Δεν γνωρύζουμε το ϋτοσ ιδρϑςεωσ τησ μονόσ. Η πρώτη μνεύα γύνεται με την υπογραφό του μοναχοϑ
Ιακώβου του Καλαφϊτη ςε ϋγγραφο του 1057. Ϋταν ιδιωτικϐ μοναςτόρι. Η περιουςύα τησ μονόσ
δημιουργόθηκε με προςωπικϐ κϐπο του ηγουμϋνου τησ Ιακώβου και των μοναχών που αποτελοϑςαν
τη ςυνοδεύα του. άςωσ το 1065 παραχωρόθηκε ςτη Λαϑρα αλλϊ η αυτοδυναμύα τησ επανόλθε ςτα τϋλη
του 11ου αιώνα επύ ηγουμενύασ του Δαμιανοϑ. Απϐ τισ αρχϋσ του 12ου αιώνα η μονό γύνεται μετϐχι τησ
Λαϑρασ μαζύ με ϐλη τησ την περιουςύα και ωσ μετϐχι επιβιώνει μϋχρι και τον 14ο αιώνα.840
256
Απϐ τισ μονϋσ που αναφϋρθηκαν, η Κολοβοϑ όταν βαςιλικό και εξαρτώνταν απϐ τον αυτοκρϊτορα
Λϋοντα τ’ τον οφϐ.
Πατριαρχικϋσ όταν οι μονϋσ του Γομϊτου και πηλαιώτου. Αυτοδϋςποτεσ του Αθαναςύου,
Καρδιογνώςτου, Λουκϊ, Μουςτϊκωνοσ, Ορθογομϊτου, Αποκενταϑρων, αγύασ Φριςτύνασ, Αγύου
Νικολϊου κορπύου, Ζυγοϑ, αγύου Ακινδϑνου των Ρουδϊβων, αγύου Νικολϊου των Ρουδϊβων, αγύου
Νικολϊου του Μελιςςουργεύου, αγύου Ιωϊννη Θεολϐγου, τα μονϑδρια τησ πηλαιώτιςςασ και του
Αρχαγγϋλου.
την τελευταύα κατηγορύα ανόκουν οι μονϋσ που ιδρϑονται απϐ ιδιώτεσ. Ψσ τϋτοιεσ αναφϋρονται η
μονό τησ Τπεραγύασ Θεοτϐκου του Καλαφϊτου και η μονό αςκηταριϐ τησ Ωςπρησ Εκκληςύασ.
Παρατηροϑμε ϐτι η πλειονϐτητα των μονών ανοικοδομεύται μεταξϑ 10ου και 11ου αιώνα, την εποχό
ακμόσ δηλαδό τησ Ιεριςςοϑ και αμϋςωσ μετϊ την εμφϊνιςη τησ επιςκοπικόσ ϋδρασ. Σα περιςςϐτερα
μοναςτόρια γύνονται μετϐχια των αθωνικών μονών μετϊ τον 10ο αιώνα εύτε με τον θεςμϐ τησ
χαριςτικόσ δωρεϊσ εύτε με τον ϐρο «κατ’ επύδοςιν.
845Για τα μετϐχια και την κτιριακό τουσ υποδομό γενικϊ: Steriotou, I., «The XIX and XX century “Metochia” in Chalkidiki: The organization of
̇
the rural production sites», IBI Bulletin 50 (1997), 17-22̇̇ ̇ Θεοχαρύδησ, Πλ., «Σα μεςαιωνικϊ αγιορειτικϊ μετϐχια τησ Φαλκιδικόσ. Προλεγϐμενα
ςτην αρχιτεκτονικό τουσ οργϊνωςη» Ορμϑλια, Αθόνα (2003), 83-86. Για τουσ πϑργουσ γενικϊ: Papaggelos I. –Steriotou I., «The defense of rural
production sites. An initial approach to the subject, with particular reference to Chalkidiki and Northern Greece», IBI Bulletin 50 (1997), 7-10 ̇̇
̇
Παπϊγγελοσ 2000, 134-161 ̇ Theocharides, P., «Observations on The Byzantine buttressed towers of Macedonia», J. Burke – R. Scott (ed.),
Byzantine Macedonia. Art, Architecture, Music and Hagiography, Papers from the Melbourne Conference July 1995, (National Centre for Hellenic
Studies and Research), Melbourne (2001), 20-27, 157-162
257
Παραθϋτουμε τα ςωζϐμενα μετϐχια με τη θϋςη τουσ και το ϐνομα με το οπούο μασ γύνονται
γνωςτϊ:
1. Άγιοι Απϐςτολοι: μετϐχι τησ Κουτλουμουςύου (Αλυπύου) δύπλα ςτα δύκαια τησ Ιβόρων.
2. Άγιοι Απϐςτολοι: μετϐχι τησ Ξηροποτϊμου ςτα Κϊμενα, κοντϊ ςτο Γομϊτι.
3. Άγιοι Απϐςτολοι: Ξηρϐκαςτρο. Μετϐχι του Ζωγρϊφου ςτην περιοχό Ιεριςςοϑ.
4. Άγιοσ Γεώργιοσ: μετϐχι τησ Εςφιγμϋνου ςτον Προαϑλακα κοντϊ ςτα αμπϋλια του αρϊβαρη,
του κτόματοσ τησ μονόσ Ζωγρϊφου. τα δυτικϊ τησ γησ του Προαϑλακα των Ιβόρων ςτο λαιμϐ του
Ξϋρξη.
5. Άγιοσ Ηλύασ: Ζυγοϑ και Φιλανδαρινϐ μετϐχι.
6. Άγιοσ Νικϐλαοσ: βατοπεδινϐ μετϐχι ςτην Ιεριςςϐ ό τον Πρϐβλακα
7. Άγιοσ Νικϐλαοσ: Καςταμονότου ςτον άςβορο.
8. Άγιοσ Νικϐλαοσ: ξηροποταμινϐ μετϐχι ςτην Ιεριςςϐ.
9. Ζώροβα και Ζοϑρουβα: ιβηρύτικο μετϐχι ςτον Προαϑλακα. άςωσ τα Πυργοϑδια.
10. Καλϊ Δϋνδρα: βατοπεδινϐ μετϐχι μεταξϑ Προςφορύου και Κομότιςςασ.
11. Καλύκα: χιλανδαρινϐ μετϐχι ςτην Ιεριςςϐ.
12. Κουτουλϊρι: βατοπεδινϐ μετϐχι ςτην Κομότιςςα.
13. Καλαφϊτου: λαυρηνϐ μετϐχι ςτην Κομότιςςα.
14. Μελιςςουργεύον: μετϐχι τησ Ιβόρων.
15. Προδρϐμου: μετϐχι ιβηρότικο ςτα Λιβϊδια ιδηροκαυςύων.
16. Προςφϐριον: η Ουρανοϑπολη, βατοπεδινϐ μετϐχι.
17. πηλαιώτιςςα: βατοπεδινϐ μετϐχι τησ Θεοτϐκου ςτα ιδηροκαϑςια.
18. ωτόροσ: μετϐχι τησ μονόσ Καλιοϑγρου ςτην Ιεριςςϐ.
258
Πυργαδύκια. Πϊνω απϐ το ςωρϐ τησ καταςτροφόσ ςώζεται η πλευρϊ με την υπερυψωμϋνη εύςοδο του
πϑργου, ο οπούοσ πρϋπει να καταςτρϊφηκε το 1821.
259
δ . Ο πϑργοσ τησ μονόσ Φελανδαρύου. Σο 1303 αναφϋρεται ϐτι όταν «κεχαλαςμϋνοσ». Ακολοϑθωσ
πρϋπει να επιςκευϊςθηκε και να ςυνϋχιςε να λειτουργεύ μϋχρι την οριςτικό καταςτροφό του το 1821.
Ο τϑμβοσ του διακρύνεται νοτύωσ τησ διώρυγασ, ςτουσ λοφύςκουσ αμϋςωσ βορεύωσ τησ Σρυπητόσ.
260
Ο πϑργοσ τησ Ξενοφώντοσ
τη θϋςη «Ξενϐφι» ΝΔ τησ Ιεριςςοϑ, διακρύνεται ο τϑμβοσ του μετοχιακοϑ πϑργου τησ μονόσ
Ξενοφώντα, ο οπούοσ κτύςτηκε μετϊ το 1338.
261
Πιο δυτικϊ, προσ το ςημερινϐ μετϐχι Γομϊτου, βριςκϐταν μια ακϐμα ιδιοκτηςύα τησ Λαϑρασ, τα
Κελλιϊ. Όπωσ και οι υπϐλοιποι μεγαλοώδιοκτότεσ, η Λαϑρα εκμεταλλεϑτηκε την ταραχό των καιρών και
την αναςτϊτωςη ςτα Βαλκϊνια για να αποκτόςει μεγϊλεσ εκτϊςεισ εγκαταλειμμϋνων γαιών, ϐπωσ
φαύνεται απϐ την τερϊςτια περύςςεια που κατϋγραφαν οι απογραφεύσ ςτουσ ελϋγχουσ τουσ.
Αυτϋσ οι δραςτηριϐτητεσ προκϊλεςαν τον φθϐνο ϊλλων μεγϊλων γαιοκτημϐνων και των χωρικών
τα εδϊφη των οπούων καταπατοϑςε η Λαϑρα. Με αφορμό μια περιοχό κοντϊ ςτον Πρϐβλακα, όρθε ςε
ςϑγκρουςη με ϊλλουσ ιδιοκτότεσ το 1008-1009, με την Ιβόρων το 1071 για τα ςϑνορα των δικαύων τησ
κοντϊ ςτα Καμϋνα, ϐπου διατηροϑςε προϊςτειο και με την Ξηροποτϊμου το 1080 για γαύεσ κοντϊ
ςτουσ Κατοδαύμονεσ, ςτην Οζϐλιμνο. 847
Σον 13ο αιώνα, η Λαϑρα απϋκτηςε τισ κοινϐτητεσ ελϊδα, Μετϊλλιν και το όμιςυ τησ Γρϊδιςτασ ςτα
ιδηροκαϑςια με αυτοκρατορικό δωρεϊ την οπούα επικυρώνει ο Μιχαόλ Η’ Παλαιολϐγοσ το 1263 με
χρυςϐβουλλο.848
Μια ςειρϊ πωλητόριων εγγρϊφων που χρονολογοϑνται μεταξϑ των ετών 1290 και 1300,
ςκιαγραφεύ την αγοραπωληςύα μικρών τεμαχύων γησ απϐ ιδιώτεσ προσ τη μονό. Σα τοπωνϑμια δεν μασ
δύνουν ακριβεύσ πληροφορύεσ για τα αγροτεμϊχια αυτϊ, αλλϊ πρϋπει να όταν μικρϊ τμόματα γησ
εξαρτημϋνα απϐ μια μεγϊλη ιδιοκτηςύα, το ϐνομα τησ οπούασ δεν γνωρύζουμε. Όλα τα κτόματα
βρύςκονταν ςτην περιοχό Ιεριςςοϑ-Προαϑλακα και τα ονϐματα τουσ εύναι: Ωγιοσ Ευςτρϊτιοσ, Θεοτϐκοσ
ό Παναγύα, Πϑργοσ, Ιππϐδρομοσ.849
Σην ύδια εποχό η Λαϑρα αποκτϊ ολϐκληρο το χωριϐ Γρϊδιςτα μαζύ με τουσ «ξενοπαρούκουσ» του,
το τρατώνι, την περιοχό τησ Ωςπρησ Εκκληςιϊσ, τη Δεβελύκεια και τα Κϊμενα.850
Οι κτόςεισ διατηροϑνται και τον 14ο αιώνα, ϐπωσ απογρϊφεται απϐ τουσ Περγαμηνϐ και Υαριςαύο
το 1321. Η Λαϑρα κατϋχει ςτο Κατεπανύκιο Ρεβενύκειασ το Γομϊτου, ςτο Κατεπανύκιο Ιεριςςοϑ τισ
κοινϐτητεσ Μετϊλλιν, Γραδύςτασ και ελϊδασ, καθώσ και ςτϊςεισ ςτην Αρςενύκεια και δικαιώματα ςτην
αλιεύα τησ περιοχόσ Κομότιςςασ. Πρϐκειται ςυνολικϊ για 348 ςτϊςεισ.851
262
Ο Σορνύκιοσ απϋκτηςε με χρυςϐβουλλο του 979/80 τη μονό Λεοντύασ Θεςςαλονύκησ και του
Κολοβοϑ ςτην Ιεριςςϐ.
Η Κολοβοϑ διαχειριζϐταν μια τερϊςτια περιουςύα, ϐπωσ προαναφϋρθηκε. Σο 979/80 αυτό η
περιουςύα διαμορφώνονταν ςε δϑο ομϊδεσ, η μια κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ και η ϊλλη ςτην κοιλϊδα του
τρυμϐνα. Δεν γνωρύζουμε τα ϐρια τησ ιδιοκτηςύασ που βριςκϐταν ςτην Ιεριςςϐ. ύγουρα ϐμωσ
μειώθηκε κατϊ 2.000 μοδύουσ που αποδϐθηκαν το 942 ςε κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ και κατϊ μύα ϋκταςη
που εγκαταλεύφθηκε ςτουσ κλϊβουσ Βουλγϊρουσ. Προςϋθεςε το μετϐχι ςτα Κϊμενα μαζύ με μια γη 500
μοδύων, τη γη τησ Αρςενύκειασ, τα χωρϊφια ςτο χωριϐ τρατώνι και 1000 μοδύουσ ςτον Ωγιο Νικϐλαο
που αποκτόθηκαν το 942.
Η μονό όταν ςε παρακμό τη ςτιγμό που παραχωρόθηκε ςτον Ιωϊννη Σορνύκιο.852 Με την παραλαβό
τησ Κολοβοϑ απϐ τον αυτοκρϊτορα, οι άβηρεσ κληρονϐμηςαν και τισ διαφορϋσ που υπόρχαν απϐ τον
10ο αιώνα ανϊμεςα ςτο μοναςτόρι και τουσ κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ και των χωριών που εύχαν χϊςει
ιδιοκτηςύεσ μϋχρι και τα ιδηροκαϑςια.
Παρϐλα αυτϊ, η περιουςύα που κληρονϐμηςε η Ιβόρων το 979/80 εύναι τερϊςτια. Μεγαλϑτερη
ακϐμα και απϐ τησ Λαϑρασ του 11ου αιώνα, γεγονϐσ που εξηγεύ γιατύ ο αυτοκρϊτορασ εμπιςτεϑτηκε τη
μονό για να παραχωρόςει περιουςύα και ϐχι το ςϑνολο τησ αθωνικόσ κοινϐτητασ.
Η μονό, εκτϐσ απϐ γη εύχε και πολλοϑσ παρούκουσ. Μϐνο ςτισ κτόςεισ τησ ςτη Μακεδονύα
εγκατϋςτηςε 100 οικογϋνειεσ. Η φορολογύα για την ακύνητη περιουςύα τησ όταν μεγαλϑτερη για
περιοχϋσ που όταν καλλιεργόςιμεσ, ϐπωσ η Ιεριςςϐσ. Οι ιδιοκτηςύεσ αυτϋσ προμόθευαν το μοναςτόρι με
ποςϐτητεσ ςιτηρών και κραςιοϑ. Η κτηνοτροφύα και οι ελιϋσ όταν επύςησ ςημαντικϊ, ενώ απϐ την
εποχό αυτό, παρατηρεύται ϋντονη οικοδομικό δραςτηριϐτητα.
Σο μετϐχι Μελιςςουργεύον, αναφϋρεται για πρώτη φορϊ ςε ϋγγραφο του 1056. άςωσ πρϐκειται για
το μετϐχι του Αγύου Νικολϊου ςτην Κομότιςςα, που φαύνεται ςε χρυςϐβουλλα και πρακτικϊ τησ
Ιβόρων του 13ου και 14ου αιώνα. Η περιουςύα του Μελιςςουργεύου βριςκϐταν ςε κϊποια απϐςταςη απϐ
τη θϊλαςςα, ενώ το ϋγγραφο του 1056 αναφϋρει μια αποθόκη κοντϊ ςτην ακτό.
ϑμφωνα με ϋγγραφο του 13ου αιώνα, το μετϐχι τησ Ιβόρων βριςκϐταν κοντϊ ςτην ιδιοκτηςύα τησ
κορπύου ςτα δυτικϊ και του Προςφορύου ςτα νϐτια. Βϊςει αυτών ταυτύζεται το Μελιςςουργεύο με τη
βυζαντινό εκκληςύα του Αγύου Νικολϊου που εύναι ςε ερεύπια ςτα ανατολικϊ του ομώνυμου ρϋματοσ.
τον Προαϑλακα η Ιβόρων διατηροϑςε τα χωρϊφια και τουσ αμπελώνεσ που ανόκαν ςτο μετϐχι
τησ Μονόσ πηλαιώτου.
Σο πιο μεγϊλο κομμϊτι γησ του Λϐγγου, που η Ιβόρων κληροδϐτηςε ςτην Κολοβοϑ και βριςκϐταν
ςτουσ λϐφουσ νοτύωσ τησ Ιεριςςοϑ, δϐθηκε απϐ το μοναςτόρι ςτουσ Ιεριςςιώτεσ το 982 μϋςω
ανταλλαγόσ. Η γη του Λϐγγου αποτελοϑνταν απϐ αμπελώνεσ, τμόματα ακαλλιϋργητα και βραχώδη και
263
οριζϐταν απϐ τη μια πλευρϊ απϐ τη θϊλαςςα. την ύδια περιοχό, ςτην Οζϐλιμνο, η μονό εύχε χωρϊφι 12
μοδύων.
Η Ιβόρων εύχε μεγϊλη ακύνητη περιουςύα και εντϐσ του κϊςτρου ςτην Ιεριςςϐ. υγκεκριμϋνα, το
μοναςτόρι του Αγύου Ιωϊννη του Προδρϐμου, το επονομαζϐμενο του Κολοβοϑ και πϑργο που ςωζϐταν
ωσ το 1914. Η μονό απϋκτηςε το 985 οικοςτϊςια με τα χωρϊφια και τουσ αμπελώνεσ τουσ και ϋνα
δεϑτερο μοναςτόρι, αυτϐ του Αγύου Ιωϊννη του Θεολϐγου, το επονομαζϐμενο του κυρ Ιωϊννου. Σο
μεγαλϑτερο μϋροσ τησ περιουςύασ τησ Ιβόρων, που βριςκϐταν ςτην ενορύα Ιεριςςοϑ, προςαυξόθηκε
ςτισ αρχϋσ του 10ου αιώνα με 2.000 μοδύουσ απϐ τη γη Γραδιςκϊ, ςτα νϐτια τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ αλλϊ
και με ϊλλεσ γαύεσ.
τη Δεβελύκεια, ΝΔ τησ Ιεριςςοϑ κατεύχε την περιουςύα που προόλθε απϐ την προςϊρτηςη τησ
μονόσ Αββακοϑμ, δηλαδό χωρϊφια και το «ζευγηλατεύο», που απϋκτηςε το 1020 και βριςκϐταν ςε μια
ακϐμα ιδιοκτηςύα τησ που λεγϐταν του Αγύου Ηλύα ό του Καςτρύου. Σο ςϑγχρονο τοπωνϑμιο Καςτρύ,
βρύςκεται ςτα ανατολικϊ τησ Δεβελύκειασ.
Η περιοχό Καμϋνα, όταν ςτισ αρχϋσ του 10ου αιώνα μια ξεχωριςτό φορολογικό μονϊδα ςτην
απογραφό, ςτα δυτικϊ τησ Ιεριςςοϑ, ϋνα μϋροσ τησ οπούασ εύχε περϊςει ςτο καθεςτώσ του
«κλϊςματοσ». Οι μοναχού του Ωθω διατηροϑςαν εκεύ την «καθϋδρα των Γερϐντων» και η Κολοβοϑ μια
περιουςύα ό ϋνα ερημητόριο, που περιγρϊφεται το 908 με την ϋκφραςη «καταμονό των Καμϋνων». τισ
αρχϋσ του 11ου αιώνα, το μετϐχι που κληρονϐμηςε η μονό απϐ την Κολοβοϑ ςτα Κϊμενα αποτελοϑνταν
απϐ 500 μοδύουσ καλλιεργόςιμησ γησ, ακαλλιϋργητησ, και ορεινϊ χειμαδιϊ.
τα ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ πϋραςαν ςτην ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Ιβόρων, η Μεγϊλη Αρςενύκεια, ςτα βϐρεια
το ακρωτόρι Κλειςοϑρι και η Μικρό Αρςενύκεια ςτα νϐτια του Ακρωτηρύου.
Η Ιβόρων εύχε δικαιώματα ςε αλιεύα ςτην περιοχό που ταυτύζεται με την περιοχό του
Αςπρϐλακκου. τα δυτικϊ κϊποιων μϑλων βριςκϐταν και το μετϐχι τησ Θεοτϐκου ςτην Αρςενύκεια μαζύ
με γη αρώςιμη, χϋρςα, ορεινϊ χειμαδιϊ, κεραμαριϊ και νερϐμυλουσ.
το τρατώνι η Ιβόρων κληρονϐμηςε απϐ την Κολοβοϑ 90 μοδύουσ γησ κοντϊ ςτον ςϑγχρονο
οικιςμϐ. τα ΝΑ τησ ςϑγχρονησ Ολυμπιϊδασ κατεύχε το προϊςτειο τησ Ιβόρων ςτη Λιβυζϊζδα. Σο χωριϐ
εύχε ϋκταςη 2520 ½ μοδύων. Πολϑ κοντϊ ςε αυτϐ κατεύχε και ϊλλη μια γη που κληρονϐμηςε απϐ την
Αββακοϑμ, το νηςϊκι Καυκανϊ.
Σϋλοσ, εύχε χωρϊφια κοντϊ ςτο κϊςτρο Ποκρεντϐσ μαζύ με την εκκληςύα τησ Αγύασ Κυριακόσ που
ανόκαν ςτη μονό πηλαιώτου.853
Η Ιβόρων απϋκτηςε μια τερϊςτια γη ςτα Καμϋνα απϐ δωρεϊ του Βαςιλεύου γιου του Γεωργύου
Χελλοϑ το 1071. Απϐ ϋγγραφο τησ Λαϑρασ του 1085 πληροφοροϑμαςτε για μια νϋα αντιδικύα ανϊμεςα
ςτη Λαϑρα και την Ιβόρων με αφορμό τα δύκαια ςτα Καμϋνα.
264
Απϐ τισ 23 ιδιοκτηςύεσ που η Ιβόρων κατεύχε ςτη Μακεδονύα το 1079, ϋχει χϊςει τισ 11 το 1104 και
δεν τισ ανϋκτηςε ποτϋ. Αυτό η μεύωςη τησ ακύνητησ περιουςύασ οφεύλεται ςτισ απαλλοτριώςεισ που
ϋγιναν μετϊ το 1089 και ϋπληξαν εξύςου πολλοϑσ φορολογοϑμενουσ. Η βαςικό αρχό όταν ϐτι αν
κϊποιοσ φορολογοϑμενοσ διατηροϑςε περιςςϐτερη γη απϐ ϐτι του ϋδινε δικαύωμα ο φϐροσ που
πλόρωνε, τϐτε ϋδινε ωσ φϐρο, τμόματα τησ γησ του που θεωροϑνταν «περύςςεια» και τα ϋπαιρνε ο
φύςκοσ. Αυτϊ τα μϋτρα επϋτρεπαν ςτον αυτοκρϊτορα να διανεύμει τισ διαθϋςιμεσ πια γαύεσ ςτουσ
οικεύουσ του.
Σο μοναςτόρι αναγκϊςτηκε να εγκαταλεύψει ςυνολικϊ 75.000 μοδύουσ γησ πριν το 1089. Γρόγορα
απεκατϋςτηςε ϋνα τμόμα (30.000) ενώ 3.200 μϐδιοι λιβαδιαύοι ςτην Αρςενύκεια δϐθηκαν απϐ τον
ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ ςτην Ιβόρων το 1101, υπϋρ υγεύασ των οικεύων του. Οι δϑο ςειρϋσ ανταλλαγών
ςτισ οπούεσ επιδϐθηκε η Ιβόρων και ο Κωνςταντύνοσ Βοϑρτζησ πριν το 1101, η διαιτηςύα του
Νικηφϐρου Βρυϋννιου το 1103 και οι παρεμβϊςεισ υπϋρ τησ μονόσ, επϋτρεψαν ςτην Ιβόρων να
ανακϊμψει το 1104 αποκτώντασ εδϊφη ςτη δυτικό Φαλκιδικό και ςτο Παγγαύο.
Σο πρακτικϐ του ςεβαςτοϑ Ιωϊννη Κομνηνοϑ δεύχνει ϐτι παρϊ τισ απαλλοτριώςεισ, το 1104 η
Ιβόρων διϋθετε αξιϐλογη ακύνητη περιουςύα.
υγκεκριμϋνα, ςτην ανατολικό Φαλκιδικό, κατεύχε ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ 14.200 μοδύουσ και
την περιοχό τησ Λιβυζϊςδασ, περύπου 2.500. Πρώτη φορϊ μεταξϑ των ετών 1101 και 1103 και δεϑτερη
το 1104, ο Ιωϊννησ Κομνηνϐσ ϋδωςε ςτη μονό πύςω μεγϊλο μϋροσ τησ περιουςύασ τησ.854
Η μονό ϋχαςε μϐνο δϑο ιδιοκτηςύεσ κατϊ τον 12ο ό μϋχρι το α’ μιςϐ του 13ου αιώνα: τη Λιβυζϊςδα
και τη Λεοντύα, που αμφϐτερεσ αναγνωρύζονται το 1104 απϐ τον Κομνηνϐ. Κατϊ τα ϊλλα οι περιπϋτειεσ
του 1204 τησ αυτοκρατορύασ δεν επηρϋαςαν την ακύνητη περιουςύα τησ Ιβόρων.
Ο ηγοϑμενοσ Παϑλοσ προςπϊθηςε να βελτιώςει τισ κτόςεισ τησ μονόσ ςτη Μακεδονύα. Επιςκεϑαςε
το μετϐχι του Αγύου Νικολϊου κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ, ανοικοδϐμηςε το χωριϐ που οι κουρςϊροι εύχαν
καταςτρϋψει καθώσ και ϋχτιςε ϋναν πϑργο «για αςφϊλεια».855
Γενικϊ, τον 12ο αιώνα διατηροϑνται οι εξόσ κτόςεισ τησ Ιβόρων:
1. το μετϐχι του Μελιςςουργεύου ςτα ϐρια του Αγύου Όρουσ.
2. Ωγιοσ Νικϐλαοσ ςτον ιςθμϐ του Ωθω. Αναφϋρεται μϋχρι το 1259.
3. την Ιεριςςϐ, η παλιϊ μονό Κολοβοϑ, μϋχρι το 1259.
4. Σο αγρύδιο του Πρϋβλακα μϋχρι το 1047. Ϊνα μικρϐ χωριϐ που εύχε εγκαταςταθεύ και
αποτελοϑνταν απϐ 8 εςτύεσ το 1104. Οι Ωγιοι Απϐςτολοι προσ την Ιεριςςϐ με πϊνω απϐ 700 μοδύουσ
αναφϋρονται μϋχρι το 1104 ωσ «Αγύαςμα του Αγύου Παϑλου»..
5. τη Ζοϑρβα, ςτα ΝΔ τησ Ιεριςςοϑ, η Ιβόρων διατηροϑςε ϋναν αμπελώνα 6 μοδύων και δύπλα ϋνα
χωρϊφι. Κατϐπιν, αναφϋρονται δϑο χωρϊφια, του Γερανύου 24 μοδύων και τησ Παναγύασ 8.
265
6. τη Ζελϋνιτςα που δεν ϋχει εντοπιςτεύ εύχε χωρϊφι 15 μοδύων.
7. τη ταυρακύου, ςτα Ν-ΝΔ τησ Ιεριςςοϑ, χωρϊφι 28 μοδύων και ϋνα ακϐμη 10 μοδύων και ϋναν
αμπελώνα 9 μοδύων. τα Ανατολικϊ, κοντϊ ςτο ρϋμα τησ Κροϑςεβασ γη 150 μοδύων.
8. την ύδια περιοχό το αγρύδιο τουδϋνιτςοσ, που ςυνορεϑει ςτα νϐτια με τον δρϐμο απϐ Κϊμενα
για Πρεαϑλακα (289 μϐδιοι) και την Σλϊκα ϋκταςησ 47 μοδύων. Ϊνα τριγωνικϐ χωρϊφι 4 μοδύων κοντϊ
ςτη Δεβελύκεια, ςτην ακτό του κϐλπου του Αγύου Όρουσ ϐπου η Ιβόρων εύχε κτόματα το 1047.
9. Κϊμενα: ςτα δυτικϊ τησ Ιεριςςοϑ. Βριςκϐταν ςτα ανατολικϊ του χειμϊρρου που κατϋβαινε απϐ
τη Ρουδϊβα και ϊγγιζε ςτα νϐτια τα ϐρια τησ Δεβελύκειασ. Η ιδιοκτηςύα ςτα Κϊμενα αναφϋρεται το
1079 «μαζύ με το μετϐχι τησ, το ηςυχαςτόριον, τισ ϊλλεσ γαύεσ ςυν τω Βουκρονώ».
10. Αρςενύκεια: τα βϐρεια τησ Ιεριςςοϑ. τισ αρχϋσ του 12ου αιώνα, η μονό κατεύχε δϑο
χωρϊφια ςτα Μικρϊ Αρςενύκεια. Σο αγρύδιο Μεγϊλη Αρςενύκεια (μετϐχι Θεοτϐκου το 1047) αναφϋρεται
μαζύ με μϑλουσ και κόπουσ. Η ιδιοκτηςύα απολλοτριώθηκε αργϐτερα και ξαναδϐθηκε ςτην Ιβόρων απϐ
τον ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ. Σο αγρύδιο αναφϋρεται και το 1259 ανϊμεςα ςτισ κτόςεισ τησ μονόσ.
11. το τρατώνι, βορεύωσ τησ Αρςενύκειασ, ϐπου η Ιβόρων διατηροϑςε το 1047 δϑο χωρϊφια
που αναφϋρονται μϋχρι το 1259.
12. Λιβυζϊζδα: Αναφϋρεται η αποκατϊςταςη οχϑρωςησ ςτην περιοχό. Η περιγραφό του
μετοχύου, κοντϊ ςτο οπούο βριςκϐταν ϋνασ κόποσ και μια αυλό ϐπου υπόρχαν τρύα κτύρια: μια εκκληςύα
αφιερωμϋνη ςτον Ωγιο Δημότριο, ςτα δυτικϊ τησ αυλόσ, ϋνα κτύριο απϐ τοϑβλα καλυμμϋνο με κεραμύδια
και μια κουζύνα. Σο μετϐχι εξακολουθεύ να υπϊρχει ςτισ αρχϋσ του 11ου αιώνα.856
Σον Ιανουϊριο του 1259, ο Μιχαόλ Η’ επιβεβαύωςε τα δικαιώματα τησ μονόσ ςτισ κτόςεισ τησ
Μακεδονύασ, προφανώσ, κατϐπιν υπαγϐρευςησ απϐ τουσ μοναχοϑσ και εύναι εν πολλούσ οι ύδιεσ με αυτϋσ
που αναφϋρονται ςτο χρυςϐβουλλο του Βοττανειϊτη. Αναφϋρεται, μαζύ με τισ παλιϋσ κτόςεισ μια νϋα,
το μετϐχι του Προδρϐμου ςτα Λιβϊδια. Βϊςει του πρακτικοϑ του Απαλμηνϋ, ξϋρουμε ϐτι βριςκϐταν
ςτην περιφϋρεια τησ Ιεριςςοϑ. Σο μετϐχι χϊνεται κϊποια ςτιγμό κατϊ τον 14ο αιώνα. υνολικϊ, το 1259,
η Ιβόρων κατεύχε ςτη Μακεδονύα πϊνω απϐ 76.000 μοδύουσ, που εύναι αρκετϊ λιγϐτεροι ςχετικϊ με
τουσ 91.000 ςτισ αρχϋσ του 12ου αιώνα.
Σον Μϊρτιο του 1301, ο Δημότριοσ Απελμηνϋ, δύνει κατϊλογο με τισ ιδιοκτηςύεσ τησ μονόσ ςτο Θϋμα
Θεςςαλονύκησ. Αναφϋρεται μια ανταλλαγό ενϐσ χωραφιοϑ εγκαταλειμμϋνου ςτην περιφϋρεια Ιεριςςοϑ,
ςτη Ζοϑρμπα, που παραχωρεύται ςτην Επιςκοπό Ιεριςςοϑ. Σα χωρϊφια ςτο τρατώνιον αναφϋρονται
ςτα χρυςϐβουλλα των Μιχαόλ Η’ και Ανδρονύκου Β’ αλλϊ ϐχι ςτου Μιχαόλ Θ’.
Σο πρακτικϐ των Κουναλό, Κοντηνοϑ και Καλϐγνωμου του 1318 απαριθμεύ πϊλι τησ κτόςεισ τησ
μονόσ ςτο Θϋμα Θεςςαλονύκησ και την απϐκτηςη ενϐσ μϑλου ςτην Ιεριςςϐ.
Κατϊ τη βαςιλεύα του Μιχαόλ Η’, οι άβηρεσ ανϋλαβαν να χτύςουν ϋναν πϑργο ςτο μετϐχι τουσ ςτην
Ιεριςςϐ, ςτην παλιϊ μονό Κολοβοϑ. Η κατϊ καιροϑσ αναςφϊλεια εξηγεύ γιατύ τα μοναςτόρια
266
οχυρώνονταν ςτην Ιεριςςϐ και αλλοϑ. Ο πϑργοσ ϋχει καταςτραφεύ αλλϊ ϋχει ςωθεύ το κεύμενο μιασ
επιγραφόσ. Πρϋπει να χτύςτηκε μεταξϑ 1259 και 1283 και αναφϋρεται με την ευκαιρύα ενϐσ αγριδύου
ςτην Ιεριςςϐ.
Μϋροσ τησ ϋκταςησ τησ ακύνητησ περιουςύασ τησ Ιβόρων ενιςχυϐταν απευθεύασ απϐ τουσ
οικονϐμουσ των μετοχύων. Σο πρακτικϐ του Απαλμηνϋ αναφϋρει εκτϐσ των ϊλλων περιουςύα ςε
Γομϊτου, Ιεριςςϐ και Κομότιςςα.
Εύναι αξιοςημεύωτη αλλϊ και δυςερμόνευτη η μεύωςη των παρούκων ςτην Ιεριςςϐ μεταξϑ 1262 και
1320. Ενδϋχεται να εύναι αποτϋλεςμα κϊποιων διοικητικών αποφϊςεων που αγνοοϑμε ακϐμα. Απϐ το
1262, αρκετού πϊροικοι τησ Ιεριςςοϑ εύχαν τα δικϊ τουσ χωρϊφια.857
Η περιουςύα τησ μονόσ τον 14ο αιώνα περιελϊμβανε το μετϐχι Μελιςςουργεύο ςτην Κομότιςςα, το
οπούο αποτελοϑνταν απϐ 110 μϐδιουσ με αμπϋλια, ελιϋσ και καρυδιϋσ αλλϊ και ϊλλεσ ακαλλιϋργητεσ
εκτϊςεισ που δεν απογρϊφονται αλλϊ και το ύδιο το χωριϐ Κομότιςςα, που ϋχει 8 παρούκουσ του
μετοχύου το 1301.
την περιοχό του Προαϑλακα, διατηροϑςε το ανατολικϐ τμόμα τησ ιδιοκτηςύασ Ωγιοσ Νικϐλαοσ
μϋχρι το τϋλοσ του 12ου αιώνα. τη θϋςη αυτό εύχε χτιςτεύ πϑργοσ.
Εντϐσ του κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ, διατόρηςε το μετϐχι του μαζύ με ϋνα λουτρϐ και τα εξαρτόματϊ
του. Τπαινικτικϊ γύνεται λϐγοσ για πϑργο που χτύςτηκε απϐ τον Μιχαόλ Η’ ςτα δυτικϊ του κϊςτρου τησ
Ιεριςςοϑ. Σο 1301 η μονό εύχε 36 παρούκουσ ςτο χωριϐ. Ακϐμα πιο νϐτια, ςτον Προαϑλακα κατεύχε τη
γη τησ Αχρϊδοσ και την Σορναρϋα.
την ενδοχώρα τησ Ιεριςςοϑ, η μονό διϋθετε ϋξι μεγϊλα αγροτεμϊχια ενώ ςτα ανατολικϊ του
χωριοϑ, την Κορακοφωλϋα, ςτα ΝΔ τη γη του Νικολύτζα και του Ζοϑρμπα και, νοτιϐτερα, του
Μαυροχωρύου.
Η Ιβόρων κατεύχε ςυνολικϊ ςτην Ιεριςςϐ πϊνω απϐ 50 χωρϊφια. Σα περιςςϐτερα αναφϋρεται ϐτι
βρύςκονται μπροςτϊ ό κοντϊ ςτο κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ και κοντϊ ςε μια παλιϊ εκκληςύα των Ιβόρων
για την οπούα δεν ξϋρουμε τύποτα. Σα τοπωνϑμια του Γερανύου, τησ Παναγιϊσ, Ζελϋνιτςα, Σλϊκα ϐπου η
μονό εύχε χωρϊφια τον 12ο αιώνα δεν αναφϋρονται τον 14ο.
Η μονό κατϋχει μϋχρι το 1430 τισ κτόςεισ τησ ςτην Κομότιςςα, τον Προαϑλακα, την Ιεριςςϐ, την
Αρςενύκεια, τα Λιβϊδια (Λιβυζϊςδα;) και το Γομϊτου. Μϐνο το «μετϐχι» Λιβϊδια (μια εκκληςύα και μια
ιδιοκτηςύα κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ) εξαφανύζεται απϐ τα μϋςα του 14ου αιώνα.
Η ιδιοκτηςύα ςτον Προαϑλακα, ϐπου εύχαν εγκαταςταθεύ πϊροικοι τον 12ο αιώνα, δεν όταν τϐςο
πυκνοκατοικημϋνη τον 14ο αιώνα. άδια όταν η κατϊςταςη ςτο χωριϐ Ωγιοσ Γεώργιοσ με τουσ
προςκαθημϋνουσ του. Αυτϊ τα ςτοιχεύα μασ επιτρϋπουν να υποθϋςουμε ϐτι ϋγινε μια
επανεγκατϊςταςη, με πρωτοβουλύα του μοναςτηριοϑ για μια κατούκηςη γϑρω απϐ μια εκκληςύα και
ϋνα μετϐχι προςφϊτωσ κατεςτραμμϋνα.
267
Παρατηροϑμε, επομϋνωσ, ϐτι ςτα χωριϊ που ανόκαν ςτην Ιβόρων, η εξϋλιξη δεν όταν ομοιϐμορφη.
Η εξαφϊνιςη των παρούκων τησ Ιβόρων ςτην Κομότιςςα, μετϊ το 1351, αντιςταθμύζεται, πριν απϐ το
1344, απϐ τη δημιουργύα νϋου «χωριοϑ» κοντϊ ςτον Προαϑλακα. Ο πληθυςμϐσ που αντιπροςωπεϑει
τουσ παρούκουσ τησ Ιβόρων ςτην Ιεριςςϐ ϋχει παραμεύνει ςταθερϐσ ςϑμφωνα με τον αριθμϐ των
εςτιών μεταξϑ 1320-1341, αλλϊ ϋχει μειωθεύ ελαφρώσ αν λϊβουμε υπϐψη τον αριθμϐ των
εγγεγραμμϋνων ατϐμων. το Γομϊτι ϋχει μειωθεύ περιςςϐτερο.
Μεταξϑ 1316-1320, οι πϊροικοι τησ Ιβόρων διαμϐρφωναν περιςςϐτερεσ απϐ 550 εςτύεσ. Σο μετϐχι
τησ Ιβόρων ςτον Προαϑλακα μαρτυρεύται και το 1469 και μετϊ το 1613. την Ιεριςςϐ το μετϐχι με τον
πϑργο που χτύςτηκε τον 13ο αιώνα, μαρτυρεύται μϋχρι και τον 20ο αιώνα ωσ Κουτςϊκι, ομούωσ και τα
τιμϊρια ςτο Γομϊτου.858
858 Actes d’ Iviron IV (De 1328 au début du XVIe Siècle), édition diplomatique par J. Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, V. Kravari,
Hélène Métrévéli, Paris (1995), 13, 17, 20, 31-32
268
Φιλανδϊρι το 1199. Οι περιοριςμού μασ επιτρϋπουν να την τοποθετόςουμε ςτη ΝΔ ακτό του Ωθω, ςτα
ανατολικϊ τησ ιδιοκτηςύασ του Βατοπεδύου ςτο Προςφϐρι και ςτα δυτικϊ τα δύκαια τησ μονόσ τησ
Φρομότιςςασ, που ϋγινε εξϊρτημα τησ κορπύου τον 13ο αιώνα.
Σον 14ο αιώνα ϐλη η περιοχό εύναι καλϊ οριοθετημϋνη και μετρημϋνη. Σο μετϐχι του Αγύου
Νικολϊου βριςκϐταν ςτον Πρϐβλακα, αμϋςωσ ςτα ανατολικϊ του Ιςθμοϑ, 500 μ. απϐ την νϐτια ακτό.
Αποτελοϑνταν απϐ πολλϊ χωρϊφια. Σο πιο μεγϊλο, ςτο οπούο βριςκϐταν το μετϐχι, αποτελοϑνταν απϐ
ϋνα μοναςτόρι «που υπόρχε πϊντοτε» και ύςωσ να όταν παλιϊ περιουςύα τησ Ζυγοϑ, που πϋραςε ςτο
Φιλανδϊρι το 1199. Απογρϊφηκε το 1300 απϐ τον Δημότριο Απαλμηνϋ. τα ΝΔ, ςτον κϐλπο του Ωθω
μϋχρι το χεύλοσ του χειμϊρρου Διαβρύππου, η μονό κατεύχε την γη Βουλκαρϋα. Ϊνα δεϑτερο χωρϊφι,
όταν ιδιοκτηςύα τησ Ζυγοϑ. Ϊτςι, αναφϋρεται το 1101 ςτα ΝΑ τησ γησ τησ Ιβόρων ςτον Πρϐβλακα, ωσ
«τα δύκαια τησ Ζυγοϑ» και ςτην ύδια περιοχό το 1301 αναφϋρονται πϊλι τα «δύκαια τησ μονόσ των
ϋρβων». Αυτϐ το χωρϊφι ανόκε ςτο Φιλανδϊρι μϋχρι το 1933.
Φωρϊφια τησ μονόσ των ϋρβων αναφϋρονται ςτα βϐρεια τησ γησ τησ Ζωγρϊφου (Λουκύτζη),
κοντϊ ςτην γη τησ Λαϑρασ (Πϑργοσ) αλλϊ και ςτα δυτικϊ τησ γησ του αρϊβαρη τησ Ζωγρϊφου. ε μια
πρϊξη του 1300 αναφϋρεται ϋνα χωρϊφι ςτην περιοχό του Ιπποδρομύου, κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ αλλϊ και
γη ςτα ΒΔ τησ γησ τησ Ζωγρϊφου ςτον Κρϑο Κϊμπο.
Σα δικαιώματα τησ μονόσ ςτο μετϐχι ςτον Πρεϊβλακα, μαζύ με τα αμπϋλια και τα χωρϊφια που
απϋκτηςε, επιβεβαιώθηκε το 1299. Σο 1300, τα δύκαια του μετοχύου αποτελοϑνταν απϐ 300 μοδύουσ
μαζύ με ϊλλουσ 18 μοδύουσ αμπϋλια.859
269
Ιερϊ μονό Ζωγρϊφου
ε ϋγγραφο του 1142, η Μαρύα Σζουςμϋνη, κϐρη του αυτοκρϊτορα Ιωϊννη Κομνηνοϑ, επιβεβαιώνει
τα δύκαια τησ Ζωγρϊφου για ϋνα μετϐχι κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ. Σϋςςερισ γϋροντεσ απϐ την Ιεριςςϐ
επιβεβαύωςαν τον περιοριςμϐ του κτόματοσ, το οπούο κατεύχε με χρυςϐβουλλο του 1011 απϐ πρϐγονϐ
τησ.861
Σο 1267 ο Κωνςταντύνοσ Σορνύκιοσ, ςεβαςτοκρϊτωρ και κυβερνότησ Θεςςαλονύκησ, υπακοϑοντασ
ςε εντολό του αυτοκρϊτορα, επιβεβαιώνει ςτην Ζωγρϊφου την ιδιοκτηςύα πολλών γαιών ςτην περιοχό
του Προϊβλακα και ςτα Ραχώνια απϋναντι ςτουσ μοναχοϑσ τησ Λαϑρασ του Αγύου Αθαναςύου, που
προςπϊθηςαν να ςφετεριςτοϑν τα κτόματα παρουςιϊζοντασ πλαςτϐ χρυςϐβουλλο.862
Σην ύδια χρονιϊ ο Νικηφϐροσ Μϊλλασ, ςακελλϊριοσ τησ Θεςςαλονύκησ και ο Βαςύλειοσ, Ϊπαρχοσ,
εξουςιοδοτημϋνοι απϐ τον Κωνςταντύνο Σορνύκιο, ςεβαςτοκρϊτορα και διοικητό Θεςςαλονύκησ, πόγαν
ςτην Ιεριςςϐ προκειμϋνου να δώςουν τϋλοσ ςτη διϋνεξη των μοναχών τησ Λαϑρασ και τησ Ζωγρϊφου
για τισ γαύεσ ςτον Πρϐβλακα κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ.
Σο ϋγγραφο αναφϋρει πωσ οι δϑο αξιωματοϑχοι πόγαν ςτην εκκληςύα τησ Ιεριςςοϑ που την
βρόκαν γεμϊτη με ςχεδϐν ϐλουσ τουσ κατούκουσ τησ περιοχόσ γιατύ όταν η Κυριακό του Πϊςχα και
ζότηςαν απϐ τουσ κατούκουσ να μαρτυρόςουν αληθώσ για τα χωρϊφια ενώπιον των εκπροςώπων των
δϑο μονών με ποινό, ςε περύπτωςη ψευδορκύασ, τον αφοριςμϐ. Οι Ιεριςςιώτεσ ϋδωςαν το δύκαιο ςτη
Ζωγρϊφου που κατεύχε τα κτόματα κατϐπιν δωρεϊσ τησ Μαρύασ Σζουςμϋνη και του μικροϑ γιου τησ
Κωνςταντύνου Πετραλειφϊ. Ο νϋοσ κυβερνότησ Θεςςαλονύκησ Αλϋξιοσ Δοϑκασ Νεςτονγκών
αναγνωρύζοντασ τα δικαιώματα των μοναχών τησ Ζωγρϊφου, επιβεβαιώνει την απϐφαςη του
προκατϐχου του.
Με Φρυςϐβουλλο του Ανδρϐνικου Παλαιολϐγου κατοχυρώνονται τα δύκαια τησ μονόσ, που
περιλαμβϊνουν: «μετϐχιον εἰσ τϐν Ἰεριςςϐν ἐπ’ ὀνϐματι τοῦ παμμϊκαροσ ἀγύου Νικολϊου τιμώμενον μετϊ
τῶν προςϐντων τοϑτω δικαύων τῶν διαλαμβανομϋνων ἐν τῷ περιϐρῳ τῆσ τοποθεςύασ τῆσ ἐπιλεγϐμενησ
τῆσ Σζουςμϋνησ, ἒτι και τῶν ἐν αὑτῇ προςκαθημϋνων παρούκων τε καύ ξϋνων καύ ἀνεπιγνώςτων τῷ
δημοςύῳ…» καθώσ και «Πλανηνό τῇ λεγϐμενη Ἂςπρη Πϋτρα μετϊ πϊςησ τῆσ περιοχῆσ αὑτῆσ….»863
Σο 1290 ο Θεοδϐςιοσ, επύςκοποσ Ιεριςςοϑ βϊζει τϋλοσ ςτη διϋνεξη Φιλανδαρύου και Ζωγρϊφου με
θϋμα κϊποιεσ γαύεσ ςτον Προαϑλακα και τη Λοϑςτρα και καταφεϑγει ςε απογραφό και ςτην κατϊθεςη
μαρτϑρων για να αναγνωρύςει τα δύκαια τησ Ζωγρϊφου. 864
την απογραφό των Περγαμηνοϑ και Υαριςαύου του 1320 αναφϋρονται πϊροικοι τησ μονόσ ςτην
Ιεριςςϐ.865 Σην ύδια χρονιϊ, οι μοναχού τησ Ζωγρϊφου ζητοϑν γη ςτην Ιεριςςϐ καθώσ βρύςκεται πιο
270
κοντϊ ςτο μετϐχι τουσ. Οι απογραφεύσ πόγαν επύ τϐπου ςτην Ιεριςςϐ, βρόκαν «ἐξαλειμματικό γῆ ἣτισ ἦν
ἀπϐ τοῦ ἐντϐσ τοῦ κελλύου τοῦ εὑριςκομϋνου ἐντϐσ τοῦ ἀγύου ὅρουσ, τοῦ αρϊβαρι λεγομϋνην, ἣτισ ἦν
πϊντη ἐξαλειμματικό καύ ἐκρατεύτο παρϊ τῶν Ἐςφιγμενιτῶν καύ τῶν Ἑριςςιωτῶν καύ κατεκϊμνετο», την
οπούα απϋςπαςαν και την ϋδωςαν ςτουσ Ζωγραφύτεσ. 866
Ο Νόφων, μϋγασ οικονϐμοσ ςτην Κομότιςςα, ςυμφωνεύ με την απϐφαςη του πρώτου Αντωνύου,
που αποδύδει το 1348 ςτην Ζωγρϊφου ςταςύδιο αλιευτικϐ που το κατεύχε παρανϐμωσ η Ξηροποτϊμου.
Σο ςταςύδιο λϋγεται Πλϊτανοσ και βρύςκεται ςτην Κομότιςςα. 867
Σο 1369 Ο Ιωϊννησ ο Ουγλϋςησ, δεςπϐτησ των ϋρβων, βϊζει τϋλοσ ςτη διαμϊχη μεταξϑ
Ζωγραφιτών και επιςκοπόσ Ιεριςςοϑ για το θϋμα τησ γησ του αρϊβαρη, υπϋρ των μοναχών. Σην
απϐφαςη επιβεβαιώνει ο Δημότριοσ Καβϊςιλασ και ϊλλοι αξιωματοϑχοι. 868
271
το 1303 μϋχρι το 1307. Η πολιτικό επϋκταςησ ϋγινε ςυςτηματικό ςτο τϋλοσ του 1308 με αφορμό ϋναν
λιμϐ: ανϊμεςα ςτο 1308 και το 1312, η μονό απϋκτηςε, απϐ αγορϋσ ό δωρεϋσ, και μια φορϊ απϐ
ανταλλαγό, 27 χωρϊφια 182 μοδύων ςυνολικϊ. Σο ςϑνολο των εδαφών που αποκτόθηκαν απϐ το 1303
ωσ το 1312 εύναι 219.5 μϐδιοι.
Σην εποχό αυτό το Βατοπϋδι ονομϊζεται «μεγϊλο αυτοκρατορικϐ μοναςτόρι» και γύνεται η πρώτη
λαϑρα του Αγύου Όρουσ. Πολλού απϐ τουσ μοναχοϑσ του εύναι μϋλη τησ αριςτοκρατύασ.
ιγϊ ςιγϊ το Βατοπϋδι απϋκτηςε ακύνητη περιουςύα ςυγκρύςιμη με τησ Ιβόρων. Για πολλϋσ απϐ τισ
νϋεσ του ιδιοκτηςύεσ ειςϋπραττε φϐρουσ απϐ τουσ χωρικοϑσ. Οι μορφϋσ εκμετϊλλευςησ αυτών των
περιουςιών όταν ποικύλεσ ϐπωσ ςυνϋβαινε και με τα ϊλλα μοναςτόρια.871
τισ αρχϋσ του 14ου αιώνα νούκιαςε ςτο Πρωτϊτο 122 μοδύουσ καλλιεργόςιμησ γησ (αμπελώνεσ και
ελιϋσ) ενώ εύχε δικαύωμα αλιεύασ ςτο Προςφϐρι και ϋνα αλιοτϐπιο ςτην Κομότιςςα. Η γη τησ Ελαδιϊβασ
και του Πρϐβλακα υπολογύζεται ςε 654 μοδύουσ πριν απϐ το 1300 και ςε 635 το 1301. Η γη φαύνεται
ϐτι αυξόθηκε περαιτϋρω μεταξϑ 1303 και 1312 απϐ δωρεϋσ, πωλόςεισ και ανταλλαγϋσ. τισ αρχϋσ του
14ου, η μονό διατηροϑςε ςτην Ελαδιϊβα ϋνα δικαύωμα ςκϊλασ, αλιεύασ του Κϐκκινου Κρημνοϑ ςτην
Αλυκό, ϋνα μϑλο και δικαιώματα ςε κτόςεισ ςτην Ιεριςςϐ.872
Απϐ το 1330 μϋχρι την ςερβικό κατοχό του 1345 το Βατοπϋδι αϑξηςε την περιουςύα του ςτη
Φαλκιδικό και τη Μακεδονύα και την ενύςχυςε. Πολυϊριθμοι πϑργοι χτύζονται τώρα ςτισ γαύεσ του
μοναςτηριοϑ. Με χρυςϐβουλλο του Δουςϊν το 1348 παραχωρόθηκαν ςτη μονό χωρικού και περιουςύεσ
ςτα ιδηροκαϑςια.
Ο ιερομϐναχοσ Ιωςόφ όταν καθηγοϑμενοσ του Βατοπεδύου τον Νοϋμβριο του 1366, ϐταν επ’
ευκαιρύασ μιασ διϋνεξησ με τη Λαϑρα με θϋμα την κατοχό του μετοχύου τησ πηλαιώτιςςασ ςτα
ιδηροκαϑςια, το Βατοπϋδι αναζότηςε την επϋμβαςη του δεςπϐτη Ugljesa. Η υπϐθεςη ϋφταςε ςτισ
Καρυϋσ ςτον Πρώτο ϊββα, που δικαύωςε το Βατοπϋδι. Με την ύδια απϐφαςη το Βατοπϋδι επιβεβαύωςε
την κατοχό δϑο ςπιτιών ςτην Ιεριςςϐ, μαζύ με τουσ αμπελώνεσ και τα χωρϊφια που βρύςκονταν ςτον
περιβϊλλοντα χώρο τουσ.
Η πενταετύα 1371-1376 όταν περύοδοσ οικονομικόσ δυςπραγύασ για τη μονό. ε ϋγγραφο του 1375
φαύνεται η δυςκολύα που αντιμετώπιςε ωσ προσ τη ςυντόρηςη και την αξιοπούηςη μιασ ϋκταςησ ςτην
Ιεριςςϐ. Εν τοϑτοισ, η μονό διατηρεύ μϋχρι το τϋλοσ του 14ου αιώνα το μετϐχι ςτην Κομότιςςα, την
Αμμουλιανό, το μετϐχι ςτην Ελαδιϊβα, δϑο ςπύτια ςτην Ιεριςςϐ, το ερημητόριο τησ πηλαιώτιςςασ ςτα
ιδηροκαϑςια και αυξϊνει την περιουςύα τησ ςτην περιοχό τησ Ερμόλειασ. Φϊρη ςτισ ςτενϋσ ςχϋςεισ με
τισ ελύτ κατϊφερε ςε δϑςκολεσ περιϐδουσ να διατηρόςει αλλϊ και να επαυξόςει την περιουςύα τησ.873
272
Ιερϊ μονό Εςφιγμϋνου
Δϑο χρυςϐβουλλα του Μιχαόλ Η’, του 1258-9 και του 1259, αποτυπώνουν την περιουςύα τησ μονόσ
κατϊ τον 13ο αιώνα, που ςτα ανατολικϊ, κατϋχει γη ςτον Προαϑλακα κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ, ςτον Ωγιο
Νικϐλαο κοντϊ ςτη Ρεντύνα και ςτα ιδηροκαϑςια.874
υμπερϊςματα
Σα αρχαιολογικϊ κατϊλοιπα εύναι προφανώσ πολϑ λύγα και η εικϐνα του βορειοανατολικοϑ
τμόματοσ τησ Φαλκιδικόσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου κατακερματιςμϋνη. Δεν μποροϑμε να
καταλόξουμε ςε ςυμπερϊςματα για την οργϊνωςη του οικιςτικοϑ δικτϑου αυτόσ τησ περιϐδου χωρύσ
να καταφϑγουμε ςε αϐριςτεσ γενικεϑςεισ και δεν θα το επιχειρόςουμε. Μερικϋσ παρατηρόςεισ μϐνο
απϐ τα ϋωσ τώρα δεδομϋνα θα μποροϑςαν να χρηςιμεϑςουν ωσ προβληματιςμού για περαιτϋρω ϋρευνα.
Οι οικιςμού που εντοπύςτηκαν όταν μικρόσ ϋκταςησ και η οικονομύα τουσ βαςιζϐταν εύτε ςτη
γεωργύα εύτε ςτην εκμετϊλλευςη ειδικών πλουτοπαραγωγικών πηγών. Οι κϊτοικοι ςτο Νϋπωςι, λϐγου
χϊριν, αςχολοϑνταν με τα μεταλλεϑματα ενώ ϋχουν βρεθεύ εργαλεύα βυρςοδεψύασ. Οι οικιςμού εύναι
παρϊλιοι αλλϊ και μεςϐγειοι. Σο Νϋπωςι, αν και βρύςκεται ςε φυςικϊ οχυρό θϋςη, εύναι επιμελώσ
τειχιςμϋνο. Δυςτυχώσ, ο οικιςμϐσ δεν ϋχει αναςκαφεύ ςυςτηματικϊ για να βγϊλουμε ςυμπερϊςματα για
την οργϊνωςη του χώρου. Για τουσ υπϐλοιπουσ οικιςμοϑσ επύςησ δεν γνωρύζουμε αν όταν οχυρωμϋνοι
ό ανοχϑρωτοι. τισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ οι οικιςμού ςυνεχύζουν ςε αρχαύεσ θϋςεισ ό πληςύον
αυτών. Η φυςιολογικό αυτό μετϊβαςη απϐ τη μια ιςτορικό περύοδο ςτην ϊλλη εύναι εμφανόσ ςτα
νεκροταφεύα. Μεμονωμϋνοι τϊφοι που ανόκαν ςε μεγαλϑτερα νεκροταφεύα εντοπύςτηκαν και
αναςκϊφηκαν ςτισ θϋςεισ Μπακϊλικο, Καψοϑλι, Ωνω Ρϋτςανη και Ντρεβενύκοσ Βαρβϊρασ και ςτο
Ζϋπκο τρατονύκησ.
Όςον αφορϊ ςτουσ ναοϑσ, οι βαςιλικϋσ που εντοπύςτηκαν εύναι ςτο ςϑνολϐ τουσ τρύκλιτεσ αλλϊ
δεν γνωρύζουμε την εςωτερικό διϊρθρωςη και τη διακϐςμηςό τουσ εύτε γιατύ δεν ϋχουν αναςκαφεύ εύτε
γιατύ δεν ϋχουν δημοςιευτεύ. Γνωρύζουμε μϐνο ϐτι η βαςιλικό του Ζϋπκου εύχε διπλϐ νϊρθηκα. Οι
τοιχοποιύεσ παρουςιϊζουν ομοιϐτητεσ. Οι εξωτερικού τούχοι καταςκευϊζονταν απϐ αμιγό λιθοδομό, με
χρόςη παλαιϐτερου οικοδομικοϑ υλικοϑ ςτισ περιπτώςεισ που γειτνιϊζουν με αρχαύουσ οικιςμοϑσ
(βαςιλικϋσ Ζϋπκου, Αγύου Δημητρύου, Ακϊνθου).
Παρατηροϑμε επύςησ, μια τϊςη απομϊκρυνςησ απϐ τισ παρϊκτιεσ θϋςεισ. Με εξαύρεςη την Ωκανθο,
τα Πυργαδύκια και το τρατώνι, οι υπϐλοιπεσ θϋςεισ εντοπύζονται ςε ορεινϊ και, ενύοτε δυςπρϐςιτα,
μϋρη. Η τϊςη αυτό ύςωσ να οφεύλεται ςτην οικονομύα τουσ, που λϐγω του βραχώδουσ αναγλϑφου τησ
περιοχόσ δεν ευνοοϑςε ιδιαύτερα τισ εκτεταμϋνεσ καλλιϋργειεσ, ςε αντύθεςη με την κτηνοτροφύα και τισ
εναςχολόςεισ που ςχετύζονταν με τα παρϊγωγϊ τησ (βυρςοδεψύα κλπ). Απϐ την αρχαιϐτητα, η περιοχό
273
εύχε πλοϑςιο υπϋδαφοσ και όταν τϐποσ εξορϑξεων και μεταλλευτικών δραςτηριοτότων που, καθώσ
φαύνεται, ςυνεχύςτηκαν και την περύοδο που μασ ενδιαφϋρει.
Η νϋα θρηςκεύα εύχε εξαπλωθεύ απϐ νωρύσ, ϐπωσ φαύνεται απϐ τον αριθμϐ των βαςιλικών και την
παρουςύα τουσ τϐςο εντϐσ των οικιςμών ϐςο και ςε απομακρυςμϋνεσ θϋςεισ εν εύδει πρώιμου
μοναχιςμοϑ ό προςκυνόματοσ (ςυγκρϐτημα Γιϊζο ςτη Βαρβϊρα).
Σα μεταλλεύα που αναφϋραμε θα μποροϑςαν να παρϊγουν την πρώτη ϑλη για τα ςκεϑη και τη
διακϐςμηςη των ναών, ενώ οι κεραμικού κλύβανοι που ϋχουν εντοπιςτεύ δεύχνουν μια αυτϊρκεια ςτα
βιοτεχνικϊ προώϐντα.
Απϐ τισ πρωτοβυζαντινϋσ θϋςεισ, διατηροϑνται κατϊ τη μεςοβυζαντινό περύοδο το κϊςτρο τησ
Ιεριςςοϑ, ςτη θϋςη τησ Ακϊνθου με διαφορετικϐ ϐμωσ ϐνομα, τα χωριϊ των ιδηροκαυςύων ςτα αρχαύα
τϊγειρα, το τρατώνι, τα Περιγαρδύκεια, το κϊςτρο τησ Αραβενύκειασ ςτη θϋςη Μεγϊλη Παναγύα, για
το οπούο ωςτϐςο δεν διαςώζεται το ϐνομα του πρωτοβυζαντινοϑ οικιςμοϑ και το Νϋπωςι. Οι
υπϐλοιπεσ οικιςτικϋσ θϋςεισ εύτε εύναι νεοπαγεύσ ό δεν διαθϋτουμε ςτοιχεύα για την ταϑτιςη τουσ με
παλαιϐτερουσ οικιςμοϑσ.
Σα μϋχρι τώρα δεδομϋνα υποδεικνϑουν την οργϊνωςη ενϐσ πυκνοϑ δικτϑου οικιςμών, χωριών
ςτην πλειοψηφύα τουσ, ενώ εμφανύζονται δϑο ό τρύα προϊςτεια και τϋςςερα κϊςτρα (Εριςςοϑ,
Αραβενύκειασ, Νϋπωςι και Γομϊτου) εκ των οπούων μϐνο αυτϐ τησ Εριςςοϑ επρϐκειτο ςύγουρα για
οχυρωμϋνη πϐλη με αςτικϋσ λειτουργύεσ. Σα υπϐλοιπα όταν απλώσ οχυρωμϋνοι οικιςμού και ο ϐροσ
«κϊςτρο», αναφϋρεται πιθανώσ ςτην αμυντικό τουσ λειτουργύα.
Απϐ τουσ 29 πιθανοϑσ οικιςμοϑσ-χωρύα που εμφανύζονται απϐ τον 10ο μϋχρι τον 14ο αιώνα ςτη
βορειοανατολικό Φαλκιδικό, εντοπύζουμε διατόρηςη τησ ςυνϋχειασ, ϋςτω και με μεταβολϋσ (ςτην
ονομαςύα, το καθεςτώσ, την τϊξη μεγϋθουσ), ςε 18 απϐ αυτοϑσ (Ιεριςςϐσ, Γομϊτου/Κϊμενα,
Πυργαδύκεια/Περιγαρδύκεια, χωριϊ ιδηροκαυςύων, Κομότιςςα, Προαϑλακα, προϊςτεια Λϋςκου και
Λιβιζϊςδασ, Νϋπωςι). Οι υπϐλοιπεσ οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ προϋρχονται εύτε απϐ τον
κατακερματιςμϐ παλαιϐτερων χωριών εύτε απϐ τη δημιουργύα νϋων μϋςα απϐ τη ςϑνθεςη ιδιωτικών
και μοναςτικών ιδιοκτηςιών (Σιμωτϊ, Αρςενύκεια, Ωρμενον, υμεών) ό ακϐμα και απϐ τη ςυγκϋντρωςη
ομϊδων παρούκων –καλλιεργητών που ςυγκροτοϑν μια ςτοιχειώδη κοινϐτητα (Μαυροχώριον, Φϊνταξ,
Οζϐλιμνοσ κλπ).
Απϐ τισ μεγαλϑτερεσ ιδιοκτηςύεσ του 10ου αιώνα, πολλϋσ προόλθαν απϐ κλαςματικϋσ γαύεσ. Σην
ύδια εποχό ςτην περιοχό ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ, οι κϑριεσ εκτϊςεισ ανόκαν ςτα χωριϊ και αποτελοϑνταν απϐ
εϑφορα, καλλιεργόςιμα εδϊφη. τισ αρχϋσ του 11ου και μϋχρι τον 13ο αιώνα εμφανύζονται πολλού
οικιςμού ςε ορεινϋσ περιοχϋσ.875 ύγουρα, οι μεταλλευτικϋσ δραςτηριϐτητεσ εύναι μια απϐ τισ αιτύεσ
ςϑςταςησ των οικιςμών αυτών. Απϐ την ϊλλη, μια τϐςο πυκνό κατούκηςη ςε μια περιοχό δαςωμϋνη και
875 Ρουδϊβα (Iviron I, ϋγγρ. 39 [1071]), Ατοϑμπλα (Docheiariou, ϋγγρ. 2 [1089]), Κοντογρύκου, υμεών, Κϐςλα (Xèropotamou, ϋγγρ. 10 [1275]),
Μετϊλλιν (Lavra II, ϋγγρ. 89, [1298]) και αρκετϊ ακϐμα που δεν εύναι δυνατϐν να εντοπιςτοϑν επακριβώσ
274
δυςπρϐςιτη μπορεύ να δικαιολογηθεύ μϐνο λϐγω κϊποιασ δημογραφικόσ πύεςησ. Η γεωργύα ςε αυτό την
περύπτωςη δεν μποροϑςε να αςκηθεύ και δεν όταν ιδιαύτερα επικερδόσ.876
Οι οχυρώςεισ διατηροϑνται και κατϊ τον 13ο και 14ο αιώνα αλλϊ η πϐλη τησ Ιεριςςοϑ, που δϋςποζε
ςτην περιοχό μετατρϋπεται ςε χωριϐ. Οι μιςϋσ ύςωσ και παραπϊνω απϐ τισ οικιςτικϋσ θϋςεισ τησ
τελευταύασ αυτόσ φϊςησ μασ εύναι γνωςτϋσ και απϐ προγενϋςτερεσ περιϐδουσ, κατϊ τισ οπούεσ ϐμωσ
εμφανύζονται ωσ τοποθεςύεσ ό ιδιωτικό ακύνητη γη. Απϐ τον 13ο και, κυρύωσ τον 14ο αιώνα
μετατρϋπονται ςε οικιςμοϑσ εξαρτημϋνουσ απϐ τισ αθωνικϋσ μονϋσ.
ε γενικϋσ γραμμϋσ το οικιςτικϐ δύκτυο δεν φαύνεται να μεταβλόθηκε αιςθητϊ απϐ τον 10ο μϋχρι
τον 14ο αιώνα με εξαύρεςη την ερόμωςη του Ποκρεντοϑ. Η αξιοςημεύωτη αυτό ςταθερϐτητα ϐςον
αφορϊ ςτον αριθμϐ των οικιςμών ςε ςχϋςη με την μεςοβυζαντινό περύοδο διαφοροποιεύ την ανατολικό
Φαλκιδικό απϐ τη δυτικό.
275
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 7Ο ΣΑΞΗΝΟΜΖΖ ΚΑΗ ΥΟΛΗΑΜΟ ΣΟΤ ΑΡΥΑΗΟΛΟΓΗΚΟΤ ΤΛΗΚΟΤ
Η μελϋτη τησ αρχιτεκτονικόσ του ςυνϐλου των οικοδομικών καταλούπων των αρχαιολογικών
θϋςεων που εξετϊςτηκαν δεν εμπύπτει ςτουσ πρωτεϑοντεσ ςτϐχουσ τησ εργαςύασ. Εν τοϑτοισ, κρύνεται
απαραύτητη μια ευςϑνοπτη ςυνολικό παρουςύαςη των μνημεύων με βϊςη την καταςκευαςτικό
μορφολογύα και τη χρόςη τουσ κατϊ την εξεταζϐμενη περύοδο. Κατϐπιν τοϑτου, τα αρχιτεκτονικϊ
κατϊλοιπα που εξετϊςτηκαν ςε κϊθε θϋςη, ταξινομόθηκαν ςυμβατικϊ ςτισ παρακϊτω κατηγορύεσ:
1. Καταςκευϋσ οχυρωματικοϑ χαρακτόρα
2. Θρηςκευτικϊ κτύρια και μοναςτηριακϊ ςυγκροτόματα
3. Κοιμητηριακού χώροι
4. Κοςμικϊ κτύρια
5. Κατϊλοιπα βιοτεχνικόσ δραςτηριϐτητασ
6. Εγκαταςτϊςεισ ϑδρευςησ
7. Λιμενικϋσ εγκαταςτϊςεισ.
Οχυρώςεισ
Η Φαλκιδικό βρύςκεται ςε θϋςη ςτρατηγικόσ ςημαςύασ για την ϋξοδο προσ το Αιγαύο και τη
Μεςϐγειο. Ψσ εκ τοϑτου, αποτελοϑςε διαχρονικϐ ςτϐχο ειςβολϋων και κατακτητών και πεδύο δρϊςησ
πειρατών, γεγονϐσ που καθιςτοϑςε απαραύτητη την αμυντικό τησ θωρϊκιςη.
Παρϐλα αυτϊ, η Φερςϐνηςοσ πρϋπει να όταν ςχεδϐν αφϑλαχτη μϋχρι και τα μϋςα του 6ου αιώνα,
ϐπωσ τουλϊχιςτον διαφαύνεται απϐ τισ περιγραφϋσ του Προκοπύου. Οι πϐλεισ που εύχαν οργανωθεύ ςε
αρχαύεσ θϋςεισ, προςτατεϑονταν ςτοιχειωδώσ απϐ τα αρχαύα τεύχη αλλϊ δεν υπόρχε κϊποια
οργανωμϋνη προςπϊθεια ςε κρατικϐ επύπεδο για την προςταςύα τησ Φερςονόςου. Η πρώτη
προςπϊθεια ενύςχυςησ των οχυρώςεων με αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα, ϋγινε, ςϑμφωνα με τον
Προκϐπιο, απϐ τον Ιουςτινιανϐ Α’, που επιδιϐρθωςε το διατεύχιςμα ςτον ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρειασ και
οχϑρωςε τον Βολβϐ ςτη δυτικό Φαλκιδικό.
Σο ανϊγλυφο του εδϊφουσ κατϋχει ςημαντικϐ ρϐλο ςτη διαμϐρφωςη μιασ οχϑρωςησ. τη
Φαλκιδικό κυριαρχοϑν δϑο τϑποι εδϊφουσ με διαφορετικϋσ ανϊγκεσ προςταςύασ. Σο μεγαλϑτερο μϋροσ
τησ Φερςονόςου εύναι ορεινϐ, δαςώδεσ και αποτελεύται απϐ κρυςταλλικϊ, αςβεςτολιθικϊ πετρώματα,
μεταμορφωμϋνα με μϋςο υψϐμετρο τα 1000 μ. Οι περιοχϋσ αυτϋσ χρηςιμοποιοϑνταν ωσ βοςκϐτοποι
και, κατϊ μια ϋννοια, αποτελοϑςαν, λϐγω γεωμορφολογύασ, καταφϑγιο αφ’ εαυτών. Οι πεδινϋσ
εκτϊςεισ καταλαμβϊνονται απϐ χειμϊρρουσ, που, πολϑ ςυχνϊ, κατϊ τη διϊρκεια του ϋτουσ
πλημμϑριζαν, οπϐτε όταν και πϊλι δϑςβατεσ και δεν ϋχρηζαν φρουριακόσ προςταςύασ. Εκτϐσ απϐ τα
276
φυςικϊ καταφϑγια και την προςταςύα ςυγκεκριμϋνων περιοχών παραγωγόσ, η πλειονϐτητα των
οχυρώςεων εντοπύζεται ςε οικιςμοϑσ που οργανώνονται ςε υψώματα, λϐφουσ και τοϑμπεσ, για την
προςταςύα τϐςο των κατούκων ϐςο και των οδικών αρτηριών.877
Λύγα πρϊγματα μποροϑν να ειπωθοϑν για την μορφολογύα και την χρονολϐγηςη των οχυρώςεων
τησ Φαλκιδικόσ λϐγω τησ κατϊςταςησ διατόρηςησ των καταλούπων, των επικαλυπτϐμενων φϊςεων
και τησ πλημμελοϑσ ϋρευνασ ςτον τομϋα αυτϐ. Κρύνεται αναγκαύο, λϐγω του πλουραλιςμοϑ ςτην
τυπολογύα και ςτισ χρόςεισ των οχυρώςεων να γύνει ϋνασ αδρϐσ διαχωριςμϐσ βϊςει δομικόσ
τυπολογύασ και χρόςεων ςε πϋντε κατηγορύεσ:
1. Εκτεταμϋνεσ οχυρώςεισ: Οχυρωμϋνοι οικιςμού– Κϊςτρα
2. Εκτεταμϋνεσ οχυρώςεισ: Καςτϋλλια
3. Μοναςτικϋσ Οχυρώςεισ (Μετϐχια, ναού, μοναςτόρια)
4. Ελεϑθεροι Πϑργοι
5. Διατειχύςματα
277
ολϐκληρη την χερςϐνηςο. Πιθανϐν η καταςκευό του αρχικοϑ διατειχύςματοσ, υλοποιόθηκε πριν τισ
επιδρομϋσ και την πολιορκύα τησ Καςςανδρεύασ απϐ τουσ Γϐτθουσ (3οσ αι. μ.Φ.), η οπούα μαρτυρεύται
ςτισ ιςτορικϋσ πηγϋσ. Μϊλιςτα εντϊςςεται προφανώσ ςε ϋνα γενικϐτερο πρϐγραμμα οχϑρωςησ
πϐλεων τησ ευρϑτερησ περιοχόσ τησ Θεςςαλονύκησ. την περύοδο αυτό χρονολογοϑνται απϐ τουσ
μελετητϋσ η οχϑρωςη του Δύου, τησ Βϋροιασ και μύα απϐ τισ φϊςεισ τησ οχϑρωςησ τησ Θεςςαλονύκησ.
την περύπτωςη αυτό πρϋπει να δεχθοϑμε μύα ςυρρύκνωςη τησ πϐλησ και εγκατϊλειψη του
ελληνιςτικοϑ τεύχουσ, που εντοπύζεται ± 200 μ. βορεύωσ τησ διώρυγασ και για το οπούο ο Προκϐπιοσ
δεν κϊνει αναφορϊ. το διατεύχιςμα διακρύνονται αρκετϋσ φϊςεισ επιςκευών, η δεϑτερη απϐ τισ
οπούεσ ανόκει ςτον 6ο αιώνα και, πιθανώσ εύναι αυτό που αποδύδεται ςτον Ιουςτινιανϐ. Σμόμα του
όταν θαλϊςςιο, πϊνω ςε παςςϊλουσ και ειςχωροϑςε ςτουσ δϑο κϐλπουσ, Θερμαώκϐ και Σορωναύο. Η
πρωτοβυζαντινό φϊςη περιλαμβϊνει τμόματα του θαλϊςςιου τεύχουσ και ςτουσ δϑο κϐλπουσ. Μϐνο
ϐμωσ δϑο πϑργοι αποδύδονται ςτη λεγϐμενη «ιουςτινιϊνεια φϊςη», ο πϑργοσ 5 (εικ. 103) και η βϊςη
του πϑργου 18 (εικ. 104), που ενςωματώθηκε ςε μεταγενϋςτερο πϑργο. Σα τμόματα τησ φϊςησ αυτόσ
ϋχουν χτιςτεύ με το ςϑςτημα των εναλλαςςϐμενων ζωνών αργολιθοδομόσ και πλινθοδομόσ.
Η Οχϑρωςη τησ Ακϊνθου: την Άκανθο τμόματα του αρχαύου τεύχουσ, παρϊ τισ ςϑγχρονεσ
υπερκαλϑψεισ, μποροϑν να αναγνωριςθοϑν ςε τουλϊχιςτον δϋκα ςημεύα. τα τεύχη του περιβϐλου,
ϋχουν επιςημανθεύ δϑο οικοδομικϋσ φϊςεισ: την αρχαιϐτερη ανόκει το ιςχυρϐ τμόμα τεύχουσ ό
αναλόμματοσ, που υψώνεται ςτην ανατολικό πλευρϊ του Κϊςτρου. Εύναι καταςκευαςμϋνο
αποκλειςτικϊ απϐ γρανύτη, προώϐν λατομεύου τησ περιοχόσ. Η φϊςη χρονολογεύται μεταξϑ 6 ου και 5ου
αι. π.Φ.878
τη νεϐτερη οικοδομικό φϊςη του περιβϐλου, που μϊλλον ανϊγεται ςτα κλαςικϊ ό ςτα πρώιμα
ελληνιςτικϊ χρϐνια, χρηςιμοποιοϑνται κυρύωσ ορθογώνιεσ αςβεςτϐπλινθοι, απϐ το φυςικϐ πϋτρωμα
των ύδιων των λϐφων, οι οπούεσ τοποθετοϑνται ςτα μϋτωπα του τεύχουσ. Σο εςωτερικϐ τουσ
ενιςχϑεται με αργοϑσ λύθουσ.879 Σο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Εριςςοϑ, ςτην ουςύα πρϐκειται για την
επιςκευαςμϋνη εκδοχό τησ οχϑρωςησ τησ αρχαύασ Ακϊνθου αλλϊ ςε μια πιο περιοριςμϋνη ϋκταςη ςτη
θϋςη, ϐπου βριςκϐταν ςτην αρχαιϐτητα η Ακρϐπολη. (εικ. 62-63)
Ο ςειςμϐσ του 1932 κατϋςτρεψε τα υπολεύμματα του μεςαιωνικοϑ τεύχουσ για το οπούο δεν
ϋχουμε περαιτϋρω ςτοιχεύα.
Οι ςημαντικϋσ ρωμαώκϋσ και πρωτοβυζαντινϋσ θϋςεισ φαύνεται ϐτι ςυρρικνώνονται μετϊ τον 7ο
αιώνα. Οι αιτύεσ εύναι, κατϊ κϑριο λϐγο, εξωγενεύσ (π.χ. επιδρομϋσ, κακϋσ ςοδειϋσ, γιγϊντωςη τησ
γαιοκτητικόσ αριςτοκρατύασ κλπ) και, ςτισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ, δεν ςχετύζονται με παρϊγοντεσ
επιβύωςησ του οικιςμοϑ (πηγϋσ, νερϐ, φυςικϊ οχυρό θϋςη).
Απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ η εικϐνα των οχυρώςεων μεταβϊλλεται. Γνωςτού απϐ την αρχαιϐτητα
και την πρωτοβυζαντινό περύοδο οικιςμού αναφϋρονται τώρα ωσ «κϊςτρα», γεγονϐσ που μαρτυρεύ
̇
878 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου 1996, 299, 300 ̇Winter 2006, 71
879 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου ϐ.π., 299, 300, 303
278
μεταβολϋσ ςτην οργϊνωςη και ςτισ λειτουργύεσ τουσ. Σον 10ο αιώνα αναφϋρεται ωσ «κϊςτρο» η
Ιεριςςϐσ και, απϐ το 1047, η Βρϑα, η Καςςϊνδρεια, η Ερμόλεια και ο Ποκρεντϐσ.
Σα τρύα απϐ τα παραπϊνω κϊςτρα (Βρϑα, Καςςϊνδρεια, Ιεριςςϐσ) ςυνδϋονται με την ϑπαρξη
επιςκοπόσ και διατηροϑν οριςμϋνεσ αςτικϋσ λειτουργύεσ, χωρύσ απαραύτητα να ϋχουν το μϋγεθοσ και
το ςϑνολο των χαρακτηριςτικών που παρουςιϊζει μια πϐλη. Για την Ερμόλεια και τον Ποκρεντϐ δεν
υπϊρχουν επαρκό ςτοιχεύα καθώσ ϋχουν πολϑ μικρϐτερη παρουςύα ςτισ δημοςιευμϋνεσ πηγϋσ ενώ δεν
ϋχει διενεργηθεύ αναςκαφικό ϋρευνα.
Οι οχυρώςεισ των πϐλεων τησ Φαλκιδικόσ εμφανύζουν μια εντυπωςιακό γεωγραφικό
ομοιομορφύα καθώσ βρύςκονται επϊνω ςτισ κορυφϋσ φυςικϊ οχυρών λϐφων. Σα υψώματα αυτϊ
ςυχνϊ περιβϊλλονται απϐ νερϐ (θϊλαςςα ό χειμϊρρουσ) απϐ δϑο ό τρεισ πλευρϋσ, διαθϋτουν ςε
εγγϑτητα πηγϋσ πϐςιμου νεροϑ απϐ τισ οπούεσ μεταφϋρουν νερϐ ςτον οικιςμϐ, διαθϋτουν
προγενϋςτερα οχυρωματικϊ ϋργα που χρονολογοϑνται απϐ την αρχαώκό ϋωσ την πρωτοβυζαντινό
περύοδο και βρύςκονται ςε θϋςεισ κατϊ μόκοσ χερςαύων και θαλϊςςιων οδών επικοινωνύασ, ςε
ςημαντικϋσ περιφερειακϋσ διϐδουσ και ςε ςταθερό απϐςταςη μεταξϑ τουσ.880
Διαπιςτώνονται, επύςησ, κοινϊ μορφολογικϊ χαρακτηριςτικϊ. Σο ςωζϐμενο μόκοσ του
οχυρωματικοϑ τουσ περιβϐλου εύναι περύπου 800 μ. Σεύχη με μικρϐτερη περύμετρο (500 μ.)
προςτϊτευαν χωριϊ των μϋςων χρϐνων. υνόθωσ, το εςωτερικϐ του κϊςτρου καταλαμβϊνει μια
εκκληςύα και ϊλλεσ μικρϋσ καταςκευϋσ ϐπωσ κινςτϋρνεσ (Βρϑα), ενώ ςυχνϊ υπϊρχει και δεϑτερη
εκκληςύα ςτισ υπώρειεσ του λϐφου ϋξω απϐ τα τεύχη (Ιεριςςϐσ).
Η ακρϐπολη βριςκϐταν ςτο ψηλϐτερο ςημεύο του οχυρωμϋνου λϐφου. Κϊποιο τμόμα τησ πϐλησ
ϋμενε πϊντα εκτϐσ των τειχών κι, αργϐτερα, ςυγκϋντρωνε τισ βιοτεχνικϋσ και εμπορικϋσ
δραςτηριϐτητεσ. Εύναι ϊγνωςτο ϋωσ τώρα ποιοσ εύχε την ευθϑνη καταςκευόσ και ςυντόρηςησ τησ
οχϑρωςησ, αν δηλαδό όταν αποτϋλεςμα κρατικόσ πρωτοβουλύασ, απϐφαςησ των τοπικών
αξιωματοϑχων ό ιδιωτικόσ πρωτοβουλύασ.
Ψσ προσ τισ τεχνικϋσ δϐμηςησ των μεςοβυζαντινών οχυρώςεων ιςχϑουν τα εξόσ:
Κϊςτρο Βρυών: τη δεϑτερη φϊςη τησ οχϑρωςησ, που χρονολογεύται μετϊ τον 10ο αιώνα και
εύναι και η κυριϐτερη, ανόκει η πϑλη. Φαρακτηριςτικϐσ εύναι ο κεραμοπλαςτικϐσ διϊκοςμοσ. ε
μεταγενϋςτερη εποχό, η πϑλη διευρϑνεται προσ τα δυτικϊ, γύνονται επιδιορθώςεισ και μεταςκευϋσ.
Εκτϐσ απϐ τισ κϑριεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ, υπϊρχουν και ςυμπληρώςεισ ςτο τεύχοσ, ςε μικρό
ϋκταςη ςτο βϐρειο και πολϑ περιςςϐτερο ςτο νϐτιο ςκϋλοσ του, των οπούων η καταςκευαςτικό
προχειρϐτητα προδύδει εςπευςμϋνη καταςκευό. το εςωτερικϐ μϋτωπο οι νϋεσ καταςκευϋσ
ςυνύςτανται αποκλειςτικϊ ςε αργοϑσ λύθουσ που ςυνδϋονται με πηλϐ, ενώ εξωτερικϊ κυριαρχεύ ϋνα
ελεϑθερο πλινθοπερύκλειςτο ςϑςτημα απϐ αργοϑσ λύθουσ, οριζϐντιεσ πλύνθουσ και επϊλληλα
πλινθύδια ανϊμεςα ςτουσ κατακϐρυφουσ αρμοϑσ, με ςυνδετικϐ υλικϐ το χώμα. Κατϊ ςημεύα υπϊρχουν
279
και αρμολογόματα απϐ αςβεςτοκονύαμα. Η εν γϋνει ιςχυρό και επιμελημϋνη τοιχοδομύα των τειχών
δεύχνει τη ςημαςύα του κϊςτρου.881
Διατεύχιςμα Καςςϊνδρειασ: την περύπτωςη του διατειχύςματοσ τησ Καςςϊνδρειασ, τα ορατϊ του
τμόματα δεύχνουν ϐτι, ςε γενικϋσ γραμμϋσ, ακολουθεύται η ύδια τεχνικό δϐμηςησ. Ενδιαφϋρουςα
εξαύρεςη αποτελεύ το δυτικϐ τμόμα του τεύχουσ ςτον Θερμαώκϐ Κϐλπο, ϐπου η δϐμηςη ακολουθεύ το
ςϑςτημα των ζωνών απϐ πλύνθουσ ςε εναλλαγό με ζώνεσ αργών λύθων και η θεμελύωςό του
διαμορφώνεται κλιμακωτϊ. Πιθανϐν πρϐκειται για μια ιδιαύτερη καταςκευό, που θα μποροϑςε ύςωσ
να ανταποκρύνεται ςτην ϑπαρξη ενϐσ λιμανιοϑ, ϐπωσ προτεύνει και ο John Alexander, που εύχε
μελετόςει την περιοχό. 882
Εκτϐσ των τριών βαςικών φϊςεων που αναφϋρθηκαν παραπϊνω, ϋχουν διαπιςτωθεύ και ϊλλεσ
ενδιϊμεςεσ επεμβϊςεισ, ϐπωσ ςτην περύπτωςη τησ μεταςκευόσ ενϐσ απϐ τουσ πϑργουσ (5) ςε λουτρϐ
(εικ. 105).
Κϊςτρο Ιεριςςοϑ: την Ιεριςςϐ, η οχϑρωςη των βυζαντινών χρϐνων, ςτηρύχτηκε ςε περιοριςμϋνεσ
ανακαταςκευϋσ και επιδιορθώςεισ των τειχών τησ αρχαύασ πϐλησ. Ο Struck που περιηγόθηκε την
περιοχό το 1907, πριν απϐ τον ςειςμϐ, αναφϋρει ϐτι ςώζεται ερειπωμϋνη η οχϑρωςη του κϊςτρου,
ςτην οπούα ϋχει γύνει εκτεταμϋνη χρόςη του οικοδομικοϑ υλικοϑ των αρχαύων τειχών. Ψσ εκ τοϑτου,
υποθϋτουμε ϐτι η μεςαιωνικό οχϑρωςη όταν καταςκευαςμϋνη πρϐχειρα.
Για τα ϊλλα δϑο κϊςτρα που αναφϋρουν οι πηγϋσ, δηλαδό τησ Ερμόλειασ και του Ποκρεντοϑ δεν
διαθϋτουμε επαρκό ςτοιχεύα, καθώσ δεν ϋχουν αναςκαφεύ. Ο Struck αναφϋρει για το μεςαιωνικϐ
κϊςτρο τησ Ερμόλειασ, ϐτι δεςπϐζει ςε ϋναν λϐφο και ϋχει ενςωματωμϋνα δομικϊ ςτοιχεύα τησ
αρχαύασ οχϑρωςησ. Σο κϊςτρο του Ποκρεντοϑ πρϋπει να ταυτύζεται με τα ερεύπια μεςαιωνικόσ
οχϑρωςησ ςτην περιοχό τησ Μεγϊλησ Παναγιϊσ, ϐπου εύχε αναπτυχθεύ πρωτοβυζαντινϐσ οικιςμϐσ.
Για τουσ υπϐλοιπουσ οχυρωμϋνουσ οικιςμοϑσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου, δηλαδό για την
Σορώνη και το Νϋπωςι δεν υπϊρχει επαρκόσ πληροφϐρηςη. Οι περιοριςμϋνησ ϋκταςησ αναςκαφικϋσ
ϋρευνεσ ςτο Νϋπωςι, (εικ. 106) μαρτυροϑν ϐτι κατϊ τη δεκαετύα του 910, περύοδο ϋνταςησ των
βυζαντινοβουλγαρικών πολϋμων, πρϋπει να εύχε όδη επιςκευαςτεύ και να αποτελοϑςε ϋνα απϐ τα
βαςικϊ ςτρατιωτικϊ ερεύςματα τησ αυτοκρατορύασ ςτην κεντρικό Φαλκιδικό. Μια μαρμϊρινη
επιγραφό που χρονολογεύται το 917/918, αναφϋρεται ςτισ βυζαντινϋσ επιςκευϋσ του κϊςτρου: 883
(εικ. 107)
«[...](θεο)φϑλακτον κϊςτρον [...]»
«[...](ευ)τυχοϑσ [...]»
«[...](κωνςταντύνο)υ και Ζωόσ [..]»
«[...]μιχαόλ πατρι(κύου)[...]»
280
«[...]τοϑτουσ τ(ουσ)[...]»
«[...](ϋτου)σ syk(;)[...]»
Μοναςτικϋσ Οχυρώςεισ
Για την αρτιϐτερη οργϊνωςη τησ εκμεταλλεϑςεωσ των κτημϊτων τουσ, οι μονϋσ οικοδϐμηςαν
μεγϊλα και ςϑνθετα οικοδομικϊ ςυγκροτόματα, ςε ςτρατηγικό θϋςη πληςύον των κτημϊτων τουσ. Σα
ςυγκροτόματα αυτϊ εύχαν ςυνόθωσ φρουριακό διϊταξη και τα επύ μϋρουσ κτύςματα περιβϊλλονταν
απϐ μια αυλό. υνόθωσ ϋνασ ιςχυρϐσ πϑργοσ κατελϊμβανε την πλϋον πρϐςφορη πλευρϊ του
ςυγκροτόματοσ, του οπούου η αμυντικό ικανϐτητα ενιςχυϐταν, ςε αρκετϋσ περιπτώςεισ, με ϋναν
«μπαρμπακϊ», δηλαδό ϋναν χαμηλϐτερο φρουριακϐ περύβολο.
Η ςκοπιμϐτητα ιδρϑςεωσ των μετοχιακών πϑργων εύναι ευεξόγητη, εϊν μϊλιςτα λϊβουμε υπϐψη
μασ oτι τα μετϐχια όταν ιςχυρϋσ οικονομικϋσ μονϊδεσ.
Σα μετϐχια και τα μοναςτόρια οχυρώνονται όδη απϐ τον 10ο–11ο αιώνα. Δεν γνωρύζουμε αν οι
οχυρώςεισ των μετοχύων που ϋχουν καθιερωθεύ τον 14ο αιώνα, αποτελοϑςαν τον κανϐνα κατϊ τον
10ο. Υαύνεται ϐτι ϋλκυαν ϋναν πληθυςμϐ που αναζητοϑςε αςφϊλεια, ϐπωσ μασ δεύχνει το παρϊδειγμα
των κατούκων τριών χωριών που κατϋφυγαν ςτη μονό Πολυγϑρου, επειδό όταν οχυρωμϋνη, μετϊ την
καταςτροφό των οικιςμών τουσ απϐ τουσ Βουλγϊρουσ το 996.
Ο πϑργοσ που ϋχτιςε κϊποιοσ μοναχϐσ Αντώνιοσ κοντϊ ςτο μοναςτόρι που εύχε ιδρϑςει ςτην
Καρκϊρα τον 9ο αιώνα, μαρτυρεύ την ϑπαρξη ιδιωτικών οχυρώςεων απϐ αυτό την εποχό. Σο 1079 ϋνα
μετϐχι τησ Ιβόρων ςτον Βολβϐ διϋθετε πϑργο με πϋντε επύπεδα και τοξοβολιςτϋσ, ενώ βορειϐτερα το
281
1083 ο Γρηγϐριοσ Πακουριανϐσ ϋχτιςε δϑο κϊςτρα και όθελε να χτύςει ακϐμα ϋνα ςε ϋνα λϐφο για να
προςτατεϑςει το πανδοχεύο που εύχε εκεύ. Πϊντωσ απϐ τα δϋκα μετϐχια που εύχε η Ιβόρων και
περιγρϊφονται ςε ϋγγραφο του 1104, μϐνο αυτϐ του Βολβοϑ όταν οχυρωμϋνο. 885
Ϊνα μετϐχι οχυρωμϋνο που διϋθετε και πϑργο όταν ικανϐσ λϐγοσ μετεγκατϊςταςησ ενϐσ χωριοϑ.
Τπ’ αυτό την ϋννοια, οι ιδιωτικϋσ αυτϋσ οχυρώςεισ ϋπαιξαν τον ρϐλο τουσ ςτην οργϊνωςη του
οικιςτικοϑ δικτϑου.886
Πϑργοι
Ϊνα ιδιαύτερο χαρακτηριςτικϐ τησ χερςονόςου εύναι το πλόθοσ των πϑργων που όταν
διαςπαρμϋνοι ςε ϐλη την ϋκταςό τησ και υπολογύζεται ϐτι κατϊ τον 14ο αιώνα όταν περιςςϐτεροι απϐ
εκατϐ. Δϋςποζαν ςε επύκαιρεσ θϋςεισ με το ϑψοσ, τον ϐγκο και τισ, κατϊ περύπτωςη, αρχιτεκτονικϋσ
ιδιορρυθμύεσ τουσ. υνόθωσ, αποςκοποϑςαν ςτην ϊμυνα μεγϊλων μοναςτηριακών ό ιδιωτικών
κτημϊτων και ςυνοδεϑονταν απϐ βοηθητικϊ κτύρια οχυρόσ ό απλόσ καταςκευόσ.
Οι ςυνόθεισ διαςτϊςεισ τησ κϊτοψησ κυμαύνονταν ςτα 10*10 μ., με ϑψοσ γϑρω ςτα 18 μ. Ϋταν
κτιςμϋνοι με αργολιθοδομό και ιςχυρϐ αςβεςτοκονύαμα. ε πολλϋσ περιπτώςεισ οι εξωτερικού τούχοι
ενιςχϑονταν με ςυμφυεύσ αντηρύδεσ, τρεισ ό τϋςςερισ ςε κϊθε πλευρϊ. Η εύςοδοσ όταν υπερυψωμϋνη,
προςτατευϐταν με υπερκεύμενη ζεματύςτρα και η ϊνοδοσ γινϐταν με αναςυρϐμενη κλύμακα. το
υπϐγειο υπόρχε δεξαμενό για την περιςυλλογό των ομβρύων υδϊτων τησ ςτϋγησ και ςτον τελευταύο
ϐροφο εκκληςύα, πϊνω απϐ την οπούα υψώνονταν οι επϊλξεισ. Σα δϊπεδα ςυνόθωσ όταν ξϑλινα και η
μεταξϑ τουσ επικοινωνύα γινϐταν με ξϑλινη ςκϊλα ό, ςπϊνια, με κτιςτϐ κοχλύα ενςωματωμϋνο ςτο
πϊχοσ του τούχου. Ο παλιϐτεροσ γνωςτϐσ πϑργοσ εύναι τησ Καρκϊρασ, που χτύςτηκε κατϊ τα τϋλη του
9ου αιώνα αλλϊ δεν γνωρύζουμε την ακριβό του θϋςη οϑτε τον χρϐνο και την αιτύα καταςτροφόσ του.
Η μεγαλϑτερη πυκνϐτητα πϑργων εντοπύζεται ςτην περιοχό του ιςθμοϑ του Ωθω, ϐπου
βριςκϐταν πλόθοσ αγιορεύτικων μετοχύων.
Μεγϊλοσ αριθμϐσ πϑργων χτύςτηκε κατϊ το β΄ μιςϐ του 13ου αιώνα, μετϊ την επανενςωμϊτωςη
τησ περιοχόσ ςτην αναςυςταθεύςα αυτοκρατορύα. τα μϋςα του 14ου αιώνα πρϋπει να
καταςτρϊφηκαν οι περιςςϐτεροι, πολλού απϐ τουσ οπούουσ φαύνεται ϐτι επιςκευϊςτηκαν και
χρηςιμοποιόθηκαν κατϊ τη διϊρκεια τησ Σουρκοκρατύασ. Απϐ την λαύλαπα του 1821 δεν γλϑτωςε
κανϋνασ και ο μϐνοσ που επιςκευϊςτηκε, ςτα μϋςα του 19ου αιώνα, εύναι ο βατοπεδινϐσ πϑργοσ ςτην
ςημερινό Ουρανοϑπολη. (εικ. 108)887 ώζονται ϊλλοι 27 πϑργοι ςε ερειπώδη κατϊςταςη ό μϐλισ
διακρινϐμενοι. (ςχ. 9, εικ. 109-112)
282
Διατειχύςματα
Αποτελοϑςαν ογκώδεισ οχυρώςεισ κτιςμϋνεσ ςε περιοχϋσ ςτρατηγικόσ θϋςησ, ϐπωσ οι ιςθμού και
όταν ςχεδιαςμϋνεσ να προςτατεϑουν τισ πϐλεισ και τισ αγροτικϋσ εκτϊςεισ απϐ την απειλό
πολιορκύασ. Ο Προκϐπιοσ χρηςιμοποιεύ τον ϐρο αυτϐ για να χαρακτηρύςει το τεύχοσ ςτην εύςοδο τησ
χερςονόςου Παλλόνησ. τα διατειχύςματα, ϐπωσ και ςτα φροϑρια, όταν εγκατεςτημϋνεσ φρουρϋσ
ςτρατιωτών.888
τη Φερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ πϋντε ορατϊ διατειχύςματα αποκϐπτουν την πρϐςβαςη απϐ την
ξηρϊ προσ μεγϊλεσ ό μικρϋσ (κατϊ περύπτωςη) χερςονόςουσ:
Διατεύχιςμα τησ Καςςϊνδρειασ: Οχυρώνει τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ ςτον ιςθμϐ τη Ν.
Ποτύδαιασ.889
Διατεύχιςμα των ταγεύρων: Οχυρώνει τη χερςϐνηςο Λιοτϐπι ςτα αρχαύα τϊγειρα.
Διατεύχιςμα των Πυργαδικύων: Οχυρώνει την χερςϐνηςο ϐπου και το ςημερινϐ χωριϐ.
Διατεύχιςμα «Μϋγα Σεύχοσ» ςτη Βουρβουροϑ: Οχυρώνει την ομώνυμη Φερςϐνηςο.
Διατεύχιςμα «Μπαλαμπϊνι»ςτον Ν. Μαρμαρϊ: Οχυρώνει την ομώνυμη Φερςϐνηςο.
Σα διατειχύςματα εύναι χτιςμϋνα με αργολιθοδομό και αςβεςτοκονύαμα. Ϊχουν μύα εύςοδο και
ϋναν πϑργο ςτη μϋςη περύπου του μόκουσ τουσ και ςτο υψηλϐτερο ςημεύο του ιςθμοϑ.
τισ αρχϋσ του 10ου αιώνα, οι μεγϊλεσ χερςϐνηςοι του Ωθω και τησ Καςςϊνδρασ
χρηςιμοποιοϑνταν και ωσ χώροι καταφυγόσ των ποιμνύων τησ Φαλκιδικόσ, ςε περύπτωςη βαρβαρικών
επιδρομών. Η χρόςη αυτό προβλεπϐταν και με επύςημεσ κρατικϋσ πρϊξεισ.
Κατϊ ςυνϋπεια, εξαιρουμϋνησ τησ περύπτωςησ των ταγεύρων, ϋχει διατυπωθεύ η ϊποψη ϐτι τα
υπϐλοιπα τρύα διατειχύςματα, που ανϊγονται ςτη μεςοβυζαντινό περύοδο, πρϋπει να αποτελοϑςαν
προώϐντα προςπϊθειασ τησ κεντρικόσ εξουςύασ για την οργϊνωςη τησ ϊμυνασ των κτηνοτροφικών
περιοχών τησ Φαλκιδικόσ.890
Φωρύσ να αποκλεύουμε την παραπϊνω ερμηνεύα και ςυνεξετϊζοντασ την απουςύα περιμετρικών
οχυρώςεων ςτισ ανωτϋρω χερςονόςουσ, ύςωσ θα ϋπρεπε να δεχθοϑμε ϐτι τα διατειχύςματα
αποςκοποϑςαν μϐνο ςτην απϐ ξηρϊσ ϊμυνα, ςε μια προςπϊθεια υπερϊςπιςησ τησ εξϐδου ςτο Αιγαύο,
επιβεβαιώνοντασ την αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα.
888 Ρεβϊνογλου, Αικ., Γεωγραφικϊ και Εθνογραφικϊ ςτοιχεύα ςτο ϋργο του Προκϐπιου Καιςαρεύασ (2005), 172, 175
889 Σο διατεύχιςμα τησ Καςςϊνδρειασ διαφοροποιεύται μορφολογικϊ, λειτουργικϊ και χρονολογικϊ και, ωσ εκ τοϑτου, εξετϊςτηκε ςτο
κεφϊλαιο που αφορϊ ςτον οικιςμϐ τησ Καςςϊνδρειασ.
890 Παπϊγγελοσ 1994Β, 37-38
283
ερεύπια εκκληςιών, μοναςτηριών, μονυδρύων, μοναςτικών ςυγκροτημϊτων αλλϊ και καθαγιαςμϋνα
ςπόλαια και αγιϊςματα.
ε οριςμϋνεσ περιπτώςεισ τα λατρευτικϊ κτύρια τησ νϋασ θρηςκεύασ χτύζονται πϊνω ςτα ερεύπια
των αρχαύων ιερών. Ψςτϐςο, η εικϐνα που ϋχουμε εύναι κατακερματιςμϋνη και βαςύζεται κυρύωσ ςε
επιφανειακό ϋρευνα αφοϑ δεν ϋχει προηγηθεύ ςτισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ αναςκαφό. υνεπώσ,
δεν μποροϑν να υπϊρξουν διαπιςτώςεισ για ιδεολογικϋσ πρακτικϋσ.
ε αρκετϋσ περιπτώςεισ, διαπιςτώθηκε η ανϋγερςη μεςοβυζαντινών ναών ςτα ερεύπια
κατεςτραμμϋνων -ςκοπύμωσ ό ϐχι- πρωτοβυζαντινών βαςιλικών. Οι υςτεροβυζαντινού ναού μϊλλον
χτύζονται χωρύσ κϊποιον χωροταξικϐ ό ιδεολογικϐ περιοριςμϐ. Δεν γνωρύζουμε επύςησ τουσ
οικοδομικοϑσ τϑπουσ τησ μεςοβυζαντινόσ και υςτεροβυζαντινόσ εποχόσ καθώσ δεν ϋχουν εντοπιςτεύ,
δεν ϋχουν αναςκαφεύ ό δημοςιευτεύ και για τισ περιπτώςεισ που γύνεται αναφορϊ, δεν δημοςιεϑονται
περιγραφϋσ, ςχϋδια και κατϐψεισ.
Συπολογύα
Σο μϐνο περύκεντρο λατρευτικϐ κτύριο ςτη Φαλκιδικό εύναι το ελεϑθερο τετρϊκογχο ςτην
Περιςτερϊ που λειτουργεύ απϐ τον 9ο αιώνα μϋχρι ςόμερα, αρχικϊ ωσ μοναςτηριακϐσ και, κατϐπιν, ωσ
284
ενοριακϐσ ναϐσ αφιερωμϋνοσ ςτον Ωγιο Ανδρϋα. Η αρχικό του φϊςη τοποθετεύται χωρύσ απϐλυτη
βεβαιϐτητα ςτα υςτερορωμαώκϊ-πρωτοβυζαντινϊ χρϐνια (εικ. 113-114)
Οι βαςιλικϋσ μποροϑν να αντιμετωπιςτοϑν ςαν ενιαύο ςϑνολο. Οι περιςςϐτερεσ εύναι τρύκλιτεσ. ε
ϐλεσ ςχεδϐν τισ βαςιλικϋσ τησ Φαλκιδικόσ, το κεντρικϐ κλύτοσ ϋχει πλϊτοσ ϐςο τα δϑο πλϊγια μαζύ ό
και μεγαλϑτερο. Επύςησ, ο κυρύωσ ναϐσ, χωρύσ την αψύδα και τον νϊρθηκα, ϋχει κατϊ κανϐνα
μεγαλϑτερο πλϊτοσ απϐ ϐτι μόκοσ, ϋτςι ώςτε να δεύχνουν μύα τϊςη προσ το τετρϊγωνο και ϐχι προσ το
ορθογώνιο παραλληλϐγραμμο ςχόμα. Ο κατϊ μόκοσ ϊξονϊσ τουσ υπεριςχϑει με την προςθόκη ενϐσ ό
δϑο ναρθόκων (βαςιλικό Ζϋπκου-εικ. 115). 892
Καταςκευαςτικϊ χαρακτηριςτικϊ
Οι τοιχοποιύεσ των βαςιλικών παρουςιϊζουν ομοιϐτητεσ. Οι εξωτερικού τούχοι καταςκευϊζονταν
απϐ αμιγό λιθοδομό, με χρόςη παλαιϐτερου οικοδομικοϑ υλικοϑ ςτισ περιπτώςεισ που γειτνιϊζουν με
αρχαύουσ οικιςμοϑσ (βαςιλικϋσ Ζϋπκου, Ακϊνθου). τη βαςιλικό του Ζϋπκου, λιθϐπλινθοι απϐ ντϐπιο
γρανύτη ϋχουν επαναχρηςιμοποιηθεύ ςτισ γωνύεσ, τα θυρώματα και την αψύδα.
Η τρύκλιτη βαςιλικό των Μαριανών διαςώζει την κεντρικό ημικυλινδρικό αψύδα μϋχρι το
τεταρτοςφαύριο. (εικ. 116-117) Εξωτερικϊ εύναι βαθμιδωτό, κτιςμϋνη με αργολιθοδομό και διαθϋτει
τρύα μεγϊλα μονϐλοβα παρϊθυρα. Απϐ την γϋνεςη των τϐξων και πϊνω παρεμβϊλλονται ζώνεσ με
ςειρϋσ πλύνθων. ώζεται τμόμα του τεταρτοςφαιρύου τησ κϐγχησ, χτιςμϋνο απϐ αμιγό πλινθοδομό,
απϐ την εξωτερικό ςτϋγαςη του οπούου ςώζεται μονό υποχώρηςη. Φρονολογεύται ςτα τϋλη του 6 ου με
αρχϋσ 7ου αιώνα. Πϊνω ςτον νϐτιο ςτυλοβϊτη ϋχει κτιςτεύ τούχοσ, που μαρτυρεύ ϐτι η λατρεύα εύχε
κϊποτε περιοριςτεύ ςτο κεντρικϐ κλύτοσ.893
Ο χωριςμϐσ των κλιτών γινϐταν ςε ϐλουσ τουσ ναοϑσ με κιονοςτοιχύεσ μαρμϊρινων κιϐνων.
Ενδεύξεισ παραθϑρων ςώζονται μϐνο ςτην αψύδα τησ βαςιλικόσ των Μαριανών, ϐπου αρχικϊ
ανούγονταν τρύα ευρϑχωρα παρϊθυρα, τα οπούα κλεύςτηκαν ςε μεταγενϋςτερη φϊςη (πιθανώσ πριν
την ύδρυςη του ναώδρύου ςτο ανατολικϐ τμόμα του κεντρικοϑ κλύτουσ). Θυραύα ανούγματα
εντοπύςτηκαν μϐνο ςτουσ δυτικοϑσ τούχουσ των ναών και ςτουσ νϊρθηκεσ. Σα περιθυρώματα και οι
ςυμφυεύσ με την τοιχοποιύα πεςςού καταςκευϊζονται απϐ εναλλαςςϐμενεσ ζώνεσ λύθων και πλύνθων ό
απϐ αμιγό πλινθοδομό. ε ϐλεσ τισ περιπτώςεισ ϋχουμε τετρϊγωνεσ περύπου πλύνθουσ, με ιςοπαχό ό
ελαφρώσ μεγαλϑτερο αρμϐ απϐ κουραςϊνι. Οι πλύνθοι κυμαύνονται απϐ 33 ϋωσ 38 εκατοςτϊ και το
πϊχοσ τουσ απϐ 3 ϋωσ 4 εκ.894
892 Σςιγαρύδασ 1976, 285-286, ςχ. 3, ΠΙΝ. 232 ̇̇Παπϊγγελοσ 1979, 138, του ιδύου 1998Δ, 81, εικ. 3 (ςημεύο 63 ςτον χϊρτη)
893 Βαραλόσ, Ι. Δ., Η επύδραςη τησ Θεύασ Λειτουργύασ και των Ιερών Ακολουθιών ςτην Εκκληςιαςτικό Αρχιτεκτονικό του Ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ, τ.
Α΄, αδημ. διδ. διατρ., Θεςςαλονύκη (2000), 338-339
894 Ακριβοποϑλου 1998, 37-38
285
Οι βαςιλικϋσ που ϋχουν εντοπιςτεύ ςτη Φαλκιδικό δεν ϋχουν αναςκαφεύ ςυςτηματικϊ και οι
λιγοςτϋσ δημοςιεϑςεισ δεν δύνουν ςτοιχεύα που θα επϋτρεπαν να ςχηματύςουμε μια εικϐνα για την
εςωτερικό διϊρθρωςό τουσ.
Φαρακτόρασ-Λειτουργύα
Σο τετρϊκογχο τησ Περιςτερϊσ, λϐγω τησ κϊτοψόσ του, θεωρόθηκε ςτην αρχικό του φϊςη ωσ
ταφικϐ κτύςμα, χτιςμϋνο μϊλιςτα ςε ταφικϐ τϑμβο. Πρϐκειται, κατϊ ςυνϋπεια, εύτε για εθνικϐ ηρώο
εύτε για χριςτιανικϐ μαρτϑριο, που χρονολογεύται ςτην υςτερορωμαώκό περύοδο. Θα πρϋπει αρχικϊ να
χρηςιμοποιοϑνταν και ωσ λατρευτικϐσ χώροσ, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ την αναφορϊ ςτον Βύο του Οςύου
Ευθυμύου του Νϋου, ϐτι εκεύ βριςκϐταν το αρχαύο τϋμενοσ του Αγύου Ανδρϋα. τισ τϋςςερισ πλευρϋσ
του πυρόνα ανούγονται ιςϊριθμοι ορθογώνιοι χώροι, ςτισ τρεισ ελεϑθερεσ πλευρϋσ των οπούων
ςχηματύζονται κϐγχεσ ςτο πϊχοσ τησ τοιχοποιύασ.895 Εςωτερικϊ, ο χώροσ ϋχει κϊτοψη ιςοςκελοϑσ
ςταυροϑ με λοβοειδεύσ απολόξεισ κεραιών, ενώ ςτον τετρϊγωνο πυρόνα, διαμορφώνονται τϋςςερα
γωνιαύα διαμερύςματα με τη χρόςη τεςςϊρων κιϐνων. τουσ κύονεσ αυτοϑσ πατοϑςε χαμηλϐ φουρνικϐ
που ςτϋγαζε τον κεντρικϐ χώρο, ενώ οι πλϊγιοι χώροι καλϑπτονταν απϐ ημικυλινδρικό καμϊρα.
Αντιθϋτωσ, ο Ορλϊνδοσ, που χρονολογεύ το μνημεύο ςτη μεςοβυζαντινό περύοδο, θεωρεύ ϐτι το μνημεύο
καλϑπτονταν απϐ τροϑλλουσ.896 Η ανατολικό κϐγχη εύχε εξαγωνικό μορφό πριν την προςθόκη των
παρεκκληςύων, πιθανώσ, κατϊ την πρωτοβυζαντινό φϊςη του ναοϑ, εύτε κατϊ την αρχικό για να
τονιςτεύ ο χώροσ του ιεροϑ. 897
Οι βαςιλικϋσ τησ τοϑμπασ τησ Βρϑασ, του ωλόνοσ και τησ Ακϊνθου όταν κατϊ πϊςα πιθανϐτητα
ενοριακϋσ. Για τον μεγαλϑτερο αριθμϐ ϐμωσ των εντοπιςμϋνων βαςιλικών εύναι αδιευκρύνιςτη η
λειτουργύα τουσ και για ϊλλη μια φορϊ θα αποδώςουμε αυτό την αςϊφεια ςτην ϋνδεια των
αναςκαφικών ερευνών.
895Μαυροποϑλου-Σςιοϑμη, Φρ., «Περιςτερϊ. Σϐποσ και Ιςτορύα», Μνόμη Δ. Λαζαρύδη. Πϐλισ και χώρα ςτην αρχαύα Μακεδονύα και Θρϊκη.
̇
Πρακτικϊ Αρχαιολογικοϑ υνεδρύου, Καβϊλα 9-11 ΜαϏου 1986 (1990), 145-149, 146 ̇ Μαυροποϑλου-Σςιοϑμη, Φρ.,-Κοϑντουρασ, Α., «Ο ναϐσ του
Αγύου Ανδϋα ςτην Περιςτερϊ», Κληρονομύα 13 (1981), Β’, 487-497
̇
896 Μαυροποϑλου-Σςιοϑμη-Κοϑντουρασ, ϐ.π. 493, ςχ. 5 Ορλϊνδοσ,
̇ Α. Κ., «Σο καθολικϐν τησ παρϊ την Θεςςαλονύκην Μονόσ Περιςτερών»,
ΑΒΜΕ 7 (1951), 146-6-167, 167 εικ. 7
897 Μαυροποϑλου-Σςιοϑμη, 1990, 146
286
Άγιοσ Μϊμασ: την περιοχό του Αγύου Μϊμαντοσ, ςτην προώςτορικό τοϑμπα, εντοπύςτηκε μϋροσ
μονϐχωρου ναοϑ τριών οικοδομικών φϊςεων. Η βαςικό φϊςη χρονολογεύται ςτον 12 ο – 13ο αιώνα.898
(εικ. 118)
Όλυνθοσ: Ο ναϐσ τησ Ολϑνθου, αφιερωμϋνοσ ςτον Ωγιο Νικϐλαο, χρονολογεύται απϐ τον
Βοκοτϐπουλο ςτην 4η ό 5η δεκαετύα του 11ου αιώνα και πρϋπει να ςχετύζεται με τον ναϐ που
αναφϋρεται ςε πρακτικϐ τησ Ιβόρων το 1047 και κατϐπιν τησ Καςταμονύτου το 1341. 899
Καλλιθϋα: το Ιερϐ του Ωμμωνοσ Διϐσ, πϊνω απϐ την εύςοδο του ςπηλαύου – Ιεροϑ των Νυμφών
και του Διονϑςου εντοπύςτηκε μονϐχωροσ ναϐσ που χρονολογεύται ςτη μεςοβυζαντινό περύοδο. Η
τοιχοδομύα του εύναι καταςκευαςμϋνη με αρχαύο οικοδομικϐ υλικϐ των κτιρύων του Ιεροϑ με
παρϊλληλη χρόςη πωρϐλιθων και θραυςμϊτων πλύνθων.900
Ολυμπιϊδα: την Ολυμπιϊδα ςτο νηςϊκι Κϊπροσ ϋχουν εντοπιςτεύ κατϊλοιπα μεςοβυζαντινοϑ
ναοϑ που ςχετύζεται με τον οικιςμϐ τησ ύδιασ περιϐδου.
Άγιοσ Νικϐλαοσ Μελιςςουργεύου: (εικ. 119-121) Ϊνα ιδιαύτερο δεύγμα βυζαντινόσ αρχιτεκτονικόσ
εύναι το Καθολικϐ του Αγύου Νικολϊου του Μελιςςουργεύου, ϋξω απϐ τα ςημερινϊ ςϑνορα του Αγύου
Όρουσ. Πρϐκειται για μονϐχωρο τρύκογχο ναϐ ςε ερειπιώδη κατϊςταςη. Η τοιχοποιύα εύναι απϐ
αργολιθοδομό με αραιϋσ ζώνεσ πλινθοδομόσ. Τπϊρχουν πλύνθινα τϐξα ςτα ανούγματα και η θολοδομύα
εύναι απϐ πλύνθουσ. Φρονολογεύται ςτον 11ο ό 12ο αιώνα.901
Συπολογύα
Ο ναϐσ που εντοπύςτηκε και αναςκϊφηκε ςτην Καλλιθϋα, πϊνω απϐ την εύςοδο του Ιεροϑ των
Νυμφών εύναι μονϐχωροσ, δρομικϐσ.
Ο ναϐσ τησ τοϑμπασ του Αγύου Μϊμαντοσ εύναι μονϐχωροσ τριών οικοδομικών φϊςεων. Πρώτοσ
χρονολογικϊ ναϐσ πιθανολογεύται ϐτι όταν ο μικρϐτεροσ, εφϐςον τα θεμϋλιϊ του εύναι βαθϑτερα και οι
υπϐλοιπεσ φϊςεισ διαγρϊφονται καθαρϊ πϊνω ςε αυτϐν. Οι τούχοι του δεν ςώζονται ακϋραιοι.
Αποκαλϑφθηκε η κϐγχη του ιεροϑ, ϐλη η πορεύα του νϐτιου τούχου, ϋνα τμόμα του βϐρειου τούχου και
ϐλοσ ο δυτικϐσ. Δεν δύνονται διαςτϊςεισ. Αργϐτερα, ϊγνωςτο πϐτε, προςτϋθηκαν δϑο ακϐμα κϐγχεσ
898 τρατό, Α., «10η Εφορεύα Βυζαντινών Αρχαιοτότων. Αναςκαφικϋσ εργαςύεσ. Νομϐσ Φαλκιδικόσ. Όλυνθοσ. Σοϑμπα Αγύου Μϊμαντοσ», ΑΔ 51,
Φρονικϊ Β2 (1996), 512 πύν. 142δ.
899 Βοκοτϐπουλοσ, Π. Λ., «Ο βυζαντινϐσ ναϐσ τησ Ολϑνθου», Διεθνϋσ υμπϐςιο. Βυζαντινό Μακεδονύα 324-1430 μ.Φ., Θεςςαλονύκη 29-31
Οκτωβρύου 1992, (1995), 45-56
900 Σςιγαρύδασ 1971, 35-36 εικ. 1-3
Μουτςϐπουλοσ, Ν. Κ., Εκκληςύεσ τησ Καςτοριϊσ. 9οσ-11οσ αιώνασ, Θεςςαλονύκη 1992, 61-65 εικ. 60-64 (κϊτοψη, μερικό ϊποψη, λεπτομϋρειεσ,
901
̇
αρχιτεκτονικϐ μϋλοσ) ̇ Μαμαλοϑκοσ, τ., Σο Καθολικϐ τησ Μονόσ Βατοπεδύου. Ιςτορύα και αρχιτεκτονικό, (διδακτορικό διατριβό), Αθόνα (2001),
293-294 ςχ. 108-109 εικ. 464, «ϑνταγμα των μεςοβυζαντινών ναών του Αγύου Όρουσ. Περιοχό Ουρανουπϐλεωσ – Ναϐσ Αγ. Νικολϊου
̇
(Καθολικϐ Μονόσ Μελιςςουργεύου). Παρεκκλόςιο Αγύου Νικολϊου» ̇ Καραμανύδου 2007, 95-100 αρ. 20, 203-205 εικ. 22-28.
287
ςτην πρώτη φϊςη, απϐ τισ οπούεσ ςώζονται αυτϋσ του ιεροϑ. τον βϐρειο τούχο διακρύνονται αρκετϊ
καθαρϊ οι δϑο επϐμενεσ φϊςεισ, που ξεχωρύζουν απϐ τουσ τούχουσ που εύναι προςαρμοςμϋνοι μεταξϑ
τουσ και φϋρουν κονιϊματα. τα δυτικϊ υπόρχε νϊρθηκασ.902
Ο ναϐσ τησ Ολϑνθου, αφιερωμϋνοσ ςτον Ωγιο Νικϐλαο, εύναι ςϑνθετοσ τετρακιϐνιοσ ςταυροειδόσ
εγγεγραμμϋνοσ με νϊρθηκα. τα ανατολικϊ προεξϋχουν μια τρύπλευρη και δϑο καμπϑλεσ αψύδεσ. Οι
ςυνολικϋσ διαςτϊςεισ του κτιρύου εύναι 16.85*8.40 μ. Σισ μακρϋσ πλευρϋσ του μνημεύου διαμορφώνουν
αψιδώματα απϐ ϑψουσ 25 εκ. και ϊνω. Η παραλλαγό αυτό του ςταυροειδοϑσ ναοϑ, δηλαδό του
τετρακιϐνιου με τριμερϋσ Ιερϐ Βόμα προςκολλημϋνο ςτο βαςικϐ τετρϊγωνο, εύναι γνωςτό ςτη
Θεςςαλονύκη και ςτο Ωγιον Όροσ. Σα ςκϋλη του ςταυροϑ και το Ιερϐ Βόμα θα καλϑπτονταν απϐ
καμϊρεσ. Σο ςχόμα των παραβημϊτων δεύχνει ϐτι καλϑπτονταν απϐ ςταυροθϐλια και καμϊρα ςτισ
κϐγχεσ ενώ ο νϊρθηκασ δεν αποκλεύεται να εύχε κατηχοϑμενα.903
Καταςκευαςτικϊ χαρακτηριςτικϊ
την περύπτωςη τησ Καλλιθϋασ, η ανωδομό εύναι επιμελημϋνη με παρϊλληλη χρόςη πωρϐλιθων
και θραυςμϊτων πλύνθων, ςε ϋνα χαλαρϐ πλιθοπερύκλειςτο ςϑςτημα, ενώ ϋχει γύνει εκτεταμϋνη χρόςη
αρχαύου υλικοϑ.
την τοϑμπα του Αγύου Μϊμαντοσ, ο διπλϐσ τούχοσ τησ μεταγενϋςτερησ φϊςησ εύναι αρκετϊ
επιμελημϋνοσ. Σο κτύριο εύναι κτιςμϋνο με αργοϑσ λύθουσ τοποθετημϋνουσ με ϊφθονο κονύαμα ςε
οριζϐντιεσ ςτρώςεισ, που χωρύζονται με απλϋσ ςειρϋσ πλύνθων και αρχιτεκτονικϊ μϋλη απϐ αρχαύα
κτύρια ςε β΄ χρόςη. Σα τοϑβλα εύναι αμελοϑσ καταςκευόσ απϐ ανοιχτϐχρωμο κοκκινωπϐ πηλϐ. τισ
παραςτϊδεσ των αψιδωμϊτων ϋχουν χρηςιμοποιηθεύ ορθογωνιςμϋνοι λύθοι. Η ςφενδϐνη του τροϑλου
όταν πλύνθινη, οκτϊπλευρη με ϋνα παρϊθυρο ςε κϊθε πλευρϊ. την βϊςη υπόρχε μαρμϊρινοσ
λοξϐτμητοσ κοςμότησ. Ο τροϑλοσ και το τϐξο τησ βϐρειασ πλευρϊσ πρϋπει να όταν κτιςμϋνα με την
τεχνικό τησ κρυμμϋνησ πλύνθου, ϐπου οι ορατϋσ διαςτϊςεισ των πλύνθων και των αρμών εύναι περύπου
ύςεσ. 904
Ο ναϐσ του Μελιςςουργεύου ϋχει χτιςτεύ με χρόςη του εγχϐρηγου ςυςτόματοσ αργολιθοδομόσ με
τη μεςολϊβηςη πολλών βηςϊλων κατϊ οριζϐντια διαςτόματα και, καθ΄ ϑψοσ, εντοπύζονται επύςησ ςε
οριζϐντιεσ ςτρώςεισ ϋξι βηςϊλων μϋςα ςε ϊφθονο ςτρώμα αςβεςτοκονιϊματοσ. ε οριςμϋνα ςημεύα
του ναοϑ εντοπύζεται η τεχνικό τησ κρυμμϋνησ πλύνθου. Οι τρεισ ημιεξαγωνικϋσ εξωτερικϊ κϐγχεσ του
ναοϑ ανούγονται ςτην ανατολικό, βϐρεια και νϐτια πλευρϊ. τα δυτικϊ υπόρχε νϊρθηκασ που
προεξεύχε ςυμμετρικϊ ςτη βϐρεια και νϐτια πλευρϊ. το εςωτερικϐ του ιεροϑ παρατηροϑμε δϑο
ςυμμετρικϋσ κϐγχεσ εγγεγραμμϋνεσ ςτον βϐρειο και νϐτιο τούχο.905
288
τον Άγιο Ανδρϋα Περιςτερών ϋχει χρηςιμοποιηθεύ εγχϐρηγη αργολιθοδομό με παχϑ ςτρώμα
κονιϊματοσ. τουσ τροϑλουσ χρηςιμοποιόθηκαν ςποραδικϊ τεμϊχια πλύνθων. 1
Η κατϊςταςη διατόρηςησ των περιςςϐτερων μεςοβυζαντινών ναών δεν επιτρϋπει την
διαμϐρφωςη εικϐνασ για τα ανούγματα ό την εςωτερικό διαρρϑθμιςό τουσ.
τον Άγιο Νικϐλαο Μελιςςουργεύου διαςώθηκε ϋνα μικρϐ επύκρανο ςυμφυϋσ με επύθημα κιονύςκου
απϐ δύλοβο ύςωσ παρϊθυρο του ναοϑ.906
Ο ναϐσ του Αγύου Ανδρϋα Περιςτερών απολόγει ςε τρεισ κϐγχεσ απϐ τισ οπούεσ η κεντρικό εύναι
τρύπλευρη εξωτερικϊ, ενώ οι πλϊγιεσ εύναι ημικυκλικϋσ εςωτερικϊ και εξωτερικϊ. Σα παραβόματα
εύναι αςϑμμετρα, οπϐτε εύναι μεταγενϋςτερεσ προςθόκεσ, επομϋνωσ ςτην πρώτη φϊςη του ναοϑ όταν
ελεϑθεροσ τετρϊκογχοσ ςταυρϐσ. Σα παραβόματα αποτελοϑν δϑο ακανϐνιςτουσ ορθογώνιουσ
καμαροςκϋπαςτουσ χώρουσ με τοξωτϋσ διϐδουσ επικοινωνύασ, τϐςο με το Ιερϐ Βόμα ϐςο και με το
εγκϊρςιο ςκϋλοσ του ςταυροϑ.
Ο κεντρικϐσ τροϑλοσ εύναι οκταγωνικϐσ με διαγώνια τοποθϋτηςη φωτιςτικών θυρύδων ςτον
ϊξονα του ναοϑ. υγκεκριμϋνα, ςε κϊθε μια απϐ τισ οκτώ πλευρϋσ ανούγονται ιςϊριθμα μονϐλοβα
ορθογώνια παρϊθυρα που περιβϊλλονται απϐ αραιϊ βόςαλα μϋςα ςτο πϊχοσ του κονιϊματοσ.
Σροϑλοι ημικυλινδρικού, ελλειπτικόσ μορφόσ ςκεπϊζουν τισ τϋςςερισ κεραύεσ του ςταυροϑ.
Μονϐλοβα παρϊθυρα ανούγονται και ςτισ τρεισ κϐγχεσ του Ιεροϑ Βόματοσ και ςτην κεντρικό
κϐγχη τησ βϐρειασ κεραύασ του ςταυροϑ. Ο ναϐσ εξωτερικϊ δεν διαθϋτει διϊκοςμο. Η κϑρια εύςοδοσ
βρύςκεται ςτα δυτικϊ του ναοϑ.907
το εςωτερικϐ του νϊρθηκα του Αγύου Νικολϊου Ολϑνθου, υπόρχαν τϋςςερα αψιδώματα-απϐ δϑο
ςτην ανατολικό και δυτικό πλευρϊ του. Ο τροϑλοσ ςτηριζϐταν με κύονεσ εκ των οπούων μϐνο δϑο
τμόματα ςώζονται. Η εύςοδοσ γύνονταν απϐ δϑο θϑρεσ: μύα ςτην δυτικό πλευρϊ και μύα ςτο ΝΔ
διαμϋριςμα. Λύθινεσ πλϊκεσ κϊλυπταν το δϊπεδο του βϐρειου κλύτουσ, μαρμαροθϋτημα με
ςυμπλεκϐμενουσ κϑκλουσ τον χώρο κϊτω απϐ τον τροϑλο και δϊπεδο απϐ ϊςπρα και μαϑρα βϐτςαλα
το Ιερϐ Βόμα ό τμόμα του. 908
Φαρακτόρασ-Λειτουργύα
Κατϊ μόκοσ τησ δυτικόσ και βϐρειασ εξωτερικόσ πλευρϊσ του ναοϑ ςτην τοϑμπα του Αγύου
Μϊμαντοσ εντοπύςτηκαν αρκετού τϊφοι διαφϐρων τϑπων ενώ υπόρχαν και ανακομιδϋσ, που ύςωσ
ςυνδϋονται με κοιμητηριακό χρόςη του ναοϑ.
Ο Άγιοσ Ανδρϋασ Περιςτερών όταν το καθολικϐ τησ ομώνυμησ μονόσ, ενώ για τον ναϐ τησ Ολϑνθου
δεν ϋχουμε πληροφορύεσ.
289
ταχυολογώντασ πληροφορύεσ απϐ τα δημοςιευμϋνα ϋγγραφα των αθωνικών μονών,
διαπιςτώνουμε την ϑπαρξη δεκϊδων εκκληςιών ςτην ϑπαιθρο τησ Φαλκιδικόσ. Αναφϋρονται με το
ϐνομα του αγύου ςτο οπούο τιμώνται και κϊποιεσ φορϋσ μασ δύνουν πληροφορύεσ για την οικοδϐμηςη
και εγκατϊλειψη τουσ ςε παλιϐτερεσ περιϐδουσ, για τουσ ιδιοκτότεσ, τουσ δωρητϋσ ό αναςτηλωτϋσ
τουσ και, πολϑ ςπϊνια, μορφολογικϊ ςτοιχεύα αρχιτεκτονικόσ και διακϐςμηςησ.
ε ϋγγραφο του Κριτό του Θϋματοσ Θεςςαλονύκησ Νικολϊου του 996, αναφϋρεται ϐτι ςτην
περιοχό των Μαριανών, ςε ϋναν ραχώνα βρύςκεται ο ναϐσ του αγύου Προφότη Ηλιοϑ, ςτο βουνϐν
Βολυβόδασ, κοντϊ ςτο βαςιλικϐ γηροκομεύο.909Καθώσ η εκκληςύα χρηςιμοποιεύται ςε περιοριςμϐ ωσ
ορϐςημο, δεν δύνονται πληροφορύεσ μορφολογικϋσ. Η δεϑτερη φϊςη του ναοϑ του Αγύου Ανδρϋα
Περιςτερών αναφϋρεται ςε πωλητόρια πρϊξη του 897.910
Ϊνα δεϑτερο ϋγγραφο που χρονολογεύται ςτο 1104 και φυλϊςςεται ςτο αρχεύο τησ Ι. Μ.
Ιβόρων911, εύναι το μϐνο που μασ δύνει πληροφορύεσ για την τυπολογύα και τα υλικϊ δομόσ οριςμϋνων
εκκληςιών τησ Φαλκιδικόσ. Βϊςει αυτοϑ μποροϑμε να ςχηματύςουμε μια εικϐνα για τη μορφό που
μπορεύ να εύχαν οι ναού τησ υπαύθρου. Παραθϋτουμε αποςπϊςματα:
290
Εκκληςύα Αγύασ Σριϊδοσ ςτην περιοχό του Κϊςτρου των Βρεών:
τ. 259: «Πρϐσ τοϑτοισ παρεδϐθη τοῖσ αὐτοῖσ μοναχοῖσ καύ ἐν τῆ περιοχῆ τοῦ κϊςτρου Βρυῶν
ἐκκληςύα ἡ Ἁγύα Σριϊσ τρουλωτό ἐγχϐρηγοσ ὑποκϋραμοσ».
291
ἐφϑτευςα ἀμπελῶνασ ὁπωροφϐρα τε δϋνδρα πολλϊ καύ ποικύλλα, ἃ καύ μϋχρι τῆσ ςόμερον φαύνωνται
πρϐσ τοϑτοισ ἐπούηςα καύ βαγϋνια μϐχθω (…) καύ τοῦ κελλύου περιεποιηςϊμην».
Ψσ προσ την τυπολογύα τουσ, οι τρεισ απϐ τισ εκκληςύεσ του εγγρϊφου εύναι δρομικϋσ και οι τρεισ
τρουλαύεσ. Μϊλιςτα η εκκληςύα του Βολβοϑ ϋχει τρεισ τροϑλουσ. Εύναι ϐλεσ λιθοπλινθϐκτιςτεσ ό απλϊ
πλινθϐκτιςτεσ και κεραμοςκεπεύσ με εξαύρεςη και πϊλι την εκκληςύα του Βολβοϑ που εύναι
πηλοςκεπόσ. Μεταξϑ των υλικών δομόσ, ςυγκαταλϋγεται και το ξϑλο. Οι δϑο ϋχουν νϊρθηκα και η μια
προςτώο. Όλεσ εύναι επιχριςμϋνεσ με αςβεςτοκονύαμα. Οι τρεισ εύναι τοιχογραφημϋνεσ και μϊλιςτα
για την εκκληςύα του Βολβοϑ πληροφοροϑμαςτε ϐτι όταν ιςτορημϋνη με δεςποτικϋσ ςκηνϋσ.
292
Δυςτυχώσ, αν δεν προηγηθεύ αναςκαφικό ϋρευνα δεν μποροϑμε να ταυτύςουμε τισ αναφερθεύςεσ
ςτα ϋγγραφα εκκληςύεσ με τα κατϊλοιπα των ναών που εντοπύζονται επιφανειακϊ.
293
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. Δεν αναφϋρεται ϐμωσ η θϋςη, ο αριθμϐσ των τϊφων και δεν δημοςιεϑεται
ςχϋδιο του νεκροταφεύου.916
τον πρωτοβυζαντινϐ οικιςμϐ που αναςκϊφηκε εν μϋρει ςτο Γερϊνι, το νεκροταφεύο εκτεύνεται
ςτην παραθαλϊςςια ζώνη, αμϋςωσ δυτικϊ του ϋλουσ. Οι τϊφοι, κιβωτιϐςχημοι και καμαροςκεπεύσ,
χρηςιμοποιόθηκαν μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα. Οι περιςςϐτεροι εύναι χτιςμϋνοι με οικοδομικϐ υλικϐ
προερχϐμενο απϐ αρχαύα κτύρια, τησ γειτονικόσ ϊνησ. Οι τϊφοι όταν κτεριςμϋνοι με κοςμόματα
(κυρύωσ χϊλκινα ςκουλαρύκια και δαχτυλύδια, κϊποια αργυρϊ και πολϑχρωμεσ χϊντρεσ απϐ
υαλϐμαζα), λυχνϊρια και λύγα νομύςματα.917
το Ιερϐ του Άμμωνοσ Διϐσ ςτην Καλλιθϋα, ςτα οικϐπεδα 145-147, μετϊ την εγκατϊλειψη του
Ιεροϑ και των γειτονικών του κτιςμϊτων, ο χώροσ χρηςιμοποιόθηκε ωσ νεκροταφεύο απϐ τον 4ο
αιώνα και εξόσ. Δεν δύνονται, ωςτϐςο, ςτοιχεύα για τισ ταφϋσ και την ακριβό τουσ χρονολϐγηςη.918
την ανατολικό Φαλκιδικό, ςτη θϋςη Καψοϑλι επιςημϊνθηκε νεκροταφεύο, πιθανϐν
πρωτοβυζαντινών χρϐνων, ομούωσ και ςτη θϋςη Ωνω Ρϋτςανη, ϐπου ϐμωσ οι ταφϋσ εκτεύνονται και
ςτουσ μϋςουσ χρϐνουσ.
ε ςωςτικό αναςκαφό που πραγματοποιόθηκε με την ευκαιρύα τησ καταςκευόσ τησ επαρχιακόσ
οδοϑ Γοματύου-Ιεριςςοϑ, αποκαλϑφθηκε νεκροταφεύο ςτη θϋςη Καλογερικϊ, 1200 μ. περύπου ΒΑ του
Γοματύου προσ Ιεριςςϐ με ςυνεχό χρόςη του ταφικοϑ χώρου για ϋξι περύπου αιώνεσ.919
Κοιμητηριακϋσ Βαςιλικϋσ
τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ, ςτην Αγύα Παραςκευό Βϊλτασ, εντοπύςτηκαν οι θεμελιώςεισ
τριών βαςιλικών, η μύα εκ των οπούων ανϊγεται ςτην ϑςτερη ρωμαώκό περύοδο και περιλαμβϊνει
ταφϋσ τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ.
Ενδϋχεται η βαςιλικό τησ πρωτοβυζαντινόσ Ακϊνθου να εύχε κοιμητηριακό χρόςη και ύςωσ όταν
ϋνασ απϐ τουσ λϐγουσ που χρηςιμοποιόθηκε ωσ χώροσ απϐθεςησ νεκρών απϐ τον 9 ο αιώνα και εξόσ,
αποτελώντασ το κϑριο νεκροταφεύο τησ μεςαιωνικόσ Ιεριςςοϑ.
Μεμονωμϋνοι τϊφοι που πιθανώσ ανόκουν ςε μεγαλϑτερα νεκροταφεύα που δεν ϋχουν ερευνηθεύ.
Μεμονωμϋνοι τϊφοι που, πιθανώσ, ανόκουν ςε μεγαλϑτερα νεκροταφεύα εντοπύςτηκαν και
αναςκϊφηκαν ςτα Αλώνια Νϋασ Σενϋδου, ςτον Ωγιο Αντώνιο, ςτισ θϋςεισ Μπακϊλικο, Καψοϑλι, Ωνω
Ρϋτςανη και Ντρεβενύκοσ Βαρβϊρασ καθώσ και ςτο Ζϋπκο τησ τρατονύκησ.
294
Μεμονωμϋνοι τϊφοι που πιθανώσ ςχετύζονται με πρωτοβυζαντινϐ οικιςμϐ που δεν ϋχει εντοπιςτεύ ό
ερευνηθεύ.
την περιοχό τησ Νϋασ Ποτύδαιασ, ϐπου κατϊ πϊςα πιθανϐτητα εύχε αναπτυχθεύ ο
πρωτοβυζαντινϐσ οικιςμϐσ τησ Καςςϊνδρειασ, ςε ςτρωματογραφικό τομό που πραγματοποιόθηκε,
αποκαλϑφθηκε βυζαντινό φϊςη, ςτην οπούα ανόκαν δϑο ακτϋριςτοι τϊφοι, μια ελεϑθερη ταφό και
ϋνασ κεραμοςκεπόσ τϊφοσ, που χρονολογοϑνται ςτην ϐψιμη αρχαιϐτητα. Δεν δύνονται περαιτϋρω
ςτοιχεύα.920
τη θϋςη Ντρεβενύκοσ εντοπύςτηκε καμαροςκεπόσ τϊφοσ, λεύψανα οικιςμοϑ και το οχυρωματικϐ
κϊςτρο του λϐγου.921
τη Βαρβϊρα, εντοπύςτηκε εντϐσ του οικιςμοϑ κτιςτϐσ καμαροςκεπόσ τϊφοσ και αρκετϋσ
λακκοειδεύσ ταφϋσ, που χρονολογοϑνται ςτο α’ μιςϐ του 6ου αιώνα. Πρϐκειται μϊλλον για οργανωμϋνο
νεκροταφεύο, που ϐμωσ δεν ϋχει ερευνηθεύ ςυςτηματικϊ. τον ύδιο οικιςμϐ, ςτη θϋςη Γιϊζοσ,
εντοπύςτηκε ςυγκρϐτημα τριών βαςιλικών και ενϐσ βοηθητικοϑ κτύςματοσ με ληνϐ, ςε κοντινό
απϐςταςη μεταξϑ τουσ. Οι αναςκαφεύσ θεωροϑν ϐτι ϋχουμε να κϊνουμε με ϋνα ςυγκρϐτημα
λατρευτικοϑ χαρακτόρα του 5ου αιώνα που μϊλλον πρϋπει να ςχετύζεται με κϊποιον οικιςμϐ, λεύψανα
του οπούου εντοπύζονται ςποραδικϊ ςτην απϋναντι πλαγιϊ νοτιϐτερα του ερειπιώνα.
295
Σαφϋσ ςε εγκαταλειμμϋνουσ ναοϑσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου.
Σο μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο τησ Ιεριςςοϑ αποκαλϑφθηκε ςτον χώρο τησ βαςιλικόσ λύγο
βορειϐτερα τησ αρχαύασ νεκρϐπολησ. (εικ. 125-129) Μϋχρι ςτιγμόσ ϋχουν αποκαλυφθεύ 340 τϊφοι,
λακκοειδεύσ, καλλιγωτού και ϋνασ κιβωτιϐςχημοσ, μϊλλον αριςτοκρατικόσ οικογϋνειασ ςτο δυτικϐ
πρϐςκτιςμα τησ βαςιλικόσ. Σα βυζαντινϊ νομύςματα που ςυλλϋχθηκαν απϐ τισ επιχώςεισ του
νεκροταφεύου προςδιορύζουν και την περύοδο χρόςησ του, η οπούα κυμαύνεται απϐ τα μϋςα του 10ου
αι. ϋωσ τα τϋλη του 13ου αι.924
το εςωτερικϐ του κϊςτρου ςτο Νϋπωςι, ςτον ναϐ, που ανακαταςκευϊςτηκε τον 10ο αιώνα και
ςτο ϊμεςο περιβϊλλον του εντοπύςτηκαν πολλϋσ μεςοβυζαντινϋσ ταφϋσ.
̇
924 Laskaris 2000, 225 ̇ Παπϊγγελοσ 1988, 78-79
925 Παζαρϊσ –Σςανανϊ 1991, 289-301
296
εξϋλιξη και αναμϋνεται να δώςει ςημαντικϊ ςτοιχεύα για το μϋγεθοσ του πληθυςμοϑ τησ μεςαιωνικόσ
Ιεριςςοϑ.926
Γενικϊ, ωσ προσ τον χαρακτόρα των ταφών, κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ, κυριαρχεύ η οργϊνωςη, η
ομοιομορφύα και η κϊλυψη των τϊφων με πλϊκεσ αν και ςυχνϊ απαντώνται και λακκοειδεύσ ταφϋσ.
Αντύθετα, οι ανακομιδϋσ, οι πολλαπλϋσ ταφϋσ, αμελϋςτερεσ, και πϊντα ακτϋριςτεσ χαρακτηρύζουν την
υςτεροβυζαντινό περιϐδο.927
Ψσ προσ την τυπολογύα των τϊφων απαντοϑν οι κιβωτιϐςχημοι (κτιςμϋνοι με αρχαύο υλικϐ, με
αργοϑσ λύθουσ, κομμϊτια κεραμύδων, ςκεπαςμϋνοι με ςχιςτϐπλακεσ, πλευρϋσ επενδεδυμϋνεσ με
πλακοειδεύσ λύθουσ, κτιςτού με ανακομιδϋσ), οι λακκοειδεύσ –ατομικού ό ομαδικού-, καλλιγωτού και
ελεϑθερεσ ταφϋσ. Οι τϑποι αυτού ςυνϊδουν με τουσ τϑπουσ των ταφών που παρατηροϑνται ςε
μεςοβυζαντινϋσ θϋςεισ τησ Ηπεύρου928 και ϊλλων περιοχών τησ Μακεδονύασ.929 Με βϊςη τα μϋχρι τώρα
δεδομϋνα, οι πρϐχειρεσ ταφϋσ, ελεϑθερεσ και λακκοειδεύσ, υπερϋχουν αριθμητικϊ των υπολούπων. Οι
κτιςτού τϊφοι, που επικρατοϑςαν ςτισ προτιμόςεισ των μεςοαςτικών πληθυςμών ςτην
πρωτοβυζαντινό περύοδο εξακολουθοϑν να καταςκευϊζονται αλλϊ παρουςιϊζουν προχειρϐτερη
εικϐνα. Σϋλοσ, οι προνομιοϑχεσ τϊξεισ ενταφιϊζονται εντϐσ των ναών ό ςε προςκτύςματϊ τουσ (π.χ.
βαςιλικό Ιεριςςοϑ). (εικ. 132)
Ψσ προσ την επιλογό του χώρου ταφόσ των νεκρών, υπϊρχει μια εμφανόσ διαφορϊ μεταξϑ τησ
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου με την μϋςη και την ϑςτερη: η ςταδιακό ειςαγωγό των νεκρών ςτην πϐλη,
απϐ τον 6ο αιώνα και εξόσ. Σο επϐμενο ςτϊδιο αποτελοϑν ταφϋσ ςε εγκαταλειμμϋνουσ χώρουσ τησ
πϐλησ ενώ οι επιφανϋςτεροι πολύτεσ φαύνεται ϐτι αποκτοϑν το προνϐμιο τησ ταφόσ ςτισ αυλϋσ των
ναών και βαθμιαύα ςτο νϊρθηκα και ςτα πλϊγια κλύτη.
297
ε κϊποιεσ περιπτώςεισ ϋχουμε μεταςκευϋσ και λειτουργικϋσ αλλαγϋσ, χωρύσ ϐμωσ να υπϊρχει
διακοπό ςτη χρόςη των ρωμαώκών κτιρύων ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο. Η αρχικό λειτουργύα των
κτιρύων ςπϊνια εύναι γνωςτό.
τα κτύρια τησ πϐλησ παρατηροϑνται πολλϋσ καταςκευαςτικϋσ ομοιϐτητεσ. Εύναι ϐλα
καλοφτιαγμϋνα, απϐ αργολιθοδομό και ςε οριςμϋνα διαπιςτώνεται ακανϐνιςτη χρόςη πλινθύων ςτην
τοιχοποιύα. Σα περιθυρώματα εύναι καταςκευαςμϋνα απϐ αμιγό πλινθοδομό, με πϊχοσ αρμοϑ ύςο με το
πϊχοσ τησ πλύνθου.
Ανϊλογεσ καταςκευαςτικϋσ τεχνικϋσ ςυναντόςαμε ςτην τοιχοποιύα τησ βαςιλικόσ ςτα Μαριανϊ
τησ Ολϑνθου, ϐπου γύνεται χρόςη βηςϊλων ςτην τοιχοποιύα και ςτη βαςιλικό του Αγύου Γεωργύου,
ϐπου τα περιθυρώματα καταςκευϊζονται με αμιγό πλινθοδομό, με πϊχοσ αρμοϑ ύςο με το πϊχοσ τησ
πλύνθου.
την χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ, ςε ςϑντομησ διϊρκειασ ςωςτικό αναςκαφό που διενεργόθηκε
το 2006 ςτο οικ. 272 Α – Ο.Σ.65 (ιδιοκτηςύασ Απ. Δουλγϋρη) αποκαλϑφθηκαν αρχιτεκτονικϊ λεύψανα
και κινητϊ ευρόματα, που μαρτυροϑν την χρόςη του χώρου απϐ τουσ πρωτοβυζαντινοϑσ χρϐνουσ
μϋχρι την υςτεροβυζαντινό περύοδο. την πρωτοβυζαντινό περύοδο ανόκει ϋνα δύκτυο καλοχτιςμϋνων
τούχων, που ςυγκεντρώνονται ςτη ΝΑ γωνύα του οικοπϋδου. Η εϑρεςη θραυςμϊτων πύθων και
αμφορϋων επιτρϋπουν την υπϐθεςη ϐτι οι χώροι που οι εν λϐγω τούχοι ϐριζαν εύχαν αποθηκευτικό
χρόςη. Η καταςκευό μιασ εςτύασ ελλειπτικοϑ ςχόματοσ και ενϐσ τρύτου αγωγοϑ με κατεϑθυνςη ΝΔ-ΒΑ
ςτο μϋςον του οικοπϋδου αποτελοϑν μαρτυρύεσ δραςτηριοτότων, που δϑςκολα χρονολογοϑνται με
ακρύβεια.930
930 Απϐ το Ϊργο τησ 10ησ ΕΒΑ ςτη Φαλκιδικό κατϊ το 2006, ϋκδοςη 10ησ ΕΒΑ
298
Σα οικϐπεδα που βρύςκονται, κοντϊ ςτον λϐφο, ϐπου δϋςποζε το κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ, απϋδωςαν
πυκνϊ οικιςτικϊ ςϑνολα, που βριςκϐταν ςε ςυνεχό χρόςη απϐ τουσ ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ μϋχρι και τον
12ο αιώνα, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ το πλόθοσ των κινητών ευρημϊτων.
Οι χρόςεισ των κτιριακών ςυγκροτημϊτων των διαφορετικών περιϐδων δεν εύναι γνωςτϋσ. Απϐ
τα αποςπαςματικϊ δεδομϋνα, που ϋχουμε ωσ τώρα, μποροϑμε να εκτιμόςουμε ϐτι βριςκϐμαςτε ςτην
πλευρϊ τησ μεςαιωνικόσ πϐλησ, ςτην οπούα ςυγκεντρώνονταν οι κατοικύεσ τησ μεςαύασ τϊξησ και οι
βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ. Ψςτϐςο, το τελευταύο διϊςτημα ϊρχιςε η αναςκαφό ςημαντικοϑ
δημϐςιου οικοδομόματοσ εξαιρετικϊ επιμελημϋνησ καταςκευόσ ςτην περιοχό του λιμανιοϑ. Η
ςυνϋχιςη των αναςκαφικών ερευνών θα φωτύςει την αρχιτεκτονικό φυςιογνωμύα του και τη
λειτουργύα του ςτην μεςαιωνικό κοινωνύα τησ Ιεριςςοϑ.
Όςον αφορϊ ςτην καταςκευό των κτιρύων τησ μϋςησ και τησ Τςτεροβυζαντινόσ περιϐδου,
παρατηροϑμε ϐτι τα υλικϊ δομόσ εύναι ευτελϋςτερα ςε ςϑγκριςη με πρωιμϐτερεσ περιϐδουσ και η εν
γϋνει καταςκευό προχειρϐτερη. υνόθωσ χρηςιμοποιοϑνται κτύςματα τησ προγενϋςτερησ περιϐδου τα
οπούα επιμερύζονται και ανακαταςκευϊζονται. Οι ιδιωτικϋσ οικύεσ εύναι λαςπϐκτιςτεσ με λύθινη
θεμελύωςη και χωμϊτινα πατημϋνα δϊπεδα. Η κοινωνικό τϊξη των κατούκων διαφαύνεται μϐνο απϐ τα
κινητϊ ευρόματα.
Μορφολογύα των οικιών ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό: Σα δεδομϋνα των πηγών και τησ αρχαιολογικόσ
μαρτυρύασ
Με εξαύρεςη οριςμϋνεσ κατοικύεσ των αρχαύων και ρωμαώκών οικιςμών και ελϊχιςτα κατϊλοιπα
οικιών των βυζαντινών χρϐνων, η πληροφϐρηςό μασ για την ιδιωτικό αρχιτεκτονικό ςτην περιοχό τησ
Φαλκιδικόσ εύναι ςχεδϐν ανϑπαρκτη. Οι ςωςτικϋσ –ωσ επύ το πλεύςτον- αναςκαφϋσ ϋχουν φϋρει ςτο
φωσ οικοδομικϊ κατϊλοιπα τα οπούα παραπϋμπουν ςε ιδιωτικϊ ενδιαιτόματα, ωςτϐςο, εύναι πολϑ
δϑςκολο να γύνει μια καταγραφό των χώρων και τησ μορφολογύασ τουσ.
Όςον αφορϊ ςτισ οικύεσ των ευπορϐτερων τϊξεων, που κατϊ κοινό αποδοχό, εύναι πιο εϑκολα
εντοπύςιμεσ ςτον χώρο, δεν ϋχουμε δεύγματα με ςαφό χαρακτηριςτικϊ ςτην Φαλκιδικό. Μια αγροικύα
ςτην Μεγϊλη Κϑψα, ςτη δυτικό Φαλκιδικό εύναι το καλϑτερο δεύγμα αυτοϑ του τϑπου. Σο μεγϊλο
ψηφοθετημϋνο κτύριο ςτη Νϋα Καλλικρϊτεια δεν ϋχει δώςει ϋωσ τώρα ςαφεύσ ενδεύξεισ για το αν
πρϐκειται για ιδιωτικό κατοικύα κϊποιου εϑπορου ιδιοκτότη ό για δημϐςιο κτύριο. Απϐ τισ
μεταγενϋςτερεσ περιϐδουσ, θα μποροϑςαν να χαρακτηριςτοϑν πλοϑςιεσ ιδιωτικϋσ κατοικύεσ δϑο
κτύςματα που βρϋθηκαν ςτον δυτικϐ τομϋα τησ Ιεριςςοϑ, εκ των οπούων το ϋνα πρϋπει να ανόκε ςε
κϊποιο δημϐςιο πρϐςωπο, που ςχετύζονταν με τισ διοικητικϋσ υποθϋςεισ τησ κοινϐτητασ, αν κρύνουμε
απϐ το μολυβδϐβουλλο του κριτό αμωνϊ που βρϋθηκε εκεύ.
τη Βρϑα, θα μποροϑςαν να θεωρηθοϑν οικύεσ τησ τοπικόσ ελύτ κϊποια κατϊλοιπα ςτον δυτικϐ
τομϋα τησ πϐλησ, ςτισ παρειϋσ τησ τοϑμπασ λϐγω τησ ποιϐτητασ και τησ πολυτϋλειασ των κινητών
299
ευρημϊτων (νομύςματα, κοςμόματα, υψηλόσ ποιϐτητασ εφυαλωμϋνη κεραμικό, ςϑνεργα γραφόσ και
ανϊγνωςησ κλπ).
Για τισ κατοικύεσ των αςθενϋςτερων οικονομικϊ τϊξεων, η κατϊςταςη εύναι ακϐμα πιο δυςχερόσ.
Κατϊλοιπα οικιών αυτών των τϊξεων ϋχουν ϋρθει ςτο φωσ αλλϊ οι δαιδαλώδεισ κατϐψεισ κϊθε
νηςύδασ ό γειτονιϊσ ςε ςυνδυαςμϐ με την κακό διατόρηςη των ερειπύων λϐγω τησ προχειρϐτητασ τησ
καταςκευόσ τουσ ςτεροϑν τη δυνατϐτητα να διακρύνουμε ςαφώσ τα ϐρια τησ κϊθε κατοικύασ απϐ τη
γειτονικό τησ και να προβοϑμε ςε τυπολογικό κατϊταξό τουσ.
Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
Αγροικύεσ
το Γερϊνι και ςτη Μεγϊλη Κϑψα νοτύωσ τησ Ν. Ποτύδαιασ, οι αναςκαφϋσ αποκϊλυψαν αγροικύεσ
με χαρακτηριςτικϊ αςτικόσ αρχιτεκτονικόσ, που ςυνδϋονται με την ϑπαρξη μιασ τοπικόσ ελύτ.
τον οικιςμϐ, που αναςκϊφηκε ςτο Γερϊνι, ερευνόθηκε ϋνα ςυγκρϐτημα τριών κτιρύων, που
ςώζεται ςε μύα ϋκταςη 200 τ.μ. Ο αναςκαφϋασ πιςτεϑει ϐτι πρϐκειται για μια villa rustica, τησ εποχόσ
τησ ρωμαιοκρατύασ, καθώσ φαύνεται πωσ διαθϋτει το ςϑνολο των χαρακτηριςτικών ενϐσ τϋτοιου
ενδιαιτόματοσ.931 Αναπτυςςϐταν γϑρω απϐ εςωτερικό αυλό και όταν διώροφο. Σο κτύριο
καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ κατϊ τα μϋςα του 3ου αι. μ.Φ., πιθανώσ κατϊ τισ γοτθικϋσ επιδρομϋσ,
αλλϊ ςϑντομα επιςκευϊςτηκε και ξαναχρηςιμοποιόθηκε. Ϋταν κτύςμα επιμελημϋνησ καταςκευόσ, με
υποδομϋσ ϑδρευςησ, χώρουσ αποθηκεϑςεωσ γεωργικών προώϐντων ςτο ιςϐγειο, τούχουσ κοςμημϋνουσ
με τοιχογραφύεσ και ορθομαρμαρώςεισ, μεγϊλεσ και ιςχυρϋσ ξϑλινεσ κοςμημϋνεσ πϐρτεσ και
μαρμαροςτρωμϋνα δϊπεδα. Μϋςα ςτον 4ο ό 5ο αιώνα φαύνεται ϐτι ϊλλαξε η χρόςη του και πιθανώσ
χρηςιμοποιόθηκε ωσ βοηθητικϐσ χώροσ του παρακεύμενου νεκροταφεύου. Σο κτύριο φαύνεται να
καταςτρϊφηκε απϐ πυρκαγιϊ κατϊ τον 6ο αιώνα.932
την Μεγϊλη Κϑψα εντοπύςτηκε αγροικύα με διϊρκεια ζωόσ απϐ τον 3ο μϋχρι και τον 9ο αιώνα.
(εικ. 133) Ερευνόθηκαν τρύα κτύρια με πολϑ επιμελημϋνη καταςκευό, που κοςμοϑνταν με ψηφιδωτϊ
και μια κυκλικό καταςκευό με ϊγνωςτη χρόςη. Σα τρύα κτύρια ανόκουν ςε ενιαύο ςυγκρϐτημα που με
διϊφορεσ αλλαγϋσ ςτη χρόςη, ςυνϋχιςαν τη ζωό τουσ μϋχρι τον 9ο αιώνα. την ύδια περιοχό
εντοπύςτηκαν και αναςκϊφηκαν ςυςτηματικϊ κεραμικού και μεταλλευτικού κλύβανοι. ε παχϑ
ςτρώμα καϑςησ βρϋθηκαν νομύςματα 6ου και 7ου αιώνα. 933
931 Για τα χαρακτηριςτικϊ μιασ villa rustica πρβλ Sodini, J.-P., Habitat de l’ antiquité tardive”, Topoi 5 (1995), 151-218
932 Παπϊγγελοσ 19982, 25-27
933 Σςολϊκησ, τ. - Παπϊγγελοσ, Ι., προκαταρκτικό προφορικό ανακούνωςη ςτο ΑΕΜΘ 2008
300
ςυνόθωσ ευτελό. Σο ςπύτι, που εξυπηρετοϑςε -κατϊ μϋςο- ϐρο τϋςςερα ό πϋντε ϊτομα, τα ζώα, τισ
καλλιϋργειεσ και τα εργαλεύα πρϋπει να εύχε μεγϊλη ϋκταςη. Σα επύ τϐπου διαθϋςιμα υλικϊ, ο
οικονομικϐσ προςανατολιςμϐσ τησ οικονομύασ πϋραν των ςιτοκαλλιεργειών, προσ την κτηνοτροφύα ό
την αμπελουργύα και ο βαθμϐσ ευκολύασ των χωρικών δημιουργεύ διαβαθμύςεισ και ποικιλύα ςτη
μορφό και την δομό. Σα κτύρια πρϋπει να εύχαν υποτυπώδη καταςκευό και μορφό: εύτε απλϋσ καλϑβεσ
(ωσ καταςκηνώςεισ αναφϋρονται τον 10ο αιώνα οι καλϑβεσ ςτισ οπούεσ κατοικοϑςαν οι χοιροβοςκού
κοντϊ ςτην Αρςενύκεια, ςτην περιοχό των ιδηροκαυςύων, οι οπούεσ καταςτρϊφηκαν απϐ φωτιϊ μετϊ
απϐ απϐφαςη του κριτό Νικολϊου934) εύτε οικύεσ των οπούων τα υλικϊ μποροϑςαν να
αποςυναρμολογηθοϑν935, ενώ ςπϊνιεσ εύναι οι περιπτώςεισ που υπόρχαν γερϋσ καταςκευϋσ
καλυμμϋνεσ με τοϑβλα (υποκϋραμα ςτο χωριϐ Πτελϋα).936 ε μια περιοχό ϐπου οι μεταβολϋσ όταν
ςυνϊρτηςη τησ αςφϊλειασ, τησ εγγϑτητασ με τη Θεςςαλονύκη και τη θϊλαςςα, ςτην οπούα οι
βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ κατϊ τον 12ο αιώνα λϊμβαναν χώρα τϐςο ςτην ϑπαιθρο ϐςο και εντϐσ
των οικιςμών, φαύνεται ϐτι η φτώχεια εύχε περιοριςτεύ και η εικϐνα του χωριοϑ εύχε βελτιωθεύ.
τισ πηγϋσ αναφϋρονται τα οικόματα με διϊφορουσ ϐρουσ: ὁςπύτια, οἱκόματα, ὁικοςτϊςια, αὑλϋσ,
ὀύκοι (sic) κ.ο.κ.937 Σα οικονομικϊ ϋγγραφα δύνουν μια περιγραφό των ςπιτιών των χωριών. Εύχαν ϐλα
μια αυλό ςτο πιο εκτεταμϋνο κομμϊτι του ςπιτιοϑ («οἰκοςτϊςιον») και όταν χτιςμϋνα απϐ ευτελό
υλικϊ. Σο ξϑλο και η ϊργιλοσ ϋπαιζαν μεγϊλο ρϐλο ςε ςϑγκριςη με την πϋτρα και τα πλιθιϊ που
διατηροϑνται ςε πιο πλοϑςια κτύρια (εκκληςύεσ, μοναςτόρια μοναςτικϊ ιδρϑματα). Αυτϊ εύχαν πολλϊ
προςκτύςματα και όταν ιδιαύτερα επιμελημϋνα. Όταν οι κϊτοικοι ενϐσ χωριοϑ εξαναγκϊζονταν να
μετακινηθοϑν για λϐγουσ επιβύωςησ, γκρϋμιζαν τα ςπύτια τουσ και διατηροϑςαν τα υλικϊ, τα οπούα
μετϋφεραν ςτη νϋα γη. Σα ςπύτια εύχαν κόπουσ και αμπϋλια ό οπωροφϐρα δϋντρα.938
Σα οικοδομόματα που αναφϋρονται ςτον Κϊτω Βολβϐ και ςυναπαρτύζουν το Μετϐχι τησ Ιβόρων
το 1079, όταν ςυγκεντρωμϋνα ςε μια αυλό. Αναφϋρεται μια εκκληςύα τησ Παρθϋνου χτιςμϋνη με
πλιθιϊ και ςε επαφό με ϋνα ςπύτι, ϋνα αρτοποιεύο, τϋςςερα ακϐμα κτύρια ςε ερεύπια και, ςτα νϐτια,
πενταϐροφοσ πϑργοσ. τα βϐρεια του μετοχύου, ςε ξεχωριςτό αυλό, αναφϋρονται τρύα ςπύτια, μια
εκκληςύα τησ Παρθϋνου και μια ςιταποθόκη.
301
Ϊχουμε απϐ τισ ύδιεσ πηγϋσ, πληροφορύεσ για την ϋκταςη και τα δορυφοροϑντα οικόματα του
κϑριου ενδιαιτόματοσ ανθρώπων που ανόκαν ςτην τοπικό ελύτ. Λϐγου χϊριν, ϋχουμε μια περιγραφό
του οικόματοσ του πρωτοπαπϊ Νικηφϐρου αλλϊ και του γιοϑ του κουβουκληςύου τεφϊνου ςτην
Ιεριςςϐ, τα οπούα περιγρϊφονται ςε πρϊξεισ μεταβύβαςησ προσ τη Μονό Ιβόρων και τουσ
κληρονϐμουσ. Ϊτςι, βλϋπουμε την εξϋλιξη και τη διαχεύριςη τησ ακύνητησ τησ περιουςύασ ςε διϊςτημα
ενϐσ αιώνα περύπου.
Ο Πρωτοπαπϊσ Νικηφϐροσ που αναφϋρεται ςε ϋγγραφο του 985, πρϋπει να πϋθανε πριν απϐ τον
Δεκϋμβριο του 995. Γνωρύζουμε τουσ δϑο γιουσ του, τον Λϋοντα και τον Κουβουκλόςιο τϋφανο και
δϑο παιδιϊ του τϋφανου, την Μαρύα και τον Ιωϊννη. Η περιουςύα του Νικηφϐρου και τον απογϐνων
του εύναι μεγϊλη. Περιλαμβϊνει ϋναν ούκο, τον οπούο ο τϋφανοσ ποϑληςε ςτην Ιβόρων το 1001 για 4
λύβρεσ χρυςοϑ ενώ ο ύδιοσ ο Νικηφϐροσ εύχε πουλόςει γϑρω ςτο 985 ϋνα ςυγκρϐτημα οικιών ςτην
Ιεριςςϐ για 7 λύβρεσ χρυςοϑ. ύγουρα υπόρχε και ϊλλη περιουςύα, που θα περιλϊμβανε την υπϐςταςη
του τϋφανου το 1001. Σο μϋροσ τησ κληρονομιϊσ που ϋλαβε η Μαρύα το 1017 περιγρϊφεται ςε
ϋγγραφο που απϐκειται ςτη μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ939 και μεταξϑ ϊλλων περιλαμβϊνει ϋνα μοναςτόρι
αφιερωμϋνο ςτην Παναγύα, ενώ η περιουςύα που ϋλαβε ο Ιωϊννησ απϐ τον τϋφανο για τον γϊμο του,
αναφϋρεται ςε ϋγγραφο τησ Ιβόρων του 1017.940
Σον 11ο αιώνα αρχύζουν οι αθωνικϋσ μονϋσ να αποκτοϑν ϐλο και περιςςϐτερα ακύνητα εντϐσ του
κϊςτρου απϐ αγοραπωληςύεσ με επιφανεύσ και απλοϑσ κατούκουσ. Μϋςα απϐ τα ϋγγραφα διαφαύνεται
μϋροσ αυτών των ακινότων, που διαφοροποιοϑνται ανϊλογα με την κοινωνικό τϊξη του καθενϐσ.
Ϊτςι, ο κουβουκλόςιοσ τϋφανοσ πουλϊει ςτην Ιβόρων «τϐν ὀύκον ὃλον καθῶσ ἒςτην μετϊ βαγενύον ἒξε
καύ τῶ ἀμπϋλην τῶ ἐν τῆ τοποθεςύα τῆσ Γραδιςκϊσ..»,941 ενώ ο γιοσ του Ιωϊννησ μερικϊ χρϐνια μετϊ
(1017) ανταλλϊςςει με την ύδια μονό «ούκημα» κοντϊ ςτο ςπύτι του, το οπούο προϒπόρχε τησ μονόσ
Κολοβοϑ και παραχωρεύ το οικϐπεδο αλλϊ χωρύσ την «ὕλη». Κατϊ ςυνϋπεια, τα υλικϊ όταν ευτελό
ακϐμα και για τα ςπύτια τησ «ανώτερησ μεςαύασ» τϊξησ. ε αντϊλλαγμα, ο Ιωϊννησ παύρνει τον τϐπο
μαζύ με τον φοϑρνο που βρύςκεται δύπλα ςτο εργαςτόριϐ του, το οπούο «δεςπϐζει και κατϋχει ἐπύ
χρϐνουσ» και το κληρονϐμηςε απϐ τον πατϋρα του. τον τϐπο που δύνει ο Ιωϊννησ υπϊρχουν και ϊλλα
εργαςτόρια και θϋλει να πϊρει τον χώρο για να «κλεύςει καύ τόν θϑρα που ἀνούγεται ςτϐν τϐπο
αὐτϐ».942
Παρϐμοια εύναι και η περιουςύα του Λαγοϑδη, την οπούα παραχωρεύ ςτη μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ
το 1014: «τόν αὐλόν τόν ἒςωθεν τοῦ θεοςώςτου κϊςτρου Ἱεριςςοϑ τόν παριμῶν ἐξονιθεύςαν ἀπϐ
302
Ἰωϊννου Διακϐνου τοῦ Ξυλοκρϊμβη, μετϊ πϊςησ τῆσ περιοχῆσ αὐτῆσ καύ διακρατύςεωσ τϐν ται
οἰκιμϊτωον καύ παντϐν τϐν ὃντον ἐν αὐτύ ἤγουν βαγενύων καύ ξυλοβεραύδων καύ λοιπῶν χριςτιρύον».943
Ϊνασ τϑποσ κατοικύασ που μνημονεϑεται απϐ τη μεςοβυζαντινό περύοδο και, κατϊ πϊςα
πιθανϐτητα, ςχετύζεται με ιδιοκτότεσ μεςαύασ και ανώτερησ τϊξησ, εύναι η αὐλό.
Η αυλό ορύζεται απϐ κτύρια με ϊνοιγμα προσ το εςωτερικϐ του ςυγκροτόματοσ, διαθϋτει μια
κεντρικό πϑλη και, γενικϊ, επιτρϋπει την πρϐςβαςη ςε δημϐςιο δρϐμο. Εύναι μια ςυχνό μορφό
κατοικύασ, που μαρτυρεύται απϐ τον 9ο αιώνα (897 κοντϊ ςτη Πινςώνα)944 και ςυνεχύζει να
εμφανύζεται με ςυχνϐτητα μϋχρι και τον 14ο αιώνα. Αυτό την εποχό, η αυλό αναφϋρεται και με τουσ
ϐρουσ αὐλοτϐπιον και αὐλοπεριβϐλιον, που δεύχνουν ϐτι υπόρχε και κϊποιο κομμϊτι με καλλιϋργειεσ.
Ανϊμεςα ςτο ςπύτι και το κομμϊτι αυτϐ τησ γησ με τισ καλλιϋργειεσ, υπολογύζεται ϐτι μια μϋςη
απϐςταςη όταν τα 40 μϋτρα. Επομϋνωσ, ςτα χωριϊ τησ Μακεδονύασ υπόρχαν επιφϊνειεσ ευϊερεσ και
δενδρώδεισ των οπούων η ϋκταςη κϊλυπτε ςχεδϐν την ύδια επιφϊνεια με την κϑρια κατοικύα.945
Η ϑπαρξη αυλών δηλαδό οικιςτικών ςυγκροτημϊτων που αντιςτοιχοϑςαν ςε οικοδομικϊ
τετρϊγωνα και περιλϊμβαναν οικύεσ, καταςτόματα ενοικικϊ ληνοϑσ ό μαγκιπεύα δεύχνει ϐτι υπόρχε
κϊποιου εύδουσ «ημι-αςτικόσ» αριςτοκρατικόσ αρχιτεκτονικόσ. Οι αυλϋσ κϊλυπταν ϋνα μεγϊλο, αν ϐχι
το μεγαλϑτερο, τμόμα του οικιςμϋνου χώρου, ακριβώσ επειδό εξιςορροποϑςαν την ϋλλειψη ανοιχτών
δημϐςιων χώρων και ϋδιναν δυνατϐτητεσ για επικοινωνύα που χρειϊζονταν λϐγω τησ κοινωνικόσ τουσ
θϋςησ οι «οἰκότορεσ». Η ςυνεϑρεςη μϋςα ςτην ύδια αυλό, χωρύσ να αναιρεύ τον εςωςτρεφό χαρακτόρα
των ϑςτερων πϐλεων, ό μϊλλον ακριβώσ εξαιτύασ του, καλλιεργοϑςε ςτουσ κατούκουσ την αύςθηςη
μιασ διευρυμϋνησ ιδιωτικϐτητασ, που αναπλόρωνε τισ περιοριςμϋνεσ ευκαιρύεσ για κοινωνικό ζωό ςε
ανοικτοϑσ δημϐςιουσ χώρουσ.946
υχνϊ, αναφϋρονται ςτα απογραφικϊ ϋγγραφα των μονών οι καθϋδρεσ. Επρϐκειτο για
μεμονωμϋνεσ κατοικύεσ, με ςχετικό οικονομικό ϊνεςη και αυτϊρκεια ςτα εύδη πρώτησ ανϊγκησ.
Βρύςκονταν ςτισ παρειϋσ των χωριών κοντϊ ςτα κτόματα του ιδιοκτότη. Ιδιοκτότεσ μπορεύ να όταν
κοςμικού, κληρικού ό μοναχού. Η Καθϋδρα των Γερϐντων, πρϋπει να όταν ϋνα ενδιαύτημα που
εξυπηρετοϑςε τισ ανϊγκεσ των αθωνιτών ϐταν ϋβγαιναν απϐ το Ωγιον Όροσ για δουλειϋσ ςτη
Φαλκιδικό και, πιθανολογεύται, ϐτι βριςκϐταν ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ απϐ την πλευρϊ των
Καμϋνων. Η αναφορϊ τουσ δεύχνει ϐτι υπόρχαν και πιο καλοφτιαγμϋνα ςπύτια, πιθανώσ λύθινα, ϐπωσ
ςτο κελοχώριον τησ Καςςϊνδρασ, ςτο Γομϊτου και ςτη ελϊδα τον 14ο αιώνα. την δυτικό Φαλκιδικό
την ύδια εποχό αναφϋρεται η απομονωμϋνη καθϋδρα του πρωτϐγερου του χωριοϑ Οξυνϐσ.947
303
Παρϊ το γεγονϐσ ϐτι νϋα οικοδομικϊ υλικϊ εξακολουθοϑςαν να εξορϑςςονται ςτη μϋςη και
Τςτεροβυζαντινό περύοδο, τϐςο οι πλύνθοι ϐςο και τα λύθινα ςτοιχεύα επαναχρηςιμοποιοϑνταν
διαρκώσ. Καθώσ τα παλαιϐτερα μνημεύα ερειπώνονταν, τα αποςυνϋθεταν και χρηςιμοποιοϑςαν τα
δομικϊ υλικϊ τουσ αλλοϑ. Η επανϊχρηςη όταν μια ςυνόθησ πρακτικό ακϐμα και ςτα υψηλϐτερα
επύπεδα πατρωνύασ και ακϐμα και τα πιο απλϊ υλικϊ ανακυκλώνονταν.
τη Φαλκιδικό ϋχουμε την ιδιαιτερϐτητα τησ διαρκοϑσ κατούκηςησ και, ςυνεπώσ, επανϊχρηςησ το
παλαιϐτερου υλικοϑ απϐ ιδιώτεσ αλλϊ και απϐ τισ αθωνικϋσ μονϋσ για το κτύςιμο των μετοχύων τουσ.
Δεν γνωρύζουμε επύςησ ςε πϐςη απϐςταςη μπορεύ να μεταφϋρονταν τα spolia για να καθορύςουμε τισ
προγενϋςτερεσ καταςκευϋσ. Υαύνεται πωσ τα spolia εύχαν ζότηςη και δεν χρηςιμοποιοϑνταν επειδό
όταν μϐνο τοπικϊ διαθϋςιμα.948
Σα θεμϋλια των βυζαντινών κτιρύων καταςκευϊζονταν ςυνόθωσ απϐ πλύνθουσ ό λύθουσ. Η πιο
χαρακτηριςτικό καταςκευό τοιχοποιιών, ϐπωσ αναφϋραμε, όταν η εναλλαγό λύθων και πλύνθων, μια
ςυνϋχιςη δηλαδό τησ παρϊδοςησ του ρωμαώκοϑ opus mixtum. Επεξεργαςμϋνοι τετρϊγωνοι λύθοι ςτισ
εξωτερικϋσ πλευρϋσ των τούχων και το εςωτερικϐ γεμιςμϋνο με θραϑςματα αναμειγμϋνα με κονύαμα.
Επύςησ, χρηςιμοποιεύται η τεχνικό τησ κρυμμϋνησ πλύνθου. Ενύοτε, χρηςιμοποιοϑνταν ξϑλινοσ
οπλιςμϐσ. Δυςτυχώσ, τα ςωζϐμενα κατϊλοιπα εύναι ελϊχιςτα και δεν επιτρϋπουν να γύνει λϐγοσ για
ςυγκεκριμϋνα εργαςτόρια που δροϑςαν ςτη Φερςϐνηςο.
Ο πιο ςυνηθιςμϋνοσ τρϐποσ για τη ςτϋγαςη όταν με πόλινα κεραμύδια. Όταν δεν υπόρχε η
δυνατϐτητα τοπικόσ παραγωγόσ κεραμιδιών, οι ςτϋγεσ καλϑπτονταν απϐ λύθουσ, ϐπωσ ςυμβαύνει ςε
αρκετϋσ περιπτώςεισ ςτο Ωγιον Όροσ και ςτον Ωγιο Ανδρϋα Περιςτερών. Επύςησ, με μϐλυβδο, που
όταν εϑκολα διαχειρύςιμοσ και προςαρμϐςιμοσ ςτισ ιδιαιτερϐτητεσ του κτιρύου. την Ιεριςςϐ ϋχουν
βρεθεύ πολλού μολϑβδινοι ςϑνδεςμοι.
304
υπϐκαυςτα ενϐσ κεραμικοϑ κλιβϊνου, που βρϋθηκε ςτα βαθϑτερα ςτρώματα του οικοπϋδου αρ. 5 (Φ.
Υωτιϊδη).949Ο κλύβανοσ όταν ορθογώνιοσ, γεγονϐσ που ύςωσ ςημαύνει ϐτι όταν καταλληλϐτεροσ για
την παραγωγό τοϑβλων και κεραμύδων. (εικ. 136-137)
το οικϐπεδο αρ. 2 (Εμμ. Ορφανουδϊκη) αναςκϊφτηκε ςυγκρϐτημα ληνών τησ ϑςτερησ
αρχαιϐτητασ. Σο κτύριο φαύνεται πωσ όταν ςε ςυνεχό χρόςη μϋχρι τον 10ο αιώνα, ςϑμφωνα με την
κεραμικό. το ύδιο οικϐπεδο εντοπύςτηκαν δεξαμενϋσ και φρεϊτια τησ ϐψιμησ αρχαιϐτητασ, ςε χρόςη
μϋχρι τον 10ο αιώνα.
το περύκεντρο κτύριο ςτο νϐτιο ϊκρο του οικιςμοϑ, οργανώθηκε επύςησ, ςυγκρϐτημα ληνών απϐ
τον 5ο αιώνα και εξόσ. (εικ. 140)
τη Ν. Καλλικρϊτεια ςτο νοτιοδυτικϐ τμόμα του πρωτοβυζαντινοϑ οικιςμοϑ, πϊνω ςτον λϐφο
που δεςπϐζει ςτο λιμϊνι εντοπύςτηκε ςυγκρϐτημα ληνών και τα υπολεύμματα ενϐσ κατεςτραμμϋνου
καμινιοϑ. (εικ. 138)
την ανατολικό Φαλκιδικό, ςτο τρατώνι εντοπύςτηκε κλύβανοσ κεραμικοϑ εργαςτηρύου, η
καταςκευό του οπούου ανϊγεται ςτισ αρχϋσ του 4ου αιώνα και η περύοδοσ λειτουργύασ του εκτεύνεται
ςε ϐλη τη διϊρκεια τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου.950
τη θϋςη Γιϊζοσ τησ Βαρβϊρασ, εντοπύςτηκε ςυγκρϐτημα τριών βαςιλικών και ενϐσ βοηθητικοϑ
κτύςματοσ με ληνϐ, ςε κοντινό απϐςταςη μεταξϑ τουσ. (εικ. 139)
305
τελευταύων καταςκευών εύναι ϊγνωςτη αλλϊ μϊλλον χρηςιμοποιόθηκαν ωσ αποθόκεσ και
εργαςτόρια.952
Εργαςτόρια εντοπύςτηκαν και πιο κοντϊ ςτισ παρυφϋσ τησ Σοϑμπασ, ςτο οικϐπεδο αρ. 9 (Γ.
Λαζαρύδη) αλλϊ και ςτην εςωτερικό πλευρϊ τησ του τεύχουσ, ϐπου εντοπύςτηκαν λιωμϋνεσ
ςιδηρϐμαζεσ και ϋνασ αποθϋτησ, ενδεικτικϊ εργαςτηρύων ςιδηρουργύασ.953
Η Γϋννα βριςκϐταν περύπου δϑο χιλιϐμετρα βορειοανατολικϊ τησ Βρϑασ, ςε μια κοιλϊδα που την
διϋτρεχε ϋνα ρϋμα. τισ πηγϋσ αναφϋρεται ϐτι ςτον οικιςμϐ υπόρχαν πολλού νερϐμυλοι.954Ομούωσ ςτα
Βρομϐςυρτα ςτη θϋςη του ςημερινοϑ Αγύου Παντελεόμονα.
Σα μικροτοπωνϑμια που διαςώζονται τϐςο ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα ϐςο και αυτϊ που
διατηροϑνται ακϐμα μασ δύνουν επύςησ πολλϊ ςτοιχεύα για τισ βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ ςτην
ϑπαιθρο τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ. Σα τοπωνϑμια Αρχαύα Καμύνια, Αρχαύον Μϋγα Καμύνιον,
Παλαιϐφουρνο, Λινοβροχεύο, Λωρωτϐν ςυνδϋονται με την παραγωγό αςβϋςτη, κεραμικών,
οικοδομικών υλικών αλλϊ και με την επεξεργαςύα δϋρματοσ και λιναριοϑ ενώ οι αναφορϋσ ςε
νερϐμυλουσ εύναι δεκϊδεσ.
Σα τοπωνϑμια Αλυκαύ, Αλμυρύςτρα, Αλμυρϐλακκοσ, Αλμυριςτρϋασ αλλϊ και το ϐτι κατϊ την
οθωμανικό περύοδο ςτην περιοχό αναφϋρονται πολλϊ απϐ τα χωριϊ των «αλατϊδων», μασ οδηγοϑν
ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι υπόρχε μια παλαιϊ παρϊδοςη παραγωγόσ ϊλατοσ.
τον ανατολικϐ παραλιακϐ τομϋα τησ Ιεριςςοϑ και ςε κοντινό απϐςταςη απϐ το λϐφο τησ
αρχαύασ Ακϊνθου ςτο οικϐπεδο 3Β του Ο.Σ. 32, ιδιοκτηςύασ Ν. μαραγδό, η αναςκαφό αποκϊλυψε
εργαςτόριο, που, ενδεχομϋνωσ, ειδικεϑονταν ςτην αργυροχρυςοχοϏα.
Πϊνω ςτισ τοιχοποιύεσ του κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ και ακολουθώντασ ςχεδϐν την ύδια διϊταξη
διαμορφώθηκε η τελευταύα φϊςη κατούκηςησ του χώρου, ςτα τϋλη του 12ου αι. ϐπου εντοπύςτηκε
κεραμικϐσ κλύβανοσ.
το οικϐπεδο 25 του Ο.Σ. 27 ιδιοκτηςύασ Παςχαλύδη ϋφερε ςτο φωσ εργαςτηριακοϑσ χώρουσ
παραγωγόσ εφυαλωμϋνων αγγεύων και γυϊλινων βραχιολιών, μεγϊλων διαςτϊςεων, που ανϊγονται
ςτη μεςοβυζαντινό περύοδο.
υμπεραςματικϊ, τα αρχαιολογικϊ κατϊλοιπα που ϋχουν ςχετιςτεύ με βιοτεχνικϋσ
δραςτηριϐτητεσ ϋχουν εντοπιςτεύ ςε ϐλη ςχεδϐν τη χερςϐνηςο, τϐςο εντϐσ των οχυρωμϋνων πϐλεων
ϐςο και ςτην ϑπαιθρο χώρα τουσ και μασ αποκαλϑπτουν ϋνα μϋροσ των δραςτηριοτότων των
κατούκων τησ βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ.
306
7.1.6. Εγκαταςτϊςεισ Ύδρευςησ, Τποδομϋσ, Δύκτυα Τδροδότηςησ (εικ. 141-144)
Τδατοδεξαμενϋσ
την Αντιγϐνεια, μετϊ την κορυφό του λϐφου Καλϋ, κατεβαύνοντασ προσ τα ανατολικϊ, ο Lefort
αναφϋρει μια κινςτϋρνα, πιθανώσ, μεςαιωνικό καταςκευαςμϋνη με χαλύκια, τοϑβλα και επιχριςμϋνη
με ιςχυρϐ υδραυλιϐ κονύαμα.955
Παρϐμοια υδατοδεξαμενό εντοπύςτηκε ςτην τοϑμπα τησ Βρϑασ. Βριςκϐταν μϋςα ςτο κϊςτρο, εύχε
διαςτϊςεισ 2Φ3 μ. και βϊθοσ πϊνω απϐ 2 μ. Οι τούχοι όταν επιμελώσ κτιςμϋνοι με αργολιθοδομη και
ιςχυρϐ αςβεςτοκονύαμα. Εςωτερικϊ όταν επιχριςμϋνη με ιςχυρϐ υδραυλικϐ κονύαμα. Η δεξαμενό δεν
ϋχει ερευνηθεύ ςυςτηματικϊ.956
Πηγϊδια
την Καςςϊνδρεια, 1,5 χλμ ΝΑ τησ Ποτύδαιασ και προσ την πλευρϊ του Σορωναύου Κϐλπου όρθε
ςτο φωσ η θεμελύωςη οικύασ ελληνιςτικόσ περιϐδου (3οσ π.Φ.). Οι οικύεσ αυτό την εποχό εύχαν γενικϊ
μεγϊλεσ διαςτϊςεισ. Γϑρω απϐ μια κεντρικό αυλό διατϊςςονταν ευρϑχωρα δωμϊτια, ενώ ςε κϊποιεσ
περιπτώςεισ εντοπύςτηκε ςτην αυλό πηγϊδι.957
Δϑο κτύρια, ςε μικρό απϐςταςη μεταξϑ τουσ, ςτον «Σομϋα του Αγωγοϑ» (νοτύωσ του ςϑγχρονου
οικιςμοϑ) φαύνεται να ςχετύζονται με τον δημϐςιο βύο τησ ελληνιςτικόσ πϐλησ. το δεϑτερο κτύριο,
που αναςκϊφηκε Β του προηγοϑμενου, αποκαλϑφθηκε φρεϊτιο με μνημειακϐ προςτομιαύο. Σο κτύριο
χρονολογεύται ςτον 3ο με 2ο αι. π.Φ. Πρϐκειται για ςημαντικϐ κτύριο, ύςωσ δημϐςιου χαρακτόρα,
επιχριςμϋνο με κονιϊματα λευκοϑ, κϐκκινου, κύτρινου και μαϑρου χρώματοσ και διακοςμημϋνο με
ψηφιδωτϊ δϊπεδα.
Η αςτικό οργϊνωςη τησ Ακϊνθου κατϊ την ρωμαώκό περύοδο εμφανύζει πολϑ μεγαλϑτερη ϋκταςη
απϐ κϊθε ϊλλη προγενϋςτερη εποχό. τη θϋςη «Λαδιϊβα» εντοπύςτηκε ϋνασ υπαύθριοσ ορθογώνιοσ
χώροσ, η επιφϊνεια του οπούου καλϑπτεται απϐ μαρμϊρινεσ πλϊκεσ ενώ ςτο κϋντρο και τη ΝΑ γωνύα
βρύςκονται δϑο πηγϊδια με μαρμϊρινα προςτομιαύα. Περιβϊλλεται απϐ ςτυλοβϊτη και τούχο ϐπου,
ϋχουν εντοπιςτεύ δϑο κύονεσ και υλικϐ ςε δεϑτερη χρόςη. Ο χώροσ ταυτύζεται με δημϐςιο κτύριο,
πιθανώσ το πρυτανεύο τησ πϐλησ.958
Πηγϊδια αναφϋρονται αρκετϊ ςυχνϊ ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό ςε περιοριςμοϑσ οικιςμών και
ιδιοκτηςιών ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα.959
955Lefort 1982, 32
956 Σαβλϊκησ 1987, 146-147, υποςημ. 1
957 αςϊνη 2008, 46
958 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου 1987Α, 295-296
959 Ιβόρων ΙΙ, εγγρ. 50 (1101): «Ἒτερον χωρϊφιον πληςύον τοῦ ἀμπϋλου τῆσ Λαϑρασ καύ τοῦ πηγαδύου», ςτ.392 «ἀπϐ τῆσ θαλϊςςησ ἀντύκρυ τοῦ
φρϋατοσ», Ιβόρων ΙΙΙ, εγγρ. 80 (1324), ςτ. 38: ςτον περιοριςμϐ τησ Πετζοκοιλϊδασ «ἀπϐ ταϑτησ κατωφορόςασ καύ τόν μεγϊλην κοιλϊδα διελθῶν
τϐν ἐν αὐτῆ τε μϋγαν λϊκκον, ὃν παλαιοπόγαδον εἶναι φαςύν…»
307
Αγωγού Ύδρευςησ
Ο 1οσ και κυρύωσ ο 2οσ αι. μ.Φ. εύναι εποχό ευμϊρειασ για την πϐλη τησ Βρϑασ. Σα κτύρια, που
εντοπύςτηκαν ςτο δυτικϐ τμόμα τησ πϐλησ όταν μεγϊλα, πολυώροφα, με ιςχυρϋσ τοιχοποιύεσ,
κεντρικϐ ςϑςτημα υδροδϐτηςησ και, πολλϋσ φορϋσ, με υπϐκαυςτα.960 Οι υποδομϋσ αυτϋσ διατηροϑνται
και βρύςκονται ςε ςυνεχό χρόςη καθ’ ϐλη τη βυζαντινό περύοδο.
Για την Καςςϊνδρεια, ϋχουμε ςτοιχεύα μϐνο για την αρχαύα και ϐχι για την μεςαιωνικό πϐλη. Η
αναςκαφικό ϋρευνα ςτην Ποτύδαια, που επεκτϊθηκε ςε διϊφορα ςημεύα τησ αρχαύασ πϐλησ, ςτο
ανατολικϐ τμόμα του ςϑγχρονου οικιςμοϑ απϐ την πλευρϊ του Σορωναύου Κϐλπου, αποκϊλυψε τμόμα
μιασ οικοδομικόσ νηςύδασ ελληνιςτικών χρϐνων.961τα βϐρεια του ςυγκροτόματοσ βρϋθηκε ανοιχτϐσ
αγωγϐσ, καταςκευαςμϋνοσ απϐ λαξευμϋνουσ πωρϐλιθουσ, ο οπούοσ μετϊ απϐ διαδρομό 9 μ. προσ τα
δυτικϊ, ςυνεχύζεται υπογεύωσ με πηλοςωλόνεσ.
τα νϐτια του ανατολικοϑ ςυγκροτόματοσ, που χρονολογεύται ςτον 2ο αι. π.Φ. περύπου,
εντοπύζεται κτύριο, ςτο δϊπεδο του οπούου, με κατωφερικό κλύςη προσ τα δυτικϊ, πϊτηςε αργϐτερα
λύθινοσ αγωγϐσ απομϊκρυνςησ υδϊτων. Κατϊ μόκοσ τησ βϐρειασ πλευρϊσ του ςυγκροτόματοσ υπϊρχει
ϋνασ δρϐμοσ, με κατεϑθυνςη Α – Δ, απϐ τον οπούο διϋρχεται με κλύςη προσ τα δυτικϊ, πόλινοσ αγωγϐσ
ϑδρευςησ.962
Η μϐνη ϋνδειξη αγωγών ϑδρευςησ τησ βυζαντινόσ Καςςϊνδρειασ προϋρχονται απϐ την αναςκαφό
του οικ. 272 Α – Ο.Σ.65 (ιδιοκτηςύασ Απ. Δουλγϋρη), ϐπου αποκαλϑφθηκαν δϑο αγωγού με κατεϑθυνςη
Α-Δ. Ϊνασ τρύτοσ αγωγϐσ με κατεϑθυνςη ΝΔ-ΒΑ εντοπύςτηκε ςτο μϋςον του οικοπϋδου.
την περιοχό τησ Γαλϊτιςτασ, ςτη θϋςη Πανύκοβα, εντοπύςτηκαν κατϐπιν επιφανειακόσ ϋρευνασ
τα κατϊλοιπα μιασ πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ, ενϐσ υδαταγωγοϑ και μιασ υδατογϋφυρασ. Δεν ϋχουν
ερευνηθεύ περαιτϋρω.
Η αγροικύα που αναςκϊφηκε ςτο Γερϊνι, όταν κτύςμα επιμελημϋνησ καταςκευόσ, με τρεχοϑμενο
νερϐ που μεταφερϐταν με πηλοςωλόνεσ που εξυπηρετοϑςαν και το μεγϊλο λουτρϐ που διϋθετε.
308
απϐ τα νερϊ τησ διώρυγασ, ενώ, παρϊλληλα, η χρονολϐγηςό του εύναι γενικό και χωρύσ
τεκμηρύωςη).963
Η θϋςη του ελληνιςτικοϑ λιμανιοϑ δεν ϋχει εντοπιςτεύ, καθώσ φαύνεται ϐτι οι εργαςύεσ για τη
διϊνοιξη τησ διώρυγασ κϊλυψαν τα ϐποια αρχαιολογικϊ λεύψανα, αφοϑ η ακτογραμμό τησ
Καςςϊνδρασ, μετϊ την καταςκευό του Ιςθμοϑ μετατοπύςτηκε περύπου 3 χλμ προσ τα δυτικϊ.964 ε
αυτό τη ζώνη δεν βρϋθηκαν ευρόματα. Προφανώσ, όδη απϐ την αρχαιϐτητα, η περιοχό να βριςκϐταν
κϊτω απϐ το επύπεδο τησ επιφϊνειασ τησ θϊλαςςασ, ϋτςι ο ιςθμϐσ απϐ την ηπειρωτικό Φαλκιδικό
προσ την Παλλόνη όταν ςτενϐτεροσ απϐ ϐτι ςόμερα.
τουσ Πορτολϊνουσ του 10ου αιώνα και εξόσ αλλϊ και ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα αναφϋρονται
πολλϊ λιμϊνια-ςκϊλεσ τησ χερςονόςου καθώσ και οι φϐροι που ςχετύζονταν με αυτϊ.
Ψσ τα μϋςα του 20ου αιώνα, όταν ορατϐσ ο ανατολικϐσ λιμενοβραχύονασ του αρχαύου μϐλου, τησ
Ακϊνθου που ςτο μεταξϑ καλϑφθηκε απϐ τον νεϐτερο ςτο μεγαλϑτερο μϋροσ του. Η θϋςη του
προςδιορύζεται με μεγϊλη πιθανϐτητα ςτον χώρο του ςημερινοϑ ξενοδοχεύου «Ωθωσ».965 Σο ςημερινϐ
λιμϊνι τησ Ιεριςςοϑ καταςκευϊςτηκε πϊνω ςτην ϑφαλο λιθοριππό παλαιοϑ λιμενοβραχύονα που
ταυτύζεται με το λιμϊνι τησ αρχαύασ Ακϊνθου.
Κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο η Ωκανθοσ όταν μια ακμϊζουςα πϐλη και το λιμϊνι τησ πρϋπει
να όταν λειτουργικϐ. Ο αρχαύοσ λιμενοβραχύονασ θα παρεύχε προςταςύα και κατϊ τη μεςοβυζαντινό
περύοδο, αφοϑ η ςτϊθμη τησ θϊλαςςασ όταν χαμηλϐτερη κατϊ τουλϊχιςτον ϋνα μϋτρο.966
τα ϋγγραφα των μονών του Αγύου Όρουσ αναφϋρεται το λιμϊνι και διαφαύνεται ϐτι κϊποια
ςτιγμό κατϊ τη διϊρκεια του 13ου αιώνα, πϋραςε κατϊ το όμιςυ ςτην ιδιοκτηςύα τησ μονόσ Ιβόρων, η
οπούα ςε ϋγγραφο του 1301 πληρώνει «ςκαλιϊτικο» φϐρο για το λιμϊνι αυτϐ.967O φϐροσ
επαναλαμβϊνεται ςε ϋγγραφα του 1318, 1320 και 1341. Η κατοχό τησ μιςόσ ςκϊλασ επιβεβαιώνεται
με χρυςϐβουλλο του τεφϊνου Δουςϊν το 1346. Απϐ το χρυςϐβουλλο του Ιωϊννου Καντακουζηνοϑ
του 1351 πληροφοροϑμαςτε ϐτι η Ιβόρων κατϋχει την ςκϊλα «ἐπικούνωσ μετϊ τοῦ μϋρουσ τῆσ
ἀγιωτϊτησ ἐπιςκοπόσ Ἱεριςςοῦ».
Μικρϐτερα λιμϊνια, «ςκϊλεσ», υπόρχαν κατϊ μόκοσ ϐλησ ςχεδϐν τησ ανατολικόσ ακτόσ. Οι
περιςςϐτερεσ αναφορϋσ γύνονται για τισ ςκϊλεσ ςτην περιοχό του Πρϐβλακα και ςτην Κομότιςςα,
καθώσ και βορειϐτερα, ςτην περιοχό του τρατωνύου κ.α.
Σον 6ο αιώνα μαρτυρεύται μια προςπϊθεια βελτύωςησ των υποδομών των λιμενικών
εγκαταςτϊςεων που μαρτυρεύ ςυνϋχεια και ϋντονη δραςτηριϐτητα. Δεδομϋνου ϐτι το μεγαλϑτερο
μϋροσ των μεταφορών ςτο Βυζϊντιο γινϐταν δια θαλϊςςησ, οι λιμϋνεσ ϋπαιξαν ςημαντικϐ ρϐλο ωσ
309
χώροι αφιερωμϋνοι ςτη διακύνηςη των αγαθών και την παραγωγικό διαδικαςύα. Και ενώ
αναφϋρονται πολλού λιμϋνεσ ςε λειτουργύα καθ΄ ϐλον τον Μεςαύωνα, δεν εύναι ϐμωσ γνωςτό εκτϐσ
Κωνςταντινοϑπολησ η καταςκευό οϑτε ενϐσ νϋου μετϊ την εικονομαχύα, οϑτε ϋχουν βρεθεύ
αρχαιολογικϊ λεύψανα τα οπούα μποροϑν να μελετηθοϑν απϐ πλευρϊσ εγκαταςτϊςεων,
εξυπηρετόςεων και λειτουργιών. Ση μικρό ςημαςύα των ϋργων υποδομόσ μαρτυρεύ η ευκολύα
μετακύνηςησ. Δεδομϋνου ϐτι τα βυζαντινϊ πλούα όταν μικρϊ, το μϋγεθοσ των λιμϋνων όταν επύςησ
ςχετικϊ μικρϐ και ϋτςι εϑκολα μποροϑςαν να βρεθοϑν ςημεύα των ακτών που πρϐςφεραν φυςικό
προςταςύα. Μεταξϑ των εγκαταςτϊςεων ενϐσ βυζαντινοϑ λιμϋνα περιλαμβϊνονταν ϋνα κτύριο
τελωνεύου, μια κρόνη πϐςιμου νεροϑ και ξϑλινεσ προβλότεσ ό ςκϊλεσ για την εκφϐρτωςη των
πλούων.968
Η μνημειακό τϋχνη απϐ την περιοχό τησ Φαλκιδικόσ δεν ϋχει γύνει ϋωσ τώρα αντικεύμενο
εκτεταμϋνησ και ςυγκριτικόσ μελϋτησ. Για μια ακϐμα φορϊ, βαςικό αιτύα εύναι η απουςύα διενϋργειασ
ςυςτηματικών αναςκαφών και δημοςιεϑςεων αλλϊ και η ςπανιϐτητα και η κακό κατϊςταςη
διατόρηςησ τησ τϋχνησ αυτόσ. Καθώσ ϐμωσ η μνημειακό τϋχνη αφορϊ και αποκαλϑπτει ςτοιχεύα για
την οικονομύα, τισ διαπεριφερειακϋσ ςχϋςεισ και, αςφαλώσ, για την χρονολϐγηςη των διαφϐρων
φϊςεων των οικιςτικών θϋςεων, κρύνεται απαραύτητη η αναφορϊ ςε ςϑνολα μνημειακόσ τϋχνησ απϐ
την μελετοϑμενη περιοχό. Υυςικϊ, η αναφορϊ αυτό γύνεται ςτο πλαύςιο ερμηνεύασ τησ οργϊνωςησ και
τησ εξϋλιξησ των οικιςτικών θϋςεων και δεν ϋχει θϋςη εξειδικευμϋνησ μελϋτησ ςτο πεδύο τησ τϋχνησ. Η
αναφορϊ περιλαμβϊνει δημοςιευμϋνα εκτενώσ ό εν περιλόψει ςϑνολα, που περιλαμβϊνουν ό ϐχι
φωτογραφικϐ υλικϐ αλλϊ και αδημοςύευτα που εκτύθενται ςτο μουςεύο Φαλκιδικόσ ό εύναι προώϐν
επιτϐπιασ ϋρευνασ.
7.2.1. Χηφιδωτϊ
Σα ψηφιδωτϊ που εντοπύςτηκαν μϋχρι ςόμερα ςτη Φαλκιδικό εύναι κατϊ κϑριο λϐγο επιδαπϋδια,
ωςτϐςο, ϋχουν εντοπιςτεύ ςε πρϐςφατεσ αναςκαφϋσ ψηφύδεσ και ςπαρϊγματα απϐ υποςτρώματα,
που ςχετύζονται και με εντούχια ψηφιδωτϊ.
Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
Σο παλαιϐτερο απϐ τα ψηφιδωτϊ ςϑνολα που εντοπύςτηκαν εύναι αυτϐ που αναςκϊφηκε ςτην
αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ, ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ και βρύςκεται ςτον χώρο του
τρικλινύου (εικ. 145). Σο θϋμα προβϊλλεται απϐ πλαύςιο ελιςςϐμενου βλαςτοϑ κιςςϐφυλλου, ςτην
968 Μποϑρασ, Φ., «Απϐψεισ των βυζαντινών πϐλεων απϐ τον 8ο ϋωσ τον 15ο αιώνα», Οικονομικό Ιςτορύα του Βυζαντύου, τ. Β΄, Αθόνα (2006), 193-
230, 211
310
ημικυκλικό πλευρϊ του δαπϋδου. τον κϑριο χώρο του τρικλινύου, μια φαρδιϊ ταινύα που περιϋχει
ρϐμβουσ εγγεγραμμϋνουσ ςε ορθογώνια ςχόματα ςε ςυνδυαςμϐ με γεωμετρικϊ και φυτικϊ θϋματα
ορύζει το κεντρικϐ διϊχωρο. Σο τελευταύο περικλεύεται απϐ πλοχμϐ και απεικονύζει ςϑνθεςη
οκτϊρομβων ςχημϊτων που, ανϊ τϋςςερα, ορύζουν ρϐμβουσ και τετρϊγωνα εναλλϊξ. Σο ψηφιδωτϐ
χρονολογεύται ςτην αρχικό οικοδομικό φϊςη του κτιρύου, δηλαδό ςτουσ υςτερορωμαώκοϑσ χρϐνουσ.
969
Η βαςιλικό του ωλόνα, ςτην Καλλιθϋα ϋχει δημοςιευτεύ περιληπτικϊ. Σο δϊπεδο του κεντρικοϑ
κλύτουσ του ναοϑ και του νϊρθηκα κοςμοϑνταν με εξαιρετικόσ τϋχνησ ψηφιδωτϊ με νειλωτικϊ
θϋματα, γεωμετρικϊ και φυτικϊ μοτύβα και ζωικϊ θϋματα (αντωπϊ ζεϑγη παγωνιών και ελαφιών).
Ανόκουν ςε θεματολϐγιο που απαντϊ μετϊ τα μϋςα του 5ου αιώνα.970 (εικ. 146)
τη Ν. Καλλικρϊτεια, ςτα κατϊλοιπα κοςμικοϑ κτιρύου βρϋθηκαν πολλϋσ ψηφύδεσ εξαιρετικόσ
ποιϐτητασ απϐ υαλϐμαζα ςε ποικιλύα χρωμϊτων και αποχρώςεων. (εικ. 147) Προϋρχονται μϊλλον απϐ
εντούχιο ψηφιδωτϐ, που πρϋπει να χρονολογοϑνταν μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα βϊςει τησ κεραμικόσ και
το οπούο δεν ςώζεται.971
τη Βρϑα, ςτο οικ. 25. Ο.Σ 3 αναςκϊφηκαν κατϊλοιπα ςυγκροτόματοσ λουτρών, το δϊπεδο του
οπούου καλϑπτονταν απϐ ψηφιδωτϐ. Πρϐκειται για χοντρϐ ψηφιδωτϐ απϐ ςπαςμϋνεσ
μαρμαρϐπλακεσ, ςε ςυνδυαςμϐ με μικρϊ πόλινα πλακύδια εν εύδει ψηφύδων. Διατηρόθηκαν δϑο
διϊχωρα απϐ τα οπούα το ϋνα περικλεύει ρϐμβο, ϐπου εγγρϊφεται κϑκλοσ και το ϊλλο ςυνεχϐμενεσ
φολλύδεσ. Φρονολογεύται ςτον 4ο-5ο αιώνα.972 (εικ. 148)
τη Βαςιλικό ΙΙ τησ Βαρβϊρασ εντοπύςτηκαν αρκετϋσ μαρμϊρινεσ, λύθινεσ και πόλινεσ ψηφύδεσ ςτο
νϐτιο τμόμα του νϊρθηκα και ςτο κεντρικϐ κλύτοσ. το ςημεύο αυτϐ κατϊ τη διϊρκεια του
επιφανειακοϑ καθαριςμοϑ, αποκαλϑφθηκε τμόμα του ψηφιδωτοϑ δαπϋδου. Παρϊ την κακό
κατϊςταςη διατόρηςησ διακρύνεται γεωμετρικϐ θϋμα.973 Δεν δημοςιεϑονται περαιτϋρω ςτοιχεύα.
Τςτεροβυζαντινό Περύοδοσ
Ο ναϐσ τησ Ολϑνθου εύχε ψηφιδωτϐ δϊπεδο ςτο κϋντρο. Αποτελεύται απϐ κϑκλουσ με δακτυλύουσ
μπλε, μαϑρουσ, μωβ και με λευκοϑσ ρϐμβουσ ςε λύθο. (εικ. 149) Τπϊρχουν τρεισ μεγϊλοι ομϐκεντροι
κϑκλοι ςτισ τϋςςερισ πλευρϋσ (η κεντρικό ςτα δυτικϊ ϋχει χαθεύ), ϋνασ ακϐμα ςτο κϋντρο και τϋςςερισ
μικρού, που γεμύζουν τα ενδιϊμεςα διαςτόματα. Δημιουργοϑν ϋνα ενδιαφϋρον και πρωτϐτυπο
γεωμετρικϐ και ςπειρωτϐ ταυτϐχρονα μοτύβο που θυμύζει το opus Alexandrinum. Σο υπϐλοιπο δϊπεδο
πρϋπει να όταν βοτςαλωτϐ, απϐ μαϑρα και ϊςπρα βϐτςαλα ςε κονύαμα.974
969Ακριβοποϑλου 1999, 47
970Αςημακοποϑλου1998, 153
971Σϐςκα-Φατζϊκησ 2002, 316
972 Παζαρϊσ-Σςανανϊ 1992, 511
973 Σαβλϊκησ-Μπιτζικϐπουλοσ-Μαλαδϊκησ 2003, 396
974 Robinson, D. M, Excavations at Olynthus, Part XII, Domestic and Public Architecture (1946), 320
311
7.2.2. Μαρμαροθετόματα
Μαρμαροθετημϋνα δϊπεδα και ςτοιχεύα ορθομαρμϊρωςησ απαντοϑν ςε κοςμικϊ και
θρηςκευτικϊ κτύρια τησ Φαλκιδικόσ απϐ τουσ πρώτουσ χριςτιανικοϑσ αιώνεσ, ςυνεχύζοντασ την
παρϊδοςη των ρωμαώκών χρϐνων.
Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
την αγροικύα που αναςκϊφηκε ςτο Γερϊνι, ςτην δυτικό ακτό τησ χερςονόςου τησ Καςςϊνδρειασ
βρϋθηκαν μαρμαροθετόματα για τα οπούα δεν δύνονται ςτοιχεύα.975
τη Ν. Καλλικρϊτεια, κατϊ την αναςκαφό του οικ. 737 – Ο.Σ. 87, ςτα κατϊλοιπα τησ βαςιλικόσ που
αναςκϊφηκε μερικώσ, βρϋθηκαν τμόματα πλακών ορθομαρμϊρωςησ και λύθινων ψηφύδων. 976
τον ανατολικϐ τομϋα του κεντρικοϑ αρχαιολογικοϑ χώρου τησ Βρϑασ εντοπύςτηκαν κτιριακϊ
κατϊλοιπα, επιμελημϋνησ καταςκευόσ, με κατεϑθυνςη Α –Δ. Σο δϊπεδο του κτιρύου όταν
διακοςμημϋνο με μαρμαροθϋτημα, απϐ οκταγωνικϊ μαρμϊρινα πλακύδια. Με βϊςη τα αρχιτεκτονικϊ
γλυπτϊ το μνημεύο τοποθετεύται ςτον 6ο αιώνα μ.Φ. 977
Η βαςιλικό ςτην Ιεριςςϐ (πρωτοβυζαντινό Άκανθοσ) όταν επιχριςμϋνη και τοιχογραφημϋνη. ε
κϊποιεσ τοιχοποιύεσ υπόρχαν μαρμαροθετόματα ςτα οπούα εύχαν τοποθετηθεύ δουλεμϋνεσ κροϑςτεσ
θαλαςςινών οςτρϋων. 978
312
Σϋλοσ, μαρμϊρινεσ πλϊκεσ επύςτρωςησ δαπϋδου εντοπύςτηκαν ςε κτύριο ςτισ υπώρειεσ του
κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ, ςτο οικ. ιδιοκτηςύασ Παςχαλύδη. Δεν δημοςιεϑονται φωτογραφύεσ ό περαιτϋρω
πληροφορύεσ981
7.2.3. Σοιχογραφύεσ
Ελϊχιςτα δεύγματα τοιχογραφιών ϋχουν διαςωθεύ ενώ δεν εύναι δυνατό η αποκατϊςταςη του
θϋματοσ ςε κανϋνα απϐ αυτϊ. Μπορεύ να γύνει λϐγοσ μϐνο για τα χρώματα που χρηςιμοποιόθηκαν. Σο
γεγονϐσ αυτϐ οφεύλεται κατϊ κϑριο λϐγο ςτην καταςτροφό των ναών (που ςόμερα ςώζονται ςε
επύπεδο θεμελύωςησ) τϐςο απϐ την βυζαντινό περύοδο –εύναι ϊλλωςτε πολϑ ςυχνϋσ οι αναφορϋσ των
βυζαντινών πηγών ςε παλιοκκληςύεσ, καταλυμϋνεσ εκκληςύεσ κλπ- ϐςο και κατϊ την απελευθερωτικό
επανϊςταςη του 1821, που καταςτρϊφηκε το ςϑνολο ςχεδϐν των αρχαιοτότων που όταν ορατϋσ
ςτην Φαλκιδικό.
Δεν μποροϑμε παρϊ να εικϊςουμε κϊποια ςυγγϋνεια των θεμϊτων των τοιχογραφιών και των
εργαςτηρύων με αυτϊ τησ Θεςςαλονύκησ –αν δεν πρϐκειται για τα ύδια τα ςυνεργεύα ό για μϋλη τουσ-
καθώσ και με τησ Κωνςταντινοϑπολησ δεδομϋνησ τησ δρϊςησ τουσ ςτα μοναςτόρια του Ωθω που
λειτουργοϑςαν ωσ δύαυλοι ρευμϊτων ςτην Φαλκιδικό. τισ πηγϋσ αναφϋρονται ελϊχιςτοι ντϐπιοι που
πιθανώσ αςκοϑςαν το επϊγγελμα. Ϊτςι, ςε ϋγγραφο τησ Λαϑρασ αναφϋρεται κϊποιοσ πϊροικοσ
Γεώργιοσ Ζωγρϊφοσ. 982
Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
Σοιχογραφημϋνη όταν η βαςιλικό ςτην τοϑμπα τησ Βεριϊσ. Δεν δημοςιεϑονται πληροφορύεσ ό
φωτογραφύεσ.983
τη Ν. Καλλικρϊτεια, ςτα κατϊλοιπα κοςμικοϑ κτιρύου με επιχριςμϋνουσ τούχουσ, εντοπύςτηκαν
ςπαρϊγματα τοιχογραφιών με υπϐςτρωμα το ύδιο λευκϐ κονύαμα, που εύχε χρηςιμοποιηθεύ για το
επύχριςμα των τούχων. Διαςώζουν ύχνη απϐ χρώματα μπλε, μαϑρο, κϐκκινο και ώχρα. Φρονολογοϑνται
μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα λϐγω τησ κεραμικόσ.984
Η Βαςιλικό ςτην Ιεριςςϐ όταν επιχριςμϋνη και τοιχογραφημϋνη. Σοιχογραφημϋνο όταν και το
πρϐςκτιςμα, που βρύςκεται ςτη νϐτια πλευρϊ τησ βαςιλικόσ. 985
τη Βαρβϊρα, ςτη Βαςιλικό ΙΙ, εντοπύςτηκαν ςπαρϊγματα τοιχογραφιών απϐ το νϐτιο τμόμα του
νϊρθηκα –in situ ςτον δυτικϐ και νϐτιο τούχο.986
313
Μεςοβυζαντινό και Τςτεροβυζαντινό Περύοδοσ
τον Άγιο Ανδρϋα Περιςτερών, ϋχει υποςτηριχθεύ ϐτι οι τοιχογραφύεσ του κεντρικοϑ τροϑλου
ανόκουν ςτη β΄ φϊςη του ναοϑ του 871, ϐταν αναςτηλώθηκε και επεκτϊθηκε απϐ τον Ευθϑμιο.
την Καλλιθϋα, ςτον ναϐ που χτύςτηκε ςτην περιοχό του Ιεροϑ του Ωμμωνοσ Διϐσ και του
πηλαύου των Νυμφών, αποκαλϑφθηκαν ύχνη τοιχογραφιών in situ ςτον νϐτιο τούχο και ςπαρϊγματα
ςτο δϊπεδο.987
τον ναϐ τησ Ολϑνθου εντοπύςτηκαν ύχνη τοιχογρϊφηςησ ϐμωσ ακϐμα και μετϊ απϐ τον
καθαριςμϐ δεν ςτϊθηκε δυνατϐ να διευκρινιςτεύ το θϋμα. Για τα ςχϋδια εύχε χρηςιμοποιηθεύ γκρύ,
κϐκκινο, κύτρινο και λευκϐ χρώμα.988
τη Μονό Ζυγοϑ, διαςώθηκαν ςπαρϊγματα τοιχογραφιών απϐ το Καθολικϐ. Απεικονύζεται η
ςκηνό του Ευαγγελιςμοϑ.
Η τοιχογρϊφηςη των ναών όταν ςυνηθιςμϋνη μετϊ την εικονομαχύα ςτουσ ναοϑσ τησ Φαλκιδικόσ
ακϐμα και ςτουσ επαρχιακοϑσ. το ςυμπϋραςμα αυτϐ καταλόγουμε κατϐπιν των πληροφοριών, που
δημοςιεϑουν για την καταςκευό και την ιςτϐρηςη ναών τησ υπαύθρου τησ Φαλκιδικόσ τα αγιορεύτικα
ϋγγραφα. Ϊνα ϋγγραφο του εβαςτοϑ Ιωϊννη Κομνηνοϑ που χρονολογεύται ςτα 1104 απϐ τη μονό
Ιβόρων, ςτο οπούο ϋχουμε αναφερθεύ διεξοδικϊ (κεφ. 4.1) αναφϋρει την ϑπαρξη τοιχογραφιών ςτην
Εκκληςύα του Αγύου Δημητρύου τησ Λιβυζϊςδασ, ςε εκκληςύα που βριςκϐταν ςτο προϊςτειο τησ
Λεοντύασ κοντϊ ςτα Βρωμϐςυρτα και ςτην εκκληςύα τησ Παναγύασ ςτον Βολβϐ.989Απϐ ϊλλο ϋγγραφο
πληροφοροϑμαςτε ϐτι ο ιερομϐναχοσ Ιωςόφ Βϊρδασ ϋκτιςε και ιςτϐρηςε την Άςπρη Εκκληςιϊ ςτη
ελϊδα τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ.990
314
απϐ τον αντύςτοιχα μεγϊλο αριθμϐ των βαςιλικών που ϋχουν εντοπιςτεύ ςτην χερςϐνηςο. Η περύοδοσ
μεταξϑ 7ου και 9ου αιώνα δεν εκπροςωπεύται. Απϐ τον 10ο και, κυρύωσ, απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ
παρατηρεύται μια εκ νϋου αϑξηςη των γλυπτών. Υυςικϊ, ϐπωσ προαναφϋρθηκε δεν ϋχει υπϊρξει ωσ
τώρα μια μελϋτη των γλυπτών τησ Φαλκιδικόσ, οπϐτε ενδϋχεται ςτο μϋλλον να υπϊρξει
επαναδιαπραγμϊτευςη των χρονολογόςεων των γνωςτών γλυπτών αλλϊ και η ανεϑρεςη νϋων.
Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
Ϊχουν διαςωθεύ αρκετϊ πρωτοβυζαντινϊ γλυπτϊ απϐ τη Φαλκιδικό. Πολλϊ απϐ αυτϊ
διαςώθηκαν χτιςμϋνα ςε μεταγενϋςτερα βυζαντινϊ ό μεταβυζαντινϊ μνημεύα. Κϊποια βρϋθηκαν ςτην
ϑπαιθρο, ςτα χωρϊφια ό ςε εξωκλόςια και ϊλλα αποκαλϑφθηκαν ςε αναςκαφϋσ. ε πολλϋσ
περιπτώςεισ, ορατϊ επιφανειακϊ θραϑςματα αρχιτεκτονικών γλυπτών οδόγηςαν ςτην ταϑτιςη
ερειπιώνων με ναοϑσ, μετϊ απϐ ςϑντομεσ ό εκτεταμϋνεσ αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ.
Διατεύχιςμα Καςςανδρεύασ: τον Πϑργο 7, βρϋθηκε κορινθιακϐ κιονϐκρανο με τετρϊγωνο ϊβακα
ςτην ϊνω ϐψη του οπούου υπϊρχει τϐρμοσ. Υϋρει απϐτμηςη ςτη μύα πλευρϊ. Κοςμεύται ςτον κϊλαθο
με ανϊγλυφα φϑλλα ϊκανθασ.
Αγροικύα Μεγϊλησ Κϑψασ: Εντοπύςτηκαν αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ που δεν δημοςιεϑονται. Μερικϊ
ϐμωσ απϐ αυτϊ εκτύθενται ςτο Μουςεύο Βυζαντινοϑ Πολιτιςμοϑ «Ιουςτινιανϐσ» ςτα Υλογητϊ
Φαλκιδικόσ. Πρϐκειται για ϋνα μαρμϊρινο κορινθιϊζον κιονϐκρανο του 2ου–3ου αιώνα. ώζεται ςχεδϐν
ακϋραιο, φϋρει απϐτμηςη ςτη μύα ακμό του ϊβακα. Η ϊνω πλευρϊ του ϊβακα και η βϊςη εύναι λεύεσ.
τη βϊςη υπϊρχει τϐρμοσ. Υϋρει διακϐςμηςη ςε δϑο ζώνεσ, μύα ςειρϊ απϐ φϑλλα ϊκανθασ ςτη
ςτεφϊνη τησ βϊςησ και μύα ςειρϊ απϐ λογχϐςχημα φϑλλα.
Ϊνα δεϑτερο μαρμϊρινο -ιωνικϐ αυτό τη φορϊ- κιονϐκρανο των αρχών του 4ου αιώνα
προϋρχεται απϐ την ύδια θϋςη. Η ϊνω πλευρϊ του ϊβακα και η βϊςη εύναι ημύεργεσ. το κϋντρο τησ
ϊνω πλευρϊσ του ϊβακα υπϊρχει χϊραγμα ςε ςχόμα Β. Υϋρει ανϊγλυφη διακϐςμηςη ςτισ δϑο πλευρϋσ
του εχύνου: ςτη μύα γιρλϊντα με κιςςϐφυλλα και ςτην ϊλλη ωϐ και γιρλϊντα με κιςςϐφυλλα.
Σϋλοσ, ςτισ αρχϋσ του 4ου αιώνα χρονολογεύται μια μαρμϊρινη βϊςη κύονα με δϑο δακτυλύουσ και
ςυμφυό πλύνθο, που βρϋθηκε ςτο αύθριο τησ αγροικύασ. ώζεται ακϋραιη. Η ϊνω και η κϊτω πλευρϊ
εύναι ημύεργεσ. το κϋντρο τησ βϊςησ υπϊρχει κυκλικϐσ τϐρμοσ. την ϊνω επιφϊνεια τησ μύασ γωνύασ
τησ πλύνθου υπϊρχει χϊραγμα ςε ςχόμα Σ.
Ϊνα αδιευκρύνιςτο και αδημοςύευτο ςϑνολο γλυπτών βρϋθηκε ςτην αγροικύα. Δεν ϋχει
δημοςιευτεύ παρϊ απλό αναφορϊ τουσ. Πρϐκειται για 28 τμόματα αρρϊβδωτων κιονύςκων, ϋξι βϊςεισ,
ϋξι κιονϐκρανα, εκ των οπούων το ϋνα ϋχει δϑο ανθρώπινεσ μορφϋσ και ϋνα με ανϊγλυφο αμφορϋα και
το γρϊμμα Ε. Επύςησ, εντοπύςτηκαν θραϑςματα μαρμϊρινησ τρϊπεζασ προςφορών. Φρονολογεύται
315
ςτον 6ο αιώνα μ.Φ. Δεν ϋχει ερευνηθεύ η προϋλευςό τουσ οϑτε το αν ςχετύζονται ϐλα με το ύδιο
μνημεύο. 991 (εικ. 151)
Καςςανδρεύα/Βϊλτα: τον ενοριακϐ ναϐ του οικιςμοϑ βρύςκεται εντοιχιςμϋνο ςτη βαςύλειο πϑλη
μαρμϊρινο τϐξο, προερχϐμενο μϊλλον απϐ τον ναϐ του Αγύου Δημητρύου Θεςςαλονύκησ, ϐπου βρϋθηκε
ϐμοιο τϐξο. (εικ. 152) Σα δϑο τϐξα ϋχουν αρκετϋσ ομοιϐτητεσ με τα υπϐλοιπα γλυπτϊ του ναοϑ.
Εντυπωςιακϋσ ϐμωσ εύναι οι ομοιϐτητεσ μεταξϑ των δϑο τϐξων και του λεγϐμενου μικροϑ τϐξου του
Γαλερύου, ϐπου εικονύζονται ο Γαλϋριοσ και η προςωποπούηςη τησ πϐλησ. Υαύνεται πωσ τα δϑο τϐξα
το αντιγρϊφουν αποδεικνϑοντασ την ϑπαρξη ςτην πϐλη μακρϊσ γλυπτικόσ παρϊδοςησ. Σα τϐξα
μποροϑν να ςυγκριθοϑν με τον ϊμβωνα τησ Ροτϐντασ και να τοποθετηθοϑν ϋτςι ςτο α΄ μιςϐ του 4 ου
αιώνα, που ταιριϊζει με τη χρονολϐγηςη του πρώτου ναοϑ του Αγύου Δημητρύου. Σο τϐξο προόλθε
πιθανώσ απϐ την κωμϐπολη Πύνακα, που πιθανολογεύται ϐτι διαδϋχτηκε τη μεςαιωνικό Καςςϊνδρεια.
Η κυρτό επιφϊνεια του τϐξου και το εςωρϊχιο κοςμοϑνται απϐ διϊτρητουσ φυτικοϑσ ϋλικεσ, που
πλαιςιώνονται απϐ λϋςβιο κυμϊτιο. Σο πϊνω μϋροσ ςτϋφεται απϐ ιωνικϐ κυμϊτιο, ενώ ςτισ γωνύεσ
παριςτϊνονται ιπτϊμενοι ϊγγελοι με πρϐςωπο ςτραμμϋνο προσ τον θεατό.
Ο φυτικϐσ διϊκοςμοσ του μετώπου εύναι εξαιρετικϊ πυκνϐσ και αποτελεύται απϐ κϑκλουσ
φοινικοειδών που περικλεύουν ζώα και πτηνϊ ςε ϋντονη κύνηςη. Ϊντονη εύναι και η οπτικό εντϑπωςη
τησ φωτοςκύαςησ που δύνεται απϐ την πυκνϐτητα, την ζωηρό κύνηςη και την αφαύρεςη του βϊθουσ.
τη διακϐςμηςη του εςωραχύου ακολουθεύται η ύδια διϊτρητη τεχνικό. Εδώ, ϋχουμε κληματύδα
που ςχηματύζει ςυνδεϐμενουσ κϑκλουσ, που εναλλϊξ περιϋχουν οδοντωτϊ κληματϐφυλλα και τςαμπιϊ
ςταφυλιών.
Σο δεϑτερο τϐξο εύναι αμφύγλυφο, ϐπωσ πιθανϐν εύναι και αυτϐ τησ Καςςϊνδρειασ. Η ϊλλη
πλευρϊ ϋχει εκτϋλεςη ανϊλογη με αυτό που περιγρϊφηκε παραπϊνω, μϐνο που ο διϊκοςμϐσ τησ δεν
εύναι τϐςο πυκνϐσ και οι γωνύεσ πληροϑνται με παγώνια αντύ αγγϋλων. ϑμφωνα με την
αποκατϊςταςη των Γ. και Μ. ωτηρύου, τα ανϊγλυφα τϐξα πρϋπει να όταν τρύα και, προφανώσ, ϐμοια
μεταξϑ τουσ. Ϋταν τοποθετημϋνα ςτην ανωδομό ενϐσ φρϊγματοσ που ϋφραςςε τον χώρο μεταξϑ των
ανατολικών και δυτικών πεςςών του Ιεροϑ Βόματοσ, το ϊνοιγμα δηλαδό των μεγϊλων τϐξων που
χωρύζουν τον ακριβώσ μπροςτϊ απϐ την αψύδα χώρο απϐ τα πτερϑγια. Ϊτςι ερμηνεϑεται και η διπλό
ϐψη των τϐξων.992
τη Βϊλτα φυλϊςςονταν τη δεκαετύα του 1950 και τα εξόσ: κιονϐκρανο με φϑλλα απλϊ με
ςταυρϐ, βυζαντινόσ εποχόσ, κιονϐκρανο με φϑλλα ακϊνθησ, ςταυρϐ και γλυπτϊ, βυζαντινόσ εποχόσ.
Όλα τα γλυπτϊ εύναι μαρμϊρινα.993Δεν αναφϋρεται η προϋλευςό τουσ.
316
Άγιοσ Αθανϊςιοσ Υοϑρκασ: τον ναϐ εντοπύςτηκε απϐ το 1914 τεκτονικϐ επύθημα κιονοκρϊνου,
διακοςμημϋνο με ομφϊλιο με ςταυρϐ και χριςτϐγραμμα και με την επιγραφό “ΤΠΕΡ ΕΤΦΗ
ΒΙΚΕΝΣΙΟΤ” ςτον ϊβακα. (εικ. 153)Εύναι εντοιχιςμϋνο εκφορικϊ ςτη νϐτια εξωτερικό τοιχοποιύα του
μεταβυζαντινοϑ ναοϑ και εύναι το μϐνο αρχιτεκτονικϐ μϋλοσ ςτη Φαλκιδικό με αυτό τη διακϐςμηςη.
Δεν επαρκοϑν τα ςτοιχεύα για χρονολϐγηςη. τον ναϐ υπϊρχουν και ϊλλα γλυπτϊ προερχϐμενα απϐ
το ύδιο μνημεύο, αδημοςύευτα. (εικ. 154)
Νϋα Καλλικρϊτεια: Βρϋθηκε μεγϊλο τμόμα μονϐλιθου, αρϊβδωτου κύονα. Λεύπει το κϊτω τμόμα.
το ϊνω τμόμα φϋρει διπλϐ ανϊγλυφο δακτϑλιο. τα κατϊλοιπα τησ βαςιλικόσ που αναςκϊφηκε
μερικώσ (ΟΙΚ. 737–Ο.Σ. 87) βρϋθηκαν μαρμϊρινα αρχιτεκτονικϊ μϋλη, μεταξϑ των οπούων, ϋνα
ψευδεπύκρανο εποχόσ εβόρων, τμόμα κιονϐκρανου, τμόμα βϊςησ κύονα, κ.α. 995 (εικ.155)
Άγιοσ Μϊμασ: Κοντϊ ςτον Γεωργικϐ ταθμϐ, εντοπύςτηκε μαρμϊρινοσ κύονασ μόκουσ 1.70 μ. και
διαμϋτρου 0.30 μ. Δεν δύνονται περαιτϋρω πληροφορύεσ.996
994 Ανδροϑδησ, Π., Πϑργοσ ςτη ϊνη Φαλκιδικόσ. Τπϊρχουςα κατϊςταςη και μελϋτη ςτερϋωςησ, Θεςςαλονύκη (1993), (πολυγραφημϋνο), ςχ.
Οπιςθϐφυλλου.
995 Σο Έργο τησ 10ησ Ε.Β.Α. ςτη Φαλκιδικό, 2007, ϋκδοςη τησ 10ησ Ε.Β.Α.
996 Πϋτςασ, Υ., «Νομϐσ Φαλκιδικόσ», Α.Δ. 22 (1967), Φρονικϊ Β2, Αθόνα (1969), 403
997 Σαβλϊκησ 1987, 154
317
οπούων διαμορφώνεται κατακϐρυφη γλυφό. τη μύα πλευρϊ φϋρει κατακϐρυφη ορθογώνια ςτενό
εγκοπό, ςτην ϊνω απϐληξη τησ οπούασ υπϊρχει τϐρμοσ για την προςαρμογό θωρακύου. Ο πεςςύςκοσ
χρηςιμοποιόθηκε ςε δεϑτερη χρόςη ωσ εκροό ςε υπολόνιο μεςοβυζαντινοϑ ληνοϑ, οπϐτε και
διανούχθηκε πλατϑ και βαθϑ κανϊλι ςτη μύα πλευρϊ, καταςτρϋφοντασ και μεγϊλο τμόμα του
επύμηλου. Φρονολογεύται ςτον 5ο ό 6ο αιώνα.998
Βαςιλικϊ: Εντοπύςτηκε κιονϐκρανο εντοιχιςμϋνο ςτο πηγϊδι του ναοϑ του Αγύου Γεωργύου. Εύναι
ςϑνθετο ιωνικϐ και ςώζεται μϐνο το πϊνω τμόμα του. Οι ϋλικεσ δεν εξϋχουν απϐ το ςώμα του
κιονοκρϊνου αλλϊ αποδύδονται ςε χαμηλϐ ανϊγλυφο, με ςχεδιαςτικϐ τρϐπο, ενώ το ςχϋδιϐ τουσ
εξαύρεται με ςειρϊ οπών απϐ τρυπϊνι. Ο ϊβακασ διακοςμεύται με μονό ςειρϊ ςχηματοποιημϋνων
φϑλλων δϊφνησ. Απϐ την Ωκανθα ςώζονται μϐνο τα φϑλλα τησ πϊνω ςειρϊσ. Πρϐκειται για μαλακό
ϊκανθα, πολϑ ςχηματοποιημϋνη, αποδοςμϋνη ςχεδιαςτικϊ ςε χαμηλϐ ανϊγλυφο. Οι νευρώςεισ των
φϑλλων αποδύδονται με φαρδιϋσ αυλακιϋσ. Οι ϋλικεσ περιγρϊφονται απϐ μονό ςειρϊ οπών με τρυπϊνι.
Δεν δύνεται χρονολϐγηςη.1000
Πυργαδύκεια/Ι. Ν. Αγύου Δημητρύου: Βρϋθηκαν δϑο αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ προερχϐμενα απϐ την
πρωτοβυζαντινό βαςιλικό κϊτω απϐ τον ναϐ. Πρϐκειται για ϋνα επύκρανο αμφικιονύςκου και ϋνα
κιονϐκρανο με ςυμφυϋσ επύθημα ςτο προαϑλιο του ναοϑ. Ϊνα ολϐκληρο διϊτρητο φολιδωτϐ θωρϊκιο
και τμόμα αρρϊβδωτου κύονα προερχϐμενα απϐ την ύδια βαςιλικό βρύςκονται ςτο κοινοτικϐ
κατϊςτημα Πυργαδικύων. 1001
318
Βαρβϊρα: (εικ. 156)
Βαςιλικό Ι: Απϐ τον γλυπτϐ διϊκοςμο τησ βαςιλικόσ ϋχουμε περιοριςμϋνεσ μαρτυρύεσ λϐγω τησ
εκτεταμϋνησ λιθολϐγηςησ που υπϋςτη το μνημεύο. Εντοπύςτηκαν ςτο βϐρειο κλύτοσ κϊποια τμόματα
μονολιθικών ακϐςμητων κιϐνων που προφανώσ ανόκαν ςτην βϐρεια κιονοςτοιχύα. Όςον αφορϊ ςτον
χωριςμϐ των πλϊγιων κλιτών απϐ το κεντρικϐ και το φρϊγμα πρεςβυτερύου χρηςιμοποιόθηκαν
διϊτρητα φολιδωτϊ θωρϊκια, πολλϊ θραϑςματα απϐ τα οπούα βρϋθηκαν διϊςπαρτα ςε ϐλη την
ϋκταςη τησ βαςιλικόσ. το βϐρειο τμόμα του νϊρθηκα κοντϊ ςτη βϊςη του κλιμακοςταςύου
εντοπύςτηκαν τρύα τμόματα πιθανώσ πολϑλοβησ πεταλϐμορφησ τρϊπεζασ.
το κεντρικϐ κλύτοσ τησ βαςιλικόσ, βρϋθηκε μαρμϊρινο επύκρανο αμφικιονύςκου, το οπούο φϋρει
χαραγμϋνη ςε δεϑτερη χρόςη την επιγραφό: ΦΡΗ(C)ΣΕ ΒΟ(H)ΘΗ ΣΟΤ ΔΟΤΛΟΤ/ΜΑΡΣΤΡΙΟΤ/ΚΑΙ
ΜΝΗ+ΗΝΗ. Η επιγραφό βρύςκεται ςτη μύα μακρϊ πλευρϊ του επικρϊνου, ενώ ανϊγλυφοι ςταυρού
διακοςμοϑν τισ ςτενϋσ πλευρϋσ του.1002
Βαςιλικό ΙΙ: Δεν διενεργόθηκε αναςκαφικό ϋρευνα. Εντοπύςτηκαν διϊςπαρτα μαρμϊρινα
αρχιτεκτονικϊ μϋλη: τμόματα μονολιθικών κιϐνων, θραϑςματα θωρακύων, κιονϐκρανα με ςυμφυό
επιθόματα και τμόματα απϐ τρϊπεζα.
Βαςιλικό ΙΙΙ: Βρϋθηκε η μαρμϊρινη τρϊπεζα του ναοϑ καθώσ και τμόματα μονολιθικών κιϐνων,
κιονύςκων και πεςςύςκων με εγκοπό ςτόριξησ θωρακύου και δϑο τμόματα αμφύγλυφου δύδυμου
θωρακύου, ςε ϋνα απϐ τα οπούα διακρύνεται κεραύα απϐ ςταυρϐ. Ϊξω απϐ την κϐγχη εντοπύςτηκε
κϊλυμμα μαρμϊρινησ λειψανοθόκησ, που μιμεύται αρχαύα ςαρκοφϊγο (5οσ - 6οσ αιώνασ). Πρϐκειται για
κϊλυμμα ςαμαρωτοϑ ςχόματοσ με ακρωτόρια, το οπούο φϋρει ςτισ δϑο ςτενϋσ πλευρϋσ διακϐςμηςη
ανϊγλυφου λατινικοϑ ςταυροϑ. Σο εϑρημα πιθανώσ προϋρχεται απϐ το εγκαύνιο του ναοϑ. ώζεται,
τϋλοσ, θραϑςμα πλύνθου με την εγχϊρακτη επιγραφό: ΖΨΣΗΚΟC ΚΗΛΗΣΗC. Φρονολογεύται τον 5ο
αιώνα.1003
319
ανϊγλυφα κιςςϐφυλλα, που εκφϑονται απϐ τη διαςταϑρωςη των κεραιών. Σο ανθϋμιο τησ τϋταρτησ
γωνύασ αφϋθηκε ημύεργο.
Ϊνα δεϑτερο ανϊγλυφο εύναι η γωνύα θωρακύου, ςωζομϋνων διαςτϊςεων 54.5*34.5 εκ και
πϊχουσ 6 εκ. Σετραμερόσ ταινύα ςχηματύζει ρϐμβο, που εγγρϊφεται ςε ορθογώνιο ςχηματιζϐμενο απϐ
διμερό ταινύα, που ςυμπλϋκεται με την προηγοϑμενη. Σο κϋντρο καταλαμβϊνει κϑκλοσ, ενώ ϊλλοι
κϑκλοι γϋμιζαν τα τριγωνικϊ κενϊ ανϊμεςα ςτον ρϐμβο και το πλαύςιο. Ο μϐνοσ ςωζϐμενοσ περικλεύει
εξϊφυλλο ρϐδακα με νευρώςεισ. Απϐ την περιφϋρεια του κεντρικοϑ κϑκλου φϑεται κρινϊνθεμο.
Ο Robinson αναφϋρει χωρύσ να παρϋχει ςχϋδιο ό φωτογραφύα ϊλλο ϋνα τμόμα παρϐμοιου
θωρακύου και ϋναν πεςςύςκο τϋμπλου διακοςμημϋνο με πλϋγμα. Ο Βοκοτϐπουλοσ δεν τα εντϐπιςε. Σο
ύδιο και δϑο μικρϊ τμόματα θωρακύου διϊτρητου, που πρϋπει να όταν πρωτοβυζαντινϐ spolium.
Αναφϋρονται επύςησ:
Μαρμϊρινο τμόμα αμφικιονύςκου παραθϑρου. ωζϐμενο ϑψοσ 32 εκ., πλ. 15 εκ.
Μεταφϋρθηκε ςτο Υυλακεύο τησ Ολϑνθου.
Πώρινη βϊςη κύονα, πλευρϊσ περ. 61 εκ. και διαμϋτρου κορμοϑ 41,5 εκ.
Σετρϊγωνη κροϑςτα απϐ βαθυπρϊςινο μϊρμαρο, πλευρϊσ 2 εκ. και πϊχουσ 1.5 εκ.
Προϋρχεται απϐ το μαρμαροθϋτημα.1004
Καλλιθϋα: τον ναϐ που χτύςτηκε ςτην περιοχό του Ιεροϑ του Ωμμωνοσ Διϐσ και του πηλαύου
των Νυμφών, ςώζεται in situ η βϊςη και η πλϊκα τησ Αγύασ Σρϊπεζασ ϐπωσ και το λύθινο κατώφλι τησ
ειςϐδου.1005
Αγύαςμα του Αγύου Παϑλου: Βρϋθηκε μεγϊλο τμόμα μαρμϊρινου επιςτυλύου του 10ου-11ου αιώνα. Η
κϊτω πλευρϊ εύναι ημύεργη, οι μακρϋσ πλϊγιεσ ϐψεισ εύναι η μύα λεύα και η ϊλλη ημύεργη και η
ςωζϐμενη πλϊγια ςτενό πλευρϊ λεύα. την πρϐςθια ϐψη φϋρει ανϊγλυφη τριμερό διακϐςμηςη
αποτελοϑμενη απϐ πλοχμοειδό θϋματα, ζώνη ταινιών που ςχηματύζουν ρϐμβο και φυτικό διακϐςμηςη
320
απϐ ελικοειδεύσ βλαςτοϑσ που ςχηματύζουν ελλειψοειδεύσ χώρουσ ςτουσ οπούουσ περικλεύονται
τετρϊφυλλα.
7.2.5. Επιγραφϋσ
Νϋπωςι: Μια μαρμϊρινη επιγραφό που χρονολογεύται το 917/918, αναφϋρεται ςτισ βυζαντινϋσ
επιςκευϋσ του κϊςτρου και μνημονεϑει τον ανόλικο αυτοκρϊτορα του Βυζαντύου, Κωνςταντύνο Ζ΄
Πορφυρογϋννητο, τη ςυμβαςύλιςςα μητϋρα του, Ζωό Καρβουνοψύνα, καθώσ και τον πατρύκιο Μιχαόλ,
ο οπούοσ εύτε υπόρξε ο διοικητόσ τησ περιοχόσ εύτε μερύμνηςε για τη δραςτικό επιδιϐρθωςη του
κϊςτρου. (εικ. 107)1007
Ιεριςςϐσ: Η μονό Ιβόρων κατεύχε το 1318 ϋναν μϑλο ςτην Ιεριςςϐ ενώ επύ Μιχαόλ Η’ ϋχτιςε πϑργο
ςτο μετϐχι τησ ςτην Ιεριςςϐ, ςτην παλιϊ μονό Κολοβοϑ αφοϑ τα τεύχη του κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ
θεωροϑνταν αςφαλό. Ο πϑργοσ ϋχει καταςτραφεύ αλλϊ φαύνεται πωσ μϋχρι τισ αρχϋσ του 20ου αιώνα
ςωζϐταν η κτητορικό επιγραφό. Σο 1858, ο Ουςπϋνςκυ ανακϊλυψε ανϊμεςα ςτα ερεύπια μιασ
εκκληςύασ αφιερωμϋνησ ςτον Ωγιο Νικϐλαο, ςε απϐςταςη μιςόσ ώρασ απϐ το χωριϐ, μια επιγραφό
ςτα γεωργιανϊ, ςε μια μικρό μαρμϊρινη πλϊκα. Σο κεύμενο ςωζϐταν: «Ση χρονιϊ 6773 [1264/5], κατϊ
την βαςιλεύα του Μιχαόλ Παλαιολϐγου, χτύςτηκε απϐ τουσ Καρτβελιανοϑσ [Γεωργιανού]». Ϊνα τμόμα τησ
επιγραφόσ εύδε ο μυρνϊκησ ςτον Πολϑγυρο και ϋνα το 1914 ο Avezoù εντοιχιςμϋνο ςε ςπύτι ςτην
Ιεριςςϐ. Ο πϑργοσ πρϋπει να χτύςτηκε μεταξϑ 1259 και 1283 και αναφϋρεται με την ευκαιρύα ενϐσ
αγριδύου ςτην Ιεριςςϐ. Υαύνεται ϐτι η επιγραφό ςχετύζεται με την καταςκευό του πϑργου τησ Ιβόρων
που χρονολογεύται το 1264/5.1008
Οικϐπεδο 12 του Ο.Σ. 28 ιδιοκτηςύασ Θωμϊ: ημαντικϐ εϑρημα αποτελεύ το θραϑςμα μύασ
ενεπύγραφησ πλύνθου, μεςοβυζαντινόσ περιϐδου, που βρύςκεται ςε αρχικϐ ςτϊδιο μελϋτησ. (εικ. 158)
Διακρύνονται τα ονϐματα Επ(ύ)φανοσ, Πϊρμανοσ, Πϊρμανοσ, Σρϑφωνοσ, τϋφανοσ, Ιώνανοσ, ϐτονοσ,
Κυλύου. Πρϐκειται για κατϊλογο ονομϊτων, πιθανώσ κατούκων του Κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ, που
ςχετύζεται με οικονομικοϑ τϑπου ςυναλλαγό.1009
ΒΑΡΒΑΡΑ
Βαςιλικό Ι : ε ενεπύγραφη πλύνθο εύναι χαραγμϋνη η επιγραφό Κ(ΤΡΙ)Ε ΒΟΗΘΗ. το κεντρικϐ
κλύτοσ τησ βαςιλικόσ, βρϋθηκε μαρμϊρινο επύκρανο αμφικιονύςκου, το οπούο φϋρει χαραγμϋνη ςε
δεϑτερη χρόςη την επιγραφό: ΦΡΗ(C)ΣΕ ΒΟ(H)ΘΗ ΣΟΤ ΔΟΤΛΟΤ/ΜΑΡΣΤΡΙΟΤ/ΚΑΙ ΜΝΗ+ΗΝΗ. Η
321
επιγραφό βρύςκεται ςτη μύα μακρϊ πλευρϊ του επικρϊνου, ενώ ανϊγλυφοι ςταυρού διακοςμοϑν τισ
ςτενϋσ πλευρϋσ του.1010
Βαςιλικό ΙΙΙ: ε θραϑςμα πλύνθου με την εγχϊρακτη επιγραφό: ΖΨΣΗΚΟC ΚΗΛΗΣΗC.
Φρονολογεύται τον 5ο αιώνα. 1011
υμπερϊςματα
Σα κατϊλοιπα τησ μνημειακόσ τϋχνησ τησ βυζαντινόσ περιϐδου εύναι πολϑ λύγα και
αποςπαςματικϊ, ϐμωσ επιτρϋπουν τη διατϑπωςη οριςμϋνων παρατηρόςεων ςε ςχϋςη με το βαςικϐ
ζητοϑμενο τησ εργαςύασ, την οικιςτικό οργϊνωςη τησ Φαλκιδικόσ.
Υαύνεται ϐτι τα ψηφιδωτϊ χρηςιμοποιοϑνταν ςτουσ πρωτοβυζαντινοϑσ ναοϑσ ενώ τα
μαρμαροθετόματα ςυνϋχιςαν να χρηςιμοποιοϑνται και μετϊ τον 10ο αιώνα. Οι περιςςϐτεροι ναού
πρϋπει να όταν τοιχογραφημϋνοι. Δεν ϋχουμε ςτοιχεύα ϐμωσ για τα θϋματα που προτιμοϑνταν ςτην
ιςτϐρηςό τουσ. Αν λϊβουμε υπ΄ ϐψιν ϐτι πολλού εκ των ναών τησ Φαλκιδικόσ εύχαν ςχϋςεισ με τα
αθωνικϊ μοναςτόρια εύτε ωσ μετοχιακού ναού εύτε επειδό τα μοναςτόρια επϊνδρωναν με ιερεύσ τουσ
επαρχιακοϑσ ναοϑσ, θα πρϋπει να υπόρχε επύδραςη και ςτην τϋχνη. Απϐ την ϊλλη μεριϊ, η
Θεςςαλονύκη με τα δικϊ τησ εργαςτόρια δεν μπορεύ παρϊ να αποτϋλεςε επύςησ πρϐτυπο.
Ϊχουν εντοπιςτεύ πϊνω απϐ 250 γλυπτϊ ςτουσ οικιςμοϑσ που μασ ενδιαφϋρουν και ςε αυτοϑσ
τησ υπαύθρου που τουσ περιβϊλλει. Σα γλυπτϊ που εντοπύςτηκαν αντανακλοϑν ϋνα αδιαμφιςβότητο
ενδιαφϋρον για τουσ ανεγειρϐμενουσ ναοϑσ ό ϊλλα κτύρια τησ περιϐδου και υποδηλώνουν χορηγοϑσ
με υπολογύςιμεσ οικονομικϋσ δυνατϐτητεσ. Η ςυντριπτικό πλειονϐτητα των γλυπτών προϋρχεται απϐ
την πρωτοβυζαντινό περύοδο, ενώ ακολουθεύ ο 11οσ και 12οσ αιώνασ. Ο μεγϊλοσ αριθμϐσ γλυπτών του
11ου και του 12ου αιώνα διαπιςτώνεται ϐτι ςυνδϋεται με τισ θϋςεισ που αντιςτοιχοϑν ςε χώρουσ
μεγϊλησ ςυγκϋντρωςησ πληθυςμοϑ, ϐπωσ προκϑπτει απϐ ϊλλα ςτοιχεύα, δηλαδό τισ περιοχϋσ των
κεντρικών οικιςμών.
Ψσ προσ τισ πληροφορύεσ που μποροϑν να αντληθοϑν απϐ τα γλυπτϊ για τισ οικιςτικϋσ αυτϋσ
θϋςεισ, δηλαδό για τον χαρακτόρα ό την ςπουδαιϐτητα τησ καθεμιϊσ αλλϊ και τισ επαφϋσ μεταξϑ
τουσ, κϑριο χαρακτηριςτικϐ των γλυπτών αυτών εύναι η ανομοιογϋνεια. Πολλϊ γλυπτϊ φαύνεται ϐτι
όταν ϋργα τοπικών καλλιτεχνών.
Σα δεύγματα μνημειακόσ τϋχνησ για τα οπούα ϋγινε λϐγοσ ςε αυτϐ το κεφϊλαιο, προϋρχονται απϐ
περιοριςμϋνο αριθμϐ μνημεύων και, μϊλιςτα, κϊποια απϐ τα μνημεύα αυτϊ ςυγκεντρώνουν
περιςςϐτερεσ τησ μιασ κατηγορύεσ μνημειακόσ τϋχνησ. Βλϋπουμε επύςησ, μια διαφοροπούηςη ςτην
πυκνϐτητα και την ποιϐτητϊ τουσ ανϊλογα με την ιςτορικό περύοδο. Κατϊ την πρωτοβυζαντινό
περύοδο, μϋχρι δηλαδό και τον 6ο αιώνα, ϋχουμε τα περιςςϐτερα παραδεύγματα τϐςο γλυπτών ϐςο και
τοιχογραφιών, ψηφιδωτών και μαρμαροθετημϊτων. Σα λιγϐτερα δεύγματα προϋρχονται απϐ την
322
πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο ενώ απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ ϋχουμε και πϊλι κϊποια δεύγματα
αλλϊ ϐχι με την πυκνϐτητα και την ποιϐτητα τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου. ε ϐλεσ τισ εποχϋσ, τα
μνημεύα που ςυγκεντρώνουν ςτοιχεύα μνημειακόσ τϋχνησ βρύςκονται ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ
και μϊλιςτα ςτο κεντρικϐ και βϐρειο τμόμα τησ, ςτη δυτικό Φαλκιδικό, ςτην περιοχό τησ βυζαντινόσ
πϐλησ τησ Βρϑασ και ςτην περιοχό τησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ αλλϊ και ςτην ανατολικό Φαλκιδικό, ςτην
Ωκανθο-Ιεριςςϐ και ςτην περιοχό που βρύςκεται κοντϊ ςτην εύςοδο του Αγύου Όρουσ.
Σα ςτοιχεύα αυτϊ ϋρχονται να επιβεβαιώςουν την εικϐνα που εύχαμε ωσ τώρα για μια
ευημεροϑςα, κατϊ τουσ πρώτουσ χριςτιανικοϑσ αιώνεσ, χερςϐνηςο για την οπούα υπόρχε κρατικϐ και
ιδιωτικϐ ενδιαφϋρον που εκδηλωνϐταν με πρωτοβουλύεσ αιςθητικοϑ χαρακτόρα. Ειδικϊ, η περιοχό
τησ Καςςϊνδρασ, που μϋχρι και τον 6ο αιώνα όταν ςημαντικϐ διοικητικϐ και θρηςκευτικϐ κϋντρο
προςφϋρει τα περιςςϐτερα δεύγματα. Απϐ τουσ μϋςουσ και κατϊ τουσ ϑςτερουσ χρϐνουσ, βλϋπουμε
ϐτι το ενδιαφϋρον μετατοπύζεται ςτη δυτικό Φαλκιδικό (περιοχό Βρϑασ και Ολϑνθου), ϐπου οι
επιρροϋσ τησ αθωνικόσ τϋχνησ εύναι φανερϋσ και επιβεβαιώνουν την επικυριαρχύα των μονών ςε
οικονομικϐ, πνευματικϐ και αιςθητικϐ επύπεδο. Αντύςτοιχα, η ϊνοδοσ τησ κοινϐτητασ τησ Ιεριςςοϑ τον
10ο αιώνα αντικατοπτρύζεται ςτα αρχιτεκτονικϊ γλυπτϊ που προϋρχονται απϐ την περιοχό τησ.
Σα δεύγματα μνημειακόσ τϋχνησ ςχετύζονται λοιπϐν με μεγϊλουσ οικιςμοϑσ και την ενδοχώρα
τουσ, που παρουςιϊζουν μια διϊρκεια ζωόσ απϐ την αρχαιϐτητα μϋχρι και το τϋλοσ τησ βυζαντινόσ
αυτοκρατορύασ και ςτουσ οπούουσ φαύνεται ϐτι υπόρχε μια παρϊδοςη μνημειακϐτητασ όδη απϐ την
ελληνιςτικό και ρωμαώκό περύοδο. Ακϐμα και ςτην περύπτωςη του ςυγκροτόματοσ των βαςιλικών τησ
Βαρβϊρασ ό ϊλλων περιπτώςεων που φαύνονται απομονωμϋνεσ απϐ τον οικιςτικϐ ιςτϐ, εύναι ςχεδϐν
βϋβαιο ϐτι η παρουςύα αυτόσ τησ μορφόσ τησ τϋχνησ δεν όταν τυχαύα και αναμϋνεται οι μελλοντικϋσ
ϋρευνεσ να ςυνδϋςουν τα μνημεύα αυτϊ με ςημαντικοϑσ οικιςμοϑσ ςποραδικϊ κατϊλοιπα των οπούων
ϋχουν εντοπιςτεύ αλλϊ δεν ϋχουν ερευνηθεύ επαρκώσ.
Αξύζει να επιςημανθεύ ϐτι η πλειονϐτητα των κτιρύων, που εύχαν μνημειακό καταςκευό και,
ςυνεπώσ, διακϐςμηςη όταν θρηςκευτικϊ. Μοναδικϋσ εξαιρϋςεισ αποτελοϑν η αγροικύα ςτη Μεγϊλη
Κϑψα, το δημϐςιο κτύριο ϊγνωςτησ χρόςησ και το ςυγκρϐτημα λουτρών ςτη Βρϑα και το κοςμικϐ
κτύριο και το λουτρϐ ςτον πρωτοβυζαντινϐ οικιςμϐ που αναςκϊφηκε ςτη Νϋα Καλλικρϊτεια. Με
δεδομϋνη την επιφϑλαξη λϐγω τησ μικρόσ ποςϐτητασ των ευρημϊτων και του περιοριςμϋνου
χαρακτόρα των ερευνών, θα μποροϑςαμε να καταλόξουμε ςε ϋνα πρώτο ςυμπϋραςμα ϐτι η εκκληςύα
– μητρϐπολη και μοναςτόρια- όταν η κινητόρια δϑναμη ςτη χερςϐνηςο που όλεγχε τϐςο την
οικονομύα ϐςο και την καλλιτεχνικό παραγωγό και διϋθετε τη δυνατϐτητα αλλϊ και την αιςθητικό
ευαιςθηςύα για την πατρωνύα ϋργων τϋχνησ.
Σϋλοσ, δεν γνωρύζουμε ακϐμα αν μπορεύ να ςυνδεθεύ με ςυγκεκριμϋνο ϋλεγχο και ιδεολογύα το
γεγονϐσ ϐτι τα περιςςϐτερα δεύγματα μνημειακόσ τϋχνησ και ιδύωσ γλυπτών προϋρχονται απϐ τη
δυτικό Φαλκιδικό και την Καςςϊνδρεια που βρύςκονται πιο κοντϊ ςτη Θεςςαλονύκη ενώ η Ιεριςςϐσ
και η ανατολικό Φαλκιδικό, που βρύςκεται ςε χωροταξικό και πνευματικό εγγϑτητα με το Ωγιον Όροσ
323
και, ςυνεπώσ, με την Κωνςταντινοϑπολη εμφανύζει μεγαλϑτερο ενδιαφϋρον για τισ τοιχογραφύεσ και
τη μικροτεχνύα, ϐπωσ θα δοϑμε παρακϊτω.
7.3.1. Κεραμικό
Η κεραμικό που εντοπύςτηκε αντιπροςωπεϑει ϐλεσ τισ κατηγορύεσ αγγεύων και χρονολογικϊ
καλϑπτει ϐλη τη βυζαντινό περύοδο. Προϋρχεται τϐςο απϐ τοπικϊ εργαςτόρια ϐςο και απϐ τα
εργαςτόρια τησ Θεςςαλονύκησ και τησ Κωνςταντινοϑπολησ. Ϊχουν εντοπιςτεύ ειςηγμϋνα προώϐντα
που προϋρχονται απϐ εργαςτόρια του μακεδονικοϑ χώρου, τησ Αττικόσ και τησ Κορύνθου αλλϊ και τησ
ευρϑτερησ Ανατολικόσ Μεςογεύου γεγονϐσ που επιβεβαιώνει τουσ εμπορικοϑσ δεςμοϑσ τησ
χερςονόςου με τουσ προοριςμοϑσ αυτοϑσ.
Όςον αφορϊ ςτην επιτϐπια παραγωγό κεραμικόσ, ϋχουν εντοπιςτεύ κεραμικού κλύβανοι που όταν
ςε λειτουργύα ςε διαφορετικϋσ χρονικϋσ περιϐδουσ. Σϋτοιοι κλύβανοι ϋχουν εντοπιςτεύ ςτη Βρϑα, ςτη
Μεγϊλη Κϑψα και ςτην Ιεριςςϐ, ενώ πολλϊ μικροτοπωνϑμια εύναι δηλωτικϊ τησ παραγωγόσ
κεραμικόσ.
Ωρρηκτη και διαρκόσ εύναι η ςχϋςη τησ Φαλκιδικόσ με τη θϊλαςςα, που δεν ϋπαψε ποτϋ να
επηρεϊζει τη Φερςϐνηςο, να αποτελεύ για τουσ κατούκουσ τησ πηγό πλοϑτου, δύαυλο επικοινωνύασ,
πεδύο δραςτηριοτότων, τϐπο εγκατϊςταςησ, αλλϊ και φορϋα κινδϑνων. Η ςχϋςη τησ Φαλκιδικόσ με τη
θϊλαςςα αντικατοπτρύζεται ςε μια ςειρϊ βυζαντινών αμφορϋων και εφυαλωμϋνων αγγεύων των
1012 Σα νομύςματα που προόλθαν απϐ τισ υπϐ μελϋτη θϋςεισ, παρουςιϊζονται αναλυτικϐτερα ςε επϐμενο κεφϊλαιο ςε ςχϋςη με την οικονομύα
και τισ παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ τησ χερςονόςου.
324
μϋςων του 12ου αι. που αναςϑρθηκαν απϐ ναυϊγια πλούων κοντϊ ςτη Φαλκιδικό, πϊνω ςε γνωςτοϑσ
απϐ την αρχαιϐτητα θαλϊςςιουσ εμπορικοϑσ δρϐμουσ του βορεύου Αιγαύου, μϋςω των οπούων
διακινοϑνταν προώϐντα ανϊμεςα ςτην Κωνςταντινοϑπολη, τα μικραςιατικϊ παρϊλια και τη
Θεςςαλονύκη.
325
Ειδικϐτερα, ςτα οικ. 11-12 τα εφυαλωμϋνα ϐςτρακα του 12ου και 13ου αιώνα ανόκουν ςτουσ
τϑπουσ –κατϊ Ch. Η. Morgan- Spatter ware, slip painted ware, sgraffito ware, green and brown painted
ware, champlevé, incised sgraffito. Σα ελϊχιςτα πρωιμϐτερα ανόκουν ςτην κατηγορύα impressed white
ware.1015 Παρϐμοια εύναι η κεραμικό ςτο οικϐπεδο ιδιοκτηςύασ Λαζαρύδη.
το ςυγκρϐτημα των ληνών του οικ. 31 εντοπύςτηκαν εφυαλωμϋνα ϐςτρακα απϐ αγγεύο τησ
κατηγορύασ των πολϑχρωμων του 11ου αιώνα καθώσ και εγχϊρακτα αγγεύα με ϊχρωμη εφυϊλωςη,
αδρεγχϊρακτα και επιπεδϐγλυφα του 12ου αιώνα.1016
το οικ. 9 βρϋθηκε κεραμικό εφυαλωμϋνη του 11ου-αρχών 13ου αιώνα. υγκεκριμϋνα, τα ϐςτρακα
ανόκουν ςτουσ τϑπουσ Spatter ware, slip painted ware, sgraffito ware, green and brown painted ware,
champlevé, incised sgraffito, painted sgraffito, painted incised sgraffito και χρονολογοϑνται απϐ το
1075 ωσ το 1200.1017
τουσ αποθηκευτικοϑσ χώρουσ των οικιών του δυτικοϑ τομϋα αλλϊ και ςε αυτοϑσ που
αναςκϊφηκαν ςτην τοϑμπα, ςτην περιοχό τησ οχϑρωςησ, εντοπύςτηκαν ϊφθονα αβαφό μεγϊλα
αγγεύα αποθόκευςησ και πολλϊ ακϐμα αβαφό οικιακόσ χρόςησ με ύχνη καϑςησ.1018
Ν. Καλλικρϊτεια: Κεραμικό απϐ τον 4ο μϋχρι και τον 6ο αιώνα ϐλων των κατηγοριών χρόςησ και
διακϐςμηςησ εντοπύςτηκε ςτα κατϊλοιπα του οικιςμοϑ. ε κοςμικϐ κτύριο βρϋθηκε θηςαυρϊριο με
εγχϊρακτη επιγραφό και πινϊκιο ψευδαρρετινϐ με εμπύεςτη παρϊςταςη του Φριςτοϑ και δϑο
περιςτϋρια. Αμφϐτερα χρονολογοϑνται ςτον 6ο αιώνα.
Οι ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ ςτα οικ. 737 – Ο.Σ. 87 αποκϊλυψαν ςε οικοδομικϊ κατϊλοιπα, αβαφό
κεραμικό μεγαλϐςχημων αγγεύων αποθηκευτικοϑ χαρακτόρα που χρονολογεύται μεταξϑ 4ου και 6ου
αιώνα και χαρακτηρύζουν τη λειτουργύα του κτιρύου, ενώ απϐ τον χώρο τησ βαςιλικόσ του οικ. 319
προόλθε αβαφόσ κτενωτό κεραμικό.
Σο κϑριο χαρακτηριςτικϐ τησ κεραμικόσ απϐ το νεκροταφεύο τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ (3οσ-4οσ
αιώνασ) εύναι η πληθώρα και η ποικιλύα των ειςηγμϋνων παραδειγμϊτων. Η πλειονϐτητα των αγγεύων
κατατϊςςεται ςτην κατηγορύα τησ πολυτελοϑσ κεραμικόσ. Επύςησ, εντϐσ των τϊφων εντοπύζονται και
αγγεύα οικιακόσ χρόςησ π.χ. αμφορεύσ και χϑτρεσ με γραπτό διακϐςμηςη. Εκτϐσ των τϊφων
ανευρύςκονται αγγεύα μεταφορϊσ υγρών, ϐπωσ οινοχϐεσ, που θα μποροϑςαν να ερμηνευτοϑν ωσ
ςπονδικϊ αγγεύα προςφορών, χϑτρεσ που περιεύχαν καμϋνα οργανικϊ ςτοιχεύα. Ειδικϐτερα, η
κεραμικό που προόλθε απϐ το νεκροταφεύο μπορεύ να χωριςτεύ ςτισ ακϐλουθεσ ομϊδεσ:
326
Κεραμικό αγγεύων με λεπτϊ τοιχώματα (Thin – walled Wares): την κατηγορύα αυτό ανόκουν
μϐνωτα αγγεύα μικροϑ μεγϋθουσ (οινοχοϏςκεσ και κϑπελλα). Σα ειςηγμϋνα προώϐντα αυτόσ τησ
κατηγορύασ εμφανύζονται ςτα νεκροταφεύα τησ Ν. Καλλικρϊτειασ τον 3ο αιώνα. Η παραγωγό του
εργαςτηρύου urnette a collarino αντιπροςωπεϑεται ςε αρκετϋσ περιπτώςεισ και εκδοχϋσ.
Γραπτό κεραμικό (Painted ware): την κατηγορύα αυτό ανόκουν τα αγγεύα του 4ου αιώνα, τα οπούα
εύτε ωσ ειςαγωγϋσ εύτε ωσ ντϐπιεσ μιμόςεισ, προςγρϊφονται ςτον αθηναώκϐ κεραμεικϐ μετϊ την
γαλατικό καταςτροφό.
Κεραμικό με μαϑρο ό φαιϐ επύχριςμα: Αποτελεύ πολυπληθό ομϊδα με προϋλευςη μϊλλον απϐ τα
εργαςτόρια τησ Θεςςαλονύκησ και χρονολογεύται απϐ τα νομύςματα ςτα μϋςα του 3ου αιώνα.
Γκρύζα κεραμικό του λεγϐμενου μακεδονικοϑ εργαςτηρύου: Σελευταύο τϋταρτο 3ου αιώνα, αν και
ςτην Καλλικρϊτεια αντιπροςωπεϑονται όδη απϐ τον 2ο αιώνα,
Ερυθροβαφόσ κεραμικό (Red Slip Ware): Απϐ τισ μεγϊλεσ κατηγορύεσ ερυθροβαφοϑσ ςτιλπνόσ
κεραμικόσ που εύναι ευρϑτατα διαδεδομϋνεσ ςτον μεςογειακϐ χώρο κατϊ την ϑςτερη αρχαιϐτητα, ςτα
νεκροταφεύα τησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ αντιπροςωπεϑονται κυρύωσ προώϐντα που προϋρχονται απϐ
εργαςτόρια τησ Ανατολικόσ Μεςογεύου. Οι κατηγορύεσ κατϊ ςχόματα που αντιπροςωπεϑονται
αφοροϑν ςε τυπικϊ παραδεύγματα κεραμικόσ πολυτελεύασ.
Κανθαρϐςχημο αγγεύο με μελανϐ γϊνωμα: Μϋςα τρύτου αιώνα. Υαύνεται να αναβιώνει την
κεραμικό παραγωγό και διϊδοςη αγγεύων απϐ τα αρχαώκϊ και γεωμετρικϊ χρϐνια.
Λϑχνοι: Σα οκτώ παραδεύγματα προϋρχονται ςτην πλειονϐτητϊ τουσ απϐ μεγϊλεσ ταφικϋσ
καταςκευϋσ και εύναι προώϐντα μεγϊλων εργαςτηρύων του 3ου και 4ου αιώνα (Αθόνασ και Κορύνθου)
και ςυναποτύθενται με πολυπληθϋσ κεραμικϐ και νομιςματικϐ υλικϐ.
Η παρουςύα ειςηγμϋνησ κεραμικόσ του 3ου και 4ου αιώνα που προϋρχεται κυρύωσ απϐ εργαςτόρια
τησ Αθόνασ και τησ Ανατολικόσ Μεςογεύου επαναλαμβϊνει και αντιςτοιχεύ ςτην κυριαρχύα του
αθηναώκοϑ Κεραμεικοϑ και των ανατολικών εργαςτηρύων κεραμικόσ και κοροπλαςτικόσ του
αρχαώκοϑ νεκροταφεύου, πϊνω ςτο οπούο οργανώνεται και το νεκροταφεύο τησ ϑςτερησ
αρχαιϐτητασ.1020
Καρκϊρα/όμαντρα: (εικ. 160)Εντοπύςτηκαν δϑο οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ του 13ου και 14ου
αιώνα. Η πρώτη θϋςη αναςκϊφηκε ςτα νϐτια των ημϊντρων και η δεϑτερη ςτα τρύα χιλιϐμετρα ΝΑ
του χωριοϑ, ςτη θϋςη Καμποϑδι. Η πρώτη εγκατϊςταςη ϋχει αγροτικϐ χαρακτόρα. Η κεραμικό
προϋρχεται απϐ εργαςτόρια τησ Μακεδονύασ και τα εφυαλωμϋνα αγγεύα χρονολογοϑνται απϐ τισ
αρχϋσ του 12ου μϋχρι το τϋλοσ του 14ου αιώνα. Ψςτϐςο, υπϊρχουν ενδεύξεισ για ϑπαρξη τοπικόσ
παραγωγόσ που ϐμωσ δεν ϋχει επιβεβαιωθεύ ωσ τώρα αναςκαφικϊ.
327
Η εγκατϊςταςη τησ δεϑτερησ θϋςησ εύναι μικρϐτερησ ϋκταςησ αλλϊ ϋχει την ύδια αρχιτεκτονικό
και παραγωγικό φυςιογνωμύα. Η κεραμικό εύναι παρϐμοια με εξαύρεςη ϋνα ακϋραιο αγγεύο με
χρυςύζον επύχριςμα, που ανόκει ςε μια κατηγορύα κεραμικών η οπούα εντοπύζεται ςτη βϐρεια Ελλϊδα
με κλειςτϊ αγγεύα, κυρύωσ κανϊτεσ με γραπτό διακϐςμηςη με γεωμετρικϊ μοτύβα ςε κϐκκινο ό
καςτανοκϐκκινο χρώμα πϊνω ςε λεπτϐ χρυςύζον επύχριςμα. Φρονολογεύται ςτα τϋλη του 12ου
αιώνα.1021
Μεγϊλη Κϑψα: Εντοπύςτηκε μεγϊλοσ αριθμϐσ κεραμικών κλιβϊνων. Απϐ τισ ταφϋσ που
ερευνόθηκαν προόλθε κεραμικό του 3ου-4ου αιώνα, που ςε οριςμϋνεσ περιπτώςεισ φτϊνει μϋχρι και
τον 5ο αιώνα ( Χευδαρρετινϐ αβαθϋσ πινϊκιο, κϑπελλο απϐ κοκκινωπϐ πηλϐ, οινοχϐη απϐ γκριζωπϐ
πηλϐ, μυροδοχεύα απϐ ωχρϐ πηλϐ, πόλινα λυχνϊρια). Σμόμα απϐ τη βϊςη και το ςώμα πινακύου
ερυθροβαφοϑσ κεραμικόσ του τϑπου Late Roman C, Form 3, του 5ου-6ου αιώνα προόλθε απϐ τον
αςβεςτϐλακκο, που εντοπύςτηκε ςτη θϋςη. τη βϊςη του φϋρει διακϐςμηςη απϐ δϑο ομϐκεντρουσ,
εγχϊρακτουσ κϑκλουσ, ενώ ςτο εςωτερικϐ μετϊλλιο κοςμεύται με εμπύεςτο ςταυρϐ, οι κεραύεσ του
οπούου διαμορφώνονται απϐ διπλϐ περύγραμμα.
328
Απϐ την περιοχό τησ Καςςϊνδρειασ, εφυαλωμϋνη κεραμικό που χρονολογεύται ςτον 12ο αιώνα
εντοπύςτηκε ςε περιοριςμϋνη ποςϐτητα ςτον ςϑγχρονο οικιςμϐ τησ Νϋασ Ποτύδαιασ ςτα οικϐπεδα
αριθμ. 297 και 298-9. Απϐ την περύοδο αυτό και εξόσ, ϋχουμε μικρό ποςϐτητα εφυαλωμϋνησ και
αβαφοϑσ κεραμικόσ ςτην περιοχό του διατεχύςματοσ, που προϋρχεται απϐ αναςκαφό των πϑργων
που βρύςκονται ςτην πλευρϊ του Θερμαώκοϑ:
Πϑργοσ 7: Βρϋθηκε εφυαλωμϋνη κοϑπα με εγχϊρακτη διακϐςμηςη πουλιοϑ ςτον πυθμϋνα. Σο
ςώμα και τα πϐδια αποδύδονται με επιπεδϐγλυφη τεχνικό. Φρονολογεύται ςτον 14ο αιώνα. Επύχριςμα
λευκϐ, παχϑρρευςτο, καλϑπτει την εςωτερικό επιφϊνεια και κοςμεύ με γλωςςύδεσ το χεύλοσ, ενώ
καφεκύτρινεσ κηλύδεσ εναλλϊςςονται ςτο ανώτερο τμόμα του αγγεύου εξωτερικϊ.
Πϑργοσ 9: Περιςυλλϋχτηκε εφυαλωμϋνη κεραμικό του 14ου αιώνα με εγχϊρακτο και
επιπεδϐγλυφο διϊκοςμο ζωικών και φυτικών θεμϊτων. Η εφυϊλωςη ποικύλει (υποπρϊςινη,
καφεκύτρινη και ϊχρωμη). Μια ακϐμα κατηγορύα αγγεύων φϋρει γραπτό διακϐςμηςη με πρϊςινο
χρώμα, ενώ η εφυϊλωςη εμφανύζεται ϊχρωμη, ςτιλπνό εςωτερικϊ και ανοιχτοπρϊςινη ςτο ανώτερο
τμόμα εξωτερικϊ.
Πϑργοσ 10: Περιςυλλϋχτηκε αβαφόσ, μελαμβαφόσ και εφυαλωμϋνη κεραμικό, που χρονολογεύται
απϐ τον 6ο μϋχρι τον 14ο αιώνα, μαζύ με οθωμανικό. Σο υλικϐ δεν ϋχει μελετηθεύ.
Πϑργοσ 19: Αναφϋρεται αβαφόσ και εφυαλωμϋνη κεραμικό 13ου και 14ου αιώνα.
Πολϑχρονο: Πύςω απϐ την εκκληςύα του χωριοϑ αποκαλϑφθηκε μεγϊλοσ πύθοσ που εμπεριεύχε
δϑο ταφϋσ. Λύγο ψηλϐτερα απϐ το ςτϐμιϐ του όταν κτιςμϋνοσ με αργοϑσ λύθουσ κιβωτιϐςχημοσ τϊφοσ,
η νϐτια πλευρϊ του οπούου όταν αρχιτεκτονικϐ μϋλοσ ςε δεϑτερη χρόςη. Εντϐσ του κιβωτιϐςχημου
τϊφου βρϋθηκαν πϋντε αγγεύα βυζαντινών χρϐνων, το ϋνα εκ των οπούων όταν εφυαλωμϋνο.1025
329
ενςφρϊγιςτεσ λαβϋσ αμφορϋων του 10ου και 11ου αιώνα, καταδεικνϑοντασ τον αποθηκευτικϐ
χαρακτόρα του χώρου.
την τελευταύα φϊςη κατούκηςησ του ςυγκροτόματοσ, ςτα τϋλη του 12ου αι. χρονολογεύται
καταςκευό με επϊλληλεσ ςτρώςεισ πλύνθων η οπούα ερμηνεϑτηκε ωσ κεραμικϐσ κλύβανοσ. Η εκτύμηςη
περύ ϑπαρξησ κλιβϊνου ενιςχϑεται απϐ το γεγονϐσ ϐτι περιςυλλϋχθηκαν 4 τριποδύςκοι και 1 ςτόριγμα
ψηςύματοσ αγγεύων, καθώσ και τμόματα απϐ ρϊβδουσ κεραμικοϑ κλιβϊνου, που ϋρχονται να
προςτεθοϑν ςτον όδη εντυπωςιακϊ μεγϊλο αριθμϐ ρϊβδων του ϐμορου οικοπϋδου.1026
Οικϐπεδο 25 -Ο.Σ. 27 ιδιοκτηςύασ Παςχαλύδη: Η ςωςτικό αναςκαφό που διενεργόθηκε ςτο
οικϐπεδο, απϋδωςε πρωτοβυζαντινό κεραμικό με χτενωτό και αυλακωτό διακϐςμηςη, terra sigilata
και μελαμβαφό ϐςτρακα.
Απϐ τα οικιςτικϊ κατϊλοιπα και, κυρύωσ, απϐ τουσ εργαςτηριακοϑσ χώρουσ, που ανϊγονται ςτη
μεςοβυζαντινό περύοδο, ςυγκεντρώθηκε κεραμικό που προϋρχεται απϐ αγγεύα καθημερινόσ χρόςησ,
κυρύωσ αποθηκευτικοϑ και μεταφορικοϑ χαρακτόρα. Εντοπύςτηκαν αβαφό ϐςτρακα με εγχϊρακτη
και εμπύεςτη διακϐςμηςη και ενςφρϊγιςτεσ λαβϋσ απϐ αμφορεύσ. Ακϐμα, ςυγκεντρώθηκαν
εφυαλωμϋνα ϐςτρακα απϐ λευκϐ πηλϐ, αρκετϊ λεπτεγχϊρακτα, αδρεγχϊρακτα και με γραπτό
διακϐςμηςη 10ου και 11ου αιώνα. Η βαςικϐτερη ομϊδα ευρημϊτων, ωςτϐςο, εύναι τα 65 τμόματα
ρϊβδων κεραμικοϑ κλιβϊνου, αρκετϋσ εκ των οπούων φϋρουν ύχνη εφυϊλωςησ.
Οικϐπεδο αρ. 11γ-ΟΣ 27, ιδιοκτηςύασ Ηλιϐπουλου: Εντοπύςτηκαν ϐςτρακα αβαφό, εφυαλωμϋνα,
ερυθροβαφό, μελαμβαφό, με επύχριςμα χωρύσ εφυϊλωςη και ϋξι ρϊβδοι κεραμικοϑ κλιβϊνου. Επύςησ,
εντοπύςτηκαν ϐςτρακα γραπτϊ χρυςύζοντα.
Οικϐπεδο 11α- Ο.Σ. 27, ιδιοκτηςύασ Σςαποϑτογλου: τα λεύψανα μεςοβυζαντινόσ οικύασ
εντοπύςτηκαν εφυαλωμϋνα ϐςτρακα απϐ λευκϐ πηλϐ, που χρονολογόθηκαν ςτον 11ο αιώνα.1027
Οικϐπεδο αρ. 12 -ΟΣ 28, ιδιοκτηςύασ Θωμϊ: υγκεντρώθηκαν πόλινεσ, ενςφρϊγιςτεσ λαβϋσ απϐ
αμφορεύσ του 11ου αιώνα και οικιακϊ χρηςτικϊ ςκεϑη τησ ύδια εποχόσ (κανϊτια, ςαλτςϊρια). Απϐ τον
ύδιο χώρο, προϋρχεται τμόμα πλύνθου με επιγραφό του 10ου -11ου αιώνα. Πρϐκειται για κατϊλογο
ονομϊτων, ανϊμεςα ςτα οπούα διακρύνεται το ϐνομα ΣΕΥΑΝΟ, και δύπλα ςε αυτϊ αριθμητικϊ
ςϑμβολα. 1028
Η μεγϊλη ποςϐτητα πρώιμων εφυαλωμϋνων κεραμικών απϐ λευκϐ πηλϐ, που εντοπύςτηκαν ςτα
οικϐπεδα του οικιςμοϑ, θα μποροϑςε να ςυνδεθεύ τϐςο με τη διακύνηςη προώϐντων απϐ το λιμϊνι τησ
Ιεριςςοϑ μεταξϑ Κωνςταντινοϑπολησ και βορεύων παραλύων Μ. Αςύασ και Αγύου Όρουσ τισ περιϐδουσ
αυτϋσ, ϐςο και με τισ ενδεύξεισ κεραμικών εργαςτηρύων που ϋχουν εντοπιςτεύ ςτην Ιεριςςϐ (ρϊβδοι
κεραμικών κλιβϊνων του 11ου αιώνα, αγγεύα απϐ λευκϐ πηλϐ με ελαττώματα ό με αλλοιωμϋνα τα
ςυνόθωσ ςτιλπνϊ και ϋντονα πρϊςινα ό κύτρινα χρώματα ςε αποχρώςεισ πιο θαμπϋσ προσ το γκρι ό
330
μαϑρο). Η μεγαλϑτερη ποςϐτητα ρϊβδων εντοπύςθηκε ςε ςτρώματα του ϑςτερου 11ου αι., μύα
ςχετικϊ πρώιμη χρονολϐγηςη για κλιβϊνουσ αυτοϑ του τϑπου, που τοποθετοϑνται χρονικϊ ςτη Β.
Ελλϊδα ςτισ αρχϋσ του 13ου ϋωσ και τισ αρχϋσ του 14ου αι.
Απϐ το εργαςτόριο τησ Ιεριςςοϑ προϋρχεται μεγϊλοσ αριθμϐσ θραυςμϊτων με γραπτό και
εγχϊρακτη διακϐςμηςη, που βρϋθηκαν ςτα οικϐπεδα ϐπωσ και οριςμϋνεσ μεγϊλεσ κοϑπεσ απϐ τη
γειτονικό μονό Ζυγοϑ. Η κατηγορύα τησ πολϑχρωμησ κεραμικόσ εκπροςωπεύται ςτα τρύα οικϐπεδα
που αναςκϊφηκαν εκτενϋςτερα. Σο γεγονϐσ αυτϐ, ενδεχομϋνωσ, να ςχετύζεται με τη διακύνηςη
προώϐντων απϐ το λιμϊνι του οικιςμοϑ, δεδομϋνου ϐτι τα κτύρια ςτα οικϐπεδα που αναςκϊφηκαν
ςχετύζονται με αυτϐ. 1029
Απϐ τισ κατηγορύεσ κεραμικών απϐ κϐκκινο πηλϐ εκπροςωποϑνται ϐλεσ οι κατηγορύεσ που
απαντώνται ςτη βϐρειο Ελλϊδα απϐ το β΄ μιςϐ του 11ου αι. ϋωσ το β΄ μιςϐ του 12ου αι. Η ανεϑρεςη ςτα
επιφανειακϊ ςτρώματα ρϊβδων κεραμικών κλιβϊνων, αλλϊ και τριποδύςκων ϐπτηςησ αγγεύων
αποτελοϑν ιςχυρό ϋνδειξη ϐτι ςτην περιοχό λειτουργοϑςαν τον ϐψιμο 12ο αι. κεραμικϊ εργαςτόρια
που καταςκεϑαζαν και εφυαλωμϋνα αγγεύα. Η πολυπληθϋςτερη κατηγορύα διακοςμημϋνησ κεραμικόσ
που ςυγκεντρώθηκε ςτην Ιεριςςϐ εύναι αυτό των γραπτών με καφϋ και πρϊςινο χρώμα. Ϊνα μεγϊλο
ποςοςτϐ αυτόσ τησ κατηγορύασ ανόκει ςτα γραπτϊ- εγχϊρακτα. Σα τελευταύα ανόκουν ςχεδϐν ϐλα ςε
μύα κατηγορύα αγγεύων: μεγϊλεσ ημιςφαιρικϋσ κοϑπεσ με εςωτερικϐ εγχϊρακτο διϊκοςμο απϐ
περιμετρικό ταινύα με ςπειροειδό μοτύβα κϊτω απϐ το χεύλοσ και κεντρικϐ μετϊλλιο, ϐπου χαρϊςςεται
ςχηματοποιημϋνο χαρακτηριςτικϐ πουλύ. Σα αγγεύα εμπλουτύζονται με καφϋ και πρϊςινο χρώμα.
Όμοια αγγεύα εντοπύςτηκαν και ςτη Μονό Ζυγοϑ ςτην Ουρανοϑπολη Φαλκιδικόσ.1030
Βαρβϊρα – ϑμπλεγμα βαςιλικών: Προόλθε κεραμικό που χρονολογεύται ςτον 5ο και 6ο αιώνα. Δεν
δύνονται περιςςϐτερα ςτοιχεύα. 1031
331
ΒΡΤΑ (εικ. 163)
Ανατολικϐ νεκροταφεύο: Ψσ κτερύςματα υςτερορωμαώκών και πρωτοβυζαντινών τϊφων βρϋθηκαν
δϑο ζεϑγη αςημϋνιων ενωτύων και ϋνα χϊλκινο ενώτιο. Δεν δημοςιεϑονται λεπτομϋρειεσ ό
φωτογραφύεσ. 1032
Δυτικϐσ Σομϋασ: Απϐ τα οικϐπεδα του δυτικοϑ τομϋα προόλθαν αντικεύμενα μεταλλοτεχνύασ που
χρονολογοϑνται απϐ τουσ ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ μϋχρι και τον 13ο αιώνα. Πρϐκειται για κοςμόματα
(χϊλκινεσ πϐρπεσ, χϊλκινα και αςημϋνια δαχτυλύδια και ενώτια, ςταυροϑσ, περϐνεσ, βραχιϐλια), για
μολϑβδινουσ ςυνδϋςμουσ, ελϊςματα και καρφιϊ.
Ανϊμεςα ςτα ευρόματα ξεχωρύζει ϋνα χϊλκινο επιχρυςωμϋνο δαχτυλύδι, που βρϋθηκε ςτο οικ. 23
(ιδιοκτηςύασ Πετρύδη). Η κυκλικό επύπεδη ςφενδϐνη εύναι επικολλημϋνη ςτον ςυμπαγό δακτϑλιο και
φϋρει εγχϊρακτη διακϐςμηςη αετοϑ. Σο δαχτυλύδι χρονολογεύται ςτον 4ο αιώνα.
Σοϑμπα: την εςωτερικό πλευρϊ του τεύχουσ φαύνεται πωσ απϐ τον 12ο αιώνα λειτουργοϑςαν
εργαςτόρια ςιδηρουργύασ, καθώσ εντοπύςτηκε εκτεταμϋνο ςτρώμα πυρϊσ με λιωμϋνεσ
ςιδηρϐμαζεσ.1033
Ν. Ηρϊκλεια: (εικ. 164)ε απϐςταςη 20 μ. απϐ τη θϊλαςςα βρϋθηκε αργυρό λειψανοθόκη του 4ου
αιώνα μ.Φ. Υϋρει ανϊγλυφεσ τισ εξόσ παραςτϊςεισ: ςτην εμπρϐςθια ϐψη την Παρϊδοςη του Νϐμου,
ςτην οπύςθια τουσ Σρεισ παύδεσ εν τη καμύνω, και ςτισ ςτενϋσ πλευρϋσ την παρϊςταςη του Δανιόλ
ςτον λϊκκο των λεϐντων και την παρϊδοςη του Νϐμου ςτον Μωϒςό επύ του ϐρουσ ινϊ. Σϋλοσ, ςτην
πϊνω πλευρϊ εικονύζεται το χρύςμα με πεπλατυςμϋνεσ τισ κεραύεσ και τα ϊκρα και εκατϋρωθεν τα
γρϊμματα Α και Ψ, ενώ τισ ςτενϋσ πλευρϋσ του καλϑμματοσ περιθϋει ελικοειδόσ κλιματύδα με φϑλλα
και ςταφϑλια.
Με βϊςη τα εικονογραφικϊ και τα τεχνοτροπικϊ χαρακτηριςτικϊ, η λειψανοθόκη χρονολογόθηκε
ςτον 4ο αιώνα και ο μελετητόσ θεωρεύ ϐτι προϋρχεται απϐ τη Θεςςαλονύκη.1034
ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ
Μεγϊλη Κϑψα: τισ ταφϋσ που χρονολογοϑνται απϐ τον 3ο μϋχρι και τον 5ο αιώνα, εντοπύςτηκαν
ωσ κτερύςματα χϊλκινα δαχτυλύδια με ςφενδϐνη που φϋρει εγχϊρακτη διακϐςμηςη, χϊλκινα ενώτια,
βραχιϐλια, πϐρπεσ και ϋνα περύαπτο. Δεν δημοςιεϑονται φωτογραφύεσ.
332
επιγραφό ΥΨ ΖΨΗ και ςτην ϊλλη ΚΤΡΙΕ ΒΟΗΘΕΙ (ακολουθεύ δυςανϊγνωςτο ϐνομα). Επύςησ, ωσ
κτερύςματα βρϋθηκαν χϊλκινα ενώτια, πϐρπεσ και δαχτυλύδια. 1035
Οικϐπεδο 11γ-Ο.Σ. 27, ιδιοκτηςύασ Ηλιϐπουλου: Βρϋθηκαν χϊλκινα αγκύςτρια αλιεύασ. το ύδιο
οικϐπεδο βρϋθηκε χϊλκινη πϋννα γραφόσ 10ου – 12ου αιώνα, καθώσ και πολλϊ κοςμόματα
(δαχτυλύδια, ενώτια), διακοςμητικϊ ϋνδυςησ (περϐνεσ), καρφιϊ, μολϑβδινοι ςϑνδεςμού και εργαλεύα
(ςφυρύ και ςιδερϋνιοσ εξολκϋασ) ςτα ςτρώματα του 10ου ϋωσ του 12ου αιώνα.
Οικϐπεδο αρ. 12 -ΟΣ 28, ιδιοκτηςύασ Θωμϊ: Παρϐμοια όταν τα ευρόματα που ςυγκεντρώθηκαν
απϐ το οικϐπεδο ιδιοκτηςύασ Θωμϊ. τα ςτρώματα του 10ου και του 11ου αιώνα υπόρχε αρκετϊ
μεγϊλοσ αριθμϐσ απϐ χϊλκινα αγκύςτρια και βαρύδια αλιεύασ, ςιδερϋνια μικροεργαλεύα (λογχϐςχημεσ
λεπύδεσ, εγχειρύδια) και χϊλκινο διςκϊριο 10ου αιώνα. το ύδιο επύπεδο εντοπύςτηκαν χϊλκινα
εξαρτόματα και εξοπλιςμϐσ οικιακόσ χρόςησ (εξαρτόματα κανδόλασ και αργαλειοϑ) και ϋνα κλεύςτρο
βιβλύου τησ ύδιασ περιϐδου. Σα κοςμόματα (δαχτυλύδια, ενώτια), τα διακοςμητικϊ ϋνδυςησ (πϐρπεσ
και περϐνεσ) και κϊποιοι μολϑβδινοι ςϑνδεςμοι χρονολογοϑνται απϐ τον 10ο μϋχρι τον 12ο αιώνα.
ΒΑΡΒΑΡΑ
Βαςιλικό Ι: Δϑο χϊλκινοι ζυγού ςτον νϊρθηκα και ϋνα μολϑβδινο τραπεζοειδϋσ ςταθμύο.1038
333
7.3.3. Γυϊλινα αντικεύμενα
Σα γυϊλινα αντικεύμενα πρϋπει να καταςκευϊζονταν ςτη Φαλκιδικό, ειδικϊ αυτϊ τησ
μεςοβυζαντινόσ περιϐδου. Ξεχώριςαν τα εκατοντϊδεσ θραϑςματα γυϊλινων βραχιολιών αρκετϊ
περύτεχνων και ςε μεγϊλη ποικιλύα ςχεδύων αλλϊ και τα θραϑςματα γυϊλινων αγγεύων και κανδόλων
που προϋρχονται απϐ την ανατολικό Φαλκιδικό.
Αρκετϊ μεγϊλοσ αριθμϐσ των αντικειμϋνων αυτών θα προόλθε απϐ τη γειτονικό Θεςςαλονύκη.
Εύναι ϐμωσ βϋβαιο ϐτι ςτην Ιεριςςϐ, ςτη Βρϑα και ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ αλλϊ και ςτο
μεγαλϑτερο μϋροσ τησ Φαλκιδικόσ λειτουργοϑςαν εργαςτόρια κεραμικόσ –καθημερινόσ χρόςησ και
πολυτελεύασ- αλλϊ και μεταλλικών και γυϊλινων προώϐντων.
ΒΡΤΑ
Οικ. 11-12 – Ιδιοκτηςύασ Κωνςταντιλϊκη: ε ςτρώμα του 12ου αιώνα εντοπύςτηκε γυϊλινο
μυροδοχεύο απϐ ανοιχτοπρϊςινη υαλϐμαζα και θραϑςμα απϐ γυϊλινο βραχιϐλι, τετρϊγωνησ διατομόσ,
απϐ ςκουρϐχρωμη υαλϐμαζα με διακϐςμηςη κύτρινου χρώματοσ ςτισ τρεισ πλευρϋσ.
ΗΜΑΝΣΡΑ/ΚΑΡΚΑΡΑ:
ε ςτρώμα του 13ου αιώνα εντοπύςτηκε θραϑςμα γυϊλινου βραχιολιοϑ, ορθογώνιασ διατομόσ απϐ
ςκουρϐχρωμη υαλϐμαζα και γραπτϐ υπϐλευκο διϊκοςμο γεωμετρικών μοτύβων. το ύδιο ςτρώμα
βρϋθηκαν οςτϋινα κομβύα.
ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ -ΔΙΑΣΕΙΧΙΜΑ
Πϑργοσ 9: Γυϊλινο ςταθμύο, που χρονολογεύται ςτον 6ο αιώνα, κυκλικοϑ ςχόματοσ, απϐ
γαλϊζια και κύτρινη υαλϐμαζα. το εςωτερικϐ, υπϊρχει ανϊγλυφη προτομό μορφόσ και γϑρω απϐ
αυτό δυςανϊγνωςτη επιγραφό.
ΜΕΓΑΛΗ ΚΤΨΑ: Βρϋθηκε οςτϋινο πλακύδιο, διακοςμητικϐ κϊλυψησ κϊποιου τϑπου κιβωτιδύου
και οςτϋινη περϐνη ςε ςτρώμα του 4ου αιώνα.
334
περϐνεσ καθώσ και κατϊλοιπα εργαςτηριακών προώϐντων και δραςτηριοτότων ϐπωσ υαλϐμαζεσ και
θραϑςματα απϐ αγγεύα.1039
Οικϐπεδο αρ. 12 -ΟΣ 28, ιδιοκτηςύασ Θωμϊ και Οικϐπεδο 3Β-Ο.Σ. 32, ιδιοκτηςύασ Ν. μαραγδό: Απϐ
την αναςκαφό των δϑο οικοπϋδων προόλθαν εκατοντϊδεσ (πϊνω απϐ 700) θραϑςματα γυϊλινων
βραχιολιών και θραϑςματα κανδόλων και γυϊλινων αγγεύων απϐ κυανό υαλϐμαζα. Σα θραϑςματα
γυϊλινων βραχιολιών, που δεν ςυνανόκουν, οδηγοϑν ςτη ςκϋψη ϐτι ςτο βϐρειο αυτϐ τμόμα του
οικοπϋδου λειτουργοϑςε κϊποιο εργαςτόριο ανϊτηξησ γυαλιοϑ. 1040
ΒΡΤΑ
Οικϐπεδο οικ. 9, ιδιοκτηςύασ Λαζαρύδη: (εικ. 167) Βρϋθηκε το τμόμα ϋμμετρου μολυβδϐβουλλου
του 12ου αιώνα. Ανόκε ςε κϊποιον Ευςτϊθιο τησ οικογϋνειασ των Πεδιαςύμων (Α.Ε. 1809). Σο
μολυβδϐβουλλο ϋχει ςπϊςει ςτο ςημεύο απϐ το οπούο περνοϑςε η μόρυνθα (Διαμ. 22 χιλ., παχ. 3 χιλ.).
τον εμπροςθϐτυπο, ϋμμετρη επιγραφό ςε τϋςςερισ ςτύχουσ:
+Ε[YC]
ΣΑΘΕΙΟΤ
CΥΡΑΓΙ
CMA
τον οπιςθϐτυπο, η ςυνϋχεια του κειμϋνου ςε ϊλλουσ τϋςςερισ ςτύχουσ:
[TOY;]
335
[ΠΕΔ]
ΗΑCEI
MOY
Ε[υς]ταθεύου ςφρϊγιςμα [του] [Πεδ]ηαςεύμου1042
Η οικογϋνεια των Πεδιαςύμων εύναι γνωςτό απϐ τον 10ο αιώνα. φραγύδεσ κυρύωσ του 11ου-
12ου αιώνα αντιπροςωπεϑουν πολλϊ μϋλη τησ οικογϋνειασ. τον 14ο αιώνα η οικογϋνεια ζοϑςε ςτην
περιοχό των ερρών.1043
Οικϐπεδο 38, ιδιοκτηςύασ Ποζύδη: Βρϋθηκε μολυβδϐβουλλο του 11ου ό 12ου αιώνα χωρύσ να
δημοςιεϑονται περαιτϋρω πληροφορύεσ. 1044
ΙΕΡΙΟ
Ο Laurent δημοςιεϑει ϋνα μολυβδϐβουλο (εικ. 168) που αποδύδει ςτον επύςκοπο Ιεριςςοϑ Ηλύα.
Πρϐκειται για ϋναν απϐ τουσ πρωιμϐτερουσ επιςκϐπουσ τησ ϋδρασ (10οσ/11οσ αιώνασ).1045 Η
Παπαχρυςςϊνθου θεωρεύ ϐτι η ςφραγύδα δεν πρϋπει να αποδοθεύ ςτον επύςκοπο Ιεριςςοϑ αλλϊ ςε
αυτϐν τησ Επιςκοπόσ Ερεςοϑ ςτη Λϋςβο ςτηριζϐμενη ςτο γεγονϐσ ϐτι ςτον κατϊλογο του Darrouzès ο
επύςκοποσ Ερεςςοϑ αναφϋρεται ωσ Ιεριςςοϑ.
Ϊχει διϊμετρο 2.4 εκ.
τον εμπροςθϐτυπο φϋρει πατριαρχικϐ ςταυρϐ, απϐ τη βϊςη του οπούου εκφϑονται ανθϋμια.
Τπϊρχει επικλητικό επιγραφό που ακολουθεύ την κυκλικό τροχιϊ του δαχτυλιϐςχημου πλαιςύου που
ςχηματύζεται απϐ ςτιγμϋσ:
ΚΕΒΟΗΘΗΣΟCOΔΟΤΛѠ
Κ[ϑρι]ε βοόθη το ςο δοϑλω
τον οπιςθϐτυπο διατηρεύται τετρϊςτιχη επιγραφό ςε δαχτυλιϐςχημο πλαύςιο:
+ΗΛΙ/ΑΕΠΙC/KOΠOIE/ΡICOV
Ηλύα[σ] Επύςκοπο[σ] Ιεριςοϑ
Οικϐπεδο 3Β-Ο.Σ. 32, ιδιοκτηςύασ Ν. μαραγδό: τα κατϊλοιπα οικύασ ανευρϋθη ςε ςτρώμα του
10ου αι. μολυβδϐβουλου του βαςιλικοϑ πρωτοςπαθαρύου και κριτό Θεςςαλονύκησ αμωνϊ.1046(εικ.
336
169)Προϋρχεται απϐ κοινϐ βουλωτόριο με μολυβδϐβουλο που ςφραγύζει ϋγγραφο του 927 που
φυλϊςςεται ςόμερα ςτη μονό Ιβόρων του Αγύου Όρουσ. Με το ϋγγραφο αυτϐ διευθετεύται οικονομικό
διαφορϊ τησ μονόσ Κολοβοϑ, που τοποθετεύται ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ, και τησ κοινϐτητασ
Ιεριςςοϑ για ϋκταςη 2000 μοδύων ςτην περιοχό. Πιθανολογοϑμε ϐτι το δεϑτερο μολυβδϐβουλο
ςφρϊγιζε το αντύγραφο του εγγρϊφου που φυλοϑςε η κοινϐτητα τησ Ιεριςςοϑ για την υπϐθεςό τησ.
Σο μολυβδϐβουλο ϋχει ςυνολικό διϊμετρο 2 εκ. Και διϊμετρο πεδύου 1,95. τον εμπροςθϐτυπο
φϋρει ςταυρϐςχημο επικλητικϐ μονϐγραμμα του τϑπου Κϑριε βοόθει. τα τεταρτημϐρια υπϊρχουν
ζεϑγη γραμμϊτων και ςτιγμϋσ που ςχηματύζουν μικροϑσ ςταυροϑσ:
ΣѠ CѠ/ΔΟΤ-ΛѠ.
τον οπιςθϐτυπο ςώζεται η πεντϊςτιχη επιγραφό ςε δαχτυλιϐςχημο πλαύςιο:
CAMON/AR’A’CΠΑΘ/..SKΡΗ/Σ,ΘΕCCA/ΛΟΝΙΚ
Οικϐπεδο αρ. 12 -ΟΣ 28, ιδιοκτηςύασ Θωμϊ: Εκτϐσ απϐ τα παραπϊνω, ϋχουν εντοπιςτεύ ακϐμα δϑο
μολυβδϐβουλλϊ ςτο οικϐπεδο ιδιοκτηςύασ Θωμϊ που αναςκϊπτεται ςτον ςϑγχρονο οικιςμϐ, χωρύσ
ωςτϐςο, να εύναι δυνατό η ςϑνδεςό τουσ με κϊποιον αξιωματοϑχο λϐγω τησ κακόσ κατϊςταςησ
διατόρηςησ και ϋνα τρύτο που ςυνδϋεται με τον επύςκοπο Ιεριςςοϑ Θεϐδωρο (εικ. 170). Ο αριθμϐσ
των μολυβδϐβουλλων ςε ςυνδυαςμϐ με τα υπϐλοιπα ευρόματα του οικοδομόματοσ υποδεικνϑουν τη
ςημαςύα του ςτον δημϐςιο βύο τησ μεςοβυζαντινόσ Ιεριςςοϑ.
337
Σσμπεράζμαηα
Όλεσ οι κατηγορύεσ των κινητών ευρημϊτων εντοπύςτηκαν ςε περιοχϋσ με επιβεβαιωμϋνη
παρουςύα οικιςτικών θϋςεων. Οι πϐλεισ τησ Βρϑασ και τησ Ιεριςςοϑ, προςφϋρουν πολλϊ ςτοιχεύα ενώ
η κατανομό των ευρημϊτων ςτη θϋςη τησ Καςςϊνδρειασ δεν εύναι αντύςτοιχη τησ εικϐνασ του
οικιςμοϑ που παραδύδουν οι πηγϋσ. Φαρακτηριςτικϐ εύναι ϐτι –με εξαύρεςη τα προώϐντα πολυτελεύασ-
τϐςο ςτισ πϐλεισ ϐςο και ςτην ϑπαιθρο, τα αντικεύμενα του καθημερινοϑ βύου εύναι παρϐμοια ωσ προσ
την ποςϐτητα, την ποιϐτητα αλλϊ και τισ δραςτηριϐτητεσ που εκπροςωποϑν.
338
ΜΕΡΟ ΙΙΙ
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΡΓΑΝΨΗ ΣΗ
ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
339
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 8Ο ΟΗ ΑΥΟΛΗΔ ΣΧΝ ΚΑΣΟΗΚΧΝ ΣΖ ΒΤΕΑΝΣΗΝΖ ΥΑΛΚΗΓΗΚΖ
Σο πλϋγμα των παραγωγικών δραςτηριοτότων μιασ κοινωνύασ καθορύζει και καθορύζεται απϐ
το πλϋγμα τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ. Η μελϋτη τησ οικονομύασ μιασ περιοχόσ εύναι ϋνα πολυςϑνθετο
και πολυεπύπεδο θϋμα. το παρϐν κεφϊλαιο θα επιχειρηθεύ μια ευςϑνοπτη παρουςύαςη των
παραγωγικών δραςτηριοτότων των κατούκων των υπϐ μελϋτη περιοχών με ςτϐχο να καταδειχτεύ
ωσ ϋνα βαθμϐ η ςυμβολό των δραςτηριοτότων αυτών ςτη διαμϐρφωςη του οικιςτικοϑ ιςτοϑ ςε
επύπεδο οικιςμοϑ αλλϊ και πλϋγματοσ οικιςμών ςε μια γεωγραφικό ζώνη.
Παρϊ το γεγονϐσ ϐτι η οικονομύα και οι ςυνιςτώςεσ τησ αντανακλώνται ςε ϐλεσ τισ πτυχϋσ του
καθημερινοϑ βύου αλλϊ και των ανώτερων βαθμύδων, δεν εύναι πϊντα εϑκολο να εντοπιςτοϑν ςτον
χώρο τα μετρόςιμα εκεύνα ςτοιχεύα που ςυνδϋονται με αςφϊλεια με ςυγκεκριμϋνεσ δραςτηριϐτητεσ.
Για μια ακϐμα φορϊ, η πληροφϐρηςη προϋρχεται απϐ τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα και τισ ιςτορικϋσ
πηγϋσ.
340
8.1.1. Καλλιϋργειεσ: Οργϊνωςη του χώρου και τεχνικϋσ
Ο χαρακτόρασ τησ Φαλκιδικόσ όταν ϋωσ πρϐςφατα καθαρϊ αγροτικϐσ. Οι κϊτοικοι όδη απϐ την
αρχαιϐτητα αξιοποιοϑςαν πλόρωσ το φυςικϐ περιβϊλλον και τισ πλουτοπαραγωγικϋσ πηγϋσ τησ
Φερςονόςου. Η οικονομύα ςτηριζϐταν κυρύωσ ςτη γεωργύα, τη μελιςςοκομύα, την κτηνοτροφύα, τη
δαςοκομύα, την αλιεύα και τισ μεταλλευτικϋσ δραςτηριϐτητεσ. Σα βαςικϊ γεωργικϊ προώϐντα τησ
Φαλκιδικόσ, που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ ςε ϐλη τη διϊρκεια τησ ιςτορύασ τησ εύναι το λϊδι και οι
ελιϋσ, τα ςιτηρϊ, τα ςταφϑλια και το κραςύ1048, τα καπνϊ, τα πρώιμα οπωροκηπευτικϊ, οι ξηρού
καρπού και το μϋλι.1049
Οι γεωργού τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου γνώριζαν εμπειρικϊ τη γη και μποροϑςαν να
διακρύνουν εϊν υπόρχαν περιθώρια βελτύωςησ ό υποβϊθμιςησ με τα χρϐνια. Παρατηροϑςαν το
χρώμα και την υφό του εδϊφουσ και ϊλλεσ φυςικϋσ παραμϋτρουσ, ϐπωσ την ϑπαρξη υδϊτινων
πϐρων, που ενύοτε όταν καθοριςτικό για την επιλογό μιασ θϋςησ για καλλιϋργειεσ. Σα Γεωπονικϊ
εμπεριϋχουν πληροφορύεσ για την ποιϐτητα των εδαφών, τισ καλλιϋργειεσ που ευνοοϑνται ςε
δεδομϋνεσ ςυνθόκεσ αλλϊ και τισ πρακτικϋσ καλλιϋργειασ ανϊλογα με το περιβϊλλον.1050 Η γενικό
εικϐνα των εδαφών που ευνοοϑν τισ καλλιϋργειεσ δεν διαφϋρει απϐ τη ςημερινό. Οι παρϊκτιεσ
περιοχϋσ εύναι παραγωγικϋσ και εϑκολα καλλιεργόςιμεσ, καθώσ επύςησ και οι αλλουβιακϋσ πεδιϊδεσ
των ποταμών, αν αρδεϑονται επαρκώσ.
Η επιδεύνωςη του κλύματοσ που ξεκύνηςε τη δεκαετύα του 530, με ψυχροϑσ και ϊνυδρουσ
χειμώνεσ οι οπούοι οδόγηςαν ςτη δημιουργύα ενϐσ «πϋπλου ςκϐνησ», ενδεικτικοϑ ςοβαρόσ υγραςύασ,
ϋβλαψε τισ ςοδειϋσ.1051 Σο κλιματικϐ αυτϐ επειςϐδιο ςυνδϋθηκε με διακυμϊνςεισ του επιπϋδου των
λιμνών (Βϐλβη, Κορώνη) και των κλειςτών θαλαςςών (Βολυκό ςτην Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ),
καθώσ και με αυξημϋνεσ προςχωςιγενεύσ αποθϋςεισ. Σα παραπϊνω εύχαν ςαν αποτϋλεςμα την
επϋκταςη των δαςών και των θαμνοτϐπων που ςυνεχύςτηκε καθ’ ϐλη τη διϊρκεια του 6 ου αλλϊ και
κατϊ τον 7ο αιώνα και, κατϊ ςυνϋπεια, τισ μεταβολϋσ ςτισ καλλιϋργειεσ. Οι νεοεγκατεςτηθϋντεσ λαού
(λϊβοι) δεν ςυνϋχιςαν τη χρόςη των παραδοςιακών μεθϐδων γεωργύασ και ϑδρευςησ με
αποτϋλεςμα οριςμϋνεσ περιοχϋσ να καταντόςουν ελώδεισ και ϊγονεσ. Αν και ςτη Φαλκιδικό
καλλιεργόθηκαν τϐτε, τϐςο απϐ τουσ κατούκουσ ϐςο και απϐ τουσ νϋουσ επούκουσ, νϋεσ περιοχϋσ που
μϋχρι τϐτε δεν εύχαν χρηςιμοποιηθεύ για αγροτικϋσ εργαςύεσ (πλαγιϋσ βουνών και ορεινϊ πεδύα), η
αποδοτικϐτητα του εδϊφουσ όταν μικρϐτερη. Σο γεγονϐσ αυτϐ αντιςταθμύςτηκε ςταδιακϊ με
1051 Ενδεικτικϊ: Gunn, J. D. , The Years Without Summer: Tracing A.D. 536 and its Aftermath, Oxford (2000) ̇ Hirschfeld, Y., «A Climatic Change in
the Early Byzantine Period? Some Archaeological Evidence», PEQ 136/2 (2004), 133-150 ̇ Hirschfeld, Y., «The Crisis of the Sixth Century:
Climatic Change, Natural Disasters, and the Plague», MAA 6/1 (2006), 19-32 ̇ Telelis, Ι. G., “Historical-Climatological Information from the Time
of the Byzantine Empire (4th-15th Centuries AD)”, History of Meteorology 2 (2005), 41-50, ϐπου και εκτενόσ βιβλιογραφύα.
341
βελτιωμϋνεσ μεθϐδουσ καλλιϋργειασ, εύδη ςπϐρων προςαρμοςμϋνων ςτην περιοχό (βρώμη, ςιτϊρι
ςπορϊσ και ςύκαλη) καθώσ και με την πρακτικό τησ διετοϑσ και τριετοϑσ αμειψιςπορϊσ.1052
Εκτϐσ απϐ τισ ζώνεσ με τισ καλλιϋργειεσ, υπόρχαν εκτεταμϋνεσ περιοχϋσ, που δεν όταν αρϐςιμεσ
και, κατϊ ςυνϋπεια, ϋμπαιναν ςτο περιθώριο κρύνοντασ με ϐρουσ γεωργύασ. Σϋτοιεσ περιοχϋσ
εντοπύζονταν ςτην δυτικό Φαλκιδικό, ςτα βορειοδυτικϊ τησ κοιλϊδασ των Βαςιλικών, ςτο νϐτιο
τμόμα τησ Φερςονόςου τησ Καςςϊνδρασ, ςτα βϐρεια του Πολυγϑρου και τησ Αρναύασ και ςτο
μεγαλϑτερο μϋροσ τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ. Οι περιοχϋσ αυτϋσ αν και μη καλλιεργόςιμεσ,
ςυνϋβαλαν ςημαντικϊ ςτην οικονομύα τησ Φερςονόςου. Οι κϊτοικοι τισ χρηςιμοποιοϑςαν για τη
βοςκό των κοπαδιών τουσ με μύα περιοδικϐτητα που όταν ςυνϊρτηςη των βροχοπτώςεων του
χειμώνα και των αρχών τησ ϊνοιξησ. Σα δϊςη προςτατεϑονταν και προςϋφεραν ξυλεύα για
καταςκευϋσ, ναυςιπλοϏα αλλϊ και καϑςιμη ϑλη. Οι πιο ϊγριεσ ζώνεσ τησ βορειοανατολικόσ
Φαλκιδικόσ ςτην περιοχό των ιδηροκαυςύων, ςυνειςϋφεραν ςτην οικονομύα με τισ εξορυκτικϋσ
δραςτηριϐτητεσ που λϊμβαναν χώρα εκεύ. ε ϊλλεσ ϊγονεσ περιοχϋσ αφθονοϑςαν τα βϐτανα, που
χρηςιμοποιοϑνταν τϐςο ςτην καθημερινό διατροφό ϐςο και για τισ φαρμακευτικϋσ τουσ ιδιϐτητεσ.
Οι κϊτοικοι, ανϊλογα με τισ ανϊγκεσ, ϋδιναν προβϊδιςμα ςτα δϊςη, τα ξϋφωτα ό τουσ
θαμνϐτοπουσ. Η οργϊνωςη υπαγορευϐταν απϐ φυςικϊ κριτόρια (γονιμϐτητα γησ, απϐτομεσ ό μη
κλύςεισ, δυνατϐτητεσ ϊρδευςησ κόπων).
Ϊχει υποςτηριχθεύ ϐτι η χρόςη τησ γησ οργανώνονταν ςε αδρϊ ςχηματιςμϋνεσ ομϐκεντρεσ
ζώνεσ με πυρόνα τον οικιςμϐ. Οι αρδευϐμενοι λαχανϐκηποι και οι οπωρώνεσ καλλιεργοϑνταν κοντϊ
ςτον οικιςτικϐ πυρόνα, ενώ η μη αρδευϐμενη αρϐςιμη γη, ςτην οπούα καλλιεργοϑνταν δημητριακϊ,
αμπϋλια ό κλωςτικϊ φυτϊ, ϐπωσ η κϊνναβισ και το λινϊρι βριςκϐταν κϊπωσ μακρϑτερα και
επικοινωνοϑςαν με τα χωριϊ με ϋνα δύκτυο μονοπατιών. Μερικϋσ φορϋσ τα βϐδια μπορεύ να ϋκαναν
μϋχρι και τρεισ ώρεσ για να φτϊςουν εκεύ, οπϐτε η καλλιϋργεια αυτών των χωραφιών όταν λιγϐτερο
εντατικό και δεν απαιτοϑςε ςυχνϐ ϐργωμα. Οι βοςκϐτοποι και τα δϊςη βρύςκονταν ςτισ πιο
απϐμακρεσ τοποθεςύεσ.1053
Ο οριςμϐσ μιασ περιοχόσ με ςϑνορα που ιςαπϋχουν ανϊμεςα ςτη θϋςη και καθϋνα απϐ τα
γειτονικϊ χωριϊ υπόρξε μια ιδιαύτερα δημοφιλόσ προςϋγγιςη για την ανϊλυςη προώςτορικών
θϋςεων.1054Εναλλακτικϊ, ςχεδιϊζονταν κϑκλοι με ςταθερό διϊμετρο γϑρω απϐ θϋςεισ ςε
τοπογραφικοϑσ χϊρτεσ για να οριςτοϑν τα «εδϊφη του οικιςμοϑ» ενςωματώνοντασ διαφορετικοϑσ
τϑπουσ εδαφών.1055
342
Οι παραπϊνω προςεγγύςεισ όταν πιο δημοφιλεύσ κατϊ την διαδικαςτικό περύοδο, ϐμωσ αρκετού
αρχαιολϐγοι τισ θεωροϑν ακϐμα ςημαντικϊ ερευνητικϊ εργαλεύα.1056
Αυτϊ τα μοντϋλα ωςτϐςο, εύναι αποτελεςματικϊ, ϐταν εφαρμϐζονται ςτη θεωρύα ό, ϋςτω, ςε
επύπεδα τοπύα, καθώσ, ςπϊνια λαμβϊνουν υπϐψη τισ πραγματικϐτητεσ των απϐτομων καταβϊςεων
των μονοπατιών ςε βραχώδεισ περιοχϋσ, ειδικϊ αν η εργαςύα απαιτεύ την εμπλοκό ζώων. Επομϋνωσ,
δεν εύναι αςφαλϋσ να ερμηνευτεύ με αυτϐ τον τρϐπο η οργϊνωςη τησ κατούκηςησ τησ Φαλκιδικόσ και
οι ςχϋςεισ ανϊμεςα ςτουσ οικιςμοϑσ και τα περιβϊλλοντα αγροτικϊ τοπύα τουσ. Λϐγω τησ εγγϑτητασ
πολλών χωριών μεταξϑ τουσ, ειδικϊ μϋχρι το υψϐμετρο των 100-200 μϋτρων, οποιαδόποτε
προςπϊθεια οριςμοϑ των εδαφών με ομϐκεντρουσ κϑκλουσ θα κατϋληγε ςε υπερκαλϑψεισ
γειτονικών εδαφών ενώ θα ϊφηνε εκτϐσ ςημαντικϊ εδϊφη, τϐςο κοντϊ ςτην ακτό ϐςο και ςτα
ορεινϐτερα τμόματα τησ χερςονόςου ϋξω απϐ τα υποτιθϋμενα ςϑνορα. την πραγματικϐτητα, οι
κϊτοικοι εκμεταλλεϑονταν ϐλα ςχεδϐν τα μϋρη του τοπύου ςε ςχϋςη και αναφορϊ με το χωριϐ, ενώ
τα περιςςϐτερα νοικοκυριϊ κατεύχαν γη ςε ςημαντικϋσ αποςτϊςεισ απϐ τα χωριϊ. Η θϋςη των
χωριών ανϊμεςα ςτην ορεινϐτερη ζώνη και την ακτό διαςφϊλιζε ϐτι οι κϊτοικοι θα
εκμεταλλεϑονταν αποτελεςματικϊ ϐλο το υψομετρικϐ εϑροσ τησ χερςονόςου απϐ μια μϐνο βϊςη.
Εξϊλλου, δεν πρϋπει να παραβλϋπουμε το γεγονϐσ ϐτι πϋρα απϐ τουσ οικιςμοϑσ πυρηνικοϑ τϑπου
υπόρχαν και μεμονωμϋνα υποςτατικϊ που κατεύχαν και διαχειρύζονταν γη.
Μύα ακϐμα παρϊμετροσ που δεν λαμβϊνει υπϐψει το μοντϋλο που υιοθετεύ ο Lefort αλλϊ και
ϊλλοι μελετητϋσ (ΛαϏου κ.α.) εύναι ο αναγκαςτικϐσ κατακερματιςμϐσ των αγροτικών
εγκαταςτϊςεων. Κϊποιεσ καλλιϋργειεσ ϋπρεπε να βρύςκονται ςε ςυγκεκριμϋνεσ θϋςεισ επειδό
προϒπϋθεταν εύτε εντατικό δουλειϊ εύτε την ϑπαρξη νεροϑ ενώ ϊλλεσ ϐχι. Λϐγου χϊριν, η
καλλιϋργεια των λαχανικών όταν ςημαντικό για τουσ Φαλκιδικιώτεσ και ςϑμφωνα με το μοντϋλο
των ομϐκεντρων κϑκλων θα ϋπρεπε να βρύςκεται πολϑ κοντϊ ό δύπλα ςτα ςπύτια. Ψςτϐςο, επειδό η
ϊδρευςη εξαρτώνταν απϐ πηγϋσ ςε λϐφουσ ό κοντϊ ςτη θϊλαςςα, ενδεχομϋνωσ να όταν δυνατό η
καλλιϋργειϊ τουσ ςε κϊποια απϐςταςη απϐ τα χωριϊ. Ομούωσ και οι αμπελώνεσ. Γνωρύζοντασ ϐμωσ
ϐτι τα καλϑτερα εδϊφη για αμπελουργύα βρύςκονται ςε ςχετικϐ υψϐμετρο, θα απαιτοϑνταν αρκετϐ
περπϊτημα εκτϐσ του χωριοϑ για την καλλιϋργεια.1057
Σϋλοσ, εκτϐσ απϐ το προφανϋσ ζότημα των διαφορετικών αποφϊςεων που ϋπαιρνε κϊθε
οικογϋνεια για την επιβύωςό τησ ςε ςχϋςη με το εύδοσ των καλλιεργειών ςτισ οπούεσ θα επιδύδονταν,
δεν μποροϑμε να παραβλϋψουμε το γεγονϐσ ϐτι ϐλεσ οι καλλιϋργειεσ δεν ανόκαν αποκλειςτικϊ ςε
κατούκουσ του εκϊςτοτε οικιςμοϑ αλλϊ και ςε καλλιεργητϋσ γειτονικών ό πιο απομακρυςμϋνων
χωριών που εύχαν αποκτόςει τη γη απϐ κληρονομιϊ, προικοδϐτηςη, απϐ ανταλλαγϋσ ό
αγοραπωληςύεσ. Εύναι ευνϐητο ϐτι τα εδϊφη αυτϊ μπορεύ να απεύχαν πολϑ μεταξϑ τουσ.
1056 Ο Βintliff τισ χρηςιμοποιεύ ενώ επαναφϋρει την χρηςιμϐτητα των φαινομενολογικών προςεγγύςεων για την κατανϐηςη των οικιςτικών
ςυςτημϊτων τησ Βοιωτύασ.
1057 Forbes 2007, 185-187
343
Η δημογραφικό αϑξηςη του 10ου αιώνα εύχε ςαν αποτϋλεςμα την αϑξηςη τησ καλλιεργόςιμησ
γησ ςε βϊροσ των δαςικών εκτϊςεων και των βοςκϐτοπων που περιορύςτηκαν ςτισ υπώρειεσ των
βουνών. Επύ πλϋον, οι καλλιεργοϑμενεσ εκτϊςεισ οργανώθηκαν και ςυςτηματοποιόθηκε η
παραγωγό και οι πρακτικϋσ καλλιϋργειασ. Υτιϊχτηκαν αυλϊκια και κανϊλια και υψώθηκαν τοιχϊρια
για προςτατϋψουν τισ καλλιϋργειεσ απϐ τα ζώα. Για τα ςιτηρϊ ςυνϋχιςε να εφαρμϐζεται η πρακτικό
τησ διετοϑσ καλλιϋργειασ και αγρανϊπαυςησ.1058 Απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ εμφανύςτηκαν πολλού
ανεμϐμυλοι και υδρϐμυλοι, που ςυνδϋονται με την επεξεργαςύα ςιτηρών και ςώζονται ςε πολλϋσ
περιοχϋσ τησ Φαλκιδικόσ (Βαςιλικϊ, Γαλϊτιςτα, Μαριανϊ, Όλυνθοσ, Ολυμπιϊδα, Ιεριςςϐσ, Αρναύα
κ.α.).
Απϐ αυτό την περύοδο και μϋχρι τον 14ο αιώνα, γνωρύζουμε την ϑπαρξη ςυγκεκριμϋνων
«κτημϊτων» ςε διαφορετικϋσ περιοχϋσ τησ Φαλκιδικόσ και, κατϊ ςυνϋπεια, τισ τοπικϋσ ιδιοτυπύεσ ςε
ςχϋςη με την γεωγραφικό φυςιογνωμύα, την ϋκταςη και το εύδοσ των καλλιεργειών. Αναφϋρουμε
ενδεικτικϊ, την πεδιϊδα του Διαβολϐκαμπου (κατϐπιν Καλϐκαμπου) ςτα δυτικϊ του Βολβοϑ, μεταξϑ
του χειμϊρρου Φιλανδϊρι και του οικιςμοϑ τησ Πορταριϊσ,1059 ϐπου κατϊ τον 14ο αιώνα
αναφϋρονται τα εξόσ ϐμορα κτόματα: το κτόμα τησ Ιβόρων ςτον Κϊτω Βολβϐ, το κτόμα του
Ρουςαύου τησ Δοχειαρύου, το κτόμα του ιγύλου τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ, το κτόμα του Κλαπατουρϊ (ό
Λινοβροχεύου) τησ ύδιασ μονόσ (που βρύςκεται μεταξϑ του Όξυνου και του Διαβολϐκαμπου), το
κτόμα τησ Αγύασ Σριϊδασ τησ Ιβόρων και τϋλοσ το κτόμα τησ Δοχειαρύου.1060
Ωλλεσ ςημαντικϋσ αγροτοπαραγωγικϋσ περιοχϋσ όταν η κοιλϊδα των Βαςιλικών γϑρω απϐ τον
λϐφο Πινςών, η κοιλϊδα τησ Ορμϑλιασ και αυτό του Γομϊτου, η οπούα αν και μικρϐτερη ςε ϋκταςη
εύναι καλϊ τεκμηριωμϋνη, καθώσ πϋραςε απϐ νωρύσ ςτισ μονϋσ Ιβόρων και Μεγύςτησ Λαϑρασ, οπϐτε
εμφανύζεται ςυχνϊ ςτα ϋγγραφα των εν λϐγω μονών.
Σον 14ο αιώνα αναφϋρεται ςτισ πηγϋσ η καλλιϋργεια πϊνω απϐ δϋκα ειδών δϋντρων
(αμυγδαλιϋσ, κεραςιϋσ, ςυκιϋσ, κυδωνιϋσ, καςτανιϋσ, ροδακινιϋσ, αχλαδιϋσ, μηλιϋσ, δαμαςκηνιϋσ,
ροδιϋσ). Σα οπωροφϐρα όταν προτιμητϋα γιατύ τα φροϑτα εξαςφϊλιζαν τροφό, όταν εμπορεϑςιμα
και προςϋφεραν ωφϋλιμη ξυλεύα. Καλλιεργοϑνταν, επύςησ, λευκϋσ μουριϋσ καθώσ απϐ τη
Μεςοβυζαντινό περύοδο η ςηροτροφύα όταν ανεπτυγμϋνη, ειδικϊ, ςτην περιοχό του Πολυγϑρου και
τησ Αρναύασ, ενώ ςυνϋχιζε αδιϊλειπτα η καλλιϋργεια αμπελώνων, ςιτηρών και κλωςτικών φυτών
(κϊνναβη και λινϊρι) για βιοτεχνικϋσ χρόςεισ (ςχοινιϊ και ιςτύα πλούων).1061Ιδιαύτερη ςημαςύα ςτη
δύαιτα των κατούκων τησ Φαλκιδικόσ εύχαν τα λαχανικϊ και τα ϐςπρια.1062
Απϐ τα μϋςα του 13ου και κυρύωσ απϐ τον 14ο αιώνα, τα αθωνικϊ μετϐχια κυριαρχοϑν ςτη
Φαλκιδικό. Μϋςα απϐ τισ μαρτυρύεσ των εγγρϊφων των μονών ςυνθϋτουμε τισ πληροφορύεσ για την
344
αγροτικό παραγωγό, χαρτογραφοϑμε τισ χρόςεισ γησ και διαπιςτώνουμε την οργϊνωςη ολϐκληρων
χωριών με αγροτικϐ χαρακτόρα, οι κϊτοικοι των οπούων δραςτηριοποιοϑνται ςτα κτόματα των
μονών. Παρατηρεύται μια εντατικοπούηςη ϐςον αφορϊ ςτη χρόςη τησ γησ που ξεπερνϊ τα ϐρια τησ
αυτϊρκειασ και κινεύται προσ την πλουτοπαραγωγό. Η γεωφυςικό φυςιογνωμύα τησ περιοχόσ
μεταβϊλλεται και η γη αρχύζει να μεταποιεύται ςε ςχϋςη με τον 12ο αιώνα ό και παλαιϐτερα.1063
Ο 14οσ αιώνασ εύναι μια περύοδοσ δϑςκολη για την Φαλκιδικό. Η Καταλανικό Εταιρύα, οι
επιθϋςεισ των ελτζοϑκων και η πειρατεύα δεν αφόνουν ανεπηρϋαςτη την αγροτικό παραγωγό.
Πολλϋσ περιοχϋσ καταςτρϋφονται και ϊλλεσ εγκαταλεύπονται. ε αυτϐ το πλαύςιο μαρτυροϑνται
δραςτικϋσ παρεμβϊςεισ ςτην αλλαγό χρόςησ τησ γησ, ϐπωσ αυτό του δεςπϐτη Θεςςαλονύκησ Ιωϊννη
Ζ’ Παλαιολϐγου, ο οπούοσ το 1407, δημιοϑργηςε ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ καλλιεργόςιμεσ
εκτϊςεισ κατϐπιν ςυςτηματικόσ εκχϋρςωςησ ενϐσ λϐγγου, που εύχε δημιουργηθεύ μετϊ την τουρκικό
κατϊληψη λϐγω εγκατϊλειψησ. Οι νϋεσ γαύεσ διαμοιρϊςτηκαν ςτισ μονϋσ Μεγύςτησ Λαϑρασ,
Ξηροποτϊμου, Βατοπεδύου και Αγύου Παϑλου του Αγύου Όρουσ, ςτην Παντοκρϊτοροσ τησ
Κωνςταντινοϑπολησ και ςτην Αγύου Ιωϊννου Προδρϐμου Θεςςαλονύκησ.1064
Οι ςυςτηματικϋσ παρεμβϊςεισ επύ τησ γησ δεν όταν καινοφανεύσ για τη Φαλκιδικό. Οι
κλαςματικϋσ γαύεσ, επύ παραδεύγματι, που αναφϋρονται τϐςο ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ
ϐςο και ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ κατϊ τον 10ο αιώνα, ωσ αποτϋλεςμα βουλγαρικών και αραβικών
καταδρομών, παραχωρόθηκαν απϐ τουσ αυτοκρϊτορεσ ςε διϊφορεσ αθωνικϋσ μονϋσ προσ ενοικύαςη.
Για την καλλιϋργεια αυτών των εγκαταλειμμϋνων ωσ τϐτε γαιών όταν απαραύτητεσ ςυςτηματικϋσ
εκχερςώςεισ.
8.1.2. Γεωργύα
Καλλιεργόςιμα εύδη
Σα ςχετικϊ αναςκαφικϊ δεδομϋνα ςτη Φαλκιδικό εύναι λιγοςτϊ, αντύθετα οι πληροφορύεσ απϐ
τα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ αφθονοϑν. Ϊχουμε ϋτςι πλόθοσ πληροφοριών για την αγροτικό
παραγωγό, τουλϊχιςτον για το τμόμα τησ που ανόκε ςτισ αθωνικϋσ μονϋσ, οι οπούεσ το
διαχειρύζονταν μϋςω των μετοχύων τουσ.
Απϐ τα αθωνικϊ ϋγγραφα διαφαύνεται ϐτι ςε επύπεδο οικιακόσ παραγωγόσ η χερςϐνηςοσ
παρϋμεινε ςταθερϊ προςανατολιςμϋνη, καθ’ ϐλη τη βυζαντινό περύοδο, ςτην πολυκαλλιϋργεια
προκειμϋνου να διατηρόςει την ζητοϑμενη αυτϊρκεια. Αντιθϋτωσ, οι ιςχυρού ιδιοκτότεσ, που
προϋρχονταν απϐ κοςμικοϑσ και μοναςτικοϑσ κϑκλουσ, επεδύωξαν την αποκλειςτικό καλλιϋργεια
ςύτου και αμπελώνων, με ςτϐχο την εμπορύα και τη διακύνηςό τουσ, κατϊ βϊςη ςτη Θεςςαλονύκη και
ςτον Ωθω.
345
ιτηρϊ
Η γεωμορφολογύα και οι κλιματολογικϋσ ςυνθόκεσ τησ Φαλκιδικόσ ευνοοϑν την καλλιϋργεια
δημητριακών απϐ την αρχαιϐτητα. Σα ςιτηρϊ και τα ϐςπρια κϊλυπταν ϋνα μεγϊλο μϋροσ τησ δύαιτασ
των κατούκων τησ υπαύθρου.
Μύα απϐ τισ πρωιμϐτερεσ αναφορϋσ για καλλιϋργεια ςιτηρών προϋρχεται απϐ ϋγγραφο τησ
μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ του 897. ϑμφωνα με το ϋγγραφο, η μονό Περιςτερών αγϐραςε χωρϊφια
ςπϐρημα εἲσ τϐ χωρύον τῶν Δραγοβοϑντων.1065
Οι μοναχού διενεργοϑςαν ςυςτηματικϐ διαμετακομιςτικϐ εμπϐριο δημητριακών, ϐπωσ
ςυνϊγεται απϐ το Συπικϐ του Κωνςταντύνου Μονομϊχου του 1045. Η διακύνηςη του κϑριου ϐγκου
των ςιτηρών γινϐταν με πλούα. Σο 1342 μϊλιςτα η μονό τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ απϋκτηςε ςτην
Κωνςταντινοϑπολη ϋνα παραθαλϊςςιο ςιτοπωλεύο.1066
Για την υπϐλοιπη Φαλκιδικό, δεν γνωρύζουμε το μϋγεθοσ των εκτϊςεων, τησ παραγωγόσ ό την
αναλογύα των ςπειρϐμενων δημητριακών. τα αθωνικϊ πρακτικϊ καταγρϊφονται κυρύωσ οι
ιδιοκτηςύεσ παρούκων των μονών και οι φϐροι που πλόρωναν γι΄ αυτϋσ.
ϑμφωνα με οθωμανικϊ φορολογικϊ κατϊςτιχα του 15ου αιώνα, το ςιτϊρι αποτελοϑςε τη μιςό
παραγωγό δημητριακών για την Φαλκιδικό, το κριθϊρι το 1/3, η βρώμη, το κεχρύ και η ςύκαλη
(βρύζα) κϊλυπταν το υπϐλοιπο ποςοςτϐ. Ο μοναχϐσ Θεϐδωροσ καρϊνοσ, ιδρυτόσ τησ ομώνυμησ
μονόσ ςτην περιοχό τησ Ορμϑλιασ, καλλιεργοϑςε τα παραπϊνω όδη ςε ύςεσ ποςϐτητεσ τον 13ο αιώνα
ςτα κτόματϊ του. την Καςςϊνδρεια καλλιεργοϑνταν τον 13ο αιώνα για την παραγωγό ψωμιοϑ.1067
Σα ςιτηρϊ αποθηκεϑονταν ςε χώρουσ εντϐσ των οικιών των φτωχϐτερων τϊξεων, ενώ για
μεγαλϑτερεσ παραγωγϋσ αναφϋρονται ςποραδικϊ ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα μεγαλϑτεροι
αποθηκευτικού χώροι: ϋνα αχυρώνιον ςτην Καλαμαριϊ το 1300, τα μουρύα ςτη διαθόκη του
Θεϐδουλου καρϊνου, παλαιομουρςύα, τα οπούα βρύςκονταν ςτην περιοχό τησ ςημερινόσ Μεγϊλησ
Παναγιϊσ.1068Τπϐςκαφοι αποθηκευτικού χώροι (ςιρού) εντοπύζονται αναςκαφικϊ ςτην Όλυνθο, ςτην
Καρκϊρα και ςτο Καμποϑδι ςτη δυτικό Φαλκιδικό.1069 (εικ. 171)
τη Φαλκιδικό ςώζονται τα ερεύπια πϊνω απϐ τριακοςύων υδρομϑλων, οι περιςςϐτεροι απϐ
τουσ οπούουσ ανϊγουν την ύδρυςό τουσ ςτον μεςαύωνα και αποτελοϑςαν τον κϑριο τρϐπο ϊλεςησ.
τα αγιορεύτικα ϋγγραφα αναφϋρονται εκατοντϊδεσ υδρϐμυλοι πολλού απϐ τουσ οπούουσ ανόκαν ςε
περιςςϐτερουσ του ενϐσ ιδιοκτότεσ. (ςχ. 1)
Αρκετϊ ανθρωπωνϑμια δύνουν πληροφορύεσ και για τισ κατηγορύεσ ϊρτου. Λ.χ., τα ονϐματα
ιλιγνώ, ιλιγνϊσ και τα παρϊγωγϊ τουσ ιλιγοϑδησ, ιλιγουδώ και ιλιγουδύα, ςχετύζονται με τον
346
ςιλιγνύτη ϊρτο, εύδοσ καθαροϑ ϊρτου απϐ λευκϐ ςιτϊρι. Σο 1409 απογρϊφεται ςτα Δριμϐςυρτα
κϊποιοσ Κώνςτασ Χωμϊσ, ενώ το 1318 ςτην Ωφυτο υπόρχε κϊποιοσ ιερεϑσ Ξηροψώμησ.1070
τισ αναςκαφϋσ των οικιςτικών θϋςεων τησ Φαλκιδικόσ ϋχουν εντοπιςτεύ εργαλεύα που
ςχετύζονται με την καλλιϋργεια ςιτηρών, ϐπωσ ςιδερϋνια φτυϊρια, δρεπϊνια, αξύνεσ, δικϋλλια αλλϊ
και αρκετϊ αλεςτικϊ μηχανόματα παλινδρομικόσ κινόςεωσ (μυλϐπετρεσ κ.α.) που αποδεικνϑουν τη
ςυμμετοχό των ςιτηρών ςτην δύαιτα του πληθυςμοϑ.
Αμπελουργύα 1071
Η αμπελοκαλλιϋργεια υπόρξε μύα απϐ τισ βαςικϋσ καλλιϋργειεσ ςτη Φαλκιδικό. την αρχαιϐτητα
όταν φημιςμϋνοσ ο ούνοσ τησ Μϋνδησ και τησ Ακϊνθου. Η παρϊδοςη ςυνεχύςτηκε ςτουσ
πρωτοβυζαντινοϑσ χρϐνουσ, ϐπωσ δεύχνουν τα ϊφθονα υπολεύμματα ληνών που εντοπύςτηκαν ςε
διϊφορεσ θϋςεισ τησ χερςονόςου, ϐπωσ ςτην Χαλύδα Νικότησ, ςτη Βεριϊ, ςτη μονό Ζυγοϑ και ςτην
Όλυνθο.
Σο κραςύ εύναι πανταχοϑ παρϐν ςτην Φαλκιδικό ςε ϐλεσ τισ κατηγορύεσ ειςοδημϊτων. Απϐ τα
τϋλη του 9ου αιώνα αρχύζουν οι ςχετικϋσ μαρτυρύεσ ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα. υγκεκριμϋνα, ςτο χωρύο
των Δραγοβοϑντων αναφϋρεται πατητόριον ςε ούκο ιδιωτικϐ.1072
Για τουσ μοναχοϑσ, που καλλιεργοϑςαν αμπελώνεσ εντϐσ και εκτϐσ Αγύου Όρουσ, ο ούνοσ όταν
βαςικϐ ςτοιχεύο διαύτησ. Ϋδη απϐ το 972 καθορύςτηκε με Συπικϐ η διαδικαςύα εμπορύασ του
αθωνικοϑ ούνου, ενώ ςτο Συπικϐ του Κωνςταντύνου Μονομϊχου (1045) υπϊρχουν επύςησ αναφορϋσ
για την εμπορύα του.1073Απϐ τον 11ο και κυρύωσ απϐ τον 12ο αιώνα οι μεγαλϑτερεσ αθωνικϋσ μονϋσ
εύχαν ςτην κατοχό και τη διαχεύριςό τουσ πλόθοσ αμπελώνων ςτη Φαλκιδικό, ενώ η Μονό Μεγύςτησ
Λαϑρασ επιδιδϐταν ςε ςυςτηματικϐ εμπϐριο κραςιοϑ με την Κωνςταντινοϑπολη και διεκδικοϑςε
ειδικό φορολογικό μεταχεύριςη. 1074
Εκτϐσ απϐ τουσ αμπελώνεσ των μετοχύων των αγιορεύτικων μονών, φαύνεται πωσ ςχεδϐν κϊθε
ςπύτι εύχε και το αμπϋλι του, ενώ και οι λύγοι μεγαλογαιοκτόμονεσ τησ Φαλκιδικόσ καλλιεργοϑςαν
επύςησ αμπελώνεσ. ε πωλητόρια πρϊξη του 1001 απϐ τον Κουβουκλόςιο τϋφανο, κϊτοικο
Ιεριςςοϑ, προσ τον Γεώργιο, ηγοϑμενο τησ μονόσ Ιβόρων, περιγρϊφεται η αγοραπωληςύα μϋρουσ τησ
περιουςύασ του πρώτου που βρύςκεται ςτην Ιεριςςϐ. το ςχετικϐ ϋγγραφο, αναφϋρεται ϐτι
παραδύδει ϐλον τον ούκο του μαζύ με «βαγενύον ϋξε καύ τῶ ἀμπϋλην τῶ ϋν τῇ τοποθεςύα τῆσ Γραδιςκϊσ
… καύ τῶ χωρϊφιον τῶ ὃν ἐν τι τοποθεςύα τῆσ Ζελενύτςασ ὥςςι μοδύον ἐκατϐν ςυν καύ τοῦ ληβαδεύου
καύ τῆσ Μικρόσ Αρςινικεύασ ςῦν τῶ κεραμαρύων καύ τῶ ἀμπϋλην καύ τῶ μοιλϊρην…».1075
347
Η αμπελουργύα ύςωσ εύναι η μϐνη καλλιϋργεια που επιδεικνϑει κϊποια εξειδύκευςη1076και όταν
απϐ τισ πιο αποδοτικϋσ καλλιϋργειεσ: η τιμό τησ γησ ενϐσ αμπελώνα όταν πολϑ υψηλϐτερη απϐ τισ
αρϐςιμεσ παρϐλο που οι αμπελώνεσ δεν απαιτοϑςαν εξοπλιςμϐ, ϐπωσ βοοειδό.
Σα αμπϋλια μπορεύ να βρύςκονταν μαζύ με τα χωρϊφια και να υπόρχαν αλληλοδιειςδϑςεισ
(αμπελοχώραφα)1077 ό να βρύςκονταν ςε ξεχωριςτό περιοχό. Ψσ εκ τοϑτου, υπόρχαν τρεισ τϑποι
αμπελώνων: αυτoύ που περιεύχαν μϐνο αμπϋλια, αυτού που βρύςκονταν μϋςα ό κοντϊ ςε κόπουσ και
αυτού που βρύςκονταν ςτην ύδια θϋςη και αλληλοειςχωροϑςαν ςτα χωρϊφια των ςιτηρών.
Οπωςδόποτε, ςτην πρώτη περύπτωςη εύναι που καλλιεργοϑνταν οι μεγαλϑτερεσ εκτϊςεισ που
προορύζονταν και για εμπορικϋσ χρόςεισ.1078
Οι αμπελώνεσ που ανόκαν ςε απλοϑσ χωρικοϑσ όταν ςυνόθωσ περιοριςμϋνοι ςε ϋκταςη (ϋνασ
μϐδιοσ ό λύγο μεγαλϑτεροι) αλλϊ υπϊρχουν και περιπτώςεισ παρούκων που κατεύχαν 20 και πϊνω
μοδύουσ απϐ αμπελώνεσ, η παραγωγό των οπούων ςύγουρα προοριζϐταν για τισ αγορϋσ1079 και
καλλιεργοϑνταν απϐ τουσ ιδιοκτότεσ ό μιςθώνονταν ςε χωρικοϑσ. Απϐ την πρωτοβυζαντινό περύοδο
γνωρύζουμε ϐτι δϋχονταν λύπαςμα. Οι ληνού βρύςκονταν κοντϊ ςτα αμπϋλια. Δεν γνωρύζουμε για την
απϐδοςη αλλϊ υπολογύζεται ϐτι όταν 25 εκατϐλιτρα κραςιοϑ ανϊ εκτϊριο ςτη Φαλκιδικό.1080
Σον 13ο αιώνα η Φαλκιδικό μαζύ με την Εϑβοια, την Πελοπϐννηςο και την Κρότη καλϑπτουν τα
κενϊ τησ παραγωγόσ ςε ούνο που δημιουργόθηκαν απϐ τη ςταδιακό κατϊληψη τησ Νύκαιασ, τησ
Κυζύκου και τησ Σρύγλειασ απϐ τουσ Οθωμανοϑσ. Εύναι χαρακτηριςτικϐ το γεγονϐσ ϐτι ο Θεϐδωροσ
Μετοχύτησ κατϊ την εξορύα του ςτο Διδυμϐτειχο παραπονιϋται ϐτι δεν μπορεύ να βρει το γλυκϐ
κραςύ που ςυνόθιζε να πύνει, πιθανώσ απϐ τισ παραπϊνω περιοχϋσ και παρακαλεύ να του αποςταλεύ
κραςύ απϐ τη Φαλκιδικό. 1081
Σα επώνυμα παρούκων των αγιορεύτικων μονών εύναι αποκαλυπτικϊ τησ εναςχϐληςησ με την
αμπελουργύα. Αναφϋρονται ενδεικτικϊ οι: Κραςϊσ και Κραςοπώλησ: πϊροικοι ςτην
Ιεριςςϐ,1082Μαγγανϊρησ Ιωϊννησ, πϊροικοσ Γομϊτου, κ.α.1083
1076 Kaplan M., Les hommes et la terre à Byzance du VIe au XIe siècle : propriété et exploitation du sol, Byzantina Sorbonensia 10, Paris (1992), 70
1077Xeropotamou, εγγρ. 9 (1270-4), ςτ. 80
1078 Kaplan 1992, 72-73
1079 Laiou 1973, 172-174 και τησ ύδιασ “The Agrarian Economy Thirteenth – Fifteenth Centuries”, E.H.B. III, 364
1080 Lefort 2002, 254
1081 Αναγνωςτϊκησ 2006, 59, 61
1082Iviron ΙΙΙ, ϋγγρ. 70 (1301), ςτ. 175, 228, ϋγγρ. 75 (1318),, ςτ. 286, 350 ϋγγρ. 79 (1320), ςτ. 263, 336
1083Iviron ΙΙΙ, ϋγγρ. 75 (1318),140, 79 (1320),123
348
Κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ, οι αναφορϋσ ςε οργανωμϋνουσ ελαιώνεσ εύναι ελϊχιςτεσ. Η
παλαιϐτερη αφορϊ ςε κτόμα τησ μονόσ Ιβόρων. Πρϐκειται για ϋγγραφο του 1104 ϐπου αναφϋρεται
το νηςύ Καυκανϊδεσ μετϊ τοῦ ἐν αὑτώ ὃντοσ ἐλαιώνοσ. Ωλλοι δϑο ελαιώνεσ, που ανόκαν ςτη μονό
Φιλανδαρύου αναφϋρονται ςε χρυςϐβουλλο του 1299 αλλϊ αγνοοϑμε την ϋκταςό τουσ. Ο ϋνασ όταν
παραθαλϊςςιοσ και βριςκϐταν ςτον Ζυγϐ και ο ϊλλοσ ςτα Ροϑδαβα, ςτην περιοχό Γοματύου. Κϊποιεσ
καλϋσ μικρομονϊδεσ αναφϋρονται και ςτην Καςςϊνδρα του 1321. Πρϐκειται για ςυγκαλλιϋργεια
ςιτηρών και ελαιϐδεντρων με ϋμφαςη ςτα πρώτα.
τον οριςμϐ του Δεςπϐτου Θεςςαλονύκησ Ανδρϐνικου του 1415, παραχωρεύται ςτην
αγιορεύτικη μονό του Αγύου Παϑλου, «ὁ ἐν τῇ Καςςϊνδρα λειμών ὁ καλοϑμενοσ τοῦ ουροῦ, ἲνα ὃπωσ
ἐργϊςωνται καύ καταφυτεϑςωςι καύ ποιόςωςιν αὑτϐν ἀλαιώνα καύ ἔχει αὐτϐν ἡ τοιαϑτη μονό», οϑτωσ
ώςτε να καλυφθοϑν οι ανϊγκεσ τησ επικρατεύασ ςε λϊδι.
Σα λιγοςτϊ ελαιϐδεντρα που υπόρχαν κϊλυπταν την ανϊγκη για βρώςιμεσ ελιϋσ και κϊποια
υποτυπώδη παραγωγό ελαιϐλαδου αλλϊ φαύνεται ϐτι οι βαςικϋσ ποςϐτητεσ που απαιτοϑςε η
κατανϊλωςη καλϑπτονταν με ειςαγωγϋσ.1084
ε κϊποιεσ περιπτώςεισ φαύνεται πωσ την ϋλλειψη ελαιϐλαδου εξιςορροποϑςε η χρόςη
χοιρινοϑ λύπουσ, ενώ οι περιοχϋσ, που δεν εύχαν το προνϐμιο των ελαιοκαλλιεργειών, παρεύχαν
ξηροϑσ καρποϑσ. Σον 10ο αιώνα, οι πϊροικοι τησ μονόσ Κολοβοϑ απϋχουν απϐ την ςυλλογό καρπών
με κϋλυφοσ ςτη δαςώδη ζώνη τησ Κϊτω Αρςενύκειασ, ςτο χωριϐ ιδηροκαϑςια. Σον επτϋμβριο του
1010, η χόρα Καλύδα ποϑληςε ςτην Ιβόρων μια ϋκταςη 50 μοδύων για 15 νομύςματα. την
πωλητόρια πρϊξη αναφϋρονται 7 καρυδιϋσ. Γενικϊ, πϊντωσ και η ελιϊ εύναι παροϑςα, ϐπου το κλύμα
και το ϋδαφοσ το επιτρϋπουν.1085
Η μικρό παραγωγό λαδιοϑ αντικατοπτρύζεται ςτα ανθρωπωνϑμια και τα τοπωνϑμια που εύναι
εμφανώσ λιγϐτερα ςε ςχϋςη με αυτϊ που ςχετύζονται με το κραςύ και το ςιτϊρι. την Ιεριςςϐ τον 10 ο
και τον 11ο αιώνα καταγρϊφεται το επύθετο Ελαδικϐσ. Αναφϋρεται το 996 το Αγριϋλαιον ςτα νϐτια
του Πολυγϑρου και βορεύωσ του ναοϑ του Αγύου Νικολϊου ςτο ελιϐ. Η Ελαύα, κτόμα τησ Λαϑρασ
κοντϊ ςτην Κρόνη το 1300-1409, η Ελϋα του Κοςμϊ και η Ελαύα του κηαδϊ τοπωνϑμια ςτην
Ορμϑλια του 1307 και το Μαςθλϊριν, η ςημερινό Αρεθοϑςα.1086
Οπωροκηπευτικϊ
Οι κόποι εξαςφϊλιζαν την αυτϊρκεια ςτην οικογϋνεια και βριςκϐταν κοντϊ ςτο ςπύτι και κοντϊ
ςε φυςικϋσ πηγϋσ ό ποτιζϐταν με τη δημιουργύα κατϊλληλου δικτϑου. Σα αςτικϊ κϋντρα
1084Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ.,«Ελαύα και ϋλαιον ςτη μεςαιωνικό Φαλκιδικό», Ελιϊ και Λϊδι, Δ΄ Σριόμερο εργαςύασ, Καλαμϊτα 7-9 ΜαϏου 1993,
Πολιτιςτικϐ Σεχνολογικϐ άδρυμα ΕΣΒΑ (1996), 174-201, 174-184
1085Kaplan 1992, 34
1086Παπϊγγελοσ 1996, 185-189
349
περιβϊλλονταν απϐ κόπουσ των οπούων την εκμετϊλλευςη εύχαν οι ιςχυρού και απϐ τον 9 ο αιώνα τα
μοναςτόρια.
τη Φαλκιδικό αναφϋρονται διϊςπαρτοι οπωρώνεσ ανϊμεςα ςτα υπϐλοιπα χωρϊφια. ε
πωλητόριο των αδελφών ακοϑλη προσ τη Λαϑρα το 1018, αναφϋρονται οπορωφϐρα δϋντρα
φυτεμϋνα μϋςα ςε αμπελώνα. τη δύκη του 995 ανϊμεςα ςτη μονό Κολοβοϑ και τουσ κατούκουσ των
ιδηροκαυςύων, οι πϊροικοι που εύχαν εγκαταςταθεύ ςτην Κϊτω Αρςενύκεια ςτο μετϐχι Βελικρϊδου,
υποςτόριζαν ϐτι επιδύδονταν ςτην καλλιϋργεια δαμϊςκηνων ενώ η αντύδικη πλευρϊ υποςτόριζε ϐτι
τα δϋντρα όταν ϊγρια, προκειμϋνου να ακυρώςει τισ αξιώςεισ τουσ επύ τησ γησ.1087
8.1.3. Κτηνοτροφύα
Αναπϐςπαςτο τμόμα των δραςτηριοτότων τησ υπαύθρου όταν η κτηνοτροφύα, η οπούα ϐμωσ
δεν αναφϋρεται ςυχνϊ ςτισ πηγϋσ για τη Φαλκιδικό. Εύναι ςύγουρο πωσ η διατόρηςη μικρών
κοπαδιών αιγοπροβϊτων και βοοειδών ςυμπλόρωνε τισ πηγϋσ των χωρικών όδη απϐ την
αρχαιϐτητα. Σα αγροτικϊ νοικοκυριϊ εύχαν χούρουσ και αιγοπρϐβατα, ενώ φαύνεται ϐτι υπόρχαν
εκτεταμϋνα εκτροφεύα βοδιών και αλϐγων ςτισ κτόςεισ των μεγϊλων γαιοκτημϐνων.
Σα αναςκαφικϊ ευρόματα ϋδωςαν δεύγματα αντικειμϋνων, ϐπωσ ςιδερϋνια πϋταλα, κουδοϑνια
κ.α., που αφοροϑν κυρύωσ οικϐςιτα ζώα (βϐδια, μουλϊρια και ςπανύωσ ϊλογα), απαραύτητα για τισ
αγροτικϋσ εργαςύεσ.
Ζώα ϋβοςκαν επύςησ ςτα εδϊφη των χωριών, ςε περιφραγμϋνουσ χώρουσ ό ςτα γειτονικϊ δϊςη,
ϐπωσ δεύχνουν τα κατϊλοιπα των ςτϊβλων και οι αρχαιοζωολογικϋσ μελϋτεσ των οςτών βοοειδών,
αιγοπροβϊτων, χούρων και πουλερικών. Κατεξοχόν ϐμωσ, η κτηνοτροφικό δραςτηριϐτητα λϊμβανε
χώρα ςτισ ορεινϋσ και ςτισ πιο απομακρυςμϋνεσ, ςε ςχϋςη με τον οικιςτικϐ πυρόνα, περιοχϋσ, ϐπωσ
λ.χ. ςτην Κϊτω Αρςενύκεια, που όταν δαςώδησ και οι πϊροικοι τησ Κολοβοϑ ςυνόθιζαν να βϐςκουν
ελεϑθερα εκεύ τα ζώα τουσ με αποτϋλεςμα να προκαλοϑν ζημύεσ ςτον τϐπο, μϋχρι που οι χωρικού
προϋβηςαν ςε εκκαθϊριςη. Η περύπτωςη αυτό δεύχνει μια κινητικϐτητα ςτισ απομακρυςμϋνεσ
ζώνεσ.1088
Γενικϊ, φαύνεται ϐτι η κτηνοτροφύα όταν διαδεδομϋνη ςε κλύμακα που πούκιλλε, ςτην
ακαλλιϋργητη γη αλλϊ και ςτα εϑφορα λιβϊδια. Τπϊρχουν αναφορϋσ για μετακινόςεισ κοπαδιών
αιγοπροβϊτων και για περιοριςμϋνη κτηνοτροφύα κυρύωσ για οικιακϋσ ανϊγκεσ. Σα αιγοπρϐβατα και
τα βοοειδό εκτϐσ απϐ το γϊλα, το κρϋασ και το μαλλύ χρηςιμοποιοϑνταν ςε αγροτικϋσ εργαςύεσ, τα
πρϐβατα για μαλλύ και τροφό, ενώ ϊλλα ζώα, ϐπωσ αγελϊδεσ, αύγεσ, χούροι και πουλερικϊ εκτϐσ απϐ
την κϊλυψη των βαςικών αναγκών, χρηςύμευαν και για εμπορύα.
350
Απϐ τον 9ο αιώνα ϋχουμε τισ πρώτεσ γραπτϋσ πληροφορύεσ για την κτηνοτροφύα ςτη Φαλκιδικό.
τον Βύο του αγύου Ευθυμύου του Νϋου, αναφϋρεται ϐτι το 859 ϐταν ο ϊγιοσ επανϋκτιςε το ναϐ του
Αγύου Ανδρϋα ςτην Περιςτερϊ, οι πιςτού προςϋφεραν, εκτϐσ των ϊλλων, ζώα απϐ τα κοπϊδια
τουσ.1089
Όταν οι μοναχού εγκαταςτϊθηκαν ςτον Ωθω όρθαν ςε ςϑγκρουςη με τουσ κατούκουσ τησ
Ιεριςςοϑ που, ωσ τϐτε, ϋβοςκαν τα κοπϊδια τουσ ςτην περιοχό. Σο ςιγύλλιον του Βαςιλεύου Α’, του
883, που εξαςφϊλιςε τουσ αθωνύτεσ μοναχοϑσ απϐ διοικητικϋσ και ϊλλεσ οχλόςεισ, μεταξϑ ϊλλων,
απαγορεϑει την εύςοδο για βϐςκηςη ςτην αθωνικό χερςϐνηςο ποιμνύων αλλϊ και των βοςκών.
Παρϐλα αυτϊ, το 908, η χερςϐνηςοσ χρηςιμοποιοϑνταν ςαν «νομαδικϐν προϊςτειον» και
ειςπρϊττονταν απϐ τη Μονό Κολοβοϑ, η οπούα εμφανιζϐταν ςαν επικυρύαρχοσ τησ Φερςονόςου, τϋλη
νομόσ για τα βοςκόματα των ειςερχομϋνων κοπαδιών των γειτονικών χωριών. Απϐ τη διατϑπωςη
του ςχετικοϑ κειμϋνου εξϊγεται το ςυμπϋραςμα ϐτι τα γειτονικϊ χωριϊ εύχαν ανεπτυγμϋνη
κτηνοτροφύα.1090
Ο Λϋων Σ’ ϋθεςε τϋλοσ ςτη διαμϊχη Ιεριςςιωτών και Αγιορειτών το 908 αλλϊ το 943 οι
κϊτοικοι του κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ και το 973 η Μονό Κολοβοϑ ανϋκτηςαν το δικαύωμϊ τουσ να
προςτατεϑουν ςτον Ωθω τα πούμνιϊ τουσ ςε περύοδο εχθρικών ειςβολών. Αντύςτοιχο αύτημα εύχε
τεθεύ και για την περύπτωςη τησ Καςςϊνδρασ κι αυτϐ γιατύ οι δϑο χερςϐνηςοι ϋχουν ςτενϐ και, ωσ εκ
τοϑτου, ελϋγξιμο ιςθμϐ.
ε οριςμϋνα χωριϊ, ιδιαύτερα ςτην περιοχό τησ βορειοανατολικόσ Φαλκιδικόσ, φαύνεται ϐτι η
κτηνοτροφύα όταν ςημαντικό απαςχϐληςη. Σο 1037, τα Περιγαρδύκεια, διϋθεταν μια τερϊςτια
ϋκταςη 20.000 μοδύων για κτηνοτροφύα1091, ενώ το Γομϊτου εύχε 1193 πρϐβατα το 1300/1 και η
ελϊδα πϊνω απϐ 500 αιγοπρϐβατα.1092 Η ϊνιςη κατανομό των αιγοπροβϊτων ςτα αγροτικϊ
νοικοκυριϊ και η ϑπαρξη μεγϊλων κοπαδιών ϐπωσ π.χ. ςτο Γομϊτου, δεύχνουν ϐτι οι γαιοκτόμονεσ
καθώσ και οριςμϋνοι χωρικού, εμπορεϑονταν τα κτηνοτροφικϊ προώϐντα.
Η κοινοτικό αγϋλη όταν μύα απϐ τισ οικονομικϋσ δραςτηριϐτητεσ τησ κοινϐτητασ αλλϊ ϐχι η
μϐνη. Εκτϐσ απϐ την κτηνοτροφύα υπόρχε και η βοςκό. Σα χωρϊφια που ςυγκομύζονταν,
παραχωροϑνταν για την βοςκό των ζώων.
Με παρϋμβαςη του αυτοκρϊτορα Αλεξύου Α’ εκδιώχθηκαν απϐ το Ωγιον Όροσ οι Βλϊχοι που
όταν εγκατεςτημϋνοι εκεύ και παρεύχαν ςτουσ μοναχοϑσ «τα γϊλατα, τα τυριϊ και τα μαλύα». Οι
βλϊχοι με τα κοπϊδια τουσ κατϋφυγαν ϋτςι ςτη Φαλκιδικό, τησ οπούασ οι κλιματολογικϋσ, χλωριδικϋσ
1089 Laiou – Morrisson 2011, 102 ̇ Petit 1904, 43.3.1 «Ὠσ δε καν ταῖσ διατροφαῖσ οἱ μϋν ςύτον και ὅςπρια, ἂλλοι δε οἶνον και ἒτεροι ἐκαρποφϐρουν
ἒλαιον, οἱ δε ζώα εἰσ θούνην τοῖσ ἐργϊταισ διϊφορα (…)Καύ οἱ μϋν γῆ ἀφιϋρουν τῆσ ἐαυτῶν ἀποτεμϐμενοι, οἱ δε ἀγροϑσ καύ ἀμπελώνασ βοςκημϊτων
τϋ ἀγϋλασ καύ τϊ λοιπϊ, οἷσ οἱ τόν μονῆν οἰκοϑντεσ διατραφόςονται (…)»
1090Παπϊγγελοσ, Ι. Αθ., «Η κτηνοτροφύα ςτην Φαλκιδικό κατϊ τουσ Μϋςουσ Φρϐνουσ», ςτο Ζώα και Περιβϊλλον ςτο Βυζϊντιο (7οσ-12οσ
αιώνασ), Πρακτικϊ Διεθνοϑσ υμποςύου (Αθόνα 6-7 Ιουνύου 2008), Ε.Ι.Ε./Ι.Β.Ε, Αθόνα (2011), 453
1091Lefort 2002, 271
1092 ΛαϏου Αγγ. Ε., «Ἡ ἀγροτικό οἰκονομύα (13οσ-15οσ αιώνασ)», ΟΙΒ, τ. Α΄, ΜΙΕΣ (2006), 495-574, 516
351
και γεωμορφολογικϋσ ςυνθόκεσ ευνοοϑςαν την ανϊπτυξη επιχώριασ κτηνοτροφύασ και προςϋλκυαν
την κατ’ ϋτοσ παρουςύα τησ λεγϐμενησ βλϊχικησ κτηνοτροφύασ, κατϊ το θερινϐ εξϊμηνο.
Εκτϐσ απϐ τα βοοειδό, τα οπούα χρηςιμοποιοϑνταν κυρύωσ για την ϊρωςη, μνημονεϑεται και η
ϑπαρξη πολλών μικροκοπαδιών αιγών και προβϊτων κατϊ τον 14ο αιώνα. Ωλλα ζώα όταν τα
βουβϊλια (Καλαμαριϊ και Καςςϊνδρα) που χρηςιμοποιοϑνταν ωσ ελκυςτόρεσ. Η χοιροτροφύα όταν
επύςησ πολϑ ανεπτυγμϋνη και τα περιςςϐτερα νοικοκυριϊ εξϋτρεφαν χούρουσ. Με τουσ χούρουσ
ςχετύζονται και δϑο φορολογικϋσ πρϐςοδοι: το βαλϊνιςτρον και η χοιροδεκατύα. Ψσ αχθοφϐρα ζώα
χρηςιμοποιοϑνταν κυρύωσ οι ϐνοι ενώ τα ϊλογα όταν λύγα.
Σα ςυνόθη ζώα για τα οπούα ϋδειχνε ενδιαφϋρον το κρϊτοσ κατϊ τον 11ο αιώνα, αναφϋρονται
ςτο χρυςϐβουλλο του Νικηφϐρου Βοτανειϊτου (1080), με το οπούο απόλλαξε τουσ παρούκουσ τησ
Μονόσ Βατοπεδύου απϐ πλόθοσ φορολογικών υποχρεώςεων, ομούωσ με χρυςϐβουλλο του ιδύου
(1078) επικϑρωςε την φοροαπαλλαγό τησ μονόσ Ιβόρων. Μεταξϑ αυτών ςυμπεριλαμβϊνεται και η
απαλλαγό απϐ την υποχρϋωςη ςυμμετοχόσ ςτην αγορϊ: μουλαρύων, μεςομουλϊρων, βορδωνύων,
μεςοβορδώνων, ύππων, παριππύων, ονκηλωνύων, ονοθηλών, φορβϊδων, βοών εργατικών και
αγελαύων, χούρων, προβϊτων, αιγών, βουβϊλλων, κυνών λαγωνικών ό ποιμενικών, λαγωών, ελϊφων
και λοιπών τετραπϐδων, χηνών, νηττών, κϑκνων, ταώνων, γερανών, περδύκων, φαςςιανών,
κατοικιδύων ορνύθων, καπώνων, περιςτερών, ωών παντούων.1093
Διϊφορα τοπωνϑμια δύνουν ϋμμεςα πληροφορύεσ για τη ϑπαρξη κτηνοτροφύασ, για τα εύδη των
ζώων αλλϊ και για τουσ τϐπουσ διακύνηςόσ τουσ. την περιοχό τησ Καςςϊνδρασ απαντϊ το επώνυμο
Βουβαλϊρησ αλλϊ και μια θϋςη Βουβαλϐλουςτρα, ςτον περιοριςμϐ του μετοχύου τησ Λιβυςδιϊδοσ
μνημονεϑονται το 1104 Φοιρομϊνδρια.
Ανθρωπωνϑμια, που ςώζονται δύνουν ϋμμεςα πληροφορύεσ και για το εύδοσ των ζώων που
εκτρϋφονταν με ςκοπϐ το εμπϐριο του κρϋατϐσ τουσ. Ϊτςι, ο Μακελλϊρησ, ϐπωσ μασ πληροφορεύ το
Επαρχικϐ Βιβλύο, εύναι αυτϐσ που εμπορεϑεται αποκλειςτικϊ βοδινϐ και αρνύςιο κρϋασ, ενώ ο
Φοιροςφϊκτησ αςχολοϑνταν με το χοιρινϐ.1094 την απϐφαςη του εκπροςώπου υμεών για
παραχώρηςη 30 παρούκων ςτην Λαϑρα ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ το 976, αναφϋρεται και κϊποιοσ
Κωνςταντύνοσ βουκελλϊρησ, που προφανώσ πρϐκειται για το επϊγγελμα και ϐχι για το επύθετϐ
του.1095
τη δυτικό Φαλκιδικό, οι πηγϋσ, η κεραμικό και τα γεωγραφικϊ δεδομϋνα τησ περιοχόσ
ςυγκλύνουν ςτο ϐτι οι καλλιεργόςιμεσ εκτϊςεισ αυξόθηκαν περιςςϐτερο κατϊ τον 14 ο αιώνα, ύςωσ
ακϐμα πιο πολϑ και απϐ ϐτι εύχαν αυξηθεύ κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο. Ψσ αποτϋλεςμα,
352
μειώθηκαν οι περιοχϋσ ςτισ παρειϋσ των βουνών που χρηςύμευαν ωσ βοςκοτϐπια και η νομό
περιορύςτηκε εποχιακϊ ςτουσ καλοκαιρινοϑσ μόνεσ όδη απϐ τον 11ο αιώνα.1096
Οι περιηγητϋσ τησ Φαλκιδικόσ του 19ου αιώνα κϊνουν λϐγο για κτηνοτροφικό δραςτηριϐτητα
ςτην περιοχό. Ο χινϊσ αναφϋρει ϐτι η χοιροτροφύα εύναι αναπτυγμϋνη ςτα Ρεβενύκεια ενώ ςτη
Βϊβδο επικρατοϑν τα βοοειδό.1097 Ο Grisebach μιλϊει για τα κοπϊδια των Αλβανών, που την ϊνοιξη
πηγαύνουν ςτη Γαλϊτιςτα απϐ την Λιαριγκϐβη, μια πρακτικό γνωςτό απϐ την αρχαιϐτητα. Ωλλη
μορφό κτηνοτροφύασ εύναι αυτό των ιπποειδών αλλϊ εύναι ςαφώσ πιο περιοριςμϋνη. ε μεγϊλο
βαθμϐ οι ζώνεσ κτηνοτροφύασ αλλϊ και τα εύδη των ζώων παρϋμειναν τα ύδια για πολλοϑσ αιώνεσ.
8.1.4. Αλιεύα
Ο θαλϊςςιοσ χαρακτόρασ τησ βυζαντινόσ Αυτοκρατορύασ βρύςκει την ϋκφραςό του ςτη
Φερςϐνηςο τησ Φαλκιδικόσ. Οι θαλϊςςιεσ οδού όταν ςημαντικϋσ γιατύ μεύωναν το κϐςτοσ μεταφορϊσ
και υπϋθαλπαν το εμπϐριο. Η θϊλαςςα παρεύχε επύςησ δϑο βαςικϊ προώϐντα: ψϊρια και αλϊτι.
Η παραγωγό ϊλατοσ απαιτοϑςε χαμηλό επϋνδυςη και όταν εφικτό ςε πολλϋσ τοποθεςύεσ και ςε
μεγαλϑτερη κλύμακα ςτον Θερμαώκϐ κϐλπο. Αναμφύβολη εύναι η λειτουργύα αλυκών ςτη Φαλκιδικό
αλλϊ οι ελϊχιςτεσ πληροφορύεσ δεν μασ επιτρϋπουν να καθορύςουμε την ϋκταςη τησ παραγωγόσ
ϊλατοσ.
Αλυκϋσ λειτουργοϑςαν, επύςησ, ςτην κλειςτό λιμνοθϊλαςςα Βολυκό. Ο πρωτοβυζαντινϐσ
οικιςμϐσ που αναςκϊφηκε ςτο Γερϊνι, ςυνδϋεται με τη ςυςτηματικό εκμετϊλλευςη τησ αλυκόσ που
βριςκϐταν ςτην περιοχό του ςημερινοϑ ϋλουσ. Αλυκό πρϋπει να λειτουργοϑςε και ςτον
υςτερορωμαώκϐ οικιςμϐ που εντοπύςτηκε ςτον Γλαρϐκαβο, κοντϊ ςτο ςημερινϐ Παλιοϑρι, αλλϊ δεν
ϋχουμε περιςςϐτερα ςτοιχεύα.
τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα, ςτον περιοριςμϐ του προαςτεύου Λεοντϊρια ςτο νϐτιο ϐριο τησ
δυτικόσ Φαλκιδικόσ κοντϊ ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ, αναφϋρεται το τοπωνϑμιο
Αλμυρύςτρα.1098Εξϊλλου, ςε πρϊξη του Κριτό Λϋοντα του 1056 ό 1079 αναφϋρεται ϐτι η μονό του
Ωθω κατϋχει ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ δϑο προϊςτεια (ςτ. 9): τῶ τϋ λεγομϋνω Ἀλικαύ καύ
τῶ καλουμϋνω Γαλϋαι μαζύ μϋ τϊ παραπροϊςτειϊ τοϑσ.1099
τα οθωμανικϊ ϋγγραφα του 15ου αιώνα και εξόσ, τα χωριϊ που βρύςκονταν εκατϋρωθεν του
ιςθμοϑ, ϐπωσ και αυτϊ που βρύςκονταν ςτη δυτικό ακτό τησ Φαλκιδικόσ και βρϋχονται απϐ τον
Θερμαώκϐ, υπϊγονται ςτον Ναχιγιϋ τησ Καλαμαριϊσ και καταγρϊφονται ωσ «χωριϊ των αλατϊδων»
(tuzciyan).1100 Οι κϊτοικοι των χωριών αυτόσ τησ ομϊδασ δοϑλευαν ςτισ κρατικϋσ αλυκϋσ, και
353
παρϋδιδαν το αλϊτι που ϋβγαζαν ςτο τουρκικϐ δημϐςιο που εύχε το μονοπώλιϐ του.1101 Η
πληροφορύα αυτό δεύχνει μια ςυνϋχεια ςτη λειτουργύα αλυκών που επιβεβαιώνεται και απϐ τα
τοπωνϑμια και μασ επιτρϋπει να ςυμπερϊνουμε ϐτι οι αλυκϋσ προϒπόρχαν τησ οθωμανικόσ
κατϊκτηςησ και η παραγωγό αλατιοϑ όταν παλαιϐτερη ςτην Καςςϊνδρεια.
Η αλιεύα όταν βαςικό δραςτηριϐτητα των κατούκων των παρϊκτιων οικιςμών αλλϊ και ϐςων
βρύςκονταν δύπλα ςτα ποτϊμια- χειμϊρρουσ τησ Φαλκιδικόσ. Αποτελοϑςε ανεξϊντλητο πϐρο για την
τροφοδοςύα των οικιςμών, τισ εξαγωγϋσ με τη μορφό των αποξηραμϋνων ψαριών ό την επιτϐπια
κατανϊλωςη. ϑμφωνα με τον Αγόςανδρο, ο Αμνύτησ και ο Ολυνθιακϐσ, που εκρϋουν και οι δυο ςτη
λύμνη Βϐλβη όταν πλοϑςιοι ςε ψϊρια. ε αρκετϋσ περιϐδουσ επιςημαύνεται ϐτι πολλϊ ψϊρια
ανϋρχονταν τον ποταμϐ και οι κϊτοικοι τα ψϊρευαν και τα πϊςτωναν. τα τϋλη του 10ου αιώνα ςτα
ιδηροκαϑςια, δικαύωμα ςτο ψϊρεμα του ποταμοϑ εύχαν οι κϊτοικοι και η μοναςτικό κοινϐτητα, με
το μοναςτόρι να παύρνει κϊποιουσ φϐρουσ απϐ αυτό τη δραςτηριϐτητα.1102
τουσ παραθαλϊςςιουσ οικιςμοϑσ που ερευνόθηκαν, εντοπύςτηκε πλόθοσ αντικειμϋνων που
ςχετύζονται με το ψϊρεμα, ϐπωσ αγκύςτρια διαφϐρων τϑπων και εποχών (πόλινα και μολϑβδινα),
βελϐνεσ διχτυών, παγύδεσ για χταπϐδια, ϋνα πολυϊγκιςτρο και τμόμα εφυαλωμϋνου αγγεύου με
παρϊςταςη ψαριοϑ, προςφιλοϑσ διακοςμητικοϑ θϋματοσ τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου. (εικ. 172)
Αν και η επικρϊτηςη τησ αλιεύασ δεν εύναι κϊτι απροςδϐκητο για μια παρϊκτια κοινϐτητα, αυτϐ
που παραμϋνει αςαφϋσ εύναι κατϊ πϐςον επρϐκειτο για πλόρη απαςχϐληςη, την οπούα εύχαν
αναλϊβει ςυγκεκριμϋνα μϋλη τησ οικογϋνειασ ό για μερικό ό εποχικό απαςχϐληςη, που ςυνδυαζϐταν
με την ϊςκηςη κϊποιασ ϊλλησ τϋχνησ. Εύναι πϊντωσ βϋβαιο, ϐτι θα υπόρχαν και μϋλη τησ κοινϐτητασ
που αςχολοϑνταν αποκλειςτικϊ με την αλιεύα, ϐπωσ διαφαύνεται απϐ τον προςδιοριςμϐ παρούκων
με την επαγγελματικό τουσ ιδιϐτητα, ϐπωσ λ.χ. ο Μανουῆλ ἀλιεῦσ, που όταν πϊροικοσ ςτον Κϊτω
Βολβϐ και απογρϊφεται με την ιδιϐτητα του αλιϋωσ τα ϋτη 1301, 1318 και 1320.1103
8.1.5. Μελιςςοκομύα
Προςφιλόσ αςχολύα τησ υπαύθρου η μελιςςοκομύα, αναφϋρεται ςυχνϊ ςτισ πηγϋσ για τη
Φαλκιδικό.1104 Η δραςτηριϐτητα όταν αναμφιςβότητα προςοδοφϐρα αφοϑ το μϋλι όταν η μϐνη πηγό
γλυκαντικοϑ και το κερύ η κϑρια πηγό φωτιςμοϑ και όταν πιο διαδεδομϋνη ςτα μικρϊ απϐ ϐτι ςτα
μεγϊλα αγροκτόματα. τισ αρχϋσ του 14ου αιώνα, οι πϊροικοι τησ Λαϑρασ εύχαν κατϊ μϋςο ϐρο δϑο
κυψϋλεσ. Πιο ςυγκεκριμϋνα, το 14¿ εύχε κατϊ μϋςο ϐρο 14 κυψϋλεσ και ϋνα ϊτομο εύχε 60.1105 Εύναι
πολϑ πιθανϐ να εύχε αρχύςει απϐ τον Μεςαύωνα η εποχιακό μεταφορϊ κυψελών, η οπούα
προςαρμϐζεται ςτισ ποικύλεσ εποχϋσ ανθοφορύασ (ανϊλογα με το γεωγραφικϐ περιβϊλλον) και
354
ςυνεχύζεται ςτην Φαλκιδικό μϋχρι ςόμερα. χετικϋσ αναφορϋσ βρύςκουμε ςε ϋγγραφο του 10ου
αιώνα.1106 Σα τοπωνϑμια πιςτοποιοϑν την εντατικό εναςχϐληςη των κατούκων τησ «μελιςςοβϐτου»
χερςονόςου τησ Καςςϊνδρειασ με την μελιςςοτροφύα ενώ απαντώνται ςυχνϊτα μικροτοπωνϑμια
«ραχύσ ἡ λεγομϋνη Μϋλιςςα» και ο «κρημνϐσ» ό ο «ραχῶν τῆσ Μελιτοῦσ».1107
Λϐγω τησ φϑςησ τησ δραςτηριϐτητασ και των προώϐντων τησ δεν εύναι δυνατϐ να βρεθοϑν
κατϊλοιπα τουσ. Ακϐμα και ςόμερα, ωςτϐςο, η μελιςςοκομύα εύναι διαδεδομϋνη, ιδιαύτερα ςτη
Φερςϐνηςο τησ ιθωνύασ και τον Ωθω.
8.1.6. Κυνόγι
Σο κυνόγι προςϋφερε εκτϐσ απϐ διαςκϋδαςη ςτουσ ϊρχοντεσ, ϋνα επύ πλϋον ςυμπλόρωμα
διατροφόσ, αλλϊ και ειςϐδημα ςτουσ κατούκουσ τησ υπαύθρου. τισ αναςκαφϋσ των οικιςμών τησ
Βρϑασ, τησ Ιεριςςοϑ αλλϊ και ςτουσ οικιςμοϑσ τησ υπαύθρου ϐπωσ ςτην Καρκϊρα, ςτο Νϋπωςι κ.α.
εντοπύςτηκαν αιχμϋσ βελών, ςιδερϋνια εγχειρύδια και τρεισ εφυαλωμϋνεσ κοϑπεσ με παραςτϊςεισ
ζώων κυνηγιοϑ, κοινϐ διακοςμητικϐ θϋμα ςτα αγγεύα τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου.1108
355
ϋκτιςε το μοναςτόρι του Αγύου Ανδρϋα ςτη δυτικό Φαλκιδικό, οι κϊτοικοι τϐςο τησ γϑρω περιοχόσ
ϐςο και ϊλλων περιοχών τησ χερςονόςου ςυνϋδραμαν με την προςφορϊ ςκευών απϐ χρυςϐ, ϊργυρο
και χαλκϐ.1110την περιοχό τησ Περιςτερϊσ (θϋςη Αςημϐμυλοσ) εντοπύςτηκε ϋνα εργαςτόρι
επεξεργαςύασ προςχωματικοϑ χρυςοϑ, που χρονολογόθηκε ςτην πρωτοβυζαντινό περύοδο.1111Ϊχει
διατυπωθεύ η ϊποψη, ϐχι αβϊςιμα, ϐτι η περιοχό προςϋλκυςε το ενδιαφϋρον του οςύου Ευθυμύου για
την ύδρυςη του ναοϑ ϐχι μϐνο λϐγω τησ ορεινόσ και δυςπρϐςιτησ θϋςησ τησ αλλϊ λϐγω των
οικονομικών δυνατοτότων που υπόρχαν εκεύ.
Εύμαςτε ςε θϋςη να παρακολουθόςουμε την ιςτορικό πορεύα τησ μονόσ μϋςα απϐ τα ϋγγραφα
τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ, ςτην οπούα περιϋρχεται αρκετϊ νωρύσ. Ψςτϐςο, ςτα ϋγγραφα
αναφϋρονται μονϊχα αγροτικϋσ και κϊποιεσ πρώιμεσ βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ αλλϊ ϐχι
εξορυκτικϋσ ό μεταλλευτικϋσ.
Ο εντοπιςμϐσ αγραμϊδων, δηλαδό λιθοςωρών, ςε οριςμϋνεσ περιοχϋσ τησ Φαλκιδικόσ (θϋςη
μύξη του ποταμοϑ Ορμϑλιασ, ςτον ποταμϐ τησ Ολϑνθου κοντϊ ςτα Μαριαννϊ, ςτον χεύμαρρο τησ
Περιςτερϊσ, ςτη Μεγϊλη Παναγιϊ κ.α.) ϋχει ςυνδεθεύ με υποθϋςεισ ςχετικϊ με δραςτηριϐτητεσ
ςυλλογόσ προςχωματικοϑ χρυςοϑ,1112 αν και δεν υπϊρχουν μϋχρι τώρα δεδομϋνα που να το
επιβεβαιώνουν.
Σο κατεξοχόν μεταλλευτικϐ κϋντρο τησ Φαλκιδικόσ εύναι τα ιδηροκαϑςεια. Σα μεταλλεύα
λειτουργοϑςαν απϐ την αρχαιϐτητα μϋχρι και τον 6ο αιώνα, οπϐτε η λειτουργύα τουσ αναςτϋλλεται
και επαναλειτουργοϑν τον 14ο αιώνα. Σα μεταλλεϑματα που εξορϑςςονταν όταν ϊργυροσ, μϐλυβδοσ
1113
και ςύδηροσ. Σο ϐνομα ιδηροκαϑςεια εύναι γνωςτϐ όδη απϐ τα μϋςα του 9ου αιώνα και ςυνδϋεται
με τον Ιωϊννη Κολοβϐ, ο οπούοσ διατηροϑςε εκεύ μια λαϑρα μϋχρισ ϐτου αποφϊςιςε να μετακινηθεύ
νοτιϐτερα προσ την περιοχό τησ Ιεριςςοϑ.1114
Σο 1554 ο Belon επιςκϋφτηκε τα ιδηροκαϑςια και ϋκανε λϐγο για την ϑπαρξη 600 κλιβϊνων
κατϊ μόκοσ των ρεμϊτων, που λειτουργοϑςαν με τη δϑναμη του νεροϑ.1115Σρεισ αιώνεσ μετϊ, ο Leake
δύνει εκτεταμϋνη περιγραφό τησ γραμμόσ παραγωγόσ και των αποτυπωμϊτων που αφόνει ςτο
τοπύο.1116
1110 Petit 1904, 43. παρ. 31: «οἱ μεν γαρ αὐτῶ τῶν εὐςεβῶν εἰσ τόν τῆσ μονῆσ ἐπιςϑςταςιν χρυςϐν παρεῖχον φερϐμενοι, οἱ δε ἂργυρον, ἒτεροι
χαλκϐν καύ ςύδηρον εἰσ λειτουργικῶν ςκευῶν ἀποπλόρωςιν».
1111 Θεοχαρύδου Κ., «Εγκατϊςταςη βυζαντινοϑ ορυχεύου ςτην Περιςτερϊ Θεςςαλονύκησ», Πϋμπτο υμπϐςιο Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ
Αρχαιολογύασ και Σϋχνησ, Περιλόψεισ Ανακοινώςεων, Αθόνα (1985), 27-28
1112 Παπϊγγελοσ, Ἰ. Ἀθ. «Ἀγραμϊδεσ καὶ προςχωματικὸσ χρυςϐσ», ςτο Δ. Β. Γραμμϋνοσ (επιμ.), Ο χρυςϐσ των Μακεδϐνων. Απϐ την ϋκθεςη του
Αρχαιολογικοϑ Μουςεύου Θεςςαλονύκησ, Θεςςαλονύκη (2007), 63-71.
1113 Guillou A., Siderokausia I. Recherches d’anthropologie byzantine. La civilisation matérielle à Siderokausia. Les fouilles de 1976. Rapport
préliminaire, Paris (1977) ̇ Παπϊγγελοσ Ἰ. Ἀθ., «Σϐ ‘Κοινϐν’τοῦ Μαδεμύου», Πρακτικϊ τοῦ υμποςύου: Ἡ διαχρονικό πορεύα τοῦ κοινοτιςμοῦ ςτό
Μακεδονύα, Θεςςαλονύκη (1991), 257-271.
1114 Παπαχρυςϊνθου 1992, 123, υποςημ. 233.
1115 Belon 1588, 84-85
1116 Leake 1835, 164-165
356
8.2. Βιοτεχνικϋσ δραςτηριότητεσ
Απϐ τον 4ο αιώνα, η ϊνθηςη των ςυντεχνιών ευνϐηςε τισ βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ.1117 Η
βιοτεχνύα ςτην Φαλκιδικό όταν κυρύωσ οικιακό αλλϊ ςε οριςμϋνεσ περιπτώςεισ παρόγαγε
εμπορεϑςιμα εύδη τα οπούα διακινοϑνταν ςτην ευρϑτερη περιφϋρεια των κεντρικών οικιςμών και
μϊλλον δεν ξεπερνοϑςαν την Θεςςαλονύκη και τον Ωθω. Καλϑτερη τεκμηρύωςη ϋχουμε και πϊλι απϐ
τον 10ο αιώνα και εξόσ λϐγω των αθωνικών πρακτικών.
Η βιοτεχνικό δραςτηριϐτητα ςτη Φαλκιδικό τεκμηριώνεται αρχαιολογικϊ, με βϊςη τα
κατϊλοιπα που ϋχουν ςχετιςτεύ με βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ και ϋχουν εντοπιςτεύ ςε ϐλη ςχεδϐν
τη χερςϐνηςο, εντϐσ των οχυρωμϋνων οικιςμών αλλϊ και ςτην ϑπαιθρο χώρα τουσ και βϊςει των
τοπωνυμύων και ανθρωπωνυμύων.
Μια μελϋτη για τα παρωνϑμια των κατούκων τησ Μακεδονύασ ανϊμεςα ςτον 10ο και 14ο αιώνα
υποδηλώνει μϊλλον ϐτι οι τϋχνεσ και τα επαγγϋλματα τησ υπαύθρου δεν όταν ακϐμα ιδιαύτερα
αναπτυγμϋνα τον 10ο και 11ο αιώνα. Ϊνασ κατϊλογοσ με 32 παρούκουσ τησ Ιεριςςοϑ απϐ το 974
περιϋχει μϐνο δϑο ονϐματα τεχνιτών (οικοδϐμοσ και χαλκεϑσ), ενώ την ύδια εποχό ςτη δυτικό
Φαλκιδικό εμφανύζεται και ϋνασ τςαγκϊρησ ςτον Βολβϐ. Ψσ τισ αρχϋσ του 12ου αιώνα μϐνο το 4¿ των
χωρικών φϋρει παρωνϑμιο τεχνύτη.
Μεγϊλη αλλαγό ςυντελεύται ςτη διϊρκεια του 12ου αιώνα και κατϊ το πρώτο μιςϐ του 13ου,
εποχό κατϊ την οπούα ποςοςτϐ 8-10¿ των χωρικών αποκτϊ παρωνϑμια επαγγελμϊτων.1118 τισ
αρχϋσ του 14ου αιώνα, τα επαγγϋλματα που αναφϋρονται πιο ςυχνϊ εύναι τα εξόσ: παπουτςόδεσ,
ςιδερϊδεσ, ρϊφτεσ, υφαντϋσ, τςουκαλϊδεσ, ξυλουργού, ψαρϊδεσ και μυλωνϊδεσ.1119 Σα περιςςϐτερα
χωριϊ εύχαν τεχνύτεσ. Διαφαύνεται, επομϋνωσ μια ϊνοδοσ τησ βιοτεχνύασ.
Η πλειονϐτητα αυτών των τεχνιτών αςκοϑςαν την τϋχνη τουσ με μερικό απαςχϐληςη. Μεταξϑ
τουσ βρύςκουμε τϐςουσ ζευγαρϊτουσ, βοώδϊτουσ και ακτόμονεσ ϐςουσ και ςτο ςϑνολο του
πληθυςμοϑ πριν αλλϊ και μετϊ τον 13ο αιώνα.1120
Γνωρύζουμε λοιπϐν, ϐτι ςτουσ μεγαλϑτερουσ τουλϊχιςτον οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ, ϐπωσ η
Βρϑα και η Ιεριςςϐσ παρϊγονταν ϐλα τα αναγκαύα για την ικανοπούηςη των ςτοιχειωδών αναγκών
διατροφόσ και ϋνδυςησ. Τπόρχαν αρτοποιεύα, κρεοπωλεύα, μαγειρεύα, ραφεύα και υποδηματοποιεύα,
μερικϋσ φορϋσ μϊλιςτα ςε αρκετϊ μεγϊλο, ποτϋ ϐμωσ ςε ιδιαύτερα υψηλϐ, αριθμϐ, επειδό ουςιαςτικϊ
παρόγαγαν μϐνο για την αγορϊ του τϐπου και ύςωσ και για μια περιοριςμϋνη ζώνη των περιχώρων.
1117 Morrisson, C.-Sodini, J. P., «Η βιοτεχνικό παραγωγό και το μικρεμπϐριο», ΟΙΒ τ. Α’, επιμ. Αγγ. ΛαϏου, Αθόνα (2006), 326-333
1118Lefort 2006Η, 273
1119 Ενδεικτικϊ αναφϋρουμε τα ονϐματα παρούκων τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ ςτο Γομϊτου ςτα 1300 (Lavra II, εγγρ. 91 (1300)): 1. αλιεϑσ…,
7. Νικϐλαοσ χαλκεϑσ, 9. ρϊπτησ, 10. γυναύκα ιλιγνώ, 14. Γεώργιοσ Σζαγκϊρησ, ανεψιϊ Μιχαόλ Ρϊπτου του Λημναύου, 15. ιερϋασ, παπϊσ, Τφαντόσ,
τζαγγϊρησ, κιαδϊσ, Πελεκητϐσ, Νικϐλαοσ Μοϑςτοσ, Γεώργιοσ Κλωςτϐμαλλοσ, Νικϐλαοσ Αιγϑπτιοσ, Υουρνιωτώ.5. Ιωϊννησ εξ Ιουδαύων, 21. Μιχαόλ
Κουρϊτωρ, 23. Δημότριοσ Φαλκεϑσ υιϐσ χαλκϋωσ, Δημότριοσ Κρυοςύδηροσ ο χαλκεϑσ, Ευςτϊθιοσ παπϊσ, Υωτεινϐσ ρϊπτησ, παπϊσ Κωνςταντύνοσ,
Κυριϊκοσ Φαλκεϑσ εγγονϐσ του Θεοτοκύου, 45.πληςύον του Αγύου Δημητρύου
1120Lefort 2001, 485-486
357
Εξϊλλου, ςε πολλϊ νοικοκυριϊ ψηνϐταν ψωμύ,1121ςφϊζονταν ζώα και ρϊβονταν ροϑχα, ύςωσ μϊλιςτα
να κλώθονταν νόματα και να υφαύνονταν υφϊςματα. Τπϊρχουν τεκμόρια για την παρουςύα
ςιδηρουργών, ξυλουργών, βαρελοποιών, ςχοινοποιών και αμαξουργών καθώσ και πιο εξειδικευμϋνα
επαγγϋλματα ϐπωσ του πεταλωτό, του βυρςοδϋψη και του αργυροχρυςοχϐου. (εικ. 173-174)
1121Iviron Ι, ϋγγρ, 23, ςτ. 18: ε ανταλλαγό εδαφών ανϊμεςα ςτον γιο του κουβουκληςύου τϋφανου, τον Ιωϊννη και την Ιβόρων, ο πρώτοσ
δύνει το εργαςτόριο που κατϋχει «ςῦν τοῦ φοϑρνου»
1122 Ακριβοποϑλου 1999, 71 ̇ Παζαρϊσ–Σςανανϊ 1992, 511-516 ̇ Νικονϊνοσ 1978, 253-256 ̇ Leone 2003, 269-276
1123 Iviron I, ϋγγρ. 4 (982), ϋγγρ. 12 (1001), ςτ. 14
1124 Laioy – Morrisson 2011, 175-176
358
Σα τοπωνϑμια για ακϐμα μια φορϊ μασ δύνουν ψόγματα τησ κατανομόσ των κλιβϊνων τησ
βυζαντινόσ περιϐδου ςτη Φαλκιδικό. Σο τοπωνϑμιο Κεραμαριϐ εντοπύζεται τϐςο ςτη δυτικό ϐςο και
ςτην ανατολικό Φαλκιδικό, τα Υουρνύα επύςησ, ενώ γνωρύζουμε ϐτι υπόρχε πλινθοκοπεύο ςτην
περιοχό τησ Περιςτερϊσ το 897 αλλϊ και ςτη Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ απϐ τον 10ο αιώνα.1125
8.2.2. Ταλουργύα
Η υαλουργύα παρουςιϊζει μεγϊλη ανϊπτυξη χϊρη ςτη διϊδοςη τησ τεχνικόσ του φυςητοϑ
γυαλιοϑ κατϊ την πρωτοβυζαντινό εποχό. Ϊχει εφαρμογό ςτην καταςκευό υαλοπινϊκων,
φωτιςτικών (λυχνύεσ για πολυκϊνδηλα, καντόλεσ με βϊςη) και επιτραπϋζιων ςκευών, απϐ τα οπούα
εμπνϋονταν οριςμϋνα κεραμικϊ ςχόματα.
Σα αντικεύμενα πολυτελεύασ προορύζονταν για μια ςτενό αγορϊ, οι υαλοπύνακεσ και οι κανδόλεσ
αλλϊ και τα λειτουργικϊ ςκεϑη για ςυγκεκριμϋνουσ επύςησ αποδϋκτεσ, ϐπωσ η Εκκληςύα και τα
μοναςτόρια ενώ τα αντικεύμενα καθημερινόσ χρόςησ απευθϑνονταν ςε μια μαζικό αγορϊ.1126
την Φαλκιδικό ϋχει ταυτιςτεύ με αρκετό αςφϊλεια εργαςτόριο κοςμημϊτων, που κατϊ πϊςα
πιθανϐτητα, θα καταπιϊνονταν και με την παραγωγό γυϊλινων κανδόλων αλλϊ και φιαλιδύων και
ϊλλων ςκευών που θα διοχετεϑονταν ςτισ αθωνικϋσ μονϋσ αλλϊ και ςτην υπϐλοιπη Φαλκιδικό. Η
αναςκαφικό ϋρευνα ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ ϋχει αποδώςει μϋχρι ςτιγμόσ πϊνω απϐ 1000
τμόματα γυϊλινων βραχιολιών ςε ϐμορα οικϐπεδα, που ενδεχομϋνωσ ςχετύζονται με την ϑπαρξη
εργαςτηρύου ςτην περιοχό.
Η Βρϑα, κατϊ πϊςα πιθανϐτητα, θα προμηθεϑονταν τα γυϊλινα προώϐντα τησ απϐ την αγορϊ
τησ Θεςςαλονύκησ, λϐγω τησ εγγϑτητασ με την ςυμπρωτεϑουςα.
τον Κϊτω Βολβϐ, αναφϋρεται κϊποιοσ Ιωϊννησ Ταλϋασ και ςυνονϐματοσ του ςτο Γομϊτου το
1320.1127
8.2.3. Μεταλλοτεχνύα
Η μεταλλοτεχνύα αποτελεύ ϋναν ςημαντικϐ τομϋα τησ βιοτεχνύασ με δϑο ξεχωριςτοϑσ κλϊδουσ:
την επεξεργαςύα κοινών μετϊλλων και την επεξεργαςύα πολϑτιμων μετϊλλων. τον πρώτο κλϊδο
υπϊγονται οι ςιδηρουργού και ϐςοι επεξεργϊζονται κρϊματα χαλκοϑ (χαλκύται), μολϑβδου και
καςςιτϋρου. Η παραγωγό περιλαμβϊνει μεγϊλεσ ποςϐτητεσ διαφϐρων προώϐντων, ϐπωσ καρφιϊ,
γϐμφοι, ϊγκιςτρα, κλειδιϊ, εργαλεύα, ςκεϑη, ϐπλα.
Ο δεϑτεροσ κλϊδοσ τησ μεταλλουργύασ, η αργυροχοϏα και η χρυςοχοϏα, αφορϊ πλοϑςιεσ και
ιςχυρϋσ ςυντεχνύεσ, οι οπούεσ λϐγω τησ πρώτησ ϑλησ τησ δουλειϊσ τουσ (χρυςϐσ, πολϑτιμοι λύθοι,
359
μαργαριτϊρια και ςμϊλτο), διαχειρύζονταν μεγϊλα κεφϊλαια.1128Η χρόςη ςφραγύδων τονύζει την
μϋριμνα τησ πολιτεύασ να ελϋγξει τη διακύνηςη αργϑρου. Ο χρυςϐσ, το κατεξοχόν υλικϐ για τα
νομύςματα, περνοϑςε απϐ ακϐμα πιο αυςτηροϑσ ελϋγχουσ. Ο πλοϑτοσ των χρυςοχϐων τουσ επϋτρεπε
να γύνονται αργυραμοιβού, τραπεζύτεσ, φοροειςπρϊκτορεσ και να ϋχουν πρϐςβαςη ςτα δημϐςια
οικονομικϊ, των οπούων μϊλιςτα μποροϑςαν να εξαςφαλύςουν τον ϋλεγχο.1129
Κϊποιοσ Ιωϊννησ χαλκεϑσ αναφϋρεται ανϊμεςα ςτουσ παρούκουσ που δϐθηκαν ςτην Λαϑρα
ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ το 976.1130Ψσ επώνυμο αναφϋρεται πολϑ ςυχνϊ μεταξϑ των παρούκων
των αγιορεύτικων μονών.
Οι αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ ςε οικιςμοϑσ και νεκροταφεύα τησ Φαλκιδικόσ ϋχουν φϋρει ςτο φωσ
πλόθοσ κοςμημϊτων χϊλκινων κυρύωσ αλλϊ και χρυςών και αργυρών, εξαρτημϊτων ϋνδυςησ,
επενδϑςεων βιβλύων, εξαρτημϊτων θυρωμϊτων και ϊλλων του ςπιτιοϑ, με τοπικϐ χαρακτόρα αλλϊ
εξαιρετικό ποικιλύα ςτη μορφό τουσ που μαρτυροϑν τη δρϊςη τοπικών εργαςτηρύων
μεταλλοτεχνύασ.
8.2.4. Τφαντουργύα
Οι πηγϋσ ςπϊνια αναφϋρονται ςτην καταςκευό και τη διακύνηςη κοινών υφαςμϊτων, λινών ό
βαμβακερών, μολονϐτι αυτϊ όταν πολϑ πιο διαδεδομϋνα. Η καλλιϋργεια του λιναριοϑ, ωςτϐςο,
μαρτυρεύται επαρκώσ ςτη Φαλκιδικό. Ωφηςε δε τα χνϊρια τησ ςε οριςμϋνα τοπωνϑμια (λ.χ. το
Λινοβροχεύον ςτην Καλαμαρύα).1131Η ϑφανςη του λιναριοϑ και η καταςκευό ενδυμϊτων θα πρϋπει
να όταν ευρϋωσ διαδεδομϋνη, εν μϋρει, κατ΄ ούκον και, εν μϋρει, ςε ειδικευμϋνα εργαςτόρια.1132
Γνωρύζουμε απϐ τισ πηγϋσ ϐτι ςτη Φαλκιδικό και, ιδιαύτερα, ςτο ανατολικϐ τησ τμόμα
καλλιεργοϑνταν λευκϋσ μουριϋσ για την παραγωγό μεταξοςκώληκα και, κατϐπιν, μεταξιοϑ. Εύναι
λογικϐ να ςυνϊγουμε ϐτι γινϐταν μια –ϋςτω περιοριςμϋνη ςε ϋκταςη και προοριςμϋνη για την
τοπικό αγορϊ-παραγωγό μεταξωτών υφαςμϊτων.
1128 Morrisson C. - Sodini J.P., «Ο ϋκτοσ αιώνασ», Ο.Ι.Β. τ. Α΄, MIET (2006), 281- 332
1129 Ό.π., 332-333
1130 Lavra I, εγγρ. 6 (976), ςτ.18
1131Lavra I, ϋγγρ. 48 (1086), ςτ. 41
1132 Dagron 2006, 116-117
1133 Lavra II, ϋγγρ. 91 (1300), ςτ. 205, Iviron I, ϋγγρ. 14 (1007), ςτ. 45
360
8.3.2. Αργυραμοιβού
Ϊςτηναν το τραπϋζι τουσ ό διατηροϑςαν καταςτόματα ςτισ εμπορικϋσ ςυνοικύεσ και διϋθεταν
ζϑγι και κατϊςτιχα λογαριαςμών, διενεργώντασ ςυναλλαγϋσ και δοκιμϋσ για να εξακριβώςουν τον
τύτλο καθαρϐτητασ και το βϊροσ των νομιςμϊτων που χρηςιμοποιοϑνταν ςτισ ςυναλλαγϋσ.1134
Δϑο τυχαύα περιςτατικϊ που αναφϋρονται ςε βενετικϐ ϋγγραφο του 1278 δύνουν πληροφορύεσ
για την αλλαγό χρημϊτων ςτο λιμϊνι του Αγύου Μϊμαντα εκεύνη την εποχό. το πρώτο, ϋμποροι που
ταξύδευαν απϐ την Εϑβοια προσ τη Φαλκιδικό, βγόκαν ςτον Ωγιο Μϊμαντα, για να αλλϊξουν χρόματα
και να αγορϊςουν ςτϊρι. Δϋχθηκαν την επύθεςη ενϐσ Βενετοϑ κουρςϊρου ονϐματι Rolando ςτη
ςτεριϊ, που με τη ςυνϋργεια ντϐπιων κουρςϊρων τουσ λόςτεψαν και με απϐφαςη ενϐσ ανώνυμου
κουροπαλϊτη φυλακύςτηκαν. Δϑο ϊλλοι Βενετού που επύςησ ϊραξαν για αγορϊ ςταριοϑ ςτον Ωγιο
Μϊμαντα, εύχαν επύςησ την ύδια τϑχη: ςυνελόφθηςαν, τουσ λόςτεψαν τα χρόματα, το εμπϐρευμα και
τα δϑο ιςτύα του πλούου τουσ και οδηγόθηκαν ςε φυλακό τησ Θεςςαλονύκησ, πϊλι απϐ τον κουρςϊρο
Rolando και τϋςςερισ Ϊλληνεσ ςυνεργοϑσ του. Σα περιςτατικϊ παρϋχουν ςοβαρϋσ ενδεύξεισ, αφενϐσ
για το ϐτι ο Ωγιοσ Μϊμασ όταν ςημαντικϐ αραξοβϐλι, ϐπου μποροϑςε κανεύσ να αλλϊξει βενετικϊ
νομύςματα με βυζαντινϊ, και αφετϋρου για την επϊρκεια τησ ενδοχώρασ τησ Φαλκιδικόσ ςε αγροτικϊ
προώϐντα που καθύςταντο εξαγώγιμα τουλϊχιςτον ςτα τϋλη του 13ου αιώνα, αν ϐχι και
αργϐτερα.1135
τισ πηγϋσ αναφϋρεται ςυχνϊ το ϐνομα του Μαγκαφϊ, ενϐσ αργυραμοιβοϑ που
δραςτηριοποιοϑνταν ςτη Θεςςαλονύκη και ςτη Φαλκιδικό, ϐπου φαύνεται ϐτι διϋθετε και ακύνητη
περιουςύα.1136
τισ μικρϐτερεσ πϐλεισ, ϐπου δεν υπόρχαν τρϊπεζεσ, πιθανώσ οϑτε επαγγελματύεσ
αργυραμοιβού, την θϋςη τουσ ϋπαιρναν περιοδεϑοντεσ ό ντϐπιοι ϋμποροι, που αντϊλλαςςαν ενώπιον
μαρτϑρων μικρϊ και μεγϊλα νομύςματα. την Ιεριςςϐ, πιθανώσ υπόρχαν επαγγελματύεσ
αργυραμοιβού ϐπωσ αποδεικνϑεται απϐ εξοπλιςμϐ που εντοπύςτηκε ςτη ςυνοικύα του λιμανιοϑ και η
παρουςύα του δικαιολογεύται απϐ την εγγϑτητα με το Ωγιον Όροσ.
Οι χώροι που αναςκϊφηκαν ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ τησ Βρϑασ και τησ Ιεριςςοϑ και ςτην
ϑπαιθρϐ τουσ αλλϊ και ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ απϋδωςαν μια ενδιαφϋρουςα ποικιλύα
απϐ εργαλεύα γενικόσ χρόςησ τα οπούα, ςε μερικϋσ περιπτώςεισ, μπορεύ να προϋρχονταν απϐ την
εργαλειοθόκη κϊποιου ξυλουργοϑ. ε αυτϊ περιλαμβϊνονται ςιδερϋνια ςουβλιϊ, ςμύλεσ, λεπύδεσ
μαχαιριών και ϋνα ςιδερϋνιο ςκεπϊρνι. Απϐ την ϊλλη οι δαχτυλόθρεσ του ρϊπτη, η ςακορϊφα για το
ρϊψιμο δερμϊτων ό ιςτύων και ο χϊλκινοσ βραχύονασ μαζύ με το τϊςι μιασ μικροςκοπικόσ ζυγαριϊσ
κοςμηματοποιοϑ εύναι αντικεύμενα που ταυτύζονται πιο ϊμεςα με ςυγκεκριμϋνα επαγγϋλματα. Αλλϊ
και διϊφορεσ γυναικεύεσ αςχολύεσ μποροϑν να εντοπιςτοϑν απϐ τα μικρϊ αντικεύμενα που βρϋθηκαν.
361
Η κλώςη όταν ςαφώσ η πιο κοινό δραςτηριϐτητα, ϐπωσ φανερώνει ο μεγϊλοσ αριθμϐσ απϐ
ςφονδϑλια αδραχτιών, ςε ποικύλα ςχόματα και απϐ διϊφορα υλικϊ. Σα βαρύδια αργαλειών δεύχνουν
ϐτι η υφαντουργύα όταν μια ακϐμα απαςχϐληςη. Σα μολϑβδινα βϊρη, διαφορετικών αξιών, καθώσ
και τα θραϑςματα μιασ ςυςκευόσ που ανόκε ςε καντϊρι, ςαφώσ μαρτυροϑν την ϑπαρξη κϊποιασ
μορφόσ λιανικοϑ εμπορύου
8.4. Εμπόριο
Εύναι δϑςκολο να τεκμηριωθεύ πλόρωσ η εμπορικό δραςτηριϐτητα, αφενϐσ γιατύ μποροϑν να
εντοπιςτοϑν μϐνο ςυγκεκριμϋνα αντικεύμενα, ϐπωσ τα αγγεύα ενώ ϊλλα εμπορεϑςιμα εύδη ϐπωσ,
προώϐντα μικροτεχνύασ, ςιτϊρι, μϋλι, ψϊρια κ.α δεν αφόνουν ανιχνεϑςιμα κατϊλοιπα. Επύςησ, δεν
εύναι εντοπύςιμο το εμπϐριο δια των χερςαύων οδών που εκμεταλλευϐταν το πυκνϐ οδικϐ δύκτυο τησ
χερςονόςου, το οπούο ϋνωνε τοπικοϑσ οικιςμοϑσ αλλϊ και μεγϊλα περιφερειακϊ κϋντρα και πϐλεισ,
ϐπωσ η Θεςςαλονύκη. Σα ϋργα ςυντόρηςησ και επιςκευόσ τησ υποδομόσ λιμανιών και ϐρμων τον 6ο
αιώνα, μαρτυροϑν διϊρκεια και ζωτικϐτητα του θαλϊςςιου εμπορύου, το οπούο επωφελόθηκε απϐ
την μϋριμνα.
Οι πληροφορύεσ για εξαγωγϋσ προώϐντων τησ Φαλκιδικόσ λεύπουν παντελώσ μϋχρι ςτιγμόσ, ϐπωσ
λεύπουν και οι μελϋτεσ αναςκαφικών ευρημϊτων, προώϐντων εντϐπιασ παραγωγόσ που πιθανϐν να
εντοπύζονται και ςε ϊλλουσ τϐπουσ. τισ αναςκαφϋσ εντοπύςτηκαν, ωςτϐςο, ειςηγμϋνα προώϐντα,
ϐπωσ ςυροπαλαιςτινιακϋσ γυϊλινεσ χϊντρεσ, δεύγμα κουρκουμύνησ (χρωςτικό και φαρμακευτικό
ουςύα που επανειςϊγεται ςτην Ευρώπη απϐ την Ανατολό κατϊ τον Μεςαύωνα), εφυαλωμϋνεσ
κοϑπεσ απϐ την Ιςπανύα και την Περςύα αλλϊ και αντικεύμενα απϐ πιο κοντινϊ κϋντρα, ϐπωσ
λυχνϊρια απϐ γνωςτϐ αττικϐ εργαςτόριο του 5ου αιώνα και εφυαλωμϋνεσ κοϑπεσ απϐ εργαςτόρια
τησ Θεςςαλονύκησ και των ερρών.
Υυςικϊ, τα παραπϊνω ευρόματα δεν μασ δύνουν ςτοιχεύα για την απευθεύασ εμπορικό επαφό
τησ Φαλκιδικόσ με τισ περιοχϋσ προϋλευςησ. Εύναι πολϑ πιθανϐν τα αντικεύμενα να ϋφταςαν ςτη
χερςϐνηςο διαμϋςου τησ Θεςςαλονύκησ, καθώσ η εγγϑτητϊ τησ με τουσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ
ϋδινε τη δυνατϐτητα διακύνηςησ των προώϐντων και των εμπορευμϊτων που ειςϋρρεαν ςτο δικϐ τησ
λιμϊνι απϐ ϐλη την αυτοκρατορύα.
Ο Καμινιϊτησ αναφϋρει την ϑπαρξη μιασ αγορϊσ ςτη Θεςςαλονύκη με την ϋννοια περιςςϐτερο
του πανηγυριοϑ και λιγϐτερο τησ αμιγώσ εμπορικόσ δραςτηριϐτητασ, ςτο εςωτερικϐ τησ
Καςςανδρεώτικησ πϑλησ, ςτο δυτικϐ ϊκρο τησ κεντρικόσ οδοϑ. Ϋταν ϋνα μϋροσ ϐπου διεξϊγονταν
τοπικϐ εμπϐριο αγροτικών προώϐντων, πρώτων υλών και ελαφριών βιοτεχνικών και εμπορικών
προώϐντων ανϊμεςα ςτουσ κατούκουσ τησ Καλαμαρύασ και αυτοϑσ τησ Θεςςαλονύκησ.1137
1137 Bakirtzis, Ch., “Imports, exports and autarky in Byzantine Thessalonike from the seventh to the tenth century”, Byzantium, Pliska and the
Balkans. Vol. 2 of Post-Roman Towns, Trade and Settlement in Europe and Byzantium. J.Henning (ed.). 2 vols. Berlin: de Gruyter (2007), 89-118,
110
362
Οι γραπτϋσ πηγϋσ, παρϋχουν ενδεύξεισ για εμπϐρουσ και αγορϋσ κϊτι που αποδεικνϑει την
ςυνϋχιςη αυτών των δραςτηριοτότων και μετϊ τον 6ο αιώνα. Οι ϋμποροι, ναϑκληροι ό
πραγματευταύ δεν όςαν οι μϐνοι φορεύσ τουσ. υχνϊ με το εμπϐριο αςχολοϑνταν εκκληςιαςτικού,
μϋλη τησ αριςτοκρατύασ και αξιωματοϑχοι, ιδύωσ ϐταν επρϐκειτο για τον ανεφοδιαςμϐ πϐλεων. Οι
τεχνύτεσ ό οι χωρικού μποροϑςαν να πωλοϑν απευθεύασ την παραγωγό των εργαςτηρύων ό των
χωραφιών τουσ.1138
Σο εμπϐριο ςπϊνια λϊμβανε χώρα ςε μϐνιμα καταςτόματα. υνόθωσ, διεξαγϐταν κατϊ μόκοσ
κϊποιου κεντρικοϑ δρϐμου και, κυρύωσ, ςε προςωρινοϑσ πϊγκουσ ςε αγορϋσ και κοντϊ ςτο λιμϊνι.
Εύναι, ςυνεπώσ, πολϑ δϑςκολο να ταυτιςτοϑν τα ςτοιχεύα αυτϊ αναςκαφικϊ.
Η αναςκαφικό ϋρευνα ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ ςε ςυνδυαςμϐ με τισ γραπτϋσ
πηγϋσ δεύχνει ϐτι ο χώροσ τησ αγορϊσ όταν ενςωματωμϋνοσ ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ των οικιςμών
τουλϊχιςτον απϐ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ και εξόσ. Σο εμπϐριο λϊμβανε χώρα ςτην περιοχό του
λιμανιοϑ, εκτϐσ των τειχών. Αναςκαφικϊ ϋχουν εντοπιςτεύ εργαςτόρια και εγκαταςτϊςεισ
παραγωγόσ ειδών που όταν εμπορεϑςιμα –ςε τοπικϐ ϋςτω επύπεδο- ςτην περιοχό του λιμανιοϑ τϐςο
ςτη Βρϑα ϐςο και ςτην Ιεριςςϐ, ϐπωσ επύςησ και απαραύτητα εργαλεύα των εμπορικών ςυναλλαγών:
ςταθμύα, ζυγαριϋσ και δοχεύα μϋτρηςησ ϐγκου υγρών καθώσ και ϋνα μαζύο μολϑβδου ωσ ενδεικτικϐ
ενϐσ τρϐπου χϑτευςησ μετϊλλου με ςκοπϐ τη μεταφορϊ του. Σο πυκνϐ χερςαύο οδικϐ δύκτυο τησ
Φερςονόςου, που παρουςιϊςτηκε ςε ϊλλο ςημεύο τησ μελϋτησ, επιβεβαιώνει τον ιςχυριςμϐ για
μικρόσ κλύμακασ τοπικϐ εμπϐριο με μεγϊλη ϐμωσ ϋνταςη και ςυχνϐτητα.
Προώϐντα πολυτελεύασ θα προμηθεϑονταν απϐ τη Θεςςαλονύκη που αποτελοϑςε εμπορικϐ
κϋντρο διαπεριφερειακϐ. τη Θεςςαλονύκη τον 9ο και 10ο αιώνα, ϋφταναν αντικεύμενα και προώϐντα
απϐ τισ βουλγαρικϋσ και ςλαβικϋσ περιοχϋσ ό τη Θεςςαλύα ακολουθώντασ ποτϊμιουσ, χερςαύουσ και
θαλϊςςιουσ δρϐμουσ. Σο εμπϐριο ςτη Θεςςαλονύκη αφοροϑςε ςιτϊρι, μϊλλινα υφϊςματα, εύδη
μεταλλοτεχνύασ, γυαλύ και απϋφερε μεγϊλο πλοϑτο ςε μετϊξι, χρυςϐ και ϊργυρο.1139
Η διακύνηςη των εμπορευμϊτων γινϐταν κατϊ κϑριο λϐγο μϋςω των θαλϊςςιων δρϐμων, οι
οπούοι θεωροϑνταν πιο αςφαλεύσ και πιο ςϑντομοι απϐ τουσ χερςαύουσ. Σα πλούα με τα οπούα
γύνονταν οι μεταφορϋσ όταν μικρόσ χωρητικϐτητασ, με χαμηλϋσ μϊλλον αποδϐςεισ και περιοριςμϋνη
δυνατϐτητα μεταφορϊσ νεροϑ. Οι περιοριςμού αυτού επϋβαλαν ςτα πλούα να κϊνουν ςτισ
περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ πλϐεσ μικρόσ διϊρκειασ κατϊ μόκοσ των ακτών ό απϐ νηςύ ςε νηςύ και να
ςταματοϑν ςε παραλύεσ ό λιμϊνια για ανεφοδιαςμϐ και διανυκτϋρευςη. Οι κϊτοικοι των
παραθαλϊςςιων πϐλεων τησ Φαλκιδικόσ εκμεταλλευϐμενοι το μόκοσ των ακτών τουσ εύχαν
δημιουργόςει δεκϊδεσ «ςκϊλεσ», λιμϊνια μικρϊ με εγκαταςτϊςεισ που ϋδιναν τη δυνατϐτητα
φορτοεκφϐρτωςησ των πλούων, οπϐτε υποθϋτουμε ϐτι θα λϊμβαναν κϊποια ϋςοδα απϐ την
εύςπραξη του τϋλουσ προςϐρμιςησ, του «ςκαλιϊτικου» που αναφϋρεται ςε αγιορεύτικα ϋγγραφα
363
αλλϊ θα επωφελοϑνταν και απϐ τα προώϐντα που μετϋφεραν τα πλούα. ύγουρα θα υπόρχαν και οι
ναυτικού και οι λεμβοϑχοι, που καθιςτοϑςαν δυνατό την επικοινωνύα με τισ ϊλλεσ περιοχϋσ δια
θαλϊςςησ και ϐςοι ζοϑςαν απϐ την θϊλαςςα.
Με τη διακύνηςη των αγαθών ςυνδϋονται ενςφρϊγιςτεσ λαβϋσ αμφορϋων και θραϑςματα
αγγεύων που προϋρχονται απϐ διϊφορεσ περιοχϋσ, καθώσ και δϑο πρωτοβυζαντινού αμφορεύσ απϐ
εργαςτόρια του νϐτιου Αιγαύου, που βρϋθηκαν ςε αναςκαφϋσ παραθαλϊςςιων οικιςμών, αλλϊ και
τησ ενδοχώρασ τησ χερςονόςου.
Απϐ τον 11ο αιώνα και μετϊ, τα αγιορεύτικα μοναςτόρια ϋχουν ςημαντικϐ ρϐλο ςτο εμπϐριο και
τη διακύνηςη προώϐντων τϐςο αυτών που παρόγαγαν ϐςο και αυτών που εύχαν χρεύα. Γνωρύζουμε
ϐτι διϋθεταν ςτολύςκουσ με τουσ οπούουσ μετϋφεραν ςτην Θεςςαλονύκη και την Κωνςταντινοϑπολη
την περύςςεια των προώϐντων που παρϊγονταν ςτα μετϐχια τουσ, που κατϋκλυζαν τη Φαλκιδικό και
μϊλιςτα χωρύσ να πληρώνουν τελωνειακοϑσ δαςμοϑσ. Επύςησ, όταν ςημαντικού πελϊτεσ προώϐντων
κεραμικόσ, υαλουργύασ, μεταλλοτεχνύασ, ςύτου, λαδιοϑ κ.α. καθώσ η διατόρηςη και η μεταφορϊ των
προώϐντων δεν όταν διαχειρύςιμη απϐ ιδιώτεσ.1140
1140Kaplan 1992, 73
364
ΚΕΥΑΛΑΙΟ 9Ο
ΦΡΗΜΑΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗ ΜΕΑΙΨΝΙΚΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ-Η ΝΟΜΙΜΑΣΙΚΗ ΜΑΡΣΤΡΙΑ
(εικ. 176-190)
Η χρηματικό οικονομύα προςεγγύζεται ςτην παροϑςα ενϐτητα ωσ υποςϑνολο τησ αρχαιολογικόσ
μαρτυρύασ για τη Φαλκιδικό, ςυνεπώσ, δεν θα αναπτυχθοϑν ειδικϊ θϋματα, ϐπωσ η ϋκδοςη του
νομύςματοσ ό οι τϊςεισ τησ νομιςματικόσ κυκλοφορύασ. Ωλλωςτε, τα νομύςματα που ϋχουν
εντοπιςτεύ μϋχρι τώρα δεν ϋχουν τϑχει εμβριθοϑσ μελϋτησ και δημοςύευςησ, με εξαύρεςη αυτϊ που
ανόκουν ςτουσ τϋςςερισ τελευταύουσ αιώνεσ τησ αυτοκρατορύασ.1141το κεφϊλαιο αυτϐ, θα γύνει μια
ςϑντομη παρουςύαςη των αρχαιολογικών ευρημϊτων (δημοςιευμϋνων και οριςμϋνων
αδημοςύευτων), που αφοροϑν ςτην χρηματικό οικονομύα τησ χερςονόςου και θα διατυπωθοϑν
οριςμϋνεσ προδρομικϋσ παρατηρόςεισ.
Σα νομύςματα, που εντοπύςτηκαν ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ και ςτην ϑπαιθρϐ
τουσ καλϑπτουν χρονικϊ το ςϑνολο ςχεδϐν τησ βυζαντινόσ περιϐδου και προϋρχονται απϐ τα
ςπουδαιϐτερα βυζαντινϊ νομιςματοκοπεύα (Κωνςταντινοϑπολη, Θεςςαλονύκη, Κϑζικοσ,
Αλεξϊνδρεια, Αντιϐχεια, Νικομόδεια, κ.ϊ.) καταδεικνϑοντασ το εϑροσ των ςυναλλαγών που εύχε η
χερςϐνηςοσ με διϊφορουσ τϐπουσ τησ αυτοκρατορύασ και τον βαθμϐ του εκχρηματιςμοϑ τησ
τοπικόσ οικονομύασ.
Εκτϐσ απϐ τα μεμονωμϋνα νομύςματα, ϋχουν εντοπιςτεύ αρκετϊ ςημαντικϊ ςϑνολα θηςαυρών,
δηλαδό ςκοπύμωσ αποκρυφθϋντων νομιςμϊτων απϐ ιδιώτεσ ό οργανωμϋνουσ φορεύσ με ςκοπϐ την
αποταμύευςη ό την διϊςωςη τουσ ςε περιϐδουσ απειλόσ ό ϋκτακτησ ανϊγκησ.
9. 1. Πρωτοβυζαντινό Περύοδοσ
9.1.1.Βρύα
τον οικιςμϐ τησ Βρϑασ, ςτην τοϑμπα και, ειδικϐτερα, ςτην εξωτερικό παρειϊ του δυτικοϑ
τεύχουσ ςε μικρό απϐςταςη προσ τα νϐτια τησ πϑλησ, εντοπύςτηκε δεκαεξανοϑμμιο Ιουςτινιανοϑ Α’,
νομιςματοκοπεύου Θεςςαλονύκησ1142
Απϐ τον δυτικϐ τομϋα, ϐπου οργανώνονται οι χώροι τησ αγορϊσ και των κοινωνικών
εξυπηρετόςεων, προϋρχεται το μεγαλϑτερο ποςοτικϊ νομιςματικϐ δεύγμα του οικιςμοϑ.
το Οικ. 25 – Ο.Σ.3 (Ιδιοκτ. Παςαλό), ςτουσ χώρουσ του λουτροϑ, βρϋθηκαν νομύςματα ρωμαώκών
(2οσ και 3οσ αιώνασ) και πρώιμων βυζαντινών χρϐνων. Σα τελευταύα λϐγω των εκτεταμϋνων φθορών
δεν μποροϑν να χρονολογηθοϑν με ακρύβεια. Απϐ τη γενικό τουσ εικϐνα τοποθετοϑνται απϐ τουσ
αναςκαφεύσ ςτην περύοδο μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα. Αντιθϋτωσ, ςε καλό κατϊςταςη διατόρηςησ
1141 Σην παρουςύαςη τησ νομιςματικόσ κυκλοφορύασ ςτη Φαλκιδικό απϐ τον 10ο μϋχρι τον 14ο αιώνα, πραγματεϑεται υποδειγματικϊ ο Β.
Μαλαδϊκησ ςτη διατριβό του (2013).
1142 Παζαρϊσ 1995, 376
365
εντοπύςτηκε νϐμιςμα Θεοδοςύου Α’ (383-395) απϐ κρϊμα χαλκοϑ και αργϑρου, το οπούο προϋρχεται
απϐ νομιςματοκοπεύο τησ Θεςςαλονύκησ.1143
το Οικ. 10 – Ο.Σ. 2 (Ιδιοκτ. Καμποϑρη) βρϋθηκαν μεταξϑ ϊλλων και δϑο νομύςματα του 3ου αιώνα
καθώσ και χϊλκινα νομύςματα Κωνςτϊντιου Β΄ (355-361) και Ουϊλεντοσ (364-367), απϐ
νομιςματοκοπεύα τησ Νικομόδειασ και τησ Κυζύκου, αντιςτούχωσ.
την ύδια περιοχό αλλϊ ςτα βϐρεια ϐρια του δυτικοϑ τομϋα και, ςυγκεκριμϋνα, ςτο οικ. 5 – Ο.Σ.2
(Ιδιοκτ. Υωτιϊδη), βρϋθηκε ϋνα ακϐμα χϊλκινο νϐμιςμα Θεοδοςύου Α΄ απϐ νομιςματοκοπεύο τησ
Νικομόδειασ (392-5), ενώ απϐ το παρακεύμενο οικ. 6–Ο.Σ. 2 (Ιδιοκτ. Φατζηγρηγορύου),
περιςυλλϋχτηκαν ϋνα χϊλκινο νϐμιςμα Κωνςταντύνου Α΄ (330-335) νομιςματοκοπεύου Νικομόδειασ
και δϑο νομύςματα Κωνςτϊντιου Β΄ (337-340 και 355-361) απϐ νομιςματοκοπεύο τησ Κυζύκου.
το οικ. 31 (Ιδιοκτ. τοϑκου), ςτισ υπώρειεσ τησ τοϑμπασ βρϋθηκε χϊλκινο νϐμιςμα Κωνςτϊντιου
Β΄(337-340). Προϋρχεται απϐ το νομιςματοκοπεύο Αλεξϊνδρειασ. Πρϐκειται για αναμνηςτικϐ
νϐμιςμα του Κωνςταντύνου, που κϐπηκε μετϊ τον θϊνατϐ του.
το νεκροταφεύο των ρωμαώκών και πρωτοβυζαντινών χρϐνων, ςτο οικ. 197 (Ιδιοκτ.
Καρδαμϊκη) εντοπύςτηκε χϊλκινο νϐμιςμα (φϐλλισ) Διοκλητιανοϑ απϐ νομιςματοκοπεύο τησ
Ηρϊκλειασ (295-305) και τρύα δεκαννοϑμια Ιουςτινιανοϑ Α΄(527-565) ςε τϊφουσ του οικ. 200
(O.T.22).
Σϋλοσ, ςτο αγροτεμϊχιο 943 ςτα βϐρεια του οικιςμοϑ ςε κιβωτιϐςχημο τϊφο, τον νεκρϐ
ςυνϐδευε νϐμιςμα Μαξιμιανοϑ των αρχών του 4ου μ. Φ. αιώνα.1144
Όςον αφορϊ τα νομιςματικϊ τεκμόρια απϐ την ϑπαιθρο τησ Βρϑασ, αρκετϊ μεγϊλοσ αριθμϐσ
νομιςμϊτων που χρονολογοϑνται μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα εντοπύςτηκαν ςτην αναςκαφό ακμαύου
πρωτοβυζαντινοϑ οικιςμοϑ ςτην περιοχό τησ ςημερινόσ Νϋασ Καλλικρϊτειασ. Δεν δημοςιεϑονται
λεπτομϋρειεσ.1145
ε ςωςτικό αναςκαφό ςτην οδϐ Μεγϊλου Αλεξϊνδρου αρ. 6, ςτην ύδια περιοχό βρϋθηκε χϊλκινο
εικοςανοϑμμιο Ιουςτύνου Β΄και ϋνα ακϐμα Θεοδοςύου Α’. 1146 Σϋλοσ, ςτα οικ. 737 – Ο.Σ. 87, ςτα
κατϊλοιπα τησ βαςιλικόσ που αναςκϊφηκε μερικώσ, βρϋθηκαν ϋνα χϊλκινο νϐμιςμα Βϊλη (364-375)
και ϋνα οκταννοϑμιο Ιουςτινιανοϑ Α΄ (527-565).
το νεκροταφεύο που αναςκϊφηκε και παρουςιϊζει ςυνεχό χρόςη απϐ τουσ αρχαώκοϑσ χρϐνουσ,
οι ταφϋσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου χρονολογόθηκαν με αςφϊλεια λϐγω τησ εϑρεςησ
νομιςμϊτων του 4ου αιώνα που βρϋθηκαν ςε τϊφουσ ό απλϋσ ανακομιδϋσ. 1147
366
9.1.2.Καςςϊνδρεια
Η αναςκαφό αςτικόσ ϋπαυλησ ςτην Καςςϊνδρεια, ςε οικϐπεδο που βρύςκεται ςτα νϐτια του
ςϑγχρονου οικιςμοϑ απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ Κϐλπου, ϋδωςε νομιςματικϋσ ενδεύξεισ για τουσ
τρεισ πρώτουσ μεταχριςτιανικοϑσ αιώνεσ. υγκεκριμϋνα, θηςαυρϐσ τεςςϊρων χϊλκινων
νομιςμϊτων (τρύα ψευδοαυτϐνομα Θεςςαλονύκησ επύ Κομμϐδου-Υιλύππου Α' (180-249 μ.Φ.) και ϋνα
Πϋλλησ επύ Γορδιανοϑ Γ' (238- 244 μ.Φ.)) βρϋθηκε ςτο εςωτερικϐ ενϐσ απϐ τουσ χώρουσ τησ
ϋπαυλησ. Ϊνασ δεϑτεροσ θηςαυρϐσ τριών ανϊλογων νομιςμϊτων εντοπύςτηκε ςτο ςτρώμα
καταςτροφόσ ϊλλου δωματύου, ενώ ϋνα νϐμιςμα Πϋλλησ επύ Μαξιμύνου (235-238 μ.Φ.) βρϋθηκε ςτο
ςτρώμα καταςτροφόσ τησ αυλόσ. Δϑο νομύςματα Πϋλλησ επύ Μαξύμου και ϋνα Καςςανδρεύασ
Γορδιανοϑ Γ' (238-244 μ.Φ.) προϋρχονται απϐ τη ςτοϊ. Νομύςματα τησ ύδιασ περιϐδου βρϋθηκαν και
ς' ϊλλα ςημεύα του αναςκαφικοϑ χώρου.1148 Απϐ τον ςημερινϐ οικιςμϐ τησ Νϋασ Ποτύδαιασ
προϋρχεται νϐμιςμα του Μεγϊλου Κωνςταντύνου.1149
τισ μικρόσ ϋκταςησ ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ ςτην περιοχό του διατειχύςματοσ, εντοπύςτηκαν
ςυνολικϊ περύ τα 80 νομύςματα, εκ των οπούων τα περιςςϐτερα χρονολογοϑνται ςτην
πρωτοβυζαντινό περύοδο και ϋρχονται να ενιςχϑςουν την ϊποψη ϐτι η πρωτοβυζαντινό πϐλη όταν
οργανωμϋνη ςτην περιοχό του ιςθμοϑ. την περιοχό των πϑργων που βρύςκονται απϐ την πλευρϊ
του Σορωναύου κϐλπου εντοπύςτηκαν κυρύωσ νομύςματα του 4ου αιώνα, που προϋρχονται απϐ
διϊφορα νομιςματοκοπεύα. Σα νομύςματα παραμϋνουν αδημοςύευτα. Νομύςματα του 5 ου και 6ου
αιώνα αιώνα για τα οπούα, ϐμωσ δεν δύνονται περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ περιςυλλϋχθηκαν απϐ
οικϐπεδα ςτην περιοχό του ςϑγχρονου οικιςμοϑ.1150
την υπϐλοιπη χερςϐνηςο τησ Καςςανδρεύασ, η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται
νομιςματικϊ ςτισ περιοχϋσ τησ Μϋνδησ, τησ Μεγϊλησ Κϑψασ, του Γερανύου, τησ Καλλιθϋασ, τησ
Αθϑτου και του Πολυχρϐνου.
υγκεκριμϋνα, δϑο νομύςματα (ϋνα χϊλκινο του 3ου αιώνα και ϋνα νϐμιςμα Κωνςταντύνου Β’)
εντοπύςτηκαν ςτην περιοχό τησ Μϋνδησ.1151
τη Μεγϊλη Κϑψα εντοπύςτηκαν 11 χρυςϊ βυζαντινϊ νομύςματα που χρονολογοϑνται απϐ το
578 ϋωσ το 641. Πρϐκειται για τρεισ ςϐλιδουσ Σιβερύου-Κωνςταντύνου (578-582), δϑο ςϐλιδουσ
Μαυρικύου-Σιβερύου (582-602), τϋςςερισ Υωκϊ Α΄ (602-610) και δϑο Ηρακλεύου και Ηρακλεύου
Κωνςταντύνου (613-641).1152 Σα νομύςματα, που εκτύθενται ςτο Αρχαιολογικϐ Μουςεύο
367
Θεςςαλονύκησ καλϑπτουν μια περύοδο απϐ τα μϋςα του 6ου μϋχρι τα μϋςα του 7ου αιώνα
υποδεικνϑοντασ τη ςυνϋχεια ϐχι απλϊ τησ ζωόσ αλλϊ και τησ διακύνηςησ του χρόματοσ ςε μια
ταραγμϋνη περύοδο ςε αυτϐ το τμόμα τησ χερςονόςου.
το Γερϊνι ο τερϊςτιοσ αριθμϐσ χϊλκινων νομιςμϊτων μικρόσ αξύασ των αρχών του 5ου αι. μ.Φ.,
που βρϋθηκε ςε κτύριο που ςχετιζϐταν με παρακεύμενο νεκροταφεύο, πιθανϐν αποτελοϑςε
προςφορϊ προσ τουσ νεκροϑσ και δεν εύχε χρηματικό αξύα.1153
την Καλλιθϋα ςε οικοδϐμημα που αναςκϊφηκε πληςύον του ιεροϑ του Ωμμωνοσ Διϐσ βρϋθηκε
νϐμιςμα ψευδοαυτϐνομησ κοπόσ Θεςςαλονύκησ του 3ου αιώνα. 1154
ημαντικό εύναι η ανεϑρεςη ενϐσ θηςαυροϑ 67 χϊλκινων νομιςμϊτων, ςε αγροικύα που
αναςκϊφηκε ςτον επαρχιακϐ δρϐμο Καλλιθϋασ–Υώκαιασ, ςτην περιοχό τησ Αθϑτου. Πρϐκειται για
κοπϋσ τοπικών νομιςματοκοπεύων, τα οπούα χρονολογοϑν την απϐκρυψη του θηςαυροϑ ςτα μϋςα
του 3ου αι. μ.Φ., ςτα χρϐνια δηλαδό των επιδρομών των ςκυθικών φϑλων ςτη Μακεδονύα.1155
Ϊνασ ακϐμα νομιςματικϐσ θηςαυρϐσ εντοπύςτηκε ςε κτύριο ϊγνωςτησ χρόςησ ςτην περιοχό του
Πολυχρϐνου. Ο θηςαυρϐσ αποτελεύται απϐ νομύςματα Ιουςτινιανοϑ Α’ και Ιουςτύνου Β’ αλλϊ δεν
δύνονται περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ για την κατϊςταςη διατόρηςησ, τισ κοπϋσ ό τον αριθμϐ των
νομιςμϊτων που θα ϋδιναν ςτοιχεύα για τον χαρακτόρα του θηςαυροϑ.1156
9.1.3. Ωκανθοσ
Απϐ τον ςϑγχρονο οικιςμϐ τησ Ιεριςςοϑ περιςυλλϋχθηκαν πολλϊ νομύςματα κλαςικόσ,
ελληνιςτικόσ και ρωμαώκόσ περιϐδου τα οπούα βρϋθηκαν αναμειγμϋνα ςτα ςτρώματα τησ
βυζαντινόσ πϐλησ.
Η πρωτοβυζαντινό περύοδοσ αντιπροςωπεϑεται νομιςματικϊ ςτην περιοχό τησ βαςιλικόσ, ϐπου
οργανώθηκε το μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο του οικιςμοϑ. Βρϋθηκαν περύ τα 30 χρυςϊ νομύςματα 4ου
και 5ου αιώνα, μεταξϑ των οπούων ϋνα ορειχϊλκινο Θεςςαλονύκησ 3ου αιώνα, ϋνασ Αντωνινιανϐσ
Υιλύππου Α΄ (244-249) και νομύςματα Αρκαδύου (387-92), Θεοδοςύου Β΄ (408-450), Μαρκιανοϑ
(450-457) και Ιουςτύνου Β΄ (565-578).1157
την περιοχό των οικοπϋδων που αναςκϊπτονται ςτισ υπώρειεσ του λϐφου του μεςαιωνικοϑ
κϊςτρου, εντοπύςτηκε αρκετϊ μεγϊλοσ αριθμϐσ νομιςμϊτων των πρώτων χριςτιανικών αιώνων.
υγκεκριμϋνα, ςτο οικ. 25, Ο.Σ. 27, ςτα βαθϑτερα ςτρώματα βρϋθηκαν νομύςματα Κωνςταντύνου Α΄
(317-319), Βαλεντινιανοϑ Β΄ (388-393) και Αρκαδύου (387-392) αλλϊ και νομύςματα τησ Αρχαύασ
Ακϊνθου του 5ου π.Φ. αιώνα.1158
368
το παρακεύμενο οικ. 27.11α. (Ιδιοκτ. Σςαποϑτογλου), βρϋθηκαν πϋντε νομύςματα που
χρονολογοϑνται μεταξϑ 4ου και 5ου αιώνα, ενώ ςτο Οικ. 28 (Ιδιοκτ. Θωμϊ) εντοπύςτηκε χρυςϐσ
ςϐλιδοσ Θεοδϐςιου Β΄, νομιςματοκοπεύου Κωνςταντινοϑπολησ (430-440).1159 Φρυςϊ νομύςματα του
ςυγκεκριμϋνου αυτοκρϊτορα και γενικϐτερα αυτοκρατϐρων του τϋλουσ του 4ου και του 5ου αιώνα
μαρτυροϑνται ςε ςπϊνιεσ περιπτώςεισ ςτον ελλαδικϐ χώρο, τϐςο ςε επύπεδο θηςαυρών ϐςο και
μεμονωμϋνων χρυςών νομιςμϊτων.1160
Ϊνα ςημαντικϐ νομιςματικϐ ςϑνολο, περύπου 700 πρωτοβυζαντινών νομιςμϊτων βρϋθηκε ςτο
Ο.Σ. 32, οικ. 3β (ιδιοκτηςύασ μαραγδό).1161Ϊχει διατυπωθεύ ορθώσ η ϊποψη ϐτι προορύζονταν για
ανακϑκλωςη, καθώσ εντοπύςτηκε ςε κατϊλοιπα εργαςτηριακόσ εγκατϊςταςησ που ςχετύζεται με
επεξεργαςύα μετϊλλου. Εύχαν, επομϋνωσ, αξύα μεταλλικό και ϐχι ονομαςτικό.
Όςον αφορϊ ςτην ϑπαιθρο τησ Ιεριςςοϑ, μια ςημαντικό νομιςματικό μαρτυρύα προϋρχεται απϐ
το τρατϐνι, που κατϊ τη ρωμαώκό περύοδο ςυγκαταλεγϐταν ςτα πολύςματα που ςυγκροτοϑςαν την
ρωμαώκό αποικύα τησ Ακϊνθου. Κατϊ τη διϊρκεια αναςκαφικόσ ϋρευνασ ςτη βϐρεια πτϋρυγα τησ
ρωμαώκόσ αγορϊσ του οικιςμοϑ, ϐπου πιθανολογεύται απϐ τουσ αναςκαφεύσ η λειτουργύα
εργαςτηρύου φαρμακοτεχνικόσ, εντοπύςτηκε ϋνα ςϑνολο 82 νομιςμϊτων 3ου και 4ου αι. μ.Φ.
Πρϐκειται για χϊλκινα νομύςματα, μεταξϑ των οπούων ταυτύςτηκαν δϑο καλοδιατηρημϋνοι τϑποι
που αποδϐθηκαν ςτουσ αυτοκρϊτορεσ Γορδιανϐ ΙΙΙ (238-244 μ.Φ.) και Βαλεντινιανϐ Ι (364-375 μ.Φ.).
1162
9.2.1. Βρύα
τον Βύο του Οςύου Ευθυμύου του Νϋου για τον οπούο ϋχει γύνει ξανϊ λϐγοσ, αναφϋρεται ϐτι ςτην
προςπϊθειϊ του οςύου να αναςτηλώςει τον ερειπωμϋνο ναϐ του Αγύου Ανδρϋα ςτην Περιςτερϊ
(870/1) ϐπου εγκαθύδρυςε αργϐτερα τη μονό του, ςυνϋδραμαν και οι κϊτοικοι τησ περιοχόσ: χρυςὸν
παρεῖχον φερϐμενοι, οἱ δὲ ἄργυρον, ἕτεροι χαλκὸν καὶ ςύδηρον εἰσ λειτουργικῶν ςκευῶν
1159 Ευχαριςτω θερμϊ την κα Σςανανϊ, υπεϑθυνη αρχαιολϐγο τησ αναςκαφόσ, που μοιρϊςτηκε μαζύ μου την πληροφορύα.
1160 Πϋννα, Β., «Μικρϐσ θηςαυρϐσ ςϐλιδων Θεοδοςύου Β’ απϐ την πϐλη τησ Φύου», Οβολϐσ 9, Σο νϐμιςμα ςτα νηςιϊ του Αιγαύου.
Νομιςματοκοπεύα, Κυκλοφορύα, Εικονογραφύα, Ιςτορύα, Πρακτικϊ υνεδρύου τησ Ε’ Επιςτημονικόσ υνϊντηςησ, Μυτιλόνη 16-19 επτεμβρύου
2006, τ. 2, Αθόνα (2010), 43-61, 44-45
1161 Σςανανϊ-Ευγενικϐσ 2014 (υπϐ δημοςύευςη)
1162 Σρακοςοποϑλου, Ε - Παπαςτϊθησ, Κ., «Αγορϊ Ρωμαώκών Φρϐνων ςτο τρατϐνι Φαλκιδικόσ», Πρακτικϊ Διεθνοϑσ Επιςτημονικοϑ υνεδρύου,
Η Αγορϊ ςτη Μεςϐγειο. Απϐ τουσ ομηρικοϑσ ϋωσ τουσ ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ, Αθόνα (2011), 239-254, 250-251
369
ἀποπλόρωςιν.1163Η πληροφορύα αν και δεν μπορεύ να χρηςιμοποιηθεύ για την τεκμηρύωςη τησ
νομιςματικόσ κύνηςησ, εύναι, ωςτϐςο, ενδεικτικό για την ϑπαρξη, τη χρόςη και την κυκλοφορύα του
πολϑτιμου χρόματοσ ςτην περιοχό.
Μια δεϑτερη ϋμμεςη πληροφορύα για την κυκλοφορύα του χρόματοσ ςτη Φαλκιδικό τησ πρώιμησ
μεςοβυζαντινόσ περιϐδου μασ παρϋχει πωλητόριο ϋγγραφο που προϋρχεται απϐ τη μονό Δοχειαρύου
και αφορϊ ςτην αγοραπωληςύα του προαςτεύου τοῦ Ἴςωνοσ ςτην ενορύα των Βρυών. Η ιδιοκτότριϊ
του, Ευδοκύα, κϐρη Γρηγορύου του Βουρύωνοσ και ςϑζυγοσ του πρωτοςπαθαρύου τεφϊνου του
Ραςοπώλου, λαμβϊνει ωσ αντύτιμο απϐ τον ηγοϑμενο τησ μονόσ Δοχειαρύου Νεϐφυτο εἰκοςιοκτὼ τοῦ
χρυςοῦ ὑπϋρπυρα πενταλαύμια εὔςταθμα νομύςματα.1164 Καθώσ υπϋρπυρα νομύςματα πενταλαύμια,
εύχαν εκδώςει ο Κωνςταντύνοσ τ΄ το 780-790 και ο Θεϐφιλοσ το 830 και λαμβϊνοντασ υπϐψη τον
μϑθο για εξεϑρεςη θηςαυροϑ θαμμϋνου ςτο μετϐχι τησ μονόσ ςτην νοτιοανατολικό ϊκρη του Λογγοϑ
(ιθωνύασ), το οπούο εύχε αγοραςτεύ επύ ηγουμενύασ του Νεοφϑτου, θεωροϑμε ϐτι τα νομύςματα που
αναφϋρονται ςτο δοχειαρύτικο ϋγγραφο εύναι μϋροσ του θηςαυροϑ αυτοϑ. Δεν γνωρύζουμε τισ
ςυνθόκεσ απϐκρυψόσ του, μασ αρκεύ εν προκειμϋνω να κρατόςουμε ϐτι ςτη Φαλκιδικό κατϊ το
γϑριςμα του 8ου προσ τον 9ο αιώνα, και μϋςα ςτο πλαύςιο τησ αναπϐφευκτησ αυτϊρκειασ των
μεταβατικών αιώνων, κυκλοφοροϑςαν νομύςματα, που για κϊποιον λϐγο αποθηςαυρύςτηκαν, για να
βρεθοϑν τρεισ αιώνεσ αργϐτερα και να «ξαναπϋςουν» ςτην αγορϊ επύ τη βϊςει πια τησ μεταλλικόσ
τουσ αξύασ.1165
9.2.2. Καςςϊνδρεια
Όςον αφορϊ ςτην αρχαιολογικϊ τεκμηριωμϋνη νομιςματικό μαρτυρύα τησ εποχόσ, αυτό
περιορύζεται ςε δϑο χϊλκινουσ φϐλλεισ, ςχεδϐν τησ ύδιασ εποχόσ με τον θηςαυρϐ τησ Δοχειαρύου, που
εντοπύςτηκαν αναςκαφικϊ ςτην αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ. Πρϐκειται για ϋναν φϐλλι cl. 1, του
Λϋοντα Δ΄ με χρονολογύα κοπόσ 776-778 απϐ την αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ, η οπούα
εγκαταλεύπεται τον 8ο αιώνα,1166 και ϋναν δεϑτερο φϐλλι cl. 3, του Θεϐφιλου με χρονολογύα κοπόσ
830/1-842 που εντοπύςτηκε ςτο διατεύχιςμα τησ Καςςϊνδρειασ (πϑργοσ 4).1167
370
9.3.1. Βρύα
Η πρώτη χρονολογικϊ ομϊδα νομιςμϊτων προϋρχεται απϐ τον 9ο αιώνα, αφόνοντασ ϋνα
νομιςματικϐ κενϐ δϑο αιώνων για τον οικιςμϐ.
Πρϐκειται για θηςαυρϐ 26 φϐλλεων του Λϋοντοσ τ’ του οφοϑ (886-912).1168 Η απϐκρυψη του
θηςαυροϑ εύχε αποδοθεύ ςτην αραβικό απειλό που οδόγηςε ςτην κατϊληψη τησ Θεςςαλονύκησ. Μια
διαφορετικό ϊποψη, αρκετϊ βϊςιμη, που ςτηρύζεται, αφενϐσ, ςτο ϋτοσ ϋκδοςησ του ςυγκεκριμϋνου
φϐλλι (905) και, αφετϋρου, ςτην ϊριςτη κατϊςταςη των νομιςμϊτων, αποδύδει την απϐκρυψη του
κεφαλαύου ςε μια προςπϊθεια αποταμύευςησ. Ο κϊτοχοσ των νομιςμϊτων, πιθανώσ ζοϑςε ςε μια
κοινωνύα περιοριςμϋνου εκχρηματιςμοϑ ςτο πλαύςιο μιασ αυτϊρκουσ οικιακόσ οικονομύασ. 1169
Οι υπϐλοιποι μεμονωμϋνοι φϐλλεισ του Λϋοντοσ τ’ που εντοπύςτηκαν ςτα ςτρώματα τησ
μεςοβυζαντινόσ φϊςησ του οικιςμοϑ, ουςιαςτικϊ ςηματοδοτοϑν την ϋξοδο τησ Φαλκιδικόσ απϐ τουσ
μεταβατικοϑσ αιώνεσ προσ τη ςυγκρϐτηςη τησ μεςαιωνικόσ οικονομύασ.
Απϐ τον δυτικϐ τομϋα του οικιςμοϑ όρθαν ςτο φωσ περύ τα 150 νομύςματα που χρονολογοϑνται
απϐ τα τϋλη του 9ου αιώνα μϋχρι τη νομιςματικό μεταρρϑθμιςη του Αλεξύου Α΄ (1092).1170Η
διακύνηςη των νομιςμϊτων αυτών, που ςτην πλειονϐτητϊ τουσ πρϐκειται για ανώνυμουσ φϐλλεισ,
δεύχνει την επϋκταςη του εκχρηματιςμοϑ ςε επύπεδο καθημερινών ςυναλλαγών.
Η ευρωςτύα τησ μεςοβυζαντινόσ Βρϑασ, που ςυνϋχιςε να αποτελεύ το δημοςιονομικϐ κϋντρο τησ
δυτικόσ Φαλκιδικόσ διαφαύνεται απϐ το υψηλϐ επύπεδο εκχρηματιςμοϑ τησ οικονομύασ τησ μϋχρι και
τα τϋλη του 12ου αιώνα, οπϐτε παρατηρεύται η αρχό τησ παρακμόσ για τον οικιςμϐ ςϑμφωνα με την
εικϐνα που ϋχουμε απϐ τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα.
9.3.2. Ιεριςςόσ
Η Ιεριςςϐσ αναδϑεται τον 9ο αιώνα ωσ ϋνασ ιςχυρϐσ οικιςμϐσ τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ, ο
οπούοσ παρουςιϊζει δημογραφικό ϊνοδο, διαθϋτει φοροδοτικό ικανϐτητα και διαβαθμιςμϋνεσ
κοινωνικϋσ δομϋσ και αντιδικεύ με μοναςτικοϑσ κϑκλουσ για την κυριϐτητα και διαχεύριςη
καλλιεργόςιμων εκτϊςεων.
Σα νομιςματικϊ ευρόματα προϋρχονται απϐ το νεκροταφεύο που οργανώθηκε ςτον ερειπιώνα
τησ βαςιλικόσ των πρωτοβυζαντινών χρϐνων και, κυρύωσ, απϐ τα οικϐπεδα που βρύςκονται ςτισ
υπώρειεσ του λϐφου του κϊςτρου ςε εγγϑτητα με το λιμϊνι.
την βαςιλικό που αναςκϊφηκε ςτα οικϐπεδα 212 και 213 του ςϑγχρονου οικιςμοϑ, μετϊ τα
νομύςματα των πρώιμων χριςτιανικών χρϐνων, το πρωιμϐτερο νϐμιςμα που βρϋθηκε ανόκει
χρονολογικϊ ςτο α’ μιςϐ του 10ου αιώνα. Πρϐκειται για ϋναν φϐλλι του Ρωμανοϑ Α’ του Λακαπηνοϑ
(931-944). Σα υπϐλοιπα νομύςματα που περιςυλλϋχθηκαν απϐ το μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο εύναι
371
τρεισ φϐλλεισ του Κωνςταντύνου Ζ’ Πορφυρογϋννητου (περ. 945-950) και τϋςςερισ ανώνυμοι
φϐλλεισ (περ. 970-1042). 1171
την περιοχό που βρύςκεται ςτισ υπώρειεσ του λϐφου του μεςαιωνικοϑ κϊςτρου και,
ςυγκεκριμϋνα, ςτο Ο.Σ. 32, οικ. 3β (ιδ. μαραγδό), εντοπύςτηκαν ϋνασ φϐλλισ Ρωμανοϑ Α΄ και δϑο
φϐλλεισ του Κωνςταντύνου Ζ΄ Πορφυρογϋννητου (κοπόσ 931-944 και 945-950). τα αρχιτεκτονικϊ
κατϊλοιπα του ύδιου οικοπϋδου εντοπύςτηκε το μολυβδϐβουλο του κριτό αμωνϊ, γεγονϐσ που
οδηγεύ τουσ αναςκαφεύσ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι η οικύα ανόκε ςε κϊποιον απϐ τουσ επικεφαλόσ του
κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ που φϑλαγε ςτο ςπύτι του το αντύγραφο τησ δικαςτικόσ απϐφαςησ για τη
διϋνεξη με τη μονό του Ιωϊννη Κολοβοϑ. Σα υπϐλοιπα νομύςματα που εντοπύςτηκαν ςτο οικϐπεδο
ανόκουν χρονολογικϊ ςτο β΄ μιςϐ του 10ου αιώνα: δϑο φϐλλεισ Νικηφϐρου Β΄ (963-969), δϑο
ανώνυμοι φϐλλεισ cl. Α1 (970-976) και ϋνασ cl. A2. Επύ πλϋον, εδώ βρϋθηκε και το αργυρϐ μιλιαρόςιο
του Βαςιλεύου Β΄ (977-989), το μοναδικϐ ςε ϐλη την Φαλκιδικό.
το ύδιο οικϐπεδο, η νομιςματικό μαρτυρύα ςυνεχύζει μϋχρι και το β’ μιςϐ του 11ου αιώνα, με τον
εντοπιςμϐ ενϐσ ανώνυμου φϐλλι cl., δϑο ανώνυμων φϐλλεων cl. G (1065-70), τριών ανώνυμων
φϐλλεων cl. C, ϋξι φϐλλεων Κωνςταντύνου Ι΄ Δοϑκα (1059-1067) και ενϐσ του Μιχαόλ Ζ΄ (1071-
1078).1172
την ύδια περιοχό αναςκϊφτηκε ςτο Ο.Σ. 27, οικ. 25 (ιδ. Φ. Παςχαλύδη) ϋνα οικοδομικϐ
ςυγκρϐτημα, ϐπου τα μεςοβυζαντινϊ νομιςματικϊ ευρόματα εκτεύνονται χρονολογικϊ απϐ τα μϋςα
του 10ου αιώνα, με ϋνα φϐλλι του Κωνςταντύνου Ζ΄ και φτϊνουν ωσ τισ τελευταύεσ δεκαετύεσ του
11ου αιώνα, καλϑπτοντασ μεγϊλο φϊςμα βαςικών εκδϐςεων ανώνυμων και επώνυμων φϐλλεων.
το παρακεύμενο οικϐπεδο 11γ ςτο Ο.Σ. 27 (ιδ. Ηλιοποϑλου) αναςκϊφηκε ϋνα τμόμα επιμόκουσ
κτιριακοϑ ςυγκροτόματοσ με διαδοχικϋσ οικοδομικϋσ φϊςεισ που χρονολογοϑνται απϐ τον 10ο ωσ
τον 12ο αιώνα. Σα πρωιμϐτερα νομύςματα που εντοπύςτηκαν εδώ εύναι τρεισ ανώνυμοι φϐλλεισ cl.
A1, δϑο τησ cl. A2, ϋνασ επώνυμοσ φϐλλισ του Κωνςταντύνου Ι΄ Δοϑκα και η φϊςη του 10ου αιώνα
λόγει με ϋναν ανώνυμο φϐλλι cl. Κ που εκδϐθηκε ςτα χρϐνια του Αλϋξιου Α΄ Κομνηνοϑ (1085-1092)
και εύναι ο μοναδικϐσ μϋχρι ςτιγμόσ ςτην εκτϐσ του Αγύου Όρουσ Φαλκιδικό.
Σα λεύψανα μιασ ϊλλησ μεςοβυζαντινόσ οικύασ εντοπύςτηκαν ςτο Ο.Σ. 27 οικ. 11α (ιδ.
Σςαποϑτογλου). Εκτϐσ απϐ ϋναν φϐλλι του Κωνςταντύνου Ζ΄ (945-950) τα τϋςςερα ϊλλα νομύςματα
εκδϐθηκαν κυρύωσ ςτον 11ο αιώνα: δϑο ανώνυμοι φϐλλεισ, ϋνασ τησ cl. A2 και ϋνασ τησ cl. D (1050-
1060) και τϋλοσ ϋνασ φϐλλισ του Νικηφϐρου Γ΄ Βοτανειϊτη (1078- 1081).
Σϋλοσ, ςτο Ο.Σ. 28, οικ. 1 και 2 (ιδ. Μ. Θωμϊ) η αναςκαφικό ϋρευνα, απϋδωςε ϋνα τμόμα
δυςανϊγνωςτου οικιςτικοϑ ςυνϐλου μεςοβυζαντινών χρϐνων με ςημαντικϊ νομιςματικϊ ευρόματα,
τα πρωιμϐτερα των οπούων ανϊγονται χρονολογικϊ ςτον 10ο αιώνα (φϐλλεισ Ρωμανοϑ Α΄,
1171 Παπϊγγελοσ –Δοϑκασ 2011, 14-15 και των ιδύων, «Ἡ παλαιοχριςτιανικὴ βαςιλικὴ τῆσ Ἱεριςςοῦ», ΑΕΜΘ, ΚΓ΄ Επιςτημονικό υνϊντηςη, 11-
13 Μαρτύου 2010 (αδημοςύευτη ανακούνωςη)
1172Σςανανϊ-Ντϐγκασ 2010 (αδημοςύευτη ανακούνωςη)
372
Κωνςταντύνου Ζ΄ και Νικηφϐρου Β)΄ και εκτεύνονται ωσ το γ΄ τϋταρτο του 11ου αιώνα (ανώνυμοι
φϐλλεισ και ϋνασ επώνυμοσ φϐλλισ του Κωνςταντύνου Ι΄ Δοϑκα). Απϐ τα κατϊλοιπα του οικιςτικοϑ
αυτοϑ ςυνϐλου προόλθε, τϋλοσ, μύα «πιςτό» και μύα λατινικό απομύμηςη που εκδϐθηκαν ςτο
μεταύχμιο απϐ τον 12ο προσ τον 13ο αιώνα.
Αυτό η περύοδοσ πρϋπει να εύναι και η τελευταύα που εντοπύζεται οικιςτικό χρόςη ςτον χώρο.
Αργϐτερα, ανϊμεςα ςτα ερεύπια αυτών των οικοδομημϊτων και μϋςα ςε εκτεταμϋνα ςτρώματα
καταςτροφόσ, θα ανοιχτοϑν διϊςπαρτοι ακτϋριςτοι λακκοειδεύσ τϊφοι με κϊλυψη απϐ απλϋσ
ςχιςτϐπλακεσ ό αργοϑσ λύθουσ. Με αυτό τη χρόςη του χώρου ςυνδϋεται χρονολογικϊ το υςτερϐτερο
νϐμιςμα τησ αναςκαφόσ, ϋνα ςτϊμενο του Ιωϊννη Γ΄ Βατϊτζη τησ Θεςςαλονύκησ (ϋκδοςησ 1246-
1254).1173
9.3.3. Καςςϊνδρεια
την περιοχό του ςϑγχρονου οικιςμοϑ τησ Νϋασ Ποτύδαιασ εντοπύςτηκαν δϑο φϐλλεισ cl. 5 του
Κωνςταντύνου Ζ, δϑο φϐλλεισ cl. 1 του Νικηφϐρου Β΄ Υωκϊ και δϑο ανώνυμοι φϐλλεισ cl. A2. το
οικοδομικϐ τετρϊγωνο 71, ςτα οικϐπεδα αριθμ. 297 (ιδιοκτηςύασ Π. ϊββα) και 298-9 (ιδιοκτηςύασ
Αθ. πϑρογλου), που βρύςκεται ςτη Ν. Ποτύδαια απϐ την πλευρϊ του Σορωναύου Κϐλπου, δυτικϊ τησ
επαρχιακόσ οδοϑ Ν. Μουδανιών-Ν. Υώκαιασ, βρϋθηκαν διϊςπαρτοι λϊκκοι, ϋνασ εκ των οπούων
περιεύχε ϋναν ανώνυμο φϐλλι του 11ου αιώνα. 1174
9.3.4. Ύπαιθροσ
Όςον αφορϊ την ϑπαιθρο των τριών αςτικών κϋντρων, η πληροφϐρηςη παραμϋνει καθηλωμϋνη
ςε εμβρυικϐ ςτϊδιο, λϐγω τησ ελλειμματικόσ αναςκαφικόσ ϋρευνασ.
Κατϊ τον 11ο αιώνα, η οικονομικό δρϊςη εμφανύζει ςημεύα κϊμψησ ςτα δϑο οικιςτικϊ κϋντρα
(Βρϑα και Ιεριςςϐσ) χωρύσ, ωςτϐςο να διακϐπτεται. Παρϊλληλα, ανιχνεϑονται ενδεύξεισ διϊχυςησ
τησ χρηματικόσ οικονομύασ ςτην Πορταριϊ, την Ωθυτο, τη Λιβυζϊςδα, κ.α.1175
την Πορταριϊ, που ανόκε ςτη δημοςιονομικό περιφϋρεια τησ Βρϑασ, βρϋθηκαν εκ
περιςυλλογόσ δϑο φϐλλεισ cl. A2 (976-1030/5). Απϐ ϋγγραφο του 1095 μαθαύνουμε ϐτι όδη πριν το
1060 το προϊςτειον τησ Πορταρϋασ, δωρόθηκε απϐ τουσ κληρονϐμουσ του πρωτοςπαθϊριου
Θεϐδωρου Γυμνοϑ ςτη μονό Εςφιγμϋνου. Οι υπϐλοιπεσ αναφορϋσ ςε ϋγγραφα του 11ου αιώνα, που
εμπλϋκουν και τη μητρϐπολη τησ Θεςςαλονύκησ, καταδεικνϑουν ϐτι η Πορταρϋα ςυγκεντρώνει το
οικονομικϐ ενδιαφϋρον τοπικών και υπερτοπικών παραγϐντων δικαιολογώντασ ενδεύξεισ
νομιςματικόσ κυκλοφορύασ. 1176
373
9.4. Τςτεροβυζαντινό Περύοδοσ
το μεγαλϑτερο μϋροσ του 12ου αιώνα ωσ το 1185, ϐταν οι Νορμανδού κατϋλαβαν τη
Θεςςαλονύκη, η Φαλκιδικό φαύνεται να μην βύωςε δραματικϊ γεγονϐτα που να επηρϋαςαν την
κοινωνικό και οικονομικό τησ ζωό.
9.4.1. Βρύα
τη Βρϑα εντοπύςτηκαν 30 νομύςματα που χρονολογοϑνται μετϊ τη μεταρρϑθμιςη του 1092.
Πρϐκειται για ϋνδεκα του Αλϋξιου Α΄, εννϋα αποκλειςτικϊ τεταρτηρϊ του Ιωϊννη Β΄ και ϊλλα δϋκα
του Μανουόλ Α΄.1177
τισ παρυφϋσ τησ τοϑμπασ ϐπου ςυγκεντρώνονται τα βυζαντινϊ οικοδομικϊ κατϊλοιπα βρϋθηκε
ανώνυμοσ φϐλλισ (1070-1075) κατηγορύασ Η΄, τεταρτηρϐ Αλεξύου Α΄ Κομηνοϑ, μιςϐ τεταρτηρϐ
Μανουόλ Α΄ Κομνηνοϑ (1143-1180).
την τοϑμπα, απϐ τα νομύςματα που βρϋθηκαν κατϊ την αναςκαφικό ϋρευνα, μερικϊ ανόκουν
ςτον 12ο αιώνα, ενώ ϋνασ ςημαντικϐσ αριθμϐσ τραχϋων νομιςμϊτων εύναι λατινικϋσ και
«βουλγαρικϋσ απομιμόςεισ» του 13ου αιώνα και εντοπύςτηκαν ςτο ςτρώμα καταςτροφόσ ςτο
εςωτερικϐ τησ πϑλησ του δυτικοϑ τεύχουσ ςε ςτρώμα πυρϊσ.
Επτϊ λατινικϋσ απομιμόςεισ του 13ου αιώνα εντοπύςτηκαν διαςπαρτεσ και ςτον δυτικϐ τομϋα
του οικιςμοϑ: τρεισ ςτο οικ. Καμποϑρη, δϑο ςτο οικ. Ποζύδη, μύα ςτο οικ. Σςελεπύδη και μύα ςτο οικ.
Λϊγουρη. 1178
την οχυρωμϋνη τοϑμπα φαύνεται ϐτι επιςτρϋφουν οι κϊτοικοι προσ αναζότηςη αςφϊλειασ και
εκεύ αποθηςαυρύζουν τα πενιχρϊ πλϋον υπϊρχοντϊ τουσ, ϐπωσ φαύνεται απϐ την ανεϑρεςη τριών
μικρών νομιςματικών θηςαυρών που περιϋχουν κυρύωσ πρώιμεσ λατινικϋσ απομιμόςεισ του 13ου
αιώνα (πλην δϑο πιςτών απομιμόςεων) μικροϑ μεγϋθουσ και, προφανώσ, πρϐκειται για μικρϊ
χρηματικϊ κεφϊλαια που ςυγκεντρώθηκαν απϐ ανθρώπουσ που δεν πρϋπει να εύχαν ιδιαύτερη
οικονομικό ευρωςτύα. 1179
Ο χρϐνοσ απϐκρυψησ των θηςαυρών εύναι η εποχό που ϋχουμε την τελευταύα καταςτροφό και
οριςτικό εγκατϊλειψη του κϊςτρου τῶν Βρυῶν ςτη δεϑτερη δεκαετύα του 13ου αιώνα ό ςτα πρώτα
χρϐνια τησ τρύτησ (ωσ το 1224), ϐταν καταλϑθηκε το φραγκικϐ βαςύλειο τησ Θεςςαλονύκησ.
9.4.2. Καςςϊνδρεια
Οι αναςκαφικϋσ εργαςύεσ ςτο διατεύχιςμα, παρϋχουν ενδεύξεισ ϐτι η ζωό εκεύ ςυνεχύςτηκε κατϊ
τον 12ο και 13ο αιώνα, παρϊ τη ςιωπό των γραπτών πηγών. Απϐ τον 12ο αιώνα η νομιςματικό
1177 Maladakis, V., “Byzantine Chalkidiki in Context: Monetary Affairs and Economy under the Komnenoi”, Proceedings of the 22nd International
Congress of Byzantine Studies, Sofia 22-27 August 2011, vol. III, Abstracts of free communications, Sofia (2011), 32-33
1178 Παζαρϊσ 1995, 374
1179 Μαλαδϊκησ 2013, 235-236
374
μαρτυρύα εύναι ιςχνό: ϋνα ςτϊμενο νομιςματοκοπεύου Κωνςταντινοϑπολησ του Αλϋξιου Γ΄ ςτον
πϑργο 7 ςτο μϋςον περύπου του διατειχύςματοσ, αλλϊ ςτον 13ο και 14ο αιώνα αυξϊνεται με
ενδιαφϋρουςεσ κοπϋσ.
Ειδικϐτερα, απϐ το διατεύχιςμα τησ Καςςϊνδρειασ, προϋρχονται οι ϑςτατεσ νομιςματικϋσ
μαρτυρύεσ τησ μεςαιωνικόσ Φαλκιδικόσ. Η πρώτη εύναι ϋνα εξαιρετικϊ ςπϊνιο χϊλκινο φολλϊρο του
Ιωϊννη Ζ΄ που εκδϐθηκε μεταξϑ του 1399 και του 1401, ϐταν αντικαθιςτοϑςε ςτον θρϐνο τον
Μανουόλ Β΄ Παλαιολϐγο. Σα ϊλλα δϑο εύναι αργυρϊ ϊςπρα, το ϋνα του Βαγιαζότ Α΄ (1389-1402) του
νομιςματοκοπεύου τησ Αδριανοϑπολησ και το ϊλλο εύναι του Εμύρ ουλεώμϊν με χρονολογύα ϋκδοςησ
μεταξϑ 1402 και 1411. 1180 Εύναι η περύοδοσ που, λϐγω των προηγοϑμενων επιθϋςεων των Σοϑρκων
ςτη Θεςςαλονύκη και ςτη Φαλκιδικό, ο δεςπϐτησ Θεςςαλονύκησ Ιωϊννησ Ζ’ Παλαιολϐγοσ
πραγματοπούηςε επιςκευαςτικϋσ εργαςύεσ ςτο ερειπωμϋνο διατεύχιςμα του ιςθμοϑ τησ
Καςςϊνδρειασ, διϊνοιξε τϊφρο κατϊ μόκοσ του, ϐπωσ μαρτυρεύται ςε ϋγγραφο τησ μονόσ
Ξηροποτϊμου (1407) και πιθανϐν καταςκεϑαςε νϋο πϑργο με οχυρωματικϐ περύβολο που
προςτϋθηκε ςτη δυτικό πλευρϊ του ιςθμοϑ, νοτύωσ του διατειχύςματοσ.1181
9.4.3. Ιεριςςόσ
την Ιεριςςϐ εντοπύςτηκαν ϋξι ςτϊμενα: ϋνα του Αλϋξιου Α΄, τρύα του Ιωϊννη Β΄ και δϑο του
Μανουόλ Α’, (εικ. 232) ςε χώρουσ ϐπου όδη τον 10ο και 11ο αιώνα εύχε αναπτυχθεύ αξιοςημεύωτη
οικιςτικό και ύςωσ εργαςτηριακό δραςτηριϐτητα, ϐπωσ ϋδειξαν τα αναςκαφικϊ ευρόματα,
δραςτηριϐτητα που φαύνεται να φθύνει κατϊ τον 12ο αιώνα και να αφόνει απλώσ λύγα κομνόνεια
κϋρματα. Εύναι μϊλλον η εποχό που η αντύςταςη τησ ελεϑθερησ κοινϐτητασ τησ Ιεριςςοϑ αρχύζει να
κϊμπτεται ςτισ πιϋςεισ των αθωνικών μονών που, προώϐντοσ του 12ου και, περιςςϐτερο, ςτον 13 ο
αιώνα, αυξϊνουν την επεκτατικό τουσ παρουςύα με μετοχιακϋσ κτόςεισ γϑρω απϐ την Ιεριςςϐ και
μετατρϋπουν τουσ κατούκουσ τησ ςε παρούκουσ. 1182
Ο 13οσ αιώνασ αντιπροςωπεϑεται μϐνο απϐ τρεισ λατινικϋσ απομιμόςεισ. Κατϊ πϊςα
πιθανϐτητα, οι κϊτοικοι αποςϑρθηκαν και ςε αυτό την περύπτωςη, ςτην περιοχό του οχυρωμϋνου
κϊςτρου. Ψςτϐςο, δεν εντοπύςτηκαν εκτεταμϋνα ςτρώματα καταςτροφόσ εντϐσ των τειχών οϑτε
αποκρϑψεισ νομιςματικών θηςαυρών. Πρϐκειται για την εποχό που μπορεύ να θεωρηθεύ
μεταιχμιακό αναφορικϊ με την αλλαγό του κοινωνικοϑ status των Ιεριςςιωτών και φαύνεται να
εύναι υπεϑθυνη για την οικονομικό δυςπραγύα που αντανακλϊται ςτην ελϊχιςτη νομιςματικό
ρευςτϐτητα.
375
Απϐ την Ιεριςςϐ του τϋλουσ του 13ου και των αρχών του 14ου αιώνα προϋρχονται ϋνα ςτϊμενο
του Μιχαόλ Η΄ (1272-1282) που εντοπύςτηκε εκτϐσ των τειχών, ςτο οικϐπεδο τησ βαςιλικόσ, και ϋνα
ςτϊμενο του Ανδρϐνικου Β΄ (1282-1328) που βρϋθηκε εντϐσ των τειχών τησ πϐλησ, ςτην αναςκαφό
του ναοϑ τησ Παναγύασ. Η Ιεριςςϐσ, ςε ςχϋςη με ϊλλεσ θϋςεισ τησ Φαλκιδικόσ, δεν φαύνεται να
εγκαταλεύπει πλόρωσ τη χρηματικό οικονομύα, παρϊ την ιςχνό νομιςματικό παρουςύα των δϑο
κωνςταντινουπολύτικων κοπών, που επιβεβαιώνουν τον νομιςματικϐ τησ προςανατολιςμϐ προσ
την πρωτεϑουςα. 1183
9.4.4. Ύπαιθροσ
ε ςωςτικό αναςκαφό που ϋγινε το φθινϐπωρο του 2001 ςτη ςϑγχρονη Καςςϊνδρεια (Βϊλτα
πριν το 1955) ςτο μϋςο τησ χερςονόςου, αναςκϊφηκε τμόμα νεκροταφεύου (71 ελεϑθερεσ
λακκοειδεύσ ταφϋσ) ςτον λϐφο Προφότησ Ηλύασ νοτύωσ του ςημερινοϑ χωριοϑ, το οπούο φαύνεται
πωσ όταν ςε χρόςη απϐ τα πρωτοβυζαντινϊ χρϐνια ωσ τον 15ο αιώνα, προφανώσ με διακοπϋσ. Απϐ
τα ϋξι νομύςματα που ςυνϐδευαν ιςϊριθμουσ νεκροϑσ, τϋςςερα εύναι οθωμανικϊ και δϑο τησ
δυναςτεύασ των Αγγϋλων. Πρϐκειται για δϑο ςτϊμενα Κωνςταντινοϑπολησ, ϋνα του Ιςαϊκιου Β΄ και
ϋνα του Αλϋξιου Γ΄, που χρηςιμοποιόθηκαν δύκην χαρωνεύων οβολών.1184
τη δυτικό Φαλκιδικό βρϋθηκαν τρεισ κοπϋσ (ςτϊμενα) που ςηματοδοτοϑν το τϋλοσ του 13ου
αιώνα και το πϋραςμα ςτον 14ου. Ο ελϊχιςτοσ αυτϐσ αριθμϐσ νομιςμϊτων υποδηλώνει την ανϊςχεςη
τησ νομιςματικόσ οικονομύασ τουλϊχιςτον ςτουσ κϐλπουσ των πλατιών κοινωνικών ςτρωμϊτων ςε
αυτόν την περιοχό τησ Φαλκιδικόσ που φαύνεται να επλόγη απϐ τισ περιπϋτειεσ του 13ου αιώνα.
υμπερϊςματα
Η απουςύα αναςκαφικόσ δραςτηριϐτητασ ςε εκτεταμϋνα τμόματα των κεντρικών οικιςμών και
δη εντϐσ των οχυρώςεων των λϐφων ϐςο και ςτο ςϑνολο ςχεδϐν τησ υπαύθρου τησ χερςονόςου, ςε
ςυνδυαςμϐ με την παντελό απουςύα δημοςιεϑςεων των νομιςματικών ςυνϐλων τησ
πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου και την ιςχνό ιςτορικό πληροφϐρηςη για την εποχό, καθιςτοϑν το
διϊςτημα αυτϐ ϋναν διϐλου προνομιακϐ τομϋα απϐ ϊποψη τεκμηρύωςησ.
Δεν υπϊρχουν, επομϋνωσ, αςφαλό εχϋγγυα για τη διατϑπωςη ςυμπεραςμϊτων ςε ςχϋςη με την
χρηματικό οικονομύα και τισ τϊςεισ κυκλοφορύασ του χρόματοσ ςτη χερςϐνηςο. Εν τοϑτοισ, θα
παραθϋςουμε οριςμϋνεσ παρατηρόςεισ με βϊςη τα υπϊρχοντα δεδομϋνα, ϋχοντασ κατϊ νου ϐτι,
αναμφύβολα, η ςυνϋχεια τησ ϋρευνασ προσ αυτό την κατεϑθυνςη και εφϐςον δημοςιευθοϑν ςτο
ςϑνολϐ τουσ τα νομύςματα τησ Φαλκιδικόσ, θα ςυνειςφϋρουν ςτη μελϋτη τησ νομιςματικόσ
οικονομύασ ςτα νϐτια τησ Βαλκανικόσ χερςονόςου κατϊ τουσ πρώιμουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ.
376
Απϐ τουσ τρεισ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ τησ χερςονόςου, η Βρϑα παρουςιϊζει την πιο πλόρη και
χωρύσ διακοπό νομιςματικό ακολουθύα. Οι νομιςματικϋσ μαρτυρύεσ ξεκινοϑν απϐ το 400 π.Φ. και
φτϊνουν ςχεδϐν αδιϊλειπτα ςτο 146 π.Φ. Ακολουθεύ νομιςματικϐ κενϐ 160 ετών ωσ τον
αυτοκρϊτορα Σιβϋριο.1185 Ο 1οσ και κυρύωσ ο 2οσ αι. μ.Φ., εποχό ευμϊρειασ για την πϐλη,
αποκαλϑπτονται μϋςα απϐ τα νομιςματικϊ αλλϊ και απϐ ϊλλα ευρόματα. Ο 4οσ αιώνασ αποδύδει μια
ςχεδϐν πλόρη νομιςματικό ςειρϊ ςε αντύθεςη με τον 5ο αιώνα, που απουςιϊζει μϋχρι ςτιγμόσ
παντελώσ απϐ τον οικιςμϐ τησ Βρϑασ και ϋχει ιςχνό παρουςύα ςτην ϑπαιθρο τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ.
Ο 6οσ αιώνασ αντιπροςωπεϑεται απϐ νομύςματα του Ιουςτινιανοϑ Α’.
Η νομιςματικό μαρτυρύα, αν δεν εύναι παραπλανητικό λϐγω του ςωςτικοϑ χαρακτόρα και τησ
περιοριςμϋνησ ϋκταςησ των αναςκαφών, υποδεικνϑει μια τομό ςτο τϋλοσ του 5 ου αιώνα, που
ςυμπληρώνει την μαρτυρύα των αρχιτεκτονικών καταλούπων για μια μεταβολό ςτισ χρόςεισ των
οικοδομημϊτων κατϊ τον 5ο αιώνα. Εύναι μια εποχό που τα δημϐςια κτύρια και οι οικύεσ μεγϊλων
διαςτϊςεων μετατρϋπονται ςε εργαςτόρια και χώρουσ βιοτεχνικών δραςτηριοτότων, ωσ επύ το
πλεύςτον, ληνών, χωρύσ ωςτϐςο να διαφαύνεται κϊποια ϋνδειξη για βύαιη μεταβολό.
Η Καςςϊνδρεια, επιβεβαιώνει την φόμη τησ ωσ κεντρικοϑ οικιςμοϑ κατϊ την ϑςτερη ρωμαώκό
περύοδο με αρκετϊ ςημαντικϐ νομιςματικϐ δεύγμα του 3ου αιώνα που φτϊνει μϋχρι τα μϋςα του 4ου
αιώνα. Εν τοϑτοισ, απουςιϊζουν και απϐ αυτό τη θϋςη τα νομύςματα του 5ου αιώνα με εξαύρεςη τον
οικιςμϐ του Γερανύου, ϐπου ϐμωσ η αξύα τουσ όταν ςυμβολικό και ϐχι χρηματικό. Σα νομύςματα του
6ου αιώνα, αν και παρϐντα, ϋχουν πολϑ περιοριςμϋνη διαςπορϊ. Μια καλό ςειρϊ του τϋλουσ του 6 ου
αιώνα μασ παρϋχει η αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ.
Διαπιςτώθηκε η αποθηςαϑριςη νομιςμϊτων του 3ου αιώνα ςε δϑο περιπτώςεισ ςτην χερςϐνηςο
τησ Καςςϊνδρειασ, ενώ εντοπύςτηκε ϋνασ ακϐμα θηςαυρϐσ με νομύςματα 5ου και 6ου αιώνα. Σο
γεγονϐσ ϐτι δεν δημοςιεϑονται περιςςϐτερεσ πληροφορύεσ για τουσ θηςαυροϑσ δεν επιτρϋπει να
ςυμπερϊνουμε τισ ςυνθόκεσ απϐκρυψησ. Εικϊζουμε ϐτι τα αποθηςαυριςμϋνα αυτϊ νομιςματικϊ
ςϑνολα εύναι πιθανϐ να ςυνδϋονται με τισ ςκυθικϋσ επιδρομϋσ του 3 ου αιώνα και με την ουννικό
καταδρομό των μϋςων του 6ου αιώνα, αντύςτοιχα. την περύπτωςη των θηςαυρών του 3ου αιώνα, η
διακοπό ςτη χρόςη των κτιρύων, ϐπου βρϋθηκαν υποδεικνϑει μια τομό ςτη ζωό τησ περιοχόσ αυτϐ
το διϊςτημα. Ομούωσ, ςτην περύπτωςη του θηςαυροϑ του Πολυχρϐνου.
Και ςτην περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ, ϐπωσ ςυνϋβη με την Βρϑα, η διαςπορϊ και η χρόςη του
χρόματοσ ςυνϊδει με την αρχαιολογικό μαρτυρύα και με την ιςτορικό πληροφϐρηςη, που
τοποθετοϑν το τϋλοσ του αςτικοϑ χαρακτόρα του οικιςμοϑ ςτισ αρχϋσ του 4 ου αιώνα και την
καταςτροφό του ςτα μϋςα του 6ου αιώνα. Παρϊ την αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα για επιςκευό του
διατειχύςματοσ, φαύνεται ϐτι ο οικιςμϐσ δεν ανακϊμπτει ποτϋ πλόρωσ. Αντιθϋτωσ, η διϊχυςη των
μεμονωμϋνων νομιςμϊτων και η παρουςύα μικρών θηςαυρών δεύχνουν την αντοχό τησ υπαύθρου
377
ςτισ νϋεσ ςυνθόκεσ και την ϑπαρξη οικονομικϊ εϑρωςτων ιδιωτών με δυνατϐτητα αποθηςαυριςμοϑ
τησ περιουςύασ τουσ.
Η Άκανθοσ παρουςιϊζει το μικρϐτερο ποςοτικϊ δεύγμα πρωτοβυζαντινών νομιςμϊτων ςε
κυκλοφορύα, γεγονϐσ που ενδεχομϋνωσ οφεύλεται ςτην περιοριςμϋνη αναςκαφικό ϋρευνα. Η μικρό
νομιςματικό μαρτυρύα, ωςτϐςο, αντιςταθμύζεται, αφενϐσ μεν απϐ την πλόρη ςχεδϐν ςειρϊ
νομιςμϊτων απϐ τον 3ο μϋχρι και το τϋλοσ του 6ου αιώνα, αφετϋρου δε απϐ την εϑρεςη του χρυςοϑ
ςϐλιδου του Θεοδοςύου αλλϊ και του «θηςαυροϑ» των 700 νομιςμϊτων που προορύζονταν για
ανακϑκλωςη ςε μεταλλευτικϐ εργαςτόριο. Η πρωτοβυζαντινό Ωκανθοσ εύναι, ϋωσ τώρα, ο μϐνοσ
κεντρικϐσ οικιςμϐσ τησ Φαλκιδικόσ, που παρϋχει νομιςματικϐ δεύγμα του 5ου αιώνα και μϊλιςτα
ςπϊνιων κοπών. Σο γεγονϐσ αυτϐ αποτελεύ μια ϋνδειξη ϐτι η περιοχό αυτό τησ Φερςονόςου
αφύςταται απϐ τη μούρα των δϑο ϊλλων κεντρικών οικιςμών, που υπϐκεινται ςε μια ανϊςχεςη ό
μεταβολό τησ φυςιογνωμύασ τουσ ωσ αποτϋλεςμα εξωτερικών επιθϋςεων ό εςωτερικών
ανακατατϊξεων.
υνοψύζοντασ, μποροϑμε να ποϑμε ϐτι ςτα τϋλη του 3ου αιώνα και ςτη διϊρκεια των δϑο
επϐμενων αιώνων η οικονομικό ζωό ςτη Φαλκιδικό όταν αρκετϊ δραςτόρια. Η χρόςη χϊλκινων
νομιςμϊτων ςτην καθημερινό ζωό των κατούκων όταν ςυνεχόσ και εναρμονιςμϋνη με τουσ ρυθμοϑσ
τησ ςϑγχρονησ νομιςματικόσ παραγωγόσ. Η διεύςδυςη ςτη νομιςματικό κυκλοφορύα παλαιϐτερων
νομιςμϊτων, ςυμπεριλαμβανομϋνων και αρχαύων ελληνικών δεν παραπϋμπει ςε μια εςωςτρεφό
οικονομύα αλλϊ καταδεικνϑει τη διαιώνιςη τησ χρόςησ τουσ. Σο ςυγκεκριμϋνο φαινϐμενο δεν εύναι
τοπικϐ κι πιθανϐν αντανακλϊ την αδυναμύα των ειθινϐντων να εξυγιϊνουν την αςτϊθεια του
νομιςματικοϑ ςυςτόματοσ που οδόγηςε ςτην υπερπαραγωγό μικρών χϊλκινων νομιςμϊτων, ςτην
ϊνθηςη τησ κιβδηλεύασ τουσ και προφανώσ ςτη χρόςη παλαιϐτερων νομιςμϊτων. 1186 Σϋλοσ, οι
θηςαυρού τησ Καςςϊνδρειασ και η εϑρεςη του χρυςοϑ ςϐλιδου Θεοδοςύου Β’ ςτην Ωκανθο,
υποδηλώνουν μια δϑναμη τησ τοπικόσ ανταλλακτικόσ οικονομύασ η οπούα μποροϑςε να
εμπλουτιςτεύ και με κοπϋσ απϐ πολϑτιμο μϋταλλο.
Οι πρώιμοι μεςοβυζαντινού χρϐνοι (7οσ–9οσ αιώνασ) αντιπροςωπεϑονται αρχαιολογικϊ ςτην
Καςςϊνδρεια, ςτην περιοχό του διατειχύςματοσ και ςτην αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ με κοπϋσ του
Λϋοντοσ Δ’ και του Θεοφύλου και μϋςω των πηγών ςτη δυτικό Φαλκιδικό με κοπϋσ του
Κωνςταντύνου τ’ και του Θεοφύλου, αποδεικνϑοντασ την αδιατϊρακτη ςυνϋχεια ςτην περιοχό τησ
δυτικόσ Φαλκιδικόσ, προφανώσ ςτη βϊςη νϋων δομών και προτεραιοτότων. Οι παρϊκτιεσ περιοχϋσ
μποροϑςαν να λαμβϊνουν την ςτόριξη απϐ την θϊλαςςα που παρϋμενε υπϐ βυζαντινϐ ϋλεγχο κατϊ
τον 7ο και 8ο αιώνα και ύςωσ ςτον παρϊγοντα αυτϐ να οφεύλεται η μικρό ςλαβικό διεύςδυςη ςτη
χερςϐνηςο και η ςυνϋχεια των οικιςτικών εγκαταςτϊςεων απϐ την ϑςτερη αρχαιϐτητα ςτη
μεςαιωνικό περύοδο.
378
το πϋραςμα απϐ τον 10ο ςτον 11ο αιώνα, η ϋντονη διακύνηςη ανώνυμων φϐλλεων δεύχνει μια
ανϊπτυξη του εκχρηματιςμοϑ ακϐμα και ςε επύπεδο καθημερινών ςυναλλαγών. Μια επιβρϊδυνςη
τησ χρηματικόσ οικονομύασ παρατηρεύται απϐ τα μϋςα του 11ου αιώνα λϐγω τησ γενικϐτερησ
δημοςιονομικόσ κρύςησ και αποτυπώνεται ςτην μικρό διαςπορϊ των νομιςμϊτων εντϐσ των
κεντρικών οικιςμών αλλϊ και ςτην ϑπαιθρϐ τουσ.
τα τϋλη του 10ου αιώνα και ςτισ αρχϋσ του 11ου, διαπιςτώθηκε μεγαλϑτερη ϋνταςη και
πυκνϐτητα ςε επύπεδο νομιςματικών ςυναλλαγών ςτη Βρϑα, ςε ςχϋςη με την Ιεριςςϐ. τη ςυνϋχεια
ϐμωσ, ςτο β΄ και γ΄ τϋταρτο του 11ου αιώνα, η Ιεριςςϐσ παρουςιϊζει την εικϐνα μιασ χρηματικόσ
οικονομύασ πιο δυναμικόσ ςε ςχϋςη με τη Βρϑα, αφοϑ εντοπύςτηκε ςτο ϋδαφϐσ τησ μια ςχεδϐν
ολοκληρωμϋνη ςειρϊ απϐ ανώνυμουσ και επώνυμουσ φϐλλεισ που κυκλοφοροϑςαν τϐτε ςτην
αυτοκρατορύα.
Η οικονομικό εξϊρτηςη τησ Βρϑασ απϐ τη Θεςςαλονύκη, ςτησ οπούασ την οικονομικό ςφαύρα
επιρροόσ θα ανόκε, ύςωσ εξηγεύ τον εφοδιαςμϐ τησ με επύκαιρο χρόμα απϐ την Κωνςταντινοϑπολη
μϋςω τησ ςυμπρωτεϑουςασ. Αντύςτοιχα, η Ιεριςςϐσ, μολονϐτι δύπλα ςτο Ωγιον Όροσ και πιο κοντϊ
ςτην Κωνςταντινοϑπολη μϋςω των αςφαλϋςτερων θαλϊςςιων δρϐμων, δεν φαύνεται να ενιςχϑεται
νομιςματικϊ με τουσ ύδιουσ εκρηκτικοϑσ ρυθμοϑσ.1187
Όςον αφορϊ ςτην Καςςϊνδρεια, η νομιςματικό μαρτυρύα τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου
εμφανύζεται μικρό γεγονϐσ που ξενύζει, αν ςυςχετιςθεύ με τισ μαρτυρύεσ των πηγών, που
παραπϋμπουν ςε κοινωνικοοικονομικϋσ δομϋσ αςτικοϑ χαρακτόρα. Ο ρϐλοσ που διαδραμϊτιςε η
χρηματικό οικονομύα του 10ου και 11ου αιώνα ςτην ανϊπτυξη τησ Καςςϊνδρειασ παραμϋνει μϋχρι
ςτιγμόσ ςχεδϐν ϊγνωςτοσ.
τη Φαλκιδικό τα μεγαλϑτερα οικιςτικϊ κϋντρα, που εύναι τεκμηριωμϋνα αναςκαφικϊ, η Βρϑα
και η Ιεριςςϐσ, βιώνουν με διαφορετικϐ τρϐπο τισ αλλαγϋσ του 12ου αιώνα ςε ςυνϊρτηςη με τισ
ιςτορικϋσ ςυγκυρύεσ. Η Βρϑα, ςτα δυτικϊ τησ χερςονόςου, ςυνεχύζει να αποτελεύ το ουςιαςτικϐ
οικονομικϐ και διοικητικϐ κϋντρο του κϊμπου τησ Καλαμαρύασ και να βιώνει ϋνα υψηλϐ επύπεδο
εκχρηματιςμϋνησ οικονομύασ τουλϊχιςτον ωσ το 1185 ϐταν, με την κατϊληψη τησ γειτονικόσ
Θεςςαλονύκησ, ανακϐπτεται η οικονομικό τησ ευρωςτύα. Απϐ την ϊλλη, ςτα ανατολικϊ τησ
χερςονόςου, η Ιεριςςϐσ, που δεν φαύνεται να βύωςε τισ επιπτώςεισ τησ νορμανδικόσ παρουςύασ, ϋχει
να αντιμετωπύςει την επεκτατικό διεύςδυςη των αθωνικών μονών ςτον παραγωγικϐ τησ χώρο, που
εκτϐσ απϐ τον περιοριςμϐ των καλλιεργόςιμων γαιών ανατρϋπουν και την κοινωνικό δομό τησ
μικροκοινωνύασ με τον περιοριςμϐ του αριθμοϑ των ελεϑθερων αγροτών του κϊςτρου, οι οπούοι,
ωςτϐςο, δεν εξαφανύζονται εντελώσ, ενώ παρϊλληλα αυξϊνονται οι ιςτορικϋσ ενδεύξεισ για τη
ςϑςταςη ςωμϊτων παρούκων που καλλιεργοϑν γαύεσ των αθωνικών μονών και εξαρτώνται απϐ
αυτϋσ. Η μετϊβαςη που παρατηρεύται ςτον 12ο αιώνα θα λϊβει πιο ςτϋρεα χαρακτηριςτικϊ ςτον
379
13ο αιώνα. Εξϊλλου, κατϊ τον 12ο αιώνα παρατηρεύται διεϑρυνςη του φϊςματοσ διαςπορϊσ
νομιςμϊτων ςε νϋα χωρύα τησ Φαλκιδικόσ (Ωγιοσ Μϊμασ, Καςςϊνδρεια κ.ϊ.), γεγονϐσ που δηλώνει το
ϊνοιγμα του οικονομικοϑ κϑκλου ςε ςχϋςη με τουσ προηγοϑμενουσ αιώνεσ.
Μϋςα ςε αυτϐ το οικονομικϐ πλαύςιο η θϋςη τησ Φαλκιδικόσ ςτον νομιςματικϐ χϊρτη τησ
βυζαντινόσ επικρϊτειασ του 12ου αιώνα ακολουθεύ τισ νϐρμεσ τησ βϐρειασ Ελλϊδασ και των
κεντρικών Βαλκανύων ϐςον αφορϊ τη διαςπορϊ των χαμηλών υποδιαιρϋςεων. 1188
Κατϊ το α΄ μιςϐ του 13ου αιώνα, η νομιςματικό κυκλοφορύα ςτη χερςϐνηςο παρουςιϊζει
αυξητικό τϊςη ςε απϐλυτουσ αριθμοϑσ εντοπιςμϋνων κερμϊτων ςε αναςκαφϋσ. Ψςτϐςο, τα
ποςοτικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ αυξητικόσ πορεύασ τησ νομιςματικόσ κυκλοφορύασ δεν ςυνοδεϑονται
και απϐ ανϊλογα ποιοτικϊ χαρακτηριςτικϊ.
Η διαςπορϊ των μεμονωμϋνων αναςκαφικών νομιςμϊτων του 13ου αιώνα ςτη Φαλκιδικό
φωτύζει την εικϐνα τησ κατούκηςησ ςτη χερςϐνηςο ςε ςυνδυαςμϐ με τη λοιπό αρχαιολογικό
μαρτυρύα. Η Βρϑα ςχεδϐν εξαφανύςτηκε μετϊ την τρύτη δεκαετύα του 13ου αιώνα, η Ιεριςςϐσ
παρουςύαςε μια εικϐνα ςταςιμϐτητασ, ενώ ο κϑκλοσ τησ εγχρόματησ οικονομύασ διευρϑνθηκε προσ
νϋεσ θϋςεισ ςτην ϑπαιθρο, ϐπωσ η Γαλϊτιςτα, τα όμαντρα, ο Ωγιοσ Μϊμασ.
Απϐ τισ τελευταύεσ δεκαετύεσ του 13ου και ωσ τα μϋςα του 14ου αιώνα, περιορύςτηκε δραςτικϊ
η διακύνηςη του χρόματοσ ςε κλειςτϋσ ομϊδεσ (μοναχού, γαιοκτόμονεσ και ϋμποροι). Οι υπϐλοιπεσ
κοινωνικϋσ μϊζεσ φαύνεται ϐτι κινοϑνταν ςε κϑκλουσ ςυρρικνωμϋνησ οικονομικόσ δρϊςησ που
περιοριζϐταν ςτα ϐρια τησ τοπικϐτητασ. Πολιτικϋσ αναταραχϋσ, ςτρατιωτικϋσ επιχειρόςεισ και
φυςικϋσ καταςτροφϋσ οδόγηςαν ςτην ερόμωςη τησ υπαύθρου και ςτην εξϊντληςη των φυςικών
πϐρων τησ Φαλκιδικόσ, με αποτϋλεςμα να φτϊςει η Φαλκιδικό ςτισ τελευταύεσ δεκαετύεσ του 14ου
αιώνα ςε επύπεδα οικονομικόσ υπανϊπτυξησ, με δημογραφικό κρύςη, πολλϊ ερημωμϋνα χωριϊ και
κατϊ ςυνϋπεια ακϐμη πιο δραςτικϐ περιοριςμϐ τησ εγχρόματησ οικονομύασ ςτουσ ευπορϐτερουσ
κϑκλουσ.
380
ΜΕΡΟ IV
ΔΙΕΡΕΤΝΗΗ ΣΗ ΚΟΙΝΨΝΙΑ ΚΑΙ
ΣΗ ΚΑΣΟΙΚΗΗ
381
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 10Ο ΑΝΘΡΧΠΟΓΔΧΓΡΑΦΗΑ : ΚΟΗΝΧΝΗΚΖ ΟΡΓΑΝΧΖ ΚΑΗ ΓΡΑΖ
την ενϐτητα που ακολουθεύ θα γύνει μια προςπϊθεια αναςϑςταςησ μικρϐκοςμων. ε
κοινωνικϐ επύπεδο, θα διερευνηθεύ η κοινωνικό ιεραρχύα και το πώσ οι ςυμμετϋχοντεσ ςε
διαφορετικϋσ ομϊδεσ πϋτυχαν να δημιουργόςουν τισ δικϋσ τουσ ςτρατηγικϋσ για να επιβιώςουν ό
ακϐμα και να ευημερεϑςουν. Η παρϋκβαςη αυτό κρύθηκε απαραύτητη επειδό οι ςυνιςτώςεσ τησ
κοινωνικόσ διϊρθρωςησ και τησ δημογραφικόσ δυναμικόσ διαμορφώνουν, εν μϋρει, το οικιςτικϐ
ανϊπτυγμα μιασ περιοχόσ. Επύ πλϋον, η καταγραφό μιασ κοινωνύασ ςε επύπεδο μικροώςτορύασ μπορεύ
να ςυγκριθεύ ςυγχρονικϊ και διαχρονικϊ με μακροκοςμικϋσ μελϋτεσ των μεςαιωνικών Βαλκανύων
και, μϋςα απϐ τισ ιδιοτυπύεσ που παρουςιϊζει, να ερμηνεϑςει τη δομό του πλϋγματοσ τησ
εγκατούκηςησ του χώρου ςτην ιςτορικό του προοπτικό.
Σο δημογραφικϐ εκτϐπιςμα των τριών κϑριων οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ παρουςιϊζεται
ακροθιγώσ, αφοϑ μϋχρι ςτιγμόσ, δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα ςχετικϊ με τισ δημογραφικϋσ διακυμϊνςεισ
των μελών του κοινωνικοϑ ςχηματιςμοϑ διαχρονικϊ. Θα υπϊρξουν, ωςτϐςο, επιςημϊνςεισ και
ενδεικτικϋσ αναφορϋσ ςε πληθυςμιακϊ μεγϋθη για ςυγκεκριμϋνεσ κατηγορύεσ κατούκων, ϐπωσ οι
πϊροικοι των αθωνικών μονών και θα διατυπωθοϑν υποθϋςεισ εργαςύασ καθώσ η διακϑμανςη των
δημογραφικών τϊςεων μπορεύ να εύναι ενδεικτικό τησ οικιςτικόσ πϑκνωςησ ό αραύωςησ μιασ θϋςησ.
Η παρουςύαςη των δημογραφικών τϊςεων, θα γύνεται, ϐπου εύναι εφικτϐ ενταγμϋνη ςτο κυρύαρχο
ςχόμα που ϋχει μορφοποιηθεύ ερευνητικϊ για τον Βαλκανικϐ χώρο.
Η διερεϑνηςη τησ εξϋλιξησ των ϐρων και των διαχρονικών μεταβολών ςτην θεςμικό και
οικονομικό υπϐςταςη των διαφορετικών κοινωνικών ομϊδων, θϋμα ςϑνθετο και ιδιαύτερα
πολϑπλοκο δεν αποτελεύ πρωτεϑουςα ςτϐχευςη τησ παροϑςασ εργαςύασ. Ωλλωςτε, τα ζητόματα
αυτό παρουςιϊζονται και αναλϑονται υποδειγματικϊ ςε εξειδικευμϋνεσ μελϋτεσ.1189
τη ςυνοπτικό διαπραγμϊτευςη λαμβϊνεται υπϐψη το γεγονϐσ ϐτι η δημογραφικό ανϊπτυξη ό
υπανϊπτυξη ενϐσ οικιςμοϑ ακολουθεύ τισ αναπϐδραςτεσ υπαγορεϑςεισ τησ ιςτορικόσ ςυγκυρύασ
αλλϊ και του γεωπολιτιςμικοϑ περιγϑρου, ωσ εκ τοϑτου, οι επιμϋρουσ διακυμϊνςεισ και κοινωνικϋσ
διαβαθμύςεισ εύναι μοναδικϋσ και μη επαναλαμβανϐμενεσ.
Σϋλοσ, η ϋκταςη και η ςυςτηματικϐτητα των αναςκαφικών ερευνών και, προ πϊντων, των
δημοςιεϑςεων και των πρωτογενών πηγών ποικύλλει απϐ περιοχό ςε περιοχό επηρεϊζοντασ
1189 Ενδεικτικϊ: Angold, M. Archons and Dynasts: Local Aristocracies and the Cities of the Later Byzantine Empire, M. Angold, ed. The
Byzantine Aristocracy, IX to XIII Centuries, Oxford (1984), 236-253 ̇ Kaplan 1992 ̇ ΛαϏου, Ἀ.Ε, Ἡ ἀγροτικὴ κοινωνύα ςτὴν ὕςτερη βυζαντινὴ ἐποχό,
μτφρ. Ἀ. Κϊςδαγλη, ΜΙΕΣ, Ἀθόνα (20022) ̇ Laiou 2005, 31-54 ̇ Μανιϊτη-Κοκκύνη1990 ̇ Ματθαύου, Μ., Η ακύνητη περιουςύα των λαώκών ςτη
Μακεδονύα και τη Θρϊκη την εποχό των Παλαιολϐγων, αδημ. διδ. διατριβό, ΕΚΠΑ, Αθόνα (2006) ̇ Lemerle, Ρ., The Agrarian History of Byzantium
from the Origins to the Twelfth Century, Galway 1979 ̇ Lefort, J.,“Population et peuplement en Macédoine orientale, IXe- XVe siècle”, Kravari,
Lefort, Morrisson, Hommes et richesses, 63-89 (=Lefort 2006Ε, 229-248) ̇ Bartusis, M. ,“On the Problem of Smallholding Soldiers in Late
Byzantium”, DOP 44 (1990) 1-26, του ιδύου., The Late Byzantine Army: Arms and Society, 1204-1453, University of Pennsylvania Press,
Philadelphia 1997, Land and Privilege in Byzantium. The institution of Pronoia, Cambridge University Press, New York (2013) ̇ Necipoğlou, N.,
Byzantium between the Ottomans and the Latins. Politics and Society in the Late Empire, Cambridge University Press, Cambridge (2009) ̇
Ostrogorsky, G., Pour l'histoire de la féodalité, byzantine, traduction française de H. Grégoire, Bruxelles (1954).
382
ερμηνεύεσ και εκτιμόςεισ. Αναγνωρύζοντασ και επιςημαύνοντασ εξαρχόσ την ανιςομϋρεια των
δεδομϋνων, η παρουςύαςη βαςύζεται ςε διαπιςτώςεισ που προκϑπτουν απϐ τουσ οικιςμοϑσ, οι
οπούοι προςφϋρουν κατϊ περύπτωςη μια πιο ςυςτηματικό και κατϊ το δυνατϐν, πληρϋςτερη
εικϐνα.
383
ανϊπτυξησ εύναι ο πολλαπλαςιαςμϐσ των καλλιεργόςιμων εκτϊςεων και των νϋων οικιςτικών
θϋςεων που εμφανύζονται ςε αναφορϊ με αυτϋσ. Με τα παραπϊνω ςυνηγοροϑν τα ευρόματα
επιφανειακών ερευνών ςτισ περιοχϋσ ενδιαφϋροντοσ.
10.1.2. Ελύτ
Η ελύτ τησ πρωτοβυζαντινόσ Φαλκιδικόσ εύναι ετερϐκλητη ωσ προσ την προϋλευςό τησ και
ανομοιογενόσ ωσ προσ τισ πηγϋσ ιςχϑοσ και ευμϊρειασ, ενώ και η εςωτερικό τησ διαβϊθμιςη
υπϐκειται ςε μεταβολϋσ ωσ ςυνϊρτηςη διαφορετικών δυναμικών που αναπτϑςςονταν τϐςο μεταξϑ
των μελών τησ αριςτοκρατύασ μεταξϑ τουσ ϐςο και ςε ςχϋςη με την κεντρικό εξουςύα αλλϊ και με τον
ρϐλο τουσ μϋςα ςτην κοινϐτητα.
Για τισ ανϊγκεσ τησ παροϑςασ εργαςύασ, ωσ μϋλη τησ τοπικόσ ελύτ θα θεωρόςουμε ϐλουσ ϐςουσ
αςκοϑςαν κϊποια μορφό επιρροόσ ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ και ςτο δύκτυο οικιςτικών θϋςεων
τησ περιβϊλλουςασ υπαύθρου. Πρϐκειται για τουσ αξιωματοϑχουσ κοςμικοϑσ και θρηςκευτικοϑσ, οι
οπούοι εύτε διϋμεναν μϐνιμα ςτουσ οικιςμοϑσ εύτε διϋθεταν εκεύ ακύνητη περιουςύα και τα μϋλη τησ
τοπικόσ κοινϐτητασ που εύχαν κϊποια μορφό ιςχϑοσ εύτε λϐγω τησ οικονομικόσ τουσ κατϊςταςησ
εύτε λϐγω καταγωγόσ και κοινωνικόσ δρϊςησ.
Προκϑπτει ϋτςι μια διευρυμϋνη ομϊδα ανθρώπων χωρύσ εμφανεύσ δεςμοϑσ μεταξϑ τουσ και με
ϋνα ευρϑ φϊςμα πηγών ιςχϑοσ που αλληλοκαλϑπτονται, αλληλεπιδροϑν και διαμορφώνουν τισ
ςυνθόκεσ μεταβολόσ ό εξϋλιξησ τησ κοινωνύασ ςτον βαςικϐ τησ πυρόνα, που εύναι η ςυλλογικό
ϑπαρξη και δρϊςη.
384
Εύναι κοινϐσ τϐποσ ςε πολλϋσ προβιομηχανικϋσ κοινωνύεσ, οι εκπρϐςωποι τησ κυρύαρχησ
ιδεολογύασ να λειτουργοϑν ωσ κοινωνικού ταγού τϐςο ςε πνευματικϐ επύπεδο ϐςο και ςε κοςμικϐ,
ϐπου δροϑςαν ωσ ϊρχοντεσ ό μεγαλογαιοκτόμονεσ με διευρυμϋνεσ διοικητικϋσ, οικονομικϋσ και,
ενύοτε, δικαςτικϋσ αρμοδιϐτητεσ.
Οι περιςςϐτεροι κϊτοχοι του επιςκοπικοϑ αξιώματοσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου
προϋρχονταν απϐ την παλιϊ τοπικό αριςτοκρατύα, την οπούα αποτελοϑςαν γαιοκτητικϋσ οικογϋνειεσ,
που κληροδοτοϑςαν την κοινωνικό τουσ θϋςη και την περιουςύα τουσ ςτουσ απογϐνουσ τουσ. Η
μεταςτροφό τησ τϊξησ αυτόσ εξελύχθηκε με μεγαλϑτερη ταχϑτητα απϐ τη ςτιγμό που η νϋα θρηςκεύα
κϋρδιςε την αυτοκρατορικό εϑνοια, οπϐτε τα μϋλη τησ κοινωνικόσ ελύτ ϊρχιςαν να αναζητοϑν μια
θϋςη και ςτην εκκληςιαςτικό ελύτ.1192
Η δυναμικό παρουςύα τησ αριςτοκρατύασ, αποτυπώνεται ςτο οικιςτικϐ ανϊπτυγμα τησ
χερςονόςου μϋςω τησ οικοδομικόσ τησ δραςτηριϐτητασ, που περιλαμβϊνει δεύγματα μνημειακόσ
αρχιτεκτονικόσ αλλϊ και απϐ τη διακύνηςη πολϑτιμου χρόματοσ και ειδών πολυτελεύασ.
Η βαςιλικό του 5ου αιώνα που αναςκϊφηκε ςτον βορειοανατολικϐ τομϋα τησ Ακϊνθου, ςτην
παρϊλια ζώνη του οικιςμοϑ, με την απλϐτητα τησ καταςκευόσ τησ με τη χρόςη τοπικών υλικών και
το υψηλόσ ποιϐτητασ αιςθητικϐ αποτϋλεςμα, προςφϋρει ςτοιχεύα για την ϑπαρξη ενϐσ επιπϋδου
εκζότηςησ ςτην οργϊνωςη τησ παραγωγόσ που όταν ικανό να διοχετεϑςει το υπερπροώϐν τησ πϐλησ
ςε μνημειακοϑ χαρακτόρα οικοδομικϊ προγρϊμματα, κατϊ πϊςα πιθανϐτητα κϊτω απϐ την
καθοδόγηςη των εκκληςιαςτικών αρχών ό/και του επιςκϐπου αυτοπροςώπωσ.
Η αναςκαφό ςυμπλϋγματοσ τριών βαςιλικών ςτην περιοχό τησ Βαρβϊρασ, που χρονολογοϑνται
ςτον 5ο αιώνα και ϋχουν ερμηνευτεύ ωσ μια πρώιμη μορφό αναχωρητιςμοϑ1193 ενιςχϑει την υπϐθεςη
για την ϑπαρξη μιασ ομϊδασ ιςχυρών που αντλοϑςαν τη δϑναμό τουσ απϐ ιδεολογικϋσ πηγϋσ ιςχϑοσ
και δημιουργοϑςαν πλϋγματα εμφατικόσ δόλωςησ και εμπϋδωςησ τησ παρουςύασ τουσ.
Η πρωτοβυζαντινό Καςςϊνδρεια εμφανύζεται όδη απϐ τα μϋςα του 5ου αιώνα ωσ επιςκοπό
υποκεύμενη ςτην μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ. Σο κτύριο τησ βαςιλικόσ που θα λειτουργοϑςε ωσ ϋδρα
του επιςκϐπου δεν ϋχει εντοπιςτεύ. Εν τοϑτοισ, η αναςκαφό μιασ ςημαντικόσ πρωτοβυζαντινόσ
βαςιλικόσ ςτη χερςϐνηςο τησ ιθωνύασ,1194που ανόκε εκκληςιαςτικϊ ςτη δικαιοδοςύα τησ
Καςςϊνδρειασ ϋφερε ςτο φωσ πϋντε επιγραφϋσ, εκ των οπούων, η μύα αναφϋρει το ϐνομα του
επιςκϐπου ωφρονύου και οι ϊλλεσ τρεισ ονϐματα δωρητών1195 και τα ποςϊ που δαπϊνηςαν,
υποδεικνϑοντασ ϐχι απλϊ την ϑπαρξη μιασ ιςχυρόσ θρηςκευτικόσ ελύτ αλλϊ και την δημιουργύα ενϐσ
1192 Rapp, C., Holy Bishops in Late Antiquity. The Nature of Christian Leadership in an Age of Transition, University of California Press, London
(2005), 183, 187, 195
1193 Παπαχρυςϊνθου 1992, 98 ̇ Παπϊγγελοσ 2000Β, 25
1194 Παπϊγγελοσ 2000Β, 39-42 ϐπου και παραπομπϋσ ςε παλαιϐτερεσ δημοςιεϑςεισ
1195 Σα κεύμενα των επιγραφών δεν ϋχουν δημοςιευτεύ με εξαύρεςη αυτϐ που βρύςκεται ςτην εύςοδο του φρϊγματοσ του πρεςβυτερύου: «ὃπωσ
ὑπϋρ εὐχῆσ ύμωνοσ», Παπϊγγελοσ 2000Β, 41, υποςημ. 97
385
διευρυμϋνου γεωγραφικϊ δικτϑου κινητικϐτητασ των εκπροςώπων τησ ςε μια προςπϊθεια
διαςφϊλιςησ και ενύςχυςησ τησ επιρροόσ τουσ.
Η πρωτοβυζαντινό Βρϑα δεν φαύνεται να αποτελοϑςε ϋδρα επιςκϐπου, ωςτϐςο, η ϑπαρξη
βαςιλικόσ ςτην οχυρωμϋνη τοϑμπα καταδεικνϑει τη λειτουργύα του οικιςμοϑ ωσ βϊςη για κϊποια
θρηςκευτικό ομϊδα που λειτουργοϑςε ςτην πϐλη και ενδεχομϋνωσ χρηςιμοποιοϑςε τισ υποδομϋσ
προκειμϋνου να ενιςχϑςει την κυριαρχύα τησ ςε ϋνα ευρϑ φϊςμα κοςμικών αρμοδιοτότων.
Εξϊλλου, η ϑπαρξη μεγϊλων ςυγκροτημϊτων αγροικιών ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ
αλλϊ και ςτην βορειοδυτικό Φαλκιδικό (κοιλϊδα Ανθεμοϑντα), δεύχνει μια ςυνϋχεια ςτη διαχεύριςη
τησ γησ απϐ τουσ αυτοκρατορικοϑσ χρϐνουσ μϋχρι και τον πρώιμο μεςαύωνα, παρϐλο που υπϊρχουν
ελϊχιςτα ςτοιχεύα για την κλύμακα και την πυκνϐτητα των δραςτηριοτότων και, κυρύωσ, για τουσ
υπεϑθυνουσ οργϊνωςησ και διαχεύριςησ τησ παραγωγόσ, που προφανώσ ςυνιςτοϑν μια ακϐμα ομϊδα
ιςχϑοσ, γαιοκτητικόσ αριςτοκρατύασ ςτην περιοχό.
Σϋλοσ, η καταςκευό και η ςυντόρηςη πολυτελών δημϐςιων οικοδομημϊτων κοινόσ ωφϋλειασ
ςτο κϋντρο των οικιςμών (λ.χ. λουτρών, ςτοών με εμπορικϊ καταςτόματα) αποτυπώνει μια τϊςη
δημογραφικόσ επιτϊχυνςησ και μια διαβαθμιςμϋνη κοινωνύα τησ οπούασ τα μϋλη ϋχουν τη
δυνατϐτητα χρηματοδϐτηςησ τϋτοιων προγραμμϊτων, εύναι κϊτοχοι μιασ εξειδικευμϋνησ
τεχνογνωςύασ, διακινοϑν προώϐντα και παρϋχουν υπηρεςύεσ παντοειδεύσ ςτα ϐρια του οικιςμοϑ και,
ενδεχομϋνωσ, ςε περιφερειακϐ επύπεδο.
1196 Zanini, E., “Artisans and Traders in the Early Byzantine City: Exploring the limits of Archaeological Evidence”, W. Bowden, A. Gutteridge, C.
Machado (edd.) Social and Political Life in Late Antiquity, Late Antique Archaeology 3.1 – 2005, Leiden (2006), 373–411, 379
386
λουτρϊ ςτουσ οικιςμοϑσ τησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ και τησ Βρϑασ, το ςϑμπλεγμα των βαςιλικών τησ
Βαρβϊρασ και οι βαςιλικϋσ τησ Ακϊνθου και του ωλόνοσ εύναι δεύγματα τησ νϋασ τϋχνησ.
Η τοπογραφύα του εμπορύου, ειδικϊ του τοπικοϑ που αποτελεύ ϋνα εύδοσ μικροκοινωνικόσ
δραςτηριϐτητασ, εύναι δϑςκολο να ταυτιςτεύ τυπολογικϊ καθώσ οι εκδηλώςεισ του εύναι ποικύλεσ,
ενώ τα καταςτόματα και τα εργαςτόρια υπϐκειντο ςε μια ιςχυρό δομικό παρϊδοςη με
χαρακτηριςτικό την απουςύα τυπολογικόσ διαφοροπούηςησ. 1197
Σο μεγαλϑτερο μϋροσ τησ εμπορικόσ δραςτηριϐτητασ τησ βυζαντινόσ πϐλησ όταν προςωρινόσ
φϑςεωσ αφόνοντασ ελϊχιςτα ύχνη για την αρχαιολογικό καταγραφό. Η απουςύα, ωςτϐςο,
αρχαιολογικών δεδομϋνων ύςωσ αποτελεύ ϋνδειξη για μια αςτικοϑ χαρακτόρα κοινωνύα με
αδιϊλειπτη εμπορικό δραςτηριϐτητα αφοϑ οι εν λϐγω ζώνεσ τησ πρωτοβυζαντινόσ πϐλησ φαύνεται
πωσ προςτατεϑονται απϐ την ςυςτηματικό λιθορρυχύα και απϐ την μεταςκευό προκειμϋνου να
διατηρόςουν τον εμπορικϐ τουσ χαρακτόρα.1198
Απϐ τισ ομϊδεσ που ςυναπαρτύζουν την λεγϐμενη «μεςαύα τϊξη», οι τεχνύτεσ αποτελοϑν την
πλϋον ορατό κατηγορύα, καθώσ η δρϊςη τουσ αφόνει ςυχνϊ αναγνωρύςιμα κατϊλοιπα: εργαλεύα,
κακοφτιαγμϋνα προώϐντα ςε απορριματικοϑσ λϊκκουσ, κλιβϊνουσ και, αςφαλώσ, τα τελικϊ προώϐντα,
που κυκλοφοροϑςαν ςτισ αγορϋσ. Οι κλύβανοι κεραμικών και δομικών υλικών τησ Βρϑασ και τησ
αγροικύασ τησ Μεγϊλησ Κϑψασ, τα λινοβροχεύα, οι ληνού που ϋχουν εντοπιςτεύ τϐςο ςτουσ κεντρικοϑσ
οικιςμοϑσ ϐςο και ςε οικιςμοϑσ τησ υπαύθρου και τα μικροτοπωνϑμια τησ υπαύθρου τησ Φαλκιδικόσ
που υποδεικνϑουν ανϊλογεσ δραςτηριϐτητεσ, δεύχνουν μια ςτροφό τησ οικονομύασ ςε τεχνικϊ
επαγγϋλματα.
ϑμφωνα με τα ϋωσ τώρα δεδομϋνα, οι ϋμποροι και οι βιοτϋχνεσ μϋχρι τον 5ο αιωνα
καταλϊμβαναν την ύδια θϋςη ςτο οικονομικϐ ςϑςτημα, ςτην κοινωνικό δομό και ςτην οικιςτικό
τοπογραφύα. Ψςτϐςο, απϐ τα τα τϋλη του 5ου αιώνα, γύνονται μϋροσ του αςτικοϑ τοπύου και μϊλιςτα
οι δραςτηριϐτητεσ παραγωγόσ και ανταλλαγόσ γύνονται ϋνα απϐ τα βαςικϊ χαρακτηριςτικϊ του.
Ειδικϐτερα, ο πυρόνασ των οικιςμών τησ Βρϑασ και τησ Ακϊνθου, 1199 απϐ τα τϋλη του 5ου και,
ιδιαύτερα απϐ τον 6ο αιώνα καταλαμβϊνεται προοδευτικϊ απϐ τισ κατοικύεσ και τα εργαςτόρια τησ
τϊξησ των τεχνιτών. Σο φαινϐμενο την ύδια, κατϊ προςϋγγιςη, χρονικό περύοδο τϐςο ςτουσ δϑο
οικιςμοϑσ ϐςο και ςτισ υπϐλοιπεσ δημοςιευμϋνεσ μικρϋσ ό μεγαλϑτερεσ πϐλεισ τησ Αυτοκρατορύασ, με
τα ύδια χαρακτηριςτικϊ ςτον τρϐπο εξϋλιξησ ςηματοδοτεύ μια μεταβολό τϐςο τησ κοινωνύασ ϐςο και
τησ οικονομύασ τησ πρωτοβυζαντινόσ πϐλησ.1200
387
Η εμφϊνιςη των τεχνιτών ςυμπύπτει με την ανϊδυςη νϋων μορφών ιςχϑοσ ςτον αςτικϐ κορμϐ,
ςτισ διϊφορεσ βαθμύδεσ τησ περιφερειακόσ διούκηςησ του κρϊτουσ και ςτην εκκληςιαςτικό ιεραρχύα.
ε ϋνα τϋτοιο περιβϊλλον βαθιϊσ κοινωνικόσ μεταμϐρφωςησ και ανϊπλαςησ, η δυναμικό εμφϊνιςη
των τεχνιτών ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ, εγεύρει ερωτόματα ςχετικϊ με την ταυτϐτητα και τισ
καταβολϋσ αυτών των κατούκων τησ πϐλησ, οι οπούοι μϋχρι αυτό την περύοδο παρϋμεναν
αρχαιολογικϊ αϐρατοι.
Οι ϊνθρωποι αυτού, που καταλαμβϊνουν περιοχϋσ και μνημεύα με τισ οικύεσ και τισ παραγωγικϋσ
τουσ δραςτηριϐτητεσ, προφανώσ, δεν εύναι καταπατητϋσ, που αποζητοϑν μϐνο την επιβύωςη και
ϋχουν μια παραςιτικό ςχϋςη με τον κοινωνικοοικονομικϐ ιςτϐ που τουσ φιλοξενεύ, ϐπωσ εύχε
επικρατόςει ςτην ϋρευνα. Αντιθϋτωσ, πρϐκειται για κατϐχουσ ενϐσ υλικοϑ πολιτιςμοϑ και μιασ
τεχνογνωςύασ που τουσ επιτρϋπει να παρϊγουν αντικεύμενα ποιϐτητασ ακϐμα και με τη χρόςη
ςϑγχρονων και εκλεπτυςμϋνων τεχνολογιών. Επομϋνωσ, μποροϑμε να υποθϋςουμε ϐτι ςε ϋναν
βαθμϐ εύναι αυτού που τροφοδοτοϑςαν το εμπϐριο βαςικών και πολϑτιμων προώϐντων που
αποτελοϑςε ϋνα απϐ τα χαρακτηριςτικϊ ςτοιχεύα τησ αςτικόσ οικονομύασ.
Τπϐ αυτϐ το πρύςμα, η παρουςύα τουσ ςτο κϋντρο του αςτικοϑ τοπύου θα μποροϑςε να θεωρηθεύ
ωσ αποτϋλεςμα μιασ κινητικϐτητασ ςτο πλαύςιο των οικιςμών καθώσ πρϐκειται για τουσ ύδιουσ
τεχνύτεσ που ζοϑςαν λϐγω τησ ιςχϑουςασ νομοθεςύασ ςτισ παρυφϋσ των πϐλεων. 1201
Η μικρό παραγωγό προώϐντων πολυτελεύασ μπορεύ να ςημαύνει ϋνα διπλϐ οικονομικϐ ρϐλο για
τουσ τεχνύτεσ αυτοϑσ. Ϊνα μϋροσ του χρϐνου τουσ θα απαςχολοϑνταν με τισ αγροτικϋσ ό
κτηνοτροφικϋσ δραςτηριϐτητεσ ςτισ παρυφϋσ του οικιςμοϑ ενώ το υπϐλοιπο διϊςτημα με τη
βιοτεχνύα προκειμϋνου να ςυμπληρώςουν το ειςϐδημϊ τουσ. Σα κινητϊ ευρόματα απϐ τισ οικύεσ που
ϋχουν αναςκαφεύ ςτουσ οικιςμοϑσ τησ Βρϑασ και τησ Ιεριςςοϑ επιβεβαιώνουν αυτό τη ςκϋψη.
την κοινωνικό ομϊδα τησ μεςαύασ τϊξησ, εκτϐσ απϐ ϐςουσ αςχολοϑνταν με το εμπϐριο και τισ
διαφορετικϋσ τϋχνεσ, θα πρϋπει να ςυμπεριληφθοϑν και ϐςοι κατεύχαν χαμηλϊ οφφύκια ςτη διούκηςη
και ςτον ςτρατϐ, κληρικού και ανεξϊρτητοι καλλιεργητϋσ με ικανοποιητικϐ ειςϐδημα και τη
δυνατϐτητα απϐδοςησ περύςςειασ προσ διακύνηςη, αν και δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα για τη δρϊςη τουσ
και το ςτύγμα τουσ ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ.
Εύναι πιθανϐ, ςτο πλαύςιο αυτόσ τησ επύταςησ του οικονομικοϑ τουσ ρϐλου ςτον πυρόνα μιασ
κοινωνύασ ςε μετϊβαςη, οι μεςαύεσ τϊξεισ, ιδιαύτερα των εμπϐρων και των βιοτεχνών να βύωςαν μια
ανϐδο τησ κοινωνικόσ τουσ θϋςησ. Σο τϋλοσ τησ αςτικόσ αριςτοκρατύασ με την μϋχρι τϐτε ςταθερό
δομό θα ϊφηςε κενϐ χώρο ςτην ψηλϐτερη βαθμύδα τησ κοινωνικόσ πυραμύδασ, δύνοντασ την
ευκαιρύα ςτα μϋλη μιασ τϊξησ παραδοςιακϊ αποκλειςμϋνησ απϐ την δημϐςια πολιτικό ορατϐτητα να
ανϋλθουν κοινωνικϊ, με ςυνϋπεια τον επαναπροςδιοριςμϐ τησ αςτικόσ κοινωνύασ τησ περιϐδου.
388
Με βϊςη τα προρρηθϋντα, κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο η «μεςαύα τϊξη» δεν όταν
ςυνδεδεμϋνη με ςυγκεκριμϋνη απαςχϐληςη αλλϊ εκπροςωποϑνταν απϐ μια διευρυμϋνη ομϊδα
ατϐμων που κατεύχαν διαφορετικό ποςϐτητα πλοϑτου και διαφορετικϋσ τεχνικϋσ ικανϐτητεσ.
Οι οικύεσ αυτών των ομϊδων δεύχνουν ϐτι οι ϊνθρωποι που αςχολοϑνταν με τα παραπϊνω
ενύοτε όταν οικονομικϊ πετυχημϋνοι και όταν ςε θϋςη να υιοθετόςουν ςτοιχεύα ενϐσ αριςτοκρατικοϑ
τρϐπου ζωόσ. Αυτό η τϊξη πραγμϊτων διατηρόθηκε μϋχρι τα μϋςα του 7ου αιώνα, οπϐτε η κρύςη τησ
μεςογειακόσ οικονομύασ ϊρχιςε να ϋχει ςοβαρϐ αντύκτυπο ςτη βυζαντινό πϐλη, ϋνα φαινϐμενο που
δημιοϑργηςε το τϋλοσ μιασ εποχόσ και οδόγηςε ςτη δημιουργύα ενϐσ νϋου οικονομικοϑ ςυςτόματοσ
κατϊ τουσ Μϋςουσ Φρϐνουσ.
1202 van Ossel, P.,“Rural Impoverishment in Northern Gaul at the end of Antiquity: The Contribution of Archaeology”, W. Bowden, A. Gutteridge,
C. Machado (edd.) Social and Political Life in Late Antiquity, Late Antique Archaeology 3.1 – 2005, Leiden (2006), 533–565, 537
389
πηγϋσ που κϊνουν λϐγο για διαρκεύσ επιδρομϋσ που ϋπληξαν την χερςϐνηςο απϐ τον 3ο αιώνα με
αποκορϑφωμα την καταςτροφό τησ πϐλησ τησ Καςςϊνδρειασ απϐ τουσ Οϑννουσ το 540 και παρϊ τισ
αναμενϐμενεσ ρητορικϋσ υπερβολϋσ, δεν μπορεύ παρϊ να υποθϋςουμε ϐτι οδόγηςαν ςτην αθλιϐτητα
και ςτην ϋνδεια μεγϊλο αριθμϐ ανθρώπων.
Αςφαλώσ, θα υπόρχαν διαφορϋσ ανϊμεςα ςτισ ταπεινϐτερεσ τϊξεισ που διαβιοϑςαν ςτουσ
κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ και ςε ϐςεσ ζοϑςαν ςτην ϑπαιθρο. τισ χαμηλϐτερεσ κοινωνικϊ βαθμύδεσ των
ανθρώπων που διαβιοϑςαν ςτισ παρυφϋσ των κεντρικών οικιςμών θα πρϋπει να ενταχθοϑν
ϊνθρωποι διαφορετικόσ προϋλευςησ: χόρεσ και ορφανϊ, εργϊτεσ, δοϑλοι οικιακού και μη αλλϊ και
αςκητϋσ που εύχαν δώςει ϐρκουσ πενύασ. τισ αντύςτοιχεσ ταπεινϋσ τϊξεισ τησ υπαύθρου κατϊ τον 4 ο
και 5ο αιώνα φαύνεται να ςυγκαταλϋγονταν ϐςοι εργϊζονταν ςτα κτόματα υπϐ διαφορετικϊ
καθεςτώτα και ςυνθόκεσ: αγρϐτεσ, μιςθωτϋσ και δοϑλοι. Ανϊμεςϊ τουσ θα υπόρχαν αρκετού τεχνύτεσ
και εποχιακού εργϊτεσ, ενώ ϋνασ μεγϊλοσ αριθμϐσ θα απαςχολοϑνταν ςτισ μεταλλευτικϋσ
δραςτηριϐτητεσ, που λϊμβαναν χώρα ςε αρκετϋσ περιοχϋσ τισ χερςονόςου. Οι ανεξϊρτητοι
μικροκαλλιεργητϋσ με ειςϐδημα που κϊλυπτε οριακϊ την επιβύωςό τουσ, θα βρύςκονταν ςε
υψηλϐτερη θϋςη ςτην εςωτερικό διαβϊθμιςη αυτόσ τησ τϊξησ.
Δεν υπϊρχει ακϐμα ςτην ϋρευνα κϊποια μεθοδολογύα βϊςει τησ οπούασ να καταςτεύ ορατό η
ομϊδα των λιγϐτερο προνομιοϑχων. Η μελϋτη των κατώτερων ομϊδων αναγκαςτικϊ θα πρϋπει να
διεξαχθεύ μϋςω μιασ ενδελεχοϑσ εξϋταςησ ϐλου του κοινωνικοϑ οικοδομόματοσ. Μελετώντασ την
κατϊρρευςη τησ ευμϊρειασ και τισ μεταβαλλϐμενεσ ςυνθόκεσ του υλικοϑ πολιτιςμοϑ εντϐσ μιασ
κοινωνύασ, ύςωσ προκϑψει ςαν αρνητικϐ φωτογραφύασ, η κοινωνικό ομϊδα των φτωχών. Και πϊλι
τύθενται μεθοδολογικϊ ζητόματα ςχετικϊ με τα κριτόρια με τα οπούα αποτιμϊται η κοινωνικό
μεταβολό διαχρονικϊ και τα υποκειμενικϊ φύλτρα που εφαρμϐζει ο κϊθε ερευνητόσ. Σα
αποτελϋςματα που θα προκϑψουν, θα εύναι και πϊλι αποςπαςματικϊ και αβϋβαια
αντικατοπτρύζοντασ την παροϑςα γνωςιακό κατϊςταςη ςε ϋνα ερευνητικϐ αντικεύμενο ςε εξϋλιξη.
Επιχειρώντασ να ερμηνεϑςουμε ςυλλογικϋσ δρϊςεισ και κοινωνικϋσ ιεραρχύεσ ςε μια τϐςο
πρώιμη εποχό, ερχϐμαςτε αντιμϋτωποι με γνωςιακϊ μοτύβα υψηλόσ πολυπλοκϐτητασ ςε επύπεδο
διοικητικϐ, οργανωτικϐ και παραγωγικϐ αλλϊ και ςε επύπεδο κατανομόσ τησ παραγωγόσ αυτόσ ϐςο
και τησ τεχνογνωςύασ ςτο ςϑνολο του οικιςτικοϑ πλϋγματοσ τησ χερςονόςου.
Ο τρϐποσ ζωόσ ϋχει ςαν αποτϋλεςμα ςτην πρϊξη μια δυναμικό ςχϋςη ανϊμεςα ςτο ϊτομο και την
κοινωνύα, τα ύχνη τησ οπούασ εύναι εν μϋρει ανιχνεϑςιμα ςτα αρχαιολογικϊ ντοκουμϋντα. Η πιο
χαρακτηριςτικό λειτουργύα των κεντρικών οικιςμών εντοπύζεται, αφενϐσ ςτην ϑπαρξη μιασ
κυρύαρχησ ομϊδασ με ερεύςματα ιδεολογικϊ και οικονομικϊ και τη δυνατϐτητα αναδιοργϊνωςησ του
πολεοδομικοϑ ιςτοϑ ςτη βϊςη τησ παραγωγόσ μϊλλον παρϊ ςτην επϋνδυςη ςε μνημεύα κϑρουσ και
ςυμβολικοϑ κεφαλαύου, αφετϋρου, ςτισ ύδιεσ τισ παραγωγικϋσ δυνϊμεισ και ςτη διακύνηςη των
προώϐντων, που αντικατοπτρύζεται ςτα εργαςτόρια και ςτισ αγορϋσ, που καταλαμβϊνουν ςταδιακϊ
το κϋντρο των οικιςμών και ςτην ανϊπτυξη ενϐσ διευρυμϋνου δικτϑου μεταφορών.
390
10.2. Μεςοβυζαντινό Περύοδοσ
Πρώιμη Μεςοβυζαντινό Περύοδοσ (7οσ-9οσ αιώνασ)
Οι μεταβολϋσ που ςυνϋβηςαν κατϊ τη διϊρκεια των αιώνων αυτών και επηρϋαςαν το
μεγαλϑτερο τμόμα τησ αυτοκρατορύασ, πλην ελαχύςτων εξαιρϋςεων, δεν ϊλλαξαν δραματικϊ τον
τρϐπο με τον οπούο οι πληθυςμού κατανϋμονταν ςτον χώρο. Η ςυνϋχεια τησ κατούκηςησ μετϊ τον 6ο
αιώνα μαρτυρεύται ςτη διατόρηςη των τοπωνυμύων, τϐςο ςτισ παρϊκτιεσ περιοχϋσ ϐςο και ςτην
ενδοχώρα τησ χερςονόςου.1203
Οι εγκαταςτϊςεισ των λϊβων απϐ τα τϋλη του 6ου αιώνα, ςε μικρϐτερο βαθμϐ ςτην δυτικό
Φαλκιδικό και ςτη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ και ςε πολϑ μεγαλϑτερη ϋνταςη και πυκνϐτητα
ςτην ανατολικό Φαλκιδικό, δεύχνουν μια μεταβολό ςτην πληθυςμιακό ςϑνθεςη, η οπούα φαύνεται μεν
αμελητϋα, εν τοϑτοισ, ϋςτω και βραχυπρϐθεςμα, θα επϋφερε μεταβολϋσ ςτο δημογραφικϐ ιςοζϑγιο.
Ψςτϐςο, δεν ςυνεπϊγεται μια απϐτομη τομό ό το τϋλοσ των οικιςμών.
Οι λϊβοι ςυνϋχιςαν να εγκαθύςτανται ςτη Φαλκιδικό καθ’ ϐλη την περύοδο που μασ ενδιαφϋρει,
ενώ μεταναςτευτικϋσ κινόςεισ ςυνϋχιςαν να ςημειώνονται ςτη Φερςϐνηςο και μετϊ τον 9ο αιώνα
αλλϊ με μειοϑμενη ϋνταςη.
Επύ πλϋον, οι Βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ, η ενδημικό πειρατεύα και τα κροϑςματα πανώλησ θα
προκϊλεςαν δημογραφικό μεύωςη, παρϐλο που το ειδικϐ τουσ βϊροσ δεν ϋχει ακϐμα προςδιοριςτεύ
επακριβώσ, αν και ενδεχομϋνωσ ςυνδϋονται με τισ αναφορϋσ των αθωνικών εγγρϊφων ςε
εκτεταμμϋνεσ κλαςματικϋσ γαύεσ ςτισ περιοχϋσ τησ Καςςϊνδρασ και τησ Ιεριςςοϑ.
Όπωσ και να ϋχει, η ιςτορύα του τοπύου και τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ για τουσ δϑο αυτοϑσ
αιώνεσ δεύχνει ϐτι ςτη Φαλκιδικό τα πληθυςμιακϊ μεγϋθη κινοϑνταν ακϐμα ςε χαμηλϊ επύπεδα. Η
μεύωςη του πληθυςμοϑ αντανακλϊται ςτην αϑξηςη των δαςών για τον 7ο και 8ο αιώνα, που
οφεύλεται ςτον περιοριςμϐ των καλλιεργόςιμων εκτϊςεων.
Ψςτϐςο, ςτην ϑπαιθρο χώρα τησ Φερςονόςου εμφανύζονται νϋεσ οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ, ενώ
η ςυνϋχεια ςτη λειτουργύα των μεγϊλων ςυγκροτημϊτων των αγροικιών τησ Καςςϊνδρειασ δεύχνει
ϐτι η ϑπαιθροσ ύςωσ να μην ακολουθεύ τη δημογραφικό τϊςη των κεντρικών οικιςμών. Πρϋπει,
αςφαλώσ, να επιςημανθεύ για μια ακϐμη φορϊ ο κατακερματιςμϐσ ςτην αρχαιολογικό και ςτην
ιςτορικό μαρτυρύα που δύνουν μια εικϐνα, η οπούα πιθανώσ θα μεταβληθεύ ςτο μϋλλον αν
πραγματοποιηθοϑν ςυςτηματικϋσ ϋρευνεσ ςτην περιοχό.
391
μορφό των κϊςτρων, η αϑξηςη του αριθμοϑ των επιςκοπών και η διαρκόσ ϊνοδοσ του αριθμοϑ των
μικρών οικιςτικών εγκαταςτϊςεων με πυρόνα κϊποια ιδιοκτηςύα, κοςμικό ό εκκληςιαςτικό, απϐ τον
10ο αιώνα και εξόσ, υποδεικνϑουν ϋναν πληθυςμϐ ςε δημογραφικό ϊνθηςη.1204
Οι νϋεσ δυνϊμεισ των αξιωματοϑχων, που διαμϋνουν ςτουσ κεντρικοϑσ τϐπουσ, οργανώνουν και
ιεραρχοϑν τον χώρο με βϊςη τισ διαφορετικϋσ λειτουργύεσ και δύνουν ώθηςη ςτισ εμπορικϋσ και
βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ, ενώ οι καλλεργόςιμεσ εκτϊςεισ γύνονται αντικεύμενο διεκδικόςεων και
ςφοδρών αντεγκλόςεων.1205
Μολονϐτι για τη Φαλκιδικό απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ υπϊρχουν πληροφορύεσ απϐ τα
αγιορεύτικα ϋγγραφα ςε ςχϋςη με ομϊδεσ πληθυςμοϑ, μια προςπϊθεια υπολογιςμοϑ των
δημογραφικών διακυμϊνςεων ανϊ περιοχό εξακολουθεύ να εμπεριϋχει ϋναν μεγϊλο βαθμϐ
επιςφϊλειασ.
Μποροϑν να γύνουν, ωςτϐςο, οριςμϋνεσ επιςημϊνςεισ ςε ςχϋςη πϊντα και με τισ γενικϐτερεσ
τϊςεισ που ϋχουν καταγραφεύ ςυνολικϊ για την πορεύα τησ δημογραφικόσ δυναμικόσ ςτα Βαλκϊνια,
ϐπου παρατηρεύται μια ϊνοδοσ των δεικτών τησ δημογραφύασ απϐ τα τϋλη του 9ου αιώνα, ςϑμφωνα
με τισ πιο πρϐςφατεσ μελϋτεσ.1206Εύναι η εποχό που ςταδιακϊ υποχωροϑν τα κροϑςματα των
επιδημιών, ενώ ταυτϐχρονα, αποκαθύςταται η αςφϊλεια με την εξαςφϊλιςη μιασ ςχετικόσ πολιτικόσ
ομαλϐτητασ και μιασ προςωρινόσ εδαφικόσ επϋκταςησ. Ϋδη απϐ τον 10ο αιώνα μαρτυροϑνται
ςημαντικϋσ εκχερςώςεισ γαιών και οπιςθοχώρηςη τησ δαςοκϊλυψησ δυνϊμει και τησ δημογραφικόσ
ευρωςτύασ που προφανώσ τισ προκϊλεςε.1207
Ειδικϐτερα, ο οικιςμϐσ τησ Καςςϊνδρειασ, αν δεχτοϑμε τη θεωρύα τησ ερόμωςησ για τουσ
προηγοϑμενουσ αιώνεσ, ςύγουρα επανακατοικεύται κατϊ τον 10ο αιώνα και μεταςχηματύζεται ςε
κϊςτρο, ςε ςημαντικϐ δηλαδό ημιαςτικϐ ό αςτικϐ για τα δεδομϋνα τησ Φαλκιδικόσ κϋντρο και,
ςυνακϐλουθα, ςηματοδοτεύται μια δημογραφικό ϊνοδοσ.
Όςον αφορϊ τουσ ϊλλουσ δϑο κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ, τη Βρϑα και την Ιεριςςϐ,
διαπιςτώνεται ϐτι, την ύδια περύοδο, βιώνουν ϋναν κοινωνικϐ και οικονομικϐ μεταςχηματιςμϐ, που,
ϐπωσ και ςτην περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ, τισ καθιςτοϑν οικιςτικϊ κϋντρα με αςτικϋσ λειτουργύεσ.
τη Βρϑα η δημογραφικό ανϊκαμψη διαπιςτώνεται αναςκαφικϊ με την επϋκταςη των ορύων
κατούκηςησ προσ τα δυτικϊ, με την εκκληςιαςτικό αναβϊθμιςό τησ κατϊ τον 11 ο αιώνα και την
392
κεντρικό τησ θϋςη ςτο οδικϐ δύκτυο, που την καθιςτοϑν ϋνα ςημαντικϐ περιφερειακϐ κϋντρο με
χαρακτηριςτικϊ την ευμϊρεια και την εξωςτρϋφεια, ϐπωσ αποκαλϑπτουν τα κινητϊ ευρόματα.
το ανατολικϐ τμόμα τησ Φαλκιδικόσ, η αναζωογϐνηςη του πληθυςμιακοϑ δυναμικοϑ γύνεται
ιδιαύτερα αντιληπτό ςτην αυξημϋνη ζότηςη για καλλιεργόςιμη γη απϐ την πλευρϊ των μοναχών
αλλϊ και απϐ την διαβαθμιςμϋνη κοινωνικϊ και ιεραρχημϋνη οικονομικϊ κοινϐτητα τησ Ιεριςςοϑ,
που επανεμφανύζεται ςτο ιςτορικϐ κϊδρο απϐ τον 9ο αιώνα.
Η ϑπαιθροσ τησ Φαλκιδικόσ αγγύζει, επύςησ, ϋνα δημογραφικϐ βϋλτιςτο που αποτυπώνεται ςτην
εντατικό πϑκνωςη του οικιςτικοϑ δικτϑου με την εμφϊνιςη μεγϊλου αριθμοϑ και, ςε οριςμϋνεσ
περιπτώςεισ και δημογραφικοϑ εκτοπύςματοσ, οικιςμών. Επύ πλϋον, βιώνει τισ μεταβολϋσ που
επιφϋρει ςτο οικιςτικϐ και, αντύςτοιχα, ςτο δημογραφικϐ ανϊπτυγμα τησ περιοχόσ, η γιγϊντωςη των
μοναςτηριακών εκτϊςεων και η δημιουργύα μετοχιακών ςυγκροτημϊτων.
Η ύδρυςη των μετοχύων προςϋλκυςε αγροτικϐ πληθυςμϐ για να καλλιεργεύ τισ γαύεσ,
ενιςχϑοντασ το δημογραφικϐ ιςοδϑναμο τησ υπαύθρου, ενώ ο οχυρωμϋνοσ περύβολϐσ τουσ ϋγινε ςε
πολλϋσ περιπτώςεισ τϐποσ καταφυγόσ και μετεγκατϊςταςησ ολϐκληρων χωριών ςε περιϐδουσ
γενικευμϋνησ κρύςησ.
Εξϊλλου, Αρμϋνιοι και, πιθανώσ, Ϊλληνεσ απϐ την Μικρϊ Αςύα εγκαταςτϊθηκαν ςτην Φαλκιδικό
με κρατικό πρωτοβουλύα κατϊ τον 10ο αιώνα.1208Παρϊλληλα, οι ανϊγκεσ τησ γαιοκτητικόσ
αριςτοκρατύασ ςε εργατικϐ δυναμικϐ οδόγηςαν τουσ γαιοκτόμονεσ ςτο να φϋρουν και να
εγκαταςτόςουν ςτη Φαλκιδικό αγρϐτεσ απϐ ϊλλεσ περιοχϋσ τησ αυτοκρατορύασ, ϐπωσ απϐ τη Βϐρεια
Ελλϊδα, τα νηςιϊ και την Μικρϊ Αςύα.1209
Η εντατικό αυτό μετακϑληςη τησ ροόσ ανθρώπινου δυναμικοϑ προσ την περιφϋρεια των
κεντρικών οικιςμών εύχε ςαν ςυνϋπεια την ανιςοβαρό ανϊπτυξη τησ υπαύθρου απϐ τον 10ο αιώνα
και εξόσ.
393
10.2.2. Ελύτ
Δεν ϋχουμε πληροφορύεσ για τα μελη τησ ελύτ τησ Φαλκιδικόσ απϐ τον 6ο μϋχρι και τον 9ο αιώνα.
Υαύνεται ϐμωσ ϐτι επιβιώνουν, αφοϑ τον 10ο αιώνα ξεχωρύζουν λϐγω τησ κοινωνικόσ θϋςησ και τησ
οικονομικόσ αςφϊλειασ, που ϋχουν κατακτόςει ό αποκτόςει κατϐπιν προςφορϊσ υπηρεςιών ςτο
κρϊτοσ ό ςτην εκκληςύα. Σα πρώτα χρϐνια, η ιςχϑσ τησ νϋασ αυτόσ αριςτοκρατικόσ τϊξησ
εξαρτώνταν ςε μεγϊλο βαθμϐ απϐ την αυλό και απϐ τη λειτουργύα μϋςα ςτο κρατικϐ ςϑςτημα
ςχεδϐν εξύςου με την ϋγγεια ιδιοκτηςύα ςτην οπούα επϋνδυε.
Παρϊ τισ γενικϋσ πληροφορύεσ που ςταχυολογοϑνται απϐ τα κεύμενα τησ εποχόσ και τα
περιοριςμϋνα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα (ςιγιλλογραφικϐ υλικϐ, κ.ο.κ.), που προϋρχονται απϐ
καλϑτερα μελετημϋνεσ περιοχϋσ τησ αυτοκρατορύασ και μασ επιτρϋπουν να αντιληφθοϑμε την
κοινωνικό ιεραρχύα ςτο κυρύαρχο ςχόμα που εύχε μορφοποιηθεύ ςτισ βυζαντινϋσ επαρχύεσ, η ελύτ τησ
Φαλκιδικόσ παραμϋνει αρχαιολογικϊ αϐρατη μϋχρι τον 10ο αιώνα, οπϐτε, αρχύζουν να αναδϑονται τα
μϋλη μιασ ανώτερησ τϊξησ τϐςο ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ ϐςο και ςτην περιφϋρειϊ τουσ.
τον οικιςμϐ τησ Βρϑασ και ςτην ευρϑτερη περιοχό τησ εύχαν αςτικό και αγροτικό περιουςύα
μεγϊλεσ αριςτοκρατικϋσ οικογϋνειεσ τησ Θεςςαλονύκησ και τησ Κωνςταντινοϑπολησ, ςτρατιωτικού
αξιωματοϑχοι, και τα μϋλη τησ τοπικόσ κοςμικόσ και θρηςκευτικόσ ελύτ. Η εγκατϊςταςη των μελών
αυτών τησ μεςαύασ και ανώτερησ αριςτοκρατύασ ςτη Βρϑα δεν εύναι βεβαιωμϋνη. Σο πιθανϐτερο
εύναι ϐτι κατοικοϑςαν ςτη Θεςςαλονύκη ό ςε καθϋδρεσ ςτην περιφϋρειϊ του Κϊςτρου.
Απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ, παρϊλληλα και ενύοτε ανταγωνιςτικϊ με τισ αθωνικϋσ μονϋσ και τη
μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ, απαντοϑν ωσ κϊτοχοι ϋγγειασ περιουςύασ ςτην περιοχό του Κϊςτρου των
Βρυών μϋλη τησ αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ. Δεδομϋνου ϐτι η Βρϑα δϋςποζε ςτα ανατολικϊ τησ
Θεςςαλονύκησ και εξαςφϊλιζε τισ οδοϑσ προσ το Αιγαύο, οι αυτοκρατορικϋσ δωρεϋσ ύςωσ ϋδιναν ςτην
κεντρικό εξουςύα τη δυνατϐτητα να ελϋγχει αςφαλϋςτερα την περιοχό αυτό.
το β’ μιςϐ του 11ου αιώνα, ο εβαςτοκρϊτωρ Ιςαϊκ Κομνηνϐσ, ο οπούοσ απϋκτηςε τον τύτλο του
απϐ τον Αλϋξιο Α΄ Κομνηνϐ, αποκτϊ με την αυτοκρατορικό επύνευςη τα αναφερϐμενα ςτισ
απογραφϋσ εδϊφη ςτην πεδιϊδα τησ Καλαμαρύασ,1210ενώ ςτα ϋγγραφα που περιλαμβϊνουν τουσ
περιοριςμοϑσ των δικαύων τησ μονόσ Δοχειαρύου επιςημαύνεται η «αὐτοκρατορικό ἐπύςκεψισ»1211
αλλϊ και το «προϊςτειον τῆσ Αὐτοκρϊτειρασ» ςτη γη του Πατρικωνϊ (1117). Τποθϋτουμε ϐτι
πρϐκειται για την αυτοκρϊτειρα Ειρόνη Δοϑκαινα (1063-1123) ςϑζυγο του Αλεξύου Α’ Κομνηνοϑ.
1210 Κατϋχει απϐ κοινοϑ γη με τον Αδριανϐ, ενώ το δυτικϐ τμόμα του Επϊνω Βολβοϑ που αποτελοϑςε προϊςτειο τησ μητρϐπολησ
Θεςςαλονύκησ το 1047 του παραχωρόθηκε πριν το 1094. Σην ύδια περύοδο εύχε ςτην κατοχό του και το χωρύον Ωκλου: Esphigménou, εγγρ. 4
(1078 )
1211 Η «επύςκεψισ» αποτελοϑςε μια ιδιαύτερη φορολογικό ενϐτητα που περιλαμβϊνει κτόματα τησ αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ.
394
Σην ύδια εποχό τα αθωνικϊ ϋγγραφα μασ πληροφοροϑν για την ϑπαρξη μεγαλογαιοκτημϐνων
που εύχαν ςτην κατοχό τουσ ολϐκληρα χωριϊ ςτα οπούα ϋδιναν το ϐνομϊ τουσ. Μια τϋτοια περύπτωςη
εύναι το χωρύον του Κουρκοϑτη.1212
Σο 1042 η μονό Ιβόρων απϋκτηςε απϐ τη μοναχό Μαρύα, κϐρη του τεφϊνου θλαβϐτα,
χωρϊφια ςτην περιοχό του Βολβοϑ, ςτην τοποθεςύα Ιςοϑνα –μεταξϑ Βολβοϑ και Βρϑασ.
Μια ακϐμα οικογϋνεια με ϋγγεια περιουςύα ςτην περιοχό εντοπύζεται ςε ϋγγραφο τησ μονόσ
Διονυςύου1213 του 1056 και εύναι αυτό του ςπαθαροκανδιδϊτου Λϋοντα Υουςκοϑλου. Σο ϐνομα ϋχει
ιταλικϋσ ρύζεσ και γύνεται κϊποια ςτιγμό τοπωνϑμιο. Ο ςπαθαροκανδιδϊτοσ Λϋων αναφϋρεται με την
αφορμό πώληςησ ϋκταςησ ςτην περιοχό του Υουςκοϑλου ςτη μονό Παντελεόμονοσ. Απϐ τα δύκαια
αυτόσ τησ οικογϋνειασ προϋρχεται προφανώσ και το προϊςτειο Ωγιοσ Δημότριοσ του Υουςκοϑλου
που ανόκε ςτο μοναςτόρι απϐ το 1044. Σο τοπωνϑμιο απαντϊ ςτην Καλαμαριϊ και, αργϐτερα και
ςτα βϐρεια τησ Καςςϊνδρασ ωσ προϊςτειο τησ μονόσ Φαβουνύων, μετοχύου τησ Ιβόρων.
Μια ςημαντικό πληροφορύα προϋρχεται απϐ ϋγγραφο τησ μονόσ Ξενοφώντοσ του 1300.1214 την
πρϊξη αυτό αναφϋρεται μια ϋκταςη ςτην περιοχό του Κϊςτρου των Βρυών που εύχε παραχωρηθεύ
ςτη μονό πριν απϐ το 1089 απϐ τον Φαρτοφϑλακα των Βρυών. Η ςημαςύα τησ πληροφορύασ ϋγκειται
ςτην αναφορϊ του Φαρτοφϑλακα. Μϊλιςτα ςτα ϋγγραφα εμφανύζεται χωριϐ με αυτϐν το ϐνομα (τοῦ
Φαρτοφϑλακοσ) με αναφορϋσ απϐ το 1083 μϋχρι και το 1322/3 ςε ςχϋςη με τη μονό Ξενοφώντοσ
αλλϊ και ςτρατιωτικών αξιωματοϑχων, ϐπωσ με τον Δημότριο άςαυρο που εύχε τον τύτλο του
μεγϊλου αλλαγύονοσ Θεςςαλονύκησ.1215Ο τύτλοσ του «χαρτοφϑλακα» ανόκει ςτην ανώτερη κλύμακα
των εκκληςιαςτικών αξιωμϊτων του Πατριαρχεύου και ενιςχϑει την ϊποψη ϐτι η εκκληςιαςτικό
αναβϊθμιςη με την προςϊρτηςη των Βρυών ςτον τύτλο του Επιςκϐπου Καςςανδρεύασ εύχε ςημαςύα
και ςυνδεϐταν με το αυτοκρατορικϐ αλλϊ και το Πατριαρχικϐ ενδιαφϋρον για την περιοχό.
Εκτϐσ απϐ τον Φαρτοφϑλακα Βρυών, ςε ϋγγραφο του 1078 αναφϋρονται ςε ςχϋςη με την
περιοχό και μερικού κοςμικού αξιωματοϑχοι χαμηλϐτερων ιεραρχικϊ βαθμύδων: ο Ευθϑμιοσ
πρωτοκουροπαλϊτησ πραύτωρ και αναγραφεϑσ Βολεροϑ τρυμϐνοσ και κριτόσ του Βόλου, ο
μϊγιςτροσ Νικότασ Ξιφιλύνοσ, ο Μοςχωνϊσ τουρμϊρχησ Καρβϋου, η Μαρύα χόρα, θυγατϋρα
Θεϐδωρου πρωτοςπαθϊριου του Γυμνοϑ και ο υπϋρτιμοσ αναγραφεϑσ μοναχϐσ Γρηγϐριοσ. 1216
τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ, η ομώνυμη πϐλη εμφανύζεται τον 10ο αιώνα ωσ
διαμορφωμϋνο διοικητικϐ κϋντρο τησ περιοχόσ, μια και εκεύ διεξόχθη μϋγα δικαςτόριον μεταξϑ του
τουρμϊρχη τῶν Βουλγϊρων Βαςιλεύου και τησ μονόσ του Πολυγϑρου (996). Σο δικαςτικϐ ςώμα
αποτελοϑςαν εκτϐσ απϐ τον πρωτοςπαθϊριο και κριτό τρυμϐνοσ, Θεςςαλονύκησ και
Δρουγουβιτεύασ Νικϐλαο, ϊλλοι δεκαϋξι αξιωματοϑχοι, μεταξϑ των οπούων ο επύςκοποσ
395
Καςςανδρεύασ Λϋων και ο ϊρχων Καςςανδρεύασ Καλωνϊσ. Πενόντα χρϐνια μετϊ (1047) γύνεται λϐγοσ
για το κϊςτρον τῆσ Καςςανδρεύασ, καθώσ και για χωρϊφια κεύμενα ὑπὸ τὸ κϊςτρον τῆσ Καςςανδρύασ
(sic).
Τπϊρχει επομϋνωσ, μια ιεραρχικϊ διαβαθμιςμϋνη κοινωνύα που αποτελεύται απϐ αξιωματοϑχουσ
τησ διούκηςησ, του ςτρατοϑ και, φυςικϊ, τησ εκκληςύασ.
την ανατολικό Φαλκιδικό, επικεφαλόσ τησ μεςοβυζαντινόσ κοινϐτητασ τησ Ιεριςςοϑ φαύνεται
πωσ όταν ο εκϊςτοτε επύςκοποσ. Απϐ τον 10ο αιώνα και εξόσ εμφανύζονται ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα
διαδοχικϊ οι υπογραφϋσ των επιςκϐπων επιτρϋποντασ να ςυντϊξουμε ϋναν κατϊλογο με τα
μαρτυροϑμενα ονϐματα, που επιβεβαιώνεται αρχαιολογικϊ απϐ τϋςςερα μολυβδϐβουλλα που
εντοπύςτηκαν κατϊ τη διϊρκεια των ςωςτικών αναςκαφών ςτην περιοχό και αντιςτοιχοϑν ςε
ιςϊριθμουσ εκπροςώπουσ του τύτλου.
Όςον αφορϊ ςτα μϋλη τησ διοικητικόσ ελύτ που δεν διϋμεναν μϐνιμα ςτουσ τρεισ οικιςμοϑσ,
πρϋπει να διατηροϑςαν οικόματα ϐπου κατϋλυαν ϐταν παραβρύςκονταν εκεύ για δουλειϋσ. Μια
τϋτοια περύπτωςη πρϋπει να εύναι και η οικύα, ϐπου εντοπύςτηκε το μολυβδϐβουλο του βαςιλικοϑ
πρωτοςπαθαρύου και κριτό Θεςςαλονύκησ αμωνϊ, που ςφραγύζει ϋγγραφο του 927 με το οπούο
διευθετεύται οικονομικό διαφορϊ τησ μονόσ Κολοβοϑ και τησ κοινϐτητασ Ιεριςςοϑ για ϋκταςη 2000
μοδύων ςτην περιοχό.1217
Σο αξύωμα του πρωτοςπαθαρύου ανόκει ςτην αυτοκρατορικό ιεραρχύα. Ψσ τον 10ο αιώνα το
αξύωμα δινϐταν ςτουσ διοικητϋσ των θεμϊτων, ενώ απϐ τον 11ο αιώνα και μετϊ χϊνει τη βαρϑτητϊ
του και γύνεται προώϐν αγοροπωληςύασ. Οριςμϋνοι πρωτοςπαθϊριοι εύχαν και δικαςτικϋσ
αρμοδιϐτητεσ, ϐπωσ ο αμωνϊσ, ο οπούοσ ϊλλωςτε ϋχει το αξύωμα του κριτό, που κατϋχουν
υψηλϐβαθμοι υπϊλληλοι με δικαςτικϋσ, διοικητικϋσ και δημοςιονομικϋσ δικαιοδοςύεσ όδη απϐ τον 6 ο
αιώνα και, κυρύωσ μετϊ τα μϋςα του 11ου αιώνα, με την παρακμό του θεματικοϑ θεςμοϑ, οπϐτε
αποκτοϑν πολιτικό και δικαςτικό εξουςύα.
Ο αμωνϊσ μασ εύναι γνωςτϐσ και απϐ ϊλλο μολυβδϐβουλλο το οπούο ςφραγύζει ϋγγραφο που
φυλϊςςεται ςτη Μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ. ε εκεύνο το μολυβδϐβουλλο φϋρει, μεταξϑ ϊλλων, τον
τύτλο του ςπαθαροκανδιδϊτου, ενώ ςτο ϋγγραφο τησ Ιβόρων πϋντε χρϐνια μετϊ, φϋρει τον ανώτερο
τύτο του πρωτοςπαθαρύου. 1218
Σο ούκημα, ςτο οπούο βρϋθηκε το μολυβδϐβουλλο, όταν, ςϑμφωνα με τουσ αναςκαφεύσ, ςε
κϊποια φϊςη τησ ιςτορικόσ πορεύασ του, οικύα κϊποιου επιφανοϑσ, ο οπούοσ ενδεχομϋνωσ ςυμμετεύχε
ςτην προϊςπιςη των γαιών που επιβουλεϑονταν οι μοναχού τησ μονόσ Κολοβοϑ1219 Πρϐκειται για
οικύα μεςαύου μεγϋθουσ με ευρόματα που αντικατοπτρύζουν ςυςςωρευμϋνο πλοϑτο και ϋνα
396
ικανοποιητικϐ επύπεδο εγγραμματοςϑνησ1220και ςυγκαταλϋγουν τουσ ιδιοκτότεσ ςε μια ενδιϊμεςη
ανώτερη βαθμύδα ςτην κοινωνικό ιεραρχύα.
ε ϋγγραφο τησ μονόσ Ιβόρων του 927,1221 γύνεται αναφορϊ ςτην παρουςύα «ἐπιτοπύων
ςτρατηγών καύ ἐπύ τῶν τῆσ θεοφυλϊκτου πϐλεωσ δικαςτῶν». Επομϋνωσ, μποροϑμε με αςφϊλεια να
ποϑμε ϐτι ςτο Κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ διϋμεναν μϐνιμα ςτρατιωτικού και δικαςτικού αξιωματοϑχοι.
Ϊνασ παλιϐσ δρουγγϊριοσ (952) 1222 και ϋνασ κϐμησ τησ κορτόσ (ανώτεροσ απϐ ςτρατηγϐ 982)1223
αναφϋρονται ωσ κϊτοχοι ϋγγειασ ιδιοκτηςύασ ςτην περιοχό του Κϊςτρου, ενώ πολυϊριθμα ϋγγραφα
που αφοροϑν ςτην Ιεριςςϐ και ςυντϊχτηκαν κατϊ τον 10ο και ςτισ αρχϋσ του 11ου αιώνα
υπογρϊφηκαν απϐ ςτρατιωτικοϑσ αξιωματοϑχουσ. Λ.χ. το ϋγγραφο τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ του 1008
ϋχει ςυνταχθεύ απϐ τον νϋο τουρμϊρχη των τεφανιανών και το υπογρϊφει, μεταξϑ ϊλλων ϋνασ
δρουγγϊριοσ,1224ενώ ωσ μϊρτυρεσ για τα χωρϊφια του Υςεζϋλη, υπογρϊφουν ο Βαςύλιοσ
αποδρογϊριοσ ο Ελαδικϐσ και ο Βλϊςιοσ δρονγϊριοσ Ηεριςςοϑ ο επιλεγϐμενοσ Κακοδόκησ.1225Σα
αξιώματα που ςυνοδεϑουν τισ υπογραφϋσ των μαρτϑρων καταδεικνϑουν την Ιεριςςϐ ωσ ϋδρα
δροϑγγου, πιθανώσ όδη απϐ την πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο, οπϐτε χρονολογεύται η
αναδιοργϊνωςη του ςτρατοϑ των επαρχιών.
Δϑο ϋγγραφα του αρχεύου τησ Ιβόρων (982) που αφοροϑν ςε μια ανταλλαγό ανϊμεςα ςτουσ
κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ και τησ μονόσ Κολοβοϑ απϐ τη μια μεριϊ και τουσ ύδιουσ και τον πρωτοπαπϊ
Νικηφϐρο απϐ την ϊλλη, αρχύζουν με τισ υπογραφϋσ των ενδιαφερομϋνων Ιεριςςιωτών. Σο πρώτο
ϋγγραφο περιλαμβϊνει τουλϊχιςτον 74 ςύγνα, εκ των οπούων τα εύκοςι ανόκουν ςε εκκληςιαςτικοϑσ
και τα τϋςςερα ςε περιςςϐτερο ό λιγϐτερο ιςχυρϐβαθμουσ κοςμικοϑσ αξιωματοϑχουσ. 48 υπογραφϋσ
περιλαμβϊνουν και το ϐνομϊ τουσ αλλϊ δϑο απϐ αυτϋσ, του Λυβεϊνου και του Μϊλκου,1226 δηλώνουν
την ιδιϐτητϊ τουσ ωσ «οικοδεςπϐτεσ», υποδηλώνοντασ ϐτι όταν οι ιδιοκτότεσ των ακινότων, και ϐχι
απλού χωρικού. Η δεϑτερη πρϊξη υπογρϊφεται απϐ 28 ϊτομα, εκ των οπούων οι ϋνδεκα εύναι κληρικού
με διαφορετικό διαβϊθμιςη ςτην ιεραρχύα του κλόρου, οριςμϋνοι εύναι κοςμικού αξιωματοϑχοι αλλϊ
μϐνο τρεισ υπογρϊφουν ωσ οικοδεςπϐτεσ (οι δϑο προηγοϑμενοι και ο τυλιανϐσ,1227 ο οπούοσ
χαρϊςςει το ςύγνο του ωσ εκπρϐςωποσ τησ κοινϐτητασ). Ψσ εκ τοϑτου, ο ϐροσ «οικοδεςπϐτησ»
πρϋπει να αποτελοϑςε τύτλο κοινωνικόσ διϊκριςησ που ϊξιζε τον κϐπο αναφερθεύ γραπτώσ.1228
397
Εκτϐσ απϐ τουσ οικοδεςπϐτεσ, ωσ εκπρϐςωποι τησ κοινϐτητασ, υπογρϊφουν
μεγαλογαιοκτόμονεσ ϐπωσ ο Παρύλοσ1229 και οι «ἂνδρεσ λογϊδεσ τοῦ κϊςτρου Ἰεριςςοῦ», ότοι οι
προϑχοντεσ που προφανώσ ανόκαν ςτα ανώτερα κοινωνικϊ ςτρώματα.1230
Οι οικοδεςπϐτεσ και οι υπϐλοιποι επιφανεύσ Ιεριςςιώτεσ κατοικοϑςαν ςτο οχυρωμϋνο τμόμα
του οικιςμοϑ, ςτην περιοχό ϐπου πιθανώσ, εύχε επιλεγεύ ωσ διοικητικό, ςτρατιωτικό και θρηςκευτικό
ϋδρα. Επρϐκειτο για μια ανερχϐμενη μεςαύα ανώτερη τϊξη, που κατϋχει ακύνητη περιουςύα, εύναι
εγγρϊμματη και εκπροςωπεύ την κοινϐτητα ςε διεκδικόςεισ και δικαςτικϋσ διαμϊχεσ.
ε υψηλό ιεραρχικϊ βαθμύδα τησ τοπικόσ κοινωνύασ, θα πρϋπει να ανόκαν και οριςμϋνοι απϐ
τουσ «οἰκότορεσ τοῦ κϊςτρου» τησ Ιεριςςοϑ, οι οπούοι υπογρϊφουν ςε ϋγγραφο του 927 ωσ
μϊρτυρεσ.1231την πλειονϐτητϊ τουσ όταν ανεξϊρτητοι καλλιεργητϋσ με ϋνα μεςαύασ τϊξησ
οικονομικϐ εκτϐπιςμα. Μεταξϑ αυτών, ο ϊρχοντασ τϋφανοσ και ο κουβουκλόςιοσ τϋφανοσ, εξϋχοντα
πρϐςωπα τησ κοινϐτητασ, εμφανύζονται και ςε πολλϊ ϊλλα αθωνικϊ ϋγγραφα και διακρύνονται ϐχι
μϐνο ωσ κτότορεσ ϋγγειασ ιδιοκτηςύασ αλλϊ κοινωνικϊ ωσ φορεύσ τύτλου (ϊρχων) και αξιώματοσ
(κουβουκλόςιοσ τησ επιςκοπόσ Ιεριςςοϑ).1232
Σα ϋγγραφα των αθωνικών μονών, μασ επιτρϋπουν να παρακολουθόςουμε την πορεύα
οριςμϋνων οικογενειών τησ Ιεριςςοϑ για αρκετϋσ γενιϋσ. Σα μϋλη τουσ εμφανύζονται ωσ διαχειριςτϋσ
των ιδιοκτηςιών τουσ ό ωσ εκπρϐςωποι τησ κοινϐτητασ ςε διϊφορεσ υποθϋςεισ.
Η οικογϋνεια του πρωτοπαπϊ Νικηφϐρου ανόκε ςτην τοπικό ελύτ και εύναι αναμφύβολα μύα απϐ
τισ καλϑτερα τεκμηριωμϋνεσ οικογϋνειεσ τησ Ιεριςςοϑ. Ο Νικηφϐροσ υπογρϊφει ςε πρϊξη του
αρχεύου τησ Ιβόρων που χρονολογεύται ςτα 9821233 και αποτελεύ εγγϑηςη για την ανταλλαγό
χωραφιών ανϊμεςα ςτον πρωτοπαπϊ και τουσ κατούκουσ τησ Ιεριςςοϑ. Σον ξαναςυναντοϑμε το
9851234 ϐταν η μονό Ιβόρων παραχωρεύ ςτην αθωνικό κοινϐτητα «μια αὐλό καύ οἰκόματα πολλϊ καύ
ὂμορφα», τα οπούα εύχε αγορϊςει απϐ τον Νικηφϐρο για το ςυνολικϐ ποςϐ των 7 λιβρών χρυςοϑ.
υνεπώσ, υποθϋτουμε ϐτι ϋνα μεγϊλο μϋροσ τησ αςτικόσ περιουςύασ ο πρωτοπαπϊσ το ϋλαβε για να
το επανεπενδϑςει αλλοϑ. Μια δεκαετύα αργϐτερα εντοπύζουμε τισ επενδϑςεισ αυτϋσ ςτα βϐρεια τησ
Ιεριςςοϑ, ςτο χωριϐ των ιδηροκαυςύων. Ο Νικηφϐροσ εμφανύζεται ςε ϋναν κωδύκελλο
ςυμμετϋχοντασ ςτη διαιτηςύα ανϊμεςα ςτη μονό Ιβόρων και τουσ κατούκουσ των ιδηροκαυςύων το
995.1235Ο ύδιοσ όταν κϊτοχοσ ιδιοκτηςύασ ςτο χωριϐ και εύχε ςκϊψει ϋνα κανϊλι για την καταςκευό
ενϐσ μϑλου. Ο Νικηφϐροσ πεθαύνει μεταξϑ των ετών 995 και 1001. Σην χρονιϊ αυτό ο γιοσ του, ο
398
κουβουκλόςιοσ τϋφανοσ, εκτελεςτόσ τησ διαθόκησ, πουλϊει ςτη μονό Ιβόρων για ακϐμα τϋςςερισ
λύβρεσ χρυςοϑ ϋναν ούκο με ϋξι βαρϋλια, ϋναν αμπελώνα, ϋνα χωρϊφι 100 μοδύων (περύ τα 10
εκτϊρια) και ϋνα λιβϊδι μαζύ με ϐ,τι κατεύχε ςτην Μικρό Αρςενύκεια, καθώσ κι ϋνα κεραμαριϐ, ϋναν
αμπελώνα και ϋναν μϑλο. 1236
Ο γιοσ του, Ιωϊννησ, μερικϊ χρϐνια μετϊ (1017) ανταλλϊςςει με την ύδια μονό «οἴκημα» κοντϊ
ςτο ςπύτι του, το οπούο προϒπόρχε τησ μονόσ Κολοβοϑ και παραχωρεύ το οικϐπεδο αλλϊ χωρύσ την
«ὕλη», καθώσ όταν ςυνόθησ πρακτικό να μεταφϋρουν τα οικόματα ςε διαφορετικϋσ τοποθεςύεσ,
ϐπου επανοικοδομοϑνταν με μεταφορϊ των δομικών τουσ υλικών. ε αντϊλλαγμα, ο Ιωϊννησ παύρνει
τον τϐπο μαζύ με τον φοϑρνο που βρύςκεται δύπλα ςτο εργαςτόριϐ του, το οπούο «δεςπϐζει καύ
κατϋχει ἐπύ χρϐνουσ» και το κληρονϐμηςε απϐ τον πατϋρα του.1237
Μύα ακϐμα ςημαντικό οικογϋνεια που εντοπύζεται ςτην Ιεριςςϐ και εύμαςτε ςε θϋςη να την
παρακολουθόςουμε μϋςα απϐ τα αθωνικϊ ϋγγραφα, εύναι αυτό των Χελλών. Ο πατριϊρχησ, Γεώργιοσ
Χελλϐσ, φαύνεται πωσ πεθαύνει πριν το 1071, αφοϑ η ςϑζυγϐσ του Μαρύα αναφϋρεται ωσ χόρα
Γεωργύου τη χρονιϊ αυτό.1238Σα παιδιϊ τουσ εύναι ο Βαςύλειοσ, ο Μιροτϊσ και η Μαρύα, μητϋρα του
Κωνςταντύνου Πρωτοψϊλτη, τησ Ελϋνησ και του Δημητρύου. 1239Σα παιδιϊ και τα εγγϐνια του
δωρύζουν ςτη μονό Ιβόρων μϋροσ τησ ϋγγειασ περιουςύασ που ϋχουν κληρονομόςει απϐ τον Γεώργιο
και βρύςκεται ςτα Κϊμενα.
Οι ενδεικτικϋσ αυτϋσ περιπτώςεισ επιβεβαιώνουν ϐτι οι οικογϋνειεσ αυτϋσ όταν ςημαύνοντα μϋλη
μιασ τοπικόσ αγροτικόσ ελύτ καθώσ τον πυρόνα τησ οικύασ τουσ αποτελοϑν αγροτικϊ εξαρτόματα,
ενώ ταυτϐχρονα μασ δύνουν πληροφορύεσ για τη μορφό τησ οικύασ μελών τησ επαρχιακόσ
αριςτοκρατύασ καθώσ και για το μϋγεθοσ τησ περιουςύασ τουσ.1240 Για τα μϋλη αυτϊ τησ τοπικόσ
ανώτερησ τϊξησ τησ Ιεριςςοϑ ιςχϑει η διαπύςτωςη του Marvin Becker για την αντύςτοιχη κοινωνικϊ
τϊξη τησ μεςαιωνικόσ Υλωρεντύασ: «Οι επιχειρηματύεσ παρϋμεναν γαιοκτόμονεσ ςτην καρδιϊ τουσ. Η
κληρονομιϊ τουσ διαχωρύζονταν ανϊμεςα ςε αγροικύεσ, αςτικϊ καταςτόματα και οικύεσ ςτην πϐλη. Σο
κοινωνικϐ τουσ status όταν βαθιϊ αγροτικϐ και για τον λϐγο αυτϐ ϋνα μεγϊλο μϋροσ των κερδών απϐ το
εμπϐριο και τισ τϋχνεσ πόγαινε πϊλι πύςω ςτην γη».1241
10.2.3. Κλόροσ
Μϋςα απϐ την περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ, θα επιχειρόςουμε την ςκιαγρϊφηςη τησ διαβϊθμιςησ
και των αρμοδιοτότων του κλόρου ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό, εφϐςον, η Ιεριςςϐσ, εμφανύζεται ςτισ
399
πηγϋσ ωσ ο οικιςμϐσ με τον πιο πολυϊριθμο κλόρο ςτη χερςϐνηςο, μια εικϐνα που ςυμβαδύζει με τα
αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα θρηςκευτικών ιδρυμϊτων μεγαλϑτερησ ό μικρϐτερησ ςημαςύασ.
Οι κληρικού ςυγκαταλϋγονται ςτην ελύτ του χωριοϑ μαζύ με τουσ οικοδεςπϐτεσ και τουσ ϊλλουσ
αξιωματοϑχουσ ακϐμη κι ϐταν η κοινωνικοοικονομικό τουσ κατϊςταςη δεν το δικαιολογεύ. 1242
Υαύνεται ϐμωσ πωσ η ιερϐτητα που εκπηγϊζει απϐ το λειτοϑργημϊ τουσ, τουσ αναβαθμύζει κοινωνικϊ
ύςωσ και οικονομικϊ. τα ϋγγραφα ςυναντϊμε, μεταξϑ ϊλλων, πρωτοπρεςβϑτερουσ, ιερεύσ,
διακϐνουσ, αρκετοϑσ αναγνώςτεσ και ϋναν απλϐ γραμματϋα. Αυτού υπογρϊφουν ςε δικαςτικϋσ
διαμϊχεσ και αγοραπωληςύεσ ακύνητησ περιουςύασ. ε μεταγενϋςτερεσ εποχϋσ, οι κληρικού δεν
εμφανύζονται τϐςο ςυχνϊ ςτισ πηγϋσ, ενώ ο ϐροσ «πρεςβϑτεροσ» ςυνδϋεται με τουσ πρωτϐγερουσ
του χωριοϑ. 1243
Οι κληρικού δεν αςχολοϑνται μϐνο με τα θρηςκευτικϊ τουσ καθόκοντα, ϋχουν γη και εύναι
γεωργού και καλλιεργητϋσ. Αςφαλώσ, η κατοχό αγροτικών εκτϊςεων δεν ςημαύνει κατ’ ανϊγκη ϐτι
τισ καλλιεργοϑςαν οι ύδιοι.
το ϋγγραφο του 982 που αφορϊ τισ αντιδικύεσ μεταξϑ Ιεριςςοϑ και μονόσ Κολοβοϑ, ανϊμεςα
ςτουσ κληρικοϑσ που υπογρϊφουν κϊποιοι εύναι αγρϐτεσ. υνεπώσ, δεν λειτουργοϑν ωσ απλού
μϊρτυρεσ αλλϊ ωσ ςυνδικαιοϑχοι των διαφιλονικοϑμενων εκτϊςεων, ϐπωσ οι υπϐλοιποι
Ιεριςςιώτεσ.1244
την αγροτικό ιεραρχύα, με εξαύρεςη τουσ επιςκϐπουσ, βλϋπουμε ϐτι οι κληρικού βρύςκονται
αρκετϊ χαμηλϊ, ακϐμα και ςε καθεςτώσ παρούκου. Φαρακτηριςτικό εύναι η περύπτωςη του
αρχιδιακϐνου τησ Ιεριςςοϑ Κωνςταντύνου (1008), ο οπούοσ ενώ κατϋχει μια ςημαντικό θϋςη ςτην
εκκληςιαςτικό ιεραρχύα, καταλαμβϊνει μια εξαιρετικϊ μϋτρια βαθμύδα ςτην αγροτικό ιεραρχύα, αφοϑ
δεν εύναι καν ιδιοκτότησ των εκτϊςεων που καλλιεργεύ. 1245
Οι κληρικού λοιπϐν, όταν απϐλυτα προςαρμοςμϋνοι ςτην κοινωνύα του βυζαντινοϑ χωριοϑ.
Εύχαν εκτϊςεισ του ύδιου μεγϋθουσ με τουσ χωρικοϑσ, τισ ύδιεσ υποχρεώςεισ, την ύδια κοινωνικό και
νομικό θϋςη και την ύδια αντιπροςώπευςη.
400
οδόγηςε τουσ αναςκαφεύσ να τοποθετόςουν την εγκατϊςταςη ςτον 7 ο αιώνα.1246 Αντύςτοιχα, ςτην
Ιεριςςϐ, ςτην περιοχό του λιμανιοϑ (οικ. 28 ιδιοκτηςύασ Θωμϊ), εντοπύςτηκε οικιςτικϐ ςϑμπλεγμα με
πολλϋσ επικαλυπτϐμενεσ φϊςεισ, η μια εκ των οπούων αναφϋρεται ϐτι ανόκει ςτουσ 7 ο-8ο αιώνεσ,
χωρύσ, ωςτϐςο, η χρονολϐγηςη να τεκμηριώνεται επαρκώσ.1247
Σα αρχαιολογικϊ ευρόματα και οι χρόςεισ των οικοδομημϊτων, που τα ευρόματα υποδεικνϑουν,
μασ οδηγοϑν ςτη θεωρύα ϐτι, τϐςο ςτη Βρϑα ϐςο και ςτην Ιεριςςϐ, ϋχουμε να κϊνουμε με τομεύσ των
οικιςμών, ϐπου η ζωό ςυνεχύςτηκε και μϊλιςτα οργανωμϋνη ςε ςυγκεκριμϋνεσ ζώνεσ με βϊςη τισ
λειτουργύεσ. τη μεν Βρϑα πρϐκειται για μια ςυνοικύα με παλιϊ δημϐςια κτύρια που ϋχουν επιμεριςτεύ
και τουσ ϋχουν αποδοθεύ νϋεσ χρόςεισ, ςτην δε Ιεριςςϐ πρϐκειται για κτύρια ϊγνωςτων αρχικών
διαςτϊςεων και τϑπων τα οπούα επύςησ μεταςκευϊςτηκαν ςε εργαςτόρια και οικύεσ και φαύνεται ϐτι
οργανώνονται ςε ςυνοικύα αποκαλϑπτοντασ μια οργανωμϋνη προςπϊθεια, μετατροπόσ
ςυγκεκριμϋνων περιοχών των οικιςμών ςε εμπορικϋσ, η οπούα καθορύζεται και ενθαρρϑνεται απϐ την
τοπικό ό ακϐμα και την κεντρικό διούκηςη.
Όςον αφορϊ την παρουςύα των επαγγελμϊτων τησ μεςαύασ τϊξησ ςτην ϑπαιθρο τησ Φαλκιδικόσ,
τα αρχαιολογικϊ ευρόματα εύναι αδιαμφιςβότητα για την αυξανϐμενη κλύμακα βιοτεχνικόσ
παραγωγόσ, που υποδεικνϑει ϋνα ζωντανϐ οικονομικϐ πλαύςιο: γυϊλινα ςκεϑη και κοςμόματα,
υψηλόσ ποιϐτητασ κεραμικό και εξαρτόματα ϋνδυςησ απϐ πολϑτιμα μϋταλλα δεν αποτελοϑν
προώϐντα βαςικών αναγκών και εργαλεύα δουλειϊσ αλλϊ η παραγωγό τουσ ςυνδϋεται με εμπορικϋσ
δραςτηριϐτητεσ.
Η διϊδοςη των βιοτεχνικών δραςτηριοτότων ϋχει ερμηνευτεύ κατϊ καιροϑσ ωσ ςημϊδι τησ
αυξανϐμενησ φτώχειασ των χωρικών ςε ςυνδυαςμϐ με την αυξανϐμενη εξϊρτηςη απϐ τον
γαιοκτόμονα ωσ ςυνϋπεια τησ μεύωςησ αρϐςιμησ γησ και τησ καταπϊτηςησ τησ ιδιοκτηςύασ των
χωρικών απϐ το κρϊτοσ. Ψςτϐςο, αυτϐ δεν φαύνεται να ιςχϑει για τη Φαλκιδικό. Σα ειςαγϐμενα
προώϐντα και η θϋςη τησ χερςονόςου ςε ςημαντικϋσ χερςαιϋσ και θαλϊςςιεσ αρτηρύεσ δεύχνουν ϐτι η
αυξανϐμενη εμπλοκό των χωριών ςτισ βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ εύναι ςημϊδι του
προςανατολιςμοϑ τησ αγροτικόσ παραγωγόσ ςτισ αγορϋσ, μύα τϊςη που ςυνόθωσ αποδύδεται ςε
εξελιςςϐμενεσ προβιομηχανικϋσ οικονομύεσ.
Η περιοχό τησ Βρϑασ, λϐγω τησ θϋςησ τησ εύχε ανεπτυγμϋνη εμπορικό κύνηςη, ϋνα μϋροσ τησ
οπούασ, την εποχό αυτό, διαχειρύζονταν η τοπικό αριςτοκρατύα και οι αθωνικϋσ μονϋσ. Ο μεγϊλοσ
αριθμϐσ εργαςτηρύων, ληνών και υδρϐμυλων που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ και αλλϊζουν κατϊ
καιροϑσ ιδιοκτότεσ μαρτυροϑν τη δραςτηριϐτητα εμπϐρων και βιοτεχνών που αςχολοϑνταν κυρύωσ
με την παραγωγό κραςιοϑ και με την παραγωγό και εμπορύα ςιτηρών. Η δομό των αςτικών
περιουςιών επιβεβαιώνει την ϑπαρξη εμπορικόσ και βιοτεχνικόσ δραςτηριϐτητασ και, κατϊ
401
ςυνϋπεια, τη ςυγκρϐτηςη μιασ διακριτόσ μεςαύασ τϊξησ βιοτεχνών, εμπϐρων αλλϊ και παραγωγών οι
οπούοι αποτελοϑςαν μια απϐ τισ κυρύαρχεσ πληθυςμιακϊ ομϊδεσ.
την Ιεριςςϐ τα μϋλη τησ τϊξησ των μικρομεςαύων κατούκων αναφϋρονται ςτα αθωνικϊ
ϋγγραφα ωσ οι «οἰκότορεσ τοῦ κϊςτρου». Οριςμϋνοι απϐ αυτοϑσ εκπροςωποϑν την κοινϐτητα
θϋτοντασ το ςύγνο τουσ εκ μϋρουσ των υπϐλοιπων κατούκων του οικιςμοϑ. την πλειονϐτητϊ τουσ
ανόκουν ςτην κατηγορύα των μη εξαρτημϋνων ιδιοκτητών γησ μικρόσ και μεςαύασ ϋκταςησ.
Κατϋχουν μικρϊ κτόματα, αρϐςιμα χωρϊφια περιοριςμϋνησ ϋκταςησ, αμπελώνεσ ό περιβϐλια και
ςτην καλϑτερη περύπτωςη μεγαλϑτερεσ εκτϊςεισ καλλιεργόςιμησ γησ ςε προϊςτεια τησ Ιεριςςοϑ και
ακύνητη περιουςύα, που περιλαμβϊνει ςπύτια και εργαςτόρια.1248
Μαρτυροϑνται επύςησ, ϊτομα που λϐγω του προςηγορικοϑ τουσ ονϐματοσ μϊλλον αςκοϑν και
ϊλλο επϊγγελμα παρϊλληλα με αυτϐ του καλλιεργητό (π.χ. του χρυςοχϐου,1249του χαλκωματϊ,1250
του αξιωματοϑχου τησ τοπικόσ επιςκοπόσ, κ.ϊ. 1251). Σουσ παρακολουθοϑμε μϋςα απϐ τα ϋγγραφα να
πωλοϑν, να αγορϊζουν και να ανταλλϊςςουν γη, να κϊνουν δωρεϋσ ακινότων ςε μονϋσ για τη
ςωτηρύα τησ ψυχόσ τουσ και να κληροδοτοϑν την ϋγγεια και ακύνητη περιουςύα τουσ ςτουσ
απογϐνουσ τουσ,1252 να προικοδοτοϑν τισ θυγατϋρεσ τουσ ό και τη διαχειρύζονται ωσ χόρεσ ϐταν
εκλεύπει ο ςϑζυγοσ.1253 ε περύπτωςη ακληρύασ μεταβιβϊζουν την περιουςύα τουσ ςε μονϋσ
ςυμβϊλλοντασ ςτην αϑξηςη τησ γαιοκτηςύασ τουσ.1254
Όλεσ οι παραπϊνω πρϊξεισ προϒποθϋτουν το κοινωνικϐ status τησ ανεξαρτηςύασ και τησ
αυτοδιϊθεςησ και αποδεικνϑουν την παρουςύα του ελεϑθερου αγρϐτη πλϊι ςε αυτό του ιςχυροϑ
μοναςτηριακοϑ ό κοςμικοϑ μεγαλογαιοκτόμονα. 1255
Οι δραςτηριϐτητεσ των εμπϐρων και των τεχνιτών λϊμβαναν χώρα ςτην περιοχό που
οργανώνεται ςτισ υπώρειεσ του λϐφου και ςτο λιμϊνι, ϐπου εντοπύςτηκαν αποθηκευτικού και
εργαςτηριακού χώροι, που ςχετύζονταν με εργαςύεσ ςυναφεύσ με την θϊλαςςα.
1248 Laiou, A. E. “The Byzantine Village (5th-14th Century”, Lefort, Morrisson, Sodini, Les villages dans l’empire byzantin, 31-54, 47 ̇ Lefort, J., «Η
αγροτικό οικονομύα (7οσ-12οσ αιώνασ)», ΟΙΒ, τ. Α΄ (2006), 377-487, 444-445.
1249 Βαςύλειοσ υἱὸσ Νικολϊου Φρυςοχοῦ (Ιviron, Ι, ϋγγρ. 13 (1007) ςτ. 39)
1250 Ἰωϊννησ Φαλκϋοσ (Iviron, Ι, ϋγγρ. 4, (982), ςτ. 8) και Ἀνδρϋασ Φαλκϋοσ (Iviron, Ι, ϋγγρ. 5 (982), ςτ. 7)
1251 τϋφανοσ κουβουκλόςιοσ (Iviron, Ι, ϋγγρ. 12 (1001) ςτ. 1, και ϋγγρ. 13 (1007) ςτ. 6)
1252 Kravari, V., “Les actes privés des monastères de l’Athos et l’unité du patrimoine familial”, D. Simon (ed.), Eherecht und Familiengut in Antike
und Mittelalter, München (1992), 77-88.
1253 Η χόρα Καλύδα, εγγονό του πρεςβϑτερου Βϊρδα, αφόνει προύκα ςτα παιδιϊ τησ Βαςύλειο και Ζωό (Iviron, Ι, ϋγγρ. 16 (1010) ςτ. 36-39)
1254Ο Κωνςταντύνοσ Λαγοϑδησ και η ςϑζυγϐσ του Μαρύα ϐντεσ ϊκληροι μεταβιβϊζουν την περιοριςμϋνη ὑπϐςταςύν τουσ ςτη Μεγύςτη Λαϑρα (
Lavra, I, ϋγγρ. 18 (1014)).
1255 Kaplan 1992, 59, 66
402
10.2.5. Ελεύθεροι Καλλιεργητϋσ
Οι αγρϐτεσ αποτελοϑςαν το μεγαλϑτερο μϋροσ του πληθυςμοϑ τησ Ιεριςςοϑ. Απϐ τουσ χωρικοϑσ,
ϐλοι ϐςοι εκμεταλλεϑονταν την γη δεν όταν και ιδιοκτότεσ. Ψςτϐςο, αυτϐ δεν πρϋπει να ςυνδεθεύ με
ςυγκεκριμϋνη οικονομικό κατϊςταςη καθώσ υπϊρχουν ενοικιαςτϋσ που εμφανύζουν αξιοςημεύωτη
αυτϊρκεια και ιδιοκτότεσ τϐςο φτωχού που δεν μποροϑν να καλλιεργόςουν οϑτε την ύδια τουσ τη
γη.1256Πϊντωσ, φαύνεται απϐ τισ κειμενικϋσ πηγϋσ ϐτι οι μικρού ανεξϊρτητοι χωρικού αποτελοϑν την
πλειοψηφύα του πληθυςμοϑ μϋχρι και τον 12ο αιώνα.
ε μια εποχό που ϋχει ςυνδεθεύ με ριζικϋσ μεταβολϋσ ςτον οικονομικϐ πυρόνα του Κρϊτουσ και
κατ’ επϋκταςη ςτο ςϑνολο των δομών του, η ομϊδα των φτωχών θα πρϋπει να απαριθμοϑςε
περιςςϐτερα μϋλη, ενώ η γεωργύα και οι καλλιϋργειεσ θα εξακολουθοϑςαν να απαςχολοϑν το
μεγαλϑτερο μϋροσ του πληθυςμοϑ παρϊ τη μεύωςη των καλλιεργόςιμων εδαφών ςε ςϑγκριςη με την
προηγοϑμενη περύοδο.
10.2.6. Πϊροικοι
Η διερεϑνηςη τησ ανθρωπογεωγραφύασ δεν θα όταν ολοκληρωμϋνη χωρύσ μια αναφορϊ ςτην
τϊξη των παρούκων ςε ςχϋςη με τη ςυμβολό τησ προκεύμενησ κοινωνικόσ ομϊδασ ςτη γεωγραφικό
κατανομό του πληθυςμοϑ τησ υπαύθρου.
Οι πϊροικοι όταν εξαρτημϋνοι πλόρωσ ό εν μϋρει μιςθωτού αγρϐτεσ, οι οπούοι αποτελοϑςαν την
κινητόριο δϑναμη ςτισ μεγϊλεσ γαιοκτηςύεσ κοςμικών ιςχυρών και κυρύωσ των αθωνικών μονών.
Κατϊ τη διϊρκεια των τελευταύων δεκαετιών τησ βαςιλεύασ των Μακεδονών αυτοκρατϐρων και
μϋχρι την ανϊρρηςη ςτον θρϐνο του Αλεξύου Α’, ανατρϊπηκε ςταδιακϊ η κοινωνικό ηρεμύα και η
οικονομικό ανϊπτυξη. Οι διϊδοχοι του Βαςιλεύου Β’, υπϋθαλπαν τη ςυγκρϐτηςη μιασ πολιτικόσ
αριςτοκρατύασ, η αντανϊκλαςη τησ οπούασ διακρύνεται ςτην περιφϋρεια με την ενύςχυςη των
προνομύων των μεγαλογαιοκτημϐνων ϋναντι των αςθενϋςτερων οικονομικϊ τϊξεων. Απϐ τισ αρχϋσ
του 11ου αιώνα, η δημοςιονομικό ϑφεςη μεγϊλωνε εξαντλώντασ τη φοροδοτικό ικανϐτητα των
αγροτών ϋναντι των πλουςύων, οι οπούοι, αγορϊζοντασ διοικητικϊ και φοροειςπρακτικϊ αξιώματα
απϐ το κρϊτοσ, καθιςτοϑςαν τα φορολογικϊ βϊρη που επϋβαλαν ςτουσ χωρικοϑσ απρϐβλεπτα και
δυνητικϊ αβϊςτακτα. Οι τελευταύοι αναγκϊζονταν να καταφϑγουν ςε μεγαλοκτηματύεσ τησ περιοχόσ
τουσ των οπούων γύνονταν πϊροικοι, με κύνητρο την απαλλαγό απϐ βαρεύσ φϐρουσ.
ε αυτϐ το ςϑςτημα προοδευτικόσ φεουδαλοπούηςησ, ο χωρικϐσ βρϋθηκε εξαρτημϋνοσ απϐ
κοςμικοϑσ και θρηςκευτικοϑσ γαιοκτόμονεσ, τϐςο οικονομικϊ, αφοϑ μϋροσ τησ παραγωγόσ του
αποδιδϐταν ςτον γαιοκτόμονα αλλϊ και νομικϊ, απϐ τη ςτιγμό που αναμενϐταν να εγκαταςταθεύ και
να παραμεύνει ςτη γη που καλλιεργοϑςε. Ϊτςι, ενώ ο πϊροικοσ εύχε δικαιώματα1257 και επ’ ουδενύ δεν
403
θεωροϑνταν ςκλϊβοσ, η υπαγωγό του ςε κϊποιον αφϋντη όταν οπωςδόποτε πραγματικό. Εξύςου,
πραγματικό όταν ενύοτε και η αντύδραςό του ςε αυτϐ το καθεςτώσ που ςυχνϊ εκφραζϐταν παθητικϊ
με τη φυγό απϐ τα κτόματα του ιδιοκτότη.1258
Ο αυτοκρϊτορασ εύχε την αρμοδιϐτητα να χορηγεύ ςε όδη εγκαταςταθϋντεσ παρούκουσ ό ςε
ϐςουσ επρϐκειτο να εγκαταςταθοϑν ςε μια ιδιοκτηςύα το δικαύωμα τησ «εξκουςςεύασ» μερικόσ ό
πλόρουσ ςε ςχϋςη με υποχρεώςεισ και φϐρουσ απϋναντι ςτο δημϐςιο. Πολλού ιςχυρού επεδύωκαν
αυτϋσ τισ ελαφρϑνςεισ προκειμϋνου να προςελκϑςουν περιςςϐτερουσ παρούκουσ1259αφοϑ, εκτϐσ απϐ
την κατοχό τησ γησ, τουσ ενδιϋφερε και ο ϋλεγχοσ των παραγωγικών δυνϊμεων. 1260 Σην ύδια εποχό, ο
αυτοκρϊτορασ επεχεύρηςε να περιορύςει τον αριθμϐ των παρούκων που δώριζε ςτουσ ιςχυροϑσ.
τϐχοσ όταν να αποτραπεύ η κινητικϐτητα των παρούκων απϐ το ϋνα κτόμα ςτο ϊλλο και η ερόμωςη
των χωριών λϐγω τησ μετακύνηςησ του πληθυςμοϑ προσ τισ μεγϊλεσ ιδιοκτηςύεσ.
τισ απογραφϋσ των αθωνικών μονών οι πϊροικοι αναφϋρονται με βϊςη την περιουςύα τουσ ςε
κτόματα και ςε υποζϑγια. Οι «ζευγαρϊτοι» όταν μια φορολογικό κατηγορύα παρούκων που κατεύχαν
γη, με ϋκταςη που μπορουςε να καλλιεργηθεύ απϐ ϋνα ζευγϊρι βϐδια. Η δεϑτερη ομϊδα, οι «βοώδϊτοι»
κατεύχαν φορολογόςημη γη ςτη μιςό ϋκταςη απϐ τουσ προηγοϑμενουσ, αφοϑ μποροϑςε να αρωθεύ
απϐ ϋνα βϐδι, ενώ οι «ακτόμονεσ» εύχαν τϋςςερισ φορϋσ μικρϐτερη ϋκταςη καλλιεργόςιμησ γησ. Ο
φύςκοσ επύςησ αναγνώριζε ανθρώπουσ που δεν εύχαν ςτϋγη, γη ό ζώα. Όςοι ανόκαν ςε αυτό την
ομϊδα αναφϋρονται ωσ «ελεϑθεροι» γιατύ δεν εύχαν υποχρεώςεισ απϋναντι ςτο δημϐςιο ό ςε κϊποιον
ιδιοκτότη και αποτελοϑςαν μια ομϊδα χωρικών απϐ τουσ οπούουσ «ςτρατολογοϑνταν» οι πϊροικοι
ενϐσ υποςτατικοϑ.
Οι περιςςϐτεροι πϊροικοι των κεντρικών οικιςμών δεν ζοϑςαν εντϐσ του κϊςτρου αφοϑ
ςυνόθωσ εύχαν ςπύτια και κϊποιο αμπϋλι ό χωρϊφι ςε κοντινό απϐςταςη, ενώ ελϊχιςτοι κατεύχαν
οικόματα και εντϐσ του κϊςτρου. 1261
Η οργϊνωςη τησ παραγωγόσ ενϐσ ςπιτιοϑ κϊποιου χωρικοϑ εύτε ςε κρατικό γη εύτε ςε κτόμα
χαρακτηριζϐταν απϐ πολυκαλλιϋργεια και πολυδραςτηριϐτητα. Οι πηγϋσ δεύχνουν ϐτι ςε ποςοςτϐ
74% - 96¿, οι πϊροικοι κατεύχαν αμπελώνεσ, κυρύωσ για ιδύα κατανϊλωςη αλλϊ υπϊρχουν και
περιπτώςεισ παρούκων που κατεύχαν 20 και πϊνω μοδύουσ απϐ αμπελώνεσ, η παραγωγό των οπούων
ςύγουρα προοριζϐταν για τισ αγορϋσ.1262
Εκτϐσ απϐ το γεγονϐσ ϐτι οι πϊροικοι αποτελοϑςαν την κϑρια εργατικό δϑναμη ςτισ αγροτικϋσ
εναςχολόςεισ, πλόρωναν επύςησ αρκετϊ τϋλη: φϐρουσ για την βϐςκηςη των ζώων τουσ, για την
χρϐνια ϐπωσ φαύνεται ςε ϋγγραφο του 11ου αιώνα. Lemerle, P., Esquisse pour une histoire agraire de Byzance, les sources et les problèmes,
Revue historique 219, (1958), III, 87
1258 Laiou 1977, 6
1259 Lavra I, ϋγγρ. 6 (974), Iviron I, ϋγγρ. 2 (975), ϋγγρ. 10 (996)
1260 Laiou 1977, 5
1261 Laiou 1977, 37
1262 Ό.π., 172-174
404
πληρωμό τοπικών αξιωματοϑχων, για τη χρόςη του εξοπλιςμοϑ του γαιοκτόμονα για την
επεξεργαςύα του λιναριοϑ. Ϊνα ϋγγραφο του 11ου αιώνα απαριθμεύ τισ επιβαρϑνςεισ απϐ τισ οπούεσ
απαλλϊςςονταν οι πϊροικοι τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ. Αυτϋσ ςυμπεριλϊμβαναν φϐρουσ για τη
διατόρηςη του ςτρατοϑ και των οχυρών, δωρεϋσ φαγητοϑ και ϐπλων ςτον ςτρατϐ, φϐρουσ για τη
διατόρηςη των δικαςτών, επιβεβλημϋνεσ πωλόςεισ μουλαριών, γαώδουριών, βοδιών και αλϐγων. Ο
κατϊλογοσ περιλαμβϊνει και υπηρεςύεσ για την καταςκευό γεφυριών, δρϐμων και τειχών.1263
Η Βρϑα εύναι μια απϐ τισ ελϊχιςτεσ περιπτώςεισ οικιςμών που φαύνεται πωσ παρϋμεινε
ανεξϊρτητη μϋχρι την ερόμωςό τησ ςτο τϋλοσ του 13ου ό ςτισ αρχϋσ του 14ου αιώνα. Εύναι
χαρακτηριςτικϐ ϐτι δεν αναφϋρεται οϑτε ϋνασ πϊροικοσ εντϐσ του οικιςμοϑ παρϐλο που η ϑπαιθροσ
χώρα αποτελεύ τον κατεξοχόν παραγωγικϐ χώρο των αθωνιτών, τα ϋγγραφα των οπούων διαςώζουν
τα ονϐματα των παρούκων τησ υπαύθρου του Κϊςτρου των Βρυών.
Απϐ τον 11ο αιώνα μϋροσ κϊποιων χωριών ό ακϐμα και ολϊκερα χωριϊ πϋραςαν ςτην ιδιοκτηςύα
κϊποιου ιςχυροϑ κοςμικοϑ ό μοναχοϑ με αποτϋλεςμα τη ςημαςιολογικό διεϑρυνςη του ϐρου
«πϊροικοσ» και τη ςυνακϐλουθη ςϑγχυςη ςτην ερμηνεύα του, κυρύωσ ςτην πρϊξη. Ενδεικτικϐ
χαρακτόρα αυτόσ τησ ςυγκεχυμϋνησ μεταβατικόσ φϊςησ ϋχει ϋνα χρυςϐβουλλο (1081) του Αλεξύου
Α’, προσ τουσ μοναχοϑσ τησ μονόσ Μεγύςτησ Λαϑρασ.1264
υγκεκριμϋνα, ο Αλϋξιοσ, εύχε δώςει ςτον αδελφϐ του Αδριανϐ το δικαύωμα να ειςπρϊττει τουσ
κρατικοϑσ φϐρουσ που καταβϊλλονταν ετηςύωσ απϐ τουσ κατούκουσ τησ Καςςϊνδρειασ, ϐπου οι
μοναχού τησ Λαϑρασ διατηροϑςαν περιουςύα. Οι τελευταύοι φοβοϑμενοι μόπωσ θεωρηθοϑν πϊροικοι
του Αδριανοϑ κατϋθεςαν αύτημα ςτον αυτοκρϊτορα προκειμϋνου να διαςαφηνύςει την κατϊςταςη. Ο
Αλϋξιοσ διαςκϋδαςε τισ ανηςυχύεσ τουσ διαβεβαιώνοντϊσ τουσ ϐτι θα ςυνϋχιζαν να ϋχουν την
κυριϐτητα των γαιών τουσ μϐνο που αντύ να καταβϊλλουν το ετόςιο τϋλοσ ςτο δημϐςιο θα το
κατϋβαλαν ςτον Αδριανϐ, απϋναντι ςτον οπούο δεν θα εύχαν καμιϊ ϊλλη υποχρϋωςη.
Αυτϐ το ϋγγραφο εύναι ςημαντικϐ γιατύ αποκαλϑπτει την επύςημη θϋςη τησ αυτοκρατορύασ για
τη διϊκριςη ςε ςχϋςη με την καταβολό φϐρων ςε ιδιώτη και την υπαγωγό ςε αυτϐν με το καθεςτώσ
του παρούκου. Ο Αλϋξιοσ θεωροϑςε ϐτι δεν ϊλλαζε κϊτι ςτο νομικϐ καθεςτώσ των παρούκων ό τησ
κατοχόσ ϋγγειασ περιουςύασ με την μετακϑληςη των φοροειςπρακτικών αρμοδιοτότων ςτον
Αδριανϐ. Η παραχώρηςη, ςόμαινε μονϊχα τη μεταφορϊ του τϋλουσ, που ϐφειλαν οι πϊροικοι για την
ϋγγεια ιδιοκτηςύα τουσ και για τα ζώα τουσ και ϐχι την μετατροπό τουσ ςε παρούκουσ. Εν τοϑτοισ, ο
Αδριανϐσ το ϋβλεπε διαφορετικϊ αφοϑ εύχε ϋρθει ςε ςϑγκρουςη όδη με ϊλλουσ γαιοκτόμονεσ για τα
εδϊφη τουσ, ςϑμφωνα με τουσ μοναχοϑσ.
Σϋλοσ, αξύζει να επιςημανθεύ η διπλό υπαγωγό των παρούκων τησ Καςςϊνδρειασ, οι οπούοι
πλόρωναν μεν τουσ φϐρουσ ςτον Αδριανϐ αλλϊ παρϋμεναν πϊροικοι τησ Λαϑρασ, ςτην οπούα
ϐφειλαν και το υπϐλοιπο των υποχρεώςεών τουσ.
405
τον οικιςμϐ τησ Ιεριςςοϑ και ςτα περύχωρϊ του, μαρτυροϑνται τον 10ο αιώνα ςποραδικϊ
πϊροικοι που ϋχουν παραχωρηθεύ με αυτοκρατορικϋσ δωρεϋσ ςτα μοναςτόρια, τα οπούα ϋχουν
κτόςεισ ςτην περιοχό και ςυνοδεϑονται απϐ φοροαπαλλαγϋσ. τα 959-960 ο Ρωμανϐσ Β’ δωρύζει με
χρυςϐβουλλο ςτη μονό Κολοβοϑ 40 ατελεύσ παρούκουσ ωσ αποζημύωςη για την ϋγγεια περιουςύα τησ
ςτην περιοχό τησ Ιεριςςοϑ που χϊθηκε απϐ τουσ «κλϊβουσ Βουλγϊρουσ», 1265 ενώ το 974 ςε ιγύλλιο
του Εκπροςώπου Θεςςαλονύκησ και τρυμϐνοσ υμεών, ςτο πλαύςιο πολιτικόσ επαναφορϊσ των
παρούκων του δημοςύου ςτα κτόματα του κρϊτουσ, η Μεγύςτη Λαϑρα εμφανύζεται να κατϋχει 32 μη
δημοςιϊριουσ Ιεριςςιώτεσ παρούκουσ. Απϐ αυτοϑσ οι 22 όταν εγκατεςτημϋνοι ςτην Ιεριςςϐ και οι
ϊλλοι ςτουσ Νομεριςτϋσ και ςε ϊλλα προϊςτεια. Οι πϊροικοι αναφϋρονται «κατ’ ϐνομα»,
απαλλϊςςονται απϐ οποιαδόποτε επιβϊρυνςη και ςτρατιωτικό υποχρϋωςη και ανόκουν ςτη μονό.
ε ϋγγραφο του 1061 του Νικηφϐρου Βοτανειϊτη καταγρϊφεται λύςτα των παρούκων που
ανόκουν ςτη μονό Ιβόρων. Λύγα χρϐνια αργϐτερα, ςε πρακτικϐ του 1104 καταγρϊφονται οι κτόςεισ
τησ μονόσ ςτην περιοχό Ιεριςςοϑ. Διαβϊζουμε τα ονϐματα 24 παρούκων ςτα προϊςτεια του Αγύου
Νικολϊου, 8 ςτον Προαϑλακα και 39 ςτο προϊςτειο των Καμϋνων.1266
Οι αραιϋσ αναφορϋσ «ατελών παρούκων» ςτην περιοχό, εξαρτώμενων απϐ τισ γειτονικϋσ
αθωνικϋσ μονϋσ δεν διαφοροποιοϑν τισ κοινωνικϋσ δομϋσ τησ αγροτικόσ κοινωνύασ. Αποτελοϑν ϐμωσ
τα πρώτα ςυμπτώματα ενϐσ φαινομϋνου που επεκτεύνεται απϐ την εποχό των Κομνηνών και μετϊ
και προοιωνύζουν την αποδυνϊμωςη τησ κοινϐτητασ και τη ςταδιακό εξαφϊνιςη του ελεϑθερου
αγρϐτη ωσ τον 14ο αιώνα. 1267
1265 Iviron, IΙ, ϋγγρ. 32, ςτ. 10-13 και ςχϐλια ςτη ς. 81. Επύςησ, Dölger, Fr., “Ein Fall slavischer Einsiedlung im Hinderland von Thessalonike im 10.
Jahrhundert”, Sitzungsberichte der Bayer. Akad. der Wiss. Phil.-hist. Klasse, 1, München (1952), 6-9 και Παπαχρυςϊνθου 1992, 128-129 και
υποςημ. 262.
1266 Iviron II, εγγρ. 33 (1061)
1267 Kaplan 1992 , 68-70
1268 Lefort 2002, 428
406
εξαρτώμενη απϐ αυτόν επϋκταςη των καλλιεργειών και η αϑξηςη του αριθμοϑ των μοναςτηριακών
παρούκων ϊςχετα με την ϋκταςη των καλλιεργοϑμενων εκτϊςεων.1269
Η δημογραφικό κϊμψη επϋρχεται ςτην πορεύα του 14ου αιώνα και ωσ ςυνϊρτηςη των
επιδρομών των Καταλανών ςτισ αρχϋσ του αιώνα, των εμφυλύων πολϋμων αφενϐσ των δϑο
Ανδρονύκων (1321-1322 και 1327-1328), αφετϋρου του Ιωϊννη τ΄ με το Ιωϊννη Ε΄, τησ ςερβικόσ
παρουςύασ ςτη χερςϐνηςο, των τουρκικών επιδρομών και φυςικϊ τησ πανώλησ.
Η αραύωςη τησ εγκατούκηςησ του χώρου ςυναρτϊται αςφαλώσ απϐ τισ δημογραφικϋσ
διακυμϊνςεισ. τα ϋγγραφα ϊλλοτε δηλώνεται ςαφώσ η ερόμωςη ενϐσ τϐπου και ϊλλοτε ςυνϊγεται
ϋμμεςα με τη χρόςη του ϐρου παλαιοχώριον ό παλαιϐκαςτρον προκειμϋνου για τοπωνϑμια. Ϊωσ το
τϋλοσ του 15ου αιώνα ϋχουν καταγραφεύ ςτη δυτικό Φαλκιδικό 24 ϋρημα χωρύα. Απϐ αυτϊ μϐνο ϋξι
εγκαταλεύπονται ώσ το 1300.1270 Σα υπϐλοιπα 18 χωριϊ1271, ερημώνονται απϐ το 1321 ωσ το 1409.
Ψςτϐςο, η πανώλη του 1347 πρϋπει να θεωρηθεύ η βαςικό αιτύα εγκατϊλειψησ των οικιςμών αυτών
εύτε λϐγω φυςικοϑ αφανιςμοϑ του πληθυςμοϑ εύτε λϐγω μετακύνηςησ ςε ορεινϐτερουσ και πιο
υγιεινοϑσ τϐπουσ. Απϐ τον 15ο αιώνα πολλϊ απϐ αυτϊ τα ϋρημα χωριϊ επανακατοικοϑνται.1272
1269 Lefort 2006Β, 74 ̇ Dunn, Α.,“The Exploitation and Control of Woodland and Scrubland in the Byzantine World”, BMGS 16 (1992), 235-298,
244-246.
1270 Ωκλου, Κουρκοϑτη, Κρανϋα, Παλαιοχώριον, Πτελϋα και Σζϋχλιανη
1271 Λυγϋα, Αβραμύται, Μαριανϊ, Νεοχώριον, Αντιγϐνεια, Γαβρύανη, Γϋννα, Κατακαλό, Κρϑα Πηγϊδια, Καρκϊρα, Λωρωτϐν, Μεςημϋρη,
Μυςτϊκωνεσ, Όξυνον, Παναγύα, Αγύα Ευφημύα, Αγύα Μαρύνα, αρανταρϋα
1272 Κολοβϐσ 2000, 101-113 ̇ Μπιμπύκου-Ἀντωνιϊδη 1996, 61-62.
1273 Maksimović, L.“Charakter der sozial-wirtschaftlichen Struktur der spätbyzantinischen Stadt (13.-15. Jh)”, JÖB 31/1 (1981) 149-188 ̇
Hrochov|, V., “Some Specific Features of Byzantine Cities in the 13th till the 15th Centuries” Byzantinoslavica 55 (1994), 347-359 ̇ Matschke, Κ.-
P. - Tinnefeld, F., Die Gesellschaft im späten Byzanz: Gruppen, Strukturen und Lebensformen, Böhlau, Köln-Weimar-Wien (2001), 106 κ.ε. ̇ Smyrlis,
Κ., La fortune des grands monastères byzantins, fin du Xe milieu du XIVe siècle, Centre de Recherche d’Histoire et Civilisation de Byzance- Collège
de France, Monographies 21, Paris (2006), 54-55, 48.
1274 Κιουςοποϑλου, Σ., «’Αςτού’ και ‘αγρούκοι’ κατϊ την Τςτεροβυζαντινό εποχό», ςτησ ύδιασ (επιμ.), Οι βυζαντινϋσ πϐλεισ (8οσ-15οσ αιώνασ).
Προοπτικϋσ τησ ϋρευνασ και νϋεσ ερμηνευτικϋσ προςεγγύςεισ, Υιλοςοφικό χολό Πανεπιςτημύου Κρότησ, Ρϋθυμνο (2012), 253-262, 260
407
και προςκαθημϋνουσ ςχεδϐν ςε ϐλη τη Μακεδονύα και το βϐρειο Αιγαύο.1275 Παρϐμοια όταν η δρϊςη
και των ϊλλων μεγϊλων αθωνικών μονών Βατοπεδύου, Ιβόρων και Φιλανδαρύου.1276
ε ςυνϊρτηςη με τα παραπϊνω αναδϑθηκε μια νϋου τϑπου οικιςτικό οργϊνωςη ςτη χερςϐνηςο
παρϊλληλα με τα γνωςτϊ όδη απϐ τα μεςοβυζαντινϊ χρϐνια χωρύα. Οι πυρόνεσ των οικιςτικών
κϋντρων διαςπϊςτηκαν και αντικαταςτϊθηκαν απϐ ευτελό οικιςτικϊ ςυγκροτόματα που
οργανώνονταν γϑρω απϐ τουσ φορεύσ τησ ϋγγειασ περιουςύασ και κατοικοϑνταν απϐ παρούκουσ.
10.3.2. Ελύτ
Η αριςτοκρατικό τϊξη τησ υςτεροβυζαντινόσ κοινωνύασ τησ Φαλκιδικόσ δεν εύναι ομοιογενόσ.
Απαρτύζεται απϐ μια κινητικό αριςτοκρατικό ελύτ ςτρατιωτικών και διοικητικών αξωματοϑχων,
διοριςμϋνων απϐ την Πρωτεϑουςα και οριςμϋνων μελών τησ ανώτερησ τϊξησ τησ Θεςςαλονύκησ
χωρύσ τοπικϊ ερεύςματα και απϐ ϋνα ςϑνολο τοπικών ομϊδων που ανόκουν ςε μια μεςαύα ανώτερη
τϊξη και τα μϋλη τουσ ςυνϋχει μια ιςχυρό αύςθηςη του τϐπου. Η δυναμικό αυτό τοπικό ελύτ των
κεντρικών οικιςμών ςυμπεριλαμβϊνει εϑπορουσ κοςμικοϑσ, αξιωματοϑχουσ αλλϊ και κληρικοϑσ με
κοςμικϋσ δραςτηριϐτητεσ και δικαιοδοςύεσ, που λειτουργοϑν ςυλλογικϊ με ενιςχυμϋνο το αύςθημα
τησ ευθϑνησ απϋναντι ςτην κοινϐτητα.
Η ςημαντικϐτερη ύςωσ ομϊδα ιςχυρών, αυτό την εποχό, εύναι τα αθωνικϊ μοναςτόρια.
Διαθϋτουν οικονομικό και πνευματικό ιςχϑ και ιςχυρϊ πολιτικϊ ερεύςματα και επιδιώκουν να
επεκταθοϑν ςτο αγροτικϐ και ςτο αςτικϐ τοπύο και να πϊρουν τον ϋλεγχο τησ γησ και των
ςημαντικϐτερων οικονομικών δραςτηριοτότων τησ χερςονόςου.
Η Βρϑα παραμϋνει και ςτον 12ο αιώνα ϋνα κϋντρο με αςτικϋσ λειτουργύεσ τοπικόσ εμβϋλειασ ςτο
κϊμπο τησ Καλαμαρύασ, ϐπωσ διαφαύνεται ςτισ οικιςτικϋσ δομϋσ και τα λοιπϊ υλικϊ κατϊλοιπα που
χρονολογοϑνται ςε αυτό την περύοδο. Οριςμϋνοι φορεύσ τύτλων που εύναι ταυτϐχρονα γαιοκτόμονεσ,
ϐπωσ ο τουρμϊρχησ Μοςχονϊσ Καρβϋοσ, ςυγγενόσ των Γυμνών1277, ό ο Ευςτϊθιοσ Πεδιϊςιμοσ, για
τον οπούο ϋχει γύνει λϐγοσ, ϋχουν ϋδρα τη Βρϑα και μϊλλον ςυγκροτοϑν μια τοπικό ελύτ τησ γησ που
δρα καθϐλο τον 12ο αιώνα.
Σο αυτοκρατορικϐ ενδιαφϋρον για την πεδιϊδα τησ Καλαμαριϊσ βαύνει αμεύωτο μϋχρι και το
τϋλοσ του 14ου αιώνα, οπϐτε ο Ιωϊννησ Ε’ Παλαιολϐγοσ, ςε πρϐςταγμϊ του (1375) εκποιεύ τον
Πϑργο ςτα Μαριανϊ προσ χϊριν τησ μονόσ Δοχειαρύου. Σο κτόμα των Αμαριανών ανόκε μϋχρι τϐτε
ςτον μϋγα δομϋςτικο Δημότριο Παλαιολϐγο θεύο του Ιωϊννη Ε΄ Παλαιολϐγου.1278
1275 Lavra, IV, 69-73, 78-110 ̇ Smyrlis 2006, 38-42, 47-48, 96-98 ̇ Ματθαύου 2006, 105-127
1276Vatopedi I, εγγρ. 43 (1308-1312), not. 242
1277 Πρϐκειται για εξ αγχιςτεύασ ςυγγενό του πρωτοςπαθϊριου Θεϐδωρου Γυμνοϑ, μϋλουσ επιφανοϑσ οικογϋνειασ, γνωςτόσ όδη απϐ τον 10ο
αι. και αναφϋρεται ςτο ϋγγραφο ωσ: (ὁ) ἐν τῇ διοικόςει Θεςςαλονύκησ ἐνορύα τῶν Βρυῶν διακεύμενοσ, βλ. Esphigménou, ϋγγρ. 5, ςτ. 8-9 και
ςχϐλια ςτη ς. 55.
1278 Dölger 1948, εγγρ. Ν. 20 (1375)
408
Σον 12ο αιώνα, αυξϊνει το ενδιαφϋρον και των μελών τησ μεςαύασ ανώτερησ αριςτοκρατύασ τησ
Θεςςαλονύκησ για τα εδϊφη τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ και ςυνϊμα πληθαύνουν οι μαρτυρύεσ για την
απϐκτηςη εκτϊςεων ςτην περιφϋρεια του κϊςτρου των Βρυών. υγκεκριμϋνα, πριν απϐ το 1104, ο
καύςαρασ Νικηφϐροσ Μελιςςηνϐσ δωρύζει ςτον αμουόλ Βοϑρτζη το προϊςτειον του Ρουςαύου, που
βριςκϐταν ςτην επικρϊτεια του Κϊςτρου των Βρυών. Αυτό η ιδιοκτηςύα πϋραςε ςτα παιδιϊ του
αμουόλ, τον μϊγιςτρο Νικηφϐρο Βοϑρτζη και την αδερφό του Ευδοκύα. Σο 1117, επ’ ευκαιρύασ μιασ
ανταλλαγόσ με τον Νικηφϐρο Βοϑρτζη, η μονό Δοχειαρύου απϋκτηςε ϋνα μϋροσ τησ ιδιοκτηςύασ.
Η οικογϋνεια Βοϑρτζη ανόκει ςτην ςτρατιωτικό αριςτοκρατύα με καταβολϋσ ςτην περιοχό του
Ευφρϊτη. Ο αμουόλ ςυμμετεύχε ςτην ςυνομωςύα εναντύον του Κωνςταντύνου Η΄. Απϐ τα μϋςα του
11ου αιώνα ϐμωσ και εξόσ θεωροϑνταν απϐ τισ πλϋον ευγενεύσ οικογϋνειεσ με ςτενϋσ ςχϋςεισ με τουσ
Μελιςςηνοϑσ. 1279 Η θϋςη τησ οικογϋνειασ παρακμϊζει τον 12ο αιώνα, ϐπωσ διαφαύνεται και απϐ το
πωλητόριο ϋγγραφο τησ Ευδοκύασ, η οπούα ςτα 1108 χόρα πια του ςπαθϊριου τϋφανου Ραςοπϐλη
εκποιεύ την περιουςύα τησ. Λύγα χρϐνια μετϊ, ςτα 1112 αναφϋρεται ωσ κϊτοχοσ του Προαςτεύου
Ιςοϑνα, επύςησ γνωςτϐ ωσ προϊςτειο «του Πλαςταρϊ», ϐπωσ όταν το ϐνομα του παπποϑ τησ και
«του Βουρύωνοσ», ϐπωσ του πατϋρα τησ. Ο πατϋρασ τησ Ευδοκύασ, Γρηγϐριοσ Βουρύων, που πϋθανε
πριν το 1112, όταν μϋλοσ τησ μικρόσ τοπικόσ ελύτ και κατεύχε τον –ϐχι και τϐςο ςημαντικϐ για την
εποχό- τύτλο του πατρικύου επύ του πανθϋου.1280
Όςον αφορϊ τον Νικηφϐρο Βοϑρτζη, αναφϋρεται ωσ πρϐεδροσ, εύχε ςυμμετοχό ςτη διούκηςη και
αποτελοϑςε μϋλοσ τησ τοπικόσ ελύτ ενώ διϋθετε πλοϑςια οικύα και πολυϊριθμα καταςτόματα ςτη
Θεςςαλονύκη.1281 Απϐ την ύδια οικογϋνεια καταγϐταν και ο Γεώργιοσ Βοϑρτζησ αρχιεπύςκοποσ
Αθηνών τον 12ο αιώνα. Σελευταύα αναφορϊ ςτην οικογϋνεια γύνεται κατϊ τον 15ο και 16ο αιώνα,
οπϐτε αναφϋρεται ςε μετϐχι τησ μονόσ Καςταμονύτου ςτο Μυριϐφυτο που μαρτυρεύται και το 1415
και ςτον βακουφναμϋ του 1519, ο ναϐσ του αγύου Νικολϊου του Βοϑρτζη.1282
Η οικογϋνεια των Μελιςςηνών αναφϋρεται ςε ϋγγραφα τησ Λαϑρασ.1283 ϑμφωνα με τισ πηγϋσ,
απϐ τον 9ο μϋχρι τον 11ο αιώνα, οι Μελιςςηνού υπηρϋτηςαν ωσ ςτρατιωτικού διοικητϋσ και διοικητϋσ
θεμϊτων. Η οικογϋνεια διατόρηςε την ιςχϑ τησ και τον 11ο αιώνα, ενώ τον 12ο αιώνα τα μϋλη τησ
υπηρετοϑν ςε δημϐςια αξιώματα.1284Ο ύδιοσ ο καύςαρασ Νικηφϐροσ Μελιςςηνϐσ, μετϊ την
επανϊςταςη εναντύον του Νικηφϐρου Γ’ Βοτανειϊτη, επϋςτρεψε ςτη Θεςςαλονύκη με ϊδεια του
Αλεξύου Α’ Κομνηνοϑ και απϋκτηςε μεγϊλεσ εκτϊςεισ γησ ςτη δυτικό Φαλκιδικό.
409
Ϊνασ μεγϊλοσ αριθμϐσ γαιοκτημϐνων ανόκει ςτην αριςτοκρατύα τησ Θεςςαλονύκησ, ϐπωσ ο
Ανδρϐνικοσ Δοϑκασ, ο οπούοσ το 1112 ϋφερε τον πολϑ ςημαντικϐ τύτλο του ςεβαςτοϑ και
ςυγκϋντρωνε τισ αρμοδιϐτητεσ του Δοϑκα και πραύτωρα Θεςςαλονύκησ και ερρών.1285
Για τον 13ο αιώνα οι πηγϋσ περιορύζονται δραματικϊ. Πληροφοροϑμαςτε μονϊχα ϐτι κϊποιοσ
πρωτοβεςτιϊριοσ Δημότριοσ Μουρινϐσ αγορϊζει εδϊφη ςτην Αντιγϐνεια.
Ο 14οσ αιώνασ εύναι καλϊ τεκμηριωμϋνοσ ϐςον αφορϊ ςτην κατανομό των κτημϊτων τησ
περιφϋρειασ του ϋρημου πια κϊςτρου των Βρυών ςε μϋλη τησ μεςαύασ ανώτερησ τϊξησ, ςτισ
αθωνικϋσ μονϋσ και ςε κοςμικοϑσ και θρηςκευτικοϑσ αξιωματοϑχουσ.
Σο 1302, ο ιερομϐναχοσ Αθανϊςιοσ Μεταξϐπουλοσ κατεύχε ςτην Καλαμαριϊ, χϊρη ςε ϋνα
πρϐςταγμα, τη μονό τησ Παναγύασ του Λινοβροχεύου. Μετϊ τον θϊνατϐ του, η μονό πϋραςε μαζύ με
ϐλα τα υπϊρχοντα ςτην μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ. Μϋχρι τα 1309 η Λαϑρα κατϐρθωςε να αποροφόςει
το ςϑνολο ςχεδϐν των εδαφών που περιϋβαλαν το ϋρημο κϊςτρο.1286
Η μονό Ιβόρων αποκτϊ το 1321 τη γη τησ Αγύασ Σριϊδασ απϐ τον Φρυςϊφη Βρανϊ, που με τη
ςειρϊ του τα εύχε αποκτόςει απϐ τον αργυραμοιβϐ Μαγκαφϊ, ενώ την ύδια χρονιϊ απογρϊφονται τα
δύκαια τησ μονόσ Δοχειαρύου και του ςτρατιώτη Νεοκαςτρύτη μαζύ με γη 900 μοδύων, την
επονομαζϐμενη γη του Γαζό. Μετϊ το 1321, τα εδϊφη απϐ τα οπούα παραιτόθηκε η Δοχειαρύου
παραχωρόθηκαν ςτον Αδριανϐ.
Πριν το 1337, 1500 μϐδιοι απϐ τουσ οπούουσ αποςϑρθηκε η Δοχειαρύου παραχωρόθηκαν ςτον
βεςτιϊριο Μανουόλ ενώ πριν απϐ το 1355, 100 μϐδιοι τησ γησ του Ρουςαύου φορολογόθηκαν και
παραχωρόθηκαν ςτον Θεϐδωρο Μουζαλών, μεγϊλο αλλαγιϐνα τησ Θεςςαλονύκησ.
Σο 1327 η αυτοκρατορικό ιδιοκτηςύα του Πατρικωνϊ παραχωρόθηκε ςτον Γεώργιο Κατζϊρα. Ο
Γεώργιοσ Κατζϊρασ, μϋγασ αντνουμιαςτόσ, λαμβϊνει τη γη με κληρονομικϐ τύτλο, δϑναται να την
κληροδοτόςει μερικϊ χρϐνια αργϐτερα το 1351.
Σο 1378 με Φρυςϐβουλλο λϐγο του αυτοκρϊτορα Ανδρϐνικου Δ΄ για τον αμπύα
Ραδοςθλϊβο,1287του δύνεται η ϊδεια να αποκτόςει δϑο ενωμϋνα παλαιοχώρια τουσ Αβραμύτεσ και το
Νεοχώριο και να χτύςει εκεύ πϑργο και να τα κληροδοτόςει ςτα παιδιϊ του. Ο αμπύα Ραδοςθλϊβοσ
κατϊγεται απϐ ερβικό οικογϋνεια και αποκτϊ προνϐμια μϊλλον λϐγω ςυγγϋνειασ με τον τϋφανο
Δουςϊν.
ε ϋγγραφο τησ μονόσ Βατοπεδύου αναφϋρονται οι Δημότριοσ και Γεώργιοσ Καβϊςιλασ ωσ
οικεύοι του αυτοκρϊτορα, οι οπούοι κατοικοϑν ςτη Θεςςαλονύκη και ϋχουν ιδιοκτηςύεσ και ςτη
Φαλκιδικό1288. ε μεταγενϋςτερο χρονολογικϊ ϋγγραφο του 1347, αναφϋρεται ξανϊ ο Δημότριοσ
Καβϊςιλασ με τον τύτλο του μϋγα Παπύα να λαμβϊνει με χρυςϐβουλλο του Ιωϊννη τ’
410
Καντακουζηνοϑ γη αξύασ 250 υπϋρπυρων ςτην Καλαμαριϊ.1289 Ο Καβϊςιλασ φαύνεται ϐτι εκδύκαζε
υποθϋςεισ κτηματικών διενϋξεων καθώσ διευθετεύ διϋνεξη για την περιοχό των ιδηροκαυςύων μαζύ
με τον εναχερεύμ και τον ςκουτϋριο Ινδϊνη.1290 Μερικϊ χρϐνια αργϐτερα το 1409, ο υιϐσ του
Δημητρύου, ο Μανουόλ Καβϊςιλασ ζητϊ να περϊςει ςτην κατοχό του το, παλαιοχώρι πια, Κατακαλό
με το αλιοτϐπιο και το Αλωποχώρι.1291
Μια ακϐμα μεγϊλη οικογϋνεια τησ Θεςςαλονύκησ, οι Δεβλητζινού εμφανύζονται ωσ κϊτοχοι
μεγϊλων εκτϊςεων γησ ςτην περιοχό των Βρυών. Η οικογϋνεια των Δεβλητζινών αναφϋρεται ςυχνϊ
ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα. Ϋταν προςκεύμενοι ςτον αυτοκρϊτορα ςτρατιωτικού, ςερβικόσ καταγωγόσ,
ϐπωσ δεύχνει το ϐνομϊ τουσ. Μϋλη τησ οικογϋνειασ εντοπύζονται ςε αθωνικϊ ϋγγραφα και πϊντα ςε
ςχϋςη με την κατοχό ϋγγειασ ιδιοκτηςύασ ςτη δυτικό Φαλκιδικό. Ο Θεϐδωροσ Δεβλητζινϐσ ςε
ϋγγραφο τησ μονόσ Φιλανδαρύου1292, ο Υύλιπποσ Δεβλητζινϐσ ςε πρακτικϊ τησ μονόσ Ζωγρϊφου1293,
ενώ ο Δημότριοσ Δεβλητζινϐσ αποκτϊ γη και προνϐμια με χρυςϐβουλλο λϐγο του αυτοκρϊτορα
Ιωϊννη τ΄ Καντακουζηνοϑ τον Οκτώβριο του 13491294 και αναφϋρεται διαρκώσ μϋχρι το 1404. Ϋταν
ϊρχοντασ ςτη Θεςςαλονύκη το 1382 και μϋγασ ιδιοκτότησ ςτη Φαλκιδικό.1295
την Ιεριςςϐ υπϊρχει μια τϊξη τιτλοϑχων και αξιωματοϑχων που διαμϋνουν ςτο Κϊςτρο, ϐπου
κατϋχουν γη και διευθετοϑν υποθϋςεισ. Εκτϐσ απϐ αυτοϑσ, εμφανύζονται τα ονϐματα πολλών
αξιωματοϑχων που δεν διαμϋνουν ςτην Ιεριςςϐ αλλϊ ϋχουν κτόματα εκεύ και ϋρχονται περιςταςιακϊ,
κατϐπιν κρατικόσ εντολόσ, για να επιλϑςουν διαφορϋσ, να οριοθετόςουν ϋγγειεσ ιδιοκτηςύεσ ό ωσ
επιτηρητϋσ μιασ κατϊςταςησ.
Κατϊ τον 12ο αιώνα, μασ παραδύδονται τα ονϐματα 37 μαρτϑρων απϐ την Ιεριςςϐ ςε μια
υπϐθεςη οριοθϋτηςησ των κτόςεων τησ αθωνικόσ μονόσ Ζωγρϊφου και την αναγνώριςη των
δικαύων τησ μονόσ απϐ την Μαρύα Σζουςμϋνη, κϐρη του αυτοκρϊτορα Ιωϊννη Β’ Κομνηνοϑ ςτην
οπούα «ἐδϐθη χώρα ὁ Ἐριςςϐσ».1296 Η Μαρύα Σζουςμϋνη εύχε επομϋνωσ το δικαύωμα ιδιοπούηςησ των
κρατικών φϐρων που πλόρωναν οι κϊτοικοι τησ Ιεριςςοϑ για την ϋγγειο ιδιοκτηςύα τουσ. Οι
μϊρτυρεσ όταν κληρικού διαφορετικών ιεραρχικών βαθμύδων, αναγνώςτεσ, ο οικονϐμοσ τησ
Οζολύμνου, και ελεϑθεροι καλλιεργητϋσ, επιβεβαιώνοντασ τον μεταβατικϐ χαρακτόρα μιασ εποχόσ,
κατϊ την οπούα ςυνυπϊρχουν ςτην Ιεριςςϐ οι ελεϑθεροι κϊτοχοι γησ και οι μεγαλοώδιοκτότεσ.
Σον επϐμενο αιώνα, οι ιςτορικϋσ πηγϋσ ςχεδϐν εκλύπουν για την Ιεριςςϐ. Σα αρχαιολογικϊ
ευρόματα δεύχνουν μύα δυςπραγύα ςε επύπεδο αντικειμϋνων πολυτελεύασ αλλϊ και νομιςματικόσ
411
κυκλοφορύασ. Θεωροϑμε λοιπϐν ϐτι η κοινωνικό μεταβολό που εύχε αρχύςει να διαφαύνεται ςτο
ϋγγραφο του 1104 γενικεϑεται με τον περιοριςμϐ του πληθυςμοϑ των ανεξϊρτητων καλλιεργητών
γησ με οικονομικό αυτοτϋλεια και την ςταδιακό εξϊρτηςό τουσ απϐ τουσ ιςχυροϑσ γαιοκτόμονεσ,
κοςμικοϑσ και θρηςκευτικοϑσ με βαςικϐτερο ςυντελεςτό την αθωνικό γαιοκτηςύα.
Εν τοϑτοισ, ςε ϋνα ϋγγραφο τησ μονόσ Ζωγρϊφου που διευθετεύ μια διϋνεξη τησ μονόσ με αυτό
τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ ςχετικϊ με την κυριϐτητα ςε εδϊφη τησ περιοχόσ του Πρϐβλακα, ωσ μϊρτυρεσ
ϋχουν κληθεύ «οἱ ἀπϐ τῆσ τοῦ Ἱεριςςοῦ χώρασ κρεύττονεσ».1297Πρϐκειται για τριϊντα ϊντρεσ εκ των
οπούων οριςμϋνοι ϐπωσ ο Βολϋασ Νικηφϐροσ (ςτ. 51), ο Βοώδομϊτησ Γεώργιοσ (ςτ. 55), ο Καθολικϐσ
Κωνςταντύνοσ (ςτ. 52), ο Λιγδϋασ Κωνςταντύνοσ (ςτ. 57) αναγνωρύζονται ωσ απϐγονοι των μαρτϑρων
τησ πρϊξησ του 1104 τησ Μαρύασ Σζουςμϋνησ υποδηλώνοντασ τϐςο μια δημογραφικό ϐςο και μια
κοινωνικό ςταθερϐτητα και ςυνϋχεια ςτισ επιφανεύσ οικογϋνειεσ του οικιςμοϑ. Οι μϊρτυρεσ και
αυτόσ τησ πρϊξησ εμφανύζονται ωσ ανεξϊρτητοι κοινωνικϊ πολύτεσ. Σα περιουςιακϊ τουσ ςτοιχεύα
δεν τουσ καθιςτοϑν μϋλη τησ αριςτοκρατύασ αλλϊ μιασ μικρομεςαύασ κοινωνικόσ μϊδασ. Η ιδιϐτητϊ
τουσ ϐμωσ ωσ μϊρτυρεσ δεύχνει ϐτι θεωροϑνταν ςημαύνοντα μϋλη τησ τοπικόσ κοινωνύασ.
Σϋλοσ, ςε ϋγγραφο τησ μονόσ Ζωγρϊφου του 1290, καλοϑνται ωσ μϊρτυρεσ οι ιερεύσ και οι
γϋροντεσ τησ Ιεριςςοϑ προκειμϋνου να ςυμβϊλλον ςτη διευθϋτηςη διϋνεξησ των μονών Ζωγρϊφου
και Φιλανδαρύου.
412
Η εξαθλύωςη τησ μεςαύασ τϊξησ ϋχει εμφανιςτεύ εν ςπϋρματι όδη απϐ τα μϋςα του 12ου αιώνα. Η
παρουςύα, ωςτϐςο, των μελών αυτόσ τησ κοινωνικόσ ομϊδασ με την ιδιϐτητα των μαρτϑρων ςε
περιςςϐτερεσ τησ μιασ διενϋξεισ αποκαλϑπτει μια διαχρονικό ςυνϋχεια ςε ςχϋςη με το κϑροσ
ςυγκεκριμϋνων οικογενειών.
Οι ανεξϊρτητοι αυτού καλλιεργητϋσ ανθύςτανται ςτισ τϊςεισ οικονομικοϑ επεκτατιςμοϑ και
γαιοκτητικόσ γιγϊντωςησ των αθωνικών μονών και των κοςμικών γαιοκτημϐνων, που ςταδιακϊ
ανατρϋπουν τισ κονωνικϋσ δομϋσ κατϋχοντασ εξαρτημϋνουσ παρούκουσ. Η μεταιχμιακό αυτό
κατϊςταςη αποτυπώνεται εϑγλωττα ςτα ϋγγραφα του α’ μιςοϑ του 12 ου αιώνα, ςτα οπούα
αναφϋρονται ωσ τοπϐςημα για την οριοθϋτηςη των κτόςεων τησ Ιβόρων, που φτϊνει τουσ 11.100
μοδύουσ, μικρόσ ϋκταςησ (ενϐσ ό δϑο μοδύων) ιδιοκτηςύεσ των κατούκων τησ περιοχόσ.1299
Εκτϐσ απϐ την γεωργύα πολλού απϐ τουσ ελεϑθερουσ μικροκαλλιεργητϋσ αςχολοϑνταν με την
αλιεύα και με κτηνοτροφικϋσ δραςτηριϐτητεσ. Σα προςηγορικϊ ονϐματα που ςχετύζονται με κϊποιο
επϊγγελμα αυξϊνονται μϋχρι τον 14ο αιώνα. ε μια λύςτα 32 παρούκων τησ Ιεριςςοϑ του 974
ςυναντϊμε ϋναν χτύςτη και ϋναν ςιδηρουργϐ. Μϋχρι τισ αρχϋσ του 12ου αιώνα τα ονϐματα που
δηλώνουν την εναςχϐληςη με κϊποιο επϊγγελμα αποτελοϑν μϐνο το 4¿ των επιθϋτων. Σα
πρϊγματα αλλϊζουν απϐ τον 13ο αιώνα. ε μια απογραφό τησ μονόσ Ιβόρων του 1262 το ποςοςτϐ
αυτών των επιθϋτων αγγύζει περύπου το 8-10¿ και πλϋον δηλώνουν εξειδικευμϋνεσ αςχολύεσ. Η
ενδεικτικό αυτό ποςϐςτοςη δεν φαύνεται να μεταβϊλλεται δραματικϊ ςτο εξόσ.1300
10.3.4. Πϊροικοι
Η Αγγελικό ΛαϏου μϋςα απϐ την εξϋταςη του πληθυςμοϑ των παρούκων τεςςϊρων μονών
(Ιβόρων, Λαϑρα, Ξενοφώντοσ, Ζωγρϊφου) ςτην Ιεριςςϐ παρουςιϊζει υποδειγματικϊ το καθεςτώσ
διαβύωςησ, ιδιοκτηςύασ, τισ κοινωνικϋσ ςχϋςεισ και την ςχϋςη τησ ομϊδασ αυτόσ με την εξουςύα κατϊ
την παλαιολϐγεια περύοδο.1301
την παροϑςα ενϐτητα θα προςεγγύςουμε την κοινωνικό ομϊδα των παρούκων ςε ςχϋςη πϊντα
με τον ςτϐχο, που εύναι η κριτικό παρουςύαςη αφενϐσ των δημογραφικών εκτιμόςεων τησ εποχόσ,
αφετϋρου το πωσ οι πληθυςμιακϋσ διακυμϊνςεισ επηρϋαςαν το ανϊπτυγμα τησ εγκατούκηςησ του
χώρου, οϑτωσ ώςτε να ολοκληρωθεύ η ςτρωματογραφικό απεικϐνιςη τησ κοινωνύασ τησ Φαλκιδικόσ
με κατϊ το δυνατϐν επαρκϋςτερο και αντιπροςωπευτικϐτερο τρϐπο.
Εύναι ςημαντικϐ να επιςημϊνουμε τον δικαιοπρακτικϐ χαρακτόρα των αθωνικών εγγρϊφων,
λϐγω του οπούου παρουςιϊζουν μια κοινωνύα, ςτην οπούα ο ελεϑθεροσ μικροκαλλιεργητόσ
διαχωρύζεται ςαφώσ απϐ τον πϊροικο.
1299Iviron II, ϋγγρ. 50: τὸ χωρϊφιον τοῦ παπᾶ-Λϋοντοσ (ςτ. 16), τοῦ ἀμπελύου τοῦ Μηρωτᾶ (ςτ. 17), χωρϊφιον τῆσ Ζοϑρβασ ςὺν τῷ ἁλωνύῳ (ςτ.
34), τὸ ἁλώνιον τοῦ Κεφαλᾶ (ςτ. 36) κ.ο.κ.
1300 Lefort 2006, 260-262
1301 Laiou 1977, 117
413
Η ςημαςιολογικό διεϑρυνςη του ϐρου ϐρου «πϊροικοσ» για τον προςδιοριςμϐ του ςυνϐλου των
χωρικών απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ, εύχε ςαν ςυνϋπεια να δοθεύ μια εντϑπωςη μαζικόσ μεταβολόσ
ςτην κοινωνικό υπϐςταςη των χωρικών, παρϐλο που οι τελευταύοι απολϊμβαναν ακϐμα το
καθεςτώσ του ελεϑθερου ιδιοκτότη και καλλιεργητό.1302Μαρτυρεύ επύςησ, ϐτι την ύδια εποχό, η
κοινϐτητα του χωριοϑ που εύχε φοροδοτικό αρμοδιϐτητα απϋναντι ςτο δημϐςιο, υποχωρεύ και οι
αρμοδιϐτητεσ μεταβιβϊζονται ςτουσ μεγαλογαιοκτόμονεσ που απορροφοϑν ςταδιακϊ τα εδϊφη
τησ.1303
Απϐ ϊποψη ιςτορικόσ τεκμηρύωςησ η περύοδοσ απϐ τον 12ο μϋχρι και τα μϋςα του 13ου αιώνα
δεν μπορεύ να θεωρηθεύ προνομιακό. Για τισ κοινϐτητεσ τησ Βρϑασ και τησ Καςςϊνδρειασ τα ςτοιχεύα
εύναι ελλιπό και κατακερματιςμϋνα, για τον λϐγο αυτϐ θα επιχειρόςουμε να περιγρϊψουμε αυτό την
περύοδο με βϊςη την εξϋλιξη των κοινωνικών ομϊδων τησ Ιεριςςοϑ, ϐπωσ παρουςιϊζονται ςτισ πηγϋσ
και τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα.
Σο 1104, καταχωροϑνται ςε πρακτικϐ του ςεβαςτοϑ Ιωϊννη Κομνηνοϑ τα ονϐματα
εξαρτημϋνων παρούκων ςτη μονό Ιβόρων, οι οπούοι καλλιεργοϑν τη γη τησ μονόσ που κατανϋμεται
ςτα προϊςτεια του Αγύου Νικολϊου, του Προαϑλακα και των Κϊμενων, που βρύςκονται υπϐ του
κϊςτρου Ἐρυςςοῦ (sic).
Σα ονϐματα των παρούκων που διαςώζουν τα αγιορεύτικϊ εγγραφα τησ ϐψιμησ βυζαντινόσ
περιϐδου, πϋρα απϐ την καλλιϋργεια τησ γησ, δεύχνουν εναςχϐληςη με βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ
αλλϊ και με την κτηνοτροφύα, ειδικϊ ςτην ανατολικό Φαλκιδικό. Εκτϐσ απϐ τα υποζϑγια, οι χωρικού
εύχαν κοπϊδια απϐ πρϐβατα και κατςύκια, που ενύοτε όταν αξιοςημεύωτου μεγϋθουσ. Ενύοτε,
αναφϋρονται πϊροικοι που ϋχουν δικαιώματα κατοχόσ ςε μϑλουσ, ενώ οριςμϋνοι αναφϋρονται ωσ
κϊτοχοι μικρών βαρκών .
Σα καταςτροφικϊ γεγονϐτα του 14ου αιώνα ςε ςυνδυαςμϐ με το γεγονϐσ ϐτι οι πϊροικοι
εξαθλιώνονταν ϐλο και περιςςϐτερο οδόγηςε ςε μια πληθυςμιακό αςτϊθεια, που εκηλώθηκε με την
μετανϊςτευςη των παρούκων ςε περιοχϋσ μακριϊ απϐ τα κτόματα που καλλιεργοϑςαν αλλϊ ςτην
πλειονϐτητα των περιπτώςεων εντϐσ των ορύων τησ Μακεδονύασ, ϐπωσ δεύχνουν τα ονϐματα των
παρούκων που καταχωρύζονται ςτισ απογραφϋσ του α’ μιςοϑ του 14ου αιώνα.1304
Μϋςα ςτον 14ο αιώνα πληθαύνουν τα ονϐματα των παρούκων που δηλώνουν επαγγϋλματα, που
δεν ςχετύζονται με την καλλιϋργεια τησ γησ. Σα πιο ςυνηθιςμϋνα εύναι Σζαγκϊρησ, Καλλιγϊσ, Φαλκεϑσ,
Ρϊπτησ, Σζυκαλϊσ, Τφαντόσ, ενώ λιγϐτερο ςυνηθιςμϋνα εύναι τα Πελεκϊνοσ, κιαδϊσ, Μυλωνϊσ,
Βαγενϊσ, Γουναρϊσ, Κηπουρϐσ, Μακελλϊρησ, Κραςοπώλησ, Αλιεϑσ και Υλεβοτϐμοσ.1305
414
Σο ερώτημα που προκϑπτει εύναι αν αυτού οι προςδιοριςμού αναφϋρονται ςτο επϊγγελμα που
αςκεύ ςτην φϊςη εκεύνη ο φορϋασ τουσ ό αν, κϊποτε κϊποιοσ πρϐγονϐσ του αςκοϑςε αυτϐ το
επϊγγελμα και εκφυλύςτηκε ςε επύθετο κατϊ τον 14ο αιώνα. Όποια κι αν εύναι η απϊντηςη, τα
ονϐματα αυτϊ δεύχνουν ϐτι τα αναγκαύα για τουσ κατούκουσ του χωριοϑ παρϋχονταν απϐ τουσ
τεχνύτεσ που διϋμεναν εκεύ. Οι τεχνύτεσ αυτού δεν φορολογοϑνται διαφορετικϊ απϐ τουσ
καλλιεργητϋσ γεγονϐσ που δεύχνει ϐτι κατεύχαν και καλλιεργοϑςαν και αυτού κτόματα, αλλϊ πιθανώσ
λιγϐτερο εντατικϊ προκειμϋνου να αςκόςουν και το δεϑτερο επϊγγελμϊ τουσ.
10.4. Ξϋνοι
Σον ελληνϐφωνο πληθυςμϐ τησ Βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ ςυμπλόρωναν ετερϐφυλεσ και
ετερϐγλωςςεσ ομϊδεσ, που εντοπύζονται εύτε ςτα ανθρωπωνϑμια που απαντοϑν ςτα αθωνικϊ
ϋγγραφα εύτε ςτην τοπωνυμύα περιοχών, που μαρτυροϑν εγκατϊςταςη ξενϐφερτων πληθυςμών.
Ϊχουμε όδη αναφερθεύ εκτενώσ ςτη διαςπορϊ ςλαβικών τοπωνυμύων που γλωςςολογικϊ
χρονολογοϑνται ςτην πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο και εντοπύζονται ςε ϐλη την ϋκταςη τησ
Φαλκιδικόσ και με μεγαλϑτερη πυκνϐτητα ςτο ανατολικϐ τμόμα τησ χερςονόςου.
Η περύοδοσ των αραβικών επιδρομών του 8ου και του 9ου αιώνα και οι βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ την
ύδια εποχό ςυνδϋονται με την εμφϊνιςη ανθρώπων που εγκαταςτϊθηκαν ςτη χερςϐνηςο, ϊγνωςτο
υπϐ ποιεσ ςυνθόκεσ, αλλϊ εμφανύζονται ςτισ απογραφϋσ πλόρωσ αφομοιωμϋνοι να ϋχουν
δημιουργόςει οικογϋνειεσ και να διαθϋτουν υπϊρχοντα.1306
Οι ιςτορικϋσ και αγιολογικϋσ πηγϋσ αναφϋρουν απϐ τον 10ο αιώνα την παρουςύα Βλϊχων ςτη
βυζαντινό Φαλκιδικό. Δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα για το αν επρϐκειτο για ομϊδεσ ομοιογενεύσ με κοινό
προϋλευςη ό με διαμορφωμϋνη εθνικό ςυνεύδηςη. Επύςησ, δεν γνωρύζουμε αν όταν εγκαταςτημϋνοι
ςε ςταθεροϑσ οικιςμοϑσ. Σα αθωνικϊ ϋγγραφα τουσ παρουςιϊζουν ωσ νομαδοκτηνοτρϐφουσ. Απϐ
τον 13ο αιώνα εμφανύζονται ονϐματα παρούκων και μικροτοπωνϑμια ςε ςχϋςη με τη βλϊχικη
παρουςύα. 1307
Η μελϋτη των πηγών και η εξϋταςη των ονομϊτων υποδεικνϑει την εγκατϊςταςη ανθρώπων
που ανόκαν ςε αρκετϋσ ακϐμη εθνϐτητεσ. Επύ παραδεύγματι, ςτο χωριϐ του Κϊτω Βολβοϑ
απογρϊφεται η χόρα Μαρύα που «ἔχει θυγατϋρα Ἄνναν, γαμβρϐν ἐπ΄ αὐτό Γεώργιον τὁν
Ἀλβανύτην».1308 το Γομϊτου το 1300, εμφανύζεται κϊποιοσ «Ἰωϊννησ ἐξ Ἰουδαύων». Εύναι
παντρεμϋνοσ με την Θεοδώρα, κϐρη κληρικοϑ, δεν πληρώνει φϐρουσ και δεν ϋχει περιουςιακϊ
ςτοιχεύα. Σο 1321 επανεμφανύζεται ςτην απογραφό, εκχριςτιανιςμϋνοσ, μϊλλον πρϐςφατα, καθώσ
αναφϋρεται ωσ «Ἰωϊννησ ὁ Βεβαπτιςμϋνοσ». Η μεταςτροφό του ενδεχομϋνωσ ςυνδϋεται με το
1306Iviron II, εγγρ. 39 (1071), ςτ. 17 «ὁ ἀγρϐσ τοῦ αρακόνου»., Dölger 1949, A 1-16 (1301), ςτ. 382: Βαςύλειοσ ο Βοϑλγαροσ, ςτ. 384: Μανοϑλη
ο Βοϑλγαροσ, Βογδϊνοσ ο γαμβρϐσ Γεωργύου Βϐθρου ϋχει Ευνοςτύαν, υιϐν Δραγϊνον
1307 Iviron IIΙ, ϋγγρ. 75, ςτ. 43 και ϋγγρ. 79, ςτ. 417: Βλϊχα Ωννα (ςτον Κϊτω Βολβϐ), ςτ. 502 Βλαχιώτησ (ςτο Ξυλωρϑγιον), ϋγγρ. 70, ςτ. 274
Βλϊχοσ Μιχαόλ (πϊροικοσ ςτην Κομότιςςα), ςτ. 244, Βλαχώ (ςτην Ιεριςςϐ) και ξανϊ το 1318 και το 1320, ϋγγρ. 77, ςτ. 104 Βλαχοπηγϊδιν κ.α.
1308 Dölger 1949, A 1-16(1301), 295.
415
γεγονϐσ ϐτι πλϋον ϋχει περιουςύα που ςυνύςταται ςε μερικϊ ζώα, ϋναν αμπελώνα, οπωροφϐρα
δϋντρα και φορολογεύται με ϋνα υπϋρπυρο.1309
Ϊνασ μικρϐσ αριθμϐσ ονομϊτων ςυνδϋεται με την φραγκικό παρουςύα ςτη Φαλκιδικό. Σο 1301,
ςτον Κϊτω Βολβϐ απογρϊφεται ωσ πϊροικοσ τησ μονόσ Ιβόρων κϊποιοσ «Μπϋρον ὁ Υρϊγκοσ», Εύναι
παντρεμϋνοσ, ϋχει μια αδερφό τη Μαρύα, κατϋχει τϋςςερισ χούρουσ και πληρώνει φϐρουσ.1310Δεν τον
ξαναςυναντοϑμε ςε μεταγενϋςτερεσ απογραφϋσ.
Σϋλοσ, ομϊδεσ αρμενικών πληθυςμών θα πρϋπει να κατευθϑνθηκαν και να εγκαταςτϊθηκαν
κϊποια ςτιγμό ςτη χερςϐνηςο, εφϐςον απϐ τον 13ο αιώνα και εξόσ απαντοϑν ονϐματα που
υποδηλώνουν αρμενικό προϋλευςη ςτα χωριϊ τησ υπαύθρου (Αρμενϐπουλοσ, Αρμενικϐσ κ.ο.κ.).
Απϐ τα επύθετα που υποδηλώνουν γεωγραφικό προϋλευςη και εθνϐτητα, οριςμϋνα
εμφανύζονται παραφθαρμϋνα αποκαλϑπτοντασ ϐτι πρϐκειται για μετανϊςτεσ δεϑτερησ ό τρύτησ
γενιϊσ. Οι μεταναςτευτικϋσ κινόςεισ φαύνεται ϐτι γύνονταν τϐςο απϐ μακρινϋσ περιοχϋσ (Δημότριοσ
Ναξειώτησ, Παναγιώτησ τοῦ Θηριανοῦ1311) ϐςο και κοντινϐτερεσ ό ακϐμα και εντϐσ των ορύων τησ
Μακεδονύασ ό και τησ χερςονόςου (Ραδηνϐσ, Πανομύτησ, Καςςανδρηνϐσ, Πτεληνϐσ κ.ο.κ.). 1312
Μια επιςκϐπηςη των απογραφών των πρακτικών για το χρονικϐ διϊςτημα 1300-1318, δεύχνει
ϐτι τα ονϐματα και τα επύθετα που μαρτυροϑν μετανϊςτευςη ανόκουν ςε ϋνα ποςοςτϐ 10-15¿ των
κατούκων του χωριοϑ. Σο ποςοςτϐ αυτϐ εύναι δυνατϐ να οφεύλεται ςε επιγαμύεσ ό ςτισ μετακινόςεισ
του μεςαιωνικοϑ πληθυςμοϑ προκειμϋνου να βελτιώςουν τισ ςυνθόκεσ εργαςύασ και διαβύωςησ ςε
ιδιοκτηςύεσ διαφϐρων ιςχυρών. Επύςησ, οι δεύκτεσ ενδϋχεται να εύναι κατϊ πολϑ υψηλϐτεροι ςε
μικροςυνοικιςμοϑσ ςε αντύθεςη με τα χωριϊ, εφϐςον υποθϋτουμε ϐτι υπόρχε ϋνασ πληθυςμϐσ
εποχιακών εργατών αλλϊ και παρούκων που μετακινοϑνταν. 1313
Διερεϑνηςη χρειϊζεται η αναφορϊ ςε κϊποιον «ϋποικο του κϊςτρου» των Βρυών1314 αλλϊ και ςε
«Εριςςιώτεσ επούκουσ»1315, που φαύνεται ϐτι κατϋχουν δύκαια ςτην περιοχό γϑρω απϐ τα κϊςτρα.
Δεν ξϋρουμε αν ο ϐροσ ϋχει τη ςημερινό ςημαςύα, οϑτε γνωρύζουμε την προϋλευςη των επούκων
αυτών, την χρονολογύα ϊφιξόσ τουσ ό αν η μετακύνηςό τουσ οφεύλεται ςε ιδιωτικό ό κρατικό
πρωτοβουλύα. την περύπτωςη των επούκων τησ Ιεριςςοϑ, πιθανώσ, πρϐκειται για επόλυδεσ απϐ την
Ερεςςϐ τησ Λϋςβου, που επαναφϋρουν το ζότημα τησ ενύςχυςησ του ντϐπιου πληθυςμοϑ μετϊ τισ
αραβικϋσ επιδρομϋσ. ϑμφωνα με τη νομοθεςύα του 10ου αιώνα η ιδιϐτητα του κατούκου
αποδύδονταν ςε ϐςουσ όταν εγκατεςτημϋνοι ςε μια πϐλη περιςςϐτερο απϐ δϋκα χρϐνια, οπϐτε,
πρϐκειται για νϋουσ κατούκουσ. Δεν γνωρύζουμε γιατύ δεν τουσ ϋχει αποδοθεύ η ιδιϐτητα του
416
κατούκου, πϊντωσ το γεγονϐσ ϐτι τουσ ϋχει παραχωρηθεύ ϋγγεια περιουςύα, μαρτυρεύ ϐτι οι ϋποικοι
όταν μια διακριτό καταρχόν ομϊδα, τα μϋλη τησ οπούασ ϋχουν αφομοιωθεύ ςε ϋναν βαθμϐ και δεύχνει
την ανϊγκη τησ πϐλησ για επανοικιςμϐ.1316
Εύναι επιςφαλϋσ να επιχειρόςουμε να διατυπώςουμε ςυμπερϊςματα για την εθνικό ςϑςταςη
τησ υπαύθρου τησ βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ μϐνο βϊςει των ονομϊτων. Σο τυπικϐ βυζαντινϐ χωριϐ ςτη
χερςϐνηςο περιελϊμβανε ϋναν πυρόνα απϐ οικογϋνειεσ, που ςυνδϋονταν μεταξϑ τουσ, ζοϑςαν ςε
ςχετικϊ μεγϊλα νοικοκυριϊ και κατεύχαν ενύοτε παραπϊνω απϐ μια μϋτρια περιουςύα. Η μελϋτη των
νοκοκυριών των χωρικών διαχρονικϊ αποκϊλυψε ϐτι παρϊλληλα με αυτϐν τον πυρόνα, ϋνα απϐ τα
χαρακτηριςτικϊ του οπούου εύναι η ςταθερϐτητα, υπόρχαν και ϊλλα νοικοκυριϊ, μικρϐτερα και
φτωχϐτερα, που επιδεύκνυαν μια ςχετικό κινητικϐτητα, η οπούα όταν εντονϐτερη ςτην τϊξη των
φτωχϐτερων απϐ τουσ χωρικοϑσ, τουσ επονομαζϐμενουσ «ελεϑθερουσ». Ψςτϐςο, ακϐμα και τα
ςταθερϊ νοικοκυριϊ, ϋτειναν ενύοτε να χϊςουν κϊποια μϋλη τουσ λϐγω τησ μετανϊςτευςησ. Μϋχρι το
τϋλοσ του αιώνα, οι πηγϋσ δεύχνουν ϐτι τα χωριϊ όταν μικρϐτερα ςε ϋκταςη και φτωχϐτερα ςε
ςϑγκριςη με την κατϊςταςη που επικρατοϑςε ςτισ αρχϋσ του αιώνα, ενώ ςτον πληθυςμϐ τουσ εύχαν
παρειςφρϑςει νεοφερμϋνοι κϊτοικοι.
10.5. Γυναύκεσ
Η παρουςύα και ο ρϐλοσ των απλών γυναικών ςτο πλαύςιο του μικρϐκοςμου μιασ επαρχιακόσ
κοινϐτητασ ϋχει ελϊχιςτα μελετηθεύ, αφοϑ η προςοχό εύναι ςτραμμϋνη εϑλογα ςτισ γυναύκεσ που
ανόκαν ςε επιφανεύσ γενιϋσ ό κατεύχαν οι ύδιεσ κϊποιο αξύωμα. Εν τοϑτοισ, ϐπωσ διαφαύνεται απϐ τα
αθωνικϊ πρακτικϊ, οι γυναύκεσ απϐ τον 9ο μϋχρι τον 14ο αιώνα ϋπαιξαν ϋναν αςυνόθιςτα ςημαντικϐ
ρϐλο ςτη διαχεύριςη τησ οικογενειακόσ περιουςύασ.
Οι τρεισ τρϐποι για να αποκτόςει μια γυναύκα περιουςύα κατϊ τον μεςαύωνα όταν μϋςω προύκασ,
κληρονομιϊσ απϐ τον θανϐντα ςϑζυγο ό ωσ δωρεϊ απϐ τον ςϑζυγϐ τησ. τισ χόρεσ φαύνεται να
αποδύδεται ιδιαύτερη προςοχό, πρώτον γιατύ η θνηςιμϐτητα των ανδρών όταν υψηλό, οπϐτε ο
αριθμϐσ τουσ όταν αυξημϋνοσ και, δεϑτερον, γιατύ η εκκληςύα τισ τιμοϑςε.1317
Ϊνασ απϐ τουσ πιο ςυνηθιςμϋνουσ λϐγουσ μετακύνηςησ των μοναχών του Ωθω εκτϐσ τησ
μοναςτικόσ τουσ κοινϐτητασ όταν για την ενύςχυςη των διαςυνδϋςεων και των διαπραγματεϑςεων
που αφοροϑςαν τισ μοναςτηριακϋσ περιουςύεσ. Ψσ μεγϊλοι γαιοκτόμονεσ, τα μοναςτόρια ςυχνϊ
εμπλϋκονταν ςε ςυναλλαγϋσ που εύχαν ςχϋςη με τη διεκδύκηςη ό την δωρεϊ εκτϊςεων και την
κατοχϑρωςη τησ κυριϐτητϊσ τουσ επύ τησ γησ. Σα ϋγγραφα του Αγύου Όρουσ φωτύζουν αυτϋσ τισ
διαπραγματεϑςεισ και αποκαλϑπτουν ϐτι ϋνα πολϑ ςημαντικϐ ποςοςτϐ των διαπραγματεϑςεων
περιελϊμβανε γυναύκεσ, εύτε ςε ςυνεργαςύα με κϊποιον ϊντρα εύτε μϐνεσ τουσ. Δρώντασ μϐνεσ τουσ,
μετϋφεραν περιουςύα που εύχαν κληρονομόςει ό αποκτόςει, ενώ ϊλλεσ φορϋσ υπϋγραφαν με ςταυρϐ
417
ςε πρϊξη πώληςησ ό δωρεϊσ τησ περιουςύασ του ςυζϑγου τουσ για να δεύξουν τη ςυναύνεςό τουσ και
τη δϋςμευςό τουσ να μην προςβϊλλουν ςτο μϋλλον τουσ ϐρουσ μεταβύβαςησ.1318
ε περύπτωςη πώληςησ, αντιπρϐςωποι τησ μονόσ όταν παρϐντεσ ςτην ολοκλόρωςη τησ πρϊξησ
κατϊ τη διϊρκεια τησ οπούασ πλόρωναν ϊμεςα και ςυνόθωσ ςε μετρητϊ τισ γυναύκεσ και αποκτοϑςαν
ϋνα ϋγγραφο πωλητόριο με τισ υπογραφϋσ των πωλητών και των μαρτϑρων. Οριςμϋνα ϋγγραφα
υπαινύςςονται ϐτι οι γυναύκεσ καταφεϑγουν ςτην πώληςη τησ γησ τουσ εξαιτύασ τησ δεινόσ
οικονομικόσ τουσ θϋςησ. Αυτό εύναι, επύ παραδεύγματι, η περύπτωςη τησ Ευδοκύασ, κϐρησ πατρικύου
και ςυζϑγου του πρωτοςπαθαρύου τεφϊνου Ραςοπώλη, τησ οπούασ η οικογϋνεια ϋχει περιϋλθει ςε
δυςμενό οικονομικό κατϊςταςη. Δηλώνει πωσ λϐγω τησ κακόσ ςοδειϊσ, ο ςϑζυγϐσ τησ δεν όταν ςε
θϋςη να υποςτηρύξει την οκογϋνειϊ του και ωσ εκ τοϑτου αναγκϊζεται να πουλόςει μϋροσ τησ
προικώασ γησ τησ.1319
Ιδιαύτερα ενδιαφϋρον εύναι ϋνα ϋγγραφο του πρώιμου 11ου αιώνα απϐ τη μονό Ιβόρων που
περιγρϊφει την πώληςη ενϐσ χωραφιοϑ ςτη μονό απϐ την χόρα Καλύδα προκειμϋνου να
αποπληρώςει λϑτρα ςτουσ Ωραβεσ, που ϋχουν αιχμαλωτύςει τον γιο τησ Βαςύλειο. Επιςημαύνει ϐτι το
χωρϊφι ανόκε ςε κϊποιον θεύο τησ ο οπούοσ πόρε αργϐτερα ϐρκουσ ςτο μοναςτόρι ϐπου και πϋθανε,
οπϐτε θεωρεύ ϐτι τη ςυνδϋουν δεςμού με τη μονό και αποτεύνεται εκεύ για χρόματα.1320
Η Καλλύδα ϋχει και μια κϐρη την Ζωό, την οπούα, ϐπωσ και τον Βαςύλειο ϋχει προικύςει με ϋγγεια
περιουςύα (γαιομερύδια). Η καταγραφό τησ περιουςύασ τησ δεύχνει ϐτι όταν αρκετϊ ευκατϊςτατη,
ώςτε να ανόκει ςτη μεςαύα τϊξη ιδιοκτητών, ενώ αναφϋρει ϐτι ο παπποϑσ και ο θεύοσ τησ όταν
κληρικού. Αξύζει να ςημειωθεύ ϐτι –κρύνοντασ απϐ το ςύγνον τησ- όταν αγρϊμματη.
Μια δεϑτερη βαςικό κατηγορύα δοςοληψύασ που ενϋπλεκε γυναύκεσ, όταν οι πρϊξεισ δωρεϊσ, εύτε
ςαν αντϊλλαγμα για μνημϐςυνϐ τουσ εύτε για το αδελφϊτο, ϋναν τϑπο αςυλύασ που χϊριζε το
μοναςτόρι ςε ςημαντικοϑσ ευεργϋτεσ και ςυνόθωσ περιλϊβανε την απϐδοςη τροφύμων εφ’ ϐρου
ζωόσ.
Οι πρϊξεισ δωρεϊσ δεύχνουν την επιθυμύα των γυναικών να αποκτόςουν πνευματικοϑσ δεςμοϑσ
με το Ωγιον Όροσ, ϐπου δεν μποροϑν να ϋχουν παρουςύα, ϐπωσ η περύπτωςη τησ Μαρύασ Λαγοϑδη,
που μαζύ με τον ςϑζυγϐ τησ Κωνςταντύνο δώρηςαν περιουςύα ςτον Θεοδώρητο, ηγοϑμενο τησ
Λαϑρασ, τον οπούο αποκαλοϑν πνευματικϐ τουσ πατϋρα.1321Ιδιαύτερα δε η Μαρύα, αποκαλεύ τον
ηγοϑμενο πατϋρα, τη μονό μητϋρα και αδϋλφια τησ τουσ μοναχοϑσ. Για την Μαρύα αποτελοϑςε
μεγϊλη ψυχικό ανακοϑφιςη το γεγονϐσ ϐτι ενώ όταν ϊτεκνη, οι μοναχού τησ Λαϑρασ θα την
μνημϐνευαν μετϊ θϊνατον.1322
418
Ο πληθυςμϐσ που απογρϊφεται ςτα κατϊςτιχα των αθωνικών μονών, περιλαμβϊνει μεγϊλο
αριθμϐ γυναικών που ϋχουν χηρϋψει. ϑμφωνα με τα προρρηθϋντα, ενώ η χόρα εύχε οριςμϋνα
δικαιώματα, με ϐρουσ ιδιοκτηςύασ περιουςύασ αλλϊ και κοινωνικόσ θϋςησ ωσ επύ κεφαλόσ ενϐσ
νοικοκυριοϑ, η ϊγαμη γυναύκα εύναι ςπϊνια ορατό ςτα αρχεύα.
ε αυτϐ το πλαύςιο, ενδιαφϋρον παρουςιϊζουν οι, ολιγϊριθμεσ ϋςτω, περιπτώςεισ ανϑμφευτων
γυναικών οι οπούεσ εύναι επικεφαλόσ νοικοκυριοϑ που ςυμπεριλαμβϊνει ενόλικεσ ϊνδρεσ. Ϊτςι, η
Καλό, κϐρη τησ Ξαντοϑσ, ζει ςτην Ιεριςςϐ κϊτω απϐ την ύδια ςτϋγη με την παντρεμϋνη αδελφό τησ
και τον γαμπρϐ τησ και τα δϑο ανύψια τησ και διαχειρύζεται μια μεγϊλη περιουςύα.1323
Ψςτϐςο, ϐπωσ προκϑπτει απϐ τη μελϋτη των εγγρϊφων, μια ανϑμφευτη γυναύκα δεν εύχε
κυριϐτητα πϊνω ςτην οικιακό περιουςύα για μακρϐ διϊςτημα. Η ςυνηθϋςτερη ςυγκυρύα όταν να
κληρονομόςει απϐ τουσ γονεύσ τησ την περιουςύα, να τη διαχειριςτεύ για ϋνα χρονικϐ διϊςτημα μϋχρι
να εξαναγκαςτεύ να παντρευτεύ, οπϐτε διαχειριςτόσ τησ εςτύασ γινϐταν ο ςϑζυγοσ. Κατ’ ουςύαν, το
φαινϐμενο τησ ανϑμφευτησ γυναύκασ ωσ διαχειρύςτριασ τησ οικογενειακόσ περιουςύασ όταν καθαρϊ
μεταβατικοϑ χαρακτόρα ανϊμεςα ςτην ορφϊνεια και τον γϊμο.1324
419
αποφαςιςτικϊ ςτην καταςκευό μιασ ιςχυρόσ εικϐνασ αυτοδικαύωςησ και μιασ γραπτόσ ςυλλογικόσ
μνόμησ. 1326
Οι περιςςϐτεροι μοναχού και ηγοϑμενοι προϋρχονταν απϐ την αριςτοκρατύα εύχαν γνώςη τησ
πολιτικόσ και δροϑςαν ωσ διαμεςολαβητϋσ ςε δϑςκολεσ πολιτικϋσ καταςτϊςεισ. Μποροϑςαν δηλαδό
να γύνουν διαμορφωτϋσ τησ πραγματικϐτητασ ιςτορικόσ, οικονομικόσ και κοινωνικόσ μϋςω ενϐσ
δικτϑου που λειτουργοϑςε με ϐρουσ ιδεολογύασ.
Η ύδρυςη ενϐσ μοναςτηριοϑ όταν αναπϐφευκτα ϋνα κερδοςκοπικϐ εγχεύρημα. Οριςμϋνα απϐ τα
μοναςτόρια τησ Φαλκιδικόσ ιδρϑθηκαν απϐ κληρικοϑσ ό μοναχοϑσ, με ςημαντικϋσ γνωριμύεσ ςτην
Κωνςταντινοϑπολη, ϐπωσ εύναι η περύπτωςη τησ μονόσ Ιβόρων και τησ Μεγύςτησ Λαϑρασ ςτον Ωθω
και τησ μονόσ Κολοβοϑ ςτην Ιεριςςϐ. Φϊρη ςτουσ ιδρυτϋσ τουσ, αυτϊ τα μοναςτόρια διεϑρυναν
ταχϑτατα την περιουςύα και την ιςχϑ τουσ εκμεταλλευϐμενα τϐςο την αυτοκρατορικό ϐςο και την
αριςτοκρατικό πατρωνύα.
Ο Ιωϊννησ Κολοβϐσ, αφοϑ κινόθηκε εκτϐσ των ορύων τησ αρχικόσ θϋςησ ϐπου εύχε ιδρϑςει την
πρώτη του λαϑρα ςτην περιοχό των ιδηροκαυςύων ςτα μϋςα του 9ου αιώνα, πϋτυχε την δημιουργύα
ενϐσ νϋου μετοχύου (Βελικρϊδου) ςτην περιοχό τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ αλλϊ επύςησ εγκατϋςτηςε
χωρικοϑσ και μϑλουσ ςε διαφιλονικοϑμενεσ εκτϊςεισ ςτα ϐρια των δικαύων των χωριών των
ιδηροκαυςύων. Όλη αυτό η διαδικαςύα γαιοκτητικοϑ επεκτατιςμοϑ απαιτοϑςε πολλϊ χρόματα και
πρϐςβαςη ςε ευμενεύσ δικαςτϋσ τησ Κωνςταντινοϑπολησ, τα οπούα λϐγω τησ ιδιϐτητασ τησ μονόσ ωσ
αυτοκρατορικόσ προφανώσ εύχε κατορθώςει να πετϑχει.
Αρκετϊ μοναςτόρια ιδρϑθηκαν απϐ κοςμικοϑσ που ϋγιναν μοναχού ςε ϐψιμη φϊςη και ϋθεςαν
τουσ εαυτοϑσ τουσ επικεφαλόσ του ιδρϑματοσ.1327Οι μονϋσ αυτϋσ προικύζονταν απϐ την οικογενειακό
περιουςύα, για λϐγουσ κοινωνικοϑ κϑρουσ αλλϊ και με ςτϐχο τη διατόρηςη τησ περιουςύασ αυτόσ,
αφοϑ οι γαύεσ θα προςτατεϑονταν απϐ το ευνοώκϐ καθεςτώσ με το οπούο περιβαλλϐταν ϐλη η ϋγγεια
περιουςύα των εκκληςιαςτικών ιδρυμϊτων. Η γη που αποτελοϑςε την προύκα του μοναςτηριοϑ
θεωρητικϊ ξϋφευγε απϐ τον ϋλεγχο του αριςτοκρατικοϑ ούκου αλλϊ, ςτο βαθμϐ που ο πρώτοσ
ηγοϑμενοσ και οι διϊδοχού του όταν μϋλη του ούκου, διατηροϑνταν ςτενϋσ ςχϋςεισ με αυτϐν. Σο
κύνητρο τησ ευςϋβειασ ςυνδεϐταν λοιπϐν αδιαχώριςτα με κοινωνικοϑσ και οικονομικοϑσ ςτϐχουσ.1328
Σο 959 ο πρωτοςπαθϊριοσ Δημότριοσ Πτελεώτησ ύδρυςε το μοναςτόρι των Φαβουνύων ό
Πολυγϑρου προκειμϋνου να διαςφαλύςει την ακύνητη περιουςύα του για τουσ απογϐνουσ του. Ο ύδιοσ
χειροτονόθηκε μοναχϐσ και ϋγινε ο πρώτοσ ηγοϑμενοσ του μοναςτηριοϑ ενώ ο Ιωϊννησ Πτελεώτησ
που τον διαδϋχεται εύναι, προφανώσ, ο γιοσ του. Ο Πτελεώτησ κατϋχει μια τερϊςτια ϋκταςη γησ
1326 Smith, J. M. H., “Aedificatio Sancti Loci: The making of a ninth-century Holy Place”, M.-De Jong, F.-Theuws, C.Van Rhijn, Topographies of Power
in the Early Middle Ages, Brill Leiden-Boston Köln (2001), 361-396, 361
1327 Smyrlis, K., “Small family foundations in Byzantium from the eleventh to the fourteenth century”, Founders and refounders of Byzantine
monasteries, ed. M. Mullett, Belfast Byzantine Texts and Translations, 6.3, (2007), 107-120, 107-111
1328 Μοναςτόρια. Οικονομύα και Πολιτικό απϐ τουσ Μεςαιωνικοϑσ ςτουσ Νεώτερουσ Φρϐνουσ, Επιμ. Η. Κολοβϐσ, Πανεπιςτημιακϋσ Εκδϐςεισ
Κρότησ, Ηρϊκλειο (2011), Ειςαγωγό, x
420
50.000 μοδύων ςτην περιοχό του Πολυγϑρου που περιλαμβϊνει ημιορεινϋσ, ορεινϋσ και πεδινϋσ
εκτϊςεισ, προϊςτεια και αγροτικϋσ εγκαταςτϊςεισ. ε ϋγγραφο του 996 πληροφοροϑμαςτε ϐτι
δώριςε τη μονό ςτο προϊςτειο του Βολβοϑ και κατϐπιν, η μονό περνϊ ςτη δικαιοδοςύα τησ αθωνικόσ
μονόσ Ιβόρων.1329
Τπϊρχουν αρκετϋσ αναφορϋσ για την ύδρυςη ιδιωτικών μοναςτηριών γϑρω απϐ τη Βρϑα απϐ
εϑπορουσ κατούκουσ ό μϋλη τησ τοπικόσ αριςτοκρατύασ (λ.χ. μονό Λινοβροχεύου). Η ύδρυςη των
μονών αυτών επιβεβαύωνε το κϑροσ των κτητϐρων και ενύοτε αποτελοϑςε ϋνα τοπικόσ εμβϋλειασ
διακϑβευμα ςτην αντιπαρϊθεςη προςώπων ό ομϊδων που ςυγκροτοϑνταν γϑρω απϐ τισ
θρηςκευτικϋσ διαμϊχεσ τησ εποχόσ. Σο βϊροσ τουσ ϐμωσ για τον εκϊςτοτε κεντρικϐ οικιςμϐ εύναι
δϑςκολα ανιχνεϑςιμο καθώσ δεν γνωρύζουμε οϑτε το ακριβϋσ μϋγεθϐσ τουσ οϑτε τισ ςχϋςεισ που
εύχαν με την τοπικό εκκληςιαςτικό αρχό.
Σην ύδια εποχό, οι αριςτοκρατικϋσ οικογϋνειεσ επικϋντρωναν την οικογενειακό ιςχϑ ςτην ύδρυςη
θρηςκευτικών κοινοτότων, ςτισ οπούεσ, ςτη ςυνϋχεια αφιϋρωναν τα παιδιϊ τουσ, τϐςο αγϐρια που
δεν μποροϑςαν να λϊβουν μϋροσ τησ πατρικόσ περιουςύασ, ϐςο και κορύτςια για τα οπούα δεν
βριςκϐταν κατϊλληλοσ ςϑζυγοσ. Σα παιδιϊ αυτϊ μποροϑςαν να ζόςουν ςτο οικογενειακϐ μοναςτόρι
με την αξιοπρϋπεια που ταύριαζε ςτην κοινωνικό τουσ θϋςη, ενώ παρϊλληλα, λειτουργοϑςαν ωσ
ενδιϊμεςοι φροντύζοντασ να ωφελεύται πνευματικϊ η οικογϋνειϊ τουσ ενιςχϑοντασ το κϑροσ τησ.
Υυςικϊ, δεν εύχαν ϐλα τα μοναςτόρια την ύδια τϑχη. Πρϋπει να υπόρχαν αντεγκλόςεισ μεταξϑ
των μοναςτηριών διαφορετικών τϑπων και διαβαθμύςεων κι αυτϐ φαύνεται ςτισ μεταγενϋςτερεσ
ενςωματώςεισ, αφοϑ τα περιςςϐτερα υποβαθμύςτηκαν ό απορροφόθηκαν απϐ τα μεγαλϑτερα (μονό
Πτελεώτου, μονό Κολοβοϑ, μονό Λινοβροχεύου, Αββακοϑμ, Βρϊτζεβασ κ.ο.κ.)
Αντύθετα, η παρουςύα των αθωνικών μονών με τα μετϐχια και την ϋγγεια ιδιοκτηςύα τουσ, που
εύναι καλϊ τεκμηριωμϋνη εύχε ϊλλη διϊςταςη. Σα μοναςτόρια αυτϊ ωσ μεγϊλοι γαιοκτόμονεσ
ςυνϋβαλαν ςτην αγορϊ και την εκμετϊλλευςη γαιών και ςε εγγειοβελτιωτικϊ ϋργα, τροφοδοτοϑςαν
μεγϊλο μϋροσ τησ εμπορικόσ κύνηςησ και ωσ κϊτοχοι χρηματικοϑ πλοϑτου παραχωροϑςαν δϊνεια,
επηρϋαζαν και ςυχνϊ ρϑθμιζαν την οικονομικό ζωό.1330
Σα μοναςτόρια ςταδιακϊ τϋθηκαν υπϐ ϋνα ιδιαύτερο καθεςτώσ αυτοκρατορικόσ προςταςύασ.
Απϐ τα μϋςα του 10ου αιώνα και εξόσ, η αυτοκρατορικό επύνευςη εκδηλωνϐταν δαψιλώσ με γαύεσ
που χορηγοϑνταν ςτα μοναςτόρια απϐ την βαςιλικό παρακαταθόκη γαιών. Οι αυτοκρατορικϋσ
δωρεϋσ και οι ευνοώκϋσ φορολογικϋσ ρυθμύςεισ προσ τα μοναςτόρια, τϐνιζαν τη ςημαςύα του ιεροϑ
τϐπου, ενώ ταυτϐχρονα αποτελοϑςαν το βαςικϐ εργαλεύο για την διϊδραςη ανϊμεςα ςτην κοςμικό
και τη θρηςκευτικό εξουςύα και, κυρύωσ για τη διαπραγμϊτευςό τουσ.1331
421
Οι ηγεμϐνεσ εξαςφϊλιζαν ϋτςι ϐτι οι γαύεσ αυτϋσ θα αξιοποιοϑνταν οικονομικϊ και θα παρϋμεναν
ακϋραιεσ, καθώσ τα μοναςτικϊ ιδρϑματα δεν όταν φυςικϊ πρϐςωπα με απογϐνουσ που ϋπρεπε να
αποκαταςτόςουν, ϐπωσ ςυνϋβαινε με τουσ κοςμικοϑσ αριςτοκρϊτεσ. Επύςησ, ςτο βαθμϐ που τα
μοναςτόρια περιϋρχονταν ςταδιακϊ ςε μια ςχϋςη αλληλεξϊρτηςησ με τον ηγεμϐνα, εκεύνοσ
διατηροϑςε τη δυνατϐτητα να διεκδικόςει πύςω αυτϋσ τισ γαύεσ ό να τισ εκμεταλλευτεύ για την
εξαςφϊλιςη πολιτικών ςυμμαχιών εκχωρώντασ τμόματϊ τουσ ςε κοςμικοϑσ ϊρχοντεσ με
αντϊλλαγμα την αφοςύωςό τουσ. Σα μοναςτόρια, ωςτϐςο, προικύςτηκαν και με γενναιϐδωρα
προνϐμια, το ςημαντικϐτερο εκ των οπούων όταν αυτϐ τησ ατϋλειασ λϐγω του μϐνιμου χαρακτόρα
του. Οι επικεφαλόσ τουσ αποκτοϑςαν δικαςτικό δικαιοδοςύα (αντύςτοιχη με εκεύνη των βαςιλικών
αξιωματοϑχων που δεν μποροϑςαν να παρεμβαύνουν πλϋον), αλλϊ και το δικαύωμα να ειςπρϊττουν
φϐρουσ.1332
Ϊνα απϐ τα πιο πρώιμα παραδεύγματα αυτοκρατορικόσ εϑνοιασ, εντοπύζεται ςτο γνωςτϐ ςιγύλιο
του Βαςιλεύου Α’ (883)1333, που διαςφαλύζει τουσ μοναχοϑσ του Ωθω αλλϊ και τησ μονόσ Κολοβοϑ
ςτην Ιεριςςϐ απϐ κϊθε «ενϐχληςη» αξιωματοϑχου. Σα προνϐμια επικυρώνονται εκ νϋου το 908,1334το
934 με περιςςϐτερο ακριβεύσ και τεχνικοϑσ ϐρουσ1335 και το 1045 ςτο Συπικϐ του Μονομϊχου, ϐπου
ϐμωσ διαχωρύζεται η περιουςύα εντϐσ και εκτϐσ Ωθω.1336 Η τελευταύα φορολογεύται εκτϐσ αν τϑγχανε
κϊποιου ϊλλου εύδουσ απαλλαγόσ.
την μονό Ιβόρων παραχωροϑνται ςτα μϋςα του 10ου αιώνα 36 «ατελεύσ» πϊροικοι, δηλαδό
πϊροικοι απαλλαγμϋνοι απϐ φϐρουσ και ϊλλου εύδουσ υπηρεςύεσ. Σο 975 ο Θεϐδωροσ Κλϊδων
διαςαφόνιςε ϐτι αυτϋσ οι υπηρεςύεσ αφοροϑςαν μεταξϑ ϊλλων και την υποχρϋωςη για ανεφοδιαςμϐ
ςε τρϐφιμα του ςτρατοϑ. Μια παρϐμοια διαδικαςύα ϋλαβε χώρα το 957-8 ϐταν ο Κωνςταντύνοσ ο
Πορφυρογϋννητοσ με χρυςϐβουλλϐ του χορόγηςε το προνϐμιο τησ εξκουςεύασ ςτη μονό του Ωθωνοσ
πϊνω ςτην χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ και το 959/60 ϐταν ο Ρωμανϐσ Β’ εξαύρεςε 40 ατελεύσ
παρούκουσ που εύχε παραχωρόςει ςτη Μονό Κολοβοϑ απϐ οποιονδόποτε φϐρο. Σϋλοσ, το 974 ο
υμεών παραχώρηςε ςτην Λαϑρα 32 όδη ατελεύσ παρούκουσ απαλλαγμϋνουσ απϐ κϊθε επόρεια.
Παρατηροϑμε ϐτι αυτό την περύοδο οι απαλλαγϋσ που δύνονται αφοροϑν ςε μια πολϑ
ςυγκεκριμϋνη περιοχό. Οι βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ ςτα τϋλη του 10ου αιώνα και η ενύςχυςη του
ςτρατοϑ ςτα βϐρεια θϋματα τησ αυτοκρατορύασ για να αντιμετωπιςτεύ η απειλό ςόμαινε ϐτι τα
αθωνικϊ μοναςτόρια προςπαθοϑςαν να μειώςουν την επύδραςη των ςτρατιωτικών κτόςεων ςτη γη
1332 ακελλαρύου, Ε., «Σα μοναςτόρια ςτη μεςαιωνικό Δϑςη: η ςχϋςη του με την πολιτικό και την οικονομύα (8οσ-11οσ αι.), Μοναςτόρια.
Οικονομύα και Πολιτικό απϐ τουσ Μεςαιωνικοϑσ ςτουσ Νεώτερουσ Φρϐνουσ, Επιμ. Η. Κολοβϐσ, Πανεπιςτημιακϋσ Εκδϐςεισ Κρότησ, Ηρϊκλειο
(2011), 1-30
1333 Prôtaton, ϋγγρ. 1 (883)
1334 Prôtaton, ϋγγρ. 2 (908)
1335 Prôtaton, ϋγγρ. 3 (934)
1336 Prôtaton, ϋγγρ. 8 (1045)
422
τουσ και ςτουσ χωρικοϑσ τουσ και η παραχώρηςη αυτών των απαλλαγών όταν μια ϋνδειξη τησ
επιτυχύασ τουσ.
Σα μοναςτόρια προςϋλκυαν πολλϋσ δωρεϋσ εκ μϋρουσ ευλαβών ευεργετών, διϐτι αναλϊμβαναν
διευρυμϋνεσ πολιτικϋσ, δημοςιονομικϋσ και οικονομικϋσ δικαιοδοςύεσ και υποχρεώςεισ, για τισ
οπούεσ χρειϊζονταν αντύςτοιχη υλικό βϊςη. Η δραματικό αϑξηςη δωρεών ϋγγειασ περιουςύασ προσ
μοναςτηριακϊ ιδρϑματα, εύχε ςαν ςυνϋπεια η μοναςτηριακό περιουςύα να ξεπερνϊ κατϊ πολϑ τισ
βαςικϋσ ανϊγκεσ των ιδρυμϊτων.
Απϐ την ανϊρρηςη του Μιχαόλ Η΄ςτον αυτοκρατορικϐ θρϐνο και, κυρύωσ, με τον Ανδρϐνικο
Β΄αυξϊνεται γεωμετρικϊ η ϋκδοςη χρυςϐβουλων και επικυρωτικών εγγρϊφων που αφοροϑν τισ
κτόςεισ παλαιών αγιορειτικών γαιών ό και την αναγνώριςη κυριϐτητασ ςε νϋεσ γενικϊ ςτη
Μακεδονύα και το βϐρειο Αιγαύο.1337 Καθώσ αποτελοϑςαν την ιςχυρϐτερη γαιοκτητικό τϊξη τησ
περιοχόσ, εύχαν ςαφϋσ αποτϑπωμα ςτον πολεοδομικϐ και κοινωνικϐ ιςτϐ τϐςο των κεντρικών
οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ ϐςο και τησ υπαύθρου τησ αφοϑ τα μετϐχια ϊλλαξαν το τοπύο ωσ μονϊδεσ
διαχεύριςησ γησ.
Η οργϊνωςη τησ παραγωγόσ των μεγϊλων κτημϊτων, κυρύωσ μοναςτηριακών, δεν
αποτελοϑνταν μϐνο απϐ διαφορετικοϑσ τϑπουσ αγροτικών προώϐντων αλλϊ, ϐπωσ δεύχνουν τα
ϋγγραφα, απϐ μια μεγϊλησ κλύμακασ εμπλοκό ςτην επεξεργαςύα και εμπορύα των αγροτικών
προώϐντων. Σο ςυςςωρευμϋνο αγροτικϐ υπερπροώϐν το εκμεταλλεϑονταν εμπορικϊ.1338
Ψςτϐςο, ϋνα μοναςτόρι όταν πϐλοσ οικονομικόσ δραςτηριϐτητασ και με πολλοϑσ ϊλλουσ
τρϐπουσ πϋρα απϐ την αξιοπούηςη τησ γησ. Η διοργϊνωςη περιοδικών αγορών πολϑ ςυχνϊ λϊμβανε
χώρα κοντϊ ςε μοναςτόρια. Οι μεγαλϑτερεσ και πλουςιϐτερεσ κοινϐτητεσ εύχαν πλεοναςματικό
παραγωγό και ϋτειναν να πουλοϑν το πλεϐναςμα ϋξω απϐ τα τεύχη τησ μονόσ τισ ημϋρεσ που οι
πιςτού ςυγκεντρώνονταν εκεύ για μια θρηςκευτικό γιορτό.
Όλα τα μοναςτόρια εύχαν περιουςύεσ ςτισ πϐλεισ. Η μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ εύχε ακύνητα και
πλόρωνε ενούκιο για ϋνα λουτρϐ ςτην Βρϑα, ενώ η μονό Κολοβοϑ κατεύχε ακύνητη περιουςύα που
περιελϊμβανε οικόματα, εργαςτόρια και κινητϐ εξοπλιςμϐ εντϐσ του Κϊςτρου τησ Ιεριςςοϑ. Μϐλισ
ςταθεροποιοϑνταν η παρουςύα και η ςυμμετοχό ςτισ τοπικϋσ αγορϋσ, επϐμενοσ ςτϐχοσ όταν οι
διαπεριφερειακϋσ. Οριςμϋνα μοναςτόρια ϐπωσ οι μονϋσ Βατοπεδύου (1356) και Μεγύςτησ Λαϑρασ
όταν επύςησ και πλοιοκτότεσ, με εμπλοκό και ςτο θαλϊςςιο εμπϐριο, πϋρα απϐ την αναμφιςβότητη
εμπλοκό τουσ ςε τοπικϐ και περιφερειακϐ επύπεδο. Σα βυζαντινϊ μοναςτόρια, λειτουργοϑςαν
1337 Lavra, II, ϋγγρ. 71, 72, 89 ̇ Vatopédi, I, ϋγγρ. 16, 17, 31 ̇ Iviron, III, ϋγγρ. 58, 62, 63 ̇ Chilandar, I, ϋγγρ. 8, 10, 12, 13, 17-20, 23, 26, 27 ̇
Xéropotamou, ϋγγρ. 10, 13, 15 ̇ Kultumus, ϋγγρ. 11, 12 ̇ Esphigménou, ϋγγρ. 6, 11 ̇ Panteéléèmon, ϋγγρ. 92 ̇ Docheiariou, ϋγγρ. 9, 16.
1338 Smyrlis, 2010Α, 212-213, του ιδύου, “Financial Crisis and the Limits of Taxation under Andronikos II Palaiologos (1282–1321)”, D. Angelov,
Μ. Saxby (ed.), Power and Subversion in Byzantium, Society for the Promotion of Byzantine Studies, Ashgate, Farnham (2013), 71-82.
423
επύςησ ωσ τρϊπεζεσ, παρϋχοντασ δυνατϐτητα φϑλαξησ χρημϊτων και τιμαλφών αλλϊ και
χορηγώντασ πιςτώςεισ προσ εμπϐρουσ ό αγρϐτεσ.1339
Σα περιςςϐτερα μοναςτόρια πρϋπει να εύχαν και ςτρατιωτικϐ ρϐλο παρϐλο που δεν αναφϋρεται
ςαφώσ ςτισ πηγϋσ, με την ϋννοια ϐτι επρϐκειτο για οικονομικϊ και ιδεολογικϊ εϑρωςτα κϋντρα τησ
υπαύθρου τα οπούα φυλϊςςονταν αποτελεςματικϊ ςτουσ ταραγμϋνουσ μεςαιωνικοϑσ χρϐνουσ.
Τποθϋτουμε εϑλογα, ϐτι οι εκπρϐςωποι τησ κεντρικόσ εξουςύασ λϊμβαναν υπϐψη τισ ςτρατιωτικϋσ
δυνατϐτητεσ ενϐσ τϋτοιου κϋντρου. Εύναι χαρακτηριςτικϐ το παρϊδειγμα τησ μονόσ Πτελεώτου ςτην
οπούα κατϋφυγαν οι κϊτοικοι τεςςϊρων χωριών τησ δυτικόσ και κεντρικόσ Φαλκιδικόσ προκειμϋνου
να ςωθοϑν απϐ τισ βουλγαρικϋσ επιθϋςεισ του 10ου αιώνα.1340
Παρακολουθόςαμε ςυνοπτικϊ τη ςταδιακό μετατροπό των μοναςτηρύων ςε τϐπουσ ϐπου οι
απλού κανϐνεσ του υπϐλοιπου κϐςμου δεν ύςχυαν ενώ επενδϑθηκαν με μια δϑναμη, ςτην οπούα εύχαν
πρϐςβαςη μϐνο ϐςοι εύχαν ςυμβϊλλει ςτη διαςφϊλιςη αυτών των προνομύων. Με ϊλλα λϐγια αυτού
οι ιερού τϐποι ςταδιακϊ ενςωματώθηκαν ςτην τοπογραφύα τησ αυτοκρατορικόσ και επιςκοπικόσ
δϑναμησ καθώσ απϋκτηςαν ιςχϑ λϐγω τησ οριακόσ τουσ θϋςησ και ςυνδϋθηκαν με την
αυτοκρατορικό αυλό.
ε οριςμϋνεσ περιπτώςεισ η ιδεολογικό και οικονομικό επιρροό των μοναςτηριών εύχε αυξηθεύ
ςε βαθμϐ που ο μοναχιςμϐσ και οι εκπρϐςωπού του να γύνουν ρυθμιςτικού παρϊγοντεσ ςε ϋνα δύκτυο
αυτοκρατορικόσ επιρροόσ μϋςα απϐ τη δημιουργύα μικρών ανεξϊρτητων κρατιδύων, ϐπωσ εύναι η
αθωνικό κοινϐτητα.1341
424
Φαλκιδικό, οι αντύδικεσ πλευρϋσ αναφϋρονται ωσ «ςυντελεςταύ» με την ϋννοια των ςυνειςφερομϋνων
ςτουσ φϐρουσ ςτο πλαύςιο μιασ δημοςιονομικόσ ομϊδασ.
Επύ πλϋον, η βυζαντινό κοινϐτητα ϋχει και μια ανθρώπινη διϊςταςη με την ϋννοια του ςυνϐλου
των μελών το χωρύου.
425
δημϐςιο, ϐπωσ η ενορύα τησ Ιεριςςοϑ και η αντύςτοιχη του Κϊςτρου των Βρυών ςτη δυτικό
Φαλκιδικό.1350
Η κοινοτικό αγϋλη εύναι μύα ακϐμη απϐ τισ οικονομικϋσ δραςτηριϐτητεσ τησ κοινϐτητασ, που
οργανώνεται ςε χωρϊφια τα οπούα αφοϑ ςυγκομιςθοϑν, αποδύδονται απϐ την κοινϐτητα για την
βοςκό των ζώων.
Για το δημϐςιο, το χωριϐ εξακολουθοϑςε να αποτελεύ ςυλλογικό μονϊδα ακϐμα και ϐταν εύχε
διαμοιραςτεύ ςε διαφορετικοϑσ μεγαλογαιοκτόμονεσ μετϊ τον 12ο αιώνα. Οι μονϋσ Ιβόρων,
Ξηροποτϊμου, Ξενοφώντοσ, Ζωγρϊφου, Φιλανδαρύου και Λαϑρασ κατεύχαν μεγϊλεσ εκτϊςεισ γησ και
μεγϊλο αριθμϐ παρούκων τϐςο ςτην περιοχό τησ Βρϑασ ϐςο και ςτην Ιεριςςϐ. Ειδικϊ, ςτην
περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ, ο Μιχαόλ Η’ Παλαιολϐγοσ με χρυςϐβουλλο που εξϋδωςε ςτα μϋςα του 13ου
αιώνα (1259), «(...)τϐ χωρύον τϐν Ἱεριςςϐν δια τοῦ παρϐντοσ χρυςοβοϑλλου λϐγου τῆ τοιαϑτη μονό
προςκυρού, και διορύζεται κατϋχειν ταϑτην τϐ τοιοῦτον χωρύον εἰσ τοϑσ ἐξόσ ἂπαντασ καύ διηνεκεύσ
χρϐνουσ μετϊ πϊντων τῶν δικαύων καύ προνομύων αὐτοῦ, ἥγουν ἀγριδύων, προαςτεύων, χωραφύων,
ἀμπελώνων, ἐξαλειμμϊτων (...)».1351Παρϐλα αυτϊ, οι περιοριςμού των κτημϊτων ςτα γειτονικϊ χωριϊ
τησ Δεβελύκειασ και του Πρϐβλακα αναφϋρουν ςαφώσ τα δύκαια των Ιεριςςιωτών.1352
Η διατόρηςη των κοινοτικών δικαιωμϊτων του χωριοϑ εύναι ενδεικτικό του ϐτι η παραχώρηςη
ολϐκληρου του χωριοϑ ό τμόματϐσ του ςε κϊποιον γαιοκτόμονα, κοςμικϐ ό εκκληςιαςτικϐ,
αφοροϑςε μϐνο ςτο δικαύωμα εκμετϊλλευςόσ των φυςικών και ανθρώπινων πϐρων και ϐχι ςτην
κατοχό του.
426
ςπϊνιο ϋγγραφο απϐ το αρχεύο του Πρωτϊτου αναφϋρεται ςτην υπϐθεςη, ϐπου πρωτοςτατοϑςε ο
«πρώτοσ» Ανδρϋασ εκπροςωπώντασ τουσ αθωνύτεσ, ενώ η αποςτολό για την δύκη που ϋλαβε χώρα
ςτην Κωνςταντινοϑπολη, περιελϊμβανε αντιπροςώπουσ των κοινοτότων ιδηροκαυςύων και
Φλουμουτζϊσ. Η αντιπροςωπεύα πϋτυχε πρϐςβαςη ςτον αυτοκρϊτορα Λϋοντα τ’, ϐπου εξϋθεςε τισ
καταπατόςεισ τησ μονόσ Κολοβοϑ και τισ προςπϊθειϋσ τησ να αποκτόςει τον ϋλεγχο τησ αθωνικόσ
χερςονόςου.1353Μια εντυπωςιακϊ ςυνδυαςμϋνη επιχεύρηςη που ςτϋφθηκε με επιτυχύα και μια
μοναδικό παραδοχό ςτην ιςτορύα αυτοκρατορικοϑ ςφϊλματοσ.
ε ϋγγραφο τησ Ιβόρων (995), οι εκπρϐςωποι τησ μονόσ Κολοβοϑ αλλϊ και οι κϊτοικοι του
χωριοϑ των ιδηροκαυςύων αναφϋρονται ωσ «μϋροσ», ενώ οι τελευταύοι αναφϋρονται ςε ϊλλο ςημεύο
του εγγρϊφου και ωσ «πλῆθοσ», χαρακτηριςμϐσ που μασ δύνει μια αύςθηςη του μεγϊλου αριθμοϑ των
ατϐμων που εκπροςωποϑςαν την κϊθε πλευρϊ. Τποθϋτουμε ϐτι επρϐκειτο για μεγϊλο αριθμϐ
ανδρών οι οπούοι, αν λϊβουμε υπϐψη την ελαφρώσ υποτιμητικό γλώςςα του εγγρϊφου, όταν
θορυβώδεισ και απεύθαρχοι.
το εν λϐγω ϋγγραφο δεν γύνεται λϐγοσ για κοινοτικό ιδιοκτηςύα γησ αλλϊ υπϊρχει αναμφύβολα
κοινοτικϐ ενδιαφϋρον ςχετικϊ με την χρόςη γησ που ανόκε ςτα ιδηροκαϑςια και βριςκϐταν ςτην
περιοχό τησ Αρςενύκειασ. Ο Lefort θεωρεύ την αντιδικύα αυτό ωσ ϋνδειξη των εντϊςεων και των
πιϋςεων που προκϊλεςε η αϑξηςη του πληθυςμοϑ ςτην περιοχό κατϊ τον 10ο και 11ο αιώνα και του
ανταγωνιςμοϑ για τον ϋλεγχο τησ μικρόσ παρϊκτιασ πεδιϊδασ, ϐπου βριςκϐταν η Αρςενύκεια, που
διϋθετε επύςησ και λιμϊνι.1354
Η εξϋλιξη τησ ακροαματικόσ διαδικαςύασ, ϐπωσ αυτό περιγρϊφεται απϐ τον ςυντϊκτη του
εγγρϊφου, δεύχνει ϐτι οι ιδηροκαυςύτεσ εύχαν καλό γνώςη των ςημεύων του νϐμου που αφοροϑςαν
τισ υποθϋςεισ τουσ, ϐπωσ η δυνατϐτητα και το δικαύωμα πρϐςβαςησ ςε υδϊτινεσ πηγϋσ, η
εκμετϊλλευςη αλιοτοπύων και βοςκοτοπύων, εφϐςον εύχαν προϒπϊρξει κι ϊλλεσ διαμϊχεσ ςτισ
προκεύμενεσ γκρύζεσ ζώνεσ ςτο παρελθϐν, αφοϑ η δύκη εύναι ςυνϋπεια ϋφεςησ που αςκόθηκε απϐ
πλευρϊσ των ιδηροκαυςιτών. Εύναι αξιοςημεύωτη η ϋνςταςη των χωρικών απϋναντι ςτο επιχεύρημα
των μοναχών για «δεςποτεύα», βϊςει τησ (παρϊνομησ) εγκατϊςταςησ παρούκων ςτην
διαφιλονικοϑμενη περιοχό (ςτ. 23), διϐτι θύγει ϊμεςα τη διακριςη ανϊμεςα ςε ιδιοκτηςύα και κατοχό,
αποκαλϑπτοντασ ακϐμη μια φορϊ το επύπεδο των νομικών γνώςεων των χωρικών.1355 Σϋλοσ,
προκαλεύ εντϑπωςη το γεγονϐσ ϐτι οι μοναχού καταφεϑγουν ςε επύκληςη τησ «ςυνόθειασ», τησ
εθιμικόσ παρϊδοςησ ςε αντύθεςη με τουσ ιδηροκαυςύτεσ, οι οπούοι ςτηρύζονται αποκλειςτικϊ ςε
γραπτϊ κεύμενα δεύχνοντασ πωσ εύχαν καταλϊβει ό μϊθει για την υπεροχό των γραπτών τεκμηρύων
ϋναντι τησ παρϊδοςησ.
427
Σο «πλόθοσ» των ιδηροκαυςιτών, εκτϐσ του ϐτι όταν εξοικειωμϋνο με τισ νομικϋσ διαδικαςύεσ
και με ςυγκεκριμϋνεσ πτυχϋσ των νϐμων, φαύνεται πωσ διατηροϑςε κοινοτικϐ αρχεύο το οπούο
ςυμβουλεϑονταν καθώσ ϋχουν επύγνωςη των προηγοϑμενων εγγρϊφων και των θϋςεων κϊθε
πλευρϊσ και μιλοϑν πολϑ ςυγκεκριμϋνα και μεθοδικϊ. Προκϑπτει, επομϋνωσ, ϐτι ϐςοι διατϑπωναν
επιχειρόματα απϐ πλευρϊσ των χωρικών ςύγουρα δεν όταν αμϐρφωτοι και ϊξεςτοι αγρούκοι αλλϊ
εγγρϊμματοι επιφανεύσ εκπρϐςωποι τησ κοινϐτητασ, που γνώριζαν το νϐμο και τα ςημεύα του.
ε αντύθεςη με το πλόθοσ των ιδηροκαυςιτών, ςυναντϊμε το 942 μια μικρό, επύλεκτη ομϊδα
εκπροςώπων τησ Ιεριςςοϑ, που εύχαν αποςταλεύ απϐ την κοινϐτητα προκειμϋνου να ϋρθουν ςε
ςυμφωνύα με τουσ αθωνύτεσ για την χϊραξη τησ ςυνοριακόσ τουσ γραμμόσ.1356 Δεν γύνεται λϐγοσ για
νομικοϑσ πρϊγμα το οπούο ςημαύνει ϐτι οι αντύδικοι εύχαν ϊμεςη πρϐςβαςη ςτα δικαςτόρια και
εκπροςωποϑςαν τον εαυτϐ τουσ. Η διαμϊχη για την οριογραμμό του Ωθω ϋληξε υπϋρ των μοναχών.
Οι υποθϋςεισ τησ Αρςενύκειασ και τισ Ιεριςςοϑ εύναι δϑο απϐ τισ πολυϊριθμεσ υποθϋςεισ του 10ου
αιώνα, οι οπούεσ αποκαλϑπτουν αιτύεσ ϋνταςησ ανϊμεςα ςτισ κοινϐτητεσ που βρύςκονταν ςτα
ςϑνορα του Ωθω και ςτουσ μοναςτικοϑσ γεύτονϋσ τουσ.
Μια ακϐμα πολυςυζητημϋνη εκδύκαςη υπϐθεςησ ςχετικϊ με ςφετεριςμϐ εδαφών ςτην περιοχό
του Πολυγϑρου, ϋλαβε χώρα τον Νοϋμβριο του 996, με επκεφαλόσ και πϊλι τον πρωτοςπαθϊριο
Νικϐλαο, κριτό τρυμϐνοσ, Δρουγουβιτεύασ και Θεςςαλονύκησ. Η ακροαματικό διαδικαςύα
πραγματοποιόθηκε ςτην Καςςϊνδρεια με αξιϐλογη ςϑςταςη του δικαςτηρύου. Ο Νικϐλασ
ςυνοδευϐταν απϐ τον αυτοκρατορικϐ επιςκεπτύτη και πρωτοςπαθϊριο τϋφανο, που ύςωσ
λειτουργοϑςε ςαν εξωτερικϐσ ςϑμβουλοσ, καθώσ το θϋμα αφοροϑςε εδϊφη που (εςφαλμϋνα) εύχαν
παραχωρηθεύ απϐ ϊλλον επιςκεπτύτη τον μοναχϐ Υώτιο. Μαζύ του, κατϊ το βυζαντινϐ και, αςφαλώσ
ρωμαώκϐ, τυπικϐ κϊθονταν 13 αξιωματοϑχοι μεταξϑ των οπούων δϑο επύςκοποι: ο Λϋων
Καςςανδρεύασ και ο Πανϊρετοσ Κύτρουσ. Ο κριτόσ Νικϐλαοσ εύχε ςυμπεριλϊβει ςτη ςϑνθεςη του
δικαςτηρύου επιφανεύσ εκπροςώπουσ χωριών τησ περιοχόσ (Ρεςετηνύκεια, Κρανϋα, Μουςδολϐκων
και Βατϐνειασ), προκειμϋνου να παρϊςχουν τη μαρτυρύα τουσ περύ τησ υπϐθεςησ. Οι χωρύτεσ αυτού
εύχαν εξαναγκαςθεύ να εγκαταλεύψουν τα πατρώα λϐγω των βουλγαρικών επιθϋςεων βρύςκοντασ
καταφϑγιο ςτη μονό Πολυγϑρου. ε αντϊλλαγμα καλλιεργοϑςαν τη γη που ανόκε ςτο μοναςτόρι και
εκπλόρωναν τισ υποχρεώςεισ που ςυνεπαγϐταν η παραμονό τουσ ςτη μονό, ςϑμφωνα με το τυπικϐ
του ιδρυτό τησ Δημητρύου Πτελεώτη. Οι μοναχού κατϋθεςαν μεθοδικϊ ϐλα τα ϋγγραφα που
αφοροϑςαν ςτην υπϐθεςη ϐμωσ η μαρτυρύα των χωριτών ςτϊθηκε καθοριςτικό. Εύναι
χαρακτηριςτικϐ ϐτι λϐγω του δϑςβατου του τϐπου, ο Νικϐλαοσ δεν μπϐρεςε να πραγματοποιόςει
αυτοψύα. τηρύχθηκε ϐμωσ ςτην «αξιοπιςτύα των οικητϐρων», οι οπούοι υπϐ την εποπτύα των
αξιωματοϑχων που ςυμμετεύχαν ςτο δικαςτόριο, χϊραξαν εκ νϋου τα ςϑνορα ςτη μορφό που
ϐφειλαν να εύναι. Ο Βαςύλειοσ ο Βοϑλγαροσ τουρμϊρχησ, που κατηγορόθηκε για την καταπϊτηςη, δεν
428
μπϐρεςε να εγεύρει επιχειρόματα απϋναντι ςτην τιμιϐτητα και την «περηφϊνεια» των ςυνϋδρων.
Παρατηροϑμε ϐτι παρϊ το γεγονϐσ ϐτι δεν υφύςταται πλϋον το χωριϐ ωσ φυςικϐσ τϐποσ, οι πρώην
κϊτοικοι εξακολουθοϑν να λειτουργοϑν ωσ μϋλη μιασ κοινϐτητασ και να αντιμετωπύζονται απϐ τουσ
ανώτερουσ αξιωματοϑχουσ ωσ τϋτοιοι.1357
τισ υποθϋςεισ που παρουςιϊςτηκαν ενδεικτικϊ εδώ, το ςημαντικϐτερο διακϑβευμα όταν η
διατόρηςη τησ ςταθερϐτητασ των κοινοτότων των χωριών, ιδιαύτερα με την δημοςιονομικό τουσ
διϊςταςη. Η επύκριςη τησ Κολοβοϑ απϐ τον δικαςτό ςε ςημεύο μϊλιςτα να κατηγορόςει τουσ
μοναχοϑσ ϐτι οι πρϊξεισ τουσ δεν ςυνϊδουν με το ςχόμα τουσ προδικϊζει την προςπϊθεια του
Βαςιλεύου Β’ μϋςα απϐ τισ Νεαρϋσ του να περιορύςει την επϋκταςη των δυνατών ςε βϊροσ των
ελεϑθερων καλλιεργητών.
Μια ακϐμα παρϊμετροσ, που αξύζει να ςχολιαςθεύ, εύναι το γεγονϐσ τησ αδυναμύασ ό τησ
απροθυμύασ τησ κεντρικόσ κυβϋρνηςησ να ελϋγξει την εκλογό των αντιπροςώπων για τισ
ενδιαφερϐμενεσ πλευρϋσ των υποθϋςεων, λϐγω τησ οπούασ μποροϑμε να διακρύνουμε ςτον τομϋα
αυτϐ τα ύχνη τησ τοπικόσ δραςτηριϐτητασ.
την περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ, ςτην οπούα επανερχϐμαςτε λϐγω τησ επαρκϋςτερησ τεκμηρύωςησ
ςε ςχϋςη με ϊλλεσ περιοχϋσ, οι ςυμμετϋχοντεσ ενεργοϑςαν ςυλλογικϊ. ϑμφωνα με το ρωμαώκϐ και,
κατϐπιν, με το βυζαντινϐ δύκαιο, ωσ μϊρτυρεσ δεν μποροϑςαν να κληθοϑν ςκλϊβοι, ϊποροι και
ϊνδρεσ κϊτω των 20 ετών. την εκδύκαςη τησ οριοθϋτηςησ των ςυνϐρων ανϊμεςα ςτισ κοινϐτητεσ
του Ωθω και τησ Ιεριςςοϑ αξύζει να κρατηθεύ ο βαθμϐσ παρεμβατιςμοϑ του κρϊτουσ ςε μια τϋτοια
περύπτωςη περιοριςμϋνησ γεωγραφικόσ ϋκταςησ, που, εν τοϑτοισ, θεωροϑνταν ϐτι ϊξιζε τοπικόσ,
περιφερειακόσ αλλϊ και αυτοκρατορικόσ προςοχόσ.
Μϋχρι το τϋλοσ του 11ου αιώνα, η ςχϋςη τησ πρωτεϑουςασ με τισ επαρχύεσ ςτην ςφαύρα τησ
δικαιοςϑνησ, ϐπωσ και ςε ϊλλεσ πλευρϋσ τησ κοινωνικόσ ζωόσ των βυζαντινών, ϊλλαξε αφόνοντασ
τισ τοπικϋσ κοινϐτητεσ ςτο ϋλεοσ ϐςωσ εύχαν οικονομικό δϑναμη και κοινωνικϐ κϑροσ.1358
Παρϊ ταϑτα, ϋνα ενδιαφϋρον ϋγγραφο απϐ το αρχεύο τησ μονόσ Βατοπεδύου που χρονολογεύται
ςτα 1297 περιγρϊφει πωσ, παρουςύα του «δοϑκα» τησ Θεςςαλονύκησ και του Πρώτου του Αγύου
Όρουσ, «ϐλοι οι κϊτοικοι» τησ Κομότιςςασ «κληρικού, γϋροντεσ, πρωτϐγεροι, οἰκοδεςπϐται, λαϐσ»,
προςόλθαν ωσ μϊρτυρεσ ςτην εκδύκαςη υπϐθεςησ ανϊμεςα ςτισ μονϋσ Βατοπεδύου και Φιλανδαρύου,
γεγονϐσ που ςημαύνει ϐτι οι κοινϐτητεσ λειτουργοϑςαν ακϐμα ωσ δικαςτικϋσ μονϊδεσ ςε αυτϐν τον
ϐψιμο και τϐςο διαφορετικϐ κϐςμο.1359
429
υμπερϊςματα
Κατϊ τον 14ο αιώνα το χωριϐ εύτε εύχε απωλϋςει εύτε ϋτεινε να απωλϋςει την ανεξαρτηςύα του
και πολλϊ απϐ τα ςυλλογικϊ του δικαιώματα και αρμοδιϐτητεσ ςε ςχϋςη με το δημϐςιο, απϋναντι
ςτο οπούο, ωςτϐςο, διατόρηςε την ϑπαρξό του ωσ ενϐτητα αποτελοϑμενη απϐ γη και κατούκουσ. τισ
περιπτώςεισ που η κοινοτικό γη όταν κατακερματιςμϋνη ςε περιςςϐτερουσ ιδιοκτότεσ, οι ϐψεισ τησ
ςυλλογικόσ ϑπαρξησ του χωριοϑ εμφανύζονται περαιτϋρω διαβρωμϋνεσ.1360
ε οριςμϋνουσ οικιςμοϑσ ϐπωσ η Ιεριςςϐσ, η κοινϐτητα ϋφταςε ςε αξιοςημεύωτο επύπεδο
ανϊπτυξησ, αποτελώντασ ςυγκροτημϋνη διοικητικό και οικονομικό ενϐτητα, δημογραφικϊ εϑρωςτη,
που διαχειριζϐταν κοινοτικό γη και διεκδικοϑςε εκτϊςεισ που αποδύδουν καλλιεργητικϐ ειςϐδημα.
υνεπώσ, εύχε φοροδοτικό ικανϐτητα και, επομϋνωσ, φορολογικό υποχρϋωςη αρχικϊ απϋναντι ςτο
δημϐςιο και αργϐτερα, απϐ τον 12ο αιώνα και εξόσ, ςτουσ μεγϊλουσ γαιοκτόμονεσ τησ περιοχόσ, τισ
αθωνικϋσ μονϋσ.
Για το ϊλλο οικιςτικϐ κϋντρο τησ Φαλκιδικόσ, τη Βρϑα ϋχει επιςημαθεύ μια απουςύα ςυλλογικόσ
ςυμπεριφορϊσ. Κατϐπιν ϐμωσ, προςεκτικόσ μελϋτησ των ςτοιχεύων που ςταχυολογοϑμε απϐ τα
αθωνικϊ κυρύωσ ϋγγραφα και απϐ αγιολογικϋσ πηγϋσ, αποκαλϑπτεται υπϐρρητα η λειτουργύα του
οικιςμοϑ ωσ ςυλλογικϐ ςώμα.
ε ϋγγραφο τησ μονόσ Ιβόρων που χρονολογεύται ςτα 1047 και ςτο οπούο γύνεται για πρώτη
φορϊ αναφορϊ ςτο «Κϊςτρο τῶν Βρυῶν», αναφϋρονται: «Φωρϊφια κεύμενα ὐπϐ τόν ὐποταγόν τοῦ
κϊςτρου τῆσ Βρϑασ, εἰσ τϐ χωρύον Κλαπατουρϊδεσ καύ ἔτερα χωρϊφια κεύμενα εἰσ τϐ χωρύον Λιμνόν καύ
ἔτερα χωρϊφια εἰσ τϐ χωρύον [...?..] καύ λύγο παρακϊτω «τϊ ςϑνορα τῶν Βρυονιτῶν».1361 Επομϋνωσ,
κατϊ τον 12ο αιώνα οι Βρυεννύτεσ διατηροϑν ςτην κατοχό τουσ ωσ ςυλλογικϐ ςώμα ϋγγεια
περιουςύα.1362
Η απουςύα ςυλλογικόσ ςυμπεριφορϊσ καθώσ επύςησ και οι αναφορϋσ ςτα αςτικϊ όθη και τη
ςυμπεριφορϊ των βρυεννιτών ωσ ενιαύου πολιτικοϑ ςώματοσ πρϋπει να εύναι ςυμπτωματικό καθώσ
τα κατϊλοιπα του πολεοδομικοϑ ιςτοϑ αποκαλϑπτουν διαβαθμιςμϋνεσ κοινωνικϋσ δομϋσ. Επύ πλϋον,
ωσ κοινϐτητα, κατϋχουν και διαχειρύζονται γη, αποτελοϑν δημοςιονομικϐ κϋντρο, μιςθώνουν
οικοδομόματα και χώρουσ και κυρύωσ διατηροϑν την αυτονομύα και την ανεξαρτηςύα τουσ μϋχρι την
ερόμωςη του οικιςμοϑ.
Η ιδϋα ϐτι «πϐλη εύναι οι ϊνθρωποι, ϐχι τα τεύχη τησ» εύναι ϋνασ κοινϐσ τϐποσ ςτην αρχαύα
ελληνικό ςκϋψη. Η πϐλη με την ϋννοια του φυςικοϑ χώρου δεν αποτελεύ πϊντα εγγϑηςη αςφϊλειασ.
Η επιβύωςη των κατούκων ενύοτε απαιτεύ την εγκατϊλειψη και την απώλειϊ τησ. Ϊτςι και ςτην
περύπτωςη τησ βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ, κοινϐτητα υπόρχε εκεύ ϐπου υπόρχε πολιτικϐ ςώμα. Σο
οργανωμϋνη (γϋροντεσ και ϋνασ πρωτϐγεροσ), προσ τουσ οπούουσ ο Πρώτοσ απευθϑνει επιςτολό και αυτού ςυντϊςςουν πρϊξη! Οι πρωτϐγεροι
και οι χρηςιμϐτεροι αναφϋρονται και ςτα χιλανδαρινϊ ϋγγραφα (11, 19).
1360 Laiou 1977, 52.
1361 Iviron I, ϋγγρ. 29 (1047), ςτ. 34, 50
1362 Iviron II, ϋγγρ. 45 (1104), ςτ. 394
430
βλϋπουμε ςτην περύπτωςη των εξαπονδριςμϋνων κατούκων των τεςςϊρων χωριών που βρύςκουν
καταφϑγιο ςτη μονό Πολυγϑρου, το ςυναντοϑμε ςτην περύπτωςη των κατούκων τησ Ιεριςςοϑ, που
επανεμφανύζεται μετϊ απϐ ϋνα αμϊρτυρο διϊςτημα με νϋο ϐνομα τον 9ο αιώνα, το ανιχνεϑουμε ςτην
αναδιοργϊνωςη τησ ερημωμϋνησ Καςςϊνδρειασ και ςτην επαναςϑςταςό τησ ςε ιςχυρϐ διοικητικϐ,
θρηςκευτικϐ και δικαςτικϐ κϋντρο απϐ τον 10ο αιώνα.
την ενϐτητα που ολοκληρώθηκε παρουςιϊςτηκαν αρκετϋσ απϐ τισ ομϊδεσ δρϊςησ του
πολιτιςμικοϑ τοπύου τησ βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ. Η παρουςιϊςη αυτό δεν ϋγινε με ςυςτηματικϐ και
εξαντλητικϐ τρϐπο ενώ η ιδιοςυγκραςιακό επιλογό όταν πϊντοτε παροϑςα. τϐχοσ του κειμϋνου δεν
όταν αςφαλώσ να καλϑψει ϐλα τα πεδύα προβληματιςμοϑ ό τισ μεθϐδουσ μελϋτησ των διαφϐρων
ςταδύων τησ ανθρώπινησ δραςτηριϐτητασ εντϐσ του ιςτορικοϑ τοπύου αλλϊ να δοθεύ μια θϋςη ςτην
υποκειμενικό ανθρώπινη εμπειρύα τησ ζωόσ ςτουσ οικιςμοϑσ τησ Φαλκιδικόσ κατϊ τουσ βυζαντινοϑσ
χρϐνουσ. -
431
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 11Ο
ΠΡΟ ΜΗΑ ΓΗΔΡΔΤΝΖΖ ΣΖ ΚΑΣΟΗΚΖΖ : ΚΕΝΣΡΙΚΟΙ ΟΙΚΙΜΟΙ
Δεν εύναι πρϐθεςό μου μϋςα απϐ αυτϐ το κεφϊλαιο να παρϊςχω ϋνα ερμηνευτικϐ πλαύςιο που
να ςυμπεριλαμβϊνει ϐλεσ τισ παραμϋτρουσ οϑτε εύναι εφικτϐ ςτο πλαύςιο μιασ τϋτοιασ εργαςύασ να
διερευνηθοϑν ϐλα τα ζητόματα εξύςου ςχολαςτικϊ. Σα θϋματα που θα επιχειρόςω να παρουςιϊςω
ςτην παροϑςα ενϐτητα εύναι: η πρϐςληψη τησ ϋννοιασ των κεντρικών οικιςμών διαχρονικϊ και η
διϊρθρωςη των ςφαιρών ανταλλαγών και επιρροών, ο ρυθμϐσ εξϊπλωςησ και η επύδραςη τησ νϋασ
θρηςκεύασ και των εκπροςώπων τησ ςτο οικιςτικϐ ανϊπτυγμα, η πολιτιςμικό αξιολϐγηςη του
παρελθϐντοσ χώρου και, εν τϋλει, οι κεντρικού οικιςμού εντϐσ του κοινωνικοϑ και ςυμβολικοϑ τοπύου
τουσ. Σα ζητόματα αυτϊ αντικατοπτρύζουν την παροϑςα νοητικό μου θϋςη παρϊ το ςυνολικϐ εϑροσ
των πιθανών περιοχών μελϋτησ.
432
κϑριο λϐγο θα υπερϋχει ςε ςϑγκριςη με τουσ γειτονικοϑσ οικιςμοϑσ-χωριϊ. την ύδια λογικό εμπύπτει
και το δημογραφικϐ ανϊπτυγμα.
Η ετερϐτητα επύςησ ςημαύνει ϐτι υπόρχαν αρκετϋσ διαφορετικϋσ ομϊδεσ πληθυςμοϑ με
διαφορετικϊ ενδιαφϋροντα που αφόνουν το αποτϑπωμϊ τουσ ςτο αςτικϐ περιβϊλλον. Για την
μακροχρϐνια επιβύωςη ενϐσ αςτικοϑ κϋντρου ωσ μιασ ειδικόσ κοινωνικόσ μονϊδασ όταν απαραύτητη
μια ςτοιχειώδησ ιςορροπύα ανϊμεςα ςτισ διαφορετικϋσ αυτϋσ ομϊδεσ.1363
τουσ ποιοτικοϑσ ϐρουσ ενϐσ ϊςτεωσ ςυγκαταλϋγονται τα μορφολογικϊ του χαρακτηριςτικϊ. ε
αυτϊ προςμετροϑνται ο πολεοδομικϐσ ςχεδιαςμϐσ, ςτη βϊςη τησ υποταγόσ ό υπαγωγόσ ςε
ςυγκεκριμϋνη οικοδομικό νομοθεςύα. Πρϋπει να υπϊρχει μια ορθϐδοξη χωρικό οργϊνωςη των
χρόςεων γησ καθώσ και οι θεςμού καταςκευόσ και ςυντόρηςόσ των δημϐςιων οικοδομημϊτων, ενώ
ςημαντικό εύναι η ϑπαρξη θεςμικόσ παρουςύασ και η λειτουργύα τησ πϐλησ ωσ ϋνα πολιτικϐ πρϐςωπο.
υνεπώσ, το αςτικϐ κϋντρο πρϋπει να ϋχει ςχϋςη με τουσ περιβϊλλοντεσ οικιςμοϑσ με ϐρουσ
διούκηςησ και ελϋγχου, με ϐρουσ οικονομύασ και εξειδικευμϋνησ παραγωγόσ ό με ϐρουσ που
ςυνδυϊζουν τα παραπϊνω. Και πϊλι, αυτϊ τα κριτόρια δεν εύναι αρκετϊ, αφοϑ η ιδϋα και η ϋννοια
του αυτϐνομου αςτικοϑ κϋντρου προκϑπτει απϐ το γεγονϐσ ϐτι εύναι μϋροσ ενϐσ δικτϑου ϊλλων
αςτικών κϋντρων. Σο εμπϐριο και οι ανταλλαγϋσ εύναι ςημαντικϊ μϋςα για να διατηρηθοϑν αυτϊ τα
δύκτυα και αποτελοϑν ςυχνϊ τον πυρόνα τησ ϑπαρξόσ τουσ. Αυτϊ τα δύκτυα θα μποροϑςαν επύςησ να
αποτελοϑν μϋροσ ενϐσ ευρϑτερου δικτϑου πολιτικόσ ιςχϑοσ.1364
Αςφαλώσ, εύναι πϋρα απϐ τη λογικό τησ παροϑςασ εργαςύασ ϋνασ κατϊλογοσ των ςτοιχεύων και
των δυνατοτότων που ορύζουν μια πϐλη και που αποςαφηνύζουν τον χαρακτόρα τησ ωσ κϋντρο
οικονομικϐ, εκκληςιαςτικϐ, πολιτικϐ, διοικητικϐ και πολιτιςτικϐ. ε κϊθε τϐπο τα χαρακτηριςτικϊ
διαφοροποιοϑνται ςε ϋνταςη και αριθμϐ εμφϊνιςησ. Η ουςύα αυτών των κριτηρύων εύναι η ανϊπτυξη
και η διϊγνωςη ενϐσ αςτικοϑ τρϐπου ζωόσ. Ο αςτικϐσ τρϐποσ ζωόσ ϐμωσ εύναι ϋνα «μη υλικϐ»
ζότημα, οπϐτε δεν μπορεύ να ςυναχθεύ ϊμεςα απϐ τισ πηγϋσ οϑτε απϐ τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα και
η ϐποια προςπϊθεια διερεϑνηςησ ενϐσ τϋτοιου φαινομϋνου εμπεριϋχει πϊντα ϋναν βαθμϐ
επιςφϊλειασ. Η δυναμικό μεταβολό εύναι πιθανώσ ϋνα απϐ τα πιο ςχετικϊ χαρακτηριςτικϊ ςτα
αςτικϊ κϋντρα και ειδικϊ ςτα μεςαιωνικϊ αςτικϊ κϋντρα και η αςτϊθεια εύναι, κατϊ ςυνϋπεια, μια
κεντρικό ιδϋα.
την περύπτωςη των τριών κεντρικών οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ ςυγκεντρώθηκαν ϐλα τα
διαθϋςιμα δεδομϋνα (αρχαιολογικϊ, ιςτορικϊ, γεωγραφικϊ, ανθρωπολογικϊ) και ςυνδϋθηκαν μεταξϑ
τουσ οϑτωσ ώςτε να προκϑψει μια ελλιπόσ αλλϊ αντιπροςωπευτικό εικϐνα τησ κατούκηςησ του
χώρου και των χρόςεων γησ.
1363 Callmer, J., Urbanisation in Northern and Eastern Europe, ca. AD 700-1100, 233-270, 234-5
1364 Milinkovič, M., Stadt oder „Stadt“: Frühbyzantinische Siedlungsstrukturen im nördlichen Illyricum , Post-Roman Towns, Trade and Settlement
in Europe and Byzantium, vol. 2 (Byzantium, Pliska and the Balkans), J. Henning (ed.), Walter de Gruyter-Berlin-New York (2007), 159-191, 179-
180
433
κοπϐσ τησ ενϐτητασ εύναι, μϋςα απϐ τη μελϋτη τησ ιςτορικο-γεωγραφικόσ πληροφορύασ που
περιϋχεται ςε ποικύλου χαρακτόρα πηγϋσ απϐ την αρχαιϐτητα μϋχρι και τον 14ο αιώνα, να
αποςαφηνιςτεύ η ιδεολογικό και λειτουργικό πρϐςληψη των κεντρικών οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ
ςτην εξεταζϐμενη περύοδο και, ϐπου εύναι δυνατϐ, να αποκαλυφθοϑν οι χωρικϋσ πρακτικϋσ των
κοινωνιών των οικιςμών αυτών ςε αντύςτοιχεσ ιςτορικϋσ τομϋσ. Σο διευρυμϋνο αυτϐ χρονικϐ πλαύςιο
ενςωματώνει την περύοδο μελϋτησ και επιτρϋπει να διαφανεύ πληρϋςτερα η οικιςτικό και θεςμικό
πληροφορύα του κληροδοτόματοσ τησ κλαςικόσ και μετακλαςικόσ αρχαιϐτητασ για καθϋναν απϐ
τουσ τρεισ οικιςμοϑσ. Κατϊ την εξϋταςη των επιμϋρουσ χωρύων, ταυτοποιοϑνται οι παραλλαγϋσ τησ
ονομαςύασ των οικιςμών και τα διακριτικϊ χαρακτηριςτικϊ τουσ.
Απώτεροσ ςτϐχοσ εύναι η ςυγκριτικό μελϋτη των κειμενικών αναφορών με τα αρχαιολογικϊ
δεδομϋνα προκειμϋνου να διαπιςτωθοϑν ςυςτοιχύεσ ανϊμεςα ςτην ορολογύα και τισ μεταβολϋσ ςτη
φυςιογνωμύα του κϊθε οικιςμοϑ ςε επύπεδο θεςμικόσ λειτουργύασ, εςωτερικόσ οργϊνωςησ και
πρϐςληψησ απϐ τουσ ςϑγχρονουσ.
ΒΡΤΑ
11.1. Κριτόρια επιλογόσ τησ θϋςησ κατούκηςησ και προώποθϋςεισ αςτικοπούηςησ
Η κλαςικό Βρϋα οργανώθηκε ςτισ παρυφϋσ μιασ τοϑμπασ, ςτη δυτικό ακτό τησ χερςονόςου, ςε
εγγϑτητα με τη θϊλαςςα. Οι περιςςϐτερεσ τοϑμπεσ τησ Φαλκιδικόσ διαμορφώνονται ςτην περιοχό
αυτό, λϐγω των αλλουβιακών αποθϋςεων, που ςυνετϋλεςαν ςτη διαμϐρφωςη ιδιαύτερα εϑφορων
εκτϊςεων. Ϊτςι, η δυτικό Φαλκιδικό παρουςιϊζει τη μεγαλϑτερη πυκνϐτητα οικιςτικών
εγκαταςτϊςεων ςε ςϑγκριςη με τισ υπϐλοιπεσ περιοχϋσ όδη απϐ τουσ προώςτορικοϑσ χρϐνουσ. Η
κοιλϊδα τησ Καλαμαρύασ, που ξεκινοϑςε απϐ τα ανατολικϊ τεύχη τησ Θεςςαλονύκησ και κϊλυπτε ϐλο
το δυτικϐ τμόμα τησ Φαλκιδικόσ με βϐρειο ϐριο τον Φορτιϊτη, νϐτιο τον ιςθμϐ τησ Καςςϊνδρειασ και
ανατολικϐ τον χεύμαρρο Βατϐνια αποτελοϑςε διαχρονικϊ τον παραγωγικϐ χώρο των οικιςμών
αυτοϑ του τμόματοσ τησ χερςονόςου.
την περύπτωςη τησ Βρϋασ, η γειτνύαςη με τη θϊλαςςα εύχε ωσ ςυνϋπεια τη διϊβρωςη των
εδαφών, που εύναι ιδιαύτερα αιςθητό ςτην τοϑμπα απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ Κϐλπου, με
αποτϋλεςμα την οριςτικό απώλεια αρχαιολογικών δεδομϋνων.
Σο ϋδαφοσ ςτην κορυφό και ςτον περιβϊλλοντα χώρο τησ τοϑμπασ, όταν φτωχϐ ςε οικοδομικϐ
υλικϐ, το οπούο αναγκαςτικϊ ϋπρεπε να μεταφϋρεται απϐ μακρινϋσ αποςτϊςεισ, πρακτικό που όταν
αςϑμφορη. Εξϊλλου, η θεμελύωςη μνημειακών λύθινων κτιρύων ςτο ςαθρϐ υπϋδαφοσ τησ τοϑμπασ
όταν επιςφαλόσ. Για τον λϐγο αυτϐ, τα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα που εντοπύζονται ςτισ τοϑμπεσ τησ
Φαλκιδικόσ –με εξαύρεςη την Όλυνθο- εύναι, κατϊ κϑριο λϐγο, πλύνθινα, γεγονϐσ που δυςχεραύνει τον
εντοπιςμϐ τουσ λϐγω τησ φϑςησ τησ πρώτησ ϑλησ. Επομϋνωσ, η επιλογό μιασ τοϑμπασ ωσ οικιςτικόσ
θϋςησ, αποκλεύει εκ προοιμύου την αντιπροςώπευςό τησ μϋςω μνημειακόσ αρχιτεκτονικόσ.
434
Ϊνα ακϐμα μειονϋκτημα τησ κατούκηςησ ςε τοϑμπα, εύναι η ϋκθεςη του οικιςμοϑ ςτισ καιρικϋσ
ςυνθόκεσ, εφϐςον οι τοϑμπεσ ωσ φυςικϋσ διαμορφώςεισ ςυνόθωσ ϋχουν τυχαύο προςανατολιςμϐ
ενώ για την υδροδϐτηςη όταν απαραύτητη η καταςκευό κινςτερνών και ϋργων υποδομόσ. Επύ πλϋον
η ελλειψοειδόσ επιφϊνεια τησ κορυφόσ αποκλεύει τη δυνατϐτητα τησ δημιουργύασ οχυρωμϋνησ
ακρϐπολησ ςτα πρϐτυπα των πϐλεων τησ νϐτιασ Ελλϊδασ και η ϋκταςη του οικιςμοϑ αναγκαςτικϊ
περιοριζϐταν, λϐγω των φυςικών ορύων. Όταν οι κϊτοικοι χρειϊςτηκαν Επύ πλϋον ζωτικϐ χώρο, τον
αναζότηςαν ςτο ανοχϑρωτο πεδινϐ περιβϊλλον εγγϑσ τησ τοϑμπασ.
Οι προϒποθϋςεισ που τϋθηκαν κατϊ την αρχαιϐτητα επηρϋαςαν τον βαθμϐ αςτικοπούηςησ του
μεςαιωνικοϑ οικιςμοϑ που οργανώθηκε ςτην ύδια θϋςη. Η πρωτοβυζαντινό Βρϑα εκμεταλλεϑτηκε τισ
υποδομϋσ τησ αρχαιϐτητασ ςτην πεδινό ϋκταςη ςτα δυτικϊ τησ τοϑμπασ. Οι επικαλυπτϐμενεσ φϊςεισ
δεύχνουν ϐτι τα οικοδομόματα τησ αρχαιϐτητασ επαναχρηςιμοποιόθηκαν αν και δεν εύναι ςαφεύσ
πϊντα οι χρόςεισ. Ενδιαφϋρουςα εξϋλιξη ςυνιςτϊ η επϋκταςη τησ πϐλησ ςτην κορυφό τησ τοϑμπασ
κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο. την επύπεδη επιφϊνειϊ τησ, ανοικοδομόθηκαν τα μϐνα κτύρια με
δημϐςιο χαρακτόρα και μνημειακό καταςκευό. τη φϊςη αυτό, δεν φαύνεται να ςυνϋτρεχαν ακϐμα
λϐγοι αςφϊλειασ, που να επϋβαλαν την καταφυγό ςε οχυρϐ μϋροσ, αφοϑ τα οικοδομόματα δεν
προδύδουν βιαςϑνη αλλϊ εύναι δεύγματα ςχεδιαςμοϑ, ενώ η αρχαύα οχϑρωςη δεν ϋχει δεχτεύ
επεμβϊςεισ.
Οι δραςτηριϐτητεσ των κατούκων οργανώνονται και πϊλι ςτον πεδινϐ, ανοχϑρωτο, δυτικϐ
τομϋα και δεν υπϊρχει κϊποια ϋνδειξη αλλαγόσ μϋχρι και τον 12ο αιώνα, οπϐτε η αναςφϊλεια των
καιρών οδηγεύ τουσ κατούκουσ να αναζητόςουν προςταςύα ςτο τεύχοσ που ϋχει επιδιορθωθεύ κατϊ
τον 10ο αιώνα. Όταν η πϐλη καταπύπτει ςτο status -δημογραφικϐ και οικονομικϐ- του χωριοϑ, τϐτε
μϐνο ο πληθυςμϐσ ςυγκεντρώνεται εντϐσ των τειχών.
435
οικονομικό ςτόριξη που λϊμβαναν, την κατανομό τησ γησ απϐ τουσ γεωνϐμουσ, τον ςχεδιαςμϐ των
ορύων για τα τεμϋνη και πολλϊ ακϐμα.1365
Με μια πρώτη ανϊγνωςη, οι αρχαύοι ςυγγραφεύσ, πϋρα απϐ την επιβεβαύωςη τησ ϑπαρξησ τησ
πϐλεωσ με τη φυςιογνωμύα του «ϊςτεωσ» απϐ τον 5ο π.Φ. αιώνα, δεν δύνουν περαιτϋρω πληροφορύεσ
για τα χαρακτηριςτικϊ αυτόσ τησ πϐλεωσ – γεωγραφικϊ, μορφολογικϊ, θεςμικϊ- ό για το ςώμα των
κατούκων, την κοινωνικό διαβϊθμιςη, τισ δομϋσ και τισ αςχολύεσ τουσ. Με μια προςεκτικϐτερη ϐμωσ
ματιϊ, εντοπύζονται ϋμμεςεσ αποδεύξεισ για τα παραπϊνω.
την κλαςικό αρχαιϐτητα, η ϋννοια τησ πϐλεωσ εύχε πολλαπλϋσ ςημειολογικϋσ προεκτϊςεισ. Ψσ
προσ τη μορφολογύα, ϋπρεπε να διαθϋτει μια οχυρωμϋνη ακρϐπολη, κατϊ προτύμηςη ςε θϋςη όδη
οχυρό εκ φϑςεωσ. ε ϋνα δεϑτερο επύπεδο, ϋπρεπε να εύναι «πολυϊνθρωποσ», να διαθϋτει αυτονομύα,
αυτϊρκεια και αυτοδιούκηςη, δηλαδό ςαφώσ διαβαθμιςμϋνεσ κοινωνικϋσ δομϋσ και ικανοποιητικϋσ
δομϋσ πρωτογενοϑσ και δευτερογενοϑσ παραγωγόσ. Ψσ προσ το γεωγραφικϐ τησ ςτύγμα, η πϐλη
ςυνόθωσ βριςκϐταν εντϐσ ενϐσ δικτϑου ϊλλων οικιςμών με τουσ οπούουσ αλληλεπιδροϑςε ςε
διϊφορα επύπεδα και εξυπηρετοϑνταν απϐ ϋνα επαρκϋσ οδικϐ δύκτυο περιφερειακϐ και
διαπεριφερειακϐ.
ϑμφωνα με τουσ αρχαύουσ ςυγγραφεύσ, η Βρϋα δεύχνει να πληρού τα προαναφερθϋντα κριτόρια
οϑτωσ ώςτε να θεωρεύται πϐλη απϐ τουσ ςϑγχρονοϑσ τησ. Ετυμολογικϊ, βριςκϐταν ςε πλόρη
ςυμφωνύα, τϐςο με την φυςικϊ οχυρό θϋςη τησ τοϑμπασ καθεαυτόσ ϐςο και με την οργϊνωςη εκεύ
τησ οχυρωμϋνησ ακρϐπολησ τησ πϐλησ, ενώ ο υπϐλοιποσ οικιςμϐσ εκτεύνονταν εκατϋρωθεν τησ
τοϑμπασ και εύχε πολϑ μεγϊλη ϋκταςη, ϐπωσ οι περιςςϐτερεσ πϐλεισ των κλαςικών χρϐνων.
Οι φϐροι που πλόρωνε η Βρϋα όταν οι υψηλϐτεροι ςε ςϑγκριςη με τισ υπϐλοιπεσ χαλκιδικϋσ
πϐλεισ γεγονϐσ που δεύχνει ευμϊρεια και προφανώσ αυτϊρκεια.1366 ε αυτϐ ςυντελοϑςε προφανώσ η
θϋςη τησ πϐλησ ςτισ εϑφορεσ αλλουβιακϋσ εκτϊςεισ που ϋφταναν μϋχρι τον Θερμαώκϐ Κϐλπο και η
εγγϑτητα με τη θϊλαςςα. Επύ πλϋον, η Βρϋα βρύςκονταν ςτο κϋντρο ενϐσ δικτϑου ιςχυρών πϐλεων
τησ αρχαιϐτητασ, ϐπωσ η Αντιγϐνεια και η Αύνεια και ςε καύρια θϋςη ωσ προσ το δύκτυο επικοινωνύασ
και ςυγκοινωνιών.
Δεν ϋχουμε καμύα πληροφορύα για τισ κοινωνικϋσ δομϋσ του οικιςμοϑ. Επύςησ δεν γνωρύζουμε
την ϋκταςό του καθώσ δεν ϋχουν βρεθεύ τα νεκροταφεύα τησ εποχόσ που θα τον οριοθετοϑςαν. Εν
τοϑτοισ, φαύνεται ϐτι πληρού μια δϋςμη κριτηρύων γεωφυςικών, μορφολογικών, οικονομικών που
τον καθιςτοϑν ϋνα αδιαμφιςβότητο ϊςτυ του κλαςικοϑ κϐςμου.
Σα αρχαιολογικϊ τεκμόρια απϐ αυτό την περύοδο εύναι ελϊχιςτα, καθώσ ϋχουν καταςτραφεύ ό
διαςαλευθεύ απϐ τισ μεταγενϋςτερεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ αλλϊ και απϐ την ανοικοδϐμηςη του
ςϑγχρονου οικιςμοϑ. Εν τοϑτοισ, η νομιςματικό μαρτυρύα και η κλαςικό φϊςη τησ οχϑρωςησ τησ
τοϑμπασ ςυνϊδουν με την διαμορφοϑμενη εικϐνα.
1365 IG I3 46, Att. — stoich. 35 — c. 445 a., face A front. frg. c.1: πληροφορύεσ για τον αποικιςμϐ τησ Βρϋασ
1366 Alexander 1963, 21
436
Απϐ τον 4ο αιώνα και εξόσ δεν ϋχουμε γραπτϋσ πληροφορύεσ για την Βρϋα. Ενδεχομϋνωσ,
υποβαθμύςτηκε ςτη ςυνεύδηςη των ςυγγραφϋων τησ εποχόσ λϐγω τησ ύδρυςησ τησ Θεςςαλονύκησ και
τησ Καςςϊνδρειασ, που αποτϋλεςαν τα νϋα αςτικϊ κϋντρα. Η ζωό ϐμωσ δεν φαύνεται να διακϐπτεται
ςτον οικιςμϐ ϐπωσ δεύχνουν τα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα, τα νομύςματα και τα κινητϊ ευρόματα.
Ιδιαύτερα τα νομύςματα μασ δύνουν μια πλόρη ςειρϊ απϐ το 400 π.Φ. μϋχρι και την κατϊκτηςη των
Ρωμαύων το 146 π.Φ., προςφϋροντϊσ μασ ϋμμεςα μια ϋνδειξη για την επϐμενη τομό ςτην ιςτορύα τησ
πϐλησ.
Σην εποχό αυτό τοποθετεύται και η πρώτη ενύςχυςη τησ οχϑρωςησ τησ τοϑμπασ που θα
διατηρηθεύ μϋχρι τον 10ο αιώνα. Ο οικιςμϐσ εξακολουθεύ να θεωρεύται «πϐλη», αν λϊβουμε υπϐψη τη
μαρτυρύα του τρϊβωνα αλλϊ και τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα που πλϋον πολλαπλαςιϊζονται.
Μύα παρϊμετροσ που η ϋρευνα ϋχει παραβλϋψει μϋχρι ςτιγμόσ, εύναι το ενδιαφϋρον των Ρωμαύων
για τον οικιςμϐ. υνόθωσ, η προςοχό των μελετητών ςτρϋφεται ςτισ γνωςτϋσ αποικύεσ που ύδρυςαν
οι Ρωμαύοι επύ του ελληνικοϑ εδϊφουσ, ϐπωσ η Βϋροια, οι Υύλιπποι, η Καςςϊνδρεια ό η Ωκανθοσ. Η
Βρϋα, παρουςιϊζει μια αξιοςημεύωτη ευμϊρεια που καλϑπτει κϊθε πτυχό τησ ζωόσ του οικιςμοϑ απϐ
τον 1ο αι. μ.Φ. και, κυρύωσ, κατϊ τουσ δϑο επϐμενουσ αιώνεσ. Η ευμϊρεια αυτό εκδηλώνεται με τον
επαναςχεδιαςμϐ ςχεδϐν τησ πϐλησ με την εφαρμογό κανϐνων ορθόσ πολεοδϐμηςησ, την καταςκευό
κεντρικοϑ ςυςτόματοσ υδροδϐτηςησ, την ανϋγερςη δημϐςιων κτιρύων, λουτρών και εμπορικών
ςτοών, ενώ ϊνθηςη ςημειώνεται ςτα εργαςτόρια βιοτεχνικόσ παραγωγόσ.
Προκαλεύ, ωςτϐςο, ςϑγχυςη το γεγονϐσ ϐτι ϋνασ οικιςμϐσ, που φαύνεται ϐτι βρύςκεται υπϐ
κεντρικϐ ςχεδιαςμϐ και οικονομικό ϊνθηςη εύναι αμϊρτυροσ φιλολογικϊ. Η ρωμαώκό διούκηςη που
φημύζεται για την γραφειοκρατύα τησ δεν ϋχει παραδώςει καμύα αναφορϊ για την πϐλη. Εκτϐσ κι αν ο
οικιςμϐσ εύχε διαφορετικϐ ϐνομα την εποχό αυτό.
Ϊχει υποςτηριχτεύ ϐτι η Βρϋα υπαγϐταν ςτο territorium τησ ρωμαώκόσ αποικύασ τησ
Καςςϊνδρειασ.1367 Δεν υπϊρχουν ϐμωσ τεκμόρια που να επιβεβαιώνουν αυτό την υπϐθεςη. Εύναι
πιθανϐ, να γειτνύαζε με το βορειϐτερο τμόμα τησ colonia Cassandrensis καθώσ αποτελεύ ϐριο
ανϊμεςα ςτισ δϑο οικολογικϋσ ζώνεσ τησ χερςονόςου τησ Καςςϊνδρειασ και τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ.
Η ρωμαώκό Βρϑα δεν παρουςιϊζει επιγραφικϋσ ό ϊλλεσ πηγϋσ αλλϊ η οχϑρωςη τησ τοϑμπασ ϋχει
ρωμαώκό φϊςη, γεγονϐσ που υποδεικνϑει μια ςημαύνουςα θϋςη, πιθανώσ ςτρατιωτικοϑ χαρακτόρα
που προςτϊτευε την χερςαύα οδϐ προσ την Καςςϊνδρεια.
Ο 4οσ αιώνασ διατηρεύ, ϐπωσ δεύχνουν τα αρχαιολογικϊ ευρόματα, τα βαςικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ
προηγοϑμενησ περιϐδου. την οχυρωμϋνη τοϑμπα υπϊρχουν τα δημϐςια διοικητικϊ (;) και τα
εμπορικϊ κτύρια ενώ ςτον δυτικϐ τομϋα απλώνεται ο υπϐλοιποσ οικιςμϐσ με κτύρια κοινόσ ωφελεύασ,
εργαςτόρια και ιδιωτικϋσ οικύεσ. Δεδομϋνου ϐτι Βρϑα βριςκϐταν ςε μια ιδιαύτερα εϑφορη περιοχό,
ξενύζει το γεγονϐσ ϐτι ςτισ οικύεσ που αναςκϊφηκαν δεν εντοπύςτηκαν αποθηκευτικού χώροι ό ϋςτω
437
κϊπου ςτον οικιςμϐ αποθόκεσ, με εξαύρεςη αυτϋσ των ϐψιμων χρϐνων του βύου του οικιςμοϑ ςτισ
υπώρειεσ τησ τοϑμπασ. Εν τοϑτοισ, εντοπύςτηκαν κλύβανοι, εργαςτόρια δηλαδό κεραμικόσ εντϐσ του
οικιςμοϑ. Η διαπύςτωςη αυτό μασ οδηγεύ ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι ςτην περύπτωςη τησ Βρϑασ, το
κριτόριο του διαχωριςμοϑ των αγροτικών απϐ τισ αςτικϋσ δραςτηριϐτητεσ ύςχυε. ύγουρα, ϋνα
μεγϊλο, ύςωσ το μεγαλϑτερο, μϋροσ των κατούκων να αςχολοϑνταν με τισ αγροτικϋσ δραςτηριϐτητεσ
διαμϋνοντασ εκτϐσ οικιςμοϑ ςτην ϑπαιθρο, ϐπου βρύςκονταν η γη που καλλιεργοϑςαν, που ςε αυτό
την περύοδο τουσ ανόκε. Τποθϋτουμε λοιπϐν, αρκετϊ βϊςιμα, ϐτι η ϑπαιθροσ τησ Βρϑασ όταν γεμϊτη
απϐ μικρϋσ εγκαταςτϊςεισ που διϋθεταν τουσ απαραύτητουσ χώρουσ διαμονόσ, αποθόκευςησ των
ςπορύμων, ςτϊβλουσ για τα ζώα κ.ο.κ. δύνοντασ το ςτύγμα για μια εκτεταμϋνη εδαφικϊ πϐλη.
Σην ύδια περύοδο ςημειώνεται μια επύταςη ςτην διακύνηςη του χρόματοσ και
πραγματοποιοϑνται ανακαινύςεισ λουτρών και ϊλλων δημοςύων κτιρύων που κοςμοϑνται με
ψηφιδωτϊ, γεγονϐσ που δεύχνει κρατικό βοϑληςη ό την ϑπαρξη τοπικόσ αριςτοκρατύασ, που
αποφϊςιζε για τα προγρϊμματα αυτϊ και τα χρηματοδοτοϑςε.
υνοψύζοντασ, η Βρϑα των πρώτων μεταχριςτιανικών χρϐνων ϋχει αναμφύβολα τον χαρακτόρα
ϊςτεωσ και δεν πρϋπει να μασ εκπλόςςει ό να μασ οδηγόςει ςε παραπλανητικϋσ τοποθετόςεισ η
απουςύα του οικιςμοϑ απϐ τισ πηγϋσ. Ο ϐποιοσ επύςημοσ κατϊλογοσ πϐλεων υπϊρχει αυτό την
περύοδο και βαςύζεται ςε ςϑγχρονεσ πηγϋσ, τεύνει αναπϐφευκτα να υποτιμόςει τον αριθμϐ των
κοινοτότων, η οικονομικό ευμϊρεια των οπούων κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο τεκμηριώνεται
απϐ τισ αρχαιολογικϋσ ϋρευνεσ.
Η Βρϑα διατηρεύ την αυτϊρκεια, την θϋςη τησ ςε ϋνα δύκτυο οικιςμών, ϋχει ςαφό διαχωριςμϐ
των δραςτηριοτότων που λαμβϊνουν χώρα εντϐσ του οικιςμοϑ (εμπορικϋσ και βιοτεχνικϋσ) και
αυτών τησ υπαύθρου (αγροτικϋσ), οι ιδιωτικϋσ οικύεσ δεύχνουν ϋναν βαθμϐ ευμϊρειασ και αςτικών
χαρακτηριςτικών των ιδιοκτητών (κοςμόματα, κλεύςτρα βιβλύων, κ.ο.κ.), ενώ διατηρεύται ακϐμα το
ενδιαφϋρον για μια ςημαντικό παρϊμετρο που χαρακτόριζε μια πϐλη ωσ τϋτοια απϐ την αρχαιϐτητα:
το κϊλλοσ, ϐπωσ δεύχνουν οι επιμελημϋνεσ διακοςμόςεισ με ψηφιδωτϊ και τα διϊςπαρτα
αρχιτεκτονικϊ μϋλη που ϋχουν εντοπιςτεύ εντοιχιςμϋνα ό ελεϑθερα.
Οι πρώτεσ ενδεύξεισ μεταβολόσ ςτη ζωό του οικιςμοϑ εμφανύζονται ςτα τϋλη του 5ου αιώνα και
αποκρυςταλλώνονται κατϊ τον 6ο. Η ανϊςχεςη τησ νομιςματικόσ κυκλοφορύασ εύναι παραπϊνω απϐ
προφανόσ, ενώ περιορύζεται δραςτικϊ και ο αριθμϐσ των τεχνουργημϊτων, ςϑμφωνα με την
αναςκαφικό ϋρευνα. Μεταβολό ςημειώνεται και ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ. Καταρχόν, παϑει κϊθε
ανακαύνιςη και επιςκευό των δημϐςιων κτιρύων, τα οπούα τροποποιοϑνται, μεταβϊλλουν τισ αρχικϋσ
τουσ χρόςεισ αλλϊ δεν εγκαταλεύπονται. Οι χώροι τουσ επιμερύζονται και χρηςιμοποιοϑνται πλϋον
για την εγκατϊςταςη βιοτεχνικών χρόςεων και κυρύωσ ληνών, ενώ ςε αρκετϋσ περιπτώςεισ
δημϐςιων κτιρύων αναγεύρονται ςτα ερεύπιϊ τουσ νϋα κτύρια με επύςησ δημϐςιο χαρακτόρα αν
κρύνουμε απϐ το μϋγεθϐσ τουσ. Βλϋπουμε λοιπϐν μια αλλαγό ςτη διαχεύριςη του δομημϋνου χώρου, η
οπούα ϐμωσ δεν εύναι ϊναρχη και τυχαύα αλλϊ απολϑτωσ οργανωμϋνη. Η διαπύςτωςη αυτό προκϑπτει
438
απϐ το γεγονϐσ ϐτι κανϋνα απϐ τα κτύρια που υφύςτανται μεταβολό δεν παρουςιϊζουν ςημϊδια
καταςτροφών, βανδαλιςμοϑ ό λιθολϐγηςησ. Αντιθϋτωσ, η αρχιτεκτονικό τουσ αλλϊζει μεθοδικϊ ενώ
εύναι ςυγκεκριμϋνεσ οι νϋεσ χρόςεισ και ομαδοποιημϋνεσ μϋςα ςτον οικιςμϐ. Αυτϐ δεν μπορεύ παρϊ να
ςυνδϋεται με μια αλλαγό ςτην κρατικό πρωτύςτωσ πολιτικό αλλϊ και ςτισ τοπικϋσ αρχϋσ που
δεύχνουν να ϋχουν μια διαφορετικό θεώρηςη και εκμεταλλεϑονται τισ παλαιϋσ δομϋσ με πρακτικϐ
τρϐπο, που ενύοτε υποδηλώνει ϋναν ςεβαςμϐ απϋναντι ςτην αρχιτεκτονικό του παρελθϐντοσ. Οι
εκπρϐςωποι αυτόσ τησ τοπικόσ εξουςύασ προφανώσ ϋχουν τον ϋλεγχο τησ παραγωγόσ κραςιοϑ
δεδομϋνου ϐτι οι περιςςϐτερεσ αλλαγϋσ αφοροϑν ςτην εγκατϊςταςη ληνών. Κατϊ ςυνϋπεια, ςτο
τϋλοσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου, διαμορφώνεται ϋνασ βιοτεχνικϐσ τομϋασ ςτην πϐλη κατϐπιν
ςχεδιαςμοϑ απϐ μια ανώτερη αρχό.
Κατϊ τον 6ο αιώνα, ςημειώνεται περαιτϋρω ανϊςχεςη ςτην παρουςύα ευρημϊτων και ϋνα κενϐ
ςτη γνώςη μασ για τον οικιςμϐ. Σα ςτρώματα καϑςησ που εντοπύςτηκαν ςτισ περιοχϋσ που
φιλοξενοϑςαν εργαςτηριακοϑσ χώρουσ αποδϐθηκαν, με ςχετικό ευκολύα ςτην ουννικό καταδρομό
που κατϋςτρεψε ολοςχερώσ την Καςςϊνδρεια.
Εντϑπωςη προκαλεύ το γεγονϐσ ϐτι ςτρώματα πυρκαγιϊσ εντοπύςτηκαν ςτουσ εργαςτηριακοϑσ
χώρουσ αλλϊ ϐχι ςτα κτύρια, που δεν δεύχνουν ύχνη καταςτροφόσ. Εύναι δϑςκολο να πιςτϋψουμε ϐτι
οι επιδρομεύσ ϋβαλαν φωτιϊ ςε ϋνα τμόμα τησ πϐλησ ενώ ϊφηςαν ανϋπαφα τα δημϐςια κτύρια και τισ
ιδιωτικϋσ οικύεσ. Η αιτύα τησ καταςτροφόσ ύςωσ πρϋπει να αναζητηθεύ αλλοϑ. Δυςτυχώσ, οι
αναςκαφεύσ δεν περιγρϊφουν αναλυτικϊ το ςτρώμα καταςτροφόσ, την ϋκταςη και τα ςυνευρόματα.
Επομϋνωσ, διαφαύνεται μια ακϐμα τομό ςε ςϑντομο χρονικϐ διϊςτημα για τον οικιςμϐ. Πρϋπει
επύςησ να ληφθεύ υπϐψη η εγκατϊςταςη των ςλαβικών πληθυςμών ςτην ϑπαιθρο ανατολικϊ τησ
Θεςςαλονύκησ, που αν και αμελητϋα ϐπωσ αποδεύχτηκε, δεν μπορεύ παρϊ να επϋφερε ςτοιχειώδεισ
αναςχϋςεισ, ειδικϊ αν ςυνδυαςτεύ με την εμφϊνιςη τησ πανώλησ του 570 και τουσ ςειςμοϑσ του 6 ου
αιώνα. Επύςησ, ςτα μϋςα του 6ου αιώνα διαπιςτώθηκε μια αναςτολό ςτισ αγροτικϋσ δραςτηριϐτητεσ
λϐγω του κλιματικοϑ «φαινομϋνου του 536», επομϋνωσ, η εντατικοπούηςη τησ βιοτεχνικόσ
παραγωγόσ ύςωσ ςχετύζεται και με αυτϐ.
Εξύςου προβληματικϐ εύναι, αν δεχτοϑμε την θεωρύα τησ καταςτροφόσ απϐ την ουννικό ό
κϊποια ϊλλη επιδρομό, το γεγονϐσ ϐτι δεν υπϊρχουν ενδεύξεισ μετακύνηςησ του πληθυςμοϑ ςτην
οχυρωμϋνη τοϑμπα, οϑτε επεμβϊςεισ ςτην οχϑρωςη κατϊ την περύοδο αυτό που θα δικαιολογοϑνταν
εύτε ωσ επιςκευϋσ λϐγω φθορών εύτε ωσ ενύςχυςη εν ϐψει επικεύμενων επιθϋςεων.
Ο Προκϐπιοσ κϊνει λϐγο για την επιςκευό ό την ανϋγερςη φρουρύου απϐ τον αυτοκρϊτορα
Ιουςτινιανϐ Α’ ςτον Βολβϐ και ϐχι ςτην Βρϑα. Ο Βολβϐσ εύναι ϋνασ ςημαντικϐσ οικιςμϐσ ςτα
νοτιοδυτικϊ τησ Βρϑασ με ςυνεχό παρουςύα καθ’ ϐλη τη διϊρκεια τησ βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ
μϋχρι και τον 17ο αιώνα, ακϐμα κι ϐταν η Βρϑα ϋχει εγκαταλειφθεύ. Ϊχει διαχρονικϊ ςημαντικϐ
πληθυςμιακϐ μϋγεθοσ, διαβαθμιςμϋνεσ κοινωνικϋσ δομϋσ και οι απογραφϋσ των παρούκων του μασ
439
δύνουν μια εικϐνα για τισ αςχολύεσ των κατούκων και τη θϋςη του οικιςμοϑ ςτο μικροςϑςτημα που
διαμορφώνει το οικιςτικϐ πλϋγμα τησ δυτικόσ Φαλκιδικόσ.
Οι επϐμενοι δυο αιώνεσ παραμϋνουν αμϊρτυροι αρχαιολογικϊ και ιςτορικϊ. Εν τοϑτοισ, φαύνεται
ϐτι η ζωό ςτον οικιςμϐ τησ Βρϑασ ςυνεχύζεται καθώσ πιςτοποιοϑνται μεταςκευϋσ κτιρύων, τα οπούα
κατϊ τον 9ο αιώνα τα βρύςκουμε ςε πλόρη χρόςη, που προφανώσ ϋχει αρχύςει απϐ παλαιϐτερα. Σα
δημϐςια κτύρια και κυρύωσ τα λουτρϊ μετατρϋπονται τώρα ςε εργαςτηριακοϑσ χώρουσ, ληνοϑσ ςτην
πλειονϐτητϊ τουσ. Αυτϐ ςυνεπϊγεται αφενϐσ μια οργανωμϋνη τϊξη που ϋχει τον ϋλεγχο τησ
παραγωγόσ, αφετϋρου, την ϑπαρξη ςυςτηματικόσ αμπελοκαλλιϋργειασ και οινοπαραγωγόσ, μια
αγορϊ ςτην οπούα η παραγωγό αυτό διοχετεϑεται και μια τϊξη αγροτών και βιοτεχνών που
απαςχολοϑνται, κι αςφαλώσ, την απαραύτητη τεχνογνωςύα για την παραγωγό.
Σην ύδια εποχό, ο εκχριςτιανιςμϐσ των πϐλεων ϋφταςε ςτην ακμό του και ολοκληρώθηκε. την
Βρϑα, με εξαύρεςη την βαςιλικό ςτην τοϑμπα με ϊγνωςτη την χρονολογύα ανϋγερςησ και την περύοδο
λειτουργύασ τησ, δεν υπϊρχουν ενδεύξεισ παρεύςφρηςησ τησ νϋασ θρηςκεύασ ό κϊποια χρονικό
αφετηρύα απϐ την οπούα μποροϑμε να θεωροϑμε τη Βρϑα ωσ εκχριςτιανιςμϋνη κοινϐτητα. Εν
τοϑτοισ, ο 7οσ αιώνασ εύχε ςυνϋπειεσ ςτην οργϊνωςη του χώρου. Εγκαταλεύφθηκε το ρωμαώκϐ και
πρωτοβυζαντινϐ νεκροταφεύο που βρύςκονταν εκτϐσ τησ οχϑρωςησ.
Η Βρϑα μετϊ τον 8ο αιώνα και, ιδιαύτερα, απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ, τρϊβηξε την προςοχό των
ιςχυρών, κοςμικών και εκκληςιαςτικών και, κυρύωσ, των αθωνιτών. Η ϐψιμη εμφϊνιςη τησ Βρϑασ
ςτισ γραπτϋσ πηγϋσ αρκετϊ αφϐτου ϋχει ξεκινόςει η ϑπαρξό του μεςαιωνικοϑ μορφώματοσ ςε
ςυνδυαςμϐ με το γεγονϐσ ϐτι αυτό η εμφϊνιςη ςυμπύπτει ςχεδϐν με την εύςοδϐ του οικιςμοϑ ςτη
ςυνειδητϐτητα των ιςχυρών γαιοκτημϐνων, υποδηλώνει τον εμπορικϐ και οικονομικϐ χαρακτόρα
τησ περιςςϐτερο απϐ οποιαδόποτε διοικητικό ό θρηςκευτικό ταυτϐτητα κι αυτϐ διϐτι τα παραπϊνω
καθιςτοϑν αμφύβολη την κρατικό παρϋμβαςη ςτισ απαρχϋσ τησ, που πρϋπει να αναζητηθοϑν ςτη
βϊςη δϑο βαςικών αξϐνων: ο ϋνασ εύναι ο ϊξονασ τησ φυςικόσ τοποθεςύασ μεταβολόσ, που μπορεύ να
προϋρχεται απϐ την οικολογύα, το δύκτυο επικοινωνύασ ό τισ πολιτικϋσ δομϋσ και ο δεϑτεροσ
ςχετύζεται με ϐρουσ ςυςτημικοϑσ, δηλαδό ϋνασ τϐποσ εντϐσ ενϐσ δικτϑου οικονομικών ςχϋςεων.
Με τισ παραπϊνω υποθϋςεισ, φαύνεται ωσ αρκετϊ βϊςιμη η εκδοχό, η Βρϑα να ξεκύνηςε κατϊ την
ρωμαώκό περύοδο ωσ εμπορικό και ςτρατιωτικό πϐλη ϐχι τϐςο λϐγω τησ δικόσ τησ ζότηςησ αλλϊ
λϐγω τησ ςυςτημικόσ τησ τοποθεςύασ. υνϋδεε ϊλλα κϋντρα ζότηςησ, μερικϊ εκ των οπούων όταν ςε
μεγϊλη απϐςταςη απϐ αυτό και πολλϊ απϐ αυτϊ όταν εξύςου νϋα με τα δύκτυα επικοινωνύασ που τα
ςυνϋδεαν. Υαύνεται πωσ αναπτυςςϐταν ςιωπηλϊ πριν απϐ το 750 αλλϊ η ανϊπτυξη και οι εμπορικϋσ
δραςτηριϐτητεσ αναμφιςβότητα επιταχϑνθηκαν ςτον ϐψιμο 8ο αιώνα.
Σον 10ο αιώνα χρονολογεύται η δεϑτερη και, κατϊ τον αναςκαφϋα, κϑρια φϊςη τησ οχϑρωςησ. Η
βουλγαρικό απειλό και η κατϊληψη τησ Θεςςαλονύκησ απϐ τουσ Ωραβεσ ενδεχομϋνωσ ςυνετϋλεςαν
ςτην αύςθηςη τησ επιςφϊλειασ. Απϐ τον 11ο αιώνα (1047) και εξόσ μϋχρι την ερόμωςό του για
ϊγνωςτουσ λϐγουσ κατϊ το τϋλοσ του 13ου αιώνα, ο οικιςμϐσ εμφανύζεται ωσ «κϊςτρον των Βρυών».
440
Η ορολογύα ςυμπύπτει και με την μορφολογικό αλλαγό του οικιςμοϑ. Η οχϑρωςη βϋβαια
προϒπόρχε απϐ την αρχαιϐτητα, η Βρϑα ϐμωσ πλϋον αλλϊζει λειτουργύα και γύνεται μια πϐλη που
πρϋπει να προςτατεϑςει μια ςυγκεκριμϋνη ϋκταςη, μια πϐλη που τησ ϋχουν εμπιςτευθεύ για φϑλαξη
κϊποιον χώρο.
Σην εποχό αυτό ςημειώνεται μια επϋκταςη ςτην κτηματικό περιφϋρεια τησ Βρϑασ και μια
ϋκρηξη ςτη διακύνηςη του χρόματοσ, ενώ υπϊρχουν ενδεύξεισ λειτουργύασ τησ κοινϐτητασ ωσ
ςυλλογικϐ ςώμα καθώσ αναφϋρεται ςτισ πηγϋσ ϐτι η μονό Μεγύςτησ Λαϑρασ πλόρωνε ενούκιο για τη
χρόςη ενϐσ λουτροϑ και για δϑο οικύεσ πληςύον τησ δυτικόσ πϑλησ του κϊςτρου, ενώ γύνεται λϐγοσ
και για τα δύκαια των Βρυεννιτών.
Η επϋνδυςη απϐ τισ μονϋσ ςε ακύνητα μϋςα ςτον οικιςμϐ όταν μια τρϋχουςα και προφανώσ
προςοδοφϐρα πρακτικό που υποδηλώνει μια δυναμικό αςτικό οικονομύα, που δεν βαςιζϐταν μϐνο
ςτην κατανϊλωςη. Η βιοτεχνύα μολονϐτι δεν γνωρύζουμε το εϑροσ τησ, εύναι ςαφϋσ ϐτι κϊλυπτε τισ
ανϊγκεσ μιασ ευρϑτερησ περιοχόσ και το εμπϐριο των τοπικών βιοτεχνικών προώϐντων φαύνεται ϐτι
εξακτινωνϐταν ωσ τη Θεςςαλονύκη. Εξϊλλου, ςυχνϊ ϐςοι αςχολοϑνταν με το εμπϐριο εύχαν και
ειςοδόματα απϐ τη γη.
Η βυζαντινό πϐλη εύναι πϊνω απϐ ϐλα μια χριςτιανικό πϐλη και το κϊςτρο των Βρυών
αναφϋρεται απϐ το 1078 ςτον τύτλο τησ μϋχρι τϐτε επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ.
Οι πηγϋσ κϊνουν λϐγο το 1095 για την «ἐνορύα τῶν Βρυῶν», ϋνα δημοςιονομικϐ κϋντρο, με
βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ και χώρουσ κοινωνικόσ ωφϋλειασ. Η ϋκταςη τησ ενορύασ των Βρυών
φτϊνει ςτα ανατολικϊ μϋχρι το προϊςτειο Πορταρϋα και ςτα δυτικϊ πιθανώσ μϋχρι την Ιςοϑνα ςτα
δυτικϊ του Κϊτω Βολβοϑ.1368 Σαυτϐχρονα, ο οικιςμϐσ δεςπϐζει ενϐσ πυκνοϑ οδικοϑ δικτϑου1369 το
οπούο δεύχνει να ελϋγχει και, κατϊ ςυνϋπεια, μποροϑμε να εικϊςουμε εμπορικϋσ επαφϋσ ςε
περιφερειακϐ, ϋςτω, επύπεδο. ϑμφωνα με τισ μϋχρι τώρα ϋρευνεσ, η οχυρωμϋνη περιοχό τησ
τοϑμπασ, το καθαυτϐ κϊςτρο δεν κατοικεύται αλλϊ χρηςμοποιοϑνταν ωσ χώροσ καταφυγόσ ςε
περιϐδουσ κινδϑνου.
Μια ακϐμα τομό ςημειώνεται μεταξϑ του 1080 και του 1180, οπϐτε εντοπύζονται ταφϋσ ςτον
δυτικϐ τομϋα ςε εγκαταλειμμϋνα κτύρια και ςτισ υπώρειεσ τησ τοϑμπασ. Σον 12 ο αιώνα επομϋνωσ ο
πεδινϐσ οικιςμϐσ εγκαταλεύπεται και οι κϊτοικοι μεταφϋρονται για πρώτη φορϊ ςτην οχυρωμϋνη
τοϑμπα. Απϐ την κατϊςταςη τησ χαλαρόσ κατούκηςησ των οικιςμών του 11ου αιώνα, περνϊμε ςτα
πυκνϊ κατοικημϋνα κϊςτρα του 12ου και εξόσ, καθώσ οι πϐλεισ ςτα πεδινϊ δεν όταν οχυρωμϋνεσ.
την φϊςη αυτό παϑει η χρόςη των κλιβϊνων και πληθαύνουν τα ςιδηρουργεύα, οι αποθόκεσ και
οι ςτϊβλοι ςτισ υπώρειεσ τησ τοϑμπασ. Ϊχει αλλϊξει ο πληθυςμϐσ; Φρηςιμοποιοϑνται για τισ ανϊγκεσ
441
πολιορκύασ; Ϋ μόπωσ πλϋον η πϐλη ϋχει εγκαταλειφθεύ απϐ κατούκουσ και εκεύ διαμϋνει ςτρατιωτικό
φρουρϊ που δικαιολογεύ τϋτοιου εύδουσ εγκαταςτϊςεισ;
Επομϋνωσ όδη απϐ τα τϋλη του 12ου αιώνα, η Βρϑα δεν εύναι πια πϐλη και ύςωσ ο ϐροσ κϊςτρο να
χρηςιμοποιεύται με την ϋννοια του φρουρύου και ϐχι τησ οχυρωμϋνησ πϐλησ με αςτικϋσ λειτουργύεσ ό
ακϐμα και λϐγω παρϊδοςησ. ε ϋγγραφο του 1302 η Βρϑα αναφϋρεται ωσ «παλαιϐκαςτρο»,
υποδηλώνοντασ ϐτι το κϊςτρο ϋχει όδη ερημωθεύ εντελώσ και μϊλιςτα αρκετϊ πρώιμα ςε ςχϋςη με
την οθωμανικό κατϊκτηςη που οριοθετεύ το τϋλοσ πολλών οικιςμών τησ χερςονόςου.
Η εγκατϊλειψη τησ Βρϑασ δεν ϋχει ερμηνευτεύ ακϐμα επαρκώσ. Δεν υπϊρχουν ενδεύξεισ
καταςτροφόσ ςτον οικιςμϐ ό ςτην τοϑμπα, που κατϊ πωσ φαύνεται ερημώθηκαν. Μια ερμηνεύα θα
μποροϑςε να ςχετύζεται με την κατϊτμηςησ και οικοπεδοπούηςη τησ περιαςτικόσ γησ, τησ
περιβαλλοντικόσ υποβϊθμιςησ, τησ υποβϊθμιςησ του παραγωγικοϑ και κοινωνικοϑ υποβϊθρου των
μικρών οικιςμών, αφοϑ ϐλεσ οι παραπϊνω εκτϊςεισ πωλόθηκαν ςταδιακϊ απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ
ςε ιςχυροϑσ κοςμικοϑσ και κυρύωσ ςτισ αγιορεύτικεσ μονϋσ. υνεπώσ, η παρακμό προόλθε απϐ την
αφαύμαξη του παραγωγικοϑ χώρου του οικιςμοϑ. Μϐλισ η Βρϑα αποκϐπηκε απϐ την πεδιϊδα τησ, η
επιλογό κατούκηςησ του λϐφου αποδεύχτηκε μοιραύα.
Οπωςδόποτε, η παρακμό και η εγκατϊλειψη του οικιςμοϑ ςχετύζεται με τη μετονομαςύα τησ
εϑφορησ κοιλϊδασ τησ Καλαμαρύασ ςε Διαβολϐκαμπο (1302) και κατϐπιν απϐ τα μϋςα του 14ου
αιώνα και, ςτη ςυνϋχεια, ςτα οθωμανικϊ ϋγγραφα ςε Καλϐκαμπο.
442
οικιςμοϑ ςτατικό, η οπούα δεν αποδεςμεϑει τισ διαδοχικϋσ φϊςεισ ςτην οικοδομικό ιςτορύα του
μεςαιωνικοϑ οικιςμοϑ.
Αποφαςιςτικόσ ςημαςύασ για την αλλαγό του αςτικοϑ ιςτοϑ ςτισ περιπτώςεισ πϐλεων που
ϋχουν μελετηθεύ, εύναι η εξϊπλωςη του χριςτιανιςμοϑ και η ύδρυςη των εκκληςιαςτικών
οικοδομημϊτων ςτο κϋντρο των υπαρχουςών πϐλεων. Η Βρϑα διαφοροποιεύται ςε αυτϐ το επύπεδο.
Η εξϊπλωςη τησ νϋασ θρηςκεύασ δεν φαύνεται να επηρϋαςε εκ πρώτησ ϐψεωσ και με τον
αναμενϐμενο τρϐπο την πολεοδομικό οργϊνωςη του οικιςμοϑ. Ο χριςτιανιςμϐσ εκπροςωπεύται
μονϊχα απϐ τη βαςιλικό ςτην τοϑμπα.
Οπωςδόποτε, απϐ τα τϋλη του 5ου αιώνα διαφαύνονται οι πρώτεσ μεταβολϋσ ςτον ιςτϐ τησ
Βρϑασ καθώσ η καθημερινϐτητα των κατούκων και οι ανϊγκεσ τησ εποχόσ επιβϊλλουν την
αξιοπούηςη οικοδομικών υλικών απϐ παλαιϐτερα κτύρια ό την κατϊληψη τϐπων με διαφορετικό
προγενϋςτερη χρόςη. Αποδομεύται με τον τρϐπο αυτϐ ςταδιακϊ ο μνημειακϐσ χαρακτόρασ τησ
αρχαύασ πϐλησ ο οπούοσ οϑτωσ ό ϊλλωσ δεν εύχε πλϋον λϐγο ϑπαρξησ.
Μολαταϑτα, η πολεοδομικό οργϊνωςη ενϐσ οικιςμοϑ, ακϐμα και ςε μια τϋτοια περύοδο
ανϊπλαςησ προκειμϋνου να θεωρηθεύ ϐτι διαθϋτει «αςτικϊ» χαρακτηριςτικϊ, ϋπρεπε να πληρού τουσ
ϐρουσ που διαςφϊλιζαν την ϊμυνα, την υγιεινό, την κυκλοφορύα ανθρώπων και αγαθών αλλϊ και μια
ιερϊρχηςη του χώρου με κανϐνεσ που ςϋβονταν την κοινωνικό διαβϊθμιςη.1370
τη μεςαιωνικό Βρϑα, παρϊ τισ επϊλληλεσ οικοδομικϋσ φϊςεισ και την εξαφϊνιςη των
δεδομϋνων λϐγω τησ προςφυγικόσ εγκατϊςταςησ και τησ αναδιανομόσ τησ γησ εύναι δυνατϐ να
ιχνηλατηθεύ μια ςτοιχειώδησ ιερϊρχηςη των χώρων ωσ προσ τη χρόςη αλλϊ και ωσ προσ τισ ομϊδεσ
που κατοικοϑςαν ό εργϊζονταν ςε ςυγκεκριμϋνεσ ζώνεσ. Εν τοϑτοισ, εύναι πολϑ δϑςκολο να
μελετηθεύ η δυναμικό τησ αλληλοδιαμϐρφωςόσ τουσ ςε ςυνδυαςμϐ πϊντα με υπαρκτϋσ κοινωνικϋσ
ςχϋςεισ.
Σο ιςχυρϐτερο ςημειολογικϊ ςτοιχεύο εύναι η οχϑρωςη τησ τοϑμπασ. την τοϑμπα η
αρχαιολογικό ϋρευνα ϋχει εντοπύςει κινςτϋρνεσ και κατϊλοιπα μεγϊλων δημϐςιων κτιρύων με
ανοιχτοϑσ χώρουσ ανϊμεςϊ τουσ, οπϐτε εκεύ πρϋπει να αναζητηθεύ το διοικητικϐ και θρηςκευτικϐ
κϋντρο τησ πϐλησ. Η οχϑρωςη δηλαδό περιϋκλειε ϋναν χώρο διούκηςησ και, απϐ τον 12ο αιώνα και
κατούκηςησ και τον διαχώριζε ςαφώσ απϐ την περιβϊλλουςα ϑπαιθρο αλλϊ και απϐ τον υπϐλοιπο
οικιςμϐ. Σον καθιςτοϑςε δηλαδό μια γεωγραφικό, κοινωνικό, διοικητικό και θρηςκευτικό οντϐτητα .
την περιοχό του δυτικοϑ τομϋα ϋχουν αναςκαφεύ κτύρια δημϐςια, ιδιωτικϋσ κατοικύεσ,
αποθόκεσ και ιςϐγεια εργαςτόρια που όταν ςυνδεδεμϋνα με το ςϑςτημα υδροδϐτηςησ τησ πϐλησ,
λουτρϊ και μεγϊλα κτύρια που θα μποροϑςαν να ϋχουν εμπορικό χρόςη και ςηματοδοτοϑν το
εμπορικϐ και οικονομικϐ κϋντρο τησ πϐλησ. Σα κτύρια δημϐςιου και λατρευτικοϑ χαρακτόρα
χωροθετοϑνται ςτο νοτιοδυτικϐ ϊκρο του τομϋα προσ το ϐριο τησ κούτησ του χειμϊρρου, το οπούο
443
ενδεχομϋνωσ να αποτελοϑςε το φυςικϐ ϐριο του οικιςμοϑ προσ τα δυτικϊ. Όςον αφορϊ τουσ
εργαςτηριακοϑσ χώρουσ, αυτού καταλαμβϊνουν τα κτύρια τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ ςτο βϐρειο και
δυτικϐ ϊκρο του τομϋα αλλϊ και ςτο ανατολικϐ κοντϊ ςτην τοϑμπα αυςτηρϊ οργανωμϋνα. Εύναι
εϑλογο ϐτι ϐπου ςυγκεντρώνονταν οι βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ, εκεύ εγκαθύςταντο και οι
αντύςτοιχεσ επαγγελματικϋσ ομϊδεσ. Σα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα υπαινύςςονται μια τϋτοια χωρικό
διαφοροπούηςη ςϑςτοιχη με την κοινωνικό διαφοροπούηςη. Η αγορϊ όταν ενςωματωμϋνη ςτον
πολεοδομικϐ ιςτϐ ενώ, μαρτυροϑνται κτύςματα και εργαςτόρια ςυνδεδεμϋνα με την ενεργό
παρουςύα παραγωγών. Ο αςτικϐσ χώροσ παρϋμεινε ιεραρχημϋνοσ με κριτόρια παραγωγόσ και
οικονομύασ και λιγϐτερο ςτη βϊςη πολιτικών και εκκληςιαςτικών προτεραιοτότων.
Οι οικύεσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου ςυγκεντρώνονται ςτο κϋντρο του τομϋα και προσ τα
δυτικϊ και πϊντα κοντϊ ςε δεξαμενϋσ και φρεϊτια ϑδατοσ, ενώ οι κατοικύεσ των μϋςων χρϐνων,
εντοπύζονται πυκνϊ δομημϋνεσ ςτο ανατολικϐ ϊκρο του τομϋα ςτισ δυτικϋσ παρειϋσ τησ τοϑμπασ και
μϊλιςτα ϐςο μεγαλϑτερη η εγγϑτητα με την τοϑμπα τϐςο μεγαλϑτερη η ευμϊρεια και τα εύδη
πολυτελεύασ των οικιών αυτών. Σο γεγονϐσ ϐτι τα ςπύτια των ευπορϐτερων βρύςκονταν ςε εγγϑτητα
με το εμπορικϐ κϋντρο δεν εύναι χωρύσ ςημαςύα, αν ςυνδυαςτεύ μϊλιςτα με το ενδεχϐμενο αυτϋσ οι
οικογϋνειεσ να εμπλϋκονταν ςε εμπορικϋσ ό βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ. Εν τοϑτοισ, οι οικύεσ τουσ
δεν παρουςιϊζουν πολυτελό αρχιτεκτονικό οϑτε αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ με κϊποιον ιδιαύτερο
τρϐπο, ϐπωσ γύνεται λ.χ. με τισ αυλϋσ ςτην Ιεριςςϐ, που θα μποροϑςαν να θεωρηθοϑν αριςτοκρατικϋσ
οικύεσ τησ επαρχύασ.
Η υγιεινό διαςφαλιζϐταν με το εξαιρετικϐ δύκτυο υδροδϐτηςησ που ϋχει εντοπιςτεύ ςε πολλϊ
ςημεύα του οικιςμοϑ αλλϊ και ςτην τοϑμπα. Ο ςωςτικϐσ χαρακτόρασ των αναςκαφικών ερευνών δεν
ϋχει επιτρϋψει μϋχρι ςτιγμόσ τον εντοπιςμϐ του εςωτερικοϑ δικτϑου οδών του οικιςμοϑ, οπϐτε δεν
μποροϑμε να γνωρύζουμε καλϑτερα την πολεοδομικό ιεραρχύα του οικιςμοϑ.
Ο ανατολικϐσ τομϋασ φιλοξενοϑςε το νεκροταφεύο τησ πϐλησ κατϊ την ρωμαώκό και την
πρωτοβυζαντινό περύοδο.
Η ϊμυνα του οικιςμοϑ διαςφαλύζονταν απϐ την οχυρωμϋνη ακρϐπολη ενώ το πυκνϐ οδικϐ
δύκτυο, τοπικϐ και περιφερειακϐ, εξαςφϊλιζε την απρϐςκοπτη διακύνηςη ανθρώπων και αγαθών.
Μϊλιςτα, η αμυντικό αναβϊθμιςη τησ οχϑρωςησ κατϊ τον 10ο αιώνα ςυνιςτϊ μια απϐ τισ πιο
εμφατικϋσ αλλαγϋσ ςτην οργϊνωςη του οικιςμοϑ. Η αναφορϊ ςτισ πηγϋσ διαφϐρων καςτελλύων,
φρουρύων και φυλακτηρύων ςτην ϑπαιθρο τησ Βρϑασ αλλϊ και η επιβύωςη των τοπωνυμύων ςόμερα
δεύχνει ϐτι το δύκτυο αυτϐ προςτατευϐταν με πρωτοβουλύα τησ κεντρικόσ εξουςύασ.
Απϐ τα παραπϊνω προκϑπτει ϐτι η οικιςτικό ςυγκρϐτηςη τησ Βρϑασ, αν και ιδιαύτερα πυκνό,
δεν όταν ϊναρχη ακϐμα και ςτην ϐψιμη περύοδο τησ. Σα πορύςματα που προκϑπτουν απϐ την
αναςκαφικό ϋρευνα δεύχνουν ϋναν κεντρικϐ ςχεδιαςμϐ που αποτυπώνει τον τρϐπο λειτουργύασ και
διούκηςησ του οικιςμοϑ και τισ ανϊγκεσ των κατούκων με κριτόρια κυρύωσ κοινωνικϊ.
444
11.1.3. Παρατηρόςεισ
την ενϐτητα αυτό ϋγινε μια προςπϊθεια διερεϑνηςησ τησ λειτουργικόσ υπϐςταςησ του
οικιςμοϑ τησ Βρϑασ μϋςα απϐ τη ςυνεξϋταςη των κειμενικών αναφορών με την ιςτορικό γεωγραφύα
και τα αρχαιολογικϊ τεκμόρια. Βαςικό προϒπϐθεςη αποτελεύ η αποςαφόνιςη του χαρακτόρα τησ
Βρϑασ ωσ αυτϐνομησ και ανεξϊρτητησ μονϊδασ, ςτο πλαύςιο του μικροςυςτόματοσ τησ υπαύθρου τησ
αλλϊ και του μεγαλϑτερου πλαιςύου με τη μητρϐπολη Θεςςαλονύκη και την Πρωτεϑουςα του
βυζαντινοϑ κρϊτουσ.
Όπωσ αποδεύχτηκε εύναι εξαιρετικϊ δυςχερόσ ο ςυςχετιςμϐσ οικονομικών και κρατικών δομών
με αναςκαφικϊ δεδομϋνα ακϐμα και αν γενικϋσ τοποθετόςεισ για ςχετικϊ επύπεδα ςυναφών
δραςτηριοτότων ό για την κατανομό των ςυγκεκριμϋνων τϑπων δομών ό θϋςεων παραμϋνουν
δυνατϊ.
Η αποςπαςματικό εικϐνα που ϋχουμε για τον οικιςμϐ τησ Βρϑασ κατϊ την βυζαντινό περύοδο
οφεύλεται αφενϐσ ςε γεωλογικοϑσ παρϊγοντεσ και ςτην απϐδοςη τησ περιοχόσ για ανοικοδϐμηςη,
αφετϋρου, ςτην απουςύα διενϋργειασ ςυςτηματικόσ αρχαιολογικόσ διερεϑνηςησ και ςτην
ταυτϐχρονη απουςύα απϐ τισ φιλολογικϋσ πηγϋσ μϋχρι τον 11ο αιώνα. Εν τοϑτοισ, ο οικιςμϐσ διαθϋτει
μια πλοϑςια «αςτικό» παρϊδοςη απϐ την κλαςικό αρχαιϐτητα, την οπούα θα προςπαθόςουμε να
δοϑμε πώσ αξιοπούηςαν οι βυζαντινού κϊτοικοι.
Ϊνα ςημαντικϐ ζότημα, που ϋπρεπε να μελετηθεύ όταν ο παραγνωριςμϋνοσ ρϐλοσ του οικιςμοϑ
κατϊ τουσ ρωμαώκοϑσ χρϐνουσ. Οι αναςκαφεύσ παρϐλο που κϊνουν λϐγο για ςημαντικϋσ υποδομϋσ
κατϊ την ρωμαώκό περύοδο που απαιτοϑν κεντρικϐ ςχεδιαςμϐ και κρατικό πρωτοβουλύα θεωροϑςαν
ϐτι η Βρϑα δεν ενϋπιπτε ςτο ενδιαφϋρον των Ρωμαύων, τουλϊχιςτον ϐχι με τον τρϐπο που το
ενδιαφϋρον αυτϐ εκδηλώθηκε ςτισ περιπτώςεισ τησ Καςςϊνδρειασ και τησ Ακϊνθου με την ύδρυςη
των αποικιών.
Η ςυγκεντρωτικό παρουςύαςη των αρχαιολογικών δεδομϋνων και οι ςυγκριτικϋσ παρατηρόςεισ
κατϋληξαν ςτην επανερμηνεύα του αρχαιολογικοϑ υλικοϑ και ςυνεπώσ ςε μια επανεκτύμηςη τησ
εικϐνασ που υπόρχε για τον οικιςμϐ των ρωμαώκών χρϐνων.
Καταρχόν, η ρωμαώκό φϊςη τησ οχϑρωςησ, δεύχνει ςαφώσ το ςτρατιωτικϐ ενδιαφϋρον τησ
θϋςησ. Ο ρϐλοσ που ϋπαιζε η Βρϑα ωσ ρωμαώκό φρουρϊ τουσ τρεισ πρώτουσ μεταχριςτιανικοϑσ
αιώνεσ δεν αντικατϐπτριζε τϐςο πραγματικϋσ ςτρατηγικϋσ ανηςυχύεσ ϐςο την ανϊγκη για ςυνϋχεια
τησ ιςτορικόσ θεώρηςησ τησ δυναμικόσ τησ εδαφικόσ κυριαρχύασ τησ ελληνιςτικόσ περιϐδου ακϐμα
και ςε μια περύοδο ελϊχιςτησ κοινωνικόσ αναςφϊλειασ, καθώσ βριςκϐταν ανϊμεςα ςε δϑο ςημαντικϊ
ϊςτεα των ελληνιςτικών χρϐνων: την Αντιγϐνεια και την Καςςϊνδρεια.
το πλαύςιο τησ επανεκτύμηςησ των αρχαιολογικών δεδομϋνων τησ Βρϑασ, ϋγινε μια προςπϊθεια
μελϋτησ και (επαν)ερμηνεύασ του μνημειακοϑ οικοδομόματοσ που εύχε εν μϋρει αναςκαφεύ ςτο
αγροτεμϊχιο 943, ςτα βϐρεια του οικιςμοϑ. (εικ. 17)
445
Πρϐκειται για ορθογώνιο κτύριο με προςανατολιςμϐ Β-Ν και εξωτερικϋσ διαςτϊςεισ 51.5 Φ 25.5
μ. το εςωτερικϐ του υπϊρχουν τρεισ ςειρϋσ πεςςών, πλευρϊσ 1.5 μ., κτιςμϋνων με αργοϑσ λύθουσ και
αςβεςτοκονύαμα, με παρεμβολό ζώνησ τριπλόσ ςειρϊσ πλύνθων. Δεν εντοπύςτηκαν ανούγματα. Εντϐσ
και εκτϐσ του κτιρύου, αποκαλϑφθηκαν κιβωτιϐςχημοι, καλυβύτεσ τϊφοι και ελεϑθερεσ ταφϋσ, που
χρονολογοϑνται ςτον 4ο αι. μ.Φ. ε ϋναν απϐ αυτοϑσ βρϋθηκε νϐμιςμα Μαξιμιανοϑ των αρχών του 4ου
αιώνα. Η παντελόσ απουςύα οικοδομικοϑ υλικοϑ, που θα εύχε προϋλθει απϐ την κατϊρρευςη του
κτιρύου καθώσ και κινητών ευρημϊτων οδόγηςε τουσ αναςκαφεύσ ςτη ςκϋψη ϐτι το κτύριο δεν
ολοκληρώθηκε ποτϋ και εγκαταλεύφθηκε για ϊγνωςτουσ λϐγουσ ςε πρώιμη εποχό εφϐςον όδη απϐ
τον 4ο αι. η περιοχό χρηςιμοποιεύται ωσ νεκροταφεύο.1371
Κρύνοντασ απϐ τισ διαςτϊςεισ, την κϊτοψη, τον προςανατολιςμϐ, τη θϋςη του οικοδομόματοσ ςε
ςχϋςη με τον οικιςμϐ αλλϊ και την χρονολϐγηςη ανϋγερςησ και εγκατϊλειψόσ του προτεύνουμε την
ερμηνεύα του οικοδομόματοσ ωσ horreum.
Επύ πλϋον, μια πλύνθοσ με τα αρχικϊ MV[I…] που κϊλυπτε μύα απϐ τισ ταφϋσ αλλϊ και ϋνα
δαχτυλύδι με το ςϑμβολο του αετοϑ (εικ. 163), που εντοπύςτηκε ςτην περιοχό εύναι πιθανϐ να
ςυνδϋονται με την Legio Quinta Macedonica καταδεικνϑοντασ τη ςημαςύα τησ ρωμαώκόσ Βρϑασ ωσ
κϋντρο αποθόκευςησ και διακύνηςησ του ϐψιμου ρωμαώκοϑ κρϊτουσ.
Παρϐλο που δεν υπϊρχει ιςτορικό μαρτυρύα για την περιοχό, το μϋγεθοσ και ο αρχιτεκτονικϐσ
τϑποσ του κτιρύου υποδεικνϑει ϐτι η ςιταποθόκη τησ Βρϑασ ενδεχομϋνωσ να ςυνδϋονταν με την
annona. Σα περιςςϐτερα ϊλλωςτε horrea που ϋχουν εντοπιςτεύ αναςκαφικϊ ό μαρτυροϑνται
επιγραφικϊ οικοδομόθηκαν και λειτουργοϑςαν την περύοδο τησ Σετραρχύασ κατϊ τον 4ο αιώνα. Η
ομοιϐμορφη αρχιτεκτονικό τουσ που ακολουθοϑςε την πρώιμη ρωμαώκό οικοδομικό παρϊδοςη των
ςτρατιωτικών ςιτοβολϐνων με τη μορφό υπϐςτεγου, εύναι επύςησ ενδεικτικό τησ ςϑνδεςησ του εν
λϐγω κτιρύου με μια κεντρικό οικοδομικό πολιτικό ςχεδιαςμϋνη να προςφϋρει τισ υποδομϋσ για το
ςτρατιωτικϐ δύκτυο ανεφοδιαςμοϑ.1372
Σα αντύςτοιχα οικοδομόματα τησ εποχόσ κατϋληγαν ϐλα ςε επιμόκη αετωματικό οροφό,
χωρύζονταν ςε κλύτη απϐ πεςςοςτοιχύεσ με ανυψωμϋνα δϊπεδα και ιςχυρϋσ τοιχοποιύεσ, ςυχνϊ
ενιςχυμϋνεσ.1373
Οι αποθόκεσ ςε ςτρατιωτικϊ οχυρϊ όταν κϊτι ςυνηθιςμϋνο καθώσ τα οχυρϊ αποτελοϑςαν τον
τελικϐ προοριςμϐ τησ annona militaris η οπούα οϑτωσ ό ϊλλωσ δημιουργόθηκε για την τροφοδοςύα
τουσ. Επομϋνωσ, horrea εύναι αναμενϐμενο να υπϊρχουν ςτισ περιςςϐτερεσ ςτρατιωτικϋσ θϋςεισ.
Εκτϐσ απϐ τμόμα του δικτϑου τησ annona το horeum τησ Βρϑασ πρϋπει να λειτουργοϑςε ωσ
ςυλλεκτικϐ κϋντρο ανεφοδιαςμοϑ των προμηθειών που παρϊγονταν ςτην περιβϊλλουςα ϑπαιθρο.
446
Η πϐλη τησ Βρϑασ επομϋνωσ, πρϋπει να επαναςχεδιϊςτηκε με βϊςη την ϊμυνα και, ταυτϐχρονα,
αποτελοϑςε παραγωγικό και ςυλλεκτικό βϊςη ςύτου και ϊλλων προμηθειών. Οι αποθόκεσ και οι
οχυρώςεισ εύναι δϑο κατηγορύεσ υποδομών που υποςτόριζαν αυτϋσ τισ δϑο λειτουργύεσ.
Η εμπλοκό των πϐλεων ςτην annona εύχε ςοβαρϋσ ςυνϋπειεσ ςτον κοινωνικϐπολιτικϐ τουσ
χαρακτόρα. Ϋταν βϊςεισ μιασ γαιοκτητικόσ τϊξησ και κϐμβοι του διαπεριφερειακοϑ εμπορύου αλλϊ
και πολιτικών και πολιτιςμικών δραςτηριοτότων. Η αναςτολό τησ λειτουργύασ του κτιρύου ςτα τϋλη
του 4ου αιώνα ςυνϊδει με την απώλεια τησ ςημαςύασ τουσ ςε ϐλο το δύκτυο τησ αυτοκρατορύασ μετϊ
τισ κρύςεισ του 380.1374
Μπορεύ η Βρϋα να μην διϋθετε το θεςμικϐ πλαύςιο μιασ civitas κατϊ τουσ πρώτουσ
μεταχριςτιανικοϑσ αιώνεσ αλλϊ εύχε ςύγουρα αςτικϐ χαρακτόρα μϋχρι και τον 6ο αιώνα, ϐπωσ
μαρτυροϑν τα μνημειακϊ αρχιτεκτονόματα, τα δημϐςια κτύρια και τα εργαςτόρια που ϋχουν
εντοπιςτεύ.1375 Η οικονομύα τησ φαύνεται ϐτι ςτηριζϐταν απϐ τϐτε ςε μεγϊλο βαθμϐ ςτην ϑπαιθρο
που την περιϋβαλε, η οπούα προςϋφερε ιδανικϋσ ςυνθόκεσ για καλλιϋργειεσ και, κυρύωσ, για
αμπελοκαλλιϋργεια.
Ο αριθμϐσ των κεραμικών κλιβϊνων αλλϊ και των ςυγκροτημϊτων ληνών, που αναςκϊφηκαν
ςτον δυτικϐ τομϋα του οικιςμοϑ θα μποροϑςε να εκληφθεύ ωσ δεύγμα ϑπαρξησ μιασ εξειδικευμϋνησ
βιοτεχνύασ που δηλώνει μαζύ με τισ υπϐλοιπεσ ενδεύξεισ (δημϐςια κτύρια, λουτρϊ, δύκτυο ϑδρευςησ)
μια αςτικό οικονομύα με εμπορικϐ προςανατολιςμϐ.
Σαυτϐχρονα, εύναι φανερϐ απϐ τον αριθμϐ και την ποιϐτητα των περιφερειακών πολιςμϊτων
τησ υπαύθρου, ϐπωσ ο οικιςμϐσ που αναπτϑχθηκε ςτην περιοχό τησ ςϑγχρονησ Νϋασ Καλλικρϊτειασ,
ϐτι περιςςϐτερα χρόματα ό τουλϊχιςτον εργαςύα και βιοτεχνικϋσ δραςτηριϐτητεσ εξαπλώθηκαν
ςτην ϑπαιθρο τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ ςε ςχϋςη με το παρελθϐν. Δεν υπϊρχουν ακϐμη ςτοιχεύα για
να καθορύςουμε τουσ ϐρουσ τησ οικονομικόσ ςυναλλαγόσ ανϊμεςα ςτην πϐλη και την ϑπαιθρο αλλϊ
ςύγουρα οι εξελύξεισ ενύςχυςαν την διαπραγματευτικό ικανϐτητα των χωριών απϋναντι ςτουσ
παραδοςιακοϑσ κυβερνότεσ τουσ, γαιοκτόμονεσ και αξιωματοϑχουσ τησ πϐλησ.
Η πϐλη ςυνεχύζει να ζει ςτισ δομϋσ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου για τουσ επϐμενουσ αιώνεσ με
πιο απλοϑσ ρυθμοϑσ. Οι κρατικϋσ δομϋσ εμφανύζονται αδϑναμεσ και οι τοπικϋσ αριςτοκρατύεσ
παρϋμειναν ςχετικϊ περιοριςμϋνεσ ϐςον αφορϊ ςτο επύπεδο του πλουτιςμοϑ. Ψςτϐςο, οι τελευταύεσ
διαςφϊλιςαν το ελϊχιςτο επύπεδο ςχϋςεων μεταξϑ πϐλησ και υπαύθρου και, ωσ εκ τοϑτου, η Βρϑα
δεν αντιμετώπιςε ποτϋ ιδιαύτερο πρϐβλημα διακύνηςησ του πλεονϊςματοσ τησ παραγωγόσ τησ.
Ο ςτρατιωτικϐσ χαρακτόρασ του οικιςμοϑ πρϋπει να όταν ςε ιςχϑ καθώσ υπϊρχουν αναφορϋσ
για την ϑπαρξη βϊνδου ςτην περιοχό τησ Καλαμαριϊσ.
Για τη μεςαιωνικό Βρϑα εύμαςτε καλϑτερα πληροφορημϋνοι απϐ τον 11ο αιώνα και εξόσ χϊρη
ςτα αρχεύα των αθωνικών μονών. Απϐ το 1047 ο οικιςμϐσ απαντϊται ςτισ πηγϋσ ωσ «κϊςτρον» και
447
ωσ κϋντρο τησ ομώνυμησ ενορύασ με εκτεταμϋνη περιφϋρεια. Μϋςα ςτην πϐλη και ςτην ευρϑτερη
περιοχό τησ εύχαν αςτικό και αγροτικό περιουςύα μεγϊλεσ αριςτοκρατικϋσ οικογϋνειεσ τησ
Θεςςαλονύκησ και τησ Κωνςταντινοϑπολησ, ςτρατιωτικού αξιωματοϑχοι, μϋλη τησ αυτοκρατορικόσ
οικογϋνειασ και τησ τοπικόσ και θρηςκευτικόσ ελύτ.
Παρϊ το γεγονϐσ ϐτι ο ϐροσ «κϊςτρο» ςτη μεςαιωνικό φιλολογύα ςυνδϋεται με εγκαταςτϊςεισ
αςτικοϑ τϑπου δεν εύναι βϋβαιο ϐτι το Κϊςτρο των Βρυών πληροϑςε ϐλεσ τισ προϒποθϋςεισ ενϐσ
ϊςτεωσ. Δεν υπϊρχουν ακϐμα ενδεύξεισ διοικητικών δομών ενώ η μεταφορϊ τησ επιςκοπικόσ ϋδρασ
που πιθανολογεύται λϐγω τησ προςθόκησ των Βρυών ςτον τύτλο του Επιςκϐπου απϐ το 1078 θα
πρϋπει να αποκλειςτεύ.
Σα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα ςυνηγοροϑν με αυτό τη διαπύςτωςη αφοϑ δεν προςφϋρουν μϋχρι
ςτιγμόσ ενδεύξεισ ςϑνδεςησ ςε επύπεδο διούκηςησ του οικιςμοϑ με την Κωνςταντινοϑπολη ό τη
Θεςςαλονύκη, ενώ με εξαύρεςη την βαςιλικό ςτην τοϑμπα δεν υπϊρχουν ευρόματα που να
ςυνδϋονται με ϋνα θεςμικϐ θρηςκευτικϐ κϋντρο.
Ο ςτρατιωτικϐσ χαρακτόρασ του οικιςμοϑ, μϊλλον θα πρϋπει να περιοριζϐταν ςτην ϊμυνα, ςτη
διαφϑλαξη των χερςαύων οδών και του τοπικοϑ και περιφερειακοϑ δικτϑου διακύνηςησ προώϐντων.
Ενδεχομϋνωσ, η οχϑρωςη, που επιδιορθώθηκε κατϊ τον 10ο αιώνα να εύχε φρουριακϐ χαρακτόρα,
αφοϑ δεν μνημονεϑονται ςτισ πηγϋσ ςτρατιωτικού αξιωματοϑχοι.
Όςον αφορϊ ςτην υπεροχό του οικιςμοϑ ςε ςχϋςη με την ϑπαιθρϐ του, καταδεύχθηκε ϐτι η Βρϑα
δϋςποζε ςε ϋνα πυκνϐ οικιςτικϐ δύκτυο τοπικών και περιφερειακών οδών επικοινωνύασ ωσ εμπορικϐ
και φορολογικϐ κϋντρο. Η ενδοχώρα εξαςφϊλιζε ςτον οικιςμϐ τη ςυντόρηςό του αλλϊ και την
εμπορύα των αγροτικών και κτηνοτροφικών προώϐντων.
Απϐ την ϊλλη μεριϊ, οι ςϑγχρονεσ αφηγηματικϋσ πηγϋσ των μϋςων χρϐνων1376 κϊνουν λϐγο για
την προνομιακό γεωγραφικό τησ θϋςη ςτην πεδιϊδα τησ Καλαμαριϊσ, την αφθονύα των αγαθών, την
ευφορύα τησ γησ και τισ πηγϋσ των υδϊτων που εξαςφϊλιζαν τη λειτουργύα ςε δεκϊδεσ υδρϐμυλουσ.
Με αυτό την ϋννοια, η Βρϑα πληροϑςε τα χαρακτηριςτικϊ του ϊςτεωσ ϐπωσ αυτϊ παρουςιϊζονται
απϐ τουσ βυζαντινοϑσ ςυγγραφεύσ εγκωμύων: την προςδιϐριζαν το κϊλλοσ, η αςφϊλεια (ορατό και
επιδιορθωμϋνη οχϑρωςη), η επϊρκεια αγαθών και η ιςτορύα τησ (επρϐκειτο για αρχαύα πϐλη).
Η ανϊπτυξη τοπικών ζωγραφικών και αρχιτεκτονικών παραδϐςεων ϐπωσ αποκαλϑπτει
ιβηρότικο ϋγγραφο του 1104, αποδεικνϑει πρωτύςτωσ την αυξημϋνη ζότηςη τησ τϋχνησ και
προϒποθϋτει την οικονομικό δυνατϐτητα των χορηγών. Σην οικονομικό δυνατϐτητα εύχε κυρύωσ η
Εκκληςύα και οι αξιωματοϑχοι τησ. Αλλϊ και οι τοπικού ϊρχοντεσ αποζητοϑςαν μιασ μορφόσ
πατριωτιςμϐ ςυνυφαςμϋνο με την ανϊγκη να επιβεβαιώςουν την κοινωνικό τουσ ιςχϑ, ϐταν
1376 Νικηφϐροσ Φοϑμνοσ, Λϐγοσ Θεςςαλονικεῦςι ςυμβουλευτικϐσ, Β.Νερϊντζη – Βαρμϊζη, Βυζαντινό Θεςςαλονύκη – Εγκώμια τησ πϐλησ, Böhlig,
Gertrud επιμ. ( 1973) ̇ Ioannis Caminiatae De expugnatione Thessalonicae, Corpus Fontium Historiae Byzantinae, Βερολύνο-Νϋα Τϐρκη: De
Gruyter ̇ υμ. Παςχαλύδη, Ὁ Βύοσ τῆσ Ὁςιομυροβλϑτιδοσ Θεοδώρασ τῆσ ἐν Θεςςαλονύκῃ - Διόγηςη περύ τῆσ Μεταθϋςεωσ τοῦ Λειψϊνου τῆσ ὁς.
Θεοδώρασ (1991)
448
χρηματοδοτοϑςαν την ανοικοδϐμηςη και την εικονογρϊφηςη των εκκληςιών. Κι αυτϐ επειδό
γνώριζαν ϐτι το κοινωνικϐ περιβϊλλον μϋςα ςτο οπούο θα αναγνωρύζονταν η υπεροχό τουσ
μποροϑςε να εκτιμόςει την εκλεπτυςμϋνη καλλιτεχνικό δημιουργύα. Ϋταν δηλαδό ϋνα αςτικϐ
περιβϊλλον, που το διαμϐρφωναν ωσ τϋτοιο με την παρουςύα τουσ ϊνθρωποι ςυνδεϐμενοι καθ’
οιονδόποτε τρϐπο με την κεντρικό πολιτικό και εκκληςιαςτικό εξουςύα.1377
Σον 12ο αιώνα (1104) οι Βρυεννύτεσ ϋχουν ςτην κατοχό τουσ ωσ ςυλλογικϐ ςώμα δύκαια, δηλαδό
ϋγγεια περιουςύα και τα ςϑνορα τησ κοινϐτητϊσ τουσ αναφϋρονται ωσ ςϑνορα των βρυεννιτών. τα
αρχειακϊ ϋγγραφα αναφϋρονται οδού, ςτρϊτεσ και δρϐμοι απϐ και προσ την Βρϑα που υποδηλώνουν
ϐτι αποτελοϑςε τον κεντρικϐ οικιςμϐ τησ περιοχόσ. Ψσ οδού αναφϋρονται δϑο: η οδϐσ Θεςςαλονύκησ –
Βρϑασ και η οδϐσ Καςςϊνδρειασ – Βρϑασ.1378
το τϋλοσ του 12ου αιώνα ο οικιςμϐσ περιςτϋλλεται ςτο πυκνϊ κατοικημϋνο κϊςτρο, καθώσ ο
οικιςμϐσ ςτα πεδινϊ δεν όταν οχυρωμϋνοσ. τα τϋλη του 13ου αιώνα η Βρϑα ϋχει ερημωθεύ.
Αντύςτοιχη παρακμό πρϋπει να βύωςε και η ϑπαιθρϐσ τησ, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ τον αριθμϐ των
παλαιοχωρύων που εμφανύζονται ςτισ πηγϋσ αλλϊ και απϐ τη μετονομαςύα του Κϊμπου τησ
Καλαμαρύασ ςε Διαβολϐκαμπο.
Εν κατακλεύδι, για τον προςδιοριςμϐ τησ βυζαντινόσ Βρϑασ ωσ πϐλησ φαύνεται ϐτι ιςχϑουν
οριςμϋνα κριτόρια, ϐπωσ το μϋγεθοσ του τειχιςμϋνου χώρου, η ανϊδειξη τησ ςε κϋντρο μύασ
εκτεταμϋνησ περιοχόσ, μϋςω τησ παρουςύασ κρατικών λειτουργιών δημοςιονομικοϑ χαρακτόρα και η
ςυνεχόσ αναφορϊ ςτισ πηγϋσ με τον ϐρο κϊςτρο που προςιδιϊζει ςε «πϐλη». Η μϐνιμη διαμονό
κοςμικών ό θρηςκευτικών αξιωματοϑχων και εκπροςώπων τησ αριςτοκρατύασ καθώσ και ενδεύξεισ
διοικητικών και θρηςκευτικών λειτουργιών δεν ϋχουν ανιχνευτεύ ακϐμα.
Σα παραπϊνω δύνουν μια θραυςτό εικϐνα απϐ αλληλοτεμνϐμενουσ καννϊβουσ με πολλαπλϋσ
αναφορϋσ ςε αντιφατικϊ μορφολογικϊ και λειτουργικϊ ςτοιχεύα.
Για τον λϐγο αυτϐ θα προςπαθόςουμε να προτεύνουμε ϋνα ερμηνευτικϐ πλαύςιο με βϊςη τα
δεδομϋνα που μποροϑν να αλληλοςυμπληρωθοϑν και να επαληθευτοϑν απϐ τισ πηγϋσ και απϐ τισ
αρχαιολογικϋσ ειδόςεισ για τον οικιςμϐ. Σο χαρακτηριςτικϐ του οικιςμοϑ που εύναι παρϐν διαχρονικϊ
εύναι η μεγϊλη βιοτεχνικό και αγροτικό παραγωγό που ςχετύζεται με τη γεωγραφικό θϋςη τϐςο ςε
επύπεδο φυςικών πϐρων (εϑφορεσ εκτϊςεισ με δυνατϐτητα πολυκαλλιϋργειασ, αργιλικϊ εδϊφη,
υδϊτινεσ πηγϋσ κ.ο.κ.) ϐςο και ςε επύπεδο ςτρατηγικόσ θϋςησ (λιμϊνι, ςυγκοινωνιακϐσ κϐμβοσ
μεταξϑ Θεςςαλονύκησ-Καςςϊνδρειασ και Θεςςαλονύκησ-ενδοχώρασ τησ Φαλκιδικόσ) για τη διακύνηςη
των προώϐντων με περιςςϐτερουσ απϐ ϋναν τρϐπουσ ςε τοπικό και διαπεριφερειακό εμβϋλεια.
Οι πηγϋσ προβϊλλουν επύςησ το κϊςτρο τησ Βρϑασ ωσ ςημαντικϐ οικονομικϐ και παραγωγικϐ
κϋντρο και ωσ τϐπο ϋλξησ των ιςχυρών για την απϐκτηςη ϋγγειασ περιουςύασ.
449
Κατϐπιν τοϑτων, προτεύνουμε ϐτι ο κϑριοσ ρϐλοσ του κϊςτρου τησ Βρϑασ όταν οικονομικϐσ-
εμπορικϐσ τϐςο λϐγω τησ δικόσ του παραγωγικόσ δϑναμησ ϐςο και λϐγω τησ ςυςτημικόσ του
τοποθεςύασ. Υαύνεται πωσ το κϊςτρο αναπτυςςϐταν ςιωπηλϊ πριν απϐ το 650 αλλϊ η ανϊπτυξη και
οι εμπορικϋσ δραςτηριϐτητεσ αναμφιςβότητα επιταχϑνθηκαν ςτον ϐψιμο 8ο αιώνα, που μπαύνει ςτη
ςυνειδητϐτητα των ιςχυρών. Ψςτϐςο, για να κατανοόςουμε πλόρωσ την ανϊπτυξη του οικιςμοϑ
πρϋπει να ανακαλϑψουμε τισ αγορϋσ που εξυπηρετοϑςε και αυτϐ εύναι ϋνα πεδύο ςτο οπούο πρϋπει να
ςτραφοϑν οι μελλοντικϋσ ϋρευνεσ.
Η ςυγκριτικό ανϊλυςη πηγών και αρχαιολογικών δεδομϋνων ϋδειξε ϐτι η ανϊπτυξη μιασ πϐλησ
δεν οφεύλεται πϊντα ςτην αρχικό διοικητικό ό θρηςκευτικό τησ ςημαςύα. Η καθιϋρωςη του ονϐματοσ
των Βρυών ςτον τύτλο τησ επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ ακολοϑθηςε την ανϊπτυξη τησ δημογραφύασ και
την οικονομικό πρϐοδο αλλϊ αυτϐ δεν ςημαύνει ϐτι φιλοξϋνηςε ποτϋ την ϋδρα. Απϐ τον 10ο αιώνα η
αςτικοπούηςη χρηςιμοποιεύται ϋντονα ςαν μϋςο για την εδραύωςη του οργανωμϋνου κρϊτουσ κι ϋνασ
παρϊγοντασ που ςχετύζεται με αυτό τη διαδικαςύα εύναι η εμφϊνιςη τησ Εκκληςύασ ωσ ςημαντικοϑ
θεςμοϑ για τη ςταθεροπούηςη τησ αςτικόσ διαδικαςύασ. Σο ϐτι το Κϊςτρο των Βρυών δεν ϋγινε
επιςκοπικό ϋδρα ύςωσ ςόμαινε ϐτι εύχε ςχεδιαςτεύ ωσ νϋου τϑπου θρηςκευτικϐ κϋντρο ϐπου
λϊμβαναν χώρα τελετουργικϊ διακυβϋρνηςησ.
υνοψύζοντασ, η μελϋτη τησ οικιςτικόσ εξϋλιξησ τησ Βρϑασ αποδεικνϑει ϐτι η αςτικοπούηςη του
βυζαντινοϑ κϐςμου όταν μια ανϐμοια διαδικαςύα τϐςο με χρονολογικοϑσ ϐςο και με τοπογραφικοϑσ
ϐρουσ και ϐτι ο οριςμϐσ του κϋντρου και τησ περιφϋρειασ ϊλλαζαν ςυν τω χρϐνω ϐπωσ επύςησ
ϊλλαζαν και οι ςχετικού ςυςχετιςμού (τοπογραφύεσ παραγωγόσ, θρηςκεύασ, ςτρατιωτικόσ δϑναμησ
κλπ).
Σα τεύχη μπορεύ να φαύνονται ωσ μια ιςχυρό φυςικό ϋνδειξη διαχωριςμοϑ και, ςυνεπώσ,
αντύθεςησ ανϊμεςα ςτην πϐλη και την ϑπαιθρο. Δεν φαύνεται ϐμωσ απϐ τισ πηγϋσ ϐτι υπόρχαν ςαφό
ϐρια, με εξαύρεςη ύςωσ τουσ τϑπουσ των παραγωγικών δραςτηριοτότων.
Ψσ εκ τοϑτου, ο ϐροσ «κϊςτρο» που χρηςιμοποιεύται ςτισ πηγϋσ ωσ ςυνώνυμο τησ πϐλεωσ δεν
περιγρϊφει μορφολογικϊ μια ςυγκεκριμϋνη μορφό κατούκηςησ. Αντιθϋτωσ, κϊθε αρχαιολογικό θϋςη
που παραλαμβϊνει οχϑρωςη πρϋπει να εξεταςτεύ με βϊςη τη λειτουργύα τησ. Απϐ την αρχαιολογικό
εικϐνα προκϑπτει ϐτι η Βρϑα ωσ κϊςτρο, δηλαδό κϊτι διακριτϐ απϐ τα χωριϊ με βϊςη
κοινωνικοοικονομικϊ και πολιτιςμικϊ κριτόρια, κατϊ τη ςυγκεκριμϋνη περύοδο δεν διϋφερε
απαραύτητα ςε επύπεδο μορφολογύασ δεδομϋνου ϐτι απϐ τον 11ο αιώνα και τα χωριϊ οχυρώνονται,
παρϊ μονϊχα ςε επύπεδο μεγϋθουσ του οχυρωμϋνου χώρου και λειτουργιών.
Δεν ϋχει εκτιμηθεύ μϋχρι ςτιγμόσ η διατόρηςη τησ ανεξαρτηςύασ του οικιςμοϑ μϋχρι την
ερόμωςό του ςε ςχϋςη με την ιςτορικό ςυγκυρύα και με τα κοινωνικϊ, οικονομικϊ και πολιτικϊ
ςυμφραζϐμενα. Δεν εύναι τυχαύο ϐτι, το αγροτικϐ τοπύο τησ Βρϑασ απϐ την εμφϊνιςη των
μοναςτηριακών εγκαταςτϊςεων των αθωνικών καθιδρυμϊτων παρουςιϊζεται με τη μορφό ενϐσ
450
μωςαώκοϑ κατακερματιςμϋνων ιδιοκτηςιών, που παρϊ την ϋκταςό τουσ, οι ιδιοκτότεσ μοναχού
αδυνατοϑν να τισ ενοποιόςουν γεωγραφικϊ.
Εξϊλλου, ςτο τοπύο τησ υπαύθρου τησ Βρϑασ δεςπϐζουν πολυϊριθμα και δυναμικϊ χωριϊ που
κατορθώνουν να επιβιώςουν και μετϊ την εγκατϊλειψη του Κϊςτρου και την τουρκικό κατϊκτηςη,
ϐπωσ ςυνϊγουμε απϐ τισ οθωμανικϋσ απογραφϋσ, ςτοιχεύο που θα πρϋπει να ερευνηθεύ ςε ςχϋςη με
την ενδεχϐμενη μεταβολό του ρϐλου του οικιςμοϑ εντϐσ του ςυγκεκριμϋνου ςυςτόματοσ.
Επύςησ, δεν ϋχει διαςαφηνιςτεύ η αυτοκρατορικό παρϋμβαςη ςτην εξϋλιξη του οικιςμοϑ. Εύναι
βϋβαιο ϐτι η επιδιϐρθωςη τησ οχϑρωςησ τησ τοϑμπασ και η εμφϊνιςη των Βρυών ςτισ πηγϋσ ωσ
κεντρικοϑ οικιςμοϑ-Κϊςτρου ταυτϐχρονα με τισ υπϐλοιπεσ αντύςτοιχεσ θϋςεισ τησ χερςονόςου
υποκινόθηκε απϐ την κεντρικό εξουςύα. Πϋρα απϐ τη διανομό τησ υπαύθρου των Βρυών ςτουσ
μοναςτικοϑσ και κοςμικοϑσ γαιοκτόμονεσ και τα μϋλη τησ αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ, ϋχει ςημαςύα
η αναφορϊ ςε ϋνα ϋγγραφο τησ μονόσ Ιβόρων του 1104 ςτα αμπϋλια του αυτοκρϊτορα, που θα
μποροϑςε να ςυνδϋςει λ.χ. την οινοπαραγωγό, που όταν ςημαντικό δραςτηριϐτητα του οικιςμοϑ με
την αυτοκρατορικό πατρωνύα.
Οι οικιςμού δεν αποτελοϑςαν ανεξϊρτητεσ οικονομικϋσ και κοινωνικϋσ υποςτϊςεισ, ϐπωσ ςυχνϊ
υπονοεύται ςτην παραδοςιακό ιςτοριογραφύα, που βαςύζεται κυρύωσ ςτη διοικητικό διαύρεςη. Η
κεντρικό εξουςύα και οι οικιςμού, ιδιαύτερα ϐςοι κατεύχαν κεντρικό θϋςη εντϐσ ενϐσ ςυςτόματοσ,
ςυνδϋονταν και αλληλοεξαρτώνταν για την ανϊπτυξη και την εξϋλιξό τουσ.
υνοψύζοντασ, η Βρϑα, ςϑμφωνα με τα μϋχρι τώρα δεδομϋνα, όταν μια μεςαύου μεγϋθουσ
παρϊκτια θϋςη με υβριδικϐ χαρακτόρα που ςυνδϑαζε αγροτικϋσ και αςτικϋσ λειτουργύεσ. Διϋθετε
μνημειακό αρχιτεκτονικό τουλϊχιςτον μϋχρι τον 10ο αιώνα, εύχε επιβεβαιωμϋνη και προφανό
ευμϊρεια και βριςκϐταν ςτο κϋντρο ενϐσ ευρϑτερου δικτϑου μεταφορών. ε τοπικϐ επύπεδο,
λειτουργοϑςε ςαν κϋντρο τοπικών αγορών, βιοτεχνικόσ παραγωγόσ και εμπορύου. Ϊνα δύκτυο απϐ
εϑρωςτα αγροτικϊ χωριϊ (Κϊτω Βολβϐσ, Γαώμϋρι, Ωκλου, Ιςοϑνα) ςυνδεϐταν τον οικιςμϐ που μϊλλον
λειτουργοϑςε ωσ ςϑνδεςμοσ ανϊμεςα ςτισ τοπικϋσ κοινϐτητεσ παραγωγόσ και τα μεγϊλα κϋντρα
διανομόσ (Θεςςαλονύκη, Ωθωσ).
Τπϐ αυτϋσ τισ ςυνθόκεσ, θα μποροϑςαμε να ποϑμε ϐτι λειτουργοϑςε ωσ «κοινϐτητα- πϑλη», μια
ϋννοια που εφαρμϐζεται κυρύωσ ςε οικιςμοϑσ που ελϋγχουν το ςημεύο επαφόσ ανϊμεςα ςε δϑο
αρκετϊ αντύθετα οικονομικϊ και κοινωνικϊ ςυςτόματα ϐπωσ όταν η Θεςςαλονύκη, η Φαλκιδικό και ο
Ωθωσ ό ανϊμεςα ςε δϑο οικιςμοϑσ με ετερογενό αξιακϊ ςυςτόματα, προϊγοντασ διαπολιτιςμικϋσ
ανταλλαγϋσ.1379
Προβϊλλει για ακϐμα μια φορϊ η ανϊγκη να μελετηθοϑν και να γύνουν κατανοητϊ τα
μικροςυςτημικϊ και μακροςυςτημικϊ πλαύςια των οπούων η Βρϑα όταν αναπϐςπαςτο κομμϊτι.
Ειδικϊ ςτα πρώτα ςτϊδια, ο οικιςμϐσ προϋκυψε απϐ ϋνα μικροςϑςτημα, εντϐσ του οπούου οι
1379 Horden, O.- Purcell, N., The Corrupting Sea. A Study of Mediterranean history, Oxford (2000)
451
παραγωγικϋσ επϊρκειεσ και οι ανϊγκεσ των γειτονικών περιοχών τον ενδυνϊμωςαν. Επύ πλϋον, η
Βρϑα και το βυζαντινϐ κϊςτρο εύχε διαχρονικϊ επικοινωνύα και διϊδραςη με τα τοπικϊ
μικροςυςτόματα απϐ τα οπούα ό ενϊντια ςτα οπούα δημιουργόθηκε.
Η πρώιμη και Μεςοβυζαντινό Βρϑα, μολονϐτι περιφερειακϐσ οικιςμϐσ μεςαύου μεγϋθουσ μπορεύ
να χρηςιμεϑςει ωσ παρϊδειγμα για την επεξεργαςύα των οριςμών τησ πϐλησ και του κϊςτρου
αναδεικνϑοντασ τη ςημαςύα που κϊθε ιςτορικό κοινωνύα δύνει ςτη χρόςη του χώρου, δομημϋνου και
αδϐμητου, ςτην εκμετϊλλευςη των πϐρων και ςτην οργϊνωςη του ςυμβολικοϑ τησ ςϑμπαντοσ.1380
ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ
11.2. Κριτόρια επιλογόσ τησ θϋςησ κατούκηςησ και προώποθϋςεισ αςτικοπούηςησ
Η επιλογό μιασ πεδινόσ περιοχόσ, κατϊ την αρχαιϐτητα, για την οργϊνωςη οικιςμοϑ εμφανύζεται
μϐλισ ςε τρεισ περιπτώςεισ ςτη Φαλκιδικό: ςτην Καςςϊνδρεια, ςτην Ουρανοϑπολη και ςτη
τρατονύκη.
Η ύδρυςη τησ κορινθιακόσ αποικύασ τησ Ποτύδαιασ ςτον ιςθμϐ τησ χερςονόςου Παλλόνησ
πρϐςφερε τη δυνατϐτητα εκμετϊλλευςησ τησ ακτογραμμόσ εκατϋρωθεν τησ χερςονόςου αλλϊ και
των εδαφών εκατϋρωθεν του ιςθμοϑ, ωςτϐςο, η εξαςφϊλιςη τησ προςταςύασ τησ αποδεύχτηκε
δϑςκολη. Επιπρϐςθετα, το γεωλογικϐ περιβϊλλον τησ περιοχόσ δεν πρϐςφερε κανϋναν φυςικϊ
διαμορφωμϋνο χώρο για την οργϊνωςη οχυρωμϋνησ ακρϐπολησ, κϊτι που δεύχνει μια αςυνόθιςτη
ιεραρχύα προτεραιοτότων για την αρχαώκό εποχό ςε ςχϋςη με την επιλογό θϋςησ.
Σο ϋδαφοσ ςτο εςωτερικϐ τησ πϐλησ βριςκϐταν μϐλισ λύγα μϋτρα πϊνω απϐ το επύπεδο τησ
θϊλαςςασ, με αποτϋλεςμα ςε τακτϊ διαςτόματα μϋςα ςτο ϋτοσ να πλημμυρύζει και να γύνεται
βαλτώδεσ. Η γειτνύαςη με τη θϊλαςςα, ϐπωσ και ςτην περύπτωςη τησ Βρϑασ, εύχε ωσ περαιτϋρω
ςυνϋπεια τη διϊβρωςη των εδαφών, που εύναι ιδιαύτερα αιςθητό απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ
κϐλπου, ϐπου ϋχει απωλεςθεύ ϋνα ςημαντικϐ τμόμα του πολεοδομικοϑ ιςτοϑ του οικιςμοϑ, του
λιμανιοϑ και τησ οχϑρωςόσ του.
Παρϐλα αυτϊ, η φυςικό διαμϐρφωςη τησ χερςονόςου με χαμηλϊ βουνϊ, εϑφορεσ μικρϋσ
πεδιϊδεσ και φυςικϊ λιμϊνια,1381 βελτιωμϋνα με κατϊλληλεσ προβλότεσ ςε ςυνδυαςμϐ με περιοχϋσ
452
δαςώδεισ και πλοϑςιεσ ςε εκμεταλλεϑςιμη ξυλεύα ςτο νϐτιο τμόμα τησ χερςονόςου,1382 ϋκαναν την
Καςςϊνδρεια μια ιςχυρό δϑναμη με ενιαύα διοικητικό και οικονομικό περιφϋρεια ϐλη τη χερςϐνηςο.
Η μεςαιωνικό Καςςϊνδρεια, οικιςτικϐσ απϐγονοσ τησ αρχαύασ Ποτύδαιασ, παραμϋνει μϋχρι
ςτιγμόσ αρχαιολογικϊ ϊδηλη. Οι αναςκαφικϋσ και αναςτηλωτικϋσ εργαςύεσ τησ 10ησ Ε.Β.Α. ςτο
διατεύχιςμα που ενώνει τον Σορωναύο με τον Θερμαώκϐ κϐλπο, παρϋχουν ενδεύξεισ ϐτι η ζωό εκεύ
ςυνεχύςτηκε, παρϊ τη ςιωπό των γραπτών πηγών. Ψςτϐςο, η πυκνϐτητα και η ποιϐτητα των
ευρημϊτων εύναι αναντύςτοιχη με τη μαρτυρύα των πηγών που αναφϋρουν ϋνα αξιϐλογο οικιςτικϐ
κϋντρο με αςτικϋσ λειτουργύεσ τουλϊχιςτον μϋχρι τον 13ο αιώνα.
1382 Η ξυλεύα, εύτε προοριζϐταν για οικοδομικό χρόςη και για ναυπόγηςη εύτε για καμύνευςη και οικιακό χρόςη, αποτελοϑςε κερδοφϐρο προώϐν
του δϊςουσ και του λϐγγου και όταν εμπορεϑςιμο εύδοσ ςτη Φαλκιδικό. Εμπορεϑςιμα όταν και ϊλλα υποπροώϐντα δαςικόσ προϋλευςησ, ϐπωσ
π.χ. βαλανύδια για τη χοιροτροφύα ό και ϊλλα πιο πολϑτιμα, ϐπωσ πρώτεσ ϑλεσ για δευτερογενεύσ τομεύσ τησ αγροτικόσ δραςτηριϐτητασ
(βυρςοδεψύα, χρωςτικϋσ ουςύεσ, φαρμακευτικό, κ.ϊ.). Σα ϋγγραφα κϊνουν λϐγο για δρυμοϑσ βαλανιδιών που όταν και χειμαδιϊ κτηνοτρϐφων
ςτο υβρύ που ανόκε ςτην Ξενοφώντοσ και λύγο βορειϐτερα ςτην ύδια περιοχό για ϋναν ϊλλο δρυμϐ που ανόκε ςτο Βατοπϋδι. Lefort 1986, 113,
υποςημ. 54 ̇ Xénophon, ϋγγρ. 9, 1.12
1383 Θουκ., Α, 56 ̇ τρϊβων, Ζ’, αποςπ. 25 ̇ Πλύνιοσ, Υυςικό Ιςτορύα, IV, 10, 36 ̇ Ξενοφών, Ελληνικϊ, 5.2.15.7
1384 Βοκοτοποϑλου 1997, 70
1385 Tiverios, M., Greek colonisation of the northern Aegean – Greek Colonisation. An account of greek colonies and other settlements overseas,
vol. 2, ed. G. R. Tsetskhladze, Leiden-Boston (2008) , 42
453
βϊθρο του αναθηματικοϑ αγϊλματοσ του Δύα ςτην Ολυμπύα1386 και αναφϋρει την ύδρυςη τησ νϋασ
πϐλησ απϐ τον Κϊςςανδρο και τη μετονομαςύα ςε Καςςϊνδρεια.1387
ε διϊςτημα μικρϐτερο απϐ ϋναν αιώνα, ο πληθυςμϐσ τησ Ποτύδαιασ αφανύςτηκε δϑο φορϋσ
(404 και 361 π.Φ.) μετϊ τον εξανδραποδιςμϐ των κατούκων απϐ τουσ Αθηναύουσ, την εγκατϊςταςη
επούκων και τη διανομό τησ γησ ςε κληροϑχουσ.
Ο πολυτϊραχοσ βύοσ τησ πϐλησ τερματύζεται το 356 π.Φ., ϐταν ο Μακεδϐνασ βαςιλιϊσ Υύλιπποσ
Β΄ την καταςτρϋφει παραχωρώντασ τα εδϊφη τησ ςτουσ Ολϑνθιουσ. Για ςαρϊντα ολϐκληρα χρϐνια η
πϊλαι ποτϋ κραταιϊ αποικύα αφϋθηκε να ρημϊζει, εγκαταλειμμϋνη και ακατούκητη. Μϋχρι που το 316
π.Φ. ο βαςιλιϊσ των Μακεδϐνων Κϊςςανδροσ αναγνώριςε εκ νϋου τα πλεονεκτόματα τησ θϋςησ και,
θϋλοντασ να απομακρυνθεύ, ςυμβολικϊ και γεωπολιτικϊ, απϐ τα παραδοςιακϊ κϋντρα εξουςύασ των
Σημενιδών, τισ Αιγϋσ και την Πϋλλα, επανύδρυςε την πϐλη επύ τησ Παλλόνησ, «ὁμώνυμον αὐτοῦ
Καςςϊνδρειαν», η οπούα γρόγορα ϋλαβε «μεγϊλην ἐπύδοςιν καύ πλεῖςτον ἴςχυςε τῶν ἐν Μακεδονύᾳ»1388.
Ο νϋοσ οικιςμϐσ και επανδρώνεται με ετερϐκλητησ προϋλευςησ κατούκουσ χωρύσ ιςτορικό
ςυνϋχεια και κοινϋσ καταβολϋσ. Η κατανομό των νεκροπϐλεων, που ϋχουν αναςκαφεύ μϋχρι τώρα,
δεύχνει ϐτι η Καςςϊνδρεια μετϊ την ύδρυςό τησ το 316, επεκτϊθηκε προσ κϊθε κατεϑθυνςη,
διπλαςιϊζοντασ ςχεδϐν την αρχικό τησ επιφϊνεια. Ο εντοπιςμϐσ του βϐρειου ελληνιςτικοϑ τεύχουσ ςε
απϐςταςη 800 μ. βϐρεια και η αναςκαφό του νϐτιου τεύχουσ ςε απϐςταςη 2,5 χλμ νϐτια τησ
διώρυγασ αποκαλϑπτει μια πϐλη με κολοςςιαύα ϋκταςη 3.700 ςτρεμμϊτων που περιβϊλλεται κατϊ
τα πρϐτυπα τησ «ευρϑτερησ περιαςτικόσ οχϑρωςησ» με ϋνα τεύχοσ μεγαλϑτερο των 9 χιλιομϋτρων,
κοντϊ 50 ςτϊδια, ςϑμφωνα με το παρϊδειγμα κι ϊλλων πϐλεων τησ πρώιμησ Ελληνιςτικόσ περιϐδου.
Σο αρχαιολογικϐ υλικϐ που χρηςιμοποιόθηκε για την καταςκευό του τεύχουσ προϋρχεται απϐ
τον μεγϊλο ερειπιώνα τησ ιςοπεδωμϋνησ απϐ τον Υύλιππο Ποτύδαιασ. Ο Κϊςςανδροσ τεύχιςε μια
πϐλη μαζύ με τουσ αγροϑσ τησ ό μια πϐλη ςτην οπούα χϊραξε τα οικοδομικϊ τετρϊγωνα χωρύσ ποτϋ να
τα οικοδομόςει, εξαςφαλύζοντασ προοπτικό μεγϊλησ ανϊπτυξησ. Η επικρϊτεια τησ Καςςϊνδρειασ
ςυμπεριελϊμβανε τισ περιοχϋσ γϑρω απϐ την Όλυνθο και τη Μηκϑβερνα ςτα βορειοανατολικϊ, την
Βοττικό ςτα βορειοδυτικϊ και ολϐκληρη την χερςϐνηςο τησ Παλλόνησ ςτα νϐτια.1389
Κατϊ την ταραγμϋνη εποχό που ακολοϑθηςε το θϊνατο του Μεγϊλου Αλεξϊνδρου, η
Καςςϊνδρεια ϋγινε αρκετϋσ φορϋσ θϋατρο διενϋξεων μεταξϑ των επιγϐνων διεκδικητών του θρϐνου
του βαςιλεύου τησ Μακεδονύασ και, αργϐτερα, ςτα χρϐνια του βαςιλιϊ Περςϋα κυριεϑτηκε απϐ τουσ
1386 Παυςανύασ, 5, 23, παρεξιϐντι δὲ παρὰ τὴν ἐσ τὸ βουλευτόριον ἔςοδον Ζεϑσ τε ἕςτηκεν ἐπύγραμμα ἔχων οὐδὲν καὶ αὖθισ ὡσ πρὸσ ἄρκτον
ἐπιςτρϋψαντι ἄγαλμϊ ἐςτι Διϐσ: τοῦτο τϋτραπται μὲν πρὸσ ἀνύςχοντα ἥλιον, ἀνϋθεςαν δὲ Ἑλλόνων ὅςοι Πλαταιᾶςιν ἐμαχϋςαντο ἐναντύα
Μαρδονύου τε καὶ Μόδων. εἰςὶ δὲ καὶ ἐγγεγραμμϋναι κατὰ τοῦ βϊθρου τὰ δεξιὰ αἱ μεταςχοῦςαι πϐλεισ τοῦ ἔργου, (...)μετὰ δὲ τοϑτουσ Ἠλεῖοι
καὶ Ποτιδαιᾶται καὶ Ἀνακτϐριοι,
1387 Ό.π.. Ποτιδαιϊτασ δὲ δὶσ μὲν ἐπϋλαβεν ἀναςτϊτουσ ἐκ τῆσ ςφετϋρασ ὑπὸ Υιλύππου τε γενϋςθαι τοῦ Ἀμϑντου καὶ πρϐτερον ἔτι ὑπὸ
Ἀθηναύων, χρϐνῳ δὲ ὕςτερον Κϊςςανδροσ κατόγαγε μὲν Ποτιδαιϊτασ ἐπὶ τὰ οἰκεῖα, ὄνομα δὲ οὐ τὸ ἀρχαῖον τῇ πϐλει, Καςςϊνδρεια δὲ ἐγϋνετο
ἀπὸ τοῦ οἰκιςτοῦ.
1388 Διϐδ. ΦΙΦ, 52
1389 Papazoglou 1988, 424, not. 54
454
Ρωμαύουσ. ϑμφωνα με τον Σύτο Λύβιο η Καςςϊνδρεια καταγρϊφεται ωσ Urbs και γύνεται η
ςημαντικϐτερη πϐλη τησ δεϑτερησ μερύδοσ μαζύ με τη Θεςςαλονύκη.1390 τα χρϐνια του Αυγοϑςτου
αποκτϊ το προνομιακϐ καθεςτώσ τησ αποικύασ μετονομαζϐμενη ςε Colonia Ioulia Cassandriensis.1391
Η πϐλη ακμϊζει με την εγκατϊςταςη Ρωμαύων απούκων, κϊτι που μαρτυρεύται απϐ επιγραφϋσ που
χρονολογοϑνται μϋχρι το τϋλοσ του 3ου αι. μ.Φ. και επιβεβαιώνεται απϐ τα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα
και τα ευρόματα των αναςκαφών.
τισ επιγραφϋσ που ϋχουν δημοςιευθεύ απϐ την περιοχό, εκτϐσ απϐ τουσ ρωμαύουσ απούκουσ
αναφϋρονται και αυτϐχθονεσ. Αυτού, ϐταν βρύςκονται εκτϐσ τησ πϐλεωσ αυτοπροςδιορύζονται ωσ
Καςςανδρεύσ, γεγονϐσ που οδόγηςε ςτην υπϐθεςη ϐτι η Καςςϊνδρεια ύςωσ όταν οργανωμϋνη ωσ
διπλό κοινϐτητα με τα βϐρεια ςϑνορα του οικιςμοϑ να οριοθετοϑνται απϐ το ρωμαώκϐ νεκροταφεύο
που αναςκϊφηκε εν μϋρει ςτα βϐρεια του ιςθμοϑ.1392
Μετϊ τον οριςμϐ τησ ωσ colonia, η πϐλη πρϋπει να προςϋλκυςε βετερϊνουσ απϐ φρουρϋσ
λεγεώνων ό βοηθητικϋσ φρουρϋσ αυξϊνοντασ τον αριθμϐ των πολιτών που διϋθεταν χρόματα προσ
επϋνδυςη και ανϊληψη αςτικών καθηκϐντων. Σο αυτοκρατορικϐ ενδιαφϋρον και η ςταθερό ειςροό
νϋων πολιτών προώθηςε την γρόγορη ανϊπτυξη τησ πϐλησ και οι νϋεσ αγροικύεσ που
δημιουργόθηκαν ςτην επικρϊτειϊ τησ (Μεγϊλη Κϑψα, Γερϊνι, Πολϑχρονο, Φανιώτη κ.ο.κ.)
επωφελόθηκαν απϐ την εγγϑτητα μιασ ςτρατιωτικόσ αγορϊσ για αγροτικϊ και βιομηχανικϊ αγαθϊ,
παρϋχοντασ ςτουσ γαιοκτόμονεσ τον πλοϑτο που χρηματοδϐτηςε το οικοδομικϐ πρϐγραμμα τησ
πϐλησ την εποχό των Αντωνύνων και των εβόρων.1393
Η ευμϊρεια ςυνεχύςτηκε μϋχρι τον 3ο μ.Φ. αιώνα, οπϐτε διαπιςτώνονται αναςκαφικϊ οι ϑςτατεσ
ενδεύξεισ ενϐσ τρϐπου ζωόσ βαςιςμϋνου ςτα πρϐτυπα του αρχαύου ϊςτεωσ, ενώ την ύδια εποχό
φαύνεται να διακϐπτεται η χρόςη των δημϐςιων οικοδομημϊτων τησ πϐλησ. Η περιςτολό αυτό ϋχει
αποδοθεύ ςτισ γοτθικϋσ επιδρομϋσ που κατϋληξαν ςτην πολιορκύα τησ Καςςϊνδρειασ και εύχαν ςαν
αποτϋλεςμα να προκληθεύ γενικευμϋνη κρύςη, χωρύσ ϐμωσ μονιμϐτερεσ ςυνϋπειεσ.1394
Η κατανομό των οικιςμών ςτη Φερςϐνηςο αλλϊζει μετϊ την αποςϐβηςη του κινδϑνου ςτα τϋλη
του 3ου και κυρύωσ κατϊ τον 4° αι. μ.Φ.. Εμφανύζονται μικρού οικιςμού, ςυνόθωσ ςε παρϊλιεσ θϋςεισ ό
κοντϊ ςτη θϊλαςςα και πλόθοσ αγροικιών.1395Σα νεκροταφεύα που ϋχουν εντοπιςτεύ διϊςπαρτα ςε
πολλϋσ περιοχϋσ ςυμπληρώνουν την εικϐνα τησ τοπογραφύασ των πρώτων μεταχριςτιανικών
χρϐνων για τη χερςϐνηςο.
1390 “Secunda Pars celeberrimas urbes Thessalonicen et Cassandream habet”. Liv. XLV, 30, 4
1391 Plin. IV, 36
1392 Papazoglou 1988, 426
1393 Poulter 2001, 100
1394 Παπϊγγελοσ 2000Β, 23
1395 Οι αγροικύεσ ϋχουν εντοπιςτεύ -μερικϋσ ϋχουν και εν μϋρει αναςκαφεύ- ςτη θϋςη Λύμνεσ, νϐτια τησ Καςςϊνδρειασ, ςτη Μεγϊλη Κϑψα, ςτο
Σςαπρϊνι, ςτο Παλιοϑρι, δϑο ςτην περιοχό του Πολυχρϐνου, μια κοντϊ ςτη Φανιώτη, κλπ. Κϊποιεσ απϐ αυτϋσ όταν πολυτελεύσ και κοςμοϑνταν
με ψηφιδωτϊ, μαρμϊρινεσ επενδϑςεισ και αγϊλματα.
455
το εξόσ, η πϊλαι ποτϋ ςημαντικό πϐλη τησ Μακεδονύασ παραμϋνει αρχαιολογικϊ αμϊρτυρη
παρϊ τισ ενδεύξεισ που παρϋχουν οι γραπτϋσ πηγϋσ για ανϊκαμψη μεταξϑ του 4ου και 6ου αιώνα. Η
πρωτοβυζαντινό Καςςϊνδρεια εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ για πρώτη φορϊ ςτα μϋςα του 5 ου αιώνα, ωσ
ϋδρα τησ ομώνυμησ Επιςκοπόσ με υπαγωγό ςτη Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ.1396 Ο ύδιοσ ο οικιςμϐσ,
ςυμπεριλαμβϊνεται ςτον υνϋκδημο του Ιεροκλό, ςτον κατϊλογο με τισ κώμεσ. Ϊχει δηλαδό
υποβιβαςτεύ ςε ςϑγκριςη με την αρχαιϐτητα, ςε οικιςμϐ β’ μεγϋθουσ1397.
Ο ιςτορικϐσ Προκϐπιοσ επαναφϋρει την Καςςϊνδρεια ςτο προςκόνιο με αφορμό την
καταςτροφό τησ «πϐλεωσ» απϐ τουσ Οϑννουσ1398 και την επιςκευό του διατειχύςματοσ απϐ τον
Ιουςτινιανϐ.1399Ο τϋφανοσ Βυζϊντιοσ ςτα Εθνικϊ του, αναφϋρει την Καςςϊνδρεια ωσ «πϐλη τῆσ
Μακεδονύασ», ενώ επιςημαύνει ϐτι ονομϊζεται και Ποτύδαια1400.
Η αρχαιολογικό διερεϑνηςη απϋδωςε μικρϋσ ςυγκεντρώςεισ ευρημϊτων διαςκορπιςμϋνεσ ςε
μικρϋσ εγκαταςτϊςεισ ςε αρκετό απϐςταςη απϐ τη θϋςη ϐπου οργανωνϐταν η αρχαύα πϐλη. ε
εγγϑτητα με τη θϋςη τησ πϐλεωσ τησ προηγοϑμενησ περιϐδου, εντοπύςτηκαν ςε ςϑντομεσ
αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ που ϋγιναν ςτο διατεύχιςμα απϐ την πλευρϊ του Θερμαώκοϑ κϐλπου, λιγοςτϊ
νομύςματα και ελϊχιςτη κεραμικό.
Ανϊμεςα ςτο τϋλοσ του 5ου και ςτισ αρχϋσ του 6ου αιώνα ϋχουμε ξεκϊθαρα ςημϊδια μιασ βαθιϊσ
μεταβολόσ ςτο οικιςτικϐ δύκτυο τησ χερςονόςου που αποτυπώνονται ςτον κατακερματιςμϐ του ςε
μικρϋσ θϋςεισ διαφορετικών μορφών και τϑπων. Αυτϋσ οι μικρϋσ οικιςτικϋσ ςυγκεντρώςεισ ςυχνϊ
υπόρχαν χωρύσ δεςμοϑσ με τον κεντρικϐ οικιςμϐ, που υφύςτατο μια διαδικαςύα αποςϑνθεςησ κατϊ
την ύδια περύοδο και εντοπύζονται ςε περιοχϋσ που παρουςύαζαν ενδιαφϋρον για τισ παραγωγικϋσ
τουσ δραςτηριϐτητεσ.
την πολυθρϑλητη ουννικό καταδρομό των μϋςων του 6ου αιώνα, αποδύδεται η καταςτροφό τησ
Καςςϊνδρειασ και των περιςςϐτερων οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ, ενώ οι επιδρομϋσ των ςλαβικών
φϑλων ςε ςυνδυαςμϐ με καταςτροφικοϑσ ςειςμοϑσ θεωρεύται ϐτι αναχαύτιςαν την ευμϊρεια και την
αδιϊλειπτη κατούκηςη ςτη χερςϐνηςο.
Ϊνα ακϐμα φαινϐμενο που ςηματοδοτεύ την τελικό φϊςη τησ πρωτοβυζαντινόσ υπαύθρου τησ
Καςςϊνδρειασ εύναι η εμφϊνιςη νεκροταφεύων ςε αγροικύεσ και χωριϊ,1401που μαρτυροϑν την
παραμονό μικρών πυρόνων ςτην εξοχό κατϊ τον 6ο και μϋροσ του 7ου αιώνα. Πρϐκειται για τη
μεταβατικό φϊςη ανϊμεςα ςτην παλιϊ παρϊδοςη κατούκηςησ και ςτη νϋα εκτϐσ ςυςτόματοσ
456
δημοςιονομικοϑ ελϋγχου και υπϐ τον ϋλεγχο μιασ αρκετϊ αδϑναμησ ακϐμα αριςτοκρατύασ τησ
υπαύθρου.1402
Η επιςκοπό Καςςανδρεύασ επανεμφανύζεται ςτα πρακτικϊ των Οικουμενικών υνϐδων τον 9ο
αιώνα, ενώ ο ομώνυμοσ οικιςμϐσ αναφϋρεται ωσ «πολύχνιον», δηλαδό ωσ οχυρωμϋνο διοικητικϐ
κϋντρο και ϋδρα δικαςτηρύου ςε ϋγγραφο του 996 που απϐκειται ςτη μονό Ιβόρων.1403Σον Νοϋμβριο
του 996, ο πρωτοςπαθϊριοσ Νικϐλασ, κριτόσ τρυμϐνοσ, Δρουγουβιτεύασ και Θεςςαλονύκησ,
βρύςκεται ςε ακρϐαςη ςτην Καςςϊνδρεια για υπϐθεςη που αφορϊ ςε εδϊφη του Πολυγϑρου. Οι
κριταύ, δηλαδό, οι περιοδεϑοντεσ δικαςτϋσ, εντοπύζονται μϋςα απϐ τα αθωνικϊ ϋγγραφα ςτισ ύδιεσ
πϐλεισ που εμφανύζονται ωσ διοικητικϋσ ϋδρεσ κατϊ τον 10ο αιώνα, ϐπωσ η Καςςϊνδρεια, η Ιεριςςϐσ,
οι ϋρρεσ, οι Υύλιπποι και η Θεςςαλονύκη. Οι δικαςτϋσ ςυνόθιζαν να διαμϋνουν και να
διεκπεραιώνουν υποθϋςεισ ςτουσ οικιςμοϑσ αυτοϑσ που λειτουργοϑςαν ωσ κϋντρα για την επιβολό
του αυτοκρατορικοϑ νϐμου. Παρϊ τη βεβαιωμϋνη δικαςτικό δραςτηριϐτητα ςτην Καςςϊνδρεια, δεν
γνωρύζουμε αν λειτουργοϑςε εκεύ ϋδρα ςε μϐνιμη βϊςη. Σα ϋγγραφα αποκαλϑπτουν πωσ υπόρχαν
μϋρη φιλοξενύασ των δικαςτών (καθύςματα) που ςυντηροϑνταν απϐ ειςφορϋσ των τοπικών
κοινοτότων προφανώσ ςε τακτικό βϊςη, ώςτε να επιζητοϑν απαλλαγό, καθώσ επρϐκειτο για ϋνα
ϊχθοσ δυςβϊςτακτο, αφοϑ ςυχνϊ το ςϑςτημα γινϐταν αντικεύμενο κατϊχρηςησ. χετικϐ εύναι το
παρϊδειγμα των μοναχών τησ Βατοπεδύου, οι οπούοι το 1082 προτύμηςαν να παραιτηθοϑν απϐ το
ετόςιο ςολϋμνιον των 72 νομιςμϊτων και αντ’ αυτών να λαμβϊνουν 19 νομύςματα απϐ φϐρουσ που
προϋρχονταν απϐ τα εδϊφη τουσ ςτην Αβερνύκεια και τον Ωγιο Δημότριο ςτην περιοχό τησ
Καςςϊνδρειασ, προκειμϋνου να απαλλαγοϑν απϐ την προςοχό των «κριτών» που ςυχνϊ απαιτοϑςαν
αντικανύςκιον 20 νομιςμϊτων κϊθε φορϊ που επιςκϋπτονταν την περιοχό. Ο Αλϋξιοσ Α’ Κομνηνϐσ
επικϑρωςε με χρυςϐβουλλο αυτό την απαλλαγό. 1404
τα τϋλη τον 11ο αιώνα, το 1047,1405μαρτυροϑνται τα ϐρια του κϊςτρου τῆσ Καςςανδρεύασ και
αργϐτερα, το 1080 και το 1082, γύνεται αναφορϊ ςτην περιοχὴ τῆσ Καςςανδρεύασ.
Κατϊ τουσ επϐμενουσ τϋςςερισ αιώνεσ οι αναφορϋσ ςτην Καςςϊνδρεια εύναι ςυχνϋσ και
αποδεικνϑουν τη διατόρηςη ςτοιχειωδών αςτικών λειτουργιών.
Όςον αφορϊ ςτη χερςϐνηςο, απϐ τον 10ο μϋχρι και τον 14ο αιώνα διαμορφώνονται νϋοι τϑποι
κατούκηςησ που βαςύζονται κυρύωσ ςτην αγροτικό παραγωγό και την ιδιοκτηςύα τησ γησ, ενώ η
οικιςτικό διϊρθρωςη δεν περιελϊμβανε πϐλεισ. Διαςώζονται πϊνω απϐ 130 τοπωνϑμια ςτη
Καςςϊνδρεια. Σα περιςςϐτερα δεν εύναι δυνατϐ να ταυτιςτοϑν με ςυγκεκριμϋνεσ θϋςεισ ενώ η
1402 Francovich, R., «The hinterlands of early medieval towns: the transformation of the countryside in Tuscany», J. Henning (ed.), Post-Roman
Towns, Trade and Settlement in Europe and Byzantium. Vol. 1. The Heirs of the Roman West. Millennium-Studien, 5/1. Berlin/New York: Walter
de Gruyter (2007), 135-152, 136-137
1403 Iviron I, εγγρ. 10 (996)
1404Morris, R., “Travelling Judges in Byzantine Macedonia (10th – 11th c.)”, Recueil des travaux del’ Institut d’ etudes byzantines L (2013), 335-
345, 336, 341
1405Iviron I, εγγρ. 29 (1047)
457
πολυςημύα των οικιςτικών ϐρων ςτα κεύμενα τησ εποχόσ δεν επιτρϋπει να διαπιςτώςουμε αν
αντιπροςωπεϑουν πραγματικϊ χωριϊ ό κϊποιου ϊλλου τϑπου οικιςτικϋσ ςυγκεντρώςεισ.
Εκτϐσ απϐ τα χωριϊ, ςτισ πηγϋσ εμφανύζονται οι ϐροι «Κτόςισ» και «Προϊςτειον», που δηλώνουν
δϑο μορφϋσ διεςπαρμϋνησ κατούκηςησ, βαςιςμϋνεσ ςτισ μεγϊλεσ ιδιοκτηςύεσ γησ. Αυτϋσ οι ιδιοκτηςύεσ
μπορεύ να προςτατεϑονταν απϐ τον αυτοκρϊτορα ό να ανόκαν ςε λαώκοϑσ, ςτην Εκκληςύα και, πιο
ςυχνϊ, ςτα μοναςτόρια ό ακϐμα και να εξυπηρετοϑν ςτρατιωτικοϑσ ςκοποϑσ.1406
Αποτϋλεςμα τησ κατανομόσ του πλοϑτου για την ύδια εποχό (12οσ-13οσ) εύναι η ολοϋνα και πιο
ςυχνό εμφϊνιςη ςτισ απογραφϋσ και τισ διαθόκεσ των γνωςτών και απϐ παλαιϐτερα κεύμενα ϐρων
προϊςτειον, μετϐχιον, ζευγηλατεῖον και φυςικϊ η πρϐνοια. Η μεταξϑ τουσ διαφοροπούηςη αφορϊ
περιςςϐτερο το ιδιοκτηςιακϐ καθεςτώσ που τα διϋπει (και αυτϐ ϐχι πϊντα) παρϊ τισ εςωτερικϋσ
εργαςιακϋσ ςχϋςεισ των ανθρώπων που τα απαρτύζουν. υχνϊ δε, λϐγω τησ μακροβιϐτητϊσ τουσ,
καθύςτανται τοπϐςημα, ονοματοδοτοϑν τον χώρο και η μούρα τουσ ςυνδϋεται με τη μικρογεωγραφύα.
Οι μικροςυνοικιςμού εύναι η τελευταύα κατηγορύα οικιςτικόσ μονϊδασ που εμφανύζεται ςτην
Καςςϊνδρεια.
το ψηφιδωτϐ τησ τοπογραφύασ τησ μεςαιωνικόσ Καςςϊνδρειασ κυριαρχοϑν οι ιδιοκτηςύεσ των
αθωνικών μοναςτηριών, που εκτϐσ απϐ τα χωριϊ των παρούκων που κατεύχαν, διατηροϑςαν και
μετϐχια, μεγϊλα φρουριακϊ ςυγκροτόματα τα οπούα δϋςποζαν ςε ςημαντικϋσ παραγωγικϋσ περιοχϋσ
τησ χερςονόςου, που αποτελοϑςε όδη απϐ τον 11ο αιώνα τον παραγωγικϐ τουσ χώρο.
Σην τοπογραφύα των μϋςων και ϑςτερων βυζαντινών χρϐνων ςυμπληρώνουν οι μονϋσ, τα
μονϑδρια και οι πϑργοι που υψώνονταν ςτην ϑπαιθρο τησ Καςςϊνδρειασ.
Ο μεγϊλοσ αριθμϐσ των τοπωνυμύων και οι πολλϋσ αναφορϋσ ςε διαφορετικϋσ παραλλαγϋσ
οικιςτικόσ οργϊνωςησ, αποκαλϑπτει μια περιοχό με διαφορετικοϑ τϑπου οργϊνωςη ςε ςχϋςη με την
πρωτοβυζαντινό περύοδο, λιγϐτερο πυρηνικό και πιο απλοώκό, ϐπωσ μαρτυροϑν τα ευρόματα.
Με τη διοικητικό αναδιϊρθρωςη του κρϊτουσ, την εποχό των Παλαιολϐγων, η χερςϐνηςοσ τησ
Καςςϊνδρειασ απετϋλεςε το ομώνυμο κατεπανύκιον που περιορύζεται ςτο φυςικϐ ϐριο τησ
χερςονόςου (μςν. νῆςοσ ό νηςύον ό χώρα Καςςανδρεύασ) με ϊδηλο διοικητικϐ κϋντρο. 1407
Σο κατεπανύκιο τησ Καςςϊνδρειασ, καθώσ επύςησ και αυτϊ τησ Καλαμαρύασ, τησ Ιεριςςοϑ και τησ
Ερμόλειασ ςυχνα ςτισ πηγϋσ αναφϋρονται ωσ «περιοχό» και «τοποδεςύα», ενώ η Καςςϊνδρεια το
1440 αναφερϐταν ωσ «χώρα». Η ϋλλειψη ακρύβειασ ςτουσ διοικητικοϑσ ϐρουσ οφεύλονταν ςτην
εναλλαγό των ϐρων, που εκκινοϑςε απϐ τισ διοικητικϋσ και οικονομικϋσ αλλαγϋσ ςτισ οπούεσ οι
γεωγραφικϋσ ιδϋεσ δεν διϋφεραν πολϑ απϐ τουσ διοικητικοϑσ και εδαφικοϑσ τύτλουσ. Η βαςικό
πληροφορύα εμπεριϋχονταν ςτο ϐνομα τησ περιοχόσ, που όταν ςαφϋσ για τουσ ςϑγχρονουσ,
επομϋνωσ, δεν υπόρχε ανϊγκη απϐ τουσ βυζαντινοϑσ ςυγγραφεύσ να εύναι πιο ακριβεύσ.1408
458
Οι πηγϋσ του 14ου αιώνα αναφϋρουν την Καςςϊνδρεια ωσ «ϋρημη χώρα» μετϊ την απομϊκρυνςη
των Καταλανών, που επύ δϑο χρϐνια λεηλατοϑςαν την περιοχό. Η Φερςϐνηςοσ φαύνεται ϐτι
παρϋμεινε ϋρημη καθ’ ϐλη τη διϊρκεια του 14ου και 15ου αιώνα, με εξαύρεςη την παρουςύα των
παρούκων των αθωνικών μετοχύων.
Οι τελευταύεσ προςπϊθειεσ επανακατούκηςησ τησ χερςονόςου με πρωτοβουλύα τησ κεντρικόσ
εξουςύασ, γύνονται ςτισ αρχϋσ του 15ου αιώνα απϐ τον Ιωϊννη Ζ’ Παλαιολϐγο, δεςπϐτη τησ
Θεςςαλονύκησ.1409Ο τϋωσ αυτοκρϊτορασ απϐ το 1403 προϋβη ςε μεγϊλησ ϋκταςησ ανακαταςκευϋσ
του τεύχουσ και ςτη διϊνοιξη μύασ τϊφρου. Ο ύδιοσ πϊντωσ, πολϑ περόφανοσ για το ϋργο του, το
περιγρϊφει διεξοδικϊ ςε χρυςϐβουλο του 1407, το οπούο ςόμερα βρύςκεται ςτη βιβλιοθόκη τησ Ιερϊσ
Μονόσ Ξηροποτϊμου.1410
Η μεςαιωνικό ιςτορύα τησ πϐλεωσ αρχύζει και τελειώνει με ϋνα εγκώμιο για τα τεύχη τησ, που
μϊλλον δεύχνει και την ςημαςύα τουσ.
459
και ϋτςι εμφανύςτηκαν ιδιαύτερα ενδιαφϋρουςεσ αρχιτεκτονικϋσ λεπτομϋρειεσ, ϐπωσ η ϑπαρξη
θυραύου ανούγματοσ ςε κϊποιουσ πϑργουσ ό η μεταςκευό ενϐσ πϑργου ςε λουτρϐ κατϊ τα
μεςοβυζαντινϊ χρϐνια.
11.2.3. Παρατηρόςεισ
Η μελϋτη του οικιςμοϑ τησ βυζαντινόσ Καςςϊνδρειασ απϐ τη ςκοπιϊ τησ ιςτορικόσ τοπογραφύασ
ανϋδειξε οριςμϋνα ςϑνθετα ζητόματα, ϐπωσ η ςυνϊφεια τησ οικιςτικόσ ορολογύασ με την οικιςτικό
και πολεοδομικό οργϊνωςη, τισ λειτουργύεσ και τον αςτικϐ ό μη προςανατολιςμϐ τησ θϋςησ αλλϊ και
τον προςδιοριςμϐ των ςχϋςεων ανϊμεςα ςτον κεντρικϐ οικιςμϐ και την ενδοχώρα του. Ϊνα δεϑτερο
ςημαντικϐ ζότημα που προϋκυψε κατϊ την ϋρευνα εύναι οι αντιφϊςεισ ανϊμεςα ςτισ γραπτϋσ πηγϋσ,
την αρχαιολογικό μαρτυρύα και, ενύοτε, την ιςτορικό ςυγκυρύα.
Πρωτύςτωσ ϐμωσ, η μελϋτη τησ Καςςϊνδρειασ και τησ ομώνυμησ χερςονόςου κατϋδειξε την
ανϊγκη κατϊλυςησ των παραδοςιακών διπολικών ςχημϊτων που χρηςιμοπoιοϑνταν για την
ερμηνεύα τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ των βυζαντινών επαρχιών και ανϋδειξε τη ςημαςύα τησ τοπικόσ
ιδιαιτερϐτητασ ςε ςχϋςη με την χωρικό εξϋλιξη μϋςα απϐ την ανομοιογϋνεια και την πολυςημύα ωσ
προσ την λειτουργύα και τα νοόματϊ του χώρου ςε ςχϋςη με τουσ ανθρώπουσ που τον κατοικοϑν.
Η προςπϊθεια αποςαφόνιςησ τησ οικιςτικόσ ιεραρχύασ τησ περιοχόσ προςϋκρουε διαρκώσ κατϊ
τη διϊρκεια τησ ϋρευνεσ ςε δυςχϋρειεσ ενδογενεύσ και εξωγενεύσ.
Ϊνασ ςημαντικϐσ παρϊγοντασ που ϋπρεπε να αντιμετωπιςτεύ όταν η κατακερματιςμϋνη
πληροφϐρηςη και η ιςχνό παρουςύα τησ περιοχόσ μελϋτησ ςε επύπεδο ιςτορικών μαρτυριών.
Η κατϊςταςη όταν ακϐμα πιο αποκαρδιωτικό ϐςον αφορϊ ςτα διαθϋςιμα υλικϊ κατϊλοιπα τησ
βυζαντινόσ περιϐδου. Η μελϋτη τησ χερςονόςου βρύςκεται ακϐμα ςε αρχικϐ ςτϊδιο, με ελϊχιςτεσ και
κατϊ βϊςη ςωςτικοϑ χαρακτόρα αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ και μικρϐ ποςοτικϊ και ςχεδϐν ανϑπαρκτο
απϐ ϊποψη δημοςύευςησ αναςκαφικϐ υλικϐ, το οπούο περιορύζεται και υποβαθμύζεται ςε ζητόματα
αποκλειςτικϊ τοπικόσ φϑςησ χωρύσ ςυγκρύςεισ δεδομϋνων και πληροφοριών, οϑτωσ ώςτε να
επαναπροςδιοριςτοϑν οι εγκαταςτϊςεισ, να επανοριςτεύ το πλαύςιο και να βελτιωθεύ η εγκυρϐτητα
των προςεγγύςεων του οικιςτικοϑ αναπτϑγματοσ ςτη χερςϐνηςο. Πολλϊ ςημαντικϊ κτύρια ϋχουν
παραμεληθεύ ό χαθεύ, λειτουργύεσ ϊλλων δομών ϋχουν παρερμηνευτεύ ό υπεραπλουςτευτεύ,
αρχιτεκτονικϊ αϐρατεσ δραςτηριϐτητεσ ϋχουν μεύνει εκτϐσ του κϊδρου τησ ϋρευνασ.
Σα ελλιπό αναςκαφικϊ δεδομϋνα διαμϐρφωςαν εν πολλούσ και την κυρύαρχη ιςτοριογραφικό
θεώρηςη για την οργϊνωςη του οικιςτικοϑ πλϋγματοσ. Μϋροσ του προβλόματοσ αςφαλώσ εύναι, η
προαναφερθεύςα ϋλλειψη δεδομϋνων για ςημαντικϋσ περιϐδουσ τησ ιςτορύασ τησ Φαλκιδικόσ που ςε
μεγϊλο βαθμϐ καθορύζει την ϋκβαςη τησ ςυζότηςησ για την περιοχό, καθώσ ςυςκοτύζει
ςυγκεκριμϋνεσ πτυχϋσ και παραβλϋπει τα μεταβαλλϐμενα ςυςτημικϊ πλαύςια των οπούων οι πϐλεισ
όταν αναπϐςπαςτο κομμϊτι και με τα οπούα εύχαν επικοινωνύα και διϊδραςη. Μοιϊζει εν τϋλει ςαν να
460
υπονοεύται ϐτι η μϐνη αιτύα που επϋφερε μεταβολϋσ ςτον χώρο των πϐλεων όταν οι φυςικϋσ και οι
πολεμικϋσ καταςτροφϋσ ό η εγκατϊλειψό τουσ.1411
Ψςτϐςο, ςτην παροϑςα μελϋτη ςυγκεντρώθηκαν εκ νϋου ϐλα τα γνωςτϊ μϋχρι τώρα δεδομϋνα
και, πϊνω απϐ ϐλα, επανεξετϊςτηκαν και τοποθετόθηκαν ςε ευρϑτερα και πολυςημικϊ πλαύςια
προκειμϋνου να αξιοποιηθεύ η αρχαιολογικό δυνατϐτητα και να προςφϋρει περιςςϐτερη τροφό για
ςκϋψη και ιςτορικό κριτικό.
Για την προςϋγγιςη του ςτϐχου, ςτην ενϐτητα αυτό, θα αξιολογηθοϑν κϊποιεσ πτυχϋσ των
γραπτών πηγών και θα ςυςχετιςθοϑν με την ποιϐτητα των αρχαιολογικών ςυμφραζϐμενων.1412Με
το κεφϊλαιο αυτϐ δεν θα δοθοϑν οριςτικϊ ςυμπερϊςματα. Αντιθϋτωσ, εύναι μια προςπϊθεια να τεθεύ
η αφετηρύα μιασ νϋασ γραμμόσ ϋρευνασ παλινδρομώντασ ανϊμεςα ςτην ϊκρωσ αντιφατικό τοπικό
ιςτορύα και την θεωρύα.
Σο πρώτο ζότημα, που ςχολιϊςτηκε ακροθιγώσ, ςτην αρχό του κεφαλαύου, ςχετύζεται με τον
φυςικϐ χώρο, ςτον οπούο οργανώθηκε το οικιςτικϐ πλϋγμα. Η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ
αποτελεύ αυτϐνομη γεωγραφικό ενϐτητα με ιδιϊζουςα γεωμορφολογύα. Θα όταν ϐμωσ
παραπλανητικϐ να αντιμετωπύςουμε τη χερςϐνηςο αποκλειςτικϊ ωσ φυςικϐ χώρο, που
διαμορφώνεται απϐ τισ αναπϐδραςτεσ υπαγορεϑςεισ ενϐσ γεωγραφικοϑ ντετερμινιςμοϑ. Σα
οικιςτικϊ μοτύβα που ςυνϋχουν το ανϊπτυγμα του χώρου τησ χερςονόςου ϋχουν κοινωνικϋσ και
πολιτιςμικϋσ διαςτϊςεισ και μια ιςτορικό καταγωγό, που δημιουργόθηκε απϐ κοινϐτητεσ ανθρώπων
ςε δεδομϋνη ςτιγμό και που δεν κατϐρθωςε να επιβιώςει ό μεταπλϊςτηκε ςε υβριδικϋσ μορφϋσ
χωρικόσ ϋκφραςησ ςε κϊποιεσ ϊλλεσ χρονικϋσ περιϐδουσ.
Για τουσ παραπϊνω λϐγουσ, πϋρα απϐ τη φυςικό διϊςταςη του χώρου, η πολιτιςμικό εκτύμηςη
του, που παραμϋνει μια παραγκωνιςμϋνη πτυχό ςτη μελϋτη των οικιςτικών κϋντρων, θα μποροϑςε
να δώςει απαντόςεισ για το πώσ ο χώροσ και ο υλικϐσ πολιτιςμϐσ του παρελθϐντοσ ενςωματώθηκαν
ςτην κοινωνικό και κοςμολογικό τϊξη τησ μεςαιωνικόσ ιςτορύασ τησ περιοχόσ. Εξϊλλου, το τοπύο ωσ
ιδεολογικϐ καταςκεϑαςμα ςυνδϋει οργανικϊ μνόμη, χρϐνο και παρελθϐν. Οι οικιςμού και πολϑ
περιςςϐτερο ϐςοι λειτοϑργηςαν ςαν κϋντρα μιασ περιοχόσ, δεν μποροϑν να μελετηθοϑν ϋξω απϐ το
περιβϊλλον πολιτιςμικϐ τουσ τοπύο καθώσ αντλοϑν τη ςημαςύα τουσ απϐ μια περύπλοκη διϊδραςη
διαφορετικών ομϊδων κοινωνικών παραγϐντων και απϐ την διϊδραςη αυτών των παραγϐντων με
το φυςικϐ και ιςτορικϐ τουσ περιβϊλλον.
Όςον αφορϊ ςτην αρχαώκό και κλαςικό Ποτύδαια αλλϊ και την ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια,
αποδεύχθηκε ϐτι πληροϑςαν ϐλα τα κϑρια διαχρονικϊ, διακριτικϊ χαρακτηριςτικϊ του μοντϋλου των
πϐλεων τησ αρχαιϐτητασ, τϐςο ςε υλικϐ επύπεδο ϐςο και ςε επύπεδο ςυμβολιςμών. Η ουςύα τησ
461
αρχαύασ πϐλησ όταν κατϊ βϊςη πολιτικό και διοικητικό και πρωτεϑων ςτϐχοσ τησ όταν η δημιουργύα
ενϐσ πολιτικοϑ, θρηςκευτικοϑ και πολιτιςμικοϑ κϋντρου για την ϑπαιθρο που την περιϋβαλε και με
την οπούα ςυναποτελοϑςαν την «πϐλη» με μια ευρεύα ϋννοια.1413
Κατϊ τη ρωμαώκό περύοδο η διούκηςη ςυνόθωσ ςυγκεντρωνϐταν ςε μύα κυρύαρχη πϐλη, ϐπου
ςυναντιϐταν η τοπικό ελύτ, επϐπτευε τισ τοπικϋσ υποθϋςεισ και ερχϐταν ςε επαφό με την κεντρικό
κυβϋρνηςη τησ Ρώμησ. Οι υπϐλοιποι οικιςμού ςτα ϐρια του territorium τησ κοινϐτητασ διοικοϑνταν
απϐ αυτό την κεντρικό πϐλη.
τουσ ςυνταγματικοϑσ χϊρτεσ τησ αυτοκρατορικόσ περιϐδου, ελϊχιςτη διϊκριςη φαύνεται να
γύνεται ανϊμεςα ςτην αςτικό και την αγροτικό γη ό ανϊμεςα ςτουσ κατούκουσ τησ πϐλησ και τησ
υπαύθρου. ε ϐποια ςημεύα αυτϊ τα κεύμενα χρηςιμοποιοϑν λϋξεισ ϐπωσ colonia ό municipium, αυτϐ
ςυνόθωσ αναφϋρεται ςτο ςϑνολο τησ κοινϐτητασ, παρϊ ςτην βαςικό πϐλη τησ. Η πϐλη και η
ϑπαιθροσ, επομϋνωσ, αντιμετωπύζονταν απϐ κοινοϑ ωσ το ςϑνολο τησ ιδιοκτηςύασ τησ κοινϐτητασ
και αποτελοϑςαν ςυμπληρωματικϊ ςτοιχεύα μιασ ενιαύασ μονϊδασ.1414
Κατϊ την υςτερορωμαώκό περύοδο οι αςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ ςυνϋχιςαν να υφύςτανται
διατηρώντασ εν πολλούσ τη μορφό που εύχαν και κατϊ την αρχαιϐτητα, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ τα
αναςκαφικϊ δεδομϋνα ςτον οικιςμϐ τησ Καςςϊνδρειασ ενώ οι εγκαταςτϊςεισ με μη αςτικϐ
χαρακτόρα εξελύχθηκαν με δϑο διαφορετικοϑσ τρϐπουσ διαμορφώνοντασ αφενϐσ εγκαταςτϊςεισ
πυρηνικοϑ τϑπου, αφετϋρου εγκαταςτϊςεισ διαςπορϊσ. Οι τελευταύεσ εμφανύζονται με τη μορφό
αγροικιών μοναςτικών μετοχύων και μικροεγκαταςτϊςεων ημιμϐνιμου χαρακτόρα των χωρικών ενώ
οι πυρηνικϋσ παύρνουν τη μορφό κώμησ ό χωριοϑ και αναπτϑςςουν αγροτικϋσ οικονομικϋσ
δραςτηριϐτητεσ ενώ δεν φαύνεται να υπόρχε ςημαντικό διαφοροπούηςη ςτην καθημερινό ζωό πϋραν
κϊποιων πολιτικών και πολιτιςμικών παραμϋτρων, ϐπωσ ο βαθμϐσ επϋμβαςησ τησ εκκληςιαςτικόσ
και κρατικόσ διούκηςησ. την χερςϐνηςο ϋχουν εντοπιςτεύ αρκετϋσ αγροικύεσ αυτόσ τησ περιϐδου
αλλϊ με εξαύρεςη την περύπτωςη τησ Μεγϊλησ Κϑψασ και του Γερανύου δεν ϋχουν αναςκαφεύ και
μελετηθεύ ςυςτηματικϊ. Η εγκατϊςταςη ςτισ αγροικύεσ ςυνδϋεται με την εκμετϊλλευςη των πεδινών
εκτϊςεων. Με μια προςεκτικϐτερη ματιϊ, φαύνεται ϐτι πρϐκειται για ϋναν πολϑπλοκο τϑπο
κατούκηςησ με αρκετϋσ ιδιαιτερϐτητεσ, καθώσ επρϐκειτο για μεγϊλεσ μονϊδεσ που ανόκαν και τισ
διαχειρύζονταν πολύτεσ των ϊςτεων.1415
Επύ μακρϐν η ϋρευνα κυριαρχεύται απϐ μια θεςμικό προοπτικό που ϋχει ςυνδϋςει ςχεδϐν
αποκλειςτικϊ την ιςτορύα τησ Φαλκιδικόσ με τη Θεςςαλονύκη και τον Ωθω, παραμελώντασ ϊλλεσ
παραμϋτρουσ, ϐπωσ λ.χ. τον ρϐλο τησ κεντρικόσ διούκηςησ, την τοπικό αριςτοκρατύα και τον πρώιμο
και καθολικϐ εκχριςτιανιςμϐ τησ χερςονόςου.
1413 Liebeschuetz, W., “The end of the ancient city”, The city in Late Antiquity, ed. J. Ridge (1992), 1-32,1
1414 Papazoglou 1988, 59
1415 Veikou, M., “Settlements in the Greek countryside from the 4th to 9th centuries: forms and patterns”, Antiquité Tardive, 21. Mondes Ruraux en
Orient et en Occident – II, (2013), 125-133, 129, 132
462
Η ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια και, κατϐπιν, η ρωμαώκό αποικύα επιλϋχτηκαν και ενιςχϑθηκαν για
λϐγουσ κρατικόσ οικονομικόσ και διοικητικόσ πολιτικόσ. Υαύνεται πωσ η ρωμαώκό οργϊνωςη των
πϐλεων ςε ςχϋςη με τισ λειτουργύεσ και το οδικϐ δύκτυο αλλϊ και με την παρουςύα τοπικών
αξιωματοϑχων βοόθηςε ςτην προβολό τουσ και κατϊ την βυζαντινό περύοδο.
Η ςημαςύα των αριςτοκρατικών οικογενειών ςτην πρώιμη ανϊπτυξη τησ πϐλησ ϋχει
παραμεληθεύ απϐ την ιςτοριογραφύα. Οι τοπικϋσ ελύτ ϐμωσ θα μποροϑςαν να δώςουν κϊποιεσ
απαντόςεισ για τη μορφό, τισ λειτουργύεσ και την οργϊνωςη εν γϋνει του οικιςμοϑ και τησ υπαύθρου,
γιατύ αςκοϑςαν διακυβϋρνηςη ςε τοπικϐ επύπεδο, εύχαν ςχϋςεισ με το κρϊτοσ και όλεγχαν την
παραγωγό, ενώ ο ανταγωνιςμϐσ τουσ με ϊλλεσ κοινωνικϋσ ομϊδεσ για τον ϋλεγχο ςυγκεκριμϋνων
θϋςεων, επηρϋαζε τη δομό του οικιςτικοϑ τοπύου.
Ο μαζικϐσ και πρώιμοσ εκχριςτιανιςμϐσ τησ Φερςονόςου δεν ϋχει απαςχολόςει ακϐμα την
ϋρευνα παρϐλο που θα μποροϑςε να εμπεριϋχει τισ απαντόςεισ για την εξϋλιξη και τη μορφό που
πόρε ο οικιςμϐσ, απϐ τον 4ο αιώνα, που εκλεύπουν οι πληροφορύεσ.
Η ςϑςταςη τησ πρώτησ επιςκοπόσ τησ Φαλκιδικόσ ςτην Καςςϊνδρεια, ςτην περιοχό με τη
μεγαλϑτερη πυκνϐτητα ςε παγανιςτικϊ ιερϊ ςε ςϑγκριςη με την υπϐλοιπη χερςϐνηςο και με
καταγεγραμμϋνη την παρουςύα μιασ διαβαθμιςμϋνησ ελύτ παγανιςτών ςε μια περύοδο κατϊ την οπούα
ο οικιςμϐσ τησ Καςςϊνδρειασ φαύνεται αποδυναμωμϋνοσ απϐ ϊποψη υποδομών, οικονομύασ αλλϊ και
δημογραφύασ, πρϋπει αναμφιςβότητα να ςυνδεθεύ με την αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα για
εμπϋδωςη τησ νϋασ θρηςκεύασ, ενώ η ϊμεςη μεταςτροφό των αριςτοκρατών με ςυγκεκριμϋνεσ
ςτρατηγικϋσ επιβύωςησ, διατόρηςησ των προνομύων τουσ και, ενδεχομϋνωσ, ϋλεγχο ςυγκεκριμϋνων
θϋςεων.
Κατϊ τουσ πρώιμουσ μεςαιωνικοϑσ αιώνεσ η ϊςκηςη τησ εξουςύασ ςε μεγϊλεσ αποςτϊςεισ όταν
βαςικϐ πρϐβλημα που αντιμετώπιζαν τϐςο οι βαςιλεύσ ϐςο και η αριςτοκρατύα. Ψσ εκ τοϑτου, οι
ςτρατηγικϋσ τουσ επικεντρώθηκαν ςτο να παρειςφρόςουν ςε ϐςο περιςςϐτερεσ θϋςεισ γινϐταν,
μϋςω τησ δημιουργύασ και διατόρηςησ ενϐσ εκτεταμϋνου κϑκλου επαφών και ενδιαφερϐντων. Η
αυτοκρατορικό ιςχϑσ προςπϊθηςε να υπερνικόςει τα προβλόματα που προϋκυπταν απϐ την
απϐςταςη δημιουργώντασ αυτοκρατορικϋσ νηςύδεσ ςε καύριεσ θϋςεισ. τισ θϋςεισ αυτϋσ επϋλεξαν να
μετακινηθοϑν και οι αριςτοκρϊτεσ απϐ γειτονικϋσ περιοχϋσ.
Ο τρϐποσ με τον οπούο αντιλαμβϊνονταν οι ομϊδεσ αυτϋσ τον χώρο, εύτε ωσ ενδεικτικϐ τοπϐςημο
ιδιοκτηςιών που ϋπρεπε να διεκδικόςουν, εύτε ωσ ςυμβολικϐ τοπύο δϑναμησ που ϋπρεπε να ελϋγξουν
θα πρϋπει να θεωρηθεύ ωσ κρύςιμη μεταβλητό που καθϐριςε διαφορετικϋσ τοπικϋσ εμπειρύεσ και
επηρϋαςε τη δομό του πολιτιςμικοϑ τοπύου καθώσ ο παγανιςτικϐσ ςυμβολιςμϐσ των κοςμικών
μνημεύων καταλϑεται απϐ τον χριςτιανιςμϐ που δημιουργεύ νϋα ςϑμβολα ςτον χώρο.
Πρϐκειται για ϋνα ςϑνθετο φαινϐμενο και μια πρϊξη ςυμβολοπούηςησ των μεταβολών ςτισ
θρηςκευτικϋσ ςχϋςεισ, ςτο κοινωνικοπολιτικϐ ςϑςτημα και ςτισ δημϐςιεσ αντιλόψεισ, που τϐνιζε ϐτι
ο κϐςμοσ όταν πια ϋνα διαφορετικϐ μϋροσ. Οι ςυμμετϋχοντεσ ςε τϋτοιου εύδουσ πρακτικϋσ εύχαν
463
πιθανώσ πλόρη επύγνωςη των ςυμβολικών τουσ διαςτϊςεων και ϋτςι, η υιοθϋτηςη τησ νϋασ
θρηςκεύασ μϋςω τησ οικειοπούηςησ των παγανιςτικών χώρων δεν μποροϑςε παρϊ να εύναι μια ϊμεςη
επύδειξη δϑναμησ και εύχε αναπϐφευκτα και ϊλλεσ πτυχϋσ με βαςικϐτερη τη χωρικό διϊςταςη, αφοϑ
ςυνδϋεται με θρηςκευτικϊ, κοινωνικϊ και πολιτικϊ δεδομϋνα ςε πλαύςιο τοπικϐ και περιφερειακϐ.
Οι παλιϐτεροι ερευνητϋσ ςτηρύζονταν ςτισ πηγϋσ που ϐμωσ εύναι χριςτιανοκεντρικϋσ και
ερμηνεϑουν τα πϊντα απϐ θρηςκευτικό ςκοπιϊ. Η επανεξϋταςη των αρχαιολογικών δεδομϋνων και
των λοιπών καταλούπων και ενδεύξεων θα μποροϑςαν να δώςουν μια ερμηνεύα για το τι ςόμαινε ςε
κϊθε περύπτωςη η υιοθϋτηςη τησ νϋασ θρηςκεύασ και να οδηγόςουν ςε μια διαφοροποιημϋνη
χρονολϐγηςη των γεγονϐτων ςε ςϑγκριςη με τα τυπικϊ παραδεύγματα που ϋχουμε ςυνηθύςει ςτισ
πηγϋσ.1416
Παρϊ την μεταβολό ςτην εικϐνα του αςτικοϑ τοπύου λϐγω τησ ανϋγερςησ εκκληςιών, ςτοιχεύα
ςυνϋχειασ με το παρελθϐν εξακολουθοϑςαν να υπϊρχουν. Δεν εύναι τυχαύο ϐτι οι επύςκοποι
εξϋφραζαν την χριςτιανικό ταυτϐτητα μιασ πϐλησ με ϐρουσ τησ παλιϊσ τησ δϐξασ, ϋτςι η νεοςϑςτατη
επιςκοπό αναφϋρεται ωσ Καςςανδρεύασ ότοι Ποτύδαιασ.
Ωλλωςτε, το μϋγεθοσ και το κλϋοσ των πϐλεων απϋκλειε τισ ύςεσ ευκαιρύεσ μεταξϑ των
επιςκϐπων ενώ και οι κοςμικού ςτουσ οπούουσ ο επύςκοποσ όταν υπϐλογοσ καθορύζονταν απϐ τον
χαρακτόρα του εκϊςτοτε οικιςμοϑ ωσ πϐλη-λιμϊνι, ςυγκοινωνιακοϑ κϐμβου ό διοικητικόσ
πρωτεϑουςασ. Σα μϋλη τησ αριςτοκρατύασ θα περύμεναν να ϋχουν τον επύςκοπο που τουσ ταύριαζε
και ο επύςκοποσ αντιςτούχωσ θα φρϐντιζε γι’ αυτοϑσ.
Κοινϐσ παρονομαςτόσ για τα οικιςτικϊ κϋντρα που οργανώθηκαν ςτον ιςθμϐ απϐ την
αρχαιϐτητα εύναι η παρϋμβαςη τησ κεντρικόσ εξουςύασ. Η παρουςύα Επιςκοπικόσ Ϊδρασ αλλϊ και η
επιςκευό του διατειχύςματοσ με αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα καταδεικνϑουν εκ νϋου το ενδιαφϋρον
τησ κεντρικόσ εξουςύασ για μια περιοχό που όλεγχε ςημαντικϋσ χερςαύεσ και θαλϊςςιεσ αρτηρύεσ και
την ϋξοδο ςτο Αιγαύο.
Παρϊ τισ ενδεύξεισ που παρϋχουν οι γραπτϋσ πηγϋσ για ανϊκαμψη μεταξϑ του 4ου και 6ου αιώνα, η
πϊλαι ποτϋ ςημαντικό πϐλη τησ Μακεδονύασ παραμϋνει αρχαιολογικϊ αμϊρτυρη. Ϋδη ερχϐμαςτε
αντιμϋτωποι με τισ αντιφϊςεισ ανϊμεςα ςτισ ιςτορικϋσ πηγϋσ και τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα που δεν
αλληλοςυμπληρώνονται και ενύοτε δημιουργοϑν ψευδεύσ αςφϊλειεσ, ενώ ταυτϐχρονα θϋτουν
ζητόματα ςχετικϊ με τον ρϐλο ποικύλων ανθρώπινων δραςτηριοτότων.
Ϊνασ ενδογενόσ παρϊγοντασ, που δυςχεραύνει την μελϋτη τησ οικιςτικόσ εξϋλιξησ τησ
Καςςϊνδρειασ εύναι οι ςτερεοτυπικϋσ ερμηνεύεσ για τισ τομϋσ ςτην εξϋλιξη των οικιςμών τησ
χερςονόςου που λειτουργοϑν αποπροςανατολιςτικϊ ςτην προςϋγγιςη και την ερμηνεύα των
μεταβολών. Λ.χ., η ανακοπό τησ εξϋλιξησ κατϊ τον 3ο αιώνα ϋχει αποδοθεύ ςτουσ Γϐτθουσ, ενώ του 6ου
αιώνα ςτισ ουννικϋσ καταδρομϋσ και ςτη ςειςμικό δραςτηριϐτητα. Οι Γϐτθοι φαύνεται ϐτι επϋφεραν
1416 Emmel, St. – Gotter, U.- Hahn, J., “From temple to church”: Analysing a late antique phenomenon of transformation”, J. Hahn et alii (eds.),
From Temple to Church, Leiden (2008), 1-22, 3-4
464
οριςμϋνεσ μεταβολϋσ καθώσ εύναι εμφανόσ μια τομό ςτα νεκροταφεύα του 3 ου αιώνα, ομούωσ, οι
ουννικϋσ επιθϋςεισ ϊφηςαν ςτρώματα καταςτροφόσ. Αυτϋσ οι λϑςεισ ςυνδυϊζουν μεν γραπτϊ και
αρχαιολογικϊ δεδομϋνα αλλϊ δεν πρϋπει να εκλαμβϊνονται ωσ αποκλειςτικϋσ αφοϑ δεν υπϊρχουν
ακριβεύσ ενδεύξεισ για μακροχρϐνιεσ ςυνϋπειεσ τουσ.
Αντιθϋτωσ, η αδιατϊρακτη ςυνϋχεια ςτην αγροικύα τησ Μεγϊλησ Κϑψασ, που αποκαλϑφθηκε ςε
μικρό απϐςταςη, προσ τα νϐτια τησ Καςςϊνδρειασ καθώσ και η απρϐςκοπτη νομιςματικό ςυνϋχεια
μϋχρι και τα μϋςα του 7ου αιώνα δύνουν μια διαφορετικό εικϐνα που υποδεικνϑει μια διαφορετικοϑ
τϑπου ανϊγνωςη των αρχαιολογικών δεδομϋνων και ϋναν κριτικϐ αναςτοχαςμϐ του ιςτορικοϑ
πλαιςύου για την περιοχό.
Οι μεταβολϋσ ςτη μορφό και τισ λειτουργύεσ τησ πϐλησ δεν προϋκυψαν ωσ ςυνϋπεια ενϐσ
μεμονωμϋνου γεγονϐτοσ αλλϊ μιασ ςειρϊσ γεγονϐτων και καταςτϊςεων που μποροϑν να
ανιχνευτοϑν όδη απϐ τον 3ο ό τον 4ο αιώνα, ϐμωσ ο ϐψιμοσ 5οσ αιώνασ φαύνεται να εύναι το ςημεύο
που αλλϊζουν οι τϑχεσ τησ παραδοςιακόσ υςτερορωμαώκόσ υπαύθρου με τρϐπο μη αναςτρϋψιμο.
Η απουςύα του οικιςμοϑ απϐ τισ πηγϋσ κατϊ την πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο (μϋςα 6ου-τϋλη
9ου αιώνα) ςε ςυνδυαςμϐ με την αρχαιολογικό διερεϑνηςη, που απϋδωςε μικρϋσ ςυγκεντρώςεισ
ευρημϊτων διαςκορπιςμϋνεσ ςε μικρϋσ εγκαταςτϊςεισ ςε αρκετό απϐςταςη απϐ τη θϋςη ϐπου
οργανωνϐταν η αρχαύα πϐλη οδόγηςε ςτη θεωρύα τησ εγκατϊλειψησ τησ θϋςησ και ςτη μεταφορϊ
τησ Καςςϊνδρειασ ςε αςφαλϋσ και πιθανώσ φυςικϊ και τεχνητϊ οχυρωμϋνο ςημεύο ό ςτην
προςωρινό ερόμωςη τησ μϋχρι την επανακατούκηςη ςτα τϋλη του 9ου αιώνα.
Αναζητόθηκαν απϐ ερευνητϋσ αρχαιολογικϋσ θϋςεισ που να περιλαμβϊνουν κϊποια αξιϐλογη
ςυγκϋντρωςη βυζαντινών καταλούπων τησ ςυγκεκριμϋνησ χρονικόσ περιϐδου και διατυπώθηκαν
πολλϋσ διαφορετικϋσ προτϊςεισ για την ταϑτιςη τησ θϋςησ του οικιςμοϑ τησ Καςςϊνδρειασ με
μεμονωμϋνεσ θϋςεισ μνημεύων (Βαςιλικό ωλόνοσ ςτην Καλιθϋα ό η βαςιλικό ςτην τοϑμπα τησ
Βρϑασ). Ο λϐγοσ, ωςτϐςο, για τον οπούο οι ταυτύςεισ αυτϋσ παραμϋνουν επιςφαλεύσ εύναι ακριβώσ το
γεγονϐσ ϐτι ςε ϐλη τη χερςϐνηςο αλλϊ και ςτα βϐρεια του ιςθμοϑ υπϊρχει μια διαςπορϊ
αρχαιολογικών θϋςεων τησ βυζαντινόσ περιϐδου, οι οπούεσ, παρϐτι ποικύλλουν ωσ προσ το μϋγεθοσ,
το εύδοσ των καταλούπων και την χρονικό τουσ διϊρκεια, εύναι ϐλεσ ςε γενικϋσ γραμμϋσ περύπου
ιςοδϑναμησ ςημαςύασ με βϊςη τα ςημερινϊ δεδομϋνα τησ ϋρευνασ.1417
Σην ύδια δυςκολύα παρουςιϊζουν και οι προςπϊθειεσ ερμηνεύασ τησ ορολογύασ που ςχετύζεται με
την οικιςτικό διαβϊθμιςη.
Οι παραδοςιακϋσ θεωρύεσ ςτηρύζονται ςε κριτόρια οικονομύασ και παραγωγόσ ευνοώντασ την
αντιμετώπιςη τησ πϐλεωσ και τησ υπαύθρου ςαν ϋνα δύπολο με ςαφό και απϐλυτα διακριτϊ ϐρια. Μια
τϋτοια προςϋγγιςη ϐμωσ ϋχει ςαν ςυνϋπεια, αφενϐσ, ο κεντρικϐσ οικιςμϐσ και η ϑπαιθρϐσ του να
αντιμετωπύζονται ωσ δομικού μηχανιςμού για να οριςτοϑν αντιθετικϋσ αξύεσ, αφετϋρου, ευνοεύ μια
1417Βϋικου, Μ., «Πϐλη ό ϑπαιθροσ; Οικιςτικϋσ θϋςεισ ςτη βυζαντινό Ϋπειρο απϐ τον 7ο ωσ τον 12ο αιώνα», Διαχρονύα. Πϐλη και Ύπαιθροσ
(2012), 111-127, 118-119
465
χωρικό και, κατ’ επϋκταςη, πολιτιςμικό περιθωριοπούηςη ςε βϊροσ των μικρϐτερων βαθμύδων
οικιςτικόσ οργϊνωςησ, καθώσ αφόνει πολϑ μικρϐ περιθώριο για τη μελϋτη των οικιςτικών μοτύβων
που ςχηματύζονται ανϊμεςα ςτουσ δϑο πϐλουσ.
Οι επιφανειακϋσ ϋρευνεσ ϋχουν φϋρει ςτο φωσ ςημαντικϋσ ποςϐτητεσ κινητών ευρημϊτων απϐ
τισ περιοχϋσ ανϊμεςα ςε οικιςμοϑσ, γεγονϐσ που αποδεικνϑει ϐτι, ϐχι μϐνο οι οικιςμού καθ’ αυτού
αλλϊ και ολϐκληρο το τοπύο όταν πεδύο δρϊςησ τησ ανθρώπινησ δραςτηριϐτητασ. Οι ενδιϊμεςοι
αυτού χώροι όταν αναγνωρύςιμοι και αποτελοϑςαν τϐπουσ με ςημαςύα για τουσ ανθρώπουσ τησ
εποχόσ, οπϐτε οφεύλουμε να τουσ εξετϊςουμε per se, ωσ απαραύτητο ςτοιχεύο του ευρϑτερου
προβληματιςμοϑ για την αςτικοπούηςη και την οικιςτικό οργϊνωςη γενικϐτερα.
Με την αναβύωςη των πϐλεων ςτα Βαλκϊνια, που ϊρχιςε τον 9ο αιώνα, μεγϊλωςε και η
πολυπλοκϐτητα τησ ορολογύασ που περιγρϊφει την οικιςτικό διαβϊθμιςη για διϊφορουσ λϐγουσ, απϐ
ρητορικϋσ μεθϐδουσ και προςωπικϋσ προτιμόςεισ των ςυγγραφϋων μϋχρι γεωμορφολογικϋσ
ιδιαιτερϐτητεσ του περιγραφϐμενου οικιςμοϑ. Ψςτϐςο, μια πιο προςεκτικό ανϊλυςη αποκαλϑπτει
ϐτι οι μεταβολϋσ ςτη ςημαςύα τησ οικιςτικόσ ορολογύασ ςτισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ
αντανακλοϑν την μεταβολό τησ υπϐςταςόσ των οικιςμών και φαύνονται παραδϐξωσ ακριβεύσ.
Κατϊ την διϊρκεια των τριών αιώνων τησ πρώιμησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου, ςυντελϋςτηκαν οι
ςημαντικϐτερεσ ύςωσ μεταβολϋσ ςτη μορφό, τη λειτουργύα και την αντύληψη τησ ϋννοιασ του
οικιςμοϑ, που οδόγηςαν ςε ϋναν νϋο τϑπο, αυτϐν του «κϊςτρου», ο οπούοσ εμφανύζεται ςτισ πηγϋσ
τον 10ο αιώνα με αποκρυςταλλωμϋνα πια τα χαρακτηριςτικϊ και τισ λειτουργύεσ του. Εν τοϑτοισ,
διαλανθϊνουν ακϐμα τησ ϋρευνασ.
Η ϊλλοτε κραταιϊ πϐλη-λιμϊνι απϐ τα μϋςα του 6ου και ωσ το τϋλοσ του 8ου αιώνα τουλϊχιςτον,
πρϋπει να κατϋςτη ιδιαύτερα επιςφαλόσ, εφϐςον μϊλιςτα επρϐκειτο για μια περιοχό παρϊκτια, ςε
καύρια θϋςη λϐγω τησ γειτνύαςησ με τη Θεςςαλονύκη αλλϊ και ωσ δευτερεϑουςα ϋξοδοσ προσ το
Αιγαύο και επομϋνωσ ιδιαύτερα εκτεθειμϋνη ςε εξωτερικϋσ απειλϋσ. Υαύνεται ϐτι υπόρξε μια
δημογραφικό υποβϊθμιςη του παλαιοϑ οικιςτικοϑ κϋντρου μετϊ τον 6ο αιώνα. Οι πρώτεσ ενδεύξεισ
αναβύωςησ που εμφανύζονται απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ δεν θα πρϋπει να θεωρηθοϑν ωσ ςημϊδια
ανανϋωςησ τησ αςτικόσ ζωόσ. Η επανεργοπούηςη τησ επιςκοπικόσ ϋδρασ θα προςϋλκυςε
περιςςϐτερουσ ανθρώπουσ ςτο παλιϐ αςτικϐ κϋντρο, το πιθανϐτερο ϐμωσ εύναι αυτϐ να ςυνϋχιςε να
λειτουργεύ λύγο πολϑ ωσ κϋντρο επιχειρόςεων ςτρατιωτικών και εκκληςιαςτικών δομών του
κρϊτουσ ςτο πλαύςιο μιασ οικονομύασ βαςιςμϋνησ ςτην φυςικό ανταλλαγό.
Ο ϐροσ «πολύχνιον» με τον οπούο απαντϊ η Καςςϊνδρεια του 10ου αιώνα, αναφϋρεται όδη απϐ
τον Προκϐπιο με την ϋννοια των πϐλεων χαμηλϐτερησ ςημαςύασ ό των ενδιϊμεςων κωμών με
οχϑρωςη, που εύχαν κεντρικϐ ρϐλο ςε μια περιοριςμϋνη ακτύνα. Υαύνεται ϐτι τα πολύχνια όταν
οικιςμού που βρύςκονταν ςε κϊποιο ςημαντικϐ ςταυροδρϐμι ϋμοιαζαν με πϐλεισ ενώ μπορεύ να μην
466
εύχαν ϐλα τα χαρακτηριςτικϊ ενϐσ ϊςτεωσ.1418Τπϊρχει η αντύληψη μεταξϑ των ερευνητών ϐτι οι ϐροι
«πολύχνιον» και «κϊςτρον» περιϋγραφαν παρϐμοια οικιςτικϊ μορφώματα.1419
Σο μϐνο αςφαλϋσ δεδομϋνο που δύνει ο ϐροσ, εύναι ϐτι ο οικιςμϐσ των μεςοβυζαντινών χρϐνων
πρϋπει να διϋθετε κϊποιο οχυρϐ ςημεύο ςτο οπούο θα κατϋφευγαν οι κϊτοικοι ςε περύοδο ανϊγκησ.
Δεν γνωρύζουμε ϐμωσ αν ο οχυρωμϋνοσ τϐποσ κατοικοϑνταν ςε μϐνιμη βϊςη.
Η χρόςη του ϐρου κϊςτρο για την Καςςϊνδρεια ςε μεταγενϋςτερο ϋγγραφο που υπογρϊφεται
απϐ κρατικοϑσ αξιωματοϑχουσ των αρχών του 11ου αιώνα ςηματοδοτεύ με βεβαιϐτητα μια
διαφοροπούηςη ανϊμεςα ςτην πρωτοβυζαντινό και τη μεςοβυζαντινό πϐλη.
Η ςημαςιολογικό ςχϋςη ανϊμεςα ςτην πϐλη και το κρϊτοσ κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ
αντιπροςωπεϑονταν ϐχι μϐνο γλωςςολογικϊ αλλϊ και χωρικϊ: οποιαδόποτε πϐλη (πϐλισ) εύχε το
διοικητικϐ και αμυντικϐ τησ κϋντρο (κϊςτρον) που φιλοξενοϑςε την διούκηςη τησ πϐλησ και
αποτελοϑςε την επιτομό των βαςικών λειτουργιών του κρϊτουσ: ϊμυνα και αςτικϋσ
αρμοδιϐτητεσ.1420
Σο Κϊςτρο τησ Καςςϊνδρειασ εκτϐσ του ϐτι προςτϊτευε τουσ κατούκουσ του οχυρωμϋνου
οικιςμοϑ, ςυνδϋονταν λειτουργικϊ με τα περύχωρα που ο οικιςμϐσ αυτϐσ κυβερνοϑςε και
προςτϊτευε με αντϊλλαγμα την οικονομικό ςτόριξό τουσ. Σαυτϐχρονα, διαςφϊλιζε τη διϋλευςη ςε
δϑο βαςικϋσ οδικϋσ αρτηρύεσ τησ εποχόσ: του δρϐμου Θεςςαλονύκη-Ωθωσ αλλϊ και τησ βαςιλικόσ
οδοϑ που διϋτρεχε κϊθετα την Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ.
Μια προςεκτικϐτερη παρατόρηςη, δεύχνει ϐτι ςε επύπεδο μορφολογύασ, ωςτϐςο, ο οικιςμϐσ δεν
πρϋπει να μεταβλόθηκε ριζικϊ δεδομϋνου ϐτι το βαςικϐ χαρακτηριςτικϐ ενϐσ κϊςτρου εύναι η
οχϑρωςη και ο οικιςμϐσ όταν οχυρωμϋνοσ απϐ την αρχαιϐτητα. ε επύπεδο λειτουργιών επύςησ, η
Καςςϊνδρεια εύχε αςτικϐ ό, ϋςτω, ημιαςτικϐ χαρακτόρα διαχρονικϊ. Προκϑπτει επομϋνωσ το
ερώτημα τύ όταν αυτϐ που διαφοροποιοϑςε τον μεςοβυζαντινϐ οικιςμϐ απϐ αυτϐν των πρώιμων
χρϐνων.
Σαυτϐχρονα με την εμφϊνιςη του κϊςτρου τησ Καςςϊνδρειασ ςτισ πηγϋσ εμφανύζονται ϊλλα
επτϊ κϊςτρα ςτην περιοχό τησ Φαλκιδικόσ. Πρϐκειται για τα κϊςτρα των Βρυών, τησ Ερμόλειασ, του
Ποκρεντοϑ, τησ Σορώνησ, τησ Ιεριςςοϑ, τησ Ρεντύνασ και του Αρδαμερύου.
Σο ϐτι απαντώνται ςε ϐλη την Φαλκιδικό ςε κομβικϊ ςημεύα ςε ςχϋςη με το χερςαύο και
θαλϊςςιο δύκτυο ςυγκοινωνιών (Καςςϊνδρεια, Βρϑα, Σορώνη, Ιεριςςϐσ, Ρεντύνα, Αρδαμϋρι), ςτην
εύςοδο κϊθε μιασ απϐ τισ τρεισ χερςονόςουσ (Καςςϊνδρεια, Ερμόλεια, Ιεριςςϐσ) αλλϊ και ςε
εγγϑτητα με την Εγνατύα Οδϐ (Αρδαμϋρι, Ρεντύνα) δεύχνει ϐτι δεν όταν τυχαύοι αυτοςχεδιαςμού αλλϊ
υπϐκειντο ςε κεντρικϐ ςχεδιαςμϐ.
467
Εξϊλλου, η εποχό που ςημειώνονται οι μεταβολϋσ ςτην ορολογύα, εύναι μια χρονικό περύοδοσ που
χαρακτηρύζεται απϐ ςυνεχεύσ εξωτερικϋσ απειλϋσ και αναςφϊλεια για το Βυζϊντιο, αλλϊ και απϐ
εςωτερικϐ μεταςχηματιςμϐ και οικονομικό ανϊπτυξη με αρκετϋσ περιϐδουσ ευημερύασ. Η
χερςϐνηςοσ τησ Φαλκιδικόσ όταν χρόςιμο να κατοικηθεύ και να ελϋγχεται απϐ τουσ Βυζαντινοϑσ,
προκειμϋνου να διατηρηθεύ ο ϋλεγχϐσ τουσ ςτο Αιγαύο.1421
Δεν εύναι τυχαύο ϐτι ο ϐροσ κϊςτρο εμφανύζεται για πρώτη φορϊ ςε αθωνικϊ ϋγγραφα, τα οπούα
λϐγω τησ ςχϋςησ των εκπροςώπων τουσ με την κεντρικό εξουςύα αποτυπώνουν με αρκετό ακρύβεια
την ιςτορικό ςυγκυρύα.
ε αυτϐ το πλαύςιο, πρϋπει να αναρωτηθοϑμε αν η παρουςύα των ιςχυρών ςτην περιοχό, που
αποτυπώνεται αυξημϋνη μϋςα απϐ τισ γαιοκτητικϋσ τουσ διεκδικόςεισ όταν η αιτύα ό η ςυνϋπεια τησ
ανϊπτυξόσ τησ Καςςϊνδρειασ. Η αυτοκρατορικό ό αριςτοκρατικό παρϋμβαςη φαύνεται να
ςηματοδοτεύ μια νϋα φϊςη ςτην εξϋλιξη του οικιςμοϑ αλλϊ ςύγουρα ϐχι την απαρχό του με βϊςη τισ
διευρυμϋνεσ αρμοδιϐτητεσ.
Η μεταβολό επομϋνωσ ςε ςχϋςη με τον οικιςμϐ των μϋςων χρϐνων ϋγκειται, αφενϐσ, ςτην
πρακτικό ςημαςύα που αποκτοϑν πλϋον τα τεύχη, αφετϋρου, ςτον ρϐλο που καλοϑνταν να παύξει ο
οικιςμϐσ ςε μια περύοδο μεταβολών με βϊςη τισ ιδιαύτερεσ ποιϐτητϋσ του.
Ο τρϐποσ κατούκηςόσ τησ Καςςϊνδρειασ εμφανύζεται αρκετϊ προβληματικϐσ τη ςυγκεκριμϋνη
χρονικό περύοδο ςε επύπεδο αρχαιολογικόσ τεκμηρύωςησ αφοϑ η κατανομό και η ποιϐτητα των μϋχρι
τώρα αρχαιολογικών ευρημϊτων δεν εύναι αντύςτοιχη ενϐσ κϊςτρου με αςτικό περιβολό.
Για τουσ παραπϊνω λϐγουσ, θα όταν ύςωσ χρόςιμο για την περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ να
αποδομόςουμε το διαδεδομϋνο πρϐτυπο του οικιςτικοϑ δικτϑου, που ςυνύςταται ςε ϋνα «κϊςτρο»,
μϋςα και γϑρω απϐ το οπούο κατοικεύ ο πληθυςμϐσ ςε χωριϊ με ςαφώσ οριοθετημϋνεσ
δραςτηριϐτητεσ.
Για την εκκληςιαςτικό και την πολιτικό διούκηςη, η κατούκηςη τησ χερςονόςου δεύχνει να
οργανώνεται με ϊξονα τον οικιςμϐ τησ Καςςϊνδρειασ. Η ϑπαρξη του διατειχύςματοσ ςτον ιςθμϐ τησ
χερςονόςου και οι διαθϋςιμεσ πληροφορύεσ για οργϊνωςη των προγενϋςτερων μορφωμϊτων ςτην
ύδια θϋςη, υποδεικνϑει την περιοχό ωσ την ϋδρα του οικιςμοϑ. Οι μικρϋσ ςυγκεντρώςεισ
αρχαιολογικών ευρημϊτων δεν ςυνϊδουν με αυτό την τοποθϋτηςη αλλϊ δεν υποδεικνϑουν κϊποια
ευδιϊκριτη ςυγκϋντρωςη αντιπροςωπευτικό ενϐσ βυζαντινοϑ κϋντρου ςε κϊποια ϊλλη θϋςη.
Αντιθϋτωσ, η ϋρευνα ϋχει φϋρει ςτο φωσ μικροϑ μεγϋθουσ οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ ςε ϐλη την
ϋκταςη τησ χερςονόςου, που δεν επιτρϋπουν μια διϊκριςη ανϊμεςα ςε κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ και
ςτην ϑπαιθρϐ τουσ.
Σα κϊςτρα πϋραν του προφανοϑσ, δηλαδό τησ ϑπαρξησ οχϑρωςησ, χρηςιμοποιοϑνται απϐ τισ
πηγϋσ για να περιγρϊψουν μια ενδιϊμεςη βαθμύδα οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ, που δεν εύναι ακριβώσ
468
πϐλη αλλϊ οϑτε και χωριϐ. Πρϐκειται για μικρϋσ πϐλεισ ό «ςχεδϐν πϐλεισ»,1422που, ϐπωσ εύδαμε,
εμφανύζονται με ποικύλη ορολογύα (πϐλισ, πολύχνιον, κϊςτρον κ.ο.κ.). Σο «Κϊςτρον Καςςανδρεύασ»
όταν ςύγουρα ο ςημαντικϐτεροσ οικιςμϐσ τησ χερςονόςου αυτό την περύοδο. Αυτϐ βϋβαια δεν
ςημαύνει ϐτι διϋθετε ϐλουσ τουσ μηχανιςμοϑσ ενϐσ αςτικοϑ κϋντρου, παρϊ μϐνο ϐτι όταν πιο
πυκνοκατοικημϋνο απϐ τα χωριϊ. Η βαςικό διαφορϊ κϊςτρου και χωριοϑ την εποχό αυτό,
ςυνύςταται ςτο ϐτι ςτο κϊςτρο, εκτϐσ απϐ τουσ χωρικοϑσ, κατοικοϑςαν και οι ιςχυρού, δηλαδό,
αξιωματοϑχοι, η φρουρϊ, οι τουρμϊρχεσ ό δραγουμϊνοι, οι επύςκοποι και οι αξιωματοϑχοι
κληρικού.1423
Οι παρϊγοντεσ αυτού ςε ςυνδυαςμϐ με τον εγκλωβιςμϐ τησ ϋρευνασ ςε ςτερεοτυπικϊ μοντϋλα
που αναζητοϑν ϋναν περιτειχιςμϋνο οικιςμϐ με μνημειακϋσ καταςκευϋσ (λ.χ. ϋναν ναϐ που θα
μποροϑςε να φιλοξενεύ την επιςκοπικό ϋδρα) και ικανϋσ ςυγκεντρώςεισ ευρημϊτων εύναι ϋνασ
βαςικϐσ λϐγοσ που η ερμηνεύα τησ οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ τησ χερςονόςου ϋχει καθηλωθεύ ςε
αναχρονιςτικϊ ςχόματα, με βαςικϐ ϊξονα την αιτιοκρατικό ςχϋςη των επιθϋςεων και τησ παρακμόσ
των οικιςμών.
Ϊνα ακϐμα ςημαντικϐ ςτοιχεύο που ϋχει τη δικό του ςημειολογύα εύναι ϐτι αυτό την περύοδο το
ϐνομα του κεντρικοϑ οικιςμοϑ γύνεται ϐνομα ϐλησ τησ χερςονόςου. Η μεταβολό αυτό ύςωσ ςυνδϋεται
με το γεγονϐσ ϐτι ο διοικητικϐσ, οικονομικϐσ και ςτρατιωτικϐσ ϋλεγχοσ των επαρχιών δεν αςκοϑνταν
πλϋον μϋςω του δικτϑου των πϐλεων. Σο κρατικϐ ενδιαφϋρον ϋχει πλϋον μεταφερθεύ απϐ τισ πϐλεισ
ςτουσ οικιςμοϑσ τησ υπαύθρου, που αποτελοϑν πια το επύκεντρο του δημοςιονομικοϑ
ενδιαφϋροντοσ.1424
Απϐ τον 11ο αιώνα, η επιςκοπό Καςςανδρεύασ αναφϋρεται πλϋον ωσ Καςςανδρεύασ καύ Βρυῶν,
γεγονϐσ που ϋχει ερμηνευθεύ ωσ ϋνδειξη μετακύνηςησ τησ επιςκοπικόσ ϋδρασ απϐ την Καςςϊνδρεια
ςτο κϊςτρο των Βρυών που την εποχό αυτό αναδεικνϑεται ωσ ςημαντικϐσ δημοςιονομικϐσ πϐλοσ
τησ περιοχόσ, απϋναντι ςτην ολοϋνα φθύνουςα Καςςϊνδρεια. 1425Η διπλό ονομαςύα τησ επιςκοπόσ
δεν εμφανύζεται με ςυνϋπεια ςε ϐλα τα εκκληςιαςτικϊ ϋγγραφα, αφοϑ ςυχνϊ ο Επύςκοποσ
Καςςανδρεύασ αναφϋρεται χωρύσ την προςθόκη των Βρυών.1426
Η επιςκοπό Καςςανδρεύασ διατηρεύ τα δύκαιϊ τησ ςτη Φερςϐνηςο μϋχρι και τον 13ο αιώνα,
ακϐμα και ϐταν δεν αναφϋρεται πουθενϊ η πϐλη που φιλοξενοϑςε την ϋδρα του
επιςκϐπου.1427Δυςτυχώσ, οι επιςκοπικϋσ ϋδρεσ δεν μασ δύνουν ςαφό εικϐνα για τη μορφό των
οικιςμών, ενώ κϊποιεσ φορϋσ οι ενδεύξεισ μπορεύ να εύναι παραπλανητικϋσ, ωσ προσ τα
ςυμπερϊςματα για τη δομό και τη λειτουργύα τουσ.
469
Όςον αφορϊ ςτο ζότημα τησ μετακύνηςησ τησ επιςκοπικόσ ϋδρασ, πρϋπει πρωτύςτωσ να δοϑμε
αν επρϐκειτο για κυριολεκτικό μετακύνηςη, γεγονϐσ που ςυναρτϊται απϐ το πώσ ορύζουμε την
«ϋδρα». Αν αγνοόςουμε την θεςμικό προοπτικό, που παρουςιϊζει τουσ επιςκϐπουσ να λειτουργοϑν
εντϐσ ενϐσ ςτατικοϑ, αποκλειςτικοϑ επιςκοπικοϑ ςυςτόματοσ, θα διαπιςτώςουμε ϐτι η
δραςτηριοπούηςη τουσ ςε διαφορετικϊ πεδύα, ωσ αποτϋλεςμα τησ γεωγραφικόσ εξϊπλωςησ των
δικτϑων των ελύτ ύςωσ εξηγεύ, εν μϋρει, την μεγϊλη ϋκταςη των επιςκοπών.1428Ψσ εκ τοϑτου, η πιθανό
ςημαςύα μιασ «επιςκοπικόσ πϐλησ» δεν πρϋπει να εξαντλοϑνταν ςτην ϑπαρξη ϋδρασ, την οπούα
όλεγχε ϋνασ επύςκοποσ. Η επιςκοπικό ιςχϑσ εξαρτιϐταν απϐ ϋνα δύκτυο τϐπων μεταξϑ των οπούων η
Καςςϊνδρεια, εν προκειμϋνω, εύχε επιβληθεύ ωσ κυρύαρχο κϋντρο, ϋνα «πολυδϑναμο» μϋροσ ςτο
οπούο αριςτοκρϊτεσ, αυτοκρϊτορεσ και θρηςκευτικϋσ ελύτ λϊμβαναν κϊποιο μερύδιο εξουςύασ μϋςω
κτόςεων ό αξιωμϊτων και του προςϋδιδαν διαφορετικϋσ ςημαςύεσ που ενύςχυαν η μια την ϊλλη.
Ϊνα τελευταύο αλλϊ μεύζον ζότημα εύναι ο προςδιοριςμϐσ ορύων και ςχϋςεων μεταξϑ του
κεντρικοϑ οικιςμοϑ και των εγκαταςτϊςεων τησ υπαύθρου αλλϊ και των μικρϐτερων οικιςτικών
βαθμύδων μεταξϑ τουσ. Η διϊκριςη ανϊμεςα ςε ϋνα κϋντρο εξουςύασ και την ϑπαιθρϐ του εύναι πϊντα
θολό και πρϋπει να ϋχουμε πϊντα υπϐψη ϐτι η διϊκριςη αυτό ςτηρύζεται ςε υςτερομεςαιωνικϊ
μοντϋλα.
Μια παρϊμετρο του παραπϊνω προβλόματοσ ςυνιςτϊ το γεγονϐσ ϐτι ςε περιϐδουσ ϋντονου ό
γρόγορου οικιςτικοϑ μεταςχηματιςμοϑ, τα φαινϐμενα υπερβαύνουν κατϊ πολϑ τη δυνατϐτητϊ μασ
να αναγνωρύςουμε ςυγκεκριμϋνα οικιςτικϊ μοτύβα ό και να προςδιορύςουμε τη ςυνειςφορϊ τουσ ςε
ϋνα οικιςτικϐ δύκτυο, χωρύσ να υποβαθμύςουμε την μια ό την ϊλλη πτυχό, αφοϑ οι λϐγοι των
μεταβολών εύναι ςϑνθετοι και πολυεπύπεδοι.
Ϋδη απϐ την πρωτοβυζαντινό περύοδο ο αςτικϐσ πολιτιςμϐσ διαφοροποιεύται απϐ αυτϐν τησ
περιβϊλλουςασ υπαύθρου κι αυτϐ εύναι εν μϋρει αποτϋλεςμα των δικτϑων ςτα οπούα το κϋντρο
ανόκει. Σο αςτικϐ κϋντρο ϋχει ςχϋςη με τουσ περιβϊλλοντεσ οικιςμοϑσ με ϐρουσ διούκηςησ και
ελϋγχου, οικονομύασ και εξειδικευμϋνησ παραγωγόσ ό με ϐρουσ που ςυνδυϊζουν τα παραπϊνω. Ο
«καταμεριςμϐσ τησ εργαςύασ», ωσ κριτόριο για μια ελϊχιςτη φυςικό διϊκριςη ανϊμεςα ςτο «αςτικϐ»
και το «αγροτικϐ», δεν αποτελεύ ϋνα ςταθερϐ και ςυνεπϋσ εργαλεύο διαχωριςμοϑ τησ πϐλεωσ απϐ την
ϑπαιθρϐ τησ και, κατϊ ςυνϋπεια, οριςμοϑ οποιουδόποτε διακριτοϑ και αυτϐνομου αςτικοϑ
παρϊγοντα. Ο λϐγοσ εύναι ϐτι οι περιςςϐτεροι βυζαντινού οικιςμού εύχαν μικτϋσ οικονομύεσ και
λειτουργοϑςαν εντϐσ μιασ πολϑπλοκησ χωρικόσ-λειτουργικόσ ιεραρχύασ και εξαρτιϐνταν απϐ
ςυντελεςτϋσ ϐπωσ η εκκληςύα, το κρϊτοσ ό ο ςτρατϐσ.1429
Όςον αφορϊ το οικιςτικϐ ανϊπτυγμα τησ χερςονόςου, τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα δεύχνουν ϐτι
όταν ςυνϊρτηςη των παραγωγικών δομών και αναδιαμορφωνϐταν με βϊςη την ιςτορικό ςυγκυρύα
1428 Theuws, Fr., “Maastricht as a centre of power in the Early Middle Ages”, F. Theuws, M. B. de Jong, C. Van Rhijn,Topographies of Power in the
Early Middle Ages, Brill (2001), 155-216, 181
1429Veikou 2013, 126
470
επιδεικνϑοντασ μια ευϋλικτη οργϊνωςη τησ κατούκηςησ, που ςυνδϑαζε ιδιϐτητεσ και χαρακτηριςτικϊ
διαφορετικών τϑπων κατούκηςησ.
Προώϐντοσ του χρϐνου η χερςϐνηςοσ τησ Καςςϊνδρειασ, ϐπου η βυζαντινό κυριαρχύα όταν πιο
ςταθερό, βύωςε τισ ςυνϋπειεσ τησ αϑξηςησ των αυτοκρατορικών δωρεών ςτα μϋλη τησ
αριςτοκρατύασ και κυρύωσ ςτα αθωνικϊ μοναςτόρια προςδύδοντϊσ τουσ τον ρϐλο τοποτηρητό ςε μια
περιοχό ςυνοριακό με την Εγνατύα Οδϐ, το Αιγαύο και τη Θεςςαλονύκη. Επύ πλϋον, η οικονομικό
διεύςδυςη των μονών ςτην πϐλη και ςτην ϑπαιθρο ςυντελοϑςε ςτην ϊμβλυνςη των κοινωνικών
αντιθϋςεων και ςτη διατόρηςη τησ ευκταύασ ιςορροπύασ, χωρύσ να χρειϊζεται ειδικό παροχό
προνομύων.1430
υνοψύζοντασ, ςε περιϐδουσ κοινωνικών αλλαγών ςημειώνονται μεταβολϋσ και
μεταςχηματιςμού των τϑπων κατούκηςησ και ϋτςι, δεν εύναι δυνατό μια αντιςτοιχύα μεταξϑ
ςυγκεκριμϋνων τϑπων οικιςμών και των λειτουργιών ό των πολιτικών και οικονομικοκοινωνικών
δρϊςεων που πιθανώσ θα φιλοξενοϑςαν.1431υνεπώσ, ο ϐροσ «κϊςτρο» με τον οπούο αναφϋρονται οι
πηγϋσ ςτον οικιςμϐ τησ Καςςϊνδρειασ δεν περιγρϊφει μορφολογικϊ μια ςυγκεκριμϋνη μορφό
κατούκηςησ οϑτε καθορύζει με ακρύβεια τισ λειτουργύεσ τησ. Σο ύδιο πρϋπει να ύςχυε και για την
εκκληςιαςτικό ορολογύα.
Η βυζαντινό Καςςϊνδρεια πιθανώσ επρϐκειτο για ϋνα οικιςτικϐ μϐρφωμα που εύχε τον ϋλεγχο
του αγροτικοϑ χώρου παραγωγόσ και, ταυτϐχρονα, παρουςύαζε υποτυπώδεισ αςτικϋσ δομϋσ. Ϊνα
τμόμα, τουλϊχιςτον, του οικιςμοϑ όταν τειχιςμϋνο. Δεν γνωρύζουμε αν η οχϑρωςη ταυτύζεται με τα
κατϊλοιπα του διατειχύςματοσ ςτον ιςθμϐ τησ χερςονόςου, που εύναι η μοναδικό μϋχρι ςτιγμόσ θϋςη
που παρουςιϊζει μικρϋσ ςυγκεντρώςεισ αρχαιολογικών δεδομϋνων, κυρύωσ νομιςμϊτων και
κεραμικόσ. Αυτϐ μπορεύ να ςημαύνει ϐτι η Καςςϊνδρεια λειτουργοϑςε μεν ωσ διοικητικό ϋδρα αλλϊ
ϐχι ωσ θρηςκευτικό. τα φραγκικϊ βαςύλεια υπϊρχουν περιοχϋσ που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ αλλϊ
δεν υπϊρχουν κτύρια ό ϊλλεσ αρχαιϐτητεσ πϋρα απϐ κινητϊ ευρόματα και νομύςματα. Αυτϊ
ερμηνεϑονται ωσ αγορϋσ ό διοικητικϋσ θϋςεισ. Σα νομύςματα εκτϐσ απϐ μια τοπικό περιοδικό αγορϊ
μπορεύ να ςημαύνουν και τϋλη.1432Σο Κϊςτρο τησ Καςςϊνδρειασ βριςκϐταν πϊνω ςε μεγϊλεσ αρτηρύεσ
και η επιςκοπό, ϐπωσ αργϐτερα το κατεπανύκιο ϋφερε το ϐνομα του οικιςμοϑ. Μπορεύ το κϊςτρο να
περιλϊμβανε κατοικύεσ αξιωματοϑχων.
Ϊχει υποςτηριχθεύ ϐτι τα κϊςτρα τησ βυζαντινόσ περιϐδου δημιουργοϑνταν, ςυντηροϑνταν και
ελϋγχονταν απϐ τισ τοπικϋσ κοινϐτητεσ χωρύσ τη ςυμμετοχό τησ κεντρικόσ εξουςύασ.1433 Ϊχουμε
λϐγουσ να πιςτεϑουμε ϐτι η ςυντόρηςό τουσ ςτηρύζονταν ςτουσ φϐρουσ των τοπικών κοινοτότων,
ωςτϐςο, ελϋγχονταν και ςτελεχώνονταν απϐ την Πρωτεϑουςα, γεγονϐσ που αντανακλϊται ςτην
471
αυξανϐμενη τϊςη τησ Εκκληςύασ και των Ευγενών να επεμβαύνουν ςε ζητόματα που τουσ
ενδιϋφεραν.
Όλα τα παραπϊνω ςυγκλύνουν ςτο ϐτι οι μεταβολϋσ εύναι αποτϋλεςμα ςϑνθετων διαδικαςιών,
που προκϑπτουν δυνϊμει των ςυναρτόςεων που επιβϊλλει η μικροκλύμακα, φυςικό και
ανθρωπογενόσ κϊθε τϐπου.
Εύναι ευνϐητο, ϐτι τα ςτοιχεύα που διαθϋτουμε ακϐμα δεν επαρκοϑν για να ςυναρμϐςουν μια
ςυμπαγό εικϐνα τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ τησ χερςονόςου ό των μοτύβων και τησ διαχρονικόσ
εξϋλιξησ των εγκαταςτϊςεων. ε αυτϐ το πρώιμο ςτϊδιο μελϋτησ, διαπιςτώνουμε ϐτι ςτην
Καςςϊνδρεια ςχηματοποιοϑνται και ςυμπυκνώνονται ιδιοπρϐςωπα δεύγματα κατούκηςησ με
εξαιρετικϊ μακραύωνο παρελθϐν. Σα ςυνδυαςτικϊ ςτοιχεύα των πηγών και τα υλικϊ κατϊλοιπα δεν
παρουςιϊζουν μια εικϐνα ομοιογενοϑσ μακροημϋρευςησ για τουσ περιςςϐτερουσ οικιςμοϑσ τησ
χερςονόςου αλλϊ υποδεικνϑουν ϋναν διαφοροποιημϋνο βαθμϐ ευημερύασ και μια διαφορετικό μούρα
για κϊθε μύα απϐ τισ οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ, επιβεβαιώνοντασ μια αλληλεπύδραςη ανϊμεςα ςτον
φυςικϐ και τον ιςτορικϐ χώρο και τον ανθρώπινο παρϊγοντα. Πρϐκειται για διαφορετικϋσ ιςτορύεσ
με ϋναν κοινϐ παρονομαςτό: το τϋλοσ των οικιςμών τησ ϑςτερησ ρωμαώκόσ περιϐδου ςηματοδοτεύ το
τϋλοσ τησ αςτικοπούηςησ ςτη χερςϐνηςο.
ΙΕΡΙΟ
11.3. Κριτόρια επιλογόσ τησ θϋςησ κατούκηςησ και προώποθϋςεισ αςτικοπούηςησ
H Ωκανθοσ ιδρϑθηκε ςε κϐλπο τησ ανατολικόσ Φαλκιδικόσ ςτα μϋςα του 7ου αιώνα π.Φ. απϐ
Ωνδριουσ απούκουσ και απλωνϐταν ςτα υψύπεδα και τισ πλαγιϋσ των λϐφων που βρύςκονται ςτα
νοτιοανατολικϊ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ τησ Ιεριςςοϑ. Οι λϐφοι (Κϊςτρο, Λαδιϊβα, Ωη-Γιώργησ και
Αλώνια) δεν ξεπερνοϑν την κλύςη του 30¿ με προςανατολιςμϐ Ν-ΝΑ, που προςτατεϑει τον οικιςμϐ
απϐ του ανϋμουσ και παρϋχει ςτισ κατοικύεσ τη δυνατϐτητα εκμετϊλλευςησ του φωτϐσ και τησ
θερμϐτητασ. Η ανοικοδϐμηςη ενϐσ οικιςμοϑ ςε λϐφο θεωρεύται ευκολϐτερη ςυγκριτικϊ με τισ
τοϑμπεσ, ενώ η γεωμορφολογύα επιτρϋπει τη διαμϐρφωςη οχυρωμϋνησ ακρϐπολησ και προςφϋρει τη
δυνατϐτητα ανϊπτυξησ ϐλων εκεύνων των τοποςόμων που ςυνιςτοϑςαν μια «πϐλη» ςτη ςυνεύδηςη
των κατούκων τησ αρχαιϐτητασ (ακρϐπολη, αγορϊ, περιοχό οικιών, λιμϊνι, οχϑρωςη).
Ο οικιςμϐσ τησ αρχαύασ Ακϊνθου εύχε τριγωνικϐ ςχόμα με τισ δϑο μακριϋσ πλευρϋσ να
περιτρϋχουν την πϐλη απϐ τη βϊςη του τεύχουσ μϋχρι την ακρϐπολη και με την ςτενό τρύτη πλευρϊ
να ορύζεται απϐ τη θϊλαςςα. Η διαμϐρφωςη αυτό ενύςχυε την ϊμυνα του οικιςμοϑ και, ταυτϐχρονα,
επϋτρεπε την επϋκταςη του ζωτικοϑ χώρου του εκατϋρωθϋν των δϑο μεγϊλων πλευρών. 1434Η ϋκταςό
του αρχαύου οικιςμοϑ υπολογύζεται ςε περύπου 560 ςτρϋμματα. Σο εκτεταμϋνο νεκροταφεύο του
472
απλώνεται ςτην παρϊλια ζώνη τησ Ιεριςςοϑ και χρηςιμοποιεύται απϐ τα αρχαώκϊ ϋωσ και τα νεϐτερα
χρϐνια.
Μϋροσ τησ πρωτοβυζαντινόσ πϐλησ τησ Ακϊνθου αναπτϑχθηκε ςτην πεδινό περιοχό κατϊ μόκοσ
του λιμανιοϑ. Λϐγω τησ καταςτροφόσ των οικιςτικών φϊςεων του λϐφου απϐ τον ςειςμϐ του 1932
δεν μποροϑμε να αποδεύξουμε ϐτι τμόμα τησ πϐλησ όταν οργανωμϋνο και εκεύ, αν και εύναι ςχεδϐν
βϋβαιο. Η βυζαντινό πϐλη, ςϑμφωνα με τισ πηγϋσ απλώνονταν απϐ τον λϐφο ςτα νοτιοδυτικϊ του
ςϑγχρονου οικιςμοϑ μϋχρι και τη ςημερινό οδϐ Αγύου Παϑλου, ϐπου ϋχει εντοπιςτεύ το νεκροταφεύο
των ρωμαώκών χρϐνων. Ουςιαςτικϊ, ακολουθεύ την χωροταξικό επιλογό τησ ελληνιςτικόσ και
ρωμαώκόσ εποχόσ ελαφρώσ ςυρρικνωμϋνη, αφοϑ δεν εκμεταλλεϑεται τον λϐφο Αλώνια και τον
νοτιϐτερο αυτοϑ. Οι λϐφοι εκεύνοι φιλοξενοϑςαν τα εκτϐσ των τειχών ιερϊ τησ αρχαιϐτητασ, ενώ η
μεςαιωνικό πϐλη με μικρϐτερη ϋκταςη και διαφορετικϋσ ανϊγκεσ -πρακτικϋσ και ιδεολογικϋσ- τουσ
εγκατϋλειψε. Αντιθϋτωσ, εκμεταλλεϑτηκε τον πεδινϐ χώρο ςτην περιοχό του λιμανιοϑ, ϐπου
αναπτϑχθηκαν οι παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ ϐπωσ και τον εγγϑσ λϐφο που παρεύχε, αφενϐσ,
προςταςύα ςε περύπτωςη κινδϑνου και, αφετϋρου, όταν φορτιςμϋνοσ ςυμβολικϊ ωσ ϋδρα τησ
διούκηςησ θρηςκευτικόσ, πολιτικόσ και ςτρατιωτικόσ.
1435 Ηρϐδοτοσ. Ιςτορύεσ... 6.44.8 :…Ἐκμὲν δὴ Θάςου διαβαλόντεσ πέρην ὑπὸ τὴν ἤπειρον ἐκομίζοντο μέχρι ‘Ακϊνθου͵ ἐκ δὲ ‘Ακϊνθου ὁρμώμενοι
τὸν ‘Ωθων περιέβαλλον.
7.121.1-6 … Ξέρξησ δὲ ἐκ τῆσ ‘Ακϊνθου͵ ἐντειλάμενοσ τοῖςι ςτρατηγοῖςι τοῦ ναυτικοῦ ςτρατοῦ ὑπομένειν ἐν Θέρμῃ͵ ἀπῆκε ἀπ΄ ἑωυτοῦ
πορεύεςθαι τὰσ νέασ͵ Θέρμῃ δὲ τῇ ἐν τῷ Θερμαίῳ κόλπῳ οἰκημένῃ͵ ἀπ΄ ἧσ καὶ ὁ κόλποσ οὗτοσ τὴν ἐπωνυμίην ἔχει· ταύτῃ γὰρ ἐπυνθάνετο
ςυντομώτατον εἶναι. Μέχρι μὲν γὰρ ‘Ακϊνθου ὧδε τεταγμένοσ ὁ ςτρατὸσ ἐκ Δορίςκου τὴν ὁδὸν ἐποιέετο.
473
Ακανθύων ϐτι όταν πολύτεσ ενϐσ ςημαντικϐτατου ϊςτεωσ.1436 Σην εποχό των μακεδονικών πολϋμων
η δελφικό ςτόλη των θεοροδϐχων την αναφϋρει τελευταύα ςτην ενϐτητα που αφορϊ ςτη Μακεδονύα.
Η Ωκανθοσ κατακτόθηκε απϐ τον Υύλιππο, χωρύσ ϐμωσ να καταςτραφεύ, ενώ ο Σύτοσ Λύβιοσ
αφηγεύται ϐτι λεηλατόθηκε απϐ τον ςυμμαχικϐ ςτϐλο των Ρωμαύων και του Αττϊλου το 199 και ϐτι
όταν απϐ τισ ςημαντικϐτερεσ θαλϊςςιεσ εξϐδουσ τησ Μακεδονύασ το 167.1437
Αρχαιολογικϊ δεδομϋνα και ευρόματα μαρτυροϑν ϐτι η Ωκανθοσ αναπτϑχθηκε γρόγορα ςε
ςημαντικό πϐλη-κρϊτοσ και εύχε ϊμεςη επικοινωνύα με μεγϊλα κϋντρα του ελλαδικοϑ και του
ιωνικοϑ-μικραςιατικοϑ χώρου. Για την ανϊπτυξη αυτό υπόρχαν οι απαραύτητεσ προϒποθϋςεισ τησ
φυςικόσ γεωγραφικόσ τησ θϋςησ, που εξαςφϊλιζε την εξϊπλωςη του διαμετακομιςτικοϑ εμπορύου ςε
ϐλο τον βορειοελλαδικϐ θαλϊςςιο χώρο και την ανϊπτυξη ςυναφών επαγγελμϊτων. Παρϊλληλα, η
εκμετϊλλευςη του ορυκτοϑ πλοϑτου και τησ ϊφθονησ ξυλεύασ, οικοδομόςιμησ και ναυπηγόςιμησ, ςε
ςυνδυαςμϐ με τισ πλαγιϋσ και τισ κοιλϊδεσ γϑρω απϐ τισ λοφοςειρϋσ τησ περιοχόσ, που χϊρη ςτο
αςβεςτολιθικϐ υπϋδαφοσ, όταν κυρύωσ ςιτοπαραγωγικϋσ, δημιοϑργηςαν μια εϑρωςτη οικονομύα. 1438
Ο αςτικϐσ χαρακτόρασ τησ Ακϊνθου θεωρεύται αδιαμφιςβότητοσ και εκφρϊζεται τϐςο με
πολιτιςμικοϑσ ϐςο και με οικονομικοϑσ ϐρουσ.
το χωρικϐ επύπεδο, η αρχαύα Ωκανθοσ πληρού τα βαςικϊ διακριτικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ κλα-
ςικόσ και μετακλαςικόσ πϐλεωσ με την ϑπαρξη ενϐσ λειτουργικϊ οργανωμϋνου χώρου, με ορθογω-
νικό ιπποδϊμεια χϊραξη του πολεοδομικοϑ ςχεδύου και του οδικοϑ δικτϑου και με την αναγκαύα
προςαρμογό ςτην τοπογραφύα του εδϊφουσ. Η αρχιτεκτονικό των κτιρύων που αναςκϊφηςαν
ανταποκρύνεται ςε δημϐςιεσ και ιδιωτικϋσ χρόςεισ του αςτικοϑ χώρου, ο οπούοσ περιβϊλλεται απϐ
τεύχοσ. Τπϊρχει επύςησ διακριτό οχυρό Ακρϐπολη με φροϑριο, ϐπου ενςωματώνεται και χώροσ
λατρεύασ, ενώ πρωταρχικό ςημαςύα ϋχει ο δημϐςιοσ χώροσ, με την Αγορϊ που αποτελεύ το κοινωνικϐ
και οικονομικϐ κϋντρο και χωροθετεύται ςε κεντρικϐ ςημεύο. ημαντικό εύναι και η παρουςύα
χρόςεων αναψυχόσ και πολιτιςμοϑ καθώσ και η εξϊςκηςη μιασ πολιτικόσ θρηςκεύασ με ιερϊ, βωμοϑσ
και ιεροϑσ περιβϐλουσ, αφιερωμϋνουσ ςτην προςτϊτιδα θεϐτητα τησ πϐλησ, για την οπούα
πραγματοποιοϑνται ειδικϋσ, περιοδικϋσ τελετϋσ.1439
Η ετερϐτητα εμφανύζεται ςτην περύπτωςη τησ αρχαύασ ακϊνθου και με οικονομικοϑσ ϐρουσ. Η
αυτϊρκεια όταν ο ςτϐχοσ και μια ςωςτϊ δομημϋνη πϐλη θα ϋπρεπε να εύναι ςε θϋςη να επιτυγχϊνει
αυτϐν τον ςκοπϐ, οϑτωσ ώςτε, να αποςοβεύται η ϋλλειψη βαςικών φυςικών πϐρων για τουσ οπούουσ
όταν αποδεκτϐ το εμπϐριο με τουσ ξϋνουσ. Ψςτϐςο, η ιδϋα τησ αυτϊρκειασ του Πλϊτωνα και του
Αριςτοτϋλη θεωροϑςε δεδομϋνη την ενϐτητα πϐλησ και ενδοχώρασ, οικιςμοϑ και υπαύθρου και δεν
1436 Ξενοφών, Ελληνικϊ. 5.2.11.1 … Ἐξ ‘Ακϊνθου δὲ καὶ Ἀπολλωνίασ͵ αἵπερ μέγιςται τῶν περὶ Ὄλυνθον πόλεων͵ πρέςβεισ ἀφίκοντο εἰσ
Λακεδαίμονα. ἀκούςαντεσ δ΄ οἱ ἔφοροι ὧν ἕνεκα ἧκον͵ προςήγαγον αὐτοὺσ πρόσ τε τὴν ἐκκληςίαν καὶ τοὺσ ςυμμάχουσ.
1437 Papazoglou 1988, 433
1438 Σρακοςοποϑλου-αλακύδου 1987Β, 83-95
1439 Δρακοϑλησ Δ., Π., Ιςτορικο-γεωγραφικϋσ αναφορϋσ και χαρτογραφικϋσ ςημϊνςεισ τησ Θεςςαλονύκησ ςτην ϑςτερη αρχαιϐτητα, Βυζαντιακϊ
30 (2012-2013), 11-44, 29
474
τα θεωροϑςε ωσ διακριτϋσ μεταβλητϋσ ςε ανταγωνιςμϐ ό ςϑγκρουςη: ακϐμα και οι αγρϐτεσ που
κατοικοϑςαν εκτϐσ πϐλησ, θεωροϑνταν αναπϐςταςτα ϐτι βρύςκονταν εντϐσ αυτόσ.1440
Η πϐλη ϐχι μϐνο διατηρόθηκε κατϊ τουσ αυτοκρατορικοϑσ χρϐνουσ αλλϊ ωσ ρωμαώκό κοινϐτητα
παρουςύαςε εκ νϋου ανϊπτυξη ςε οικονομικϐ και εμπορικϐ επύπεδο.
Η ρωμαώκό Ωκανθοσ αναφϋρεται ςτισ πηγϋσ τησ περιϐδου ωσ Civitas, που ςε πολιτικο-διοικητικϐ
επύπεδο προςδιορύζει ϋναν αυτϐνομα οργανωμϋνο ςυνεταιριςμϐ πολιτών που διαθϋτει μια ϑπαιθρο
χώρα προσ εκμετϊλλευςη και ϋνα αςτικϐ κϋντρο με αναπτυγμϋνεσ την διοικητικό και εμπορικό
λειτουργύα και ιςχυρό πολιτιςτικό ακτινοβολύα.1441
Η Ωκανθοσ επιβιώνει κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο ςϑμφωνα με τισ γνωςτϋσ φιλολογικϋσ
πηγϋσ αν και τα αρχαιολογικϊ ευρόματα εύναι πενιχρϊ λϐγω τησ ελλειμματικόσ αναςκαφικόσ ϋρευνασ
ςτην περιοχό.
Σον 5ο αιώνα, ο τϋφανοσ Βυζϊντιοσ ςτα Εθνικϊ του αναφϋρει την Ωκανθο ωσ πϐλη τησ Θρϊκησ
κατϊ το πρϐτυπο των αρχαύων ςυγγραφϋων.1442
Η Ωκανθοσ αναφϋρεται τον 6ο αιώνα ωσ πϐλη και ωσ επιςκοπό απϐ τον Ιεροκλό ςτον υνϋκδημο
αλλϊ και ςτα Πρακτικϊ των Οικουμενικών υνϐδων. τα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ γύνεται η πρώτη
αναφορϊ ςτην ϑπαρξη επιςκοπόσ Ιεριςςοϑ και μϊλιςτα παραδύδεται το ϐνομα του επιςκϐπου
Μακαρύου που ςϑμφωνα με την πηγό ϋζηςε τον 4ο αιώνα, οπϐτε θα μποροϑςε να εύναι –αν ϐχι ο
πρώτοσ- ςύγουρα απϐ τουσ πρώτουσ επιςκϐπουσ. Η αναφορϊ ςε επιςκοπό «Ιεριςςοϑ» και ϐχι
Ακϊνθου θα μποροϑςε να θεωρηθεύ απλώσ νεολογιςμϐσ ό να ακυρώςει την εγκυρϐτητα τησ πηγόσ.
Η Ωκανθοσ ωσ civitas των ρωμαώκών και υςτερορωμαώκών χρϐνων εϑλογα θα προςϋλκυε τισ
δραςτηριϐτητεσ των επικεφαλόσ των χριςτιανών κατϊ τον 4ο και 5ο αιώνα. Η εξϊπλωςη του
χριςτιανιςμοϑ ςτην Φαλκιδικό προκϊλεςε αλλαγϋσ ςτην φυςικό εικϐνα των οικιςμών αλλϊ και τησ
υπαύθρου, αντικατοπτρύζοντασ τϐςο την εμφανιζϐμενη δϑναμη τησ νϋασ χριςτιανικόσ ελύτ ϐςο και
μια μεταβολό ςτην ύδια την ταυτϐτητα των οικιςμών.1443Η ανϋγερςη ευμεγϋθουσ βαςιλικόσ ςε αυτό
την πρώιμη φϊςη δεύχνει το μϋγεθοσ του αντύκτυπου τησ νϋασ θρηςκεύασ.
Βαςικϋσ προϒποθϋςεισ για να βρύςκεται ϋνασ οικιςμϐσ κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο ςε
καθεςτώσ πϐλησ (πϐλεωσ ςχόμα) ςϑμφωνα με τον Προκϐπιο, θεωροϑνται, η δομημϋνη επιφϊνεια
(μϋγεθοσ), ο πληθυςμϐσ (πολυανθρωπύα), η οικονομικό δραςτηριϐτητα (πλοϑτοσ και ευδαιμονύα) και
η ομορφιϊ του φυςικοϑ και κτιςμϋνου περιβϊλλοντοσ (κϊλλοσ).1444Η Ωκανθοσ επιβεβαιώνει ιςτορικϊ
1440 Hansen, M. H., “Meaning and Reference of the word Polis”, M. H. Hansen - T. H. Nielsen (ed.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis,
Oxford (2004), 39-46 και Polis. An Introduction to the Ancient Greek City-State, Oxford (2006), 30
1441 Poulter 2001, 99-100
1442 τϋφανοσ Βυζϊντιοσ, Εθνικϊ. 56.19: ’Ακανθοσ͵ πόλισ Θρᾴκησ ἀκάνθαισ πεφραγμένη͵ ὑπὲρ τὸν ‘Ωθω͵ ὅθεν κέκληται͵ ἢ ἀπό τινοσ ‘Ακϊνθου͵ ὡσ
Μναςέασ. (...) τὸ ἐθνικὸν τῆσ ‘Ακϊνθου ‘Ακϊνθιοσ͵ ἐξ οὗ καὶ παροιμία ’Ακϊνθιοσ τέττιξ 2 ἐπὶ τῶν ἀφώνων͵ τοιοῦτοι γὰρ οἱ τῆσ χώρασ τέττιγεσ͵
ὡσ ιμωνίδησ. τὸ θηλυκὸν Ἀκανθιάσ. τῆσ δὲ Ἀκανθῶν [πόλεωσ] Ἀκανθοπολίτησ· λέγεται γὰρ καὶ οὕτωσ ἡ πόλισ·
1443 Harries, J., «Christianity and the city in Late Roman Gaul», J. Rich (ed.), The City in Late Antiquity, London (1992), 77-98, 77
1444 Προκϐπιοσ, Περύ Πολϋμων, ςτο G. Wirth (J. Haury) (ϋκδ.), Procopii Caesariensis opera omnia, τ. 1, De bellis, Leipzig 1962, De bello Persico,
2.8.23.5-8: «… πόλιν ἑλεῖν ἀρχαίαν τε καὶ λόγου ἀξίαν καὶ πρώτην ῾Ρωμαίοισ οὖςαν τῶν κατὰ τὴν ἕω παςῶν πόλεων, πλούτῳ τε καὶ μεγέθει καὶ
475
και αρχαιολογικϊ, αν και ςε περιοριςμϋνη ϋκταςη τη διατόρηςη τησ ιδιϐτητασ τησ πϐλεωσ,
τουλϊχιςτον μϋχρι τα μϋςα του 6ου αιώνα.
Οι αλλαγϋσ –εξωτερικϋσ και εςωτερικϋσ- όταν τερϊςτιεσ για την αυτοκρατορύα τον 7ο αιώνα.
Αυτϐ δεν ςημαύνει ϐτι ςτουσ πρώιμουσ μϋςουσ χρϐνουσ οι βυζαντινϋσ πϐλεισ όταν ςε παρακμό και
κινδϑνευαν με αφανιςμϐ αλλϊ οϑτε και ϐτι διατόρηςαν ανϋπαφη τη δομό τησ αρχαύασ πϐλησ, αφοϑ
ςύγουρα μια μεταβολό τησ αςτικόσ φυςιογνωμύασ εύχε αρχύςει όδη απϐ τουσ ϑςτερουσ ρωμαώκοϑσ
χρϐνουσ.1445
Οι ςειςμού του 6ου και των αρχών του 7ου αιώνα, ςε ςυνδυαςμϐ με την πανώλη που ϋπληξε και
την Θεςςαλονύκη το 570-580 και ξανϊ τον 7ο αιώνα κατϊ διαςτόματα, πιθανώσ ϋπληξαν και την
Ωκανθο, δεδομϋνου ϐτι η τελευταύα όταν μεγϊλο λιμϊνι και, ωσ γνωςτϐν, η πανώλη εξαπλωνϐταν
ταχϑτατα ςε παραθαλϊςςιεσ πϐλεισ με εμπορικό κύνηςη.
Η εξαφϊνιςη τησ Ακϊνθου απϐ τισ πηγϋσ τον 6ο αιώνα και η επανεμφϊνιςό τησ ωσ Εριςςοϑ και,
κατϐπιν, Ιεριςςοϑ ϋχει ςυζητηθεύ ςε προηγοϑμενη ενϐτητα και ϋχει προκαλϋςει προβληματιςμοϑσ ωσ
προσ την ιςτορικό ςυνϋχεια ςτην διαδοχό των φϊςεων του οικιςμοϑ αλλϊ και ωσ προσ τον
χαρακτόρα και τη μορφολογύα του.
Ο ακριβόσ καθοριςμϐσ τησ πϐλησ ςτη βυζαντινό αντύληψη ςυνιςτϊ ϋνα ιδιαύτερα ςϑνθετο και
αςαφϋσ ζότημα, ιδύωσ κατϊ τη μϋςη εποχό. Μετϊ τον 7ο αιώνα, η πϐλισ ϋχαςε την αρχαύα
ςημαςιολογύα τησ ωσ κρϊτοσ και δημϐςιοσ βύοσ και ςυνακϐλουθα μϋροσ τησ θεςμικόσ και
οικονομικόσ τησ αυτονομύασ. Όταν θα επανεμφανιςτεύ ςε ϐψιμη περύοδο η θεώρηςη τησ πϐλεωσ ωσ
ςυλλογικοϑ ςώματοσ και ωσ πολιτικόσ κοινϐτητασ των μελών τησ, η εξϋλιξη αυτό δεν αφορϊ το
ςϑνολο των οικιςμών που διατηροϑν κϊποια προςδιοριςτικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ πϐλεωσ. Ϊνασ
νϋοσ θεςμϐσ τησ υςτερορωμαώκόσ πϐλησ που επιβιώνει ςτη ςυνϋχεια εύναι η επιςκοπό, η οπούα
μπορεύ να θεωρηθεύ ϐτι ςε κϊποιο βαθμϐ υποκαθιςτϊ την ϊλλοτε θεςμικό υπϐςταςη τησ πϐλεωσ, και
ςε κϊθε περύπτωςη ςυνιςτϊ ϋνα απϐ τα βαςικϊ κριτόρια προςδιοριςμοϑ τησ βυζαντινόσ πϐλησ ςτη
ςϑγχρονη ϋρευνα. υνώνυμα, ϐπωσ κϊςτρον, πολύχνιον και φροϑριον ενεπλϊκηςαν απϐ τώρα και ςτο
εξόσ τονύζοντασ την αποκλειςτικϊ αμυντικό πλευρϊ των πϐλεων που περιεςτϊληςαν εντϐσ
οχυρωμϋνων θϋςεων και αποςϑρθηκαν ςτην αςφϊλεια φυςικϊ προςτατευμϋνων περιοχών.
Όταν το 883 ο Κολοβϐσ ϋρχεται να ιδρϑςει τη μονό του Ιωϊννη του Προδρϐμου ςτην Ιεριςςϐ,
υποςτηρύζει την ϑπαρξη ϊφθονων κλαςματικών γαιών ςτην περιοχό. Οριςμϋνοι ερευνητϋσ
υποςτηρύζουν ϐτι πουθενϊ δεν γύνεται λϐγοσ για το κϊςτρο Ιεριςςοϑ, που ςύγουρα αν όταν
πυκνοκατοικημϋνο θα αποτελοϑςε αςφαλϋςτερο καταφϑγιο για τουσ μοναχοϑσ.1446
πολυανθρωπίᾳ καὶ κάλλει καὶ τῇ ἄλλῃ εὐδαιμονίᾳ …». Για την ταϑτιςη κϊλλουσ - φυςικοϑ και κτιςμϋνου αςτικοϑ περιβϊλλοντοσ βλ. H. Saradi,
«The Kallos of the Byzantine City: The Development of a Rhetorical Topos and Historical Reality», Gesta 34.1 (1995) 37-56.
1445 Ostrogorsky, G., “Byzantine cities in the early middle ages”, DOP 13 (1959), 47-66, 47, 65
1446 Πουτοϑρογλου 1993, 4
476
Οι μοναχού ϐμωσ δεν αναζητοϑςαν καταφϑγιο. Ωλλωςτε, απϐ τα αθωνικϊ ϋγγραφα προκϑπτει
ϐτι η μονό του Κολοβοϑ βριςκϐταν μϋςα ςτο κϊςτρο. Αυτϐ που επεδύωκαν όταν η αϑξηςη τησ ϋγγειασ
περιουςύασ τουσ και μϊλιςτα γϑρω απϐ το κϊςτρο, το οπούο εύναι βϋβαιο ϐτι κατοικοϑνταν, αφοϑ
ςτα ϋγγραφα αναφϋρονται οικόματα ιδιωτών που προϒπόρχαν τησ Κολοβοϑ.1447Καταλόγουμε λοιπϐν
ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι ςκοπύμωσ παραλεύπεται ό υποβαθμύζεται η παρουςύα τησ κοινϐτητασ απϐ τουσ
μοναχοϑσ.
Απϐ τον 10ο αιώνα, παρατηρεύται ξαφνικϊ μϋςα απϐ τα δικαιοπρακτικϊ ϋγγραφα των
αθωνικών μονών μια δημογραφικό και, κατ’ επϋκταςη, οικονομικό ανϊκαμψη τησ κοινϐτητασ, που
φαύνεται απϐ την αυξημϋνη ζότηςη καλλιεργόςιμησ γησ απϐ τουσ Ιεριςςιώτεσ. Η ενεργοπούηςη αυτό
τησ φορολογικόσ κοινϐτητασ τησ Ιεριςςοϑ απϐ τη μια μεριϊ και η ςθεναρό επιμονό των μοναχών τησ
Κολοβοϑ να διατηρόςουν τα κεκτημϋνα κλϊςματα που κατεύχαν απϐ την εποχό του Βαςιλεύου Α’
εγκαινιϊζει μια νϋα εποχό αντιπαραθϋςεων.
Η ανϊπτυξη ςυνεχύζεται και το 941. Σην εποχό αυτό, ο επϐπτησ Θεςςαλονύκησ Θωμϊσ πουλϊει
κλαςματικϋσ γαύεσ γειτονικϋσ του Ωθω ςτουσ Ιεριςςιώτεσ. Ϊνα χρϐνο μετϊ χρειϊζεται να
καθοριςτοϑν τα ςϑνορα ανϊμεςα ςτην κοινϐτητα Ιεριςςοϑ, την Κολοβοϑ και τα υπϐλοιπα μικρϐτερα
μοναςτόρια τησ περιοχόσ. ‘Όπωσ γύνεται φανερϐ μϋςα απϐ τρύα ςυνεχϐμενα ϋγγραφα του Πρωτϊτου,
ωσ το 942 οι Ιεριςςιώτεσ δεν κατεύχαν παρϊ κϊποιεσ κλαςματικϋσ γαύεσ ϋξω απϐ το κϊςτρο, απϐ τα
ϐρια του Κολοβοϑ ωσ τα ϐρια των αθωνιτών, ενώ η ύδια η γη τησ κοινϐτητασ ανόκε ςτην μονό
Κολοβοϑ.
Ψσ τα τϋλη του 10ου αιώνα το «κϊςτρον Εριςςοϑ» γνωρύζει αλματώδη ανϊπτυξη και οι
γαιοκτητικϋσ διεκδικόςεισ των κατούκων για χωρϊφια κοντϊ και μϋςα ςτην κοινϐτητα αυξϊνουν και
ωσ το 982, μϋςα απϐ ςυνεχεύσ διεκδικόςεισ, θα πετϑχουν να διευρϑνουν τα δύκαιϊ τουσ. Παρϊλληλα,
αυξϊνονται και οι βλϋψεισ των γειτονικών αθωνικών μονών, ιδιοκτηςύεσ των οπούων αρχύζουν να
εμφανύζονται ςτην περιοχό.
Οι επιδρομϋσ του αμουόλ και οι πϐλεμοι με τη Βουλγαρύα κατϊ τα ϋτη 980-2 δεν κλϐνιςαν την
κοινϐτητα ςε βαθμϐ που να απειληθεύ η υπϐςταςό τησ. Ϊμμεςη πλην ςαφόσ ϋνδειξη τησ ακμόσ εύναι
η (επαν)εμφϊνιςη τησ επιςκοπόσ Ιεριςςοϑ.1448
Οι αναςκαφϋσ ςτο νεκροταφεύο τησ αρχαύασ Ακϊνθου ϋφεραν ςτο φωσ ϋνα τμόμα του
μεςαιωνικοϑ νεκροταφεύου τησ Ιεριςςοϑ. Οι ϋωσ τώρα εκτιμόςεισ με βϊςη το δεδομϋνο τησ ταφικόσ
ςυνϋχειασ ςτον ύδιο χώρο επύ 26 αιώνεσ, οδηγοϑν ςτην επιςόμανςη τησ «αδιϊπτωτησ κατούκηςησ τησ
περιοχόσ». Σο επιχεύρημα τησ «αδιαμφιςβότητησ ερόμωςησ τησ Ιεριςςοϑ το τελευταύο τϋταρτο του 9ου
αιώνα»1449 τύθεται υπϐ αμφιςβότηςη.
477
Η κοινϐτητα του χωριοϑ Ιεριςςοϑ μϋςα ςε ϋναν αιώνα απϐ την εμφϊνιςό τησ ςτα ϋγγραφα,
καταφϋρνει να ανατρϋψει μύα πραγματικϐτητα, με το να διευρϑνει απϐ τη μια την ϋγγεια περιουςύα
τησ εισ βϊροσ του προηγοϑμενου ιδιοκτότη τησ μονόσ Κολοβοϑ και με το να αποκτόςει
καλλιεργόςιμη γη κοντϊ ςτισ πϑλεσ του κϊςτρου. Η ολοϋνα αυξανϐμενη ζότηςη καλλιεργόςιμησ γησ
κι μϊλιςτα κοντϊ ςτην κοινϐτητα μαρτυρεύ ϐχι μϐνο τη δημογραφικό ανϊκαμψη τησ περιοχόσ αλλϊ
και η ςυςτηματικό προςπϊθεια για οικονομικό και, κατϊ ςυνϋπεια, βιοτικό αναβϊθμιςη των μελών
τησ.
Σουσ επϐμενουσ αιώνεσ (11ο-12ο), η κοινϐτητα τησ Ιεριςςοϑ διαγρϊφει μϊλλον φθύνουςα πορεύα.
Οι αθωνικϋσ μονϋσ, που ϋχουν πληθϑνει και ϋχουν ιςχυροποιηθεύ θεςμικϊ, προβαύνουν ςε
αναδιοργϊνωςη τησ περιουςύασ τουσ με την αποςϐβηςη του βουλγαρικοϑ κινδϑνου, ενώ
επεκτεύνονται ςυνεχώσ ςτα εδϊφη τησ κοινϐτητασ τησ Ιεριςςοϑ με αγοραπωληςύεσ, καταπατόςεισ,
διεκδικόςεισ, παραχωρόςεισ απϐ τουσ αυτοκρϊτορεσ αλλϊ και απϐ πιςτοϑσ ό μϋςω εξαναγκαςμών
των φτωχών χωρικών για ξεποϑλημα τησ περιουςύασ τουσ.
Κατϊ τη διϊρκεια του 13ου αιώνα η Ιεριςςϐσ διατηρεύ τισ διοικητικϋσ και θρηςκευτικϋσ
λειτουργύεσ τησ, ενώ η τοπικό ελύτ, που εμφανύζεται με μεγϊλη ςυχνϐτητα ςτα ϋγγραφα, εύναι
ενδεύξεισ ϐτι διατηρεύ αςτικϋσ λειτουργύεσ ανεξϊρτητα απϐ την πληθυςμιακό υποβϊθμιςη και την
πολεοδομικό ςυρρύκνωςη που εξετϊςαμε ςτον βαθμϐ που μασ επιτρϋπουν τα μϋχρι τώρα διαθϋςιμα
ςτοιχεύα.
Η ζωό ςυνεχύζεται εντϐσ και εκτϐσ του κϊςτρου. Κϑρια παραγωγικό δραςτηριϐτητα εύναι η
γεωργύα και, ςε μικρϐτερο βαθμϐ, η κτηνοτροφύα. Αναφϋρονται ςτα ϐρια τησ ενορύασ πολλού μϑλοι,
εργαςτόρια και ληνού και, αντιςτούχωσ, χωρϊφια με ςιτηρϊ, αμπελώνεσ και οπωρώνεσ.
Ο 13οσ αιώνασ χαρακτηρύζεται απϐ τισ προςπϊθειϋσ των αθωνιτών να οριοθετόςουν και να
επικυρώςουν τα δικαιώματϊ τουσ επύ τησ ακύνητησ περιουςύασ τουσ ςτην ανατολικό Φαλκιδικό με
ςυνεχό αιτόματα για απογραφϋσ και επικυρώςεισ απϐ αυτοκρϊτορεσ και ανώτερουσ αξιωματοϑχουσ.
Οι περιςςϐτερεσ αγιορεύτικεσ ιδιοκτηςύεσ ςυγκεντρώνονται ςτην περιοχό νοτύωσ τησ Ιεριςςοϑ,
μϋχρι τον Προαϑλακα, καθώσ τα εδϊφη εκεύ εύναι επιδεκτικϊ καλλιεργειών. Αναφϋρονται χωρϊφια,
οπωρώνεσ, αμπελώνεσ, αποθόκεσ, υδρομυλικϊ εργαςτόρια, κ.α. Επύςησ, τοπωνϑμια που
αναφϋρονταν απλώσ ωσ τοποθεςύεσ, εμφανύζονται τώρα ωσ χωριϊ (π.χ. η Κομότιςςα). Η δεϑτερη
περιοχό αθωνικών ιδιοκτηςιών βρύςκεται ςτα ΒΔ τησ Ιεριςςοϑ ςτη ζώνη Δεβελύκεια-Γομϊτου-
Κϊμενα. Οι μονϋσ που ϋχουν την μεγαλϑτερη ακύνητη περιουςύα και διατηροϑν μετϐχια, πϑργουσ,
μϑλουσ κ.α. εύναι η Ιβόρων, η Λαϑρα, η Φιλανδαρύου, η Ξενοφώντοσ, η Ζωγρϊφου, η Εςφιγμϋνου, η
Βατοπεδύου. Οι περιςςϐτερεσ απϐ τισ μονϋσ αυτϋσ διαθϋτουν όδη παρούκουσ ςτην περιοχό.
Η κατϊςταςη ξεκαθαρύζει ςε ςχϋςη με τουσ περιοριςμοϑσ των αθωνιτών κατϊ τον 14ο αιώνα.
Αλλεπϊλληλεσ επικυρωτικϋσ απογραφϋσ και αυτοκρατορικϋσ πρϊξεισ το επιβεβαιώνουν. Οι μονϋσ
διαθϋτουν μεγϊλο αριθμϐ παρούκων ςτην Ιεριςςϐ που αναφϋρεται πλϋον μϐνο ωσ «χωρύον». Ψσ προσ
478
την κοινωνικό ιεραρχύα, την εκπροςώπηςη, τισ διοικητικϋσ και θρηςκευτικϋσ λειτουργύεσ τησ
κοινϐτητασ ιςχϑουν ϐςα ύςχυαν και τουσ προηγοϑμενουσ αιώνεσ.
τισ αρχϋσ του 14ου αιώνα ςημαντικό μεύωςη του πληθυςμοϑ και κϊπωσ μικρϐτερη του αριθμοϑ
των νοικοκυριών και αποδύδεται ςτη δρϊςη τησ Καταλανικόσ Εταιρεύασ, που όταν καταςτροφικό για
την ϑπαιθρο μεταξϑ Θεςςαλονύκησ και Ωθω.
Οι επϐμενεσ δεκαετύεσ ςημαδεϑονται απϐ τον εμφϑλιο πϐλεμο των Ανδρϐνικων και την ςερβικό
κατϊκτηςη ςτην περιοχό. Σα ςτοιχεύα που διαθϋτουμε για την εικοςαετύα 1320-1341 εύναι λύγα αλλϊ
δεύχνουν περαιτϋρω δημογραφικό μεύωςη, τουλϊχιςτον για τισ κτόςεισ τησ Ιβόρων. Οι μαζικϋσ
μετακινόςεισ αγροτών που εγκατϋλειπαν τα χωριϊ τουσ προκειμϋνου να αναζητόςουν αλλοϑ
αςφαλϋσ καταφϑγιο, αποτελοϑςαν αποςταθεροποιητικϐ παρϊγοντα και ςυνϋβαλαν ςτην εξαφϊνιςη
πολλών αγροτικών νοικοκυριών.1450
479
που χρονολογοϑνται απϐ τον 3ο και φτϊνουν μϋχρι τον 5ο αιώνα και αντικεύμενα καθημερινόσ
χρόςησ τησ ύδιασ εποχόσ, υποδεικνϑουν μια ευμϊρεια και εμπορικϋσ ςυναλλαγϋσ. Ϊνασ μεγϊλοσ
αριθμϐσ νομιςμϊτων που βρϋθηκαν ςε οικϐπεδο πληςιϋςτερα προσ το λιμϊνι, το οπούο αποδεύχτηκε
ϐτι φιλοξενοϑςε εργαςτόρια κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ, επιβεβαιώνει ϐτι υπόρχε νομιςματικό
κύνηςη την αμϋςωσ προηγοϑμενη περύοδο.
Σα βυζαντινϊ κτύςματα εκτϐσ του κϊςτρου εντοπύζονται ςτισ παρυφϋσ του λϐφου και προσ το
λιμϊνι και ακολουθοϑν τον ϊξονα Α-Δ, πρϊγμα που ςημαύνει ϐτι μετϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο
ςημειώνεται αλλαγό ςτον προςανατολιςμϐ. Ο οικιςμϐσ, επύςησ, δεύχνει να ςυρρικνώνεται, γιατύ οι
δραςτηριϐτητεσ φαύνεται να περιορύζονται κυρύωσ ςτισ δυτικϋσ υπώρειεσ του κϊςτρου.
Σα αναςκαφικϊ δεδομϋνα ϋχουν αποκαλϑψει φϊςεισ του 7ου και 8ου αιώνα ςε μια μϐνο
περύπτωςη μϋχρι ςτιγμόσ, ςτισ υπώρειεσ του λϐφου. Πρϐκειται για ϋνα κτιριακϐ ςυγκρϐτημα με
ςυνεχό ζωό απϐ τη ρωμαώκό περύοδο μϋχρι και τον 12ο αιώνα. Επύ πλϋον, ςτο νεκροταφεύο των
μεςοβυζαντινών χρϐνων, που αναπτϑχθηκε ςτον ερειπιώνα τησ πρωτοβυζαντινόσ βαςιλικόσ,
εντοπύςτηκαν ϐςτρακα αγγεύων που χρονολογοϑνται μεταξϑ 6ου και 8ου αιώνα. άςωσ η ζωό κατϊ τουσ
ταραγμϋνουσ αιώνεσ (6ο-8ο) να ςυνεχύςτηκε ςτην αςφϊλεια του κϊςτρου και ςτουσ πρϐποδεσ αυτοϑ,
αφόνοντασ ϋνα μϋροσ μεγϊλο τησ πρωτοβυζαντινόσ πϐλησ αχρηςιμοπούητο να παρακμϊζει.
Σα αναςκαφικϊ ευρόματα ϋρχονται, αν και ςποραδικϊ, να επιβεβαιώςουν και να ενιςχϑςουν την
εικϐνα τησ δημογραφικϊ και θεςμικϊ εϑρωςτησ κοινϐτητασ του 9ου και 10ου αιώνα, με ποικύλεσ
παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ και αυξανϐμενεσ γαιοκτητικϋσ διεκδικόςεισ.
Παρϊ την ϋνδεια των αναςκαφικών αποτελεςμϊτων, ϋχουμε την τϑχη να διαβϊζουμε αναφορϋσ
για την περιοχό του κϊςτρου ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα. Σο κϊςτρο όταν ϋδρα διοικητικό,
θρηςκευτικό και ςτρατιωτικό κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ,1452 ςυνεπώσ, μποροϑμε να υποθϋςουμε την
ϑπαρξη των απαραύτητων υποδομών ακϐμα και ωσ ςυνϋχεια των μνημειακών υποδομών τησ
αρχαιϐτητασ. Οι πληροφορύεσ αυτϋσ εύναι αποςπαςματικϋσ ενώ ςπϊνια δύνονται ςτοιχεύα για την
ακριβό θϋςη ό το μϋγεθοσ και τη διϊταξη των οικοδομημϊτων ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ, οπϐτε δεν
μποροϑμε να βγϊλουμε αςφαλό ςυμπερϊςματα για την εςωτερικό οργϊνωςη του κϊςτρου.
τα αρχεύα των αθωνικών μονών υπϊρχουν πληροφορύεσ για οικοςτϊςια με λουτρϊ, αποθόκεσ
και βαγεναρύα, για μϑλουσ, για ςπύτια, εργαςτόρια, ζευγηλατεύα, εξοπλιςμϐ για την παραγωγό ούνου.
Μαθαύνουμε επύςησ, ϐτι εντϐσ του κϊςτρου υπόρχαν δϑο ςημαντικϊ μοναςτικϊ ςυγκροτόματα: το
μετϐχι τησ Κολοβοϑ με τα εξαρτόματϊ του και η μονό του Κυρ Ιωϊννου, αφιερωμϋνη ςτον Ιωϊννη
τον Πρϐδρομο. Ενδιαφϋρον παρουςιϊζει ο μεγϊλοσ αριθμϐσ εκκληςιών εντϐσ και εκτϐσ των τειχών, οι
οπούεσ αρκετϊ ςυχνϊ αναφϋρεται ϐτι εύναι διακοςμημϋνεσ με τοιχογραφύεσ και ψηφιδωτϊ ό ϋχουν
ωραύουσ τροϑλουσ. Η επιςκοπό Ιεριςςοϑ φαύνεται να εύναι ιςχυρό και δραςτόρια, αφοϑ διαθϋτει και
διαχειρύζεται πολυϊριθμουσ κληρικοϑσ.
480
Σον 11ο αιώνα αρχύζουν οι αθωνικϋσ μονϋσ να αποκτοϑν ϐλο και περιςςϐτερα ακύνητα εντϐσ των
τειχών απϐ αγοραπωληςύεσ με επιφανεύσ και απλοϑσ κατούκουσ και κατϊ τουσ επϐμενουσ αιώνεσ
αποκτοϑν τον πλόρη ϋλεγχο του κϊςτρου και των παραγωγικών δραςτηριοτότων του χωριοϑ.
Οι ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ των τελευταύων ετών ϋχουν αποδώςει οριςμϋνα οικιςτικϊ ςϑνολα ςτισ
υπώρειεσ του οχυρωμϋνου λϐφου και κοντϊ ςτο λιμϊνι, ϐπου ςυγκεντρώνονται τα οικόματα μιασ
μεςαύασ τϊξησ τεχνιτών, μεταξϑ των οπούων αρκετού αςχολοϑνταν με τϋχνεσ πολυτελεύασ π.χ.
αργυροχρυςοχοώα, κεραμικό πολυτελεύασ και υαλουργύα (αγγεύα, κοςμόματα κλπ). Ενδϋχεται τα
εργαςτόρια να βρύςκονταν ςτο ύδιο ούκημα με την κατοικύα τουσ, ϐπωσ αποκαλϑπτουν τα εργαλεύα
και ο οικιακϐσ εξοπλιςμϐσ που εντοπύζεται ςτα ύδια ςτρώματα και αναμειγμϋνοσ με τα προηγοϑμενα.
Εκτϐσ απϐ την λύγο πολϑ αναμενϐμενη παρουςύα τησ μεςαύασ τϊξησ ςτισ υπώρειεσ του λϐφου, οι
περιοριςμϋνεσ αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ αποκϊλυψαν κτιριακϊ κατϊλοιπα που ςυνδϋονται με μια μεςαύα
ανώτερη τϊξη κοςμικών και εκκληςιαςτικών αξιωματοϑχων και με τισ δραςτηριϐτητϋσ τουσ.
Με βϊςη τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα απϐ τα οικϐπεδα, που βρύςκονται ςτισ υπώρειεσ του
κϊςτρου και ςε γειτνύαςη με το λιμϊνι, τμόμα του τομϋα των παραγωγικών δραςτηριοτότων
εγκαταλεύπεται οριςτικϊ ςτα τϋλη του 12ου αιώνα. Η κοινωνύα ςτρϋφεται ςε πιο ευτελό προώϐντα
τησ καθημερινϐτητασ ενώ η μεταβολό τησ παραγωγικόσ δραςτηριϐτητασ οδηγεύ ςταδιακϊ ςτον
αφανιςμϐ τησ μεςαύασ τϊξησ.
11.3.3. Παρατηρόςεισ
Η ονοματοδοςύα, οι χαρακτηριςμού και τα διακριτικϊ χαρακτηριςτικϊ που αποδύδονται
διαχρονικϊ ςτον οικιςμϐ τησ Ιεριςςοϑ ςυνεξετϊςτηκαν με τα αρχαιολογικϊ τεκμόρια προκειμϋνου να
διατυπωθοϑν οριςμϋνεσ παρατηρόςεισ ςε ςχϋςη με τη φυςιογνωμύα του οικιςμοϑ και τον ρϐλο του
ςτα τοπικϊ και περιφερειακϊ δύκτυα.
Σα δεδομϋνα ϋδωςαν περιςςϐτερα ςτοιχεύα για την αρχαύα Ωκανθο και, κατϐπιν, μετϊ απϐ
αρκετοϑσ ϊνυδρουσ ιςτορικϊ και αρχαιολογικϊ αιώνεσ, για την βυζαντινό Ιεριςςϐ απϐ τον 9ο αιώνα
και εξόσ. Οι παρατηρόςεισ που θα διατυπωθοϑν ακολοϑθωσ ϋχουν περιςςϐτερο χαρακτόρα
προβληματιςμών ό υποθϋςεων εργαςύασ παρϊ ςυμπεραςμϊτων.
Καταρχόν, διαπιςτώθηκε ο αςτικϐσ χαρακτόρασ του αρχαύου και του ρωμαώκοϑ οικιςμοϑ τησ
Ακϊνθου. την ανϊπτυξη των αςτικών λειτουργιών ςυνετϋλεςε η φυςικό θϋςη του οικιςμοϑ και η
δυνατϐτητα εκμετϊλλευςησ διαφορετικών πλουτοπαραγωγικών πηγών, διαμορφώνοντασ τον,
πρωτύςτωσ εμπορικϐ, χαρακτόρα τησ αρχαύασ και τησ ρωμαώκόσ πϐλησ. ε ςχϋςη με την ενδοχώρα
τησ, η Ωκανθοσ όλεγχε ϋνα εκτεταμμϋνο δύκτυο οικιςμών μεγαλϑτερησ ό μικρϐτερησ ςημαςύασ και
δϋςποζε ωσ ςυγκοινωνιακϐσ κϐμβοσ ςε επύπεδο τοπικϐ αλλϊ και περιφερειακϐ.
481
Κατϊ κοινό παραδοχό των ερευνητών τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ, η πρώτη μεταβολό ςτα
οικιςτικϊ ςυςτόματα, που ςηματοδοτεύ το πϋραςμα ςτην βυζαντινό περύοδο εκδηλώνεται,
τουλϊχιςτον εν ςπϋρματι, απϐ τον 3ο ό τον 4ο αιώνα.1453
Για την Ωκανθο, ϐπωσ και για την υπϐλοιπη Φαλκιδικό, η εποχό αυτό δεν ϋχει μελετηθεύ, καθώσ
βρύςκεται ςτο μεταύχμιο ανϊμεςα ςτην αρχαιϐτητα και το βυζϊντιο και, κατϊ ςυνϋπεια, θεωρεύται
γκρύζα ζώνη ςε επύπεδο αρμοδιοτότων των αντύςτοιχων αρχαιολογικών υπηρεςιών. ε ςυνϊφεια με
τα προηγοϑμενα, διαπιςτώθηκε η ϊκριτη ομαδοπούηςη των ϐποιων ευρημϊτων αυτόσ τησ περιϐδου
κϊτω απϐ τον ϐρο «ϑςτερη αρχαιϐτητα» χωρύσ την απαραύτητη ϋνταξη ςε ςυμφραζϐμενα ό κϊποια
ςαφϋςτερη ϋνδειξη που θα βοηθοϑςε ςε μια πιο ακριβό χρονολϐγηςη.
Σα λιγοςτϊ χρονολογημϋνα αρχαιολογικϊ κατϊλοιπα ϐμωσ αν ςυνδυαςτοϑν με τισ πηγϋσ και την
ιςτορικό ςυγκυρύα ςε ϋνα ευρϑτερο πλαύςιο μποροϑν να αρθρώςουν βϊςιμεσ υποθϋςεισ, η
εγκυρϐτητα των οπούων θα κριθεύ απϐ τισ μελλοντικϋσ ϋρευνεσ ςτην περιοχό.
Όπωσ και ςτην περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ, η Ωκανθοσ, μια αντιπροςωπευτικό περύπτωςη
αρχαύου ϊςτεωσ με διοικητικό, δημοςιονομικό υπϐςταςη και κατεξοχόν παγανιςτικϐ χαρακτόρα
εκχριςτιανύςτηκε καθολικϊ και ϊμεςα.
Η απϊντηςη πρϋπει να αναζητηθεύ ςτη μεταβολό τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ όδη κατϊ την
αυτοκρατορικό περύοδο με τη δημιουργύα τησ αποικύασ τησ Ακϊνθου με προνομιακϐ καθεςτώσ απϐ
τον αυτοκρϊτορα. Η οργϊνωςη αυτό εύχε ωσ ςυνϋπεια ο οικιςμϐσ να βρεθεύ ςτο επύκεντρο του
ενδιαφϋροντοσ και κατϊ την πρωτοβυζαντινό περύοδο και μϊλιςτα απϐ μια αρκετϊ πρώιμη φϊςη
ςτα τϋλη του 3ου αιώνα ό ςτισ αρχϋσ του 4ου.
Η διϊδοςη του χριςτιανιςμοϑ ςτην ανατολικό Φαλκιδικό δεν ϋχει μελετηθεύ αφοϑ η βαςιλικό τησ
Ακϊνθου και τησ θϋςησ Ζϋπκου κοντϊ ςτη τρατονύκη, οριςμϋνεσ χριςτιανικϋσ επιτϑμβιεσ επιγραφϋσ
και λιγοςτϋσ αγιογραφικϋσ αφηγόςεισ εύναι οι μϐνεσ ειδόςεισ απϐ την πρώτη φϊςη τησ εξϊπλωςησ
τησ νϋασ θρηςκεύασ. Ειδικϊ τα αγιολογικϊ κεύμενα ςε πολλϋσ περιπτώςεισ δημιουργοϑν περαιτϋρω
προβλόματα γιατύ ςυχνϊ ςυγχϋουν τα ιςτορικϊ γεγονϐτα με ανεκδοτολογικοϑ χαρακτόρα
περιςτατικϊ ό και με θρϑλουσ. Φαρακτηριςτικό εύναι η παρϊδοςη των «παυλοκαταραμϋνων»
ιεριςςιώτων, ςτην οπούα ϋχουμε αναφερθεύ ςε προγενϋςτερο κεφϊλαιο. Ενύοτε ϐμωσ, τα κεύμενα
αυτϊ μπορεύ να παρϊςχουν πληροφορύεσ με ιςτορικό αξύα.
Ο απϐςτολοσ Παϑλοσ, ςϑμφωνα με τισ Πρϊξεισ των Αποςτϐλων, περιϐδευςε ςτην περιοχό κατϊ
τον 1ο αιώνα, αλλϊ ωσ ςταθμϐσ τησ περιοδεύασ του αναφϋρεται η Απολλωνύα και ϐχι η Ιεριςςϐσ.
Αυτϐ, ωςτϐςο, δεν ευςταθεύ αφοϑ η Απολλωνύα δεν υφύςταται πια την ρωμαώκό περύοδο.1454
1453 Poulter, A. G., “ Roman towns and the problem of late Roman urbanism: the case of the Lower Danube”, Hephaistos 5/6, (1983/1984), 109-
130, του ιδύου, “The transition to Late Antiquity on the Danube and Beyond”, Proceedings of the British Academy 141, Oxford (2007), 1-50 ̇
Mikulčić, I., Spätantike und frühbyzantinische Befestigungen in Nordmakedonien: Städte, Vici, Refugien, Kastelle, Münchner Beiträge zur Vor- und
Frühgeschichte 54, München (2002) ̇ Pettegrew, D. K. - Caraher ,W.-Scott Moore, R., “Between City and Country: Settlement on the Fringe in Late
Roman Cyprus”, Paper Presented on November 16, 2006 at the Annual Meeting of the American Schools of Oriental Research, Washington, D. C.
(2006), www.pkap.org/publications/ASOR%202006.htm (20.1.2015), κ.α.
482
Οι πϐλεισ ςυγχϋονται ξανϊ ςε ςχϋςη με τον τϐπο μαρτυρύου των Ιςαϑρου Διακϐνου, Ιννοκϋντιου,
Ερμύονοσ, Πελεγρύνου, Ροϑφου και Ρουφύνου. Ο μυρνϊκησ αναφϋρει, ϐτι μαρτϑρηςαν ςτην Ωκανθο
τον 4ο αιώνα 1455. ε ϊλλεσ πηγϋσ ϐμωσ αναφϋρεται ϐτι το μαρτϑριο ϋλαβε χώρα ςε πρωιμϐτερη
περύοδο (τϋλη 3ου αιώνα) ςτην πϐλη Απολλωνύα1456, χωρύσ ωςτϐςο να διευκρινύζεται η ακριβόσ
γεωγραφικό τησ θϋςη. Θα μποροϑςε επομϋνωσ να εύναι η Απολλωνύα Ιλλυρικό, η ομώνυμη πϐλη τησ
Μυγδονύασ ό η αθωνικό Απολλωνύα, που ςε πολλϊ κεύμενα ςυγχϋεται με την Ωκανθο.1457
τα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ αναφϋρεται ϐτι μετϊ την καταςτροφό τησ Μονόσ Καςταμονύτου
απϐ τον Ιουλιανϐ τον Παραβϊτη, ο «επύςκοποσ Ιεριςςοϑ» Μακϊριοσ επανϋκτιςε τον ναϐ του Αγύου
τεφϊνου, ςτο ϐνομα του οπούου τιμϊται η Μονό. Ο Μακϊριοσ ςϑμφωνα με την παρϊδοςη που
καταγρϊφηκε το 1698, πϋθανε κατϊ τουσ χρϐνουσ τησ βαςιλεύασ του Αρκαδύου (395-408).1458Η
επιςκοπό αναφϋρεται με τον τύτλο «Ιεριςςοϑ και ταγεύρων».1459
Σϋλοσ, ςε χειρϐγραφο του 14ου αιώνα που παραδύδει αναχρονιςτικϐ κατϊλογο των επιςκοπών
τησ Μητρϐπολησ Θεςςαλονύκησ, η επιςκοπό μνημονεϑεται ωσ Ἱεριςςοῦ ἤτοι Ἀπολλωνιϊδοσ καύ Ἁγύου
Ὄρουσ1460.
Κοινϐσ τϐποσ ςτα παραπϊνω κεύμενα εύναι η ϑπαρξη χριςτιανικόσ παρϊδοςησ απϐ μια πρώιμη
περύοδο και η ενεργοπούηςησ επιςκοπόσ με ϋδρα την Ωκανθο.
Σα χριςτιανικϊ ευρόματα μϋχρι και τον 3ο αιώνα περιορύζονταν ςε μερικϋσ ταφϋσ που
αναςκϊφηκαν ςτο αρχαύο νεκροταφεύο τησ πϐλησ, που όταν ςε χρόςη μϋχρι και τον 4ο αιώνα. Η
κατϊςταςη αλλϊζει ϐταν εμφανύζονται οι πρώτεσ βαςιλικϋσ κατϊ τον 4 ο αιώνα ςτην πϐλη τησ
Ακϊνθου αλλϊ και ςτην ϑπαιθρο πϊντα εκτϐσ των τειχών.
Σην ύδια εποχό, ϐπωσ ςυνϊγεται απϐ τα αναςκαφικϊ δεδομϋνα, οι παγανιςτϋσ εξακολουθοϑςαν
να τελοϑν τισ πρακτικϋσ τουσ τϐςο ςτην πϐλη ϐςο και ςτην ϑπαιθρο, ϐπου εξακολουθοϑν να
διατηροϑνται ιερϊ ενώ τα νεκροταφεύα εύναι ακϐμα κοινϊ για τουσ παγανιςτϋσ και τουσ χριςτιανοϑσ
μϋχρι και τα τϋλη του 4ου ό τισ αρχϋσ του 5ου αιώνα (νεκροταφεύο Ακϊνθου, Γοματύου, τρατονύκησ).
Δεν εύναι τυχαύο το γεγονϐσ ϐτι οι βαςιλικϋσ που χρονολογοϑνται ςτον 4 ο αιώνα, εύναι κτιςμϋνεσ
την εποχό του Θεοδοςύου Α’ (347-395), ενώ δεν αποκλεύεται αρκετϋσ ακϐμα που δεν ϋχουν
αναςκαφεύ ςυςτηματικϊ και χρονολογοϑνται κατϊ προςϋγγιςη ςτα τϋλη του 4ου με αρχϋσ του 5ου
αιώνα να ανόκουν επύςησ ςε αυτό τη φϊςη, ιδιαύτερα ϐςεσ βρύςκονται ςτην ϑπαιθρο και δεν ϋχουν
ςυνδεθεύ με κϊποια οικιςτικό εγκατϊςταςη.
483
Σα παραπϊνω δημιουργοϑν βϊςιμεσ υποθϋςεισ ϐτι η μαζικό ανϋγερςη βαςιλικών οφεύλεται ςε
αυτοκρατορικό πολιτικό πρωτοβουλύα, καθώσ για την αγορϊ τησ γησ προκειμϋνου να ανεγερθεύ ϋνασ
ναϐσ αλλϊ και για την καταςκευό και διακϐςμηςό του απαιτοϑνταν μεγϊλα χρηματικϊ ποςϊ τα
οπούα δεν μπορεύ να όταν διαθϋςιμα ςτισ περιοριςμϋνεσ ακϐμα χριςτιανικϋσ κοινϐτητεσ μιασ πϐλησ
μεςαύου μεγϋθουσ, ϐπωσ η Ωκανθοσ.
Η ανϋγερςη τησ βαςιλικόσ τησ Ακϊνθου ςηματοδοτεύ δϑο ςημαντικϋσ μεταβολϋσ ςτον
πολεοδομικϐ ιςτϐ τησ πϐλεωσ. Καταρχόν, εύναι το πρώτο κτύριο με προςανατολιςμϐ Α-Δ (ςε
αντιδιαςτολό με τα αρχαύα οικοδομόματα που χτύζονταν ςτον ϊξονα Β-Ν) που θα απαντϊται ςτο
εξόσ ςτα νϋα κτύρια αλλϊ και ςε ϐςα μεταςκευϊζονται και επαναχρηςιμοποιοϑνται και, κατϊ
δεϑτερον, ςυμπύπτει με την αναςτολό ςτη χρόςη του αρχαύου νεκροταφεύου. το εξόσ οι χριςτιανικϋσ
ταφϋσ διαφοροποιοϑνται και γύνονται ςε ξεχωριςτϐ καθαγιαςμϋνο χώρο.
Όςον αφορϊ τισ βαςιλικϋσ τησ υπαύθρου δεύχνουν μια ςταδιακό υιοθϋτηςη τησ νϋασ θρηςκεύασ η
οπούα, ωςτϐςο, δεν εμφανύζεται ακϐμα ςτο εςωτερικϐ των χωριών. Σο ςϑμπλεγμα των τριών
βαςιλικών τησ Βαρβϊρασ, που περιλαμβϊνει βαπτιςτόριο, εργαςτηριακϋσ εγκαταςτϊςεισ και
βοηθητικϊ προςκτύςματα, χρονολογεύται ςτον 5ο αιώνα και μπορεύ να θεωρηθεύ ωσ μοναςτηριακό
εγκατϊςταςη.
Η διϊδοςη τησ εκκληςιαςτικόσ αρχιτεκτονικόσ κατϊ την εποχό αυτό, εύτε υποκινεύται απϐ τον
αυτοκρϊτορα εύτε ϐχι, αναμφύβολα εύναι ενδεικτικό μιασ μεταβολόσ ςτο οικιςτικϐ πλϋγμα, ϐπου
φαύνεται η νϋα θρηςκεύα να αποκτϊ προβϊδιςμα ςταδιακϊ ςε ςχϋςη με τα παγανιςτικϊ ιερϊ που
εύναι ακϐμα ςε χρόςη.
Σα δεδομϋνα φαύνεται να επαληθεϑουν για ακϐμη μια φορϊ τη θεωρύα που ςυνδϋει τισ περιοχϋσ
που επιδεικνϑουν κϊποια ευημερύα και εξϋλιξη κατϊ τουσ πρώτουσ μεταχριςτιανικοϑσ χρϐνουσ με τη
θϋςη τουσ ςτο ρωμαώκϐ ςϑςτημα.1461
Η Ωκανθοσ τησ πρώιμησ βυζαντινό περιϐδου απολαμβϊνει το καθεςτώσ τησ civitas και εύναι
πιθανϐ, να υπϊρχει ενεργό επιςκοπικό ϋδρα ςϑμφωνα με τον κατϊλογο του Ιεροκλό. Σα υπϊρχοντα
αρχαιολογικϊ δεδομϋνα δεν επαρκοϑν για να επιβεβαιώςουν ό να διαψεϑςουν τισ πηγϋσ, αφοϑ
περιορύζονται ςε περιοριςμϋνα και ϊγνωςτησ χρόςησ οικοδομικϊ κατϊλοιπα, ςε λιγοςτό κεραμικό
καθημερινόσ χρόςησ και ςε νομύςματα. Σα τελευταύα, ωςτϐςο, εύναι ενδεικτικϊ μιασ κοινωνύασ με
δυνατϐτητα προμόθειασ και διακύνηςησ πολϑτιμου χρόματοσ, ϐπωσ μαρτυρϊ, μεταξϑ ϊλλων, η
ανεϑρεςη ενϐσ χρυςοϑ ςϐλιδου Θεοδοςύου Α’ ςπϊνιασ κοπόσ.
Σο νεκροταφεύο ςτην βαςιλικό τησ Ακϊνθου δεύχνει ϐτι απϐ το τϋλοσ του 6ου αιώνα η εκκληςύα
εγκαταλεύφθηκε ό καταςτρϊφηκε και ςταδιακϊ λιθολογόθηκε. Αυτϐ ϋχει ερμηνευτεύ ωσ ϋνδειξη για
την παρακμό τησ πϐλεωσ, που οδηγεύ ςτην υποβϊθμιςη και την ερόμωςό τησ μϋχρι και τον 9ο
αιώνα.1462
1461 Ward-Perkins, B., “The Cities”, CAH 13: The Late Empire, A.D. 337-425, Cambridge (1998), 405
1462 Παπϊγγελοσ 2008, 6
484
Μια διαφορετικό υπϐθεςη εύναι ϐτι η εγκατϊλειψη τησ βαςιλικόσ ό ϋςτω η μη επιςκευό τησ
μετϊ απϐ κϊποια καταςτροφό, θα μποροϑςε να εύναι μια ςυνειδητό πρϊξη εκ μϋρουσ των αρχών τησ
πϐλησ. Αν δεχτοϑμε την ϑπαρξη επιςκοπικόσ ϋδρασ όδη απϐ αυτό την περύοδο, η χωροθϋτηςη τησ
βαςιλικόσ extra muros θα ερχϐταν ςε αντύθεςη με την αυξανϐμενη δϑναμη και επιρροό του
Επιςκϐπου, ο οπούοσ πιθανώσ εύχε επιλεγεύ απϐ την Κωνςταντινοϑπολη και χρειαζϐταν ϋνα νϋο
θρηςκευτικϐ κϋντρο εντϐσ τησ πϐλεωσ, το οπούο θα υπογρϊμμιζε ρητϊ ϐχι μϐνο τη δικό του ιςχϑ, ωσ
νϋου παρϊγοντα ςτην διακυβϋρνηςη και την ζωό τησ πϐλησ αλλϊ και το αυτοκρατορικϐ ενδιαφϋρον
για την περιοχό.1463
Με την υπϐθεςη αυτό θα μποροϑςε να ςυνδεθεύ η απουςύα αναφορϊσ ςτο ϋργο του Προκοπύου
για επιςκευό τησ οχϑρωςησ τησ Ακϊνθου απϐ τον Ιουςτινιανϐ Α’, που πιθανώσ δεύχνει ϐτι τα τεύχη
δεν ϋχρηζαν επιςκευόσ. Η αντύθετη θεωρύα, ϐτι δηλαδό η πϐλη εύχε υποβαθμιςτεύ ςε τϋτοιο βαθμϐ
ώςτε να μην προκαλεύ το αυτοκρατορικϐ ενδιαφϋρον, θα πρϋπει μϊλλον να απορριφθεύ αν λϊβουμε
υπϐψη τη ςτρατηγικό γεωγραφικό θϋςη τησ Ακϊνθου, καθώσ και τισ διαρκεύσ αυτοκρατορικϋσ
παρεμβϊςεισ απϐ τουσ αυτοκρατορικοϑσ χρϐνουσ και απϐ τον 9ο αιώνα, που δεύχνουν διαχρονικϊ
ενδιαφϋρον για την περιοχό.
Σο αντικειμενικϊ χαμηλϐ επύπεδο ορατϐτητασ, τϐςο αρχαιολογικόσ ϐςο και ιςτορικόσ, για τουσ
επϐμενουσ τρεισ αιώνεσ μπορεύ να οφεύλεται ςτην πλημμελό αναςκαφικό ϋρευνα τησ περιοχόσ ό να
τοποθετεύ και την Ωκανθο ςτο ύδιο πλαύςιο απύςχναςησ τησ ιςτορικόσ και αρχαιολογικόσ
πληροφορύασ για τουσ οικιςμοϑσ κατϊ τουσ πρώιμουσ μεςοβυζαντινοϑσ αιώνεσ.
Δεν εύμαςτε ακϐμα ςε θϋςη να γνωρύζουμε τισ εξελύξεισ που ϋλαβαν χώρα ςτο διϊςτημα αυτϐ. Η
μελϋτη ϐμωσ των οδών επικοινωνύασ του 7ου και του 8ου αιώνα δεύχνουν την εξϋλιξη τησ Ιεριςςοϑ ςε
ςημαντικϐ κϋντρο λϐγω τησ προτύμηςησ τησ εποχόσ για τισ θαλϊςςιεσ οδοϑσ ςε ςχϋςη με τισ
επιςφαλεύσ χερςαύεσ. Με δεδομϋνο το ιδιϐτυπο ςχόμα τησ Φαλκιδικόσ, η ναυςιπλοϏα όταν πιο
εκτεταμϋνη για την επικοινωνύα μεταξϑ των τριών χερςονόςων τησ, αλλϊ και την προςϋγγιςη
αφενϐσ του αςτικοϑ πϐλου τησ Θεςςαλονύκησ, μϋςω του Θερμαώκοϑ κϐλπου, και αφετϋρου του
παραγωγικοϑ πϐλου τησ ανατολικόσ Μακεδονύασ διαπλϋοντασ τον τρυμονικϐ κϐλπο, καθώσ και για
την επικοινωνύα ανϊμεςα ςτη Θεςςαλονύκη και ςτην Κωνςταντινοϑπολη. το τοπικϐ χερςαύο δύκτυο,
η Ιεριςςϐσ δϋςποζε, επύςησ, ωσ ςημαντικϐσ κϐμβοσ.
Η μεςαιωνικό Ιεριςςϐσ εύναι αρκετϊ γνωςτό απϐ τα αρχειακϊ ϋγγραφα που φυλϊςςονται ςτισ
μονϋσ του Αγύου Όρουσ. Διαθϋτουμε αρκετϋσ πληροφορύεσ για το κϊςτρον, την κοινωνικό του
ςϑςταςη και τισ μεταβολϋσ του κοινωνικοϑ status των κατούκων του, τη χρόςη τησ γησ και τισ
αςτικϋσ δομϋσ που αναπτϑχθηκαν, τισ οικονομικϋσ ςχϋςεισ με τισ μονϋσ και τισ νομικϋσ διαφορϋσ
τουσ, εν τϋλει τη διαδικαςύα τησ εξϋλιξησ απϐ τον 10ο ωσ τουλϊχιςτον τον 14ο αιώνα. Ψςτϐςο, οι
1463 Topalilov I., “Christianity, Heresies, and Paganism in the Religious Policy of Theodosius I in Thrace”, Quis est qui lingo pugnat? Missionari ed
Evangelizzazione nell’ Europa Tardoantica e Medievale (secc. IV-XIII), a cura di Emanuele Piazza, Verona (2016), 99-121, 117
485
αναςκαφικϋσ ϋρευνεσ εύναι ακϐμη περιοριςμϋνεσ ςε λύγα οικϐπεδα του ςϑγχρονου οικιςμοϑ και η
διαςταϑρωςη των πληροφοριών απϐ τα ϋγγραφα εύναι ακϐμη ςε πρώιμο ςτϊδιο.
Η Ιεριςςϐσ επανϋρχεται ςτο ιςτορικϐ κϊδρο ωσ τοῦ Εριςου (sic) ἡ ἐνορύα το 883 και απϐ το 942,
με ϋναν αιώνα προβϊδιςμα ςε ςχϋςη με την υπϐλοιπη Φαλκιδικό, ωσ κϊςτρο και επιςκοπικό ϋδρα.
Σο φαινϐμενο τησ απουςύασ απϐ τισ πηγϋσ κατϊ τη διϊρκεια των πρώιμων μεςαιωνικών χρϐνων
και τησ επανεμφϊνιςησ με διαφορετικϐ ϐνομα δεν εντοπύζεται μϐνο ςτην περύπτωςη τησ Ακϊνθου-
Ιεριςςοϑ αλλϊ και ςε πολλϋσ ϊλλεσ περιοχϋσ τησ ηπειρωτικόσ Ελλϊδασ.1464
Η ςυνϋχεια που εντοπύζεται ςτην κατούκηςη των πϐλεων τησ αρχαιϐτητασ κατϊ τη βυζαντινό
περύοδο δημιουργεύ το ερώτημα για το αν η ζωό ςε αυτϋσ τισ πϐλεισ όταν απλϊ μια επιβύωςη τϐπων,
κτιρύων διοικητικών και οικονομικών μοντϋλων που κληροδοτόθηκαν απϐ το παρελθϐν ό αν το
κλαςικϐ ιδεώδεσ τησ πϐλεωσ -που με τον δεςμϐ μεταξϑ civitas και civilitas ϋνωνε την πϐλη με τον
αςτικϐ πολιτιςμϐ-ςυνϋχιζε να εύναι ϋνα ςημαντικϐ και απαραύτητο ςτοιχεύο του πολιτιςμοϑ των
ανθρώπων που ζοϑςαν ςτουσ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ. Εύναι ϋνα ερώτημα πολϑπλοκο και δϑςκολο να
απαντηθεύ.1465
Για τουσ κατούκουσ τησ βυζαντινόσ Ιεριςςοϑ, ϐπωσ διαφαύνεται απϐ τισ πηγϋσ και απϐ την ϋωσ
τώρα αρχαιολογικό εικϐνα, πιο ςημαντικό απϐ τη μνόμη τησ αρχαιϐτητϊσ τουσ, που δεν
αντιςτοιχοϑςε πλϋον ςε καμύα ςυγκροτημϋνη δομό εξουςύασ, όταν η καθημερινϐτητϊ τουσ, ϐπωσ
διαμορφωνϐταν απϐ τη ςυνϑπαρξη με τουσ ςλαβικοϑσ πληθυςμοϑσ, τουσ επούκουσ κοντινϐτερησ ό
μακρινϐτερησ γεωγραφικόσ προϋλευςησ και τουσ μοναχοϑσ, αρχικϊ των κοςμικών μονών τησ
υπαύθρου και, κατϐπιν των αθωνικών καθιδρυμϊτων και ςτο πλαύςιο αυτϐ προςπϊθηςαν και
πϋτυχαν να δημιουργόςουν ϋναν αςτικοϑ προςανατολιςμοϑ οικιςμϐ.
Η ϋννοια τησ ενορύασ που χρηςιμοποιεύται ςτο ςιγύλλιο του Βαςιλεύου Α’ ϋχει την ϋννοια τησ
φορολογικόσ περιφϋρειασ. Πρϐκειται δηλαδό για φοροτεχνικϐ ϐρο που δεν ςχετύζεται με τη μορφό
και το μϋγεθοσ του οικιςμοϑ, αν και εμμϋςωσ δηλώνει την υπεροχό του ςε ςχϋςη με την περιφϋρεια
ςτην οπούα ανόκει ωσ κϋντρο τησ δημοςιονομικόσ απογραφόσ.
Ο ϐροσ «κϊςτρο» ϋχει τεθεύ προσ ανϊλυςη απϐ τουσ περιςςϐτερουσ ερευνητϋσ που ϋχουν
αςχοληθεύ με τουσ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ. 1466 την περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ, οι πηγϋσ μασ
πληροφοροϑν τϐςο για τη μορφολογύα του κϊςτρου, ϐςο και για τισ λειτουργύεσ του και τη ςχϋςη
του με την ενδοχώρα. Σο κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ όταν οχυρωμϋνο ςτον λϐφο που βρύςκεται ςτισ νϐτιεσ
παρυφϋσ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ ςτη θϋςη του αρχαύου κϊςτρου τησ Ακϊνθου, τα τεύχη τησ οπούασ
όταν ακϐμα ςε χρόςη με επιςκευϋσ. Για την οχϑρωςη τησ ακρϐπολησ και την οργϊνωςη του χώρου
μϋςα ςε αυτόν δεν εύναι εϑκολο να αποφανθεύ κανεύσ, αν ο ςχεδιαςμϐσ οφεύλεται ςε πρωτοβουλύα
1464 Brandes 1999, 25-27 ̇ Brandes-Haldon 2000, 141-172 ̇ Spieser 1989, 97-106 ̇ Haldon 1999, 1-23 ̇ Durliat 1990, 590-594
1465 Zanini, E., The Urban Ideal and Urban Planning in Byzantine new cities of the sixth century A.D.”, L. Lavan and W. Bowden (ed.) Theory and
Practice in Late Antique Archaeology, Late Antique Archaeology 1, Leiden (2003), 196-223, 197
1466 Ενδεικτικϊ: Veikou 2012 ̇ Durliat 1989 ̇ Haldon 1990 ̇ Spieser 1989 ̇ Liebeschuetz 1992 ̇ Dunn 1997 ̇ Saradi 2006 ̇ Lefort-Laiou-Sodini
2005 ̇ Brades-Haldon 2000 ̇ Henning 2007 ̇ Veikou 2010 ̇ Whittow 1995 ̇ Bowden 2003 ̇ Brogiolo-Ward-Perkins 1999, κ.α.
486
τησ τοπικόσ ό τησ κεντρικόσ διούκηςησ. Ο τειχιςμϋνοσ χώροσ κατοικοϑνταν μϐνιμα απϐ αξιωματικοϑσ
του ςτρατοϑ, τησ εκκληςύασ, τησ διούκηςησ, ενώ υπϊρχουν πληροφορύεσ και για επιτϐπιουσ δικαςτϋσ.
Για ςημαντικϋσ υποθϋςεισ κρατικοϑ ενδιαφϋροντοσ, ϐπωσ ο ςχεδιαςμϐσ τησ οριογραμμόσ Ιεριςςοϑ –
Ωθω, δικαςτικού λειτουργού απϐ τη Θεςςαλονύκη ό και την Κωνςταντινοϑπολη προςϋρχονταν για
αυτοψύα ςτο κϊςτρο ϐπου λειτουργοϑςε «κϊθιςμα» για τη φιλοξενύα των δικαςτών. Φαρακτηριςτικϐ
εύναι το παρϊδειγμα του ςπαθαροκανδιδϊτου Ιωϊννη, κριτό Βολεροϑ, τρυμϐνοσ και Θεςςαλονύκησ,
που αναφϋρεται και ωσ δικαςτόσ, ο οπούοσ τον Ιοϑνιο του 1042 κλόθηκε να εκδικϊςει μια υπϐθεςη
που αφοροϑςε ςε διαμϊχη μεταξϑ των μονών Ιβόρων και Μεγύςτησ Λαϑρασ για κϊποια εδϊφη ςτη
Δεβελύκεια κοντϊ ςτην Ιεριςςϐ και, ςϑμφωνα με το ϋγγραφο «χρονοτριβοϑςε» ςτο κϊςτρο τησ
Ιεριςςοϑ περιμϋνοντασ τουσ μοναχοϑσ τησ Λαϑρασ ςτουσ οπούουσ εύχε δώςει την νϐμιμη πενθόμερη
προθεςμύα να επιςτρϋψουν με τουσ τύτλουσ ιδιοκτηςύασ, επύ ματαύω, ϐπωσ αποδεύχτηκε.1467
το Κϊςτρο κατοικοϑςαν οι οἰκότορεσ1468 ό ἰδιώται και χωρι(η)ϊται1469 ό οἰκοδεςπϐται1470ϐπωσ
καταγρϊφονται ςυλλογικϊ ςτα αθωνικϊ ϋγγραφα. Η οχυρωμϋνη ακρϐπολη απαντϊ ςτισ νϋεσ
αυξημϋνεσ αμυντικϋσ ανϊγκεσ, αποτελώντασ ϐχι το ϑςτερο καταφϑγιο των κατούκων, αλλϊ
αναπϐςπαςτο μϋροσ τησ πϐλησ και διακριτϐ κϋντρο ςυγκϋντρωςησ τησ διοικητικόσ, ςτρατιωτικόσ
και θρηςκευτικόσ εξουςύασ.1471
Η Ιεριςςϐσ δεν όταν περιοριςμϋνη εντϐσ του περύκλειςτου χώρου τησ οχϑρωςησ. Αντιθϋτωσ,
εκτεινϐταν ςτισ παρυφϋσ του λϐφου και ςτην περιοχό του λιμανιοϑ ςε μια ϋκταςη αρκετών
εκταρύων. το τμόμα αυτϐ του οικιςμοϑ οι οικιςτικϋσ φϊςεισ αλληλοκαλϑπτονται απϐ την
αρχαιϐτητα μϋχρι και τον 12ο αιώνα αποδεικνϑοντασ ϐτι υπόρχε ςυνεχόσ κατούκηςη, με
χαρακτηριςτικό εντατικό εμπορικό και βιοτεχνικό δραςτηριϐτητα καθ’ ϐλη τη διϊρκεια ζωόσ του
οικιςμοϑ.
Επομϋνωσ, η βυζαντινό Ιεριςςϐσ τουλϊχιςτον κατϊ τον 10ο και 11ο αιώνα μπορεύ να
χαρακτηριςτεύ ωσ πϐλη με τα κριτόρια τησ εποχόσ: όταν τϐποσ εμπορικόσ, διοικητικόσ, ςτρατιωτικόσ
και ςτρατηγικόσ ςημαςύασ, θρηςκευτικϐ κϋντρο και τοπικϐσ και περιφερειακϐσ ςυγκοινωνιακϐσ
κϐμβοσ με ςημαντικϐ λιμϊνι.
Σα αρχαιολογικϊ ευρόματα, αν και περιοριςμϋνα λϐγω τησ φϑςησ και τησ ϋκταςησ των
αναςκαφών εύναι αντιπροςωπευτικϊ τησ εικϐνασ που δύνουν οι πηγϋσ. Η Ιεριςςϐσ διατηροϑςε τισ
επαφϋσ με την κεντρικό διούκηςη, ϐπωσ αποδεικνϑεται απϐ τα μολυβδϐβουλλα, που βρϋθηκαν ςτισ
αναςκαφϋσ ενώ ϋχει διαπιςτωθεύ κυκλοφορύα επύκαιρου νομύςματοσ. Σα κεραμικϊ ευρόματα και τα
αντικεύμενα υαλουργύασ και μεταλλοτεχνύασ, εύτε ειςηγμϋνα εύτε καταςκευαςμϋνα επύ τϐπου,
487
εγγρϊφονται ςε τϑπουσ γνωςτοϑσ, διαδεδομϋνουσ ςτη μεςϐγειο. Φαρακτηριςτικϐ παρϊδειγμα
αποτελοϑν τα αγγεύα λευκόσ εφυϊλωςησ απϐ την Κωνςταντινοϑπολη.
Επύ πλϋον, η Ιεριςςϐσ προβϊλλει ωσ ςυγκροτημϋνη διοικητικό και οικονομικό ενϐτητα,
δημογραφικϊ εϑρωςτη, που διαχειρύζεται κοινοτικό γη και ϋχει φοροδοτικό ικανϐτητα. Ανϊμεςα
ςτουσ κατούκουσ φαύνεται να υπόρχαν δεςμού, που προϋρχονταν απϐ τη ςυλλογικό μνόμη και την
αντύληψη τησ κοινόσ καταγωγόσ και πορεύασ.
Απϐ τον 12ο αιώνα εμφανύζεται ϋνασ πλουραλιςμϐσ και μια πολυςημύα ςε ςχϋςη με την αναφορϊ
του οικιςμοϑ ςτισ πηγϋσ. Σο 1140 αλλϊ και αρκετϊ αργϐτερα το 1275 η Ιεριςςϐσ αναφϋρεται ωσ
«χώρα», το 1200 ωσ «τοποθεςύα», το 1240 ωσ «πϐλισ» αλλϊ και ωσ «πολύχνη», ωσ «χωρύον» το 1267,
ωσ «κατεπανύκιο» το 1290 και το 1300. Μια τελευταύα αναφορϊ τησ Ιεριςςοϑ ωσ «κϊςτρον» το 1340,
υπαινύςςεται ενδεχομϋνωσ ϐτι τα τεύχη τησ επιςκευϊςτηκαν και ο οικιςμϐσ επανοχυρώθηκε χωρύσ
αυτϐ να ςημαύνει ϐτι απϋκτηςε τον αςτικϐ χαρακτόρα του κϊςτρου του 10 ου αιώνα. τα πρακτικϊ
του 14ου αιώνα απαντϊ αποκλειςτικϊ ωσ «χωρύον».
Αυτϐ που αξύζει να ςημειωθεύ, ωςτϐςο, εύναι η υπϐςχεςη που απϋςπαςαν οι αθωνύτεσ απϐ τον
τϋφανο Δουςϊν να μην τοποθετηθεύ ςτην Ιεριςςϐ νϋοσ κυβερνότησ οϑτωσ ώςτε ο οικιςμϐσ να
παραμεύνει υπϐ την δεςποτεύα τησ επιςκοπόσ και του Ωθω, προκειμϋνου να μην ςτερηθοϑν τον
παραγωγικϐ τουσ χώρο.1472Εν τοϑτοισ, το 1359 βρύςκουμε ϋναν ϋρβο ηγεμϐνα ςτην Ιεριςςϐ να
ςυμμετϋχει ςε ακρϐαςη απϐ κοινοϑ με ςημαντικοϑσ κοςμικοϑσ και θρηςκευτικοϑσ ανθρώπουσ για
μια διαφιλονικοϑμενη ϋκταςη μεταξϑ δϑο μονών. Ϊνασ δεϑτεροσ ϋρβοσ ηγεμϐνασ δρα ςτην Ιεριςςϐ
πριν το 1363.1473Υαύνεται πωσ η ςερβικό κυριαρχύα ενύςχυςε και τη θϋςη ενϐσ ιερϊρχη ςτην περιοχό,
που εύχε ιδιαύτερη ςημαςύα για την Κωνςταντινοϑπολη. Μεταξϑ 1342 και 1345 ο επύςκοποσ Ιεριςςοϑ
Ιϊκωβοσ (1334-1365) προόχθη ςε μητροπολύτη, μϊλλον με ςτϐχο να αντιςταθμιςτεύ η ςερβικό
επιρροό ςτον Ωθω. Η προαγωγό του Ιακώβου ςε μητροπολύτη όταν προςωπικό. Επρϐκειτο δηλαδό
για μια προςωποπαγό μητρϐπολη. Ϊτςι, ο διϊδοχοσ του Ιακώβου φϋρει πϊλι τον τύτλο του
επιςκϐπου. Παρϐλα αυτϊ, η Ιεριςςϐσ για μικρϐ ϋςτω χρονικϐ διϊςτημα ανϋκτηςε τη ςημαςύα τησ. Ο
οικιςμϐσ αναφϋρεται ςε ςχϋςη με την οχϑρωςό του τελευταύα φορϊ το 1425 ςε επιςτολό ενϐσ
Βενετοϑ πλοιϊρχου, ϐπου αναφϋρεται πωσ μϐλισ ο βενετικϐσ ςτϐλοσ προςϋγγιςε τον οικιςμϐ, οι
κϊτοικοι τον εγκατϋλειψαν αφόνοντασ τουσ Βενετοϑσ να τον δηώςουν.1474
Σα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα επιβεβαιώνουν την εικϐνα τησ υποβϊθμιςησ του οικιςμοϑ.
Διαπιςτώνονται δϑο τομϋσ ςτην οικιςτικό οργϊνωςη, η μύα τοποθετεύται με επιφϑλαξη ςτο τϋλοσ του
10ου αιώνα και η δεϑτερη, με αςφϊλεια, ςτον 12ο αιώνα. Η πρώτη τομό αποκαλϑπτεται αφενϐσ ςε
ϋνα ςτρώμα καταςτροφόσ ςτα παραλιακϊ οικϐπεδα και πιθανώσ ςχετύζεται με τισ βουλγαρικϋσ
488
επιθϋςεισ αλλϊ και με τουσ αρακηνοϑσ λϐγω τησ εγγϑτητασ με τη θϊλαςςα. Ακϐμα και αν αυτϐ το
ςτρώμα καταςτροφόσ δεν ςχετύζεται με τισ προαναφερθεύςεσ επιθϋςεισ, κϊτι φαύνεται να αλλϊζει
κατϊ τον 11ο αιώνα με την ϋννοια ϐτι, ενώ οι βαςικϋσ αρχϋσ λειτουργύασ των χώρων παραμϋνουν
απαρϊλλαχτεσ, μεταβϊλλεται η ποιϐτητα των προώϐντων. Δεν ςυναντοϑμε με την ύδια ςυχνϐτητα και
πυκνϐτητα τα προώϐντα πολυτελεύασ του προηγοϑμενου αιώνα. Σώρα κυριαρχεύ η κεραμικό, που
δύνει μερικϊ πολϑ αξιϐλογα δεύγματα και μαρτυρεύ τη διατόρηςη εμπορικών επαφών με την
Πρωτεϑουςα και κυρύωσ τα εύδη καθημερινόσ οικιακόσ χρόςησ. Ϊχουμε ευρόματα που δεύχνουν
εναςχϐληςη με την αλιεύα αλλϊ και με διαφορετικϊ, πιο «ταπεινϊ» επαγγϋλματα, ϐπωσ αυτϐ του
οικοδϐμου. Σα παραπϊνω ύςωσ δεύχνουν μια ςταδιακό αλλαγό των παραγωγικών δραςτηριοτότων.
Η δεϑτερη τομό, που εύναι και η καθοριςτικϐτερη αφοϑ ςηματοδοτεύ το πϋραςμα ςτο κοινωνικϐ
status του χωριοϑ και τησ εξαρτημϋνησ εργαςύασ, ςημειώνεται τον 12ο αιώνα. Σα ςτρώματα
καταςτροφόσ αυτό τη φορϊ εντοπύζονται ςε περιςςϐτερα οικϐπεδα, που ερευνώνται αναςκαφικϊ
και δύνουν οριςτικϐ τϋλοσ ςτισ παραδοςιακϋσ λειτουργύεσ των περιοχών, αφοϑ ςε αρκετϋσ
περιπτώςεισ γύνονται ταφϋσ ανϊμεςα ςτα οικοδομόματα που όταν ςε διαρκό χρόςη μϋχρι τϐτε.
Ο οικιςμϐσ ςυρρικνώνεται και περιορύζεται ςτο κϊςτρο και ςε οριςμϋνα βοηθητικϊ κτύρια ςτο
λιμϊνι ενώ δεν αλλϊζει η φορολογικό περιφϋρεια, η οπούα ϐμωσ διαμοιρϊζεται.
Εν κατακλεύδι, η πολυςημύα τησ ορολογύασ για τον βυζαντινϐ οικιςμϐ τησ Ιεριςςοϑ αντανακλϊ τη
δυναμικό τησ αςτικόσ εξϋλιξησ μακροπρϐθεςμα: η κρύςη του 7ου και του 8ου αιώνα εύχε ςαν
αποτϋλεςμα την υποχώρηςη του αςτικοϑ πληθυςμοϑ και την ταυτοπούηςη των παλιών αςτικών
ζωνών με τισ νϋεσ αμυντικϋσ λειτουργύεσ. Η αντύςτροφη τϊςη εκδηλώνεται απϐ τον 9 ο αιώνα με την
μεταμϐρφωςη του οχυρωμϋνου εκκληςιαςτικοϑ και διοικητικοϑ κϋντρου ςε αςτικό ζώνη.
489
ΚΔΦΑΛΑΗΟ 12Ο ΤΝΟΦΖ ΤΜΠΔΡΑΜΑΣΧΝ
Οι ειδόςεισ για την κατούκηςη τησ βυζαντινόσ Φαλκιδικόσ που ςυζητόθηκαν αναλυτικϊ ςτισ
προηγοϑμενεσ ςελύδεσ, ανϋδειξαν ζητόματα πρακτικόσ και θεωρητικόσ υφόσ, ϐπωσ ο
αποςπαςματικϐσ χαρακτόρασ των αναςκαφικών ερευνών και των ςυναφών δημοςιεϑςεων, η
ςυμπληρωματικό ό ςυγκρουςιακό ςχϋςη ιςτορικόσ και αρχαιολογικόσ μαρτυρύασ, η πολυςημύα τησ
βυζαντινόσ ορολογύασ ςε ςχϋςη με την οικιςτικό διαβϊθμιςη, η ςημαςύα του φυςικοϑ χώρου ωσ
παρϊγοντα του ιςτορικοϑ γύγνεςθαι, και, εν τϋλει, η οργϊνωςη του οικιςτικοϑ πλϋγματοσ και η
ανϊπτυξη ό η υπανϊπτυξη των οικιςμών ςε αναφορϊ με την ιςτορικό ςυγκυρύα. την καταληκτικό
αυτό ενϐτητα θα επιχειρηθεύ μια ςυμπεραςματικό επιςκϐπηςη των δυςχερειών τησ ϋρευνασ, των
μεθοδολογικών εργαλεύων και των παρατηρόςεων ό ερωτόςεων που μποροϑν να διατυπωθοϑν ςε
ςχϋςη με την μελετοϑμενη περιοχό.
490
τοπύο τησ Φαλκιδικόσ με την μακρϊ πολιτιςμικό του βιογραφύα μετατρϋποντϊσ το ςε ιςτορικϐ και
διαπιςτώθηκε το ειδικϐ βϊροσ των γαιοκτητικών διεκδικόςεων των αθωνικών μονών και των
κοςμικών εκπροςώπων τησ ανώτερησ τϊξησ ςτην περιοχό του ενδιαφϋροντοσ. Εν τϋλει,
διατυπώθηκαν παρατηρόςεισ ςε ςχϋςη με ϐςα εξετϊςτηκαν και επιχειρόθηκε η απϐδοςη ενϐσ
ερμηνευτικοϑ ςχόματοσ για τα μοτύβα τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ και εξϋλιξησ των κεντρικών
οικιςμών τησ χερςονόςου και τησ υπαύθρου τουσ. το πλαύςιο αυτϐ, προςεγγύςτηκαν τα κϊτωθι
ζητόματα:
1. Οι περιοχϋσ που κατοικόθηκαν, η ςημαςύα τησ γεωγραφικόσ τουσ θϋςησ και τα
χαρακτηριςτικϊ τουσ.
2. Η πυκνϐτητα των οικιςτικών θϋςεων και η μεταβολό τησ ςτο ιςτορικϐ κϊδρο.
3. Η ανθρώπινη δραςτηριϐτητα διαχρονικϊ ωσ παρϊγοντασ μεταβολόσ του φυςικοϑ
περιβϊλλοντοσ και κατ’ επϋκταςη τησ διαμϐρφωςησ των οικιςτικών μοτύβων τησ χερςονόςου.
4. Η ϋνταξη των παραπϊνω ζητημϊτων ςτην ιςτορικό ςυγκυρύα και ςτην «μεγϊλη ιςτορύα».
5. Οι δυνατϐτητεσ και οι αδυναμύεσ τησ ςϑγχρονησ αρχαιολογικόσ ϋρευνασ ςε ςχϋςη με
ζητόματα τοπογραφύασ, δημογραφύασ, οικονομύασ και ϊλλεσ ϐψεισ τησ ιςτορύασ τησ περιοχόσ κατϊ
την βυζαντινό περύοδο.
491
μεςαιωνικϊ Βαλκϊνια, η αρχαιολογύα τουσ και η ιςτορύα τουσ, περιορύζονται και υποβαθμύζονται ςτο
πλαύςιο και ςτα ζητόματα αποκλειςτικϊ τοπικόσ φϑςησ.
Σα παραπϊνω προβλόματα δημιουργοϑν ανυπϋρβλητεσ δυςκολύεσ, μεταξϑ ϊλλων, ςε κϊθε
μορφόσ επιθυμητοϑσ ςυςχετιςμοϑσ ανϊμεςα ςτουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ και ςτα περιβϊλλοντα
δύκτυα οικιςτικών εγκαταςτϊςεων.
492
Ϊνα τελευταύο ζότημα που προϋκυψε απϐ τη διαχεύριςη τησ διαθϋςιμησ πληροφορύασ κατϊ την
παροϑςα μελϋτη εύναι ϐτι παρατηρόθηκαν επικαλϑψεισ, ςυμπτώςεισ και αντιφϊςεισ. υγκεκριμϋνα,
οι τρεισ κεντρικού οικιςμού «χϊνονται» απϐ την ιςτορικό και αρχαιολογικό ορατϐτητα ςχετικϊ την
ύδια περύοδο, μϋςα ςτον 6ο αιώνα και για τουσ δϑο τουλϊχιςτον απϐ αυτοϑσ (Καςςϊνδρεια και Βρϑα)
ο βύοσ τουσ διακϐπτεται για ϊγνωςτουσ μϋχρι ςτιγμόσ λϐγουσ πολϑ πριν απϐ την κατϊληψη τησ
Φαλκιδικόσ απϐ τουσ Οθωμανοϑσ. Κι εδώ εύναι μια ακϐμη περύπτωςη που, αν δεν ςχετύζεται με την
ελλιπό αναςκαφικό ϋρευνα η απουςύα αρχαιολογικοϑ υλικοϑ πρϋπει να απαςχολόςει την μελϋτη.
1477 Karagiorgou, Ο.,“Demetrias and Thebes: the fortunes and misfortunes of two Thessalian port cities in late antiquity”, Recent Research in Late-
Antique Urbanism, ed. L. Lavan, Journal of Roman Archaeology, Supplementary Series Number 42, ed. S. Herson - J.H. Humphrey, Portsmouth
(2001), 183-215, 183
493
Αρχικϊ, αξιολογόθηκαν και κατατϋθηκαν κϊποιεσ πτυχϋσ των γραπτών πηγών, ςτη ςυνϋχεια,
εξετϊςτηκε ο βαθμϐσ και η ποιϐτητα κϊθε αρχαιολογικοϑ ςυμφραζϐμενου, και, τϋλοσ, επιχειρόθηκε ο
ςυςχετιςμϐσ και η ςϑγκριςη των παραπϊνω ςε επύπεδο υλικών και οικονομικών ςυςτημϊτων.
Η τελευταύα αυτό ςϑγκριςη, ϋπρεπε να ϋχει τϐςο εϑροσ ώςτε να λαμβϊνει υπϐψη τισ λειτουργύεσ
των αρχιτεκτονικών δομών αλλϊ και να περιλαμβϊνει τισ πολλϋσ ςημαντικϋσ δραςτηριϐτητεσ που οι
ϊνθρωποι που ζοϑςαν ςτη Μεςϐγειο, πολϑ φυςικϊ μετϋφεραν απϐ τα κτύρια ςτουσ ανοιχτοϑσ
χώρουσ. Σϋλοσ, ϋπρεπε να χρηςιμοποιηθεύ για να δημιουργόςει μια βϊςη γενικόσ τοπογραφικόσ
προςϋγγιςησ και ϐχι απλϊ ςτοιχεύων μεμονωμϋνων θϋςεων.
Κατϐπιν τοϑτων, η πορεύα μϋχρι τισ ςυμπεραςματικϋσ παρατηρόςεισ πϋραςε, αρχικϊ, απϐ την
περιγραφό του τοπύου, την γεωμορφολογύα, το κλύμα και τισ φυςικϋσ πηγϋσ και, κατϐπιν,
παρουςιϊςτηκε ο υλικϐσ πολιτιςμϐσ, ϐπωσ αυτϐσ ϋχει ϋρθει ςτο φωσ με τισ αναςκαφϋσ ςε ςυνδιαςμϐ
με τισ μαρτυρύεσ των πηγών, επιβεβαιώνοντασ κϊποια ςτοιχεύα και διαψεϑδοντασ ϊλλα. Σα
ςυμπερϊςματα δεν ϋχουν την μορφό αξιώματοσ. Μϊλλον πρϐκειται για μια ςυνολικό αποτύμηςη των
μϋχρι τώρα δεδομϋνων, που παρουςιϊζεται με τη μορφό προβληματιςμών και ερωτόςεων παρϊ
προςφϋρει απαντόςεισ. τϐχοσ εύναι να αφυπνιςτεύ το ενδιαφϋρον για μια ςημαντικό περιοχό τησ
βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ που θα δώςει απαντόςεισ για την καθημερινϐτητα των βυζαντινών και
την ςχϋςη τουσ με το κτιςμϋνο και ϊκτιςτο περιβϊλλον τουσ διαχρονικϊ.
Οι παρατηρόςεισ ςε ςχϋςη με τα οικιςτικϊ μοτύβα ςτην υπϐ ϋρευνα περιοχό, βαςιςμϋνεσ ςε
αρχαιολογικϊ και ιςτορικϊ ςτοιχεύα ςε ςχϋςη με το διϊςτημα απϐ τον 4ο ϋωσ τον 14ο αιώνα δεν εύναι
εϑκολο να διατυπωθοϑν και φυςικϊ δεν εφαρμϐζονται ςτο ςϑνολο τησ ιςτορύασ κϊθε πϐλησ αλλϊ
οϑτε και ςτο ςϑνολο τησ χερςονόςου. Ο κϊθε ϋνασ απϐ τουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ εύχε ςημαςύα και
αποκτοϑςε κατϊ περιϐδουσ ιςχϑ γιατύ ςόμαινε παραπϊνω απϐ ϋνα πρϊγμα και ενύοτε ςυνδεϐταν με
διαφορετικϊ ζητόματα ςε πολλαπλϊ πλαύςια και ςυμφραζϐμενα.
Ϊχοντασ πϊντα υπϐψη την παραδοχό αυτό, αποδεχϐμαςτε ϐτι για την εγκατούκηςη τησ
Φαλκιδικόσ δεν υπϊρχουν γενικϊ ςυμπερϊςματα, παρϊ μϐνο κϊποιεσ παρατηρόςεισ που ςυνδϋονται
και προκϑπτουν απϐ ςυγκεκριμϋνεσ μεταβλητϋσ:
494
κλιματικό φυςιογνωμύα, η γεωγραφικό διαμϐρφωςη και η ςχϋςη τησ εκϊςτοτε θϋςησ με τισ
πλουτοπαραγωγικϋσ πηγϋσ: εςτύεσ καλλιϋργειασ, δαςοκϊλυψη, βοςκοτϐπια, υπϋδαφοσ, υδρολογικό
κατϊτμηςη και, αςφαλώσ, η εκτεταμϋνη ακτογραφύα που μποροϑςε να διευκολϑνει ό να δυςχερϊνει
τον ελλιμενιςμϐ.
Επύ πλϋον, οι χερςαύεσ διαδρομϋσ ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό, διαμορφώθηκαν με βϊςη τισ
υπαγορεϑςεισ του εδαφικοϑ αναγλϑφου, ενώ διαπιςτώθηκε μια αμφύδρομη ςυνϊρτηςη με τη
διαςπορϊ των οικιςμών. Ομούωσ, οι ιςτορικϋσ μαρτυρύεσ για τουσ θαλϊςςιουσ δρϐμουσ και τα
τοπωνϑμια των ακτών κατϋδειξαν τη ςημαςύα τησ γεωγραφύασ ςτην οικιςτικό ςυγκρϐτηςη.
495
χρηςιμοποιοϑνταν ωσ επιχειρόματα για πραγματικό ό φανταςτικό ςυγγϋνεια των νεϐτερων
οικιςτών (περύπτωςη κατούκων Ιεριςςοϑ).
Επύ πλϋον, οι περιπτώςεισ επανϊχρηςησ ερειπύων, οι χρόςεισ των οπούων ελϋγχονταν κατϊ τον
4ο και 5ο αιώνα απϐ αυτοκρϊτορεσ και επιςκϐπουσ για μια ποικιλύα πολιτικών και πρακτικών
ςκοπών δεύχνει ϐτι τα κατϊλοιπα αςκοϑςαν κϊποια ϋλξη ςτισ ελύτ. 1481
Οι παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ που αναλϑθηκαν ςε ξεχωριςτό ενϐτητα, υπογραμμύζουν τον
υποκειμενικϐ χαρακτόρα αποτύμηςησ των φυςικών πϐρων. Σο γεγονϐσ ϐτι ςυγκεκριμϋνεσ περιοχϋσ
χρηςιμοποιόθηκαν για αμπελοκαλλιϋργεια, ωσ μεγϊλα λιμϊνια ό ωσ βοςκοτϐπια δεν ςυνιςτϊ
απϐδειξη ϐτι τα μϋρη αυτϊ όταν τα ενδεδειγμϋνα απϐ φυςικό ϊποψη για τισ αντύςτοιχεσ
δραςτηριϐτητεσ. Η μεταβαλλϐμενη επικρϊτηςη καλλιεργειών ό κτηνοτροφύασ ςε διαφορετικϋσ
ιςτορικϋσ περιϐδουσ δεν ςχετύζεται μϐνο με γεωγραφικοϑσ ςυντελεςτϋσ αλλϊ εύναι αποτϋλεςμα
κοινωνικόσ δυναμικόσ. Η χερςϐνηςοσ δεν όταν «εγγενώσ» κατϊληλη για το ϋνα ό το ϊλλο εύδοσ
παραγωγόσ. Απϐ την αρχαιϐτητα μϋχρι ςόμερα οι υποκειμενικϋσ εκτιμόςεισ ςυγκεκριμϋνων
περιοχών ωσ «ςκληρών», «γϐνιμων», «ϊγριων» ό «μη παραγωγικών» ϋχουν παρουςιαςτεύ ωσ
γεωγραφικϊ απϐλυτα. Σα μικροτοπωνϑμια εύναι ενδεικτικϊ. Η κοιλϊδα τησ Καλαμαρύασ, που
αντικειμενικϊ προςφϋρεται για καλλιϋργειεσ λϐγω των αλλουβιακών εδαφών και τησ
διαθεςιμϐτητασ υδϊτινων πηγών αναφϋρεται ωσ «Διαβολϐκαμποσ» κατϊ τον 13ο αιώνα και ωσ
«Καλϐκαμποσ» μϐλισ μιςϐ αιώνα αργϐτερα.
Ϊνα ακϐμη ςυναφϋσ ζότημα εύναι η χωρικό διϊςταςη των παραγωγικών ςχϋςεων. Η απϐφαςη
να εξειδικευτοϑν ςτην αμπελουργύα ςτην πεδιϊδα τησ Καλαμαριϊσ ό ςτην εκτεταμϋνη κτηνοτροφύα
ςτο Γομϊτου, προϋκυψε ϐχι μϐνο απϐ γεωγραφικοϑσ παρϊγοντεσ αλλϊ απϐ χωρικό ςκοπιμϐτητα,
δηλαδό, απϐ τα προςδοκώμενα οικονομικϊ οφϋλη.
Η περιγραφό των αγροτικών εγκαταςτϊςεων ςτη Φαλκιδικό απϐ τον 4ο μϋχρι τον 14ο αιώνα
κατϋδειξε ϐτι τα μοτύβα μεταβϊλλονταν απϐ ευρϑτερεσ κοινωνικϋσ εξελύξεισ ϐπωσ η ανϊδειξη των
μεγϊλων γαιοκτημϐνων απϐ τον 9ο αιώνα, η ξαφνικό εξαφϊνιςη γαιοκτημϐνων απϐ την
Πρωτεϑουςα μετϊ το 1204 ό λϐγω τησ επιβλητικόσ παρουςύασ των αθωνικών μονών. Εν τοϑτοισ, οι
παραγωγικϋσ ςχϋςεισ ςυνϋχιςαν να υπακοϑν ςε μύα τοπικό διακριτό χωρικό λογικό: ϋνα
κατακερματιςμϋνο τοπύο απϐ μη ςυνεχϐμενα κτόματα, μια επύμονη αμοιβαύα εξϊρτηςη πεδιϊδασ και
βουνοϑ και επαναλαμβανϐμενεσ ςτρατηγικϋσ εκμετϊλλευςησ τησ παραγωγόσ ανϊμεςα ςτισ ακτϋσ
και την ενδοχώρα.
Σο τελευταύο ζότημα που θεωροϑμε ϐτι αποδεικνϑει τη λειτουργύα του χώρου ωσ ιςτορικοϑ
παρϊγοντα διαμϐρφωςησ τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ εύναι η ατομικό ιδιοκτηςύα γησ και η ςημαςύα
τησ για τουσ κατούκουσ. Μελετοϑμε την ϑπαιθρο τησ Φαλκιδικόσ ωσ ϋναν καλϊ οργανωμϋνο
1481 Effros, B., « Monuments and Memory: Repossessing ancient remains in early medieval Gaul”, M. De Jong –F. Theuws –C. Van Rhijn,
Topographies of Powers in Early Middle Ages, Brill-Leiden-Boston-Koln (2001), 93-118, 99
496
παραγωγικϐ χώρο, προςεκτικϊ διαιρεμϋνο ςε χρόςεισ γησ και διαφοροποιημϋνεσ καλλιϋργειεσ, που
ςυνδϋονται μεταξϑ τουσ με μονοπϊτια και ημιονικϋσ οδοϑσ, δύνοντασ την εντϑπωςη μιασ ενϐτητασ,
αυτόσ του αγροτικοϑ τοπύου. Για τουσ κατούκουσ ϐμωσ το τοπύο αυτϐ ςυνύςτατο ςε νηςύδεσ
ιδιοκτηςύασ με ιδιαύτερη ςημαςύα: όταν η γη τουσ, οι αμπελώνεσ και τα δϋντρα τουσ ςτα οπούα
βαςύζονταν για την επιβύωςό τουσ και περιβϊλλονταν απϐ εκτϊςεισ ϊλλων. Η ςημαςύα τουσ,
επομϋνωσ, για τα νοικοκυριϊ δεν όταν απλώσ οικονομικό αλλϊ ςυγκινηςιακό.1482Η γη όταν ο
φυςικϐσ παρϊγοντασ που υπενθϑμιζε ςε κϊποιον τουσ δεςμοϑσ του με το παρελθϐν αλλϊ και με ϊλλα
μϋλη τησ οικογϋνειασ με των οπούων τη γη ενύοτε γειτνύαζε. ε αυτό την περύπτωςη η γη επεύχε τη
θϋςη οικογενειακοϑ μνημεύου.
Σο νόμα που ςυνδϋει τισ παραπϊνω προςεγγύςεισ εύναι η κοινό αντύληψη ϐτι το τοπύο εύναι
φορτιςμϋνο ςημειολογικϊ και ςυναιςθηματικϊ και αναγιγνώςκεται απϐ τουσ ανθρώπουσ διαφϐρων
εποχών ϐπωσ αυτού ϋχουν μϊθει να το διαβϊζουν απϐ τουσ προγενϋςτερουσ και διαμορφώνουν τα
επϐμενα κεφϊλαια κατϊ τισ ανϊγκεσ τουσ.
Σα παραπϊνω κατεδεικνϑουν ϐτι ο χώροσ εύναι παρϊγοντασ τησ ιςτορικόσ διαδικαςύασ μϋςω τησ
διϊδραςόσ του με τα κοινωνικϊ φαινϐμενα. Ϊτςι, ο χώροσ προκϑπτει ϐχι μϐνο ωσ φυςικό αλλϊ και
ωσ κοινωνικό αξύα. Ο κοινωνικϐσ χώροσ επομϋνωσ εύναι και ιςτορικϐσ χώροσ: ϋνασ παρϊγων τησ
ιςτορικόσ διαδικαςύασ. 1483
497
Οι πρώιμοι μεςαιωνικού χρϐνοι ςηματοδοτοϑν μια περύοδο αποδυνϊμωςησ τησ αριςτοκρατύασ,
που πλϋον γύνεται φτωχϐτερη και περιοριςμϋνη γεωγραφικϊ ωσ αποτϋλεςμα τησ γενικϐτερησ
πολιτικόσ αςτϊθειασ και μεταβολόσ του καθεςτώτοσ, ενώ ςτα μϋλη τησ ςυγκαταλϋγονται πλϋον και
οι ςτρατιωτικού. 1485
Η μεταβολό τησ πολιτιςμικόσ περιβολόσ τησ ανώτερησ τϊξησ εύχε μια ςοβαρό ςυνϋπεια που
ςημϊδευςε την εικϐνα και την κρύςη των ςϑγχρονων μελετητών για την εποχό: ςχεδϐν διεκϐπη ο
γραπτϐσ πολιτιςμϐσ τησ ρωμαώκόσ αριςτοκρατικόσ παρϊδοςησ, που ςε μεγϊλο βαθμϐ ευθϑνεται για
την απϐτομη μεταβολό ςτη ςτϊθμη των υλικών πηγών των πρώιμων μεςοβυζαντινών χρϐνων. Η
αποδυνϊμωςη των οικονομικών και αριςτοκρατικών πϐρων και η οικονομικό αυτονομύα των
χωρικών ςυνδϋεται με την υπεραπλοϑςτευςη ςτον υλικϐ πολιτιςμϐ για το ύδιο διϊςτημα. 1486
Η κοινωνικό ιεραρχύα του ρωμαώκοϑ κρϊτουσ όταν θεςμικϊ καθοριςμϋνη. Κατϊ τουσ
μεςαιωνικοϑσ χρϐνουσ τα πρϊγματα γύνονται πιο ρευςτϊ. Οι κοινωνικού τύτλοι ϋχουν κυρύωσ τοπικϐ
χαρακτόρα και εύναι περιςςϐτερο αντικεύμενα διεκδύκηςησ και διαπραγμϊτευςησ παρϊ ανϊθεςησ.
Επομϋνωσ, η μϐνη ουςιαςτικό κατηγοριοπούηςη των ανθρώπων απϐ τον 7ο αιώνα και εξόσ γινϐταν
με βϊςη την κινητό και ακύνητη περιουςύα τουσ και ϐχι με θεςμικοϑσ ϐρουσ.
Η αριςτοκρατύα που εμφανύζεται ςτη Φαλκιδικό την εποχό αυτό, δεν ςυνδεϐταν τϐςο με την
ευγενικό καταγωγό αλλϊ περιςςϐτερο με τη θϋςη εμπιςτοςϑνησ ςτην αυτοκρατορικό υπηρεςύα και
ανταμούβονταν απϐ την κυβϋρνηςη εύτε μϋςω του ςυςτόματοσ των αυτοκρατορικών μιςθών εύτε
μϋςω τησ τροποποιημϋνησ εκδοχόσ του, του ςυςτόματοσ των προνομύων (λ.χ. ςϑςτημα πρϐνοιασ). Ψσ
εκ τοϑτου, η ανϋλιξη και η ςυνακϐλουθη ευμϊρεια των μελών τησ προερχϐταν ςυνόθωσ απϐ κϊποια
μορφό οικονομικόσ επιβρϊβευςησ, που δεν ςυνεπαγϐταν την αναβϊθμιςη τησ κοινωνικόσ θϋςησ.1487
Αυτό η χαλαρό κϊθετη δομό φαύνεται ϐτι δημιουργοϑςε τροχοπϋδη ςτη ςωςτό λειτουργύα των
κοινωνικών θεςμών και τρϐπον τινϊ εξύςωνε την αριςτοκρατικό κοινωνύα με την κοινωνύα των
χωρικών. ε ϋνα δεϑτερο επύπεδο, οι χωρικού πλϋον εύχαν ςτη διϊθεςό τουσ μια ευρεύα ποικιλύα
δικτϑων πατρωνύασ με τα οπούα θα μποροϑςαν να ςυνδεθοϑν. Σο αποτϑπωμα αυτόσ τησ εξϋλιξησ
γύνεται περιςςϐτερο ορατϐ τουσ επϐμενουσ αιώνεσ, ιδιαύτερα μετϊ την ϊνοδο τησ ιςχϑοσ των
αθωνικών μονών, ςτο τοπύο των ιδιοκτηςιών που διαμορφώνουν την οικιςτικό φυςιογνωμύα τησ
υπαύθρου αλλϊ και ςτον πολεοδομικϐ ιςτϐ των κεντρικών οικιςμών μϋςα απϐ τα τοπϐςημα των
κοινωνικών ομϊδων (εργαςτόρια, κατοικύεσ τησ ανώτερησ τϊξησ κ.ο.κ.)
Ειδικϐτερα, η πρώτη περύπτωςη, αυτό των ιδιοκτηςιών, αποτυπώνεται ςτη διαχεύριςη τησ
κοινοτικόσ γησ, που φαύνεται ϐτι όταν μια ςυλλογικό οικονομικό δραςτηριϐτητα, που κατευθυνϐταν
κατϊ βϊςη ςτην ςτεγανοπούηςη των δεςμών ανϊμεςα ςε ςχετικϊ ύςουσ και ςε δεϑτερη φϊςη, η
1485 Wickham, C., Framing the Middle Ages. Europe and the Mediterranean 400-800, Oxford (2005), 827
1486 Ό.π., 829
1487 Lefort 2006Ε, 237 ̇ Lemerle 1979, 143
498
απομϐνωςη ςυγκεκριμϋνων εκτϊςεων και η απϐδοςό τουσ ςτισ αθωνικϋσ μονϋσ, που δεύχνει μοτύβα
τοπικών πελατολογύων.
τισ βυζαντινϋσ πηγϋσ η αριςτοκρατύα αναφϋρεται με τουσ ϐρουσ «ϊρχοντεσ» και «δυνατού» που
μϋχρι τον 10ο αιώνα1488 ορύζονταν ςτη βϊςη τησ ικανϐτητασ ϊςκηςησ επιρροόσ ςε ϊλλουσ και ςτην
πρϊξη με την απονομό ιςϐβιων διοικητικών θϋςεων και τύτλων τιμόσ.
Ψςτϐςο, απϐ τον 11ο αιώνα, το κομνόνειο πολιτικϐ μοντϋλο, η πτώςη τησ Κωνςταντινοϑπολησ
το 1204 και η μειοϑμενη αρμοδιϐτητα τησ κεντρικόσ εξουςύασ που ακολοϑθηςε, αφενϐσ κατϋλυςε
την παραδοςιακό διϊκριςη ανϊμεςα ςε δημϐςιεσ και ιδιωτικϋσ πτυχϋσ τησ αυτοκρατορικόσ εξουςύασ,
αφετϋρου, ενϋθαλψε την ϋννοια τησ οικογενειακόσ ανεξαρτηςύασ των δυνατών. Σα μϋλη τησ
δυναςτεύασ πρακτικϊ μονοπώληςαν τισ κεντρικϋσ και επαρχιακϋσ εξουςύεσ.1489
Όλα τα παραπϊνω οδηγοϑν ςτο ςυμπεραςμα ϐτι ο οριςμϐσ τησ κοινωνικόσ ςυμπεριφορϊσ ςτισ
επαρχιακϋσ πϐλεισ όταν ιδιαύτερα ρευςτϐσ, ανεπύςημοσ και υποκεύμενοσ ςτην ικανϐτητα τησ φυςικόσ
δϑναμησ, του πλοϑτου και τησ κοινοτικόσ ςυναύνεςησ και ϐχι θωρακιςμϋνοσ απϐ κϊποιου εύδουσ
θεςμικϊ αναγνωριςμϋνησ κοινωνικόσ ιεραρχύασ.
Εύναι αδιαμφιςβότητη η κυριαρχύα των γαιοκτητών ςτισ ελύτ των κεντρικών οικιςμών. Ϋταν οι
γαιοκτόμονεσ, οι υποτακτικού τουσ και οι πϊροικοι καθώσ και οι τεχνύτεσ και οι ϋμποροι που
αποτελοϑςαν τον κορμϐ των μεγϊλων οικιςμών πριν τον 12ο αιώνα. Οι διαμϊχεσ για τη γη ανϊμεςα
ςε μοναςτόρια, μϋλη τησ αυτοκρατορικόσ οικογϋνειασ και τοπικοϑσ ϊρχοντεσ μιασ μεςαύασ ανώτερησ
τϊξησ ϋγιναν το κυρύαρχο ςτοιχεύο του πολιτικοϑ πολιτιςμοϑ.
Όςον αφορϊ ςτη ςχϋςη των κεντρικών οικιςμών με την ϑπαιθρϐ τουσ, διαφϊνηκε ϐτι ο μϋγιςτοσ
οικονομικϐσ ρϐλοσ τησ πϐλησ για την περιφϋρειϊ τησ ςυνολικϊ όταν ωσ κϋντρο αγορϊσ αλλϊ με
πολιτικοϑσ και ιδεολογικοϑσ ϐρουσ, η κυριαρχύα των πϐλεων ςτισ περιφϋρειϋσ τουσ όταν πολϑ
παλαιϐτερη. Η πολιτικό ηγεμονύα των τριών κεντρικών οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ ςυνδϋεται ςτενϊ με
την ιδεολογικό ηγεμονύα των επιςκϐπων τουσ. την Ιεριςςϐ ςυνδϋονταν απϐ την αρχό μϋςω τησ
μακρϊσ μονοπώληςησ του επιςκοπικοϑ αξιώματοσ απϐ την αςτικό αριςτοκρατύα. Η πολιτικό δομό
τησ Ιεριςςοϑ διϋθετε ςταθερϐ χαρακτόρα και ςυνοχό απϐ νωρύσ ϐπωσ φαύνεται απϐ τα πρωιμϐτερα
αθωνικϊ ϋγγραφα και δεν διαςπϊςτηκε ποτϋ και ακϐμα και κατϊ την περύοδο τησ χαμηλϐτερησ
πολιτικόσ επιρροόσ, μετϊ τον 12ο αιώνα, ο οικιςμϐσ εξακολουθοϑςε να εύναι ϋνα μεύζον κϋντρο τησ
περιοχόσ, κυρύωσ ωσ αποτϋλεςμα των μοτύβων ιδιοκτηςύασ ανϊμεςα ςε αθωνιkϊ ιδρϑματα και ςτην
τοπικό αριςτοκρατύα.
Σο γεγονϐσ ϐτι τϐςο οι αριςτοκρϊτεσ ϐςο και η μητρϐπολη και οι αθωνικϋσ μονϋσ δεν
ενδιαφϋρονταν να αποκτόςουν τον πολιτικϐ-διοικητικϐ ϋλεγχο των πϐλεων αλλϊ μϐνο τον ϋλεγχο
499
των παραγωγικών ζωνών τουσ ςυνδϋεται με το γεγονϐσ ϐτι παρϊ την τοπικό επιρροό του
επιςκϐπου, των μονών και των κοςμικών αριςτοκρατών, η ςχετικό κοινωνικό ανεξαρτηςύα των
περιςςϐτερων οικιςμών που μελετόθηκαν μπορεύ να ςυνδεθεύ με τη ςχετικό ςημαςύα που εύχε η
περιφερειακό πολιτικό για τουσ γαιοκτόμονεσ και η ςχετικό αδιαφορύα τουσ απϋναντι ςτην
εγκαθύδρυςη μιασ ςυνολικόσ κοινωνικόσ και πολιτικόσ θϋςησ και των δυνατοτότων για τον τοπικϐ
ϋλεγχο. 1490 Ψςτϐςο, οι ομϊδεσ των γαιοκτητών επϋφεραν αλλϊγεσ ειδικϊ μετϊ τον 12 ο αιώνα ςτην
οικιςτικό διαμϐρφωςη με τα μετϐχια, τουσ πϑργουσ που διαμϐρφωναν νηςύδεσ και κατακερμϊτιζαν
την ϑπαιθρο ςε περιοχϋσ με ςαφό ϐρια και εδϊφη ιδιωτικϊ.
Η κοινωνύα των κεντρικών οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ ςυνύςταται ςε ομϊδεσ με εντελώσ
διαφορετικϋσ καταβολϋσ, ποικύλεσ πηγϋσ πλοϑτου και ιςχϑοσ αλλϊ ςυγκεκριμϋνουσ γεωγραφικοϑσ
ςυντελεςτϋσ. Σα μοτύβα δρϊςησ των ανθρώπων υπϊκουαν ςε μια τοπικό περιβαλλοντικό λογικό
δομημϋνη και περιοριζϐμενη απϐ βουνϊ, πεδιϊδεσ και θϊλαςςα.
1490 Wickham, C. J., The Mountains and the City. The Tuscan Appennines in the Early Middle Ages, Oxford (1988), 354
500
προϋρχονται απϐ μη επιςτημονικϋσ αναγκαιϐτητεσ, ϐπωσ ςωςτικϋσ αναςκαφϋσ για ςϑγχρονη δϐμηςη
και ςτηρύζονται ςε περιληπτικϋσ αναφορϋσ και ϐχι ςε πλόρεισ δημοςιεϑςεισ. Οι παρϊγοντεσ αυτού
επηρεϊζουν τα ςυμπερϊςματϊ μασ για τον αςτικϐ ςχεδιαςμϐ των κεντρικών οικιςμών και για την
οργϊνωςη του οικιςτικοϑ δικτϑου τησ περιβϊλουςασ υπαύθρου.
Οι πηγϋσ δεύχνουν ϐτι η διοικητικό και η εκκληςιαςτικό διαύρεςη τησ Φαλκιδικόσ οργανώνεται
διαχρονικϊ γϑρω απϐ δϑο κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ, την Καςςϊνδρεια και την Ωκανθο, που
εμφανύζονται με τον χαρακτόρα τησ civitas μϋχρι τον 6ο αιώνα, και απϐ τον 9ο αιώνα και εξόσ ςτα
κϋντρα αυτϊ προςτύθεται η Βρϑα. Οι τρεισ αυτού κεντρικού οικιςμού αναφϋρονται ωσ επιςκοπϋσ και
κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ, ωσ κϊςτρα και ωσ ενορύεσ.
Σα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα μϋχρι τώρα, επιβεβαιώνουν την λειτουργύα τησ Ακϊνθου, μετϋπειτα
Ιεριςςοϑ, ωσ ςημαντικοϑ κϋντρου ςυγκϋντρωςησ πληθυςμοϑ και αςτικών λειτουργιών. Αντιθϋτωσ, η
θϋςη ϐπου αναμενϐταν να ϋχει οργανωθεύ η μεςαιωνικό Καςςϊνδρεια δεν παρουςιϊζει κϊποια
αξιοςημεύωτη ςυγκϋντρωςη αρχαιολογικοϑ υλικοϑ, ενώ ςε μια διαφορετικό εξύςωςη, η πρώιμη
μεςαιωνικό Βρϑα απουςιϊζει εντελώσ απϐ την ιςτορικό μαρτυρύα παρϊ την ϑπαρξη αξιϐλογου
αρχαιολογικοϑ δεύγματοσ.
Η ςυγκϋντρωςη του αρχαιολογικοϑ υλικοϑ και του ςυνϐλου των μϋχρι τώρα γνωςτών
πληροφοριών, η ςυςτηματικό παρουςύαςό του κατϊ κατηγορύεσ και η ϋνταξό του ςε ϋνα ευρϑτερο
ιςτορικϐ πλαύςιο επϋτρεψε να εκτιμηθεύ εκ νϋου η αρχαιολογικό δυνατϐτητα και να δειχθεύ ϐτι οι
υλικϋσ πηγϋσ προςφϋρουν, εν τϋλει, περιςςϐτερη τροφό για ςκϋψη και ιςτορικό κριτικό απϐ ϐςο
ϋδειχναν ωσ τώρα να προςφϋρουν.
τη βϊςη αυτό, μϋςα απϐ την επανεξϋταςη των πηγών και των αρχαιολογικών δεδομϋνων
προϋκυψαν κϊποιεσ ενδεύξεισ για την εγκατούκηςη ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό και
επαναδιατυπώθηκαν ερωτόματα ςαφϋςτερα, προςαρμοςμϋνα αφενϐσ ςτισ τοπικϐτητεσ μιασ μικρόσ
κοινωνύασ, αφετϋρου, ςε ςχϋςη και αναφορϊ με ομϐλογεσ καταςτϊςεισ ςτα νϐτια Βαλκϊνια και την
κεντρικό Μεςϐγειο.
501
και, αντύςτοιχα, η Ωκανθοσ χρηςιμοπούηςε τον λϐφο που βρύςκεται ςτα ΝΑ του ςϑγχρονου οικιςμοϑ
για την ακρϐπολό τησ. Αμφϐτερεσ όλεγχαν μεγϊλεσ πεδινϋσ εκτϊςεισ με δυνατϐτητα καλλιϋργειασ. Η
Καςςϊνδρεια διαφοροποιεύται καθώσ οργανώθηκε κατεξοχόν ςε μια πεδινό περιοχό.
Οι τρεισ οικιςμού αναπτϑχθηκαν ςε θϋςεισ τησ αρχαιϐτητασ, ϐπου προϒπόρχαν οχυρώςεισ και
καταλϊμβαναν κομβικϋσ θϋςεισ ςτο δύκτυο επικοινωνύασ τησ ενδοχώρασ τησ χερςονόςου και ςτο
θαλϊςςιο δύκτυο πλϐων που ςυνϋδεε τη Θεςςαλονύκη με την Κωνςταντινοϑπολη, τισ πορϊδεσ και
τα νηςιϊ του Αιγαύου.
Όλοι οι υπϐ μελϋτη οικιςμού διϋθεταν οχυρώςεισ απϐ την αρχαιϐτητα, οι οπούεσ αποδεύχτηκαν
αρκετϊ ιςχυρϋσ ώςτε να απωθόςουν τισ γοτθικϋσ επιθϋςεισ κατϊ τον 3ο αιώνα. Η αντοχό τουσ
δοκιμϊςτηκε ξανϊ απϐ τισ βαρβαρικϋσ επιθϋςεισ και τουσ ςειςμοϑσ των επϐμενων αιώνων.
ε ϐλεσ τισ περιπτώςεισ τα τμόματα των τειχών που ϋχουν αναςκαφεύ διαςώζουν μερικώσ τισ
βυζαντινϋσ φϊςεισ, οπϐτε εύναι δϑςκολο να χρονολογηθεύ με ακρύβεια η οικοδομικό δραςτηριϐτητα
και να επιςημανθοϑν τυχϐν κοινϊ ςτοιχεύα ςτισ οικοδομικϋσ πρακτικϋσ, ϐπωσ εφαρμϐζονται ςτη
χερςϐνηςο. ε κϊθε αναφορϊ για τα τεύχη τησ Φαλκιδικόσ επανϋρχεται το ϐνομα του Προκοπύου και η
αναφορϊ του ςτην επιςκευό δϑο οχυρώςεων ςτη Φαλκιδικό: του Βολβοϑ και τησ Καςςϊνδρειασ. Η
ιουςτινιϊνεια φϊςη του διατειχύςματοσ ϋχει εντοπιςτεύ. Προβληματικό παραμϋνει η αναφορϊ του
ιςτορικοϑ ςτο οχυρϐ του Βολβοϑ. Η περιοχό εμφανύζεται ξανϊ ςτα αγιορεύτικα ϋγγραφα απϐ τον 10
αιώνα και εξόσ ςτην ενδοχώρα τησ Βρϑασ, ϐμωσ δεν ϋχει εντοπιςτεύ ϋωσ τώρα αναςκαφικϊ ο
οικιςμϐσ οϑτε κϊποιο ύχνοσ απϐ το περύφημο φροϑριο. Η Ωκανθοσ, απϐ την ϊλλη πλευρϊ, δεν
αναφϋρεται ςτο οικοδομικϐ πρϐγραμμα του Ιουςτινιανοϑ.
Σο μϋγεθοσ τησ αςτικόσ περιοχόσ εντϐσ του οχυρωματικοϑ περιβϐλου, αν και εξαρτϊται απϐ τη
γεωμορφολογύα τησ κϊθε περιοχόσ, μπορεύ να εύναι ενδεικτικϐ τησ ευμϊρειϊσ τησ και τησ
ςτρατιωτικόσ τησ δϑναμησ κατϊ την περύοδο καταςκευόσ των τειχών. Η ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια
κϊλυπτε μια κολοςιαύα ϋκταςη 3700 ςτρεμμϊτων ςϑμφωνα με τα τεύχη που αναςκϊφηςαν και η
Ωκανθοσ 560 ςτρεμμϊτων. Για την Βρϋα δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα αλλϊ, αν θεωρόςουμε ωσ ϐριο το
κτύριο ςτο αγροτεμϊχιο 943 και το νεκροταφεύο που αναςκϊφηκε ςτα δυτικϊ του οικιςμοϑ πρϋπει
να κϊλυπτε μια αντύςτοιχα μεγϊλη ϋκταςη. Για τουσ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ εύναι δϑςκολο να
υπολογιςτεύ το μϋγεθοσ τησ οχυρωμϋνησ περιοχόσ καθώσ δεν ϋχουν εντοπιςτεύ τα ϐρια των οικιςμών
αυτών των χρϐνων. Ϊχει υπολογιςτεύ μονϊχα ϐτι η οχϑρωςη ςτην τοϑμπα τησ Βρϑασ περικλεύ μια
ϋκταςη 28 ςτρεμμϊτων. Εύναι ςημαντικϐ το γεγονϐσ ϐτι ςε ϐλεσ τισ περιπτώςεισ, ϋνα μεγϊλο μϋροσ
του πληθυςμοϑ διαβιοϑςε εκτϐσ των τειχών.
Η αναςκαφικό ϋρευνα ϋχει δεύξει ϐτι η εντϐσ των τειχών ελληνιςτικό Καςςϊνδρεια και η
Ωκανθοσ όταν χτιςμϋνεσ βϊςει του ιπποδϊμειου ςυςτόματοσ αλλϊ και η Βρϋα όταν οργανωμϋνη με
ϋνα λύγο πιο χαλαρϐ αλλϊ εξύςου καλϊ οργανωμϋνο πολεοδομικϐ ςϑςτημα. Λϐγω τησ ιςχνόσ
αναςκαφικόσ ϋρευνασ δεν μποροϑμε να κϊνουμε ακριβεύσ αντιςτοιχύεσ με τον πολεοδομικϐ ιςτϐ των
πρώιμων βυζαντινών χρϐνων. ε ϐλεσ ςχεδϐν τισ περιπτώςεισ όρθαν ςτο φωσ κϊποια ςτοιχεύα του
502
πολεοδομικοϑ ςυςτόματοσ, κυρύωσ κατϊλοιπα του δικτϑου ϑδρευςησ. Σο νερϐ ςυγκεντρωνϐταν ςτισ
περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ ςε κινςτϋρνεσ ό πηγϊδια.
Η βαςικό τεχνογνωςύα τησ αρχαύασ υδραυλικόσ μηχανικόσ των ρωμαώκών ςυςτημϊτων
ϑδρευςησ που βαςιζϐταν ςτην ροό βϊςει βαρϑτητασ και ςε ςυςτόματα χαμηλόσ πύεςησ καναλιών και
ςωληνώςεων, διατηρόθηκε ςε ϐλουσ ςχεδϐν τουσ βυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ, καθώσ δεν υπόρχε η
ανϊγκη να γύνουν ςημαντικϋσ τροποποιόςεισ ςτα τεχνικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ μεθϐδου προκειμϋνου
να προςαρμοςτοϑν ςε ϋνα νϋο κλύμα ό ςε μια νϋα τοπογραφύα. Ψςτϐςο, η διαδικαςύα τησ μεταφορϊσ
τεχνολογύασ προϒπϋθετε η υδραυλικό μηχανικό των Ρωμαύων να προςαρμοςτεύ ςτα χαρακτηριςτικϊ
μιασ διαφορετικόσ εποχόσ και μιασ διαφορετικόσ πολιτιςμικόσ γεωγραφύασ, ϐχι μιασ διαφορετικόσ
φυςικόσ γεωγραφύασ.1491
Η αρχιτεκτονικό κληρονομιϊ τησ αρχαιϐτητασ δεν εύναι τϐςο προφανόσ ςτην αρχαιολογικό
εικϐνα. Ανϊμεςα ςτα δημϐςια κτύρια με ςυνεχό παρουςύα εύναι τα λουτρϊ. Μνημειακό αρχιτεκτονικό
διαπιςτώθηκε ςτην Καςςϊνδρεια απϐ αναςκαφϋσ αλλϊ και επιγραφϋσ που αναφϋρουν την ϑπαρξη
δημϐςιων κτιρύων, ομούωσ ςτην Ιεριςςϐ, ϐπου τα βυζαντινϊ μικροτοπωνϑμια λειτουργοϑν
ςυμπληρωματικϊ προσ αυτό την κατεϑθυνςη (π.χ. η περιοχό του Ιπποδρομύου). Για την Βρϋα τα
πρϊγματα εύναι λιγϐτερο ςαφό. Πϊντωσ και ςτισ τρεισ πϐλεισ ϋχουν εντοπιςτεύ spolia αρχαύων
κτιρύων εντοιχιςμϋνα ςτισ οχυρώςεισ ό ςε μεταγενϋςτερα κτύρια αλλϊ και ςε κϊποια απϐςταςη
εντοιχιςμϋνα ςτα μετϐχια των αγιορεύτικων μονών που κατακλϑζουν τη Φαλκιδικό.
Η επύδραςη του Φριςτιανιςμοϑ εύναι περιςςϐτερο εμφανόσ ςτην Ιεριςςϐ. Η αναςκαφικό ϋρευνα
ϋχει εντοπύςει δϑο βαςιλικϋσ ενώ οι αναφορϋσ για αςτικϊ μοναςτόρια και μικρϐτερεσ εκκληςύεσ ςτισ
πηγϋσ εύναι αρκετϊ διαφωτιςτικϋσ. Οι απαρχϋσ τησ Βρϑασ ωσ μιασ εκχριςτιανιςμϋνησ κοινϐτητασ δεν
εύναι ανιχνεϑςιμεσ. Εντοπύςτηκε μϐνο ϋνα θρηςκευτικϐ κτύριο ςτην κορυφό τησ τοϑμπασ με ϊδηλη
χρονολογύα ανϋγερςησ, ενώ η Καςςϊνδρεια που αποτελοϑςε επύ μακρϐν θρηςκευτικό ϋδρα δεν
διαςώζει αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα ναών ςτην περιοχό γϑρω απϐ το διατεύχιςμα.
Η μούρα των παγανιςτικών ιερών ςτα ϐρια εντϐσ και εκτϐσ των χαλκιδικών πϐλεων παραμϋνει
ϊγνωςτη, με εξαύρεςη το Ιερϐ του ϊμμωνοσ Διϐσ ςτην Καλλιθϋα, οπϐτε δεν γνωρύζουμε τισ ςχϋςεισ, τη
ςυνϑπαρξη ό τισ αντεγκλόςεισ μεταξϑ των οπαδών των δϑο θρηςκειών.
Όςον αφορϊ τισ μϋχρι τώρα γνωςτϋσ, απϐ ιςτορικϋσ πηγϋσ και αρχαιολογικϊ δεδομϋνα,
οικιςτικϋσ θϋςεισ τησ υπαύθρου των τριών οικιςμών ό τουλϊχιςτον περιοχών με ενδεύξεισ κατούκηςησ
τησ περιϐδου, οι ςυμπεραςματικϋσ παρατηρόςεισ ςυνοψύζονται ςτα εξόσ:
τη Φαλκιδικό αυτό την περύοδο εντοπύζονται ςυνολικϊ περύπου εκατϐ αρχαιολογικϋσ θϋςεισ.
Βεβαιωμϋνη ϑπαρξη οικιςμών ϐμωσ ϋχουμε ςε ελϊχιςτεσ περιπτώςεισ. Πολλϋσ απϐ αυτϋσ τισ
εγκαταςτϊςεισ βρύςκονταν ςε ανύςχυρεσ παρϊλιεσ θϋςεισ και δεν γνωρύζουμε αν όταν τειχιςμϋνεσ.
1491 Magnusson, R. J., Water Technology in the Middle Ages. Cities, Monasteries and Waterworks after the Roman Empire, The Johns Hopkins
University Press-Baltimore and London (2001), 2-3
503
Εξαύρεςη αποτελεύ ο ορεινϐσ οικιςμϐσ που οργανώθηκε ςτο Νϋπωςι και οι οικιςμού που
οργανώνονται ςε αρχαύεσ θϋςεισ διατηρώντασ την οχϑρωςη τουσ. Οι μεςϐγειοι οικιςμού βρύςκονταν
ςε προςεκτικϊ επιλεγμϋνεσ θϋςεισ ανϊλογα με τισ πλουτοπαραγωγικϋσ πηγϋσ που εκμεταλλεϑονταν:
καλλιϋργειεσ, μεταλλεϑματα, ξυλεύα, κτηνοτροφύα. Με εξαύρεςη τα οικιςτικϊ κϋντρα τησ
Καςςϊνδρειασ, τησ Ακϊνθου και τησ Βρϑασ δεν φαύνεται να υπϊρχουν ϊλλοι οικιςμού με αςτικϊ
χαρακτηριςτικϊ και ο πληθυςμϐσ κατανϋμεται ςε διϊςπαρτουσ αγροτικοϑσ μικροςυνοικιςμοϑσ.
τη χερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρειασ εντοπύςτηκε μεγϊλοσ αριθμϐσ θϋςεων με πρωτοβυζαντινϋσ
εγκαταςτϊςεισ (οικιςμού, νεκροταφεύα, βαςιλικϋσ, βιοτεχνικϋσ εγκαταςτϊςεισ). Ση μεγαλϑτερη
ςυγκϋντρωςη εμφανύζουν οι παρϊκτιεσ περιοχϋσ. Οι ρωμαώκϋσ αγροικύεσ εξακολουθοϑν να
βρύςκονται ςε χρόςη μϋχρι τουσ πρώιμουσ μεςοβυζαντινοϑσ χρϐνουσ. Ϊχουν εντοπιςτεύ ςε αρκετϋσ
θϋςεισ τησ χερςονόςου και ύςωσ ςυνδϋονται με την οργϊνωςη βιοτεχνικών δραςτηριοτότων.
Εντοπύςτηκαν τα κατϊλοιπα 24 βαςιλικών, που αποτελοϑν δεύκτεσ τησ διϊδοςησ τησ νϋασ θρηςκεύασ
και υποδεικνϑουν την ϑπαρξη κϑκλων πατρωνύασ και καλλιτεχνικών διαϑλων με τη Θεςςαλονύκη.
τη δυτικό Φαλκιδικό οι ςημαντικού οικιςμού τησ ρωμαώκόσ περιϐδου επιβιώνουν,
υποδηλώνοντασ μια ςυνϋχεια ςτην κατούκηςη. Παρϊ τισ ελϊχιςτεσ ϋρευνεσ που ϋχουν διενεργηθεύ,
εντοπύςτηκαν 21 θϋςεισ με αρχαιϐτητεσ που χρονολογοϑνται μεταξϑ 4ου και 6ου αιώνα, καθώσ επύςησ
και τα κατϊλοιπα 23 βαςιλικών τησ ύδιασ περιϐδου. Οι οικιςμού δεύχνουν υψηλϐ επύπεδο διϊχυςησ
τησ καλλιτεχνικόσ παραγωγόσ και εντατικό αγροτικό και βιοτεχνικό δραςτηριϐτητα.
την ανατολικό Φαλκιδικό, μϐνο δϑο «πϐλεισ» των ρωμαώκών χρϐνων επιβιώνουν κατϊ την
πρωτοβυζαντινό περύοδο, το τρατώνι και η Ωκανθοσ. Κατϊλοιπα τησ περιϐδου, που ϐμωσ δεν
ςυνιςτοϑν απαραύτητα οικιςτικϋσ θϋςεισ αλλϊ υποδεικνϑουν ϋςτω προςωρινό παραμονό και
δραςτηριϐτητα εντοπύςτηκαν ςε εννϋα περιπτώςεισ. Ιδιαύτερη ςημαςύα ϋχει το ςϑμπλεγμα τριών
βαςιλικών ςτην περιοχό τησ Βαρβϊρασ καθώσ μπορεύ να θεωρηθεύ ωσ μια μορφό πρώιμου
μοναχιςμοϑ ό ωσ προςκϑνημα δεύχνοντασ την εξϊπλωςη τησ νϋασ θρηςκεύασ ςτην περιοχό. Οι
οικιςμού που εντοπύςτηκαν όταν μικρόσ ϋκταςησ και η οικονομύα τουσ βαςιζϐταν εύτε ςτη γεωργύα
εύτε ςε εκμετϊλλευςη ειδικών πλουτοπαραγωγικών πηγών (μεταλλεύα, βυρςοδεψύα). Η προτύμηςη
αυτό ύςωσ ςυνδϋεται με την απομϊκρυνςη τουσ απϐ τισ παρϊλιεσ θϋςεισ χϊριν περιοχών ορεινών και
δϑςβατων.
υνοψύζοντασ, ςτην πρωτοβυζαντινό Φαλκιδικό εντοπύζονται διεςπαρμϋνεσ πολυϊριθμεσ
οικιςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ μεςαύου ό μικροϑ μεγϋθουσ. Οι θϋςεισ ςχετύζονται με την ϑπαρξη φυςικών
πϐρων και τη δυνατϐτητα οργϊνωςησ παραγωγικών δραςτηριοτότων, βρύςκονται ςε απϐςταςη 4-5
χλμ μεταξϑ τουσ και δεν δεύχνουν να ϋχουν ϊμεςη ςχϋςη με τουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ παρϊ μϐνο ςε
επύπεδο διούκηςησ.
Διαπιςτώθηκε υψηλϐ επύπεδο καλλιτεχνικόσ παραγωγόσ ςε αρκετϋσ περιπτώςεισ, ϐπωσ τα
ψηφιδωτϊ δϊπεδα και ο γλυπτϐσ διϊκοςμοσ τησ βαςιλικόσ του ωλόνα, του τρικλινύου τησ αγροικύασ
τησ Μεγϊλησ Κϑψασ και τησ βαςιλικόσ τησ Ακϊνθου, η λειψανοθόκη τησ Νϋασ Ηρϊκλειασ, τα
504
μαρμαροθετόματα τησ ρωμαώκόσ αγροικύασ ςτο Γερϊνι και τησ βαςιλικόσ τησ. Η μνημειακό
αρχιτεκτονικό αντιπροςωπεϑεται απϐ τισ δεκϊδεσ βαςιλικϋσ που ϋχουν εντοπιςτεύ, καθώσ και απϐ
τον ελεϑθερο τετρϊκογχο ναϐ του Αγύου Ανδρϋα Περιςτερϊσ και ςε κοςμικϐ επύπεδο απϐ τισ
αγροικύεσ, τα δημϐςιου χαρακτόρα κτύρια τησ Βρϑασ και τα λουτρϊ τησ Βρϑασ και του οικιςμοϑ τησ
Νϋασ Καλλικρϊτειασ.
Οι βιοτεχνικϋσ εγκαταςτϊςεισ ληνών και κλιβϊνων και οι εγκαταςτϊςεισ αλυκών (Γερϊνι,
Γλαρϐκαβοσ, τρατώνι) και μεταλλευμϊτων (Νϋπωςι) ςυμπληρώνουν την εικϐνα μιασ περιοχόσ ςε
ανϊπτυξη. Οι χερςαύοι και υδϊτινοι δρϐμοι που όταν ςε χρόςη δεύχνουν ϋνα πυκνϐ δύκτυο
ανταλλαγών ςε περιφερειακϐ και διαπεριφερειακϐ επύπεδο που εξακτινωνϐταν ϋωσ τη
Θεςςαλονύκη, την Κωνςταντινοϑπολη και το Βϐρειο Αιγαύο.
Σο τϋλοσ τησ περιϐδου και ταυτϐχρονα τησ μορφόσ των κεντρικών οικιςμών και τησ υπαύθρου
διαπιςτώνεται απϐ τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα ςε διαφορετικϋσ χρονικϋσ αφετηρύεσ με πρωιμϐτερη
αυτό του οικιςμοϑ τησ Καςςϊνδρειασ μϋςα ςτον 4ο αιώνα και με τελευταύα την Ωκανθο ςτισ αρχϋσ
του 7ου αιώνα. Σα χρονικϊ ϐρια εύναι διαφορετικϊ για την ϑπαιθρο, ϐπου επιβιώνουν τϐςο οι οικιςμού
ϐςο και τα ςυγκροτόματα των μεγϊλων αγροικιών.
1492 Wickham, C., The long eighth century, Brill (2000), 345
1493 Poulter 1992, 99–135 ̇ Lassus, J., La fortéresse byzantine de ThamugadiI, Paris ( 1981), 82
1494 Haldon, Byzantium in the seventh century, G. Dagron, “Le christianisme dans la ville byzantine”, DOP 31 (1977), 3–25, 4–11
505
αντικειμενικϐσ ςτϐχοσ εύναι εκεύνοσ τησ απϐρθητησ πϐλησ. Ϊνα κρύςιμο ζότημα που πρϋπει να ϋχουμε
υπϐψη εύναι ϐτι η δημϐςια ζωό δεν εύναι ςτατικό και μοτύβα αλλαγόσ ςυμπεριφορϊσ που
εντοπύζονται αυτό την εποχό δεν πρϋπει να ερμηνευτοϑν ωσ ενδεύξεισ παρακμόσ αλλϊ ζωντϊνιασ.1495
την περύπτωςη των κεντρικών οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ, μεταξϑ 7ου και 9ου αιώνα ςημειώνεται
μια δημογραφικό ςυρρύκνωςη, η οπούα πιθανώσ προκϊλεςε και την αραύωςη τησ ενδοαςτικόσ
οικιςτικόσ ζώνησ αλλϊ και ϋνασ περιοριςμϐσ οριςμϋνων λειτουργιών που μεχρι τϐτε αναπτυςςϐταν
ςτην πϐλη.1496Σην ύδια περύοδο, παλιϊ εδϊφη χωρύσ πϐλεισ (π.χ. Καςςϊνδρεια) και νϋοι οικιςμού χωρύσ
εδϊφη εμφανύςτηκαν ωσ νϋα κϋντρα κοινωνικόσ και οικονομικόσ οργϊνωςησ.
Σα πρώιμα βυζαντινϊ αςτικϊ κϋντρα καθύςτανται ιςτορικϊ και αρχαιολογικϊ αϐρατα απϐ τα
μϋςα του 6ου μϋχρι τον 9ο αιώνα, εκτϐσ απϐ τη Βρϑα, ϐπου τα αρχαιολογικϊ ςτοιχεύα, αν και ελλιπό,
επαρκοϑν για να τεκμηριώςουν την αδιϊλειπτη ςυνϋχεια ςτον βύο του οικιςμοϑ. Η Καςςϊνδρεια, απϐ
τον 6ο αιώνα και εξόσ χϊνει οριςτικϊ τισ ιδιϐτητεσ τησ civitas τησ ϑςτερησ αρχαιϐτητασ. Η
επανεμφϊνιςό τησ ςτισ πηγϋσ τον 9ο αιώνα δεν αντιςτοιχεύ ςτη φυςικό τησ εμφϊνιςη αφοϑ μϋχρι
ςτιγμόσ δεν ϋχουν εντοπιςτεύ κατϊλοιπα του οικιςμοϑ μετϊ τον 5ο αιώνα. Επύ πλϋον, το ϐνομα του
κεντρικοϑ οικιςμοϑ τησ πρωτοβυζαντινόσ περιϐδου περιγρϊφει πλϋον ολϐκληρη τη χερςϐνηςο,
δηλαδό την ϊλλοτε διοικητικό και οικονομικό περιφϋρειϊ του. Η Ωκανθοσ, επύςησ εξαφανύζεται απϐ
την ιςτορικό ςυνειδητϐτητα απϐ τον 6ο αιώνα και επανϋρχεται ςτο προςκόνιο ςτην ύδια θϋςη αλλϊ
με διαφορετικϐ τοπωνϑμιο. Εν τοϑτοισ, και ςε αυτό την περύπτωςη η απουςύα μαρτυριών δεν
ςημαύνει την παντελό εξαφϊνιςη του οικιςμοϑ, που φαύνεται να διατηρόθηκε αν και υποβαθμιςμϋνοσ
δημογραφικϊ και εδαφικϊ.
ε ςχϋςη με τα οικιςτικϊ μοτύβα τησ υπαύθρου για την ύδια χρονικό περύοδο διαπιςτώθηκε η
δημιουργύα νϋων οικιςμών με ςλαβικόσ και βουλγαρικόσ προϋλευςησ τοπωνϑμια, κατϊ κϑριο λϐγο
ςτο ΒΔ και ςτο ΒΑ τμόμα τησ ηπειρωτικόσ Φαλκιδικόσ. Η ςλαβικό εγκατϊςταςη (τϋλοσ 6ου – 7οσ
αιώνασ) δεν πρϋπει να ςυνοδεϑτηκε απϐ μακροπρϐθεςμη εγκατϊλειψη οικιςμών τησ
πρωτοβυζαντινόσ περϐδου, ϐπωσ φαύνεται απϐ τα κατϊλοιπϊ τουσ.
Πϋραν τοϑτων, η γραπτό παρϊδοςη αναφϋρει την ϑπαρξη ενϐσ δικτϑου ανοχϑρωτων χωριών
κατϊ τον 8ο και 9ο αιώνα, με κοινϐ χαρακτηριςτικϐ την τερϊςτια ϋκταςό των εδαφών τουσ. Απϐ αυτό
την περύοδο όδη, εύναι πιθανό η ϑπαρξη «αγριδύων» που όταν εξαρτημϋνα απϐ αυτϊ τα χωριϊ. Η
ςυνϋχιςη τησ κατούκηςησ τον 7ο αιώνα μαρτυρεύται απϐ τη διατόρηςη των τοπωνυμύων για τισ
περιςςϐτερεσ απϐ τισ θϋςεισ που βρύςκονται κοντϊ ςτη θϊλαςςα.
Διαπιςτώθηκε απϐ τα πενιχρϊ ευρόματα και κυρύωσ απϐ τισ πηγϋσ του 9ου αιώνα, ϐτι απϐ την
προηγοϑμενη περύοδο επιβύωςαν οικιςμού που διϋθεταν ιςχυρό οχϑρωςη και βρύςκονταν ςε
ςημαντικϋσ θϋςεισ που όλεγχαν διαβϊςεισ. ημαντικϐ ρϐλο ϋπαιζε η γεωμορφολογύα ςτον βαθμϐ που
1495 Brubaker, L., «Topography and the creation of public space in early medieval Constantinople”, M.De Jong –F. Theuws –C. Van Rhijn,
Topographies of Powers in Early Middle Ages, Brill-Leiden-Boston-Koln (2001), 31-43, 31-32, 34
1496 Κϐντςινα 2009, 90
506
θα μποροϑςε να καταςτόςει ϋναν οικιςμϐ αφενϐσ οχυρϐ, αφετϋρου επαρκό ςτην κϊλυψη πρώτων
αναγκών ϐπωσ η υδροδϐτηςη. Όςοι οικιςμού οργανώθηκαν ςε αρχαύεσ θϋςεισ επιβιώνουν και
εκμεταλλεϑονται τισ υπϊρχουςεσ οχυρώςεισ ενώ το δύκτυο ςυγκοινωνιών ςτο εςωτερικϐ τησ
χερςονόςου βρύςκεται διαρκώσ ςε χρόςη ϐπωσ επύςησ και οι ναυτικϋσ οδού.
Η αποςϑνθεςη τησ αυτοκρατορύασ κατϊ τον 6ο αιώνα ςύγουρα πυροδϐτηςε μια ςειρϊ αλλαγών.
Ο πληθυςμϐσ ςαφώσ μειώθηκε και η καλλιϋργεια τησ γησ επιβραδϑνθηκε αλλϊ οι ϊνθρωποι
ςυνϋχιςαν τη ζωό τουσ ςτη βϊςη παλαιών και νϋων ςτρατηγικών με την υλικό απλϐτητα να εύναι
απϐ τα πιο επύμονα διακριτικϊ τησ περιϐδου. Η περύπτωςη των οικιςμών τησ Φαλκιδικόσ
επιβεβαιώνει ϐτι οι δϑο αιώνεσ τησ πρώιμησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου φϋρνουν ςτο προςκόνιο ύςωσ
για πρώτη φορϊ και με τϋτοια ϋνταςη την ϋννοια τησ τοπικόσ απϐκλιςησ ςε ςχϋςη με τουσ
προηγοϑμενουσ ό τουσ επϐμενουσ αιώνεσ.
Τπϊρχουν ϋμμεςεσ ενδεύξεισ για αϑξηςη του πληθυςμοϑ τησ Φαλκιδικόσ μεταξϑ του 7ου και του
9ου αιώνα, που προκϑπτουν απϐ την ανακαύνιςη χωριών, την αϑξηςη του αριθμοϑ των επιςκοπών
και απϐ τη ςυνεχό εμφϊνιςη οικιςμών γϑρω απϐ μεγϊλεσ ιδιοκτηςύεσ.
Σο οικιςτικϐ δύκτυο, που αναδϑθηκε ςτο τϋλοσ του 9ου αιώνα, αν και διαφοροποιημϋνο απϐ πριν,
διατόρηςε κϊποια βαςικϊ χαρακτηριςτικϊ (π.χ. την εγγϑτητα των οικιςμών ςε παλιϋσ ζωτικόσ
ςημαςύασ οδικϋσ αρτηρύεσ).
Απϐ τουσ τρεισ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ ςυνεχύζουν να αναφϋρονται ωσ επιςκοπϋσ η Καςςϊνδρεια
και η Ιεριςςϐσ, ενώ η Βρϑα προςτύθεται ςτον τύτλο τησ Επιςκοπόσ Καςςανδρεύασ απϐ τον 11 ο αιώνα.
Η κατούκηςη των ςυγκεκριμϋνων θϋςεων επιβεβαιώνεται και απϐ τα αρχαιολογικϊ ευρόματα. Απϐ
τον 10ο αιώνα οι επιςκοπϋσ γύνονται τρεισ με την προςθόκη τησ ϋδρασ του Αρδαμερύου με
δικαιοδοςύα ςτην βϐρεια Φαλκιδικό.
Παρατηρόθηκε ϐτι μϐνο η Καςςϊνδρεια διατόρηςε την ονομαςύα του προγενϋςτερου οικιςμοϑ,
αν και το ϐνομα επεκτεύνεται ςε ολϐκληρη την χερςϐνηςο με ςυνϋπεια να μην γνωρύζουμε αν τα
ιςτορικϊ ςτοιχεύα αναφϋρονται πϊντα ςτην πϐλη τησ Καςςϊνδρειασ ό ςτην χερςϐνηςο. Επομϋνωσ,
τα χρονικϊ ϐρια τησ επιβύωςησ κϊποιου οικιςμοϑ ςτην περιοχό δεν εύναι δυνατϐν να προςδιοριςτοϑν
χωρύσ τα πορύςματα αναςκαφικών ό επιφανειακών ερευνών.
Η Ωκανθοσ μετονομϊςτηκε ςε Εριςςϐ, κατϊ την πρώιμη μεςοβυζαντινό περύοδο και απϐ τον τον
9ο αιώνα και εξόσ ςε Ιεριςςϐ. Η αρχαύα Βρϋα παραλλϊςςεται ςε Βρϑα. Η αλλαγό τοπωνυμύων κατϊ
τη μεςοβυζαντινό περύοδο φαύνεται να ςυνδϋεται με κοινωνικϋσ και δημογραφικϋσ αλλαγϋσ.
Απϐ τα τϋλη του 10ου και τισ αρχϋσ του 11ου αιώνα, οι πηγϋσ αναφϋρουν τη λειτουργύα ϋξι
κϊςτρων ςτη Φαλκιδικό, αρκετοϑσ οχυρωμϋνουσ οικιςμοϑσ με ςχετικϊ μεγϊλα πληθυςμιακϊ μεγϋθη
(Κϊτω Βολβϐσ, Γομϊτι, τϊγειρα κ.α.) και αρκετϋσ ακϐμα μικρϐτερεσ μορφϋσ φρουρύων και
οχυρώςεων.
Για την πρώτη περύπτωςη των οικιςμών που αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ ωσ «κϊςτρα», οι
παρατηρόςεισ μποροϑν να ςυνοψιςτοϑν ςτα εξόσ:
507
Σο κϑριο χαρακτηριςτικϐ τουσ όταν η παρουςύα οχϑρωςησ. τισ περιςςϐτερεσ περιπτώςεισ η
οχϑρωςη προϒπόρχε και ενιςχϑθηκε κατϊ την περύοδο αυτό προκειμϋνου να εξαςφαλιςτεύ η μϋγιςτη
δυνατό αςφϊλεια ςε περιϐδουσ πολιορκύασ. Οι οικιςμού αυτού εύχαν ςτρατηγικό ςημαςύα και
βρύςκονταν ςε ςημαντικϋσ διϐδουσ. Η απϐςταςη μεταξϑ τουσ όταν ςταθερό (περύ τα 20-25 χλμ)
γεγονϐσ που επιβεβαιώνει περιςςϐτερο τον ςτρατιωτικϐ και λιγϐτερο τον αςτικϐ χαρακτόρα τουσ.
(ςχ. 36)
Όςον αφορϊ ςτα μορφολογικϊ χαρακτηριςτικϊ τησ οχϑρωςησ, ακολουθοϑνται τα γενικϊ
χαρακτηριςτικϊ των οχυρώςεων τησ υπϐλοιπησ χερςονόςου που ςυνύςτανται ςτη χρόςη αργών
λύθων και ιςχυροϑ αςβεςτοκονιϊματοσ. Μϋχρι ςτιγμόσ ϋχουν αναςκαφεύ ϋνα τμόμα τησ οχϑρωςησ
τησ Βρϑασ και η οχϑρωςη τησ χερςονόςου τησ Ληκϑθου ςτην Σορώνη, αν και για την τελευταύα δεν
εύναι γνωςτό η ακριβόσ περύοδοσ ύδρυςησ και λειτουργύασ του κϊςτρου. Ο Νικονϊνοσ και ο
Καμπύτογλου το τοποθετοϑν ςτουσ χρϐνουσ αναβύωςησ του οικιςμοϑ κατϊ το τϋλοσ του 13 ου αιώνα ό
ςτισ αρχϋσ του 14ου1497, ενώ ο Παπϊγγελοσ ςτον 9ο-10ο αώνα.1498 Η περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ
εύναι προβληματικό δεδομϋνου ϐτι δεν υπϊρχουν ςτοιχεύα που να διευκρινύζουν αν το κϊςτρο τησ
Καςςϊνδρειασ αναφϋρεται ςτο διατεύχιςμα που προςτατεϑει τον ιςθμϐ τησ χερςονόςου ό αν υπόρχε
κϊποιου ϊλλου εύδουσ οχϑρωςη ςε θϋςη που δεν ϋχει εντοπιςτεύ. Σα τεύχη τησ μεςαιωνικόσ Ιεριςςοϑ
καταςτρϊφηκαν ολοςχερώσ απϐ τον ςειςμϐ του 1932 ενώ τησ Ερμόλειασ και του Ποκρεντοϑ δεν
ϋχουν αναςκαφεύ ακϐμα.
τον οχυρωμϋνο χώρο φιλοξενοϑνταν οι ϋδρεσ των αξιωματοϑχων των οικιςμών (Ιεριςςϐσ),
κινςτϋρνεσ (Βρϑα, Σορώνη), κοςμικϊ κτύρια και ςε κϊποιεσ περιπτώςεισ θρηςκευτικϊ οικοδομόματα
(Βρϑα, Σορώνη, Ιεριςςϐσ). Γνωρύζουμε ϐτι το κϊςτρο τησ Ιεριςςοϑ κατοικοϑνταν και απϐ
εκπροςώπουσ τησ τοπικόσ ανώτερησ και μεςαύασ τϊξησ. την Βρϑα ο χώροσ κατοικόθηκε κατϊ τον
12ο αιώνα μετϊ την υποβϊθμιςη του οικιςμοϑ και τη χρόςη τησ τοϑμπασ ωσ ϑςτατο καταφϑγιο. Σο
μεγαλϑτερο μϋροσ των οικιςμών και οι παραγωγικϋσ δραςτηριϐτητεσ οργανώνονταν ςτισ παρυφϋσ
των λϐφων εκτϐσ των οχυρώςεων και ςτισ επύπεδεσ περιοχϋσ γϑρω απϐ την οχϑρωςη.
Οι νϋοι οικιςμού όταν ςαφώσ μικρϐτεροι πληθυςμιακϊ απϐ τουσ προγενϋςτερουσ τησ
αρχαιϐτητασ, ϐπωσ φαύνεται αφενϐσ απϐ τη ςταδιακό αλλαγό ςτισ θϋςεισ των νεκροταφεύων των
οικιςμών, που ενώ παλιϊ αναπτϑςςονταν ςτην περιφϋρεια των τειχών αρχύζουν και
ςυγκεντρώνονται πιο κοντϊ ςτον οχυρωμϋνο πυρόνα, αφετϋρου απϐ την εγκατϊλειψη περιοχών που
κατϊ την προηγοϑμενη περύοδο κατοικοϑνταν. Σϐςο ςτην πεδινό ζώνη τησ Βρϑασ ϐςο και τησ
Ιεριςςοϑ μετϊ την εγκατϊλειψη των δραςτηριοτότων ςτην εξωτερικό περύμετρο του οικιςμοϑ, οι
περιοχϋσ παρϋμειναν αδϐμητεσ, ϐπωσ επιβεβαιώνεται απϐ την απουςύα βυζαντινών αρχιτεκτονικών
καταλούπων.1499
1497 Καμπύτογλου A., Αναςκαφό Σορώνησ, ΠΑΕ 1975, 102-130 ̇ Νικονϊνοσ, Ν., ΑΔ 33 (1978), Β2, 255
1498 Παπϊγγελοσ 1998, 100
1499 Καραγιϊννη 2010, 94
508
Ψσ προσ την οργϊνωςη του πολεοδομικοϑ ιςτοϑ, διαπιςτώθηκε μια ελευθερύα ςτη χωροθϋτηςη
των κτιςμϊτων ςτον χώρο, ωςτϐςο, οι λειτουργύεσ όταν οργανωμϋνεσ ςτη βϊςη μιασ πρακτικόσ
λογικόσ. το εςωτερικϐ των κϊςτρων ενδϋχεται να υπόρχαν περιοχϋσ αδϐμητεσ που να
λειτουργοϑςαν ωσ χώροι ςυγκϋντρωςησ. Αυτϐ τουλϊχιςτον ςυνϊγεται απϐ τισ κενϋσ επιφϊνειεσ ςτο
κϊςτρο τησ Βρϑασ. Ϊνα ςημαντικϐ μϋροσ του δημϐςιου χώρου καταλϊμβαναν τα δύκτυα ϑδρευςησ
των κϊςτρων και των προςκεύμενων οικιςμών. Νερϐ για τουσ κατούκουσ του προαςτεύου όταν
διαθϋςιμο απϐ ανοιχτϊ πηγϊδια ό απϐ γειτονικϊ ποτϊμια, ενώ για τα κϊςτρα, όταν διαθϋςιμο απϐ
ϋναν ςυνδυαςμϐ απϐ κινςτϋρνεσ για το νερϐ τησ βροχόσ και οχυρωμϋνων πηγαδιών, προςαρτημϋνων
ςτα τεύχη τησ πϐλησ που ϋφτανε μϋχρι τα γειτονικϊ ποτϊμια. Ϊνα ανοιχτϐ δύκτυο ϑδρευςησ απϐ
κανϊλια και φρεϊτια όταν ςε χρόςη ςε ϐλα τα κϊςτρα που ερευνόθηκαν. Σα λουτρϊ δεύχνουν μια
ςυνϋχεια ςτην αρχαύα παρϊδοςη για τη δημϐςια υγεύα.
τισ περιπτώςεισ των τριών κεντρικών οικιςμών διαπιςτώθηκαν αςτικϋσ ό ημιαςτικϋσ
λειτουργύεσ, ενδεύξεισ βιοτεχνικόσ δραςτηριϐτητασ και εμπορικών ςχϋςεων με τισ δϑο
ςημαντικϐτερεσ πϐλεισ τησ Αυτοκρατορύασ, τη Θεςςαλονύκη και την Κωνςταντινοϑπολη και με ϊλλεσ
περιοχϋσ τησ ηπειρωτικόσ και νηςιώτικησ Ελλϊδασ. Η ϑπαρξη κλιβϊνων και ϊλλων βιοτεχνικών
δραςτηριοτότων που κανονικϊ απαγορεϑονταν ςε κατοικημϋνεσ περιοχϋσ δεύχνει ϐτι η κϊθε πϐλη
ακολουθοϑςε τουσ δικοϑσ τησ κανϐνεσ που μϊλλον ορύζονταν απϐ τισ τοπικϋσ διοικόςεισ.
Αρχαιολογικϋσ ϋρευνεσ δεύχνουν ϐτι παρϐμοια χαρακτηριςτικϊ μορφολογικϊ και λειτουργικϊ με
τα κϊςτρα τησ Φαλκιδικόσ όταν διαδεδομϋνα κατϊ την εξεταζϐμενη περύοδο ϐχι μϐνο ςτον Ελλαδικϐ
χώρο αλλϊ και ςτην Ιταλύα, ςτην Μικρϊ Αςύα και ςτα Βαλκϊνια. Οι ομοιϐτητεσ ςτη χωροθϋτηςη, τον
τϑπο τησ οχϑρωςησ και ςτην οργϊνωςη και τισ λειτουργύεσ τουσ δεν εύναι τυχαύεσ. 1500
Σα κϊςτρα τησ μεςοβυζαντινόσ περιϐδου ςτηρύζονται ςε διαφορετικό οργϊνωςη ςε ςχϋςη με
τουσ πρωτοβυζαντινοϑσ οικιςμοϑσ, παρϐλο που ο ϐροσ «κϊςτρο» ςε ςυςτοιχύα με τον ϐρο «πϐλη»
εμφανύζεται όδη απϐ την εποχό του Ιουςτινιανοϑ («ἐν τοῑσ πϐλεςιν ἢτοι κϊςτροισ»).1501 Απϐ τον 9ο
αιώνα και εξόσ ο ϐροσ “κϊςτρο” ταυτύζεται με το αντύςτοιχο δυτικϐ castrum. Ψςτϐςο, ςτο Βυζϊντιο ο
ϐροσ δεν ςυνδϋονταν με πολιτικϋσ και κοινωνικοοικονομικϋσ ςυνθόκεσ αντύςτοιχεσ με αυτϋσ που
διαμϐρφωςαν τα αντύςτοιχα μορφώματα ςτην Ιταλύα. Αντιςτοιχύεσ υπϊρχουν ςε ϋνα οικονομικϐ
πλαύςιο καθώσ, και ςτισ δϑο περιπτώςεισ, κϊποιεσ πτυχϋσ τησ οικονομύασ τησ υπαύθρου
επεκτεύνονταν ςτισ εϑφορεσ περιοχϋσ εκτϐσ των τειχών.
Ενώ αυτϋσ οι μεταμορφώςεισ γϑρω απϐ τη Μεςϐγειο πηγϊζουν απϐ μια κοινό επιθυμύα να
μεγιςτοποιόςουν την εκμετϊλλευςη τησ γησ και την οικονομύα τησ υπαύθρου, υπϊρχει εν τϋλει μια
ϋλλειψη ςτοιχειώδουσ διαφοροπούηςησ ανϊμεςα ςτισ πϐλεισ και τα χωριϊ μεταξϑ 7ου και 11ου αιώνα.
Σο γεγονϐσ ϐτι εύχαν διαφοροποιημϋνεσ οικονομύεσ και ταυτϐχρονα αςτικϊ και αγροτικϊ
509
χαρακτηριςτικϊ, αναδεικνϑει τα κϊςτρα ωσ οικιςμοϑσ υβριδικόσ μορφόσ, προκαλώντασ αμηχανύα
ςτην προςπϊθεια ερμηνεύασ τουσ με ϐρουσ οικιςτικόσ διαβϊθμιςησ.1502
Εκτϐσ απϐ του κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ αναφϋρονται δευτερεϑοντεσ οικιςμού με ςημαντικϐ
μϋγεθοσ και δημογραφικϐ εκτϐπιςμα, που όταν οχυρωμϋνοι απϐ την πρωτοβυζαντινό περύοδο και η
οχϑρωςη αποκαταςτϊθηκε μετϊ τον 10ο αιώνα ενύοτε και με αυτοκρατορικό πρωτοβουλύα (Βολβϐσ,
Νϋπωςι, Γομϊτου).
Σα χωριϊ αυτϊ, που αναφϋρονται ωσ τϋτοια ςτισ πηγϋσ παρϊ το γεγονϐσ ϐτι όταν οχυρωμϋνα
αποδεικνϑουν τον ιςχυριςμϐ τησ Λαώου ϐτι το μϋγεθοσ δεν αποτελεύ αςφαλϋσ κριτόριο αςτικοϑ
χαρακτόρα γιατύ υπόρχαν πολυπληθό χωριϊ που εύχαν περιςςϐτερο πληθυςμϐ απϐ μικρϋσ πϐλεισ
αλλϊ τελεύωσ διαφορετικϋσ οικονομύεσ και δραςτηριϐτητεσ. Η διοικητικό δραςτηριϐτητα δεν
φαύνεται να ςυνδϋεται ό να αντανακλϊται ςτην οργϊνωςη και τη μορφό των οικιςμών αυτόσ τησ
φϊςησ.
Σα «βυζαντινϊ κϊςτρα» τησ Φαλκιδικόσ επομϋνωσ, μποροϑν να διακριθοϑν ωσ αςτικϊ φροϑρια,
ςτρατιωτικϊ φροϑρια ό αγροτικϋσ οχυρώςεισ. Οι τελευταύεσ περιλαμβϊνουν τα καςτϋλλια, τα
φροϑρια και τουσ πϑργουσ (ελεϑθερουσ και μετοχιακοϑσ), που εντοπύζονται ςε ορεινϋσ και ημιορεινϋσ
δυςπρϐςιτεσ περιοχϋσ και ενύςχυαν την ϊμυνα τησ χερςονόςου. ε κϊθε περύπτωςη το κϊςτρο όταν
το κϋντρο για τον πληθυςμϐ τησ ευρϑτερησ περιοχόσ που ζοϑςε ςε ανοχϑρωτα «ανοιχτϊ χωριϊ» ό
καλϑβεσ ςε απϐςταςη μερικών ωρών απϐ την οχυρωμϋνη θϋςη.
Καθϐλη τη διϊρκεια αυτόσ τησ περιϐδου, ο βαςικϐσ τϑποσ οικιςτικόσ εγκατϊςταςησ ςτη
Φαλκιδικό όταν το χωρύον, ϐπου ςϑμφωνα με τισ πηγϋσ του 10ου και του 11ου αώνα κατοικοϑςε η
πλειοψηφύα των κατούκων. Σα χωριϊ εύχαν μϋτριο πληθυςμιακϐ δυναμικϐ, ςυνόθωσ μερικών
δεκϊδων νοικοκυριών. Ελϊχιςτεσ πληροφορύεσ ϋχουμε για τη φυςικό τουσ εμφϊνιςη. Σα ςπύτια των
χωρικών πρϋπει να όταν ςτοιχειώδεισ καταςκευϋσ και περιςτοιχύζονταν απϐ κόπουσ, οπωρώνεσ ό
μικρϊ χωρϊφια. Σα ευπορϐτερα νοικοκυριϊ οργανώνονταν γϑρω απϐ μια αυλό. Σα χωριϊ εύχαν ςτην
κατοχό τουσ τη δικό τουσ γη.1503
Ο μεγϊλοσ αριθμϐσ των τοπωνυμύων και οι πολλϋσ αναφορϋσ ςε διαφορετικϋσ παραλλαγϋσ
οικιςτικόσ οργϊνωςησ (χωρύον, κώμη, ςυνούκηςισ, κτόςισ, κτηςύδιον, καθϋδρα, αγρύδιον, προϊςτειον,
μετϐχιον κ.α.), αποκαλϑπτει μια εϑρωςτη πληθυςμιακϊ περιοχό με διαφορετικοϑ τϑπου οργϊνωςη
ςε ςχϋςη με την πρωτοβυζαντινό περύοδο, λιγϐτερο πυρηνικό και πιο απλοώκό, ϐπωσ μαρτυροϑν τα
ευρόματα.
Σην περύοδο αυτό πληθαύνουν οι μοναςτικϋσ εγκαταςτϊςεισ ςε ϐλη τη χερςϐνηςο και
θεςμοθετεύται ο αθωνικϐσ μοναχιςμϐσ.
Η διαςπορϊ τησ ανθρώπινησ δραςτηριϐτητασ επιβεβαιώνει την εκτεταμϋνη χρόςη τησ γησ και
κατούκηςησ ςτην ϑπαιθρο. Αγροτικϋσ και ποιμενικϋσ δραςτηριϐτητεσ και μικρόσ κλύμακασ βιοτεχνικό
510
παραγωγό ςύγουρα περιελϊμβαναν μικρόσ κλύμακασ εγκαταςτϊςεισ ϐπωσ κοςμικϊ, θρηςκευτικϊ ό
μοναςτικϊ κτόματα και χωριϊ.
Ανακεφαλαιώνοντασ, με βϊςη τισ πηγϋσ και τα αρχαιολογικϊ ευρόματα διαπιςτώνεται ϐτι οι
οικιςμού που θεωροϑνταν κεντρικού, δηλαδό ςημαντικϐτεροι απϐ ϊλλουσ με βϊςη
κοινωνικοοικονομικϊ και πολιτιςμικϊ κριτόρια, την περύοδο αυτό δεν διϋφεραν ιδιαύτερα απϐ τουσ
υπϐλοιπουσ ςε ζητόματα μεγϋθουσ και μορφόσ καθώσ, ςταδιακϊ διαμορφώθηκαν αρκετϋσ θϋςεισ
ιςομεγϋθεισ και με κοινϊ χαρακτηριςτικϊ.1504
Οι πηγϋσ υποδεικνϑουν ωσ κϋντρα πολιτικόσ και θρηςκευτικόσ διούκηςησ μϋχρι το τϋλοσ του 11ου
αιώνα και τουσ τρεισ οικιςμοϑσ. Αντιθϋτωσ, η κατανομό και η ποιϐτητα των αρχαιολογικών
ευρημϊτων δεύχνουν ϐτι μϐνο η Ιεριςςϐσ θα μποροϑςε να εύναι διοικητικϐ, ςτρατιωτικϐ, εμπορικϐ
και καλλιτεχνικϐ κϋντρο. Η Βρϑα φαύνεται πωσ εύχε κυρύωσ δημοςιονομικϐ και εμπορικϐ χαρακτόρα.
Σα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα δεν επιβεβαιώνουν την ϑπαρξη ενϐσ εϑρωςτου οικιςμοϑ για την
περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ. Αντιθϋτωσ, τα ευρόματα και τα αρχιτεκτονικϊ κατϊλοιπα που
χρονολογοϑνται ςτουσ μεςοβυζαντινοϑσ χρϐνουσ εντοπύζονται ςε διαςκορπιςμϋνεσ ςυγκεντρώςεισ
ςε ϐλη τη χερςϐνηςο.
Κατϊ ςυνϋπεια, υποθϋτουμε ϐτι ο ϐροσ «κϊςτρον» τησ αποδύδεται ϐχι κατ’ ανϊγκη, βϊςει
μορφολογικών χαρακτηριςτικών αλλϊ ςε ςχϋςη με ϊλλα μεταβλητϊ χαρακτηριςτικϊ ϐπωσ ο
ςτρατιωτικϐσ ρϐλοσ του οικιςμοϑ και η ςημαςύα του ςτο κρατικϐ ςϑςτημα.
Με την ύδια λογικό και με δεδομϋνη αφενϐσ, την απουςύα ενϐσ ναοϑ που θα μποροϑςε να
φιλοξενεύ την ϋδρα τησ επιςκοπόσ ςτην περιοχό του διατειχύςματοσ, αφετϋρου την κινητικϐτητα των
επιςκϐπων, η επιςκοπό Καςςανδρεύασ δεν παραπϋμπει ςτην ϑπαρξη ενϐσ «αςτικοϑ» οικιςμοϑ αλλϊ
ςε ςυγκϋντρωςη πληθυςμοϑ, ςτην ϑπαρξη κοινϐτητασ ό κοινοτότων ςε μια γεωγραφικό περιοχό. 1505
Γύνεται αντιληπτϐ ϐτι ο κϊθε ϋνασ απϐ τουσ κεντρικοϑσ οικιςμοϑσ αλλϊ και αρκετού απϐ τουσ
δευτερεϑοντεσ δεν μποροϑν να υπαχθοϑν ςτα μϋχρι τώρα γνωςτα οικιςτικϊ ςχόματα για
διαφορετικοϑσ λϐγουσ αλλϊ κυρύωσ γιατύ η μορφολογύα τουσ δεν φαύνεται να ανταποκρύνεται ςτην
διχοςταςύα αςτικϐ-αγροτικϐ. Εύναι πιθανϐ ϐτι οι διϊφορεσ περιοχϋσ αυτό την περύοδο δεν
αντιςτοιχοϑν απαραιτότωσ ςε μια καθαρό τυπολογικό ιεραρχύα οικιςμών αλλϊ επιδεικνϑουν μια
ευελιξύα ςε ςχϋςη με τη χρόςη του χώρου και τη ςυνολικό διαχεύριςη τησ εγκατϊςταςησ ςε κϊθε
τϐπο.
511
ενώ ςε αντύθεςη με τισ προηγοϑμενεσ περιϐδουσ, οι οχυρωμϋνοι πυρόνεσ κατοικοϑνται. Η οικονομύα
τουσ ςτηριζϐταν ςτην ϑπαιθρο και ςτην αγροτικό παραγωγό αλλϊ και ςτο εμπϐριο, ϐπωσ προκϑπτει
απϐ την περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ.
Η ϊνθηςη μϊλιςτα τησ αγροτικόσ οικονομύασ ςηματοδοτόθηκε απϐ την ϊνοδο του τοπικοϑ
εμπορύου. Σα ςωζϐμενα ϋγγραφα αποτυπώνουν ςυςτηματικϋσ προςπϊθειεσ των
μεγαλογαιοκτημϐνων να αποκτόςουν ιδιοκτηςύεσ ϐςο το δυνατϐν πληςιϋςτερα ςτισ τοπικϋσ αγορϋσ
και, ϋτςι, να μειώςουν το κϐςτοσ μεταφορϊσ. Υυςικϊ, πιο ενεργού ωσ προσ αυτό την κατεϑθυνςη
όταν οι μεγαλοώδιοκτότεσ: τα αθωνικϊ μοναςτόρια.
Προσ το τϋλοσ του 12ου αιώνα πολλϋσ θϋςεισ που βρύςκονταν εκτϐσ των επαρχιακών οχυρών
περιορύςτηκαν εντϐσ των αμυντικών τειχών. Η αλλαγό του αςτικοϑ δομικοϑ ιςτοϑ αντανακλϊ την
αλλαγό ςτη βαςικό λειτουργύα και την φϑςη τησ πϐλησ απϐ κϋντρα παραγωγόσ και εμπορύου με ϋναν
πιο αςτικϐ τρϐπο ζωόσ ςε αμυντικϊ κϋντρα.
Η πολιτικό αςτϊθεια του α΄μιςοϑ του 13ου αιώνα απϐ τισ ςυνεχεύσ αλλαγϋσ ςτην εξουςύα
(Υρϊγκοι, ηγεμϐνεσ Ηπεύρου, αυτοκρϊτορεσ Νύκαιασ), παρϐλο που θα προκϊλεςε μια ςχετικό
αναςφϊλεια, δεν επϋφερε μεταβολϋσ ςτο υπϊρχον οικιςτικϐ δύκτυο. Μϐνο η ςυμπερύληψη τησ
Φαλκιδικόσ ςτο φραγκικϐ βαςύλειο τησ Θεςςαλονύκησ αντανακλϊται ςτα διϊςπαρτα
μικροτοπωνϑμια ςτην ϑπαιθρο τησ χερςονόςου που παραπϋμπουν ςτην παρουςύα των Υρϊγκων.1506
Ο ϐψιμοσ 13οσ αιώνασ ςηματοδοτεύ την αποςϑνθεςη των παλαιών οικιςτικών κϋντρων, ϐπωσ η
Βρϑα και η Ιεριςςϐσ. Αντιθϋτωσ, τεκμηριώνεται η ςυνϋχιςη τησ ζωόσ ςε οικιςμοϑσ μικρόσ εμβϋλειασ
και, ταυτϐχρονα αναδεικνϑεται μϋςα απϐ τη νομιςματικό μαρτυρύα η ανϊδυςη νϋων πυρόνων
κατούκηςησ ςε θϋςεισ που όταν αμϊρτυρεσ αρχαιολογικϊ κατϊ τουσ προηγοϑμενουσ αιώνεσ
(ημϊντρα, Ωγιοσ Μϊμασ).1507
Ειδικϐτερα, οι κϊτοικού τησ Βρϑασ μεταφϋρονται εντϐσ του τειχιςμϋνου κϊςτρου, λϐγω τησ
απειλόσ τησ νορμανδικόσ επύθεςησ που κατϋληξε ςτην ϊλωςη τησ Θεςςαλονύκησ (1185), των
επιθϋςεων των Βουλγϊρων υπϐ τον τςϊρο Καλογιϊννη (1205) και τησ γενικϐτερησ αςτϊθειασ. τα
μϋςα ό ςτα τϋλη του 13ου αιώνα εγκαταλεύπεται εντελώσ και το ύδιο το κϊςτρο.
Για την Ιεριςςϐ δεν αναφϋρονται ςτισ πηγϋσ οϑτε εντοπύζονται αρχαιολογικϊ ριζικϋσ μεταβολϋσ
ςτην οικιςτικό οργϊνωςη τησ περιοχόσ. Πρϐκειται ϐμωσ για μια μεταιχμιακό φϊςη κοινωνικόσ
μεταβολόσ των ανεξϊρτητων καλλιεργητών με οικονομικό αυτοτϋλεια ςε παρούκουσ εξαρτημϋνουσ
απϐ την αθωνικό γαιοκτηςύα, που ϊρχιςε όδη απϐ τον 12ο αιώνα και θα ενταθεύ μϋχρι τον 14ο
αιώνα.
1506 Ο «Υραγκολιμιώνασ» ςτα τυλιϊρια του Αγύου Όρουσ, το «Υραγκϐκαςτρο» βϐρεια του Μελύτωνα ςτη ιθωνύα, η «Υραγκοκκληςιϊ» ςτην
Καςςϊνδρα, το «Μνόμα τησ Υρϊγκασ» ςτη Μεγϊλη Παναγύα. Σο χαρακτηριςτικϐτερο ϐλων εύναι το ϊλλο «Υραγκϐκαςτρο» ςτην περιοχό τησ
ςημερινόσ Ουρανοϑπολησ, ςτο ςϑνορο με το Ωγιον Όροσ. τη θϋςη εκεύνη, ϐπου αςκότευςε για κϊποιο διϊςτημα και ο Αθανϊςιοσ Αθωνύτησ,
ιδρϑθηκε η μονό του Ζυγοϑ ςτα τϋλη του 10ου αιώνα.
1507 Μαλαδϊκησ 2013, 233
512
Μετϊ την παλινϐρθωςη των Βυζαντινών ςτον θρϐνο τησ Κωνςταντινοϑπολησ το 1261 η
κοςμικό αριςτοκρατύα τησ γησ και τα αθωνικϊ μοναςτόρια πϋτυχαν με ευνοώκϊ γι’ αυτοϑσ
χρυςϐβουλλα να οικειοποιηθοϑν τισ εκτϊςεισ τησ χερςονόςου εξαφανύζοντασ ςχεδϐν τα ελεϑθερα
χωρύα των ανεξϊρτητων καλλιεργητών.
Οι μεγϊλεσ οικογϋνειεσ τησ κοςμικόσ γαιοκτητικόσ αριςτοκρατύασ και οι αθωνικϋσ μονϋσ
δροϑςαν ςτην επαρχύα τησ Φαλκιδικόσ ωσ οικονομικού καταλϑτεσ βαςιζϐμενοι ςτην ιδιοκτηςύα και
την εκμετϊλλευςη τησ γησ ςυμβϊλλοντασ ςτην ανϊδυςη μιασ νϋου τϑπου οικιςτικόσ οργϊνωςησ του
αγροτικοϑ χώρου, που χαρακτηρύζεται απϐ εγκαταςτϊςεισ που αναφϋρονται ωσ προϊςτεια, μετϐχια,
ζευγηλατεύα κ.ο.κ. ςυντελώντασ ςτη ςυρρύκνωςη του αςτικοϑ φαινομϋνου.
Όςον αφορϊ ςτα χωρύα τησ προηγοϑμενησ περιϐδου, φαύνεται πωσ επιβιώνουν. Μϋχρι τον 12ο
αιώνα, ιδρϑονταν ςε ςχετικϊ χαμηλϊ υψϐμετρα και κοντϊ ςτη θϊλαςςα ςε ιδιοκτηςύεσ που
προςανατολύζονταν ςτην παραγωγό δημητριακών. Απϐ τον 13ο αιώνα και εξόσ, ιδρϑονται ςε
υψηλϐτερεσ θϋςεισ, ϐχι ιδιαύτερα εϑφορεσ και ςε ςχϋςη με ιδιοκτηςύεσ που αςχολοϑνταν με την
κτηνοτροφύα και την εκμετϊλευςη των δαςών. Σϐςο ο πληθυςμϐσ ϐςο και η ϋκταςη τουσ όταν
μικρϐτερα ςε ςχϋςη με τα χωριϊ. Οι ςχετικϊ περιοριςμϋνοι φυςικού πϐροι εξηγοϑν εν μϋρει γιατύ
αποδεύχτηκαν λιγϐτερο ανθεκτικϊ απϐ τα χωριϊ μακροπρϐθεςμα.1508
Μϋςα ςτον 14ο αιώνα, τα οχυρωμϋνα χωριϊ πληθαύνουν.1509Η δρϊςη τησ Καταλανικόσ Εταιρεύασ
θα προκϊλεςε εύτε δημογραφικό κϊμψη του εντϐπιου πληθυςμοϑ εύτε μετακινόςεισ προςφϑγων ςε
αςφαλϋςτερουσ τϐπουσ τησ ενδοχώρασ ό ςτη Θεςςαλονύκη.1510
Οι περιπϋτειεσ του 14ου αιώνα εύχαν επιπτώςεισ ςτην οικιςτικό οργϊνωςη τησ Φαλκιδικόσ. Ο
Νικηφϐροσ Γρηγορϊσ αναφϋρει ϐτι κατϊ τον δεϑτερο εμφϑλιο πϐλεμο ςτα μϋςα του αιώνα δηώθηκε
μεγϊλο μϋροσ των εγκαταςτϊςεων τησ υπαύθρου και καταςτρϊφηκαν οι παραγωγικϋσ υποδομϋσ.
Αυξημϋνα ποςοςτϊ ερημώςεων ςημειώνονται και λϐγω τησ πανώλησ του 1347. Αν ςυγκρύνουμε τουσ
οικιςμοϑσ των αρχών του 14ου αιώνα ςτη Φαλκιδικό με τα οθωμανικϊ κατϊςτιχα του 15ου αιώνα για
την ύδια περιοχό θα δοϑμε ϐτι πολλού οικιςμού ϋχουν εξαφανιςτεύ.1511
Δεν ϋχουν ερευνηθεύ επαρκώσ οι λϐγοι που ςυνετϋλεςαν ςτην ερόμωςη των δϑο κεντρικών
οικιςμών αρκετϊ πριν απϐ την οριςτικό κατϊρευςη τησ βυζαντινόσ αυτοκρατορύασ. Εύναι πιθανϐ ϐτι
μετϊ τον 11ο αιώνα, η κεντρικό εξουςύα να μην επιδεύκνυε το ύδιο ενδιαφϋρον ςε ςχϋςη με το
παρελθϐν για τη διατόρηςη μιασ γραμμόσ οχυρωμϋνων πϐλεων ςε μια περιοχό τησ οπούασ η
ςτρατηγικό ςημαςύα εύχε παρακμϊςει. Επύ πλϋον, η οικειοπούηςη τερϊςτιων εκτϊςεων γησ απϐ το
513
κρϊτοσ κατϊ τον 11ο αιώνα και η γιγϊντωςη τησ αθωνικόσ και αριςτοκρατικόσ γαιοκτηςύασ ςτην
περιοχό, πρϋπει να επηρϋαςαν αρνητικϊ τισ προοπτικϋσ ανϊπτυξησ.1512
Επύλογοσ
Η παροϑςα διατριβό αςχολόθηκε με την εγκατούκηςη ςτη βυζαντινό Φαλκιδικό. Μϋχρι ςτιγμόσ,
δεν υπϊρχει αμφιβολύα ϐτι η επανεκτύμηςη που ϋχει επιχειρηθεύ για τα αρχαιολογικϊ δεδομϋνα ςτην
περιοχό ϋχει αλλϊξει την προϒπϊρχουςα εικϐνα τησ Φαλκιδικόσ ωσ «περιφερειακόσ» επαρχύασ,
δηλαδό ωσ μιασ περιοχόσ ςτην εξωτερικό ςτιβϊδα κϊποιου πυρόνα με δημογραφικϊ κενϊ και
αςόμαντο υλικϐ πολιτιςμϐ και την ανϋδειξαν ςε περιοχό ενδιαφϋροντοσ για την αυτοκρατορύα.1513
Αναδεύχθηκε με ϋμφαςη η διαφορετικϐτητα ςτισ απαρχϋσ, την οργϊνωςη και την εξϋλιξη των
οικιςμών ακϐμα και ςε μια τϐςο περιοριςμϋνη γεωγραφικϊ περιοχό. Η διαφορετικϐτητα αυτό
επϋβαλε διαφορετικϋσ προςεγγύςεισ για τον κϊθε κεντρικϐ οικιςμϐ, που καθιςτοϑν αναπϐφευκτα τα
ϐποια «γενικϊ ςυμπερϊςματα» ατελό και αποςπαςματικϊ.
Διαπιςτώθηκε ϐτι οι μεμονωμϋνεσ γενικεϑςεισ ςχετικϊ με παρϊγοντεσ εξϋλιξησ που ϋχουν κατϊ
καιροϑσ διατυπωθεύ, δεν δύνουν απαντόςεισ. 1514 Αςφαλώσ, οι μεταβλητϋσ που επελϋγηςαν και
αναλϑθηκαν τοπικϊ και ςυγκριτικϊ, δηλαδό, γεωγραφύα και γεωλογικό ιςτορύα, δημοςιονομικϋσ και
οικονομικϋσ δομϋσ, διαχεύριςη κτημϊτων, μοτύβα εγκαταςτϊςεων, κοινοτικό ταυτϐτητα και δρϊςη,
αςτικοπούηςη, παραγωγικϋσ δομϋσ και χρηματικό οικονομύα δεν καλϑπτουν το εϑροσ των επιλογών
αλλϊ ςυνϊδουν με την αρχαιολογικό φϑςη τησ μελϋτησ, που ςε ϋνα δεϑτερο επύπεδο ςυνδυϊζει
ςτοιχεύα ιςτορικόσ ϋρευνασ.
Η ταυτϐχρονη προςϋγγιςη τριών διαφορετικών οικιςμών και τησ περιβϊλλουςασ υπαύθρου τουσ
όταν ϋνα εγχεύρημα εκ προοιμύου δϑςκολο. Οι τρεισ οικιςμού φαινομενικϊ κϊποιεσ φορϋσ όταν
παρϐμοιοι ενώ ϊλλοτε διϋφεραν ςτην ιςτορικό τουσ εξϋλιξη. Ψσ εκ τοϑτου, η προςϋγγιςό ςε ςχϋςη με
το ερμηνευτικϐ πλαύςιο του καθενϐσ ποικύλε. Η ανομοιομορφύα ςε επύπεδο κοινωνικών δομών
οδόγηςε ςτη χρόςη μεθϐδων και μοντϋλων δανειςμϋνων απϐ την κοινωνιολογύα, την ιςτορικό
γεωγραφύα και την ανθρωπολογύα και ωσ αποτϋλεςμα απϋδωςε οριςμϋνεσ υποθϋςεισ τϋτοιασ
φϑςεωσ, ςε μια προςπϊθεια να γύνει κατανοητϐ το κατϊ πϐςο οι περιοχϋσ μελϋτησ εύναι τυπικϋσ ό
ατυπικϋσ.1515
514
Σα θϋματα που ςυζητόθηκαν ςχετικϊ με την Βρϑα αντιμετωπύςτηκαν με ϐρουσ ςχετικοϑσ με τη
θϋςη τησ ςτην οικονομύα και την ιςτορύα τησ περιοχόσ εν γϋνει. την περύπτωςη τησ Καςςϊνδρειασ,
τα ζητόματα κινόθηκαν ςε ϋνα πιο θεωρητικϐ πλαύςιο καθώσ ϋπρεπε να αντιμετωπιςτοϑν βαςικϋσ
απουςύεσ και ατυπικϋσ εξελύξεισ. την περύπτωςη τησ Ιεριςςοϑ, εν τϋλει, η προςϋγγιςη και πϊλι
διαφοροποιόθηκε ελαφρώσ καθώσ εςτύαςε ςτισ διεργαςύεσ των τοπικών κοινωνικών δομών
καθεαυτών, που αναλϑθηκαν με την μεγαλϑτερη δυνατό λεπτομϋρεια, τηρουμϋνων των αναλογιών
μιασ τϋτοιασ εργαςύασ.
Αφοϑ διευκρινύςτηκε ο χαρακτόρασ και η λειτουργύα των κεντρικών οικιςμών, ϋγινε μια
προςπϊθεια προςϋγγιςησ τησ ςχϋςησ τουσ με τουσ οικιςμοϑσ τησ περιβϊλλουςασ υπαύθρου, ζότημα
εξαιρετικϊ ςϑνθετο. Η παλαιϐτερη θεώρηςη τησ πϐλησ ωσ κϋντρου κατανϊλωςησ που ζοϑςε
παραςιτικϊ ςε βϊροσ τησ υπαύθρου ανατρϋπεται απϐ τα νϋα ςτοιχεύα που δεύχνουν μια ςυμβιωτικό
ςχϋςη πϐλησ και υπαύθρου, ϐπου τϐςο η πϐλη ϐςο και το χωριϐ παρόγαγαν και η παραγωγό τουσ
αναζητοϑνταν και αγορϊζονταν απϐ ϐλα τα κοινωνικϊ ςτρώματα.
Αςφαλώσ, χρειϊζεται ακϐμα πολϑ μεγϊλη προςπϊθεια και δουλειϊ απϐ την πλευρϊ των
ερευνητών προκειμϋνου να ςχηματιςθεύ μια ςυνθετικό εικϐνα που θα δεύχνει κατϊ πϐςο οι
μεμονωμϋνεσ κοινωνύεσ αποτελοϑςαν τμόμα ενϐσ ευρϑτερου ϐλου.1516Εν τοϑτοισ, αρχύζει και
διαφαύνεται απϐ τισ νεϐτερεσ ϋρευνεσ ϐτι, ϐςο ανεπαύςθητη κι αν εύναι, υπϊρχει μια ςϑνδεςη και
επικοινωνύα, ϊμεςη ό ϋμμεςη, ςυνεχόσ ό ςποραδικό, ανϊμεςα ςε περιοχϋσ απϐ το ϋνα ϊκρο του
βυζαντινοϑ κϐςμου μϋχρι το ϊλλο μϋςα απϐ ϋνα ςϑνθετο δύκτυο ςχϋςεων: οικονομικών,
πολιτιςμικών και γεωπολιτικών.1517 Οι μεταβολϋσ που λϊμβαναν χώρα ςε ϋνα μϋροσ τησ
αυτοκρατορύασ απηχοϑςαν ςε μακρινϋσ περιοχϋσ.
Η Φαλκιδικό εύναι παρϊδειγμα αντιπροςωπευτικϐτητασ εγχειριδύου ωσ προσ αυτϐ, αφοϑ ακϐμα
και ϐταν ο προφανόσ ςϑνδεςμοσ απουςιϊζει, η γονιμϐτητα μιασ ςυγκριτικόσ προςϋγγιςησ φαντϊζει
προφανόσ. Η μελϋτη τησ οικιςτικόσ εξϋλιξησ τησ χερςονόςου ανϋδειξε την ανϊγκη αναγνώριςησ τησ
διαφορετικϐτητασ, τησ πολυπλοκϐτητασ και τησ ποικιλύασ και την προςϋγγιςη και ερμηνεύα τουσ ωσ
πολυδιϊςτατα φαινϐμενα. Για τα παραπϊνω όταν απαραύτητοσ ο εντοπιςμϐσ των δομικών
χαρακτηριςτικών, φανερών ό μη και τησ δυναμικόσ τουσ και, ταυτϐχρονα των κρύςιμων μεταβλητών
που καθϐριςαν διαφορετικϋσ τοπικϋσ εμπειρύεσ.
Πρϋπει να επιςημανθεύ ϐτι δεν χρειϊζεται να υπϊρχει ϋνα μϐνο μοντϋλο για την ερμηνεύα των
απαρχών και τησ εξϋλιξησ των βυζαντινών οικιςμών. Κϊθε περύπτωςη μπορεύ να εύναι μοναδικό ό,
ενδϋχεται, διαφορετικϋσ περιπτώςεισ να ςυγχωνεϑονται και να ςυναντώνται ςε ιςτορικϊ
ςυνδεϐμενεσ ομϊδεσ ό να μοιρϊζονται ςυγκεκριμϋνα χαρακτηριςτικϊ.
Ενύοτε, πρϐοδοσ, καινοτομύα, ςταςιμϐτητα και οπιςθοχώρηςη ςυνυπϊρχουν ςτην ύδια περύοδο,
οπϐτε δεν μποροϑν να ερμηνεϑονται ϐλα μϋςα ςτο περιοριςτικϐ δύπολο ανϊπτυξη – υπανϊπτυξη-
515
απλϐ-ςϑνθετο. Σϋτοιεσ καταςτϊςεισ μπορεύ να ςχετύζονται με διϊφορουσ πλαιςιακοϑσ παρϊγοντεσ,
ϐπωσ η επύδραςη εξωτερικών δυνϊμεων, η ϊφιξη νϋων εθνικών ομϊδων ό κοινωνικοοικονομικϋσ
μεταβολϋσ ςτο εςωτερικϐ τησ κοινωνύασ τησ Μεςογεύου. Ϊτςι, οποιαδόποτε προςπϊθεια ερμηνεύασ
πρϋπει να εύναι πολυπρϐςωπη και να λαμβϊνει υπϐψη τϐςο την χρονολογύα ϐςο και τισ περιρϋουςεσ
ςυνθόκεσ. Φρειϊζονται πιο ευαύςθητα μοντϋλα που θα ενςωματώνουν εμπειρικϊ αρχαιολογικϊ
δεδομϋνα και θα μασ επιτρϋπουν να διαχωρύζουμε διαφορετικϋσ διαδικαςύεσ, τοπικϋσ τϊςεισ και
υποπεριϐδουσ.1518
Σα παραπϊνω ζητόματα μποροϑν να αναδειχθοϑν μϐνο μϋςα απϐ ςυγκριτικό μελϋτη,1519που
ερευνϊ πϋρα απϐ τισ αποκλειςτικϊ τοπικϋσ ςυνθόκεσ κϊθε οικιςμοϑ και τον ςυνδϋει με περιοχϋσ
μεγαλϑτερεσ που μπορεύ να επηρϋαςαν την μορφό και την εξϋλιξό του.
Όπωσ και να ‘χει, η προςπϊθεια ερμηνεύασ τησ οικιςτικόσ οργϊνωςησ μιασ ολϐκληρησ επαρχύασ
κατϊ τη βυζαντινό περύοδο, τελεύ εκ προοιμύου ςε μιαν εγγενό αςυμβατϐτητα προσ ϋναν κϐςμο με
διαφορετικϋσ ανϊγκεσ, ςυνθόκεσ ζωόσ και κοςμοαντιλόψεισ. Η ςυςτηματικό καταγραφό και
ςυνθετικό αναδιϊταξη των δεδομϋνων, η ανϊλυςη και η αποτύμηςό τουσ παρϊ το γεγονϐσ ϐτι
ςυνδϋει διϊςπαρτα επειςϐδια ςτη ςυνϊφεια ενϐσ ενιαύου αφηγόματοσ δεν ςημαύνει ϐτι ςυνιςτϊ μια
οριςτικό ερμηνεύα.
Ο ςυνοπτικϐσ διϊπλουσ τησ ιςτορύασ τησ οικιςτικόσ εξϋλιξησ τησ Φαλκιδικόσ ενώ ξεκύνηςε
ςυγκομύζοντασ ερωτόματα ςχετικϊ με την προεργαςύα απαντόςεων, εξοκϋλλει εν τϋλει ςτην
παραδοξολογύα του Macedonio Fernandez: «ε αυτϐν τον κϐςμο λεύπουν τϐςο πολλϊ πρϊγματα, ώςτε
αν παρουςιαςτεύ μιαν ακϐμα ϋλλειψη δεν θα ϋχουμε ποϑ να τη χωρϋςουμε»._
1518 Lavan, L., “Explaining technological change: Innovation, Stagnation, Recession and Replacement”, Technology in Transition A. D. 300-600,
Late Antique Archaeology vol. 4, ed. L. Lavan-E. Zanini- A. Sarantis, Brill (2008), xv-xl
1519 McCormick 2001, 42
516
ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ
517
ΠΙΝΑΚΑ Ι. ΟΙΚΙΜΟΙ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΤ ΣΗ ΔΤΣΙΚΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ ΜΕ ΒΑΗ ΣΙ
ΑΝΑΥΟΡΕ ΣΙ ΠΗΓΕ
518
[΄Ακλου], εκκληςιαςτικό
[Επιςκοπό], μοναςτικό [Αγύα
Σριϊδα-Ιςοϑνα]
Φαρτοφϑλακοσ 1083 1322/23 Φωρύον
Φωρύον/ςημ. Ν.
Φλιαροποτϊμο Σϋνεδοσ/Μετϐχι τησ
1047 1354/1369
υ Ιβόρων/μοναςτικό περιουςύα
απϐ το 1101
Δαδώκου 1321 Φωρύον
Δελεϊνου ό
1259-1329 Φωρύον/
Παςχϊλη
Δηλιβινϐν 996 Φωρύον [;]περιοχό Πολυγϑρου
Φωρύον/ςλαβικό
ονομαςύα/μϋχρι τον 9ο αι.
Δραγοβοϑντων 897
μοναςτικό περιουςύα [Μονό
Περιςτερών]
Ελαύα 1300-1409 Γη μοναςτηριακό
Ϊμβολοσ 8οσ Σοποθεςύα/λιμϊνι/ακρωτόρι
Γη ςτην Επανωμό/μοναςτικό
Ενώραχισ 1259-1321
[Λαϑρα]
Φωρύον ςτον
Γαβριανό 1302 Γαλαρινϐ/μοναςτικό
περιουςύα
Φωρύον/ςημ. Ν.
Γαώμϋρι 1094 1503/4
Υλογητϊ/δρϐμοσ προσ Βρϑα
Γαλϊτιςςα 897 Φωρύον
Φωρύον/μοναςτικό ιδιοκτηςύα
[Λαϑρα] και απϐ τον 14ο
Γϋννα 1259-1409 ιδιωτικό
[Καψοφώλησ]/προνοιακϊ
δύκαια/
Φωρύον/Ν.
Γοϑρναι 1094 1409 Ραιδεςτϐσ/μοναςτικό
ιδιοκτηςύα/Μονό Ακαπνύου
Φωρύον/Σαγαρϊδεσ/μοναςτικ
Αλμυρϐσ 1300-1321
ϐ
Σοποθεςύα νοτύωσ του
Αλυκαύ 1300
Εμβϐλου
Σοποθεςύα/προϊςτειον τησ
Ιςοϑνα 1042 1112
Βρϑασ
Καλαρινϐσ 1321 κ.ε. Φωρύον
519
Κατακαλό 1346-1511 Φωρύον/ςημερινϐ Διονυςύου
Κλαπατουρϊδε
1047 Φωρύον/ΝΔ τησ Ν. Σρύγλιασ
σ
Κουμουτζοϑλο 1300-15οσ Φωρύον/Ν. Γωνιϊ/ιδιοκτηςύα
υ αι. Φιλανδαρύου
Κουρκοϑτη 1047 1104 Φωρύον [;]/Ν. Υλογητϊ
Φωρύον/Όλυνθοσ/ιδιοκτηςύα
Κραββατϊ 1104 του ςεβαςτοκρϊτορα Ιςαϊκ
ωσ το 1104
Φωρύον ςτη Βϊβδο/ ιδιοκτηςύα
Κρανϋα 996
Λαϑρασ
Φωρύον/ιδιοκτηςύα προνοιακό
Κρόνη 1300
και μετϊ μοναςτηριακό
Φωρύον/ ιδιοκτηςύα προνοιακό
Κριτζιανϊ 1110
και μετϊ μοναςτηριακό
Κρϑα Πηγϊδια 1223-1420 Φωρύον ςτη Βϊβδο
Λεοντϊρια 1047 Ιδιοκτηςύα [Βατοπεδύου]
Λιγνϐν 1365 Φωρύον
Φωρύον [;]/προϊςτειο του
Λιμνόν 1047 Κϊςτρου τησ
Βρϑασ/ιδιοκτηςύα τησ Ιβόρων
Φωρύον ςτην
Επανωμό/αυτοκρατορικό
Λωροτϐμου/Λ
1259-1420 ιδιοκτηςύα-μοναςτικό [1104]-
ωρωτϐν
προνοιακό [1378]-μοναςτικό
[1409]
Φωρύον ςτη Ν. Σρύγλια/μϋχρι
τον 12ο ιδιοκτηςύα τησ ενορύασ
Λυγϋα 1112-1341
Βρυών μετϊ απϐ τον 14ο τησ
μονόσ Δοχειαρύου
Φωρύον/ιδιοκτηςύα
Μαριανϊ 996 κληροδοτημϋνη/απϐ τον 14ο
μοναςτηριακό
Μαρμαροςϑρτι 1097 -1104
Μεςημϋρι 1300 Φωρύον
Φωρύον/καταςτρϊφηκε απϐ
τουσ Βουλγϊρουσ/οι κϊτοικοι
Μουςδολϐκου 996
κατϋφυγαν ςτη μονό
Φαβουνύων
Φωρύον/ϐλεσ οι μορφϋσ
Μυριϐφυτον 9οσ
ιδιοκτηςύασ
887
[αναφορϊ
Μυςτϊκονεσ ςε 1300-1420 Φωρύον ςτη Ν. Σϋνεδο
μοναςτόρι
ομώνυμο]
1298- Φωρύον ςτη ςημ. Αγύα
Νεοχώριον 1
1478/9 Παραςκευό
520
Νεοχώριον 2 1259-1538 Φωρύον ςημ. Ωγιοσ Παϑλοσ
Φωρύον/μοναςτηριακό
Όξυνον 1302-1420
ιδιοκτηςύα
Παλαιοχώριον 1300-1321 Φωρύον/ςτη Ν. Καλλικρϊτεια
Φωρύον ςτη Ν.
Παναγύα 1259 Σϋνεδο/μοναςτηριακό
ιδιοκτηςύα
Φωρύον/μοναςτηριακό
Πανωμό 1302 κ.ε.
ιδιοκτηςύα
Φωρύον [;]/αυτοκρατορικό
Πατρικωνϊ 1094 1373
ιδιοκτηςύα
Πεφλεγμϋνου 1346-1504 Φωρύον [;] ςτην Πορταριϊ
Περιςςοϑ 1104 Φωρύον ςτη ουρωτό
Περιςτεραύ 871 1300 Φωρύον και μονό
Φωρύον/ιδιοκτηςύεσ Λαϑρασ
Περςοϑρου 1298-1329
και μετϐχι απϐ το 1298
Φωρύον [;] μεταξϑ Ν.
Πετζοκοιλϊσ 1300-1341 Καλλικρϊτειασ και Ν.
υλλϊτων
Υουςκοϑλου 1300-1348 Γη
Πιςςών 897 Φωρύον
Πλαγηνϊ 1347 Φωρύον [;]
Ποδϊ 1300-1341 Φωρύον ςτο Ν. Ρϑςιο
Πολϑγυροσ 975 Μοναςτόρι και χωρύον
Πορταρϋα 1078 Φωρύον
Πουγγύον 1321-1351 Φωρύον
Πτελϋα 1300-1321 Φωρύον
Φωρύον μεταξϑ Βϊβδου και
Ραώκιν 996-1047
Πολυγϑρου
Ρεςετηνύκια 996 Φωρύον/ςημ. Ωγιοσ Πρϐδρομοσ
Ροπαλαύα 1300 Φωρύον ςτα Βαςιλικϊ
Ρουςαύου 996 1354/1369 Φωρύον ςτη Ν. Σρύγλια
Ωγιοσ Ανδρϋασ 1300-1346 Φωρύον ςτα Βαςιλικϊ
Ωγιοσ Γεώργιοσ 1047-1079 Φωρύον ςτον Πολϑγυρο
Ωγιοσ Γεώργιοσ
1300-1321 Φωρύον ςτην Επανωμό
2
Ωγιοσ
1110-1346 Φωρύον
Ερμογϋνησ
Ωγιοσ Ιωϊννησ 1300-1321 Φωρύον
Ωγιοσ
Λϊζαροσ/Λαζα 1079 Φωρύον κοντϊ ςτην Ορμϑλια
ροχώριον
Ωγιοσ Μϊμασ 1047 Φωρύον
Ωγιοσ Θωμϊσ 1047 1329 Φωρύον
Αγύα Βαρβϊρα 1047 1357 Φωρύον ςτη ουρωτό
Φωρύον/αυτοκρατορικό και
Αγύα Ευθυμύα 1259-1420
μετϊ μοναςτηριακό ιδιοκτηςύα
Αγύα
1094 1357 Φωρύον
Ιερουςαλόμ
521
Αγύα Μαρύα 1259-1478 Φωρύον ςτη Ν. Γωνιϊ
Αγύα Μαρύνα 1094 15οσ Φωρύον
Αγύα Σριϊδα 1104-1357 Γη ςτη Ν. Σρύγλια
αλιβαρϊ 1300-1321 Φωρύον [;]
Φωρύον/μοναςτηριακό
αρανταρϋα 1259-15οσ
περιουςύα
ϋδεσ 1047 Φωρύον
ιγύλου 1321-15οσ Φωρύον
Φωρύον/μοναςτηριακό
τϐμιον 1300-1538
περιουςύα
Θϋρμα 1300-1347 Φωρύον
Σζεχλύανεσ 1109-1321 Φωρύον ςτην Περιςτερϊ
Ξυλορϑγιον 1262-1357 Φωρύον ςτη ουρωτό
522
ΟΙΚΙΜΟΙ ΦΕΡΟΝΗΟΤ ΚΑΑΝΔΡΑ
4 Αγύα Ενδοχώρα
βαςιλικϋ Παραςκε
σ ςε υό
γειτονικ
ϋσ θϋςεισ
Αγύα Σριϊδα Κοντϊ Γη και
την εξαλεύμματ
Ωφυτο α Φωριϐ
απϐ το
1321
Ωγιοσ Ωγιοσ Αρχικϊ
Δημότριοσ Δημότριοσ προϊςτειο
[1082]και
κτόςη τησ
Βατοπεδύου
και
αργϐτερα
χωρύον
Αλωποχώριο ύβηρη Δ ακτό Εμφανύζετα
ν ι το 1333
523
Ποτύδαι Κας(ς)ϊ Καςϊνδρ( Καςϊνδρ(ε)ια Ν. Ιςθμϐσ/Β
α/ νδρεια ε)ια Ποτύδαια
Καςςϊν
δρεια-
Colonia
Augusta
Cassand
rensis
(Colonia
)
Δϑο Νεκροταφ Νεκροταφεύο Καςςϊνδ Κϋντρο
Βαςιλικϋ εύο ρεια/Βϊλ
σ τα
Κινςτϋρνι Α Εμφανύζετα
ον ι το 1321
Κλύται Β Δεν ϋχει
εντοπιςτεύ.
Κρυοπηγ Α
ό
Μαρύνςκιν ΒΑ 15οσ αι.
524
Κατϊλοι Πευκοχώ ΝΑ
πα ρι
οικιςμοϑ
, αλυκών
και
βαςιλικό
Πύνακασ Ν του ;
ιςθμοϑ
Κατϊλοι Πολϑχρον ΝΑ
πα ο
κτιρύου
με
ψηφιδω
τα/ταφϋ
σ 4ου
αι./βαςι
λικό 5ου
αι.
Πραιτώριον Β κϊτω απϐ Εμφανύζετα
τον ιςθμϐ ι το 1333
Θωρϊκιο Πϑργοσ
πρωτοβ Μονόσ
υζαντινό ταυρονι
σ κότα
περιοδο
υ/
πεςςύςκ
οσ
φρϊγμα
τοσ
525
πρεςβυτ
ερύου
κελοχώριον Ν Εμφανύζετα
ι το 1259
ωσ
πϊροικοι
και το 1321
ωσ χωριϐ
κιώνη Δϑο Νϋα ΝΔ ακτό
(Vicus) Βαςιλικϋ κιώνη
σ
κορδύχη ; Σο 1407
χωριϐ και
φροϑριο
Δϑο Οικιςμϐσ Υοϑρκα ΝΔ ακτό
Βαςιλικϋ
σ
Αιγαύ; Δϑο Φανιώτησ ΝΑ ακτό
βαςιλικϋ
σ και
πρωτοβ
υζαντινό
κεραμικ
ό
Φορτοκϐπι ; Εμφανύζετα
ον ι το 1044
526
ΠΙΝΑΚΑ ΙΙΙ. ΟΙΚΙΣΙΚΕ ΕΓΚΑΣΑΣΑΕΙ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΤ ΣΗΝ ΑΝΑΣΟΛΙΚΗ
ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ ΜΕ ΒΑΗ ΣΙ ΑΝΑΥΟΡΕ ΣΙ ΠΗΓΕ ΚΑΙ ΣΑ ΑΝΑΚΑΥΙΚΑ ΕΤΡΗΜΑΣΑ
ύγχρον
Σοπωνύμιο Περιγραφό Φρονολόγηςη-Αναφορϊ ςε πηγϋσ
η Θϋςη
Γη (χωρϊφι
Ωρμενον ςτον 1315
Πρϐβλακα)
Αρςενύκεια Σοποθεςύα-
(Μικρό και Αγρύδιο- 995 1101 κ.ε.
Μεγϊλη) Οικιςμϐσ
Βαρβϊρ
α:
ϑμπλεγμα
Μπακϊλ 5οσ-6οσ
βαςιλικών
ικο και αιώνασ
και ταφϋσ
Γιϊζο
Σζώρτζη
Γη (χωρϊφι
Βουλκαρϋα ςτον 1300 κ.ε.
Πρϐβλακα)
Οικιςμϐσ (;)
και
Προ του
Γλομπουτζύτζα ποταμϐσ *
943
κοντϊ ςτην
Ιεριςςϐ
Προ του
Γομϊτου Φωρύον * *
942
527
Γη και
Γραδιςκϊ * *
οικιςμϐσ;
Φωρύον ςτα
Γρϊδιςτα ιδηροκαϑς Προ του 1263
ια
Σοποθεςύα
ςτην
Διαυρύππου 982 κ.ε. *
περιοχό
Ιεριςςοϑ
Γη πληςύον
Ωγιοσ
τησ Προ του 1290
Ευςτρϊτιοσ
Οζολύμνησ
Σοποθεςύα
ςτην Προ του
Ζελϋνιτζα *
περιοχό 1001
Ιεριςςοϑ
Πϐλισ,
Civitas,
Colonia,
Ωκανθοσ/Ερις
Κϊςτρο, * * *
ςϐσ/Ιεριςςϐσ
Ενορύα,
πολύχνη,
χωρύον
Σοποθεςύα
ςτην
Ιπποδρϐμιο Προ του 1290
περιοχό
Ιεριςςοϑ
άςβοροσ/τρα τρατον
χωρύον * * *
τονύκη ύκη
528
Περιοχό
Κακοδιϊβα ςτην *
Κομότιςςα
Προ του
Κϊμενα χωρύον *
1047
Περιοχό
Καταδαιμϐνω Προ του
νοτύωσ τησ *
ν 1014
Ιεριςςοϑ
Φωρύον ςτα
Κοντογρύκου ιδηροκαϑς 1275 κ.ε.
ια
Σοποθεςύα
ςτην
Κορακοφωλϋα *
περιοχό
Ιεριςςοϑ
Οικιςμϐσ
Κουριανό ό ςτην
Προ του 1142
Κυριανό περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ
Σϐποσ και
οικιςμϐσ (;)
Κροϑςοβα/Κρ
ςτην 1017 κ.ε. *
οϑςεβα
περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ
Ολυμπιϊ Προϊςτειο,
Λιβυςδιϊζα * *
δα καςτϋλλι
529
Σϐποσ και
οικιςμϐσ (;)
Προ του
Λϐγγοσ ςτην *
982
περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ
Σϐποσ,
χωρϊφια
και
οικιςμϐσ (;)
ςτην
Λουκύτζη 1142 κ.ε.
περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ.
Περιοχό
ςτον
Πρϐβλακα
Φωρύον ςτα
Μετϊλλιν ιδηροκαϑς 1263 κ.ε.
ια
Οχυρωμϋνο
Παλαιοχ
Νϋπωςι σ οικιςμϐσ, 5οσ -6οσ αι. * *
ώρι
Καςτϋλλι
Σοποθεςύα
Ωγιοσ ςτην
982 κ.ε. *
Νικϐλαοσ περιοχό τησ
Ιεριςςοϑ
Φωρύον ςτα
Νοβϐςελο ιδηροκαϑς *
ια
Φωρύον και
οικονομύα
Οζϐλιμνοσ * *
ςτον
Πρϐβλακα
Θϋςη κοντϊ
Παλαιϐκαςτρο ςτην * *
Ιεριςςϐ
530
Φωρύον
κοντϊ ςτα
Παλαιοχώριον * *
ιδηροκαϑς
ια
Οικιςμϐσ
Πυργαδύ και κτόμα
Περιγαρδύκεια * *
κια τησ Μ.
Δοχειαρύου
Περιοχό και
χωρύον
Πρϐβλακασ/Π (;)μεταξϑ
* 978 κ.ε. *
ροαϑλακασ Ιεριςςοϑ
και Αγύου
Όρουσ.
Σοποθεςύα
μεταξϑ
Πϑργοσ Ιεριςςοϑ *
και
Προαϑλακα
Φωρύον,
Μεγϊλη
(Α)ραβενύκεια Κατεπανύκι * *
Παναγιϊ
ο
Μονό,
Ροϑδαβα τοποθεςύα, 1071 κ.ε. *
Φωρύον
Φωρύον ςτα
ϋλασ ιδηροκαϑς 1263 κ.ε.
ια
Φωρύον ςτα
υμεών ιδηροκαϑς 1142 κ.ε.
ια
531
ΠΙΝΑΚΑ ΙV. ΟΦΤΡΨΜΑΣΙΚΕ ΕΓΚΑΣΑΣΑΕΙ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
ΠΤΡΓΟΙ
ΠΕΡΙΟΦΗ ΘΕΗ ΚΑΣΑΛΟΙΠΑ ΦΡΟΝΟΛΟΓΗΗ ΚΑΣΑΣΑΗ
ΔΙΑΣΗΡΗΗ
Γαλϊτιςτα Εντϐσ του Πϑργοσ 12οσ αιώνασ
οικιςμοϑ χετύζεται με ςειρϊ
υδρϐμυλων.
Αποκαταςτϊθηκε
και
χρηςιμοποιεύται ωσ
εκθεςιακϐσ χώροσ
532
Ολυμπιϊδα Δύπλα ςτο Πϑργοσ 16οσ αιώνασ Ερειπιώδησ
εξωκκλόςι τησ κατϊςταςη
Παναγύασ
Ολυμπιϊδα Αρχαύα Κϊςτρο Μεςοβυζαντινού Ερειπιώδησ
τϊγειρα Λειψϊςδασ χρϐνοι κατϊςταςη
533
Ξηροποτϊμου
534
Όλυνθοσ Μαριανϊ Πϑργοσ 1374 Διατηρεύται ςε ϑψοσ 12
Δοχειαρύου περύπου μϋτρων και 3
ορϐφων. (αρχικϊ 15 μ.)
Ουρανοϑπολη Μονό Ζυγοϑ Υραγκϐκαςτρο 10οσ – 13οσ
αιώνασ
Ουρανοϑπολη Εντϐσ του Βατοπεδινϐσ Προ του 1344 Ϊχει επιςκευαςτεύ και
οικιςμοϑ πϑργοσ λειτουργεύ ωσ μουςεύο
Προςφορύου
Πρϐβλακασ Δημοτικϐ ςχολεύο Βατοπεδινϐσ 1317 Ϊπαθε μεγϊλεσ ζημιϋσ
Νϋων Ρϐδων πϑργοσ τησ με το ςειςμϐ του 1585
Λαδιϊβασ
Πρϐβλακασ Βορεύωσ του Πϑργοσ Προ του
ιςθμοϑ Μεγύςτησ 1267, μϊλλον
Λαϑρασ του 10ου
αιώνα
Πρϐβλακασ Αριςτερϊ τησ Πϑργοσ τησ 1259-1318 1548, το μετϐχι
διώρυγασ του μονόσ (ονομαζϐμενο του Αγύου
Ξϋρξη, απϐ Νϋα Εςφιγμϋνου Γεωργύου) και ο πϑργοσ
Ρϐδα προσ εύχαν περιϋλθει όδη ςτη
Σρυπητό. μονό του Αγύου Παϑλου.
535
ΔΙΑΣΕΙΦΙΜΑΣΑ
536
ΠΙΝΑΚΑ V. ΘΡΗΚΕΤΣΙΚΑ ΚΣΙΡΙΑ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ ΜΕ ΒΑΗ ΣΙ ΠΗΓΕ ΚΑΙ ΣΑ
ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΣΑΛΟΙΠΑ
ΠΡΨΣΟΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
537
Βαςιλικό Βεριϊ Αργολιθοδομό, Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
μαραμροθετόμ
ατα,
τοιχογραφημϋ
νη
Βαςιλικό Πηγό-Ωγιοσ Πρϐδρομοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Παλιοκκλόςι-ανϊ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Μαραθοϑςα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Βϊβδοσ-Καλϋτρι Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Γαλϊτιςτα-Πανύκοβα Αρϊβδωτοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
κύονασ,
επύθημα
κιονοκρϊνου,
αρχιτεκτονικϊ
μϋλη
Βαςιλικό Γαλϊτιςτα-Ανθεμοϑσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Γαλϊτιςτα-Πρινοχώρι Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Βαςιλικϊ-Πιςιώνα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Βαςιλικϊ-Νεκροταφεύο Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
ΦΕΡΟΝΗΟ ΚΑΑΝΔΡΕΙΑ
Βαςιλικό Καςςϊνδρεια-Αγύα Πρωτοβυζαντι
Παραςκευό νό περύοδοσ
Βαςιλικό Καςςϊνδρεια-Ωγιοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Νικϐλαοσ
Βαςιλικό Υοϑρκα-Ωγιοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Αθανϊςιοσ
Βαςιλικό Υοϑρκα-Παραλύα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Υοϑρκα-Παραλύα-Ωγιοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Ιωϊννησ
Βαςιλικό Καλϊνδρα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Νϋα κιώνη-Ωγιοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
538
Ιωϊννησ
Βαςιλικό Νϋα κιώνη-Παναγύα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Υανερωμϋνη
Βαςιλικό Αγύα Παραςκευό– ϊγιοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Νικϐλαοσ
Βαςιλικό Αγύα Παραςκευό– Αγύα Πρωτοβυζαντι
Σριϊδα νό περύοδοσ
Βαςιλικό Αγύα Παραςκευό– Πρωτοβυζαντι
Παλιοκκληςιϊ νό περύοδοσ
Βαςιλικό Αγύα Παραςκευό– Ωγιοσ Πρωτοβυζαντι
Γεώργιοσ νό περύοδοσ
Βαςιλικό Παλιοϑρι-Φροϑςω Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Παλιοϑρι-Κϊνιςτρο Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Πευκοχώρι-Γλαρϐκαβοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Φανιώτη Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Φανιώτη Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Φανιώτη-Παναγύα Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Παλαιϊ Φανιώτη Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Πολϑχρονο Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Γερϊνι Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Καλλιθϋα, Ιερϐ Ωμμωνοσ Πρωτοβυζαντι
Διϐσ - Μετϐχι Μονόσ νό περύοδοσ
Αγύου Παντελεόμονοσ
Βαςιλικό Καλλιθϋα, ωλόνασ Χηφιδωτϐ, 5οσ αιώνασ; ό α΄
μιςϐ 6ου αιώνα
μαρμαροθετόμ
ατα
Βαςιλικό Ωφυτοσ-Ωγιοσ Δημότριοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
Βαςιλικό Ωφυτοσ-Ωγιοσ Νικϐλαοσ Πρωτοβυζαντι
νό περύοδοσ
ΑΝΑΣΟΛΙΚΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
Βαςιλικό Ι, Βαρβϊρα,Γιϊζο-Σζώρτζη 5οσ αιώνασ
ΙΙ, ΙΙΙ
Βαςιλικό Ιεριςςϐσ,– οικ. 212 Αργολιθοδομό, 4οσ-5οσ αιώνασ Σρύκλιτη
μαρμαροθετόμ
ατα
539
Βαςιλικό τρατονύκη, Ζϋπκοσ Αργολιθοδομό. Πρωτοβυζαντι Σρύκλιτη
νό περύοδοσ
Αρχαύο υλικϐ
ςε β΄ χρόςη
Βαςιλικό Πυργαδύκεια Αργολιθοδομό 6οσ αιώνασ
Βαςιλικό Καςτρύ-Μελιςςουργϐσ
Βαςιλικό Παλαιοχώρι-Βαλτοϑδα
Βαςιλικό Παλαιοχώρι-Νϋπωςι
Βαςιλικό Βαρβϊρα-Καλϑβεσ
Βαςιλικό Ιεριςςϐσ-Ωγιοσ Νικϐλαοσ
540
Αγύα Σριϊδα Περιοχό Σρουλωτό Προ του 1104 Iviron IΙ. 1104.52.259
κϊςτρου εγχϐρηγοσ
Βρυών υποκϋραμοσ
Ωγιοι Κοντϊ ςτην Προ του 1047 Iviron I. 29.1047.71
Απϐςτολοι Ιεριςςϐ,
ϐπου και το
Αγύαςμα
Ωγιοι Πϊντεσ Καςςϊνδρει Προ του 1047 Iviron I. 29.1047.87
α
Ωγιοσ Ανδρϋασ Καςςϊνδρει Προ του 1047 Iviron I. 29.1047.37
α-Γερϊνι
Ωγιοσ Περιςτερϊ Εγχϐρηγη 871 Ορλϊνδοσ,
Ανδρϋασ- αργολιθοδομό με Μαυροποϑλου-
τετρϊκογχοσ, παχϑ ςτρώμα Σςιοϑμη,
ςταυρικϐσ κονιϊματοσ. την Κουρκουτύδου-
πεντϊτρουλοσ καταςκευό των Νικολαώδου
ναϐσ με τροϑλων
τριμερό χρηςιμοποιόθηκαν
διαμϐρφωςη ςποραδικϊ τεμϊχια
ιεροϑ. πλύνθων.
Καθολικϐ Σοιχογραφύεσ 9ου
μονόσ αιώνα
Ωγιοσ Ιεριςςϐσ Πϋτρα, τοϑβλα, Προ του 1104 Ιβόρων ΙΙ ςελ. 47
Δημότριοσ και κεραμοςκεπόσ με .52.188
Λιβυζϊςδα νϊρθηκα
πλινθϐκτιςτο
τοιχογραφύεσ
Ωγιοσ Ηλύασ Κοντϊ ςτα Προ του 1090 Iviron IΙ. 1090-
Λεοντϊρια 1094.45.76
Ωγιοσ Καρβαύοι Προ του 1321 Lavra
Ιουλιανϐσ II.108.269.1321
Ωγιοσ Ιωϊννησ Μοναςτόρι Προ του 1047 Iviron I. 29.1047.94
Ο Θεολϐγοσ ςτην
Ιεριςςϐ
Ωγιοσ Ιωϊννησ Σησ Μονόσ
ο Πρϐδρομοσ Κολοβοϑ
ςτην
Ιεριςςϐ
Ωγιοσ Κοντϊ ςτο Προ του 1047 Iviron I. 29.1047.52
Νικϐλαοσ Μυριϐφυτο
Ωγιοσ Ιεριςςϐσ Προ του 1320 Iviron III.1320.79.
Νικϐλαοσ
Ωγιοσ Ουρανοϑπο Αργολιθοδομό με τη 1030, 11οσ-12οσ Παπϊγγελοσ,
Νικϐλαοσ λη μεςολϊβηςη αιώνασ Μουτςϐπουλοσ
541
Μελιςςουργεύ πολλών βηςϊλων Iviron I. 29.1047.9
ου-Σρύκογχοσ μϋςα ςε ϊφθονο
με νϊρθηκα ςτρώμα
αςβεςτοκονιϊματοσ
. ε οριςμϋνα ςημεύα
του ναοϑ
εντοπύζεται η
τεχνικό τησ
κρυμμϋνησ πλύνθου.
Ωγιοσ Όλυνθοσ Αργολιθοδομό με Μεταξϑ 1028 Παπϊγγελοσ,
Νικϐλαοσ- ςειρϋσ πλύνθων. ε και 1047, 10οσ- Βοκοτϐπουλοσ,
ϑνθετοσ οριςμϋνα ςημεύα 11οσ αιώνασ Robinson
τετρακιϐνιοσ, του ναοϑ
ςταυροειδόσ εντοπύζεται η
εγγεγραμμϋνο τεχνικό τησ
σ με νϊρθηκα. κρυμμϋνησ πλύνθου
Ωςπρη ελϊδα 1268; Lavra II.78.7-16.1285
Εκκληςύα
Βαςιλικό Γαλϊτιςτα- Προ του 1300 Lavra II.90.112.1300-
Μονό του αρανταρϋ
Καύςαροσ α
Εκκληςύα Προϊςτειο Λιθοπλινθϐκτιςτοσ, Προ του 1104 Iviron IΙ.
Λενοντύασ δρομικό, δύρρυτοσ, 1104.52.257-258
κοντϊ ςτα υποκϋραμοσ
Βρωμϐςυρτ Αςβεςτϐχριςτοσ και
α με τοιχογραφύεσ
Ευκτόριο Ιεριςςϐσ Προ του 1267 Zografou 7.1267.16
Αγύου
Νικολϊου
Ζωγρϊφου
Θεομότοροσ Νόςοσ Θολωτό εγχϐρηγοσ Προ του 1104 Iviron IΙ.
Καυκανϊδε με καμϊρεσ 1104.52.194-196
σ
Μονό Καλαμαρύα Προ του 1302 Lavra II.94.14-
Τπεραγύασ 16.1302
Θεοτϐκου
Λινοβροχεύου
Μονό Νεοχώρι Προ του 1300 Lavra II.90.171.1300-
Τπομιμνόςκο
ντοσ
Μονϐχωροσ Καλλιθϋα- Spolia απϐ το ιερϐ. Πρώιμη Σςιγαρύδασ
δρομικϐσ Ιερϐ Πωρϐλιθοι και μεςοβυζαντινό
Ωμμωνα θραϑςματα πλύνθων περύοδοσ
Δύα- ςε χαλαρϐ
πόλαιο πλιθοπερύκλειςτο
542
Ιεροϑ ςϑςτημα.
Νυμφών Σοιχογραφύεσ. άχνη
και in situ ςτον νϐτιο
Διονϑςου τούχο και
ςπαρϊγματα ςτο
δϊπεδο.
Ναϐσ Αγύου Πτελϋα- Προ του 1321 Lavra
Μεγαλομϊρτυ Καςςϊνδρει II.108.547.1321
ροσ α
Θεοδώρου
Ναϐσ Αγύων Πτελϋα- Προ του 1321 Lavra
και Καςςϊνδρει II.108.550.1321
Θαυματουργ α
ών
Αναργϑρων
Ναϐσ τον Προ του 1300 Lavra II.90.222-
Τπεραγύασ περιοριςμϐ 223.1300
Θεοτϐκου τησ Γϋννασ
Παλαιϊ Κϊμενα Προ του 1301 Iviron
εκκληςύα III.1301.70.166
Τπεραγύασ Iviron
Θεοτϐκου III.1318.75.275
543
ΠΙΝΑΚΑ VΙ. ΧΗΥΙΔΨΣΑ ΑΠΟ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
544
ΠΙΝΑΚΑ VΙΙ. ΜΑΡΜΑΡΟΘΕΣΗΜΑΣΑ ΑΠΟ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
Μαρμαροθϋτ
ημα Ναϐσ 11οσ - 12οσ Βοκοτϐπουλοσ
7 in situ
κεντρικοϑ Ολϑνθου αιώνασ 1995
κλύτουσ
545
ΠΙΝΑΚΑ VΙΙΙ. ΣΟΙΦΟΓΡΑΥΙΕ ΑΠΟ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
546
ΠΙΝΑΚΑ ΙΧ. ΓΛΤΠΣΑ ΑΠΟ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
547
Εντοιχιςμϋνο
ωτηρύου 1952,
Ωγιοσ Δημότριοσ ςτον
Αμφύγλυφο Feissel-Sève
Θεςςαλονύκησ; ενοριακϐ ναϐ
9 μαρμϊρινο α΄ μιςϐ 4ου αι. 1979, Feissel-
Πύνακασ Βϊλτασ
τϐξο Sodini BCH 103,
Καςςανδρεύασ; Καςςανδρεύα
1979
σ
Κιονϐκρανο
Βϊλτα
με απλϊ
10 ϊγνωςτη ; Καςςϊνδρεια τϊμοσ 1961
φϑλλα και
σ;
ςταυρϐ
Κιονϐκρανο
με φϑλλα
ακϊνθησ Βϊλτα
11 και ςταυρϐ ϊγνωςτη ; Καςςϊνδρεια τϊμοσ 1961
μαζύ με σ;
ϊλλα
γλυπτϊ
Επύθημα
Εντοιχιςμϋνο
κιονοκρϊνο
ςτον ναϐ του
υ και ϊλλα Feissel-Sodini
12 ϊγνωςτη ; Αγύου
γλυπτϊ απϐ BCH 103, 1979
Αθαναςύου
το ύδιο
Υοϑρκασ
μνημεύο
Εντοιχιςμϋνο
Θραϑςμα Π. Ανδροϑδησ, Ο
ςτον πϑργο
θωρακύου ό βυζαντινϐσ
τησ Ι.Μ.
πεςςύςκοσ Πρωτοβυζαντι πϑργοσ ςτη θϋςη
13 ϊγνωςτη ταυρονικότα
φρϊγματοσ νό περύοδοσ "Πύνακα" τησ
ςτη ϊνη
πρεςβυτερύ Καςςϊνδρασ ςτη
Καςςανδρεύα
ου Φαλκιδικό
σ
Εντοιχιςμϋνα
ςτον πϑργο
ϑνολο Πρωτοβυζαντι
14 Ναϐσ Μαριανών τησ Ι.Μ. Επιτϐπια ϋρευνα
γλυπτών νό περύοδοσ
Δοχειαρύου
ςτα Μαριανϊ
αποθόκη
Νϋα φϑλαξησ Σϐςκα -
Μαρμϊρινα
Καλλικρϊτεια, 3οσ - 6οσ αρχαιολογικο Φατζϊκησ 2002,
15 αρχιτεκτονι
Βαςιλικό - οικ. αιώνασ ϑ υλικοϑ Ημερολϐγιο 10ησ
κϊ μϋλη
737 Ο.Σ. 87 πρώην 10ησ Ε.Β.Α. 2014
Ε.Β.Α.;
Μαρμϊρινο Πϋτςασ Α.Δ. 22
16 Ωγιοσ Μϊμασ ; ;
σ κύονασ 1967
548
Μαρμϊρινο
σ ραβδωτϐσ
17 κιονύςκοσ Σοϑμπα Βεριϊσ 6οσ αι. ; Σαβλϊκησ 1987
περιρραντη
ρύου
αποθόκη
φϑλαξησ
Μαρμϊρινο
αρχαιολογικο
18 ιωνικϐ Σοϑμπα Βεριϊσ 6οσ αι. Σαβλϊκησ 1987
ϑ υλικοϑ
κιονϐκρανο
πρώην 10ησ
Ε.Β.Α.;
αποθόκη
Μαρμϊρινη φϑλαξησ
βϊςη αρχαιολογικο
19 Σοϑμπα Βεριϊσ 6οσ αι. Σαβλϊκησ 1987
ιωνικοϑ ϑ υλικοϑ
κύονα πρώην 10ησ
Ε.Β.Α.;
Σμόμα
τετρϊγωνο
υ ΚΒΠΦ Παζαρϊσ–
Δυτικϐσ τομϋασ
20 πεςςύςκου 5οσ - 6οσ αι. "Ιουςτινιανϐσ Σςανανϊ ΑΕΜΘ
Βεριϊσ οικ. 31
με ςυμφυϋσ " 5, 1991
ςτρογγυλϐ
επύμηλο
Βϊςη
περιρραντη Κοινοτικϐ
Αγύα Παραςκευό Σςιγαρύδασ ΑΔ
21 ρύου, ; κατϊςτημα
Γαλϊτιςτασ 30 1975
αμφύγλυφο Γαλϊτιςτασ;
θωρϊκιο
Αρϊβδωτοσ
κύονασ, Βαςιλικό
Ακριβοποϑλου
22 επύθημα Πανύκοβασ ; ;
1999
κιονοκρϊνο Γαλϊτιςτασ
υ
Εντοιχιςμϋνο
ςτο πηγϊδι
ϑνθετο
του Ναοϑ του Ακριβοποϑλου
23 ιωνικϐ Βαςιλικϊ β΄ μιςϐ 5ου αι.;
Αγύου 1999
κιονϐκρανο
Γεωργύου
Βαςιλικών
Επύκρανο Ωγιοσ Δημότριοσ Πρωτοβυζαντι
αμφικιονύς Πυργαδικύων- νό περύοδοσ Ναϐσ Αγύου
Ακριβοποϑλου
24 κου, βαςιλικό ςτα Δημητρύου
1999
κιονϐκρανο θεμϋλια του Πυργαδικύων
με ςυμφυϋσ ναοϑ
549
επύθημα
550
Η βϊςη και
η πλϊκα Ναϐσ Καλλιθϋασ
τησ Αγύασ (θϋςη Ιεροϑ
Λεβεντοποϑλου-
31 Σρϊπεζασ, Ωμμωνοσ Διϐσ ; in situ
Γιοϑρη 1971
το λύθινο και πηλαύου
κατώφλι των Νυμφών)
τησ ειςϐδου
551
ΠΙΝΑΚΑ Χ. ΜΟΛΤΒΔΟΒΟΤΛΛΑ ΑΠΟ ΣΗ ΒΤΖΑΝΣΙΝΗ ΦΑΛΚΙΔΙΚΗ
552
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ
553
ΤΝΣΟΜΟΓΡΑΥΙΕ
554
ΟΙΒ: Οἰκονομικό Ἱςτορύα τοῦ Βυζαντύου ἀπὸ τὸν 7ο ἔωσ τὸν 15ο αἰώνα, Α.Ε. ΛαϏου (γεν.
ἐποπτ.), C. Morrisson, Φ. Μποϑρασ, Ν. Οἰκονομύδησ, Κ. Πιτςϊκησ (ἐπιςτ. ἐπιτρ.), τ. Α΄-Γ΄,
ΜΙΕΣ, Ἀθόνα (2006)
ΠΑΕ: Πρακτικὰ τῆσ ἐν Ἀθόναισ Ἀρχαιολογικῆσ Ἐταιρεύασ.
ΠΗΓΕ1520
BEAUJOUR 1829: Felix de Beaujour, Voyage militaire dans l’Empire Othoman ou Description
de ses frontières et de ses principales défenses, soit naturelles, soit artificielles, avec cinq
cartes géographiques, vols. I-II, Paris (1829)
BREVIARIUM OF FESTUS: The Breviarium of Festus. A critical edition with historical commentary by
J. W. Eadie, London (1967)
CHILANDAR I: Actes de Chilandar I, (ed.) M. Zivojinovic, V. Kravari, Ch. Giros, Paris (1998)
CUNTZ–SCHERTZ 1990: Ο. Cuntz–G. Schertz, Itineraria Romana. Bd. 1. Itineraria Antonini Augusti
et Burdigalense. (1929)- Reproduction Teubner, Stuttgart (1990)
1520Περιλαμβϊνονται λόμματα που χρηςιμοποιοϑνται περιςςϐτερεσ απϐ δϑο φορϋσ ςτο κυρύωσ
κεύμενο. Για τα υπϐλοιπα βλ. ςτην οικεύα παραπομπό.
555
DARROUZES 1981: J. Darrouzès, Géographie ecclésiastique de l’ empire byzantin, t. 1 :
Notitiae episcopatuum ecclesiae Constantinopolitanae, Texte, critique, introduction et notes,
Institut Français d’ Etudes Byzantines- Centre National de la Recherche Scientifique, Série
XVI, Paris (1981)
DÖLGER 1949: F. Dölger, Sechs byzantinische Praktika des 14. Jahrhunderts für das
Athoskloster Iberon, Mϒnchen (1949)
DVORNIK 1926: F. Dvornik, La Vie de saint Grégoire le Décapolite et les Slaves macédoniens
au IXe siècle. Travaux publiés par l'Institut d'études slaves no. 5. Paris (1926)
HONIGMANN 1942/3: Ε. Honigmann, “The original lists of the members of the council of
Nicaea, the Robber council and the council of Chalcedon”, Byzantion 16 (1942-1943)
ITINERARIA ROMANA: Itineraria Romana – Römische Reisewege an der Hand der Tabula
Peutingerriana, (ed.) K.Miller, Stuttgart (1916)
IVIRON I: Actes d’Iviron I (Des origines au milieu du XIe Siècle), édition diplomatique par J.
Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, Hélène Métrévéli, Paris (1985)
IVIRON ΙI: Actes d’Iviron II (Du milieu du XIe Siècle à 1204), édition diplomatique par J.
Lefort, N. Oikonomidès, D. Papachryssanthou, V. Kravari, Hélène Métrévéli, Paris (1990)
IVIRON ΙΙI: Actes d’Iviron ΙΙΙ (De 1204 a 1328), édition diplomatique par J. Lefort, N.
Oikonomidès, D. Papachryssanthou, V. Kravari, H. Métrévéli, Paris (1994)
556
LAVRA I : Actes de Lavra I (Des origines a’ 1204), édition diplomatique par P. Lemerle, A.
Guillou, N. Svoronos, avec la collaboration de D. Papachryssanthou Paris (1970)
LAVRA II : Actes de Lavra ΙI (De 1204 a’ 1328), édition diplomatique par P. Lemerle, A.
Guillou, N. Svoronos, D. Papachryssanthou Paris (1977)
LAVRA III: Actes de Lavra, III, De 1329 à 1500, par P. Lemerle, A. Guillou, N. Svoronos, D.
Papachryssanthou, Archives de l’Athos, t. X, Paris (1979).
LEAKE 1835: W. M. Leake, Travels in Norhtern Greece, Vol. III, London (1835)
OROSIUS PAULUS: Orosii Pauli, Historiam adversum paganos libri VII, A’, (ed.) C.
Zangemeister, Λειψύα (1889)
PETIT 1904 : R. P. L. Petit, “Vie et office de saint Euthyme le jeune”, Revue de l'Orient
chrétien 8/2 (1903), 168-205̇ rp. Bibliothèque Hagiographique Orientale, 5, Paris (1904)
POMPONIUS MELA: Pomponii Melae Geographiae libri tres, Viennae Pannoniae (1512)
SACRORUM CONSILIORUM: Sacrorum Consiliorum, τ. 17 (απϐ το 872 ϋωσ το 884), Βενετύα, 1772,
ανατ. Λειψύα (1902)
557
SEECK 1876: Ο. Seeck, Notitia dignitatum: accedunt Notitia urbis Constantinopolitanae et laterculi
prouinciarum. Berlin (1876)
STRUCK 1907: A. Struck, Makedonische Fahrten- I. Chalkidike, Wien und Leipzig (1907)
THUCYDIDIS : Thucydidis historiae, 2 vol., (ed.) H. S. Jones and J. E. Powell, Clarendon Press,
Oxford (1942)
VATOPEDI II : Actes de Vatopédi IΙ (De 1330 a’ 1376), édition diplomatique par J. Lefort, V.
Kravari, Chr. Giros, K. Smyrlis, Paris (2001)
WOODMAN 1964: J. E. Woodman, The Expositio totius Mundi et Gentium: Its geography and its
language, The Ohio State University (1964)
ΔΙΟΔΨΡΟ ΙΚΕΛΟ: R. M. Geer, Diodorus Siculus, Books XVIII, XIX 1-65, London-
Cambridge-Massachussetts (1947)
ΕΤΕΒΙΟ Δ’: Ευςεβύου, Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα, Δ’, 26, 10, εκδ. G. Bardy (κεύμενον, γαλλικό
μετϊφραςισ, ςχϐλια, «Sources Chrétiennes»), τομ. Α’, Παρύςιοι (1952)
ΗΡΟΔΟΣΟ Η’: Ο. Φατζϐπουλοσ (εκδ.), Ηρϐδοτοσ, Ουρανύα. Βιβλύον ϐγδοον, Αθόνα (1992)
558
ΗΡΟΔΟΣΟ Θ ’: A. D. Godley, Herodotus IV, Books VIII-IX, London-Cambridge-Massachussetts
(1969)
ΘΟΤΚΤΔΙΔΗ Α’: Θουκυδύδησ, Α’, Ο. Φατζϐπουλοσ (εκδ.), Θουκυδύδησ. Ιςτορύα Α’, Αθόνα (1992)
ΘΟΤΚΤΔΙΔΗ Δ’: Θουκυδύδησ, Δ’, Ο. Φατζϐπουλοσ (εκδ.), Θουκυδύδησ. Ιςτορύα Δ, Αθόνα (1992)
ΚΑΙΑΝΟ ΒΑΟ: Καςςιανοϑ Βϊςςου, Γεωπονικϊ, in aedibus B. G. Teubneri, (H. Beckh), Lipsiae
(1895)
ΚΛΑΤΔΙΟ ΠΣΟΛΕΜΑΙΟ: Πτολεμαύου Κλαυδύου, Γεωγραφικό Τφόγηςισ Γ’, ϋκδ. C. Muller, Παρύςιοι
(1883)
ΜΕΛΕΣΙΟ: Μελετύου, Γεωγραφύα Παλαιϊ και Νϋα, Σϐμοσ Β’, Βενετύα (1807)
ΝΙΚΗΥΟΡΟ ΓΡΗΓΟΡΑ: Nikephoros Grêgoras, Byzantina Historia, (eds.) L. Schopen, I. Bekker, vols.
1-3, Bonn (1829-55)
559
ΠΛΙΝΙΟ: Πλύνιοσ, Υυςικό Ιςτορύα L. Ian – C. Mayhoff, C. Plinius Secundus. Naturalis
Historiae I, libri I-VI, Stutgardiae (1967)
ΠΡΟΚΟΠΙΟ, ΠΕΡΙ ΚΣΙΜ .: Προκοπύου Καιςαρεύασ, Περύ των του δεςπϐτου Ιουςτινιανοϑ
κτιςμϊτων, (ed.) Haury I., Procopii Caesariensis, De aedificiis, Procopii Caesariensis Opera
Omnia, vol. III, 2, Leipzig (1913-1936)
ΠΡΟΚΟΠΙΟ, ΤΠΕΡ ΠΟΛΕΜΨΝ.: Προκοπύου Καιςαρεύασ, Τπϋρ των πολϋμων, (ed.) Haury I.,
Procopii Caesariensis, De bellis, Procopii Caesariensis Opera Omnia, vol. I-III, Leipzig (1913-
1936)
ΣΕΥΑΝΟ ΒΤΖΑΝΣΙΟ : τϋφανοσ Βυζϊντιοσ, Εθνικϊ, (ed.) A. Meineke, ανατ. Graz (1958)
ΣΡΑΒΨΝ: Strabonis geographica, τομ. Ζ’, (ed.) A. Meineke, Leipzig 1877 (ανατ. 1939)
ΣΙΣΟ ΛΙΒΙΟ: Σύτου Λιβύου Βιβλύον 31 και 32, μεταφρ. Δημ. Παπαγεωργύου, ἐν Ἀθόναισ
(1897)
ΦΨΝΙΑΣΗ ΜΙΦΑΗΛ : Μιχαὴλ Ἀκοµινάτου τοῦ Φωνιάτου τὰ ςωζόµενα, vols. 1-2, (ed.) Sp. P.
Lampros, Athens (1879-80)- rp. Groningen (1968)
ΦΨΝΙΑΣΗ: Niketas Choniatês, Historia, (ed.) J. L. van Dieten, Berlin-New York (1975)
560
ΞΕΝΟΓΛΨΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ
ABRAMS 1978: Ph. Abrams, “Towns and Economic Growth: Some Theories and Problems”, P.
Abrams- E. A. Wrigley (eds.), Towns in Societies: Essays in Economic History and Historical
Sociology, Cambridge (1978), 9-33
ALCOCK- CHERRY 2004: S.E. Alcock– J.F. Cherry (eds.), Side-by-Side Survey: Comparative Regional
Studies in the Mediterranean World. Oxford: Oxbow (2004)
ALEXANDER 1963: J. A. Alexander, Potidea. Its History and Remains, University of Georgia
Press, Athens (1963)
ANGOLD 1984: M. Angold Archons and Dynasts: Local Aristocracies and the Cities of the
Later Byzantine Empire, M. Angold, (ed.), The Byzantine Aristocracy, IX to XIII Centuries,
Oxford (1984), 236-253
ANGOLD 1985: M. Angold, Church and Society in Byzantium under the Comneni 1081-1261,
Cambridge (1995)
AVRAMEA 2002: A. Avramea, “Land and Sea Communications”, The Economic History of
Byzantium: From the Seventh through the Fifteenth Century, (ed.) A. E. Laiou, Dumbarton
Oaks Papers (2002), 57-90
BAKER 2003: A. R. H. Baker, Geography and History: Bridging the Divide, Cambridge (2003)
BAKIRTZIS 2007: Ch. Bakirtzis, “Imports, exports and autarky in Byzantine Thessalonike
from the seventh to the tenth century”, Byzantium, Pliska and the Balkans. Vol. 2 of Post-
Roman Towns, Trade and Settlement in Europe and Byzantium. J. Henning. 2 vols. Berlin: de
Gruyter (2007), 89-118
561
BARTUSIS 1990: M. Bartusis, “On the Problem of Smallholding Soldiers in Late Byzantium”,
DOP 44 (1990) 1-26
BARTUSIS 1997: M. Bartusis, The Late Byzantine Army: Arms and Society, 1204-1453,
University of Pennsylvania Press, Philadelphia (1997)
BERGSON 1910: H . Bergson, Time and Free Will. An essay on the Immediate Data of Consciousness,
Macmillan, London (1910)
BESEVLIEV 1985: V. Besevliev, “Zur Deutung der protobulgarischen Inschrift von Vassilika,
Chalkidike”, JÖB 35 (1985), 143-148
BINTLIFF 1991: J. Bintliff (επιμ.), The Annales School and Archaeology, Leicester University Press,
Leicester (1991)
BRANDES 1999: W. Brandes, “Byzantine Cities in the Seventh and the Eighth Centuries-Different
Sources, Different Histories? Some methodological Observations on the Relationship between
Written, Numismatic, Sigillographic and Archaeological Sources Used in Research into Byzantine
Urbanism in the Seventh and Eighth Centuries”, G. P. Brogiolo- B. Ward-Perkins, The Idea and Ideal
of the Town Between Late Antiquity and the Early Middle Ages, The Transformation of the Roman
World 4, Leiden-Boston-Koln (1999), 21-57
562
Christie (ed.), The Transformation of the Roman world, vol. 9, Leiden, Brill (2000), 141 –
172
BRUBAKER 2001: L. Brubaker, “Topography and the creation of public space in early medieval
Constantinople”, M. De Jong–F. Theuws–C. Van Rhijn, Topographies of Powers in Early Middle Ages,
Brill-Leiden-Boston-Koln (2001), 31-43
BURKE-SCOTT 2001: J. Burke – R. Scott (ed.), Byzantine Macedonia. Art, Architecture, Music and
Hagiography, Papers from the Melbourne Conference July 1995, (National Centre for Hellenic
Studies and Research), Melbourne (2001)
CHERRY 1987: J. Cherry, “Power in space: archaeological and geographical studies of the state”,
ςτο J. M. Wagstaff, ((ed.)) Landscape and Culture. Oxford (1987)
CLARKE 1973: D. L. Clarke, Archaeology: The Loss of Innocence. Antiquity 47, (1973) 6-18
(online)
CUNTZ-SCHERTZ 1990: Ο. Cuntz– G. Schertz, Itineraria Romana. Bd. 1. Itineraria Antonini Augusti
et Burdigalense. (1929); Reproduction Teubner, Stuttgart (1990)
DAGRON 2006: G. Dagron, «Η αςτικό οικονομύα απϐ τον 7ο ϋωσ τον 12ο αιώνα», ΟΙΒ, τ. Β΄, επιμ.
Αγγ. Ε. ΛαϏου, Αθόνα (2006)
DAGRON 1977: G. Dagron, “Le christianisme dans la ville byzantine”, Dumbarton Oaks Papers 31
(1977), 3–25
DAVIS 1977: J. Davis, People of the Mediterranean: An Essay in Comparative Social Anthropology,
London (1977)
563
DÍAZ 2001: P. C. Díaz, “Monasteries in a peripheral area: Seventh century Gallaecia”, M. De
Jong –F. Theuws–C. Van Rhijn, Topographies of Powers in Early Middle Ages, Brill-Leiden-
Boston-Koln (2001), 329- 359
DILLER 1970: A. Diller, “Byzantine lists of old and new geographical names”, BZ T. 63 (1970), 27-
42
DIMITROUKAS 1997: I. Dimitroukas , Reisen und Verkehr im Byzantinischen Reich vom Anfang des
6. bis zur Mitte des 11. Jhs., Αθόνα (1997)
DÖLGER 1949: F. Dölger, Sechs byzantinische Praktika des 14. Jahrhunderts für das
Athoskloster Iberon, Mϒnchen (1949)
DÖLGER 1952: Fr. Dölger, “Ein Fall slavischer Einsiedlung im Hinderland von Thessalonike im 10.
Jahrhundert”, Sitzungsberichte der Bayer. Akad. der Wiss. Phil.-hist. Klasse, 1, München (1952)
DUCHESNE-BAYET 1876: L. Duchesne – Ch. Bayet, Mémoire sur une mission au Mont Athos
(1876)
DUNN 1992: Α. Dunn, “The Exploitation and Control of Woodland and Scrubland in the Byzantine
World”, BMGS 16 (1992), 235-298
GUNN 2000: J. D. Gunn, The Years Without Summer: Tracing A.D. 536 and its Aftermath,
Oxford (2000)
DUNN 2004: A. Dunn, “Continuity and Change in the Macedonian Countryside from
Gallienus to Justinian”, Recent Research on the Late Antique Countryside (ed.) W. Bowden, L.
Lavan, C. Machado, Late Antique Archaeology 2, (2004), 535-586
DURLIAT 1989: J. Durliat, “La Peste du VIe Siècle. Pour un nouvel examen des sources byzantines”,
Hommes et richesses dans l’Empire byzantin (IVe – VIIe Siècle), t. I, Paris (1989), 107-119
EFFROS 2001: B. Effros, “Monuments and Memory: Repossessing ancient remains in early
medieval Gaul”, M. De Jong–F. Theuws–C. Van Rhijn, Topographies of Powers in Early Middle Ages,
Brill-Leiden-Boston-Koln (2001), 93-118
564
FEISSEL-SÉVE 1979: D. Feissel –M. Séve, «La Chalcidique vue par Charles Avezoú (Avril-
Mai 1914). Notes de voyage et inscriptions» BCH 103 (1979), 229-320
FEISSEL-S ODINI 1979: D. Feissel-J. P. Sodini, “Un arc byzantine a kassandra”, BCH 103 (1979), 321-
326
GEYER 2002: B. Geyer, “Physical Factors in the Evolution of the Landscape and Land Use”,
The Economic History of Byzanium: From the Seventh through the Fifteenth Century, (ed.)
Angeliki E. Laiou, Dumbarton Oaks Studies (2002), 31-44
HALDON 1997: J. F. Haldon, Byzantium in the seventh century, Cambridge 1997 (rev. ed.)
565
HARVEY 1989: Α. Harvey, Economic Expansion in the Byzantine Empire, 900-1200,
Cambridge (1989)
HARVEY 1997: A. Harvey, Οικονομικό ανϊπτυξη ςτο Βυζϊντιο 900-1200, μτφρ. Ελ.
ταμπϐγλη, ΜΙΕΣ, Αθόνα (1997)
HILD 1997: F. Hild, “Strasse III. Byzantinischer Bereich”, Lexikon des Mittelalters 8,
München (1997), 225-226
HIRSCHFELD 2004: Y. Hirschfeld, «A Climatic Change in the Early Byzantine Period? Some
Archaeological Evidence», PEQ 136/2 (2004), 133-150
HIRSCHFELD 2006: Y. Hirschfeld, «The Crisis of the Sixth Century: Climatic Change, Natural
Disasters, and the Plague», MAA 6/1 (2006), 19-32
HODDER 1982: I. Hodder, “Theoretical archaeology: a reactionary view”, I. Hodder (ed.) Symbolic
and Structural Archaeology, Cambridge University Press (1982), 1-16.
HODDER 1986: I. Hodder, Reading the Past: Current Approaches to Interpretation in Archaeology,
Cambridge University Press, Cambridge (1986)
566
αρχαιολογύα. μτφρ. Μουτζουρύδησ, Π. Νικολϋντζοσ, Κ. Σςοϑλη, Μ. επιμ. Κωτςϊκησ, Κ. Αθόνα
(2002)
HONIGMANN 1942/3: Ε. Honigmann, “The original lists of the members of the council of Nicaea,
the Robber council and the council of Chalcedon”, Byzantion 16 (1942-1943), 35
HROCHOVÁ 1994: V. Hrochov|, “Some Specific Features of Byzantine Cities in the 13th till the 15th
Centuries”, Byzantinoslavica 55 (1994), 347-359
JONES 1964: A. H. M. Jones, The Late Roman Empire, 284-602. A social, economic and administrative
survey, vol. I, Oxford (1964)
KAPLAN 1992: M. Kaplan, Les hommes et la terre à Byzance du VIe au XIe siècle : propriété
et exploitation du sol, Byzantina Sorbonensia 10, Paris (1992)
KARAGIORGOU 2001A: Ο. Karagiorgou, “Demetrias and Thebes: the fortunes and misfortunes of
two Thessalian port cities in late antiquity”, Recent Research in Late-Antique Urbanism, (ed.) L.
567
Lavan, Journal of Roman Archaeology, Supplementary Series Number 42, (gen. eds.) S. Herson- J.H.
Humphrey, Portsmouth (2001), 183-215
ΚAZDHAN 1991: Α. Kazhdan, “Pediasimoi”, ODB, v. 3, 1615., P. Kazhdan (επιμ.), The Oxford
Dictionary of Byzantium vol. I-III, New York-Oxford 1991.
KODER 1967: J. Koder, “Die Metochia der Athos-Klöster auf Sithonia und Kassanda”, JÖBG 16
(1967), 211-224.
KODER 1993: J. Koder, «Νηςιώτικη επικοινωνύα ςτο Αιγαύο κατϊ τον ϐψιμο Μεςαύωνα», Η
Επικοινωνύα ςτο Βυζϊντιο. Πρακτικϊ του Β’Διεθνοϑσ υμποςύου, ΚΒΕ/ΕΙΕ, Αθόνα (1993),
445-455
KODER 1996: J. Koder, “Climatic Change in the Fifth and Sixth Centuries?”, P. Allen- E.
Jeffreys (eds), The Sixth Century End or Beginning?, Brisbane (1996), 270-285
KODER 1998: J. Koder, Tabula Imperii Byzantini, Aigaion Pelagos (Die Nördliche Ägäis),
Band 10, Wien (1998)
KODER 2005: J. Koder, Σο Βυζϊντιο ωσ Φώροσ. Ειςαγωγό ςτην Ιςτορικό Γεωγραφύα τησ
Ανατολικόσ Μεςογεύου ςτη Βυζαντινό Εποχό, Θεςςαλονύκη (2005)
568
KRAVARI 1992: V. Kravari, “Les actes privés des monastères de l’Athos et l’unité du patrimoine
familial”, D. Simon (ed.), Eherecht und Familiengut in Antike und Mittelalter, München (1992), 77-
88.
LAIOU 2005: A. E. Laiou, “The Byzantine Village 5th-14th Century”, J. Lefort, C. Morrisson,
J.-P. Sodini (ed.), Les villages dans l’empire byzantin, IVe-XVe siècle, Réalités byzantines 11,
Paris (2005), 31-54
LAST 1995: J. Last, «The nature of history», I. Hodder κ.ϊ. (ed.), Interpreting Archaeology:
Finding Meaning in the Past, Routledge, London (1995)
LAVAN 2003A: L. Lavan, “Late Antique Archaeology: An Introduction”, L. Lavan-W. Bowden (edd.),
Theory and Practice in Late Antique Archaeology, Late Antique Archaeology, vol. 1, Leiden (2003),
VII-XVI
LAVAN 2003B: L. Lavan, “Late antique urban topography: From Architecture to Human Space”, L.
Lavan-W. Bowden (edd.), Theory and Practice in Late Antique Archaeology, Late Antique
Archaeology, vol. 1, Leiden (2003), 171-195
569
LEFORT 1982: J. Lefort, Villages de Macedoine: notices historiques et topographiques sur la
Macedoine orientale au Moyen Age, Diffusion de Boccard, (1982)
LEFORT 1986: J. Lefort, Paysages de Macédoine, leurs caractères, leur évolution à travers les
documents et les récits des voyageurs, Travaux et Memoires du Centre de Recherche d’
Histoire et Civilization de Byzance, Collége de France, Monographies 3, Paris (1986)
LEFORT 1993: J. Lefort, “Rural Economy and Social Relations in the Countryside”,
Dumbarton Oaks Papers, 47 (1993), 101-113
LEFORT 2002: J. Lefort, “The Rural Economy, Seventh-Twelfth Centuries”, The Economic
History of Byzanium: From the Seventh through the Fifteenth Century, edit. Angeliki E. Laiou,
Washington (2002), 231-310
LEFORT 2006 A: J. Lefort, “De Bolbos a’ la plaine du diable”, Société rurale et histoire du
paysage à Byzance (2006), 81-104
LEFORT 2006 B: J. Lefort, “En Macédoine Orientale au Xe Siècle – Habitat rural, communes
et domaines”, Société rurale et histoire du paysage à Byzance (2006), 63-80
LEFORT 2006Γ: J. Lefort, “L’Economy Rurale a Byzance (VIIe-XIIe Siècle)”, Société rurale et histoire
du paysage à Byzance (2006), 395-478
LEFORT 2006Δ : J. Lefort, “Les villages de Macédoine Orientale au Moyen Age (Xe – XIVe Siècle)”, Société rurale et histoire du
paysage à Byzance (2006), 489-500
LEFORT 2006Ε: J. Lefort, “Population et peuplement en Macédoine Orientale, IXe – XVe Siècle“,
Société rurale et histoire du paysage à Byzance (2006), 229-247
570
LEFORT–MORRISSON–SODINI 2005: J. Lefort–C. Morrisson–J. P. Sodini (ed.), “Les villages de
Macédoine au Moyen Age (Xe- XIe Siècles), Les villages dans l’empire byzantin, Réalités
Byzantines 11, Paris (2005), 289-299
LEMERLE 1979Α : Ρ. Lemerle, The Agrarian History of Byzantium from the Origins to the
Twelfth Century, Galway (1979)
LEMERLE 1979Β: P. Lemerle, Les plus anciens recueils des Miracles de Saint Demetrius et la
pénétration des Slaves dans les Balkans, Paris (1979)
LEONE 2003: A. Leone, “Topographies of production in north African cities during the
Vandal and Byzantine Periods”, L. Lavan-William Bowden(ed.), Theory and Practice in Late
Antique Archaeology, Late Antique Archaeology, vol. 1, Brill (2003), 257-287
LIEBESCHUETZ 1992: W. Liebeschuetz, “The end of the ancient city”, The city in Late
Antiquity, (ed.) J. Ridge (1992), 1-32
LUCAS 2005: G. Lucas, The archaeology of Time, Routledge, London and New York (2005)
LUCAS 2008: G. Lucas, “Time and archaeological event”, Cambridge Archaeological Journal
18, (2008), 59-65.
MAKRIS 2002: G. Makris, “Ships”, The Economic History of Byzantium: From the Seventh
through the Fifteenth Century, A. E. Laiou(ed.), Dumbarton Oaks Papers (2002), 91 – 100
571
MAKSIMOVIĆ 1981: L. Maksimović, “Charakter der sozial-wirtschaftlichen Struktur der
spätbyzantinischen Stadt (13.-15. Jh)”, JÖB 31/1 (1981) 149-188
MAKSIMOVIĆ 1988, L. Maksimović , The Byzantine Provincial administration under the Palaiologoi,
Amsterdam: Hakkert (1988)
MATSCHKE 2006: K.-P. Matschke, “Η οικονομύα των πϐλεων (13οσ-15οσ αιώνασ)”, Ο.Ι.Β. τ. Β’,
(2006)
MCGLADE 1999: J. McGlade, “The times of history: archaeology, narrative and non-linear
causality”, T. Murray (ed.), Time and Archaeology, Routledge, London and New York
(1999), 139-163.
METCALF 1962: D. M. Metcalf, «The Slavonic Threat to Greece Circa 580: Some Evidence
from Athens», Hesperia, Vol. 31, No. 2 (Apr. - Jun., 1962), 134-157
MIGNE 1880: J. P. Migne, Patrologiae Cursus Completus. Series Graeca, Paris (1880)
MORRIS 1986: R. Morris, “Dispute settlement in the Byzantine provinces in the tenth
century”, W. Davies- P. Fouracre, The Settlement of Disputes in Early Medieval Europe, Cambridge
University Press (1986)
MORRIS 1995: R. Morris, Monks and Laymen in Byzantium, 843-1118, Cambridge University Press,
Cambridge (1995)
572
MORRIS 2011: R. Morris, “Communal Legal Activity in the Athos Region in the Tenth Century”, A.
Rio(ed.), Law, Custom and Justice in Late Antiquity and the Early Middle Ages, Centre for Hellenic
Studies, King’s College London (2011)
MURDZHEF 2008: P. Murdzhef, The Medieval Town in Bulgaria, Thirteenth to Fourteenth Century,
University of Florida (2008)
NECIPOĞLOU 2009: N. Necipoğlou, Byzantium between the Ottomans and the Latins. Politics
and Society in the Late Empire, Cambridge University Press, Cambridge (2009)
NELSON 1995: J. L. Nelson, “The wary widow”, W. Davies- P. Fouracre (ed.), Property and Power in
the Early Middle Ages, Cambridge University Press (1995)
OIKONOMIDES 2005: N. Oikonomides, “The role of the Byzantine State in Economy”, The Economic
History of Byzantium, from the Seventh to the Fifteenth Centuries, Washington D.C.: Dumbarton
Oaks Research Library and Collection (2005)
OSSEL 2006: P. van Ossel, “Rural Impoverishment in Northern Gaul at the end of Antiquity: The
Contribution of Archaeology”, W. Bowden, A. Gutteridge, C. Machado (edd.) Social and Political Life
in Late Antiquity, Late Antique Archaeology 3.1 – 2005, Leiden (2006), 533–565
OSTROGORSKY 2012: G. Ostrogorsky, Ιςτορύα του Βυζαντινοϑ Κρϊτουσ, τ. Α’ και Β’, Αθόνα (2012)
(επανϋκδοςη)
573
OUSTERHOUT 1999: R. Ousterhout, Master Builders of Byzantium (1999)
RAPP 2005: C. Rapp, Holy Bishops in Late Antiquity. The Nature of Christian Leadership in an Age of
Transition, University of California Press, London (2005)
RENFREW 1984: C. Renfrew, “The multiplier effect in action”, Approaches to Social Archaeology
(1984), 283-308
ROBINSON 1946: D. M. Robinson, Excavations at Olynthus, Part XII, Domestic and Public
Architecture (1946)
SAGUI 1928: C. L. Sagui: “The Ancient Mining Works of Cassandra Greece”, Economic
Geology, XXIII (1928), 671-680
574
SARADI 1991: H. Saradi, “Imperial jurisdiction over ecclesiastical provinces: The ranking
of new cities as Seats of Bishops or Metropolitans”, Σο Βυζϊντιο κατϊ τον 12ο αιώνα.
Κανονικϐ Δύκαιο, Κρϊτοσ και Κοινωνύα, επιμ. Ν. Οικονομύδησ, Αθόνα (1991), 149-163
SAVAVILLE 1930: S. Savaville, “Le titre ecclésiastique de « proedros » dans les documents
byzantins”, Echos d’Orient, 33e année, No 160 (1930), 416-436
SCHIFFER 1972, M. Schiffer, Archaeological context and systemic context. American Antiquity 37,
(1972), 156-65 (online)
SEGAL 1994: E. M. Segal, “Archaeology and Cognitive Science”, C. Renfrew, - E. B. W. Zubrow, The
Ancient Mind: Elements of Cognitive Archaeology. Cambridge: Cambridge University Press (1994)
SEVE– FEISSEL 1979: M. Sève– D. Feissel, “La Chalcidique vue par Charles Avezou (avril-
mai 1914). Notes de voyages et inscriptions” BCH 103/1, (1979), 229-326
SHANKS-TILLEY 19872: M . Shanks-C. Tilley, Social Theory and Archaeology, Polity Press,
Cambridge (1987)
SMITH 2001: J. M. H. Smith, “Aedificatio Sancti Loci: The making of a ninth-century Holy Place”, De
Jong, M.-Theuws, F.-Van Rhijn, C., Topographies of Power in the Early Middle Ages, Brill Leiden-
Boston Köln (2001), 361-396
SMYRLIS 2006: Κ. Smyrlis, La fortune des grands monastères byzantins, fin du Xe milieu du XIVe
siècle, Centre de Recherché d’ Histoire et Civilisation de Byzance-Collège de France, Monographies
21, Paris (2006)
SMYRLIS 2007: K. Smyrlis, “Small family foundations in Byzantium from the eleventh to
the fourteenth century”, Founders and refounders of Byzantine monasteries, M. Mullett
(ed.), Belfast Byzantine Texts and Translations (2007), 107-120
SMYRLIS 2010Α : K. Smyrlis, “Taxation Reform and the Pronoia System in Thirteenth-
Century Byzantium”, A. Ödekan, E. Akyürek, N. Necipoğlu (ed.), First International Sevgi
575
Gönül Byzantine Studies Symposium: Change in the Byzantine World in the Twelfth and
Thirteenth Centuries, Proceedings, Istanbul, 25-29 June 2007, Istanbul (2010), 211-217.
SMYRLIS 2010Β: Κ. Smyrlis, “Our Lord and Father’. Peasants and Monks in Midfourteenth-
century Macedonia,” Travaux et Mémoires, 16 (2010), 786‒90
SMYRLIS 2013: K. Smyrlis, “Financial Crisis and the Limits of Taxation under Andronikos II
Palaiologos (1282–1321)”, D. Angelov, Μ. Saxby (ed.), Power and Subversion in Byzantium, Society
for the Promotion of Byzantine Studies, Ashgate, Farnham (2013), 71-82.
SODINI 1995: J.-P. Sodini, Habitat de l’ antiquité tardive”, Topoi 5 (1995), 151-218
SOUSTAL 2007: P. Soustal, “Die Küsten der Chalkidike in der Kartographie und den Portolanen des
Mittelalters und der frühen Neuzeit”, K. Belke, E. Kislinger, A. Külzer, M. Stassinopoulou, (ed.),
Byzantina Mediterranea, Festschrift für Johannes Koder zum 65. Geburtstag, Böhlau Verlag, Wien-
Köln-Weimar (2007), 605-616.
SOUSTAL 2009: P. Soustal, “Place Names as a Source for Migration and Settlement: Continuity and
Change in Byzantine Chalkidiki”, Wiener Schriften zur Geographie und Kartographie, Band 18, Wien
(2009), 177-183
SPERBER 1975: D. Sperber, Rethinking Symbolism (trans. by Alice E. Morton), Cambridge Studies
in Social Anthropology, Cambridge University Press (1975)
STATHAKOPOULOS 2004: D. Ch. Stathakopoulos, Famine and Pestilence in the Late Roman and Early
Byzantine Empire. A systematic survey of subsistence crises and epidemics, Birmingham Byzantine
and Ottoman Monographs, vol. 9 (2004)
576
STERIOTOU 1997: I. Steriotou, «The XIX and XX century “Metochia” in Chalkidiki: The organization
of the rural production sites», IBI Bulletin 50 (1997), 17-22
TAFEL-TOMAS 1964: G. L. Fr. Tafel-G. M. Tomas, Urkunden zur älteren Handels- und
Staatsgeschichte der Republik Venedig, τ. 3, Amsterdam (1964)
TALBOT 1996: Α.-Μ. Talbot, «Women and Mt Athos», From Mount Atlios and Byzantine
Monasticism, A. Bryer- M. Cunningham (ed.), Copyright © 1996 by the Society for the Promotion of
Byzantine Studies. Variorum, Great Britain, 67-79
THEUWS-JONG-RHIN 2001: F. Theuws –M. B de Jong– Car. Van Rhijn (ed.), Topographies of
Power in the Early Middle Ages, The Transformation of the Roman World, vol. 6, 2001
THOMAS 2001: J. Thomas, “Archaeologies of place and landscape”, I. Hodder (ed.) Archaeological
Theory Today. Cambridge: Polity (2001), 165-86
THONEMANN 2011: P. Thonemann, The Maeander Valley. A Historical Geography from Antiquity to
Byzantium, Cambridge University Press (2011)
TILLEY 1994: C. Tilley, “Space, place, landscape and perception: phenomenological perspectives”,
C. Tilley A Phenomenology of Landscape. Oxford (1994)
577
TIVERIOS 2008: M. Tiverios, Greek colonisation of the northern Aegean – Greek Colonisation. An
account of greek colonies and other settlements overseas, vol. 2, G. R. Tsetskhladze(ed.), Leiden-
Boston (2008)
TSANANA 2003: Aik. Tsanana, “The Glazed Pottery of Byzantine Vrya (Vrea)”, 7ο Διεθνϋσ
υνϋδριο Μεςαιωνικόσ Κεραμικόσ τησ Μεςογεύου, Θεςςαλονύκη 1999, Πρακτικϊ,
Θεςςαλονύκη (2003), (επιμ. Φ. Μπακιρτζόσ), 245-250
VEIKOU 2012Α : M. Veikou, “Byzantine Histories, Settlement Stories: Kastra, “Isles of Refuge”, and
“Unspecified Settlements” as In-between or Third Spaces.”, Σ. Κιουςοποϑλου (επιμ.), Οι βυζαντινϋσ
πϐλεισ, 8οσ-15οσ αιώνασ, Προοπτικϋσ τησ ϋρευνασ και νϋεσ ερμηνετικϋσ προςεγγύςεισ, Πανεπιςτόμιο
Κρότησ, Ρϋθυμνο 2012, 159-205
VEIKOU 2012Β: M. Veikou, “Urban or Rural? Theoretical Remarks on the Settlement Patterns in
Byzantine Epirus (7th-11th centuries), Byzantinische Zeitschrift 103/1 (2010), 171-193
WICKHAM 1988: C. J. Wickham, The Mountains and the City. The Tuscan Appennines in the Early
Middle Ages, Oxford (1988), 354
WICKHAM 2003: C. Wickham, “ Studying the long-term change in the West, A.D. 400-800”,
Theory and practice in late antique archaeology, L. Lavan- W. Bowden (ed.), Late antique
archaeology v. 1, Leiden: Brill (2003), 385–403
WICKHAM 2005: C. Wickham, Framing the Middle Ages. Europe and the Mediterranean 400-800,
Oxford (2005)
WILLIAMS 1994: M. Williams, ‘The relations of environmental history and historical geography”,
Journal of Historical Geography 20/1 (1994), 3–21.
578
WINTER 2006: E. Winter, Stadtspuren: Zeugnisse zur Siedlungsgeschichte der Chalkidiki
(2006)
ZAHRNT 1971: M. Zahrnt,“Olynth und die Chalkidier”, Vestigia, Band 14, Mϒnchen (1971)
ZANINI 2006: E. Zanini, “Artisans and Traders in the Early Byzantine City: Exploring the
limits of Archaeological Evidence”, W. Bowden, A. Gutteridge, C. Machado (edd.) Social and
Political Life in Late Antiquity, Late Antique Archaeology 3.1 – 2005, Leiden (2006), 373–
411
ΕΛΛΗΝΟΓΛΨΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ
ΑΒΡΑΜΕΑ 1971: Α. Π. Αβραμϋα, Η Βυζαντινό Θεςςαλύα μϋχρι του 1204. υμβολό εισ την
Ιςτορικόν Γεωγραφύαν, διδ. διατρ., Αθόνα ( 1971)
ΑΒΡΑΜΕΑ 1993: Α. Αβραμϋα, «Μορφϋσ επικοινωνύασ ςτα τϋλη του Δ’ αιώνα», ςτο Η
Επικοινωνύα ςτο Βυζϊντιο. Πρακτικϊ του Β’Διεθνοϑσ υμποςύου, ΚΒΕ/ΕΙΕ, Αθόνα (1993),
51-56
ΑΒΡΑΜΙΔΟΤ 1997: Αικ. Αβραμύδου, Μεςοβυζαντινό εκκληςιαςτικό αρχιτεκτονικό ςτην περιοχό τησ
Μακεδονύασ, μεταπτ. εργαςύα, Θεςςαλονύκη (1997)
ΑΝΔΡΟΤΔΗ 1993: Π. Ανδροϑδησ, Πϑργοσ ςτη ϊνη Φαλκιδικόσ. Τπϊρχουςα κατϊςταςη και μελϋτη
ςτερϋωςησ, (πολυγραφημϋνο), Θεςςαλονύκη (1993)
579
ΑΝΣΨΝΙΑΔΗ 1979: Ε. Αντωνιϊδη, “Ερημωμϋνα χωριϊ ςτην Ελλϊδα. Ϊνασ προςωρινϐσ
απολογιςμϐσ”, Η οικονομικό δομό των βαλκανικών χωρών (15οσ-19οσ αιώνασ), επιμ. π.
Αςδραχϊσ (1979), 195-259
ΒΑΡΑΛΗ 2000: Ι. Δ. Βαραλόσ, Η επύδραςη τησ Θεύασ Λειτουργύασ και των Ιερών Ακολουθιών ςτην
Εκκληςιαςτικό Αρχιτεκτονικό του Ανατολικοϑ Ιλλυρικοϑ, τ. Α΄, αδημ. διδ. διατρ., Θεςςαλονύκη
(2000)
ΒΕΙΚΟΤ 2002: Μ. Βϋικου, «Οι Μεςοβυζαντινού οικιςμού τησ Βϐρειασ Ακτόσ του Αμβρακικοϑ
Κϐλπου: Δεδομϋνα και Προβλόματα», Η Βυζαντινό Άρτα και η περιοχό τησ. Πρακτικϊ Β΄Διεθνοϑσ
Αρχαιολογικοϑ και Ιςτορικοϑ υνεδρύου. Άρτα 12-14 Απριλύου 2002, (2007), 213-228
ΒΕΡΑΝΗ 1994: Ν. Βερϊνησ, Γεωλογικό δομό και ορυκτϋσ πρώτεσ ϑλεσ ςτο νομϐ Φαλκιδικόσ,
Ι.Γ.Μ.Ε., Θεςςαλονύκη (1994)
ΒΛΑΦΟ 1903: Κοςμϊ Βλϊχου Διακϐνου Αγιορεύτου, Η Φερςϐνηςοσ του Αγύου Όρουσ Άθω
και εν αυτό μοναύ και μοναχού πϊλαι τε και νυν, εν Βϐλω 1903, ανατ. Αγιορεύτικη Εςτύα,
Αθωνικϊ Ανϊλεκτα 2, Θεςςαλονύκη (2005)
580
ΒΟΚΟΣΟΠΟΤΛΟΤ 1997: Ι. Βοκοτοποϑλου, «Σοπογραφικϊ Καςςϊνδρασ», Αφιϋρωμα ςτον N.
G. L. Hammond, Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών, Παρϊρτημα Μακεδονικών, αρ. 7,
Θεςςαλονύκη (1997), 67-68
ΓΑΠΑΡΗ 1995: Φ. Γϊςπαρησ, «Επαρχιακού και αγροτικού δρϐμοι ςτον Ύςτερο Μεςαύωνα
(13οσ-14οσ αι.): Η περύπτωςη τησ Μακεδονύασ και τησ Κρότησ», Θηςαυρύςματα 25 (1995),
49-50
ΓΚΛΑΒΙΝΑ 1980: Απ. Γκλαβύνασ, «Αρχιερεύσ τησ Επιςκοπόσ Αρδαμερύου», Μακεδονικϊ τ. 20 (1980 )
ΓΡΑΙΚΟ 2010: Ι. Γραικϐσ, «Κλειςτϊ ςϑνολα κεραμικόσ απϐ τα νεκροταφεύα τησ Ύςτερησ
Αρχαιϐτητασ ςτη Νϋα Καλλικρϊτεια Φαλκιδικόσ», Κεραμικό τησ Ύςτερησ Αρχαιϐτητασ απϐ τον
ελλαδικϐ χώρο (3οσ – 7οσ αι. μ.Φ.), Επιςτημονικό υνϊντηςη, Θεςςαλονύκη, 12-16 Νοεμβρύου 2006,
Πρακτικϊ, β΄ τϐμοσ, Θεςςαλονύκη (2010), 429-445
ΔΗΜΗΣΡΟΤΚΑ 1996: Ι. Δημητροϑκασ, «Σο ταξύδι του ρότορα Θωμϊ Μϊγιςτρου (1310):
Μια επανεξϋταςη», Βυζαντινϊ ϑμμεικτα 10 (1996), 163-188
581
ΖΑΓΚΛΗ 1956: Δ. Ζαγκλόσ Φαλκιδικό: Ιςτορύα – Γεωγραφύα απϐ των αρχαιοτϊτων χρϐνων
μϋχρι του 1912, (1956)
ΖΕΡΒΑ 2010: Ε. Ζϋρβα, υνθόκεσ και Παρϊγοντεσ Ιζηματογϋνεςησ ςτο Βϐρειο Αιγαύο,
μεταπτ. εργαςύα, Αθόνα (2010)
ΘΕΟΦΑΡΙΔΗ 1980: Γ. Θεοχαρύδου, Ιςτορύα τησ Μακεδονύασ κατϊ τουσ Μϋςουσ Φρϐνουσ (285-
1354), Δημοςιεϑματα τησ Εταιρεύασ Μακεδονικών πουδών, Θεςςαλονύκη (1980)
ΘΕΟΦΑΡΙΔΗ 2003: Πλ. Θεοχαρύδησ, «Σα μεςαιωνικϊ αγιορειτικϊ μετϐχια τησ Φαλκιδικόσ.
Προλεγϐμενα ςτην αρχιτεκτονικό τουσ οργϊνωςη» Ορμϑλια, Αθόνα (2003), 83-86
ΚΑΛΣΑ 1998: Ν, Καλτςϊσ, Άκανθοσ Ι. Η αναςκαφό ςτο νεκροταφεύο κατϊ το 1979, Αθόνα
(1998)
582
ΚΑΝΑΣΟΤΛΗ 1965: Δ. Κανατςοϑλη «Η Μακεδονικό πϐλισ απϐ τησ εμφανύςεώσ τησ μϋχρι των
χρϐνων του Μεγϊλου Κωνςταντύνου. Ρωμαώκαύ αποικύαι εν Μακεδονύα-πολιτικού και
θρηςκευτικού θεςμού αυτών», Μακεδονικϊ, τομ. 6, Θεςςαλονύκη (1965)
ΚΑΝΟΝΙΔΗ 1996: Ι. Κανονύδησ, «Οι ταφϋσ των μϋςων και ϑςτερων βυζαντινών χρϐνων ςε
πϐλεισ-κϊςτρα τησ Μακεδονύασ», Περιλόψεισ 16ου υμποςύου Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ
Αρχαιολογύασ και Σϋχνησ, ΦΑΕ, Αθόνα (1996), 37-38
ΚΑΡΑΜΑΝΙΔΟΤ 2007: Α. Καραμανύδου, Σα Μοναςτόρια τησ Φαλκιδικόσ απϐ τον 9ο μϋχρι τον
19ο αιώνα, Θεςςαλονύκη (2007)
ΚΑΡΑΠΙΔΑΚΗ 2012, Ν., «Οι πϐλεισ των αρχϐντων: η δυναμικό και τα ϐρια ενϐσ τϑπου αςτικόσ
ανϊπτυξησ. Ϋπειροσ, Αιτωλοακαρνανύα, Μοριϊσ (13οσ αι.)», Σ. Κιουςοποϑλου (επιμ.), Οι
βυζαντινϋσ πϐλεισ, 8οσ-15οσ αι. Προοπτικϋσ τησ ϋρευνασ και νϋεσ ερμηνευτικϋσ προςεγγύςεισ,
Ρϋθυμνο 2012, 207-224
ΚΟΛΟΒΟ 2000: Η. Κολοβϐσ, Φωρικού και μοναχού ςτην Οθωμανικό Φαλκιδικό, 15οσ-16οσ αιώνεσ:
Όψεισ τησ οικονομικόσ και κοινωνικόσ ζωόσ ςτην ϑπαιθρο και η Μονό Ξηροποτϊμου, τ. Α΄- Γ΄, αδημ.
διδ. διατριβό, Α.Π.Θ., Θεςςαλονύκη (2000)
583
ΚΟΛΟΒΟ 2011: Μοναςτόρια. Οικονομύα και Πολιτικό απϐ τουσ Μεςαιωνικοϑσ ςτουσ Νεώτερουσ
Φρϐνουσ, Επιμ. Η. Κολοβϐσ, Πανεπιςτημιακϋσ Εκδϐςεισ Κρότησ, Ηρϊκλειο (2011)
ΚΟΝΙΔΑΡΗ 1970: Γ. Κονιδϊρη, Εκκληςιαςτικό Ιςτορύα τησ Ελλϊδοσ, τ. Β’, Αθόναι (1970)
ΚΟΣΙΑΝΟΤ 1951: Κϐτςιανου, τεφ. Αθ., Ένα ταξύδι ςτη Φαλκιδικό ςτα 1793. Εντυπώςεισ
και κρύςεισ του Γϊλλου Προξϋνου ςτη Θεςςαλονύκη E. Cousinéry, Αθόνα (1951)
584
ΛΑΪΟΤ 2006: Ἀγγ. ΛαϏου, «Σὸ ἔμψυχο δυναμικϐ», Ο.Ι.Β., τ. Α’ , ΜΙΕΣ, Αθόνα (2006), 113-
124
ΛΑΪΟΤ 1998: Αγγ. Λαῒου, «Κοινωνικϋσ δυνϊμεισ ςτισ ϋρρεσ ςτο 14ο αιώνα», Διεθνϋσ
υνϋδριο: Οι ϋρρεσ και η περιοχό τουσ απϐ την αρχαύα ςτη μεταβυζαντινό κοινωνύα,
ϋρρεσ, 29 επτεμβρύου-3 Οκτωβρύου 1993, Πρακτικϊ, Α’ τϐμοσ, Θεςςαλονύκη 1998, 203-
219
ΛΑΪΟΤ 1995: Αγγ. Λαῒου, « Η Θεςςαλονύκη, η ενδοχώρα τησ και ο οικονομικϐσ τησ χώροσ
ςτην εποχό των Παλαιολϐγων» ςτο Βυζαντινό Μακεδονύα 324 – 1430 μ.Φ., Διεθνϋσ
υμπϐςιο, (Θεςςαλονύκη 29-31 Οκτωβρύου 1992), Μακεδονικό Βιβλιοθόκη αρ. 82,
Θεςςαλονύκη (1995), 183-194
ΛΑΪΟΤ 2002: Ἀ.Ε ΛαϏου, Ἡ ἀγροτικὴ κοινωνύα ςτὴν ὕςτερη βυζαντινὴ ἐποχό, μτφρ. Ἀ.
Κϊςδαγλη, ΜΙΕΣ, Ἀθόνα (20022)
ΛΑΜΠΡΟΤ 1912: π. Λϊμπρου (επιμ.), «Σα Πϊτρια του Αγύου Όρουσ», Νϋοσ Ελληνομνόμων, τϐμοσ 9
(1912)
ΛΕΒΕΝΣΟΠΟΤΛΟΤ -ΓΙΟΤΡΗ 1971: Ε. Λεβεντοποϑλου-Γιοϑρη, «Σο ιερϐν του Ωμμωνοσ Διϐσ παρϊ την
Ωφυτιν», ΑΑΑ, τ. IV/3 (1971), 355-366
ΛΟΤΓΓΗ 1996: Σ. Λουγγόσ, Η εξϋλιξη τησ βυζαντινόσ πϐλησ απϐ τον τϋταρτο ςτον δωδϋκατο
αιώνα, Βυζαντιακϊ 16 (1996), 33-67, 53
ΜΑΓΕΙΡΑ 1987: Π. Μϊγειρασ, Αρχαύεσ λατρεύεσ και ιερϊ ςτην Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ,
Θεςςαλονύκη (2007)
585
ΜΑΜΑΛΟΤΚΟ 2001: τ. Μαμαλοϑκοσ, Σο Καθολικϐ τησ Μονόσ Βατοπεδύου. Ιςτορύα και
αρχιτεκτονικό, (διδακτορικό διατριβό), Αθόνα (2001)
ΜΑΣΘΑΙΟΤ 2006: Μ. Ματθαύου, Η ακύνητη περιουςύα των λαώκών ςτη Μακεδονύα και τη
Θρϊκη την εποχό των Παλαιολϐγων, αδημ. διδ. διατριβό, ΕΚΠΑ, Αθόνα (2006)
586
ΜΙΦΑΗΛΙΔΗ 1969: Μ. Μιχαηλύδησ, «Αργυρϊ λειψανοθόκη του Μουςεύου Θεςςαλονύκησ»,
ΑΑΑ 2 (1969), Α’, 48-49
587
ΜΠΟΤΡΑ 2001: Φ. Μποϑρασ, «Απϐψεισ των βυζαντινών πϐλεων απϐ τον 8ο ϋωσ τον 15ο αιώνα»,
Οικονομικό Ιςτορύα του Βυζαντύου, τ. Β΄, (2006), 193-230
ΜΨΤΙΔΟΤ 2010: Μωυςύδου, Π., Ανϊπτυξη χωρο-χρονικοϑ μοντϋλου πρϐβλεψησ του ρύςκου
των φυςικών κινδϑνων – εφαρμογό ςε περιοχϋσ του Ν. Φαλκιδικόσ, διπλωμ. εργαςύα,
Θεςςαλονύκη (2010)
ΝΙΚΟΝΑΝΟ 1973/74: Ν. Νικονϊνοσ, «Βυζαντινϊ και Μεςαιωνικϊ Μνημεύα Αγύου Όρουσ και
Φαλκιδικόσ», ΑΔ 29 (1973-74), Β2, 768-776, 771, πιν. 561 β-γ.
ΟΡΛΑΝΔΟ 1951: Α. Κ. Ορλϊνδοσ, «Σο καθολικϐν τησ παρϊ την Θεςςαλονύκην Μονόσ
Περιςτερών», ΑΒΜΕ 7 (1951), 146-6-167, 167 εικ. 7
ΠΑΖΑΡΑ 1987: Θ. Παζαρϊσ, «Σο «Διατεύχιςμα» τησ Καςςϊνδρειασ», Πρακτικϊ του πρώτου
Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου
1984, Θεςςαλονύκη (1987), 157-192
ΠΑΖΑΡΑ 1995: Θ. Παζαρϊσ, «Αναςκαφό ςτο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Βρϑασ (Βεριϊ Ν. υλλϊτων)
κατϊ το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382,
ΠΑΖΑΡΑ 1996: Θ. Παζαρϊσ, «Απϐ την κλαςικό Βρϋα ςτο μεςαιωνικϐ κϊςτρο τησ Βρϑασ», ΑΕΜΘ
10 (1996), 313-332
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1978: Ι. Παπϊγγελοσ, «υμβολό ςτην ιςτορύα και την αρχαιολογύα τησ περιοχόσ τησ
Γαλατύςτησ», Φρονικϊ τησ Φαλκιδικόσ 33-34, (1978), 63-93
589
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1979: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Σοπογραφικϋσ παρατηρόςεισ ςτα αρχαύα τϊγειρα»,
Φρονικϊ τησ Φαλκιδικόσ 35 (1979), 135-158
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1987: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Σο πολύχνιον τησ Καςςανδρεύασ», Πρακτικϊ του
1ου Πανελληνύου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ 7-9
Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 201-210
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1988: Ι. Παπϊγγελοσ, «Σο μεςαιωνικϐ νεκροταφεύο τησ Ιεριςςοϑ» 8ο υμπϐςιο ΦΑΕ
(1988), 78-79
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1990Α : Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Σο χωρύον του ωλόνοσ ςτην Καςςϊνδρα»,
Μακεδονικϊ 27, Θεςςαλονύκη (1990), 171-181
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1990Β: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ο πϐροσ του Μαρμαρύου», ςτο Πϐλισ και Φώρα
ςτην Αρχαύα Μακεδονύα και Θρϊκη. Πρακτικϊ Αρχαιολογικοϑ υνεδρύου Μνόμη Δ.
Λαζαρύδη, (Καβϊλα 9-11 ΜαϏου 1986), Ελληνογαλλικϋσ Ϊρευνεσ Ι/Recherches Franco-
Helleniques 1, Θεςςαλονύκη (1990), 333-351
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1991: Ἰ. Ἀθ. Παπϊγγελοσ, «Σϐ Κοινϐν τοῦ Μαδεμύου», Πρακτικϊ τοῦ
υμποςύου: Ἡ διαχρονικό πορεύα τοῦ κοινοτιςμοῦ ςτό Μακεδονύα, Θεςςαλονύκη (1991),
257-271.
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1992: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ωμπελοσ και Ούνοσ ςτη μεςαιωνικό Φαλκιδικό»,
Ιςτορύα του Ελληνικοϑ Κραςιοϑ, Πρακτικϊ Β΄ Σριημϋρου Εργαςύασ (αντορύνη, 7-9
επτεμβρύου 1990), ΠΣΙ-ΕΣΒΑ, Αθόνα (1992), 177-184
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1994Α : Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ο ςύτοσ ςτη μεςαιωνικό Φαλκιδικό», “Ο ϊρτοσ ημών”.
Απϐ το ςιτϊρι ςτο ψωμύ, Πολιτιςτικϐ Σεχνολογικϐ άδρυμα ΕΣΒΑ, Πόλιο 10-12 Απριλύου 1992,
(1994), 89-99
590
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1994 Β: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Μεςαιωνικϊ διατειχύςματα ςτη Φαλκιδικό», 14ο
υμπϐςιο Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ Αρχαιολογύασ και Σϋχνησ, Πρϐγραμμα και
Περιλόψεισ Ειςηγόςεων και Ανακοινώςεων (Αθόνα, 22,23,24 Απριλύου 1994), Αθόνα
(1994), 37-38
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1996: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ελαύα και ϋλαιον ςτη μεςαιωνικό Φαλκιδικό», Ελιϊ και
Λϊδι, Δ΄ Σριόμερο εργαςύασ, Καλαμϊτα 7-9 ΜαϏου 1993, Πολιτιςτικϐ Σεχνολογικϐ άδρυμα ΕΣΒΑ,
(1996), 174-201
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1998 Α : Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ωγιοσ Παϑλοσ – Νϋα Υώκαια», Καςςϊνδρα 11,
(1998), 21-24
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1998Β: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Ο αρχαύοσ οικιςμϐσ ςτο Γερϊνι τησ ϊνησ, με
βϊςη τα πρώτα αναςκαφικϊ δεδομϋνα», Καςςϊνδρα, τεϑχοσ 11, (1998), 25-27
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 1998Γ: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Η Φαλκιδικό κατϊ τουσ μϋςουσ χρϐνουσ», ςτο Η
Ιςτορύα τησ Φαλκιδικόσ, Θεςςαλονύκη (1998), 77-111
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2000Β: Ι. Παπϊγγελοσ, Η ιθωνύα κατϊ τουσ βυζαντινοϑσ χρϐνουσ: Ιςτορύα, μνημεύα,
τοπογραφύα, τϐμοι Α’ και Β’, διδ. διατρ., Θεςςαλονύκη (2000)
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2004 Α : Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Η αγιορεύτικη Μονό του Ζυγοϑ», ΔΕΚΑΣΗ τ.1
(2003-2004), ΤΠΠΟ-10Η Ε.Β.Α, Θεςςαλονύκη (2004), 11-18
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2005: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Αρχαύα τοπωνϑμια ςτη Φερςϐνηςο τησ Καςςϊνδρασ»,
Καςςϊνδρα, τ. 4, (2005)
591
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2007: Ἰ. Ἀθ. Παπϊγγελοσ, «Ἀγραμϊδεσ καὶ προςχωματικὸσ χρυςϐσ», Δ. Β.
Γραμμϋνοσ (επιμ.), Ο χρυςϐσ των Μακεδϐνων. Απϐ την ϋκθεςη του Αρχαιολογικοϑ Μουςεύου
Θεςςαλονύκησ, Ζότροσ, Θεςςαλονύκη (2007), 63-71
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2009: Ι. Αθ. Παπϊγγελοσ, «Επιγραφό του ϋτουσ 917/18 απϐ το Καςτϋλλι
Παλαιοχωρύου Φαλκιδικόσ», Πρακτικϊ υμποςύου Φριςτιανικόσ Αρχαιολογικόσ Εταιρεύασ (ΦΑΕ),
περύοδοσ Δ’, τϐμοσ Λ’, (2009), 94
ΠΑΠΑΓΓΕΛΟ 2013: Ι. Α. Παπϊγγελοσ, « Λιμϊνια και ςκϊλεσ ςτην Φαλκιδικό κατϊ τουσ
Μϋςουσ χρϐνουσ », Medieval Ports in North Aegean and the Black Sea. Links to the
Maritime Routes of the East. International Symposium, Thessaloniki 4-6/12/2013,
Thessaloniki (2013), 291-315
592
ΠΕΝΝΑ 2010: Β. Πϋννα, «Μικρϐσ θηςαυρϐσ ςϐλιδων Θεοδοςύου Β’ απϐ την πϐλη τησ Φύου», Σο
νϐμιςμα ςτα νηςιϊ του Αιγαύου. Νομιςματοκοπεύα, Κυκλοφορύα, Εικονογραφύα, Ιςτορύα, Πρακτικϊ
υνεδρύου τησ Ε’ Επιςτημονικόσ υνϊντηςησ, Μυτιλόνη 16-19 επτεμβρύου 2006, τ. 2, Οβολϐσ 9,
Αθόνα (2010), 43-61
ΠΕΣΑ 1969Α : Υ. Πϋτςασ, «Νομϐσ Φαλκιδικόσ», Α.Δ. 22 (1967), Φρονικϊ Β2, Αθόνα (1969), 403
ΠΙΚΟΤΛΑ 1997: Γ. Α. Πύκουλασ, «Η αμαξόλατοσ οδϐσ ςτη Βϐρεια Ελλϊδα, Ιςτορικό Σοπογραφύα
Μακεδονύασ και Ηπεύρου», «Αφιϋρωμα ςτον Ν. G. L. Hammond» (υμπϐςιο προσ τιμόν Ν.
Hammond, Πεντϊλοφοσ Κοζϊνησ 13-15.5.93) Παρϊρτημα Μακεδϐνικων αρ. 7 (1997), 357-363.
ΡΑΠΣΗ 2001: Κ. Ρϊπτησ, Παλαιοχριςτιανικϊ και Βυζαντινϊ Εργαςτόρια τησ Ελλϊδασ, μεταπτ.
Εργαςύα, Θεςςαλονύκη (2001)
ΡΕΒΑΝΟΓΛΟΤ 2005: Αικ. Ρεβϊνογλου, Γεωγραφικϊ και Εθνογραφικϊ ςτοιχεύα ςτο ϋργο του
Προκϐπιου Καιςαρεύασ, (2005)
593
ΡΨΜΙΟΠΟΤΛΟΤ 1976: Αικ. Ρωμιοποϑλου, «Αρχαιϐτητεσ και μνημεύα Κεντρικόσ
Μακεδονύασ. Αναςκαφϋσ – Σοπογραφικϋσ ϋρευνεσ. Νομϐσ Φαλκιδικόσ. Νϋα ϑλλατα», ΑΔ
31, Φρονικϊ Β2, (1976), 244
ΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ 2011: Ε. ακελλαρύου, «Σα μοναςτόρια ςτη μεςαιωνικό Δϑςη: η ςχϋςη του με την
πολιτικό και την οικονομύα (8οσ-11οσ αι.), Μοναςτόρια. Οικονομύα και Πολιτικό απϐ τουσ
Μεςαιωνικοϑσ ςτουσ Νεώτερουσ Φρϐνουσ, Επιμ. Η. Κολοβϐσ, Πανεπιςτημιακϋσ Εκδϐςεισ Κρότησ,
Ηρϊκλειο (2011), 1-30
ΑΜΑΡΗ 1987Α : Δ. Κ. αμςϊρησ, «Οι Ρωμαύοι και η Φαλκιδικό», ςτο Πρακτικϊ του 1ου
Πανελληνύου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ 7-9
Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 115-122
ΑΑΝΗ 2008: Φ. αςϊνη, Οι αποικύεσ ςτην αρχαύα Φαλκιδικό. Η περύπτωςη τησ Καςςϊνδρασ,
(αδημ. μεταπτ., εργαςύα), Θεςςαλονύκη (2008)
ΙΝΑΚΟ 1997: Αν. Κ. ινϊκοσ, Άνθρωποσ και περιβϊλλον ςτην πρωτοβυζαντινό εποχό (4οσ-6οσ
αι.), Θεςςαλονύκη (2003)
594
ΙΜΑΝΙΔΗ 1992: Κ. ιςμανύδησ, «Αναςκαφϋσ ςτην Ποτύδαια», ΑΕΜΘ 3 (1989), Θεςςαλονύκη
(1992), 357–365
ΙΜΑΝΙΔΗ 1995: Κ. ιςμανύδησ, Ϊρευνεσ ςτην αρχαύα Καςςϊνδρεια και ςτα αρχαύα
τϊγειρα, ΑΕΜΘ 4 (1990), Θεςςαλονύκη (1995), 371-383
ΙΜΑΝΙΔΗ 2003: Κ. ιςμανύδησ, Αρχαύα τϊγειρα. Η πατρύδα του Αριςτοτϋλη, Αθόνα (2003)
ΠΤΡΟΠΟΤΛΟ 1997: Π. Ι. πυρϐπουλου, Φρονικϐ των ςειςμών τησ Ελλϊδοσ απϐ την αρχαιϐτητα
μϋχρι ςόμερα, Αθόνα – Γιϊννινα (1997)
ΣΑΜΟ 1961: Π. τϊμοσ, Η ηρωικό Καςςϊνδρα ανϊ τουσ αιώνασ, Αθόναι (1961)
ΣΡΑΣΗ 2010: Α. τρατό, «Αναςκαφικό ϋρευνα ςτο μετϐχι του Αγύου Γεωργύου τησ μονόσ
Βατοπεδύου», ςτο Hänsel - Aslanis, (2010), 457.
ΨΣΗΡΙΟΤ 1952: M. και Γ. ωτηρύου, Η βαςιλικό του Αγύου Δημητρύου Θεςςαλονύκησ (1952)
ΣΑΒΛΑΚΗ 1985: Ι. Εμμ. Σαβλϊκησ, «Ϊρευνεσ ςτην περιοχό Βαρβϊρασ Φαλκιδικόσ», Πϋμπτο
υμπϐςιο Βυζαντινόσ και Μεταβυζαντινόσ Αρχαιολογύασ και Σϋχνησ, Πρϐγραμμα και περιλόψεισ
ειςηγόςεων και ανακοινώςεων, Αθόνα (1985), 89-90
595
ΣΑΒΛΑΚΗ 1987: Γ. Σαβλϊκησ, «Σο Κϊςτρο τησ Βρϑασ ςτη Δυτικό Φαλκιδικό. Προδρομικϋσ
παρατηρόςεισ και αρχαιολογικϊ δεδομϋνα των αναςκαφών», Πρακτικϊ του πρώτου
Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ τησ Φαλκιδικόσ - Πολϑγυροσ, 7-9
Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987), 145-156
596
ΣΡΑΚΟΟΠΟΤΛΟΤ-ΑΛΑΚΙΔΟΤ 1987Β: Ε. Σρακοςοποϑλου-αλακύδου, «Οι αναςκαφϋσ ςτην
αρχαύα Ωκανθο», Πρακτικϊ του πρώτου Πανελλόνιου υμποςύου Ιςτορύασ και Αρχαιολογύασ
τησ Φαλκιδικόσ, Πολϑγυροσ, 7-9 Δεκεμβρύου 1984, Θεςςαλονύκη (1987)
ΣΙΓΑΡΙΔΑ 2009: Ελ.- Μπ. Σςιγαρύδα, «Πολϑχρονο», Α.Δ. 64 (2009), Β2 χρονικϊ, 684
597
ΣΙΓΑΡΙΔΑ-ΒΑΙΛΕΙΟΤ 2003: Ε. Μπ. Σςιγαρύδα–π. Βαςιλεύου, «Καλλιθϋα Φαλκιδικόσ 2003:
αναςκαφικό ϋρευνα ςτα οικϐπεδα 145, 146, 147», ΑΕΜΘ 17 (2003), 335-341
ΣΙΓΑΡΙΔΑ 1975: Ευθ. Σςιγαρύδασ, «Μεςαιωνικϊ Μνημεύα Αγύου Όρουσ και Φαλκιδικόσ»,
ΑΔ 30 (1975), Β2, 277
ΣΙΓΑΡΙΔΑ 1976: Ευθ. Ν. Σςιγαρύδασ, «Βυζαντινϊ και Μεςαιωνικϊ Μνημεύα Φαλκιδικόσ –Αγύου
Όρουσ», ΑΔ 31 (1976), Β2, 284-288, 285-286, ςχ. 3, ΠΙΝ. 232
ΣΟΛΑΚΗ 2008: τ. Σςολϊκησ, «υγκρϐτημα κλιβϊνων κεραμικόσ του 4ου αιώνα μ.Φ.
ςτη Μεγϊλη Κϑψα Καςςϊνδρασ», ΚΑ΄ Επιςτημονικό υνϊντηςη ΑΕΜΘ, 13-15 Μαρτύου
(2008) (αδημοςύευτο)
ΦΑΣΖΗΑΝΣΨΝΙΟΤ 2007: Ελ. Φατζηαντωνύου, Η Μητρϐπολη Θεςςαλονύκησ απϐ τα μϋςα του 8ου αι.
ϋωσ το 1430. Ιεραρχικό τϊξη-Εκκληςιαςτικό περιφϋρεια-Διοικητικό οργϊνωςη, Κϋντρο Βυζαντινών
Ερευνών, Θεςςαλονύκη (2007)
ΦΡΤΟ 1972: Ευ. Κ. Φρυςοϑ, Σο Βυζϊντιον και οι Γϐτθοι. υμβολό εισ την εξωτερικόνπολιτικόν του
Βυζαντύου κατϊ τον Δ’ αιώνα, Εταιρεύα Μακεδονικών πουδών/ άδρυμα Μελετών Φερςονόςου του
Αύμου/130, Θεςςαλονύκη (1972)
598
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Φιλοσοφική Σχολή
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Τομέας Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης
Ανδρομάχη Νάστου
Διδακτορική διατριβή
ΤΟΜΟΣ 2ΟΣ
Αθήνα 2017
599
ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Πλάτων Πετρίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής
Σοφία Καλοπίση-Βέρτη, Ομότιμη Καθηγήτρια
Χριστίνα Τσιγωνάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια
600
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΤΟΜΟΣ 1ΟΣ
Πρόλογος 10
ΜΕΡΟΣ Ι ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Ο Εισαγωγή στο θέμα
1.1 Εισαγωγή 12
1.2 Επιλογή και οριοθέτηση του θέματος: Χρόνος και Χώρος 12
1.3 Ιστορία της έρευνας 20
1.4 Στόχοι 22
1.5 Θεωρητικός προσανατολισμός 22
1.6 Μεθοδολογικό πλαίσιο 25
1.7 Θεωρητικά προβλήματα και πρακτικές δυσκολίες 27
1.8 Διάρθρωση και δομή της εργασίας 29
601
3.4 Φυσικές και Ανθρωπογενείς καταστροφές
3.4.1 Φυσικά φαινόμενα 80
3.4.2 Κρίσεις ανθρωπογενείς 86
3.5 Η σλαβική παρουσία στη Χαλκιδική 90
602
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5Ο Ιστορική και αρχαιολογική μαρτυρία : Η περίπτωση της Κασσάνδρειας
5.1. Ιστορική διερεύνηση 163
5.2. Αρχαιολογική διερεύνηση 170
5.2.1. Οχύρωση 171
5.2.2. Λιμάνι 175
5.2.3. Πολεοδομικά Κατάλοιπα 177
5.2.4. Οικοδομικά Κατάλοιπα:
5.2.4.1. Δημόσια κτίρια 178
5.2.4.2. Θρησκευτικά κτίρια 180
5.2.4.3. Ιδιωτικά κτίρια 181
5.2.5. Νεκροταφεία 182
5.3. Πολεοδομική Οργάνωση 183
Συμπεράσματα 188
603
6.2.4.5. Βιοτεχνικές εγκαταστάσεις – Εργαστήρια – Αποθήκες και Στάβλοι 225
6.2.5. Νεκροταφεία 226
6.3. Πολεοδομική οργάνωση 228
Συμπεράσματα 235
604
7.3.5. Μικροαντικείμενα καθημερινής χρήσης 337
Συμπεράσματα 338
605
9.4. Υστεροβυζαντινή Περίοδος 374
9.4.1. Βρύα 374
9.4.2. Κασσάνδρεια 374
9.4.3. Ιερισσός 375
9.4.4. Ύπαιθρος 376
Συμπεράσματα 376
606
11.1.2. Η φυσιογνωμία του οικισμού διαχρονικά 435
11.1.3. Πολεοδομία-Αρχιτεκτονική- Χωροταξική Οργάνωση 442
11.1.4. Παρατηρήσεις 445
ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑ
11.2.1. Κριτήρια επιλογής της θέσης κατοίκησης και προϋποθέσεις αστικοποίησης 452
11.2.2. Η φυσιογνωμία του οικισμού διαχρονικά 453
11.2.3. Πολεοδομία-Αρχιτεκτονική- Χωροταξική Οργάνωση 459
11.2.4. Παρατηρήσεις 460
ΙΕΡΙΣΣΟΣ
11.3.1. Κριτήρια επιλογής της θέσης κατοίκησης και προϋποθέσεις αστικοποίησης 472
11.3.2. Η φυσιογνωμία του οικισμού διαχρονικά 473
11.3.3. Πολεοδομία-Αρχιτεκτονική- Χωροταξική Οργάνωση 479
11.3.4. Παρατηρήσεις 481
Τομος 2ος
Χάρτες (9) 608
Σχέδια (36) 616
Εικόνες (190) 649
Κατάλογος προέλευσης χαρτών, σχεδίων, εικόνων 700
607
ΧΑΡΤΕΣ (1-9)
608
ΧΑΡΤΗΣ 1: Ιστορικά και γεωγραφικά όρια της Χαλκιδικής. Όρη, κάμποι, κόλποι. (Μ. Δαγλάρογλου©)
609
ΧΑΡΤΗΣ 2: Ακτογραφία Χαλκιδικής. (Μ. Δαγλάρογλου ©)
610
ΧΑΡΤΗΣ 3: Σημεία μεταλλευτικής δραστηριότητας. (Μ. Δαγλάρογλου ©)
611
ΧΑΡΤΗΣ 4: Τα Κατεπανίκια της Χαλκιδικής. (Μ. Δαγλάρογλου ©)
612
ΧΑΡΤΗΣ 5: Επιλογές οδικών και υδάτινων αξόνων επικοινωνίας. (Μ. Δαγλάρογλου ©)
613
ΧΑΡΤΗΣ 6: Οι δρόμοι των προσκυνητών και των περιηγητών. (Μ. Δαγλάρογλου ©)
614
ΧΑΡΤΗΣ 7: Η θέση της Βρύας στην δυτική ακτή της Χαλκιδικής.
(Μ. Δαγλάρογλου©)
615
ΣΧΕΔΙΑ (1-36)
616
1. Μύλοι στη δυτική Χαλκιδική (10ος-14ος αιώνας). (Μ. Δαγλάρογλου©)
617
2. Τα όρια και η εκτιμώμενη έκταση του μεσαιωνικού οικισμού της Βρύας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
618
3. Αθωνικές και κοσμικές ιδιοκτησίες γης στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
619
4. Σχέδιο αρχαιολογικού χώρου Βρυών. (10 η Ε.Β.Α. ©).
620
6. Το οικιστικό δίκτυο της δυτικής Χαλκιδικής κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο με βάση τα έως τώρα δεδομένα.
(Μ. Δαγλάρογλου©)
621
7. Το οικιστικό δίκτυο της υπαίθρου της Βρύας κατά την πρώιμη μεσοβυζαντινή περίοδο (7 ος-9ος αιώνας). (Μ.
Δαγλάρογλου©)
622
8. Οχυρωμένα καταφύγια στην ύπαιθρο της Βρύας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
623
9. Οι βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί πύργοι της Χαλκιδικής. (Μ. Δαγλάρογλου©)
624
10. Οικισμοί της όψιμης μεσοβυζαντινής και της ύστερης βυζαντινής περιόδου στη δυτική Χαλκιδική. (Μ.
Δαγλάρογλου©
625
11. Ιδιοκτησίες κοσμικών γαιοκτημόνων: καθέδρες στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
626
12. Μετόχια στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
627
13. Τα χωριά που ερημώθηκαν κατά τον 11ο και κατά τον 14ο αιώνα στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
628
14. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις σωστικών ανασκαφών. (Μ. Δαγλάρογλου©)
629
15. Νέα Ποτίδαια. Πορεία του νότιου τείχους της Ποτίδαιας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
630
17. Σχέδιο του διατειχίσματος στον ισθμό της Κασσάνδρειας. (10 η Ε.Β.Α. – Κ. Πέππας©).
18. Τοπογραφικό της διώρυγας της Κασσάνδρειας με αποτύπωση των πύργων του διατειχίσματος. Δημοσίευση:
Alexander, J. A., Potidaea. Its History and Remains, University of Georgia Press, Athens 1963
631
19. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της αρχαϊκής και της κλασικής Ποτίδαιας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
632
20. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της ελληνιστικής Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
633
21. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της ρωμαϊκής Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
634
22. Η εκτιμώμενη επικράτεια της ρωμαϊκής αποικίας της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
23. Οικιστικές θέσεις του 3ου-4ου αιώνα στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
635
24. Οικιστικές θέσεις της πρωτοβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
636
25. Ναοί της πρωτοβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
637
26. Οικιστικές θέσεις της μεσοβυζαντινής και της υστεροβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας.
(Μ. Δαγλάρογλου©)
638
27. Μετόχια των αθωνικών μονών στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
639
28. Πύργοι των αθωνικών μονών στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
640
29. Θέσεις με κατάλοιπα πρωτοβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©).
641
30. Θέσεις της μεσοβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©)
642
31. Θέσεις της υστεροβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©)
643
32. Μοναστήρια της ανατολικής Χαλκιδικής κατά την βυζαντινή περίοδο (Μ. Δαγλάρογλου©)
644
33. Τα μετόχια των αθωνικών μονών στην ανατολική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
645
34. Πύργοι στην περιοχή της Ιερισσού. (Μ. Δαγλάρογλου©)
646
35. Οι αθωνικές ιδιοκτησίες στην περιοχή της Ιερισσού στην ανατολική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
647
36. Τα Κάστρα της Χαλκιδικής κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο. (Μ. Δαγλάρογλου©)
648
ΕΙΚΟΝΕΣ (1-190)
649
1. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
2. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η πύλη της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
3. Βεριά Νέων Σιλάτων. Τμήμα της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
650
4. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας. Οικοδομικές φάσεις.
5. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας και η πύλη.
651
7. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια του
κατωφλιού της διευρυμένης προς τα δυτικά
πύλης (γ’ φάση)
9. Βεριά Νέων Σιλάτων. Κατάλοιπα πυργοειδούς κατασκευής στο βόρειο σκέλος του τείχους.
10. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια του κεραμοπλαστικού διακόσμου από τη β’ φάση της οχύρωσης.
652
11. Τμήμα της δυτικής ακτής της Χαλκιδικής, όπου πιθανώς υπήρχε η «Σκάλα της Μερίας», το λιμάνι της Βρύας.
653
12. Βεριά Νέων Σιλάτων. Κάτοψη του Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). (10η Ε.Β.Α. ©).
654
14. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή).
Οικοδομικά κατάλοιπα.
655
16. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας
Πασαλή). Οικοδομικά κατάλοιπα (βόρειο τμήμα
λουτρού και υπόκαυστα).
656
19. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Περίκεντρο κτίσμα της υστερορωμαϊκής εποχής με εγκατάσταση ληνών της
πρωτοβυζαντινής περιόδου και Ο.Τ.3 οικ. 14: οικοδομικά κατάλοιπα της υστερορωμαϊκής εποχής με εργαστηριακή
εγκατάσταση της πρωτοβυζαντινής περιόδου.
20. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Περίκεντρο κτίσμα της υστερορωμαϊκής εποχής (10 η Ε.Β.Α.©).
657
21. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Εγκατάσταση
ληνών στο περίκεντρο κτίσμα (10η Ε.Β.Α.©).
658
24. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.2 οικ. 9.
Ελεύθερες ταφές στα οικοδομικά
κατάλοιπα.
25. Ν. Καλλικράτεια. Τοπογραφικό με τις αρχαιότητες της πρωτοβυζαντινής περιόδου. (10η Ε.Β.Α.©).
659
26. Τμήμα του βόρειου τείχους της Ποτίδαιας. (ΙΣΤ ΕΠΚΑ©),
28. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος.
29. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος.
30. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος.
660
31. Νέα Ποτίδαια. Ο πύργος 4 του διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου: 26/06/2014)
661
36. Ο Πύργος του Αγίου Παύλου στην περιοχή της Νέας
Φώκαιας.
37. Το
Αγίασμα του Αγίου Παύλου στη Νέα Φώκαια. Είσοδος. (φωτ.
Α. Νάστου: 12/10/2014).
662
39. Σάνη. Θέση Γεράνι. Οικοδομικά κατάλοιπα. (10 η Ε.Β.Α.-
Ι. Α. Παπάγγελος©).
663
42. Σάνη. Μεγάλη Κύψα. Κάτοψη του χώρου της αγροικίας. (10η
Ε.Β.Α.©),
43. Σάν
η. Μεγάλη Κύψα. Κατάλοιπα της αγροικίας. (10η Ε.Β.Α.©),
664
46. Νέα Σκιώνη. Ι. Ν. Παναγίας Φανερωμένης. (φωτ. Α. Νάστου
05/04/2015)
49. Πολύχρονο. Οικ. Ιδιοκτησίας Αθανασιάδη. Κάτοψη της ανασκαφής και τάφος.
665
50. Καλλιθέα. Βασιλική Σωλήνος. (10η Ε.Β.Α.©).
666
53. Νέα Φώκαια. Πύργος και μετόχι του Αγίου Παύλου. (φωτ. Α. Νάστου: 12/10/2014).
667
56. Ιερισσός. Θέση των
οικοπέδων που έχουν
ανασκαφεί. (10η
Ε.Β.Α.©).
57. Ιερισσός.
Τοπογραφικό με τα
οικόπεδα που έχουν
ανασκαφεί. (10η
Ε.Β.Α.©).
668
58. Ιερισσός. Άποψη του λόφου της Ακάνθου με το τοπωνύμιο «Κάστρο».
669
61. Ιερισσός. Τμήμα του τείχους της νεότερης φάσης στον
ανατολικό περίβολο, κοντά στη θέση Άη Γιώργης.
670
64. Το σημερινό λιμάνι της Ιερισσού. (φωτ. Α. Νάστου
12/04/2011)
65. Κάτοψη της βασιλικής της Ακάνθου και των μεσαιωνικών ταφών. (10 η Ε.Β.Α.©)
671
66. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 11γ (ιδιοκτησίας Ηλιόπουλου): Κάτοψη των οικοδομικών
καταλοίπων (10ος-11ος αιώνας). (10η Ε.Β.Α.©).
672
69. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 (ιδιοκτησίας Θωμά): Κάτοψη των οικοδομικών φάσεων των καταλοίπων (10 η Ε.Β.Α.©).
673
73. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Κάτοψη οικοδομικών φάσεων (10η Ε.Β.Α.©).
74. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©).
75. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Οικοδομικά κατάλοιπα (10η Ε.Β.Α.©).
674
77. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Κάτοψη (10 η Ε.Β.Α.©).
78. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Οικοδομικά κατάλοιπα (10η Ε.Β.Α.©).
79. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©).
80. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Θραύσματα γυάλινων βραχιολιών (10η Ε.Β.Α.©).
81. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Δρόμος ανάμεσα στα οικοδομήματα (10 η Ε.Β.Α.©).
675
82. Ιερισσός. Μεσαιωνικό νεκροταφείο στον ερειπιώνα της πρωτοβυζαντινής βασιλικής.
676
85. Παλαιοχώρι. Νέπωσι..
677
90. Σχέδιο της περιοχής της διώρυγας του Ξέρξη.
678
96. Ο Πύργος στο Γομάτι.
679
101. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας.
102. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η πύλη της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
680
106. Παλαιοχώρι. Νέπωσι. Η οχύρωση.
681
112. Ιερισσός. Ο Πύργος της Κρούνας.
682
116. Όλυνθος. Ναός Αγίου Νικολάου στην κόγχη της βασιλικής των πρωτοβυζαντινών χρόνων.
683
122. Ν. Σίλατα. Βεριά. Κάτοψη του ανατολικού νεκροταφείου.
684
125. Ιερισσός. Οικ. 211-212. Το μεσαιωνικό
νεκροταφείο της Ιερισσού στα
κατάλοιπα της πρωτοβυζαντινής
βασιλικής
685
131. Ιερισσός. Ο.Τ.2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά. Ταφή στα οικοδομικά κατάλοιπα.
132. Ιερισσός. Ο.Τ.2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά. Ταφή στα οικοδομικά κατάλοιπα.
686
138. Νέα Καλλικράτεια. Ληνοί..
687
141. Νέα Σίλατα. Βεριά. Πήλινοι σωλήνες
από το λουτρό του Ο.Τ.3 οικ. 25.
688
145. α-β. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Το ψηφιδωτό του τρικλινίου.
689
149. Όλυνθος. Ναός 11ου αιώνα.
Μαρμαροθέτημα δαπέδου.
690
153. Φούρκα. Ι. Ν. Αγίου Αθανασίου. Εντοιχισμένο ενεπίγραφο κιονόκρανο.
154. Φούρκα. Ι. Ν. Αγίου Αθανασίου. Αρχιτεκτονικά μέλη στον προαύλειο χώρο του ναού.
156. Βαρβάρα. Θέση Γιάζο Τζώρτζη. α. κιονίσκος. β. κιονόκρανο. γ-δ. πλίνθοι με διακόσμηση σταυρού.
691
158. Ιερισσός. Ο.Τ. 2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά.
159. Νέα Σίλατα. Βεριά. Κεραμική εφυαλωμένη και σχέδιο λυχναριού με επιγραφή.
692
162. Ιερισσός. α. Ο.Τ. 27 οικ. 25 ιδιοκτησίας Πασχαλίδη. Διασπορά κεραμικών ράβδων. β- κεραμικοί ράβδοι. γ. κεραμική
από τις ανασκαφές των οικοπέδων και ενσφράγιστες λαβές αμφορέων.
163. Νέα Σίλατα. Βεριά. Αντικείμενα μεταλλοτεχνίας από τα οικόπεδα του δυτικού τομέα (λαβίδα, , αιμοστατική λαβίδα,
δαχτυλίδι, ενώτιο).
693
165. Ιερισσός. Μεταλλικά αντικείμενα από τις ανασκαφές των οικοπεδων.
167. Νέα Σίλατα. Βεριά. Οικ. 9 ιδιοκτησίας Λαζαρίδη. Μολυβδόβουλλο 12 ου αιώνα του Πεδιάσημου.
694
168. Ιερισσός. Μολυβδόβουλλο Επισκόπου Ηλία.
169. Ιερισσός. Οικόπεδο 3Β-Ο.Τ. 32, ιδιοκτησίας Ν. Σμαραγδή: Μολυβδόβουλλο Κριτή Σαμωνά.
695
172. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25: Εργαλεία αλιείας.
696
176. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος.
Μεγάλη Κύψα. Σόλιδος
Μαυρίκιου Τιβερίου (582-602)
από θησαυρό νομισμάτων.
177. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 24 (ιδιοκτησίας Κ. Μαυρόπουλου)]: Θησαυρός νομισμάτων Λέοντος Στ’ Σοφού (886-
912). 26 φόλλεις νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης.
178. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή)]: Φόλλις Λέοντος Στ’ Σοφού, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης (886-912).
697
179. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 31 (ιδιοκτησίας Στούκου)]: Ανώνυμος
Φόλλις, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης (976;-περ. 1030-35),
185.
698
187. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 οικ. 12 (ιδιοκτησίας Θωμά): Σόλιδος Θεοδόσιου Β΄.
188. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): φόλλις Κωνσταντίνου Ζ’, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης
(945-950).
189. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): ανώνυμοι φόλλεις, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης (970-
1080).
190. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): φόλλις Κωνσταντίνου Ι’ Δούκα, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης (1059-1067).
191. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): νόμισμα Μανουήλ Α’ Κομνηνού, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης.
699
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΧΑΡΤΩΝ, ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΩΝ
ΧΑΡΤΕΣ
ΧΑΡΤΗΣ 1: Ιστορικά και γεωγραφικά όρια της Χαλκιδικής. Όρη, κάμποι, κόλποι. (Μ. Δαγλάρογλου©)
ΧΑΡΤΗΣ4: Τα Κατεπανίκια της Χαλκιδικής. (Μ. Δαγλάρογλου © με βάση τον χάρτη 1 στο Γ. Θεοχαρίδης, Κατεπανίκια
της Μακεδονίας: Συμβολή εις την διοικητικήν ιστορίαν και γεωγραφίαν της Μακεδονίας κατά τους μετά την
Φραγκοκρατίαν χρόνους, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών (1954)
ΧΑΡΤΗΣ 7: Η θέση της Βρύας στην δυτική ακτή της Χαλκιδικής. (Μ. Δαγλάρογλου©)
ΧΑΡΤΗΣ 8: Η θέση της Κασσάνδρειας στην περιοχή της σημερινής Νέας Ποτίδαιας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
ΧΑΡΤΗΣ 9: Χάρτης με τη θέση της Ιερισσού στην ανατολική Χαλκιδική. (ΓΥΣ 1:100.000)
ΣΧΕΔΙΑ
38. Τα όρια και η εκτιμώμενη έκταση του μεσαιωνικού οικισμού της Βρύας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
39. Αθωνικές και κοσμικές ιδιοκτησίες γης στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
40. Σχέδιο αρχαιολογικού χώρου Βρυών. (10η Ε.Β.Α. ©). Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές
έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277
42. Το οικιστικό δίκτυο της δυτικής Χαλκιδικής κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο με βάση τα έως τώρα δεδομένα.
(Μ. Δαγλάρογλου©)
43. Το οικιστικό δίκτυο της υπαίθρου της Βρύας κατά την πρώιμη μεσοβυζαντινή περίοδο (7 ος-9ος αιώνας). (Μ.
Δαγλάρογλου©)
700
46. Οικισμοί της όψιμης μεσοβυζαντινής και της ύστερης βυζαντινής περιόδου στη δυτική Χαλκιδική. (Μ.
Δαγλάρογλου© με βάση τους χάρτες του J. Lefort στο Villages de Macédoine. La Chalcidique Occidentale, Travaux et
Mémoires, Monographies 1, Paris 1982)
47. Ιδιοκτησίες κοσμικών γαιοκτημόνων: καθέδρες στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
49. Τα χωριά που ερημώθηκαν κατά τον 11ο και κατά τον 14ο αιώνα στη δυτική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
51. Νέα Ποτίδαια. Πορεία του νότιου τείχους της Ποτίδαιας. (Μ. Δαγλάρογλου©) Δημοσίευση: Κ. Παπαστάθης-Μ.
Μωυσίδου, «Ελληνιστική Κασσάνδρεια. Το νότιο τείχος», ΑΕΜΘ 2014 (υπό δημοσίευση)
53. Σχέδιο του διατειχίσματος στον ισθμό της Κασσάνδρειας. (10 η Ε.Β.Α. – Κ. Πέππας©). Δημοσίευση: Τόσκα, Δ.
Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της Κασσανδρείας». Προοπτική και
προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
54. Τοπογραφικό της διώρυγας της Κασσάνδρειας με αποτύπωση των πύργων του διατειχίσματος. Δημοσίευση:
Alexander, J. A., Potidaea. Its History and Remains, University of Georgia Press, Athens 1963
55. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της αρχαϊκής και της κλασικής Ποτίδαιας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
56. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της ελληνιστικής Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
57. Νέα Ποτίδαια. Θέσεις με κατάλοιπα της ρωμαϊκής Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
58. Η εκτιμώμενη επικράτεια της ρωμαϊκής αποικίας της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
59. Οικιστικές θέσεις του 3ου-4ου αιώνα στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
60. Οικιστικές θέσεις της πρωτοβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
61. Ναοί της πρωτοβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
62. Οικιστικές θέσεις της μεσοβυζαντινής και της υστεροβυζαντινής περιόδου στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας.
(Μ. Δαγλάρογλου©)
63. Μετόχια των αθωνικών μονών στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
64. Πύργοι των αθωνικών μονών στη χερσόνησο της Κασσάνδρειας. (Μ. Δαγλάρογλου©)
65. Θέσεις με κατάλοιπα πρωτοβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©).
66. Θέσεις της μεσοβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©)
701
67. Θέσεις της υστεροβυζαντινής περιόδου στην ανατολική Χαλκιδική (Μ. Δαγλάρογλου©)
68. Μοναστήρια της ανατολικής Χαλκιδικής κατά την βυζαντινή περίοδο (Μ. Δαγλάρογλου© με βάση τους χάρτες
στο: Α. Καραμανίδου, Τα Μοναστήρια της Χαλκιδικής από τον 9ο μέχρι τον 19ο αιώνα, Θεσσαλονίκη 2007)
69. Τα μετόχια των αθωνικών μονών στην ανατολική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
71. Οι αθωνικές ιδιοκτησίες στην περιοχή της Ιερισσού στην ανατολική Χαλκιδική. (Μ. Δαγλάρογλου©)
72. Τα Κάστρα της Χαλκιδικής κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο. (Μ. Δαγλάρογλου©)
ΕΙΚΟΝΕΣ
192. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
193. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η πύλη της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
194. Βεριά Νέων Σιλάτων. Τμήμα της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
195. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας. Οικοδομικές φάσεις. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ.,
«Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, σχ. 2
196. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας και η πύλη. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ.,
«Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, εικ. 9.
197. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια της τοιχοδομίας της πύλης στη β’ φάση του τείχους. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ.,
«Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, εικ.
11.
198. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια του κατωφλιού της διευρυμένης προς τα δυτικά πύλης (γ’ φάση) Δημοσίευση:
Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995),
367-382, εικ. 12.
199. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια της τοιχοδομίας μετά από τις επισκευές στο δυτικό τμήμα της οχύρωσης.
Δημοσίευση: Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ
9 (1995), 367-382, εικ. 15.
200. Βεριά Νέων Σιλάτων. Κατάλοιπα πυργοειδούς κατασκευής στο βόρειο σκέλος του τείχους. Δημοσίευση: Παζαράς,
Θ., «Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, εικ.
16.
702
201. Βεριά Νέων Σιλάτων. Λεπτομέρεια του κεραμοπλαστικού διακόσμου από τη β’ φάση της οχύρωσης. Δημοσίευση:
Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995),
367-382, εικ. 8
202. Τμήμα της δυτικής ακτής της Χαλκιδικής, όπου πιθανώς υπήρχε η «Σκάλα της Μερίας», το λιμάνι της Βρύας.
Δημοσίευση: Γ. Ι. Θεοχαρίδης, «Καλαμαρία», Μακεδονικά 17, Θεσσαλονίκη 1977, 259-297, εικ. 2.
203. Βεριά Νέων Σιλάτων. Κάτοψη του Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). (10η Ε.Β.Α. ©).
204. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές
έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528, σχ. 2.
205. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). Οικοδομικά κατάλοιπα. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά,
Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528, εικ. 1-2.
206. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). Οικοδομικά κατάλοιπα (Λουτρό και τοιχοδομία δημόσιου
κτιρίου). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6,
1992, 511-528, εικ. 3-4.
207. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ. 3 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή). Οικοδομικά κατάλοιπα (βόρειο τμήμα λουτρού και
υπόκαυστα). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ
6, 1992, 511-528, εικ. 8.
208. Βεριά Ν. Σιλάτων. Αγροτεμάχιο 943. Οικοδομικά κατάλοιπα κτιρίου. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ.,
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1991)», ΑΕΜΘ 5, 1991, 289-301, σχ. 2.
209. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.2 οικ. 2. Φρεάτια και δεξαμενές συλλογής υδάτων. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ.,
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1990)», ΑΕΜΘ 4, 1990, 353-370, εικ. 6.
210. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Περίκεντρο κτίσμα της υστερορωμαϊκής εποχής με εγκατάσταση ληνών της
πρωτοβυζαντινής περιόδου και Ο.Τ.3 οικ. 14: οικοδομικά κατάλοιπα της υστερορωμαϊκής εποχής με εργαστηριακή
εγκατάσταση της πρωτοβυζαντινής περιόδου. Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη
Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277, σχ. 4.
211. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Περίκεντρο κτίσμα της υστερορωμαϊκής εποχής (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση:
Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-
277.
212. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Εγκατάσταση ληνών στο περίκεντρο κτίσμα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ταβλάκης,
Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277.
213. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.3 οικ. 23. Λεπτομέρειες τοιχοδομίας και δαπέδου του περίκεντρου κτίσματος. (10 η Ε.Β.Α.©).
Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19
(2005), 269-277.
703
214. Βεριά Ν. Σιλάτων. οικ. 5-6. Κατάλοιπα οικιών 11ου και 12ου αιώνα. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. –
Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277.
215. Βεριά Ν. Σιλάτων. Ο.Τ.2 οικ. 9. Ελεύθερες ταφές στα οικοδομικά κατάλοιπα. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά,
Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528.
216. Ν. Καλλικράτεια. Τοπογραφικό με τις αρχαιότητες της πρωτοβυζαντινής περιόδου. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση:
Τόσκα, Λ. –Χατζάκης, Γ., «Παλαιοχριστιανικές αρχαιότητες στη Ν. Καλλικράτεια Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 14 (2001),
Θεσσαλονίκη 2002, 312-318
217. Τμήμα του βόρειου τείχους της Ποτίδαιας. (ΙΣΤ ΕΠΚΑ©), Δημοσίευση: Κ. Σισμανίδης, «Ανασκαφές στην Ποτίδαια»,
ΑΕΜΘ 3 (1989), 357-372, εικ. 2
218. Νέα Ποτίδαια. Η τοξωτή πύλη του διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου: 26/06/2014)
219. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου:
26/06/2014)
220. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου:
26/06/2014)
221. Νέα Ποτίδαια. Χρήση αρχαίου οικοδομικού υλικού στους πύργους του διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου:
26/06/2014)
227. Ο Πύργος του Αγίου Παύλου στην περιοχή της Νέας Φώκαιας. (φωτ. Α. Νάστου: 12/10/2014). Δημοσίευση: Ι. Αθ.
Παπάγγελος, «Περί των πύργων της Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
228. Το Αγίασμα του Αγίου Παύλου στη Νέα Φώκαια. Είσοδος. (φωτ. Α. Νάστου: 12/10/2014). Βιβλιογραφική
αναφορά: Παπάγγελος, Ι. Αθ., «Άγιος Παύλος – Νέα Φώκαια», Κασσάνδρα 11, 1998, 21-24
229. Το Αγίασμα του Αγίου Παύλου στη Νέα Φώκαια. Εσωτερικό. (φωτ. Α. Νάστου: 12/10/2014). Βιβλιογραφική
αναφορά: Παπάγγελος, Ι. Αθ., «Άγιος Παύλος – Νέα Φώκαια», Κασσάνδρα 11, 1998, 21-24
230. Σάνη. Θέση Γεράνι. Οικοδομικά κατάλοιπα. (10 η Ε.Β.Α.-Ι. Α. Παπάγγελος©). Δημοσίευση και αναφορά: Παπάγγελος,
Ι. Αθ. «Ο αρχαίος οικισμός στο Γεράνι της Σάνης, με βάση τα πρώτα ανασκαφικά δεδομένα», Κασσάνδρα, τεύχος 11,
1998, 25-27
704
231. Σάνη. Θέση Γεράνι. Κατάλοιπα αλυκής. (10η Ε.Β.Α.-Ι. Α. Παπάγγελος©). Δημοσίευση και αναφορά: Παπάγγελος, Ι.
Αθ. «Ο αρχαίος οικισμός στο Γεράνι της Σάνης, με βάση τα πρώτα ανασκαφικά δεδομένα», Κασσάνδρα, τεύχος 11,
1998, 25-27
232. Σάνη. Θέση Γεράνι. Τάφος. (10η Ε.Β.Α.-Ι. Α. Παπάγγελος©). Δημοσίευση και αναφορά: Παπάγγελος, Ι. Αθ. «Ο
αρχαίος οικισμός στο Γεράνι της Σάνης, με βάση τα πρώτα ανασκαφικά δεδομένα», Κασσάνδρα, τεύχος 11, 1998, 25-
27
233. Σάνη. Μεγάλη Κύψα. Κάτοψη του χώρου της αγροικίας. (10 η Ε.Β.Α.©), Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-Στ. Τσολάκης,
ΑΕΜΘ 2008 (προφορική δημοσίευση)
234. Σάνη. Μεγάλη Κύψα. Κατάλοιπα της αγροικίας. (10 η Ε.Β.Α.©), Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-Στ. Τσολάκης, ΑΕΜΘ
2008 (προφορική δημοσίευση)
235. Σάνη. Μεγάλη Κύψα. Μεταλλευτικός κλίβανος. (10 η Ε.Β.Α.©), Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-Στ. Τσολάκης, ΑΕΜΘ
2008 (προφορική δημοσίευση)
236. Σάνη. Μεγάλη Κύψα. Κεραμικός κλίβανος. (10η Ε.Β.Α.©), Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-Στ. Τσολάκης, ΑΕΜΘ 2008
(προφορική δημοσίευση)
238. Χανιώτη. Εντοιχισμένο γλυπτό πρώιμης βυζαντινής περιόδου (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Σ. Ακριβοπούλου,
Παλαιοχριστιανική Χαλκιδική, 1998 (μεταπτ. εργ.)
239. Χανιώτη. Κατάλοιπα αψιδωτού κτίσματος (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Σ. Ακριβοπούλου, Παλαιοχριστιανική
Χαλκιδική, 1998 (μεταπτ. εργ.)
240. Πολύχρονο. Οικ. Ιδιοκτησίας Αθανασιάδη. Κάτοψη της ανασκαφής και τάφοι. Δημοσίευση: Παππά, Μ., «ΙΣΤ’
Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων», ΑΔ 45 (1990), Β2, 318, πιν. 143 β και της ίδιας, «ΙΣΤ’ Εφορεία
Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων», ΑΔ 46 (1991), Β2, 282-284, σχ. 6, πιν. 106δ-ε, 107α.
241. Καλλιθέα. Βασιλική Σωλήνος. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ημερολόγιο 2014 (10η Ε.Β.Α.) και ενημερωτικό φυλλάδιο.
Παπάγγελος, Ιωακ. Αθ., «Τρίκλιτη βασιλική στην Καλλιθέα Χαλκιδικής», ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φ. 3-6-1995, του ιδίου «Το
χωρίον του Σωλήνος στην Κασσάνδρα», Μακεδονικά 27 (1989-1990), 171-182,
242. Καλλιθέα. Βασιλική Σωλήνος. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ημερολόγιο 2014 (10η Ε.Β.Α.) και ενημερωτικό φυλλάδιο.
Παπάγγελος, Ιωακ. Αθ., «Τρίκλιτη βασιλική στην Καλλιθέα Χαλκιδικής», ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φ. 3-6-1995, του ιδίου «Το
χωρίον του Σωλήνος στην Κασσάνδρα», Μακεδονικά 27 (1989-1990), 171-182,
243. Καλλιθέα. Ναός στο Ιερό του Άμμωνος Διός. Δημοσίευση: Λεβεντοπούλου-Γιούρη, Ευγ., «Το Ιερό του Άμμωνος Διός
παρά την Άφυτιν», ΑΑΑ IV (1971), Γ’, 356-367, Τσιγαρίδας, Ευθ., «Χριστιανικαί αρχαιότητες εις τον χώρον του ιερου
του Άμμωνος Διός εις Καλλιθέαν Χαλκιδικής», ΑΑΑ V (1971), 35-38 Παπάγγελος 1998, 79
705
244. Νέα Φώκαια. Πύργος και μετόχι του Αγίου Παύλου. (φωτ. Α. Νάστου: 12/10/2014). Δημοσίευση: Ι. Αθ.
Παπάγγελος, «Περί των πύργων της Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
247. Ιερισσός. Θέση των οικοπέδων που έχουν ανασκαφεί. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα
ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
248. Ιερισσός. Τοπογραφικό με τα οικόπεδα που έχουν ανασκαφεί. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π.
Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
249. Ιερισσός. Άποψη του λόφου της Ακάνθου με το τοπωνύμιο «Κάστρο». Δημοσίευση: Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου, Ε.,
«Αρχαία Άκανθος: 1986-1996», ΑΕΜΘ 10, Θεσσαλονίκη 1996, 297-311, εικ. 3
250. Ιερισσός. Τμήμα του τείχους ή αναλήμματος της ύστερης αρχαιότητας. Δημοσίευση: Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου,
Ε., «Αρχαία Άκανθος: 1986-1996», ΑΕΜΘ 10, Θεσσαλονίκη 1996, 297-311, Εικ. 4
252. Ιερισσός. Τμήμα του τείχους της νεότερης φάσης στον ανατολικό περίβολο, κοντά στη θέση Άη Γιώργης.
Δημοσίευση: Τρακοσοπούλου-Σαλακίδου, Ε., «Αρχαία Άκανθος: 1986-1996», ΑΕΜΘ 10, Θεσσαλονίκη 1996, 297-311,
εικ. 5
253. Ιερισσός. Η Παναγιά του Κάστρου. Διακρίνονται κατάλοιπα της μεσαιωνικής οχύρωσης. (10η Ε.Β.Α.©). Αναφορά:
Ευθ. Τσιγαρίδας-Αικ. Τσανανά, «Ανασκαφή στη μεσαιωνική Ιερισσό» ΑΕΜΘ 8, 1994 (προφορική ανακοίνωση)
254. Ιερισσός. Το παλιό χωριό σε ερείπια μετά τον σεισμό του 1932. Διακρίνονται τα κατάλοιπα της μεσαιωνικής
οχύρωσης. (Κύτταρο Ιερισσού, τ. 3 2010©)
256. Κάτοψη της βασιλικής της Ακάνθου και των μεσαιωνικών ταφών. (10 η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: Ι. Α. Παπάγγελος-Κλ.
Δούκας, «Η παλαιοχριστιανική βασιλική της Ιερισσού», Κύτταρο Ιερισσού τ. 6, 2011, 4-6
257. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 11γ (ιδιοκτησίας Ηλιόπουλου): Κάτοψη των οικοδομικών καταλοίπων (10 ος-11ος αιώνας).
(10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό
δημοσίευση)
258. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 11γ (ιδιοκτησίας Ηλιόπουλου): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 ος-11ος αιώνας). (10η Ε.Β.Α.©).
Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
259. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 11γ (ιδιοκτησίας Ηλιόπουλου): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 ος-11ος αιώνας). (10η Ε.Β.Α.©).
Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
706
260. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 (ιδιοκτησίας Θωμά): Κάτοψη των οικοδομικών φάσεων των καταλοίπων (10η Ε.Β.Α.©).
Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
261. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 (ιδιοκτησίας Θωμά): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π.
Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
262. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 (ιδιοκτησίας Θωμά): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π.
Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
263. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 (ιδιοκτησίας Θωμά): Ταφές (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της
βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
264. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Κάτοψη οικοδομικών φάσεων (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ.
Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014
(υπό δημοσίευση)
265. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-
Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014 (υπό
δημοσίευση)
266. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-
Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014 (υπό
δημοσίευση)
267. Ιερισσός. Ο.Τ. 32 οικ. 3β (ιδιοκτησίας Σμαραγδή): Ίχνη καύσης σε εργαστηριακό χώρο (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση:
Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ
2014 (υπό δημοσίευση)
268. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Κάτοψη (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός,
«Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014 (υπό δημοσίευση)
269. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ.
Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014
(υπό δημοσίευση)
270. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Οικοδομικά κατάλοιπα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ.
Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ 2014
(υπό δημοσίευση)
271. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Θραύσματα γυάλινων βραχιολιών (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση:
Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ
2014 (υπό δημοσίευση)
707
272. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): Δρόμος ανάμεσα στα οικοδομήματα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση:
Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Νέα στοιχεία από τη μεσαιωνική Ιερισσό. Η ανασκαφική έρευνα κατά το 2013», ΑΕΜΘ
2014 (υπό δημοσίευση)
273. Ιερισσός. Μεσαιωνικό νεκροταφείο στον ερειπιώνα της πρωτοβυζαντινής βασιλικής. (φωτ. Α. Νάστου:
22/12/2008)
274. Στρατώνι. Ανασκαφή ρωμαϊκής αγοράς. Κλίβανος στην ανατολική πτέρυγα. (ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ©). Δημοσίευση: Κ.
Παπαστάθης-Ολ. Νασιώκα-Μ. Βιολατζής-Κ. Αμανατίδου, «Αρχαιολογικές έρευνες στη βορειοανατολική Χαλκιδική:
Παλαιόκαστρο, Ιερισσός (Άκανθος), Στρατώνι (Στρατονίκη), ΑΕΜΘ 22 (2008), 399-410, εικ. 17
275. Στρατώνι. Ανασκαφή ρωμαϊκής αγοράς. Κλίβανος στη νότια πτέρυγα. (ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ©). Δημοσίευση: Κ. Παπαστάθης-
Ολ. Νασιώκα-Μ. Βιολατζής-Κ. Αμανατίδου, «Αρχαιολογικές έρευνες στη βορειοανατολική Χαλκιδική: Παλαιόκαστρο,
Ιερισσός (Άκανθος), Στρατώνι (Στρατονίκη), ΑΕΜΘ 22 (2008), 399-410, εικ. 18
277. Βαρβάρα. Θέση Γιάζο Τζώρτζη. Βαπτιστήριο. (10η Ε.Β.Α.©-λήψη φωτ.: Β. Μαλαδάκης)
278. Ολυμπιάδα-Στάγειρα. Κατάλοιπα του βυζαντινού διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου: 02/11/2011). Δημοσίευση: Ι.
Αθ. Παπάγγελος, Χρονικά της Χαλκιδικής τ. 35, 1979, 137-138, 144 εικ. 2-3. Ο ίδιος στο: 14ο Συμπόσιο ΧΑΕ, Αθήνα
1994, 37 («Διατείχισμα των Σταγείρων») και Κ. Σισμανίδης, Αρχαία Στάγειρα. Η πατρίδα του Αριστοτέλη, Αθήνα 2003,
61-62 αρ. 9 εικ. 59, 69-70 αρ. 11 εικ. 68-69
279. Ολυμπιάδα-Στάγειρα. Κατάλοιπα του βυζαντινού διατειχίσματος. (φωτ. Α. Νάστου: 02/11/2011). Δημοσίευση: Ι.
Αθ. Παπάγγελος, Χρονικά της Χαλκιδικής τ. 35, 1979, 137-138, 144 εικ. 2-3. Ο ίδιος στο: 14ο Συμπόσιο ΧΑΕ, Αθήνα
1994, 37 («Διατείχισμα των Σταγείρων») και Κ. Σισμανίδης, Αρχαία Στάγειρα. Η πατρίδα του Αριστοτέλη, Αθήνα 2003,
61-62 αρ. 9 εικ. 59, 69-70 αρ. 11 εικ. 68-69
280. Σκαρίφημα της περιοχής των Σταγείρων. Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, Χρονικά της Χαλκιδικής τ. 35, 1979, 137-
158
281. Σχέδιο της περιοχής της διώρυγας του Ξέρξη. Προέλευση: M. Choiseul-Gouffier, Voyage Pittoresque dans l’ Empire
Ottoman, en Gréce, dans la Troade, les Iles de l’ Archipel et sur les Cotes de l’ Asie Mineure, Tome Second, Paris (1842)
282. Σημερινή άποψη της περιοχής της διώρυγας (φωτ. Α. Νάστου: 12/04/2011)
285. Μονή Ζυγού. Κάτοψη. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ἰ. Ἀθ. Παπάγγελος, Ἡ ἀθωνικὴ μονὴ Ζυγοῦ, Θεσσαλονίκη 2005.
708
287. Ο Πύργος στο Γομάτι. (φωτ. Α. Νάστου: 02/06/2009). Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, «Περί των πύργων της
Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
288. Ο Πύργος Οζολίμνου. (φωτ. Α. Νάστου: 12/04/2011). Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, «Περί των πύργων της
Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165Ο
289. Ο Πύργος στα Πυργούδια. (φωτ. Α. Νάστου: 02/06/2009). Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, «Περί των πύργων της
Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
290. Ο Πύργος στα Πυργούδια. (φωτ. Α. Νάστου: 02/06/2009). Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, «Περί των πύργων της
Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
291. Ο πύργος του Κουτσακίου στην Ιερισσό. Κάτοψη. Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, «Περί των πύργων της
Χαλκιδικής», Ελληνικό Πανόραμα 18 (2000), 134-165
292. Βεριά Νέων Σιλάτων. Το δυτικό τμήμα της οχύρωσης της τούμπας. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο
μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382
293. Βεριά Νέων Σιλάτων. Η πύλη της οχύρωσης στην τούμπα της Βρύας (10η Ε.Β.Α. ©).
297. Παλαιοχώρι. Νέπωσι. Η οχύρωση (από το αρχείο του Ιωακ. Αθ. Παπάγγελου©)
298. Παλαιοχώρι. Νέπωσι. Η κτητορική επιγραφή. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Παπάγγελος, Ι. Αθ., «Επιγραφή του έτους
917/18 από το Καστέλλι Παλαιοχωρίου Χαλκιδικής», (ΧΑΕ) 2009, 94
302. Όλυνθος. Μαριανά. Το παρεκκλήσι στο ανώτερο επίπεδο του πύργου. (φωτ. Α. Νάστου: 02/05/2007)
304. Κάτοψη του Καθολικού Αγίου Ανδρέα Περιστεράς. Δημοσίευση: Μαυροπούλου-Τσιούμη, Χρ., «Περιστερά. Τόπος και
Ιστορία», Μνήμη Δ. Λαζαρίδη. Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη. Πρακτικά Αρχαιολογικού Συνεδρίου,
Καβάλα 9-11 Μαΐου 1986 (1990), 145-149, 146. Μαυροπούλου-Τσιούμη, Χρ.,-Κούντουρας, Α., «Ο ναός του Αγίου
Ανδέα στην Περιστερά», Κληρονομία 13 (1981), Β’, 487-497
709
306. Στρατονίκη. Ζέπκος. Κάτοψη βασιλικής. Δημοσίευση: Τσιγαρίδας, Ευθ. Ν., «Βυζαντινά και Μεσαιωνικά
Μνημεία Χαλκιδικής –Αγίου Όρους», ΑΔ 31 (1976), Β2, 284-288, 285-286, σχ. 3, ΠΙΝ. 232, Παπάγγελος,
Ιωακ. Αθ., «Τοπογραφικές παρατηρήσεις στα αρχαία Στάγειρα», Χρονικά της Χαλκιδικής 35 (1979), 135-
158, 138, του ιδίου 1998, 81, εικ. 3 (σημείο 63 στον χάρτη)
307. Όλυνθος. Ναός Αγίου Νικολάου στην κόγχη της βασιλικής των πρωτοβυζαντινών χρόνων. (φωτ. Α. Νάστου:
02/05/2007). Δημοσίευση: Ν. Νικονάνος, «Βυζαντινά και Μεσαιωνικά Μνημεία Αγίου Όρους», ΑΔ 29 (1973-74), Β2,
768-776, πιν. 561, 567-8
309. Άγιος Μάμας. Ναός 12ου-13ου αιώνα. Δημοσίευση: Στρατή, Α., «10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Ανασκαφικές
εργασίες. Νομός Χαλκιδικής. Όλυνθος. Τούμπα Αγίου Μάμαντος», ΑΔ 51, Χρονικά Β2 (1996), 512 πίν. 142δ.
310. Άγιος Νικόλαος Μελισσουργείου. Κάτοψη (10η Ε.Β.Α.). Δημοσίευση: Μουτσόπουλος, Ν. Κ., Εκκλησίες της Καστοριάς.
9ος-11ος αιώνας, Θεσσαλονίκη 1992, 61-65 εικ. 60-64 (κάτοψη, μερική άποψη, λεπτομέρειες, αρχιτεκτονικό μέλος).
Μαμαλούκος, Στ., Το Καθολικό της Μονής Βατοπεδίου. Ιστορία και αρχιτεκτονική, (διδακτορική διατριβή), Αθήνα
2001, 293-294 σχ. 108-109 εικ. 464, «Σύνταγμα των μεσοβυζαντινών ναών του Αγίου Όρους. Περιοχή
Ουρανουπόλεως – Ναός Αγ. Νικολάου (Καθολικό Μονής Μελισσουργείου). Παρεκκλήσιο Αγίου Νικολάου».
Καραμανίδου 2007, 95-100 αρ. 20, 203-205 εικ. 22-28.
313. Ν. Σίλατα. Βεριά. Κάτοψη του ανατολικού νεκροταφείου. (10 η Ε.Β.Α©.). Δημοσίευση (ενδεικτικά): Ρωμιοπούλου,
Αικ., «Αρχαιότητες και μνημεία Κεντρικής Μακεδονίας. Ανασκαφές – Τοπογραφικές έρευνες. Νομός Χαλκιδικής. Νέα
Σύλλατα», ΑΔ 31, Χρονικά 1976, 244, της ίδιας «Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης.
Ανασκαφικές εργασίες. Νομός Χαλκιδικής. Ν. Σύλλατα», ΑΔ 33, Χρονικά 1978, 236 και «Αρχαιότητες και μνημεία
Κεντρικής Μακεδονίας. Ανασκαφικές εργασίες. Νομός Χαλκιδικής. Άθυτος. Νέα Σύλλατα», ΑΔ 32, Χρονικά 1977, 201-
204. Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005),
269-277
314. Ν. Σίλατα. Βεριά. Σχέδιο ταφών από το ανατολικό νεκροταφείο (οικ. 196 ιδιοκτησίας Καρδαμάκη). (10η Ε.Β.Α.©).
316. Ιερισσός. Οικ. 211-212. Το μεσαιωνικό νεκροταφείο της Ιερισσού στα κατάλοιπα της πρωτοβυζαντινής
βασιλικής. Δημοσίευση: Παπάγγελος, Ι. Αθ.- Δούκας, Κλ., «Η παλαιοχριστιανική βασιλική της Ιερισσού»,
Κύτταρο Ιερισσού τ. 6 (2011), 4-6.
317. Ιερισσός. Οικ. 211-212. Ταφή στο πρόσκτισμα της βασιλικής (φωτ. Α. Νάστου: 11/05/2011)
710
319. Ιερισσός. Οικ. 211-212. Απόψεις ταφών (φωτ. Α. Νάστου: 11/05/2011)
322. Ιερισσός. Ο.Τ.2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά. Ταφή στα οικοδομικά κατάλοιπα. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ.
Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
323. Ιερισσός. Ο.Τ.2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά. Ταφή στα οικοδομικά κατάλοιπα. (10η Ε.Β.Α.©).
324. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Κάτοψη της αγροικίας. (10 η Ε.Β.Α.©), Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-Στ.
Τσολάκης, ΑΕΜΘ 2008 (προφορική δημοσίευση), Δημοσίευση: Έργο 10 ης Ε.Β.Α. 2007 και 2008.
325. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Κλίβανος (αρχείο Ιωακ. Αθ. Παπάγγελου©). Αναφορά: Ι. Α. Παπάγγελος-
Στ. Τσολάκης, ΑΕΜΘ 2008 (προφορική δημοσίευση)
326. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Κλίβανος. (αρχείο Ιωακ. Αθ. Παπάγγελου©).
327. Νέα Σίλατα. Βεριά. Οικ. 6 ιδιοκτησίας Φωτιάδη. Σχέδιο κλιβάνου. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ., «Από την
κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας», ΑΕΜΘ 10 (1996), 313-332
328. Νέα Σίλατα. Βεριά. Οικ. 6 ιδιοκτησίας Φωτιάδη. Κλίβανος. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ., «Από την
κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας», ΑΕΜΘ 10 (1996), 313-332
329. Νέα Καλλικράτεια. Ληνοί. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Τόσκα, Λ. –Χατζάκης, Γ., «Παλαιοχριστιανικές αρχαιότητες
στη Ν. Καλλικράτεια Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 14 (2001), Θεσσαλονίκη 2002, 312-318
331. Νέα Σίλατα. Βεριά. Ληνοί στο περίκεντρο κτίριο. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ.,
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277
332. Νέα Σίλατα. Βεριά. Πήλινοι σωλήνες από το λουτρό του Ο.Τ.3 οικ. 25. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Δημοσίευση:
Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528, εικ. 10
336. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Το ψηφιδωτό του τρικλινίου (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Όλ. Αλεξανδρή,
«Χαλκιδική», ΑΔ 29 (1973-74), Β3, 674-676, πιν. 486β (Όρμος Ξενοφώντος Σάνης)
711
337. Καλλιθέα. Βασιλική Σωλήνος. Λεπτομέρειες ψηφιδωτού. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014,
Ενημερωτικό φυλλάδιο: Η βασιλική του Σωλήνα στην Καλλιθέα (έκδοση 10 η Ε.Β.Α.), Ιωακ. Αθ. Παπάγγελος,
«Τρίκλιτη βασιλική στην Καλλιθέα Χαλκιδικής», εφ. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, φ. 3/6/1995
338. Νέα Καλλικράτεια. Ψηφίδες από την διακόσμηση οικοδομήματος. Δημοσίευση: Τόσκα, Λ. –Χατζάκης, Γ.,
«Παλαιοχριστιανικές αρχαιότητες στη Ν. Καλλικράτεια Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 14 (2001), Θεσσαλονίκη 2002, 312-318
339. Νέα Σίλατα. Βεριά. Ο.Τ. 3 οικ. 25 ιδιοκτησίας Πασαλή. Επιδαπέδιο ψηφιδωτό. Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά,
Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528, σχ. 2
340. Όλυνθος. Ναός 11ου αιώνα. Μαρμαροθέτημα δαπέδου. Δημοσίευση: Βοκοτόπουλος, Π. Λ., «Ο βυζαντινός ναός της
Ολύνθου», Διεθνές Συμπόσιο. Βυζαντινή Μακεδονία 324-1430 μ.Χ., Θεσσαλονίκη 29-31 Οκτωβρίου 1992, (1995), 45-56
341. Ουρανούπολη. Καθολικό Μονής Ζυγού. Μαρμαροθέτημα 11 ος αιώνας. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ι. Αθ.
Παπάγγελος, Η αθωνική Μονή Ζυγού, Θεσσαλονίκη 2005
342. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Μαρμάτινα αρχιτεκτονικά μέλη. (10 η Ε.Β.Α.). Δημοσίευση: Όλ. Αλεξανδρή,
«Χαλκιδική», ΑΔ 29 (1973-74), Β3, 674-676, πιν. 486β (Όρμος Ξενοφώντος Σάνης)
343. Κασσάνδρεια/Βάλτα. Ι. Ν. Γεννήσεως Θεοτόκου. Μαρμάρινο Τόξο. 5ος αι. μ.Χ. (10η Ε.Β.Α.©) (φωτ. Α. Νάστου:
12/10/2008). Δημοσίευση: Σωτηρίου, M. Και Γ., Η βασιλική του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, 1952, 175-178,
Feissel-Sève 1979, 260, Feissel, D.-Sodini, J.P., “Un arc byzantine a kassandra” BCH 103, 1979, 321-326, Παπάγγελος
1989-90, 119
344. Φούρκα. Ι. Ν. Αγίου Αθανασίου. Εντοιχισμένο ενεπίγραφο κιονόκρανο (φωτ. Α. Νάστου: 13/10/2008).
Δημοσίευση: Feissel, D., -Sève, M., “La Chalcidique vue par Charles Avezou”, BCH 103 (1979), 229-320, 264, 311 εικ. 53,
Παπάγγελος 1989-1990, 116
345. Φούρκα. Ι. Ν. Αγίου Αθανασίου. Αρχιτεκτονικά μέλη στον προαύλειο χώρο του ναού (φωτ. Α. Νάστου:
13/10/2008). Δημοσίευση: Feissel, D., -Sève, M., “La Chalcidique vue par Charles Avezou”, BCH 103 (1979), 229-320,
264, 311 εικ. 53, Παπάγγελος 1989-1990, 116
346. Νέα Καλλικράτεια. Κιονόκρανο εποχής Σεβήρων. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014,
Βιβλιογραφική αναφορά: Τόσκα, Λ. –Χατζάκης, Γ., «Παλαιοχριστιανικές αρχαιότητες στη Ν. Καλλικράτεια
Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 14 (2001), Θεσσαλονίκη 2002, 312-318
347. Βαρβάρα. Θέση Γιάζο Τζώρτζη. Α. κιονίσκος. Β. κιονόκρανο. Γ-δ. πλίνθοι με διακόσμηση σταυρού. (10η
Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι. – Μπιτζικόπουλος, Δ. – Μαλαδάκης, Β., «Ανασκαφή
παλαιοχριστιανικών βασιλικών στη Βαρβάρα Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 17 (2003), 391-402, Ημερολόγιο 10ης
Ε.Β.Α. 2014
348. Μονή Ζυγου. Καθολικό. (φωτ. Α. Νάστου: 02/06/2011). Δημοσίευση: Ι. Αθ. Παπάγγελος, Η αθωνική Μονή Ζυγού,
Θεσσαλονίκη 2005
712
349. Ιερισσός. Ο.Τ. 2 οικ. 28 ιδιοκτησίας Θωμά. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της
βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση) και Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014
350. Νέα Σίλατα. Βεριά. Κεραμική εφυαλωμένη και σχέδιο λυχναριού με επιγραφή. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Παζαράς,
Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1990)», ΑΕΜΘ 4, 1990, 353-370, των ιδίων
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1991)», ΑΕΜΘ 5, 1991, 289-301, «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν.
Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528. Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν.
Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, Παζαράς, Θ., «Από την κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό κάστρο
της Βρύας», ΑΕΜΘ 10 (1996), σ. 313-332, Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων
Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277 και Tsanana, Aik., “The glazed pottery of Byzantine Brya (Vrea)”,
Κεραμική της Ύστερης Αρχαιότητας από τον ελλαδικό χώρο (3ος – 7ος αι. μ.Χ.), Επιστημονική Συνάντηση, Θεσσαλονίκη,
12-16 Νοεμβρίου 2006, Πρακτικά, β΄ τόμος, Θεσσαλονίκη 2010, 245-250
351. Σήμαντρα. Καμπούδι. Εφυαλωμένη κεραμική. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Τόσκα, Λ.,- Τσανανά, Αικ., -
Μπιτζικόπουλος, Δ., «Καρκάρα. Ένα ‘ελεύθερο’ χωριό των βυζαντινών χρόνων στη Χαλκιδική», ΑΕΜΘ, ΚΑ΄
Επιστημονική Συνάντηση, 13-15 Μαρτίου 2008, προκαταρκτική προφορική δημοσίευση
352. Νέα Ποτίδαια. Κεραμική από τους Πύργους 4-7 του Διατειχίσματος. (10η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Τόσκα, Δ.
Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της Κασσανδρείας». Προοπτική και
προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
353. Ιερισσός. Α. Ο.Τ. 27 οικ. 25 ιδιοκτησίας Πασχαλίδη. Διασπορά κεραμικών ράβδων. Β. κεραμικοί ράβδοι. Γ. κεραμική
από τις ανασκαφές των οικοπέδων και ενσφράγιστες λαβές αμφορέων. (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Τσανανά, Αικ. -
Ντόγκας, Θ., «Νεότερες πληροφορίες για τη μεσαιωνική Ιερισσό», ΑΕΜΘ, ΚΓ΄ Επιστημονική Συνάντηση, 11-13
Μαρτίου 2010 (υπό δημοσίευση). Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό
δημοσίευση), Aik. Tsanana, “Middle-Byzantine Hierissos: archaeological research at the entrance of Mount Athos”,
46TH SPRING SYMPOSIUM OF BYZANTINE STUDIES, University of Birmingham (March 23 -25, 2013), Byzantine
Greece: microcosm of empire?
354. Νέα Σίλατα. Βεριά. Αντικείμενα μεταλλοτεχνίας από τα οικόπεδα του δυτικού τομέα (λαβίδα, αιμοστατική λαβίδα,
δαχτυλίδι, ενώτιο). Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1990)»,
ΑΕΜΘ 4, 1990, 353-370, των ιδίων «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1991)», ΑΕΜΘ 5, 1991, 289-301,
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-528. Παζαράς, Θ., «Ανασκαφή στο
μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας (Βεριά Ν. Συλλάτων) κατά το 1995», ΑΕΜΘ 9 (1995), 367-382, Παζαράς, Θ., «Από την
κλασική Βρέα στο μεσαιωνικό κάστρο της Βρύας», ΑΕΜΘ 10 (1996), σ. 313-332, Ταβλάκης, Ι. –Τσανανά, Αικ.,
«Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Νέων Συλλάτων Χαλκιδικής», ΑΕΜΘ 19 (2005), 269-277, Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α.
2014
355. Νέα Ηράκλεια. Αργυρή λειψανοθήκη. 4ος αι. μ. Χ. Δημοσίευση: Μιχαηλίδης, Μ., «Αργυρά λειψανοθήκη του Μουσείου
Θεσσαλονίκης», ΑΑΑ, ΙΙ, τ. 1 Αθήναι, 1969, 48-49, Προέλευση φωτ.: Dr. Panagiotis Kambanis, στο Heaven & Earth. Art
of Byzantium from Greek Collections, Κατάλογος περιοδικής έκθεσης, National Gallery of Art, Washington, October 6,
713
2013-March 2, 2013 and at J. Paul Getty Museum, Los Angeles, April 9-August 25, 2014, Benaki Museum Athens 2013,
cat. no. 38
356. Ιερισσός. Μεταλλικά αντικείμενα από τις ανασκαφές των οικοπεδων. (10 η Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Τσανανά, Αικ. -
Ντόγκας, Θ., «Νεότερες πληροφορίες για τη μεσαιωνική Ιερισσό», ΑΕΜΘ, ΚΓ΄ Επιστημονική Συνάντηση, 11-13
Μαρτίου 2010 (υπό δημοσίευση). Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό
δημοσίευση), Παπάγγελος, Ιωακ.-Δούκας, Κλ., «Η παλαιοχριστιανική βασιλική της Ιερισσού», Κύτταρο Ιερισσού, τ. 6
(2011), 14-15, 14
357. Ιερισσός. Γυάλινα αντικείμενα από τις ανασκαφές των οικοπέδων. (10 η Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π.
Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
358. Νέα Σίλατα. Βεριά. Οικ. 9 ιδιοκτησίας Λαζαρίδη. Μολυβδόβουλλο 12ου αιώνα του Πεδιάσημου. (10η Ε.Β.Α.©),
Δημοσίευση: Παζαράς, Θ. –Τσανανά, Αικ., «Ανασκαφικές έρευνες στη Βεριά Ν. Συλλάτων (1992)», ΑΕΜΘ 6, 1992, 511-
528, 1992, 519, υποσημ. 17-18
359. Ιερισσός. Μολυβδόβουλλο Επισκόπου Ηλία. Δημοσίευση : Laurent, V. Le Corpus Des Sceaux de L’empire Byzantin, Vol.
5, L’Église. Paris: Editions du Centre national de la recherche scientifique, 1963, no 471, φωτογραφία του
μολυβδόβουλου από τον διαδικτυακό τόπο: http://www.doaks.org/resources/seals/byzantine-
seals/BZS.1951.31.5.520
360. Ιερισσός. Οικόπεδο 3Β-Ο.Τ. 32, ιδιοκτησίας Ν. Σμαραγδή: Μολυβδόβουλλο Κριτή Σαμωνά. (10η Ε.Β.Α.©),
Δημοσίευση: Ταβλάκης, Ι.–Μαλαδάκης, Β., «Ο κριτής Θεσσαλονίκης Σαμωνάς, η μονή του Κολοβού και το κάστρον
της Ιερισσού: απείθεια και σκληρότης στον 10ο αι.», Η ΔΕΚΑΤΗ 2, (2005-2006), 89-93, Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014
361. Ιερισσός. Οικόπεδο αρ. 12 -ΟΤ 28, ιδιοκτησίας Θωμά: Μολυβδόβουλλο Επισκόπου Θεοδώρου.(10 η Ε.Β.Α.©).
Δημοσίευση: Αικ. Τσανανά-Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση)
362. Σήμαντρα. Θέση Καμπούδι: αποθηκευτικοί σιροί. Φωτογραφία: Α. Νάστου (03.05.2007). Δημοσίευση: Λ. Τόσκα-
Αικ. Τσανανά-Δ. Μπιτζικόπουλος, «Καρκάρα. Ένα ‘ελεύθερο’ χωριό των βυζαντινών χρόνων στη Χαλκιδική», ΑΕΜΘ,
ΚΑ΄ Επιστημονική Συνάντηση, 13-15 Μαρτίου 2008, προκαταρκτική προφορική δημοσίευση.
363. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25: Εργαλεία αλιείας. (10 η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της
βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση), Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014
364. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 :Σιδερένια εργαλεία. (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της
βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση), Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014
365. Νέπωσι. Σιδερένια εργαλεία βυρσοδεψίας. (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: Ημερολόγιο 10ης Ε.Β.Α. 2014
366. Σήμαντρα. Θέση Κόμβος: χάλκινη αιμοστατική λαβίδα (10 η Ε.Β.Α.©). Δημοσίευση: Λ. Τόσκα-Αικ. Τσανανά-Δ.
Μπιτζικόπουλος, «Καρκάρα. Ένα ‘ελεύθερο’ χωριό των βυζαντινών χρόνων στη Χαλκιδική», ΑΕΜΘ, ΚΑ΄
Επιστημονική Συνάντηση, 13-15 Μαρτίου 2008, προκαταρκτική προφορική δημοσίευση.
714
367. Σάνη. Όρμος Ξενοφώντος. Μεγάλη Κύψα. Σόλιδος Μαυρίκιου Τιβερίου (582-602) από θησαυρό νομισμάτων. (10η
Ε.Β.Α.©). Βιβλιογραφική αναφορά και δημοσίευση: Aλεξανδρή, Ολ., Α.Δ. 1973-74, Χρονικά Β2, 676
368. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 24 (ιδιοκτησίας Κ. Μαυρόπουλου)]: Θησαυρός νομισμάτων Λέοντος Στ’ Σοφού (886-
912). 26 φόλλεις νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης, (10 η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, K. Δούκας,
«Βυζαντινά νομίσματα από τη Βρύα της Χαλκιδικής», Κερμάτια
Φιλίας, 517-538, 520.
369. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασαλή)]: Φόλλις Λέοντος Στ’ Σοφού, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης (886-912), (10η Ε.Β.Α.©)
370. Βεριά Ν. Σιλάτων [Ο.Τ.3, οικ. 31 (ιδιοκτησίας Στούκου)]: Ανώνυμος Φόλλις, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης
(976;-περ. 1030-35), (10η Ε.Β.Α.©)
371. Ν. Ποτίδαια (Διατείχισμα Πύργος 4): Φόλλις Θεόφιλου, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης (830/1-842) (10η
Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Τόσκα, Δ. Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της
Κασσανδρείας». Προοπτική και προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
372. Ν. Ποτίδαια (Διατείχισμα Πύργος 7): Φόλλις Νικηφόρου Β’ νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης (963-969) (10η
Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Τόσκα, Δ. Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της
Κασσανδρείας». Προοπτική και προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
373. Ν. Ποτίδαια (Διατείχισμα Πύργος): Νόμισμα Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (10 η Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Τόσκα, Δ.
Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της Κασσανδρείας». Προοπτική και
προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
374. Ν. Ποτίδαια (Διατείχισμα Πύργος 7): Νόμισμα Εμίρ Σουλεϊμάν (1403) (10 η Ε.Β.Α.©), Δημοσίευση: Τόσκα, Δ.
Μπιτζικόπουλος, Μ. Καμενίδου, «Ανασκαφικές έρευνες στο «διατείχισμα της Κασσανδρείας». Προοπτική και
προβληματισμοί», Η Δεκάτη 2 (2005-2006), 35-41.
375. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 11.γ (ιδιοκτησίας Ηλιόπουλου): νόμισμα Αρκαδίου, (383-386) (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A.
Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση).
376. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25: νόμισμα Βαλεντινιανού Β’ (383-388)(10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός,
«Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση).
377. Ιερισσός. Ο.Τ. 28 οικ. 12 (ιδιοκτησίας Θωμά): Σόλιδος Θεοδόσιου Β΄ [Α.Ε.9039], νομισματοκοπείου
Κωνσταντινούπολης, περίοδος κοπής: 430-440 (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της
βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση).
378. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): φόλλις Κωνσταντίνου Ζ’, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης
(945-950) (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013
(υπό δημοσίευση).
715
379. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): ανώνυμοι φόλλεις, νομισματοκοπείο Κωνσταντινούπολης (970-
1080) (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό
δημοσίευση).
380. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): φόλλις Κωνσταντίνου Ι’ Δούκα, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης (1059-1067) (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής
Ιερισσού», ΑΕΜΘ 2013 (υπό δημοσίευση).
381. Ιερισσός. Ο.Τ. 27 οικ. 25 (ιδιοκτησίας Πασχαλίδη): νόμισμα Μανουήλ Α’ Κομνηνού, νομισματοκοπείο
Κωνσταντινούπολης (10η Ε.Β.Α.©) Δημοσίευση: A. Τσανανά, Π. Ευγενικός, «Στα ίχνη της βυζαντινής Ιερισσού», ΑΕΜΘ
2013 (υπό δημοσίευση).
716