Professional Documents
Culture Documents
Τα παπούτσια
Τα παπούτσια
Πριν την μαζική παραγωγή των υποδημάτων, οι άνθρωποι για πολλούς αιώνες κατασκεύαζαν με τα
Η λέξη παπούτσι είναι περσικής προέλευσης και από εκεί πέρασε στα ποντιακά, αλλά και στην κοινή
νεοελληνική μέσω της τουρκικής γλώσσας. Άλλη λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Πόντιοι ήταν η λέξη
ποστάλ΄, επίσης τουρκική. Η ελληνική λέξη υποδήματα ήταν βεβαίως αρχαία ελληνική, αλλά επεκράτησε
η ξένη λέξη.
Το τσαρούχι ήταν κυρίως το βασικό ανδρικό υπόδημα στην Τουρκία, αλλά και σε όλα τα Βαλκάνια ως τις
αρχές περίπου του 20υ αιώνα. Κατασκευάζονταν από δέρμα βοδιού ή αγελάδας, αλλά τα καλύτερα
εθεωρούντο αυτά, τα οποία φτιάχνονταν από βουβαλίσιο δέρμα, καθώς ήταν πιο ελαφριά και πιο
Η κατασκευή τους ήταν σχεδόν ίδια σε όλα τα μέρη. Κάλυπταν κυρίως το πέλμα και ελάχιστο μέρος του
ποδιού. Αποτελούνταν από δυο τεμάχια τετράπλευρα, τα οποία, αφού τα έκοβαν, τα μούλιαζαν μέσα σε
νερό αρκετές μέρες για να μαλακώσουν. Τα έραβαν με κλωστές από κάνναβη ή βαμβάκι. Το μπροστινό
μέρος λεγόταν μυτίν και το πίσω κότσ΄. Τα έδεναν πάνω στο πόδι με τα τσαρουγόσκοινα, τα οποία
έδεναν σταυρωτά στο πίσω μέρος της φτέρνας. Όταν φθείρονταν, τα μπάλωναν με λωρίδες από δέρμα
σταυρωτά. Έχουμε και μια σχετική ποντιακή έκφραση: Το κατσίν ατ΄ άμον τσαρουχ΄ = είναι
Τα τζαγγία ήταν είδος υποδήματος της βυζαντινής περιόδου. Τα φορούσαν οι γεωργοί, οι φτωχοί γενικά
και οι στρατιώτες. Στο Βυζάντιο έφταναν μέχρι το γόνατο, καμιά φορά και πάνω από αυτό. Τα ανδρικά
ήταν συνήθως πιο ψηλά και ήταν σε χρώμα κόκκινο ή μαύρο. Τα γυναικεία ήταν πιο χαμηλά και πάντα
Υπάρχει η έκφραση: τα τζαγγία τράκα τράκα/η κοιλία λάγκα λάγκα. Λεγόταν για νεαρό λιμοκοντόρο,
Αϊτέντς επαραπέτανεν
Ψηλά ΄ς σα επουράνια
Τα τσάπουλας ήταν ελαφριά ανδρικά υποδήματα, χωρίς τακούνι, τα φορούσαν οι νεότεροι σε ηλικία,
φτιαγμένα από ευρωπαϊκά δέρματα, είχαν μυτερή άκρη, η οποία μερικές φορές ήταν στραμμένη προς τα
Τα λεμψία ήταν ελαφριά υποδήματα, σε σχήμα τζαγγίων φτιαγμένα από δέρμα καμήλας. Τα φορούσαν
Τα γεμενία, λέξη προερχόμενη από την Υεμένη, από όπου και προέρχονταν τα συγκεκριμένα
υποδήματα. Ήταν χαμηλά, χωρίς τακούνι. Το χρώμα ήταν μαύρο για τους χριστιανούς, κόκκινο για τους
Μωαμεθανούς. Δεν είχαν αριστερό και δεξί, τα φορούσαν και στα δυο πόδια. Τα έφτιαχναν από
κατσικίσιο δέρμα και ήταν πολύ μαλακά. Τα φορούσαν οι άντρες μαζί με τα μέστια. Ο τύπος αυτός
Τα μέστια ήταν φτιαγμένα από μαλακό ακατέργαστο δέρμα και έφταναν από τον αστράγαλο ως τη
γάμπα. Είχαν εσωτερικές τρύπες, από όπου περνούσε ένα κορδόνι για να σφίγγουν στις γάμπες. Τα
Τα κουντούρας υποδήματα με τακούνι από ευρωπαϊκό δέρμα αδιάβροχο. Τα φορούσαν άντρες και
γυναίκες και ήταν μαύρου χρώματος. Σκέπαζαν ολόκληρο το πόδι και έφταναν ως τον αστράγαλο. Δεν
είχαν αριστερό και δεξί. Είχαν παχύ πέλμα και πέταλα στο τακούνι. Στον Ελλαδικό χώρο οι κουντούρες
Τα ποτίνια ήταν πιο ψηλά από τις κουντούρες και έφταναν ως τα 8 εκατοστά πάνω από τον αστράγαλο.
Είχαν σκούρα χρώματα και το δέρμα ήταν μαλακό. Έσφιγγαν στο μπροστινό μέρος με κορδόνι ή με
Τα κολότσια ήταν πολύ ρηχά υποδήματα, από σκληρό δέρμα και τα φορούσαν άντρες και γυναίκες. Οι
γυναίκες τα φορούσαν πάνω από τις κουντούρες σε μέρες βροχερές, όταν πήγαιναν επισκέψεις σε
σπίτια. Για να τα βγάζουν εύκολα, στο πίσω μέρος της φτέρνας είχαν ορειχάλκινα σπιρούνια. Στις αρχές
Λίγα χρόνια πριν την ανταλλαγή γνώρισαν και τα λουστρίνια. Υποδήματα πολυτελείας για την αστική
κυρίως τάξη .
Ναλία ή ναλίνε, από την αραβική λέξη nal = πέδιλο. Ήταν ένα είδος τσόκαρου φτιαγμένα από ξύλο και
δέρμα. Στα αστικά κέντρα ήταν πιο εκλεπτυσμένα. Ήταν βερνικωμένα και στο πάνω μέρος είχαν
βελούδο ή φίλντισι. Είχαν τακούνια σε δυο σημεία. Στην πατούσα το τακούνι ήταν σε σχήμα πυραμίδας,
ενώ στη φτέρνα είχε σχήμα οβάλ και τετράγωνο. Στα χαμάμ και στα λουτρά τα φορούσαν άντρες και