Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 165

Το Πλήρες Παιγνίδισμα (Lalitavistara)

Περίληψη, Ευχαριστίες, Εισαγωγή


ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΠΑΙΓΝΙΔΙΣΜΑ
རྒྱ་ཆེར་རོལ་པ།
The Play in Full

Lalitavistara
འཕགས་པ་རྒྱ་ཆེར་རོལ་པ་ཞེས་བྱ་བ་ཐེག་པ་ཆེན་པོའི་མདོ།

’phags pa rgya cher rol pa zhes bya ba theg pa chen po’i mdo

The Noble Great Vehicle Sūtra “The Play in Full”

Āryalalitavistaranāmamahāyānasūtra

Toh 95, Degé Kangyur, vol. 46 (mdo sde, kha), folios 1b–216b

Translated by the Dharmachakra Translation Committee

version 2.22

Published by 84000 (2013)

www.84000.co

This work is provided under the protection of a Creative Commons CC BY-NC-ND


(Attribution - Non-commercial - No-derivatives) 3.0 copyright. It may be copied or printed for fair use, but only
with full attribution, and not for commercial advantage

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Περίληψη
Ευχαριστίες
Εισαγωγή
Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Το Πλήρες Παιγνίδισμα
1ο Κεφάλαιο Χώρος
2ο Κεφάλαιο Έμπνευση
3ο Κεφάλαιο Καθαρότητα της Οικογένειας
4ο Κεφάλαιο Πύλες προς το Φώς του Ντάρμα
5ο Κεφάλαιο Πρόθεση
6ο Κεφάλαιο Είσοδος στη Μήτρα
7ο Κεφάλαιο Γέννηση
8ο Κεφάλαιο Μετάβαση στο Ναό
9ο Κεφάλαιο Κοσμήματα
10ο Κεφάλαιο H Παρουσία του στο Σχολείο Γραφής
11ο Κεφάλαιο Χωριό των Καλλιεργητών
12ο Κεφάλαιο Επιδεξιότητα στις Τέχνες
13ο Κεφάλαιο Ενθάρρυνση
14ο Κεφάλαιο Όνειρα
15ο Κεφάλαιο Αφήνοντας το Σπίτι
16ο Κεφάλαιο Επίσκεψη του βασιλιά Μπιμπισάρα
17ο Κεφάλαιο Ασκητισμός
18ο Κεφάλαιο Ποταμός Ναϊρατζάνα
19ο Κεφάλαιο Φτάνοντας στη Θέση της Φώτισης
20ο Κεφάλαιο Εκδηλώσεις στη Θέση της Φώτισης
21ο Κεφάλαιο Νικώντας τον Μάρα
22ο Κεφάλαιο Τέλεια Ολοκληρωμένη Φώτιση
23ο Κεφάλαιο Εγκώμιο
24ο Κεφάλαιο Τραπούσα και Μπαλίκα
25ο Κεφάλαιο Παράκληση
26ο Κεφάλαιο Περιστροφή του Τροχού του Ντάρμα
27ο Κεφάλαιο Επίλογος
Σημειώσεις
Βιβλιογραφία

Περίληψη

Το Πλήρες Παιγνίδισμα μιλά για την εμφάνιση του Βούδα σ’ αυτόν τον κόσμο και την
επίτευξη της Φώτισης, από την άποψη του Μεγάλου Οχήματος. Η Σούτρα που έχει είκοσι
επτά κεφάλαια, παρουσιάζει καταρχήν τα γεγονότα της γέννησης, της παιδικής ηλικίας και
των νεανικών χρόνων του Βούδα στο βασιλικό παλάτι του πατέρα του, βασιλιά των Σάκυα.
Μετά αναφέρεται στο φευγιό του από το παλάτι και τα δύσκολα χρόνια που αντιμετώπισε
κατά την αναζήτηση της πνευματικής αφύπνισης. Τέλος η Σούτρα φανερώνει την πλήρη
κατατρόπωση του δαίμονα Μάρα, την πραγμάτωση της Φώτισης κάτω από το δέντρο
μπόντι, την πρώτη περιστροφή του Τροχού του Ντάρμα και τον σχηματισμό της αρχικής
Σάνγκα.

Ευχαριστίες

Το κείμενο μετέφρασε η Dharmachakra Translation Committee υπο την καθοδήγηση


του Chökyi Nyima Rinpoche.
Οι Cortland Dahl, Catherine Dalton, Hilary Herdman, Heidi Koppl, James Gentry και Andreas
Doctor μετέφρασαν το κείμενο από τα Θιβετανικά στα Αγγλικά. Οι Andreas Doctor και
Wiesiek Mical συνέκριναν, αντίστοιχα, τις μεταφράσεις με τα αυθεντικά και Σανσκριτκά
κείμενα. Τέλος ο Andreas Doctor έκανε τις διορθώσεις και έγραψε την εισαγωγή.
Η Dharmachakra Translation Committee ευχαριστεί τον Khenpo Sherap Sangpo για την
γενναιόδωρη βοήθειά του στην αποσαφήνιση πολλών δύσκολων παραγράφων.
Σημείωση για την έκδοση PDF

Λόγω τεχνικών προβλημάτων, αυτή η PDF έκδοση δεν περιέχει το γλωσσάρι όρων και
ονομάτων που δημιούργησαν οι μεταφραστές. Για το πλήρες γλωσσάρι μπείτε παρακαλώ
στην ιστοσελίδα 84000 Reading Room:

http://read.84000.co#!ReadingRoom/UT22084-046-001/0

Εισαγωγή

Το Πλήρες Παιγνίδισμα (Λαλιταβιστάρα) είναι χωρίς αμφιβολία μια από τις πιο σημαντικές
Σούτρα του Μαχαγιάνα Βουδισμού. Αυτή η ιστορία της αφύπνισης του Βούδα, που μερικά
κομμάτια του κειμένου ανήκουν στα πρώτες μέρες της Βουδιστικής παράδοσης,
αιχμαλωτίζει το νου των μαθητών, λαϊκών και μοναχών, ήδη από το ξεκίνημα της
σύγχρονης/νεώτερης εποχής.
Εν συντομία, το Πλήρες Παιγνίδισμα μιλά για την εμφάνιση του Βούδα σ’ αυτόν τον κόσμο
και την επίτευξη της Φώτισης. Η Σούτρα έχει είκοσι επτά κεφάλαια και ξεκινά με την
παράκληση που γίνεται στον Βούδα από πολλούς θεούς, χιλιάδες Μποντισάτβα και
Σράβακα της ακολουθίας, για να διδάξει αυτή την Σούτρα. Οι θεοί την συνοψίζουν έτσι
(1ο Κεφάλαιο):

«Ευλογημένε, εδώ βρίσκεται μια εκτενής συλλογή ομιλιών του Ντάρμα με το


όνομα Λαλιταβιστάρα (Πλήρες Παιγνίδισμα). Η διδασκαλία αυτή φωτίζει τις βασικές
αρετές των Μποντισάτβα, δείχνοντας πως ο Μποντισάτβα κατέβηκε από το έξοχο παλάτι
του Πεδίου της Χαράς, πως εσκεμμένα μπήκε και διέμεινε στη μήτρα. Παρουσιάζει τη
δύναμη του τόπου που γεννήθηκε καθώς ανήκε σε ευγενή οικογένεια, το πώς ξεπέρασε
τους άλλους όταν ήταν νέος, φανερώνοντας μέσα από τις πράξεις του τις ανώτερες και
ιδιαίτερες ιδιότητές του. Παρουσιάζει τις πολλές και μοναδικές του ικανότητες, στη
χειροτεχνία, τη δράση, τη γραφή, την αριθμητική, τους υπολογισμούς, την αστρολογία, την
ξιφασκία, την τοξοβολία, στους αγώνες σωματικής δύναμης και πάλης, δείχνοντας την
ανωτερότητά του μεταξύ όλων των άλλων ανθρώπων της περιοχής. Παρουσιάζει τις χαρές
του παλατιού και την απόλαυση που ζούσε με τις συντρόφους του.

«Η διδασκαλία αυτή κηρύττει πως πέτυχε το αποτέλεσμα που ήρθε μέσα από την σύμφωνη
αιτία όλων των δραστηριοτήτων ενός Μποντισάτβα, παρουσιάζει το πώς εμφανίστηκε ως
Μποντισάτβα και κατέστρεψε όλες τις ορδές του Μάρα. Εξηγεί τις δέκα δυνάμεις,
τις τέσσερις αφοβίες και τις άλλες αμέτρητες ιδιότητες του Τατάγκατα και παρουσιάζει τις
άπειρες διδασκαλίες που δίδαξαν οι Τατάγκατα τους παρελθόντες χρόνους.»

Ο Βούδας δέχεται σιωπηλά το αίτημα και την επόμενη μέρα ξεκινά να διδάσκει.
Η ιστορία αρχίζει στα βουδικά πεδία, όπου ο μελλοντικός Βούδας (που πριν τη Φώτισή του
είναι γνωστός ως ο Μποντισάτβα) απολαμβάνει μια τέλεια ζωή τριγυρισμένος από θεϊκές
απολαύσεις. Όμως, εξ αιτίας των προηγούμενων ευχών του, τα μουσικά όργανα του
παλατιού τον καλούν και του θυμίζουν την προηγούμενή του δέσμευση να φτάσει στην
Φώτιση (2ο κεφ.). Εμπνεόμενος από αυτήν την υπενθύμιση, ο Μποντισάτβα ανακοινώνει,
προς απόγνωση των θεών, πως θα εγκαταλείψει τις θεϊκές απολαύσεις με σκοπό να
επιδιώξει την πλήρη και τέλεια ολοκληρωμένη Φώτιση σ’ αυτήν τη γη (Τζαμπουντβίπα),
όπου και θα γεννηθεί σε μια κατάλληλη ευγενή οικογένεια (3ο κεφ.). Όμως πριν φύγει από
τα ουράνια πεδία, ο Μποντισάτβα διδάσκει άλλη μια φορά τους θεούς (4ο κεφ.) και
αφήνοντας τον Μποντισάτβα Μαϊτρέγια ως διάδοχό του, φεύγει για το ανθρώπινο πεδίο
με τη συνοδεία μεγάλων θεϊκών προσφορών και την εμφάνιση ευνοϊκών σημαδιών
(5ο κεφ.). Μπαίνει στον ανθρώπινο κόσμο μέσα από την μήτρα της Βασίλισσας Μάγια, κι
εκεί για όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης διαμένει μέσα σ’ έναν εξαίσιο ναό,
απολαμβάνοντας την ευτυχία της απορρόφησης (6ο κεφ.)

Αφού γεννηθεί στο άλσος του Λουμπίνι και δηλώσει την πρόθεσή του να πραγματώσει την
ολοκληρωμένη Φώτιση (7ο κεφ.), ακολουθούμε το βρέφος Μποντισάτβα κατά την
επίσκεψή του στο ναό, όπου τα πέτρινα αγάλματα σηκώθηκαν όρθια για να το
χαιρετήσουν (8ο κεφ.) και ακούμε για τα υπέροχα κοσμήματα που ο πατέρας του ο
βασιλιάς έχει φέρει (9ο κεφ.) Έπειτα, καθώς ο Μποντισάτβα μεγαλώνει, η Σούτρα αναφέρει
τη πρώτη μέρα του στο σχολείο, όπου και ξεπερνά ακόμα και τον αρχαιότερο δάσκαλο
(10ο κεφ.), τη φυσική πραγμάτωσή του στα ανώτερα επίπεδα διαλογιστικής συγκέντρωσης
κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στην επαρχία (11ο κεφ.), και την απίστευτη επιδεξιότητά
του στις παραδοσιακές κοσμικές τέχνες, την οποία χρησιμοποιεί για να διεκδικήσει και να
πάρει το χέρι της Γκόπα, μιας νεαρής Σάκυα, της οποίας ο πατέρας ζητούσε απόδειξη των
ιδιοτήτων του ως Μποντισάτβα ώστε να είναι κατάλληλος σύζυγος (12ο κεφ.).

Ο Μποντισάτβα τώρα έχει ωριμάσει και μπορεί να απολαμβάνει τη ζωή στο παλάτι, όπου
περιστοιχίζεται από όλων των ειδών τις απολαύσεις και από ένα μεγάλο χαρέμι για να τον
διασκεδάζει. Βλέποντάς το αυτό οι θεοί αρχίζουν να ανησυχούν πως ποτέ δεν θα μπορέσει
να αφήσει μια τέτοια πολυτελή ζωή, και γι αυτό του θυμίζουν ευγενικά τους όρκους του
για τη Φώτιση (13ο κεφ.). Όμως αυτή η υπενθύμιση δεν ήταν αναγκαία, καθώς ο
Μποντισάτβα δεν έχει καμία προσκόλληση σ’ αυτές τις φευγαλέες απολαύσεις. Αντιθέτως,
προς μεγάλη απογοήτευση όλων στο βασίλειο των Σάκυα, αποκηρύττει τις βασιλικές
απολαύσεις. Εμπνευσμένος από το θέαμα ενός άρρωστου ανθρώπου, ενός ηλικιωμένου
άντρα, ενός πτώματος και ενός θρησκευόμενου επαίτη (14ο κεφ.), αφήνει το παλάτι και
ξεκινά τη ζωή ενός αναζητητή στον πνευματικό δρόμο, που τελικά τον οδηγεί στην Φώτιση
(15ο κεφ.).

Ακόμα κι από τα αρχικά στάδια της πνευματικής του διαδρομής, ο Μποντισάτβα δεν ήταν
κάποιο κοινό ον. Γίνεται γρήγορα φανερό πως υπερτερεί όλων των ξακουστών
πνευματικών δασκάλων της εποχής του. Το ασυνήθιστο του χάρισμα προσελκύει πολλά όντα,
όπως τον βασιλιά της Μάγκαντα, που παρακαλεί τον Μποντισάτβα, χωρίς επιτυχία όμως,
να πάει να ζήσει στο βασίλειό του (16ο κεφ.). Τέλος, δοκιμάζοντας τα κατεστημένα
διαλογιστικά συστήματα της εποχής του, ακολουθεί τον Ρουντράκα, έναν φημισμένο
πνευματικό δάσκαλο. Για ακόμα μια φορά όμως απογοητεύεται, αν και γρήγορα
πραγματώνει τις ασκήσεις του.

Αυτές οι εμπειρίες οδηγούν τον Μποντισάτβα στο συμπέρασμα πως πρέπει να ανακαλύψει
την Φώτιση από μόνος του, έτσι ξεκινάει ένα εξάχρονο ασκητικό ταξίδι, με ασκήσεις τόσο
πολύ ακραίες από τη φύση τους, που τον έφεραν στο χείλος του θανάτου (17ο κεφ.). Τελικά
ο Μποντισάτβα αντιλαμβάνεται πως αυτές οι πρακτικές δεν οδηγούν στη Φώτιση και
ενθαρρυμένος από κάποιες προστατευτικές θεότητες, ξαναρχίζει πάλι να τρώει
φυσιολογικά, κάτι που επαναφέρει την σωματική του κατάσταση και υγεία (18ο κεφ.) Τότε
αισθάνεται πως κοντεύει να φτάσει το στόχο του και γι αυτό ξεκινά να πάει στη θέση της
Φώτισης (bodhmanda), το μυστικό μέρος εκεί όπου όλοι οι Μποντισάτβα στην τελευταία
τους γέννηση, πραγματώνουν την πλήρη και ολοκληρωμένη Φώτιση (19ο κεφ.) Καθώς
φτάνει στη θέση της Φώτισης, οι θεοί δημιουργούν μια ποικιλία αξιοθαύμαστων
θαυματουργών εμφανίσεων, τόσο που το μέρος αυτό ομοιάζει με θεϊκό πεδίο, κατάλληλο
τόπο για την επική πραγμάτωση που περίμενε τον Μποντισάτβα (20ο κεφ.).

Όμως, καθώς όλα ήταν έτοιμα να γιορτάσουν την πραγμάτωση της Φώτισης, ο πιο δυνατός
δαίμονας του πεδίου της επιθυμίας ο Μάρα, έφτασε με σκοπό να εμποδίσει τον
Μποντισάτβα στην επίτευξη του σκοπού του. Έχοντας μαζί τις τρομακτικές στρατιές του και
τις σαγηνευτικές του κόρες, ο Μάρα προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποθαρρύνει τον
Μποντισάτβα, αλλά μάταια. Αποκαρδιωμένος και λυπημένος ο Μάρα τελικά εγκαταλείπει
την επαίσχυντη προσπάθειά του να δημιουργήσει εμπόδια (21ο κεφ.). Τώρα το σκηνικό
είναι έτοιμο για να πραγματώσει ο Μποντισάτβα τη Φώτιση κάτω από το δέντρο μπόντι,
που είναι μια σταδιακή διαδικασία που ξεδιπλώνεται από τη νύχτα μέχρι την αυγή, όπου
και αφυπνίζεται πλήρως και ολοκληρωμένα για να γίνει ένας Βούδας, ή Τατάγκατα όπως
αναφέρεται μετά την Φώτισή του (22ο κεφ.). Όπως αρμόζει σ’ έναν τέτοιο επικό άθλο, όλο
το πάνθεον των ουράνιων όντων τρέχει για να κάνει προσφορές και να υμνήσει τον
Τατάγκατα (23ο κεφ.).

Τις πρώτες επτά εβδομάδες μετά τη Φώτισή του, ο Βούδας δεν διδάσκει. Στην
πραγματικότητα ανησυχεί μήπως και δεν μπορέσει κανείς να κατανοήσει την αλήθεια που
ανακάλυψε επειδή είναι πολύ βαθιά, εκτός ίσως από έναν Μποντισάτβα στην τελευταία του
ύπαρξη. Ο Μάρα που αισθάνθηκε το δίλημμα του Βούδα, εμφανίζεται και επιχειρεί ένα
τελευταίο κόλπο. Προτείνει στον Βούδα πως μπορεί αυτή να είναι η κατάλληλη στιγμή για
να περάσει στην παρινιρβάνα! Ο Βούδας όμως ξεκαθαρίζει πως δεν έχει τέτοιο σκοπό κι
έτσι τελικά ο Μάρα εγκαταλείπει. Στη διάρκεια αυτών των επτά εβδομάδων, ακούμε και
για τις συναντήσεις του Βούδα με κάποιους ντόπιους διερχόμενους, αλλά δεν δίνει κάτι
ιδιαίτερο (24ο κεφ.). Θέτοντας ένα σημαντικό παράδειγμα για την παράδοση, ο Βούδας
τελικά αποφασίζει να διδάξει το Ντάρμα, μόνο αφού του έχει ζητηθεί τέσσερις φορές, στην
περίπτωση αυτή από όλους τους θεούς με επικεφαλής τον Μπράχμα και τον Σάκρα. Όπως
λέει, «Μπράχμα, οι πύλες του νέκταρ άνοιξαν.» (25ο κεφ.)

Σ΄ αυτό το σημείο, ο Βούδας αποφασίζει μέσα από την ανώτερη γνώση του πως οι πρώτοι
άνθρωποι που θα ακούσουν τη διδασκαλία του πρέπει να είναι οι προηγούμενοι
σύντροφοί του από την εποχή του ασκητισμού. Αν και αυτοί οι ασκητές στην αρχή
απέρριψαν τον Μποντισάτβα που αποφάσισε να εγκαταλείψει τον δρόμο τους, όταν
συναντήθηκαν με τον Βούδα ξανά στο Πάρκο των Ελαφιών έξω από το Βαρανάσι,
παραδόθηκαν ανήμποροι μπρος στην μεγαλοπρεπή του παρουσία και ζήτησαν
διδασκαλίες από αυτόν. Οι πέντε σύντροφοι χειροτονήθηκαν αμέσως και σε κάποια
κατάλληλη στιγμή (seminal moment) τους δίδαξε τις τέσσερεις αλήθειες των Ευγενών:
δυστυχία, προέλευση της δυστυχίας, παύση της δυστυχίας και δρόμος που οδηγεί στην
παύση της δυστυχίας. Έτσι λοιπόν αυτή η περίσταση αποτελεί την γέννηση των Τριών
Πετραδιών: του Βούδα, του Ντάρμα και της Σάνγκα (26ο κεφ.). Αυτό σημαδεύει κατάλληλα
το τέλος της διδασκαλίας. Τέλος, στον επίλογο, ο Βούδας προτρέπει την ακολουθία των
θεών και των ανθρώπων, να κάνουν αυτή τη Σούτρα άσκησή τους και να την διαδώσουν
όπως μπορούν καλύτερα (27ο κεφ.).

Έτσι τελειώνει αυτή η ιστορία, τη στιγμή που ο Βούδας έχει τελικώς εμφανίσει όλες τις
ιδιότητες της Φώτισης του και είναι πλήρως εξοπλισμένος για να επηρεάσει τον κόσμο,
όπως κι έκανε. Για τα επόμενα σαράντα πέντε χρόνια δίδασκε συνεχώς το Ντάρμα και
δημιούργησε την κοινότητα των μαθητών. Από τη δική μας άποψη, αυτό μπορεί να είναι
παράξενο. Γιατί δεν ακολουθούμε τον Βούδα καθώς χτίζει την κοινότητα των μοναχών και
αλληλεπιδρά με τους ανθρώπους της Ινδίας, ανώτερους και κατώτερους, καθ’ όλη τη
διάρκεια των χρόνων της διδασκαλίας του; Και γιατί δεν ακούμε λεπτομέρειες για τα
γηρατειά του και το πέρασμα στη νιρβάνα; Αφού σ’ αυτό το κομμάτι της ζωής του οι
ασύλληπτες ιδιότητές του είναι περισσότερο εμφανείς και η μεγαλοπρέπεια της πλήρους
Φώτισής του είναι πιο λαμπρή.

Η απάντηση φυσικά δεν μπορεί να δοθεί εδώ, αλλά μπορούμε τουλάχιστον να


υποθέσουμε. Ίσως ο σκοπός αυτής της αναφοράς, να μην είναι να περιγράψει τη ζωή του
Βούδα όπως θα περίμενε κανείς σε μια παραδοσιακή ή θρησκευτική βιογραφία. Αλλά να
πει την ιστορία της τέλειας Φώτισης ενός Μποντισάτβα στην τελευταία του ενσάρκωση.
Έτσι, τα διάφορα γεγονότα που εμφανίζονται μετά τη Φώτιση και κατά τη διάρκεια των
σαράντα πέντε χρόνων που δίδασκε, δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ένα έργο που
σκοπεύει να περιγράψει τη Φώτιση του Βούδα. Επιπλέον αυτά τα γεγονότα, έχουν
καταγραφεί καλά στις διδασκαλίες που διατηρούνται σε άλλο τμήμα του Βουδιστικού
κανόνα.

Αν αυτή η υπόθεση είναι ορθή, το Πλήρες Παιγνίδισμα δεν θα πρέπει να


θεωρηθεί αποκλειστικά ως ο ‘βίος του Βούδα’ έτσι όπως συνήθως αντιλαμβανόμαστε
αυτή τη φράση, αλλά σαν μια περιγραφή του ξεδιπλώματος της ίδιας της Φώτισης με
επίκεντρο τη μορφή του Βούδα Σακυαμούνι, έχοντας όμως πολλά θέματα και αναφορές
που δεν αναφέρονται αποκλειστικά στο παράδειγμα της δικής του ζωής. Αν και υπάρχουν
συγκεκριμένα γεγονότα στη ζωή του Βούδα Σακυαμούνι στα κεφάλαια σε σχέση με την
μόρφωση του, τις αθλητικές του ικανότητες κλπ, συχνά μας τονίζεται πως τα κύρια
συμβάντα που αναφέρονται στο Πλήρες Παιγνίδισμα, έχουν ήδη αναφερθεί, όποτε
κάποιος Μποντισάτβα αφυπνίζεται στο επίπεδο του Τατάγκατα. Έτσι αυτή η ιστορία δεν
παρουσιάζει κάτι καινούργιο, αλλά εξιστορεί αυτό που συμβαίνει στον καθένα που είναι
ένας τέτοιος Μποντισάτβα.

Αυτό φέρνει στην επιφάνεια ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα της Σούτρα Πλήρες
Παιγνίδισμα, που είναι το εξω-ιστορικό πλαίσιο που χαρακτηρίζει όλη την πλοκή της
ιστορίας. Όλο το κείμενο είναι καλυμμένο από ένα πλέγμα θαυμάτων και άθλων που
συγκλονίζουν το νου και αψηφούν την προσπάθεια κατανόησης με την κοινή μας λογική.
Από την άποψη της Μαχαγιάνα είναι ξεκάθαρο, πως ο κόσμος είναι φτιαγμένος σύμφωνα
με τους φακούς που φοράμε για να βλέπουμε. Και εδώ, στο Πλήρες Παιγνίδισμα, οι φακοί
είναι της πλήρους και ολοκληρωμένης φώτισης. Αυτό το γεγονός το υπαινίσσεται ήδη ο
τίτλος του κειμένου, που περιγράφει τα γεγονότα της ζωής του Μποντισάτβα ως
παιγνίδισμα. Έτσι, τα γεγονότα στη ζωή του Μποντισάτβα δεν είναι η κοινή καρμική
δραστηριότητα που ξετιλίγεται με βάση τους μηχανισμούς ενός διανοητικού νου, αλλά
είναι ο παιχνιδιάρικος τρόπος με τον οποίο η μη διανοητική σοφία ενός Μποντισάτβα
δεκάτου επιπέδου ξεδιπλώνεται ως έκφραση της αφυπνισμένης του διορατικότητας. Αυτός
ο τρόπος αφήγησης, προσκαλεί τον αναγνώστη στην κοσμοθεωρία ενός άναρχου και
άπειρου σύμπαντος όπως το αντιλαμβάνονται οι γνώστες της Μαχαγιάνα. Το χρονικό
διάστημα, οι αριθμοί και τα μεγέθη μέσα στις γραφές της Μαχαγιάνα, είναι τόσο επιμόνως
εντυπωσιακά, που κάθε διανοητική και επιστημονική σκέψη έτσι όπως την ξέρουμε, χάνει
τελικά το νόημα και τη συνάφεια της.
Έτσι το Πλήρες Παιγνίδισμα δεν αποτελεί κάποιο ιστορικό ντοκουμέντο και πιθανόν ποτέ
να μην είχε αυτή τη πρόθεση. Αντιθέτως είναι μια ιστορία για τη Φώτιση που εμπεριέχει
όλες τις καίριες διδασκαλίες της Μαχαγιάνα. Για να μπορέσει λοιπόν ο αναγνώστης να
εκτιμήσει πλήρως το κείμενο, θα πρέπει να ακολουθήσει την αισθητική και ρητορική του
λειτουργία και τον τρόπο που η αφηγηματική του πορεία και τα επεισόδια έχουν
σχεδιαστεί ώστε να επιδράσουν στον αναγνώστη, αντί να το προσεγγίσει απλώς ως μια
τεκμηριωμένη μαρτυρία μιας καλής ζωής. Έτσι το κείμενο μπορεί να αναγνωστεί με
πολλούς τρόπους, από την βουδιστική άποψη και κάθε ανάγνωσή του μπορεί να
αποκαλύψει καινούργιες πτυχές. Η ματιά στο ήθος της κοσμοθεωρίας της Μαχαγιάνα
μπορεί να είναι έμπνευση για τους λαϊκούς, ενθάρρυνση για τους μοναχούς που ζουν τη
ζωή τους με διαλογισμό και ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της βουδιστικής φιλοσοφίας και
φιλολογίας για τους λόγιους. Για κάποιους άλλους μπορεί να είναι όλα μαζί και ακόμα
περισσότερα.

Όμως το γεγονός πως το Πλήρες Παιγνίδισμα δεν είναι κάποιο κείμενο που παρέχει
ιστορικές λεπτομέρειες για τον ιδρυτή του Βουδισμού, δεν θα πρέπει να μας εμποδίζει, αν
έχουμε τέτοια τάση, από το να χαρούμε αυτό το υπέροχο θρησκευτικό έργο μέσα από τη
ματιά της ιστορικής και της φιλολογικής ευρυμάθειας. Αν επιλέξουμε κάποια από αυτές τις
προοπτικές, το Πλήρες Παιγνίδισμα περιέχει έναν πλούτο ιστορικών πληροφοριών. Ο
βασικός σκελετός της ιστορίας για την αφύπνιση του Μποντισάτβα, υπήρχε στη Βουδιστική
παράδοση πολλούς αιώνες πριν τη σύνθεση αυτού του κειμένου, όπως υποδηλώνουν οι
παλαιότεροι λόγιοι της Σούτρα (Winternitz 1927). Αυτός όμως ο βασικός σκελετός
αναπτύχθηκε και κοσμήθηκε πολύ από τους συγγραφείς που του έδωσαν την τωρινή του
μορφή, που χρονολογείται από τον Vaidya (1958) στον 3ο αιών. μ.χ. Οι ιστορίες που
αφορούσαν τη ζωή του Βούδα (και του Μποντισάτβα στην τελευταία και τις προηγούμενες
υπάρξεις του) βρίσκονταν πριν στους διάφορους κανόνες των αρχικών Βουδιστικών
σχολών. Η εκτενής όμως αναφορά στην αφύπνιση σύμφωνα με τη Μαχαγιάνα γίνεται
στο Πλήρες Παιγνίδισμα.

Αυτό το κείμενο είναι εμφανώς μια σύνθεση από διάφορες αρχικές πηγές, που ενώθηκαν
και αναπτύχθηκαν σύμφωνα με την κοσμοθεωρία της Μαχαγιάνα. Έτσι, αυτό το κείμενο
γίνεται ένα εξαιρετικό παράδειγμα για τον τρόπο που η Μαχαγιάνα υπάρχει σταθερά στη
αρχική παράδοση αλλά και γιατί καταπιάνεται πάλι με τα ίδια τα θεμέλια του Βουδισμού μ’
έναν τρόπο που ταιριάζει στην απέραντη θέαση της. Το γεγονός πως το κείμενο είναι μια
σύνθεση, φαίνεται αρχικά από τη μίξη του στυλ και των στίχων, όπου σε ορισμένες
περιπτώσεις εμπεριέχονται παραρτήματα από τις παλαιότερες Βουδιστικές διδασκαλίες
και σε άλλες, παρουσιάζονται νεότερα Βουδιστικά θέματα, τα οποία δεν προκύπτουν έως
τους πρώτους αιώνες της μ.Χ. εποχής. Κάποια κείμενα για το Πλήρες Παιγνίδισμα (τα
περισσότερα εκδόθηκαν τέλη του 19ου αιων. με αρχές του 20ου) αφιέρωσαν πολύ χρόνο στο
να εξακριβώσουν τις αρχικές πηγές του κειμένου και την αντίστοιχο χρονική περίοδο, χωρίς
μεγάλη επιτυχία. Για παράδειγμα, ενώ οι πρώτες σημαντικές εκδόσεις ισχυρίζονταν πως οι
παράγραφοι με τους στίχους αντιπροσώπευαν μια αρχαιότερη καταγωγή σε σχέση με τα
πεζά, αυτή η θεωρία δεν ακολουθήθηκε γενικά στις αρχές του 20ου αιώνα(Winternitz 1927).
Αν και αυτό το θέμα ολοφάνερα χρίζει περισσότερης μελέτης, είναι ενδιαφέρον να
παρατηρήσουμε πως εδώ και 60 χρόνια, δεν έχει εκδοθεί καμία νεώτερη έρευνα πάνω σ’
αυτή τη Σούτρα. Έτσι το μόνο που μπορούμε να πούμε ως προς τις πηγές και την
προέλευση της Σούτρα είναι πως έχει βασιστεί σε διάφορες αρχαιότερες και ως επι το
πλείστον ανεξακρίβωτες πηγές, που ανήκουν στα πρώτα χρόνια της Βουδιστικής
παράδοσης.

Το Πλήρες Παιγνίδισμα δεν επιχειρεί να παρουσιαστεί ως ένα ομοιογενές κείμενο που έχει
γράψει ένας συγγραφέας. Στην πραγματικότητα φαίνεται πως οι συγγραφείς του κειμένου
ήταν περήφανοι που περιέγραφαν την τελευταία ύπαρξη του Μποντισάτβα με τέτοια
λεπτομέρεια και πληρότητα και έτσι, τελικά ήταν εντελώς αποδεκτό να παίρνουν ανοικτά
από διάφορες πηγές. Ένα ολοφάνερο παράδειγμα αυτού είναι, πως αν και το μεγαλύτερο
μέρος της ιστορίας αναφέρεται στο τρίτο πρόσωπο, περιστασιακά αλλάζει στο πρώτο
πρόσωπο, εκεί όπου ο Βούδας εξιστορεί ο ίδιος τα γεγονότα. Επιπλέον, συχνά
παρουσιάζεται μια σημαντική ομοιότητα σε κάποια θέματα, που αναφέρονται σε
παραγράφους με πεζό λόγο και στίχους, και σ’ αυτά τα σημεία οι συγγραφείς δεν
προσπάθησαν να εξωραΐσουν τις αντιθέσεις και τις ανακρίβειες. Πιθανόν οι οξυδερκείς
αναγνώστες εκείνης της εποχής να γνώριζαν τις πηγές από όπου δανειζόταν το Πλήρες
Παιγνίδισμα και να ήταν εντελώς αποδεκτή μια ‘καινούργια’ σύνθεση από τις
παραδοσιακές πηγές, ώστε αυτή η καινούργια γραφή να δίνει το ίδιο επίπεδο έμπνευσης
όπως και άλλες περιπτώσεις του ‘λόγου του Βούδα’ (buddhavacana). Σε σχέση με αυτό που
επισήμως συνηθίζεται, πολλές δηλώσεις της Μαχαγιάνα φιλολογίας, στηρίζουν τέτοιες
ανοικτόμυαλες προσεγγίσεις.

Ο τίτλος της Σούτρα υποδηλώνει πως αυτή είναι μια εκτενής αναφορά στην παιχνιδιάρικη
δραστηριότητα του Μποντισάτβα. Ονομάζεται Πλήρες (in full, vistara) επειδή οι
συγγραφείς είδαν πως το κείμενο αυτό είναι ένας εκτενής τρόπος θέασης της αφύπνισης
του Βούδα, εν αντιθέσει με άλλες (από την άποψη της Μαχαγιάνα) πιο περιορισμένες
αναφορές, με λιγότερη έμφαση στα θαύματα και την ελαστικότητα ως προς τον τόπο και
τον χρόνο. Το Πλήρες όμως, δεν πρέπει να κατανοηθεί μόνο με τους όρους της απέραντης
κοσμοθεωρίας της Μαχαγιάνα. Χαρακτηρίζει και μια εκτενή αναφορά που περιέχει
περισσότερες λεπτομέρειες από προηγούμενες παρουσιάσεις του θέματος, αφού και ο
σανσκριτικός όρος vistara έχει επίσης αυτό το νόημα.

Και οι δυό αυτές ερμηνείες για τη λέξη vistara είναι πιθανές με βάση την μετάφραση του
τίτλου στα Θιβετανικά (rgya cher rol pa). Αν και τα γραμματικά στοιχεία στον Σανσκριτικό
και Θιβετανικό τίτλο διαφέρουν, παρόλα αυτά ο Θιβετανικός τίτλος ερμηνεύεται παρόμοια
με τον Σανσκριτικό. Έτσι, ο ίδιος ο τίτλος μας δίνει ήδη κάποια στοιχεία, πως η ερμηνεία
αυτής της Σούτρα μπορεί να είναι διαφορετική από την συνηθισμένη μας ιστορική θέαση
ως προς τον ορισμό ‘λόγος του Βούδα’. Αντιθέτως, αν ενστερνιστούμε την κοσμοθεωρία
της παιχνιδιάρικης δραστηριότητας που παρουσιάζει το Πλήρες Παιγνίδισμα, τότε ο λόγος
του Βούδα μπορεί να εμφανιστεί οποιαδήποτε φορά, είτε ως σύνθεση, είτε
ξαναγραμμένος, είτε ως καινούργια έκδοση.

Χωρίς αμφιβολία το Πλήρες Παιγνίδισμα, υπήρξε μια εργασία που διήρκεσε στην Ινδία πολλούς
αιώνες, πριν την οριστική του σημερινή μορφή. Φαίνεται πως έχαιρε κάποιας φήμης εκεί
και πως επηρέαζε σημαντικά και κάποιες άλλες περιοχές στην Ασία. Στην
τέχνη Gandharan την περίοδο που εμφανίστηκε το Πλήρες Παιγνίδισμα, τα θέματα του
κειμένου παρουσιάζονταν εκτενώς στους ναούς, ακόμα και σε πολύ μακρινά μέρη όπως
στο συγκρότημα ναών Borobudur στην Ινδονησία. Το Πλήρες Παιγνίδισμα ( ή πιθανόν το
πρωτότυπο του) πιθανόν να μεταφράστηκε στα Κινέζικα τον 4ο αιώνα μ.χ., αν και αυτό δεν
έχει επιβεβαιωθεί.
Έχουμε όμως μια πολύ όμορφη και ορθή μετάφραση του κειμένου, που δημιουργήθηκε
τον 9ο αιώνα μ.χ. και ήταν μια από τις πρώτες μεταφράσεις σ’ αυτήν τη γλώσσα. Αυτό
αποδεικνύει την σπουδαιότητα και την δημοσιότητα που είχε αυτό το κείμενο τότε. Αυτό
το κείμενο μεταφράστηκε εδώ. Εφόσον το κείμενο αυτό ήταν διαθέσιμο στα Θιβετανικά,
έγινε γρήγορα βασική πηγή των γεγονότων της πραγμάτωσης της Φώτισης του Βούδα, και
γι αυτό, εν αντιθέσει με άλλες Σούτρα, το Πλήρες Παιγνίδισμα διαβάστηκε και
μελετήθηκε αρκετά στο Θιβέτ. Ενώ αρκετά κείμενα του Καγκιούρ έπεσαν στην αφάνεια,
το Πλήρες Παιγνίδισμα συνέχισε να έχει μια σταθερή επίδραση στον Θιβετανικό Βουδισμό
μέχρι και σήμερα.

Στη Δύση, η πρώτη αναφορά στο Πλήρες Παιγνίδισμα γίνεται το 1874, όταν
ο Salomon Lefmann έκανε μια Σανσκριτική έκδοση του κειμένου, καθώς και μια μερική
μετάφραση στα Γερμανικά. Μετά από αυτό, εμφανίστηκαν και άλλες μεταφράσεις, καθώς
και μια Αγγλική μετάφραση από τον R.L. Mitra το 1875 και μια Γαλλική πλήρης μετάφραση
από τον Edouard Foucaux το 1892. Μετά από περίπου εκατό χρόνια, η Gwendolyn Bays,
εξέδωσε μια ολοκληρωμένη μετάφραση στα Αγγλικά με βάση την μετάφραση
του Foucaux.

Η παρούσα μετάφραση χτίστηκε και ωφελήθηκε από τις σημαντικές προσπάθειες των
προηγούμενων λόγιων. Εν αντιθέσει με παλαιότερες όμως μεταφράσεις, η δική μας
μετάφραση βασίστηκε στο Θιβετανικό κείμενο που υπάρχει στο Dege Κανγκιούρ (Toh 95),
αναφέροντας και άλλες εκδόσεις του Κανγκιούρ. Επιπλέον, συγκρίναμε λέξη προς λέξη την
Θιβετανική μετάφραση με την Σανσκριτική (Lefmann 1874) και προσαρμόσαμε τη
μετάφραση σε αρκετές περιπτώσεις όπου κάποιες παράγραφοι ήταν πιο ξεκάθαρες στα
Σανσκριτικά απ’ ότι στα Θιβετανικά ή ήταν πιο καλογραμμένη.

Έτσι, είναι δίκαιο να πούμε πως αυτή η μετάφραση είναι προϊόν και των Θιβετανικών και
των Σανσκριτικών εξίσου. Αν και μερικοί λόγιοι θα προτιμούσαν μια μετάφραση μόνο από
τα Σανσκριτικά, πιστεύουμε πως η παρούσα προσέγγιση δικαιολογείται, εφόσον μια
συγκριτική μελέτη των διαθέσιμων κειμένων ξεκαθαρίζει πως αρκετά στοιχεία των
κειμένων που υπήρχαν στην Ινδία, είχαν σημαντικές διαφορές ως προς το περιεχόμενο και
τις λέξεις. Επιπλέον, εφόσον το Θιβετανικό χειρόγραφο προηγείται κατά αιώνες του
υπάρχοντος Σανσκριτικού χειρόγραφου, μπορεί να αντιπροσωπεύει έναν αρχαιότερο
κλάδο/stratum, και δεν είναι απλώς συμπληρωματικό του Σανσκριτικού.

Κατά την μετάφραση, επιδιώξαμε να χρησιμοποιήσουμε το καλύτερο και από τις δυο
παραδόσεις των κειμένων έχοντας μια διπλωματική προσέγγιση, χωρίς να δείχνουμε
προτίμηση σε καμία από τις γλώσσες. Και εφόσον πραγματικά υπάρχουν χιλιάδες
διαφορές ανάμεσα στα Σανσκριτικά και Θιβετανικά χειρόγραφα αν υπολογίσει κανείς όλα
τα επίπεδα θεμάτων, αποφύγαμε να βάλουμε σημειώσεις για κάθε μια μας επιλογή. Το
κίνητρό μας γι αυτό ήταν να παρουσιάσουμε μια μετάφραση που να μπορεί να
ευχαριστηθεί ο αναγνώστης, χωρίς να διασπάται από τις διάφορες φιλολογικές συζητήσεις
και σημειώσεις, που μόνο κάποιον ειδικό λόγιο θα ενδιέφεραν. Για όσους θέλουν να
μελετήσουν τη μετάφραση μαζί με το αυθεντικό χειρόγραφο, βάλαμε σημειώσεις για τους
αριθμούς σελίδας και στα δύο κείμενα, ώστε οι ειδικοί να έχουν ένα εύκολο τρόπο για να
συγκρίνουν τα κείμενα. Έτσι, ευχή μας είναι, πως ο απλός αναγνώστης αλλά και ο ειδικός,
θα βρει όφελος και έμπνευση στην παρούσα μετάφραση.
Πρόχειρη Μετάφραση Κ. Χοχλάκη

1ο Κεφάλαιο - Χώρος
[F.1.b] Υποκλίνομαι σε όλους τους Βούδα και Μποντισάτβα!
Έτσι άκουσα κάποτε. Ο Ευλογημένος βρισκόταν στο Άλσος Τζεταβάνα, στο
Σραβάστι, στο πάρκο Anathapindαda, μαζί με μια μεγάλη κοινότητα δώδεκα
χιλιάδων μοναχών.

Μεταξύ αυτών ήταν ο σεβαστός Τζνανακαουντίνια, ο σεβαστός Ασβατζίτ, ο σεβαστός


Μπάσπα, ο σεβαστός Μαχανάμα, ο σεβαστός Μπαντρίκα, ο σεβαστός Γιασοντέβα, ο
σεβαστός Βιμάλα, ο σεβαστός Σουμπάχου, ο σεβαστός Πούρνα, ο σεβαστός
Γκαβαμπάτι, ο σεβαστός Ουρουμπίλβα Κάσυαπα, ο σεβαστός Ναντικάσυαπα, ο
σεβαστός Γκαγιακάσυαπα, ο σεβαστός Σαριπούτρα, ο σεβαστός
Μαχαμαουντγκαλυαγιάνα, ο σεβαστός Μαχακασυάπα, [F.2.a] ο σεβαστός
Μαχακατυαγιάνα, ο σεβαστός Μαχακαπίλα, ο σεβαστός Καουντίνυα, ο σεβαστός
Τσουνάντα, ο σεβαστός Πουρναμαϊτραγιανιπούτρα, ο σεβαστός Αριρούντα, ο
σεβαστός Ναντίκα, ο σεβαστός Κασπίλα, ο σεβαστός Σουμπούτι, ο σεβαστός
Ρεβάτα, [2] ο σεβαστός Καντιραβανίκα, ο σεβαστός Αμογκαράτζα, ο σεβαστός
Μαχαπαρανίκα, ο σεβαστός Βακούλα, ο σεβαστός Νάντα, ο σεβαστός Ραχούλα, ο
σεβαστός Σβαγκάτα και ο σεβαστός Ανάντα.
Μαζί με αυτούς τους μοναχούς υπήρχαν και 32.000 Μποντισάτβα, που είχαν μία
μόνο επαναγέννηση και είχαν πραγματώσει όλες τις τελειότητες των Μποντισάτβα.
Είχαν κατακτήσει όλες τις υπερφυσικές γνώσεις των Μποντισάτβα, είχαν
πραγματώσει όλα τα νταράνι και όλες τις βεβαιότητες των Μποντισάτβα. Είχαν
ολοκληρώσει όλες τις προσδοκίες των Μποντισάτβα, είχαν κατανοήσει και
πραγματώσει όλες τις διακρίνουσες σοφίες των Μποντισάτβα και είχαν κατακτήσει
όλες τις απορροφήσεις των Μποντισάτβα. Είχαν αποκτήσει όλες τις δυνάμεις των
Μποντισάτβα και είχαν όλη την υπομονή των Μποντισάτβα. Πράγματι καθένας από
αυτούς είχε ολοκληρώσει όλα τα επίπεδα των Μποντισάτβα.
Οι πιο ξακουστοί ανάμεσά τους ήταν το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα Μαϊτρέγια, το
μεγάλο ον ο Μποντισάτβα Νταρανισβαράτζα, [F.2.b] το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα
Σιμακέτου, το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα Σινταρταμάτι, το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα
Πρασαντατσαριτραμάτι, το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα Πρατισαμβιπράπτα, το μεγάλο
ον ο Μποντισάτβα Νυτιοντιούκτα και το μεγάλο ον ο Μποντισάτβα
Μαχακαρουνατσαντρίν.
Τότε ο Ευλογημένος έμενε στην πόλη Σραβάστι, όπου και τον τιμούσε η τετράπτυχη
ακολουθία του, καθώς και βασιλείς, πρίγκιπες, βασιλικοί υπουργοί, και υποτελείς
βασιλείς. Τον τιμούσαν επίσης και οι ακόλουθοί του από τον στρατό, οι ιερείς, οι
έμποροι, οι νοικοκυραίοι και η βασιλική αυλή. Τον τιμούσαν ακόμα οι αστοί και οι
επαρχιώτες, οι οπαδοί μη βουδιστικών φιλοσοφιών, οι πνευματικοί αναζητητές, οι
ιερείς, οι λόγιοι και οι περιπλανώμενοι ερημίτες. Του έδειχναν μεγάλο σεβασμό και
τον θεωρούσαν δάσκαλό τους.
Ο Ευλογημένος έλαβε μια αφθονία πικάντικου φαγητού και ποτών, ράσα, κύπελλα
ελεημοσύνης, [3] στρωσίδια, θεραπευτικά βότανα και αντίδοτα και άλλα απαραίτητα
μαζί με προσφορές. Όμως ο μεγάλος πλούτος και η φήμη που είχε, ήταν σαν τις
σταγόνες του νερού που πέφτουν από τα πέταλα του άνθους του λωτού. Ο
Ευλογημένος παρέμενε αμόλυντος και αποστασιωμένος από όλα αυτά.
Επειδή η φήμη του Ευλογημένου απλώθηκε σ’ όλο τον κόσμο, πολλά επίθετα και
ονόματα του δόθηκαν, όπως Ευλογημένος, Τέλεια και Ολοκληρωμένα Φωτισμένος,
Αυτός που έχει Σοφία και Αρετή, Βαίνων στην Ευδαιμονία, Γνώστης του Κόσμου,
Απαράμιλλος Οδηγός που Δαμάζει τα Όντα, Δάσκαλος Θεών κι Ανθρώπων και
Ευλογημένος Βούδας.
Ο Ευλογημένος που είναι προικισμένος με την επτάπτυχη όραση, δίδαξε τους
κατοίκους του κόσμου αυτού και άλλων, μαζί με τους θεούς τους, τον Μάρα, τον
Μπράχμα, τους μοναχούς, τις μοναχές και τους ιερείς. [F.3.a]. Σε όλα αυτά τα όντα,
ανθρώπους και θεούς το ίδιο, δίδαξε αυτό που ο ίδιος κατανόησε και επομένως
πραγματοποίησε και κατάφερε.
Οι διδασκαλίες που έδωσε ήταν ενάρετες στην αρχή, ενάρετες στο μέσον, ενάρετες
στο τέλος. Το Ντάρμα που δίδαξε, ήταν έξοχο στη λέξη και στο νόημα, ήταν άμεσα
διακριτό, ολοκληρωμένο, αγνό και ενάρετο. Σε όλα αυτά τα όντα δίδαξε πώς να
διάγουν μια αγνή ζωή.
Κατά την μεσονύχτια περίοδο μιας μέρας, ο Ευλογημένος μπήκε στην κατάσταση της
βαθειάς απορρόφησης που ονομάζεται παράταξη των στολιδιών του Βούδα. Τη
στιγμή που μπήκε σ’ αυτήν την απορρόφηση, μια ακτίνα φωτός που λέγεται φως της
σοφίας απαλλαγμένο από προσκόλληση που εμφανίζει τη μνήμη των Βούδα των
τριών χρόνων, έλαμψε από το εξόγκωμα στην κορφή της κεφαλής του. Φώτισε όλα
τα αγνά ουράνια πεδία και προσέλκυσε τον Μαχεσβάρα και αμέτρητα άλλα ουράνια
τέκνα. Από το φως που έλαμψε από τον Τατάγκατα, βγήκαν οι εξής στίχοι
επίκλησης:

«Ελάτε μπροστά στον Άγιο, το Λιοντάρι των Σάκυα.


Έξοχο, υπέρτατα λαμπρό και αγνό,
το φως της σοφίας που ακτινοβολεί διαλύει το σκοτάδι.
Με γαλήνια μορφή, ο νου του είναι ενάρετος και ισορροπημένος.

Κάντε δάσκαλό σας αυτόν που κατέχει φυσικά το Ντάρμα,


έναν ωκεανό σοφίας, με αμέτρητη και αγνή δύναμη,
τον κυρίαρχο του Ντάρμα, τον παντογνώστη άρχοντα των σοφών,
τον θεό των θεών, αυτόν που όμοια τιμούν άνθρωποι και θεοί.

Ελάτε μπροστά στον Γαλήνιο, Αυτόν που Ελευθερώθηκε,


αυτόν που κυρίευσε το νου όσων δύσκολα δαμάζονται,
που ο νους του είναι ελεύθερος από τις παγίδες του Μάρα,
όφελος έχει να τον δει και να τον ακούσει κανείς. [4]

Όλοι εσείς πηγαίντε, με υπέρτατη αφοσίωση


μπροστά στον Απαράμιλλο Διαφωτιστή του Ντάρμα,
που διαλύει το σκοτάδι και δείχνει τον έξοχο δρόμο
με την ειρηνική συμπεριφορά και την άπειρη σοφία.

Το ιερό νέκταρ δίνει, σαν τον βασιλιά των θεραπευτών,


που κατακτά τις δαιμονικές ορδές με τον θαρραλέο του λόγο.
Φίλος του Ντάρμα είναι και γνώστης του τελικού.
Απαράμιλλος οδηγητής είναι που φωτίζει τον δρόμο.»[F.3.b]

Χτυπημένα από το φως της σοφίας που είναι απαλλαγμένη από προσκόλληση, που
ξύπνησε την μνήμη όλων των Βούδα του παρελθόντος, τα θεϊκά παιδιά
εμπνεύστηκαν από αυτούς τους στίχους και σηκώθηκαν αμέσως από την
διαλογιστική ισορροπία τους. Από τη δύναμη του Βούδα, ενθυμήθηκαν τους
ευλογημένους Βούδα των αμέτρητα ανυπολόγιστων κάλπα, θυμήθηκαν τις ιδιότητες
των βουδικών πεδίων καθενός από τους ευλογημένους Βούδα καθώς και την
συνοδεία που περιέβαλλε τους Βούδα και τις διδασκαλίες που έδωσε.
Εκείνο το βράδυ, την ώρα που οι άνθρωποι πήγαιναν για ύπνο, τα θεϊκά παιδιά των
καθαρών ουράνιων πεδίων επισκέφτηκαν τον Ευλογημένο. Μεταξύ αυτών ήταν και ο
Ισβάρα, ο Μαχεσβάρα, ο Νάντα, ο Σουνάντα, ο Τσαντάνα, ο Μαχίτα, ο Πρασάντα, ο
Πρασανταβινιτεσβάρα και πολλοί άλλοι. Με τα λαμπρά τους χρώματα φώτισαν όλο
το άλσος Τζεταβάνα με ένα θείο φως. Έβαλαν το κεφάλι τους στα πόδια του
Ευλογημένου, τον προσκύνησαν, έκατσαν στο πλάι και έκαναν την εξής παράκληση:
«Ευλογημένε, υπάρχει μια μεγάλη συλλογή διδασκαλιών του Ντάρμα με το
όνομα Λαλιταβιστάρα (Το Πλήρες Παιγνίδισμα). Η διδασκαλία αυτή φωτίζει τις
βασικές αρχές των Μποντισάτβα, παρουσιάζει την κάθοδό του από το έξοχο παλάτι
στο Πεδίο της Χαράς, την εσκεμμένη του είσοδο στην μήτρα και την διαμονή του εκεί.
Παρουσιάζει τη δύναμη του χώρου της γέννησής του στην ευγενή οικογένεια και το
πώς ξεπέρασε τους άλλους, ως νεαρός, δείχνοντας τις ανώτερες ιδιαίτερες
ικανότητές του μέσα από τις πράξεις του. Παρουσιάζει τις διάφορες μοναδικές του
ιδιότητες, όπως την επιδεξιότητά του στις χειροτεχνίες, στη δραστηριότητα, στη
γραφή, στην αριθμητική, στους υπολογισμούς, στην αστρολογία, στην ξιφομαχία και
την τοξοβολία, [F.4.a] τους άθλους της σωματικής του δύναμης και της πάλης,
δείχνοντας την ανωτερότητά του σ’ αυτούς τους τομείς. Παρουσιάζει τις χαρές του
παλατιού και την απόλαυση που ζούσε με τις συντρόφους του. [5]
«Η διδασκαλία αυτή κηρύττει πως πέτυχε το αποτέλεσμα που ήρθε μέσα από την
σύμφωνη αιτία όλων των δραστηριοτήτων ενός Μποντισάτβα, παρουσιάζει το πώς
εμφανίστηκε ως Μποντισάτβα και κατέστρεψε όλες τις ορδές του Μάρα. Εξηγεί τις
δέκα δυνάμεις, τις τέσσερεις αφοβίες και τις άλλες αμέτρητες ιδιότητες του Τατάγκατα
και παρουσιάζει τις άπειρες διδασκαλίες που δίδαξαν οι Τατάγκατα τους
παρελθόντες χρόνους, των ευλογημένων Padmottara, Dharmaketu, Dīpaṃkara,
Guṇaketu, Mahākara, Ṛṣideva, Śrītejas, Satyaketu, Vajrasaṃhata, Sarvābhibhū,
Hemavarṇa,
Atyuccagāmin, Prabālasāgara, Puṣpaketu, Vararūpa, Sulocana, Ṛṣigupta, Jinavaktr
a, Unnata, Puṣpita,
Ūrṇatejas, Puṣkara, Suraśmi, Maṅgala, Sudarśana, Mahāsiṃhatejas, Sthitabuddhida
tta, Vasantagandhin, Satyadharmavipulakīrti, Tiṣya, Puṣya, Lokasundara, Vistīrṇabh
eda, Ratnakīrti, Ugratejas, Brahmatejas, Sughoṣa, Supuṣpa, Sumanojñaghoṣa, Suc
eṣṭarūpa, Prahasitanetra, Guṇarāśi, Meghasvara, Sundaravarṇa,
Āyustejas, Salīlagajagāmin, Lokābhilāṣita, Jitaśatru, Sampūjita, [F.4.b] Vipaśyin,
Śikhin, Viśvabhū, Krakucchanda, Kanakamuni και του Τατάγκατα, του Άξιου, του
Τέλεια Ολοκληρωμένα Αφυπνισμένου Κάσυαπα.
«Ευλογημένε, σε παρακαλούμε δώσε αυτή τη διδασκαλία για να γιατρευτεί πλήθος
όντων, για να τους φέρεις ευτυχία, για να ωφελήσεις πλήθος όντων, ανθρώπους και
θεούς, δίδαξέ το από αγάπη για τον κόσμο. Δίδαξέ το για να γίνει ο θεραπευτής μας
και να μας φέρει ευτυχία, για να εξαπλωθεί το Μεγάλο Όχημα. Δίδαξέ το σε
παρακαλούμε για να νικηθούν οι αντίπαλοί μας και να κατατροπωθούν οι δαιμονικές
δυνάμεις, για να εκπαιδευτούν όλοι οι Μποντισάτβα και να εμπνευστούν στον ζήλο
όσοι ακολουθούν το όχημα των Μποντισάτβα, για να υιοθετήσουν το αληθινό
Ντάρμα και να σιγουρέψουν τη συνέχεια των Τριών Πετραδιών. [6] Σε παρακαλούμε
δίδαξέ το για να λάμψουν όλες οι φωτισμένες δραστηριότητες του Βούδα.»
Από αγάπη γι αυτά τα θεϊκά παιδιά κι για όλο τον κόσμο, μαζί και τους θεούς, ο
Ευλογημένος παράμεινε σιωπηλός δίνοντας έτσι τη συγκατάθεσή του. Βλέποντας
πως με τη σιωπηλή του στάση ο Ευλογημένος δίνει τη συγκατάθεσή του, τα θεϊκά
παιδιά ικανοποιήθηκαν και γέμισαν χαρά. Χαρούμενοι και ευτυχισμένοι υποκλίθηκαν
στα πόδια του και έκαναν τρεις περιφορές γύρω του, σκορπίζοντας σκόνη
σανταλόξυλου, σκόνη αλόης και λουλούδια μανταράβα. Έπειτα εξαφανίστηκαν.
Την αυγή της άλλης μέρας ο Ευλογημένος προχώρησε σε ένα κυκλικό άλσος από
μπαμπού. Περιτριγυρισμένος από τη συνάθροιση των Μποντισάτβα και την Σάνγκα
των Ακροατών, έκατσε στη θέση που του είχαν ετοιμάσει και απευθύνθηκε στους
μοναχούς λέγοντας:
[F.5 a.] «Αυτό το απόγευμα μοναχοί παρουσιάστηκε μπροστά μου μια ομάδα θεϊκών
παιδιών από τα αγνά ουράνια πεδία. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Ισβάρα, ο
Μαχεσβάρα, ο Νάντα, ο Σουνάντα, ο Τσαντάνα, ο Μαχίτα, ο Πρασάντα, ο
Πρασανταβινιτεσβάρα και πολλοί άλλοι.»
Ο Ευλογημένος συνέχισε μετά να εξιστορεί τα γεγονότα του προηγούμενου
απογεύματος, μέχρι το σημείο που τα θεϊκά παιδιά εξαφανίστηκαν. Οι Μποντισάτβα
και οι μεγάλοι Ακροατές τότε υποκλίθηκαν και με τα χέρια ενωμένα έκαναν την εξής
παράκληση:
«Σε παρακαλούμε Ευλογημένε δώσε μας τη διδασκαλία που λέγεται Το Πλήρες
Παιγνίδισμα. Σε παρακαλούμε δίδαξέ το τώρα για να γιατρευτεί και να ευτυχίσει
πλήθος όντων. Δίδαξέ το από αγάπη για τον κόσμο και για να ωφεληθεί πλήθος
όντων, θεοί και άνθρωποι. Σε παρακαλούμε δίδαξέ το για να ωφεληθούν οι μεγάλοι
Μποντισάτβα του παρόντος και να ωφεληθούν οι μελλοντικές γενιές. Σε
παρακαλούμε δίδαξέ το ώστε να γίνεις ο θεραπευτής μας και να μας φέρεις χαρά.»
Από αγάπη για τους μεγάλους Μποντισάτβα, τους μεγάλους Ακροατές, τους θεούς,
τους ανθρώπους και τους ημιθέους αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο, ο
Ευλογημένος παράμεινε σιωπηλός, δίνοντας έτσι την συγκατάθεσή του. Έπειτα είπε
στη συνάθροιση: [7]

Μοναχοί, χτες το βράδυ καθώς καθόμουν εδώ,


άνετος κι απαλλαγμένος από μολύνσεις,
σε ισορροπία με εστιασμένη συγκέντρωση,
μια ομάδα θεϊκών παιδιών ήρθε μπροστά μου.

Είχαν μεγάλες θαυματουργικές δυνάμεις και λαμπερά χρώματα,


αγνότητα, και έλαμπαν από μεγαλοπρέπεια.
Με το μεγαλείο τους φώτισαν το άλσος Τζεταβάνα
καθώς χαρούμενοι με πλησίασαν.

Ήταν εκατομμύρια οι θεοί,


μαζί τους και ο Μαχεσβάρα, ο Τσαντάρα, ο Ισβάρα, ο Νάντα,
ο Πρασαντατσίτα, ο Μαχίτα, ο Σουνάντα,
και ο θεϊκός γιος Σάντα.

Υποκλίθηκαν στα πόδια μου, έκαναν περιφορές γύρω μου


και συγκεντρώθηκαν εδώ μπροστά μου.
Ένωσαν με σεβασμό τα χέρια τους
και έκαναν την εξής παράκληση: [F.5 b.]
Για να θεραπευτούν οι κόσμοι όλοι,
διδάχτηκε η απέραντη αυτή Σούτρα,
η μεγάλη διδασκαλία, απ’ όλους τους Νικητές του παρελθόντος.
Έτσι και σήμερα, Σοφέ, αφού διέλυσες τη προσκόλληση,

σκέψου την συνάθροιση των Μποντισάτβα.


Για να ηττηθούν οι αντίπαλοι και να δαμαστούν όλοι οι δαίμονες,
δίδαξέ μας το έξοχο Μεγάλο Όχημα.
Γι αυτό, Άξιε, σε παρακαλούμε δώσε μας τις καθαρές σου εξηγήσεις.’

Έτσι έκαναν την παράκλησή τους οι θεοί,


κι εγώ συγκατατέθηκα με την σιωπή μου.
Αυτό τους ικανοποίησε και τους γέμισε χαρά,
κι από την ευχαρίστησή τους σκόρπισαν πέταλα λουλουδιών.

Έτσι λοιπόν, ακούστε μοναχοί την απέραντη αυτή Σούτρα,


που όλοι οι προηγούμενοι Βούδες δίδαξαν
για το όφελος όλων των κόσμων.
Όλοι εσείς ακούστε τη μεγάλη αυτή διδασκαλία.»

Έτσι τελειώνει το 1ο κεφάλαιο

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

2ο Κεφάλαιο – Έμπνευση

Τώρα μοναχοί, ποια είναι η εκτενής διδασκαλία του Ντάρμα με το όνομα Το Πλήρες
Παιγνίδισμα;
Ο Μποντισάτβα, μοναχοί, διέμενε στο έξοχο Πεδίο της Χαράς κι εκεί έλαβε
προσφορές, μυήσεις, εκεί τον εγκωμίασαν και τον τίμησαν εκατό χιλιάδες θεοί. [8]
Είχε επιτύχει στον σκοπό του και είχε εξελιχθεί εξ αιτίας των προηγούμενων
προσευχών του. Η ευφυΐα του ήταν τόσο μεγάλη, που πραγμάτωσε όλες τις
διδασκαλίες του Ντάρμα. Το μάτι της σοφίας του ήταν ταυτόχρονα απέραντο και
τέλεια καθαρό. Ο νους του ήταν εξαιρετικά δυνατός ώστε ακτινοβολούσε επίγνωση,
ευφυΐα, πραγμάτωση, σεμνότητα και χαρά. Είχε πραγματώσει τις τελειότητες της
γενναιοδωρίας, της πειθαρχίας, της υπομονής, της επιμονής, της συγκέντρωσης, της
γνώσης και των επιδέξιων μέσων, ήταν αυθεντία στο τετράπτυχο μονοπάτι του
Μπράχμα: τη μεγάλη αγάπη, το μεγάλο έλεος, τη μεγάλη χαρά και τη μεγάλη
ισότητα. Έχοντας έξοχη επίγνωση, ήταν απαλλαγμένος από τα πέπλα και είχε
προβάλλει το όραμα της σοφίας που είναι απαλλαγμένο από προσκόλληση. Με τον
ίδιο τρόπο είχε τελειοποιήσει όλες τις ιδιότητες της αφύπνισης: της εφαρμογές της
επαγρύπνησης, τις τέλειες εγκαταλείψεις, τις βάσεις των θαυματουργικών δυνάμεων,
[F.6 a.]τις ικανότητες, τις δυνάμεις, τους κλάδους της Φώτισης και τον δρόμο.
Μεγαλειώδη γνωρίσματα και σημάδια, που υποδηλώνουν την απεριόριστη
συσσώρευση αρετής και σοφίας, κοσμούσαν όμορφα το σώμα του Μποντισάτβα,
που είχε εισέλθει στην κατάλληλη συμπεριφορά για πολύ καιρό. Η δράση του ήταν
πάντα σύμφωνη με τον λόγο του και η αλάνθαστες δηλώσεις του ήταν πάντα
αυθεντικές. Ταυτόχρονα ειλικρινής, ευθύς και απαλλαγμένος από δόλο, ο νους του
ήταν ανίκητος. Απαλλαγμένος από υπερηφάνεια, έπαρση, άγνοια, φόβο και δειλία,
ήταν αμερόληπτος προς όλα τα όντα.
Ο Μποντισάτβα είχε τιμήσει αμέτρητα αφυπνισμένα όντα, δισεκ/μύρια δισεκ/μυρίων
Βούδα. Το γεμάτο αγάπη βλέμμα του είχαν τιμήσει δισεκ/μύρια δισεκ/μυρίων
Μποντισάτβα. Μπροστά στο μεγαλείο του αγαλλίαζαν τα πλήθη των κιμνάρα κα
γιάκσα, τα γκαρούντα, οι ημίθεοι, οι γκαντάρβα, τα νάγκα, οι θεοί, οι προστάτες του
κόσμου καθώς και ο Σάκρα, ο Μπράχμα και ο Μαχεσβάρα.
Διακρίνοντας τέλεια κάθε τους λέξη, ο Μποντισάτβα κατανοούσε τις διδασκαλίες
αμέσως, απρόσκοπτα, με διάκριση και τέλεια. Ήταν ένα ανεμπόδιστο όχημα
εγρήγορσης, ικανός στο να ανακαλεί όλες τις διδασκαλίες όλων των Βούδα. Άπειρος
ήταν ο αριθμός των νταράνι που είχε λάβει. Ο Μποντισάτβα ήταν ο μεγάλος
καπετάνιος του οχήματος του Ντάρμα, που είχε τέλεια πραγματώσει με τις
εφαρμογές της επαγρύπνησης, τις τέλειες εγκαταλείψεις, τις βάσεις των
θαυματουργικών δυνάμεων, τις ικανότητες, τις δυνάμεις, τους κλάδους της Φώτισης,
τον δρόμο, την τελειότητα της σοφίας, την πολύτιμη ιδιότητα των επιδέξιων μέσων
και την αρετή. Με την πρόθεση να πάει πέρα από τα τέσσερα ποτάμια[1], νίκησε τον
Μάρα, καθυπόταξε εχθρικές δυνάμεις και κατανίκησε όλους τους αντιπάλους του.
Μπήκε στην πρώτη γραμμή και κατέστρεψε τις εχθρικές ορδές των μολύνσεων, με το
σταθερό όπλο του βάτζρα, την υπέρτατη σοφία. [F.6 b]
Αυτό το μεγάλο ον ήταν σαν τον λωτό. Είχε τον βλαστό του μεγάλου ελέους βαθιά
ριζωμένο στο νου της Φώτισης, ο λωτός αυτός είχε γεννηθεί με την υπέρτατη
πρόθεση. Ήταν ραντισμένος με το νερό του υπέρτατου ζήλου, για κέντρο είχε τα
επιδέξια μέσα, για ανθήρες του τους κλάδους της φώτισης, για στήμονα την νοητική
σταθερότητα. Αυτός ο λωτός άνθησε από έναν απροσμέτρητο ωκεανό απέραντης
συσσώρευσης αρετών. Τα ανθισμένα πέταλά του, τα φώτιζε το φεγγαρόφωτο που
ήταν τέλεια καθαρό, απαλλαγμένο από τα βάσανα της υπερηφάνειας και της
αλαζονείας. Μοσχοβολούσε το άρωμα της πειθαρχίας, της μελέτης και του
ευσυνείδητου λόγου, που ήταν ανεμπόδιστο μέσα στις δέκα κατευθύνσεις. Αυτός ο
λωτός ήταν φημισμένος σε όλο τον κόσμο ως προς την γνώση του, [9] αμόλυντος
όμως από τις οκτώ κοσμικές σκέψεις. Εξέπεμπε το γλυκό άρωμα της συσσώρευσης
αρετής και σοφίας, το φως της γνώσης και της σοφίας τον ζέσταιναν και έκαναν τα
εκατό του πέταλα της καθαρής του όρασης να ανοίγουν.
Ο Μποντισάτβα ήταν ο λέοντας ανάμεσα στους ανθρώπους. Οι τέσσερις βάσεις των
θαυματουργικών του δυνάμεων ήσαν γρήγορες και δυνατές, σαν τα πολύ κοφτερά
νύχια και δόντια των τεσσάρων ευγενών αληθειών. Είχε τα νύχια των τεσσάρων
μεθέξεων[2]/κοινωνιών με τον Μπράχμα και συγκέντρωνε τους άλλους με
τους τέσσερις τρόπους προσέλκυσης της κεφαλής του. Είχε καλοσχηματισμένο σώμα,
επειδή κατανόησε τους δώδεκα κρίκους της αλληλεξάρτησης, και την κυματιστή
χαίτη της ολοκληρωμένης τελειοποίησης των τριάντα επτά κλάδων της Φώτισης μαζί
με επίγνωση και σοφία, το στόμα του άνοιγε με τις τρεις πόρτες της απελευθέρωσης,
ενώ τα μάτια του υποδήλωναν την τέλεια καθαρότητα της ισορροπίας και της
διορατικότητας. Κατοικούσε στις ορεινές σπηλιές της νοητικής σταθερότητας, της
τέλειας απελευθέρωσης, της απορρόφησης και του βαθιού διαλογισμού. Γεννήθηκε
στις ζούγκλες των τεσσάρων δραστηριοτήτων και της πειθαρχίας, ήταν προικισμένος
με τις δέκα δυνάμεις, την τετράπτυχη αφοβία και την τέλεια δύναμη. Οι τρίχες του
σώματός του δεν ορθώνονταν από το φόβο της δημιουργίας και της καταστροφής,
ούτε ποτέ ελαττώθηκε η γενναιότητά του. Καθυπόταζε πλήθη μη Βουδιστών, που
είναι σαν λαγοί κι ελάφια, [F. 7a] με τον βρυχηθμό του λιονταριού της απουσίας
εαυτού.
Ως ο ήλιος των μεγάλων όντων, ακτινοβολούσε ακτίνες γνώσης από τη σφαίρα της
απελευθέρωσης και της συγκέντρωσής του, διαλύοντας το φως του πλήθους των μη
Βουδιστών, που είναι σαν τις πυγολαμπίδες, και εξαφανίζει το σκοτάδι και το πέπλο
της άγνοιας. Με λαμπρή δύναμη και ζήλο, το ακτινοβόλο μεγαλείο της αρετής του
έλαμπε ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους.
Σαν το φως του φεγγαριού, δεν υπήρχε σκοτάδι μέσα του. Ενσάρκωνε τέλεια κάθ τι
καλό. Το βλέμμα του ήταν όμορφο να αντικρίζεις και αρεστό στο νου, και η ικανότητα
της όρασής του ανεμπόδιστη. Κοσμείτο από τους αστερισμούς εκατό χιλιάδων θεών,
το φεγγαρόφως των κλάδων της Φώτισής του ακτινοβολούσε από τη σφαίρα της
συγκέντρωσης, της απελευθέρωσης και της σοφίας, κάνοντας τα κρίνα μεταξύ των
θεών και των ανθρώπων να ανθίζουν.
Τον Μποντισάτβα ακολουθούσε μια τετράπτυχη ακολουθία, όπως το φεγγάρι από τις
τέσσερις κατευθύνσεις και ήταν κοσμημένος με τα πετράδια των επτά κλάδων της
Φώτισης. Έβλεπε όλα τα όντα ισότιμα και κατείχε μια ανεμπόδιστη αναλυτική
δυνατότητα. Η πρόθεσή του ήταν ενισχυμένη από τον υπέρτατο και τέλεια
ολοκληρωμένο ασκητισμό και τις πνευματικές ασκήσεις που τηρούσε στον δρόμο
των δέκα ενάρετων δραστηριοτήτων. Ως ο βασιλιάς του Ντάρμα, έστρεψε τον τροχό
του έξοχου Ντάρμα ανεμπόδιστα, έχοντας γεννηθεί στη γενεαλογία των παγκόσμιων
μοναρχών.
Πλήρης με όλες τις πολύτιμες διδασκαλίες, όπως της βαθιάς αλληλεξαρτημένης
παραγωγής που τόσο δύσκολα κατανοεί κανείς, δεν τον κούρασε ποτέ η μελέτη. Γι
αυτό η απεριόριστη σοφία του είχε γίνει απέραντη και περιελάμβανε τα πάντα. Το
ίδιο αμέτρητη ήταν και η πειθαρχία του. Ο νους του ήταν τόσο απέραντος όσο οι
ωκεανοί και η γη. Ομοίως με τη γη, το νερό, την φωτιά και τον αέρα, ο νους του ήταν
σταθερός και αμετακίνητος όπως το όρος Μερού. Ήταν απαλλαγμένος από
προσκόλληση κι απέχθεια, κι ο νους του ήταν πεντακάθαρος κι ανοικτός όπως το
κέντρο του διαστήματος, ήταν απέραντος και δεν έμοιαζε με κάτι άλλο. Η ανώτερη
πρόθεσή του ήταν εντελώς αγνή. [F.7b.] Οι πράξεις της γενναιοδωρίας του είχαν
ορθώς πραχθεί, καθώς και τα προηγούμενα έργα του και ανώτερες πράξεις του.
Είχε επιδιώξει όλες τις βασικές αρετές και είχε σχηματίσει θετικές κεκτημένες τάσεις.
Εξακριβώνοντας όλες τις βασικές αρετές, ασκήθηκε σ’ αυτές για επτά αμέτρητα
κάλπα. Ασκήθηκε στα επτά είδη γενναιοδωρίας και έδρασε με τα επτά είδη δράσης
που δημιουργούν αρετή, καθώς διάβαινε το δρόμο των δέκα αρετών-τις τρεις του
σώματος, τις τέσσερεις του λόγου και τις τρεις θετικές πράξεις του νου-και ασκήθηκε
στα σαράντα είδη ορθής εφαρμογής. Παρομοίως είχε τα σαράντα είδη ορθής
προσδοκίας, αφοσιώθηκε στα σαράντα είδη ορθής πρόθεσης, τελειοποίησε τα
σαράντα είδη της απελευθέρωσης και εμφάνισε τα σαράντα είδη ορθού
ενδιαφέροντος.
Χειροτονήθηκε μαζί με 4 εκατομμύρια Βούδα και παρουσίασε προσφορές σε 5.5
εκατομμύρια Βούδες. Με τον ίδιο τρόπο ο Μποντισάτβα υπηρέτησε 1.54 δις/μύρια
μοναχικούς Βούδα. Βάζοντας αμέτρητα όντα στους δρόμους των ανώτερων πεδίων
και της απελευθέρωσης, θέλησε να αφυπνιστεί τέλεια και ολοκληρωμένα, να
πραγματώσει την ανυπέρβλητη, αυθεντική και ολοκληρωμένη Φώτιση.
Έχοντας μόνο μια ζωή ακόμα, πέθανε και επαναγεννήθηκε στο υπέρτατο Πεδίο της
Χαράς, ως υπέρτατο θεϊκό παιδί με το όνομα Σβετακέτου. Η συνάθροιση των θεών
του έδειξε μεγάλο σεβασμό και τον τίμησε, ως εκείνον ο οποίος θα τους αφήσει για
να γεννηθεί στον κόσμο των ανθρώπων, και γρήγορα θα γίνει Βούδας,
πραγματώνοντας την τέλεια ολοκληρωμένη και απαράμιλλη Φώτιση.
Έμεινε σε ένα ουράνιο παλάτι με 32.000 ορόφους, που ήταν στολισμένο με
βεράντες, τρούλους, περιστύλια, δροσερά υπόστεγα, φεγγίτες και αυλές. [F.8a] Το
παλάτι ήταν γεμάτο ομπρέλες, λάβαρα και κυματιστές σημαίες. Ήταν γεμάτο από
θόλους μικροσκοπικών πολύτιμων καμπανών και στρωμένο με άνθη μανταράβα και
μαχαμανταράβα. Παντού ακουγόταν το τραγούδι από εκατομμύρια ουράνιες κόρες.
[11]Ακόμα και το έδαφος ήταν καλυμμένο από χρυσούς θόλους και γεμάτο με
διάφορα μαγευτικά δέντρα, όπως ορεινούς εβένους, μανόλιες, χωνάκια, ορχιδέες,
μουτσαλίντα και μαχαμουτσαλίντα, ασόκα, μπάνυαν, δέντρα λωτών, νάρα, καμικάρα,
κεσάρα, σάλα και κοραλλένια δέντρα. Σε κάθε κατεύθυνση υπήρχαν ανθισμένα
υπόστεγα, πλημυρισμένα από λουλούδια τζιότ, μαλίκα, μπαρασίκα, ταράνι,
σουμάνα, μπάλι, κοταράνι και άλλα αρωματικά άνθη, ακόμα υπήρχαν άνθη
ντανουκάρι, θεϊκά άνθη, μπλε και ροζ λωτοί, νούφαρα και άσπροι λωτοί. Διάφορα
πουλιά πετούσαν στον αέρα που τραγουδούσαν μελωδικά, όπως παπαγάλοι,
σαρίκα, κούκοι, χήνες, παγώνια, πάπιες, φασιανοί, μπεκάτσες, πέρδικες και πολλά
άλλα.
Εκατομμύρια θεοί έστρεψαν το βλέμμα τους στο παλάτι με δέος. Παντού ακουγόταν
το εξαίρετο και απέραντο Ντάρμα κι έτσι η δύναμη της ενθουσιώδους επιθυμίας
τους, καθυπόταξε όλες τις μολύνσεις, εξαφανίζοντας την υπερηφάνεια, την έπαρση,
την αλαζονεία, την επιθετικότητα, την οργή και το θυμό, φέρνοντας χαρά, ευημερία,
ευτυχία και μεγάλη επαγρύπνηση.
Ο Μποντισάτβα έμενε άνετα στο μεγάλο αυτό ουράνιο παλάτι, όταν ακούστηκε μια
διδασκαλία του αυθεντικού Ντάρμα, από μια συμφωνία 84.000 μουσικών οργάνων.
Από τον ήχο τους, βγήκαν οι ακόλουθοι στίχοι έμπνευσης, που μιλούσαν για τις
πολλές ενάρετες πράξεις που έκανε στο παρελθόν ο Μποντισάτβα:

«Θυμήσου την δύναμη της απέραντης συσσώρευσης αρετής σου


και την διαφωτιστική γνώση της απεριόριστης ευφυΐας σου, [F.8 b]
το απαράμιλλο σφρίγος και τη μεγάλη δύναμη.
Θυμήσου την προφητεία του Ντιπαμκάρα.

Με νου απαλλαγμένο από το αχανές φάσμα των αμαυρώσεων


γαλήνευσες την έπαρση και τα ελαττώματα, εγκαταλείποντας τα τρία πέπλα,
κι η ενάρετη καρδιά σου είναι τελείως καθαρή και απαλλαγμένη από λάθη.
Θυμήσου τις γενναιόδωρες πράξεις σου από το παρελθόν.

Καλλιέργησες την ισορροπία και την πειθαρχία,


με τον ασκητισμό και την υπομονή, συγκρατημένα και με ζήλο.
Με συγκέντρωση και τη δύναμη της γνώσης,
φέρε στο νου σου τις πράξεις σου πριν δις/μύρια κάλπα.

Ανάπτυξεςαγάπη για όλα τα όντα


και έκανες προσφορές σε δις/μύρια Βούδα.
Θυμήσου, μην ξεχνάς, εσύ που είσαι άπειρα ξακουστός!
Τώρα είναι η ώρα, μην την αφήσεις να ξεγλιστρήσει!

Αμόλυντε εσύ- κατέστρεψες όλες τις μολύνσεις, τη γέννηση και το θάνατο-


σε περιμένουν οι θεοί, οι νάγκα, οι γιάκσα και οι γκαντάρβα,
και οι πανίσχυροι ημίθεοι.
Εσύ που γνωρίζεις τον τρόπο θάνατο και τον θάνατο, επαναγεννήσου.
Ακόμα κι αν απολαμβάνουν απολαυστικά πράγματα για χιλιάδες κάλπα
δεν ευχαριστιόνται, όπως δεν ξεδιψά κανείς με το αλατόνερο.
Τώρα που εσύ ο ίδιος ικανοποιήθηκες, έσω καλός,
και ικανοποίησε εκείνους που διψούν τόσο καιρό.

Εσύ δεν έχεις την αμόλυντη φήμη


πως χαίρεσαι με το Ντάρμα και όχι με την επιθυμία; [12]
Επιπλέον τα μάτια είναι άσπιλα,
γι αυτό κοίταξε με αγάπη τον κόσμο αυτόν με τους θεούς του σε παρακαλώ.

Τα εκατομμύρια των θεών δεν ικανοποιήθηκαν


ακούγοντας το Ντάρμα από σένα;
Γι αυτό σε παρακαλώ, ρίξε το βλέμμα σου σ’ αυτούς που κατοικούν
στα κατώτερα πεδία, αυτούς που δεν έχουν καμία ελευθερία.

Με το δυνατό άσπιλο βλέμμα σου, δεν είδες


τους Βούδα στις δέκα κατευθύνσεις του κόσμου
να τους ακούν καθώς διδάσκουν το Ντάρμα;
Γι αυτό παρακαλώ αποκάλυψε το υπέρτατο Ντάρμα στον κόσμο.

Ένδοξε εσύ, δεν κοσμείς το παλάτι του Πεδίου της Χαράς


με το μεγαλείο της αρετής σου;
Γι αυτό παρακαλώ, με τη καρδιά του ελέους
βρέξε πάνω στο νικηφόρο λάβαρο της Τζαμπουντβίπα.

Πολλοί θεοί του πεδίου της μορφής


που ξεπέρασαν το πεδίο της επιθυμίας,
αγαλλιάζουν με σένα, λέγοντας [F.9 a.]
‘φτάσε στη Φώτιση μέσα απ τον ασκητισμό σου!’

Προστάτη εσύ, θα κατακτήσεις τα έργα του Μάρα


και θα νικήσεις τους μη Βουδιστές.
Δεν έχεις τη Φώτιση στην παλάμη του χεριού σου;
Η ώρα ήρθε τώρα, μην την αφήσεις να χαθεί!

Θαρραλέε εσύ, σαν μια μεγάλη μάζα από σύννεφα


καλύπτεις τον κόσμο αυτό που καίγεται απ τη φωτιά των μολύνσεων.
Ρίξε σε παρακαλώ τη βροχή του νέκταρ
και απάλυνε τις μολύνσεις θεών κι ανθρώπων.

Σαν επιδέξιος θεραπευτής που γνωρίζει την κράση των ασθενών του,
χορηγείς το φάρμακο στους χρόνια ασθενείς.
Με την θεραπευτική αλοιφή της τρίπτυχης απελευθέρωσης,
φέρε γρήγορα αυτά τα όντα στην κατάσταση της ευδαιμονίας της νιρβάνα.

Σαν δεν ακουν του λιονταριού τον βρυχηθμό


τα τσακάλια ουρλιάζουν χωρίς φόβο.
Άσε τον βρυχηθμό του λιονταριού των Βούδα
που θα τρομάξει τις καρδιές των τσακαλιών των μη Βουδιστών.

Κρατάς το φως της γνώσης στα χέρια σου,


κι έχεις δύναμη του σφρίγους και του ζήλου, μοναδικά σ’ αυτή τη γη.
Πρέπει τον Μάρα να νικήσεις τώρα,
ακουμπώντας τη γη με την τέλεια παλάμη του χεριού σου.

Οι τέσσερις προστάτες του κόσμου είναι παρόντες,


περιμένουν να σου προσφέρουν τη κούπα της ελεημοσύνης.
Ο Σάκρα, ο Μπράχμα και εκατομμύρια άλλοι είναι επίσης παρόντες
για να σε παραλάβουν όταν γεννηθείς.

Εσύ με την έξοχη σοφία σου, που είσαι από έξοχη γενιά,
ρίξε το βλέμμα σου στην έξοχη οικογένεια που θα γεννηθείς.
Κοίτα την πολύτιμη, ανώτερη οικογένεια με την οποία θα ζήσεις,
[13] γιατί εκεί θα εκδηλώσεις την συμπεριφορά του Μποντισάτβα.

Όταν ένα πολύτιμο πετράδι τοποθετείται στο σωστό σκεύος,


κάνει ακόμα πιο μεγαλόπρεπο το πετράδι.
Με τον ίδιο τρόπο άσε τον τέλεια καθαρό σου νου, σαν το πολύτιμο πετράδι,
να πέσει πάνω στο νικητήριο λάβαρο της Τζαμπουντβίπα.»

Μ’ αυτόν τον τρόπο εκδηλώθηκαν


οι μελωδικοί ήχοι πολλών στίχων,
παροτρύνοντας τον Ελεήμονα με τα λόγια:
«Η ώρα ήρθε τώρα, μην την αφήσεις να χαθεί!»

Έτσι ολοκληρώνεται το 2ο κεφάλαιο

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

[1] Οι απολαύσεις των αισθήσεων, η επιθυμία για την κυκλική ύπαρξη, οι λανθασμένες θεωρήσεις και
η άγνοια.
[2] four communions with Brahma. Brahmavihara, τα τέσσερα απροσμέτρητα: αγάπη, έλεος, χαρά και
ισοψυχία (CBE)

3ο Κεφάλαιο – Καθαρότητα της Οικογένειας

Μ’ αυτόν τον τρόπο μοναχοί, οι Μποντισάτβα τον παρακίνησαν επειδή είχε έρθει η
ώρα του Ντάρμα. Ο Μποντισάτβα βγήκε από αυτό το ουράνιο παλάτι [F 9b] και πήγε
στο έξοχο Παλάτι Νταρμοτσάγια και δίδαξε το Ντάρμα στους θεούς του Πεδίου της
Χαράς. Εκεί στο παλάτι, έκατσε πάνω σε ένα θρόνο λιονταριών που λέγεται
Μεγαλειώδες Ντάρμα. Κοντά του στο παλάτι ήρθε και μια ομάδα θεϊκών παιδιών
που είχαν την ίδια καλή τύχη με του Μποντισάτβα και βρίσκονταν στο ίδιο όχημα.
Από τις δέκα κατευθύνσεις συγκεντρώθηκαν Μποντισάτβα που είχαν την ίδια
συμπεριφορά με του Μποντισάτβα. Τα θεϊκά παιδιά συνόδευαν ακολουθίες με τις
ίδιες καθαρές προθέσεις, χωρίς την ακολουθία των θεϊκών θυγατέρων ούτε και τη
συνοδεία των κοινών θεϊκών παιδιών. Μια ακολουθία απο 680 εκατομμύρια μπήκε
στο παλάτι κι ο καθένας τους, ανάλογα το βαθμό του, έκατσε σε θρόνους λιονταριών.
Τότε ο Μποντισάτβα είπε: «Μοναχοί, σε δώδεκα χρόνια ο Μποντισάτβα θα μπει στη
μήτρα της μητέρας του.»
Τότε τα θεϊκά παιδιά των καθαρών πεδίων πήγαν στην Τζαμπουντβίπα. Κρύβοντας
τη θεϊκή τους μορφή, μεταμορφώθηκαν σε ιερείς και δίδαξαν τις Βέδες στους άλλους
ιερείς. Κι έτσι έκαναν γνωστό, πως αυτός που μπαίνει στη μήτρα με αυτόν τον τρόπο
[14] θα είναι ένα έξοχο ον με τα τριάντα δυο γνωρίσματα:
«Όποιος έχει αυτά τα γνωρίσματα θα μπορέσει να γίνει δυο πράγματα. Δεν θα
υπάρχει τρίτη δυνατότητα» είπαν. «Αν ένα τέτοιο άτομο ζούσε σαν λαϊκός, τότε θα
γινόταν παγκόσμιος μονάρχης με τετράπτυχο στρατό. Θα γινόταν κατακτητής και
ενάρετος βασιλιάς του Ντάρμα. Αυτός ο βασιλιάς θα είχε τους επτά θησαυρούς: τον
πολύτιμο τροχό, τον πολύτιμο ελέφαντα, το πολύτιμο άλογο, το πολύτιμο πετράδι,
την πολύτιμη σύζυγο, τον πολύτιμο φροντιστή και τον πολύτιμο υπουργό.
«Με ποιον τρόπο αυτός ο παγκόσμιος μονάρχης θα είχε στην κατοχή του τον
πολύτιμο τροχό; Αυτός ο τροχός μπορεί μόνο να ανήκει στον βασιλιά ο οποίος έχει
επιλεχθεί για τον υψηλότερο βαθμό της άρχουσας τάξης. Την δέκατη πέμπτη μέρα
του σεληνιακού μήνα, ενώ τηρεί νηστεία[1], ο βασιλιάς αφού πρώτα να πλύνει το
κεφάλι του, θα πρέπει να πάει στην ψηλότερη ταράτσα του παλατιού έχοντας γύρω
του τις γυναίκες της αυλής του. Τότε από την ανατολή, θα εμφανιστεί ένας
πολύτιμος, θεϊκός τροχός με χίλιες ακτίνες. [F 10a] Ψηλός όσο επτά δέντρα τάλα, ο
τροχός, που δεν τον έχει φτιάξει σιδηρουργός, θα είναι στρογγυλός με έναν κεντρικό
άξονα και ολόχρυσος.
«Αυτός ο πολύτιμος θεϊκός τροχός θα ανήκει τότε στον βασιλιά, που θα έχει
επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης. Όταν τον δει, θα σκεφτεί,
‘Έχω ακούσει πως, όταν εμφανιστεί ένας θεϊκός πολύτιμος τροχός από την ανατολή,
σε έναν βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης,
και βρίσκεται στην υψηλότερη ταράτσα του παλατιού περιτριγυρισμένος από μια
ομάδα γυναικών, κατά τη διάρκεια μιας νηστείας την δέκατη Πέμπτη μέρα του
σεληνιακού μήνα, αυτός θα γίνει παγκόσμιος μονάρχης. Κι αφού εγώ μπορώ να δω
τώρα πεντακάθαρα αυτόν τον πολύτιμο θεϊκό τροχό, τότε είμαι σίγουρα ένας
παγκόσμια μονάρχης!’
«Τότε, ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, θα βάλει τον μανδύα του πίσω από τον ώμο και θα γονατίσει στο δεξί του
γόνατο. Στρέφοντας τον τροχό με το δεξί του χέρι θα πει, ‘Πολύτιμε τροχέ, ευγενή και
θείε, σε παρακαλώ στρέψου σε αρμονία με το Ντάρμα και όχι σε ότι δεν είναι
Ντάρμα.’
«Τότε ο πολύτιμος θείος τροχός, που μπήκε σε κίνηση από τον βασιλιά που έχει
επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης, θα ταξιδέψει μαγικά προς
την ανατολή, ακολουθούμενος από τον παγκόσμιο μονάρχη και τις τέσσερις στρατιές
του. Και όπου σταματά ο τροχός, εκεί θα στρατοπεδεύει ο βασιλιάς που έχει
επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης και οι τέσσερις στρατιές
του.
«Στα ταξίδια του, οι βασιλείς των επαρχιών της ανατολής θα τον καλωσορίζουν,
κρατώντας ασημένια δοχεία γεμάτα με χρυσόσκονη και χρυσά δοχεία γεμάτα με
ψήγματα ασημιού. ‘Καλώς ήρθες άρχοντα’ θα του λένε. ‘Έλα σε παρακαλώ, αυτό το
βασίλειο είναι δικό σου. Είναι εξαιρετικά απέραντο και πλούσιο, [F 10b] έχει άφθονες
σοδειές, είναι απολαυστικό και πυκνοκατοικημένο. Είναι πράγματι γεμάτο με
ανθρώπους. Τώρα που εσύ άρχοντα ήρθες σ’ αυτόν το τόπο, είναι δικός σου. Σε
ικετεύουμε να μείνεις.’
«Ο βασιλιάς, που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης,
απαντώντας στους επαρχιακούς βασιλείς θα τους λέει, ‘Είθε να διαφεντεύετε τα
βασίλειά σας σύμφωνα με το Ντάρμα και όχι με αυτό που δεν είναι Ντάρμα. Μην
αφαιρείτε τις ζωές των όντων, μην παίρνετε ότι δεν σας δίδεται και μην έχετε
αρνητική σεξουαλική συμπεριφορά. Παρομοίως θα πρέπει να μην λέτε ψέματα, να
μην μιλάτε άσχημα ούτε επιπόλαια και να μην δείχνεται δυσαρμονία. Μην αφήνεται
να κυριαρχεί στο νου σας η απληστία, η βιαιότητα ή οι λανθασμένες απόψεις. Μην
κάνετε φίλους όσους αφαιρούν ζωές ή όσους έχουν λανθασμένες απόψεις. Μην
επικροτείτε όσους ασκούν το μη Ντάρμα, δεν πρέπει να εμφανιστεί το μη Ντάρμα
στην επικράτειά μου.’ Μ’ αυτόν τον τρόπο ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την
υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης, θα κατακτήσει την ανατολή.
«Αφού κατακτήσει την ανατολή, ο πολύτιμος τροχός θα κινηθεί προς τις ανατολικές
θάλασσες. Περνώντας από πάνω τους, θα ταξιδέψει μαγικά στο διάστημα προς το
νότο, ακολουθούμενος από τον παγκόσμιο μονάρχη και τις τέσσερις στρατιές του.
Όπως προηγουμένως, θα κατακτήσει το νότο και μετά θα κινηθεί να κατακτήσει τη
δύση και τον βορρά.
«Αφού ο βασιλιάς κατακτήσει τον βορρά, ο τροχός θα κινηθεί προς τις βόρειες
θάλασσες και μαγικά θα ταξιδέψει στο διάστημα προς το βασιλικό παλάτι, κι εκεί
ανέπαφος θα κάτσει στην είσοδο των διαμερισμάτων της ακολουθίας της
βασίλισσας. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη
βαθμίδα της άρχουσας τάξης, κατέχει τον πολύτιμο τροχό.
«Με ποιον τρόπο αυτός ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει τον πολύτιμο ελέφαντα;
[F 11a] Ο πολύτιμος ελέφαντας του βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη
βαθμίδα της άρχουσας τάξης, εμφανίζεται με τον ίδιο τρόπο που εμφανίζεται ο
πολύτιμος τροχός. Ο πολύτιμος ελέφαντας είναι ολόλευκος, έχει τέσσερα άκρα, δύο
χαυλιόδοντες και μια προβοσκίδα. Το κεφάλι του είναι κοσμημένο με χρυσό και φορά
χρυσό νικηφόρο λάβαρο. Είναι στολισμένος με χρυσά στολίδια και καλυμμένος με
χρυσό δίχτυ. [16] Με τις μαγικές του δυνάμεις μπορεί να πετά στον ουρανό και να
μεταμορφώνεται. Αυτός ο βασιλιάς των ελεφάντων λέγεται Μπόντι.
«Όταν ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, επιθυμεί να εξετάσει τον πολύτιμο ελέφαντα, τότε θα τον καβαλήσει την αυγή
και θα ταξιδέψει σε όλη τη μεγάλη γη που την περιβάλλουν ωκεανοί. Κι αφού
επιστρέψει στο βασιλικό παλάτι, με χαρά θα συνεχίσει την διακυβέρνηση. Μ’ αυτόν
τον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει τον πολύτιμο ελέφαντα.
«Με ποιον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει το πολύτιμο άλογο; Το πολύτιμο
άλογο του βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, εμφανίζεται όπως και τα άλλα. Το πολύτιμο άλογο έχει μπλε σώμα και μαύρο
κεφάλι με κυματιστή χαίτη. Έχει χαλινάρια, φορά χρυσό νικητήριο λάβαρο και χρυσά
στολίδια και καλύπτεται από χρυσό δίχτυ. Με τις μαγικές του δυνάμεις μπορεί να
πετά στον ουρανό και να μεταμορφώνεται. Αυτός ο βασιλιάς των αλόγων λέγεται
Μπαλαχάκα.
«Όταν ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, θέλει να εξετάσει αυτό το πολύτιμο άλογο, θα το καβαλήσει την αυγή και θα
ταξιδέψει σε όλη τη μεγάλη γη που την περιβάλλουν ωκεανοί. Κι αφού επιστρέψει
στο βασιλικό παλάτι, με χαρά θα συνεχίσει την διακυβέρνηση. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο
παγκόσμιος μονάρχης κατέχει το πολύτιμο άλογο.
«Με ποιον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει το πολύτιμο πετράδι; Το πολύτιμο
πετράδι του βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, εμφανίζεται όπως τα άλλα. [F 11b]Είναι ένα πετράδι λάπις λάζουλι με καθαρό
μπλε χρώμα, με οκτώ πλευρές, πολύ εξαιρετικά φτιαγμένο. Τα διαμερίσματα των
γυναικών λούζονται στο φως που βγαίνει από αυτό το πολύτιμο πετράδι.
«Όταν ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, επιθυμεί να εξετάσει το πολύτιμο πετράδι, τότε τα μεσάνυκτα και σε απόλυτο
σκοτάδι, θα το προσαρμόζει στην κορφή ενός νικηφόρου λάβαρου και θα περιδιαβεί
στους κήπους [17] για να παρατηρήσει τα έξοχα εδάφη. Το φως που θα βγει από το
πολύτιμο πετράδι θα φωτίσει μια λεύγα του περιβάλλοντος χώρου και τις τέσσερις
στρατιές του βασιλικού στρατού. Όσοι άνθρωποι βρίσκονται στην εμβέλεια του
πολύτιμου πετραδιού θα λάμψουν από την ακτινοβολία του. Βλέποντας και
αναγνωρίζοντας ο ένας τον άλλον, θα πουν μεταξύ τους, ‘Φίλοι μου ξυπνήστε.
Αρχίστε τη δουλειά και πηγαίνετε στην αγορά μιας και ο ήλιος είναι ψηλά κι η μέρα
άρχισε.’ Μ’ αυτόν τον τρόπο ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη
βαθμίδα της άρχουσας τάξης, κατέχει το πολύτιμο πετράδι.
Με ποιον τρόπο ο βασιλιάς που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της
άρχουσας τάξης, κατέχει την πολύτιμη βασίλισσα; Η πολύτιμη βασίλισσα του βασιλιά
που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας τάξης, εμφανίζεται
όπως και τα άλλα. Σύμφωνα με την παράδοση, η πολύτιμη βασίλισσα γεννιέται στην
τάξη των πολεμιστών. Δεν είναι ούτε πολύ κοντή ούτε πολύ ψηλή, ούτε χοντρή ούτε
αδύνατη, ούτε πολύ σκούρα ή ανοικτή. Έχει πολύ όμορφη μορφή, ευχάριστους
τρόπους και απολαυστική στην όψη. Στο άνθος της ζωής της, από κάθε της πόρο
βγαίνει άρωμα σανταλόξυλου ενώ το στόμα της μυρίζει άρωμα λωτού. Το σώμα της
είναι τόσο απαλό σαν λεπτεπίλεπτο ύφασμα. Στον κρύο καιρό είναι ζεστό στην αφή
ενώ στο ζεστό καιρό είναι δροσερό. Ο νους της, πόσο μάλλον το σώμα της, ποθεί
μόνο τον παγκόσμιο μονάρχη. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει
την πολύτιμη σύζυγο. [F 12a]
«Με ποιον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη
βαθμίδα της άρχουσας τάξης, κατέχει τον πολύτιμο φροντιστή; Ο πολύτιμος
φροντιστής του βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, εμφανίζεται όπως και τα προηγούμενα. Με γνώση, διαύγεια και ευφυΐα, η θεία
όραση του πολύτιμου φροντιστή του επιτρέπει να βλέπει θησαυρούς – όσους έχουν
ιδιοκτήτη και όσους δεν έχουν – σε μια έκταση μιας λεύγας. Με τους θησαυρούς
αυτούς που δεν έχουν ιδιοκτήτη εξυπηρετεί όλες τις υλικές ανάγκες του παγκόσμιου
μονάρχη. Με αυτόν τον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης κατέχει τον πολύτιμο
φροντιστή. [18]
«Με ποιον τρόπο ο παγκόσμιος μονάρχης που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη
βαθμίδα της άρχουσας τάξης, κατέχει τον πολύτιμο υπουργό; Ο πολύτιμος
υπουργός του βασιλιά που έχει επιλεχθεί για την υψηλότερη βαθμίδα της άρχουσας
τάξης, εμφανίζεται όπως και τα προηγούμενα. Ο πολύτιμος υπουργός έχει γνώση,
διαύγεια και ευφυΐα. Ο παγκόσμιος μονάρχης χρειάζεται απλά να σκεφτεί μια διαταγή
για το στρατό του κι αυτό πραγματοποιείται. Με αυτόν τον τρόπο ο παγκόσμιος
μονάρχης κατέχει τον πολύτιμο υπουργό. Ο παγκόσμιος μονάρχης έτσι έχει στην
κατοχή του αυτούς τους πολύτιμους θησαυρούς.
«Ο παγκόσμιος μονάρχης θα έχει χίλιους γιούς. ΟΙ γιοί αυτοί, θα νικούν τις αντίθετες
δυνάμεις με τη γενναιότητα, τον ηρωισμό και τις έξοχες ικανότητες του σώματός
τους. Χωρίς να καταφεύγει στην τιμωρία ή σε βίαιες πράξεις, θα διοικεί σύμφωνα με
το Ντάρμα, θα φέρνει την ειρήνη και την τάξη σε ολόκληρο το αχανές του βασίλειο
που εκτείνεται μέχρι τους ωκεανούς.
«Αν όμως, αφήσει την οικογένειά του πίσω και γίνει μοναχός, θα γίνει ένας Βούδας.
Εγκαταλείποντας την προσκόλληση στην επιθυμία και χωρίς να βασιστεί σε κάποιον
άλλο οδηγό, θα γίνει δάσκαλος θεών και ανθρώπων.»
Με αυτά τα λόγια τα παιδιά των θεών ενέπνευσαν τους ιερείς να απαγγείλουν τις
Βέδες.
Με παρόμοιο τρόπο, κι άλλα παιδιά των θεών έφτασαν στην Τζαμπουντβίπα για να
παρακινήσουν τους Πρατυεκαβούδα. ‘Ευγενείς εσείς,’ είπαν, ‘αφήστε αυτό το
βουδικό πεδίο. Σε δώδεκα χρόνια ο Μποντισάτβα θα μπει στη μήτρα της μητέρας
του.’
Τότε μοναχοί, ο μοναχικός βούδας με το όνομα Matangawho βρισκόταν στο
Όρος Golangulaparivartana στη πόλη Ρατζαγκρίχα. [F 12b] Ακούγοντας την έκκληση
των θεών έμεινε ακίνητος, σαν τη λάσπη πάνω στο βράχο και μετά ανυψώθηκε στον
ουρανό στο ύψος επτά δέντρων τάλα. Ενώθηκε με το στοιχείο της φωτιάς και σαν
δάδα, πέρασε στη νιρβάνα. Η χολή και το φλέγμα, οι αρθρώσεις και τα κόκκαλά του,
η σάρκα και το αίμα του κάηκαν και το μόνο που έμεινε ήταν μερικά σφαιρικά
λείψανα στο έδαφος. Ακόμα και σήμερα, ονομάζονται τα αποτυπώματα του σοφού.
Την ίδια ώρα, μοναχοί, πεντακόσιοι μοναχικοί βούδα συγκεντρώθηκαν στο πάρκο
των ελαφιών έξω από το Βαρανάσι. Άκουσαν κι αυτοί την έκκληση των θεών, κι
αφού ανυψώθηκαν στον ουρανό στο ύψος επτά δέντρων τάλα, μετατράπηκαν σε
φωτιά και σαν δάδες πέρασαν στη νιρβάνα. [19] Η χολή, το φλέγμα, οι αρθρώσεις,
τα κόκκαλα, η σάρκα και το αίμα κάηκαν τελείως από τη φωτιά. Το μόνο που έμεινε
ήταν μερικά σφαιρικά λείψανα που έπεσαν στο έδαφος. Έκτοτε η περιοχή
ονομάστηκε Mrgadava ή ο Λόφος των Πεσόντων Σοφών. Η περιοχή ονομάστηκε
επίσης Mrgadava ή Πάρκο των Ελαφιών εξ αιτίας των ελαφιών που έπαιζαν χωρίς
φόβο εκεί.
Έτσι, μοναχοί, ο Μποντισάτβα βρισκόταν στο έξοχο Πεδίο της Χαράς όπου είχε
τέσσερα μεγάλα οράματα. Ποια ήταν αυτά τα τέσσερα; Είδε την στιγμή της γέννησής
του, την ήπειρο της γέννησής του, την χώρα της γέννησής του και την οικογένεια που
γεννήθηκε.
Για ποιον λόγο μοναχοί, ο Μποντισάτβα είδε την στιγμή της γέννησής του; Επειδή
ένας Μποντισάτβα δεν μπαίνει στη μήτρα της μητέρας του στην απαρχή του χρόνου
όταν τα όντα εξελίσσονται, αλλά όταν έχει σχηματιστεί ο κόσμος και (τα όντα)
γνωρίζουν τη γέννηση [F 13a] τα γηρατειά, την αρρώστια και τον θάνατο, τότε ο
Μποντισάτβα μπαίνει στη μήτρα της μητέρας του.
Και για ποιον λόγο, μοναχοί, ο Μποντισάτβα είδε την ήπειρο που θα γεννιόταν;
Επειδή ο Μποντισάτβα δεν γεννήθηκε σε κάποια απομακρυσμένη ήπειρο, ούτε
γεννήθηκε στην ανατολική ήπειρο Purvavideha, ή στη δυτική ήπειρο Aparagotaniya,
ούτε στη βόρεια ήπειρο Uttarakuru, αλλά γεννήθηκε στην νότια ήπειρο
Τζαμπουντβίπα.
Και για ποιον λόγο, μοναχοί, ο Μποντισάτβα είδε την χώρα που θα γεννιόταν;
Επειδή ο Μποντισάτβα δεν γεννήθηκε σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή όπου οι
άνθρωποι είναι χαζοί σαν τα πρόβατα, που έχουν νωθρές ικανότητες, είναι σε άγνοια
και δεν μπορούν να διακρίνουν το σωστό από το λάθος, αλλά γεννήθηκε σε μια
κεντρική χώρα. [20]
Και για ποιον λόγο, μοναχοί, ο Μποντισάτβα είδε την οικογένεια που θα γεννιόταν;
Επειδή ο Μποντισάτβα δεν γεννήθηκε σε κατώτερη οικογένεια, όπως είναι οι
οικογένειες των απόκληρων, των καλαθοποιών ή των υπηρετών. Ένας Μποντισάτβα
γεννιέται μόνο σε δυο οικογένειες, είτε των ιερέων είτε της άρχουσας τάξης. Όταν οι
οικογένειες των ιερέων κυριαρχούν στον κόσμο, τότε γεννιέται σε οικογένεια ιερέων.
Όταν κυριαρχούν οι οικογένειες της άρχουσας τάξης τότε ο Μποντισάτβα γεννιέται σε
μια τέτοια οικογένεια. Επομένως, επειδή αυτή την εποχή κυριαρχούν οι οικογένειες
της άρχουσας τάξης, οι Μποντισάτβα γεννιόνται σε τέτοιες οικογένειες.
Ο Μποντισάτβα με την υπέρτατη ικανότητά του είδε αυτά τα τέσσερα μεγάλα
οράματα καθώς βρισκόταν στο έξοχο Πεδίο της Χαράς. Αφού τα είδε, παράμεινε
σιωπηλός.
[Β 2] Τότε μοναχοί, τα θεϊκά παιδιά και οι Μποντισάτβα ρώτησαν ο ένας τον άλλο:
«Σε ποια πολύτιμη οικογένεια θα γεννηθεί ο Μποντισάτβα; Σε ποια μήτρα θα
συλληφθεί;» [F 13b]
Κάποιοι είπαν, «Η οικογένεια Vaideha στην περιοχή Μάγκαντα είναι πλούσια,
ευτυχισμένη και ευημερεί. Αυτό είναι ένα κατάλληλο μέρος για να συλληφθεί ο
Μποντισάτβα.»
Κάποιοι άλλοι απάντησαν, «Αυτό δεν είναι το κατάλληλο μέρος. Τα πλούτη της
οικογένειας δεν προέρχονται από μεγάλη συσσώρευση αρετής, αλλά από μικρή.
Είναι παρορμητικοί, ασταθείς και άστατοι. Οι περιφέρειες της χώρας είναι σαν
έρημος, έχουν λίγα άλση, λίμνες και λιμνούλες. Είναι μια πρωτόγονη γη, σαν ένα
ερειπωμένο χωριό. Επομένως αυτό δεν είναι το κατάλληλο μέρος για τη γέννηση του
Μποντισάτβα.»
Κάποιοι είπαν, «Η οικογένεια Κοσάλα έχει μεγάλη ακολουθία, πολλά άλογα και
μεγάλο πλούτο. Αυτό είναι ένα κατάλληλο μέρος να γεννηθεί ο Μποντισάτβα.»
Και κάποιοι απάντησαν, «Ούτε αυτό είναι κατάλληλο μέρος. Η οικογένεια Κοσάλα
προέρχεται από απόκληρους. Οι οικογένειες του πατέρα και της μητέρας δεν είναι
καθαρές. Έχουν στοιχειώδη ενδιαφέροντα και η γενεαλογία τους είναι ποταπή.
Επιπλέον, δεν έχουν απεριόριστα αγαθά και θησαυρούς. Γι αυτό, δεν είναι το
κατάλληλο μέρος να γεννηθεί ο Μποντισάτβα.» [21]
Κάποιοι άλλοι είπαν, «Η οικογένεια του βασιλιά Βάτσα είναι πλούσια, είναι
ευτυχισμένη και ευημερεί. Αυτό είναι το κατάλληλο μέρος για τη γέννηση του
Μποντισάτβα.»
Σ’ αυτό κάποιοι απάντησαν, «Δεν είναι το κατάλληλο μέρος επειδή η οικογένεια του
βασιλιά Βάτσα είναι κατώτερη, βίαιη και καθόλου αριστοκρατική. Είναι νόθοι και οι
επιτεύξεις τους δεν απορρέουν από τις ευγενείς πράξεις των γονέων τους. Ο
βασιλιάς είναι μηδενιστής. Επομένως, ούτε αυτό είναι το κατάλληλο μέρος για τη
γέννηση του Μποντισάτβα.
Κάποιοι πρότειναν, «Η πόλη Βαϊσάλι είναι πλούσια, ευτυχισμένη και ευημερεί. Είναι
ευχάριστη και σφύζει από ζωή, είναι σαν ουράνιο παλάτι, με τις ταράτσες και τα
μπαλκόνια, τα επιστύλια και τους φεγγίτες, τα δροσερά περίπτερα και τα πολυώροφα
κτίρια και παλάτια του. Η πόλη αυτή είναι γεμάτη με ανθισμένα λουλούδια,
περιστοιχίζεται από κήπους και περιβάλλεται από δάση. Αυτό είναι κατάλληλο μέρος
για να γεννηθεί ο Μποντισάτβα.»
«Ούτε αυτό είναι το κατάλληλο μέρος» απάντησαν κάποιοι άλλοι. «Επειδή δεν
μιλούν μεταξύ τους με ευπρέπεια, δεν έχουν νταρμική άσκηση, ούτε σέβονται τους
ανώτερους, τους πρεσβύτερους, τους αρχηγούς ούτε αυτούς ενδιάμεσα. Καθένας
τους νομίζει πως είναι βασιλιάς, κανείς δεν παίρνει το ρόλο του μαθητή ούτε
αποδέχονται το Ντάρμα. Επομένως, αυτή η πόλη δεν είναι άξια για τον
Μποντισάτβα.»
Κάποιοι είπαν, «Η οικογένεια Pradyota στη πόλη Ujjayini έχει μεγάλο στρατό και
πολλά άλογα. Βγήκαν νικητές στη μάχη εναντίον των αντιπάλων τους. Αυτό είναι το
κατάλληλο μέρος για να γεννηθεί ο Μποντισάτβα.»
Κι η απάντηση σ’ αυτό ήταν, «Δεν είναι το κατάλληλο μέρος, επειδή αυτοί οι
άνθρωποι είναι κακόβουλοι και βίαιοι. Είναι απολίτιστοι, άγριοι και παρορμητικοί και
δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις επιπτώσεις των πράξεών τους. Επομένως, αυτό
δεν είναι το κατάλληλο μέρος για τον Μποντισάτβα.»
Κάποιοι άλλοι είπαν, «Η πόλη Mathura είναι πλούσια, ευτυχισμένη και ευημερεί. Έχει
μεγάλο πληθυσμό, είναι γεμάτη ανθρώπους. [22] το βασιλικό παλάτι του Βασιλιά
Σουμπάχου, που διοικεί ένα στρατό γενναίων πολεμιστών, είναι κατάλληλο μέρος για
τη γέννηση του Μποντισάτβα.»
«Αυτό δεν είναι το κατάλληλο μέρος,» απάντησαν κάποιοι άλλοι. «Ο βασιλιάς αυτός
γεννήθηκε σε οικογένεια με λανθασμένες απόψεις. Είναι πράγματι σαν άγριος,
επομένως το μέρος είναι ακατάλληλο για να έχει την τελευταία του γέννηση ο
Μποντισάτβα, σ’ αυτήν την οικογένεια με τις λανθασμένες απόψεις. Έτσι κι αυτό το
μέρος δεν είναι κατάλληλο για τη γέννηση του Μποντισάτβα.»
Κάποιοι άλλοι πρότειναν, «Ο βασιλιάς της πόλης Hastinapura γεννήθηκε στην
οικογένεια που κατάγεται από τους Pandu. Ο βασιλιάς αυτός είναι γενναίος,
θαρραλέος και όμορφος. Έχει νικήσει αντίπαλους στρατούς. Γι αυτό ταιριάζει στον
Μποντισάτβα να γεννηθεί στην οικογένεια αυτή.»
Σ’ αυτό κάποιοι απάντησαν πως, «Αυτή η οικογένεια δεν αρμόζει στον Μποντισάτβα.
Όσοι γεννήθηκαν στην οικογένεια Pandava, έχουν μπερδέψει τη γενεαλογία τους.
Λένε πως ο Yudhisthira είναι γιος του Dharma, πως ο Bhimasena είναι γιος
του Vayu, πως ο Arjuna είναι γιος του Indra και πως ο Nakula και ο Sahadeva είναι
γιοι των δυο Asvins. Επομένως, η οικογένεια αυτή δεν είναι κατάλληλη για να
γεννηθεί ο Μποντισάτβα.»
Κάποιοι είπαν, «Η πόλη Mithila είναι εξαιρετικά όμορφη και ευημερεί. Αυτή η γη
διοικείται από τον Βασιλιά Σουμίτρα, που έχει πολλούς ελέφαντες, άλογα, άρματα,
τοξότες και στρατεύματα. Έχει επίσης μεγάλο υλικό πλούτο, μεγάλα αποθέματα από
χρυσό, ασήμι, πετράδια, μαργαριτάρια, λάπις λάζουλι, κοχύλια, κρυστάλλους,
κοράλλια, εξαιρετικό χρυσό και άλλα πλούτη και αγαθά. Είναι παντοδύναμος κι ο
στρατός του δεν φοβάται τους βασιλιάδες των γειτονικών χωρών. Έχει πολλούς
φίλους και χαίρεται με το Ντάρμα. Αυτή είναι κατάλληλη οικογένεια για τον
Μποντισάτβα.»
«Δεν είναι κατάλληλη,» είπαν κάποιοι. «Πράγματι ο βασιλιάς Σουμίτρα έχει αυτές τις
ιδιότητες. Όμως είναι πολύ ηλικιωμένος κι έτσι δεν έχει καν την ικανότητα να κάνει
ένα παιδί. Επιπλέον, έχει ήδη πολλούς γιους. Δεν είναι κατάλληλη οικογένεια για τον
Μποντισάτβα.»
Μ’ αυτόν τον τρόπο οι Μποντισάτβα και οι θεοί, παρατήρησαν όλες τις επιφανείς
βασιλικές οικογένειες των δεκαέξι βασιλείων της Τζαμπουντβίπα και τις βρήκαν όλες
ακατάλληλες.
Καθώς τα σκέφτονταν αυτά, ένας θεός με το όνομα Jnanaketudhvaja που βάδιζε
σταθερά στο Μεγάλο Όχημα προς τη Φώτιση, μίλησε στη μεγάλη συγκέντρωση των
θεών και των Μποντισάτβα: «Ελάτε φίλοι μου. Πάμε στον ίδιο τον Μποντισάτβα να
τον ρωτήσουμε ποιες έξοχες ιδιότητες πρέπει να έχει η πολύτιμη οικογένεια που θα
γεννηθεί για τελευταία φορά ο Μποντισάτβα;»
«Άριστα!» απάντησαν. Όλοι με ενωμένα τα χέρια πήγαν μπροστά στον Μποντισάτβα
και τον ρώτησαν, «Υπέρτατο Ον, ποιες είναι οι έξοχες ιδιότητες που θα πρέπει να
έχει η οικογένεια που θα γεννηθεί ο Μποντισάτβα για τελευταία φορά;»
Κοιτώντας τη μεγάλη συνάθροιση των Μποντισάτβα και την μεγάλη συνάθροιση των
θεών, ο Μποντισάτβα είπε: «Φίλοι μου, η οικογένεια που γεννιέται ο Μποντισάτβα
για τελευταία φορά, πρέπει να έχει εξήντα τέσσερις έξοχες ιδιότητες. Ποιες είναι
αυτές;
Θα πρέπει η οικογένεια αυτή να είναι ευγενής και όλοι να τη γνωρίζουν. Δεν θα
πρέπει να είναι μικροπρεπής ούτε επιρρεπής στη βία. Θα πρέπει να είναι καλής
κάστας και καλής τάξης. Θα πρέπει να έχει άριστες έγγαμες σχέσεις, με άριστους
συζύγους στο παρελθόν και καθαρές συζυγικές σχέσεις μεταξύ των συζύγων. Αυτοί
οι γάμοι θα πρέπει να γίνονται μεταξύ ανθρώπων που είναι αγνοί, που είναι γνωστοί
σε όλους και φημισμένοι για τη μεγάλη τους δύναμη. Η οικογένεια αυτή θα πρέπει να
έχει πολλούς άντρες και γυναίκες. Θα πρέπει να είναι ατρόμητη, όχι κατώτερη ούτε
δειλή. [F 15b] Δεν θα πρέπει να έχει απληστία, αλλά πειθαρχία. Θα πρέπει να είναι
σοφή και να την παρακολουθούν οι υπουργοί. Η οικογένεια αυτή θα πρέπει να είναι
δημιουργική και έτσι να απολαμβάνει τις κοσμικές απολαύσεις. Αυτή η οικογένεια θα
πρέπει να έχει σταθερές φιλίες και να διαφυλάττει τη ζωή όλων των όντων του
ζωικού βασιλείου. [24] Θα πρέπει να έχει ευγνωμοσύνη και να γνωρίζει πώς να
συμπεριφέρεται κατάλληλα. Δεν θα πρέπει να έχει φιλοδοξία, θυμό, άγνοια ή φόβο.
Θα πρέπει να φοβάται τις αρνητικές πράξεις. Δεν θα πρέπει να έχει άγνοια. Θα
πρέπει να είναι καλοσυνάτη και εργατική. Θα πρέπει να εμπνέεται με την προσφορά,
να είναι γενναιόδωρη και να θυμάται την καλοσύνη των άλλων. Θα πρέπει να έχει
σωματική δύναμη, μεγάλο σφρίγος και δύναμη, υπέρτατη δύναμη. Θα πρέπει να
κάνει προσφορές στους σοφούς, στους θεούς και στις στούπα και να σέβεται τους
προπάτορες της. Δεν θα πρέπει να έχει μνησικακία.
Θα πρέπει να είναι ξακουστή στις δέκα κατευθύνσεις και να έχει μεγάλη ακολουθία.
Θα πρέπει να είναι απαράμιλλη. Θα πρέπει να είναι η αρχαιότερη και πιο επιφανείς
όλων των οικογενειών. Θα πρέπει να είναι παντοδύναμη και ξακουστή γι αυτό. Θα
πρέπει να δείχνει σεβασμό στους πατέρες, στις μητέρες, στους επαίτες και στους
ιερείς. Θα πρέπει να έχει μεγάλο απόθεμα θησαυρών και σιτηρών. Πολύ χρυσό και
κοσμήματα, πετράδια, μαργαριτάρια, λάπις λάζουλι, κοχύλια, κρυστάλλους,
κοράλλια, εξαιρετικό χρυσό, ασήμι και πολλά πλούτη και αγαθά. Πολλούς ελέφαντες,
άλογα, καμήλες, βόδια και [F 16a] πρόβατα. Θα πρέπει να έχει υπηρέτες και
υπηρέτριες, υπαλλήλους και εργάτες. Δύσκολα θα νικιέται αυτή η οικογένεια. Θα
πρέπει να πραγματοποιεί όλους τους στόχους της. Θα πρέπει να είναι μια οικογένεια
από παγκόσμιους μονάρχες. Θα πρέπει να βοηθιέται πολύ από τις ρίζες της αρετής
που συσσώρευσε στο παρελθόν. Θα πρέπει να προέρχεται από ευγενή οικογένεια,
από οικογένεια Μποντισάτβα. [25] Θα πρέπει να είναι άμεμπτη από κάθε κατηγορία
που σχετίζεται με λάθη ως προς τη γέννηση, όπως αυτά που υπάρχουν σε
ολόκληρο τον κόσμο με τους θεούς, τους δαίμονες και τους βραχμάνους, τους
επαίτες και τους ιερείς. Φίλοι, αυτές τις εξήντα τέσσερεις ιδιότητες πρέπει να έχει η
οικογένεια που θα γεννηθεί για τελευταία φορά ο Μποντισάτβα.
«Φίλοι, η γυναίκα στης οποίας την μήτρα θα συλληφθεί ο Μποντισάτβα στην
τελευταία του γέννηση, θα πρέπει να έχει τριάντα δύο ιδιότητες. Ποιες είναι αυτές; Ο
Μποντισάτβα στην τελευταία του ύπαρξη θα πρέπει να συλληφθεί στη μήτρα της
γυναίκας που είναι γνωστή σε όλους και έχει ακλόνητη συμπεριφορά. Θα πρέπει να
προέρχεται από καλή κάστα και καλή οικογένεια. Θα πρέπει να έχει έξοχη μορφή,
έξοχο όνομα και έξοχες αναλογίες. Δεν θα πρέπει να έχει γεννήσει άλλη φορά και θα
πρέπει να έχει έξοχη πειθαρχία. Θα πρέπει να είναι γενναιόδωρη, εύθυμη και
επιδέξια. Θα πρέπει να έχει καθαρό μυαλό, ηρεμία, αφοβία, γνώσεις, σοφία,
ειλικρίνεια και καμία πονηριά. Θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη από θυμό, ζήλια και
απληστία. Δεν θα πρέπει να είναι τραχιά, ούτε να διασπάται εύκολα ή να είναι
επιρρεπής στο κουτσομπολιό. Θα πρέπει να έχει υπομονή και καλή ιδιοσυγκρασία,
καλή συνείδηση και την αίσθηση της αιδούς. Θα πρέπει να έχει μικρή προσκόλληση,
θυμό και άγνοια. Θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη από τα σφάλματα της γυναικείας
φύσης [F 16b] και να είναι αφοσιωμένη σύζυγος. Ο Μποντισάτβα στην τελευταία του
ύπαρξη θα πρέπει να συλληφθεί στη μήτρα της γυναίκας εκείνης που έχει αυτές τις
τριάντα δύο έξοχες ιδιότητες.
« Φίλοι, ένας Μποντισάτβα δεν θα συλληφθεί στη μήτρα της μητέρας του ενώ το
φεγγάρι είναι στη χάση του. Ένας Μποντισάτβα στην τελευταία του γέννηση, θα
συλληφθεί κατά την πανσέληνο. Την δέκατη πέμπτη μέρα της χάσης του φεγγαριού
και σε σύζευξη με τον αστερισμό Pusya, θα συλληφθεί ο Μποντισάτβα στη μήτρα της
μητέρας του κατά τη διάρκεια νηστείας.»
[26] Οι Μποντισάτβα και οι θεοί που άκουσαν τον Μποντισάτβα να τους εξηγεί τα
χαρακτηριστικά της καθαρής οικογένειας και της καθαρής μητέρας, σκέφτηκαν: «Που
βρίσκεται μια οικογένεια με αυτές τις ιδιότητες που περιέγραψε το άγιο ον;»
Αναλογιζόμενοι αυτή την ερώτηση, σκέφτηκαν: «Η έδρα των Σάκυα είναι πλούσια,
ευχάριστη και ευημερεί. Έχει άφθονες σοδειές και βρίθει από ανθρώπους. Ο
βασιλιάς τους, ο Σουντοντάνα, κατάγεται από αγνές οικογένειες και από τις δύο
πλευρές, από του πατέρα και από της μητέρας. Η γυναίκα του είναι επίσης αγνή. Οι
πράξεις του δεν μολύνονται από τα πέπλα, και έχει εξαίρετα σωματικά προσόντα.
Είναι εξαιρετικά σοφός και έχει λαμπρή αρετή, κατάγεται από επιφανή οικογένεια και
προήλθε από γενεαλογία παγκόσμιων μοναρχών. Έχει αμέτρητο πλούτο και
θησαυρούς και αμέτρητα πολύτιμα πετράδια. Πιστεύει στο κάρμα και δεν διατηρεί
λανθασμένες απόψεις. Διοικεί όλες τις περιοχές της τάξης των Σάκυα και τον τιμούν
και τον σέβονται όλοι οι έμποροι, οι νοικοκυραίοι, οι υπουργοί και οι άνθρωποι της
αυλής του. Είναι καλός και όμορφος, ούτε πολύ γέορς ούτε πολύ νέος. Έχει όμορφο
σώμα και κάθε εξαιρετική ιδιότητα. Έχει γνώσεις χειροτεχνίας, αστρολογίας, περί του
εαυτού, του Ντάρμα, της αλήθειας, του κόσμου και των σημαδιών. Είναι πράγματι
ένας βασιλιάς του Ντάρμα που οδηγεί σύμφωνα με το Ντάρμα. [F 17a]
«Η πόλη Καπιλαβάστου είναι ο τόπος διαμονής των όντων που έχουν αναπτύξει
βασικές αρετές. Όσοι έχουν γεννηθεί εκεί έχουν την ίδια περιουσία/τύχη με του
βασιλιά. Σύζυγος του βασιλιά Σουντοντάνα είναι η Μαγιαντέβι, η κόση του
Σουπραμπούντα, ενός ηγεμόνα των Σάκυα. Είναι πλούσια και νέα. Βρίσκεται
πράγματι στο άνθος της ζωής της. Έχει εξαίσια μορφή και δεν έχει γεννήσει. Δεν έχει
ούτε γιους ούτε κόρες. Έχει υπέροχη μορφή, πολύ ευχάριστη όψη, είναι σαν μια
πολύ όμορφη ζωγραφιά. Είναι γεμάτη στολίδια σαν μια ουράνια κόρη, και είναι
απαλλαγμένη από τα σφάλματα της γυναικείας φύσης. Είναι φιλαλήθης, με απαλά
λόγια, ευγενής, αξιόπιστη, χωρίς κανένα ψόγο. Η φωνή της μοιάζει με του κούκου,
είναι σεμνή, μιλά γλυκά και ευχάριστα.
Η Μαγιαντέβι είναι συνεσταλμένη, απαλλαγμένη από θυμό, υπερηφάνεια, έπαρση
και αλαζονεία. Δεν έχει αγανάκτηση ή ζήλια. Μιλά την κατάλληλη στιγμή και έχει
γενναιοδωρία. Έχει πειθαρχία και είναι αφοσιωμένη στον σύζυγο της, δεν την
ενδιαφέρουν άλλοι άντρες. Το κεφάλι, τα αυτιά και η μύτη της έχουν τέλεια
συμμετρία. Τα μαλλιά της που είναι κατάμαυρα σαν της μέλισσας, πλαισιώνουν το
όμορφο μέτωπό της και τα φρύδια της. Πάντα χαμογελαστή, μιλά με ειλικρίνεια και
μετρημένα και είναι ευχάριστο να την ακούς. [27] Μαθαίνει γρήγορα, είναι φιλαλήθης
και άμεση, απαλλαγμένη από δόλο, τεχνάσματα και ραδιουργίες. Είναι μετριόφρων
και αξιοπρεπής, σταθερή και αξιόπιστη, και καθόλου επιρρεπής στη ραθυμία και το
ρηχό κουτσομπολιό. Έχει μικρή προσκόλληση, θυμό και άγνοια. Έχει υπομονή και
καλό χαρακτήρα, εποπτεύει προσεκτικά τα άκρα, τα μάτια και το νου της. Η κίνηση
των άκρων της είναι μαλακή και το δέρμα της είναι τόσο απαλό όπως το
ύφασμα kacalindi. Τα μάτια της είναι τόσο καθαρά όπως τα πέταλα του
φρεσκοανοιγμένου άνθους του λωτού. Η μύτη της είναι καλόσχημη με ωραίο δέρμα.
Τα άκρα της είναι σφιχτά και ελαφρώς στρογγυλεμένα σαν τη καμάρα του ουράνιου
τόξου. [F 17b] Όλα τα μέρη του σώματός της είναι όμορφα και άψογα. Είναι θελκτική,
τα χείλια της είναι τόσο κόκκινα σαν το φρούτο bimba, ο μακρύς λαιμός της είναι
γεμάτος κοσμήματα και τα δόντια της είναι λευκά σαν τα άνθη του γιασεμιού και
του sumana. Έχει γυρτούς ώμους, μακριά άκρα, σμιλεμένη μέση σαν την καμάρα
του τόξου, τέλειες πλευρές και βαθύ ομφαλό. Οι γοφοί της είναι απαλοί, ευρείς,
στρογγυλοί και σφιχτοί. Το σώμα της είναι σφιχτό σαν βάτζρα. Οι μηροί της έχουν
καλές αναλογίες σαν την προβοσκίδα του ελέφαντα και οι κνήμες της είναι σαν της
αντιλόπης. Οι παλάμες των χεριών και οι πατούσες των ποδιών της είναι σαν υγρή
λάκα. Είναι ελκυστική κι έχει τέλεια μάτια. Σαγηνεύει το νου κι ευχαριστεί τα μάτια,
έχει έξοχη μορφή ακόμα κι αν συγκριθεί με άλλες όμορφες γυναίκες. Πράγματι δεν
υπάρχει όμοιά της. Επειδή η μορφή της είναι σαν μαγική προβολή, η λέξη
‘μάγια’ που σημαίνει ‘μαγική προβολή’ συμπεριλήφθηκε στο όνομά της. Είναι επίσης
επιδέξια σε όλες τις τέχνες. Σαν μια ουράνια κόρη στον κήπο του Ίντρα, η Μαγιαντέβι
ζει στα διαμερίσματα των γυναικών του βασιλιά Σουντοντάνα. Είναι κατάλληλη για να
γίνει μητέρα του Μποντισάτβα. Έτσι φαίνεται πως η καθαρότητα της οικογένειας που
περιέγραψε ο Μποντισάτβα, υπάρχει μόνο στη τάξη των Σάκυα.»
Πάνω σ’ αυτό έχει ειπωθεί:

Στο Παλάτι Dharmoccarya, το Καθαρό Ον,


έκατσε στο Ανυπέρβλητο Ντάρμα τον θρόνο των λιονταριών.
Φημισμένοι Μποντισάτβα και θεοί
το ίδιο καλότυχοι με αυτόν, έκατσαν γύρω απ’ τον Σοφό.

Καθισμένοι εκεί σκέφτηκαν:


«Ποια οικογένεια που είναι γνωστή για την αγνότητά της
είναι κατάλληλη για τη γέννηση του Μποντισάτβα;
Και που βρίσκονται ο πατέρας και η μητέρα με τις καθαρές ιδιότητες;»

Αφού κοίταξαν παντού σε όλη την Τζαμπουντβίπα,


βρήκαν πως όλες οι μεγάλες βασιλικές οικογένειες
και οι βασιλικές γενεαλογίες είχαν ελαττώματα. Έτσι
μόνο η τάξη των Σάκυα ήταν απαλλαγμένη από ελαττώματα. [28]

«Ο βασιλιάς Σουντοντάνα ανήκει σε βασιλική οικογένεια. [F 18a]


Κατάγεται από μια καθαρή γενεαλογία μοναρχών.
Ευημερεί, είναι πλούσιος και χωρίς διαμάχες.
Είναι ένα άγιο ον, είναι ενάρετος και άξιος σεβασμού.

«Όλα τα άλλα όντα στην πόλη Καπιλαβάστου


είναι ενάρετα και αγνά στο νου.
Η πόλη είναι γεμάτη κήπους, άλση και παλάτια.
Η όμορφη πόλη Καπιλαβάστου είναι το πιο κατάλληλο μέρος να γεννηθεί.

«Όλοι οι κάτοικοί της είναι δυνατοί και ισχυροί,


έχουν τη δύναμη δυο ή ακόμα και τριών ελεφάντων.
Έχουν τελειοποιήσει την εκπαίδευση στην τοξοβολία και τα όπλα
και δεν βλάπτουν τους άλλους ακόμα και για να προστατέψουν την ίδια τους τη ζωή.

«Η γυναίκα του βασιλιά Σουντοντάνα είναι η υπέρτατη


ανάμεσα σε χίλιες άλλες ανυπέρβλητες γυναίκες.
Έχει θελκτική μορφή, είναι σαν μια μαγική προβολή,
και εύστοχα ονομάζεται Μαγιαντέβι, ‘Θεά Μαγικής Προβολής’.

«Το σώμα της είναι όμορφο σαν μιας ουράνιας κόρης,


έχει καλοφτιαγμένη κορμοστασιά και τέλεια σχηματισμένα άκρα.
Κανένα ον, είτε πρόκειται για θεό ή άνθρωπο,
δεν μπορεί να χορτάσει να βλέπει την Μάγια.

«Δεν έχει προσκόλληση ή μίσος.


Είναι ευγενική και τρυφερή, ο λόγος της είναι ειλικρινής και μελιστάλακτος.
Δεν είναι σκληρή ούτε δυσάρεστη, είναι εξαιρετικά γαλήνια,
ποτέ δεν κατσουφιάζει και πάντα χαμογελά.

«Με καλή λογική και ταπεινοφροσύνη, εξετάζει το Ντάρμα.


Είναι απαλλαγμένη από υπερηφάνεια και έπαρση,
δεν είναι επιρρεπής στην πληθωρικότητα, δεν έχει ζήλια, πονηριά ή δόλο.
Χαίρεται να προσφέρει και είναι πάντα τρυφερή στη σκέψη της.

«Πιστεύει στο κάρμα και έχει εγκαταλείψει τις αρνητικές πράξεις,


ακολουθεί την αλήθεια, ελέγχοντας σώμα και νου.
Είναι απαλλαγμένη από το πλήθος των σφαλμάτων
που υπάρχουν συνήθως στις γυναίκες όλου του κόσμου.

«Πράγματι η Μαγιαντέβι είναι απαράμιλλη,


καμία άλλη γυναίκα στο ανθρώπινο πεδίο δεν την συναγωνίζεται,
ούτε και στο πεδίο των γκαντάρβα, ούτε ακόμα και στα θεϊκά πεδία.
Αξίζει να γίνει η μητέρα του Μεγάλου Σοφού.

«Για πεντακόσιες ζωές, αυτή μονάχα


ήταν η μητέρα του Μποντισάτβα,
κι ο Βασιλιάς Σουντοντάνα υπήρξε πατέρας του.
Επομένως έχει όλες τις ιδιότητες μιας άξιας μητέρας.

«Πειθαρχημένη σαν ασκήτρια, ακολουθεί έναν αυστηρό κώδικα συμπεριφοράς,


κι ενώ ακολουθεί τη δική της συμπεριφορά, μοιράζεται και τα καθήκοντα του άντρα
της.
Έχει εκπληρώσει τον όρκο που της έδωσε ο βασιλιάς,
αποφεύγοντας τη σεξουαλική δραστηριότητα για τριάντα δύο μήνες. [29] [F 18b]

«Όπου κι αν βρίσκεται, καθισμένη ή όρθια,


ξαπλωμένη ή σε κίνηση, αυτά τα μέρη
γεμίζουν με λαμπερό φως
που πηγάζει από την αφιέρωσή της στις ενάρετες πράξεις.

«Κανένα ον, είτε πρόκειται για θεό, ημίθεο ή άνθρωπο,


δεν μπορεί να την κοιτάξει με λάγνο νου.
Όλοι την κοιτούν σαν μάνα ή κόρη τους,
επειδή ακολουθεί την ορθή συμπεριφορά και είναι προικισμένη με ευγενείς ιδιότητες.

«Εξ αιτίας των ενάρετων πράξεων της Μαγιαντέβι,


η απέραντη αυτοκρατορία του βασιλιά αποκτά περισσότερη ευημερία.
Οι βασιλιάδες των γειτονικών χωρών δεν μπορούν να συναγωνιστούν
την φήμη του η οποία συνεχώς αυξάνεται.

«Μ’ αυτόν τον τρόπο η Μάγια είναι το κατάλληλο δοχείο.


Με αυτόν τον τρόπο το Άγιο Ον είναι υπέρτατα όμορφο.
Έτσι, αφού αυτοί οι δύο είναι προικισμένοι με τις υπέρτατες ιδιότητες,
ο ένας θα είναι ο γιος και η άλλη θα είναι η άξια μητέρα.

«Εκτός από την Ντέβι, που είναι προικισμένη με την υπέρτατη ιδιότητα,
κι έχει τη δύναμη δέκα χιλιάδων ελεφάντων,
καμία άλλη γυναίκα δεν μπορεί να φέρει
τον υπέρτατο άντρα της Τζαμπουντβίπα.»

Με αυτό το εγκώμιο, οι θεοί


και οι Μποντισάτβα, με την απέραντη γνώση τους,
διακήρυξαν πως μητέρα θα είναι η ανυπέρβλητη Μάγια,
λέγοντας «Είναι κατάλληλη να γεννήσει τη χαρά στην οικογένεια των Σάκυα.»

Έτσι ολοκληρώνεται το 3ο κεφάλαιο

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

[1] posadha fast-νηστεία ή ιερή μέρα (sanskrit dictionary)

4ο Κεφάλαιο - Πύλες προς το Φώς του Ντάρμα

Ενώ ο Μποντισάτβα έβλεπε, μοναχοί, την οικογένεια που θα γεννιόταν, βρισκόταν στο Πεδίο της
Χαράς στο Uccadhvaja, ένα μεγάλο ουράνιο παλάτι με περίμετρο εξήντα τέσσερις λεύγες, όπου
δίδασκε το Ντάρμα στους θεούς του Πεδίου αυτού. Ο Μποντισάτβα είχε έρθει σ’ αυτό το ουράνιο
παλάτι και έλεγε στους θεούς του Πεδίου της Χαράς: «Ελάτε, συγκεντρωθείτε εδώ. Ελάτε να ακούσετε
την τελευταία διδασκαλία του Μποντισάτβα, τη συλλογή του Ντάρμα με τίτλο ‘Εφαρμογή της
Μετάβασης.’» [30]
Ακούγοντας αυτά τα λόγια όλοι οι θεοί του Πεδίου της Χαράς, μαζί με τη συνάθροιση των θεαινών,
συγκεντρώθηκαν στο μεγάλο ουράνιο παλάτι. [F 19a]Εκεί ο Μποντισάτβα ευλόγησε τον περιβάλλοντα
χώρο, που ήταν τόσο απέραντος όσο ολόκληρος ο κόσμος με τις τέσσερις ηπείρους του. Ο τόπος
αυτός ήταν τόσο υπέροχος, τόσο όμορφος να τον βλέπεις, τόσο πολύ γεμάτος με στολίδια και τόσο
μαγευτικός, που οι θεοί του πεδίου της επιθυμίας και του πεδίου της μορφής σκέφτηκαν πως σε
σχέση με αυτόν τον τόπο, τα πεδία τους έμοιαζαν με νεκροταφεία.
Ο Μποντισάτβα καθόταν σε ένα υπέρτατα έξοχο θρόνο λιονταριών που ήταν αποτέλεσμα ωρίμανσης
του κάρμα του. Η βάση του θρόνου ήταν κοσμημένη με διάφορα πολύτιμα πετράδια και σωροί από
μαξιλάρια φτιαγμένα με θεϊκά υφάσματα βρίσκονταν πάνω του. Ο θρόνος ήταν καλυμμένος με
πολύχρωμα και ευωδιαστά λουλούδια και μοσχομύριζε από διάφορα θεϊκά αρώματα και τα καλύτερα
λιβάνια. Ήταν πράγματι θεσπέσιος και λαμποκοπούσε από το φως των εκατοντάδων χιλιάδων
πολύτιμων πετραδιών και από τα δίχτυα με τα ανεκτίμητα πετράδια και εκπέμπονταν ήχοι από τις
σειρές των πολύτιμων αλυσίδων που είχε πάνω του. Ο θρόνος ήταν υπέροχος στη θέα. Ήχοι από
εκατοντάδες χιλιάδες πολύτιμες καμπανούλες ακούγονταν απ’ αυτόν και ήταν καλυμμένος με
εκατοντάδες χιλιάδες δίχτυα φτιαγμένα από πολύτιμα πετράδια. Από αυτά κρέμονταν εκατοντάδες
χιλιάδες μεταξωτά κρόσσια που κοσμούνταν με πολλές εκατοντάδες χιλιάδες μεταξένια στολίδια και
γιρλάντες.
Εκατοντάδες χιλιάδες θεαινών τραγουδούσαν, χόρευαν και έπαιζαν όργανα, διακηρύττοντας
εκατοντάδες χιλιάδες ανυπέρβλητες ιδιότητες. Εκατοντάδες χιλιάδες φύλακες του κόσμου έστεκαν σε
σκοπιά, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες Σάκρα έκαναν προστερνισμούς και εκατοντάδες χιλιάδες Μπράχμα
προσκυνούσαν μπροστά στο θρόνο. Αμέτρητα δις/μύρια Μποντισάτβα βρίσκονταν γύρω του και
αμέτρητα δις/μύρια Βούδα των δέκα κατευθύνσεων, αμέτρητοι σε αριθμό, συγκεντρώνονταν πάνω
του. Αυτός ο θρόνος προήλθε από τη δύναμη της ωρίμανσης της αρετής που συγκεντρώθηκε από τις
τελειότητες που πραγματοποιήθηκαν για αμέτρητα δις/μύρια κάλπα.
Έτσι, μοναχοί, ο Μποντισάτβα έκατσε στον μεγαλειώδη αυτό θρόνο λιονταριών με αυτά τα
χαρακτηριστικά και είπε στη μεγάλη συγκέντρωση των θεών: «Φίλοι, [F 19b] κοιτάξτε το σώμα του
Μποντισάτβα που κοσμείται με τα σημάδια εκατοντάδων αρετών. Κοιτάξτε το αμέτρητο [31] πλήθος
των Μποντισάτβα που κατοικούν στις δέκα κατευθύνσεις, στην ανατολή, το νότο, τη δύση και τον
βορρά, πάνω και κάτω και παντού και που τώρα βρίσκονται στο ανυπέρβλητο Πεδίο της Χαράς. Όλοι
πλησιάζουν στη τελευταία τους ύπαρξη και περιτριγυρισμένοι από μια συνάθροιση θεών, χαροποιούν
τους θεούς εκδηλώνοντας το πέρασμα τους, δείχνοντας την πύλη προς το φώς του Ντάρμα. Κοιτάξτε
πόσο απροσμέτρητα πολλοί είναι.»
Έπειτα, με την ευλογία του Μποντισάτβα ολόκληρη η συνάθροιση των θεών, είδε όλους τους
Μποντισάτβα. Όταν τους είδαν, κοίταξαν τον Μποντισάτβα, ένωσαν τα χέρια τους και υποκλίθηκαν
μπροστά του. Αφού προσκύνησαν με όλο τους το σώμα, είπαν, ‘Πόσο υπέροχο! Οι ευλογίες του
Μποντισάτβα είναι πράγματι ασύλληπτες, αφού μπορούμε να δούμε όλους αυτούς τους Μποντισάτβα
απλά κατευθύνοντας το βλέμμα μας.»
Ο Μποντισάτβα μετά απευθύνθηκε στη μεγάλη συνάθροιση των θεών με τα εξής λόγια: «Φίλοι,
ακούστε σας παρακαλώ τις πύλες προς το φως του Ντάρμα που ευφραίνει τους θεούς, που αυτοί οι
Μποντισάτβα δίδαξαν τους θεούς με τον τρόπο που πεθαίνουν. Υπάρχουν 108 πύλες προς το φως
του Ντάρμα, και αυτές πρέπει να τις διδάξει αλάθητα, ένας Μποντισάτβα σε μια συνάθροιση θεών, την
ώρα της μετάβασής του. Ποιες είναι αυτές οι 108 πύλες; Έχουν ως εξής:
· Η πίστη φίλοι μου, είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, με αυτήν ο νους είναι ακλόνητος.
· Η έμπνευση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν ο νους απαλλάσσεται από τις
μολύνσεις.
· Η υπέρτατη χαρά είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα επειδή έτσι το σώμα γίνεται εξαιρετικά
εύκαμπτο.
· Η πληρότητα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι ο νους γίνεται αγνός.
· Η σωματική εγκράτεια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν εξαγνίζονται τα τρία
ελαττώματα του σώματος.
· Η λεκτική εγκράτεια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι εγκαταλείπονται τα τέσσερα
ελαττώματα του λόγου.
· Η διανοητική εγκράτεια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι η απληστία, η μοχθηρία και
οι λανθασμένες θεωρήσεις εγκαταλείπονται [F 20a]
· Η ενθύμηση του Βούδα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην καθαρή αντίληψη
του Βούδα.
· Η ενθύμηση του Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην καθαρή διδασκαλία
του Ντάρμα.
· Η ενθύμηση της Σάνγκα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή αποτρέπει την παραβίαση των
κανόνων.
· Η ενθύμηση της γενναιοδωρίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
απαγκίστρωση από όλα τα υλικά πράγματα.
· Η ενθύμηση της πειθαρχίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην εκπλήρωση των
προσδοκιών.
· Η ενθύμηση του θείου είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί σε έναν απέραντο τρόπο
σκέψης. [32]
· Η αγάπη είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή υπερβαίνει όλα όσα έχουν δημιουργηθεί από
την αρετή που βασίζεται σε υλικά πράγματα.
· Το έλεος είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στη μη βία.
· Η χαρά είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή καθαρίζει κάθε δυσαρέσκεια.
· Η ισοψυχία είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στη καταφρόνηση της επιθυμίας.
· Η διερεύνηση της παροδικότητας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην υπέρβαση
της προσκόλλησης στα πεδία της επιθυμίας, της μορφής και τα πεδία χωρίς μορφή.
· Η διερεύνηση της δυστυχίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην παύση των
λανθασμένων στόχων.
· Η διερεύνηση της απουσίας εαυτού είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή διαλύει την έκδηλη
εμμονή στον εαυτό.
· Η διερεύνηση της γαλήνης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μειώνονται οι φλόγες των
παθών.
· Το να έχεις καθαρή συνείδηση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή φέρνει την πλήρη
εσωτερική γαλήνη.
· Η μετριοφροσύνη είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή φέρνει την πλήρη γαλήνη στους
άλλους.
· Η αλήθεια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι δεν εξαπατούνται οι θεοί κι οι άνθρωποι.
· To αυθεντικό είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι δεν εξαπατάται κανείς.
· Η άσκηση στο Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι βασίζεται κανείς στο Ντάρμα.
· Το καταφύγιο στα Τρία Πετράδια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι ξεφεύγει κανείς
από τα τρία κατώτερα πεδία.
· Η αναγνώριση της καλοσύνης των άλλων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι
διασφαλίζονται και δεν πάνε χαμένες οι βασικές αρετές κάποιου.
· Η ευγνωμοσύνη είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, [F 20b] επειδή οδηγεί στο να μην καταδικάζει
κανείς τους άλλους.
· Η αυτογνωσία είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στο να μην επαινεί κανείς τον
εαυτό του.
· Η γνώση για τα όντα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στο να μην υποβιβάζονται οι
άλλοι.
· Η γνώση του Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην άπλετη εφαρμογή του
Ντάρμα με το σωστό τρόπο.
· Η γνώση της κατάλληλης στιγμής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι διασφαλίζεται
πως η θέαση θα είναι ουσιαστική.
· Η υπερνίκηση της υπερηφάνειας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην τελειότητα
της σοφίας.
· Ο απαλλαγμένος από κακοβουλία νους είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί να
προστατεύει κανείς τον εαυτό του και τους άλλους.
· Το να μην έχει κανείς μνησικακία είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι είναι
απαλλαγμένος από τύψεις.
· Το ειλικρινές ενδιαφέρον είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι κάνει κανείς μεγάλη
προσπάθεια και είναι απαλλαγμένος από αμφιβολίες.
· Η διερεύνηση της απέχθειας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα επειδή έτσι απαλλάσσεται από τις
σκέψεις περί αυτών που επιθυμεί.
· Η απουσία κακίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή απαλλάσσεται από σκέψεις
εκδίκησης. [33]
· Η απουσία ηλιθιότητας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή διώχνει την άγνοια.
· Η επιδίωξη του Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι βασίζεται κανείς στο
νόημα.
· Η επιθυμία για Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι συνδέεται με το φως του
Ντάρμα.
· Η επιθυμία για ακρόαση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί κανείς να ερευνήσει
το Ντάρμα επακριβώς και με τον σωστό τρόπο.
· Η σωστή εφαρμογή είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην ορθή συμπεριφορά.
· Η γνώση των ονομάτων και των μορφών είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι
ξεπερνιέται κάθε προσκόλληση.
· Η κατάκτηση των θεωρήσεων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην επίτευξη της
επίγνωσης και στην πλήρη απελευθέρωση.
· Η εξάλειψη της προσκόλλησης και της απέχθειας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι
διαλύονται οι σκέψεις κριτικής.
· Η ενδελεχής γνώση των σκάντα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην μεγάλη
κατανόηση της δυστυχίας.
· Η ισότητα των στοιχείων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή αυτό οδηγεί στην εγκατάλειψη
της προέλευσης της δυστυχίας.
· Η απόσυρση των αισθήσεων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι διαλογίζεται κανείς
στον δρόμο. [F 21a]
· Η αποδοχή της μη εμφάνισης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην πραγμάτωση
της παύσης.
· Η επαγρύπνηση ως προς το σώμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
απομόνωση του σώματος.
· Η επαγρύπνηση ως προς τις αισθήσεις είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
παύση όλων των αισθήσεων
· Η επαγρύπνηση ως προς τον νου είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην επακριβή
κατανόηση της ψευδαισθητικής φύσης του νου.
· Η επαγρύπνηση ως προς τα φαινόμενα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
τέλεια σοφία.
· Οι τέσσερις τέλειες εγκαταλείψεις είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγούν στην
εγκατάλειψη όλων των αρνητικών χαρακτηριστικών και στην τελειοποίηση όλων των θετικών
ιδιοτήτων.
· Οι τέσσερις βάσεις των θαυματουργικών δυνάμεων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή
οδηγούν στην ελαφρότητα του σώματος και του νου.
· Η λειτουργία της πίστης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στο να μην εξαρτάται
κανείς στην καθοδήγηση των άλλων.
· Η λειτουργία του ζήλου είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή χαρίζει την σοφία της
πραγμάτωσης. [34]
· Η λειτουργία της επαγρύπνησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στις ενάρετες
πράξεις.
· Η λειτουργία της απορρόφησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
απελευθέρωση του νου.
· Η λειτουργία της γνώσης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στη σοφία της άμεσης
αντίληψης.
· Η δύναμη της πίστης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην τέλεια υπέρβαση της
δύναμης του Μάρα.
· Η δύναμη του ζήλου είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν, δεν γυρίζεις πίσω.
· Η δύναμη της επαγρύπνησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν δεν
παρεκκλίνεις.
· Η δύναμη της απορρόφησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν μπορεί κανείς να
εγκαταλείψει όλες τις σκέψεις της πλάνης.
· Η δύναμη της γνώσης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτήν, δεν μπορεί κανείς
εύκολα να εξαπατηθεί.
· Ο κλάδος της Φώτισης της πλήρους επαγρύπνησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή
γίνεται κανείς ικανός να κατανοήσει το Ντάρμα όπως είναι.
· Ο κλάδος της Φώτισης της τέλειας διάκρισης του Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα,
επειδή γίνεται κανείς ικανός να πραγματώσει όλα τα Ντάρμα.
· Ο κλάδος της Φώτισης του τέλειου ζήλου είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή προικίζεται
κανείς με την ευφυΐα της τέλειας πραγμάτωσης [F 21b]
· O κλάδος της Φώτισης της τέλειας χαράς είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή επιτρέπει σε
κάποιον να πραγματώσει την απορρόφηση.
· Ο κλάδος της Φώτισης της τέλειας ευκινησίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή επιτρέπει
να πραγματώσει κανείς τους στόχους του.
· Ο κλάδος της Φώτισης της τέλειας απορρόφησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι
κατανοεί κανείς την ισότητα όλων των φαινομένων.
· Ο κλάδος της Φώτισης της τέλειας ισοψυχίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί
στην αποστροφή για κάθε γέννηση.
· Η ορθή θεώρηση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή αποτρέπει από την παραβίαση των
κανόνων.
· Η ορθή απόφαση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην εγκατάλειψη όλων των
σκέψεων, των αντιλήψεων και των ιδεών.
· Ο ορθός λόγος είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στο να πραγματώσει κανείς πως
κάθε λέξη, ήχος, γλώσσα και ομιλία είναι σαν την ηχώ.
· Η ορθή πράξη είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην εξάλειψη του κάρμα και της
ωρίμανσης.
· Ο ορθός βιοπορισμός είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην παύση όλων των
επιδιώξεων.
· Η ορθή προσπάθεια είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην άλλη όχθη.
· Η ορθή επαγρύπνηση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην απουσία αδιαφορίας
και διανοητικής εμπλοκής.
· Η ορθή απορρόφηση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην επίτευξη της
απορρόφησης ενός αδιατάρακτου νου.
· Ο νους της Φώτισης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή διασφαλίζει την ροή της διαδοχής
των Τριών Πετραδιών.
· Η πρόθεση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην απουσία επιθυμίας για το
Μικρότερο Όχημα.
· Η υπέρτατη πρόθεση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή επικεντρώνεται ξεκάθαρα στις
απέραντες διδασκαλίες του Βούδα.
· Η εφαρμογή είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην τελειοποίηση όλων των
ενάρετων ιδιοτήτων.
· Η τελειότητα της γενναιοδωρίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στα
ανυπέρβλητα γνωρίσματα και σημάδια, στην τέλεια καθαρότητα των βουδικών πεδίων και την πλήρη
ωρίμανση εκείνων των όντων που έχουν απληστία.
· Η τελειότητα της πειθαρχίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, [F 22a]επειδή οδηγεί στην
υπέρβαση όλων των περιοριστικών και κατώτερων επιπέδων ύπαρξης και στην ωρίμανση [35]
εκείνων των όντων που έχουν χαλαρή πειθαρχία.
· Η τελειότητα της υπομονής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι εγκαταλείπει κανείς την
κακία, την εχθρικότητα, τον θυμό, την υπερηφάνεια, την αλαζονεία και την έπαρση και ωριμάζει εκείνα
τα όντα που περιθάλπουν την μοχθηρία.
· Η τελειότητα της επιμονής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί κανείς να επιδοθεί
σε όλα τα ενάρετα έργα και να ωριμάσει τα όντα που έχουν τεμπελιά.
· Η τελειότητα της συγκέντρωσης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι εμφανίζονται όλα
τα επίπεδα ισορροπίας και γνώσης και ωριμάζουν τα όντα που έχουν διάσπαση.
· Η τελειότητα της γνώσης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί να εγκαταλείψει
κανείς τη σκοτεινή ομίχλη της άγνοιας και της ηλιθιότητας, εγκαταλείπονται οι λανθασμένες θεωρήσεις
και ωριμάζουν τα όντα με την εσφαλμένη γνώση.
· Τα επιδέξια μέσα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή με αυτά μπορεί να διδάξει κανείς
διάφορα είδη συμπεριφοράς που εναρμονίζεται με τα ενδιαφέροντα των όντων και να ασκηθεί σε όλες
τις διδασκαλίες του Βούδα.
· Οι τέσσερις τρόποι προσέλκυσης μαθητών είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι
συγκεντρώνονται όντα που γίνονται κατάλληλοι αποδέκτες του Ντάρμα που απορρέει από την
ανακάλυψη της αφύπνισης.
· Η ωρίμανση των όντων είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι δεν μένει κανείς
προσκολλημένος στη δική του ευτυχία και απαλλάσσεται από την απογοήτευση.
· Η κατανόηση του αληθινού Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί κανείς
να εξαλείψει τις μολύνσεις όλων των όντων.
· Η συσσώρευση αρετής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι μπορεί κανείς να
γαλουχήσει όλα τα όντα.
· Η συσσώρευση της σοφίας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι τελειοποιούνται οι δέκα
δυνάμεις.
· Η συσσώρευση της γαλήνιας παραμονής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
επίτευξη της απορρόφησης των Τατάγκατα.
· Η συσσώρευση της βαθιάς ενόρασης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
επίτευξη του οφθαλμού της γνώσης.
· Η πρόσβαση στην αυθεντική διακρίνουσα επίγνωση είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή
οδηγεί στην επίτευξη του οφθαλμού του Ντάρμα. [F 22b]
· H πρόσβαση στους αξιόπιστους είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
καθαρότητα του οφθαλμού του Βούδα.
· Η επίτευξη των νταράνι είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι συγκρατεί κανείς οτιδήποτε
έχει ειπωθεί από τον Βούδα.
· Η επίτευξη της βεβαιότητας είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή αποκτά κανείς την
δυνατότητα να ικανοποιήσει όλα τα όντα προσφέροντάς τους καθαρές εξηγήσεις.
· Η αποδοχή του σύμφωνου Ντάρμα είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή έτσι βρίσκεται κανείς
σε αρμονία με όλες τις διδασκαλίες του Βούδα.
· Η αποδοχή του Ντάρμα της μη-εμφάνισης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί στην
επίτευξη της προφητείας.
· Το έδαφος της μη-επιστροφής είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα επειδή οδηγεί στην πλήρη
τελειοποίηση της ολότητας των διδασκαλιών του Βούδα. [36]
· Η σοφία που εξελίσσεται από επίπεδο σε επίπεδο είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή
οδηγεί στη μύηση της σοφίας της παντογνωσίας.
· Το έδαφος της μύησης είναι πύλη προς το φως του Ντάρμα, επειδή οδηγεί κάποιον, να συλληφθεί σε
μια μήτρα, να γεννηθεί, να εμφανιστεί στον κόσμο, να περάσει δοκιμασίες, να πάει στη θέση της
Φώτισης, να δαμάσει τον Μάρα, να πραγματώσει την τέλεια Φώτιση, να στρέψει τον τροχό του
Ντάρμα και να εκδηλώσει την μεγάλη παρινιρβάνα.

«Αυτές φίλοι μου, είναι οι 108 πύλες προς το φως του Ντάρμα, που πρέπει να διδάξει ο
Μποντισάτβα στη συνάθροιση των θεών την ώρα της μετάβασής του.»

Όταν μοναχοί, ο Μποντισάτβα δίδαξε αυτό το κεφάλαιο, ‘Τις Πύλες προς το Φως του Ντάρμα’ στη
συνάθροιση των θεών, 84.000 θεοί εμφάνισαν το νου της ανυπέρβλητης, τέλεια ολοκληρωμένης
Φώτισης. Οι 32.000 θεοί που είχαν προηγούμενα εκπαιδευτεί, απέκτησαν αποδοχή για την μη-
εμφάνιση των φαινομένων. Οι 360 εκ/μύρια θεοί απέκτησαν τον καθαρό οφθαλμό ως προς τα
φαινόμενα, χωρίς αμαυρώσεις και μολύνσεις. Ολόκληρο το εξαίσιο Πεδίο της Χαράς καλύφθηκε από
ουράνια λουλούδια, μέχρι το γόνατο.

Τότε, μοναχοί, ο Μποντισάτβα είπε αυτούς τους στίχους με σκοπό να φέρει ακόμα μεγαλύτερη χαρά
στη συγκέντρωση των θεών: [F.23a]

«Την ώρα που ο Οδηγός, ο Λέοντας των Ανθρώπων, πεθαίνει,


και κατεβαίνει από το υπέρτατο Πεδίο της Χαράς,
διδάσκει αυτά τα λόγια στους θεούς:
‘Εγκαταλείψτε όλα τα είδη ασυνειδησίας!

«Η ποικιλία των θεϊκών απολαύσεων.


όλα τα υπέροχα πράγματα που βάζει ο νους,
όλα αυτά δημιουργήθηκαν από ενάρετες πράξεις.
Ακούστε λοιπόν γι αυτές τις πράξεις.

«Αναγνωρίστε το καλό που σας έγινε.


Μην πέσετε στα τρια κατώτερα επίπεδα
αφού εξαντληθεί η προηγούμενη συσσώρευση αρετής.
Εκεί υπάρχει μόνο δυστυχία και πόνος.

«Αφού αναπτύξετε σεβασμό σε μένα,


ασκηθείτε ειλικρινά
στις διδασκαλίες που ακούσατε,
και θα αποκτήσετε αναπόφευκτα απεριόριστη χαρά.

«Όλα τα επιθυμητά πράγματα είναι παροδικά και ασταθή.


Τίποτα δεν είναι αιώνιο, ακόμα και τα κάλπα. [37]
Τα πάντα είναι σαν οφθαλμαπάτη ή ψευδαίσθηση,
και παροδικό σαν την αστραπή ή τη φυσαλίδα στο νερό.

«Η απόλαυση που έρχεται από τα χαρακτηριστικά


των επιθυμητών πραγμάτων, είναι μη ικανοποιητική, σαν να πίνεις αλμυρό νερό,
εκείνοι όμως με την ευγενή πρωταρχική γνώση
που υπερβαίνει τον κόσμο, είναι ικανοποιημένοι.

«Οι θεές, οι σύντροφοι και τα όμορφα τραγούδια


μοιάζουν με το ακροατήριο μιας παράστασης.
Είναι σαν το πλήθος των ανθρώπων που μαζεύονται
και μετά φεύγουν σε ξεχωριστούς δρόμους.

«Στο πεδίο των συνθηκών, δεν υπάρχουν σύμμαχοι,


φίλοι, συγγενείς ή ακολουθία.
Κι εκτός αυτού, το κάρμα που απορρέει από τις καλές πράξεις,
τον δένει επίσης, και τον ακολουθεί από πίσω του συνεχώς.

«Γι αυτό να είστε αρμονικοί μεταξύ σας.


Να δράτε με νου γεμάτο αγάπη και καλοσύνη.
Να καταπιάνεστε με ενάρετες δραστηριότητες,
γιατί οι καλές πράξεις δεν φέρνουν βάσανα.
«Να θυμάστε σας παρακαλώ τον Βούδα, το Ντάρμα και τη Σάνγκα,
μην γλιστράτε στην αδιαφορία.
Όσοι χαίρονται με τη μελέτη, την πειθαρχία και τη γενναιοδωρία
είναι προικισμένοι με υπομονή και ευγένεια.

«Ερευνήστε την δυστυχία, την παροδικότητα και την απουσία εαυτού.


Εξετάστε λεπτομερώς αυτά τα τρία φαινόμενα.
Προβάλουν σε σχέση με τις αιτίες και τις συνθήκες.
Είναι κενές από ύπαρξη και δεν έχουν ιδιοκτήτη. [F 23b]

«Όποιες θαυματουργές δυνάμεις βλέπεται πάνω μου,


κι όποια ευγλωττία, σοφία και ιδιότητες κι αν έχω,
όλα αυτά είναι αποτέλεσμα των ενάρετων πράξεων
εμφανίστηκαν από τη μελέτη, την πειθαρχία και την ευσυνειδησία.

«Για την ευημερία, το όφελος και από αγάπη για τα όντα,


θα πρέπει να με μιμηθείτε ως προς τη μελέτη, την πειθαρχία,
την ευσυνειδησία, τη γενναιοδωρία,
την συγκράτηση και τον αυτοέλεγχο.

«Επειδή οι ευοίωνες διδασκαλίες δεν πραγματώνονται


απλά με τον ήχο του λόγου και της φωνής σας,
σας παρακαλώ να υιοθετήσετε την ορθή συμπεριφορά
και να εξασκείτε αυτό που διδάσκετε.

«Μην ακολουθείτε απλά αυτό που λένε οι άλλοι.


Προσπαθήστε να έχετε συνεχή συγκέντρωση.
Με την δράση έχει κανείς την ευκαιρία.
Αν δεν δρα, δεν μπορεί κανείς να καταφέρει τίποτα.

«Θυμηθείτε όλη την δυστυχία που έχετε βιώσει


γυρνώντας στην κυκλική ύπαρξη μέχρι τώρα. [38]
Αν πέσετε θύματα της στρέβλωσης
δεν θα πετύχετε την νιρβάνα ούτε την απελευθέρωση από την προσκόλληση.

«Έτσι, αφού έχετε την ελευθερία,


τον πνευματικό οδηγό και το ευνοϊκό περιβάλλον,
κι αφού συναντήσατε την υπέρτατη διδασκαλία του Ντάρμα,
θα πρέπει να γαληνέψετε την προσκόλληση και τις άλλες μολύνσεις.

«Χωρίς υπερηφάνεια, αλαζονεία και έπαρση,


ευέλικτοι συνεχώς, σωστοί και ειλικρινείς,
αφιερωθείτε στην κατάκτηση της υπέρβασης της δυστυχίας
και εργαστείτε ώστε να πραγματώσετε τον δρόμο.

«Διαλύστε όλο το σκοτάδι και τη θολούρα της άγνοιας


με τη δάδα της γνώσης.
Σκίστε το δίχτυ του σφάλματος και της αδράνειας του
χρησιμοποιώντας το βάτζρα της σοφίας.

«Για ποιο λόγο να πει κανείς πολλά;


Είναι δικό σας συμφέρον να ακολουθήσετε αυτή τη διδασκαλία.
Αν δεν τηρήσετε αυτή τη διδασκαλία,
τότε δεν είναι λάθος της διδασκαλίας.

« Όταν έφτασα στην αφύπνιση


έδωσα αυτή τη διδασκαλία που οδηγεί στην αθανασία,
εσείς με τον καθαρό νου, ελάτε
να ακούσετε το αληθινό Ντάρμα.»
Έτσι ολοκληρώνεται το 4ο κεφάλαιο.

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

5ο Κεφάλαιο - Τοποθεσία

Μ’ αυτόν τον τρόπο μοναχοί, ο Μποντισάτβα φανέρωσε αυτή τη διδασκαλία στη


μεγάλη συγκέντρωση των θεών. [F. 24a] Μ’ αυτόν τον τρόπο κατανόησαν το
μήνυμά του, ενθουσιάστηκαν, ευχαριστήθηκαν και το δέχτηκαν. Τότε μίλησε στην
ακολουθία των καλότυχων θεών:
«Φίλοι, τώρα θα πάω στην Τζαμπουντβίπα. Στο παρελθόν όταν ασκούσα τη
συμπεριφορά του Μποντισάτβα, προσέλκυσα τα όντα μέσω των τεσσάρων
δραστηριοτήτων, της γενναιοδωρίας, του ευχάριστου λόγου, της ωφέλιμης
δραστηριότητας και δείχνοντας συνοχή ως προς το λόγο και τους στόχους. Όμως
φίλοι, αν δεν πετύχω τώρα την απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση, θα
είμαι αγνώμων και παράλογος.»
Ακούγοντας το αυτό, οι θεοί του Πεδίου της Χαράς έκλαψαν και αγκαλιάζοντας τα
πόδια του Μποντισάτβα είπαν: «Ενάρετε εσύ, αν δεν παραμείνεις , αυτό το Πεδίο της
χαράς θα [39] χάσει τη λαμπρότητά του.»
Ο Μποντισάτβα απάντησε στη μεγάλη συνάθροιση των θεών, «Ο Μποντισάτβα
Μαϊτρέγια θα σας διδάξει το Ντάρμα.» Τότε ο Μποντισάτβα πήρε το στέμμα από το
κεφάλι του και το έβαλε στο κεφάλι του Μποντισάτβα Μαϊτρέγια λέγοντας, «Ενάρετε
εσύ, θα αφυπνιστείς στην τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση μετά από μένα.»
Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Μποντισάτβα ενθρόνισε τον Μποντισάτβα Μαϊτρέγια στο
Πεδίο της Χαράς. Έπειτα είπε στη μεγάλη συνάθροιση των θεών: «Φίλοι, με ποια
μορφή θα πρέπει να μπω στη μήτρα της μητέρας μου;»
Κάποιοι αποκρίθηκαν, «Σαν άνθρωπος με τη μορφή ιερέα.» Κάποιοι άλλοι όμως
πρότειναν, «Με τη μορφή του Σάκρα, ή του Μπράχμα, ή κάποιου μεγάλου βασιλιά, ή
του Βαϊσραβάνα, ή κάποιου γκαντάρβα, κιννάρα ή μαχαρόγκα, ή του Μαχεσβάρα, ή
του βασιλιά της σελήνης, [F. 24b] ή του βασιλιά του ήλιου ή ενός γκαρούντα.»
Παρών ήταν και ο Ugrateja, ένας θεός του πεδίου του Μπράχμα. Αφού στην
προηγούμενη ζωή του ήταν σοφός, επαναγεννήθηκε ανάμεσα στους θεούς και όδευε
προς την ανυπέρβλητη και τέλεια φώτιση, χωρίς επιστροφή. Τότε μίλησε:
«Τα μάντρα των ιερέων και οι διδασκαλίες των Βεδών αναφέρουν την κατάλληλη
μορφή που θα πρέπει να πάρει ο Μποντισάτβα όταν κατεβαίνει στη μήτρα της
μητέρας του. Θα πρέπει να έχει τη μορφή ενός μεγάλου, εξαίσιου ελέφαντα με έξι
χαυλιόδοντες που είναι καλυμμένος με χρυσό δίχτυ. Το κεφάλι του θα πρέπει να
είναι κατακόκκινο και πανέμορφο. Από τα ιερά του θα πρέπει να βγάζει αρωματικά
υγρά και να έχει εξαίρετο σώμα. Τότε εκείνος που γνωρίζει τις Βέδες και τις γραφές
των ιερέων, θα αναγνωρίσει αυτά τα χαρακτηριστικά και θα προφητέψει τον ερχομό
κάποιου που θα είναι προικισμένος με τα τριάντα δύο γνωρίσματα ενός μεγάλου
όντος.»
Όταν, μοναχοί, ο Μποντισάτβα βρισκόταν ακόμα στο ανυπέρβλητο Πεδίο της Χαράς,
αναλογίστηκε για την ώρα της γέννησής του. Τότε εκδήλωσε οκτώ οιωνούς στην
ανυπέρβλητη κατοικία του Βασιλιά Σουντοντάνα. Ποιοι ήταν αυτοί;
Η κατοικία ήταν πεντακάθαρη αφού όλα τα χορτάρια, τα κούτσουρα, οι θάμνοι, τα
βότσαλα και τα χαλίκια είχαν αφαιρεθεί. Ήταν [40] πλυμένη και καθαρισμένη. Δεν
διαταρασσόταν από τον άνεμο, ούτε είχε καπνό και σκόνη. Δεν είχε κουνούπια,
μύγες, μέλισσες και φίδια. Ήταν γεμάτη λουλούδια και η περιοχή ήταν ομαλή σαν την
παλάμη του χεριού. Αυτός ήταν ο πρώτος οιωνός.
Από τα Ιμαλάια, τον βασιλιά των οροσειρών, ήρθαν στο παλάτι σμήνη πουλιών.
Υπήρχαν pattragupta παπαγάλοι, mynas, κούκοι, κύκνοι, curlews, παγόνια, άγριες
χήνες, χρωματιστά snipe, αηδόνια, φασιανοί και άλλα πολλά. Τα πουλιά είχαν
πανέμορφα χρωματιστά φτερά και τραγουδούσαν με μελωδικές φωνές. Πετούσαν
πάνω από τις βεράντες, τις καμάρες, τις πόρτες, τα περίπτερα και ψηλότερες
ταράτσες του ανυπέρβλητου παλατιού του Βασιλιά Σουντοντάνα. Τα πουλιά ήταν
ευχαριστημένα και πλήρη και τραγουδούσαν χαρωπά. Αυτός ήταν ο δεύτερος
οιωνός.
Σε όλα τα πάρκα τα δάση και τους κήπους του Βασιλιά Σουντοντάνα, όλα τα δέντρα
άνθησαν και καρποφόρησαν. Αυτός ήταν ο τρίτος οιωνός.
Στις λίμνες και τις στέρνες του Βασιλιά Σουντοντάνα, εμφανίστηκαν τόσο μεγάλοι
λωτοί όσο οι ρόδες των αμαξών, που είχαν τρις/μύρια πέταλα. Αυτός ήταν ο
τέταρτος οιωνός.
Στην ανυπέρβλητη κατοικία του Σουντοντάνα, οι προμήθειες βουτύρου,
σησαμέλαιου, μελιού, ακατέργαστης ζάχαρης και χυμού από ζαχαροκάλαμο δεν
τέλειωναν ποτέ και έμοιαζαν να είναι αστείρευτες, αν και τις χρησιμοποιούσαν σε
αφθονία. Αυτός ήταν ο έκτος οιωνός. [41]
Σ’ αυτήν την έξοχη κατοικία του Βασιλιά Σουντοντάνα, άνοιξαν τα καπάκια των
δοχείων που περιείχαν πολύτιμα υλικά όπως χρυσό, ασήμι, πετράδια, μαργαριτάρια,
βηρύλλιο, κοχύλια, κρύσταλλα και κοράλλια, δείχνοντας την αφθονία και την άψογη
τελειότητά τους. Αυτός ήταν ο έβδομος οιωνός.
Ένα καθαρό και αμόλυντο φως εμφανίστηκε, τόσο λαμπερό όσο του ήλιου και της
σελήνης μαζί, που έφερε νοητική και σωματική ευχαρίστηση. Αυτός ήταν ο όγδοος
οιωνός. [F. 25b]
[Β 3] Η βασίλισσα Μάγια μπανιαρίστηκε και αρωμάτισε το σώμα της. Κόσμησε τα
χέρια της με πολλά βραχιόλια και φόρεσε τα πιο απαλά και όμορφα ρούχα της.
Χαρωπή, ευτυχισμένη και με ενθουσιασμό, μαζί με τη συνοδεία δέκα χιλιάδων
γυναικών, πήγε στην αίθουσα μουσικής, όπου καθόταν άνετα ο Βασιλιάς
Σουντοντάνα. Έκατσε στα δεξιά του, πάνω σε έναν υπέροχο, πολύτιμο θρόνο
πετραδιών. Με αθώο και χαμογελαστό πρόσωπο, απαλλαγμένο από θυμό, είπε τα
ακόλουθα λόγια στον Βασιλιά Σουντοντάνα:

«Μεγαλειότατε, κύριε της γης, καλέ μου άρχοντα, προσεύχομαι να με ακούσεις!


Κάνε μου τη χάρη Υψηλότατε!
Άκου και αγαλλίασε μέσα σου
με τις επιθυμίες που έχω στο μυαλό μου.

«Από αγάπη, Άρχοντά μου, για όλα τα όντα, θα πάρω τους οκτώ όρκους,
που περιέχουν την πειθαρχία και την ηθική συμπεριφορά, καθώς και τη νηστεία.
Χωρίς να βλάπτω κανένα ζωντανό πλάσμα και με καθαρά αισθήματα πάντοτε,
θα αγαπώ τους άλλους με τον ίδιο τρόπο που αγαπώ τον εαυτό μου. [42]

«Έχω αποκηρύξει την κλεψιά και εγκατέλειψα την προσκόλληση και την υπεροψία.
Μεγαλειότατε, δεν θα δρω ανήθικα.
Θα παραμένω ειλικρινής, δεν θα προσβάλλω τους άλλους και θα εγκαταλείψω τα
σκληρά λόγια.
Δεν θα χρησιμοποιώ δόλιες ή μη ενάρετες λέξεις.
«Αποκηρύσσω τον θυμό, την αντιπαλότητα, την ηλιθιότητα και την πλάνη έπαρση.
Αποκηρύττοντας την απληστία, θα είμαι ικανοποιημένη με τα δικά μου αγαθά.
Θα συμπεριφέρομαι κατάλληλα και θα αποκηρύξω την κολακεία, την υποκρισία και
τη ζήλια.
Θα ταξιδέψω στο μονοπάτι των δέκα ενάρετων πράξεων.

«Με χαρά υιοθετώ την αυστηρή πειθαρχημένη συμπεριφορά.


Επομένως, κύριε των ανθρώπων, μην δρας με λαγνεία επειδή με επιθυμείς.
Μεγαλειότατε, είθε να μην εμφανιστεί μέσα σου η μη αρετή για πολύ καιρό.
Σε παρακαλώ αγαλλίασε που θα είμαι δίπλα σου σε αυστηρή πειθαρχία.

«Υψηλότατε, σε ικετεύω, πες μου γρήγορα το ναι σήμερα!


Μέσα στο δροσερό περίπτερο στη κορφή του παλατιού εκεί όπου οι κύκνοι
κουρνιάζουν,
σε ένα μαλακό και γλυκομύριστο κρεβάτι από τα σκορπισμένα λουλούδια, [F. 26a]
θέλω να ζήσω ευτυχισμένα, τριγυρισμένη από τις φίλες μου.

«Είθε ποτέ να μην με φροντίσουν αρσενικοί υπηρέτες, ούτε αγόρια,


αλλά ούτε και συνηθισμένες γυναίκες.
Είθε πάντοτε να ακούω ευχάριστη και αρμονική ομιλία,
και είθε ποτέ να μην υπάρξει κάτι δυσάρεστο να ακούσω ή να δω.

«Σου ζητώ να ελευθερώσεις όσους κρατούνται στις φυλακές


και να προικίσεις τους φτωχούς με αγαθά. [43]
Για μια βδομάδα, για την ευτυχία των ανθρώπων,
δώσε τους σε παρακαλώ τροφή, ποτά, ρουχισμό, άρματα, φορεία και άλογα.

«Είθε κάθε άντρας, γυναίκα και παιδί στο παλάτι


να είναι απαλλαγμένος από τις διαμάχες και τα λόγια του θυμού.
Είθε ο νους τους να είναι γεμάτος στοργή,
και είθε να χαίρονται μαζί, σαν τους θεούς στα ευχάριστα άλση.

«Είθε να μην υπάρχουν διώξεις, ξυλοδαρμοί ή βίαιες απειλές.


Είθε να μην υπάρχει βασιλική ποινή ούτε άδικη τιμωρία.
Άρχοντα, φρόντισε τα όντα σαν να ήταν το μοναχοπαίδι σου.
Σκέψου ήρεμα, με έλεος και αγάπη.

Όταν ο βασιλιάς άκουσε αυτά τα λόγια, αγαλλίασε και είπε:


«Φανέρωσε αυτά που επιθυμείς
κι ότι επιθυμείς θα σου το δώσω.»

Ο εξαίρετος βασιλιάς διέταξε το προσωπικό του:


«Ετοιμάστε με τον καλύτερο τρόπο τα ανώτερα διαμερίσματα του παλατιού.
Διακοσμήστε τα με όμορφα λουλούδια και χρησιμοποιήστε τα καλύτερα λιβάνια και
αρώματα.
Στολίστε τα με ομπρέλες, λάβαρα και σειρές φοινικιών.

«Βάλτε για φρουρά είκοσι χιλιάδες γενναίους μάχιμους άντρες


με πανοπλίες, ξίφη, βέλη, λόγχες και δόρατα,
να φυλάξουν τα διαμερίσματα εκεί όπου κράζουν μελωδικά οι κύκνοι.
Να φυλάξουν τη βασίλισσα με φροντίδα ώστε να μην νοιώθει φόβο.» [44]

Μπανιαρισμένη, αρωματισμένη, καλοντυμένη και με τα χέρια της στολισμένα,


τριγυρισμένη από τις γυναίκες της ακολουθίας της, σαν θεά κόρη,
με τη συνοδεία από τους ευχάριστους ήχους χιλιάδων κυμβάλων,
η βασίλισσα πήγε και κάθισε σαν μια θεά κόρη.

Τα πόδια του κρεβατιού της ήταν στολισμένα με πανάκριβα θεϊκά πετράδια.


Είναι ένα όμορφο κρεβάτι στρωμένο με λουλούδια.
Εκεί έβγαλε την κορώνα της από πολύτιμα πετράδια, [F.26b]
σαν μια θεά στον Κήπο Μισράκα.

Εν τω μεταξύ, μοναχοί, οι θεοί συγκεντρώνονταν. Υπήρχαν τέσσερις μεγάλοι


βασιλείς. Ο Σάκρα, ο άρχοντας των θεών και οι
θεοί Suyama, Santusita, Sunirmita και Paranirmitavasavartin.
Ήταν ακόμα και ο Sarthavaha ο γιος του Μάρα, ο Μπράχμα ο άρχοντας του Σάχα, ο
θεός ιερέας Brahmottara, o θεός ιερέας Subrahma, ο Prabhavyuha, ο Abhasvara,
ο Mahesvara, και οι θεοί των καθαρών πεδίων Nisthagata και Ύψιστο Πεδίο, καθώς
και πολλές εκατοντάδες άλλοι. Μιλούσαν μεταξύ τους με τα ακόλουθα λόγια:

«Φίλοι, αν αφήναμε να φύγει μόνος του ο Μποντισάτβα, χωρίς να εκφράσουμε την


ευγνωμοσύνη μας σ’ αυτόν, θα ήταν πολύ ασεβές εκ μέρους μας. Φίλοι, ποιοι από
μας θα είχαν το θάρρος να υπηρετήσουν τον Μποντισάτβα συνεχώς και χωρίς
διακοπή, καθώς θα ταξιδεύει προς τη μήτρα της μητέρας του; Ποιοι θα τον
υπηρετήσουν καθώς βρίσκεται μέσα στη μήτρα, όταν γεννηθεί, καθώς μεγαλώνει και
παίζει σαν μικρό παιδί; Ποιοι θα τον υπηρετήσουν όταν βρεθεί στα γυναικεία
διαμερίσματα βλέποντας τις μουσικές επιδείξεις, και όταν αποκηρύξει το σπίτι του και
εξασκείται στον ασκητισμό; Ποιοι θα τον υπηρετήσουν καθώς προχωρά για τη θέση
της Φώτισης, όταν δαμάζει τους δαίμονες, όταν πραγματώνει την τέλεια και
ολοκληρωμένη Φώτιση και στρέφει τον τροχό του Ντάρμα; Ποιοι θα του κρατούν
συντροφιά έχοντας καλή, στοργική, φιλική, τρυφερή και ευγενή συμπεριφορά;»
Τότε τραγούδησαν τις ακόλουθες στροφές: [45]

« Ποιοι από μας έχουν το θάρρος να ακολουθήσουν με χαρά


αυτό το ον, αυτόν με τη τέλεια εμφάνιση;
Ποιος θέλει να αυξήσει την αρετή του,
το μεγαλείο, τη δύναμη και τη φήμη του; [F. 27a]

«Όποιος ζει σ’ αυτά τα θεϊκά παλάτια


και επιθυμεί να γευτεί τις θεϊκές απολαύσεις
των θεαινών και τις θεϊκές τέρψεις,
ας υπηρετήσει αυτόν με το πρόσωπο σαν το άσπιλο φεγγάρι.

«Όποιος θέλει να χαρεί τον μαγευτικό Κήπο Μισράκα,


με το θεϊκό παλάτι, τον τόπο γέννησης θεών,
που είναι γεμάτος με λουλούδια στις αποχρώσεις του χρυσού,
ας υπηρετήσει το άσπιλο λαμπερό ον.

«Όποιος επιθυμεί να παίξει μαζί με τις θεές


σ’ ένα υπέροχο άρμα, ή στα άλση των απολαύσεων
που είναι στρωμένα με τα πέταλα των λουλουδιών μανταράβα,
ας υπηρετήσει αυτό το μεγάλο ον.

«Όποιος προσδοκά να γίνει ο ηγέτης του Πεδίου που είναι Απαλλαγμένο από
Διαμάχες ή να γίνει άρχοντας του Πεδίου της Χαράς,
κάποιος που αξίζει τον σεβασμό όλων των όντων,
ας υπηρετήσει αυτόν με την αμέτρητη φήμη.

«Όποιος επιθυμεί να διασκεδάσει σε μια όμορφη έπαυλη


στο Πεδίο που Τέρπεται από τις Προβολές
και θέλει να χαρεί όλες τις νοητικά δημιουργημένες ψευδαισθήσεις,
ας υπηρετήσει αυτόν που κατέχει εξαιρετικές ιδιότητες.

«Όποιος τιθασεύει τους δαίμονες, χωρίς να έχει στο νου του μίσος,
που πραγμάτωσε την τέλεια κυριαρχία όλων των δυνάμεων,
που είναι κύριος των αισθήσεών του κι έχει ξεπεράσει όλους τους άλλους,
ας πάει με αυτόν τον ευεργέτη.

«Παρομοίως, όποιος επιθυμεί να υπερβεί το πεδίο της επιθυμίας


και να πάει στο πεδίο του Μπράχμα,
ας υπηρετήσει σήμερα αυτό το σπουδαίο ον
που λαμποκοπά με τα τέσσερα απροσμέτρητα.

«Όποιος λαχταρά να γεννηθεί μεταξύ των ανθρώπων


στο απέραντο πεδίο ενός υπέρτατου παγκόσμιου μονάρχη,
ας υπηρετήσει Αυτόν με την Αφθονία Αρετής,
την Πηγή Πετραδιών, Εκείνον που Παρέχει Αφοβία και Ευδαιμονία.

«Εκείνος που επιθυμεί να γίνει ηγέτης ή γιος πλούσιου εμπόρου,


πλούσιος και ευτυχής με μεγάλη περιουσία,
έχοντας στρατό ικανό να κατακτά τους εχθρούς,
ας πάει με αυτόν τον ευεργέτη.

«Όποιος επιθυμεί ομορφιά, πολυτέλειες και δύναμη,


και θέλει να έχει φήμη, θάρρος και καλές ιδιότητες,
που θέλει να μιλά ευχάριστα και ο λόγος του εισακούεται,
ας υπηρετήσει τον σοφό άρχοντα που μιλά με τη φωνή του Μπράχμα.

«Όποιος επιθυμεί τις θεϊκές και ανθρώπινες απολαύσεις,


ή όλη την ευτυχία των τριών πεδίων ύπαρξης,
ή την ευδαιμονίας της συγκέντρωσης και την χαρά της απομόνωσης,
ας ακολουθήσει τον Άρχοντα του Ντάρμα.

«Όποιος επιθυμεί να εγκαταλείψει την προσκόλληση και τον θυμό,


και θέλει να διαλύσει το σκοτάδι των μολύνσεων, [F.27b]
έχοντας ήρεμο, ισορροπημένο και τέλεια γαλήνιο νου,
ας ακολουθήσει γρήγορα Εκείνον που έχει Δαμάσει το Νου του.
«Όποιος επιθυμεί τη σοφία των λογίων, των δασκάλων και των μοναχικών βούδα,
καθώς και τη σοφία της παντογνωσίας,
και ελπίζει να βρυχάται σαν τον λέοντα μέσω των δέκα δυνάμεων,
ας ακολουθήσει των σοφό με τον ωκεανό ιδιοτήτων.

«Όποιος επιθυμεί να κλείσει το δρόμο προς τα κατώτερα πεδία,


και να ανοίξει το δρόμο προς τον πλούτο της αθανασίας,
και να ταξιδέψει στο οκταπλό μονοπάτι,
ας ακολουθήσει Εκείνον που Ολοκλήρωσε Όλους τους Δρόμους.

«Όποιος επιθυμεί να κάνει προσφορές προς τον Τατάγκατα,


να ακούσει το Ντάρμα από τον Κύριο του ελέους
και να επιτύχει τις ιδιότητες της σάνγκα,
ας ακολουθήσει αυτόν τον ωκεανό ιδιοτήτων.

«Όποιος θέλει να εξαντλήσει τη δυστυχία της γέννησης, των γηρατειών, της


αρρώστιας και του θανάτου
και να απαλλαχτεί από τα δεσμά της κυκλικής ύπαρξης,
και να απολαύσει καθαρότητα ίση με το απεριόριστο διάστημα,
ας ακολουθήσει το καθαρό αυτό ον.

«Όποιος επιθυμεί να απελευθερώσει τον εαυτό του και τους άλλους,


κι επιθυμεί την ομορφιά που είναι ευχάριστη σε όλους,
τα υπέρτατα σωματικά γνωρίσματα και την άνθιση των ιδιοτήτων,
ας υπηρετήσει το σοφό που είναι όμορφος στην όψη.

«Εκείνος ο πολυμαθής που επιθυμεί


την πειθαρχία, την απορρόφηση και τη γνώση,
που επιθυμεί την βαθιά απελευθέρωση, που δύσκολα βλέπεις και δύσκολα
κατανοείς,
ας ακολουθήσει τον σοφό που έχει πραγματώσει την πειθαρχημένη συμπεριφορά.»

Ακούγοντας αυτούς τους στίχους, οι θεοί συγκεντρώθηκαν. Υπήρχαν 84.000 θεοί


από το Πεδίο των Τεσσάρων Μεγάλων Βασιλέων, 100.000 θεοί από το Πεδίο των
Τριάντα Τριών, 100.000 θεοί από το Πεδίο που Είναι Απαλλαγμένο από Διαμάχες,
100.000 θεοί από το Πεδίο της Χαράς, 100.000 θεοί από το Πεδίο που Τέρπεται με
τις Προβολές, 100.000 θεοί από το Πεδίο Αξιοποίηση των Προβολών Άλλων, 60.000
θεοί από το πεδίο του Μάρα που γεννήθηκαν εκεί εξ αιτίας προηγούμενων ενάρετων
πράξεων, 68.000 [47] θεοί από το πεδίο του Μπράχμα και πολλές εκατοντάδες
χιλιάδες θεοί από όλα τα πεδία μέχρι και το ύψιστο πεδίο.
Επιπλέον συγκεντρώθηκαν πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θεοί από την ανατολή, τη
δύση και τον βορρά [F.28a] Τότε ο πιο ξακουστός θεός είπε αυτούς τους στίχους στη
μεγάλη σύναξη των θεών:

«Αθάνατοι άρχοντες, ακούστε σας παρακαλώ αυτά τα λόγια


που εκφράζουν τι έχει ο νους μας!
Εγκαταλείψαμε τις απολαύσεις των αισθήσεων και την τέλεια ευδαιμονία της
συγκέντρωσης
με σκοπό να υπηρετήσουμε το μεγαλειώδες αυτό καθαρό ον.

«Κατά την είσοδό του στη μήτρα, τη διαμονή του στη μήτρα και τη γέννησή του
θα κάνουμε προσφορές στο Μεγάλο Ον που είναι τόσο άξιο λατρείας.
Θα προστατέψουμε τον Σοφό, που προστατεύεται καλά από την αρετή.
Κανένας εχθρικός νους δεν θα του προκαλέσει κακό.

«Με τραγούδια και τον μελωδικό ήχο κυμβάλων,


θα επαινέσουμε τις ιδιότητες εκείνου με τον ωκεανό ιδιοτήτων.
Όποιος τ’ ακούει θα αναπτύσσει το εξαίρετο πνεύμα της Φώτισης
κι έτσι θα ευχαριστεί όλους τους θεούς και τους ανθρώπους.

«Θα γεμίσουμε το παλάτι του βασιλιά με πέταλα λουλουδιών


και θα κάψουμε τα καλύτερα θυμιάματα από μαύρη αλόη.
Με αυτό το άρωμα, θα ικανοποιηθούν θεοί και άνθρωποι.
Θα τους απελευθερώσει από την αρρώστια και τον πυρετό και θα τους χαροποιήσει.

«Θα γεμίσουμε όλη τη πόλη Καπιλαβάστου


με άνθη μανταράβα, με όμορφο γιασεμί και ιβίσκο,
για να κάνουμε προσφορές σ’ αυτόν
που εμφανίζεται λόγω των θετικών δραστηριοτήτων.

«Για όσο χρόνο βρίσκεται στη μήτρα της μητέρας του, αμόλυντη από τα τρία πέπλα,
και μέχρι να γεννηθεί ώστε να βάλει τέλος στα γηρατειά και το θάνατο,
αφοσιωμένα θα τον υπηρετούμε.
Επιθυμία μας είναι να κάνουμε προσφορές στον μεγάλο ευφυή. [48]

«Θα είναι μεγάλη ευλογία για τους θεούς και τους ανθρώπους
να παραστούν στα επτά βήματα που θα κάνει το νεογέννητο,
να δουν πως γίνεται δεκτός από τον Σάκρα και τον Μπράχμα
και να δουν το Καθαρό Ον να πλένεται με αρωματισμένο νερό.

«Καθώς φέρεται σύμφωνα με τα κοσμικά


και κατακτά τις μολύνσεις της επιθυμίας στα γυναικεία διαμερίσματα,
και όταν εγκαταλείπει το βασίλειό του,
εκείνη τη περίοδο, θα τον υπηρετούμε με αφοσίωση.

«Όταν αποκτά grass??? και ταξιδεύει προς τη θέση της αφύπνισης,


καθώς κατακτά τους δαίμονες και πραγματώνει τη Φώτιση, [F.28b]
και όταν τον ικετεύσουν δις/μύρια θεοί Μπράχμα να στρέψει τον τροχό του Ντάρμα,
εκείνη την περίοδο, θα κάνουμε απέραντες προσφορές στον Τατάγκατα.

«Όσο θα δαμάζει τρις/μύρια όντα για την αθανασία,


με τη φωτισμένη του δραστηριότητα μέσα στον τρις/χιλιόκοσμο,
και μέχρι να περάσει στην γαλήνη της νιρβάνα,
για εκείνο το διάστημα, κανείς από μας δεν θα εγκαταλείψει τον σοφό με τη μεγάλη
φήμη.»

Οι θεές που έπαιζαν στα πεδία της επιθυμίας, μοναχοί, είδαν την τελειότητα του
σώματος του Μποντισάτβα και αναρωτήθηκαν: ‘Πώς να είναι άραγε η κόρη που θα
συλλάβει αυτό το μεγαλειώδες εξαίσιο καθαρό ον;’
Γεμάτες περιέργεια, μάζεψαν τα καλύτερα και ομορφότερα λουλούδια, θυμιάματα,
καντήλια, αρώματα, γιρλάντες, αλοιφές, πούδρες και ρούχα. Έπειτα, καθώς ήταν
ευλογημένες με υπερφυσικές δυνάμεις από την ωρίμανση της αρετής και έχοντας
θεϊκά σώματα που ήταν φτιαγμένα απ’ τον νου, εξαφανίστηκαν σε μια στιγμή από το
θεϊκό παλάτι.
Με τα μέσα των θεϊκών τους δυνάμεων, ταξίδεψαν στο Καπιλαβάστου, την
μεγαλειώδη πόλη με τους εκατό χιλιάδες κήπου,. [49] και έφτασαν στην κατοικία του
βασιλιά Σουντοντάνα, το Σπίτι των Κύκνων, τη μεγάλη έπαυλη που έμοιαζε με
παλάτι του αρχηγού των θεών.
Οι θεές φόραγαν φαρδιά φορέματα, στολισμένα από το μεγαλείο της άσπιλης αρετής
και τα χέρια τους ήταν γεμάτα από θεϊκά κοσμήματα. Είδαν τη βασίλισσα Μάγυα να
αναπαύεται στο όμορφο κρεβάτι της. Καθώς πετούσαν στον ουρανό, την έδειχναν η
μια στην άλλη [F.29a] και τραγούδησαν αυτούς τους στίχους:

«Εμείς οι θεές που ζούμε σε θεϊκά μέρη


είδαμε το ελκυστικό σώμα του Μποντισάτβα,
και σκεφτήκαμε,
‘πώς να είναι άραγε η μητέρα του Μποντισάτβα;’

«Με περιέργεια φτάσαμε στο βασιλικό παλάτι


με γιρλάντες λουλουδιών στα χέρια μας,
κρατώντας λουλούδια και αλοιφές
προσκυνάμε με ενωμένα χέρια.

«Εμείς οι όμορφες με γεμάτες με στολίδια


τεντώσαμε τα χέρια μας για να δείξουμε
την βασίλισσα Μάγια που αναπαύεται στο κρεβάτι της,
λέγοντας,, ‘Ω! Κοιτάξτε την ομορφιά αυτής της γυναίκας!’

«Από αλαζονεία πιστεύαμε πως


οι θεές έχουν τα πιο ελκυστικά σώματα,
όμως όταν είδαμε το σώμα της γυναίκας του βασιλιά,
ανακαλύψαμε πως το μεγαλείο της ξεπερνά τα θεϊκά μας σώματα.
«Αυτή θα γίνει η μητέρα του ανυπέρβλητου Όντος.
Γεμάτη γοητεία, είναι σαν τη Ράτι.
Σαν ένα πολύτιμο πετράδι αναπαύεται σε μια όμορφη θέση,
τέτοιο δοχείο θα είναι αυτή η βασίλισσα για τον θεό των θεών.

«Από τις παλάμες των χεριών της μέχρι τις πατούσες των ποδιών της,
τα ελκυστικά της άκρα ξεπερνούν τα θεϊκά.
Το βλέμμα δεν χορταίνει να την κοιτά,
την καρδιά και το μυαλό αιχμαλωτίζουν όλο και πιο πολύ.

«Το ελκυστικό της πρόσωπο και σώμα


λάμπουν σαν το όμορφο φεγγάρι στον ουρανό
κι αστράφτουν σαν την αμόλυντη φωτιά του ήλιου.
Το σώμα της λαμποκοπά με ένα έξοχο φως.

«Το δέρμα αυτής της βασίλισσας είναι περίλαμπρο


και λάμπει σαν τον πιο καθαρό χρυσό.
Τα μαλλιά της είναι απαλά, καθαρά και γλυκομύριστα,
μαύρα σαν της έξοχης μέλισσας και φτιαγμένα σε κοτσίδες.

«Τα μάτια της σαν πέταλα λωτού,


τα δόντια της σαν άστρα του ουρανού,
η μέση της καμπυλωτή σαν τόξο και οι γοφοί της γεμάτοι.
Οι ώμοι της ανυψωμένοι και οι αρθρώσεις της λείες.

«[50] Οι μηροί και οι γάμπες της σαν προβοσκίδα ελέφαντα,


τα γόνατα καλλίγραμμα.
Οι παλάμες των χεριών της και οι πατούσες των ποδιών της λείες και κόκκινες.
Μόνο θεά θα μπορούσε να είναι.»

Έτσι την εξέτασαν με πολλούς τρόπους,


σκόρπισαν λουλούδια και έκαναν γύρω της περιφορές.
Έπειτα, εξυμνώντας την φημισμένη μητέρα του Νικητή,
μέσα σε μια στιγμή επέστρεψαν στο θεϊκό πεδίο.

Οι τέσσερις φύλακες των τεσσάρων κατευθύνσεων,


ο Σάκρα, οι θεοί χωρίς διαμάχες, οι θεοί που απολαμβάνουν προβολές,
άλλοι θεοί, ημίθεοι, κουμπάντα, ράκσασα,
κιμνάρα και μαχοράγκα, είπαν:

«Παρουσιάσου στο Ανυπέρβλητο Ον,


προστάτεψέ αυτόν, τον άριστο μεταξύ των ανθρώπων.
Μην είσαι εχθρικός με τα όντα.
Μην βλάψεις κανένα ον.»

Καθώς η βασίλισσα Μάγυα βρισκόταν στο παλάτι,


όλοι συγκεντρώθηκαν μαζί με την ακολουθία τους. [F.29b]
Κρατώντας τόξα και βέλη, σπαθιά, δόρατα και όπλα,
έμειναν σε σκοπιά, στο κέντρο του ουρανού.

Οι θεοί, που γνώριζαν την ώρα του θανάτου,


ήρθαν χαρούμενοι μπροστά στη βασίλισσα Μάγυα.
Κρατούσαν λουλούδια και αλοιφές.
Με ενωμένα τα χέρια , υποκλίθηκαν.

«Λέοντα του Λόγου, ήρθε η ώρα!


Γέννησε αγάπη και έλεος για όλο τον κόσμο.
Άρχοντα των ανθρώπων, Καθαρό Ον, εκδήλωσε τον θάνατο.
Προσευχόμαστε να δώσεις το δώρο του Ντάρμα.»

Την ώρα, μοναχοί, που ο Μποντισάτβα ήταν έτοιμος να πεθάνει και να


επαναγεννηθεί, πολλές εκατοντάδες χιλιάδες Μποντισάτβα, με μόνο μία ακόμα
γέννηση, ήρθαν κοντά του στο Πεδίο της Χαράς από την ανατολή. Πλησίασαν τον
Μποντισάτβα με σκοπό να του κάνουν προσφορές. Επίσης, πολλές εκατοντάδες
χιλιάδες Μποντισάτβα, με μια μόνο γέννηση ακόμα, ήρθαν από τις δέκα
κατευθύνσεις στο ιερό Πεδίο της Χαράς, και πλησίασαν τον Μποντισάτβα για να του
κάνουν προσφορές.
Τον Μποντισάτβα πλησίασαν 8.4 εκατομμύρια θεές από το Πεδίο των Τεσσάρων
Μεγάλων Βασιλέων, του έκαναν προσφορές με τη συνοδεία μουσικής και χορού.
Παρομοίως, 8.4 εκατομμύρια θεές από τα πεδία των Τριάντα Τριών, το Πεδίο που
είναι Απαλλαγμένο από Διαμάχες, [51] το Πεδίο της Χαράς, το Πεδίο που Τέρπεται
με τις Προβολές και το Πεδίο Αξιοποίηση των Προβολών Άλλων, πλησίασαν τον
Μποντισάτβα. Παίζοντας διάφορα μουσικά όργανα και τραγουδώντας, έκαναν
προσφορές στον Μποντισάτβα.
Εκείνη την ώρα ο Μποντισάτβα είχε κάτσει στη θέση της Ένδοξης Ουσίας, στον
θρόνο των λιονταριών μέσα στο μεγάλο παλάτι. Αυτός ο θρόνος είχε εμφανιστεί από
την αρετή του και ήταν ορατός σε όλους τους θεούς και τους νάγκα. Έπειτα, καθώς
άρχισαν να μαζεύονται γύρω του οι Μποντισάτβα και πολλά εκατομμύρια θεών,
νάγκα και γιάκσα, ξεκίνησε την αναχώρηση του από το θεϊκό Πεδίο της Χαράς.
Καθώς άρχισε να κινείται μοναχοί, το σώμα του Μποντισάτβα άρχισε να λάμπει με
ένα τόσο εκτυφλωτικό και λαμπρό φως που ξεπερνούσε κάθε άλλο θεϊκό φως. Αυτό
το πρωτοφανές φως φώτιζε όλα τα απέραντα τεράστια πεδία του μεγάλου
τρις/χιλιόκοσμου. Ακόμα και οι πιο σκοτεινές περιοχές του κόσμου, που ήταν γεμάτες
με αρνητικότητα και πέπλα, όπου ακόμα και πασίγνωστη μεγάλη ισχύς και η μαγική
ικανότητα του ήλιου και της σελήνης, δεν μπορούσαν να παράγουν φως, χρώματα ή
θέρμη, λούστηκαν στο φως. Σε εκείνα τα πεδία, τα άτυχα όντα συνήθως δεν
μπορούν να δουν ούτε τα ίδια τους τα χέρια. Ακόμα κι εκεί όμως, έλαμψε το
εκτυφλωτικό φως. Λόγω του φωτός, τα όντα εκείνων των πεδίων αναγνώρισαν το
ένα το άλλο και παρατήρησαν: «Ακούστε φίλοι μου! Εδώ έχουν γεννηθεί κι άλλα
όντα!»
Έπειτα όλα τα δις/μύρια κοσμικά συστήματα παραμορφώθηκαν με έξι τρόπους και
εκδήλωσαν δεκαοκτώ μεγάλα σημάδια. Άρχισαν να τρέμουν, να κλονίζονται, να
σείονται, να κινούνται, να βγάζουν ήχο και βρυχηθμό, σε τρεις βαθμούς ένταση. [52]
Ο κόσμος σείστηκε τόσο βίαια που το κέντρο και οι άκρη του, η ανατολή και δύση,
καθώς και ο βοράς και ο νότος, αναπήδησαν τόσο που όταν το ένα ήταν πάνω, το
άλλο ήταν κάτω.
Τότε μπορούσε να ακούσει κανείς όλων των ειδών τους ευχάριστους και
χαρούμενους ήχους. Ήχοι που ενέπνεαν την αγάπη κι όλοι γίνονταν γαλήνιοι. Ήχοι
καλωσορίσματος και αναζωογόνησης που ήταν αδύνατον να περιγράψεις ή να
μιμηθείς, ευχάριστοι ήχοι που δεν δημιουργούσαν φόβο. [F.30b] Εκείνη την ώρα δεν
υπήρχε ούτε ένα ον πουθενά που να αισθάνεται έχθρα, φόβο ή ανησυχία. Εκείνη την
ώρα, ούτε το φως του ήλιου και της σελήνης, ούτε το μεγαλείο των θεών όπως ο
Σάκρα και οι κοσμικοί προστάτες, δεν γίνονταν πλέον αντιληπτά. Τα όντα που
ζούσαν στις κολάσεις και στο πεδίο των ζώων και όσοι ζούσαν στο πεδίο του
άρχοντα του θανάτου, απελευθερώθηκαν στη στιγμή από την δυστυχία και γέμισαν
με κάθε ευτυχία. Κανένα ον δεν είχε επώδυνα συναισθήματα, όπως θυμός, σύγχυση,
φθόνο, ζήλια, υπερηφάνεια, υποκρισία, άγνοια, οργή, κακία ή μεγάλη αγωνία. Εκείνη
τη στιγμή όλα τα όντα αισθάνθηκαν αμοιβαία αγάπη, έκαναν ευχές για το καλό των
άλλων και έβλεπαν τους άλλους σαν γονείς ή παιδιά τους.
Τρις/μύρια θεϊκά και ανθρώπινα μουσικά όργανα έβγαζαν γλυκούς ήχους χωρίς να
τα ακουμπά ή να τα παίζει κανείς. Εκατοντάδες εκατομμύρια θεών σήκωσαν και
μετέφεραν αυτήν τη μεγάλη έπαυλη με τα χέρια, τους ώμους και τη κορφή της
κεφαλής τους. Εκατοντάδες χιλιάδες θεαινών τραγουδούσαν το ξεχωριστό τους
τραγούδι. Από παντού ακούγονταν μελωδικοί έπαινοι για τον Μποντισάτβα: [53]

«Από το παρελθόν έχεις συσσωρεύσει ενάρετες πράξεις.


Εμφανίστηκες μέσω της αρετής που συγκέντρωσες εδώ και πολύ καιρό.
Εξάγνισες τη λειτουργία όλων των φαινομένων.
σήμερα σου παρουσιάζουμε μια μεγάλη προσφορά.

«Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


εγκατέλειψες τους αγαπημένους γιους και κόρες σου.
Αυτή η βροχή θεϊκών λουλουδιών
είναι το αποτέλεσμα αυτής της γενναιοδωρίας.

«Κύριε, έκοψες την ίδια σου τη σάρκα, [F.31a]


και με καλοσύνη, την ζύγισες στη ζυγαριά για να απελευθερώσεις ένα πουλί.
Το αποτέλεσμα αυτής της άσκησης προσφοράς
είναι πως τα κοσμικά πρέτα θα έχουν φαγητό και ποτό.

«Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


κράτησες ακέραιη και άθικτη πειθαρχία.
Με το αποτέλεσμα της εξάσκησης αυτής της πειθαρχίας
εξαγνίστηκαν τα ανελεύθερα κατώτερα πεδία.

««Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


καλλιέργησες την υπομονή ως βάση για την επίτευξη της αφύπνισης.
Το αποτέλεσμα της εξάσκησής σου στην υπομονή
είναι πως οι θεοί και οι άνθρωποι καλλιέργησαν την αγάπη.

«Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


καλλιέργησες ανυπέρβλητη και αταλάντευτη επιμονή.
Το αποτέλεσμα της εξάσκησής σου στην επιμονή
είναι πως το σώμα σου είναι τόσο όμορφο σαν το όρος Μερού.

«Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


εκπαιδεύτηκες στην συγκέντρωση για να εξαγνίσεις τις μολύνσεις.
Το αποτέλεσμα της εξάσκησής σου στην συγκέντρωση
είναι πως τα όντα δεν βλάπτονται από τις μολύνσεις.

«Στο παρελθόν, για δις/μύρια κάλπα,


εκπαιδεύτηκες στη γνώση που καταστρέφει τις μολύνσεις.
Το αποτέλεσμα της εξάσκησής σου στη γνώση
είναι πως εκπέμπεις έξοχο και όμορφο φως.

«Με την πανοπλία της αγάπης κατέστρεψες τις μολύνσεις


και ανέπτυξες μεγάλο έλεος για όλα τα όντα.
Πραγμάτωσες την τέλεια αγαλλίαση και την εξαίρετη ισοψυχία.
Τατάγκατα, Μεγάλο Ον, υποκλίνομαι σε σένα!

«Σε δοξάζει το μεγαλείο του φωτός της δάδας της γνώσης


και διέλυσες το σκοτάδι της πλάνης.
Σε τιμώ, Ικανέ Εσύ Που Δείχνεις τον Δρόμο-
αρχηγέ, το μάτι του τρις/χιλιόκοσμου.

«Επιδέξιος στην ανώτερη γνώση της βάσης των θαυματουργικών δυνάμεων,


βλέπεις την αλήθεια και εκπαιδεύτηκες στο μυστικό νόημα.
Έχοντας περάσει στην άλλη όχθη, απελευθερώνεις τους άλλους.
Σε τιμώ, Τατάγκατα Απελευθερωτή.

«Επιδέξιος στα μέσα και την ανώτερη γνώση,


φανέρωσες τον θάνατο που δεν έχει θάνατο κι επαναγέννηση.
Αν και λειτουργείς αρμονικά σε σχέση με τον κοσμικό νόμο,
με κανένα τρόπο δεν ελκύεσαι από τον κόσμο. [54]
«Ασύλληπτα εξαίσια οφέλη αποκτά κανείς
που απλά σε βλέπει ή σε ακούει. [f.31b]
Πόσο μάλλον όταν πραγματικά ακούει το Ντάρμα
και αναπτύσσει πίστη και χαρά;

«Όλο το Πεδίο της Χαράς θλίβεται,


όμως ο ήλιος έχει ανατείλει στην Τζαμπουντβίπα.
Θα αφυπνίσεις αμέτρητα τρις/μύρια όντα
που κοιμούνται εξαιτίας των μολύνσεών τους.

«Το παλάτι σήμερα θα γεμίσει από θαύματα.


Θα πλημμυρίσει από τρις/μύρια θεότητες.
Θα αντηχήσει από τη μουσική που παίζουν οι θεές.
Στο παλάτι του βασιλιά θα ακουστεί γλυκιά μουσική.

«Η κυρά είναι προικισμένη με ανυπέρβλητη ομορφιά


που έχει τραφεί από την λαμπρότητα της αρετής και των ενάρετων πράξεών της.
Ο τέλειος γιός της θα ξεπεράσει
με το μεγαλείο του τους τρεις κόσμους.

«Η μεγαλειώδης εμφάνιση αυτού του τέλειου άντρα


θα εμποδίζει εφεξής κάθε απληστία και διαμάχη
μεταξύ των ανθρώπων στο εξαίσιο αυτό παλάτι.
Όλοι θα έχουν αγάπη και σεβασμό.

«Όταν γεννιέται ένας βασιλιάς από την γενεαλογία των παγκόσμιων μοναρχών
μέσα σε βασιλική γενιά, αυτή η γενεαλογία θα γίνει εξαιρετικά ανυπέρβλητη.
Με τον ίδιο τρόπο η πόλη Καπιλαβάστου θα γίνει τέλεια
και θα γεμίσει θησαυρούς.

«Οι γιάκσα, ράκσασα, κουμπάντα, γκουγιάκα,


οι θεοί και οι κιμνάρα με τις στρατιές τους-
όλοι αυτοί που προστατεύουν το ανυπέρβλητο ον
γρήγορα θα φτάσουν στην απελευθέρωση.

«Οδηγέ, όποια αρετή συσσωρεύεται


από τον έπαινο που κάνουμε με σεβασμό σε σένα,
την αφιερώνουμε όλη στην Φώτιση.
Άριστε των ανθρώπων, είθε γρήγορα να γίνουμε σαν κι εσένα!»

Έτσι ολοκληρώνεται το 5ο κεφάλαιο.

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

6o Κεφάλαιο –Είσοδος στην Μήτρα


Αφού πέρασε η εποχή του κρύου, μοναχοί, ήρθε η άνοιξη. Η καλύτερη εποχή ήταν
τον τρίτο μήνα της άνοιξης, όταν το φεγγάρι έμπαινε στον αστερισμό Βισάκα. Τα
φύλλα των δέντρων αναπτύχθηκαν και άνθισαν τα πιο υπέροχα λουλούδια. Δεν είχε
ούτε ζέστη ούτε κρύο, ούτε υπήρχε ομίχλη ή σκόνη στην ατμόσφαιρα. Το φρέσκο
γρασίδι είχε καλύψει παντού τα πάντα.
Ο Άρχοντας των Τριών Κόσμων, [55] ο σεβαστός σε όλους τους κόσμους, έκρινε
πως είχε έρθει η ώρα. Την δέκατη πέμπτη μέρα, κατά την πανσέληνο, ενώ η
μελλοντική του μητέρα κρατούσε τους όρκους ποσάντα κατά την διάρκεια του
αστερισμού Πούσυα, ο Μποντισάτβα μετακινήθηκε, εν πλήρη συνείδηση και
επίγνωση, από το Πεδίο της Χαράς στην μήτρα της μητέρα του. [F.32a]
Μπήκε μέσα από την δεξιά πλευρά της μητέρας του στη μορφή ενός μωρού λευκού
ελέφαντα. Το κεφάλι του είχε το χρώμα ενός κοκκινωπού εντόμου και οι
χαυλιόδοντές του είχαν αστραφτερό χρυσό χρώμα. Είχε πλήρεις ικανότητες και
άθικτα άκρα. Όταν μπήκε, καθόταν πάντα στη δεξιά πλευρά της μήτρας και ποτέ
στην αριστερή. Όταν αυτό συνέβη, η βασίλισσα Μάγυα κοιμόταν στο όμορφο κρεβάτι
της και έβλεπε το εξής όνειρο:

Ένας ασημόλευκος ελέφαντας με έξι χαυλιόδοντες,


με όμορφα πόδια, εξαίσια προβοσκίδα και χαριτωμένο κόκκινο κεφάλι,
έχοντας όμορφο βηματισμό και αρθρώσεις στέρεες σαν διαμάντι-
αυτό ο τέλειος ελέφαντας μπήκε στη μήτρα της.

Ποτέ δεν είχε δει, ούτε είχε ξανακούσει ή βιώσει


τέτοια σπάνια ευτυχία.
Με αυτήν τη σωματική και νοητική ευδαιμονία,
έμεινε σε διαλογιστική απορρόφηση.

Όταν η βασίλισσα Μάγυα ξύπνησε, στολίστηκε με κοσμήματα και ριχτά υφάσματα.


Αναζωογονημένη στο σώμα και στο νου, αισθανόταν τρυφερότητα, χαρά και ηρεμία.
Έπειτα σηκώθηκε από το κρεβάτι της και κατέβηκε από τα ανώτερα διαμερίσματα
του παλατιού, έχοντας γύρω της τις θεραπαινίδες της. Πήγε προς το δάσος με τα
δέντρα ασόκα, κι εκεί αισθάνθηκε άνετα. Τότε έστειλε ένα μήνυμα στον βασιλιά
Σουντοντάνα: «Μεγαλειότατε έλα σε παρακαλώ, η βασίλισσα θέλει να σε δει.»
Όταν άκουσε ο βασιλιάς αυτό το μήνυμα, ένοιωσε πολύ ενθουσιασμένος και αμέσως
σηκώθηκε από τον θρόνο του. Μαζί με τους υπουργούς και τους ανθρώπους της
πόλης, τους συγγενείς και τους υπηρέτες πήγε στο δάσος ασόκα. Όμως καθώς
έφτανε, αισθάνθηκε το σώμα του ξαφνικά πολύ βαρύ και δεν μπορούσε να μπει στο
δάσος. Έτσι έκατσε στην είσοδο του δάσους. Στοχάστηκε για λίγο και είπε αυτούς
τους στίχους: [F. 32b]

«Δεν θυμάμαι να έχω αισθανθεί το σώμα μου τόσο βαρύ ξανά, [56] ακόμα και τότε
που οδηγούσα τον στρατό των στρατιωτών μου σε μάχη.
Τώρα δεν μπορώ να μπω ούτε καν στη δική μου ιδιοκτησία.
Μπορεί κάποιος να μου πει τι συμβαίνει;»

Μερικοί θεοί των καθαρών πεδίων που βρίσκονταν στη μέση του ουρανού,
φανέρωσαν το μισό τους σώμα και είπαν αυτούς τους στίχους στον βασιλιά:

«Μεγαλειότατε, ένας Μποντισάτβα, ένα μεγάλο ον,


με ιδιότητες πειθαρχίας και άσκησης, που είναι σεβαστός στους τρεις κόσμους,
που έχει αγάπη και έλεος, που είναι ενδυναμωμένος με αρετή και σοφία,
άφησε το Πεδίο της Χαράς για την μήτρα της βασίλισσας Μάγυα, με σκοπό να γίνει
γιος σου.»

Τότε ο βασιλιάς, ενώνοντας τα χέρια του και σκύβοντας το κεφάλι του,


μπήκε στο δάσος, πλημμυρισμένος από σεβασμό και δέος.
Χωρίς υπερηφάνεια ή αλαζονεία, κοίταξε την βασίλισσα Μάγυα
και ρώτησε, «Τι μπορώ να κάνω για σένα; Πες μου τι να κάνω.»

Η βασίλισσα αποκρίθηκε:

«Ένας πανέμορφος ελέφαντας λευκός σαν το χιόνι ή το ασήμι,


πιο εκθαμβωτικός κι από τον ήλιο ή τη σελήνη, με καλές αναλογίες,
με όμορφα πόδια, με έξι μεγάλους χαυλιόδοντες και αρθρώσεις γερές σαν το
διαμάντι,
μπήκε στη μήτρα μου– άκου σε παρακαλώ αυτήν την ιστορία.

«Στον ύπνο μου είδα αυτόν τον τρις/χιλιόκοσμο να φωτίζεται, να εξαφανίζεται το


σκοτάδι του, ενώ δέκα εκατομμύρια θεοί με επαινούσαν.
Δεν ένοιωθα θυμό, κακία, μίσος ή σύγχυση.
Ένοιωθα γαλήνη και πλήρης από την διαλογιστική συγκέντρωση. [57]

«Αναρωτιέμαι, αυτό το όνειρο δείχνει ευτυχία ή δυστυχία για την οικογένειά μου;
Είναι το όνειρό μου γνήσιος οιωνός;
Μεγαλειότατε, κάλεσε γρήγορα τους ιερείς
που έχουν ειδικότητα στις Βεδικές πραγματείες για τα όνειρα.»

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο βασιλιάς κάλεσε αμέσως τους ιερείς.


που ήταν ειδικοί στις Βέδες και τις πραγματείες της.
Όταν στάθηκαν οι ιερείς μπροστά την Μάγυα, αυτή τους είπε,
«Ακούστε την ιστορία μου, αυτό ήταν το όνειρό μου.»

Οι Βραχμάνοι απάντησαν, «Μεγαλειότατε, μίλα σε παρακαλούμε. Όταν ακούσουμε


και το δικό σου όνειρο, τότε θα εξηγήσουμε.» [F. 33a]
H βασίλισσα αποκρίθηκε:

«Ένας πανέμορφος ελέφαντας λευκός σαν το χιόνι ή το ασήμι,


πιο εκθαμβωτικός κι από τον ήλιο ή τη σελήνη, με καλές αναλογίες,
με όμορφα πόδια, με έξι μεγάλους χαυλιόδοντες και αρθρώσεις γερές σαν το
διαμάντι,
μπήκε στη μήτρα μου– ακούστε σας παρακαλώ αυτήν την ιστορία.»

Όταν άκουσαν αυτά τα λόγια, οι ιερείς είπαν:


«Η τάξη σου δεν θα γευτεί καθόλου λύπη παρά μόνο μεγάλη ευχαρίστηση.
Θα γεννήσεις έναν γιο που τα άκρα του θα στολίζουν τα σημάδια.
Θα ανήκει σε βασιλική γενιά, ένας μεγάλος παγκόσμιος μονάρχης.

«Αν αποκηρύξει τις απολαύσεις του, το βασίλειο και το παλάτι του,


και συνεχίσει σαν μοναχός, χωρίς προσκόλληση, γεμάτος έλεος και αγάπη για τον
κόσμο,
θα γίνει ένας βούδας άξιος προσφορών στους τρεις κόσμους.
Θα ικανοποιήσει τον κόσμο με την υπέρτατη γεύση του νέκταρ της αθανασίας.» [58]
Μετά από αυτήν την θετική πρόβλεψη,
οι ιερείς πήραν το γεύμα τους στο βασιλικό παλάτι,
δέχτηκαν μια προσφορά δώρων
και τελικώς αποχώρησαν.

Όταν μοναχοί, ο βασιλιάς Σουντοντάνα άκουσε αυτό το μήνυμα των ιερέων, που
γνώριζαν πώς να αναλύουν τα σημεία και τα γνωρίσματα και γνώριζαν τις γραφές
που ήταν σχετικές με τα όνειρα, έμεινε ικανοποιημένος. Ενθουσιασμένος,
χαρούμενος και ευχαριστημένος, αισθανόταν χαρά και ευδαιμονία. Ευχαρίστησε τους
ιερείς προσφέροντάς τους νόστιμα φαγητά και ποτά. Όταν χόρτασαν, τους
διασκέδασε και τους πρόσφερε δώρα πρίν αναχωρήσουν.
Την ίδια ώρα, σαν προσφορά για τον Μποντισάτβα, δίνονταν ελεημοσύνες στις
τέσσερις πύλες της πόλης Καπιλαβάστου, σε όλα τα σταυροδρόμια και
διασταυρώσεις. Ο βασιλιάς πρόσφερε τροφή στους πεινασμένους και ποτά στους
διψασμένους. Πρόσφερε ρουχισμό σε όσους χρειάζονταν ρουχισμό, άμαξες σε
όσους χρειάζονταν μεταφορικό μέσο, αρώματα σε αυτούς που ήθελαν αρώματα,
γιρλάντες σ’ αυτούς που επιθυμούσαν γιρλάντες, λάδια σε αυτούς που ήθελαν
αλοιφές, σεντόνια σ’ αυτούς που ήθελαν να κοιμηθούν, καταφύγιο στους άστεγους
και όλα τα απαραίτητα σ’ αυτούς που λαχταρούσαν εφόδια.
Έπειτα μοναχοί, [F.33b] ο βασιλιάς Σουντοντάνα σκέφτηκε, «Αναρωτιέμαι σε ποιο
μέρος η βασίλισσα Μάγυα μπορεί να μένει με ευχαρίστηση και χωρίς μολύνσεις;»
Τότε ακριβώς οι τέσσερις μεγάλοι βασιλείς πλησίασαν τον βασιλιά Σουντοντάνα και
του είπαν: «Μεγαλειότατε μην ανησυχείς, παράμεινε με χαρά στην ισοψυχία. Εμείς
θα ετοιμάσουμε ένα παλάτι για τον Μποντισάτβα.»
Τότε ο Σάκρα, ο αρχηγός των θεών, πλησίασε τον βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε:

«Τα παλάτια των προστατών δεν είναι καλά,


καλύτερα είναι εκείνα του πεδίου των Τριάντα Τριών.
Θα δώσω ένα παλάτι στον Μποντισάτβα
ισάξιο με το δικό μου Vaijayanta.”

Έπειτα ένας θεός από το Πεδίο που Είναι Απαλλαγμένο από Διαμάχες πλησίασε τον
βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε:

«Όταν δέκα εκ/μύρια θεοί από το πεδίο του Σάκρα


είδαν το παλάτι μου, θαμπώθηκαν. [59]
Αυτό το ένδοξο σπίτι, το καλύτερο στο Πεδίο που Είναι Απαλλαγμένο από Διαμάχες,
το δίνω στον γιο του βασιλιά.»

Έπειτα ένας θεός από το Πεδίο της Χαράς πλησίασε τον βασιλιά Σουντοντάνα και
του είπε:

«Αυτό το φημισμένο ον προηγουμένως


ζούσε σε ένα απολαυστικό παλάτι
όταν βρισκόταν στο Πεδίο της Χαράς.
Αυτό το παλάτι θα προσφέρω τώρα στον Μποντισάτβα.»

Έπειτα ένας θεός από το Πεδίο που Τέρπεται με τις Προβολές, πλησίασε τον
βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε:

«Ένα ένδοξο, νοητικά δημιουργημένο παλάτι


φτιαγμένο από πολύτιμα πετράδια,
θα δώσω στον Μποντισάτβα, βασιλιά,
ως πράξη λατρείας.»

Έπειτα ένας θεός από το Πεδίο Αξιοποίηση των Προβολών Άλλων, πλησίασε τον
βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε:

« Η λαμπρότητα του παλατιού μου


επισκιάζει το φως και τα χρώματα
κάθε άλλου όμορφου παλατιού
οπουδήποτε κι αν βρίσκεται στο πεδίο της επιθυμίας.

«Γι αυτό άσε με να δώσω αυτό το ένδοξο παλάτι


ως προσφορά στον Μποντισάτβα.
Μεγαλειότατε θα φέρω
το όμορφο πολύτιμο παλάτι μου.

«Είναι στρωμένο με θεϊκά λουλούδια


και αρωματισμένο με θεϊκά αρώματα.
Θα προσφέρω αυτό το ευρύχωρο παλάτι.
Είθε εκεί να μείνει η βασίλισσα.»

Έτσι, μ’ αυτόν τον τρόπο μοναχοί, στην όμορφη πόλη Καπιλαβάστου, οι διαπρεπείς
θεοί του πεδίου της επιθυμίας [F.34a]παρουσίασαν ο καθένας την κατοικία του ως
προσφορά στον Μποντισάτβα. Και ο ίδιος ο βασιλιάς Σουντοντάνα χορήγησε ένα
έξοχο μέγαρο, που ξεπερνούσε κατά πολύ εκείνα που έχτισαν άλλοι άνθρωποι, αν
και δεν συγκρινόταν με τα θεϊκά παλάτια. Μέσα από την δύναμη της διαλογιστικής
συγκέντρωσης του Μποντισάτβα που ονομάζεται μεγάλη παράταξη όμως, η
βασίλισσα Μάγυα εμφανίστηκε σε όλες εκείνες τις κατοικίες.
Κατά την διάρκεια της παραμονής του Μποντισάτβα στην μήτρα της βασίλισσας
Μάγυα, παρέμενε στην δεξιά πλευρά της μήτρας, καθισμένος με σταυρωμένα πόδια.
[60] Επίσης, όλοι οι επικεφαλής θεοί πίστευαν πως η μητέρα του Μποντισάτβα
κατοικούσε μόνο στην κατοικία που της είχαν προσφέρει και πουθενά αλλού.
Πάνω σε αυτό το θέμα λέγεται το εξής:

Ενώ ο Μποντισάτβα παρέμενε στην απορρόφηση που λέγεται μεγάλη παράταξη,


εμφάνισε αμέτρητες μαγικές προβολές,
που τέλεια εκπλήρωσαν τις επιθυμίες όλων των θεών.
Εκπληρώθηκαν επίσης και οι επιθυμίες του βασιλιά.

Έπειτα, κάποιοι θεοί της συνάθροισης αναρωτήθηκαν: «Ακόμα κι οι θεοί του πεδίου
των Τεσσάρων Μεγάλων Βασιλέων γύρισαν πίσω καθώς πλησίασαν στις
ανθρώπινες κατοικίες. Τι έγινε με τους θεούς της ανώτερης τάξης, του πεδίου των
Τριάντα Τριών, του απαλλαγμένου από Διαμάχες πεδίου και του πεδίου της Χαράς;
Πως μπορεί ο καθαρός Μποντισάτβα, που είναι απαλλαγμένος από άσχημες
μυρωδιές, ο ανώτερος αυτού του κόσμου, το πετράδι μεταξύ των όντων, να φύγει
από το θεϊκό Πεδίο της Χαράς και να μείνει για δέκα μήνες στο ανθρώπινο σώμα με
την αποκρουστική μυρωδιά μέσα στην μήτρα της μητέρας του;»
Εκείνη την στιγμή, απο την δύναμη του Βούδα, ο σεβάσμιος Ανάντα ρώτησε τον
Ευλογημένο: «Ευλογημένε, ο Τατάγκατα έχει διδάξει πως το γυναικείο σώμα είναι
κατώτερο και απολαμβάνει την επιθυμία. Αυτό ήταν εκπληκτικό. Αλλά είναι ακόμα
πιο εκπληκτικό Κύριε, πως όταν εσύ ο ανώτερος σε όλους τους κόσμους, ήσουν στο
παρελθόν ένας Μποντισάτβα, έφυγες από το θεϊκό Πεδίο της Χαράς, μπήκες στην
μητέρα σου και παρέμεινες μέσα στο ανθρώπινο σώμα στην δεξιά πλευρά της
μήτρας! [F. 34b] Αν και έχεις αναφέρει Ευλογημένε πως έγινε αυτό, ακόμα ξεπερνά
την λογική μου!»
Ο Ευλογημένος απάντησε: «Ανάντα, θέλεις να δεις το πολύτιμο οικοδόμημα που
απόλαυσε ο Μποντισάτβα; Αυτό που απόλαυσε ο Μποντισάτβα κατά την παραμονή
του στη μήτρα;»
Ο Ανάντα απάντησε: «Ναι, σε παρακαλώ Ευλογημένε, τώρα αμέσως θα ήταν η
τέλεια στιγμή. Αν ο Τατάγκατα θέλει να αποκαλύψει την απόλαυση του Μποντισάτβα,
με μεγάλη μου χαρά θα παρακολουθούσα.» [61]
Τότε, από την doing/πράξη/υλοποίηση;;; του Ευλογημένου, ο άρχοντας του Πεδίου
Χωρίς Φόβο Μπράχμα, εξαφανίστηκε από το πεδίο του Μπράχμα μαζί με 6.8
εκ/μύρια θεούς του ίδιου πεδίου. Όλοι αυτοί εμφανίστηκαν μπροστά στον
Ευλογημένο, όπου υποκλίθηκαν στα πόδια του Ευλογημένου και έκαναν περιφορές.
Έπειτα ο Μπράχμα στάθηκε σε μια μεριά και υποκλίθηκε στον Ευλογημένο.
Αν και ο Ευλογημένος το γνώριζε ήδη, ρώτησε τον Μπράχμα, τον άρχοντα του
κόσμου Σάχα: «Μπράχμα, αφαίρεσες το οικοδόμημα που απόλαυσα στο παρελθόν,
τότε που ήμουν Μποντισάτβα ξαι έκατσε για δέκα μήνες στην μήτρα της μητέρας
μου;»
Ο Μπράχμα απάντησε: « Ναι Ευλογημένε, ακριβώς Τατάγκατα.»
«Που βρίσκεται τώρα Μπράχμα;» ρώτησε ο Ευλογημένος
Και ο Μπράχμα αποκρίθηκε: «Είναι στο πεδίο Μπράχμα, Ευλογημένε.»
«Τότε,» σχολίασε ο Ευλογημένος, «σ’ αυτήν την περίπτωση, φέρε το οικοδόμημα
που με ευχαρίστησε για δέκα μήνες, όταν ήμουν Μποντισάτβα και δείξε το σε όλους
για να δουν πως ήταν φτιαγμένο.»
Τότε ο Μπράχμα, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο, είπε στους θεούς του πεδίου
Μπράχμα: «Σας παρακαλώ περιμένετε εδώ, μέχρι να φέρω το οικοδόμημα που
ευχαρίστησε τον Μποντισάτβα.»
Τότε ο Μπράχα, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο, [F. 35a] αφού έβαλε το κεφάλι
του στα πόδια του Ευλογημένου, χάθηκε από μπροστά του. Την ίδια στιγμή έφτασε
στο πεδίο Μπράχμα. Εκεί είπε αυτά τα λόγια στον θεό Σουμπράχμα:
«Φίλε μου, φύγε από το πεδίο του Μπράχμα και πήγαινε στο πεδίο των
Τριαντατριών και πες τους: ‘Παίρνουμε το πολύτιμο οικοδόμημα που ευχαρίστησε
τον Μποντισάτβα και το πάμε μπροστά στον Ευλογημένο. Όσοι από σας θα θέλατε
να το δείτε ελάτε γρήγορα!’»
Τότε ο Μπράχα, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο, μαζί με 84 τρις/μύρια θεούς,
σήκωσαν το πολύτιμο οικοδόμημα που είχε ευφράνει τον Μποντισάτβα και το
τοποθέτησαν πάνω από ένα μεγάλο μέγαρο, που ήταν τριακόσιες λεύγες ψηλό, στο
πεδίο του Μπράχμα. Και περιτριγυρισμένος από τρισεκατομμύρια θεούς, επέστρεψε
στην Τζαμπουντβίπα. [62]
Εκείνη την ώρα, βρισκόταν εκεί ένα μεγάλο πλήθος θεών από το πεδίο της
επιθυμίας, που ήθελαν να υπηρετήσουν τον Μποντισάτβα. Αυτοί οι θεοί, στόλισαν
ακόμα περισσότερο το πολύτιμο οικοδόμημα που είχε ευφράνει τον Μποντισάτβα, με
υφάσματα, γιρλάντες, αρώματα, λουλούδια, μουσική και άλλες θεϊκές προσφορές. Οι
πιο επιφανείς μεταξύ των θεών περιέβαλαν το οικοδόμημα.
Την ίδια στιγμή, ο άρχοντας των θεών Σάκρα, στεκόταν στη κορφή του όρους
Σουμερού στο κέντρο του ωκεανού. Καλύπτοντας το πρόσωπό του με την παλάμη
του, έστρεψε το κεφάλι του κοιτάζοντας ατάραχος και αποσβολωμένος, μη
μπορώντας όμως να δει το πολύτιμο οικοδόμημα. Γιατί αυτό; Όσοι θεοί ανήκαν στο
πεδίο του Μπράχμα είχαν ανώτερες ικανότητες, ενώ οι θεοί των πεδίων των Τριάντα
Τριών, που είναι Απαλλαγμένο από Διαμάχες, της Χαράς, που Τέρπεται με τις
Προβολές και Αξιοποίηση των Προβολών Άλλων, είναι συγκριτικά κατώτεροί τους.
Πόσο μάλλον ως προς τον Σάκρα που είναι ο άρχοντας των θεών.
Τότε ο Ευλογημένος σταμάτησε την θεϊκή μουσική, γιατί όλοι οι άνθρωποι στην
Τζαμπουντβίπα θα έχαναν τα λογικά τους ακούγοντας αυτή τη μουσική. [F.35b]
Τότε οι τέσσερις μεγάλοι βασιλείς παρουσιάστηκαν μπροστά στον Σάκρα, τον
άρχοντα των θεών, και τον ρώτησαν:
«Άρχοντα των θεών, τι μπορούμε να κάνουμε; Δεν μπορούμε να δούμε το πολύτιμο
οικοδόμημα που ευχαρίστησε τον Μποντισάτβα.»
Ο Σάκρα απάντησε: «Φίλοι μου, τι μπορώ να κάνω εγώ; Κι εγώ δεν μπορώ να το δω
τώρα. Όμως, όταν παρουσιαστεί μπροστά στον Ευλογημένο θα μπορέσουμε να το
δούμε κι εμείς.»
Οι τέσσερις βασιλείς παρακάλεσαν: «Άρχοντα των θεών, γι αυτόν τον λόγο ας
κάνουμε γρήγορα αυτό που χρειάζεται για να το δούμε!»
Ο Σάκρα απάντησε: «Ας περιμένουμε φίλοι μου, μέχρι να έρθουν οι ανώτεροι θεοί
για να παρουσιαστούν μπροστά στον Ευλογημένο και να τον ευχαριστήσουν.»
Έτσι, έκατσαν στο πλάι στρέφοντας το κεφάλι τους προς τον Ευλογημένο,
κοιτάζοντάς τον με προσήλωση. [63] Ξαφνικά κατέφθασε ο άρχοντας του Πεδίου
Χωρίς Φόβο μαζί με 84 τρις/μύρια θεούς, κρατώντας το πολύτιμο οικοδόμημα που
είχε ευφράνει τον Μποντισάτβα και το έφεραν μπροστά στον Τατάγκατα.
Το πολύτιμο οικοδόμημα που είχε ευφράνει τον Μποντισάτβα είχε όμορφο σχήμα κι
ήταν εξαιρετικά όμορφο στην όψη. Είχε τετράγωνο σχήμα και τέσσερεις κολώνες.
Στην κορφή υπήρχε ένας όμορφα στολισμένος όροφος που ήταν έτσι
κατασκευασμένος ώστε να χωρά ένα έμβρυο έξι μηνών. Σ’ αυτόν τον όροφο υπήρχε
ένας θρόνος με κάθισμα ανάλογο ενός εμβρύου έξι μηνών.
Απολύτως τίποτα στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των θεϊκών πεδίων και των
θεών Μπράχμα, δεν συγκρίνεται στο χρώμα και την ομορφιά, με το πολύτιμο
οικοδόμημα που ευχαρίστησε τον Μποντισάτβα. Τα μάτια των θεών θαμπώθηκαν
όταν το αντίκρισαν και έμειναν κατάπληκτοι. Όταν το έβαλαν μπροστά στον
Τατάγκατα φεγγοβόλησε, εξέπεμψε ζέστη και έλαμψε δυνατά. Αυτό το πολυώροφο
οικοδόμημα ήταν τόσο περίλαμπρο, σαν τον χρυσό που έχει λιώσει δυο φορές ένας
χρυσοχόος μάστορας [F.36a] για να καθαριστεί τέλεια και να απαλλαγεί από κάθε
ακαθαρσία.
Παρομοίως, μέσα σε όλα τα θεικά πεδία, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί στο
μέγεθος και στο σχήμα που έχει ο θρόνος μέσα στο οικοδόμημα που ευχαρίστησε
τον Μποντισάτβα, εκτός ίσως από τον λαιμό του Μποντισάτβα που μοιάζει με ένα
κοχύλι ως προς το χρώμα και το σχήμα. Ακόμα και τα ενδύματα που φορά ο
μεγάλος Μπράχμα, έχασαν την ομορφιά τους μπροστά στο θρόνο του Μποντισάτβα,
κι έμοιαζαν με μαύρες κουβέρτες των απόκληρων που τις έφθειρε η βροχή κι ο
αέρας. Ο ναός ήταν φτιαγμένος από σανταλόξυλο ουράγκα (uraga)που είναι τόσο
πολύτιμο, ώστε ένα μοναδικό μόριο από τη σκόνη του ισοδυναμεί με την αξία χιλίων
συμπάντων. Επιπλέον, ο ναός περιβαλλόταν σε όλες του τις πλευρές από
σανταλόξυλα ουράγκα.
Μέσα στον ναό ένα πανομοιότυπο δεύτερο οικοδόμημα αιωρούνταν, το οποίο δεν
ακουμπούσε στο πρώτο οικοδόμημα. Μέσα σ’ αυτό το οικοδόμημα [64] αιωρείτο ένα
πανομοιότυπο τρίτο οικοδόμημα, το οποίο κι αυτό δεν άγγιζε το δεύτερο. Μέσα στο
τρίτο οικοδόμημα που ήταν φτιαγμένο από ίνσενς, υπήρχε ένας θρόνος με
μαξιλάρια. Το χρώμα του σανταλόξυλου ουράγκα ήταν σαν του καλύτερου μπλε
βηρυλλίου. Γύρω από το ιερό που ήταν φτιαγμένο από ίνσενς, υπήρχαν όλα τα είδη
λουλουδιών που ξεπερνούσαν ακόμα κι αυτά των θεών. Δεν τα είχαν φυτέψει εκεί,
είχαν απλά εμφανιστεί εξ αιτίας της ωρίμανσης της προηγούμενης βασικής αρετής
του Μποντισάτβα.
Το πολύτιμο αυτό οικοδόμημα που είχε ευφράνει τον Μποντισάτβα, ήταν σαν το
διαμάντι-συμπαγές, σταθερό και άφθαρτο. Όμως ήταν ευχάριστο στην αφή, σαν το
ύφασμα κατσαλίντι (kacalindi). Επιπλέον, το πολύτιμο οικοδόμημα που ευχαρίστησε
τον Μποντισάτβα, αντανακλούσε καθαρά οτιδήποτε υπάρχει στις κατοικίες των θεών
του πεδίου της επιθυμίας.
Εκείνο το απόγευμα που ο Μποντισάτβα μπήκε στη μήτρα, εμφανίστηκε ένας λωτός
μέσα από τα νερά, που αφού διαπέρασε τη γη, υψώθηκε 6.8 εκ/μύρια λεύγες, μέχρι
το πεδίο του Μπράχμα. [F.36b]Αυτό το λουλούδι, μόνο οι καλύτεροι αρματηλάτες και
ο μεγάλος Μπράχμα που είναι κάτοχος χιλίων δυνάμεων, μπόρεσαν να δουν. γι
όλους τους άλλους ήταν αόρατο. Πάνω σ’ αυτόν τον μεγάλο λωτό, εμφανίστηκε μια
σταγόνα νέκταρ, η οποία περιείχε το απόσταγμα της ουσίας και της ζωτικότητας
όλου του μεγάλου τρις/χιλιόκοσμου. Ο μεγάλος Μπράχμα, τοποθέτησε αυτή την
σταγόνα μέσα σ’ ένα όμορφο κουτί από βυρρήλιο και το πρόσφερε στον
Μποντισάτβα. Ο Μποντισάτβα δέχτηκε το δώρο και μέσα από την στοργή του για
τον μεγάλο Μπράχμα, το ήπιε. Κανένα άλλο ον εκτός από έναν Μποντισάτβα στην
τελική του ύπαρξη, δεν είναι σε θέση να χωνέψει αυτή τη σταγόνα ζωτικής ενέργειας,
Ποιες προηγούμενες πράξεις προετοίμασαν τον Μποντισάτβα για να μπορεί να
χωνέψει την σταγόνα της ζωτικής ενέργειας; [65] Κατά την διάρκεια πολύ μεγάλων
περιόδων, ο Μποντισάτβα στο παρελθόν ασκούνταν στη συμπεριφορά των
Μποντισάτβα, δίνοντας φάρμακα στους ασθενείς, εκπληρώνοντας τις επιθυμίες
αυτών που έκαναν ευχές και χωρίς ποτέ να εγκαταλείπει όσους ζητούσαν σ’ αυτόν
καταφύγιο. Πρόσφερε πάντα τα ομορφότερα λουλούδια, τα καλύτερα φρούτα και την
πιο νόστιμη τροφή, πρώτα στους Τατάγκατα, στα μνημεία των Τατάγκατα, στην
σάνγκα των Ακροατών των Τατάγκατα και στους γονείς του. Μόνο τότε φρόντιζε και
για τις δικές του ανάγκες. Αυτή η συμπεριφορά είχε σαν αποτέλεσμα, να προσφέρει
ο μεγάλος Μπράχμα στον Μποντισάτβα την σταγόνα αυτού του νέκταρ.
Στο ιερό αυτό υπήρχε κάθε εξαίσια και θαυμαστή απόλαυση και τέρψη, που
εκδηλωνόταν εξ αιτίας της ωρίμανσης των προηγούμενων πράξεων του
Μποντισάτβα. Επίσης, μέσα στο πολύτιμο οικοδόμημα που ευχαρίστησε τον
Μποντισάτβα, εμφανίστηκαν τα ενδύματα που ονομάζονται στολίδι των εκατό
χιλιάδων. Κανένα άλλο ον εκτός από έναν Μποντισάτβα στην τελική του ύπαρξη,
[F.37a] δεν μπορεί να λάβει αυτά τα ενδύματα. Σ’ αυτό το κορυφαίο οικοδόμημα
υπήρχαν στην πραγματικότητα όλες οι εξαίρετες και τέλειες μορφές, ήχοι, μυρωδιές,
γεύσεις και υφές.
[Β 4] Έτσι, το ιερό που ευχαρίστησε τον Μποντισάτβα, ήταν ολοκληρωτικά άψογο και
τέλεια κατασκευασμένο, εσωτερικά και εξωτερικά. Ήταν επίσης ευχάριστο στην αφή,
όπως το μετάξι από την περιφέρεια Κατσαλίντι (Kacalindi). Αυτό είναι απλώς ένα
παράδειγμα, γιατί στην πραγματικότητα τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό.
Εξ αιτίας των προηγούμενων ευχών του Μποντισάτβα, οι προθέσεις του
εκπληρώθηκαν. Είναι στη φύση των πραγμάτων να γεννιέται ένας μεγάλος
Μποντισάτβα στο ανθρώπινο κόσμο. Αφού απαρνηθεί το σπίτι του, πραγματώνει την
τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση και στρέφει τον Τροχό του Ντάρμα. Όμως πριν να
μπει στην μήτρα της μητέρας του, στην δεξιά πλευρά της μήτρας της μητέρας του
προβάλει ένα ιερό από πολύτιμα υλικά. Τότε, καθώς ο Μποντισάτβα φεύγει από το
Πεδίο της Χαράς, βρίσκεται καθισμένος σε λωτό σ’ αυτόν τον θάλαμο. Το σώμα ενός
Μποντισάτβα στην τελευταία του ύπαρξη, είναι απαλλαγμένο από τα τέσσερα στάδια
[66] της εμβρυακής ανάπτυξης. Αντ’ αυτού, εμφανίζεται καθιστός, με όλα του τα
μέλη, όργανα και χαρακτηριστικά πλήρως σχηματισμένα. Γι αυτό η βασίλισσα Μάγια
είδε στο όνειρό της την άφιξη ενός ελέφαντα.
Ο άρχοντας των θεών Σάκρα καθώς και οι τέσσερις μεγάλοι βασιλείς, οι είκοσι οκτώ
μεγάλοι διοικητές των γιάκσα και ο αρχηγός των γκούχιακας, ένα είδος γιάκσα απ’
όπου προήλθε ο Βατζραπάνι, όλοι αυτοί γνώριζαν πως ο Μποντισάτβα είχε μπει
στην μήτρα της μητέρας του και έμεναν διαρκώς κοντά του. Τον Μποντισάτβα
υπηρετούσαν επίσης και τέσσερις θεές, η Ουτκάλι, η Σαμουτκάλι, [F 37b] η
Ντβαντζαβάτι και η Πραμπαβάτι. Όταν αυτές οι τέσσερις θεές κατάλαβαν πως ο
Μποντισάτβα μπήκε στη μήτρα της μητέρας του, βρίσκονταν σε διαρκή επιφυλακή.
Επιπλέον, όταν ο Σάκρα ο άρχοντας των θεών, ανακάλυψε πως ο Μποντισάτβα
μπήκε στην μήτρα της μητέρας του, έφερε πεντακόσιους θεούς για να τον
ακολουθούν συνεχώς.
Το σώμα του Μποντισάτβα που είχε μπει στην μήτρα της μητέρας, αναπτύσσει
συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, είναι σαν μια μεγάλη φωτιά που καίει
στη κορφή ενός βουνού κατά τη διάρκεια της πιο σκοτεινής νύχτας και είναι ορατή,
μία ή ακόμα και πέντε λεύγες μακριά. Έτσι ήταν και το σώμα του Μποντισάτβα
καθώς μπήκε στην μήτρα της μητέρας του. Ήταν καλοσχηματισμένο και ακτινοβόλο,
ελκυστικό και ευχάριστο στην όψη. Ήταν εξαιρετικά όμορφος, καθώς ήταν
καθισμένος με σταυρωμένα τα πόδια στο υπέροχο οικοδόμημα. Είχε μια χρυσή
αύρα, που έλαμπε σαν καθαρός χρυσός στολισμένος με πολύτιμο βηρύλλιο. Η ίδια η
μητέρα του Μποντισάτβα ,μπορούσε να τον δει μέσα στην μήτρα της.
Όπως την αστραπή, που φωτίζει τα πάντα καθώς προβάλει μέσα από τα πυκνά
σύννεφα, έτσι και ο Μποντισάτβα που βρισκόταν στην μήτρα της μητέρας του,
φώτιζε και τον πιο εσώτερο θάλαμο του πολύτιμου ιερού, με την δόξα, την
λαμπρότητα και το χρώμα του. Όταν αυτό είχε φωτιστεί, τότε φωτιζόταν και ο
ενδιάμεσος χώρος του ευωδιαστού ιερού. Όταν φωτιζόταν και το δεύτερο επίπεδο
[67] του ευωδιαστού ιερού, το φως διαχεόταν περεταίρω και φώτιζε τον εξωτερικό
χώρο του ευωδιαστού ιερού. Έπειτα, καθώς λουζόταν στο φως και το τρίτο επίπεδο,
ολόκληρο το σώμα της μητέρας του γέμιζε με φως. Έπειτα το φως απλωνόταν και
φώτιζε το κάθισμα που καθόταν η μητέρα του και σταδιακά διαχεόταν και φώτιζε όλο
το παλάτι. Οι ακτίνες φωτός απλώνονταν έξω από το παλάτι και φώτιζαν την
ανατολή. Με τον ίδιο τρόπο, καθώς ο Μποντισάτβα βρισκόταν στην μήτρα της
μητέρας του, η δόξα, η ακτινοβολία και το χρώμα του φώτιζαν τον νότο, την δύση και
τον βορρά, πάνω και κάτω. Στην πραγματικότητα λούζονταν στο φώς και οι δέκα
κατευθύνσεις [F 38a] για πολλά μίλια προς κάθε κατεύθυνση.
Νωρίς το πρωί, μοναχοί, οι τέσσερις μεγάλοι βασιλείς και οι είκοσι οκτώ μεγάλοι
διοικητές των γιάκσα, μαζί με τους πεντακόσιους γιάκσα, κατέφθασαν για να
συναντήσουν τον Μποντισάτβα και να του προσφέρουν τον σεβασμό τους και να
ακούσουν το Ντάρμα. Εκείνη τη στιγμή ο Μποντισάτβα που γνώριζε για τον ερχομό
τους, τέντωσε το δεξί του χέρι για να τους δείξει τη θέση τους. Οι φύλακες του
κόσμου και οι υπόλοιποι, έκατσαν ανάλογα στις θέσεις τους. Αντιλαμβανόντουσαν
τον Μποντισάτβα που βρισκόταν στην μήτρα της μητέρας του, σαν ένα παιδί που
είχε ήδη γεννηθεί και τέντωνε το χέρι του καθώς κινιόταν σε διάφορες θέσεις.
Βλέποντάς το αυτό, γεμάτοι χαρά, αφοσίωση και ευμάρεια, υποκλίθηκαν στον
Μποντισάτβα.
Όταν ο Μποντισάτβα είδε πως είχαν τακτοποιηθεί, τους δίδαξε το Ντάρμα,
εξασφαλίζοντας πως τους έγινε κατανοητό, τους ενέπνευσε και τους γέμισε χαρά.
Όταν θέλησαν να φύγουν, ο Μποντισάτβα γνωρίζοντας πλήρως τις σκέψεις τους,
τέντωσε το δεξί χέρι του, σε έναν αποχαιρετισμό. Καθώς μάζευε το χέρι του, κανένα
κακό δεν είχε γίνει στη μητέρα του. Οι τέσσερις μεγάλοι βασιλείς κατάλαβαν τον
χαιρετισμό και σκέφτηκαν: «Ο Μποντισάτβα μας αποδεσμεύει.» [68] Τότε, πριν να
φύγουν έκαναν τρεις περιφορές γύρω από την μητέρα και τον Μποντισάτβα. Αυτή η
ήταν η περίπτωση και αιτία που ο Μποντισάτβα, μέσα στην ησυχία της νύχτας,
τέντωσε και μάζεψε το δεξί του χέρι. Τέλος, άφησε το χέρι του να αναπαυθεί, καθώς
βρισκόταν σε επίγνωση και επαγρύπνηση.
Άλλες φορές όταν άνδρες και γυναίκες, [F 38b] κορίτσια ή αγόρια, διάφορος κόσμος
ερχόταν να δει τον Μποντισάτβα, τους καλωσόριζε πρώτα αυτός και μετά η μητέρα
του. Μ’ αυτόν τον τρόπο μοναχοί, ο Μποντισάτβα έγινε πολύ επιδέξιος στο να ξεκινά
ευχάριστους χαιρετισμούς, καθώς βρισκόταν στην μήτρα της μητέρας του. Κανείς
δεν μπορούσε να αποδώσει πρώτος ευχάριστους χαιρετισμούς στον Μποντισάτβα,
είτε ήταν θεός, νάγκα, γιάκσα, άνθρωπος ή μη ανθρώπινο ον, επειδή ο Μποντισάτβα
ξεκινούσε τους χαιρετισμούς και συνέχιζε η μητέρα του που με χαρά καλωσόριζε
τους επισκέπτες.
Όταν το πρωινό έφυγε και ήρθε το μεσημέρι, κατέφθασαν ο άρχοντας των θεών
Σάκρα μαζί με τους πιο επιφανείς θεούς του Πεδίου των Τριάντα Τριών για να
συναντήσουν τον Μποντισάτβα και να του προσφέρουν τιμές και σεβασμό, και να
ακούσουν το Ντάρμα. Ο Μποντισάτβα που τους είδε να έρχονται από μακριά,
τέντωσε το χρυσόχρωμο δεξί του χέρι και προς μεγάλη ευχαρίστηση του άρχοντα
των θεών Σάκρα και των θεών του Πεδίου των Τριάντα Τριών, υπέδειξε τις θέσεις
τους. Εκείνη τη στιγμή μοναχοί, ο άρχοντας των θεών Σάκρα, δεν μπόρεσε να
αντισταθεί στην έκκληση του Μποντισάτβα, γι αυτό εκείνος και θεοί τακτοποιήθηκαν
στις θέσεις που είχαν τοποθετηθεί για εκείνους.
Όταν ο Μποντισάτβα κατάλαβε πως τακτοποιήθηκαν, τους πρόσφερε διδασκαλία
στο Ντάρμα εξασφαλίζοντας πως τους έγινε κατανοητό, πως τους ενέπνευσε και
τους γέμισε χαρά. Η μητέρα του Μποντισάτβα γυρνούσε το κεφάλι της προς όποια
κατεύθυνση ο Μποντισάτβα τέντωνε το χέρι του. Τότε οι θεοί σκέφτηκαν: «Ο
Μποντισάτβα έχει μια θερμή συζήτηση μαζί μας.» Και ο καθένας τους σκέφτηκε: «Ο
Μποντισάτβα μιλά άμεσα με μένα. Μόνο εμένα καλωσορίζει φιλικά.» Εν τω μεταξύ,
οι μορφές του άρχοντα των θεών Σάκρα [F 39a] και των θεών του Πεδίου των
Τριάντα Τριών, αντικατοπτρίζονταν μέσα στο ναό. Έτσι, πουθενά αλλού, εκτός από
την μήτρα της μητέρας του, οι απολαύσεις του Μποντισάτβα δεν ήταν τόσο τέλεια
καθαρές.
Όταν ο άρχοντας των θεών Σάκρα μοναχοί, και οι άλλοι θεοί, θέλησαν να φύγουν, ο
Μποντισάτβα που γνώριζε τέλεια τις σκέψεις τους, τέντωσε το δεξί του χέρι ως
αποχαιρετιστήριο χαιρετισμό. Κανένα κακό δεν έγινε στη μητέρα του καθώς μάζευε
το χέρι του. Την ώρα εκείνη, ο Σάκρα ο άρχοντας των θεών και οι θεοί του Πεδίου
των Τριάντα Τριών σκέφτηκαν: «Ο Μποντισάτβα μας αποδεσμεύει.» [69] Έπειτα,
έκαναν τρεις περιφορές γύρω από την μητέρα και τον Μποντισάτβα πριν να φύγουν.
Πέρασε το μεσημέρι μοναχοί, και ήταν απόγευμα όταν ο Μπράχμα, ο άρχοντας του
Πεδίου Χωρίς Φόβο, περιβαλλόμενος από πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θεών,
πλησίασαν τον Μποντισάτβα, κρατώντας τη σταγόνα της ζωτικής ενέργειας των
πεδίων των θεών. Ήρθαν να δουν τον Μποντισάτβα, να του προσφέρουν σεβασμό
και τιμές και να ακούσουν τη διδασκαλία του.
‘Όταν ο Μπράχμα, μοναχοί, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο και οι άλλοι θεοί
των καθαρών πεδίων θέλησαν να φύγουν, ο Μποντισάτβα που γνώριζε τέλεια τις
σκέψεις τους, τέντωσε το δεξί του χέρι ως αποχαιρετισμό. Καθώς μάζεψε το χέρι του
με επίγνωση και προσοχή, κανένα κακό δεν έγινε στη μητέρα του. Τότε ο Μπράχμα,
ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο και οι θεοί των καθαρών πεδίων σκέφτηκαν: «Ο
Μποντισάτβα μας αποδεσμεύει.» Έπειτα πριν φύγουν, έκαναν τρεις περιφορές γύρω
από την μητέρα και τον Μποντισάτβα. Τέλος, ο Μποντισάτβα ανάπαυσε το χέρι του
διατηρώντας επίγνωση και προσοχή. Πολλές εκατοντάδες χιλιάδες Μποντισάτβα
ήρθαν από παντού, από την ανατολή, τη δύση, τον βορρά, τον νότο, από πάνω και
κάτω, ήρθαν για να συναντήσουν τον Μποντισάτβα, μοναχοί, για να του
προσφέρουν τιμές και σεβασμό, για να ακούσουν το Ντάρμα και να διδάξουν ορθά
αυτό το Ντάρμα. Όταν ήρθαν, το σώμα του Μποντισάτβα άρχισε να εκπέμπει φως το
οποίο υλοποιήθηκε σε θρόνους λιονταριών. Τότε ο Μποντισάτβα τους υπέδειξε να
κάτσουν στους θρόνους τους. Όταν κατάλαβε πως είχαν τακτοποιηθεί, ο
Μποντισάτβα τους εξέτασε και τους έκανε ερωτήσεις [71] ως προς τις υποδιαιρέσεις
του Μεγάλου Οχήματος. Όμως, αυτό δεν ήταν αντιληπτό από κανέναν, εκτός από
τους θεούς με την ίδια τύχη. [F 40a]Αυτή ήταν η περίσταση και ο λόγος μοναχοί, που
ο Μποντισάτβα εξέπεμψε φως από το σώμα του μέσα στην ηρεμία της νύχτας. Κατά
την διάρκεια που ο Μποντισάτβα βρισκόταν στη μήτρα της μητέρας του, η βασίλισσα
Μάγυα δεν αισθάνθηκε κανένα βάρος στο σώμα της. Αντιθέτως, ένοιωθε ανάλαφρη
και χαρούμενη και δεν είχε κανένα δυσάρεστο πόνο στη κοιλιά της. Δεν ήταν
μολυσμένη με προσκόλληση, θυμό ή πλάνη. Δεν είχε καμία σκέψη επιθυμίας,
ανταγωνισμού ή κακού. Δεν ένοιωσε ούτε παρατήρησε καθόλου ζέστη, κρύο, πείνα,
δίψα, απόγνωση, ακαθαρσία, ούτε εξάντληση. Δεν εμφανίστηκαν ούτε δυσάρεστες
μορφές, ήχοι, μυρωδιές, γεύσεις, ούτε απτά αντικείμενα και δεν είχε άσχημα όνειρα.
Δεν την απασχολούσε καμία γυναικεία πλάνη, πανουργία ή ζήλια, κανένα γυναικείο
ενοχλητικό συναίσθημα. Εκείνη την εποχή η μητέρα του Μποντισάτβα, κρατούσε τις
πέντε βασικές αρχές. Πειθαρχούσε και ακολουθούσε τις δέκα ενάρετες πράξεις. Η
μητέρα του Μποντισάτβα, δεν επιθύμησε κανέναν απολύτως άντρα, ούτε κάποιος
άντρας ένοιωσε λαγνεία μπροστά στην μητέρα του Μποντισάτβα. Όποιος αντίκριζε
την μητέρα του Μποντισάτβα, στην πόλη Καπιλαβάστου και στις τριγύρω περιοχές
και βρισκόταν υπό την κυριαρχία θεών, νάγκα, γιάκσα, γκαντάρβα, ημιθέων,
γκαρούντα ή μπούτα, είτε ήταν γυναίκα, άντρας, αγόρι ή κορίτσι, θεραπευόταν και
ανακτούσε την συνείδησή του αμέσως. Τα μη ανθρώπινα όντα, έφευγαν για άλλα
μέρη. Όσοι ήταν χτυπημένοι από αρρώστιες θεραπευόντουσαν όταν η μητέρα του
Μποντισάτβα έβαζε το δεξί της χέρι στη κορυφή της κεφαλής τους. Με τον ίδιο τρόπο
θεράπευε όσους υπέφεραν από ασθένειες εξ αιτίας της δυσαρμονίας του αέρα, της
χολής και του φλέγματος. [F 40b] Θεράπευε ασθένειες που σχετίζονταν με τα μάτια,
[72]τα αυτιά, τη μύτη, τη γλώσσα και τα χείλια, καθώς και πονόδοντους, ασθένειες
του λαιμού, του θυρεοειδή, τα οιδήματα, διάφορα είδη λέπρας, την φυματίωση, την
τρέλα, την άνοια, τον πυρετό, τα οιδήματα, τα εξανθήματα, τις φλύκταινες και άλλες
ασθένειες. Όταν γίνονταν καλά, τότε επέστρεφαν στα σπίτια τους. Η βασίλισσα
Μάγυα, μάζευε βότανα και τα έδινε στους ασθενείς, που ανακτούσαν αμέσως την
υγεία και τη ζωτικότητά τους. Όταν η βασίλισσα Μάγυα κοίταξε μέσα στη κοιλιά της,
είδε πως ο Μποντισάτβα αναπαυόταν στο δεξί μέρος της μήτρας της. Αυτό
μπορούσε να το δει τόσο καθαρά σαν να κοίταζε το ίδιο της το πρόσωπο σε έναν
πεντακάθαρο καθρέπτη. Βλέποντάς τον μ’ αυτόν τον τρόπο, ευχαριστιόταν και
αγαλλίαζε. Αισθανόταν εξαιρετικά χαρούμενη, ανάλαφρη και ευτυχισμένη. Μέσα από
την ευλογία του Μποντισάτβα που βρισκόταν στην μήτρα της μητέρα του,
ακούγονταν διαρκώς, νύχτα και μέρα, μουσική από θεϊκά μουσικά όργανα και έπεφτε
βροχή θεϊκών λουλουδιών. Οι θεοί έστελναν έγκαιρα βροχές και οι άνεμοι φυσούσαν
την κατάλληλη στιγμή. Οι εποχές και τα αστέρια κινούνταν με ισορροπία. Το βασίλειο
ήταν χαρούμενο και οι σοδειές ήταν άφθονες. Δεν υπήρχαν ταραχές πουθενά. Στη
πόλη Καπιλαβάστου, η τάξη των Σάκυα και όλοι οι άλλοι, είχαν αφθονία τροφής και
ποτών και διασκέδαζαν με διάφορους τρόπους. Ήταν γενναιόδωροι και συσσώρευαν
αρετή. Καλοπερνούσαν ευχαριστημένοι, όπως γίνεται κατά τη διάρκεια των
φθινοπωρινών εορτασμών στο τέλος του τέταρτου μήνα. Ο βασιλιάς Σουντοντάνα
αφιερώθηκε στη πνευματική άσκηση. Αφήνοντας στην άκρη κάθε βασιλική ασχολία,
ζούσε σε τέλεια αγνότητα, σαν να είχε μπει σε απομόνωση. [F 41a] Ακολουθούσε το
Ντάρμα με μεγάλη ευχαρίστηση. [73] Αυτά ήταν τα υπέροχα θαύματα μοναχοί, που
συνέβησαν την εποχή που ο Μποντισάτβα βρισκόταν στην μήτρα της μητέρας του.
Τότε ο Ευλογημένος ρώτησε τον σεβάσμιο Ανάντα: «Ανάντα, θέλεις να δεις το
πολύτιμο οικοδόμημα που ευχαρίστησε τον Μποντισάτβα όταν βρισκόταν στην
μήτρα της μητέρας του;» Και ο Ανάντα απάντησε, «Ναι, Ευλογημένε. Θα ήθελα πολύ
Τατάγκατα.» Τότε ο Ευλογημένος έδειξε το πολύτιμο οικοδόμημα στον σεβάσμιο
Ανάντα καθώς και στον Σάκρα, τον άρχοντα των θεών, στους τέσσερεις φύλακες του
κόσμου και σε πολλούς θεούς και ανθρώπους. Όταν το είδαν, γέμισαν με
ικανοποίηση, έμπνευση και χαρά. Ένοιωσαν ευδιάθετοι, χαρούμενοι και
ευχαριστημένοι. Τότε για άλλη μια φορά, ο Μπράχμα, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς
Φόβο, σήκωσε το πολύτιμο οικοδόμημα και το έφερε μαζί του στο πεδίο του
Μπράχμα, όπου και το τοποθέτησε ως λατρευτικό αντικείμενο. τότε ο Ευλογημένος
είπε στους μοναχούς: «Μ’ αυτόν τον τρόπο μοναχοί, ο Μποντισάτβα, ενόσω
βρισκόταν στη μήτρα της μητέρας του, ωρίμασε 36 εκατομμύρια θεούς και
ανθρώπους στα τρία Οχήματα.» Πάνω στο αυτό το θέμα, λέγεται:

Όταν ο Γιος των Νικητών, το Μεγάλο Ον, κάθισε στη μήτρα της μητέρα του, η γη με
τα δάση της σείστηκε με έξι τρόπους. Έλαμψε χρυσό φως και όλα τα κατώτερα πεδία
εξαγνίστηκαν. Όλοι οι θεοί χαρούμενα προφήτεψαν πως, ‘Θα είναι ένας βασιλιάς του
Ντάρμα.’

Το μεγάλο μέγαρο όπου κατέβηκε και παραμένει ο Τέλειος Οδηγός, είναι καλόσχημο
και περίλαμπρο με πολλά πετράδια. Είναι περίλαμπρο, γεμάτο από υπέροχο άρωμα
σανταλόδεντρου, που λίγα γραμμάρια του αξίζουν όλο τον τρις χιλιόκοσμο γεμάτο με
πετράδια.

Κάτω από τον μεγάλο τρις χιλιόκοσμο, άνθισε ένας λωτός, ένα ορυχείο καλών
ιδιοτήτων, που πρόβαλε με μια σταγόνα ζωτικής ενέργειας. [74] [F 41b]

Μέσα από τη δύναμη της αρετής, μέσα σε επτά μέρες έφτασε στον κόσμο του
Μπράχμα. Ο Μπράχμα συνέλεξε τη ζωτική σταγόνα και την πρόσφερε στο Γιο των
Νικητών.

Εκτός από τον Μποντισάτβα, τον δυνατό ήρωα, κανένα άλλο ον δεν μπορεί να
χωνέψει τη ζωτική σταγόνα. Αυτή η σταγόνα ζωτικής ενέργειας είναι εμποτισμένη με
την αρετή πολλών κάλπα. Όποιος την καταπιεί, εξαγνίζεται στο σώμα, το νου και τη
συνείδηση.

Ο Σάκρα, ο Μπράχμα και οι φύλακες του κόσμου, επισκέφτηκαν τον Μποντισάτβα


τρεις φορές με σκοπό να του κάνουν προσφορές. Προσκύνησαν, έκαναν προσφορές
και άκουσαν το έξοχο Ντάρμα, έκαναν περιφορές και επέστρεψαν στις κατοικίες
τους.

Μποντισάτβα που επιθυμούσαν το Ντάρμα, κατέφτασαν από όλα τα πεδία και τους
κόσμους. Καθισμένοι σε θέσεις φωτός, φώτιζαν ο ένας τον άλλον. Επειδή άκουσαν
το ιερό Ντάρμα του Υπέρτατου Οχήματος, έφυγαν γεμάτοι χαρά, τραγουδώντας
τραγούδια επαίνων.
Κάθε γυναίκα ή παιδί υπό την κατοχή των πνευμάτων που βίωναν μεγάλο πόνο,
που είχαν διαταραγμένο νου, που ήταν γυμνοί και καλυμμένοι με σκόνη, βλέποντας
τη βασίλισσα Μάγυα ανακτούσαν τις αισθήσεις τους. Επέστρεφαν σπίτι τους έχοντας
την διάνοια και την επίγνωσή τους αποκαταστημένα.

Όσοι ήταν μολυσμένοι με αρρώστιες εξ αιτίας της διαταραχής του αέρα, της χολής
και του φλέγματος, και όσοι βασανίζονταν στο σώμα και στο νου, από ασθένειες των
ματιών και των αυτιών, και όσοι βασανίζονταν από διαφορετικά είδη ασθενειών,
απαλλάχθηκαν από τις ασθένειες όταν η βασίλισσα Μάγυα έβαλε το δεξί της χέρι στο
κεφάλι τους. [75]

Επιπλέον, η Μάγυα έδωσε στους αρρώστους τα βότανα που μάζεψε από τη γη, και
όλοι θεραπεύτηκαν. Χαρούμενοι κι ευτυχισμένοι επέστρεψαν σπίτι τους, ενώ ο
Βασιλιάς των Θεραπευτών, το ίδιο το φάρμακο, βρισκόταν στη μήτρα.

Όταν η βασίλισσα Μάγυα εξέταζε το σώμα της, έβλεπε τον Μποντισάτβα στην
μήτρα της. Σαν το φεγγάρι του ουρανού που το περιβάλλουν τα άστρα, σημάδια
κοσμούσαν τον Μποντισάτβα. [F 42a]

Δεν την απασχολούσε η προσκόλληση, ο θυμός και η πλάνη, δεν είχε σεξουαλικές
επιθυμίες, ούτε ζήλια ή ανταγωνισμό. Είχε ευδαιμονία, ελαφρύ και χαρούμενο νου,
δεν την απασχόλησε η πείνα ή η δίψα, η ζέστη ή το κρύο.

Χωρίς να τα παίζει κάποιος, ακουγόταν διαρκώς ο ήχος θεϊκών οργάνων. Εξαιρετικά


υπέροχα λουλούδια, αρωματισμένα με θεία αρώματα, έπεφταν σαν βροχή. Οι θεοί
και οι άνθρωποι που το έβλεπαν, δεν ένοιωθαν καμία απέχθεια ή ανταγωνισμό
μεταξύ τους.

Τα όντα διασκέδαζαν και χαίρονταν, κάνοντας προσφορές τροφής και ποτού.


Έβγαζαν ήχους χαράς, και ένοιωθαν πλήρη ικανοποίηση όπως ήταν. Το βασίλειο
είχε ειρήνη, δεν είχε ταραχές και οι βροχές έπεφταν εγκαίρως. Τα χόρτα, τα
θεραπευτικά βότανα και τα λουλούδια μεγάλωναν στον καιρό τους.

Πάνω από το βασιλικό παλάτι, έπεσε μια βροχή από πολύτιμα πετράδια για επτά
μέρες, που τα φτωχά όντα έπαιρναν μαζί τους και έτσι είχαν αφθονία. [76] Εκείνη την
εποχή δεν υπήρχαν φτωχά όντα που υπέφεραν. Όλα τα όντα ήταν τόσο χαρούμενα,
όσο είναι τα όντα στο ευχάριστο άλσος στη κορφή του Όρους Μερού.

Ο βασιλιάς των Σάκυα είδε την θεραπευτική και εξαγνιστική τελετή. Άφησε τα
βασιλικά του καθήκοντα και ασκούσε μόνο το Ντάρμα. Πήγε στο άλσος των ασκητών
και είπε στη Μαγυαντέβι, ‘Πόση ευδαιμονία θα έχει το σώμα σου, που φέρει το Τέλειο
Ον!’

Έτσι ολοκληρώνεται το 6ο κεφάλαιο Είσοδος στη Μήτρα.

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

7ο Κεφάλαιο - Γέννηση
Έτσι, μοναχοί, πέρασαν δέκα μήνες ώσπου ήρθε η ώρα να γεννηθεί ο Μποντισάτβα.
Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκαν τριάντα δύο οιωνοί στα πάρκα του βασιλιά
Σουντοντάνα. Όλα τα άνθη μπουμπούκιασαν και άνθισαν. Οι μπλε, κόκκινοι και
λευκοί λωτοί στις λιμνούλες, μπουμπούκιασαν κι άνθισαν κι αυτοί. Στην γη
φύτρωσαν καινούργια ανθοφόρα και καρποφόρα δέντρα που μπουμπούκιασαν κι
άνθισαν αμέσως. Εμφανίστηκαν οκτώ δέντρα πολύτιμων πετραδιών. Πρόβαλαν
είκοσι χιλιάδες μεγάλοι θησαυροί που παρέμειναν στο έδαφος. [F 42b]Στα γυναικεία
διαμερίσματα φύτρωσαν βλαστάρια από πολύτιμες πέτρες. Έρευσε αρωματισμένο
νερό διαποτισμένο με αρωματικά λάδια. Από τα χιονισμένα βουνά κατέβηκαν μικρά
λιονταράκια, που κύκλωσαν την έξοχη πόλη Καπιλαβάστου και στη συνέχεια
έκατσαν κοντά στις πύλες χωρίς να κάνουν κακό σε κανέναν. Πεντακόσιοι νεαροί
άσπροι ελέφαντες κατέφθασαν, που αφού ακούμπησαν με την άκρη της
προβοσκίδας τους τα πόδια του βασιλιά Σουντοντάνα, έκατσαν δίπλα του. Μικροί
θεοί με γιρλάντες εμφανίζονταν στην αγκαλιά των γυναικών της συνοδεία της
βασίλισσας. Μπορούσε να δει κανείς, το πάνω μέρος του σώματος απο νεαρά
κορίτσια νάγκα που κρατούσαν διάφορες προσφορές καθώς κινούνταν στον ουρανό
και δέκα χιλιάδες νεαρές θεές που αιωρούνταν στον αέρα και κρατούσαν φτερά
παγωνιού. Γύρω από την πόλη Καπιλαβάστου εμφανίστηκε ένας δακτύλιος από
δέκα χιλιάδες βάζα καθώς και δέκα χιλιάδες νεαρές θεές που κρατούσαν βάζα με
αρωματισμένο νερό πάνω στο κεφάλι τους. Εμφανίστηκαν δέκα χιλιάδες νεαρές που
κρατούσαν ομπρέλες, λάβαρα και σημαίες. Πολλές εκατοντάδες χιλιάδες νεαρές θεές
εμφανίστηκαν κρατώντας κοχύλια, τύμπανα, πήλινα τύμπανα και τύμπανα
στολισμένα με κουδουνάκια. Οι άνεμοι ακινητοποιήθηκαν και σταμάτησαν να
φυσούν. Όλα τα ποτάμια και οι χείμαρροι σταμάτησαν να ρέουν. Ο ήλιος, η σελήνη,
τα ουράνια άρματα, οι πλανήτες και τα άστρα έμειναν ακίνητα. Ο αστερισμός
Πούσυα εμφανίστηκε. Η κατοικία του βασιλιά Σουντοντάνα κοσμήθηκε με ένα δίχτυ
πετραδιών. [103] Όλες οι φωτιές έσβησαν. Το παλάτι, οι ναοί, οι πύλες και οι είσοδοι
κοσμήθηκαν με πετράδια και πολύτιμους λίθους. Οι πόρτες στις αποθήκες των
ρούχων και των πετραδιών άνοιξαν ορθάνοιχτα. [F 43a] Το κάλεσμα του κόρακα, της
κουκουβάγιας, του γύπα, του λύκου και του τσακαλιού σταμάτησε να ακούγεται ενώ
αντιθέτως ακούγονταν πολλοί ευχάριστοι ήχοι. Οι άνθρωποι σταμάτησαν τις
δουλειές τους. Το έδαφος εξομαλύνθηκε και δεν είχε υψώματα ή λακκούβες. Τα
σταυροδρόμια, οι διασταυρώσεις, οι δρόμοι και οι αγορές, έγιναν ομαλά όπως η
παλάμη του χεριού και πάνω τους είχαν απλωθεί πέταλα λουλουδιών. Οι έγκυες
γυναίκες γέννησαν τα παιδιά τους με ευκολία και άνεση.
Όλοι οι θεοί στο δάσος σάλα αποκαλύπτοντας το μισό τους σώμα, βρίσκονταν
ανάμεσα στις φυλλωσιές των δέντρων κάνοντας υποκλίσεις. Αυτοί ήταν οι τριάντα
δύο οιωνοί που εμφανίστηκαν. [78] Τότε η Μαγυαντέβι, χάρη στο μεγαλείο και την
δύναμη του Μποντισάτβα, γνώριζε πως είχε έρθει η ώρα να γεννήσει. Τις πρώτες
ώρες της νύχτας πήγε στον βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε:
«Άκουσε άρχοντά μου σε παρακαλώ αυτό που έχω στο μυαλό μου. Πολύ καιρό
τώρα σκέφτομαι το ευχάριστο άλσος. Αν αυτό δεν σε ταράζει, δεν σε δυσαρεστεί
ούτε σε κάνει να ζηλέψεις, θα ήθελα να πάω γρήγορα εκεί.
«Εσύ, καθώς με ζήλο ασκήθηκες στο Ντάρμα εξαντλήθηκες από τις στερήσεις, κι
εγώ τόσο καιρό τώρα, κουβαλώ ένα αγνό ον πάνω μου. Τα πιο όμορφα δέντρα,
τα σάλα, είναι τώρα ανθισμένα. Γι αυτό τον λόγο, Άρχοντά μου, χρειάζεται να πάμε
σ’ αυτό το ευχάριστο άλσος!
«Αυτή η υπέροχη εποχή, η άνοιξη, είναι χαρά για τις γυναίκες. Οι μέλισσες βουίζουν
και οι κούκοι τραγουδούν. Το άρωμα των φρέσκων και γλυκών λουλουδιών,
πλανιέται στον αέρα. Σε παρακαλώ, δώσε τη διαταγή σου για να πάμε εκεί αμέσως!»

Ο βασιλιάς άκουσε τα λόγια της Μαγυαντέβι και γεμάτος χαρά και ευδιαθεσία, είπε
στην ακολουθία του: [F 43b]
«Ετοιμάστε τα άλογα, τους ελέφαντες και τα’ άρματα! Στολίστε τον υπέροχο κήπο
στο Λουμπίνι!
«Ετοιμάστε είκοσι χιλιάδες ελέφαντες, σκούρους μπλε σαν τα βουνά ή τα σύννεφα
της καταιγίδας. [79] Στολίστε τους έξι επικεφαλείς με τους χαυλιόδοντες, με
κουδουνάκια, χρυσό και πολύτιμους λίθους και καλύψτε τους με χρυσά δίχτυα.
«Ζέψτε αμέσως είκοσι χιλιάδες- γρήγορα σαν τον άνεμο, δυνατά και εξαίρετα
βασιλικά άλογα, με ασημόχρωμες ουρές, όμορφη χαίτη και δίχτυα με χρυσά
κουδουνάκια στα πλευρά τους.
«Συγκεντρώστε γρήγορα είκοσι χιλιάδες γενναίους άντρες, τους ήρωες που
νοσταλγούν τα πεδία των μαχών. Ας σηκώσουν τα κοφτερά τους όπλα, τα τόξα και
τα βέλη τους, τα σπαθιά, τις λόγχες και τα λάσσο τους, για να προστατέψουν τη
Μαγυαντέβι και την ακολουθία της.
«Στρώστε το Λουμπίνι με χρυσό και πολύτιμα πετράδια. Στολίστε όλα τα δέντρα με
διάφορα είδη υφασμάτων και πετραδιών. Γρήγορα φυτέψτε πολλά λουλούδια, όπως
στους κήπους των θεών. Τακτοποιήστε τα όλα και μετά δώστε μου γρήγορα
αναφορά.»

Τότε η ακολουθία, ετοίμασε όλα τα απαραίτητα και στόλισε το Λουμπίνι. Αμέσως


μετά φώναξαν, ‘Νίκη! Νίκη! Μακροζωία στον βασιλιά! Η διαταγή σου εξετελέσθη και
όλα είναι έτοιμα. Σε παρακαλούμε Άρχοντα, κοίταξε κι εσύ!’

Ο έξοχος άρχοντας των ανδρών, με χαρούμενο πνεύμα μπήκε στο παλάτι και είπε
τα ακόλουθα στις γυναίκες:
«Όσες με αγαπάτε και θέλετε να μου φέρετε χαρά, ακολουθήστε την εντολή μου και
στολιστείτε,[80]
«με πολύχρωμα όμορφα και απαλά ρούχα, αρωματιστείτε με μαγευτικά αρώματα,
κοσμείστε το στήθος σας με περιδέραια μαργαριταριών. Σήμερα θα πρέπει να
φορέσετε όλα σας τα καλά! [F 44a]
«Φέρτε εκατοντάδες χιλιάδες υπέροχα όργανα. κύμβαλα, φλάουτα, λαούτα, πήλινα
τύμπανα, και κύμβαλα. Ακόμα και οι θεοί θα αγαλλιάσουν με τους μελωδικούς ήχους
αυτών των οργάνων! Και οι θεές το ίδιο θα ευχαριστηθούν!
«Στην πιο έξοχη άμαξα θα κάτσει μόνο η Μαγυαντέβι. Μαζί της δεν θα πάει καμία
από τις κυρίες ούτε κάποιος άντρας. Την άμαξα αυτή θα οδηγεί μια συνοδεία
λαμπρών νεαρών κοριτσιών. Κανείς δεν θα αναφέρει κάτι δυσάρεστο ή ανάρμοστο!»

Τότε η Μαγυαντέβι άφησε το παλάτι και πήγε στην πόρτα του βασιλιά. Όταν έφτασε
εκεί, τα σώματα των ελεφάντων, των αλόγων, των αρμάτων και των πεζικάριων
συγκεντρώνονταν με έναν τόσο εκκωφαντικό βρυχηθμό, σαν τα κύματα ενός πολύ
ταραγμένου ωκεανού.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε το ευοίωνο κουδούνισμα από εκατό χιλιάδες καμπάνες.
Ο ίδιος ο βασιλιάς διακόσμησε την άμαξα και χίλιοι θεοί ετοίμασαν έναν θεϊκό θρόνο.
Τα τέσσερα πολύτιμα δέντρα ήταν πλήρη σε φύλλα και ανθοφορία.

Ακούγονταν τα απολαυστικά καλέσματα των παγονιών, των πελαργών και των


κύκνων. [81] Όλα τα μεγέθη από ομπρέλες, σημαίες και λάβαρα είχαν υψωθεί. Η
άμαξα ήταν καλυμμένη με ένα όμορφο δίχτυ με καμπανούλες και θεϊκά υφάσματα.
Από τα ουράνια, νεαρές θεές κοίταγαν προς τα κάτω την άμαξα. Με θεϊκά
μελωδικούς τόνους πρόσφεραν λόγια επαίνων.

Όταν η Μαγυαντέβι έκατσε στο θρόνο των λιονταριών, η γη στον τρις χιλιόκοσμο
σείστηκε με έξι τρόπους. Οι θεοί κυμάτιζαν υφάσματα και έραιναν με βροχή
λουλουδιών: «Σήμερα στο Λουμπίνι θα γεννηθεί το υπέρταο ον!»

Οι τέσσερεις φύλακες του κόσμου οδηγούσαν την έξοχη άμαξα. Ο ίδιος ο Σάκρα, ο
άρχοντας του πεδίου των Τριάντα Τριών, άνοιγε τον δρόμο. Ο Μπράχμα
προπορευόταν, εξαφανίζοντας όλα τα αδάμαστα όντα. Εκατοντάδες χιλιάδες θεοί με
ενωμένα χέρια έκαναν υποκλίσεις.

Ο βασιλιάς χαρούμενος, επιθεώρησε αυτά που είχαν γίνει [F 44b]και σκεφτόταν:


«Αυτό το παιδί πρέπει να είναι ο θεός των θεών! Αφού οι τέσσερεις φύλακες, ο
Μπράχμα και οι θεοί με επικεφαλής τον Σάκρα κάνουν τέτοιες προσφορές, τότε θα
γίνει σίγουρα ένας Βούδας!
«Κανένας θεός, ούτε νάγκα, ούτε ο Σάκρα ή ο Μπράχμα, ούτε οι φύλακες του
κόσμου, ούτε κανένα άλλο ον του τρις χιλιόκοσμου μπορεί να δεχτεί τέτοιες
προσφορές χωρίς να χάσει τη ζωή του ή το μυαλό του. Όμως αυτός, ο υπέρτατος
των όντων, μπορεί να δεχτεί όλες τις προσφορές.»

Ξεκίνησε λοιπόν η Μαγυαντέβι, μοναχοί, προστατευμένη και κυκλωμένη από 84.000


πλούσια στολισμένα άρματα αλόγων, με 84.000 πλούσια στολισμένα άρματα
ελεφάντων, [82] και 84.000 γενναίους, ηρωικούς και όμορφους πεζικάριους που
φορούσαν εξαίρετες βαριές πανοπλίες. Την συνόδευαν 60.000 νεαρές Σάκυα. Την
προστάτευαν 40.000 γηραιοί, νέοι και μεσήλικες άντρες από την τάξη Σάκυα του
βασιλιά Σουντοντάνα. Την περιέβαλαν επίσης 60.000 γυναίκες της συνοδείας του
Σουντοντάνα, που έπαιζαν μουσικά όργανα, καμπάνες και κύμβαλα. Την
ακολουθούσαν 84.000 νεαρές θεές, καθώς και 84.000 νεαρές νάγκα, 84.000 νεαρές
γκαντάρβα, 84.000 νεαρές κιμνάρα και 84.000 νεαρές ημίθεες. Όλες ήταν εξαιρετικά
στολισμένες και της τραγουδούσαν επαίνους με μελωδικές φωνές και μουσική. Είχαν
ράνει όλο το άλσος του Λουμπίνι με σταγόνες αρωματισμένου νερού και θεϊκά
λουλούδια. Αν και εκτός εποχής, όλα τα δέντρα σ’ αυτό το τέλειο άλσος, είχαν φύλλα,
άνθη και φρούτα. Ακόμα και οι θεοί έκαναν ότι μπορούσαν για να στολίσουν το
δάσος. Στην πραγματικότητα το έκαναν να μοιάζει με τον κήπο του θεού Μισράκα.
[F 45a]Όταν η Μαγυαντέβι έφτασε στο άλσος του Λουμπίνι, κατέβηκε από το έξοχο
άρμα της. Έχοντας γύρω της νεαρές κόρες και θεές, περπάτησε στα δέντρα και τους
κήπους. Βλέποντας όλα τα δέντρα, πήγε τελικά κάτω από μια ιδιαίτερη και εξαιρετική
συκιά. Είχε μακριά κλαδιά, γεμάτα με γυαλιστερά φύλλα και μπουμπούκια
λουλουδιών, κι ήταν ακόμα στολισμένη με άλλα ανθρώπινα και θεϊκά λουλούδια.
Διάφορα αρωματισμένα πολύχρωμα υφάσματα ήταν τυλιγμένα στα κλαδιά της.
Λαμποκοπούσε με το φως πολλών πετραδιών και πολύτιμων λίθων. Οι ρίζες, ο
κορμός, τα κλαδιά και τα φύλλα της ήταν κοσμημένα με πετράδια. Τα κλαδιά της
ήταν μακριά και απλώνονταν παντού. Το έδαφος που ήταν φυτρωμένη η συκιά ήταν
απαλό σαν την παλάμη του χεριού, όμορφο και ευρύχωρο, γεμάτο με σκούρο μπλε
γρασίδι, στο χρώμα του λαιμού ενός παγωνιού. Το χώμα ήταν ευχάριστο στην αφή,
απαλό σαν το ύφασμα κατσαλίντι. Το έδαφος αυτό είχε στηρίξει τις μητέρες των
προηγούμενων Νικητών και το επαινούσαν στα ποιήματα των θεών. [83] Στο δέντρο
αυτό, οι ενάρετοι και ειρηνικοί θεοί των καθαρών πεδίων, έκαναν υποκλίσεις και
ακούμπησαν το κεφάλι τους, τον κότσο στη κορφή της κεφαλής τους καθώς και τα
στέμματά τους. Σ’ αυτό το αγνό και αμόλυντο δέντρο συκιάς, είχε φτάσει τώρα η
βασίλισσα και η συνοδεία της.

Εκείνη τη στιγμή, το ίδιο το δέντρο της συκιάς έγειρε και υποκλίθηκε, εξ αιτίας της
μεγαλοπρέπειας και της δύναμης του Μποντισάτβα. Η Μαγυαντέβι άπλωσε το δεξί
της χέρι, σαν αστραπή στο κέντρο του ουρανού και άρπαξε ένα κλαδί του δέντρου.
Έστρεψε ευοίωνα το βλέμμα της στον ανοικτό ουρανό και τέντωσε το σώμα της.
Εκείνη τη στιγμή, εξήντα χιλιάδες θεές του πεδίου της επιθυμίας, πλησίασαν την
Μαγυαντέβι για να την τιμήσουν και να την βοηθήσουν. Τέτοια ήταν τα θαύματα που
έγιναν όταν ο Μποντισάτβα βρισκόταν στη μήτρα της μητέρα του. Τώρα, καθώς
είχαν περάσει δέκα μήνες, [F 45b] πρόβαλε από την δεξιά πλευρά της μητέρας του,
σε πλήρη επίγνωση και συνειδητότητα. Δεν τον είχε μολύνει καμία αμαύρωση της
μήτρας, που όπως λένε μολύνει όλους τους άλλους. Εκείνη τη στιγμή μοναχοί, ο
Σάκρα, ο άρχοντας των θεών, και ο Μπράχμα, ο άρχοντας του Πεδίου Χωρίς Φόβο,
εμφανίστηκαν μπροστά στον Μποντισάτβα. Καθώς θυμούνταν και αναγνώριζαν
ποιος ήταν, ήταν γεμάτοι σεβασμό προς τον Μποντισάτβα και τον τύλιξαν σε θεϊκό
μετάξι. Τον ναό που βρισκόταν ο Μποντισάτβα στη διάρκεια της παραμονής του στη
μήτρα της μητέρας του, τον πήρε ο Μπράχμα, ο θεός του Πεδίου Χωρίς Φόβο και οι
άλλοι θεοί του πεδίου του Μπράχμα, πίσω στο πεδίο τους, όπου το έκαναν ιερό
μνημείο λατρείας. Τον Μποντισάτβα λοιπόν παρέλαβαν πρώτα οι θεοί αντί οι
άνθρωποι. Τη στιγμή που γεννήθηκε, ο Μποντισάτβα πάτησε στο έδαφος και εκεί
που ακουμπούσε το πόδι του, στο έδαφος φύτρωνε αμέσως ένας μεγάλος λωτός.
Τότε οι μεγάλοι βασιλιάδες των νάγκα, Νάντα και Ουπανάντα, εμφάνισαν στον
ουρανό το πάνω μέρος του σώματός τους και δημιούργησαν δυο χείμαρρους με
δροσερό και ζεστό νερό για να ξεπλύνουν το σώμα του Μποντισάτβα. [84] Τότε ο
Σάκρα, ο Μπράχμα, οι φύλακες του κόσμου και πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θεοί,
έπλυναν τον Μποντισάτβα με αρωματισμένο νερό και τον έραναν με πέταλα
λουλουδιών. Στη μέση του ουρανού εμφανίστηκαν ακόμα μια ομπρέλα από πολύτιμα
πετράδια και δυο μυγοδιώχτες από ουρά γιακ. Ο Μποντισάτβα στάθηκε σ’ έναν
μεγάλο λωτό και διερεύνησε τις τέσσερις κατευθύνσεις με το βλέμμα του λιονταριού,
το βλέμμα ενός μεγάλου όντος. Τότε ο Μποντισάτβα, με την απρόσκοπτη ανώτερη
του γνώση που πρόβαλλε εξ αιτίας της ωρίμανσης των προηγούμενων ενάρετων
ριζών, είδε ολόκληρο τον μεγάλο τρις χιλιόκοσμο. Είδε όλες τις [μικρές και μεγάλες]
πόλεις, [F 46a]τα κτήματα, τις χώρες, τις βασιλικές πόλεις και τη γη, καθώς και όλους
τους θεούς και τους ανθρώπους. Γνώριζε επίσης τέλεια το νου όλων των όντων και
διερεύνησε προσεκτικά για να βρεί αν υπάρχει κανένας όμοιος με εκείνον ως προς
την ενάρετη συμπεριφορά, την πειθαρχία, την διαλογιστική απορρόφηση ή γνώση.
Όμως ο Μποντισάτβα δεν βρήκε κανέναν σ’ όλο τον τρις χιλιόκοσμο που να του
μοιάζει. τότε ο Μποντισάτβα ένοιωσε λεόντεια αφοβία, απαλλαγμένη από ανησυχία
ή f;obo. Χωρίς να αμφιταλαντεύεται ή να διστάζει, υπενθύμισε στον εαυτό του τα
καλά του κίνητρα. Επειδή είχε εξατάσει το νου όλων των όντων, γνώριζε και τις
σκέψεις τους. Χωρίς βοήθεια, έκανε επτά βήματα προς την ανατολή και είπε, «Θα
γίνω η αιτία όλων των ενάρετων ασκήσεων.» Όπου πατούσε ο Μποντισάτβα,
φύτρωνε κι ένας λωτός. Έπειτα έκανε επτά βήματα προς το νότο και είπε, «Είμαι
αντάξιος των προσφορών θεών και ανθρώπων.» Έπειτα έκανε επτά βήματα προς τη
δύση και σταματώντας στο έβδομο βήμα, είπε με λιονταρίσιο τρόπο, «Είμαι το
υπέρτατο ον [85] σ’ αυτή τη γη. Αυτή είναι η τελευταία μου γέννηση, όπου θα
ξεριζώσω τη γέννηση, τα γηρατειά, την αρρώστια και τον θάνατο!» Έπειτα έκανε
επτά βήματα προς τον βορρά και είπε, «Θα γίνω ο υπέρτατος των ανθρώπων!»
Έπειτα έκανε επτά βήματα προς την κατηφόρα και είπε, «Θα κατατροπώσω τον
Μάρα και τις ορδές του! Θα δημιουργήσω μεγάλα σύννεφα βροχής του Ντάρμα που
θα πέσει στα όντα των κολάσεων, θα σβήσει τις φωτιές της κόλασης και θα γεμίσει
εκεί τα όντα με ευτυχία.» Τέλος έκανε επτά βήματα προς την ανηφόρα, σήκωσε το
βλέμμα του και είπε, «Όλα τα όντα θα με σέβονται.» [F 46b] Αφού μίλησε με αυτόν
τον τρόπο ο Μποντισάτβα, τα λόγια του ακούστηκαν σε ολόκληρο τον μεγάλο τρις
χιλιόκοσμο. Τέτοια ήταν η φύση της πρόγνωσης που πήγασε από την ωρίμανση των
προηγούμενων πράξεων του Μποντισάτβα. Όταν γεννιέται ένας Μποντισάτβα στην
τελευταία του ύπαρξη και αφυπνίζεται στην τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση,
εμφανίζονται διάφορα θαύματα. Η αγαλλίαση των όντων τότε μοναχοί, ήταν τόσο
μεγάλη, που ένοιωθαν ρίγη. Έγινε κι ένας τρομακτικός σεισμός που τους έκανε να
ανατριχιάσουν. Μουσικά όργανα και κύμβαλα θεών κι ανθρώπων ακούγονταν, χωρίς
να τα παίζει κανείς. Όλα τα δέντρα στον μεγάλο τρις χιλιόκοσμο, είτε βρίσκονταν
στην εποχή τους είτε όχι, άνθισαν και καρποφόρησαν. Ήχος κεραυνού ακούστηκε
στην έκταση του καθαρού διαστήματος, και από τον ασυννέφιαστο ουρανό έπεσε μια
λεπτή βροχή τόσο απαλή, μαζί με υπέροχα πολύχρωμα λουλούδια, υφάσματα,
κοσμήματα και σκόνη λιβανιών. Φύσηξε αρωματισμένη αύρα, υπέροχη και
δροσιστική. Σε καμία κατεύθυνση δεν υπήρχε σκοτάδι, σκόνη, καπνός, ή ομίχλη και
όλα ήταν λαμπερά και όμορφα. Από το κενό διάστημα ψηλά, ακούγονταν οι πολύ
μελωδικοί και εμβριθείς ήχοι του πεδίου του Μπράχμα. Το φως του ήλιου, της
σελήνης, του Μπράχμα, του Σάκρα, και των φυλάκων του κόσμου [86] επισκιάστηκε
από ένα αλλόκοσμο φως εκατό χιλιάδων χρωμάτων, που γέμισε όλο τον τρις
χιλιόκοσμο κι έφερνε σε όσους ακουμπούσε σωματική και νοητική απόλαυση και
ευτυχία. Τη στιγμή που ο Μποντισάτβα γεννήθηκε όλα τα όντα γέμισαν ευδαιμονία.
Όλα τα είδη προσκόλλησης, θυμού, πλάνης, υπερηφάνειας, [F 47a] δυσαρέσκειας,
δυσθυμίας, φόβου, απληστίας, ζήλιας και τσιγγουνιάς υποχώρησαν και όλα τα όντα
εγκατέλειψαν όλα τα είδη αρνητικής συμπεριφοράς. Οι αρρώστιες γιατρεύτηκαν.
ανακουφίστηκε η πείνα και η δίψα των όντων. Οι μεθυσμένοι συνήλθαν απ’ τη μέθη
τους. Ο τρελοί απόκτησαν τα λογικά τους. Οι τυφλοί μπορούσαν να δουν. Οι κωφοί
να ακούσουν. Οι ανάπηροι ανέκτησαν τις ικανότητές τους. Οι άποροι απέκτησαν
αγαθά. οι φυλακισμένοι ελευθερώθηκαν. Οι ασθένειες και τα βάσανα των όντων στις
κολάσεις, ξεκινώντας απ’ την Κόλαση του Έσχατου Βασάνου, έπαυσαν εκείνη τη
στιγμή. Γαλήνευσε και η δυστυχία στο πεδίο των ζώων, όπως ο φόβος να
αλληλοφαγωθούν. Παρομοίως γαλήνευσαν τα βάσανα που βιώνουν τα όντα στο
πεδίο του άρχοντα του θανάτου, όπως είναι η πείνα και η δίψα. Ο νεογέννητος
Μποντισάτβα κατείχε μεγάλο ζήλο και δύναμη, επειδή είχε ασκηθεί στην ορθή
συμπεριφορά για αμέτρητα τρις/μύρια κάλπα. Έτσι, όταν έκανε τα πρώτα του επτά
βήματα, είχε ήδη πραγματώσει το επίπεδο της πραγματικότητας. Γι αυτό όλοι οι
Βούδες, οι ευλογημένοι, σε όλα τα πεδία των δέκα κατευθύνσεων, ευλόγησαν σε
εκείνο το σημείο τη γη με τη βάτζρα φύση, ώστε να μην καταστραφεί από τα βήματά
του. Τόσο τρομερή ήταν η δύναμη των πρώτων επτά βημάτων του νεογέννητου
Μποντισάτβα, μοναχοί. Εκείνη τη στιγμή, ολόκληρος ο κόσμος γέμισε με ένα δυνατό
φως και ακούγονταν ήχοι χορού και μουσικής. Από αμέτρητα σύννεφα έπεσε βροχή
από λουλούδια, πούδρες, θυμιάματα, γιρλάντες, πετράδια, κοσμήματα και υφάσματα
[F 47b].Τα όντα ήταν γεμάτα με τέλεια ευχαρίστηση. [87]Εν συντομία, όταν ο
Μποντισάτβα, το ανώτερο ον σε όλους τους κόσμους, ήρθε στον κόσμο αυτό,
συνέβησαν πολλά απίστευτα γεγονότα.

Ο Σεβάσμιος Ανάντα τώρα, σηκώθηκε από τη θέση του, έβγαλε το ράσο από τον
έναν του ώμο και γονάτισε στο δεξί του γόνατο. Ένωσε τα χέρια του προς την
κατεύθυνση του Ευλογημένου, υποκλίθηκε και ικέτευσε ως εξής: «Ο Ευλογημένος, ο
Τατάγκατα, είναι πράγματι ο πιο εκπληκτικός όλων. Ο Μποντισάτβα κατέχει
ασύλληπτες ιδιότητες, πόσο μάλλον δε Αυτός που Αφυπνίστηκε στην Τέλεια και
Ολοκληρωμένη Φώτιση; Γι αυτό Ευλογημένε, ζητώ καταφύγιο στον Αυθεντικό Βούδα
τέσσερις φορές, πέντε φορές, δέκα φορές, πενήντα φορές, εκατό φορές, ή μάλλον,
πολλές εκατοντάδες χιλιάδες φορές!»
Μετά από αυτήν την ικεσία του σεβάσμιου Ανάντα, ο Ευλογημένος είπε: «Στο μέλλον
θα υπάρξουν κάποιοι μοναχοί, που δεν θα έχουν εξασκήσει το σώμα και το νου
τους κι έτσι δεν θα είναι εξοικειωμένοι με την πειθαρχία και την γνώση. Σαν τα
απαίδευτα παιδιά, θα είναι ξέφρενοι, θα έχουν μεγάλη υπερηφάνεια και αλαζονεία,
θα είναι ανεξέλεγκτοι, θα έχουν διάσπαση και αμφιβολίες, θα είναι διστακτικοί και δεν
θα έχουν εμπιστοσύνη. Θα φέρουν μολύνσεις στο μοναστικό τάγμα και δεν θα ζουν
σαν σωστοί μοναχοί. Όταν ακούσουν για την είσοδο του Μποντισάτβα στη μήτρα της
μητέρας του μ’ αυτόν τον αγνό τρόπο, δεν θα το πιστέψουν. Αντιθέτως, θα
μαζευτούν και θα αρχίσουν να κακολογούν, ‘Ακούστε όλοι εσείς, ακούστε αυτές τις
ανοησίες! Ο Μποντισάτβα υποτίθεται πως μπήκε στη μήτρα της μητέρας του και
ανακατεύτηκε με τα ακάθαρτα υγρά. Όμως λένε πως ένοιωθε μεγάλη απόλαυση.
Επιπλέον λένε πως όταν γεννήθηκε, πρόβαλε από τη δεξιά πλευρά της μητέρας του
χωρίς να λερωθεί από τις μολύνσεις της μήτρας.
[F 48a] Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο;’ Αυτοί οι ανόητοι δεν θα καταλάβουν πως τα
σώματα εκείνων που δραστηριοποιούνται στην εξαιρετική συμπεριφορά, δεν
γεννιούνται από ακάθαρτα υγρά. Τέτοια εξαίσια όντα μοναχοί, μπαίνουν και
διαμένουν στη μήτρα με τον πιο άριστο τρόπο. [88] Εφ’ όσον οι θεοί δεν στρέφουν
τον τροχό του Ντάρμα, στον κόσμο των ανθρώπων γεννιούνται οι Μποντισάτβα, από
μεγάλη αγάπη και έλεος για τα όντα. Γιατί; Επειδή αν ήταν αλλιώς Ανάντα, τα όντα
θα αποθαρρύνονταν με τη σκέψη, ‘Ο Ευλογημένος, ο Τατάγκατα, ο Άξιος, ο Τέλεια
Ολοκληρωμένος Βούδας είναι ένας θεός. Κι εμείς που είμαστε μονάχα άνθρωποι,
δεν μπορούμε να πετύχουμε αυτό το επίπεδο.’ Αυτά τα ανόητα όντα, οι απατεώνες
του Ντάρμα, δεν θα σκεφτούν πως, ‘Αυτό το ον είναι ασύλληπτο και δεν μπορούμε
να το κρίνουμε.’ Αυτά τα μελλοντικά όντα Ανάντα, δεν θα πιστεύουν ούτε καν στα
θαύματα του Βούδα, πόσο μάλλον στα θαύματα του Μποντισάτβα. Αυτά τα ανόητα
όντα Ανάντα, θα πλημυρίζουν με την επιθυμία για πλούτο, για σεβασμό και
επευφημίες. Θα βυθιστούν στη βρωμιά και θα τους κατακλύσει ο πόθος για τιμές.
Έτσι αυτά τα ασεβή όντα θα εγκαταλείψουν τις διδασκαλίες του Βούδα. Σκέψου
πόση αρνητικότητα θα συσσωρεύσουν!»
[Β5] Ο Ανάντα ρώτησε, «Ευλογημένε, πράγματι θα υπάρξουν στο μέλλον τέτοιοι
μοναχοί που απορρίπτουν τις εξαίρετες Σούτρα, όπως αυτή εδώ, και μιλούν άσχημα
γι αυτές;» Ο Ευλογημένος απάντησε, «Ανάντα, δεν θα υπάρξουν μόνο αυτοί που θα
απορρίπτουν και θα μιλούν άσχημα για τις Σούτρα, [F 48b] αλλά θα υπάρξουν και
μοναχοί που θα κάνουν πολλές αρνητικές πράξεις και θα εγκαταλείψουν τις
μοναστικές τους υποχρεώσεις.»
Τότε ο Ανάντα ρώτησε, «Πες μου Ευλογημένε, πως θα εξελιχθεί η ζωή για εκείνα τα
αρνητικά όντα; Τι θα συμβεί από γέννηση σε γέννηση;» Ο Ευλογημένος απάντησε,
«Θα έχουν την τύχη εκείνων που απαρνιούνται τη Φώτιση του Βούδα και εκείνων
που προσβάλλουν και δυσφημίζουν τους Βούδες, τους Ευλογημένους του
παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος.»
[89]Οι τρίχες του σεβάσμιου Ανάντα σηκώθηκαν όρθιες καθώς αναφώνησε,
«Υποκλίνομαι στον Βούδα!» Μετά ρώτησε τον Ευλογημένο, «Ευλογημένε, όταν
ακούω για τη συμπεριφορά αυτών των αρνητικών όντων, σχεδόν λιποθυμώ!» Τότε ο
Ευλογημένος είπε τα ακόλουθα: «Η συμπεριφορά Ανάντα αυτών των όντων θα είναι
ακατάλληλη, ατιμωτική. Εξ αιτίας αυτής της ακατάλληλης συμπεριφοράς, τα όντα
αυτά θα πέσουν στην μεγάλη κόλαση του αδιάκοπου πόνου. Γιατί αυτό; Υπάρχουν
κάποιοι μοναχοί και μοναχές Ανάντα, κάποιοι λαϊκοί άντρες και γυναίκες, που δεν
εμπνέονται όταν ακούν παρόμοιες Σούτρα. Αντίθετα, δεν έχουν εμπιστοσύνη σ’
αυτές τις Σούτρα και τις απορρίπτουν. Όταν πεθάνουν, όλοι θα πέσουν όλοι τους
στην μεγάλη Κόλαση του Έσχατου Βασάνου. Κανείς Ανάντα δεν πρέπει να
προσπαθεί να μετρήσει/κατανοήσει τους Τατάγκατα. Γιατί δεν πρέπει; Επειδή
Ανάντα, οι Τατάγκατα δεν μετριούνται, είναι εμβριθείς, απέραντοι και δύσκολα τους
κρίνεις. Κάποια όντα Ανάντα, όταν ακούν τέτοιες Σούτρα γεμίζουν χαρά, πίστη και
ενθουσιασμό. Αυτά τα όντα κατέχουν κάτι υπέροχο. Οι ζωή τους αποκτά νόημα κι η
ανθρωπιά τους υπηρετεί κάποιο σκοπό. Η συμπεριφορά τους είναι τέλεια και
κρατούν αυτά που είναι αληθινά ουσιώδη. Έχουν ελευθερωθεί από τα τρία κατώτερα
πεδία. [F 49a] Γίνονται διάδοχοι των Τατάγκατα και έχουν ότι
χρειάζονται. H εμπιστοσύνη τους είναι σημαντική και θα λάβουν το μερίδιό τους από
τα αγαθά του βασιλείου. Εμπιστεύονται βαθιά τα ευγενή όντα και ξεφεύγουν από τις
παγίδες του Μάρα. Υπερπηδούν την ερημιά της σαμσάρα και βγάζουν τα αγκάθια
της δυστυχίας. Θα φτάσουν στον τόπο της υπέρτατης χαράς και θα πάρουν
προστασία με αυθεντικό τρόπο. Επειδή είναι τα κατάλληλα αντικείμενα για την
γενναιοδωρία των άλλων, είναι άξιοι αποδέκτες προσφορών. Τα όντα αυτά
εμφανίζονται σπάνια στον κόσμο κι όταν εμφανιστούν, θα πρέπει να θεωρούνται ως
κατάλληλα αντικείμενα για γενναιοδωρία. Γιατί αυτό; Επειδή έχουν πίστη στις
διδασκαλίες των Τατάγκατα, τα οποία αντικρούουν όλες τις κοσμικές συμβάσεις.»

«Αυτά τα όντα Ανάντα, δεν κατέχουν κατώτερες ρίζες αρετής. [90] Αυτά τα όντα
Ανάντα, δεν υπήρξαν σύντροφοί μου για λίγες ζωές μόνο. Πως έτσι; Επειδή Ανάντα,
κάποια όντα αρέσκονται και ευχαριστιούνται να με ακούν, αλλά όχι να με βλέπουν.
Κάποια άλλα, αρέσκονται και ευχαριστιούνται να με βλέπουν, αλλά όχι να με ακούν.
Ενώ κάποια άλλα όντα αρέσκονται κι ευχαριστιούνται να με βλέπουν και να με
ακούν. Σε κάθε περίπτωση Ανάντα, όταν τα όντα αρέσκονται κι ευχαριστιούνται είτε
να με βλέπουν είτε να με ακούν, να είσαι σίγουρος πως αυτά τα όντα υπήρξαν φίλοι
που με συντρόφεψαν για πολλές ζωές. Ο Τατάγκατα τα βλέπει και ο Τατάγκατα θα
τα απελευθερώσει. Έχουν τις ίδιες ποιότητες με του Τατάγκατα. Έχουν πάρει
καταφύγιο στον Τατάγκατα. ο Τατάγκατα τα δέχτηκε.»

«Ακόμα και τότε Ανάντα, που εξασκούσα τη συμπεριφορά των Μποντισάτβα, [F 49b]
κάποιοι απογοητευμένοι και φοβισμένοι ήρθαν να με βρουν και με ικέτευσαν να τους
προστατέψω από τους φόβους τους, πράγμα το οποίο έκανα. Έτσι τώρα που έχω
αφυπνιστεί στην τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση, θα κάνω οπωσδήποτε το ίδιο. Να
έχεις ζήλο ως προς την πίστη Ανάντα. Αυτό σε προτρέπει να κάνεις ο Τατάγκατα!
Τον στόχο που έχεις μπροστά σου Ανάντα, ο Τατάγκατα τον έχει ολοκληρώσει. Ο
Τατάγκατα πέταξε το αγκάθι της αλαζονείας.»

«Μεγάλη χαρά παίρνει κάποιος, που πρόθυμα έχει ταξιδέψει εκατοντάδες μίλια,
μόνο και μόνο για να μάθει νέα για τον φίλο του, πόσο μάλλον όταν τον συναντήσει
πραγματικά! Αυτόν που βασίζεται πάνω μου και αναπτύσσει ρίζες αρετής, θα τον
αναγνωρίσουν οι μελλοντικοί Τατάγκατα, οι Άξιοι, οι τέλεια ολοκληρωμένοι Βούδες,
και θα πουν, ‘Αυτά τα όντα που ήταν παλιοί φίλοι των Τατάγκατα, είναι και δικοί μας
φίλοι.’»

«Γιατί αυτό; Επειδή Ανάντα, οι φίλοι δίνουν χαρά και ευχαρίστηση. Αυτός που είναι
αγαπητός στον φίλο κάποιου, είναι επίσης αγαπητός και στον ίδιο. Γι αυτό Ανάντα,
έχε εμπιστοσύνη και κατανόησέ το έτσι. Ανάπτυξε εμπιστοσύνη και σκέψου,
‘Εμπιστεύομαι κι εγώ τον εαυτό μου στους Τατάγκατα, τους Άξιους, τους τέλεια
ολοκληρωμένους Βούδες [91] του μέλλοντος. Είναι και δικοί μου φίλοι.’ Σκέψου μ’
αυτόν τον τρόπο και ι ευχές σου θα εκπληρωθούν.»

«Σκέψου αυτό το παράδειγμα Ανάντα: [Ας πούμε πως υπάρχει] ένας άντρας που
θεωρείται δυνατός και αξιόλογος αλλά έχει μόνο έναν γιο. Ο πατέρας αυτός έχει
πολλούς φίλους. Όταν κάποια στιγμή πεθάνει, οι φίλοι του θα αποδεχτούν τον γιο και
δεν θα τον απορρίψουν. Με τον ίδιο τρόπο Ανάντα, θα αποδεχτώ ως φίλο μου αυτόν
που έχει πίστη σε μένα. Θα πάρουν προστασία σε μένα. Ο Τατάγκατα έχει πολλούς
φίλους. [F 50a]Κι επειδή οι φίλοι του Τατάγκατα είναι αυθεντικοί και δεν ψεύδονται,
εμπιστεύομαι αυτούς τους φίλους του Τατάγκατα σε εκείνους που μιλούν αληθινά-
τους μελλοντικούς Τατάγκατα, τους Άξιους, τους τέλεια ολοκληρωμένους Βούδες. Γι
αυτό Ανάντα, να έχεις ζήλο ως προς την πίστη. Αυτό σου ζητώ!»

Έτσι, όταν γεννήθηκε ο Μποντισάτβα μοναχοί, πολλά τρις/μύρια θεαινών που


βρίσκονταν στο κέντρο του ουρανού, έριξαν βροχή από θεϊκά λουλούδια, λιβάνια,
γιρλάντες, αρωματικά έλαια, υφάσματα και πετράδια πάνω στην Μαγιαντέβι. Ως
προς αυτό το θέμα λέγεται πως:

Εκείνη την στιγμή έξι χιλιάδες θέαινες με μελωδικές φωνές, απαστράπτουσες από
ενάρετο, αμόλυντο, αγνό χρυσό φως, λαμπρές σαν τον ήλιο και το φεγγάρι, έφτασαν
στο Λουμπίνι και είπαν στην Μαγιαντέβι: «Μην δυσαρεστείσαι, να είσαι χαρούμενη!
Εμείς είμαστε υπηρέτριές σου. Πές μας τι να κάνουμε, ποια είναι η επιθυμία σου;
Είμαστε οι ικανές σου υπηρέτριες με τις πιο καλές προθέσεις. Σε ικετεύουμε να
εγκαταλείψεις τη θλίψη και να γεμίσεις χαρά. Σήμερα βασίλισσα, θα γεννήσεις
εύκολα τον υπέρτατο θεραπευτή που θα υπερνικήσει την αρρώστια και τον θάνατο!
[92]
«Τα μπουμπούκια των δέντρων άνθησαν και τα δέντρα σάλα άνθησαν. Χιλιάδες
θεότητες υποκλίνονται μπροστά σου. Η γη και η θάλασσα σείονται με έξι
διαφορετικούς τρόπους. Ο γιος σου θα είναι ξακουστός εδώ και στα βουδικά πεδία
ως ο Ανυπέρβλητος.
«Ένα καθαρό χρυσό φως λάμπει εξωραΐζοντας τα πάντα. Εκατοντάδες όμορφα
όργανα ακούγονται στον κενό ουρανό, χωρίς να τα παίζει κάποιος. Εκατό χιλιάδες
αγνοί, καθαροί θεοί, απαλλαγμένοι από επιθυμία, υποκλίνονται χαρούμενοι. Σήμερα
θα γεννηθεί Αυτός Που Θα Ωφελήσει Ολόκληρο Τον Κόσμο. Ο Σάκρα, ο Μπράχμα,
οι φύλακες του κόσμου και άλλοι θεοί, περιμένουν με ενωμένα χέρια, χαρούμενοι κι
ευτυχισμένοι. [F 50b] Ο Λέοντας των Όντων, με πειθαρχημένη συμπεριφορά,
πρόβαλε από την δεξιά πλευρά της Μαγιαντέβι. Σαν ένα χρυσό βουνό, λάμποντας
από αγνότητα, γεννήθηκε ο Οδηγός. Ο Σάκρα και ο Μπράχμα πήραν στα χέρια τους
τον Σοφό. Εκατό χιλιάδες πεδία σείστηκαν και πλημμύρισαν με φως. τα όντα των
τριών κατώτερων πεδίων γέμισαν χαρά και απαλλάχτηκαν από τα βάσανα. Εκατό
χιλιάδες θεοί σκόρπισαν λουλούδια και ανέμιζαν λάβαρα. Από την στέρεα γη
φύτρωσαν όμορφοι λωτοί, με τη φύση του βάτζρα. Εκεί όπου έβαζε ο Οδηγός το
πόδι του με το σημάδι του τροχού, εμφανίστηκαν ευοίωνα. Έκανε επτά βήματα και
είπε με μελωδική σαν του Μπράχμα φωνή: «Θα γίνω τέλειο ον, ο υπέρτατος
θεραπευτής που γιατρεύει τα γηρατειά και τον θάνατο!» [93]
Οι ανώτεροι θεοί, ο Μπράχμα και Σάκρα, αιωρούνταν στο κέντρο του διαστήματος.
Αυτοί έκαναν το λουτρό στο σώμα του Οδηγού με αγνό, καθαρό και αρωματισμένο
νερό. Δυο βασιλιάδες νάγκα που βρίσκονταν στο διάστημα, δημιούργησαν δυο
χείμαρρους με δροσερό και ζεστό νερό. Εκατό χιλιάδες θεοί έπλυναν κι αυτοί με
αρωματικό νερό το σώμα του Οδηγού.
Οι φύλακες του κόσμου, με μεγάλο σεβασμό, τον κράτησαν στα χέρια τους.
Ολόκληρος ο τρις χιλιόκοσμος με τα ζώντα και μη όντα του, σείστηκε. Το
εκθαμβωτικό φως που πρόβαλε γαλήνεψε ακόμα και τα κατώτερα πεδία. Όταν
γεννήθηκε ο Οδηγός του Κόσμου, έπαυσε κάθε βάσανο και μόλυνση.
Οι θεοί έριξαν μια δροσερή βροχή από λουλούδια πάνω στον Νικηφόρο Οδηγό των
Όντων. Έπειτα το δυνατό ον έκανε επτά βήματα.
Εκεί όπου πάτησε το πόδι του στο έδαφος φύτρωσε ένας όμορφος λωτός
κοσμημένος με πολλά πετράδια.
Αφού έκανε τα επτά του βήματα, είπε με τη μελωδική φωνή του Μπράχμα: « Τώρα
έφτασε ο έξοχος θεραπευτής, αυτός που εξολοθρεύει τα γηρατειά και τον θάνατο!»
Ατρόμητος κοίταξε προς όλες τις κατευθύνσεις και είπε: «Είμαι ο οδηγός του κόσμου.
Ο υπέρτατος στον κόσμο αυτό, είμαι ο οδηγός του. Αυτή είναι η τελευταία μου
γέννηση.» Λέγοντας αυτό, ο Οδηγός των Όντων χαμογέλασε. [F 51a] Ο Σάκρα και οι
φύλακες του κόσμου ένοιωσαν δυνατή πίστη και έπλυναν τον ευεργέτη του κόσμου
με το καλύτερο αρωματικό νερό. Και οι βασιλιάδες νάγκα έπλυναν επίσης το σώμα
του με χείμαρρους απο αρωματισμένο νερό.
Δέκα ακόμα δις/μύρια θεοί που βρίσκονταν στον ουρανό δρόσισαν το
αυτοπροβαλλώμενο σώμα του με χείμαρρους απολαυστικά αρωματισμένου νερού.
[94] Κρατούσαν ψηλά πελώριες λευκές ομπρέλες και όμορφες βεντάλιες από ουρά
γιακ. Αιωρούμενοι στο διάστημα οι θεοί έπλυναν το σώμα του αρχηγού των
ανθρώπων.
Κάποιος έφερε γρήγορα τα ευχάριστα νέα στον Σουντοντάνα: «Μεγάλη τύχη βασιλιά
μου! Γεννήθηκε ο γιος σου που τον κοσμούν τα σημάδια! Θα γίνει σίγουρα
παγκόσμιος μονάρχης, το πετράδι στη γενεαλογία σου. Ενώνοντας τα νικηφόρα
λάβαρα της Τζαμπουνβίπα κάτω από μια ομπρέλα, δεν θα έχει κανέναν εχθρό.»
Ένας ακόμα ήρθε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Σουντοντάνα: «Μεγάλη τύχη
βασιλιά μου! Όπως ο Πρίγκιπας που γεννήθηκε στην τάξη των Σάκυα, γεννήθηκαν
25.000 γιοι γεννήθηκαν στον οίκο των Σάκυα. Είναι όλοι τους ανίκητοι, δυνατοί και
πανίσχυροι.»
Ένας ακόμα άντρας ήρθε και είπε, «Άκουσε βασιλιά μου τα ευχάριστα νέα που σου
φέρνω! Επτακόσια παιδιά γεννήθηκαν με επικεφαλής τον Τσάντα στους υπηρέτες. Ο
επιβήτορας Κανθάκα έκανε 10.000 άλογα, τέλεια άτια, με χρυσή λάμψη και ασημένια
χαίτη και ουρά.»
Μπροστά στον βασιλιά ήρθαν ακόμα 20.000 βασιλιάδες των συνόρων, λέγοντας,
«Είθε να είσαι νικητής βασιλιά μας! Τώρα που ήρθαμε πες μας τι να κάνουμε; Εμείς
μεγαλειότατε είμαστε οι υπήκοοι κι εσύ είσαι ο αφέντης. Είθε να είναι δικιά σου η νίκη
βασιλιά μας!»
Είκοσι χιλιάδες όμορφοι ελέφαντες στολισμένοι με χρυσά δίχτυα έφτασαν γρήγορα
στο Καπιλαβάστου, φωνάζοντας με τις προβοσκίδες τους. [95] 6.000 μικρά είχαν
γεννηθεί με μαύρες βούλες. [F 51b] Σαν τον υπέρτατο θεό ήταν και τα όντα που
είχαν γεννηθεί. Πόσο υπέροχο αυτό για το βασίλειο!
«Πήγαινε βασιλιά και φρόντισε τα αποκτήματά σου! Κύριε με την λαμπρή αρετή! Οι
χιλιάδες χαρούμενοι θεοί και άνθρωποι που είδαν τις ποιότητες του νεογέννητου,
προσβλέπουν προς την τέλεια Φώτιση πέρα από δυστυχία και εύχονται, «Είθε όλα
να επιτύχουν!»
Τη στιγμή της γέννησης του Μποντισάτβα μοναχοί, ενεργοποιήθηκε μια μεγάλη
εκδήλωση γενναιοδωρίας. Επιπλέον γεννήθηκαν σε ευγενείς οικογένειες 500 παιδιά.
Γεννήθηκαν επίσης 10.000 κορίτσια με πρώτη την Γιασοβάτι, 800 υπηρέτριες και
500 υπηρέτες με πρώτο τον Τσάντα. Επίσης δέκα χιλιάδες φοράδες και δέκα
χιλιάδες πουλάρια με πρώτο το Κάντακα. Τέλος μετά τη γέννηση του Μποντισάτβα,
γεννήθηκαν 500 θηλυκοί και 500 αρσενικοί ελέφαντες. Όλες αυτές οι γεννήσεις
καταγράφηκαν στα αρχεία από τον βασιλιά Σουντοντάνα και δόθηκαν στον μικρό του
γιο για να διασκεδάσει. Μέσα από τη δύναμη του Μποντισάτβα και για τη δική του
χαρά, ένα δέντρο μπόντι αναπτύχθηκε στο μέσο των τεσσάρων δις/μυρίων
περιφερειών, ενώ δημιουργήθηκε ένα δάσος από σανταλόδεντρα στην εσωτερική
περιοχή. Για τη διασκέδαση του Μποντισάτβα εμφανίστηκαν 500 πάρκα στην
περιοχή γύρω από την πόλη. Οι είσοδοι για τους 5.000 θησαυρούς έγιναν ορατές
καθώς ξεπρόβαλλαν μέσα από τη γη. Έτσι όλες οι προθέσεις του βασιλιά
Σουντοντάνα εκπληρώθηκαν τέλεια. Τότε ο βασιλιάς αναρωτήθηκε, «Πως θα
ονομάσω τον μικρό μου γιο; Επειδή αμέσως μόλις γεννήθηκε ο γιος μου,
εκπληρώθηκαν όλοι μου οι στόχοι, θα τον ονομάσω Σαρβαρτασίντα, Αυτός που
Εκπληρώνει Όλους τους Στόχους.» Έπειτα [96] ο Σουντοντάνα κανόνισε να γίνει μια
μεγάλη τελετή και ανακοίνωσε, «Το όνομα του παιδιού είναι Σαρβαρτασίντα.» [F 52a]
Αν και πλεον ο Μποντισάτβα είχε γεννηθεί, μοναχοί, η δεξιά πλευρά της μητέρας του
δεν είχε σχιστεί ούτε πληγωθεί, παρά είχε επανέλθει στην κανονική της κατάσταση.
Επιπλέον, είχαν εμφανιστεί οι πηγές Τρίτα με τρεχούμενα νερά και τρεις λιμνούλες
με αρωματισμένο νερό. τότε 5.000 θεές ήρθαν μπροστά στην μητέρα του
Μποντισάτβα, κρατώντας αρωματικά έλαια αρωματισμένα με θεϊκά αρώματα.
Ήθελαν να μάθουν πως γέννησε κι αν ήταν κουρασμένη. Παρομοίως 5.000 νεαρές
θεές κρατώντας βάλσαμα ήρθαν μπροστά στην μητέρα του Μποντισάτβα ρωτώντας
την πως γέννησε κι αν αισθανόταν κούραση. Μετά 5.000 νεαρές θεές με βάζα
γεμάτα νερό αρωματισμένο με θεϊκά αρώματα ήρθαν μπροστά στην μητέρα του
Μποντισάτβα ρωτώντας την πως γέννησε κι αν αισθανόταν κούραση. Έπειτα 5.000
νεαρές θεές με θεϊκά παιδικά ρούχα ήρθαν μπροστά στην μητέρα του Μποντισάτβα
ρωτώντας την πως γέννησε κι αν αισθανόταν κούραση. Έπειτα 5.000 νεαρές θεές με
θεϊκά παιδικά στολίδια ήρθαν μπροστά στην μητέρα του Μποντισάτβα ρωτώντας την
πως γέννησε κι αν αισθανόταν κούραση. Τέλος, 5.000 νεαρές θεές τραγουδώντας
και παίζοντας θεϊκά μουσικά όργανα, ήρθαν μπροστά στην μητέρα του
Μποντισάτβα, ρωτώντας την πως γέννησε κι αν αισθανόταν κούραση. Όλοι οι μη
Βουδιστές σοφοί της Τζαμπουντβίπα με τις πέντε υπερφυσικές δυνάμεις, πέταξαν
στον ουρανό και φτάνοντας μπροστά στον βασιλιά Σουντοντάνα, αναφώνησαν, «
Είθε ο βασιλιάς να έχει ευημερία!» Για αρκετές μέρες μετά τη γέννηση του, μοναχοί,
ο Μποντισάτβα τιμήθηκε με ανθρώπινη και θεϊκή μουσική, λατρεύτηκε, έγινε
σεβαστός [F 52b] και του δόθηκαν πολλές προσφορές στο άλσος του Λουμπίνι. Του
προσφέρθηκε φαγητό, ποτό και απολαύσεις. Συγκεντρώθηκε όλη η τάξη των Σάκυα
και όλοι αναφωνούσαν με χαρά, ασκούνταν στη γενναιοδωρία, έκαναν ενάρετες
πράξεις και εκπλήρωναν τις ανάγκες 32.000 ιερέων καθημερινά. Έδιναν ότι
επιθυμούσε κανείς. Ο Σάκρα και ο Μπράχμα που είχαν πάρει τη μορφή ιερέων,
εμφανίστηκαν στη μάζωξη αυτή των ιερέων, και καθισμένοι στην αρχή της σειράς
τραγούδησαν τους στίχους ευνοϊκότητας:

«Τα κατώτερα πεδία γαλήνευσαν, όλα τα όντα νοιώθουν χαρά, καθώς Εκείνος που
Εγκαθιστά τα Όντα στη Φώτιση, ο Κομιστής της Χαράς, γεννήθηκε!
«Το ανεμπόδιστο φως των θεών, του ήλιου και της σελήνης, επισκιάστηκαν και
χάθηκαν καθώς το φως της αρετής πραγματικά εμφανίστηκε!
«Οι τυφλοί βλέπουν ξανά και οι κωφοί ακούν. Οι παλαβοί βρήκαν τα λογικά τους.
Αυτός θα γίνει αντικείμενο λατρείας του κόσμου!
«Αφού δεν πληγώνονται από αρνητικά συναισθήματα κι ο νους των όντων γέμισε
απ’ αγάπη, βέβαιο είναι χωρίς αμφιβολία, πως θα είναι άξιος των προσφορών δέκα
χιλιάδων Μπράχμα.
«Τα δέντρα σάλα μπουμπούκιασαν και η γη εξομαλύνθηκε καθώς βέβαιο είναι, πως
θα γίνει παντογνώστης, ο αποδέκτης προσφορών όλου του κόσμου.
«Καθώς ο κόσμος γαλήνεψε και μεγάλοι λωτοί ξεπρόβαλλαν, είναι βέβαιο πως ο
επιφανής αυτός, θα γίνει ο προστάτης του κόσμου!
« Καθώς φύσηξε απαλό αεράκι, αρωματισμένο με θεϊκά λιβάνια, που γαληνεύει τις
αρρώστιες των όντων, θα γίνει ο βασιλιάς των θεραπευτών.
«Καθώς οι εκατό θεοί του πεδίου της μορφής, οι απαλλαγμένοι από επιθυμία,
ένωσαν τα χέρια τους και υποκλίθηκαν, θα είναι άξιος σεβασμού!
«Οι άνθρωποι βλέπουν τους θεούς κι οι θεοί τους ανθρώπους, όμως δεν νοιώθουν
έχθρα μεταξύ τους. Γι αυτό θα γίνει σπουδαίος ηγέτης!
«Καθώς οι φωτιές έσβησαν, όλα τα ποτάμια σταμάτησαν να κυλούν, [F 53a] και η γη
σείεται μαλακά, αυτός θα δει την αλήθεια!»

Επτά μέρες μετά τη γέννηση του Μποντισάτβα μοναχοί, ήρθε η ώρα να πεθάνει η
Μαγιαντέβι. Μετά το θάνατό της γεννήθηκε ανάμεσα στους θεούς του πεδίου των
Τριάντα Τριών. Μπορεί να σκεφτείτε μοναχοί, πως πέθανε εξ αιτίας του
Μποντισάτβα. Όμως δεν πρέπει να βλέπετε έτσι τα πράγματα, καθώς η διάρκεια της
ζωής της είχε τελειώσει. Επτά μέρες μετά την γέννηση των Μποντισάτβα μοναχοί, οι
μητέρες τους πεθαίνουν. Γιατί αυτό; Επειδή μετά τη γέννηση και το μεγάλωμά του, ο
Μποντισάτβα θα αποκηρύξει το σπίτι του κι αυτό θα καταστρέψει την καρδιά της
μητέρας του.
Επτά μέρες νωρίτερα μοναχοί, η Μαγιαντέβι έφυγε με μια μεγάλη πομπή από την
πόλη Καπιλαβάστου, για το ευχάριστο άλσος. Όμως η λαμπρότητα του Μποντισάτβα
που μπήκε στην πόλη Καπιλαβάστου είναι ένα τρις/μύριο φορές μεγαλύτερη. Καθώς
έμπαινε, μπροστά του μεταφέρονταν 5.000 βάζα γεμάτα με αρωματισμένο νερό.
Επίσης 5.000 νεαρές κοπέλες κρατούσαν βεντάλιες από φτερά παγωνιού. Επιπλέον
προπορεύονταν 5.000 κοπέλες που κυμάτιζαν φύλλα φοίνικακι ακόμα πιο μπροστά
βρίσκονταν οι 5.000 κοπέλες που κρατούσαν χρυσά βάζα με αρωματισμένο νερό
και έραναν το δρόμο. Μπροστά τους ήταν ακόμα 5.000 νεαρές κοπέλες που
κρατούσαν γιρλάντες από διάφορα είδη αγριολούλουδων καθώς επίσης και 5.000
νεαρές κοπέλες που κρατούσαν διάφορα κουτιά. Μετά υπήρχαν 5.000 νεαρά
κορίτσια που κρατούσαν όμορφα κοσμήματα και σκούπιζαν τον δρόμο. Ακόμα πιο
μπροστά βρίσκονταν 5.000 νεαρές που κουβαλούσαν όμορφα μαξιλάρια και [99]
5.000 ιερείς που κρατούσαν καμπάνες και έκαναν ευνοϊκούς ήχους. Μπροστά απ’
αυτούς υπήρχαν 5.000 στολισμένοι ελέφαντες. Μετά 20.000 άλογα σκεπασμένα με
χρυσά στολίδια και γεμάτα πολύτιμους λίθους. [F 53b] Πίσω απ’ τον Μποντισάτβα
βρίσκονταν 80.000 άμαξες, στολισμένες όμορφα με δίχτυα από χρυσά καμπανάκια
και με ομπρέλες, νικητήρια λάβαρα και σημαίες. Μετά υπήρχαν 40.000 επιβλητικοί
πεζικάριοι και ήρωες με τις δυνατές τους πανοπλίες. Στον ουρανό αιωρούνταν
αμέτρητα δις/μύρια θεοί του πεδίου της επιθυμίας και της μορφής, που έκαναν
διάφορα είδη προσφορών στον Μποντισάτβα και τον ακολουθούσαν. Ο ίδιος ο
Μποντισάτβα βρισκόταν σε μια άμαξα, που οι θεοί του πεδίου της επιθυμίας είχαν
στολίσει με διάφορα στολίδια. Την άμαξα καθοδηγούσαν 20.000 νεαρές θεές με
κοσμήματα, που κρατούσαν γιρλάντες από πολύτιμους λίθους. Σε κάθε δύο θεές
ανάμεσα, βρισκόταν μια νεαρή κοπέλα και ανάμεσα σε κάθε δύο κοπέλες, βρισκόταν
μια νεαρή θεά. Εξ αιτίας της δύναμης του Μποντισάτβα, οι θεές δεν βρήκαν
αποκρουστική τη μυρωδιά των κοριτσιών. Ούτε οι κοπέλες εκστασιάστηκαν από την
μορφή των πανέμορφων θεαινών. Στην πόλη Καπιλαβάστου, μοναχοί, πεντακόσιοι
Σάκυα είχαν κατασκευάσει 500 σπίτια για τον Μποντισάτβα. Όταν μπήκε ο
Μποντισάτβα στην πόλη, έκατσαν μπροστά σ’ αυτά τα σπίτια με ενωμένα τα χέρια.
Κάνοντας με σεβασμό υποκλίσεις, κάλεσαν τον Μποντισάτβα: «Σαρβατασίντα, έλα
σε παρακαλώ εδώ! Θεέ των Θεών, έλα σε παρακαλώ εδώ! Καθαρό Ον, έλα σε
παρακαλώ εδώ! Υπέρτατε Αρχηγέ, έλα σε παρακαλώ εδώ! Κομιστή Αγαλλίασης,
Χαράς και Έκστασης, έλα σε παρακαλώ εδώ! [100] Εσύ που είσαι ονομαστός ως Ον
Πέρα από Μομφή, έλα σε παρακαλώ εδώ! Πάνσοφε, έλα σε παρακαλώ εδώ!
Απαράμιλλε, εσύ με την λαμπρότητα, τις ιδιότητες και το [F 54a] σώμα που κοσμούν
τα γνωρίσματα και τα σημάδια, έλα σε παρακαλώ εδώ!» Ο βασιλιάς Σουντοντάνα,
θέλοντας να χαροποιήσει τους πάντες, πήγε τον Μποντισάτβα σε όλα τα σπίτια. Έτσι
χρειάστηκαν τέσσερις μήνες μέχρις ότου πάει ο Μποντισάτβα στην κατοικία του, το
παλάτι που ονομάζεται Πανόραμα Πολύτιμων Λίθων.
Έπειτα συγκεντρώθηκαν οι πρεσβύτεροι των γερόντων της τάξης των Σάκυα για να
συζητήσουν ποια εκ των γυναικών θα αναλάβει την ανατροφή, τη φροντίδα και την
γαλούχηση του Μποντισάτβα. Συμφώνησαν πως θα πρέπει να είναι ένα επιδέξιο και
καλό άτομο, που θα φροντίσει να περιβάλλεται από αγάπη και αλτρουισμό.
Πεντακόσιες γυναίκες Σάκυα ήρθαν εθελοντικά και είπαν, «Εγώ θα φροντίσω τον
Πρίγκιπα! Σας παρακαλώ αφήστε με να φροντίσω τον Πρίγκιπα.» Οι γηραιότεροι
άντρες και γυναίκες Σάκυα όμως υποστήριξαν πως, «Αυτές οι γυναίκες είναι
παρορμητικά νεαρά κορίτσια, που εξ αιτίας της νιότης τους και της ομορφιάς τους
είναι γεμάτα ματαιοδοξία και αλαζονεία. Γι αυτό δεν είναι ικανές να φροντίσουν τις
ανάγκες του Πρίγκιπα. Αντιθέτως η θεία του, από την πλευρά της μητέρας του, η
Μαχαπρατζαβάτι Γκαουτάμι θα φροντίσει ώστε ο Πρίγκιπας να είναι καλά κι
ευτυχισμένος. Θα μπορεί επίσης να ευχαριστήσει και τον βασιλιά Σουντοντάνα.»
Εφόσον όλοι συμφώνησαν με αυτήν τη πρόταση, προέτρεψαν την Μαχαπρατζαβάτι
Γκαουτάμι να αναλάβει αυτό το έργο. Και πράγματι τον ανάθρεψε καλά. Τριάντα δύο
ακόμα νταντάδες ορίστηκαν για να υπηρετούν τον Μποντισάτβα. Οκτώ απ’ αυτές θα
τον κρατούσαν, οκτώ θα ήταν νοσοκόμες του, οκτώ ακόμα θα έπαιζαν μαζί του κι
άλλες οκτώ θα φρόντιζαν το λουτρό του. Τότε ο βασιλιάς Σουντοντάνα συγκέντρωσε
όλους τους Σάκυα σε ένα συμβούλιο και τους ρώτησε, «Ο Πρίγκιπας θα γίνει ένας
παγκόσμιος μονάρχης, ή αναχωρητής;» [F 54b] [101]
Εκείνη την εποχή ο μεγάλος σοφός Ασίτα με τις πέντε υπερφυσικές δυνάμεις, ζούσε
στις πλαγιές του βασιλιά των βουνών Χιμαβάτ, μαζί με τον Ναραντάττα που ήταν
γιος της αδελφής του. Την ώρα της γέννησης του Μποντισάτβα είδε πολλά θαύματα
και αντιλήφθηκε τους θεούς να αιωρούνται στον ουρανό, κυματίζοντας λάβαρα,
αναφωνώντας, «Βούδα!» ‘Ετσι σκέφτηκε, «Έξοχα! Αυτό είναι κάτι που πρέπει να
δω!» Με την θεία του όραση κοίταξε την Τζαμπουντβίπα και είδε πως ένας
πρίγκιπας είχε γεννηθεί στον βασιλιά Σουντοντάνα στο Καπιλαβάστου. Αυτός ο
πρίγκιπας έλαμπε με το φως της αρετής, τον λάτρευαν όλοι και το σώμα του ήταν
όμορφα κοσμημένο με τα τριάντα δύο γνωρίσματα ενός σπουδαίου όντος. Έτσι είπε
στον νεαρό ιερέα Ναραντάττα, «Άκουσέ με νεαρέ ιερέα! Ένα πετράδι ήρθε σ’ αυτόν
τον κόσμο. Στην πόλη Καπιλαβάστου, στην κατοικία του βασιλιά Σουντοντάνα,
γεννήθηκε ένας πρίγκιπας. Λάμπει με το φως της αρετής, είναι απ’ όλους λατρευτός
και είναι όμορφα κοσμημένος με τα τριάντα δυο γνωρίσματα ενός σπουδαίου όντος.
Αν παραμείνει στο παλάτι του, θα γίνει παγκόσμιος μονάρχης και θα διατάζει τις
τέσσερις στρατιές. Θα είναι νικηφόρος και ευσεβής βασιλιάς του Ντάρμα και θα έχει
την απαραίτητη δύναμη για να κυβερνήσει. Θα έχει επίσης επτά πολύτιμα
αποκτήματα, τον πολύτιμο τροχό, τον πολύτιμο ελέφαντα, το πολύτιμο άλογο, την
πολύτιμη σύζυγο, το πολύτιμο πετράδι, τον πολύτιμο αξιωματικό και τον πολύτιμο
υπουργό. Θα κάνει χίλιους γιούς, που όλοι τους θα είναι ηρωικοί, γενναίοι, όμορφοι
και επιτυχημένοι. Με την εγγενή του δύναμη θα καθυποτάξει και θα νικήσει όλο τον
κόσμο και τους ωκεανούς του, χωρίς να χρησιμοποιήσει βία ή όπλα, αλλά με έναν
τρόπο που συμφωνεί με το Ντάρμα. [F 55a] Έτσι ολόκληρος ο κόσμος θα γίνει το
βασίλειό του. Αν όμως αφήσει το σπίτι του και γίνει ένας απαρνητής, θα γίνει ένας
Τατάγκατα, ένας Άξιος, έανς Τέλεια Ολοκληρωμένος Βούδας. Θα είναι δάσκαλος και
οδηγός, δεν θα εξαρτάται από άλλους και θα γίνει ξακουστός σε όλο τον κόσμο. Γι
αυτό ας πάμε να τον δούμε.»
[102] Σαν τον βασιλιά των κύκνων, ο μεγάλος σοφός Ασίτα με τη συνοδεία του
ανιψιού του Ναραντάττα, πέταξε ψηλά και πήγε στην πόλη Καπιλαβάστου. Όταν
έφτασε εκεί, έκρυψε τις μαγικές του δυνάμεις και μπήκε στην πόλη πεζός. Πήγε στο
παλάτι του βασιλιά Σουντοντάνα και περπάτησε προς τις πύλες του παλατιού όταν,
μοναχοί, είδε μαζεμένα πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ζώα. Ο σοφός Ασίτα πήγε στον
φρουρό της πύλης και του είπε, «Κύριε, πήγαινε στον βασιλιά Σουντοντάνα και πες
του πως ένας σοφός έχει έρθει να τον δει.» Ο φρουρός πήγε στον βασιλιά και του
είπε, «Μεγαλειότατε, ένας γέρος, ηλικιωμένος, υπέργηρος σοφός βρίσκεται στην
πύλη, και είπε πως θέλει να δει τον βασιλιά.» Ο βασιλιάς Σουντοντάνα που είχε μια
θέση έτοιμη για τον σοφό Ασίτα, είπε στον φρουρό, «Άφησε τον σοφό να μπει.» Ο
φρουρός επέστρεψε απο τα διαμερίσματα του βασιλιά και είπε στον σοφό Ασίτα να
μπει στο παλάτι. Ο σοφός παρουσιάστηκε στον βασιλιά και του είπε, «Μεγάλε
βασιλιά, είθε να είσαι νικητής! Είθε να είσαι νικητής! Είθε να έχει μακροζωία! Είθε να
κυβερνάς σύμφωνα με το Ντάρμα!» Ο βασιλιάς τίμησε τον σοφό, δίνοντας του
αρχικά νερό για να πλύνει τα πόδια του και να ξεπλύνει το στόμα του. Μετά με
σεβασμό τον έβαλε να κάτσει σ’ ένα μαξιλάρι. Αφού είδε πως ο σοφός είχε
τακτοποιηθεί άνετα, του είπε με σεβασμό: «Σοφέ, δεν θυμάμαι να σε έχω ξαναδεί.
γιατί ήρθες εδώ;» [103] Ο σοφός απάντησε στον βασιλιά, «Μεγάλε βασιλιά, ήρθα να
δω το νεογέννητο παιδί σου.» Ο βασιλιάς είπε, «Μεγάλε σοφέ, το παιδί κοιμάται
τώρα. Σε παρακαλώ περίμενε λιγάκι μέχρι να ξυπνήσει.» Ο σοφός απάντησε,
«Μεγάλε βασιλιά, ένα τέτοιο ον δεν κοιμάται πολύ. Τέτοια σπουδαία όντα συνήθως
μένουν ξύπνια.» Τότε μοναχοί, ο Μποντισάτβα έδειξε σημάδια πως ξυπνάει, από την
αγάπη του για τον σοφό Ασίτα. Ο βασιλιάς προσεκτικά σήκωσε τον πρίγκιπα με τα
δυο του χέρια και τον έφερε μπροστά στον σοφό. Όταν ο σοφός κοίταξε τον
Μποντισάτβα, είδε σώμα του είχε τα τριάντα δύο γνωρίσματα και τα ογδόντα
σημάδια ενός μεγάλου όντος. Το σώμα ήταν ανώτερο κι από αυτό του Σάκρα, του
Μπράχμα και των φυλάκων του κόσμου. Ήταν πιο λαμπρό κι από εκατοντάδες
χιλιάδες ήλιους κι όλα του τα μέρη ήταν πανέμορφα. Ο σοφός αναφώνησε, «Ένα
εκπληκτικό ον γεννήθηκε στον κόσμο! ένα σπάνιο και θαυμαστό ον γεννήθηκε στον
κόσμο!»
Σηκώθηκε από τη θέση του και με ενωμένα χέρια, υποκλίθηκε στα πόδια του
Μποντισάτβα και έκανε γύρω του περιφορές. Μετά πήρε τον Μποντισάτβα στην
αγκαλιά του και έμεινε σκεπτικός. Καθώς είδε τα τριάντα δυο γνωρίσματα στο σώμα
του Μποντισάτβα, ήξερε πως αυτά δηλώνουν κάποια από τις δυο πιθανότητες. Είδε
πως αν ο Μποντισάτβα παραμείνει στο παλάτι του, θα γίνει παγκόσμιος μονάρχης
και θα διατάζει τις τέσσερις στρατιές. Θα είναι νικηφόρος και ευσεβής βασιλιάς του
Ντάρμα και θα έχει την απαραίτητη δύναμη για να κυβερνήσει. Θα έχει επίσης επτά
πολύτιμα αποκτήματα, τον πολύτιμο τροχό, τον πολύτιμο ελέφαντα, το πολύτιμο
άλογο, την πολύτιμη σύζυγο, το πολύτιμο πετράδι, τον πολύτιμο αξιωματικό και τον
πολύτιμο υπουργό. Θα κάνει χίλιους γιούς, που όλοι τους θα είναι ηρωικοί, γενναίοι,
όμορφοι και επιτυχημένοι. Με την εγγενή του δύναμη θα καθυποτάξει και θα νικήσει
όλο τον κόσμο και τους ωκεανούς του, χωρίς να χρησιμοποιήσει βία ή όπλα, αλλά με
έναν τρόπο που συμφωνεί με το Ντάρμα. Έτσι ολόκληρος ο κόσμος θα γίνει το
βασίλειό του. Από την άλλη, αν αφήσει το σπίτι του και γίνει ένας απαρνητής, θα γίνει
ένας Τατάγκατα, ένας Τέλεια Ολοκληρωμένος Βούδας, ένας απαράμιλλος ηγέτης.
Δάκρυα έτρεξαν απ τα μάτια όταν τα είδε αυτά και έκατσε κάτω με λυγμούς. [104]
Όταν είδε ο βασιλιάς τον σοφό να κλαίει με λυγμούς, ένοιωσε φόβο κι ανησυχία γι
αυτό ρώτησε αμέσως τον σοφό, «Σοφέ! Χύνεις δάκρυα κι αναστενάζεις βαθειά. Τι
συμβαίνει; Μήπως κάτι κακό θα συμβεί στον Πρίγκιπα;» Ο μεγάλος σοφός απάντησε
στον βασιλιά, «Μεγάλε βασιλιά, δεν κλαίω για τον Πρίγκιπα, κανένα κακό δεν θα του
συμβεί. Για μένα κλαίω που είμαι γέρος κι υπερήλικας. Ο Πρίγκιπας Σαρβατασίντα
θα φτάσει στην Τέλεια και Ολοκληρωμένη Φώτιση και θα στρέψει τον τροχό του
ανυπέρβλητου Ντάρμα με τρόπο που δεν θα μπορεί να γίνει από κάποιον άλλο
ασκητή, ιερέα, θεό ή δαίμονα που ακολουθεί κοσμικές διδασκαλίες. Θα διδάξει με
τρόπο ωφέλιμο και θα φέρει την ευτυχία στον κόσμο, ακόμα και στους θεούς. Θα
μοιραστεί την διδασκαλία της καθαρής συμπεριφοράς, η οποία είναι καλή στην αρχή,
καλή ενδιάμεσα και καλή στο τέλος. Θα είναι μοναδική, τέλεια, καθαρή, εξαγνιστική
και ολοκληρωμένη. [F 56b]Αυτοί που θα ακούσουν την διδασκαλία του και είναι
δέσμιοι στο σύστημα των καστών, αυτοί που δεν είναι ελεύθεροι από τη γέννησή
τους, θα ελευθερωθούν. Παρομοίως, όσοι μολύνονται από τα γηρατειά, την
αρρώστια, τον θάνατο, τη θλίψη, τον θρήνο, τα βάσανα, την δυστυχία και τον
εκνευρισμό, θα απελευθερωθούν από τα γηρατειά, την αρρώστια, τον θάνατο, τη
θλίψη, τον θρήνο, τα βάσανα, την δυστυχία και τον εκνευρισμό. Η βροχή της έξοχης
διδασκαλίας του, θα αναζωογονήσει εκείνους που βασανίζονται από τη φλόγα της
επιθυμίας, του θυμού και της άγνοιας. Θα οδηγήσει στον ευθύ δρόμο προς την
νιρβάνα όσους καλύπτονται από το πέπλο των λανθασμένων θεωρήσεων και
βρίσκονται σε λανθασμένα μονοπάτια. Θα απελευθερώσει όσους είναι δέσμιοι και
παγιδευμένοι στο κλουβί της φυλακής της σαμσάρα και τους περιορίζουν τα εμπόδια
των ενοχλητικών συναισθημάτων. Θα δώσει το μάτι της διόρασης στα όντα που είναι
τυφλά απ’ το σκοτάδι, την περιορισμένη όραση και τον καταρράκτη της άγνοιας. Θα
βγάλει το αγκάθι των ενοχλητικών συναισθημάτων, σε όσα όντα το έχουν. [105]
Μεγάλε βασιλιά, αν και σπάνια, ένα λουλούδι ουντουμπάρα ανθίζει στον κόσμο αυτό.
Με τον ίδιο τρόπο μεγάλε βασιλιά, μια φορά στα εκατομμύρια χρόνια, γεννιέται ένας
ευλογημένος Βούδας στον κόσμο. Κι αυτός ο σπουδαίος Πρίγκιπας, θα φτάσει με
βεβαιότητα στην απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση. Όταν φτάσει την
απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση, θα απελευθερώσει πολλά δις/μύρια
όντα, θα τα κάνει να διασχίσουν τον ωκεανό της σαμσάρα και θα τα εδραιώσει στην
αθανασία. Όμως εγώ δεν θα ζω για να δω το πετράδι του Βούδα. Γι αυτό μεγάλε
βασιλιά, κλαίω κι αναστενάζω με θλίψη. [F 57a] Ακόμα κι αν παραμείνω υγιής, δεν
θα μπορέσω να τον τιμήσω. Μεγάλε βασιλιά, αν κοιτάξεις τις γραφές μας, θα
καταλάβεις πως ο πρίγκιπας Σαρβαρτασίντα δεν θα μείνει στο σπίτι. Κι ο λόγος είναι
μεγάλε βασιλιά πως ο πρίγκιπας κατέχει τα τριάντα δύο γνωρίσματα ενός μεγάλου
όντος. Ποια είναι αυτά;
«1)Μεγάλε βασιλιά, ο Πρίγκιπας έχει ένα εξόγκωμα στη κορφή της κεφαλής του κι
αυτό είναι το πρώτο γνώρισμα ενός μεγάλου όντος. 2)Το χρώμα των μαλλιών του
είναι βαθύ μπλε σαν το λαιμό του παγωνιού ή τη σκόνη κολ[1] και είναι δεξιόστροφα.
3) Το κούτελό του είναι λείο. 4) Ανάμεσα στα φρύδια του υπάρχει μια στρογγυλή
τρίχα στο χρώμα του χιονιού ή του ασημιού. 5) Οι βλεφαρίδες του είναι σαν του
ταύρου. 6) Το χρώμα των ματιών του είναι βαθύ μπλε. 7) Έχει σαράντα δόντια. 8)
Έχει ίσια δόντια. 9)Δεν υπάρχουν κενά ανάμεσα στα δόντια του. 10) Τα δόντια του
είναι κατάλευκα. 11) Έχει τη φωνή του Μπράχμα. 12)Απαράμιλλη είναι η αίσθηση
της γεύσης του. 13) Η γλώσσα του είναι πολύ μακριά και λεπτή. 14) Τα σαγόνια του
είναι σαν του λιονταριού. 15) Οι ώμοι του είναι στρογγυλεμένοι. 16) Επτά μέρη του
σώματός του είναι στρογγυλεμένα. 17) Το στήθος του είναι πλατύ. 18) Το δέρμα του
είναι απαλό και χρυσαφί. 19) Όταν στέκεται όρθιος τα χέρια του φτάνουν στα γόνατα.
20) Ο κορμός του μοιάζει με του λιονταριού. 21) Οι βραχίονες των χεριών του είναι
ίσοι, σαν του δέντρου μπάνιαν. 22) Κάθε μια του τρίχα μεγαλώνει ξεχωριστά και οι
άκρες τους στρίβουν δεξιά και προς τα πάνω. 23) Τα μυστικά του μέρη είναι καλά
προστατευμένα. 24) Οι μηροί του είναι στρογγυλεμένοι. 25) Οι γάμπες του μοιάζουν
με της μαύρης αντιλόπης, της βασίλισσας των ελαφιών. 26) Τα δάκτυλά του είναι
μακριά. 27) Οι πατούσες του είναι πλατειές. 28) [F 57b] [106] Η καμάρα τους μεγάλη.
29) Οι παλάμες και οι πατούσες του είναι μαλακές. 30) Ανάμεσα στα δάκτυλά του
υπάρχει μεμβράνη. 31)Στις παλάμες των χεριών του και στις πατούσες του
υπάρχουν όμορφοι τροχοί με χίλιες ακτίνες, με κέντρο και περιφέρεια. 32) Έχει ίσια
και καλοβαλμένα πόδια.
«Μεγάλε βασιλιά, αυτά είναι τα τριάντα δύο γνωρίσματα που κατέχουν τα μεγάλα
όντα. Αυτά τα γνωρίσματα, δεν υπάρχουν στο σώμα ενός παγκόσμιου μονάρχη αλλά
μόνο στο σώμα ενός Μποντισάτβα.
«Μεγάλε βασιλιά το σώμα του Πρίγκιπα κοσμείται από τα ογδόντα μικρότερα
σημάδια. Επειδή έχει αυτά τα σημάδια ο Πρίγκιπας δεν θα μείνει στο σπίτι, παρά θα
αναπτύξει απάρνηση και θα εγκαταλείψει το σπίτι του. Ποια είναι αυτά τα ογδόντα
σημάδια;
«1) Τα νύχια του είναι στρογγυλεμένα, 2) στο χρώμα του χαλκού και 3) γυαλιστερά.
4) Τα δάκτυλά του είναι στρογγυλεμένα, 5) μακριά και 6) καλόσχημα. 7)Οι φλέβες
του δεν φαίνονται. 8) Οι αγκώνες του δεν φαίνονται. 9) Οι αρθρώσεις του δεν
φαίνονται. 10) Τα πόδια του είναι ίσια, αντί άνισα. 11) Οι πατούσες του είναι φαρδιές.
12) Τα σημάδια στα χέρια του είναι ίδια, 13) καθαρά, 14) βαθιά, 15) ευθεία, 16) και
καλοβαλμένα. 17) Τα χείλη του είναι κόκκινα σαν το βρούτο μπίμπα. 18) Η φωνή του
δεν είναι δυνατή. 19)Η γλώσσα του είναι απαλή, λεία και στο χρώμα του χαλκού. 20)
Η φωνή του είναι μελωδική σαν το σάλπισμα του ελέφαντα ή το ξεδίπλωμα της
αστραπής. [F 58a] Επιπλέον, 21) τα χέρια του είναι μακριά. 22) Είναι εξαιρετικά
καθαρός. 23) Το σώμα του είναι απαλό. 24) το σώμα του δεν έχει φόβο ή δισταγμό.
25) Το σώμα του έχει καλές αναλογίες, 26) είναι ηρωικό, 27) όμορφο και 28)
καλοφτιαγμένο.29) Οι επιγονατίδες του είναι πλατειές, μεγάλες και καλοφτιαγμένες.
Μεγάλε βασιλιά, 30) το σώμα του είναι στρογγυλεμένο, 31) πολύ απαλό, 32) ίσιο και
33) καλοφτιαγμένο. 34) Ο αφαλός του είναι βαθύς, 35) δεν είναι στραβός και 36)
είναι κωνικός. [107] 37) Η συμπεριφορά του είναι πολύ αγνή, όπως ενός σοφού. 38)
Είναι εξαιρετικά ελκυστικός, 39) έχει αγνή εμφάνιση και 40) λάμπει με φως που
διαλύει το σκοτάδι. Μεγάλε βασιλιά, 41) ο Πρίγκιπας περπατά με το γαλήνιο βάδισμα
του ελέφαντα, 42) τη δρασκελιά του λιονταριού, 43) το βήμα ενός μεγάλου ταύρου,
44) και προσγειώνεται σαν τον κύκνο. 45) Τα βήματά του κάνουν όμορφους
δεξιόστροφους κύκλους. 46) Οι πλευρές του είναι στρογγυλεμένες, 47) με καλές
αναλογίες και 48) ίσιες. 49) Η μέση του είναι σαν την καμπύλη του τόξου. 50) Το
σώμα του δεν έχει στίγματα ή μαύρα σημάδια. Μεγάλε βασιλιά, 51) ο Πρίγκιπας έχει
στρογγυλεμένoυς κυνόδοντες. 52) Είναι κοφτεροί και ισαπέχουν. 53)Η μύτη του
[στρέφεται] με κομψότητα προς τα πάνω. 54) Τα μάτια του είναι καθαρά, 55)
ακηλίδωτα, 56) ζεστά, 57)επιμήκη, 58) μεγάλα και 59) μοιάζουν με μπλε λωτούς.
Μεγάλε βασιλιά, ο Πρίγκιπας έχει 60) όμοια φρύδια που είναι 61) παχιά, 62) σκούρα,
63) συνεχή και 64) κωνικά. 65) Τα μάγουλά του είναι παχουλά, 66) όμοια, [F 58b]
67)ακηλίδωτα, 68) κι απαλλαγμένα απ’ το απόχρωση του θυμού. 69)Τα όργανα των
αισθήσεων του είναι εμφανή. Μεγάλε βασιλιά, ο Πρίγκιπας έχει 70) μια τέλεια φούντα
ανάμεσα στα φρύδια του. 71) το πρόσωπο και το κούτελό είναι συμμετρικά. 72) Το
κεφάλι του είναι μεγάλο. 73) Τα μαλλιά του μαύρα, 74) όμοια, 75) αρωματικά, 76)
απαλά, 77) καλοχτενισμένα, 78) καλοφτιαγμένα και 79) σγουρά. Μεγάλε βασιλιά, 80)
τα μαλλιά του Πρίγκιπα σχηματίζουν τον κόμπο της αιωνιότητας, το σημάδι της
ευνοϊκότητας, το σημάδι της αιώνιας ευτυχίας, και το σημάδι της ευημερίας. Μεγάλε
βασιλιά ο Πρίγκιπας Σαρβαρτασίντα έχει όλα αυτά τα ογδόντα σημάδια. Μεγάλε
βασιλιά, επιεδή ο Πρίγκιπας έχει αυτά τα ογδόντα σημάδια, αυτό σημαίνει πως δεν
μείνει στο σπίτι του, αλλά θα φύγει οπωσδήποτε από το παλάτι για να ζήσει σαν
ερημίτης.»
Όταν ο βασιλιάς Σουντοντάνα άκουσε την προφητεία του σοφού Ασίτα για τον
Πρίγκιπα, ένοιωσε ευτυχής και ικανοποιημένος, αγαλλίασε και γέμισε χαρά
Σηκώθηκε από τη θέση του, έκανε υποκλίσεις στα πόδια του Μποντισάτβα και είπε
τα εξής:
« Όλοι οι θεοί σε σένα υποκλίνονται. Οι σοφοί σου κάνουν προσφορές, ολόκληρος ο
κόσμος σε λατρεύει, γι αυτό και εγώ θα σου προσφέρω τον σεβασμό μου.»
[108] Έτσι λοιπόν, μοναχοί, ο βασιλιάς Σουντοντάνα ευχαρίστησε τον σοφό Ασίτα και
τον ανηψιό του Ναραντάττα με ένα συμπόσιο, τους πρόσφερε ενδύματα και έκανε
γύρω τους περιφορές. Έπειτα ο σοφός Ασίτα επέστρεψε στην κατοικία του πετώντας
στον ουρανό. Όταν έφτασε εκεί, είπε στον νεαρό ιερέα, «Ναραντάττα , όταν ακούσεις
πως ένας Βούδας εμφανίστηκε στον κόσμο, [F 59a] πρέπει αμέσως να πας να τον
δεις για να χειροτονηθείς από αυτόν τον δάσκαλο. Αυτό θα έχει μεγάλης διάρκειας
αξία και θα σου φέρει ευτυχία και όφελος.»
Πάνω σ’ αυτό το θέμα λέγεται:
Όταν ο σοφός Ασίτα που ζούσε στις πλαγιές του βουνού, είδε τους θεούς στον
ουρανό να αναφωνούν ‘Βούδα!’, γέμισε χαρά. «Η λέξη Βούδας φέρνει χαρά σε όλα
τα όντα. Γεμίζει το σώμα μου απόλαυση, το νου μου με χαρά και φέρνει μεγάλη
γαλήνη. Τι είναι αυτός ο Βούδας; Μήπως είναι θεός, ημίθεος, γκαρούντα ή κιμνάρα;
Αυτή η λέξη που δεν έχω ξανακούσει ποτέ, φέρνει χαρά και εμπιστοσύνη.» Με την
θεϊκή του όραση κοίταξε στις δέκα κατευθύνσεις, στα βουνά, τη γη και τους
ωκεανούς, και κοιτώντας είδε πολλά θαυμαστά σημάδια στη γη, τα βουνά και τους
ωκεανούς.
«Αυτό το όμορφο φως λάμπει και φέρνει σωματική ευδαιμονία. Σαν τα βλαστάρια
κοραλλιών που πετάγονται στις κορφές των βουνών, τα δέντρα ανθίζουν και
γεμίζουν καρπούς-είναι ξεκάθαρο πως εάν υπέρτατο πετράδι θα εμφανιστεί σύντομα
στα τρία πεδία. [109]
«Η γη φαίνεται ομαλή και άψογη σαν τη παλάμη του χεριού, στον ουρανό καταμεσής
θεοί κυματίζουν λάβαρα, υπέροχα πετράδια επιπλέουν στη κατοικία του νάγκα
βασιλιά των ωκεανών- είναι βέβαιο πως ένα νικηφόρο πετράδι, μια πηγή της
διδασκαλίας θα εμφανιστεί στην Τζαμπουντβίπα!
«Τα κατώτερα πεδία γαλήνεψαν, τα βάσανα διαλύθηκαν και τα όντα βρήκαν τη χαρά,
στρατιές θεών κινούνται στον ουρανό με χαρά καθώς μελωδικά κι ευχάριστα
τραγούδια των θεών ακούγονται-αυτό είναι σημάδι πως εδώ στα τρία πεδία θα
γεννηθεί ένα πετράδι.»
Εδώ στην Τζαμπουντβίπα, ο σοφός Ασίτα κοίταξε με το θείο του μάτι προς την πόλη
Καπιλαβάστου, την εξαίσια πόλη του βασιλιά Σουντοντάνα. Εκεί είδε να γεννιέται ένα
ον, τόσο δυνατό όσο ο Ναραγιάνα, έχοντας σημάδια και θαυμάσια αρετή. Αγαλλίασε,
ο νους του γέμισε χαρά και δυνάμωσε. [F 59b]
Έκπληκτος έφυγε γρήγορα με τον μαθητή του και έφτασε στην πύλη του
Καπιλαβάστου, την έξοχη πόλη του βασιλιά, όπου είχε συγκεντρωθεί ένα πλήθος
τρις/μυρίων όντων. Ζήτησε από τον φύλακα να πει πως ένας σοφός βρισκόταν στις
πύλες.
Ο φρουρός έτρεξε γρήγορα στο παλάτι και είπε στον βασιλιά, «Μεγαλειότατε, ένας
γερο-σοφός, ένας μεγάλος ασκητής βρίσκεται στις πύλες του παλατιού. Αυτός ο
έξοχος σοφός ζήτησε να μπει στο παλάτι του βασιλιά. Μεγάλε βασιλιά, να τον
αφήσω να μπει, ή όχι; Πες μου σε παρακαλώ»
Ο βασιλιάς έφτιαξε μια θέση για τον σοφό και είπε, «Πήγαινε φέρε τον εδώ» Όταν ο
σοφός Ασίτα άκουσε τα λόγια του φρουρού γέμισε χαρά. [110] Σαν τον διψασμένο
που λαχταρά δροσερό νερό ή τον πεινασμένο που γυρεύει φαγητό, ο έξοχος σοφός
είχε ενθουσιαστεί με την προοπτική πως θα έβλεπε αυτό το εξαιρετικό ον.
Είπε με χαρά, «Βασιλιά είθε να είσαι νικηφόρος και να έχεις μακροζωία.» Έτσι μ’
αυτά τα λόγια και με ήρεμο νου και αισθήσεις έκατσε. Ο βασιλιάς είπε με σεβασμό:
«Πες μου σε παρακαλώ σοφέ, γιατί ήρθες στο παλάτι;»
«Απέκτησες έναν μεγαλειώδη, υπερβατικό και ένδοξο γιο που τον κοσμούν τα
τριάντα δυο γνωρίσματα και έχει τη δύναμη του Ναραγιάνα. Μεγαλειότατε, θα ήταν
μεγάλη μου χαρά να δω τον γιο σου τον Σαρβαρτασίντα. Γι αυτόν το λόγο ήρθα εδώ,
βασιλιά. Δεν έχω άλλη επιθυμία.»
«Έξοχα, είσαι ευπρόσδεκτος. Κουρασμένος ή όχι, χαίρομαι που σε
βλέπω. O Ευλογημένος Πρίγκιπας κοιμάται τώρα, γι αυτό δεν είναι η κατάλληλη
στιγμή να τον δεις. Περίμενε λίγο και θα δεις τον Τέλειο, που είναι σαν την
αψεγάδιαστη πανσέληνο που κοσμείται με κορώνα αστεριών.»
Όταν ξύπνησε ο Υπέρτατος Οδηγός έλαμπε σαν την πανσέληνο. Ο βασιλιάς πήρε
στην αγκαλιά του αυτό το απαστράπτον ον, που το φως του επισκίαζε ακόμα και τον
ήλιο. «Σοφέ, κοίτα τον Χρυσό που λατρεύουν θεοί και άνθρωποι.» [F 60a] Ο σοφός
Ασίτα είδε πως τα όμορφα πόδια του κοσμούνταν με το σημάδι του τροχού.
Έπειτα ο σοφός σηκώθηκε, ένωσε τα χέρια του και υποκλίθηκε στα πόδια του
Πρίγκιπα. Ο σοφός πήρε το παιδί πάνω του και το κοίταγε σε βαθιά περισυλλογή.
Είδε πως το παιδί είχε τη δύναμη του Ναραγιάνα και ήταν κοσμημένο με τα υπέρτατα
σημάδια. Επειδή είχε τη γνώση των Βέδα και των σχολίων, κούνησε το κεφάλι του
καθώς είδε δυο ενδεχόμενα: [111]
Το παιδί θα γινόταν είτε πανίσχυρος παγκόσμιος μονάρχης ή ένας Βούδας, ο
υπέρτατος του κόσμου. Ο σοφός τρομερά λυπημένος άρχισε να κλαίει και να
αναστενάζει βαθιά. Ο έξοχος βασιλιάς φοβήθηκε και τον ρώτησε, «Γιατί κλαίει ο
ιερέας; Μήπως ο σοφός Ασίτα είδε κάποιο εμπόδιο για τον Σαρβαρτασίντα;»
«Γιατί κλαις σοφέ; Πες μου την αλήθεια, ποιο είναι το καλό ή το κακό που βλέπεις;»
«Δεν υπάρχει ατυχία ή εμπόδιο για τον γιο σου. Λυπάμαι για μένα επειδή είμαι γέρος
κι αδύναμος. Ο Πρίγκιπας αυτός θα γίνει ένας σεβαστός στον κόσμο Βούδας και θα
διδάξει το αυθεντικό Ντάρμα.
«Κλαίω επειδή αυτό δεν θα το δω. Μεγαλειότατε, το άψογο σώμα του είναι
κοσμημένο με τα τριάντα δυο εξαίσια γνωρίσματα, γι αυτό δυο είναι οι δυνατότητες
που έχει, δεν υπάρχει Τρίτη επιλογή. Θα γίνει είτε παγκόσμιος μονάρχης ή ένας
υπέρτατος Βούδας.
« Επειδή όμως δεν θα επιθυμεί τις απολαύσεις των αισθήσεων, θα γίνει χωρίς
αμφιβολία ένας Βούδας.» Ο βασιλιάς ακούγοντας την προφητεία του σοφού,
ευχαριστήθηκε και αγαλλίασε. Σηκώθηκε πάνω, ένωσε τα χέρια του και υποκλίθηκε
στα πόδια του Πρίγκιπα. «Παντοδύναμε εσύ, οι θεοί σε λατρεύουν, οι σοφοί σε
επαινούν. Υπέρτατε Οδηγέ όλων των όντων, υποκλίνομαι σε σένα!» Ο σοφός
ευχαριστήθηκε και είπε στον ανιψιό του: «Άκου τις οδηγίες μου: Όταν αυτός ο
Πρίγκιπας αφυπνιστεί ως Βούδας και στρέψει τον τροχό του Ντάρμα, πρέπει αμέσως
να χειροτονηθείς και να ακολουθήσεις τον Άξιο κι έτσι θα πραγματώσεις τη νιρβάνα.»
Ο έξοχος σοφός υποκλίθηκε στα πόδια του Πρίγκιπα, έκανε περιφορές και είπε στον
βασιλιά: [F 60b] «Η τύχη σου είναι μεγάλη για να έχεις ένα τέτοιο γιο. [112] Θα
ικανοποιήσει τον κόσμο, τους θεούς και τους ανθρώπους με τη διδασκαλία του.»
‘Επειτα ο μεγάλος σοφός άφησε το Καπιλαβάστου και επέστρεψε στη σκήτη του.
Όταν γεννήθηκε ο Μποντισάτβα, ο θεός Μαχεσβάρα φώναξε τους θεούς από τα
καθαρά πεδία και τους είπε: «Φίλοι μου, υπάρχει ένας Μποντισάτβα, ένα μεγάλο ον,
που έχει τέλεια και με ζήλο ασκηθεί στην κάθαρση, στην γενναιοδωρία, στην
υπομονή, στην επιμονή, στην συγκέντρωση, στη γνώση, στις μεθόδους, στις
σπουδές, στη συμπεριφορά, στις ασκητικές ασκήσεις και στερήσεις για αμέτρητα
τρις/μύρια κάλπα. Έχει μεγάλη αγάπη, μεγάλο έλεος και μεγάλη χαρά και κατέχει
έναν ευγενή νου από την αρετή της ισοψυχία του. Πασχίζει για το όφελος όλων των
όντων και τον θωρακίζει η πανοπλία του ζήλου. Εμφανίστηκε εξ αιτίας της αρετής
που απορρέει από τους προηγούμενους Βούδες. Είναι στολισμένος με τα
γνωρίσματα εκατοντάδων ιδιοτήτων και έχει τέλεια αποφασιστικότητα. Κυριαρχεί στις
δυνάμεις του εχθρού και ο νους τους είναι χαρωπός και εξαίσιος χωρίς πέπλα.
Βαστά την ανώτερη σημαία της μεγάλης σοφίας. Ξεριζώνει τη δύναμη των δαιμόνων.
Είναι ο μεγάλος ηγέτης του τρις/χιλιόκοσμου και τον λατρεύουν θεοί και άνθρωποι.
Έχει κάνει μεγάλες θυσίες και κατέχει υπερβολικά άψογη συσσώρευση αρετής. Εφ’
όσον ο νους του έχει στραφεί προς την απελευθέρωση, θα ξεριζώσει τη γέννηση, τα
γηρατειά και τον θάνατο. [Ανήκει σε καλή οικογένεια] και θα φέρει τα όντα στην
αφύπνιση. Γεννημένος στην οικογένεια του βασιλιά Ικσβάκου ήρθε στον κόσμο των
ανθρώπων. Γρήγορα θα αφυπνιστεί στην τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση. [F 61a]
Πάμε να τον τιμήσουμε, να τον υπηρετήσουμε, να προσφέρουμε τον σεβασμό μας
και να τον επαινέσουμε. Όταν μας δουν οι άλλοι θεοί, που τους έχει κατακλύσει η
αλαζονεία, να προσφέρουμε σεβασμό στον Μποντισάτβα, τότε θα ξεπεράσουν την
αλαζονεία, την περηφάνια και την ανωτερότητά τους. Θα πάνε κι αυτοί να τιμήσουν,
να υπηρετήσουν και να προσφέρουν τιμές στον Μποντισάτβα. Αυτό θα φέρει διαρκή
αποτελέσματα, όφελος και ευτυχία στους θεούς αυτούς, μέχρι να επιτύχουν την
αθανασία. Η δύναμη και η ευημερία του βασιλιά Σουντοντάνα θα αποκτήσει φήμη.
Ας κάνουμε μια αληθινή προφητεία για τον Μποντισάτβα και μετά ας επιστρέψουμε.»
[113] Αφού ο θεός Μαχεσβάρα είπε αυτά τα λόγια, έφυγε για το παλάτι του βασιλιά
Σουντοντάνα μαζί με 1.2 εκατομμύρια θεούς, λούζοντας την πόλη Καπιλαβάστου στο
φως. Ο φρουρός ειδοποίησε τον βασιλιά για την άφιξή τους και ο Μαχεσβάρα μπήκε
στο παλάτι με την άδεια του βασιλιά. Υποκλίθηκε, αγγίζοντας το κεφάλι του στα
πόδια του Μποντισάτβα, έφερε τον χιτώνα του πάνω στον έναν του ώμο και έκανε
πολλές εατοντάδες χιλιάδες περιφορές. Έπειτα πήρε τον Μποντισάτβα στην αγκαλιά
του και είπε αυτά τα χαρούμενα λόγια στον βασιλιά Σουντοντάνα:
«Μεγάλε βασιλιά, θα πρέπει να είσαι πολύ ευχαριστημένος! Επειδή, μεγάλε βασιλιά,
το σώμα του Μποντισάτβα κοσμείται με τα γνωρίσματα και τα σημάδια ενός μεγάλου
όντος και επισκιάζει τους κόσμους των θεών, των ανθρώπων και των ημιθέων με το
χρώμα του, το μεγαλείο του, τη φήμη και τη δόξα του. Μεγάλε βασιλιά, γι αυτό είναι
βέβαιο πως ο Μποντισάτβα θα αφυπνιστεί στην τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση.»
[F 61b] Μ’ αυτόν τον τρόπο, μοναχοί, ο θεός Μαχεσβάρα μαζί με πολλούς θεούς των
καθαρών πεδίων, έκαναν προσφορές στον Μποντισάτβα και του έδειξαν μεγάλο
σεβασμό. Καθώς είχαν δώσει την αληθινή τους προφητεία, επέστρεψαν στα μέρη
τους. Πάνω σ’ αυτό το θέμα λέγεται το εξής:

«Μαθαίνοντας για τη γέννηση Αυτού που Διέσχισε των Ωκεανό των Ιδιοτήτων, ο
Μαχεσβάρα ενθουσιασμένος είπε στους θεούς: « [Ακόμα κι αν περάσουν] πολλά
εκατομμύρια κάλπα πολύ σπάνια ακούς κάτι τέτοιο. Γι αυτό ας πάμε να τιμήσουμε
τον Άρχοντα των Ανθρώπων.»
Έτσι, δώδεκα χιλιάδες καθαροί θεοί, με τα όμορφα στολίδια και τα στέμματά τους,
άψογη συμπεριφορά και τα όμορφα μαλλιά τους λυτά, έφυγαν γρήογρα για την έξοχη
πόλη Καπιλαβάστου και στάθηκαν στις πύλες του βασιλικού παλατιού.
[114]Ευγενικά είπαν στον φρουρό, «Πήγαινε στο παλάτι και γνωστοποίησε την άφιξή
μας στον βασιλιά.» Ο φρουρός πήγε μέσα και με ενωμένα χέρια είπε στον βασιλιά:
«Μεγαλειότατε είθε να είσαι πάντα νικητής και να έχεις μακροζωία! Στην πόρτα σου
έχουν σταθεί κάτι απαστράπτοντα καθαρά όντα με μεγάλη αρετή, όμορφα
στολισμένα με στέμματα και εξαιρετική συμπεριφορά. Το πρόσωπό τους μοιάζει με
την πανσέληνο. H αγνή τους λάμψη είναι σαν το καθαρό φεγγάρι.
«Όπου κι αν πάνε βασιλιά μου, δεν ρίχνουν σκιά. Καθώς περπατούν, δεν κάνουν
θόρυβο. Όταν πατούν τη γη δεν σηκώνουν σκόνη και τα όντα δεν κουράζονται να
τους κοιτούν.
«Το σώμα τους ακτινοβολεί έξοχο καθαρό φως. Τα λόγια είναι όμορφα και δεν
συγκρίνονται με των ανθρώπων. Ο λόγος τους μελωδικός, βαθύς και απαλός. Αυτοί
δεν είναι άνθρωποι, νομίζω πως είναι θεοί.
«Με σεβασμό περιμένουν κι ο καθένας τους κρατά λουλούδια, γιρλάντες, ενδύματα
και μετάξι. Είναι βέβαιο βασιλιά μου, πως ήρθαν να δουν και να λατρέψουν τον
Πρίγκιπα, τον θεό των θεών.»
Ο βασιλιάς χάρηκε μ’ αυτά τα λόγια και είπε, «Πήγαινε κάλεσέ τους όλους μέσα στο
παλάτι. [115] Οι ποιότητες και η συμπεριφορά που περιέγραψες, τέτοια θαύματα δεν
γίνονται από ανθρώπους.»
Ο φρουρός ένωσε τα χέρια του και είπε στους θεούς: [F 62a] «Ο βασιλιάς σας
προσκαλεί όλους να μπείτε.» Οι θεοί κρατώντας γιρλάντες στα χέρια χάρηκαν και
μπήκαν στο βασιλικό παλάτι, που ήταν ίδιο με αυτά των θεών.
Καθώς ο βασιλιάς έβλεπε αυτά τα ανώτερα όντα να μπαίνουν στο παλάτι του,
σηκώθηκε απ’ την θέση του και ένωσε τα χέρια του: «Αυτοί οι πολύτιμοι θρόνοι
έχουν τοποθετηθεί εδώ. Σας παρακαλώ, μεγάλοι ευγενείς, καθίστε εδώ».
Χωρίς περηφάνια ή ανωτερότητα, οι θεοί έκατσαν. «Βασιλιά άκουσε σε παρακαλώ
τον λόγο που μας έφερε εδώ. Απέκτησες ένα παιδί με σώμα αγνό και μεγάλη αρετή.
Θέλουμε να δούμε αυτό το σεβαστό πρόσωπο. Γνωρίζουμε τη σημασία των εξαίσιων
γνωρισμάτων. Ξέρουμε τι σημαίνουν, γνωρίζουμε την course/πορεία και την
εφαρμογή τους. Γι αυτό , υπέρτατε βασιλιά, μη νοιώθεις θλίψη. Θέλουμε να δούμε
αυτόν που έχει αυτά τα γνωρίσματα.»
Ο βασιλιάς περικυκλωμένος από τις γυναίκες του παλατιού, γεμάτος χαρά πήρε τον
Πρίγκιπα που έλαμπε σαν φωτιά, στην αγκαλιά του. Με λυτά τα μαλλιά τους οι θεοί
πλησίασαν. Καθώς πρόβαλλαν απ’ την είσοδο σείστηκε ο τρις χιλιόκοσμος. [116]
Όταν οι ανώτεροι θεοί είδαν τα πόδια και τα νύχια του Ηγέτη, που ήταν στο χρώμα
του χαλκού, άψογα, αγνά και μεγαλοπρεπή, με τα λυτά τους μαλλιά στάθηκαν όρθιοι
και υποκλίθηκαν γρήγορα, βάζοντας το κεφάλι τους στα πόδια αυτού με την
αμόλυντη λαμπρότητα. Εξ αιτίας αυτών των γνωρισμάτων και της λαμπρότητάς
τους, καθώς και του μεγαλείου της αρετής του και του αόρατου στέμματος στη
κεφαλή του και εξαιτίας του φωτός που έβγαινε από την τούφα ανάμεσα στα φρύδια
του, ήταν βέβαιο πως θα κατατροπώσει τους Μάρα και θα φτάσει στη Φώτιση.
Οι θεοί επαίνεσαν τον Πρίγκιπα λέγοντας,
«Είναι απαλλαγμένος από το σκοτάδι των ενοχλητικών συναισθημάτων. Είναι
γεμάτος ιδιότητες και μπορεί τα πράγματα όπως είναι. Επιτέλους, αυτό το πετράδι
μεταξύ των ανθρώπων εμφανίστηκε. Αυτός που νίκησε τους εχθρούς της γέννησης,
των γηρατειών, του θανάτου και των ενοχλητικών συναισθημάτων.
Από την αναταραχή των αντικειμένων της επιθυμίας και της φαντασίας, γεννιόνται
τρεις φωτιές, που βάζουν φωτιά στις τρεις υπάρξεις και προκαλούν μεγάλο βάσανο.
[F 62b] Όμως εσύ, το ηρωικό σύννεφο του Ντάρμα, θα βοηθήσεις τους
βασανισμένους γεμίζοντας τον τρις χιλιόκοσμο με τη βροχή του νέκταρ της
αθανασίας για να γαληνεύσει ο πόνος των αρνητικών συναισθημάτων.
Θα μιλήσεις με ευχάριστη και απαλή φωνή, με λόγο γεμάτο έλεος και με την ένταση
της φωνής του Μπράχμα που ακούγεται από όλα τα όντα σε όλους τους τρεις
κόσμους. Ευλογημένε, μίλησε γρήγορα με την έξοχη φωνή του Βούδα!
«Θα κατακτήσεις τις αρνητικές ορδές των μη-βουδιστών με τις λανθασμένες
θεωρήσεις, που είναι παγιδευμένοι στην κοσμική επιθυμία και παραμένουν στην
κορυφή της ύπαρξης. [117] Σαν τα τσακάλια μπροστά στο λιοντάρι θα σκορπίσουν,
όταν ακούσουν τη διδασκαλία της κενότητας και της αλληλεξάρτησης.
«Αφαιρείς το πέπλο της άγνοιας, τη θολούρα των μεγάλων ενοχλητικών
συναισθημάτων. Εμφανίζεσαι και προβάλεις για το όφελος των όντων. Είθε εσύ, το
ακτινοβόλο φως της σοφίας, το φως της ενόρασης, να διαλύσεις με το βλέμμα σου το
βαθύ σκοτάδι όλων των όντων!
«Όταν εμφανίζεται ένα τέτοιο εκπληκτικό ον, θεοί και άνθρωποι λαμβάνουν ένα
μεγάλο δώρο. Το πολύτιμο ον που χορηγεί την αφύπνιση, κόβει τον δρόμο προς τα
κατώτερα πεδία και ανοίγει τις ατραπούς των θεών!»
Πριν αναχωρήσουν προς τα ουράνια χαρούμενοι, οι θεοί έριξαν πάνω από την πόλη
Καπιλαβάστου βροχή θείων λουλουδιών, έπειτα κύκλωσαν τον Μποντισάτβα και τον
επαίνεσαν λέγοντας, «αυτός είναι ο Βούδας, ο άριστος Βούδας!».

Έτσι ολοκληρώνεται το 7ο Κεφάλαιο-Γέννηση

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

[1] kohl, ένα καλλυντικό παρασκεύασμα που χρησιμοποιείται από τις γυναίκες στην Αίγυπτο και την
Αραβία για να σκουραίνουν τις άκρες των βλεφάρων τους

8ο Κεφάλαιο - Μετάβαση στον Ναό

Το ίδιο βράδυ, μοναχοί, που γεννήθηκε ο Μποντισάτβα, γεννήθηκαν 20.000 κορίτσια


στις τάξεις των αρχόντων, των ιερέων, των εμπόρων και των γεοκτημόνων. Όλα
τους, προσφέρθηκαν από τους γονείς τους στον Μποντισάτβα για να τον υπηρετούν
και να τον τιμούν. Και ο βασιλιάς Σουντοντάνα επίσης έδωσε 20.000 κορίτσια για να
υπηρετούν και να τιμούν τον Μποντισάτβα. Οι φίλοι, οι υπουργοί, [118]η οικογένεια
και οι εξ αίματος συγγενείς του επίσης, πρόσφεραν στον Μποντισάτβα 20.000
κορίτσια για να τον υπηρετούν και να τον τιμούν. Τότε, μοναχοί, οι γηραιοί άντρες
και γυναίκες της τάξης των Σάκυα συγκεντρώθηκαν και είπαν στον βασιλιά
Σουντοντάνα: «Βασιλιά, άκουσέ μας προσεκτικά. O Πρίγκιπας θα πρέπει να
προσκυνήσει στον ναό.» Ο βασιλιάς απάντησε, «Ναι, θα ήταν πολύ καλό γι αυτόν να
το κάνει. Γι αυτό ας στολιστεί η πόλη! Στολίστε τους δρόμους, τα σταυροδρόμια, τις
διασταυρώσεις και τις αγορές. Διώξτε όλους τους καμπούρηδες και τους τυφλούς,
τους κωφούς και τους άλαλους, όλους τους ανάπηρους και τους παραμορφωμένους.
Συγκεντρώστε κάθε τι ευοίωνο! Χτυπήστε τα τύμπανα της αρετής και τις καμπάνες
της ευνοϊκότητας. Στολίστε τις πύλες αυτής της εξαίσιας πόλης. Παίξτε τα πιο
ευχάριστα όργανα, κύμβαλα και τύμπανα. Συγκεντρώστε όλους τους τοπικούς
άρχοντες, τους εμπόρους, τους νοικοκυραίους, τους υπουργούς, τους φρουρούς και
όλους τους ντόπιους. Ετοιμάστε άμαξες για τα κορίτσια. Προμηθευτείτε ξέχειλα βάζα.
Φέρτε τους ιερείς που είναι ειδικοί στην απαγγελία. Διακοσμείστε τους ναούς.» Όλοι
ακολούθησαν τις προσταγές του βασιλιά. Τότε ο βασιλιάς πήγε στο σπίτι του και είπε
στην Μαχαπρατζαπάτι Γκαουτάμι, «Ο Πρίγκιπας θα πάει να προσευχηθεί στον ναό.
Ντύσε τον καλά.» Εκείνη απάντησε, «Φυσικά,» και έντυσε όμορφα τον Πρίγκιπα. Την
ώρα που ντυνόταν, ο Πρίγκιπας είπε στην θεία του με ένα ελαφρύ χαμόγελο και
χωρίς ίχνος δυσαρέσκειας, «Μητέρα, που με πας;» Εκείνη απάντησε, «Γιε μου θα σε
πάω στον ναό.» [F 63b] Τότε ο Πρίγκιπας χαμογέλασε, γέλασε και είπε αυτούς ους
στίχους στη θεία του:

«Όταν γεννήθηκε ο τρις χιλιόκοσμος σείστηκε.


Ο Σάκρα, ο Μπράχμα, οι ημίθεοι, οι μαχοράγκα, [119] ο Σούρυα
και ο Τσάντρα, ο Βαϊσραβάν και ο Κουμάρα,
ακούμπησαν το κεφάλι τους στα πόδια μου με σεβασμό.

Ποιοι είναι αυτοί οι θεοί που είναι ανώτεροι από μένα,


να λατρέψω ποιους, με πάει σήμερα η μητέρα μου;
Είμαι ανώτερος όλων των θεών, είμαι ο θεός των θεών.
Άλλος θεός σαν κι εμένα δεν υπάρχει, πως λοιπόν μπορεί να υπάρξει κάποιος
ανώτερός μου;

Όμως μητέρα, θα ακολουθήσω τα κοσμικά έθιμα.


Όταν δουν τα όντα τα θαύματά μου, θα ευχαριστηθούν.
Άνθρωποι και θεοί θα γεμίσουν μεγάλο σεβασμό,
και θα καταλάβουν πως είμαι ο θεός των θεών.»

Όταν οι δρόμοι, τα σταυροδρόμια, οι διασταυρώσεις και οι αγορές, μοναχοί,


στολίστηκαν πλούσια, όταν παντού ακούγονταν παιάνες και προσευχές όλων των
ειδών, τότε στην εσωτερική αυλή, στολίστηκε και ετοιμάστηκε μια άμαξα για τον
Πρίγκιπα. Αφού τακτοποιήθηκαν όλες οι ευνοϊκές συνθήκες, ο βασιλιάς Σουντοντάνα
σήκωσε τον Πρίγκιπα στην αγκαλιά του. Με τη συνοδεία ιερέων, ντόπιων, εμπόρων,
νοικοκυραίων, υπουργών, τοπικών αρχόντων, φρουρών, φίλων και συγγενών,
πέρασαν μέσα από καταστόλιστους δρόμους, διασταυρώσεις, σταυροδρόμια και
αγορές, που ήταν τυλιγμένοι στο μεθυστικό άρωμα των θυμιαμάτων και ήταν
στρωμένοι με πέταλα λουλουδιών, ήταν γεμάτοι με άλογα, ελέφαντες, άμαξες και
πεζικάριους, με ομπρέλες, νικητήρια λάβαρα, και σημαίες να κυματίζουν ψηλά και
αντηχούσαν από πολλά όργανα. Τότε εκατό χιλιάδες θεοί οδήγησαν την άμαξα του
Μποντισάτβα. Πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια θεοί και θεές σκόρπιζαν από τον
ουρανό λουλούδια και έπαιζαν κύμβαλα. Η μεγάλη βασιλική πομπή που συνόδευε
τον βασιλιά Σουντοντάνα, με λαμπρές τελετές έφερε τον Πρίγκιπα στον ναό. Τη
στιγμή που ο Μποντισάτβα ακούμπησε με το δεξί του πόδι τον ναό, [F 64a] τα
άψυχα αγάλματα των θεών Σίβα, Σκάντα, Ναραγιάνα, Κουμπέρα, Τσάντρα, Σούρυα,
Βαϊσραβάνα, Σάκρα, Μπράχμα και των φυλάκων του κόσμου, όλα σηκώθηκαν από
τις θέσεις τους και υποκλίθηκαν στα πόδια του Μποντισάτβα. Αμέσως μετά εκατό
χιλιάδες θεοί και άνθρωποι αναφώνησαν με κατάπληξη και αγαλλίαση. Η υπέροχη
πόλη Καπιλαβάστου σείστηκε με έξι τρόπους. Έπεσε μια βροχή θείων λουλουδιών
και ακούστηκε ο ήχος από εκατό χιλιάδες θεϊκά μουσικά όργανα, χωρίς κάποιος να
τα παίζει. Έπειτα όλα τα αγάλματα του ναού επέστρεψαν στη θέση τους και είπαν τα
εξής:

«Το όρος Μερού, που είναι το μεγαλύτερο και το πιο έξοχο όλων των βουνών,
δεν θα υποκλινόταν ποτέ σ’ ένα σπόρο μουστάρδας.
Ο μεγάλος ωκεανός, η κατοικία του βασιλιά των νάγκα,
δεν θα υποκλινόταν ποτέ σε μια νερολακκούβα.
O λαμπρός ήλιος και η σελήνη, δεν θα υποκλίνονταν ποτέ σε μια πυγολαμπίδα.
Πως λοιπόν ο Ευγενής με τη σοφία και την αρετή
θα υποκλιθεί μπροστά στους θεούς;

«Οι θεοί και οι άνθρωποι αυτού του τρις χιλιόκοσμου


που είναι σαν τους σπόρους μουστάρδας, σαν τις νερολακκούβες και τις
πυγολαμπίδες, έχουν μεγάλη υπερηφάνεια.
Αν ο κόσμος υποκλιθεί Σ’ Αυτόν που Είναι σαν το Όρος Μερού,
τον Ωκεανό, τον Ήλιο και τη Σελήνη-
-τον αυτοπροβαλλόμενο υπέρτατο του κόσμου-
τότε θα φτάσουν στον παράδεισο και την νιρβάνα.»

Όταν, μοναχοί, ο Μποντισάτβα μπήκε στον ναό, τότε 3.2 εκατομμύρια θεοί γέννησαν
την πρόθεση να πετύχουν την απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση. Αυτές
ήταν οι αιτίες και οι συνθήκες που είχαν σχέση με την ισοψυχία του Μποντισάτβα,
όταν τον έφεραν στον ναό.

Έτσι ολοκληρώνεται το 8ο Κεφάλαιο-Μετάβαση στο Ναό [121]

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

9ο Κεφάλαιο - Κοσμήματα

Την εποχή του αστερισμού Τσίτρα[1] μετά την διέλευση του αστερισμού Χάστα[2], ο
επικεφαλής ιερέας του βασιλιά με το όνομα Ουνταγιάνα, ο πατέρας του Ουνταγίν,
[F 64.b] πήγε μαζί με 500 ιερείς μπροστά στον βασιλιά και του είπε, «Μεγαλειότατε,
τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή νε γίνουν τα κοσμήματα του Πρίγκιπα.» Ο βασιλιάς
απάντησε, «Πολύ καλά, κάντε το.» Ο βασιλιάς Σουντοντάνα εκείνη την εποχή είχε
500 είδη κοσμημάτων που είχαν φτιάξει 500 Σάκυα. Είχε παραγγείλει βραχιόλια για
τα χέρια και τα πόδια, στέμματα, περιδέραια, δακτυλίδια, σκουλαρίκια, χρυσές ζώνες,
χρυσές αλυσίδες, δίχτυα με κουδουνάκια, με πετράδια, παπούτσια με πολύτιμους
λίθους, γιρλάντες στολισμένες με πετράδια, βραχιόλια με πολύτιμες πέτρες,
περιλαίμια και διαδήματα. Όταν έφτιαξαν τα κοσμήματα, την εποχή του αστερισμού
Πούσυα[3], οι Σάκυα πήγαν στον βασιλιά Σουντοντάνα και του είπαν, «Βασιλιά σε
παρακαλούμε, στόλισε τον Πρίγκιπα.» Ο βασιλιάς απάντησε, «Καλύτερα να
στολίσετε και να τα προσφέρετε εσείς τον Πρίγκιπα, εφόσον εγώ έχω παραγγείλει τα
κοσμήματά του.» Απάντησαν, «Ο Πρίγκιπας πρέπει να φορέσει τα κοσμήματα που
του φέραμε για επτά μέρες και νύκτες. Έτσι θα έχει νόημα η προσπάθειά μας.» Την
αυγή, όταν ο ήλιος έβγαινε, ο Μποντισάτβα πήγε στο πάρκο Άσπιλη Παράταξη στην
αγκαλιά της Μαχαπρατζαπάτι Γκαουτάμι. Ογδόντα χιλιάδες γυναίκες τον
καλωσόρισαν και κοίταζαν την μορφή του. Δέκα χιλιάδες κορίτσια τον καλωσόρισαν
και κοίταζαν την μορφή του. Πέντε χιλιάδες ιερείς επίσης έφτασαν και [122] κοίταζαν
την μορφή του [F 65a]Τότε τα κοσμήματα που είχε παραγγείλει ο πολύτιμος βασιλιάς
των Σάκυα, τοποθετήθηκαν στο σώμα του Μποντισάτβα. Μόλις τα έβαλαν, η λάμψη
τους επισκιάστηκε από την λαμπρότητα του σώματός του. Ήταν σαν το φως ενός
φαναριού δίπλα στον χρυσό του ποταμού Τζάμπου-δεν έλαμπαν, ούτε γυάλιζαν. Και
όταν το φως που ακτινοβολούσε από το σώμα του Μποντισάτβα έπεφτε πάνω τους,
έχαναν όλη τους τη λάμψη και τη γυαλάδα. Και το ίδιο συνέβαινε με όλα τα
κοσμήματα που έβαζαν πάνω στο σώμα του Μποντισάτβα, έχαναν όλη τους την
λάμψη, σαν τη δάδα όταν συγκρίνεται με τον χρυσό του ποταμού Τζάμπου.
Τότε η θεά Βιμάλα του ευχάριστου άλσους, αποκάλυψε το απέραντο σώμα της στον
βασιλιά και την ομάδα των Σάκυα και είπε τα εξής:

«Ακόμα κι αν γεμίσουν οι πόλεις και τα χωριά όλου του τρις χιλιόκοσμου


με άσπιλο πανέμορφο χρυσό,
ένα και μόνο νόμισμα από τον ποταμό Τζάμπου θα κλέψει το μεγαλείο του,
και θα αφήσει τον χρυσό απογυμνωμένο από μεγαλείο και ακτινοβολία.

«Ακόμα κι αν αυτή η γη γέμιζε με χρυσάφι της Τζαμπουντβίπα,


το φως που βγαίνει από τους πόρους του Ένδοξου Οδηγού θα το ξεπέρναγε.
Θα έχανε την ομορφιά και την γυαλάδα του, καθώς δεν θα έλαμπε ούτε θα γυάλιζε.
Σαν κάρβουνο θα ήταν μπροστά στον Ευδαίμων Προστάτη.

«Κοσμημένος από την ίδια του την μεγαλοπρέπεια, ξεχειλίζει εκατοντάδες ποιότητες.
Χωρίς να εξωραΐζεται από τα στολίδια, το σώμα του είναι τέλεια άσπιλο.
[123]Η λάμψη του ήλιου και της σελήνης, των αστεριών και των πολύτιμων λίθων,
της φωτιάς, του Σάκρα και του Μπράχμα,
δεν είναι πλέον φωτεινή όταν αναμετριέται με την έντονη λαμπρότητά του.

«Το σώμα του κοσμείται απ’ τα σημάδια, ως αποτέλεσμα προηγούμενης αρετής,


γιατί λοιπόν να χρειάζεται κοινά στολίδια που έχει φτιάξει κάποιος;
Βγάλτε τα κοσμήματα! Μην ενοχλείτε Αυτόν Που Κάνει Τους Ανόητους Σοφούς-
εκείνος που φέρνει την υπέρτατη γνώση, δεν φορά τεχνητά στολίδια!

«Ο Τσάντα γεννήθηκε την ίδια εποχή με τον γιο του βασιλείου.


Δώστε αυτά τα άσπιλα κοσμήματα σε κείνον, τον υπηρέτη.»

[F 65b] Με τη σκέψη πως η τάξη των Σάκυα θα ανθίσει και θα γίνει η ανώτερη, οι
Σάκυα έμειναν έκπληκτοι κι ευχαριστημένοι.

Μ’ αυτά τα λόγια η θεά σκόρπισε θεϊκά λουλούδια πάνω απ’ τον Μποντισάτβα και
εξαφανίστηκε.

Έτσι ολοκληρώνεται το 9ο Κεφάλαιο-Κοσμήματα

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη


[1] Chitra (Ο Λαμπρός) στις 23°20' της Παρθένου με 6°40' του Ζυγού
[2] Hasta (Το Χέρι) στις 10°00' με 23°20' του αστερισμού της Παρθένου
[3] Pushya (O παρέχων εφόδια) (3°20' to 16°40' Cancer)

10ο Κεφάλαιο - H Παρουσία του στο Σχολείο Γραφής

Όταν μεγάλωσε κάπως το παιδί, μοναχοί, το πήγαν σχολείο. Εκατοντάδες χιλιάδες


ευνοϊκά σημάδια σημάδεψαν την έλευσή του εκεί . Ήταν κυκλωμένος από την
ακολουθία δέκα χιλιάδων αγοριών καθώς και δέκα χιλιάδων καροτσιών γεμάτο με
σκληρή τροφή, μαλακή τροφή και καρυκεύματα και δέκα χιλιάδων καροτσιών γεμάτα
χρυσά νομίσματα και πολύτιμους λίθους. Όλα αυτά μοιράστηκαν καθώς πέρναγαν
από τους δρόμους, τις διασταυρώσεις και τις εισόδους των αγορών στη πόλη
Καπιλαβάστου. Την ίδια στιγμή ακουγόταν μια συμφωνία από 800.000 κύμβαλα και
έπεφτε μια δυνατή βροχή από λουλούδια. Εκατοντάδες χιλιάδες κορίτσια στολισμένα
με όλα τα είδη κοσμημάτων ήταν σκαρφαλωμένα σε μπαλκόνια, πυργίσκους,
καμάρες, παράθυρα, [124] στους ψηλότερους ορόφους και τις σκεπές των σπιτιών.
Κοίταζαν τον Μποντισάτβα και έριχναν λουλούδια. Υπήρχαν ακόμα 8.000 νεαρές
κοπέλες στολισμένες με κρεμαστά κοσμήματα που κρατούσαν πετράδια [από
το] bhadramkara. Προπορεύονταν καθαρίζοντας τον δρόμο. Διάφοροι θεοί, νάγκα,
γιάκσα, γκαντάρβα, ημίθεοι, γκαρούντα, κιμνάρα και μαχοράγκα φανέρωναν το
πάνω μέρος του σώματός τους, έφτιαχναν στεφάνια με λουλούδια και ύφαιναν
μετάξια στον ουρανό. Όλες οι τάξεις των Σάκυα με βασιλιά Σουντοντάνα οδηγό,
προπορεύονταν. Με όλη αυτή την πομπή πήγαινε ο Μποντισάτβα σχολείο. Όταν
έφτασε στο σχολείο, ο δάσκαλος Βισβαμίτρα, μη μπορώντας να βαστάξει το
μεγαλείο και την ακτινοβολία του Μποντισάτβα άρχισε να κάνει υποκλίσεις
κοιτάζοντας το πάτωμα. [F 66a] Ο θεός Σουμπάνγκα από το Πεδίο της Χαράς,
βλέποντας τον δάσκαλο να έχει καταρρεύσει στο πάτωμα, τον άρπαξε με το δεξί του
χέρι και τον σήκωσε ψηλά. Μένοντας στον ουρανό ο Σουμπάνγκα είπε τα εξής στο
βασιλιά και το πλήθος:

«Όλα τα είδη γνώσης που υπάρχουν στον ανθρώπινο κόσμο-


οι αριθμοί, οι γραφές, τα μαθηματικά, οι εναλλαγές των στοιχείων,
και όλες οι αμέτρητες κοσμικές τεχνικές των χειροτεχνιών-
αυτό το παιδί τα έχει όλα, εδώ και πολλές δεκάδες εκατομμύρια κάλπα.

«Ωστόσο δρα εξ ολοκλήρου σε αρμονία με τους ανθρώπους.


O Καθοδηγητής πήγε στο σχολείο για λόγους διδακτικούς,
με σκοπό να ωριμάσει πολλά παιδιά για το Ανώτερο Όχημα
και να φέρει μυριάδες άλλα όντα στην αθανασία. [125]

« Γνωρίζει τον δρόμο των υπερβατικών τεσσάρων αληθειών.


Γνωρίζει τον τρόπο που τα πράγματα εμφανίζονται βάση αιτιών και τον τρόπο της
παύσης
και του τερματισμού της αλληλεξαρτημένης ύπαρξης που οδηγεί στη γαλήνη.
Όταν τα γνωρίζει όλα αυτά, πως είναι δυνατόν να μην γνωρίζει τα θέματα των
γραφών;
«Στους τρεις κόσμους δεν υπάρχει κανείς ανώτερός του.
Είναι ο ανώτερος όλων των θεών και των ανθρώπων.
Όλοι εσείς δεν γνωρίζετε καν τις ονομασίες των γραφών
που εκείνος έχει μάθει εδώ και δεκάδες εκατομμύρια κάλπα.

«Tο αγνό αυτό ον, γνωρίζει μέσα σε μια στιγμή,


την ποικιλία των σκέψεων των όντων.
Καθώς γνωρίζει τα αόρατα και άμορφα πράγματα,
γιατί να αναφερθούμε στις ορατές μορφές των γραφών;»

Μετά από αυτά τα λόγια, ο θεός τίμησε τον Μποντισάτβα με θεϊκά λουλούδια και
εξαφανίστηκε. Οι νταντάδες και οι υπηρέτριες έμειναν στο σχολείο ενώ οι υπόλοιποι
Σάκυα με επικεφαλής τον Σουντοντάνα έφυγαν. Ο Μποντισάτβα πήρε έναν πίνακα
από σανταλόξυλο,, που ήταν διακοσμημένος με φύλλα χρυσού εξαιρετικής
ποιότητας και πολύτιμους λίθους σε όλες τις πλευρές του, και είπε στον δάσκαλο
Βισβαμίτρα: «Ποιο κείμενο θα με διδάξεις, δάσκαλε; [F 66b] Μήπως το κείμενο
Μπράχμη, το Καρόστι ή το Πουσκαρασάρι; Μήπως το κείμενο Άνγκα, το Βάνγκα, το
Μάγκαντα, το Μάνγκαλυα, το Ανγκουλίγια, το Σακάρι, το Μπραχμαβάλι, το
Παρούσυα, το Ντραβίντα, το Κιράτα, το Ντακσίνια, το Ούγκρα, το Σάμκυα, το
Ανουλόμα, το Αβαμούντα, [126] το Νταράντα, το Κάσυα, το Τσίνα, το Λούνα, το
Χούνα, το Μαντυακσαραβιστάρα, το Πούσπα, το Ντέβα, το Νάγκα, το Γιάκσα, το
Γκαντάρβα, το Κιμνάρα, το Μαχοράγκα, το Ασούρα, το Γκαρούντα, το Μργκατσάκρα,
το Βαγιασαρούτα, Μπαουμαντέβα, το Ανταρικσαντέβα, το Ουταρακουρουντβίπα, το
Απαραγκοντάνι, το Πουρβαβιντέχα, το Ουτκσέπα, το Νικσέπα, το Βικσέπα, το
Πρακσέπα, το Σαγκάρα, το Βάτζρα, το Λεκαπρατιλέκα, το Ανουντρούτα, το
Σαστραβάτρα, το Γκαναναβάρτα, το Ουτκσεπαβάρτα, το Νικσεπαβάρτα, το
Πανταλικίτα, το Ντβιρουταραπαντάσαμντι, το Γιαβαντασοταραπαντασάμντι, το
Μαντυαχαρίνι, το Σαρβαρουτασασαμγκραχάνι, το Βιντυανουλομαβιμιστρίτα, το
Ρσιταπαστάπτα, το Ροτσαμάνα, το Νταρανιπρεκσίνι, [F 67a] το Γκαγκαναπρεκσίνι,
το Σαρβαουσαντινισυάντα, το Σαρβασαρασαμγκραχάνι ή το
Σαρβαμπουταρουταγκραχάνι; Ποιο από αυτά τα εξήντα τέσσερα κείμενα θα με
διδάξεις;»

Ο δάσκαλος Βισβαμίτρα έμεινε κατάπληκτος και χαμογέλασε. Παραμερίζοντας την


υπερηφάνεια, την έπαρση κα την αλαζονεία του, απάντησε με τους ακόλουθους
στίχους:

«Πόσο θαυμαστό! Αν και το Καθαρό Ον είναι γνώστης όλων των γνώσεων του
κόσμου, ακολουθεί τις συμβάσεις του κόσμου. Έτσι ήρθε στο σχολείο.
«Αν και γνωρίζει τις γραφές που εγώ δεν έχω καν ακούσει ούτε πως ονομάζονται,
παρόλα αυτά ήρθε στο σχολείο.
«Βλέπω το πρόσωπό του αλλά το στέμμα στο κεφάλι του είναι αόρατο. Αφού κατέχει
τη γνώση των γραφών, πως εγώ να τον διδάξω;
«Αυτός ο θεός, ο μεγαλύτερος θεός των θεών, ο ανώτερος λόγιος μεταξύ των θεών,
είναι ο πιο έξοχος και δεν υπάρχει όμοιός του. Kανείς σ’ αυτόν τον κόσμο δεν μπορεί
να συγκριθεί μαζί του.[127]
«Επειδή είναι απαράμιλλος γνώστης της εφαρμογής των μέσων και της σοφίας, θα
διδάξω το σοφό ον-το τελικό καταφύγιο όλων των όντων.»
Έπειτα μοναχοί, ο δάσκαλος δίδαξε γραφή στον Μποντισάτβα και δέκα χιλιάδες
ακόμα παιδιά. Όμως μέσα απ’ την δύναμη του Μποντισάτβα, ο δάσκαλος έλεγε την
αλφάβητο στα παιδιά με τον ακόλουθο τρόπο:
Όταν έλεγε το γράμμα a [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Όλα τα σύνθετα φαινόμενα είναι
παροδικά (anityah sarvasamskãrah)’.
Όταν έλεγε το γράμμα ã [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Ωφέλιμο στον εαυτό και τους
άλλους (atmaparahita)’.
Όταν έλεγε το γράμμα i [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η απέραντη εμφάνιση των
αισθήσεων (indriyavaipulya).’
Όταν έλεγε το γράμμα ī [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Ο κόσμος είναι γεμάτος πληγές
((ītibahulaṁ jagat).’
Όταν έλεγε το γράμμα u [ακουγόταν] η πρόταση: ‘ Ο κόσμος είναι γεμάτος
δυστυχία (upadravabahulaṁ jagat).’
Όταν έλεγε το γράμμα ū [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Ο κόσμος δεν έχει
ουσία (ūnasattvaṁ jagat).’
Όταν έλεγε το γράμμα e [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Οι εκτροπές πηγάζουν απ’ την
επιθυμία (eṣaṇāsamutthānadoṣa).’
Όταν έλεγε το γράμμα ai [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Το ευγενές μονοπάτι είναι
ενάρετο (airyāpathaḥ śreyāniti)’. ’
Όταν έλεγε το γράμμα ο [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Το ποτάμι διασχίστηκε
(oghottara).’ Όταν έλεγε το γράμμα au[ακουγόταν] η πρόταση: ‘Αυθόρμητη
παραγωγή (aupapāduka).’ Όταν έλεγε το γράμμα am [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η
ανάδυση του αποτελεσματικού (amoghotpatti).’
Όταν έλεγε το γράμμα ah [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Φτάνοντας στο τέρμα
(astamgamana).’
Όταν έλεγε το γράμμα ka [ακουγόταν] η πρόταση: ‘ Απορρόφηση στην πλήρη
ωρίμανση των πράξεων (karmavipakavatara).’
Όταν έλεγε το γράμμα kha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Όλα τα φαινόμενα είναι σαν το
διάστημα (khasamasarvadharma).’
Όταν έλεγε το γράμμα ga [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Απορρόφηση στο βαθύ Ντάρμα
της εξαρτημένης προέλευσης (gambhiradharmapratityasamutpadavatara).’
Όταν έλεγε το γράμμα gha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Εξάλειψη του σκότους της
πλάνης και των μεγάλων πέπλων της άγνοιας
(ghanapatalavidyamohandhakaravidhamana).’
Όταν έλεγε το γράμμα ṅ [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Ο τέλειος εξαγνισμός των
παραγόντων (aṅgavisuddhi)’.
Όταν έλεγε το γράμμα ca [ακουγόταν] η πρόταση: ‘To μονοπάτι των τεσσάρων
ευγενών αληθειών (caturaryasatyapatha)’.
Όταν έλεγε το γράμμα cha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Εγκατάλειψη του πάθους της
λαγνείας (chandaragaprahana)’.
Όταν έλεγε το γράμμα ja [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Υπέρβαση των γηρατειών και του
θανάτου (jaramaranasamatikramana)’.
Όταν έλεγε το γράμμα jha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Κατατρόπωση των δυνάμεων
του θεού της αγάπης (jhasadhvajabalanigrahana)’.
Όταν έλεγε το γράμμα ña [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Διακήρυξη (jñapana).’
Όταν έλεγε το γράμμα ta [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Κόψιμο του κύκλου των
γεννήσεων (vatopacchedana).’
Όταν έλεγε το γράμμα tha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Μια ερώτηση
απορρίφθηκε out of hand?? (thapaniyaprasna)’.
Όταν έλεγε το γράμμα da [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Κατατροπώνοντας το κακό και
όσους προκαλούν διχόνοια. (damaramaranigrahana).’
Όταν έλεγε το γράμμα dha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Τα ακάθαρτα πεδία
(midhavisayah).’
Όταν έλεγε το γράμμα na [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Οι μολύνσεις είναι λεπτοφυείς
(renuklesh).’
Όταν έλεγε το γράμμα ta [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Το ως είναι, είναι αδιαφοροποίητο
(tathatasambheda).’
Όταν έλεγε το γράμμα tha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Σθένος, ισχύς, δύναμη και
αυτοπεποίθηση (thamabalavegavaisaradya).’
Όταν έλεγε το γράμμα da [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Γενναιοδωρία, πειθαρχία,
συγκράτηση και πραότητα (danadamasamyamasaurabhya).’
Όταν έλεγε το γράμμα dha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Επτάπτυχος είναι ο πλούτος
των ευγενών (dhanamaryanam saptavidham).’
Όταν έλεγε το γράμμα na [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Πλήρης γνώση του ονόματος και
της μορφής (namarupaparijna).’
Όταν έλεγε το γράμμα pa [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Το απόλυτο (paramartha).’
Όταν έλεγε το γράμμα pha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η πραγμάτωση της επίτευξης
του αποτελέσματος (phalapraptisaksatkriya).’
Όταν έλεγε το γράμμα ba [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Απελευθέρωση από τα δεσμά
(bandanamoksa).’
128 Όταν έλεγε το γράμμα bha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η εξάλειψη της ύπαρξης
(bhavavibhava).’
Όταν έλεγε το γράμμα ma [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η παύση της αλαζονείας και της
υπερηφάνειας (madamanopasamana).’
Όταν έλεγε το γράμμα ya [F 68a] [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Κατανοώντας τα
φαινόμενα ακριβώς όπως είναι (yathavaddharmaprativedha).’
Όταν έλεγε το γράμμα ra [ακουγόταν] η πρόταση: ‘ Η δυσαρέσκεια ως προς την
απόλαυση είναι αγαλλίαση στο απόλυτο (ratyaratiparamartharati).’
Όταν έλεγε το γράμμα la [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Η αποκοπή του κλήματος?? (vine)
(latachedana).’
Όταν έλεγε το γράμμα va [ακουγόταν] η πρόταση: ‘To κάλλιστο όχημα (varayana).’
Όταν έλεγε το γράμμα śa [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Γαλήνια παραμονή και ενόραση
(samathavopasyana).’
Όταν έλεγε το γράμμα sa [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Εξάλειψη των βάσεων των έξι
αισθήσεων και απόκτηση των υπερφυσικών γνώσεων και της σοφίας
(sadayanajnanabhisambodhana).’
Όταν έλεγε το γράμμα ha [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Εξάλειψη των μολύνσεων και
εγκατάλειψη της επιθυμίας (hataklesaviraga).’
Όταν έλεγε το γράμμα ksa [ακουγόταν] η πρόταση: ‘Φτάνοντας στο τέλος των
γραμμάτων όλα τα φαινόμενα είναι ανείπωτα (ksaraparyantabhilapya sarvadharma).’

Καθώς λοιπόν ο δάσκαλος δίδασκε την αλφάβητο στα παιδιά, αμέτρητες


εκατοντάδες χιλιάδες διδασκαλίες του Ντάρμα εκπέμπονταν μέσα από τη δύναμη
του Μποντισάτβα.
Επιπλέον, στη διάρκεια που ο Μποντισάτβα πήγαινε σχολείο, 32.000 παιδιά
εμφάνισαν τη σκέψη που στοχεύει στην απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη
Φώτιση. Αυτή είναι η περίσταση και ο λόγος που ο Μποντισάτβα πήγε σχολείο,
παρόλο που ήταν ήδη σοφός.
Έτσι ολοκληρώνεται το 10ο Κεφάλαιο-H Παρουσία του στο Σχολείο Γραφής

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

11ο Κεφάλαιο – Χωριό των Καλλιεργητών

Μια άλλη φορά μοναχοί, όταν ο Πρίγκιπας είχε μεγαλώσει λίγο, επισκέφτηκε μαζί με
τους γιους των υπουργών ένα χωριό. Αφού είδε το χωριό, πήγε μόνος του στο
πάρκο που βρισκόταν στην άκρη των χωραφιών και περπάτησε ένα γύρω. Καθώς
περιπλανιόταν στο πάρκο είδε μια όμορφη μηλιά και αποφάσισε να καθίσει εκεί κάτω
από τη σκιά της. Καθισμένος εκεί ο Μποντισάτβα μπήκε σε σαμάντι. [129] Μπήκε
στο πρώτο στάδιο διαλογιστικής συγκέντρωσης, που είναι απαλλαγμένο από τους
παράγοντες που συνδέονται με τις κακές πράξεις και την αρνητικότητα. Αυτό
συνοδεύεται από σκέψη και ανάλυση και είναι διαποτισμένο με τη χαρά και την
αγαλλίαση που προέρχεται από την διάκριση. Έπειτα έπαυσε τη σκέψη και την
ανάλυση και [F 68b] παράμεινε απόλυτα ήσυχος. Έτσι, καθώς ο νους του
συγκεντρώθηκε, μπήκε στην δεύτερη διαλογιστική συγκέντρωση, που είναι
απαλλαγμένη από σκέψη και ανάλυση και είναι γεμάτη από τη χαρά και την
αγαλλίαση που γεννιέται από την διαλογιστική συγκέντρωση. Παράμεινε στην
ισότητα με επαγρύπνηση και εγρήγορση, χωρίς καμία προσκόλληση στη χαρά, και
βίωσε σωματική αγαλλίαση. Με επίγνωση και συνειδητότητα ένοιωθε σωματική
χαλαρότητα. Βρέθηκε στην τρίτη διαλογιστική συγκέντρωση, η οποία δεν έχει χαρά:
‘Με αμεροληψία, επίγνωση και χαλαρότητα,’ έτσι όπως περιγράφεται από τους
ευγενείς. Είχε ήδη απελευθερωθεί τη δυστυχία και καθώς τώρα εγκατέλειπε και την
αίσθηση της άνεσης, η νοητική ευχαρίστησε και δυσαρέσκεια εξαφανίστηκαν. Έτσι
βρέθηκε στην τέταρτη διαλογιστική συγκέντρωση: τέλεια καθαρός, με αμεροληψία και
επίγνωση, χωρίς να συνδέεται με την ευχαρίστηση ή τον πόνο.

Τότε ακριβώς στον ουρανό πετούσαν πέντε μη βουδιστές σοφοί, που είχαν τις
θαυματουργικές δυνάμεις και τις πέντε υπερφυσικές γνώσεις, πηγαίνοντας προς τον
βορρά. Όταν βρέθηκαν πάνω από το άλσος, δεν μπορούσαν να πάνε παραπέρα κι
ήταν λες και κάτι τους έσπρωχνε προς τα πίσω. Με σηκωμένες τις τρίχες τους από
θυμό, είπαν τα ακόλουθα:

‘Σαν τον ελέφαντα που συντρίβει ένα δάσος από φρέσκα δέντρα μάνγκο,
προχωράμε και κάνουμε σκόνη ακόμα και την πελώρια διαμαντένια κορφή του όρους
Μερού.
Ακόμα κι ανάμεσα στους θεούς προχωράμε ανεμπόδιστα προς τα πεδία των γιάκσα
και γκαντάρβα,
όμως εδώ σ’ αυτό το άλσος είμαστε αδύναμοι. Ποιανού η δύναμη διαλύει τις μαγικές
μας
δυνάμεις; [130]

Σ’ εκείνο το άλσος κατοικούσε μια θεά που τους τραγούδησε αυτούς τους στίχους:
‘Είναι ο Πρίγκιπας των Σάκυα, ο απόγονος των καλύτερων βασιλέων, που λάμπει
σαν την αυγή.
Ο υπέρτατος αυτός σοφός άνθρωπος έχει ένα φεγγαρόμορφο πρόσωπο με τη χάρη
ενός ανθισμένου λωτού.
Αυτός, που τον τιμούν οι θεοί, οι βασιλιάδες νάγκα, οι γκαντάρβα και οι γιάκσα,
βρίσκεται στο πάρκο σε σαμάντι.
Η δύναμη του, που αποκτήθηκε από την αρετή σε εκατομμύρια ζωές, εξουδετερώνει
τα μαγικά σας.’

Όταν οι σοφοί κοίταξαν κάτω [F 69a] είδαν ένα παιδί που άστραφτε με
μεγαλοπρέπεια και δόξα και σκέφτηκαν: ‘Ποιος κάθεται εκεί; Μήπως είναι ο άρχοντας
του πλούτου Βαϊσραβάνα; Ή μήπως είναι ο Μάρα ο άρχοντας των απολαύσεων των
αισθήσεων ή ο άρχοντας των κουμπάντας; Μήπως είναι ο παντοδύναμος Κρίσνα ή
μήπως το θείο φεγγάρι ή ο ήλιος με τις χίλιες ακτίνες του; Ή μήπως είναι κάποιος
παγκόσμιος μονάρχης;’ Και συνέχισαν :

‘Το παιδί αυτό είναι πιο όμορφο κι απ’ τον Βαϊσραβάνα.


Γι αυτό μήπως είναι ο Ράχου, ένας κάτοχος του βάτζρα , ο ήλιος ή το φεγγάρι;
Ή μήπως είναι μια εικόνα του ανώτερου άρχοντα των απολαύσεων των αισθήσεων,
ή ο Ρούντρα ή ο Κρίσνα;
Μήπως είναι ένας τέλειος Βούδας με τα στολίδια των έξοχων σωματικών
χαρακτηριστικών;’

Τότε η θεά του πάρκου είπε στους σοφούς:

‘Το μεγαλείο του Βαϊσραβάνα και εκείνου με τα χίλια μάτια,


το μεγαλείο των τεσσάρων προστατών του κόσμου και του άρχοντα των ημιθέων,
όλο το μεγαλείο του Μπράχμα του άρχοντα του κόσμου και του Κρίσνα,
είναι απειροελάχιστο σε σχέση με το μεγαλείο του γιου των Σάκυα.’ [131]

Όταν οι σοφοί άκουσαν τα λόγια της θεάς, κατέβηκαν στη γη. Τότε είδαν τον
Μποντισάτβα που βρισκόταν σε συγκέντρωση, ακίνητος και αστράφτοντας με φως.
Τότε, με τη σκέψη τους πάνω του, τον επαίνεσαν με στίχους. Ένας απ’ τους σοφούς
είπε:

‘ Σ’ έναν κόσμο που βασανίζεται από τη φωτιά των μολύνσεων,


εμφανίστηκε αυτή η λίμνη.
Αυτός θα ανακαλύψει το Ντάρμα που θα απαλύνει τα όντα.’

Ένας άλλος σοφός είπε:

‘Σ’ έναν κόσμο σκεπασμένο από την άγνοια,


εμφανίστηκε αυτή η δάδα.
Αυτός θα ανακαλύψει το Ντάρμα που θα διαφωτίσει τα όντα.’

Ο τρίτος σοφός είπε: [F 69b]

‘Σ’ έναν απέραντο ωκεανό θλίψης,


εμφανίστηκε το υπέρτατο όχημα.
Αυτός θα ανακαλύψει το Ντάρμα που θα μεταφέρει τα όντα στην απέναντι όχθη.’

Ο τέταρτος σοφός είπε:


‘Για όσους βρίσκονται κάτω από τα δεσμά των μολύνσεων,
εμφανίστηκε ένας σωτήρας.
Αυτός θα ανακαλύψει το Ντάρμα που απελευθερώνει τα όντα.’

Τέλος ο πέμπτος σοφός είπε:

‘Για όσους μολύνονται από τα γηρατειά και την αρρώστια,


εμφανίστηκε ο καλύτερος θεραπευτής.
Αυτός θα ανακαλύψει το Ντάρμα που απελευθερώνει από την γέννηση και τον
θάνατο.’

Αφού τον επαίνεσαν με αυτά τα λόγια, οι σοφοί έκαναν τρεις περιφορές γύρω του και
πέταξαν στον ουρανό. Ο βασιλιάς Σουντοντάνα δυσαρεστημένος από την απουσία
του Μποντισάτβα είπε, ‘Που πήγε το παιδί; Δεν τον βλέπω.’ Τότε μεγάλο πλήθος
έτρεξε [132] να βρει το αγόρι. Τελικά κάποιος υπουργός, τον είδε να ασκείται στην
συγκέντρωση καθισμένος οκλαδόν κάτω από μια μηλιά. Αν και η σκιά των δέντρων
είχε αλλάξει εκείνη την ώρα, η σκιά της μηλιάς βρισκόταν πάνω από το σώμα του
Μποντισάτβα. Ο υπουργός έμεινε έκπληκτος βλέποντάς τον εκεί. Ενθουσιασμένος
με μια αίσθηση ικανοποίησης και χαράς, ήταν εκστατικός. Περιχαρής έτρεξε στον
βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε: ‘ Μεγαλειότατε, κοίτα! Το παιδί ασκείται στη
συγκέντρωση κάτω από μια μηλιά. Λάμπει από μεγαλείο και δόξα σαν τον Σάκρα ή
τον Μπράχμα! Η σκιά του δέντρου που είναι καθισμένο το τέλειο ον, δεν έφυγε.
Σκιάζει το υπέρτατο ον ενώ βρίσκεται σε διαλογισμό.’

Ο βασιλιάς πήγε προς το δέντρο και είδε τον Μποντισάτβα να λάμπει με δόξα και
μεγαλείο.

‘Σαν να βλέπω μια φωτιά να αστράφτει στην κορφή ενός βουνού,


ή το φεγγάρι ανάμεσα σε σύμπλεγμα αστεριών.
[F 70a] Όταν τον βλέπω να διαλογίζεται αστραφτερός σαν δάδα,
τρέμουν τα άκρα μου.’

Υποκλίθηκε στα πόδια του Μποντισάτβα και είπε:

‘Δυο φορές υποκλίθηκα στα πόδια σου, Άρχοντα και Κύριε,


τη μια όταν γεννήθηκες και τώρα καθώς διαλογίζεσαι λαμπρός.’

Τότε ακούστηκε φασαρία από κάτι παιδιά που κουβαλούσαν τα καθίσματά τους.
Έτσι οι υπουργοί τους είπαν, ‘Ησυχία, κάντε ησυχία!’ ‘Γιατί;’ απάντησαν τα παιδιά.
Και οι υουργοί τους είπαν, ‘Αν και η τροχιά του ήλιου άλλαξε, η σκιά αυτού του
δέντρου δεν φεύγει από τον Πρίγκιπα Σιντάρτα-που έχει τα ανώτερα και πιο έξοχα
γνωρίσματα αρετής και είναι λαμπρός σαν τον ουρανό-ενόσω αυτός διαλογίζεται
ακίνητος σαν το βουνό.’ [133]
Ως προς αυτό το σημείο λέγεται:

Το καλοκαίρι, τον πρώτο μήνα μετά την άνοιξη,


όταν τα φυτά γεμίζουν μπουμπούκια κι ανθίζουν,
όταν μυριάδες πουλιά, πελαργοί, παγόνια και παπαγάλοι κελαηδούν,
πολλά αγόρια Σάκυα βγαίνουν έξω.

Ο Τσάντα με την παρέα κι άλλων αγοριών, είπε,


‘Έλα νεαρέ Πρίγκιπα, πάμε μια βόλτα στο δάσος.
Για ποιο λόγο να μείνεις σπίτι σαν τους ιερείς;
Έλα, πάμε να φωνάξουμε και μερικά κορίτσια.’

Το μεσημέρι, το Καθαρό Ον,


απαρατήρητος και χωρίς να ρωτήσει τους γονείς,
πήγε στο χωριό
συνοδευόμενος από 500 υπηρέτες.

Στο χωριό αυτό που ανήκε στον έξοχο βασιλιά,


υπήρχε μια μηλιά με πολλά μεγάλα κλαδιά.
Βλέποντας το δέντρο και ενοχλημένος από τον πόνο που μόλις είχε κατανοήσει
ο Πρίγκιπας είπε, ‘Η αλληλεξάρτηση δεν είναι καλή! Φέρνει πολύ πόνο.’

Με πειθαρχημένο νου, πλησίασε στη σκιά μιας μηλιάς,


μάζεψε διάφορα χόρτα κι έφτιαξε ένα κάθισμα.
Έκατσε συγκεντρωμένος με σταυρωμένα τα πόδια και στητός
απορροφημένος στις ιδιότητες των τεσσάρων σαμάντι. [F 70b] [134]

Όταν οι πέντε σοφοί διέσχιζαν τον ουρανό,


δεν μπορούσαν να συνεχίσουν πέρα από τη κορφή του δέντρου της μηλιάς .
Αποσβολωμένοι, χωρίς υπερηφάνεια και έπαρση,
κατέβηκαν κάτω για να ερευνήσουν.

Σκέφτηκαν πως, ‘Ταξιδεύουμε γρήγορα και ανεμπόδιστα,


διαπερνάμε το όρος Μερού και τις γύρω οροσειρές,
αλλά δεν μπορούμε να πάμε πέρα από τη μηλιά αυτή.
Για ποιο λόγο άραγε;’

Κατέβηκαν κι έκατσαν στη γη


όπου είδαν τον Μποντισάτβα, τον γιο των Σάκυα,
καθισμένο οκλαδόν στον κορμό της μηλιάς να διαλογίζεται,
λάμποντας αστραφτερά σαν το χρυσό του ποταμού Τζάμπου.

Έκθαμβοι, ένωσαν τα χέρια τους και προσκύνησαν,


έκανα υποκλίσεις στα πόδια του με ενωμένα τα χέρια του.
Είπαν, ‘Άγιε, Καλογεννημένε, εσύ που φέρνεις την ευτυχία στον κόσμο!
Είθε να αφυπνιστείς γρήγορα για να οδηγήσεις τα όντα στην αθανασία.’

Το υπέρτατο δέντρο υποκλίθηκε σαν ένα φύλλο λωτού.


Αν και ο ήλιος μετακινήθηκε, η σκιά του δεν άφησε το σώμα του Ευλογημένου.
Πολλές χιλιάδες θεοί, με τα ενωμένα χέρια
υποκλίθηκαν στα πόδια του ακλόνητου αυτού παιδιού.

Ο Σουντοντάνα ψάχνοντας στα δωμάτια, ρώτησε, ‘Που πήγε ο γιος μου;’


[135] Η θεία του είπε, ‘Τον έψαξα αλλά δεν τον βρήκα.
Σε παρακαλώ Μεγαλειότατε, δες που πήγε το παιδί.’

Απεγνωσμένα ο Σουντοντάνα ρώτησε τους υπηρέτες,


τον φρουρό και τους υπόλοιπους στα εσωτερικά διαμερίσματα,
‘Είδε κανείς που πήγε ο γιος μου;’
Τότε κάποιος είπε, ‘Μεγαλειότατε, το Υπέρτατο Ον πήγε στο χωριό.’
Ο βασιλιάς έφυγε γρήγορα μαζί με τους συνοδούς του
και είδε τον Πρίγκιπα να κάθεται σ’ έναν λόφο δίπλα στο χωριό,
να ωφελεί τους άλλους λάμποντας απο μεγαλείο,
σαν ένα τρις/μύριο ανατέλλοντες ήλιους.

Βγάζοντας το στέμμα, το ξίφος και τα παπούτσια του,


ο βασιλιάς έκανε προστερνισμούς στον Πρίγκιπα με ενωμένα τα χέρια.
Ο βασιλιάς είπε, ‘Πράγματι! Οι επιφανείς σοφοί μίλησαν εύγλωττα και αληθινά.
Είναι βέβαιο πως το παιδί θα αφήσει σπίτι του για χάριν της Φώτισης.’ [F 71a]

Τότε, 1.200 θεοί και 500 αγόρια Σάκυα


πλησίασαν με μεγάλο σεβασμό.
Βλέποντας τα θαυματουργικές δυνάμεις του Σουγκάτα με τον ωκεανό ιδιοτήτων,
γέννησαν με αποφασιστικότητα την πρόθεση της υπέρτατης Φώτισης.

Κλονίζοντας το έδαφος ολόκληρου του τρις χιλιόκοσμου,


ο Μποντισάτβα βγήκε από την απορρόφηση με επίγνωση και συνειδητότητα.
Τότε ο Περίλαμπρος είπε στον πατέρα του με τη φωνή του Μπράχμα:
‘Πατέρα, εγκατάλειψε τα χωράφια (fields) σου και μην ζητάς άλλα! [136]

‘Αν θέλεις χρυσό, θα κάνω να βρέξει χρυσάφι.


Αν θέλεις στολίδια, θα σου προσφέρω στολίδια.
Αν θέλεις σιτηρά, θα κάνω να βρέξει σιτηρά.
Σε παρακαλώ Μεγαλειότατε, εφάρμοσε το αυτό σε όλους!’

Αφού έδωσε αυτές τις οδηγίες στον πατέρα και την ακολουθία του,
επέστρεψε μέσα σε μια στιγμή στην υπέρτατη πόλη.
Εναρμονισμένος με το κοσμικό κατεστημένο, παρέμενε στην πόλη,
όμως το Καθαρό Ον είχε αποφασίσει να απαρνηθεί το παλάτι.

Έτσι ολοκληρώνεται το 11ο Κεφάλαιο - Χωριό των Καλλιεργητών

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

12ο Κεφάλαιο - Επιδεξιότητα στις Τέχνες


[Β 7] Κάποτε μοναχοί, όταν ο Πρίγκιπας ήταν πιο μεγάλος, ο βασιλιάς Σουντοντάνα
καθόταν στον χώρο συναντήσεων μαζί με μια ομάδα Σάκυα. Τότε κάποιοι από τους
πρεσβύτερους Σάκυα είπαν στον βασιλιά: «Γνωρίζεις Μεγαλειότατε, πως οι ιερείς
που κάνουν προγνώσεις καθώς και οι θεοί με την βαθιά τους γνώση, πρόβλεψαν
πως αν ο πρίγκιπας Σαρβαρτασίντα αποκηρύξει το βασίλειό του, θα γίνει ένας
Τατάγκατα, ένας Άξιος και Τέλεια Ολοκληρωμένος Βούδας. Αν δεν το αποκηρύξει θα
γίνει ένας παγκόσμιος μονάρχης, ένας ενάρετος βασιλιάς του Ντάρμα που θα έχει
κατακτήσει τις τέσσερις κατευθύνσεις και θα κατέχει τους επτά θησαυρούς. Οι επτά
θησαυροί που θα κατέχει είναι ο πολύτιμος τροχός, ο πολύτιμος ελέφαντας, το
πολύτιμο άλογο, η πολύτιμη σύζυγος, το πολύτιμο πετράδι, ο πολύτιμος φροντιστής
και ο πολύτιμος υπουργός. Θα έχει χίλιους γιους, που όλοι τους θα είναι πλήρεις και
άγριοι πολεμιστές που με τα καλοσχηματισμένα σώματα τους θα κατατροπώνουν τις
εχθρικές στρατιές. Χωρίς τη χρήση βίας ή όπλων, θα κατακτήσει ολόκληρη τη γη και
θα κυβερνήσει [137] σύμφωνα με το Ντάρμα. Γι αυτόν τον λόγο πρέπει να
κανονίσουμε να παντρευτεί ο Πρίγκιπας. Όταν θα τον περιβάλλουν πολλές γυναίκες,
θα ανακαλύψει την απόλαυση και δεν θα εγκαταλείψει το σπίτι του. Κι έτσι η
γενεαλογία των παγκόσμιων μοναρχών μας, δεν θα κοπεί κι έτσι θα είμαστε
αξιοσέβαστοι από όλους τους βασιλείς του πεδίου.»
Τότε ο βασιλιάς Σουντοντάνα είπε στην ομάδα: «Αν πρόκειται να κάνουμε κάτι
τέτοιο, τότε θα πρέπει να μάθετε ποια θα είναι η κατάλληλη γυναίκα για τον
Πρίγκιπα.»
Πεντακόσιοι Σάκυα, ο ένας μετά τον άλλο παρουσιάστηκαν και είπαν: «Η κόρη μου
είναι κατάλληλη για τον Πρίγκιπα! Η κόρη μου είναι πολύ όμορφη!»
Ο βασιλιάς είπε: «Δύσκολο να βρεθεί ταίρι για τον γιο μου. Γι αυτό πρέπει να
ρωτήσουμε τον ίδιο ποιο κορίτσι προτιμά.»
Όταν όλοι ανάφεραν το θέμα στον Πρίγκιπα, αυτός τους είπε, «Σε επτά μέρες θα
δώσω την απάντησή μου.»
Κι έπειτα σκέφτηκε:

Γνωρίζω τις ατέρμονες παγίδες της σαμσάρα- είναι η ρίζα της δυστυχίας,
που είναι γεμάτη συγκρούσεις, εχθρότητα και απελπισία.
Η επιθυμία είναι απειλητική, σαν το δηλητηριώδες φύλλωμα,
σαν τη φωτιά και την λεπίδα του σπαθιού.

Τα αντικείμενα των αισθήσεων δεν με δελεάζουν


ούτε παρασύρομαι μέσα σε ένα χαρέμι.
Γι αυτό πρέπει να παραμείνω σιωπηλός μέσα στο δάσος,
με το νου ακίνητο από την ευδαιμονία της διαλογιστικής απορρόφησης.»

Έτσι στοχάστηκε ο Πρίγκιπας στην αρχή. Έπειτα, εκδηλώνοντας επιδέξια μέσα,


αναλογίστηκε την ωρίμανση των όντων και εκδήλωσε μεγάλο έλεος προς αυτά. Στη
συνέχεια είπε τα εξής:

«Οι λωτοί ευδοκιμούν σε βρόμικους βάλτους. [F 72a]


Ένας βασιλιάς τιμάται περιβαλλόμενος από ένα πλήθος ανθρώπων.
[138] Όταν ένας Μποντισάτβα αποκτά μεγάλη αντοχή,
οδηγεί τρις/μύρια όντα στην αθανασία.

«Οι σοφοί Μποντισάτβα πριν από μένα,


είναι γνωστό πως είχαν γυναίκες, παιδιά και χαρέμια,
όμως δεν ήταν μαγεμένοι απ’ την επιθυμία,
ούτε τους έλειπε η ευδαιμονία του διαλογισμού.
Έτσι κι εγώ θα μιμηθώ τις αρετές τους.

«Μια συνηθισμένη γυναίκα


που δεν έχει την κατάλληλη συμπεριφορά ούτε ειλικρινή λόγο,
δεν θα ήταν για μένα κατάλληλη.
Κατάλληλη θα ήταν κάποια που με ευχαριστεί, που είναι σεμνή,
και τέλεια καθαρή στην ομορφιά, την γέννηση, την οικογένεια και τη φυλή.

«Οι ακόλουθοι στίχοι περιγράφουν τις αρετές της.


Αν υπάρχει ένα τέτοιο κορίτσι, βρείτε την!
Δεν μου χρειάζεται ένα αναιδές κοινό άτομο.
Αν κάποια έχει τις ιδιότητες που περιγράφω εδώ,
βρείτε την για μένα!

«Θα πρέπει να είναι νέα και όμορφη χωρίς ματαιοδοξία,


τρυφερή σαν αδελφή, λάτρης της αυταπάρνησης,
γενναιόδωρη και πειθαρχημένη προς τους ιερείς και τους απαρνητές.
Ένα τέτοιο κορίτσι βρες μου, πατέρα!

«Δεν θα πρέπει να έχει υπερηφάνεια, ούτε έπαρση ή εχθρικότητα,


ούτε δόλο, ζήλια ή πονηριά, ούτε να παρεκκλίνει από την ακέραια ηθική.
Δεν θα πρέπει να ποθεί άλλους άντρες, ακόμα και στα όνειρά της.
Ικανοποιημένη με αυτό που της ανήκει,
θα πρέπει να πλαγιάζει με τον άντρα της με σωφροσύνη. [139]

«Δεν θα πρέπει να έχει υπεροψία ή οκνηρία.


Θα πρέπει να συμπεριφέρεται ανάλογα.
Θα πρέπει να είναι μην είναι υπερήφανη ή ισχυρογνώμων, σαν υπηρέτης.
Δεν θα πρέπει να θέλγεται από το αλκοόλ, τις γεύσεις, τους ήχους ή τα αρώματα.
Θα πρέπει να είναι απαλλαγμένη από πλεονεξία και απληστία,
να είναι ευχαριστημένη με την καλοτυχία της.

«Φιλαλήθης, σταθερή και αταλάντευτη.


Χωρίς υπερβολές, θα πρέπει να ντύνεται σεμνά.
Με ορθή συμπεριφορά, χωρίς να εντυπωσιάζεται από τις φανταχτερές εκδηλώσεις.
Θα πρέπει να έχει συνεχώς αγνό σώμα, λόγο και νου.

«Δεν θα πρέπει να είναι πολύ νωθρή ή νωχελική, ούτε γεμάτη ανόητη περηφάνια.
Θα πρέπει να είναι μετρημένη και να κάνει καλές πράξεις.
Θα πρέπει να βλέπει τα πεθερικά της με την αγάπη που αξίζουν οι δασκάλοι,
[F 72b] και να αγαπά τους υπηρέτες και τις υπηρέτριες, όπως τον εαυτό της.

«Στην τέχνη του έρωτα, θα πρέπει να έχει τις δεξιότητες μιας εταίρας.
Θα πρέπει να είναι η πρώτη που σηκώνεται και η τελευταία που πάει για ύπνο.
Θα πρέπει με αγάπη να υπακούει και να είναι τόσο άδολη, όσο μια μητέρα.
Ένα τέτοιο κορίτσι βρες μου, πατέρα!

Όταν ο βασιλιάς Σουντοντάνα, μοναχοί, άκουσε αυτά τα λόγια, έδωσε διαταγή στον
οικογενειακό ιερέα, ‘Πήγαινε, μεγάλε ιερέα, σε όλα τα σπίτια της πόλης
Καπιλαβάστου και ερεύνησε εξονυχιστικά. Αν βρεις κάποιο κορίτσι με αυτά τα
χαρακτηριστικά, δώσε μας την αναφορά σου, ακόμα κι αν ανήκει είτε στην ανώτερη
κάστα, στην κάστα των ιερέων, των εμπόρων ή των υπηρετών. Ο Πρίγκιπας δεν
ενδιαφέρεται για την οικογένεια ή την κάστα της, παρά μόνο για τις ιδιότητές της.’
[140] Τότε είπε τα παρακάτω λόγια:

«Είτε είναι ένα κορίτσι της βασιλικής κάστας ή των ιερέων,


της κάστας των εμπόρων ή των υπηρετών,
δώσε μου αναφορά
αν υπάρχει ένα κορίτσι μ’ αυτές τις ιδιότητες!

«Ο γιος μου δεν ενδιαφέρεται


για την οικογένεια ή την κάστα της.
Ο νους του αγαλλιάζει με τις καλές ιδιότητες,
την αλήθεια και την ορθή συμπεριφορά.»

Έτσι, μοναχοί, ο οικογενειακός ιερέας πήγε στην πόλη Καπιλαβάστου έχοντας μαζί
του γραμμένους τους στίχους και πήγε από σπίτι σε σπίτι ψάχνοντας για ένα κορίτσι
με αυτές τις ιδιότητες. Όμως δεν έβρισκε κάποιο. Τελικά έφτασε στο σπίτι του Σάκυα
Ντανταπάνι. Όταν μπήκε στο σπίτι, αντίκρισε ένα όμορφο, ευχάριστο και γοητευτικό
κορίτσι. Είχε ένα έξοχα υπέροχο σώμα σαν του λευκού λωτού, δεν ήταν πολύ ψηλή
ούτε πολύ κοντή, ούτε πολύ παχιά ούτε πολύ αδύνατη, ούτε πολύ ανοιχτόχρωμη
ούτε πολύ σκούρα, στο άνθος της νιότης της, μια γυναίκα κόσμημα, σαν αυτό που
περιέγραφε ο Πρίγκιπας. Το κορίτσι άρπαξε τα πόδια του ιερέα και ρώτησε, [F 73a]
‘Μεγάλε ιερέα τι ζητάς;’ Κι ο ιερέας απάντησε:

«Ο γιος του Σουντοντάνα είναι πανέμορφος.


Γεμάτος με τα τριάντα δυο ευοίωνα σημάδια, έχει μεγαλειώδεις ιδιότητες.
Έχει γράψει ποιες είναι οι ιδιότητες της συζύγου.
Όποια τις έχει, θα γίνει γυναίκα του.»

Έπειτα έδωσε το γράμμα στο κορίτσι. Το κορίτσι τις διάβασε μεγαλόφωνα,


χαμογέλασε και είπε στον ιερέα: [141]

«Εφόσον, ιερέα, εγώ έχω αυτές τις ιδιότητες,


ας γίνει ο όμορφος κι ευγενικός Πρίγκιπας, άντρας μου!
Αν το αποδεχτεί κι αυτός, ας μην αργοπορήσουμε,
γιατί αλλιώς θα καταλήξω μ’ έναν κατώτερο, κοινό άντρα.»

Έτσι ο σύμβουλος παρουσιάστηκε στον βασιλιά Σουντοντάνα και του είπε τι είχε
συμβεί: ‘Βρήκα ένα κορίτσι βασιλιά μου, που είναι κατάλληλο για το αγόρι.’ Ο
βασιλιάς ρώτησε, ‘Σε ποιον ανήκει;’ Ο σύμβουλος απάντησε, ‘Μεγαλειότατε, είναι η
κόρη του Σάκυα Ντανταπάνι.’ Ο βασιλιάς Σουντοντάνα σκέφτηκε: ‘Το αγόρι δεν
συγκρίνεται με κανέναν και έχει ενάρετη έφεση. Τα περισσότερα κορίτσια δεν έχουν
ιδιότητες, όμως έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Θα δώσω κάποια όμορφα
αντικείμενα στο αγόρι για να τα μοιράσει στα κορίτσια και θα διαλέξω το εκείνο
κορίτσι που τράβηξε πιο πολύ το βλέμμα του.’ Κι έτσι πράγματι, ο βασιλιάς ετοίμασε
κάποια όμορφα αντικείμενα από χρυσό, ασήμι και διάφορα πολύτιμα πετράδια. Όταν
οι προετοιμασίες τέλειωσαν, χτύπησαν οι καμπάνες της πόλης και βγήκε η εξής
ανακοίνωση: ‘Σε επτά μέρες ο Πρίγκιπας θα κάνει μια δημόσια εμφάνιση και θα
προσφέρει στις κοπέλες διάφορα όμορφα πράγματα. Γι αυτόν τον λόγο θα πρέπει να
συγκεντρωθούν τότε στην αίθουσα συγκεντρώσεων, όλα τα κορίτσια.’
Όταν πέρασαν οι επτά μέρες, μοναχοί, ο Μποντισάτβα πήγε στην αίθουσα
συγκεντρώσεων [F 73b] και έκατσε σ’ έναν υπέροχο θρόνο. Ο βασιλιάς είχε διατάξει
κάποιους ανθρώπους να παραφυλάνε τον Πρίγκιπα για να δουν αν το βλέμμα του
σταματήσει πάνω σε κάποιο συγκεκριμένο κορίτσι. [142] Όλα τα κορίτσια της πόλης,
όσα πολλά κι αν ήταν, κατέφθασαν στην αίθουσα που καθόταν ο Μποντισάτβα για
να τον δουν και να πάρουν τα δώρα που τους περίμεναν. Τότε ο Μποντισάτβα
άρχισε να δίνει τα όμορφα αντικείμενα στα κορίτσια σύμφωνα με την ώρα της άφιξής
τους. Τα κορίτσια όμως, καθώς δεν άντεχαν το μεγαλείο και την λαμπρότητα του
Μποντισάτβα, έφευγαν γρήγορα. Τότε μπήκε στην αίθουσα που ήταν καθισμένος ο
Μποντισάτβα, η Γκόπα, η κόρη του Ντανταπάνι Σάκυα μαζί με μια συνοδεία
υπηρετριών. Πλησίασε τον Μποντισάτβα, στάθηκε σε μια μεριά και τον κοίταξε με
σταθερό βλέμμα. Όταν ο Μποντισάτβα τέλειωσε με τη διανομή των δώρων, πήγε
κοντά του και του είπε, «Δεν έδωσες καμία σημασία σε μένα Πρίγκιπα. Μήπως
έδρασα άπρεπα απέναντί σου;’ Ο Πρίγκιπας απάντησε, ‘Δεν σε αγνοώ. Όμως
σίγουρα ήρθες αργά.’ Έπειτα έβγαλε το δακτυλίδι του, που είχε αξία πολλών
εκατοντάδων χιλιάδων ασημένιων νομισμάτων και της το έδωσε. Εκείνη είπε, ‘Αξίζω
για κάτι τέτοιο, Πρίγκιπα;’ Και ο Πρίγκιπας απάντησε, ‘Έλα, πάρε και όλα τα
υπόλοιπα στολίδια που έχω.’ Τότε το κορίτσι είπε, ‘Δεν είναι σωστό να αφαιρούμε τα
κοσμήματα του Πρίγκιπα, αντίθετα πρέπει να τον κοσμούμε.’ Κι έπειτα έφυγε.
Τότε οι κατάσκοποι του βασιλιά, πήγαν και του ανάφεραν τα εξής, ‘Βασιλιά μας, τα
μάτια του αγοριού έπεσαν πάνω στην Γκόπα, την κόρη του Ντανταπάνι Σάκυα και
είχαν και μια μικρή συνομιλία μεταξύ τους.’ [F 74a] [143] Τότε ο βασιλιάς έστειλε τον
σύμβουλο-ιερέα στο Ντανταπάνι Σάκυα με το αίτημα να γίνει η κόρη του γυναίκα του
γιου του. Ο Ντανταπάνι απάντησε, ‘Ο ευγενές αγόρι μεγάλωσε χαλαρά και με άνεση
στο παλάτι. Στον οικογενειακό μας κανόνα όμως ένα κορίτσι πρέπει να πάρει
κάποιον που κατέχει τις τέχνες και όχι έναν άντρα που δεν έχει αυτές τις δεξιότητες.
Ο Πρίγκιπας δεν έχει επιδεξιότητα στις τέχνες, ούτε γνωρίζει τις κινήσεις του
ξιφομαχίας, της τοξοβολίας, της μάχης ή της πάλης. Πώς να δώσω την κόρη μου σε
κάποιον που δεν τα κατέχει αυτά;’ Ο βασιλιάς έμαθε την απάντηση του και σκέφτηκε,
‘Είναι η δεύτερη φορά που βρίσκομαι αντιμέτωπος με κάποιο κανόνα της ορθής
λογικής. Όταν ζήτησα να έρθουν τα αγόρια Σάκυα για να φροντίσουν το παιδί, μου
είπαν, γιατί να φροντίσουμε ένα νωχελικό παιδί, και τώρα αυτό!’ Ο βασιλιάς έκατσε
να συλλογιστεί. Ο Μποντισάτβα άκουσε γι αυτήν την ιστορία και πήγε στον βασιλιά,
‘Τι συμβαίνει Μεγαλειότατε; Γιατί είσαι τόσο στεναχωρημένος;’ Ο βασιλιάς όμως του
είπε, ‘Αρκετά με τις ερωτήσεις σου παιδί μου!’ Ο Πρίγκιπας όμως επέμεινε,
‘Μεγαλειότατε είναι πολύ σημαντικό να μου απαντήσεις!’ Τρεις φορές το ζήτησε από
τον βασιλιά και στο τέλος ο βασιλιάς του είπε. τότε ο Μποντισάτβα ρώτησε, ‘Υπάρχει
βασιλιά μου κάποιος στην πόλη αυτή που να μπορεί να με συναγωνιστεί στις τέχνες;’
Ο βασιλιάς με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο του είπε, ‘Γιε μου, έχεις αθλητικές
ικανότητες;’ Ο Πρίγκιπας απάντησε, ‘Φυσικά και έχω [144] Μεγαλειότατε. Γι αυτό σε
παρακαλώ, συγκέντρωσε αυτούς που είναι ικανοί στις τέχνες! [F 74b] Και τότε θα
κάνω επίδειξη των ικανοτήτων μου.’ Τότε, με την καμπάνα να ηχεί στην πόλη,
ανακοινώθηκε πως, ‘Σε επτά μέρες ο Πρίγκιπας θα κάνει επίδειξη των ικανοτήτων
του στις τέχνες. Γι αυτό, να συγκεντρωθούν όσοι έχουν επιδεξιότητα στις τέχνες.’
Όταν οι επτά μέρες πέρασαν, μαζεύτηκαν πεντακόσια δυνατά αγόρια Σάκυα.
Τρόπαιο του νικητή θα ήταν η Γκόπα, η κόρη του Ντανταπάνι Σάκυα όλοι
δεσμεύτηκαν πως, ‘Ο νικητής στην ξιφομαχία, την τοξοβολία, την μάχη και την πάλη,
θα την αποκτήσει’.
Επικεφαλής όλων όσων κατέφθασαν από την πόλη ήταν ο Ντεβαντάτα. Αυτός είδε
πως είχαν φέρει έναν ελέφαντα για να μεταφέρει τον Πρίγκιπα. Μεθυσμένος από
ζήλια και γεμάτος αλαζονεία για την οικογενειακή του γενεαλογία και την δύναμή του,
άρπαξε τον ελέφαντα με το αριστερό του χέρι από την προβοσκίδα του και με ένα
χτύπημα τον σκότωσε.
Αμέσως μετά κατέφθασε ο Σουνταρανάντα. Βλέποντας τον σκοτωμένο ελέφαντα
στην πύλη της πόλης, ρώτησε, ‘Ποιος τον σκότωσε;’ Το πλήθος είπε, ‘Ο
Ντεβαντάτα.’ Και ο Σουνταρανάντα είπε, ‘Αυτό που έκανε ο Ντεβαντάτα δεν ήταν
σωστό.’ Άρπαξε τον ελέφαντα από την ουρά και τον έσυρε έξω από την πύλη της
πόλης. Όταν αργότερα έφτασε ο Μποντισάτβα πάνω σ’ ένα άρμα, είδε τον νεκρό
ελέφαντα και ρώτησε ποιος σκότωσε το ζώο. Του είπαν πως ήταν ο Ντεβαντάτα και
ο Μποντισάτβα είπε, ‘Αυτό που έκανε ο Ντεβαντάτα δεν ήταν σωστό. [145] Ποιος
έσυρε τον ελέφαντα έξω από τις πύλες;’ Όταν του είπαν πως ήταν ο Σουνταρανάντα,
είπε, ‘ Καλά έκανε που τον μετέφερε έξω, όμως το ζώο αυτό έχει ένα τεράστιο σώμα.
Όταν σαπίσει, όλη η πόλη θα γεμίσει με μια φοβερή μυρωδιά.’ Και ενώ βρισκόταν
ακόμα στο άρμα του, [F 75a] έβαλε το ένα του πόδι στο έδαφος και με το μεγάλο του
δάκτυλο, έπιασε τον ελέφαντα και τον εκσφενδόνισε, πάνω από επτά τείχη και επτά
τάφρους, ένα μίλι μακριά απ’ την πόλη. Εκεί που προσγειώθηκε ο ελέφαντας
δημιουργήθηκε ένας μεγάλος λάκκος, που σήμερα ορθά ονομάζεται Φαράγγι του
Ελέφαντα. Τότε, εκατοντάδες χιλιάδες θεοί και άνθρωποι αναφώνησαν με θαυμασμό
και ανέμισαν σημαίες. Από τον ουρανό ακούστηκαν τα ακόλουθα λόγια:

«Ο Μποντισάτβα κινήθηκε σαν τον ελέφαντα σε οίστρο,


και με το μεγάλο του δάκτυλο έπιασε τον μεγάλο ελέφαντα
και τον εκσφενδόνισε έξω από την εξαίρετη πόλη
πέρα από τις επτά τάφρους της πόλης.

«Αυτό το έξοχα σοφό ον, σίγουρα θα εκσφενδονίσει


αυτούς που είναι φουσκωμένοι με δύναμη και αλαζονεία
πέρα από την πόλη της σαμσάρα
μόνο με τη δύναμη της ενόρασής του.’

Έπειτα, στον χώρο που θα γινόταν η επίδειξη των ικανοτήτων παρουσιάστηκαν


πεντακόσια αγόρια Σάκυα. Εκεί κατέφτασαν επίσης ο βασιλιάς, οι πρεσβύτεροι
Σάκυα και ένα μεγάλο πλήθος που αγωνιούσε να συγκρίνει τις διαφορές των
ικανοτήτων του Μποντισάτβα και των υπόλοιπων αγοριών. Αρχικά τα αγόρια Σάκυα,
που είχαν ικανότητες στους κανόνες της γραφής, συναγωνίστηκαν με τον
Μποντισάτβα στην τέχνη των γραφών. Από τους Σάκυα, η διαιτησία ανατέθηκε στον
δάσκαλο Βισμαμίτρα και ανακοινώθηκε πως: ‘Θα εξακριβώσει ποιος από τα αγόρια
υπερτερεί στην καλλιγραφία ή την γνώση των γραφών.’ Επειδή ο δάσκαλος
Βισμαμίτρα με τα μάτια του είχε δει την γνώση του Μποντισάτβα για τις γραφές,
χαμογέλασε και είπε τα εξής:

«Αυτό το καθαρό ον τελειοποίησε όλες τις γραφές,


όσες κι αν είναι αυτές σε όλους τους κόσμους,
είτε στον κόσμο των ανθρώπων είτε στον κόσμο των θεών,
των ημιθέων ή των γκαντάρβας. [F 75b]

Ούτε εσείς, αλλά ούτε κι εγώ γνωρίζουμε


ούτε καν τα ονόματα των γραφών και των γραμμάτων
που γνωρίζει αυτό το φεγγάρι των ανθρώπων.
Το έχω δει με τα μάτια μου. Θα βγει νικητής.»

Οι Σάκυα είπαν, ‘Μπορεί πράγματι το αγόρι αυτό να υπερτερεί στη γνώση του περί
των γραφών, όμως θα πρέπει να εξεταστεί και να διακριθεί στις γνώσεις του για τα
μαθηματικά.’ Έτσι λοιπόν, ως κριτής διορίστηκε ένας ειδήμονας στην υπολογιστική
γνώση ο Αρτζούνα, ο καλύτερος μαθηματικός των Σάκυα, που είχε το καθήκον να
‘Εξακριβώσει ποιο αγόρι μεταξύ των Σάκυα υπερτερούσε στην γνώση των αριθμών.’
Πρώτος ο Μποντισάτβα πρότεινε ένα μαθηματικό πρόβλημα. Κάποιο από τα αγόρια
προσπάθησε να κάνει τους υπολογισμούς αλλά δεν μπόρεσε να το λύσει. Στη
συνέχεια άλλος ένας, έπειτα άλλοι δύο, τρεις τέσσερις, πέντε, δέκα, είκοσι, τριάντα,
σαράντα, πενήντα, άλλοι εκατό και στη συνέχεια και οι πεντακόσιοι, προσπάθησαν
μαζί να λύσουν το πρόβλημα, αλλά δεν μπορούσαν. Τότε ο Μποντισάτβα είπε,
‘Τώρα είναι σειρά σας να προτείνετε ένα μαθηματικό πρόβλημα που εγώ θα το
λύσω.’ Κάποιο από τα αγόρια Σάκυα πρότεινε ένα μαθηματικό πρόβλημα για τον
Μποντισάτβα, όμως δεν μπόρεσε να μπερδέψει τους υπολογισμούς του
Μποντισάτβα. Στη συνέχεια δυο από τα αγόρια, μετά τρία, τέσσερα, πέντε, δέκα,
είκοσι, τριάντα, σαράντα, πενήντα, εκατό μαζί και στη συνέχεια και τα πεντακόσια
μαζί πρότειναν ένα μαθηματικό πρόβλημα, αλλά ούτε αυτοί μόρεσαν να μπερδέψουν
τους υπολογισμούς του Μποντισάτβα. Τελικά ο Μποντισάτβα τους είπε, ‘Αρκετά μ’
αυτήν τη διαμάχη! Πρέπει όλοι σας να συμφωνήσετε και να μου προτείνετε ένα
πρόβλημα. Τότε θα το λύσω.’ Κι έτσι [147] ομόφωνα και τα πεντακόσια αγόρια,
πρότεινα ένα άνευ προηγουμένου μαθηματικό πρόβλημα που ο Μποντισάτβα έλυσε
ατάραχος. Έτσι τα αγόρια βρήκαν τον δάσκαλό τους αφού ο Μποντισάτβα
παράμεινε ανίκητος. [F 76a] Κατάπληκτος έμεινε κι ο μεγάλος μαθηματικός Αρτζούνα
που είπε τα εξής λόγια:

«Όταν αυτή η εξαιρετική ευφυΐα ερωτήθη,


η γνώση ήταν τόσο ταχεία
που ξεπέρασε και τα πεντακόσια αγόρια Σάκυα
στον μονοπάτι των υπολογισμών.

«Έχοντας τέτοια ενόραση, σοφία, ευφυΐα και επαγρύπνηση,


ο ωκεανός αυτός γνώσης
ακόμα και σήμερα μαθαίνει και εκπαιδεύεται
περαιτέρω στους υπολογισμούς.»

Η συνάθροιση των Σάκυα έμεινε εμβρόντητη και είπε ομόφωνα, ‘Νίκησες Πρίγκιπα
Σαρβαρτασίντα, νίκησες!’ Σηκώθηκαν όλοι από τις θέσεις τους και με τα χέρια
ενωμένα υποκλίθηκαν στον Μποντισάτβα. Έπειτα είπαν στον βασιλέα Σουντοντάνα,
‘Μεγάλε βασιλιά είσαι πολύ τυχερός με έναν τέτοιο γιο, που η ευγλωττία και η
αυτοπεποίθησή του είναι σβέλτη, εύστροφη, λεπτοφυής και δραστική όταν έρχεται
αντιμέτωπος με ερωτήσεις.’ Ο βασιλιάς τότε είπε στον Μποντισάτβα, ‘Γιε μου,
μπορείς να αντιμετωπίσεις και τον μεγάλο μαθηματικό Αρτζούνα στους
υπολογισμούς, που είναι ειδήμων στη γνώση των αριθμών;’ ‘Ναι, μπορώ
Μεγαλειότατε,’ απάντησε ο Μποντισάτβα. ‘Τότε αρχίστε!’ πρόσταξε ο βασιλιάς. Τότε
ο μεγάλος μαθηματικός Αρτζούνα ρώτησε τον Μποντισάτβα, ‘Μπορείς παιδί μου να
υπολογίσεις τον αριθμό που ονομάζεται δέκα εκ/μύρια στην εκατοστή δύναμη;’ ‘Ναι,
μπορώ’ είπε ο Μποντισάτβα. ‘Πως λοιπόν ξεκινά κανείς αυτόν τον υπολογισμό’
ρώτησε ο Αρτζούνα. Ο Μποντισάτβα απάντησε,

«Εκατό φορές τα δέκα εκ/μύρια μας κάνει ένα δις/μύριο (ayuta). Εκατό φορές το ένα
δις/μύριο μας κάνει εκατό δις/μύρια (niyuta). Εκατό φορές τα εκατό δις/μύρια μας
κάνει 1 τετράκις εκ/μύρια (kankara). Τα εκατό τετράκις εκ/μύρια μας κάνει 1 εξάκις
εκ/μύριο (vivara). Τα εκατό εξάκις εκ/μύρια μας κάνουν ένα νονίλιον[1] (aksobhya).
Τα εκατό νονίλιον μας κάνει ένα [148] βιβάχα. Τα εκατό βιβάχα μας κάνουν ένα
ουτσούνγκα. Τα εκατό ουτσούνγκα μας κάνουν ένα μπαχούλα. Τα εκατό μπαχούλα
μας κάνουν ένα ναγκαμπάλα. Τα εκατό ναγκαμπάλα μας κάνουν ένα τιτιλάμπα. Τα
εκατό τιτιλάμπα μας κάνουν ένα βγιαβασταναπρατζνάπτι. Τα εκατό
βγιαβασταναπρατζνάπτι μας κάνουν ένα χετουχίλα. Τα εκατό χετουχίλα μας κάνουν
ένα καραπού. Τα εκατό καραπού μας κάνουν ένα χετβιντρίγια. Τα εκατό χετβιντρίγια
μας κάνουν ένα σαμαπταλάμπα. Τα εκατό σαμαπταλάμπα μας κάνουν ένα
γκαναναγκάτι. Τα εκατό γκαναναγκάτι μας κάνουν ένα νιραβάντυα. Τα εκατό
νιραβάντυα μας κάνουν ένα μουντραμπάλα. Τα εκατό μουντραμπάλα μας κάνουν
ένα σαρβαμπάλα. Τα εκατό σαρβαμπάλα μας κάνουν ένα βισαμτζναγκάτι. Τα εκατό
βισαμτζναγκάτι μας κάνουν ένα σαρβασαμτζνα. Τα εκατό σαρβασαμτζνα μας
κάνουν ένα βιμπουταμγκάμα. Τα εκατό βιμπουταμγκάμα μας κάνουν ένα ταλακσάνα.
«Αν χρησιμοποιήσει κανείς σαν βασική υπολογιστική μονάδα το ταλακσάνα, τότε
μπορεί κανείς να υπολογίσει το μέγεθος του όρους Μερού, του βασιλιά των βουνών.
Πέρα από αυτά υπάρχει ο αριθμός που ονομάζεται ντβατζαγκραβάτι. Αν
χρησιμοποιήσει κανείς σαν βασική υπολογιστική μονάδα το ντβατζαγκραβάτι τότε
μπορεί να υπολογίσει κανείς όλους τους κόκκους άμμου του ποταμού Γάγγη. Ακόμη
πιο πέρα υπάρχει ο αριθμός που ονομάζεται ντβατζαγκρανισαμάνι. Έπειτα ο
αριθμός βαχαναπρατζνάπτι. Έπειτα ο αριθμός που ονομάζεται ίνγκα. Έπειτα ο
αριθμός κουρούτου, ο αριθμός κουρουτάβι κι ο αριθμός σαρβανικσέπα.
Χρησιμοποιώντας κανείς σαν βάση των υπολογισμών του αυτόν τον αριθμό, τότε
μπορεί να μετρήσει τους κόκκους της άμμου δέκα ποταμών Γάγγη. Μετά έρχεται ο
αριθμός που ονομάζεται αγκρασάρα. Με αυτό το νούμερο ως βάση υπολογισμών
μπορεί να μετρήσει κανείς τον αριθμό των κόκκων της άμμου ενός δις/μυρίου
ποταμών Γάγγη. Τέλος υπάρχει ο αριθμός που ονομάζεται εφαρμογή στα ελάχιστα
σωματίδια (παρα μανου ρατζα πραβε σανουγκάτα). Με εξαίρεση τον Βούδα, έναν
Μποντισάτβα που κάθεται στην υπέρτατη θέση της Φώτισης ή έναν Μποντισάτβα
που είναι έτοιμος να εισαχθεί σε όλα τα Ντάρμα, κανένα άλλο ον [149] δεν κατανοεί
αυτόν τον αριθμό, εκτός από μένα και πιθανώς κάποιον σαν κι εμένα, δηλαδή, έναν
Μποντισάτβα στην τελευταία του ενσάρκωση που έχει φύγει από το σπίτι του.»
[F 77a] Τότε ο Αρτζούνα ρώτησε, πως θα απαριθμούσες τον αριθμό εφαρμογή στα
ελάχιστα σωματίδια;’ Και ο Μποντισάτβα απάντησε, ‘Επτά ελάχιστα σωματίδια μας
κάνουν ένα μικρό σωματίδιο. Επτά μικρά σωματίδια μας κάνουν μας κάνουν ένα
σωματίδιο νερού. Επτά υδάτινα σωματίδια μας κάνουν ένα αερομεταφερόμενο
σωματίδιο σκόνης. Επτά αερομεταφερόμενα σωματίδια σκόνης μας κάνουν ένα
σωματίδιο σκόνης [που βρίσκεται πάνω] σ’ ένα λαγό. Επτά σωματίδια σκόνης [που
βρίσκονται πάνω] σ’ ένα λαγό μας κάνουν ένα σωματίδιο σκόνης σ’ ένα πρόβατο.
Επτά σωματίδια σκόνης σ’ ένα πρόβατο μας κάνουν ένα σωματίδιο σκόνης σε μια
αγελάδα. Επτά σωματίδια σκόνης μιας αγελάδας μας κάνουν ένα αυγό ψείρας. Επτά
αυγά ψείρας μας κάνουν έναν σπόρο μουστάρδας. Επτά σπόροι μουστάρδας μας
κάνουν ένα σπόρο κριθαριού. Επτά σπόροι κριθαριού μας κάνουν μια άρθρωση
δαχτύλου. Δώδεκα αρθρώσεις δαχτύλων μας κάνουν η άκρη του αντίχειρα μέχρι την
άκρη του δείκτη. Δύο μετρήματα του αντίχειρα με ένα μέτρημα δείκτη μας κάνουν
έναν πήχη. Tέσσερις πήχεις μας κάνουν ένα τόξο(bow). Χίλια τόξα λέγεται πως είναι
η απόσταση ακοής στην Μάγκαντα. Τέσσερις φορές η απόσταση ακοής είναι μια
λεύγα. Ποιος από σας γνωρίζει ολόκληρο τον αριθμό των ελάχιστων σωματιδίων της
λεύγας;’
‘Δεν είμαι σίγουρος γι αυτό’, είπε ο Αρτζούνα. ‘Για να μην μπερδευτούν λοιπόν όσοι
έχουν μικρότερη ευφυΐα, σε παρακαλώ εξήγησε μας πόσα ελάχιστα σωματίδια μας
κάνουν μια λεύγα.»
Ο Μποντισάτβα εξήγησε: «Μια λεύγα περιέχει 100 δις/μύρια νονίλιον, 30 τετράκις
εκ/μύρια, 60 δις/μύρια, 320 εκ/μύρια, 512 χιλιάδες ελάχιστα σωματίδια. Αυτό είναι το
άθροισμα των ελάχιστων σωματιδίων μέσα σε μια λεύγα. Στην Τζαμπουντβίπα
υπάρχουν 7.000 λεύγες, 8.000 λεύγες στη δυτική ήπειρο Γκοντανίγια, 9.000 λεύγες
στην ανατολική ήπειρο Βιντέχα και 10.000 λεύγες στην βόρεια ήπειρο Κούρου.
«Επίσης, στις τέσσερις ηπείρους υπάρχουν ένα δις/μύριο κόσμοι, σαν αυτόν τον
κόσμο και ένα δις/μύριο ωκεανοί. [F 77b] [150] Υπάρχουν επίσης ένα δις/μύριο
οροσειρές που τους περιβάλλουν, και ένα δις/μύριο εξωτερικές οροσειρές.
Παρομοίως υπάρχουν ένα δις/μύριο όρη Μερού, βασιλείς των βουνών.
«Υπάρχουν ένα δις/μύριο θεϊκά πεδία που ανήκουν στους τέσσερις μεγάλους
βασιλείς. Υπάρχουν ένα δις/μύριο Πεδια των τριάντα Τριών, ένα δις Πεδία
Απαλλαγμένο από Διαμάχες, ένα δις Πεδία της Χαράς, ένα δις Πεδία Τέρπεται με τις
Προβολές και ένα δις Πεδία Αξιοποίηση των Προβολών Άλλων.

«Ακόμα ένα δις Πεδία του Μπράχμα, ένα δις πεδία των Ανώτερων Ιερέων του
Μπράχμα, ένα δις πεδία της Συνοδείας του Μπράχμα, ένα δις πεδία του Μεγάλου
Μπράχμα, ένα δις πεδία του Περιορισμένου Φωτός, ένα δις πεδία του Απεριόριστου
Φωτός, ένα δις πεδία του Φωτεινού Παραδείσου, ένα δις πεδία της Περιορισμένης
Αρετής, ένα δις πεδία του Παραδείσου της Τέλειας Αρετής, ένα δις πεδία του
Ασυννέφιαστου Παραδείσου, ένα δις πεδία του Παραδείσου της Αυξημένης Αρετής,
ένα δις πεδία του Παραδείσου του Έξοχου Καρπού, ένα δις πεδία του Παραδείσου
Όντα Απαλλαγμένα από Αντιλήψεις, ένα δις πεδία Μη Υωηλού Παραδείσου, ένα δις
πεδία του παραδείσου Χωρίς Δυσκοίες, ένα δις πεδία του Υπέρτατου Παραδείσου,
ένα δις πεδία του Υπέροχου Παραδείσου, και ένα δις πεδία των Θεών του Ανώτερου
παραδείσου. Όλα αυτά ονομάζονται ο μεγάλος τρις χιλιόκοσμος.
«Κάθε κοσμικό σύστημα σε μήκος και πλάτος μετριέται σε εκατοντάδες, χιλιάδες,
δεκάδες εκ/μύρια, δις/μύρια, εκατό δις/μύρια κλπ λεύγες, μέχρι τον αριθμό
αγκρασάρα. Αντίστοιχα υπάρχει και η μέτρηση των ελάχιστων σωματιδίων. Ο
αριθμός αυτών των σωματιδίων μπορεί πράγματι να μετρηθεί, αλλά επειδή είναι
απροσμέτρητος, ονομάζεται ανυπολόγιστος. Ο αριθμός των ελάχιστων σωματιδίων
που περιέχονται στον μεγάλο τρις χιλιόκοσμο, είναι ακόμα πιο ανυπολόγιστος.»
Όταν ο Μποντισάτβα τέλειωσε την παρουσίαση των υπολογισμών, ο μεγάλος
μαθηματικός Αρτζούνα και ολόκληρη η συνάθροιση των Σάκυα, έμειναν εμβρόντητοι
και ένοιωσαν μεγάλη ευγνωμοσύνη και χαρά. Κρατώντας για τον εαυτό τους μόνο
ένα από τα ρούχα τους, έδωσαν τα υπόλοιπα ενδύματά τους και τα κοσμήματά τους
στον Μποντισάτβα. [F 78a] [151] Έπειτα ο μεγάλος μαθηματικός Αρτζούνα, είπε τα
ακόλουθα:

«Εκατό φορές τα δέκα εκα/μύρια μας κάνει ένα δις/μύριο. Παρόμοια τα εκατό
δις/μύρια είναι ένα τετράκις εκ/μύριο, το ίδιο και για τα εξάκις εκ/μύρια και το νονίλιον,
όμως εγώ παραπέρα δεν γνωρίζω. Έτσι ως προς τα μαθηματικά, η γνώση του
απαράμιλλου είναι ανώτερη.
«Επιπλέον, αφού μπορεί και υπολογίζει στη διάρκεια της εκφώνησης του ήχου
ΧΟΥΜ όλα τα σωματίδια της σκόνης, τα φύλλα του γρασιδιού, τα δάση, τα βότανα
και τις σταγόνες του νερού του τρις χιλιόκοσμου, τι παραπάνω μπορούν να πουν τα
πεντακόσια αγόρια;»

Όταν μίλησε έτσι, εκατοντάδες χιλιάδες θεοί και άνθρωποι έβγαλαν εκατοντάδες
χιλιάδες κραυγές χαράς και έκπληξης. Από το κέντρο του ουρανού ακούστηκαν θεοί
που έλεγαν τα εξής:

«Ο Μποντισάτβα κατανοεί τέλεια, με μια μόνο κίνηση του νου του,


όλες τις κύριες και δευτερεύουσες νοητικές καταστάσεις,
τις αντιλήψεις και τις γνώμες όλων των όντων στους τρεις χρόνους, χωρίς εξαίρεση,
είτε είναι κατώτερες ή ανώτερες, διευρυμένες ή στενές.»

Μ’ αυτόν τον τρόπο, μοναχοί, ηττήθηκαν τα αγόρια Σάκυα και διακρίθηκε μόνο ο
Μποντισάτβα. Καθώς κυλούσε η μέρα, ο Μποντισάτβα διάπρεψε σε όλα, στο άλμα,
το κολύμπι και το τρέξιμο. Στον ουρανό ψηλά θεοί τραγουδούσαν τα εξής:
«Με ιδιότητες πειθαρχημένης συμπεριφοράς και άσκησης
και τη δύναμη της υπομονής, της πειθαρχίας και της αγάπης
που ανάπτυξε μέσα σε εκατομμύρια κάλπα,
είναι ο ηγέτης που στην πράξη έχει εύκαμπτο σώμα και νου.
Τώρα γίνατε κι εσείς μάρτυρες της γρηγοράδας του. [152]

«Αν και βλέπετε αυτό το εξαίσιο ον εδώ στην πόλη,


μέσα σε μια στιγμή μπορεί να κινηθεί στις δέκα κατευθύνσεις,
για να αποδώσει τιμές στους άπειρους Νικητές,
με μια πληθώρα πολύτιμων λίθων και χρυσού, μέσα στους άπειρους κόσμους.

«Όμως εσείς δεν μπορείτε να αντιληφθείτε το πήγαινε έλα του.


Τέτοια είναι η έκταση των θαυματουργών του δυνάμεων.
Γιατί σας προκαλεί έκπληξη η ικανότητά του;
Απαράμιλλος είναι και θα πρέπει να τον σέβεστε.» [F 78b]

Ο Μποντισάτβα με τις ικανότητές του ήταν ο μόνος που ξεχώρισε. Τότε οι Σάκυα
είπαν: «Ο Πρίγκιπας θα πρέπει να εξεταστεί και για τη δύναμή του.» Έτσι, οι
πεντακόσιοι νεαροί Σάκυα άρχισαν να παλεύουν μεταξύ τους ενώ ο Μποντισάτβα
καθόταν σε μια μεριά. Τότε τριάντα δύο από αυτούς τους νεαρούς πήγαν να
αντιμετωπίσουν τον Μποντισάτβα στην πάλη. Πρώτοι πήγαν ο Νάντα και ο Ανάντα
που έπεσαν στο έδαφος καθώς δεν μπόρεσαν να αντέξουν τη δύναμη και την
λαμπρότητά του. Στη συνέχεια ο Ντεβαντάτα προκάλεσε τον Μποντισάτβα. Αυτός
ήταν ένας ματαιόδοξος και αλαζόνας νεαρός, που καμάρωνε για τη δύναμή του και
τη σχέση του με τη γενεαλογία των Σάκυα. Στην αρένα που ήταν γεμάτη θεατές, ο
Ντεβαντάτα αφού έκανε έναν δεξιόστροφο κύκλο όρμησε στον Μποντισάτβα. Ο
Μποντισάτβα όμως παρέμενε ήρεμος και δεν βιάστηκε. Με το δεξί του χέρι άρπαξε
τον Ντεβαντάτα κι αφού τον στριφογύρισε τρεις φορές τον πέταξε στο έδαφος. Ο
νους του Μποντισάτβα ήταν συνεχώς γεμάτος αγάπη. Το μόνο που ήθελε ήταν να
του σπάσει την αλαζονεία κι όχι να του κάνει κακό. γι αυτό και ο Ντεβαντάτα δεν
χτύπησε. Τότε ο Μποντισάτβα είπε, ‘Αρκετά μ’ αυτή τη μάχη. Τώρα πρέπει όλοι μαζί
να με αντιμετωπίσετε στην πάλη.’ [153] Με ενθουσιασμό τότε όλοι μαζί επιτέθηκαν
στον Μποντισάτβα. Όμως, όταν ο Μποντισάτβα τους άγγιζε, δεν άντεχαν το
μεγαλείο, τη λαμπρότητα, τη σωματική δύναμη και την αντοχή του και έπεφταν στο
έδαφος. Τότε εκατοντάδες χιλιάδες θεοί και άνθρωποι έβγαλαν εκατοντάδες χιλιάδες
κραυγές θαυμασμού και χαράς. Οι θεοί από τον ουρανό έριξαν μια βροχή
λουλουδιών και είπαν τα εξής: [F n79a]

«Ακόμα κι αν όλα τα αμέτρητα όντα των δέκα κατευθύνσεων


μετατρέπονταν σε πανίσχυρους μηχανορράφους παλαιστές
και έπεφταν πάνω σ’ αυτόν τον ταύρο μεταξύ των ανθρώπων,
στο έδαφος θα έπεφταν και μόνο με το άγγιγμά του.

« Αν έπιανε στα χέρια του το Μερού, το πιο έξοχο βουνό


τις αδαμάντινες οροσειρές και όλα τα βουνά των δέκα κατευθύνσεων,
θα τα έκανε σκόνη,
γι αυτό ένα ανθρώπινο σώμα χωρίς ουσία, τι το θαυμαστό έχει;

«Μέσα από τη δύναμη της αγάπης του θα εξολοθρεύσει τον Μάρα-


αυτόν τον δυνατό πονηρό παλαιστή-
και όλες τις στρατιές του με τους πεζικάριους και τους ιππείς.
Κάτω από το πιο έξοχο αρχηγό των δέντρων, θα κατακτήσει τον φίλο αυτό του
σκότους και γαλήνια θα πραγματώσει την ανυπέρβλητη αφύπνιση.»

Έτσι, παλεύοντας μόνος του Ο Μποντισάτβα βγήκε νικητής. Τότε ο Ντανταπάνι είπε
στους νεαρούς Σάκυα: ‘Αφού εξετάστηκε σ’ αυτό, τώρα θα μας επιδείξει την
ικανότητα του στην τοξοβολία.’
Στην αρχή ο Ανάντα τοποθέτησε για στόχο του, ένα σιδερένιο τύμπανο [154] δυο
φορές την απόσταση ακοής. Έπειτα ο Ντεβαντάτα έβαλε το στόχο του τέσσερις
φορές την απόσταση ακοής. Ο Σουνταρανάντα έξι φορές, ο Ντανταπάνι οκτώ φορές
και τέλος ο Μποντισάτβα έβαλε για στόχο του, ένα σιδερένιο τύμπανο δέκα φορές
την απόσταση ακοής. Πίσω από το τύμπανο έβαλε επτά φοινικόδεντρα και πιο πέρα
ακόμα έβαλε την σιδερένια εικόνα ενός αγριόχοιρου. Ο Ανάντα μπόρεσε μόνο να
πετύχει τον στόχο που βρισκόταν δυο φορές την απόσταση ακοής και δεν μπόρεσε
να ρίξει πιο μακριά. Ο Ντεβαντάτα μπόρεσε να πετύχει μόνο τον στόχο που
βρισκόταν τέσσερις φορές την απόσταση ακοής και δεν μπόρεσε να ρίξει πιο
μακριά. Ο Σουνταρανάντα μπόρεσε μόνο να πετύχει τον στόχο που βρισκόταν έξι
φορές την απόσταση ακοής και δεν μπόρεσε να ρίξει πιο μακριά. Ο Ντανταπάνι
μπόρεσε μόνο να πετύχει τον στόχο που βρισκόταν οκτώ φορές την απόσταση
ακοής [F 79b] και να τον διαπεράσει αλλά δεν μπόρεσε να ρίξει πιο μακριά. Ωστόσο,
στα χέρια του Μποντισάτβα, έσπαγαν τα τόξα ή οι χορδές τους. Γι αυτό ο
Μποντισάτβα ρώτησε, ‘Μήπως υπάρχει βασιλιά μου στη πόλη κάποιο τόξο που να
μπορώ να του περάσω τη χορδή και να αντέχει τη σωματική μου δύναμη;’ Ο
βασιλιάς απάντησε, ‘Ναι γιε μου, υπάρχει.’ Το αγόρι ρώτησε, ‘Που είναι;’ Και ο
βασιλιάς απάντησε, ‘Ο παππούς σου γιε μου, λεγόταν Σιμχαχάνου. Αυτός είχε ένα
τόξο που τώρα βρίσκεται στο ναό που το τιμούν με θυμιάματα και γιρλάντες. εκτός
από αυτόν, κανείς άλλος έκτοτε δεν μπόρεσε να περάσει τη χορδή στο τόξο του,
ούτε να την τεντώσει.’ Ο Μποντισάτβα είπε, ‘Θα ήθελα Μεγαλειότατε να φέρουν αυτό
το τόξο εδώ για να το δοκιμάσω.’ Έτσι, έφεραν το τόξο στην συνάθροιση και τα
νεαρά αγόρια προσπάθησαν με τη σειρά τους να τεντώσουν το τόξο με όλη τους τη
δύναμη, αλλά δεν μπόρεσαν να το κάνουν. Έπειτα έδωσαν το τόξο στον Σάκυα
Ντανταπάνι που με όλη του τη δύναμη προσπάθησε να το τεντώσει, αλλά δεν
μπόρεσε. Τέλος το έδωσαν στον Μποντισάτβα [155] Το πήρε στα χέρια και
καθισμένος οκλαδόν στη θέση του, κρατώντας το με το αριστερό του χέρι, έβαλε τη
χορδή με την άκρη του δακτύλου του δεξιού του χεριού. Ενώ έβαζε τη χορδή,
ακούστηκε ένας ήχος που διαπέρασε την πόλη Καπιλαβάστου. Οι άνθρωποι της
πόλης ανησύχησαν και ρωτούσαν από πού ήρθε αυτός ο ήχος. Κάποιοι είπαν,
‘Αυτός ο ήχος ήρθε από τον Πρίγκιπα Σαρβαρτασίντα που έβαλε χορδή στο τόξο του
παππού του.’ Τότε ακούστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες κραυγές ενθουσιασμού και
χαράς από εκατοντάδες χιλιάδες θεούς κι ανθρώπους και οι θεοί στον ουρανό είπαν
αυτά τα λόγια στον βασιλιά και τον υπόλοιπο κόσμο:

«Με τον ίδιο τρόπο που ο Σοφός τέντωσε το τόξο του


χωρίς να σηκωθεί από τη θέση του [F 80a]
με τέτοια ευκολία και χωρίς αμφιβολία
θα εκπληρώσει το σκοπό του και θα κατακτήσει τις ορδές του Μάρα.»

Έπειτα, μοναχοί, ο Μποντισάτβα πήρε ένα βέλος, τέντωσε το τόξο του και πέταξε το
βέλος. Η βολή του ήταν τόσο δυνατή που το βέλος διαπέρασε τους στόχους που
είχαν στήσει ο Ανάντα, ο Ντεβαντάτα, ο Σουνταρανάντα και ο Ντανταπάνι. Μετά,
αφού το βέλος τρύπησε τον στόχο του, το σιδερένιο τύμπανο που βρισκόταν δέκα
φορές την απόσταση ακοής, διαπέρασε τις επτά φοινικιές και το σιδερένιο ομοίωμα
του χοίρου πριν τελικώς μπει μέσα στη γη και εξαφανιστεί. Στο σημείο που
εξαφανίστηκε το βέλος, σχηματίστηκε ένας κρατήρας που μέχρι τις μέρρες μας
ονομάζεται Κρατήρας του Βέλους. Τότε εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι και θεοί
έβγαλαν εκατοντάδες χιλιάδες κραυγές θαυμασμού και χαράς. Έκθαμβη η
συνάθροιση των Σάκυα είπε, ‘Πόσο εκπληκτικό! [156] Έχει τέτοια ικανότητα χωρίς να
έχει ποτέ του εκπαιδευτεί.’ Οι θεοί απ’ τον ουρανό είπαν στον βασιλιά και στο
πλήθος:

«Άνθρωποι εσείς, γιατί είστε κατάπληκτοι; Ξέρετε ποιο είναι το εκπληκτικό;


Θα κάτσει στη γη, στο κάθισμα των προηγούμενων φωτισμένων.
Κρατώντας το τόξο της γαλήνιας παραμονής,
θα ρίξει τα βέλη της απουσίας εαυτού και θα καταστρέψει τους εχθρούς-
τις μολύνσεις, θα κομματιάσει το δίχτυ των θεωρήσεων
και θα επιτύχει την ατάραχη, άσπιλη και απαλλαγμένη από δυστυχία
υπέρτατη Φώτιση.»

Μετά από αυτά τα λόγια , οι θεοί πλησίασαν τον Μποντισάτβα και τον έραναν με
θεϊκά λουλούδια. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Μποντισάτβα υπερτερούσε σε όλες τις κύριες
όψεις των κοσμικών τεχνών και σε όλες τις ασκήσεις ξεπερνούσε θεούς κι
ανθρώπους. Υπερτερούσε στο άλμα καθώς και στην γραφή, στο μέτρημα με τα
δάκτυλα, στη σύνθεση, στην αριθμητική, στην πάλη, στην τοξοβολία, στο τρέξιμο,
στην κωπηλασία, στο κολύμπι, στην ανάβαση ελέφαντα, στην ιππασία, στο οδήγημα
άμαξας, στη τέχνη του τόξου και του βέλους, [F 80b], στην ισορροπία και την
δύναμη, στον ηρωισμό, στη γυμναστική, στο οδήγημα ελέφαντα, στο πέταγμα
λάσου, στην εμφάνιση, εξάπλωση, υποχώρηση, στο άρπαγμα με το χέρι, με το πόδι,
με τη κορφή του κεφαλιού, στο κόψιμο, στο σκίσιμο, στο σπάσιμο, στο τρίψιμο, στο
χτύπημα του στόχου χωρίς να προκαλείται τραύμα, στη στόχευση των ζωτικών
σημείων, στο χτύπημα του στόχου από το άκουσμα του στόχου, στο δυνατό
χτύπημα, στο παιγνίδι των ζαριών, στη σύνθεση ποίησης, πρόζας, στη ζωγραφική,
στο δράμα, στη δραματική τέχνη, στην ανάλυση τεχνικής, στην παρακολούθηση της
ιερής φωτιάς, στο παίξιμο του λαούτου και άλλων μουσικών οργάνων, στο χορό, το
τραγούδι, την ψαλμωδία, την αφήγηση ιστοριών, την κωμωδία, στον χορό κάποιας
μουσικής, στον δραματικό χορό, στη διακωμώδηση, στη δημιουργία γιρλαντών, στο
δρόσισμα με βεντάλια, στη βαφή πολύτιμων λίθων και υφασμάτων, στη δημιουργία
οπτικών ψευδαισθήσεων, στην ανάλυση ονείρων, στα κελαιδίσματα των πουλιών,
στην ανάλυση των γυναικών, των αντρών, των αλόγων, των ελεφάντων, των
βοοειδών, των κατσικών, των αρνιών και των σκυλιών, στις τελετές και το αντίστοιχο
λεξιλόγιο, στις αποκαλυπτικές γραφές, τις αρχαίες ιστορίες, την ιστορία, τις Βέδες, τη
γραμματική, την ετυμολογία, τα φωνητικά, τις μετρήσεις και την σύνθεση, τους
κανόνες των τελετών, την αστρολογία, το φιλοσοφικό σύστημα των Σάμκυα, το
φιλοσοφικό σύστημα της Γιόγκα, τις τελετές, την τέχνη των εταίρων, το φιλοσοφικό
σύστημα Βαϊσέσικα, τα οικονομικά, την ηθική, τα υδραυλικά, τη γνώση για τους
ημίθεους, για τα game ζώα, των ήχων των πουλιών, τη λογική, της υδρομηχανικής,
την τέχνη της κηροπλαστικής, της ραπτικής, της καλαθοπλεκτικής, του κοψίματος
φύλλων και της αρωματοποιίας. [F 81a] [157] Όταν όλα αυτά ξεκαθαρίστηκαν, τότε ο
Σάκυηα Ντανταπάνι αποφάσισε να δώσει την κόρη του Γκόπα στον Μποντισάτβα. Ο
βασιλιάς Σουντοντάνα της ζήτησε και επίσημα να παντρευτεί τον Μποντισάτβα.
Έπειτα για να εναρμονιστεί με τις κοσμικές συμβάσεις, ο Μποντισάτβα βρέθηκε
ανάμεσα σε 84.000 γυναίκες και έδειξε ευχαρίστηση συμμετέχοντας σε ερωτικά
παιγνίδια. Μεταξύ αυτών των γυναικών, η Γκόπα τιτλοφορήθηκε ως η πρώτη
σύζυγος. Επειδή όμως η Γκόπα, το κορίτσι Σάκυα δεν κάλυπτε το πρόσωπό της
όταν έβλεπε την πεθερά ή τον πεθερό της, ή άλλο μέλος του εσωτερικού κύκλου,
κατακρίθηκε από τους ανθρώπους οι οποίοι έλεγαν, ‘Μια νέα σύζυγος πρέπει να
είναι καλυμμένη, όμως αυτή είναι συνεχώς ακάλυπτη.’ Η Γκόπα άκουσε τη φήμη
αυτή και είπε σε όλους τους ανθρώπους του εσωτερικού κύκλου:

«Ένα ευγενές ον λάμπει όταν είναι ακάλυπτο,


είτε κάθεται, στέκεται ή περπατάει,
σαν τον πολύτιμο λίθο ακτινοβολεί
λαμπρό στην κορφή μιας βάσης.

«Καθώς πηγαίνει το ευγενές ον λάμπει


το ίδιο λάμπει και όταν το ευγενές ον έρχεται.
Όταν σηκώνεται ή κάθεται, το ευγενές ον λάμπει.

«Όταν μιλάει το ευγενές ον, λάμπει,


το ευγενές ον λάμπει κι όταν ακόμα σιωπά,
όπως κάνει το αηδόνι όταν το βλέπουν ή το ακούν.

«Αυτός που είναι γεμάτος ιδιότητες που τον κοσμούν,


είτε φοράει ενδύματα από χορτάρι κούσα, ρούχα κακής ποιότητας
ή το σώμα του είναι ισχνό,
λάμπει με την ακτινοβολία του. [158]

«Ο ευγενής που δεν έχει καμία αρνητικότητα,


λάμπει διαρκώς
ενώ το ανώριμο ον που κάνει αρνητικές πράξεις
δεν λάμπει ποτέ ότι κι αν φορέσει.

«Όσοι έχουν γλυκό λόγο αλλά αρνητικότητα στη καρδιά,


είναι σαν ένα βάζο με δηλητήριο που πάνω πάνω έχει νέκταρ.
Μέσα τους είναι σκληροί σαν μια άγρια πέτρα.
Η συντροφιά μ’ αυτούς είναι σαν να χαϊδεύεις μια οχιά.

«’Όλοι προσεγγίζουν και τιμούν τους αληθινά ευγενείς


σαν μια ομαλή ιερή όχθη, που μπορεί όλους να τους συντηρεί.
Τα ευγενή όντα είναι σαν ένα βάζο γεμάτο με γάλα και γιαούρτι,
[F 81b] Είναι εξαιρετικά ευοίωνο να είσαι μάρτυρας μιας τέτοιας αγνής φύσης.

«Είναι πολύ ευνοϊκό να διακρίνεις


όσους απόφυγαν τους αρνητικούς φίλους
και τώρα περιβάλλονται από πνευματικούς φίλους,
όσους αποκήρυξαν τις αρνητικές πράξεις βαδίζουν με την διδασκαλία του Βούδα.

«Όσοι ελέγχουν το σώμα τους, ελέγχουν και τα σφάλματα του σώματος.


Όσοι ελέγχουν τον λόγο τους, δεν συγχέουν τα λόγια τους.
Όσοι ελέγχουν τις αισθήσεις τους είναι νοητικά ψύχραιμοι και γαλήνιοι.
Για ποιο λόγο να καλυφθεί το πρόσωπο τέτοιων όντων;

«Κάποιες μπορεί να είναι σκεπασμένες με χιλιάδες στολίδια


αλλά ο νους τους να μην έχει καμία αιδώ ούτε σεμνότητα,
κι αν δεν έχουν καμία καλή ιδιότητα ούτε αληθή λόγο,
τότε είναι σαν να περιφέρονται στον κόσμο πιο γυμνές κι απ’ τις γυμνές. [159]

«Υπάρχουν κι αυτές που καλύπτουν τον νου τους και συγκρατούν τις αισθήσεις τους,
που είναι ικανοποιημένες στο γάμο τους και δεν λαχταρούν κάτι άλλο.
Όταν λάμπουν άσκεπες σαν τον ήλιο και φεγγάρι,
για πιο λόγο να καλύψουν το πρόσωπό τους;

«Επιπλέον οι μεγάλοι σοφοί που γνωρίζουν τον νου των άλλων


και όλοι οι θεοί γνωρίζουν τις σκέψεις μου.
Γνωρίζουν την πειθαρχία μου, τις ιδιότητες, τη συγκράτησή μου και την προσοχή
μου.
Γιατί λοιπόν να καλύψω το πρόσωπό μου;»

Όταν ο βασιλιάς Σουντοντάνα άκουσε αυτόν τον ένθερμο λόγο της Γκόπα, μοναχοί,
ένοιωσε χαρά και ικανοποίηση και αγαλλίασε. Της πρόσφερε υπέροχα βαμβακερά
υφάσματα που είχαν πάνω τους πολλά είδη πετραδιών, της έδωσε ακόμα ένα
μαργαριταρένιο μενταγιόν που η αξία του έφτανε τα εκατό δις/μύρια ασημένια
νομίσματα και μια χρυσή γιρλάντα με κόκκινα μαργαριτάρια. Έπειτα ο βασιλιάς είπε:
«Όπως ο γιος μου κοσμείται με τις καλές ιδιότητες έτσι και η γυναίκα του ακτινοβολεί
με τις δικές της. Σαν την ένωση του βουτύρου με το εξευγενισμένο βούτυρο είναι η
συνάντηση των δυο αυτών έξοχων όντων.»

Έτσι ολοκληρώνεται το 12ο Κεφάλαιο - Επιδεξιότητα στις Τέχνες

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

13ο Κεφάλαιο- Ενθάρρυνση

[Β 8] Ενώ ο Μποντισάτβα βρισκόταν ανάμεσα στις συντρόφους του, μοναχοί, κατέφθασαν


εκεί πολλοί θεοί, νάγκα, γιάκσα, γκαντάρβα, ημίθεοι, γκαρούντα, κιμνάρα και και
μαχοράγκα, καθώς και ο Σάκρα, ο Μπράχμα και οι φύλακες του κόσμου, που με χαρούμενες
φωνές ανυπομονούσαν να του κάνουν προσφορές. Καθώς όμως η ώρα περνούσε, πολλοί απ'
αυτούς τους θεούς, νάγκα, γιάκσα, γκαντάρβα, ημίθεους, γκαρούντα, κιμνάρα και και
μαχοράγκα, καθώς και ο Σάκρα, ο Μπράχμα και οι φύλακες του κόσμου, άρχισαν να
σκέφτονται:
"Σαν πολύ να είναι η ώρα που κάθεται το άγιο αυτό ον με τις συντρόφους του. Υπάρχουν
όντα που ωρίμασαν για μεγάλο χρονικό διάστημα με τα τέσσερα μέσα της προσέλκυσης των
μαθητών, δηλαδή μέσω της γενναιοδωρίας, του καλού λόγου, των αξιόλογων πράξεων και
ασκώντας αυτό που διδάσκει κανείς. Όταν πραγματώσει την Φώτιση, τότε εκείνα τα όντα θα
μπορέσουν να κατανοήσουν τις διδασκαλίες του στο Ντάρμα. Όμως μέχρι τότε, οι
κατάλληλοι αυτοί δέκτες της διδασκαλίας του μπορεί να έχουν φύγει. Τότε ο Μποντισάτβα
θα φύγει απ' το σπίτι του και θα πραγματώσει την απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη
Φώτιση μόνος του."
Έτσι πλησίασαν τον Μποντισάτβα. Γεμάτοι σεβασμό και αφοσίωση ένωσαν τα χέρια τους
και υποκλίθηκαν μπροστά του. Με προσμονή κι ανησυχία τον ρώτησαν:
"Θα δούμε ποτέ τον Μποντισάτβα- αυτό το ιερό, υπέρτατο και αγνό ον- να εγκαταλείπει το
σπίτι του ως πράξη απάρνησης; Κι αφού έχει αφήσει το σπίτι του, θα τον δούμε άραγε να
κάθεται κάτω από τον βασιλιά των δέντρων, δαμάζοντας τον Μάρα και τον στρατό του, και
να φτάνει στην απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη Φώτιση;
"Πότε θα τον δούμε να αποκτά τις δέκα δυνάμεις[1] των Τατάγκατα, τα τέσσερα είδη
αφοβίας[2] των Τατάγκατα και τις δεκαοκτώ μοναδικές ιδιότητες των Βούδα[3]; [F.82.b] Ή
να στρέφει των δώδεκα όψεων απαράμιλλο τροχό του Ντάρμα; Ή να διδάσκει σύμφωνα με
τις επιθυμίες του κόσμου με τους θεούς, ανθρώπους και ημίθεους παρουσιάζοντας το εκτενές
μεγαλείο της Φώτισης και ικανοποιώντας τους;"
Για ένα μεγάλο διάστημα, μοναχοί, για πολλά αμέτρητα κάλπα, ο Μποντισάτβα δεν είχε την
ανάγκη να βασίζεται σε άλλους. Ως προς τα κοσμικά θέματα αλλά και αυτά πέραν του
κόσμου αυτού, ήταν δάσκαλος[4] του εαυτού του. Για μεγάλο διάστημα γνώριζε την στιγμή
ακριβώς, την περίσταση και την ευκαιρία για την εξάσκηση όλων των όψεων των ριζών της
αρετής. Η ανώτερη γνώση[5] του ήταν αλάνθαστη και είχε πλήρως εκδηλώσει τα πέντε είδη
υπερφυσικής γνώσης[6]. Εφόσον είχε κυριαρχία στις λειτουργίες των αισθήσεων, μπορούσε
να εκδηλώνει θαυματουργικές δυνάμεις. Γνώριζε πράγματι ποια ήταν η κατάλληλη στιγμή
και ποια δεν ήταν. [161]Σαν τον μεγάλο ωκεανό που έχει μέτρο, έβλεπε την κατάλληλη
ευκαιρία και δεν την έχανε ποτέ. Γνώριζε τα πάντα αφού κατείχε την δύναμη της ενορατικής
σοφίας.
"Αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή άφιξης, αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή απομάκρυνσης,
αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή συνάντησης, αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για καλοσύνη,
αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για ισοψυχία, αυτή είναι η στιγμή για να μιλήσει, για να
παραμείνει σιωπηλός, για να αφήσει το σπίτι του, η στιγμή για να χειροτονηθεί, αυτή είναι η
στιγμή για απαγγελία, η στιγμή για βαθύ στοχασμό, η στιγμή για να μείνει σε απομόνωση, η
στιγμή για να μείνει στον βασιλικό κύκλο, αυτή είναι η στιγμή για βρεθεί με μοναχούς και
λαϊκούς, κι αυτή είναι η στιγμή για να βρεθεί με τους θεούς, τους νάγκα, γιάκσα, γκαντάρβα,
ημίθεους, γκαρούντα, κιμνάρα, μαχοράγκα, τον Σάκρα, Μπράχμα, τους κοσμικούς
προστάτες, μοναχούς, μοναχές, καθώς και δόκιμους άντρες και γυναίκες. Αυτή είναι η
στιγμή για να διδάξει το Ντάρμα, [F.83.a] κι αυτή είναι η στιγμή για εσωτερική παραμονή."
O Μποντισάτβα πάντα γνώριζε αν η στιγμή ήταν κατάλληλη ή όχι και έβλεπε τις ευκαιρίες.
Συνηθίζεται, να επισκέπτονται οι ευλογημένοι Βούδες των δέκα κατευθύνσεων, τους
Μποντισάτβα στην τελευταία τους γέννηση, όταν αυτοί διασκεδάζουν στα γυναικεία
διαμερίσματα για να τους ενθαρρύνουν, με τη μουσική και το τραγούδι τους, να μπουν στην
πύλη του Ντάρμα.

Πάνω σ' αυτό το θέμα λέγονται τα εξής:

Όποια κι αν είναι τα τέλεια όντα που διαμένουν στους κόσμους των δέκα κατευθύνσεων,
η δική τους ιδιαίτερη δύναμη, με τη συνοδεία μουσικής,
με ευχάριστους και γλυκούς στίχους και τραγούδια,
ενθαρρύνει το υπέρτατο ον να απαρνηθεί το σπίτι του.

''Όταν είδες την μεγάλη δυστυχία των άλλων,


έκανες στο παρελθόν την ευχή
να γίνεις ο προστάτης και το καταφύγιό τους,
ο υπέρτατος υποστηρικτής και υπερασπιστής τους.

"Ενάρετε Ήρωα! Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου


και τον όρκο να βοηθάς τους άλλους.
Αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή.
Γι αυτό, Υπέρτατε Σοφέ, απαρνήσου το παλάτι σου! [162]

"Για χάρη αυτών, που στο παρελθόν εγκατέλειψες τον πλούτο σου,
ακόμα και το κεφάλι, τα χέρια και τα πόδια σου,
θα γίνεις Βούδας, ο υπέρτατος δαμαστής θεών κι ανθρώπων,
πρώτιστος στον κόσμο, θησαυροφυλάκιο εκατοντάδων ιδιοτήτων.

"Με πειθαρχία πρέπει να περάσεις δυσκολίες και στερήσεις.


Με υπομονή θα ωφελήσεις τους άλλους.
Με επιμονή θα ξεδιπλώσεις όλες τις καλές ιδιότητες.
Η συγκέντρωση και η γνώση δεν θα έχουν ισάξιά τους στα τρία πεδία.

" Τατάγκατα, η αγάπη σου θα πρέπει να περιβάλλει


τα όντα που είναι μολυσμένα απ' τον θυμό και παραμορφωμένα απ' το μίσος.
Όσοι έχουν χαθεί και δεν έχουν καμία ιδιότητα του καλού
καθώς και οι ανεπίδεκτοι, όλοι πρέπει να νοιώσουν την συμπόνοια σου.

"Με τις ιδιότητες και τη σοφία σου, το σώμα σου διαπερνάτε από αρετή.
Με την αψεγάδιαστη συγκέντρωσή σου και την ανώτερη γνώση σου, αστράφτεις.
Φωτίζεις τις δέκα κατευθύνσεις,
όπως το ακηλίδωτο φεγγάρι χωρίς σύννεφα."

Διάφορα τέτοια ευχάριστα λόγια με τη συνοδεία μουσικής [F.83.b]


τραγουδούν οι Νικητές,
ενθαρρύνοντας Αυτόν που Τιμούν Θεοί και Άνθρωποι, λέγοντας:
'Ήρθε η ώρα να απαρνηθείς το παλάτι σου."

Η κατοικία του Μποντισάτβα, μοναχοί, ήταν πραγματικά εξαίσια και γεμάτη με τα πιο
υπέροχα αγαθά. Είχε όλα αυτά που είναι απαραίτητα για μια άνετη ζωή, κάθε τι που μπορεί
να επιθυμούσε κανείς. Ήταν σαν ένα θεϊκό παλάτι, είχε τις ομορφότερες βεράντες,
πυργίσκους, στοές, φεγγίτες, διαδρόμους, ορόφους και αίθρια. Ήταν στολισμένη με όλα τα
είδη πολύτιμων λίθων σε πολλά και διάφορα σχέδια και σχήματα. Υπήρχαν ομπρέλες,
λάβαρα και σημαίες. Υπέροχες καμπάνες από πολύτιμα πετράδια κρέμονταν από δικτυωτά
πλέγματα μαζί με μεταξένιες σερπαντίνες. Υπήρχαν γιρλάντες από μαργαριτάρια και
πολύτιμα πετράδια και γεφύρια που οι σανίδες τους ήταν στολισμένες με πολύτιμες πέτρες.
Παντού κρέμονταν γιρλάντες λουλουδιών και στολίδια. Αρωματικά θυμιάματα καίγονταν
έχοντας μεταξωτά στέγαστρα από πάνω τους. Αρωματικά λουλούδια κάθε εποχής στόλιζαν
το έδαφος, και οι λίμνες ήταν γεμάτες με ολάνθιστους λευκούς λωτούς. Σ' αυτές τις λίμνες
υπήρχαν σμήνη από διάφορα είδη πουλιών, όπως leafbirds, παπαγάλοι, μάινες, κούκοι,
κύκνοι, παγώνια, άγριες χήνες, kunalas, και φασιανοί που τραγουδούσαν με τις όμορφες
φωνές τους. Κάποιαμέρη ήταν καλυμμένα με λάπις λάζουλι και αντανακλούσαν τα όμορφα
χαρακτηριστικά του παλατιού. Ήταν τόσο απολαυστικό να το κοιτάς, που δεν το χόρταινες
ποτέ.
Το εξαίσιο και τέλειο μέγαρο που έζησε ο [163] Μποντισάτβα ήταν πηγή εξαιρετικής
απόλαυσης και χαράς. Στο παλάτι του το σώμα του ήταν πάντοτε αγνό και αμόλυντο, ήταν
στολισμένος με γιρλάντες λουλουδιών και κοσμήματα και τα άκρα του μοσχομύριζαν απο τα
καλύτερα και πιο γλυκά λάδια. Τα καλύτερα ακηλίδωτα λευκά ρούχα χωρίς καμιά ατέλεια,
κάλυπταν το σώμα του. Τα στρωσίδια του ήταν φτιαγμένα με εκλεκτά υφάσματα από τα
καλύτερα νήματα, που ήταν τόσο απαλά όσο το ύφασμα κατσαλίντι (kacalindi). [F.84.a]
Εκεί, στην εξαίσια κλίνη του, ξάπλωνε περιτριγυρισμένος από τις υπέροχες συντρόφους του,
που όλες τους έμοιαζαν με θεές. Όλες τους είχαν ενάρετη, ευχάριστη και ωφέλιμη
συμπεριφορά.
Σ' αυτό το όμορφο παλάτι, ο Μποντισάτβα ξύπνησε από τον γλυκό και μελωδικό ήχο
κοχυλιών, μεταλλικών, πήλινων και ξύλινων τυμπάνων, λαούτων, άρπας, ντεφιών, κυμβάλων
και φλάουτου που συνόδευαν όμορφα τραγούδια. Οι κόρες ξύπνησαν τον Μποντισάτβα με
όμορφα και απαλά τραγούδια με τη συνοδεία φλάουτου. Με την χάρη όμως των
Ευλογημένων, των Βούδα των δέκα κατευθύνσεων, τα όργανα άρχισαν ενθαρρύνουν τον
Μποντισάτβα αντηχώντας αυτούς τους στίχους:

Τα κορίτσια είναι απολαυστικά και χαρούμενα.


Παίζουν υπέροχες μελωδίες στα όμορφα όργανα.
Τότε, με την δύναμη των Νικητών των δέκα κατευθύνσεων,
ακούστηκαν με ποικίλους τρόπους αυτοί οι στίχοι:

''Όταν είδες τα όντα που ποτέ δεν είχαν προστάτη,


Ήρωα, πήρες τον ακόλουθο όρκο:
'Θα αφυπνιστώ στην υπέρτατη κατάσταση όπου δεν υπάρχουν γηρατειά ή θλίψη
ώστε να ελευθερώσω όλα τα όντα από τον θάνατο, τα γηρατειά και τ' άλλα βάσανα.'

"Επομένως, Ενάρετε, άφησε γρήγορα αυτήν την όμορφη πόλη


και ασκήσου όπως οι σοφοί του παρελθόντος.
Όταν φτάσεις στο κατάλληλο μέρος της γης,
θα αφυπνιστείς στην ασύγκριτη σοφία των Νικητών. [164]

"Στο παρελθόν εγκατέλειψες τον εξαίσιο πλούτο και τα αγαθά σου,


ακόμα και τα χέρια, τα πόδια και το αγαπημένο σου σώμα.
Μεγάλε Σοφέ, ήρθε ή ώρα.
Αποκάλυψε το απεριόριστο ποτάμι του Ντάρμα στα όντα.

"Η αμόλυντη και ενάρετη πειθαρχία σου δεν έσπασε ποτέ.


Σε κοσμούσαν πάντοτε άριστες ιδιότητες.
Μεγάλε Σοφέ, κανείς δεν έχει την δική σου πειθαρχία.
Τώρα πρέπει να ελευθερώσεις τα όντα από τις διάφορες μολύνσεις τους.

"Για εκατοντάδες ζωές εξασκήθηκες στην υπομονή.


Έδειξες υπομονή σε όλα τα είδη αρνητικού λόγου.
Μέσω της υπομονής έχεις μακροθυμία, αυτοέλεγχο και χαλαρότητα.
Άρχοντα των Ανθρώπων, πρέπει να αποφασίσεις τώρα την αναχώρησή σου από το σπίτι.
[F.84.b]

"Η επιμονή σου είναι σταθερή, ακλόνητη κι ατάραχη.


Τατάγκατα, απ' την αρχή μέχρι το τέλος είσαι σπουδαίος.
Ενάρετε, θα δαμάσεις τον αρνητικό Μάρα και τον στρατό του,
και θα αδειάσεις τα τρία κατώτερα πεδία.

"Γι αυτό ασκήθηκες στην πειθαρχημένη συμπεριφορά και τις στερήσεις:


για να κάψεις τις μολύνσεις αυτής της αρνητικής και παρηκμασμένης εποχής.
Άσε τώρα να πέσει η βροχή του νέκταρ
για να καταπραΰνει την δίψα των απροστάτευτων.

"Θυμήσου τώρα τον υπέρτατο όρκο του παρελθόντος:


'θα αφήσω πίσω την όμορφη πόλη,
θα επιτύχω γρήγορα την κατάσταση που δεν έχει θάνατο ή θλίψη,
και θα ικανοποιήσω αυτούς που υποφέρουν από την δίψα με το νέκταρ της αθανασίας. '

"Επιδέξιος είσαι στις υπέρτατες πράξεις της σοφίας.


Η σοφία σου είναι απέραντη και απεριόριστη.
Νικητή, φώτισε τώρα με το όμορφο φως της γνώσης
εκείνους που είναι δέσμιοι της πλάνης και της αμφιβολίας.

"Για εκατοντάδες ζωές ασκήθηκες στην αγάπη


καθώς και στην συμπόνοια, την χαρά και την ισοψυχία.
Τώρα θα πρέπει να μοιραστείς
όλες τις τέλειες πράξεις σου με τα όντα."

Όλοι αυτοί οι στίχοι, τα υπέροχα άνθη των ιδιοτήτων,


που αντηχούν μέσα απ' την μουσική,
γεννήθηκαν από τη χάρη των Νικητών των δέκα κατευθύνσεων,
ενθαρρύνοντας τον νέο που αναπαύεται στην κλίνη του.

Εκείνη την ώρα, οι χαρωπές νέες που φέρνουν απόλαυση


καθώς είναι πολύ όμορφες, έπαιζαν γλυκές μελωδίες.
Την ίδια στιγμή ακούστηκε από τους Νικητές των δέκα κατευθύνσεων,
που δαμάζουν θεούς κι ανθρώπους,
μέσω των μουσικών οργάνων,
ο τέλειος αυτός λόγος με μελωδική φωνή: [165]

"Εσύ που ωφελείς τα όντα και κατέχεις πολλές ιδιότητες,


έκανες δικές σου τις αρετές των Νικητών ταξιδεύοντας στα μονοπάτια.
Θυμήσου την πειθαρχημένη συμπεριφορά και τις στερήσεις του παρελθόντος.
Πήγαινε γρήγορα στο έξοχο δέντρο και πραγμάτωσε την αθανασία.

" Διψασμένοι είναι οι θεοί κι οι άνθρωποι, που στερούνται τις ιδιότητες των Νικητών.
Η βούλησή σου όμως είναι ίση με την αποστολή σου, γι αυτό δώσε τους το νέκταρ της
αθανασίας.
Κατέχεις τα χαρακτηριστικά των δέκα δυνάμεων και όλοι οι λόγιοι σε τιμούν.
Γρήγορα, Άρχοντα των Ανθρώπων, χορήγησε αυτό το νέκταρ.

"Ευεργέτη του Κόσμου, εσύ, χαίρεσαι με τις ιδιότητες των Νικητών.


Σε προηγούμενες ζωές σου, έδωσες την περιουσία, τα πετράδια και το χρυσό σου [F.85.a]
την αγαπημένη σύζυγο και τα παιδιά σου, την γη, τις πόλεις και τα χωριά,
κι ακόμα και το κεφάλι, τα μάτια, τα χέρια και τα πόδια σου.

"Άριστε των Ανθρώπων, στο παρελθόν υπήρξες ενάρετος βασιλιάς.


Όταν ερχόταν μπροστά σου κάποιος κι έλεγε,
'Δώσε μου σε παρακαλώ την γη αυτή με τις πόλεις και τα χωριά,'
εσύ τα έδινες με χαρούμενο και αδιατάραχτο νου.

Στον παρελθόν ήσουν ο προσωπικός ιερέας του βασιλιά.


Φρόντιζες τους άρχοντες και δεν έκανες κακό σε κανέναν.
Ήσουν ο καλύτερος ιερέας και έβαλες στον δρόμο της αρετής πολλά κοινά όντα.
Μετά τον θάνατό σου, επαναγεννήθηκες στα πεδία των θεών.

"Πρίγκιπα, στο παρελθόν ήσουν ένας άριστος σοφός.


Τότε ένας κακός βασιλιάς σου έκοψε τα άκρα απ' τον θυμό του, [166]
αλλά ο νους σου παράμεινε ατάραχος και ολοκλήρωσες τα καθήκοντα της κάστας σου.
Γάλα έτρεξε από τα χέρια και τα πόδια σου τότε.

"Στο παρελθόν υπήρξες ο γιος ενός σοφού, ο Συάμα,


και απολάμβανες την δύσκολη πειθαρχία σου στα υπέροχα καταφύγια των βουνών.
Όταν κάποιος άρχοντας σε τρύπησε με τα δηλητηριώδη βέλη του,
δεν ταράχτηκες κι ένοιωσε λύπη για εκείνον.

"Ω Αγγείο Ιδιοτήτων, στο παρελθόν όταν ήσουν αρχηγός μιας αγέλης ελαφιών,
ένας κυνηγός παρασύρθηκε από έναν τρομερό ορεινό στρόβιλο.
Θέλοντας να τον βοηθήσεις, τον μετέφερες στο στεγνό έδαφος.
Ακόμα κι όταν μετέφερες τον εχθρό σου στην ασφάλεια, παρέμενες ήρεμος.

"Τέλειε Άνθρωπε, στο παρελθόν είχες γεννηθεί γιος ενός ιερέα.


Όταν το πολύτιμο πετράδι σου έπεσε στον ωκεανό,
εσύ στέγνωσες τον ωκεανό.
Πήρες το πολύτιμο πετράδι σου καθώς είσαι ο δυνατός και ακλόνητος ηγέτης των
ανθρώπων.

" Τέλειο Ον, στο παρελθόν υπήρξες ένας άγιος σοφός.


Κάποτε όταν σε πλησίασε ένας ιερέας λέγοντας, 'Προστάτεψέ με σε παρακαλώ,'
εσύ Σοφέ του είπες, 'Αξιοσέβαστε ιερέα, θα σε απαλλάξω απ' τον εχθρό σου.'
Κι έδωσες το σώμα σου, ενώ ο ιερέας κράτησε το δικό του.

"Στο παρελθόν όταν βρέθηκες στο μέρος του σοφού Συάμα κοντά σ' ένα δέντρο,
σε ρώτησε πόσα φύλλα έχει το δέντρο.
Με την ικανότητα που είχες μέτρησες ακριβώς τα φύλλα [F.85.b]
και του είπες τον αριθμό. [167]

"Στο παρελθόν υπήρξες ένας ενάρετος, γρήγορος παπαγάλος που ζούσε σ' ένα δέντρο.
Αν και το δέντρο ξεράθηκε, εσύ παράμεινες μνημονεύοντας την καλοσύνη του.
Ο βασιλιάς των θεών είδε τις αρετές σου και αγαλλίασε,
και επανάφερε το τέλειο δέντρο στην προηγούμενη δόξα του.

"Η πειθαρχημένη συμπεριφορά και οι δοκιμασίες σου είναι ασύγκριτες.


Είσαι δοχείο αρετής, γεμάτος ιδιότητες και βαδίζεις στο μονοπάτι της αρετής.
Ήρθε η ώρα να εγκαταλείψεις το σπίτι και τη γη σου.
Γρήγορα, θεμελίωσε τα όντα στις ενάρετες πράξεις των Νικητών."

Όταν οι εξαίσιες χαρωπές γυναίκες, με τις εξαιρετικές φορεσιές και τα στολισμένα τους
σώματα,
άρχισαν να παίζουν γλυκιά μουσική στα καλύτερα μουσικά όργανα,
τότε, από τη χάρη των Νικητών των δέκα κατευθύνσεων,
πρόβαλλαν αυτοί οι υπέροχοι στίχοι μέσα απ' τους υπέροχους ήχους της μουσικής:

"Ορκίστηκες πως, θα είσαι ο προστάτης του κόσμου που βάλλεται από τα γηρατειά και τον
θάνατο.
Φως του Κόσμου, για πολλά κάλπα στο παρελθόν έκανες αυτή την ευχή.
Λέοντα των Ανθρώπων, θυμήσου τις προηγούμενες προσευχές σου.
Άρχοντα των Ανθρώπων, ήρθε η ώρα να αποκηρύξεις το σπίτι σου.

"Για δις/μύρια ζωές, έκανες γενναιόδωρα πολλά πλούσια δώρα,


χάρισες τον πλούτο σου, τα πετράδια, τον χρυσό σου, όμορφα υφάσματα, πολύτιμους λίθους,
τα χέρια, τα πόδια και τα μάτια σου, το αγαπημένο σου παιδί και τον πλούτο του βασιλείου
σου,
χωρίς ποτέ να νοιώθεις ενόχληση ή θυμό γι αυτούς που τα αποκτήσαν.
"Εσύ Σασικέτου, υπήρξες ένας ειρηνικός βασιλιάς με ωραία οδοντοστοιχία,
είχες αγάπη και συμπόνοια κι ένα στέμμα με πετράδια που έλαμπε σαν το φεγγάρι. [168]
Αυτές ήταν οι κύριες πράξεις σου, δυνατέ ήρωα με τα όμορφα μάτια ενός βασιλιά.
Ως βασιλιάς εξασκήθηκες με χαρά στην γενναιοδωρία για δις/μύρια χρόνια.

"Για πολλά κάλπα Τατάγκατα ασκήθηκες στην πειθαρχία.


Σαν το αψεγάδιαστο πετράδι η πειθαρχία σου υπήρξε αγνή.
Όπως το θηλυκό γιακ που προστατεύει το μικρό της, έτσι φύλαξες την πειθαρχία σου.
Απολαμβάνεις την πειθαρχία και γι αυτό κάνεις τόσα πολλά για το όφελος των όντων.

"Τα βέλη του κακού κυνηγού σε χτυπούν, αλλά όπως ο τέλειος ελέφαντας,
αισθάνεσαι αγάπη και συμπόνοια γι αυτόν τον σκληρό εχθρό και το προστατεύεις.[F.86.a]
Του έδωσες τους όμορφους χαυλιόδοντές σου αλλά δεν εγκατέλειψες την πειθαρχία σου.
Τέτοια πειθαρχία έδειξες πολλές φορές.

"Έχεις ανεκτικότητα, έδειξες υπομονή στα βάσανα, τη δυστυχία,


τα σκληρά λόγια, τους φόνους και την φυλάκιση που υπέστης απ' τους άλλους.
Στο παρελθόν παρείχες κάθε άνεση στους άλλους
αν και εκείνοι υπήρξαν οι δήμιοι σου, παρόλα αυτά είχες υπομονή.

"Κάποτε Προστάτη, υπήρξες αρκούδα που ζούσε σε μια ορεινή σπηλιά.


Τότε έσωσες έναν τρομοκρατημένο άνθρωπο από μια χιονοστιβάδα.
Του πρόσφερες ρίζες και μούρα και κάθε άνεση,
αν και μετά σε άρπαξε και σε σκότωσε, εσύ έδειξες υπομονή.

"Όταν περνούσες δοκιμασίες, αναζητούσες την Φώτιση και την σοφία των πολλών
ιδιοτήτων.
Είχες σθένος, αποφασιστικότητα, αμετάβλητη απόφαση και επιμονή.
Η δύναμη της επιμονής σου ξεπερνούσε ακόμα και εκείνη του πιο ισχυρού δαίμονα.
Λέοντα των Ανθρώπων, ήρθε η στιγμή της απάρνησης. [169]

Στο παρελθόν υπήρξες το καλύτερο άλογο που ήταν λευκό σαν χιόνι.
Με συμπόνοια, ταξίδεψες γρήγορα στον ουρανό προς τον τόπο των δαιμόνων.
Έσωσες ανθρώπους σε απόγνωση και τους έφερες στην ασφάλεια.
Πολλές φορές επέδειξες τέτοιον ζήλο.

"Είσαι επιδέξιος στον διαλογισμό, κατάστρεψες τις μολύνσεις


με γαλήνη, πειθαρχία και προσπάθεια
και δάμασες τον άστατο νου, που κυνηγά τις απολαύσεις των αισθήσεων.
Απολαμβάνεις την συγκέντρωση και γι αυτό οι ιδιότητές σου ωφελούν τους άλλους.
Τώρα, Τέλειο Ον, ήρθε η ώρα να δείξεις την συγκέντρωσή σου.

" Στο παρελθόν ήσουν ένας εύπορος σοφός που ευχαριστιόταν με τον διαλογισμό.
Όταν οι άνθρωποι έχασαν τον βασιλιά τους, σε προσκάλεσαν και σε έχρισαν βασιλιά τους.
Εσύ τους έδειξες τις δέκα αρετές και τους έβαλες στον δρόμο του Μπράχμα.
Αργότερα όταν πέθαναν, πήγαν στο πεδίο του Μπράχμα.

"Γνωρίζεις τη τύχη των όντων στις δέκα κατευθύνσεις, έχεις τελειοποιήσει αυτήν την τέχνη.
[F.86.b] Γνωρίζεις τις πράξεις τους, τη γλώσσα και τις δυνατότητές τους.
Τελειοποίησες τον τρόπο, την πειθαρχία και τα διάφορα είδη ενθύμησης.
Πρίγκηπα, ήρθε η ώρα της απάρνησης.
"Όταν στο παρελθόν έβλεπες κάποιον με λανθασμένες απόψεις,
να υποφέρει από τα γηρατειά, τον θάνατο και όλες τις άλλες μολύνσεις,
τον οδηγούσες στον ορθό δρόμο που εξαλείφει την ύπαρξη.
Εσύ που κατέκτησες το σκοτάδι, ωφέλησες πολύ τον κόσμο."

Όλοι αυτοί οι ενάρετοι και όμορφοι στίχοι που πρόβαλλαν από τους ήχους των οργάνων,
από την χάρη των Νικητών, ενθάρρυναν τον ήρωα: [170]
"Ευφυή Εσύ, ήρθε η ώρα της απάρνησης.
Όταν δεις τα βασανισμένα όντα, μην μείνεις αδιάφορος."

Οι ευχάριστες και χαρωπές γυναίκες που ήταν στολισμένες


με όμορφα ρούχα, κοσμήματα, κολιέδες, αρώματα και γιρλάντες λουλουδιών,
ξύπνησαν το Υπέρτατο Ον με μουσική και τραγούδια.
Από την δύναμη των Νικητών, τα όργανα αντηχούσαν αυτούς τους στίχους:

"Το όφελος των όντων σε έκανε να εγκαταλείψεις για πολλά κάλπα


αυτό που δύσκολα εγκαταλείπεται , να έχεις πειθαρχία, υπομονή και ζήλο.
Μέσα από την εξάσκησή σου στην συγκέντρωση και την γνώση, ήρθε η ώρα.
Οδηγέ, γρήγορα στρέψε τον νου σου στην απάρνηση, χωρίς ν' αργείς!

"Προτού παραιτηθείς από τον πλούτο των κοσμημάτων, του χρυσού, του ασημιού και των
πολύτιμων λίθων,
σε όλες σου τις ζωές, έκανες πολλών ειδών θυσίες.
Χάρισες τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, αγόρια και κορίτσια,
το σώμα, το βασίλειό σου ακόμα και την ζωή σου.
Για χάρη της Φώτισης, έδωσες άνευ όρων αυτό που δύσκολα εγκαταλείπει κανείς.

"Υπήρξες βασιλιάς πλούσιος αρετών και μεγαλειώδης.


Ήσουν ο Nimindhara, ο Nimi, ο Kṛṣṇabandhu, ο Brahmadatta, ο Keśarin,
ο Sahasrayajña, ο Dharmacinti, ο Arcimat, και ο Dṛḍhadhanu.
Σκεπτόμενος την περίσταση καλά, έδινες στους κατώτερους αυτό που δύσκολα δίδεται.

"Υπήρξες ο ισχυρός Sutasoma, ο Dīptavīrya, και ο Puñyaraśmi. [F.87.a]


Ήσουν γενναιόδωρος και δυνατός και αναγνώριζες την καλοσύνη των άλλων.
Σοφέ Βασιλιά, υπήρξες ο Satyavardhana, ο ήρωας που είναι σαν το φεγγάρι,
ο βασιλιάς Subhāṣitagaveṣin και ο πράος Sumati. [171]

"Υπήρξες ο Candraprabha, Viśeṣagāmin, και ο Reṇu ο άρχοντας των δέκα κατευθύνσεων


ο βασιλιάς του Κάσι Pradānasūra, ο Ratnacūḍa και ο Śāntaga.
Όταν ήσουν ένας απ' αυτούς τους βασιλιάδες καθώς και άλλοι, έδινες αυτό που δύσκολα
δίδεται.
Όπως έδινες βροχή τα δώρα τότε, έτσι και τώρα δώσε την βροχή του Ντάρμα.

"Στο παρελθόν είδες τόσα πολλά άριστα όντα όσοι είναι οι κόκκοι της άμμου του Γάγγη
και έκανες απεριόριστες και ασύλληπτες προσφορές σ' αυτά.
Επειδή αναζήτησες την υπέρτατη αφύπνιση για να απελευθερώσεις τους άλλους,
Ήρωα, τώρα ήρθε η ώρα να απαρνηθείς την τέλεια αυτή πόλη.

"Στην αρχή πρόσφερες στον Amoghadarśin ένα λουλούδι σάλα.


Γεμάτος αφοσίωση για μια στιγμή είδες τον Βαϊροτσάνα.
Στον Dundubhisvara πρόσφερες ένα φρούτο μυρομπάλαν.
Όταν είδες το σπίτι του Candana ύψωσες τον χόρτινο πυρσό σου ψηλά.
"Όταν μπήκε ο Ρένου στην πόλη τον έρανες με ευωδιαστή πούδρα.
Όταν ο Dharmeśvara δίδασκε το Ντάρμα τον χειροκρότησες.
Όταν είδες τον Samantadarśin εξέφρασες τον σεβασμό σου σ' αυτόν.
Στον Mahārciskandhin έριξες με χαρά μια χρυσή αλυσίδα.

"Στον Dharmadhvaja πρόσφερες ρούχα και στον Nirodha μια χούφτα φασόλια.
Στον Jñānaketu ένα λουλούδι από δέντρο ασόκα και σούπα στον Sārathi.
Πρόσφερες ένα κερί στον Ratnaśikhin και φάρμακα στονPadmayoni.
Στον Sarvābhibū πρόσφερες ένα μαργαριταρένιο περιδέραιο και έναν λωτό στον Sāgara.

"Πρόσφερες μια αψίδα στον Padmagarbha και ένα αδιάβροχο κάλυμμα στον Siṃha.
Στον Śālendrarāja πρόσφερες καθαρό βούτυρο και γάλα στον Puṣpita [172]
Στον Yaśodatta λουλούδια κουρούντα και τροφή στον Satyadarśin.
Υποκλίθηκες στον Jñānameru και πρόσφερες ράσα στον Nāgadatta.

"Στον Atyuccagāmin πρόσφερες το καλύτερο σανταλόξυλο και μια χούφτα αλάτι στον Tiṣya.
Στον Mahāvyūha λωτούς και στον Raśmirāja πολύτιμα πετράδια [F.87.b]
Στον Σακυαμούνι πρόσφερες μια χούφτα χρυσό και ύμνησες τον Ιντρακέτου.
Στον Sūryānanda πρόσφερες σκουλαρίκια και μια χρυσή κορώνα στον Sumati.

"Στον Nāgābhibhū πρόσφερες ένα πολύτιμο πετράδι και στον Puṣya ένα βαμβακερό
μαξιλάρι.
Στον Bhaiṣajyarāja μια πολύτιμη ομπρέλα και έναν θρόνο στον Siṃhaketu.
Στον Guṅāgradhāri ένα δίχτυ από πολύτιμους λίθους και στον Κάσιαπα μουσικά όργανα.
Στον Arciketu πρόσφερες μοσχομυριστές πούδρες και λουλούδια στον Caityaka.

"Στον Akṣobhyarāja πρόσφερες ένα πολυόροφο παλάτι και στον Lokapūjita μια γιρλάντα
λουλουδιών.
Στον Tagaraśikhin πρόσφερες το βασίλειό σου και στον Durjaya πολλά θυμιάματα.
Στον Mahāpradīpa πρόσφερες τον εαυτό σου και στον Padmottara κοσμήματα.
Στον Dharmaketu διάφορα λουλούδια και μπλε λωτούς στον Dīpaṃkara.

"Στο παρελθόν έκανες αυτές καθώς και άλλες προσφορές,


πολλές και υπέροχες, στα άριστα όντα.
Θυμήσου τους Βούδες του παρελθόντος και τις προσφορές που έκανες σ' αυτούς τους
δασκάλους.
Μην εγκαταλείπεις αυτούς που υποφέρουν χωρίς προστασία και φύγε από το σπίτι σου.

"Μόλις είδες τον Ντιπαμκάρα, πραγμάτωσες την υπέρτατη υπομονή


και ανακάλυψες τις πέντε άφθαρτες ενοράσεις.
Εν συνεχεία έκανες ασύλληπτες προσφορές
για απροσμέτρητα κάλπα σε όλους τους Βούδες των κόσμων. [173]

"Αμέτρητα κάλπα πέρασαν κι αυτοί οι Βούδες πέρασαν στην νιρβάνα.


Που είναι τώρα τα σώματα και τα ονόματα του παρελθόντος;
Όλα τα πράγματα από την φύση τους είναι παροδικά. Δεν υπάρχει μονιμότητα στην
εξαρτημένη ύπαρξη.
Απολαύσεις, βασίλεια και χαρές είναι παροδικά, γι αυτό άφησε την τέλεια αυτή πόλη.

" Σαν την άγρια και τρομακτική κόλαση, όταν το κάλπα αυτό φτάσει στο τέλος του,
τα γηρατειά, η αρρώστια και ο θάνατος θα φέρουν τρομερό φόβο.
Τελικά, όλα τα πράγματα είναι εξαρτημένα και γι αυτό δεν διαρκούν.
Κοίταξε αυτούς που υποφέρουν πολύ Ικανέ Εσύ, και απαρνήσου." [F.88.a]

Καθώς η ομάδα των γυναικών, ξυπνούσε τον Άρχοντα των Ανθρώπων


που χαλάρωνε στο αναπαυτικό του κρεβάτι,
με τους ήχους του λαούτου, της φλογέρας και άλλων οργάνων,
εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν από τα όργανα οι ακόλουθοι στίχοι:

"Οι τρεις κόσμοι φλέγονται από τη δυστυχία των γηρατειών και της αρρώστιας.
Αυτός ο κόσμος φλέγεται απ' τη φωτιά του θανάτου χωρίς προστασία.
Από την πλάνη της ελαττωματικής ύπαρξης
τα όντα στριφογυρίζουν σαν την μέλισσα που πιάστηκε μέσα σε βάζο.

"Οι τρεις κόσμοι είναι ασταθείς, σαν τα φθινοπωρινά σύννεφα.


Η γέννηση κι ο θάνατος των όντων είναι σαν να είσαι θεατής σε ένα παιχνίδι.
Η ζωή ενός όντος τελειώνει γρήγορα,
σαν την αστραπή στον ουρανό ή το ορεινό ρυάκι.

"Από την δύναμη της άγνοιας και της λαχτάρας για ύπαρξη,
τα όντα γεννιούνται ως άνθρωποι ή θεοί ή στα κατώτερα πεδία.
Από την άγνοια τους περιφέρονται συνεχώς μέσα σ' αυτές τις πέντε υπάρξεις
όπως γυρίζει ο τροχός του αγγειοπλάστη.

"Όμορφες μορφές, γλυκείς ήχοι, μεθυστικά αρώματα,


νόστιμες γεύσεις και απολαυστικές αφές-
η παγίδα των ατυχών αυτών στιγμών πιάνει τα όντα,
όπως η παγίδα του κυνηγού που πιάνει μια μαϊμού.

"Τα αντικείμενα των απολαύσεων οδηγούν σε μεγάλα βάσανα και πόνο.


Φέρνουν φόβο, γεννούν εχθρούς και οδηγούν σε εκφυλισμό.
Το ευγενές ον τα απορρίπτει, σαν δοχείο αποβλήτων,
σαν την κόψη του σπαθιού ή τον δηλητηριώδη κισσό.

" Τα αντικείμενα των απολαύσεων φέρνουν φόβο και εκφυλισμό.


Μας βασανίζουν όταν τα σκεφτόμαστε και μας τυφλώνουν.
Πάντα δημιουργούν αιτίες φόβου και είναι η ρίζα της δυστυχίας.
Κάνουν το κλήμα της λαχτάρας για ύπαρξη να μεγαλώνει. [174]

"Σαν έναν τρομακτικό λάκκο φωτιάς


αντιλαμβάνεται ο ευγενής την επιθυμία.
Ή την βλέπουν σαν ένα μεγάλο βάλτο ή σαν να περπατάς πάνω σε σπαθιά,
ή σαν την κόψη του μαχαιριού που είναι αλειμμένη με μέλι.

"Σαν κεφάλι οχιάς ή δοχείο αποβλήτων


αντιλαμβάνεται ο σοφός την επιθυμία.
Οι επιθυμίες μοιάζουν με οξύ πόνο και είναι εύθραυστες σαν το αυγό πουλιού.
Σαν το κόκκαλο ανάμεσα σε σκύλους είναι η κύρια αιτία της εχθρότητας.

"Τα επιθυμητά αντικείμενα είναι σαν αντανάκλαση του φεγγαριού στο νερό,
σαν αντικατοπτρισμός ή ηχώ,
σαν ψευδαίσθηση ή ένα θεατρικό έργο,
σαν όνειρο-έτσι τα αντιλαμβάνονται οι ευγενείς.
"Τα επιθυμητά αντικείμενα είναι φευγαλέα και κενά.
Είναι αναληθή σαν μαγική ψευδαίσθηση ή αντικατοπτρισμός.
Δεν έχουν ουσία, είναι σαν φούσκα στο νερό ή αφρός.
Οι γνώστες ξέρουν πως αυτά τα αντικείμενα αναδύονται από την διανοητικότητα. [F.88.b]

"Όταν είναι νέος κανείς κι έχει όμορφο σώμα,


είναι αρεστός και επιθυμητός και φέρεται σαν παιδί.
Όταν όμως η ηλικία, τα βάσανα και οι αρρώστιες νικήσουν την λαμπρότητα του σώματος,
τότε αυτός εγκαταλείπεται, σαν το στεγνό ποτάμι που εγκαταλείπεται από το ελάφι.

"Όταν είναι ισχυρός με τα καλύτερα αγαθά, στάρια και πλούτο,


είναι αρεστός και επιθυμητός και φέρεται σαν παιδί.
Όταν όμως ξοδευτούν τα αγαθά κι έρθουν τα βάσανα,
αυτός εγκαταλείπεται, σαν μια άδεια έρημο.

"Σαν το δέντρο με τους ανθούς και τους καρπούς


οι άνθρωποι αγαπούν αυτόν που ευχαριστιέται όταν προσφέρει.
Όταν όμως η αφθονία φύγει, γίνεται ζητιάνος, και δυστυχεί στα γηρατειά του.
Τότε είναι αντιπαθής, όπως ο γύπας.

"Όταν είναι δυνατός, πλούσιος και όμορφος κανείς, είναι σαν άρχοντας.
Οι άνθρωποι αρέσκονται να τον συναντούν και ευχαριστεί τις αισθήσεις τους.
Όταν όμως γεράσει, ξοδέψει τον πλούτο του και υποφέρει από αρρώστιες,
τότε είναι δυσάρεστος σαν τον θάνατο.

"Όταν γεράσει κανείς και περάσει η νεότητα,


σαν το δέντρο που το χτύπησε κεραυνός,
είναι φθαρμένος και τρομακτικός, σαν ένα ερείπιο.
Πες μας γρήγορα Σοφέ, πως θα αποφύγουμε τα γηρατειά!

"Τα γηρατειά μαραίνουν άνδρες και γυναίκες,


σαν αυτό που κάνει ο κισσός malu στο πυκνό δάσος sala.
Τα γηρατειά κλέβουν τον ζήλο, την ενέργεια και την δύναμη
σαν κάποιον που πιάστηκε σε βάλτο.

"Τα γηρατειά κάνουν τον όμορφο άσχημο.


Κλέβουν το μεγαλείο και τη δύναμή του.
Παίρνουν την ευτυχία και σε κατατροπώνουν.
Φέρνουν τον θάνατο και καταστρέφουν την ζωτική ενέργεια. [175]

"Φέρνουν εκατοντάδες αρρώστιες και χτυπούν με ασθένειες


που βασανίζουν τα όντα, σαν το ελάφι που βασανίζεται από δασική φωτιά.
Δες τα όντα που έχουν καταβληθεί από τα γηρατειά και την αρρώστια,
και εξήγησε μας γρήγορα πως θα απαλλαχθούμε από την δυστυχία!

"Έτσι όπως ο βαρύς χιονιάς τον χειμώνα


κλέβει όλη τη ζωή από το γρασίδι, τα δέντρα και τα βότανα,
το ίδιο, αλλοίμονο, κλέβουν την ζωτικότητα των όντων η αρρώστια και τα γηρατειά
καταστρέφοντας τις ικανότητες, το σώμα και την δύναμή τους.

"Τα γηρατειά και η αρρώστια εξαντλούν τα αποθέματα πλούτου και αγαθών.


Φέρνουν μεγάλη αγωνία στα όντα.
Δημιουργούν πικρία και εχθρότητα σε αγαπημένους,
τους βασανίζουν όλους όπως ο ήλιος στον ουρανό.

"Όταν έρχεται η ώρα του θανάτου


είναι αποχωρισμένος κανείς από τους αγαπημένους του και τα πράγματά του.
Δεν θα υπάρξει επιστροφή ούτε συναπάντημα ξανά,
σαν τα φρούτα ή τα φύλλα που παίρνει ο ποταμός και δεν θα ξαναδούν το δέντρο πάλι.

"Ο θάνατος κάνει ανήμπορους τους ισχυρούς [F.89.a]


Ο θάνατος τους κλέβει όλους, σαν τον ποταμό που παρασύρει ένα δέντρο.
Χωρίς φίλους ή συντροφιά, πρέπει κανείς να προχωρήσει μόνος.
Είναι ανίσχυρος κι ακολουθεί μόνο τα αποτελέσματα των πράξεων του.

"Ο θάνατος καταβροχθίζει εκατοντάδες όντα,


σαν ένα θαλάσσιο τέρας που καταβροχθίζει πολλά όντα,
ή σαν ένα γκαρούντα που τρώει ένα νάγκα, ή σαν έναν ελέφαντα που έπιασε ένα λιοντάρι,
ή σαν τη φωτιά που τρώει τα δέντρα, τα βότανα και τα όντα.

"Για να απελευθερώσεις τα όντα από εκατοντάδες συμφορές,


έκανες τις προσευχές σου.
Θυμήσου τώρα αυτές τις προσευχές του παρελθόντος,
γιατί ήρθε η ώρα να αφήσεις το σπίτι σου."

Καθώς η ομάδα των χαρούμενων γυναικών,


ξυπνούσε τον Μεγάλο Σοφό με την μουσική τους,
την ώρα εκείνη κι από την δύναμη των Τατάγκατα
αυτοί οι υπέροχοι ήχοι ακούστηκαν από τον ήχο των οργάνων:

"Οτιδήποτε είναι σύνθετο γρήγορα αποσυντίθεται.


Τίποτα δεν διαρκεί περισσότερο από την λάμψη της αστραπής στον ουρανό.
Τώρα ήρθε η ώρα-
η ώρα να αφήσεις το σπίτι σου Πειθαρχημένε Εσύ!

'Τα εξαρτημένα πράγματα είναι παροδικά και καθόλου σταθερά.


Είναι στη φύση τους να σπάνε, σαν το άψητο πήλινο βάζο.
Σαν κάτι που δανειστήκαμε από άλλον,
ή σαν μια πόλη από άμμο, τόσο βραχύβια είναι.

'Όλα αυτά τα εξαρτημένα πράγματα είναι από φύση τους παροδικά.


Σαν το σοβά από λάσπη που μπήκε με τις βροχές
ή τις αμμώδεις όχθες του ποταμού,
εξαρτώνται από συνθήκες και έχουν φύση αδύναμη. [176]

'Τα εξαρτημένα πράγματα είναι όπως το φως του καντηλιού:


είναι στη φύση τους να έρχονται και να χάνονται γρήγορα.
Όπως ο άνεμος, δεν παραμένουν,
όπως ο αφρός, είναι αδύναμα και χωρίς ουσία.

'Τα εξαρτημένα πράγματα είναι αδρανή και κενά.


Αν τα εξετάσεις μοιάζουν τον κορμό της μπανανιάς. (κούφια)
Είναι σαν μια ψευδαίσθηση που εξαπατά το νου,
σαν την άδεια γροθιά που ξεγελά τα παιδιά.
'Όλα τα εξαρτημένα πράγματα που εκδηλώνονται
βασίζονται σε αιτίες και συνθήκες.
Το ένα προκαλεί το άλλο, εκδηλώνονται σε αλληλεξάρτηση,
όμως τα ανώριμα όντα δεν το αναγνωρίζουν.

'Όπως το χόρτο valvaga[7] εξαρτάται από το χόρτο munja[8]


για να γίνει δυνατό το σχοινί,
ή όπως ο κουβάς του πηγαδιού εξαρτάται από το βαρούλκο-
το ένα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς το άλλο-

'έτσι λειτουργούν και οι δώδεκα κρίκοι της αλληλεξάρτησης.


Όλα εξαρτώνται αμοιβαία [F.89b]
το ένα ακολουθεί κάποιο άλλο
και δεν είναι σαφές που σταματά το ένα και που αρχίζει το άλλο.

'Όταν έχεις ένα σπόρο, θα έχεις ένα βλαστάρι.


Όμως ο σπόρος δεν είναι το βλαστάρι.
Δεν είναι όμως και διαφορετικά.
Με τον ίδιο τρόπο η αληθινή φύση δεν γνωρίζει ούτε την διάρκεια ούτε την παροδικότητα.

'Οι παράγοντες που σχηματίζουν/διαμορφώνουν έχουν ως αιτία τους την άγνοια.


Οι παράγοντες που σχηματίζουν/διαμορφώνουν δεν είναι αληθινά υπαρκτοί.
Η άγνοια και οι παράγοντες που σχηματίζουν/διαμορφώνουν
είναι φυσικά κενοί και αδρανείς.

'Η σφραγίδα κάνει να φανερωθεί το σημάδι της σφραγίδας.


Όμως η ίδια η σφραγίδα δεν μεταφέρθηκε κάπου.
Δεν βρίσκεται στο σημάδι, ούτε υπάρχει κάπου αλλού.
Μ' αυτόν τον τρόπο οι παράγοντες που σχηματίζουν/διαμορφώνουν
υπερβαίνουν την μονιμότητα και την εξάλειψη.

'Με βάση το μάτι και την μορφή


εμφανίζεται η συνείδηση της όρασης.
Όμως η μορφή δεν εξαρτάται από το μάτι,
ούτε η μορφή μεταφέρεται στο μάτι.
'Αν και όλα αυτά δεν έχουν εαυτό και είναι απεχθή,
τα όντα τα αντιλαμβάνονται ως όμορφα και με εαυτό.
Αν και πρόκειται για λανθασμένη και αλλοιωμένη απόδοση (ταμπέλα)
από αυτήν εμφανίζεται η συνείδηση της όρασης.

'Η συνείδηση παύει και επανεμφανίζεται.


Ο ασκούμενος παρατηρεί την εμφάνιση και την παύση της συνείδησης.
δεν πηγαίνει κάπου ούτε προέρχεται από κάπου.
Ο ασκούμενος αντιλαμβάνεται τη συνείδηση ως κενή και ψευδαισθητική [177]

'Με τον απαιτούμενο συνδυασμό των τριών αυτών-


του πάνω και του κάτω ξύλου και της κίνησης των χεριών-
γεννιέται η φωτιά που εξαρτάται από συνθήκες.
Γεννιέται, εκπληρώνει το σκοπό της και γρήγορα παύει.

'Μερικοί λόγιοι ερευνούν ως εξής:


από που προέρχεται αυτό και που πηγαίνει;
Ελέγχουν όλες τις κατευθύνσεις
και ανακαλύπτουν πως τίποτε δεν έρχεται και τίποτα δεν φεύγει.

'Οι συνθήκες για τα σύνολα (σκάντα), το πεδίο των αισθήσεων και τα στοιχεία
είναι η άγνοια, η λαχτάρα και το κάρμα.
Όταν συγκεντρωθούν όλα αυτά, αυτό ονομάζεται αισθανόμενο ον,
αν και από την τελική (άποψη) τίποτα δεν υπάρχει.

'Με βάση τα χείλια, τον λαιμό, τον ουρανίσκο και τη γλώσσα


δημιουργούνται οι ήχοι των συλλαβών.
Αυτό δεν γίνεται μόνο με τον λαιμό ή τον ουρανίσκο.
Δεν μπορεί να βγει ήχος από αυτά ξεχωριστά.

'Ο ήχος εκδηλώνεται με βάση την συνεύρεση όλων αυτών.


Προβάλει με βάση τη δύναμη του νου και ην ευφυία.
Όμως ο νους και ο λόγος από φύση τους είναι αόρατα.
Δεν βρίσκονται κάπου, εσωτερικά ή εξωτερικά. [F.90a]

'Όταν οι λόγιοι αναλύουν τον ερχομό και πηγεμό


του λόγου, των φωνών, των ήχων και των τόνων,
βλέπουν πως κάθε λόγος είναι ηχώ,
στιγμιαίος και χωρίς ουσία.

'Ο ήχος βασίζεται στο ξύλο και τις χορδές


που συναντούν τις κινήσεις των χεριών.
Εξαιτίας αυτών των τριών, μπορεί να εμφανιστεί ο ήχος
από τα όργανα, όπως το μελωδικό λαούτο.

'Όταν οι επιδέξιοι άνθρωποι το αναλύουν και αναρωτιούνται,


από που ήρθε αυτός ο ήχος και που πήγε,
μπορεί να ψάξουν σε όλες τις κατευθύνσεις
όμως δεν θα μπορέσουν ποτέ να βρουν την προέλευση του ήχου ή τον προορισμό του.

'Μ' αυτόν τον τρόπο εκδηλώνονται όλα τα σύνθετα φαινόμενα,


που βασίζονται σε αιτίες και συνθήκες.
Ο ασκούμενος, παρατηρώντας την αληθινή φύση των πραγμάτων που αποτελούνται από
συνθήκες,
βλέπει πως όλα αυτά είναι κενά και αδρανή.

'Οι συλλογές, τα πεδία των αισθήσεων και τα στοιχεία


είναι κενά μέσα έξω.
Δεν έχουν εαυτό ούτε διαμένουν κάπου.
Τα πάντα ουσιαστικά είναι σαν το διάστημα.

'Πως έτσι είναι όλα,


κατάλαβες όταν συνάντησες τον Ντιπαμκάρα.
Αυτό που εσύ κατάλαβες, όπως ακριβώς είναι,
πρέπει να το δώσεις να το καταλάβουν οι άνθρωποι και οι θεοί.[178]

' Τα όντα καίγονται από την προσκόλληση και τον θυμό,


όμως έχουν εσφαλμένη κρίση-δεν υπάρχουν αυτά τα δεινά.
Οδηγέ, άσε να τρέξει ο χείμαρρος του νέκταρ
τα δροσερά νερά της γαλήνης από το σύννεφο της συμπόνοιας.

'"Όταν θα φτάσω στην τέλεια φώτιση,


θα συγκεντρώσω ευγενή πλούτο για τα όντα."
Επιδέξιε, λέγοντάς το αυτό επεδίωξες την υπέρτατη φώτιση
και για πολλά εκ/μύρια κάλπα έκανες προσφορές στους σοφούς.

'Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου!


Αρματηλάτη, μην ξεχάσεις να φέρεις αυτόν τον ευγενή πλούτο
στους αποθαρρημένους, τους φτωχούς και δυστυχείς.
Συγκέντρωσέ τους με τον ευγενή σου πλούτο.

'"Θα δείξω σε εκ/μύρια όντα


την τέλεια πύλη για το νέκταρ των ανώτερων πεδίων."
Με αυτά τα λόγια, φύλαξες την πειθαρχία σου καλά
με σκοπό να μπλοκάρεις τον δρόμο προς τα τρία κατώτερα πεδία.

'Διαφύλαξε την πειθαρχία σου και εκπλήρωσε τις ευχές σου.


Θυμήσου τις πράξεις του παρελθόντος.
Κλείσε τις πύλες των τριών κατώτερων πεδίων
και άνοιξε τις πύλες για το νέκταρ των ανώτερων πεδίων. [F.90b]

"'Θα ανεχθώ την επιθετικότητα και τον θυμό των όντων,


και θα τους ελευθερώσω όλους από τον ωκεανό της σαμσάρας.
Θα τα εγκαταστήσω στην γαλήνη και την υγιή ευτυχία."
Μετά απ' αυτά τα λόγια πάντοτε εκπαιδευόσουν στην ανεκτικότητα.

"Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου!


Μην εγκαταλείπεις όσους κάνουν επιβλαβείς πράξεις,
εξ αιτίας της έχθρας, της ασθενικής θέλησης και των αρνητικών ευχών.
Είπες, 'θα φέρω τα όντα αυτά στην ανεκτικότητα.

"'Θα ετοιμάσω το πλοίο του Ντάρμα,


θα μεταφέρω τα όντα από τον ωκεανό της σαμσάρα
και θα τα εγκαταστήσω στην γαλήνη και την υγιή ευτυχία.'
Μετά απ' αυτά τα λόγια, βασίστηκες στην επιμονή για να το πετύχεις.

'Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου!


Οι τέσσερεις ποταμοί μεταφέρουν τα όντα μακριά.
Γρήγορα, σώσε τα όντα αυτά που δεν έχουν οδηγό,
με την δύναμη της επιμονής και το σθένος της πειθαρχίας σου.

'''Θα εγκαταστήσω στο ευγενές μονοπάτι


εκείνα τα όντα που έχουν σύγχυση στις λειτουργίες τους και υποφέρουν από τις σκέψεις που
είναι σαν μαϊμούδες."
Ευγενή Εσύ, για να το επιτύχεις αυτό,
εκπαιδεύτηκες στην συγκέντρωση που απομακρύνει τα ενοχλητικά συναισθήματα.

'Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου!


Μην εγκαταλείψεις αυτά τα βασανισμένα όντα
πο ταράζονται από το δίχτυ των ενοχλητικών συναισθημάτων.
"'Στα όντα εκείνα που καλύπτονται απ' το σκοτάδι της πλάνης και της άγνοιας,
θα δώσω την θέαση πολλών εισόδων στο Ντάρμα.
Θα τους δώσω τα μάτια που βλέπουν την πραγματικότητα.''
Λέγοντάς το αυτό, διαλογίστηκες πάνω στην σοφία[9].

'Θυμήσου τις προηγούμενες πράξεις σου!


Στα όντα που καλύπτονται με το σκοτάδι της και της άγνοιας,
πρέπει να δώσεις το εξαίσιο φως της ιερής γνώσης,
το μάτι του Ντάρμα, που είναι αμόλυντο και άψογο.''

Τέτοιοι ήταν οι στίχοι που ακούστηκαν από


τους ήχους των οργάνων που έπαιζαν οι γυναίκες.
Όταν τους άκουσε ο Μποντισάτβα, όλη του η νωθρότητα εξαφανίστηκε
και έβαλε το νου του στην τέλεια και υπέρτατη αφύπνιση.

Έτσι μοναχοί, παρόλο που ο Μποντισάτβα βρισκόταν με τη συντροφιά του χαρεμιού;; του,
δεν γινόταν αλλιώς παρά να ακούσει τον ήχο του Ντάρμα. Ούτε μπορούσε να αποφύγει να
σκέφτεται το Ντάρμα. Κι αυτό συνέβαινε μοναχοί, επειδή ο Μποντισάτβα για μεγάλο
χρονικό διάστημα σεβόταν το Ντάρμα και αυτούς που το δίδασκαν. Με όλο του το είναι,
προσπαθούσε για το Ντάρμα, ευχόταν το Ντάρμα κι η μόνη του ευχαρίστηση βρισκόταν στο
Ντάρμα. [F 91a]Ακόρεστα αναζητούσε το Ντάρμα.
Δίδαξε το Ντάρμα όπως το άκουσε. Καθώς ήταν κύριος της γενναιοδωρίας, έδινε το δώρο
του ανυπέρβλητου μεγάλου Ντάρμα. Δίδαξε το Ντάρμα χωρίς να ζητά ανταμοιβή. Ως προς
την διδασκαλία του Ντάρμα δεν είχε καμία τσιγγουνιά. Ως προς το Ντάρμα, ποτέ δεν
απέκρυψε κάτι ως δάσκαλος. Εξάσκησε το Ντάρμα που δίδαξε. Ήταν γενναίος επειδή έκανε
το Ντάρμα να εμφανιστεί.
Το σπίτι του ήταν το Ντάρμα, η προστασία του ήταν το Ντάρμα και το καταφύγιό του ήταν
το Ντάρμα. Το σημείο αναφοράς του ήταν το Ντάρμα και ο ύψιστος χώρος του ήταν το
Ντάρμα. Με αντικείμενο διαλογισμού το Ντάρμα και έχοντας τελειοποιήσει την υπομονή,
ασκήθηκε στην τελειότητα της σοφίας και απέκτησε επιδέξια μέσα.
Ο Μποντισάτβα, μοναχοί, παρουσίασε με το ανάλαφρο/πρόσχαρο κύρος των μεγάλων
επιδέξιων μέσων του, εκείνες τις πράξεις που συμφωνούσαν με τις επιθυμίες ολόκληρης της
ακολουθίας των γυναικών. Έδρασε σύμφωνα με τους Μποντισάτβα του παρελθόντος, που
ενώ είχαν υπερβεί τον κόσμο, δρούσαν με κοσμικό τρόπο. Αν και ο Μποντισάτβα είχε προ
πολλού κατανοήσει τις ελαττώματα της επιθυμίας, έδειχνε τώρα πως απολάμβανε τις
αισθήσεις, χωρίς να είναι δική του επιθυμία αλλά απλά για να ωριμάσει τους άλλους. Μέσα
από την μοναδική δύναμη της συσσώρευσης αρετής που είχε συγκεντρωθεί μέσα από τις
αμέτρητες ρίζες της, παρουσίαζε τις ιδιότητες ενός άρχοντα του κόσμου. Έδειχνε πως
απολάμβανε τέλεια τις όμορφες μορφές, ήχους, μυρωδιές, γεύσεις και υφές, μ' έναν τρόπο
που υπερέβαινε οτιδήποτε γνώριμο σε ανθρώπους και θεούς ως προς την ποιότητα και την
έκταση του. [180]
Έδειξε πως είχε τον έλεγχο του νου του, καθώς δεν είχε προσκόλληση σε καμία από τις
υπέροχες γυναίκες της απόλαυσης. Ωρίμασε όσους βρίσκονταν κοντά του ως φίλοι, μέσα από
την δύναμη των προηγούμενων τους ευχών και της συσσώρευσης αρετής. Έτσι μπορούσε να
βρίσκεται ανάμεσα στις γυναίκες χωρίς όμως να διαταράσσεται καθόλου από τα πέπλα των
κοσμικών συναισθημάτων. [F 91b]Ο Μποντισάτβα κράτησε τις προηγούμενες υποσχέσεις
του καθώς φρόντιζε για την κατάλληλη στιγμή που θα ωρίμαζε το δυναμικό όσων
βρίσκονταν γύρω του.
Πραγμάτωσε τον Βούδα και το Ντάρμα και τελειοποίησε την δύναμη των προσευχών. Για τα
όντα ένοιωθε μεγάλη συμπόνοια και η τέλεια απελευθέρωσή τους κυριαρχούσε στο μυαλό
του. Κατανοούσε πως οποιαδήποτε ποσότητα πλούτου, θα τέλειωνε τελικά. Κατανοούσε πως
η σαμσάρα ήταν γεμάτη συμφορές και τρόμο. Απελευθερώθηκε από τα δεσμά του Μάρα,
απαγκιστρώθηκε από την φυλακή της κυκλικής ύπαρξης και κατεύθυνε την προσοχή του
προς τη νιρβάνα.
[Β 9] Από την αρχή , μοναχοί, ο Μποντισάτβα είχε καταλάβει τα μειονεκτήματα της
κυκλικής ύπαρξης. Με όλη του την καρδιά, σταμάτησε να πασχίζει για τα σύνθετα
φαινόμενα, και για κάθε είδους προσκόλληση και άρπαγμα. Το μόνο του ενδιαφέρον ήταν
προς το Ντάρμα. Στράφηκε προς την κατάσταση της νιρβάνα και αποστράφηκε την
σαμσάρα. Απολάμβανε το πεδίο του Βούδα, επειδή είχε διαχωριστεί από το πεδίο του Μάρα.
Βλέποντας τα τρία πεδία να φλέγονται από τα ελαττώματα της ύπαρξης, έκανε την ευχή να
απελευθερωθεί από αυτά και απόκτησε επιδεξιότητα στο να αποφεύγει τα ελαττώματα και τα
λάθη της κυκλικής ύπαρξης. Ευχή του ήταν να χειροτονηθεί και ο νους του ήταν γεμάτος με
τη σκέψη να φύγει απ' το σπίτι του. Ήταν αποφασισμένος να ζήσει σε απομόνωση και
απολάμβανε την μοναξιά του. Ευχόταν να είναι μόνος και ήσυχος.
Πάσχιζε να βοηθά τον εαυτό του και τους άλλους, ήταν ήρωας με ανυπέρβλητη επιμονή.
Ευχόταν να υπηρετήσει και να βοηθήσει τον κόσμο. Ευχόταν ο κόσμος να έχει ευτυχία και
την γαλήνη της επίτευξης. Είχε συμπόνοια για τον κόσμο και επιθυμούσε να βοηθά. Ήταν
γεμάτος αγάπη, πλημμυρισμένος με μεγάλη συμπόνοια και επιδέξιος στο να προσελκύει. Δεν
ήταν ποτέ θλιμμένος. [F 92a] Ήταν επιδέξιος στο να ωριμάζει και να εκπαιδεύει τους άλλους.
Στην καρδιά του έτρεφε την ίδια αγάπη προς όλους, όπως αυτήν που έχει κανείς για το
μοναχοπαίδι του.
Είχε εγκαταλείψει τις επιθυμίες για υλικά αγαθά και δεν τους έδινε καμία σημασία.
Αγαπούσε να προσφέρει και να μοιράζεται. Δεν αρνιόταν ποτέ, αλλά έδινε θαρραλέα και
γενναιόδωρα. Έκανε λατρευτικές προσφορές. Συγκέντρωσε τέλεια αρετή και την διαφύλαξε
καλά. [181] Μέσα από την πειθαρχία, απελευθερώθηκε από κάθε μίασμα και φιλαργυρία και
έλεγχε πλήρως τις σκέψεις του. Ήταν μεγάλος απαράμιλλος ευεργέτης. Παρόλο που έδινε,
δεν περίμενε ανταμοιβή. Ήταν ένας ηρωικός δότης, έτοιμος να καθυποτάξει τις εχθρικές
δυνάμεις ολόκληρης της παλέτας των ενοχλητικών συναισθημάτων, με κύρια αυτά της
λαχτάρας, της επιθυμίας, της προσκόλλησης, του θυμού, της αλαζονείας, της περηφάνειας,
της πλάνης και της φιλαργυρίας.
Συνεχώς εμφάνιζε την κατάσταση της παντογνωσίας. Ήταν καλά προστατευμένος πάντοτε
από μια ασπίδα μεγάλης γενναιοδωρίας. Είχε αγάπη και συμπόνοια για τον κόσμο και
επιθυμούσε να βοηθά. Η προστασία και η πανοπλία του ήταν ο ζήλος. Εστιαζόταν στο να
απελευθερώσει τους άλλους. Για δύναμη είχε την συμπόνοια και το θάρρος. Δεν γύριζε πίσω.
Ήταν τέλεια αμερόληπτος προς όλα τα όντα και για όπλο του είχε την γενναιοδωρία.
Μπορούσε να ικανοποιεί τις ελπίδες και ευχές των άλλων. Ήταν το κατάλληλο δοχείο για
την αφύπνιση που συνεχώς πραγματώνει το Ντάρμα. Αφιέρωνε την αφύπνισή του σε όλα τα
όντα. Δεν υποβάθμιζε τις αξίες του. Όταν έδινε, η γενναιοδωρία του δεν περιείχε υποκείμενο,
αντικείμενο και πράξη. Κατείχε το οξύ βάτζρα όπλο της υπέρτατης σοφίας. Κατέκτησε όλες
τις αντίθετες δυνάμεις των ενοχλητικών συναισθημάτων.
Είχε πειθαρχία, επιδεξιότητα και συμπεριφερόταν ορθά. Πρόσεχε κάθε σωματική, λεκτική
και νοητική πράξη [F 92b] και έδειχνε φόβο ακόμα και για την παραμικρή αρνητική πράξη.
Η πειθαρχία του ήταν τέλεια καθαρή. Είχε εγκαταλείψει κάθε νοητικό πέπλο και τώρα ήταν
καθαρός και αψεγάδιαστος. Τα ενοχλητικά συναισθήματα που απορρέουν από τον αρνητικό
λόγο, τον επιβλαβή λόγο, τις αντιξοότητες, την κριτική, την κατηγόρια, τις βρισιές, το
χτύπημα, τις απειλές, τον φόνο, τα δεσμά και την φυλάκιση δεν διατάρασσαν τον νου του,
που ήταν απλά ακλόνητος. Είχε τέλεια υπομονή και ευγένεια. Δεν έκανε επιβλαβείς ευχές,
δεν έκανε ποτέ του κακό και δεν είχε καμία κακή πρόθεση.
Είχε αναπτύξει μεγάλο ζήλο για το όφελος των άλλων όντων. Είχε σταθερή απόφαση να
πραγματώσει όλες τις ασκήσεις που είναι οι ρίζες αρετής. Είχε επίγνωση και γαλήνη. Ο νους
του δεν διαταρασσόταν και παρέμενε σε σαμάντι. Είχε επιδεξιότητα στο να αναλύει τα
φαινόμενα. Είχε βρει το φως, γι αυτό κάθε σκοτάδι είχε διαλυθεί. Ο νους του ήταν γεμάτος
με σκέψεις σχετικά με την φύση της παροδικότητας, της δυστυχίας και της αποστροφής. Είχε
εκπαιδευτεί στην εφαρμογή της επίγνωσης, τις τέλειες εγκαταλείψεις, την βάση των
θαυματουργικών δυνάμεων, τις ικανότητες, τις δυνάμεις, τους κλάδους της αφύπνισης, τον
δρόμο, τις τέσσερις αλήθειες των ευγενών και όλες τις αρχές που συντελούν στην φώτιση.
Ο νους του είχε εξαγνιστεί μέσω της γαλήνης και της ενόρασης. Είχε αντιληφθεί την αλήθεια
της εξαρτημένης παραγωγής. Αφού είχε πραγματώσει την αλήθεια, δεν εξαρτάτο από
άλλους. Είχε τελειοποιήσει τις τρεις θύρες της απελευθέρωσης. Είχε πραγματώσει πως όλα
τα φαινόμενα είναι σαν την ψευδαίσθηση, τον αντικατοπτρισμό, σαν το όνειρο, σαν την
αντανάκλαση του φεγγαριού στο νερού, σαν την ηχώ ή την οπτική ψευδαίσθηση. [182] Με
αυτόν τον τρόπο, μοναχοί, ο Μποντισάτβα έζησε σύμφωνα με το Ντάρμα. [F.93a] Μ’ αυτόν
τον τρόπο παρέμενε στην σοφία. Μ’ αυτόν τον τρόπο παρέμενε σε μια κατάσταση άπειρων
ιδιοτήτων. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιδίωκε το όφελος των άλλων.
Τότε ο Μποντισάτβα, παρακινούμενος ακόμα πιο πολύ από αυτούς τους στίχους που
αναδύονταν από τους ήχους των οργάνων, μέσα από τις ευλογίες των βούδα των δέκα
κατευθύνσεων, εμφάνισε τέσσερις πύλες του Ντάρμα με σκοπό να ωριμάσει την ακολουθία
των γυναικών, όπως έκαναν και όλοι οι προηγούμενοι Μποντισάτβα στην τελευταία τους
ύπαρξη. Ποιες είναι αυτές οι τέσσερεις πύλες του Ντάρμα;
Η πρώτη πύλη του Ντάρμα ονομάζεται αγνή επίτευξη και αναφέρεται στα τέσσερα μέσα
προσέλκυσης μαθητών: την γενναιοδωρία, τον καλό λόγο, τις πράξεις που έχουν νόημα και
την εξάσκηση αυτών που κάποιος διδάσκει.
Η δεύτερη πύλη του Ντάρμα ονομάζεται η μη αναστρέψιμη κατάσταση που παράγει την
δύναμη της επιδίωξης της ανεξάντλητης παντογνωσίας και διασφαλίζει πως η ικανότητα των
Τριών Πετραδιών διατηρείται και δεν πάει χαμένη.
Η τρίτη πύλη του Ντάρμα ονομάζεται το μεγάλο έλεος που γίνεται άσκηση και είναι η τάση
να μην εγκαταλείπεται κανένα αισθανόμενο ον.
Η τέταρτη πύλη του Ντάρμα ονομάζεται μεγάλη παράταξη που επιτυγχάνεται η μοναδική
δύναμη της συσσώρευσης σοφίας, που ξεκαθαρίζει το νόημα των διαφορετικών κατηγοριών
ως προς τους κλάδους της φώτισης.
Αυτές είναι οι τέσσερεις πύλες του Ντάρμα που εμφάνισε ο Μποντισάτβα. Τότε, για να
ωριμάσει η ακολουθία των γυναικών, δημιούργησε πολλές θαυματουργές προβολές. Με την
δύναμη του Μποντισάτβα, αυτές οι θαυματουργές προβολές έγιναν οι αιτία να εμφανιστούν
εκατοντάδες χιλιάδες πύλες του Ντάρμα, μέσα από τους ήχους της μουσικής, όπως:

‘Από τις εγκάρδιες βαθιές ευχές


και την ανυπόκριτη συμπόνοια για τα όντα,
ο νους της πιο διαπρεπούς φώτισης γεννήθηκε.’
Αυτές οι λέξεις ακούστηκαν από τα μουσικά όργανα.

‘Πίστη, αφοσίωση, αφιέρωση, σεβασμός,


απουσία αλαζονείας και ταπεινοφροσύνη ενώπιον των δασκάλων,
έρευνα και αναζήτηση της φύσης του νου,
εξάσκηση της επίγνωσης.’ Τέτοιες λέξεις ακούστηκαν. [183]

‘Γενναιοδωρία, γαλήνη, σύνδεση, πειθαρχία, [F.93b]


ανεκτικότητα, ζήλος,
συγκέντρωση, απορρόφηση,
γνώση και μέσα.’ Τέτοιες λέξεις ακούστηκαν.

‘Παραμένοντας στην αγάπη, την συμπόνοια,


την χαρά, την ισοψυχία, την ανώτερη γνώση
και τα μέσα προσέλκυσης μαθητών,
θα ωριμάσεις τα όντα.’ Τέτοιες λέξεις ακούστηκαν.

‘Ανάλυση των τεσσάρων εφαρμογών της επίγνωσης,


των τέλειων εγκαταλείψεων, των βάσεων των θαυματουργών δυνάμεων,
των πέντε ικανοτήτων, των πέντε δυνάμεων και των κλάδων της φώτισης.’
Αυτές οι λέξεις ακούστηκαν από τα μουσικά όργανα.

‘Τα τμήματα του έξοχου οκταπλού μονοπατιού των ευγενών,


ισορροπία, διόραση, παροδικότητα,
δυστυχία, απουσία εαυτού και απέχθεια.’
Αυτές οι λέξεις ακούστηκαν από τα μουσικά όργανα.

‘Απαλλαγή από προσκόλληση, απομόνωση,


γνώση της εξάλειψης, μη εμφάνιση,
παύση, μη διαμονή και νιρβάνα.’
Αυτές οι λέξεις ακούστηκαν από τα μουσικά όργανα.

Μέσα από την δύναμη του Τέλειου Μποντισάτβα,


αυτές οι λέξεις ακούστηκαν από τα μουσικά όργανα.
Όταν οι φαύλες γυναίκες άκουσαν αυτές τις λέξεις, τις έμαθαν,
και κατεύθυναν τις ευχές τους προς την αφύπνιση του Τέλειου Όντος.

Καθώς, μοναχοί, ο Μποντισάτβα παράμενε μ’ αυτόν τον τρόπο ανάμεσα στις γυναίκες της
ακολουθίας του, ωρίμασε για την επίτευξη της απαράμιλλης τέλειας φώτισης 84.000
γυναίκες καθώς και πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θεών.
Όταν ήρθε η ώρα να αφήσει ο Μποντισάτβα το σπίτι του, τότε τον επισκέφτηκε ο θεός
Χριντέβα από τον Παράδεισο της Χαράς. Η επίσκεψή του είχε να κάνει με την απαράμιλλη
και τέλεια φώτιση του Μποντισάτβα. Τότε, μέσα στην γαλήνη της νύχτας, κατέφτασε στο
παλάτι μαζί με ακολουθία 32.000 θεών, για να υπηρετήσουν και να τιμήσουν τον
Μποντισάτβα. Καθώς ερχόταν, σταμάτησε στο μέσον του ουρανού και τραγούδησε αυτούς
τους στίχους στον Μποντισάτβα:

«Έχεις εκδηλώσει τον θάνατο, Φημισμένε!


Έχεις επίσης εκδηλώσει τη γέννηση.
Για να διδάξεις την ακολουθία των γυναικών,
έπραξες σύμφωνα με τον κόσμο. [184]

Ενώ δρούσες σύμφωνα με τον κόσμο, [F.94a]


ωρίμασες πολλούς θεούς κι ανθρώπους.
Σήμερα είναι η ώρα,
γι αυτό σε παρακαλώ άφησε το σπίτι σου.

Αν δεν απελευθερωθείς εσύ, δεν θα μπορέσεις να απελευθερώσεις τους άλλους.


Ένας τυφλός δεν μπορεί να δείξει τον δρόμο.
Αν απελευθερωθείς, θα μπορέσεις να απελευθερώσεις τους άλλους.
Αυτός που βλέπει, μπορεί να δείξει τον δρόμο.

Τα όντα που είναι σκλάβοι της επιθυμίας-


που είναι προσκολλημένοι στο σπίτι, τα αγαθά , τα παιδιά και την γυναίκα τους-
όταν εσύ τα εκπαιδεύσεις,
είθε κι αυτά να ευχηθούν να αφήσουν το σπίτι τους.

Πρέπει να εγκαταλείψεις την κατοικία σου και το άθλημα του έρωτα,


και τα επτά πλούτη των τεσσάρων ηπείρων.
Όταν οι άνθρωποι ακούσουν πως τα απαρνήθηκες,
τότε ο κόσμος με τους θεούς και τους ανθρώπους θα επιθυμήσει το ίδιο.

Δεν σε ευχαριστεί η επιθυμία,


παραμένεις στην ευδαιμονία της συγκέντρωσης.
Αφύπνισες πολλές εκατοντάδες
θεών και ανθρώπων από τον ύπνο τους.

Η νεότητα της ζωής είναι πολύ μικρή.


Φεύγει γρήγορα, σαν τον καταρράκτη.
Καθώς η νιότη περνά,
δεν θάναι τόσο ελκυστικό να αφήσεις το σπίτι σου.

Γι αυτό άσε το σπίτι σου τώρα


ενώσω είσαι νέος και στην ακμή σου.
Εκπλήρωσε την υπόσχεση σου
και δράσε για το συμφέρον του οικοδεσπότη των θεών.

Τα αντικείμενα των απολαύσεων δεν ικανοποιούν ποτέ.


Είναι σαν το αλμυρό νερό του ωκεανού.
Όμως αυτοί που κατέχουν την γνώση είναι ικανοποιημένοι,
οι αμόλυντοι ευγενείς που υπερβαίνουν τον κόσμο.

Είσαι η χαρά του βασιλείου, του βασιλιά Σουντοντάνα


που έχει κατακτήσει τις καρδιές και το νου τους.
Το πρόσωπό σου μοιάζει με του ανθισμένου εκατονταπέταλου λωτού.
Γι αυτό σε παρακαλώ άφησε το σπίτι σου τώρα.

Τα όντα υποφέρουν από τα καυτά βάσανα των ενοχλητικών συναισθημάτων.


Είναι χωρίς προστασία, δεμένα με βαριά δεσμά.
Γρήγορα, εγκατέστησε τα στην γαλήνη, Ήρωα
στον δρόμο της τέλειας απελευθέρωσης.

Εσύ ο επιδέξιος θεραπευτής


παρακαλώ, βάλε στην ευτυχία της νιρβάνα
τα άρρωστα όντα που υποφέρουν καιρό,
διαθέτοντας το φάρμακο του Ντάρμα. [185]

Τα όντα μες στο σκοτάδι της αποχαύνωσης τους, είναι τυφλά


και δέσμια στο δίχτυ των λανθασμένων θεωρήσεων.
Εσύ είσαι το μάτι θεών κι ανθρώπων,
γι αυτό, γρήγορα λάμψε με το φως της σοφίας.

Πρέπει να δούμε Αυτόν Που Πραγμάτωσε Την Αφύπνιση,


και να ακούσουμε το απαράμιλλο Ντάρμα.’
Αυτά είπαν οι πολλοί θεοί, οι ημίθεοι, τα νάγκα,
τα γιάκσα και οι γκαντάρβα που σε βλέπουν.
Ο βασιλιάς των νάγκα μπορεί να δει το μεγαλείο σου,
αφού λάμπει μέχρι και το πεδίο του. [F.94b]
Φέρνει αμέτρητες προσφορές,
γι αυτό εκπλήρωσε την επιθυμία του για πειθαρχημένη συμπεριφορά.

‘Κάτω απ’ το δέντρο Μπόντι ο νους σου θα τελειοποιηθεί,


κι εμείς θα σου παρουσιαστούμε με τέσσερεις κούπες προσφορών.’
Αυτά λένε οι τέσσερεις φύλακες του κόσμου και οι στρατιές τους,
και όλοι σε περιμένουν.

Ακόμα κι ο γαλήνιος και συμπονετικός Μπράχμα,


που μιλά με αγάπη σε περιμένει, με την σκέψη:
‘Πρέπει να παρακαλέσω τον άρχοντα των ανθρώπων
να στρέψει τον απαράμιλλο τροχό.’

Οι θεοί που τιμούν την φώτιση


όλοι είναι παρόντες στην θέση της φώτισης.
Σε περιμένουν, με τη σκέψη:
‘Θα γίνουμε μάρτυρες της φώτισής του.’

Είναι αλήθεια πως οι Μποντισάτβα


δείχνουν την ενασχόλησή τους με συντρόφους (demonstrate their occupation with consorts)
Όμως εσύ πρέπει να είσαι στην πρώτη γραμμή.
Μην πέσεις πίσω τους!

Θυμήσου τον γλυκό ήχο και τα απαλά λόγια


του Ντιπανκάρα όταν έδινε την προφητεία του:
Μίλα τώρα με τη φωνή των Νικητών,
που είναι αυθεντική και απαλλαγμένη από σφάλματα!

Έτσι ολοκληρώνεται το 13ο Κεφάλαιο - Ενθάρρυνση

[1] Η δύναμη της γνώσης του τι είναι και δεν είναι (πηγή ευτυχίας), της ωρίμανσης του κάρμα, των διαφόρων
προσδοκιών, των διαφόρων ιδιοσυγκρασιών, των έξοχων και κατώτερων ικανοτήτων, των δρόμων που οδηγούν
παντού (στη σαμσάρα και νιρβάνα), των σαμτέν, των αγίων βίων, των σαμάντι, των απορροφήσεων και άλλων,
της ανάμνησης προηγούμενων καταστάσεων, της μεταφοράς τη στιγμή του θανάτου και της γέννησης (ή του
θεϊκού ματιού) και της εξάντλησης των μολύνσεων. (Ocean of Definitive Meaning)

[2] Αφοβία ως προς την πραγμάτωση, ως προς την εξάλειψη, ως προς την υπέρβαση των εμποδίων και ως προς
τον δρόμο της απάρνησης. (Ocean of Definitive Meaning)

[3] Αναμάρτητο της πράξης, του λόγου, του νου, αμερόληπτη σκέψη, αμείωτη συγκέντρωση, αμείωτη διάκριση
και εγκατάλειψη, ατέρμονη θέληση, ατέρμονο σθένος, ατέρμονη εγρήγορση, ατέρμονη σοφία, ατέρμονη
απελευθέρωση, ατέρμονη απελευθερωμένη γνώση και όραμα, πράξεις που είναι σύμφωνες με τη γνώση και την
σοφία, λόγος που είναι σύμφωνος με τη γνώση και την σοφία, σκέψεις που είναι σύμφωνες με τη γνώση και
την σοφία, ανεμπόδιστη ενόραση ως προς το παρελθόν, το μέλλον και το παρόν.
(The Seeker's Glossary of Buddhism)

[4] Λάμα, πνευματικός οδηγός

[5] knowledge-prajna: ο νοητικός παράγοντας που είναι υπεύθυνος για την εξακρίβωση συγκεκριμένων
ποιοτήτων ενός αντικειμένου όπως π.χ. τα συγκεκριμένα του χαρακτηριστικά ή το αν θα γίνει αποδεκτό ή θα
απορριφθεί.

[6] Μαγικές δυνάμεις, θεϊκό μάτι, θεϊκό αυτί, μνημοσύνη των προηγούμενων ζωών, γνώση του νου των
άλλων. (Ocean of Definitive Meaning)

[7] Imperata cylindrica, είδος χόρτου, σαν στάχυ

[8] Saccharum bengalense κάτι σαν στάχυ


[9] prajna (Θιβ. she rab) στα Σανσκριτικά σημαίνει 'τέλεια γνώση' και μπορεί να σημαίνει σοφία,
κατανόηση ή διάκριση. Συνήθως είναι η σοφία που βλέπει τα πράγματα από μια μη-δυαδική
άποψη NAMO BUDDHA GLOSSARY

14ο Κεφάλαιο-Όνειρα

Ενόσω ο θεός ενθάρρυνε μ’ αυτούς τους τρόπους τον Μποντισάτβα, μοναχοί, ένα όνειρο
εμφανίστηκε στον βασιλιά Σουντοντάνα. Την ώρα που κοιμόταν ονειρεύτηκε πως ο
Μποντισάτβα [186]μαζί με μια συνοδεία θεών, άφηνε το παλάτι μεσ’ την ησυχία της νύχτας.
Ο βασιλιάς είδε πως αφού άφησε το παλάτι, χειροτονήθηκε και φόρεσε τα πορτοκαλί ράσα.
Όταν ο βασιλιάς ξύπνησε ρώτησε αμέσως τον οικονόμο: ‘Ο νεαρός πρίγκηπας βρίσκεται με
τις συντρόφους του;’
Ο οικονόμος απάντησε, ‘Ναι Μεγαλειότατε.’
Ο βασιλιάς Σουντοντάνα ενώ βρισκόταν στα γυναικεία διαμερίσματα, σκέφτηκε: ‘Τότε ο
νεαρός πρίγκηπας σύντομα θα μας αφήσει, έτσι όπως προβλέπουν οι οιωνοί.’ Καθώς ένας
οξύς πόνος διαπερνούσε την καρδιά του άρχισε να σκαρώνει το σχέδιό του. ‘ο νεαρός μου
πρίγκηπας δεν πρέπει να πατήσει ούτε το πόδι του στους κήπους του παλατιού. Θα πρέπει να
μένει μέσα με τις γυναίκες για να εθιστεί στις απολαύσεις τους. Ποτέ δεν πρέπει να μας
αφήσει!’
Έπειτα για την απόλαυση του νεαρού πρίγκηπα ο βασιλιάς έφτιαξε τρία παλάτια για τις τρεις
εποχές-την εποχή της ζέστης, των βροχών και του κρύου. [F.95a] Το παλάτι για την ζεστή
εποχή ήταν πολύ δροσερό, το παλάτι για την εποχή των βροχών ήταν και ζεστό και δροσερό
και το χειμερινό παλάτι ήταν φυσικά ζεστό. Σε κάθε παλάτι ανεβοκατέβαιναν τις σκάλες
πεντακόσιοι φύλακες και οι φωνές τους ακούγονταν μισή λεύγα μακριά. Όλοι είχαν την
σκέψη πως, ‘ο νεαρός πρίγκηπας δεν θα μπορούσε ποτέ να φύγει απαρατήρητος’.
Ωστόσο, όλοι οι μάντεις και οι αστρολόγοι έκαναν συνεχώς την ίδια πρόβλεψη, λέγοντας
πως, ‘Ο νεαρός πρίγκηπας θα φύγει από την Ευοίωνη Πύλη’. Γι αυτό ο βασιλιάς είχε
επενδύσει με πελώριες πλάκες την Ευοίωνη Πύλη, τόσο μεγάλες, που χρειάζονταν
πεντακόσιοι άντρες για να την ανοίξουν και να την κλείσουν. Οι φωνές αυτών των αντρών
ακούγονταν μισή λεύγα μακριά. Ο βασιλιάς είχε φροντίσει να υπάρχουν στο παλάτι τα πέντε
αντικείμενα απόλαυσης, που δεν είχαν προηγούμενο. Συνεχώς γύρω απ’ τον Μποντισάτβα
υπήρχαν νεαρές κοπέλες, που έπαιζαν όργανα, του τραγουδούσαν τραγούδια και του
χόρευαν.
Τότε ο Μποντισάτβα, μοναχοί, είπε στον οικονόμο του: ‘Θα πάω στα πάρκα, γι αυτό
γρήγορα ετοίμασε την άμαξα μου.’
Ο οικονόμος όμως πήγε στον βασιλιά και του είπε: ‘Μεγαλειότατε, ο νεαρός πρίγκηπας θέλει
να επισκεφτεί τα πάρκα.’
Ακούγοντάς το αυτό ο βασιλιάς σκέφτηκε: ‘Ο νεαρός μου πρίγκηπας δεν έχει ξαναπάει στα
πάρκα για να δει τα υπέροχα τοπία τους. Αν τον αφήσω να τα επισκεφτεί, θα πρέπει να πάει
μαζί με τις συντρόφους του. Έτσι, έχοντας ερωτικές απολαύσεις δεν θα σκεφτεί να μας
εγκαταλείψει.’
Ο βασιλιάς έτρεφε μεγάλη αγάπη για τον Μποντισάτβα και επιθυμούσε να τον ευχαριστεί, γι
αυτό έστειλε καμπανοκρούστες να ανακοινώσουν στους ανθρώπους της πόλης τα εξής: ‘Σε
επτά μέρες από σήμερα, ο νεαρός πρίγκηπας θα επισκεφτεί τους κήπους. Όλοι θα πρέπει να
εξασφαλίσετε πως ο νεαρός πρίγκηπας δεν θα δει τίποτα δυσάρεστο, γι αυτό θα πρέπει να
αφαιρέσετε οτιδήποτε δεν είναι όμορφο και να το αντικαταστήσετε με όμορφα πράγματα,
που ευχαριστούν τις αισθήσεις!’
Σύμφωνα μ’ αυτό, την έβδομη μέρα ολόκληρη η πόλη ήταν όμορφα στολισμένη. Τα πάρκα
ήταν τόσο όμορφα στολισμένα με υφασμάτινα στέγαστρα διαφόρων χρωμάτων, ομπρέλες,
σημαίες, [F.95b] και λάβαρα. Ο δρόμος που θα περνούσε ο Μποντισάτβα είχε σκουπιστεί και
ραντιστεί με αρωματισμένο νερό και φρέσκα πέταλα λουλουδιών. Λιβάνια άπλωναν τον
αρωματικό τους καπνό και κατά μήκος του δρόμου υπήρχαν βάζα και είχαν φυτευτεί δέντρα.
Τον δρόμο σκίαζαν μεταξωτά στέγαστρα διαφόρων χρωμάτων με δίχτυα από μικροσκοπικές
καμπανούλες από πολύτιμα πετράδια, διακοσμητικές γιρλάντες και φούντες. Υπήρχαν επίσης
παρατεταγμένες τέσσερεις στρατιές και μέλη της ακολουθίας που στόλιζαν τις συντρόφους
του νεαρού πρίγκηπα.
Καθώς ο νεαρός πρίγκηπας έβγαινε από την ανατολική πύλη της πόλης καθ’ οδόν προς τα
πάρκα, μέσα σ’ όλη αυτή τη δραστηριότητα κι από την δύναμη του Μποντισάτβα , οι θεοί
φανέρωσαν έναν γέρο μπροστά στο δρόμο. Ήταν ένας αδύναμος ηλικιωμένος άντρας, τόσο
αδύνατος που οι φλέβες του προεξείχαν. Τα δόντια του είχαν πέσει [188] και ήταν γεμάτος
ρυτίδες παντού. Είχε γκρίζα μαλλιά και καμπούριαζε σαν σκεβρωμένο ξύλο. Αδύνατος και
σαραβαλιασμένος, ίσα που τον στήριζε ένα μπαστούνι που κρατούσε. Πονούσε και είχε
χάσει την ζωτικότητά του. Ένα ξερό αγκομαχητό ακουγόταν απ’ τον λαιμό του. Εκεί στην
μέση του δρόμου, στήριζε το βάρος του κορμιού του με το μπαστούνι ενώ τα άκρα του
έτρεμαν.
Όταν ο Μποντισάτβα τον αντίκρυσε, ρώτησε τον ηνίοχο τα εξής, αν και ήδη γνώριζε την
απάντηση:

‘Ηνίοχε! Ποιος είναι αυτός ο ηλικιωμένος άντρας;


Είναι τόσο αδύνατος, τόσο αδύναμος και ρυτιδιασμένος!
Το κεφάλι του είναι γκρίζο, έχει λίγα και αραιά δόντια και το σώμα του είναι τόσο αδύνατο.
Κρατώντας το μπαστούνι του, τρεκλίζει πέρα δώθε μες την ταλαιπωρία.’

Ο ηνίοχος απάντησε:

‘Υψηλότατε, τον άντρα αυτόν τον έχουν καταβάλει τα γεράματα.


Οι αισθήσεις του είναι ασθενείς και υποφέρει πολύ, η δύναμη και η ενέργειά του τον
εγκατέλειψαν.
Οι συγγενείς του τον απεχθάνονται και κανείς δεν τον φροντίζει!
Ανήμπορος να λειτουργήσει, τον εγκατέλειψαν σαν το κούτσουρο στο δάσος.’

Ο Μποντισάτβα ρώτησε:
Έτσι λειτουργεί ειδικά η οικογένειά του
ή αυτό μπορεί να συμβεί στον καθένα;
Πες μου γρήγορα την αλήθεια!
Κι έπειτα θα στοχαστώ σ’ αυτό που άκουσα.’

Ο ηνίοχος απάντησε:

‘ Υψηλότατε, αυτή δεν είναι η λειτουργία ούτε της κάστας του ούτε του κράτους.
Για όλα τα όντα, τα γηρατειά υπερνικούν τα νιάτα. [189]
Ακόμα κι ο δικός σου πατέρας, η μητέρα σου, οι φίλοι κι οι συγγενείς σου [F.96a]
δεν είναι ελεύθεροι από τα γηρατειά, ούτε κάποια άλλη τάξη ανθρώπων.’

Ο Μποντισάτβα παρατήρησε:

‘Ηνίοχε! Πόσο λυπηρό είναι! Τα ανώριμα και αδαή όντα δεν βλέπουν τα γηρατειά,
όταν διάγουν την τρελή και περήφανη νιότη τους.
Τώρα θα επιστρέψω-γρήγορα στρίψε το άρμα πίσω!
Αφού κι εγώ θα γεράσω, πως να διασκεδάσω και να παίξω παιγνίδια;’
Έτσι ο Μποντισάτβα γύρισε το όμορφο άρμα του πίσω και επέστρεψε στην πόλη.
Όμως αργότερα, μοναχοί, ενώ ο Μποντισάτβα κινούσε για τα πάρκα από την νότια πύλη της
πόλης, πάλι με τη συνοδεία μιας μεγάλης ακολουθίας, είδε στον δρόμο του έναν άνθρωπο
που υπέφερε από αρρώστια. Το σώμα του ήταν αδύναμο και υπέφερε πολύ καθώς κείτονταν
κάτω μέσα στα ίδια του τα ούρα και τα περιττώματα. Κανείς δεν τον φρόντιζε ούτε τον
βοηθούσε και ανέπνεε με μεγάλη δυσκολία. Όταν ο Μποντισάτβα τον είδε, στράφηκε προς
τον αμαξά του και ρώτησε τα εξής, αν και ήδη γνώριζε την απάντηση:
‘Ηνίοχε, το σώμα αυτού του δύστυχου έχει χάσει το χρώμα του και είναι γεμάτο πληγές. Οι
αισθήσεις του είναι αδύναμες, είναι ανάπηρος και αναπνέει πολύ βαριά.
Είναι πολύ αδύνατος, η κοιλιά του κάνει συσπάσεις και υποφέρει.
Βρίσκεται ξαπλωμένος πάνω στα περιττώματά του, σε μια αποκρουστική κατάσταση.’
Ο αμαξάς απάντησε:
‘Εξοχότατε, αυτός ο άνθρωπος είναι σοβαρά άρρωστος.
Ήρθε αντιμέτωπος με τα δεινά της αρρώστιας
και τώρα βρίσκεται στο χείλος του θανάτου.
Η λάμψη της παρελθούσας υγείας του έσβησε και χάθηκε η δύναμη του.
Δεν έχει προστασία και καταφύγιο, ούτε άσυλο για να πάει.’ [190]

Τότε ο Μποντισάτβα φώναξε:


‘Η υγεία μοιάζει με το παιγνίδι μέσα σε όνειρο.
Ποιος συνετός άνθρωπος θα είχε θετική στάση για τα παιγνίδια,
έχοντας δει την αβάσταχτη δυστυχία της αρρώστιας;’

Κι έτσι, για άλλη μια φορά μοναχοί, ο Μποτισάτβα έστρεψε την όμορφη άμαξα πίσω
επιστρέφοντας στο παλάτι.

Μια άλλη φορά μοναχοί, ενώ ο Μποντισάτβα κινούσε για τα πάρκα από την δυτική πύλη της
πόλης, συνοδευόμενος από την μεγάλη ακολουθία του, είδε στον δρόμο έναν πεθαμένο. Το
πτώμα βρισκόταν σ’ ένα φορείο τυλιγμένο σε βαμβακερό πανί. Γύρω του συγγενείς έκλαιγαν
και θρηνούσαν. [F.96.b]Ακολουθούσαν τον νεκρό τραβώντας τα μαλλιά τους, ρίχνοντας
χώμα στα κεφάλια τους, χτυπώντας τα στήθια τους, θρηνώντας μεγαλόφωνα.
Βλέποντας το αυτό, ο Μποντισάτβα στράφηκε στον αμαξά και τον ρώτησε αν και ήξερε ήδη
την απάντηση:

‘Αμαξά, ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος πάνω στο φορείο;


Οι άλλοι που τον περιβάλλουν τραβούν τα μαλλιά τους,
χαρακώνουν τα πρόσωπα με τα νύχια τους,
ρίχνουν χώμα στο κεφάλι τους, χτυπούν τα στήθη τους και
φωνάζουν απελπισμένα.’

Ο αμαξάς απάντησε:

Εξοχότατε, ο άνθρωπος αυτός πέθανε στην Τζαμπουντβίπα


και δεν θα ξαναδεί ποτέ πια τους γονείς του, ούτε την γυναίκα του ή τα παιδιά του. Πρέπει να
απαρνηθεί την περιουσία του, το σπίτι του,
τους φίλους του και τους συγγενείς του,
και να συνεχίσει στον επόμενο κόσμο,
όπου δεν θα ξαναδεί τους συγγενείς του ξανά. [191]

Ο Μποντισάτβα αναφώνησε:

‘Πόσο λυπηρό που τα γηρατειά καταστρέφουν τα νιάτα!


Πόσο λυπηρό που η υγεία καταστρέφεται από διάφορες αρρώστιες!
Πόσο λυπηρό που συνετός άνθρωπος δεν ζει πολύ!
Πόσο λυπηρό που οι λόγιοι έχουν προσκόλληση στις απολαύσεις!

Ακόμα κι αν δεν υπήρχαν τα γηρατειά, η αρρώστια ή ο θάνατος,


τα πέντε σκάντα πάλι θα τα χτυπούσε μεγάλη δυστυχία.
Και τι γίνεται με τα γηρατειά, την αρρώστια και τον θάνατο που πάντοτε μαζί έρχονται;
Ας είναι! Γύρισε πίσω-θα σκεφτώ πώς να απελευθερωθώ από αυτή την κατάσταση.’

Έτσι λοιπόν μοναχοί, για άλλη μια φορά ο Μποντισάτβα γύρισε με την όμορφη άμαξά του
πίσω στην πόλη.
Κάποια άλλη φορά που ο Μποντισάτβα κινούσε για τα πάρκα από την βόρεια πύλη της
πόλης, μέσα από την δύναμη του Μποντισάτβα, οι θεοί εμφάνισαν ένα ζητιάνο στον δρόμο
που περνούσε. Ο Μποντισάτβα είδε τον ζητιάνο και παρατήρησε την ηρεμία του. Είχε
αυτοπειθαρχία και συγκράτηση. Είχε αγνή συμπεριφορά και η ματιά του δεν περιπλανιόταν,
παρά κοίταζε προς τα κάτω σε μια απόσταση 6 ποδών. Οι τρόποι του ήταν υπέροχοι καθώς
και ο τρόπος που περπατούσε. Ο τρόπος που κοίταγε δεξιά κι αριστερά ήταν επίσης
όμορφος. Ο τρόπος που λύγιζε και τέντωνε τα άκρα του ήταν επίσης υπέροχος καθώς και ο
τρόπος που φόραγε το ένδυμά του και η κούπα προσφορών που είχε.
Όταν είδε αυτόν τον μοναχό, ο Μποντισάτβα στράφηκε στον αμαξά και τον ρώτησε, αν και
γνώριζε ήδη την απάντηση:

‘Αμαξά, ποιος είναι αυτός ο γαλήνιος και ήρεμος άνθρωπος;


Περπατά έχοντας τη ματιά του προς τα κάτω στην απόσταση 6 ποδών. [192]
Τα ρούχα του έχουν το χρώμα του σαφράν και οι κινήσεις του είναι γαλήνιες.
Κρατά την κούπα προσφορών και δεν είναι ούτε αγέρωχος ούτε καταφρονητικός.»

Ο αμαξάς απάντησε:
‘Εξοχότατε, αυτός ο άνθρωπος είναι αυτό που λέμε μοναχός.
Έχει απαρνηθεί τις απολαύσεις των αισθήσεων και τώρα φέρεται με έναν πολύ πράο τρόπο.
Έγινε ζητιάνος και αναζητά την γαλήνη.
Απαλλαγμένος από προσκόλληση και απέχθεια, ζει από ελεημοσύνες.’
Ο Μποντισάτβα είπε:

‘Είναι αλήθεια αυτό που λες και συμφωνώ.


Τα συνετά όντα πάντα επαινούν την ζωή των μοναχών.
Είναι μια ζωή που ωφελεί και τον ίδιο και βοηθά τους άλλους.
Είναι μια ευτυχισμένη ζωή που έχει σαν αποτέλεσμα το γλυκό νέκταρ της αθανασίας.’

Κι έτσι μοναχοί, για άλλη μια φορά γύρισε πίσω την όμορφη του άμαξα και επέστρεψε στο
παλάτι.
Ο βασιλιάς Σουντοντάνα, μοναχοί, είδε και άκουσε πως ο Μποντισάτβα εμπνεύστηκε με
αυτούς τους τρόπους. Έτσι, για να φυλάξει ακόμα περισσότερο τον Μποντισάτβα, ύψωσε
έναν περιμετρικό τοίχο γύρω απ’ το παλάτι, έσκαψε τάφρους και ισχυροποίησε τις πύλες.
Τοποθέτησε επίσης φρουρά, ενημέρωσε τους γενναίους του στρατιώτες και προετοίμασε
ακόμα και το ιππικό. Όλοι τους φόρεσαν πλήρη πανοπλία. Για να φυλάνε τον Μποντισάτβα
έβαλε από ένα πλήρες τμήμα στρατού σε κάθε διασταύρωση μπροστά στις τέσσερις πύλες,
για να φρουρούν μέρα νύχτα, λέγοντας τους να εμποδίσουν τον Μποντισάτβα να το σκάσει.
Στα διαμερίσματα των γυναικών, τις παρότρυνε όλες να παίζουν μουσική και να τραγουδούν
συνεχώς, χωρίς να σταματούν ούτε για ένα λεπτό. Τους είπε: ‘Βάλτε όλες σας τις δεξιότητες
στην απόλαυση και τα παιγνίδια! Χρησιμοποιήστε και επιμείνετε με όλα τα γυναικεία μέσα,
ώστε ο Πρίγκιπας νοιώθοντας προσκόλληση σε σας, να μην θελήσει να φύγει για να
χειροτονηθεί.’

Πάνω σ’ αυτό το θέμα έχει λεχθεί:

Στις πύλες υπάρχουν άντρες που αγαπούν την μάχη και κρατούν ψηλά τα ξίφη τους.
Υπάρχουν ελέφαντες, άλογα, άρματα και άντρες με πανοπλία σε σειρές με ελέφαντες.
Έχουν σκαφτεί χαντάκια και έχουν χτιστεί ψηλοί τοίχοι και καμάρες με πυργίσκους.
Υπάρχουν τόσο ενισχυμένες πύλες που ο θόρυβος τους ακούγεται μίλια μακριά. [F.97.b]

Όλοι οι Σάκυα ανησύχησαν και φύλαγαν μέρα νύχτα.


Ο μεγάλος θόρυβος του πανίσχυρου στρατού ακουγόταν παντού.
Η πόλη βρίσκεται σε αναταραχή και γεμάτη τρομαγμένες φωνές: «Είθε ο Ευγενής να μην
φύγει! Αν ο κάτοχος της γενεαλογίας των Σάκυα φύγει, η βασιλική γραμμή θα σπάσει!»

Στις γυναίκες είπαν: «Μην σταματάτε ποτέ την μουσική και τα τραγούδια.
Πρέπει να τον κάνετε να μείνει, να ξελογιαστεί ο νου του με τα παιγνίδια της απόλαυσης.
Κάντε μια καλή προσπάθεια και επιδείξτε την ποικιλία των γυναικείων τεχνασμάτων.
Προσέχτε τον και εμποδίστε το Ευγενές Ον να φύγει!»

Αυτοί είναι οι οιωνοί που μιλούν για την αναχώρηση του άριστου των ηνιόχων:
οι κύκνοι, οι γερανοί, τα παγώνια, οι μάινες και οι παπαγάλοι δεν βγάζουν κανένα ήχο.
Κάθονται σε ταράτσες, στα παράθυρα των παλατιών, στις εισόδους, στα στηθαία και στα
βάθρα,
θλιμμένα, δυστυχισμένα και στεναχωρημένα, κρεμούν τα κεφάλια τους και στέκονται βουβά.

Ακόμα και οι όμορφοι λωτοί στις λίμνες και τις στέρνες, μαραζώνουν και πεθαίνουν. [194]
Το φύλλωμα και τα άνθη στα δέντρα εξαφανίζονται και τα δέντρα δεν ξανανθίζουν πια.
Οι χορδές στα λαούτα και τα σιτάρ σπάζουν χωρίς λόγο.
Τα τύμπανα, μικρά και μεγάλα, όλα σπάνε με την επαφή και δεν βγάζουν ήχο.

Ολόκληρη η πόλη είναι αναστατωμένη και την καταβάλει λήθαργος.


Κανείς δεν θέλει να χορέψει, να τραγουδήσει ή να χαρεί.
Ακόμα και τον βασιλιά τον έχει καταβάλει η κατάθλιψη.
Αναρωτιέται: «Όχι, η τόσο τυχερή γενεαλογία των Σάκυα τελικά θα καταστραφεί;»

Καθώς η Γκόπα και ο Πρίγκιπας κοιμόνταν στο ίδιο κρεβάτι,


στη μέση της νύχτας, ένα όνειρο εμφανίστηκε στη Γκόπα.
Ονειρεύτηκε πως ολόκληρη η γη μαζί με όλα τα βουνά σειόταν.
Τα δέντρα τραντάζονταν απ’ τον άνεμο και ξεριζωμένα έπεφταν στο έδαφος.

Ο ήλιος, το φεγγάρι και τα αστέρια που τα στόλιζαν έπεφταν απ’ τον ουρανό στη γη.
Είδε τα μαλλιά της κομμένα στο δεξί της χέρι και το διάδημά της διαλυμένο σε κομμάτια.
Τα πόδια και τα χέρια της ήταν κομμένα και ήταν γυμνή.
Το μαργαριταρένιο κολιέ της και το κόσμημα στη ζώνη της ήταν κομμάτια.[F.98.a]

Τα τέσσερα πόδια του κρεβατιού της έσπασαν και βρέθηκε στο πάτωμα.
Η πανέμορφη και θεσπέσια λαβή της ομπρέλας του βασιλιά έσπασε.
Όλα της τα κοσμήματα έπεσαν και σκόρπισαν και τα παρέσυρε το νερό.
Τα κοσμήματα του άντρα της, τα ρούχα και το στέμμα του ήταν σκορπισμένα στο κρεβάτι
τους.

Οι πυρσοί μεταφέρθηκαν έξω από την πόλη, που απέμεινε στο σκοτάδι.
Τα υπέροχα δίχτυα με τα πετράδια που είδε στον ύπνο της έσπασαν.
Οι δέσμες με τα μαργαριτάρια έπεσαν και ο ωκεανός είναι ταραγμένος.
Ονειρεύεται πως το Μερού, ο βασιλιάς των βουνών, σείστηκε απ’ τα θεμέλιά του. [195]

Αυτά τα όνειρα είδε η κόρη των Σάκυα.


Καθώς ξύπνησε με δακρυσμένα μάτια, ρώτησε τον άντρα της:
«Κύριε, τι θα με βρει; Πες μου σε παρακαλώ το νόημα αυτού του ονείρου!
Η μνήμη μου είναι συγχυσμένη και δεν μπορώ να δω καθαρά. Η καρδιά μου πονά!»

Ο Κύριος απαντά στην Γκόπα με μια φωνή τόσο γλυκιά όσο του αηδονιού, του τυμπάνου ή
του Μπράχμα:

«Όταν είδες πως η γη σείστηκε


και τα βουνά γκρεμίστηκαν στη γη,
δείχνει πως οι θεοί, τα νάγκα, οι ράκσασα και τα μπούτα
σε κατατάσσουν ως ανώτερη όλων όσων είναι άξιοι σεβασμού.

«Όταν είδες πως τα δέντρα ξεριζώθηκαν


και πως έκοψες τα μαλλιά σου με το δεξί σου χέρι
σημαίνει πως εσύ Γκόπα, θα κόψεις γρήγορα το δίχτυ των μολύνσεων
και θα απελευθερωθείς από το δίχτυ να βλέπεις τα αλληλεξαρτημένα φαινόμενα.

«Όταν είδες πως ο ήλιος κι η σελήνη έπεσαν στο έδαφος


και πως έπεσαν και τα αστέρια επίσης,
αυτό δείχνει πως εσύ Γκόπα θα νικήσεις γρήγορα τον εχθρό των μολύνσεων
αι θα γίνεις άξια προσφορών και θα σε επαινεί ο κόσμος.
«Όταν είδες πως έσπασε το μαργαριταρένιο κολιέ σου
πως ήσουν γυμνή με ακρωτηριασμένο σώμα,
δείχνει πως εσύ Γκόπα σύντομα θα αφήσεις το θηλυκό σου σώμα
και θα αποκτήσεις σώμα αντρικό.

«Όταν είδες τα πόδια του κρεβατιού σου να σπάζουν


και την πολύτιμη λαβή της ομπρέλας σπασμένη,
αυτό σημαίνει πως εσύ Γκόπα θα διασχίσεις γρήγορα τα τέσσερα ποτάμια
και θα με δεις ως τον μοναδικό κομιστή της ομπρέλας στο τριπλό σύμπαν. [F.98.b]

«Όταν είδες να παρασύρονται τα κοσμήματά σου απ’ το νερό


τα ρούχα και το στέμμα μου να είναι παρατημένα στον θρόνο μου,
αυτό σημαίνει πως εσύ Γκόπα, θα με δεις σύντομα κοσμημένο με τα σημάδια
να με εγκωμιάζει ολόκληρος ο κόσμος.

«Όταν είδες τα αμέτρητα φώτα


να φεύγουν από την πόλη ρίχνοντάς την στο σκοτάδι,
σημαίνει Γκόπα, πως σύντομα θα φωτίσω με το φως της γνώσης
ολόκληρο τον κόσμο, που τον μαστίζει η πλάνη και το σκοτάδι της άγνοιας. [196]

«Όταν είδες το μαργαριταρένιο σου κολιέ να σπάει


και την πανέμορφη χρυσή σου καδένα σπασμένη,
αυτό δείχνει πως εσύ Γκόπα, θα κόψεις σύντομα το δίχτυ της μόλυνσης
και θα βγάλεις την αλυσίδα της διανοητικής αντίληψης.

«Γκόπα, αφού με τιμάς


και μου κάνεις προσφορές με τον ύψιστο σεβασμό,
ποτέ δεν θα πέσεις στα κατώτερα πεδία ούτε θα δυστυχήσεις.
Σύντομα θα έχεις ευτυχία και τύχη.

«Στο παρελθόν έκανα αμέτρητες προσφορές.


Φύλαξα την πειθαρχία μου και εκπαιδεύτηκα στην ανεκτικότητα.
Γι αυτό όποιος έχει πίστη σε μένα
θα έχει ευτυχία και τύχη.

« Για αμέτρητα κάλπα στην κυκλική ύπαρξη,


εκπαιδεύτηκα στο τέλειο μονοπάτι της φώτισης.
Γι αυτό όποιος έχει πίστη σε μένα
θα εξαλείψει τα τρία κατώτερα πεδία.

«Γι αυτό να είσαι ευτυχισμένη και όχι λυπημένη!


Να είσαι ικανοποιημένη και χαρούμενη!
Σύντομα θα έχεις ευτυχία και τύχη.
Γκόμα, έχεις τόσο καλούς οιωνούς, πέσε και κοιμήσου.»

Όσοι έχουν τραφεί με το μεγαλείο της αρετής και έχουν αρετή στην καρδιά τους,
στα όνειρά τους θα δουν θαυμάσια σημάδια,
αυτά που εμφανίζονται στα ανώτερα όντα που έχουν συσσωρεύσει ενάρετο κάρμα,
την στιγμή της αναχώρησης τους από το σπίτι.

Ένα τέτοιο ον ονειρεύεται πως τα νερά των τεσσάρων μεγάλων ωκεανών


αναδεύονται με τα χτυπήματα των χεριών και των ποδιών του.
Όλη η γη γίνεται το κρεβάτι του,
και ο βασιλιάς των βουνών το μαξιλάρι του.

Στο όνειρό του βλέπει ένα φως να φωτίζει εμπρός


που διώχνει το βαθύ σκοτάδι απ’ τον κόσμο.
Μια ομπρέλα να βγαίνει από το έδαφος και να σκεπάζει όλους τους τρεις κόσμους.

Στο όνειρό του τέσσερα άσπρα και μαύρα ζώα γλύφουν τα πόδια του,
πουλιά με τέσσερα χρώματα αλλάζουν σε ένα χρώμα. [F.99.a]
Σκαρφαλώνει σε ένα αποκρουστικό και αηδιαστικό βουνό περιττωμάτων,
όμως το επιτυγχάνει και παραμένει ελεύθερος από πέπλα.

Στο όνειρο του βλέπει ποτάμια να ξεχειλίζουν


παρασέρνοντας αμέτρητα όντα.
Φτιάχνοντας ένα πλοίο ελευθερώνεται ο ίδιος και μπορεί να σώσει και άλλους.
Τους πηγαίνει στην καλύτερη ακτή, αυτή που δεν έχει καθόλου φόβο και βάσανα.

Βλέπει επίσης πολλά άρρωστα όντα.


Η υγεία και λάμψη τους έχει εξαφανιστεί, η δύναμή τους είναι μικρή.
Γίνεται γιατρός και μοιράζει πολλά φάρμακα,
γιατρεύοντας αμέτρητα όντα από τις αρρώστιες.

Κάθεται σε λιονταρίσιο θρόνο στο κεντρικό βουνό.


Οι μαθητές του ενώνουν τις παλάμες τους κι όλοι οι θεοί τον τιμούν.
Βλέπει τον εαυτό του νικητή στο μέσον της μάχης,
με τους αθάνατους στον ουρανό να ζητωκραυγάζουν με χαρούμενες φωνές.

Αυτά τα σημάδια είδε ο Μποντισάτβα στα όνειρά του,


και είδε την εκπλήρωση της ενάρετης και εξαιρετικής του συμπεριφοράς.
Οι θεοί και οι άνθρωποι που το άκουσαν αυτό, ευχαριστήθηκαν και σκέφτηκαν:
«Σύντομα θα γίνει ο θεός των ανθρώπων και των θεών!»

Έτσι ολοκληρώνεται το 14ο κεφάλαιο- Όνειρα

Το Πλήρες Παιγνίδισμα (Lalitavistara): 15o Κεφάλαιο-Αφήνοντας το Σπίτι

Στο μεταξύ, μοναχοί, ο Μποντισάτβα συλλογιζόταν, «Δεν θα ήταν σωστό να μην μεταφέρω
τα σχέδιά μου στον βασιλιά Σουντοντάνα και να φύγω απλά απ’ το σπίτι χωρίς την άδειά
του. Θα ήταν μεγάλη αχαριστία από μέρους μου.»
Έτσι. Το ίδιο βράδυ, μέσα στην ησυχία της νύχτας, άφησε τα διαμερίσματά του και πήγε στα
διαμερίσματα του βασιλιά Σουντοντάνα. Την στιγμή που ο Μποντισάτβα πάτησε το πόδι του
στον όροφο του παλατιού, ολόκληρο το παλάτι έλαμψε με φως. Ο βασιλιάς ξύπνησε και
βλέποντας το φως, ρώτησε αμέσως τον αρχιυπηρέτη του, «Ανέτειλε ο ήλιος; Έχει τόσο
όμορφο φως!» Ο αρχιυπηρέτης του απάντησε, «Όχι άρχοντά μου, είναι ακόμα μεσάνυχτα.»
Και συνέχισε:
«Άρχοντά μου, το φως του ήλιου κάνει τα δέντρα και τους τοίχους να ρίχνουν σκιές.
Βασανίζει και ζεματάει το σώμα.
Το χάραμα επίσης, ακούγονται οι φωνές από τους κύκνους, τα παγώνια,
τους παπαγάλους, τους κούκους και τις άγριες πάπιες. [F.99.b]
«Όμως αυτό το φως Μεγαλειότατε, είναι όμορφο και ευχάριστο.
Είναι απαλό, ευνοϊκό και δεν καίει.
Διαπερνά τα δέντρα και τους τοίχους χωρίς να ρίχνει σκιά.
Πρέπει να έχει έρθει εδώ κάποιος με σπουδαίες ιδιότητες.»

Ο βασιλιάς ανησύχησε, κοίταξε γύρω του


Και είδε το αγνό ον που είχε μάτια σαν τους λωτούς. ]199]
Προσπάθησε να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι του, αλλά δεν τα κατάφερε.
Τότε το ευγενές ον με την αγνή καρδιά, αισθάνθηκε σεβασμό για τον πατέρα του.

Στέκοντας μπροστά στον βασιλιά του είπε,


«Άρχοντά μου, ήρθε η ώρα να αφήσω το σπίτι.
Σε παρακαλώ μην με εμποδίσεις και μην απελπίζεσαι.
Είθε εσύ βασιλιά μου, η οικογένεια μου και οι άνθρωποι του βασιλείου να με συγχωρέσουν.»

Ο βασιλιάς με δάκρυα στα μάτια, του είπε,


«Τι πρέπει να γίνει για να αλλάξεις την απόφασή σου;
Θες να μου ζητήσεις κάτι; Πες μου, θα σου δώσω τα πάντα!
Είμαι δικός σου, πάρε το παλάτι, τους υπηρέτες και όλο το βασίλειο.»

Τότε ο Μποντισάτβα με γλυκιά φωνή του απάντησε,


«Άρχοντά μου, θέλω τέσσερα δώρα. Δώσε μου τα σε παρακαλώ!
Αν μπορέσεις να μου τα δώσεις, τότε θα με εξουσιάσεις.
Θα με βλέπεις εδώ στο σπίτι συνέχεια και δεν θα φύγω.

«Θέλω Άρχοντά μου, να μείνω αλώβητος από τα γηρατειά,


να διατηρήσω το όμορφο σώμα μου και τα νιάτα μου για πάντα.
Να είμαι υγιής χωρίς καμιά αρρώστια.
Η ζωή μου να μην τελειώσει ποτέ και ο θάνατος να μην έρθει.

Όταν άκουσε ο βασιλιάς αυτά τα λόγια, λυπήθηκε πολύ.


«Γιε μου, ζητάς το ακατόρθωτο, είμαι ανίσχυρος εδώ. [200]
Ακόμα κι οι σοφοί[1]που ζούνε κάλπα δεν υπερβαίνουν
την φθορά και τον φόβο της αρρώστιας, των γηρατειών και του θανάτου.»

«Αν δεν μπορείς Άρχοντά μου, να μου δώσεις αυτά τα τέσσερα δώρα-
την απελευθέρωση από τη δυστυχία και τον τρόμο της αρρώστιας,
των γηρατειών και του θανάτου-
τότε ένα άλλο δώρο θα σου ζητήσω. Άκουσέ με σε παρακαλώ Εξοχότατε:
Θα ήθελα αφού πεθάνω, να μην επαναγεννηθώ ξανά.»

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο βασιλιάς από τον άριστο των ανθρώπων,


ελάττωσε την λαχτάρα του, άφησε την προσκόλληση που είχε για τον γιό του και είπε:
«Πήγαινε τότε να ωφελήσεις και να απελευθερώσεις τα όντα. Είμαι χαρούμενος γι αυτό.
Είθε όλες σου οι επιθυμίες να εκπληρωθούν.» [F.100.a]

Τότε ο Μποντισάτβα έφυγε, μοναχοί, επέστρεψε στην εστία του και ξάπλωσε στο κρεβάτι
του. Κανείς δεν είχε αντιληφθεί την απουσία του.
Το χάραμα, ο βασιλιάς Σουντοντάνα κάλεσε όλη την οικογένεια των Σάκυα και τους
ανακοίνωσε, «Ο πρίγκηπας θέλει να εγκαταλείψει το σπίτι του. Τι μπορούμε να κάνουμε;»
Οι Σάκυα απάντησαν, «Μεγαλειότατε ας τον επιβλέπουμε. Αυτός είναι ένας κι εμείς στην
οικογένεια των Σάκυα είμαστε πολλοί. Δεν θα μπορέσει να φύγει απ’ το σπίτι.»
Έτσι, οι Σάκυα και ο βασιλιάς έβαλαν πεντακόσιους νέους άντρες στην ανατολική πύλη της
πόλης για να φυλάνε. Όλοι τους ήταν οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι στη μάχη, ήταν
ικανότατοι στο τόξο και το δόρυ και ήταν χειροδύναμοι σαν παλαιστές. [201] Για επιπλέον
φύλαξη, ο καθένας από αυτούς τους νεαρούς Σάκυα, είχε στη διάθεσή του πεντακόσια
άρματα και πεντακόσιους πεζικάριους για κάθε άρμα.
Με τον ίδιο τρόπο, τοποθετήθηκαν πεντακόσιοι νεαροί άντρες στην ανατολική, δυτική και
βόρεια πύλη.
Οι γέροντες Σάκυα, άντρες και γυναίκες, τοποθετήθηκαν παντού, σε διασταυρώσεις,
κόμβους και λεωφόρους. Ακόμα και ο βασιλιάς Σουντοντάνα φύλαγε την πύλη του παλατιού
με πεντακόσιους νεαρούς άντρες με άλογα και ελέφαντες.
Η Μαχαπρατζαπάτι Γκαουτάμι είπε στις θεραπαινίδες της:

«Ανάψτε δυνατές λάμπες και βάλτε τα πετράδια στην άκρη των λάβαρων!
Κρεμάστε γιρλάντες και φωτίστε όλο το παλάτι!
Παίξτε μουσική, τραγουδήστε και μην κοιμάστε, επαγρυπνήστε το βράδυ. [F.100.b]
Φυλάξτε τον πρίγκηπα για να μην φύγει απαρατήρητος.

«Οπλιστείτε! Πάρτε όπλα στα χέρια σας-


ξίφη, δόρατα, τόξα και βέλη και δίκρανα-
Φυλάξτε τον αγαπημένο μας πρίγκηπα.
Ας είμαστε όλοι σε επιφυλακή!

Κλείστε όλες τις πόρτες καταρχήν και κλειδώστε καλά


βάλτε σύρτες και αμπαρώστε.
Μην ανοίξετε κάποια πόρτα αν δεν είναι αναγκαίο,
αλλιώς το ευγενές ον θα δραπετεύσει.

« Στολιστείτε με μαργαριτάρια και πετράδια,


βάλτε στολίδια από λουλούδια, μισοφέγγαρα και καδένες.
Στολιστείτε με ζώνες, δακτυλίδια και σκουλαρίκια.
Κλείστε καλά τα βραχιόλια στους αστραγάλους σας.

«Αν αυτός ο ευεργέτης θεών κι ανθρώπων, που δρα σαν τον περήφανο ελέφαντα,
προσπαθήσει να δραπετεύσει ξαφνικά,
θα τον αντιμετωπίσετε με τέτοιο τρόπο
που να μην βλαφτεί καθόλου. [202]

«Εσείς κορίτσια με δόρατα στα χέρια,


που περιβάλλετε το κρεβάτι αυτού του αγνού όντος,
μην ολισθαίνετε στην τεμπελιά,
φυλάξτε τον με μάτια σαν της πεταλούδας.

«Για να περιφρουρήσετε τον πρίγκηπα,


στολίστε το παλάτι με πολύτιμα πλέγματα
Πάρτε τα φλάουτα σας και παίξτε.
Προστατέψτε το Αψεγάδιαστο Ον τη νύχτα!

«Η μια με την άλλη κρατηθείτε ξύπνιες


και μην χαλαρώνετε.
Αλλιώς είναι σίγουρο πως θα αφήσει το σπίτι του,
θα εγκαταλείψει το παλάτι και τους υπηκόους του.

«Αν αφήσει το σπίτι του,


τότε το βασιλικό παλάτι θα γίνει τόπος χωρίς χαρά.
Η συνέχεια της βασιλικής γενιάς, που έχει διαρκέσει τόσο πολύ,
θα διακοπεί.»

Τότε, μοναχοί, οι είκοσι οκτώ μεγάλοι στρατηγοί των γιάκσα, όπως ο Παντσίκα,
συναντήθηκαν με τους πεντακόσιους γιους του Χαρίτι και είπαν για την ανησυχία που είχαν:
«Φίλοι μου, σήμερα ο Μποντισάτβα θα αφήσει το σπίτι του. [F.101.a] Γι αυτό χαρείτε και
κάντε προσφορές σ’ αυτόν.»
Παρομοίως οι τέσσερις βασιλιάδες, που είχαν μπει στο Παλάτι Αντακαβάτι, είπαν στη
μεγάλη συγκέντρωση των γιάκσα, «Φίλοι μου, σήμερα ο Μποντισάτβα θα αφήσει το σπίτι
του. Πρέπει να τον βοηθήσετε να φύγει, να κρατήσετε τις οπλές/τα πόδια του όμορφου
αλόγου του στα χέρια σας.»
Η συνάθροιση των γιάκσα είπε:

«Σκληρός όπως το βάτζρα και άφθαρτος,


το σώμα του είναι παντοδύναμο όπως του Ναραγιάνα[2]
επιμελής και δυνατός, αυτός ο τέλειος άντρας δεν μπορεί να μετακινηθεί.
Μπορεί το μεγάλο Μερού, το πιο φημισμένο βουνό, να είναι δυνατόν να σηκωθεί και να
κρατηθεί στον ουρανό,
κανείς όμως δεν μπορεί να σηκώσει το όρος των ιδιοτήτων του νικητή,
που έχει φτιαχτεί από αρετή και σοφία.»

Ο Βαϊσραβάνα είπε: [203]

«Για ανθρώπους φουσκωμένους από περηφάνια, ο δάσκαλος αυτός θα είναι βαρύς.


Για όσους αγαπούν και σέβονται, θα είναι ελαφρύς.
Αν αφιερωθείς ειλικρινά και με σεβασμό σ’ αυτόν,
θα τον βρεις τόσο ελαφρύ, όσο είναι για τα πουλιά μια τούφα βαμβακιού.

Θα περπατώ μπροστά όσο εσύ βαστάς το άλογό του.


Όταν φύγει ο Μποντισάτβα, θα συγκεντρώσουμε πολύ μεγάλη αρετή!»

Έπειτα ο Σάκρα, ο άρχοντας των θεών, μοναχοί, μίλησε στους θεούς του Πεδίου των
Τριάντα Τριών: «Φίλοι, σήμερα ο Μποντισάτβα θα αφήσει το σπίτι του. Γι αυτό αγαλλιάστε
και κάντε προσφορές.»
Ο θεός Σανταμάτι απάντησε: «Θα κάνω τους πάντες στην πόλη του Καπιλαβάστου, άντρες,
γυναίκες και παιδιά, να κοιμηθούν.»
Ο θεός Λαλιταβιούχα είπε: «Θα κάνω όλους τους ήχους από τα άλογα, τους ελέφαντες, τους
γαϊδάρους, τις καμήλες, τις αγελάδες, τα βόδια, τις γυναίκες, τους άντρες, τα αγόρια και τα
κορίτσια, να σταματήσουν.»
Έπειτα ο θεός Βιουχαμάτι είπε: «Θα φτιάξω στον ουρανό έναν υπέροχο δρόμο. Θα είναι
πλατύς όσο επτά άρματα, στις πλευρές του θα έχει πολύτιμες εξέδρες που θα αστράφτουν
από το φως των πολύτιμων πετραδιών, θα σκιάζεται από ανοικτές ομπρέλες, θα υπάρχουν
σημαίες και λάβαρα, θα είναι στρωμένος με διάφορα λουλούδια, θα καίνε λιβάνια διαφόρων
αρωμάτων. Απ’ αυτόν το δρόμο θα ξεκινήσει ο Μποντισάτβα.»
Έπειτα μίλησε ο Αϊραβάνα, ο βασιλιάς των ελεφάντων: [F.101.b] "Θα εγείρω πάνω στην
προβοσκίδα μου ένα αρχοντικό τριάντα δύο λεύγες ψηλό. Σ' αυτό το μέγαρο, νεαρές θεές θα
υπηρετούν και θα τιμούν τον Μποντισάτβα, τραγουδώντας τραγούδια και παίζοντας μουσικά
όργανα."
Έπειτα ο Σάκρα ο άρχοντας των θεών είπε: "Θα ανοίξω τις πύλες και θα του δείξω το
δρόμο."
Έπειτα ο θεός Νταρματσαρίν είπε: "Θα κάνω το χαρέμι να μην φαίνεται θελκτικό."
Έπειτα ο θεός Σαντσοντάκα είπε: "Θα βοηθήσω τον Μποντισάτβα να σηκωθεί απ' το κρεβάτι
του."
Τέλος βασιλείς των νάγκα Βαρούνα, Μανασβίν, Σαγκάρα, Αναβάπτα, Νάντα και Ουπανάντα
είπαν: "Εμείς, από την πλευρά μας, θα φτιάξουμε σύννεφα με σανταλόξυλο για να πέσει μια
βροχή από πούδρα σανταλόξυλου σαν προσφορά στον Μποντισάτβα."
Έτσι, μοναχοί, όλοι οι θεοί, νάγκα, γιάκσα και γκαντάρβα κίνησαν να κάνουν αυτά που
υποσχέθηκαν.
Εν τω μεταξύ, ο νους του Μποντισάτβα ήταν στο Ντάρμα. Αναπαυόταν χαλαρά μαζί με τις
κυρίες του, στην αίθουσα μουσικής. Στοχαζόταν πάνω στη συμπεριφορά των προηγούμενων
Βούδα και τους τρόπους που ωφελούσαν όλα τα όντα και σκεφτόταν τέσσερεις προσευχές
που είχε φτιάξει στο παρελθόν:
"Στο παρελθόν ευχήθηκα να γίνω ένας αυτοπροβαλλόμενος άρχοντας που θα επιδίωκε την
παντογνωσία. Τότε φόρεσα την πανοπλία της τετραπλής απόφασης. Πρώτα:
"Έχω δει πόσο υποφέρουν τα όντα. Γι αυτό είθε να λυτρώσω και να απελευθερώσω εκείνους
που είναι δέσμιοι του κόσμου κι έχουν πιαστεί στη φυλακή της κυκλικής ύπαρξης. Είθε να
απελευθερώσω τα όντα από τα σφικτά δεσμά και τις αλυσίδες της λαχτάρας/πόθου[3]."
Αυτή ήταν η πρώτη ευχή που έκανε στο παρελθόν. [F.102.a] [205] Έπειτα σκέφτηκε τη
δεύτερη ευχή απ' το παρελθόν:
"Είθε να φωτίσω με το φως του Ντάρμα, όσους, μέσα στον κόσμο, βρίσκονται βαθιά μέσα
στο σκοτάδι της μεγάλης άγνοιας-για εκείνους τους ανθρώπους που τα μάτια τους σκιάζονται
από τον καταρράκτη της άγνοιας, που τους λείπει το μάτι της σοφίας και είναι τυφλοί από
την άγνοια και την πλάνη. Είθε να σηκώσω τη δάδα της σοφίας που καταστρέφει το σκοτάδι
εκείνων που είναι τυφλοί από την άγνοια. Είθε να τους δώσω το γιατρικό των τριών πυλών
της απελευθέρωσης[4]-το αντίδοτο που επιστρατεύει τα μέσα, τη σοφία και τη γνώση. Είθε
να αφαιρέσω το σκοτάδι της άγνοιας, όλους τους καταρράκτες και τα ελαττώματα της
νωθρότητας και μ' αυτόν τον τρόπο να εξαγνίσω το μάτι της σοφίας τους."
Στη συνέχεια ο Μποντισάτβα σκέφτηκε την τρίτη ευχή του από το παρελθόν:
"Ωιμέ! αυτός ο κόσμος έχει υψώσει το λάβαρο της υπερηφάνειας και του εγωκεντρισμού.
Έχει εμμονή με το 'εγώ' και το 'δικό μου'. Ο νους των ανθρώπων αρπάζεται από τον εαυτό
και οι λανθασμένες αντιλήψεις περί του εαυτού διαστρεβλώνουν τη θεώρησή τους. Είθε να
ρίξω το λάβαρο της υπερηφάνειας που σκέφτεται 'εγώ είμαι' δείχνοντάς τους το ευγενές
μονοπάτι."
Τέλος ο Μποντισάτβα σκέφτηκε την τέταρτη ευχή από το παρελθόν:
Ωιμέ! αυτός ο κόσμος δεν έχει ειρήνη εξ αιτίας του εαυτού. Ο κόσμος είναι διαταραγμένος
συνεχώς και μοιάζει με ένα μπερδεμένο κουβάρι. Τα όντα πηγαινοέρχονται. Συνέχεια
κινούνται και πηγαινοέρχονται ανάμεσα σ' αυτόν τον κόσμο και τον επόμενο. Αυτή η
περιστροφή δεν έχει τελειωμό και μοιάζει με την περιστροφή της δάδας. Είθε να τους
φανερώσω το Ντάρμα της γαλήνης[5], που φέρνει την εκπλήρωση μέσω της γνώσης."
Αμέσως μετά, ο Νταρματσαρίν και οι άλλοι θεοί των καθαρών πεδίων, έκαναν το χαρέμι να
δείχνει μη ελκυστικό. Και αφού αποκάλυψαν τα μη θελκτικά χαρακτηριστικά του χαρεμιού,
πήραν τη θέση τους στον ουρανό και είπαν τους ακόλουθους στίχους:

Οι θεοί με τις μεγάλες μαγικές δυνάμεις


είπαν σ' Εκείνον με τα Επιμήκη Μάτια σαν του Ανθισμένου Λωτού: [F.102.b]
"Πως μπορείς να είσαι ευχαριστημένος
όταν ζεις μέσα σε ένα νεκροταφείο;" [206]

Συνεπαρμένος από τους άρχοντες των θεών,


ο Μποντισάτβα κοίταξε γύρω του αμέσως εξετάζοντας το χαρέμι του.
Βλέποντας πως είχαν γίνει αποκρουστικές,
σκέφτηκε, "Πράγματι, ζω μέσα σε ένα νεκροταφείο."

Όταν ο Μποντισάτβα κοίταξε όλο το χαρέμι των γυναικών, είδε πως σε μερικές τα ρούχα
τους είχαν πέσει, άλλες είχαν ακατάστατα μαλλιά και σε άλλες τα κοσμήματα ήταν άτακτα
φορεμένα. Άλλες είχαν χάσει τα κοσμήματα του κεφαλιού, άλλες είχαν άσχημους ώμους,
ενώ κάποιες είχαν ακάλυπτα πόδια και χέρια. Κάποιες είχαν αηδιαστικές εκφράσεις, ενώ
κάποιες άλλες ήταν αλλήθωρες. Σε κάποιες τρέχαν τα σάλια, ενώ άλλες ροχάλιζαν.
Μερικές γελούσαν άγρια, άλλες έβηχαν και άλλες φλυαρούσαν ασυνάρτητα. Κάποιες έτριζαν
τα δόντια τους και σε άλλες είχε αλλάξει η όψη τους. Κάποιες γυναίκες είχαν δυσάρεστα
χαρακτηριστικά, όπως πολύ μακριά χέρια. Κάποιες τίναζαν τα πόδια τους. Κάποιες είχαν
ακάλυπτα κεφάλια, ενώ άλλες τα είχαν καλυμμένα. Το πρόσωπο μερικών είχε αλλάξει. Το
σώμα κάποιων άλλων ήταν απαίσιο και κάποιες άλλες ήταν γυμνές.
Κάποιες ήταν καμπουριαστές κ έκαναν γαργαλιστικούς ήχους. Κάποιες άλλες, ενώ
κρατούσαν ακόμα τα πήλινα τύμπανα, συστρέφανε τα σώματά τους. Κάποιες γυναίκες
κρατούσαν τα όργανά τους, τα τρίχορδα και τα λαούτα τους. Άλλες έξυναν τα φλάουτα με τα
δόντια τους κι έβγαζαν ήχους σπασίματος. Κάποιες άλλες έπαιζαν κιμπάλα[6], νακάλου και
σάμπα με ξηλωμένα τα ηχεία τους. Κάποιες είχαν κλειστά τα μάτια, κάποιες άλλες ανοικτά
και κάποιες τα περιστρέφανε. Κάποιες άλλες γυναίκες ήταν ξαπλωμένες με το στόμα τους
ορθάνοικτο.
Ο Μποντισάτβα κοίταξε το χαρέμι των γυναικών που ήταν πολύ αποκρουστικές, καθώς
βρίσκονταν έτσι πεσμένες στο πάτωμα κι είχε την εντύπωση πως πράγματι βρισκόταν σε
κάποιο νεκροταφείο.
Πάνω σ' αυτό το θέμα, έχει λεχθεί:

Βλέποντας το αυτό, ο Προστάτης του Κόσμου αναστατώθηκε.


Ξεχειλίζοντας από συμπόνοια είπε,
"Α! Πόσο άθλια είναι αυτή η συνάθροιση!
Πως να βρω ευχαρίστηση σ' αυτήν την σύναξη δαιμονισσών;

" Εσφαλμένη και συγκαλυμμένη με αυταπάτες είναι η κρίση εκείνου


που νομίζει ότι οι άχρηστες νοητικές απολαύσεις έχουν νόημα.
Σαν το πουλί που αιχμαλωτίστηκε στο κλουβί,
δεν μπορεί να ξαναβρεί κανείς την ελευθερία του." [207] [F.103.a]

[B 10] Έπειτα ο Μποντισάτβα εξέτασε το χαρέμι των γυναικών με αυτό το μέσο της πύλης
προς το φως του Ντάρμα. Έπειτα, με λέξεις μεγάλης συμπόνιας, θρήνησε για τα όντα:
"Αυτά τα παιδαριώδη όντα σκοτώνονται όπως ο καταδικασμένος στο ικρίωμα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα είναι γεμάτα επιθυμία, όπως οι ανόητοι προσελκύονται από ένα
κεραμικό βάζο με εμετό.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πνίγονται, όπως οι ελέφαντες βυθίζονται σε βαθιά νερά.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα είναι ικανοποιημένα, όπως ο χοίρος που περιβάλλεται από βρωμιά.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα είναι άπληστα, όπως ο σκύλος με το κόκκαλο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πέφτουν, όπως ο σκώρος στη φλόγα του κεριού.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα παγιδεύονται, όπως η μαϊμού μπερδεύεται στην παγίδα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πιάνονται, όπως το ψάρι μπλέκεται στα δίχτυα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα κόβονται, όπως το αρνί στο σφαγείο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα παλουκώνονται, όπως ο εγκληματίας στο παλούκι.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πνίγονται, όπως ο ελέφαντας στον βούρκο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα φθείρονται, όπως το κουφάρι του πλοίου στον ωκεανό.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πέφτουν, όπως ο τυφλός κατρακυλά στη βαθιά άβυσσο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα εξαντλούνται, όπως το νερό που τρέχει στην επιφάνεια της γης.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα γίνονται καπνός, όπως αυτή η μεγάλη γη στο τέλος του κάλπα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα στριφογυρίζουν, όπως περιστρέφεται ο τροχός του αγγειοπλάστη.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα έχασαν το δρόμο τους, όπως οι τυφλοί περιφέρονται στα βουνά.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα είναι δεμένα και στριφογυρίσουν, όπως είναι οι σκύλοι δεμένοι
στο λουρί. [F.103.b]
Αυτά τα παιδαριώδη όντα μαραίνονται, όπως το γρασίδι και τα δέντρα τη ζεστή εποχή.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα ελαττώνονται, όπως κι η φθίνουσα σελήνη το σκοτεινό
δεκαπενθήμερο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα κατασπαράζονται όπως τα φίδια από τα γκαρούντα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα καταπίνονται, όπως τα πλοία από τα τεράστια θαλάσσια τέρατα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα ληστεύονται, όπως ο ταξιδιώτης από ορδές κλεφτών.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα σπάνε, όπως τα φοινικόδεντρα στην καταιγίδα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα σκοτώνονται, όπως όταν δαγκωθεί κάποιος απο δηλητηριώδες
φίδι.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα πληγώνονται επειδή αναζητούν γεύση, όπως οι ανόητοι γλύφουν
το πασαλειμμένο με μέλι μαχαίρι
Αυτά τα παιδαριώδη όντα παρασύρονται, όπως οι κορμοί δέντρων παρασύρονται από το
ποτάμι.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα παίζουν, όπως και τα παιδιά παίζουν με τα ίδια τους τα
περιττώματα.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα ελέγχονται, όπως οι ελέφαντες από το άγκιστρο του οδηγού τους.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα εξαπατώνται, όπως ο απλοϊκός άνθρωπος από τον τσαρλατάνο.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα εξαντλούν τις ρίζες αρετής, όπως ο χαρτοπαίχτης χάνει το βιός
του.
Αυτά τα παιδαριώδη όντα καταβροχθίζονται, όπως οι έμποροι τρώγονται από τις
δαιμόνισσες.

Ο Μποντισάτβα εξέτασε την ακολουθία των γυναικών μέσω αυτών των τριάντα δύο
παρομοιώσεων. Στοχάστηκε πάνω στην ακάθαρτη φύση του σώματος, ανέπτυξε μια αίσθηση
απέχθειας και στη συνέχεια αηδίας. Έπειτα, διαλογίστηκε στο γεγονός πως και το ίδιο του το
σώμα είναι σαν το δικό τους και είδε πραγματικά τα μειονεκτήματα του σώματος. Έπειτα
εγκατάλειψε την προσκόλληση προς το σώμα, καταστρέφοντας την αντίληψη πως είναι
ελκυστικό και βλέποντάς το ως αποκρουστικό. Είδε πως το σώμα, από τα πέλματα των
ποδιών μέχρι και ην κορφή του κεφαλιού, είναι φτιαγμένο από βρωμιά, παράγει βρωμιά και
αποβάλλει βρωμιά. Τότε αναφώνησε τα εξής: [F. 104.a]

"Μεγαλώνει στις πεδιάδες του κάρμα και γεννιέται απ' το νερό της λαχτάρας/πόθου, το
ονομάζουμε μεταβατικό σώμα.
Αυτό το σώμα είναι υγρό από δάκρυα, ιδρώτα και φλέγμα και είναι γεμάτο με ούρα και αίμα.
Είναι γεμάτο με κάθε είδους βρωμιά, λίπος, πύον και μυαλά.
Διαρκώς βγάζει περιττώματα και βρωμάει.

"Είναι φτιαγμένο από κόκκαλα, δόντια και τρίχες και είναι καλυμμένο με ένα τριχωτό δέρμα.
Είναι γεμάτο σπλάχνα, συκώτι, σπλήνα, λέμφους και σάλια, είναι αδύναμο.
Σαν μια μηχανή είναι που κρατιέται σε συνοχή από τα κόκκαλα και τους τένοντες και
διακοσμείται από τη σάρκα.
Είναι γεμάτο αρρώστιες, υποκείμενο του πόνου που βασανίζεται συνέχεια από πείνα και
δίψα.

"Το σώμα των όντων έχει πολλές κοιλότητες και μεταμορφώνεται σε γήρας και θάνατο.
Βλέποντας το σώμα, ποιος σοφός δεν θα το θεωρούσε ως εχθρό;" [209]

Έτσι ο Μποντισάτβα παράμεινε με την επίγνωση πως το σώμα είναι κάτι που πρέπει να
εγκαταλειφθεί.
Οι θεοί που περιφέρονταν ψηλά στον ουρανό, ρώτησαν το θεό Νταρματσαρίν: Αγαπημένε
φίλε, τι γίνεται; Ο Σιντάρτα χαζεύει/βραδυπορεί και κοιτά συνέχεια τις γυναίκες. Μάλιστα
χαμογελάει και δεν φαίνεται δυσαρεστημένος. Επειδή όμως είναι σαν τον βαθύ ωκεανό
μήπως δεν μπορούμε να τον καταλάβουμε; Δεν είναι αλήθεια, πως αυτός που έχει
απόσπαση δεν προσκολλάται από τα αντικείμενα; Ή ξέχασε την υπόσχεση που έδωσε στους
θεούς που τον παρότρυναν;
Ο θεός Νταρματσαρίν απάντησε: "Γιατί μιλάτε έτσι; Υπάρχουν βέβαια στοιχεία πως κατά το
παρελθόν που ασκήθηκε στην αφυπνισμένη συμπεριφορά, ανέπτυξε αυτού του είδους την
απόσπαση. Για ποιον λόγο έτσι ξαφνικά λοιπόν, να αποκτήσει προσκόλληση προς την
ύπαρξη, που είναι και η τελευταία του;"
Όντως ο Μποντισάτβα είχε σιγουρευτεί, μοναχοί. Ήταν γεμάτος αποστροφή και είχε
αποφασίσει. έτσι, χωρίς καθυστέρηση, σηκώθηκε μα\ε χάρη από τη θέση του στην αίθουσα
μουσικής και στράφηκε προς την ανατολή. Με το δεξί του χέρι έβγαλε το πολύτιμο πλέγμα
και ανέβηκε στην ταράτσα του παλατιού. [F.104.b] Εκεί ένωσε τα χέρια του και
ενθυμούμενος όλους τους Βούδες, υποκλίθηκε. Όταν κοίταξε ψηλά στην έκταση του
ουρανού, είδε τον Ίντρα, τον άρχοντα των θεών με τα χίλια μάτια, μαζί με ακολουθία εκατό
χιλιάδων θεών που κρατούσαν λουλούδια, θυμιάματα, γιρλάντες, αρώματα, αρωματικές
πούδρες, στολίδια, ομπρέλες, νικητήρια λάβαρα, σημαίες, σκουλαρίκια από άνθη και
γιρλάντες από πολύτιμες πέτρες. Ο Ίντρα υποκλίθηκε, τιμώντας έτσι τον Μποντισάτβα.
Ο Μποντισάτβα είδε και τους τέσσερεις φύλακες του κόσμου μαζί με ορδές από γιάκσα,
δαίμονες, γκαντάρβα και νάγκα. Όλοι τους φορούσαν πανοπλία, θώρακες και κράνη. Στα
χέρια τους κρατούσαν σπαθιά, τόξα και βέλη, δόρατα, ακόντια και τρίαινες. Με χάρη
έβγαλαν τα πολύτιμα διαδήματά τους και τις κορώνες τους και υποκλίθηκαν στον
Μποντισάτβα. Έπειτα είδε δύο θεούς, [210] τον Ήλιο και το Φεγγάρι, που στέκονταν στα
δεξιά και αριστερά του. Είδε επίσης τον Πούσυα, τον αρχηγό των αστερισμών.
Βλέποντας πως ήταν κιόλας μεσάνυκτα, ο Μποντισάτβα κάλεσε τον Τσάντα:

"Όλα τα ευνοϊκά σημάδια έχουν συγκεντρωθεί.


Χωρίς αμφιβολία οι ευχές μου θα εκπληρωθούν απόψε.
Τσάντα, μην αμφιβάλεις ούτε να καθυστερείς!
Στόλισε τον βασιλιά των αλόγων και φέρτον πλουμιστό μπροστά μου."

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο Τσάντα ένοιωσε λύπη και ρώτησε:

"Που θα πας, εσύ με τα μακριά ματόκλαδα


και τα όμορφα μάτια σαν τους ανθισμένους λωτούς;
Σαν λέοντας ανάμεσα σε ανθρώπους, με πρόσωπο σαν το φθινοπωρινό φεγγάρι,
το φεγγάρι που ευχαριστεί τους λωτούς της νύχτας;

"Το πρόσωπό σου είναι σαν ανθισμένος λευκός λωτός,


τόσο τρυφερό σαν φρέσκος μπλε λωτός.
Με λαμπρότητα σαν του ήλιου ή του καθαρού χρυσού,
σαν καινούργιο και αμόλυντο φεγγάρι,
"σαν τη φωτιά που οι φλόγες της τρέφονται από βούτυρο θυσίας.
Η λαμπρότητά σου είναι σαν τη λάμψη της αστραπής.
Το ακατανίκητο βάδισμά σου έχει τη χάρη της σιγουριάς του ελέφαντα.
Περπατάς και όμορφα τοποθετείς τα πόδια σου, έχεις το βάδισμα του ταύρου, του λιονταριού
ή του κύκνου."

Ο Μποντισάτβα απάντησε:

"Πες μου τότε Τσάντα, για ποιον λόγο


απαρνήθηκα στο παρελθόν τα χέρια, τα πόδια και τα μάτια μου; [F.105.a]
Εγκατέλειψα το κεφάλι μου, την αγαπημένη μου γυναίκα και τα παιδιά μου,
το βασίλειο μου, τον πλούτο, το χρυσάφι και τα ρούχα μου,

"τους φορτωμένους με κοσμήματα ελέφαντες και άλογα,


που ήταν πανίσχυρα και γρήγορα σαν τον άνεμο.
Για τρισ/μύρια κάλπα εκπαιδεύτηκα στην πειθαρχία και την υπομονή,
χαρούμενος στην επιμονή, στις δυνάμεις, στην συγκέντρωση και στη γνώση.

"Επομένως , μόλις φτάσω στην ευοίωνη γαλήνη της αφύπνισης,


θα είναι η ώρα να ελευθερώσω τα όντα που πνίγονται στον ωκεανό του γήρατος και του
θανάτου."

[211] Ο Τσάντα απάντησε: "Έχω ακούσει 'Άρχοντά μου, πως όταν γεννήθηκες σε πήγαν
στους ιερείς που κάνουν προφητείες εξετάζοντας τα σημάδια. Αυτοί προφήτεψαν μπροστά
στον πατέρα σου, τον Βασιλιά Σουντοντάνα: "Μεγαλειότατε, η βασιλική διαδοχή θα
ανθίσει." Κι όταν ο Βασιλιάς Σουντοντάνα ζήτησε να του πουν περισσότερα, οι ιερείς
απάντησαν:

"Ο νεογέννητος γιος σου έχει τα εκατό σημάδια της αρετής


και αστράφτει από το μεγαλείο της αρετής.
Θα γίνει παγκόσμιος μονάρχης, θα κυριαρχεί πάνω στις τέσσερεις ηπείρους,
και θα κατέχει τους επτά θησαυρούς.

"Αν όμως βρεθεί αντιμέτωπος με τα βάσανα του κόσμου αυτού,


θα εγκαταλείψει το χαρέμι του και θα αφήσει το σπίτι του.
Έπειτα θα φτάσει στην φώτιση, την κατάσταση που είναι απαλλαγμένη από γηρατειά και
θάνατο.
Θα ικανοποιήσει τα όντα με το νερό του Ντάρμα.'

"Η προφητεία Άρχοντά μου αυτά λέει, δεν μπορούμε να το αρνηθούμε αυτό. Άκουσε όμως
αυτά που θα σου πω, γιατί μπορεί να σε βοηθήσουν!"
"Με ποιον τρόπο", είπε ο Μποντισάτβα.
Κι ο Τσάντα απάντησε: "Για ποιον λόγο Άρχοντά μου, κάποιοι άνθρωποι εκπαιδεύονται στην
πειθαρχία και στις στερήσεις; Φορούν δέρμα ελαφιού και δένουν ψηλά σε κόμπο τα μαλλιά
τους. Φορούν στολίδια από φλοιούς δέντρων. Αφήνουν τα νύχια, τα μαλλιά και τα γένια τους
να μακρύνουν. Χαίρονται να βασανίζουν το σώμα τους και να περνούν διάφορα δύσκολά
μαρτύρια. Μπαίνουν στις πιο δύσκολες στερήσεις επειδή όπως λένε, επιθυμούν να γίνουν οι
πιο άριστοι μεταξύ των θεών και των ανθρώπων. Εσύ όμως Άρχοντα, την έχεις ήφ\δη την
καλή αυτή τύχη!
"Το βασίλειο ευημερεί, είναι μεγάλο και ειρηνικό, με έξοχες σοδειές. Είναι υπέροχο γεμάτο
με πολλούς ανθρώπους. [F.105.b] Έχεις τα ομορφότερα πάρκα, που είναι γεμάτα με
λουλούδια, φρούτα και κελαϊδίσματα πουλιών. Υπάρχουν πανέμορφες λίμνες με μπλε, ροζ
και λευκά λουλούδια λωτών, όπου αντηχούν οι φωνές των κύκνων, των παγωνιών, των
κούκων, των αγριόπαπιων, των πελαργών και των άγριων κύκνων. Πολλά ανθισμένα δέντρα
φυτρώνουν γύρω από τις λίμνες όπως μάνγκο, ασόκα, μανόλιες, αμάρανθοι και δέντρα
σαφραν. Τα πάρκα στολίζουν άλση πολύτιμων δέντρων τοποθετημένα σαν σκακιέρες που
περιβάλλονται από πολύτιμες εξέδρες. Βλέπει κανείς τα πλέγματα από πολύτιμες πέτρες να
κρέμονται από παντού. Μπορεί κανείς να χαρεί αυτά τα πάρκα, κάθε εποχή γιατί είναι
ευχάριστα είτε κάνει ζέστη, είτε είναι η εποχή των βροχών, το φθινόπωρο ή την άνοιξη.
"Τα παλάτια σου [212] είναι όμοια με το παλάτι του Βαϊτζαγιάντα, εκεί όπου όλες οι
ανησυχίες των ανθρώπων φεύγουν και βρίσκει κανείς τη γαλήνη του αληθινού Ντάρμα. Τα
παλάτια σου έχουν το χρώμα των φθινοπωρινών νεφών γι αυτό και μοιάζουν με το Όρος
Καϊλάσα. Είναι διακοσμημένα με βεράντες, τόξα, πύλες, παράθυρα, δροσερές αυλές και
στέγες και αντηχούν με κουδουνίσματα από μικροσκοπικές πολύτιμες καμπανούλες πάνω
στις κουρτίνες.
"Η συνοδεία των γυναικών είναι καλά εκπαιδευμένη. Τραγουδούν, παίζουν μελωδική
μουσική και χορεύουν. Παίζουν τούνα, πανάβα, φλάουτα, λαούτα, ξύλινα τύμπανα,
καλαμένιες φλογέρες, ξύλινα κρουστά, κύμβαλα, καμπίλα, νακάλου, κιθάρες, πήλινα
τύμπανα με καλό ήχο και πατάχα. Σε φροντίζουν με το χορό και την κωμωδία, είναι
χαρούμενες, διασκεδαστικές, παιχνιδιάρες και γλυκές.
"Κι εσύ Άρχοντά μου, είσαι ακόμα νέος. Είσαι στο άνθος της ζωής σου. Είσαι ένα φρέσκο
και τρυφερό αγόρι με μαύρα μαλλιά και σώμα σαν το λωτό. Δεν έχεις ακόμα παραδοθεί στις
απολαύσεις των αισθήσεων. Γι αυτό, απόλαυσέ το τώρα, όπως ο άρχοντας του Πεδίου των
Τριάντα Τριών, ο άρχοντας των θεών, αυτός με τα χίλια μάτια. Μπορούμε να αφήσουμε το
σπίτι μας αργότερα, όταν είμαστε γέροι." [F.106.a]
Τότε ο Τσάντα είπε τα ακόλουθα:

"Γνωρίζεις τις τεχνικές της απόλαυσης, γι αυτό απόλαυσέ τες,


σαν τον παντοδύναμο άρχοντα των θεών στο Πεδίο των Τριάντα Τριών!
Αργότερα, σαν είμαστε γέροι,
θα ασκηθούμε στην πειθαρχία και τις στερήσεις!"

Ο Μποντισάτβα απάντησε: "Τσάντα, αρκετά! Αυτές οι απολαύσεις των αισθήσεων είναι


παροδικές και ασταθείς. Δεν κρατούν και είναι αντικείμενα αλλαγής. Όπως τα ρέματα ενός
ορεινού χειμάρρου, περνούν γρήγορα και είναι ταραγμένα. Σαν τις δροσοσταλίδες, δεν
διαρκούν. Σαν την άδεια μπουνιά που κοροϊδεύει το παιδί, δεν έχουν ουσία. Σαν τον πυρήνα
της μπανανιάς, δεν έχουν δύναμη. Σαν το βάζο από άψητο πηλό, σπάνε φυσικά. Σαν τα
φθινοπωρινά σύννεφα, που εμφανίζονται και εξαφανίζονται γρήγορα. Σαν την αστραπή στον
ουρανό, διαρκούν μια πολύ σύντομη στιγμή. Σαν δοχείο γεμάτο δηλητήριο, προκαλούν πόνο.
Σαν το δηλητηριώδη κισσό, φέρνουν δυσφορία.
"Τα αντικείμενα της επιθυμίας, που λαχταρούν απελπισμένα όλοι αυτοί που έχουν ανώριμο
νου, είναι σαν τις φυσαλίδες στο νερό, αλλάζουν συνέχεια. Σαν τις οφθαλμαπάτες,
προκαλούνται από την λανθασμένη αντίληψη. Είναι σαν τις παραισθήσεις που
δημιουργούνται από την εσφαλμένη σκέψη. Όπως τα όνειρα, δεν μπορούν να ικανοποιήσουν,
αφού προσκολλιέται κανείς σε ψεύτικη εκδήλωση. Όσο δύσκολο είναι να γεμίσουν οι
ωκεανοί, οι επιθυμίες ποτέ δεν μπορούν να εκπληρωθούν. Σαν το αλατόνερο, τα αντικείμενα
της επιθυμίας σε κάνουν πιο διψασμένο. Σαν το κεφάλι της οχιάς, είναι επικίνδυνο να τα
αγγίξεις. [213] Σαν τη βαθιά άβυσσο, οι σοφοί άνθρωποι τα εγκαταλείπουν εντελώς.
Δημιουργούν ταραχή, διαμάχες και γεννούν απογοήτευση και λάθη. Ξέροντάς το αυτό οι
σοφοί τα αποφεύγουν, οι έξυπνοι τα αποδοκιμάζουν, οι ευγενείς τα αποστρέφονται και οι
ευφυείς τα κακολογούν. Οι αδαείς τα αποδέχονται και οι ανώριμοι βασίζονται σ' αυτά."
Τότε είπε τα ακόλουθα:

"Οι σοφοί άνθρωποι αποφεύγουν τις απολαύσεις των αισθήσεων όπως το κεφάλι του φιδιού,
τα απορρίπτουν σαν ένα βρωμερό δοχείο γεμάτο περιττώματα.
Τσάντα, αφού καταλαβαίνω πως οι απολαύσεις των αισθήσεων
καταστρέφουν κάθε αρετή, δεν τις απολαμβάνω." [F.106.b]

Τότε ο Τσάντα, κλαίγοντας γοερά σαν να πονούσε πολύ, με αγωνία και δακρυσμένα μάτια,
αναφώνησε τα ακόλουθα:

"Γιατί κάποιοι αντέχουν τις στερήσεις;


Φορούν δέρμα ελαφιού και αφήνουν τα μαλλιά, τα νύχια και τα γένια τους να μακρύνουν;
Καλύπτονται με φλοιούς δέντρων. Εμμένοντας στις στερήσεις πολλοί έχουν αδυνατισμένα
σώματα.

"Κάποιοι τρώνε μόνο λαχανικά, κεχρί και το φυτό γκαρντούλα.


Κάποιοι άλλοι, έχουν ορκιστεί να κρατούν τη συμπεριφορά της αγελάδας και έχουν το
κεφάλι τους συνεχώς κάτω.
Εμείς όμως, θα έπρεπε να είμαστε οι καλύτεροι και πιο επιφανείς του κόσμου.
Θα έπρεπε να γίνουμε παγκόσμιοι μονάρχες και φύλακες του κόσμου,
ή κάτοχοι του βάτζρα όπως ο Σάκρα, ή ο επικεφαλής θεός του Πεδίου Απαλλαγμένο από
Διαμάχες,
φιλοδοξώντας να βιώσουμε την ευδαιμονία του διαλογισμού στο πεδίο του Μπράχμα.
Τέλειο Ον, το βασίλειό σου είναι πλούσιο και ανθίζει με τις εξαίσιες σοδειές.
Είναι γεμάτο πάρκα και παλάτια, όμοια με το Παλάτι του Βαϊτζαγιάντα.

"Οι κυρίες αυτές είναι καλά εκπαιδευμένες για να προσφέρουν απολαύσεις,


σε συνδυασμό με το τραγούδι και τους μελωδικούς ήχους λαούτων και καλαμένιων
φλογέρων.
Απόλαυσε αυτές τις απολαύσεις Κύριέ μου!
Αν δεν φύγεις, θα βιώσεις μεγάλες απολαύσεις!"

Ο Μποντισάτβα απάντησε: [214]

"Άκουσε Τσάντα! Σε προηγούμενες ζωές


άντεξα εκατοντάδες βάσανα-
φυλάκιση, σκλαβιά, ξύλο, απειλές-όλα αυτά χάριν της επιθυμίας.
Όσο ο νους μου ήταν προσκολλημένος σε πράγματα που εξαρτώνταν από συνθήκες,
δεν μπορούσα να απελευθερωθώ.

"Κάτω από την επιρροή της αδιαφορίας και κυριευμένος από την πλάνη,
στο παρελθόν ήμουν τυφλός, καλυμμένος από το πέπλο των εσφαλμένων θεωρήσεων.
Αυτές οι θεωρήσεις με έκαναν να αρπάζομαι από την ιδέα του εαυτού
και να διαιωνίζω την εμπειρία των αισθήσεων, κι όλα αυτά επειδή δεν γνώριζα το Ντάρμα.

" Όλα τα πράγματα κινούνται και αλλάζουν και είναι παροδικά σαν τα σύννεφα.
Μοιάζουν με τη λάμψη της αστραπής.
Είναι σαν τη δροσοσταλιά στη κόψη του φύλλου και παραπλανητικά σαν την άδεια γροθιά.
Δεν έχουν ούτε ουσία ούτε εαυτό και δεν έχουν με κανένα τρόπο, κάποια εγγενή ύπαρξη.

"Γι' αυτό πλέον ο νους μου δεν προσκολλιέται στα αντικείμενα.


Τσάντα, στόλισε και φέρε μου τον Καντάκα, τον έξοχο βασιλιά των αλόγων.
Οι ευοίωνες ευχές του παρελθόντος εκπληρώθηκαν.
Υπερβαίνοντας τα πάντα, θα γίνω κύριος όλων των φαινομένων, ένας βασιλιάς του Ντάρμα,
ένας σοφός." [F.107.a]

O Τσάντα απάντησε:

"Μήπως δεν βλέπεις τις γυναίκες αυτές που έχουν μάτια σαν ανθισμένους λωτούς,
που είναι στολισμένες με γιρλάντες από πολύτιμα πετράδια,
που σπινθηροβολούν σαν τη λάμψη της αστραπής ανάμεσα στα σύννεφα του ουρανού,
που είναι τόσο όμορφες έτσι ξαπλωμένες στα κρεβάτια τους;

"Ή εκείνες που παίζουν τόσο γλυκά τα φλάουτα και τα κύμβαλα,


τα πήλινα τύμπανα και τις καλαμένιες φλογέρες, φτιάχνοντας τραγούδια και μουσική,
που τις συνοδεύουν ήχοι από πέρδικες, παγώνια και κούκους;
Θα εγκαταλείψεις αυτό το μέρος, που μοιάζει με πόλη των κιμνάρα;

"Εδώ υπάρχουν πολλά λουλούδια, γιασεμιά, μπλε λωτοί, κοραλλένιο γιασεμί και μανόλιες,
ευωδιαστές γιρλάντες με άπειρα υπέροχα άνθη.
Έχουμε τέλεια αρωματισμένα θυμιάματα από ξύλο μαύρης αλόης,
και έξοχες αρωματισμένες αλοιφές. Δεν τα βλέπεις αυτά;

"Εδώ έχεις την καλύτερη κουζίνα και τα καλύτερα πιάτα,


με τις εξαίσιες γεύσεις και τα εξαιρετικά αρώματα,
καθώς και τα πιο γλυκά αναψυκτικά.
Δεν τα βλέπεις Κύριέ μου; Που θα πας; [215]

"Τα ρούχα σου εδώ είναι αρωματισμένα με θερμά έλαια την κρύα εποχή,
ενώ τη θερμή εποχή με σανταλόξυλο.
Έχεις πανέμορφα υπέροχα μεταξωτά ρούχα;
Δεν τα βλέπεις Άρχοντά μου; Που θα πας;

" Εδώ οι πέντε απολαύσεις των αισθήσεων,


είναι τόσο θεσπέσιες όσο και οι απολαύσεις στα πεδία των θεών.
Έλα τώρα, απόλαυσέ τα με χαρά και ευδαιμονία!
Και μετά, Ευγενή Άρχοντα των Σάκυα, πας για απομόνωση στο δάσος!"

Ο Μποντισάτβα απάντησε:

" Τσάντα, αν και για αμέτρητα άπειρα κάλπα


απόλαυσα τις πολλές απολαύσεις των αισθήσεων ανθρώπων και θεών,
μορφές, ήχους, μυρωδιές, γεύσεις και αφές,
δεν μπόρεσα να ικανοποιηθώ!

"Έχω υπάρξει ο υπέρτατος πρίγκιπας, τόσο πλούσιος σε ισχύ!


Έχω υπάρξει παγκόσμιος μονάρχης κυβερνώντας τις τέσσερις ηπείρους.
Είχα στην κατοχή μου τους επτά θησαυρούς,
και έζησα μέσα στο χαρέμι.

"Κυβέρνησα το Πεδίο των Τριάντα Τριών και το Πεδίο που είναι Ελεύθερο από Διαμάχες,
άφησα αυτά τα πεδία και ήρθα εδώ.
Κατά το παρελθόν απήλαυσα τα πιο ιερά και έξοχα αντικείμενα
ανάμεσα στους θεούς των προβολών.
"Έχω υπάρξει Κύριος των δαιμόνων, ελέγχοντας τα πεδία των θεών,
απήλαυσα τις καλύτερες και πιο θεσπέσιες απολαύσεις των αισθήσεων,
αλλά ικανοποίηση δεν βρήκα.
Πως θα βρω ικανοποίηση τώρα ενδίδοντας σε κατώτερες απολαύσεις;
Αυτό αποκλείεται! [F.107.b]

"Επιπλέον Τσάντα, καταλαβαίνω πως ο κόσμος αυτός είναι δυστυχία.


Είναι πιασμένος μέσα στην κυκλική ύπαρξη.
Είναι μια έρημος δυστυχίας, γεμάτη μολύνσεις και αρνητικότητα,
όπου τα όντα διαρκώς παρασύρονται. [216]

"Χωρίς καταφύγιο ή σκοπό, τα όντα περιπλανιόνται στο σκοτάδι της άγνοιας και της πλάνης.
Υποφέρουν από τον τρόμο του γήρατος, της αρρώστιας και του θανάτου.
Χτυπιόνται από τα δεινά που συνοδεύουν τη γέννηση
και υποφέρουν από τις επιθέσεις των εχθρών.

"Γι αυτό θα συναρμολογήσω το καράβι του Ντάρμα


που έχει φτιαχτεί από το δυνατότερο ξύλο-
την γενναιοδωρία, την πειθαρχημένη συμπεριφορά, την υπομονή και τον ζήλο-
και είναι σταθερά ασφαλισμένο από το άφθαρτο, υπέρτατο κίνητρό μου.

"Είμαι αποφασισμένος να επιβιβαστώ στο πλοίο αυτό και να διασχίσω την κυκλική ύπαρξη.
Έπειτα θα μεταφέρω αμέτρητα όντα πέρα απ' τον ωκεανό αυτό,
αυτή τη θάλασσα πόνου που τόσο δύσκολα διασχίζεις, με τα κύματα του θυμού,
τα τέρατα του πάθους και τις καταιγίδες της εχθρότητας.

"Θα διασχίσω τον ωκεανό της ύπαρξης


που μαστίζεται από τα τέρατα των επιβλαβών θεωρήσεων και τους δαίμονες της συμφοράς.
Αφού μεταφέρω απέναντι τα αμέτρητα όντα,
θα τα εγκαταστήσω στην ευοίωνη στεγνή γη χωρίς γηρατειά και θάνατο."

Τότε ο Τσάντα που έκλαιγε ακόμα πιο δυνατά, είπε:" Κύριέ μου, η απόφασή σου είναι
βέβαιη;"
Ο Μποντισάτβα απάντησε:

"Τσάντα, άκουσε αυτά για την απόφασή μου.


Θα αγωνιστώ για να ωφελήσω και να απελευθερώσω τα όντα!
Η απόφασή μου είναι σαν το βουνό: αμετάβλητη, αναλλοίωτη και σταθερή.
Όπως δύσκολα κινείται το Μερού, ο βασιλιάς των βουνών."

Ο Τσάντα τότε ρώτησε: "Πως μπορείς Άρχοντά μου να είσαι τόσο σίγουρος;"
Ο Μποντισάτβα απάντησε:

Ακόμα κι αν έπεφταν πάνω μου κεραυνοί και τσεκούρια, δόρατα και βέλη,
ακόμα κι αν έπεφτε στο κεφάλι μου λιωμένο σίδερο,
τόσο καυτό όσο ο κεραυνός ή μια έκρηξη ηφαιστείου,
δεν θ άθελα ποτέ ξανά να είμαι νοικοκύρης!" [217]

Τότε οι θεοί που παρακολουθούσαν από τον ουρανό, ζητωκραύγασαν και έριξαν βροχή
λουλουδιών αναφωνώντας: [F.108.a]
"Είθε εσύ, που ο νους σου δεν προσκολλάται σε κανένα αντικείμενο
που έχεις συμπόνοια και αγάπη για τα όντα,
εσύ με την ύψιστη ευφυία να είσαι νικητής!
Είσαι ο προστάτης που προσφέρει αφοβία στα όντα.

"Όπως ο ουρανός δεν αγγίζεται από το σκοτάδι, τη σκόνη, τον καπνό ή τους κομήτες,
ο νους του Υπέρτατου Όντος παραμένει ανέγγιχτος.
Το Καθαρό Ον δεν μολύνεται από τα αντικείμενα της απόλαυσης,
όπως ο λωτός που προβάλλει από το νερό."

Όταν οι θεοί Σανταμάτι και Λαλιταβιούχα, μοναχοί, είδαν την αποφασιστικότητα του
Μποντισάτβα, έριξαν ύπνο πάνω στους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά της πόλης
Καπιλαβάστου. Έπεσε μια βαθιά ησυχία.
Τότε ο Μποντισάτβα είδε πως όλοι οι άνθρωποι στην πόλη είχαν κοιμηθεί, πως ήταν
μεσάνυκτα και το φεγγάρι βρισκόταν στον αστερισμό Πύσυα, τον άρχοντα των αστερισμών.
Έτσι κατάλαβε πως είχε έρθει η ώρα να αφήσει το σπίτι του.
Είπε στον υπηρέτη του: "Τσάντα, μην με πιέζεις άλλο και χωρίς καθυστέρηση φέρε τον
Καντάκα, το άλογό μου όμορφα στολισμένο."
Μόλις είπε αυτά τα λόγια ο Μποντισάτβα, οι τέσσερεις μεγάλοι βασιλείς άφησαν τις
κατοικίες τους. Είχαν ακούσει τα λόγια του Μποντισάτβα και είχαν ετοιμάσει προσφορές γι
αυτόν. Τώρα έσπευσαν προς τη πόλη Καπιλαβάστου.
Ο βασιλιάς των γκαντάρβα Ντρταράστρα ήρθε από την ανατολή μαζί με αρκετούς
τρισ/μύρια κιμνάρας που έπαιζαν διάφορα όργανα και τραγουδούσαν. Όταν έφτασε ο
βασιλιάς Ντρταράστρα άρχισε τις περιφορές γύρω από την πόλη Καπιλαβάστου.
Σταματώντας στην ανατολή, από εκεί που κατέφτασε, απέδωσε τιμές στον Μποντισάτβα.
Ο μεγάλος βασιλιάς Βιρουντάκα ήρθε από τον νότο μαζί με αρκετά τρισ/μύρια κουμπάντας,
που κρατούσαν στα χέρια τους διάφορα μαργαριταρένια περιδέραια. [218] Επιπλέον
κρατούσαν διάφορα πολύτιμα πετράδια και βάζα γεμάτα με διάφορα αρώματα. [F.108.b]
Όταν ο βασιλιάς Βιρουντάκα έφτασε στην πόλη, άρχισε κι αυτός τις περιφορές και
σταματώντας στον νότο, από εκεί που κατέφτασε, απέδωσε τιμές στον Μποντισάτβα.
Ο μεγάλος βασιλιάς Βιρουμπάκσα ήρθε από τη δύση μαζί με αρκετά τρισ/μύρια νάγκαπου
στα χέρια τους κρατούσαν περιδέραια από μαργαριτάρια και διάφορα είδη πολύτιμων λίθων.
Έστειλαν ένα απαλό αεράκι από μια βροχή λουλουδιών και αρωματικές πούδρες που
μοσχοβολούσαν. Όταν ο Βιρουμπάκσα έφτασε, έκανε επίσης περιφορές γύρω από την πόλη
Καπιλαβάστου. Σταματώντας στη δύση, από εκεί που κατέφτασε, απέδωσε τιμές στον
Μποντισάτβα.
Ο μεγάλος βασιλιάς Κουμπέρα ήρθε από τον βορρά με αρκετά τρισ/μύρια γιάκσα που
κρατούσαν στα χέρια τους τα πολύτιμα πετράδια που ονομάζονται φεγγαρόφως starlight.
Κρατούσαν ακόμα λάμπες λαδιού και αναμμένα φανάρια. Στα χέρια τους είχαν διάφορα
όπλα, όπως τόξα και βέλη, σπαθιά, δόρατα και λόγχες με δυο και τρεις αιχμές, δίσκους και
ακόντια και φορούσαν δυνατές πανοπλίες και κράνη. Όταν έφτασε ο Κουμπέρα, έκανε
επίσης περιφορές γύρω από την πόλη Καπιλαβάστου. Σταματώντας στον βορρά, από εκεί
που κατέφτασε, απέδωσε τιμές στον Μποντισάτβα.
Έπειτα ήρθε ο Σάκρα, ο βασιλιάς των θεών μαζί με τους θεούς από το Πεδίο των Τριάντα
Τριών, κρατώντας θεϊκά λουλούδια, αρώματα, γιρλάντες, αλοιφές, αρωματισμένες πούδρες,
ενδύματα, ομπρέλες, νικητήρια λάβαρα, σημαίες, σκουλαρίκια και κοσμήματα. Όταν έφτασε,
άρχισε τις περιφορές της πόλης Καπιλαβάστου.
Έπειτα, τακτοποιήθηκε μαζί με την ακολουθία του στον ουρανό, στην ίδια κατεύθυνση απ'
όπου έφτασε, και απέδωσε τιμές στον Μποντισάτβα. [F.109.a]
Όταν, μοναχοί, ο Τσάντα άκουσα τα λόγια του Μποντισάτβα, τα μάτια του γέμισαν δάκρυα
και είπε: "Κύριέ μου, γνωρίζεις τον κατάλληλο χρόνο, την κατάλληλη στιγμή και την
κατάλληλη περίσταση. Όμως αυτή δεν είναι η κατάλληλη στιγμή ούτε η περίσταση για να
φύγεις. Γιατί λοιπόν με διατάζεις να φύγω;"
Ο Μποντισάτβα απάντησε: "Τσάντα η ώρα έχει έρθει." [219] Τότε ο Τσάντα ρώτησε: "Η
ώρα για ποιο πράγμα Άρχοντά μου;" Ο Μποντισάτβα απάντησε:

"Πριν από πολύ καιρό, ενώ επιδίωκα να ωφελήσω τα όντα,


έκανα την ευχή να απελευθερώσω τον κόσμο
μόλις έφτανα στη κατάσταση της αφύπνισης πέρα από γηρατειά και θάνατο.
Τώρα ήρθε αυτή η ώρα."

Πάνω σ' αυτό το θέμα, λέγεται[7]:

Τη στιγμή που το Ανώτατο Ον αναχωρούσε,


οι θεοί αδημονούσαν να παρουσιάσουν τις προσφορές τους.
Είχαν έρθει όλοι οι θεοί του ουρανού και της γης,
όπως ο Σάκρα, ο αρχηγός των θεών, μαζί με την ακολουθία τους.

Οι θεοί του Πεδίου που είναι Ελεύθερο από Διαμάχη, του Πεδίου της Χαράς
και του Πεδίου που Απολαμβάνει να Προβάλλει/ Delighting in Emanations,
και οι θεοί του Πεδίου που Χρησιμοποιεί τις Προβολές των Άλλων είχαν έρθει.
Επίσης οι θεοί νάγκα Βαρούνα, Μανασβίν,
Αναβάπτα καθώς και ο Σαγκάρα.

Ήρθαν επίσης και οι θεοί του πεδίου της μορφής,


εκείνοι που βιώνουν α\συνεχώς τη γαλήνη της συγκέντρωσης.
Βιάζονταν να κάνουν προσφορές στο Υπέρτατο Ον,
που είναι άξιος προσφορών σε όλα τα τρία πεδία.

Και οι Μποντισάτβα επίσης, οι σύντροφοί του στις περασμένες δράσεις,


συγκεντρώθηκαν από τις δέκα κατευθύνσεις, λέγοντας:
"Αφήστε μας να δούμε την αναχώρηση του Νικητή
και να του κάνουμε προσφορές με τον πρέποντα τρόπο."

Το μεγάλο ον ο άρχοντας των γκουχιάκας,


ο Πραντιπταβάτζρα, τοποθετήθηκε στον ουρανό ψηλά.
Φορώντας πανοπλία, ήταν δυνατός, γενναίος και ενεργητικός,
κρατούσε ένα φωτοβόλο βάτζρα στο χέρι του.

Το Φεγγάρι και ο Ήλιος, οι δυο αυτοί θεοί,


ήρθαν κι έκατσαν δεξιά κι αριστερά του.
Ένωσαν τις παλάμες τους
και στοχάστηκαν την αναχώρηση του Μποντισάτβα.

Ο αστερισμός Πούσια μαζί με τη συνοδεία του,


μεταμόρφωσε το σώμα του με μεγαλόπρεπο τρόπο,
και στάθηκε μπροστά στο ευγενέστερο ον.
Με μια ευχάριστη φωνή, είπε: [F.109.b]

"Αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για να φύγω, τώρα που ο Πούσυα είναι παρών.
Σήμερα όλες οι ενάρετες και ευοίωνες προσευχές σου θα εκπληρωθούν.
Εγώ θα σε συνοδεύω.
Καθώς βάζεις τέλος στην επιθυμία, είθε να μην συναντήσεις κανένα εμπόδιο! [220]

"Ο θεός Σαντσοντάκα σε ενθάρρυνε.


Εκδήλωσε τη δύναμη και το θάρρος σου τώρα,
και απελευθέρωσε όλα τα όντα
που τα καταδυναστεύει η δυστυχία!
Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να φύγεις!"

Δισ/μύρια θεοί συγκεντρώθηκαν


και έκαναν να πέσει μια βροχή από μαγευτικά λουλούδια.
Ο Μποντισάτβα από την πλευρά του, έκατσε εκεί με τα πόδια του τέλεια διπλωμένα.
Κυκλωμένος από τους θεούς, ήταν πολύ όμορφος, ακτινοβόλος και μεγαλοπρεπής.

Στη πόλη, όλοι οι άνδρες, οι γυναίκες και τα παιδιά


ένοιωσαν κουρασμένοι και έπεσαν για ύπνο αφήνοντας τις δουλειές τους.
Τα άλογα, οι ελέφαντες, τα βόδια, οι παπαγάλοι, οι γερανοί, τα παγώνια και οι μάινες
ένοιωσαν κούραση και αμέσως κοιμήθηκαν, χωρίς να αντιληφθούν κάτι.

Οπλισμένοι με σκληρά σαν βάτζρα δόρατα, πάνω στους ελέφαντες, στα άλογα και τα
άρματα, οι νεαροί Σάκυα που φύλαγαν σκοπιά, κοιμήθηκαν κι αυτοί,
καθώς και ο βασιλιάς, οι πρίγκιπες και οι βασιλικοί υπηρέτες.
Η ακολουθία των γυναικών, εντελώς γυμνές κοιμόνταν αγνοώντας τα πάντα.

Όταν έγινε, μεσάνυκτα, ο Μποντισάτβα είπε στον Τσάντα


με σαγηνευτική φωνή σαν του Μπράχμα και γλυκιά σαν του αηδονιού:
"Τσάντα, φέρε μου τον Καντάκα περιποιημένο και στολισμένο.
Μην δημιουργείς εμπόδια ούτε να διστάζεις, αν έχεις την παραμικρή αγάπη για μένα."

Τα μάτια του Τσάντα γέμισαν δάκρυα καθώς είπε στον αφέντη του:
"Μεγάλε Αρματηλάτη, Που θα πας; Τι το θέλεις το άλογο;
Γνωρίζεις την κατάλληλη στιγμή και την ώρα κι αυτή δεν είναι η ώρα για να ασκηθείς στο
Ντάρμα.
Οι πύλες είναι κλειστές κι ασφαλισμένες, ποιος θα σου τις ανοίξει;"

Τότε ο Σάκρα με τη δύναμη του νου του, άνοιξε τις πύλες.


Ο Τσάντα ενθουσιάστηκε με αυτό, όμως ήταν τόσο λυπημένος, έτοιμος να κλάψει. [221]
"Όχι, τι θα κάνω τώρα; Ποιος μπορεί να βοηθήσει; Σε ποιον να στραφώ; [F.110.a]
O Σάκρα θα άκουγε μόνο κάποιον με την ίδια ανίκητη δύναμη.

"Σε τι χρησιμεύει αυτός ο παντοδύναμος στρατός με τις τέσσερις μονάδες;


Ο βασιλιάς, οι πρίγκιπες, οι βασιλικοί υπηρέτες-κανείς τους δεν ξέρει τι ετοιμάζει ο
Μποντισάτβα.
Η Γιασοβάτι και η συνοδεία γυναικών είναι στα κρεβάτια τους, νανουρισμένες από τους
θεούς.
Ωιμέ! Φεύγει. Ο όρκος που έκανε στο παρελθόν τώρα εκπληρώνεται!"

Τότε, αμέτρητοι πανευτυχείς θεοί είπαν στον Τσάντα:


"Τσάντα φέρτου το έξοχο άλογο Καντάκα. Μην απογοητεύεις τον οδηγό μας.
Θεοί και ημίθεοι παίζουν με τα άπειρα τύμπανα και όργανα τους
όμως η έξοχη πόλη που οι θεοί κοίμισαν, δεν ξυπνά.
"Τσάντα, κοίτα στον καθαρό ουρανό το θεϊκό φως που λάμπει τόσο όμορφα:
Κοίτα τους αμέτρητους συγκεντρωμένους Μποντισάτβα που κάνουν προσφορές.
Κοίτα τον ένδοξο Σάκρα, τον σύζυγο της Σάτσι, που βρίσκεται στις πύλες με τον στρατό του.
Κοίτα τους θεούς, τους ημίθεους και τους κιμνάρας που βρίσκονται εδώ και κάνουν
προσφορές!"

Ο Τσάντα άκουσε τους θεούς και είπε στο άλογο Καντάκα:


"Τώρα πρέπει να χλιμιντρίσεις, γιατί ο υπέρτατος αρματηλάτης των όντων, έρχεται!"
Έπειτα, στόλισε τις οπλές του αλόγου που είχαν το χρώμα του γιασεμιού, με χρυσό.
Λυπημένος και κλαίγοντας, έδωσε το άλογο σε Αυτός που Είναι Ωκεανός Ιδιοτήτων
λέγοντας:

"Εσύ με τα ευγενή σημάδια που ωφελείς τους άλλους, πάρε το άλογο με την ενάρετη
καταγωγή.
Είθε να εκπληρώσεις όλες οι ευχές του παρελθόντος! Πήγαινε σε παρακαλώ!
Είθε όλα τα εμπόδια να γαληνέψουν και να εκπληρωθεί πειθαρχημένη συμπεριφορά που
επιθυμείς!
Είθε να δώσεις σε όλα τα όντα την ευτυχία, επαναγέννηση σε υψηλότερα πεδία και γαλήνη!"
[222]

Όταν ο Μποντισάτβα σηκώθηκε από τη θέση του, η γη σείστηκε με έξι τρόπους.


Καβάλησε τον υπέρτατο βασιλιά των αλόγων που έμοιαζε με πανσέληνο.
Οι φύλακες, με τα χέρια τους που ήταν σαν λωτοί, σήκωσαν το υπέρτατο άλογο.
Ο Σάκρα και ο Μπράχμα πήγαιναν μπροστά δείχνοντας τον δρόμο.

Από τον Μποντισάτβα βγήκε καθαρό και λαμπεερό φως που φώτισε όλη τη γη.
Τα κατώτερα πεδία γαλήνεψαν και όλα τα όντα ευτύχησαν και απαλλάχτηκαν από τις πέπλα.
[F.110.b]
Έπεσε βροχή λουλουδιών, ακούστηκε ο ήχος από αμέτρητα όργανα και οι θεοί και οι ημίθεοι
αγαλλίασαν.
Όλοι τους περιφέρθηκαν γύρω απ' την πόλη και έφυγαν γεμάτοι αγαλλίαση.

Καθώς έφευγε το Μεγάλο Ον, ήρθε η θεότητα της πόλης, γεμάτη θλίψη.
Με απογοήτευση και πόνο εμφανίστηκε μπροστά στον Μποντισάτβα και είπε στο πρόσωπο-
λωτό του.
"Αν φύγεις, η πόλη θα διαταραχτεί και θα βυθιστεί στο σκοτάδι.
Αν εγκαταλείψεις απόψε το παλάτι σου, δεν θα υπάρχει πια για μένα ούτε χαρά ούτε ευτυχία.

"Δεν θα ξανακούσω το κελάηδημα των πουλιών,


ούτε τον γλυκό ήχο του φλάουτο από τα διαμερίσματα των γυναικών,
ούτε τον ήχο των τραγουδιών με τους ευοίωνους στίχους,
που Εσύ με την Άπειρη Φήμη, άκουγες μόλις ξυπνούσες.

"Δεν θα ξαναδώ τη συνάθροιση των θείων σίντα


να σου κάνουν προσφορές μέρα και νύκτα,
ούτε θα ξαναμυρίσω τα θεία αρώματα
αν εσύ, που κυριαρχείς στα συναισθήματα, εγκαταλείψεις σήμερα το παλάτι.

"Αν εγκαταλείψεις αυτό το παλάτι,


θα μοιάζει με μαραμένη και χρησιμοποιημένη γιρλάντα,
θα μοιάζει με άδεια σκηνή.
Όταν φύγεις, θα εξαφανιστεί κάθε μεγαλοπρέπεια και δόξα.

"Θα αφαιρέσεις την ζωτικότητα και τη δύναμη ολόκληρης της πόλης.


Δεν θα λάμπει από ομορφιά, θα είναι σαν άγονη γη.
Σήμερα διαψεύσθηκαν οι προφητείες των σοφών
πως θα γινόσουν παγκόσμιος μονάρχης στη γη.

"Η ισχύς των Σάκυα θα πάψει,


και η βασιλική διαδοχή θα διακοπή.
Οι ελπίδες της συνάθροισης των Σάκυα θα καταρρεύσουν
αν εσύ, μεγάλο δέντρο της αρετής, φύγεις. [223]

"Απροσμέτρητε, Αψεγάδιαστε Εσύ, άσε με να έρθω μαζί σου,


όπου κι αν επιθυμείς να πας.
Ωστόσο σε παρακαλώ, με αγάπη και συμπόνοια
δες για άλλη μια φορά αυτό το παλάτι!"

Ο Ευφυής κοίταξε προς το παλάτι


και με την πιο γλυκιά φωνή είπε:
"Μέχρις ότου βάλω ένα τέλος στη γέννηση και στο θάνατο,
δεν θα επιστρέψω στη πόλη Καπιλαβάστου.

"Μέχρις ότου πραγματώσω την πολύτιμη αφύπνιση,


το υπέρτατο επίπεδο της αθανασίας πέρα από γέννηση και θάνατο,
δεν θα ξανακοιτάξω το Καπιλαβάστου, [F.111.a]
είτε στέκομαι όρθιος, είτε είμαι καθιστός, ξαπλωμένος ή περπατάω."

Όταν ο Μποντισάτβα, ο Κύριος των Όντων έφυγε,


οι θεές που ταξίδεψαν στον ουρανό, ξεκίνησαν τα τραγούδια επαίνων:
"Είναι ο θαυμάσιος αποδέκτης προσφορών και ένα τεράστιο πεδίο αρετής,
το πεδίο για όσους επιθυμούν την αρετή και ο δότης του καρπού της αθανασίας.

"Από συμπόνια για τα όντα έχει εκαπιδευτεί για αμέτρητα κάλπα,


στη γενναιοδωρία, την αυτοσυγκράτηση και την αυτοκυριαρχία κι έτσι πραγμάτωσε την
αφύπνιση.
Η πειθαρχία του είναι καθαρή, η συμπεριφορά του έξοχη και η άσκησή του αμείωτη.
Δεν κυνηγά τις απολαύσεις και τις χαρές, αλλά την observed πειθαρχία.

"Μιλά πάντα με υπομονή για να προστατεύει τους άλλους.


Ακόμα κι όταν τα άκρα του ήταν κομμένα, δεν είχε θυμό ούτε ήταν εχθρικός.
Είχε διαρκή ζήλο για εκατομμύρια κάλπα, ποτέ δεν απογοητευόταν.
Έτσι αφυπνίστηκε και έκανε εκατομμύρια θυσίες.

"Είναι σε συνεχή διαλογιστική συγκέντρωση και ο νους του είναι γαλήνιος και
ισορροπημένος.
Επειδή αφάνισε όλα του τα συναισθήματα, θα ελευθερώσει αμέτρητα όντα.
Κατέχει την ανεμπόδιστη γνώση και είναι απαλλαγμένος από τη διανοητική σκέψη.
Με νου απαλλαγμένο από έννοιες, θα γίνει ο αυτοπροβαλλόμενος νικητής. [224]

"Ο νους του έχει πάντα ως επίχρισμα την αγάπη και η συμπόνοια του είναι πλήρης.
Κατέχει τη χαρά, την γαλήνη, τη συγκέντρωση και γνωρίζει τα τέσσερα απεριόριστα.
Είναι ο υπέρτατος θεός των θεών, άξιος λατρείας όλων των θεών.
Με τον αγνό, αψεγάδιαστο και ύψιστο νου του, έχει τελειοποιήσει εκατομμύρια ιδιότητες.

"Είναι το καταφύγιο των τρομαγμένων και η δάδα για τους τυφλούς.


Τόπος ανάπαυσης για όσους διώκονται και θεραπευτής για τους χρόνια πάσχοντες.
Είναι σαν βασιλιάς, φιλοδίκαιος βασιλιάς, σαν τον Σάκρα με τα χίλια μάτια,
σαν τον αυτοπροβαλλόμενο Μπράχμα, αγνός στο σώμα και στον νου.

"Είναι αμετακίνητος με πλούσια γνώση, ζήλο και αμεροληψία. [F.11.b]


Είναι ήρωας επειδή κατέστρεψε τις μολύνσεις, ανίκητος, κατακτά όλους τους εχθρούς.
Είναι ατρόμητος σαν το λιοντάρι και πράος σαν τον ελέφαντα.
Είναι ο αρχηγός του κοπαδιού σαν τον τέλειο ταύρο, πάντα υπομονετικός και χωρίς θυμό.

"Λάμπει σαν το φεγγάρι και φωτίζει σαν τον ήλιο.


Φέγγει σαν τη δάδα και λάμπει σαν το αστέρι.
Είναι αμόλυντος σαν το λωτό και η πειθαρχία του μοσχομυρίζει σαν το άνθος.
Ο δάσκαλος αυτός είναι αμετακίνητος σαν το όρος Μερού και παρέχει τροφή σαν τη γη.
Είναι ακλόνητος σαν τον ωκεανό.

"Νίκησε τον δαίμονα των μολύνσεων και τον δαίμονα των σκάντα.
Νίκησε τον δαίμονα του θανάτου και τον δαίμονα των θεών.
Είναι ο μεγάλος ηγέτης που σύντομα θα διδάξει το έξοχο, οκταπλό μονοπάτι των ευγενών,
σε όσους βρίσκονται σε λανθασμένες ατραπούς. [225]

"Απαλλαγμένος από το σκοτάδι της άγνοιας, καταστρέφει το γήρας, τον θάνατο και τις
μολύνσεις.
Πρόκειται να γίνει ο αυτοπροβαλλόμενος νικητής, κι η φήμη του θα απλωθεί σε γη και
ουρανούς.
Έχοντας τη μορφή ενός έξοχου όντος, έχει επαινεθεί με άπειρους τρόπους.
Είθε με την αρετή [που συσσωρεύεται] από τους επαίνους που σου κάνουμε,
να γίνουμε σαν κι εσένα, τον λέοντα του λόγου."

Μόλις, μοναχοί, ο Μποντισάτβα άφησε το σπίτι του, πέρασε από τις περιοχές των Σάκυα,
των Κρόντυα και των Μάλλα. Όταν ξημέρωσε, βρισκόταν έξι λεύγες μακριά από την πόλη
Ανουμαϊνέγυα της περιφέρειας Μαϊνέγυα. Εκεί κατέβηκε από το άλογό του τον Καντάκα και
μόλις κατέβηκε, αποδέσμευσε τη μεγάλη συνέθροιση των θεών, των νάγκα, γιάκσα, ημιθέων,
γκαρούντα, κιμνάρα και μαχοράγκα[8]. Ύστερα σκέφτηκε: "Θα αναθέσω τη φύλαξη του
αλόγου και των στολιδιών στον Τσάντα και μετά θα τον στείλω πίσω."

Έτσι φώναξε τον Τσάντα και του είπε: " Τσάντα τώρα πρέπει να γυρίσεις πίσω. Πάρε αυτά
τα στολίδια και τον Καντάκα, το άλογό μου και γύρνα στο παλάτι."
Στο σημείο που ο Τσάντα άφησε τον Μποντισάτβα για να γυρίσει σπίτι του, φτιάχτηκε
αργότερα ένα μνημείο [F.112.a] Αυτό το μνημείο είναι ακόμα και σήμερα γνωστό ως η
Επιστροφή του Τσάντα.
Έπειτα ο Μποντισάτβα σκέφτηκε: "Μ' αυτά τα μακριά μαλλιά δεν μπορώ να γίνω μοναχός. "
Έτσι πήρε το σπαθί του, έκοψε τα μαλλιά του και τα σκόρπισε στον αέρα. Οι θεοί του
Πεδίου των Τριάντα Τριών συγκέντρωσαν τα μαλλιά του [ως αντικείμενο] λατρείας. Ακόμα
και σήμερα, οι θεοί του Πεδίου των Τριάντα Τριών γιορτάζουν το γεγονός αυτό στο
Φεστιβάλ των Μαλλιών [Hair Festival]. Στο ίδιο μέρος φτιάχτηκε κι ένα άλλο μνημείο που
και στις μέρες μας είναι γνωστό με το όνομα Αποδεικτικό των Μαλλιών [Receipt of the
Hair].
Ο Μποντισάτβα σκέφτηκε: "Αφού πρόκειται να γίνω μοναχός, δεν είναι σωστό να φορώ
αυτά τα μεταξωτά ενδύματα. Γι αυτό καλό θα ήταν να έβρισκα τα κατάλληλα ρούχα για να
μείνω στο δάσος." [226]
Τότε οι θεοί των καθαρών πεδίων σκέφτηκαν: "Ο Μποντισάτβα χρειάζεται τα πορτοκαλί
ράσα." Αμέσως, ένας θεός έφυγε και πρόβαλλε μπροστά στον Μποντισάτβα με τη μορφή
ενός κυνηγού που φόραγε πορτοκαλί ρουχισμό.
Ο Μποντισάτβα ρώτησε τον θεό: Φίλες μου, μπορείς να μου δώσεις τα πορτοκαλί σου
ρούχα; Κι εγώ θα σου δώσω τα μεταξωτά μου ενδύματα."
Ο θεός απάντησε: "Τα ρούχα που φοράς σου πάνε κι εγώ είμαι ευχαριστημένος με αυτά που
φορώ."
Ο Μποντισάτβα όμως επέμενε: "Σε παρακαλώ, σε εκλιπαρώ."
Ο θεός με τη μορφή του κυνηγού, έδωσε τότε τα πορτοκαλί του ρούχα στον Μποντισάτβα,
ενώ ο ίδιος πήρε τα μεταξωτά του. Επειδή ο θεός είχε μεγάλη πίστη στον Μποντισάτβα,
ακούμπησε τα ενδύματά του στην κορφή της κεφαλής του, κρατώντας τα και με τα δυό του
χέρια. Έπειτα επέστρεψε στο ουράνιο πεδίο του για να κάνει προσφορές και να τιμήσει εκεί
τα ενδύματα. Ο Τσάντα, υπήρξε μάρτυρας αυτής της ανταλλαγής και αργότερα στο σημείο
φτιάχτηκε ένα μνημείο. Αυτό το μνημείο είναι ακόμα γνωστό με το όνομα Μνημείο για την
Παραλαβή των Πορτοκαλί Ρούχων. [F.112.b]
Τη στιγμή που ο Μποντισάτβα έκοψε τα μαλλιά του και έβαλε τα πορτοκαλί, εκατό χιλιάδες
θεοί ένοιωσαν χαρά, ευχαρίστηση και ενθουσιασμό. Με χαρά και αγαλλίαση έβγαλαν
κραυγές χαράς και αναφώνησαν:
Φίλοι, ο Πρίγκηπας Σιντάρτα άφησε το σπίτι του. Φίλοι, ο Πρίγκηπας Σιντάρτα έγινε
μοναχός! Θα αφυπνιστεί στην απαράμιλλη, τέλεια και ολοκληρωμένη φώτιση και θα στρέψει
τον τροχό του Ντάρμα. Θα απελευθερώσει από την γέννηση αμέτρητα όντα που έχουν
γεννηθεί. Έπειτα θα τα απελευθερώσει από τα γηρατειά, τον θάνατο, την αρρώστια, τον
πόνο, τον θρήνο, τη δυστυχία, την θλίψη και την αγωνία και θα τα μεταφέρει στην άλλη όχθη
του ωκεανού της σαμσάρα. Θα τα εγκαταστήσει στο πεδίο των φαινομένων [νταρμαντάτου,
βουδική φύση]που έχει ευδαιμονία, γαλήνη, αθανασία, δεν έχει φόβο, βάσανα, πόνο και
πέπλα."
Αυτά τα λόγια χαράς, ευχαρίστησης και αγαλλίασης αντήχησαν μέχρι τα πιο Ανώτερα Πεδία.
Όταν οι γυναίκες του χαρεμιού δεν είδαν τον νεαρό Πρίγκηπα, άρχισαν να τον αναζητούν
στα ανοιξιάτικα, καλοκαιρινά και χειμερινά παλάτια, στα ιδιωτικά του διαμερίσματα και τα
δωμάτια. Μη μπορώντας να τον βρουν πουθενά, άρχισαν να κλαίνε σαν τους ψαραετούς. Οι
γυναίκες ήταν πολύ λυπημένες και μερικές φώναζαν, "Γιέ μου" άλλες "Αδελφέ μου" , 'Άτνρα
μου", "Άρχοντά μου", 'Κύριέ μου". Κάποιες ψέλλιζαν τρυφερά λόγια, ενώ άλλες σύστρεφαν
το σώμα τους με διάφορους τρόπους και έκλαιγαν. Κάποιες τραβούσαν τα μαλλιά τους, ενώ
μερικές άλλες, βλέποντας η μία την άλλη, έκλαιγαν με αναφιλητά.
Σε κάποιες τα μάτια τους είχαν γυρίσει ενώ έκλαιγαν ενώ άλλες έκλαιγαν σκουπίζοντας τα
δάκρυά τους στα ρούχα τους. Κάποιες χτυπούσαν τους γοφούς τους και άλλες το στήθος
τους.
Κάποιες χτυπούσαν τα μπράτσα με τα χέρια τους και άλλες χτυπούσαν το κεφάλι τους.
[F.113.a] Κάποιες έριχναν στο κεφάλι τους χώμα και έκλαιγαν γοερά. Άλλες χαλούσαν την
κόμμωσή τους ενώ κάποιες τα ξερίζωναν. Κάποιες σήκωναν τα χέρια τους και θρηνούσαν
δυνατά. Κάποιες άλλες έκλαιγαν και έτρεχαν με το κεφάλι κάτω, σαν τις γαζέλες που έχουν
τρυπήσει θανατηφόρα βέλη. Μερικές απ' αυτές έτρεμαν σαν τη μπανανιά από τον αέρα και
έκλαιγαν σπασμωδικά. Άλλες έπεφταν στο πάτωμα σαν να ήταν έτοιμες να πεθάνουν, ενώ
άλλες σπαρταρούσαν στο πάτωμα κι έκλαιγαν, σαν το ψάρι έξω απ' το νερό. Άλλες
κατέρρεαν ξαφνικά σαν το δέντρο που κόβεται από την ρίζα του κι έκλαιγαν.
Όταν ο βασιλιάς άκουσε το θόρυβο ρώτησε κάποιους Σάκυα: ¨Τι είναι ο θόρυβος αυτός που
έρχεται από τα διαμερίσματα των γυναικών;"
Οι Σάκυα ερεύνησαν το θέμα και του απάντησαν: "Μεγαλειότατε, ο νεαρός πρίγκηπας [228]
δεν βρίσκεται στα διαμερίσματα των γυναικών."
Ο βασιλιάς τότε πρόσταξε: "Γρήγορα, κλείστε τις πύλες της πόλης! Ας αναζητήσουμε τον
πρίγκηπα μέσα από τις πύλες! Ο Πρίγκηπας όμως δεν βρισκόταν πουθενά, ούτε μέσα ούτε
έξω από τις πύλες.
Η Μαχαπρατζαπάτι Γκαουτάμι κατέρρευσε θρηνώντας και είπε στον βασιλιά Σουντοντάνα:
"Μεγαλειότατε, φέρε τον γιο μου πίσω γρήγορα."
Ο βασιλιάς τότε έστειλε τέσσερις αγγελιοφόρους στις τέσσερις κατευθύνσεις με τη διαταγή
να μην γυρίσουν πίσω μέχρι να βρουν τον Πρίγκηπα!
Επειδή εκείνοι που λένε το μέλλον και διαβάζουν τα σημάδια, είχαν προφητέψει πως ο
Μποντισάτβα θα φύγει από την Πύλη της Ευνοϊκότητας, οι αγγελιαφόροι πήγαν σ' αυτή την
πύλη. Εκεί είδαν, πως στον δρόμο είχε πέσει μια βροχή λουλουδιών και σκέφτηκαν πως από
εκεί έφυγε.
Ταξιδεύοντας λίγο πιο μακριά, συνάντησαν τον θεό που κουβαλούσε τα μεταξωτά ενδύματα
του Μποντισάτβα στο κεφάλι του. Και σκέφτηκαν πως, "Αυτά είναι τα μεταξωτά ρούχα του
Πρίγκηπα. Μήπως τον σκότωσαν για να του τα πάρουν; Πιάστε τον!"
Όμως τότε είδαν και τον Τσάντα που ερχόταν πίσω από τον θεό, με το Καντάκα και τα
κοσμήματα του Μποντισάτβα. [F.113.b] "Να και ο Τσάντα με τον Καντάκα, ας μην
βιαστούμε τότε κι ας τον ανακρίνουμε πρώτα."
Έτσι τον ρώτησαν: "Τσάντα, μήπως αυτός ο άντρας σκότωσε τον Πρίγκηπα για να του πάρει
τα μεταξωτά του ρούχα;" [229]
Ο Τσάντα απάντησε: "Όχι. Αυτός ο άνθρωπος πρόσφερε τα πορτοκαλί του ρούχα στον
Πρίγκηπα κι εκείνος του έδωσε τα μεταξωτά του. Αυτός ο θεός τότε, έβαλε τα ενδύματα στη
κορφή της κεφαλής του και επέστρεψε στο ουράνιο πεδίο του για να τα τιμήσει."
Οι άντρες ρώτησαν τον Τσάντα: "Τι πιστεύεις Τσάντα; Πρέπει να αναζητήσουμε τον
Πρίγκηπα, θα μπορέσουμε να τον πείσουμε να επιστρέψει;"
Ο Τσάντα απάντησε: "Όχι, δεν μπορέσετε. Ο νεαρός πρίγκιπας έχει μεγάλο ζήλο, πειθαρχία
και σταθερότητα. Είπε πως δεν θα ξαναμπεί στην πόλη Καπιλαβάστου αν δεν φτάσει πρώτα
στην τέλεια και ολοκληρωμένη φώτιση. Δεν θα επιστρέψει μαζί σας. Αυτό που είπε ο
Πρίγκηπας πως θα συμβεί, αυτό και θα συμβεί. Γιατί δεν θα επιστρέψει; Επειδή έχει
ενθουσιασμό, πειθαρχία και σταθερότητα."
Έπειτα ο Τσάντα πήρε τον Καντάκα το άλογο και τα κοσμήματα και πήγε στα εσωτερικά
καταλύματα. Τρεις νεαροί Σάκυα, ο Μπαντρίκα, ο Μαχανάμα και ο Ανιρούντα, πολύ καιρό
προσπαθούσαν να σηκώσουν αυτά τα κοσμήματα, αλλά δεν μπορούσαν, γιατί ήταν
φτιαγμένα για κάποιον με το δυνατό σώμα του Ναραγιάνα γι αυτό κανείς άλλος δεν
μπορούσε να τα φορέσει.
Όταν η Μαχαπρατζαπάτι Γκαουτάμι είδε πως κανείς δεν μπορούσε να μετακινήσει τα
κοσμήματα, σκέφτηκε: "Η καρδιά μου σκίζεται βλέποντας τα κοσμήματα του να κείτονται
εκεί. Γι αυτό νομίζω πως καλύτερα να τα ρίξουμε στην λίμνη." Έτσι έριξαν τα κοσμήματα
στη λίμνη που μέχρι σήμερα ονομάζεται η Λίμνη των Κοσμημάτων.

Πάνω σ' αυτό το θέμα έχει ειπωθεί:

Όταν ο σοφός και θαρραλέος Μποντισάτβα έφυγε απ' το σπίτι του,


όλη η πόλη Καπιλαβάστου ξύπνησε. [230]
Όλοι νόμιζαν πως ο νεαρός πρίγκηπας κοιμόταν ακόμα στο κρεββάτι του. [F.114.a]
Βλέποντας ο ένας τον άλλον, ευχαριστήθηκαν.

Όταν η Γκόπα και οι γυναίκες ξύπνησαν,


έψαξαν τον Μποντισάτβα στο κρεββάτι του, αλλά δεν τον βρήκαν.
Οι φωνές τους έφτασαν στα διαμερίσματα του βασιλιά:
"Ωιμέ, μας ξεγέλασαν! Που πήγε ο Μποντισάτβα;"

Ο βασιλιάς κατέρρευσε μόλις το άκουσε.


Έκλαιγε και φώναζε: "Όχι, το μοναχοπαίδι μου!"
Πολλοί Σάκυα προσπάθησαν να τον συνεφέρουν,
καθώς κείτονταν ακίνητος, ρίχνοντας του νερό από τα βάζα.

Κι η Γκόπα έπεσε στο πάτωμα απ' το κρεββάτι της.


Έκοψε τα μαλλιά της και έβγαλε τα στολίδια της.
Αναφώνησε: "Πολύ γρήγορα αποχωριζόμαστε αυτούς που αγαπάμε
Ο Οδηγός των Όντων μου το είχε πει, μου το είχε κάνει ξεκάθαρο.

"Η μορφή σου είναι τόσο όμορφη, τα άψογα άκρα σου είναι τέλεια.
Είσαι τόσο ευφυής και αγνός, όλα τα όντα σ' αγαπούνε.
Σε τιμούν σε ουρανό και γη και σε δοξάζουν εσένα που φέρνεις καλοτυχία.
Όταν άφησες το κρεββάτι μου, που πήγες;

Μέχρι να ξαναδώ τον Μποντισάτβα με τις καλές του ιδιότητες,


δεν θα ξαναπιώ νερό, ούτε υδρόμελι ούτε λικέρ.
Θα κοιμάμαι στο πάτωμα και τα μπλεγμένα μου μαλλιά θα τα σηκώσω σε κότσο.
Δεν θα πλένομαι, αλλά θα ασκηθώ στην πειθαρχημένη συμπεριφορά και τις στερήσεις. [231]

"Στα πάρκα, όλα τα φύλλα, τα άνθη και οι καρποί έχουν πέσει.


Τα λαμπερά άσπρα περιδέραια από μαργαριτάρια, ξεθώριασαν και μαζεύουν σκόνη.
Επειδή το πιο ευγενές ον άφησε αυτήν την όμορφη πόλη,
το παλάτι έχασε την ομορφιά του και η πόλη έγινε σαν την έρημο!

"Ωιμέ, τις απολαυστικές φωνές που τραγουδούν:


Ωιμέ, την ομάδα των γυναικών με τα υπέροχα κοσμήματα!
Ωιμέ, τους χώρους που είναι καλυμμένοι με τα χρυσά δίχτυα!
Δεν θα τα ξαναδώ όλα αυτά χωρίς εκείνον που είναι γεμάτος ιδιότητες."

Η θεία που κι αυτή ήταν δυστυχισμένη,


προσπάθησε να την παρηγορήσει λέγοντας: "Μην κλαις κόρη των Σάκυα.
Ο ανώτερος μεταξύ των ευγενών είχε πει στο παρελθόν:
'Θα απελευθερώσω τον κόσμο από τη γέννηση και τα γηρατειά.'"

Ο Μεγάλος Σοφός που είχε εκπαιδευτεί καλά σε χιλιάδες αρετές,


ταξίδεψε για έξι λεύγες κατά τη διάρκεια του υπόλοιπου της νύχτας.
Έδωσε τα όμορφα κοσμήματα και το άλογό του στον Τσάντα λέγοντας: [F.114.b]
Τσάντα πάρτε τα και πήγαινε στην πόλη Καπιλαβάστου!

"Επανέλαβε τα εξής στους γονείς μου:


'Ο νεαρός πρίγκηπας έφυγε. Σας παρακαλώ μη θλίβεστε!
Όταν επιτύχει τη φώτιση θα γυρίσει.
Τότε θα ακούσετε το Ντάρμα και θα βρείτε την γαλήνη.'"

Ο Τσάντα άρχισε να κλαίει και είπε πάλι στον Οδηγό: [232]


"Οι συγγενείς σου, οι καλύτεροι των ανθρώπων, μπορεί να με χτυπήσουν και να ρωτήσουν
'Που πήγες τον ενάρετο Μποντισάτβα, Τσάντα;'
Αλλά εγώ δεν έχω την ικανότητα, το σθένος και τη δύναμη."
Ο Μποντισάτβα απάντησε: "Τσάντα μη φοβάσαι.
Οι συγγενείς μου θα χαρούν που θα σε ξαναδούν.
Σε θεωρούν δάσκαλό τους
και σ' αγαπούν όπως αγαπούν κι εμένα."

Έχοντας το καλύτερο των αλόγων και τα κοσμήματα,


ο Τσάντα επέστρεψε στο πάρκο του ευγενέστερου μεταξύ των ανθρώπων.
Ο φύλακας του πάρκου, χάρηκε πολύ που τον είδε,
και γρήγορα μετέφερε τα ευχάριστα νέα στους Σάκυας:

Ο Πρίγκηπας, το ευγενές άλογο και ο Τσάντα,


επέστρεψαν στο πάρκο, γι αυτό μην ανησυχείτε άλλο."
Όταν ο βασιλιάς, που περιβαλλόταν από την ακολουθία των Σάκυα, το άκουσε,
ενθουσιάστηκε και γρήγορα πήγε στο πάρκο.

Η Γκόπα όμως, που γνώριζε την εξυπνάδα και την σταθερότητα του Μποντισάτβα,
δεν ενθουσιάστηκε, ούτε εμπιστεύτηκε αυτές τις κουβέντες. Σκέφτηκε πως:
Είναι λάθος να θεωρούμε πως ο Μποντισάτβα επέστρεψε
πριν φτάσει στη φώτιση."

Όταν ο βασιλιάς είδε μόνο το άλογο Καντάκα και τον Τσάντα,


αναφώνησε και έπεσε κάτω:
"Ωιμέ, γιε μου, εσύ που έχεις ταλέντο στη μουσική και το τραγούδι,
που πήγες κι εγκατέλειψες το βασίλειο αυτό; [233]

"Εξήγησέ μου τώρα στ' αλήθεια Τσάντα


που πήγε ο Μποντισάτβα και τι σχέδια έχει;
Ποιος του άνοιξε την πύλη και ποιος τον άφησε να φύγει;
Πως κάναν προσφορές οι θεοί σ' αυτόν;"

Ο Τσάντα απάντησε, "Άκουσέ με παντοδύναμε βασιλιά.


Τη νύχτα, όταν οι νέοι και οι γέροντες της πόλης κοιμόνταν βαθιά,
ο Μποντισάτβα μου είπε με την απαλή κι ευγενική φωνή του, [F.115.a]
'Τσάντα, φέρε μου γρήγορα τον βασιλιά των αλόγων.'

"Προσπάθησα να ξυπνήσω τη συνοδεία των αντρών και γυναικών,


όμως κοιμόνταν πολύ βαθιά και δεν άκουσαν τα λόγια μου.
Κλαίγοντας του πήγα των βασιλιά όλων των αλόγων.
του είπα: 'Ευεργέτη των Όντων, πήγαινε όπου αγαπάς.'

" Ο Σάκρα άνοιξε τις πύλες που κλειστές με κλειδαριά.


Οι φύλακες του κόσμου κράτησαν σφιχτά τα πόδια του
κι όταν ο ήρωας καβάλησε το άλογο, ο τρισχιλιόκοσμος σείστηκε.
Κι ο δρόμος που ταξίδεψε στον ουρανό, ήταν πολύ φαρδύς.

"Ένα λαμπρό φως εμφανίστηκε που έδιωξε το κατάμαυρο σκοτάδι.


Έπεσαν άνθη κι ακούστηκε ο ήχος από εκατοντάδες μουσικά όργανα.
Οι θεοί και οι θεές του πρόσφεραν επαίνους
καθώς διέσχιζε τον ουρανό περιβαλλόμενος από ουράνια συνοδεία."

Έπειτα ο Τσάντα πήρε το ευγενές άλογο και τα κορ\σμήματα μαζί του


και πήγε κλαίγοντας στα γυναικεία διαμερίσματα. [234]
Όταν η Γκόπα είδε τον Τσάντα και το ευγενές άλογο,
λιποθύμησε και έπεσε στο έδαφος.

Τρομαγμένες οι γυναίκες
έφεραν νερό, την έπλυναν και αναφώνησαν:
"Είθε η Σάκυα πριγκίπισσα μας να μην πεθάνει τώρα!
Θα είναι πολύ οδυνηρό να χάσουμε δυο αγαπημένα μας πρόσωπα!"

Η αποκαρδιωμένη πριγκίπισσα των Σάκυα μάζεψε τη δύναμή της


και αγκάλιασε τον λαιμό του βασιλιά των αλόγων.
Θυμούμενη τα παιγνίδια της αγάπης του παρελθόντος
κατακλύστηκε από θλίψη και φώναξε:

"Ωιμέ, μου έδωσες χαρά!


Ωιμέ, ευγενή άντρα με πρόσωπο σαν το αψεγάδιαστο φεγγάρι!
Ωιμέ, εσύ ο πιο ευγενής μεταξύ των ανθρώπων!
Ωιμέ, εσύ με τα εξαιρετικά γνωρίσματα, άψογε και υπέροχε!

"Ωιμέ, εσύ από καλή οικογένεια και με τέλειο σώμα,


που είναι καλοσχηματισμένο και εκλεπτυσμένο, είσαι απαράμιλλος.
Ωιμέ, κύριέ μου με τις έξοχες ιδιότητες,
που είσαι γεμάτος με συμπόνοια και τιμάσαι από θεούς και ανθρώπους.

"Ωιμέ, παντοδύναμε άντρα μου, είσαι σαν τον Ναραγιάνα δυνατός,


και κατακτάς τις ορδές των δαιμόνων.
Ωιμέ, ευγενική μου αγάπη, η φωνή σου είναι γλυκιά σαν του Μπράχμα
κι απαλή σαν τη φωνή του αηδονιού. [F.115.b]

"Ωιμέ, άντρα μου έχεις αμέτρητη φήμη,


πρόβαλλες από εκατοντάδες αρετές κι έχεις άψογα προτερήματα!
Ωιμέ, είσαι η αγάπη μου κι η δόξα σου δεν έχει όρια!
Σε κοσμούν καλές ιδιότητες και ευχαριστείς τους σοφούς!

"Ωιμέ, όμορφη αγάπη μου, που γεννήθηκες στο έξοχο δάσος του Λουμπίνι,
που αντηχεί απ' το βουητό των μελισσών.
Ωιμέ, αγαπημένε μου, είσαι ξακουστός σε γη και ουρανό
είσαι το σεβαστό δέντρο της σοφίας.

"Ωιμέ, γλυκέ στη γεύση άντρα μου, τα χείλη σου είναι σαν το φρούτο μπίμπα,
τα μάτια σου σαν τους λωτούς και το δέρμα σου έχει χρυσή αύρα.
Ωιμέ, αγαπημένε μου με τα τέλεια δόντια,
είναι κάτασπρα σαν το γάλα της αγελάδας ή σαν του χιονιού. [235]

"Ωιμέ, αγαπημένε μου έχεις όμορφη μύτη, όμορφα φρύδια,


και μια ακηλίδωτη κατσαρή τρίχα ανάμεσα στα φρύδια σου.
Ωιμέ, αγαπημένε μου, οι ώμοι σου είναι καλοσχηματισμένοι,
έχεις μέση σαν του τόξου, πόδια σαν του ελαφιού και στρογγυλεμένους γοφούς.

"Ωιμέ, ο άντρας μου έχει μηρούς σαν την προβοσκίδα του ελέφαντα,
απαλά χέρια και πόδια και νύχια στο χρώμα του χαλκού.
Όλα αυτά τα όμορφα χαρακτηριστικά έγιναν από την αρετή σου
και ευχαρίστησαν τον βασιλιά.
"Ωιμέ, ήσουν μελωδικό τραγούδι και μουσική
και άρωμα από υπέροχα λουλούδια στης καλύτερης εποχής.
Ωιμέ, για μένα ήσουν το άρωμα των λουλουδιών
κι έφερνες ευχαρίστηση στην συνοδεία των γυναικών με το τραγούδι και την μουσική.

"Ωιμέ, όμορφε Καντάκα σύντροφε του άντρα μου!


Που τον πήγες;
Ωιμέ, Τσάντα δεν έχεις καθόλου έλεος;
Γιατί δεν μας ξύπνησες όταν ο άριστος των ανθρώπων έφευγε;

"Σήμερα ο ελεήμων οδηγός


εκείνων που θέλουν καθοδήγηση άφησε την ευγενή πόλη.
Γιατί δεν μας είπες
πως ο ευεργέτης μας έφευγε;

"Πως έφυγε ο ευεργέτης μας;


Και ποιοι τον βοήθησαν να δραπετεύσει από την πρωτεύουσα;
Σε ποια κατεύθυνση πήγε;
Τυχερές είναι οι θεότητες των δασών που τώρα τον συντροφεύουν.

"Τσάντα, είμαι δυστυχισμένη γιατί είχα δει έναν θησαυρό.


Τώρα όμως, αφού νοιώθω σαν να έχουν βγει τα μάτια μου, φτιάξε την όρασή μου!
Τσάντα, οι νικητές διδάσκουν
πως οι γονείς μας πρέπει να τιμώνται .

"Αφού τους εγκατέλειψε, δεν χρειάζεται να πω


πως θα εγκατέλειπε τις απολαύσεις της αγάπης με τη γυναίκα!
Ωιμέ, ο αποχωρισμός από εκείνους που αγαπάμε
είναι σαν να βλέπεις ένα έργο-τίποτα δεν διαρκεί! [F.116.a]

"Επειδή προσκολλιούνται στις αντιλήψεις, τα ανόητα όντα έχουν λανθασμένες θεωρήσεις.


Αυτός είναι ο λόγος που γεννιούνται και πεθαίνουν.
Στο παρελθόν δίδαξε πως όλοι εκείνοι που διέπονται από τη γέννηση και τον θάνατο
δεν έχουν κανέναν φίλο.

"Γι αυτό είθε οι ευχές του να εκπληρωθούν και είθε


να επιτύχει την ύψιστη και ευγενή φώτιση κάτω από το άριστο δέντρο.
Αφού πραγματώσει την άψογη φώτιση,
είθε να επιστρέψει στην ευγενή πόλη!"

Όταν άκουσε τα λόγια την Γκόπα,


ο Τσάντα ένοιωσε δυστυχία.
Είπε με φωνή που πνιγόταν από τα δάκρυα:
"Γκόπα άκουσέ με. [236]

"Γύρω στα μεσάνυκτα, όταν όλες οι κυρίες


κοιμόνταν βαθιά, μου είπε μυστικά
Αυτός με τις Εκατοντάδες Αρετές,
να φέρω το άλογό του τον Καντάκα.

"Όταν άκουσα τα λόγια του,


κοίταξα αμέσως εσένα που κοιμόσουν στο κρεββάτι σου,
και σου φώναξα δυνατά Γκόπα,
'Ο αγαπημένος σου θα φύγει, σήκω πάνω!'

"Οι θεοί όμως σταμάτησαν τα λόγια μου


κι έτσι ούτε μια από τις γυναίκες δεν ξύπνησε.
Κλαίγοντας, στόλισα τον βασιλιά των αλόγων
και τον παρέδωσα στον ανώτερο όλων των ανθρώπων.

"Ο Καντάκα τότε χλιμίντρισε με τη δυνατή του ενέργεια,


όμως, αν και ο ήχος ακούστηκε ένα μίλι μακριά,
κανείς από την πόλη δεν τον άκουσε,
γιατί οι θεοί τους είχαν νανουρίσει όλους.

"Καθώς οι οπλές του Καντάκα-που είναι σκεπασμένες


από χρυσό, ασήμι και πολύτιμες πέτρες-χτύπησαν το έδαφος,
στον ουρανό ψηλά, δέκα εκατομμύρια θεοί ένωσαν τα χέρια τους
και υποκλίθηκαν προσφέροντας προστερνισμούς.

"Με τη συνοδεία των γιάκσα και ράκσασα


οι τέσσερις προστάτες του κόσμου με τις μεγάλες μαγικές τους δυνάμεις,
σήκωσαν τις οπλές του Καντάκα, στα χέρια τους
που ήταν αμόλυντες και καθαρές σαν τους ανθήρες των λωτών.

"Ο Κύριος με τις εκατοντάδες αρετές


ανυψώθηκε και καβάλησε το άλογο, έμοιαζαν με κόκκινο λωτό και άνθος γιασεμιού.
[F.116.b]
Τότε η γη σείστηκε με έξι διαφορετικούς τρόπους,
και τα βουδικά πεδία διαπέρασε αμόλυντο φως.

"Τότε ο θεός Σάκρα, ο σύντροφος της Σάτσι,


και άρχοντας όλων των θεών, άνοιξε τις πύλες.
Μπροστά από τον Μποντισάτβα προπορεύτηκαν εκατό εκ/μύρια θεοί,
οι νάγκα κι οι θεοί του πρόσφεραν τον σεβασμό τους καθώς έφευγε.

"Ο ευγενής Καντάκα, μ' ένα απλό νεύμα


μετέφερε τον προστάτη του κόσμου στον ουρανό.
Ο Σάκρα, οι θεοί και οι ημίθεοι συνόδεψαν
αυτόν που Έφτασε στην Ευδαιμονία καθώς έφευγε.

"Οι θεές που ήταν πολύ επιδέξιες στη μουσική


επαίνεσαν τις αρετές του Μποντισάτβα.
Όλοι δυνάμωσαν τον Καντάκα
καθώς του τραγουδούσαν με τον πιο συγκινητικό και ευχάριστο τρόπο: [237]

"'Καντάκα κουβάλα τον οδηγό του κόσμου!


Νάσαι γρήγορος και μη λυπάσαι!
Βοηθώντας τον προστάτη του κόσμου, απελευθερώνεσαι από τους κινδύνους
των κατωτέρων πεδίων και τις δύσκολες επαναγεννήσεις.'

"Καθένας από τους θεούς εξέφρασε αυτή την επιθυμία, λέγοντας:


'Θέλω κι εγώ να κουβαλήσω τον οδηγό του κόσμου.'
Δεν υπήρχε μέρος που να μην πάτησαν
οι αμέτρητοι θεοί, που είπαν:

"'Καντάκα, κοίταξε το μονοπάτι που ετοιμάσαμε για σένα στον ουρανό!


Είναι τόσο λαμπρό και όμορφο.
Έχει πεζούλια στολισμένα με διάφορους τρόπους απο πολύτιμα πετράδια
και είναι μυρωμένο με θεϊκά αρώματα φτιαγμένα από εξαίσιες ουσίες.

"'Καντάκα, εξ αιτίας των ενάρετων πράξεων σου


θα γεννηθείς με μαγικό τρόπο στο Πεδίο των Τριάντα Τριών.
Θεές θα σε περιβάλλουν και θα σε φροντίζουν
κι εσύ θα απολαμβάνεις τις θείες απολαύσεις των αισθήσεων.'

"Γκόπα, μη χύνεις άλλα δάκρυα!


Να είσαι χαρούμενη και ευτυχισμένη!
Σύντομα θα γίνεις μάρτυρας της φώτισης του άριστου μεταξύ των ανθρώπων.
Θα δεις να τον τιμούν και να τον υπηρετούν οι αθάνατοι.

"Γκόπα, δεν πρέπει να κλαίμε


όταν κάποιοι επιτελούν τέτοιους άθλους!
Να χαίρεσαι για Αυτόν που Έχει Εκατοντάδες Μεγαλεία και Αρετές
και μην κλαίς άλλο πια!

"Γκόπα, ακόμα κι αν μιλούσα για επτά ημέρες


για τις προσφορές που έκαναν άνθρωποι και θεοί
όταν ο δικός μας Βασιλιάς έφυγε από το σπίτι του,
δεν θα μπορούσα να τις καλύψω όλες. [F.117.a]

"Έχεις τιμήσει και υπηρετήσει


Εκείνον που Ωφελεί τα Όντα.
Γι αυτό θα επιτύχεις υπέρτατη και ασύλληπτη πραγμάτωση.
Πιστεύω πως θα γίνεις σαν κι Αυτόν, το πιο ευγενές ον!"

Έτσι ολοκληρώνεται το 15ο κεφάλαιο - Αφήνοντας το Σπίτι

[1] Drang srong, σοφός (συχνά ασκητής ή ερημίτης)


[2] Ναραγιάνα-ένα άλλο όνομα του Βισνού (Wikipedia)
[3] sred pa སྲེད་པ།

[4] rnam thar sgo gsum རྣམ་ཐར་སྒོ་གསུམ། Τρεις πύλες της απελευθέρωσης: Κενότητα (shunyata), απουσία
χαρακτηριστικών (animitta), χωρίς στόχο- απουσία προσδοκιών (apranihita). Τα φαινόμενα δεν έχουν
κάποια εγγενή ύπαρξη, δεν είναι έτσι όπως εμφανίζονται και δεν έχουν κάποιο εγγενή σκοπό.
[5] ཞི་གནས། śamatha Μία από τις βασικές μορφές Βουδιστικού διαλογισμού, που επικεντρώνεται στην
ηρεμία του νου. Συχνά εμφανίζεται ως μέρος ενός ζευγαριού τεχνικών διαλογισμού, με το άλλο μέρος
να είναι η 'βαθιά ενόραση'.

[6] kim pa la ཀིམ་པ་ལ། μουσικό όργανο, μη εξακριβωμένο είδος, μερικές φορές μεταφράζεται και ως
'κύμβαλα' (γενική ονομασία για κρουστά μουσικά όργανα, που αποτελούνται από δύο χάλκινους ή
ορειχάλκινους δίσκους ελαφρά κωνικούς στο κέντρο)
[7] Η μετάφραση των στίχων της επόμενης ενότητας, έχει βασιστεί στα σανσκριτικά
[8] lto ’phye chen po ལྟོ་འཕྱེ་ཆེན་པོ། ανθρώπινοι και μη ανθρώπινοι δαίμονες με τη μορφή τεράστιων
ερπετών

16o Κεφάλαιο-Επίσκεψη του βασιλιά Μπιμπισάρα

[Β 11] Μέσω της ευλογίας του Μποντισάτβα μοναχοί, ο Τσάντα είπε στον
βασιλιά Σουντοντάνα, την Σάκυα πριγκίπισσα Γκόπα, την ακολουθία των
γυναικών και σε όλους τους υπόλοιπους μεταξύ των Σάκυα αυτό που συνέβη,
για να ανακουφίσει λίγο τον πόνο τους. [238]
Αρχικά ο Μποντισάτβα έδωσε τα μεταξωτά του ρούχα σ' έναν θεό που είχε τη
μορφή ενός κυνηγού και έπειτα ο ίδιος φόρεσε τα πορτοκαλί ρούχα του
κυνηγού. Υιοθέτησε τον τρόπο ζωής ενός απαρνητή, προκειμένου να είναι σε
αρμονία με τις αντιλήψεις των κοσμικών ανθρώπων και γιατί νοιώθοντας
συμπόνια για τους άλλους, θέλησε να τους ωριμάσει.
Έπειτα ο Μποντισάτβα πήγε στο ερημητήριο μιας βραχμάνας με το όνομα Σάκι.
Η γυναίκα προσκάλεσε τον Μποντισάτβα να κάτσει και να γευματίσει. Έπειτα
ο Μποντισάτβα πήγε στο ερημητήριο μιας άλλης βραχμάνας με το όνομα
Πάντμα, που κι αυτή κάλεσε τον Μποντισάτβα για φαγητό. Έπειτα πήγε στο
ερημητήριο ενός αγίου ιερέα με το όνομα Ραϊβάτα., που κι αυτός πρόσφερε
φιλοξενία στον Μποντισάτβα με τον ίδιο τρόπο. Και ο γιος του
Πατρμανταντίκα, ο Ράτζακα, τον κάλεσε επίσης. Μ' αυτόν τον τρόπο μοναχοί,
ο Μποντισάτβα έφτασε σιγά σιγά στην πόλη Βαϊσάλι.
Εκείνη την εποχή, είχε φτάσει στο Βαϊσάλι ο Αράντα Κάλαπα, όπου έμενε μαζί
με μια σάνγκα ακροατών και τριακόσιους μαθητές, στους οποίους είχε διδάξει
τις ασκήσεις με τις οποίες πραγματώνει κανείς την κατάσταση της απόλυτης
απουσίας[1]. [F.117.b] Τη στιγμή που ο Αράντα Κάλαπα είδε τον Μποντισάτβα
να πλησιάζει από απόσταση, έκθαμβος είπε στους μαθητές του: 'Κοιτάχτε αυτή
την μορφή!'
Οι μαθητές απάντησαν: 'Ναι, τον βλέπουμε, είναι καταπληκτικός.'
Περπάτησα προς τον Αράντα Κάλαπα μοναχοί, και του είπα τα εξής: 'Ήρθα για
να μάθω πνευματικές ασκήσεις από σένα Αράντα Κάλαπα.[2]'
Ο Αράντα Κάλαπα απάντησε: 'Γκαουτάμα, θα σου δώσω μια διδασκαλία με την
οποία ένας πιστός άνθρωπος καλής οικογένειας, μπορεί να πραγματώσει την
παντογνωσία με πολύ λίγες δυσκολίες.' [239]
Τότε σκέφτηκα, μοναχοί: 'Έχω πίστη. Έχω και ζήλο. Είμαι συνειδητός και
μπορώ να ασκηθώ στην απορρόφηση. Έχω και γνώση. Επομένως, με σκοπό να
τελειοποιήσω και να πραγματώσω αυτήν την διδασκαλία, θα ασκηθώ μόνος
μου σε απομονωμένο μέρος, χωρίς να διασπώμαι.'
Έπειτα, μοναχοί, ασκήθηκα μόνος μου στην ερημιά με προσοχή και ζήλο. Και
πράγματι, με πολύ μικρή δυσκολία, μπόρεσα να κατανοήσω και να
πραγματώσω την διδασκαλία.
Πήγα τότε στον Αράντα Κάλαπα και τον ρώτησα: ΄Αλήθεια δεν είναι, πως κι
εσύ Αράντα Κάλαπα έχεις κατανοήσει και πραγματώσει την διδασκαλία αυτή;'
'Ναι Γκαουτάμα, πράγματι,' απάντησε.
Τότε του είπα: 'Κι εγώ την κατανόησα και την πραγμάτωσα.'
Ο Αράντα Κάλαπα του είπε: 'Τότε Γκαουτάμα, γνωρίζεις κι εσύ όλες τις
διδασκαλίες που ξέρω. Ότι ξέρεις εσύ, το ξέρω κι εγώ. Άρα κι οι δυο μας θα
πρέπει να αναλάβουμε την φροντίδα των μαθητών.'
Μετά από αυτή την προσφορά, ο Αράντα Κάλαπα με τίμησε κάνοντάς μου
εξαίρετες προσφορές και με έκανε δάσκαλο, για να μοιραστώ τα καθήκοντά
του.
Τότε μοναχοί, σκέφτηκα: 'Η διδασκαλία του Αράντα δεν φέρνει την ελευθερία.
Δεν θα φέρει την τέλεια ελευθερία σε κανέναν από μας. Γι αυτό πρέπει να
φύγω, για να ψάξω μια καλύτερη άσκηση.΄[F 118.a]
Αφού έκατσα στο Βαϊσάλι όσο διάστημα μου ήταν αρεστό, έφυγα για την
επαρχία Μάγκαντα και βρέθηκα στο Ράτζαγκρα, την πρωτεύουσα της. Εκεί
έμεινα στον βασιλιά των βουνών Πάνταβα, σε μια πλαγιά μόνος μου, χωρίς
καμία συντροφιά. Εκείνη την εποχή, τρις/μύρια θεοί με προστάτεψαν. [240]
Ένα πρωί φόρεσα τα ρούχα ενός επαίτη ασκητή και κρατώντας το μπολ
ελεημοσύνης, πέρασα από την Πύλη του Ζεστού Νερού και μπήκα στην πόλη
Ράτζαγκρα. Εκεί ξεκίνησα να ζητιανεύω. Κοίταξα μπροστά και στις δυο
πλευρές και προχώρησα μεγαλόπρεπα, κουνώντας τα άκρα μου με χάρη.
Κρατούσα τα ράσα του μοναχού και του μπολ μ’ έναν πολύ όμορφο τρόπο. Οι
αισθήσεις ήταν ανεμπόδιστες και ο νους μου δεν παρέκκλινε στα εξωτερικά
δρώμενα. Σαν την εικόνα κάποιου που μεταφέρει ένα βάζο γεμάτο λάδι,
κοιτούσα μπροστά στην απόσταση έξι ποδιών.
Όταν με είδαν οι κάτοικοι της πόλης, σκέφτηκαν με θαυμασμό: ‘ μήπως είναι ο
Βράχμα, ή ο Σάκρα ο βασιλιάς των θεών ή κάποιο είδος θεού των βουνών;’
Πάνω σ’ αυτό το θέμα έχει ειπωθεί:
Ακηλίδωτος και με άπειρη μεγαλοπρέπεια
ο Μποντισάτβα έγινε επαίτης με τη θέλησή του.
Ο νους του γαλήνιος και οι πράξεις του ευγενείς.
Μένει στις πλαγιές του Πάνταβα, του βασιλιά των βουνών.
Καθώς ο Μποντισάτβα γνωρίζει πως ξημέρωσε,
φορά τα ράσα του κι είναι όμορφος στην όψη.
Κρατά το μπολ ελεημοσύνης με ταπεινότητα
και μπαίνει στην Ράτζαγκρα για επαιτεία.
Σαν τον χρυσό έχει εκλεπτυσμένη φύση
κι έχει τα τριάντα δύο γνωρίσματα.
Καθώς τον βλέπουν οι άντρες κι οι γυναίκες,
δεν μπορούν να τον χορτάσουν.
Οι δρόμοι είναι στολισμένοι με πολύτιμα υφάσματα.
Οι άνθρωποι απομακρύνονται από τον δρόμο του και τον ακολουθούν.
Ρωτούν, ‘Ποιος είναι αυτός, δεν τον έχουμε ξαναδεί
και ποιανού η χάρη κάνει την πόλη να λάμπει;’
Χιλιάδες γυναίκες στέκουν στις ταράτσες τους [F 118 b]
στις πόρτς και στα παράθυρα.
Γεμίζουν τους δρόμους κι αφήνουν έρημα τα σπίτια τους.
Αφήνουν τις δουλειές τους, κοιτούν μόνο αυτόν τον τέλειο άντρα.
Γρήγορα κάποιος πετάγεται στο παλάτι
και με χαρά ανακοινώνει την ιστορία στον βασιλιά Μπιμπισάρα:
‘Σαν να είναι ο ίδιος ο Μπράχμα που κάνει επαιτεία στην πόλη μας:’
Μεγαλειότατε, είσαι πολύ τυχερός!’ [241]
Κάποιοι λένε στον βασιλιά πως είναι ο Σάκρα, ο βασιλιάς των θεών.
Άλλοι λένε πως είναι ένας θεός από Πεδίο Χωρίς Διαμάχη[3].
Άλλοι λένε πως είναι θεός του Πεδίου της Χαράς ή του Πεδίου που Χαίρονται
να Προβάλλουν.
Άλλοι λένε πως είναι θεός του Πεδίου που Χρησιμοποιούν τις Προβολές των
Άλλων.
Κάποιοι λένε πως είναι το φεγγάρι ή ο Ήλιος.
Κάποιοι λένε πως είναι ο Ράχου, ο Μπάλι ή ο Βεματσίτρι.
Ενώ κάποιοι άλλοι λένε πως,
‘Ζει στο Πάνταβα, τον βασιλιά των βουνών.’
Ο βασιλιάς ακούγοντας τις αναφορές αυτές
βγήκε στο μπαλκόνι του γεμάτος χαρά.
Τότε είδε το Τέλειο Ον, τον Μποντισάτβα,
να λάμπει από ομορφιά σαν τον πεντακάθαρο χρυσό.
Ο βασιλιάς Μπιμπισάρα έδωσε στον Μποντισάτβα ελεημοσύνη
και είπε στους άντρες του, ‘Πηγαίνετε να δείτε που θα πάει’
Είδαν πως επέστρεψε στο άριστο βουνό και επέστρεψαν:
‘Μεγαλειότατε, μένει στην πλαγιά του βουνού!’
Ξέροντας πως η νύκτα είχε περάσει,
ο βασιλιάς Μπιμπισάρα με την μεγάλη του ακολουθία,
φτάνοντας στα ριζά του Παντάνα, του βασιλιά των βουνών,
είδε το βουνό να αστράφτει από μεγαλοπρέπεια.
Κατέβηκε από το άρμα του και συνέχισε με τα πόδια.
Με μεγάλη αφοσίωση, είδε τον Μποντισάτβα
να κάθεται οκλαδόν με μαξιλάρι του το χορτάρι,
αμετάβλητος, σαν το κεντρικό όρος.
Ο βασιλιάς ακούμπησε τα πόδια του Μποντισάτβα με το κεφάλι του.
Μίλησαν για διάφορα θέματα κι ο βασιλιάς είπε,
'θα σου δώσω το μισό μου βασίλειο.
Κάτσε κι απόλαυσε με τις αισθήσεις σου εδώ, θα σου δώσω ότι χρειαστείς.'
Ο Μποντισάτβα απάντησε με μαλακό τρόπο,
'Ηγέτη του τόπου αυτού, είθε να έχεις μακροζωία!
Έχω ήδη απορρίψει ένα πανέμορφο βασίλειο και έγινα μοναχός
για να αναζητήσω την γαλήνη χωρίς να έχω προσδοκίες για το μέλλον.' [F 119
a]
Ο βασιλιάς της Μάγκαντα είπε στον Μποντισάτβα,
'Είσαι νέος, στο άνθος της ζωής σου.
Έχεις όμορφη όψη και είσαι δυνατός.
Άσε με να σου προσφέρω μεγάλο πλούτο και πολλές γυναίκες.
΄Μείνε στο βασίλειο μου σε παρακαλώ και διασκέδασε.
Όταν σε βλέπω γεμίζω με έξοχη χαρά.
Γίνε φίλος μου σε παρακαλώ και θα σου δώσω ολόκληρο το βασίλειό μου.
Απόλαυσε σε παρακαλώ τις άφθονες χαρές του.
'Μη μείνεις σε παρακαλώ στο άδειο δάσος.
Από δω και πέρα μην κάθεσαι σε παρακαλώ κάτω στο χορτάρι.
Το σώμα σου είναι τόσο νεανικό και φρέσκο,
μείνε σε παρακαλώ στο βασίλειο μου και διασκέδασε.' [242]
Ο Μποντισάτβα απάντησε με απαλή φωνή,
με αγάπη και ενδιαφέρον για την ευημερία του βασιλιά,
'Βασιλιά, είθε η τύχη να είναι πάντα μαζί σου!
Δεν αναζητώ τα αντικείμενα της απόλαυσης.
'Η επιθυμία είναι σαν το δηλητήριο κι έχει αμέτρητα λάθη.
Σπρώχνει τα όντα στις κολάσεις και στα βασίλεια των πεινασμένων
φαντασμάτων και των ζώων.
Οι απαράδεκτες επιθυμίες καταδικάζονται από τους σοφούς.
Εγκατέλειψα την επιθυμία όπως τα σκουπίδια.
'Η επιθυμία πέφτει σαν το φρούτο από τα δέντρα.
Περνά σαν τα σύννεφα και τη βροχή.
Είναι ασταθής και περαστική. κινείται σαν τον άνεμο.
Καταστρέφει όλα τα καλά και πρέπει να αποφεύγεται.
'Όταν οι άνθρωποι δεν παίρνουν αυτό που θέλουν, καίγονται από την επιθυμία.
Ακόμα κι όταν πάρουν αυτό που θέλουν, ποτέ δεν είναι αρκετό.
Όμως, οι τρομακτικές επιθυμίες φέρνουν τον μεγαλύτερο πόνο
όταν κατατρώγουν αυτόν που δεν μπορεί να τις ελέγξει.
'Μεγαλειότατε, ακόμα κι αν κάποιος μπορούσε
να αποκτήσει όλες τις απολαύσεις των θεών
και κάθε τι επιθυμητό των ανθρώπων,
δεν θα ήταν αρκετό και θα έψαχνε για κάτι περισσότερο.
'Αλλά όποιος είναι γαλήνιος και ευγενικός Μεγαλειότατε,
έχοντας γνωρίσει το ευγενές και αμόλυντο Ντάρμα,
και έχοντας αποκτήσει γνώσεις, είναι ικανοποιημένος.
Για εκείνον, τα αντικείμενα της απόλαυσης δεν τον έλκουν.
'Μεγαλειότατε, αν ακολουθεί κανείς την επιθυμία,
αυτό δεν έχει τελειωμό.
Σαν να πίνεις αλμυρό νερό,
μόνο την όρεξη αυξάνεις ακολουθώντας την επιθυμία. [F 119 b]
'Μεγαλειότατε, σκέψου πόσο ασταθές είναι το σώμα.
Δεν υπάρχει καμία ουσία στο σώμα, είναι σαν μηχανή δυστυχίας.
Στάζει συνεχώς από τα εννιά ανοίγματα.
Μεγαλειότατε, καμία επιθυμία δεν έχω για απολαύσεις.
'Εγκατέλειψα πολλές χαρές
και χιλιάδες πανέμορφες γυναίκες.
Τώρα επιζητώ την τέλεια γαλήνη της πολύτιμης φώτισης.
Αφού καμία χαρά δεν βρίσκω στην εξαρτημένη ύπαρξη, την άφησα.'
Ο βασιλιάς της Μάγκαντα ρώτησε:
'Από που έρχεσαι μοναχέ;
Που γεννήθηκες; Που είναι ο πατέρας κι η μητέρα σου;
Ανήκεις στην τάξη των ηγετών, είσαι ιερέας ή βασιλιάς;
Πές μου τα όλα σε παρακαλώ, αν δεν σε πειράζει, μοναχέ.' [243]
Ο Μποντισάτβα απάντησε:
'Μεγαλειότατε, έρχομαι από την πόλη των Σάκυα Καπιλαβάστου,
μια θαυμαστή πόλη που μπορεί να την έχεις ακούσει.
Ο πατέρας μου ονομάζεται Σουντοντάνα.
Αποκήρυξα αυτή την πόλη γιατί θέλω βαθύτερες ιδιότητες.'
Ο βασιλιάς της Μάγκαντα είπε:
'Καλώς! Είμαστε χαρούμενοι που σε βλέπουμε!
Ως προς τη ζωή σου, κι εμείς μπορεί να μάθουμε από αυτήν.
Συγχωρέσε με και για την προηγούμενη μου πρόθεση
να καλέσω Αυτόν που είναι Απαλλαγμένος από Επιθυμία να χαρεί τις
απολαύσεις των αισθήσεων.
'Αν φωτιστείς,
Άρχοντα του Ντάρμα, μοιράσου σε παρακαλώ το Ντάρμα με εμένα.
Αυτογεννημένε, που ζεις τώρα στην χώρα μου
εγώ παίρνω το μεγαλύτερο δώρο.'
Γι άλλη μια φορά ο βασιλιάς υποκλίνεται στα πόδια του Μποντισάτβα.
Κάνει περιφορές γύρω από τον Μποντισάτβα με μεγάλο σεβασμό.
Έπειτα συνοδευόμενος από την ακολουθία του,
ο ηγέτης επέστρεψε στο βασιλικό του παλάτι.
Ο Προστάτης του Κόσμου ήρθε στην πόλη Μάγκαντα.
Γαλήνια, έμεινε όσο επιθυμούσε.
Όταν ολοκλήρωσε το όφελος των θεών και των ανθρώπων,
ο Κύριος των Ανθρώπων πήγε στις όχθες του Ποταμού Ναϊρατζάνα.
Έτσι τελειώνει το 16ο κεφάλαιο

Πρόχειρη μετάφραση Κ. Χοχλάκη

[1] utter absence


[2] Είναι η πρώτη φορά που το κείμενο γυρίζει σε πρώτο πρόσωπο
[3] yama, το κατώτερο από τα θεϊκά πεδία. Το χαρακτηρίζει η ελευθερία από τις δυσκολίες

You might also like