Professional Documents
Culture Documents
ΚΕΦ 6-8 - Οικονομική Φυσικών Πόρων Και Περιβάλλοντος - ΧΑΛΚΟΣ - σελ 271-428
ΚΕΦ 6-8 - Οικονομική Φυσικών Πόρων Και Περιβάλλοντος - ΧΑΛΚΟΣ - σελ 271-428
ΚΕΦ 6-8 - Οικονομική Φυσικών Πόρων Και Περιβάλλοντος - ΧΑΛΚΟΣ - σελ 271-428
Χάλκος
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ
ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
& ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
ΚΥ
ΑΠ
ΑΠ
ΚΥ
-Ο
ΣΔ
ΕΛ
ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
ΕΛ
επιθυμητά επίπεδα παραγωγής και κατανομής των πόρων. Όμως, η οικονομική
δραστηριοποίηση ενδέχεται να οδηγήσει σε κοινωνικά ανεπιθύμητες επιδράσεις
για το περιβάλλον και την κοινωνία, κατάσταση γνωστή ως αποτυχία της αγο
ΣΔ
ράς. Δηλαδή ως αποτυχία της αγοράς, μπορούμε να ορίσουμε την κατάσταση
κατά την οποία τα αποτελέσματα της αγοράς δεν είναι άριστα.
-Ο
6.1. 2 Τα μονο πώ λι α
Όπως είδαμε στο Κεφάλαιο 3 , τα μονοπώλια, συγκρινόμενα με τις επιχειρήσεις
που λειτουργούν υπό συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού, παράγουν μικρότερες
2 72 ΟΙΚΟΝΟΜ ΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
νιστούν όλο και περισσότερες καφετέριες, για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση.
Το κύριο πρόβλημα με τα δημόσια αγαθά είναι αυτό του ελεύθερου χρήστη
ΣΔ
(free rider), όπου κάποιος απολαμβάνει τα οφέλη από τα δημόσια αγαθά, χωρίς
να πληρώνει για τα οφέλη αυτά. Τα δημόσια αγαθά δεν μπορούν να κατανεμη
θούν στην αγορά, γιατί οι άνθρωποι είτε δεν έχουν κίνητρο να αποκαλύψουν
-Ο
Στο σχήμα 6.1 αυτό συμβαίνει στην τομή μεταξύ της συνολικής ζήτησης
Dα+β και της προσφοράς S (Ρ ΟΚ 1 50). Η κοινωνική τιμή του αγαθού (Ρ*)
= =
1:50 €
100€
50€
ο Ποσόιηrα J.ημ.όι;ιοuΑ·�α&ού
ΕΛ
Α{:ι.χ. δημόσια τηί.ξόpαση)
ΕΛ
κάποιας επιχείρησης περιλαμβάνουν πραγματικές (μη χρηματικές) μεταβλητές,
των οποίων οι αξίες επιλέγονται από άλλους (πρόσωπα, επιχειρήσεις, κυβερνή
ΣΔ
σεις), χωρίς να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή για τις επιπτώσεις τους στην ευημερία
του Α.
Για να διαφοροποιήσουν τις εξωτερικότητες από οποιαδήποτε οικονομική
-Ο
αλληλεξάρτηση οι Baumol και Oates ( 1 988) επέκτειναν τον αρχικό τους ορισμό.
Οι εξωτερικότητες λαμβάνουν χώρα, όταν αυτός που παίρνει κάποια απόφαση
και του οποίου οι δραστηριότητες επηρεάζουν τα επίπεδα ωφέλειας άλλων ή
ΚΥ
ΕΛ
την αίσθηση της ιστορικής συνέχειας που δημιουργούν οι ανακαινίσεις ιστο
ρικών διατηρητέων κτηρίων. Παράλληλα η αυξανόμενη χρήση των ιδιωτικών
ΣΔ
οχημάτων αποτελεί πηγή αρνητικών εξωτερικοτήτων, καθώς δημιουργεί κυκλο
φοριακή συμφόρηση, προκαλεί αύξηση των ρύπων (π.χ. οξειδίων του αζώτου),
ενώ υπάρχει πάντα η σχετική επικινδυνότητα εμφάνισης κάποιου θανατηφόρου
-Ο
ατυχήματος .
Καθώς κάποιες εξωτερικότητες έχουν χαρακτήρα δημόσιου αγαθού (όπως
λόγου χάριν η ανακαίνιση διατηρητέων κτηρίων), η κατανάλωση τους από
ΚΥ
κάποιο άτομο δεν επηρεάζει την ποσότητα του αγαθού που απομένει για τα
υπόλοιπα άτομα. Αυτό συνεπάγεται ότι θα ήταν αναποτελεσματικό να χρεώ
ΑΠ
σουμε κάποιον για την κατανάλωση θετικών εξωτερικοτήτων, όταν αυτές έχουν
τη μορφή δημόσιου αγαθού, αφού η πιθανή χρέωση θα μείωνε την ευχαρίστηση
ενός ατόμου και δε θα αύξανε την ικανοποίηση των υπολοίπων ατόμων. Αυτό
μας οδηγεί να ορίσουμε τις εξωτερικότητες με χαρακτήρα δημόσιου αγαθού ως
μη μειούμενες εξωτερικότητες (undepletable externalίtίes).
Ομοίως, η ύπαρξη περισσότερων θέσεων στάθμευσης σε ένα πολυσύχνα
στο εμπορικό κέντρο δημιουργεί θετικές επιπτώσεις ή θετικές οικονομίες στους
ενδιαφερόμενους επισκέπτες του εμπορικού κέντρου, καθώς τώρα αυξάνει την
πιθανότητα εύκολης και άνετης αναζήτησης ενός χώρου στάθμευσης για το όχη
μά τους. Στην περίπτωση αυτή η θέση στάθμευσης που αγοράζεται από ένα
επισκέπτη δε θα είναι διαθέσιμη στους υπόλοιπους ενδιαφερόμενους επισκέ
πτες, ενώ υπάρχει πλέον ευχέρεια χρέωσης για την παρεχόμενη υπηρεσία στο
ενδιαφερόμενο άτομο που απολαμβάνει τη θετική οικονομία. Αυτό οδηγεί στον
ορισμό της μειούμενης εξωτερικότητας (depletable externalίty). Ο δημιουργός
276 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
στοποιούν τα κέρδη τους στο σημείο όπου το οριακό ιδιωτικό κόστος (ΟΙΚ)
ισούται με το οριακό ιδιωτικό όφελος (ΟΙΟ). Δηλαδή το άριστο ιδιωτικό επίπε
ΣΔ
δο παραγωγής επιτυγχάνεται στο σημείο όπου:
ΟΙΚ=ΟΙΟ
-Ο
Τιμ ή,
Κόστος
σικ
ΕΛ
ΟΕ= ΜΕ= 010
ΣΔ
-Ο
ο Q, ι
Ποσότητα προϊόντος
ΚΥ
Τψr1,
-<ι':ο•ος οκκ
σικ
ΕΛ
Σχήμα 6 . 3 : Περίπτωση αρνητικής εξωτερικότητας (Βιομηχανία)
ΣΔ
για μια μεμονωμένη επιχείρηση) τότε στην περίπτωση ύπαρξης θετικών εξωτε
ρικοτήτων έχουμε υποπαραγωγή του προϊόντος με το οριακό κοινωνικό όφελος
ΑΠ
Αυτό φαίνεται και στο σχήμα 6.4 όπου υποθέτουμε ότι η επιχείρηση λει
τουργεί υπό συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού και ότι το οριακό ιδιωτικό κόστος
ισούται με το οριακό κοινωνικό κόστος (ΟΙΚ ΟΚΚ). Για τη βιομηχανία το
=
οκο
Ζ= ΟΙΟ
ο Qr Qκ
ΕΛ
Σχήμα 6 . 4: Περίπτωση θετικής εξωτερικότητας ( Βιομηχανία )
ΣΔ
Η κοινωνία θα είχε καθαρό όφελος ίσο με το εμβαδόν του χωρίου ΑΒΓ, αν η
-Ο
πεδο. Καθώς δεν μπορούμε να χρεώσουμε την κοινωνία που ωφελείται από τη
θετική αυτή οικονομία, ώστε να παραχθεί το άριστο κοινωνικά επιθυμητό επί
πεδο η κυβέρνηση θα πρέπει είτε να επιδοτήσει είτε να παρέχει φορολογικές
ελαφρύνσεις στις βιομηχανικές μονάδες ώστε να πραγματοποιήσουν τις επιπρό
σθετες δεντροφυτεύσεις.
Οι εξωτερικότητες μπορούν να λάβουν χώρα στην παραγωγή ή και στην
κατανάλωση. Έτσι ενδέχεται να έχουμε:
Α. Εξωτερικές επιβαρύνσεις στην παραγωγή που λαμβάνουν χώρα μεταξύ
παραγωγών, όπως για παράδειγμα η ρύπανση των νερών ενός ποταμού
από μία βιομηχανική μονάδα και η χρήση και ο καθαρισμός του νερού
από μία άλλη βιομηχανική μονάδα.
Β. Εξωτερικές επιβαρύνσεις στην κατανάλωση που λαμβάνουν χώρα μετα
ξύ των καταναλωτών, όπως για παράδειγμα η κατασκευή κήπου από το
280 ΟΙΚΟΝΟΜ!ΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
κοινωνικό κόστος είναι μεγαλύτερο από το ιδιωτικό και αυτός που το δημιουργεί
δεν επωμίζεται το κόστος που του αντιστοιχεί από την κοινωνική επιβάρυνση
ΣΔ
που προκαλεί, ενώ αυτός που πλήττεται δεν αποζημιώνεται. Έτσι η παραγόμενη
ποσότητα του αγαθού από την επιχείρηση που δημιουργεί την εξωτερικότητα
είναι μεγαλύτερη από την κοινωνικά άριστη.
-Ο
παραγωγής της επιχείρησης που ρυπαίνει το νερό είναι μικρότερο από το κοι
νωνικό κόστος, αφού η επιχείρηση που δημιουργεί το πρόβλημα δεν επωμίζεται
κανένα κόστος.
ΑΠ
ΕΛ
ΣΔ
/
/
-Ο
ο Q
ΚΥ
Ας δούμε τώρα την ανάλυση και αλγεβρικά. Έστω ότι οι συναρτήσεις συνο
λικού κόστους (ΣΚ) των επιχειρήσεων Α και Β που λειτουργούν υπό συνθήκες
τέλειου ανταγωνισμού είναι οι ακόλουθες:
και
ΕΛ και
ΣΔ
Η πρώτη σχέση μας δείχνει ότι η τιμή του προϊόντος της Α θα πρέπει να
-Ο
ίδιας της επιχείρησης Α αλλά της τιμής με το οριακό κόστος και της επιχείρησης
Α αλλά και της επιχείρησης Β (για τον καθαρισμό του νερού στο παράδειγμά
ΑΠ
Μελέτη περίπτωσης 6. 1
ΕΛ
την καθυστέρηση στις διανομές, των δαπανών από την πρόσληψη πρόσθε
του αριθμού προσωπικού, καθώς και τα έξοδα για την αγορά νέων οχημά
των και των αυξημένων δαπανών για τα καύσιμα και τη συντήρηση αυτών.
ΣΔ
Επιπλέον, αυξάνεται το κόστος για τους ιδιώτες οδηγούς λόγω του αυξημέ
νου χρόνου ολοκλήρωσης μίας διαδρομής, ενώ δημιουργείται ένα επιπλέον
-Ο
κόστος από την αύξηση της τιμής των καυσίμων και της τιμής της επισκευής
των οχημάτων.
ΚΥ
ρας ενώ η δεύτερη (Ζ2 ) παρουσιάζει τη ζήτηση για τη διαδρομή κατά τις
ώρες αιχμής. Και οι δύο καμπύλες έχουν αρνητική κλίση καταδεικνύοντας
το γεγονός ότι οι οδηγοί θα μειώσουν τη χρήση της συγκεκριμένης διαδρο
μής στην περίπτωση που το κόστος οδήγησης σ' αυτή αυξηθεί.
Η καμπύλη Ζ1 αντιπροσωπεύει επίσης το οριακό ιδιωτικό όφελος (0101 ) .
Όταν το κόστος ανά ταξίδι είναι Κ0, η ροή (Ρ) των οχημάτων στη διαδρομή
ισούται με Ρ0. Ένας οδηγός οχήματος, όταν ταξιδεύει, δε λαμβάνει υπόψη
του το κόστος από την κυκλοφοριακή συμφόρηση που δημιουργείται και
εξετάζει μόνο το δικό του οριακό ιδιωτικό κόστος (ΟΙΚ,). Το ΟΙΚ1 περιλαμ
βάνει τα κόστη όπως τις δαπάνες για τα καύσιμα και το κόστος ευκαιρίας
από το χρόνο που διαρκεί το ταξίδι του.
Το κόστος που επιβαρύνει τους υπόλοιπους οδηγούς («εξωτερικό κό
στος») και δεν εξετάζεται από τον εκάστοτε οδηγό, αποτελείται από το
ΕΛ
κόστος λόγω της αύξησης της κυκλοφοριακής συμφόρησης καθώς και από
την αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και του θορύβου τα οποία επωμί
ΣΔ
ζεται η κοινωνία ως σύνολο. Παρόλα αυτά, η ανάλυση των Griffiths και Wall
(1991) υποθέτει ότι η κυκλοφοριακή συμφόρηση είναι η μοναδική εξωτερι
κότητα.
-Ο
κόστος που προκύπτει από κάθε ταξίδι είναι ίσο με Ρ2 Β. Για επίπεδο κυ κλο
φοριακής ροής Ρ2 παρουσιάζεται μία αναποτελεσματικότητα, καθώς το κοι
νωνικό κόστος που προκύπτει από τη συμφόρηση δεν έχει ληφθεί υπόψη.
Κόστος
ανά ταξίδι
ΟΙΚι
ΕΛ
ΣΔ
ο Ρι Ρ3 Ρ::ι Ροή αυτοκινήτων ανά ώρα
προς σuyκεκριμένη κατεύθυνση
-Ο
ισούται με Ρ3 , όπου ισχύει ότι ΟΚΚ 1 Ζ2 (και αντιστοιχεί στο σημείο Α του
=
κοινωνικό κόστος εξαιτίας της αποτυχίας της αγοράς) δίνεται από το εμβα
δόν της περιοχής ΑΒΓ.
αποτυχίας της αγοράς οι αγορές δεν κατανέμουν τους πόρους με τρόπο που να
οδηγήσει στο κοινωνικά άριστο επίπεδο παραγωγής.
Η συλλογή της απαραίτητης πληροφόρησης για τον καθορισμό του άριστου
επιπέδου ρύπανσης είναι δύσκολη. Η χρήση της έννοιας της αποτελεσματικότη
τας σα σκέψη του πόση ρύπανση πρέπει να παραχθεί πηγαίνει πίσω στον Pigou
(1920). Μελέτες οικονομολόγων χρησιμοποιούν αναλύσεις μερικής ισορροπίας
κοιτώντας σε μια απλή δ�αδικασία τις εκπομπές ρύπων απομονωμένα από το
υπόλοιπο σύστημα στο οποίο ανήκει η διαδικασία αυτή.
Όμως οι εξωτερικές επιβαρύνσεις έχουν εξετασθεί και σε αναλύσεις γενική ς
ισορροπίας (Comes και Sandler, 1986 και Baumol και Oates, 1988). Είναι σημα
ντικό λοιπόν να καταλάβουμε την έννοια του συστήματος στο οποίο εντάσσεται
η δημιουργία της ρύπανσης. Αυτό οδήγησε κάποιους ερευνητές να εξετάσουν
τις πρώτες ύλες (materials) και τα οικοσυστήματα ταυτόχρονα με τις αλληλεπι
δράσεις αλλά και τους περιορισμούς της σχέσης της οικονομίας και του περι
βάλλοντος.
ΕΛ
ΣΔ
6. 2.1 Σ υναρτ ήσε ις ζη μ ία ς και ο φ έλου ς
Όπως είδαμε, ως εξωτερικές επιβαρύνσεις μπορούμε να θεωρήσουμε τις εκπο
-Ο
μπές (ροές) ρύπων όπως αυτές των εκπομπών θείου από σταθμούς παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας με την καύση ορυκτών καυσίμων υψηλής περιεκτικότη
τας σε θείο. Οι εκπομπές αέριων ρύπων σ' αυτή την περίπτωση μπορούν να
ΚΥ
επηρεάζουν άμεσα (εκτός των άλλων) την ανθρώπινη υγεία δυσχεραίνοντας την
αναπνοή.
ΑΠ
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η ζημία στην κοινωνία δεν είναι άμε
ση από την ροή των εκπομπών ρύπων αλλά από το συσσωρευμένο απόθεμα
ρύπανσης, όπως το παράδειγμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη ως αποτέλε
σμα της συσσώρευσης του διοξειδίου του άνθρακα και των άλλων αερίων του
θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Καθώς οι συγκεντρώσεις αυτές αυξάνονται όλο
και περισσότερο, η ηλιακή ακτινοβολία απορροφάται αντί να αντανακλάται και
να φεύγει με αποτελέσματα την άνοδο της μέσης θερμοκρασίας της Γης. Με τον
τρόπο αυτό η επίδραση δεν είναι άμεση όπως αυτή των εκπομπών θείου αλλά η
συσσώρευση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα δημιουργεί δυνη
τικά προβλήματα, καθώς παραμένει υψηλή για πολλά χρόνια, ακόμη και αν οι
εκπομπές των αερίων αυτών μηδενιστούν.
Έτσι η ζημία μπορεί να ταξινομηθεί ανάλογα με την αιτία πρόκλησής της.
Αναφορικά με το αν η ζημία προκαλείται από τη ροή (εκπομπές) ή το απόθεμα
του ρυπαντή (βαθμός συγκέντρωσης) μπορούμε να διακρίνουμε τις ακόλουθες
μορφές:
Κεφάλαιο 6: Αποτυχία τη ς αγοράς και η κυβέρνηση 287
Τη ζημία ροής (flow damage), που λαμβάνει χώρα μόνο από τη ροή των
καταλοίπων που εκπέμπονται στα περιβαλλοντικά συστήματα.
Την αποθεματική ζημία (stock damage) που λαμβάνει χώρα από τη συσ
σώρευση του ρυπαντή. Για να έχουμε ένα απόθεμα, πρέπει οι απόρροιες
(residuals) να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής και οι εκπομπές των ρύπων
να παράγονται με ρυθμό μεγαλύτερο από την απορροφητική ικανότητα
του περιβάλλοντος2 .
Τις ανάμικτες περιπτώσεις.
Β B(F)
=
= = Β D
=
(6.4)
dF dF dF dF dF
Το σχήμα 6. 7 παρουσιάζει τις συνολικές και οριακές καμπύλες οφέλους και
ζημιών για τον καθορισμό του άριστου επιπέδου ρύπανσης. Αυτό επιτυγχάνεται
εκεί όπου το οριακό όφελος ισούται με την οριακή ζημία (η οποία αντιστοιχεί
στο οριακό εξωτερικό κόστος, MEC) και αντιπροσωπεύεται στο σχήμα 6. 7 από
το σημείο Α με αντίστοιχη παραγόμενη ποσότητα ίση με Q* και με τιμή ισορ-
2 Η περίπτωση των αποθεματικών ζημιών αναλύεται στην ενότητα 6.2.4 παρακάτω .
288 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ροπίας της ρύπανσης3 ίση με p*. Το οριακό εξωτερικό κόστος (MEC ή οριακή
ζημία) είναι το κόστος επιβάρυνσης μιας οριακής μονάδας του προϊόντος.
Τα προβλήματα με τον καθορισμό του άριστου επιπέδου περιβαλλοντικής
ζημίας είναι ότι, ενώ τα οριακά οφέλη μπορούν να εκτιμηθούν με σχετική ακρί
βεια, τα αντίστοιχα κόστη ζημίας δεν είναι τόσο εύκολο να υπολογιστούν και
αρκετές φορές απαιτούν τη χρήση κατάλληλων μεθόδων για την οικονομική
αποτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Τις σχετικές μεθόδους θα εξετά
σουμε αναλυτικά στο Κεφάλαιο 8.
Αξίζει να αναφερθεί ότι μία πλήρης απαγόρευση των αιτιών που προκα
λούν το περιβαλλοντικό πρόβλημα (π.χ. ρύπανση του αέρα, των υδάτων, κ.λπ.)
δεν είναι η πιο κατάλληλη πολιτική. Ιδανικό θα ήταν να μπορούσαμε να έχου
με μηδενικές ποσότητες ρύπων, αλλά αυτό θα ήταν σε βάρος των παραγωγι
κών διαδικασιών είτε με πιθανές μειώσεις των επιπέδων παραγωγής είτε με την
εγκατάσταση δαπανηρών τεχνικών ελέγχου της ρύπανσης, οι οποίες οδηγούν σε
ΕΛ
ΣΔ
D,B
(Συνο/λκά)
1vνολικι'ι Ζημία
-Ο
ΚΥ
ΑΠ
-----�
-<t--���� ���----'""'"
Ε;;πσμπtς ρϊ>Ι!ων. ΠσοόΊηιεc
MD,MB
ΜΒ
p•
Ορ.ακό'Οφελο< . ..,
ο σότητες
Εκπομπές ρύπιον, Π ο
3 Αυτή είναι μία σκιώδης (shadow) τιμή της εξωτερικότητας της ρύπανσης, καθώς δεν υπάρχ
ει
αγορά . Όπως θα δούμε θα μπορούσε η τιμή αυτή να είναι η τιμή ισο ρροπίας των εμπορεύσιμων
αδειών, αν επιτρεπόταν ένα επίπεδο ρύπανσης Q'.
Κεφά λαιο 6: Α ποτυχία της αγοράς και η κυβέρνηση 289
χα μηλά οριακά οφέλη στα πολύ μεγάλα επίπεδα καταπολέμησης των εκπομπών
ρύπων. Ταυτόχρονα οι κινήσεις αυτές θα δημιουργούσαν δυσκολίες επιβίωσης
σε πολλές επιχειρήσεις και κλάδους της οικονομίας με πιθανή συνέπεια την
παύση των οικονομικών τους δραστηριοτήτων.
Αυτό δείχνει ότι στην εκτίμηση της περιβαλλοντικής ζημίας θα πρέπει να
λαμβάνεται υπόψη και η αφομοιωτική ικανότητα του περιβάλλοντος να δια
σπά με τη βοήθεια τωv διαφόρων περιβαλλοντικών μέσων και να μετατρέπει
σε λιγότερο επιζήμιες τις διάφορες εκπομπές ρύπων. Λαμβάνοντας υπόψη την
αφομοιωτική αυτή δυνατότητα του περιβάλλοντος, η οριακή ζημία (οριακό εξω
τερικό κόστος, MEC) δε θα ξεκινά από την αρχή των αξόνων αλλά από κάποιο
σημείο (έστω το σημείο Δ του σχήματος 6.8), όπου και θα αρχίζει η αρνητική
δράση της ρύπανσης στο περιβάλλον.
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
Αφομοιωτική
Ικανότητα ΠεριβάfJ.οντος
"
nοσότητ•·c:
ΚΥ
Οριακά Οφέλη, MD
Οριακές Ζημίες Λ
ΑΠ
"
ο·
Ποσότητες, Εκπομπές ρύπων
στο σημείο Ε. Το οριακό όφελος (00 ή Marginal Benefit, ΜΒ) προκύπτει από
την αφαίρεση του οριακού (ιδιωτικού) κόστους από τα οριακά έσοδα (ΟΕ-ΟΚ) ,
όπου σε συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού, όπως γνωρίζουμε, ισχύει ότι η δεδο
μένη τιμή ισούται με τα οριακά και μέσα έσοδα (Ρ=ΟΕ=ΜΕ=Ζήτηση). Δηλαδή
το οριακό όφελος (00) προκύπτει από την αφαίρεση του οριακού κόστους από
την τιμή (Ρ-ΟΚ) στο πάνω διάγραμμα και μας δείχνει το οριακό όφελος (κέρ
δος) της επιχείρησης για την παραγωγή του αγαθού μέχρι το επίπεδο ΟΑ.
Το οριακό όφελος μπορεί να χαρακτηριστεί και ως οριακό κόστος κατα
πολέμησης ή ελέγχου της ρύπανσης (Marginal Abatement Cost curve, MAC) ,
αφού παρουσιάζει τη μείωση του κέρδους της επιχείρησης από τις διαδοχικές
μειώσεις στα επίπεδα της ρύπανσης και μέχρι την ποσότητα ΟΑ4•
ΕΛ
Τιμές
οκ
ΣΔ
ρ
0.Ε=ΜΕ= Ρ=Ζήτηοη
-
-Ο
ΚΥ
!: Q' Ποσότητες
!
:
Οριακό
Όφελος ;
ΑΠ
!
1
:
ί
Οριακό Όφελος :
!
�
!
;
1
ο
Α Ποσότητες
4 Αξίζει να σημειωθεί ότι η καμπύλη 00 έχει θετική κλίση, όταν αναπαριστάται με τον ορι
ζόντιο άξονα να αντιπροσωπεύει μειώσεις των ρυπογόνων εκπομπών .
Κε φάλαιο 6: Αποτυχία της αγοράς και η κυβέ ρνη ση 2 91
ΕΛ
της ρύπανσης αντιστοιχεί στο επίπεδο ΟΕπ, όπου το οριακό κοινωνικό κόστος
(ΟΚΚ) ισούται με ΕπΒ και το οριακό κοινωνικό όφελος είναι μηδέν (ΟΚΟ=Ο).
ΣΔ
Όπως όμως εξηγήσαμε προηγουμένως, καθώς η κοινωνία μπορεί να δεχθεί
κάποιο επίπεδο ρύπανσης με αντάλλαγμα την αυξημένη παραγωγή και κατανά
λωση των παραγόμενων αγαθών, αναμένεται να υπάρχει ένα ελεγχόμενο ποσο
-Ο
στό της ρύπανσης. Αφού το περιβάλλον έχει κάποια ορισμένη ικανότητα απορ
ρόφησης της ρύπανσης, αν η ρύπανση περιοριστεί πλήρως, η ικανότητα αυτή θα
μείνει αχρησιμοποίητη.
ΚΥ
ΑΠ
Κόσιη
€
Β ΟΚΚ
οκο
ο Ε
6.2.4 Ζ ημ ί ε ς α ποθ ε μα τι κ έ ς
Μιλήσαμε ήδη για τις ζημίες ροής. Στην περίπτωση της αποθεματικής ρύπανσης
(Stock pollution, S) η συνάρτηση ζημίας δίνεται ως συνάρτηση του αποθέμα
τος της ρύπανσης και τα οφέλη (κόστη ελέγχου) ως συνάρτηση των ροών της
ρύπανσης. Δηλαδή:
ΕΛ
D1 = D(S1) (6.5)
Β1 = B(F1) (6.6)
ΣΔ
Τα αποθέματα (Stocks, S) και οι ροές (Flows, F) ρύπανσης δεν είναι ανεξάρ
-Ο
τητες μεταξύ τους και μπορούν να εξαρτώνται, όπως δείχνει η ακόλουθη σχέση:
sl (Ο< α < 1 )
ΚΥ
=
�
'-.,---' �
aS1 (6.7)
εκμπομπές απορροφητική
ρύπων ικανότητα
περιβάΑλοντος
ΑΠ
f (� -aS1)dt
Ι=Τ
S1 = (6.8)
1=10
f [ Β ( F; )
/=00
- D (S1 ) ] e � ρι dt (6.9)
t=O
ΕΛ
Εδώ α είναι ο φυσικός ρυθμός φθοράς του περιβάλλοντος.
Σε περίπτωση αμετάβλητων αποθεμάτων ( S 1 Ο) από:
ΣΔ
=
F
F=aS�S=
-Ο
Δηλαδή στη σταθερή χρονική εξέλιξη, όσο μικρότερη είναι η τιμή του συντε
ΚΥ
dD
dF
=
dΒ χ ( .Ε__)
l +
dF α
ΕΛ
παίρνει μια αβλαβή μορφή. Με ρ=Ο δεν υπάρχει προεξόφληση των ωφελειών
και του κόστους και από τις παραπάνω σχέσεις προκύπτει ότι:
ΣΔ
dD dB
=
dF dF
-Ο
Δηλαδή μία αποτελεσματική σταθερή χρονική εξέλιξη στο επίπεδο των εκπο
μπών ενός αποθεματικού ρυπαντή απαιτεί ότι η συνεισφορά στα οφέλη από μια
ΚΥ
οριακή μονάδα μιας ροής (flow) πρέπει να ισούται με τη συνεισφορά στη ζημία
από μια οριακή μονάδα ροής ρύπανσης.
Με θετικό προεξοφλητικό επιτόκιο (ρ>Ο) και με θετικό αναλογικό ρυθμό
ΑΠ
Στην πρώτη περίπτωση η τιμή τίθεται ίση με το μέσο κόστος (Ρ=ΜΚ). Αυτό
σημαίνει ότι το μέσο έσοδο ισούται με το μέσο κόστος (ΜΕ=ΜΚ), το οποίο
ΕΛ
συνεπάγεται ότι έχουμε μηδενικά κέρδη (νεκρό σημείο) και η κυβέρνηση ή ο
υπεύθυνος λήψης αποφάσεων μπορεί να εξαλείψει όλα τα κέρδη του μονοπωλη
τή. Αλλά, όταν η τιμή τίθεται ίση με το μέσο κόστος (Ρ=ΜΚ), η τιμή εξακολου
ΣΔ
θεί να είναι υπεράνω του οριακού κόστους (ΟΚ) και έτσι υπάρχει μη αποδοτική
κατανομή (misallocation) των πόρων.
-Ο
Στη δεύτερη περίπτωση η τιμή τίθεται ίση με το οριακό κόστος (Ρ=ΟΚ) και
η μη αποδοτική κατανομή των πόρων εξαλείφεται. Αν ο μονοπωλητής εξακο
λουθήσει να έχει κέρδη στην τιμή Ρ=ΟΚ, τότε η κυβέρνηση μπορεί να επιβάλλει
ΚΥ
έναν φόρο στο μονοπωλητή ίσο με τα συνολικά αυτά κέρδη. Όμως, όταν η τιμή
τίθεται ίση με το οριακό κόστος (Ρ=ΟΚ), η τιμή Ρ μπορεί να είναι μικρότερη του
μέσου κόστους (ΜΚ) και ο μονοπωλητής να αντιμετωπίζει ζημίες και να μην
ΑΠ
Τιμές
ΕΛ
ΣΔ
ο
Α Η Θ Π οσότητες
-Ο
μέσο κόστος (Ρ=ΜΚ) . Στην περίπτωση αυτή η ποσότητα παραγωγής είναι ίση με
ΟΘ (Q=ΟΘ), ενώ η τιμή ισούται με ΘΙ (Ρ=ΜΚ=ΘΙ ) και τα μέσα κόστη ισούνται
με τα μέσα έσοδα (ΜΚ=ΜΕ), δηλαδή έχουμε μηδενικά κέρδη (νεκρό σημείο).
Όταν η τιμή είναι μικρότερη από το οριακό κόστος (Ρ<ΟΚ), οι πόροι είναι μη
αποδοτικά κατανεμημένοι (misallocated) και το προϊόν υπερπαράγεται.
Στην περίπτωση ρύθμισης θέτοντας την τιμή ίση με το οριακό κόστος (Ρ=ΟΚ)
η ποσότητα παραγωγής είναι ίση με ΟΗ (Q=OH) και η τιμή ισούται με ΗΕ
(Ρ=ΗΕ) ενώ τα κέρδη ανά μονάδα ισούνται με ΕΖ. Η κυβέρνηση μπορεί να
θέσει ένα φόρο ίσο με ΕΖ (με συνεπαγόμενα κέρδη ίσα με το γινόμενο ΕΖ χ ΟΗ)
και να οδηγήσει το μονοπωλητή να μην έχει κέρδος, επιτυγχάνοντας την αποδο
τικότητα κατανομής.
Κεφάλαιο 6: Αποτυχία τη ς αγορ άς και η κ υβέρνηση 297
ΕΛ
που είναι μικρότερο της τιμής Ρ2 • Έτσι ο καταναλωτής 1 , καθώς το αγαθό είναι
δημόσιο και δεν μπορεί να αποκλειστεί από την κατανάλωση της ποσότητας QM
ΣΔ
την οποία ο καταναλωτής 2 αποφάσισε να αγοράσει, δε θα ήταν διατεθειμένος
να πληρώσει την υψηλότερη τιμή που θα ήταν αναγκαία για την αύξηση της
παραγωγής του αγαθού σε επίπεδο μεγαλύτερο από το QA .
-Ο
παράγει την κατά Pareto αποτελεσματική ποσότητα του δημόσιου αγαθού. Απα
ραίτητη προϋπόθεση για μια τέτοια παρέμβαση είναι η γνώση της καμπύλης της
συνολικής ζήτησης ή της καμπύλης του Οριακού Κοινωνικού Οφέλους.
Το ερώτημα που γεννάται είναι κατά πόσο είναι εφικτό για την κυβέρνηση
να μάθει τις ατομικές καμπύλες ζήτησης των καταναλωτών οι οποίες όταν προ
στεθούν κάθετα δίνουν την καμπύλη Οριακού Κοινωνικού Οφέλους. Στην περί
πτωση που οι δαπάνες των ατόμων για την κατανάλωση ενός δημόσιου αγαθού
(δημόσια αστυνόμευση, έλεγχος πλημμύρων, κ.ά.) συσχετίζονται με τις προσω
πικές τους συναρτήσεις ζήτησης, υπάρχει κάποιο κίνητρο για την απόκρυψη της
αλήθειας εξαιτίας του προβλήματος του ελεύθερου χρήστη (free-rider).
298 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑι\ΛΟΝΤΟΣ
Τιμή
οκκ
ΕΛ
Σχήμα 6. 1 2 : Αποτελεσματικότητα κατά Pareto στην παροχή ενός δημόσιου αγαθού
μέσω της εκλογής των κυβερνήσεων και της αποδοχής των εξαγγελιών
τους
και
βάσει μίας εκτίμησης κόστους-οφέλους από την παροχή του δημόσιου
αγαθού.
Η πρώτη λύση είναι μία πολύ επιφανειακή προσέγγιση των προτιμήσεων
της κοινωνίας. Διαφορετικές πολιτικές παρατάξεις υπόσχονται διαφορετικές
ποσότητες παροχής των δημόσιων αγαθών (π.χ. αστυνόμευση, άμυνα, υγεία,
εκπαίδευση, κ.ά.) στις προεκλογικές τους εξαγγελίες μαζί με το δημοσιονομικό
τους πρόγραμμα. Έτσι η ψήφιση και η εκλογή μιας πολιτικής παράταξης ενδέ
χεται να αντιστοιχεί πολύ γενικά και επιφανειακά στην επιθυμία των ψηφοφό
ρων για ένα αποτελεσματικό κατά Pareto επίπεδο παροχής του δημόσιου αγα
θού. Αυτό οφείλεται στο ότι, καθώς οι εξαγγελίες αφορούν πληθώρα πολιτικών
Κεφάλαιο 6: Αποτυχία τη ς αγορά ς και η κυβέρνηση 2 99
κεφάλαιο, είναι η επιβολή ενός φόρου ίσου με την οριακή κοινωνική ζημία πάνω
στο δημιουργό της επιβάρυνσης (Pigouνian tax). Με τον τρόπο αυτό η εξω τερ ι
κή επιβάρυνση εσωτερικ εύεται, καθώς αυτός που δημιουργεί την επιβάρυνση
λαμβάνει υπόψη του το εξωτερικό κόστος που επιφέρει σε τρίτους.
τερικότητας που δημιουργείται από την παραγωγή μίας επιπλέον μονάδας του
αγαθού. Όταν μία επιχείρηση (ή κατ' επέκταση χώρα) αντιμετωπίζει το πλήρες
κόστος της παραγωγικής της δραστηριότητας (ΟΙΚ+ΟΕΚ), τότε η εξωτερική
επιβάρυνση εσωτερικεύεται. Όταν η εξωτερική επιβάρυνση εσωτερικευτεί, τότε
λαμβάνουμε το κατά Pareto άριστο επίπεδο παραγωγής του προϊόντος μίας επι
χείρησης (και κατ' επέκταση της χώρας).
Στο σχήμα 6. 1 3 το κατά Pareto άριστο επίπεδο προϊόντος είναι το Ο Qκ,
ενώ για την επιχείρηση (χώρα) το επίπεδο παραγωγής είναι το OQ,. Ας θεωρή
σουμε μία επιχείρηση που λειτουργεί υπό συνθήκες τέλειου ανταγωνισμού και
η οποία ρυπαίνει το περιβάλλον. Ας υποθέσουμε επίσης ότι τα οριακά ιδιωτικά
και κοινωνικά οφέλη είναι ίσα (010 ΟΚΟ). Αν απαιτήσουμε από την επιχεί
=
ρηση (χώρα) να πληρώσει ένα φόρο ίσο με το οριακό εξωτερικό κόστος (ΟΕΚ €
ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος), τότε το οριακό ιδιωτικό κόστος (ΟΙΚ) θα
μετατοπιστεί στη θέση της ΟΚΚ (Σχήμα 6. 1 3).
ΕΛ
Δηλαδή, στην ισορροπία η παραγόμενη ποσότητα από την επιχείρηση είναι
OQ, και η κατά Pareto αποτελεσματική παραγόμενη ποσότητα είναι ΟQκ· Αν
ΣΔ
η επιχείρηση υποχρεωθεί να πληρώσει έναν φόρο ίσο με € ΟΕΚ ανά μονάδα
παραγόμενου προϊόντος, το ΟΙΚ της ισούται με το ΟΚΚ. Σ' αυτή την περί
πτωση η εξωτερικότητα εσωτερικεύεται και η επιχείρηση, η οποία επιδιώκει τη
-Ο
οκκ
P, C
ΑΠ
σικ
ο Q
Ομοίως για τη βιομηχανία στο σύνολο, η ανάλυση είναι η ίδια. Ένας φόρος
ύψους € ΟΕΚ ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος οδηγεί στην εσωτερίκευ
ση της εξωτερικότητας εξασφαλίζοντας ότι στο σύνολο της η βιομηχανία θα
παράγει επίπεδο προϊόντος Qκ, το οποίο θα ικανοποιεί την κατά Pareto απο
τελεσματικότητα. Στο σχήμα 6. 1 4, ένας φόρος ίσος με το ΟΕΚ=Ρ2 Ρ3 εσωτερι
κεύει την αρνητική εξωτερική επιβάρυνση εξασφαλίζοντας ότι η βιομηχανία θα
παράγει το κοινωνικώς (κατά Pareto) αποδεκτό επίπεδο του προϊόντος. Η λύση
του Pigou με την επιβολή ενός κατάλληλου φόρου ίσου με το οριακό εξωτερικό
κόστος (εδώ Ρ2Ρ3) θα επιτύχει το κοινωνικά άριστο επίπεδο. Όμως η λύση αυτή
απαιτεί τη δυνατότητα μέτρησης της αξίας των εξωτερικών επιδράσεων πράγμα
το οποίο είναι πολύ δύσκολο.
Ο φόρος Pίgou ανά μονάδα ρύπων που εκπέμπονται από ρυπογόνες παρα
ΕΛ
γωγικές διαδικασίες επιτυγχάνει την εσωτερίκευση της εξωτερικότητας που
προκαλούν οι ρύποι αυτοί, αν ο φόρος ισούται με την τιμή της εξωτερικής
ΣΔ
επιβάρυνσης στο άριστο επίπεδο της ρύπανσης.
-Ο
Τιμές,
Κόστη
ΚΥ
€
οκκ
ΟΙΚ
ΑΠ
Ρ3
Ζήτηση=ΟΙΟ=ΟΚΟ
Μελέτη περίπτωσης 6. 2
Σύμφωνα με την προσέγγιση κατά Pigou φορολογούμε την πηγή της ρύπαν
σης σύμφωνα με τη διάσταση μεταξύ οριακού κοινωνικού και οριακού
ιδιωτικού κόστους. Εναλλακτικά, όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο,
θα μπορούσαμε να θέσουμε ένα πρότυπο (standard) για το μέγιστο επίπε
δο των εκπομπών των ρύπων επιτρέποντας στον παραγωγό της ρύπανσης
μία μεγαλύτερη ευελιξία στο να μεταβάλλει τις χρησιμοποιούμενες εισροές
στην παραγωγική διαδικασία με τέτοιο τρόπο, ώστε να συμμορφώνεται με
το επιβαλλόμενο επίπεδο μέγιστης ρύπανσης.
Ο Thomas ( 1 980) παρουσίασε διαγραμματικά το κόστος ευημερίας από
ΕΛ
τον έλεγχο της ρύπανσης. Συγκεκριμένα στο σχήμα 6. 1 5, αν η MC1 αντιπρο
σωπεύει το οριακό κόστος παραγωγής, τότε η ισορροπία λαμβάνει χώρα στο
ΣΔ
επίπεδο παραγωγής Q 1 με αντίστοιχη τιμή ισορροπίας Ρ 1 • Αν δεν υπάρχει
έλεγχος των εκπομπών και της προκαλούμενης ρύπανσης, τότε το επίπε
δο εκπομπών ρύπων είναι Ε 1 • Αν τεθεί ένα όριο ύψους εκπομπών Ε 2 , τότε
-Ο
Τιμές
Ε κπομπές
Ρύπωv
MC, Ε
Ε, •••••••••••• •••••••••••••••••
ο
Q, ο· ο, Ποσότητες Q, Ποσότητες
ΕΛ
ρίας (ως ακαθάριστο κόστος που δε συμπεριλαμβάνει την ευεργετική μεί
ωση στις εκπομπές ρύπων) και το χωρίο BKDF είναι η μεταβίβαση από τα
πλεονάσματα του παραγωγού και του καταναλωτή στο κόστος των συντελε
ΣΔ
στών, ενώ το χωρίο KCD είναι ένα καθαρό κόστος.
-Ο
βρίσκεται η συνεισφορά του Άγγλου οικονομολόγου Ronald Coase και του θεω
ρήματός του (Coase, 1 960). Σύμφωνα με θεώρημα του Coase, αν τα δικαιώματα
ιδιοκτησίας είναι σαφώς καθορισμένα και σε ισχύ, τότε η διαπραγμάτευση μεταξύ
των εμπλεκόμενων ομάδων (δημιουργών και αποδεκτών της ρύπανσης) θα εξα
σφαλίσει μία αποτελεσματική έκβαση. Δηλαδή, στην περίπτωση ρύπανσης ενός
φυσικού πόρου ελεύθερης πρόσβασης, η παραχώρηση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας
στα εμπλεκόμενα μέρη (είτε στο δημιουργό είτε στον αποδέκτη της ρύπανσης) και
η άμεση διαπραγμάτευση θα καθορίσουν το άριστο επίπεδο ρύπανσης.
Το θεώρημα στηρίζεται στην αρχή κατά την οποία, όταν οι εμπλεκόμενοι
μπορούν να διαπραγματευτούν χωρίς (ή με πολύ χαμηλό) κόστος και με αμοιβαίο
πλεονέκτημα, θα υπάρχει μία αποτελεσματική έκβαση άσχετα με το ποιος έχει τα
δικαιώματα ιδιοκτησίας. Η αποτελεσματικότητα του συστήματος είναι μεγαλύτε
ρη για μικρό αριθμό συναλλασσόμενων και χαμηλά κόστη συναλλαγής.
Ας δούμε ένα παράδειγμα σχετικό με το ρόλο των ιδιοκτησιακών δικαιω
ΕΛ
μάτων. Το σχήμα 6. 1 6 δείχνει το οριακό όφελος (ΜΒ, Marginal Benefit), το
οποίο απολαμβάνει το χωριό Α από το χτίσιμο ενός αντιπλημμυρικού έργου στα
ΣΔ
σύνορά του με το γειτονικό χωριό Β, για διαφορετικά μεγέθη του αντιπλημμυ
ρικού τείχους. Το τείχος δημιουργεί μία αντιαισθητική εικόνα στο χωριό Β και η
καμπύλη MD (Marginal Damage) αντιπροσωπεύει το οριακό κόστος ζημίας του
-Ο
Οριακό κόστος,
Οριακό όφελος Δ MD
Β
ΕΛ
ΣΔ
Α
-Ο
Μ" Μι
ο Μέγεθος τείχους
Σχήμα 6 . 1 6 : Διαγραμματική παρουσίαση του παραδείγματος των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων
ΚΥ
συ μφο ρ ησης
ΕΛ
Οι οδηγοί συγκρίνουν το ιδιωτικό κόστος με το ιδιωτικό όφελος που προκύπτει
από κάθε ταξίδι τους και επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν μια διαδρομή, εφόσον
ΣΔ
το οριακό ιδιωτικό όφελος είναι μεγαλύτερο του οριακού ιδιωτικού κόστους
(ΟΙΟ > ΟΙΚ). Στο αρχικό διάγραμμα 6.6, η αποτελεσματική κατά Pareto κατα
νομή Ρ3 θα μπορούσε να επιτευχθεί με την επιβολή ενός φόρου με τη μορφή
-Ο
Κόστος
ανϊi ταξίδ1
ΕΛ
ΣΔ
ο Ρι Ps Ροή αυτοκιγήτων ανάcορ α
προ ς σuyκεκρψένη κατεύθυl'ση
-Ο
αγοράς επιτυγχάνεται για ροή οχημάτων ανά ώρα Ρ4 . Το εξωτερικό κόστος ανά
ταξίδι είναι τώρα ίσο με ΓΔ, το οποίο είναι μικρότερο από το κόστος κυκλο
φοριακής συμφόρησης που προέκυπτε πριν την επέκταση του οδικού δικτύου
ΑΠ
(ΑΒ). Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η επέκταση της χωρητικότητας του οδι
κού δικτύου δημιουργεί νέα κυκλοφοριακή κίνηση. Πιο συγκεκριμένα, περισ
σότεροι άνθρωποι ενθαρρύνονται να χρησιμοποιήσουν τις νέες υποδομές, ενώ
παράλληλα οδηγοί που χρησιμοποιούσαν εναλλακτικές διαδρομές προσελκύο
νται τώρα σε αυτές.
Επιπλέον το ταξίδι στις ώρες αιχμής και στις ώρες που δε θεωρούνται αιχ
μής είναι, κατά κάποιον τρόπο, υποκατάστατα αγαθά. Έτσι ακολουθώντας την
επέκταση του οδικού δικτύου η κυκλοφορία κατά τις ώρες που δεν είναι αιχμής
μπορεί να μειωθεί σε ακόμα μικρότερο επίπεδο.
Το γεγονός αυτό παρουσιάζεται στο διάγραμμα από την περιστροφή της
καμπύλης ζήτησης για τις ώρες αιχμής Ζ2 στο σημείο Β με αποτέλεσμα να γίνε
ται περισσότερο ελαστική. Έτσι το πραγματικό επίπεδο κυκλοφορίας αυξάνεται
από Ρ4 σε Ρ5 και το κόστος από την κυκλοφοριακή συμφόρηση είναι ΕΖ αντί για
ΓΔ.
308 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΛΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
ΚΥ
ΑΠ
Κεφά λαιο 6 : Αποτυχία της αγ ορά ς και η κ υβέρνηση 309
Ασκήσει ς
1 ) Αναφέρατε τους λόγους αποτυχίας της αγοράς. Ποιόν ή ποιούς από τους
λόγους αυτούς και γιατί θεωρείτε σημαντικότερο (-ους) για την πιθανή
υποβάθμιση του περιβάλλοντος;
2) Συζητήστε κάποια παραδείγματα της αποτυχίας της αγοράς λόγω ατελούς
πληροφόρησης.
3 ) Αναφέρατε δύο παραδείγματα δημόσιων αγαθών και περιγράψτε, γιατί
ανήκουν σε αυτή την κατηγορία αγαθών.
4) Γιατί η παροχή των δημόσιων αγαθών πρέπει να γίνεται από το κράτος; Δεί
ξατε διαγραμματικά ποια είναι η αποτελεσματική κατανομή των δημόσιων
αγαθών.
ΕΛ
5) Ποιες οι πιθανές λύσεις με τις οποίες η κυβέρνηση ή ο υπεύθυνος λήψης
αποφάσεων μπορεί να εκτιμήσει τις ατομικές καμπύλες ζήτησης των κατα
ΣΔ
ναλωτών για την παροχή ενός δημόσιου αγαθού;
6) Πώς μπορούμε να ρυθμίσουμε το μονοπώλιο και τι αποτελέσματα ενδέχε
-Ο
ΕΛ
ση; Συζητήστε.
1 7) Συζητήστε την κυκλοφοριακή συμφόρηση και τη συνεπαγόμενη αποτυχία
της αγοράς. Ποιοί οι πιθανοί τρόποι επίλυσης του προβλήματος αυτού;
ΣΔ
1 8) Συζητήστε τη φορολογία ως μέσο περιβαλλοντικής πολιτικής κατά των
εξωτερικοτήτων.
-Ο
ΕΛ
βολή άμεσων ρυθμίσεων ή διαφόρων οικονομικών μέσων. Συγκεκριμένα οι
μέθοδοι περιβαλλοντικού ελέγχου περιλαμβάνουν ενέργειες προστασίας του
περιβάλλοντος με τη χρήση προτύπων, τελών, φόρων, επιδοτήσεων, παροχή
ΣΔ
ατομικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και εμπορεύσιμων αδειών ρύπανσης.
Τα οικονομικά μέσα τείνουν να λειτουργούν αμεσότερα από τις διάφορες
-Ο
ρυθμίσεις στη μορφή προτύπων. Έτσι, η επιβολή ενός φόρου σ' αυτόν που προ
καλεί τη ρύπανση αυξάνει το συνολικό κόστος παραγωγής, αφού συμπεριλαμ
βάνει και το πραγματικό κοινωνικό κόστος από τις επιπτώσεις της ρύπανσης.
ΚΥ
μείωση των εκπομπών ρυπαντών κατά ένα δεδομένο τρόπο. Η μέθοδος αυτή
αποτελείται από τη δημοσίευση και την επιβολή νόμων και κανονισμών που
υπαγορεύουν στόχους, πρότυπα και μηχανολογικό εξοπλισμό γι' αυτούς που
ρυπαίνουν το περιβάλλον.
Ο πίνακας 7. 1 παρουσιάζει συνοπτικά τα οικονομικά μέσα και τις άμεσες
ρυθμίσεις για την περιβαλλοντική προστασία.
312 ΟΙΚΟΝΟΜΙΙ< Η ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑλλΟΝΤΟΣ
Άμεσες ρυθμίσεις
Οικονομικά Μέσα
ΕΛ
- Επιδοτήσεις στις μειώσεις ρυπογόνων εκπομπών
- Συστήματα κατάθεσης- χρηματικής επιστροφής
- Χρηματική υπαιτιότητα
ΣΔ
Κάποια από τα επιθυμητά κριτήρια για την επιλογή των μέσων περιβαλλο
-Ο
ΕΛ
και το χαμηλό διοικητικό κόστος αποτελούν επιθυμητά χαρακτηριστι
κά κάθε μέτρου.
ΣΔ
7. 1 Ά μ εσες ρυ θ μίσ ε ις : κα νόν ες κα ι πρ ότυπα
-Ο
ΕΛ
sponse ), δηλαδή την αναμενόμενη αντίδραση της υγείας από μια δεδομένη
δόση ενός ρυπαντή. Τα κρίσιμα (κριτικά) φορτία (critical loads) ορίζονται σαν η
συγκέντρωση ρυπαντών στην ατμόσφαιρα πάνω από την οποία υπάρχουν άμε
ΣΔ
σες δυσμενείς επιδράσεις στη φύση και στους διάφορους ζωντανούς οργανι
σμούς και χρησιμοποιούνται σε μερικές χώρες για προβλήματα διασυνοριακής
-Ο
κάθε χώρα να υπολογιστεί η έκταση της γης της σε μια από πέντε διαφορετικές
κατηγορίες ευαισθησίας. Σε κάθε κατηγορία αντιστοιχεί ένα μέγιστο επιτρεπτό
ΑΠ
ΕΛ
3) Πρότυπα διαδικασίας (Process stan dards):
Τα πρότυπα αυτά προκαθορίζουν τον τύπο της διαδικασίας παραγωγής ή
ΣΔ
τον εξοπλισμό ελέγχου (καταπολέμησης) της ρύπανσης που πρέπει να εγκατα
στήσουν οι βιομηχανικές μονάδες ή γενικά οι πηγές των εκπομπών ρύπων. Στην
περίπτωση αυτή τα πρότυπα που βασίζονται στην τεχνολογία σχετίζονται με την
-Ο
ΕΛ
εφαρμογή άμεσου ελέγχου και η επιβολή προτύπων υποχρεώνει όλες τις επιχει
ρήσεις να μειώσουν την ρύπανση κατά το ίδιο μέγεθος.
ΣΔ
Σκεφτείτε ότι έχουμε δύο επιχειρήσεις την Α και τη Β με διαφορετικό ορια
κό κόστος ελέγχου της ρύπανσης (δηλαδή MACA και MAC8 αντίστοιχα). Υπο
θέστε ότι οι δύο επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες να ελαττώσουν το επίπεδο
-Ο
της ρύπανσης κατά το ίδιο μέγεθος OQ μονάδων. Στο Σχήμα 7. 1 , για ποσότητα
ρύπων ίση με Q το οριακό κόστος ελέγχου της ρύπανσης για την επιχείρηση Α
ισούται με € ΟΑ, ενώ το οριακό κόστος της επιχείρησης Β ισούται με € ΟΒ. Μια
ΚΥ
Από τις παραπάνω δύο ενέργειες δεν υπάρχει κάποια μεταβολή στο συνο
λικό επίπεδο ρύπανσης, αλλά το συνολικό κόστος καταπολέμησης της ρύπαν
σης μειώνεται. Η επιχείρηση Α αντιμετωπίζει κόστος € ΟΑ, ενώ η επιχείρηση Β
εξοικονομεί € ΟΒ. Στο παράδειγμά μας, το αποτελεσματικό επίπεδο μείωσης της
ρύπανσης επιτυγχάνεται εάν και οι δύο επιχειρήσεις ελαττώσουν τους ρύπους
που εκπέμπουν μέχρι το σημείο όπου το οριακό τους κόστος από τη μείωση της
ρύπανσης είναι το ίδιο. Στο σχήμα 7. 1 αυτό συμβαίνει, αν η επιχείρηση Α μειώ
σει την ρύπανση κατά OQ και η επιχείρηση Β κατά OQ0, με το συνολικό μέγεθος
της μείωσης της ρύπανσης να είναι OQ + OQ0•
Κεφάλαιο 7 : Μέτρα περ ιβαλλοντ ικής π ολιτ ι κής 317
Q Ποσότητα Ποσότητα
Μείωσης Μείωσης
Ρύπων Ρύπων
ΕΛ
Σχήμα 7. 1 : Άμεσος έλεγχος ρύπανσης με την επιβολή προτύπων
ΣΔ
Ο άμεσος έλεγχος και η επιβολή προτύπων για τον έλεγχο της ρύπανσης είναι
-Ο
σει την παραγωγή του προϊόντος, ώστε να μειωθεί ο μέσος όρος της ρύπανσης
ανά μονάδα παραγωγής. Η επιβολή υποχρέωσης από το κράτος στους κλάδου ς
(και κατ' επέκταση στις επιχειρήσεις) να αγοράσουν αντιρρυπαντικό εξοπλι
σμό δημιουργεί άμεσες (άμεσο κόστος εξοπλισμού για την καταπολέμηση της
ρύπανσης) και έμμεσες (επίδραση στην αλλαγή της χρήσης εισροών για την
παραγωγή του προϊόντος) συνέπειες.
Πρακτικά οι κυβερνήqεις μπορούν να θεσπίσουν πρότυπα (standards) και
να επηρεάσουν τις παραγόμενες ποσότητες αμεσότερα σε σχέση με τη χρή ση
των φόρων. Κάποια πλεονεκτήματα που προκύπτουν από την επιβολή των προ
τύπων είναι η δίκαιη και αποτελεσματική μείωση της ρύπανσης, καθώς και η
αποφυγή της μετακίνησης μιας επιχείρησης σε άλλη περιοχή που τυχόν να έχει
υψηλότερα αποδεκτά όρια ρύπανσης.
Τα ποσοτικά πρότυπα μπορεί να αποτύχουν να εξισώσουν τα οριακά κόστη
των διαφορετικών πηγών ρύπανσης οδηγώντας σε αναποτελεσματικότητα, όμως
ΕΛ
απαιτούν λιγότερους πόρους για την επιβολή και την παρακολούθησή τους. Ταυ
τόχρονα κάποια μειονεκτήματα από την επιβολή των προτύπων είναι ότι μερικά
ΣΔ
πρότυπα δε συνδέονται άμεσα με τις εκπομπές των ρύπων και έτσι μειώνεται η
αποτελεσματικότητά τους. Επιπροσθέτως μία ομοιόμορφη αντιμετώπιση όλων
των τύπων μηχανολογικού εξοπλισμού δεν επιτρέπει να αξιοποιηθούν συγκε
-Ο
κριμένα πλεονεκτήματα που έχει κάθε τεχνολογία, ενώ δεν προσφέρεται κάποιο
κίνητρο για την αναζήτηση και εύρεση νέων μεθόδων ελέγχου των ρύπων ή
βελτίωσης της αποτελεσματικότητας, πέρα από τα όρια που θέτει η νομοθεσία 1 •
ΚΥ
7.1.2 Διαπραγματεύσει ς
Τέλος, μπορούμε να έχουμε και διάφορες συμφωνίες (διαπραγματεύσεις) σχετι
κά με τη θέσπιση κανόνων. Αν τα εμπλεκόμενα μέρη είναι λίγα, μπορεί να έχου
με οικειοθελείς συμφωνίες με άμεση συνεννόηση αυτών που εμπλέκονται και
θέσπιση και αποδοχή κάποιων κανόνων συμπεριφοράς, όπου τα μέλη που θίγο
νται άμεσα να προσπαθούν να αναζητήσουν κοινή λύση που θα συμφέρει και τις
δύο πλευρές. Μ' αυτόν τον τρόπο αποφεύγεται το υψηλό διοικητικό κόστος που
συνεπάγονται οι κανονισμοί, καθώς και οι ακαμψίες που δημιουργούνται. Αν
όμως τα εμπλεκόμενα μέλη είναι περισσότερα, η καλύτερη λύση είναι η επέμβα
ση του κράτους κυρίως με οικονομικά μέσα, όπως θα δούμε παρακάτω.
7. 2 Ο ικονομικά μ έ σα
Τα οικονομικά μέτρα μέσω του μηχανισμού των τιμών και των αγορών απο
βλέπουν στην επίτευξη συγκεκριμένων περιβαλλοντικών στόχων αλλάζοντας
τη συμπεριφορά των οικονομικών μονάδων. Παρέχουν σταθερό κίνητρο για τη
μείωση της ρύπανσης, ενώ παράλληλα επιτρέπουν στις οικονομικές μονάδες
ανάλογα με το συμφέρον τους να επιλέξουν τον τρόπο με τον οποίο θα «πληρώ
σουν» για τη ρύπανση που προκαλούν. Τα κυριότερα απ' αυτά είναι οι φόροι,
τα τέλη και οι εμπορεύσιμες άδειες.
ΕΛ
αντικατοπτρίζει το πραγματικό κοινωνικό κόστος λόγω δημιουργίας περιβαλλο
ντικών ζημιών. Το νόημα μιας χρέωσης είναι ένας φόρος να επιβληθεί σε κάθε
μονάδα εκπομπής ρύπων (έστω οξειδίων του θείου). Ένας εφικτός φόρος στην
ΣΔ
περίπτωσή μας είναι πάνω στην περιεκτικότητα θείου του χρησιμοποιούμενου
καυσίμου.
-Ο
από μία Κεντρική Αρχή με σκοπό τη δημιουργία ενός κεφαλαίου για τον έλεγχο
της ρύπανσης. Η Αρχή θα μπορούσε να διανείμει κάθε φορολογικό έσοδο, για
να επιδοτήσει περαιτέρω καταπολέμηση των εκπομπών.
ΑΠ
Η επιλογή των φόρων για την προστασία του περιβάλλοντος ή και την εξοι
κονόμηση ενέργειας στηρίζεται στην αρχή ότι αυτός που ρυπαίνει πρέπει να
πληρώνει το προκαλούμενο πρόβλημα από την εκπεμπόμενη ρύπανση. Η επι
βολή περιβαλλοντικών (οικολογικών) φόρων μπορεί να πάρει διάφορες μορ
φές, όπως για παράδειγμα η επιβολή ενός φόρου στις εκπομπές ρύπων (π.χ. στα
οξείδια του θείου, SOx) να στηρίζεται στην εκπομπή ρύπων οξειδίων του θείου
ή στη χρήση ορυκτών καυσίμων. Ομοίως, μπορούμε να έχουμε ενεργειακούς
φόρους βασιζόμενους στο θερμικό περιεχόμενο των ενεργειακών προϊόντων ή
και φόρους στις μεταφορές φορολογώντας τη βενζίνη και το πετρέλαιο.
Η επιλογή βέβαια μεταξύ των παραπάνω φόρων εξαρτάται από το στόχο της
περιβαλλοντικής πολιτικής και τη φύση του προβλήματος που προσπαθούμε να
λύσουμε.
3 20 ΟΙΚΟΝΟΜ!ΚΗ ΦΥΣ/ΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
7. 2 . 1 . 1 Δ ιακ ρί σε ις φ ό ρων
Οι φόροι ανάλογα με την περίπτωση στην οποία εφαρμόζονται αλλά και τον
τρόπο με τον οποίο γίνονται αποδεκτοί από την κοινωνία διακρίνονται σε επιμέ
ρους κατηγορίες. Αν ορίσουμε ως φορολογική συνάρτηση τη σχέση του συνολι
κού φόρου Τ (Taxes) με τη μεταβλητή Υ στην οποία επιβάλουμε το φόρο (φορο
λογική βάση, Υ 2: Ο), τότε ο συνολικός φόρος είναι συνάρτηση της φορολογικής
βάσης, T = f(Y ) και ο μέσος φορολογικός συντελεστής αυτής της μεταβλητής
ορίζεται ως:
Τ
t =-
y
7. 2 . 1 . 2 Φ ό ρ ο ι στις εκ π ομ π έ ς ρ ύ πων
Η επιβολή φόρων αποτελεί εναλλακτικό εργαλείο καταπολέμησης της ρύπαν
σης και λειτουργεί μέσω της εσωτερίκευσης της εξωτερικότητας. Για παράδειγ
μα έστω ότι επιβάλλεται ένας φόρος € t για κάθε μονάδα ρύπανσης. Μία επιχεί
ρηση που μεγιστοποιεί τα κέρδη της, θα ελαττώσει το επίπεδο των εκπομπών
της μέχρι το σημείο που το οριακό κόστος μείωσης της ρύπανσης να ισούται με
2 Για περισσότερες πληροφορ ίες σχετικές με τις διακρίσεις των φόρων και τα φορολογικά
συστήματα συστήνεται η ανάγνωση βιβλίων στη Δημόσια Οικονομική όπως Δράκος ( 1996).
Κεφάλ α ι ο 7: Μέτρα π εριβαλλοντι κής πολιτικής 321
το ύψος του φόρου. Επιπλέον, αφού κάθε επιχείρηση εξισώνει το οριακό κόστος
με το ύψος του φόρου ΟΤ, το οριακό κόστος μείωσης της ρύπανσης είναι το ίδιο
για όλες τις επιχειρήσεις. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί μια αποτελεσματική
μέθοδο καταπολέμησης της ρύπανσης.
Ας δούμε διαγραμματικά στο σχήμα 7.2 την επιβολή φόρου για τον έλεγχο
των ρυπαντικών δραστηριοτήτων. Θεωρήστε πάλι τις δύο επιχειρήσεις Α και Β
που παρουσιάστηκαν στο προηγούμενο διάγραμμα. Επειδή το οριακό κόστος
μείωσης της ρύπανσης δεν αυξάνεται τόσο γρήγορα για την Α σε σχέση με τη
Β , αν επιβληθεί ένας φόρος € Τ ανά μονάδα ρύπου, η επιχείρηση Α θα μειώσει
περισσότερο τις εκπομπές των ρύπων της.
Η επιχείρηση Α μειώνει τους ρύπους κατά OQ μονάδες και η Β κατά OQ0
μονάδες. Έτσι η Α καταφέρνει να αποφύγει την πληρωμή του φόρου για OQ
μονάδες και εξοικονομεί το χρηματικό ποσό που δίνεται από το εμβαδόν της
ΕΛ
περιοχής ΑΤΒ. Ομοίως η επιχείρηση Β εξοικονομεί χρηματικό ποσό ίσο με το
εμβαδόν ΔΤΓ.
Δηλαδή ένας φόρος στη ρύπανση δίνει το κίνητρο στον παραγωγό της
ΣΔ
ρύπανσης να ρυθμίσει το επίπεδο παραγωγής προϊόντος ή και να χρησιμοποιή
σει τεχνικές ελέγχου. Στο σχήμα 7.3 η καμπύλη οριακού κόστους ελέγχου δεί
-Ο
Τ
Τ
Α Δ
ο ο
Q Ποσότητα Qo Q Ποσότητα
Μάοςοη Μείωσης
Ρύπων Ρύπων
Οριακό Κόστος
ΕΛ
Ελέγχο υ (€/t)
Οριακό Κόστος Ελέγχο υ
(MAC)
ΣΔ
-Ο
ΚΥ
ΑΠ
Ο αποτελεσματικός από πλευράς κόστους φόρος ανά μονάδα ρύπων για την
επίτευξη των ανώτατων ορίων εκπομπών ρύπων, ισούται με τη σκιώδη τιμή του
3
περιορισμού που αφορά τα ανώτατα επίπεδα των εκπομπών ρύπων .
7. 2.1 . 3 Φό ρ ο ι στ ι ς ε ισρο έ ς
Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει δυσκολία μέτρησης των εκπομπών ρύπων από
ΕΛ
τις διάφορες πηγές, ενώ και το κόστος παρακολούθησης και μέτρησης των
ρύπων είναι υψηλό. Για παράδειγμα για την αντιμετώπιση περιπτώσεων μη
σημειακής διάχυτης ρύπανσης (diffuse non-point pollution) απαιτείται η επιβο
ΣΔ
λή ανώτατων ορίων και φόρων στις χρησιμοποιούμενες εισροές που προκαλούν
το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο αποτελεσματικός από
-Ο
πλευράς κόστους φόρος για την επίτευξη των ανώτατων ορίων ισούται με την
αξία του οριακού προϊόντος (Value ofMarginal Product, VMP), δηλαδή το γινό
μενο του οριακού προϊόντος της εισροής (έστω Ε, ΜΡε) επί την αγοραία τιμή
ΚΥ
του προϊόντος (Ρ) στο οποίο χρησιμοποιούμε την εισροή μείον την τιμή της
εισροής αυτής (Ρε). Δηλαδή:
ΑΠ
3 Μαθηματικά αυτό εκφ ράζεται με τον υπολογισμό του λαγκρασιανού πολλαπλασ ιαστή σε ένα
πρόβλημα αριστοποίησης ενός περ ιβαλλοντικού προβλή ματος με τον περ ιορισμό να αφορά τα
ανώτατα επ ίπεδα ρύπανσης. Αναλυτ ική παρουσίαση υπάρχει στην ενότητα 7.4.
3 24 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Ρ D ΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΙΕΣ
Sι ΙΙΛΗΡΩ}νΌη' ΟΛ Ο
ΤΟ ΦΟΡΟ
'-----'-----+ Q
ο
(α)
ΕΛ (β)
Σχήμα 7.4: Επιπτώσεις φορολογικ ή ς επιβάρυνσης σε περιπτώσεις πλήρους ελαστικής προ
ΣΔ
σφοράς ( α ) και πλή ρους ανελαστικής ζήτησης (β) .
-Ο
ναλωτή.
Ρ s
Ρ Sι ΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΟJ
ΙΙΛΗΡΩΝΟΥV ΟΛΟ
ΤΟ ΦΟΡΟ
800 ----�
D
ο �-
-�--- Q ο ��-�--
Q
Qι Q:; Qι
(α) (β)
Σχήμα 7. 5 : Επιπτώσεις φορολογικής επιβάρυνσης σε περιπτώσεις πλήρους ανελαστικ ή ς
προσφοράς (α) και πλήρους ελαστικ ή ς ζήτησης ( β ) .
Κεφάλ αιο 7: Μέτρα περιβαλλοντι κ ή ς πολιτι κής 325
μονάδα. Δηλαδή:
ΣΔ
Νέα τιμή στον καταναλωτή
Νέα τιμή στον παραγωγό
-Ο
Η αναλογία του φορολογικού βάρους για τον καταναλωτή (Ρ0Ρ 1) προς την
αναλογία του φορολογικού βάρους του παραγωγού (Ρ0Ρ2 ) ισούται με το λόγο
ΑΠ
Ρι
D
ο Q
Q1 Q2
ΕΛ
Σχήμα 7 . 6 : Επιπτώσεις φορολογικής επιβάρυνσης σε περιπτώσεις ελαστικών καμπυλών
ζήτησης και προσφοράς
ΣΔ
ΠΑΡΑΔΕΙ ΓΜΑ 7. 1
-Ο
Υποθέστε ότι η ελαστικότητα τιμής ζήτησης ισούται με -0,5 ( 1 PED 1 0,5) και =
Δηλαδή το φορολογικό βάρος του καταναλωτή είναι τετραπλάσιο απ' αυτό του
παραγωγού. Άρα, ο καταναλωτής θα πληρώσει 80€ και ο παραγωγός 20€ από το
συνολικό φόρο των 1 00€. Από τις ελαστικότητες γνωρίζουμε ότι το αγαθό που
φορολογήθηκε ήταν ανελαστικό (PED<l ) και από την πλευρά της προσφοράς
ελαστικό (ES> 1 ), οπότε αναμενόταν ο καταναλωτής να επωμισθεί το μεγαλύτε
ρο τμήμα της φορολογικής επιβάρυνσης ή αλλιώς να υπάρξει μετακύληση του
φόρου από τον παραγωγό στον καταναλωτή.
ΕΛ
dividend) του φόρου τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο έχει επικρατή
σει στη διεθνή βιβλιογραφία. Αρχικά θα μπορέσουμε να πούμε ότι τα έσοδα που
συλλέγονται από τον επιβαλλόμενο φόρο επιτρέπουν τη μείωση των εσόδων
ΣΔ
από τη χρήση και εφαρμογή άλλων φόρων, οι οποίοι ενδέχεται να δημιουργούν
διάφορα προβλήματα στην οικονομία.
-Ο
φόροι έτσι και ο περιβαλλοντικός φόρος δημιουργεί στην οικονομία μια απώλεια
(deadweight loss ), η οποία πρέπει να συνυπολογίζεται στο όφελος από τη μείω
ΑΠ
ΕΛ
Τα τελευταία χρόνια τα διάφορα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως αυτά
ΣΔ
της όξινης βροχής και του φαινομένου του θερμοκηπίου, έχουν αποσπάσει
την προσοχή πολλών ερευνητικών προσπαθειών. Όπως θα δούμε στο Κεφά
λαιο 1 1 , η όξινη βροχή είναι ένα πρόβλημα αρνητικής εξωτερικής επιβάρυν
-Ο
ΕΛ
Στις εξωτερικές επιβαρύνσεις η απόκλιση μεταξύ ιδιωτικών και κοινω
νικών κοστών ή ωφελειών οδηγεί σε αποτυχία της αγοράς. Η κυβέρνηση
ΣΔ
μπορεί να θέσει φόρους ή να δώσει επιχορηγήσεις. Το πρόβλημα είναι πώς
να βρεθεί το σωστό ύψος του φόρου ή της επιδότησης. Όπως είδαμε παρα
πάνω στην πρώτη άριστη λύση ο φόρος χρεώνεται ίσος με το οριακό κόστος
-Ο
( Αυτό συμβαίνει γιατί όπως φαίνεται από τον Πίνακα 7.3 και τη στήλη
των διαφοροποιημένων φόρων, ο ενιαίος φόρος του $ 1 ,5 ανά τόνο εξαγόμε
νου θείου για μερικές από τις χώρες που ρυπαίνουν το Ευρωπαϊκό περιβάλ
λον, όπως οι περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, Ισπανίας, Ρουμανίας,
Τουρκίας, Βουλγαρίας, Ουγγαρίας και Ιταλίας είναι υψηλότερος απ' ότι το
οριακό κόστος καταπολέμησης των εκπομπών θείου για την επίτευξη των
άριστων στόχων. Συνεπάγεται ότι αυτές οι χώρες καταπολεμούν περισσότε
ρο από ότι πρέπει. Για παράδειγμα, η Ρωσική Ομοσπονδία καταπολεμεί 1 0%
περισσότερο με την επιβολή ενός ενιαίου φόρου απ' ότι στην περίπτωση του
διαφοροποιημένου φόρου.
Εξυπακούεται ότι τέτοιες χώρες θα προτιμούν να πληρώσουν το διαφο
ροποιημένο φόρο (μειώνοντας τις εκπομπές τους λιγότερο) απ' ότι τη χρήση
ενός ενιαίου φόρου. Από την άλλη πλευρά, οι υπόλοιπες χώρες πληρώνουν
ΕΛ
λιγότερα για την επίτευξη των στόχων από την επιβολή ενός ενιαίου φόρου
από ότι από την επιβολή διαφοροποιημένων φόρων. Ο λόγος είναι ο ίδιος. Ο
ΣΔ
διαφοροποιημένος φόρος που αντιστοιχεί στον επιθυμητό στόχο είναι πολύ
υψηλότερος από τον ενιαίο φόρο ύψους $ 1 ,5 ανά τόνο εξαγόμενου θείου
και έτσι οι χώρες αυτές θα προτιμούν να πληρώσουν τον ενιαίο φόρο.
-Ο
Είναι φανερό ότι ένας υψηλός ενιαίος φόρος επιτυγχάνει υψηλές μειώ
σεις εκπομπών αλλά δεν είναι ο πιο αποτελεσματικός (σε κόστος) τρόπος
επίτευξης των περιβαλλοντικών στόχων. Ο ισχυρισμός του Maler ότι η δια
ΚΥ
φορά μεταξύ πρώτης και δεύτερης άριστης λύσης είναι οριακή μπορεί να
ισχύει για κάποιες χώρες, καθώς και για το σύνολο αλλά δεν ισχύει για όλες
τις Ευρωπαϊκές χώρες.
ΑΠ
ΕΛ
Γερμανία, στην Ελλάδα (περίπου 0,7%) και στη Ρωσική Ομοσπονδία. Το
πρόβλημα προώθησης συνεργασίας επιδεινώνεται εξαιτίας του ότι κάποιες
ΣΔ
χώρες σε περίπτωση συνεργασίας θα έχουν να ξοδέψουν μεταξύ 1 -2% του
ΑΕΠ τους, ενώ το μέσο επίπεδο για όλη την Ευρώπη είναι πολύ χαμηλότερο.
Από τις στήλες των χρεώσεων μπορούμε να δούμε ότι οι χώρες κερδί
-Ο
εμπόριο αδειών πάνω στα προτεινόμενα πρότυπα, τότε η τιμή των αδειών
εκπομπών θα κυμαίνεται μεταξύ $ 1 20 και $930 ανά τόνο θείου.
r Γαλλία
Γερμανία
Ελλάδα
48,0
82,0
1 09,0
62,0
70,5
8 1 ,0
67,0
70,5
78,0
69,0
7 1 ,0
80,0
249,9
2.076,0
499,6
463,3
1 .427,0
252,4
530,4
1 .347,0
234, 1
555,4
1 .299,9
24 1 ,7
ΕΛ
Ι σπανία 40,0 40,0 83,0 78,0 223,6 229,4 988,7 836,7
Ρωσική
32,0 27,0 49,0 39,0 1 ,6 1 1 ,4 1 0,5 1 ,92
Ομοσπονδία
Ηνωμένο
46,0 60,5 65,5 69,0 750,7 946,7 1 . 1 0 1 ,2 1 .254,6
Β ασίλειο
ΑΠ
Μέση τιμή/
87,0 52,0 58,2 57,7 1 1 .858,0 8 .367,0 9.690, ο 9.33 1 ,0
Σύνολο'
Ή γραμμή αυτή δείχνει τα σύνολα για όλες τις χώρες και όχι μόνο αυτές του δείγματος αναφοράς.
Π ίνακας 7. 3 : Χρεώσεις, τιμές χρεώσεων (εκ. $ ) και κόστη ελέγχου ως % του ΑΕΠ, όταν οι
χώρες δρουν ανεξάρτητα (Ανεξαρ. ) ή σε συνεργασία και υπό την επιβολή
προτύπων, ενιαίων και διαφοροποιημένων (Διαφ. ) φόρων
1
(% ΑΕΠ) (% ΑΕΠ)
ΕΛ
Φινλανδία 23,5 ο 55 884 0,75 0,46 0,63
Ολλανδία 3,7 30 36 45 0, 1 3 0, 1 28 0, 1 52
ΚΥ
ι -
334 Ο!ΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣ!ΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Είναι εμφανές ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ χωρών στην ενεργειακή χρή
ση, στις εκπομπές ρύπων, στις πηγές εκπομπών, καθώς και σε άλλους οικο
νομικούς παράγοντες. Κάθε χώρα έχει τις δικές της εθνικές περιβαλλοντικές
ρυθμίσεις και νομοθεσίες. Οι ρυθμίσεις και η θέσπιση προτύπων που απαι
τούν ενιαίες μειώσεις στη ρύπανση είναι αναποτελεσματικές λύσεις, επειδή
τα κόστη μείωσης δεν είναι ομοιόμορφα για όλες τις χώρες. Υπό το καθε
στώς ενιαίων προτύπων για εκπομπές ρυπαντών, μερικές χώρες θα μειώνουν
εκπομπές λιγότερο από το οικονομικά αποτελεσματικό επίπεδο, ενώ άλλες
θα μειώνουν τις εκπομπές τους περισσότερο από ότι είναι οικονομικά αποτε
λεσματικό. Οι διαφοροποιημένοι φόροι υπερτερούν όταν τα κόστη μείωσης
διαφέρουν μεταξύ των χωρών.
Γενικά, όταν η καμπύλη κόστους μείωσης εκπομπών είναι επίπεδη (flat),
ΕΛ
οι ποσοτικές ρυθμίσεις λειτουργούν καλύτερα από τις ρυθμίσεις τιμών. Αντί
θετα, όταν έχουν μεγάλη κλίση (steep), τότε οι ρυθμίσεις τιμών θα λειτουρ
ΣΔ
γούν καλύτερα. Η περίπτωση αυτή αντιστοιχεί στη χώρα μας.
Από τα εμπειρικά αποτελέσματα που είδαμε μπορούμε να συμπεράνου
με ότι:
-Ο
1 ) ένας ενιαίος φόρος σε κάθε εξαγόμενο τόνο θείου από μία χώρα σε
όλες τις άλλες δε θα προσεγγίσει την πρώτη άριστη λύση, καθώς δε
ΚΥ
ΕΛ
βιομηχανική ανταγωνιστικότητα.
Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι Κάτω Χώρες θα μπορούσαν
να επιτύχουν κατά μέσο όρο περίπου 30% και 2 1 % εξοικονόμηση ενέργειας
ΣΔ
λόγω αποτελεσματικότερης ενεργειακής χρήσης στους οικιακούς και εμπο
ρικούς τομείς τους αντίστοιχα. Για να καταλάβουμε καλύτερα τι σημαίνει
-Ο
7. 2 . S Τ έλη
ΑΠ
Τα τέλη επιβάλλονται στις πηγές της ρύπανσης ως πρόσθετο κόστος στη λει
τουργία τους. Αυτό συνεπάγεται ότι η εφαρμογή τους προϋποθέτει την εκτίμηση
της ζημίας που προκαλείται από τις εκπομπές των ρύπων σε κάποια δεδομένη
χρονική στιγμή και σε κάποια ορισμένη τοποθεσία. Η επιβολή των τελών προ
καλεί τα ίδια αποτελέσματα στην τιμή των ορυκτών καυσίμων όπως αυτά από
ένα φόρο επί των εκπομπών ρύπων. Όμως, ενώ τα έσοδα του φόρου επί των
ρύπων (SOx, ΝΟχ, C02, κ.ά.) συγκεντρώνονται από την κυβέρνηση, τα έσοδα
από τα τέλη χρησιμοποιούνται για την ενθάρρυνση και χρηματοδότηση μέτρων
μείωσης των εκπομπών ρύπων.
Κάποιες μορφές τελών είναι:
Τα τέλη προϊόντων, που χρεώνονται σε προϊόντα ζημιογόνα για το περι
βάλλον, όπως λιπάσματα, λιπαντικά, μπαταρίες καδμίου, κ.ά.
336 ΟΙΚΟΝΟΜ ΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
σμένη με την παρακολούθηση των εκπομπών ρύπων, η οποία όμως μπορεί να
μην είναι αποτελεσματική, καθώς ο αριθμός των πηγών ρύπανσης είναι πολύ
ΣΔ
μεγάλος. Ας δούμε τώρα κάποια άλλα διαθέσιμα οικονομικά μέσα περιβαλλο
ντικής πολιτικής όπως αυτά των επιδοτήσεων, των κανόνων υπαιτιότητας και
των συστημάτων εγγυοδοτικού αντιτίμου.
-Ο
κάθε βλάβη που προκαλεί στην κοινωνία και υποχρεούται μέσω της δικαστικής
οδού να αποζημιώσει τα θύματα τουλάχιστον κατά το ποσό της ζημίας. Επομέ
νως, αυτό αποτελεί αντικίνητρο για τις επιχειρήσεις, ώστε να σταματήσουν να
ρυπαίνουν. Επίσης η ακριβής εκτίμηση του κόστους των ζημιών αποτελεί και
εδώ μειονέκτημα.
ΕΛ
μηση υλικών για συσκευασίες. Ταυτόχρονα κάποια από τα μειονεκτήματα των
συστημάτων αυτών είναι ότι τα κόστη μεταχείρισης, αποθήκευσης, ενέργειας
ΣΔ
και μεταφοράς μπορεί να είναι μερικές φορές μεγάλα.
-Ο
την κυβέρνηση ή τον υπεύθυνο λήψης αποφάσεων ενός ανώτατου ορίου εκπο
μπής ρύπων από τις πηγές (π.χ. βιομηχανικές μονάδες ενός κλάδου ή από μια
ΑΠ
ΕΛ
ανταλλάσσουν τις άδειες έως ότου τα οριακά κόστη ελέγχου της ρύπανσης ανά
πηγή ρύπων να εξισωθούν.
ΣΔ
Ένα μεγάλο πλεονέκτημα του άμεσου ελέγχου περιβαλλοντικής ρύπανσης,
αποτελεί το γεγονός ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να θέσει κάποια πρότυπα, τα
οποία θα περιορίζουν τη συνολική ποσότητα της ρύπανσης σε κάποια γεωγρα
-Ο
φική περιοχή. Αυτό μπορεί να γίνει ακόμα και αν δεν είναι γνωστές οι λεπτο
μέρειες των καμπυλών οριακού οφέλους και οριακού κόστους ζημίας για την
καταπολέμηση της ρύπανσης, που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις.
ΚΥ
Από την άλλη πλευρά το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της επιβολής φόρων στην
εκπομπή ρύπων, είναι το περιθώριο που δημιουργείται για αποκεντροποιημένη
ΑΠ
λήψη αποφάσεων, εξαιτίας των κινήτρων που δημιουργούνται για την εσωτερί
κευση της εξωτερικότητας από τις επιχειρήσεις.
Οι εμ πορε ύσιμες άδε ιες ρύπανσης μπορούν να συνδυάσουν και τα δύο παρα
πάνω πλεονεκτήματα και έχουν την προοπτική να υπερέχουν τόσο των άμεσων
ελέγχων όσο και των φόρων για την καταπολέμηση της ρύπανσης (Lipsey και
Chrystal, 1 995). Για να κάνει χρήση των εμπορεύσιμων αδειών ρύπανσης μια
κυβέρνηση ή ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων πρέπει να αποφασίσει σχετικά με
το συνολικό μέγεθος της ρύπανσης που θα επιτρέψει και όχι το πόση ρύπανση
πρέπει να καταπολεμηθεί.
Η ισορροπία που επέρχεται με τη χρήση των εμπορεύσιμων αδειών, μοιάζει
με την περίπτωση επιβολής ενός πιγκουβιανού φόρου για την εκπομπή ρύπων
(t, ίσο με το οριακό κόστος ελέγχου της ρύπανσης), όπου η τιμή μιας άδειας
ρύπανσης ισούται με το φόρο για την εκπομπή ρύπων. Όμως τώρα δε χρειάζεται
ο υπολογισμός του άριστου μεγέθους του φόρου, καθώς με δεδομένη την επι-
Κεφάλαι ο 7: Μέτρα περ ιβαλλοντικής πολι τικής 339
ΕΛ
ρύπων μέχρι τη χρονική στιγμή της κατανομής των αδειών. Σημαντική
παράμετρος επιτυχίας της κατανομής αυτής είναι η κατάλληλη κατα
γραφή του επιπέδου των υπαρχόντων πραγματικών εκπομπών ρύπων
ΣΔ
και η κατάλληλη διαχρονική μείωση της κατανομής αυτής. Αν η κατα
γραφή είναι υποεκτιμημένη, τότε θα υπάρξει αναποτελεσματικότητα
-Ο
μείωση των εκπομπών της σύμφωνα με τη θέσπιση προτύπων στη μορφή των
βασικών φορτίων. Αναμένεται οι χώρες να αγοράσουν άδειες αντί να καταπο
λεμήσουν τις εκπομπές ρυπαντών, όταν η τιμή των αδειών που καθορίζεται από
τον αρχικό καταμερισμό είναι μικρότερη από το οριακό κόστος καταπολέμηση ς
που αντιστοιχεί στο άριστο επίπεδο μείωσης των εκπομπών για την επίτευξη
των καθορισμένων επιπέδων απόθεσης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι η κατανομή των αδειών αποτελεσμα
τική είναι οι πηγές να εμπιστεύονται και να συμμορφώνονται με τη συγκεκριμέ
νη πολιτική προχωρώντας σε συναλλαγές αδειών, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο
βάσει όλων όσων ειπώθηκαν προηγουμένως. Επίσης, θα πρέπει η αγορά για
άδειες να είναι ανταγωνιστική, ώστε το κόστος συναλλαγής να είναι σχετικά
χαμηλό και έτσι να επιτυγχάνονται αποτελεσματικές συναλλαγές των αδειών.
Κάποια προγράμματα εμπορεύσιμων αδειών που έχουν εφαρμοστεί διεθνώς
είναι τα ακόλουθα.
ΕΛ
Το σχήμα αντικατάστασης (netting) όπου μια πηγή ρύπανσης που δεν
μπορεί να προσφύγει στην αγορά, για να αγοράσει νέες άδειες ρύπαν
ΣΔ
σης, μπορεί αφού σταματήσει μια υπάρχουσα να δημιουργήσει μια νέα
πηγή ρύπανσης.
-Ο
ριότητες στις περιοχές αυτές εκτός αν σταματήσουν κάποιες από τις ήδη
υπάρχουσες.
ΑΠ
να έχει στην κατοχή της μια άδεια, για να μπορεί να εκπέμπει τους ρύπους της.
Αν υποθέσουμε ότι στο σχήμα 7.7 το αρχικό επίπεδο ρύπανσης είναι 200 τόνοι
και ότι θέτουμε ως στόχο τη μείωση των ρύπων στους 1 00 τόνους. Αυτό σημαί
νει ότι 1 00 άδειες (μία ανά τόνο ρύπου) θα μοιραστούν στις δύο πηγές. Για
ΚΥ
απλούστευση, ας υποθέσουμε ότι κάθε πηγή θα πάρει από 50 άδειες. Στην πρώ
τη πηγή έχουν δοθεί άδειες που της επιτρέπουν να εκπέμπει 50 μονάδες ρύπων
ΑΠ
και στη δεύτερη πηγή έχουν δοθεί άδειες ώστε να εκπέμπει επίσης 50 μονάδες
ρύπων. Χωρίς κανέναν έλεγχο, κάθε πηγή εκπέμπει 1 00 μονάδες ρύπων συνολι
κά. Αν δεν υπάρχει ανταλλαγή αδειών, τότε το σύστημα αυτό θα ισοδυναμούσε
με την επιβολή ενός προτύπου που θα απαιτούσε ίσο έλεγχο ρύπανσης από κάθε
πηγή.
Στο επίπεδο των 50 τόνων καταπολέμησης η επιχείρηση Α (πηγή 1 ) έχει
οριακό κόστος ελέγχου ίσο με € 850 ανά μονάδα ελέγχου, ενώ η επιχείρηση Β
(πηγή 2) έχει οριακό κόστος ίσο με € 2.500. Δηλαδή μπορούμε να έχουμε ένα
κέρδος της τάξης των € 1 .650, αν η επιχείρηση Α μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο
πρόσθετης ρύπανσης αντί της επιχείρησης Β.
Το οριακό κόστος περιορισμού της ρύπανσης της πηγής 2 είναι σημαντικά
υψηλότερο από αυτό της πηγής 1 . Η πηγή 2 μπορεί να μειώσει το κόστος της, εάν
αγοράσει άδειες από την πηγή 1 σε τιμή χαμηλότερη από €2.500. Αντιστοίχως η
πηγή 1 έχει όφελος να πουλήσει άδειες εκπομπής ρύπων σε τιμή υψηλότερη από
34 2 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ nοΡΩΝ ΚΑΙ nΕΡΙΒΑλλΟΝΤΟΣ
€850. Αφού λοιπόν η τιμή για την επιχείρηση Β είναι υψηλότερη απ' αυτή για
την επιχείρηση Α, υπάρχει έδαφος για πραγματοποίηση της συναλλαγής.
Στην περίπτωση αυτή η ισορροπία θα επέλθει, όπως φαίνεται από το σχή
μα 7. 7, όταν η πηγή 1 έχει άδειες για 3 Ο μονάδες ρύπων και πρέπει να μειώσει
τη ρύπανσή της κατά 70 μονάδες, ενώ η πηγή 2 θα έχει άδειες εκπομπής για
70 μονάδες ρύπων και θα υποχρεούται να μειώσει μόνο κατά 30 μονάδες την
ρύπανση που προκαλεί. Στο σημείο αυτό η τιμή της άδειας είναι P= l .500 € και
είναι ίση με τα οριακά κόστη περιορισμού της ρύπανσης των δύο πηγών:
Επειδή αυτή είναι η οριακή αξία της άδειας και για τις δύο πηγές της ρύπαν
σης και καμία δεν θα έχει κίνητρο να συνεχίσει τη συναλλαγή, βλέπουμε ότι έγι
νε καθορισμός της τιμής της άδειας μέσω της αγοράς και το σύστημα βρίσκεται
ΕΛ
σε κατάσταση ισορροπίας.
ΣΔ
Οριακό Κόστος
Ελέγχου (€/t)
3000
-Ο
2500
2000
ΚΥ
Ρ= 1 500
ΑΠ
1 000
850
500
Το κό στος επίτευ ξης ενός δεδομένου επιπέδου εκπομ πών ρύπω ν ελαχι στοποι
είται όταν τα οριακά κόστη ελέγχο υ εξισώνονται για όλες τις πηγές ρύπω ν.
Διαγραμμ ατικά αυτό επιτυγχάνεται εκεί πο υ οι καμ πύλες οριακού κόστους
ελέγχο υ τέμ νονται.
ΕΛ
μεταξύ των πηγών ρύπανσης γίνεται λανθασμένα.
ΣΔ
7. 4 Αλγ εβρικ ή πα ρ ουσίαση εργ α λείω ν
περι β α λλ οντικ ή ς πο λι τ ικ ή ς
-Ο
[ ΣΚ; f(ρ , Ε; ) ] , το οποίο είναι συνάρτηση τόσο του επιπέδου του παραγό
=
ΑΠ
μενου προϊόντος όσο και του επιπέδου των εκπομπών ρύπων. Ακολουθώντας
τον Ξεπαπαδέα ( 1 998), η συνάρτηση ιδιωτικής ωφέλειας ορίζεται ως το μέγιστο
κέρδος κάθε επιχείρησης για τα επίπεδα των παραγόμενων εκπομπών. Δηλαδή :
Β (Ε ) max Π max(ΣE. - ΣΚ ) max[P x Q - C( Q , Ε ) ] (7. 1 )
ι ι ι ι ι ι ι ι
= = =
Q �O
; Q; �O Q �O ;
1 ΕΛ
ή t = MAC = MD ή t = MEC 1 1 1
ΣΔ
Δηλαδή ο φόρος ισούται με το οριακό εξωτερικό κόστος στο άριστο επίπεδο
εκπομπών ρύπων.
Έχουμε όμως ήδη αναφέρει τις δυσκολίες εκτίμησης του εξωτερικού κό
-Ο
max Β, ( Ε; ) (7.5)
υπό τον περιορισμό ότι οι εισροές στην παραγωγική διαδικασία δεν ξεπερνούν
ΕΛ
ένα καθορισμένο ανώτατο όριο Χ δηλαδή:
,
(7. 1 0)
ΣΔ
Και εδώ το ιδιωτικό όφελος ανά επιχείρηση μεγιστοποιείται ως:
-Ο
ποίος ισούται με την αξία του οριακού προϊόντος (VMP) μείον την τιμή της
εισροής στο επίπεδο επίτευξης των ανώτατων ορίων χρήσης εισροών.
ΑΠ
είναι C(EiR) και ο στόχος του υπεύθυνου λήψης αποφάσεων είναι η ελαχιστοποίη
ση του συνολικού κόστους συμμόρφωσης των επιχειρήσεων. Δηλαδή
n
min Σ C(E;R )
ί =Ι
n n
ΕΛ
Υπό την υπόθεση του τέλειου ανταγωνισμού στην αγορά του προϊόντος και
με ελευθερία αγοράς και πώλησης των εμπορεύσιμων αδειών κάθε επιχείρηση
λύνει το ακόλουθο πρόβλημα:
ΣΔ
(7 . 1 1 )
-Ο
(7. 1 2)
ΑΠ
Ας δούμε τέλος και την επίτευξη του άριστου επιπέδου ρύπανσης με τη χρή
ση ρυθμίσεων επίδοσης �αι σχεδιασμού. Έστω πάλι ότι οι μέγιστες εκπομπές
ρύπων καθορίζονται ως Ε .
Κεφάλ α ι ο 7: Μέτ ρα περιβαλλοντικής π ολιτικής 34 7
-
acί λ
- BJ; ΕΛ� ο α1 �ο
ΣΔ
Βα; Βα;
-Ο
ΚΥ
Ρ- -
ac
aQi
::;; Ο (7. 1 6)
λ 2:: 0
ΕΛ
υψηλό, ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων μπορεί να απαιτήσει τη χρήση συγκε
κριμένου τρόπου επίτευξης των προτύπων με την επιβολή ρυθμίσεων απόδοσης.
ΣΔ
Συγκρίνοντας τις σχέσεις (7 . 1 5) και (7 . 1 6) μπορούμε να πούμε ότι ο έλεγχος
ρύπων με τη χρήση ρυθμίσεων απόδοσης είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με
τις ρυθμίσεις σχεδιασμού, αφού στη σχέση (7 . 1 5) υπάρχει το πρόσθετο οριακό
-Ο
σει το επίπεδο ελέγχου των ρύπων, για να πετύχει τα ανώτατα επιτρεπτά όρια
ρύπων. Αυτή η υποκατάσταση δεν είναι δυνατή στις ρυθμίσεις σχεδιασμού
(Xepapadeas, 1 997).
ΕΛ
Αν υποθέσουμε ότι οι αποστάσεις OS1, S1S 2 και S 2 S3 είναι ίσες, τότε και στις
δύο περιπτώσεις επιτυγχάνουμε το συνολικό επίπεδο 3 S 2 , αλλά η πηγή 1 με τα
ΣΔ
υψηλότερα κόστη ελέγχου καταπολεμεί επίπεδο ρύπανσης μικρότερο του επι
πέδου S 2 , ενώ η πηγή 3 με τα χαμηλότερα κόστη ελέγχου καταπολεμεί επίπεδο
ρύπανσης μεγαλύτερο από το επίπεδο S 2 •
-Ο
ΚΥ
MAC,
Κόστος
;/
ΑΠ
'
t•
Άρα, μπορούμε να δούμε ότι και οι δύο μέθοδοι επιτυγχάνουν το ίδιο επίπε
δο μείωσης ύψους 3 S 2• Όμως, υπάρχει διαφορά στα κόστη συμμόρφωσης με τα
επιβαλλόμενα πρότυπα.
Αλλά
ΕΛ
Δηλαδή το οριακό κόστος ελέγχου με τη χρήση των προτύπων (standard, st)
είναι υψηλότερο απ' αυτό με τη χρήση φόρων (tax).
ΣΔ
-Ο
Οι περιβαλλοντικοί φόροι είναι σχετικά νέα ιδέα και δεν είναι τόσο διαδε
δομένοι, καθώς η βιομηχανία συνήθως αντιστέκεται στην επιβολή νέων φόρων
με το πιο απλό επιχείρημα ότι πλήττει την ανταγωνιστικότητά της. Ταυτόχρονα
ΚΥ
ένας Pigouν ian φόρος απαιτεί τη γνώση της συνάρτησης ζημίας, το οποίο είναι
εξαιρετικά δύσκολο. Επιπρόσθετα οι φόροι παρουσιάζουν μια σχετική ακαμψία,
αφού είναι δύσκολο να αλλάξουμε το φορολογικό σύστημα, καθώς αυτό συνή
ΑΠ
ΕΛ
7. 5 . 2 Ενθάρρυνση ανά πτ υ ξη ς νέων με θόδ ων
'
ρύπανσης ύψους 50%, τότε το 50. 1 % αποτελεί πρόβλημα ενώ το επίπεδο 49.9%
δεν αποτελεί πρόβλημα. Οι φόροι ανταμείβουν τις μειώσεις των ρύπων, ενώ
αντίθετα οι άδειες για κάθε μείωση εκπομπών μειώνουν τον απαραίτητο αριθμό
που χρειάζεται να αγοράσει η πηγή της ρύπανσης.
ΚΥ
Έτσι τα πρότυπα παρέχουν μικρό κίνητρο για καινοτομία και έρευνα για
αποτελεσματικότερες τεχνικές ελέγχου. Είναι στο οικονομικό ενδιαφέρον των
ΑΠ
ΕΛ
πολλές μικρές πηγές ρύπανσης σε κάθε Ευρωπαϊκή χώρα, θα είναι εξαιρετικά
ακριβό να επιμένουμε στην εγκατάσταση μηχανών ή άλλων μέσων συνεχούς
παρακολούθησης σε όλες τις καμινάδες και τις πηγές ρύπανσης.
ΣΔ
Οι εμπορεύσιμες άδειες αποφεύγουν κάποια από τα κόστη της διαδικασίας
ρύθμισης από μόνες τους. Οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων δε θα χρειάζονται να
-Ο
αφιερώσουν πόρους για εξακρίβωση των ειδικών τεχνικών ορίων για μια μεγά
λη λίστα των πηγών ρύπανσης.
Το κόστος επιβολής περιλαμβάνει την τιμωρία των επιχειρήσεων (χωρών)
ΚΥ
μέσω ενός συνόλου προστίμων από τις κυβερνήσεις ή από τα δικαστήρια . Αυτά
τα κόστη θα είναι υψηλά και δε θα είναι πολύ χαμηλότερα από ότι με ένα φόρο.
ΑΠ
7. 5 . 5 Δημοτ ι κότητ α
Η επιβολή φόρων δεν είναι λαοφιλής στην βιομηχανία κυρίως λόγω του ότι
οι βιομηχανίες πιστεύουν ότι οι φόροι είναι αναποτελεσματικοί (στα επίπεδα
ρύπανσης), ενώ οι ρυπαίνουσες βιομηχανίες βλέπουν τους φόρους να βλάπτουν
τα κέρδη τους. Το κατά πόσο οι βιομηχανίες πληρώνουν τους φόρους από τα
κέρδη τους εξαρτάται από τη δυνατότητα μετακύλησης του φόρου στους κατα
ναλωτές.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι επιχειρήσεις (χώρες) συχνά έχουν μεγαλύτερη
επιρροή στις ρυθμίσεις με διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις κάνουν την
πραγματοποίηση των νέων ρυθμίσεων να διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Από την άλλη πλευρά, οι άδειες μπορούν να συναντήσουν διεθνείς συμφωνίες
Κεφάλ α ι ο 7: Μέτρα περιβαλλοντικής π ολιτική ς 353
στη θέση MD1 , όπως φαίνεται στο σχήμα 7.9, αυτό σημαίνει ότι ο υπεύθυνος
λήψης αποφάσεων έχει υποεκτιμήσει το κοινωνικό κόστος από την εκπομπή
ΑΠ
M D , MAC
MAC
ΕΛ
ο
Εκπομπές
Ρύπων
ΣΔ
Σχήμα 7 . 9 : Αβεβαιότητα (υποεκτίμηση) ως προς το οριακό κόστος ζημίας
-Ο
αγοραία τιμή των αδειών εκπομπής ρύπων γίνεται Ρ1 και παρουσιάζεται υπερ
βολική μείωση της ρύπανσης, αφού βρισκόμαστε στο επίπεδο Ε0 ρύπων, ενώ
το κοινωνικά επιθυμητό είναι το Ε1• Η κοινωνική απώλεια από τη λανθασμένη
εκτίμηση είναι η διαφορά μεταξύ των οριακών κοστών ελέγχου και ζημίας μετα
ξύ Ε0 και Ε1 και ισούται με το εμβαδόν του τριγώνου ΑΒΓ.
Κεφάλαι ο 7: Μέτρα π εριβαλλ οντική ς π ολιτ ι κή ς 355
M D , MAC
MAC 1 MD
Ρι = tι
Ρο = to
ο Ε1 Ε ,. Ε κπομπές
ΕΛ
Ρύπων
απώλεια ισούται με το εμβαδό του τριγώνου ΓΔΕ, το οποίο δίνει την διαφορά
μεταξύ MAC1 και MD. Στο παράδειγμα που αναλύσαμε παρατηρούμε ότι η κοι
ΑΠ
MD, MAC
Εκπομπές
Ρύπων
ΕΛ
Σχήμα 7. 1 1 : Γραφική παρουσίαση ανάλυσης με απότομη κλίση του οριακού κόστους
ζημίας και με υποεκτίμηση του κόστους ελέγχου
ΣΔ
Στην περίπτωση που η καμπύλη οριακής ζημίας (MD) είναι επίπεδη και με
υποεκτίμηση του κόστους ελέγχου, οι ρυθμίσεις τιμών (φόροι) αποτελούν καλύ
-Ο
MD
ο
Εκπομπές
Ρύπων
M D , MAC
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
ο Ε1 Ε
*
Εο Εκπομπές
Ρύπων
ΚΥ
Εδώ θα εξετάσουμε μια σειρά προτεινόμενων αρχών για τον εκ νέου κατα
μερισμό ευθυνών μεταξύ των διαφόρων πηγών (επιχειρήσεων, κλάδων, χωρών).
Συγκεκριμένα προτείνονται έξι εναλλακτικές αρχές ή κριτήρια καταμερισμού
του κόστους που προκύπτει από τις ευθύνες των πηγών (και κατ' επέκταση των
χωρών) στη δημιουργία των περιβαλλοντικών προβλημάτων.
Η πρώτη προτεινόμενη αρχή είναι αυτή του «Ο ρυπαίνων πληρώνει»
(Polluter Pays Principle, ΡΡΡ) και στηρίζεται στην ιδέα ότι αυτός που δημιουρ
γεί το πρόβλημα έχει την ευθύνη να πάρει τα απαραίτητα μέτρα εξάλειψης του
προβλήματος αναλαμβάνοντας το πλήρες κόστος αυτών των μέτρων. Το ερώ
τημα είναι τι θα πρέπει να πληρωθεί: μόνο το κόστος ελέγχου (τυπική ΡΡΡ) ή
επιπρόσθετα και η περιβαλλοντική φυσική ζημία (εκτεταμένη ΡΡΡ). Η τελευ
ταία είναι δύσκολο να μετρηθεί σε χρηματικούς όρους. Επιπλέον είναι συχνά
αδύνατο να καθορίσουμε τους υπεύθυνους για τη ρύπανση, κυρίως όταν αυτή
γίνεται αντιληπτή μετά την πάροδο κάποιας χρονικής περιόδου. Έτσι συστήνε
ΕΛ
ται να ορίσουμε την αρχή αυτή με βάση τα κόστη ελέγχου. Μ' αυτόν τον τρόπο
το μερίδιο κάθε πηγής στα συνολικά κόστη καταπολέμησης της ρύπανσης καθο
ΣΔ
ρίζεται σύμφωνα με τη συμμετοχή της πηγής στις συνολικές εκπομπές.
Αν ο κλάδος ή η χώρα είναι ομοιογενής σε εκπομπές και σε ευαισθησία
στις αποθέσεις, τότε αυτός ο αναλογικός κανόνας καταμερισμού του κόστους
-Ο
είναι δίκαιος. Η εισήγηση μιας τέτοιας αρχής βοηθά στο μοίρασμα των ευθυνών
αλλά όχι στον καθορισμό του πιο αποτελεσματικού από πλευράς κόστους τρό
που επίτευξης των επιθυμητών στόχων για τις αποθέσεις των ρύπων (όπως στην
ΚΥ
σιμοποιήσουμε την αναλογική συνεισφορά κάθε τομέα (και κατ ' επέκταση κάθε πηγής) στο συνο
λικό προϊόν της χώρας αυτής.
3 60 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
ελέγχου της ρύπανσης. Συγκεκριμένα κάθε χώρα μειώνει τις εκπομπές της μέχρι
το σημείο, όπου τα οριακά οφέλη της ισούνται με τα οριακά κόστη ελέγχου.
ΣΔ
Εδώ τα οριακά οφέλη ορίζονται ανάλογα με την ποσότητα των αποθέσεων που
αποφεύγουμε ανά μονάδα οριακής καταπολέμησης που αναλαμβάνεται από την
χώρα. Η ορολογία «κόστος ζημίας» αποφεύγεται με την αναφορά στα οφέλη
-Ο
από τον έλεγχο της ρύπανσης. Δηλαδή αυτή η αρχή επεκτείνει την αρχή «το
θύμα πληρώνει» και αντί να λαμβάνει υπόψη τους τόνους των αποθέσεων θείου
σταθμίζει τόσους τόνους όσους η αξία των οριακών ωφελειών.
ΚΥ
ΑΠ
Μελέτη περίπτωσης 7 . 2
ένα πολύ υψηλό (ή πολύ χαμηλό) κόστος σε σχέση με την πραγματική τους
συνεισφορά ή ευθύνη στο πρόβλημα (εκπομπές και αποθέσεις ρυπαντών).
Ας δούμε λοιπόν εμπειρικά τις προτεινόμενες εναλλακτικές αρχές για επα
νακαταμερισμό της ευθύνης ελέγχου της ρύπανσης.
Οι μεγάλες πηγές ρύπων στο πρόβλημα της όξινης βροχής στην Ευρώπη
είναι κυρίως οι χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, τα κύρια μέλη της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Τουρκία. Ο πίνακας 7.4 παρουσιάζει τον κατα
μερισμό κόστους σε ποσοστά σύμφωνα με τον αρχικό καταμερισμό από
ένα μαθηματικό υπόδειγμα (Halkos, 1 996) και κατόπιν σύμφωνα με τις έξι
προτεινόμενες αρχές. Ο αρχικός καταμερισμός ευνοεί τις χώρες Αυστρία,
Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Νορβηγία και Ελβετία. Αυτές οι χώρες απαιτείται
να κάνουν λιγότερα από τις προγραμματισμένες τους ενέργειες και γι' αυτό
θα φέρουν αντιρρήσεις σε κάθε άλλο καταμερισμό σύμφωνα με τις προτει
νόμενες αρχές.
ΕΛ
Ταυτόχρονα χώρες όπως το Βέλγιο, η Δανία, η Γερμανία και το Ηνωμέ
ΣΔ
νο Βασίλειο θα προτιμούν τον καταμερισμό εκ νέου του κόστους με βάση
τις προτεινόμενες αρχές. Μια σειρά από χώρες όπως Φινλανδία, Γαλλία,
Πρώην Ανατ. Γερμανία, Ολλανδία, Πολωνία και Σουηδία θ α προτιμούν τον
-Ο
των εκπομπών.
Είναι εμφανές ότι διαφορετικές χώρες θα προτιμούν διαφορετικές αρχές.
Η αρχή το «θύμα πληρώνει» δείχνει τη σχετική σημαντικότητα της συνει
σφοράς των μεγάλων ρυπαντών στις συνολικές εκπομπές. Το ίδιο συμπέ
ρασμα μπορεί να εξαχθεί και για την αρχή «αυτός που ρυπαίνει πληρώνει».
Όμως κάποιες χώρες όπως Αυστρία, Ουγγαρία, Νορβηγία, Σουηδία, Ελβετία
και πρώην Σοβιετική Ένωση βρίσκουν τους εαυτούς τους να πληρώνουν
υψηλότερο μερίδιο στον επανακαταμερισμό του κόστους ελέγχου απ' ό,τι
στον αρχικό καταμερισμό και την αρχή «αυτός που ρυπαίνει πληρώνει».
Το αποτέλεσμα δεν πρέπει να εκπλήσσει, καθώς αυτές οι χώρες έχουν
πολύ υψηλά επίπεδα ευαισθησίας σε πολλά τμήματα της έκτασής τους. Αυτό
l σημαίνει ότι οι αποθέσεις τείνουν να επιδρούν στις χώρες αυτές πολύ σοβα
ρά. Αντίθετα κάποιοι από τις μεγάλες πηγές ρύπων όπως η Ιταλία, η Πολω
νία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο καλούνται να πληρώσουν ένα
(συνεχίζεται)
362 ΟΙΚΟΝΟΜ Ι ΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
Πρώην 3,6 1 33 3,55 1 4 1 ,3983 2,4749 1 ,5781 3,6339 2,8567
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚ ΙΑ
ΣΔ
ΔΑΝΙΑ 1 ,468 1 0,4 1 76 0,4523 0,43 50 1 ,0525 0,6408 1 ,4028
_J ll
Κε φάλαι ο 7: Μέτρα περ ιβαλλοντι κή ς π ολ ιτική ς 363
<1> όπου ΜΥ αντιπροσωπεύει το Μαθηματικό Υπόδειγμα και παρουσιάζει τον αρχικό καταμε
ρισμό κόστους σύμφωνα με τα αποτελέσματα που εξήχθη σαν στο Halkos ( 1 996). Ομοίως οι
υπόλοιποι συμβολισμοί είναι: ΡΡΡ: ο ρυπαίνων πληρώνει, VPP: το θύμα πληρ ώνει, ESR:
ίσο μερ ίδιο ευθύνης, ΑΕΠ: Ακαθάριστο εθνικό Π ρ οϊόν (κατά κεφαλήν), E D : Πυκνότητα
εκπομπών και WTP: Π ρ οθυμία πληρ ω μής .
Η αρχή του ΑΕΠ οδηγεί σε πολύ χαμηλό μερίδιο κόστους για τις χώρες
ΕΛ
του πρώην Ανατολικού Μπλοκ (εκτός της πρώην Σοβιετικής Ένωσης), ενώ
χώρες όπως η Ολλανδία, η Σουηδία και η Ελβετία (συν τις κύριες χώρες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης) δείχνουν μια σημαντική αύξηση στο μερίδιο τους στα
ΣΔ
κόστη σε σύγκριση με τις άλλες αρχές εξαιτίας του επιπέδου των οικονομι
κών τους δραστηριοτήτων (όπως αυτές αντικατοπτρίζονται από το ΑΕΠ). Η
-Ο
τις υπόλοιπες αρχές. Αυτό οφείλεται στην κοινή επίδραση του χαμηλού ΑΕΠ
και των υψηλών εκπομπών θείου στον ορισμό της αρχής αυτής.
Τέλος, οι χώρες που δεν επιθυμούν να πληρώσουν τα αντίστοιχα κόστη
ΑΠ
Ε ρωτ ή σ ε ι ς
8.
στης λύσης.
1 0. Ποιες οι συνέπειες της φορολογικής επιβάρυνσης από την επιβολή ενός
ΑΠ
φόρου;
11. Ποια τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα από την επιβολή φορο
λογίας;
1 2. Ποια τα επιθυμητά χαρακτηριστικά ενός φορολογικού συστήματος;
13. Συζητήστε τη χρήση των επιδοτήσεων, των κανόνων υπαιτιότητας και των
συστημάτων εγγυοδοτικού αντιτίμου στην επίτευξη περιβαλλοντικών στό
χων.
1 4. Ποιοι οι τρόποι αρχικής κατανομής των εμπορεύσιμων αδειών;
1 S. Αναφέρετε κάποια από τα προγράμματα εμπορεύσιμων αδειών που έχουν
εφαρμοστεί διεθνώς.
Κε φάλαιο 7: Μέτρα περ ιβα λλοντι κ ή ς πολιτι κ ή ς 365
ΕΛ
ελέγχου για την επιλογή του κατάλληλου εργαλείου περιβαλλοντικής προ
στασίας.
ΣΔ
21. Δείξτε αλγεβρικά πότε ένας φόρος ανά μονάδα ρύπων εσωτερικεύει τις
εξωτερικότητες που προκαλεί η ρύπανση του περιβάλλοντος.
-Ο
24. Συγκρίνετε τις επιπτώσεις από τη χρήση ρυθμίσεων σχεδιασμού και απόδο
σης στις επιχειρήσεις.
ΟΙ ΚΟΝΟΜΙ ΚΗ ΑΙΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΠΕΡΙΒΑλλΟΝΤΟΣ
ΕΛ
απαιτεί τη μεγιστοποίηση του καθαρού οφέλους από τη βελτίωση της περιβαλ
λοντικής ποιότητας. Η απόφαση για την κατανομή του περιβάλλοντος μεταξύ
της χρήσης του και της συνεπαγόμενης σχετικής υποβάθμισής (όχλησής) του
ΣΔ
αλλά και της προστασίας του είναι σημαντική. Η χρήση των φυσικών πόρων για
την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών συνεισφέρει σημαντικά στην κοινωνική
-Ο
ευημερία καλύπτοντας τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Ταυτόχρονα η ευη
μερία της κοινωνίας αυξάνεται και από την προστασία και τη δημιουργία ενός
«καθαρού» περιβάλλοντος, κάνοντας την ορθή κατανομή μεταξύ χρήσης-όχλη
ΚΥ
ΕΛ
Πριν δούμε αναλυτικά τις διαθέσιμες μεθόδους αποτίμησης του περιβάλλο
ντος, ας εξετάσουμε τις διάφορες κατηγορίες ευημερίας των περιβαλλοντικών
αγαθών.
ΣΔ
8.1 Ο ι κατη γο ρ ί ες των περιβ αλλ ο ντικ ώ ν α ξ ι ών
-Ο
ΕΛ
γία του οικοσυστήματος, το οποίο υποστηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη ή ό,τι
έμμεσα χρησιμοποιεί ο άνθρωπος. Έμμεσες αξίες χρήσης αποτελούν η ρύθμιση
του κλίματος, η αποτροπή πλημμυρών, η προστασία των λεκανών απορροής, η
ΣΔ
απορρόφηση του άνθρακα, η τροφική αλυσίδα κ.λπ. Ως παράδειγμα, η άμεση1
χής και με τη χρήση του νερού είτε για αρδευτικούς σκοπούς είτε ως πόσιμο.
Τα έμμεσα οφέλη του ποταμού προέρχονται από τις οικολογικές λειτουργίες
που εξασφαλίζει, προσφέροντας λόγου χάριν ενδιαίτημα (habitat) για την άγρια
ΚΥ
1 Στην Ελλάδα, αν και η βιβλιογραφία σχετικά με την αποτίμηση των έμμεσων αξιών είναι περιορισμένη ,
έχουν γίνει κάποιες έρευνες που στοχεύουν στον καθορισμό του ρόλου των μεθοδολογιών της περιβαλ
λοντικής αποτίμησης και την ενημέρωση των υπευθύνων χάραξης πολιτικών. Η Kountouri et al. (2009)
ερευνούν την αξία της κατασκευής ενός αιολικού πάρκου χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της υποθετική ς
ΕΛ
( 1 974), για να εκτιμήσουν τα οφέλη που προέρχονται με καθυστέρηση στη λήψη
απόφασης, όταν υπάρχει αβεβαιότητα για τα οφέλη που μπορεί να προκύψουν
από εναλλακτικές επιλογές. Σ ' αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημανθεί ότι η
ΣΔ
οιονεί δυνητική αξία δε θα πρέπει να συνυπολογίζεται με τη δυνητική αξία, γιατί
εμπεριέχει διαφορετικές έννοιες της οικονομικής αξίας.
-Ο
μάζουν τις μη-χρηστικές αξίες ως παθητικές αξίες χρήσης (Passίve - Use Values)
ή αξίες διατήρησης (preservatίon). Είναι αξίες που αποδίδουν οι άνθρωποι σε
ΑΠ
του (Holmes και Randall, l 995). Στη βιβλιογραφία οι αξίες μη χρήσης διακρί
νονται σε αξίες ύπαρξης (Exίstence Values) και σε αξίες μεταβίβασης (Bequest
Values) (Pearce και Moran 1 994, King και Mazzotta 2003, Mathis et al. 2003) .
Αναφορικά με τα υδάτινα οικοσυστήματα και τις μη-χρηστικές τους αξίες, αυτές
αναφέρονται στις μη- εργαλειακές αξίες και δε σχετίζονται με τη χρήση τους.
Αξία εγγενής και αξία ύπαρξης (intrinsic ή existence values). Οι αξίες
αυτές αφορούν την απαραίτητη διατήρηση ειδών στην αλυσίδα του οικοσυ
στήματος. Και αυτές οι αξίες αφορούν το κοινωνικό όφελος. Ίσως κάποια
υπό εξαφάνιση είδη, όπως η λευκή πολική αρκούδα, να μην τα δούμε ποτέ
όμως θα επιθυμούσαμε τη διατήρησή τους στο οικοσύστημα.
Η αξία ύπαρξης μπορεί να συνδεθεί απλά και με τη βιολογική αξία ενός
περιβαλλοντικού αγαθού δίνοντας την εσωτερική ή ουσιαστική αξία του, η οποία
είναι σημαντικότατη. Ενώ η αξία ύπαρξης είναι η μέτρηση της ευημερίας ενός
ΕΛ
ατόμου και κατ' επέκταση της κοινωνίας από την ύπαρξη του περιβαλλοντικού
αγαθού, η εσωτερική αξία αναφέρεται στην αξία ύπαρξης λόγω της βιολογικής
ΣΔ
σημασίας στην υποστήριξη της βιοποικιλότητας του οικοσυστήματος και των
διαφόρων βιολογικών δραστηριοτήτων των οποίων αποτελεί αναπόσπαστο τμή
μα. Άρα, ενώ κάποιος μπορεί να δώσει μηδενική εσωτερική αξία σε μια ενδεχό
-Ο
μενη ερευνητική προσπάθεια π.χ. ύπαρξης ενός είδους καρχαρία στον Ατλαντι
κό ή στη Μεσόγειο η παρουσία του είναι απαραίτητη τόσο για το οικοσύστημα
όσο και για τη συνολική τροφική αλυσίδα.
ΚΥ
χρήση (Heπiges et al. 2000, Alberini et al. 2002, Beaumont και Tinch 2003,
Κnoder 2002). Η θεωρητική βάση της αξίας ύπαρξης μπορεί να γίνει εύκολα
κατανοητή, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι πλήθος ανθρώπων συμμετέχουν σε
εκστρατείες για την προστασία και τη διατήρηση του περιβάλλοντος, ακόμα και
αν ζουν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το αντικείμενο της εκστρατείας.
Όλοι αυτοί μπορεί να είναι «υποκατάστατοι» (νicariously) καταναλωτές μέσα
από περιοδικά, προγράμματα τηλεόρασης, κ.λπ. Αυτή η «υποκατάστατη» ζήτη
ση όμως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως το ουσιαστικό αίτιο εξήγησης αυτών των
εκστρατειών. Οι εν λόγω εκστρατείες περιέχουν αναντίρρητα μια αναγνώριση
της αξίας ύπαρξης του περιβάλλοντος (Pearce και Turner 1 990, Georgiou et al.
1 997).
Η ερμηνεία της αξίας ύπαρξης δεν μπορεί να γίνει με καθαρά οικονομικά
κριτήρια, αλλά απαιτεί συνδυασμό της Οικονομικής Θεωρίας και της Οικονομι
κής Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος. Δεν είναι σαφή τα κίνητρα που οδη-
Κεφάλα ιο 8: Οικονομικ ή Αξιολόγηση Περ ιβάλλοντος 3 73
γούν τους ανθρώπους να προσδίδουν στα αγαθά αξία ύπαρξης. Υπάρχει βέβαια
ένας αριθμός προτεινόμενων κινήτρων από τους οικονομολόγους, ορισμένα εκ
των οποίων εμπεριέχουν μια μορφή αλτρουισμού και ενδιαφέροντος για τους
άλλους ανθρώπους ή για μη ανθρώπινες οντότητες. Τα βασικότερα εξ αυτών,
σύμφ ωνα με τους Pearce και Turner ( 1 990) είναι τα ακόλουθα:
• Κίνητρα μεταβίβασης. Αυτά σχετίζονται με την προθυμία του ανθρώ
που να μεταβιβάσει το φυσικό περιβάλλον στις επόμενες γενιές. Η
μεταβίβαση αυτή δίνει στον άνθρωπο την ικανοποίηση της ύπαρξης
του περιβάλλοντος για τις γενιές αυτές. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να
αποκλείσει τη χρήση του κληροδοτήματος απ' αυτές. Κατά συνέπεια,
δε μιλάμε πια για αξία μη χρήσης, αλλά για χρήση του περιβάλλοντος,
έστω και μελλοντικά και από άλλες γενιές.
• Κίνητρα δωρεών. Αποδέκτες των δώρων συνήθως είναι οικεία μας άτο
ΕΛ
μα (φίλοι, συγγενείς), τα οποία κάνουν συνήθως χρήση αυτών. Συνε
πώς, και πάλι κάνουμε λόγο για αξία χρήσης και όχι για μη-χρηστική
ΣΔ
αξία.
• Κίνητρα συμπάθειας για τους ανθρώπους, τα ζώα και τη φύση. Αυτά
-Ο
ΕΛ
nomic Value) ενός περιβαλλοντικού πόρου ισούται με την άθροιση των αξιών
χρήσης (UV, Use Values) και μη χρήσης (NUV, Non-Use Values). Καθώς η αξία
ΣΔ
χρήσης δίνεται από την άμεση αξία χρήσης (DUV, Direct Use Value), την έμμε
ση αξία χρήσης (IUV, Indirect Use Value) και τις αξίες επιλογής και πιθανής
επιλογής (OV και QOV) έχουμε:
-Ο
1
Αξία Χρήσης
1
Μη-χρηστιι..1] αξία
Άμεση
ι ·---·---·- - - Γ·--·--··--·· · · · : -·· ·--·-·------ �
Έμμεση Δυνητική Αξία Πιθανής Αξία
ι � Αξία
Αξία Αξία Αξία Δυνητικής χρήσης Μεταβίβασης Ύπαρξης
στηρίζει ότι οι δυνητικές αξίες συνδέονται με την ενδεχόμενη χρήση και γι'
αυτόν το λόγο θα πρέπει να ταξινομούνται στην κατηγορία των αξιών χρήσης
(Kolstad, 2000).
Οι οικονομολόγοι με στόχο την εκτίμηση νομισματικών αξιών των περιβαλ
ΚΥ
Δηλωμένες
[ ���
bχι αγοραίες
Αγ Αναπληρωματικη
: (έ μμεση ) Αγο ρά ! Υποθετική :choice
Αγο ρά 1 Experiment !
ΕΛ
(CVM)
�--� ____l________.......,
11 Κόστος , !1
ΣΔ
Έμμεση
Μέθοδοι 1 Μέθοδος Π λεόνασμα 1 Τιμο λόγηση 1 Ταξ ιδιου !
Κόστους Αιτίου Παραγωγού ήl (Hedonic
-Ο
Από την άλλη πλευρά, η εκτίμηση της περιβαλλοντικής ζημίας ή του οφέ
ΑΠ
ΕΛ
μπορεί να προσεγγιστεί με τις μεθόδους της πρόθεσης πληρωμής (Willing
ness Το Pay, WTP) ή της πρόθεσης αποδοχής αποζημίωσης (Willingness Το
Accept, WTA). Η προθυμία πληρωμής είναι η βασική έννοια για την εκτίμη
ΣΔ
ση των εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων αγαθών. Παρά την έλλειψη μιας
αγοράς, η προθυμία πληρωμής μπορεί να αποκαλύπτει ως ένα βαθμό την αξία
-Ο
των υπό συζήτηση αγαθών μέσω της σχέσης ανταλλαγής μεταξύ χρημάτων και
ωφελειών που απολαμβάνονται από το αγαθό. Ομοίως, η προθυμία αποδοχής
αποζημίωσης για τη ζημία ή απώλεια που προκαλείται στα εκάστοτε αγαθά και
ΚΥ
υπηρεσίες είναι άλλη μια σημαντική έννοια. Ας δούμε τις έννοιες αυτές αναλυ
τικότερα.
ΑΠ
8. 2.1 .1 Π ρ ό θ ε ση πλ η ρω μ ή ς (WTP)
Με τη μέθοδο της πρόθεσης πληρωμής (WTP) τα άτομα δηλώνουν το ποσό που
προτίθενται να πληρώσουν για τη χρήση των υπό εξέταση περιβαλλοντικών αγα
θών και υπηρεσιών, αν θα υπήρχε μια αγορά. Η υποτιθέμενη αυτή αγορά δημι
ουργείται με τη βοήθεια ενός ερωτηματολογίου στο οποίο κάθε άτομο δηλώνει
το ποσό που είναι διατεθειμένο να πληρώσει για τη χρήση του περιβαλλοντικού
αγαθού ή υπηρεσίας σε διαφορετικές ποσότητες ή ποιότητες αυτού. Η δήλω
ση του ποσού χρήσης του περιβαλλοντικού αγαθού ή της υπηρεσίας μπορεί να
αφορά τη μορφή κάποιου ειδικού τέλους, φόρου ή εισιτηρίου εισόδου (π.χ. σε
ένα άλσος). Κάθε άτομο είτε δηλώνει το ποσό που προτίθεται να πληρώσει ή
του προτείνονται κάποια διαδοχικά χρηματικά ποσά και επιλέγει αυτό που θα
πλήρωνε ή προτείνεται κάποιο ποσό και απλά το αποδέχεται ή το απορρίπτει.
Με τη χρήση τυχαίων και αντιπροσωπευτικών δειγμάτων και με σωστά
δομημένα ερωτηματολόγια μπορούμε να εκτιμήσουμε τη συνολική αξία του
3 78 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΙΗΟΣ
ΕΛ
(8. 1)
Η παραγώγιση της σχέσης (8. 1 ) ως προς ένα περιβαλλοντικό αγαθό ή υπη
ΣΔ
ρεσία ΠΑ δείχνει την πρόθεση πληρωμής για μοναδιαίες μεταβολές του περι
βαλλοντικού αγαθού και μας δίνει την καμπύλη ζήτησης για το αγαθό αυτό.
Το εμβαδά της περιοχής μεταξύ της καμπύλης ζήτησης και των αξόνων δίνει
-Ο
την οικονομική αξία της ωφέλειας από το περιβαλλοντικό αγαθό ή την υπηρε
σία. Δηλαδή η σχέση (8. 1 ) μας δείχνει τη μεταβολή στην προθυμία πληρωμής
για δεδομένες μεταβολές του περιβαλλοντικού αγαθού. Πολλαπλασιάζοντας το
ΚΥ
μέσο όρο της WTP με τον αριθμό των ατόμων της υπό εξέταση κοινωνίας μας
δίνει μια προσέγγιση της οικονομικής αξίας του περιβαλλοντικού αγαθού ή της
ΑΠ
υπηρεσίας.
αντίστοιχο της WTP, καθώς η πρώτη αφορά την υποβάθμιση της υπάρχουσας
περιβαλλοντικής κατάστασης και η δεύτερη τη διατήρηση ή βελτίωση της υπάρ
χουσας κατάστασης.
Επίσης όσον αφορά τη WTP, το άτομο δηλώνει κάποιο ποσό ως συνάρτηση
του εισοδήματός του. Αυτό διαφοροποιείται σε περιπτώσεις αποζημιώσεων που
δε συναρτώνται με το διαθέσιμο εισόδημα. Το επίπεδο γνώσης και πληροφό
ρησης του ερωτηθέντα αναφορικά με τα βιολογικά, φυσικά και χημικά χαρα
κτηριστικά του περιβαλλοντικού αγαθού ή υπηρεσίας και την οικολογική του
συνεισφορά μπορεί να είναι ατελής ή περιορισμένη. Αν και τα ερωτηματολόγια
παρέχουν κάποιες σχετικές πληροφορίες, σίγουρα δεν αντικαθιστούν την προ
σωπική αντίληψη του ερωτηθέντα.
Τέλος, ένα σημαντικό πρόβλημα είναι αυτό του ελεύθερου χρήστη (free
rider), όπου η δήλωσή μας αναφορικά κυρίως με την πρόθεση πληρωμής επη
ρεάζεται από το γεγονός ότι στα δημόσια αγαθά λόγω της αδυναμίας αποκλει
ΕΛ
σμού γινόμαστε απρόθυμοι να δηλώσουμε το αληθές ποσό που προτιθέμεθα
να πληρώσουμε, αφού η δράση άλλων θα αποφέρει οφέλη σε όλους. Ομοίως,
ΣΔ
στην περίπτωση της αποδοχής αποζημίωσης για μια περιβαλλοντική υποβάθμι
ση ενδέχεται ίσως να αυξήσουμε το ποσό αποδοχής αποζημίωσης.
-Ο
Η μέθοδος του Κόστους Ταξιδιού είναι μία από τις μεθόδους αποκαλυφθεισών
προτιμήσεων και στηρίζεται στη θεωρία ζήτησης του καταναλωτή. Υποστηρίζει
ΑΠ
ότι η αξία που αποδίδεται από τους ανθρώπους σε μία περιοχή με περιβαλλοντι
κή αξία μπορεί να προσεγγιστεί και να υπολογιστεί από τα κόστη που αναλαμ
βάνουν με σκοπό να φθάσουν στην περιοχή αυτή.
Δηλαδή με τη μέθοδο αυτή συγκεντρώνουμε πληροφορίες από τους πολίτες
που χρησιμοποιούν το αγαθό ή την υπηρεσία (π.χ. επίσκεψη σε μια λίμνη ή σε
ένα δάσος). Η κεντρική ιδέα της μεθόδου είναι ότι το κόστος επίσκεψης ενός
συγκεκριμένου χώρου εκφράζει την επιθυμία να αγοράσουν (χρησιμοποιήσουν)
το περιβαλλοντικό αγαθό ή την υπηρεσία. Τα κόστη από τη χρήση των υπηρεσι
ών ενός περιβαλλοντικού αγαθού, συμπεριλαμβάνουν:
το κόστος ταξιδιού εκφρασμένο σε κόστος των καυσίμων,
την καταβολή χρηματικών ποσών για την είσοδο σε μία τοποθεσία ανα
ψυχής,
τα διάφορα επιτόπια έξοδα,
καθώς και το κόστος ευκαιρίας.
380 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Το συνολικό κόστος (�j) για κάθε άτομο i που επισκέπτεται μία δεδομένη
περιοχή <<j>> μπορεί να εκφραστεί ως (Hanley και Spash, 1 993):
(8.2)
Όπου για κάθε άτομο i (i 1 . . . η) που επισκέπτεται μία δεδομένη περιοχή
=
j, Dij είναι τα κόστη μεταφοράς για κάθε άτομο που είναι συνάρτηση της από
στασης που πρέπει να καλύψει το συγκεκριμένο άτομο και τα κόστη ανά χιλιό
μετρο ταξιδιού (κόστος καυσίμων ή εισιτηρίων λεωφορείων κ.λπ.). Tij είναι τα
κόστη χρόνου που περιλαμβάνουν το χρόνο για να φτάσει ο επισκέπτης στην
τοποθεσία και το χρόνο παραμονής του στην τοποθεσία. Τέλος, Ej είναι το ποσό
που καταβάλλεται από τους επισκέπτες κατά την είσοδό τους στην τοποθεσία
(entrance ticket).
Σ' αυτές τις μεταβλητές θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τις κοινωνικοοι
ΕΛ
κονομικές μεταβλητές που αφορούν τους επισκέπτες όπως η ηλικία, το εισό
δημα, το επίπεδο μόρφωσης, ο τόπος προέλευσης, τα στοιχεία του ταξιδιού
ΣΔ
που σχετίζονται με τα αίτια του ταξιδιού, τη συχνότητα, τη διάρκεια, το κόστος
ευκαιρίας και με την άντληση πληροφόρησης αναφορικά με τη διαθεσιμότητα
εναλλακτικών περιοχών επίσκεψης. Οι τελευταίες πληροφορίες θα μας προσ
-Ο
ζήτησης για την περιοχή ενδιαφέροντος ως λόγου χάριν τιμή επίσκεψης στην
περιοχή (κόστος ταξιδιού) και αριθμό επισκέψεων που έλαβαν χώρα στο συγκε
κριμένο προορισμό. Αυτό θα γίνει για κάθε επισκέπτη και μετά θα προχωρή
σουμε στην εξαγωγή της συνολικής αξίας αναψυχής της περιοχής ενδιαφέρο
ντος. Το σχήμα 8. 1 δίνει αυτή την καμπύλη ζήτησης. Όταν τα ταξιδιωτικά έξοδα
είναι Ki/ γίνονται Ν1 επισκέψεις, ενώ όταν είναι Ki/ γίνονται Ν2 επισκέψεις.
Στο σχήμα αναφερόμαστε στην περίπτωση των καμπυλών ζήτησης δύο ατόμων
και με την οριζόντια άθροιση των ατομικών καμπυλών D 1 και D2 εξάγουμε τη
συνολική καμπύλη ζήτησης (Dτ0ta1). Με τη συνολική καμπύλη ζήτησης δίνουμε
μια χρηματική αξία εκτίμησης της κοινωνίας για το περιβαλλοντικό αγαθό και
υπηρεσία.
Κεφάλα ιο 8: Οικονομικ ή Αξιολόγηση Π ερ ιβάλλοντος 381
Κόστος
Ταξιδιού
Dτotaι
Αριθμό ς Επισκέ ψεων
ΕΛ
Σχήμα 8 . 1 : Εξαγωγή συνολικής καμπύλης ζήτησης
ΣΔ
Υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι προσέγγισης ενός προβλήματος χρησιμο
ποιώντας τις διάφορες παραλλαγές της Μεθόδου Κόστους Ταξιδιού. Συγκεκρι
-Ο
μένα έχουμε:
Προσέγγιση χρησιμοποιώντας ζώνες2 στηριζόμενοι κυρίως σε δευτε
ρογενή στοιχεία και απλά δεδομένα που συλλέγονται από τους επισκέ
ΚΥ
πτες. Αυτή είναι μια πολύ απλή και οικονομική προσέγγιση που μπο
ρεί να εκτιμήσει τη συνολική αξία των υπηρεσιών αναψυχής κάποιας
ΑΠ
2 Η εφαρ μογή της συνήθως γίνεται, όταν έχουμε ένα μόνο ταξίδι στον υπό εκτίμηση φυσικό
πόρο .
3 82 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Φ'fΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Στην εφαρμογή της μεθόδου υποθέτουμε ότι τα άτομα επιλέγουν ένα ταξίδι
ΕΛ
για ένα και μοναδικό σκοπό, την επίσκεψη της συγκεκριμένης τοποθεσίας. Αν
ένα ταξίδι έχει περισσότερους από ένα σκοπούς, τότε η αξία της περιοχής υπε
ΣΔ
ρεκτιμάται. Στην περίπτωση αυτή είναι δύσκολο ή και αδύνατο να επιμερίσουμε
τις δαπάνες ταξιδιού ανάμεσα στους διάφορους σκοπούς.
Σημαντικό πρόβλημα αποτελεί η υπόθεση ότι το κόστος των καυσίμων για
-Ο
ψυχής που απολαμβάνονται μετά από ένα πολύωρο ταξίδι μετάβασης στο χώρο
ενδιαφέροντος. Άρα, το κόστος ευκαιρίας θα πρέπει να προστεθεί στο κόστος
ΑΠ
3Δείτε την ενότητα 2. 1 .2 στο Κεφάλαιο 2 και για περ ισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις
αρχές δειγματοληψίας δείτε Χάλκος (20 1 l a, Κεφάλαιο 5).
Κεφάλα ιο 8: Οικονομική Αξιολόγηση Περιβάλλοντος 383
4
Οι μελέτες περ ίπτωσης του Κεφαλαίου , παρατίθενται ως παραδείγματα εφαρμογής των με
θόδων αποτ ίμησης του περ ιβάλλοντος χωρ ίς κανένα σχολιασμό στον τρόπο εξαγωγής και την
αξιοπιστία των εξαχθέντων αποτ ελεσ μάτων και των χρησιμοπο ιού μενων οικονομετρικών και
στατιστικών μεθόδων.
3 84 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
Πίνακας 8 . 1 : Το υπόδειγμα ζωνών από την ανάλυση της μεθόδου κόστους ταξιδιού
ΣΔ
Α πόσταση από Α ριθμός Κ όστος
Πληθυσμός
επισκέψεων
Ζώνη την τοποθεσία (Ρ) τ διού
αξι
(km) (VR) (Taka)
-Ο
ΕΛ
η ετήσια Προθυμία Πληρωμής των καταναλωτών ισούται με 1 .288.60 1 .665
Taka. Η μέση προθυμία πληρωμής των επισκεπτών για τις ιδιότητες και τις
υπηρεσίες του ζωολογικού κήπου της πόλης Dhaka, σύμφωνα με τα στοιχεία
ΣΔ
του δείγματος χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος ευκαιρίας, ισούται με
267,91 Tk (περίπου 5,76 US $).
-Ο
Αριθμός Επισκέψεων
7000
ΚΥ
6000 \.
\
ΑΠ
5000
\
4000
3000
2000
1 000 -......
"
Ι
0 Obserνed
--...._
· ',
1 ',
ο :_-:- � -- σ lnνerse
1 00 200 300 400 500 600 700 800
Κόστη Ταξιδιού
Σχήμα 8 . 2 : Καμπύλη ζήτησης των επισκέψεων στο ζωολογικό κήπο της πόλης Dhaka
386 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
νομής του προϋπολογισμού και περιλαμβάνουν:
• Η κατανομή οικονομικών πόρων για τον εμπλουτισμού του ζωολο
ΣΔ
γικού κήπου με νέα είδη είναι ανεπαρκής, ενώ κατά το τρέχον πρό
γραμμα ανάπτυξης, έχουν διατεθεί μόνο 5,8 εκατομμύρια Taka. Ο
προϋπολογισμός για τις αναπτυξιακές δραστηριότητες είναι ανεπαρ
-Ο
κής.
• Οι συνθήκες διαβίωσης των ζώων δεν είναι ικανοποιητικές. Τα
κλουβιά που φιλοξενούν τα ζώα κρίθηκαν ακατάλληλα, η ποιότητα
ΚΥ
ΕΛ
μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση της τιμής της κατοικίας. Γενικά, η τιμή μιας
κατοικίας συσχετίζεται με τα χαρακτηριστικά της ίδιας της κατοικίας και της
ΣΔ
ιδιοκτησίας, τα χαρακτηριστικά της περιοχής, της γειτονιάς και τα περιβαλλο
ντικά χαρακτηριστικά. Κατά την εφαρμογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της
τιμής των διαμερισμάτων (Ρ) χρησιμοποιείται η συνάρτηση:
-Ο
(8.3)
όπου : Α; είναι τα δομικά χαρακτηριστικά (π.χ. μεγέθη των διαμερισμάτων),
ΚΥ
(8.4)
388 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Η σχέση αυτή δίνει την έμμεση τιμή και γραφικά την κλίση (πρώτη παράγω
γος της μεταβολής της τιμής από μια μοναδιαία μεταβολή στα περιβαλλοντικά
χαρακτηριστικά, dP/dE) της καμπύλης ζήτησης για διαφορετικά επίπεδα ποιό
τητας του περιβάλλοντος. Η καμπύλη αυτή είναι μια τυπικής μορφής καμπύλη
ζήτησης που δείχνει την (έμμεση) τιμή που προτίθεται να δαπανήσει κάποιος
για την αγορά της περιβαλλοντικής ποιότητας της περιοχής που βρίσκεται η
κατοικία. Δηλαδή, ένα σημείο πάνω στην καμπύλη δείχνει το ποσό που ξοδεύ
ει κάποιος για την αγορά μιας συγκεκριμένης κατοικίας βάσει της αντίστοιχη ς
συγκεκριμένης τιμής για την ποιότητα του περιβάλλοντος.
Όμως τα άτομα έχουν διαφορετικές προτιμήσεις αναφορικά με την ποιό
τητα του περιβάλλοντος, που επηρεάζονται από διάφορους άλλους κοινωνι
κοοικονομικούς παράγοντες, όπως το εισόδημα, το επίπεδο εκπαίδευσης, την
περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση, κ.ά. Αν δεν είχαμε αυτές τις διαφοροποιήσεις
η καμπύλη D θα ήταν η καμπύλη ζήτησης ενός ατόμου αναφορικά με την ποιό
τητα του περιβάλλοντος.
ΕΛ
ΣΔ
8 . 2 . 3 . 1 Π λ ε ονε κ τ ή ματα και με ιονε κ τ ή ματα της με θ όδ ο υ έ μμεσης
τιμολ όγ ηση ς
-Ο
Η μέθοδος αυτή είναι σχετικά απλή και εύκολα εφαρμόσιμη, καθώς βασίζεται
στις πραγματικές αγοραίες τιμές και σε μετρήσιμα στοιχεία. Υπάρχουν όμως
διάφοροι περιορισμοί και προβλήματα κατά τη διεξαγωγή μιας έρευνας στηρι
ΚΥ
ΕΛ
Μελέτη περίπτωσης 8 . 2
ΣΔ
Εφαρμογή της μεθόδου έμμεσης τιμολόγησης
στην εκτίμηση της περιβαλλοντικής α ξίας του αστικού δάσους
-Ο
αξία του αστικού δάσους της περιοχής Joensuu της Φινλανδίας. Το σύνο
λο των ωφελειών των αστικών δασών αντιπροσωπεύει τις εκτιμήσεις των
μη-χρηστικών αξιών, όπως τα οφέλη που προκύπτουν από το ευχάριστο
ΑΠ
τοπίο, τον καθαρό αέρα και την ησυχία, καθώς επίσης και τις ψυχαγωγικές
δραστηριότητες. Τα στοιχεία των πωλήσεων 1 .006 διαμερισμάτων συλλέ
χθηκαν στο Joensuu, μια πόλη 48.000 κατοίκων στη Βόρεια Carelia της
Φινλανδίας. Η πόλη είναι επίπεδη και περικλείεται από μία λίμνη και ένα
ποτάμι που διαπερνά το κέντρο της πόλης. Άλλο ένα χαρακτηριστικό της
περιοχής είναι το πυκνό δάσος, τα δέντρα μέσα στην πόλη και τα πολλά
πάρκα. Τα δεδομένα έχουν συλλεχθεί από διαμερίσματα με μέγιστο αριθμό
5 δωματίων.
Οι πληροφορίες σχετικά με τις τιμές της αγοράς και τα χαρακτηριστι
κά κατασκευής των διαμερισμάτων έχουν συλλεχθεί από επίσημα έγγραφα.
Τα περιβαλλοντικά στοιχεία και τα στοιχεία της τοποθεσίας μετρήθηκαν με
γνώμονα κάθε σπίτι. Για την προσέγγιση της αξίας των κατοικιών έγιναν οι
ΕΛ
Ως εξαρτημένη μεταβλητή ορίζεται η τιμή του διαμερίσματος ανά m2 •
Οι γραμμικές συναρτήσεις υπολογίζονται με την ανάλυση παλινδρόμησης.
ΣΔ
Άλλες ανεξάρτητες μεταβλητές που χρησιμοποιήθηκαν περιγράφουν τον
κυκλοφοριακό θόρυβο και τη ρύπανση. Το πρότυπο είδος σπιτιού που χρη
σιμοποιείται στο μοντέλο είναι ένα στούντιο με κεκλιμένη σκεπή. Η επίδρα
-Ο
ΕΛ
Π ίνακας 8 . 2 : Έμμεσες τιμές αποτίμησης της ΗΡΜ με εξαρτημένη μεταβλητή την τιμή ανά
m2 (σε παρενθέσεις οι τιμές t)
ΣΔ
Γραμμικό υπόδειγμα
Σταθερός όρος 399 1 . 7
-332,58 (-9,56)
-Ο
Σάουνα (ψευδομεταβλη τή )
Επίπεδη ο ροφή ( ψευδομεταβλητή ) - 1 1 6,92 (-4,8)
Απόσταση από το κέντρο τη ς πόλης ( 1 00 μ) - 1 58,42 (-7,32)
Απόσταση από σχολείο ( 1 00 μ) 42,97 (2,0 1 )
Απόσταση από άλλες υπη ρεσίες ( 1 00 μ) 72, 1 7 (2,45)
Απόσταση από πάρκα αναψυχής ( 1 00 μ) -4 1 ,78 (- 1 ,76)
Α πόσταση από δασικές περιοχές ( 1 00 μ) 47 1 ,46 (3,94)
Π ράσινοι χώ ροι (%) 7,36 (3,37)
Α πόσταση από ποτάμι ( 1 00 μέτρα) - 1 53,97 (-4,03)
Μέγεθος κατοικίας (τετ. μέτρα) 40,3 8 (2,03)
R1 0,664
6 Το φινλανδικό μάρκο (FIM) αντικαταστάθηκε από το € τον Ιανου άρ ιο του 1 999 με ισοτιμία
€1 =5,95573 FIM.
392 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡ!ΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
είναι επίσης πολύ σημαντικό στην αναγνώριση και βελτίωση των μεταβλη
τών στις συναρτήσεις έμμεσης τιμολόγησης. Η μελέτη συμπεραίνει πως το
ΣΔ
αποτέλεσμα των αστικών δασών στις τιμές ιδιοκτησίας είναι περισσότερο
μη-γραμμικό παρά γραμμικό. Τα κοντινά δάση μπορεί να μειώνουν τις τιμές
των σπιτιών, όταν βρίσκονται υπερβολικά κοντά και το αυξανόμενο αποτέ
-Ο
λεσμα στις τιμές εξαρτάται από την απόσταση, το μέγεθος και την ποιότητά
τους. Τα πιο κοντινά μικρά σε έκταση δασικά πάρκα υποτίθεται ότι έχουν
θετική επίδραση στις τιμές των κατοικιών, όπως και οι πιο μακρινές μεγά
ΚΥ
χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των συνολικών ωφελειών στα οποία συμπερι
λαμβάνονται ταυτόχρονα οι αξίες χρήσης και οι μη-χρηστικές αξίες.
Η μέθοδος αυτή βασίζεται κυ ρίως σε έρευνα μέσω ερωτηματολογίων με τα
οποία εκμαιεύοvται οι προτιμήσεις των ατόμων που συμμετέχουν. Οι ερωτή
σεις κλιμακώνονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να φανερώνουν άμεσα και έμμεσα
τη νομισματική αξία του υπό εξέταση αγαθού. Οι άμεσες ερωτήσεις είναι της
μο ρφής «Τι ποσό προτίθεστε να πληρώσετε;» ή «Είστε πρόθυμος να πληρώσε
τε ένα ποσό Χ;», ενώ η έμμεση προσέγγιση εκμαίευσης των προτιμήσεων των
ερωτηθέντων γίνεται διαμέσου ταξινόμησης εναλλακτικών επιλογών από μια
σειρά χαρακτηριστικών (Pearce και Ozdemiroglu, 2002). Με την προσέγγιση
των δηλωμένων προτιμήσεων δημιουργείται (προσομοιάζεται) μια υποθετική
αγορά για τη ζήτηση των μη εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών του οικοσυ
στήματος.
Το θεωρητικό υπόβαθρο της μεθόδου αυτής στηρίζεται στη θεωρία της
ΕΛ
τυχαίας χρησιμότητας (Random Utίlίty Theory) (Thurstone, 1 927 και McFadden,
1 974). Στα πλαίσια της θεωρίας αυτής, η έμμεση χρησιμότητα Uij των εναλλα
ΣΔ
κτικών επιλογών των i συμμετεχόντων στην έρευνα μπορεί να εκφραστεί από
ένα παρατηρημένο (Vij ) και ένα τυχαίο τμήμα ( εij ), το οποίο εκφράζει την αβε
-Ο
βαιότητα, ως:
(8.5)
ΚΥ
καλούνται να επιλέξουν την καλύτερη γι' αυτούς επιλογή ανάμεσα από διάφο
ρες εναλλακτικές σε σειρά επιλογές. Οι εκτιμήσεις των υποδειγμάτων βασίζο
νται στις διαφορές της χρησιμότητας μεταξύ των εναλλακτικών επιλογών.
Η μέθοδος των δηλωμένων προτιμήσεων μπορεί να διαχωριστεί σε επιμέ
ρους κατηγορίες προσεγγίσεων όπως η μέθοδος της υποθετικής αγοράς ή της
εξαρτημένης αποτίμησης (Contingent Valuation method) και η μέθοδος της δια
μόρφωσης επιλογών (Choice Modeling). Η σύγκριση των μεθόδων των δηλω
μένων προτιμήσεων (stated preference methods) στηρίζεται στην εξέταση της
εγκυρότητας και της αξιοπιστίας. Η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων αναφέρε
ται στην ακρίβειά τους, ενώ η αξιοπιστία στη συνοχή και στη δυνατότητα ανα
παραγωγής των αποτελεσμάτων (Kealy et al., 1 990). Σχετικά με την εγκυρότητα
μπορεί να διαχωριστεί σε εγκυρότητα αναφορικά με το περιεχόμενο, τη δομή
και το κριτήριο.
394 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
στο βαθμό που η θεωρητική δομή της μεθόδου της υποθετικής αγοράς εκτιμά
την πραγματική οικονομική αξία που δηλώνουν οι συμμετέχοντες στην έρευνα
ΣΔ
(Freeman, 1 993 ). Η εγκυρότητα δομής μπορεί να διαχωριστεί σε δύο περαιτέ
ρω κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αφορά τη συγκλίνουσα εγκυρότητα ( con
νergent validity) σύμφωνα με την οποία συγκρίνονται οι εκτιμήσεις με άλλες
-Ο
7Το Hicksian πλεόνασ μα αποτελεί την ισοδύναμη μεταβολή λόγω της αλλαγής του καθεστώτος
π ρ οχής ενός δη μόσιου αγαθού.
α
Κεφάλαιο 8: Ο ι κονομ ι κ ή Αξιολόγηση Περι βάλλοντος 395
ΕΛ
Η μέθοδος της εξαρτημένης αποτίμησης εφαρμόζεται, όταν δεν υπάρχει
πραγματική αγορά. Η αποτίμηση λοιπόν της αξίας των περιβαλλοντικών αγαθών
γίνεται μέσω δημιουργίας μιας υποθετικής αγοράς στην οποία διαπραγματεύο
ΣΔ
νται τα υπό εξέταση αγαθά. Τα άτομα παρακινούνται να εκφράσουν το μέτρο
της ευημερίας που απολαμβάνουν από τα αγαθά αυτά. Με άλλα λόγια, ζητείται
-Ο
σης αλλά και πιο δύσκολη στις υποθέσεις που την οριοθετούν. Αυτό οφείλεται
στο γεγονός ότι η βασιιcή υπόθεση της μεθόδου είναι ότι η άθροιση των ποσών
ΑΠ
8 Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή της μεθόδου στην περίπτωση των
θαλάσσιων και παράκτιων οικοσυστημάτων δείτε Halkos και Galani (20 1 2) http://ideas.repec .
org/p/ pra/mprapa/42 1 83 .html
Κεφάλα ιο 8: Ο ι κονομ ι κ ή Αξιολόγηση Περιβάλλοντος 397
Μελέτη περίπτωσης 8 . 3
ποτε χρήση.
Σενάριο 2: Βελτίωση της ποιότητας σε επίπεδα που να επιτρέπεται και το
ψάρεμα.
ΚΥ
ΕΛ
ζοντας τη μέση τιμή με τον αριθμό των νοικοκυριών που θεωρείται ότι επη
ρεάζονται από τη βελτίωση. Αυτό το όφελος μπορεί να συγκριθεί με το μέσο
κόστος επίτευξης μιας τέτοιας ποιοτικής βελτίωσης, για να αποφασίσουμε
ΣΔ
αν θα προβούμε σε μια τέτοια ενέργεια. Όπως αναμενόταν σε κάθε επίπεδο
ποιότητας, η προθυμία πληρωμής της ομάδας των χρηστών υπερβαίνει αυτή
-Ο
των μη χρηστών.
Τιμή $
(ποσό WTP)
ΚΥ
ΑΠ
20
10
ο
1 2 3 Π ο ιότ ητα Νε ρο ύ
(Αριθμ ό ς Σεναρίο υ)
Σχήμα 8 . 3 : Εξαχθείσα καμπύλη ζήτησης Βάσει των υιοθετημένων σεναρίων
Κε φάλα ιο 8: Οικονομ ι κ ή Αξι ολόγηση Π ερ ιβάλλοντος 399
ΕΛ
Για μεγαλύτερη εγκυρότητα στην αποτίμηση των μη-χρηστικών αξιών είναι
απαραίτητο οι ερωτώμενοι να έχουν πλήρη κατανόηση του προς εξέταση προ
ΣΔ
βλήματος. Οι Ramajo-Hemandez και del Saz-Salazar (20 1 2) χρησιμοποίησαν
τη μέθοδο της έμμεσης τιμολόγησης (CVM) για τη μελέτη της Οδηγίας Πλαίσιο
για τα Νερά (European Water Framework Directiνe, WFD) σε επίπεδο λεκά
-Ο
νης απορροής του ποταμού Guadiana στην Ισπανία9 και με σκοπό την αξιολό
γηση της κατάστασης των υδάτων και το σχεδιασμό δράσεων. Για να κάνουν
πιο κατανοητή την προτεινόμενη αλλαγή στην ποιότητα των υδάτων, πριν και
ΚΥ
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
Μελέτη περίπτωσης 8 . 4
σμών στόχων της έρευνας, οδήγησε στην επιλογή των δειγμάτων σύμφωνα
με τις αρχές της δειγματοληψίας κατά συστάδες (Cluster sampling). Η έρευ
να διεξήχθη με προσωπικές συνεντεύξεις και με τη βοήθεια ερωτηματολο
γίων που κατασκευάστηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες της Εθνικής Υπηρεσίας
Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ panel). Οι ερωτήσεις ήταν σχετικές με
τις λειτουργίες (αξίες χρήσης και μη χρήσης) των περιοχών έρευνας και της
σχέσης που υπάρχει μεταξύ των λειτουργιών και των υπηρεσιών των διαφο
ρετικών κατηγοριών των περιβαλλοντικών αξιών.
Η παραγοντική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο για τη μείωση
του μεγάλου αριθμού των θεμάτων σε ένα πολύ μικρότερο αριθμό παραγό
ντων, οι οποίοι θα αντιπροσώπευαν τα είδη των αξιών που οι πολίτες ανα
γνωρίζουν και αποδίδουν στις περιοχές έρευνας. Σύμφωνα με τα αποτελέ
σματα της παραγοντικής ανάλυσης στη Λίμνη Πλαστήρα οι ερωτώμενοι δεν
ΕΛ
ήταν σε θέση να διακρίνουν σαφώς τις έξι κατηγορίες των περιβαλλοντι
κών αξιών. Οι περιβαλλοντικές αξίες που αποδόθηκαν στη λίμνη Πλαστήρα
ΣΔ
καθορίστηκαν από χαρακτηριστικά της περιοχής και από τους λόγους για
τους οποίους η λίμνη δημιουργήθηκε. Οι τέσσερις παράγοντες (περιβαλ
λοντικές αξίες) που εξήχθησαν από την παραγοντική ανάλυση (χρήση των
-Ο
υδάτων της λίμνης, παραγωγικές αξίες, αξίες χλωρίδας και πανίδας και οιο
νεί δυνητικές αξίες της λίμνης) αντιπροσωπεύουν τον τρόπο που οι πολίτες
ιεραρχούν τις διάφορες υπηρεσίες που παρέχονται από τη λίμνη. Η υψηλή
ΚΥ
θέση που έχουν στη συνείδηση των πολιτών οι λειτουργίες που προέρχονται
από τη χρήση των υδάτων της λίμνης πιθανόν να συνδέονται με τους λόγους
κατασκευής της λίμνης.
ΑΠ
ΕΛ
θα συνεπάγονταν την καταβολή ενός εφάπαξ χρηματικού ποσού. Η δομή
της υποθετικής αγοράς περιελάμβανε μια σύντομη περιγραφή των μέτρων
ΣΔ
που υποθετικά θα πρέπει να ληφθούν, καθώς και το μέσο και τις συνθήκες
πληρωμής που απαιτεί η συμμετοχή των ερωτώμενων στο πλαίσιο ενός υπο
θετικού προγράμματος προστασίας της περιοχής.
-Ο
1 έως 6 1 € (με βήμα 3€) στον Πηνειό ποταμό. Για τα άτομα που δε δέχθηκαν
να συμμετάσχουν στο παραπάνω πρόγραμμα με την καταβολή ενός χρη
ματικού ποσού, στο ερωτηματολόγιο συμπεριλήφθηκε ερώτηση που σκοπό
είχε τη διερεύνηση των λόγων που τους οδήγησαν σ' αυτή τη συμπεριφορά.
Οι λόγοι άρνησης καταβολής ενός χρηματικού ποσού ήταν ότι η προστασία
του περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας, ότι ήδη πληρώνουν
πολλά για την προστασία του περιβάλλοντος μέσα από άλλους τρόπους
(φορολογία), ότι αποτελεί δημόσιο αγαθό, υπάρχει απουσία εμπιστοσύνης,
δεν περισσεύουν χρήματα γι' αυτό το σκοπό και ότι δεν πιστεύουν ότι μια
τέτοια προσπάθεια θα λειτουργήσει.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας γίνεται φανερό ότι εκτιμήσεις των
μεταβλητών που επηρεάζουν την προθυμία πληρωμής διαφοροποιούνται
Ι ανάλογα με την παρουσία ή όχι των απαντήσεων διαμαρτυρίας στο υπόδειγ-
Κε φάλαιο 8: Οικονομικ ή Αξιολόγηση Π ερ ιβάλλοντος 40 3
μα. Στην περίπτωση της λίμνης Πλαστήρα και σε μία δευτεροβάθμια εξειδί
κευση ως προς το εισόδημα βρέθηκε ένα σημείο καμπής στο οποίο οι ερω
τώμενοι μεταβάλλουν την προθυμία πληρωμής τους ύψους € 1 2.830 (Σχήμα
8.4). Επιπλέον, η προθυμία πληρωμής των πολιτών εξαρτάται από διάφορα
κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά (όπως το εισόδημα, η προέλευση των
πολιτών, η μόρφωση κ.ά.) αλλά και από παράγοντες που συνδέονται με τις
απόψεις των πολιτών για τη σημασία της περιοχής και το ρόλο που παίζει
στην ποιότητα της ζωής τους και την οικολογική ισορροπία.
-0.2
-0.3
-0.4
ΕΛ
.. -0.5
..
..
::J
.._,
..
>
.,
τι
u:: ..7
ΣΔ
....
.._,
-Ο
-1
ο 0.5 1.5
h:ome
ΚΥ
θυμία πληρωμής των πολιτών για την προστασία του ποταμού ανέρχεται
στα €33,78 € ετησίως. Το γινόμενο του ποσού με τον αριθμό (νοικοκυριά)
των επισκεπτών στην περιοχή μας δίνει τη συνολική οικονομική αξία της
προστασίας του Πηνειού ποταμού. Τα αποτελέσματα της έρευνας δίνουν
σημαντικές απαντήσεις για τους παράγοντες που επηρεάζουν την απόδοση
οικονομικής αξίας στην προστασία της περιοχής. Σύμφωνα με τα αποτελέ
σματα της έρευνας η προθυμία πληρωμής των πολιτών για την προστασία
του Πηνειού ποταμού επηρεάζεται από την προέλευση των ερωτώμενων, το
εισόδημά τους, το επίπεδο μόρφωσής τους και την οικολογική τους συμπε
ριφορά. Οι κάτοικοι της περιοχής είναι περισσότερο πρόθυμοι να καταβάλ
λουν ένα χρηματικό ποσό για την προστασία του. Σημαντικό είναι επίσης
και το ότι η έρευνα συνέδεσε την προθυμία πληρωμής των πολιτών για την
προστασία της περιοχής με τα λειτουργικά οφέλη που παρέχει η περιοχή σε
αυτούς.
404 ΟΙΚΟΝΟΜ ΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
8.2.4.2.1 Μέθοδος του Π ειράματος Επιλογής (Choice Experi ment Method, CEM)
Η μέθοδος του πειράματος επιλογής ή αλλιώς πείραμα βασιζόμενο στα χαρα
κτηριστικά (attribute-based experiment) παρέχει στους ερωτηθέντες επιλογές,
οι οποίες εναλλάσσονται με βάση τη μεταβολή των χαρακτηριστικών. Οι συμ
μετέχοντες στην έρευνα καλούνται τέλος να επιλέξουν την ελκυστικότερη γι'
αυτούς επιλογή. Οι επιλογές συνήθως περιλαμβάνουν την υφιστάμενη κατάστα
ση (baseline scenario) του εξεταζόμενου αγαθού. Βασικό χαρακτηριστικό, όπως
και στη μέθοδο CVM, είναι ότι εκμαιεύεται η συνολική αξία του υπό εξέταση
αγαθού που περιλαμβάνει την αξία χρήσης και τη μη-χρηστική αξία.
Ο σχεδιασμός της μεθόδου αυτής πρέπει να είναι προσεκτικός και να κινεί
ται στο πλαίσιο συγκεκριμένων βημάτων (Champ et al., 2003) όπως τα ακόλου
θα:
Κεφάλα ιο 8: Οικονομικ ή Αξιολόγηση Περ ιβάλλοντος 405
ΕΛ
συμπεριληφθούν στην ανάλυση. Σημείο εκκίνησης αποτελεί η εξέταση των
χαρακτηριστικών και των επιπέδων που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγού
μενες έρευνες. Επόμενο βασικό βήμα είναι η επιλογή των χαρακτηριστικών που
ΣΔ
εξαρτάται από την επιρροή που ασκούν στις επιλογές των ερωτηθέντων αλλά
και από την αλληλεπίδραση μεταξύ των χαρακτηριστικών.
-Ο
ΕΛ
η εξισορρόπηση χρησιμότητας (utility balance).
Αναλυτικά, η ορθογωνικότητα σημαίνει ότι τα επίπεδα των χαρακτηρι
ΣΔ
στικών εμφανίζονται με την ίδια συχνότητα με κάθε επίπεδο των υπόλοιπων
χαρακτηριστικών. Όσον αφορά την ισορροπία των επιπέδων και των στοιχείων
αναφέρονται στην ίση συχνότητα εμφάνισης των επιπέδων και των στοιχείων
-Ο
χρησιμότητα που απορρέει από κάθε εναλλακτική επιλογή (Viney et al. 2005
και Ferrini και Scarpa 2007).
Ο μη αποτελεσματικός εμπειρικός σχεδιασμός δεν αντλεί όλη την πληροφό
ΑΠ
10 Η
περιγραφή της μεταβλητότητας ορισμένων τιμών από μια μέση τιμή αντιπροσωπεύει τη
δι σπορά των τιμών αυτών κ αι μετρ ιέται πιο συχνά με τη διακύ μανση (ή την τυπική απόκλιση).
α
Τα στοιχεία της κύριας διαγωνίου της μήτρας (πίνακα) διακυ μάνσεων-συνδιακυ μάνσεων δίνουν
τις διακυ μάνσεις και τα στοιχεία εκτός της κυ ρίας διαγωνίου τις συνδιακυ μάνσεις (που αφορούν
το συ σχετισμό δύο μεταβλητών). Για λεπτομέρειες δείτε Χάλκος (20 1 l a, b).
Κεφάλαιο 8: Οικονομικ ή Αξιολόγηση Περιβάλλοντος 407
ΕΛ
συμμετέχοντες να διαβάσουν την έρευνα δυνατά, προσέγγιση, η οποία έχει
χρησιμοποιηθεί κατά την εφαρμογή της μεθόδου της εξαρτημένης αποτίμησης
ΣΔ
(CVM) (Alpizar et al., 2003). Από την άλλη πλευρά η πολυδιάστατη αυτή ανά
λυση, βοηθά τους ερευνητές να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο οι συμμε
τέχοντες αξιολογούν το αγαθό. Επίσης παρέχεται η δυνατότητα να εξεταστεί η
-Ο
κατατάξουν την προτίμησή τους από την περισσότερο στη λιγότερο επιθυμητή
επιλογή. Η δήλωση της προτίμησής τους σχετίζεται με μια σειρά χαρακτηριστι
κών των περιβαλλοντικών αγαθών που διατίθενται σε διαφορετικά επίπεδα και
οι απαντήσεις τους αναλύονται από στατιστικά υποδείγματα.
Σύμφωνα με τους Pearce και Ozdemirδglu (2002), οι μέθοδοι της εξαρτημέ
νης ταξινόμησης και της υποθετικής βαθμολόγησης (που ακολουθεί) παρέχουν
εκτιμήσεις αξιών που είναι συνεπείς με τη θεωρία της κοινωνικής ευημερίας. Σε
όρους οικονομικών της κοινωνικής ευημερίας θα πρέπει να παρουσιάζεται το
σενάριο της υφιστάμενης κατάστασης (status quo) για την αποφυγή της πιθανής
επιλογής εναλλακτικών σεναρίων που πιθανόν να μην είναι επιθυμητά.
Θεωρητική θεμελίωση για τα υποδείγματα της εξαρτημένης ταξινόμησης
αποτελεί η θεωρία της τυχαίας χρησιμότητας (random utility theory). Η μορφή
των ερωτήσεων της συγκεκριμένης μεθόδου επιτρέπει την ταξινόμηση μιας σει
ράς επιλογών {j, k,l, . . . J}. Το πρόβλημα της ταξινόμησης μπορεί να υποδειγ-
.
408 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Ένα από τα πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής είναι ότι παρέχει πληρο
φορίες των διαφορετικών χαρακτηριστικών που περιγράφουν το μη εμπορεύ
σιμο αγαθό. Καθώς οι εναλλακτικές πολιτικές βασίζονται στη μεταβολή των
επιπέδων των χαρακτηριστικών, η ιδιότητα αυτή αποδεικνύεται πολύ χρήσιμη
ως προς τις προτεινόμενες για εφαρμογή εναλλακτικές πολιτικές σε επίπεδο
χαρακτηριστικών (Hanley et al. 1 998). Από στατιστικής πλευράς, οι πληροφο
ρίες που παρέχει η μέθοδος αυτή, οδηγούν στη δημιουργία στενότερων δια
ΕΛ
στημάτων εμπιστοσύνης γύρω από τις εκτιμήσεις των παραμέτρων (MacKenzie
1 993, Hanley et al. 200 1 , Holrnes και Adamowicz 2003, Merino-Castello 2003,
ΣΔ
Alriksson και Oberg 2008).
Από πλευράς κόστους της έρευνας, φαίνεται να μειώνεται, καθώς λόγω των
πληροφοριών που εκμαιεύονται η έρευνα μπορεί να πραγματοποιηθεί με μικρό
-Ο
et al. 2006).
Ο σχεδιασμός της μεθόδου της εξαρτημένης ταξινόμησης προϋποθέτει διά
φορα στάδια. Αρχικά πρέπει να εντοπιστεί το πεδίο έρευνας, τα χαρακτηριστικά
ΑΠ
8.2.4. 2.3 Μέθοδος Υποθ ετικής Βαθμολόγησης (Contingent Rating Method, CRM)
Η μέθοδο ς της υποθετικής βαθμολόγησης είναι μια παραλλαγή της μεθόδου
CVM, κατά την οποία οι ερωτηθέντες καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα από
11 Δηλαδή η πιθανότη τα η επιλογή j να ταξινομείται Ι η, η επιλογή k να ταξινομείται 2η, . . . ., η
επιλογή J να ταξινομείται τελευτ αία δίνεται από τον πολλαπλασιασμό των δεσμευμένων πιθα
νοτήτων η επιλογή j να ταξινομείται 1 η δ οθέντων των j, k, 1,. . . . , J, η επιλογή k να ταξινομείται
2η δοθέντων των k, 1, . . . , J), κ.λπ. Για λεπτομέρ ειες δείτε Χάλκος (20 1 l a).
.
Κεφάλαιο 8 : Οικονομικ ή Αξιολόγηση Περιβάλλοντος 409
ΕΛ
αντιπροσωπεύει την ίδια χρησιμότητα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους. Επι
πλέον, είναι σύνηθες να μη λαμβάνεται υπόψη ο εισοδηματικός περιορισμός,
ΣΔ
με αποτέλεσμα την εξαγωγή μεροληπτικών αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα,
κάποιοι από τους ερωτώμενους μπορεί να δηλώσουν μια επιλογή, η οποία είναι
μεγαλύτερη από τον εισοδηματικό τους περιορισμό (Alvarez-Farizo και Hanley,
-Ο
2002).
Βασικά βήματα για τη διεξαγωγή της μεθόδου αποτελούν (Cuccia και Cel-
lini, 2007):
ΚΥ
8.2.4.2.4 Μέθοδος Σύγκρισης κατά Ζεύγη (Paired Compa rison Method, PCM)
Η μέθοδος της σύγκρισης κατά ζεύγη (paίred comparίson) είναι υποκατηγορία
της μεθόδου εκτίμησης πολλαπλών αγαθών (multiple good valuation method).
Βασικά βήματα για την εφαρμογή της μεθόδου αυτής είναι η εύρεση των υπό
εξέταση αντικειμένων και η διάσταση που θα χρησιμοποιηθεί με την οποία
θα παρατίθενται στους ερωτηθέντες οι επιλογές. Σημαντικό βήμα αποτελεί
επίσης και η επιλογή του δείγματος. Επιπλέον, θα πρέπει να διευκρινιστεί το
εργαλείο της παρουσίασης των ζευγών, ενώ στο τέλος έχουμε την ανάλυση των
δεδομένων και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων. Ο τρόπος που καλούνται οι
ερωτηθέντες να δηλώσουν την προτίμηση είναι μέσω μιας διχοτομικής επιλογής
41 Q ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑλλΟΝΤΟΣ
ΕΛ
μπορεί είναι πραγματικά ή υποθετικά και μπορεί να αφορούν ποσοτικά ή ποιο
τικά χαρακτηριστικά ή ιδιότητες (Goos και GroBmann, 20 1 1 ).
ΣΔ
Γενικότερα όταν υπάρχουν n αντικείμενα να εκτιμηθούν υπάρχουν συνο
λικά n(n-1)12 ζεύγη. Κάθε ζεύγος αποτελείται από μια δυαδική επιλογή (binary
choice) που εξ υποθέσεως είναι ανεξάρτητη από τις υπόλοιπες. Από τις επιλο
-Ο
γές αυτές απορρέει ένα σκορ προτίμησης (preference score) για κάθε αντικεί
μενο που αφορά στην προτίμηση των ερωτηθέντων για ένα αντικείμενο έναντι
κάποιου άλλου (Kingsley και Brown, 201 Ο).
ΚΥ
Σύμφωνα με τους Loomis et al. ( 1 998) ένα από τα πλεονεκτήματα της μεθό
δου αυτής έχει να κάνει με την εκτίμηση ενός αγαθού σε σύγκριση με μια σειρά
ΑΠ
ΕΛ
κτηριστικών. Σε περίπτωση που δε συμπεριλαμβάνεται ως χαρακτηριστικό του
αγαθού το νομισματικό κόστος ή όφελος, η αποτίμηση της αξίας των εκάστοτε
χαρακτηριστικών γίνεται μέσω υποδειγμάτων, όπως της εξαρτημένης ταξινό
ΣΔ
μησης ή βαθμολόγησης για την κατάταξη των προτιμήσεων σύμφωνα με τα
επίπεδα των χαρακτηριστικών.
-Ο
Όσον αφορά στην εφαρμογή της μεθόδου της υποθετικής αγοράς συχνά
αμφισβητείται η αξιοπιστία των εκτιμήσεών της λόγω πλήθους στρεβλώσεων. 12
μων από τη χρήση τους. Έτσι κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην έρευνα
πολλές φορές πιθανότατα να αποκρύψουν μέρος της πρόθεσης πληρωμής τους
ΑΠ
ΕΛ
δων των χαρακτηριστικών αυτών. Οι πληροφορίες λοιπόν σχετικά με τις ορια
κές μεταβολές κάθε εναλλακτικού σεναρίου μπορεί να αποτιμηθούν καλύτερα .
ΣΔ
Η ύπαρξη μεθοδολογιών, οι οποίες καλούν τους συμμετέχοντες είτε να
κατατάξουν τις επιλογές τους είτε να βαθμολογήσουν τις επιλογές σύμφωνα με
προκαθορισμένες κλίμακες, εκμαιεύουν έμμεσα την προθυμία πληρωμής απο
-Ο
φεύγοντας πολλές από τις στρεβλώσεις της μεθόδου CVM, όπως αυτή της στρα
τηγικής συμπεριφοράς, της έλλειψης πληροφόρησης ή και της ομαδοποίησης
των αγαθών. Σύμφωνα με τους Willis και Gaπod ( 1 999), ο λεπτομερής σχεδια
ΚΥ
σμός της μορφής των ερωτήσεων της μεθόδου του πειράματος επιλογής παρέχει
μια πιο ακριβή εκτίμηση της αξίας του περιβαλλοντικού αγαθού σε σύγκριση με
ΑΠ
τη μορφή ερωτήσεων της μεθόδου CVM που στηρίζεται στην άμεση δήλωση
της προθυμίας πληρωμής των ερωτηθέντων.
Όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ της CVM και του πειράματος επιλογής
έχουν κατά καιρούς ασχοληθεί ερευνητές από τους χώρους της Οικονομικής των
Μεταφορών, του Μάρκετινγκ αλλά και της Οικονομικής Φυσικών Πόρων και
Περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τους Mitchell και Carson ( 1 993) υπάρχουν ερευ
νητικές προσπάθειες σύγκρισης των μεθοδολογιών αυτών με βάση τη μεταβολή
της χρησιμότητας μέσω του ελέγχου της συγκλίνουσας εγκυρότητας (conver
gent validity) κατά την οποία ελέγχεται αν παράγονται στατιστικά σημαντικό
τερες εκτιμήσεις.
Κάποιες άλλες σημαντικές έρευνες αφορούν συγκρίσεις των δύο μεθόδων
με βάση τις εκτιμήσεις της προθυμίας πληρωμής, όπως αυτές των Boxall et al .
( 1 996) και των Adamowicz et al. ( 1 998). Η πρώτη ομάδα ερευνητών μέσω της
εκτίμησης της αξίας του κυνηγιού αναψυχής των αλκών και η δεύτερη ομάδα
Κεφάλαιο 8: Οικονομ ι κ ή Αξιολόγηση Περιβάλλοντος 41 3
ΕΛ
σεγγίσεις βασιζόμενες:
Στην τιμή (price-based approach),
ΣΔ
Στη συνάρτηση παραγωγής (production function- based method).
Στο κόστος (cost-based method).
-Ο
(Ellis και Fisher, 1 987). Ωστόσο, η ενδεχόμενη ύπαρξη αποτυχίας της αγοράς
μπορεί να διαστρεβλώσει τις πραγματικές προτιμήσεις των ατόμων και επομέ
νως τα οριακά κόστη των αγαθών.
Η βασιζόμενη στις τιμές μέθοδος μπορεί να θεωρηθεί ίσως η πιο άμεση
προσέγγιση σε σύγκριση με τις μεθόδους αποτίμησης των περιβαλλοντικών
αγαθών. Σε μια καλά οργανωμένη αγορά η αξία του υπό εξέταση αγαθού αντα
νακλάται από την τιμή της αγοράς. Η οικονομική αξία των οριακών περιβαλ
λοντικών μεταβολών μπορεί να εκτιμηθεί μέσω των παρατηρούμενων τιμών
σε περίπτωση ύπαρξης μιας ανταγωνιστικής αγοράς. Από την άλλη πλευρά σε
περίπτωση απουσίας μιας ανταγωνιστικής αγοράς οι παρατηρούμενες τιμές
προσφέρουν ένα μέσο εκτίμησης των αγαθών παρέχοντας πληροφορίες για τις
σκιώδεις τιμές, ώστε να εκτιμηθούν οι περιβαλλοντικές αξίες. Ωστόσο, η μέθο
δος μπορεί να είναι αποτελεσματική, όταν υπάρχει αγορά απαλλαγμένη από τις
αποτυχίες της για τα εκάστοτε αγαθά.
414 ΟΙΚΟΝΟΜ ΙΚΗ ΦΥΣΙΚΏΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
το οικοσύστημα χαρακτηρίζονται ως έμμεσες αξίες χρήσης, οι οποίες χρησι
μοποιούνται ως ενδιάμεσες εισροές για την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών
και υπηρεσιών. Σ' αυτή την κατηγορία υπάγονται για παράδειγμα το νερό, τα
ΣΔ
θρεπτικά συστατικά του εδάφους κ.ά. Τα οφέλη που αποδίδονται σ' αυτές τις
υπηρεσίες του οικοσυστήματος προκύπτουν μέσω της προστασίας και της βελ
-Ο
τίωσης των δραστηριοτήτων που εκτιμώνται άμεσα στην αγορά (Barbier, 2007).
Με άλλα λόγια δίνουν την προστιθέμενη αξία στις εμπορεύσιμες εκροές. Τα
δεδομένα στα οποία στηρίζεται κυρίως η μέθοδος αφορούν δεδομένα παραγω
ΚΥ
γής και κόστους πράγμα που την καθιστά προσιτή λόγω της ευκολίας εύρεσης
των συγκεκριμένων δεδομένων (Ellis και Fisher, 1 987).
Η προσέγγιση της συνάρτησης παραγωγής είναι μια διαδικασία δύο βημά
ΑΠ
ΕΛ
8.2.6.2.2 Μέθοδος μείωσης ή μετριασμού της συμπεριφοράς
ΣΔ
(Mitigation Behaviour Method)
Βασίζεται στον υπολογισμό του κόστους μείωσης της ευημερίας που μπορεί να
προκαλέσει κάποια περιβαλλοντική υποβάθμιση. Για παράδειγμα, η ηχομόνω
-Ο
ση κτιρίων για προστασία και η μείωση του θορύβου αποτελεί προσέγγιση του
κόστους μείωσης της ευημερίας από τη συνεχή όχληση. Το κόστος για τη χρήση
ηχομόνωσης που θα διατηρήσει την ευημερία του ατόμου στο ίδιο επίπεδο, παρά
ΚΥ
ΕΛ
diture approach), του κόστους αποφυγής ζημιών (damage cost avoided), του
κόστους μετεγκατάστασης (relocation cost method) και του κόστους αποκατά
ΣΔ
στασης (restoration cost method) (MacArthur, 1 996).
-Ο
εδάφους για αυξημένη γεωργική καλλιέργεια και παραγωγή αντί για διατήρησή
του ως βιότοπου ή υγροτόπου.
ΑΠ
ΕΛ
Για παράδειγμα σε περίπτωση ρύπανσης της ατμόσφαιρας, των εδαφών,
των νερών και του οικοσυστήματος, μπορούμε να προσεγγίσουμε το περιβαλ
λοντικό κόστος από την εκτίμηση της περιβαλλοντικής ζημίας (κόστος μερι
ΣΔ
κής ρύπανσης) συν το κόστος αποκατάστασης της οικολογικής ισορροπίας. Σε
περίπτωση που δεν είναι δυνατή η αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας
-Ο
ΕΛ
όπου Σ η άθροιση, Α το επενδυτικό έργο και i ο δείκτης για κάθε άτομο. Τα
οφέλη μπορούν να προσεγγιστούν από την προθυμία πληρωμής (WTP) και τα
ΣΔ
κόστη από την προθυμία αποδοχής αποζημίωσης (WTA). Η τελευταία σχέση
δεν περιέχει τη διάσταση του χρόνου. Καθώς πολλά περιβαλλοντικά προβλή
-Ο
(8.9)
Σr ι cι
Β - Β1 - c1 Β - Βτ - cτ
ΝΡ V = =
(Βο - cο ) + + 2 c2 + ... +
2 >ο
Τ
(8. 1 0)
ι=ο ( 1 + rY (l + r ) (l + r ) (l + r )
Η απόδοση ενός επενδυτικού σχεδίου που βασίζεται στην εύρεση του προ
εξοφλητικού επιτοκίου που εξισώνει την παρούσα των μελλοντικών ροών με
τα επενδυτικά κόστη (παράγοντας μια NPV Ο) καλείται εσωτερική απόδοση
=
ΕΛ
έργο τα περιβαλλοντικά οφέλη μείον τα περιβαλλοντικά κόστη, σε όρους παρού
σας αξίας πρέπει να είναι θετικά. Μπορούμε να πούμε ότι επενδυτικά σχέδια με
θετική καθαρή παρούσα αξία (ή θετική εσωτερική απόδοση) θα πρέπει να ανα
ΣΔ
λαμβάνονται, ενώ σε ανταγωνιστικές καταστάσεις με περιορισμένα επενδυτικά
κεφάλαια θα πρέπει να αναλαμβάνονται τα επενδυτικά σχέδια με τη μεγαλύτερη
-Ο
κόστη. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι μια θετική προτίμηση για κάποιο περιβαλ
λοντικό αγαθό θα μπορούσε να εκφραστεί με την πρόθεση πληρωμής (WTP)
για το αγαθό αυτό. Η πρόθεση πληρωμής διαφέρει, όπως αναμένεται από άτομο
ΑΠ
Η ισορροπία και ο καθορισμός της τιμής της αγοράς προέρχεται από τις
δυνάμεις της ζήτησης και της προσφοράς και η τιμή ισορροπίας Pe καθορίζεται
για όλα τα άτομα. Για τιμές υψηλότερες από Pe (έστω Ρ 1 ) ο καταναλωτής απο
λαμβάνει κάποιο επίπεδο (μειωμένου) πλεονάσματος. Η γραμμή ΑΓ αποτελεί
την καμπύλη ζήτησης με υπόθεση σταθερού εισοδήματος καθώς κινούμαστε
κατά μήκος της. Οι κινήσεις πάνω σ' αυτές τις Μαρσαλιανές καμπύλες ζήτησης
υποθέτουν τη σταθερότητα του εισοδήματος και τη σταθερότητα της ατομικής
χρησιμότητας.
Ρ
Α
ΕΛ
ΣΔ
-Ο
ΚΥ
Γ
ο Q
ΑΠ
ΕΛ
του έμμεσου κόστους αναφέρεται στην απώλεια παραγωγής την προερχόμενη
από την ασθένεια, την ανικανότητα και τον πρόωρο θάνατο, ενώ το ανθρώπι
ΣΔ
νο κόστος αφορά μεταβολές στην ποιότητα ζωής των ασθενών, τον πόνο, τη
δυσανεξία, τις κοινωνικές και ηθικές επιπτώσεις της ασθένειας (συναισθήματα,
στιγματισμός), τα οποία δύσκολα αποδίδονται σε χρηματικές μονάδες (Vitale et
-Ο
φέρεται στον υπολογισμό του έμμεσου ή του αόρατου κόστους, είναι οι εξής
τρεις:
ΑΠ
14 Εδώ δ ε μετράμε την ποιότητα της ζωής αλλά επιχειρείται η απόδοση χρηματικών αξιών στην
ανθ ρώπινη ζωή . Η ποιότητα ζωής του μέσου πολίτη δε σχετίζεται μόνο με το επίπεδο υγείας
αλλά και με διάφορου ς άλλους παράγοντες, του ς οποίου ς σταθμίζει το World Economic Forum
με σκοπό την κατασκευή του δείκτη ποιότητας ζωής ανά χώρα.
422 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ντικών κερδών. Δηλαδή, η παρούσα αξία (present value, PV) του εισοδήματος
Υ, στη διάρκεια της παραγωγικής δραστηριότητας (Τ έτη και με επιτόκιο r) ενός
ατόμου υπολογίζεται ως:
Ρ V = Σ ( 1 +�r Υ
ι=ι
(8. 1 2)
ΕΛ
(1 + r)T - 1
PVA = -'-
-'"--
τ (8. 1 3)
τ, r r (1 + r)
ΣΔ
Για παράδειγμα για r=0,03 και t=45 έτη, η τιμή της PVA από τους αντίστοι
χους χρηματοοικονομικούς πίνακες είναι 24,5 1 8Ί17• Άρα, η αξία της ανθρώπινη ς
-Ο
υποθέσουμε ότι η απόδοση μιας επένδυσης είναι 3% ετησίως, τότε ένα κεφά
λαιο € 1 00.000 θα είχε απόδοση €3 .000 ετησίως. Αντίστροφα, για να κερδίσουμε
€3 .000 ετησίως με 3% απόδοση ετησίως, απαιτεί επένδυση € 1 00.000. Στηριζό-
ΑΠ
15 Καθώς έχουμε σταθερά χρηματικά ποσά λαμβανόμενα ετησίως έχουμε μια ράντα (annuity).
Ως ράντα μπορούμε να ορίσουμε μια ακολουθία καταβολών ενός σταθερού ποσού για μια ορι
σμένη χρονική διάρκεια (π.χ. 1 0 έτη με πληρωμές στο τέλος κάθε έτους).
16 Η μελλοντική αξία ράντας, όπου καταβάλλεται ένα ποσό R στο τέλος κάθε χρόνου για Τ έτη,
μενοι στην ιδέα αυτή, η μέθοδος θεωρεί τη ζωή κάποιου, που κερδίζει €3 .000
ετησίως, να αξίζει € 1 00.000, όταν το επιτόκιο είναι 3%.18
Όμως, ο τρόπος υπολογισμού της αξίας της ζωής και οι βασικοί άξονες
εκτίμησής της δημιουργούν διάφορα προβλήματα και δυσκολίες στη μέτρηση.
Συγκεκριμένα, αν και τα ημερομίσθια αντανακλούν την οριακή παραγωγικό
τητα κάθε εργαζόμενου, στην αγορά εργασίας εμφανίζονται ατέλειες αναφο
ρικά με το φύλο, την οικογενειακή κατάσταση, το επίπεδο εκπαίδευσης και
διάφορους άλλους παράγοντες διαφοροποίησης της αμοιβής εργασίας. Επίσης,
από κοινωνικής σκοπιάς, ο ερευνητής πρέπει να λάβει υπόψη του την αξία του
υγιούς χρόνου που κερδίζεται και δεν πωλείται έναντι ημερομισθίου. Γεννάται
δηλαδή το πρόβλημα του πώς θα δώσουμε σκιώδεις τιμές ( shadow prices) στους
μη διαθέσιμους πόρους στην αγορά. Ένα τυπικό παράδειγμα του συγκεκριμένου
προβλήματος είναι αυτό της νοικοκυράς που επιστρέφει στη φροντίδα τωνπαι
ΕΛ
διών της μετά από κάποια θεραπεία.
Από οικονομικής σκοπιάς, για να αποδώσουμε σκιώδεις τιμές στο χρόνο
του κάθε ατόμου υπάρχουν δύο κυρίως τρόποι. Ο πρώτος αποτιμά το χρόνο με
ΣΔ
το ημερομίσθιο που αποποιείται από την αγορά εργασίας. Βασίζεται στη θεωρία
του κόστους ευκαιρίας, σύμφωνα με την οποία η αξία της κατ' οίκον παραγω
-Ο
ν
σε αναμενόμενο αριθμό ν2 θανάτων (με ν1>ν2 ). Αυτό συνεπάγεται ότι Ρι _l_ =
n
ν2
� - v
1
- v2
,
ΚΥ
και =
και η αλλαγή στην πιθανότητα θανάτου είναι όπου (ν 1-ν2 )
n n
ο αναμενόμενος αριθμός ζωών που σώζονται. Η τιμή αυτής της μείωσης στην
ΑΠ
πιθανότητα είναι η οριακή κοινωνική αξία της μείωσης του κινδύνου πολλαπλα
σιασμένη με την αναμενόμενη μείωση κινδύνου, δηλαδή Σ"Μ( : ) Αυτό v
1
v
2
.
αναμένεται να σώσει (ν 1 -ν2 ) ζωές και η αξία μιας στατιστικής ζωής που σώζεται
είναι
Σ
-----
n ( �) Σ n Μ
Μ νι - ν 2
n
-
(8. 1 4)
n
19 Η βασική μας επιδίωξη είναι να δώσουμε χρηματική αξία στην ανθρώπινη ζωή στα πλαί
σια μιας μελλοντικής ανάλυσης κόστους-οφέλους ή κόστους αποτελεσματικότητας. Μια τέτοια
ανάλυση είχε, έχει και θα έχει τις αντιπαραθέσεις της. Σημαντικά θέματα όπως, λόγου χάριν το
ποιον επιβαρύνει το κόστος παράτασης της ζωής ενός νεφροπαθούς για ένα έτος και με ποια
κριτήρια, είναι εκτός της επιχειρούμενης ανάλυσης.
Κεφάλαιο 8 : Ο ι κονομικ ή Αξιολόγηση Π εριβάλλοντος 425
ΕΛ
Ένα από τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ότι βασίζεται σε πραγματικές
καταναλωτικές επιλογές, οι οποίες περιλαμβάνουν την αντιστάθμιση υγείας και
ΣΔ
χρημάτων, και όχι σε υποθετικά σενάρια και δηλώσεις προτίμησης. Επίσης, θα
λέγαμε ότι η μέθοδος αυτή αποτελεί την καλύτερη προσέγγιση της αξίας της
-Ο
σεων, τις οποίες αντιμετώπισαν κάποιες ομάδες ανθρώπων και καταγραφή της
αντίδρασής τους είτε με τις πρόσθετες αμοιβές (premia). Για παράδειγμα, αν
οι εργασίες Α και Β είναι πανομοιότυπες αλλά οι εργαζόμενοι στην Α αντιμε
τωπίζουν υψηλότερο ετήσιο κίνδυνο θανάσιμου τραυματισμού (ένας επιπλέον
εργασιακός θάνατος για κάθε 1 0.000 εργαζομένους στην Α σε σχέση με τη Β),
τότε συνεπάγεται μια πρόσθετη αμοιβή €500 (premium) για την Α. Άρα, η συνε
παγόμενη αξία ζωής είναι €5 εκατ. για τους απασχολούμενους στη Β, οι οποίοι
παραιτούνται των €500 ετησίως έναντι 1 1 1 0.000 χαμηλότερου ετήσιου κινδύ
νου (τροποποιημένο από Drummond et al. 1 997).
Ένα ακόμη πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα εξαγωγής της αξίας της ζωής
με βάση τη μέθοδο αυτή προέρχεται από τη μελέτη των Marin και Psacharopou
los (1 982). Ο Πίνακας 8.3 παρουσιάζει ένα δείγμα επαγγελμάτων με υψηλό κίν
δυνο θανατηφόρων ατυχημάτων στο χώρο εργασίας για άνδρες στην παραγωγι
κή ηλικία (Αγγλία και Ουαλία).
426 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ Π ΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΕΛ
έχει δείκτη 0,52, τότε, αν τα μέσα έσοδα το 20 1 1 ήταν € 1 0.000 ετησίως, μια
αύξηση στους μισθούς 1 .000 τέτοιων εργατών κατά 20-25% δίνει μια συνολική
αύξηση στους μισθούς της τάξης των
ΣΔ
1 0.000 χ 1 .000 χ 0 , 2 € 2.000.000
=
-Ο
των μελών από τις ομάδες εργατών. Αυτό το κόστος αντιπροσωπεύει την «αξία
της ανθρώπινης ζωής». 20
ΑΠ
20 Για να κρίνουμε, αν η κοινωνία στο σύνολό της ωφελείται (βελτιώνεται) από κάποιο πρό
γραμμα στο χώρο της υγείας, δ ανειζόμαστε τους οικονομικούς όρους των Δημόσιων Οικονο
μ ικών και διακρίνουμε την πραγματική και τη δυνητική κατά Pareto βελτίωση. Η πρώτη αφορά
τη βελτίωση της κατάστασης ενός ή περισσότερων ατόμων χωρίς επιδ είνωση της κατάστασης
κανενός. Η δεύτερη είναι γνωστή, όπως είδαμε και στο Κεφάλαιο 5, και ως κριτήριο των Kaldor
και H icks και βασίζεται στην ιδέα ότι μια πολιτική που δημιουργεί χαμένους και κερδισμένους
ως προς την ευημερία, ωφελεί την κοινωνία, αν οι κερδισμένοι μπορούν να αποζημιώσουν τους
χαμένους, χωρίς να επιδεινωθεί η κατάστασή τους μετά την αλλαγή. Είναι εμφανές ότι η αρχή
αυτή εγείρει ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης σχετικά με το ποιος κερδίζει και ποιος χάνει.
Κεφάλαιο 8: Ο ι κονο μικ ή Αξι ολόγηση Π ερ ι βάλλοντος 42 7
Ε ρωτήσε ι ς
1. Ορίστε την οικονομική αξιολόγηση του περιβάλλοντος.
2. Ποιες οι κατηγορίες των περιβαλλοντικών αξιών;
3. Συζητήστε την αξία χρήσης και τις διακρίσεις της.
4. Συζητήστε τη μη-χρηστική αξία και τις διακρίσεις της.
5. Συζητήστε την εγγενή αξία και την αξία ύπαρξης. Ποια κίνητρα οδηγούν
τους ανθρώπους να προσδίδουν στα περιβαλλοντικά αγαθά αξία ύπαρξης;
6. Συζητήστε την αξία μεταβίβασης.
7. Ορίστε αλγεβρικά τη συνολική αξία σε οικονομικούς όρους.
ΕΛ
8. Ποιες οι μέθοδοι της οικονομικής αξιολόγησης του περιβάλλοντος;
9. Συζητήστε τις έννοιες της πρόθεσης πληρωμής και της πρόθεσης αποδοχής
ΣΔ
αποζημίωσης.
1 Ο. Συζητήστε τη μέθοδο του κόστους ταξιδιού καθώς και τους πιθανούς εναλ
-Ο
ταξιδιού;
1 2 . Συζητήστε τη μέθοδο της έμμεσης ή ωφελιμιστικής τιμολόγησης.
ΑΠ
ΕΛ
σης μιας τέτοιας αξίας;
26. Αναπτύξτε τη μέθοδο του ανθρώπινου κεφαλαίου και συζητήστε πως αντι
ΣΔ
μετωπίζεται η ανθρώπινη ζωή σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή.
27. Συζητήστε τις μεθόδους ενδεχόμενης αποτίμησης και αποκαλυπτόμενης
-Ο