Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 6

Καύση μιας ουσίας (οργανικής ή ανόργανης) είναι η αντίδραση της ουσίας με Ο 2 όταν

συνοδεύεται από παραγωγή φωτός και θερμότητας (εξώθερμη αντίδραση).

Καύσιμα ονομάζονται τα υλικά που όταν καίγονται αποδίδουν σημαντικά και


εκμεταλλεύσιμα ποσά θερμότητας. Τα καύσιμα που παίρνουμε έτοιμα από την φύση
λέγονται φυσικά (π.χ. γαιάνθρακας, φυσικό αέριο, ξύλα) ενώ αυτά που παρασκευάζουμε
με κατάλληλες διεργασίες από φυσικές πρώτες ύλες ονομάζονται τεχνητά (π.χ. βενζίνη,
πετρέλαιο diesel, οινόπνευμα κ.α.)

Καύση του άνθρακα (C) : C + O2→CO2 πλήρης ( ή τέλεια) καύση


C + 1/2O2 → CO ατελής καύση
Καύση υδρογονανθράκων (H/C)
Τέλεια καύση: Ο άνθρακας και το υδρογόνο που περιέχει ο H/Cκαίγονται αντίστοιχα προς
CO2 και Η2Ο.
C2H4 + 3O2 → 2CO2 + 2H2O
Ατελής καύση: Ο άνθρακας καίγεται προς COή δεν καίγεται καθόλου οπότε ελευθερώνεται
στοιχειακός άνθρακας (C) (αιθάλη). Το Η2 καίγεται πάντα προς Η2Ο.
C2H4 + 2O2 → 2CO + 2H2O
ήC2H4 + O2 → 2C(αιθάλη) + 2H2O
Αν υπάρχει περίσσεια οξυγόνου τότε γίνεται τέλεια καύση ενώ αν υπάρχει έλλειμμα
οξυγόνου τότε γίνεται ατελής καύση.

Καύση του υδρογόνου (Η2) : Η2 + 1/2Ο2 → Η2Ο

Κατά την πλήρη καύση μιας οργανικής ένωσης που περιέχει C, H ή και Oθα παράγονται
πάντα αέριο CO2 και H2O.

Εύρεση των συντελεστών σε μία χημική εξίσωση καύσης


1. Μετράμε τα άτομα C της ένωσης που καίγεται και βάζουμε τον κατάλληλο
συντελεστή στο CO2.
2. Μετράμε τα άτομα Η της ένωσης που καίγεται και βάζουμε τον κατάλληλο
συντελεστή στο Η2Ο.
3. Μετράμε το συνολικό αριθμό ατόμων Ο στα προϊόντα και βάζουμε τον κατάλληλο
συντελεστή στο Ο2.
Δηλαδή σε μια καύση ισοσταθμίζουμε τα άτομα κατά σειρά: C → H → O

Καυσαέρια ονομάζονται όλα τα προϊόντα μιας καύσης. Στην περίπτωση καύσης μιας
οργανικής ένωσης στα καυσαέρια περιλαμβάνονται: CO2, H2O, O2 (αν περισσεύει, δηλαδή
αν δεν καταναλώθηκε ολόκληρη η ποσότητά του στην καύση. Αν στην καύση καίγεται
ολόκληρη η ποσότητα της καύσιμης ύλης και καταναλώνεται ολόκληρη η ποσότητα Ο 2 που
απαιτείταικαι δεν υπάρχει περίσσεια Ο2τότε η καύση λέγεται στοιχειομετρική καύση).

Στις ασκήσεις που περιλαμβάνουν αντιδράσεις καύσης εργαζόμαστε γενικά με αναλογίες


mol Η σχέση που συνδέει τον αριθμό mol, την μάζα m, και το μοριακό βάρος δίνεται από
τον τύπο: n=m/MB

Καύση συμβαίνει όταν ένα καύσιμο υλικό έρθει σε επαφή με το οξυγόνο και θερμανθεί
τόσο ώστε ν αρχίσει η χημική αντίδραση με έκλυση θερμότητας. Το καύσιμο, το οξυγόνο
και η απαιτούμενη αρχική θερμότητα συνηθίστηκε να ονομάζεται το τρίγωνο της φωτιάς. Η
απομάκρυνση ενός από τα τρία σταματά την καύση. Η καύση δεν σταματά στην περίπτωση
που απομακρυνθεί η πηγή θερμότητας και αντικατασταθεί από την θερμότητα που
εκλύεται.
Το τετράεδρο της φωτιάς αντιπροσωπεύει την προσθήκη ενός στοιχείου, της
χημικής αλυσιδωτής αντίδρασης, στα τρία που υπάρχουν ήδη στο τρίγωνο της φωτιάς.
Όταν μια φωτιά έχει ξεκινήσει η εξώθερμη αλυσιδωτή αντίδραση που έχει προκληθεί
συντηρεί την φωτιά και επιτρέπει να συνεχιστεί έως ότου ένα από τα στοιχεία της φωτιάς
να αποκλειστεί.

Πυρκαγιά
Πυρκαγιά είναι η ανεξέλεγκτη καύση ενός σώματος η οποία συνοδεύεται από έκλυση
θερμότητας, εμφάνιση φλογών και προκαλεί την καταστροφή αυτού. Οι καύσιμες ύλες με
την αύξηση της θερμοκρασίας παράγουν εύφλεκτούς ατμούς οι οποίοι στη συνέχεια
αναμειγνύονται με το οξυγόνο της ατμόσφαιρας και αναφλέγονται. Η χαμηλότερη
θερμοκρασία μιας ουσίας για την παραγωγή αναφλέξιμου μίγματος με εξωτερική πηγή
θερμότητας λέγεται θερμοκρασία ή σημείο ανάφλεξης της ουσίας. Εκτός από το σημείο
ανάφλεξης υπάρχει και το σημείο (ή θερμοκρασία) αυτοανάφλεξης που είναι η
θερμοκρασία που αναφλέγεται μια ουσία χωρίς εξωτερική πηγή θερμότητας. Η
θερμοκρασία αυτοανάφλεξης για κάθε ουσία είναι πάντοτε μεγαλύτερη από τη
θερμοκρασία ανάφλεξης της.

Διάδοση θερμότητας
Η θερμότητα είναι μια μορφή ενέργειας που διαδίδεται από ένα σώμα σε ένα άλλο
διαφορετικής θερμοκρασίας. Θερμοκρασία είναι το μέτρο της θερμικής κατάστασης ενός
σώματος. Η θερμότητα διαδίδεται με τρεις τρόπους:
α. Με αγωγή
Η διάδοση της θερμότητας με αγωγή γίνεται κυρίως στα στερεά σώματα από σημείο σε
σημείο (από μόριο σε μόριο) του σώματος χωρίς μετακίνηση της ύλης αυτού. Το αίτιο είναι
η διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ δύο γειτονικών σωμάτων ή μεταξύ δυο σημείων του
σώματος όπως για παράδειγμα η θέρμανση ράβδου σιδήρου.
β, Με μεταφορά
Η διάδοση της θερμότητας με μεταφορά γίνεται στα υγρά και στα αέρια όπου η θερμότητα
διαδίδεται με μεταφορά θερμών μαζών υγρού ή αερίου προς ψυχρότερες περιοχές
(διάδοση θερμότητας με ρεύματα) π.χ. θέρμανση νερού, θέρμανση αέρα (καλοριφέρ)
γ. Με ακτινοβολία
Αυτή πραγματοποιείται από σώμα σε σώμα με ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Παραδείγματα
είναι η ηλεκτρική θερμάστρα, το τζάκι, οι ακτίνες του ήλιου, η ακτινοβολία που δεχόμαστε
στις μεγάλες και έντονες πυρκαγιές.

Όρια αναφλεξιμότητας
Για να προκληθεί ανάφλεξη το μείγμα ατμών/ατμοσφαιρικού αέρα πρέπει να κυμαίνεται
εντός των ορίων κατώτερου ορίου αναφλεξιμότητας και ανώτερου ορίου αναφλεξιμότητας.
Κατώτερο όριο αναφλεξιμότητας = Είναι η ελάχιστη ποσότητα συγκέντρωσης ατμών
διαλύτη (% κατ΄όγκο στον αέρα) έτσι ώστε όταν αναμιχθεί στον αέρα μπορεί να αναφλεγεί.
Εάν οι συγκεντρώσεις των ατμών είναι μικρές τότε το μίγμα ατμών/ αέρα θεωρείται πολύ
φτωχό για να προκληθεί ανάφλεξη.
Ανώτερο όριο αναφλεξιμότητας = Είναι η μέγιστη ποσότητα συγκέντρωσης ατμών (%κατ
όγκο στον αέρα) έτσι ώστε όταν αναμιχθεί με τον αέρα μπορεί να αναφλεγεί. Εάν οι
συγκεντρώσεις των ατμών είναι πάνω από το σημείο αυτό το μείγμα αέρα/ατμών
θεωρείται πολύ «πλούσιο» για να προκληθεί ανάφλεξη.
Θερμοκρασία έναυσης: Οι διάφορες καύσιμες ύλες δεν “πιάνουν” φωτιά ούτε αρχίζουν να
καίγονται στην ίδια θερμοκρασία. Η θερμοκρασία στην οποία μια ουσία καίγεται είναι
χαρακτηριστικό γνώρισμα της ουσίας. Η θερμοκρασία αυτή καθορίζεται από τη σύσταση
και τις ιδιότητες της ουσίας. Η έναυση δηλαδή η καύση είναι χημική διεργασία. Για να
λάβουν χώρα οι αναγκαίες χημικές αντιδράσεις τα μόρια που συνθέτουν την καύσιμη ύλη
πρέπει να αποκτήσουν ορισμένη θερμοκρασία (αυτό γίνεται με πρόσδοση θερμικής
ενέργειας) προκειμένου να αντιδράσουν με το Ο2 (να ενωθούν με το οξυγόνο). Στη
θερμοκρασία αυτή που λέγεται θερμοκρασία έναυσης, η έναυση συνεχίζεται χωρίς να
εισάγεται θερμική ενέργεια στο καιόμενο σύστημα, γιατί η ουσία αναδίνει θερμότητα λόγω
της καύσης η οποία καύση γίνεται τελικά αυτοσυντηρούμενη.

Αν και την καύσιμη ύλη τη διακρίνουμε σε στερεά, υγρή, αέρια τονίζεται ότι η μάζα των
στερεών ή υγρών καυσίμων ΔΕΝ ΚΑΙΓΕΤΑΙ. Τα υγρά αναφλέγονται μόνο όταν θερμανθούν
τόσο ώστε να παραχθούν ατμοί. Τα στερεά πρέπει είτε να υγροποιηθούν και εν συνεχεία να
περάσουν στην αέρια μορφή όπως το κερί ή να μετατραπούν απ ευθείας σε αέρια μορφή.
Π.χ. όταν το ξύλο εκτεθεί σε υψηλές θερμοκρασίες δημιουργείται ένα εύφλεκτο μίγμα
ατμών μέσω της διαδικασίας της πυρόλυσης το οποίο και καίγεται.
Ο ΚΑΠΝΟΣ: Πρόκειται για ένα μίγμα στερεών/υγρών σωματιδίων και αερίων. Επικίνδυνα
χαρακτηριστικά για τον πυροσβέστη: Τοξικότητα: Η περιεκτικότητα σε οξυγόνο είναι
ελάχιστη. Ο καπνός έχει πολύ CO και σε περίπτωση πλαστικών εκλύονται HCl, HCN.
Σκούρος: Η αιθάλη (άκαυστα σωματίδια C) καθιστούν τον καπνό εμπόδιο στην ορατότητα.
Κινείται σαν υγρό: Αν και σε αέρια μορφή επειδή είναι πλούσιος σε στερεά σωματίδια
συμπεριφέρεται σαν υγρό, καταλαμβάνει όλους τους διαθέσιμους για πρόσβαση χώρους.

Οριακά φαινόμενα: Οι διεργασίες της έναυσης και της απόσβεσης κατά την καύση
χαρακτηρίζεται ως οριακά φαινόμενα. Η έναυση είναι η εκκίνηση της διεργασίας της
καύσης ενώ η απόσβεση είναι η διακοπή της φλόγας λόγω της διακοπής των χημικών
ανιδράσεων. Ενώ κατά την απόσβεση συμβαίνει η αντίθετη διεργασία δηλαδή το σύστημα
μεταβαίνει από την αντιδρώσα κατάσταση στη μη αντιδρώσα κατάσταση.
Η έναυση ή ανάφλεξη του μίγματος επιτυγχάνεται με την αύξηση της θερμότητας
των αντιδρώντων συστατικών του μίγματος. Η αύξηση της θερμοκρασίας επιτυγχάνεται
μέσω μιας φλόγας, ενός ηλεκτρικού σπινθήρα ή μεταφοράς φλεγόμενων υλικών. Η αύξηση
αυτή μπορεί να προκληθεί είτε σε ολόκληρο το αντιδρών μίγμα είτε τοπικά.
Η διεργασία της ανάφλεξης διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες, την αυτοανάφλεξη και
την εξαναγκασμένη ανάφλεξη. Ένα μίγμα αυτοαναφλέγεται όταν αυξάνεται η θερμοκρασία
του. Ενώ εξαναγκάζεται να αναφλεγεί όταν προστεθεί σε αυτό τοπικά ενέργεια μέσω μιας
εξωτερικής πηγής π.χ. σπινθήρας. Τα μίγματα για να αναφλεγούν πρέπει να βρίσκονται
εντός συγκεκριμένων ορίων, τα όρια ευφλεκτότητας.

Θερμογόνος δύναμη: Ονομάζεται το ποσό θερμότητας που παράγεται από την τέλεια
καύση ενός κιλού στερεού ή υγρού καυσίμου ή ενός κυβικού μέτρου αερίου καυσίμου που
βρίσκεται σε κανονικές συνθήκες (Τ=25 ΟC, πίεση=1atm). Διακρίνεται σε κατωτέρα και
ανωτέρα θερμογόνο δύναμη.Όταν στα προϊόντα καύσης το νερό βρίσκεται σε υγρή
κατάσταση, δεν έχει απορροφήσει δηλαδή ενέργεια, η θερμογόνος δύναμη ονομάζεται
ανωτέρα.Όταν στα προϊόντα καύσης το νερό βρίσκεται σε αέρια κατάσταση (υδρατμοί), το
νερό έχει απορροφήσει ενέργεια και η θερμογόνος δύναμη, που έχει κατά συνέπεια
μικρότερη τιμή, ονομάζεται κατώτερη.
Η διαφορά μεταξύ Ανώτερης και Κατώτερης θερμογόνου δύναμης εξαρτάται από
την περιεκτικότητα του καυσίμου σε υδρογόνο.
Η θερμογόνος δύναμη έχει μονάδες μέτρησης J/Kg.

Θερμικό φορτίο: Το θερμικό φορτίο (ως ποσό της θερμότητας που παράγεται από την
καύση του συνόλου των καυσίμων υλικών μέσα σε ένα χώρο) για την περίπτωση κτιρίων
καθορίζεται από τη συνολική ποσότητα της θερμότητας η οποία εκλύεται από την καύση
όλων των υλικών που μπορεί να καούν, συμπεριλαμβανομένων των επίπλων, επιχρισμάτων
και, γενικότερα, των εσωτερικών τελειωμάτων.
Το θερμικό φορτίο μπορεί να αναφερθεί και ως πυροθερμικό φορτίο.
Διακρίνεται σε ακίνητο και κινητό θερμικό φορτίο:
Ακίνητο θερμικό φορτίο: σύνολο του θερμικού δυναμικού όλων των καυσίμων υλικών της
κατασκευής (πλαισίων, παραθύρων, ξύλινων δαπέδων και ορόφων, εσωτερικών
επενδύσεων κ.λπ.) και εσωτερικού εξοπλισμού.
Κινητό θερμικό φορτίο είναι το σύνολο του θερμικού δυναμικού όλων των υλικών που
μπορούν να μετακινηθούν μέσα σε ένα κτίριο (ή κτιριακό συγκρότημα, π.χ. επιχείρησης)· η
τιμή, τότε, του θερμικού φορτίου δεν παραμένει σταθερή, αλλά τοπικά και χρονικά ποικίλει
(π.χ. αποθήκευση εμπορευμάτων)- γι' αυτό, ως θερμικό φορτίο ενός κτιριακού
διαμερίσματος πρέπει να εκτιμάται το ποσό θερμότητας που θα εκλυθεί όταν υπάρξει
φωτιά στις δυσμενέστερες συνθήκες λειτουργικότητας.

You might also like