Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 1

12/5/24, 5:14 μ.μ.

ΕΝΟΤΗΤΑ 7 | ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β΄ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ - ΧΑΤΖΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ

ΜΕΡΟΣ Β'
ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ: πράττω: κάνω/ κατορθώνω/ επιτελώ/ διάγω, ζω/ καθιστώ
Αρχαία Ελληνική
Απλές λέξεις
ὁ πρακτήρ: αυτός που κάνει κάτι
πραγματώδης: κοπιώδης
Σύνθετες λέξεις
ἀντιπράττω: εναντιώνομαι
ἡ εὐπραξία: η καλή συμπεριφορά
ἀπρακτῶ: αδρανώ
ἀπράγμων: αυτός που αδρανεί
κοινοπραγῶ: κάνω κάτι από κοινού με κάποιον
ἡ κοινοπραγία: η ενασχόληση με κάτι από κοινού με κάποιον
πολυπραγμονῶ: ασχολούμαι με πολλά πράγματα
Αρχαία/ Νέα Ελληνική
Απλές λέξεις
ἡ πρᾶξις (-η): η ενέργεια, το επιτελούμενο έργο
τό πράγμα: άψυχο υλικό σώμα
πραγματεύομαι: (α.ε.) ασχολούμαι με κάτι/ (ν.ε.) εξετάζω κάτι σε βάθος
πραγματικός: αληθινός
ὁ πραγματευτής: έμπορος, εμπορικός αντιπρόσωπος
ἡ πραγματεία: επιμελής εργασία/ βιβλίο, μελέτη
τά πεπραγμένα: αυτά που έχουν γίνει
τό πρακτορεῖον (-ειο): (α.ε.) το γραφείο και το αξίωμα του φοροεισπράκτορα/ (ν.ε.) επαγγελματικό γραφείο
εξυπηρέτησης
ὁ πράκτωρ: (α.ε.) συλλέκτης φόρων/ (ν.ε.) πρόσωπο που φέρνει σε πέρας υποθέσεις άλλων
πρακτικός: αυτός που αναφέρεται στην πράξη/ ο εμπειρικός
Σύνθετες λέξεις
διαπράττω: κάνω (κάτι κακό)
ἡ διάπραξις (-η): η πραγματοποίηση (κάποιου κακού)
εἰσπράττω: συγκεντρώνω χρήματα που οφείλονται
ἡ εἰσπραξις (-η): συγκέντρωση οφειλόμενων χρημάτων
συμπράττω: συνεργάζομαι σε κοινή προσπάθεια
ἡ σύμπραξις (-η): η συνεργασία
ἡ δυσπραγία: (α.ε.) κακή τύχη/ (ν.ε.) έλλειψη άνεσης στο βιοτικό επίπεδο
ἡ ἀπραξία: η αδράνεια
ἄπρακτος: ο αδρανής
πολυπράγμων: αυτός που ασχολείται με πολλά πράγματα
πολυπραγμοσύνη: η ενασχόληση με πολλά πράγματα
εἰσπράκτωρ (-ορας): αυτός που συγκεντρώνει οφειλόμενα χρήματα
ἔμπρακτος: αυτός που εκδηλώνεται με πράξεις
διαπραγματεύομαι: κάνω συνεννοήσεις
Νέα Ελληνική
Απλές λέξεις
πραγματικότητα: η πραγματική κατασταση, ο αντικειμενικός κόσμος
πράγματι: πραγματικά, αληθινά
πραγμάτωση: πραγματοποίηση
πραγμάτευση: ενασχόληση
πραματευτής: γυρολόγος
πραμάτεια: το εμπόρευμα του πραματευτή
Σύνθετες λέξεις
πραγματογνώμονας: πρόσωπο με ειδικές επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις που καλείται να γνωμοδοτήσει για ένα θέμα
πραγματοποιώ: κάνω κάτι πραγματικότητα
πραγματοποίηση: το να κάνεις κάτι πραγματικότητα
διαπραγμάτευση: συνεννόηση
κοινοπραξία: ένωση επιχειρήσεων
πραξικόπημα: βίαιη κατάληψη της εξουσίας
εχθροπραξίες: εχθρικές ενέργειες

https://arxaiabgymnasiou.blogspot.com/2012/12/7.html 1/1

You might also like