Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 22

11 χρόνια χωρίς τον Νίκο

Παπάζογλου
Η πορεία του Θεσσαλονικιού
τραγουδοποιού µε τα ροκ
συγκροτήµατα, από τις δεκαετίες του
’60 και του ’70 µέχρι το τέλος.
17.04.20

Facebook Twitter

Νίκος Παπάζογλου

«Πραίτορες, βράχοι πάνω µου σωρό / µα ’γω θ’


αναστηθώ»

[Μ. Ρασούλης]
Η σχέση του Νίκου Παπάζογλου (20 Μαρτίου 1948 – 17
Απριλίου 2011) µε το ροκ είναι µέσες-άκρες γνωστή σε
πολύ κόσµο. Υπό την έννοια πως στα χρόνια της µεγάλης
δόξας του τραγουδιστή και τραγουδοποιού, στις
δεκαετίες του ’80 και του ’90, η εικόνα του, το image του,
ήταν στενά συνδεµένο µε το ροκ – έτσι όπως εκείνο (το
ροκ) αναγνωριζόταν στην Ελλάδα, µέσα από το ντύσιµο
µε τζιν, το µακρύ µαλλί, τη χρήση αξεσουάρ, που
συνδέονταν µε µιαν ελευθεριότητα κ.λπ.

Υπάρχει λοιπόν από την µια µεριά η εµµονή στην


«εικόνα» και στα εξωτερικά χαρακτηριστικά του στυλ,
που σηµειολογικά, στο µυαλό πολλών συνιστούν «το
ροκ» και από την άλλη µια τραγουδοποιία ευρύτερης
δυναµικής, που περνούσε και από το λαϊκό τραγούδι, µε
την ίδια ένταση, και που επιχειρούσε να παρέµβει
δραστικά στο επίπεδο της φόρµας –στη γραµµή
επικοινωνίας Δύσης-Ανατολής– µε πολλά και θαυµαστά
(ορισµένες φορές) αποτελέσµατα.

Ο Παπάζογλου εννοούµε δεν ήταν απλώς ένας ρόκερ,


που κατανάλωνε «εικόνα», εµφανιζόµενος ως δέσµιός
της, όπως συνέβαινε µε άλλους όνοµα-και-µη-χωριό
εγχώριους ροκ πάτρωνες, αλλά ένας δηµιουργός, που
είχε βαθιά και καλλιεργηµένη άποψη για εκείνα τα
στοιχεία (εσωτερικά και εξωτερικά) της ροκ
τραγουδοποιίας, που θα µπορούσε να ενδιαφέρουν βαθιά
όχι µόνο τον ίδιο, µα και τους Έλληνες γενικότερα.
Ο Παπάζογλου εννοούµε δεν ήταν
απλώς ένας ρόκερ, που
κατανάλωνε «εικόνα»,
εµφανιζόµενος ως δέσµιός της,
όπως συνέβαινε µε άλλους όνοµα-
και-µη-χωριό εγχώριους ροκ
πάτρωνες, αλλά ένας δηµιουργός,
που είχε βαθιά και καλλιεργηµένη
άποψη για εκείνα τα στοιχεία
(εσωτερικά και εξωτερικά) της ροκ
τραγουδοποιίας, που θα µπορούσε
να ενδιαφέρουν βαθιά όχι µόνο τον
ίδιο, µα και τους Έλληνες
γενικότερα.

Αν και νωρίς στα σέβεντις ο Νίκος Παπάζογλου θα


επιχειρούσε µέσα από τον αγγλικό στίχο, κατ’ αρχάς, να
προσεγγίσει και να προσδιορίσει αυτή τη σχέση –τη
σχέση ανάµεσα στο ροκ και τα ακούσµατα από την
Ανατολή–, ήταν στα χρόνια του ’80 πια, όταν η ελληνική
γλώσσα θα του αποκαλύψει άλλες δυνατότητες
έκφρασης, τις οποίες και θα καταγράψει βασικά στα
άλµπουµ «Χαράτσι» και «Μέσω Νεφών», ορίζοντας εν
πολλοίς έναν τρόπο, που εξακολουθεί, δεκαετίες µετά, να
παραµένει αξεπέραστος.
Έχει νόηµα να δούµε πώς αντιµετώπιζε το ροκ ο Νίκος
Παπάζογλου ήδη από το ξεκίνηµά του, στα χρόνια του ’60.
Τι στοιχεία δανειζόταν από το πνεύµα της αντικουλτούρας
στην Αµερική, όταν το ροκ στην Ελλάδα ήταν
συνυφασµένο µε την δεξιά, τη συντήρηση, το στρατό, τη
χούντα, την «υψηλή κοινωνία», τις χοροεσπερίδες στις
λέσχες αξιωµατικών, µε το πατρονάρισµά του από το
ραδιόφωνο παραγωγών, που αργότερα θα πολιτεύονταν
µε την ακροδεξιά κ.λπ.
Facebook Twitter

Νίκος Παπάζογλου

Ʃε µια παλιά συνέντευξή του στο περιοδικό «Ήχος & Hi-


Fi» (τεύχος 166, Ιανουάριος 1987) ο Νίκος Παπάζογλου
θυµόταν σχετικά µε το ξεκίνηµα των ροκ χρόνων του:

«Το πρώτο πράγµα που µε συγκλόνισε ήταν η απεργία


του 15% (σ.σ. η απεργία των εκπαιδευτικών στις αρχές
του 1963 και οι φοιτητικοί αγώνες του 15% για την
παιδεία, στο τέλος του ’62 και τις αρχές του ’63), που
ήτανε το σηµαντικό γεγονός της νεολαίας – όπως
συνέβαινε και στον υπόλοιπο κόσµο, όπου τα παιδιά
είπαν δεν πάτε στο διάολο κι εσείς και ο ψυχρός
πόλεµος. Άσχετα µε το τι φαινόταν σαν αίτηµα, το κύριο
αίτηµα του 15% ήταν βασικά η ελευθερία της έκφρασης.
Από εκείνη την περίοδο ξεκίνησαν πολλά πράγµατα,
όπως το τραγούδι διαµαρτυρίας. Αυτό ήταν που µε
συγκινούσε στο ροκ εν ρολ. Ο Πρίσλεϊ δεν µου έλεγε
τίποτα, παρότι ο νέος αυτός ήχος ήταν κάτι το
συγκλονιστικό. Αυτό που µε τράβηξε σαν περιεχόµενο
ήταν το τραγούδι της περιόδου του πολέµου της
Παλαιστίνης (σ.σ. ο Πόλεµος των Έξι Ηµερών τον Ιούνιο
του ’67) και του Βιετνάµ. Έχω συνδυάσει, δεν ξέρω πώς,
τα γεγονότα της Λωρίδας της Γάζας (σ.σ. το 1967) µε το
“Eve of destruction” (σ.σ. το θρυλικό αντιπολεµικό /
κοινωνικοπολιτικό τραγούδι τού P.F. Sloan που είχε πει ο
Barry McGuire το 1965). Νιώθοντας λοιπόν κι εγώ αυτή
την κραυγή διαµαρτυρίας, που έβραζε µέσα µου, άρχισα
να ασχολούµαι µε την κιθάρα και µαζί µε διάφορους
φίλους από το σχολείο αρχίζουµε να φτιάχνουµε
συγκροτήµατα, στα οποία παίζουµε τραγούδια σε αυτό το
πνεύµα. Με τον Νέστορα Δάνα είχαµε φτιάξει ένα που
πήγαινε αρκετά καλά κι έτσι σε µια περίοδο που ο
Πασχάλης των Olympians θα πήγαινε στο στρατό µε
φώναξαν εµένα στη θέση του. Τότε πρωτοδούλεψα
επαγγελµατικά, πράγµα που αποδείχτηκε πολύ
χρήσιµο».
Facebook Twitter

Οι Ronnie and Those στα µέσα του ’60. O Νίκος Παπάζογλου µε την κιθάρα, δεύτερος
από δεξιά.

Το πρώτο συγκρότηµα στο οποίο διακρίθηκε ο Νίκος


Παπάζογλου σαν κιθαρίστας και τραγουδιστής ήταν οι
Ronnie and Those, οι οποίοι σχηµατίστηκαν στη
Θεσσαλονίκη περί τα µέσα του 1965. Μέλη τους ήταν ο
κιθαρίστας Νέστωρ Δάνας βεβαίως, ο οργανίστας
Γιώργος Πεντζίκης και ο κιθαρίστας Μπάµπης
Λασκαράκης (µεταξύ άλλων).

Οι Ronnie and Those µπορεί να µην πρόλαβαν να


ηχογραφήσουν άφησαν όµως όνοµα, που πέρασε τα
σύνορα της πόλης. Έτσι στο περιοδικό «Μοντέρνοι
Ρυθµοί» έχουµε µία από τις πρώτες αναφορές στο όνοµα
του Νίκου Παπάζογλου, όταν στο τεύχος #63 της 7ης
Ʃεπτ. 1966 ο Λευτέρης Κογκαλίδης γράφει:

«Ένας θαυµάσιος τραγουδιστής ξεφύτρωσε απ’ το


γνωστό στους µουσικούς κύκλους της µακεδονικής
πρωτεύουσας συγκρότηµα Ρόννι εντ Δόουζ. Λέγεται
Νίκος Παπάζογλου και γράφει µόνος του τραγούδια σε
στυλ Ντύλαν».

Facebook Twitter

Οι Olympians, µε τον Νίκο Παπάζογλου τραγουδιστή, στη θέση του στρατευµένου


Πασχάλη (1967)

Ʃτις αρχές του ’67 ο Παπάζογλου κάνει το πρώτο µεγάλο


βήµα της διαδροµής του, παίρνοντας τη θέση του
στρατευµένου Πασχάλη στους Olympians. Η επιτυχία
τους στο κέντρο Χαβάη κρατάει µέχρι το φθινόπωρο του
1967, όταν ο Παπάζογλου συνδέει το όνοµά του µε την
πιο ροκ περίοδο του γκρουπ τραγουδώντας ανάµεσα σε
άλλα το “Paperback writer” των Beatles, το “Mercy
mercy”, που είχε πει πρώτος ο Dοn Covay και στη
συνέχεια οι Rolling Stones, το “Summer in the city” των
Lovin’ Spoonful κ.λπ.

OLYMPIANS & ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ - Paperback writer

Ʃυνέχεια µε τους Olympians δεν θα υπάρξει κι έτσι περί


τον Οκτώβρη του ’67 ο Νίκος Παπάζογλου θα µπει σ’ ένα
από τα καλύτερα συγκροτήµατα που εµφανίστηκαν ποτέ
στη Θεσσαλονίκη (έτσι λένε οι φήµες δηλαδή) τους Blow
Up (προφανώς όνοµα δανεισµένο από την ταινία του
Μικελάντζελο Αντονιόνι). Διαβάζουµε στο περιοδικό
«Μοντέρνοι Ρυθµοί» (τεύχος #91, της 25 Οκτ. 1967):

«Μπλόου απ ονοµάζεται το νέο συγκρότηµα που


εδηµιούργησαν τρία παλαιά µέλη των Ολύµπιανς και που
εµφανίζεται µε µεγάλη επιτυχία στο αγαπηµένο κέντρο
της θεσσαλονικιώτικης νεολαίας Χαβάη. Οι Μπλόου απ
αποτελούνται από τους εξής: Νίκος Παπάζογλου. Είναι 19
ετών και παλαιότερα τραγουδούσε µε τους Ολύµπιανς.
Του αρέσουν πολύ ο Μποµπ Ντύλαν και οι Μπητλς. Στις
ελεύθερες ώρες του ασχολείται πολύ µε την φολκ
µιούζικ(…)».

Φαίνεται λοιπόν πως το folk και ο Dylan ήταν οι µόνιµες


αγάπες του Νίκου Παπάζογλου εκείνα τα χρόνια, παρότι
οι Blow Up (που έζησαν δυο µήνες µε την σύνθεση Νίκος
Παπάζογλου, Ʃαράντης Κασσάρας, Ρούλης Πυρίλης,
Κώστας Βλασιάδης, Γιώργος Κολώνης, Βασίλης
Παπαβασιλείου) ήταν χωµένοι στη soul και το rhythm n’
blues, προσφέροντας στο κοινό της Χαβάης δυναµικές
βραδιές.

Facebook Twitter

Ο Νίκος Παπάζογλου, τρίτος από αριστερά, µε τους Blow Up

Ο Παπάζογλου προσανατολισµένος φυσικά και προς το


ροκ φτάνει, στις αρχές του ’68, να τραγουδήσει ακόµη και
µε τους M.G.C. στην Αθήνα, στο κλαµπ Λεωνίδας, ενώ
εκείνο που διαδίδεται γενικώς πως υπήρξε µέλος των
Fratelli δεν είναι και τόσο σωστό. Απλώς είχε
συνεργαστεί κάποιες λίγες φορές µαζί τους. Όπως
σηµείωνε και ο αείµνηστος δηµοσιογράφος και µάνατζερ
Τάσος Ψαλτάκης στο περιοδικό «Μουσική» (τεύχος #81,
Αύγουστος 1984):

«Στους Fratelli έπαιζαν τότε ο Θόδωρος Παπαντίνας


κιθάρα, ο Γιάννης Καντζός κιθάρα, ο Στέλιος Φωτιάδης
µπάσο, ο Γιώργος Πεντζίκης όργανο, ο Λεωνίδας
Σταµατιάδης τύµπανα, ενώ ο Μίµης Αντωνόπουλος
τραγουδούσε. Ένα φεγγάρι τραγούδησε και ο Νίκος
Παπάζογλου...».

Βασικά εκείνη την εποχή ο Νίκος Παπάζογλου ήταν


τραγουδιστής στα κλαµπ, κάτι που έσπασε, σαν
κατάσταση, όταν δηµιουργήθηκαν οι Μακεδονοµάχοι.
Θυµόταν ο Τάσος Ψαλτάκης (πάντα από τη «Μουσική»):

«Από τους Fratelli, που διέλυσαν το καλοκαίρι του 1969,


έγιναν τον Οκτώβριο του 1971 οι Μακεδονοµάχοι, στους
οποίους έπαιζαν ο Θόδωρος Παπαντίνας, ο Γιάννης
Καντζός, ο Λεωνίδας Σταµατιάδης, ο Μάκης Γιαπράκας
µπάσο, ενώ τραγουδούσε µαζί τους για περίοδο
τεσσάρων µηνών ο Νίκος Παπάζογλου. Οι
Μακεδονοµάχοι έπαιξαν στο χορό των εγκαινίων της
Λέσχης Αξιωµατικών Κιλκίς, σαν κλου της βραδιάς, µε
πολύ καλή αµοιβή για την εποχή (20 χιλιάδες δραχµές)
και µε ονόµατα πριν απ’ αυτούς, όπως ο Μητροπάνος
κ.ά. Έκαναν µάλιστα προκλητική εµφάνιση (φιλιά στόµα
µε στόµα στο πάλκο, γεννητικά όργανα απ’ έξω...), που
τους στοίχισε, τρεις µέρες µετά, την οριστική διάλυσή
τους από την Εθνική Ασφάλεια... Θυµάµαι, είχε έρθει στο
υπόγειο κλαµπ Χαβάη ο Μπουζιάνης (σ.σ. αστυνόµος) µε
άλλους τρεις της Ασφαλείας λέγοντας: “Μακεδονοµάχοι,
µαζέψτε τα κλαπατσίµπανα και δρόµο... Όπου παίζετε
γίνεται γιάφκα αναρχοκοµµουνιστών και χαπάκηδων. Γι’
αυτό τέρµα... Ένας-ένας µπορείτε να παίξετε σε άλλα
γκρουπ, αλλά όλοι µαζί ποτέ...”. Ο Παπαντίνας που είχε
αντιρρήσεις πήρε τη “δόση” του όλο το απόγευµα στην
Ασφάλεια...».
Facebook Twitter

O Νίκος Παπάζογλου, µε τον κιθαρίστα Γιάννη Καντζό, στους Μακεδονοµάχους

Να συµπληρώσουµε µόνο πως τόσο οι Fratelli, όσο και οι


Μακεδονοµάχοι (που έπαιζαν rock και hard rock βασικά)
δεν άφησαν κάτι ηχογραφηµένο.

Δεν συνέβη όµως το ίδιο και µε τον Ζηλωτή, το επόµενο


συγκρότηµα της εποχής στο οποίο υπήρξε µέλος ο Νίκος
Παπάζογλου. Θυµόταν ο ίδιος (πάντα από τον «Ήχο»):

«Στην περίοδο ’70-’71 άρχισα να ασχολούµαι µε το


στούντιο (ναι, από τότε το έχω ξεκινήσει). Λίγο αργότερα
φτιάχνουµε και το τελευταίο συγκρότηµα εκείνης της
εποχής, µιας και πιστεύαµε πως είχαµε ακόµη πολλά να
προσφέρουµε. Το όνοµα ήταν Ζηλωτής και οι άλλοι
µουσικοί ήταν ο Σαράντης Κασσάρας, ο Μπάµπης
Λασκαράκης και ο Γιώργος Στάντζος (σ.σ. και ο ντράµερ
Ρούλης Πυρίλης). Εκείνη την εποχή είχαν γνωρίσει
µεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό οι Aphrodite’s Child και
όλα τα ελληνικά συγκροτήµατα τους ζηλεύαµε. Πήγαινες
στο Παρίσι και νόµιζες ότι βρισκόσουν στην Πλάκα. Εµείς
πηγαίναµε στη Γερµανία, στο Άαχεν, όπου και
γνωριστήκαµε µε διάφορα συγκροτήµατα, όπως οι Rufus
Zuphall, οι CAN και σε µια βοµβαρδισµένη φάµπρικα
φτιάξαµε έξι αριστουργηµατικά τραγούδια, τα οποία
όµως τα ηχογραφήσαµε σε demo στην Ιταλία (σ.σ. µε
παραγωγό τον Νίκο Παπαθανασίου, αδελφό του Βαγγέλη
Παπαθανασίου). Δεν ενδιαφέρθηκε κανένας και έτσι το
όλο θέµα έληξε».

Δυστυχώς, αυτά τα τραγούδια εξακολουθούν, 50 χρόνια


µετά, να µην είναι διαθέσιµα σε µια εµπορική κυκλοφορία
– κάτι που κάποια στιγµή πρέπει να συµβεί, καθότι το
υλικό είναι εξαιρετικό, και ικανό να εµπλουτίσει, την
ιστορία του ελληνικού ροκ της εποχής, µε κάτι αληθινά
σηµαντικό. Ανάµεσα στα κοµµάτια εκείνης της εποχής
και το «Χτες βράδυ» (µε αγγλικό στίχο βεβαίως), που το
µάθαµε από το «Χαράτσι», το 1984.

Νίκος Παπάζογλου - Χτες Βράδυ | Official Audio Release


(HQ)

Η προσπάθεια µε τον Ζηλωτή µπορεί να έληξε άδοξα,


όµως ο Νίκος Παπάζογλου δεν θα σταµατήσει να µετέχει
σε σχήµατα, καθώς το καλοκαίρι του ’72 θα βρεθεί να
τραγουδάει στους εφήµερους Pendulum (µε Αντώνη
Βαρσαµούδη κιθάρα, Χρήστο Κίλια ντραµς, Γιώργο
Ʃτάντζο µπάσο κ.ά.), οι οποίοι εµφανίζονταν σε παραλίες
της Μακεδονίας, ενώ το τέλος της χρονιάς θα τον
εύρισκε ξανά στην Θεσσαλονίκη, να δουλεύει σε κλαµπ.
Από µια καταχώρηση στο περιοδικό «Επίκαιρα» (τεύχος
#227, 8-14 Δεκ. 1972) διαβάζουµε τη Ʃαµάνθα να λέει:

«Αν σας τραβάει το ίδιο η µουσική ποπ και το µπουζούκι


πιο κατάλληλη εκλογή από το Δάφνις και Χλόη, στην οδό
Αγίας Σοφίας, δεν νοµίζω ότι υπάρχει. Σε µια επίσκεψη-
αστραπή στη Θεσσαλονίκη χάρηκα από κοντά το νέο
πρόγραµµα του καταστήµατος, για το οποίο ξανάγραψα
πρόσφατα. Συνδυάζει την προσφορά στον πελάτη
µοντέρνων ρυθµών, απαλής µελωδίας και ελληνικών
τραγουδιών σε στυλ ποπ, που αποδίδει ένας νεαρός
τραγουδιστής, ο Νίκος Παπάζογλου, καθώς επίσης και
λαϊκών επιτυχιών από το συγκρότηµα του βιρτουόζου του
µπουζουκιού Γιώργου Χριστοδούλου. Το ουίσκι στοιχίζει
70 δραχµές, όπως και οι ξηροί καρποί».

Εκείνα τα χρόνια (1973-74) ηχογραφούνται, τελικά, και τα


πρώτα επίσηµα τραγούδια τού Νίκου Παπάζογλου, τα
οποία αποδίδει ο Πασχάλης. Είναι τα «Ανία», «Είναι
αργά», που ακούγονται στο LP «Φίλοι και Αδελφοί»
[Philips, 1973], καθώς και η «Γαλάζια θάλασσα» από το
LP «Το Τραγούδι µου» [Philips, 1974]. Πάλι ο λόγος στον
Νίκο Παπάζογλου:

«Τον καιρό που παίζαµε στα διάφορα κλαµπ εγώ έτρεχα


στα παραδίπλα µαγαζιά και έβλεπα τους λαϊκούς
µουσικούς και τον τρόπο που συνεννοούνταν µεταξύ
τους, και άρχισα να µελετάω και τη λαϊκή µουσική και να
γίνεται αυτή η µίξη µέσα µου. Μετά την αποτυχία λοιπόν
του Ζηλωτή κλείστηκα στον εαυτό µου και ξαναβγήκα το
’76, όταν µε έβγαλε στην κυριολεξία ο Σαββόπουλος
ζητώντας µου να συµµετάσχω στους Αχαρνής.
Γνωρίζοµαι τότε µε τον Μπουλά, το Ρασούλη, τον Ξυδάκη
και άλλους και βγάζουµε την Εκδίκηση της Γυφτιάς».

Facebook Twitter

Από την παρουσίαση του δίσκου «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς» (1978), µε τους Μανώλη
Ρασούλη, Νίκο Ξυδάκη, Διονύση Ʃαββόπουλο και Νίκο Παπάζογλου στα γραφεία της
Lyra

Το ηµερολόγιο έγραφε πια… 1978.

Η «Γυφτιά» και «Τα Δήθεν», των Νίκου Ξυδάκη-Μανώλη


Ρασούλη, όταν πρωτοκυκλοφορούν, την διετία 1978-79,
περνάνε κάπως στο ντούκου. Κάπως λέµε... Δεν
ακούγονταν στο ραδιόφωνο, ενώ δεν υποστηρίζονταν
ιδιαίτερα και σε συναυλίες, αφού το κοινό είναι ακόµη
αδιαµόρφωτο και οι χώροι λίγοι (κάτι αµφιθέατρα σχολών
κι αυτά µε το ζόρι). Ό,τι έκανε η δισκογραφία λοιπόν –
πράγµατα µάλλον περιορισµένα, για τα µέτρα της
εποχής...

Ο Παπάζογλου δεν δίνει ακόµη επαγγελµατικά live –


ουσιαστικά τον ξέρουν λίγοι–, ενώ το νεολαϊκό και το
νεορεµπέτικο δεν έχουν δηµιουργήσει ακόµη κατάσταση.
Μέχρι και τον Ʃεπτέµβριο του 1982 –δηλαδή τρία-
τέσσερα χρόνια µετά από την κυκλοφορία εκείνων των
δίσκων–, η φωτιά δεν έχει ανάψει ακόµη, κάτι που
φαίνεται ότι γίνεται µε µιας, µε αφορµή τις συναυλίες
«Ανατολικά της Αθήνας» (Λυκαβηττός, 2-3 Ʃεπτεµβρίου
1982), τις οποίες οργανώνει το περιοδικό «Ντέφι» (µε
τον βιολιστή Γιώργο Κόρο, τον µπουζουξή Θανάση
Πολυκανδριώτη κ.ά. στην ορχήστρα).

Το ένα από εκείνα τα live µαγνητοσκοπείται, µεταδίδεται


από την ΕΡΤ και ουσιαστικά µετατρέπει, εν µία νυκτί, σε
«ήρωα», τον Νίκο Παπάζογλου. Τότε ο πολύς κόσµος
µαθαίνει το «Μη µ’ αποκαλείς τεµπέλη», το «Κανείς εδώ
δεν τραγουδά» και το «Τρελλή κι αδέσποτη», τραγούδια
που θα ακούγονταν πλέον σε κάθε ρεµπετάδικο, σε κάθε
λαϊκή ταβέρνα οπουδήποτε στη χώρα.

Όταν δε, την επόµενη χρονιά (1983) η Γλυκερία, που είχε


εµφανισθεί κι εκείνη στο Λυκαβηττό, στα live «Ανατολικά
της Αθήνας», θα έλεγε το «Κανείς εδώ δεν τραγουδά»
στο άλµπουµ «Με Τη Γλυκερία Ʃτην Όµορφη Νύχτα /
Ζωντανή Ηχογράφηση» [Lyra], το τραγούδι των Νίκου
Παπάζογλου-Τάκη Ʃιµώτα θα συναγωνιζόταν σε
δηµοφιλία τον... Εθνικό Ύµνο.

Νίκος Παπάζογλου στον Λυκαβηττό - 1982

Εκείνη την εποχή και βλέποντας, προφανώς, και το γκελ,


που είχε στον κόσµο, ο Νίκος Παπάζογλου βάζει µπροστά
το σχέδιο µιας ροκολαϊκής ορχήστρας, ενός ακόµη
συγκροτήµατος αν θέλετε, το οποίο θα αποκαλούσε
Ταχεία Θεσσαλονίκης – µιας µπάντας που θα έδινε
άλλον αέρα στα τραγούδια από τη «Γυφτιά» και τα
«Δήθεν», προβάροντας και το πιο καινούριο υλικό,
ταυτόχρονα, που θα ακουγόταν στο «Χαράτσι», το 1984.

Εκείνη την περίοδο από την Ταχεία Θεσσαλονίκης είχαν


περάσει διάφοροι µουσικοί, όπως οι Χρήστος Κίλιας και
Νίκος Καπηλίδης ντραµς, ο Γιώργος Πεντζίκης πλήκτρα,
συνθεσάιζερ, οι Αντώνης Βαρσαµούδης, Δηµήτρης
Αραµπατζής και Δηµήτρης Ʃταρόβας κιθάρες, οι Νίκος
Βαρδής και Μανώλης Ʃιδερίδης µπάσο, οι Βαγγέλης
Λιόλιος, Παναγιώτης Αποστολίδης και Ʃπύρος Καντιώτης
µπουζούκι, οι Ʃτέλιος Γκέτης και Κώστας Παγωνίδης
κρουστά κ.ά.

Πολλοί απ’ αυτούς τους µουσικούς είχαν εξίσου ροκ και


λαϊκές εµπειρίες, κάτι που τους βοηθούσε πολύ να
αντιληφθούν τον νέο ήχο, που ήθελε να προσδώσει στα
τραγούδια του ο Παπάζογλου, ανακατεύοντας ροκ και
λαϊκά όργανα, και παίρνοντας από τους µουσικούς του τα
ίδια, στιβαρά, vibes. Όπως έλεγε και ο ίδιος σε µία άλλη
συνέντευξή του στην «Μουσική» (τεύχος #89, Απρίλης
1985):

«Στο ελληνικό τραγούδι εµείς είµαστε µάλλον


αλεξιπτωτιστές, γιατί άλλα πράγµατα µας συγκίνησαν και
µας ζέσταναν όταν πρωτοπιάσαµε το όργανο. Δεν
είµαστε µια ροκ µπάντα, που κάνει τραγούδια µε
ελληνικούς στίχους και χρησιµοποιεί τον ηλεκτρισµό σαν
επίφαση, αλλά ούτε και µια λαϊκή ορχήστρα σκυλάδικου,
που χρησιµοποιεί φανκ-τζαζ στοιχεία πάλι σαν επίφαση –
και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα. Αυτά που κάνει ο καθένας
µας πιστεύουµε ότι είναι τέλεια βιωµένα και χωνεµένα
και συντελούν σε κάτι το οποίο είναι αυθεντικό. Αλλιώς
δεν θα το κάναµε καθόλου. Δεν είµαστε στη µέση του
“γίγνεσθαι” του ελληνικού τραγουδιού, δεν ξέρουµε από
τάσεις ή τασούλες και τι συζητιέται γενικά σαν
κουτσοµπολιό.(...) Εµείς έχουµε παίξει χιλιάδες είδη
µέχρι να φτιάξουµε την τεχνική µας. Η τεχνική η δική
µου π.χ. δεν έρχεται από τον Καζαντζίδη, ούτε από
κανέναν άλλο, είναι κάτι που το έφτιαξα εγώ
τραγουδώντας τα πάντα. Το ίδιο ισχύει και µε τους
άλλους από το συγκρότηµα βέβαια.(...)».

Υπερτονίζοντας την αξία της προσωπικής εµπειρίας


πάνω στο πάλκο, και κάτω από τελείως διαφορετικές,
κάθε φορά, συνθήκες (ροκ, λαϊκές και ανάµεικτες), ο
Νίκος Παπάζογλου επιχειρεί να µεταφέρει, σε βινύλιο και
συναυλίες, έναν ήχο που είχε βιώσει στα λαϊκά µαγαζιά
«βήτα κατηγορίας», υπερτονίζοντας τα rock passages
και διατηρώντας σε ρόλο lead το µπουζούκι και το βιολί.

Facebook Twitter

Νίκος Παπάζογλου «Χαράτσι» [Lyra, άνοιξη 1984]


Facebook Twitter

Νίκος Παπάζογλου «Μέσω Νεφών» [Lyra, φθινόπωρο 1986]

Δηµιουργεί έτσι έναν «δικό του» ήχο, τον οποίον ορίζει


τεχνικά ο ίδιος, µέσω του στούντιο Αγροτικόν, ο οποίος
(ήχος) ακούγεται δυνατός, ζωντανός και ατόφιος, σε
αψεγάδιαστες παραγωγές, µέσα από τα άλµπουµ
«Χαράτσι» (άνοιξη 1984) και «Μέσω Νεφών»
(φθινόπωρο, 1986), αµφότερα στην Lyra.

Εκεί ουσιαστικά, σ’ αυτούς τους δύο δίσκους,


καταγράφεται κι ένα αισθητικό όριο, όσον αφορά στις
δυνατότητες του λαϊκού τραγουδιού να συνοµιλήσει µε το
ροκ, υπό όρους ισοτιµίας, µιας και οτιδήποτε άλλο πιο
µετά (είτε εκπεφρασµένο από τον ίδιο τον Παπάζογλου
είτε από τους πολύφερνους επιγόνους του) θα ακουγόταν
ως «µία από τα ίδια».

Μάλιστα, και βλέποντας ο ίδιος το γενικότερο τέλµα, που


αρχίζει να εξελίσσεται σε ανούσια µανιέρα, από ροκάδες,
λαϊκούς και «έντεχνους», ο Παπάζογλου αποφασίζει
προς τα τέλη της δεκαετίας να αφήσει κατά µέρος τα
rock vibes, στρίβοντας απότοµα προς το «πιο αµιγές
λαϊκό», µέσω του LP «Ʃύνεργα» [Lyra, 1990] και
σχηµατίζοντας µια νέα µπάντα, την Λοξή Φάλαγγα, µε
την οποία και θα συµπορευόταν, κατ’ ουσίαν, έως το
τέλος της ζωής του.

Εντάξει, για τις ανάγκες των live, που είναι συνεχή, σε


ηπειρωτική και νησιώτικη χώρα, ιδίως κατά τους
καλοκαιρινούς µήνες, τα ηλεκτρικά όργανα δεν θα
µπορούσε να απουσιάζουν –το απαιτούσαν εξάλλου και
κάποια ιστορικά τραγούδια από τα δύο πρώτα LP, που δεν
γινόταν να απουσιάζουν από τις σχετικές track lists–,
όµως τον Παπάζογλου φαινόταν πως τον απασχολούσε
περισσότερο το λαϊκό και το παραδοσιακό τραγούδι
(αιγαιοπελαγίτικο ή άλλο), παρά το ροκ, που το
αντιµετώπιζε πλέον µάλλον στωικά και συγκαταβατικά.

Ʃωκράτης Μάλαµας, Κώστας Μπραβάκης, Δηµήτρης


Μυστακίδης, Μπάµπης Παπαδόπουλος κιθάρες,
Μανώλης Πάππος, Παναγιώτης Κουτσούρας µπουζούκι,
Νίκος Οικονοµίδης βιολί, Αλέξανδρος Μπουλγουρτζής
κρουστά, Μιχάλης Καπηλίδης, Κώστας Παγωνίδης
ντραµς είναι µερικοί µόνον από τους µουσικούς της
Λοξής Φάλαγγας από το 1990 και µετά – της τελευταίας
µπάντας του Νίκου Παπάζογλου, µε την οποία θα αλώνιζε
την ελληνική περιφέρεια, δηµιουργώντας, όπου και να
βρισκόταν, µοναδικές συνθήκες µέθεξης.

Εξάλλου τα λαϊκά, καλοκαιρινά, πανηγύρια είχε ως


πρότυπό του, από ένα σηµείο και µετά, ο αείµνηστος
Παπάζογλου και την χαµένη αίγλη εκείνων επιχειρούσε να
αναζωογονήσει µέσα από τις αµέτρητες παρουσίες του,
σε τόπους και χώρους τους οποίους, συχνά, έστηνε ο
ίδιος εκ του µηδενός, µε πολλή προσωπική εργασία. Μιας
και, όπως όλοι γνωρίζουν, τα χέρια του δεν τον προδίδανε
εύκολα...

Στη ρωγµή του χρόνου - Νίκος Παπάζογλου

You might also like