Professional Documents
Culture Documents
ΠΕΡΙ ΤΣΙΦΟΡΟΥ
ΠΕΡΙ ΤΣΙΦΟΡΟΥ
Διαμαντής Καράβολας
Ποιο πολλές άγνωστες λέξεις μπορεί να βρει κανείς διαβάζοντας 300 σελίδες ενός βιβλίου
του Νίκου Τσιφόρου παρά στις αντίστοιχες με διηγήματα του Παπαδιαμάντη (και δεν το
λέω αυτό με πρόθεση να συγκρίνω τους δύο συγγραφείς, κατ’ εμέ, είναι εξίσου και οι δύο
κορυφαίοι, παρά το γεγονός ότι δεν έχει βρεθεί ακόμα ένα ΣΟΒΑΡΟ λογοτεχνικό περιοδικό
να κάνει ένα έστω και ΜΙΣΟ αφιέρωμα στον Τσιφόρο).
Το άσχημο είναι ότι από τις δύσκολες λέξεις του Παπαδιαμάντη κουτσά στραβά θα βρεις τη
σημασία τους ψάχνοντας στα καλά λεξικά των αρχαίων και της καθαρεύουσας (Liddell-
Scott, Δημητράκου κλπ.) και φυσικά στο διαδίκτυο. Για τον Τσιφόρο όμως τα πράγματα
είναι πιο δύσκολα, γιατί λίγα είναι τα λεξικά της ελληνικής αργκό, της γλώσσας της πιάτσας
δηλαδή, και ακόμα κι αυτά έχουν αντικειμενικά μεγάλες ελλείψεις λόγω του ότι στην αργκό
οι λέξεις μεταβάλλονται διαρκώς αφού ακόμα και οι ίδιες σημασίες, την ίδια χρονική
περίοδο, μπορεί να εκφράζονται με διαφορετικές λέξεις στα διαφορετικά σινάφια.
Παρακάτω είναι διάφορες λέξεις που μάζεψα, όχι εξαντλητικά και κάπως πρόχειρα απ τα
«Παραμύθια».
Κάποιες λέξεις έχουν μείνει ακόμα άγνωστες και τις ψάχνω. Αν ξέρει κανείς βοηθάει στα
σχόλια. Στις παρενθέσεις έχω βάλει πώς χρησιμοποιείται η λέξη στο κείμενο. Εκεί που έχει
ερωτηματικό μου είναι ακόμα άγνωστη ή υπό αμφιβολία. Ειδικά η λέξη ΨΙΔΙ μου έχει
κάτσει πολύ άσχημα που δεν μπορώ να βρω κάτι στο περίπου που να την προσδιορίζει
("δεν αφησες ψιδι βρε, κακοχρονοναχεις" βρίζει μια μάνα τον ατίθασο κανακαρη της).
* Εξηγήσεις λέξεων μετά από γκουγκλαρισμα νομίζω περιττεύουν, καθώς είναι κάτι που
όλοι πλεον το κάνουμε εύκολα. Αντίθετα, σχόλια που σχετίζονται με τη "ζωή" ή την
προσωπική εμπειρία χρήσης μιας λέξης είναι πολύτιμα!
Σελέμης (ο)
Λεμπλεμπλιά (τα)
Λιγούνα (η)
Μπαταλαμάς (ο) ?
Τσούρδας (ο) ?
Τεσκίνια (τα)
Φαγάντσα (η) ?
Κελεμές (ο)
Τριτσακατζίδικος/α (πράγματα)
Μπαρμπέτες (οι)
Κερχελές (ο)
σιντεκλέρια (τα)
πρόσβαρος (ο)
γκεζί (το)
σπατσάρω
σοφράνο (το)
Τζαζάρω
Βέρτζινος (ο) ?
Σεπρεπόν (το) ?
Τσιμένια (έτρωγε…) ?
Τσικιρικιτζής (ο)
γαλάρα (μια..) ?
Μπαταρέλα (ρίξανε…) Αυτή την λέξη την είχα ακούσει απ τον καραγκιοζοπαίχτη Γιάνναρο
επίσης.
Κίνο/α (το/τα) ?
Μπακατσούλας (ο)
Μπαρούμα (η) ?
Καρατάρω ?
Λέζα (η) ?
Τσιριμπασιλίκι
Μολώνω ?
ΥΓ. Επίσης για τις γυναίκες με έντονες σεξουαλικές ορέξεις και χωρίς ταμπού έχει τις εξής
εκφράσεις-χαρακτηρισμούς κατά τις ανάλογες σημερινές:
• Το τσιμπάει το σκουλικάκι.
• Το δουλεύει το πετάλι.
• Το δαγκώνει το τζάνερο.
Vasilis Filippas
Γράφω τις ερμηνείες για κάποιες από τις λέξεις όπως αυτές συναντούνται στη Λευκάδα και
σε άλλα Ιόνια νησιά. Την είχα ετοιμάσει από χτες αλλά δεν πρόλαβα να σου το στείλω.
Έχουμε και λέμε:
Τάγιο: διάνοιξη με όργανο που τέμνει, τομή, σχίσιμο, κόψιμο, εγχείρηση, μτφ. Ερωτικό
κυνήγι, σεξουαλική πράξη.
Φαγάντσα: άφθονο και καλό φαγητό, λαιμαργία, ανθρώπος λαίμαργος και πολυφαγάς.
Σπατσάρω: σκουπίζω, καθαρίζω, ολοκληρώνω μια δουλειά, βγάζω μια υποχρέωση, ενοχλώ,
ξεμπερδευω, ξεκαθαριζω
Σοφράνο: στραμμένος προς τον άνεμο, σχεδόν αντίθετα στον άνεμο, όρτσα ( λέξη των
ναυτικών και των ψαράδων)
Τελατίνι: είδος πολυτελούς ανδρικού υποδήματος της τοπικής λαϊκής φορεσιάς // είδος
δέρματος, "τον έκαμε τελατίνι": τον έδειρε άσχημα.
……………………..
Διαμαντής Καράβολας
Απ’ ότι βλέπω οι περισσότερες λέξεις ερμηνεύτηκαν με τον α ή β τρόπο, αλλά μείνανε τρεις
που δεν τις έθιξε κανείς ακόμα. Το «BBC», το «τζαζάρω» και το «πάω για φρούτο». Έχει
ίσως σημασία γιατί αυτές οι 3 λέξεις που είναι στο ίδιο διήγημα αποτελούν δάνεια από μια
άλλη αργκό, αυτήν των καλιαρντών και του ομοφυλοφιλικού περιθωρίου της δεκαετίας του
’50. Το «BBC δεν γουστάρω» το λέει “ευγενικά” ένας ταξιτζής στον μεσήλικα ομοφυλόφιλο
συνοδό και «κράχτη» μιας νεαρής πόρνης, για να αποκρούσει το πέσιμό του, μιας και
γουστάρει την μικρή και όχι αυτόν. Η ομοφυλοφιλία τότε ήταν συνδεδεμένη πολύ με το
αγγλικό στοιχείο, και το BBC ως σήμα κατατεθέν των άγγλων είχε πάρει την έννοια του
ομοφυλοφιλικού σεξ στην αργκό της εποχής. Το «τζαζάρω» και το «πάω για φρούτο» το
λέει κατόπιν της άρνησης του ταξιτζή ο ομοφυλόφιλος, θέλοντας να πει ότι φεύγω και πάω
να κάνω φάση με άλλο τεκνό που είχε κοζάρει παραπέρα και έδειχνε θετικός στην
πρόσκλησή του.
Για άλλη μια φορά φαίνεται τι απίστευτο γλωσσικό κέντημα έκανε σε κάθε κείμενό του ο
Τσιφόρος. Αλλά αυτό δεν είχε να κάνει μόνο με τον Τσιφόρο σαν συγγραφέα, αλλά και με
το κοινό της εποχής, που δεν μάσαγε από ιμιτασιόν φιγουρατζήδες…
…………………….
Miranda Terzopoulou
Ψίδι ήταν η λεπτούτσικη λωρίδα ευτελούς πετσιού που κολλούσαν εξωτερικά γύρω γύρω
απ' το παπούτσι κι έκρυβε τις βελονιές της ξώραφης σόλας. Υπήρχε και η παροιμία: σόλες,
ψίδια, πέταμα. Για κάτι που δεν επίδεχόταν διόρθωμα ή βελτίωση. Αντραντές ήταν μια
λουρίδα δαντέλας ανάμεσα σε δυο κομμάτια ύφασμα. Οπότε στρώσανε τον αντραντε
σημαίνει τακιμιάσανε.