Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 16

Παρατηρήσεις επί της έντυπης έκδοσης της Ιεράς Μητρόπολης Περιστερίου σχετικά με την

«Λανθασμένη θεολογικά και αυθαίρετα μόνιμη τοποθέτησης του «Εσταυρωμένου της Μεγάλης
Παρασκευής» μέσα στο Ιερό Βήμα και πίσω από την Αγία Τράπεζα»

Της Άννας Κακαδιάρη, αρχαιολόγου-φιλολόγου

Η εν λόγω –πολυτελής- έκδοση με τη μορφή εικονογραφημένου φυλλαδίου συνοδεύεται από


«Συνοδευτικό Προσκλητικό Μήνυμα προς τον Ευσεβή Λαό του Περιστερίου» και υπογράφεται ως
Εγκύκλιος Επιστολή 1 – 2024 Προς τον αγαπημένο Λαό του Περιστερίου από τον Μητροπολίτη
Περιστερίου Επίσκοπο Γρηγόριο Δ. Παπαθωμά, καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και του
Θεολογικού Ινστιτούτου «Άγιος Σέργιος» Παρισίων, όπως αναγράφεται στο εξώφυλλο. Διαμοιράστηκε
στο ποίμνιο σε όλες τις ενορίες και τους προσκυνηματικούς ναούς του Περιστερίου την Παρασκευή 19
Απριλίου 2024, μετά την ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου προς την Θεοτόκο.

Το φυλλάδιο επιχειρεί να προκαταλάβει τους πιστούς ευθύς εξ αρχής από τον τίτλο,
χαρακτηρίζοντας «λανθασμένη θεολογικά και
αυθαίρετη» την παράδοση της τοποθέτησης του
Εσταυρωμένου πίσω από την Αγία Τράπεζα στο
Ιερό Βήμα. Αποκαλεί δε, τον Εσταυρωμένο ως
«Εσταυρωμένο της Μ. Παρασκευής»,
υποβαθμίζοντας την παρουσία του ως χρηστική
αποκλειστικά της συγκεκριμένης ημέρας της
Μεγάλης Παρασκευής. (Εικ.1)

Ξεκινώντας από το εικονογραφικό υλικό


του φυλλαδίου, το οποίο επαναλαμβάνεται και στο
«Προσκλητικό Μήνυμα» μπορούν να Εικ. 1 Το εν λόγω φυλλάδιο και το Συνοδευτικό
παρατηρηθούν τα εξής: Προσκλητικό Μήνυμα του Επισκόπου Περιστερίου

1. Δεν αναγράφονται σε όλες τις


φωτογραφίες οι πηγές προέλευσης του υλικού, δηλαδή οι ναοί, οι πόλεις και χώρες
προέλευσής τους.
2. Το γεγονός αυτό, καθώς και η συσσώρευση θαυμαστικών και προσωπικού τόνου
σχολιασμών του Μητροπολίτη επί των φωτογραφιών εντείνουν τον καθαρά υποκειμενικό
και αντίθετο προς την επιστημονική δεοντολογία-την οποία προβάλλει-χαρακτήρα του
εντύπου, όπως για παράδειγμα στη σελ. 39 : «Αυτό είναι το θεολογικό πρόβλημα : 2
Εσταυρωμένοι στο Ιερό Βήμα» ή στη σελ. 40 : «Εσταυρωμένοι!!Αυτό συνιστά τον ορισμό της
Εσταυρωμενολατρίας» ή στη σελ. 42: «Πουθενά η Ανάσταση του Χριστού.»
3. Η ίδια φωτογραφία στη σ. 42 του φυλλαδίου με τον σχολιασμό «Ελλάδα. Από ορθόδοξο ναό.
Πίσω η Άνω Καθέδρα» εμφανίζεται στο ενσωματωμένο φυλλάδιο του «Προσκλητικού
Μηνύματος» με τον σχολιασμό «οι
Ουνίτες», δηλαδή ο ίδιος ναός- ο οποίος
δεν αναγράφεται- παρουσιάζεται στη μία
φωτογραφία ως ορθόδοξος, ενώ στην
άλλη ως ουνιτικός[Εικ.2].

Βέβαια, με όποιον χαρακτηρισμό και να της


αποδίδεται, η φωτογραφία αυτή αποδεικνύει αν μη
τι άλλο, την παλαιότητα και την αυθεντικότητα της
τοποθέτησης του Εσταυρωμένου πίσω από την
Αγία Τράπεζα, αφού ως γνωστόν η Ουνία, αυτός ο Εικ. 2 Από το φυλλάδιο του επισκόπου.
«δούρειος ίππος του παπισμού», του οποίου η
ύπουλη δράση ξεκίνησε από τη Σύνοδο του Λατερανού το 1215 επί πάπα Ιννοκεντίου Β΄, ακολουθεί
από τότε το Βυζαντινό τυπικό, τόσο στην αρχιτεκτονική, στην εικονογράφηση και στην λειτουργική
ζωή.

[1]
4. Όλες οι φωτογραφίες από το Ιερό Βήμα σε ελληνικούς ορθοδόξους ναούς μάλλον συναινούν
ακριβώς στο αντίθετο από το επιδιωκόμενο, αφού καταδεικνύεται πως σε ολόκληρη την
Ελλάδα υπάρχει η παράδοση της τοποθέτησης του Εσταυρωμένου στο Ιερό Βήμα. Η
αρίθμηση των Εσταυρωμένων και των σταυρών του Κυρίου(1ος -2ος Εσταυρωμένος) μάλλον
συνιστά καινοτομία του Επισκόπου, αφού δεν παρατηρείται πουθενά στην ορθόδοξη
θεολογία και δογματική, αλλά και στην παγκόσμια βιβλιογραφία για τη βυζαντινή τέχνη.
5. Όσον αφορά το υπόλοιπο εικονογραφικό υλικό, μπορούν να διατυπωθούν οι εξής
παρατηρήσεις: Οι ναοί στις χώρες της Αλβανίας και της Φιλανδίας, όπως εικονίζονται στις
σελ. 44-45 θα πρέπει να είναι ίσως και οι μοναδικοί ναοί στις χώρες αυτές, όπου δεν
παρατηρείται ο Εσταυρωμένος στο Ιερό Βήμα. Μάλιστα, ο Καθεδρικός Ναός της Αναστάσεως
στα Τίρανα είναι πρόσφατη κατασκευή, η οποία δεν ακολουθεί το εικονογραφικό
πρόγραμμα του Ιερού Βήματος στην ορθόδοξη ναοδομία, όπως αυτό έχει
αποκρυσταλλωθεί ήδη από τον 8ο αιώνα και διατυπωθεί στην Σύνοδο του 843 στην
Κωνσταντινούπολη1, μετά την οριστική αναστήλωση των εικόνων. Ίσως η αφιέρωση των δύο
ναών της Αλβανίας στις φωτογραφίες (στα Τίρανα και στην Κορυτσά) στην Ανάσταση του
Κυρίου, σε συνδυασμό με τον προκαθήμενο της Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιο και τον ιδιαίτερο
συμβολισμό της Ανάστασης ως Ανάσταση του Γένους και της Ορθοδοξίας στη συγκεκριμένη
χώρα να διαδραμάτισε κάποιον ρόλο στο εικονογραφικό τους πρόγραμμα. Εξάλλου, οι
διώξεις της ορθοδόξου πίστεως και η καταστροφή των ναών κατά τη διάρκεια του στυγνού
αθεϊστικού καθεστώτος της γείτονος από το 1944 ως το 1991, υπήρξαν ανασταλτικός
παράγοντας στην τήρηση της Παράδοσης, αφού διακριβώνεται συντονισμένη προσπάθεια
για προσεταιρισμό-η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας διεκδικεί από το καθεστώς την
επιστροφή πάνω από 100.000 θρησκευτικών κειμηλίων - και ολοσχερή καταστροφή όλων των
κινητών στοιχείων των ναών : φορητών εικόνων, Εσταυρωμένων, ξυλόγλυπτων τέμπλων,
ιερών σκευών, λειψάνων κλπ. και του συνόλου της εκκλησιαστικής περιουσίας 2α.
Σε άλλους ναούς της Αλβανίας, όμως, φαίνεται ότι ο Εσταυρωμένος τοποθετείται
στο Ιερό Βήμα, πίσω από την Αγία Τράπεζα και η εικονογράφηση των ναών, είτε είναι
αναστηλωμένοι, είτε πρόσφατα κτισμένοι, ακολουθεί το ορθόδοξο εικονογραφικό
πρόγραμμα. [Εικ.3]
Το ίδιο ακριβώς φαίνεται να συμβαίνει στις ορθόδοξες
ανατολικές χώρες, τις οποίες επικαλείται το εν λόγω δημοσίευμα.
Ευτυχώς, για την αλήθεια των πραγμάτων (όπου το «α» στερητικό
της λήθης) βρίσκονται στη διάθεση των ερευνητών άφθονο
φωτογραφικό υλικό, αλλά και γραπτές μαρτυρίες, ακόμη και από
την προκομμουνιστική περίοδο2β.. [Εικ.4]

Εικ. 3 Ιερός Ναός Αγίων


Θεοδώρων, Μπεράτι, Αλβανία.
Μνήμη Αγίου Ελευθερίου,15-
12-2023. Διακρίνεται ο
Εσταυρωμένος στο Άγιο Βήμα
Εικ. 4 Ο Όσιος Σεβαστιανός του Καραγκάντα, κατά κόσμον Στέφανος
Βασίλεβιτς Φομίν μαζί με συλλειτουργούς στον ναό, Καραγκάντα,
Καζακστάν αρχές 20ου αιώνα. Διακρίνεται ο Εσταυρωμένος όπισθεν
της Αγίας Τραπέζης στο Άγιο Βήμα

[2]
Στην Φιλανδία, μια χώρα στην οποία η τήρηση της ορθόδοξης παράδοσης τίθεται σε
αμφισβήτηση τα τελευταία χρόνια, εν τούτοις στο βίντεο που τραβήχτηκε κατά την επίσκεψη του
Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στις 09-9-2023 και την τέλεση της Πανηγυρικής
Δοξολογίας στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Ελσίνκι, διακρίνεται ολοκάθαρα ο
Εσταυρωμένος όπισθεν της Αγίας Τραπέζης στο Ιερό Βήμα. [Εικ.5]

6. Όσον αφορά τέλος, την


τοιχογραφία που παρατίθεται
στη σελ. 46 με τον σχολιασμό
«Κόγχη αψίδας του Ιερού
Βήματος, Μονή της Χώρας,
Κωνσταντινούπολη (13ος αιώνας)»
παρατηρούνται οι εξής
ανακρίβειες: Η τοιχογραφία αυτή
προέρχεται από το νότιο ταφικό
παρεκκλήσι του Θεόδωρου
Μετοχίτη, Λογοθέτη του Γενικού
Εικ. 5 Ιερός Καθεδρικός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο
επί Ανδρόνικου Β ΄Παλαιολόγου
Ελσίνκι. Από την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στη
κι όχι από το Καθολικό της Μονής, Φιλανδία 9-9-2023.
της εκκλησίας «του Αγίου Σωτήρος
εν τη Χώρα». Φυσικά ο χώρος δεν
προοριζόταν για Ιερό Βήμα, αλλά
για νεκρικό μνημείο, φιλοξενεί
δύο αρκοσόλια (τάφους) και
φέρει στο σύνολό του
παραστάσεις με νεκρική
θεματολογία, οι οποίες
εκφράζουν τον Θρίαμβο του
Χριστού πάνω στον θάνατο και
αποτελούν κορυφαία έκφραση
της παλαιολόγειας τέχνης, όπως
και τα ψηφιδωτά που
διασώζονται από το καθολικό της
Μονής. Οι συγκεκριμένες –
αριστουργηματικές-τοιχογραφίες
δεν κατασκευάστηκαν τον 13ο
αιώνα, αλλά τον 14οαι. ,
συγκεκριμένα μεταξύ 1315-1320
και χαρακτηρίζονται σαφώς από
αναγεννησιακές επιδράσεις.
[Εικ.6]

Εικ. 6 Άποψη του νότιου ταφικού παρεκκλησίου, 14 ος αιώνας

[3]
7. Οι σύγχρονες εικονογραφικές παραστάσεις – βιτρώ που εικονίζει ο Σεβασμιώτατος στο
τέλος του πονήματός του, στη σελ. 46 από το Ιερό Βήμα του Μητροπολιτικού Ναού
Ευαγγελιστρίας Περιστερίου συνηγορούν υπέρ του καθαρά υποκειμενικού χαρακτήρα της
εικονογράφησης, η οποία δεν συνάδει με το
ορθόδοξο εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών, δεν
βιβλιογραφείται πουθενά και οπωσδήποτε δεν
ακολουθεί την Ιερά Παράδοση, αλλά συνιστά
καινοτομία.[Εικ.7]

Η μη παράθεση βιβλιογραφικών αναφορών στο τέλος


του πονήματος αυτού επιβεβαιώνει το υποκειμενικό του όλου
εγχειρήματος, αφού αναγράφονται τρεις μελέτες του
Επισκόπου με τον τίτλο ΣΕΙΡΑ «ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ» : 1. «
Το ζήτημα του Εθνοθεϊσμού», (Συμβολή στην μελέτη του
προβλήματος της καταγωγής των Θρησκειών ) 2023, 2.
«Επανδριάντια Μνήμη και Τιμή. Επισκοπική Προσωπογραφία
του Μητροπολίτου Περιστερίου Χρυσοστόμου Ζαφείρη. Το
τρίτο είναι η παρούσα έκδοση για τον Εσταυρωμένο.

Όσον αφορά το περιεχόμενο της έκδοσης, οι


παρατηρήσεις επί της ύλης των αναγραφομένων δεν θα
μπορούσαν να εξαντληθούν στο παρόν άρθρο. Χάριν
συντομίας, όμως, και επειδή ήδη έχουν προηγηθεί συζητήσεις,
έντυπες εκδόσεις, επιστολές, δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο, και
ποικίλης μορφής διαμαρτυρίες- απαντήσεις των πιστών, θα
αρκεστούμε στα θεμελιώδη.

Επειδή στο συγκεκριμένο φυλλάδιο ο Σεβασμιώτατος


υποστηρίζει την προοπτική της «Λειτουργικής Αναγέννησης
που επιχειρεί εδώ και μια 25ετία τώρα (από το 1999) η Ιερά
Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος» και ότι επικρατεί σε Εικ. 7 Βιτρώ-Κόγχη Ιερού Βήματος
Μητροπολιτικού Ναού Ευαγγελίστριας
κάποιους πιστούς σύγχυση «μεταξύ του περιεχομένου του
Περιστερίου. Από το φυλλάδιο του
Εσταυρωμένου και της χωροταξικής τοποθέτησής Του και επισκόπου σ.46
μεταξύ του «Εσταυρωμένου της Μεγάλης Παρασκευής» και
του «Τιμίου Σταυρού» (σελ.11), διερωτώμαστε για τη σκοπιμότητα αυτής της «Λειτουργικής
Αναγέννησης», το βάθος και την έκταση που θα λάβει εις βάρος της Λειτουργικής Παράδοσης της
Εκκλησίας και τελικά, για το ποιος «βρίσκεται σε σύγχυση».

Η σύνδεση της παρουσίας του Εσταυρωμένου πίσω από την Αγία Τράπεζα με την δυτική
παράδοση, όπως παρουσιάζεται στο Συνοδευτικό Προσκλητικό Μήνυμα, χρονολογείται-από τον
επίσκοπο Περιστερίου- ως κατάλοιπο των Σταυροφοριών στην Ανατολή κατά την περίοδο της
Λατινοκρατίας (11ος -13ος αιώνας), που έφτασε στην Ελλάδα ως «περιορισμένης έκτασης ξενόφερτη
πρακτική» την περίοδο της Βαυαροκρατίας πριν από 150 χρόνια, ενώ υποστηρίζεται ότι ενισχύθηκε
από τις Χριστιανικές Οργανώσεις, μετά τον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα κατά την περίοδο
της Μεταπολίτευσης, όταν «κληρικοί-μέλη των Χριστιανικών Οργανώσεων εισήλθαν στις ενορίες και
στο Άγιον Όρος».

Σύμφωνα με τα επιστημονικά (ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα) περί της τοποθετήσεως


του Εσταυρωμένου στο Άγιο Βήμα ισχύουν τα εξής:

[4]
1. Η ανάρτηση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους στο Άγιο Βήμα του Εσταυρωμένου, τον οποίο οι
εκκλησίες παρουσιάζουν στο κοινό άπαξ, την Μεγάλη Πέμπτη, δηλαδή στον όρθρο της
Μεγάλης Παρασκευής, χρονολογείται τεκμηριωμένα στα χρόνια της Αλώσεως,
συγκεκριμένα από τα τέλη του 15ου αιώνα έως τα μέσα του 16ου αιώνα3. Η παρουσία, όμως,
ξύλινων ζωγραφισμένων Εσταυρωμένων στο Άγιο Βήμα στον ελληνικό χώρο, σύμφωνα με
τα αρχαιολογικά ευρήματα, εντοπίζεται τουλάχιστον τρεις αιώνες νωρίτερα, τον 13ο αιώνα,
οπότε χρονολογείται ο ξύλινος Εσταυρωμένος στον Ασκά Κύπρου4 τοποθετημένος όπισθεν
της Αγίας Τραπέζης [Εικ.8]. Επίσης σε άριστη κατάσταση διατηρείται ο μεγάλος ξύλινος
γραπτός Εσταυρωμένος του 14ου αιώνα της Μονής Παντοκράτορος του Αγίου Όρους
ευρισκόμενος στην ίδια αυτή θέση στο Άγιο Βήμα 5. [Εικ.9]

Εικ. 9 Γραπτός Σταυρός 14ος αι. Μονή Παντοκράτορος


: « Ο ξύλινος αυτός σταυρός με την παράσταση τής
Σταυρώσεως και τη συμβολική άπεικόνιση στο επάνω
μέρος τής Δευτέρας Παρουσίας ήταν άλλοτε Εικ.8 Ξύλινος ζωγραφιστός σταυρός από τον ναό του
στημένος στον χώρο τού ιερού, πίσω άπό την Άγ. Τιμίου Σταυρού στον Ασκά Κύπρου. «Ὁ Σταυρὸς (αὐτὸς)
Τράπεζα» ἦταν τοποθετημένος πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια πίσω ἀπὸ
τὴν Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τοῦ Καθολικοῦ ποὺ
θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήση στὸ συμπέρασμα, ὅτι αὐτὴ
ἦταν καὶ ἡ ἀρχική του θέση»

Εάν για την Κύπρο θα μπορούσε να ισχύει ο ισχυρισμός του επισκόπου και η παράδοση αυτή είχε
προέλθει από την περίοδο της Λατινοκρατίας, πώς εξηγείται η παρουσία του Εσταυρωμένου στο Άγιο
Όρος, το οποίο αποτελεί θεματοφύλακα της ορθόδοξης Παράδοσης;

[5]
Στην Ιταλία, εν τούτοις, όπου μέχρι το τέλος του 13ου αιώνα κυριαρχεί η Βυζαντινή Τέχνη, πολύ
πριν την κήρυξη των σταυροφοριών διαπιστώνεται κατά κόρον η αντιγραφή βυζαντινών
Εσταυρωμένων κατά παραγγελία για το Ιερό Βήμα, πολλοί από τους οποίους διασώζονται έως
σήμερα, ενώ υπάρχουν καλλιτέχνες που φημίζονται για τους βυζαντινής τεχνοτροπίας
Εσταυρωμένους, όπως ο Τζούντα Πιζάνο6 (1202-1258), τους οποίους επίσης τοποθετούσαν στο Άγιο
Βήμα, κατά τη βυζαντινή συνήθεια. [Εικ.10]

Επομένως, η τοποθέτηση του Εσταυρωμένου πίσω


από την Αγία Τράπεζα δεν «αποτελεί μία τελείως
πρόσφατη και απαράδοτη Παράδοση, κατάλοιπο της
Βαυαροκρατίας», όπως αναγράφεται στη σελ. 9 του
πονήματος του επισκόπου.

Ακόμα κι αν ίσχυε επιστημονικά και τεκμηριωμένα


κάτι τέτοιο, εγείρεται το εξής ερώτημα : Για ποιο λόγο,
αφού καθιερώθηκε στην –έστω και 800 ή 200 χρόνων
υποθετικά-Παράδοση, αφαιρείται; Πόσο ασφαλές είναι
για την Ορθοδοξία να επιστρέφουμε σε κάποιο χρονικό
σημείο πριν; Και γιατί να επιλέξουμε κάποιον αιώνα-ας
πούμε τον 5ο; Γιατί όχι τον 4ο; Ή τον 2ο; Ας καταργήσουμε
και το τέμπλο, εφόσον είναι πιο σύγχρονο. Ας
επιστρέψουμε στις κατακόμβες ή στις οικίες των πρώτων
Χριστιανών, ας καταργήσουμε τους επισκοπικούς
θώκους, τις μίτρες, τις ποιμαντορικές ράβδους, τα
σύνθρονα, τα άμφια, ακόμα και τις ακολουθίες του
Χρυσοστόμου και του Μεγάλου Βασιλείου. Τι μας
εμποδίζει να επιστρέψουμε στην ακολουθία του Αγίου Εικ. 10 Τζούντα Πιζάνο, Το αριστούργημά του είναι ο
επιβλητικός Εσταυρωμένος (1250) στην αριστερή
Ιακώβου του Αδελφοθέου; Μήπως-αρχής γενομένης από
εξέδρα της Βασιλικής του Αγίου Δομίνικου στην
τους επισκόπους με τις πρόσφατες τοποθετήσεις Μπολόνια, με τη γραφή στα Λατινικά " Cuius docta
επισκοπικών θρόνων στο Ιερό Βήμα, πίσω από την Αγία manus me pixit Junta Pisanus " (ζωγραφισμένο από το
Τράπεζα, να έχουμε και τους λειτουργούς μετωπικούς έμπειρο ή εξειδικευμένο χέρι του Τζούντα Πιζάνο)
προς το εκκλησίασμα; Μήπως να καταργήσουμε και το
σημείο του σταυρού; Τον νηπιοβαπτισμό; Δεν είναι
επικίνδυνα όλα αυτά;

Η αρχαιότερη γραπτή αναφορά που διαθέτουμε προέρχεται από επίγραμμα του 12ου αιώνα
που διασώζει η Άννα η Κομνηνή (1083-1148) και περιγράφει τον Νυμφίο που κοιμάται πάνω στο ξύλο
του Σταυρού πριν την ανάστασή του: «Ζητοῦσα τήν σήν ὄψιν, ἁγνή νυμφίε, / και ψηλαφοῦσα ποῦ
νέμεις καί ποῦ μένεις, / καί ποῦ καθυπνοῖς ἐν μεσομεσημβρίᾳ, / ἒγνων ἐφυπνώττοντα τῇ τριδενδρίᾳ·
/ … / Αἴ αἴ, γλυκύν ὓπνον μέν ὑπνοῖς, ἀλλ’ ὃμως / φθάσας πρός ἀντίληψιν ἀνάστηθί μοι». Ο καθηγητής
L. H. Grondijs έχει αποδείξει7α ότι ο Χριστός εικονογραφήθηκε πάνω στο Σταυρό νεκρός, με κλειστά τα
μάτια, για πρώτη φορά στο περίφημο Ψαλτήριο του Khludov, που χρονολογείται από τα μέσα του 9ου
αιώνα (π. 830) και τώρα βρίσκεται στο Μουσείο Ιστορίας της Μόσχας. Σχετικά, λοιπόν, με την
απεικόνιση του νεκρού Εσταυρωμένου, μπορούμε να πούμε ότι «ο Χριστός συναντάται τουλάχιστον
μέχρι τον 9ον αι. με τα μάτια ορθάνοικτα», ενώ «εμφανίζεται με τα μάτια οριστικά κλειστά ήδη από
τον 11ον αι., πιθανή υπενθύμιση της ανθρώπινης θνητής Του φύσης. Ωσαύτως το σώμα Του κυρτώνει
προοδευτικά, πρόδηλο σημάδι της κοίμησής Του».

Φαίνεται δε ότι το σχήμα «Ουρανός – Άδης: ταυτόχρονη παρουσία του Χριστού», έχει αρχαία
καταγωγή, καθώς πρωτοεμφανίζεται στο Ψαλμ. 138, 7-8: «ποῦ πορευθῶ ἀπό τοῦ πνεύματός σου
καί ἀπό τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; ἐάν ἀναβῶ εἰς τόν οὐρανόν, σύ ἐκεῖ εἶ· ἐάν καταβῶ εἰς τόν
ᾅδην, πάρει…»7β.

Η μαρτυρούμενη σε γραπτές πηγές και επιβεβαιωμένη τοποθέτηση του Εσταυρωμένου κατά τον
15ο αιώνα στο Ιερό Βήμα δικαιολογείται από τους αρχαιολόγους πρωταρχικά από την σύνδεσή του με

[6]
την μεγαλόπρεπη βυζαντινή τελετουργία των Παθών του Χριστού και συμφώνως με τον ιδιαίτερο
συμβολισμό τους για τους υπόδουλους χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι, η
προσδοκία της Ανάστασης του Χριστού συντηρεί και την ελπίδα της ελευθερίας. Σ’ ένα κείμενο των
αρχών του 16ου αιώνα (τον Θρήνο του μητροπολίτη Μυρέων Ματθαίου) υπάρχει η εξής παράκληση
προς τον Χριστό: « … Ἀλλά πάλι λυπήσου μας, ὅτ’ εἴμεσθεν δικοί σου, ἂλλον Θεόν δέν ἔχομεν, Κύριε,
μόνον πλήν σου, πῶς ὑπομένεις, Δέσποτα, σκλάβους νά μᾶς ἐβλέπῃς[…] ξύπνα, σηκώσου …»Η
σπαρακτική αυτή κραυγή («ξύπνα, σηκώσου…»)απηχεί το ψαλμικό «Ἀνάστα ὁ Θεός, κρῖνον τήν γῆν
…» (81, 8) και ταυτίζει την προσμονή της Ανάστασης του Χριστού με την ανάσταση του υπόδουλου
γένους7γ. «ὑμεῖς δέ λυπηθήσεσθε, ἀλλ’ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαράν γενήσεται … καί ὑμεῖς οὖν
λύπην μέν νῦν ἔχετε· πάλιν δέ ὄψομαι ὑμᾶς καί χαρήσεται ὑμῶν ἡ καρδία. Καί τήν χαράν
ὑμῶν οὐδείς αἲρει ἀφ’ ὑμῶν» (Ιω. 16, 20 και 22) Σ’ αυτόν το συμβολισμό αναφερόμενος ο Κων/νος
Καβαρνός, για την ίδια χρονική περίοδο, και κυρίως από τον 17ο αιώνα και μετά και συγκεκριμένα για
την εικονογράφηση της Ιεράς Προθέσεως γράφει: «Μέσα στη σκοτεινή Πρόθεση φιλοτεχνούσανε με
κατάνυξη την “Άκραν Ταπείνωσιν”, δηλαδή τον Χριστό νεκρόν σταυροχεριασμένον μέσα στον τάφο,
με τα χέρια του τρυπημένα από τα καρφιά και με την κονταριά στην πλευρά του, καταβασανισμένον,
όπως ήτανε κ’ η Ορθοδοξία κ’ η Ελλάδα, χωρίς “εἶδος οὐδέ κάλλος”, όπως είπε ο προφήτης Ησαΐας»7δ.

Ας σημειωθεί ότι η τελετουργία των Παθών, προέρχεται από την εκκλησία της Αντιόχειας,
χρονολογείται ήδη από τον 6ο αιώνα και πιστοποιείται μέσω των εκκλησιαστικών τυπικών της
Κωνσταντινουπόλεως8α των Ιεροσολύμων και της Πάτμου. Στην δημοσίευση του αρχαιολόγου
Σπυρίδωνος Λάμπρου με τίτλο «Διάταξις των Παθών του Χριστού»8β καταδεικνύεται ο λόγος για
τον οποίο δεν διασώθηκαν οι τελετές του Θείου Πάθους που αφορούν τον Εσταυρωμένο σε άλλα
τριώδια και πεντηκοστάρια, επειδή απαιτούσαν ιδιαίτερη σκηνοθεσία και παριστάνονταν μεν στην
εκκλησία, αλλά σε ιδιαίτερη ώρα που καθοριζόταν αποκλειστικά για αυτές. Η ακολουθία ,όμως,
υπάρχει καταγεγραμμένη σε Ρωσικό κατάλογο των εν Ρωσία από του 1491 μέχρι του 1652 σε
κυριλλικούς χαρακτήρες εκδοθέντων ρωσοσλαβονικών εκκλησιαστικών βιβλίων8γ . Από τη Ρωσία
η σλαβική μετάφραση εισχώρησε στη Βουλγαρία και τη Σερβία κατ' αρχάς και κατόπιν στη
Ρουμανία. Η τελική μετάφραση του Τριωδίου με την σημερινή διάταξη των Παθών και του
Επιταφίου Θρήνου χρονολογείται από το 1697 και οφείλεται στον μητροπολίτη του Buzihi,
Mitrophan8δ, ενώ, την ίδια περίοδο παραδίδεται η μετάφραση και σε άλλες ορθόδοξες χώρες.
Επομένως, η τοποθέτηση του Εσταυρωμένου στο Ιερό Βήμα πιστοποιείται και μέσω των τυπικών που
υπάρχουν στις ορθόδοξες χώρες αυτές.

Καταδεικνύεται, λοιπόν, ότι η τοποθέτηση του Εσταυρωμένου δεν «είναι καθαρά ελλαδικό
φαινόμενο που επικράτησε σε όλη την διάρκεια του 20ου αιώνα εξ αιτίας της θεολογικής αφασίας και
παρακμής που εμφανίστηκε στην Ελλάδα από τα τέλη του 19 ου αιώνα , και κυρίως με την πιετιστική
δυτικόφερτη επίδραση των Χριστιανικών Οργανώσεων στην Ελλάδα» και δεν «αναρωτιούνται όλοι οι
Ορθόδοξοι ανά την Οικουμένη , γιατί να έχουμε τον Εσταυρωμένο της Μεγάλης Παρασκευής πίσω
από την Αγία Τράπεζα στον Ελλαδικό χώρο» , όπως διατείνεται ο Επίσκοπος Περιστερίου (σελ. 21).

2. Η τοποθέτηση μεγάλου ξύλινου


επιζωγραφισμένου ή διάλιθου μεταλλικού
σταυρού όπισθεν της Αγίας Τραπέζης στο Άγιο
Βήμα, η οποία φαίνεται πως επέδρασε και στην
εικονογράφηση σταυρού στην κόγχη του Ιερού
Βήματος-αντιγράφοντας συχνά τους μεταλλικούς
σταυρούς9- έχει ήδη καθιερωθεί από τον 6ο
αιώνα10, διατηρήθηκε και υποστηρίχθηκε σε όλη
την περίοδο της Εικονομαχίας (726-842 μ.Χ.),
αλλά και της οριστικής αναστήλωσης των
εικόνων (843μ.Χ.), καθώς ο σταυρός
Εικ. 11 Από το βιβλίο της Αλεξάνδρας Β.
προσλαμβάνει ευχαριστιακό νόημα, λόγω της Καραγιάννη, Ο σταυρός στη βυζαντινή
σύνδεσής του με το μυστήριο της Θείας μνημειακή ζωγραφική. Η λειτουργία και το
δογματικό του περιεχόμενο

[7]
Ευχαριστίας, το οποίο τελείται στην αγία Τράπεζα και το οποίο συμβολίζει τη θυσία του
Χριστού στον σταυρό11 [Εικ. 11].
Ο Εσταυρωμένος Κύριος είναι ο Αμνός ο «αἴρων τήν ἁμαρτίαν
τοῦ κόσμου», αλλά συγχρόνως και ο Αρχηγός της Ζωής και Νικητής του
θανάτου, ο αναστημένος Χριστός, ο Νυμφίος και Σωτήρας του
ανθρώπου, ο Βασιλεύς και τελικός ένδοξος Κριτής της Οικουμένης, του
οποίου «τῆς βασιλείας οὐκ ἒσται τέλος» και τον οποίο θα δούμε στα
έσχατα «πάλιν ἐρχόμενον μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς».
Είναι ακόμη εκείνος που φανερώνει την οντολογική πληρότητά μας, ως
ανθρώπων, πέρα από τους περιορισμούς της κτιστότητας της φύσης
μας, την οποία πληρότητα αναμένουμε μεν να λάβουμε στα Έσχατα,
ωστόσο μπορούμε να προγευτούμε ήδη από εδώ και τώρα με τη
συμμετοχή μας στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας: «Ὁ τρώγων μου
τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν αὐτῷ» (Ιωάνν.
6, 56). «Ὁσάκις γάρ ἄν ἐσθίητε τόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο
πίνητε, τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἄν ἒλθῃ» (Α΄
Κορ. 11, 26). Τη σύνδεση του Εσταυρωμένου με το Μυστήριο της Θείας Εικ.12 Εσταυρωμένος Ασκάς
Κύπρου
Ευχαριστίας πιστοποιεί και η ενσωμάτωση, συχνά, στον Εσταυρωμένο
του Αγίου Βήματος και του Αρτοφορίου, συνήθεια που έγινε προσφιλής στη Δύση από τον 8ο αιώνα
(742-814) -ή ιερών λειψάνων ή τεμαχίων Τιμίου Ξύλου. [Εικ. 12]

Παράλληλα, τοποθετείται στο Ιερό Βήμα επειδή αποτελεί και το εσχατολογικό σημείο του
Υιού του ανθρώπου που θα εμφανιστεί στον ουρανό κατά τη Δευτέρα Παρουσία και για αυτό τον
λόγο προσλαμβάνει εσχατολογικό περιεχόμενο12. . Κατά το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, την ημέρα της
Δεύτερης Έλευσης, το σημείο του Υιού του ανθρώπου θα εμφανιστεί στον ουρανό, ο ήλιος και η
σελήνη θα πάψουν να φωτίζουν, τα αστέρια θα πέσουν από το ουράνιο στερέωμα και όλοι οι λαοί της
γης θα δουν τον Υιό του ανθρώπου, ερχόμενο μέσα από τα σύννεφα με δύναμη και δόξα. Άγγελοι που
θα σαλπίζουν θα Τον ακολουθούν και θα συλλέγουν τους Εκλεκτούς από τα τέσσερα μέρη του κόσμου
(Κατά Ματθαίον 24, 29-30). Το σημείο του Υιού του ανθρώπου ερμηνεύεται ως ο σταυρός του θείου
Πάθους. Προαναγγέλλει τη Δεύτερη Έλευση του Χριστού, υπενθυμίζει στον πιστό χριστιανό την
Τελική Κρίση και εκφράζει την ελπίδα για σωτηρία -σταυρός Θεοφανείας-13 συμπληρώνει τη σκηνή
της Αγίας Τριάδας ή αναπαριστά το όραμα της Πεντηκοστής.

Η γυμνότητα του Εσταυρωμένου είναι εικόνα του μέλλοντος αιώνος και μας προϊδεάζει για
τη δόξα και τη μακαριότητα του θεωμένου ανθρώπου στα έσχατα, πρότυπο του οποίου είναι ο
Χριστός, ο «ἀναβαλλόμενος τό φῶς ὣσπερ ἱμάτιον». Τούτο συμβαίνει καθώς ο Χριστός
προσλαμβάνει ολόκληρη τη γυμνότητα του Αδάμ (προπτωτική και μεταπτωτική) και την αναπλάθει.
Σχετικό νόημα βρίσκουμε στα παρακάτω τροπάρια:«Περιθέσθαι ἠνέσχου, χλαῖναν πρό τοῦ πάθους
σου Σῶτερ παιζόμενος, τήν τοῦ Πρωτοπλάστου, περιστέλλων ἀσχήμονα γύμνωσιν, καί γυμνός
παγῆναι, ἐν τῷ Σταυρῷ ἀπαμφιάζων, τόν χιτῶνα Χριστέ τῆς νεκρώσεως» (ωδή ε΄, όρθρος Κυριακής
Αγίων Πάντων, Πεντηκοστάριον) και «Τοῦ Ἀδάμ Χριστέ τήν γύμνωσιν, σύ περιστέλλων ἐγυμνώθης
σαρκί, καί ἀνυψώθης ἐν σταυρῷ, ἀνυψῶν ἡμᾶς ἐκ βάθους κακῶν· ὃθεν σοῦ δοξάζομεν, τήν ἁγίαν Λόγε
συγκατάβασιν» (Λειτουργία της Τετάρτης, ήχος πλ. α΄, Παρακλητική).

Το αίμα και το ύδωρ που έρευσαν από την πληγή της πλευράς του Εσταυρωμένου
φανερώνουν τα βασικά μυστήρια της Εκκλησίας, τη Θεία Ευχαριστία και το Βάπτισμα, σύμφωνα με
τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Το αίμα και το νερό της νυγείσης πλευράς του Χριστού γίνεται έτσι η
δημιουργία της Νέας Σιών, της Εκκλησίας. Με τα δυο αυτά στοιχεία του, ο Χριστός αναπλάθει την
ανθρωπότητα, όπως το φανερώνουν και οι παρακάτω ύμνοι: «Σύ ᾢκτιρας τήν Σιών, ἐξανατείλας τοῦ
μνήματος, καινήν ἀντί παλαιᾶς, τελέσας ὡς εὒσπλαγχνος, τῷ θείῳ σου αἵματι· καί νῦν βασιλεύεις, ἐν
αὐτῇ εἰς τούς αἰῶνας Χριστέ» και «Νυγείσης σου τῆς πλευρᾶς, ῥανίδες αἵματος στάξασαι, σύν ὓδατι
θεουργῷ, τόν κόσμον ἀνέπλασαν, καί θείαν ὁμήγυριν, τῶν Ἁγίων πάντων, εὐεργέτα προσεκάλεσαν»
(τροπάρια του όρθρου της Κυριακής των Αγίων Πάντων, Πεντηκοστάριον). Στα παρακάτω
αποσπάσματα από Λόγους του Ιωάννου του Χρυσοστόμου: «Καί καθάπερ τοῦ Ἀδάμ καθεύδοντος, ἡ

[8]
γυνή κατεσκευάζετο, οὒτω, τοῦ Χριστοῦ ἀποθανόντος, ἡ Ἐκκλησία διεπλάττετο ἐκ τῆς πλευρᾶς αὐτοῦ
… ἐξ ἐκείνου τοῦ αἵματος καί τοῦ ὕδατος ἡ Ἐκκλησία ἃπασα συνέστηκε» (PG 51, 129) και «τοῦ
βαπτίσματος σύμβολον καί τῶν μυστηρίων ἐστίό αἷμα ἐκεῖνο καί τό ὕδωρ, ἐξ ἑκατέρων τούτων ἡ
Ἐκκλησία γεγένηται» (ΕΠΕ 30, 394), καθώς και τους ύμνους: «Τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, ἐπέστης,
Χριστέ, προς τούς μαθητάς. Τότε ὁ Θωμᾶς οἰκονομικῶς οὐχ εὑρέθη μετ’ αὐτῶν· ἒλεγε γάρ· Οὐ μή
πιστεύσω, ἐάν μή ἲδω κἀγώ τόν Δεσπότην· ἲδω τήν πλευράν, ὃθεν ἐξῆλθε τό αἷμα, τό ὕδωρ, τό
βάπτισμα· ἲδω τήν πληγήν, ἐξ ἧς ἰάθη τό μέγα τραῦμα, ὁ ἄνθρωπος· ἲδω πῶς οὐκ ἦν πνεῦμα, ἀλλά
σάρξ καί ὀστέα…» (δοξαστικό της Κυριακής του Θωμά, Πεντηκοστάριον) και «Τό στερέωμα τῶν ἐπί σοί
πεποιθότων στερέωσον, Κύριε, τήν Ἐκκλησίαν, ἣν ἐκτήσω τῷ τιμίῳ σου αἳματι» ειρμός γ΄ ωδής του
κανόνα της Υπαπαντής, Παρακλητική). Επίσης και ο Απ. Παύλος μιλά για «τήν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου
καί Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἳματος» (Πράξ. 20, 28). Η παρουσία του Εσταυρωμένου
υπενθυμίζει διαρκώς στους πιστούς την ίδρυση της Εκκλησίας.

Συχνά δε, ο εικονογραφημένος σταυρός του Ιερού Βήματος αποκτά και θριαμβευτική
έννοια, καθώς στις κεραίες του τίθεται ύφασμα το οποίο συμβολίζει τον ηττημένο εχθρό και κατά
συνέπεια τον θρίαμβο του Χριστού επί του θανάτου14 .

Οι εικονογραφημένοι σταυροί, επίσης, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και αναθηματικοί


–κειμηλιακοί15. Τα κριτήρια που τεκμηριώνουν αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι ο πλούσιος διάκοσμός
τους με πολύτιμους λίθους, που θυμίζουν τον διάλιθο σταυρό που στήθηκε ως τρόπαιο στον Γολγοθά
από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Πολλούς τέτοιους σταυρούς αφιέρωναν αυτοκράτορες ή
αξιωματούχοι, τίθεντο σε προσκύνηση κατά την εορτή της Υψώσεως και κατόπιν φυλάσσονταν πίσω
από την Αγία Τράπεζα. Η τοποθέτησή τους πάνω σε βαθμιδωτή βάση συμβολίζει τον λόφο του
Γολγοθά και τους προσδίδει την έννοια του θριαμβικού τροπαίου 16 . Με βάση τα χωρία 4, 5-11 της
Αποκάλυψης του Ιωάννη17 και σύμφωνα με τον P. Van Moorsel και την T. Velmans18α, η βαθμιδωτή
βάση, όπου προβάλλεται ο σταυρός, ισοδυναμεί με τον θρόνο, πάνω στον οποίο παλαιότερα οι Σύριοι
και οι Αιγύπτιοι αγιογράφοι απεικόνιζαν τον σταυρό του θέματος της Ετοιμασίας του Θρόνου.
Σημειώνουμε εδώ ότι ζωγραφιστός σταυρός από τη μονή Σινά φέρει απλοποιημένη παράσταση
Ετοιμασίας στη συμβολή των κεραιών. Το θέμα της Ετοιμασίας του θρόνου είναι αρκετά διαδεδομένο
στην εικονογραφία των σταυρών18β.

Επιπλέον, ο σταυρός στο Άγιο Βήμα υπογραμμίζει στον χριστιανό την ταπείνωση του Χριστού,
ως τρόπο ύπαρξής του και αναδεικνύεται ως τύπος, δρόμος και δυναμική ζωής: είναι ο τρόπος
πραγμάτωσης της εν ελευθερία αγάπης. Ο τρόπος που φανερώνεται στην κοινότητα (και καινότητα)
ζωής των πιστών, όπου ο καθένας θεωρεί τον άλλο ανώτερό του («τήν αὐτήν ἀγάπην ἔχοντες,
σύμψυχοι, τό ἓν φρονοῦντες, μηδέν κατά ἐρίθειαν ἤ κενοδοξίαν, ἀλλά τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους
ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν»,Φιλιπ. 2, 2-3), γνωρίζοντας καλά ότι η αγάπη είναι κένωση και
απώλεια και θυσία («εἰς τοῦτο γάρ ἐκλήθητε, ὅτι καί Χριστός ἒπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων
ὑπογραμμόν ἳνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ», Α΄ Πέτρ. 2, 21)· κένωση και απώλεια και
θυσία όμως, η οποία χορηγεί την συγχώρηση, την καταλλαγή και την ενότητα («ἴδε τήν ταπείνωσίν
μου καί τόν κόπον μου καί ἂφες πάσας τάς ἁμαρτίας μου», Ψαλμ. 24, 18). Το τριαδικό σχήμα κένωση
– ύψωση, ταπείνωση –δόξα, είναι το σχήμα εκείνο που συνοψίζει σε μεγάλο βαθμό το μυστήριο της
Ενανθρώπησης του Λόγου και τις σωτηριώδεις συνέπειές του για τον άνθρωπο. Η δόξα προϋποθέτει
την ταπείνωση, η υπερύψωση την κένωση και η άνοδος την κάθοδο18γ.

Μεγάλοι διάλιθοι φυλλοφόροι σταυροί στην κόγχη του Ιερού Βήματος, οι οποίοι
προβάλλονται πάνω σε βάθος με δένδρα, θεωρούνται, σύμφωνα με τον H. Stern, συμβολική
απεικόνιση του Παραδείσου19. Ο σταυρός συμβολίζει «τὸ ξύλον τὸ ζωοποιὸν» που φύτεψε ο Θεός
στη μέση του Παραδείσου (Γένεσις 2, 8-9, Αποκάλυψις Ιωάννη 22, 2-9). Είναι «τὸ ξύλον τὸ
ζωοπάροχον», από το οποίο πηγάζει η ζωή και νικιέται ο θάνατος. Ωστόσο, κατά την M. Trinci-
Cecchelli20, ο σταυρός συμβολίζει τον θρίαμβο του φωτός της χριστιανικής αλήθειας επί του θανάτου.
Η έννοια του φωτός της ζωής συναντάται στο χωρίο 8, 12 του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου που αναφέρει
ότι : «Ἐγὼ εἶμαι τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὅστις ἀκολουθεῖ ἐμὲ, δὲν θέλει περιπατήσει εἰς τὸ σκότος, ἀλλὰ
θέλει ἔχει τὸ φῶς τῆς ζωῆς ».

[9]
Από τις γραπτές μαρτυρίες των Πατέρων και εκκλησιαστικών συνάγεται επίσης η παρουσία
του σταυρού στο Ιερό Βήμα ήδη από τον 15ο αιώνα: «Και γαρ ως μεν Παράδεισος εν μέσω του
Βήματος, τω ιερώ θυσιαστηρίω το της ζωής ξύλον κέκτηται ιερουργούμενον τον Χριστόν , και τον
σταυρόν αυτού τον Πανάγιον»21.

Ουδέποτε –βιβλιογραφικά τουλάχιστον- επισημαίνεται διαφοροποίηση ανάμεσα στον


Σταυρό, στον Εσταυρωμένο και στον «Εσταυρωμένο της Μ. Παρασκευής» στο Ιερό Βήμα, ήδη από
τα χρόνια της Εικονομαχίας και της Αναστήλωσης των εικόνων, δείγμα του πνεύματος της ελευθερίας
που διέπει την Ορθοδοξία, αλλά και ουδέποτε υπήρξε προσπάθεια υποχρεωτικής κατάργησής τους,
εκτός βέβαια από τα χρόνια της Εικονομαχίας, όπου διατηρήθηκε παρά ταύτα ο σταυρός ως σύμβολο
της πίστης και ως όργανο της νίκης22 και μάλιστα οι μελετητές κάνουν λόγο για «σταυροφιλία» 23 . Για
αυτό τον λόγο και δεν υπήρξε ανάγκη σύνθεσης ξεχωριστών ακολουθιών ή ύμνων προς τον
Εσταυρωμένο, όπως παρατηρεί έντονα ο Επίσκοπος Περιστερίου (σελ. 22-23), αφού δεν υπήρχε-και
δεν υπάρχει στην Ορθοδοξία- διάκριση ανάμεσα σε Σταυρό του Χριστού και σε Εσταυρωμένο
Χριστό.

Ακόμα κι όταν ο Εσταυρωμένος δεν τοποθετείται στο Ιερό Βήμα ή όταν δεν υπάρχει
Εσταυρωμένος σε μικρούς επαρχιακούς ναούς ή εξωκκλήσια ή ακόμη και σε ναΐδρια ή καθολικά
μοναστηριών –λόγω έλλειψης συνήθως χώρου- τοποθετείται μεγάλος σταυρός ή μικρότερου
μεγέθους Εσταυρωμένος ή συνηθέστερα ο σταυρός λιτανείας, πάλι στο ίδιο πνεύμα ελευθερίας της
Ορθοδόξου πίστεως, που δεν καταργεί, όμως, την Παράδοση. Ουδέποτε, λοιπόν, υπήρξε «σύγχυση
μεταξύ του περιεχομένου του Εσταυρωμένου και της χωροταξικής τοποθέτησής του», όπως
διατείνεται το εν λόγω φυλλάδιο του Επισκόπου (σελ. 12-13).

Η θέση ότι «με την άστοχη και αυθαίρετη τοποθέτηση σε αρκετούς ναούς της Ελλαδικής
επικράτειας του 2ου «Εσταυρωμένου της Μ. Παρασκευής» μέσα στο Ιερό Βήμα, «εκμηδενίσαμε και
εκθρονίσαμε» την αόρατη παρουσία των Τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδας πίσω από την Αγία
Τράπεζα» διεγείρει αρκετά ερωτηματικά:

1. Ο Εσταυρωμένος με ποιον τρόπο εκμηδενίζει και εκθρονίζει την Αγία Τριάδα; Αφού
«Ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι’ εμού. Ει εγνώκειτέ με, και τον Πατέρα μου
εγνώκειτε αν. Και απ’ άρτι γιγνώσκετε αυτόν και εωράκατε αυτόν.» (Ιω. Ιδ΄6-7)«Ο εωρακώς
εμέ εώρακε τόν Πατέρα» «Εγώ εν τω Πατρί καί ο Πατήρ εν εμοί εστι» (Ιω. ιδ΄ 8-14) «ότι
τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα και ούτοι
οι τρεις εν εισίν» (Ιω. Α 5:7) Μήπως οι τρεις υποστάσεις ή αλλιώς τα τρία πρόσωπα της Αγίας
Τριάδος δεν συνυπάρχουν και δεν αλληλοπεριχωρούνται ασύγχυτα ενωμένα και αδιάσπαστα
διαιρούμενα24; Μήπως ατενίζοντες τον Εσταυρωμένο Χριστό δεν ατενίζουμε την Αγία
Τριάδα; Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όταν ομιλεί στην Έκδοσις του για τον Λόγο αναφέρει
ότι: «Πρό πάντων τῶν αἰώνων λέγοντες δείκνυμεν, ὅτι ἄχρονος και ἄναρχος αὐτοῦ ἡ γέννησις ̇
οὐ γἀρ ἐκ τοῦ μἠ ὄντος εἰς τό εἶναι παρήχθη ὀ Υἱός τοῦ Θεοῦ, τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης, ὁ
χαρακτήρ τῆς τοῦ Πατρός ὑποστάσεως, ἡ ζῶσα σοφία καί δύναμις, ὁ λόγος ὁ ενυπόστατος, ἡ
οὐσιώδης και τελεία καί ζῶσα εἰκών τοῦ ἀοράτου Θεοῦ, ἀλλ ́ἀεί ἦν σύν τῷ Πατρί καί ἐν ἀυτῷ
ἀιδίως καί ἀνάρχως ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένος ̇ οὐ γάρ ἦν ποτε ὁ Πατήρ, ὅτε οὐκ ἦν ὁ Υἱός,
ἀλλ ́ἄμα Πατήρ, ἄμα Υἱός ἐξ αὐτοῦ γεγεννημένος ̇ Πατήρ γάρ ἐκτός Υἱοῦ οὐκ ἄν κληθείη» 25
Δεν είναι ο Υιός «δι' οὗ τὰ πάντα ἐγένετο» , όπως συνομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως;
«Θεοῦ δὲ ὅταν εἴπω, λέγω Πατρὸς, καὶ Υἱοῦ, καὶ ἁγίου Πνεύματος» 26 επισημαίνει ο Άγιος
Γρηγόριος ο Θεολόγος.

2. Ο Εσταυρωμένος δεν είναι ο ίδιος ο ένθρονος Χριστός; Ο σταυρός δεν αποτελεί τον θρόνο
δόξης του Κυρίου; Πώς «εκθρονίζει» την Αγία Τριάδα; Δεν είναι η Αγία Τριάδα «ομοούσιος
και αδιαίρετος»; Ο Κύριος αν και νεκρός στον Άδη δεν αποχωρίζεται τη θεϊκή του φύση,
αλλά παραμένει αχώριστα ενωμένος με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, όπως ακριβώς
περιγράφει το τροπάριο του κανόνα του Μ. Σαββάτου «Μία ὑπῆρχεν ἡ ἐν τῷ ᾃδῃ
ἀχώριστος καί ἐν τάφῳ καί ἐν τῇ Ἐδέμ Θεότης Χριστοῦ σύν Πατρί καί Πνεύματι…». «Κἂν
νεκρὸς ὡράθης, ἀλλὰ ζῶν ὡς Θεός, νεκρωθέντας τοὺς βροτοὺς ἀνεζώωσας, τὸν ἐμὸν

[10]
ἀπονεκρώσας νεκρωτήν» (α΄ στάσις, όρθρος Μ. Σαββάτου, Τριώδιον).Ο Άγιος Γρηγόριος ο
Θεολόγος τονίζει ότι «ἐδεήθημεν Θεοῦ σαρκουμένου καὶ νεκρουμένου, ἵνα ζήσωμε»27 . Ο
Ιησούς Χριστός με το πάθος και την ένδοξή Του ανάσταση δοξάστηκε, από όλη την κτίση.
Μαζί με Αυτόν δοξάστηκε και ο άνθρωπος, αφού μετείχε ο δεύτερος στην δόξα του
Πρώτου. «Τοιαύτην ἑορτὴν ἑορτάζεις σήμερον· τοιοῦτον ἑστιᾷ τὸ ἐπὶ σοὶ τοῦ γεννηθέντος
γενέθλιον, καὶ τοῦ παθόντος ἐπιτάφιον· τοιοῦτόν σοι τὸ τοῦ Πάσχα μυστήριον. Ταῦτα ὁ νόμος
ὑπέγραψε· ταῦτα Χριστὸς ἐτελείωσεν, ὁ τοῦ γράμματος καταλυτὴς, ὁ τελειωτὴς τοῦ
Πνεύματος, ὃς οἷς ἔπαθε, τὸ πάσχειν διδάσκων, οἷς ἐδοξάσθη, τὸ συνδοξασθῆναι
χαρίζεται».28 «Αὐτὸς οὗτος ὁ σταυρὸς, φησὶ, τῆς βασιλείας ἐστὶ σύμβολον. Διὰ τοῦτο δὲ
αὐτὸν βασιλέα καλῶ, ἐπειδὴ βλέπω αὐτὸν σταυρούμενον· βασιλέως γάρ ἐστι τὸ ὑπὲρ τῶν
ἀρχομένων ἀποθνήσκειν. Αὐτὸς δι’ ἑαυτοῦ εἶπεν· Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὑτοῦτίθησιν
ὑπὲρ τῶν προβάτων. Οὐκοῦν καὶ ὁ βασιλεὺς ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὑτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν
ἀρχομένων. Ἐπεὶ οὖν τὴν ψυχὴν αὑτοῦ ἔθηκεν, διὰ τοῦτο αὐτὸν βασιλέα καλῶ. Μνήσθητί
μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. Εἶδες πῶς καὶ βασιλείας ὁ σταυρὸς σύμβολον;» (Ιωάννης
Χρυσόστομος, Λόγος Εἰς τόν Σταυρόν καί εἰς τόν ληστήν, PG 49, 403)
3. Δεν εκφράζει η Ύψωση του Κυρίου επί του Σταυρού, την επιστροφή του ανθρώπου στον
Παράδεισο; Δεν αποτελεί ο σταυρός το όργανο της λύτρωσης του πιστού από την άβυσσο
του κάτω κόσμου; Τον σταυρό κρατά θριαμβευτικά ο Χριστός στην Κάθοδό Του στον Άδη και
χάρη σε αυτόν απελευθερώνει τον δέσμιο αμαρτωλό . Ο σταυρός αποτελεί υπόσχεση ότι οι
ψυχές των πιστών χριστιανών μπορούν να ανυψωθούν μέχρι την ουράνια βασιλεία 29.

Ο χαρακτηρισμός του Επισκόπου για τον Εσταυρωμένο Χριστό ως «μόνιμα Εσταυρωμένου»


«πεθαμένου» και κρεμασμένου όλο τον χρόνο» ο οποίος προκαλεί «Απελπισία!» και «ψυχολογικά
προβλήματα» (σελ. 20) διεγείρει κι άλλα ερωτήματα όπως:

1. Σε ποιον ή ποιους προκαλεί ψυχολογικά προβλήματα και «καταφεύγουν στις λύσεις που
προσφέρει η ψυχολογία»;(σελ. 20) Επειδή οι ορθόδοξοι πιστοί ατενίζοντας τον Κύριο
Εσταυρωμένο αποκτούν υπερκόσμια παρηγοριά και αντλούν ακατανίκητη δύναμη και Χάρη,
χαίρουν κι αγιάζονται. Η Ορθόδοξη Παράδοσή μας έχει ως βάση τα λόγια του Αποστόλου
Παύλου «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσωμεν αυτώ, ειδότες ότι
Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτώ ουκέτι κυριεύει» (Προς
Ρωμαίους 6:8 ). Ζούμε μες στο φως του Σταυρού, έχοντας αφήσει το σκοτάδι πίσω μας,
πορευόμενοι προς την λύτρωση. Κατά τον Απόστολο Παύλο «εἰ εἷς ὑπέρ πάντων ἀπέθανεν,
ἄρα οἱ πάντες ἀπέθανον· καί ὑπέρ πάντων ἀπέθανεν, ἳνα οἱ ζῶντες μηκέτι ἑαυτοῖς ζῶσιν,
ἀλλά τῷ ὑπέρ αὐτῶν ἀποθανόντι καί ἐγερθέντι» (Β΄ Κορ. 5, 14-15). Ο δε Γρηγόριος ο
Νύσσης, στον Κατηχητικό του Λόγο για το Πάσχα, διευκρινίζει τη σκέψη αυτή σημειώνοντας
ότι ο Χριστός πεθαίνοντας έδωσε αρχή στη φύση της ανάστασης με το δικό του σώμα,
συνανασταίνοντας με τη δύναμή του ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Πεθαίνοντας ο
Χριστός ως άνθρωπος, παραμένει ζωντανός ως Θεός, «θνήσκων καί μή νεκρούμενος·
θεότητι γάρ ζῶν νεκροῦται σώματι»168 (Ρωμανός, σ. 408).
2. Πόσο ορθόδοξη είναι η παρομοίωση του Εσταυρωμένου με «ορατό κτιστό θεό» (σελ.25) ή
με τα αγάλματα της παπικής εκκλησίας; (Συνοδευτικό προσκλητικό μήνυμα) Έχει καμία
σχέση ο Βυζαντινός ορθόδοξος Εσταυρωμένος με τα «ἀγάλματα ἐκ κηροῦ, γύψου ἢ ξύλου,
ὧν οἱ ὀφθαλμοὶ ἀπὸ χάνδρα, τὰ δάκρυα ἀπὸ ἀδάμαντας, τὸ σῶμα χυδαίως αἱμοστάζον καὶ
τὰ ὀστᾶ ἀπὸ τῶν ἀγκώνων καὶ γονάτων ἐκχυνόμενα»; Η παπική εκκλησία «Ἐμηχανεύθη τὸν
Ἐσταυρωμένον τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς Ἱσπανίας Burgos, πεποιημένον ἐξ ἀληθινοῦ
ἀνθρωπίνου δέρματος τεταριχευμένου, καὶ φέροντα περούκαν ἀντὶ κόμης. Ἀνεστήλωσεν ἐν
τοῖς εὐκτηρίοις της τὰ παράδοξα τῆς Ἀειπαρθένου ἀνδρείκελα, ὧν ἐψιμυθίωσε τὸ πρόσωπον,
ἐστόλισε μὲ λιθοκόλλητα ἐνώτια τὰ αὐτία… περιέβαλε τὸ σύνολον μὲ τὰς φρενοτρόπους
ἀμφιέσεις τοῦ συρμοῦ. Οὕτως ἡ ἄβυσσος ἐν τῇ Δύσῃ ἐπεκαλέσθη τὴν ἄβυσσον»29

3. Πόσο ορθόδοξη είναι μια θέση που διαχωρίζει το πρόσωπο του Εσταυρωμένου Χριστού
από το πρόσωπο του Αναστάντα Χριστού; Να δηλώνει πως «ξαναγυρίζουμε ανοήτως πίσω
στην Ιστορία και δεν θέλουμε ή καλύτερα, δεν φτάνουμε ποτέ στην Βασιλεία στο σύνολό Της,

[11]
γιατί βολευόμαστε ψυχολογικά σε έναν Εσταυρωμένο Χριστό πάσχοντα»; (σελ.14) Τι σημαίνει
«βολευόμαστε ψυχολογικά»; Από τη μια «αποκτούμε ψυχολογικά προβλήματα» και από την
άλλη «βολευόμαστε ψυχολογικά»; Είναι ορθόδοξη η αντίληψη ότι «Ο Αναστημένος-και όχι
ο Εσταυρωμένος νεκρά-εκεί Χριστός προσφέρει ζωντανά την χάρη»; Υπάρχει στην
Ορθόδοξη πίστη ο διαχωρισμός του έργου της Θείας Οικονομίας;30 κατά την Θεία Αναφορά
(σελ. 16). Πάνω στον σταυρό δεν παρακολουθούμε ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας;
4. Υπάρχει ορθόδοξη διδασκαλία που να αντιμετωπίζει την Σταύρωση ως ένα απλό ιστορικό
γεγονός «της μιας μέρας», όπως αναγράφει ο μητροπολίτης στο Συνοδευτικό Προσκλητικό
μήνυμα και ενώ ο ίδιος παραδέχεται ότι αυτό αποτελεί προτεσταντική αντίληψη; (σ.20)
Είναι ορθόδοξη η λογική της παρομοίωσης του Εσταυρωμένου με … «ανθοδοχείο γεμάτο με
πανέμορφα τριαντάφυλλα»(σελ.12) που πρέπει να τοποθετήσουμε σε συγκεκριμένη θέση;
Από πότε στην ορθοδοξία οι εικόνες και τα ιερά σύμβολα είναι διακοσμητικά, όπως στη Δύση;
Από πότε έγκειται στους ιερείς που «δεν μπορούν να υποστηρίξουν θεολογικά μια τέτοια
πρωτοβουλία αποκατάστασης της λειτουργικής ορθότητας» (σελ.10) να κρατήσουν ή να
αφαιρέσουν τον Εσταυρωμένο από το Ιερό Βήμα; Θα πρέπει να έχουν διδακτορικό στην
θεολογία της Δύσης ή να εκθέσουν γραπτά υπομνήματα ή θεολογικές μελέτες όλοι οι ιερείς
ανά την επικράτεια ή τις ορθόδοξες χώρες, κάθε φορά που ο επίσκοπός τους πιστεύει ότι
χρειάζεται αλλαγή προς το αρχαιότερο;(σελ.10) Θα πρέπει αντίστοιχα, εμείς οι –με τη Χάρη
του Θεού- πιστοί να έχουμε αντίστοιχη πιστοποιημένη ειδίκευση για να εισακουγόμαστε,
όταν επιχειρείται αλλοίωση της Παράδοσης;
5. Εγείρεται το ερώτημα πάλι, για το πόσο ορθόδοξη είναι μια αντίληψη για τη Θεία
Λειτουργία, όπου «έχουμε έναν νοητό και αόρατο Τριαδικό Θεό πίσω από την Αγία
Τράπεζα και από την άλλη, συνυπάρχοντα στο ίδιο σημείο έναν ορατό νεκρό Χριστό
«Εσταυρωμένο» ; «Ο Εσταυρωμένος δεν μπορεί να έρθει γιατί είναι πεθαμένος πάνω στον
σταυρό και ως εκ τούτου στατικός κι ακίνητος ολόκληρο τον χρόνο…Λέμε ποτέ σε ακίνητο
και πεθαμένο «Έλα!» Αστεία πράγματα!» (σελ.17) Κι όμως ο Κύριος λέει «μή φοβοῦ· ἐγώ
εἰμι ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος καί ὁ ζῶν, καί ἐγενόμην νεκρός, καί ἰδού ζῶν εἰμι εἰς τούς
αἰῶνας τῶν αἰώνων, καί ἔχω τάς κλεῖς τοῦ θανάτου καί τοῦ ᾃδου» (Αποκ. 1, 17-18). Ή,
σύμφωνα με τα λόγια των προφητών: «θεός ἐγγίζων ἐγώ εἰμι … καί οὐχί θεός πόρρωθεν» (Ιερ.
23, 23) και «ἐκ χειρός Ἃδου ρύσομαι, καί ἐκ θανάτου λυτρώσομαι αὐτούς· ποῦ ἡ δίκη σου,
θάνατε; ποῦ τὸ κέντρον σου, ᾅδη;» (Ωσ. 13, 14) και «ἰδού ἐγώ ἀνοίγω ὑμῶν τά μνήματα καί
ἀνάξω ὑμᾶς ἐκ τῶν μνημάτων ὑμῶν καί εἰσάξω ὑμᾶς εἰς τήν γῆν τοῦ Ἰσραήλ … καί δώσω τό
πνεῦμά μου εἰς ὑμᾶς καί ζήσεσθε» (Ιεζ. 37, 12 και 14). «Ιδού εγώ μεθ' υμών ειμί πάσας τας
ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28:20) «Ου μη σε ανώ, ουδ’ ου μη σε
εγκαταλίπω» (Εβρ. ιγ΄ 5)
6. Πόσο ορθόδοξη είναι η ταύτιση του Εσταυρωμένου με «άγαλμα λατρείας» και αλήθεια
από πού συνάγεται ότι «θέλει ο λαός τρισδιάστατες αγαλματικές και αντικειμενοποιημένες
μορφές θεού και λατρείας» (Συνοδευτικό προσκλητικό μήνυμα) και ποια ομοιότητα έχει ο
Εσταυρωμένος με αυτά; Οι απόψεις αυτές ταυτίζονται με τις εικονομαχικές αντιλήψεις και
μάλιστα με σκανδαλιστική ακρίβεια.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός31 διακηρύσσει ότι : «Δεν προσκυνώ την κτίση αντί για τον
Κτίστη, αλλά προσκυνώ τον Κτίστη που κτίσθηκε κατά την ανθρώπινη φύση και κατέβηκε στην κτίση
χωρίς να μειωθεί και να αλλοιωθεί, για να δοξάσει τη δική μου φύση και να με κάνει κοινωνό της
θείας φύσεως[πρβ. Β΄Πέτρ. 1,4: «δι᾿ ὧν τὰ τίμια ἡμῖν καὶ μέγιστα ἐπαγγέλματα δεδώρηται, ἵνα διὰ
τούτων γένησθε θείας κοινωνοὶ φύσεως ἀποφυγόντες τῆς ἐν κόσμῳ ἐν ἐπιθυμίᾳ φθορᾶς»]. Γι΄αυτό
παίρνω το θάρρος και εικονίζω τον αόρατο Θεό, όχι ως αόρατο, αλλά ως ορατό που έγινε για μας
προσλαμβάνοντας σάρκα και αίμα. Δεν εικονίζω την αόρατη θεότητα, αλλά εικονίζω τη σάρκα του
Θεού που έγινε ορατή.[…] Η εικόνα λοιπόν είναι ομοίωμα που φέρει τα χαρακτηριστικά του
πρωτοτύπου, με κάποια διαφορά όμως προς αυτό. Γιατί η εικόνα δεν είναι όμοια εξ ολοκλήρου
προς το αρχέτυπο. Εικόνα λοιπόν ζωντανή, φυσική και απαράλλακτη του αόρατου Θεού[Κολ.1,15:
«ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως]

[12]
Ο άγιος απαντά ουσιαστικά στον επίσκοπο στον ισχυρισμό του ότι οι «φανατικοί χριστιανοί»
που «αφηνιάζουν» «στον υπέρμετρο ενθουσιασμό τους» όντας «θεολογούντες αθεολόγητοι»
επιθυμούν να βλέπουν «τον Εσταυρωμένο κι όχι την Αγία Τριάδα»: «Γιατί με την αίσθηση
σχηματίζεται κάποια εικόνα στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου και από εκεί διοχετεύεται στη
λειτουργία της κρίσης και αποθηκεύεται στη μνήμη. Και ο θεολόγος Γρηγόριος λέει ότι, αν και
καταβάλλει πολλές προσπάθειες ο νους, αδυνατεί να βγει έξω από τα σωματικά όρια[Γρηγορίου
θεολόγου, Λόγος 28, P. G. 36, 44Α], αλλά και τα αόρατα του Θεού, από τότε που δημιουργήθηκε ο
κόσμος, γίνονται ορατά, κατανοούμενα μέσω των δημιουργημάτων[Ρωμ. 1,20: «Τὰ γὰρ ἀόρατα
αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ
θειότης, εἰς τὸ εἶναι αὐτοὺς ἀναπολογήτους»]

Στα παλιά χρόνια ο Θεός, ο ασώματος και ασχημάτιστος, δεν εικονιζόταν καθόλου. Τώρα
όμως, επειδή ο Θεός φανερώθηκε με σάρκα και επικοινώνησε με τους ανθρώπους, απεικονίζω το
ορατό του Θεού. Δεν προσκυνώ την ύλη, προσκυνώ όμως τον Δημιουργό της ύλης, Αυτόν που έγινε
ύλη για μένα και καταδέχτηκε να κατοικήσει μέσα στην ύλη και πραγματοποίησε τη σωτηρία μου
μέσω της ύλης, και δεν θα παύσω να σέβομαι την ύλη, με την οποία πραγματοποιήθηκε η σωτηρία
μου. Τη σέβομαι όμως όχι ως θεό- μακριά μια τέτοια βλασφημία· πώς άλλωστε θα μπορούσε, αυτό
που δημιουργήθηκε εκ του μηδενός, να είναι θεός;

Αλλά και την υπόλοιπη ύλη, με την οποία συντελέσθηκε η σωτηρία μου, τη σέβομαι και την
υπολήπτομαι, ως φορέα θείας ενέργειας και χάριτος. Ή μήπως δεν είναι ύλη το ξύλο του σταυρού
το τρισευτυχισμένο και τρισμακάριστο; Ή μήπως δεν είναι ύλη το σεβάσμιο και άγιο όρος, ο τόπος
του Γολγοθά; Ή μήπως δεν είναι ύλη η ζωοδότρια και ζωογόνος πέτρα, ο Άγιος Τάφος, η πηγή της
αναστάσεώς μας; Ή δεν είναι ύλη το μελάνι και τα πανάγια βιβλία των ευαγγελίων; Ή δεν είναι ύλη η
ζωογόνος τράπεζα, που μας χορηγεί τον άρτο της ζωής; Ή δεν είναι ύλη το χρυσάφι και το ασήμι, από
τα οποία κατασκευάζονται σταυροί και πίνακες και αγγεία; Ή μήπως πριν από όλα αυτά το σώμα και
το αίμα του Κυρίου μου; Ή κατάργησε λοιπόν τον σεβασμό και την προσκύνηση όλων αυτών, ή
υποτάξου στην εκκλησιαστική παράδοση και στην προσκύνηση των εικόνων του Θεού και των φίλων
Του, οι οποίοι αγιάζονται με το όνομα του Θεού και εξαιτίας αυτού επισκιάζονται με τη χάρη του θείου
Πνεύματος.»31

7. Πόσο ορθόδοξη είναι η χρήση του όρου «Φονταμενταλιστές Εσταυρωμενολάτρες» -κατά


το «ειδωλολάτρες»; το οποίο πέρα από την… γλωσσοπλαστική ικανότητα του επισκόπου,
ταυτίζει τους πιστούς που αντιδρούν για την αλλοίωση της Παράδοσης , ούτε λίγο, ούτε πολύ
με αιρετικούς, («Αρειανισμός και Νεστοριανισμός», «ιδιωτική θεολογία»), αφού «ασεβούν
ηθελημένα» και «προσπαθούν να επιβάλουν στανικά ετεροδιδασκαλία για έναν στατικό
ορατό Θεό με ανθρώπινα κτιστά πτωτικά ιδιώματα», όπως παραδειγματίζει πως έκαναν και
«οι Εβραίοι του Ααρών» που λάτρεψαν το ομοίωμα μόσχου!(σελ. 22-26)

Δεν λέει όμως ο Απόστολος των Εθνών ότι : «ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον,
Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν
Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν·ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί, καὶ τὸ ἀσθενὲς
τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί.»; (ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' – ΚΕΦ. 1 (Α) 23-25)31

Τη (σωτηριολογική) σύνδεση της βασιλικής ιδιότητας του Χριστού και του Σταυρού του μπορούμε
να διαπιστώσουμε ενδεικτικά και στα ακόλουθα ιδιόμελα από τον όρθρο της Κυριακής της
Σταυροπροσκύνησης (Τριώδιον): «Δεῦτε πιστοί, τό ζωοποιόν Ξύλον προσκυνήσωμεν· ἐν ᾧ Χριστός ὁ
Βασιλεύς τῆς δόξης, ἑκουσίως χεῖρας ἐκτείνας, ὓψωσεν ἡμᾶς…» και «Σήμερον ὁ Δεσπότης τῆς
Κτίσεως, καί Κύριος τῆς δόξης, τῷ Σταυρῷ προσπήγνυται… καί πάντα ὑπομένει, δι’ ἐμέ τόν
κατάκριτον, ὁ Λυτρωτής μου καί Θεός, ἵνα σώσῃ Κόσμον…». «῾Ο Πατὴρ τῶν οἰκτιρμῶν τὴν
ἀνθρωπίνην ἐσχατιάν, τῷ μόνῳ μόνος ἐξ αὐτοῦ γεννηθέντι μνηστεύεται» (Ανδρέας Κρήτης, Λόγος εἰς
τόν Εὐαγγελισμόν, PG 97, 883).

[13]
8. Αφού το παρόν πόνημα του Επισκόπου δεν στρέφεται κατά «του Τιμίου Σταυρού»( σελ.22),
και αφού οι αποσπώμενοι Εσταυρωμένοι του θυμίζουν αγάλματα, γιατί δεν έσπευσε να
αντικαταστήσει στο Ιερό Βήμα τους «Εσταυρωμένους της Μ. Παρασκευής» με μη
αποσπώμενους Εσταυρωμένους ή έστω και με μεγάλους ανισοσκελείς Σταυρούς, σύμφωνα
με την Παράδοση της Εκκλησίας; Γιατί αφαίρεσε ως και τους σταυρούς λιτανείας από το
Ιερό Βήμα, με το πρόσχημα ότι προορίζονται αποκλειστικά για τις λιτανείες και για αυτό
τον λόγο πρέπει να τοποθετούνται στο σκευοφυλάκιο; Το επιχείρημα ότι και οι
Προτεστάντες ή οι Παπικοί έχουν σταυρό στο Ιερό Βήμα είναι μάλλον αστείο. Μήπως πρέπει
να καταργήσουμε τους ναούς μας επειδή έχουν κι εκείνοι ναούς; Μήπως να μη λεγόμαστε
Χριστιανοί, επειδή κι εκείνοι θέλουν να αποκαλούνται Χριστιανοί; Μήπως η αφαίρεση του
Εσταυρωμένου έχει τελικά άμεση σχέση με την τοποθέτηση επισκοπικών θρόνων σε όλους
τους ναούς του Περιστερίου, πίσω από την Αγία Τράπεζα; Μήπως αυτή η επαναφορά –αν
μπορεί να ονομαστεί έτσι αυτή η αυθαίρετη τοποθέτηση επισκοπικών θρόνων-του
βυζαντινού συνθρόνου σχετίζεται τελικά με την απομάκρυνση του Εσταυρωμένου; Μήπως
ο Επίσκοπος επιθυμεί το «εις τόπον Χριστού» όχι πνευματικά, αλλά κυριολεκτικά; Μήπως ο
Εσταυρωμένος εμποδίζει το ποίμνιο να βλέπει όχι την «αόρατη Αγία Τριάδα», αλλά τον ίδιο;
Και για ποιο λόγο, εν τέλει, να αποκλείεται η συνύπαρξη σύνθρονου ή επισκοπικού θρόνου
με τον Εσταυρωμένο (αποσπώμενο ή μη) ή τον Σταυρό; (Εικ. 13)

9. Τέλος, για τον ισχυρισμό του επισκόπου περί


«ζήλου, του ου κατ’ επίγνωσιν» (σελ.29) δεν είπε
ο Κύριος μέσω του Δαυίδ ότι «Ὅτι ὁ ζῆλος τοῦ
οἴκου σου κατέφαγέ με, καὶ οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν
ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσον ἐπ᾿ ἐμέ»( 68 Ψαλμός,
στίχος 10.);

Την κατακλείδα αυτού του άρθου έγραψε αιώνες


πριν ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός32 : «Προσκυνούμε τα
πάθη Σου. Ποιος είδε να προσκυνείται ο θάνατος; Ποιος
είδε πάθη σεπτά; Όμως πράγματι προσκυνούμε τον
σωματικό θάνατο του Θεού μου και τα σωτήρια πάθη,
προσκυνούμε την εικόνα Σου˙ προσκυνούμε όλα τα δικά
Σου πράγματα, τους υπηρέτες, τους φίλους και πριν από
αυτούς την μητέρα την Θεοτόκο.
Εικ.13 Ιερός Ναός Αγίου Κυπριανού και
Γι’ αυτό ικετεύουμε «τον λαό του Θεού, το Ιουστίνης Κηπουπόλεως Περιστερίου. Ο
μακαριστός Κλήμης Περιστερίου καθισμένος σε
έθνος το άγιο, να κρατήσει γερά τις εκκλησιαστικές
επισκοπικό θρόνο όπισθεν της Αγίας Τραπέζης.
παραδόσεις· γιατί η παραμικρή αφαίρεση από αυτά Ο Εσταυρωμένος έχει τεθεί-αναγκαστικά-πίσω
που μας έχουν παραδοθεί, σαν να αφαιρούμε λιθάρια και πάνω από τον επίσκοπο, χωρίς να αφαιρεθεί
από οικοδομή, γρήγορα θα γκρεμίσει ολόκληρη την από το Άγιο Βήμα.
οικοδομή. Είθε λοιπόν να παραμένουμε σταθεροί,
άκαμπτοι, ακλόνητοι, στηριγμένοι πάνω σε ασφαλή πέτρα, που είναι ο Χριστός, στον Οποίο αρμόζει
δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους
απέραντους αιώνες. Αμήν.»

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Μαντάς Γ. Απόστολος, Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ιερού βήματος των μεσοβυζαντινών ναών
της Ελλάδας (843-1204), Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Βιβλιοθήκη Σοφίας Ν.
Σαριπόλου,95Θ.16Ι
2α.https://www.himara.gr/epikairotita/25776-i-periousia-tis-orthodoksis-ekklisias-tis-alvanias-se-
kathestos-echmalosias
β. Σελίδες ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο ἑνὸς λευΐτη «Πρίν (σ.σ.Το 1917 και την Κομμουνιστική Επανάσταση στη
Ρωσία)...Παρατηρῶ ὅτι πότε-πότε σκοτεινιάζουν οἱ εἰκόνες. Ὁ Ἐσταυρωμένος, πίσω ἀπὸ τὴν ἁγία
Τράπεζα, ἔγινε μαῦρος. Τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου πῆρε ἔκφραση βλοσυρή, ὀργισμένη... οἱ

[14]
γεροντότεροι λένε, πὼς οἱ εἰκόνες σκοτεινιάζουν πάντα πρὶν ἀπὸ τὶς μεγάλες συμφορές.» Βασίλειος
Νικηφόρωφ-Βόλγιν - Τὸ ὁδοιπορικὸ ῥαβδί, 1938 , Μετάφραση ἀπὸ τὰ ῥωσικά ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ
ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
3. ΒΕΛΑΝΙΔΙΩΤΗΣ Ι. (2013). Συζητήσεις επί θεμάτων τεθέντων υπ’ όψιν της Χριστιανικής Αρχαιολογικής
Εταιρείας. Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 1, 132–140.
https://doi.org/10.12681/dchae.1351
4. ΠΕΡΔΙΚΗ Ο. (2013). Ξύλινος ζωγραφιστός σταυρός από τον ναό του Τιμίου Σταυρού στον Ασκά
Κύπρου. Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 34, 227–238. 4. «Ὁ Σταυρὸς (αὐτὸς) ἦταν
τοποθετημένος πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τοῦ
Καθολικοῦ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήση στὸ συμπέρασμα, ὅτι αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ ἀρχική του θέση»
5. ΕΥ.ΤΣΙΓΑΡΙΔΑΣ, ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, Ἔκδ. 1998,
σ.7 ,Γραπτός Σταυρός : Ό ξύλινος αυτός σταυρός με την παράσταση τής Σταυρώσεως και τη
συμβολική άπεικόνιση στο επάνω μέρος τής Δευτέρας Παρουσίας ήταν άλλοτε στημένος στον χώρο
τού ιερού, πίσω άπό την Άγ. Τράπεζα (πίν.13β)
6. Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Giunta Pisano» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 12 (11η έκδοση)
Cambridge University Press, σελ. 54, Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Giunta Pisano» Εγκυκλοπαίδεια
Μπριτάννικα 12 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 54, Benezit E., Dictionnaire des
Peintres, Sculpteurs, Dessinateurs et Graveurs, 10 τόμοι; Librairie Gründ, Παρίσι 1976;(ISBN 2-7000-
0153-2)

7α. Βλ. Grondijs L. H., L’ iconographie byzantine du Crucifié mort sur lacroix, Brüssels: dition de y antion,
n tit t de o iologie, Leiden: Éditions E. J.Brill 1960.
β-γ. ΜΑΡΚΟΣ Β. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ«ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΕΜΑ ΧΡΙΣΤΟΣ Η ΑΚΡΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ.
ΕΙΚΟΝΟΛΟΓΙΚΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ», ΠΑΤΡΑ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012, σελ.134,137

7δ : Καβαρνός Κωνσταντίνος, Η ιερά βυζαντινή τέχνη, Αθήναι: Αστήρ 1992, σ. 122

8α. Το Συναξάριον ἤτοι Τυπικὸν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μονῆς τῆς Θεοτόκου Εὐεργέτιδος είναι
κείμενο του 11ου αι. Συντάχθηκε περί τα έτη 1054-1070 από τον και κτίτορα της Μονής μοναχό
Τιμόθεο, ο οποίος συνέταξε και τον γνωστό Ευεργετινό. Το κείμενο μπορούμε να βρούμε στο
χειρόγραφο υπ’ αρ. 788 (12ου αι.) της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλάδος (χφ ΕΒΕ 788) ή στο Aleksej
Dmitrievskij, Opisanie liturgitcheskich rukopisej, I, Kiev 1895, σσ. 256-655. Επίσης, βλ. R.Jordan,
«Evergetis: Typikon of Timothy for the Monastery of the Mother of God Evergetis», ByzantineMonastic
Foundation Documents, Dumbarton Oaks Studies 35, 22 (2000), σσ. 454-506

8β«ως άπαιτούσαι ιδιαιτέραν σκηνοθεσίαν, παριστάνοντο μεν εν τη εκκλησία, αλλ'


ανεξαρτήτως της εκκλησιαστικής ακολουθίας και εις ιδιαιτέραν ώραν, καθοριζομένην
ειδικώς προς τούτο» , «Διάταξις των Παθών του Χριστού», Νέος Έλληνομνήμων, έτος 1916,
τεύχ. 13, σελ. 381, Παλατινή Βιβλιοθήκη του Βατικανού

8γ. Ρωσικός κατάλογος των εν Ρωσία από του 1491 μέχρι του 1652 εκδοθέντων
ρωσσοσλαβονικών εκκλησιαστικών βιβλίων , Kataev, Πετρούπολη 1884
8δ. Ν. Jorga, Bisericìi Românesti, τόμ. A', σελ. 116 -119. Βουκουρ. 1908—1909
9. B. Pitarakis, Les croix reliquaires pectorales byzantines en bronze, Paris 2006, σ. 30-34, 55-66, 105-
107
10. G. Forsyth, K. Weitzmann, Mount Sinai, σ. 17, 18, πίν. 9, 134, T.
11.Mathews, Liturgy, σ. 131-132, εικ. 9.
12. Ευαγγέλιον Ματθ. 24,29-30 : καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ,
καὶ τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν
νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς.
13. K. Michalowski, Faras, 161-163, P. Van Moorsel, Théophanie, 312-313
14. J. Baradez, M. Leglay, La croix-trophée, 75-76, Ν. Γκιολές, Τέχνη, 101, Thesaurus Linguae Graecae,
canon of Greek authors and works, 2495
15. Αλεξάνδρα Β. Καραγιάννη, Ο σταυρός στη βυζαντινή μνημειακή ζωγραφική. Η λειτουργία και το
δογματικό του περιεχόμενο , 57- 58 και 314 κ.εξ.

[15]
16. Αποκ. 4,2 καὶ εὐθέως ἐγενόμην ἐν πνεύματι· καὶ ἰδοὺ θρόνος ἔκειτο ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τὸν
θρόνον καθήμενος, Αποκ. 4,3 ὅμοιος ὁράσει λίθῳ ἰάσπιδι καὶ σαρδίῳ· καὶ ἶρις κυκλόθεν τοῦ θρόνου,
ὁμοίως ὅρασις σμαραγδίνων.
17. P. Van Moorsel, Théophanie, 311, T. Velmans, La koine grecque, 689.
18α. H. Stern, Les représentations des conciles, 147-149.
18β. K. Weitzmann, «Three Painted Crosses at Sinai», Studies in the Art at Sinai: Essays, Princeton 1982,
414. 18γ ΜΑΡΚΟΣ Β. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ«ΤΟ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΕΜΑ ΧΡΙΣΤΟΣ Η ΑΚΡΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ.
ΕΙΚΟΝΟΛΟΓΙΚΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ», ΠΑΤΡΑ, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012, σελ.209

19. M. Trinci-Cecchelli, I mosaici in Santa Maria a Casaranello, 174-176

20. Συμεών Θεσσαλονίκης, Κεφ. ΡΛΓ΄, Τί το καταπέτασμα και οι τέσσαρες τούτου στύλοι, σ. 155,341
21. N. Thierry, Le culte de la croix, 216
22. C. Jolivet-Lévy, La Cappadoce. Mémoire de Byzance, 23-27
23. Ιωάννη Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, 8, Περί τῆς ἀγίας Τριάδος,PG
94,821-824
24. Ιωάννη Δαμασκηνού, Έκδοσις Ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως, 8, Περί τῆς ἀγίας Τριάδος,PG 94,
809Β-812Α.
25. Βλ. ό.π., Εἰς τά Θεοφάνεια εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος, Λόγος ΛΗ’, Θ’ PG 36, 24.320Β. Εἰς τό Ἄγιον
Πάσχα, Λόγος ΜΕ’, Δ’, PG 36, 628C. Βλ. επίσης και Περί δόγματος καί καταστάσεως ἐπισκόπων, Λόγος
Κ’, Ε’, PG 35, 1069C: «Ἐπεὶ δὲ ἀνεκαθήραμεν τῷ λόγῳ τὸν θεόλογον, φέρε δὴ καὶ περὶ Θεοῦ ὡς ἐν
βραχεῖ διαλεχθῶμεν, αὐτῷ τῷ Πατρὶ, καὶ τῷ Υἱῷ, καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι θαῤῥήσαντες, περὶ ὧν ὁ
λόγος».
26. Γρηγορίου του Θεολόγου, Εἰς τό Ἄγιον Πάσχα, Λόγος ΜΕ’, ΚΗ’, PG 36, 661C.
27. Γρηγορίου του Θεολόγου, Εἰς τό Ἄγιον Πάσχα, Λόγος ΜΕ’,ΜΕ’, Β’, PG 36, 652CD.
28. Ιωάννης Χρυσόστομος, Λόγος εἰς τόν σταυρόν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρος ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ, PG 49, 397.
29. Κωνσταντῖνος Καλλίνικος , «Ὁ Χριστιανικὸς ναὸς καὶ τὰ τελοῦμενα ἐν αὐτῷ», Εν Αλεξανδρεία, 1921
σελ. 272
30. Βασίλειος Τουλουμτσής, Θεολόγος, Η ενότητα Σταυρού και Ανάστασης στο «ἑνιαῖον» της θείας
Οικονομίας και στο «διαιρετικόν» της προτεσταντικής εσχατολογίας, σ.20 Πεμπτουσία, 29 Ιουνίου
2023: «Ο Σταυρός, λοιπόν, παραγκωνίζεται σκοπίμως, διότι αυτό επιτάσσει η δυτική θεολογική
σκέψη και ο δυτικός πολιτισμός, ο οποίος σε κάθε περίπτωση χαρακτηρίζει και τις οικείες
θρησκευτικές κοινότητες. Τέτοιες θέσεις, όμως, δεν είναι δυνατόν να μεταφέρονται στα καθ’ ημάς και
να αναπαράγονται υπό το ένδυμα της ορθόδοξης θεολογίας. Γίνεται εύκολα κατανοητό πως για την
προτεσταντική θεολογία, απ’ όπου έλκει την καταγωγή της η εν λόγω νέα εσχατολογική προσέγγιση,
το βάρος των εσχάτων έρχεται να καλύψει ένα υπαρκτό κενό που δημιουργείται από την
παρερμηνεία της χριστολογίας, η οποία κάνει λόγο για αποτυχημένο «ιστορικό Ιησού», οπότε ως
λύση προκρίνεται ο τονισμός των εσχάτων. Το ίδιο πράγμα, όμως, ενώ στον προτεσταντισμό έρχεται
να προσθέσει κάτι αναγκαίο για την εκεί προβληματική ερμηνευτική, όταν εφαρμόζεται στην
ορθόδοξη θεολογία ακολουθεί την ακριβώς αντίστροφη πορεία, αφαιρώντας. Εκκινώντας λοιπόν από
«το μέλλον των εσχάτων» οδεύει προς τα πίσω της ιστορίας, επιβάλλοντας τα κριτήρια της δυτικής
θεολογικής σκέψης, μέσω των οποίων επανερμηνεύεται σύνολη η θεολογία, σε σημείο να γίνεται
λόγος για «ιστορικό και εσχατολογικό Χριστό», κάτι που οδηγεί τελικά στην αποδοχή της δυτικής
υποτίμησης του Σταυρού ακόμη και στο πλαίσιο της ορθόδοξης θεολογίας. Ενώ δηλ. στον
προτεσταντισμό ο «εσχατολογικός Χριστός» εμφανίζεται ως αντιστάθμισμα στο κενό που
δημιουργεί η θεώρηση περί του «ιστορικού Ιησού», στην προτεσταντίζουσα ορθόδοξη θεολογία,
εκκινώντας από τον «εσχατολογικό Χριστό» καταλήγουμε μοιραία να συζητούμε για έναν «ιστορικό
Χριστό», ο οποίος είχε το βλέμμα στα έσχατα, αναμένοντας και ο ίδιος την Βασιλεία. Υπ’ αυτήν την
άποψη, όμως, εγείρονται πρόσθετα σοβαρά προβλήματα που αφορούν τόσο την ταυτότητα της
Εκκλησίας όσο και την ακεραιότητα της χριστολογικής πίστεως.»
31. Πρβλ. Ιωάννου Δαμασκηνού: «Θεός παθητός ὀνομαζόμενος καί Κύριος τῆς δόξης
ἐσταυρωμένος», Ἒκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, Γ΄ 4 (48), PG 94, 997-1000.

32.Ιωάννου Δαμασκηνού Έργα, Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας, ομιλία Α΄, πατερικές
εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 3, σ.20-
105, επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος, https://www.hristospanagia.gr

[16]

You might also like