Λέμπενσμπορν υπότιτλοι

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 9

Γερμανία, δεκαετία του ’30.

Οι εθνικοσοσιαλιστές σχεδιάζουν να
δημιουργήσουν μια κυρίαρχη φυλή αρίων. Γι’ αυτό χρειάζονται τους σωστούς
απογόνους: παιδιά με ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια. Κατά τη διάρκεια του
πολέμου πέθαναν εκατομμύρια άνθρωποι και τα παιδιά αυτά γεννήθηκαν για
να αποτελέσουν τον πληθυσμό του Ράιχ, το οποίο θα διαρκούσε χίλια χρόνια.
Με ήθελαν ως παιδί ή απλώς ως νέο αίμα για την ιδεολογία τους; Το σχέδιο
έφερε την ονομασία Λέμπενσμπορν (Πηγή της Ζωής) και εμπνευστής του
ήταν ο επικεφαλής των Ες Ες Χάινριχ Χίμλερ. Είχε πει, «Όταν
δημιουργήσουμε αυτή τη βόρεια φυλή και φτιάξουμε απ’ αυτήν 200
εκατομμύρια ανθρώπους, τότε όλος ο κόσμος θα είναι δικός μας.» Εδώ είναι
γραμμένη η ημερομηνία των πρώτων μου γενεθλίων. Γράφει, «Από τον νονό
σου τον κύριο Χίμλερ» έναν από τους χειρότερους εγκληματίες της
Γερμανίας. Για τα παιδιά του προγράμματος Λέμπενσμπορν οι συνέπειες ήταν
τραγικές. Από πού προέρχομαι; Ποιοι ήταν οι γονείς μου; Ποιος ήταν ο
πατέρας μου, η μητέρα μου; Η ταινία αυτή δείχνει, ύστερα από 70 και πλέον
χρόνια από το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τι απέγιναν τα παιδιά
που γεννήθηκαν για να αποτελέσουν την κυρίαρχη φυλή. «Τα Παιδιά της
Κυρίαρχης Φυλής: Η Οργάνωση Λέμπενσμπορν» Από το 1935 το ναζιστικό
καθεστώς άρχισε να κτίζει παιδικές στέγες σε ολόκληρο το Ράιχ. Σε αυτές τις
στέγες επρόκειτο να μεγαλώσουν τελείως ξεχωριστά παιδιά. Οι ναζί ονόμασαν
το σχέδιο Λέμπενσμπορν, η «Πηγή της Ζωής». Η Γκίζελα Χάιντενραϊχ
μεγάλωσε σε μια τέτοια στέγη. Ήταν μέρος ενός γενετικού πειράματος. Η
ιδέα για το πείραμα προερχόταν από τον Χάινριχ Χίμλερ. Ο Χίμλερ είχε πει
ότι έπρεπε να αποφευχθούν οι εκτρώσεις, γιατί έτσι πήγαινε χαμένο πολύτιμο
γερμανικό αίμα. Το επόμενο βήμα για τις γυναίκες που έμεναν έγκυοι ήταν το
ίδρυμα Λέμπενσμπορν, αυτό όμως προοριζόταν μόνο για γυναίκες με «καλό
αίμα». Αυτός ήταν στην πραγματικότητα ο σκοπός του Λέμπενσμπορν. To
ίδρυμα δεχόταν μόνο γυναίκες που είχαν τα «σωστά» φυλετικά
χαρακτηριστικά. Ο Χίμλερ αναρριχήθηκε πολύ γρήγορα στην αρχηγία των Ες
Ες και της Γκεστάπο, της Μυστικής Κρατικής Αστυνομίας. Καταγόταν από μία
μεσοαστική καθολική οικογένεια και σπούδασε γεωπονία. Για σύντομο
χρονικό διάστημα υπήρξε ορνιθοτρόφος, έδειχνε ιδιαίτερη προτίμηση στο να
εκτρέφει γενετικά καθαρόαιμους κόκορες. Για τον Χίτλερ ήταν εύλογο να
εμπιστευτεί το πρόγραμμα για τη δημιουργία της κυρίαρχης φυλής στον
Χίμλερ. Και είχαν υπόψη τους κι ένα σχέδιο για το ποιος θα αναλάμβανε στην
πράξη το πατριωτικό καθήκον της αναπαραγωγής: τα Ες Ες του Χίμλερ. Ο
Χίτλερ δήλωσε σχετικά: «Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η γερμανική ελίτ σε
100 χρόνια θα αποτελεί προϊόν των Ες Ες.» Έτσι τα Ες Ες γίνονταν
ταυτόχρονα μηχανισμός τρομοκρατίας, μα και προμηθευτής γονιδίων της
άριας φυλής. Τα μέλη των Ες Ες και οι ξανθές, γαλανομάτες γυναίκες τους
ενθαρρύνονταν να φέρουν πολλά παιδιά στον κόσμο. Πολύ σύντομα όμως
έγινε εμφανές στον Χίμλερ ότι ο περιορισμός του σχεδίου σε συζυγικά ζεύγη
θα επιβράδυνε τη διαδικασία. Ενθάρρυνε λοιπόν τους άνδρες του σε
εξωσυζυγικές σχέσεις. Για τις ανύπαντρες μητέρες και τα παιδιά τους θα
φρόντιζε το Λέμπενσμπορν. Η καθημερινότητα των παιδιών του
Λέμπενσμπορν ήταν τελείως προσανατολισμένη στην υπηρεσία του Γ΄ Ράιχ.
Όλα ελεγχόμενα, όλα καταναγκαστικά, έτρωγες, έπινες, κοιμόσουν με το
στανιό. Ό,τι ήταν ανθρώπινο έμπαινε στην άκρη. Συγγενείς δεν είχαμε,
επομένως το μόνο που μας απέμενε ήταν το Κράτος, και ο Λαός, η αλλιώς ο
Φολκ. Και ονομάζομαι, Φόλκερ, ναι; Από το Φολκ που σημαίνει λαός. Πάνω
απ’ όλα αυτός, και έπρεπε να είναι εκεί για όλους. Οι πατεράδες στα ιδρύματα
του Λέμπενσμπορν παρέμεναν ανώνυμοι. Το Ράιχ είχε τον έλεγχο. Ο ίδιος ο
Χίμλερ είχε γίνει νονός για λίγους εκλεκτούς. Η μητέρα του Γκούντραμ
Βέμπερ αρνήθηκε να του αποκαλύψει την ταυτότητα του πατέρα του. Μετά
τον πόλεμο όμως η επιθυμία του να μάθει την καταγωγή του γινόταν όλο και
εντονότερη. Επιδίωξα συνειδητά να μάθω το μυστικό το οποίο η μητέρα μου,
ο θετός μου πατέρας και μεγαλύτεροι μού είχαν κρύψει. Ήθελα απλώς να
ξέρω ποιος είμαι. Μια μέρα που δεν ήταν κανείς στο σπίτι, πήγα στη
ντουλάπα, το κλειδί ήταν εκεί, το πήρα και άνοιξα την πόρτα, κοίταξα μέσα,
υπήρχαν πολλά έγγραφα, κανένα όμως για μένα. Βρήκα όμως αυτό το
ασημένιο κύπελλο. Γράφει την ημερομηνία των πρώτων μου γενεθλίων και τη
φράση, «Από τον νονό σου, Χίμλερ». Ήξερα το όνομα Χίμλερ. Ηδη στην
ηλικία των 16-17 ήξερα ότι ήταν ένας εγκληματίας. Ένας από τους
χειρότερους εγκληματίες της Γερμανίας. Ο πατέρας μου πρέπει να κατείχε
υψηλή θέση, βρισκόταν κοντά στον Χίμλερ. Ο Χίμλερ υπήρξε νονός 50
παιδιών του Λέμπενσμπορν, των οποίων η πατρότητα ανήκε σε μερικούς από
τους κοντινότερους συντρόφους του στα Ες Ες. Εφάρμοζε κι ο ίδιος όσα
κήρυττε. Ο Χίμλερ απέκτησε δύο παιδιά εκτός γάμου. Στη βιβλιοθήκη υπήρχε
ένα ράφι με τις νέες κυκλοφορίες. Κοίταξα όλα τα βιβλία για τη ναζιστική
περίοδο. Οι φωτογραφίες με ενδιέφεραν ιδιαίτερα. Ήθελα να δω αν υπήρχε
ομοιότητα ανάμεσα σε μένα και τους άνδρες στις φωτογραφίες. Μόλις πολλά
χρόνια αργότερα ο θετός του πατέρας ομολόγησε υπό μεγάλη πίεση ποιος
ήταν ο πραγματικός του πατέρας. O Λούντολφ φον Άλβενσλεμπεν, φανατικός
ναζιστής, υψηλόβαθμος αξιωματικός των Ες Ες και υπασπιστής του Χίμλερ.
Το 1939, ο Άλβενσλεμπεν απέδειξε την αφοσίωσή του στον Χίτλερ και το
καθεστώς με κτηνώδη τρόπο. Στις 1 Σεπτεμβρίου του 1939, η Γερμανία
εισέβαλε στην Πολωνία πυροδοτώντας τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο
εκπεφρασμένος στόχος του Χίτλερ ήταν να μετατρέψει τους Πολωνούς σε
έθνος σκλάβων. Η αριστοκρατία, ο κλήρος και οι διανοούμενοι έπρεπε να
εξοντωθούν. Κατά τη διάρκεια της εισβολής, ο Άλβενσλεμπεν διοικούσε τις
«Δυνάμεις Αυτοάμυνας Μειονοτικών Γερμανών», μία παραστρατιωτική
οργάνωση της γερμανικής εθνικής μειονότητας στην Πολωνία. Ο
Άλβενσλεμπεν έλεγε στους άντρες του: «Εσείς είστε η ανώτερη φυλή εδώ. Να
μην είστε επιεικείς, αλλά ανελέητοι. Διώξτε όλους όσοι δεν είναι Γερμανοί.»
Δεν θα καταλάβω ποτέ πώς μπόρεσαν να κάνουν όσα έκαναν. Ήταν
πεπεισμένοι ότι θα περνούσε το δικό τους. Πίστευαν πράγματι ότι επρόκειτο
να γίνουν οι κυρίαρχοι του κόσμου. Ήταν βέβαιοι ότι θα έβρισκαν περιοχές
για τους «ανώτερους ανθρώπους» τους που θα κυβερνούσαν τον κόσμο. Ο
Γκούντραμ κατευθύνεται στην πολωνική πόλη Μπίτγκος. Εκεί βρισκόταν το
αρχηγείο του πατέρα του. Στον Γκούντραμ και τον επιστήμονα-ερευνητή Κρις
Κολακόφσκι έχει χορηγηθεί άδεια πρόσβασης στους φακέλους των
εγκλημάτων του Λούντολφ φον Άλβενσλεμπεν. Ένας από τους τόπους των
εγκλημάτων ήταν η «Κοιλάδα των Νεκρών» έξω από την πόλη. Η «Κοιλάδα
των Νεκρών», άλλοτε κοιλάδα Φόρντερνς, είναι ένα ερημικό, απομονωμένο
δάσος έξω από την πόλη. Οι Γερμανοί μετέφεραν εκεί ανθρώπους, τους
έβαζαν να σκάψουν λάκκους και τους εκτελούσαν. Εδώ είναι οι υποθέσεις η
μία μετά την άλλη. Ορισμένες παραμένουν ακόμη ανοικτές γιατί οι άνθρωποι
επιζητούν ακόμη δικαιοσύνη. Στις 17 Οκτωβρίου του 1939, οι άνδρες του
Άλβενσλεμπεν εκτέλεσαν περισσότερους από 4000 Πολωνούς. Τους πέταξαν
σε αβαθείς τάφους και τους παράτησαν εκεί. Μετά το τέλος του πολέμου, ο
Άλβενσλεμπεν βρέθηκε υπό βρετανική κράτηση. Το 1946 κατόρθωσε να
αποδράσει από το στρατόπεδο αιχμαλώτων Νόγιενγκαμε. Όπως πολλοί άλλοι
ναζί κατέφυγε με την οικογένειά του στην ασφάλεια της Λατινικής Αμερικής
και έζησε ως ελεύθερος άνθρωπος στην Αργεντινή. Θυμάμαι μια δήλωση που
είχε κάνει μετά τον πόλεμο, όταν πια βρισκόταν πολύ μακριά από τη
Γερμανία: «Κάτι έγινε, στην αρχή του πολέμου, αλλά δεν ήτανε τίποτε
σπουδαίο.» 30.000 νεκροί σε αυτή την περιοχή μέσα σε 3 μήνες. Δεν ξέρω τι
να πω για κάποιον, ο οποίος εκφράζεται έτσι, «κάτι έγινε στην αρχή του
πολέμου, αλλά δεν ήτανε τίποτε σπουδαίο.» Ο ρόλος που διαδραμάτισε ο
πατέρας του Γκούντραμ στην εθνοκάθαρση των Πολωνών αποτελούσε μέρος
του σχεδίου «Κυρίαρχη Φυλή». Παιδιά από το Λέμπενσμπορν, όπως ο ίδιος
του ο γιος, επρόκειτο να εγκατασταθούν στην Ανατολική Ευρώπη. Όμως η
άρια ελίτ δεν αυξήθηκε πολύ με τον πόλεμο. Ο Χίμλερ αναζήτησε, ως εκ
τούτου, και άλλες εναλλακτικές για να επεκτείνει το Λέμπενσμπορν. Καθώς ο
πόλεμος απλωνόταν, ο Χίμλερ διέταξε να απαχθεί κάθε παιδί που είχε άρια
εμφάνιση, ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια, στις κατεχόμενες ανατολικές
περιοχές. Ο Φόλκερ Χάινιγκερ έμαθε μόλις στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
ότι είχε μεταφερθεί από την Ουκρανία στην Πολωνία. Εκεί τον ενέταξαν στο
πρόγραμμα Λέμπενσμπορν. Επρόκειτο να δημιουργηθεί μια φυλή… τα είχε
οργανώσει όλα ο Χίμλερ. Έπαιρναν μετρήσεις από τα παιδιά. Το σχήμα του
κεφαλιού έπρεπε να είναι το σωστό, το προφίλ, τα αυτιά, όλα έπρεπε να
φαίνονται εντάξει, να φαίνονται άρια: ξανθά μαλλιά, μπλε μάτια, ήταν όλα
προκαθορισμένα. Τα παιδιά έπρεπε να είναι καθαρόαιμα άρια παιδιά, ει
δυνατόν με σκανδιναβικά χαρακτηριστικά. Όλα αυτά τα είχε καθορίσει ο
Χίμλερ. Ήθελε να έχει παιδιά που θα πολλαπλασιάζονταν κι αυτά κ.τ.λ.
Παιδιά όπως ο Φόλκερ εκγερμανίστηκαν και δεν τους επιτρεπόταν να
μιλήσουν τη γλώσσα τους. Μέχρι το τέλος του πολέμου 200.000 περίπου
παιδιά έπεσαν θύματα αρπαγής μόνο στη Ρωσία και την Πολωνία και τα
έκαναν άρια. Πυρήνας της ναζιστικής ιδεολογίας ήταν η σωματικά και
αριθμητικά ανώτερη κυρίαρχη φυλή. Ο Χίτλερ είχε διαστρεβλώσει τη
δαρβινική άποψη της επιβίωσης του ισχυρότερου προσαρμόζοντάς την στις
δικές του ιδέες περί φυλής. Ακόμη και κάτω από τις ίδιες συνθήκες ανατροφής
παλεύουν μεταξύ τους και οι πιο αδύνατοι αφανίζονται. Μερικά θηλυκά
πουλιά ακόμη και καθαρά ενστικτωδώς αποβάλλουν τους νεοσσούς που δεν
αναπτύσσονται σωστά. Η ιδέα ήταν ότι υπήρχε μια συγκεκριμένη βόρεια
φυλή με ξανθά μαλλιά, μπλε μάτια και μεγάλη σωματική διάπλαση. Είχαν
καλό χαρακτήρα, ήταν μια ευγενική ράτσα. Κι αυτή η άρια φυλή επρόκειτο
κάποια μέρα να κυβερνήσει τον κόσμο. Αυτή ήταν η σκέψη. «… και πίσω από
εμάς πορεύεται η Γερμανία.» Σε αυτή τη νέα παγκόσμια τάξη δεν υπήρχε
χώρος για ανεπαρκείς και ελλιπείς ανθρώπους ή για γενετικά ελαττώματα.
Και γιατί θα έπρεπε οι σκληρά εργαζόμενοι Γερμανοί να επιβαρύνονται από
ανθρώπους που δεν ήταν τέλειοι; «Τα τελευταία 70 χρόνια ο γερμανικός
πληθυσμός έχει αυξηθεί κατά 50% ενώ ο αριθμός των πασχόντων κατά 450%!
Αν το φαινόμενο αυτό συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, τότε σε 50 χρόνια θα
αντιστοιχεί ένας πάσχων σε 4 υγιή άτομα. Τους περιθάλπουμε, αλλά θα
εμποδίσουμε τον πολλαπλασιασμό τους. Στο μέλλον, τέτοια αξιολύπητα όντα
δεν πρέπει να ζουν δίπλα στα υγιή παιδιά μας.» Την εποχή που η ναζιστική
προπαγάνδα καλλιεργούσε το μίσος, η νεαρή μαθήτρια Ντοροτέα Μπουκ
μεγάλωνε στις ακτές της βόρειας θάλασσας. Δεν ξέρω πόσοι υγιείς
αντιστοιχούσαν στους ανθρώπους με αναπηρία αλλά παρουσίαζαν τα
πράγματα τόσο φρικτά ώστε κι ο γενικότερος πληθυσμός ήταν υπέρ τους και
κατά βάση προετοίμασαν το έδαφος για την απαξίωση όλων των ανθρώπων
με αναπηρία. «Η στείρωση είναι μια απλή χειρουργική επέμβαση.» Ο Χίτλερ
υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της υποχρεωτικής στείρωσης ακόμη και πριν
από την κατάληψη της εξουσίας το 1933. Ύστερα από έναν νευρικό κλονισμό
το 1936, η 19χρονη τότε Ντοροτέα βίωσε στο ίδιο της το κορμί τα
αποτελέσματα της ιατρικής πολιτικής του Χίτλερ. Έφεραν τη μητέρα μου
ενώπιον του διλήμματος είτε να συναινέσει στην επέμβαση είτε να με αφήσει
στo ίδρυμα μέχρι το 55ο έτος της ηλικίας μου, κι αυτό ήταν πάρα πολύ
χειρότερο. Ένα βράδυ νωρίτερα σε προετοίμαζαν για την επέμβαση κι εγώ
ρώτησα για ποιο πράγμα γινόταν η προετοιμασία και τότε η βοηθός μού είπε
«Για μια μικρή υποχρεωτική επέμβαση.» Ύστερα από το χειρουργείο ξύπνησα
σε έναν μικρό θάλαμο με τέσσερα κρεβάτια κι ακόμη δεν μου έλεγαν τι μου
είχαν κάνει, και μετά μια άλλη ασθενής μού είπε ότι μια βοηθός είχε αναφέρει
ότι επρόκειτο για στείρωση κι εγώ τότε απελπίστηκα τελείως. Η Ντοροτέα
Μπουκ ήταν ένας από τους 350.000 ανθρώπους που στειρώθηκαν
υποχρεωτικά γιατί ήταν ψυχικά ασθενείς, τυφλοί, ή καταθλιπτικοί. Τέτοιοι
άνθρωποι δεν ταίριαζαν στην κυρίαρχη φυλή κι έπρεπε μέσω της στείρωσης
να εξαλειφθούν συστηματικά. Μετά την παράδοση της Γερμανίας το 1945, ο
κόσμος ανακάλυψε όλη τη φρίκη του ναζιστικού καθεστώτος. Εκατομμύρια
άνθρωποι είχαν συστηματικά εξοντωθεί. Το ναζιστικό πείραμα κατέληξε σε
καταστροφή, η Γερμανία κείτονταν σε ερείπια και είχε ηθικά εξουθενωθεί. Ο
Χίτλερ και ο Χίμλερ είχαν αυτοκτονήσει και επί δύο χρόνια οι αρχιτέκτονες
της ναζιστικής δικτατορίας δικάζονταν στη Νυρεμβέργη. «Το δικαστήριο σε
καταδικάζει σε δεκαετή φυλάκιση.» Οι επικεφαλής του Λέμπενσμπορν
απέφυγαν την ποινική δίωξη. Το δικαστήριο θεώρησε την οργάνωση ως ένα
απλό δίκτυο για ορφανά και νόθα παιδιά. Ακόμη και μετά τις δίκες της
Νυρεμβέργης, πολλές γυναίκες του Λέμπενσμπορν παρέμειναν πιστές στο Γ΄
Ράιχ και συνέχισαν να λένε ψέματα στα παιδιά τους για την προέλευσή τους.
Το αισθάνθηκα ότι κάτι συνέβαινε. Από παιδί ένιωθα ότι κάτι δεν πήγαινε
καλά με αυτή την ιστορία ότι είχα γεννηθεί στο Όσλο ως παιδί του
Λέμπενσμπορν. Η μητέρα μου δούλευε τότε για το Λέμπενσμπορν στο Όσλο
και μετά επέστρεψε με μένα μωρό. Με παρέδωσε στην αδελφή της και της
είπε, «Σου έφερα ένα ορφανό από την Νορβηγία, πάντα ήθελες μια κόρη.»
Αυτά ήταν τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής μου. Πίστευα ότι η θεία μου ήταν η
μάνα μου και πως τα ξαδέλφια μου ήταν τ’ αδέλφια μου. Μετά τον πόλεμο ο
θείος της Γκίζελα επέστρεψε στο σπίτι. Ο άνδρας που η Γκίζελα θεωρούσε
πατέρα της. Πρέπει να ήμουν τριών ή τριάμισι ετών. Τ’ αγόρια ήταν λίγο
μεγαλύτερα και είπαν ότι ο μπαμπάς θα γύριζε σπίτι κι εγώ χαιρόμουν που ο
μπαμπάς μου θα επέστρεφε. Κι άνδρας αυτός τότε είπε, «Τι γυρεύει αυτό το
μπάσταρδο των Ες Ες στην οικογένειά μου;» Ήταν το μεγαλύτερο σοκ της
μόλις τρίχρονης τότε ζωής μου. Είμαι ένα μπάσταρδο των Ες Ες; Δεν ήξερα
καν τη λέξη. Και η θεία μου είπε τότε, «Αυτό δεν είναι δικό μου παιδί.» Κι εγώ
ένιωσα πια χαμένη. Όταν η πραγματική μητέρα της Γκίζελα επανεμφανίστηκε
σέρβιραν μια άλλη ιστορία στο παιδί. Μου είπαν ότι ο πατέρας μου είχε
σκοτωθεί στη Ρωσία, δεν ήταν ασυνήθιστο για τα παιδιά της γενιάς μου. Δεν
είχα καμιά του φωτογραφία όπως άλλα παιδιά που είχαν χάσει τους
πατεράδες τους. Η μητέρα μου μου είπε ότι είχαν αρραβωνιαστεί λίγο πριν
αυτός φύγει ξαφνικά για τον πόλεμο. Όταν θα επέστρεφε επρόκειτο ασφαλώς
να παντρευτούν. Δεν ρώτησα περισσότερα γιατί ένιωθα ότι ήταν ένα ζήτημα
που την πλήγωνε. Μετά τον πόλεμο οι ενήλικες προσπαθούσαν να κρατηθούν
μακριά από την πολιτική. Αρνούνταν να μιλήσουν για το παρελθόν. Εννοείται
ότι δεν επαινούσαν την περίοδο του εθνικοσοσιαλισμού, αλλά δικαιολογούσαν
πολλά από τα πράγματα που είχαν συμβεί. Τα ορφανά μεγάλωναν και με τα
χρόνια έρχονταν στο φως όλο και περισσότερες ιστορίες για τους ναζί. Η
Γκίζελα Χάιντενραϊχ διάβασε σε μια εφημερίδα για τα κέντρα αναπαραγωγής
του Λέμπενσμπορν. Ω θεέ μου, ο πατέρας μου ήταν ένας από τους επιβήτορες
που έπρεπε να σπείρουν τους απογόνους. Η μητέρα μου ήταν μια πόρνη. Έτσι
έμαθα ότι ήμουν παιδί του Λέμπενσμπορν, μέσω ενός άρθρου σε εφημερίδα
που ήταν γραμμένο με αυτό τον απαίσιο τρόπο. Έπρεπε να ζήσω ξέροντας ότι
ήμουν το αποτέλεσμα της ένωσης ενός επιβήτορα και μιας πόρνης. Δεν
ρώτησα ποτέ τη μητέρα μου, αν και είχε και η ίδια διαβάσει το άρθρο. Δεν
είπε όμως ούτε κουβέντα. Εγώ σκέφτηκα ότι μια και δεν μιλάει τότε πρέπει να
είναι αλήθεια ή μήπως όχι; Την περίοδο εκείνη σκεφτόμουν πράγματι την
αυτοκτονία. Τελικά η μητέρα της της ομολόγησε την αλήθεια. Η Γκίζελα ήταν
ο καρπός μιας βραχύχρονης σχέσης με έναν παντρεμένο αξιωματικό των Ες
Ες. Οι αμφιβολίες ασφαλώς παρέμειναν. Τι ήθελαν; Ήθελαν εμένα ως παιδί ή
απλώς ένα άτομο-φορέα της ιδεολογίας του συστήματός τους; Μετά την
απαγωγή του από την Ουκρανία, ο Φόλκερ Χάινιγκερ κατέληξε σε ένα ίδρυμα
του Λέμπενσμπορν. Αργότερα υιοθετήθηκε από μία εφοπλιστική οικογένεια
του Αμβούργου. Εκεί μεγάλωσε προνομιούχος και ξέγνοιαστος, ώσπου μια
τυχαία συνάντηση άλλαξε τη ζωή του. Ναι, ο παράδεισος είναι έτσι, τα υλικά
μέσα τα είχα όλα εδώ. Είχαμε τα καλύτερα σκάφη, αυτοκίνητα, κηπουρούς.
Όταν ήμουν 7 ετών το έμαθα από ένα γειτονόπουλο. Παίζαμε εδώ στη
λιμνούλα και μου λέει ξαφνικά, «Δεν είσαι παιδί των γονιών σου». Αυτό ήταν
πολύ σκληρό χτύπημα για μένα. Άκουσα πως δεν είμαι παιδί των γονιών μου
και έκτοτε κυκλοφορούσα με αυτή την πληγή. Δεν είναι κάτι που μπορείς να
το δώσεις στον άλλον να το καταλάβει, αυτό που συμβαίνει μέσα σου,
μοιάζουν όλα ψεύτικα. Όταν τα παιδιά του Λέμπενσμπορν ήταν ακόμη νέοι τη
δεκαετία του ΄50 και του ΄60, ο κόσμος στη Γερμανία ήταν αισιόδοξος. Η
χώρα είχε σταθεί πάλι στα πόδια της από τα ερείπια του πολέμου. Ήταν η
εποχή του ροκ εν ρολ και ήμουν παθιασμένη χορεύτρια. Μέσα απ’ το χορό
μπορούσα να βγάλω όλο τον πόνο και την οργή μου. Ίσως αυτό μ’ έσωσε τότε.
Με την πάροδο του χρόνου τα παιδιά του Λέμπενσμπορν μάθαιναν όλο και
περισσότερα για τα μυστικά των γονιών τους. Κατά τη διάρκεια του πολέμου,
η μητέρα της Γκίζελα είχε δουλέψει σε σημαντικά πόστα του Λέμπενσμπορν
στο Μόναχο και στην Πολωνία. Ο ρόλος της ήταν τόσο σημαντικός ώστε
χρειάστηκε να καταθέσει για τις απαγωγές των παιδιών στις δίκες της
Νυρεμβέργης. Διάβασα όλους τους φακέλους της και εκφραζόταν πολύ
επιδέξια, έξυπνα όπως όλοι τους άλλωστε. Φυσικά και είχε πάει στην Πολωνία
για να πάρει ορφανά. Υποτίθεται ότι ήταν όλα ορφανά και δεν ήξερε κανείς
από πού πραγματικά προέρχονταν. Μερικά από τα παιδιά τα πήγαν σε ειδικές
στέγες. Εκεί έπρεπε να ξεχάσουν τη μητρική τους γλώσσα και να μάθουν
γερμανικά. Το Λέμπενσμπορν είχε οργανώσει τους αναδόχους ή τους θετούς
γονείς. O Φόλκερ ήρθε αντιμέτωπος με το παρελθόν του μετά τον θάνατο των
θετών του γονιών. Ανακάλυψε ότι η περίπτωσή του είχε χρησιμοποιηθεί ως
παράδειγμα για τις αρπαγές παιδιών από το Λέμπενσμπορν κατά τις δίκες της
Νυρεμβέργης. Περιφερόμουν στο σπίτι μου στην Αλόβα, τον τόπο της
γέννησής μου, και έτυχε να περνούν τα Ες Ες μέσα στα τζιπ τους και με είδαν.
Ένα ξανθό παιδί με μπλε μάτια, εξαιρετικά ξανθός και με έντονα μπλε μάτια,
άριος και με πήραν από το σπίτι. Μετά από τρεις απόπειρες κλώτσησαν τη
μητέρα μου για να φύγει και με άρπαξαν. Με σήκωσαν έτσι ψηλά από το ένα
μου χέρι και με φόρτωσαν μέσα στο αυτοκίνητο. Εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο
ήταν εντάξει. Ύστερα μου έβγαλαν ένα πιστοποιητικό γέννησης, ψεύτικο, από
το Λέμπενσμπορν. Έδειξα στη μάνα τις καταθέσεις της από τις Δίκες της
Νυρεμβέργης, δεν μπορεί να μην τις θυμόταν και της είπα, και δεν
αναρωτήθηκες γιατί πήγαινες στην Πολωνία; Πήρες παιδιά και τα μετέφερες
στη Γερμανία, που τα πήγαν; Ήταν ορφανά, απάντησε. Δεν έβαζες με τον νου
σου ότι είχαν αρπαχτεί; Σ΄αυτό αποκρίθηκε, «Δεν ξέραμε τίποτε, τότε δεν
ήξερα τίποτε κι ακόμη δεν ξέρω. Ήταν ορφανά» και τέλος. Της είπα, «Μα
έπρεπε να είχες δει ότι είχαν όλα τους ξανθά μαλλιά και μπλε μάτια,» και σ’
αυτό μου είπε, «Ε, δεν τα πήραμε πια κι όλα.» Στ’ αλήθεια το είπε αυτό κι εγώ
ξέσπασα σε κλάματα γιατί πίσω από αυτή τη φράση κρύβονταν τα πάντα όταν
είπε «Ασφαλώς, δεν τα πήραμε πια κι όλα». Όλα όσα αναφέρονται εκεί είναι
ψέματα, όλα τα στοιχεία, πιστοποιητικό γέννησης, τόπος γέννησης,
ημερομηνία γέννησης. Δεν ξέρω καν αν η ημερομηνία γέννησης 17 Οκτωβρίου
είναι σωστή. Μπήκα σε όλη αυτή την ιστορία αναγκαστικά. Έγινα Γερμανός
με το ζόρι. Από πού είναι οι ρίζες μου; Από που κατάγομαι; Ποιοι ήταν οι δικοί
μου, ο πατέρας μου, η μάνα μου; Πώς θα αντιδράσετε αν βρείτε τη μητέρα
σας; Κοιτάξτε, αν τη βρω θα μιλάει άλλη γλώσσα, ουκρανικά. Δεν μπορεί
κανείς να το περιγράψει αυτό, θα χύσω μαύρο δάκρυ, θα κλάψω, θα κλάψω,
θα κλάψω και θα είμαι και χαρούμενος ταυτόχρονα. Θα έχω φτάσει επιτέλους
στον στόχο μου. Το θέμα έχει να κάνει με την ταυτότητα. Κανείς μας δεν έχει
μια πραγματική ταυτότητα. Και όσο περισσότερα ανακαλύπτουμε τόσο
περισσότερα χάνουμε. Όλοι μας έχουμε αυτή την αίσθηση ότι τρέμει η γη
κάτω από τα πόδια μας. Δεν έχεις από πού να κρατηθείς. H ψυχολογία λέει ότι
πρέπει κανείς να είναι γειωμένος για να έχει την αίσθηση ότι είναι ξεχωριστό
πρόσωπο. Δεν έχουμε σταθερό έδαφος κάτω απ’ τα πόδια μας και καθώς
ανακαλύπτουμε τους λόγους, τα ιστορικά συμφραζόμενα γίνονται όλο και
χειρότερα. Η μητέρα του Γκούντραμ Βέμπερ πέθανε πριν αυτός ανακαλύψει
την αλήθεια για το παρελθόν του. Ο ιστός από ψέματα και ο ρόλος που
διαδραμάτισε ο πατέρας του στη ναζιστική Γερμανία, τον οδήγησαν σχεδόν
στην κατάρρευση. Δεν ήξερα πού να στραφώ. Δεν είχα ιδέα τι να κάνω. Βαθιά
μέσα μου φοβόμουν να εξιχνιάσω τα σκοτεινά μυστικά που υπέθετα ότι
υπήρχαν. Ταυτόχρονα μου ήταν ξεκάθαρο ότι έπρεπε να κάνω κάτι. Για πολλά
χρόνια προσπαθούσε ο Γκούντραμ να ξεδιαλύνει την αλήθεια για το παρελθόν
του ως παιδί του Λέμπενσμπορν. Έτσι σχημάτισε την εικόνα αυτού του
ανθρώπου που δεν είχε γνωρίσει ποτέ, του πατέρα του, στρατηγού των Ες Ες
Λούντολφ φον Άλβενσλεμπεν. Θα ήθελα να βρω έναν τρόπο να έχω τον
έλεγχο της κατάστασής μου. Μου το αρνήθηκαν αυτό. Η μητέρα μου,
αποκρύπτοντάς μου πληροφορίες για τους πρώτους μήνες της ζωής μου και
για τον πατέρα μου. Το θέλω όμως αυτό. Έλεγχο πάνω στην ίδια μου τη ζωή.
Το ταξίδι του Γκούντραμ στην Πολωνία είναι μια προσπάθεια να έρθει
αντιμέτωπος με τις φρικαλεότητες του πατέρα του. Στο πολεμικό μουσείο του
Μπίσγκοτ ανακαλύπτει το γράμμα ενός γερμανού στρατιώτη που περιγράφει
τη συμμετοχή του στις εθνοκαθάρσεις. Αυτό είναι το τεκμήριο με τον αριθμό
27. Πρέπει να είναι από το 1939. Απευθύνεται στον επικεφαλής της επαρχίας
Κεμπλ που ήταν υπεύθυνος για την περιοχή, «Θα θέλαμε να συμπληρώσουμε
ότι η μεγάλη ηθική αντίσταση που συναντήσαμε από τον πολωνικό πληθυσμό
εξαπλώνεται. Μεταξύ άλλων αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι όταν
εκτελούνται, συμπεριφέρονται στην πλειονότητά τους χωρίς φόβο και
θαρραλέα.» Δεν μπορώ να το αντέξω άλλο. Δεν βρίσκω λόγια για αυτούς τους
ανθρώπους. Τους επαινούν μόνο για το θάρρος τους. Με ξεπερνάει αυτό. Ο
πατέρας μου το διέταξε, αυτός έδωσε την εντολή για τις εκτελέσεις. 60.000
άνθρωποι, οι ελίτ της πολωνικής κοινωνίας, εξοντώθηκαν για να κάνουν χώρο
για τη γενιά του Λέμπενσμπορν. Πολλοί άνθρωποι με ρωτάνε, «Γιατί
αισθάνεσαι ένοχη; Δεν φταις εσύ, αλλά οι δικοί σου,» αλλά και πάλι ήταν οι
δικοί μου και πιστεύω ότι είναι σημαντικό να μη φερθούμε όπως αυτοί, να
μείνουμε δηλαδή σιωπηλοί και να μην μιλάμε γι’ αυτό. Η μητέρα της Γκίζελα
έμεινε πιστή στη σιωπή της. Έλεγε πολύ λίγα για το παρελθόν της. Ήταν 90
χρονών και ήταν άρρωστη, όχι κάτι συγκεκριμένο ήταν απλώς μεγάλη και δεν
ήθελε να ζήσει άλλο. Άρχισε να βλέπει κάτι απαίσιους εφιάλτες και μερικούς
μου τους διηγήθηκε. Κι εγώ με πολύ ήπιο τρόπο της είπα, «Μαμά, πρέπει να
υπάρχει κάτι που κουβαλάς μέσα σου, πες μου τι βαραίνει την ψυχή σου. Δεν
μπορείς να λυτρωθείς αν δεν μιλήσεις γι’ αυτό», αλλά αυτή είπε, «όχι, δεν
υπάρχει τίποτε.» Και οι δύο γονείς του Γκούντραμ Βέμπερ πέθαναν προτού
ανακαλύψει την αλήθεια για την προέλευσή του. Το ταξίδι στην Πολωνία δεν
έχει σκοπό να έρθει αντιμέτωπος με τον πατέρα του, αλλά με το έγκλημα του
πατέρα του. Μεταξύ όσων εκτελέστηκαν εξαιτίας της διαταγής του πατέρα
του ήταν και ο σχολάρχης Ζίγκμουντ Κολακόφσκι. Η 91 ετών κόρη του ζει
ακόμη στο Μπίτγκος. Μιλάτε καθόλου αγγλικά; Λίγο, μόνο λίγο. Θα ήθελα να
σας πω κάτι χωρίς διερμηνέα. Σας ζητώ συγγνώμη. Σας ευχαριστώ, σας
ευχαριστώ, περάστε παρακαλώ. Ευχαριστώ. Αυτός είναι ο πατέρας μου. Είδα
τη φωτογραφία. Αυτός είναι ο πατέρας μου που δολοφονήθηκε με εντολή του
πατέρα σας. Ξέρω, ξέρω. Ο πατέρας μου συνελήφθη στις 16 Οκτωβρίου του
1939. Οι άνθρωποι της γκεστάπο ήρθαν με τις μαύρες τους στολές σε ένα
μεγάλο αυτοκίνητο. Διατηρήσαμε όλοι την αξιοπρέπειά μας, δεν έκλαψε
κανείς. Η μητέρα μου στεκόταν σαν στήλη άλατος. Για μένα ήταν
δυσκολότερο, ήμουν η αγαπημένη του κόρη και τον αγαπούσα τρελά. Ήθελα
να είμαι μια θαρραλέα πολωνέζα και να μην δείξω την απόγνωσή μου. Έβγαλε
τη βέρα από το δάκτυλό του και την έδωσε στη μητέρα μου. Γνώριζε ότι
επρόκειτο να τον σκοτώσουν. Η μητέρα μου κι εγώ στεκόμασταν στο
παράθυρο όταν τον έβαζαν στο αυτοκίνητο. Τον άφησαν να σηκώσει το
βλέμμα του κι αυτός έβγαλε το καπέλο του και αποχαιρέτησε πάλι μ’ ένα
νεύμα. Τι ηλικία είχατε τότε; Ήμουν 20 χρονών και είχα ζήσει μια πολύ
ευτυχισμένη ζωή μέχρι τότε. Η ζωή μου έγινε κομμάτια. Η μητέρα της Γκίζελα
παραδέχτηκε στο νεκροκρέβατό της ότι η αλήθεια έπρεπε να ειπωθεί.
Πέρασα τις τελευταίες νύχτες στο πλάι της στο νοσοκομείο και πέθανε στα
χέρια μου. Δεν ήταν εύκολο. Πρωτύτερα είχα μεγάλη αντίσταση μέσα μου.
Δεν ήθελα να με ακουμπάει. Αλλά αυτό ήταν πια το τέλος, μπορούσα να τη
χαϊδέψω και ένιωθα και σεβασμό γι’ αυτήν. Τη νύχτα πριν πεθάνει ξύπνησε
για λίγο και, ενώ συνήθως δυσκολευόμουν να την καταλάβω, μια από τις
τελευταίες της φράσεις ήταν, «Είναι καλό που έφερες την αλήθεια στο φως
και μπορέσαμε να κάνουμε ειρήνη.» Αυτή ήταν μια από τις τελευταίες της
φράσεις και της είπα μόνο «Είμαστε εντάξει μαμά.» Είχα τουλάχιστον την
τύχη να μιλήσω με τη μητέρα μου. Πολλά παιδιά του Λέμπενσμπορν δεν είχαν
την ίδια τύχη. Τουλάχιστον πήρα μερικές απαντήσεις. Το «Φαράγγι των
Νεκρών» βρίσκεται ακριβώς στην περιφέρεια της πόλης Μπίτγκος. Είναι ένας
τόπος μνήμης για όλους εκείνους που δολοφονήθηκαν με εντολή του πατέρα
του Γκούντραμ, του Λούντολφ φον Άλβενσλεμπεν. Η Γιεντβίνγκα επιστρέφει
για μια ακόμη φορά στον τόπο του εγκλήματος. Διηγείται στον Γκούντραμ την
τρομερή ανακάλυψη που έκανε 6 χρόνια μετά τη σύλληψη του πατέρα της.
Ήμουν 26 χρονών τότε και στεκόμουν κάπου εδώ. Είχαν ανασκάψει έναν από
τους μεγαλύτερους τάφους και μπορούσε κανείς να αντιληφθεί με πόση
γερμανική ακρίβεια έγινε η εκτέλεση. Μια σειρά κρανία εμφανίστηκε στο
έδαφος. Τους είχαν πυροβολήσει σε κανονικές αποστάσεις, σαν μαργαριτάρια
σε κολλιέ. Τα σώματα δεν είχαν αποσυντεθεί τελείως. Τα χέρια, τα πόδια και
τα κεφάλια είχαν διατηρηθεί. Μόνο τα πρόσωπα ήταν βρόμικα. Εκείνη τη
στιγμή είδα ένα κορμί. Ήταν κάτω από τα άλλα και αναγνώρισα τον πατέρα
μου. Μήπως σας τάραξα με την ιστορία μου; Ναι, μιλάει κατευθείαν στην
καρδιά μου. Είναι αλήθεια όμως. Δεν σας είπα ψέματα. Σας τα είπα όπως
ήταν. Δεν είναι δικό σας το φταίξιμο. Νοιάζεστε κι εσείς όπως κι εγώ. Ο
πατέρας μου ήταν ένας θαρραλέος άνθρωπος, ακόμη κι όταν περίμενε τον
θάνατό του. Ο Γκούντραμ δεν μπορεί να νιώσει περήφανος για τον πατέρα
του. Είναι πολύ λυπηρό αυτό. Με την πτώση του Γ΄ Ράιχ τέλειωσε το πείραμα
του Λέμπενσμπορν. Ιστορικά παραμένει ένα παράδειγμα της διαστροφής της
επιστήμης και της ιατρικής στα χρόνια των εθνικοσοσιαλιστών. Αυτά τα
παιδιά ήρθαν στον κόσμο ως η κυρίαρχη φυλή για να κυβερνήσουν τον κόσμο.
Δεν μεγάλωσαν όμως για να γίνουν οι μαριονέτες με τα ξανθά μαλλιά και τα
μπλε μάτια που είχε φανταστεί ο Χίμλερ. Οι γονείς μας είχαν υποστεί πλύση
εγκεφάλου. Μετά τον πόλεμο είπαν «Δεν μπορούμε να τ’ αλλάξουμε, έτσι κι
αλλιώς αυτό ήταν.» Σ’ εμάς όμως έλειπε αυτή η πλύση εγκεφάλου. Για εμάς
ήταν το ακριβώς αντίθετο, εμείς βιώσαμε ενοχές. Για τον Φόλκερ Χάιλιγκερ,
παρά τον εκγερμανισμό του, η εποχή πριν από το Λέμπενσμπορν δεν έχει
ακόμη βρει τη λύση της. Δεν εγκατέλειψε ποτέ το μεγάλο του όνειρο. Ελπίζει
μερικοί από τους εξ αίματος συγγενείς του να ζουν ακόμη, όπου κι αν
βρίσκονται. … να πάρω δύναμη, όταν έχει κανείς ρίζες τότε έχει και δύναμη,
όταν όμως είναι τόσο αποξενωμένος, πρέπει πάντα να εξηγήσω… κάθε φορά
που γνωρίζω καινούργιους ανθρώπους, ψάχνω πάντα για κάποιον συγγενή
οπουδήποτε. Κι αυτό αν βρω τους πραγματικούς μου γονείς θα ήταν πέρα από
τη φαντασία, θα ήταν απερίγραπτο τι θα γίνει ύστερα με τα αισθήματα…
16.000 περίπου παιδιά του Λέμπενσμπορν γεννήθηκαν μεταξύ των ετών 1939
και 1945 στις κατεχόμενες από τους ναζί περιοχές. 40.οοο παιδιά που είχαν
απαχθεί επέστρεψαν ύστερα από τον πόλεμο στην Πολωνία. 150.000
απαχθέντα παιδιά παρέμειναν στη Γερμανία. Πολλά δεν γνωρίζουν μέχρι
σήμερα την πραγματική τους καταγωγή.

You might also like