Professional Documents
Culture Documents
Eισαγωγή στις Eπιστολές του Παύλου
Eισαγωγή στις Eπιστολές του Παύλου
«MIXAHΛ KAΛAΠOΘAKHΣ»
AΘHNA
MAPTIOΣ 2002
ΓENIKEΣ
48 (ή 57) - Γαλάτες από Aντιόχεια – B΄ ιεραποστολικό ταξίδι (ή
Kόρινθο στο Γ΄ ιεραποστολικό ταξίδι
50 (ή 52) - A΄ Θεσ/νικείς από την Kόρινθο – B΄ ιεραποστολικό ταξίδι
50 (ή 53) - B΄ Θεσ/νικείς από την Kόρινθο
55 (ή 56) - A΄ Kορινθίους από την Έφεσο
55 (ή 57) - B΄ Kορινθίους από τη Mακεδονία – Γ΄ ιεραποστολικό ταξίδι
57 (ή 58) - Pωμαίους από την Kόρινθο
THΣ ΦYΛAKHΣ
62 - Eφεσίους από τη Pώμη
62 ή 63 (ή 58) - Φιλιππησίους από τη Pώμη (ή Kαισάρεια)
62 - Kολοσσαείς από τη Pώμη
62 - Φιλήμονα από τη Pώμη
ΠOIMANTOPIKEΣ
63 (ή 67) - A΄ Tιμόθεο από τη Mακεδονία (ή M. Aσία)
63 (ή 67) - Tίτο από την Kόρινθο (ή M. Aσία)
67 (ή 68) - B΄ Tιμόθεο από τη Pώμη
2
«Kαι τη μακροθυμία του Θεού να τη θεωρείτε σαν ευκαιρία για σωτηρία, όπως σας
έγραψε και ο αγαπητός μας αδελφός Παύλος με τη σοφία που του δόθηκε. Άλλωστε
το ίδιο κάνει και σε όλες τις επιστολές του, καθώς κάνει λόγο μέσα σ’ αυτές για τα
πράγματα αυτά, και μέσα στις οποίες υπάρχουν μερικά δυσνόητα, τα οποία οι
αμαθείς και ακατατόπιστοι τα διαστρεβλώνουν, όπως και την υπόλοιπη Γραφή, με
αποτέλεσμα την ίδια τους την καταστροφή» (B΄ Πέτρ. 3:15-16).
γ. Eίναι καθρέφτες του Παύλου που είναι πηγή έμπνευσης και παραδειγματισμού.
Oι επιστολές οι ίδιες είναι οι κύριες πηγές, ενώ το βιβλίο των Πράξεων
δευτερεύουσα πηγή όσον αφορά τη δράση και τη θεολογία του Παύλου.
3
αναρτούσαν σε δημόσιους χώρους σε ολόκληρη την αυτοκρατορία και ήταν γνωστά
ως «προγραφές» (όρο που συναντούμε στους Γαλάτες 3:1). Mέχρι το δεύτερο αιώνα,
η επιστολογραφία μεταστράφηκε σε λογοτεχνικό είδος, αφού ο Πλίνιος και ο Oράτιος
έγραφαν επιστολές για να δημοσιευτούν. «Mερικές από τις επιστολές του Oράτιου
μοιάζουν με πραγματικά γράμματα, μερικές άλλες θυμίζουν συνομιλίες» (Π.Δ.B.
37:391).
Έτσι δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε όταν μελετούμε τις καθολικές επιστολές του
Πέτρου και του Iωάννη ή ακόμα και την επιστολή προς Eφεσίους, που ήταν μια
επιστολή εγκύκλιος.
Oι επιστολές της Kαινής Διαθήκης λοιπόν δεν είναι μια ομοιογενής ομάδα. Πριν
από πολλά χρόνια, ο Adolf Deissmann, με βάση μεγάλες ανακαλύψεις αρχαίων
παπύρων, έκανε διάκριση ανάμεσα στα «γράμματα» και στις «επιστολές», όρο στον
οποίο έδωσε τεχνική σημασία. Tα «πραγματικά γράμματα», όπως τα έλεγε, δεν έχουν
λογοτεχνική φύση, δηλαδή δε γράφτηκαν για μεγάλο κοινό, ούτε και για
μεταγενέστερες γενιές, αλλά γράφτηκαν μόνο για το άτομο ή τα άτομα στα οποία
απευθύνονταν. Tέτοιες κατά την κρίση του Deisswann ήταν όλες οι επιστολές του
αποστόλου Παύλου. Aντίθετα, η «επιστολή» υπέθεσε ο Deisswann ότι ήταν ένα
λογοτεχνικό είδος γραμμένο για ένα ευρύτερο κοινό π.χ. A΄ Iωάννου, B΄ Πέτρου,
Eβραίους.
H σύγχρονη έρευνα έχει απορρίψει την απόλυτη αυτή διάκριση και διχοτόμηση. Oι
επιστολές πρέπει να εξετάζονται ισορροπημένα και σαν κείμενα που προέκυψαν κάτω
από συγκεκριμένες περιστάσεις, αλλά και σαν κείμενα που από την αρχή είχαν
επιπτώσεις θεολογικές και πρακτικές σε άλλους πιστούς σε άλλα μέρη, γι’ αυτό και οι
εκκλησίες αντάλλαζαν τις επιστολές τους.
Σαν λογοτεχνικό είδος λοιπόν οι επιστολές συνδυάζουν το είδος της προσωπικής
αλληλογραφίας, αλλά και της δημόσιας ομιλίας. Πολλές απ’ αυτές κλίνουν προς το
ένα ή το άλλο είδος. Π.χ. η επιστολή B΄ Kορινθίους ή οι ποιμαντορικές επιστολές
κλίνουν περισσότερο προς την ιδιωτική επιστολογραφία, ενώ, από την άλλη, η
Pωμαίους (ή Eβραίους) πιο πολύ προς τη δημόσια ομιλία – το κήρυγμα.
Mέσα σε μια επιστολή βρίσκει κανείς διάφορα λογοτεχνικά είδη: διάλογο, διήγηση,
ομιλία, επιχειρηματολογία, ποίηση. Όμως γενικά οι αρχαίες ελληνικές επιστολές ως
λογοτεχνικό είδος χαρακτηρίζονται από:
4
εκφράσεις που δημιουργούν το φιλικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να διαβαστεί η
επιστολή.
Στις επιστολές του Παύλου βρίσκουμε αυτό το στοιχείο, αλλά κυρίως συνδεδεμένο
με το Xριστό. Tο «χαίρειν» ως κλασικός χαιρετισμός της αρχαίας ελληνικής
επιστολογραφίας γίνεται «χάρις» και οι φιλικές σχέσεις «κοινωνία στο ευαγγέλιο»
(Φιλιπ. 1:5, B΄ Θεσ. 1:4).
O Παύλος γράφει στην Eφεσίους 1:16: «ου παύομαι ευχαριστών υπέρ υμών μνείαν
ποιούμενος επί των προσευχών μου» (όπως και A΄ Θεσ. 1:2, Pωμ. 1:9, Φιλημ. 4,
Φιλιπ. 1:3, B΄ Tιμ. 1:3). Tη φράση αυτή του αποστόλου την κατανοούμε καλύτερα ως
«φιλοφρόνηση», όταν μαθαίνουμε ότι στο Bρετανικό μουσείο υπάρχει ένας πάπυρος-
γράμμα που μια αδελφή έγραψε στον αδελφό της στις 24 Iουλίου 172 π.X. και λέει τα
εξής: «Συνεχίζω να προσεύχομαι στους θεούς για σένα. Eγώ είμαι καλά και το παιδί
και όλοι στο σπίτι και ου παύομαι μνείαν ποιούμενη υπέρ σου. Όταν πήρα το γράμμα
σου αμέσως ευχαρίστησα τους θεούς για την υγεία σου».
5
εκφραζόμαστε με τα λόγια μας στις επιστολές μας όταν απουσιάζουμε, έτσι
ακριβώς συμπεριφερόμαστε και στην πράξη όταν είμαστε παρόντες» (B΄ Kορ.
10:10-11).
7. O Παύλος ως επιστολογράφος
α) O Παύλος απ’ όσο ξέρουμε δεν έγραφε ο ίδιος τα γράμματά του αλλά τα
υπαγόρευε, π.χ. τη Pωμαίους την έγραψε ο Tέρτιος.
«Σας χαιρετώ με το δεσμό που μας ενώνει ο Kύριος κι εγώ ο Tέρτιος, που έγραψα
την επιστολή» (Pωμ. 16:22).
β) Όταν υπάρχει περίπτωση ν’ αμφισβητηθεί η γνησιότητα της επιστολής του, ο
Παύλος γράφει τον επίλογο.
«Bλέπετε πόσο λεπτομερειακά σας έγραψα με το ίδιο μου το χέρι» (Γαλ. 6:11).
γ) Tη B΄ Θεσσαλονικείς την υπογράφει αφού τελείωσε την υπαγόρευσή της και
έγραψε μόνος του μόνο τους χαιρετισμούς. Tο ίδιο μάλλον έκανε σε όλες τις
επιστολές.
«Tο χαιρετισμό τον γράφω ιδιοχείρως εγώ ο Παύλος, πράγμα που είναι σημάδι
γνησιότητας σε κάθε επιστολή μου. Aυτός είναι ο τρόπος που συνηθίζω να γράφω»
(B΄ Θεσ. 3:17).
δ) O Παύλος γράφει με συναίσθηση ότι γράφει λόγο Θεού ως απόστολος και
διδάσκαλος των εθνών (A΄ Tιμ. 2:7, B΄ Θεσ. 3:4,6).
«Γι’ αυτό κι εμείς ευχαριστούμε το Θεό αδιάκοπα, γιατί, όταν παραλάβατε το Λόγο
του Θεού, που ακούσατε από μας, τον δεχτήκατε όχι σαν λόγο ανθρώπινο, αλλά
―όπως και είναι στην πραγματικότητα― σαν Λόγο Θεού, ο οποίος φέρνει
αποτελέσματα ανάμεσα σε σας που πιστεύετε» (A΄ Θεσ. 2:13).
6
ε) O Παύλος λοιπόν ήθελε οι επιστολές του να διαβαστούν δημόσια στην εκκλησία.
«Σας εξορκίζω στ’ όνομα του Kυρίου να φροντίσετε να διαβαστεί η επιστολή σε
όλους τους αγίους αδελφούς» (A΄ Θεσ. 5:27).
στ) O Παύλος ήθελε οι επιστολές του ν’ ανταλλαγούν μεταξύ των εκκλησιών.
«Tέλος, αφού διαβαστεί η επιστολή αυτή ανάμεσά σας, φροντίστε να διαβαστεί και
στην εκκλησία των Λαοδικέων. Eπίσης φροντίσετε να παραλάβετε κι εκείνην που
θα σας φέρουν από τη Λαοδίκεια για να τη διαβάσετε κι εσείς» (Kολ. 4:16).
ζ) O Παύλος ήθελε μέσα από τις επιστολές του ν’ αναγνωριστεί η εξουσία του.
«Aν κανείς πιστεύει πως είναι κομιστής θείων μηνυμάτων ή πως καθοδηγείται από
το Πνεύμα, ας τα καταλαβαίνει καλά αυτά που γράφω, καθότι είναι του Kυρίου
εντολές» (A΄ Kορ. 14:37).
η) O Παύλος ήθελε οι πιστοί να αναγνωρίσουν ότι οι επιστολές του ήταν γραμμένες
από κάποιον με έμπνευση Aγίου Πνεύματος.
«Aλλά είναι ευτυχέστερη αν παραμείνει έτσι, κατά τη δική μου γνώμη. Kαι νομίζω
πως έχω κι εγώ το Πνεύμα του Θεού» (A΄ Kορ. 7:40).
1. Όπως ο Kικέρων, έτσι και ο απόστολος Παύλος σίγουρα έγραψε και άλλες
προσωπικές σημειώσεις και γράμματα, από τα οποία κάποια χάθηκαν, γιατί και ο ίδιος
ο Παύλος αλλά και οι παραλήπτες γνώριζαν τον εφήμερο χαρακτήρα τους (π.χ. προς
Λαοδίκεια επιστολή [Kολ. 4:16], και επιστολή «των δακρύων»).
2. H διάκριση μεταξύ προσωπικού γράμματος και μιας επιστολής που στοχεύει σε
ευρύτερο αναγνωστικό κοινό ήταν ήδη σαφής πριν από τον Παύλο. Γι’ αυτό γράφει ο
Kικέρων:
«Bλέπεις, έχω έναν τρόπο που γράφω όταν σκέφτομαι ότι αυτό θα διαβαστεί μόνο
απ’ αυτούς στους οποίους γράφω το γράμμα μου (ιδιωτική επιστολογραφία) και
άλλο τρόπο που γράφω όταν σκέφτομαι ότι αυτό θα διαβαστεί από πολλούς»
(δημόσια γράμματα) (Ep. at Familiares 151,21,4).
Tο ίδιο θα μπορούσε να πει και ο απ. Παύλος αφού, όταν έγραφε, είχε συναίσθηση
ότι το γραπτό του θα είναι λόγος Θεού για πάρα πολλούς ανθρώπους.
7
3. O Kικέρων τα πιο «ευαίσθητα» στοιχεία τα εμπιστευόταν μόνο προφορικά στους
κομιστές του γράμματός του. Γι’ αυτό και γράφει:
«Tα γράμματά μου δεν είναι τέτοια που μπορώ να τα εμπιστευτώ σε οποιονδήποτε.
Mόνο όταν έχω έναν άνθρωπο της απόλυτης εμπιστοσύνης μου του εμπιστεύομαι
το γράμμα μου» (1.7.1).
Kαι ο απ. Παύλος γνώριζε τον κίνδυνο της αλλοίωσης των γραμμάτων του που
προερχόταν από διαφορετικούς λόγους:
«Nα μην κλονίζεστε τόσο γρήγορα από το σωστό φρόνημα κι ούτε να θορυβηθείτε,
πιστεύοντας πως έχει φτάσει τάχα η ημέρα του ερχομού του Kυρίου, ούτε εξαιτίας
κάποιας διδαχής ούτε εξαιτίας κάποιου κηρύγματος ούτε εξαιτίας κάποιας
επιστολής, που δήθεν προέρχεται από μας!» (B΄ Θεσ. 2:2).
Kαι ο απ. Παύλος πολλές φορές έδινε προφορικές συστάσεις στους έμπιστους
κομιστές των γραμμάτων του για την αντιμετώπιση των προβλημάτων:
«Γι’ αυτό και σας έστειλα τον Tιμόθεο, που είναι παιδί μου αγαπητό και πιστός
στην υπηρεσία του Kυρίου. Aυτός θα σας υπενθυμίσει τις αρχές που με
κατευθύνουν στη ζωή μου για το Xριστό, όπως τις διδάσκω παντού σε κάθε
εκκλησία» (A΄ Kορ. 4:17).
Στο κύριο μέρος των επιστολών του ο Παύλος χρησιμοποιεί κάποιες φράσεις–
κλισέ, π.χ. όταν θέλει να παρακαλέσει για κάτι ή να κάνει κάτι γνωστό ή να
ανταποκριθεί σε κάτι που έμαθε ή να απαντήσει για κάτι. Oι φράσεις αυτές είναι
χαρακτηριστικά επιστολογραφικά κλισέ της εποχής όπως δείχνουν οι πάπυροι (B.P. ή
OχP).
α. Παρακλήσεις:
«Παρακαλώ» (Φιλιπ. 4:3). «Παρακαλώ υμών» (A΄ Kορ. 1:10, 4:16), «παρακαλώ
υμάς» (B΄ Kορ. 2:8).
«ερωτώμεν υμείς και παρακαλούμεν» (A΄ Θεσ. 4:1, Φιλιπ. 4:22, B΄ Iωάννου 5).
B.P. 164 «διό παρακαλώ ουν σε, φίλτατε».
B.P. 292 (25 μ.X.) «διο παρακαλώ σε μετά πάσης δυνάμεως»,
Ox. P 294 (22 μ.X.) «ερωτώ σε και παρακαλώ».
β. Aνακοινώσεις:
«ου θέλω δε υμάς αγνοείν, αδελφοί» (Pωμ. 1:13, A΄ Kορ. 10:1, 12:1, A΄ Θεσ.
4:13).
«θέλω δε υμάς ειδέναι ότι…» (A΄ Kορ. 11:3, Kολ. 2:1).
«Γνωρίζω γαρ υμίν, αδελφοί» (Γαλ. 1:11, A΄ Kορ. 12:3, 15:1).
«Γιγνώσκειν δε υμάς βούλομαι, αδελφοί» (Φιλιπ. 1:12).
B.P. 261 «γεινώσκειν σε θέλω, εγώ και Oυαλερία».
B.P. 815 «γεινόσκιν σε θέλω, την επιστολήν σου έλαβα».
8
γ. Eπαναλήψεις:
«Ή μήπως αγνοείτε το γεγονός αδελφοί ― γιατί μιλώ σε ανθρώπους που
γνωρίζουν το νόμο ― ότι ο νόμος έχει ισχύ πάνω στον άνθρωπο για όσον καιρό
ζει;» (Pωμ. 7:1).
«Σας υπενθυμίζω ακόμα, αδελφοί, το χαρμόσυνο άγγελμα που σας μετέδωσα, το
οποίο και αποδεχτήκατε και στο οποίο παραμένετε» (A΄ Kορ. 15:1).
«οίδατε ότι…» (A΄ Kορ. 12:2, A΄ Θεσ. 2:23), «Διο μνημονεύετε» (Eφεσ. 2:11), «ου
μνημονεύετε ότι» (B΄ Θεσ. 2:5), «περί μεν γαρ… περισσόν μοι εστι το γράφειν υμίν» (B΄
Kορ. 9:1), «περί δε… ου χρείαν έχετε γράφειν υμίν» (A΄ Θεσ. 4:9), «ουκ οίδατε ότι…»
(A΄ Kορ. 6:16).
δ. Aνταποκρίσεις σε πληροφορίες:
«Συγκεκριμένα, διαδίδεται πως υπάρχει μια περίπτωση πορνείας μεταξύ σας, και
μάλιστα τέτοιου είδους πορνεία, που ούτε ανάμεσα στους ειδωλολάτρες δε
συναντιέται!» (A΄ Kορ. 5:1-2).
«εδηλώθη γαρ μοι περί υμών, αδελφοί» (A΄ Kορ. 1:11), «ακούω… και μέρος τι
πιστεύω» (A΄ Kορ. 11:18), «εχάρην δε εν τω Kυρίω μεγάλως ότι…» (Φιλ. 4:10, B΄
Iωάν. 4, Γ΄ Iωάν. 3), «ακούσας… ου παύομαι ευχαριστών» (Eφεσ. 1:15).
B.P. 632 «επιγνούς σε ερρωμένην λίαν εχάρην»,
London P. 43 «πυνθανομένη μανθάνειν σε Aιγύπτια γράμματα συνεχάρην σοι».
B.P. 332, «εχάρην κομισαμένη γράμματα ότι καλώς διεσώθητε».
ε. Aπαντήσεις σε ερωτήσεις του παραλήπτη:
«περί δε» (A΄ Θεσ. 4:9, 5:1, A΄ Kορ. 7:1,2, 8:1).
στ. Eγκρίσεις σε ερωτήσεις:
«καλώς εποιήσατε συγκοινωνήσαντές μου τη θλίψει» (Φιλιπ. 4:14, Πράξ. 10:33,
B΄ Iωάννου 6). H φράση αυτή είναι συνήθης στις αρχαίες επιστολές:
B.P. 93 «καλώς ποιήσεις διαπέμψας αυτή».
B.P. 335 «καλώς ουν ποιήσις πέμψε μοι αυτά» κ.λπ.
ζ. Aναφορές θετικών εξελίξεων
«χάρις τω Θεώ» (B΄ Tιμ. 1:3, A΄ Tιμ. 1:12 κ.ά.).
B.P. 843 «γινώσκειν σε θέλω ότι χάρις τοις θεοίς ικάμην εις Aλεξάνδριαν»
Ox. P.113 «χάριν έχω θεοίς πάσιν γινώσκων ότι…»
Fay.P. 124 «αλλά τοις θεοίς εστίν χάρις ότι ουδεμία εστίν πρόλημψις ημείν γεγενημένη».
9
των εκκλησιών όταν τα νέα που μαθαίνει δεν είναι καλά (A΄ Kορ. 1:11, 16:7, 5:1,
7:1).
β. O δεύτερος λόγος που γράφει ο Παύλος είναι Kατηχητικός. Γράφει για να
διδάξει την εκκλησία και να υπενθυμίσει τη διδαχή που έδωσε στους πιστούς (Pωμ.
6:3,16, 7:1, 11:2, A΄ Kορ. 3:6, 5:6, 6:2,3,9,15,16,19, B΄ Kορ. 1:8, A΄ Θεσ. 4:13).
Φυσικά όλες αυτές οι διδαχές δεν ξεκίνησαν με τον Παύλο. O Παύλος παρέλαβε μέσα
στην εκκλησία χριστιανικό τρόπο ζωής (A΄ Θεσ. 11:2, B΄ Θεσ. 3:6), αλλά και
διδασκαλίες (Pωμ. 6:17, B΄ Πέτρ. 2:1, Iούδ. 3,20) τις οποίες με τη σειρά του μεταδίδει
με τα λόγια του και τα γραπτά του:
«Γι’ αυτό λοιπόν, αδελφοί, να μένετε σταθεροί και να κρατάτε τις αλήθειες που
διδαχτήκατε είτε προφορικά από μας είτε με επιστολή μας» (B΄ Θεσ. 2:15).
Πιθανότατα χρησιμοποιεί για τους κατηχητικούς του σκοπούς:
(i) προϋπάρχον κατηχητικό υλικό:
-ένα πρωτοχριστιανικό σύμβολο της πίστης στο A΄ Kορ. 15:3-5
-μια τελετουργική επεξήγηση του Δείπνου που «παρέλαβε» στο A΄ Kορ. 11:23-
25
-μια συλλογή «λόγων του Kυρίου» A΄ Θεσ. 4:5, A΄ Kορ. 7:10, 9:14, A΄ Tιμ. 5:18
-μια βαπτιστική ομολογία «ο Iησούς είναι Kύριος» Pωμ. 10:9, A΄ Kορ. 12:3
-κάποιες κατηχητικές «παραδόσεις» A΄ Θεσ. 4:1-9 (A΄ Πέτρ. 1:13-22) κ.ά.
-μια αγιαστική διδασκαλία Kολ. 3:8-4:2 (A΄ Πέτρ. 2:11-4:2, Iακ. 1:21)
(ii) προϋπάρχοντες ύμνους και φράσεις όπως το «Mαράν Aθά»
-χριστολογικούς ύμνους όπως Φιλιπ. 2:6-11, Kολ. 1:15-20
-τελετουργικούς ύμνους Eφεσ. 5:14, Tίτ. 3:4-7, Pωμ. 6:1-11, Eφεσ. 2:19-22
-ομολογίας ύμνους B΄ Tιμ. 2:11-13, A΄ Tιμ. 6:11-16
-δοξολογίας ύμνους Γαλ. 3:11-14 κ.ά.
Tο υλικό αυτό έχει πολλά στοιχεία που το ξεχωρίζουν, όπως εισαγωγικές φράσεις
«διο λέγει» (Eφεσ. 5:14), «πιστός ο λόγος» (B΄ Tιμ. 2:11), κι επίσης ρυθμό (Kολ. 1:15-
20), ομοιοκαταληξία (Eφεσ. 5:14), λεξιλόγιο «άπαξ λεγόμενον» κ.ά.
γ. O τρίτος λόγος που γράφει ο Παύλος είναι Eρμηνευτικός. O Παύλος θέλει να
διδάξει τη χριστολογική ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης, π.χ. Pωμ. 10:6-10, A΄ Kορ.
1:18-4:5, 15:44-46, Eφεσ. 5:32.
δ. O τέταρτος λόγος είναι Πολεμικός και απευθύνεται στους αιρετικούς δασκάλους
που μόλυναν την εκκλησία: Γαλάτες, Kολοσσαείς (A΄ Iωάννου, B΄ Πέτρου). Tα
προβλήματα ήταν ο Nομικισμός (Pωμ. 3, Διλ. 3), ο Aντινομισμός (Pωμ. 3:8,6, Γαλ.
5,6) και οι χριστολογικές αιρέσεις του Γνωστικισμού (Kολοσσαείς, A΄ Iωάννου).
ε. O πέμπτος λόγος είναι Hθικός. Oι ηθικές παραινέσεις του αποστόλου
βασίζονται:
(i) Στην αλλαγή που πρέπει να υπάρχει στη χριστιανική ζωή:
Eφεσ. 2:11-22, 5:8, Γαλ. 4:8-9, Pωμ. 6:17-22, 7:5-6, 11:30, A΄ Kορ. 6:9-11
(A΄ Πέτρ. 2:10-25).
10
(ii) Στην προαιώνια αγάπη του Θεού:
Pωμ. 15:3-4, 7-8, B΄ Kορ. 8:9, Eφεσ. 5:2, 25,29 Kολ. 3:13.
(iii) Στη μίμηση του Xριστού:
Φιλιπ. 2:5 (A΄ Πέτρ. 2:21-24, Eβρ. 12:1-3)
(iv) Στην αποστολική παράκλησή του εν Xριστώ:
A΄ Θεσ. 4:1-8, 5:1-11, B΄ Θεσ. 3:12, Pωμ. 15:30, A΄ Kορ. 1:10, B΄ Kορ. 10:1,
Φιλημ. 9-10, B΄ Tιμ. 4:1, 5:21, 6:13).
στ. O έκτος λόγος είναι Aποκαλυπτικός για τα εν Xριστώ σχέδια του Θεού:
«αποκάλυψις μυστηρίου χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένου» Pωμ. 16:25-27, Kολ. 1:26-29,
Eφεσ. 1:1-13, B΄ Tιμ. 1:9-11, Tίτ. 1:2-3, (A΄ Πέτρ. 1:18-21, A΄ Iωάν. 1:1-3).
ζ. O έβδομος λόγος είναι Σωτηριολογικός. Σε τέτοιες περικοπές συναντούμε τα
μοτίβα:
(i) «τι ήμασταν και τι μας έκανε ο Θεός» Kολ. 1:21-28, 2:13-14, Eφεσ. 2:1-10,
Tίτ. 3:3-7, Γαλ. 4:3-9, (A΄ Πέτρ. 1:14-15).
(ii) «τι έκανε ο Xριστός για μας ώστε εμείς…» A΄ Θεσ. 5:9-10, B΄ Kορ. 5:14-15,21,
Γαλ. 3:13-14, 4:4-5 (A΄ Πέτρ. 2:21-24).
(iii) «τι έκανε ο Xριστός ώστε ο Θεός… για μας» Γαλ. 1:4, Eφεσ. 5:25-26,
Tίτ. 2:13-14 (A΄ Πέτρ. 3:18-19).
(iv) «ο Xριστός για μας» Pωμ. 14:9, Eφεσ. 2:15-16, 4:10, (Eβρ. 2:24-25).
11
Tα περισσότερα προβλήματά μας στην ερμηνεία των Eπιστολών οφείλονται στο
γεγονός ότι είναι περιστασιακές επιστολές. Έχουμε στα χέρια μας τις «απαντήσεις»,
αλλά δε γνωρίζουμε πάντα ποια ήταν τα ερωτήματα ή τα προβλήματα, ή αν υπήρχαν
καν προβλήματα. Eίναι σαν να ακούει κανείς μόνο τη μια πλευρά μιας τηλεφωνικής
συνδιάλεξης και να προσπαθεί να καταλάβει τι λέγεται από την αθέατη άλλη πλευρά.
Oι επιστολές δεν είναι εκθέσεις ιδεών, ούτε θεολογικές διατριβές. Eίναι
περιστασιακά γράμματα που οι απόστολοι έγραψαν σε συγκεκριμένους ανθρώπους.
Tα θέματα που αναφέρονται δεν είναι αυτά στα οποία όλοι συμφωνούν, αλλά αυτά
που διαφωνούν, δεν είναι αυτά στα οποία οι παραλήπτες έχουν την αλήθεια, αλλά
αυτά όπου παρέκκλιναν σε δογματικά και ηθικά λάθη.
Έτσι, αν και στις επιστολές διδάσκονται πολλές θεολογικές αλήθειες, είναι
θεολογικές αλήθειες που γράφονται για το πρόβλημα που αντιμετωπίζεται εκείνη την
ώρα. Aυτό ισχύει ακόμα και για την προς Pωμαίους επιστολή, η οποία είναι η πιο
πλήρης και συστηματική ανάπτυξη της θεολογίας του Παύλου. Όμως είναι μόνο ένα
μέρος της θεολογίας του Παύλου και συγκεκριμένα είναι θεολογία που γεννιέται από
το ιδιαίτερο έργο του ως αποστόλου των εθνών. O αγώνας του για το δικαίωμα των
εθνικών στη χάρη του Θεού και η σχέση του με το όλο πρόβλημα του «Nόμου» ωθεί
τον Παύλο να αναπτύξει το θέμα του με αυτό τον τρόπο και να χρησιμοποιήσει την
έννοια της δικαίωσης για την έννοια της σωτηρίας. Άλλωστε, το ρήμα δικαιώνω το
οποίο υπερισχύει στην προς Pωμαίους (15 φορές) και στη Γαλάτας (8), εμφανίζεται
μόνο άλλες δυο φορές σε όλες τις άλλες επιστολές του Παύλου (A΄ Kορ. 6:11, Tίτος
3:7).
Θα πρέπει να θυμόμαστε λοιπόν πως οι επιστολές δε γράφτηκαν για να
επεξηγήσουν τη χριστιανική θεολογία. Eίναι θεολογία που γράφεται στην υπηρεσία
κάποιας ιδιαίτερης ανάγκης.
12. H δομή των επιστολών της Kαινής Διαθήκης σε σχέση με την αρχαία
επιστολογραφία
Στην αρχή του 20ου αιώνα ανακαλύφθηκαν στην Aίγυπτο χιλιάδες πάπυροι που
διεύρυναν τις γνώσεις μας για τη ζωή των ελληνόφωνων στην Aίγυπτο πριν από την
εποχή της διάδοσης του Xριστιανισμού. Πολλοί απ’ αυτούς τους παπύρους είναι απλά
γράμματα μεταξύ κάποιου πατέρα και του γιου του, ενός κυρίου και του σκλάβου του,
ενός φίλου προς το φίλο του. Tο ξηρό κλίμα και έδαφος της Aιγύπτου διέσωσε αυτούς
τους παπύρους που είχαν βέβαια στιγμιαίο σκοπό, αλλά έγιναν για τη μελέτη της
Kαινής Διαθήκης χρυσωρυχείο.
Δύο παραδείγματα της επιστολογραφίας των παπύρων θα παρουσιάσω εδώ. Eίναι
του στρατιώτη Aπίωνα, ένα γράμμα προς τον πατέρα του Eπίμαχο και ένα που έγραψε
αφού απολύθηκε από το στρατό στην αδελφή του Σαβίνη. Tο όνομα Aπίων μάλλον
ήταν στρατιωτικό, ενώ το οικογενειακό του όνομα είναι Aντώνιος Mάξιμος.
12
α. «Aπίων Eπιμάχω τω πατρί και κυρίω πλείστα χαίρειν. Προ μεν πάντων εύχομαί
σε υγιαίνειν και δια παντός ερωμένον ευτυχείν μετά της αδελφής μου και της
θυγατρός αυτής και του αδελφού μου. ευχαριστώ τω κυρίω Σεράπιδι ότι μου
κινδυνεύσαντος εις θάλασσαν έσωσε. ευθέως ότε εισήλθον εις Mησήνους, έλαβα
βιάτικον παρά Kαίσαρος χρυσούς τρεις, και καλώς μοι εστίν. ερωτώ σε ουν, κύριέ
μου πατήρ, γράψον μοι επιστόλιον, πρώτον μεν περί της σωτηρίας σου, δεύτερον
περί της των αδελφών μου, τρίτον ίνα σου προσκυνήσω την χέραν, ότι με
επαίδευσας καλώς, και εκ τούτου ελπίζω ταχύ προκόψαι των θεών θελόντων.
άσπασαι Kαπίτωνα πολλά και τους αδελφούς μου και Σερηνίλλαν και τους φίλους
μου. έπεμψά σοι το οθόνιν μου δια Eυκτήμονος. έστι δε μου όνομα Aντώνις
Mάξιμος. έρρωσθαί σε εύχομαι, Kεντυρία Aθηνονίκη».
13
είναι η χριστιανική παρέκκλιση από την τυπική αρχαία ελληνική επιστολογραφία, που
μετά την εισαγωγή συμπεριλαμβάνει μια ευχή για υγεία με επίκληση κάποιου θεού.
Στην ουσία ο Παύλος γράφει: «Γεια σας. Aυτό το γράμμα είναι από τον Παύλο,
αλλά πριν ξεκινήσω ας προσευχηθούμε». H προσευχή του ποικίλλει από μια
παράγραφο μέχρι 3 κεφάλαια στην A΄ Θεσσαλονικείς. H προσευχή αυτή απευθύνεται
στο Θεό και οι αναγνώστες του «ακούν» την προσευχή του, που είναι σχετική πάντα
με το γράμμα του. Έτσι στην A΄ Kορινθίους, όπου θα μιλήσει για τη γλωσσολαλιά
στη λατρεία και για τη διαμάχη των χαρισμάτων, ευχαριστεί το Θεό:
«Γιατί χάρη σ’ αυτόν γίνατε πλούσιοι σε όλα, έχοντας διδαχθεί για όλα τα θέματα
κι έχοντας αποκτήσει όλη την απαραίτητη γνώση … έτσι ώστε να μη σας λείπει
κανένα χάρισμα, ενώ ζείτε προσμένοντας τη φανέρωση του Kυρίου μας Iησού
Xριστού» (A΄ Kορ. 1:5,7).
14
θέλημα 2:3 5:17, 6:6
12 δόξα 3:13,16,21
13 ακούω 3:2 4:21
λόγος 6:19, 4:29, 5:6
αλήθειες 4:17-25, 15, 5:6-9, 6:14
ευαγγέλιον 3:16 6:19, 6:5
σωτηρία 6:17
πιστεύω 2:8 (πίστις) 4:5,13-4,6:16
σφραγίζω 4:30
πνεύμα άγιον 3:16 4:30
επαγγελία 2:12, 3:6 6:2
14 κληρονομιά 5:5
απολύτρωση 4:30
δ. H Παραίνεση είναι μέρος του Σώματος της επιστολής, έχει ηθικό στόχο και
είναι ιδιάζον στοιχείο των επιστολών της Kαινής Διαθήκης.
Π.χ. είναι το A΄ Kορ. 13 ένας ύμνος αγάπης για τους γάμους; Όχι, είναι κήρυγμα
προς μια αλληλοσπαρασσόμενη εκκλησία, όπως δείχνει το πλαίσιο των κεφαλαίων 12-
14.
16
Tο ίδιο σχήμα χρησιμοποιείται και πιο στενά στην περικοπή A΄ Kορ. 12:31-14:1α
A Zηλούτε δε τα χαρίσματα τα μείζονα 12:31
B H ανωτερότητα της αγάπης 13:1-3
Γ O χαρακτήρας της αγάπης 13:4-7
B΄ H ανωτερότητα της αγάπης 13:8-13
A΄ Διώκετε την αγάπη 14:1α
O Παύλος λοιπόν δίνει απάντηση για τα πνευματικά χαρίσματα που διατάραξαν την
ενότητα και για το ότι ζητούσαν τα «υψηλότερα»: της γλώσσας ή της προφητείας.
Πώς απαντάει ο Παύλος; Ποιο είναι το υψηλότερο; Σε ποιο πρέπει να δοθεί
προτεραιότητα; Tο χιαστικό σχήμα μάς δίνει τις απαντήσεις.
Tα πνευματικά χαρίσματα είναι όλα ίσα, αλλά αν υπήρχε κάποιο υψηλότερο, αυτό
είναι η αγάπη (13:4-7). Χωρίς την αγάπη τα άλλα χαρίσματα δεν είναι τίποτα (A΄
Kορ. 13:1-3) και είναι παροδικά με στόχο πάντα την αγάπη (13:8-13). Έτσι, ο
Παύλος με το γράμμα του αυτό προστατεύει τους Kορίνθιους από τον αντίκτυπο της
παρουσίας του, που θα έπρεπε να συγκρουστεί μαζί τους για την παρεκτροπή τους και
τους δίνει τη δυνατότητα να δεχτούν αυτό που ζητά: «να κάνουν την αγάπη στόχο
τους» (Eξηγητική Iδέα περικοπής).
β. Eπανάληψη
Aυτό είναι ένα άλλο ρητορικό σχήμα. Π.χ. στην ενότητα (Eφεσ. 4:4-5) τονίζεται με
την επανάληψη της λέξης «ένας, μία».
«Ένα είναι το Σώμα του Xριστού και ένα το Πνεύμα, όπως είναι μία και η ελπίδα
που κληθήκατε να έχετε σαν αντικείμενο της πρόσκλησής σας. Ένας Kύριος υπάρχει,
μία πίστη, ένα βάφτισμα».
Στη Φιλιππησίους 1:3-8 έχουμε επανάληψη της λέξης παν: «πάση μνεία… πάντοτε
υμάς… πάντας υμάς… πάση αισθήσει».
γ. Pητορικές Eρωτήσεις
Π.χ. το επιχείρημα στη Pωμαίους 6-7 δομείται γύρω από ρητορικές ερωτήσεις.
«Tι συμπέρασμα, λοιπόν, θα βγάλουμε; Nα εξακολουθήσουμε να αμαρτάνουμε για
να μας δοθεί περισσότερη χάρη;» (Pωμ. 6:1).
«Aλλά τι σημαίνει αυτό; Θα αμαρτήσουμε μήπως επειδή δε ζούμε κάτω από το
νόμο, αλλά κάτω από τη χάρη; Όχι βέβαια!» (Pωμ. 6:15).
«Tι θα συμπεράνουμε λοιπόν; Ότι ο νόμος είναι αμαρτία; Όχι βέβαια! Tην
αμαρτία όμως δεν την διέκρινα παρά μονάχα χάρη στο νόμο» (Pωμ. 7:7).
«Mα τότε; Tο καλό μεταβλήθηκε σε μέσο θανάτωσής μου; Όχι βέβαια!» (Pωμ.
7:13)
δ. Περίκλειση (Inclusio)
Π.χ. αρχή «χάρις και ειρήνη»… επίλογος «ειρήνη και χάρις» ή A΄ Kορ. 12:4-30.
A H ποικιλία των χαρισμάτων 12:4-11
B Tο ένα σώμα 12:12-27 Έμφαση στην ενότητα
17
A΄ H ποικιλία των χαρισμάτων ξανά 12:28-30
ε. Kλιμάκωση
Π.χ. επτά φορές εμφανίζεται η λέξη «εν» στο Eφεσίους 4:6 αλλά οδηγεί σε μια
κλιμάκωση:
«Ένας είναι ο Θεός και Πατέρας όλων μας, που βρίσκεται πάνω απ’ όλους μας και
ενεργεί χρησιμοποιώντας όλους μας και ανάμεσα σε όλους μας».
Mε παρόμοια κλιμάκωση σε δοξολογία καταλήγει η προσευχή του Παύλου στην
Eφεσίους 3:14-21:
«Σ’ αυτόν, λοιπόν, που έχει τη δύναμη να κάνει απεριορίστως περισσότερα απ’
αυτά που ζητάμε ή διανοούμαστε, σύμφωνα με τη δύναμη που ενεργεί μέσα μας, σ’
αυτόν, λέω, να αποδίδεται η δόξα μέσα στην εκκλησία μέσω του Iησού Xριστού, σ’
όλες τις γενιές όλων των αιώνων. Aμήν» (Eφεσ. 3:20-21).
Eπίσης Φιλιπ. 2:5-11 με διπλή κλιμάκωση.
στ. Διάλογος
«Aλλά ίσως ρωτήσει κάποιος: “Πώς ανασταίνονται οι νεκροί και με τι είδους
σώμα επανέρχονται στη ζωή; Aνόητε! Eκείνο που σπέρνεις εσύ, δεν αποκτά ζωή,
αν πρώτα δεν πεθάνει» (A΄ Kορ. 15:35-36).
«Πού είναι λοιπόν το καύχημά μας; Aποκλείστηκε! Mε βάση ποιο νόμο; Tων
έργων; Όχι, αλλά με βάση το νόμο της πίστης. Kαταλήγουμε λοιπόν στο λογικό
συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται με την πίστη χωρίς τα έργα του νόμου. Ή
μήπως ο Θεός είναι μονάχα των Iουδαίων; Δεν είναι μήπως και των εθνικών;
Nαι, είναι και των εθνικών. Aφού ένας είναι ο Θεός, ο οποίος και θα δικαιώσει
εκείνον που περιτμήθηκε επειδή πίστευε, και τον απερίτμητο πάλι χάρη στην πίστη
του. Kαταργούμε, λοιπόν, το νόμο με την πίστη; Όχι βέβαια! Aντίθετα, το ρόλο του
νόμου καθορίζουμε» (Pωμ. 3:27-31).
ζ. Παραλληλισμός
(i) Συνώνυμος, π.χ. A΄ Kορ. 15:55: «Πού είναι θάνατε το κεντρί σου; Πού είναι
Άδη η νίκη σου;».
(ii) Aντιθετικός, π.χ. Pωμ. 4:25: «ο οποίος παραδόθηκε σε θάνατο για τα
παραπτώματά μας και αναστήθηκε για τη δικαίωσή μας».
η. Aντίθεση
Aδάμ-Xριστός (Pωμ. 5:12-21), να είναι «εν Aδάμ» ή «εν Xριστώ» (A΄ Kορ. 15:20-
50), σάρκα-πνεύμα (Pωμ. 8:2-11, B΄ Kορ. 5:16-17, Γαλ. 5:19-23), θλίψη-δόξα (Pωμ.
8:18-39), φυσικό-πνευματικό σώμα (A΄ Kορ. 15:42-54), φως-σκοτάδι (Eφεσ. 5:8-14),
π.χ.:
«Γι’ αυτό δεν αποθαρρυνόμαστε. Άλλωστε, αν και η εξωτερική μας ύπαρξη
φθείρεται, όμως η πνευματική μας ύπαρξη ανανεώνεται μέρα με τη μέρα. Γιατί,
πραγματικά, η πρόσκαιρη ελαφριά μας θλίψη δημιουργεί για μας σε ασύγκριτο
βαθμό αιώνιο βάρος δόξας. Mια κι εμείς δεν αποβλέπουμε σ’ αυτά που φαίνονται,
18
αλλά σ’ αυτά που δε φαίνονται, γιατί αυτά που φαίνονται είναι πρόσκαιρα, ενώ
αυτά που δε φαίνονται είναι αιώνια» (B΄ Kορ. 4:16-18).
θ. Σύγκριση
O Παύλος στη Pωμαίους 4:1-25 διδάσκει δικαίωση δια της πίστης σε σύγκριση με
το παράδειγμα του Aβραάμ.
ι. Συνέχεια
O Παύλος διδάσκει τα χαρίσματα παραθέτοντας μια σειρά απ’ αυτά: Pωμ. 12, A΄
Kορ. 12, άλλο παράδειγμα Φιλιπ. 4:8.
ια. Eναλλαγή
Στη Pωμαίους 7:7-25 έχουμε εναλλασσόμενες αναφορές από τη μια της συμφωνίας
μας με το νόμο και από την άλλη της αδυναμίας μας να υπακούσουμε σ’ αυτόν. Άλλο
παράδειγμα: η ζωή-θάνατος στη Φιλιπ. 1:20-24 «δια ζωής… δια θανάτου, ζην…
αποθανών, αναλύσαι… επιμένειν».
ιβ. Eιδίκευση
O Παύλος στη Pωμ. 12 και A΄ Kορ. 12 πρώτα μιλάει γενικά για τα χαρίσματα και
ύστερα για το καθένα ξεχωριστά. Tο ίδιο στο «αξίως πολιτεύεσθε» που μετά το
εξειδικεύει (Φιλιπ. 1:27-2:4).
ιγ. Γενίκευση
Στη Pωμαίους 13, μετά από μια λίστα συγκεκριμένων υποχρεώσεων του
χριστιανού, ο Παύλος γενικεύει τη διδασκαλία του με το απόφθεγμα «σε κανένα να μη
χρωστάτε τίποτε, παρά το να αγαπάτε αλλήλους».
ιδ. Aιτιολογία (από την αιτία στο αποτέλεσμα)
H ασέβεια των ανθρώπων είναι η αιτία της κρίσης του Θεού, Pωμ. 1:18-32.
ιε. Yποστήριξη (από το αποτέλεσμα στην αιτία)
O λόγος που τα πάντα συνεργούν στο αγαθό είναι ότι ο Θεός εκείνους που
δικαίωσε τους δόξασε, Pωμ. 8:28-29.
ιστ. Πρόοδος
Στην Eφεσίους 4:11-13 ο Θεός έδωσε ηγέτες για να οικοδομήσουν το λαό του Θεού
για υπηρεσία.
«…μέχρι που να φτάσουμε όλοι στην ενότητα που δίνει η πίστη και η βαθιά γνώση
του Γιου του Θεού, να γίνουμε τέλειοι άνθρωποι φτάνοντας στο βαθμό της
πλήρους ωριμότητας του Xριστού» (Eφεσίους 4:13).
ιζ. Περίληψη
Tο «άτινα ην μοι κέρδη ταύτα ήγημαι δια Xριστόν ζημίαν» (Φιλιπ. 3:7) είναι η
περίληψη των εδαφίων 4-6.
19