Download as pptx, pdf, or txt
Download as pptx, pdf, or txt
You are on page 1of 17

Η ποιοτική έρευνα στη συμβουλευτική ψυχολογία

Η ποιοτική έρευνα ανάγεται στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ού
αιώνα και έχει τις καταβολές της στο έργο ανθρωπολόγων και
κοινωνιολόγων που επιχείρησαν να κατανοήσουν τους πολιτισμούς
των «άλλων», των ανοίκειων, των ανθρώπων που οι πολιτισμοί
τους διέφεραν από τον ευρωπαϊκό και τον βορειοαμερικανικό
(Morrow, 2007).
• Πολλοί μελετητές έχουν επισημάνει ομοιότητες σε διεργασίες, δεξιότητες, τεχνικές, αλλά
και στη γνώση που παράγεται στο πλαίσιο της ποιοτικής έρευνας καθώς και στο πεδίο της
συμβουλευτικής. Εδώ ενδεικτικά αναφέρονται:
• 1. Το ενδιαφέρον για τις βιωμένες εμπειρίες, τις ιστορίες, τις αφηγήσεις, τις δράσεις, την
ανάδειξη της φωνής ή και την ενδυνάμωση ατόμων και κοινοτήτων.
• 2. Η ενασχόληση με τη διερεύνηση και την εις βάθος κατανόηση της πολυπλοκότητας της
ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς και η ιδιογραφική και ολιστική προσέγγιση του ανθρώπου.
• 3. Η αναγνώριση της υποκειμενικότητας, της διυποκειμενικότητας, της διάδρασης ή/και της
διαλογικότητας στη διεργασία της έρευνας και της θεραπείας.
• 4. Η εστίαση στη διερεύνηση ευαίσθητων θεμάτων, ευάλωτων ή και περιθωριοποιημένων
πληθυσμών – ζητήματα που απασχολούν τόσο την ποιοτική έρευνα όσο και τη
συμβουλευτική, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας και της κοινωνικής
δικαιοσύνης.
• 5. Η ευαισθητοποίηση σε ζητήματα δεοντολογίας στην έρευνα και στη θεραπευτική
πρακτική (σχέση εμπιστοσύνης, σεβασμού, εχεμύθειας, ενσυναίσθησης και αποδοχής).
• 6. Η συνεργατική διάθεση, η ισοτιμία στη σχέση, η
ευαισθητοποίηση αναφορικά με ζητήματα εξουσίας και
αυθεντίας.
• 7. Η υιοθέτηση της εικόνας ενός υποκειμένου που
συνδιαμορφώνει ενεργά τον προσωπικό και κοινωνικό του
κόσμο.
• 8. Το ενδιαφέρον για τα πλαίσια (πραγματιστικά, χωροχρονικά,
επικοινωνιακά, κοινωνικοπολιτισμικά κ.ά.), όπου οι άνθρωποι
• ζουν και εργάζονται.
• 9. Ο επικοινωνιακός χαρακτήρας.
• 10. Η σημασία της αναστοχαστικότητας αναφορικά με αξίες,
εμπειρίες, ενδιαφέροντα, δεσμεύσεις, κοινωνικές ταυτότητες
κ.λπ. στην ποιοτική έρευνα και στη συμβουλευτική και
θεραπευτική πράξη (Hoshmand, 2005· Ίσαρη, 2015· McLeod,
2003, 2009· Ponterotto, 2005· Willig, 2015).
Επιπρόσθετα, όπως έχει επισημάνει ο McLeod (2009), στο πλαίσιο της
μετανεωτερικότητας και της πολυπολιτισμικότητας η ποιοτική προσέγγιση, όπως και
η θεραπεία, μελετά τις διαστάσεις της κοινωνικής και προσωπικής ζωής που
κατασκευάζονται και ανακατασκευάζονται, και μας δίνει τη δυνατότητα να
διερευνήσουμε την ιστορική «αρχαιολογία» της θεραπευτικής γνώσης, να
αμφισβητήσουμε ή ακόμη και να αποδομήσουμε την κυρίαρχη θεραπευτική
γλώσσα και τις παραδοχές της. Η σημασία της ποιοτικής έρευνας για τη
συμβουλευτική αναδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική σε μια περίοδο όπου
προσπαθούμε να «εφεύρουμε εκ νέου» τη θεραπεία, ανταποκρινόμενοι σε
κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές.
Άλλωστε, και η ανάδυση των λεγόμενων μεταψυχολογικών θεραπευτικών
προσεγγίσεων, όπως είναι η φεμινιστική και η αφηγηματική θεραπεία, είχε ως
αποτέλεσμα οι σύμβουλοι και θεραπευτές να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους
διερεύνησης της πρακτικής τους αξιοποιώντας τις ποιοτικές προσεγγίσεις ή/και
συμβάλλοντας σε αυτές (Gergen, 2001, 2016· McLeod, 2009).
Κεφάλαιο 1
• Μεθοδολογία

• Η ποιοτική μεθοδολογία αποτελεί εργαλείο κατάλληλο για την έρευνα στο


πεδίο της συμβουλευτικής και της ψυχοθεραπείας καθώς όπως και η
συμβουλευτική μοιράζεται τις αρχές της υποκειμενικότητας, της
ενδυνάμωσης των συμμετεχόντων και της ολιστικής εξέτασης των υπό μελέτη
φαινομένων.
• δειγματοληπτική στρατηγική "χιονοστιβάδα"
• τρόπος συλλογής δεδομένων ποιοτική, ημιδομημένη , ατομική συνέντευξη

• Ανάλυση δεδομένων : μεθοδολογία της ερμηνευτικής φαινομενολογικής


ανάλυσης.
• Η ερμηνευτική φαινομενολογική ανάλυση εξυπηρετεί τους ερευνητικούς
σκοπούς καθώς εστιάζει στην προσπάθεια των συμμετεχόντων να δώσουν
νόημα στις εμπειρίες τους.
• Ερμηνευτική φαινομενολογική ανάλυση: αναπτύχθηκε ως ερευνητική προσέγγιση της ποιοτικής
μεθοδολογίας από το Jonathan Smith κατά τη δεκαετία του 1990 ειδικά για την επιστήμη της
ψυχολογίας κα με βασικό στόχο να μελετηθούν οι διαφορετικοί τρόποι κατανόησης του κόσμου από
διαφορετικά άτομα. Τα βασικά φιλοσοφικά θεμέλια της συγκεκριμένης μεθοδολογίας είναι η
φαινομενολογία, η ερμηνευτική και η ιδιογραφική προσέγγιση των δεδομένων.
• Η φαινομενολογία στην ερμηνευτική φαινομενολογική ανάλυση γίνεται αντιληπτή ως μια φιλοσοφική
και επιστημολογική βάση, η οποία μελετά τον τρόπο με τον οποίο κατανοείται ο κόσμος από τη σκοπιά
του υποκειμένου έτσι ώστε η ατομική εμπειρία και η υποκειμενικότητα να καθίστανται έγκυρες πηγές
γνώσης. Η προσοχή της ερμηνευτικής φαινομενολογικής ανάλυσης επομένως βρίσκεται στην
υποκειμενική, προσωπική και βιωμένη εμπειρία η οποία εμπεριέχει δράσεις, αναμνήσεις και
συναισθήματα.
• Η δεύτερη επιστημολογική βάση της ερμηνευτικής φαινομενολογικής ανάλυσης η οποία είναι άρρηκτα
συνδεδεμένη με τη φαινομενολογία είναι η ερμηνευτική. Σύμφωνα με την ερμηνευτική προσέγγιση, η
γνώση δεν μπορεί να εξαχθεί ανεπηρέαστη από τις αντιλήψεις και το πλαίσιο αναφοράς του ατόμου το
οποίο παρατηρεί. Η ερευνητική αυτή προσέγγιση αναγνωρίζει ότι η φαινομενολογία μπορεί να είναι
θεωρητικά περιγραφική έννοια, αλλά στην εκτέλεσή της μπορεί να υπάρξει μόνο μέσω μιας
ερμηνευτκής οπτικής. Μάλιστα οι Smith και Osborn κάνουν λόγο για μια «διπλή ερμηνευτική» στην
οποία γίνεται προσπάθεια να προσεγγιστεί η σκοπιά του ατόμου αλλά και η κατανόηση της
ερευνήτριας για την εμπειρία του.
• Τέλος, η ιδιογραφική προσέγγιση της IPA που αποτελεί
και την τρίτη επιστημολογική της βάση, αφορά την
επικέντρωση της συγκεκριμένης μεθοδολογίας στην
κατανόηση συγκεκριμένων φαινομένων υπό
συγκεκριμένα πλαίσια. Αυτή η επικέντρωση της IPA στο
«ειδικό» συντελείται τόσο σε επίπεδο λεπτομερούς και
διεξοδικής ανάλυσης της κάθε εμπειρίας όσο και σε
επίπεδο κατανόησης του τρόπου με τον οποίο γίνονται
αντιληπτά τα φαινόμενα από το συγκεκριμένο άτομο και
στο συγκεκριμένο πλαίσιο. Με βάση μια τέτοια
προσέγγιση λοιπόν η εμπειρική γενικευσιμότητα δεν
αποτελεί στόχο της έρευνας.
• Μεθοδολογία : η παρούσα μελέτη αποσκοπεί να διερευνήσει την
παιδοκεντρική – μη κατευθυντική προσέγγιση στην
παιγνιοθεραπεία μέσα από την οπτική και την εμπειρία των
θεραπευτών που εφαρμόζουν τη συγκεκριμένη προσέγγιση στη
συμβουλευτική και την κλινική πράξη. Για το σκοπό αυτό υιοθετεί
την ποιοτική μεθοδολογία και ειδικότερα την ερευνητική
προσέγγιση της θεματικής ανάλυσης, η οποία δίνει τη δυνατότητα
διερεύνησης και περιγραφής των αντιλήψεων και εμπειριών των
συμμετεχόντων όπως αυτές νοηματοδοτούνται από τους ίδιους στο
πλαίσιο της έρευνας.
• Δειγματοληψία : για τη συγκρότηση του δείγματος ακολουθήθηκε
σκόπιμη δειγματοηψία, η οποία δίνει στους ερευνητές τη
δυνατότητα να επιλέξουν συμμετέχοντες που να έχουν τα
χαρακτηριστικά, τη γνώση και τη δυνατότητα να προσφέρουν
επαρκείς και πλούσιες πληροφορίες για το σκοπό της έρευνας.
• Η συλλογή των ερευνητικών δεδομένων έγινε με τη χρήση της ποιοτικής συνέντευξης
και ειδικότερα με την ατομική ημιδομημένη συνέντευξη ανοικτού τύπου η οποία
περιλαμβάνει ένα σύνολο προκαθορισμένων ερωτήσεων.
• Η ημιδομημένη συνέντευξη παρουσιάζει ευελιξία ως προς: 1) την τροποποίηση του
περιεχομένου των ερωτήσεων, 2) την εμβάθυνση σε κάποια θέματα, 3) τη σειρά των
ερωτήσεων, 4) την προσθήκη ή αφαίρεση ερωτήσεων ή θεμάτων ανάλογα με τον
ερωτώμενο. Η χρήση της προϋποθέτει μια οντολογική θέση η οποία αντιλαμβάνεται
τις εμπειρίες, τις απόψεις και τις διαδράσεις των ανθρώπων ως σημαντικές
διαστάσεις της κοινωνικής πραγματικότητας. Προϋποθέτει επίσης μια
επιστημολογική θέση η οποία αναγνωρίζει ότι η γνώση σχετικά με αυτές τις
διαστάσεις μπορεί να παραχθεί αν ο ερευνητής εμπλακεί σε μια διαδραστική σχέση
με τους ανθρώπους τους ακούσει και τους δώσει την ευκαιρία να διατυπώσουν τις
απόψεις τους και να νοηματοδοτήσουν ή να αφηγηθούν τις εμπειρίες τους. Οι
επιστημολογικοί περιορισμοί της συνέντευξης, από την άλλη μεριά, αφορούν το
γεγονός ότι οι ερευνητές δεν έχουν ουσιαστικά πρόσβαση στο μυαλό των
ερωτώμενων και μπορούν να πληροφορηθούν μόνο εκείνες τις αντιλήψεις,
εμπειρίες κ.λπ. που οι συμμετέχοντες επιλέγουν να τους αποκαλύψουν στο πλαίσιο
της ποιοτικής συνέντευξης.
• Επιστημολογία και μεθοδολογία
Η ποιοτική έρευνα διακρίνεται για την ικανότητά της να αντικατοπτρίζει την
πολυπλοκότητα του ερευνητικού θέματος και να εκμαιεύει πλούσιο υλικό από τους
συμμετέχοντες. Το είδος της ποιοτικής έρευνας που επιλέχθηκε ανήκει στην
παράδοση της φαινομενολογικής έρευνας καθώς η επιστημολογία της
φαινομενολογίας είναι συγγενής με τη θεωρία της ενσυνειδητότητας. Πρώτον και
στις δυο αναγνωρίζεται η ύπαρξη διαφορετικών κοινωνικά κατασκευασμένων
πραγματικοτήτων. Η «αντικειμενική αλήθεια» αν υπάρχει καν δεν απασχολεί τον
ερευνητή καθώς το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στη σύνδεση με την εσωτερική,
προσωπική γνώση του καθενός, και όχι με την εξωτερική γνώση η οποία προκύπτει
«έξω» από την εμπειρία του καθενός. Μια δεύτερη συγγένεια μεταξύ των δυο είναι
ότι απαιτούν την προσωπική εμπλοκή του ερευνητή με το ερευνητικό αντικείμενο.
Τέλος, η φαινομενολογική έρευνα συγγενεύει με το διαλογισμό ως προς την πρόθεση
και των δυο να συνδεθούν με την άμεση εμπειρία στο «εδώ και τώρα» με ανοιχτή
διάθεση και «έκπληξη» απέναντι σε αυτό που συμβαίνει, χωρίς να διαχωρίζονται οι
λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές εμπειρίες.
Επιλογή ερευνητικής μεθόδου
• Η ερμηνευτική- φαινομενολογική ανάλυση έχει τις ρίζες της στο έργο του
φιλόσοφου και μαθηματικού E.Husserl ο οποίος απέρριψε τον επιστημονικό
θετικισμό και υποστήριξε ότι η γνώση προκύπτει από την εμπειρία –
προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για την εμφάνιση της φαινομενολογίας.
Προκειμένου να διερευνηθούν εσωτερικά και εξωτερικά φαινόμενα το
αντικείμενο μελέτης έγινε η ίδια η βιωματική διάσταση των συμμετεχόντων
δηλαδή το πλήρες φάσμα της «εδώ και τώρα» εμπειρίας. Παρ΄ όλ΄ αυτά θα ήταν
παραπλανητικό να πούμε ότι η προσέγγιση ασχολείται μόνο με την απλή
περιγραφή της ατομικής εμπειρίας από τη μια προσπαθεί να κατανοήσει το νόημα
που οι συμμετέχοντες αποδίδουν στον κόσμο τους από την άλλη, ο ερευνητής
προβαίνει σε μιας μορφής ερμηνεία αυτού του νοήματος. Έτσι κατά την ΕΦΑ, η
διερεύνηση επικεντρώνεται στη διαλεκτική διαμόρφωση της πραγματικότητας
έχει δυο επίπεδα ερμηνείας: το πρώτο αφορά το νόημα που αποδίδει ο /η
συμμετέχων / ουσα στον κόσμο του /της και το δεύτερο αφορά το νόημα που ο /η
ερευνητής/ τρια αποδίδει στον κόσμο των συμμετεχόντων.
• Έτσι η ΕΦΑ είναι φαινομενολογική καθότι αποζητά την «εκ των έσω» προοπτική
των βιωμάτων των συμμετεχόντων και ερμηνευτική καθότι αναγνωρίζει τις
προσωπικές αξίες και την οπτική γωνία του/ της ερευνητή/ τριας και αποδέχεται
ότι η κατανόηση απαιτεί και ερμηνεία.
Διασφάλιση ποιότητας
• Στην ποιοτική έρευνα σημαίνει ότι τα δεδομένα που
παρουσιάζονται είναι αξιόπιστα και φερέγγυα. Η αξιοπιστία
αναφέρεται στην ακρίβεια με την οποία τα δεδομένα
αντικατοπτρίζουν το θέμα της έρευνας ενώ η φερεγγυότητα
απαντά στο κατά πόσο τα συμπεράσματα της έρευνας
υποστηρίζονται από τα ερευνητικά δεδομένα. Στην παρούσα
έρευνα χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές μέθοδοι οι οποίες
περιγράφονται συνοπτικά: α) διασταύρωση στοιχείων, β) επίγνωση
και αναστοχασμός για την επιρροή που ασκεί ο/η ερευνητής/τρια
πάνω στο αντικείμενο μελέτης και για τη διαλεκτική σχέση μεταξύ
των δυο με στόχο την ανάδειξη του νοήματος, γ) πλούσιες
περιγραφές της συνομιλίας, δ) ανατροφοδότηση συμμετεχόντων,
πολλαπλή κωδικοποίηση, στ) δημόσια γνωστοποίηση των
διαδικασιών και ζ) σκόπιμη επιλογή δείγματος.
Ερευνητικός σχεδιασμός και συμμετέχοντες
• Χρησιμοποιήθηκαν ημιδομημένες συνεντεύξεις με θεραπευτές που έχουν
ενσωματώσει την πρακτική της ενσυνειδητότητας στην προσωπική και την
επαγγελματική τους ζωή. Οι ερωτήσεις της συνέντευξης προέκυψαν μεν από τη
βιβλιογραφία αλλά πέρασαν μέσα από αλλεπάλληλα στάδια διαμόρφωσης. Οι βασικές
παράμετροι για την τελική τους μορφή είχαν να κάνουν με την αναγνώριση ευρέων
θεμάτων προς διερεύνηση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, τη λογική ιεράρχηση των
ερωτήσεων και την ιεράρχηση τους με γνώμονα την «ευαισθησία» τους, την
προετοιμασία ερωτήσεων που μπορούσαν να διευκολύνουν τη ροή της συνέντευξης
και τη διεξαγωγή μιας δοκιμαστικής συνέντευξης η οποία είχε αποκλειστικό σκοπό να
«τεστάρει» τις ερωτήσεις ( τα δεδομένα αυτά δεν συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα).
• Πήραν μέρος 6 θεραπευτές από την Αγγλία οι οποίοι επιλέχθηκαν σκόπιμα καθώς την
περίοδο που διεξήχθη η έρευνα δεν υπήρχαν θεραπευτές στην Ελλάδα που να
χρησιμοποιούν την προσέγγιση. Το δείγμα ήταν σκόπιμο, με την έννοια ότι το ερώτημα
είχε νόημα και ήταν σημαντικό για τους συμμετέχοντες. Η διάρκεια κάθε συνέντευξης
κυμαινόταν μεταξύ 50 λεπτών και 1,15 ώρας. Όποτε προέκυψαν σημαντικά θέματα ή
ιδέες από τον/ την θεραπευτή/ τρια τα οποία δεν είχαν συμπεριληφθεί στον αρχικό
σχεδιασμό ερωτήσεων, δόθηκε χώρος στη συζήτηση, και αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως
πρόσθετο υλικό προς διερεύνηση στην επόμενη συνέντευξη.
Συλλογή και ανάλυση δεδομένων
• Οι συνεντεύξεις ηχογραφήθηκαν και στη συνέχεια καταγράφηκαν αυτολεξεί. Όλοι οι
συμμετέχοντες θεραπευτές έλαβαν ένα ολοκληρωμένο αντίγραφο της συνέντευξης για
να ελέγξουν εάν τα λεγόμενά τους είχαν αποτυπωθεί με ακρίβεια και να προσθέσουν
εφόσον το επιθυμούσαν κάποια σχόλια. Ένας δεύτερος ανεξάρτητος ερευνητής-
συμβουλευτικός – ψυχολόγος συμμετείχε στο στάδιο της ανάλυσης προκειμένου να
διασφαλίσει ότι η ερμηνεία των δεδομένων προέκυπτε φυσιολογικά μέσα από αυτά. Σε
εκείνο το στάδιο αφιέρωσα χρόνο για την εξοικείωση με το υλικό και συγκεκριμένα με
τις ιδέες, τις έννοιες και τα σχόλια, τη γλώσσα, τις διαβαθμίσεις στον τόνο και τη χροιά
της ομιλίας, τα συναισθήματα και όλα όσα «χρωμάτιζαν» στην επικοινωνία. Παράλληλα
παρατηρούσα και κατέγραφα στο ερευνητικό ημερολόγιο τις δικές μου εσωτερικές
αντιδράσεις ως προς το υλικό.
• Στο επόμενο στάδιο, τα δεδομένα οργανώθηκαν σε ευρείες θεματικές ενότητες οι οποίες
χαρακτηρίζονταν από κύριες θεματικές ιδέες. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας
δημιουργήθηκε ένας πίνακας θεμάτων με αποσπάσματα από τα σχετικά σχόλια των
συμμετεχόντων. Εκεί σημειώθηκαν οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις θεμάτων ανάμεσα
στους συμμετέχοντες και ομαδοποιήθηκαν ιδέες, εμπειρίες και θέματα που συνέκλιναν
έτσι ώστε να προσεγγίσω την υψηλότερη κατηγορία θεμάτων. Οι τελικές κατηγορίες
προέκυψαν με βάση τη συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων θεμάτων.
Δεύτερη κατεύθυνση: διερεύνηση της εμπειρίας φοιτητών
συμβουλευτικής
• Έλληνες εκπαιδευόμενοι στη συμβουλευτική οι
οποίοι είχαν ελάχιστη ή καμία προηγούμενη
εμπειρία στην ενσυνειδητότητα προσκλήθηκαν να
δράσουν ως «ανυποψίαστοι» παρατηρητές σε ένα
πρόγραμμα ενσυνειδήτοτητας. Η προσδοκία ήταν
ότι η «φρέσκια ματιά» κάθε συμμετέχοντα θα
αλληλεπιδράσει με αυτή των υπολοίπων
οδηγώντας σε μια συλλογική διαλεκτική δόμηση
της εμπειρίας.
Ομάδες εστιασμένης συζήτησης

• Η χρήση των ομάδων εστιασμένης συζήτησης προέκυψε ως


λογική επιλογή προκειμένου να επιτευχθεί η συν- δόμηση
της συλλογικής «αλήθειας» πάνω στην εμπειρία της
ενσυνειδητότητας. ‘Ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτών των
ομάδων είναι ότι ο ερευνητής βασίζεται όχι τόσο στην
προσωπική «φωνή» του καθενός αλλά στην αλληλεπίδραση
της ομάδας για να φτάσει στο νόημα της εμπειρίας.
Επιπλέον η ομάδα μπορεί να αναδείξει όχι μόνο σύγκλισης
αλλά και σημεία απόκλισης των εμπειριών / απόψεων και να
προσφέρει πλούσιο υλικό. Σημαντικός είναι εδώ ο ρόλος της
ερευνήτριας/ διευκολύντριας για να μπορεί να
αντιλαμβάνεται τη δυναμική της ομάδας ούτως ώστε όλοι
να έχουν τη δυνατότητα να συμμετάσχουν.

You might also like